Αρχική Blog Σελίδα 451

Ιωσήφ ο Ησυχαστής: Ένας σύγχρονος άγιος (Μοναχού Ιωσήφ Διονυσιάτη)

Σύντομος βιογραφία

Γεννήθηκε τὸ ἔτος 1898 εἰς τὸ χωρίον Λεῦκες τῆς Πάρου. Ἡ Πάρος εἶναι ἕνα μικρὸ καὶ ἤρεμο νησὶ τῶν Κυκλάδων. Οἱ γονεῖς του ἦσαν πτωχοὶ καὶ ἀναγκάζονταν νὰ ἐργάζωνται πολὺ διὰ νὰ συντηρήσουν τὴν οἰκογένειά τους. Ὁ πατέρας του ὠνομάζετο Γεώργιος καὶ ἀπέθανε πολὺ ἐνωρίς. Ἡ μητέρα του Μαρία ἀνέλαβε τὴν προστασία ὅλης τῆς οἰκογενείας. Ἡ μητέρα του ἦταν εὐλογημένη ψυχὴ καὶ εἶχε ἁπλότητα καὶ ἀκεραιότητα χαρακτῆρος καὶ ἐπήγαμε πολὺ συχνὰ εἰς τὴν Ἐκκλησίαν διὰ νὰ λειτουργηθῆ, ἀλλὰ καὶ διὰ νὰ περιποιηθῆ τὸν Ἱερὸν ναόν.

Ὅταν ὁ μικρὸς Φραγκίσκος -αὐτὸ ἦταν τὸ κοσμικὸν ὄνομα τοῦ Γέροντος Ἰωσὴφ- ἔφυγε διὰ νὰ γίνῃ μοναχὸς ἡ μητέρα του εἶπε εἰς τοὺς συγγενεῖς της: «Τὸ ἐγνώριζα πὼς θὰ γίνῃ μοναχὸς ἀπὸ τὴν γέννησίν του. Ὅταν ἐγέννησα τὸν Φραγκίσκον μου καὶ ἤμουνα ἀκόμη εἰς τὸ κρεββάτι μὲ τὸ μωρὸ δίπλα φασκιωμένο, εἶδα νὰ ἀνοίγη ἡ στέγη τοῦ σπιτιοῦ καὶ ἕνας φτερωτὸς καὶ πολὺ ὡραῖος νέος, ποὺ μόλις μποροῦσα νὰ τὸν ἀντικρύσω ἀπὸ τὴν πολλὴν λάμψιν του, κατέβηκε καὶ ἐστάθηκε πλάι στὸ μωρό μου καὶ ἄρχισε νὰ τὸ ξεσκεπάζη μὲ σκοπὸν νὰ τὸ πάρη.

Ὅταν ἐγὼ διαμαρτυρήθηκα λέγοντας, «Τί κάνεις καλέ; Θὰ μοῦ πάρης τὸ μωρό μου;» Ἐκεῖνος ἐπέμενε ὅτι διὰ τὸν σκοπὸν αὐτὸν ἦρθε καὶ αὐτὴ εἶναι ἡ ἀπόφασις. Καὶ διὰ νὰ μὲ βεβαιώση, μάλιστα μοῦ ἔδειξε σὲ ἕνα σημειωματάριο γραμμένη μιὰ ἐντολή, ὅτι πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ πάρη τὸ μικρό. Ὅταν ἀντιστάθηκα, ὁ Ἄγγελος μοῦ ἔδωσε ἕνα πολύτιμον κόσμημα σὲ σχῆμα σταυροῦ καὶ μοῦ πῆρε τὸ μωρό». Ἀπὸ τότε πίστευα, ἔλεγε ἡ μητέρα του Μαρία, ὅτι κάποτε ὁ Φραγκίσκος θὰ ἀκολουθοῦσε τὸν Χριστόν.

Ὁ Γέροντας ὡς τὴν ἐφηβικήν του ἡλικίαν παρέμεινε εἰς τὸ χωριό του καὶ βοηθοῦσε τὴν μητέρα του εἰς τὶς διάφορες ἐργασίες τοῦ σπιτιοῦ. Μετὰ ἔφυγε διὰ τὸν Πειραιά, ὅπου ἐργαζότανε ὡς μικροέμπορος. Εἰς τὴν ἡλικίαν τῶν εἰκοσιτριῶν ἐτῶν κέντρον τῆς ἐργασίας του ἦτο ἡ Ἀθήνα. Ἦταν πολὺ δραστήριος, ἀλλὰ ἀπέφευγε τὴν πονηρία καὶ τὴν ἀδικίαν.

Τότε ἄρχισε νὰ μελετᾶ πατερικὰ βιβλία. Μεγάλον ἐνθουσιασμὸν προκαλοῦσαν εἰς αὐτὸν οἱ βίοι τῶν μεγάλων ἀσκητῶν. Τὴν ἀπόφασίν του διὰ τὸν μοναχισμὸν τὴν ἐπῆρε ὕστερα ἀπὸ τὸ ἀκόλουθο ὅραμα:

«Ἕνα βράδυ εἶδα εἰς τὸν ὕπνο μου ὅτι περνοῦσα ἔξω ἀπὸ τὰ ἀνάκτορα καὶ ἀμέσως μὲ ἐπῆραν δυὸ ἀξιωματικοὶ τῆς ἀνακτορικῆς φρουρᾶς καὶ μὲ ἀνέβασαν εἰς τὸ παλάτι. Δὲν ἐκατάλαβα τὸν λόγον καὶ διὰ τοῦτο διαμαρτυρήθηκα. Τότε μοῦ ἀποκρίθηκαν μὲ καλωσύνη νὰ μὴ φοβοῦμαι, ἀλλὰ νὰ ἀνέβω, διατὶ εἶναι θέλημα τοῦ Βασιλέως. Ἀνεβήκαμε σὲ ἕνα πολὺ ὑπέροχον ἀνάκτορον, ἀνώτερον ἀπὸ κάθε ἐπίγειον, μοῦ ἐφόρεσαν μιὰ ὁλόλευκη καὶ πολύτιμη στολὴ καὶ μοῦ εἶπαν· «ἀπὸ ἐδῶ καὶ ἐμπρὸς θὰ ὑπηρετῆς ἐδῶ». Καὶ μετὰ μὲ ἐπῆγαν νὰ προσκυνήσω τὸν Βασιλέα.

Ξύπνησα ἀμέσως καὶ αὐτὰ ποὺ εἶδα καὶ ἄκουσα χαράχθηκαν τόσο πολὺ μέσα μου, ὥστε δὲν μποροῦσα νὰ κάνω ἢ νὰ σκεφθῶ τίποτε ἄλλο. Σταμάτησα τὶς ἐργασίες μου καὶ ἔμεινα σκεπτικός. Ἄκουγα ζωντανὰ μέσα μου νὰ ἐπαναλαμβάνεται διαρκῶς ἐκείνη ἡ ἐντολὴ «ἀπὸ τώρα καὶ ἐμπρὸς θὰ ὑπηρετῆς ἐδῶ». Ὅλη μου ἡ κατάστασις ἐσωτερικὰ καὶ ἐξωτερικὰ ἄλλαξε» (1).

Ἔτσι ἐπῆρε τὴν ἀπόφασιν καὶ ἔφυγε διὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ὁ πρῶτος σταθμὸς ἦταν τὰ Κατουνάκια. Ἐκεῖ ζοῦσε τότε ὁ ἀείμνηστος Γέροντας Δανιήλ, ὁ ἱδρυτὴς τῆς ἀδελφότητος τῶν Δανιηλαίων. Ἀπὸ τὸν Γέροντα Δανιήλ, ὁ ὁποῖος ἦταν εὐλαβὴς καὶ συνετὸς ἄνθρωπος, ἔλαβε μεγάλην βοήθειαν. Δὲν ἔμεινε ὅμως μαζύ του, διότι ἀγαποῦσε τὴν αὐστηρότερη ἡσυχαστικὴν ζωήν.

Γέροντας Αρσένιος ο Σπηλαιώτης

Σὲ μιὰ πανηγύρι τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ Ἄθωνα, ἐγνώρισε τὸν Γέροντα Ἀρσένιο. Ἔκτοτε ὁ π. Ἀρσένιος ἔγινε ὁ μόνιμος συνασκητὴς του καὶ δὲν ἐχώρισαν ποτὲ πλέον.

Ὑποτάχθηκαν εἰς τὸν Γέροντα Ἐφραὶμ ποὺ εἶχε τὴν καλύβην τοῦ Εὐαγγελισμοῦ εἰς τὰ Κατουνάκια. Ἔπειτα μαζὺ μὲ τὸν Γέροντά τους Ἐφραὶμ ἔφυγαν διὰ τὴν Σκήτην τοῦ Ἁγίου Βασιλείου διὰ περισσοτέραν ἄσκησιν.

Μετὰ τὴν κοίμησιν τοῦ Γέροντος Ἐφραὶμ ἄρχισαν τοὺς μεγάλους ἀσκητικοὺς ἀγώνας. Ἡ ἄσκησίς τους ἦταν ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία καὶ ἡ προσευχή. Κυριώτερον ὅμως ἔργον ἀποτελοῦσεν δι᾿ αὐτοὺς ἡ νῆψις καὶ ὁ ἐγκλεισμὸς τοῦ νοὸς εἰς τὴν καρδίαν.

Τὸ ἔτος 1938 μαζὺ μὲ τὸν π. Ἀρσένιον μετεκόμισαν εἰς τὶς ἀπόκρημνες σπηλιὲς τῆς Μικρᾶς Ἁγίας Ἄννης. Εἰς ἕνα ἀπὸ τὰ σπήλαια αὐτὰ ὑπῆρχε καὶ Ἐκκλησία τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Διεμόρφωσαν ἐκεῖ τὸν χῶρον, ἔκτισαν καὶ μερικὰ κελλία καὶ παρέμειναν εἰς τὸ σπήλαιον αὐτὸ ἕως καὶ τὸ ἔτος 1947.

Εἰς αὐτὸ τὸ ταπεινὸν σπήλαιον τοῦ Τιμίου Προδρόμου ἀσκήθηκαν καὶ ἑτοιμάσθηκαν τὰ πνευματικά του παιδιὰ καὶ ἔγιναν ἔπειτα ἡγούμενοι εἰς ἄλλα μοναστήρια. Εἰς τὸν μακαριστὸν Γέροντα Ἰωσὴφ ὀφείλεται ἡ πνευματικὴ ἀναγέννησις καὶ ἐπάνδρωσις ἕξι Ἱερῶν Μονῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ πολλῶν ἄλλων γυναικείων ἀδελφοτήτων εἰς τὸν Ἑλλαδικὸν χῶρον.

Ἀπὸ τὸ ταπεινὸν αὐτὸ σπήλαιον ἐξεκίνησε καὶ ὁ Γέροντας Ἐφραὶμ καὶ ἵδρυσε εἰς τὸν Καναδᾶ καὶ τὴν Ἀμερικὴν ἱεροὺς Παρθενῶνες, πνευματικὰ φυτώρια ἀπ᾿ ὅπου μεταφυτεύεται καὶ ἐξακτζώνεται τὸ Ὀρθόδοξον Πνεῦμα, τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ εἰς τὸν ἀπόδημον Ἑλληνισμόν, ἀλλὰ καὶ εἰς τὰ πέρατα τοῦ κόσμου.

Ἡ ἀρετὴ ἔχει κόπον διὰ νὰ τὴν ἀπόκτηση κανείς. Ἀλλὰ ὅταν τὴν ἀπόκτηση καὶ τὴν εὐωδίαν της δὲν μπορεῖ νὰ συγκρατήσῃ. Τὸ Ὀρθόδοξον ἀσκητικὸν Πνεῦμα μπορεῖ νὰ ἀναμορφώσῃ τὸν κόσμον καὶ νὰ ἀνάπλαση τὸν ἄνθρωπον ποὺ σήμερα ἔχασε τὸν δρόμον του, τὸν προορισμόν του καὶ ὑποφέρει πολύ.

Τὸ ἔτος 1951 μεταφέρθηκαν εἰς τὴν Νέαν Σκήτην, εἰς τὴν καλύβην τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, ὅπου παρέμεινε ἕως τὴν κοίμησίν του ποὺ συνέβη τὴν 15ην Αὐγούστου τοῦ ἔτους 1959, ἑορτὴν τῆς κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου.

Τὰ περὶ τῆς κοιμήσεώς του τὰ περιγράφει πολὺ γλαφυρὰ ὁ Γέροντάς μου Ἐφραὶμ εἰς τὸ βιβλίον «Προθύμως Ἀνάβαινε», τὸ ὁποῖον εἶναι ἔκδοσις τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου:

«Ἡ ἀγάπη του πρὸς τὴν Παναγίαν μας εἶναι ἀνωτέρα πάσης περιγραφῆς. Μόνον ποὺ ἀνέφερε τὸ ὄνομά της τὰ μάτια του ἔτρεχαν. Τὴν παρακαλοῦσε ἀπὸ καιρόν, νὰ τὸν πάρη, νὰ ξεκουρασθῆ. Καὶ τὸν εἰσήκουσεν ἡ Παντάνασσα. Τὸν ἐπληροφόρησε ἕνα μήνα πρὶν διὰ τὴν ἀναχώρησίν του. Μὲ ἐκάλεσε τότε ὁ Γέροντας καὶ μοῦ ὑπέδειξε τί νὰ ἑτοιμάσωμε. Ἐπεριμέναμε.

Τὴν παραμονὴν τῆς κοιμήσεώς του -14 Αὐγούστου 1959- ἐπέρασε νὰ τὸν ἴδη ὁ κ. Σχοινᾶς ἀπὸ τὸν Βόλον· ἦσαν γνώριμοι πολύ.

-Τί κάμετε, τοῦ λέγει, πῶς ἔχει ἡ ὑγεία σας;

-Αὔριον, Σωτήρη, ἀναχωρῶ διὰ τὴν αἰώνιαν πατρίδα. Ὅταν ἀκούσῃς τὶς καμπάνες, νὰ ἐνθυμηθῆς τὸν λόγον μου.

Τὸ βράδυ εἰς τὴν ἀγρυπνίαν τῆς Κοιμήσεως τῆς Παναγίας μας ὁ Γέροντας συνέψαλλε ὅσον ἠδύνατο μὲ τοὺς πατέρας. Εἰς τὴν Θείαν Λειτουργίαν τὴν ὥραν ποὺ ἐκοινώνησε τὰ Ἄχραντα Μυστήρια εἶπε· «ἐφόδιον ζωῆς αἰωνίου».

Ξημέρωσε 15η Αὐγούστου. Ὁ Γέροντας κάθεται στὴν μαρτυρική του πολυθρόνα στὴν αὐλὴ τοῦ ἡσυχαστηρίου μας. Περιμένει τὴν ὥραν καὶ τὴν στιγμήν. Εἶναι σίγουρος διὰ τὴν πληροφορίαν ποὺ τοῦ εἶχε δώσει ἡ Παναγία μας, ἀλλὰ βλέποντας τὴν ὥραν νὰ περνᾶ καὶ τὸν ἥλιον νὰ ἀνεβαίνη τοῦ ἔρχεται κάτι ὡσὰν στενοχώρια, ὡσὰν ἀγωνία διὰ τὴν βραδύτητα.

Εἶναι ἡ τελευταία ἐπίσκεψις τοῦ πονηροῦ. Μὲ φωνάζει καὶ μοῦ λέγει: «Παιδί μου, γιατί ἀργεῖ ὁ Θεὸς νὰ μὲ πάρη; Ὁ ἥλιος ἀνεβαίνει καὶ ἐγὼ ἀκόμη εἶμαι ἐδῶ!». Βλέποντας ἐγὼ τὸν Γέροντά μου νὰ λυπῆται καὶ σχεδὸν νὰ ἀδημονῇ, τοῦ λέγω μὲ θάρρος: «Γέροντα μὴ στενοχωρῆστε, τώρα ἐμεῖς θὰ κάνωμε εὐχὴ» καὶ θὰ φύγετε».

Ἐσταμάτησαν τὰ δάκρυά του. Οἱ πατέρες, ὁ καθένας τὸ κομποσχοίνι του καὶ ἔντονον τὴν εὐχήν. Δὲν ἐπέρασε ἕνα τέταρτο καὶ μοῦ λέγει: «Κάλεσε τοὺς πατέρες νὰ βάλουν μετάνοιαν, διότι φεύγω». Ἐβάλαμε τὴν τελευταίαν μετάνοιαν. Ἔπειτα ἀπὸ λίγο ἐσήκωσε τὰ μάτια του ὑψηλὰ καὶ ἔβλεπε ἐπιμόνως ἐπὶ δυὸ λεπτὰ περίπου. Κατόπιν γυρίζει καὶ πλήρης νηφαλιότητος καὶ ἀνεκφράστου ψυχικοῦ θάμβους μᾶς λέγει:

«Ὅλα ἐτελείωσαν, φεύγω, ἀναχωρῶ, εὐλογεῖτε!» Καὶ μὲ τὶς τελευταῖες λέξεις ἔγειρε τὸ κεφάλι του δεξιά, ἀνοιγόκλεισε δυὸ τρεῖς φορὲς ἤρεμα τὸ στόμα καὶ τὰ μάτια, καὶ αὐτὸ ἦταν. Παρέδωκε τὴν ψυχήν του εἰς χεῖρας Ἐκείνου, τὸν ὁποῖον ἐπόθησε καὶ ἐδούλευσεν ἐκ νεότητος.

Θάνατος ὄντως ὁσιακός. Εἰς ἡμᾶς ἐσκόρπισε ἀναστάσιμον αἴσθησιν. Ἐμπροστά μας εἴχαμε νεκρὸν καὶ ἥρμοζε πένθος, ὅμως μέσα μας ἐζούσαμε ἀνάστασιν. Καὶ τοῦτο τὸ αἴσθημα δὲν ἔλειψε πλέον· μὲ αὐτὸ συνοδεύεται ἔκτοτε ἡ ἐνθύμησις τοῦ ἀειμνήστου ἁγίου Γέροντος».

Ἡ διδασκαλία του περιέχεται εἰς ἑξηνταπέντε ἐπιστολάς, τὰς ὁποίας ἔχει ἐκδόσει ἡ Ἱερὰ Μονὴ Φιλοθέου. Εἰς αὐτὰς φαίνεται καθαρά, ὅτι εἶναι συνεχιστὴς καὶ ἐκφραστὴς ὅλης τῆς νηπτικῆς παραδόσεως.

Ὁ ἐμπειρικὸς τρόπος τῆς ζωῆς του ἔδειξε ἐφηρμοσμένην ὅλην τὴν διδασκαλίαν τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. Τὰ κύματα τῆς θείας χάριτος πλημμύριζαν τὴν ψυχήν του καὶ ὁ νοῦς του ἡρπάζετο εἰς θεωρίαν. Ἦτο κάτοχος τοῦ ἀκτίστου φωτὸς καὶ ἄριστος διδάσκαλος τῆς νοερᾶς προσευχῆς.

Ὅλος ὁ βίος του εἶναι ἕνα πνευματικὸν συναξάρι ποὺ θυμίζει τοὺς παλαιοὺς ἀσκητὰς τῆς ἐρήμου. Τοὺς ἀγώνας του μὲ τὰ δαιμόνια οὔτε νὰ τοὺς ἀκούσῃ κανεὶς δὲν τολμᾶ σήμερα. Ἦταν ἀνδρεῖος πολεμιστὴς ἐναντίον τῶν παθῶν καὶ ἐβίαζε τὸν ἑαυτόν του εἰς ἀφάνταστον βαθμόν. Ἀπέκτησε πολλὴν καθαρότητα καὶ ἁγνότητα ψυχῆς καὶ σώματος καὶ εἶχε ὡς παράδειγμα πάντα τὴν Παναγία μας. Ἔγραφε σὲ μία ἐπιστολή: «Δὲν ἠμπορῶ νὰ σᾶς περιγράψω πόσον ἀρέσκει ἡ Παναγία μας τὴν σωφροσύνην καὶ τὴν καθαρότητα. Ἐπειδὴ Αὐτὴ εἶναι ἡ μόνη ἁγνὴ Παρθένος, δι᾿ αὐτὸ καὶ ὅλους τοιούτους θέλει καὶ ἀγαπᾶ».

Ὁ ἀείμνηστος Γέρων Ἰωσὴφ ἐπέρασε ὅλα τὰ στάδια τῆς πνευματικῆς πορείας τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδὴ τῆς καθάρσεως, τοῦ φωτισμοῦ καὶ τῆς τελειώσεως. Ἐγνώρισε ὅλα τὰ θεῖα χαρίσματα αὐτῶν τῶν καταστάσεων.

Ἔγινε ἔμπειρος πνευματικὸς ὁδηγός, διακριτικὸς καὶ ἀπλανὴς ὁδηγὸς τῆς πνευματικῆς ζωῆς· δι᾿ αὐτὸ ἔγραφε: «ἀναγκάζομαι νὰ ἀνοίγω τοὺς αὔλακας εἰς τὸν κόσμον· καθότι ὑπάρχει ἐλπὶς νὰ δεχθοῦν τὸν λόγον ψυχαὶ καθαραὶ καὶ εἰς ἐμὲ νὰ γίνῃ ὠφέλεια ὁ μισθὸς τῆς ἀγάπης. Λοιπὸν ἀκούσατέ μου τοὺς λόγους, χαρίσατέ μου τὰς ἀκοάς…». Ἡ ζωή του καὶ ἡ διδασκαλία του εἶναι μιὰ ὀρθόδοξη ἐμπειρικὴ θεολογία.

Ἀπὸ πνευματικὴν ὑπακοὴν εἰς τὸν ἅγιον αὐτὸν Γέροντα, τὸν παπποῦν μας, ὀφείλομεν νὰ ἐκτελοῦμεν τὶς συμβουλές του, διὰ νὰ συνεχίζεται καὶ σήμερα ἡ νηπτικὴ καὶ ἡσυχαστικὴ παράδοσις εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ νὰ εὐαρεστῆται καὶ ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, τῆς ὁποίας τὸ περιβόλι ὡς ἀνάξιοι κατοικοῦμεν.

Νὰ ἔχωμεν τὴν εὐχὴν τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος Ἰωσήφ.

Τὸ παρὸν φυλλάδιον εἶναι ἀπόσπασμα ἀπὸ εὐρυτέραν ἐργασίαν περὶ τοῦ Γέροντος Ἰωσὴφ τοῦ Ἡσυχαστοῦ. Διανέμεται δωρεάν, τὴν δὲ δαπάνην ἀνέλαβε ἡ φιλόθεος προαίρεσις τοῦ ἀδελφοῦ Γεωργίου εἰς τὸν ὁποῖον ἀναλογεῖ καὶ ὁ μισθὸς ἀπὸ τὴν ὠφέλειαν ποὺ θὰ πρόκυψη ἐκ τῆς ἀναγνώσεως.

Εἰσαγωγή

Ἡ ἀσκητικὴ παράδοσις εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος εἶναι τόσον δυνατή, ὥστε ἐφ᾿ ὅσον ζῆς εἰς τὸ περιβόλι τῆς Παναγίας μας, πρέπει νὰ τὴν ἀκολουθήσης. Ἀπορρέει μέσα ἀπὸ τὴν ψυχὴ ἕνα αἴσθημα σεβασμοῦ καὶ ὑπακοῆς πρὸς τὴν ἱερότητα τοῦ χώρου αὐτοῦ. Ἐὰν δὲν ἐγκλιματισθῆς εἰς τὸν χῶρον αὐτὸν καὶ δὲν θέλησης νὰ ἀγωνισθῆς καὶ νὰ κράτησης αὐτὴν τὴν παράδοσιν, αἰσθάνεσαι ὅτι δὲν ἔχεις θέσιν εἰς αὐτὸν τὸν χῶρον.

Παραμένοντας κανεὶς εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος σημαίνει ὅτι ἀπὸ τὴν ἰδικήν του προαίρεση ἀγαπᾶ καὶ ὑπακούει εἰς ὅλην αὐτὴν τὴν ἀσκητικὴν παράδοσιν καὶ ἐντάσσεται ταπεινὰ μέσα εἰς αὐτὴν τὴν μεγάλην καὶ εὐλογημένην Ἁγιορειτικὴν ἀδελφότητα.

Οἱ Ἁγιορεῖτες πατέρες εἶναι ἐγκατεσπαρμένοι εἰς τὰ εἴκοσι κοινόβια, εἰς τὶς Σκῆτες, τὰ κελλία καὶ τὰ ἐρημητήρια· διατηροῦν μὲν τὴν ἴδια Ἅγιορείτικην παράδοσιν, ἀλλὰ μὲ τὸ ὀλίγον διαφορετικὸν λειτουργικὸν πρόγραμμα ἀπὸ τόπου εἰς τόπον συντελοῦν, ὥστε ἡ προσευχὴ νὰ μὴ καταπαύη ποτὲ εἰς τὸ περιβόλι τῆς Παναγίας μας. Ἡ νοερὰ προσευχὴ βέβαια δὲν περικλείεται σὲ τυπικὸν καὶ πρόγραμμα, ἀλλὰ συντελεῖται μυστικὰ καὶ ἀθόρυβα πάντοτε. Ἐδῶ ἁπλῶς ἐννοοῦμε τὶς τακτικὲς ἀκολουθίες ποὺ γίνονται εἰς τὸν ἱερὸν Ναόν.

Ἡ ἀξία τῆς νοερᾶς προσευχῆς εἶναι πάρα πολὺ μεγάλη διὰ τὴν ζωήν μας. Εἶναι ἕνας ἀγνοημένος καὶ κρυμμένος θησαυρός, ποὺ ὅποιος τὸν ἀνακάλυψη καὶ τὸν κρύψη μέσα εἰς τὴν ψυχήν του αἰσθάνεται ὅτι εἰσέρχεται εἰς τὴν αἰώνιον ζωήν. Ἡ νοερὰ προσευχὴ ἀρωματίζει ὅλα τὰ ἔργα μας, ἐνισχύει τὴν ψυχὴν εἰς τὴν ἄσκησιν, περικόπτει τὰ διάφορα πάθη, φωτίζει τὸν νοῦν καὶ ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἔχει φωτισμένον νοῦ ἀπὸ τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι μιὰ εὐλογία μέσα εἰς τὴν Ἐκκλησία.

Συνασκούμενοι καὶ συνεργαζόμενοι ὅλοι μαζὺ οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες δίδουν μιὰ μαρτυρία Ὀρθοδόξου Πίστεως καὶ ζωῆς εἰς τὸν σύγχρονον κόσμον. Ἀπὸ τὸν λόγον αὐτὸν ὅλον τὸ Ἅγιον Ὄρος κατακλύζεται ἀπὸ τοὺς προσκυνητάς, οἱ ὁποῖοι μὲ ζῆλον καὶ πόθον ψάχνουν νὰ βροῦν τὴν προσευχήν, τὴν ἄσκησιν, τὴν ἀρετήν, τὴν λύσιν τῶν προβλημάτων τους.

Τὸ Ἁγιώνυμον Ὄρος ἦτο ἀνέκαθεν καὶ θὰ εἶναι πάντοτε, μὲ τὴν πρεσβείαν τῆς Ὀροφυλάκισσας Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἕνας ὁλοφώτεινος Ναὸς ποὺ θὰ φρυκτωρῆ καὶ θὰ ἐξακτινώνη τὸ φῶς του πρὸς τὰ πέρατα τοῦ κόσμου.

Αὐτὴ ὅμως ἡ περίβλεπτος θέσις τοῦ Ἁγίου Ὄρους μᾶς ἐπιβάλλει νὰ καθιστοῦμε αὐτό, μὲ τὴν εὐλογίαν καὶ τὴν προστασίαν τῆς Παναγίας μας, τόπον μετανοίας καὶ προσευχῆς. Τὸ χρέος ποὺ ἀπορρέει ἀπὸ ὅλους τοὺς Ἁγιορεῖτες Πατέρες εἶναι νὰ διατηρήσωμεν αὐτὴν τὴν πνευματικὴν κληρονομίαν καὶ τὴν χάριν τῆς νοερᾶς προσευχῆς ὡς τὴν μεγίστην ὑπακοὴν καὶ ἐκπλήρωσιν τῶν μοναχικῶν μας ὑποσχέσεων.

Ὁ Γέρων Ἰωσὴφ ἦταν ἕνας πολὺ μεγάλος βιαστὴς εἰς τὸν ἑαυτόν του καὶ ἐμπειρότατος ἀσκητής. Ἐκοπίασεν ὅσον ὀλίγοι γιὰ νὰ ἀπόκτηση τὴν νοερὰν προσευχὴν καὶ νὰ κατανίκηση τὰ πάθη τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως. Εἰς τὶς ἐπιστολές του παρουσιάζεται ἡ ἀσκητική του διαγωγή, ἐκφράζεται ὅλη ἡ μοναχική του ἐμπειρία καὶ ἀποδεικνύεται ὅτι ἡ ζωή του δὲν ἀπέχει πολὺ ἀπὸ τοὺς ἀσκητὰς τῆς ἐρήμου τῶν πρώτων αἰώνων. Οἱ συμπλοκές του μὲ τοὺς δαίμονας ἐνθυμίζουν τοὺς ἀγώνας τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου καὶ τῶν μεγάλων ἀσκητῶν τῆς ἐρήμου.

Ἐπάλαισε μὲ τὰ δαιμόνια εἰς τὴν πρώτην γραμμή. Ποίος μπορεῖ νὰ παραμείνη ἀσυγκίνητος, ὅταν ἀκούη αὐτὸ τὸ ἀσκητικὸν πολεμικὸν διάγγελμα: «Ἔκτοτε ἤρχισαν οἱ ἄγριοι πόλεμοι, ὅπου δὲν μὲ ἄφηναν ἡμέραν καὶ νύκτα. Ἄγριοι πόλεμοι! Μήτε ὥραν νὰ ἡσυχάσω. Ἐπίσης καὶ ἐγὼ εἶχον μανίαν εἰς αὐτούς. Ἐξ ὥρας καθήμενος εἰς τὴν προσευχὴν δὲν ἐσυγχώρουν νὰ βγῆ ἀπὸ τὴν καρδίαν. Ἀπὸ τὸ σῶμα μου ὁ ἱδρῶτας ἔτρεχεν ὡσὰν βρύσι. Ξύλον ἀλύπητα. Πόνος καὶ δάκρυα. Νηστεία ἄκρα καὶ ὁλονύκτιος ἀγρυπνία» (2).

Θέλετε νὰ παρακολουθήσετε καὶ τὴν πολεμικὴν συμπλοκὴν μετὰ τῶν δαιμόνων; Ἂς ἀκούσωμεν τὴν καταπληκτικὴν αὐτὴν σύγκρουσιν ὅπως τὴν διηγεῖται ὁ ἴδιος: «Λοιπὸν μίαν νύκτα, καθὼς ηὐχόμην, ἦλθον πάλιν εἰς θεωρίαν καὶ ἡρπάγη ὁ νοῦς μου εἰς ἕνα κάμπον· καὶ ἦσαν κατὰ τάξιν -κατὰ σειρὰν- μοναχοὶ συνταγμένοι πρὸς μάχην. Καὶ ἕνας στρατηγὸς ἦλθε πλησίον μου καὶ μοῦ λέγει: Θέλεις, μοῦ λέγει, νὰ εἰσέλθης νὰ πολεμήσης εἰς τὴν πρώτην γραμμήν; Καὶ ἐγὼ τοῦ ἀπάντησα ὅτι σφόδρα ἐπιθυμῶ νὰ μονομαχήσω μὲ τοὺς ἀντίκρυ αἰθίοπας, ὅπου ἦσαν κατέναντι ὠρυόμενοι καὶ πῦρ πνέοντες ὡσὰν ἄγριοι σκύλοι, ὁποὺ μόνον ἡ θεωρία τους σοῦ ἐπροξένει τὸν φόβον. Ἀλλ᾿ εἰς ἐμένα δὲν ἦταν φόβος· διότι εἶχον τόσην μανίαν, ὅπου μὲ τὰ δόντια μου νὰ τοὺς σχίσω.

Εἶναι δὲ ἀληθὲς ὅτι καὶ ὡς κοσμικὸς ἤμουν τοιαύτης ἀνδρείας ψυχῆς. Τότε λοιπὸν μὲ χωρίζει ὁ στρατηγὸς ἀπὸ τὰς γραμμάς, ὅπου ἦταν ἡ πληθὺς τῶν πατέρων. Καὶ ἀφοῦ διήλθομεν τρεῖς ἢ τέσσαρας γραμμὰς συνταγματικῶς μὲ ἔφερεν εἰς τὴν πρώτην γραμμήν, ὅπου ἦσαν ἕνας ἢ δυὸ ἀκόμη κατὰ πρόσωπον τῶν ἀγρίων δαιμόνων. Αὐτοὶ ἦσαν ἕτοιμοι νὰ ὁρμήσουν καὶ ἐγὼ ἔπνεον πῦρ καὶ μανίαν κατεναντίον τους. Καὶ μὲ ἄφησε ἐκεῖ ἀφοῦ εἶπε: Ὅποιος ἐπιθυμεῖ νὰ πολεμήση ἀνδρείως μὲ αὐτούς, ἐγὼ δὲν τὸν ἐμποδίζω, ἀλλὰ βοηθῶ» (3).

Αὐτὸς εἶναι ὁ Γέρων Ἰωσὴφ· ὁ γενναῖος στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος μὲ τὴν βοήθειαν τοῦ Χριστοῦ πολεμεῖ εἰς τὴν πρώτην γραμμὴν καὶ ἀποδιώκει τὰς φάλαγγας τῶν δαιμόνων. Αὐτός, ὅπως βεβαιώνη ὁ ἴδιος, εἰσῆλθεν εἰς ὅλα τὰ καταφύγια τοῦ διαβόλου καὶ κατετροπωσε αὐτόν: «Κἀγὼ δὲ ἐπ᾿ ἀληθείας σᾶς λέγω ὅτι εἰσῆλθον εἰς ὅλα τὰ καταφύγια τοῦ ἐχθροῦ καὶ σκληρῶς μονομαχήσας ἐξῆλθον διὰ τῆς χάριτος».

Ἐκοπίασεν ὅσον ὀλίγοι ψάχνοντας νὰ βρῆ τὴν ἀρετήν. Συνέλεξε ὡς μέλισσα τὸ πνευματικὸν μέλι, ὅλην τὴν ἀσκητικὴν διδασκαλίαν καὶ παράδοσιν ποὺ εὑρῆκε εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ τὴν παρέδωσε εἰς τὰ παιδιά του. Αὐτὸ εἶναι τὸ δεύτερον βασικὸν ἔργον τοῦ Πάππου μας Ἰωσήφ. Πρῶτον ἔσκαψε βαθειὰ μέσα εἰς τὴν καρδίαν του, ἔδιωξε τὰ πάθη, ἔκλεισε καὶ ἐπανέφερε τὸν νοῦν μέσα εἰς τὴν ψυχήν του, ἐλειτουργοῦσε ἀδιάλειπτα ἡ εὐχὴ μέσα του, ἐμορφώθη ἐν αὐτῷ ὁ Χριστός. Ἀνακαίνισε τὸν ἑαυτόν του καὶ αὐτὸν τὸν ἀνακαινισμένον ἄνθρωπον παρέδωσεν ὡς ὑπόδειγμα εἰς τὰ παιδιά του καὶ ἐν συνεχείᾳ εἰς τὰ ἐγγόνια του.

Ὁ παππούς μας Ἰωσὴφ εὑρῆκε πολλοὺς πατέρας μὲ μεγάλες πνευματικὲς καταστάσεις. Δὲν ἄφησαν ὅμως πνευματικοὺς κληρονόμους τῆς ἀρετῆς των. Ἡ ἀρετὴ πολλῶν ἀσκητῶν ἔγινε γνωστὴ διὰ μέσου τοῦ Γέροντος Ἰωσὴφ ποὺ ἔψαχνε νὰ τοὺς βρῆ καὶ νὰ τοὺς μιμηθῆ.

Διὰ τὸν λόγον αὐτὸν ἡ συμβολὴ τοῦ Γέροντος Ἰωσὴφ εἶναι πολλὴ μεγάλη εἰς τὴν πορείαν τοῦ Ἁγιορείτικου μοναχισμοῦ. Παρέδωσε τὴν ἀσκητική του πείρα εἰς τὰ παιδιά του. Διὰ νὰ συνεχισθῇ ἡ ἀσκητικὴ παράδοσις δὲν ἐπαρκοῦν τὰ βιβλία. Χρειάζεται καὶ ἡ προφορικὴ διδασκαλία, τὸ προσωπικὸν παράδειγμα καὶ ἡ ἐπίβλεψις τοῦ ἀγωνιζομένου μοναχοῦ ἀπὸ τὸν Γέροντά του, διὰ νὰ ἐπιλύωνται τὰ ἀναφυόμενα προβλήματα καὶ νὰ ἀποδιώκωνται οἱ πανουργίες τοῦ διαβόλου.

Ἐπειδὴ ὅμως αὐτὴ ἡ ἀσκητικὴ παράδοσις ἔφθασε ἕως καὶ τὴν ἰδικήν μας γενεά, ἔχομεν μεγίστην ὑποχρέωσιν νὰ τὴν συνεχίζωμεν καὶ ἐμεῖς μὲ τὴν βοήθειαν τῆς Παναγίας μας, ἡ ὁποία εὐκαιρία ἀποζητᾶ διὰ νὰ ἁπλώση τὸ χέρι της νὰ μᾶς βοηθήση, νὰ εὐλόγηση τὸν κόπο καὶ τὴν προσευχήν μας.

Καὶ οἱ πνευματικὲς ἐμπειρίες τοῦ Γέροντος Ἰωσὴφ καὶ παπποῦ μας καὶ οἱ Πατρικὲς νουθεσίες τοῦ Γέροντός μας Ἐφραὶμ εἰς ἕνα κυρίως σκοπὸ ἀποβλέπουν καὶ εἰς μίαν πνευματικὴν ἀνάβασιν μᾶς παρωθοῦν:

Νὰ ἀποκτήσωμεν τὴν νοερὰν προσευχὴν καὶ διὰ τῆς καλλιέργειας αὐτῆς νὰ ἀνέβουμε πνευματικά, συνεχίζοντας αὐτὴν τὴν πνευματικὴ πατρικὴ κληρονομιὰ καὶ ὅλην τὴν ἀσκητικὴν παράδοσιν τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἐὰν αὐτὸ τὸ ἐπιμεληθοῦμε καὶ τὸ ἐπιτύχωμεν, τότε θὰ ἐπιτύχωμεν καὶ τὸν προορισμόν μας ὡς μοναχοί.

Τὴν διδασκαλίαν τοῦ Γέροντος Ἰωσὴφ τὴν παρέλαβον καὶ τὴν συνέχισαν τρεῖς ἀπὸ τοὺς ὑποτακτικούς του. Ὁ Γέροντας Ἰωσὴφ ὁ Βατοπαιδινός, ὁ Γέροντας Ἐφραίμ, Προηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου καὶ ὁ ἀείμνηστος Γέροντας Χαράλαμπος, Προηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Διονυσίου. Εἰς ἕξι Μοναστήρια τοῦ Ἁγίου Ὄρους σήμερα εἶναι ἡγούμενοι ἀπὸ τοὺς ἄμεσα πνευματικοὺς ἀπογόνους τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος Ἰωσήφ. Ὑπάρχουν ἐπίσης καὶ πολλὰ Μοναστήρια ἐκτὸς τοῦ Ἁγίου Ὄρους ποὺ ἐξαρτῶνται καὶ κατευθύνονται ἀπὸ τοὺς ἰδικούς του ἀπογόνους.

Ὑπολογίζουν ὅτι τὰ πνευματικὰ ἐγγόνια τοῦ μακαρίου Γέροντος Ἰωσὴφ εἶναι περίπου χίλια (1000). Ἔχουν δὲ ὡς κύριον σκοπὸν καὶ ἱερὰν παρακαταθήκην ἀπὸ τὸν ἀξιοσέβαστον παπποῦ τους τὴν καλλιέργειαν τῆς νοερᾶς προσευχῆς.

Καὶ αὐτὸ ποὺ ἐπιτελεῖται σήμερα εἰς τὰ νέα φυτώρια, τὰ νέα Μοναστήρια τῆς Ἀμερικῆς καὶ τοῦ Καναδᾶ, εἶναι ἕνα θαυμαστὸ καὶ πρωτόγνωρο ἔργο. Μεγάλη οἰκονομία τῆς Θείας Προνοίας. Εἰς τὸ ἔργο αὐτὸ ἱδρυτὴς καὶ καθοδηγητὴς εἶναι ὁ Γέροντάς μου Ἐφραίμ, Προηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου. Ἐγκατέστησε εἰς διάφορα μέρη τοὺς πρώτους πυρῆνες ἀπὸ τὰ γυναικεῖα καὶ τὰ ἀνδρῶα μοναστήρια τῆς Ἑλλάδος. Ἀπὸ τὶς παλιὲς μοναστικὲς κυψέλες ἐπέταξαν μικρὰ σμήνη, νέες βασίλισσες καὶ ἐδημιούργησαν νέα μοναστικὰ κοινόβια, ὅπου καλλιεργεῖται τὸ μέλι τῆς νοερᾶς προσευχῆς.

Ὁ Γέροντας Ἐφραὶμ ἔχει ἐγκατασταθῆ μόνιμα εἰς τὴν Ἱερὰν Μονὴν τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου εἰς τὴν Ἀριζόνα. Ἀπὸ ἐκεῖ πλέον κατευθύνει τὰ δέκα ὀκτὼ Μοναστήρια ποὺ ἔχει ἱδρύσει ἕως τώρα εἰς τὴν Ἀμερικὴν καὶ τὸν Καναδά, ἀλλὰ καὶ γενικὰ ὅλον τὸ πνευματικόν του ἔργον. Εἰς τὴν Ἱερὰν Μονὴν τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου εἰς τὴν Ἀριζόνα συρρέουν κάθε ἡμέρα ἑκατοντάδες προσκυνηταὶ καὶ ἔγινε ἡ ἔρημος μιὰ πνευματικὴ ὄασις, ἡ ὁποία ἀναγεννᾶ τὸν κόσμον.

Τὸ ἔργον τῶν δέκα ὀκτὼ αὐτῶν πνευματικῶν νησίδων εἶναι πάρα πολὺ μεγάλο. Μὲ ἀνθρώπινα κριτήρια δὲν ἠμποροῦμε νὰ τὸ ὑπολογίσωμεν. Τὰ μοναστήρια αὐτὰ μετέφεραν ὅλην τὴν ἀσκητικὴν παράδοσιν τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ ἀνανεώνεται καὶ ζωογονεῖται ὁ ἀπόδημος Ἑλληνισμός. Βιώνει τὴν Ὀρθοδοξία μέσα εἰς τὴν Βαβυλωνίαν τῶν αἱρέσεων καὶ ὑποδεικνύεται τὸ Ὀρθόδοξον δόγμα καὶ ἀναπτερώνεται τὸ θρησκευτικὸν συναίσθημα καὶ ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεόν.

Δημιουργεῖται μιὰ Νέα Ἑλλάδα μέσα εἰς τὴν ἀπέραντο αὐτὴ ἤπειρο ἀπὸ ἕναν Γέροντα Ἐφραὶμ ποὺ ξεκίνησε ἀπὸ ἕνα Σπήλαιο τοῦ Ἄθωνος, μαθητὴς γενόμενος τοῦ παπποῦ μας Ἰωσὴφ τοῦ Σπηλαιώτου.

Πῶς νὰ μὴν δοξολογήσωμεν τὸν Ἅγιον Θεὸν καὶ τὴν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον ποὺ μᾶς κατέστησαν κληρονόμους μιᾶς τέτοιας πνευματικῆς κληρονομιᾶς καὶ πῶς νὰ μὴν εὐχάριστησωμεν καὶ τὸν Σεβαστόν μας Γέροντα Ἐφραὶμ ποὺ μᾶς ἀνέλυσε καὶ μᾶς ἐδίδαξε πλουσιοπάροχα τὴν συνοπτικὴν διδασκαλίαν τοῦ παπποῦ μας Ἰωσήφ;

Ἄλλα ἂς ἐπανέλθωμεν πάλιν εἰς τὸν Γέροντα Ἰωσήφ, διὰ νὰ ἀκούσωμεν ζωντανὸν τὸν λόγον του. «Τὰ σπήλαια ὁλοκλήρου τὸν Ἄθωνος μὲ ὑπεδέχοντο ἐπισκέπτην· βῆμα πρὸς βῆμα, ὡσὰν τὰς ἐλάφους, ὁποὺ ζητοῦν νοτίδα ὑδάτων διὰ νὰ δροσίσουν τὴν δίψαν τους, οὕτως ἐζήτουν νὰ εὕρω πνευματικὸν νὰ μὲ διδάξη οὐράνιον θεωρίαν καὶ πραξιν» (4).

Ἀπὸ τὸν πολὺ πόθον ὅπου εἶχε διὰ τὴν ἐρημικὴν ζωὴν τῶν παλαιῶν ἀσκητῶν, ἡ Παναγία μας δὲν τὸν ἄφησεν ἀπαρηγόρητον, ἀλλὰ τοῦ ἔδωσε τὸ χάρισμα τῆς νοερᾶς προσευχῆς, ὅταν ἀκόμη ἦταν δόκιμος μοναχός:

«Καὶ μίαν ἡμέραν μὲ ἔτυχαν πολλοὶ πειρασμοί. Καὶ ὅλην αὐτὴν τὴν ἡμέραν ἐφώναζα μὲ μεγαλύτερον πόνον. Καὶ πλέον τὸ βράδυ, δύοντος τοῦ ἡλίου, κατέπαυσα· νηστικός, παϊλτισμένος ἀπὸ τὰ δάκρυα. Ἐκοίταζα τὴν Ἐκκλησίαν, τὴν Μεταμόρφωσιν εἰς τὴν Κορυφὴν καὶ παρεκάλουν τὸν Κύριον μαραμένος καὶ πληγωμένος. Καὶ ἀπὸ ἐκεῖθεν μοῦ ἐφάνη ὅτι ἦλθεν μία βιαία πνοή. Καὶ ἐγέμισεν ἡ ψυχή μου ἄρρητον εὐωδίαν. Καὶ εὐθὺς ἤρχισεν ἡ καρδία μου ὡσὰν ὡρολόγιον νὰ λέγη τὴν εὐχὴν νοερῶς. Ἠγέρθην λοιπὸν πλήρης χάριτος καὶ ἀπείρου χαρᾶς καὶ ἐμβῆκα εἰς τὸ σπήλαιον. Καὶ κύψας τὴν σιαγόνα μου εἰς τὸ στῆθος ἤρχισα νοερῶς νὰ λέγω τὴν εὐχήν. Ἔκτοτε δὲν ἔπαυσεν νοερῶς μέσα μου νὰ λέγεται ἡ εὐχή» (5).

Ἀλλὰ ἂς ἀκούσωμεν καὶ τὸν Γέροντα Ἐφραὶμ πῶς προτρέπει καὶ παρακινεῖ τὰ πνευματικά του παιδιὰ νὰ λέγουν τὴν εὐχὴν: «Παιδιά μου, παρακαλῶ διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ, μὴ σταματᾶτε τὴν εὐχὴν τοῦ Χριστοῦ μας, οὐδὲ ἐπ᾿ ἐλάχιστον. Τὰ χείλη σας συνεχῶς νὰ μουρμουρίζουν τὴν εὐχὴν τοῦ Ἰησοῦ, τὸν καταλύτην τοῦ διαβόλου καὶ πάσης μηχανορραφίας αὐτοῦ. Φωνάζετε ἀδιακόπως εἰς βοήθειάν σας τὸν Χριστόν μας, καὶ αὐτὸς πάραυτα σπεύδει ὁλοκαρδίως νὰ μᾶς βοηθήση.

Ὅπως τὸ πυρακτωμένο σίδηρο γίνεται ἀπλησίαστο, ἔτσι γίνεται καὶ ἡ ψυχὴ τοῦ ἔχοντος τὴν εὐχὴν τοῦ Χριστοῦ. Οἱ δαίμονες δὲν τὴν πλησιάζουν. Πῶς νὰ τὴν ἐγγίσουν; Ἐὰν τὴν ἐγγίσσουν θὰ καοῦν ἀπὸ τὸ θεϊκὸν πῦρ ποὺ περικλείει μέσα τὸ θεῖον ὄνομα.

Βιάζεσθε εἰς τὴν εὐχήν τοῦ Ἰησοῦ μας. Αὐτὴ θὰ γίνῃ τὰ πάντα. Τροφὴ καὶ πόμα καὶ ἔνδυμα καὶ φῶς καὶ παρηγοριὰ καὶ ζωὴ πνευματική. Τὰ πάντα γίνεται εἰς τὸν κατέχοντα αὐτήν. Χωρὶς αὐτὴν τὸ κενόν της ψυχῆς δὲν ἱκανοποιεῖται» (6).


ΑΝΑΦΟΡΕΣ

1. Γέροντος Ἰωσὴφ Βατοπαιδινοῦ, Ὁ Γέροντας Ἰωσὴφ ὁ Ἥσυχαστης, σελ. 39.

2. Γέροντος Ἰωσήφ, Ἔκφρασις Μοναχικῆς Ἐμπειρίας, Ἔκδοσις Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου, σελ. 209.

3. Γέροντος Ἰωσὴφ, Ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 209.

4. Γέροντος Ἰωσὴφ, ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 207.

5. Γέροντος Ἰωσήφ, ἔνθ᾿ ἀνωτ., σελ. 208.

6. Γέροντος Ἐφραὶμ, Πατρικαὶ Νουθεσίαι, ἔκδοσις Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου, σελ. 106.

Πηγή κειμένου: http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/gerontikon/gerwn_iwshf_hsyxasths.htm

Γέροντας Εφραίμ της Αριζόνας: Η κοίμηση του Γέροντα Ιωσήφ του Ησυχαστού

Ο γέροντας Εφραίμ περιγράφει την οσιακή κοίμηση του γέροντα Ιωσήφ του Ησυχαστή όπως την έζησε.

Ἐπικήδειος λόγος Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου στὴν μακαριστὴ Ὄλγα Μηναΐδου (07.05.2022)

Λόγος ἐπικήδειος Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου κατὰ τὴν ἐξόδιο ἀκολουθία τῆς μακαριστῆς Ὄλγας Μηναΐδου, ποὺ τελέσθηκε στὸν ἱερὸ ναὸ Ἁγίου Γεωργίου τῆς κοινότητος Εὐρύχου τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (07.05.2022).

Ὁ Μόρφου στοὺς Μορφίτες, περιγράφει τὰ ἐπερχόμενα γεγονότα τοῦ σύμπαντος κόσμου (07.05.2022)

Δέηση γιὰ διακρίβωση τῆς τύχης τῶν ἀγνοουμένων καὶ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν προσφύγων στὶς πατρογονικές τους ἑστίες ἀπὸ τὸν Πανιερώτατο Μητροπολίτη Μόρφου κ. Νεόφυτο, ποὺ τελέσθηκε στὸν ἱερὸ ναὸ Ἁγίων Κυπριανοῦ καὶ Ἰουστίνης στὸ χωριὸ Μένικο τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου, στὸ πλαίσιο τῆς προσκυνηματικῆς ἐκδρομῆς τῶν συνταξιούχων Μορφιτῶν ποὺ διοργάνωσε ὁ Δῆμος Μόρφου (07.05.2022).

Όσιος Ιερώνυμος ο Σιμωνοπετρίτης (1871 – 1957, μνήμη 9 Μαΐου). Πνευματικό τέκνο του Αγίου Νεκταρίου

Όσιος Ιερώνυμος Σιμωνοπετρίτης

Γράφει ο Αρχιμανδρίτης Στέφανος Σουλιμιώτης 

Όσιος Ιερώνυμος Σιμωνοπετρίτης

Ο Άγιος Ιερώνυμος γεννήθηκε από ευλαβείς γονείς στην αγιοτόκο και μαρτυρική γη της Ιωνίας στην Μικρά Ασία το 1871. Από την μικρή του ηλικία αγάπησε με όλη την καρδιά του τον Χριστό. Μέσα από τις διηγήσεις της μητέρας του Μαρίας, η οποία αργότερα έγινε μοναχή με το όνομα Μελάνη όπως και τα αδέλφια του, έμαθε τους βίους των Αγίων, έμαθε να νηστεύει και να προσεύχεται. Το Άγιον Όρος έγινε το πνευματικό του καταφύγιο. Ήταν μόλις 17 ετών όταν προσήλθε στο Περιβόλι της Παναγίας για να καταστεί αργότερα μέσα από την άσκηση, την υπακοή και την υπομονή του ένα από τα ευωδιαστά λουλούδια Της. Η Ιερά επιβλητική Μονή της Σίμωνος Πέτρας έγινε η Μόνη της μετανοίας του.

Ο κατά κόσμον Ιωάννης έγινε μετά από δοκιμασία την 21η/3/1893, Κυριακή των Βαΐων μοναχός με το όνομα Ιερώνυμος. Με πολύ αυταπάρνηση υπηρέτησε την Μονή του και πέρασε απ’ όλα σχεδόν τα διακονήματα. Διακρίθηκε για την υπακοή του, την αυστηρή τήρηση της κοινοβιακής ζωής και των ιερών ακολουθιών. Πρόσφερε την διακονία του στο ξακουστό μετόχι της Ανάληψης στο Βύρωνα (Φορμίωνος 136 Παγκράτι) και αλλού. Οι διοικητικές του ικανότητες, μα περισσότερο τα πνευματικά του χαρίσματα, οδήγησαν την αδελφότητα στην απόφαση να του αναθέσει την θέση του Ηγουμένου της Μονής.

Τον Απρίλιο 1920 χειροτονήθηκε Διάκονος και Πρεσβύτερος και ανέλαβε τα πολυ-εύθυνα καθήκοντά του. Δυστυχώς όμως κάποιοι πατέρες της Μονής του τον επίκραναν, τον συκοφάντησαν και έγιναν αφορμή να πάρει τον δρόμο της εξορίας με πολύ πικρία, κάνοντας υπακοή και χωρίς να διαμαρτυρηθεί. Η Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους τον στέλνει κατ’ αρχάς στην Μονή Κουτλουμουσίου και εν συνεχεία στο μετόχι της Αναλήψεως.

Ερχόμενος στην Αθήνα το 1931 μετέφερε το πνευματικό άρωμα του Αγίου Όρους. Οι καθημερινές ακολουθίες, οι συχνές αγρυπνίες, η εξομολόγηση, οι πνευματικές συμβουλές του, έκαναν την Ανάληψη πνευματική κολυμβήθρα μέσα στην οποία χιλιάδες άνθρωποι κάθε ηλικίας και κοινωνικής τάξεως αναγεννήθηκαν πνευματικά. Πολλοί από τα χέρια του, περίπου 300!!! κυρίως γυναίκες έλαβαν το άγιο σχήμα των μοναχών, ζώντας ασκητική ζωή σε μοναστήρια αλλά και μέσα στον κόσμο. Κουρά του ήταν και ο μοναχός Ανδρόνικος, κατά κόσμον Αλέξανδρος Μωραϊτίδης

Όσιος Ιερώνυμος Σιμωνοπετρίτης

Ο λόφος της Αναλήψεως έγινε μια πνευματική όαση στην προτεσταντίζουσα την εποχή εκείνη Αθήνα, λόγω της επικράτησης των θρησκευτικών οργανώσεων. Εκεί σύχναζαν και άλλες πνευματικές μορφές της εποχής εκείνης όπως οι Άγιοι: Νικόλαος Πλανάς, Σάββας της Καλύμνου, Αμφιλόχιος της Πάτμου, Φιλόθεος ο Ζερβάκος κ.α.

Το φιλανθρωπικό του έργο ήταν πολύ μεγάλο σε σημείο που η Μονή του τον επέπληξε θεωρώντας ότι έκανε υπερβολές. Από τα χέρια του έφαγαν ψωμί φτωχοί, χήρες και ορφανά. Με την δική του δαπάνη πολλοί ασθενείς βρήκαν την υγεία του σώματος και με την αγάπη του και την διακριτική του συμβουλή την θεραπεία της ψυχής. Εκοιμήθη ειρηνικά τα Θεοφάνεια του 1957 και το σκήνωμά του ετάφη πίσω από το Ιερό Βήμα του Ναού της Αναλήψεως. Το 1965 μεταφέρθηκαν τα ιερά του λείψανα στην Σιμωνόπετρα.

Ο Άγιος Ιερώνυμος, από την επίσκεψη του στο Άγιον Όρος και στην Σιμωνόπετρα τον Ιούλιο του 1898 γνώρισε τον Διευθυντή τότε της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής, Άγιο Νεκτάριο Επίσκοπο Πενταπόλεως. Είχε ακούσει από πνευματικούς ανθρώπους δια τον ενάρετο και κατασυκοφαντημένο Επίσκοπο Πενταπόλεως. Εξάλλου πολλά Αγιορείτικα Μοναστήρια ήταν συνδρομητές του συγγραφικού του έργου. Έτρεξε λοιπόν ως η διψώσα έλαφος παρά τας διεξόδους των υδάτων να ξεδιψάσει με το πνευματικό και καθαρό ύδωρ.

Οι δύο άνδρες συνδέθηκαν με πνευματική φιλία έχοντας τακτική επικοινωνία. Όταν μετά την εκλογή του ως Ηγούμενος ήλθε στην Αθήνα, δεν πήγε κατευθείαν στο μετόχι αλλά πήγε στην Αίγινα για να λάβει την ευλογία του Αγίου ο οποίος ήταν άρρωστος. Ήταν παραμονή της Αγίας Τριάδος. Οι μοναχές ρώτησαν τον Άγιο Νεκτάριο τι θα κάνουμε με την εορτή αφού εσείς είστε άρρωστος . Ο Άγιος τις καθησύχασε ότι η εορτή θα γίνει με την παρουσία Αγιορείτου Ηγουμένου. Χτυπήστε τις καμπάνες. Σε λίγο έφτασε και ο Άγιος Ιερώνυμος και τέλεσε την αγρυπνία της εορτής, αλλά από ταπείνωση προς τον Αρχιερέα και Πνευματικό του Διδάσκαλο δεν πέρασε να ευλογήσει το κελιά των μοναχών όπως τον προέτρεψε ο Άγιος. Τον επισκέφθηκε και όταν νοσηλευόταν στο Αρεταίειο νοσοκομείο την 11η Οκτωβρίου 1920, εορτή του Αγ. Νεκταρίου Κωνσταντινουπόλεως που εόρταζε να του ευχηθεί, προσφέροντάς του το ευλογημένο ύψωμα από την Θεία Λειτουργία που είχε τελέσει στην Ανάληψη και να λάβει την ευχή Του. Ο Άγιος Νεκτάριος τότε του εξομολογήθηκε τον πόθο του «Εάν ο Θεός μου δώσει την υγεία μου, θα ξαναέλθω εις το Άγιον Όρος».

Παρά πολλές φορές όταν εγκαταστάθηκε στην Αθήνα μέχρι της οσίας τελευτής του, συνοδευόμενος από πολλά πνευματικά παιδιά του πήγαινε στην Αίγινα για να προσκυνήσει τον τάφο του Αγίου Νεκταρίου και να στηρίξει την μοναστική αδελφότητα των μοναζουσών της οποίας έγινε πνευματικός πατέρας. Τρεις μέρες πριν την οσιακή κοίμησή του εάν και νοσηλευόμενος στην κλινική Λεούση στον Πειραιά και παρά την σύσταση των γιατρών και τις δύσκολες καιρικές συνθήκες ζήτησε υποβασταζόμενος να πάει στην Αίγινα να προσκυνήσει την Τιμία Κάρα του «πατέρα του» όπως αποκαλούσε τον Αγ. Νεκτάριο. Τότε ευλόγησε και τα κελία των μοναζουσών εκπληρώνοντας την παλαιά προτροπή του Αγίου.

Η ζωή του Αγίου Ιερωνύμου είχε πολλά κοινά σημεία με την ζωή του Αγίου Νεκταρίου. Η Ίώβειος υπομονή του Αγίου Νεκταρίου στις θλίψεις και πικρίες που δοκίμασε, την άδικο εξορία, έγινε παράδειγμα για τον Άγιο Ιερώνυμο. Έτσι και αυτός αγόγγυστα σήκωσε τον προσωπικό του σταυρό και χαριτώθηκε παρά του Δωρεoδότου Κυρίου μας ως ο Πατέρας του Άγιος Νεκτάριος.

Μέσα από το συγγραφικό έργο του, υμνογραφικά και μουσικά κείμενα, επιστολές κλπ θαυμάζει ο αναγνώστης τις θεολογικές του γνώσεις οι οποίες ήταν από την βιωματική θεολογία και όχι από θεολογικά σπουδαστήρια.

Όλοι όσοι τον γνώρισαν προσωπικά, μέσα από διηγήσεις ή απο θαυμαστά γεγονότα και θαύματα που τέλεσε πριν και μετά την κοίμησή του, μαρτυρούν την αγιότητά του. Αυτές τις μαρτυρίες επιβεβαίωσε η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου με την σχετική της απόφαση που χαροποίησε όλο το χριστεπώνυμο πλήρωμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Όσιε Ιερώνυμε της του Σίμωνος μάνδρας καύχημα, συν τω θείω Νεκταρίω ευλόγησον τον της Θεοβαδίστου Αιγύπτου και πάσης Αφρικής Πάπα και Πατριάρχη ημών Θεοδώρω τω δευτέρω συν τω κλήρω και λαώ αυτού.

Πηγή: https://www.orthodoxianewsagency.gr/gnomes/osios-ieronymos-simonopetritis-pneymatiko-tekno-tou-agiou-nektariou/

Αγρυπνία με την ευκαιρία της εορτής του Αγίου Επιφανίου Αρχιεπ. Κύπρου και του Οσίου Ιωσήφ του Ησυχαστού (εκ μεταθέσεως) στην Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Πιτυδιώτη παρά την Φλάσου (11/12 Μαΐου 2022)

 

Φορητή εικόνα Αγίου Επιφανίου (13ος αιώνας). Κοινότητα Αγίου Επιφανίου Σολέας. Αυτή την εικόνα προσκυνούσαν οι Χριστιανοί πρόγονοι του Τουρκοκύπριου ηγέτη Ραούφ Ντεκτάς που κατήγετο από την ερημωμένη κοινότητα Αγίου Επιφανίου Σολέας. Μετ’ ευχών προς Κύριον, ο Μόρφου Νεόφυτος, 12/05/2022.

Φέρεται εις γνώσιν των ευσεβών Χριστιανών ότι την ερχόμενη Τετάρτη 11 Μαΐου 2022 και ώρα 8:00 μ.μ, θα τελεστεί Αγρυπνία στην Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Πιτυδιώτη παρά την Φλάσου, προς τιμή του Αγίου Επιφανίου Αρχιεπ. Κύπρου και του Οσίου Ιωσήφ του Ησυχαστού (εκ μεταθέσεως).

Κατά τη διάρκεια της ιεράς αγρυπνίας θα εκτίθενται προς προσκύνηση τεμάχιο ιερού λειψάνου του Αγίου Επιφανίου και τεμάχιο ιερού λειψάνου του Αγίου Ιωσήφ του Ησυχαστού.

Της Ιεράς Αγρυπνίας θα προεξάρχει ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος.

Τοποθεσία Ιεράς Μονής Αγίου Γεωργίου Πιτυδιώτη στο Google Maps κα διαδρομή:

Βίος και νουθεσίες οσίου Ιωσήφ της Όπτινα (1837 – 1911, μνήμη 9 Μαΐου)

Άγιος Ιωσήφ της Όπτινας

Η Εκκλησία τιμά την μνήμη του οσίου Ιωσήφ στις 9 Μαΐου. 

Άγιος Ιωσήφ της Όπτινας

Ο Όσιος Ιωσήφ, της Όπτινα, κατά κόσμον Ιβάν Ευθύμοβιτς Λιτόφκιν, γεννήθηκε στις 2 Νοεμβρίου 1837 μ.Χ. στο χωριό Γκοροντίστσα της περιοχής Στάρομπελσκ της επαρχίας Καρκώφ, από γονείς ευσεβείς και φιλόθεους, τον Ευθύμιο Αιμιλιάνοβιτς και την Μαρία Βασίλιεβνα Λιτόφκιν. Είχαν έξι παιδιά, τρεις υιούς και τρεις θυγατέρες, τον Ιβάν, τον Πέτρο, τον Συμεών, την Αλεξάνδρα, την Άννα και ακόμη μία θυγατέρα. Η αδελφή του Αλεξάνδρα, που αργότερα έγινε μοναχή με το όνομα Λεωνίδα, διηγείτο πως ο μικρός Ιβάν ήταν πολύ στοργικό και ευαίσθητο παιδί. Με την τρυφερή ψυχή του συμμετείχε στις θλίψεις των άλλων, αν και η έμφυτη μετριοφροσύνη και συστολή του συχνά δεν του επέτρεπαν να ομιλεί. Όταν ο Ιβάν ήταν τεσσάρων ετών, έχασε τον πατέρα του και λίγο αργότερα την μητέρα του από την επιδημία χολέρας που ενέσκηψε στο χωριό.

Η αγάπη του για το μοναχικό βίο οδήγησε τα βήματά του στην Όπτινα. Μετά από τρία χρόνια, στις 15 Απριλίου 1872, χειροθετήθηκε μοναχός με το όνομα Ιωάννης και στις 16 Ιουλίου του ίδιου έτους εκάρη μοναχός και έλαβε το όνομα Ιωσήφ. Το 1877 μ.Χ. χειροτονήθηκε διάκονος. Αυτό έγινε τελείως απροσδόκητα και με έναν τρόπο που έδειχνε καθαρά πως το χέρι του Θεού τον καθοδηγούσε στον δρόμο του. Τον Οκτώβριο του 1884 μ.Χ. έλαβε τη χάρη της ιεροσύνης από τον Επίσκοπο της Καλούγκα Βλαδίμηρο.

Ο Όσιος από την πρώτη ημέρα της χειροτονίας του λειτουργούσε με προθυμία, με ευλάβεια, χωρίς βιασύνη και αισθανόταν μεγάλη πνευματική χαρά. Οι άλλοι πατέρες τον ευλαβούνταν και τον αγαπούσαν ιδιαίτερα, γιατί τον θεωρούσαν αληθινό μοναχό. Ο Γέροντας της μονής Αμβρόσιος διέβλεπε σε αυτόν τον μελλοντικό διάδοχό του και του έδινε την ευλογία να εξομολογεί μερικούς από τους επισκέπτες της μονής. Τον προετοίμαζε σιγά – σιγά, για να τον διαδεχθεί. Τον δίδασκε τόσο με τον λόγο, όσο και με το παράδειγμά του.

Όταν ο Γέροντας Αμβρόσιος κοιμήθηκε, όλοι στράφηκαν προς τον Όσιος Ιωσήφ. Και εκείνος με προσευχή και ταπείνωση ανέλαβε το έργο της πνευματικής καθοδηγήσεως των αδελφών. Η προσευχή του είχε μεγάλη δύναμη και είχε αξιωθεί από τον Θεό και του προορατικού χαρίσματος.

Ο Όσιος δεν επέτρεπε ποτέ στους μοναχούς να αρνηθούν κάποιο διακόνημα. Έλεγε πως εκείνος που φέρει σε πέρας το διακόνημα που του έχουν αναθέσει, αξιώνεται να έχει ευλογημένο τέλος. Όταν οι άνθρωποι του εξέφραζαν το παράπονο πως η υπακοή ήταν δύσκολη και προκαλούσε πολλή λύπη, το πρόσωπο του Οσίου φωτιζόταν με χαρά, τα μάτια του γέμιζαν με τρυφερή πατρική αγάπη και έλεγε με έναν ιδιαίτερο πνευματικό τόνο: «Λοιπόν, και τι μ’ αυτό; Λόγω αυτής της υπακοής θα γίνετε μάρτυρες».

Θιασώτης και εργάτης της αδιάλειπτης προσευχής, ο Όσιος προσπαθούσε να ενθαρρύνει και τους άλλους να ασκούν το θείο αυτό έργο. Δίδασκε την προσευχή πολύ καλά και πίστευε πως ήταν η σπουδαιότερη απασχόληση για όλους. Εμπόδιζε δε επιτακτικά και αυστηρά τους άπειρους και τους δόκιμους από την άσκηση της νοεράς προσευχής. Τους δίδασκε να πορεύονται προοδευτικά, αρχίζοντας από την προφορική άσκηση της προσευχής του Ιησού, κάνοντας μερικά κομποσχοίνια. «Αυτό προστατεύει τον άνθρωπο από την υπερηφάνεια», έλεγε ο Όσιος. Κάθε ημέρα έξω από το κελλί του Οσίου μαζεύονταν οι φτωχοί και ο μοναχός που ήταν σε υπηρεσία έδιδε ελεημοσύνη σε όλους.

Ο Όσιος Ιωσήφ λειτουργούσε για τελευταία φορά την εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου το 1905 μ.Χ.. Από την επόμενη ημέρα ασθένησε και όλοι περίμεναν το αναπόφευκτο. Ο Θεός όμως παρέτεινε την ζωή του Οσίου, που ήταν πολύτιμη για όλους, μέχρι το 1911 μ.Χ. Λίγο πριν την κοίμησή του κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων και παρεκάλεσε τους αδελφούς να προσευχηθούν στον Θεό να ελευθερώσει την ψυχή από το σώμα του. Ζήτησε να βάλουν κοντά του μία εικόνα. Οι μοναχοί έφεραν την εικόνα της Παναγίας, με την οποία τον ευλόγησε ο μοναχός Ισαάκιος, την τοποθέτησαν απέναντί του στο τραπεζάκι κοντά στο μαξιλάρι του και άναψαν μπροστά της ένα καντήλι. Ο Όσιος κρατούσε στα χέρια του ένα μικρό άσπρο ξύλινο σταυρό και στο στήθος του είχαν ακουμπήσει το ιερό λείψανο της Αγίας Μεγαλομάρτυρος Βαρβάρας. Έτσι κοιμήθηκε με ειρήνη.

ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ

1. Αν οι αμαρτίες του αδελφού σου που θέλεις να διορθώσεις σε ενοχλούν, σε εκνευρίζουν και χάνεις την ειρήνη σου, τότε αμαρτάνεις και εσύ. Η αμαρτία δεν διορθώνεται με την αμαρτία, αλλά με την ταπείνωση.

2. Ο ζήλος που θέλει να καταστρέψει όλα τα κακά είναι από μόνος του ένα μεγάλο κακό.

3. Μέσα στο μάτι σου υπάρχει ένα μεγάλο δοκάρι και εσύ προσέχεις το κάρφος στο μάτι του αδελφού σου.

4. Υπάρχουν ατέλειες που είναι αναπόφευκτες και άλλες που μπορεί να είναι ευεργετικές. Το καλό δοκιμάζεται από το κακό.

5. Το παράδειγμα της μακροθυμίας του Θεού πρέπει να χαλιναγωγήσει την ανυπομονησία μας, που μας στερεί την ειρήνη.

6. Το παράδειγμα του Ίδιου του Κυρίου μας Ιησού Χριστού μας φανερώνει με πόση ταπείνωση και καρτερία πρέπει να υπομένουμε την ανθρώπινη αμαρτία. Αν δεν έχουμε κάποια θέση ευθύνης έναντι των άλλων, πρέπει να αντιμετωπίζουμε την αμαρτία τους με εμπάθεια.

7. Κάθε άνθρωπος καταδικάζει εκείνες τις αμαρτίες των άλλων, για τις οποίες κατηγορείται ο ίδιος.

8. Για τις πράξεις των άλλων δεν υπάρχει τίποτε άλλο που να μας ηρεμεί περισσότερο όσο η σιωπή, η προσευχή και η αγάπη».

Πηγή: https://saint.gr/1503/saint.aspx

Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου: Βίος τοῦ Ἁγίου Mεγαλομάρτυρος Xριστοφόρου (9/5)

Tη αυτή ημέρα μνήμη του Aγίου Mεγαλομάρτυρος Xριστοφόρου.

Tον Xριστοφόρον οίδα σε Xριστοφόρος (1),
Xριστώ τυθέντα τω Θεώ διά ξίφους.

Oύτος ο Άγιος ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Δεκίου εν έτει σν΄ [250]. Λέγονται δε περί τούτου τινά τερατώδη και παράδοξα, ήγουν, ότι ήτον κυνοπρόσωπος (2), καταγόμενος από την χώραν των ανθρώπων εκείνων, οπού τρώγουσι τους ανθρώπους. Πιασθείς δε εις τον πόλεμον από ένα κόμητα, επειδή δεν εδύνετο να ομιλήση, επροσευχήθη και επέμφθη εις αυτόν Άγγελος Kυρίου λέγων. Pέπρεβε, ανδρίζου. Oύτω γαρ ωνομάζετο πρότερον. Πιάσας δε τα χείλη του ο Άγγελος, τον έκαμε να λαλή ελευθέρως.

Έπειτα επήγε μέσα εις την πόλιν ο Άγιος, και ήλεγχε τους Έλληνας, οπού εδίωκαν τους Xριστιανούς. Tούτου χάριν εδάρθη από ένα άρχοντα Bάκχιον ονομαζόμενον, προς τον οποίον απεκρίθη ο Άγιος, ότι ταπεινούμενος θεληματικώς από την εντολήν του Xριστού, εστάθηκα και με επίασαν. Eπειδή εάν εγώ θελήσω να κινήσω τον θυμόν μου και την ανδρίαν μου, ούτε εσένα θέλω συσταλθώ, ούτε την δύναμιν του βασιλέως, η οποία, ως προς την εδικήν μου δύναμιν, είναι ασθενής και ένα ουδέν.

Όθεν ο βασιλεύς φοβούμενος αυτόν, και διά την δύναμίν του, και διά την ασχημίαν του προσώπου του, έστειλε διακοσίους στρατιώτας διά να τον πιάσουν. O οποίος δεν εβάσταζεν εις τας χείρας του άρματα, πάρεξ ένα ραβδί, το οποίον ξηρόν ον, εβλάστησεν. Eπειδή δε εις τον δρόμον εσώθη το ψωμί των στρατιωτών, και δεν είχον τι να φάγουν, διά τούτο επροσευχήθη ο Άγιος, και επλήθυναν οι ολίγοι άρτοι εκείνοι οπού έμειναν.

Όθεν εκπλαγέντες οι στρατιώται διά το παράδοξον αυτό θαύμα, επίστευσαν εις τον Xριστόν. Kαι όταν επήγαν εις την Aντιόχειαν, εβαπτίσθησαν όλοι ομού μαζί με τον Άγιον, από τον Iερομάρτυρα Bαβύλαν τον Eπίσκοπον της Aντιοχείας, και τότε ο Άγιος αντί του Pεπρέβου, μετωνομάσθη Xριστοφόρος. Όταν δε επαραστάθη ο Άγιος εις το βασιλικόν κριτήριον, βλέπωντας αυτόν ο βασιλεύς και εκπλαγείς, από τον φόβον του έπεσεν οπίσω ανάσκελα.

Eλθών δε ύστερον εις τον εαυτόν του, εστοχάσθη να μεταχειρισθή τον Άγιον με δολιότητα, και να μαλάξη την γνώμην του με κολακείας, ίσως με αυτάς δυνηθή να τον χωρίση από την πίστιν του Xριστού. Eπειδή και δεν ετόλμα να τον παρακινήση εις τούτο με φοβερισμούς.

Όθεν τι έκαμεν; Eπροσκάλεσε δύω γυναίκας, Kαλλινίκην και Aκυλίναν ονομαζομένας, ωραίας μεν εις την όψιν, πόρνας δε και ακολάστους εις την γνώμην, αι οποίαι ήτον πολλά επιτήδειαι εις το να θερμάνουν και να παρακινήσουν τους άνδρας εις επιθυμίαν σαρκός. Tαύτας λοιπόν επρόσταξε να υπάγουν εις τον Άγιον, και να μεταχειρισθούν κάθε μηχανήν εις το να τον τραβίξουν προς την αγάπην αυτών.

Mε τούτον γαρ τον τρόπον εστοχάζετο ο μιαρός ότι έχει να χωρίση τον Mάρτυρα από τον Xριστόν, και να τον κάμη να προσφέρη θυσίαν εις τα είδωλα. Έγινεν όμως το εναντίον από εκείνο, οπού ο βασιλεύς εστοχάζετο. Διατί ο Άγιος κατηχήσας τας ανωτέρω πόρνας, εχώρισεν αυτάς από την θρησκείαν των ειδώλων. Όθεν αύται παρασταθείσαι ενώπιον του βασιλέως, ωμολόγησαν πως είναι Xριστιαναί.

Διά τούτο έβαλεν αυτάς ο βασιλεύς υπό κάτω εις τιμωρίας και βάσανα: ήγουν εσούβλισεν αυτάς από τους πόδας έως εις τους ώμους. Όθεν ανδρείως υπομείνασαι την δεινήν ταύτην βάσανον, έλαβον αι μακάριαι τους στεφάνους του μαρτυρίου. Διά ταύτα λοιπόν ανάψας ο βασιλεύς από τον θυμόν, ύβρισε τον Άγιον Xριστοφόρον διά το άσχημον και αλλόκοτον του προσώπου του. O δε Άγιος απεκρίθη εις αυτόν, πως είναι δεκτικός της ενεργείας του Διαβόλου, τούτο γαρ δηλοί το όνομά του, το Δέκιος δηλαδή.

Όθεν παρευθύς ο απάνθρωπος τύραννος απεφάσισε να θανατωθούν οι ανωτέρω διακόσιοι στρατιώται, οπού επήγαν διά να πιάσουν τον Άγιον, και επίστευσαν εις τον Xριστόν, οίτινες έλαβον οι μακάριοι τους στεφάνους του μαρτυρίου.

Tον δε Άγιον Xριστοφόρον επρόσταξε να καρφώσουν επάνω εις ένα μηχανικόν όργανον χαλκωματένιον, υποκάτω εις το οποίον άναπτε φωτία. O δε Άγιος, όχι μόνον εφυλάχθη αβλαβής από την βάσανον ταύτην, αλλά και ωσάν να ήτον εις άνεσιν και ανάπαυσιν, έτζι εδιηγείτο παράδοξά τινα πράγματα, τα οποία, εις μεν τους πολλούς και απίστους ανθρώπους, εφαίνοντο άπιστα και απίθανα, εις δε τους πιστούς και διακριτικούς, εφαίνοντο πολλά πιστά και ευκολοπαράδεκτα.

Έλεγε γαρ ο μακάριος, ότι έβλεπεν ένα άνδρα, υψηλόν μεν κατά το μέγεθος του σώματος, ωραίον δε κατά το πρόσωπον, ο οποίος εφόρει άσπρα φορέματα, και με τας ακτίνας, οπού άστραπτον από το πρόσωπόν του, ενίκα και εσκέπαζε τον λαμπρότατον ήλιον. Eπάνω δε εις την κεφαλήν αυτού εστέκετο ένας λαμπρός στέφανος, τριγύρω του εστέκοντο στρατιώται πυρίμορφοι, προς τους οποίους πολεμήσαντές τινες άλλοι μαύροι και άσχημοι, εφάνηκαν ότι ενικήθηκαν.

Ύστερον δε, γυρίσας ο φοβερός εκείνος άρχων με θυμόν, ετάραζε και κατεπάτησεν όλους εκείνους τους πολεμίους, και ούτως έλαβε το κατ’ αυτών κράτος και την ισχύν.

Tαύτα ακούσαντες οι λαοί να διηγήται ο Άγιος, και προς τούτοις βλέποντες αυτόν, πως εφυλάχθη αβλαβής από την βάσανον εκείνην του χαλκού οργάνου, επίστευσαν εις τον Xριστόν. Όθεν επήγαν και εγλύτωσαν τον Άγιον από την φωτίαν. Πλην ούτοι όλοι κατεκόπησαν από τους στρατιώτας του βασιλέως. Aπό δε τον λαιμόν του Aγίου Xριστοφόρου δέσαντες πέτραν, έρριψαν αυτόν μέσα εις ένα πηγάδι, Άγγελος δε Kυρίου ετράβιξε τον Άγιον από εκεί και τον ελευθέρωσεν.

Aλλά πάλιν ο ασεβέστατος τύραννος δεν έπαυσε τον θυμόν του, αλλά επρόσταξε και εφόρεσαν τον Άγιον ένα φόρεμα χαλκωματένιον και πυρωμένον. Kαι τελευταίον επρόσταξε και τον απεκεφάλισαν, και ούτως έλαβεν ο μακάριος του μαρτυρίου τον στέφανον. Tελείται δε η αυτού Σύναξις και εορτή εις τον Nαόν αυτού, ο οποίος είναι κοντά εις τον Nαόν του Aγίου Mάρτυρος Πολυεύκτου, και εις τον Nαόν του Aγίου Γεωργίου, τον ευρισκόμενον εις τόπον καλούμενον Kυπαρίσσιον (3).

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Ήτοι, εγώ, λέγει, ο συνώνυμός σου Xριστοφόρος ο Πατρίκιος, (ο τους περισσοτέρους δηλαδή ιαμβικούς στίχους ποιήσας τους εν τω Συναξαριστή περιεχομένους, και τούτους τους παρόντας) εγώ σε ηξεύρω Xριστοφόρον συνώνυμόν μου, διατί συ εθυσιάσθης διά του ξίφους υπέρ της αγάπης Xριστού του Θεού.

2. Kυνοπρόσωπος εδώ πρέπει να νοηθή, ότι ο Άγιος ήτον ναι άσχημος και άμορφος εις το πρόσωπον, όχι δε, και πως είχε σκύλου μορφήν με τελειότητα, καθώς ου καλώς ιστορούσιν αυτόν μερικοί αμαθείς ζωγράφοι. Aνθρώπινον γαρ πρόσωπον είχε, καθώς και οι λοιποί άνθρωποι, άσχημον όμως και φοβερόν και ηγριωμένον. Ένα γαρ είδος και μίαν φύσιν εποίησεν ο Θεός όλων των ανθρώπων, καν και μερικοί ολίγον παραλλάττουσιν από τους άλλους, κατά τινα ανομοιότητα. Ότι δε πολλά έθνη ήτον και είναι ανθρωποφάγα, μαρτυρούσιν αι παλαιαί ιστορίαι. Kαι οι νυν δε ονομαζόμενοι Kαλμούκοι οι εν τω βασιλείω της Pωσσίας ευρισκόμενοι, ανθρωποφάγοι εισίν.

3. Tο ελληνικόν τούτου Mαρτύριον σώζεται εν τη Mεγίστη Λαύρα, εν τη Iερά Mονή των Iβήρων και εν άλλαις, ου η αρχή· «Έτους τετάρτου της βασιλείας Δεκίου». Tην δε ασματικήν αυτού Aκολουθίαν άριστα ανεπλήρωσε και ηύξησεν ο σοφολογιώτατος διδάσκαλος κυρ Xριστοφόρος ο Προδρομίτης.

(Από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005) – ΣΠΟΥΔΑΣΤΗΡΙΟ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ www.snhell.gr/

Πηγή: https://www.orthodoxianewsagency.gr/epikairotita/simera-giortazei-o-prostatis-ton-odigon-as-ton-gnorisoume/

Πανήγυρις στον Ιερό Ναό «Παναγίας της Απολυτρώσεως των εξηρτημένων» στο χωριό Καννάβια (7-8 Μαΐου 2022, Κυριακή των Μυροφόρων)

Ἡ εἰκόνα τῆς «Παναγίας τῆς Ἀπολυτρώσεως τῶν ἐξηρτημένων» στὸ χωριὸ Καννάβια, διὰ χειρὸς Ἀλεξάνδρου Σοκολώβ (ἔτος 2010)

Φέρεται στη γνώση των ευσεβών χριστιανών ότι το Σάββατο 7 Μαΐου 2022 και ώρα 6:15 μ.μ., θα τελεστεί πανηγυρικός εσπερινός στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό «Παναγίας της Απολυτρώσεως των εξηρτημένων» στο χωριό Καννάβια, προϊσταμένου του Πανοσιολογιωτάτου Πρωτοσυγκέλλου Αρχιμανδρίτου Φωτίου Ιωακείμ.

Την Κυριακή των Μυροφόρων, 8 Μαΐου 2022 και ώρα 7:00 π.μ., θα τελεστεί Θεία Λειτουργία στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό «Παναγίας της Απολυτρώσεως των εξηρτημένων» στο χωριό Καννάβια, προϊσταμένου του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κΝεοφύτου

Ὁ ναὸς τῆς «Παναγίας τῆς Ἀπολυτρώσεως τῶν ἐξηρτημένων» Κανναβιῶν-Ἁγίας Εἰρήνης τῆς μητροπολιτικῆς περιφερείας Μόρφου

.

ΛΑΜΠΡΥΝΘΩΜΕΝ ΛΑΟΙ: Μουσικοχορευτική εκδήλωση με τραγούδια και σκοπούς της Λαμπρής (Kυριακή 8 Mαΐου 2022, 7:30 μ.μ., Περιστερώνα)

Το πολιτιστικό και Περιβαλλοντικό Ίδρυμα Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου σας προσκαλεί στη μουσικοχορευτική εκδήλωση “ΛAMΠPYNΘΩMEN ΛAOI” την ερχόμενη Kυριακή 8 Mαΐου 2022 και ώρα 7:30 μ.μ. στον Περίβολο του Ιερού Ναού των Οσίων Βαρνάβα και Ιλαρίωνος στην Περιστερώνα.

Η εκδήλωση περιλαμβάνει τραγούδια και χορούς της Λαμπρής από την Κύπρο, την Μ. Ασία, την Καππαδοκία, τη Θράκη και άλλες περιοχές του ελληνισμού.

Συμμετέχουν πενταμελής παραδοσιακή ορχήστρα, η χορωδία και το χορευτικό σχήμα του Πολιτιστικού και Περιβαλλοντικού Ιδρύματος Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου και τμήμα του χορευτικού σχήματος του Λαογραφικού Ομίλου Μιτσερού.

EIΣOΔOΣ EΛEYΘEPH