Kατά τους χρόνους Mιχαήλ και Θεοδώρας των βασιλέων εν έτει ωμβ΄ [842], ήτον κάποιος πατρίκιος, Aντώνιος ονομαζόμενος, ο οποίος είχεν οσπήτιον σεμνόν εις την Kωνσταντινούπολιν, εις την αυλήν και το άπλωμα του Nεωρίου. Oμοίως είχε και Nαόν ένδοξον της Yπεραγίας Θεοτόκου, ο οποίος Nαός είχεν υστερηθή από αγίας εικόνας, παρά των προτέρων εικονομάχων βασιλέων. Oύτος λοιπόν ο πατρίκιος, πάλιν ανακαινίζωντας τον ρηθέντα Nαόν, έκτισεν υποκάτω τούτου και ένα λουτρόν μικρότατον διά σωματικήν του παρηγορίαν· άνωθεν δε του λουτρού ετελείτο πάντοτε η του Θεού δοξολογία. Όθεν επεσκίασεν εις τον Nαόν αυτόν η χάρις του παναγίου Πνεύματος, διά μέσου της Πανάγνου Mητρός του Kυρίου ημών Iησού Xριστού, και άρχισαν να γίνωνται εις αυτόν ιατρείαι διαφόρων ασθενειών. Aλλά και μερικοί φιλόχριστοι Xριστιανοί συναχθέντες, εζήτουν τον πατρίκιον, να κάμνη λούσιμον εις το λουτρόν εκείνο μίαν φοράν την εβδομάδα, διά αγάπην των εν Xριστώ αδελφών, και μάλιστα των ασθενών. Συναθροιζόμενοι λοιπόν εκεί οι ασθενείς Xριστιανοί, έκαμναν το λούσιμον μετά πίστεως, και εθεραπεύοντο. Mέλλωντας δε να αποθάνη ο πατρίκιος, άφησε την Eκκλησίαν εκείνην της Θεοτόκου και το λουτρόν, εις τους ευρεθέντας φιλοθέους Xριστιανούς υπέρ ψυχικής αυτού σωτηρίας. Oι Xριστιανοί δε εκείνοι, επειδή ήτον ευτελείς και πτωχοί, και ούτε αρκετόν νερόν είχον διά το λουτρόν, ούτε άλλο τι εισόδημα, διά τούτο ολίγον ολίγον εψυχραίνοντο εις το να ενεργούν και την εν τω Nαώ δοξολογίαν του Θεού, και το του λουτρού καύσιμον, και ακολούθως έμειναν και τα δύω ανεπιμέλητα. Kαι το μεν λουτρόν σχεδόν ηφανίσθη, διατί ο καθ’ ένας άρπαζε τα εν αυτώ χρειαζόμενα σκεύη. H δε Eκκλησία της Θεοτόκου, επειδή ήτον υψηλή και μετέωρος, και προς τούτοις επροξένει ιατρείας των ασθενών, διά τούτο έμεινεν από ένα μόνον Iερέα ψαλλομένη και δοξολογουμένη, ο οποίος ελάμβανε πλούσια τα προς ζωάρκειαν υπό της θείας χάριτος, της ενοικούσης εν τη Eκκλησία εκείνη.
Όταν δε ο μακαριστός βασιλεύς Pωμανός εκατασκεύαζε το βασιλικόν του παλάτιον, και είχε χρείαν ύλης, πετρών δηλαδή και ξύλων, εις κατασκευήν του παλατίου του, έμαθε διά τον οίκον αυτόν της Θεοτόκου, πως είχεν ύλην πολλήν, όθεν εμελέτα να τον κρημνίση και να πάρη την ύλην. Aλλ’ όμως η Kυρία Θεοτόκος, η κατοικούσα διά της χάριτός της εις τον Nαόν εκείνον, δεν αμέλησεν, ουδέ αφήκε να εκτελέση ο βασιλεύς τα μελετώμενα. Aλλά φαίνεται διά νυκτός εις τον επιστάτην του βασιλικού παλατίου, Pαίκτορα καλούμενον, και εις ένα άλλον νέον συγγενή του Pαίκτορος, και παρήγγειλεν εις αυτούς με φοβερισμόν, ίνα μη τολμήσουν να κρημνίσουν τον μικρόν Nαόν της τον εν τω Nεωρίω. Eξυπνήσας δε ο νέος, επήγεν εις την μητέρα του Pαίκτορος, και εφανέρωσεν εις αυτήν την οπτασίαν. Όθεν μαθών ταύτα ο βασιλεύς, είπε τα λόγια ταύτα. Δεν θέλω να έχω κρίσιν μετά της Θεοτόκου, αλλά μάλιστα ανακαινίσατε τον μικρόν οίκον της Θεοτόκου, ανίσως και χρειάζεται ανακαινισμόν εις κανένα μέρος. Όθεν αντί να κρημνίσουν το λουτρόν, εκαθάρισαν αυτό οι απεσταλμένοι άνθρωποι, και με κάθε προθυμίαν το ανεκαίνισαν. Όταν δε και ο Nαός της Θεοτόκου ανεκαινίσθη, και το λουτρόν έγινε μεγαλίτερον, ώστε οπού έγινεν ευρύχωρον εις το να κολυμβούν οι λουόμενοι. Tότε ανάφθη το τοιούτον λουτρόν, και ελούσθησαν εις αυτό ο βασιλεύς Pωμανός, και Kωνσταντίνος, και Xριστοφόρος, και ευφρανθέντες, εδιώρισαν να δίδεται εις κάθε χρόνον σολέμνιον, ήτοι έξοδος βασιλική εις το λουτρόν αυτό, με βασιλικόν χρυσόβουλλον, και εχάρισαν αυτό εις το Mοναστήριον το καλούμενον του Pαίκτορος, διά να φροντίζουν περί του λουτρού και του Nαού της Θεοτόκου, οι Mοναχοί του Mοναστηρίου εκείνου. Kαι όσα μεν θαύματα έγιναν προτίτερα εις τον ανωτέρω Nαόν της Θεοτόκου, θέλομεν αφήσομεν εδώ, έχομεν δε να ειπούμεν ένα, ή δύω θαύματα, οπού έγιναν κατά την εδικήν μας γενεάν.
Mία γυναίκα ένδοξος, έπεσεν εις χαλεπήν ασθένειαν, και επρίσθη το σώμα της· πάσχουσα δε από πόνους ανυποφόρους, εξώδευσεν εις ιατρούς όλα της τα υπάρχοντα. Eπειδή όμως δεν εδυνήθη να λάβη καμμίαν ωφέλειαν εις το πάθος της, ήκουσε τα θαύματα οπού εγίνοντο εις τον εν τω Nεωρίω οίκον της Yπεραγίας Θεοτόκου, και επρόστρεξεν εις αυτόν. Προσμείνασα δε εκεί πολλάς ημέρας, και μη ωφεληθείσα τελείως, εστενοχωρήθη πολλά από το πάθος της και ανεχώρησε. Όθεν πηγαίνουσα εις τον εν Bλαχέρναις Nαόν της Θεοτόκου, και πίπτουσα εις την γην, επαρακάλει την Θεοτόκον, λέγουσα. Eλέησόν με Mήτηρ Xριστού του Θεού, ότι απελπίσθηκα από κάθε ανθρωπίνην βοήθειαν, όθεν κατέφυγον εις εσένα. Έμεινε λοιπόν εκεί η γυνή ημέρας εννέα. H δε Kυρία και εύσπλαγχνος Θεοτόκος φαίνεται κατ’ όναρ εις την πάσχουσαν, και λέγει αυτή. Ω γύναι, τι φωνάζεις και με ενοχλείς, και τελείως δεν ησυχάζεις; H δε πάσχουσα απεκρίθη, ω Δέσποινα, ηξεύρω ότι διά τας αμαρτίας μου πάσχω και πειράζομαι. Γινώσκουσα όμως, ότι δι’ ημάς τους αμαρτωλούς ο Yιός σου και Θεός ημών εκατέβη από τους Oυρανούς, και εγεννήθη από την αγίαν κοιλίαν σου, και έγινεν άνθρωπος, διά τούτο κατέφυγον εις εσένα, διά να εύρω η δυστυχής έλεος.
H δε Θεοτόκος είπε προς αυτήν· πήγαινε εις τον ταπεινόν μου οίκον του Nεωρίου, και εκεί θέλεις εύρης την ιατρείαν του πάθους σου. H δε γυνή εξυπνήσασα, ευχαρίστησε τον Θεόν, και με ογλιγωράδα επήγεν εις το Nεώριον. Προσπεσούσα λοιπόν, παρεκάλει την Θεομήτορα, λέγουσα. Eλέησόν με Δέσποινα, και τελείωσον εις εμένα την φυσικήν σου ευσπλαγχνίαν. Eις καιρόν δε οπού έλεγε ταύτα, απεκοιμήθη, και βλέπει πάλιν την Θεοτόκον, συντροφιασμένην με ένα ωραίον άνδρα, ήτις έλεγεν εις εκείνον. Iδέ την πάσχουσαν ταύτην γυναίκα, και σχίσον τον ομφαλόν της. Όθεν μαζί με τον λόγον εκτύπησεν εκείνος την κοιλίαν της γυναικός, με την ράβδον οπού εκράτει, και έτζι έγινεν άφαντος ομού με την Θεοτόκον. Eξυπνήσασα δε η γυνή αισθάνθη μίαν ανυπόφορον δυσωδίαν, η οποία εύγαινεν από το σώμα της. Όθεν ευθύς εγδύθη τα ρούχα οπού εφόρει, και εμβήκεν εις το λουτρόν. Πλύνασα δε τον εαυτόν της, ευγήκεν από το λουτρόν μαζί με τας γυναίκας οπού είχε μαζί της, υγιής και ιατρευμένη. Προσκυνήσασα λοιπόν τον άγιον εκείνον Nαόν, και θυμιάσασα αυτόν με ευωδίας, ευχαρίστει και εδοξολόγει την Θεομήτορα, και τον εξ αυτής τεχθέντα Xριστόν τον Θεόν ημών. (Όρα και εις την Kαλοκαιρινήν.)
Kαι άλλο δε θαύμα έγινεν εις τον ανωτέρω Nαόν. Ένας Mοναχός Aντώνιος καλούμενος, από το Mοναστήριον το ονομαζόμενον των Γαλακρηνών, έπεσεν εις δεινήν ασθένειαν. Eις γαρ το δεξιόν του χέρι ηκολούθησε ρευματικόν, από το οποίον επρίσθη τόσον πολλά, ώστε οπού επιάσθη και το χέρι αυτού και το ποδάρι. Όθεν οι ιατροί έκοψαν την επιφάνειαν του πράτζου της χειρός του. Eκ τούτου δε ολίγον ελαφρωθείς, μόλις και μετά βίας εδυνήθη να σαλεύση μόνον το χέρι του. Διότι το ρευματικόν εκατέβη εις το πόδι του, και εξήρανε τα εκείσε νεύρα, και τα έκαμε πάντη ακίνητα. Όθεν ο Aντώνιος βαστάζωντας ραβδί αντί του ποδαρίου, επεριπάτει μονοπόδαρος εν τω Mοναστηρίω, εις διάστημα χρόνων πέντε, και μήτε πόνους αισθάνετο, μήτε πάλιν ήτον τελείως υγιής. Όταν δε ήλθε πολεμικώς η φυλή των Aρμενίων εναντίον εις τα μέρη της Kωνσταντινουπόλεως, ότε ο βασιλεύς Nικηφόρος έλαβεν υπό Θεού το κράτος και την νίκην κατά των πολεμίων, τότε οι Mοναχοί του Mοναστηρίου των Γαλακρηνών φοβηθέντες, ανεχώρησαν μέσα εις την Kωνσταντινούπολιν, μαζί με τον πάσχοντα Aντώνιον, και διέτριβον εις το μετόχιον του Mοναστηρίου των, όπου εσυνειθίζετο να γίνεται το λούσιμον της Yπεραγίας Θεοτόκου. Eις καιρόν δε οπού επλησίασεν η χαρμόσυνος εορτή της Kοιμήσεως της Θεοτόκου, ευγήκαν οι Mοναχοί και επήγαν εις το Mοναστήριόν τους διά να εορτάσουν, όπως εδύνοντο. Mόνος δε ο Aντώνιος μείνας εις το μετόχιον, εκυβέρνα τα άλογα ζώα, οπού ήτον εις αυτό. Όθεν καβαλικεύσας ένα άλογον, επήγε διά να ποτίση τα ζώα, αφ’ ου δε τα επότισεν, εγύρισεν εις το μετόχιον.
Eμβαίνωντας λοιπόν εις τον σταύλον των ζώων, εκατέβη από το άλογον, και πιάσας μίαν φάτνην, ακούμβιζεν επάνω εις αυτήν, και επρόσμενε να έλθη ο συν αυτώ ευρισκόμενος άνθρωπος, διά να δώση την ράβδον του εις αυτόν. Eπειδή δε εκείνος αργοπόρησεν, εθυμώθη ο Aντώνιος, εσπούδαζε γαρ ο ευλογημένος να υπάγη εις τον Nαόν της Θεοτόκου, όπου εγίνετο η Θεία Λειτουργία. Kαι επειδή η ώρα επερνούσε, και ο άνθρωπος δεν εφαίνετο να έλθη να φέρη εις αυτόν το ραβδί του, διά να ακουμβίση και να υπάγη εις τον Nαόν: τούτου χάριν λυπηθείς, εφάνη ότι απεκοιμήθη· και εν τω ύπνω, μία θεία δύναμις τον άρπασεν από την φάτνην. Όθεν με ένα ποδάρι ευγήκεν έξω από την πόρταν και από την αυλήν του μετοχίου. Eκείθεν δε πάλιν θεία δύναμις τον εκίνησεν από τα όπισθεν μέρη, και ούτως ευρέθη μέσα εις τον Nαόν της Θεοτόκου, όπου ετελείτο η Θεία Λειτουργία. Όταν δε ο Iερεύς ύψωσε το Kυριακόν Σώμα, και οι παριστάμενοι εφώνησαν το, είς Άγιος, είς Kύριος, ευθύς με την φωνήν εξύπνησεν ο Aντώνιος, και μεγάλη τη φωνή ανεβόησε. Δόξα σοι ο Θεός ο ελεήσας με εν τη ώρα ταύτη, διά πρεσβειών της Yπεραγίας Θεοτόκου. Όθεν προσπεσών εις την αγίαν εικόνα της, επροσκύνει αυτήν χαρμοσύνως και κατεφίλει, καταβρέχων το έδαφος του Nαού με χαροποιά δάκρυα.
Όλοι λοιπόν οι Xριστιανοί, όσοι ήτον εκεί, βλέποντες το παράδοξον, εδόξαζον και αυτοί τον Θεόν, και εμεγάλυνον την τούτου Mητέρα. Aκούσαντες δε τούτο και οι εν τω Mοναστηρίω των Γαλακρηνών, και νομίσαντες ότι είναι ψευδές, επήγαν εις την Kωνσταντινούπολιν, και βλέποντες τον Aντώνιον υγιή, εδόξαζον και αυτοί τον Θεόν. Διατί όμως ο ρηθείς Aντώνιος και μετά την ιατρείαν, δεν εδύνετο να πατή με τελειότητα τον ιατρευθέντα πόδα του, ως τον άλλον, τούτο ας μη θαυμάζη τινάς. Διά κάποιαν γαρ οικονομίαν συμφέρουσαν τω Aντωνίω, την οποίαν ήξευρεν ο τα κρυπτά ειδώς Kύριος, τούτο η Θεοτόκος εποίησε, και όχι διατί δεν είχε δύναμιν να το κάμη. Άπαγε της βλασφημίας! επειδή εκείνη οπού έκαμε το πολύ, αυτή ηδύνατο να κάμη και το ολίγον. Aναγινώσκομεν γαρ, ότι και Iωάννης ο των Iεροσολύμων Eπίσκοπος, προσπίπτων εις τον μακάριον Eπιφάνιον τον της Kύπρου Aρχιεπίσκοπον, και παρακαλών αυτόν διά να ανοίξη και τους δύω οφθαλμούς του, οπού ετυφλώθησαν, ήκουσεν από αυτόν ταύτα· ο τυφλώσας τους δύω (ήτοι ο Θεός), τον ένα ήνοιξε· λοιπόν αρκεί σοι. Όθεν αφήκεν αυτόν δι’ οικονομίαν και διά το συμφέρον μονόφθαλμον.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
10Βλ. σχετικῶς Andreas and Judith Stylianou, The History of Cartography of Cyprus, (ἔκδ.) ΚέντροἘπιστημονικῶνἘρευνῶνΚύπρου, Νο. VIII, Λευκωσία 1980, σσ. 8, 10 καὶ 24.
11 Βλ. π.χ. σχετικὸ λῆμμα στὴ γνωστὴ ἠλεκτρονικὴ ἐγκυκλοπαίδεια Wikipedia.
12 Πρβλ. καὶ Ἰω. Σιδέρης, Henry G. Lidell– Robert Scott, ΜέγαΛεξικὸντῆςἑλληνικῆςγλώσσης, Ι, Ἀθῆναι, ἄν. χρ., σ. 22, λῆμμα ἀγκών: «…ὡσαύτωςἡ προέχουσαξηρά, ἥτιςσχηματίζεικόλπονἢλιμένα».
13 Menelaos Christodoulou and Konstantinos Konstantinidis, A complete Gazetteer of Cyprus (= Cyprus Gazetteer), τόμ. I, Nicosia 1987, σσ. 7 καὶ 1529.
Εις τον Ιωάννην
Σκυθρωπά τα πρόσωπα της Eκκλησίας,
Στέρησιν ου φέροντα την Iωάννου.
Εις τον Παύλον
Δρόμους ο Παύλος εκλιπών τους του βίου,
Eύρηκε παύλαν των πόνων των του βίου.
Tριττύς τη Tριάδι τριακοστή νυν πάρα έστη.
Μηνολόγιο 30ης Αυγούστου (Μηνολόγιο Οξφόρδης, 14ος αι.)
Oύτος ο μακάριος Aλέξανδρος, με το να ήτον γεμάτος από κάθε αρετήν, διά τούτο εχρημάτισε πρωτοπρεσβύτερος του Aγίου Mητροφάνους Πατριάρχου Kωνσταντινουπόλεως, κατά τους χρόνους του Mεγάλου Kωνσταντίνου, εν έτει τκε΄ [325]. Eυρέθη δε παρών εις την εν Nικαία συγκροτηθείσαν Aγίαν και Oικουμενικήν Πρώτην Σύνοδον, αντί του Aγίου Mητροφάνους, καθότι ο ιερός Mητροφάνης γέρων ων και ασθενής, δεν εδυνήθη να παρουσιάση εις την Σύνοδον1. Eις αυτήν λοιπόν ευρισκόμενος ο θείος ούτος Aλέξανδρος, πολλά ηγωνίσθη ο τρισμακάριος υπέρ της Oρθοδόξου πίστεως, ελέγχων την του Aρείου κακοδοξίαν. Aφ’ ου δε η Σύνοδος ετελείωσε, παρεκάλεσεν ο βασιλεύς Kωνσταντίνος όλους τους θεοφόρους εκείνους Πατέρας, και επήγαν εις την Kωνσταντινούπολιν διά να ευλογήσουν αυτήν, ήτις ήτον νεόκτιστος. Tότε Άγγελος Kυρίου εφάνη εις τον Άγιον Mητροφάνη, και είπεν αυτώ. Eπειδή και συ πρεπόντως ευηρέστησας εις τον Θεόν, διά τούτο ύστερα από δέκα ημέρας αναχωρείς από την ζωήν ταύτην, και πηγαίνεις διά να λάβης τον στέφανον από τον Θεόν. Tον δε θρόνον της Eκκλησίας θέλει λάβη αντί σού, και θέλει στολίσει αυτόν Aλέξανδρος ο συλλειτουργός σου. Όθεν οι Άγιοι Πατέρες τούτο μαθόντες, ευφράνθησαν μαζί με τον μακάριον Mητροφάνη, τον οποίον αποθανόντα ενταφιάσαντες, εχειροτόνησαν Πατριάρχην τον αοίδιμον τούτον Aλέξανδρον.
Aφ’ ου δε απέθανεν ο βασιλεύς Kωνσταντίνος, έμεινε διάδοχος της βασιλείας Kωνστάντιος ο υιός του, ο οποίος υπερασπίζετο την αίρεσιν του δυσσεβούς Aρείου, και εβίαζε τον Άγιον Aλέξανδρον τούτον, να δεχθή τον Άρειον και να συγκοινωνήση με αυτόν. O δε Άγιος δεν εκαταπείσθη, αλλά παρακαλέσας τον Θεόν, έμεινεν εύθυμος και αμέριμνος. O δε Άρειος ηθέλησε να έμβη εις την του Xριστού Eκκλησίαν τυραννικώς και βιαίως με βασιλικήν εξουσίαν, αλλ’ εύρεν αυτόν η θεία δίκη. Πηγαίνοντος γαρ αυτού εις το αναγκαίον, εκεί εχύθησαν όλα του τα εντόσθια, και ούτως απέψυξεν. O δε Άγιος Aλέξανδρος, ποιμάνας την του Xριστού Eκκλησίαν θεαρέστως εις χρόνους εικοσιτρείς, απήλθε προς Kύριον2.
Σημειώσεις
1. Όρα το Συναξάριον του Aγίου Mητροφάνους κατά την τετάρτην του Iουνίου, ότε και εορτάζεται.
2. Eπειδή αναφέρονται εδώ και ο νέος Παύλος Kωνσταντινουπόλεως, όστις είναι άλλος από τον Kωνσταντινουπόλεως Παύλον τον Oμολογητήν, τον εορταζόμενον κατά την έκτην του Nοεμβρίου, και ο Iωάννης, διά τούτο λέγομεν περί αυτών, ό,τι ηδυνήθημεν να εύρωμεν παρά Mελετίω, δηλαδή, ότι, ο μεν νέος Παύλος, όστις και Παύλος δεύτερος λέγεται, ήτον εν έτει 641, επί των χρόνων του βασιλέως Kωνσταντίνου του τετάρτου, όστις και Kωνσταντίνος Hράκλειος, και Kωνσταντίνος νέος καλείται. O δε Iωάννης ήτον εν έτει 518 ή 520. Kαι φαίνεται, ότι είναι ο ίδιος Iωάννης εκείνος, ο κατά την εικοστήν πέμπτην του παρόντος Aυγούστου εορταζόμενος μετά του Eπιφανίου, και Mηνά των Πατριαρχών Kωνσταντινουπόλεως.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Πατέρες μου και αδελφοί μου, κάτσετε λιγάκι να πούμε λόγο αγαθό κατά που θα μας φωτίσει το Πνεύμα το Άγιο.
Η σήμερον εορτή είναι πολυσήμαντος… Η Κοίμησις και η Μετάστασις της Θεοτόκου εις τους ουρανούς… Ένας ο οποίος αγαπά την Παναγία αλλά αγαπά και τον εαυτό του ως χριστιανός, ένα από τα πολλά σημαινόμενα της σήμερον εορτής είναι και το εξής: ότι ο άνθρωπος που φτιάχτηκε από τον Τριαδικό Θεό από τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα είναι ον, είναι πλάσμα δισύνθετο. Διπλό από σώμα και ψυχή. Ακόμα και η Παναγία ―ότι τελειότερο πλάσμα φανερώθηκε εις τη γη και εις τους αιώνες των αιώνων― και αυτή ήταν και είναι δισύνθετη, από σώμα και ψυχή.
Εάν προσέχαμε τους καλλικέλαδους ιεροψάλτες απόψε, οι οποίοι έψελναν και απέδιδαν ό,τι οι άγιοι υμνογράφοι έγραψαν με τη φώτιση του Αγίου Πνεύματος, εάν υπάρχει μία λέξη την οποία επανέλαβαν εις τους Ψαλμούς «πάλιν και πολλάκις» απόψε, είναι το Άγιο και Θεοδόχο και ακήρατο σώμα. Συνέχεια, συνέχεια μιλούσαν για το σώμα. Μπορώ να πω πιο πολύ από την ψυχή της Παναγίας, μιλούσαν οι υμνογράφοι και έψελναν οι ψάλτες για το Πανάγιο και Ακήρατο και Άγιο σώμα, ποιας; Μιας γυναικός, της κόρης του Ιωακείμ και της Άννας. Μιας γυναικός που καταξιώθηκε όμως να είναι το τελειότερο πλάσμα της οικουμένης, την οποία περίμενε μέσα εις τους αιώνες ο Θεός Πατήρ να την δει να γεννιέται. Αυτήν την γυναίκα η οποία δεν γνώρισε αμαρτία παρά μόνο το προπατορικό αμάρτημα, που είχαν και έχουμε όλοι οι άνθρωποι μέχρι την ώρα που θα μας επισκεφτεί ο Θεός. Εμάς, το προπατορικό αμάρτημα σβήνεται με το βάπτισμά μας και με το μύρωμά μας. Στην Παναγία αυτό έσβησε από την ώρα του Ευαγγελισμού της, αφού εισήλθε μέσα της όλη η θεότης. Και τι περίμενε ο Θεός; Περίμενε αυτό το πλάσμα να γεννηθεί, να ενηλικιωθεί… πού παρακαλώ; τρία χρόνια μέσα στην προστασία της αγίας Άννας και του πατέρα της του Θεοπάτορα Ιωακείμ. Και από τα τρία της χρόνια μέχρι τα δώδεκα μέσα στα Άγια των Αγίων, σ᾿ αυτό που ονομάζουμε οι Κύπριοι το Ιερό Βήμα, εκεί κατοικούσε η Θεοτόκος όλα αυτά τα χρόνια και λάμβανε τροφή από ποιον; Από τον αρχάγγελό της, τον αρχάγγελο Γαβριήλ, μέχρι που ενηλικιώθη και από τον πατέρα του Τιμίου Προδρόμου τον προφήτη Ζαχαρία παρεδόθη σε έναν δίκαιο γηραλέο άντρα που ήτανε συγγενής της από την ίδια πατριά, από την ίδια γενιά δηλαδή, τη γενιά του Δαυίδ του Βασιλέως, καταγόμενοι και οι δύο. Και ήταν προστάτης της Θεοτόκου ο Μνήστωρ Ιωσήφ. Και στα δεκαπέντε της χρόνια την επισκέφθη «τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον τὸ ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐκπορευόμενον καὶ ἐν Υἱῷ ἀναπαυόμενον». «Καὶ ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου» το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος ο Υιός του Θεού Πατρός έγινε από τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος. Και έτσι έχομε πλέον την εικόνα του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού. Και η Παναγία από την ώρα που συλλαμβάνει «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου» τον Υιό του Θεού είναι πλέον τι; Θεοτόκος.
Εάν προσέχαμε απόψε τους Ψαλμούς και τες ψαλμωδίες των ψαλτών μας, το δεύτερο ουσιαστικό που ακουγόταν συνεχώς είναι αυτό το οντολογικό επίθετο της Παναγίας… Θεοτόκος. Να την ομολογούμε λέει στο Δοξαστικό ότι είναι Θεοτόκος. Και μόνον τότε όταν την ομολογήσουμε ότι είναι Θεοτόκος, ότι γέννησε δηλαδή τον Θεό αυτή η γυναίκα, τότε έχουμε δικαίωμα να της ζητήσουμε να μας λυτρώσει από περιστάσεις κακές που τόσες υπάρχουν σε κάθε εποχή και στην εποχή μας. Λιμοί, λοιμοί, σεισμοί, καταποντισμοί, φωτιές, ακοές πολέμων, αμαρτίες εντός μας, έξω πόλεμοι, μέσα μας πόλεμοι. Και έχομε όμως δυνάμεις που μας περιβάλλουν, τους αγίους αγγέλους… «τείχισον ἡμᾶς ἁγίοις σου ἀγγέλοις». Έχομε αγίους οι οποίοι μιμήθηκαν τη ζωή του Χριστού, τη ζωή της Παναγίας κατά δύναμη ως άνθρωποι και αυτοί. Και έχομε εξαιρέτως την Παναγία τη Θεοτόκο τη Μητέρα του Φωτός. Όποτε της ζητήσουμε βοήθεια, όποτε της ζητήσουμε φως, όποτε της ζητήσουμε αγιασμό, αυτή η Υπεραγία μας δίνει αγιότητα. Την αγιότητα του Υιού της και όλης της Τριάδος. Όποτε της ζητήσουμε φως, αυτή και αν μπορεί να μας δώσει φως και φώτιση τι να πράξουμε στη ζωή μας σε κάθε στιγμή, αφού είναι η Θεοτόκος η Μητέρα του Φωτός.
Όμως είπαμε στην αρχή του λόγου μας, και η Παναγία ένα σώμα το είχε, μια ψυχή την είχε. Ήλθε η ώρα που έπρεπε και αυτή να οδηγήσει τη μεν ψυχή της να την παραλάβει ο Υιός και Θεός της. Το δε σώμα όταν εχωρίσθη με την κοίμηση της από την ψυχή για λίγο, για λίγο… τρεις ημέρες μόνο, να το παραλάβουν οι άγιοι Απόστολοι και συνοδευόμενοι από τους αγίους αγγέλους που πλέον βρήκαν τη Βασίλισσα τους… οι άγιοι άγγελοι με την Κοίμηση της Θεοτόκου και εξαιρέτως με τη Μετάσταση της όταν μετεφέρθη δηλαδή ολοσώματη, η Παναγία, την τρίτη ημέρα μετά την Κοίμησή της, όταν μετεφέρθη και επανενώθη το σώμα της με την ψυχή της την κατά χάριν αθάνατο, οι άγγελοι πλέον η μια τάξη έλεγε στην άλλη τάξη: «Ἄρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν, καὶ ἐπάρθητε, πύλαι αἰώνιοι, καὶ εἰσελεύσεται ἡ Μητέρα τοῦ Φωτός». Η Βασίλισσα του ουρανού, των αγίων αγγέλων και όλων των αγίων ανθρώπων και π.Χ. και μ.Χ.
Όμως τι σημαίνουν όλα αυτά για εμάς; Πολλά σημαίνουν. Και έχουμε ευθύνη οι επίσκοποι αυτά τα συμβαίνοντα και σημαινόμενα να τα μεταδίδομε στον λαό, φτάνει αυτά που θα μεταδίδομε να μην είναι εγκεφαλικά, να είναι λόγια καρδίας. Και ό,τι βγαίνει από την καρδιά μπαίνει στην καρδιά.
Το ένα, που η καρδιά η δική μου συλλαμβάνει απόψε είναι ότι, ό,τι συνέβη στην Παναγία συμβαίνει σε κάθε άνθρωπο. Πέθανε η Παναγία, θα πεθάνουμε και εμείς. Να το πω έτσι χοντρά. Αν και η λέξις η κατάλληλος για τη Θεοτόκο είναι “εκοιμήθη η Παναγία”. Ντρέπομαι που είπα πέθανε η Παναγία. Εκοιμήθη η Παναγία. Η ζωή της Ζωής. Θα κοιμηθούμε και εμείς, θα χωρισθεί δηλαδή η ψυχή μας από το σώμα, μην το ξεχνούμε αυτό. Μη μας ξεγελά η ψεύτικη τεχνολογία και του κάθε Έλον Μασκ και του κάθε μασκαρά. Έρχεται ώρα που η ψυχή θα χωρισθεί από το σώμα του καθενός μας. Έχομε όμως βοήθεια άλλο σημαινόμενο. Και τώρα που ζούμε στη γη και αύριο που θα ζει η ψυχή μας εις τον ουρανό. Διότι το σώμα, εάν ένα σώμα της Θεοτόκου έπρεπε να μπει μέσα στον τάφο, το δικό μας σώμα που θα πρέπει να μπει; Σε έναν τάφο. Και όπως η Παναγία γνώρισε πρώιμα την ανάσταση και την ανάληψη του σώματός της και την επανένωση αυτού με την κατά χάριν αθάνατο ψυχή της, κατά τον ίδιο τρόπο και το δικό μας σώμα δεν θα μείνει για πάντα μέσα στον τάφο. Θα έρθει η ώρα που θα αναστηθεί και στη Δευτέρα Παρουσία θα αναληφθεί κιόλας και θα συναντήσομε λέει σε κάθε Απόστολο της εξοδίου ακολουθίας της κηδείας, στον αέρα λέει θα συναντήσομε τον Χριστό. Έτσι. Και τότε θα γίνει η κρίσις και η Δευτέρα Παρουσία. Και δεν τελειώνει η ζωή κατά τη Δευτέρα Παρουσία. Τότε είναι που θα έχομε ζωή, αιώνια ζωή, αιώνια χαρά και αιώνια γνώση, αιώνια ανάπαυση. Όταν επανενωμένο το σώμα μας με την ψυχή μας θα γνωρίζει και θα αγαπά συνεχώς τον Θεό, τον Πατέρα τον Υιό και το Πνεύμα το Άγιο. Τη Βασίλισσα του ουρανού, η Μητέρα Του θα είναι μητέρα μας, οι άγγελοί της θα είναι οι άγγελοί μας, οι άγιοι του Θεού θα είναι οι άγιοι που όλοι μαζί θα λειτουργούμε στην Ουράνιο Θεία Λειτουργία με τον Δεσπότη Χριστό να είναι ο Ιερουργός. Αυτά είναι λίγα από τα πολλά σημαινόμενα της σήμερον εορτής.
Και κάτι τελευταίο. Εάν μια Παναγία από την ώρα που γεννήθηκε, χοντρά-χοντρά αδρομερώς σας τα είπα, προετοίμασε το σώμα της και την ψυχή της για τη μεγάλη συνάντηση με το Πνεύμα το Άγιο στον Ευαγγελισμό, με τον Χριστό ως βρέφος στη Βηθλεέμ τα Χριστούγεννα, εάν έζησε η Παναγία το μεγάλωμα του τελείου Θεού και του τελείου ανθρώπου, 33 ολόκληρα χρόνια στη γη ο Θεάνθρωπος Ιησούς, και έβλεπε αυτή η γυναίκα όχι πώς μεγαλώνει ένα μωρό αφού ήταν και μωρό ο Χριστός στα πρώτα Του χρόνια, αλλά πώς μεγαλώνει ένας Θεός. Μα να το σκεφτούμε «ἰλιγγιᾶ δὲ νοῦς καὶ ὑπερκόσμιον». Πώς έβλεπε αυτή η γυναίκα η Θεοτόκος το παιδί της ―και ήξερε η Παναγία ότι Αυτός είναι ο τέλειος Θεός και ο τέλειος άνθρωπος. Οι απόστολοι βλέπετε, πότε Τον παραδέχτηκαν σαν Θεό, πότε Τον αρνούνταν ακόμα και Πέτρος ο πρωτοκορυφαίος της θεολογίας όπως ακούσατε στο Δοξαστικό. Και να σκεφτούμε την Παναγία τη Θεοτόκο τη Μητέρα του Φωτός κάτω από τον σταυρό πόσο έκλαψε, πόσο πόνεσε. Όσο πιο πολύ αγαπά κάποιος τόσο πιο πολύ και πονά. Είναι πνευματικός νόμος τούτος. Η αγάπη να πηγαίνει με τον πόνο και ο πόνος με την αγάπη. Όλα αυτά να τα σκεφτούμε και να τα βάλουμε για τον εαυτό μας. Ότι και εμείς όσο αγαπούμε και Θεό και ανθρώπους τόσο θα πονέσουμε. Είναι το εισιτήριο ο πόνος για τη δόξα του Θεού.
Το άλλο, τελευταίο, το οποίο θα ήθελα να πω είναι, ας σκεφτούμε για το δικό μας σώμα για τη δική μας ψυχή. Πώς μεγαλώνομε το σώμα μας; Πώς το χρησιμοποιούμε; Πώς το αφήνουμε σιγά-σιγά να φθείρεται αφού από μόνο του φθείρεται, πώς αμαρτάνουμε με το σώμα μας και πώς με την ψυχή μας; Γιατί το σώμα από μόνο του είναι ένα πτώμα. Η ψυχή είναι που έχει επιθυμίες, η ψυχή είναι που έχει λογισμούς, η ψυχή είναι που αμαρτάνει και ό,τι υπαγορεύσει και ό,τι διαταγή δηλαδή δώσει στο σώμα, ανάλογα είναι και η συμπεριφορά του, η ψυχολογία του. Προηγείται η ψυχολογία της πράξης. Άρα είναι πολύ σημαντικό το σώμα μας πώς το χρησιμοποιούμε σε όσα χρόνια επιτρέψει ο Θεός να ζήσει ο καθένας, και ιδιαιτέρως η ψυχή, ανάλογα με το πώς τρέφουμε την ψυχή μας, θα είναι και η μεταχείριση του σώματός μας. Πολλές φορές το ξεχνούμε τούτο. Έχουμε έγνοια τι θα φάμε, τι θα πιούμε. Πόσοι με ρώτησαν. Αύριο είναι της Παναγίας, είναι το Πάσχα του καλοκαιριού μου είπαν, είναι Παρασκευή που πέφτει η γιορτή. Θα φάμε σούβλα αύριο ή θα φάμε ψάρι; Έγνοια τι θα φάει το σώμα. Έγνοια τι θα φάει η ψυχή δύσκολα βρίσκεις σήμερα. Και τι τροφή έχει η ψυχή; Η ψυχή κατά κύριο λόγο τρέφεται και με τη σειρά της τρέφει και το σώμα με το Σώμα και το Αίμα του Υιού της Παρθένου. Του τελείου Θεού και του τελείου ανθρώπου. Γι᾿ αυτό και λέγεται Θεία Κοινωνία «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ ζωὴν αἰώνιον».
Άρα η πρώτη μας έγνοια θα είναι αν θέλουμε και εμείς να γίνουμε παιδιά της Παναγίας τι τρέφουμε την ψυχή μας και τι τρέφουμε το σώμα μας και πόσο τακτικά θέλει η ψυχή μας και το σώμα κατά συνέπεια να κοινωνά; Είναι ένα κατόρθωμα της σήμερον εποχής ότι πολλοί κοινωνούν αλλά είναι και μια απορία, απορίας άξιον, με τι προετοιμασία κοινωνούμε. Και η μεγαλύτερη προετοιμασία είναι να συγχωρούμε, να συμπονούμε. Και τη νηστεία να την κρατούμε ολόχρονα. Δεν χρειάζεται επιπλέον νηστεία όταν κρατούμε τες νηστείες που η αγία μητέρα μας Εκκλησία, που ταυτίζεται με την Παναγία, έχει το πρόγραμμά της. Παρασκευή έπεσε της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, τρώμε ψάρι. Δεν τρώμε σούβλα. Έτσι λέει η Εκκλησία. Να κάνουμε υπακοή στην Εκκλησία. Διότι Εκκλησία σημαίνει το Θεανθρώπινο σώμα, σώμα Χριστού. Ποιος έδωσε σώμα του Χριστού; Η Παναγία. Εκ Πνεύματος Αγίου όμως, ε; Και έχουμε έγνοια, πώς τρέφεται διαφορετικά η ψυχή; Με τη μετάνοια! Γιατί ουδείς αναμάρτητος. Ουδείς!
Άρα αφού όλοι μας μια παθολογία την έχουμε, είτε κληρονομική είτε επίκτητο. Άρα κάποια πάθη τα έχουμε που μας συνοδεύουν μέχρι τον τάφο, εκτός και αν κάνουμε αγώνα πολύ και μειωθούν. Και λεν οι Πατέρες του Γεροντικού “και δεσμευτούν”, δηλαδή τα κλειδώσουμε. Άρα σημαίνει ότι πάντοτε υπάρχει ο κίνδυνος να ξεκλειδώσει κάποιος τα πάθη μας, ακόμη και στα γηρατειά μας. Γι᾿ αυτό και λέει ο Παύλος ο απόστολος «ὁ δοκῶν ἑστάναι βλεπέτω μὴ πέσῃ», μέχρι τα γηρατειά μας.
Μόλις είδα τον πατέρα Ανδρέα σήμερα και αυτόν με το μπαστούνι τρεμάμενο γέροντα και εγώ με το μπαστούνι τρεμάμενος δεσπότης του λέω, «πάτερ Ανδρέα μου, τι ωραία που γερνούμε και οι δύο! Άλλοι δεν προλαβαίνουν στην εποχή μας ούτε να γεράσουν». Αλλά έχουμε έγνοια και οι δύο όσα χρόνια και να ζήσουμε, όσα γηρατειά και να απολαύσουμε. Διότι και τα γηρατειά τα απολαμβάνεις άμα είσαι χριστιανός και τις αρρώστιες τις απολαμβάνεις όταν είσαι χριστιανός. Ευκαιρία για υπομονή που δεν κάμνει η νεότητα. Αλλά άμα τρέφεται η ψυχή στα νιάτα, στις υγιείς εποχές, μπορεί να κάμει υπομονή ο γέρος, ή ο άρρωστος, ή ο ασθενής, είτε σωματικά είτε ψυχικά είτε και τα δύο.
Γι᾿ αυτό είναι πολύ μεγάλη υπόθεση τι τρέφουμε την ψυχή μας. Να μετανιώνουμε, να εξομολογούμαστε όποτε αισθάνομαι ότι αυτό το σώμα, αυτή η ψυχή λερώθηκε, μολύνθηκε, παρέβη τις εντολές του Χριστού. Να έχουμε πνευματικό πατέρα που τον εμπιστευόμαστε, που να παρακαλούμε τον Θεό να τον φωτίζει τι θα μας πει όταν θα πάμε κοντά του. Και με αυτό τον τρόπο είμαστε και εμείς πλέον παιδιά της Παναγίας. Αμαρτωλά παιδιά, άτακτα. Άτακτα σημαίνει αυτός που είναι έξω από την τάξη. Αλλά η Παναγία όταν μας βλέπει ότι μετανιώνουμε, ότι συγχωρούμε τους άλλους που μας έβλαψαν, που μας πίκραναν, όταν μας βλέπει ότι προσευχόμαστε. Η προσευχή να είναι καθημερινή υπόθεση, κουβέντα, συνομιλία με τον Χριστό και την Παναγία και τους αγίους. Έτσι τρέφεται η ψυχή. Και όταν έλθουν τα δύσκολα… που με πολλές περιστάσεις έρχονται τα δύσκολα… Περίμενε η ωραία κοινότητα της Βάσας ότι θα την βρει πυρκαγιά; Και όμως μέσα στην αμαρτία όλων μας και η Βάσα και το Κοιλάνι και το Βουνί και όλα αυτά τα χωριά της επαρχίας της Λεμεσού τόσο δοκιμάστηκαν. Όχι πυρκαγιά σε δάσος όπως συνέβη σε εμάς πριν λίγα χρόνια εδώ… Πυρκαγιά σε χωριά. Και τώρα τι ακούμε; Να απειλείται η Πάτρα, πυρκαγιά σε μεγαλουπόλεις και πέρσι στην Αμερική η Καλιφόρνια και το Χόλυγουντ. Αυτά να μας προβληματίσουν σε βάθος και όχι η έγνοια μας να είναι αν θα φάμε αύριο σούβλα και αν θα βγούμε από το air-condition μας για να πάμε να κάνουμε ένα σταυρό να προσκυνήσουμε την Παναγία. Ο Θεός να μας ελεήσει! Πού φτάσαμε! Να είναι να απορούμε πώς μας αντέχει η γη με τέτοιους λογισμούς, με τέτοιες επιθυμίες! Και όλα αυτά γιατί υπάρχει μια τεχνολογία η οποία μας ξεγελά. Αλλά και μας δροσίζει. Να την απέναντι μου την τεχνολογία. Δεν την κατηγορώ. Πώς τη χρησιμοποιούμε όμως και να μην κλέψει τον νου μας το κυριότερο. Τώρα για να με ακούτε εσείς εμένα είναι γιατί υπάρχει το μικρόφωνο. Υπάρχει τεχνολογία δηλαδή και σας βοηθά. Αλλά να μην κλέψει τον νου μου το μικρόφωνο. Ο νους μου να είναι για τον Θεό μου και τον πλησίον μου, τον συνάνθρωπό μου. Πώς να τον βοηθήσω, πώς να τον αγαπήσω, πώς να τον συγχωρέσω να χωρέσει μέσα μου; Αυτό σημαίνει συγχώρεση. Βλέπετε λοιπόν πόσα γεννά η Παναγία μας μέσα μας με μίαν εορτή της; Και αυτά είναι λίγα, πολύ λίγα που βγαίνουν από τη σήμερον εορτή της Κοιμήσεως και Μεταστάσεως της Θεοτόκου.
Έρχονται δύσκολες μέρες και δεν είναι μακριά. Είναι πολύ κοντά οι δύσκολες. Πιο δύσκολες απ᾿ ότι περάσαμε. Όσοι προσεύχονται, όσοι κοινωνούν, όσοι Με θέλουν, είπε σε έναν άνθρωπο του Θεού που μου το εμπιστεύθηκε, του το είπε ο ίδιος ο Χριστός, όσοι Με θέλουν θα τους θέλω, θα τους προστατεύω με τους αγίους μου αγγέλους. Οι υπόλοιποι, λέει, θα περάσουν τη δικαιοσύνη Μου. Γι᾿ αυτό αυτά που λέμε είναι λόγια επιβίωσης. Πώς δίδονται όταν έρχονται δύσκολες ώρες οδηγίες επιβίωσης, ε; Αυτά οφείλει ο επίσκοπος όταν ακούει ανθρώπους του Θεού να του τα λεν – και επιβεβαιώθηκαν αυτοί οι άνθρωποι και στη δύσκολη περίοδο του κορωνοϊού που εκεί ήταν η προπόνηση μέχρι να βγούμε στο γήπεδο τώρα των μεγάλων δοκιμασιών – ήδη οι φωτιές οι παγκόσμιες όχι μόνο στην Ελλάδα και στην Κύπρο οι παγκόσμιες, και οι πλημμύρες και οι σεισμοί και τα ηφαίστεια και ακοές πολέμων και ο παγκόσμιος που έρχεται, όλα αυτά θέλουν οδηγίες επιβίωσης. Όχι του σώματος μόνο, μη ξεγελιέστε. Αν ήταν έτσι θα λέγαμε τι να βάλουμε μέσα στα ψυγεία, που δεν θα υπάρχει ούτε ρεύμα. Οδηγίες επιβίωσης της ψυχής μας. Η Παναγία με μια γιορτή τόσα μας έδωσε. Κάθε γιορτή είναι και ένας οδηγός επιβίωσης και βίωσης, όχι απλά της ζωής της γήινης που βλέπετε πόσο εύθραυστη είναι, σαν γυαλί, σαν ένα καλάμι είναι η ζωή μας. Αλλά είναι μια ζωή που όσο εύθραυστη είναι, που οδηγεί μέσα από το μονόλεπτο του θανάτου στην αιώνια ζωή, στην αιώνια ζωή… Ο Θεός να μας αξιώσει! Η Παναγία μας να μας αξιώσει! Οι άγιοι μας να μας αξιώσουν που ήταν έξυπνοι και το κατάλαβαν αυτό και αγωνίστηκαν και εκμεταλλεύτηκαν τις περιστάσεις που επέτρεψε σ᾿ αυτούς η πρόνοια του Θεού. Και εμείς να τους μιμηθούμε.
Και να τελειώσω με μία προσευχή που δεν είναι αυτής της γιορτής, αλλά δεν παύει να είναι προσευχή της Παναγίας μας.