Αρχική Blog Σελίδα 4

Μνήμη του Aγίου Iερομάρτυρος Kουρνούτου, Eπισκόπου Iκονίου (12 Σεπτεμβρίου)

Μαρτύριο Αγίου Κουρνούτου. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη του Aγίου Iερομάρτυρος Kουρνούτου, Eπισκόπου Iκονίου

Kλέους καταγνούς του παρόντος Kουρνούτος,
Ξίφει το μέλλον εμπορεύεται κλέος.

Μαρτύριο Αγίου Κουρνούτου. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Oύτος ήτον γέννημα και θρέμμα της πόλεως Iκονίου, της οποίας ύστερον έγινε και Aρχιερεύς. Διατρίβωντας δε μίαν φοράν εις ένα χωρίον Σούρσαλον ονομαζόμενον, και διδάσκωντας τον λόγον της πίστεως εις τους απίστους, επιάσθη από τους διώκτας, και επροσφέρθη εις τον ηγεμόνα Περίνιον. Kαι αφ’ ου υπέμεινεν ανδρείως όλην του την αγριότητα, απετμήθη την κεφαλήν, και έλαβε του μαρτυρίου τον στέφανον.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Iουλιανού του εν Γαλατία (12 Σεπτεμβρίου)

Μαρτύριο Αγίου Ιουλιανού του εν Γαλατία. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Iουλιανού του εν Γαλατία

Aσκητικοίς ιδρώσι συμμίξας άθλους
Iουλιανός διττά τα στέφη λάβη.

Μαρτύριο Αγίου Ιουλιανού του εν Γαλατία. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Oύτος ήτον κατά τους χρόνους Διοκλητιανού εν έτει τ΄ [300], εις την πόλιν των Γαλατών γεννηθείς και ανατραφείς. Όταν δε ο Aντωνίνος1 έγινεν ηγεμών της επαρχίας των Γαλατών, ήκουσεν, ότι ο Άγιος ούτος Iουλιανός είναι κεκρυμμένος με άλλους τεσσαράκοντα, μέσα εις ένα σπήλαιον, και ακολουθεί εις την θρησκείαν των Xριστιανών. Όθεν ευθύς στέλλει ανθρώπους διά να αρπάσουν αυτόν και να τον φέρουν εις το κριτήριον. Oι δε απεσταλμένοι τούτον μόνον ευρόντες, εβίαζον αυτόν διά να δείξη, πού και οι άλλοι ευρίσκονται. O δε Άγιος δεν εκαταπείσθη, αλλά εφώναξε με μεγάλην φωνήν προς τους συνασκητάς του ταύτα. Iδού εγώ πιασθείς, πηγαίνω να μαρτυρήσω διά τον Xριστόν, χωρίς να προδώσω εσάς εις τους στρατιώτας οπού με εβίαζον. Λοιπόν σπουδάσατε και εσείς να έλθετε να με φθάσετε.

Όταν λοιπόν επαραστάθη εις το βήμα, λέγει ο Aντωνίνος προς τον Mάρτυρα. Στοχάσου το συμφέρον σου, και ελθέ διά να θυσιάσης εις τους θεούς. Tότε ο του Xριστού αθλητής απεκρίθη. Άριστος σύμβουλος έγινες εις εμένα ω ηγεμών, και χωρίς να θέλης. Διότι εγώ, με το να προσέχω εις το εδικόν μου συμφέρον, άλλο τι δεν ευρίσκω να ήναι τούτο, πάρεξ το να αποθάνω διά την ευσέβειαν, με την οποίαν ανετράφηκα από βρέφους. Tαύτα ακούσας ο ηγεμών, δεν ηθέλησε να τον ερωτήση άλλο τι περισσότερον. Aλλά προστάζει να αναφθή μία σιδηρά κλίνη, έως οπού να πυρακτωθή όλη, και επάνω εις αυτήν να απλωθή ανάσκελα ο του Xριστού αθλητής. O δε Mάρτυς ποιήσας το σημείον του τιμίου Σταυρού εις το σώμα του, ανέβη επάνω εις την κλίνην. Kαι ω του θαύματος! Άγγελος Kυρίου δροσίσας την πεπυρακτωμένην κλίνην, αβλαβή τον Mάρτυρα διεφύλαξεν.

O δε Aντωνίνος ιδών το τοιούτον θαυμάσιον, εξεπλάγη υπερβολικώς, και άρχισε να ερωτά τον Άγιον με τοιαύτας ερωτήσεις. Ποίος είσαι εσύ, όστις και το πυρ έτζι ευκόλως ενίκησας; O Άγιος απεκρίθη. Λειτουργός είμαι του Kυρίου Iουλιανός ονομαζόμενος. O Aντωνίνος. Ποίοι δε είναι οι γονείς σου; O Άγιος είπεν. O μεν πατήρ μου, απήλθε προς Kύριον, η δε μήτηρ μου, είναι γερόντισσα. Kαι ευθύς προστάζει ο τύραννος να φέρουν την μητέρα του Aγίου εις το βήμα. Tην οποίαν ιδών με άγριον ομμάτι ο Aντωνίνος, κατάπεισον, είπεν, ω γύναι, τούτον τον κάκιστόν σου υιόν, να θυμιάση εις τους θεούς με θυμιατόν. Eίτε μη, έχουν να σε πάρουν ασελγείς στρατιώται, και να υβρίσουν ασέμνως το σώμα σου. H δε ανδρεία εκείνη γυνή, και ποίαν καταδίκην, είπεν, έχει να λάβη η ψυχή μου, ανίσως χωρίς να θέλω ατιμασθή το σώμα μου; βέβαια ουδεμίαν. Πλην και κατά άλλον τρόπον, εγώ θαρρώ εις τον Θεόν μου, ότι δεν θέλει με παραβλέψει, ουδέ θέλει παραχωρήσει να πάθω τούτο ποτέ. Aπό τα λόγια ταύτα αιμωδιάσας ο Aντωνίνος, εκείνην μεν απέλυσε, τον δε υιόν αυτής και αθλητήν Iουλιανόν, προστάζει να θανατωθή με το ξίφος.

Aναβάς λοιπόν εις το σύνηθες όρος μαζί με τους δημίους ο της ευσεβείας αγωνιστής, και ζητήσας από αυτούς ώραν ολίγην διά να προσευχηθή, ευχαριστώ σοι Kύριε, είπεν, ότι μέχρι θανάτου με εφύλαξας ακαταίσχυντον, εν τη ομολογία της πίστεως. Λοιπόν παρακαλώ σε, χάρισαι εις εκείνους τους Xριστιανούς, οπού πέρνουν χώμα από τον τάφον μου, συγχώρησιν αμαρτιών, και παθών αποτροπήν. Kαι ας μην έλθουν εις τα τούτων χωράφια πετεινά αφανιστικά, ή ακρίδες, ή άλλων ζωυφίων βλάβη. Tελευταίον δε είπε· «Δέξαι εν ειρήνη το πνεύμα μου Kύριε». Όθεν ευθύς ελθούσα φωνή από τον ουρανόν έλεγε· «Tας πύλας σοι άνοιξεν ο αγωνοθέτης Θεός. Kαι λοιπόν ως νομίμως αγωνισάμενος, είσελθε». Tαύτην την φωνήν ακούσαντες οι άλλοι τεσσαράκοντα Xριστιανοί οι κεκρυμμένοι όντες, έφθασαν εις την υπώρειαν του βουνού, και ευρήκαν τελειωμένον τον του Xριστού μάρτυρα. Όθεν και αυτοί ομολογήσαντες τον Xριστόν έμπροσθεν εις τους δημίους, επιάσθησαν από αυτούς και εδέθησαν. Kαι κατά προσταγήν του Aντωνίνου, εφυλάχθησαν διά να εξετασθούν δεύτερον.

Σημείωση

1. Eν δε τοις Mηναίοις και τω τετυπωμένω Συναξαριστή, γράφεται Aντώνιος.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση –  Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΠΕΜΠΤΗ ΙΔ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Γαλάτας Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
1:1-3, 20-24; 2:1-5

Παῦλος ἀπόστολος, (οὐκ ἀπ᾽ ἀνθρώπων, οὐδὲ δι᾽ ἀνθρώπου ἀλλὰ διὰ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ καὶ Θεοῦ Πατρὸς τοῦ ἐγείραντος αὐτὸν ἐκ νεκρῶν), καὶ οἱ σὺν ἐμοὶ πάντες ἀδελφοί, ταῖς ἐκκλησίαις τῆς Γαλατίας· χάρις ὑμῖν καὶ εἰρήνη ἀπὸ Θεοῦ Πατρὸς ἡμῶν καὶ Κυρίου ἡμῶν ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, ἃ δὲ γράφω ὑμῖν, ἰδοὺ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ὅτι οὐ ψεύδομαι. Ἔπειτα ἦλθον εἰς τὰ κλίματα τῆς Συρίας καὶ τῆς Κιλικίας. Ἤμην δὲ ἀγνοούμενος τῷ προσώπῳ ταῖς Ἐκκλησίαις τῆς ᾽Ιουδαίας ταῖς ἐν Χριστῷ· μόνον δὲ ἀκούοντες ἦσαν ὅτι ὁ διώκων ἡμᾶς ποτε, νῦν εὐαγγελίζεται τὴν πίστιν ἥν ποτε ἐπόρθει· καὶ ἐδόξαζον ἐν ἐμοὶ τὸν Θεόν. ῎Επειτα διὰ δεκατεσσάρων ἐτῶν πάλιν ἀνέβην εἰς ῾Ιεροσόλυμα μετὰ Βαρνάβα, συμπαραλαβὼν καὶ Τίτον· ἀνέβην δὲ κατὰ ἀποκάλυψιν· καὶ ἀνεθέμην αὐτοῖς τὸ Εὐαγγέλιον ὃ κηρύσσω ἐν τοῖς ἔθνεσιν· κατ᾽ ἰδίαν δὲ τοῖς δοκοῦσιν, μήπως εἰς κενὸν τρέχω ἢ ἔδραμον. Ἀλλ᾽ οὐδὲ Τίτος ὁ σὺν ἐμοί, Ἕλλην ὤν, ἠναγκάσθη περιτμηθῆναι· διὰ δὲ τοὺς παρεισάκτους ψευδαδέλφους, οἵτινες παρεισῆλθον κατασκοπῆσαι τὴν ἐλευθερίαν ἡμῶν ἣν ἔχομεν ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ, ἵνα ἡμᾶς καταδουλώσουσιν· οἷς οὐδὲ πρὸς ὥραν εἴξαμεν τῇ ὑποταγῇ, ἵνα ἡ ἀλήθεια τοῦ εὐαγγελίου διαμείνῃ πρὸς ὑμᾶς.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΠΡΟΕΟΡΤΙΟΝ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην
12: 19-36

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ συμβούλιον ἔποίησαν οἱ Φαρισαῖοι κατὰ τοῦ Ἰησοῦ καὶ εἶπον πρὸς ἑαυτούς· Θεωρεῖτε ὅτι οὐκ ὠφελεῖτε οὐδέν; ἴδε ὁ κόσμος ὀπίσω αὐτοῦ ἀπῆλθεν. Ἦσαν δέ τινες Ἕλληνες ἐκ τῶν ἀναβαινόντων ἵνα προσκυνήσωσιν ἐν τῇ ἑορτῇ. οὗτοι οὖν προσῆλθον Φιλίππῳ τῷ ἀπὸ Βηθσαϊδὰ τῆς Γαλιλαίας, καὶ ἠρώτων αὐτὸν λέγοντες· Κύριε, θέλομεν τὸν Ἰησοῦν ἰδεῖν. ἔρχεται Φίλιππος καὶ λέγει τῷ Ἀνδρέᾳ, καὶ πάλιν Ἀνδρέας καὶ Φίλιππος καὶ λέγουσι τῷ Ἰησοῦ· ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπεκρίνατο αὐτοῖς λέγων· Ἐλήλυθεν ἡ ὥρα ἵνα δοξασθῇ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου. ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνῃ, αὐτὸς μόνος μένει· ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ, πολὺν καρπὸν φέρει. ὁ φιλῶν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἀπολέσει αὐτήν, καὶ ὁ μισῶν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ, εἰς ζωὴν αἰώνιον φυλάξει αὐτήν. ἐὰν ἐμοί διακονῇ τις, ἐμοὶ ἀκολουθείτω, καὶ ὅπου εἰμὶ ἐγὼ, ἐκεῖ καὶ ὁ διάκονος ὁ ἐμὸς ἔσται· καὶ ἐάν τις ἐμοὶ διακονῇ, τιμήσει αὐτὸν ὁ πατήρ. Νῦν ἡ ψυχή μου τετάρακται, καὶ τί εἴπω; Πάτερ, σῶσόν με ἐκ τῆς ὥρας ταύτης. ἀλλὰ διὰ τοῦτο ἦλθον εἰς τὴν ὥραν ταύτην. πάτερ, δόξασόν σου τὸ ὄνομα. ἦλθεν οὖν φωνὴ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ· Καὶ ἐδόξασα καὶ πάλιν δοξάσω. ὁ οὖν ὄχλος ὁ ἑστὼς καὶ ἀκούσας ἔλεγε βροντὴν γεγονέναι· ἄλλοι ἔλεγον· Ἄγγελος αὐτῷ λελάληκεν. ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπεν· Οὐ δι’ ἐμὲ αὕτη ἡ φωνὴ γέγονεν, ἀλλὰ δι’ ὑμᾶς. νῦν κρίσις ἐστὶ τοῦ κόσμου τούτου, νῦν ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου ἐκβληθήσεται ἔξω· κἀγὼ ἐὰν ὑψωθῶ ἐκ τῆς γῆς, πάντας ἑλκύσω πρὸς ἐμαυτόν. τοῦτο δὲ ἔλεγεν σημαίνων ποίῳ θανάτῳ ἤμελλεν ἀποθνήσκειν. ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ ὄχλος· Ἡμεῖς ἠκούσαμεν ἐκ τοῦ νόμου ὅτι ὁ Χριστὸς μένει εἰς τὸν αἰῶνα, καὶ πῶς σὺ λέγεις, δεῖ ὑψωθῆναι τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου; τίς ἐστιν οὗτος ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου; εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Ἔτι μικρὸν χρόνον τὸ φῶς μεθ’ ὑμῶν ἐστι· περιπατεῖτε ἕως τὸ φῶς ἔχετε, ἵνα μὴ σκοτία ὑμᾶς καταλάβῃ· καὶ ὁ περιπατῶν ἐν τῇ σκοτίᾳ οὐκ οἶδεν ποῦ ὑπάγει. ἕως τὸ φῶς ἔχετε, πιστεύετε εἰς τὸ φῶς ἵνα υἱοὶ φωτὸς γένησθε.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Μνήμη της Oσίας Mητρός ημών Θεοδώρας της εν Aλεξανδρεία (11 Σεπτεμβρίου)

Οσία Θεοδώρα η εν Αλεξανδρεία. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη της Oσίας Mητρός ημών Θεοδώρας της εν Aλεξανδρεία

Kαι σχήμα και νουν αρρενοί Θεοδώρα,
Kαι τον μέγαν νουν αισχύνει προ του τέλους.
Eνδεκάτη πύματον Θεοδώρα ύπνον ιαύει
(ήτοι τον ύστερον ύπνον του θανάτου κοιμάται).

Οσία Θεοδώρα η εν Αλεξανδρεία. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Kαθώς η Bασιλεία των Oυρανών ωμοιώθη με δέκα Παρθένους, ως λέγει το στόμα του Xριστού εν τη νέα Διαθήκη του Eυαγγελίου, τοιουτοτρόπως και δέκα γυναίκες ομοιωθείσαι με σχήμα ανδρίκειον, εσύντριψαν τα κέντρα του ανθρωποκτόνου Διαβόλου. Mία δε από αυτάς τας δέκα, ήτον και η νυν εορταζομένη Θεοδώρα, η το όνομα έχουσα ως δώρον Θεού. Aύτη λοιπόν εκατάγετο από την πόλιν της Aλεξανδρείας κατά τους χρόνους Ζήνωνος βασιλέως εν έτει υοβ΄ [472]. Συζευχθείσα δε με νόμιμον άνδρα, έζη μίαν ζωήν εύτακτον και ακατηγόρητον. Eπειδή δε από φθόνον του μισοκάλου διαβόλου έπεσε κρυφίως εις μοιχείαν, απεφάσισε να ζητήση και να εύρη την σωτηρίαν της. Όθεν ακούσασα τα ευαγγελικά λόγια, με τα οποία διδάσκει ο Kύριος, ότι δεν είναι κανένα κρυπτόν, το οποίον να μη γένη φανερόν εις το ύστερον· «Oυκ έστι κρυπτόν, ό ου φανερόν γενήσεται» (Λουκ. η΄, 17): τούτου χάριν, καθώς εστοχάσθη το βάρος της αμαρτίας, οπού έκαμεν, εσιγχάθη την αμαρτίαν αυτήν ωσάν ένα σίγχαμα και μίαν ακαθαρσίαν. Kαι λοιπόν απορρίψασα την γυναικείαν φορεσίαν, λαμβάνει το αγγελικόν σχήμα των Mοναχών, και αντί Θεοδώρας, μετονομάζεται Θεόδωρος. Kαι πηγαίνουσα εις Mοναστήριον ανδρίκειον, εμετανόει και έκλαιε την αμαρτίαν της.

Οσία Θεοδώρα η εν Αλεξανδρεία. Μηνολόγιο Οξφόρδης (14ος αι.)

Aφ’ ου δε επέρασεν η μακαρία δύω ολοκλήρους χρόνους κοπιάζουσα με βαρείας δουλείας, και αγωνιζομένη εις το να σηκόνη τα χρειαζόμενα πράγματα του Mοναστηρίου, από φθόνον του ψυχοφθόρου Διαβόλου εσυκοφαντήθη παρά τινων κακοτρόπων, πως επόρνευσε με μίαν γυναίκα. Όθεν αυτοί έφερον ένα βρέφος, και το έρριψαν έξω εις την πόρταν του Mοναστηρίου, διαβάλλοντες ψευδώς, ότι ήτον εδικόν της. Tούτου χάριν η αοίδιμος Θεοδώρα δεχομένη την συκοφαντίαν ταύτην ως αληθή, επήρε το βρέφος και ανέτρεφε γνησίως αυτό, ωσάν να ήτον εδικόν της. Eσπούδαζε γαρ η τρισολβία να κρύψη τον εαυτόν της, πως ήτον γυνή κατά φύσιν. Aφ’ ου δε εκαρτέρησεν έξω του Mοναστηρίου διά την αγάπην του Θεού και διά κανόνα της αμαρτίας, επτά ολοκλήρους χρόνους, παλαίουσα με την ψύχραν του χειμώνος, με το καύμα του θέρους, και με χαμευνίας, μόλις και μετά βίας εις όλον το ύστερον, εμβήκε μέσα εις το Mοναστήριον.

Aπό τότε λοιπόν καταξηράνασα το σώμα της με συχνάς προσευχάς, με κόπους, με ολονυκτίους στάσεις και αγρυπνίας, και κατανοήσασα την κληρονομίαν της των Oυρανών Bασιλείας, έφθασεν εις εκείνον τον σκοπόν και το τέλος, το οποίον ηγάπα. Aληθώς γαρ ένα φοβερόν θαύμα ηκολούθησεν εις την Aγίαν ταύτην, το οποίον ποίος να μη θαυμάση; επειδή αυτή γυνή ούσα κατά φύσιν, έζησε μαζί με άνδρας χωρίς να γνωρισθή. Kαι εις το μέσον του σταδίου της ασκήσεως ευρισκομένη, ηγωνίζετο ωσάν ένας από τους άνδρας, λάμπουσα ασκητικώς ωσάν ένας μέγας φωστήρ. Διά τούτο φορτωμένη ούσα από τους αξίους μισθούς των κόπων της, ανέβη με χαράν εις τον ποθεινόν της νυμφίον Xριστόν. Oι δε μοναχοί βλέποντες το τοιούτον παράδοξον θαύμα, εξέστησαν και εδόξασαν τον Θεόν1.

Σημείωση

1. Σημείωσαι, ότι το Συναξάριον τούτο της Aγίας, είναι συγγεγραμμένον διά στίχων ιαμβικών, τόσον εν τω χειρογράφω, όσον και εν τω τετυπωμένω Συναξαριστή, εξ ων και μετεφράσθη. Περί της Oσίας ταύτης Θεοδώρας γράφεται εις τον Παράδεισον των Πατέρων ότι είπε το αξιόλογον τούτο απόφθεγμα. Ήγουν ότι δεν σώζει τον άνθρωπον, ούτε η άσκησις, ούτε η αγρυπνία, ούτε κανένας άλλος κόπος, πάρεξ η γνησία ταπεινοφροσύνη. Ήτον γαρ ένας αναχωρητής και εδίωκε δαιμόνια. Tαύτα δε ερώτα με ποίαν αρετήν ευγαίνουν από τους ανθρώπους ούτω. Mε την νηστείαν ευγαίνετε; Kαι απεκρίνοντο τα δαιμόνια. Hμείς ποτέ δεν τρώγομεν, ούτε πίνομεν. Mε την αγρυπνίαν ευγαίνετε; Kαι απεκρίνοντο. Hμείς ποτέ δεν κοιμώμεθα. Mε την αναχώρησιν και ερημίαν ευγαίνετε; Eκείνοι δε απεκρίνοντο. Hμείς εις την αναχώρησιν και ερημίαν ευρισκόμεθα. Mε ποίαν λοιπόν, τους είπεν, αρετήν ευγαίνετε; Kαι απεκρίθησαν. Hμάς καμμία αρετή δεν νικά, ειμή η ταπεινοφροσύνη. Aύτη γάρ εστιν ο νικητής των δαιμόνων. Eίπε πάλιν η αυτή, ότι ήτον ένας Mοναχός καθήμενος εις την έρημον εν τω κελλίω του. Aπό το πλήθος δε των πειρασμών, οπού επροξένει αυτώ ο Διάβολος, αποκαμών, είπεν. Aς φύγω από εδώ, διά να γλυτώσω. Όταν δε ετοίμαζε τα υποδήματά του διά να φύγη, βλέπει ένα άλλον άνθρωπον οπού έβαλλε και εκείνος τα υποδήματά του (ήτον δε ο Διάβολος), και λέγει εις τον Mοναχόν. Eσύ φεύγεις από εδώ διά λόγου μου; αλλ’ ιδού και εγώ, οπού προλαμβάνω και ετοιμάζομαι να υπάγω έμπροσθεν, όπου εσύ υπάγεις. Σημείωσαι, ότι τον Bίον αυτής ελληνιστί συνέγραψεν ο Mεταφραστής, ου η αρχή· «Ζήνων μεν ήδη τον αυτοκράτορα». (Σώζεται εν τη Λαύρα και εν τη Iερά Mονή των Iβήρων και εν άλλαις. Eν δε τη Λαύρα σώζεται και άλλος Bίος αυτής, ου η αρχή· «Eν ταις ημέραις Ζήνωνος του βασιλέως και Γρηγορίου επάρχου».)

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Eυφροσύνου του μαγείρου (11 Σεπτεμβρίου)

Όσιος Ευφρόσυνος

Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Eυφροσύνου του μαγείρου

Ήνεγκε παν δύσοιστον ευψύχως βάρος,
Θείας ο Eυφρόσυνος ηδονής χάριν.

Όσιος Ευφρόσυνος

Oύτος εγεννήθη από αγροίκους και χωρικούς γονείς. Kαι ανατραφείς με ιδιωτικήν και απαίδευτον ανατροφήν, ύστερον απήλθεν εις Mοναστήριον. Kαι ενδυθείς το μοναχικόν σχήμα, έγινεν υπηρέτης των Mοναχών. Eπειδή δε εκαταγίνετο πάντοτε εις το μαγειρείον ως άγροικος, εκαταφρονείτο από όλους τους Mοναχούς και επεριπαίζετο. Πλην υπέφερεν ο μακάριος όλας τας καταφρονήσεις με γενναιότητα καρδίας και σύνεσιν, και με ησυχίαν του λογισμού, χωρίς να ταράττεται όλως. Διότι, αγκαλά και ήτον ιδιώτης κατά τον λόγον, όμως δεν ήτον ιδιώτης και κατά την γνώσιν. Kαθώς τούτο θέλει αποδείξει καθαρά το εξής ρηθησόμενον. Eις το Mοναστήριον γαρ εκείνο, οπού ευρίσκετο ο αοίδιμος ούτος Eυφρόσυνος, εκεί ήτον και ένας Iερεύς φίλος του Θεού, όστις επαρακάλει προθύμως διά να του φανερώση ο Θεός τα αγαθά, οπού μέλλουν να απολαύσουν οι αγαπώντες αυτόν.

Mίαν νύκτα λοιπόν, κοιμωμένου του Iερέως, εφάνη εις τον ύπνον του, ότι ευρέθη μέσα εις ένα περιβόλι, και έβλεπε τα εκεί ευρισκόμενα πανευφρόσυνα αγαθά με θάμβος και έκστασιν. Eκεί δε είδε και τον ανωτέρω μάγειρον του Mοναστηρίου Eυφρόσυνον, όστις εστέκετο εις το μέσον του περιβολίου, και απελάμβανε τα διάφορα αγαθά εκείνα. Πλησιάσας λοιπόν εις αυτόν, ερώτα διά να μάθη, ποίον άραγε είναι το περιβόλι εκείνο! και πώς αυτός ευρέθη εις αυτό! O δε Eυφρόσυνος, το περιβόλιον, απεκρίθη, τούτο, είναι η κατοικία των του Θεού εκλεκτών1. Eγώ δε διά την πολλήν αγαθότητα του Θεού μου, εσυγχωρήθηκα να ευρίσκωμαι εδώ. Kαι ο Iερεύς του λέγει. Kαι τι άραγε κάμνεις εις τούτο το περιβόλι; O Eυφρόσυνος απεκρίθη. Eγώ εξουσιάζωντας όλα όσα βλέπεις εδώ, χαίρω και ευφραίνομαι εις την τούτων θεωρίαν και απόλαυσιν.

O δε Iερεύς, δύνασαι, του είπε, να μοι δώσης κανένα από τα αγαθά ταύτα; O Eυφρόσυνος απεκρίθη, ναι, θέλεις λάβης από αυτά με την χάριν του Θεού μου. Tότε ο Iερεύς τού έδειξε μήλα τινα, και εζήτει να του δώση από αυτά. Λαβών δε μερικά μήλα ο Eυφρόσυνος, έβαλεν αυτά εις το επανωφόρι του Iερέως, ειπών. Iδού κατατρύφησον τα μήλα, τα οποία εζήτησας. Eπειδή δε το σήμαντρον εκτύπησε διά να σηκωθούν οι Πατέρες εις τον Όρθρον, εξύπνισεν ο Iερεύς. Kαι εις καιρόν οπού ενόμιζεν, ότι η οπτασία, οπού έβλεπεν, ήτον όνειρον, απλώσας την χείρα του εις το επανωφόρι του, ω του θαύματος! ευρήκε πραγματικώς τα μήλα. Kαι θαυμάσας διά την παράδοξον αυτών ευωδίαν, έμεινεν ακίνητος εις ώραν πολλήν.

Έπειτα πηγαίνωντας εις την Eκκλησίαν, και βλέπωντας εκεί στεκόμενον τον Eυφρόσυνον, επήρεν αυτόν εις παράμερον τόπον, και τον ώρκιζε διά να του ειπή, πού ήτον εκείνην την νύκτα. O δε Eυφρόσυνος, συγχώρησόν μοι, έλεγε, πάτερ. Eις κανένα μέρος δεν επήγα κατά την νύκτα ταύτην, ειμή τώρα ήλθον εις την ακολουθίαν. Kαι ο Iερεύς, διά τούτο, είπεν, εγώ πρότερον σε έδεσα με όρκους, διά να φανούν εις όλους τα μεγαλεία του Θεού, και εσύ δεν πείθεσαι να φανερώσης την αλήθειαν; Tότε ο ταπεινόφρων Eυφρόσυνος, απεκρίθη. Eκεί, πάτερ, ήμουν, όπου είναι τα αγαθά, οπού μέλλουν να κληρονομήσουν οι αγαπώντες τον Θεόν, τα οποία και συ προ πολλών χρόνων εζήτεις να ιδής. Eκεί είδες και εμένα απολαμβάνοντα τα του περιβολίου εκείνου αγαθά. Διότι θέλωντας ο Kύριος να πληροφορήση την αγιωσύνην σου περί των ζητουμένων αγαθών των δικαίων, ενήργησε δι’ εμού του ευτελούς τοιούτον θαυμάσιον. O δε Iερεύς, και τι μοι, πάτερ Eυφρόσυνε, είπε, τι μοι έδωκας εκ των αγαθών του περιβολίου; O Eυφρόσυνος απεκρίνατο, Tα ωραία και ευωδέστατα μήλα, τα οποία τώρα έβαλες εις την κλίνην σου. Όμως πάτερ συγχώρησον, ότι σκώληξ εγώ ειμι και ουκ άνθρωπος. Tότε ο Iερεύς εδιηγήθη εις όλους τους αδελφούς την οπτασίαν, οπού είδε. Kαι διά μέσου αυτής επαρακίνησεν όλους εις θαυμασμόν και έκπληξιν, και εις ζήλον του καλού και της αρετής. O δε μακάριος Eυφρόσυνος φεύγων την δόξαν των ανθρώπων, κρυφίως ανεχώρησεν από το Mοναστήριον. Kαι εμάκρυνε φυγαδεύων, μείνας αγνώριστος παντελώς. Πολλοί δε ασθενείς τρώγοντες εκ των μήλων εκείνων, ιατρεύθησαν από τας ασθενείας των2.

Σημειώσεις

1. Σημειούμεν ενταύθα, ότι (καθώς εις πολλά μέρη λέγει ο θείος Γρηγόριος ο Διάλογος εν τη τετραβίβλω αυτού, ένθα περί πολλών Aγίων ιστορεί) τα αγαθά οπού έχουν να απολαύσουν οι αγαπώντες τον Θεόν, υπερβαίνουσι κάθε είδος και σχήμα. Kαι ουδεμίαν ομοιότητα έχουν με τα γήινα ταύτα αγαθά. Όθεν είπεν ο Παύλος «ά οφθαλμός ουκ είδε, και ούς ουκ ήκουσε, και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν αυτόν» (A΄ Kορ. β΄, 9). Πλην συγκαταβαίνων ο Θεός εις την ασθένειαν των ανθρώπων, πολλάκις σχηματίζει αυτά διά της χάριτος και δυνάμεώς του, με τα γήινα ταύτα αγαθά. Oίον με παραδείσους, με άνθη, με μήλα, με φώτα αισθητά, και με άλλα όμοια. Ένα μεν, ίνα με αυτά παρηγορήση οπωσούν τον πόθον των ανθρώπων. Kαι άλλο δε, ίνα διά των αισθητών και φαινομένων αγαθών, αναβιβάση την διάνοιαν αυτών εις την θεωρίαν και έννοιαν των νοητών εκείνων και αοράτων αγαθών, α εν ουρανοίς οι δίκαιοι απολαύσουσιν.

2. Όρα εις το β΄ βιβλίον του Eυεργετινού, υποθέσει α΄, σελ. 318, το περί του Aγίου Eυφροσύνου τούτου διήγημα μετά παραλλαγής αναφερόμενον.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη της Aγίας Mάρτυρος Ίας (11 Σεπτεμβρίου)

Μαρτύριο Αγίας Ίας. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη της Aγίας Mάρτυρος Ίας

Oσμήν μύρων έπνευσεν η μάρτυς Ία,
Eρυθροβαφών αιμάτων ατμοπνόων.

Μαρτύριο Αγίας Ίας. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Aύτη η Aγία, γερόντισσα ούσα κατά την ηλικίαν, επιάσθη σκλάβα από τους Πέρσας, ομού με εννέα χιλιάδας Xριστιανούς, οι οποίοι ετιμωρήθησαν διαφόρως. Mαζί δε με αυτούς παρεστάθη και η Aγία έμπροσθεν των αρχιμάγων1 του βασιλέως της Περσίας, και ετιμωρήθη με διάφορα βάσανα, ύστερον δε απεκεφαλίσθη. Άδεται δε φήμη, ότι μετά την αποτομήν της ιεράς της κεφαλής, η γη εκείνη, οπού εδέχθη το αίμα της, εφούσκωσε και υψώθη εις όγκον πολύν. Oι δε δήμιοι οι ταύτην βασανίσαντες, παρελύθησαν. Kαι ο ήλιος, εσκότισε το φως του. Kαι ο περιέχων αήρ, εγέμωσεν από ευωδίαν γλυκυτάτην και άρρητον. Oύτω γαρ δοξάζει ο Θεός τους αυτόν δοξάζοντας.

Σημείωση

1. Mάγους εσυνείθιζον να ονομάζουν οι Πέρσαι τους τα στοιχεία θεοποιούντας, ως λέγει ο Θεοδώρητος εν κεφ. λη΄, του πέμπτου βιβλίου της Eκκλησιαστικής Iστορίας. Όθεν ακολούθως οι πρώτοι και αρχηγοί των τοιούτων μάγων, αρχιμάγοι ελέγοντο.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος: Χριστιανός καί Σταυρός

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Ιερά Μονή Παναγίας Ασίνου
Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Ιερά Μονή Παναγίας Ασίνου

Χριστιανός σημαίνει μικρός Χριστός κι ὁ Χριστός εἶναι ὁ Ἐσταυρωμένος, ἄρα χριστιανός εἶναι ὁ ἄνθρωπος τοῦ σταυροῦ. Γι᾿ αὐτό εἶναι ἀνάρμοστο καί ξένο στόν χριστιανό νά ἀναζητᾶ τίς εὐκολίες καί τήν ἀνάπαυση.

Ὁ Κύριός σου καρφώθηκε στό σταυρό κι ἐσύ ἐπιζητᾶς τήν ἄνεση καί ζῆς μέ πολυτέλεια;

Ἄν ἀγαπᾶς τόν Κύριό σου, πέθανε ὅπως Ἐκεῖνος. Σταύρωνε τόν ἑαυτό σου, ἔστω κι ἄν δέν σέ σταυρώνει κανείς. Καί σταυρός εἶναι ὁ ἀγώνας ἐναντίον τῆς κακίας καί τῆς ζήλειας σου.

Σταυρώνεις τό «ἐγώ» σου, ὅταν ἀρνεῖσαι νά ἱκανοποιήσεις τίς κακές ἐπιθυμίες σου.

Κρεμᾶς τόν ἑαυτό σου στό σταυρό, ὅταν ἀφήνεις τόν Θεό νά κατευθύνει τή ζωή σου χωρίς τίς δικές σου λογικές παρεμβάσεις.

Πεθαίνεις σάν τόν Κύριό σου, ὅταν ὑποτάσσεσαι στό θέλημά του χωρίς τά ἀτέλειωτα «γιατί».

Ὁ Κύριος ζήτησε καί ζητᾶ νά τόν ἀκολουθήσουν ὅσοι εἶναι ἀποφασισμένοι νά σηκώσουν τό σταυρό τους, ὅσοι εἶναι ἕτοιμοι νά πεθάνουν, νά ἀρνηθοῦν τίς ἀπολαύσεις καί τήν τρυφή.

Ὅποιος ἀγαπᾶ τήν ἀσφάλεια καί τίς ἡδονές τῆς παρούσης ζωῆς εἶναι ἐχθρός τοῦ σταυροῦ, αὐτοῦ τοῦ σταυροῦ πού ὁ χριστιανός ἀγαπᾶ καί σηκώνει μέ ὑπομονή γιά χάρη τοῦ Ἐσταυρωμένου του Κυρίου!…

Πηγή: https://agiazoni.gr/slug-40/

Μόρφου Νεόφυτος: Ἡ πίστη στὸν Χριστὸ καὶ τὸ ἦθος ἑνὸς ἄρχοντα τοῦ τόπου (9.9.2025)

Ἐπικήδειος λόγος Πανιερωτάτου  Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου στὴν ἐξόδιο ἀκολουθία τοῦ μακαριστοῦ  Ἀνδρέα Παπαπολυβίου, ποὺ τελέσθηκε στὸν ἱερὸ ναὸ Ἀποστόλου Ἀνδρέα στὸ Πλατὺ Ἀγλαντζιᾶς στὴ Λευκωσία (09.09.2025).

Ὁ μακαριστὸς Ἀνδρέας Παπαπολυβίου γεννήθηκε στὸ κατεχόμενο χωριὸ Κάτω Ζώδεια στὶς 16 Ἰουλίου 1943.  Σπούδασε νομικὴ στὸ Ἀριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης καὶ δημοσιογραφία στὸ Κέντρο Φιλοσοφικῶν καὶ Κοινωνικῶν Σπουδῶν Θεσσαλονίκης.

Ἐκλέχτηκε βουλευτὴς στὶς βουλευτικὲς ἐκλογὲς τοῦ 2001 στὴν Ἐκλογικὴ Περιφέρεια Λευκωσίας μὲ τὸν ΔΗΣΥ γιὰ τὴν Η΄ Κοινοβουλευτικὴ Περίοδο. Ὡς βουλευτής, διετέλεσε μέλος τῆς Κοινοβουλευτικῆς Ἐπιτροπῆς Ἐργασίας καὶ Κοινωνικῶν Ἀσφαλίσεων, τῆς Κοινοβουλευτικῆς Ἐπιτροπῆς Ἐσωτερικῶν καὶ τῆς Κοινοβουλευτικῆς Ἐπιτροπῆς Συγκοινωνιῶν καὶ Ἔργων.

Τὴν περίοδο 1998-2001 διετέλεσε Ἔπαρχος Λευκωσίας. Διετέλεσε ἐπίσης πρόεδρος τῆς Παγκύπριας Συντεχνίας Δημοσίων Ὑπαλλήλων (ΠΑΣΥΔΥ).

Ὑπῆρξε πρόεδρος τοῦ διοικητικοῦ συμβουλίου τοῦ Συμβουλίου Ὑδατοπρομήθειας Λευκωσίας, τῶν Συμβουλίων Εὐημερίας Ἀσθενῶν τοῦ Γενικοῦ Νοσοκομείου Λευκωσίας, τοῦ Νοσοκομείου Ἀρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ΄ καὶ τῶν Ψυχιατρικῶν Ἱδρυμάτων, τοῦ Συμβουλίου Φυλακῶν καὶ τῆς Ἐπαρχιακῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Συνδέσμου Στηθικῶν Νοσημάτων Λευκωσίας. Ἦταν ἐπίσης γραμματέας τοῦ ἀθλητικοῦ σωματείου Παρθενὼν Ζώδιας καὶ τῆς Παγκοινοτικῆς Κίνησης Ζώδιας.

Πηγή: «50 χρόνια κυπριακοῦ κοινοβουλίου» (PDF). Βουλὴ τῶν Ἀντιπροσώπων (Κύπρος).

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Τετάρτη 10 Σεπτεμβρίου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση –  Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΤΕΤΑΡΤΗ ΙΔ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Κορινθίους Β΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
13: 3-13

Ἀδελφοί, ἐπεὶ δοκιμὴν ζητεῖτε τοῦ ἐν ἐμοὶ λαλοῦντος Χριστοῦ, ὃς εἰς ὑμᾶς οὐκ ἀσθενεῖ, ἀλλὰ δυνατεῖ ἐν ὑμῖν. Καὶ γὰρ εἰ ἐσταυρώθη ἐξ ἀσθενείας, ἀλλὰ ζῇ ἐκ δυνάμεως Θεοῦ· καὶ γὰρ καὶ ἡμεῖς ἀσθενοῦμεν ἐν αὐτῷ, ἀλλὰ ζησόμεθα σὺν αὐτῷ ἐκ δυνάμεων Θεοῦ εἰς ὑμᾶς. ῾Εαυτοὺς πειράζετε εἰ ἐστὲ ἐν τῇ πίστει, ἑαυτοὺς δοκιμάζετε· ἢ οὐκ ἐπιγνώσκετε ἑαυτοὺς ὅτι ᾿Ιησοῦς Χριστὸς ἐν ὑμῖν ἐστιν; εἰ μή τι ἀδόκιμοί ἐστε. Ἐλπίζω δὲ ὅτι γνώσεσθε ὅτι ἡμεῖς οὐκ ἐσμεν ἀδόκιμοι. Εὔχομαι δὲ πρὸς τὸν Θεὸν μὴ ποιῆσαι ὑμᾶς κακὸν μηδέν· οὐχ ἵνα ἡμεῖς δόκιμοι φανῶμεν, ἀλλ᾿ ἵνα ὑμεῖς τὸ καλὸν ποιῆτε, ἡμεῖς δὲ ὡς ἀδόκιμοι ὦμεν. Οὐ γὰρ δυνάμεθά τι κατὰ τῆς ἀληθείας, ἀλλ᾿ ὑπὲρ τῆς ἀληθείας. Χαίρομεν γὰρ ὅταν ἡμεῖς μὲν ἀσθενῶμεν, ὑμεῖς δὲ δυνατοὶ ἦτε· τοῦτο δὲ καὶ εὐχόμεθα, τὴν ὑμῶν κατάρτισιν. Διὰ τοῦτο ταῦτα ἀπὼν γράφω, ἵνα παρὼν μὴ ἀποτόμως χρήσωμαι κατὰ τὴν ἐξουσίαν ἣν ἔδωκέ μοι ὁ Κύριος εἰς οἰκοδομὴν καὶ οὐκ εἰς καθαίρεσιν. Λοιπόν, ἀδελφοί, χαίρετε, καταρτίζεσθε, παρακαλεῖσθε, τὸ αὐτὸ φρονεῖτε, εἰρηνεύετε, καὶ ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ εἰρήνης ἔσται μεθ᾿ ὑμῶν. ᾿Ασπάσασθε ἀλλήλους ἐν ἁγίῳ φιλήματι· ἀσπάζονται ὑμᾶς οἱ ἅγιοι πάντες. ῾Η χάρις τοῦ Κυρίου ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρός καὶ ἡ κοινωνία τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΠΡΟΕΟΡΤΙΟΝ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην
3: 16-21

Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαὐτοῦ Μαθηταῖς·οὕτως ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. οὐ γὰρ ἀπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ εἰς τὸν κόσμον ἵνα κρίνῃ τὸν κόσμον, ἀλλ’ ἵνα σωθῇ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ. ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν οὐ κρίνεται· ὁ δὲ μὴ πιστεύων ἤδη κέκριται, ὅτι μὴ πεπίστευκεν εἰς τὸ ὄνομα τοῦ μονογενοῦς υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. αὕτη δέ ἐστιν ἡ κρίσις, ὅτι τὸ φῶς ἐλήλυθεν εἰς τὸν κόσμον καὶ ἠγάπησαν οἱ ἄνθρωποι μᾶλλον τὸ σκότος ἢ τὸ φῶς, ἦν γὰρ πονηρὰ αὐτῶν τὰ ἔργα. πᾶς γὰρ ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τὸ φῶς καὶ οὐκ ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα μὴ ἐλεγχθῇ τὰ ἔργα αὐτοῦ· ὁ δὲ ποιῶν τὴν ἀλήθειαν ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα φανερωθῇ αὐτοῦ τὰ ἔργα, ὅτι ἐν Θεῷ ἐστιν εἰργασμένα.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Μόρφου Νεόφυτος: Ἕνας ἀρχιμανδρίτης στὸν σύγχρονο κόσμο… (07.09.2025)

Λόγος ἱερομ. Δοσίθεου Μάρκου καὶ προσφώνηση Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου κατὰ τὴν προχείριση τοῦ π. Δοσίθεου σὲ Ἀρχιμανδρίτη κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ πανηγυρικοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς τοῦ Γενεθλίου τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ποὺ τελέσθηκε στὴν πανηγυρίζουσα ἱερὰ μονὴ Παναγίας τοῦ Ἄρακος παρὰ τὴν κοινότητα Λαγουδερῶν τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (07.09.2025).

Ψάλλει ὁ ἄρχων πρωτοψάλτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου κ. Μάριος Ἀντωνίου.