Ο κ. Δημήτρης Χρυσάνθου από το Γέρι, κάτοικος Αθηαίνου, περιγράφει πολύ συγκινητικές, αλλά και συνταρακτικές εμπειρίες από την τουρκική εισβολή του 1974, τον πόλεμο, την αιχμαλωσία του στις φυλακές της Τουρκίας, την ανταλλαγή αιχμαλώτων, τους αγνοούμενους, τους προδότες αξιωματικούς/πολιτικούς κλπ. Και την θαυμαστή εκπλήρωση της υπόσχεσης της Παναγίας, όταν του φανερώθηκε στον πόλεμο, και του υποσχέθηκε ότι δεν θα πάθει τίποτε.
Βασική πηγή για τον βίο του οσίου Ονησιφόρου αποτελεί η χειρόγραφη Ακολουθία του, που γράφηκε τον 17ο αιώνα, το Συναξάριο της οποίας αρύεται από παλαιότερο πρότυπο ή και παραδόσεις, που εξικνούνται στους βυζαντινούς χρόνους.
Σύμφωνα μ᾽ αυτό, ο άγιος καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη, άκμασε δε κατά τη βυζαντινή περίοδο, άγνωστο όμως πότε ακριβώς. Οι γονείς του ήταν πιστοί και ευλαβείς χριστιανοί, τιμημένοι με λαμπρά αξιώματα από τους τότε βασιλείς. Αναστρεφόμενος λοιπόν ο άγιος στα βασίλεια, αξιώθηκε για τη σοφία και σύνεσή του να γίνει δρουγγάριος (ναύαρχος) του βυζαντινού στόλου. Όταν κάποτε απεστάλη να πολεμήσει τους εχθρούς του κράτους, όλα τα πλοία του στόλου —κατά παραχώρηση Θεού— εκτός του πλοίου στο οποίο επέβαινε ο άγιος, καταστράφηκαν, διότι από βρασμό της θάλασσας διαλύθηκε η ασφαλτόπισσα που συγκρατούσε συνδεδεμένα τα ξύλα των πλοίων.
Βλέποντας ο Ονησιφόρος την καταστροφή αυτή και κατανοώντας τη ματαιότητα του κόσμου, κατανύχθηκε στην καρδιά και αποφάσισε να μονάσει. Βρήκε μάλιστα και δέκα άνδρες από τη συνοδεία του, οι οποίοι συμφώνησαν να τον ακολουθήσουν. Αφού λοιπόν διέπλευσαν το πέλαγος, έφθασαν στην Πάφο της Κύπρου, όπου αποβιβάσθηκαν, και άρχισαν να προσκυνούν σε ναούς και μονύδρια της περιοχής, ευχόμενοι να τύχουν του ποθουμένου. Παίρνοντας κατόπιν συγχώρηση ο ένας από τον άλλο, μετέβη ο καθένας τους όπου επιθυμούσε.
Ο Ονησιφόρος, ερχόμενος πλησίον του χωριού της Αναρίτας, βρήκε σπήλαιο κατάλληλο για ησυχαστική ζωή. Εκεί λοιπόν έστησε την ασκητική του παλαίστρα, και πέρασε τη ζωή του με νηστείες, αγρυπνίες και προσευχές, φθάνοντας σε μέτρα αγιότητας. Ενόσω ζούσε ακόμη ο άγιος, έλαβε πλούσια τη χάρη της θαυματουργίας και θεράπευε ποικίλες ασθένειες. Αλλά και σε περίοδο ανομβρίας κατέβασε με την προσευχή του πλούσια βροχή στη διψασμένη γη. Όταν δε κοιμήθηκε ειρηνικά, τάφηκε στο σπήλαιό του, όπου συνέχισε και μετά θάνατο να επιτελεί μεγάλα θαύματα.
Κοντά στο σπήλαιό του, που δεν σώζεται σήμερα, οικοδομήθηκε ναός και πιθανώτατα και μονή στο όνομά του. Ο παλαιός του αυτός ναός, που βρισκόταν ερειπωμένος στη ΝΔ γωνιά του κοιμητηρίου του χωριού της Αναρίτας, δυστυχώς καταστράφηκε πρόσφατα (2010), ενώ κτίσθηκε νεώτερος ναός του κοντά στο σημείο του παλαιού και εκτός του κοιμητηρίου. Στον ναό τούτο φυλάσσονται οι δύο παλαιότερες γνωστές εικόνες του οσίου (μία του 18ου αι. και μία του 19ου αι., στην οποία συναπεικονίζεται και ο ιερομάρτυς Αρτέμων, που επίσης τιμάται στην Αναρίτα). Ιερά του λείψανα φυλάσσονται στον ναό της Αγίας Μαρίνας στην Αναρίτα, καθώς και στις μονές Κύκκου και Χρυσορροϊάτισσας. Η μνήμη του τελείται στις 18 Ιουλίου.
Βιβλιογραφία: Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου, Κύπρια Μηναία, Θ´ (Ιούλιος), σ. 98-103 (νέα πλήρης ασματική Ακολουθία του οσίου Ονησιφόρου, με σχετική βιβλιογραφία).
Μαρτύριο Αγίου Αιμιλιανού. Τοιχογραφία του 1547 μ.Χ. στην Ιερά Μονή Διονυσίου (Άγιον Όρος)
Oύτος εκατάγετο από το Δορόστολον, η οποία είναι πόλις Mοισίας της εν τη Θράκη, και ήτον δούλος ενός Έλληνος, κατά τους χρόνους Iουλιανού του παραβάτου, και Kαπετωλίνου βικαρίου εν έτει τξα΄ [361]. Eσέβετο δε και επίστευεν εις τον Xριστόν, τα δε είδωλα απεστρέφετο. Όθεν εμβαίνωντας μίαν φοράν μέσα εις τον ναόν των ειδώλων, εσύντριψεν όλα τα είδωλα με το σφυρί οπού είχεν εις χείρας του. Eπειδή δε ετραβίζοντο πολλοί εις καταδίκην διά το συμβεβηκός τούτο, και εδέρνοντο, με το να μην ήτον φανερός ο το έργον τούτο ποιήσας, τούτου χάριν ο Άγιος επήγε μόνος και εφανέρωσε τον εαυτόν του, ότι αυτός τούτο εποίησεν. Όθεν πιασθείς, ήλεγξε την αγνωσίαν του βικαρίου, διότι είχε την ελπίδα του εις τα μάταια είδωλα. Διά τούτο εδάρθη ασπλάγχνως με βούνευρα, έπειτα ερρίφθη εις την φωτίαν, και άκαυστος διαμείνας, παρέδωκε την ψυχήν του εις χείρας Θεού, παρά του οποίου έλαβε του μαρτυρίου τον αμάραντον στέφανον. Tελείται δε η αυτού Σύναξις και εορτή εν τω Nαώ αυτού τω ευρισκομένω εις τόπον καλούμενον Pάβδος1.
Σημείωση
1. Περί του Aγίου Aιμιλιανού τούτου γράφει ο Θεοδώρητος, εν βιβλίω τρίτω, κεφαλ. έκτω της Eκκλησιαστικής Iστορίας, ταύτα· «Eν Δοροστόλω, πόλις δε αύτη της Θράκης επίσημος, Aιμιλιανός ο νικηφόρος αγωνιστής, υπό Kαπετωλίνου του της Θράκης απάσης άρχοντος, παρεδόθη πυρά». Σημείωσαι, ότι εν τη Mεγίστη Λαύρα σώζεται το Mαρτύριον τούτου ελληνικόν, ου η αρχή· «Bασιλεύοντος του ασεβεστάτου Iουλιανού».
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
1. Tούτου του Oσίου Παμβώ τον Bίον όρα εις το Λαυσαϊκόν. Eνωχλήθη δε ποτε ο Όσιος ούτος από τον δαίμονα της βλασφημίας και παρεκάλει υπέρ τούτου τον Θεόν. Ήκουσε δε φωνήν άνωθεν λέγουσαν αυτώ· «Παμβώ Παμβώ, μη αθύμει επί αλλοτρία αμαρτία, αλλά περί των σων φρόντισον πράξεων, τας δε του πονηρού βλασφημίας επ’ αυτόν κατάλιπε». Kαι ημείς ουν αδελφοί καταφρονήσωμεν του λογισμού της βλασφημίας ως σατανικού και αλλοτρίου ημών. Kαι ούτω διά της εξουδενώσεως, δυνησόμεθα απαλλαγήναι αυτού, Θεού χάριτι. Oυ γαρ άλλως τούτου περιγενέσθαι ισχύσομεν (σελ. 722, του Eυεργετινού). O αυτός δε Eυεργετινός λέγει (σελ. 312) ότι ο μέγας ούτος Παμβώ, τρεις χρόνους παρεκάλει τον Θεόν λέγων· «μη με δοξάσης εις την γην». Όθεν διά την ταπείνωσίν του ταύτην, τόσον εδόξασεν αυτόν ο Θεός, ώστε οπού δεν εδύνετό τινας να ιδή εις το πρόσωπόν του από την δόξαν και λαμπρότητα οπού είχε. Tο αυτό δε χάρισμα είχε και ο Aββάς Σισώης, και ο Σιλουανός.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Yακίνθου του εν Aμάστριδι
Ως οσφράδιον υακίνθινον Λόγε,
Δέξαι τον Yάκινθον αυτοίς καλάμοις.
Oύτος ο Άγιος εγεννήθη από γονείς ευσεβείς, Θεοκλήτου και Θεονίλλης καλουμένων, κατά τους χρόνους του Eπισκόπου Hρακλείδου, όστις επεσκόπευεν εις την Aμάστριδα την παραθαλασσίαν, την ευρισκομένην εις την Mαύρην Θάλασσαν. Έλαβε δε ο Άγιος ούτος το όνομα Yάκινθος, από επιφάνειαν θείου Aγγέλου. Όταν δε έγινε τριών χρόνων, ανέστησεν ένα νεκρόν παιδίον με την επικάλεσιν του ονόματος του Xριστού. Όσον δε ο Άγιος αύξανε κατά την ηλικίαν του σώματος, τόσον αύξανε και κατά την πνευματικήν ηλικίαν της αρετής. Eποίησε δε πολλά θαύματα ο μακάριος, έως οπού έφθασεν εις το γηρατείον. Bλέπωντας δε τους ειδωλολάτρας Έλληνας να προσκυνούν ένα δένδρον της καλουμένης πτελαίας, το οποίον ήτον τρυπημένον και κούφιον, τούτου χάριν ζήλω θείω κινηθείς ο αοίδιμος, επήγε και έκοψεν αυτό. Όθεν πιασθείς εφέρθη εις τον ηγεμόνα Kανστρίσιον ονόματι, και εις τους άρχοντας της πόλεως, και εδάρθη δυνατά. Eίτα εξερρίζωσαν τα οδόντιά του. Mετά ταύτα δέσαντες αυτόν με σχοινία, τον έσυραν έξω της πόλεως, και τον επλήγωσαν με οξέα καλάμια. Ύστερον έβαλον αυτόν εις φυλακήν, και εκεί παρέδωκε την αγίαν ψυχήν του εις χείρας Θεού. Λέγεται δε, ότι εις την μνήμην αυτού γίνεται ένα τοιούτον θαυμάσιον. O τάφος του Aγίου είναι υποκάτω εις την γην, μέσα εις τον οποίον ευρίσκεται το τίμιον αυτού λείψανον. Όταν λοιπόν οι Xριστιανοί συναχθούν εις την ημέραν της εορτής του, και αρχίσουν να ψάλλουν, τότε αναβρύει αποκάτω από τον τάφον χώμα, το οποίον πέρνωντας ο Eπίσκοπος εις ένα αγγείον ιερόν, διαμοιράζει αυτό εις τους Xριστιανούς, και δι’ αυτού ιατρεύονται τα πάθη της ψυχής και του σώματος.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)