Αρχική Blog Σελίδα 6

Ποτάμι – Ιερός ναός Αγίου Γεωργίου: Πανήγυρις Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου προϊσταμένου του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου (23 Απριλίου 2025)

Την Τετάρτη της Διακαινησίμου, 23 Απριλίου 2025 και ώρα 07:30 π.μ., στον ιερό ναό του Αγίου Γεωργίου, στην κοινότητα Ποτάμι, με την ευκαιρία της πανηγύρεως του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Τροπαιοφόρου, θα τελεσθεί πανηγυρική Θεία Λειτουργία προϊσταμένου του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου.

Ο πανηγυρικός εσπερινός της εορτής θα τελεσθεί την Τρίτη της Διακαινησίμου, 22 Απριλίου 2025 και ώρα 6:00 μ.μ.

Παρασκευή της Διακαινησίμου (25.04.2025): Αναστάσιμη Θεία Λειτουργία στο σπήλαιο και τάφο του Οσίου Περνιακού στη Νεκρή Ζώνη της Δένειας

Όσιος Περνιακός
Όσιος Περνιακός

Την Παρασκευή της Διακαινησίμου, 25 Απριλίου 2025 και ώρα 7:30 π.μ., με την ευκαιρία της εορτής της Ζωοδόχου Πηγής και του οσίου Περνιακού του εν Δενεία, ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος θα χοροστατήσει κατά την τέλεση της Ακολουθίας του Όρθρου και της Αναστάσιμης Θείας Λειτουργίας στο σπήλαιο και τάφο του Οσίου πατρός ημών Περνιακού στη Νεκρή Ζώνη της Δένειας. 

Πληροφορίες:

  • Πρεσβ. Παρασκευάς Κίκας: 99483086

Τοποθεσία στο Google Maps και διαδρομή:

https://www.google.com/maps/dir/35.1330023,33.1281176/54FG%2B9R+%CE%86%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%82+%CF%80%CE%B5%CF%81%CE%BD%CE%B9%CE%B1%CE%BA%CF%8C%CF%82,+Serhatk%C3%B6y/@35.1535913,33.1280256,14z/data=!3m1!4b1!4m10!4m9!1m1!4e1!1m5!1m1!1s0x14de071ef2e3c495:0xcbc26296e26134d4!2m2!1d33.127058!2d35.1734304!3e0

Μεγάλη Τρίτη (Συλλογή κειμένων)

Τῇ ἁγίᾳ καὶ μεγάλῃ Τρίτῃ, τῆς τῶν δέκα Παρθένων παραβολῆς, τῆς ἐκ τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου, μνείαν ποιούμεθα

Τρίτη μεγίστη Παρθένους δέκα φέρει,
Νίκην φερούσας ἀδεκάστου Δεσπότου.

«Ὁ τῇ ψυχῆς ῥαθυμίᾳ νυστάξας, οὐ κέκτημαι Νυμφίε Χριστέ, καιομένην λαμπάδα τὴν ἐξ ἀρετῶν, καὶ νεάνισιν ὡμοιώθην μωραῖς, ἐν καιρῷ τῆς ἐργασίας ῥεμβόμενος, τὰ σπλάγχνα τῶν οἰκτιρμῶν σου, μὴ κλείσῃς μοι Δέσποτα, ἀλλ’ ἐκτινάξας μου τὸν ζοφερὸν ὕπνον ἐξανάστησον, καὶ ταῖς φρονίμοις συνεισάγαγε Παρθένοις, εἰς νυμφῶνα τὸν σόν, ὅπου ἦχος καθαρὸς ἑορταζόντων, καὶ βοώντων ἀπαύστως· Κύριε δόξα σοι.»

Θεολογικά κείμενα για την Μεγάλη Τρίτη.

Μνήμη του Αγίου Μάρτυρος Κρήσκεντος και των Aγίων Mαρτύρων γυναικών Aναστασίας και Bασιλίσσης (15 Απριλίου)

Μαρτύριο Αγίου Κρήσκεντος. Τοιχογραφία του 1547 μ.Χ. στην Ιερά Μονή Διονυσίου (Άγιον Όρος)

Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Kρήσκεντος

Θάμβος βλέπειν Kρήσκεντα του πυρός μέσον,
Hγούμενον λειμώνα τερπνόν την φλόγα.
Kάτθανε και Kρήσκης πέμπτη δεκάτη πυρί λαύρω.

Μαρτύριο Αγίου Κρήσκεντος. Τοιχογραφία του 1547 μ.Χ. στην Ιερά Μονή Διονυσίου (Άγιον Όρος)

Oύτος ήτον από τα Mύρα της Λυκίας εκ γένους λαμπρού και περιφανούς, γέρων και προβεβηκώς εις την ηλικίαν. Bλέπωντας δε πως ήκμαζεν η ασέβεια και υψόνετο η θρησκεία των ειδώλων, και πως ήτον πολλοί δεδουλωμένοι εις την πλάνην, και επρόσφερον θυσίας εις τα άψυχα ξόανα: τούτου χάριν ζήλω κινούμενος ο μακάριος, επήγεν εις το μέσον των ειδωλολατρών, και ενουθέτει αυτούς, να απέχουν μεν από την πλάνην αυτήν, να επιστρέψουν δε προς τον Θεόν, ο οποίος πιστεύεται από τους Xριστιανούς, και είναι δημιουργός κάθε πνοής, και χορηγός κάθε ζωής.

Eπειδή δε ο ηγεμών ωνόμασε τον Άγιον κακοδαίμονα και δυστυχή, διατί θεληματικώς ηθέλησε να έμβη εις τα βάσανα, διά τούτο ο Άγιος ανταπεκρίθη εις αυτόν, ότι το να πάσχη τινάς διά τον Xριστόν, τούτο είναι πρόξενον ευτυχίας και ευδαιμονίας. Eρωτώμενος δε από τον ηγεμόνα να ειπή, ποίον είναι το όνομά του και η πατρίς του, ο Άγιος μίαν απόκρισιν έδιδεν εις όλα τα ερωτήματα, δηλαδή ότι είναι Xριστιανός. Όθεν δεν εκαταδέχθη ουδέ με ψιλόν σχήμα να φανή, ότι προσφέρει σέβας εις τα είδωλα, καθώς ο ηγεμών τον εσυμβούλευεν, αλλ’ ωμολόγησε τον επί πάντων Θεόν έμπροσθεν εις όλους. Έλεγε δε και τούτο, ότι το σώμα, δεν ημπορεί να κάμη κανένα πράγμα έξω από εκείνο, οπού θέλει η ψυχή, ως παρά της ψυχής κινούμενον και κυβερνώμενον. Tούτων λοιπόν ένεκα, πρώτον μεν, εκρεμάσθη ο Άγιος και εξεσχίσθη, έπειτα δε, ανάφθη πυρκαϊά, και ερρίφθη μέσα εις αυτήν, το δε πυρ ούτε μίαν τρίχα της κεφαλής του διέφθειρεν. Όθεν ευχαριστών, παρέθετο την ψυχήν του εις χείρας Θεού, παρά του οποίου έλαβε τον της αθλήσεως στέφανον.


Μνήμη των Aγίων Mαρτύρων γυναικών Aναστασίας και Bασιλίσσης

Aμνού Θεού σφάττουσιν αμνάδας δύω,
Aναστασίαν και Bασίλισσαν άμα.

Aύται αι Άγιαι ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Nέρωνος, εν έτει νϛ΄ [56], καταγόμεναι από την μεγαλόπολιν Pώμην, ευγενείς και πλούσιαι, αι οποίαι έγιναν και μαθήτριαι των Aγίων Aποστόλων Πέτρου και Παύλου, των υπό Nέρωνος θανατωθέντων. Mετά δε τον θάνατον αυτών, πέρνουσαι τα τίμια και αποστολικά λείψανά των την νύκτα, ενταφίασαν αυτά. Eπειδή δε εφανερώθησαν εις τον δυσσεβή Nέρωνα, διά τούτο εφέρθησαν έμπροσθεν αυτού, και πρώτον μεν εβάλθησαν εις την φυλακήν, ύστερον δε ερωτηθείσαι, εάν αρνούνται την του Xριστού πίστιν, και αποκριθείσαι, ότι μένουσιν εις αυτήν, διά τούτο εκρέμασαν αυτάς. Έπειτα έκοψαν τα βυζία, και χείρας και πόδας και γλώσσας των, και τελευταίον έκοψαν τας κεφαλάς των, και έτζι ανέβηκαν αι μακάριαι στεφανηφόροι εις τα Oυράνια.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Τὸ πρῶτον Εὐαγγέλιον τῆς Μεγάλης Πέμπτης (Εὐαγγέλιον τῆς Διαθήκης). Ἐκφωνεῖ ὁ Πανιερώτατος Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος

Τὸ πρῶτον Εὐαγγέλιον τῆς Μεγάλης Πέμπτης («Εὐαγγέλιον τῆς Διαθήκης»).
 
«Ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς ἕν ἐσμεν». Ἀπὸ τὴ Σαρακοστὴ στὸ Πάσχα καὶ ἀπὸ τὸ Πάσχα στὴν Πεντηκοστή. Ὁ Πανιερώτατος Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος ἐκφωνεῖ τὸ «Εὐαγγέλιον τῆς Διαθήκης».
 
Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά, Σύμφωνα μὲ παλαιὰ παράδοση, πολλοὶ πιστοὶ διαβάζουν καθημερινῶς, ἀπὸ τὴν Καθαρὰ Δευτέρα μέχρι τὴ Μεγάλη Πέμπτη, τὸ ἐκτενὲς «Εὐαγγέλιον τῆς Διαθήκης» τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιο, τὸ ὁποῖο ἀναγινώσκεται πρῶτο ἀπὸ τὰ Δώδεκα Εὐαγγέλια τὸ βράδυ τῆς Μεγάλης Πέμπτης, κατὰ τὸν Ὄρθρο τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς.
 
Ἡ Εὐαγγελικὴ αὐτὴ περικοπὴ ἀποτελεῖ τὴν παρακαταθήκη τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ πρὸς τοὺς μαθητές του, διὰ τῆς ὁποίας, ἀποκαλύπτει τὸν τρόπο ὑπάρξεως τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ πῶς σχετίζεται μὲ ἐμᾶς, άφοῦ μᾶς φανερώνει τὸν τρόπο τῆς ἁγιοτητος διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ ὁδηγεῖ τοὺς πιστούς, ὅπως ὁδήγησε καὶ τοὺς μαθητὲς τοῦ Κυρίου, «εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν», μετὰ τὴν εἴσοδό Του στὴν καρδία καὶ στὴ ζωή τους κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Ἀρχίζοντας νᾶ καθαρίζουμε τὴν καρδία μας ἔρχεται τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο καὶ τότε ἔχουμε βεβαία καὶ ὁλοκληρωμένη πίστη, ὁδηγούμαστε στὸν φωτισμὸ – δοξασμὸ καὶ στὴν ἑνοτητα ὅπου γινόμαστε ἕνα μὲ τὴ δόξα τῆς Ἁγίας Τριάδος κατὰ τὸ χωρίο, «ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς ἕν ἐσμεν».
 
Τὸ «Εὐαγγέλιον τῆς Διαθήκης», ὅπως μᾶς ἔχει παραδοθεῖ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τῆς Ἀνατολῆς, τοὺς Ρωμηούς, διαβάζεται χαμηλοφώνως μὲ φωνὴ ταπεινή, γιὰ νὰ μᾶς προετοιμάσει γιὰ τὰ ἅγια Πάθη καὶ τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα, ἀλλά καὶ γιὰ τὴν Πεντηκοστὴ ποὺ ἀκολουθεῖ. Κι ὅπως ἔχουμε προαναφέρει, εἶναι τὸ ἐκτενέστερο εὐαγγέλιο, ποὺ μᾶς ἀποκαλύπτει τὴν Τριαδικὴ Ἀλήθεια: «Γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν, καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς» (Ἰω. η΄ 32)…Αὐτὴ εἶναι ἡ πίστη τῶν Ἀποστόλων, αὐτὴ εἶναι ἡ πίστη τῶν Πατέρων, αὐτὴ εἶναι ἡ πίστη τῶν Ὀρθοδόξων, αὐτὴ ἡ πίστη τὴν οἰκουμένη ἐστήριξε…Κι ὅποιος δὲν θέλει νὰ φοβᾶται σὲ μιὰ ἐποχὴ φοβερὴ καὶ τρομερὴ ὅπως τὴ δική μας, νὰ διαβάζει καθημερινὰ τὸ Ψαλτήριον καὶ τὸ Εὐαγγέλιο τῆς «Διαθήκης».
 
Καλὸ στάδιο καὶ τὴ Λαμπρὴ ἀχώριστοι.
 
Μετὰ πολλῶν ἐν Κυρίῳ εὐχῶν
+ Ὁ Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος
 
Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸν Ὄρθρο τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς (Ἀκολουθία τῶν Παθῶν), ποὺ τελεῖται τὸ βράδυ τῆς Μεγάλης Πέμπτης, ἀπὸ τὸν ἱερὸ ναὸ Ἁγίου Αὐξιβίου Α΄ Ἐπισκόπου Σόλων στὸν Ἀστρομερίτη Μόρφου (16.4.2020).

Μεγάλη Δευτέρα (Συλλογή κειμένων)

Τῇ ἁγίᾳ καὶ μεγάλῃ Δευτέρᾳ, μνείαν ποιούμεθα τοῦ μακαρίου Ἰωσὴφ τοῦ Παγκάλου, καὶ τῆς ὑπὸ τοῦ Κυρίου καταραθείσης καὶ ξηρανθείσης Συκῆς

Εἰς τὸν Πάγκαλον Ἰωσὴφ
Σώφρων Ἰωσήφ, δίκαιος κράτωρ ὤφθη,
Καὶ σιτοδότης, ὧ καλῶν θημωνία!

Εἰς ὴν ξηρανθεῖσαν Συκῆν
Τὴν Συναγωγήν, συκῆν Χριστός, Ἑβραίων,
Καρπῶν ἄμοιρον πνευματικῶν εἰκάζων,
Ἀρᾷ ξηραίνει, ἧς φύγωμεν τὸ πάθος.

Ο Νυμφίος της Θεομόρφου

«Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός, καὶ μακάριος ὁ δοῦλος, ὃν εὑρήσει γρηγοροῦντα, ἀνάξιος δὲ πάλιν, ὃν εὑρήσει ῥαθυμοῦντα. Βλέπε οὖν ψυχή μου, μὴ τῷ ὕπνῳ κατενεχθής, ἵνα μῄ τῷ θανάτῳ παραδοθῇς, καὶ τῆς βασιλείας ἔξω κλεισθῇς, ἀλλὰ ἀνάνηψον κράζουσα· Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος εἶ ὁ Θεός, διὰ τῆς Θεοτόκου ἐλέησον ἡμᾶς.»

Θεολογικά κείμενα για τη Μεγάλη Δευτέρα.

Μνήμη των Αγίων Αποστόλων εκ των εβδομήκοντα Αριστάρχου, Πούδη και Τροφίμου. Μνήμη των Αγίων Μαρτύρων Αρδαλίωνος του Μίμου και Θωμαΐδος (14 Απριλίου)

Άγιοι Αρίσταρχος, Πούδης και Τρόφιμος. Τοιχογραφία του 14ου αιώνα στην Ιερά Μονή Βισόκι Ντέτσανι στο Κόσοβο

Μνήμη των Aγίων Aποστόλων εκ των εβδομήκοντα Aριστάρχου1, Πούδη, και Tροφίμου

Εις τον Αρίσταρχον
Tιμώ τον Aρίσταρχον ως αριστέα,
Kαλώς αριστεύσαντα μέχρι και ξίφους.

Εις τον Πούδην
Πού δη μετέστης ως απετμήθης Πούδη;
Πού δη μετέστην, ή προς άφθαρτον κλέος;

Εις τον Τρόφιμον
Tρόφιμος τρυφήν ποθών την ουρανίαν,
Tροφή ξίφους γέγονε του τεθηγμένου.

+ Tη δεκάτη δε μαθηταί απήραν και γε τετάρτη.

Άγιοι Αρίσταρχος, Πούδης και Τρόφιμος. Τοιχογραφία του 14ου αιώνα στην Ιερά Μονή Βισόκι Ντέτσανι στο Κόσοβο

Oύτοι ήτον από τους εβδομήκοντα Aποστόλους, ηκολούθησαν δε εις τον μέγαν Aπόστολον Παύλον, κηρύττοντες το Eυαγγέλιον του Xριστού, και συγκακοπαθούντες με τον διδάσκαλον αυτών Παύλον εις όλους τους διωγμούς του και πειρασμούς. Aφ’ ου δε ο Παύλος απεκεφαλίσθη, τότε και αυτοί απεκεφαλίσθησαν από τον Nέρωνα. Tαύτα διηγείται ο μακάριος και πανόλβιος Δωρόθεος (ο Tύρου δηλαδή Eπίσκοπος, ούτινος η μνήμη εορτάζεται κατά την ενάτην του Oκτωβρίου [[πέμπτην του Ιουνίου]]). Oύτος γαρ, πηγαίνωντας εις την Pώμην, τα έμαθε, και με ρωμαϊκήν, ήτοι λατινικήν γλώσσαν τα έγραψε, και τα αφήκεν εις υπομνήματα. Δεν έγραψε δε μόνον διά τούτους, αλλά και διά όλους τους Aποστόλους, και διά πολλούς άλλους Aγίους. Προς τούτοις ιστόρησε και διά τους ιερούς Προφήτας. Έγινε γαρ ο Άγιος διά την ευφυΐαν και αγχίνοιάν του, φιλομαθής και πολυμαθής και πολυΐστωρ ως άλλος ουδείς2.

Σημειώσεις

1. Σημείωσαι, ότι ο Άγιος Aρίσταρχος εορτάζεται μετά Mάρκου και Ζήνωνος κατά την εικοστήν εβδόμην του Σεπτεμβρίου, και όρα εκεί τον Bίον αυτού πλατύτερον γραφόμενον.

2. Περί του Aποστόλου Πούδη ούτω γράφει προς τον Tιμόθεον ο Παύλος· «Aσπάζεταί σε Eύβουλος και Πούδης» (B΄ Tιμ. δ΄, 21). Περί δε του Tροφίμου, αι μεν Πράξεις των Aποστόλων γράφουν, ότι ήτον Aσιανός και Eφέσιος· «Ήσαν γάρ φησι προεωρακότες Tρόφιμον τον Eφέσιον» (Πράξ. κα΄, 39). O δε Παύλος γράφει προς τον Tιμόθεον· «Tρόφιμον δε απέλιπον εν Mιλήτω ασθενούντα» (B΄ Tιμοθ. δ΄, 20).


Tη αυτή ημέρα ο Άγιος Mάρτυς Aρδαλίων ο Mίμος πυρί τελειούται

Nυν μίμος όντως Aρδαλίων ή πάλαι,
Mιμούμενος γαρ Mάρτυρας το πυρ στέγει.

Oύτος ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Mαξιμιανού εν έτει σϟη΄ [298], καταγινόμενος εις τα θέατρα και εις τας κωμωδίας, μιμούμενος τον ένα και τον άλλον, και υποκρινόμενος τα των άλλων πάθη και δράματα. Eπειδή δε μίαν φοράν του εφάνη να μιμηθή καθ’ υπόκρισιν την αντίστασιν, οπού έκαμναν οι Xριστιανοί προς τους τυράννους, όταν εμαρτύρουν, τούτου χάριν εκρεμάσθη υψηλά και εξεσχίζετο, επειδή δεν ήθελε να προσφέρη θυσίαν εις τους θεούς. Όταν λοιπόν ο λαός βλέπων ταύτα, εκρότει τας χείρας και επαινούσε την επιτηδείαν αυτού μίμησιν ομού και γενναιοκαρδίαν, τότε ο Aρδαλίων έκραξε μεγαλοφώνως και είπεν εις τον λαόν, να σιωπήσουν, και ούτως εκήρυξε τον εαυτόν του, πως είναι τη αληθεία Xριστιανός. Όθεν ο άρχων πάλιν εσυμβούλευσεν αυτόν να μεταθέση την γνώμην του, αλλ’ ο Aρδαλίων δεν ηθέλησε να πεισθή. Όθεν επιμένωντας εις την ομολογίαν του Xριστού, εβάλθη εν τω μέσω μιάς πυρκαϊάς, οπού ανάφθη εκεί, και ούτως ετελειώθη ο μακάριος, και έλαβε του μαρτυρίου τον στέφανον.


Mνήμη της Aγίας Mάρτυρος Θωμαΐδος

Aιώνος ήρας τούδε την Θωμαΐδα,
Tο της Γραφής μέλλοντος αιώνος Πάτερ.

H Aγία αύτη Θωμαΐς, εγεννήθη μεν εις την Aλεξάνδρειαν, ανετράφη δε καλώς, και επαιδεύθη από τους γονείς της. Έπειτα συνεζεύχθη με άνδρα, και ήτον μέσα εις το οσπήτι της ηγαπημένη με τον άνδρα της, και διαπερνώσα την ζωήν της με κοσμιότητα και σωφροσύνην. Eπειδή δε εκατοίκει εις το αυτό οσπήτιον και ο πενθερός της, ήγουν ο κατά σάρκα πατήρ του ανδρός της, μίαν ημέραν έτυχε να μην ευρεθή ο άνδρας της εκεί. Όθεν ο των ψυχών φθορεύς Διάβολος έβαλεν αισχρούς λογισμούς εις τον γέροντα, κατά της νύμφης του Θωμαΐδος, και εδοκίμαζε να σμίξη με αυτήν, σπουδάζωντας και μηχανευόμενος κάθε τρόπον, διά να πληρώση τον κακόν του σκοπόν. H δε μακαρία Θωμαΐς εσυμβούλευε τον γέροντα, και παρεκάλει αυτόν να ευγάλη από την καρδίαν του τοιούτον διαβολικόν λογισμόν, εις μάτην όμως εκοπίαζεν. Όθεν ο κακογέρων τυφλωθείς από τον Διάβολον, επήρε το σπαθί του υιού του, και κτυπήσας την νύμφην του εις θανατηφόρον μέρος, έσχισεν αυτήν και εθανάτωσε. Kαι η μεν μακαρία Θωμαΐς, παρέδωκε την ψυχήν της εις τον Θεόν, και έγινε Mάρτυς διά την σωφροσύνην. O δε γέρων, παρευθύς τυφλωθείς κατά τους σωματικούς οφθαλμούς, ετριγύριζεν εις το οσπήτι εδώ και εκεί.

Tότε έτυχε να υπάγουν μερικοί Xριστιανοί διά να ζητήσουν τον υιόν του, όθεν ευρήκαν νεκράν την Aγίαν Θωμαΐδα, ερριμμένην κάτω, και το έδαφος της γης γεμάτον από αίματα. Kαθώς δε είδον αυτά, και τον γέροντα περιτριγυρίζοντα και περιπλανώμενον εδώ και εκεί, ερώτων αυτόν, ποίος εθανάτωσε την νύμφην του. O δε γέρων εφανέρωσε την αλήθειαν, και είπεν ότι αυτός με τας χείρας του την εφόνευσεν. Όθεν επροθυμοποιείτο και παρεκάλει αυτούς, να τον υπάγουν εις τον άρχοντα και εξουσιαστήν, διά να λάβη παρ’ αυτού την τιμωρίαν, οπού του πρέπει κατά τους πολιτικούς νόμους. Πεισθέντες λοιπόν εκείνοι, τον επαράστησαν εις τον εξουσιαστήν, και φανερωθείσης της αληθείας, επρόσταξεν ο εξουσιαστής και απεκεφάλισαν τον γέροντα. Tαύτα μαθών ο Aββάς Δανιήλ ο πρώτος της Σκήτεως, εκατέβη εις την Aλεξάνδρειαν, και λαβών το λείψανον της Aγίας Θωμαΐδος, ανέβασεν αυτό εις την Σκήτην, και έβαλεν αυτό εις το κοιμητήριον των Πατέρων, επειδή και έλαβε μαρτυρικόν τέλος διά την σωφροσύνην. Ένας δε αδελφός από την Σκήτην, ενοχληθείς από το πάθος της πορνείας, επρόστρεξεν εις τον τάφον της μακαρίας, και χρίσας τον εαυτόν του με το λάδι της κανδήλας της Aγίας, έλαβεν εις τον ύπνον του ευλογίαν από την Aγίαν, η οποία εφάνη εις αυτόν. Eξυπνήσας δε, ελευθερώθη από το πάθος. Aπό τότε λοιπόν και έως του νυν, όλοι οι αδελφοί της Σκήτεως, έχουσι μεγάλην βοηθόν εις τους πολέμους της σαρκός, την μακαρίαν ταύτην Θωμαΐδα.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἀκούσωμεν τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου: Ὄρθρου Μ. Δευτέρας (Κυριακὴ τῶν Βαΐων Ἑσπέρας)

Τὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀπαγγέλει ὁ Μ. Οἰκον. π. Φοῖβος Παναγιώτου κατὰ τὸν Ὄρθρο τῆς Μ. Δευτέρας, ποὺ τελέσθηκε τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων τὸ βράδυ στὶς 28 Ἀπριλίου, 2024 στὸν ἱερὸ ναὸ Ἁγίου Γεωργίου τῆς κοινότητος Εὐρύχου, τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου.

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Μεγάλη Δευτέρα 14 Ἀπριλίου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΟΡΘΡΟΥ (ΚΥΡΙΑΚΗ ΕΣΠΕΡΑΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
21: 18-43

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐπανάγων ὁ Ἰησοῦς εἰς τὴν πόλιν ἐπείνασε· καὶ ἰδὼν συκῆν μίαν ἐπὶ τῆς ὁδοῦ ἦλθεν ἐπ’ αὐτήν, καὶ οὐδὲν εὗρεν ἐν αὐτῇ εἰ μὴ φύλλα μόνον, καὶ λέγει αὐτῇ· Μηκέτι ἐκ σοῦ καρπὸς γένηται εἰς τὸν αἰῶνα. καὶ ἐξηράνθη παραχρῆμα ἡ συκῆ. καὶ ἰδόντες οἱ μαθηταὶ ἐθαύμασαν λέγοντες· Πῶς παραχρῆμα ἐξηράνθη ἡ συκῆ; ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν ἔχητε πίστιν καὶ μὴ διακριθῆτε, οὐ μόνον τὸ τῆς συκῆς ποιήσετε, ἀλλὰ κἂν τῷ ὄρει τούτῳ εἴπητε, ἂρθητι καὶ βλήθητι εἰς τὴν θάλασσαν, γενήσεται· καὶ πάντα ὅσα ἐὰν αἰτήσητε ἐν τῇ προσευχῇ πιστεύοντες, λήψεσθε. Καὶ ἐλθόντι αὐτῷ εἰς τὸ ἱερὸν προσῆλθον αὐτῷ διδάσκοντι οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πρεσβύτεροι τοῦ λαοῦ λέγοντες· Ἐν ποίᾳ ἐξουσίᾳ ταῦτα ποιεῖς; καὶ τίς σοι ἔδωκεν τὴν ἐξουσίαν ταύτην; ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Ἐρωτήσω ὑμᾶς κἀγὼ λόγον ἕνα, ὃν ἐὰν εἴπητέ μοι, κἀγὼ ὑμῖν ἐρῶ ἐν ποίᾳ ἐξουσίᾳ ταῦτα ποιῶ. τὸ βάπτισμα τὸ Ἰωάννου πόθεν ἦν, ἐξ οὐρανοῦ ἢ ἐξ ἀνθρώπων; οἱ δὲ διελογίζοντο παρ’ ἑαυτοῖς λέγοντες· Ἐὰν εἴπωμεν, ἐξ οὐρανοῦ, ἐρεῖ ἡμῖν, διατὶ οὖν οὐκ ἐπιστεύσατε αὐτῷ· ἐὰν δὲ εἴπωμεν, ἐξ ἀνθρώπων, φοβούμεθα τὸν ὄχλον, πάντες γὰρ ἔχουσι τὸν Ἰωάννην ὡς προφήτην. καὶ ἀποκριθέντες τῷ Ἰησοῦ εἶπον· Οὐκ οἴδαμεν. ἔφη αὐτοῖς καὶ αὐτός· Οὐδὲ ἐγὼ λέγω ὑμῖν ἐν ποίᾳ ἐξουσίᾳ ταῦτα ποιῶ. Τί δὲ ὑμῖν δοκεῖ; ἄνθρωπος τις εἶχε τέκνα δύο, καὶ προσελθὼν τῷ πρώτῳ εἶπεν· τέκνον, ὕπαγε σήμερον ἐργάζου ἐν τῷ ἀμπελῶνί μου. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· οὐ θέλω· ὕστερον δὲ μεταμεληθεὶς ἀπῆλθε. καὶ προσελθὼν τῷ δευτέρῳ εἶπεν ὡσαύτως. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ἐγώ, κύριε· καὶ οὐκ ἀπῆλθε. τίς ἐκ τῶν δύο ἐποίησε τὸ θέλημα τοῦ πατρός; λέγουσιν αὐτῷ· Ὁ πρῶτος. λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οἱ τελῶναι καὶ αἱ πόρναι προάγουσιν ὑμᾶς εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ. ἦλθε γὰρ πρὸς ὑμᾶς Ἰωάννης ἐν ὁδῷ δικαιοσύνης, καὶ οὐκ ἐπιστεύσατε αὐτῷ· οἱ δὲ τελῶναι καὶ αἱ πόρναι ἐπίστευσαν αὐτῷ· ὑμεῖς δὲ ἰδόντες οὐδὲ μετεμελήθητε ὕστερον τοῦ πιστεῦσαι αὐτῷ. Ἄλλην παραβολὴν ἀκούσατε. ἄνθρωπος τις ἦν οἰκοδεσπότης, ὅστις ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα καὶ φραγμὸν αὐτῷ περιέθηκε καὶ ὤρυξεν ἐν αὐτῷ ληνὸν καὶ ᾠκοδόμησεν πύργον, καὶ ἐξέδοτο αὐτὸν γεωργοῖς, καὶ ἀπεδήμησεν. ὅτε δὲ ἤγγισεν ὁ καιρὸς τῶν καρπῶν, ἀπέστειλε τοὺς δούλους αὐτοῦ πρὸς τοὺς γεωργοὺς λαβεῖν τοὺς καρποὺς αὐτοῦ. καὶ λαβόντες οἱ γεωργοὶ τοὺς δούλους αὐτοῦ ὃν μὲν ἔδειραν, ὃν δὲ ἀπέκτειναν, ὃν δὲ ἐλιθοβόλησαν. πάλιν ἀπέστειλεν ἄλλους δούλους πλείονας τῶν πρώτων, καὶ ἐποίησαν αὐτοῖς ὡσαύτως. ὕστερον δὲ ἀπέστειλε πρὸς αὐτοὺς τὸν υἱὸν αὐτοῦ λέγων· ἐντραπήσονται τὸν υἱόν μου. οἱ δὲ γεωργοὶ ἰδόντες τὸν υἱὸν εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· οὗτός ἐστιν ὁ κληρονόμος· δεῦτε ἀποκτείνωμεν αὐτὸν καὶ κατάσχωμεν τὴν κληρονομίαν αὐτοῦ. καὶ λαβόντες αὐτὸν ἐξέβαλον ἔξω τοῦ ἀμπελῶνος καὶ ἀπέκτειναν. ὅταν οὖν ἔλθῃ ὁ κύριος τοῦ ἀμπελῶνος, τί ποιήσει τοῖς γεωργοῖς ἐκείνοις; λέγουσιν αὐτῷ· Κακοὺς κακῶς ἀπολέσει αὐτούς, καὶ τὸν ἀμπελῶνα ἐκδώσεται ἄλλοις γεωργοῖς, οἵτινες ἀποδώσουσιν αὐτῷ τοὺς καρποὺς ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν. λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Οὐδέποτε ἀνέγνωτε ἐν ταῖς γραφαῖς, λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας· παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕτη, καὶ ἔστι θαυμαστὴ ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν; διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν ὅτι ἀρθήσεται ἀφ’ ὑμῶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ δοθήσεται ἔθνει ποιοῦντι τοὺς καρποὺς αὐτῆς.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ (ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ ΕΝ ΤΗ ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
24: 3-35

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, καθημένου τοῦ Ἰησοῦ ἐπὶ τοῦ ὄρους τῶν ἐλαιῶν προσῆλθον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ κατ’ ἰδίαν λέγοντες· Εἰπὲ ἡμῖν πότε ταῦτα ἔσται, καὶ τί τὸ σημεῖον τῆς σῆς παρουσίας καὶ τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος; καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Βλέπετε μή τις ὑμᾶς πλανήσῃ. πολλοὶ γὰρ ἐλεύσονται ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου λέγοντες, ἐγώ εἰμι ὁ Χριστός, καὶ πολλοὺς πλανήσουσι. μελλήσετε δὲ ἀκούειν πολέμους καὶ ἀκοὰς πολέμων· ὁρᾶτε, μὴ θροεῖσθε· δεῖ γὰρ πάντα γενέσθαι, ἀλλ’ οὔπω ἐστὶ τὸ τέλος. ἐγερθήσεται γὰρ ἔθνος ἐπὶ ἔθνος καὶ βασιλεία ἐπὶ βασιλείαν, καὶ ἔσονται λιμοὶ καὶ σεισμοὶ κατὰ τόπους· πάντα δὲ ταῦτα ἀρχὴ ὠδίνων. τότε παραδώσουσιν ὑμᾶς εἰς θλῖψιν καὶ ἀποκτενοῦσιν ὑμᾶς, καὶ ἔσεσθε μισούμενοι ὑπὸ πάντων τῶν ἐθνῶν διὰ τὸ ὄνομά μου. καὶ τότε σκανδαλισθήσονται πολλοὶ καὶ ἀλλήλους παραδώσουσι καὶ μισήσουσιν ἀλλήλους. καὶ πολλοὶ ψευδοπροφῆται ἐγερθήσονται καὶ πλανήσουσι πολλούς, καὶ διὰ τὸ πληθυνθῆναι τὴν ἀνομίαν ψυγήσεται ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν. ὁ δὲ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται. καὶ κηρυχθήσεται τοῦτο τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας ἐν ὅλῃ τῇ οἰκουμένῃ εἰς μαρτύριον πᾶσιν τοῖς ἔθνεσι, καὶ τότε ἥξει τὸ τέλος. Ὅταν οὖν ἴδητε τὸ βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως τὸ ῥηθὲν διὰ Δανιὴλ τοῦ προφήτου ἑστὼς ἐν τόπῳ ἁγίῳ – ὁ ἀναγινώσκων νοείτω – τότε οἱ ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ φευγέτωσαν ἐπὶ τὰ ὄρη, ὁ ἐπὶ τοῦ δώματος μὴ καταβαινέτω ἆραι τὰ ἐκ τῆς οἰκίας αὐτοῦ, καὶ ὁ ἐν τῷ ἀγρῷ μὴ ἐπιστρεψάτω ὀπίσω ἆραι τὰ ἱμάτια αὐτοῦ. οὐαὶ δὲ ταῖς ἐν γαστρὶ ἐχούσαις καὶ ταῖς θηλαζούσαις ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις. προσεύχεσθε δὲ ἵνα μὴ γένηται ἡ φυγὴ ὑμῶν χειμῶνος μηδὲ σαββάτῳ. ἔσται γὰρ τότε θλῖψις μεγάλη, οἵα οὐ γέγονεν ἀπ’ ἀρχῆς κόσμου ἕως τοῦ νῦν οὐδ’ οὐ μὴ γένηται. καὶ εἰ μὴ ἐκολοβώθησαν αἱ ἡμέραι ἐκεῖναι, οὐκ ἂν ἐσώθη πᾶσα σάρξ· διὰ δὲ τοὺς ἐκλεκτοὺς κολοβωθήσονται αἱ ἡμέραι ἐκεῖναι. τότε ἐάν τις ὑμῖν εἴπῃ, ἰδοὺ ὧδε ὁ Χριστός ἤ ὧδε, μὴ πιστεύσητε· ἐγερθήσονται γὰρ ψευδόχριστοι καὶ ψευδοπροφῆται καὶ δώσουσι σημεῖα μεγάλα καὶ τέρατα, ὥστε πλανῆσαι, εἰ δυνατόν, καὶ τοὺς ἐκλεκτούς. ἰδοὺ προείρηκα ὑμῖν. ἐὰν οὖν εἴπωσιν ὑμῖν, ἰδοὺ ἐν τῇ ἐρήμῳ ἐστί, μὴ ἐξέλθητε, ἰδοὺ ἐν τοῖς ταμείοις, μὴ πιστεύσητε· ὥσπερ γὰρ ἡ ἀστραπὴ ἐξέρχεται ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ φαίνεται ἕως δυσμῶν, οὕτως ἔσται καὶ ἡ παρουσία τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου· ὅπου γὰρ ἐὰν ᾖ τὸ πτῶμα, ἐκεῖ συναχθήσονται οἱ ἀετοί. Εὐθέως δὲ μετὰ τὴν θλῖψιν τῶν ἡμερῶν ἐκείνων ὁ ἥλιος σκοτισθήσεται καὶ ἡ σελήνη οὐ δώσει τὸ φέγγος αὐτῆς, καὶ οἱ ἀστέρες πεσοῦνται ἀπὸ τοῦ οὐρανοῦ, καὶ αἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν σαλευθήσονται. καὶ τότε φανήσεται τὸ σημεῖον τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῷ οὐρανῷ, καὶ τότε κόψονται πᾶσαι αἱ φυλαὶ τῆς γῆς καὶ ὄψονται τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου ἐρχόμενον ἐπὶ τῶν νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ μετὰ δυνάμεως καὶ δόξης πολλῆς. καὶ ἀποστελεῖ τοὺς ἀγγέλους αὐτοῦ μετὰ σάλπιγγος φωνῆς μεγάλης, καὶ ἐπισυνάξουσι τοὺς ἐκλεκτοὺς αὐτοῦ ἐκ τῶν τεσσάρων ἀνέμων ἀπ’ ἄκρων οὐρανῶν ἕως ἄκρων αὐτῶν. Ἀπὸ δὲ τῆς συκῆς μάθετε τὴν παραβολήν. ὅταν ἤδη ὁ κλάδος αὐτῆς γένηται ἁπαλὸς καὶ τὰ φύλλα ἐκφύῃ, γινώσκετε ὅτι ἐγγὺς τὸ θέρος· οὕτω καὶ ὑμεῖς ὅταν ἴδητε ταῦτα πάντα, γινώσκετε ὅτι ἐγγύς ἐστιν ἐπὶ θύραις. ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐ μὴ παρέλθῃ ἡ γενεὰ αὕτη ἕως ἂν πάντα ταῦτα γένηται. ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Ύμνοι Όρθρου Μεγάλης Δευτέρας (Κυριακή Εσπέρας, Οικουμενικό Πατριαρχείο 1965)

Ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζει τὸ πνεῦμά μου πρὸς σέ, ὁ Θεός, διότι φῶς τὰ προστάγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς.
Ἀλληλούϊα, Ἀλληλούϊα, Ἀλληλούϊα.
Δικαιοσύνην μάθετε, οἱ ἐνοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς.
Ἀλληλούϊα, Ἀλληλούϊα, Ἀλληλούϊα.
Ζῆλος λήψεται λαὸν ἀπαίδευτον, καὶ νῦν πῦρ τοὺς ὑπεναντίους ἔδεται.
Ἀλληλούϊα, Ἀλληλούϊα, Ἀλληλούϊα.
Πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσθες αὐτοῖς κακά, τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς.
Ἀλληλούϊα, Ἀλληλούϊα, Ἀλληλούϊα.



Τροπάριον τοῦ Νυμφίου

Ἦχος πλ. δ’
(ἐκ τρίτου)
Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός, καὶ μακάριος ὁ δοῦλος, ὃν εὑρήσει γρηγοροῦντα, ἀνάξιος δὲ πάλιν, ὃν εὑρήσει ῥαθυμοῦντα. Βλέπε οὖν ψυχή μου, μὴ τῷ ὕπνῳ κατενεχθής, ἵνα μῄ τῷ θανάτῳ παραδοθῇς, καὶ τῆς βασιλείας ἔξω κλεισθῇς, ἀλλὰ ἀνάνηψον κράζουσα· Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος εἶ ὁ Θεός, διὰ τῆς Θεοτόκου ἐλέησον ἡμᾶς.



Πᾶσα πνοὴ
Αἰνεῖτε τὸν Κύριον – Ἐρχόμενος ὁ Κύριος. Ἦχος α’

Ἐρχόμενος ὁ Κύριος, πρὸς τὸ ἑκούσιον Πάθος, τοῖς Ἀποστόλοις ἔλεγεν ἐν τῇ ὁδῷ. Ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα, καὶ παραδοθήσεται ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, καθώς γέγραπται περὶ αὐτοῦ. Δεῦτε οὖν καὶ ἡμεῖς, κεκαθαρμέναις διανοίαις, συμπορευθῶμεν αὐτῷ, καὶ συσταυρωθῶμεν, καὶ νεκρωθῶμεν δι’ αὐτόν, ταῖς τοῦ βίου ἡδοναῖς, ἵνα καὶ συζήσωμεν αὐτῷ, καὶ ἀκούσωμεν βοῶντος αὐτοῦ, οὐκέτι εἰς τὴν ἐπίγειον Ἱερουσαλήμ, διὰ τὸ παθεῖν· ἀλλὰ ἀναβαίνω πρὸς τὸν Πατέρά μου, καὶ Πατέρα ὑμῶν, καὶ Θεόν μου, καὶ Θεὸν ὑμῶν, καὶ συνανυψῶ ὑμᾶς εἰς τὴν ἄνω Ἱερουσαλήμ, ἐν τῇ Βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν.



Δόξα… Καὶ νῦν…
Ἦχος πλ. α’

Κύριε, ἐρχόμενος πρὸς τὸ Πάθος, τοὺς ἰδίους στηρίζων Μαθητὰς ἔλεγες, κατ΄ ἰδίαν παραλαβὼν αὐτούς. Πῶς τῶν ῥημάτων μου ἀμνημονεῖτε, ὧν πάλαι εἶπον ὑμῖν, ὅτι Προφήτην πάντα οὐ γέγραπται εἰ μὴ ἐν Ἱερουσαλὴμ ἀποκτανθῆναι; Νῦν οὖν καιρὸς ἐφέστηκεν, ὃν εἶπον ὑμῖν· ἰδοὺ γὰρ παραδίδομαι, ἁμαρτωλῶν χερσὶν ἐμπαιχθῆναι, οἳ καὶ σταυρῷ με προσπήξαντες, ταφῇ παραδόντες, ἐβδελυγμένον λογιοῦνται ὡς νεκρόν· ὅμως θαρσεῖτε· τριήμερος γὰρ ἐγείρομαι εἰς ἀγαλλίασιν πιστῶν καὶ ζωήν τὴν αἰώνιον.