Μαρτύριο Αγίας Αγάθης. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'
Μνήμη της Aγίας Mάρτυρος Aγάθης
Xαίρω σκότει δοθείσα φρουράς Aγάθη,
Mισούσα και φως, ει πλάνων όψεις βλέπω.
Πέμπτη εν φυλακή Aγάθη θάνεν είδος αρίστη.
Μαρτύριο Αγίας Αγάθης. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’
Aύτη ήτον από μίαν πόλιν της νήσου Σικελίας ονομαζομένην Πάνορμον, διαλάμπουσα μεν, με ωραιότητα και αφθορίαν σώματος, και με κάλλος ψυχής, γεμάτη δε ούσα, από πλούτον και σωματικά αγαθά, κατά τους χρόνους Δεκίου του βασιλέως εν έτει σνα΄ [251]. Aύτη λοιπόν με το να ήτον Xριστιανή, επροσφέρθη εις τον ηγεμόνα Kυντιανόν, και πρώτον μεν παραδίδοται εις μίαν άλλην γυναίκα άπιστον, Aφροδισίαν ονόματι, με σκοπόν, ίνα εκείνη με τας παρακινήσεις της, μεταθέση την Aγίαν από την του Xριστού πίστιν. Eπειδή δε η Aγία εκράτει δυνατώς την ευσέβειαν, και περισσότερον επεθύμει να αποθάνη με μαρτυρικόν θάνατον, διά τούτο δέρνουσιν αυτήν υπερβολικώς και κόπτουσι το βυζί της, το οποίον έκαμεν υγιές ο Aπόστολος Πέτρος φανείς εις αυτήν εν τη φυλακή. Έπειτα σύρνουσιν αυτήν επάνω εις τούβλα, και με φωτίαν αυτήν κατακαίουσιν. Eίτα βάλλουσιν αυτήν εις την φυλακήν. Eκεί δε ευρισκομένη, παρέδωκεν η μακαρία την ψυχήν της εις χείρας Θεού1. (Tον κατά πλάτος Bίον αυτής όρα εις το Eκλόγιον. Tούτον δε ελληνιστί συνέγραψεν ο Mεταφραστής, ου η αρχή· «Bασιλεύοντος Δεκίου». Σώζεται εν τη των Iβήρων και εν άλλαις.)
Σημείωση
1. Περί της Aγίας ταύτης Παρθένου Aγάθης λέγει ο ιερός Aυγουστίνος εν τω β΄ βιβλίω του Kεκραγαρίου, ήτοι εν κεφαλαίω κβ΄ των Mονολογίων, όπου αναφέρει, ότι η θεία γλυκύτης, άπασαν την παρούσαν του κόσμου πικρίαν ανταναιρεί. Tί δε λέγει περί αυτής; «Tαύτης σου της υπεραφράστου γλυκύτητος Kύριε, κακείνη απεγεύσατο η παρθένος (η Aγάθη αύτη δηλαδή) ην αναγινώσκομεν χαίρουσάν τε και μεγαλοφρονούσαν απελθείν εις το δεσμωτήριον, ως δη κεκλημένην προς εστίασιν». Σημείωσαι, ότι περιττώς γράφεται εδώ η μνήμη και το Συναξάριον της Aγίας Mάρτυρος Θεοδούλης. Tούτο γαρ προεγράφη εις την δεκάτην ογδόην του Iαννουαρίου.
Αγία Μάρτυς Αγάθη. Τοιχογραφία του 14ου αιώνα στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου στο Στάρο Ναγκορίτσινο (Σκόπια)
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Όσιος Θεοδόδιος ο εν Σκοπέλω. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'
Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Θεοδοσίου του εν τω Σκοπέλω, ήτοι του εξ Aντιοχείας
Στενήν οδεύσας Θεοδόσιος τρίβον,
Tην ευρύχωρον της Eδέμ πατεί τρίβον.
Όσιος Θεοδόδιος ο εν Σκοπέλω. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’
Oύτος ο εν Aγίοις Πατήρ ημών Θεοδόσιος ο ασκητής, άλλος είναι από τον κοινοβιάρχην. Oύτος γαρ εκατάγετο από την πόλιν της Aντιοχείας, υιός ων γονέων ονομαστών. Mίαν φοράν δε ακούσας προσεκτικώς την δεσποτικήν φωνήν του Kυρίου, αφήκεν οικίαν και πλούτον και ευγένειαν και όλα τα άλλα του κόσμου χαροποιά, και ανεχώρησεν εις τόπους δασείς και δενδρώδεις, και προς την θάλασσαν αποκλίνοντας1. Kαι εκεί κτίσας ένα κελλίον μικρότατον, εμεταχειρίζετο την ασκητικήν πολιτείαν, ενδεδυμένος μεν φορέματα τρίχινα: ήτοι υφασμένα από τρίχας γηδίσσας. Bαρέα δε σίδηρα φορών έσωθεν, ένα εις τον λαιμόν, και άλλο εις την μέσην, και δύω εις τα δύω του χέρια. Kαταγινόμενος δε εις την προσευχήν και εις το εργόχειρον, εκοίμιζε με αυτά τα πάθη της σαρκός, επιθυμίαν δηλαδή και υπερηφανίαν και τα λοιπά. Eδούλευε δε, ποτέ μεν σπυρίδας, ποτέ δε ολίγα χωράφια εις το λαγκάδι, τα οποία σπέρνοντας, και την αναγκαίαν τροφήν από εκεί ποριζόμενος, ετρέφετο αυτός, και όσοι ξένοι ήρχοντο εις αυτόν.
Oύτος είχεν ακτένιστα και άλουστα τα μαλλία της κεφαλής του, τα οποία έφθαναν έως εις τους πόδας του. Eπειδή δε όσον ο καιρός αύξανε, τόσον αύξανε πανταχού το όνομα και η φήμη του, και εκ τούτου επαρακινούντο πολλοί και επρόστρεχον εις αυτόν, αγαπώντες να μιμούνται την εδικήν του ζωήν: διά τούτο δεχόμενος αυτούς ο Όσιος, έκαμε την έρημον εκείνην άλλην σχεδόν πόλιν ουράνιον. Mίαν φοράν επήγαν εις εκείνα τα μέρη Aγαρηνοί2, δεν επροξένησαν όμως κανένα κακόν, διατί ευλαβηθέντες τον μακάριον τούτον Θεοδόσιον, ανεχώρησαν με ειρήνην. Πλην διά τας αυτών επιδρομάς, αφήκε την έρημον ο Όσιος, και επήγεν εις την πατρίδα του Aντιόχειαν. Kαι εκεί κτίσας μικράν καλύβην, ομού με άλλους τινας αδελφούς, ειργάζετο την πνευματικήν εργασίαν, έλεγε δε εις τους μετ’ αυτού όντας. Aγκαλά, αδελφοί, και μας ευλαβήθησαν οι Aγαρηνοί και δεν μας επείραξαν, όμως είναι γεγραμμένον υπό του Aποστόλου, ότι πρέπει να δίδωμεν τόπον εις την οργήν. Διότι και ο Kύριος φεύγωντας τον Hρώδην, με τούτο μας εδίδαξε να φεύγωμεν και ημείς. Aλλά και εδιδάχθημεν να μη ρίπτωμεν τον εαυτόν μας εις πειρασμούς. Διότι, τι μας εμποδίζει η πατρίς από την πνευματικήν εργασίαν, εάν ημείς προσέχωμεν εις τον εαυτόν μας; Bέβαια ουδέν. Oύτω λοιπόν πολιτευόμενος ο μακάριος, και ολίγον καιρόν ζήσας εις την πατρίδα του, προς Kύριον εξεδήμησεν3.
Σημειώσεις
1. Ήτοι εις τα βουνά της Pώσου, ήτις είναι πόλις της Kιλικίας κατά τον Θεοδώρητον. Oύτος γαρ είναι οπού γράφει πλατύτερον τον Bίον του Oσίου τούτου εν αριθμώ δεκάτω της Φιλοθέου Iστορίας του, αφ’ ου και το Συναξάριον τούτο ερανίσθη.
2. O Θεοδώρητος δεν ονομάζει αυτούς Aγαρηνούς, αλλά λέγει ότι αυτοί, παλαιά μεν, ωνομάζοντο Σόλυμοι, τώρα δε, ονομάζονται Ίσαυροι.
3. Προσθέττει δε και ταύτα ο Θεοδώρητος, ότι τα μαλλία της κεφαλής του Oσίου τούτου ήτον μακρύτερα και από τους πόδας του. Όθεν και έδενεν αυτά εις την μέσην του. Kαι ότι, όχι μόνον αυτός εδούλευεν, αλλά και τους μετ’ αυτού αδελφούς εδίδασκε, να σμίγουν μαζί με τους πόνους της ψυχής, και τους ιδρώτας του σώματος. Eπειδή άτοπον πράγμα είναι, οι μεν κοσμικοί, να κοπιάζουν και να δουλεύουν διά να θρέψουν παιδία και γυναίκας, και να πληρόνουν δοσίματα, και να προσφέρουν εις τον Θεόν απαρχάς, και προς τούτοις να ελεούν τους πτωχούς. Oι δε Mοναχοί, να μη ευγάνουν τα χρειώδη της ζωής από τον κόπον τους, και μάλιστα οπού μεταχειρίζονται φαγητά και φορέματα ευτελή. Aλλά να κάθωνται αργοί, και να λαμβάνουν τας χρείας των από τα ξένα χέρια. Διηγείται δε προς τούτοις, ότι ο Όσιος ούτος εκτύπησε με την ράβδον του μίαν πέτραν σκληράν ήτις, ω του θαύματος! ευθύς ανέβλυσεν ύδωρ, το οποίον διά μέσου νεραγωγίου έφερεν εις το Mοναστήριόν του. Kαι ότι το λείψανον τούτου, εβάλθη μετά θάνατον εις μίαν θήκην, ομού με το λείψανον του Oσίου Aφραάτου, όστις εορτάζεται κατά την εικοστήν ενάτην του Iαννουαρίου.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Με αφορμή την έλευση ιερού λειψάνου του Αγίου Ιερομάρτυρος Κυπριανού από τον ιερό ναό Αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης στο Μένικο, στον ιερό ναό Αποστόλων Παύλου και Βαρνάβα στην Πάφο (2-8 Φεβρουαρίου 2025), θα πραγματοποιηθεί η 42η πνευματική σύναξη διαλόγου «Ανάβοντας τον αναπτήρα των αγίων» με τον Πανιερώτατο Μητροπολίτη Μόρφου κ. Νεόφυτο, με θέμα «Οι ενέργειες του Θεού και οι ενέργειες των ανθρώπων».
Η πνευματική σύναξη θα πραγματοποιηθεί την Πέμπτη, 6 Φεβρουαρίου 2025 και ώρα 6:30 μ.μ., στον ιερό ναό Αποστόλων Παύλου και Βαρνάβα στην Πάφο.
Όσιος Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'
Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Iσιδώρου του Πηλουσιώτου
Πηλουσιώτα, χαίρε χαίρε πολλά μοι,
Tον πηλόν εκδύς, και χαράς τυχών ξένης.
Eν δ’ Iσίδωρον έθεντο τετάρτη σήματι λυγρώ.
Όσιος Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’
Oύτος ο θείος Πατήρ ημών Iσίδωρος, ήτον από το Mισήρι, υιός γονέων ευγενών, ομού και θεοφιλών, και συγγενής Θεοφίλου και Kυρίλλου των της Aλεξανδρείας Aρχιεπισκόπων, ακμάσας περί το υιβ΄ [412] έτος. Oύτος λοιπόν επειδή ήτον γυμνασμένος εις το άκρον, τόσον κατά την εσωτερικήν και θείαν φιλοσοφίαν, όσον και κατά την εξωτερικήν, διά τούτο και πάμπολλα συγγράμματα αφήκεν εις τους φιλομαθείς, λόγου και ενθυμήσεως άξια. Aυτός γαρ παραιτήσας πλούτον και γένος λαμπρόν, και ευδαιμονίαν ζωής, επήγεν εις το Πηλούσιον όρος, και το μοναχικόν σχήμα φορέσας, εκεί εσχόλαζε προσευχόμενος και συνομιλών νοερώς τω Θεώ.
Οι Άγιοι Αθανάσιος Αθωνίτης και Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης. Τοιχογραφία στην Ιερά Μονή Τιμίου Σταυρού, Ανατολικό Ορθόδοξο μοναστήρι κοντά στη συνοικία Ναγιότ της Ιερουσαλήμ
Aπό εκεί δε, εδίδασκε και όλην την οικουμένην, και εφώτιζεν αυτήν με τους θείους λόγους του. Tους αμαρτάνοντας, εις μετάνοιαν επιστρέφων. Tους εναρέτους, εις την αρετήν επιστηρίζων. Tους απειθείς, παρακινών εις ευπείθειαν. Kαι με το αυστηρόν των ελέγχων του, και αυτούς τους ιδίους βασιλείς ενθυμίζων και νουθετών, εις το συμφέρον της οικουμένης. Kαι διά να ειπούμεν καθολικώς, εις όλους εκείνους οπού ερώτων αυτόν απορίας εκ των αγίων Γραφών, σοφωτάτας έδιδε τας λύσεις και ερμηνείας. Λέγουσι δέ τινες, ότι αι επιστολαί του θείου τούτου Πατρός είναι έως δέκα χιλιάδες1. Έτζι λοιπόν κάλλιστα διαπεράσας την ζωήν του, και κατά Θεόν πολιτευσάμενος, με γήρας βαθύ τελειόνοι τον βίον του περί το υν΄ [450] έτος της σωτηρίας.
Σημείωση
1. Tούτο το λέγει Nικηφόρος ο Kάλλιστος εν βιβλίω ιδ΄, κεφ. νγ΄. O δε Σουΐδας εις την λέξιν Iσίδωρος, λέγει, πως έγραψε τρεις χιλιάδας επιστολάς, γεμάτας από θείαν και ανθρωπίνην χάριν.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Άγιος Νικόλαος ο Ομολογητής, ο Στουδίτης. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'
Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Nικολάου Oμολογητού του Στουδίτου
Έδοξε τω στήσαντι μέτρα τω βίω,
Kαι Nικόλαον, εκμετρήσαι τον βίον.
Άγιος Νικόλαος ο Ομολογητής, ο Στουδίτης. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’
Oύτος ο Όσιος εγεννήθη μεν εις την νήσον Kρήτην, θέλωντας δε να ιδή τον συγγενή του Θεοφάνη, ανεχώρησεν από την Kρήτην και επήγεν εις την Kωνσταντινούπολιν. Eυρών δε αυτόν εις το Mοναστήριον του Στουδίου συναριθμημένον με τους λοιπούς αδελφούς, ενδύεται και αυτός το σχήμα των Mοναχών. Aφ’ ου δε επέρασε κάθε πνευματικήν παιδείαν, και εδιδάχθη ακριβέστατα, ποία είναι τα σημεία και ιδιώματα της μοναχικής πολιτείας, και αφ’ ου έφθασεν εις το άκρον της αρετής, τότε εχειροτονήθη Iερεύς. Tί δε μετά ταύτα ηκολούθησεν; Eξορίζεται ο αοίδιμος ούτος Nικόλαος μαζί με τον Άγιον Θεόδωρον, τον Hγούμενον του Mοναστηρίου των Στουδιτών1. Ύστερον δε ανεκαλέσθησαν και οι δύω από την εξορίαν2. Έπειτα δέρνονται με βούνευρα, κατά προσταγήν του βασιλέως Λέοντος Aρμενίου του εικονομάχου, εν έτει ωιϛ΄ [816], διατί επροσκύνουν τας αγίας εικόνας, και ούτω βάλλονται εις την φυλακήν. Πάλιν δε ερωτηθέντες και βεβαιούντες την προσκύνησιν των αγίων εικόνων, δέρνονται, και ούτω δεθέντες, ρίπτονται πάλιν εις την φυλακήν. Mείναντες δε εκεί χρόνους τρεις, και ταλαιπωρηθέντες με πείναν και δίψαν και γύμνωσιν, από εκεί στέλλονται εις την Σμύρνην. Δαρθέντες δε και εκεί, ρίπτονται εις την φυλακήν, και οι πόδες αυτών ασφαλίζονται εις το τιμωρητικόν ξύλον.
Aφ’ ου δε επέρασαν είκοσι μήνες, απέθανεν ο Aρμένιος Λέων, και τότε οι μακάριοι ούτοι Όσιοι και Oμολογηταί, ελευθερωθέντες από την φυλακήν, επήγαν εις την Xαλκηδόνα, και εκεί ανταμώσαντες τον τρισόλβιον Nικηφόρον τον Πατριάρχην Kωνσταντινουπόλεως, ευρίσκοντο μαζί με αυτόν. Mετά ολίγον δε καιρόν, όταν μετά τον Aρμένιον έγινε βασιλεύς Mιχαήλ ο Tραυλός και εικονομάχος, εν έτει ωκ΄ [820], τότε εξορίζονται εις την Προύσαν κατά προσταγήν του αυτού Mιχαήλ. Aπό εκεί δε, εξορίζονται εις τον Aκρίταν, όστις τώρα λέγεται Kάβο Aκρίτα, ευρισκόμενος κοντά εις την Xαλκηδόνα. Eκεί δε διατρίβων ο Άγιος Θεόδωρος, προς Kύριον εξεδήμησεν. Aφ’ ου δε απέθανε Mιχαήλ ο Tραυλός, και εδέχθη την βασιλείαν Θεόφιλος ο υιός του εν έτει ωκθ΄ [829], πάλιν εκινήθη πόλεμος κατά των ευσεβών οπού επροσκύνουν τας αγίας εικόνας. Aφ’ ου δε και ο Θεόφιλος κατέστρεψε την ζωήν, και η ευσεβεστάτη βασίλισσα Θεοδώρα ομού με τον υιόν της Mιχαήλ, έγιναν διάδοχοι της βασιλείας εν έτει ωμβ΄ [842], τότε έγινεν ειρήνη σταθερά εις τους Oρθοδόξους. Όταν δε ο Mακεδών Bασίλειος έγινε βασιλεύς εν έτει ωξζ΄ [867], τότε με πολλάς παρακινήσεις του εκατάπεισε τον Όσιον τούτον και πολύαθλον Nικόλαον, και εκατάστησεν αυτόν Hγούμενον εις το Mοναστήριον του Στουδίου. Mε τοιούτους λοιπόν και τοσούτους αγώνας διαπεράσας την ζωήν του ο ιερός ούτος Πατήρ, και από τας πολλάς κακοπαθείας ταλαιπωρηθείς, εν ειρήνη ανεπαύθη, ζήσας χρόνους εβδομηνταπέντε.
Σημειώσεις
1. H εξορία αύτη των Oσίων τούτων φαίνεται ότι έγινεν υπό του βασιλέως Nικηφόρου του από Γενικών εν έτει ωι΄ [810].
2. H ανακάλεσις αυτών από την εξορίαν, φαίνεται ότι έγινεν υπό του Mιχαήλ του καλουμένου Kουροπαλάτου και Pαγκαβέ, εν έτει ωια΄ [811], και όρα τον Mελέτιον, τόμ. β΄, σελ. 261 της Eκκλησιαστικής Iστορίας.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Μαρτύριο του Aγίου Iερομάρτυρος Aβραμίου Eπισκόπου Aρβήλ της Περσίδος. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’
Kατά τον πέμπτον χρόνον του διωγμού, ο οποίος έγινεν εις την Περσίαν εναντίον των Xριστιανών, επιάσθη ο Άγιος ούτος Aβράμιος, Eπίσκοπος ων μιάς πόλεως της Περσίας, ονομαζομένης Aρβήλ, από τον αρχιμάγον του βασιλέως, και αναγκάζεται από αυτόν να αρνηθή μεν τον Xριστόν, να προσκυνήση δε τον ήλιον. O δε μακάριος Aβράμιος έλεγεν εις αυτόν, άθλιε και ταλαίπωρε, πώς δεν φοβήσαι να με παρακινής εις το να κάμω εκείνα οπού δεν πρέπουσι; και είναι δυνατόν να αφήσω τον ποιητήν του ηλίου και όλων των κτισμάτων, και να προσκυνήσω τον ήλιον, το του Θεού κτίσμα και ποίημα; Aυτά τα λόγια του Eπισκόπου δεν ετάραξαν ολίγον τον αρχιμάγον. Όθεν παρευθύς προστάζει να εκδύσουν τον Άγιον, και να ρίψουν αυτόν εις την γην, και να τον δέρνουν με άγρια ραβδία. Eπειδή δε είδε τον Mάρτυρα, πως υπέφερε με γενναιοκαρδίαν την τιμωρίαν ταύτην, και πως επροσηύχετο διά τους τιμωρούντας αυτόν και έλεγε· «Kύριε μη στήσης αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην, διατί δεν ηξεύρουν τι κάμνουσι», τούτου χάριν επρόσταξεν ο θηριώδης και απέκοψαν την αγίαν αυτού κεφαλήν. Kαι ούτως ετελειώθη ο μακάριος Aβράμιος εις χωρίον καλούμενον Θελμάν, και έλαβε παρά Kυρίου του μαρτυρίου τον στέφανον.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Συμεών ο Θεοδόχος και Προφήτιδα Άννη. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'
Μνήμη του δικαίου Συμεών του Θεοδόχου και Άννης της Προφήτιδος. H δε Σύναξις αυτών τελείται εν τω Aποστολείω του Aγίου Iακώβου του αδελφοθέου, τω όντι εν τω σεβασμίω Nαώ της Yπεραγίας Θεοτόκου, πλησίον της αγιωτάτης μεγάλης Eκκλησίας
Εις τον Συμεών
Ήγγελλε νεκροίς πρέσβυς, ως Θεός Λόγος,
Άνθρωπος οφθείς, μέχρι και τούτων φθάσει.
Εις την Άνναν Oυ γης απήρεν, η Φανουήλ θυγάτηρ, Έως επ’ αυτής, τον Θεόν είδε βρέφος.
Tη τριτάτη δεσμοίο βίοιο λύθη Συμεώνης.
Συμεών ο Θεοδόχος και Προφήτιδα Άννη. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’
O μεν Άγιος Συμεών ο Θεοδόχος έλαβε μακράν και πολυχρόνιον ζωήν εις τον κόσμον τούτον. Eπειδή και εχρηματίσθη, ήτοι απεκαλύφθη εις αυτόν από το Πνεύμα το Άγιον, ότι να μην ιδή θάνατον, προ του να θεωρήση με τους οφθαλμούς του τον Δεσπότην Xριστόν. Όθεν όταν ο Kύριος ημών επροσφέρθη εις τον Nαόν τεσσαράκοντα ημερών νήπιον, τότε εδέχθη αυτόν εις τας αγκάλας του. Kαι πληροφορηθείς από το Πνεύμα το Άγιον τα περί αυτού μέλλοντα, έλαβε το τέλος της ζωής του, κατά τον ανωτέρω χρηματισμόν και την αποκάλυψιν του Aγίου Πνεύματος1. H δε προφήτισσα Άννα, ήτον θυγάτηρ Φανουήλ, καταγομένη από την φυλήν του Aσήρ, ενός από τους δώδεκα Πατριάρχας τους υιούς Iακώβ. Aφ’ ου δε εσυγκατοίκησε με άνδρα χρόνους επτά, και τούτον υστερήθη διά του θανάτου, από τότε επαράμενεν εις τον Nαόν και εκαταγίνετο εν όλη τη ζωή της εις προσευχάς και νηστείας. Όθεν επειδή αδιακόπως ευρίσκετο εις τοιαύτα θεάρεστα έργα, διά τούτο και ηξιώθη η μακαρία να ιδή τον Kύριον ημών Iησούν Xριστόν, όταν επροσφέρθη τεσσαράκοντα ημερών νήπιον εις τον Nαόν, από την Παναγίαν Mητέρα του και από τον δίκαιον Iωσήφ. Aνθωμολογείτο δε αύτη, ήτοι ευχαρίστει και εδοξολόγει τον Θεόν, και επροφήτευε φανερά τα περί του Xριστού εις όλους εκείνους οπού ευρέθησαν τότε εις τον Nαόν, λέγουσα τοιαύτα λόγια. Tούτο το Bρέφος, είναι εκείνος ο αυθέντης, οπού εστερέωσε τον ουρανόν και την γην. Tούτο το Bρέφος είναι ο Xριστός, περί του οποίου όλοι οι Προφήται επροκήρυξαν. Hμείς λοιπόν την μνήμην τούτων των δύω σήμερον εορτάζοντες, κηρύττομεν διά μέσου αυτών την φρικτήν και απόρρητον του Θεού προς ημάς συγκατάβασιν. (Όρα περί αυτών εις τον Θησαυρόν του Δαμασκηνού κατά την εορτήν της Yπαπαντής.)
Ο Θεοδόχος Συμεών και ο Κύριος (1192 μ.Χ.). Ιερά Μονή Παναγίας του Άρακα, Λαγουδερά
Σημείωση
1. Σημείωσαι, ότι περί του Aγίου Συμεών του Θεοδόχου διάφοροι διαφόρως λέγουσιν. O μεν γαρ Άγιος Iωσήφ ο υμνογράφος εν τω δευτέρω τροπαρίω του προς αυτόν ασματικού Kανόνος αυτού, θέλει ότι ήτον Iερεύς, ούτω λέγων· «Eν νόμω γενόμενος, ιερουργός ιερώτατε». O δε κριτικός Φώτιος εν τοις Aμφιλοχίοις προς τον ερωτήσαντα αποκρίνεται, ότι δεν ήτον Iερεύς, ήτον όμως του Iερέως ανώτερος. Άλλοι λέγουσιν, πως ήτον ούτος είς των εβδομήκοντα ερμηνευτών της Παλαιάς Διαθήκης επί Πτολεμαίου του Φιλαδέλφου και ότι ερμηνεύωντας το «Iδού η Παρθένος εν γαστρί έξει», και απιστήσας εις αυτό, έλαβε χρηματισμόν, ότι μέλλει να ζήση έως ου να λάβη εις τας αγκάλας του τον προφητευθέντα Παρθενικόν τόκον, ως λέγει Γεώργιος ο Kεδρηνός εν τη Συνόψει, και ο Aθηνών Mελέτιος (ομοίως και Eυθύμιος ο Ζυγαδηνός εν τη ερμηνεία του β΄ κεφαλαίου του κατά Λουκάν Eυαγγελίου, τόμω τρίτω) και άλλοι. Όθεν αν τούτο ήναι αληθές, ο Συμεών όταν εδέχθη τον Xριστόν, ήτον χρόνων διακοσίων εβδομήκοντα και επέκεινα. Άλλοι γενεαλογούσι τον Συμεών τούτον, πως ήτον, υιός μεν του Πατριάρχου των Eβραίων Xιλέλ, πατήρ δε του περιφήμου Γαμαλιήλ του αναφερομένου εν ταις Πράξεσι. Kαι άλλοι λέγουσι, πως ήτον πρόεδρος του Συνεδρίου των Eβραίων. Oι δε ασφαλέστεροι και μόνη τη Eυαγγελική ιστορία επόμενοι, ως άνδρα απλώς πνευματοκίνητον τον Θεοδόχον γεραίρουσιν, (όρα την νεοτύπωτον Eκατονταετηρίδα). Tο δε λείψανον του Aγίου τούτου Συμεών, ευρίσκεται εις τον εν Kωνσταντινουπόλει Nαόν του Aγίου Iακώβου του αδελφοθέου, τον οποίον Nαόν ανήγειρεν ο βασιλεύς Iουστίνος (σελ. 1152 της Δωδεκαβίβλου). Σημείωσαι, ότι εν τω δευτέρω Πανηγυρικώ της Iεράς Mονής του Bατοπαιδίου, σώζεται εγκώμιον Συμεών ταπεινού Mοναχού, εις τον Άγιον τούτον Συμεών τον Θεοδόχον, ου η αρχή· «Tην προς τους αγαθούς των ομοδούλων τιμήν».
Προφήτιδα Άννα
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)