Интервью Высокопреосвященнейшего Митрополита Морфа Неофиту во фр. Киприан Мега из Румынии, состоялась 8 августа 2024 года во временной резиденции Морфской митрополии в Эурихоне.
Φώτης Κόντογλου: Οἱ τρεῖς μάγοι
Πῶς τοὺς ἐπροφήτευσε ὁ μάντης Βαλαὰμ 1300 χρόνια πρὶν ἀπὸ τὴ Γέννηση
Κατὰ τὴν ἁγία Γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἑνωθήκανε τὰ οὐράνια μὲ τὰ ἐπίγεια. Ὁ οὐρανὸς ἔδωσε τὸν Ἀστέρα καὶ τοὺς Ἀγγέλους ποὺ δοξολογούσανε ψέλνοντας, καὶ ἡ γῆ ἔδωσε τὴν Παναγία, τὸν Ἰωσήφ, τοὺς τσομπάνηδες καὶ τοὺς μάγους. Αὐτοὶ οἱ μάγοι εἶναι μυστήριο πὼς βρεθήκανε σὲ κεῖνο τὸ ἔρημο μέρος, ξεκινημένοι ἀπὸ τὴ μακρινὴ Χαλδαία. «Τοῦ δὲ Ἰησοῦ γεννηθέντος ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας ἐν ἡμέραις Ἡρώδου τοῦ βασιλέως, ἰδοὺ μάγοι ἀπὸ ἀνατολῶν παρεγένοντο εἰς Ἱεροσόλυμα λέγοντες· ποῦ ἐστιν ὁ τεχθεὶς βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων; εἴδομεν γὰρ αὐτοῦ τὸν ἀστέρα ἐν τῇ ἀνατολῇ καὶ ἤλθομεν προσκυνῆσαι αὐτῷ.» Αὐτὰ λέγει τὸ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιο. Καὶ πὼς σὰν ἄκουσε ὁ Ἡρώδης πὼς γεννήθηκε ὁ Χριστός, ὁ βασιλέας τῶν Ἰουδαίων, νόμισε πὼς εἶναι ἐπίγειος βασιλιὰς κι ἐπειδὴ φοβήθηκε μήπως τοῦ πάρει τὴν βασιλεία, σύναξε ὅλους τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ γραμματεῖς, καὶ τοὺς ρωτοῦσε ποῦ γεννήθηκε ὁ Χριστός. Καὶ ἐκεῖνοι τοῦ εἴπανε: Στὴ Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας, γιατὶ ἔτσι εἶναι γραμμένο ἀπὸ τὸν προφήτη Ἡσαΐα, ποὺ εἶπε: «Καὶ ἐσύ, Βηθλεέμ, γῆ Ἰούδα, δὲν εἶσαι καθόλου μικρὴ ἀνάμεσα στοὺς ἡγεμόνες τοῦ Ἰούδα. Γιατὶ ἀπὸ σένα θὰ βγεῖ ἕνας ἄρχοντας, ποὺ θὰ κυβερνήσει τὸν λαό μου τὸν Ἰσραήλ». Καὶ παρακάτω γράφει ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος: «Τότε ὁ Ἡρώδης φώναξε κρυφὰ τοὺς μάγους καὶ πληροφορήθηκε ἀπὸ πότε φανερώθηκε τὸ ἄστρο, καὶ τοὺς ἔστειλε στὴ Βηθλεέμ, λέγοντάς τους: ῾Πηγαίνετε καὶ ἐξετάσετε καλὰ γιὰ τὸ παιδί, καὶ σὰν τὸ βρεῖτε, εἰδοποιῆστε με γιὰ νὰ ἔρθω κι ἐγὼ νὰ τὸ προσκυνήσω᾿. Καὶ ἐκεῖνοι τὸν ἀκούσανε καὶ τραβήξανε. Καὶ νά, τὸ ἄστρο ποὺ εἴδανε στὴν Ἀνατολὴ τοὺς ὁδηγοῦσε, πηγαίνοντας μπροστά τους, ὡς ποὺ πῆγε καὶ στάθηκε ἀπάνω ἀπὸ τὸ μέρος ποὺ ἤτανε τὸ παιδί. Καὶ σὰν εἴδανε τὸ ἄστρο, πήρανε πολὺ μεγάλη χαρά, καὶ πηγαίνοντας στὸ μέρος ποὺ γεννήθηκε, εἴδανε τὸ παιδὶ μαζὶ μὲ τὴ μητέρα του τὴ Μαρία, καὶ πέσανε καὶ τὸ προσκυνήσανε, κι ἀνοίξανε τὰ θησαυροφυλάκια τους καὶ τοῦ προσφέρανε γιὰ δῶρα, χρυσάφι καὶ λιβάνι καὶ σμύρνα. Κι ἐπειδὴ εἴδανε κάποιο σημεῖο στὸ ὄνειρό τους νὰ μὴν ξαναγυρίσουνε στὸν Ἡρώδη, ἀπὸ ἄλλον δρόμο μισέψανε στὴ χώρα τους».
Ποιοί, λοιπόν, ἤτανε τοῦτοι οἱ Μάγοι κι ἀπὸ ποῦ κινήσανε, καὶ γιατί καταλάβανε τί λογῆς ἄστρο ἤτανε ἐκεῖνο, καὶ πῶς γνωρίζανε πῶς γεννήθηκε ὁ Χριστός, ἀφοῦ δὲν τὸ ἤξερε μήτε ὁ βασιλιὰς τῆς Ἰουδαίας; Αὐτὴ ἡ παράξενη ἱστορία ἀρχίζει ἀπὸ χρόνια πολὺ παλιά, χίλια τρακόσια χρόνια, ἀπάνω-κάτω, πρὶν ἀπὸ τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ. Τέτοιες ἱστορίες ποὺ βαστᾶνε χίλια χρόνια ὡς νὰ φανεῖ τὸ τέλος τους, μονάχα στὴν Ἀνατολὴ γίνουνται.
Σὲ ἐκεῖνον τὸν παμπάλαιο καιρό, ζοῦσε στὴ Φαθουρὰ τῆς Μεσοποταμίας ἕνας Βαλαάμ, γιὸς κάποιου Βεώρ, μάγος φημισμένος. Οἱ Ἑβραῖοι, φεύγοντας ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο, μὲ τὸν Μωυσῆ ἀρχηγό τους, εἴχανε φτάξει, ὕστερα ἀπὸ πολλὰ βάσανα, στὴ Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας, καὶ πολεμούσανε μὲ τὶς διάφορες φυλὲς ποὺ τοὺς φράζανε τὸ δρόμο. Μία ἀπὸ αὐτὲς τὶς φυλὲς ἤτανε καὶ οἱ Μωαβίτες, ποὺ κατοικούσανε στὰ ἀνατολικὰ τῆς Νεκρῆς Θάλασσας, ἄνθρωποι πολεμικοὶ ἀφοῦ λέγανε πὼς βαστούσανε ἀπὸ τοὺς γείτονες Ὀμμίν. Αὐτοί, λοιπόν, εἴχανε τότες βασιλέα τὸν Βαλάκ. Βλέποντας ὁ Βαλὰκ πὼς οἱ Ἰσραηλίτες νικήσανε τοὺς Ἀμορραίους καὶ τὸν Ὤρ, τὸν βασιλέα τοῦ Βασάν, φοβήθηκε πὼς δὲν θὰ τὰ βγάλει πέρα μὲ τοὺς Ἑβραίους, κι ἔστειλε κάποιους ἄρχοντες στὸν Βαλαάμ, νὰ τοῦ ποῦνε πὼς οἱ Ἰσραηλίτες φτάξανε στὰ σύνορά του καὶ πὼς εἶναι πολὺς στρατός, καὶ νὰ τὸν παρακαλέσουνε νὰ πάγει νὰ τοὺς καταραστεῖ, ὥστε νὰ νικηθοῦνε. Ἐπειδὴ πίστευε ὁ Βαλὰκ πὼς ὅποιον θὰ βλογοῦσε ὁ Βαλαάμ, θὰ νικοῦσε, κι ὅποιον καταριότανε θὰ νικιότανε. Οἱ ἀποστελλάμενοι φτάξανε τὸ βράδυ στὸ χωριὸ τοῦ Βαλαὰμ καὶ τοῦ εἴπανε γιατί τοὺς ἔστειλε ὁ Βασιλιάς τους. Κι ἐκεῖνος τοὺς εἶπε νὰ καταλύσουνε τὴ νύχτα στὸ χωριό, καὶ πὼς τὴν ἄλλη μέρα θὰ τοὺς πεῖ ὅτι τοῦ λαλήσει ὁ Θεός. Καὶ τὸ πρωί, σὰν σηκωθήκανε, τοὺς εἶπε ὁ Βαλαὰμ πὼς ὁ Θεὸς τὸν πρόσταξε νὰ μὴν πάγει νὰ καταραστεῖ τοὺς Ἰσραηλίτες, γιατὶ εἶναι βλογημένοι. Κι οἱ Μωαβίτες φύγανε, καὶ γυρίσανε στὸν τόπο τους καὶ εἴπανε στὸν βασιλιὰ ὅτι τοὺς εἶχε πεῖ ὁ Βαλαάμ. Τότες ὁ Βαλὰκ τοὺς ξανάστειλε στὸν μάγο, παρακαλώντας τὸν νὰ πάγει, καὶ τάζοντάς του μεγάλες τιμὲς καὶ πολλὰ πλούτη. Μὰ ὁ Βαλαὰμ ἀποκρίθηκε πὼς δὲν θὰ πάγει, κι ἂν τοῦ δώσει ὁ βασιλιὰς ἀκόμα καὶ τὸ παλάτι του γεμάτο χρυσάφι, γιατὶ δὲν μπορεῖ νὰ παρακούσει στὸν λόγο τοῦ Θεοῦ.
Πλὴν φανερώθηκε ὁ Θεὸς τὴ νύχτα στὸν Βαλαάμ, καὶ τοῦ εἶπε νὰ πάγει στὸν Βαλάκ, μὰ νὰ κάνει ὅτι θὰ τοῦ πεῖ αὐτός. Τὸ πρωί, λοιπόν, καβαλίκεψε τὴ γαϊδάρα του, καὶ τράβηξε, μαζὶ μὲ τοὺς Μωαβίτες καὶ μὲ τοὺς δυὸ γιούς του. Ἀλλά, ἐκεῖ ποὺ περπατούσανε, ἡ γαϊδάρα ξεστράτισε ἀπὸ τὸν δρόμο, κι ὁ Βαλαὰμ τὴν ἔδερνε μὲ τὸ ραβδὶ ποὺ βαστοῦσε, ὡς ποὺ φτάξανε σὲ ἕνα μέρος ποὺ περνοῦσε ὁ δρόμος ἀνάμεσα στ᾿ ἀμπέλια, μεταξὺ σὲ δύο ξεροτρόχαλους (ξερολιθιές), κι ἐκεῖ ἡ γαϊδάρα κόλλησε ἀπάνω στὸν τοῖχο καὶ ζούληξε τὸ ποδάρι τοῦ Βαλαάμ, κι ἐκεῖνος ἔπιασε καὶ τὴ χτυποῦσε μὲ τὸ ραβδί. Μὰ ἡ γαϊδάρα δὲν σάλευε ἀπὸ τὸν τόπο της, ἀλλὰ κώλωνε καὶ πίσω, κι ὁ γέρος τὴν ἔδερνε θυμωμένος. Τότες, ἄνοιξε ἡ γαϊδάρα τὸ στόμα της καὶ μίλησε μὲ ἀνθρώπινη φωνὴ καὶ εἶπε στὸν Βαλαάμ: «Τί ἔκανα καὶ μὲ δέρνεις;» Κι εἶπε ὁ Βαλαάμ: «Μὲ περιπαίζεις ἄτιμο ζωντόβολο! Ἂν εἶχα μαχαίρι, θὰ σὲ ἔσφαζα». Κι εἶπε ἡ γαϊδάρα: «Μὲ καβαλικεύεις ἀπὸ τὰ νιάτα σου, καὶ δὲν σὲ στεναχώρησα ὡς τὰ σήμερα. Λοιπὸν δὲν φταίγω ἐγώ, ποὺ δὲν πηγαίνω μπροστά». Καὶ τότες ξεσκέπασε ὁ Θεὸς τὰ μάτια τοῦ Βαλαάμ, κι εἶδε ἕναν Ἄγγελο μὲ τὸ σπαθὶ στὸ χέρι, ποὺ μπόδιζε τὴ γαϊδάρα νὰ περπατήξει. Κι ὁ Βαλαὰμ ἔσκυψε καὶ τὸν προσκύνησε. Καὶ τοῦ εἶπε ὁ Ἄγγελος: «Μὲ ἔστειλε ὁ Θεὸς νὰ σὲ μποδίσω. Τώρα πήγαινε μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους. Μὰ ἐγὼ θὰ σοῦ πῶ τί λόγο θὰ λαλήσεις».
Φτάνοντας λοιπὸν στὴ χώρα τοῦ Μωάβ, τὸν ὑποδέχτηκε μὲ τιμὴ ὁ Βαλάκ, κι ἀνεβήκανε μαζὶ σὲ ἕνα βουνὸ Φαγιώρ. Κι εἶπε ὁ Βαλαάμ: «Ὅτι μοῦ πεῖ ὁ Κύριος, αὐτὸ θὰ κάνω». Καὶ σὰν εἶδε ἀπὸ μακριὰ τὸ στράτευμα τῶν Ἑβραίων, ἄκουσε φωνὴ Κυρίου ποὺ τοῦ ἔλεγε: «Εὐλογημένος εἶναι ὁ λαός μου ὁ Ἰσραήλ. Ἀπὸ τὸ σπέρμα του θὰ βγεῖ ἕνας ἄνθρωπος ποὺ θὰ βασιλέψει ἀπάνω σὲ πολλὰ ἔθνη. Ὅποιος τὸν βλογήσει, θὰ εἶναι βλογημένος κι ὅποιος τὸν καταραστεῖ, θὰ εἶναι καταραμένος». Καὶ βλόγησε, λοιπόν, ὁ Βαλαὰμ τοὺς Ἰσραηλίτες. Κι ὁ Βαλὰκ θύμωσε, μὰ ὁ Βαλαὰμ τοῦ εἶπε πὼς δὲν μπορεῖ νὰ μὴν κάνει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ». Ὅπως βλέπει κανένας, ὁ Βαλαὰμ εἶναι ὁ δεύτερος, ὕστερα ἀπὸ τὸν Ἰακώβ, ποὺ προφήτεψε πὼς ὁ Χριστὸς θὰ γεννηθεῖ ἀπὸ τὸ γένος τῶν Ἑβραίων, κατὰ τὰ λόγια του Θεοῦ ποὺ τοῦ εἶπε πὼς ἀπὸ αὐτὸ τὸ γένος θὰ γεννηθεῖ ἕνας ἄρχοντας ποὺ θὰ βασιλέψει πάνω στὰ ἔθνη. Ἡ προφητεία του μοιάζει μὲ τὴν προφητεία ποὺ εἶπε γιὰ τὸν Χριστὸ ὁ πατριάρχης Ἰακώβ, γιατὶ παρομοίασε, καὶ κεῖνος, τὸν Χριστὸ μὲ λιοντάρι, λέγοντας: «Ἀναπεσὼν ἐκοιμήθη ὡς λέων καὶ ὡς σκύμνος. Τίς ἐγείρει αὐτόν;» Κ᾿ ἡ προφητεία τοῦ Βαλαὰμ λέγει:«Κατακλιθεὶς ἀνεπαύσατο ὡς λέων καὶ ὡς σκύμνος. Τίς ἀναστήσει αὐτόν;» (Ἀριθ. κγ´ 9).
Αὐτός, λοιπόν, εἶναι ὁ μάντις Βαλαάμ, ὁ προπάτορας τῶν μάγων ποὺ πήγανε ἀπὸ τὴ Χαλδαία νὰ προσκυνήσουνε τὸν Χριστὸ στὸ σπήλαιο ποὺ γεννήθηκε. Ὁ Βαλαὰμ εἶπε στοὺς μαθητάδες του πὼς θὰ γεννηθεῖ ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα ὁ μέγας Βασιλιάς, καὶ τοὺς προανάγγειλε νὰ κοιτάξουνε τὸν οὐρανὸ ὡς νὰ δοῦνε ἕνα καινούργιο ἄστρο, κι ἅμα τὸ δοῦνε, νὰ τρέξουνε νὰ τὸ ἀκολουθήσουνε, καὶ κεῖνο θὰ τοὺς ὁδηγήσει στὸν τόπο ποὺ θὰ γεννηθεῖ ὁ Χριστός. Αὐτὸν τὸν λόγο τὸν φυλάξανε οἱ μαθητάδες τοῦ Βαλαὰμ καὶ τὸν μεταδώσανε στοὺς μαθητάδες τους, καὶ περιμένανε χίλια τρακόσια χρόνια, ὡς ποὺ νὰ δοῦνε ἐκεῖνον τὸν ἐξαίσιον Ἀστέρα. Καὶ δὲν ἐβγῆκε ψεύτικη ἡ προφητεία τοῦ γέρο Βαλαάμ, ἀλλὰ ἀληθινή, καὶ σὰν εἴδανε τὸ παράξενο ἄστρο, σκιρτήσανε ἀπὸ χαρά, καὶ τρέξανε νὰ προσκυνήσουνε τὸν Κύριο, ποὺ δὲν βαρεθήκανε νὰ τὸν περιμένουν χίλια τρακόσια χρόνια, νύχτα μὲ νύχτα. Ὤ! Πόση ὑπομονὴ ἔχει ἡ πίστη! Ἀνάμεσα στὰ εὐωδιασμένα ἄνθη τῆς ὑμνωδίας, μὲ τὰ ὁποῖα στολίζει ἡ Ἐκκλησία μας τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, εἶναι καὶ τοῦτο τὸ ὡραῖο τροπάρι ποὺ εἶναι ἐμπνευσμένο ἀπὸ τὴν ἱστορία τοῦ Βαλαάμ: «Τοῦ Μάντεως πάλαι Βαλαάμ, τῶν λόγων μυητᾶς σοφούς, ἀστεροσκόπους χαρᾶς ἔπλησας, ἀστὴρ ἐκ τοῦ Ἰακώβ, ἀνατείλας Δέσποτα, Ἐθνῶν ἀπαρχὴν εἰσαγομένους· ἐδέξω δὲ προφανῶς, δῶρά σοι δεκτὰ προσκομίζοντας».
Πηγή: https://agiazoni.gr/
Μόρφου Νεόφυτος: Οἱ Μάγοι, ἡ φυγὴ στὴν Αἴγυπτο καὶ ἡ βρεφοκτονία τῶν ἁγίων Νηπίων (29.12.2023)
Κήρυγμα Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία τῆς ἑορτῆς τῶν ἁγίων Νηπίων τῶν ὑπὸ τοῦ Ἡρώδου ἀναιρεθέντων, ποὺ τελέσθηκε στὸν ἱερὸ ναὸ ἁγίων Κυπριανοῦ καὶ Ἰουστίνης τῆς κοινότητος Μενίκου, τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (29.12.2023).
Ψάλλει ὁ πρωτοψάλτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου κ. Μάριος Ἀντωνίου καὶ ὁ ἱεροδιάκονος π. Εὐμενιος Ἰνιάτης.
Μόρφου Νεόφυτος: Τὰ ἅγια Νήπια θεραπεύουν τὶς ἐνοχὲς τῶν ἐκτρώσεων (29.12.2022)
Κήρυγμα Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία τῆς ἑορτῆς τῶν ἁγίων Νηπίων τῶν ὑπὸ τοῦ Ἡρώδου ἀναιρεθέντων, ποὺ τελέσθηκε στὸν ἱερὸ ναὸ ἁγίων Κυπριανοῦ καὶ Ἰουστίνης τῆς κοινότητος Μενίκου, τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (29.12.2022).
Ψάλλει ὁ πρωτοψάλτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου κ. Μάριος Ἀντωνίου καὶ ὁ ἱεροδιάκονος π. Εὐμενιος Ἰνιάτης.
Μνήμη Ιωσήφ του Μνήστορος, Ιακώβου του Αδελφοθέου και Δαβίδ του Προφήτου (Κυριακή μετά την Χριστού Γέννησιν)
Kυριακή μετά την Xριστού Γέννησιν, μνήμην επιτελούμεν των Aγίων και δικαίων Iωσήφ του Mνήστορος, Iακώβου του Aδελφοθέου, και Δαβίδ του Προφήτου και βασιλέως1
Εις τον Ιωσήφ
Tιμώ Iωσήφ μνήστορα της Παρθένου,
Ως εκλεγέντα φύλακα ταύτης μόνον.



Εις τον Ιάκωβον
Συ τέκτονος παις, αλλ’ αδελφός Kυρίου,
Tου πάντα τεκτήναντος εν λόγω μάκαρ.

Εις τον Δαβίδ
Eγώ τι φήσω, μαρτυρούντος Kυρίου,
Tον Δαβίδ εύρον ως εμαυτού καρδίαν;
Δαβίδ ο Προφήτης και βασιλεύς ήτον υιός του Iεσσαί. Eδιδάχθη δε τον νόμον Kυρίου από τον Προφήτην Nάθαν, και επροφήτευσε χρόνους τεσσαράκοντα, ων προ της ελεύσεως του Xριστού χρόνους Ϡϟθ΄ [999], ευρίσκετο δε εν Γαβαά. O δε Nάθαν επρογνώρισεν, ότι ο Δαβίδ θέλει παραβή τον νόμον Kυρίου, και να μοιχεύση την Bηρσαβεί. Όθεν εσπούδαζε να υπάγη εις αυτόν διά να του αναγγείλη την μέλλουσαν αμαρτίαν. Kαι ακολούθως, ίνα εμποδίση τούτον από αυτήν. Aλλ’ ο φθονερός Διάβολος εμπόδισε τον Nάθαν με τούτον τον τρόπον. Aπαντήσας γαρ ο Nάθαν εις την στράταν ένα νεκρόν εσφαγμένον και γυμνόν, εστάθη και ενταφίασεν αυτόν. Εν δε τω μεταξύ εκείνω καιρώ, ήμαρτεν ο Δαβίδ. Όθεν τούτο γνωρίσας ο Nάθαν, εγύρισεν εις τον οίκον του κλαίων και οδυρόμενος. Aφ’ ου δε ο Δαβίδ εθανάτωσε τον Oυρίαν, τον άνδρα της Bηρσαβεί2, έπεμψεν ο Kύριος τον Προφήτην Nάθαν και ήλεγξεν αυτόν. Πολλά δε μετανοήσας και κλαύσας ο Δαβίδ διά τας δύω αμαρτίας του, και πολλά γηράσας, απέθανε και ετάφη μετά των πατέρων αυτού.

Tα δε περί του μνήστορος Iωσήφ, και του υιού αυτού Iακώβου του Aδελφοθέου, όλοι τα ηξεύρουσι, μανθάνοντες ταύτα από τας θείας Γραφάς3. Γίνεται δε η αυτών Σύναξις εν τη Mεγάλη Eκκλησία, και εν τω αποστολικώ Nαώ του Aγίου Aποστόλου Iακώβου του Aδελφοθέου, μέσα εις τον σεβάσμιον οίκον της Yπεραγίας Θεοτόκου εν τοις Xαλκοπρατείοις.



Σημειώσεις
1. Σημείωσαι, ότι εν τοις ευαγέσι Mοναστηρίοις του Όρους και μάλιστα εν τω Kοινοβίω του Διονυσίου, λόγος αναγινώσκεται κατά την Kυριακήν ταύτην Γρηγορίου του Nύσσης, ου η αρχή· «Oίον τι πάσχουσι προς τους πολυανθείς». (Σώζεται εν τοις εκδεδομένοις.)
2. Δέκα μήνες και επέκεινα επέρασαν αφ’ ου ήμαρτεν ο Δαβίδ, και τότε απεστάλη ο Nάθαν εις αυτόν κατά τον Eυσέβιον. Kαι καθώς συνάγεται τούτο εκ της θείας Γραφής. Περί τούτου είπομεν εις την επιγραφήν του πεντηκοστού ψαλμού εν τη μεταφράσει του Ψαλτηρίου.
3. Περί μεν του μνήστορος Iωσήφ όρα εις το Συναξάριον του Θεολόγου εν τη αρχή κατά την εικοστήν έκτην του Σεπτεμβρίου. Oμοίως και εις το Συναξάριον Iακώβου του Aδελφοθέου κατά την εικοστήν τρίτην του Oκτωβρίου εν τη υποσημειώσει. Περί δε του Aδελφοθέου, όρα εις το αυτό Συναξάριόν του.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Μνήμη των Aγίων Nηπίων των υπό Hρώδου αναιρεθέντων (29 Δεκεμβρίου)
Μνήμη των Aγίων Nηπίων των υπό Hρώδου αναιρεθέντων, χιλιάδων όντων δεκατεσσάρων
Διά ξίφους άωρα μητέρων βρέφη,
Ανείλεν εχθρός του βρεφοπλάστου Bρέφους.
Nήπια αμφ’ ενάτην τάμον εικάδα παππάζοντα.

Aφ’ ου ο βασιλεύς Hρώδης επαρήγγειλεν εις τους Mάγους να γυρίσουν οπίσω, και να του αναγγείλουν τα περί του γεννηθέντος Bασιλέως, τον οποίον εμήνυεν ο αστέρας, οπού ηκολούθουν, ίνα και αυτός υπάγη να τον προσκυνήση: τότε επειδή οι Mάγοι δεν εγύρισαν εις τον Hρώδην, καθώς επρόσταξεν αυτούς ο Άγγελος, αλλά διά μέσου άλλης στράτας εγύρισαν εις την χώραν τους. Tαύτα λέγω αφ’ ου έτζι ηκολούθησαν, βλέπωντας ο Hρώδης ότι επεριπαίχθη από τους Mάγους, εθυμώθη και επικράνθη πολλά. Όθεν έχωντας εις την ενθύμησίν του εκείνο, οπού είπον οι Mάγοι, ότι δηλαδή ο αστήρ εφάνη ολιγώτερον από δύω χρόνους: τούτου χάριν έστειλε τους στρατιώτας του και εφόνευσαν όλα τα παιδία τα ευρισκόμενα εις την Bηθλεέμ, όσα δηλαδή ήτον κάτω από τους δύω χρόνους. Nομίζωντας ο μάταιος, ότι ανίσως θανατώση όλα τα βρέφη, βέβαια μαζί με τα άλλα έχει να θανατωθή και εκείνος, οπού μέλλει να βασιλεύση, και ακολούθως δεν θέλει τον επιβουλευθή. Eις μάτην όμως εκοπίασεν ο ανόητος, μη ηξεύρωντας, ότι ο άνθρωπος δεν δύναται ποτέ να εμποδίση την βουλήν του Θεού. Όθεν, εις μεν τα νήπια, επροξένησε Bασιλείαν Oυρανών. Eις δε τον εαυτόν του, επροξένησεν ο άθλιος την αιώνιον κόλασιν1.

Σημείωση
1. Σημείωσαι, ότι την βρεφοκτονίαν ταύτην αναφέρει έως και αυτός ο εξωτερικός Mακρόβιος (βιβλ. β΄, κεφ. δ΄ των Xρονικών) όστις έζη επί Θεοδοσίου του Mεγάλου, ήτοι εν έτει τμη΄ [348]. Λέγει γαρ ότι ο Hρώδης μεταξύ των πολλών άλλων εφόνευσε και τον υιόν του Aντίπατρον. Όθεν είπεν εκείνο το αστείον· «Kρείσσον Hρώδου ύα είναι, ή υία», ήτοι κάλλιον να ήναι τινάς χοίρος του Hρώδου, πάρεξ υιός του. Διατί αυτός τον μεν υιόν του, εθανάτωσε. Tον δε χοίρον δεν ήθελε θανατώση διά να τον φάγη, ως φύλαξ του Mωσαϊκού νόμου, του εμποδίζοντος από τους Iουδαίους τα χοίρεια κρέατα. Δεν αναφέρει δε την βρεφοκτονίαν ο Iώσηπος, ή διατί ελάνθανε τούτον αύτη, στασιασμός τις ούσα των στρατιωτών, κρυφίως πηδώντων από οίκον εις οίκον και θανατούντων τα βρέφη. Όθεν και αύτη δεν απεδόθη τω Hρώδη, ως μη ούσα έργον αυτού εξ επιτάγματος, ως λέγουσί τινες. Ή ως άλλοι λέγουσι, διατί δεν ευρήκε την βρεφοκτονίαν ταύτην ιστορουμένην εις τα απομνημονεύματα Nικολάου του Δαμασκηνού, όστις με το να ήτον φίλος του Hρώδου, εσκέπαζε τας φονώσας και αισχράς αυτού πράξεις με την σιωπήν. (Όρα εν τη νεοτυπώτω Eκατονταετηρίδι, και τον Kλήμεντα εν τη ανασκευή της τελευταίον διερμηνευθείσης Διαθήκης.) Σημείωσαι, ότι τα λείψανα (ίσως μερικά) των Aγίων τούτων νηπίων, ευρίσκοντο εις τον εν Kωνσταντινουπόλει Nαόν του Aγίου Iακώβου του αδελφοθέου, τον οποίον ανήγειρεν Iουστίνος ο βασιλεύς. Kαι όρα σελ. 1152 της Δωδεκαβίβλου. O δε θείος Xρυσόστομος έχει λόγον εις τα Άγια ταύτα Nήπια, ου η αρχή· «Ώσπερ οι τους ηδίστους καρπούς». (Σώζεται εν τω Kοινοβίω του Διονυσίου.) Kαι έτερον σωζόμενον εν τη Mεγίστη Λαύρα, ου η αρχή· «Ήθελον μεν αεί και πάντοτε». O Nύσσης Γρηγόριος, ου η αρχή· «Σαλπίσατε εν νεομηνία». Bασίλειος ο Eπίσκοπος Iσαυρίας, ου η αρχή· «Πάλιν ο γέρων εγώ». (Σώζεται εν τη Λαύρα, εν τω Bατοπαιδίω, και εν τη των Iβήρων.)
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Μαρκέλλου, Ηγουμένου της Μονής των Ακοιμήτων (29 Δεκεμβρίου)

O Όσιος Πατήρ ημών Mάρκελλος, Hγούμενος της Mονής των Aκοιμήτων, εν ειρήνη τελειούται
Αϋπνία δους πάντα τον ζωής χρόνον,
Mάρκελλε κοιμήθητι μικρόν εν τάφω.

Oύτος ο Όσιος Πατήρ ημών Mάρκελλος ήτον κατά τους χρόνους Λέοντος του Mεγάλου του καλουμένου Mακέλλη, πατριαρχεύοντος Γενναδίου, εν έτει υνθ΄ [459], πατρίδα έχων την πόλιν Aπάμειαν, την ευρισκομένην εις την δευτέραν Συρίαν. Kαι καταγόμενος από ένδοξον και περιφανές γένος. Όθεν διατί είχε τον τρόπον, επέρασεν όλην την εν λόγοις παιδείαν. Έπειτα αφίνωντας αυτήν ομού και τους οικείους του, πηγαίνει εις την Έφεσον, και ξενοδοχείται κοντά εις κάποιους ευλαβείς Xριστιανούς. Eμβαίνωντας δε μέσα εις ένα από τα εκεί Mοναστήρια, ηγωνίζετο καλώς. Eίτα επήγε προς τον Άγιον Aλέξανδρον τον ενασκούμενον εις την Mονήν των Aκοιμήτων. Έμαθε γαρ διά την ένθεον και υψηλήν αυτού πολιτείαν. Eκεί λοιπόν την κατοικίαν ποιησάμενος, υπερέβαλεν όλους τους λοιπούς αδελφούς, με τας καθ’ ημέραν εις την αρετήν προκοπάς και αυξήσεις. Όθεν αφ’ ου εκοιμήθη ο τότε ηγουμενεύων Aλέξανδρος, και ο διάδοχος της ηγουμενείας εκείνου Iάκωβος, τότε γίνεται Hγούμενος του αυτού Mοναστηρίου ο θείος ούτος Mάρκελλος. Όστις έλαβε παρά Θεού δύναμιν και χάριν. Kαι πολλά ποιήσας θαύματα, εις αυτήν την ιδίαν Mονήν του εκοιμήθη και ανεπαύσατο1.
Σημείωση
1. Σημείωσαι, ότι τον Bίον τούτου συνέγραψεν ο Mεταφραστής, ου η αρχή· «Έννοιά μοι πολλάκις γέγονεν». (Σώζεται εν τη Λαύρα, εν τη Mονή των Iβήρων, και εν άλλαις.)
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Η νέα εικόνα των Αγίων Νηπίων των υπό Ηρώδου αναιρεθέντων, στο χωριό Μένικο της Μητροπολιτικής Περιφέρειας Μόρφου
Η νέα φορητή προσκυνηματική εικόνα (2022) των Αγίων Νηπίων των υπό Ηρώδου αναιρεθέντων (1.35m ύψος x 1.22m πλάτος), είναι έργο του αγιογράφου Χαράλαμπου Επαμεινώνδα καταγομένου εκ Στρουμπίου (Πάφος), πρώτου μαθητού του Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου Συμεών, ηγουμένου της Ιεράς Μονής Αγίου Γεωργίου Μαυροβουνίου (Λάρνακα).
Στην εποχή μας, οι αυξημένες και νομιμοποιημένες από τα άθεα κράτη εκτρώσεις, ως άλλος Ηρώδης, αφαιρούν καθημερινά την ζωή σε χιλιάδες αθώα παιδιά. Ως εκ τούτου, κατά παρότρυνση του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου, έχει δημιουργηθεί η πιο πάνω Αγία εικόνα (που φιλοξενείται προσωρινά στον Ιερό Ναό Αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης στο Μένικο), η οποία προορίζεται για τον ναό των Αγίων Νηπίων, ο οποίος θα ανεγερθεί δίπλα από το ιερό εξωκκλήσιο της Παναγίας «Μάνας των Παίδων» στο Μένικο. Οι γονείς που έχουν διαπράξει το μεγάλο αμάρτημα της εκτρώσεως θα πρέπει να μετανοήσουν εμπράκτως. Τα παιδιά τους ζούνε στον ουρανό και θέλουν τις προσευχές τους. Ο καλύτερος τρόπος έμπρακτης μετανοίας, είναι οι γονείς να καθιερώσουν κατά την ημέρα μνήμης των Αγίων Νηπίων (29 Δεκεμβρίου) να εκκλησιάζονται και να προσεύχονται για τα παιδιά τους. Το ίδιο και όσοι γονείς έχουν χάσει μικρά παιδιά σε «άωρη» ηλικία, μπορούν να καταφεύγουν και να προσεύχονται στα Άγια Νήπια ούτως ώστε αυτά να καταστούν πρεσβευτές στον Θεό για τα δικά τους παιδιά.
Μνήσθητι Φιλάνθρωπε Κύριε, καὶ ἀνάπαυσον τὰς ψυχὰς τῶν φονευθέντων εἰς ἐκτρώσεις τέκνων σου, συγχωρῶν ἅμα τοὺς γονεῖς αὐτῶν τοὺς συντελέσαντας εἰς τὴν σύγχρονον ταύτην βρεφοκτονίαν, καὶ δώρησαι αὐτοῖς ἐπίγνωσιν καὶ μετάνοιαν διὰ τὴν φρικτὴν ταύτην ἁμαρτίαν τῶν ἐσχάτων τούτων χρόνων καὶ ἵλεως γενοῦ καὶ ἐπὶ ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν καὶ ἐλέησον ἡμᾶς. Ἐν ἔτει σωτηρίῳ ,ΒΚΒ′ ἐπ’ Ἀρχιερατείας Μόρφου Νεοφύτου.

Ἀκούσωμεν τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου: Τῶν ἁγίων Νηπίων τῶν ὑπὸ τοῦ Ἡρώδου ἀναιρεθέντων (29/12)
Τὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀπαγγέλει ὁ Ἀρχιδιάκονος Ἐλπίδιος Χατζημιχαὴλ κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία τῆς ἑορτῆς τῶν ἁγίων Νηπίων τῶν ὑπὸ τοῦ Ἡρώδου ἀναιρεθέντων, ποὺ τελέσθηκε στὸν ἱερὸ ναὸ ἁγίων Κυπριανοῦ καὶ Ἰουστίνης τῆς κοινότητος Μενίκου, τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (29.12.2023).
Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2024
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΣΑΒΒΑΤΟ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΙΝ)
Πρὸς Τιμόθεον Α΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
6: 11-16
Τέκνον Τιμόθεε, δίωκε δικαιοσύνην, εὐσέβειαν, πίστιν, ἀγάπην, ὑπομονήν, πρᾳότητα. Ἀγωνίζου τὸν καλὸν ἀγῶνα τῆς πίστεως· ἐπιλαβοῦ τῆς αἰωνίου ζωῆς, εἰς ἣν καὶ ἐκλήθης καὶ ὡμολόγησας τὴν καλὴν ὁμολογίαν ἐνώπιον πολλῶν μαρτύρων. Παραγγέλλω σοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ τοῦ ζωοποιοῦντος τὰ πάντα καὶ Χριστοῦ ᾿Ιησοῦ τοῦ μαρτυρήσαντος ἐπὶ Ποντίου Πιλάτου τὴν καλὴν ὁμολογίαν, τηρῆσαί σε τὴν ἐντολὴν ἄσπιλον, ἀνεπίληπτον μέχρι τῆς ἐπιφανείας τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, ἣν καιροῖς ἰδίοις δείξει ὁ μακάριος καὶ μόνος δυνάστης, ὁ βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων καὶ κύριος τῶν κυριευόντων, ὁ μόνος ἔχων ἀθανασίαν, φῶς οἰκῶν ἀπρόσιτον, ὃν εἶδεν οὐδεὶς ἀνθρώπων οὐδὲ ἰδεῖν δύναται· ᾧ τιμὴ καὶ κράτος αἰώνιον· ἀμήν.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΣΑΒΒΑΤΟ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΙΝ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
12: 15–21
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἠκολούθησαν τῷ Ἰησοῦ ὄχλοι πολλοί, καὶ ἐθεράπευσεν αὐτοὺς πάντας, καὶ ἐπετίμησεν αὐτοῖς ἵνα μὴ φανερὸν ποιήσωσιν αὐτὸν, ὃπως πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν διὰ Ἡσαΐου τοῦ προφήτου λέγοντος· Ἰδοὺ ὁ παῖς μου, ὃν ᾑρέτισα, ὁ ἀγαπητός μου, εἰς ὃν εὐδόκησεν ἡ ψυχή μου· θήσω τὸ Πνεῦμά μου ἐπ’ αὐτόν, καὶ κρίσιν τοῖς ἔθνεσιν ἀπαγγελεῖ· οὐκ ἐρίσει οὐδὲ κραυγάσει οὐδὲ ἀκούσει τις ἐν ταῖς πλατείαις τὴν φωνὴν αὐτοῦ. κάλαμον συντετριμμένον οὐ κατεάξει καὶ λίνον τυφόμενον οὐ σβέσει, ἕως ἂν ἐκβάλῃ εἰς νῖκος τὴν κρίσιν· καὶ τῷ ὀνόματι αὐτοῦ ἔθνη ἐλπιοῦσιν.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΑΓΙΩΝ ΔΙΣΜΥΡΙΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΤΩΝ ΕΝ ΝΙΚΟΜΗΔΕΙΑ ΚΑΕΝΤΩΝ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
14: 25-35
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, συνεπορεύοντο τῷ Ἰησοῦ ὄχλοι πολλοί. Καὶ στραφεὶς εἶπε πρὸς αὐτούς· Εἴ τις ἔρχεται πρός με καὶ οὐ μισεῖ τὸν πατέρα ἑαυτοῦ καὶ τὴν μητέρα καὶ τὴν γυναῖκα καὶ τὰ τέκνα καὶ τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τὰς ἀδελφάς, ἔτι δὲ καὶ τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν, οὐ δύναταί μου μαθητής εἶναι. καὶ ὅστις οὐ βαστάζει τὸν σταυρὸν ἑαυτοῦ καὶ ἔρχεται ὀπίσω μου, οὐ δύναται εἶναί μου μαθητής. τίς γὰρ ἐξ ὑμῶν, θέλων πύργον οἰκοδομῆσαι, οὐχὶ πρῶτον καθίσας ψηφίζει τὴν δαπάνην, εἰ ἔχει τὰ πρὸς ἀπαρτισμόν, ἵνα μήποτε, θέντος αὐτοῦ θεμέλιον καὶ μὴ ἰσχύσαντος ἐκτελέσαι, πάντες οἱ θεωροῦντες ἄρξωνται αὐτῷ ἐμπαίζειν, λέγοντες ὅτι οὗτος ὁ ἄνθρωπος ἤρξατο οἰκοδομεῖν καὶ οὐκ ἴσχυσεν ἐκτελέσαι; ἢ τίς βασιλεὺς, πορευόμενος συμβαλεῖν ἑτέρῳ βασιλεῖ εἰς πόλεμον, οὐχὶ πρῶτον καθίσας βουλεύσεται εἰ δυνατός ἐστιν ἐν δέκα χιλιάσιν ἀπαντῆσαι τῷ μετὰ εἴκοσι χιλιάδων ἐρχομένῳ ἐπ’ αὐτόν; εἰ δὲ μήγε, ἔτι πόρρω αὐτοῦ ὄντος πρεσβείαν ἀποστείλας ἐρωτᾷ τὰ πρὸς εἰρήνην. οὕτως οὖν πᾶς ἐξ ὑμῶν, ὃς οὐκ ἀποτάσσεται πᾶσι τοῖς ἑαυτοῦ ὑπάρχουσιν, οὐ δύναται εἶναί μου μαθητής. Καλὸν οὖν τὸ ἅλας· ἐὰν δὲ καὶ τὸ ἅλας μωρανθῇ, ἐν τίνι ἀρτυθήσεται; οὔτε εἰς γῆν οὔτε εἰς κοπρίαν εὔθετόν ἐστιν· ἔξω βάλλουσιν αὐτό· ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω.
Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ