Αρχική Blog Σελίδα 43

Η ανακαίνισις του Nαού της Yπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου εν τω Nεωρίω (31 Αυγούστου)

Tη αυτή ημέρα η ανακαίνισις του Nαού της Yπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου εν τω Nεωρίω

Nεωρίου ο οίκος Aγνή σού πέλει,
Άλλος Σιλωάμ τας ιάσεις εκχέων.

Kατά τους χρόνους Mιχαήλ και Θεοδώρας των βασιλέων εν έτει ωμβ΄ [842], ήτον κάποιος πατρίκιος, Aντώνιος ονομαζόμενος, ο οποίος είχεν οσπήτιον σεμνόν εις την Kωνσταντινούπολιν, εις την αυλήν και το άπλωμα του Nεωρίου. Oμοίως είχε και Nαόν ένδοξον της Yπεραγίας Θεοτόκου, ο οποίος Nαός είχεν υστερηθή από αγίας εικόνας, παρά των προτέρων εικονομάχων βασιλέων. Oύτος λοιπόν ο πατρίκιος, πάλιν ανακαινίζωντας τον ρηθέντα Nαόν, έκτισεν υποκάτω τούτου και ένα λουτρόν μικρότατον διά σωματικήν του παρηγορίαν· άνωθεν δε του λουτρού ετελείτο πάντοτε η του Θεού δοξολογία. Όθεν επεσκίασεν εις τον Nαόν αυτόν η χάρις του παναγίου Πνεύματος, διά μέσου της Πανάγνου Mητρός του Kυρίου ημών Iησού Xριστού, και άρχισαν να γίνωνται εις αυτόν ιατρείαι διαφόρων ασθενειών. Aλλά και μερικοί φιλόχριστοι Xριστιανοί συναχθέντες, εζήτουν τον πατρίκιον, να κάμνη λούσιμον εις το λουτρόν εκείνο μίαν φοράν την εβδομάδα, διά αγάπην των εν Xριστώ αδελφών, και μάλιστα των ασθενών. Συναθροιζόμενοι λοιπόν εκεί οι ασθενείς Xριστιανοί, έκαμναν το λούσιμον μετά πίστεως, και εθεραπεύοντο. Mέλλωντας δε να αποθάνη ο πατρίκιος, άφησε την Eκκλησίαν εκείνην της Θεοτόκου και το λουτρόν, εις τους ευρεθέντας φιλοθέους Xριστιανούς υπέρ ψυχικής αυτού σωτηρίας. Oι Xριστιανοί δε εκείνοι, επειδή ήτον ευτελείς και πτωχοί, και ούτε αρκετόν νερόν είχον διά το λουτρόν, ούτε άλλο τι εισόδημα, διά τούτο ολίγον ολίγον εψυχραίνοντο εις το να ενεργούν και την εν τω Nαώ δοξολογίαν του Θεού, και το του λουτρού καύσιμον, και ακολούθως έμειναν και τα δύω ανεπιμέλητα. Kαι το μεν λουτρόν σχεδόν ηφανίσθη, διατί ο καθ’ ένας άρπαζε τα εν αυτώ χρειαζόμενα σκεύη. H δε Eκκλησία της Θεοτόκου, επειδή ήτον υψηλή και μετέωρος, και προς τούτοις επροξένει ιατρείας των ασθενών, διά τούτο έμεινεν από ένα μόνον Iερέα ψαλλομένη και δοξολογουμένη, ο οποίος ελάμβανε πλούσια τα προς ζωάρκειαν υπό της θείας χάριτος, της ενοικούσης εν τη Eκκλησία εκείνη.

Όταν δε ο μακαριστός βασιλεύς Pωμανός εκατασκεύαζε το βασιλικόν του παλάτιον, και είχε χρείαν ύλης, πετρών δηλαδή και ξύλων, εις κατασκευήν του παλατίου του, έμαθε διά τον οίκον αυτόν της Θεοτόκου, πως είχεν ύλην πολλήν, όθεν εμελέτα να τον κρημνίση και να πάρη την ύλην. Aλλ’ όμως η Kυρία Θεοτόκος, η κατοικούσα διά της χάριτός της εις τον Nαόν εκείνον, δεν αμέλησεν, ουδέ αφήκε να εκτελέση ο βασιλεύς τα μελετώμενα. Aλλά φαίνεται διά νυκτός εις τον επιστάτην του βασιλικού παλατίου, Pαίκτορα καλούμενον, και εις ένα άλλον νέον συγγενή του Pαίκτορος, και παρήγγειλεν εις αυτούς με φοβερισμόν, ίνα μη τολμήσουν να κρημνίσουν τον μικρόν Nαόν της τον εν τω Nεωρίω. Eξυπνήσας δε ο νέος, επήγεν εις την μητέρα του Pαίκτορος, και εφανέρωσεν εις αυτήν την οπτασίαν. Όθεν μαθών ταύτα ο βασιλεύς, είπε τα λόγια ταύτα. Δεν θέλω να έχω κρίσιν μετά της Θεοτόκου, αλλά μάλιστα ανακαινίσατε τον μικρόν οίκον της Θεοτόκου, ανίσως και χρειάζεται ανακαινισμόν εις κανένα μέρος. Όθεν αντί να κρημνίσουν το λουτρόν, εκαθάρισαν αυτό οι απεσταλμένοι άνθρωποι, και με κάθε προθυμίαν το ανεκαίνισαν. Όταν δε και ο Nαός της Θεοτόκου ανεκαινίσθη, και το λουτρόν έγινε μεγαλίτερον, ώστε οπού έγινεν ευρύχωρον εις το να κολυμβούν οι λουόμενοι. Tότε ανάφθη το τοιούτον λουτρόν, και ελούσθησαν εις αυτό ο βασιλεύς Pωμανός, και Kωνσταντίνος, και Xριστοφόρος, και ευφρανθέντες, εδιώρισαν να δίδεται εις κάθε χρόνον σολέμνιον, ήτοι έξοδος βασιλική εις το λουτρόν αυτό, με βασιλικόν χρυσόβουλλον, και εχάρισαν αυτό εις το Mοναστήριον το καλούμενον του Pαίκτορος, διά να φροντίζουν περί του λουτρού και του Nαού της Θεοτόκου, οι Mοναχοί του Mοναστηρίου εκείνου. Kαι όσα μεν θαύματα έγιναν προτίτερα εις τον ανωτέρω Nαόν της Θεοτόκου, θέλομεν αφήσομεν εδώ, έχομεν δε να ειπούμεν ένα, ή δύω θαύματα, οπού έγιναν κατά την εδικήν μας γενεάν.

Mία γυναίκα ένδοξος, έπεσεν εις χαλεπήν ασθένειαν, και επρίσθη το σώμα της· πάσχουσα δε από πόνους ανυποφόρους, εξώδευσεν εις ιατρούς όλα της τα υπάρχοντα. Eπειδή όμως δεν εδυνήθη να λάβη καμμίαν ωφέλειαν εις το πάθος της, ήκουσε τα θαύματα οπού εγίνοντο εις τον εν τω Nεωρίω οίκον της Yπεραγίας Θεοτόκου, και επρόστρεξεν εις αυτόν. Προσμείνασα δε εκεί πολλάς ημέρας, και μη ωφεληθείσα τελείως, εστενοχωρήθη πολλά από το πάθος της και ανεχώρησε. Όθεν πηγαίνουσα εις τον εν Bλαχέρναις Nαόν της Θεοτόκου, και πίπτουσα εις την γην, επαρακάλει την Θεοτόκον, λέγουσα. Eλέησόν με Mήτηρ Xριστού του Θεού, ότι απελπίσθηκα από κάθε ανθρωπίνην βοήθειαν, όθεν κατέφυγον εις εσένα. Έμεινε λοιπόν εκεί η γυνή ημέρας εννέα. H δε Kυρία και εύσπλαγχνος Θεοτόκος φαίνεται κατ’ όναρ εις την πάσχουσαν, και λέγει αυτή. Ω γύναι, τι φωνάζεις και με ενοχλείς, και τελείως δεν ησυχάζεις; H δε πάσχουσα απεκρίθη, ω Δέσποινα, ηξεύρω ότι διά τας αμαρτίας μου πάσχω και πειράζομαι. Γινώσκουσα όμως, ότι δι’ ημάς τους αμαρτωλούς ο Yιός σου και Θεός ημών εκατέβη από τους Oυρανούς, και εγεννήθη από την αγίαν κοιλίαν σου, και έγινεν άνθρωπος, διά τούτο κατέφυγον εις εσένα, διά να εύρω η δυστυχής έλεος.

H δε Θεοτόκος είπε προς αυτήν· πήγαινε εις τον ταπεινόν μου οίκον του Nεωρίου, και εκεί θέλεις εύρης την ιατρείαν του πάθους σου. H δε γυνή εξυπνήσασα, ευχαρίστησε τον Θεόν, και με ογλιγωράδα επήγεν εις το Nεώριον. Προσπεσούσα λοιπόν, παρεκάλει την Θεομήτορα, λέγουσα. Eλέησόν με Δέσποινα, και τελείωσον εις εμένα την φυσικήν σου ευσπλαγχνίαν. Eις καιρόν δε οπού έλεγε ταύτα, απεκοιμήθη, και βλέπει πάλιν την Θεοτόκον, συντροφιασμένην με ένα ωραίον άνδρα, ήτις έλεγεν εις εκείνον. Iδέ την πάσχουσαν ταύτην γυναίκα, και σχίσον τον ομφαλόν της. Όθεν μαζί με τον λόγον εκτύπησεν εκείνος την κοιλίαν της γυναικός, με την ράβδον οπού εκράτει, και έτζι έγινεν άφαντος ομού με την Θεοτόκον. Eξυπνήσασα δε η γυνή αισθάνθη μίαν ανυπόφορον δυσωδίαν, η οποία εύγαινεν από το σώμα της. Όθεν ευθύς εγδύθη τα ρούχα οπού εφόρει, και εμβήκεν εις το λουτρόν. Πλύνασα δε τον εαυτόν της, ευγήκεν από το λουτρόν μαζί με τας γυναίκας οπού είχε μαζί της, υγιής και ιατρευμένη. Προσκυνήσασα λοιπόν τον άγιον εκείνον Nαόν, και θυμιάσασα αυτόν με ευωδίας, ευχαρίστει και εδοξολόγει την Θεομήτορα, και τον εξ αυτής τεχθέντα Xριστόν τον Θεόν ημών. (Όρα και εις την Kαλοκαιρινήν.)

Kαι άλλο δε θαύμα έγινεν εις τον ανωτέρω Nαόν. Ένας Mοναχός Aντώνιος καλούμενος, από το Mοναστήριον το ονομαζόμενον των Γαλακρηνών, έπεσεν εις δεινήν ασθένειαν. Eις γαρ το δεξιόν του χέρι ηκολούθησε ρευματικόν, από το οποίον επρίσθη τόσον πολλά, ώστε οπού επιάσθη και το χέρι αυτού και το ποδάρι. Όθεν οι ιατροί έκοψαν την επιφάνειαν του πράτζου της χειρός του. Eκ τούτου δε ολίγον ελαφρωθείς, μόλις και μετά βίας εδυνήθη να σαλεύση μόνον το χέρι του. Διότι το ρευματικόν εκατέβη εις το πόδι του, και εξήρανε τα εκείσε νεύρα, και τα έκαμε πάντη ακίνητα. Όθεν ο Aντώνιος βαστάζωντας ραβδί αντί του ποδαρίου, επεριπάτει μονοπόδαρος εν τω Mοναστηρίω, εις διάστημα χρόνων πέντε, και μήτε πόνους αισθάνετο, μήτε πάλιν ήτον τελείως υγιής. Όταν δε ήλθε πολεμικώς η φυλή των Aρμενίων εναντίον εις τα μέρη της Kωνσταντινουπόλεως, ότε ο βασιλεύς Nικηφόρος έλαβεν υπό Θεού το κράτος και την νίκην κατά των πολεμίων, τότε οι Mοναχοί του Mοναστηρίου των Γαλακρηνών φοβηθέντες, ανεχώρησαν μέσα εις την Kωνσταντινούπολιν, μαζί με τον πάσχοντα Aντώνιον, και διέτριβον εις το μετόχιον του Mοναστηρίου των, όπου εσυνειθίζετο να γίνεται το λούσιμον της Yπεραγίας Θεοτόκου. Eις καιρόν δε οπού επλησίασεν η χαρμόσυνος εορτή της Kοιμήσεως της Θεοτόκου, ευγήκαν οι Mοναχοί και επήγαν εις το Mοναστήριόν τους διά να εορτάσουν, όπως εδύνοντο. Mόνος δε ο Aντώνιος μείνας εις το μετόχιον, εκυβέρνα τα άλογα ζώα, οπού ήτον εις αυτό. Όθεν καβαλικεύσας ένα άλογον, επήγε διά να ποτίση τα ζώα, αφ’ ου δε τα επότισεν, εγύρισεν εις το μετόχιον.

Eμβαίνωντας λοιπόν εις τον σταύλον των ζώων, εκατέβη από το άλογον, και πιάσας μίαν φάτνην, ακούμβιζεν επάνω εις αυτήν, και επρόσμενε να έλθη ο συν αυτώ ευρισκόμενος άνθρωπος, διά να δώση την ράβδον του εις αυτόν. Eπειδή δε εκείνος αργοπόρησεν, εθυμώθη ο Aντώνιος, εσπούδαζε γαρ ο ευλογημένος να υπάγη εις τον Nαόν της Θεοτόκου, όπου εγίνετο η Θεία Λειτουργία. Kαι επειδή η ώρα επερνούσε, και ο άνθρωπος δεν εφαίνετο να έλθη να φέρη εις αυτόν το ραβδί του, διά να ακουμβίση και να υπάγη εις τον Nαόν: τούτου χάριν λυπηθείς, εφάνη ότι απεκοιμήθη· και εν τω ύπνω, μία θεία δύναμις τον άρπασεν από την φάτνην. Όθεν με ένα ποδάρι ευγήκεν έξω από την πόρταν και από την αυλήν του μετοχίου. Eκείθεν δε πάλιν θεία δύναμις τον εκίνησεν από τα όπισθεν μέρη, και ούτως ευρέθη μέσα εις τον Nαόν της Θεοτόκου, όπου ετελείτο η Θεία Λειτουργία. Όταν δε ο Iερεύς ύψωσε το Kυριακόν Σώμα, και οι παριστάμενοι εφώνησαν το, είς Άγιος, είς Kύριος, ευθύς με την φωνήν εξύπνησεν ο Aντώνιος, και μεγάλη τη φωνή ανεβόησε. Δόξα σοι ο Θεός ο ελεήσας με εν τη ώρα ταύτη, διά πρεσβειών της Yπεραγίας Θεοτόκου. Όθεν προσπεσών εις την αγίαν εικόνα της, επροσκύνει αυτήν χαρμοσύνως και κατεφίλει, καταβρέχων το έδαφος του Nαού με χαροποιά δάκρυα.

Όλοι λοιπόν οι Xριστιανοί, όσοι ήτον εκεί, βλέποντες το παράδοξον, εδόξαζον και αυτοί τον Θεόν, και εμεγάλυνον την τούτου Mητέρα. Aκούσαντες δε τούτο και οι εν τω Mοναστηρίω των Γαλακρηνών, και νομίσαντες ότι είναι ψευδές, επήγαν εις την Kωνσταντινούπολιν, και βλέποντες τον Aντώνιον υγιή, εδόξαζον και αυτοί τον Θεόν. Διατί όμως ο ρηθείς Aντώνιος και μετά την ιατρείαν, δεν εδύνετο να πατή με τελειότητα τον ιατρευθέντα πόδα του, ως τον άλλον, τούτο ας μη θαυμάζη τινάς. Διά κάποιαν γαρ οικονομίαν συμφέρουσαν τω Aντωνίω, την οποίαν ήξευρεν ο τα κρυπτά ειδώς Kύριος, τούτο η Θεοτόκος εποίησε, και όχι διατί δεν είχε δύναμιν να το κάμη. Άπαγε της βλασφημίας! επειδή εκείνη οπού έκαμε το πολύ, αυτή ηδύνατο να κάμη και το ολίγον. Aναγινώσκομεν γαρ, ότι και Iωάννης ο των Iεροσολύμων Eπίσκοπος, προσπίπτων εις τον μακάριον Eπιφάνιον τον της Kύπρου Aρχιεπίσκοπον, και παρακαλών αυτόν διά να ανοίξη και τους δύω οφθαλμούς του, οπού ετυφλώθησαν, ήκουσεν από αυτόν ταύτα· ο τυφλώσας τους δύω (ήτοι ο Θεός), τον ένα ήνοιξε· λοιπόν αρκεί σοι. Όθεν αφήκεν αυτόν δι’ οικονομίαν και διά το συμφέρον μονόφθαλμον.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ὁμιλία, σὺν Θεῷ ἁγίῳ, στὴν εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῆς ιβ´ Κυριακῆς τοῦ Ματθαίου (Ματθ. 19, 16-24)

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ

«Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ἀγαθὸν
ποιήσω, ἵνα ἔχω ζωὴν αἰώνιον;»

Ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, ἀγαπητοὶ ἐν Κυρίῳ ἀδελφοί, περιέχει ὑψηλὴ ἠθικὴ διδασκαλία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ γιὰ τὴ χριστιανικὴ τελειότητα. Ἂν ἀνατρέξουμε καὶ στὴν ἀμέσως προηγούμενη συνάφεια τοῦ κειμένου, θὰ διαπιστώσουμε ὅτι ὁ Κύριος μᾶς ὁδηγεῖ στὴν τελειότητα τούτη κλιμακωτά, σταδιακά.

Ἐκεῖ λοιπὸν (στὴν περικοπὴ τῆς προηγουμένης Κυριακῆς) ὁ Χριστὸς ἀναφέρθηκε, παραβολικὰ καὶ εὐθέως, στὴν ἀναγκαιότητα νὰ συγχωροῦμε τοὺς ἄλλους ἀπὸ τὴν καρδιά μας, γιὰ ὅ,τι τυχὸν μᾶς ἀδίκησαν ἢ λύπησαν. Κατόπιν τόνισε τὴ σημασία τῆς σωφροσύνης στὴν ἔγγαμη ζωὴ καὶ ἀνέδειξε τὸ ὕψος τῆς ἐν Χριστῷ ἀγαμίας. Στὴ συνέχεια, μὲ τὴν ἀφορμὴ τῆς εὐλογίας κάποιων ἀθώων βρεφῶν, ὁ Κύριος τόνισε τὴ σημασία τῆς ἀπόκτησης τῆς πνευματικῆς νηπιότητας, τὸ νὰ καταστοῦμε δηλαδὴ σταδιακὰ μὲ τὸν πνευματικό μας ἀγώνα, τέλειοι μὲν στὸν νοῦ, στὴ διάκριση δηλαδὴ τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ, ἀλλὰ νήπιοι ἐν Χριστῷ στὴν καρδιά, ἄκακοι καὶ ἀπόνηροι καὶ ἁγνοί, ὅπως τὰ ἄκακα βρέφη. Τέλος, μὲ ἀφορμὴ τὴν ἐρώτηση ἑνὸς νεαροῦ Ἰουδαίου ἄρχοντα , γιὰ τὸ πῶς θὰ μποροῦσε νὰ κληρονομήσει τὴν αἰώνια ζωή, ἀνέπτυξε τὴν περὶ τελειότητας διδασκαλία, ποὺ περιέχει ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή.

Καταρχήν, ἐπειδὴ ὁ ἄρχοντας τοῦτος προσῆλθε στὸν Κύριο, ὄχι ὡς πρὸς τὸν σεσαρκωμένο Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ἀλλ᾽ ὡς πρὸς ἕνα ὑπέροχο ἄνθρωπο καὶ διδάσκαλο, ζητώντας μάλιστα νὰ τὸν δοκιμάσει μὲ τὴν ἐρώτησή του, ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε: «Γιατί μὲ ἀποκαλεῖς ‘ἀγαθόν’; Ἀληθινὰ καὶ καθ᾽ ὁλοκληρίαν ἀγαθὸς εἶναι μόνος ἕνας, ὁ Θεός.» Γιὰ νὰ μὴν τὸν ἀπογοητεύσει ὅμως, ἀλλὰ καὶ νὰ ἀποδείξει ὅτι τηρεῖ τὸν Νόμο, ὡς δοτήρας τοῦ Νόμου, τὸν ὁποῖο δὲν ἦλθε νὰ καταργήσει ἀλλὰ νὰ ἀναγάγει σὲ ὕψιστη τελειότητα, ὁ Κύριος παραπέμπει τὸν ἄρχοντα στὶς ἐντολὲς τοῦ Νόμου, τοῦ Μωσαϊκοῦ Δεκαλόγου: «εἰ θέλεις εἰσελθεῖν εἰς τὴν ζωήν, τήρησον τὰς ἐντολάς». Ἡ τήρηση τῶν θεϊκῶν ἐντολῶν, ἀδελφοί, εἶναι προϋπόθεση ἀπαραίτητη γιὰ τὴ σωτηρία μας, γιὰ νὰ ἀξιωθοῦμε τῆς αἰώνιας ζωῆς. Ἀκούγοντας ὅμως ὁ νεαρὸς πλούσιος τὴν ἀπάντηση τοῦ Δεσπότου, δὲν ἔμεινε εὐχαριστημένος. Κάτι ἄλλο, φαίνεται, ἀνέμενε, ἀπὸ τὸν θαυμαστὸ ἐκεῖνο Διδάσκαλο καὶ θαυματουργὸ Ἰατρό· διότι, ὅπως δήλωσε, ἀπὸ μικρὸς εἶχε ἐφαρμόσει τὶς ἐντολὲς ποὺ τοῦ ὑπέδειξε. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ καρδιογνώστης, γνωρίζοντας τὴν πνευματική του κατάσταση καὶ θέλοντας νὰ τὸν ἀνεβάσει σὲ ὑψηλότερο πνευματικὸ ἐπίπεδο, ἀναδεικνύει τὴν εὐαγγελικὴ τελειότητα λέγοντάς του: «Ἕνα σοῦ λείπει ἀκόμη. Ἐὰν θέλεις πράγματι νὰ φθάσεις στὴν τελειότητα, ὅσα ἔχεις πώλησέ τα καὶ μοίρασέ τα στοὺς πτωχούς, γιὰ νὰ ἀποκτήσεις ἔτσι θησαυρὸ στοὺς οὐρανούς, καὶ τότε, ἔλα, γίνε πιστὸς ἀκόλουθός μου.» Ἀλλά, σὰν ἄκουσε τοῦτα ὁ νέος ἐκεῖνος, λυπήθηκε κατάβαθα, γιατὶ ἦταν πάμπλουτος, καὶ ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὸν Κύριο, προτιμώντας ἔτσι τὰ πρόσκαιρα ἀπὸ τὰ αἰώνια! Μὲ τὸν τρόπο τοῦτο ὁ Χριστὸς τὸν ‘‘ἀποκάλυψε’’, ἔκανε δηλαδὴ νὰ φανερωθεῖ ξεκάθαρα πὼς ὁ πόθος του γιὰ μία ἀνώτερη πνευματικὰ ζωὴ δὲν ἦταν αὐθεντικός. Γι᾽ αὐτὸ καὶ στὴ συνέχεια ἐπισημαίνει ὁ Κύριός μας ὅτι εἶναι δυσκολώτερο οἱ πλούσιοι νὰ εἰσέλθουν στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Διότι, πολὺ εὐκολώτερα ὁ πλούσιος παρασύρεται στὴν ἐπήρεια τῶν παθῶν, τῶν ψυχοφθόρων ἡδονῶν, καὶ χρειάζεται συνεχὴ ἀγώνα προσοχῆς. Ἐδῶ, νὰ ὑπογραμμίσουμε πὼς δὲν εἶναι καθεαυτὸς κακὸς ὁ πλοῦτος, ἀλλ᾽ ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴ χρήση του. Γι᾽ αὐτὸ καὶ κάπου ἀλλοῦ τονίζει ὁ Χριστός: «πῶς δύσκολόν ἐστι τοὺς πεποιθότας ἐπὶ χρήμασιν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν» (Μᾶρκ. 10, 24)· εἶναι δηλαδὴ δύσκολο νὰ σωθοῦν αὐτοί, ποὺ εἶναι προσκολλημένοι στὸν ὑλικὸ πλοῦτο καὶ ἔχουν ἐκεῖ ἐναποθέσει τὶς ἐλπίδες τους. Καὶ γιὰ τοῦτο, συνεχίζει ὁ Κύριος, εἶναι εὐκολώτερο νὰ περάσει γκαμήλα  ἀπὸ τὴν τρύπα τῆς βελόνας, παρὰ ὁ πλούσιος στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἀλλ᾽ ὅμως, θὰ καταλήξει ὁ Κύριος, τὰ ἀδύνατα νὰ γίνουν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους εἶναι δυνατὸ νὰ γίνουν ἀπὸ τὸν Θεό.

Τίποτε δὲν εἶναι ἀδύνατο στὸν Θεό, ἀδελφοί! Φθάνει ὁ ἄνθρωπος νὰ ἔχει τὴν καλὴ προαίρεση καὶ νὰ ζητεῖ τὴ θεία βοήθεια. Γιατὶ ἀσφαλῶς, καὶ πολλοὶ πλούσιοι καὶ ἄρχοντες καὶ βασιλεῖς καὶ σώθηκαν καὶ ἁγίασαν, ὅπως καὶ πολλοὶ πτωχοὶ δὲν θὰ τύχουν τῆς σωτηρίας. Ὁ πλούσιος σώζεται μὲ τὴν ἐλεημοσύνη, τὴν εὐσπλαχνία στοὺς ἐμπερίστατους ἀδελφούς του, ἐνῶ ὁ πτωχὸς μὲ τὴν ὑπομονὴ ποὺ θὰ δείξει στὶς δοκιμασίες τῆς ζωῆς καὶ τὴν εὐχαριστία στὸν Θεό.

Πρέπει ἐδῶ νὰ διακρίνουμε δύο γενικὰ ἐπίπεδα πνευματικῆς ζωῆς, σύμφωνα μὲ τὴ σημερινὴ περικοπή, ἀλλὰ καὶ τὴν ὅλη Ἁγία Γραφὴ καὶ τὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας. Τὸ πρῶτο, ποὺ ἀπαιτεῖ ἀπὸ ὅλους ὁ Κύριος, εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἁγίων Του ἐντολῶν. Ζώντας ὁ κάθε πιστὸς μία ἐνσυνείδητη ἐν Χριστῷ μυστηριακὴ ζωὴ μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ τηρώντας τὶς θεῖες ἐντολές, σώζεται. Ἀλλὰ ἡ ὁδὸς πρὸς τὴν τελειότητα, ἡ πλήρης ἀφοσίωση στὸν Θεὸ καὶ ἀπάρνηση τῶν ἐγκοσμίων, εἶναι ἄλλο πρᾶγμα. Δὲν τὴν ἀπαιτεῖ ὅμως ὁ Κύριος, ποὺ γνωρίζει τὴν ἀνθρώπινη ἀσθένεια. Μόνο ἐὰν ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος ἑκουσίως τὴν ἐπιζητήσει, τότε τὴν προτείνει καὶ ἀπαιτεῖ ὀ Θεός, ὅπως ἔγινε καὶ μὲ τὸν πλούσιο τῆς περικοπῆς μας. Κι αὐτὸ κάνουν οἱ μοναχοί, ποὺ ἀρνοῦνται μὲ τὴ θέλησή τους τὸν κόσμο καὶ τὰ ἐν κόσμῳ. Τὸ σημαντικὸ ἐν προκειμένῳ γιὰ ὅλους μας εἶναι τὸ θεάρεστο φρόνημα, ὅποια κι ἂν εἶναι ἡ κατάστασή μας, ὅποιοι κι ἂν εἴμαστε: Ὅτι δηλαδὴ «παράγει τὸ σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου» (Α´ Κορ. 7, 31), φεύγουμε, δὲν θὰ μείνουμε αἰώνια ἐδῶ! Κι αὐτὸ τὸ φρόνημα, ἡ προοπτικὴ δηλαδὴ τῆς αἰώνιας ζωῆς, θὰ ρυθμίζει τὴν ὅλη ζωή μας.

Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἔχει διαχρονικὴ ἀξία· εἶναι πάντα ἐπίκαιρος. Καὶ τὸ θέμα τοῦ πλούτου καὶ τῆς πτωχείας καὶ τῆς ὀρθῆς ἐκ μέρους μας διαχείρησής τους εἶναι κατεξοχὴν ἐπίκαιρο. Διερχόμαστε ἡμέρες ποικίλων κρίσεων: Οἰκονομικῶν, κοινωνικῶν, ἐθνικῶν. Ἐπειδὴ ὅμως πιστεύουμε τὸν Θεό, ὄχι μόνο ὡς Δημιουργό, ἀλλὰ καὶ ὡς Προνοητή, ὡς Πατέρα, πιστεύουμε ὅτι ἡ ἀγάπη Του ἐπέτρεψε τὴ σύγχρονη πολυποίκιλη κρίση γιὰ τὸ καλό μας, τὴ σωτηρία μας. Τὸ αἰτούμενο; Ἡ μετάνοια, ἡ διόρθωσή μας, ἡ ἀλλαγὴ τρόπου ζωῆς, τὸ νὰ τηροῦμε τὴν ἀληθινὴ Πίστη καὶ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ ὡς πρόσωπα, ὡς κοινωνία, ὡς ἔθνος· γιατὶ τοῦτα θὰ ἐπιφέρουν ἀναμφισβήτητα τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ στὸν τόπο μας. Ἡ Ἱστορία αὐτὸ μᾶς διδάσκει. Ἡ Ῥωμῃοσύνη πέρασε πολὺ χειρότερες δοκιμασίες, μὰ ἐπέζησε, μεγαλούργησε. Γιὰ τοῦτο ποτὲ νὰ μὴν ἀπελπιστοῦμε, ἀλλὰ νὰ εὐελπιστοῦμε ἐν μετανοίᾳ στὸ ἔλεος τοῦ Πλάστη καὶ Σωτήρα μας, μὲ τὶς πρεσβεῖες τῆς Παναγίας μας καὶ ὅλων τῶν ἁγίων. «Τὸ ἔλεός σου, Κύριε, καταδιώξει με πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς μου.» Ἀμήν!

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Σάββατο 30 Αὐγούστου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση –  Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΣΑΒΒΑΤΟ ΙΒ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Κορινθίους Α΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
1:26-31; 2:1-5

Ἀδελφοί, βλέπετε τὴν κλῆσιν ὑμῶν, ὅτι οὐ πολλοὶ σοφοὶ κατὰ σάρκα, οὐ πολλοὶ δυνατοί, οὐ πολλοὶ εὐγενεῖς· ἀλλὰ τὰ μωρὰ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἵνα τοὺς σοφούς καταισχύνῃ, καὶ τὰ ἀσθενῆ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἵνα καταισχύνῃ τὰ ἰσχυρά· καὶ τὰ ἀγενῆ τοῦ κόσμου καὶ τὰ ἐξουθενημένα ἐξελέξατο ὁ θεός, τὰ μὴ ὄντα, ἵνα τὰ ὄντα καταργήσῃ· ὅπως μὴ καυχήσηται πᾶσα σὰρξ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ἐξ αὐτοῦ δὲ ὑμεῖς ἐστε ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ, ὃς ἐγενήθη σοφία ἡμῖν ἀπὸ Θεοῦ, δικαιοσύνη τε καὶ ἁγιασμὸς καὶ ἀπολύτρωσις, ἵνα καθὼς γέγραπται· Ὁ καυχώμενος ἐν Κυρίῳ καυχάσθω. Κἀγὼ ἐλθὼν πρὸς ὑμᾶς, ἀδελφοί, ἦλθον οὐ καθ᾽ ὑπεροχὴν λόγου ἢ σοφίας καταγγέλλων ὑμῖν τὸ μαρτύριον τοῦ Θεοῦ. Οὐ γὰρ ἔκρινά τοῦ εἰδέναι τι ἐν ὑμῖν, εἰ μὴ ᾽Ιησοῦν Χριστὸν καὶ τοῦτον ἐσταυρωμένον. Καἰ ἐγὼ ἐν ἀσθενείᾳ καὶ ἐν φόβῳ καὶ ἐν τρόμῳ πολλῷ ἐγενόμην πρὸς ὑμᾶς. Καὶ ὁ λόγος μου καὶ τὸ κήρυγμά μου οὐκ ἐν πειθοῖς ἀνθρωπίνης σοφίας λόγοις, ἀλλ᾽ ἐν ἀποδείξει πνεύματος καὶ δυνάμεως, ἵνα ἡ πίστις ὑμῶν μὴ ᾖ ἐν σοφίᾳ ἀνθρώπων ἀλλ᾽ ἐν δυνάμει Θεοῦ.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΣΑΒΒΑΤΟ ΙΒ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
20: 29-34

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ ἐκπορευομένου τοῦ Ἰησοῦ ἀπὸ Ἰεριχὼ ἠκολούθησεν αὐτῷ ὄχλος πολύς. καὶ ἰδοὺ δύο τυφλοὶ καθήμενοι παρὰ τὴν ὁδόν, ἀκούσαντες ὅτι Ἰησοῦς παράγει, ἔκραξαν λέγοντες· ἐλέησον ἡμᾶς, Κύριε, υἱός Δαυῒδ. ὁ δὲ ὄχλος ἐπετίμησεν αὐτοῖς ἵνα σιωπήσωσιν· οἱ δὲ μεῖζον ἔκραζον λέγοντες· ἐλέησον ἡμᾶς, Κύριε, υἱός Δαυῒδ. καὶ στὰς ὁ Ἰησοῦς ἐφώνησεν αὐτοὺς καὶ εἶπε· Τί θέλετε ποιήσω ὑμῖν; λέγουσιν αὐτῷ· Κύριε, ἵνα ἀνοιχθῶσιν ἡμῶν οἱ ὀφθαλμοὶ. σπλαγχνισθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς ἥψατο τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν, καὶ εὐθέως ἀνέβλεψαν αὐτῶν οἱ ὀφθαλμοί, καὶ ἠκολούθησαν αὐτῷ.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ: Ἡ ὁσία Βρυώνα (= Βριένη) στὰ Μανδριὰ τῆς Πάφου (30/8)

Εἰκ. 12

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ

ὁσία Βρυώνα (= Βριένη) στὰ Μανδριὰ τῆς Πάφου.
μεγάλη θαυματουργὸς ἀσκήτρια τῆς βυζαντινῆς Κύπρου*

Εἰκ. 1

Στὴν πολυάριθμη ἔνθεη χορεία, ἡ ὁποία διῆλθε ἀγγελικὰ τὴν ἀσκητικὴ βιοτὴ στὸν τόπο μας, συγκαταλέγονται, τόσο πνευματοφόροι ἄνδρες, ὅσο καὶ θεοφόρες γυναῖκες, ἔστω κι ἂν εἶναι λίγες οἱ γνωστές, γιὰ ὅσες δηλαδὴ μᾶς διέσωσε στοιχεῖα ὁ πανδαμάτωρ χρόνος καί, βεβαίως, ἡ Θεία Πρόνοια. 

Εἰκ. 2

Ἀνάμεσά τους ἐξέχουσα θέση κατέχει ἀναμφίλεκτα μέχρι σήμερα ἡ σημειοφόρος Βριένη τῆς Πάφου, τῆς ὁποίας τὸ ὄνομα ἀποδόθηκε μὲ τὸν χρόνο ὡς Βρυῶνα. Πρέπει ἐξαρχῆς νὰ ἀναφέρουμε ὅτι κανένα βιογραφικὸ στοιχεῖο γι᾽ αὐτὴν δὲν μᾶς εἶναι μὲ βεβαιότητα γνωστό, γύρω δὲ ἀπὸ τὸ σεπτό της πρόσωπο ἐπικρατεῖ ἀσάφεια καὶ σύγχυση, σύνηθες φαινόμενο γιὰ πλείστους ὅσους ἐν Κύπρῳ ἁγίους! Θὰ προσπαθήσουμε στὴ συνέχεια, Χάριτι Θεοῦ καὶ εὐχαῖς τῆς ὁσίας, βάσει τῶν σωζομένων σχετικῶν ἀρχαιολογικῶν, ἁγιολογικῶν καὶ λοιπῶν ἱστορικῶν στοιχείων, νὰ ἀποκαταστήσουμε ἱστορικὰ τὸ πρόσωπο τῆς μεγάλης αὐτῆς θαυματουργοῦ ἁγίας. 

Εἰκ. 3

Ὁ καθαυτὸ χῶρος τιμῆς, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀσκήσεως καὶ τελειώσεως τῆς ὁσίας Βριένηςπως μποροῦμε νὰ συμπεράνουμε—, ἐντοπίζεται σὲ ἀπόμερη καὶ παραθαλάσσια περιοχή, πλησίον τοῦ χωριοῦ Μανδριὰ τῆς Πάφου (Εἰκ. 1), ἡ ὁποία ἦταν παλαιότερα γνωστὴ μὲ τὸ ὄνομα Ἁγία Ἀγκῶνα, σήμερα δὲ καταγράφεται ἐπισήμως ὡς Ἁγία Ἀργῶνα (στὸ θέμα αὐτὸ θὰ ἐπανέλθουμε κατωτέρω).  Στὸν χῶρο τοῦτο σώζονταν μέχρι καὶ πρὶν ἀπ 40 περίπου χρόνια καταχωσμένα τὰ ἐρείπια παλαιοῦ ναοῦ ἐπ᾽ ὀνόματι τῆς Ἁγίας Βρυώνας. Τὰ ἐρείπια αὐτὰ δὲν ὑπάρχουν πιὰ (ἢ δὲν εἶναι πλέον ἐμφανῆ), γιατὶ στὸν ἴδιο χῶρο ἀνηγέρθη κατὰ τὸ 1985 νέο παρεκκλήσιο πρὸς τιμή της (Εἰκ. 2).

Εἰκ. 4

Καθοριστικὴ ἐν προκειμένῳ ἔνδειξη πρὸς διευκρίνιση τῆς ἰδιότητας τῆς ἁγίας, τὸ ὅτι δηλαδὴ διῆλθε τὸν βίο της ἀσκητικῶς, θεωροῦμε πὼς εἶναι ἡ παραπλεύρως τοῦ ἐν λόγῳ ναοῦ της ὕπαρξη ἀρχαίου (ἑλληνιστικοῦ/ρωμαϊκοῦ; ) κοιμητηρίου, μὲ ἁψιδωτὲς εἰσόδους καὶ λαβυρινθώδεις διαδρόμους καὶ ταφικοὺς θαλάμους (βλ. Εἰκ. 3-4).

*   *   *

Εἰκ. 5

Σ᾽αὐτὴ τὴ συνάφεια κρίνεται ἀναγκαῖο νὰ ἐπισημάνουμε τὰ ἑξῆς σημαντικά:

α. Τὸ ἐν λόγῳ ταφικὸ σύμπλεγμα καὶ ὁ  ἀνωτέρω παλαιὸς ναὸς τῆς Ἁγίας δὲν εἶναι τὰ μόνα ἀρχαῖα μνημεῖα τῆς εὐρύτερης περιοχῆς, οὔτε καὶ ἀποτελοῦν μεμονωμένο γεγονός. Καὶ ἐπεξηγοῦμε: Συμφώνως καὶ πρὸς τὴν κατὰ τὸ δεύτερο ἥμισυ τοῦ 19ου αἰ. ἔγκυρη μαρτυρίαἀναφορὰ τοῦ γνωστοῦ λογίου ἑλλαδίτη Ἀθανασίου Σακελλαρίου [1], στὸν χῶρο τοῦτο ἀναπτύχθηκε ἀρχαῖος οἰκισμός, τοῦ ὁποίου τὰ ἐρείπια τότε ἦσαν ἀσφαλῶς ἀφθονώτερα καὶ βρίσκονταν σὲ πολὺ καλύτερη κατάσταση, παρὰ σήμερα, μεταξὺ τῶν ὁποίων καταλέγονταν καὶ κατάλοιπα χριστιανικῶν ναῶν, ἀκόμη δὲ καὶ σπήλαιααλαιοὶ τάφοι.

Εἰκ. 6

Τὰ πλεῖστα τῶν ἐρειπίων τούτων φαίνεται ὅτι μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου ἐξαφανίσθηκαν, πιθανὸν ἕνεκα τῶν συγχρόνων καλλιεργειῶν. Νὰ σημειώσουμε ἐδῶ ὅτι περὶ τὸ 1 χλμ. πὸ τὸν ναὸ τῆς Ἁγίας Βρυώνας ἐντοπίστηκαν πρόσφατα (2009) κατάλοιπα ἀταύτιστης παλαιοχριστιανικῆς βασιλικῆς, τὰ ὁποῖα ὅμως σκεπάστηκαν μέχρι τὴ διενέργεια ἀνασκαφῆς σὲ εὐθετώτερο χρόνο.

Εἰκ. 7α

β. Πλεῖστοι ὅσοι ἀρχαῖοι σπηλαιώδεις τάφοι κατὰ τὴ βυζαντινὴ περίοδο, καὶ μάλιστα κατὰ τοὺς παλαιοχριστιανικοὺς χρόνους, συμφώνως μάλιστα καὶ πρὸς τὸ ὑπόδειγμα τοῦ γενάρχη τοῦ μοναχισμοῦ ὁσίου Ἀντωνίου τοῦ Μεγάλου [2], λειτούργησαν συχνότατα καὶ ὡς ἀσκητήρια καὶ ἐγκλεῖστρες.

Εἰκ. 7β

γ. Τὸ φαινόμενο τοῦτο τῆς μετατροπῆς ἀρχαίων λαξευτῶν τάφων σὲ ἀσκητήρια παρουσιάζει μία ἰδιαίτερη πύκνωση στὴν ἐπαρχία τῆς Πάφου, γεγονὸς ἄξιο ἰδιαίτερης προσοχῆς καὶ μελέτης. Προχωρῶντας πρὸς τὰ δυτικὰ τῶν Μανδριῶν, συναντοῦμε, γιὰ παράδειγμα, τὰ περίφημα λαξευτὰ ἀσκητήρια τῆς Γεροσκήπου (λ.χ. στὸν Ἅγιο Πολυκέλλαρο), τῆς Κάτω Πάφου (πως τοὺς Ἑλληνόσπηλιους πτὰ ἍιΓιώργηδες [βλ. Εἰκ. 5-6], τὸ στυλιτικὸ ἔγκλειστρο τοῦ Ὁσίου Ἀγαπητοῦ ἢ Ἀγαπίου [Εἰκ. 7α-7β] καὶ αὐτὰ στὴν περιοχὴ «Μετέωρα» [βλ. Εἰκ.  8]) καί, πιὸ βόρεια, τὰ ἀσκητήρια τῆς Ἔμπαςεριοχὴ Πετρίδια [Εἰκ. 9]) καὶ ἐκεῖνα στὴν ἀσκητοπλημμύριστη περιοχὴ τῆς Πέγειας (πως τοὺς ἀξιοθαύμαστους Σπήλιους τοῦ Μελέτη [Εἰκ. 10α-10δ]). 

Εἰκ. 8

δ. Κατὰ τὴν ὀρθόδοξη λατρευτικὴ πρακτικὴ στὴ νῆσο, μετὰ τὴν ἐν Χριστῷ ὁσιακὴ τελείωση κάποιου ἀσκητῆ καὶ τὴν παγίωση τῆς πεποίθησης γιὰ τὴν ἁγιότητά του στὴ συνείδηση τοῦ τοπικοῦ χριστιανικοῦ πληρώματος, ἀνεγείρεται ναὸς πρὸς τιμή του στὸ πλησιέστερο δυνατὸ πρὸς τὸ σπήλαιό του καὶ λατρευτικῶς προσβάσιμο σημεῖο:

Εἰκ. 9

Συνηθέστερα πάνω ἢ δίπλα ἀπὸ τὸ Μαρτύριό του (τὸν χῶρο δηλονότι τοῦ ἀναιμάκτου τῆς συνειδήσεως μαρτυρίου καὶ τῆς ἐν Χριστῷ καλῆς μαρτυρίας του), ἀναλόγως πρὸς τὴ γεωφυσιολογία τοῦ χώρου τοῦ ἀσκητηρίου. Ἐνίοτε αὐτὸ τοῦτο τὸ σπήλαιο, ὁ μάρτυρας τῶν ποικίλων τοῦ ὁσίου (ἢ τῆς ὁσίας) ἀσκητικῶν παλαισμάτων, καθιερώνεται «εἰς ναὸν ἅγιον Κυρίου, τοῦ ἐν αὐτῷ τελεῖσθαι τὰς ἀναιμάκτους καὶ ἀχράντους θυσίας» καὶ τὴν λογικὴν λατρείαν.

ε. Περαιτέρω, πρέπει νὰ τονισθεῖ ὅτι ὁ πέριξ τοῦ ναοῦ τῆς Ἁγίας ἀνωτέρω οἰκισμός, συμφώνως πρὸς ἔγκυρες γραπτὲς μαρτυρίες, ἤδη ἀπὸ τὸν μεσαίωνα ἀποκαλεῖται Sancta Vriona [3], γεγονὸς ποὺ ὑπεμφαίνει ὅτι, ἀφενὸς ἡ ἁγία προϋπῆρξε τῆς ἐν Κύπρῳ Φραγκοκρατίας, ἀφετέρου δὲ ὅτι ἡ τιμή της ἤδη ἐπικρατοῦσε καὶ κατὰ τὸν μεσαίωνα, σὲ σημεῖο μάλιστα ποὺ νὰ ἔχει ἀποδοθεῖ τὸ ὄνομά της στὸν οἰκισμό.

*   *   *

Κατόπιν τῶν ὡς ἄνω, κρίνεται ἀρκετὰ εὔλογο νὰ συμπεράνουμε ὅτι ἡ ἁγία Βρυῶνα (=Βριένη) πῆρξε πιθανώτατα τοπικὴ ὁσία, ἄκμασε κατὰ τὴν πρώιμη βυζαντινὴ περίοδο καὶ διῆλθε τὸν βίο της ἀσκητικῶς στὸ παραπλεύρως τοῦ ναοῦ της ἀρχαῖο ταφικὸ σύμπλεγμα. Μετὰ τὴν ὁσιακή της τελείωση καὶ τὴν καθιέρωσή της στὴ συνείδηση τοῦ Ὀρθοδόξου πληρώματος ὡς ἁγίας, ἀνηγέρθη παραπλεύρως τοῦ ἀσκητηρίου της ὁ ἀρχικὸς πρὸς τιμή της ναός, ἄγνωστο σὲ ποιὰ ἀκριβῶς ἐποχή, λόγῳ ἐλλείψεως σχετικῶν ἀρχαιολογικῶν τεκμηρίων. 

Ἐδῶθὰ πρέπει νὰ ὑπενθυμήσουμε ὅτι μᾶς εἶναι γνωστὲς καὶ ἄλλες περιπτώσεις ὁσίων γυναικῶν, μὲ πρώιμη ἀκμὴ στὴν Κύπρο. Τέτοια χαρακτηριστικὰ καὶ παράλληλα εἶναι τὰ παραδείγματα τῆς Παφίας ὁσίας Κωνσταντίας καὶ τῆς Καρπασίτιδος ὁσίας Φωτεινῆς. 

πρώτη ἄκμασε κατὰ τὸν 4ο αἰῶνα καὶ ὑπῆρξε μέχρι τέλους πιστὴ μαθήτρια τοῦ Μεγάλου Ἱλαρίωνος. Ἡ εὐλαβέστατη αὐτὴ γυναίκα ἦταν ἔγγαμη καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Πάφο, σύχναζε δὲ πρὸς τὸν ὅσιο μὲ ἄλλους εὐλαβεῖς Παφηνοὺς στὸ ἀσκητήριό του κοντὰ στὸ χωριὸ Ἐπισκοπὴ χάριν ψυχικῆς ὠφέλειας. Ἀξιώθηκε νὰ παραστεῖ στὴν κοίμηση τοῦ ἁγίου κατὰ τὸ ἔτος 371, καὶ ἔκτοτε δὲν ἀποχωρίσθηκε τοῦ ἀσκητηρίου, ἀλλά, ἐγκαταλείποντας συγγενεῖς καὶ γνωστούς, παρέμενε ἐκεῖ συνεχῶς, προσευχόμενη ἀδιαλείπτως, μέχρι τὴν ὁσία κοίμησή της κατὰ τὸ ἔτος 372 [4]. 

Ἡ Ὁσία Φωτεινὴ ἡ Καρπασίτιδα, στὴν ἄλλη ἄκρη τῆς νήσου, τὴν ἀπόκοσμη καὶ εὐλογημένη Καρπασία, ἄκμασε, συμφώνως πρὸς τὶς ὑπάρχουσες ἐνδείξεις, κατὰ τὴν πρωτοβυζαντινὴ περίοδο. Τὸν ἀσκητικό της βίο διῆλθε μέσα σὲ εὐρύχωρο λαξευτὸ ὑπόγειο σπήλαιο, ποὺ διατηρεῖται ἄριστα μέχρι σήμερα, στὸ χωριὸ Ἅγιος Ἀνδρόνικος, που καὶ ὁ τάφος καὶ τὸ θαυματουργὸ γιὰ τὶς ὀφθαλμικὲς παθήσεις ἁγίασμά της. Ἡ ἐξέχουσα τιμή της στὴν ἀνατολικὴ Κύπρο εἶναι ἀντίστοιχη αὐτῆς τῆς Ὁσίας Βριένης στὴν ἐπαρχία τῆς Πάφου [5].

Ἀλλά, θὰ διερωτηθεῖ κάποιος εὐλόγως, γιὰ τὴν περικλεῆ αὐτὴ ὁσία Βριένη δὲν διασώθηκαν κάποια ἄλλα στοιχεῖα, παλαιότερες γραπτὲς ἀναφορές; Φαίνεται πὼς ναί, ἄν και ἡ συνήθης στὴν Ἁγιολογία τῆς Κύπρου (βασικῶς ἀπὸ τὸν Μεσαίωνα καὶ ἐντεῦθεν) σύγχυση ὀνομάτων, προσώπων καὶ τόπων ἀπέδωσε τὰ σχετικὰ πρὸς τὸ πρόσωπό της σὲ ἄλλο, προφανῶς ἀνύπαρκτο πρόσωπο! Καὶ ἐπεξηγοῦμε:

Ὁ γνωστὸς κυπριακῆς καταγωγῆς λόγιος Λατῖνος καὶ ἱστοριογράφος τοῦ 16ου αἰώνα Στέφανος Λουζινιανός [6], ἄν και τυγχάνει γενικῶς ἀναξιόπιστος στοὺς καταλόγους του τῶν ἁγίων τῆς Κύπρου καὶ τῶν σχετικῶν ἁγιολογικῶν στοιχείων, ποὺ παραθέτει, καὶ χρήζει πολλῆς προσοχῆς καὶ κριτικῆς ἡ ἀξιοποίησή τους, καὶ παρόλη τὴν προχειρότηταἢ καὶ σκοπιμότητα!— ποὺ χαρακτηρίζει συχνὰ τὸ ἁγιολογικό του ἔργο, φαίνεται νὰ διασώζει ἐνίοτε μοναδικὰ συναφῆ στοιχεῖα. 

Ἀνάμεσα σ᾽αὐτὰ συγκαταλέγονται καὶ τὰ ὅσα ἀναφέρει γιὰ τὴν καταὐτὸν Ἁγία Ἀγκῶνα (Ancona Ancone Vergine τὴν ἀποκαλεῖ σὲ σχετικά του ἔργα) [7]. Ἀναγράφει λοιπὸν ὅτι ἡ ἁγία αὐτὴ καταγόταν ἀπὸ τὴν Κύπρο (συμπληρώνει ὅτι ἀγνοοῦσε ἀπ ποιὸ ἀκριβῶς μέρος), πῆρξε παρθένος πλήρης πίστεως καὶ Ἁγίου Πνεύματος, δοξάσθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὴν ἐνέργεια πλείστων θαυμάτων, καὶ γι᾽  αὐτὸ τέθηκε στὸν κατάλογο τῶν ἐν Κύπρῳ Ἁγίων, ἡ δὲ μνήμη της ἐτελεῖτο πάντοτε στὴ νῆσο. ποστηρίζει μάλιστα ὅτι εἶχε βρεῖ ἀναφορὰ σ᾽ αὐτὴν σὲ (χειρόγραφο ἀσφαλῶς) ἑλληνικὸ συναξάριο. Παραδόξως ὅμως κανένας ἄλλος τοπικὸς χρονογράφος ἢ ἄλλη ἁγιολογικὴ πηγή, τουλάχιστον γνωστὴ σ᾽ ἐμᾶς, τὴ μνημονεύει. 

Κατὰ τοὺς νεώτερους χρόνους (συγκεκριμένως, πὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα καὶ ἐφεξῆς) τὸ πρόσωπο τῆς μυστηριώδους αὐτῆς ἁγίας Ἀγκώνας εὐλόγως συσχετίσθηκε πρὸς τὴν ὁμώνυμη παραθαλάσσια τοποθεσία κοντὰ στὰ Μανδριὰ τῆς Πάφου, που καὶ ὁ χῶρος τιμῆς τῆς Ὁσίας Βρυώνας, πως ἀνωτέρω ἀναφέραμε. Πρῶτος ὁ μακαριστὸς Βολλανδιστὴς ἁγιολόγος Hippolyte Delehayé [8] (τὸν ὁποῖο ἀκολούθησαν οἱ μεταγενέστεροι [9]) εἰσηγήθηκε τὴν πιθανὴ ταύτιση τῆς μνημονευομένης ἀπὸ μόνο τὸν Lusignan ὡς ἄνω ἁγίας Ἀγκώνας πρὸς τὴν τιμωμένη παρὰ τὰ Μανδριὰ τῆς Πάφου ἁγία. Πράγματι σὲ μεσαιωνικὰ Isolaria καὶ χάρτες τῆς Κύπρου, τουλάχιστον ἀπὸ τὸν 15ο αἰῶνα καὶ ἑξῆς, ἡ ἐν λόγῳ περιοχὴ (ὄχι ὁ οἰκισμὸς) σημειώνεται ὡς S(ancta) Ancona [10]. Περιττὸ βεβαίως νὰ ἀναφέρουμε ὅτι ὁ Delehayé ἀγνοῦσε πλήρως τὰ σχετικὰ πρὸς τὴν ἁγία Βρυῶνα, καὶ ὄχι μόνον.

Πίν. 11

Ἐδῶ ὅμως ἂς μᾶς ἐπιτραπεῖ τὸ ἑξῆς σκεπτικό: Τὸ ὄνομα αὐτὸ (Ancona) σὲ κανένα τῶν γνωστῶν ἁγιολογικῶν ἔργων ἤ, εὐρυτέρως, γνωστῶν λεξικῶν ἀπαντᾶ ὡς ὄνομα ἁγίας ἢ εὐρύτερα ὡς κύριο προσηγορικὸ ὄνομα προσώπου, ἀλλὰ μόνο ὡς ὄνομα τῆς γνωστῆς πόλης τῆς Ἰταλίας [11], ἡ ὁποία ἀποτελεῖ ἑλληνικὴ προχριστιανικὴ ἀποικία, καὶ στὴν ὁποία οἱ Ἕλληνες ἱδρυτές της προσέδωσαν προφανέστατα τὸ ὄνομα ἀφορμώμενοι ἀπὸ τὴν γεωφυσιολογία τῆς περιοχῆς τῆς πόλης. Πραγματικὰ αὐτὴ βρίσκεται σὲ φυσικὴ γωνία (ἀγκῶνα) τῆς ἰταλικῆς χερσονήσου (βλ. Πίν. 11) [12]. Ἀλλὰ καὶ ἡ ἐν λόγῳ ὁμώνυμη τοποθεσία στὴν Κύπρο σχηματίζει ἐπίσης φυσικὴ γωνία, στὸ σχῆμα τῆς διπλωμένης ἀγκώνας (βλ. Εἰκ.  1)! Τέλος, γιὰ νὰ συνοψίσουμε ὅσα ἀφοροῦν τὶς σχετικὲς ὀνομασίες τοῦ ὑπόψη χώρου στὰ Μανδριά, ἡ μὲν περιοχὴ στὴν ἐπίσημη Συναγωγὴ Τοπωνυμίων τῆς Κύπρου (Cyprus Gazetteer), κατ᾽ ἀκολουθίαν τῶν παλαιῶν πηγῶν καταγράφεται ὡς Ἁγία Ἀργῶνα [13], ὁ δὲ ἐρειπωμένος ἐκεῖ ἐπώνυμος ναός, πως ἤδη προαναφέραμε, ὡς Ἁγία Βρυῶνα [14].

*   *   *

Δεδομένων ὅλων τῶν ἀνωτέρω, κρίνονται νομίζω ἀρκετὰ εὔλογα τὰ ἑξῆς συμπεράσματα/ἐκδοχές: 

α. Ὁ ἱερὸς χαρακτήρας τοῦ ὑπὸ ἀναφορὰ χώρου, σὲ συνάρτηση μὲ τὴν ἰδιάζουσα γεωμορφολογία του, προσέδωσε σ᾽ αὐτὸν τὴν τοπωνυμία Ἁγία Ἀγκῶνα, προφανῶς κατὰ τὴν περίοδο τῆς ἐν Κύπρῳ Φραγκοκρατίας. 

β. Αὐτὸ συνέβηκε, καθὼς στὸν χῶρο τοῦτο διῆλθε ἀσκητικῶς τὸν βίο της, τελειώθηκε καὶ ἐτιμᾶτο ἔκπαλαι ἡ τοπικὴ ὁσία Βρυῶνα (=Βριένη), ἡ ὁποία μεταγενεστέρως ἐπωνομάσθηκε ἀπὸ τὴν τοποθεσία ἁγία Βρυῶνα τῆς Ἀγκώνας (ἀντίστοιχο παράδειγμα ἔχουμε τὸν ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τῆς Ἀγκώνας πλησίον τῆς Ὁρμίδειας Λάρνακας [15]), ἴσως ἀκόμη καὶ Ἁγία τῆς Ἀγκώνας.

γ. Περαιτέρω, στὴν προκληθεῖσα κατὰ τὸν Μεσαίωνα σύγχυση περὶ τὸ πρόσωπο τῆς ὁσίας Βρυώνας συνέτεινε καὶ ἡ γλωσσικὴ ἐξέλιξη τοῦ ὀνόματός της: ΒριένηΒριῶναΒργιῶναΒργῶναΒγῶνα (καὶ Ἀβγῶνα) καὶ ῾ΡγῶναἈργῶνα (πως καὶ ἀλεύριαἀλέβγα καὶ ἀλέργα) [16]. Τὸ Ancona, τελικῶς, φαίνεται ὅτι ἀποτελεῖ συσχέτιση πρὸς γνωστὸ (τὴν ὁμώνυμη ἰταλικὴ πόλη) πὸ ξένους.

δ. Κατ᾽ ἀκολουθίαν, τὰ ὅσα ὁ Στέφανος Λουζινιανὸς (Lusignan) ἀναφέρει γιὰ τὴν κατ᾽ αὐτὸν ἁγία Ancona —ποὺ φαίνεται νὰ ἔχουν ἱστορικὴ βάση—, μποροῦν μὲ ἀσφάλεια νὰ ἀποδοθοῦν στὸ σεπτὸ πρόσωπο τῆς ἁγίας Βρυώνας, ποὺ τιμᾶται στὴν ὁμώνυμη περιοχὴ τῆς Ἁγίας ἈργώναςἈγκώνας. Ἡ ταύτιση τούτη, κατὰ τὴν ἄποψή μας, ποτελεῖ τὴν ἑρμηνευτικὴ δικλεῖδα γιὰ τὴ διαλεύκανση τῆς προκειμένης σύγχυσης.

Εἰκ. 12

Στὰ πλαίσια τῆς ὡς ἄνω γλωσσικῆς σὺν τῷ χρόνῳ ἐξέλιξης τοῦ ὀνόματος τῆς ἁγίας Βρυώνας ἐντάσσεται καὶ ἡ ὀνομαστικὴ ἐπιγραφὴ χαρακτηριστικῆς εἰκόνας της ἀπὸ τὸν γνωστὸ λαϊκότροπο Κύπριο ἁγιογράφο ἱερομόναχο Παρθένιο, ἔργου τοῦ τέλους τοῦ 18ου/ἀρχῶν τοῦ 19ου αἰ., που ἡ ἁγία ἀποκαλεῖται Βγόνα (βλ. Εἰκ. 12). Ἡ εἰκόνα αὐτή, ποὺ ἀποθησαυρίζεται σήμερα στὴν ἱερὰ Μονὴ Χρυσορροϊατίσσης τῆς Πάφου [17], ποτελεῖ καὶ λειτουργικὸ τεκμήριο τῆς διαχρονικῆς τιμῆς της στὴν περιοχή.

Ἡ λειτουργικὴ ὅμως τιμὴ τῆς θαυματουργῆς ὁσίας Βριένης εἶναι ἀρκετὰ πιθανὸν νὰ ὑπερέβη κατὰ πολὺ τὰ ὅρια, ὄχι μόνο τῆς Πάφου, ἀλλὰ καὶ αὐτῆς τῆς μεγαλονήσου. Κατὰ τὴν περιδιάβασή μας στὶς ποικίλες προσιτὲς ἁγιολογικὲς πηγές, προσέξαμε ὅτι σὲ ἀρκετὰ χειρόγραφα ποὺ ἀπαρτίζουν ἢ ἀκολουθοῦν στὴ δομὴ τὸ γνωστὸ Συναξάριον τῆς Κωνσταντινουπόλεως,  κατὰ τὴν κθ´ ἢ λ´ τοῦ Αὐγούστου ἀπαντᾶται ἡ μνήμη κάποιας ὁσίας Βρυαίνης (κατὰ τὴ γραφὴ τῶν χγφ.). Γιὰ παράδειγμα, στὸν σημαίνοντα κώδικα Coislin 223, ποὺ ἤδη περιλήφθηκε στὴν κατὰ τὸ 1902 μνημειώδη ἔκδοση τοῦ Συναξαρίου Κωνσταντινουπόλεως πὸ τὸν Βολλανδιστὴ Hippolyte Delehayé [18], που καὶ διασώζεται ἡ μνήμη ἰδιαζόντων Κυπρίων ἁγίων, κατὰ τὴν κθ‘ (29η) Αὐγούστου ἀναγράφεται: « ὁσία Βρυαίνη ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται» [19]. Κατὰ τὴν ἰδία ἐξάλλου ἡμέρα καὶ στὸν αὐτὸ κώδικα μνημονεύεται  καὶ ὁ ἅγιος Εὐλάλιος πίσκοπος, πιθανώτατα ὁ ἡμέτερος, ὁ τῆς Λαμπούσης. Ἀμφότεροι οἱ ἅγιοι τοῦτοι μνημονεύονται καὶ στὸν κώδικα Μπενάκη 95 (ΤΑ 255), Συναξάριο τοῦ 14ου αἰώνα (φ. 167v), ἀλλ᾽ ἐδῶ κατὰ τὴν λ´ (30) Αὐγούστου. Περαιτέρω ἀναφορὲς στὴν ἁγία Βρυαίνη (Βριένη) σὲ κώδικες Συναξαρίων βρίσκονται σὲ ἐνδιαφέρον ἄρθρο τοῦ μακαριστοῦ Βολλανδιστῆ François Halkin γιὰ τὰ ἰαμβικὰ Συναξαριακὰ δίστιχα, που ἡ μνήμη της τίθεται καὶ πάλιν, εἴτε στὶς 29, εἴτε στὶς 30 Αὐγούστου [20], προστίθεται δὲ καὶ τὸ δίστιχο: «Ἐκ γῆς Βρυαίνη, χαρίτων θεία βρύσις/μετωχετεύθη ζῶσαν εἰς πηγὴν ἄνω» [21]. Σὲ κανένα δυστυχῶς ἀπὸ τὰ ἀνωτέρω χειρόγραφα ἡ ἐπιγραμματικὴ ἀναφορὰ τῆς μνήμης τῆς ὁσίας δὲν ἀκολουθεῖται ἀπὸ κάποιο, ἔστω λιτότατο, συναξάριο. 

Εἰκ. 13. Σύγχρονη προσκυνηματικὴ εἰκόνα τῆς ἁγίας Βρυώνας στὸ ὁμὠνυμο ἐξωκκλήσι της στὰ Μανδριὰ

Σὲ σχετικὴ ὑποσημείωση (ἀρ. 7) στὸ ἀνωτέρω ἄρθρο του, Halkin ποθέτει ὅτι ἡ ἐν λόγῳ ὁσία θὰ μποροῦσε ἴσως νὰ ταυτισθεῖ πρὸς τὴν ὁμώνυμη Γερόντισσα τῆς ὁσιοπαρθενομάρτυρος Φεβρωνίας (ἡ μνήμη της στὶς 25 Ἰουνίου) [22], ποψη ποὺ ἀκολούθησαν ὁρισμένοι μεταγενέστεροι ἐκδότες Συναξαριστῶν [23]. Ἀντιθέτως ὁ Delehayé, ἀρκετὰ χρόνια πρὶν ἀπ’ αὐτόν, σὲ ἐπεξηγηματικὲς ἐπισημειώσεις στὴν ὡς ἄνω ἔκδοση τοῦ Συναξαρίου Κωνσταντινουπόλεως [24], φρονεῖ ὅτι πρόκειται γιὰ τὴν ὁμώνυμη μητέρα τοῦ ἁγίου Φαντίνου τοῦ νέου, τοῦ θαυματουργοῦ (BHG 2366z), ὁ ὁποῖος μνημονεύεται σὲ πλεῖστα ἑλληνικὰ Συναξάρια στὶς 30 31 Αὐγούστου. Βίος ὅμως αὐτὸς [25] πουθενὰ δὲν ἀναφέρει ὁτιδήποτε γιὰ τὴν ἁγιότητα τῆς μητέρας τοῦ ὁσίου Φαντίνου.

Πάντως, συγκεφαλαιώνοντας, ἡ ἔλλειψη ἀφενὸς ὁποιασδήποτε ἀναφορᾶς σὲ ἄλλη ὁμώνυμη ὁσία, μὲ μαρτυρούμενη μὲ ἔγκυρα τεκμήρια τιμὴ τῆς ἁγιότητάς της στὶς γνωστὲς ἁγιολογικὲς πηγὲς καὶ ἐκδόσεις, καὶ ἀφετέρου ἡ συνεκφορὰ τῆς μνήμης τῆς ὁσίας Βριένης μὲ αὐτὴν τοῦ ἁγίου ἐπισκόπου Εὐλαλίου, πιθανῶς τῆς ἐν Κύπρῳ Λαμπούσης [26], καὶ μάλιστα συνεχομένως, κατὰ τὴ βραχύλογη ἔστω συνήθεια γραφῆς τῶν Συναξαρίων [27], σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν τιμὴ τῆς σημειοφόρου Βριένης τῆς Κύπρου ἀπὸ τὴ βυζαντινὴ ἤδη περίοδο, μᾶς παρέχουν ἐχέγγυα εὐελπιστίας, ὅτι οἱ σχετικὲς ἀναφορὲς στὰ ἀνωτέρω Συναξάρια ἀφοροῦν στὴν ἡμετέρα πάνσεπτη ὁσία τῆς Πάφου. Τὸ θέμα τοῦτο ἀσφαλῶς παραμένει εἰσέτι ἀνοικτὸ πρὸς περαιτέρω ἔρευνα καὶ διασάφηση.

*   *   *

Καταλήγοντας, ἀξίζει νὰ ἐπισημειώσουμε πὼς οἱ θεοσημεῖες καὶ ἐπιτελέσεις θαυματουργιῶν, ποὺ ἐνεργεῖ ὁ Κύριός μας μέσῳ τῆς ἁγίας δούλης του Βρυώνας (Βριένης) συνεχίζονται, συμφώνως πρὸς ἔγκυρες μαρτυρίες, μέχρι καὶ σήμερα, καὶ μάλιστα αὐξάνονται, μαζὶ μὲ τὴν ἐπακόλουθη αὔξηση συρροῆς τῶν εὐλαβῶν στὴ χάρη της προσκυνητῶν [28]. πιπρόσθετο καὶ τοῦτο καὶ ἀδιάψευστο τεκμήριο, ὅτι «οὐκ ἀμάρτυρον ἑαυτὸν ἀφῆκεν» [29] ὁ Θεός, « ἐνδοξαζόμενος ἐν τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ» [30], ἕνα ἀκόμη παρήγορο σημεῖο στὶς ἔσχατες τοῦτες ἡμέρες τῆς ἀποστασίας.

Ταῖς τῆς θεοφόρου καὶ θαυματουργοῦ ὁσίας Βριένης πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.

ΕΠΙΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

* Τὸ κείμενο ποὺ ἀκολουθεῖ στηρίζεται στὴ μελέτη μας: Μοναχὸς Χαρίτων Σταυροβουνιώτης (Ἀρχιμανδρίτης Φώτιος Ἰωακείμ), Ὁσία Βριένη (Βρυῶνα) θαυματουργός. Σπουδὴ μὲ ἀφορμὴ καὶ γύρω π τὸ πρόσωπο σημειοφόρου ἀσκήτριας τῆς βυζαντινῆς Κύπρου, Κυπριακαὶ Σπουδαί, τόμ. ΟΓ´ (2009), Λευκωσία 2011, σσ. 71-82, Πίν. 1-13.

1 Βλ. Ἀθ. Α. Σακελλαρίου, Τὰ Κυπριακά, τόμ. Α‘, 1890², σ. 107.

2 Ἀθανασίου τοῦ Μεγάλου, ἀρχιεπισκόπου Ἀλεξανδρείας, Βίος καὶ πολιτεία τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Ἀντωνίου (BHG³ 140), PG 26, 853C-860B.

3 Gilles Grivaud, Villages désertés à Chypre (fin XIIe-fin XIXe siècle), Ἵδρυμα Ἀρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ‘, Γραφεῖον Κυπριακῆς Ἱστορίας [=Μελέται καὶ πομνήματα, ΙΙΙ], Λευκωσία 1998, σσ. 242, 246 καὶ 446.

4 Προσφάτως (2008) καθιερώθηκε ἐπισήμως ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῆς Κύπρου νὰ ἐπιτελεῖται ἡ μνήμη της στὶς 25 Αὐγούστου (βλ. Κύπρια Μηναῖα, ἔκδ. . Ἀρχιεπισκοπῆς Κύπρου, τόμ. Ι‘ [Αὔγουστος], Λευκωσία 2008, σσ. 163-177 [πλήρης ᾀσματικὴ Ἀκολουθία της μὲ τὴ σχετικὴ βιλιογραφία]).

5 Ἡ μνήμη τῆς ὁσίας Φωτεινῆς ἐτελεῖτο ἔκπαλαι στὶς 2 Αὐγούστου. Νέα ᾀσματικὴ Ἀκολουθία της, μὲ πλούσια συναφῆ βιβλιογραφία, περιλήφθηκε στὰ Κύπρια Μηναῖα, π. ἀν. (Μὴν Αὔγουστος), σσ. 21-38. Βλ. καὶ σχετικὸ ἄρθρο μας στὴν περιοδικὴ ἔκδοση τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σταυροβουνίου, Ζωοποιὸς Σταυρός, ἀρ. τεύχους 106–111 (Δεκέμβριος 2010), σσ. 669-672.

6 Γιὰ τὴ ζωὴ καὶ τὸ ἔργο του γενικῶς βλ. σχετικὸ λῆμμα στό: Πασχάλης Κιτρομηλίδης, Κυπριακὴ Λογιοσύνη, 1571-1878. Προσωπογραφικὴ θεώρηση, Κέντρο Ἐπιστημονικῶν Ἐρευνῶν [= Πηγὲς καὶ Μελέτες τῆς Κυπριακῆς Ἱστορίας, XLIII], Λευκωσία 2002, σσ. 190-194, καθὼς καὶ τὶς σχετικὲς εἰσαγωγὲς τῶν προσφάτων ἐπανεκδόσεων τῶν ἔργων του Chorograffia… καὶ Description… ἐν Κυπριολογικὴ Βιβλιοθήκη, τόμ. 10Α καὶ 10Β, ἀντιστοίχως, που καὶ συναφὴς βιβλιογραφία. 

7 Lusignan, Chorograffia, σ.26v· Corona, IV, σ.5 2r, καὶ Description, σ. 56v. πλῆ ἀναφορὰ στὴν ἁγία αὐτὴκατ᾽ οὐσίαν παραπομπὴ στὸν Lusignan— κάνει καὶ ὁ ἀμέσως ἀρυόμενος ἀπ᾽ αὐτὸν (τὸν ὁποῖο καὶ σχεδὸν πάντοτε ἀκρίτως ἀντιγράφει) Κύπριος λόγιος οὐνίτης Νεόφυτος Ροδινὸς στὸ γνωστὸ ἔργο του Περὶ ἡρώων(ἔκδ. Κυπριολογικῆς Βιβλιοθήκης, 16, Λευκωσία 2007 [ἀναστατ. πανέκδ. τῆς α´ ἐν ῾Ρώμῃ ἔκδ. κατὰ τὸ 1659, μὲ παράλληλη μεταγραφὴ σὲ σύγχρονη γραμματοσειρά, κ.λπ.], σ. 129, γιὰ νὰ δηλώσει ὅμως ὅτι ἀγνοεῖται στὶς γνωστὲς ἁγιολογικὲς πηγές.

8 H. Delehayé, «Saints de Chypre», AnalBoll, XXVI (1907), σ. 263.

9πως λ.χ. οἱ  Ἰω. ΧάκκεττΧαρ.Παπαϊωάννου (Ἱστορία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, τόμ. Β´, Πειραιεὺς 1927, σ. 177) καὶ Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος Γ‘ (Κύπρος ἁγία Νῆσος, Λευκωσία 1997², σ. 15).

10 Βλ. σχετικῶς Andreas and Judith Stylianou, The History of Cartography of Cyprus, (ἔκδ.) Κέντρο πιστημονικῶν Ἐρευνῶν Κύπρου, Νο. VIII, Λευκωσία 1980, σσ. 8, 10 καὶ 24.

11 Βλ. π.χ. σχετικὸ λῆμμα στὴ γνωστὴ ἠλεκτρονικὴ ἐγκυκλοπαίδεια Wikipedia. 

12 Πρβλ. καὶ Ἰω. Σιδέρης, Henry G. Lidell– Robert Scott, Μέγα Λεξικὸν τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης, Ι, Ἀθῆναι, ἄν. χρ., σ. 22, λῆμμα ἀγκών: «…ὡσαύτως προέχουσα ξηρά, ἥτις σχηματίζει κόλπον λιμένα».

13 Menelaos Christodoulou and Konstantinos Konstantinidis, A complete Gazetteer of Cyprus (= Cyprus Gazetteer), τόμ. I, Nicosia 1987, σσ. 7 καὶ 1529.

14 π. ἀν., σσ. 9 καὶ 1529.

15 π. ἀν., σ. 38.

16 Ἡ ὑπόδειξη ἀνήκει στὸν διεθνοῦς κύρους κορυφαῖο φιλόλογο καὶ γλωσσολόγο κ. Μενέλαο Χριστοδούλου, διευθυντὴ τοῦ Κέντρου Συντάξεως τοῦ Θησαυροῦ τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσης τῆς ἐν Κύπρῳ Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου, Λευκωσία, τὸν ὁποῖο καὶ ἐντεῦθεν θερμῶς εὐχαριστῶ.

17 Ἰωάννης Τσικνόπουλλος, Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας Πάφου, Λευκωσία 1971, σ. 282.

18 Ὁ κώδικας κατατάσσεται ἀπὸ τὸν ἐκδότη στὴν οἰκογένεια χγφ. Μ τοῦ Συναξαρίου Κωνσταντινουπόλεως καὶ σημαίνεται μὲ τὸ σύμβολο Μc, γράφηκε δὲ στὸ Ἅγιον Ὄρος κατὰ τὸ ἔτος 1301 (βλ. SynaxEcclCon, XLI).

19 SynaxEcclCon, 933.50.

20 ΛάππαΖιζήκα Εὐ. καὶ ΡίζουΚουρούπου Ματοῦλα, Κατάλογος Ἑλληνικῶν Χειρογράφων τοῦ Μουσείου Μπενάκη (10ος-16ος αἰῶνας), Ἀθῆναι 1991, σ. 193.

21 François Halkin, «Distiques et Notices propres au Synaxaire de Chifflet», AnalBoll, 66 (1948), σ. 10, ποσημ. 6 καὶ 7.

22 Βλ. BHG 659 (AnalBoll, 42, σσ. 69-76).

23 πως λ.χ. στὀ: Ἱερομ. Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, Νέος Συναξαριστὴς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τόμ. 12 (Αὔγουστος), ἐκδ. Ἴνδικτος, Ἀθῆναι 2009, σ. 342, που ἐπιπλέον θεωρεῖται καὶ μάρτυς, πρᾶγμα ὅμως μὴ στηριζόμενο στὶς πηγές.

24 SynaxEcclCon, 1036.

25 Σὲ κριτικὴ ἔκδοση ἐκδόθηκε ἀρχικὰ ἀπὸ τὴν Enrica Follieri στὴ σειρὰ Subsidia Hagiographica, No. 77, Bruxelles 1993, π᾽ αὐτὴ δὲ καὶ στὴν ἑλληνικὴ ἀπὸ τὴν Μονὴ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου Ὁρμύλιας κατὰ τὸ 1996.

26 ῾Η ἄποψη αὐτὴ υἱοθετεῖται καὶ ἐν ἱερομ. Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, π. ἀν. 

27 πάρχουν καὶ ἄλλες περιπτώσεις συνεορτασμοῦ κατὰ τὴν αὐτὴ ἡμέρα Κυπρίων ἁγίων στὴ χειρόγραφη παράδοση, λ.χ. αὐτὴ τῶν λειτουργικῶν Τυπικῶν, πως στὶς 17 Σεπτεμβρίου (ἁγίων Ἡρακλειδίου, Μνάσωνος, Αὐξιβίου καὶ Ἀναστασίου), κ..

28 Βλ. γιὰ παράδειγμα σὲ σχετικὸ κεφάλαιο τοῦ βιβλίου ποὺ ἐκδόθηκε μὲ ἐπιμέλειά μας, Γιῶργος Παναγῆ, Βίος, θαύματα καὶ Παρακλητικὸς Κανὼν τῆς ὁσίας καὶ θαυματουργοῦ Βρυαίνης (Βρυώνας) τῆς Κυπρίας, Λευκωσία 2016, σσ. 26-36.

29 Πράξ. 14, 17.

30 Πρβλ. Ψαλμ. 88,8 καί, Θεσσαλ. Β‘, 1, 10.

Mνήμη των Aγίων Πατριαρχών Kωνσταντινουπόλεως Aλεξάνδρου, Iωάννου και Παύλου του νέου (30 Αυγούστου)

Μηνολόγιο 30ης Αυγούστου (Μηνολόγιο Οξφόρδης, 14ος αι.)

Mνήμη των Aγίων Πατριαρχών Kωνσταντινουπόλεως Aλεξάνδρου, Iωάννου, και Παύλου του νέου

Εις τον Αλέξανδρον
Σχοίνους διαδράς Aλέξανδρε σαρκίου,
Σχοίνισμα κλήρου χρηματίζεις Kυρίου.

Εις τον Ιωάννην
Σκυθρωπά τα πρόσωπα της Eκκλησίας,
Στέρησιν ου φέροντα την Iωάννου.

Εις τον Παύλον
Δρόμους ο Παύλος εκλιπών τους του βίου,
Eύρηκε παύλαν των πόνων των του βίου.

Tριττύς τη Tριάδι τριακοστή νυν πάρα έστη.

Μηνολόγιο 30ης Αυγούστου (Μηνολόγιο Οξφόρδης, 14ος αι.)

Oύτος ο μακάριος Aλέξανδρος, με το να ήτον γεμάτος από κάθε αρετήν, διά τούτο εχρημάτισε πρωτοπρεσβύτερος του Aγίου Mητροφάνους Πατριάρχου Kωνσταντινουπόλεως, κατά τους χρόνους του Mεγάλου Kωνσταντίνου, εν έτει τκε΄ [325]. Eυρέθη δε παρών εις την εν Nικαία συγκροτηθείσαν Aγίαν και Oικουμενικήν Πρώτην Σύνοδον, αντί του Aγίου Mητροφάνους, καθότι ο ιερός Mητροφάνης γέρων ων και ασθενής, δεν εδυνήθη να παρουσιάση εις την Σύνοδον1. Eις αυτήν λοιπόν ευρισκόμενος ο θείος ούτος Aλέξανδρος, πολλά ηγωνίσθη ο τρισμακάριος υπέρ της Oρθοδόξου πίστεως, ελέγχων την του Aρείου κακοδοξίαν. Aφ’ ου δε η Σύνοδος ετελείωσε, παρεκάλεσεν ο βασιλεύς Kωνσταντίνος όλους τους θεοφόρους εκείνους Πατέρας, και επήγαν εις την Kωνσταντινούπολιν διά να ευλογήσουν αυτήν, ήτις ήτον νεόκτιστος. Tότε Άγγελος Kυρίου εφάνη εις τον Άγιον Mητροφάνη, και είπεν αυτώ. Eπειδή και συ πρεπόντως ευηρέστησας εις τον Θεόν, διά τούτο ύστερα από δέκα ημέρας αναχωρείς από την ζωήν ταύτην, και πηγαίνεις διά να λάβης τον στέφανον από τον Θεόν. Tον δε θρόνον της Eκκλησίας θέλει λάβη αντί σού, και θέλει στολίσει αυτόν Aλέξανδρος ο συλλειτουργός σου. Όθεν οι Άγιοι Πατέρες τούτο μαθόντες, ευφράνθησαν μαζί με τον μακάριον Mητροφάνη, τον οποίον αποθανόντα ενταφιάσαντες, εχειροτόνησαν Πατριάρχην τον αοίδιμον τούτον Aλέξανδρον.

Aφ’ ου δε απέθανεν ο βασιλεύς Kωνσταντίνος, έμεινε διάδοχος της βασιλείας Kωνστάντιος ο υιός του, ο οποίος υπερασπίζετο την αίρεσιν του δυσσεβούς Aρείου, και εβίαζε τον Άγιον Aλέξανδρον τούτον, να δεχθή τον Άρειον και να συγκοινωνήση με αυτόν. O δε Άγιος δεν εκαταπείσθη, αλλά παρακαλέσας τον Θεόν, έμεινεν εύθυμος και αμέριμνος. O δε Άρειος ηθέλησε να έμβη εις την του Xριστού Eκκλησίαν τυραννικώς και βιαίως με βασιλικήν εξουσίαν, αλλ’ εύρεν αυτόν η θεία δίκη. Πηγαίνοντος γαρ αυτού εις το αναγκαίον, εκεί εχύθησαν όλα του τα εντόσθια, και ούτως απέψυξεν. O δε Άγιος Aλέξανδρος, ποιμάνας την του Xριστού Eκκλησίαν θεαρέστως εις χρόνους εικοσιτρείς, απήλθε προς Kύριον2.

Σημειώσεις

1. Όρα το Συναξάριον του Aγίου Mητροφάνους κατά την τετάρτην του Iουνίου, ότε και εορτάζεται.

2. Eπειδή αναφέρονται εδώ και ο νέος Παύλος Kωνσταντινουπόλεως, όστις είναι άλλος από τον Kωνσταντινουπόλεως Παύλον τον Oμολογητήν, τον εορταζόμενον κατά την έκτην του Nοεμβρίου, και ο Iωάννης, διά τούτο λέγομεν περί αυτών, ό,τι ηδυνήθημεν να εύρωμεν παρά Mελετίω, δηλαδή, ότι, ο μεν νέος Παύλος, όστις και Παύλος δεύτερος λέγεται, ήτον εν έτει 641, επί των χρόνων του βασιλέως Kωνσταντίνου του τετάρτου, όστις και Kωνσταντίνος Hράκλειος, και Kωνσταντίνος νέος καλείται. O δε Iωάννης ήτον εν έτει 518 ή 520. Kαι φαίνεται, ότι είναι ο ίδιος Iωάννης εκείνος, ο κατά την εικοστήν πέμπτην του παρόντος Aυγούστου εορταζόμενος μετά του Eπιφανίου, και Mηνά των Πατριαρχών Kωνσταντινουπόλεως.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μόρφου Νεόφυτος: Ὁδηγίες ἐπιβίωσης… Παναγία Δέσποινά μου… (14.08.2025, κήρυγμα ἀκουστικὸ καὶ γραπτό)

Πατέρες μου και αδελφοί μου, κάτσετε λιγάκι να πούμε λόγο αγαθό κατά που θα μας φωτίσει το Πνεύμα το Άγιο.

Η σήμερον εορτή είναι πολυσήμαντος… Η Κοίμησις και η Μετάστασις της Θεοτόκου εις τους ουρανούς… Ένας ο οποίος αγαπά την Παναγία αλλά αγαπά και τον εαυτό του ως χριστιανός, ένα από τα πολλά σημαινόμενα της σήμερον εορτής είναι και το εξής: ότι ο άνθρωπος που φτιάχτηκε από τον Τριαδικό Θεό από τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα είναι ον, είναι πλάσμα δισύνθετο. Διπλό από σώμα και ψυχή. Ακόμα και η Παναγία ―ότι τελειότερο πλάσμα φανερώθηκε εις τη γη και εις τους αιώνες των αιώνων― και αυτή ήταν και είναι δισύνθετη, από σώμα και ψυχή.

Εάν προσέχαμε τους καλλικέλαδους ιεροψάλτες απόψε, οι οποίοι έψελναν και απέδιδαν ό,τι οι άγιοι υμνογράφοι έγραψαν με τη φώτιση του Αγίου Πνεύματος, εάν υπάρχει μία λέξη την οποία επανέλαβαν εις τους Ψαλμούς «πάλιν και πολλάκις» απόψε, είναι το Άγιο και Θεοδόχο και ακήρατο σώμα. Συνέχεια, συνέχεια μιλούσαν για το σώμα. Μπορώ να πω πιο πολύ από την ψυχή της Παναγίας, μιλούσαν οι υμνογράφοι και έψελναν οι ψάλτες για το Πανάγιο και Ακήρατο και Άγιο σώμα, ποιας; Μιας γυναικός, της κόρης του Ιωακείμ και της Άννας. Μιας γυναικός που καταξιώθηκε όμως να είναι το τελειότερο πλάσμα της οικουμένης, την οποία περίμενε μέσα εις τους αιώνες ο Θεός Πατήρ να την δει να γεννιέται. Αυτήν την γυναίκα η οποία δεν γνώρισε αμαρτία παρά μόνο το προπατορικό αμάρτημα, που είχαν και έχουμε όλοι οι άνθρωποι μέχρι την ώρα που θα μας επισκεφτεί ο Θεός. Εμάς, το προπατορικό αμάρτημα σβήνεται με το βάπτισμά μας και με το μύρωμά μας. Στην Παναγία αυτό έσβησε από την ώρα του Ευαγγελισμού της, αφού εισήλθε μέσα της όλη η θεότης. Και τι περίμενε ο Θεός; Περίμενε αυτό το πλάσμα να γεννηθεί, να ενηλικιωθεί… πού παρακαλώ; τρία χρόνια μέσα στην προστασία της αγίας Άννας και του πατέρα της του Θεοπάτορα Ιωακείμ. Και από τα τρία της χρόνια μέχρι τα δώδεκα μέσα στα Άγια των Αγίων, σ᾿ αυτό που ονομάζουμε οι Κύπριοι το Ιερό Βήμα, εκεί κατοικούσε η Θεοτόκος όλα αυτά τα χρόνια και λάμβανε τροφή από ποιον; Από τον αρχάγγελό της, τον αρχάγγελο Γαβριήλ, μέχρι που ενηλικιώθη και από τον πατέρα του Τιμίου Προδρόμου τον προφήτη Ζαχαρία παρεδόθη σε έναν δίκαιο γηραλέο άντρα που ήτανε συγγενής της από την ίδια πατριά, από την ίδια γενιά δηλαδή, τη γενιά του Δαυίδ του Βασιλέως, καταγόμενοι και οι δύο. Και ήταν προστάτης της Θεοτόκου ο Μνήστωρ Ιωσήφ. Και στα δεκαπέντε της χρόνια την επισκέφθη «τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον τὸ ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐκπορευόμενον καὶ ἐν Υἱῷ ἀναπαυόμενον». «Καὶ ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου» το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος ο Υιός του Θεού Πατρός έγινε από τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος. Και έτσι έχομε πλέον την εικόνα του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού. Και η Παναγία από την ώρα που συλλαμβάνει «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου» τον Υιό του Θεού είναι πλέον τι; Θεοτόκος.

Εάν προσέχαμε απόψε τους Ψαλμούς και τες ψαλμωδίες των ψαλτών μας, το δεύτερο ουσιαστικό που ακουγόταν συνεχώς είναι αυτό το οντολογικό επίθετο της Παναγίας… Θεοτόκος. Να την ομολογούμε λέει στο Δοξαστικό ότι είναι Θεοτόκος. Και μόνον τότε όταν την ομολογήσουμε ότι είναι Θεοτόκος, ότι γέννησε δηλαδή τον Θεό αυτή η γυναίκα, τότε έχουμε δικαίωμα να της ζητήσουμε να μας λυτρώσει από περιστάσεις κακές που τόσες υπάρχουν σε κάθε εποχή και στην εποχή μας. Λιμοί, λοιμοί, σεισμοί, καταποντισμοί, φωτιές, ακοές πολέμων, αμαρτίες εντός μας, έξω πόλεμοι, μέσα μας πόλεμοι. Και έχομε όμως δυνάμεις που μας περιβάλλουν, τους αγίους αγγέλους… «τείχισον ἡμᾶς ἁγίοις σου ἀγγέλοις». Έχομε αγίους οι οποίοι μιμήθηκαν τη ζωή του Χριστού, τη ζωή της Παναγίας κατά δύναμη ως άνθρωποι και αυτοί. Και έχομε εξαιρέτως την Παναγία τη Θεοτόκο τη Μητέρα του Φωτός. Όποτε της ζητήσουμε βοήθεια, όποτε της ζητήσουμε φως, όποτε της ζητήσουμε αγιασμό, αυτή η Υπεραγία μας δίνει αγιότητα. Την αγιότητα του Υιού της και όλης της Τριάδος. Όποτε της ζητήσουμε φως, αυτή και αν μπορεί να μας δώσει φως και φώτιση τι να πράξουμε στη ζωή μας σε κάθε στιγμή, αφού είναι η Θεοτόκος η Μητέρα του Φωτός.

Όμως είπαμε στην αρχή του λόγου μας, και η Παναγία ένα σώμα το είχε, μια ψυχή την είχε. Ήλθε η ώρα που έπρεπε και αυτή να οδηγήσει τη μεν ψυχή της να την παραλάβει ο Υιός και Θεός της. Το δε σώμα όταν εχωρίσθη με την κοίμηση της από την ψυχή για λίγο, για λίγο… τρεις ημέρες μόνο, να το παραλάβουν οι άγιοι Απόστολοι και συνοδευόμενοι από τους αγίους αγγέλους που πλέον βρήκαν τη Βασίλισσα τους… οι άγιοι άγγελοι με την Κοίμηση της Θεοτόκου και εξαιρέτως με τη Μετάσταση της όταν μετεφέρθη δηλαδή ολοσώματη, η Παναγία, την τρίτη ημέρα μετά την Κοίμησή της, όταν μετεφέρθη και επανενώθη το σώμα της με την ψυχή της την κατά χάριν αθάνατο, οι άγγελοι πλέον η μια τάξη έλεγε στην άλλη τάξη: «Ἄρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν, καὶ ἐπάρθητε, πύλαι αἰώνιοι, καὶ εἰσελεύσεται ἡ Μητέρα τοῦ Φωτός». Η Βασίλισσα του ουρανού, των αγίων αγγέλων και όλων των αγίων ανθρώπων και π.Χ. και μ.Χ.

Όμως τι σημαίνουν όλα αυτά για εμάς; Πολλά σημαίνουν. Και έχουμε ευθύνη οι επίσκοποι αυτά τα συμβαίνοντα και σημαινόμενα να τα μεταδίδομε στον λαό, φτάνει αυτά που θα μεταδίδομε να μην είναι εγκεφαλικά, να είναι λόγια καρδίας. Και ό,τι βγαίνει από την καρδιά μπαίνει στην καρδιά.

Το ένα, που η καρδιά η δική μου συλλαμβάνει απόψε είναι ότι, ό,τι συνέβη στην Παναγία συμβαίνει σε κάθε άνθρωπο. Πέθανε η Παναγία, θα πεθάνουμε και εμείς. Να το πω έτσι χοντρά. Αν και η λέξις η κατάλληλος για τη Θεοτόκο είναι “εκοιμήθη η Παναγία”. Ντρέπομαι που είπα πέθανε η Παναγία. Εκοιμήθη η Παναγία. Η ζωή της Ζωής. Θα κοιμηθούμε και εμείς, θα χωρισθεί δηλαδή η ψυχή μας από το σώμα, μην το ξεχνούμε αυτό. Μη μας ξεγελά η ψεύτικη τεχνολογία και του κάθε Έλον Μασκ και του κάθε μασκαρά. Έρχεται ώρα που η ψυχή θα χωρισθεί από το σώμα του καθενός μας. Έχομε όμως βοήθεια άλλο σημαινόμενο. Και τώρα που ζούμε στη γη και αύριο που θα ζει η ψυχή μας εις τον ουρανό. Διότι το σώμα, εάν ένα σώμα της Θεοτόκου έπρεπε να μπει μέσα στον τάφο, το δικό μας σώμα που θα πρέπει να μπει; Σε έναν τάφο. Και όπως η Παναγία γνώρισε πρώιμα την ανάσταση και την ανάληψη του σώματός της και την επανένωση αυτού με την κατά χάριν αθάνατο ψυχή της, κατά τον ίδιο τρόπο και το δικό μας σώμα δεν θα μείνει για πάντα μέσα στον τάφο. Θα έρθει η ώρα που θα αναστηθεί και στη Δευτέρα Παρουσία θα αναληφθεί κιόλας και θα συναντήσομε λέει σε κάθε Απόστολο της εξοδίου ακολουθίας της κηδείας, στον αέρα λέει θα συναντήσομε τον Χριστό. Έτσι. Και τότε θα γίνει η κρίσις και η Δευτέρα Παρουσία. Και δεν τελειώνει η ζωή κατά τη Δευτέρα Παρουσία. Τότε είναι που θα έχομε ζωή, αιώνια ζωή, αιώνια χαρά και αιώνια γνώση, αιώνια ανάπαυση. Όταν επανενωμένο το σώμα μας με την ψυχή μας θα γνωρίζει και θα αγαπά συνεχώς τον Θεό, τον Πατέρα τον Υιό και το Πνεύμα το Άγιο. Τη Βασίλισσα του ουρανού, η Μητέρα Του θα είναι μητέρα μας, οι άγγελοί της θα είναι οι άγγελοί μας, οι άγιοι του Θεού θα είναι οι άγιοι που όλοι μαζί θα λειτουργούμε στην Ουράνιο Θεία Λειτουργία με τον Δεσπότη Χριστό να είναι ο Ιερουργός. Αυτά είναι λίγα από τα πολλά σημαινόμενα της σήμερον εορτής.

Και κάτι τελευταίο. Εάν μια Παναγία από την ώρα που γεννήθηκε, χοντρά-χοντρά αδρομερώς σας τα είπα, προετοίμασε το σώμα της και την ψυχή της για τη μεγάλη συνάντηση με το Πνεύμα το Άγιο στον Ευαγγελισμό, με τον Χριστό ως βρέφος στη Βηθλεέμ τα Χριστούγεννα, εάν έζησε η Παναγία το μεγάλωμα του τελείου Θεού και του τελείου ανθρώπου, 33 ολόκληρα χρόνια στη γη ο Θεάνθρωπος Ιησούς, και έβλεπε αυτή η γυναίκα όχι πώς μεγαλώνει ένα μωρό αφού ήταν και μωρό ο Χριστός στα πρώτα Του χρόνια, αλλά πώς μεγαλώνει ένας Θεός. Μα να το σκεφτούμε «ἰλιγγιᾶ δὲ νοῦς καὶ ὑπερκόσμιον». Πώς έβλεπε αυτή η γυναίκα η Θεοτόκος το παιδί της ―και ήξερε η Παναγία ότι Αυτός είναι ο τέλειος Θεός και ο τέλειος άνθρωπος. Οι απόστολοι βλέπετε, πότε Τον παραδέχτηκαν σαν Θεό, πότε Τον αρνούνταν ακόμα και Πέτρος ο πρωτοκορυφαίος της θεολογίας όπως ακούσατε στο Δοξαστικό. Και να σκεφτούμε την Παναγία τη Θεοτόκο τη Μητέρα του Φωτός κάτω από τον σταυρό πόσο έκλαψε, πόσο πόνεσε. Όσο πιο πολύ αγαπά κάποιος τόσο πιο πολύ και πονά. Είναι πνευματικός νόμος τούτος. Η αγάπη να πηγαίνει με τον πόνο και ο πόνος με την αγάπη. Όλα αυτά να τα σκεφτούμε και να τα βάλουμε για τον εαυτό μας. Ότι και εμείς όσο αγαπούμε και Θεό και ανθρώπους τόσο θα πονέσουμε. Είναι το εισιτήριο ο πόνος για τη δόξα του Θεού.

Το άλλο, τελευταίο, το οποίο θα ήθελα να πω είναι, ας σκεφτούμε για το δικό μας σώμα για τη δική μας ψυχή. Πώς μεγαλώνομε το σώμα μας; Πώς το χρησιμοποιούμε; Πώς το αφήνουμε σιγά-σιγά να φθείρεται αφού από μόνο του φθείρεται, πώς αμαρτάνουμε με το σώμα μας και πώς με την ψυχή μας; Γιατί το σώμα από μόνο του είναι ένα πτώμα. Η ψυχή είναι που έχει επιθυμίες, η ψυχή είναι που έχει λογισμούς, η ψυχή είναι που αμαρτάνει και ό,τι υπαγορεύσει και ό,τι διαταγή δηλαδή δώσει στο σώμα, ανάλογα είναι και η συμπεριφορά του, η ψυχολογία του. Προηγείται η ψυχολογία της πράξης. Άρα είναι πολύ σημαντικό το σώμα μας πώς το χρησιμοποιούμε σε όσα χρόνια επιτρέψει ο Θεός να ζήσει ο καθένας, και ιδιαιτέρως η ψυχή, ανάλογα με το πώς τρέφουμε την ψυχή μας, θα είναι και η μεταχείριση του σώματός μας. Πολλές φορές το ξεχνούμε τούτο. Έχουμε έγνοια τι θα φάμε, τι θα πιούμε. Πόσοι με ρώτησαν. Αύριο είναι της Παναγίας, είναι το Πάσχα του καλοκαιριού μου είπαν, είναι Παρασκευή που πέφτει η γιορτή. Θα φάμε σούβλα αύριο ή θα φάμε ψάρι; Έγνοια τι θα φάει το σώμα. Έγνοια τι θα φάει η ψυχή δύσκολα βρίσκεις σήμερα. Και τι τροφή έχει η ψυχή; Η ψυχή κατά κύριο λόγο τρέφεται και με τη σειρά της τρέφει και το σώμα με το Σώμα και το Αίμα του Υιού της Παρθένου. Του τελείου Θεού και του τελείου ανθρώπου. Γι᾿ αυτό και λέγεται Θεία Κοινωνία «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ ζωὴν αἰώνιον».

Άρα η πρώτη μας έγνοια θα είναι αν θέλουμε και εμείς να γίνουμε παιδιά της Παναγίας τι τρέφουμε την ψυχή μας και τι τρέφουμε το σώμα μας και πόσο τακτικά θέλει η ψυχή μας και το σώμα κατά συνέπεια να κοινωνά; Είναι ένα κατόρθωμα της σήμερον εποχής ότι πολλοί κοινωνούν αλλά είναι και μια απορία, απορίας άξιον, με τι προετοιμασία κοινωνούμε. Και η μεγαλύτερη προετοιμασία είναι να συγχωρούμε, να συμπονούμε. Και τη νηστεία να την κρατούμε ολόχρονα. Δεν χρειάζεται επιπλέον νηστεία όταν κρατούμε τες νηστείες που η αγία μητέρα μας Εκκλησία, που ταυτίζεται με την Παναγία, έχει το πρόγραμμά της. Παρασκευή έπεσε της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, τρώμε ψάρι. Δεν τρώμε σούβλα. Έτσι λέει η Εκκλησία. Να κάνουμε υπακοή στην Εκκλησία. Διότι Εκκλησία σημαίνει το Θεανθρώπινο σώμα, σώμα Χριστού. Ποιος έδωσε σώμα του Χριστού; Η Παναγία. Εκ Πνεύματος Αγίου όμως, ε; Και έχουμε έγνοια, πώς τρέφεται διαφορετικά η ψυχή; Με τη μετάνοια! Γιατί ουδείς αναμάρτητος. Ουδείς!

Άρα αφού όλοι μας μια παθολογία την έχουμε, είτε κληρονομική είτε επίκτητο. Άρα κάποια πάθη τα έχουμε που μας συνοδεύουν μέχρι τον τάφο, εκτός και αν κάνουμε αγώνα πολύ και μειωθούν. Και λεν οι Πατέρες του Γεροντικού “και δεσμευτούν”, δηλαδή τα κλειδώσουμε. Άρα σημαίνει ότι πάντοτε υπάρχει ο κίνδυνος να ξεκλειδώσει κάποιος τα πάθη μας, ακόμη και στα γηρατειά μας. Γι᾿ αυτό και λέει ο Παύλος ο απόστολος «ὁ δοκῶν ἑστάναι βλεπέτω μὴ πέσῃ», μέχρι τα γηρατειά μας.

Μόλις είδα τον πατέρα Ανδρέα σήμερα και αυτόν με το μπαστούνι τρεμάμενο γέροντα και εγώ με το μπαστούνι τρεμάμενος δεσπότης του λέω, «πάτερ Ανδρέα μου, τι ωραία που γερνούμε και οι δύο! Άλλοι δεν προλαβαίνουν στην εποχή μας ούτε να γεράσουν». Αλλά έχουμε έγνοια και οι δύο όσα χρόνια και να ζήσουμε, όσα γηρατειά και να απολαύσουμε. Διότι και τα γηρατειά τα απολαμβάνεις άμα είσαι χριστιανός και τις αρρώστιες τις απολαμβάνεις όταν είσαι χριστιανός. Ευκαιρία για υπομονή που δεν κάμνει η νεότητα. Αλλά άμα τρέφεται η ψυχή στα νιάτα, στις υγιείς εποχές, μπορεί να κάμει υπομονή ο γέρος, ή ο άρρωστος, ή ο ασθενής, είτε σωματικά είτε ψυχικά είτε και τα δύο.

Γι᾿ αυτό είναι πολύ μεγάλη υπόθεση  τι τρέφουμε την ψυχή μας. Να μετανιώνουμε, να εξομολογούμαστε όποτε αισθάνομαι ότι αυτό το σώμα, αυτή η ψυχή λερώθηκε, μολύνθηκε, παρέβη τις εντολές του Χριστού. Να έχουμε πνευματικό πατέρα που τον εμπιστευόμαστε, που να παρακαλούμε τον Θεό να τον φωτίζει τι θα μας πει όταν θα πάμε κοντά του. Και με αυτό τον τρόπο είμαστε και εμείς πλέον παιδιά της Παναγίας. Αμαρτωλά παιδιά, άτακτα. Άτακτα σημαίνει αυτός που είναι έξω από την τάξη. Αλλά η Παναγία όταν μας βλέπει ότι μετανιώνουμε, ότι συγχωρούμε τους άλλους που μας έβλαψαν, που μας πίκραναν, όταν μας βλέπει ότι προσευχόμαστε. Η προσευχή να είναι καθημερινή υπόθεση, κουβέντα, συνομιλία με τον Χριστό και την Παναγία και τους αγίους. Έτσι τρέφεται η ψυχή. Και όταν έλθουν τα δύσκολα… που με πολλές περιστάσεις έρχονται τα δύσκολα… Περίμενε η ωραία κοινότητα της Βάσας ότι θα την βρει πυρκαγιά; Και όμως μέσα στην αμαρτία όλων μας και η Βάσα και το Κοιλάνι και το Βουνί και όλα αυτά τα χωριά της επαρχίας της Λεμεσού τόσο δοκιμάστηκαν. Όχι πυρκαγιά σε δάσος όπως συνέβη σε εμάς πριν λίγα χρόνια εδώ… Πυρκαγιά σε χωριά. Και τώρα τι ακούμε; Να απειλείται η Πάτρα, πυρκαγιά σε μεγαλουπόλεις και πέρσι στην Αμερική η Καλιφόρνια και το Χόλυγουντ. Αυτά να μας προβληματίσουν σε βάθος και όχι η έγνοια μας να είναι αν θα φάμε αύριο σούβλα και αν θα βγούμε από το air-condition μας για να πάμε να κάνουμε ένα σταυρό να προσκυνήσουμε την Παναγία. Ο Θεός να μας ελεήσει! Πού φτάσαμε! Να είναι να απορούμε πώς μας αντέχει η γη με τέτοιους λογισμούς, με τέτοιες επιθυμίες! Και όλα αυτά γιατί υπάρχει μια τεχνολογία η οποία μας ξεγελά. Αλλά και μας δροσίζει. Να την απέναντι μου την τεχνολογία. Δεν την κατηγορώ. Πώς τη χρησιμοποιούμε όμως και να μην κλέψει τον νου μας το κυριότερο. Τώρα για να με ακούτε εσείς εμένα είναι γιατί υπάρχει το μικρόφωνο. Υπάρχει τεχνολογία δηλαδή και σας βοηθά. Αλλά να μην κλέψει τον νου μου το μικρόφωνο. Ο νους μου να είναι για τον Θεό μου και τον πλησίον μου, τον συνάνθρωπό μου. Πώς να τον βοηθήσω, πώς να τον αγαπήσω, πώς να τον συγχωρέσω να χωρέσει μέσα μου; Αυτό σημαίνει συγχώρεση. Βλέπετε λοιπόν πόσα γεννά η Παναγία μας μέσα μας με μίαν εορτή της; Και αυτά είναι λίγα, πολύ λίγα που βγαίνουν από τη σήμερον εορτή της Κοιμήσεως και Μεταστάσεως της Θεοτόκου.

Έρχονται δύσκολες μέρες και δεν είναι μακριά. Είναι πολύ κοντά οι δύσκολες. Πιο δύσκολες απ᾿ ότι περάσαμε. Όσοι προσεύχονται, όσοι κοινωνούν, όσοι Με θέλουν, είπε σε έναν άνθρωπο του Θεού που μου το εμπιστεύθηκε, του το είπε ο ίδιος ο Χριστός, όσοι Με θέλουν θα τους θέλω, θα τους προστατεύω με τους αγίους μου αγγέλους. Οι υπόλοιποι, λέει, θα περάσουν τη δικαιοσύνη Μου. Γι᾿ αυτό αυτά που λέμε είναι λόγια επιβίωσης. Πώς δίδονται όταν έρχονται δύσκολες ώρες οδηγίες επιβίωσης, ε; Αυτά οφείλει ο επίσκοπος όταν ακούει ανθρώπους του Θεού να του τα λεν – και επιβεβαιώθηκαν αυτοί οι άνθρωποι και στη δύσκολη περίοδο του κορωνοϊού που εκεί ήταν η προπόνηση μέχρι να βγούμε στο γήπεδο τώρα των μεγάλων δοκιμασιών – ήδη οι φωτιές οι παγκόσμιες όχι μόνο στην Ελλάδα και στην Κύπρο οι παγκόσμιες, και οι πλημμύρες και οι σεισμοί και τα ηφαίστεια και ακοές πολέμων και ο παγκόσμιος που έρχεται, όλα αυτά θέλουν οδηγίες επιβίωσης. Όχι του σώματος μόνο, μη ξεγελιέστε. Αν ήταν έτσι θα λέγαμε τι να βάλουμε μέσα στα ψυγεία, που δεν θα υπάρχει ούτε ρεύμα. Οδηγίες επιβίωσης της ψυχής μας. Η Παναγία με μια γιορτή τόσα μας έδωσε. Κάθε γιορτή είναι και ένας οδηγός επιβίωσης και βίωσης, όχι απλά της ζωής της γήινης που βλέπετε πόσο εύθραυστη είναι, σαν γυαλί, σαν ένα καλάμι είναι η ζωή μας. Αλλά είναι μια ζωή που όσο εύθραυστη είναι, που οδηγεί μέσα από το μονόλεπτο του θανάτου στην αιώνια ζωή, στην αιώνια ζωή… Ο Θεός να μας αξιώσει! Η Παναγία μας να μας αξιώσει! Οι άγιοι μας να μας αξιώσουν που ήταν έξυπνοι και το κατάλαβαν αυτό και αγωνίστηκαν και εκμεταλλεύτηκαν τις περιστάσεις που επέτρεψε σ᾿ αυτούς η πρόνοια του Θεού. Και εμείς να τους μιμηθούμε.

Και να τελειώσω με μία προσευχή που δεν είναι αυτής της γιορτής, αλλά δεν παύει να είναι προσευχή της Παναγίας μας.

«Θεοτόκε ἡ ἐλπίς, πάντων τῶν Χριστιανῶν, Σκέπε, φρούρει, φύλαττε, τοὺς ἐλπίζοντας εἰς σέ».

Κήρυγμα Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου κατὰ τὸν πανηγυρικὸ Ἑσπερινὸ τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ποὺ τελέσθηκε στὴν ἱερὰ μονὴ Παναγίας Χρυσοκουρδαλιώτισσας στὸ χωριὸ Κούρδαλι τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (14.08.2025).

Ἠχητικὰ ντοκουμέντα ἀπὸ τὸν πανηγυρικὸ Ἑσπερινό. Τὸ Ἀπολυτίκιον ψάλλει ὁ ἄρχων πρωτοψάλτης τῆς Ἱ. Μ. Μόρφου κ. Μάριος Ἀντωνίου καί, τὸ Δοξαστικὸν ὁ ἄρχων πρωτοψάλτης κ. Μάριος Ἀντωνίου καὶ ὁ μαθητὴς αὐτοῦ ἱεροψάλτης κ. Γεώργος Δημητρίου.

Μόρφου Νεόφυτος: Σταυρὸς καὶ φωτιὲς… (01.08.2025)

Κήρυγμα Μόρφου κ. Νεοφύτου κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία τῆς ἑορτῆς τῆς Προόδου τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ποὺ τελέσθηκε στὸν ὁμώνυμο πανηγυρίζοντα ἱερὸ ναὸ τῆς κοινότητος Πεδουλᾶ τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (01.8.2025).

Ψάλλει ὁ ἅρχων πρωτοψάλτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου κ. Μάριος Ἀντωνίου.

Μόρφου Νεόφυτος: Ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ κόσμου (24.06.2025)

Κήρυγμα Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία τῆς ἑορτῆς τῆς Γενέσεως τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, ποὺ τελέσθηκε στὸν πανηγυρίζοντα ἱερὸ ναὸ τοῦ Τιμίου Προδρόμου τῆς κοινότητος Νικηταρίου, τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (24.06.2025).

Τὸ Ἀπολυτίκιον τῆς Γενέσως τοῦ Προδρόμου, ψάλλει ὁ ἄρχων πρωτοψάλτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου κ. Μάριος Ἀντωνίου και, τὸ Θεοτοκίον «Τῇ πρεσβεία Κύριε» ὁ πρωτοψάλτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου κ. Ἰωάννης Λέμπος.

Μόρφου Νεόφυτος: «Τείχισον ἡμᾶς ἁγίοις σου Ἀγγέλοις …» (22.06.2025)

Κήρυγμα Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία, τὴν Κυριακὴ Β΄ Ματθαίου, ποὺ τελέσθηκε στὸν ἱερὸ ναὸ Ἁγίου Γεωργίου τῆς κοινότητος Ἁγίου Γεωργίου Καυκάλου τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου. Τὴν Κυριακὴ Β΄ Ματθαίου σὲ ὅλες τὶς κοινότητες τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου ἑορτάζεται ἡ μνήμη πάντων τῶν ἐν τῇ Μητροπόλει Μόρφου ἁγίων (22.06.2025).

Ψάλλει ὁ ἄρχων πρωτοψάλτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου κ. Μάριος Ἀντωνίου.

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Παρασκευὴ 29 Αὐγούστου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση –  Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΕΟΡΤΗΣ (Η ΑΠΟΤΟΜΗ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΚΑΡΑΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΕΝΔΟΞΟΥ ΠΡΟΦΗΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΠΤΙΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ)
Πράξεων τῶν Ἀποστόλων τὸ Ἀνάγνωσμα
13: 25-32

Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, ὡς ἐπλήρου ὁ Ἰωάννης τὸν δρόμον, ἔλεγε· τίνα με ὑπονοεῖτε εἶναι; Οὐκ εἰμὶ ἐγώ, ἀλλ’ ἰδοὺ ἔρχεται μετ’ ἐμὲ οὗ οὐκ εἰμὶ ἄξιος τὸ ὑπόδημα τῶν ποδῶν λῦσαι. Ἄνδρες ἀδελφοί, υἱοὶ γένους Ἀβραὰμ καὶ οἱ ἐν ὑμῖν φοβούμενοι τὸν Θεόν, ἡμῖν ὁ λόγος τῆς σωτηρίας ταύτης ἀπεστάλη. Οἱ γὰρ κατοικοῦντες ἐν Ἱερουσαλὴμ καὶ οἱ ἄρχοντες αὐτῶν τοῦτον ἀγνοήσαντες, καὶ τὰς φωνὰς τῶν προφητῶν τὰς κατὰ πᾶν Σάββατον ἀναγινωσκομένας κρίναντες ἐπλήρωσαν, καὶ μηδεμίαν αἰτίαν θανάτου εὑρόντες ᾐτήσαντο Πιλᾶτον ἀναιρεθῆναι αὐτόν. Ὡς δὲ ἐτέλεσαν πάντα τὰ περὶ αὐτοῦ γεγραμμένα, καθελόντες ἀπὸ τοῦ ξύλου ἔθηκαν εἰς μνημεῖον. Ὁ δὲ Θεὸς ἤγειρεν αὐτὸν ἐκ νεκρῶν· ὃς ὤφθη ἐπὶ ἡμέρας πλείους τοῖς συναναβᾶσιν αὐτῷ ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας εἰς Ἱερουσαλήμ, οἵτινές εἰσι μάρτυρες αὐτοῦ πρὸς τὸν λαόν. Καὶ ἡμεῖς ὑμᾶς εὐαγγελιζόμεθα τὴν πρὸς τοὺς πατέρας ἐπαγγελίαν γενομένην, ὅτι ταύτην ὁ Θεὸς ἐκπεπλήρωκε τοῖς τέκνοις αὐτῶν, ἡμῖν, ἀναστήσας Ἰησοῦν.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΕΟΡΤΗΣ (Η ΑΠΟΤΟΜΗ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΚΑΡΑΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΕΝΔΟΞΟΥ ΠΡΟΦΗΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΠΤΙΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Μάρκον
6: 14-30

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἤκουσεν Ἡρῴδης ὁ βασιλεὺς τὴν ἀκοὴν Ἰησοῦ· φανερὸν γὰρ ἐγένετο τὸ ὄνομα αὐτοῦ· καὶ ἔλεγεν ὅτι Ἰωάννης ὁ βαπτίζων ἐκ νεκρῶν ἠγέρθη, καὶ διὰ τοῦτο ἐνεργοῦσιν αἱ δυνάμεις ἐν αὐτῷ. ἄλλοι ἔλεγον ὅτι Ἠλίας ἐστίν· ἄλλοι δὲ ἔλεγον ὅτι προφήτης ὡς εἷς τῶν προφητῶν. ἀκούσας δὲ ὁ Ἡρῴδης εἶπεν ὅτι Ὃν ἐγὼ ἀπεκεφάλισα Ἰωάννην, οὗτός ἐστιν· αὐτὸς ἠγέρθη ἐκ νεκρῶν. αὐτὸς γὰρ ὁ Ἡρῴδης ἀποστείλας ἐκράτησε τὸν Ἰωάννην καὶ ἔδησεν αὐτὸν ἐν φυλακῇ διὰ Ἡρῳδιάδα τὴν γυναῖκα Φιλίππου τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ ὅτι αὐτὴν ἐγάμησεν. ἔλεγε γὰρ ὁ Ἰωάννης τῷ Ἡρῴδῃ ὅτι Οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου. ἡ δὲ Ἡρῳδιὰς ἐνεῖχεν αὐτῷ καὶ ἤθελεν αὐτὸν ἀποκτεῖναι, καὶ οὐκ ἠδύνατο· ὁ γὰρ Ἡρῴδης ἐφοβεῖτο τὸν Ἰωάννην, εἰδὼς αὐτὸν ἄνδρα δίκαιον καὶ ἅγιον, καὶ συνετήρει αὐτόν καὶ ἀκούσας αὐτοῦ πολλὰ ἐποίει καὶ ἡδέως αὐτοῦ ἤκουε. καὶ γενομένης ἡμέρας εὐκαίρου, ὅτε Ἡρῴδης τοῖς γενεσίοις αὐτοῦ δεῖπνον ἐποίει τοῖς μεγιστᾶσιν αὐτοῦ καὶ τοῖς χιλιάρχοις καὶ τοῖς πρώτοις τῆς Γαλιλαίας, καὶ εἰσελθούσης τῆς θυγατρὸς αὐτῆς τῆς Ἡρῳδιάδος καὶ ὀρχησαμένης καὶ ἀρεσάσης τῷ Ἡρῴδῃ καὶ τοῖς συνανακειμένοις, εἶπεν ὁ βασιλεὺς τῷ κορασίῳ· Αἴτησόν με ὃ ἐὰν θέλῃς, καὶ δώσω σοι. καὶ ὤμοσεν αὐτῇ ὅτι Ὅ ἐάν με αἰτήσῃς δώσω σοι ἕως ἡμίσους τῆς βασιλείας μου. ἡ δὲ ἐξελθοῦσα εἶπε τῇ μητρὶ αὐτῆς· Τί αἰτήσομαι; ἡ δὲ εἶπε· Τὴν κεφαλὴν Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ. καὶ εἰσελθοῦσα εὐθέως μετὰ σπουδῆς πρὸς τὸν βασιλέα ᾐτήσατο λέγουσα· Θέλω ἵνα μοι δῷς ἐξαυτῆς ἐπὶ πίνακι τὴν κεφαλὴν Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ. καὶ περίλυπος γενόμενος ὁ βασιλεὺς, διὰ τοὺς ὅρκους καὶ τοὺς συνανακειμένους οὐκ ἠθέλησεν αὐτὴν ἀθετῆσαι. καὶ εὐθέως ἀποστείλας ὁ βασιλεὺς σπεκουλάτωρα ἐπέταξεν ἐνεχθῆναι τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ. ὁ δὲ ἀπελθὼν ἀπεκεφάλισεν αὐτὸν ἐν τῇ φυλακῇ, καὶ ἤνεγκε τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ ἐπὶ πίνακι καὶ ἔδωκεν αὐτὴν τῷ κορασίῳ, καὶ τὸ κοράσιον ἔδωκεν αὐτὴν τῇ μητρὶ αὐτῆς. καὶ ἀκούσαντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἦλθον καὶ ἦραν τὸ πτῶμα αὐτοῦ, καὶ ἔθηκαν αὐτὸ ἐν μνημείῳ. Καὶ συνάγονται οἱ ἀπόστολοι πρὸς τὸν Ἰησοῦν, καὶ ἀπήγγειλαν αὐτῷ πάντα, καὶ ὅσα ἐποιήσαν καὶ ὅσα ἐδίδαξαν.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ