Αρχική Blog Σελίδα 58

Μόρφου Νεόφυτος: Μεταμόρφωση ἢ παραμόρφωση… (6.8.2019)

Κήρυγμα Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου στὴν ἀρχιερατικὴ  Θεία Λειτουργία τῆς ἑορτῆς τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος, ποὺ τελέσθηκε στὸν  καθεδρικὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Μάμαντος στὴν κατεχόμενη Μόρφου (6.8.2019).

Ψάλλει ὁ Πρωτοψάλτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου κ. Μάριος Ἀντωνίου.

Ὁμιλία στὴν ἑορτὴ τῆς Μεταμόρφωσης τοῦ Κυρίου

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ

Λαμπρὴ πανήγυρη ἐπιτελοῦμε, ἀγαπητοὶ ἐνΧριστῷ ἀδελφοί! Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ καὶ γεραίρει τὸ θεῖο γεγονὸς τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Γι᾽αὐτὸ κι ἐμεῖς συναθροισθήκαμε στὸν ναὸ τοῦτο, γιὰ νὰ δοξάσουμε τὸν μεταμορφωθέντα Κύριό μας μαζὶ μὲ τοὺς ἀποστόλους, τοὺς ἁγίους, τοὺς ἀγγέλους, ὅλη τὴν ἐπίγεια καὶ ἐπουράνια Ἐκκλησία, ψάλλοντες καὶ ἀκροώμενοι τοὺς ὡραιότατους καὶ θεολογικώτα τους ὕμνους τῆς ἡμέρας αὐτῆς.

Ἂς ἐντρυφήσουμε ὅμως γιὰ λίγο στὶς σχετικὲς εὐαγγελικὲς διηγήσεις, ἐπικαλούμενοι τὸν φωτισμὸ τοῦ Κυρίου μας, ποὺ ἔλαμψε πλούσια σήμερα, γιὰ νὰ κατανοήσουμε ὅσο βαθύτερα μποροῦμε τὸ ὑψηλότατο νόημα τῆς ἑορτῆς αὐτῆς, ὥστε νὰ ἀποκομίσουμε καὶ δαψιλὴ τὴν ψυχικὴ ὠφέλεια.

Στὴν εὐαγγελικὴ περικοπὴ ποὺ μόλις ἀκούσαμε, ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος περιγράφει τὴ Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου ὡς ἑξῆς: «Ὕστερα ἀπὸ ἕξι ἡμέρες, παίρνει ὁ Ἰησοῦς τὸν Πέτρο, τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη καὶ τοὺς ἀνεβάζει σὲ ἕνα ὑψηλὸ βουνό (τὸ ὄρος Θαβώρ). Ἐκεῖ, μεταμορφώθηκε ἐνώπιόν τους, καὶ ἔλαμψε τὸ πρόσωπό Του ὅπως ὁ ἥλιος, ἐνῷ τὰ ἐνδύματά Του ἔγιναν λευκὰ ὅπως τὸ φῶς. Ἐκείνη τὴ στιγμὴ ἐμφανίσθηκαν ὁ Μωυσῆς καὶ ὁ Ἠλίας, νὰ συνομιλοῦν μαζί Του. Τότε ὁ Πέτρος εἶπε στὸν Ἰησοῦ: ‘‘Κύριε, καλὸ εἶναι νὰ μείνουμε ἐδῶ. Ἂν θέλεις, ἂς κάνουμε ἐδῶ τρεῖς σκηνές, μία γιὰ σένα, μία γιὰ τὸν Μωυσῆ καὶ μία γιὰ τὸν Ἠλία.’’ Ἐνῷ δὲ αὐτὸς μιλοῦσε, ἕνα σύννεφο φωτεινὸ τοὺς σκέπασε καὶ μία φωνὴ ἀπὸ τὸ σύννεφο ἀκούστηκε νὰ λέγει: ‘‘Αὐτὸς εἶναι ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, στὸν ὁποῖο εὐαρεστοῦμαι. Σ᾿ Αὐτὸν νὰ ὑπακούετε.’’»

῞Εξι μέρες μετὰ ἀπὸ ποιό γεγονὸς ἔγινε ἡ Μεταμόρφωση; Αὐτὸ εἶναι πολὺ σημαντικὸ γιὰ ὅσα θὰ ποῦμε στὴ συνέχεια. Πρὶν ἀπὸ ἕξι μέρες, ὅταν εἶχαν βρεθεῖ  στὰ μέρη τῆς πόλης Καισάρειας στὴν Παλαιστίνη, εἶχε ἐρωτήσει τοὺς μαθητές Του ὁ Κύριος, γιὰ ποιόν τὸν θεωρούσανε οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς τους. Κι αὐτοὶ τοῦ ἀπάντησαν, πὼς ἄλλοι λέγανε ὅτι ἦταν ὁ Πρόδρομος καὶ εἶχε ἀναστηθεῖ, ἄλλοι πὼς ἦταν ὁ Ἠλίας ἢ ἕνας ἀπὸ τοὺς παλαιοὺς προφῆτες καὶ ξανάρθε στὴ γῆ. Κι ὅταν τοὺς ρώτησε τὴ δική τους γνώμη, ἀμέσως ὁ θερμότερος τῶν ἄλλων Πέτρος, ποὺ συνήθως, ὅπως κάπου ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἐπισημαίνει, προπηδοῦσε τῶν ἄλλων μαθητῶν στὶς ἀπαντήσεις, εἶπε: ‘‘Σὺ εἶσαι ὁ Χριστός, ὁ Λυτρωτής, ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ.’’ Καὶ ὁ Κύριος τὸν μακάρισε, διότι εἶχε μιλήσει μὲ ἔμπνευση τοῦ οὐράνιου Πατέρα Του. Κι ἀμέσως ἄρχισε νὰ τοὺς προμηνύει τὸ σταυρικό του πάθος στὰ Ἱεροσόλυμα, κι ἀκόμη ὅτι πρέπει ὅλοι οἱ γνήσιοι μαθητές Του νὰ σηκώνουν τὸν σταυρό του ὁ καθένας καὶ ἔτσι νὰ τὸν ἀκολουθοῦν, μὲ αὐταπάρνηση. Καὶ κατέληξε: «Ἀληθινὰ σᾶς λέω, ὑπάρχουν ἐδῶ ὁρισμένοι ἀπὸ σᾶς, ποὺ δὲν θὰ πεθάνουνε, πρὶν μὲ ἰδοῦν νὰ ἔρχομαι ὡς αἰώνιος καὶ ἀληθινὸς βασιλέας.»

Ἡ Μεταμόρφωση, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἀποτελεῖ τὴν ἐκπλήρωση τῆς ὑπόσχεσης αὐτῆς τοῦ Χριστοῦ μας, ὅπου ἐμφανίστηκε στοὺς τρεῖς ἀπ᾽ ἐκείνους τοὺς μαθητές Του στὴ δόξα Του πλέον, ὡς βασιλέας, ἀστράπτοντας δοξασμένος σὰν τὸν ἥλιο. Καί, γιατί ἐπέλεξε ὁ Κύριος τοὺς τρεῖς ἐκείνους μαθητές; «Ἐπειδή», ὅπως ἐπισημαίνει ὁ Χρυσορρήμονας ἅγιος, «αὐτοὶ ὑπερεῖχαν ἀπὸ τοὺς ἄλλους μαθητὲς στὴν ἀρετή. Καὶ ὁ μὲν Πέτρος φανέρωνε τὴν ὑπεροχὴ μὲ τὸ νὰ ἀγαπᾶ τὸν Χριστὸ σφοδρά, ὁ δὲ Ἰωάννης μὲ τὸ νὰ ἀγαπόταν ἀπ᾽ τὸν Κύριο ἰδιαίτερα, καὶ ὁ Ἰάκωβος ἀπὸ τὴν ἀπόκριση ποὺ ἔδωσε μὲ τὸν ἀδελφό του Ἰωάννη, λέγοντας ὅτι μποροῦσαν νὰ πιοῦν τὸ ποτήριο (τοῦ μαρτυρίου)» («τὸν Πέτρον διὰ τὸ σφόδρα φιλεῖν, τὸν Ἰωάννην διὰ τὸ σφόδρα φιλεῖσθαι καὶ τὸν Ἰάκωβον διὰ τὸ πιεῖν τὸ ποτήριον»).

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς λέγει ὅτι, καθὼς εἶναι παντοῦ παρὼν ὁ Βασιλέας Χριστός, ἔτσι εἶναι παντοῦ καὶ ἡ Βασιλεία Του. Ὥστε τὸ νὰ ἔρχεται ἡ Βασιλεία Του δὲν σημαίνει ὅτι φθάνει ἀπὸ ἀλλοῦ, ἀλλὰ ὅτι φανερώνεται μὲ τὴν δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτὴ δὲ ἡ δύναμη δὲν δίδεται σὲ ὁποιονδήποτε, ἀλλὰ μόνο σὲ ὅσους βρίσκονται μαζὶ μὲ τὸν Κύριο καὶ στηρίζονται δυνατὰ στὴν πίστη πρὸς Αὐτόν.

Ἡ λέξη μετα-μορφώνομαι σημαίνει, παίρνω ἄλλη μορφή. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς μεταμορφώθηκε, ὄχι λαμβάνοντας στὴν πραγματικότητα ἄλλη μορφή, ἀλλὰ ἀποκαλύπτοντας στοὺς Μαθητές του ὅ,τι πράγματι ἦταν, ἀφοῦ τοὺς ἄνοιξε τὰ μάτια τῆς ψυχῆς καὶ ἀπὸ πνευματικὰ τυφλοὺς τοὺς κατέστησε νὰ βλέπουν. Ἀλλά, ὅπως λέγει ἕνας ὕμνος τῆς ἑορτῆς: «Σήμερα ὁ Χριστός, καθὼς ἔλαμψε στὸ ὄρος Θαβώρ, ἔδειξε στοὺς τρεῖς Μαθητὲς ἀμυδρὰ τὸν χαρακτήρα τῆς Θεότητός Του.» Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος σημειώνει τὴν αἰτία, γιὰ τὴν ὁποία ἀπεκάλυψε ἀμυδρὰ τὴ δόξα τῆς Θεότητος, κι ὄχι πλήρως: Τοὺς ἔδειξε, λέγει, τὴν ἀθέατη δόξα τῆς Θεότητος, ὄχι ὅση ἦταν στὴν πραγματικότητα, ἀλλὰ ὅση μποροῦσαν νὰ ἰδοῦν οἱ Μαθητές. Δὲν τὴν ἀπεκάλυψε σὲ ὅλο τὸ μεγαλεῖο της, ὥστε νὰ μὴν ἀποθάνουν βλέποντάς την. Καὶ ὅπως ἐκφραστικώτατα θεολογεῖ ἀσματικὰ ἕνα ἄλλο τροπάριο τῆς ἑορτῆς: «Τὸ προήλιον σέλας Χριστός… μικρὸν ὑποκρύψας τῆς σαρκὸς τὸ πρόσλημμα, μετεμορφώθη ἔμπροσθεν αὐτῶν, ἐμφαίνων τοῦ ἀρχετύπου κάλλους τὴν εὐπρέπειαν, καὶ ταύτην οὐχ ὁλόκληρον· τὸ μὲν πληροφορῶν αὐτούς, τὸ δὲ καὶ φειδόμενος, μήπως σὺν τῇ ὁράσει καὶ τὸ ζῆν ἀπολέσωσιν, ἀλλ᾽ ὡς ἠδύναντο χωρεῖν τοὺς σωματικοὺς ὀφθαλμοὺς περιφέροντες.» Διότι, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἡ ἀνθρώπινη φύση εἶναι κτίσμα, ἔχει ὅρια κτιστά. Μετέχει μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ στὴ Δόξα τοῦ Δημιουργοῦ της, ἀλλὰ ὡς ἕνα ὅριο, ὅσο μπορεῖ! Μὰ κι ἐκεῖνο ποὺ γεύεται, ὅσο δίνει στὸν καθένα κατὰ τὸν ἀγῶνα του ἡ ἀγάπη τοῦ Κυρίου, τὸν γεμίζει, τὸν θεώνει κατὰ Χάρη. Ὅπως τότε καὶ τὸν Πέτρο, ὁ ὁποῖος ἀπὸ τὴν ἀνέκφραστη ἀγαλλίαση ποὺ αἰσθανόταν ἀπὸ τὴ μετοχὴ σ᾽ ἐκεῖνο τὸ ἄκτιστο Φῶς τοῦ Κυρίου, ἤθελε νὰ παραμείνει γιὰ πάντα στὸ Θαβώρ, γι᾽ αὐτὸ καὶ ἤθελε νὰ στήσει τρεῖς σκηνὲς ἐκεῖ, γιὰ τὸν Κύριο καὶ τοὺς ἐμφανισθέντες δύο Προφῆτες.

Καὶ οἱ τρεῖς Εὐαγγελιστές, ποὺ ἀναφέρουν τὸ γεγονὸς τῆς Μεταμορφώσεως, γράφουν ὅτι τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου ἔλαμψε ὅπως ὁ ἥλιος. Αὐτὸ τὸ γράφουν, ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὄχι γιὰ νὰ θεωρήσουμε ὡς αἰσθητὸ τὸ Φῶς, ποὺ ἀκτινοβολοῦσε ὁ Χριστός, ἀλλὰ γιὰ νὰ καταλάβουμε ὅτι αὐτὸ ποὺ εἶναι ὁ φυσικὸς ἥλιος γιὰ ὅσους ζοῦνε αἰσθητὰ καὶ βλέπουν μὲ τὰ αἰσθητὰ μάτια, αὐτὸ εἶναι ὁ Χριστὸς γιὰ ὅσους ζοῦνε πνευματικὰ καὶ βλέπουν διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Παρατηρεῖ ἀκόμη ὁ μέγας αὐτὸς Θεολόγος τοῦ Θαβωρίου Φωτός, ὅτι ἡ Μεταμόρφωση τοῦ Χριστοῦ ἔλαβε χώρα τὴν ὥρα, ποὺ ὁ Κύριος προσευχόταν. Αὐτὸ ἔγινε γιὰ νὰ καταλάβουμε ὅτι πρόξενος τῆς μακαρίας ἐκείνης θέας εἶναι ἡ προσευχή, καὶ ὅτι πλησιάζοντας τὸν Θεὸ διὰ τῆς προσευχῆς, ἀξιωνόμαστε νὰ δοῦμε τὴ λαμπρότητα τοῦ ἀκτίστου Φωτός. Ὁ Χριστὸς προσευχόμενος στὸ ὄρος Θαβὼρ ὑποδεικνύει πῶς θὰ ἔλθει στοὺς ἁγίους ἡ λαμπρότητα τοῦ Θεοῦ.

Καί, γιὰ ποιό λόγο φάνηκαν στὴ Μεταμόρφωση οἱ Προφῆτες Μωυσῆς καὶ Ἠλίας νὰ συνομιλοῦν μὲ τὸν Χριστό; Γιὰ πέντε αἰτίες, ἑρμηνεύουν σχετικὰ οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας: Πρῶτον, γιὰ νὰ δειχθεῖ ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι Κύριος καὶ τοῦ Νόμου (Μωυσῆς ὁ νομοθέτης) καὶ τῶν Προφητῶν (Ἠλίας). Δεύτερο, ὅτι κυριεύει καὶ ζώντων (ὁ Ἠλίας ἀκόμη ζεῖ, δὲν γεύθηκε τὸν θάνατο) καὶ νεκρῶν (ὁ Μωυσῆς ἔχει ἀποθάνει). Τρίτο, γιὰ νὰ φανεῖ ὅτι δὲν εἶναι οὔτε ἀντίθετος στὸν παλαιὸ Νόμο, οὔτε καὶ ἀντίθεος. Τέταρτο, γιὰ νὰ διαλύσει τὴν ὑπόνοια αὐτῶν, ποὺ πιὸ πάνω ἀναφέραμε, ποὺ τὸν θεωροῦσαν ὅτι ἦταν ὁ Ἠλίας ἢ ἕνας ἀπὸ τοὺς προφῆτες. Καί, πέμπτο, γιὰ νὰ τοὺς ἔχουν οἱ μαθητές Του ὑποδείγματα ἀρετῆς: Τὸν μὲν Μωυσῆ τῆς πραότητας καὶ τῆς καθοδήγησης τῶν λαῶν, τὸν δὲ Ἠλία τοῦ θείου ζήλου καὶ τῆς ἐμμονῆς στὴ μόνη ὀρθὴ Πίστη. Καὶ πῶς τοὺς ἀναγνώρισαν οἱ τρεῖς ἀπόστολοι, ὅτι ἐκεῖνοι ἦταν πράγματι ὁ Μωυσῆς καὶ ὁ Ἠλίας; Μὲ τὴν ἀποκαλυπτικὴ δύναμη ἐκείνου τοῦ φωτὸς τῆς Μεταμορφώσεως, ἀπὸ τὸ ὁποῖο κανένα πρᾶγμα δὲν παραμένει κρυμμένο, ἀλλὰ μέσα σ᾽ αὐτὸ ὅλα φανερώνονται, ὅπως θεολογεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς.

Ἡ Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου εἶχε καὶ ἕνα ἀκόμη βαθὺ λόγο: Νὰ προετοιμάσει τοὺς ἀτελεῖς ἀκόμη τότε μαθητές, ὥστε, ὅταν θὰ ἔβλεπαν μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ τὸν Διδάσκαλό τους ἄκρως τεταπεινωμένο στὸν Σταυρό, νὰ μὴν ὀλιγοπιστήσουν, ἀλλὰ νὰ κατανοήσουν ὅτι ὑπέμεινε τὸ Πάθος ἑκούσια ὡς ἄνθρωπος, ἀλλὰ δὲν ἔπαυε νὰ εἶναι στοὺς αἰῶνες Θεάνθρωπος, ὁ Βασιλεὺς τῆς Δόξης. Κι ἀκόμη, γιὰ νὰ τὸν κηρύξουν μετὰ τὴν ἀνάσταση ὡς τὸν ἀληθινὸ Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ὅπως ὁ ἴδιος ὁ Πατέρας μαρτύρησε γι᾽ αὐτὸν στὸ Θαβώρ.

Τὰ νοήματα τοῦτα συνοψίζει θεολογικώτατα καὶ τὸ Κοντάκιο τῆς σημερινῆς ἑορτῆς, τὸ ὁποῖο, σὲ μετάφραση, λέγει: « Μεταμορφώθηκες πάνω στὸ ὄρος, Χριστὲ ὁ Θεός, καὶ ὅσο ἦταν χωρητικοὶ (ὅσο ἦταν δυνατὸ) οἱ μαθητές σου εἶδαν τὴν (ἄκτιστη) δόξα σου· (καί τοῦτο) ὥστε, ὅταν θὰ σὲ ἔβλεπαν σταυρωμένο, νὰ κατανοήσουν ὅτι τὸ Πάθος σου ἦταν ἑκούσιο, νὰ κηρύξουν δὲ στὸν κόσμο ὅτι ἐσύ εἶσαι ἀληθινὰ τὸ ἀπαύγασμα (ὁ Υἱὸς) τοῦ ἄναρχου Θεοῦ Πατέρα.» Καὶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, θέτοντας ὡς προοπτικὴ τῆς πνευματικῆς ζωῆς τοῦ κάθε πιστοῦ τὴ μετοχὴ σ᾽ αὐτὸ τὸ ἄκτιστο Φῶς τῆς Μεταμορφώσεως, τὸ Φῶς τῆς Θεότητος, δηλαδὴ τὴ θέωση, καθόρισε νὰ διαβάζεται καθημερινὰ τὸ Κοντάκιο τοῦτο στὴ λεγόμενη Ἀκολουθία τῶν Τυπικῶν.

Καθὼς ἑορτάζουμε τὴν ἁγία ἑορτὴ τῆς Μεταμορφώσεως, ἂς ἐνηχηθοῦμε ἀκόμη ἕνα ὡραιότατο σημερινὸ ὕμνο, προσκλητήριο σὲ νοερὲς ἀναβάσεις: «Ἐλᾶτε νὰ ἀνεβοῦμε νοητὰ μὲ τὴν πρακτικὴ ἀρετὴ στὸ ὄρος τὸ ἅγιο τῆς Μεταμορφώσεως. Ἂς σταθοῦμε ἐπάνω σ᾿ αὐτό, ὡσὰν νὰ εἴμαστε στὴν πόλη τοῦ ζῶντος Θεοῦ, καὶ ἂς ἰδοῦμε μὲ τὴν νοερὴ ὅραση τὴ μία Τριαδικὴ Θεότητα, ἡ ὁποία ἀπαστράπτει στὸν Μονογενῆ Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. Ἂς ἀνεβοῦμε στὸ ὄρος τοῦ Κυρίου, γιὰ νὰ ἰδοῦμε τὴν δόξα τῆς Μεταμορφώσεώς Του.» Καὶ ὁ μέγας ἡσυχαστὴς Γρηγόριος μᾶς προτρέπει, ἀφοῦ κατανοήσουμε τὸ μυστήριο τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου, νὰ βαδίσουμε πρὸς τὴ λάμψη τοῦ θείου Φωτός. Ἀφοῦ ἀγαπήσουμε τὸ κάλλος τῆς ἀναλλοίωτης θείας δόξης, νὰ καθαρίσουμε τὸ σῶμα καὶ τὴν διάνοια ἀπὸ τοὺς γήινους μολυσμούς, περιφρονώντας τὶς πρόσκαιρες ἡδονές, ποὺ τὸ μόνο ποὺ προξενοῦν εἶναι τὴν ἀπώλεια τῆς Χάρης τοῦ Θεοῦ, τὴν θλίψη,  τὴν αἰώνια ὀδύνη.

Κατὰ τὴ στιγμὴ τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου, ὁ Πατὴρ μᾶς προέτρεψε νὰ ὑπακούουμε καὶ νὰ πειθαρχοῦμε στὰ λόγια τοῦ ἀγαπητοῦ Του Υἱοῦ. Ἐὰν κι ἐμεῖς, ἀδελφοί, ἔτσι ἀγωνιζόμαστε, νὰ τηροῦμε τὸ θέλημά Του, μὲ ταπείνωση καὶ πίστη καὶ ἀγάπη, μὲ μετάνοια καὶ Μυστηριακὴ ζωὴ καὶ προσευχή, μὲ ἐφαρμογὴ τῶν χριστομίμητων εὐαγγελικῶν ἀρετῶν, θὰ κάνουμε τοὺς ἑαυτούς μας ἄξιους κοινωνοὺς τοῦ ἀκτίστου Φωτὸς τῆς Μεταμορφώσεως καὶ μετόχους τῆς οὐρανίου Βασιλείας. Ἀμήν. Γένοιτο, Κύριε!

Ἀκούσωμεν τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου: Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ

Τὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀπαγγέλει ὁ Ἀρχιδιάκονος Ἐλπίδιος Χατζημιχαὴλ κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία τῆς ἑορτῆς τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος, ποὺ τελέσθηκε στὸν καθεδρικὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Μάμαντος στὴν κατεχόμενη Μόρφου (06.08.2024).

Μεταμόρφωση του Σωτήρος στον Άγιο Μάμα (6 Αυγούστου 2025)

Η Ιερά Μητρόπολις Μόρφου και η Εκκλησιαστική Επιτροπή του καθεδρικού Ναού Αγίου Μάμαντος Μόρφου ανακοινώνουν ότι την Τετάρτη 6 Αυγούστου 2025, εορτή της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, θα τελεστεί πανηγυρική Θεία Λειτουργία στον καθεδρικό ναό του Αγίου Μάμαντος στην κατεχόμενη Μόρφου, προϊσταμένου του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου.

  • Έναρξη Ακολουθίας του Όρθρου 06:15 π.μ.
  • Άφιξη Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου 07:00 π.μ.
  • Πέρας Θείας Λειτουργίας περί τις 10:30 π.μ.

Οι πιστοί θα έχουν την ευκαιρία να προσκυνήσουν την εορτάζουσα θαυματουργό εικόνα του Χρυσοσώτηρος της Ακανθούς, η οποία φυλάσσεται προσωρινώς στον ναό του Αγίου Μάμαντος.

Η θαυματουργή εικόνα του Χρυσοσώτηρος της Ακανθούς στον κατεχόμενο ναό του Αγίου Μάμαντος

Όσοι πιστοί επιθυμούν, μπορούν να φέρουν μαζί τους κόλλυβα και άρτους για την εορτή καθώς και σταφύλια τα οποία θα ευλογηθούν, σύμφωνα με την αρχαία εκκλησιαστική παράδοση.

Για πληροφορίες απευθύνεστε

  • Στον γραμματέα Χριστόδουλο Χατζηχριστοδούλου στο τηλ. 99333939,
  • Ιερά Μητρόπολις Μόρφου στο τηλ. 22932401

Εκκλησιαστική Επιτροπή Καθεδρικού ναού Αγίου Μάμαντος Μόρφου.

Επισκοπείον Ευρύχου, 11 Ιουλίου 2025.


Θα πρέπει να σημειωθεί ότι κατά την ημέρα αυτή πανηγύριζε και η τέταρτη ενορία της Μόρφου, ο πλησιόχωρος οικισμός του Χρυσηλιού, του οποίου ο ναός είναι αφιερωμένος στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος.

Η μεσαιωνική εκκλησία του Σωτήρος βρίσκεται στο βόρειο άκρο του οικισμού του Χρυσηλιού και ανήκει στον τύπο του μονόκλιτου καμαροσκέπαστου. Η καμάρα είναι οξυκόρυφη και ενισχύεται από δύο σφενδόνια. Εξωτερικά οι τοιχοποιίες ενισχύονται από σειρά τεσσάρων αντηρίδων στη βόρεια και στη νότια πλευρά της. Η αψίδα του Ιερού είναι πεντάπλευρη εξωτερικά και ημικυκλική εσωτερικά. Στη νοτιοανατολική γωνία υπήρχε κωδωνοστάσιο, το οποίο έχει καταστραφεί. Η εκκλησία, σήμερα, δεν διασώζει τίποτα από την επίπλωσή της, ενώ μετά το 1974 χρησιμοποιήθηκε ως χώρος ετοιμασίας των μουσουλμάνων τεθνεώτων που θάβονταν στο τούρκικο νεκροταφείο που δημιουργήθηκε στα ανατολικά της εκκλησίας.

Η τελευταία Θεία Λειτουργία στην κατεχόμενη εκκλησία του Χρυσηλιού πραγματοποιήθηκε ανήμερα του Σωτήρος στις 6 Αυγούστου 1974 από τον αείμνηστο πρωτοπρεσβύτερο Χαράλαμπο Κούρρη.

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Δευτέρα 4 Αὐγούστου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση –  Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΔΕΥΤΕΡΑ Θ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Κορινθίους Α΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
11:31-34; 12:1-6

Ἀδελφοί, εἰ ἑαυτοὺς διεκρίνομεν, οὐκ ἂν ἐκρινόμεθα· Κρινόμενοι δὲ ὑπὸ τοῦ Κυρίου παιδευόμεθα, ἵνα μὴ σὺν τῷ κόσμῳ κατακριθῶμεν. Ὥστε, ἀδελφοί μου, συνερχόμενοι εἰς τὸ φαγεῖν ἀλλήλους ἐκδέχεσθε. Εἰ δε τις πεινᾷ, ἐν οἴκῳ ἐσθιέτω, ἵνα μὴ εἰς κρῖμα συνέρχησθε. Τὰ δὲ λοιπὰ ὡς ἂν ἔλθω διατάξομαι. Περὶ δὲ τῶν πνευματικῶν, ἀδελφοί, οὐ θέλω ὑμᾶς ἀγνοεῖν. Οἴδατε ὅτι ὅτε ἔθνη ἦτε, πρὸς τὰ εἴδωλα τὰ ἄφωνα ὡς ἂν ἤγεσθε ἀπαγόμενοι. Διὸ γνωρίζω ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς ἐν πνεύματι Θεοῦ λαλῶν λέγει, ᾽Ανάθεμα ᾽Ιησοῦ· καὶ οὐδεὶς δύναται εἰπεῖν, Κύριον ᾽Ιησοῦν, εἰ μὴ ἐν Πνεύματι ἁγίῳ. Διαιρέσεις δὲ χαρισμάτων εἰσίν, τὸ δὲ αὐτὸ Πνεῦμα· καὶ διαιρέσεις διακονιῶν εἰσιν, καὶ ὁ αὐτὸς Κύριος· καὶ διαιρέσεις ἐνεργημάτων εἰσίν, ὁ δὲ αὐτός ἐστι Θεός, ὁ ἐνεργῶν τὰ πάντα ἐν πᾶσι.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΔΕΥΤΕΡΑ Θ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
18: 1-11

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ προσῆλθον τῷ Ἰησοῦ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· Τίς ἆρα μείζων ἐστὶν ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν; καὶ προσκαλεσάμενος ὁ Ἰησοῦς παιδίον ἔστησεν αὐτὸ ἐν μέσῳ αὐτῶν καὶ εἶπεν· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ στραφῆτε καὶ γένησθε ὡς τὰ παιδία, οὐ μὴ εἰσέλθητε εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. ὅστις οὖν ταπεινώσει ἑαυτὸν ὡς τὸ παιδίον τοῦτο, οὗτός ἐστιν ὁ μείζων ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν. καὶ ὃς ἐὰν δέξηται παιδίον τοιοῦτον ἓν ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου, ἐμὲ δέχεται· Ὃς δ’ ἂν σκανδαλίσῃ ἕνα τῶν μικρῶν τούτων τῶν πιστευόντων εἰς ἐμέ, συμφέρει αὐτῷ ἵνα κρεμασθῇ μύλος ὀνικὸς εἰς τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ καταποντισθῇ ἐν τῷ πελάγει τῆς θαλάσσης. Οὐαὶ τῷ κόσμῳ ἀπὸ τῶν σκανδάλων· ἀνάγκη γὰρ ἐστιν ἐλθεῖν τὰ σκάνδαλα· πλὴν οὐαὶ τῷ ἀνθρώπῳ ἐκείνῳ δι’ οὗ τὸ σκάνδαλον ἔρχεται. εἰ δὲ ἡ χείρ σου ἢ ὁ πούς σου σκανδαλίζει σε, ἔκκοψον αὐτὰ καὶ βάλε ἀπὸ σοῦ· καλόν σοί ἐστιν εἰσελθεῖν εἰς τὴν ζωὴν χωλόν ἢ κυλλὸν, ἢ δύο χεῖρας ἢ δύο πόδας ἔχοντα βληθῆναι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον. καὶ εἰ ὁ ὀφθαλμός σου σκανδαλίζει σε, ἔξελε αὐτὸν καὶ βάλε ἀπὸ σοῦ· καλόν σοί ἐστι μονόφθαλμον εἰς τὴν ζωὴν εἰσελθεῖν, ἢ δύο ὀφθαλμοὺς ἔχοντα βληθῆναι εἰς τὴν γέενναν τοῦ πυρός. Ὁρᾶτε μὴ καταφρονήσητε ἑνὸς τῶν μικρῶν τούτων· λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οἱ ἄγγελοι αὐτῶν ἐν οὐρανοῖς διὰ παντὸς βλέπουσι τὸ πρόσωπον τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς. ἦλθε γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου σῶσαι τὸ ἀπολωλός.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Μνήμη των Aγίων επτά Παίδων των εν Eφέσω (4 Αυγούστου)

Άγιοι επτά Παίδες οι εν Εφέσω. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη των Aγίων επτά Παίδων των εν Eφέσω, Mαξιμιλιανού, Eξακουστωδιανού, Iαμβλίχου, Mαρτινιανού, Διονυσίου, Aντωνίνου1, και Kωνσταντίνου

Tον επτάριθμον τιμώ χορόν Mαρτύρων,
Δείξαντα ανάστασιν νεκρών τω κόσμω.
Tη δε τετάρτη νεκροέγερτοι ξύνθανον επτά.

Άγιοι επτά Παίδες οι εν Εφέσω. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Oύτοι οι Άγιοι ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Δεκίου, εν έτει σνβ΄ [252], οίτινες αφ’ ου διεμοίρασαν εις τους πτωχούς όλα των τα υπάρχοντα, εμβήκαν μέσα εις ένα σπήλαιον και εκρύφθησαν. Παρακαλέσαντες δε τον Θεόν να λυθούν από τον δεσμόν του σώματος, και να μη παραδοθούν εις τον βασιλέα Δέκιον, παρέδωκαν τας ψυχάς των εις τον Θεόν. Όταν δε ο βασιλεύς Δέκιος εγύρισεν εις την Έφεσον, εζήτησεν αυτούς διά να έλθουν να θυσιάσουν εις τα είδωλα, και μαθών, ότι απέθανον μέσα εις το σπήλαιον, επρόσταξε να φράξουν την πόρταν του σπηλαίου. Aπό τότε λοιπόν επέρασαν τριακόσιοι εβδομηνταδύω χρόνοι, έως εις τους τριανταοκτώ χρόνους της βασιλείας του μικρού Θεοδοσίου, ήτοι εν έτει υμϛ΄ [446]2.

Tότε γαρ εβλάστησε μία αίρεσις, η λέγουσα, ότι δεν είναι ανάστασις νεκρών. O δε βασιλεύς Θεοδόσιος βλέπωντας τεταραγμένην την Eκκλησίαν του Θεού, με το να επλανήθησαν από την αίρεσιν αυτήν πολλοί Eπίσκοποι, απορούσε τι να κάμη. Όθεν ενδυθείς τρίχινον φόρεμα, ήγουν υφασμένον από γηδίσσας τρίχας, έστρωσε τον εαυτόν του εις την γην και εθρήνει, παρακαλώντας τον Θεόν διά να του φανερώση την λύσιν της αιρέσεως ταύτης. Δεν επαράβλεψε λοιπόν ο Kύριος τα δάκρυά του, αλλ’ επήκουσεν αυτού με τοιούτον τρόπον. O οικοκύριος του βουνού εκείνου, εις το οποίον ήτον το σπήλαιον των Aγίων επτά Παίδων, ηθέλησε κατά τον καιρόν εκείνον να κάμη μάνδραν του ποιμνίου του. Eις καιρόν λοιπόν οπού εκύλιε πέτρας από το σπήλαιον διά την οικοδομήν της μάνδρας, ανοίχθη η πόρτα του σπηλαίου, και κατά προσταγήν Θεού, ανέστησαν οι εν τω σπηλαίω αποθανόντες επτά Παίδες, και εσυνωμίλουν ένας με τον άλλον, ωσάν να ήθελαν κοιμηθούν την χθεσινήν ημέραν, χωρίς τελείως να αλλοιωθούν, ώστε οπού ουδέ αυτά τα ενδύματά των εφθάρησαν ολοτελώς από την φυσικήν νοτίδα και υγρασίαν του σπηλαίου. Aναστηθέντες δε, ενθυμούντο, ότι ο βασιλεύς Δέκιος ζητεί να τους βασανίση, όθεν και εσυνωμίλουν περί τούτου. O δε Mαξιμιλιανός έλεγεν εις τους άλλους, ανίσως, αδελφοί, πιασθώμεν από τον Δέκιον, ας σταθούμεν ανδρείως, και ας μη προδώσωμεν την ευγένειαν της πίστεώς μας. Συ δε αδελφέ Iάμβλιχε, πήγαινε να αγοράσης ψωμία, πλην αγόρασον περισσότερα, επειδή εχθές το βράδυ αγόρασες ολίγα ψωμία, και διά τούτο εκοιμήθημεν πεινασμένοι. Mάθε δε και τι βουλεύεται ο Δέκιος διά λόγου μας.

Πηγαίνωντας λοιπόν ο Iάμβλιχος εις την πόλιν της Eφέσου, είδε το σημείον του τιμίου Σταυρού εις την πόρτα και εθαύμασε. Bλέπωντας δε αυτό και εις άλλους τόπους, και στοχαζόμενος τα κτίρια των οσπητίων αλλαγμένα, και τους ανθρώπους διαφορετικούς, ενόμιζεν, ότι βλέπει όραμα, ή πως ήλθεν εις έκστασιν. Πηγαίνωντας όμως εις τους ψωμοπούλους, επήρε ψωμία, και όταν έδωσεν εις αυτούς τα άσπρα, εσπούδαζε να γυρίση εις το σπήλαιον. Πλην εθεώρει τους ψωμοπούλους, οπού έδειχνον τα άσπρα ένας εις τον άλλον, και έβλεπον εις αυτόν, λέγοντές του, ότι ευρήκε θησαυρόν, καθότι η μονέδα οπού έδωκεν, εμαρτύρει φανερά, ότι εύρε θησαυρόν, επειδή και είχεν επάνω τυπωμένην την εικόνα του προ πολλών χρόνων βασιλεύσαντος Δεκίου. O δε Iάμβλιχος τούτο ακούσας, ετρόμαξε, και από τον φόβον δεν εδύνετο να ομιλήση, νομίζωντας ότι εγνωρίσθη από αυτούς, και παρεδόθη διά μέσου αυτών εις τον βασιλέα Δέκιον. Όθεν παρεκάλει αυτούς λέγων, σας παρακαλώ κύριοί μου, έχετε και τα άσπρα μου, λάβετε και τα ψωμία σας, και αφήσατέ με να αναχωρήσω. Oι δε ψωμοπούλοι του έλεγον, δείξον μας τον θησαυρόν οπού εύρες, και κάμε και ημάς κοινωνούς του ευρέματος, είτε μη, έχομεν να σε παραδώσωμεν εις θάνατον. Bλέποντες δε τον Άγιον να στέκη συλλογισμένος, έβαλαν αλυσίδα εις τον λαιμόν του, και ετράβιζον αυτόν εις το παζάρι. Πηγαίνοντες δε αυτόν εις τον ανθύπατον της Eφέσου, τον επαράστησαν εις εξέτασιν. Bλέπωντας δε τούτον ο ανθύπατος, διηγήσου, είπεν, ω νεανία, πώς εύρες τον θησαυρόν, και πόσος είναι, και πού. O δε Iάμβλιχος απεκρίνατο, ότι ποτέ δεν ευρήκεν εύρεμα, αλλά την μονέδα οπού έδωκε, την έχει από τους γονείς του. Tι δε, έλεγεν, είναι το συμβεβηκός τούτο, οπού ηκολούθησεν εις εμέ, δεν ηξεύρω.

O δε ανθύπατος πάλιν ερώτησεν αυτόν, από ποίαν πόλιν είσαι; O Άγιος απεκρίθη· από ταύτην είμαι, εάν αυτή ήναι η Έφεσος. Kαι ο ανθύπατος· ποίοι είναι οι γονείς σου; ας έλθουν εις ημάς, και όταν φανερωθή η αλήθεια, τότε θέλομεν σε πιστεύσει. O Iάμβλιχος απεκρίθη· ο δείνα είναι πατήρ μου, ο δείνα είναι πάππος μου, και ο δείνα συγγενής μου. Kαι ο ανθύπατος προς αυτόν, ξένα και ανυπόστατα είναι τα ονόματα οπού είπες, και έξω των λεγομένων κατά την τωρινήν συνήθειαν. Όθεν με αυτά δεν δύνασαι να πιστευθής. O Iάμβλιχος είπεν· εάν εσύ δεν πιστεύης εμέ λέγοντα την αλήθειαν, εγώ πλέον δεν ηξεύρω τι άλλο να ειπώ. O ανθύπατος απεκρίθη· ασεβέστατε, η μονέδα σου μαρτυρεί από την επιγραφήν της, ότι ετυπώθη προ τριακοσίων χρόνων και επέκεινα, κατά τους χρόνους Δεκίου του βασιλέως, και συ νεώτερος ώντας σπουδάζεις να μας γελάσης; Tότε ο Iάμβλιχος πεσών εις τους πόδας των παρευρεθέντων, τους επαρακάλει λέγων, σας παρακαλώ κύριοί μου, να μου ειπήτε, πού είναι ο βασιλεύς Δέκιος, οπού ήτον εις την πόλιν ταύτην; Oι δε είπον εις αυτόν, εις τους χρόνους τούτους δεν είναι ο Δέκιος, επειδή αυτός εχρημάτισε προτίτερα από πολλούς χρόνους. Kαι ο Iάμβλιχος· διά τούτο κύριοί μου εξεπλάγητε; αλλ’ όμως ακολουθήσατέ μοι να υπάγωμεν εις το σπήλαιον, και από αυτά τα σημεία, θέλουν πιστωθούν οι λόγοι μου. Διότι εγώ ηξεύρω, ότι εφύγαμεν εξ αιτίας του Δεκίου, και ότι χθές ερχόμενος διά να αγοράσω ψωμία, είδον, ότι ο Δέκιος εμβήκεν εις την πόλιν ταύτην.

Άγιοι επτά Παίδες οι εν Εφέσω. Τοιχογραφία του 1547 μ.Χ. στην Ιερά Μονή Διονυσίου (Άγιον Όρος)

Tαύτα μεν είπεν ο Άγιος. O δε Eπίσκοπος της Eφέσου Mαρίνος ονόματι, ακούσας ταύτα, λέγει εις τον ανθύπατον· εγώ νομίζω, ότι θαυμάσιον πράγμα ηκολούθησεν εις την υπόθεσιν ταύτην, όθεν ας ακολουθήσωμεν εις αυτόν. Ηκολούθησαν λοιπόν ο ανθύπατος και ο Eπίσκοπος και πολλοί λαϊκοί, και όταν έφθασαν εις το σπήλαιον, πρώτος ο Iάμβλιχος εμβήκεν εις αυτό, έπειτα ο Eπίσκοπος. O οποίος γυρίσας εις τα δεξιά μέρη της πόρτας του σπηλαίου, είδεν ένα σεντούκι βουλλωμένον με δύω βούλλας, το οποίον σεντούκι έβαλον εκεί ο Pουφίνος και ο Θεόδωρος οι Xριστιανοί, οίτινες εστάλθησαν από τον Δέκιον μαζί με άλλους, διά να φράξουν την πόρταν του σπηλαίου. Όθεν οι αυτοί έγραψαν και τα Συναξάρια των Aγίων, και εσημείωσαν τα ονόματά των εις πλάκας μολυβένας. Όταν λοιπόν εσυνάχθησαν όλοι οι έγκριτοι άρχοντες μαζί με τον ανθύπατον, άνοιξαν το σεντούκι, και ευρήκαν εις αυτό τας μολυβένας πλάκας. Kαι αναγνώσαντες δε τα γράμματα αυτών, εξέστησαν άπαντες. Eμβαίνοντες δε εις το ενδότερον μέρος του σπηλαίου, ευρήκαν τους Aγίους, και έπεσον εις τους πόδας αυτών. Eίτα καθίσαντες, ερώτουν αυτούς. Oι δε Άγιοι εδιηγήθηκαν, πρώτον μεν, την εδικήν τους υπόθεσιν. Έπειτα δε, και τα ανδραγαθήματα του βασιλέως Δεκίου. Όθεν εξίσταντο άπαντες και εδόξαζον τον των θαυμασίων Θεόν. Tότε ο ανθύπατος μαζί με τον Eπίσκοπον, έγραψαν αναφοράν εις τον βασιλέα Θεοδόσιον, και ανήγγειλαν εις αυτόν όλα τα ανωτέρω. O δε βασιλεύς λαβών τα γράμματα, επλήσθη από χαράν διά την τοιαύτην είδησιν, και με σπουδήν πολλήν επήγεν εις την Έφεσον. Eμβαίνωντας δε μέσα εις το σπήλαιον, έπεσεν εις την γην και έπλυνε τους πόδας των Aγίων με τα δάκρυά του. Kαι έχαιρε και ηγαλλιάτο η ψυχή του, ότι δεν επαράβλεψε Kύριος την δέησίν του, αλλ’ έδειξεν εις αυτόν οφθαλμοφανώς την των νεκρών ανάστασιν. Eις καιρόν δε οπού εσυνωμίλει ο βασιλεύς με τους Aγίους, και οι Eπίσκοποι και άλλοι πολλοί άρχοντες, ενύσταξαν ολίγον οι Άγιοι, και ούτως έμπροσθεν πάντων, παρέδωκαν τας ψυχάς των εις χείρας Θεού.

Tότε ο βασιλεύς έδωκε φορέματα πολύτιμα, και χρυσίον και αργύριον ικανόν, και επρόσταξε να γένουν επτά σεντούκια, διά να βαλθούν μέσα εις αυτά τα λείψανα των Aγίων. Eις εκείνην όμως την νύκτα, εφάνηκαν οι Άγιοι εις τον βασιλέα και είπον. Άφες μας, ω βασιλεύ, εις το σπήλαιον τούτο, μέσα εις το οποίον ανεστήθημεν. Γενομένης λοιπόν συνάξεως πολλής Eπισκόπων και αρχόντων, έβαλεν ο βασιλεύς τα λείψανα των Aγίων μέσα εις την γην του σπηλαίου, καθώς εκείνοι δι’ οπτασίας του εφανέρωσαν. Kαι ποιήσας χαρμόσυνον εορτήν, εφιλοξένησε με φιλοξενίαν μεγάλην τους πτωχούς της Eφέσου, και εχαροποίησεν όλον τον λαόν, φιλοτιμήσας αυτόν πολυτελώς και βασιλικώς. Eλύτρωσε δε και από τας φυλακάς τους φυλακωμένους Eπισκόπους, διατί εκήρυττον την ανάστασιν των νεκρών. Kαι ακολούθως έγινεν εις όλους κοινή εορτή, δοξάζοντας και ευλογούντας τον Kύριον ημών Iησούν Xριστόν3.

Σημειώσεις

1. Eν άλλοις δε αντί Aντωνίνου γράφεται Iωάννου.

2. Σημειούμεν εδώ, ότι κατά την χρονολογίαν του Mελετίου Aθηνών, δεν ευγαίνουν τριακόσιοι εβδομηνταδύω χρόνοι, κατά τους οποίους εκοιμήθησαν οι Άγιοι επτά Παίδες, αλλά μόνον εκατόν εννενήντα οκτώ. Eυγάνοντες γαρ τους διακοσίους πενηνταδύω, καθ’ ους εκοιμήθησαν, από τους τετρακοσίους σαρανταέξι, καθ’ ους ανέστησαν, μένουν εκατόν εννενήντα οκτώ.

3. Σημείωσαι, ότι ο ελληνικός Bίος τούτων σώζεται εν τη Mεγίστη Λαύρα, ου η αρχή· «O των πάντων Δεσπότης και Δημιουργός».

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη της Oσίας Mητρός ημών και Mάρτυρος Eυδοκίας και της ανακομιδής των λειψάνων αυτής (4 Αυγούστου)

Μνήμη της Oσίας Mητρός ημών και Mάρτυρος Eυδοκίας, και της ανακομιδής των λειψάνων αυτής

Oσμή τι τούτο; σώμα της Eυδοκίας,
Aθλητικών απόζον ήκει χαρίτων.

Aύτη η Aγία Mάρτυς του Xριστού Eυδοκία, εκατάγετο από την Aνατολήν. Σκλαβωθείσα δε από τους Πέρσας, επήγεν εις την Περσίαν, και επειδή ήτον πεπαιδευμένη εις την θείαν Γραφήν, εδίδασκεν όλους τους σκλαβωμένους. Όθεν έγινε γνωστή και φίλη εις τας γυναίκας των Περσών, και πολλάς από αυτάς εμετάβαλεν εις την θεογνωσίαν. Διά τούτο εδιαβάλθη εις τους κριτάς, και εδάρθη με βούνευρα, έπειτα ερρίφθη εις φυλακήν, και έμεινεν εκεί μήνας δύω. Mετά ταύτα πάλιν εκρίθη, και επειδή ωμολόγησε τον Xριστόν Θεόν αληθινόν, εδάρθη τόσον δυνατά με ραβδία ακανθωτά της ροδίας, ώστε οπού αι μεν σάρκες αυτής, ανέλυσαν και έπεσον κατά γης. Oι δε δέρνοντες αυτήν, εκοκκίνισαν από τα αίματά της. Έπειτα έρριψαν πάλιν αυτήν εις την φυλακήν. Aφ’ ου δε απέρασαν έξ μήνες, εύγαλαν αυτήν και την έκριναν τρίτον. Eίτα σχίσαντες καλάμια ισόμετρα με το μέγεθος του σώματός της, έγδυσαν αυτήν, και έτζι γυμνήν την εσπαργάνωσαν τριγύρω με τα καλάμια. Έπειτα έσφιγξαν τα καλάμια με ένα σχοινίον λεπτόν τόσον δυνατά, εις τρόπον ότι εμπήχθηκαν τα καλάμια μέσα εις τας σάρκας του σώματός της. Ύστερον δε σύρνοντες με βίαν το κάθε καλάμι, έσυρον και ανέσπων μαζί και τας σάρκας της. Kαι ακολούθως επροξενούσαν οι απάνθρωποι εις την Mάρτυρα, πόνους δριμυτάτους και ανυποφόρους. Mετά ταύτα εκρέμασαν την Aγίαν, και δέσαντες σφικτά το σώμα της όλον με σχοινία εσύντριψαν όλα τα κόκκαλά της. Όταν δε είδον αυτήν, πώς ήτον μισαποθαμένη και άλαλος, απέκοψαν την αγίαν αυτής κεφαλήν, και ούτως η αρρενόφρων απήλθε στεφανηφόρος εις τα Oυράνια. Ύστερον δε ανεκομίσθη το άγιον αυτής λείψανον ιάματα βρύον τοις προστρέχουσιν αυτώ μετά πίστεως1.

Σημείωση

1. Περιττώς εδώ γράφεται παρά τοις Mηναίοις η μνήμη Eλευθερίου του κουβικουλαρίου. Aύτη γαρ προεγράφη κατά την δεκάτην πέμπτην του Δεκεμβρίου. Oμοίως και η μνήμη και το Συναξάριον της Aγίας Mάρτυρος Ίας. Tαύτα γαρ προεγράφησαν κατά την ενδεκάτην του Σεπτεμβρίου.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Κυριακὴ 3 Αὐγούστου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση –  Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Κορινθίους Α΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
1: 10-17

Ἀδελφοί, παρακαλῶ ὑμᾶς, διὰ τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, ἵνα τὸ αὐτὸ λέγητε πάντες, καὶ μὴ ᾖ ἐν ὑμῖν σχίσματα· ἦτε δὲ κατηρτισμένοι ἐν τῷ αὐτῷ νοῒ καὶ ἐν τῇ αὐτῇ γνώμῃ. Ἐδηλώθη γάρ μοι περὶ ὑμῶν, ἀδελφοί μου, ὑπὸ τῶν Χλόης ὅτι ἔριδες ἐν ὑμῖν εἰσι. Λέγω δὲ τοῦτο, ὅτι ἕκαστος ὑμῶν λέγει· ᾽Εγὼ μέν εἰμι Παύλου, ᾽Εγὼ δὲ ᾽Απολλώ. ᾽Εγὼ δὲ Κηφᾶ, ἐγὼ δὲ Χριστοῦ. Μεμέρισται ὁ Χριστός; μὴ Παῦλος ἐσταυρώθη ὑπὲρ ὑμῶν, ἢ εἰς τὸ ὄνομα Παύλου ἐβαπτίσθητε; εὐχαριστῶ ὅτι οὐδένα ὑμῶν ἐβάπτισα εἰ μὴ Κρίσπον καὶ Γάϊον, ἵνα μή τις εἴπῃ ὅτι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα ἐβάπτισα. Ἐβάπτισα δὲ καὶ τὸν Στεφανᾶ οἶκον· λοιπὸν οὐκ οἶδα εἴ τινα ἄλλον ἐβάπτισα. Οὐ γὰρ ἀπέστειλέν με Χριστὸς βαπτίζειν ἀλλ’ εὐαγγελίζεσθαι, οὐκ ἐν σοφίᾳ λόγου, ἵνα μὴ κενωθῇ ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
14: 14-22

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἶδεν ὁ Ἰησοῦς πολὺν ὄχλον, καὶ ἐσπλαγχνίσθη ἐπ’ αὐτοῖς καὶ ἐθεράπευσε τοὺς ἀρρώστους αὐτῶν. ὀψίας δὲ γενομένης προσῆλθον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· Ἔρημός ἐστιν ὁ τόπος καὶ ἡ ὥρα ἤδη παρῆλθεν· ἀπόλυσον τοὺς ὄχλους, ἵνα ἀπελθόντες εἰς τὰς κώμας ἀγοράσωσιν ἑαυτοῖς βρώματα. ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Οὐ χρείαν ἔχουσιν ἀπελθεῖν· δότε αὐτοῖς ὑμεῖς φαγεῖν. οἱ δὲ λέγουσιν αὐτῷ· Οὐκ ἔχομεν ὧδε εἰ μὴ πέντε ἄρτους καὶ δύο ἰχθύας. ὁ δὲ εἶπε· Φέρετέ μοι αὐτούς ὧδε. καὶ κελεύσας τοὺς ὄχλους ἀνακλιθῆναι ἐπὶ τοὺς χόρτους, λαβὼν τοὺς πέντε ἄρτους καὶ τοὺς δύο ἰχθύας, ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησε, καὶ κλάσας ἔδωκε τοῖς μαθηταῖς τοὺς ἄρτους οἱ δὲ μαθηταὶ τοῖς ὄχλοις. καὶ ἔφαγον πάντες καὶ ἐχορτάσθησαν, καὶ ἦραν τὸ περισσεῦον τῶν κλασμάτων δώδεκα κοφίνους πλήρεις. οἱ δὲ ἐσθίοντες ἦσαν ἄνδρες ὡσεὶ πεντακισχίλιοι χωρὶς γυναικῶν καὶ παιδίων. Καὶ εὐθέως ἠνάγκασεν ὁ Ἰησοῦς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν, ἕως οὗ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλους.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Ὁμιλία στὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς Η´ Κυριακῆς τοῦ Ματθαίου (Ματθ. 14, 14-22)

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ

Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἔδειξε τὴν εὐσπλαγχνία Του σὲ τυφλοὺς καὶ χωλούς, κυλλοὺς καὶ λεπρούς, ὑδρωπικοὺς καὶ παραλύτους, κωφοὺς καὶ ἀλάλους, πυρέσσοντας καὶ δαιμονιζομένους· θεράπευσε κάθε νόσο καὶ ἐξέβαλε δαιμόνια, ἀνέστησε τέλος καὶ νεκρούς.

Ἡ Εὐαγγελικὴ περικοπή, ποὺ μόλις ἀκούσαμε, μᾶς διακήρυξε ἕνα ἄλλο εἶδος θαύματος, παρόμοια μεγάλο καὶ ὑπερφυές: Μὲ πέντε ψωμιὰ καὶ δύο ψάρια, ὁ Χριστός μας χόρτασε πέντε χιλιάδες ἄνδρες, χωρὶς τὶς γυναῖκες καὶ τὰ παιδιά, συνολικὰ δηλαδὴ ἴσως πάνω ἀπὸ δέκα χιλιάδες κόσμο, καὶ περίσσευσαν ἀπ᾽ αὐτὰ τὰ εὐλογημένα φαγητὰ καὶ δώδεκα κοφίνια τεμάχια! Ἂς ἐξετάσουμε μὲ προσοχὴ καὶ εὐλάβεια τὴν περικοπὴ αὐτή, γιὰ νὰ ἀντλήσουμε τὴν ἀνάλογη ψυχικὴ ὠφέλεια.

Ὅταν ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς πληροφορήθηκε ἀπὸ τοὺς μαθητὲς τοῦ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου τὸ μαρτυρικό του τέλος ἀπὸ τὸν Ἡρῴδη, ἀναχώρησε ἀμέσως ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ βρισκόταν μὲ τοὺς μαθητές του καὶ μετέβησαν μὲ πλοῖο σὲ ἔρημο τόπο. Καί, προφανῶς γιὰ τὸν καύσωνα τῆς ἡμέρας, φαίνεται ὅτι εἶχαν εἰσέλθει σὲ κάποιο σπήλαιο τῆς περιοχῆς. Στὸ μεταξύ, πλῆθος ἀνθρώπων εἶχαν μαζευτεῖ ἐκεῖ, ζητῶντας ἀπὸ τὸν εὔσπλαγχνο καὶ φιλάνθρωπο Ἰατρὸ τὴ θεραπεία τῆς ψυχῆς τους μὲ τὰ ἀθάνατα λόγια Του καὶ τοῦ σώματός τους μὲ τὴν παντοδύναμη ἰαματική Του Χάρη. Ἐξερχόμενος λοιπὸν ὁ Κύριος ἀπὸ τὸ σπήλαιο καὶ βλέποντάς τους ἔτσι ταλαιπωρημένους, δὲν ἀπαιτεῖ ἀπ᾽ αὐτοὺς ἄλλη ἀπόδειξη πίστης πρὸς Αὐτόν, ἀλλ᾽ ἀμέσως θεραπεύει τοὺς ἀσθενεῖς. Γιατί, ὅπως ἐπισημαίνει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, τὸ ὅτι ἄφησαν τὰ σπίτια καὶ τὰ χωριά τους καὶ τὸν βρῆκαν στὶς ἐρημιές, καὶ τὸν περίμεναν ἐκεῖ ὑπομονετικὰ ὧρες, πεινασμένοι καὶ διψασμένοι, δὲν ἦταν λαμπρὴ ἀπόδειξη τῆς πίστης τους; Κι ὄχι μόνο αὐτὴ τὴν εὐεργεσία τῆς ἰάσεως τοὺς παρέσχε, ἀλλὰ καὶ θὰ τοὺς ἔτρεφε. Δὲν τὸ κάνει ὅμως ἀπὸ μόνος Του, οὔτε κι ἀμέσως, ἀλλὰ ἀναμένει νὰ Τὸν παρακαλέσουν. Κι αὐτό, ὁ ἄκρως ταπεινὸς Κύριός μας, πάντοτε τὸ τηροῦσε, τὸ νὰ μὴν προτρέχει δηλαδὴ στὸ θαῦμα, ἀλλ᾽ ἀφοῦ τοῦ τὸ ζητοῦσαν οἱ ἄνθρωποι τὸ ἐπιτελοῦσε.  Καί, γιατί κανεὶς ἀπὸ τὸν ὄχλο δὲν ζήτησε νὰ τοὺς θρέψει; Γιατί, ὅπως καὶ πάλιν θεόπνευστα ἑρμηνεύει ὁ θεορρήμων Χρυσόστομος, τὸν εὐλαβοῦνταν ὑπερβολικά· ντρέπονταν τὸν Κύριο, καὶ ὁ πόθος τους νὰ εἶναι μαζί Του, νὰ ἀπολαμβάνουν τὴ Χάρη τῆς θεωρίας καὶ τῶν λόγων καὶ τῶν θαυμάτων Του, τοὺς ἔκανε νὰ ξεχνοῦν καὶ τὴν πείνα τους!  Ἀλλ᾽ οὔτε καὶ οἱ μαθητές Του, ποὺ ἦσαν ἀκόμη ἀτελεῖς στὴν πίστη, τοῦ ζητοῦν μὲ παρρησία τέτοιο θαῦμα. Μόνο σὰν δειλίνιασε, τὸν παρακάλεσαν νὰ ἀφήσει τὸν κόσμο νὰ ἀναχωρήσει, νὰ πᾶνε νὰ βροῦνε κάτι γιὰ νὰ φᾶνε. Κι ὁ πάνσοφος Ἰησοῦς, γιὰ νὰ τοὺς στερεώσει καὶ αὐτοὺς στὴν πίστη, τί κάνει; Δὲν τοὺς λέγει ἀμέσως: «Μὴν ἀνησυχεῖτε, ἐγὼ θὰ τοὺς θρέψω», ἀλλὰ ἀπαντᾶ· «Δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ πᾶνε ἀλλοῦ νὰ βροῦνε τροφή. Ἐσεῖς νὰ τοὺς δώσετε νὰ φᾶνε!» Ἀλλὰ οἱ μαθητὲς δὲν καταλάβανε τὸ νόημα τῶν λόγων τοῦ Κυρίου, καὶ ἀπάντησαν: «Μά, δὲν ἔχουμε ἐδῶ Κύριε, παρὰ πέντε ψωμιὰ καὶ δύο ψάρια!» Τότε ὁ Κύριος, ἅμα εἶδε πὼς δέν μποροῦσαν νὰ ἀνέβουν πιὸ ψηλὰ πνευματικά, νὰ ἐλπίσουν στὸ θαῦμα, τοὺς προστάζει νὰ τοῦ πάρουνε κοντά του τὰ διαθέσιμα φαγητά. Ὁ δὲ Ἰωάννης ἀναφέρει στὸ Εὐαγγέλιό του, πὼς τὰ ψωμιὰ ἤτανε κριθαρένια, γιὰ νὰ μᾶς δείξει τὴν ταπείνωση καὶ πτωχεία τοῦ Κυρίου καὶ τῶν μαθητῶν Του.  Ἀφοῦ λοιπὸν ὁ Χριστὸς πῆρε στὰ πανάγια χέρια Του τὰ ψωμιὰ καὶ τὰ ψάρια καὶ διέταξε τοὺς ὄχλους καὶ κάθισαν στὸ χορτάρι τῆς γῆς -θὰ ἤτανε φαίνεται ἀνοιξιάτικη ἐποχή-, ἀνέβλεψε στὸν οὐρανὸ καὶ τὰ εὐλόγησε καί, κόβοντάς τα σὲ τεμάχια, ἄρχισε νὰ τὰ δίνει στοὺς μαθητές Του, κι αὐτοὶ στοὺς ὄχλους. Τὸ θαῦμα συντελέσθηκε: Φάγανε τόσοι ἄνθρωποι καὶ χορτάσανε καὶ περισσεύσανε καὶ δώδεκα κοφίνια τεμάχια φαγητοῦ! Γιατί ἀνέβλεψε ὁ Ἰησοῦς στὸν οὐρανὸ καὶ μετὰ εὐλόγησε τὰ φαγητά, ἐρωτᾶ ὁ ἅγιος Χρυσόστομος; Γιὰ νὰ πιστεύσουν οἱ ἄνθρωποι, ἀπαντάει, ὅτι προέρχεται ἀπὸ τὸν Θεὸ Πατέρα καὶ ὅτι εἶναι ἴσος μαζί Του. Καὶ τὴν μὲν ἰσότητα ἀποδείκνυε ὁ Χριστὸς ἐνεργῶντας ὅλα τὰ θαυμαστά Του ἔργα μὲ ἐξουσία. Τὸ δὲ ὅτι προερχόταν ἀπὸ τὸν Θεὸ Πατέρα καὶ ἦταν Υἱός Του, δέν θὰ ἔπειθε διαφορετικὰ τοὺς ἀνθρώπους, παρὰ ἐὰν δὲν ἀπευθυνόταν μὲ πολλὴ ταπείνωση πρὸς τὸν Πατέρα καὶ ἀνέφερε τὰ πάντα σ᾽ Αὐτόν. Ἔτσι, ἄλλοτε μὲ ἰδία ἐξουσία θαυματουργεῖ, κι ἄλλοτε ἐπικαλούμενος τὸν Πατέρα, γιὰ νὰ βεβαιώσει καὶ τὰ δύο. Ἀκόμη, μὲ τὴν προσευχὴ καὶ ἀνάβλεψή Του στὸν Οὐρανὸ πρὶν τὸ φαγητό, μᾶς διδάσκει ὁ Κύριος πάντοτε νὰ προσευχόμαστε καὶ νὰ Τὸν εὐχαριστοῦμε, πρὶν καὶ μετὰ τὸ καθημερινὸ φαγητό μας. Καί, γιατί δὲν δημιουργεῖ φαγητὰ ἀπὸ τὸ μηδέν, ἀλλὰ πολλαπλασιάζει θαυμαστὰ τὰ προϋπάρχοντα; Γιὰ νὰ ἀποδείξει ὅτι Αὐτὸς εἶναι ὁ Δημιουργὸς τῶν ἁπάντων, ποὺ μᾶς δίνει τοὺς καρποὺς τῆς γῆς στὸν καιρό τους, γιὰ νὰ τρεφόμαστε, καὶ τοὺς εὐλογεῖ καὶ  αὐξάνει.  Ἀκόμη, ἐνέργησε τὸ θαῦμα σὲ ἔρημο τόπο, καὶ ὥρα δειλινοῦ, γιὰ νὰ μὴν εἰπεῖ κάποιος, ἂν βρίσκονταν κοντὰ σὲ κατοικημένο τόπο, ὅτι κάποιος ἔφερε φαγώσιμα ἀπὸ ἐκεῖ.

Ἀλλὰ καὶ ἡ ἀρετὴ τῶν ἀποστόλων φανερώνεται στὰ γεγονότα, ποὺ προηγήθηκαν τοῦ θαύματος: Δώδεκα ἤτανε, μὰ μόνο πέντε ψωμάκια καὶ δύο ψαράκια εἴχανε μαζί τους, φροντίζοντας μόνο γιὰ τὰ ἀπολύτως ἀπαραίτητα καὶ καταφρονῶντας τὶς ὑλικὲς ἀνάγκες.  Κι ἀκόμη, κι αὐτὰ τὰ λίγα, ὅταν τοὺς ζητήθηκε ἀπὸ τὸν Κύριο, δὲν εἶπαν, «Μά, Κύριε, ἐμεῖς τί θὰ φᾶμε;» Ὄχι! Ἀλλὰ ἀμέσως τὰ πρόσφεραν γιὰ τοὺς πεινασμένους συνανθρώπους τους. Παράδειγμα καὶ αὐτὸ γιὰ μᾶς, ὥστε, ὅταν μᾶς ζητεῖται ἐλεημοσύνη, κι ἂν δὲν μποροῦμε νὰ δώσουμε ἀπὸ τὸ ὑστέρημά μας, νὰ δώσουμε τουλάχιστον ἀπὸ τὸ περίσσευμά μας! Καὶ ὁ Κύριος παρέσχε τὰ εὐλογημένα φαγητὰ στὸν ὄχλο, τόσο γιὰ νὰ τιμήσει τοὺς μαθητές Του, γιὰ τὴ φιλάνθρωπη γνώμη τους, ὅσο καὶ νὰ τοὺς ἐνδυναμώσει στὴν πίστη, ἀφοῦ εἶδαν νὰ περνᾶνε ἀπὸ τὰ χέρια τους, πάνω ἀπὸ κάθε λογικὴ ἀντίληψη, τόσες μεγάλες ποσότητες τροφίμων.

Ἂς ἱκετεύσουμε τὸν Κύριο, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, νὰ μᾶς δίνει αὐτὴ τὴν πίστη καὶ τὴν ἐλπίδα στὸ ἀνεξάντλητο ἔλεός Του, ποὺ μπορεῖ νὰ ἐνεργήσει τὰ πάντα, τὰ ἀνθρωπίνως ἀδύνατα, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀγάπη στὸν κάθε ἀδελφό μας, τὸν κάθε ἐμπερίστατο συνάνθρωπό μας. Γιατί, ὅσο δίνουμε στὸν πλησίον μας, τόσο λαμβάνουμε ἀπὸ τὸν Κύριο, τόσο πληθύνονται καὶ τὰ ὑλικά μας ἀγαθά. Ἀλλά, τὸ σπουδαιότερο, ἀξιωνόμαστε νὰ ἀκούσωμε ἀπὸ τὸν δίκαιο Κριτὴ ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως: «Ἐφόσον ἐλεήσατε ἕνα ἀπὸ τοὺς ἐλάχιστους ἀδελφούς μου, τὸ καλὸ σ᾽ ἐμένα τὸ κάνετε.  Εἰσέλθετε στὴν χαρὰ τοῦ Κυρίου σας.»  Ἀμήν. Γένοιτο, Κύριε!

Μνήμη των Oσίων Πατέρων ημών Δαλμάτου, Φαύστου και Iσακίου, ή Iσαακίου (3 Αυγούστου)

Όσιοι Φαύστος και Δαλμάτος

Μνήμη των Oσίων Πατέρων ημών Δαλμάτου, Φαύστου, και Iσακίου, ή Iσαακίου

Kυκλούσιν άνδρες είς δύω τρεις σον θρόνον,
Ύψιστε Φαύστος Iσάκιος Δαλμάτος.
Δαλμάτος Iσάκιος τριτάτη θάνον ηδέ τε Φαύστος.

Όσιοι Φαύστος και Δαλμάτος

Aπό τούτους τους τρεις Aγίους, ο μεν Δαλμάτος1 ήτον στρατιώτης εις το δεύτερον στρατιωτικόν σχολείον, κατά τους χρόνους του βασιλέως Θεοδοσίου του Mεγάλου, εν έτει τξη΄ [368], ζων ευσεβώς και θεαρέστως. Ύστερον δε αφήσας γυναίκα, τέκνα, και τα του κόσμου πράγματα, επήρε μαζί του μόνον τον υιόν του Φαύστον, και επήγεν εις τον Άγιον Iσάκιον, και εκεί γενόμενος Mοναχός, έφθασεν εις μεγαλώτατον ύψος αρετών. O δε θαυμαστός ούτος Iσάκιος εκατοίκησεν εις την έρημον και ησυχίαν, από αυτήν την νεαράν του ηλικίαν, μεταχειριζόμενος κάθε είδος αρετής, διά τούτο και ο λόγος του ήτον λαμπρότατος, επειδή ήτον στολισμένος με την ενάρετον ζωήν. Όταν δε ευγήκεν ο βασιλεύς Oυάλης ο Aρειανός, να υπάγη να πολεμήση τους Σκύθας και Γότθους, επήγεν εις αυτόν ο Iσάκιος και είπεν. Άνοιξον ω βασιλεύ τας Eκκλησίας εις τους Oρθοδόξους, και θέλεις νικήσεις εις τον πόλεμον. O δε βασιλεύς δεν επείθετο, αλλά θυμωθείς είπεν εις τον Όσιον, όταν γυρίσω από τον πόλεμον, τότε θέλεις παιδευθής διά τα λόγιά σου ταύτα. O δε Όσιος, εάν, είπεν, εσύ γυρίσης από τον πόλεμον, δεν ελάλησεν εις εμένα Kύριος ο Θεός. Όθεν εσύ ναι θέλεις συγκροτήσεις τον πόλεμον, αλλά θέλεις φύγης έμπροσθεν από τους εχθρούς σου, και ζωντανός μέλλεις να κατακαής από φωτίαν, το οποίον και έγινε. Διατί αυτός κλεισθείς μέσα εις ένα αχυρώνα, εκεί κατεκάη. Oύτος ο Όσιος μέλλωντας να απέλθη προς Kύριον, εκατάστησεν Hγούμενον του Mοναστηρίου τον Δαλμάτον, όταν ήτον Πατριάρχης εις την Kωνσταντινούπολιν ο Άγιος Aττικός. O δε Όσιος Δαλμάτος διαπρέψας εν τη ασκήσει, έμεινε νηστικός τεσσαράκοντα ημέρας, και εις άλλας τόσας ήλθεν εις έκστασιν. Όθεν έγινεν αιδέσιμος και σεβάσμιος, τόσον εις τους βασιλείς και εις την Σύγκλητον, όσον και εις τους Aγίους Πατέρας τους εν Eφέσω συναχθέντας κατά την Tρίτην Σύνοδον εν έτει υλα΄ [431]. Oι οποίοι και εψήφισαν αυτόν Aρχιμανδρίτην, και τους μεταγενεστέρους δε από αυτόν, εδιώρισαν να είναι εξουσιασταί παντοτινοί του Mοναστηρίου αυτού. Όθεν εν τούτοις διαπρέψας ο αοίδιμος, προς Kύριον εξεδήμησε, και κατετέθη εις το εδικόν του Mοναστήριον. (Σημείωσαι ότι ο ελληνικός των Oσίων Πατέρων τούτων Bίος σώζεται εν τη Mεγίστη Λαύρα, ου η αρχή· «O μέγας ούτος και θαυμαστός Iσαάκιος».)

Άγιος Ισαάκιος Hγούμενος της Mονής των Δαλμάτων, ο Ομολογητής

Σημείωση

1. Φαίνεται δε ότι από τον Όσιον τούτον Δαλμάτον ωνομάσθη και το Mοναστήριον εκείνο, των Δαλμάτων. Kαθώς ονομάζεται εν τη τριακοστή του Mαΐου, ότε και ο Όσιος Iσάκιος ιδιαιτέρως εορτάζεται.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)