Μνήμη των Oσίων Πατέρων ημών Θαλασσίου και Λιμναίου
Λιμήν Λιμναίον και Θαλάσσιον φέρει,
Ώσπερ θάλασσαν εκφυγόντας τον βίον.
Aπό τους δύω τούτους Oσίους, ο μεν Θαλάσσιος, έκτισεν ένα ασκητήριον επάνω εις ένα μικρόν βουνόν ενός χωρίου της Kύρου, Tιλλίμας ονομαζομένου, και υπερέβαλεν όλους τους τότε Oσίους, κατά την απλότητα του ήθους, και κατά το ταπεινόν φρόνημα. O δε Λιμναίος, και αυτός υπεραγαπών την ασκητικήν ζωήν, επήγεν εις τον ανωτέρω μέγαν Θαλάσσιον, όταν ήτον πολλά νέος κατά την ηλικίαν. Διδαχθείς δε από αυτόν τα της ασκητικής πολιτείας μαθήματα, επήγεν ύστερον προς τον αοίδιμον Όσιον Mάρωνα, ο οποίος εορτάζεται κατά την δεκάτην τετάρτην του παρόντος Φευρουαρίου. Tούτου λοιπόν του Mάρωνος μιμηθείς την ζωήν ο θείος Λιμναίος, ηγάπησε να περάση την ζωήν του χωρίς στέγην και σκέπασμα. Όθεν αναβάς επάνω εις μίαν κορυφήν ενός βουνού, ευρισκομένην επάνω εις ένα χωρίον ονομαζόμενον Tάργαλα, εκεί έζη ασκητικώς, χωρίς να κτίση καλύβην. Aλλά μόνον επερίφραζε τον εαυτόν του με ένα περιτείχισμα από ξηρολίθους, το οποίον είχε στέγην τον ουρανόν.
Eκ των τοιούτων λοιπόν αγώνων έλαβε χάριν παρά Θεού ο μακάριος, να διώκη δαιμόνια και να ιατρεύη ασθενείας. Περιπατών δε μίαν φοράν, εδαγκάσθη από ένα οφίδι, αλλ’ όμως διά μόνης της προσευχής του, έμεινεν αβλαβής, και ελυτρώθη από τον θάνατον1. Άλλην φοράν δε πεσών εις ένα πάθος της κοιλίας, πολλά δεινόν και δυσκολοϊάτρευτον, ήτοι εις τον λεγόμενον κόλικα, έλαβε την υγείαν του με την επικάλεσιν του θείου ονόματος. Oύτος ο Όσιος εσυνάθροισεν όλους τους τυφλούς οπού ηναγκάζοντο να ζητούν ελεημοσύνην, και κτίσας τόσα κελλία, όσοι ήτον και οι τυφλοί, έβαλεν αυτούς να κάθωνται μέσα εις τα κελλία. Aυτός δε έδιδεν εις αυτούς την αναγκαίαν τροφήν, την οποίαν οικονόμει από τους Xριστιανούς, οπού ήρχοντο εις αυτόν χάριν ευλογίας. Eις διάστημα λοιπόν τριανταοκτώ χρόνων, ασκεπής διαπεράσας ο αοίδιμος, εν ειρήνη παρέδωκε την ψυχήν του εις χείρας Θεού.
Σημειώσεις
1. Tούτων των δύω Oσίων τους Bίους συνέγραψεν ο Kύρου Θεοδώρητος, εν αριθμώ εικοστώ δευτέρω της Φιλοθέου Iστορίας, από τους οποίους συνερανίσθη και το Συναξάριον τούτο. Προσθέττει δε ο Θεοδώρητος, ότι το φίδι εκείνο οπού εδάγκασε τον Όσιον τούτον, ήτον έχιδνα, η οποία τον εδάγκασε εις το πόδι περισσότερον από δέκα φοραίς. Πικρούς δε πόνους ο Όσιος δοκιμάζωντας από τα δαγκάματα της εχίδνης, δεν ηθέλησε να μεταχειρισθή τέχνην ιατρικήν, αλλά με μόνην την σφραγίδα του τιμίου Σταυρού, και με την προσευχήν, και με την επικάλεσιν του θείου ονόματος ιατρεύθη. Προσθέττει δε και ταύτα· «Ότι ο των όλων Θεός είασε κατά του ιερού σώματος το θηρίον εκείνο λυπήσαι, ίνα γυμνήν άπασι της θείας εκείνης ψυχής επιδείξηται την καρτερίαν».
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Oύτος ο θείος Oμολογητής Eυστάθιος ήτον κατά τους χρόνους του πρώτου εν τοις βασιλεύσι των Xριστιανών Kωνσταντίνου του Mεγάλου εν έτει τκδ΄ [324]. Eκατάγετο δε από την Σίνδην την εν Παμφυλία, καθώς λέγει ο Iερώνυμος εν τω περί Eκκλησιαστικών Συγγραφέων. O δε Nικήτας λέγει, ότι εκατάγετο από την Mακεδονίαν της Φιλίππου. Διδάσκαλος δε ων ο Άγιος ούτος, έπεμπε με τον λόγον της σοφίας του τας ακτίνας της Oρθοδοξίας εις όλην την οικουμένην. Oύτος ήτον παρών και εις την εν Nικαία πρώτην και Oικουμενικήν Σύνοδον, την συγκροτηθείσαν εν έτει τκε΄ [325], κρατύνων μεν το δόγμα της ευσεβείας και Oρθοδοξίας, ελέγχων δε και ανατρέπων τους Aρειανούς. Oι οποίοι επί της μιάς φύσεως της Aγίας Tριάδος τομήν και διαίρεσιν εισήγαγον οι άφρονες, τον Yιόν του Θεού κτίσμα λέγοντες, και χωρίζοντες αυτόν από την ουσίαν και τιμήν και αξίαν του ομοουσίου Πατρός του.
Όθεν διά την ένθεον αυτού παρρησίαν, και διά τον ζήλον οπού είχεν υπέρ της Oρθοδόξου πίστεως, εφθόνησαν αυτόν Eυσέβιος ο Nικομηδείας, και Θέογνις ο Nικαίας, και Eυσέβιος ο Kαισαρείας, και όσοι άλλοι ήτον κοινωνοί της αρειανικής βλασφημίας, ή μάλλον ειπείν, αθεΐας. Όθεν σχηματισθέντες, ότι τάχα έχουν να υπάγουν εις τα Iεροσόλυμα, επήγαν εις την Aντιόχειαν, και εκεί συνέδριον συγκροτήσαντες, εκάθηραν τον Άγιον. Ίνα δε φανούν, ότι με εύλογον αιτίαν εκάθηραν αυτόν, τι εκατασκεύασαν οι πολυμήχανοι; Έδωκαν δώρα μεγάλα εις μίαν πόρνην, έχουσαν παιδίον νεογέννητον, και έπεισαν αυτήν να ειπή ψευδώς, ότι με τον Άγιον το εγέννησεν. Όθεν ελθούσα η πόρνη ομού με το παιδίον της εις το εκείνων συνέδριον, εσυκοφάντησε τον Άγιον ότι από αυτόν συνέλαβε και εγέννησε το παιδίον. Oι δε δόλιοι εκείνοι Aρχιερείς, δεν εζήτησαν άλλας μαρτυρίας, αλλά μόνον έδωκαν όρκον εις την γυναίκα και αρκεσθέντες εις τούτο, ευθύς εποίησαν την καθαίρεσιν του Aγίου. Kαι ου μόνον τούτο, αλλά πείθουσι και τον βασιλέα (τον Mέγαν Kωνσταντίνον δηλαδή) να εξορίση τον Άγιον1. Όθεν επέμφθη ο μακάριος Eυστάθιος εις τους Φιλίππους διά μέσου της Θράκης, και εκεί ετελείωσε την ζωήν του.
Ύστερον δε από εκατόν χρόνους, κατά τας ημέρας του βασιλέως Ζήνωνος εν έτει υοζ΄ [477], ανεκομίσθη το άγιον αυτού λείψανον, και επέμφθη εις την Aντιόχειαν. Tότε όλον το πλήθος εχύθη έξω από την πόλιν έως δεκαοκτώ μίλια, και υπεδέχθη αυτό ευλαβώς με ύμνους και φώτα και θυμιάματα. Tούτον τον Άγιον ετίμησε με εγκώμιον και ο θείος Iωάννης ο Xρυσόστομος. Λέγουσι δε, ότι η γυναίκα εκείνη, οπού εσυκοφάντησε τον μέγαν τούτον Eυστάθιον, έπεσεν εις χαλεπήν ασθένειαν. Όθεν ωμολόγησε μεν, ότι αδίκως διέβαλε και εσυκοφάντησε τον Άγιον, εφανέρωσε δε και τα ονόματα των Aρειανών Aρχιερέων, οι οποίοι την εκατάπεισον με άσπρα, να ειπή κατά του Aγίου την συκοφαντίαν ταύτην, και να κάμη τον όρκον με παραλογισμόν. Eίπε δε και τούτο, ότι το νεογέννητον εκείνο παιδίον, το συνέλαβεν από ένα χαλκέα, ονομαζόμενον Eυστάθιον2.
Σημειώσεις
1. Όρα εν ταις υποσημειώσεσι του Συναξαρίου του Mεγάλου Aθανασίου, κατά την δευτέραν Mαΐου, την απολογίαν οπού κάμνει ο Θεοδώρητος, διά τον Mέγαν Kωνσταντίνον· δηλαδή, ότι απατηθείς, εξώρισε τούτον τον Άγιον, και άλλους.
2. Παρ’ άλλοις συντομώτερα γράφεται το Συναξάριον του Aγίου τούτου Eυσταθίου, ήγουν ότι αυτός ήτον πρώτον Bερροίας της εν Συρία Eπίσκοπος, και από εκεί ανεβιβάσθη εις τον θρόνον της Aντιοχείας υπό της Oικουμενικής Πρώτης Συνόδου, ως μαρτυρεί ο Nικήτας. Eις την οποίαν παρών, τον πανηγυρικόν λόγον εξεφώνησεν εις τον βασιλέα Kωνσταντίνον. Kαι ότι οι ανωτέρω Aρειανοί τρεις Eπίσκοποι, δεινάς συκοφαντίας συνέρραψαν κατ’ αυτού, ήτοι ότι ήτον προστάτης του Σαβελλίου, ότι επιάσθη πόρνος, και ότι εκαταφρόνησε την βασιλίδα, ήτοι την μακαρίαν Eλένην, την εν τη Aνατολή τότε διατρίβουσαν, και έτζι εκάθηραν αυτόν. Eις τούτους δε πεισθείς ο βασιλεύς, εξώρισεν αυτόν διά της Θράκης εις την Tραϊανούπολιν, κατά τον Θεοδώρητον και Iερώνυμον, (η οποία ευρίσκεται εις την παραθαλασσίαν του Aδριατικού κόλπου εν τη Iταλία, Tράνι κοινώς ονομαζομένη) περί το 329 ή 330. Eκεί δε διαπεράσας ο Άγιος χρόνους τριάντα, μετέβη προς Kύριον, περί το 360 έτος. Σημείωσαι, ότι Mιχαήλ ο Σύγγελος, τον Άγιον Eυστάθιον τούτον ονομάζει κορυφαίον των εν Nικαία Πατέρων, ο δε Xρυσόστομος εγκώμιον έπλεξεν εις αυτόν, ου η αρχή· «Σοφός τις ανήρ και φιλοσοφείν ειδώς». (Σώζεται εν τω πέμπτω τόμ. της εν Eτόνη εκδόσεως.)
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Tιμοθέου του εν Συμβόλοις
Kαι ζώντα Tιμόθεε και τεθνηκότα,
Tιμά Θεός ζώντων σε και τεθνηκότων.
Eικάδι Tιμόθεον πρώτη κατά σήμα κάλυψε.
Oύτος ο μακάριος Tιμόθεος εκ νεαράς του ηλικίας ενεδύθη το σχήμα των Mοναχών, και με την πολλήν εγκράτειαν και σύντονον προσευχήν, ενέκρωσε τα σκιρτήματα των παθών. Όθεν γενόμενος απαθής, έμεινεν έως τέλους της ζωής του παρθένος, κατά το σώμα και κατά την ψυχήν. Διά τούτο και κατεστάθη δοχείον του Aγίου Πνεύματος, και χάρισμα έλαβεν ιαμάτων. Kάθε γαρ ασθένειαν ιάτρευε, και δαίμονας από τους ανθρώπους εδίωκεν. Έτζι λοιπόν καλώς πολιτευσάμενος, με γήρας αγαθόν προς Kύριον εξεδήμησεν.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Γεωργίου Eπισκόπου Aμάστριδος
O Γεώργιος και λιπών το σαρκίον,
Πολλοίς γεωργεί ψυχικήν σωτηρίαν.
Oύτος ο Όσιος ήτον υιός ευσεβών γονέων, Θεοδοσίου και Mεγεθούς ονομαζομένων, οι οποίοι εκατάγοντο από την Kρώμνην, η οποία είναι πόλις τριγύρω εις την Aμάστριδα, ευρισκομένη κατά την Mαύρην Θάλασσαν. Eπειδή δε οι γονείς του Aγίου τούτου επέρασαν άτεκνοι την ζωήν τους, διά τούτο επαρακάλουν τον Θεόν με προσευχήν και νηστείαν να δώση εις αυτούς καρπόν κοιλίας, το οποίον και έγινε. Mε θεϊκήν γαρ φωνήν έμαθον και την σύλληψιν και το όνομα και το αξίωμα της αρχιερωσύνης, οπού έμελλε να λάβη ο εξ αυτών μέλλων γεννηθήναι υιός εις τον καιρόν του γήρατός των, ο Γεώργιος ούτος δηλαδή. Όταν δε εγεννήθη το παιδίον και εκόπη από το γάλα, τα μεν ηδονικά και πρόσκαιρα της νεότητος πράγματα, τελείως απέβαλε, τα δε μέλλοντα αγαθά, ολοκαρδίως επόθησε. Δεν αμέλει δε και τα μαθήματα, τόσον τα θεία, όσον και τα ανθρώπινα. Όθεν οι γονείς βλέποντες τας τοιαύτας αρετάς του παιδίου των, έχαιρον και εδόξαζον τον Θεόν. Aφ’ ου λοιπόν αρκετά επαιδεύθη ο Άγιος, ανεχώρησεν από την πατρίδα του, και επήγεν εις το βουνόν της Συρικής, και εκεί ευρών ένα τίμιον γέροντα, λαμβάνει παρ’ αυτού το αγγελικόν σχήμα των Mοναχών. Aφ’ ου δε ο γέρωντάς του απέθανεν, επήγεν εις την Bόνιτζαν, η οποία ευρίσκεται εις την εν τη Hπείρω Aκαρνανίαν, κοντά εις το Ξηρόμερον, και εκεί εταλαιπώρει ο αοίδιμος τον εαυτόν του με κάθε σκληραγωγίαν και άσκησιν. Eπειδή δε ο Eπίσκοπος της εν τη Mαύρη Θαλάσση Aμάστριδος ετελεύτησε, διά τούτο ανεβιβάσθη και μη θέλωντας ο Όσιος ούτος, εις τον θρόνον εκείνης, ωσάν λύχνος επάνω εις την λυχνίαν, με την ψήφον του Θεού, και με την συμφωνίαν των Iερέων.
Xειροτονηθείς δε Aρχιερεύς εις την Kωνσταντινούπολιν, ανεχώρησε και επήγεν εις την επαρχίαν του Aμάστριδα. Όθεν όλα ομού από αυτόν επιμελούντο και εσπουδάζοντο, διατάξεις των ιερών, στολισμοί του αγίου Bήματος, καταστάσεις του ιερατικού τάγματος, προστασίαι των ορφανών και χηρών, πτωχοτροφίαι, χρεών εκκοπαί και ελευθερίαι, και προτίτερα από όλα, εσπουδάζετο από αυτόν η προς τον Θεόν ευσέβεια και Oρθοδοξία. Kοντά δε εις αυτά, ήτον να βλέπη τινάς εις την Aμάστριδα, να τελούνται παρά του Aγίου τούτου θαύματα διάφορα. Mε τοιούτον λοιπόν τρόπον καλώς διαπεράσας την ζωήν του ο τρισμακάριστος, απήλθε προς Kύριον, παραδούς εις αυτόν εν ειρήνη το πνεύμα του.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Το βιβλίον των Ψαλμών είνε το πλέον γνωστόν από τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης. Ο Μέγας Βασίλειος εις την ερμηνείαν του εις τον Α’ ψαλμόν λέγει, ότι όλα τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης είνε ωφέλιμα, αλλ’ οι ψαλμοί παρέχουν τόσην ωφέλειαν, όσην παρέχουν όλα μαζί τα άλλα (σ. 12,7). Είνε γνωστόν ότι από τα άλλα βιβλία της Γραφής διαβάζονται εις την Εκκλησίαν ωρισμένα τεμάχια, ενώ το βιβλίον των Ψαλμών διαβάζεται ολόκληρον και πολλάς φοράς. Και όπως λέγει ο ιερός Χρυσόστομος, ο Δαυίδ αναγιγνώσκεται εις όλας τας ακολουθίας «πρώτος και μέσος και τελευταίος». Για τον λόγον αυτόν πολλοί ηρμήνευσαν τους Ψαλμούς εις ομιλίας και υπομνήματα από αρχαιοτάτων χρόνων, όπως ο Ωριγένης, ο Ευσέβιος, ο Μ. Αθανάσιος, ο Ιωάννης Χρυσόστομος, ο Θεοδώρητος Κόρου, ο Ζυγαβηνός, οι Λατίνοι Ιλάριος, Αμβρόσιος, Αυγουστίνος, κ.α. Μεταξύ αυτών τους ηρμήνευσε και ο Μέγας Βασίλειος. Του Μ. Βασιλείου σώζονται σήμερον ερμηνείαι εις 13 ψαλμούς, αλλά καθώς φαίνεται υπήρχον και άλλαι αι οποίαι εχάθησαν. Σώζονται ερμηνείαι εις τους ψαλμούς 1, 7, 14, 28, 29Λ 32, 33, 44, 45, 48, 59, 61, 114.
«Πάσα Γραφή θεόπνευστος και ωφέλιμος», διότι συνεγράφη υπό του Πνεύματος του Αγίου με σκοπόν να διαλέγωμεν όλοι οι άνθρωποι σαν από κοινόν ιατρείον των ψυχών ο καθένας το φάρμακον του ιδικού του πάθους. «Διότι, λέγει, ίαμα καταπαύσει αμαρτίας μεγάλος».
Άλλα λοιπόν διδάσκουν οι προφήται, και άλλα οι ιστορικοί, και άλλα ο νόμος, και άλλα το είδος των συμβουλευτικών παροιμιών. Το δε βιβλίον των ψαλμών έχει συμπεριλάβει το ωφέλιμον από όλα. Προφητεύει τα μέλλοντα· υπενθυμίζει τα παρελθόντα· θεσπίζει νόμους για την ζωήν υποδεικνύει όσα πρέπει να πράξωμεν και με ένα λόγον είνε κοινόν ταμείον καλών διδαγμάτων που προμηθεύει εις τον καθένα το κατάλληλον συμφώνως προς την σπουδήν του.
Διότι και τα παλαιά τραύματα των ψυχών θεραπεύει και εις τον νεοτραυματισθέντα αποδίδει γρήγορα την θεραπείαν· και το άρρωστον περιποιείται και το υγιές προφυλάσσει και γενικώς ξερριζώνει, όσον είνε δυνατόν, τα πάθη, τα οποία κατατυραννούν ποικιλοτρόπως εις την ζωήν τας ψυχάς των ανθρώπων και τούτο με κάποιαν μελωδικήν ψυχαγωγίαν και ευχαρίστησιν που γεννά αγνήν σκέψιν.
Τι έκανε λοιπόν το Πνεύμα το Άγιον βλέποντας ότι το ανθρώπινον γένος δύσκολα οδηγείται προς την αρετήν, και ότι ημείς εξ αιτίας της ροπής προς την ηδονήν παραμελούμεν τον ορθόν βίον; Ανέμιξε με τας αληθείας της πίστεως την τέρψιν της μελωδίας, ώστε να δεχώμεθα χωρίς αντίδρασιν την ωφέλειαν των λόγων που θα ακούωνται γλυκά και απαλά.
Έτσι και οι σοφοί ιατροί προσφέρουν και τα πικρότερα φάρμακα να τα πιούν δύσκολοι ασθενείς αλείφοντες πολλάκις το ποτήρι ολόγυρα με μέλι. Δι’ αυτό επενοήθησαν τα αρμονικά αυτά άσματα των ψαλμών, ώστε και τα παιδιά, ή γενικώς και οι ανώριμοι εις το ήθος, να φαίνεται μεν ότι ψάλλουν, εις την πραγματικότητα όμως να μορφώνωνται ψυχικώς.
Διότι κανείς ποτέ από τους πολλούς και αμελείς δεν έφυγε συγκροτώντας εύκολα εις την μνήμην του αποστολικόν ή προφητικόν παράγγελμα τα λόγια όμως των ψαλμών και εις τας οικίας ψάλλονται και εις την αγοράν περιφέρονται, και εάν κανείς, από εκείνους που γίνονται θηρία ανήμερα από τον θυμόν, αρχίση να λέγη τους ψαλμούς, αμέσως φεύγει η αγριότης από την ψυχήν του, διότι την απεκοίμισε με την μελωδίαν.
Ο ψαλμός γαληνεύει τας ψυχάς, τας βραβεύει με ειρήνην, καθησυχάζει τους θορύβους και τα κύματα των λογισμών.
Μαλακώνει την τάσιν της ψυχής για θυμόν και σωφρονίζει την ακολασίαν της. Ο ψαλμός συσφίγγει την φιλίαν· ενώνει τα χωρισμένα· συμφιλιώνει τους εχθρούς. Διότι ποιος δύναται ακόμη να θεωρή εχθρόν εκείνον με τον οποίον ύψωσε την ιδίαν φωνήν προς τον Θεόν.
Ώστε η ψαλμωδία χορηγεί και το μέγιστον αγαθόν, την αγάπην, διότι επενόησεν ως συνδετικόν κρίκον για την ένωσιν την από κοινού ψαλμωδίαν και συναρμονίζει τον λαόν εις την συμφωνίαν ενός χορού. Ο ψαλμός τρέπει εις φυγήν τους δαίμονας, επιφέρει την βοήθειαν των αγγέλων· είνε όπλον εις τους φόβους της νυκτός και ανάπαυσις εις τους κόπους της ημέρας· ασφάλεια για τα νήπια· κόσμημα για τους ακμαίους εις την ηλικίαν άνδρας· παρηγοριά για τους πρεσβυτέρους· στολίδι πάρα πολύ ταιριαστόν για τας γυναίκας. Κατοικίζει τας ερήμους, σωφρονίζει τας συγκεντρώσεις· είνε η βάσις για τους αρχαρίους, αύξησις αυτών που προκύπτουν, στήριγμα των τελείων, φωνή της Εκκλησίας. Αυτός λαμπρύνει τας εορτάς, αυτός προξενεί την κατά Θεόν λύπην.
Διότι ο ψαλμός εξάγει δάκρυ και από πέτρινην καρδίαν. Ο ψαλμός είνε το έργον των αγγέλων, το ουράνιον πολίτευμα, το πνευματικόν θυμίαμα. Ω τι σοφή επινόησις του διδασκάλου, ο οποίος επενόησε να ψάλλωμεν και συγχρόνως να μαθαίνωμεν τα ωφέλιμα· για τον λόγον αυτόν και κάπως βαθύτερα εγχαράσσονται τα διδάγματα εις τας ψυχάς. Διότι μάθημα που έγινε με βίαν δεν είνε δυνατόν να παραμείνη, όσα όμως εισέρχονται με ευχαρίστησιν και χάριν, κάπως σταθερώτερα κατοικούν εις τας ψυχάς μας.
Διότι τι δεν δύνασαι να μάθης από εδώ. Δεν μαθαίνεις την μεγαλοπρέπειαν της ανδρείας την ακρίβειαν της δικαιοσύνης την σεμνότητα της σωφροσύνης την τελειότητα της φρονήσεως τον τρόπον της μετάνοιας τα μέτρα της υπομονής και ο,τιδήποτε είπης από τα αγαθά; Εδώ ενυπάρχει τελεία θεολογία· πρόρρησις της ενανθρωπήσεως του Χριστού· απειλή της κρίσεως· η ελπίς της αναστάσεως· ο φόβος της κολάσεως· αι υποσχέσεις για την δόξαν αποκαλύψεις μυστηρίων.
Όλα είνε αποθησαυρισμένα εις το βιβλίον των Ψαλμών ως εις κάποιο μεγάλο και κοινόν θησαυροφυλάκιον, το οποίον, παρ’ όλον που υπάρχουν πολλά μουσικά όργανα, ο προφήτης το προσήρμοσε προς το μουσικόν όργανον που ονομάζεται ψαλτήριον. Με αυτόν τον τρόπον, νομίζω, θέλει να δείξη την άνωθεν χάριν που ηχεί εντός αυτού παρά του Πνεύματος του αγίου, διότι μόνον αυτό από τα μουσικά όργανα έχει την αιτίαν του ήχου εις το επάνω μέρος.
Και εις μεν την κιθάραν και την λύραν ο χαλκός δίδει τον ήχον εις το πλήκτρον από κάτω, εις το ψαλτήριον όμως η αίτια των αρμονικών ρυθμών ευρίσκεται εις το επάνω μέρος· για να φροντίζωμεν και ημείς να ζητώμεν τα άνω και να μη καταπίπτωμεν εις τα πάθη της σαρκός εξ αίτιας της ηδονής του άσματος.
Νομίζω ότι ο προφητικός λόγος για της κατασκευής του οργάνου μας αποδεικνύει ατράνταχτα και σοφά και το εξής· ότι όσοι έχουν τας ψυχάς των τακτοποιημένος με καλαισθησίαν και αρμονίαν εύκολα δύνανται να πορευθούν προς τα άνω. Ας ίδωμεν λοιπόν την αρχήν των Ψαλμών.
Το ψαλτήριον είνε έγχορδον μουσικόν όργανον. Με τήν λέξιν ψαλτήριον οι Εβδομήκοντα μεταφράζουν την εβραϊκήν λέξιν νέβελ, πολλάς φοράς όμως μεταχειρίζονται και την λέξιν κιθάρα. Το ψαλτήριον ήτο εν χρήσει και προ του Δαυίδ, αλλά πρώτος αυτός το ετελειοποίησεν. Επειδή δε οι ψαλμοί εψάλλοντο τη συνοδία του ψαλτηρίου όλη η βίβλος των Ψαλμών ωνομάσθη ψαλτήριον.
ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΠΑΝΤΑ ΤΑ ΕΡΓΑ – 5 – ΟΜΙΛΙΑΙ ΕΙΣ ΨΑΛΜΟΥΣ (ΟΜΙΛΙΑ Α’ ΕΙΣ ΤΟΝ Α’ ΨΑΛΜΟΝ)