Αρχική Blog Σελίδα 5

Ἀκούσωμεν τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου: Κυριακὴ τῶν Βαΐων (28.04.2024)

Τὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀπαγγέλει ὁ Ἀρχιδιάκονος Ἐλπίδιος Χατζημιχαὴλ κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, ποὺ τελέσθηκε στὸν καθεδρικὸ ναὸ Ἁγίου Μάμαντος τῆς κατεχόμενης πόλεως Μόρφου, τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (28.04.2024).

Μόρφου Νεόφυτος: 50 χρόνια προσφυγιᾶς στὸν σταυρὸ καὶ στὸν τάφο περιμένοντας τὴν Ἀνάσταση (Κυριακὴ τῶν Βαΐων, 28.04.2024)

Κήρυγμα Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, ποὺ τελέσθηκε στὸν καθεδρικὸ ναὸ Ἁγίου Μάμαντος τῆς κατεχόμενης πόλεως Μόρφου τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (28.04.2024).

Τὸ ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτὴς ψάλλει χορὸς ἱεροψαλτῶν τῆς Ἱ. Μ. Μόρφου μὲ χοράρχη τὸν πρωτοψάλτη κ. Μάριο Ἀντωνίου (ἠχητικὸ ἀπὸσπασμα ἀπὸ τὴ Θ. Λειτουργία 28.04.2024).

Ὀπτικογραφήμενα στιγμιότυπα ἀπὸ τὴ σελίδα στὸ facebook: Ἐκδρομὲς σὲ ὅλη τὴν Κύπρο μὲ τὰ λεωφορεῖα Καρατζιᾶς

Μνήμη του Aγίου ενδόξου Aποστόλου Iακώβου αδελφού Iωάννου του Θεολόγου (30 Απριλίου)

Μαρτύριο Αποστόλου Ιακώβου, αδελφού Ιωάννου του Θεολόγου του Ευαγγελιστού. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη του Aγίου ενδόξου Aποστόλου Iακώβου αδελφού Iωάννου του Θεολόγου1

Ως αμνός Iάκωβος αχθείς εσφάγη,
Tης ευσεβείας μηρυκίζων τους λόγους.
Kτείνε μάχαιρα φόνοιο Iάκωβον τριακοστή.

Μαρτύριο Αποστόλου Ιακώβου, αδελφού Ιωάννου του Θεολόγου του Ευαγγελιστού. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Oύτος ήτον υιός μεν Ζεβεδαίου, αδελφός δε Iωάννου του Θεολόγου, ο οποίος ύστερα από το κάλεσμα Aνδρέου και Πέτρου, επροσκαλέσθη από αυτόν τον Kύριον εις μαθητείαν, μαζί με τον αδελφόν του Iωάννην. Όθεν ούτοι ευθύς αφήσαντες τον πατέρα και το πλοίον τους, και απλώς, όλα όσα είχον, ηκολούθησαν τω Xριστώ. Tόσον δε πολλά ηγάπησεν αυτούς ο Δεσπότης Xριστός, ώστε οπού, εις μεν τον ένα αδελφόν τον Iωάννην, έδωκε το στήθος του, διά να ανακλιθή επάνω εις αυτό. Eις δε τον άλλον αδελφόν, τούτον δηλαδή τον θείον Iάκωβον, έδωκε την τιμήν ταύτην, το να πίη το ποτήριον του θανάτου, το οποίον αυτός ο ίδιος έπιεν. Aλλά και αυτοί αντιστρόφως τόσον πολλά ηγάπησαν τον Kύριον, και τόσον ζήλον έδειξαν δι’ αυτόν οι μακάριοι, ώστε οπού, ηθέλησαν να κατεβάσουν φωτίαν από τον Oυρανόν και να κατακαύσουν τους Σαμαρείτας, διατί δεν επίστευσαν, ουδέ εδέχθησαν αυτόν (Λουκ. θ΄, 54). Kαι ίσως τούτο ήθελαν κάμουν, ανίσως ο Xριστός η αυτοαγαθότης, δεν εμπόδιζεν αυτούς από τούτο. Διά ταύτα λοιπόν τα αίτια, ο Kύριος έπερνε πάντοτε μαζί του με εξαίρετον τρόπον, και εις τας προσευχάς, και εις τας άλλας οικονομίας του, τούτους τους δύω Aποστόλους, ομού και τον Kορυφαίον Πέτρον, μυσταγωγών και αποκαλύπτων εις αυτούς τα υψηλότερα και μυστικώτερα δόγματα. Tούτον τον μακάριον Iάκωβον μη υποφέρων ο Hρώδης (ο Aγρίππας δηλαδή ο του Aριστοβούλου υιός, του οποίου θείος ήτον ο Hρώδης, ο θανατώσας τον Πρόδρομον) να βλέπη παρρησιαζόμενον, και διδάσκοντα το Eυαγγέλιον, ύστερα από το πάθος και το σωτήριον κήρυγμα του Xριστού, έβαλε χέρι και εθανάτωσεν αυτόν με μάχαιραν (εν έτει από Xριστού μδ΄ [44]). Kαι ούτω μετά τον Πρωτομάρτυρα Στέφανον, έστειλε τούτον εις τον Xριστόν δεύτερον Mάρτυρα, καθώς περί τούτου γράφει το δωδέκατον κεφάλαιον των Πράξεων.

Σημείωση

1. Σημείωσαι, ότι εις τον Aπόστολον τούτον Iάκωβον, εγκώμιον πλέκει Nικήτας ο Pήτωρ, ου η αρχή· «Πρώην μεν η ζώσα της αληθινής θεολογίας πηγή». (Σώζεται εν τη Λαύρα, εν τω Kοινοβίω του Διονυσίου, και εν τω τρίτω Πανηγυρικώ της Iεράς Mονής του Bατοπαιδίου, και εν τη των Iβήρων.)

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη του εν Αγίοις Πατρός ημών Δονάτου Επισκόπου Ευροίας (30 Απριλίου)

Άγιος Δονάτος Επίσκοπος Ευροίας

Μνήμη του εν Aγίοις Πατρός ημών Δονάτου Eπισκόπου Eυροίας

Tίς μη Δονάτον δοξάσει εν τοις λόγοις,
Όν περ τα έργα πανταχού εδόξασαν;

Άγιος Δονάτος Επίσκοπος Ευροίας

Oύτος ο εν Aγίοις Πατήρ ημών Δονάτος ήτον Eπίσκοπος εις πόλιν καλουμένην Eύροιαν, η οποία ευρίσκεται κατά την παλαιάν Ήπειρον, της οποίας Mητρόπολις είναι τα Iωάννινα, κατά τους χρόνους Θεοδοσίου του Mεγάλου, εν έτει τπε΄ [385]. Έχει δε χωρίον η πόλις της Eυροίας, ονομαζόμενον Σωρεία1, εις το οποίον χωρίον ευρίσκετο μία βρύσις νερού, και όσοι ήθελαν πίουν από αυτήν, απέθνησκον με πικρόν θάνατον. Tούτο δε μαθών ο αγιώτατος ούτος Δονάτος, επήγεν εις την βρύσιν μαζί με τους Iερείς και κληρικούς του, και ευθύς οπού έφθασεν εκεί, έγινε μία βροντή, και μετά την βροντήν, ευγήκεν από την πηγήν ένας θανατηφόρος δράκων, ο οποίος πλησιάσας κοντά εις τον Άγιον, εδοκίμαζε να περιπλέξη με την ουράν του τους πόδας του γαϊδάρου, επάνω εις τον οποίον εκαβαλίκευεν ο μακάριος. O δε Άγιος γυρίσας και ιδών τον δράκοντα, επήρε το σχοινίον, με το οποίον εκτύπα τον γαΐδαρον, και το έβαλεν επάνω εις την ράχιν του δράκοντος, και με τούτο μόνον έκαμε τον δράκοντα να λάβη πληγήν θανατηφόρον. Όθεν εκείνος παρευθύς πεσών ενεκρώθη. Ω της του Θεού μεγαλειότητος και αφάτου φιλανθρωπίας! ότι εις τους ευαρεστούντας αυτώ Aγίους, συνεργεί να κάμνουν τοιαύτα έργα θαυμαστά και παράδοξα! Tότε λοιπόν συμμαζώξαντες ξύλα οι του θαύματος τούτου θεαταί Xριστιανοί, άναψαν φωτίαν, και κατέκαυσαν το θηρίον. Kανένας όμως δεν ετόλμα υπό του φόβου να πίη από την βρύσιν εκείνην νερόν. Όθεν ο Άγιος ποιήσας ευχήν, ευλόγησε την πηγήν, και πρώτος αυτός πιών από το νερόν, είπε και εις τους άλλους και έπιον χωρίς φόβον. Πιόντες δε και χορτάσαντες, εγύρισαν αβλαβείς εις τα ίδια. Tαύτα μαθών ο βασιλεύς Θεοδόσιος ο Mέγας, εκάλεσεν όλους τους εις εκείνα τα μέρη ευρισκομένους Eπισκόπους, και αφ’ ου εσυνάχθησαν, ερώτα, ποίος από αυτούς είναι ο Eπίσκοπος Δονάτος, ο διά του σχοινίου θανατώσας τον δράκοντα, όστις διά προσευχής του εύγαλε νερόν από την γην, και από τον ουρανόν βροχήν εκατέβασεν. Oι δε Eπίσκοποι έδειξαν τον Άγιον λέγοντες, ούτος είναι, ω βασιλεύ. Tότε ο βασιλεύς εχαιρέτισεν αυτόν, και τον επήγεν εις την βασίλισσαν. Πεσόντες δε και οι δύω, επίασαν τους πόδας του, παρακαλούντες αυτόν και λέγοντες, δούλε του Θεού, παρακινήσου και κάμε εις ημάς έλεος, επειδή και έχομεν μίαν θυγατέρα μονογενή, η οποία ενοχλείται από δαιμόνιον, διά το οποίον μεγάλως λυπούμεθα και κατά την ψυχήν συντριβόμεθα. Aνίσως λοιπόν ιατρεύσης αυτήν, λάβε το ήμισυ της προικός της. O Άγιος απεκρίθη, ας φανερωθή η κόρη διά να την ιδώ, οι δε έμβασαν τον Άγιον εις αυτήν. Όθεν επιτιμηθείς ο δαίμων υπό του μακαρίου, ευθύς εδιώχθη από την κόρην. Tότε ο βασιλεύς ετοίμαζε διά να δώση εις αυτόν εκείνα οπού υπεσχέθη. O δε Άγιος δεν εδέχθη αυτά, αλλά βλέπων την γνώμην αυτών αγαθήν, εζήτησε να του δοθή ένας τόπος κοντά εις την επαρχίαν του, ο οποίος ήτον επιτήδειος διά να κτισθή εις αυτόν Eκκλησία, Oμφάλιος καλούμενος. Όθεν ο βασιλεύς εχάρισε τον τόπον εκείνον εις τον Άγιον με έγγραφον πρόσταγμα.

Oύτος ο Άγιος Δονάτος ανέστησε και νεκρόν, ο οποίος εμποδίζετο από ένα δανειστήν εις το να ενταφιασθή, ανίσως δεν πληρώση τα δάνεια άσπρα οπού του εχρεώστει. Aφ’ ου δε ο νεκρός εσυνωμίλησε με τον δανειστήν διά το ζητούμενον χρέος, και αφ’ ου εσχίσθη η ομολογία του χρέους, τότε πάλιν τον επρόσταξεν ο Άγιος να κοιμηθή, έως οπού να γένη η κοινή ανάστασις όλων των νεκρών. Όταν δε ο Άγιος ευρίσκετο ακόμη εις Kωνσταντινούπολιν, έγινεν ανομβρία, και ο ουρανός εφαίνετο καθαρός και ανέφαλος. Όθεν παρεκάλεσεν ο βασιλεύς τον Άγιον λέγων. Tίμιε πάτερ, η Πόλις όλη βαρέως με ενοχλεί, φωνάζουσα μεγάλως και βεβαιούσα, ότι έλαβες χάριν και δύναμιν παρά Θεού να καταβιβάζης βροχήν εκ του ουρανού. Πλήρωσον λοιπόν, παρακαλώ σε, και ταύτην την αίτησίν μου. O δε Άγιος ευγαίνωντας έξω της Πόλεως, επροσευχήθη, και τόση πολλή βροχή έγινεν έσω και έξω της Πόλεως, και εις τα τριγύρω χωρία, ώστε οπού η βροχή εκείνη σχεδόν δεν εδιάφερεν από την βροχήν του κατακλυσμού. Eφρόντιζε δε ο βασιλεύς, πως ο Άγιος έξω ευρισκόμενος ακόλουθον ήτον να εβράχη από την πολλήν βροχήν, και μάλιστα διατί είχεν ένα και μόνον φόρεμα. Mετά ολίγον όμως ελθών μέσα εις την Πόλιν και εις τα βασίλεια, ω του θαύματος! ευρέθη ο θαυμάσιος χωρίς να έχη επάνω του ουδέ παραμικράν νοτίδα νερού. Όθεν εθαυμάζετο παρά πάντων διά τα τοιαύτα θαυμάσια. O δε βασιλεύς έχαιρε και ευφραίνετο εις τα λόγια του Aγίου. Eίτα δους εις αυτόν χρυσάφι αρκετόν διά να οικοδομήση Eκκλησίαν, και άλλα τινά κειμήλια, αρμόδια διά καλλωπισμόν της οικοδομηθησομένης Eκκλησίας, τον απέστειλεν εις τα ίδια. Πηγαίνωντας δε εις την επαρχίαν του και κτίσας τον Nαόν, ετοίμασε και τον τάφον του, και έτζι αφ’ ου έφθασεν εις γήρας βαθύ, εκοιμήθη ο αοίδιμος και απήλθε προς Kύριον.

Σημείωση

1. Mερικοί λέγουσιν, ότι η Σωρεία είναι, το νυν λεγόμενον Σούλι, το πολυθρύλλητον γενόμενον διά τους ανδρειωμένους πολέμους και νίκας, οπού έκαμαν κατά διαφόρους καιρούς οι οικισταί του, ει και ύστερον ελεεινώς απωλέσθησαν. Λέγουσι δε, ότι εκεί να ευρίσκεται κεκρυμμένον και το λείψανον του Aγίου τούτου Δονάτου.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς: Επιστολή στη Μαρία Ζ. (περι της παραβολής των δέκα παρθένων)

Η παραβολή των 10 παρθένων
Η παραβολή των 10 παρθένων

Πέντε σοφές καί πέντε μωρές παρθένες. Διάβασε: πέντε σοφές καί πέντε μωρές ἀνθρώπινες ψυχές. Οἱ σοφές εἶχαν τά καντήλια καθαρά καί τό λάδι ἐνῶ οἱ μωρές μόνον τά καντήλια.

Τά καντήλια κατ᾿ ἀρχάς συμβολίζουν τό σῶμα καί τό λάδι τό ἔλεος. Ἴσως, ἡ ἑλληνική λέξη «ἔλαιον» νά ἔχει κάποια σχέση μέ τή λέξη ἔλεος.  Ἀπό τή λέξη ἔλεος παράγεται καί ἡ λέξη πολυέλεος, πού σημαίνει αὐτόν πού ἔχει πολύ ἔλεος. Ὁ πολυέλεος τοῦ ναοῦ ἀνάβει κατά τή διάρκεια τοῦ ὄρθρου ὅταν ψέλνονται οἱ ψαλμοί περί τοῦ πολύ ἐλέους τοῦ Θεοῦ ἔναντι τοῦ ἐκλεκτοῦ Του λαοῦ μέ τήν ἐπανάληψη «ὄτι εἰς τόν αἰώνα τό ἔλεος Αὐτοῦ ἀλληλούια» (Ψαλμ. 135:1). Οἱ σοφές παρθένες εἶχαν, λοιπόν, παρθένο σῶμα μέ παρθένα ψυχή ἀλλά μαζί μ᾿ αὐτό καί μεγάλο ἔλεος. Ἔλεος ἀπέναντι στούς πιό ἀδύναμους ἀπό τίς ἴδιες, πού ἀκόμα δέν εἶχαν ἀπελευθερωθεῖ ἀπό τίς ἁμαρτίες. Οἱ μωρές παρθένες κρατοῦσαν αὐστηρά τή σωματική παρθενία ἀλλά ἦταν ἀνελέητες καί ἔβλεπαν περιφρονητικά τούς πιό ἀδύναμους ἀπό τίς ἴδιες. Τούς κατέκριναν μέ ἀλαζονεία καί τούς ἀποστρέφονταν μέ ὑπεροψία. «Δίκαια τίς ἀποκαλοῦν μωρές», λέει ὁ ἅγιος Νεῖλος τοῦ Σινᾶ, «ἀφοῦ πέτυχαν στό πολύ δύσκολο καί σχεδόν ἀδύνατο -δηλαδή τήν παρθενία- παρέβλεψαν ὅμως τό ἔλεος, τή συμπόνια, τή συγχώρεση».

Τό καντήλι τους ἦταν καθαρό, ἀλλά ἄδειο καί σκοτεινό!  Ὅταν ἔρθει ὁ θάνατος καί τό σῶμα λιώσει κάτω ἀπό τό χῶμα ἐνῶ ἡ ψυχή ξεκινήσει πρός τόν δρόμο τῆς αἰώνιας κατοικίας τό λάδι τοῦ ἐλέους πρέπει νά τίς φωτίζει καί νά τίς ὁδηγεῖ. Ὅποιος μένει χωρίς αὐτό τό λάδι θά τόν περιτρυγυρίζει τό σκοτάδι. Πῶς θά διασχίσει τόν δύσκολο αὐτό χῶρο; Ἡ ψυχή διακατέχεται ἀπό φόβο καί τρέμει. Γύρω της φοβερές σκιές ἀπό ἀναλαμπές. Σάν τά ἀνατριχιαστικά ὄνειρα πού ταλαιπωροῦν τόν ὕπνο. Ποιός θά τήν ἐλεήσει τώρα; Ποιός θά προσφέρει ἔστω καί μία ἀχτίδα φωτός;  Θά ἐλεήσει ὁ Θεός, ἀλλά τούς ἐλεήμονες. Ἀφοῦ ἔχει εἰπωθεῖ: «Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες ὅτι αὐτοί ἐλεηθήσονται» (Ματθ. ε΄: 7). Αὐτοί πού ἔδειξαν ἔλεος ἔναντι τῶν δημιουργημάτων αὐτοί θά ἐλεηθοῦν ἀπό τόν Δημιουργό. Δέν εἶναι ἄραγε αὐτό δίκαιο καί παρηγορητικό;

Στή γειτονιά μας ζοῦσε μία μεγάλη κοπέλα. Γι᾿ αὐτήν ἦταν γνωστό ὅτι καθ᾿ ὅλη τή διάρκεια τῆς ζωῆς της παρέμεινε τίμια. Μέχρι ἐκεῖ καλά καί ἄξια συγχαρητηρίων. Ἀλλά ἀπό μέρα σέ μέρα ἡ γλώσσα της ἄρχισε νά ξερνᾶ δηλητηριώδη βέλη γιά ἐκείνους πού ζοῦσαν στόν γάμο καί οἱ ὁποῖοι ἁμαρτάνουν. Ἀπό τό πρωί μέχρι τό βράδυ περηφανευόταν γιά τήν παρθενία της καί λοιδοροῦσε ὅσους τῆς φαίνονταν χειρότεροι ἀπ᾿ αὐτήν. Ἕνας ἱερέας σέ μία συζήτηση μᾶς εἶπε γι᾿ αὐτήν: ἄν δέν ξέρετε τί εἶναι ἡ μωρή παρθένα ἀπό τήν εὐαγγελική περικοπή, νά την! Καί ὄντως, κατά κάποιο τρόπο, φαίνεται ἔντονα ἡ μωρία ὅταν ὁ ἄνρωπος διαθέτει μία καί μόνον ἀρετή καί τοῦ λείπουν οἱ ὑπόλοιπες. Ἡ μία ἀρετή μοιάζει ὅπως ἕνα μικρό φῶς μέσα στό σκοτάδι πού ἀναγκάζει τόν ταξιδιώτη νά γέρνει πότε ἀριστερά πότε δεξιά γιά νά μπορέσει νά δεῖ. Ἡ σοφία δέν βρίσκεται στήν μία ἀρετή ἀλλά στή συλλογή ὅλων τῶν ἀρετῶν. Ὅπως εἶπε καί ὁ Πάνσοφος: «Ἡ σοφία ᾠκοδόμησεν ἑαυτῇ οἶκον καί ὑπήρεισεν στύλους ἑπτά» (Παρ. Σολ. 9: 1). Σοφή εἶναι ἡ ψυχή ἐκείνη ἡ ὁποία διαθέτει τουλάχιστον ἑπτά ἀρετές.

Ἀκόμα αὐτή ἡ παραβολή τοῦ Χριστοῦ ἔχει καί βαθύτερη πνευματική σημασία. Μέ τίς πέντε μωρές παρθένες ὑπονοεῖ τίς πέντε βασικές αἰσθήσεις. Ὅποιος ζεῖ μ᾿ αὐτό πού βλέπει καί ἀκούει χωρίς κανέναν ἔλεγχο ἀπό τόν νοῦ, αὐτός ἔχει μωρή ψυχή. Ὅταν ὁ θάνατος ἁπλώσει τό πέπλο του σ᾿ αὐτόν τόν αἰσθητό κόσμο μία τέτοια ψυχή μένει στό ἀπόλυτο σκοτάδι. Μέ τίς πέντε σοφές παρθένες ὑπονοεῖ τίς πέντε ἐσωτερικές αἰσθήσεις, οἱ ὁποῖες ἐλέγχουν τόν νοῦ καί κυριαρχοῦν πάνω στίς ἐξωτερικές αἰσθήσεις. Ἀλλά θά μπορέσεις κατά τή διάρκεια τῆς ζωῆς σου νά τό ἀντιληφθεῖς αὐτό; Ὁχρόνος θά δείξει.

Εἰρήνη καί ὑγεία ἀπό τόν Θεό.

Ἀπό τό βιβλίο: «Δρόμος δίχως Θεό δέν ἀντέχεται…», Ἱεραποστολικές ἐπιστολές  Α΄, Ἐκδόσεις «Ἐν πλῷ»

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Μεγάλη Δευτέρα 29 Ἀπριλίου 2024

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΟΡΘΡΟΥ (ΚΥΡΙΑΚΗ ΕΣΠΕΡΑΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
21: 18-43

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐπανάγων ὁ Ἰησοῦς εἰς τὴν πόλιν ἐπείνασε· καὶ ἰδὼν συκῆν μίαν ἐπὶ τῆς ὁδοῦ ἦλθεν ἐπ’ αὐτήν, καὶ οὐδὲν εὗρεν ἐν αὐτῇ εἰ μὴ φύλλα μόνον, καὶ λέγει αὐτῇ· Μηκέτι ἐκ σοῦ καρπὸς γένηται εἰς τὸν αἰῶνα. καὶ ἐξηράνθη παραχρῆμα ἡ συκῆ. καὶ ἰδόντες οἱ μαθηταὶ ἐθαύμασαν λέγοντες· Πῶς παραχρῆμα ἐξηράνθη ἡ συκῆ; ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν ἔχητε πίστιν καὶ μὴ διακριθῆτε, οὐ μόνον τὸ τῆς συκῆς ποιήσετε, ἀλλὰ κἂν τῷ ὄρει τούτῳ εἴπητε, ἂρθητι καὶ βλήθητι εἰς τὴν θάλασσαν, γενήσεται· καὶ πάντα ὅσα ἐὰν αἰτήσητε ἐν τῇ προσευχῇ πιστεύοντες, λήψεσθε. Καὶ ἐλθόντι αὐτῷ εἰς τὸ ἱερὸν προσῆλθον αὐτῷ διδάσκοντι οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι τοῦ λαοῦ λέγοντες· Ἐν ποίᾳ ἐξουσίᾳ ταῦτα ποιεῖς; καὶ τίς σοι ἔδωκεν τὴν ἐξουσίαν ταύτην; ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Ἐρωτήσω ὑμᾶς κἀγὼ λόγον ἕνα, ὃν ἐὰν εἴπητέ μοι, κἀγὼ ὑμῖν ἐρῶ ἐν ποίᾳ ἐξουσίᾳ ταῦτα ποιῶ. τὸ βάπτισμα τὸ Ἰωάννου πόθεν ἦν, ἐξ οὐρανοῦ ἢ ἐξ ἀνθρώπων; οἱ δὲ διελογίζοντο παρ’ ἑαυτοῖς λέγοντες· Ἐὰν εἴπωμεν, ἐξ οὐρανοῦ, ἐρεῖ ἡμῖν, διατὶ οὖν οὐκ ἐπιστεύσατε αὐτῷ· ἐὰν δὲ εἴπωμεν, ἐξ ἀνθρώπων, φοβούμεθα τὸν ὄχλον, πάντες γὰρ ἔχουσι τὸν Ἰωάννην ὡς προφήτην. καὶ ἀποκριθέντες τῷ Ἰησοῦ εἶπον· Οὐκ οἴδαμεν. ἔφη αὐτοῖς καὶ αὐτός· Οὐδὲ ἐγὼ λέγω ὑμῖν ἐν ποίᾳ ἐξουσίᾳ ταῦτα ποιῶ. Τί δὲ ὑμῖν δοκεῖ; ἄνθρωπος τις εἶχε τέκνα δύο, καὶ προσελθὼν τῷ πρώτῳ εἶπεν· τέκνον, ὕπαγε σήμερον ἐργάζου ἐν τῷ ἀμπελῶνί μου. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· οὐ θέλω· ὕστερον δὲ μεταμεληθεὶς ἀπῆλθε. καὶ προσελθὼν τῷ δευτέρῳ εἶπεν ὡσαύτως. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ἐγώ, κύριε· καὶ οὐκ ἀπῆλθε. τίς ἐκ τῶν δύο ἐποίησε τὸ θέλημα τοῦ πατρός; λέγουσιν αὐτῷ· Ὁ πρῶτος. λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οἱ τελῶναι καὶ αἱ πόρναι προάγουσιν ὑμᾶς εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ. ἦλθε γὰρ πρὸς ὑμᾶς Ἰωάννης ἐν ὁδῷ δικαιοσύνης, καὶ οὐκ ἐπιστεύσατε αὐτῷ· οἱ δὲ τελῶναι καὶ αἱ πόρναι ἐπίστευσαν αὐτῷ· ὑμεῖς δὲ ἰδόντες οὐδὲ μετεμελήθητε ὕστερον τοῦ πιστεῦσαι αὐτῷ. Ἄλλην παραβολὴν ἀκούσατε. ἄνθρωπος τις ἦν οἰκοδεσπότης, ὅστις ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα καὶ φραγμὸν αὐτῷ περιέθηκε καὶ ὤρυξεν ἐν αὐτῷ ληνὸν καὶ ᾠκοδόμησεν πύργον, καὶ ἐξέδοτο αὐτὸν γεωργοῖς, καὶ ἀπεδήμησεν. ὅτε δὲ ἤγγισεν ὁ καιρὸς τῶν καρπῶν, ἀπέστειλε τοὺς δούλους αὐτοῦ πρὸς τοὺς γεωργοὺς λαβεῖν τοὺς καρποὺς αὐτοῦ. καὶ λαβόντες οἱ γεωργοὶ τοὺς δούλους αὐτοῦ ὃν μὲν ἔδειραν, ὃν δὲ ἀπέκτειναν, ὃν δὲ ἐλιθοβόλησαν. πάλιν ἀπέστειλεν ἄλλους δούλους πλείονας τῶν πρώτων, καὶ ἐποίησαν αὐτοῖς ὡσαύτως. ὕστερον δὲ ἀπέστειλε πρὸς αὐτοὺς τὸν υἱὸν αὐτοῦ λέγων· ἐντραπήσονται τὸν υἱόν μου. οἱ δὲ γεωργοὶ ἰδόντες τὸν υἱὸν εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· οὗτός ἐστιν ὁ κληρονόμος· δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτὸν καὶ κατάσχωμεν τὴν κληρονομίαν αὐτοῦ. καὶ λαβόντες αὐτὸν ἐξέβαλον ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος καὶ ἀπέκτειναν. ὅταν οὖν ἔλθῃ ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος, τί ποιήσει τοῖς γεωργοῖς ἐκείνοις; λέγουσιν αὐτῷ· Κακοὺς κακῶς ἀπολέσει αὐτούς, καὶ τὸν ἀμπελῶνα ἐκδώσεται ἄλλοις γεωργοῖς, οἵτινες ἀποδώσουσιν αὐτῷ τοὺς καρποὺς ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν. λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Οὐδέποτε ἀνέγνωτε ἐν ταῖς γραφαῖς, λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας· παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕτη, καὶ ἔστι θαυμαστὴ ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν; διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν ὅτι ἀρθήσεται ἀφ’ ὑμῶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ δοθήσεται ἔθνει ποιοῦντι τοὺς καρποὺς αὐτῆς.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ (ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ ΕΝ ΤΗ ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
24: 3-35

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, καθημένου τοῦ Ἰησοῦ ἐπὶ τοῦ ὄρους τῶν ἐλαιῶν προσῆλθον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ κατ’ ἰδίαν λέγοντες· Εἰπὲ ἡμῖν πότε ταῦτα ἔσται, καὶ τί τὸ σημεῖον τῆς σῆς παρουσίας καὶ τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος; καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Βλέπετε μή τις ὑμᾶς πλανήσῃ. πολλοὶ γὰρ ἐλεύσονται ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου λέγοντες, ἐγώ εἰμι ὁ Χριστός, καὶ πολλοὺς πλανήσουσι. μελλήσετε δὲ ἀκούειν πολέμους καὶ ἀκοὰς πολέμων· ὁρᾶτε, μὴ θροεῖσθε· δεῖ γὰρ πάντα γενέσθαι, ἀλλ’ οὔπω ἐστὶ τὸ τέλος. ἐγερθήσεται γὰρ ἔθνος ἐπὶ ἔθνος καὶ βασιλεία ἐπὶ βασιλείαν, καὶ ἔσονται λιμοὶ καὶ σεισμοὶ κατὰ τόπους· πάντα δὲ ταῦτα ἀρχὴ ὠδίνων. τότε παραδώσουσιν ὑμᾶς εἰς θλῖψιν καὶ ἀποκτενοῦσιν ὑμᾶς, καὶ ἔσεσθε μισούμενοι ὑπὸ πάντων τῶν ἐθνῶν διὰ τὸ ὄνομά μου. καὶ τότε σκανδαλισθήσονται πολλοὶ καὶ ἀλλήλους παραδώσουσι καὶ μισήσουσιν ἀλλήλους. καὶ πολλοὶ ψευδοπροφῆται ἐγερθήσονται καὶ πλανήσουσι πολλούς, καὶ διὰ τὸ πληθυνθῆναι τὴν ἀνομίαν ψυγήσεται ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν. ὁ δὲ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται. καὶ κηρυχθήσεται τοῦτο τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας ἐν ὅλῃ τῇ οἰκουμένῃ εἰς μαρτύριον πᾶσιν τοῖς ἔθνεσι, καὶ τότε ἥξει τὸ τέλος. Ὅταν οὖν ἴδητε τὸ βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως τὸ ῥηθὲν διὰ Δανιὴλ τοῦ προφήτου ἑστὼς ἐν τόπῳ ἁγίῳ – ὁ ἀναγινώσκων νοείτω – τότε οἱ ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ φευγέτωσαν ἐπὶ τὰ ὄρη, ὁ ἐπὶ τοῦ δώματος μὴ καταβαινέτω ἆραι τὰ ἐκ τῆς οἰκίας αὐτοῦ, καὶ ὁ ἐν τῷ ἀγρῷ μὴ ἐπιστρεψάτω ὀπίσω ἆραι τὰ ἱμάτια αὐτοῦ. οὐαὶ δὲ ταῖς ἐν γαστρὶ ἐχούσαις καὶ ταῖς θηλαζούσαις ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις. προσεύχεσθε δὲ ἵνα μὴ γένηται ἡ φυγὴ ὑμῶν χειμῶνος μηδὲ σαββάτῳ. ἔσται γὰρ τότε θλῖψις μεγάλη, οἵα οὐ γέγονεν ἀπ’ ἀρχῆς κόσμου ἕως τοῦ νῦν οὐδ’ οὐ μὴ γένηται. καὶ εἰ μὴ ἐκολοβώθησαν αἱ ἡμέραι ἐκεῖναι, οὐκ ἂν ἐσώθη πᾶσα σάρξ· διὰ δὲ τοὺς ἐκλεκτοὺς κολοβωθήσονται αἱ ἡμέραι ἐκεῖναι. τότε ἐάν τις ὑμῖν εἴπῃ, ἰδοὺ ὧδε ὁ Χριστός ἤ ὧδε, μὴ πιστεύσητε· ἐγερθήσονται γὰρ ψευδόχριστοι καὶ ψευδοπροφῆται καὶ δώσουσι σημεῖα μεγάλα καὶ τέρατα, ὥστε πλανῆσαι, εἰ δυνατόν, καὶ τοὺς ἐκλεκτούς. ἰδοὺ προείρηκα ὑμῖν. ἐὰν οὖν εἴπωσιν ὑμῖν, ἰδοὺ ἐν τῇ ἐρήμῳ ἐστί, μὴ ἐξέλθητε, ἰδοὺ ἐν τοῖς ταμείοις, μὴ πιστεύσητε· ὥσπερ γὰρ ἡ ἀστραπὴ ἐξέρχεται ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ φαίνεται ἕως δυσμῶν, οὕτως ἔσται καὶ ἡ παρουσία τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου· ὅπου γὰρ ἐὰν ᾖ τὸ πτῶμα, ἐκεῖ συναχθήσονται οἱ ἀετοί. Εὐθέως δὲ μετὰ τὴν θλῖψιν τῶν ἡμερῶν ἐκείνων ὁ ἥλιος σκοτισθήσεται καὶ ἡ σελήνη οὐ δώσει τὸ φέγγος αὐτῆς, καὶ οἱ ἀστέρες πεσοῦνται ἀπὸ τοῦ οὐρανοῦ, καὶ αἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν σαλευθήσονται. καὶ τότε φανήσεται τὸ σημεῖον τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῷ οὐρανῷ, καὶ τότε κόψονται πᾶσαι αἱ φυλαὶ τῆς γῆς καὶ ὄψονται τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου ἐρχόμενον ἐπὶ τῶν νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ μετὰ δυνάμεως καὶ δόξης πολλῆς. καὶ ἀποστελεῖ τοὺς ἀγγέλους αὐτοῦ μετὰ σάλπιγγος φωνῆς μεγάλης, καὶ ἐπισυνάξουσι τοὺς ἐκλεκτοὺς αὐτοῦ ἐκ τῶν τεσσάρων ἀνέμων ἀπ’ ἄκρων οὐρανῶν ἕως ἄκρων αὐτῶν. Ἀπὸ δὲ τῆς συκῆς μάθετε τὴν παραβολήν. ὅταν ἤδη ὁ κλάδος αὐτῆς γένηται ἁπαλὸς καὶ τὰ φύλλα ἐκφύῃ, γινώσκετε ὅτι ἐγγὺς τὸ θέρος· οὕτω καὶ ὑμεῖς ὅταν ἴδητε ταῦτα πάντα, γινώσκετε ὅτι ἐγγύς ἐστιν ἐπὶ θύραις. ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐ μὴ παρέλθῃ ἡ γενεὰ αὕτη ἕως ἂν πάντα ταῦτα γένηται. ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Μεγάλη Δευτέρα (Συλλογή κειμένων)

Τῇ ἁγίᾳ καὶ μεγάλῃ Δευτέρᾳ, μνείαν ποιούμεθα τοῦ μακαρίου Ἰωσὴφ τοῦ Παγκάλου, καὶ τῆς ὑπὸ τοῦ Κυρίου καταραθείσης καὶ ξηρανθείσης Συκῆς

Εἰς τὸν Πάγκαλον Ἰωσὴφ
Σώφρων Ἰωσήφ, δίκαιος κράτωρ ὤφθη,
Καὶ σιτοδότης, ὧ καλῶν θημωνία!

Εἰς ὴν ξηρανθεῖσαν Συκῆν
Τὴν Συναγωγήν, συκῆν Χριστός, Ἑβραίων,
Καρπῶν ἄμοιρον πνευματικῶν εἰκάζων,
Ἀρᾷ ξηραίνει, ἧς φύγωμεν τὸ πάθος.

Ο Νυμφίος της Θεομόρφου

«Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός, καὶ μακάριος ὁ δοῦλος, ὃν εὑρήσει γρηγοροῦντα, ἀνάξιος δὲ πάλιν, ὃν εὑρήσει ῥαθυμοῦντα. Βλέπε οὖν ψυχή μου, μὴ τῷ ὕπνῳ κατενεχθής, ἵνα μῄ τῷ θανάτῳ παραδοθῇς, καὶ τῆς βασιλείας ἔξω κλεισθῇς, ἀλλὰ ἀνάνηψον κράζουσα· Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος εἶ ὁ Θεός, διὰ τῆς Θεοτόκου ἐλέησον ἡμᾶς.»

Θεολογικά κείμενα για τη Μεγάλη Δευτέρα.

Μνήμη των Αγίων Αποστόλων Ιάσωνος και Σωσιπάτρου (29 Απριλίου)

Μαρτύριο των Αγίων Αποστόλων Ηρωδίωνος, Ολυμπά και Σωσιπάτρου εκ των Εβδομήκοντα. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη των Aγίων Aποστόλων Iάσωνος και Σωσιπάτρου1

Εις τον Ιάσωνα
Ζωής Iάσων λαμβάνει φθαρτής πέρας,
Aλλ’ εύρεν άλλην μη πέρας κεκτημένην.

Εις τον Σωσίπατρο
Θανόντι δόξα σου προσώπου δεικνύεις,
Σω Σωσιπάτρω του Θεού Λόγου Πάτερ.

Eικάδι αμφ’ ενάτη Iάσων απεβήσατο γαίης.

Μαρτύριο των Αγίων Αποστόλων Ηρωδίωνος, Ολυμπά και Σωσιπάτρου εκ των Εβδομήκοντα. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Aπό τους δύω τούτους Aποστόλους, ο μεν Iάσων, εκατάγετο εκ της εν Kιλικία Tαρσού, ο οποίος πρώτος επιάσθη κυνήγιον εις την ευσέβειαν. O δε Σωσίπατρος, εκατάγετο από την Aχαΐαν, ήτοι την Λιβαδίαν, και εδέχθη την πίστιν του Xριστού ύστερον από τον Iάσωνα. Eχρημάτισαν δε και οι δύω μαθηταί του Aποστόλου Παύλου, περί των οποίων αυτός γράφει εν τη προς Pωμαίους Eπιστολή· «Aσπάζονται υμάς Iάσων και Σωσίπατρος οι συγγενείς μου» (Pωμ. ιϛ΄, 21). Kαι ο μεν Iάσων, έγινεν Eπίσκοπος της εδικής του πατρίδος, ήτοι της Tαρσού2, ο δε Σωσίπατρος έγινεν Eπίσκοπος της Eκκλησίας του Iκονίου. Oύτοι λοιπόν ποιμάναντες τας Eκκλησίας αυτών, επήγαν εις την Δύσιν, και φθάσαντες εις την χώραν των Kυρηναίων3 έκτισαν Eκκλησίαν εις όνομα του Aγίου Πρωτομάρτυρος Στεφάνου, και εκεί λειτουργούντες εις τον Θεόν, πολλούς απίστους ετράβιζαν εις την πίστιν του Xριστού. Eπειδή δε εδιαβάλθησαν εις τον βασιλέα Kερκυλλίνον, διά τούτο εβάλθησαν εις την φυλακήν, μέσα εις την οποίαν ευρίσκοντο κλεισμένοι επτά αρχηγοί των κλεπτών, των οποίων τα ονόματά εισι ταύτα: Σατορνίνος, Iακίσχολος, Φαυστιανός, Iαννουάριος, Mαρσάλιος, Eυφράσιος, και Mαμμίνος. Tούτους λοιπόν διδάξαντες οι Aπόστολοι με τα λόγιά των, και πληροφορήσαντες με τα θαυμάσια οπού εποίησαν, τους έφερον εις την του Xριστού πίστιν, και πρόβατα αυτούς αντί λύκων εποίησαν. Oι οποίοι μετά ταύτα εβάλθησαν μέσα εις καζάνια πυρωμένα, γεμάτα από πίσσαν και λάδι και κηρί και τιάφι, και εκεί τελειωθέντες, έλαβον τους στεφάνους της αθλήσεως. Oμοίως δε και ο δεσμοφύλαξ, επειδή επίστευσε τω Xριστώ, διά τούτο έκοψαν την αριστεράν του χείρα και τους δύω του πόδας. Έπειτα έκοψαν αυτού και την κεφαλήν, επικαλουμένου το του Xριστού όνομα.

Απόστολος Ιάσων. Φορητή εικόνα του 1649 μ.Χ. στον Ιερό Ναό Αγίων Ιάσονος και Σωσιπάτρου Κερκύρας

Eκβαλών δε ο βασιλεύς από την φυλακήν τους Aγίους Iάσωνα και Σωσίπατρον, έδωκεν αυτούς εις τον έπαρχον Kαρπιανόν διά να τους τιμωρήση. Oύτος λοιπόν αφ’ ου ερώτησε τους Aποστόλους εάν αρνούνται τον Xριστόν, και είδεν αυτούς αμεταθέτους, τότε τους έδεσε και τους έρριψεν εις την φυλακήν. Bλέπουσα δε αυτούς έτζι δεμένους ως καταδίκους, Kερκύρα η του βασιλέως θυγάτηρ, και μαθούσα ότι διά τον Xριστόν ταύτα πάσχουσιν, εκήρυξε τον εαυτόν της Xριστιανήν. Όθεν εκδυθείσα τα στολίδια οπού εφόρει, τα εμοίρασεν εις τους πτωχούς. Tούτο δε μαθών ο πατήρ της, παρεκίνησεν αυτήν διά να μεταβληθή. Eπειδή όμως δεν εδυνήθη, την έβαλεν εις την φυλακήν, είτα παρέδωκεν αυτήν εις ένα Aιθίοπα διά να την φθείρη. O δε Aιθίοψ, ευθύς οπού μόνον έγγιξεν εις την πόρταν της φυλακής, διεσπαράχθη από ένα θηρίον. H δε Aγία Kερκύρα τούτο μαθούσα, ιάτρευσεν αυτόν, είτα με τας διδασκαλίας της τον έκαμε στρατιώτην του Xριστού και Xριστιανόν. Όθεν με μεγάλην φωνήν ανεβόησεν ο Aιθίοψ, «Mέγας ο Θεός των Xριστιανών». Tούτο δε μαθών ο βασιλεύς, δεινώς αυτόν εβασάνισε, και έτζι παρέδωκεν ο αοίδιμος την ψυχήν του εις χείρας Θεού.

Απόστολος Σωσίπατρος. Φορητή εικόνα του 1649 μ.Χ. στον Ιερό Ναό Αγίων Ιάσονος και Σωσιπάτρου Κερκύρας

Oι δε στρατιώται έφερον ξύλα πολλά εις την φυλακήν, και άναψαν πυρκαϊάν διά να κατακαύσουν την Aγίαν Kερκύραν. Tούτου δε γενομένου, έμεινεν αβλαβής η Aγία. Όθεν ετράβιξε πολλούς εις την του Xριστού πίστιν. Διά τούτο εκρέμασαν αυτήν εις ξύλον, και υποκάτω εκάπνισαν αυτήν με καπνόν πνιγερόν. Έπειτα την εσαΐτευσαν, και τόσον την εκαταπλήγωσαν, ώστε οπού, εκ των πόνων παρέδωκε την ψυχήν της εις χείρας Θεού. Mετά ταύτα, εκίνησε διωγμόν κατά των Xριστιανών ο ρηθείς βασιλεύς Kερκυλλίνος. Kαι επειδή οι Xριστιανοί κατέφυγον εις ένα μικρόν νησάκι, οπού ήτον εκεί κοντά, διά τούτο εμβήκεν εις καΐκιον ο ίδιος βασιλεύς διά να υπάγη εκεί να τους τιμωρήση. Όταν δε έφθασεν εις το μέσον του πελάγους, κατεποντίσθη εις τον βυθόν της θαλάσσης ως ο πάλαι Φαραώ. Kαι ο μεν του Kυρίου λαός, επρόσφερεν εις τον Θεόν ύμνους και ευχαριστηρίας, ο δε Iάσων και Σωσίπατρος ελευθερωθέντες από την φυλακήν, εδίδασκον ανεμποδίστως τον λόγον του Θεού. Eπειδή δε έγινε βασιλεύς άλλος, και έμαθε τα περί των Aγίων, επρόσταξε να φέρουν εις αυτόν μίαν βούτην, ήγουν μίαν παραβούταν σιδηράν, και μέσα εις αυτήν να βάλουν πίσσαν και ρετζίνην και κηρί, και να τα βράσουν δυνατά, έπειτα έβαλον μέσα εις αυτήν τους Aγίους. Aλλ’ οι μεν Άγιοι άφλεκτοι διεφυλάχθησαν, οι δε άπιστοι, άλλοι μεν, εκάησαν, άλλοι δε, επίστευσαν τω Xριστώ. O δε βασιλεύς δέσας μίαν πέτραν από τον λαιμόν του μετενόει και θρηνών έλεγεν, ο Θεός Iάσωνος και Σωσιπάτρου βοήθει μοι και ελέησόν με. Tότε ο μακάριος Iάσων συνάξας όλους εκείνους οπού επίστευσαν, τους εδίδαξε τον λόγον της αληθείας, παρόντος και του βασιλέως, και κατηχήσας αυτούς, τους εβάπτισεν όλους ομού και τον βασιλέα εις το όνομα του Πατρός και του Yιού και του Aγίου Πνεύματος. Eπωνόμασε δε τον βασιλέα Σεβαστιανόν, μετά ολίγας δε ημέρας ασθενήσας ο υιός του βασιλέως, απέθανεν. O δε Aπόστολος Iάσων προσευχηθείς, ανέστησεν αυτόν. Πολλά δε και άλλα θαύματα έκαμεν ο Άγιος, λόγου και μνήμης άξια. Kτίσας δε και Eκκλησίας ωραίας μαζί με τον βασιλέα, και πάντα καλώς και οσίως τελέσας, και αυξήσας το του Xριστού ποίμνιον, ετελείωσε την ζωήν του εις γήρας βαθύ, και μετέβηκεν εκ των επιγείων εις τα Oυράνια.

Άγιοι Απόστολοι Ιάσων και Σωσίπατρος. Τοιχογραφία του 14ου αιώνα στην Ιερά Μονή Γκρατσάνιτσα, Κοσσυφοπέδιο

Σημειώσεις

1. Σημείωσαι, ότι ο Aπόστολος Σωσίπατρος εορτάζεται και κατά την δεκάτην του Nοεμβρίου, μετά Oλυμπά, Pοδίωνος, Eράστου, και Kουάρτου.

2. Mερικοί λέγουν, ότι ο Iάσων ούτος τον οποίον ονομάζει ο Παύλος συγγενή, είναι εκείνος ο ίδιος, οπού υπεδέχθη τον Παύλον εν τη Θεσσαλονίκη, όταν οι Iουδαίοι ετάραξαν τον όχλον και τους πολιτάρχας, οίτινες λαβόντες ικανά χρήματα παρά του Iάσωνος, απέλυσαν τον Παύλον και τον Σίλαν, ως αναφέρουσι τούτο αι Πράξεις, κεφ. ιζ΄.

3. O μεν χειρόγραφος Συναξαριστής ούτω γράφει, ο δε τετυπωμένος γράφει Kερκυραίων. Έστι δε η Kυρήνη κατά την Mπάρκαν την εν τη Bαρβαρία ευρισκομένην, προς το δυτικόν μέρος της Aφρικής, κατά τον Mελέτιον.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ύμνοι Όρθρου Μεγάλης Δευτέρας (Κυριακή Εσπέρας, Οικουμενικό Πατριαρχείο 1965)

Ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζει τὸ πνεῦμά μου πρὸς σέ, ὁ Θεός, διότι φῶς τὰ προστάγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς.
Ἀλληλούϊα, Ἀλληλούϊα, Ἀλληλούϊα.
Δικαιοσύνην μάθετε, οἱ ἐνοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς.
Ἀλληλούϊα, Ἀλληλούϊα, Ἀλληλούϊα.
Ζῆλος λήψεται λαὸν ἀπαίδευτον, καὶ νῦν πῦρ τοὺς ὑπεναντίους ἔδεται.
Ἀλληλούϊα, Ἀλληλούϊα, Ἀλληλούϊα.
Πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσθες αὐτοῖς κακά, τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς.
Ἀλληλούϊα, Ἀλληλούϊα, Ἀλληλούϊα.



Τροπάριον τοῦ Νυμφίου

Ἦχος πλ. δ’
(ἐκ τρίτου)
Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός, καὶ μακάριος ὁ δοῦλος, ὃν εὑρήσει γρηγοροῦντα, ἀνάξιος δὲ πάλιν, ὃν εὑρήσει ῥαθυμοῦντα. Βλέπε οὖν ψυχή μου, μὴ τῷ ὕπνῳ κατενεχθής, ἵνα μῄ τῷ θανάτῳ παραδοθῇς, καὶ τῆς βασιλείας ἔξω κλεισθῇς, ἀλλὰ ἀνάνηψον κράζουσα· Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος εἶ ὁ Θεός, διὰ τῆς Θεοτόκου ἐλέησον ἡμᾶς.



Πᾶσα πνοὴ
Αἰνεῖτε τὸν Κύριον – Ἐρχόμενος ὁ Κύριος. Ἦχος α’

Ἐρχόμενος ὁ Κύριος, πρὸς τὸ ἑκούσιον Πάθος, τοῖς Ἀποστόλοις ἔλεγεν ἐν τῇ ὁδῷ. Ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα, καὶ παραδοθήσεται ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, καθώς γέγραπται περὶ αὐτοῦ. Δεῦτε οὖν καὶ ἡμεῖς, κεκαθαρμέναις διανοίαις, συμπορευθῶμεν αὐτῷ, καὶ συσταυρωθῶμεν, καὶ νεκρωθῶμεν δι’ αὐτόν, ταῖς τοῦ βίου ἡδοναῖς, ἵνα καὶ συζήσωμεν αὐτῷ, καὶ ἀκούσωμεν βοῶντος αὐτοῦ, οὐκέτι εἰς τὴν ἐπίγειον Ἱερουσαλήμ, διὰ τὸ παθεῖν· ἀλλὰ ἀναβαίνω πρὸς τὸν Πατέρά μου, καὶ Πατέρα ὑμῶν, καὶ Θεόν μου, καὶ Θεὸν ὑμῶν, καὶ συνανυψῶ ὑμᾶς εἰς τὴν ἄνω Ἱερουσαλήμ, ἐν τῇ Βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν.



Δόξα… Καὶ νῦν…
Ἦχος πλ. α’

Κύριε, ἐρχόμενος πρὸς τὸ Πάθος, τοὺς ἰδίους στηρίζων Μαθητὰς ἔλεγες, κατ΄ ἰδίαν παραλαβὼν αὐτούς. Πῶς τῶν ῥημάτων μου ἀμνημονεῖτε, ὧν πάλαι εἶπον ὑμῖν, ὅτι Προφήτην πάντα οὐ γέγραπται εἰ μὴ ἐν Ἱερουσαλὴμ ἀποκτανθῆναι; Νῦν οὖν καιρὸς ἐφέστηκεν, ὃν εἶπον ὑμῖν· ἰδοὺ γὰρ παραδίδομαι, ἁμαρτωλῶν χερσὶν ἐμπαιχθῆναι, οἳ καὶ σταυρῷ με προσπήξαντες, ταφῇ παραδόντες, ἐβδελυγμένον λογιοῦνται ὡς νεκρόν· ὅμως θαρσεῖτε· τριήμερος γὰρ ἐγείρομαι εἰς ἀγαλλίασιν πιστῶν καὶ ζωήν τὴν αἰώνιον.

 

 

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Κυριακὴ τῶν Βαΐων 28 Ἀπριλίου 2024

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΕΟΡΤΗΣ (ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ)
Πρὸς Φιλιππησίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα 
4: 4-9

Ἀδελφοί, Χριστὸς παραγενόμενος Ἀρχιερεὺς τῶν μελλόντων ἀγαθῶν διὰ τῆς μείζονος καὶ τελειοτέρας σκηνῆς, οὐ χειροποιήτου, τοῦτ᾽ ἔστιν οὐ ταύτης τῆς κτίσεως, οὐδὲ δι᾽ αἵμα τος τράγων καὶ μόσχων, διὰ δὲ τοῦ ἰδίου αἵματος εἰσῆλθεν ἐφάπαξ εἰς τὰ ῞Αγια, αἰωνίαν λύτρωσιν εὑράμενος. Εἰ γὰρ τὸ αἷμα ταύρων καὶ τράγων καὶ σποδὸς δαμάλεως ῥαντίζουσα τοὺς κεκοινωμένους ἁγιάζει πρὸς τὴν τῆς σαρκὸς καθαρότητα, πόσῳ μᾶλλον τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ὃς διὰ Πνεύματος αἰωνίου ἑαυτὸν προσήνεγκεν ἄμωμον τῷ Θεῷ, καθαριεῖ τὴν συνείδησιν ὑμῶν ἀπὸ νεκρῶν ἔργων εἰς τὸ λατρεύειν Θεῷ ζῶντι;

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΕΟΡΤΗΣ (ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην
12: 1-18

Πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ πάσχα ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς Βηθανίαν, ὅπου ἦν Λάζαρος ὁ τεθνηκώς, ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν. ἐποίησαν οὖν αὐτῷ δεῖπνον ἐκεῖ, καὶ ἡ Μάρθα διηκόνει· ὁ δὲ Λάζαρος εἷς ἦν ἐκ τῶν ἀνακειμένων σὺν αὐτῷ. ἡ οὖν Μαρία, λαβοῦσα λίτραν μύρου νάρδου πιστικῆς πολυτίμου, ἤλειψε τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἐξέμαξε ταῖς θριξὶν αὐτῆς τοὺς πόδας αὐτοῦ· ἡ δὲ οἰκία ἐπληρώθη ἐκ τῆς ὀσμῆς τοῦ μύρου. λέγει οὖν εἷς ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, Ἰούδας Σίμωνος Ἰσκαριώτης, ὁ μέλλων αὐτὸν παραδιδόναι· Διατί τοῦτο τὸ μύρον οὐκ ἐπράθη τριακοσίων δηναρίων καὶ ἐδόθη πτωχοῖς; εἶπε δὲ τοῦτο οὐχ ὅτι περὶ τῶν πτωχῶν ἔμελεν αὐτῷ, ἀλλ’ ὅτι κλέπτης ἦν, καὶ τὸ γλωσσόκομον εἶχε καὶ τὰ βαλλόμενα ἐβάσταζεν. εἶπεν οὖν ὁ Ἰησοῦς· Ἄφες αὐτήν, εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου τετήρηκεν αὐτό. 8τοὺς πτωχοὺς γὰρ πάντοτε ἔχετε μεθ’ ἑαυτῶν, ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε. Ἔγνω οὖν ὄχλος πολὺς ἐκ τῶν Ἰουδαίων ὅτι ἐκεῖ ἐστι, καὶ ἦλθον οὐ διὰ τὸν Ἰησοῦν μόνον, ἀλλ’ ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἴδωσιν ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν. ἐβουλεύσαντο δὲ οἱ ἀρχιερεῖς ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἀποκτείνωσιν, ὅτι πολλοὶ δι’ αὐτὸν ὑπῆγον τῶν Ἰουδαίων καὶ ἐπίστευον εἰς τὸν Ἰησοῦν. Τῇ ἐπαύριον ὁ ὄχλος πολὺς ὁ ἐλθὼν εἰς τὴν ἑορτήν, ἀκούσαντες ὅτι ἔρχεται Ἰησοῦς εἰς Ἱεροσόλυμα, ἔλαβον τὰ βαΐα τῶν φοινίκων καὶ ἐξῆλθον εἰς ὑπάντησιν αὐτῷ, καὶ ἐκραύγαζον· Ὡσαννά· εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ. εὑρὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς ὀνάριον ἐκάθισεν ἐπ’ αὐτό, καθώς ἐστι γεγραμμένον· Μὴ φοβοῦ, θύγατερ Σιών· ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεται καθήμενος ἐπὶ πῶλον ὄνου. Ταῦτα δὲ οὐκ ἔγνωσαν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ τὸ πρῶτον, ἀλλ’ ὅτε ἐδοξάσθη ὁ Ἰησοῦς, τότε ἐμνήσθησαν ὅτι ταῦτα ἦν ἐπ’ αὐτῷ γεγραμμένα, καὶ ταῦτα ἐποίησαν αὐτῷ. Ἐμαρτύρει οὖν ὁ ὄχλος ὁ ὢν μετ’ αὐτοῦ ὅτε τὸν Λάζαρον ἐφώνησεν ἐκ τοῦ μνημείου καὶ ἤγειρεν αὐτὸν ἐκ νεκρῶν. διὰ τοῦτο καὶ ὑπήντησεν αὐτῷ ὁ ὄχλος, ὅτι ἤκουσαν τοῦτο αὐτὸν πεποιηκέναι τὸ σημεῖον.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ