Αρχική Blog Σελίδα 347

Ανακοίνωση Ιεράς Συνόδου για την πρόταση νόμου «Ψευδοθεραπεῖες μεταστροφῆς…» (22 Μαΐου 2023)

ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ

Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου συνῆλθε σήμερα, Δευτέρα, 22 Μαΐου 2023, σὲ ἔκτακτη συνεδρία, ὑπὸ τὴν προεδρία τῆς Α.Μ. τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Γεωργίου καὶ ἀσχολήθηκε μὲ τὴν πρόταση νόμου ποὺ τροποποιεῖ τὸν περὶ Ποινικοῦ Κώδικα Νόμο, μὲ τὴν προσθήκη νέου ἄρθρου 233Β: «Ψευδοθεραπεῖες μεταστροφῆς… ».

Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος παραμένει πιστὴ στὴ διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς ὅτι δύο φῦλα, «ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν ὁ Θεός». Θεωρεῖ ἐπίσης ὅτι τὸ φῦλο σὲ κάθε ἄνθρωπο εἶναι δῶρο δοσμένο ἀπὸ τὸν Θεό, τὸ ὁποῖο ὑπηρετεῖ τὸ μυστήριο τῆς ζωῆς. Τὸ φῦλο προσδιορίζεται ἀπὸ τὴ φυσιολογία τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος καὶ δὲν ἀποτελεῖ στοιχεῖο ἐπιλογῆς, αὐτοπροσδιορισμοῦ, ἢ μεταβολῆς κατὰ βούληση.

Ἡ Ἐκκλησία δὲν ἔχει καὶ οὔτε ἐπιθυμεῖ νὰ ἔχει τὴ δυνατότητα ἐπιβολῆς τῆς θέσης της στοὺς ἀνθρώπους. Ὁ εὐαγγελικὸς λόγος εἶναι σαφής: «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν…». Διατηρεῖ ὡστόσο τὸ δικαίωμά της νὰ ἐκφέρει ἄποψη καὶ νὰ συμβουλεύει τοὺς πιστούς.

Ἡ τροποποίηση τοῦ Νόμου καὶ ἡ εἰσαγωγὴ τοῦ πιὸ πάνω ἄρθρου στὸν Ποινικὸ Κώδικα ἰσοδυναμεῖ μὲ ἰσοπέδωση τοῦ δικαιώματος τῆς ἐλεύθερης θρησκευτικῆς ἔκφρασης καὶ τῶν πεποιθήσεων τοῦ Κυπριακοῦ λαοῦ, ποὺ προστατεύονται ἀπὸ τὰ ἄρθρα 18 καὶ 19 τοῦ Συντάγματος τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας καὶ τὴν Εὐρωπαϊκὴ Σύμβαση Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων. Μὲ βάση αὐτὰ θεωροῦμεν ὅτι:

α) παραβιάζεται  καὶ ποινικοποιεῖται ἡ θρησκευτικὴ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία κατοχυρώνεται ἀπὸ τὸ ἄρθρο 9 τῆς Εὐρωπαϊκῆς Σύμβασης τῶν Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων, τὸ ὁποῖο σαφῶς προβλέπει τὴν ἐλεύθερη καὶ ἀπρόσκοπτη ἔκφραση τῶν θρησκευτικῶν πεποιθήσεών του, «δημόσια ἢ κατ᾽ ἰδίαν, μέσω τῆς λατρείας, τῆς διδασκαλίας καὶ τῆς ἄσκησης τῶν θρησκευτικῶν καθηκόντων καὶ τελετουργιῶν».

β) Ποινικοποιεῖται ἡ μακραίωνη παράδοση τῆς Πατρίδας μας, ἡ ὁποία θέλει τοὺς πιστούς, οἱ ὁποῖοι ἐμπιστεύονται ἐλεύθερα τὴν ποιμαντικὴ φροντίδα τῆς Ἐκκλησίας, νὰ καταφεύγουν σ᾽ αὐτὴ συμβουλευτικά.

γ) Ποινικοποιεῖται τὸ ἀναφαίρετο δικαίωμα τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἀποφασίζει ἐλεύθερα, νὰ ἐπιλέγει καὶ ἀναζητεῖ, στὸ πλαίσιο τῆς νομιμότητας καὶ τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας, στήριξη καὶ πνευματικὴ καθοδήγηση σὲ ζητήματα, τὰ ὁποῖα εἶναι ἄκρως προσωπικὰ καὶ εὐαίσθητα, γιὰ τὰ ὁποῖα μπορεῖ, στὸ τέλος, νὰ ἀποφασίζει ὁ ἴδιος γιὰ τὴν ἀποδοχή τους ἢ μή.

Ἡ Πολιτεία θὰ πρέπει νὰ ἀναγνωρίζει τὰ δικαιώματα ὅλων τῶν πολιτῶν τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας ἀνεξαιρέτως. Αὐτὰ τὰ δικαιώματα  τὰ ἔχουν καὶ οἱ πολίτες ποὺ ἀσκοῦν τὴν πίστη τους, ἡ ὁποία ἐκφράζεται μὲ τοὺς κανόνες καὶ τὰ δόγματα τὰ ὁποῖα διαχρονικὰ ἰσχύουν στὴν Ἑλληνορθόδοξή μας Παράδοση. Ἡ Ἐκκλησία δὲν μπορεῖ νὰ ἐξαναγκάζεται στὴ σιωπὴ πρὸς χάριν τῆς Παγκοσμιοποίησης καὶ τῆς λεγόμενης Νέας Τάξης Πραγμάτων. Τὸ δικαίωμα τοῦ πολίτη νὰ ἐκφράζει ἐλεύθερα τὶς ἀπόψεις του καὶ τὶς ἐπιλογὲς τοῦ τρόπου ζωῆς του τυγχάνει σεβασμοῦ ἀπὸ τὸ Σύνταγμα καὶ τοὺς Νόμους. Θὰ πρέπει, ὅμως, νὰ ἀντικρύζεται μέσα στὰ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά, τὰ ὁποῖα ἀντανακλοῦν στὸ ἦθος καὶ τὶς ἀξίες τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς Κοινωνικῆς δομῆς τοῦ Κυπριακοῦ Κράτους, ποὺ ἀποτελεῖται κατὰ πλειοψηφίαν ἀπὸ Ὀρθόδοξους Χριστιανοὺς.

Ὑπὸ τὸ πρόσχημα τῆς προστασίας τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων, δὲν μπορεῖ μιὰ ὁμάδα ἀνθρώπων νὰ ἐπιβάλλει τὸν τρόπο ζωῆς της στοὺς ἄλλους καὶ οὔτε τὸ ἔργο τῆς προστασίας τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων πρέπει νὰ ὑπηρετεῖ πολιτικὰ ἢ ἄλλα συμφέροντα ψηφοθηρίας ἢ καὶ δημοσίας προβολῆς.

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι μητέρα ὅλων ἀνεξαιρέτως, δὲν κατακρίνει οὔτε καὶ καταδικάζει. Ἀποτελεῖ καταφύγιο στὸ ὁποῖο ὅλοι προσφεύγουμε, γιὰ νὰ βροῦμε μέσα ἀπὸ τὴν ἁγιοπνευματική της ἐμπειρία καὶ τὰ ἁγιαστικὰ μυστήριά της, στήριξη, ἔμπνευση, παρηγοριὰ καὶ ἐνίσχυση στὶς ὑπαρξιακὲς ἀγωνίες καὶ ψυχολογικὲς πιέσεις ποὺ δεχόμαστε.

Ἡ Ἐκκλησία μπορεῖ νὰ συνεργαστεῖ ἄριστα μὲ ἀνθρώπους ποὺ δὲν ἔχουν καμμία θρησκευτικὴ πίστη ἢ μεταφυσικὴ ἀναφορὰ καὶ νὰ μοιραστεῖ μαζί τους τὸν σεβασμὸ στὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. «Γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς» (Ἰω. 8, 32).

Κάνουμε ὡς ἐκ τούτου ἔκκληση στοὺς βουλευτές μας νὰ μὴν ἐκθεμελιώσουν ὅ,τι ὑγιὲς ἀπέμεινε σ’ αὐτὸ τὸν τόπο. Ὁ πνευματικὸς ἐκφυλισμὸς τῆς κοινωνίας δὲν εἶναι τὸ καλύτερο γιὰ ἕνα λαὸ ποὺ ἀγωνίζεται γιὰ τὴν ἐθνική του ἐπιβίωση.

Ἂν τὸ φῶς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ μπορεῖ νὰ φωτίσει τὴν ἀνθρώπινη καρδιά, τότε μπορεῖ νὰ μεταμορφώσει καὶ τὸν ὅλον ἄνθρωπο. Ἡ Ἐκκλησία πάντοτε ἐν ἀγάπῃ καὶ ταπεινώσει προσεύχεται γιὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἀγωνίζεται καὶ μετανοεῖ.

Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου

Ἱερὰ Ἀρχιεπισκοπὴ Κύπρου,

22 Μαΐου 2023.

Τὸ προφητικὸ χάρισμα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Οἱ ἐκ Θεοῦ προφῆτες καὶ οἱ ψευδοπροφῆτες

Ἀρχιμανδρίτης Φώτιος Ἰωακεὶμ

«προφητείας μὴ ἐξουθενεῖτε» (Α´ Θεσ. 5,20)

Οἱ πιστοὶ στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀείποτε καθίστανται μέτοχοι τῶν χαρισμάτων τοῦ Πνεύματος, καὶ βιώνουν τὴ μέθεξη τῶν ἀκτίστων τοῦ Θεοῦ ἐνεργειῶν, οἱ ὁποῖες, χωρὶς νὰ ἰσοπεδώνουν καὶ καταργοῦν τὶς ἰδιότητες τοῦ κτιστοῦ, τὶς ἀναστέλλουν, τὶς καθαγιάζουν καὶ τὶς ὑπερβαίνουν.

Ἕνα ἀπὸ τὰ χαρίσματα τοῦ Θεοῦ στὶς κεκαθαρμένες ἀπὸ τὰ πάθη ψυχὲς ἀποτελεῖ καὶ τὸ προφητικὸ χάρισμα, ἰδιαίτερα σημαῖνον στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἀλλ᾽ ἡ συγκεχυμένη πνευματικὰ περιρρέουσα ἀτμόσφαιρα τῆς ἐποχῆς μας, μέσα στὴ δίνη τῆς πολυποίκιλης πλάνης της τὸ ἔχει περιλάβει —ἀλίμονο!— καὶ αὐτό. Καί, δύο παράλληλες καὶ ψυχοφθόρες πλάνες, ὡς ἄλλοι ἰσοβαθεῖς καὶ ἰσόμετροι κρημνοί, ἡ προτεσταντίζουσα λεγόμενη «Μεταπατερικὴ θεολογία»1  καὶ ὁ ἄκριτος καὶ ἀδιάκριτος Ζηλωτισμός2 , ἀγωνίζονται σὰν σὲ διελκυστίνδα, νὰ ἀλλοιώσουν σὺν ἄλλοις καὶ τὸ θεόσδοτο προφητικὸ χάρισμα. Καὶ ἡ μὲν πρώτη τὸ ἀμφισβητεῖ, τὸ εἰρωνεύεται καὶ τὸ «ἐξουθενεῖ» μέχρις ἀπόρριψης, ἐνῶ ὁ δεύτερος τὸ ὑπερτονίζει ἀδιάκριτα καὶ πεπλανημένα. Ἀντίθετα, ἡ Ὀρθοδοξία, ὡς ἡ μέση καὶ βασιλικὴ ὁδὸς —καθὼς κατὰ τὸν Θεολόγο Γρηγόριο «ὀρθοδοξεῖν ἐστὶ τὸ ἀεὶ σχοινοβατεῖν», «τὰς ἐφ᾽ ἑκάτερα ἐκκλίνοντα ῥοπὰς»— ἔχει μία ἐντελῶς διαφορετικὴ θεώρηση γιὰ τὴν προφητεία.

Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς

Γιὰ τοῦτο καὶ μὲ πόνο ψυχῆς γιὰ τὰ ὅσα πεπλανημένα στὶς μέρες μας λέγονται καὶ γράφονται γιὰ τὸ θεϊκὸ τοῦτο δώρημα πρὸς τοὺς ἀνθρώπους σκέφθηκα νὰ γράψω κάτι γιὰ τὸ προφητικὸ χάρισμα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Θὰ προσπαθήσω, ὡς ἄλλος «καλὸς ῥαγολόγος», κατὰ τὸν θεοφόρο πατέρα ἡμῶν Ἰωάννη τὸν Σιναΐτη, βασιζόμενος στὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ ἐρανιζόμενος ἀπὸ τὴ σοφία παλαιῶν καὶ συγχρόνων ἁγίων, ἀληθινῶν καὶ ἀπλανῶν μετόχων τοῦ χαρίσματος τούτου, νὰ παρουσιάσω στοὺς εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους ἀναγνῶστες κάποιες πτυχές του.

Πρὶν προχωρήσουμε στὸ καθαυτό μας θέμα, θὰ ἤθελα νὰ ἀναφερθοῦμε εἰσαγωγικὰ στὸ σπουδαῖο θέμα τοῦ ποιός εἶναι προφήτης καὶ ποιός δὲν εἶναι, καὶ τί εἶναι προφητεία-προφητικὸ χάρισμα.

Ἐπειδή, κατὰ τὸ ἀρχαῖο γνωμικό, «ἀρχὴ σοφίας ἡ τῶν ὀνομάτων ἐπίσκεψις», θὰ δοῦμε καταρχὴν τὴν ἐτυμολογία τῆς ἀρχαιοελληνικῆς λέξης προφήτης καὶ τοῦ σύστοιχου ρήματος προφητεύω, καθὼς καὶ τὴν ἀρχικὴ σημασία τους. Οἱ λέξεις αὐτὲς παράγονται ἀπὸ τὴν πρόθεση πρὸ καὶ τὸ ρῆμα φημὶ (λέγω). Ἐδῶ ἡ πρόθεση πρὸ ἔχει ὡς πρώτη καὶ κύρια ἔννοια ὄχι χρονικὴ ἀλλὰ τὴν ἐκπροσώπηση, καὶ ἑπομένως προφήτης εἶναι αὐτὸς ποὺ μιλᾶ πρό, ἐνώπιον, ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ καὶ ἑρμηνεύει τὴ βουλή, τὸ θέλημά Του στοὺς ἀνθρώπους3 .

ὅσιος Ἀρσένιος ὁ Καππαδόκης καὶ ὅσιος Παΐσιος

Στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὴν πατερικὴ παράδοση, προφήτης εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔχει διέλθει τὰ στάδια τῆς κάθαρσης ἀπὸ τὰ ψεκτὰ πάθη, προχώρησε στὸν ἐνυπόστατο φωτισμὸ τοῦ νοῦ καὶ ἔφθασε στὴν κατὰ χάριν θέωση, στὸν δοξασμό4 . Ἔχοντας λοιπὸν ὁ θεωμένος ἀληθινὴ κοινωνία-γνώση τοῦ Θεοῦ, καθίσταται αὐθεντικὸς διδάσκαλος τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς καὶ διδάσκει ἀπλανῶς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ στοὺς πιστούς. Περαιτέρω, ὁ προφήτης, ὡς ἐμπνεόμενος ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, δέχεται ἔκτακτες ἀποκαλύψεις ἀπὸ τὸν Θεὸ καί, μέσα στὸ πλαίσιο τῆς αὐθεντικῆς διδασκαλίας τοῦ θείου θελήματος, προλέγει μελλοντικὰ γεγονότα, γιὰ νὰ καθοδηγήσει τοὺς πιστοὺς σὲ μετάνοια.

Ἡ προφητεία λοιπόν, ὡς ἀληθινὴ γνώση καὶ ἁπλανὴς διδασκαλία τοῦ θείου θελήματος καὶ συνάμα πρόγνωση τῶν μελλόντων, ἀποτελεῖ χάρισμα Θεοῦ. Ὁ Θεός μας εἶναι, μεταξὺ ἄλλων, καὶ παντογνώστης. Γι᾽ Αὐτὸν δὲν ὑπάρχουν χρονικὰ ὅρια καὶ φραγμοί. Καί, μέρος αὐτῆς τῆς παγγνωσίας του μεταδίδει στοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς ἁγίους του, μεταδίδει στοὺς προφῆτες του.

Ἐδῶ νὰ τονίσουμε πὼς προφῆτες  δὲν  ἔχουμε  μόνο  στὴν  Παλαιὰ Διαθήκη,  ἀλλὰ  καὶ  στὴν  ἐποχὴ  τῆς  Χάριτος,  καὶ  θὰ  ἔχουμε  μέχρι  τὴ  συντέλεια τῶν αἰώνων. «Μιλώντας γιὰ Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἔχει ἐντοπισθῆ μία διαφορὰ μεταξύ τους. Δηλαδή, οἱ Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἔβλεπαν τὸν ἄσαρκο Λόγο, ἐνῶ οἱ Προφῆτες τῆς Καινῆς Διαθήκης ἔβλεπαν τὸν σεσαρκωμένο Λόγο»5 .

Στάρετς Ἀνατόλιος τῆς Ὄπτινα

Στὰ χρόνια τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὁρισμένοι μόνο ἄνθρωποι, ἐκλεκτοὶ τοῦ Θεοῦ, «ὑπὸ Πνεύματος ἁγίου φερόμενοι», ἐξέφεραν προφητεῖες (Β´ Πέτρ. 1, 21). Αὐτὸ ἦταν τὸ κατεξοχὴν ἔργο τῶν προφητῶν: νὰ ἐξαγγέλλουν στὸν λαὸ σὲ κάθε περίσταση τὸ θεῖο θέλημα καὶ νὰ τοὺς τὸ διερμηνεύουν, νὰ τὸ ἀναλύουν καὶ ἐπεξηγοῦν, γιὰ νὰ γίνεται σαφῶς ἀντιληπτὸ ἀπὸ ὅλους. Ἐπειδὴ λοιπὸν σ᾽ αὐτοὺς ὁ Θεὸς ἀποκάλυπτε τὸ θέλημά Του, γι᾽ αὐτὸ οἱ προφῆτες ὀνομάζονταν καὶ «οἱ βλέποντες», καθὼς αὐτοὶ εἶχαν τὸν θεῖο φωτισμὸ καὶ ἦταν σὲ θέση νὰ βλέπουν, νὰ κατανοοῦν πλήρως τὴ σημασία κάποιων γεγονότων ἢ θαυμαστῶν σημείων, καὶ νὰ τὰ ἐπεξηγοῦν στὸν λαό.

Αὐτὴ ἡ ἱκανότητα τῶν παλαιῶν προφητῶν, τώρα, στὴν ἐποχὴ τῆς Καινῆς Διαθήκης, τὴν ἐποχὴ τῆς Χάριτος, ἐπεκτείνεται καὶ σὲ βάθος καὶ σὲ πλάτος. Διότι ὁ κάθε χριστιανός, ποὺ ἔχει βαπτισθεῖ καὶ λάβει τὸ ἅγιον Μύρο καὶ κοινωνεῖ τῶν θείων Μυστηρίων, μετέχει, ὅπως λέμε στὴ γλώσσα τῆς Ἐκκλησίας, στὸ τριπλὸ ἀξίωμα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, καθίσταται δηλαδὴ καὶ ὁ ἴδιος κατὰ χάριν προφήτης, ἱερεὺς καὶ βασιλεύς. Ὅλοι δηλαδὴ τώρα οἱ βαπτισμένοι χριστιανοί, καθὼς λαμβάνουν «Πνεῦμα σοφίας, Πνεῦμα συνέσεως» (Ἠσ. 11, 2), γίνονται «διδακτοὶ Θεοῦ» (Ἰω. 6, 45) καὶ ἔχουν τὴ δυνατότητα νὰ καταστοῦν προφῆτες, νὰ λάβουν δηλονότι ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα τὸ προφητικὸ χάρισμα, μὲ τὴν ἔννοια ὅτι αὐτὸ τὸ Πανάγιο Πνεῦμα, ὅταν βρεῖ καθαρὰ σκεύη, τοὺς διανοίγει τὶς ἐσωτερικὲς αἰσθήσεις τῆς ψυχῆς, γιὰ νὰ κατανοοῦν τὸ θεῖο θέλημα καὶ τὶς ἀλήθειες τῆς χριστιανικῆς πίστεως, ποὺ σώζουν. Εἶναι αὐτὴ εἰδικὴ ἐπενέργεια τῆς θείας Χάριτος στοὺς βαπτισμένους χριστιανούς: ὁ φωτισμὸς τοῦ νοῦ.

Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης

Αὐτὸ ἀκριβῶς ἤθελε νὰ δηλώσει καὶ ἡ προφητεία ἐκείνη τοῦ Ἰωήλ, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ὁ Θεὸς ἐπρόκειτο νὰ ἐκχύσει πλούσια στὸν λαό Του τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὥστε ὅλοι, ἀνεξαρτήτως φύλου, φυλῆς, ἡλικίας καὶ κοινωνικῆς τάξεως, νὰ εἶναι σὲ θέση νὰ κατανοοῦν τὸν λόγο καὶ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ μποροῦν νὰ τὸ ἐπεξηγοῦν, νὰ τὸ διερμηνεύουν στὸν κόσμο· μὲ ἕνα λόγο, νὰ προφητεύουν: «Καὶ ἔσται μετὰ ταῦτα καὶ ἐκχεῶ ἀπὸ τοῦ πνεύματος μου ἐπὶ πᾶσαν σάρκα, καὶ προφητεύσουσιν οἱ υἱοὶ ὑμῶν καὶ αἱ θυγατέρες ὑμῶν… καὶ ἐπὶ τοὺς δούλους μου καὶ ἐπὶ τὰς δούλας μου ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις ἐκχεῶ ἀπὸ τοῦ πνεύματος μου» (Ἰωήλ 3, 1-2). Τὴν προφητεία αὐτὴ ἐξάλλου ὁ ἅγιος ἀπόστολος Πέτρος ἐπικαλέστηκε, προκειμένου νὰ ἐξηγήσει στὰ πλήθη τοῦ λαοῦ, ποὺ εἶχαν συγκεντρωθεῖ ἀπὸ κάθε σημεῖο τῆς γῆς στὰ Ἱεροσόλυμα τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, τὸ παράδοξο φαινόμενο τῆς μεταδόσεως σὲ ὅλες τὶς γλῶσσες τῶν ὑπερφυῶν ἀληθειῶν τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ χριστιανικοῦ κηρύγματος. Ἔργο στὸ ὅποιο ἐπιδίδονταν, ὄχι μόνον οἱ δώδεκα Ἀπόστολοι, ἀλλὰ ὅλο τὸ πλῆθος τῶν ἑκατὸν εἴκοσι πιστῶν ποὺ ἦταν συναγμένοι στὸ ὑπερῶο ἐκεῖνο, ὅπου ἔγινε ἡ κάθοδος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Πρξ. 2, 16-18).

Γιὰ νὰ ἐπικεντρωθοῦμε στὴν ἐποχὴ τῆς Χάριτος —ἀφοῦ συνήθως ὑπάρχει τάση ἀμφισβήτησης τοῦ προφητικοῦ χαρίσματος μετὰ Χριστόν—, στὴν Καινὴ Διαθήκη ὑπάρχει πληθώρα χωρίων γιὰ τὴν προφητεία, τοὺς προφῆτες καὶ τὸ προφητικὸ χάρισμα. Θὰ παραθέσουμε στὴ συνέχεια καὶ ἐπιλεκτικὰ σχετικὰ χωρία, ἀρχίζοντας ἀπὸ λόγους τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἀκριβῶς ἀναδεικνύουν τὸ προφητικὸ χάρισμα καὶ ἀποδεικνύουν τὴν ἐκ Θεοῦ προέλευσή του.

«Ὁ δεχόμενος ὑμᾶς ἐμὲ δέχεται, καὶ ὁ ἐμὲ δεχόμενος δέχεται τὸν ἀποστείλαντά με.  ὁ δεχόμενος προφήτην εἰς ὄνομα προφήτου μισθὸν προφήτου λήψεται, καὶ ὁ δεχόμενος δίκαιον εἰς ὄνομα δικαίου μισθὸν δικαίου λήψεται» (Μθ 10,40-41)· «ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· οὐκ ἔστι προφήτης ἄτιμος εἰ μὴ ἐν τῇ πατρίδι αὐτοῦ καὶ ἐν τῇ οἰκίᾳ αὐτοῦ» (Μθ 13,57· παράλληλα τὰ Μκ 6,4· Λκ 4,24 καὶ  Ἰω. 4,44)· «διὰ τοῦτο ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω πρὸς ὑμᾶς προφήτας καὶ σοφοὺς καὶ γραμματεῖς· καὶ ἐξ αὐτῶν ἀποκτενεῖτε καὶ σταυρώσετε, καὶ ἐξ αὐτῶν μαστιγώσετε ἐν ταῖς συναγωγαῖς ὑμῶν καὶ διώξετε ἀπὸ πόλεως εἰς πόλιν» (Μθ 23,34· παράλληλο τὸ Λκ 11,47).

Ἡ τάξη τῶν προφητῶν ἦταν μία πραγματικότητα στὴν πρωτοχριστιανικὴ Ἐκκλησία, μὲ ἐξέχουσα θέση καὶ δράση μεταξὺ τῶν πιστῶν. Τοῦτο κατεξοχὴν μαρτυρεῖται στὸ βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων, ἀπὸ ὅπου παραθέτουμε ἐφεξῆς σχετικὰ χωρία.

α. «Ἐν ταύταις δὲ ταῖς ἡμέραις κατῆλθον ἀπὸ Ἱεροσολύμων προφῆται εἰς Ἀντιόχειαν· ἀναστὰς δὲ εἷς ἐξ αὐτῶν ὀνόματι Ἄγαβος ἐσήμανε διὰ τοῦ Πνεύματος λιμὸν μέγαν μέλλειν ἔσεσθαι ἐφ᾿ ὅλην τὴν οἰκουμένην· ὅστις καὶ ἐγένετο ἐπὶ Κλαυδίου Καίσαρος» (Πρξ 11,27-28).

β. «Ἦσαν δέ τινες ἐν Ἀντιοχείᾳ κατὰ τὴν οὖσαν ἐκκλησίαν προφῆται καὶ διδάσκαλοι, ὅ τε Βαρνάβας καὶ Συμεὼν ὁ ἐπικαλούμενος Νίγερ, καὶ Λούκιος ὁ Κυρηναῖος, Μαναήν τε Ἡρῴδου τοῦ τετράρχου σύντροφος καὶ Σαῦλος.  λειτουργούντων δὲ αὐτῶν τῷ Κυρίῳ καὶ νηστευόντων εἶπε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον· ἀφορίσατε δή μοι τὸν Βαρνάβαν καὶ τὸν Σαῦλον εἰς τὸ ἔργον ὃ προσκέκλημαι αὐτούς» (Πρξ 13,1-2).

γ. «Ἰούδας τε καὶ Σίλας, καὶ αὐτοὶ προφῆται ὄντες, διὰ λόγου πολλοῦ παρεκάλεσαν τοὺς ἀδελφοὺς καὶ ἐπεστήριξαν» (Πρξ 15,32).

δ. «τῇ δὲ ἐπαύριον ἐξελθόντες ἤλθομεν εἰς Καισάρειαν, καὶ εἰσελθόντες εἰς τὸν οἶκον Φιλίππου τοῦ εὐαγγελιστοῦ, ὄντος ἐκ τῶν ἑπτά, ἐμείναμεν παρ᾿ αὐτῷ.  τούτῳ δὲ ἦσαν θυγατέρες παρθένοι τέσσαρες προφητεύουσαι. ἐπιμενόντων δὲ ἡμῶν ἡμέρας πλείους κατῆλθέ τις ἀπὸ τῆς Ἰουδαίας προφήτης ὀνόματι Ἄγαβος,  καὶ ἐλθὼν πρὸς ἡμᾶς καὶ ἄρας τὴν ζώνην τοῦ Παύλου, δήσας τε αὐτοῦ τοὺς πόδας καὶ τὰς χεῖρας εἶπε· τάδε λέγει τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον· τὸν ἄνδρα οὗ ἐστιν ἡ ζώνη αὕτη, οὕτω δήσουσιν εἰς Ἱερουσαλὴμ οἱ Ἰουδαῖοι καὶ παραδώσουσιν εἰς χεῖρας ἐθνῶν» (Πρξ 21,8-11).

Ματρώνα ἡ ἀόμματος τῆς Μόσχας

Ἡ κατεξοχὴν ἀνάδειξη καὶ ἱεράρχηση τοῦ προφητικοῦ χαρίσματος στὴν πρώτη Ἐκκλησία γίνεται ἀπὸ τὸν ἀπόστολο Παῦλο στὶς Ἐπιστολές του, ἀπὸ ὅπου καὶ τὰ χωρία ποὺ ἀκολουθοῦν. Νὰ τονισθεῖ ὅτι, σύμφωνα μὲ τὶς ἀναφορὲς τοῦ Παύλου, οἱ προφῆτες ἦταν κατεῖχαν ἱεραρχικὰ τὴ δεύτερη θέση στὴν Ἐκκλησία τῆς ἀποστολικῆς ἐποχῆς.

α. «ἔχοντες δὲ χαρίσματα κατὰ τὴν χάριν τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν διάφορα, εἴτε προφητείαν, κατὰ τὴν ἀναλογίαν τῆς πίστεως,  εἴτε διακονίαν, ἐν τῇ διακονίᾳ, εἴτε ὁ διδάσκων, ἐν τῇ διδασκαλίᾳ,  εἴτε ὁ παρακαλῶν, ἐν τῇ παρακλήσει, ὁ μεταδιδούς, ἐν ἁπλότητι, ὁ προϊστάμενος, ἐν σπουδῇ, ὁ ἐλεῶν, ἐν ἱλαρότητι» (Ῥμ. 12,6-8).

β. «πρὸς ὃ δύνασθε ἀναγινώσκοντες νοῆσαι τὴν σύνεσίν μου ἐν τῷ μυστηρίῳ τοῦ Χριστοῦ, ὃ ἑτέραις γενεαῖς οὐκ ἐγνωρίσθη τοῖς υἱοῖς τῶν ἀνθρώπων ὡς  νῦν  ἀπεκαλύφθη  τοῖς  ἁγίοις  ἀποστόλοις  αὐτοῦ καὶ προφήταις ἐν Πνεύματι» (Ἐφ. 3,4-5).

γ. «Ἑνὶ δὲ ἑκάστῳ ἡμῶν ἐδόθη ἡ χάρις κατὰ τὸ μέτρον τῆς δωρεᾶς τοῦ Χριστοῦ.  καὶ αὐτὸς ἔδωκε τοὺς μὲν ἀποστόλους, τοὺς δὲ προφήτας, τοὺς δὲ εὐαγγελιστάς, τοὺς δὲ ποιμένας καὶ διδασκάλους, πρὸς τὸν καταρτισμὸν τῶν ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομὴν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφ. 4,7·11-12).

Κατεξοχὴν ὅμως λεπτομερεῖς ἀναφορὲς γιὰ τὸ χάρισμα τῆς προφητείας καὶ τὴν τάξη τῶν Προφητῶν γίνονται ἀπὸ τὸν ἀπόστολο τῶν ἐθνῶν στὰ κεφ. 12 καὶ 14 τῆς Α´ Ἐπιστολῆς πρὸς Κορινθίους, ὅπου καὶ παραπέμπουμε τοῦς φιλομαθεῖς ἀναγνῶστες.

Παραθέτουμε, τέλος, δύο σημαντικώτατα γιὰ τὸ θέμα μας καινοδιαθηκικὰ χωρία, ποὺ ἀναδεικνύουν τὸ ἀληθινὸ προφητικὸ χάρισμα, ὄχι ὡς ἀνθρώπινη ἐπίνοια καὶ ἐνέργεια, ἀλλὰ ὡς ἐπενέργεια τῆς Χάριτος τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

α. «τοῦτο πρῶτον γινώσκοντες, ὅτι πᾶσα προφητεία γραφῆς ἰδίας ἐπιλύσεως οὐ γίνεται. οὐ γὰρ θελήματι ἀνθρώπου ἠνέχθη ποτὲ προφητεία, ἀλλ᾿ ὑπὸ Πνεύματος Ἁγίου φερόμενοι ἐλάλησαν ἅγιοι Θεοῦ ἄνθρωποι» (Β´ Πέτρ. 1, 20-21).

β. «ἡ γὰρ μαρτυρία τοῦ ᾿Ιησοῦ ἐστι τὸ πνεῦμα τῆς προφητείας» (Ἀπκ. 19,10).

Πολὺ καλὴ ἱστορικὴ πραγμάτευση τοῦ ζητήματος περὶ τῆς τάξης τῶν προφητῶν στὴν ἀποστολικὴ ἐποχή, βάσει τῶν καινοδιαθηκικῶν ἀναφορῶν καὶ τῆς σύγχρονης ἔρευνας, ἔχει γίνει ἀπὸ τὸν ὁμότιμο καθηγητὴ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ ΕΚΠΑ Βλάσιο Φειδᾶ σὲ εἰδικὲς μελέτες του, ἀπὸ ὅπου καὶ παραθέτουμε ἕνα ἰδιαίτερα ἐνδιαφέρον ἀπόσπασμα.

«Πράγματι, ο τίτλος του ‘‘προφήτη’’, όπως και η τάξη των προφητών, είχε καθιερωθή στην αποστολική εποχή και συνδεόταν με τους εξέχοντες συνεργούς των αποστόλων στο αποστολικό έργο, γι’ αυτό και, μετά από μακρά δοκιμασία, ελάμβαναν με αποστολική χειροτονία την αυθεντία να ασκούν και αυτοτελώς αποστολικό έργο. Ωστόσο, ο τίτλος «προφήτης», καίτοι προέρχεται από τον παλαιοδιαθηκικό τίτλο, διαφοροποιείται πλήρως στην καινοδιαθηκική γραμματεία, ιδιαίτερα δε στις επιστολές του αποστόλου Παύλου, τόσο ως προς την έννοια, όσο και ως προς το περιεχόμενο. Πράγματι, στην Καινή Διαθήκη ο τίτλος καθιερώθηκε για τη σαφή διάκριση της τάξεως των προφητών από την τάξη των αποστόλων, όχι μόνο κατά την αυθεντία, αλλά και κατά τον τρόπο εντάξεώς τους στο αποστολικό έργο. Έτσι, οι μεν απόστολοι αντλούσαν το εξαιρετικό τους κύρος στην Εκκλησία από την προσωπική τους εκλογή και την άμεση εντολή προς αυτούς από τον Ιησού Χριστό, ενώ οι προφήτες όφειλαν την εξέχουσα θέση τους στην προσωπική τους επιλογή από τους αποστόλους καθ’ υπόδειξη του αγίου Πνεύματος. Η διάκριση αυτή ήταν πολύ σημαντική κατά την αποστολική εποχή, όπως φαίνεται και από την αποδιδόμενη έμφαση στις περιγραφές της κλήσεως του αποστόλου Παύλου με το όραμα της Δαμασκού (Πρξ. 9, 1-30. Α΄ Κορ. 9, 1-7. 15,8-11. Α΄ Τιμ. 1, 12-17 κ.λπ.). Έτσι, μόνον οι απόστολοι είχαν λάβει άμεση εντολή και προσωπική αυθεντία αμέσως από τον Ιησού Χριστό για το έργο του ευαγγελισμού της οικουμένης, ενώ οι προφήτες ελάμβαναν την εντολή αυτή από το Άγιο Πνεύμα κατά την αποστολική χειροτονία και την ασκούσαν κατ’ αναφοράν προς τους αποστόλους, τουλάχιστον μέχρι τον θάνατο των αποστόλων. Η διάκριση δηλαδή του τίτλου των αποστόλων από τον τίτλο των προφητών αναφερόταν κυρίως στην εκλογή των μεν πρώτων από τον ίδιο τον Ιησού Χριστό, των δε προφητών από το άγιο Πνεύμα και την αποστολική χειροτονία για το ίδιο αποστολικό έργο, αλλά από διαφορετικό επίπεδο αυθεντίας»6 .

Κατὰ τοὺς πρωτοχριστιανικοὺς χρόνους λοιπόν, οἱ προφῆτες ἦταν οἱ ἄμεσοι συνεργάτες καὶ διάδοχοι τῶν ἀποστόλων. Αὐτοὶ ἦταν ποὺ ἐχειροτονοῦντο ἐπίσκοποι καὶ ἦταν οἱ προϊστάμενοι τῶν εὐχαριστιακῶν συνάξεων τῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν. Κι αὐτὸ ποὺ προκύπτει ἀπὸ ὅσα ἤδη ἀναφέραμε, εἶναι ὅτι κοινὸ γνώρισμα τῶν ἀποστόλων καὶ τῶν προφητῶν ἦταν ἡ κατάσταση τοῦ δοξασμοῦ, τῆς θεώσεως, ἀπὸ τὴν ὁποία πήγαζε ἡ αὐθεντία στὴ διδαχή τους.

***

Παΐσιος (Παναγῆς) Μπασιᾶς

Σημαντικὰ γνωρίσματα τῶν ἀληθινῶν-αὐθεντικῶν προφητῶν εἶναι ἡ ἀνόθευτη Ὀρθόδοξη Πίστη στὸν Τριαδικό μας Θεό, ἡ τήρηση τῶν θείων ἐντολῶν, τὰ θεάρεστα ἔργα, ἡ καθαρότητα τῆς καρδίας, ὁ ζῆλος νὰ γνωρίσουν οἱ ἄνθρωποι τὸν Θεό, τὸ θεῖο Του θέλημα. Κι ἀκόμα ἡ ταπείνωση καὶ ἡ λακωνικότητα στὴν ἔκφραση: Λένε λίγα, μὰ ἐννοοῦν πολλά. Καὶ ἐνεργοῦν τὸ χάρισμα, ὄχι γιὰ νὰ ἐντυπωσιάσουν ὡς μάγοι καὶ φακίρηδες, ἀλλὰ γιὰ νὰ ὁδηγήσουν τοὺς ἀνθρώπους στὴ μετάνοια, καὶ ἀποφεύγουν πάσῃ δυνάμει τὴν αὐτοπροβολὴ καὶ τὴν ἀνθρωπαρέσκεια. Ἡ προφητεία λοιπὸν δὲν εἶναι δημιούργημα τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, τῆς γνώσης ἢ τῆς ἐξυπνάδας του. Εἶναι γέννημα τοῦ ἐνοικοῦντος στὸν προφήτη Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ ἐδῶ μποροῦμε νὰ ἀναφέρουμε τὸ παράδειγμα τοῦ ἐσόπτρου (καθρέπτη). Ὅσο καθαρώτερος ὁ καθρέπτης, τόσο περισσότερο ἀντανακλᾶ τὸ ἡλιακὸ φῶς. Ἔτσι καὶ ὁ προφήτης: «κατὰ τὴν ἀναλογίαν τῆς πίστεώς» του, δηλαδὴ τῆς πνευματικῆς του κατάστασης, δέχεται τὸν φωτισμὸ τῆς Χάριτος καὶ τὸν ἀντανακλᾶ-διαδίδει στοὺς ἀνθρώπους.

Ἀντίθετα μὲ τοὺς ἀληθινοὺς προφῆτες, ὑπάρχουν καὶ οἱ ψευδοπροφῆτες, τῶν ὁποίων οἱ ψευδοπροφητεῖες ἀποτελοῦν γέννημα τῆς διαβολικῆς ἐπήρειας σ᾽ αὐτούς, ἕνεκα τοῦ ἁμαρτωλοῦ καὶ πλανεμένου τους νοῦ καὶ τῆς ἐμπαθοῦς καρδίας τους. Αὐτοί, μπορεῖ νὰ εἶναι κοινοὶ ἀπατεῶνες (ὅπως τὰ μέντιουμ, οἱ χαρτορίκτρες, κ.ἄ.), μπορεῖ ὅμως νὰ παρουσιάζονται ὡς προφῆτες καὶ ἀπὸ καθαρὰ δαιμονικὴ ἐπενέργεια, ὅπως ἡ νεαρὴ ὑπηρέτρια στοὺς Φιλίππους τῆς Μακεδονίας (Πρξ. 16, 16-18), ἡ ὁποία εἶχε «πνεῦμα πύθωνος», καὶ παρεῖχε πολλὰ κέρδη στοὺς κυρίους της μὲ τὶς μαντεῖες της. Ὁ Χριστὸς στὸ Εὐαγγέλιο μᾶς καθορίζει τὰ γνωρίσματα τῶν ψευδοπροφητῶν: Εἶναι ντυμένοι μὲ δέρματα προβάτων, ἀλλὰ ἀπὸ μέσα εἶναι λύκοι ἁρπακτικοί. Δηλ. δὲν πονοῦν τὸ ποίμνιο, δὲν στοχεύουν στὴ σωτηρία τῶν λογικῶν ψυχῶν, ἀλλὰ μόνο στὸ νὰ ἁρπάξουν, νὰ ἀποκομίσουν ὑλικὰ ἀγαθά, ἡδονὲς καὶ δόξα. Ἔτσι, φανερώνεται ἡ πλάνη τους ἀπὸ τὰ ἐπαίσχυντα ἔργα τους (Μᾶρκ. 7, 15-22).

ὅσιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης

Καταλήγοντας στὴ μικρή μας αὐτὴ μελέτη, μποροῦμε νὰ ποῦμε πὼς τὸ ἔργο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ λαμβάνει ὁ  χριστιανὸς πρὸς ἁγιασμὸ καὶ θέωσή του, καλεῖται νὰ τὸ διατηρεῖ καὶ νὰ τὸ ἐπαυξάνει στὴ ζωή του καὶ μὲ τὴ δική του συνέργεια· «τὸ Πνεῦμα μὴ σβέννυτε». Ὅσο δηλαδὴ ὁ ἄνθρωπος ἀγωνίζεται μέσα στὴν Ἐκκλησία νὰ καθαίρεται ἀπὸ τὰ πάθη του, τὸν ἐγωισμὸ καὶ τὴ φιλαυτία, καὶ νὰ ἁγιάζεται μὲ τὴν τήρηση τῶν ἁγίων ἐντολῶν τοῦ Κυρίου καὶ τὴ μυστηριακὴ ζωή, τόσο καὶ «μεταμορφοῦται τῇ ἀνακαινώσει τοῦ νοὸς αὐτοῦ», ἀνακαινίζει συνεχῶς τὸν νοῦ του, ὥστε νὰ διακρίνει κάθε στιγμὴ ποιό εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, «τὸ ἀγαθὸν καὶ εὐάρεστον καὶ τέλειον» (Ῥωμ. 12, 3). Μπορεῖ ἔτσι ὁ ἄνθρωπος νὰ φτάσει στὸ σημεῖο νὰ «ἀνακρίνει πάντα», δηλαδὴ νὰ λάβει τὸ χάρισμα τῆς διάκρισης τῶν πνευμάτων (Α´ Κόρ. 2,15), ὅλα νὰ τὰ καταλαβαίνει, καὶ περαιτέρω νὰ τὰ ἐπεξηγεῖ καὶ νὰ τὰ μεταδίδει καὶ στοὺς ἄλλους. Καὶ ἔτσι ὁ πνευματικὸς ἄνθρωπος, μὲ τὸν φωτισμένο του νοῦ, τὸν «νοῦν Χριστοῦ» ποὺ διαθέτει, μπορεῖ «προφητεύων» νὰ «λαλεῖ ἀνθρώποις οἰκοδομὴν καὶ παράκλησιν καὶ παραμυθίαν» (Α´ Κορ. 14, 3).

Ὅπως καὶ προοιμιακὰ σημειώσαμε, τὸ προφητικὸ χάρισμα δὲν ἐξέλιπε ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μὲ τὴ λήξη τῆς ἀποστολικῆς καὶ μεταποστολικῆς περιόδου, καθὼς εἶναι δώρημα ἐκ Θεοῦ σὲ σκεύη Του ἐκλεκτά, ποὺ οὐδέποτε θὰ ἐκλείψουν. Ἔτσι ἡ μία, ἀγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία ἔχει διαχρονικὰ ἀναδείξει πλῆθος αὐθεντικῶν προφητικῶν μορφῶν. Κάθε μελετητὴς τῶν Βίων τῶν ἁγίων θὰ διαπιστώσει τὴν περίτρανη αὐτὴ ἀλήθεια. Μέσα στὸ θεοπρόβλητο τοῦτο στίφος τῶν προφητικῶν πανευόσμων ἀνθέων μποροῦμε, τελείως ἐνδεικτικά, νὰ ἀναφέρουμε τοὺς ἑξῆς ἁγίους, τῶν ὁποίων ὁ βίος ἐπαληθεύει ὅλα τὰ ἀνωτέρω χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τῶν ἀληθινῶν προφητῶν:

Ἀντώνιος ὁ Μέγας (251-356)· Ἀθανάσιος ὁ Μέγας (298-373)· Ἐπιφάνιος ὁ Μέγας, ἀρχιεπίσκοπος (367-403) Κωνσταντίας τῆς Κύπρου· Ἱλαρίων ὁ Μέγας (290-371)· Εὐθύμιος ὁ Μέγας (377-473)· Βαρσανούφιος ὁ Μέγας καὶ Ἰωάννης ὁ Προφήτης (5ος-6ος αἰ.)· Ἰωαννίκιος ὁ Μέγας (741-846)· ὅσιος Ἀνδρέας ὁ διὰ Χριστὸν Σαλὸς (10ος αἰ.)· ὅσιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος (10ος/11ος αἰ.)· ἅγιος Λεόντιος πατριάρχης Ἱεροσολύμων (12ος αἰ.)· ὅσιος Γρηγόριος Σιναΐτης (13ος/14ος αἰ.)· ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς (14ος αἰ.)· ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εύγενικὸς (14ος/15ος αἰ.)· ὅσιος Διονύσιος ὁ ῥήτωρ (16ος αἰ.)· Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς (1714-1779)· Σεραφεὶμ τοῦ Σαρὼφ (1759-1833)· Παΐσιος (Παναγῆς) Μπασιᾶς (1801-1888)· Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης (1829-1908)· Ματρώνα ἡ ἀόμματος τῆς Μόσχας (1881-1952)· Στάρετς Ἀνατόλιος τῆς Ὄπτινα (1855-1922)· ὅσιος Ἀρσένιος ὁ Καππαδόκης (1840-1924)· ὅσιος Χατζηφλουρέντζος ὁ Κύπριος (20ὸς αἰ.)· ὅσιοι Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης, Παΐσιος Ἁγιορείτης καὶ Ἰάκωβος Τσαλίκης (20ὸς αἰ.).

ὅσιος Παΐσιος Ἁγιορείτης

Ὡς καταστάλαγμα τῶν ὅσων πιὸ πάνω γράψαμε, θὰ ἤθελα νὰ μοιραστῶ μὲ τοὺς ἀναγνῶστες μὲ δύο λόγια τὴν ἐμπειρία ποὺ μὲ ἀξίωσε ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ ἔχω μὲ τρεῖς σύγχρονους προφῆτες: Τοὺς ὁσίους Παΐσιο τὸν Ἁγιορείτη, Ἰάκωβο τὸν ἐν Εὐβοίᾳ καὶ μία ἁγιασμένη Γερόντισσα στὴν Κρήτη, σκεῦος ἐκλογῆς Κυρίου. Μὲ τὴ γνωριμία καὶ συναναστροφή μαζί τους ἀξιώθηκα νὰ ζήσω, στὸ μέτρο ποὺ μπόρεσα νὰ ἀντιληφθῶ, τρεῖς προφητικὲς μορφές, τὴν κάθε μία μὲ τὰ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά της. Καὶ μὲ τοὺς τρεῖς διαπίστωσα καὶ βίωσα ὅλα τὰ γνωρίσματα τοῦ ἀληθινοῦ προφήτη: Τὴν ἀκραιφνὴ Ὀρθοδοξία καὶ ὀρθοπραξία· τὴν ἁγιότητα, τὴν ταπείνωση, τὴν καθαρότητα, τὴ λακωνικότητα στὴν ἔκφραση, καὶ ὅσα ἄλλα σχετικὰ ἀναφέραμε ἀνωτέρω. Στὴ συνομιλία καὶ μὲ τοὺς τρεῖς ἀντιλήφθηκα, μὲ πλήρη ἐσωτερικὴ βεβαιότητα, πὼς ἦταν αὐθεντικοὶ ἐκφραστὲς τοῦ θείου θελήματος στὴ ζωή μου. Καὶ στοὺς τρεῖς ἐπαλήθευσα τὸ διορατικὸ καὶ προορατικὸ χάρισμα, ἀφοῦ καὶ οἱ τρεῖς εἰσέδυσαν στὴν καρδιά μου καὶ εἶδαν τὸ παρελθόν, τὸ παρὸν καὶ τὸ μέλλον μου μὲ ἀκρίβεια καὶ σαφήνεια, πράγμα ποὺ βίωσαν μαζί τους καὶ χιλιάδες ἄλλοι πιστοί. Καὶ συχνὰ ἐπαλήθευσα τὸ προφητικό τους χάρισμα, ὅχι μονάχα σὲ συνάρτηση μὲ τὸ πρόσωπό μου, ἀλλὰ καὶ γιὰ ἄλλα πρόσωπα καὶ καταστάσεις εὐρύτερες. Καὶ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο μας ἐπισφράγισε τὴν αἴσθηση αὐτὴ χιλιάδων πιστῶν, ἐντάσσοντας τοὺς δύο πρώτους Γέροντες (Παΐσιο καὶ Ἰάκωβο) καὶ ἐπίσημα στὴ χορεία τῶν ἁγίων τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Καί, γιὰ τὴν τρίτη περίπτωση, ἔχει ὁ Κύριος τὸ σχέδιό του.

Ταῖς τῶν ἁγίων Σου Προφητῶν, πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν!

***

1 Στὸ νεοελληνικὸ κράτος, ἀπὸ τὸν 19ο αἰ. κ. ἑξ., γιὰ ποικίλους ἱστορικοὺς λόγους, ἀπεμπολήθη ἐν πολλοῖς ἡ Ὀρθόδοξη ἡσυχαστικὴ παράδοση καὶ ἀντικαταστάθηκε μὲ τὸν Δυτικόφερτο Ἀκτιβισμὸ καὶ τὸν νοησιαρχικὸ Σχολαστικισμό. Ἡ ἐμπειρικὴ προσέγγιση τοῦ Θεοῦ λησμονήθηκε καὶ συχνὰ καλλιεργήθηκε ὁ εὐσεβισμός, ποὺ ἀποκύησε λιμώττουσες πνευματικὰ καρδίες. Πολλοὶ ποὺ ἀνατράφηκαν στὴν ἀλλοτριωμένη αὐτὴ κατάσταση, μὲ ἀναπόδραστη ἀπόληξη τὴν ἐσωτερικὴ πνευματικὴ ἔνδεια καὶ τὴν κυριαρχία τῶν παθῶν στὴ ζωή τους, μὴ ἔχοντας αὐτοὺς ποὺ θὰ τοὺς ὁδηγοῦσαν στὴν ἡσυχαστικὴ παράδοση, κατέληξαν στὶς ἀκρότητες τοῦ νεο-Νικολαϊτισμοῦ καὶ τῆς «μεταπατερικῆς θεολογίας», ποὺ ἑδράζεται στὴν ἐκλογίκευση τῶν μυστηρίων τῆς πίστεως, στὴν ἀμοραλιστικὴ ἀμνήστευση τῶν παθῶν καὶ στὴ σχολαστικὴ προσέγγιση τῶν πνευματικῶν βιωμάτων. Ἔτσι ἐξηγεῖται τὸ γιατὶ κάποιοι θεολόγοι, κληρικοὶ καὶ ἐπίσκοποι ἀκόμη, ἐνῶ φαίνεται νὰ προσήγγισαν μὲ δέος τὴν ἐπιφάνεια καὶ τὴν ἁπλότητα τῆς ζωῆς συγχρόνων μας ἁγίων μορφῶν, ἀδυνάτησαν (ἢ ἀδυνατοῦν) νὰ ἀντιληφθοῦν αὐθεντικὲς αὐτὲς χαρισματικὲς προσωπικότητες, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀμφισβητοῦν, νὰ μειώνουν ἢ καὶ νὰ ἀπορρίπτουν τὶς θεῖες ἐνέργειες στὴ ζωὴ τῶν ἁγίων αὐτῶν.

2 Ὡς Ζηλωτισμός, ἀπὸ ἐκκλησιαστικὴ ἄποψη, χαρακτηρίζεται στὶς μέρες μας τὸ σύνολο τῶν ἀκραίων ἀντιλήψεων, τάσεων καὶ πρακτικῶν τῶν αὐτοτιτλοφορουμένων «Ζηλωτῶν», ὅλων δηλαδὴ τῶν παρατάξεων τῶν σχισματικῶν καὶ συνάμα αἱρετικῶν Παλαιοημερολογιτῶν. Τὸ θέμα αὐτὸ βεβαίως εἶναι λίαν ἐκτεταμένο, καὶ παραπέμπουμε πρόχειρα τὸν φιλομαθὴ ἀναγνώστη στὸ ἐξαίρετο σχετικὸ ἔργο τοῦ μακαριστοῦ π. Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου, Τὰ Δύο Ἄκρα. Οἰκουμενισμὸς καὶ Ζηλωτισμός, ὅπου ὁ μακαριστὸς σοφὸς Γέροντας, μὲ μεγάλη σαφήνεια καὶ θεολογικὴ τεκμηρίωση ἀναδεικνύει τὴν πλάνη ἀμφοτέρων τῶν τάσεων. Οἱ πεπλανημένοι αὐτοὶ χριστιανοὶ «Ζηλωτές», γιὰ νὰ ποῦμε μὲ συντομία, γιὰ νὰ ἀποφύγουν δῆθεν τὴν ἀλλαγὴ τοῦ Ἑορτολογίου μὲ τὴν εἰσαγωγὴ σὲ ἀρκετὲς τοπικὲς Ἐκκλησίες τοῦ λεγομένου «Νέου Ἡμερολογίου», καὶ νὰ μὴ βρίσκονται σὲ ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ τὴ «μιανθεῖσα» κατ᾽ αὐτοὺς κανονικὴ Ἐκκλησία, ἀποσχίστηκαν ἀπὸ τὴν μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ἱδρύοντας ἀνίδρυτες καὶ ἀνυπόστατες «ἐκκλησίες» καὶ παραβαίνοντας πληθώρα ἱερῶν κανόνων γιὰ ἕνα δευτερεῦον λειτουργικὸ καὶ ὄχι δογματικὸ ζήτημα. Καί, ἐνῶ κόπτονται γιὰ τὴ διαφορὰ τῶν 13 ἡμερῶν στὸ Ἑορτολόγιο, λὲς καὶ εἶναι ἡ οὐσία τῆς πίστης καὶ ἡ μοναδικὴ προϋπόθεση σωτηρίας, περιέπεσαν καὶ περιπίπτουν σὲ σοβαρότατα ἀτοπήματα, ἠθικὰ καὶ ὄχι μόνον, γιὰ νὰ ἐπισφραγίσουν τὴν πλάνη καὶ τύφλωση, στὶς ὁποῖες τοὺς ὁδήγησε καὶ ὁδηγεῖ ὁ ἀδιάκριτος ζηλωτισμός τους.

Βλ. λ.χ. σχετικὰ λήμματα στά: Abbott-Smith, G., A Manual Greek Lexicon of the New Testament, (ἐκδ.) Charles Scribner’s Sons, New York 1922, σσ. 390-391· Δημητράκου, Δ., Μέγα Λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσης, τόμ. ΙΒ´, (ἐκδ.) Δομή, Ἀθῆναι [1953], σσ. 6297-6298· Lidell, H.G.-Scott, R., A Greek-English Lexicon, (ἐκδ.) Clarendon Press, Oxford 101996, σ. 1539.

Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου Βλάχου, Ἐμπειρικὴ Δογματικὴ τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὶς προφορικὲς παραδόσεις τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη,  τόμ. Α´, (ἐκδ.) Ἱερὰ Μονὴ Γενεθλίου Θεοτόκου, Λειβαδιὰ ²2011, σ. 214 κ.ἑξ.

 Ὅπ. ἀν., σσ. 219-220.

6 Φειδᾶς, Βλ., «Αποστολική διαδοχή και χειροτονία κατά τον Απόστολο Παύλο», Πεμπτουσία, 22.05.2012. Βλ. καὶ Φειδάς, Βλ., Το πολίτευμα της Εκκλησίας και η Τάξις των Προφητών, Αθήναι 1984.

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Τρίτη 23 Μαΐου 2023

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΤΡΙΤΗ ΣΤ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πράξεων τῶν Ἀποστόλων τὸ Ἀνάγνωσμα
17: 19-28

Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, ἐπιλαβόμενοι οἱ Ἀθηναῖοι τοῦ Παύλου ἐπὶ τὸν ῎Αρειον πάγον ἤγαγον λέγοντες· δυνάμεθα γνῶναι τίς ἡ καινὴ αὕτη ἡ ὑπὸ σοῦ λαλουμένη διδαχή; Ξενίζοντα γάρ τινα εἰσφέρεις εἰς τὰς ἀκοὰς ἡμῶν· βουλόμεθα οὖν γνῶναι τί ἂν θέλοι ταῦτα εἶναι. ᾿Αθηναῖοι δὲ πάντες καὶ οἱ ἐπιδημοῦντες ξένοι εἰς οὐδὲν ἕτερον εὐκαίρουν ἢ λέγειν τι καὶ ἀκούειν καινότερον. Σταθεὶς δὲ ὁ Παῦλος ἐν μέσῳ τοῦ ᾿Αρείου πάγου ἔφη· ἄνδρες ᾿Αθηναῖοι, κατὰ πάντα ὡς δεισιδαιμονεστέρους ὑμᾶς θεωρῶ. Διερχόμενος γὰρ καὶ ἀναθεωρῶν τὰ σεβάσματα ὑμῶν εὗρον καὶ βωμὸν ἐν ᾧ ἐπεγέγραπτο, ἀγνώστῳ Θεῷ. Ὃν οὖν ἀγνοοῦντες εὐσεβεῖτε, τοῦτον ἐγὼ καταγγέλλω ὑμῖν. Ὁ Θεὸς ὁ ποιήσας τὸν κόσμον καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτῷ, οὗτος οὐρανοῦ καὶ γῆς Κύριος ὑπάρχων οὐκ ἐν χειροποιήτοις ναοῖς κατοικεῖ, οὐδὲ ὑπὸ χειρῶν ἀνθρώπων θεραπεύεται προσδεόμενός τινος, αὐτὸς διδοὺς πᾶσι ζωὴν καὶ πνοὴν κατὰ πάντα· ἐποίησέ τε ἐξ ἑνὸς αἵματος πᾶν ἔθνος ἀνθρώπων κατοικεῖν ἐπὶ πᾶν τὸ πρόσωπον τῆς γῆς, ὁρίσας προστεταγμένους καιροὺς καὶ τὰς ὁροθεσίας τῆς κατοικίας αὐτῶν, ζητεῖν τὸν Κύριον, εἰ ἄρα γε ψηλαφήσειαν αὐτὸν καὶ εὕροιεν, καί γε οὐ μακρὰν ἀπὸ ἑνὸς ἑκάστου ἡμῶν ὑπάρχοντα. Ἐν αὐτῷ γὰρ ζῶμεν καὶ κινούμεθα καὶ ἐσμέν.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΟΣΙΟΥ ΕΥΜΕΝΙΟΥ ΤΟΥ ΝΕΟΥ)
Πρὸς Κορινθίους Α’ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
1:18 – 2:5

Ἀδελφοί, ὁ λόγος γὰρ ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστί, τοῖς δὲ σῳζομένοις ἡμῖν δύναμις θεοῦ ἐστιν. Γέγραπται γάρ· ᾽«Απολῶ τὴν σοφίαν τῶν σοφῶν, καὶ τὴν σύνεσιν τῶν συνετῶν ἀθετήσω». Ποῦ σοφός; Ποῦ γραμματεύς; Ποῦ συζητητὴς τοῦ αἰῶνος τούτου; Οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου; Ἐπειδὴ γὰρ ἐν τῇ σοφίᾳ τοῦ Θεοῦ, οὐκ ἔγνω ὁ κόσμος διὰ τῆς σοφίας τὸν Θεόν, εὐδόκησεν ὁ Θεὸς διὰ τῆς μωρίας τοῦ κηρύγματος, σῶσαι τοὺς πιστεύοντας. Ἐπειδὴ καὶ ᾽Ιουδαῖοι σημεῖον αἰτοῦσι, καὶ Ἕλληνες σοφίαν ζητοῦσιν, ἡμεῖς δὲ κηρύσσομεν Χριστὸν ἐσταυρωμένον· ᾽Ιουδαίοις μὲν σκάνδαλον, Ἕλλησι δὲ μωρίαν, αὐτοῖς δὲ τοῖς κλητοῖς, ᾽Ιουδαίοις τε καὶ Ἕλλησιν, Χριστὸν Θεοῦ δύναμιν καὶ Θεοῦ σοφίαν· Ὅτι τὸ μωρὸν τοῦ Θεοῦ σοφώτερον τῶν ἀνθρώπων ἐστίν, καὶ τὸ ἀσθενὲς τοῦ Θεοῦ ἰσχυρότερον τῶν ἀνθρώπων ἐστί. Βλέπετε γὰρ τὴν κλῆσιν ὑμῶν, ἀδελφοί, ὅτι οὐ πολλοὶ σοφοὶ κατὰ σάρκα, οὐ πολλοὶ δυνατοί, οὐ πολλοὶ εὐγενεῖς· ἀλλὰ τὰ μωρὰ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἵνα τοὺς σοφούς καταισχύνῃ, καὶ τὰ ἀσθενῆ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἵνα καταισχύνῃ τὰ ἰσχυρά· καὶ τὰ ἀγενῆ τοῦ κόσμου καὶ τὰ ἐξουθενημένα ἐξελέξατο ὁ Θεός, καὶ τὰ μὴ ὄντα, ἵνα τὰ ὄντα καταργήσῃ, ὅπως μὴ καυχήσηται πᾶσα σὰρξ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ἐξ αὐτοῦ δὲ ὑμεῖς ἐστε ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ, ὃς ἐγενήθη ἡμῖν σοφία ἀπὸ Θεοῦ, δικαιοσύνη τε καὶ ἁγιασμὸς καὶ ἀπολύτρωσις, ἵνα καθὼς γέγραπται· «῾Ο καυχώμενος ἐν Κυρίῳ καυχάσθω». Κἀγὼ ἐλθὼν πρὸς ὑμᾶς, ἀδελφοί, ἦλθον οὐ καθ᾽ ὑπεροχὴν λόγου ἢ σοφίας, καταγγέλλων ὑμῖν τὸ μυστήριον τοῦ Θεοῦ. Οὐ γὰρ ἔκρινα τοῦ εἰδέναι τί ἐν ὑμῖν, εἰ μὴ ᾽Ιησοῦν Χριστόν, καὶ τοῦτον ἐσταυρωμένον. Καὶ ἐγὼ ἐν ἀσθενείᾳ καὶ ἐν φόβῳ καὶ ἐν τρόμῳ, πολλῷ ἐγενόμην πρὸς ὑμᾶς· καὶ ὁ λόγος μου καὶ τὸ κήρυγμά μου, οὐκ ἐν πειθοῖς ἀνθρωπίνης σοφίας λόγοις, ἀλλ᾽ ἐν ἀποδείξει Πνεύματος καὶ δυνάμεως, ἵνα ἡ πίστις ὑμῶν μὴ ᾖ ἐν σοφίᾳ ἀνθρώπων, ἀλλ᾽ ἐν δυνάμει Θεοῦ.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΤΡΙΤΗ ΣΤ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην
12: 19-36

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ συμβούλιον ἔποίησαν οἱ Φαρισαῖοι κατὰ τοῦ Ἰησοῦ καὶ εἶπον πρὸς ἑαυτούς· Θεωρεῖτε ὅτι οὐκ ὠφελεῖτε οὐδέν; ἴδε ὁ κόσμος ὀπίσω αὐτοῦ ἀπῆλθεν. Ἦσαν δέ τινες Ἕλληνες ἐκ τῶν ἀναβαινόντων ἵνα προσκυνήσωσιν ἐν τῇ ἑορτῇ. οὗτοι οὖν προσῆλθον Φιλίππῳ τῷ ἀπὸ Βηθσαϊδὰ τῆς Γαλιλαίας, καὶ ἠρώτων αὐτὸν λέγοντες· Κύριε, θέλομεν τὸν Ἰησοῦν ἰδεῖν. ἔρχεται Φίλιππος καὶ λέγει τῷ Ἀνδρέᾳ, καὶ πάλιν Ἀνδρέας καὶ Φίλιππος καὶ λέγουσι τῷ Ἰησοῦ· ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπεκρίνατο αὐτοῖς λέγων· Ἐλήλυθεν ἡ ὥρα ἵνα δοξασθῇ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου. ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνῃ, αὐτὸς μόνος μένει· ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ, πολὺν καρπὸν φέρει. ὁ φιλῶν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἀπολέσει αὐτήν, καὶ ὁ μισῶν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ, εἰς ζωὴν αἰώνιον φυλάξει αὐτήν. ἐὰν ἐμοί διακονῇ τις, ἐμοὶ ἀκολουθείτω, καὶ ὅπου εἰμὶ ἐγὼ, ἐκεῖ καὶ ὁ διάκονος ὁ ἐμὸς ἔσται· καὶ ἐάν τις ἐμοὶ διακονῇ, τιμήσει αὐτὸν ὁ πατήρ. Νῦν ἡ ψυχή μου τετάρακται, καὶ τί εἴπω; Πάτερ, σῶσόν με ἐκ τῆς ὥρας ταύτης. ἀλλὰ διὰ τοῦτο ἦλθον εἰς τὴν ὥραν ταύτην. πάτερ, δόξασόν σου τὸ ὄνομα. ἦλθεν οὖν φωνὴ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ· Καὶ ἐδόξασα καὶ πάλιν δοξάσω. ὁ οὖν ὄχλος ὁ ἑστὼς καὶ ἀκούσας ἔλεγε βροντὴν γεγονέναι· ἄλλοι ἔλεγον· Ἄγγελος αὐτῷ λελάληκεν. ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπεν· Οὐ δι’ ἐμὲ αὕτη ἡ φωνὴ γέγονεν, ἀλλὰ δι’ ὑμᾶς. νῦν κρίσις ἐστὶ τοῦ κόσμου τούτου, νῦν ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου ἐκβληθήσεται ἔξω· κἀγὼ ἐὰν ὑψωθῶ ἐκ τῆς γῆς, πάντας ἑλκύσω πρὸς ἐμαυτόν. τοῦτο δὲ ἔλεγεν σημαίνων ποίῳ θανάτῳ ἤμελλεν ἀποθνήσκειν. ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ ὄχλος· Ἡμεῖς ἠκούσαμεν ἐκ τοῦ νόμου ὅτι ὁ Χριστὸς μένει εἰς τὸν αἰῶνα, καὶ πῶς σὺ λέγεις, δεῖ ὑψωθῆναι τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου; τίς ἐστιν οὗτος ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου; εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Ἔτι μικρὸν χρόνον τὸ φῶς μεθ’ ὑμῶν ἐστι· περιπατεῖτε ἕως τὸ φῶς ἔχετε, ἵνα μὴ σκοτία ὑμᾶς καταλάβῃ· καὶ ὁ περιπατῶν ἐν τῇ σκοτίᾳ οὐκ οἶδεν ποῦ ὑπάγει. ἕως τὸ φῶς ἔχετε, πιστεύετε εἰς τὸ φῶς ἵνα υἱοὶ φωτὸς γένησθε.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΟΣΙΟΥ ΕΥΜΕΝΙΟΥ ΤΟΥ ΝΕΟΥ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
11: 27-30

Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτοῦ Μαθηταῖς· Πάντα μοι παρεδόθη ὑπὸ τοῦ πατρός μου· καὶ οὐδεὶς ἐπιγινώσκει τὸν υἱὸν εἰ μὴ ὁ πατήρ, οὐδὲ τὸν πατέρα τις ἐπιγινώσκει εἰ μὴ ὁ υἱὸς καὶ ᾧ ἐὰν βούληται ὁ υἱὸς ἀποκαλύψαι. Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς. ἄρατε τὸν ζυγόν μου ἐφ’ ὑμᾶς καὶ μάθετε ἀπ’ ἐμοῦ, ὅτι πρᾷός εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ, καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν· ὁ γὰρ ζυγός μου χρηστὸς καὶ τὸ φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστιν.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος: Μπορεί το διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα να σου δίνει το λόγο κάθε τέσσερα χρόνια, αλλά κάθε μέρα δεν έχουμε γόνατα;

Μήν τά ρίξεις ολα στό Θεό και εσύ κοιμάσαι καί ροχαλίζεις… (Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος)

π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος

«Μπορεί το διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα να σου δίνει το λόγο κάθε τέσσερα χρόνια, αλλά κάθε μέρα δεν έχουμε γόνατα;

Ποιοι είναι πιο ισχυροί;

Οι λίγοι που κυβερνούν ή οι πολλοί με τα γόνατα;

Αυτό γιατί το ξεχάσαμε;

…Αν δεν πιστεύουμε πως τα γόνατα των πολλών θα αλλάξουν αυτόν τον τόπο, ε, τότε δεν μπορούμε να ανήκουμε σ’ αυτόν τον τόπο …” »

+ π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος (10/9/2018)

Αν τα συνδυάσουμε αυτά τα δύο θα δούμε πολλά καλά στον κόσμο μας….. Όχι ραθυμία, μην καθεύδεις αλλά σήκω και γονάτισε, προσευχήσου και ο Θεός θα ανταποδώσει την αξία του κόπου σου…

Πηγή: http://apantaortodoxias.blogspot.com/2021/09/blog-post_898.html

π. Κωνσταντῖνος Στρατηγόπουλος: Τὴν λύση στὸ ξεπούλημα τῆς Ἑλλάδος δὲν θὰ τὴν δώσουν οὔτε οἰκονομολόγοι, οὔτε ἄλλες πολιτικὲς δυνάμεις. Δὲν περιμένουμε τίποτε ἀπὸ μὴ καθαροὺς νόες!

π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος
Ἀπομαγνητοφωνημένο ἀπόσπασμα ὁμιλίας τοῦ π. Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου, ἀπὸ τὴν 3η καλοκαιρινὴ ὁμιλία πού πραγματοποίησε 25-07-2013. 
 
π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος

Καὶ ἂν ὑπάρξει λύση στὰ προβλήματα αὐτοῦ τοῦ τόπου, αὐτὸ ποὺ λέμε σήμερα τραγωδία, αὐτὸ τὸ πούλημα ποὺ ἔγινε στὴν Ἑλλάδα, θὰ λυθεῖ ὄχι μέσα ἀπὸ σοφὲς θέσεις οἰκονομολόγων, οὔτε μέσα ἀπὸ ἄλλες πιθανότατα κυβερνητικὲς δυνάμεις ποὺ θὰ ΄χουνε ἄλλη γνώμη γιὰ τὰ πράγματα. Οὔτε αὐτοὶ θὰ τὸ λύσουν. Ἐδῶ χρειάζεται πολλὴ προσευχὴ καὶ πολλὰ γόνατα. Καὶ σ΄ αὐτὸν τὸν τόπο οἱ Ὀρθόδοξοι Ρωμηοί, ἔχουν μάθει γιὰ προσευχή. Γιὰ τὴν κρίση αὐτοῦ τοῦ τόπου, ξεχάσαμε παντελῶς τὴν προσευχή. Ὄχι, τὴν λύση δὲν θὰ τὴν δώσουν οὔτε οἰκονομολόγοι, οὔτε ἄλλες πολιτικὲς δυνάμεις, δὲν μποροῦνε! Στὴν τραγωδία τοῦ οὐμανισμοῦ καὶ τῆς ἀποστασίας ἀπ΄ τὸν Θεό, δὲν μποροῦνε. Καὶ βαθύτατα τὸ πιστεύω, γιατί αὐτὸ λέει ἡ νηπτική θεωρία, ὅτι τὰ γόνατά μας θὰ λύσουν τὸ πρόβλημα, αὐτὸ κρατῆστε το. Καὶ γι΄ αὐτὸ κάνω αὐτὲς τὶς ὁμιλίες ἐδῶ. Νὰ δώσω ἕνα διέξοδο στὸ ἀδιέξοδο τῆς ψεύτικης ἀναζητήσεως. 

Κακῶς λοιπὸν πιστεύουμε ὅτι τὸ ὅλο πρόβλημα θὰ τὸ λύσουν οἱ οἰκονομολόγοι καὶ… οἱ πολιτικοί. Δὲν περιμένουμε τίποτε ἀπὸ μὴ καθαροὺς νόες! Ἡ ἱστορία εἶναι στὰ χέρια τοῦ λαοῦ, ὄχι μὲ ἄλλες παρεμβάσεις, τύπου ἐπαναστατικοῦ ἢ ξεσηκωμοῦ. Χρειάζεται πολλὴ προσευχή. Ἂν δὲν τὸ κάνουμε θὰ εἶναι κρίμα! Ὁ καιρὸς εἶναι μπροστά μας. Καὶ μᾶς τὸν δίνει ὁ Θεὸς γιὰ νὰ μποῦμε δραστικὰ στὴν ἱστορία.
 

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Δευτέρα 22 Μαΐου 2023

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΔΕΥΤΕΡΑ ΣΤ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πράξεων τῶν Ἀποστόλων τὸ Ἀνάγνωσμα
17: 1-9

Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, διοδεύσαντες οἱ Ἀπόστολοι τὴν ᾿Αμφίπολιν καὶ ᾿Απολλωνίαν ἦλθον εἰς Θεσσαλονίκην, ὅπου ἦν ἡ συναγωγὴ τῶν ᾿Ιουδαίων. Κατὰ δὲ τὸ εἰωθὸς τῷ Παύλῳ εἰσῆλθε πρὸς αὐτούς, καὶ ἐπὶ σάββατα τρία διελέγετο αὐτοῖς ἀπὸ τῶν γραφῶν, διανοίγων καὶ παρατιθέμενος ὅτι τὸν Χριστὸν ἔδει παθεῖν καὶ ἀναστῆναι ἐκ νεκρῶν, καὶ ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός, ᾿Ιησοῦς ὃν ἐγὼ καταγγέλλω ὑμῖν. Καί τινες ἐξ αὐτῶν ἐπείσθησαν καὶ προσεκληρώθησαν τῷ Παύλῳ καὶ τῷ Σίλᾳ, τῶν τε σεβομένων ῾Ελλήνων πολὺ πλῆθος γυναικῶν τε τῶν πρώτων οὐκ ὀλίγαι. Προσλαβόμενοι δὲ οἱ ἀπειθοῦντες ᾿Ιουδαῖοι τῶν ἀγοραίων τινὰς ἄνδρας πονηροὺς καὶ ὀχλοποιήσαντες ἐθορύβουν τὴν πόλιν, ἐπιστάντες τε τῇ οἰκίᾳ ᾿Ιάσονος ἐζήτουν αὐτοὺς ἀγαγεῖν εἰς τὸν δῆμον· μὴ εὑρόντες δὲ αὐτοὺς ἔσυρον τὸν ᾿Ιάσονα καί τινας ἀδελφοὺς ἐπὶ τοὺς πολιτάρχας, βοῶντες ὅτι οἱ τὴν οἰκουμένην ἀναστατώσαντες οὗτοι καὶ ἐνθάδε πάρεισιν, οὓς ὑποδέδεκται ᾿Ιάσων· καὶ οὗτοι πάντες ἀπέναντι τῶν δογμάτων Καίσαρος πράσσουσι, βασιλέα ἕτερον λέγοντες εἶναι, ᾿Ιησοῦν. Ἐτάραξαν δὲ τὸν ὄχλον καὶ τοὺς πολιτάρχας ἀκούοντας ταῦτα, καὶ λαβόντες τὸ ἱκανὸν παρὰ τοῦ ᾿Ιάσονος καὶ τῶν λοιπῶν ἀπέλυσαν αὐτούς.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΔΕΥΤΕΡΑ ΣΤ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην
11: 47-54

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ συνήγαγον οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι συνέδριον κατὰ τοῦ Ἰησοῦ λέγοντες· Τί ποιοῦμεν, ὅτι οὗτος ὁ ἄνθρωπος πολλὰ σημεῖα ποιεῖ; ἐὰν ἀφῶμεν αὐτὸν οὕτω, πάντες πιστεύσουσιν εἰς αὐτόν, καὶ ἐλεύσονται οἱ Ρωμαῖοι καὶ ἀροῦσιν ἡμῶν καὶ τὸν τόπον καὶ τὸ ἔθνος. εἷς δέ τις ἐξ αὐτῶν Καϊάφας, ἀρχιερεὺς ὢν τοῦ ἐνιαυτοῦ ἐκείνου, εἶπεν αὐτοῖς· Ὑμεῖς οὐκ οἴδατε οὐδέν, οὐδὲ διαλογίζεσθε ὅτι συμφέρει ὑμῖν ἵνα εἷς ἄνθρωπος ἀποθάνῃ ὑπὲρ τοῦ λαοῦ καὶ μὴ ὅλον τὸ ἔθνος ἀπόληται. τοῦτο δὲ ἀφ’ ἑαυτοῦ οὐκ εἶπεν, ἀλλὰ ἀρχιερεὺς ὢν τοῦ ἐνιαυτοῦ ἐκείνου προεφήτευσεν ὅτι ἔμελλεν ὁ Ἰησοῦς ἀποθνήσκειν ὑπὲρ τοῦ ἔθνους, καὶ οὐχ ὑπὲρ τοῦ ἔθνους μόνον, ἀλλ’ ἵνα καὶ τὰ τέκνα τοῦ Θεοῦ τὰ διεσκορπισμένα συναγάγῃ εἰς ἕν. ἀπ’ ἐκείνης οὖν τῆς ἡμέρας συνεβουλεύσαντο ἵνα ἀποκτείνωσιν αὐτόν. Ἰησοῦς οὖν οὐκέτι παρρησίᾳ περιεπάτει ἐν τοῖς Ἰουδαίοις, ἀλλὰ ἀπῆλθεν ἐκεῖθεν εἰς τὴν χώραν ἐγγὺς τῆς ἐρήμου, εἰς Ἐφραὶμ λεγομένην πόλιν, κἀκεῖ διέτριβε μετὰ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Κυριακὴ 21 Μαΐου 2023

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ)
Πράξεων τῶν Ἀποστόλων τὸ Ἀνάγνωσμα
16: 16-34

Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, ἐγένετο πορευομένων ἡμῶν τῶν Ἀποστόλων εἰς προσευχὴν παιδίσκην τινὰ ἔχουσαν πνεῦμα Πύθωνος ἀπαντῆσαι ἡμῖν, ἥτις ἐργασίαν πολλὴν παρεῖχεν τοῖς κυρίοις αὐτῆς μαντευομένη. Αὕτη κατακολουθοῦσα τῷ Παύλῳ καὶ ἡμῖν ἔκραζε λέγουσα· Οὗτοι οἱ ἄνθρωποι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου εἰσίν, οἵτινες καταγγέλλουσιν ὑμῖν ὁδὸν σωτηρίας. Τοῦτο δὲ ἐποίει ἐπὶ πολλὰς ἡμέρας. Διαπονηθεὶς δὲ Παῦλος καὶ ἐπιστρέψας τῷ πνεύματι εἶπε· Παραγγέλλω σοι ἐν ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐξελθεῖν ἀπ΄ αὐτῆς· καὶ ἐξῆλθεν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ. Ἰδόντες δὲ οἱ κύριοι αὐτῆς ὅτι ἐξῆλθεν ἡ ἐλπὶς τῆς ἐργασίας αὐτῶν ἐπιλαβόμενοι τὸν Παῦλον καὶ τὸν Σίλαν εἵλκυσαν εἰς τὴν ἀγορὰν ἐπὶ τοὺς ἄρχοντας, καὶ προσαγαγόντες αὐτοὺς τοῖς στρατηγοῖς εἶπον· Οὗτοι οἱ ἄνθρωποι ἐκταράσσουσιν ἡμῶν τὴν πόλιν Ἰουδαῖοι ὑπάρχοντες, καὶ καταγγέλλουσιν ἔθη ἃ οὐκ ἔξεστιν ἡμῖν παραδέχεσθαι οὐδὲ ποιεῖν Ρωμαίοις οὖσι. Καὶ συνεπέστη ὁ ὄχλος κατ΄ αὐτῶν, καὶ οἱ στρατηγοὶ περιρήξαντες αὐτῶν τὰ ἱμάτια ἐκέλευον ῥαβδίζειν, πολλάς τε ἐπιθέντες αὐτοῖς πληγὰς ἔβαλον εἰς φυλακήν, παραγγείλαντες τῷ δεσμοφύλακι ἀσφαλῶς τηρεῖν αὐτούς· ὃς παραγγελίαν τοιαύτην εἰληφώς, ἔβαλεν αὐτοὺς εἰς τὴν ἐσωτέραν φυλακὴν καὶ τοὺς πόδας ἠσφαλίσατο αὐτῶν εἰς τὸ ξύλον. Κατὰ δὲ τὸ μεσονύκτιον Παῦλος καὶ Σίλας προσευχόμενοι ὕμνουν τὸν Θεόν, ἐπηκροῶντο δὲ αὐτῶν οἱ δέσμιοι· ἄφνω δὲ σεισμὸς ἐγένετο μέγας ὥστε σαλευθῆναι τὰ θεμέλια τοῦ δεσμωτηρίου, ἀνεῴχθησάν τε παραχρῆμα αἱ θύραι πᾶσαι, καὶ πάντων τὰ δεσμὰ ἀνέθη. Ἔξυπνος δὲ γενόμενος ὁ δεσμοφύλαξ καὶ ἰδὼν ἀνεῳγμένας τὰς θύρας τῆς φυλακῆς, σπασάμενος τὴν μάχαιραν ἔμελλεν ἑαυτὸν ἀναιρεῖν, νομίζων ἐκπεφευγέναι τοὺς δεσμίους. Ἐφώνησε δὲ φωνῇ μεγάλῃ ὁ Παῦλος λέγων· Μηδὲν πράξῃς σεαυτῷ κακόν· ἅπαντες γάρ ἐσμεν ἐνθάδε. Αἰτήσας δὲ φῶτα εἰσεπήδησε, καὶ ἔντρομος γενόμενος προσέπεσεν τῷ Παύλῳ καὶ τῷ Σίλᾳ, καὶ προαγαγὼν αὐτοὺς ἔξω ἔφη· Κύριοι, τί με δεῖ ποιεῖν ἵνα σωθῶ; Οἱ δὲ εἶπον· Πίστευσον ἐπὶ τὸν Κύριον Ἰησοῦν, καὶ σωθήσῃ σὺ καὶ ὁ οἶκός σου. Καὶ ἐλάλησαν αὐτῷ τὸν λόγον τοῦ Κυρίου καὶ πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ αὐτοῦ. Καὶ παραλαβὼν αὐτοὺς ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ τῆς νυκτὸς ἔλουσεν ἀπὸ τῶν πληγῶν, καὶ ἐβαπτίσθη αὐτὸς καὶ οἱ αὐτοῦ πάντες παραχρῆμα, ἀναγαγών τε αὐτοὺς εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ παρέθηκε τράπεζαν, καὶ ἠγαλλιάσατο πανοικεὶ πεπιστευκὼς τῷ Θεῷ.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΘΕΟΣΤΕΠΤΩΝ ΚΑΙ ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΒΑΣΙΛΕΩΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΛΕΝΗΣ)
Πράξεων τῶν Ἀποστόλων τὸ Ἀνάγνωσμα
26:1, 26:12-20

Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, Ἀγρίππας ὁ βασιλεὺς πρὸς τὸν Παῦλον ἔφη· Ἐπιτρέπεταί σοι ὑπὲρ σεαυτοῦ λέγειν. Τότε ὁ Παῦλος ἀπελογεῖτο, ἐκτείνας τὴν χεῖρα. Ἐν οἷς καὶ πορευόμενος εἰς τὴν Δαμασκὸν μετ’ ἐξουσίας καὶ ἐπιτροπῆς τῆς παρὰ τῶν ἀρχιερέων, ἡμέρας μέσης κατὰ τὴν ὁδὸν εἶδον, Βασιλεῦ, οὐρανόθεν ὑπὲρ τὴν λαμπρότητα τοῦ ἡλίου περιλάμψαν με φῶς καὶ τοὺς σὺν ἐμοὶ πορευομένους. Πάντων δὲ καταπεσόντων ἡμῶν εἰς τὴν γῆν, ἤκουσα φωνὴν λαλοῦσαν πρός με καὶ λέγουσαν τῇ Ἑβραΐδι διαλέκτῳ· Σαοὺλ Σαούλ, τί με διώκεις; σκληρόν σοι πρὸς κέντρα λακτίζειν. Ἐγὼ δὲ εἶπον· τίς εἶ, Κύριε; ὁ δὲ εἶπεν· ἐγώ εἰμι Ἰησοῦς ὃν σὺ διώκεις. Ἀλλὰ ἀνάστηθι καὶ στῆθι ἐπὶ τοὺς πόδας σου· εἰς τοῦτο γὰρ ὤφθην σοι, προχειρίσασθαί σε ὑπηρέτην καὶ μάρτυρα ὧν τε εἶδες ὧν τε ὀφθήσομαί σοι· ἐξαιρούμενός σε ἐκ τοῦ λαοῦ καὶ τῶν ἐθνῶν, εἰς οὓς ἐγώ σε ἀποστέλλω ἀνοῖξαι ὀφθαλμοὺς αὐτῶν, τοῦ ἐπιστρέψαι ἀπὸ σκότους εἰς φῶς καὶ τῆς ἐξουσίας τοῦ Σατανᾶ ἐπὶ τὸν Θεόν, τοῦ λαβεῖν αὐτοὺς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ κλῆρον ἐν τοῖς ἡγιασμένοις πίστει τῇ εἰς ἐμέ. Ὅθεν, βασιλεῦ Ἀγρίππα, οὐκ ἐγενόμην ἀπειθὴς τῇ οὐρανίῳ ὀπτασίᾳ· ἀλλὰ τοῖς ἐν Δαμασκῷ πρῶτον καὶ Ἱεροσολύμοις, εἰς πᾶσάν τὴν χώραν τῆς Ἰουδαίας καὶ τοῖς ἔθνεσιν ἀπαγγέλλω μετανοεῖν καὶ ἐπιστρέφειν ἐπὶ τὸν Θεόν, ἄξια τῆς μετανοίας ἔργα πράσσοντας.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην
9: 1-38

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ παράγων ὁ Ἰησοῦς εἶδεν ἄνθρωπον τυφλὸν ἐκ γενετῆς· καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· Ραββί, τίς ἥμαρτεν, οὗτος ἢ οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἵνα τυφλὸς γεννηθῇ; ἀπεκρίθη Ἰησοῦς· Οὔτε οὗτος ἥμαρτεν οὔτε οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἀλλ’ ἵνα φανερωθῇ τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ ἐν αὐτῷ. ἐμὲ δεῖ ἐργάζεσθαι τὰ ἔργα τοῦ πέμψαντός με ἕως ἡμέρα ἐστίν· ἔρχεται νὺξ ὅτε οὐδεὶς δύναται ἐργάζεσθαι. ὅταν ἐν τῷ κόσμῳ ὦ, φῶς εἰμι τοῦ κόσμου. ταῦτα εἰπὼν ἔπτυσεν χαμαὶ καὶ ἐποίησε πηλὸν ἐκ τοῦ πτύσματος, καὶ ἐπέχρισε τὸν πηλὸν ἐπὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ τυφλοῦ καὶ εἶπεν αὐτῷ· Ὕπαγε νίψαι εἰς τὴν κολυμβήθραν τοῦ Σιλωάμ, ὃ ἑρμηνεύεται ἀπεσταλμένος. ἀπῆλθεν οὖν καὶ ἐνίψατο, καὶ ἦλθε βλέπων. Οἱ οὖν γείτονες καὶ οἱ θεωροῦντες αὐτὸν τὸ πρότερον ὅτι τυφλὸς ἦν, ἔλεγον· Οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ καθήμενος καὶ προσαιτῶν; ἄλλοι ἔλεγον ὅτι οὗτός ἐστιν· ἄλλοι δὲ ὅτι ὅμοιος αὐτῷ ἐστιν. ἐκεῖνος ἔλεγεν ὅτι ἐγώ εἰμι. ἔλεγον οὖν αὐτῷ· Πῶς ἀνεῴχθησάν σου οἱ ὀφθαλμοί; ἀπεκρίθη ἐκεῖνος καὶ εἶπεν· Ἄνθρωπος λεγόμενος Ἰησοῦς πηλὸν ἐποίησε καὶ ἐπέχρισέ μου τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ εἶπέ μοι· ὕπαγε εἰς τὴν κολυμβήθραν τοῦ Σιλωὰμ καὶ νίψαι· ἀπελθὼν δὲ καὶ νιψάμενος ἀνέβλεψα. εἶπον οὖν αὐτῷ· Ποῦ ἐστιν ἐκεῖνος; λέγει· Οὐκ οἶδα. Ἄγουσιν αὐτὸν πρὸς τοὺς Φαρισαίους, τόν ποτε τυφλόν. ἦν δὲ σάββατον ὅτε τὸν πηλὸν ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς καὶ ἀνέῳξεν αὐτοῦ τοὺς ὀφθαλμούς. πάλιν οὖν ἠρώτων αὐτὸν καὶ οἱ Φαρισαῖοι πῶς ἀνέβλεψεν. ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· Πηλὸν ἐπέθηκέ μου ἐπὶ τοὺς ὀφθαλμούς, καὶ ἐνιψάμην, καὶ βλέπω. ἔλεγον οὖν ἐκ τῶν Φαρισαίων τινές· Οὗτος ὁ ἄνθρωπος οὐκ ἔστι παρὰ τοῦ Θεοῦ, ὅτι τὸ σάββατον οὐ τηρεῖ. ἄλλοι ἔλεγον· Πῶς δύναται ἄνθρωπος ἁμαρτωλὸς τοιαῦτα σημεῖα ποιεῖν; καὶ σχίσμα ἦν ἐν αὐτοῖς. λέγουσι τῷ τυφλῷ πάλιν· Σὺ τί λέγεις περὶ αὐτοῦ, ὅτι ἤνοιξέ σου τοὺς ὀφθαλμούς; ὁ δὲ εἶπεν ὅτι προφήτης ἐστίν. οὐκ ἐπίστευον οὖν οἱ Ἰουδαῖοι περὶ αὐτοῦ ὅτι τυφλὸς ἦν καὶ ἀνέβλεψεν, ἕως ὅτου ἐφώνησαν τοὺς γονεῖς αὐτοῦ τοῦ ἀναβλέψαντος καὶ ἠρώτησαν αὐτοὺς λέγοντες· Οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς ὑμῶν, ὃν ὑμεῖς λέγετε ὅτι τυφλὸς ἐγεννήθη; πῶς οὖν ἄρτι βλέπει; ἀπεκρίθησαν δὲ αὐτοῖς οἱ γονεῖς αὐτοῦ καὶ εἶπον· Οἴδαμεν ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς ἡμῶν καὶ ὅτι τυφλὸς ἐγεννήθη· πῶς δὲ νῦν βλέπει οὐκ οἴδαμεν, ἢ τίς ἤνοιξεν αὐτοῦ τοὺς ὀφθαλμοὺς ἡμεῖς οὐκ οἴδαμεν· αὐτὸς ἡλικίαν ἔχει, αὐτὸν ἐρωτήσατε, αὐτὸς περὶ ἑαυτοῦ λαλήσει. ταῦτα εἶπον οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ὅτι ἐφοβοῦντο τοὺς Ἰουδαίους· ἤδη γὰρ συνετέθειντο οἱ Ἰουδαῖοι ἵνα, ἐάν τις ὁμολογήσῃ Χριστόν, ἀποσυνάγωγος γένηται. διὰ τοῦτο οἱ γονεῖς αὐτοῦ εἶπον ὅτι ἡλικίαν ἔχει, αὐτὸν ἐρωτήσατε. Ἐφώνησαν οὖν ἐκ δευτέρου τὸν ἄνθρωπον ὃς ἦν τυφλὸς, καὶ εἶπον αὐτῷ· Δὸς δόξαν τῷ Θεῷ· ἡμεῖς οἴδαμεν ὅτι ὁ ἄνθρωπος οὗτος ἁμαρτωλός ἐστιν. ἀπεκρίθη οὖν ἐκεῖνος καὶ εἶπεν· Εἰ ἁμαρτωλός ἐστιν οὐκ οἶδα· ἓν οἶδα, ὅτι τυφλὸς ὢν ἄρτι βλέπω. εἶπον δὲ αὐτῷ πάλιν· Τί ἐποίησέ σοι; πῶς ἤνοιξέ σου τοὺς ὀφθαλμούς; ἀπεκρίθη αὐτοῖς· Εἶπον ὑμῖν ἤδη, καὶ οὐκ ἠκούσατε· τί πάλιν θέλετε ἀκούειν; μὴ καὶ ὑμεῖς θέλετε αὐτοῦ μαθηταὶ γενέσθαι; ἐλοιδόρησαν αὐτὸν καὶ εἶπον· Σὺ εἶ μαθητὴς ἐκείνου· ἡμεῖς δὲ τοῦ Μωϋσέως ἐσμὲν μαθηταί. ἡμεῖς οἴδαμεν ὅτι Μωϋσεῖ λελάληκεν ὁ Θεός· τοῦτον δὲ οὐκ οἴδαμεν πόθεν ἐστίν. ἀπεκρίθη ὁ ἄνθρωπος καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Ἐν γὰρ τούτῳ θαυμαστόν ἐστιν, ὅτι ὑμεῖς οὐκ οἴδατε πόθεν ἐστί, καὶ ἀνέῳξέ μου τοὺς ὀφθαλμούς. οἴδαμεν δὲ ὅτι ἁμαρτωλῶν ὁ Θεὸς οὐκ ἀκούει, ἀλλ’ ἐάν τις θεοσεβὴς ᾖ καὶ τὸ θέλημα αὐτοῦ ποιῇ, τούτου ἀκούει. ἐκ τοῦ αἰῶνος οὐκ ἠκούσθη ὅτι ἤνοιξέ τις ὀφθαλμοὺς τυφλοῦ γεγεννημένου· εἰ μὴ ἦν οὗτος παρὰ Θεοῦ, οὐκ ἠδύνατο ποιεῖν οὐδέν. ἀπεκρίθησαν καὶ εἶπον αὐτῷ· Ἐν ἁμαρτίαις σὺ ἐγεννήθης ὅλος, καὶ σὺ διδάσκεις ἡμᾶς; καὶ ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω. Ἤκουσεν Ἰησοῦς ὅτι ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω, καὶ εὑρὼν αὐτὸν εἶπεν αὐτῷ· Σὺ πιστεύεις εἰς τὸν υἱὸν τοῦ Θεοῦ; ἀπεκρίθη ἐκεῖνος καὶ εἶπε· Καὶ τίς ἐστι, Κύριε, ἵνα πιστεύσω εἰς αὐτόν; εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Καὶ ἑώρακας αὐτὸν καὶ ὁ λαλῶν μετὰ σοῦ ἐκεῖνός ἐστιν. ὁ δὲ ἔφη· Πιστεύω, Κύριε· καὶ προσεκύνησεν αὐτῷ.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΘΕΟΣΤΕΠΤΩΝ ΚΑΙ ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΒΑΣΙΛΕΩΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΛΕΝΗΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην
10: 1-9

Εἶπεν ὁ Κύριος πρὸς τοὺς ἐληλυθότας πρὸς αὐτὸν Ἰουδαίους· Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὁ μὴ εἰσερχόμενος διὰ τῆς θύρας εἰς τὴν αὐλὴν τῶν προβάτων, ἀλλὰ ἀναβαίνων ἀλλαχόθεν, ἐκεῖνος κλέπτης ἐστὶ καὶ λῃστής· ὁ δὲ εἰσερχόμενος διὰ τῆς θύρας ποιμήν ἐστι τῶν προβάτων. τούτῳ ὁ θυρωρὸς ἀνοίγει, καὶ τὰ πρόβατα τῆς φωνῆς αὐτοῦ ἀκούει, καὶ τὰ ἴδια πρόβατα καλεῖ κατ’ ὄνομα καὶ ἐξάγει αὐτά. καὶ ὅταν τὰ ἴδια πρόβατα ἐκβάλῃ, ἔμπροσθεν αὐτῶν πορεύεται, καὶ τὰ πρόβατα αὐτῷ ἀκολουθεῖ, ὅτι οἴδασι τὴν φωνὴν αὐτοῦ· ἀλλοτρίῳ δὲ οὐ μὴ ἀκολουθήσωσιν, ἀλλὰ φεύξονται ἀπ’ αὐτοῦ, ὅτι οὐκ οἴδασι τῶν ἀλλοτρίων τὴν φωνήν. Ταύτην τὴν παροιμίαν εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· ἐκεῖνοι δὲ οὐκ ἔγνωσαν τίνα ἦν ἃ ἐλάλει αὐτοῖς. Εἶπεν οὖν πάλιν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἐγώ εἰμι ἡ θύρα τῶν προβάτων. πάντες ὅσοι ἦλθον πρὸ ἐμοῦ, κλέπται εἰσὶ καὶ λῃσταί· ἀλλ’ οὐκ ἤκουσαν αὐτῶν τὰ πρόβατα. ἐγώ εἰμι ἡ θύρα· δι’ ἐμοῦ ἐάν τις εἰσέλθῃ, σωθήσεται, καὶ εἰσελεύσεται καὶ ἐξελεύσεται, καὶ νομὴν εὑρήσει.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Μόρφου Νεόφυτος: Ο Μέγας Κωνσταντίνος και η Αγία Ελένη (20.5.2017)

Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη. Τοιχογραφία στην Ιερά Μονή Παναγίας Ασίνου

Κήρυγμα Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου στον Εσπερινό της εορτής των αγίων μεγάλων βασιλέων και ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης, που τελέσθηκε στον ιερό ναό Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης της κοινότητος Σαράντι της μητροπολιτικής περιφέρειας Μόρφου (20.5.2017).

Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη. Τοιχογραφία στην Ιερά Μονή Παναγίας Ασίνου

Σε κάθε εσπερινό ακούγεται το «πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν, οι δε εκζητούντες των Κύριον, ουκ ελαττωθήσονται παντός αγαθού». Μέσα εις την καρδία μου αναδίδεται αίσθημα ευγνωμοσύνης και ευχαριστίας εις τον Τριαδικό Θεό μας, γιατί ο μεγαλύτερος πλούτος που μας έχει χαρίσει και μας χαρίζει συνεχώς και δεν θα σταματήσει ποτέ να μας χαρίζει η Εκκλησία μας, η μία Ορθόδοξος Εκκλησία, η μοναδική επίγειος άκτιστος Εκκλησία του Χριστού μας είναι οι άγιοί μας. Ο πλούτος της Εκκλησίας είναι οι άγιοί της, οι οποίοι άγιοι της Εκκλησίας, θέλουν να γίνουν και άγιοί μας. 

Και όταν ερχόμαστε σ’ αυτές τις ωραίες, κατανυκτικές και λαμπροφόρες και αναστάσιμες, ιδιαιτέρως αυτή την περίοδο πανηγύρεις, τότε ο Χριστός χαίρεται για την παρουσία μας σε αυτές, γιατί όντως και μόνον η σωματική μας παρουσία αποδεικνύει ότι η αγιότητα των αγίων του Χριστού, μας ενδιαφέρει. Και ότι ερχόμαστε εδώ να γίνουμε κοινωνοί της περιουσίας της Εκκλησίας, που η Εκκλησία είναι το σώμα του Χριστού. Και κεφαλή αυτού του σώματος της Εκκλησίας, αυτός τούτος ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός. 

Και ο άγιος Κωνσταντίνος, ο μεγάλος άνακτας Ορθόδοξος βασιλεύς, αυτό το οποίο εξαιρέτως μας υπενθυμίζει είναι ότι, αυτή την Εκκλησία κατανόησε μέσα από πολλή πόνο και από πολλή διαδικασία και πολλά αμαρτήματα που ο ίδιος υπέπεσε, αν σκεφτούμε ότι τα πλείστα όσα χρόνια του, τα πέρασε αβάφτιστος. Μέσα από αυτά όλα λοιπόν τα αβάφτιστα έτη του που πέρασε και μόνο προς το τέλος, τέλος του βίου του βαφτίστηκε, λεν μερικοί ιστορικοί, εις το κρεβάτι του θανάτου. Εκεί βαπτίσθηκε.

Οι Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη μετά του Κυρίου, Ιερά Μονή Σταυρού Αγιασμάτι

Αυτά όλα τα χρόνια, ας ήταν και αβάφτιστος, είχε δίπλα του μία βαφτισμένη μυρωμένη εν Πνεύματι Αγίω μητέρα και γυναίκα, που του έδωσε ο Θεός από την πρώτη στιγμή της συλλήψεώς του. Την αγία Ελένη. Και αυτό που εστερείτο ο Κωνσταντίνος, το Πνεύμα το Άγιον και το βάπτισμα, διοχετευόταν εις αυτόν από την εμπιστοσύνη που είχε εις τη μάνα του. Και είχε φως η Ελένη τόσο πολλή, που φώτιζε και τον γιο της. Κι ας ήταν αβάπτιστος και αμύρωτος. Τα πλείστα όσα έτη της ζωής του ο Κωνσταντίνος. Και έτσι μπόρεσε αυτός ο άνθρωπος σιγά-σιγά να πεισθεί ότι αν υπάρχει κάτι που αξίζει ο άνθρωπος να αγωνισθεί, δεν είναι να γίνει κυρίαρχος της γης. Να γίνει πάμπλουτος βασιλεύς βασιλέων και αυτοκρατόρων αυτοκράτορας. 

Αν έχει κάτι που αξίζει σ’ αυτή την γη πάνω από την ανθρώπινη δόξα, πάνω από το χρήμα, πάνω από τις ηδονές του σώματος είναι να βρει η ψυχή ανάπαυση, ξεκούραση. Και για να βρει η ψυχή ανάπαυση και ξεκούραση και έμπνευση και ενθουσιασμό, όπως μας έλεγε ο σύγχρονος άγιος Πορφύριος, ένας τρόπος υπάρχει για να ενθουσιαστεί η ψυχή μας. Να έρθει σε επαφή με τις ενέργειες του Τριαδικού Θεού. Οι ενέργειες του Τριαδικού Θεού είναι πολλές και ποικίλες και πολυειδείς και πολύτροπες. Αλλά όλες αυτές οι ενέργειες, ονομάζονται με μίαν λέξη. Αγιότητα. 

Εάν αυτό το φως της ηλεκτρικής ονομάζεται ηλεκτρισμός, το φως του Τριαδικού Θεού λέγεται αγιότητα. Η ενέργεια του Τριαδικού Θεού είναι η αγιότητα. Ε, λοιπόν αυτήν την αγιότητα, θέλει κατά πρώτον η ψυχή του κάθε ανθρώπου. Και όταν η ψυχή αρχίζει να αφομοιώνει αυτή την ενέργεια της αγιότητας, την μεταφέρει, την κομίζει, την διοχετεύει και εις το σώμα. Γι’ αυτό και προσκυνούμε τα λείψανα των αγίων. Τα οποία, λείψανα των αγίων, αν τα δούμε αυστηρά, ορθολογιστικά και εγκεφαλικά τι είναι; Κόκκαλα είναι. Ότι οστέα γυμνά, αλλά πηγάζουσιν ιάματα. Και μύρα. Και ευωδίαν ουράνιον πολλές φορές.

Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη. Τοιχογραφία στον Ιερό Ναό Αρχαγγέλου Μιχαήλ στον Πεδουλά

Ακόμη και τα εικονίσματα των αγίων, που σε λίγο θα λιτανεύσουμε. Το εικόνισμα των μεγάλων αυτών ισαποστόλων βασιλέων Κωνσταντίνου και Ελένης. Αν το δούμε ορθολογικά τι είναι; Ξύλο ζωγραφισμένο. Με χρώματα. Και όμως, επειδή εκεί εικονίζονται άγιοι και με τα ονόματά τους ονοματίζονται. Άγιος Κωνσταντίνος. Αγία Ελένη. Τίμιος Σταυρός εν τω μέσω αυτών. Για να τους ενώνει, όχι να τους χωρίζει. Και η εικόνα γίνεται αγία εικόνα. Και όταν την προσκυνούμε με ταπεινό φρόνημα και με καλή διάθεση Ορθοδόξου πίστεως, ανοίγει το παράθυρο του ουρανού. Και βλέπομε την άλλη πραγματικότητα. Και αισθανόμεθα την άλλη πραγματικότητα του ουρανού, που είναι η πραγματικότητα του Τριαδικού Θεού, των αγίων και των αγγέλων. Η πραγματικότητα του ακτίστου φωτός. 

Βλέπετε; Θέλει ο Θεός να ενώνεται μαζί μας. Και ένας τρόπος για να ενώνεται, και δεν είναι ο μοναδικός, είναι οι άγιοί μας και οι ενέργειες των αγίων. Που παροχετεύονται διά των ιερών λειψάνων, διά των αγίων εικόνων, διά των ιερών ψαλμών που ακούσαμε όλον αυτό τον ωραίο κατανυκτικό εσπερινό. Ακούοντας αυτούς τους ψαλμούς, αγιάζεται το αυτί μας. Και μετά αγιάζεται και η ψυχή μας. 

Και φεύγομε και πηγαίνουμε στα σπίτια μας και αισθανόμεθα διαφορετικοί. Και απορείς και λέγεις. Μα τα πιο πολλά είναι αρχαία ελληνικά. Δεν τα πολυκαταλαβαίνει ο εγκέφαλός μας. Τα καταλαβαίνει η ψυχή μας. Που είναι αιώνιον υλικό. Αιώνιον αγαθό. Και με αυτό τον τρόπο η ψυχή ξεκουράζεται. Αναπαύεται, εμπνέεται, ενθουσιάζεται επαναλαμβάνω. Και τι σημαίνει ενθουσιάζεται. Γίνεται ένθεη. Έχει μέσα της Θεόν. Εν και Θεός. Βλέπετε, η αρχαία ελληνική γλώσσα, αναντικατάστατος. Το σοφόν είναι σαφές. Και να μην την πολυκαταλαβαίνουμε εμείς την καταλαβαίνει η ψυχή μας, την καταλαβαίνουν οι άγγελοι μας, την καταλαβαίνουν και οι δαίμονες. Και φοβούνται να μας πλησιάσουν. Όταν εμείς είμαστε προσκυνητές των αγίων εικόνων, όταν εμείς είμεθα ταπεινοί άνθρωποι ενώπιον των αγίων λειψάνων και προσκυνούμε την αγιότητά τους. Όταν εμείς ακροώμεθα και συμψάλλουμε και συμπροσευχόμεθα μυστικώς εις την καρδίαν μας κατά τις ώρες αυτές του εσπερινού, αύριον του Όρθρου της Θείας Λειτουργίας. Όλα αυτά αγιάζουν το σώμα και την ψυχή.

Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη. Τοιχογραφία του 16ου αιώνα στην Ιερά Μονή Παναγίας Ποδίθου

Και διαβάζω στον βίο του αγίου Κωνσταντίνου. Όταν λέει, ετέλειωσεν από τους πολλούς πολέμους που έκαμεν, του είπε η μάνα του η Ελένη. Σιγά-σιγά γιε μου, θα βαφτιστείς. Αφού πιστεύεις εις τον Χριστό, τον Αναστάντα Ιησού. Αυτόν είδες εις τον ουρανό. Μέρα μεσημέρι να σου λέει «εν τούτω νίκα». Με τον σταυρό τον τίμιο θα νικήσεις εις την Μουλβίαν γέφυρα τον Λικίνιο, τον Γαλέριο και όλους αυτούς τους ειδωλολάτρες βασιλείς. Και τι έκαμε ο Μέγας Κωνσταντίνος κάνοντας υπακοή σ’ αυτή την θεοφώτιστη γυναίκα. Άρχισε, λέει, να μελετά. Και να κατηχείται την Χριστιανική μας πίστη. Και όταν αντιλήφθη ότι έρχεται το τέλος του, εζήτησε αμέσως ιερέα να βαφτιστεί. Και να μυρωθεί. Και έλεγε εις την επιθανάτιο κλίνη του. Τώρα βλέπω το πραγματικό φως. Τώρα έχω την αληθινή πίστη. Τώρα είμαι έτοιμος για την αιώνιον ζωή του Δεσπότου Χριστού. 

Και τον αξίωσε ο Θεός από όλους τους βασιλείς της γης, από όλους τους αυτοκράτορες να είναι ο πιο ένδοξος. Και ο Θεός δεν είναι τυχαίο που τον εδόξασε τόσο τον Μέγα Κωνσταντίνο. Γιατί του επρόσφερε του Τριαδικού Θεού μας ο Κωνσταντίνος, το είπε στους ψαλμούς προηγουμένως, όλη την Οικουμένη προίκα. Έτσι είπε. Πώς εσείς προικίζετε τα παιδιά σας. Και ο Κωνσταντίνος επροίκισε την Εκκλησία και την επρόσφερε στον Χριστό ασφαλισμένη, χωρίς διωγμούς. Επί της εποχής του κατέπαυσαν οι διωγμοί.

Έγινε η πρώτη Οικουμενική σύνοδος το 325 στη Νίκαια της Βιθυνίας. Εκεί ήταν και ο δικός μας άγιος. Ο άγιος Σπυρίδωνας. Και τόσοι άλλοι μεγάλοι άγιοι. Και ορθοτόμησαν λόγο αληθείας. Και τώρα που βλέπω πόσο δύσκολο είναι να γίνει μία σύνοδος  ιεραρχών. Το έζησα στην Κρήτη που πήγα πέρσι. Και δεν είναι μόνο δύσκολο να συγκροτηθεί μια σύνοδος. Θέλει πολλή προσευχή να ληφθούν ορθόδοξες αποφάσεις που να ενώσουν τους πιστούς, να μην τους διαιρούν οι αποφάσεις της συνόδου.

Η προσκυνηματική εικόνα των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στο Σαράντι

Και λέω, μα τι μεγάλος άγιος ήταν ο Κωνσταντίνος! Που εκατόρθωσε πρώτη Οικουμενική σύνοδο αυτός να συγκροτήσει. Και να προΐσταται αυτής της συνόδου. Και να διοικήσει όλους αυτούς τους Επισκόπους, που μερικοί αντιμάχονταν την αλήθεια της Εκκλησίας. Και μετά τα δόγματα της Συνόδου, να μπορέσει να τα εμπεδώσει σε όλες τις επισκοπές της απέραντης αυτοκρατορίας του. 

Μα και μόνο τούτο να σκεφθούμε, ότι μας έδωσε την αλήθεια της πίστεώς μας. Το Πιστεύω που ακούμε σε κάθε Θεία Λειτουργία. Το μεγαλύτερο του μέρος καταρτίστηκε σ’ αυτή την πρώτη Οικουμενική. Που ποιος την διηύθυνε; Ο Μέγας Κωνσταντίνος. Και αν σκεφθούμε το άλλον δώρο που μας επροσέφερε η μητέρα του, η αγία Ελένη. Τον Τίμιο και Ζωοποιό Σταυρό! Αυτό τον ναό της Αναστάσεως εις την Ιερουσαλήμ, τον ναό της Βηθλεέμ της γεννήσεως και τόσους άλλους ναούς που οικοδόμησε αυτή η ευσεβέστατη άνασσα. Και εμείς οι Κύπριοι ειδικά. Εάν σκεφθούμε με τι επροίκισε την Κύπρο και την έκαμε θεοφρούρητη. Και ας έχομε από καιρού εις καιρόν κατακτητές. Έχομεν όμως τη χάρη του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού. Και αυτό τον Τίμιο Σταυρό τον επροίκισε εις την Κύπρο σε πολλά προσκυνήματα αυτή η μητέρα του Μεγάλου Κωνσταντίνου η αγία Ελένη. 

Άρα δικαίως η μικρή κώμη του Σαραντίου, μπορεί να καυχάται, μπορεί να χαίρεται, μπορεί να πανηγυρίζει ότι έχει μεγάλο θησαυρό. Την δόξα, την τιμή της αγιότητας των αγίων Μεγάλων Ισαποστόλων βασιλέων Κωνσταντίνου και Ελένης. Ο ένας, μας έδωσε την πρώτη Οικουμενική Σύνοδο και την αλήθεια αυτής. Για να μπορέσουν τα παιδιά μας να μην πλανηθούν σε αιρέσεις και κακοδοξίες και ετερόδοξες τάχα μου, τάχα μου εκκλησίες. Να μπορούμε αλάνθαστα να πορευθούμε προς το μέγα μυστήριο της αγιότητας.

Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη. Τοιχογραφία στην Ιερά Μονή Ρουσάνου Μετεώρων

Πόσο σημαντικό αυτό. Και αυτή είναι προίκα του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Και η αγία Ελένη μας έδωσε την δυνατότητα τον Τίμιο Σταυρό να τον βλέπουμε. Να τον σχηματίζουμε εις το σώμα μας. Να τον προσκυνούμε εις τες εικόνες και στα Τίμια ξύλα που κατέκλεισαν τον κόσμο. Και αγιάζουν όλο τον τετραπέρατο κόσμο. 

Δόξα τω αγίω Θεώ. Εμείς, αρκεί να θέλουμε. Ο Θεός θέλει. Ο Θεός επιθυμεί. Ο Θεός ευαρεστείται. Να τον αναζητούμε. Να τον ποθούμε. Να τον θέλομε. Να ενωθούμε μαζί του. Και ενώνεται και η ψυχή μας και το σώμα μας με την ενέργεια του Θεού. 

Με όλα αυτά που προαναφέραμε. Με τα άγια λείψανα, με την προσκύνηση των αγίων εικόνων, ακούοντας τους ιερούς ψαλμούς προσευχόμενοι μυστικά στην καρδία μας. «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». «Μέγα το όνομα της Αγίας Τριάδος. Υπεραγία Θεοτόκε, σκέπε ημάς». «Άγιε του Θεού Κωνσταντίνε. Αγία του Θεού Ελένη, πρεσβεύσατε υπέρ ημών». 

Όταν έτσι ο Χριστιανός εργάζεται εις την καρδία του εις τον νούν του, αγιάζεται και ο νούς και η καρδία. Και μεταφέρεται και μεταδίδεται αυτή η αγιότητα και στο σώμα. Και ανοίγουν τον τάφο σου τα εγγόνια σου και μυρίζει ο τάφος σου. Θυμάστε τι έλεγαν οι πρωτινοί. Ν’ αγιάσει  το στόμα σου και να μυρίσει ο τάφος σου. Και μου έκαμε εντύπωση που μερικούς τάφους που ανοίξαμε απλών ανθρώπων. Που μόλις ανοίχθει ο τάφος, ανέβηκε αμέσως ευωδία από τα γυμνά λείψανα. Και μου έλεγαν σε ένα χωριό. Είπα, μα τι έκαμε αυτός ο άνθρωπος; Μου λεν μάνζιηπας ήταν (=φούρναρης). Και τι έκαμε αυτός ο άνθρωπος. Μου είπαν, πίσω από το φούρνο είχε μίαν αποθήκη που έβαζε τα αλεύρια. Και πήγαινε πρωί-πρωί και πριν να ξεκινήσει το ζύμωμα του ψωμιού, έκαμνε μισή ώρα γονυπετής προσευχή. Και πριν να κλείσει τον φούρνο το απόγευμα, επροσεύχετουν ανάμιση ώρα και εμνημόνευεν ονόματα ζωντανών και κεκοιμημένων. Να πώς αγιάζει ο άνθρωπος! Και πώς μυρίζει ο τάφος του.

Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη. Τοιχογραφία στην Ιερά Μονή Αγίου Νεοφύτου του Εγκλείστου στην Πάφο

Πρέπει να πάρουμε στα σοβαρά την προσευχή. Πρέπει να πάρουμε στα σοβαρά τη μετάνοιά μας. Πρέπει να έχομε συνεχή πόθο για τακτική Θεία Κοινωνία. Και όταν έρθουν στο σπίτι μας, στον εαυτό μας δύσκολες ώρες. Όπως ήρθαν στον συγχωριανό σας Ιάκωβο και στην σύζυγό του Χρυστάλλα, αν δεν κάνω λάθος. Όταν έλθουν τέτοιες δύσκολες ώρες, όπως ήλθαν και στο δικό μας σπίτι. Όταν ο αδελφός μου είκοσι τεσσάρων χρονών ανέβει ξαφνικά στον ουρανό. Όταν μέσα στο σπίτι υπάρχουν άνθρωποι προσευχόμενοι και προετοιμασμένοι, δεν τους λυγίζει ο θάνατος. Και βοηθούν και τους κεκοιμημένους εκεί που πήγαν. Και ύστερα ο κεκοιμημένος μας στέλνει σημεία, ότι είναι μέσα στο φως του Χριστού, μέσα στην αγιότητα του Χριστού και μας βοηθά εκείνος εμάς. Αλλά πρώτα πρέπει να τον βοηθήσουμε εμείς εκείνον. Τον πρώτο χρόνο. Με τα πολλά μνημόσυνα που γίνονται. 

Άρα, μας συμφέρει η αγιότητα. Μπορούμε να διαχειριστούμε την ζωή μας την επίγειο καλύτερα, αλλά το κυριότερο να απολαύσουμε την ουράνια ζωή. Που δεν έχει τελειωμό. Που δεν είναι ογδόντα χρόνια. Που δεν είναι εκατόν χρόνια. Ένθα ουκ έστι πέρας, ουκ έσται τέλος. Δεν έχει τέλος η αιώνια ζωή. 

Σκεφθείτε πόσα λάθη έκαμε ο Μέγας Κωνσταντίνος. Κάθονται οι άθεοι ιστορικοί και τα μετρούν. Ότι το παλάτι σκότωσε τον υιό του, αυτός μετά κατάλαβε ότι η γυναίκα του τα έκαμε αυτά, η Φαύστα μια πανούργα γυναίκα. Και έβαλε μετά ο Κωνσταντίνος να την σκοτώσουν την ιδίαν, φοβερά πράγματα. Αλλά, τον βοήθησε η μάνα του να γνωρίσει την μετάνοια. Και μέσα από αυτήν την μετάνοια και όταν είδε και τον Τίμιο Σταυρό να έρχεται από την Ιερουσαλήμ μέσω Κύπρου και Κυκλάδων να φτάνει στην Κωνσταντινούπολη, γονάτισε ο Κωνσταντίνος. Και είπε, ήμαρτον Κύριε και εν τω ουρανώ και εν τη γη. Και ο Θεός είναι πλούσιος. Σε αυτόν που εστήριξε την Εκκλησία, που εστήριξε μίαν Οικουμενική σύνοδο, του έδωσεν ο Θεός την αγιότητά Του. Πώς έδωσε στον βασιλέα Δαβίδ που έγινε φονέας και μοιχός. Και όταν εμετανόησε, ο Θεός του έδωσε πλούσια την αγιότητά Του. Και είναι ο προφητάναξ Δαβίδ. Ο ενδοξότερος βασιλέας της Παλαιάς Διαθήκης. Ο ενδοξότερος βασιλέας της Καινής Διαθήκης ο Μέγας Κωνσταντίνος. Και οι δύο, εάν δούμε τι τους ενώνει, μια πολυτάραχος ζωή γεμάτη πολέμους, αλλά και γεμάτη μετάνοια. Ιδιαιτέρως προς το τέλος της ζωής τους. 

Και εμείς τώρα που μεγαλώνομε, να αυξήσουμε την μετάνοιά μας. Διότι έχει και για μας ο Θεός την αγιότητά Του και τες ενέργειές Του. Αρκεί να αυξήσομε την προσευχή μας. Την καθημερινή επιμελημένη μετάνοια. Τον πόθο για τακτική Θεία Κοινωνία. Αυτό το σώμα, αυτό το αίμα το Θεανθρώπινο που νίκησε τον Χριστό. Και να αγαπήσουμε τον Τίμιο Σταυρό. Όπως τον αγάπησε η αγία Ελένη. Και την εφώτιζε άγγελος  Κυρίου και της έδειχνε και πού να σκάψει και πόσο βάθος να φτάσει και όλα τα των μεγάλων αυτών γεγονότων της ευρέσεως του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού. Των ήλων και όλων αυτών των ιερών αντικειμένων που είναι σήμερα αντικείμενα προσκύνησης για μας και παροχής χάριτος του Τριαδικού Θεού.

Έτσι να πορευθούμε και ημείς. Και έχει και για μας ο πλούσιος Θεός, πλούσια τα ελέη Του. Και για τες δύσκολες μας στιγμές και για τες εύκολες. Και για τις χαρούμενες και για τις πικρές. Και με αυτό τον τρόπο θα είμεθα και εμείς μέτοχοι της αγιότητος του Τριαδικού Θεού.

Έτη πολλά, ευλογημένα, αγιασμένα.

Λόγος εἰς τὴν μνήμην τῶν θεοστέπτων καὶ ἰσαποστόλων Μεγάλων Βασιλέων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης (21/5)

Οι Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη μετά του Κυρίου, Ιερά Μονή Σταυρού Αγιασμάτι

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ

Οι Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη μετά του Κυρίου, Ιερά Μονή Σταυρού Αγιασμάτι

Ἀγαπητοὶ ἐν Κυρίῳ ἀδελφοί, εἶναι γνωστό, πὼς λίγα πρόσωπα στὴν Ἱστορία τιμήθηκαν μὲ τὸν τίτλο τοῦ Μεγάλου. Ἐξέχουσα θέση ἀνάμεσά τους κατέχει ἀναμφίβολα ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος.

Κι ἀναδείχθηκε Μεγάλος, ὄχι μόνο σὲ ἔργα πολιτικῆς σύνεσης, οἰκονομικῆς διαχείρισης, διοικητικῆς μεταρρύθμισης, στρατιωτικῆς δεξιοτεχνίας, φρόνησης καὶ ἀνδρείας, ἀλλά, μὲ ἄριστο συνδυασμό, Μεγάλος καὶ σὲ ἔργα μεγάλα στερέωσης τοῦ μέχρι τότε διωκόμενου Χριστιανισμοῦ, ἐνίσχυσης τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ἀποκατά-στασης τῆς ἐσωτερικῆς της ἑνότητας, τιμῆς τῶν ἁγίων, ἀνέγερσης ναῶν καὶ τόσα ἄλλα. Καὶ μαζί του ἀσφαλῶς μεγαλύνεται στοὺς αἰῶνες ἡ ἁγία μητέρα του Ἑλένη, παιδαγωγὸς καὶ συμβοηθὸς καὶ συνεργὸς στὰ θεῖα ἔργα, στὴ φιλανθρωπία, στὴν εὕρεση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καὶ ἀνάδειξη τῶν Ἁγίων Τόπων, στὴ στήριξη τῶν πιστῶν, στὸν ἐκχριστιανισμὸ τῶν ἀπίστων.

Πόσα, ἄραγε, δὲν ὀφείλει σήμερα ὁ χριστιανικὸς κόσμος στὴ βασιλικὴ τούτη δυάδα, τῶν ὁποίων ἡ Ἐκκλησία μας, δίκαια καὶ θεόπνευστα, ἀναγνώρισε καὶ διακήρυξε τὴν ἁγιότητα, ἐντάσσοντάς τους στὸ Ἁγιολόγιό της καὶ ἀπονέμοντάς τους ἐπάξια καὶ τὸν τίτλο τῶν ἰσαποστόλων; Ἂς ἰδοῦμε ὅμως συνοπτικὰ τὰ σπουδαιότερα ἔργα τῶν μεγάλων αὐτῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, ποὺ σήμερα πανηγυρίζουμε τὴ μνήμη τους.

Εἶναι γνωστὸ τὸ θαυμαστὸ ὅραμα τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, πρὶν τὴ μεγάλη καὶ τελικὴ ἀναμέτρηση μὲ τὸν μισόχριστο βασιλέα Μαξέντιο τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 312 ἔξω ἀπὸ τὴ βασιλεύουσα Ρώμη, τὸ ὑπέρλαμπρο δηλ. σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ποὺ εἶδε στὸν οὐρανὸ τὶς πρῶτες ἀπογευματινὲς ὧρες τῆς ἡμέρας, μὲ τὴν ἐπιγραφὴ γύρω του, «ἐν τούτῳ νίκα». Καὶ ἡ νίκη του στὴ συνέχεια, μὲ τὴ δύναμη τοῦ Ἐσταυρωμένου Χριστοῦ, ὑπῆρξε πράγματι θριαμβευτική.

Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη. Τοιχογραφία στην Ιερά Μονή Παναγίας Ασίνου

Πρῶτο σπουδαιότατο ἔργο του μετὰ τὴ νίκη αὐτή, ἦταν τὸ περίφημο Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων (Φεβρουάριος τοῦ 313), τὸ ὁποῖο ὑπέγραψε στὸ σημερινὸ Μιλάνο τῆς Ἰταλίας μὲ τὸν σύμμαχό του καὶ αὐτοκράτορα τῆς Ἀνατολῆς Λικίνιο, μὲ τὸ ὁποῖο καθιερώθηκε ἡ ἀρχὴ τῆς ἀνεξιθρησκείας, ποὺ ὡς κύριο στόχο εἶχε τὴν κατοχύρωση καὶ ἀναγνώριση τῆς θρησκευτικῆς ἐλευθερίας γιὰ τὸν Χριστιανισμό, ποὺ ὡς τότε διωκόταν.

Στὴ συνέχεια, ἀφοῦ ὁ Κωνσταντῖνος κατέστη μονοκράτορας τῆς ἀχανοῦς τότε Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας καὶ μετέφερε τὴν ἕδρα του στὴν Ἀνατολή, κτίζοντας καὶ ἐγκαινιάζοντας τὸ Βυζάντιο ὡς πρωτεύουσα τοῦ κράτους, ποὺ ἀπὸ τὸ ὄνομά του μετονομάστηκε Κωνσταντινούπολη, συνεκάλεσε τὸν Μάιο τοῦ 325 στὴ μεγαλούπολη Νίκαια τῆς Βιθυνίας τὴν Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ κατεδίκασε τὴ βλάσφημη αἵρεση τοῦ Ἀρείου καὶ συνέταξε τὰ ἑπτὰ πρῶτα ἄρθρα τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεώς μας (δηλ. τοῦ ‘‘Πιστεύω’’), ἐκδίδοντας συνάμα καὶ ὁρισμένους Κανόνες, γιὰ τὴν καλύτερη διακυβέρνηση τῶν Ἐκκλησιῶν.

Μετὰ τὸ πέρας τῆς Συνόδου αὐτῆς, μὲ ὑπόδειξη ἁγίου ἀγγέλου, ὁ Μ. Κωνσταντῖνος ἀπέστειλε τὴν ἁγία του μητέρα Ἑλένη στὰ Ἱεροσόλυμα (περὶ τὸ 325/326) μὲ τὴν ἁρμόζουσα συνοδία καὶ ἄφθονα χρήματα, ὅπου, μετὰ ἀπὸ ἀρκετὲς περιπέτειες, ἀνακάλυψε τὸν χῶρο τοῦ Γολγοθᾶ, τὸν Τίμιο Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν δύο ληστῶν καὶ τοὺς ἁγίους ἥλους τῆς Σταύρωσης, καθὼς καὶ τὸ μνῆμα τοῦ Κυρίου καὶ τὸν χῶρο τῆς Γέννησης τοῦ Χριστοῦ στὴ Βηθλεέμ. Στοὺς χώρους τούτους, ὅπως καὶ σὲ ἄλλα σημεῖα τῶν Ἁγίων Τόπων, ἀνήγειρε λαμπρὲς βασιλικές, δηλ. ναούς, πρὸς δόξαν Θεοῦ. Σύμφωνα δὲ μὲ ἀρχαία παράδοση, ἡ ἱστορικὴ πορεία τῆς μεγαλονήσου μας Κύπρου σηματοδοτήθηκε ἀνεξίτηλα ἀπὸ τὴν ἐδῶ παρουσία τῆς βασιλομήτορος Ἑλένης, κατὰ τὸ ταξίδι τῆς ἐπιστροφῆς της ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Τόπους. Εἶναι τότε, ποὺ ἱδρύθηκε καὶ ἡ Μονὴ τοῦ Σταυροβουνίου, ὅπου ἡ ἁγία αὐτοκράτειρα ἄφησε, ὡς εὐλογία διηνεκὴ τοῦ τόπου μας, τεμάχιο τοῦ Τιμίου Ξύλου τοῦ Σταυροῦ, ποὺ ὡς σήμερα φυλάσσεται ἐκεῖ. Ἐπιστρέφουσα στὴν Κωνσταν-τινούπολη ἡ μακαρία Ἑλένη περὶ τὸ 328/329,  ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ, σὲ ἡλικία περίπου ὀγδόντα ἐτῶν.

Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη. Τοιχογραφία του 16ου αιώνα στην Ιερά Μονή Παναγίας Ποδίθου

Ἄλλα ἀξιομνημόνευτα θεάρεστα ἔργα τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου ἀναφέρονται καὶ τὰ ἑξῆς:

– Ἔγραψε πρὸς τὸν βασιλέα τῆς Περσίας Σαβὼρ Β´ σχετικὰ μὲ τοὺς ἐκεῖ χριστιανούς, γιὰ νὰ διάγουν εἰρηνικὰ καὶ νὰ μὴν τοὺς διώκει, πρᾶγμα ποὺ δὲν τήρησε ὁ Σαβώρ, γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ ἅγιος ἐξεστράτευσε ἐναντίον του.

– Θεσμοθέτησε, πρῶτος αὐτός, τὴν Κυριακὴ ὡς ἡμέρα προσευχῆς καὶ λατρείας τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν καθιέρωσε μὲ νόμο ὡς ἡμέρα ἀργίας. Ἀκόμη, μὲ ἐντολή του τιμῶνταν λαμπρά, ὄχι μόνο ἡ ἑορτὴ τοῦ Πάσχα, ἀλλὰ καὶ οἱ ἡμέρες μνήμης τῶν ἁγίων μαρτύρων. Στὶς 13 Σεπτεμβρίου τοῦ 335 τελέστηκαν, σύμφωνα μὲ ἐντολή του, τὰ ἐγκαίνια τοῦ πανιέρου ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως, ποὺ εἶχε οἰκοδομηθεῖ μὲ δική του ἐπιχορήγηση καὶ δικές του ὁδηγίες, μὲ τὴ συμβολὴ τῆς ἁγίας Ἑλένης.

– Πρέπει, τέλος, νὰ μνημονεύσουμε καὶ τὸν ἐκχριστιανισμὸ διαφόρων ἐθνῶν κατὰ τὴν περίοδο τῆς βασιλείας τοῦ Μ. Κωνσταντίνου, ὅπως τῶν Ἰνδῶν, τῶν Γεωργιανῶν καὶ τῶν Ἀρμενίων.

Τὸ ἔτος 337, ἐκστρατεύοντας κατὰ τῶν Περσῶν, ἀσθένησε σοβαρὰ ὁ Μέγας βασιλεὺς καί, ἐπειδὴ μέχρι τότε ἦταν κατηχούμενος, ζήτησε καὶ ἔλαβε τὸ ἅγιο Βάπτισμα πλησίον τῆς πόλης Νικομήδειας. Ὅταν φόρεσε τὰ λευκὰ ἐνδύματα τοῦ Βαπτίσματος καὶ μετέλαβε τὰ ἄχραντα Μυστήρια, δὲν ἀφαίρεσε τὴν ἐνδυμασία του αὐτὴ μέχρι τὴν κοίμησή του, ποὺ συνέβη στὶς 21 Μαΐου τοῦ 337 μ.Χ., Κυριακὴ τῆς Πεντηκοστῆς, ὅταν ἦταν περίπου ἑξηντατριῶν ἐτῶν, κι ἀφοῦ βασίλευσε γιὰ τριάντα ἕνα χρόνια. Ἀναφέρουμε ἐδῶ τὸ σπουδαιότατο καὶ πνευματικοῦ περιεχομένου τέλος τῆς εὐχαριστήριας προσευχῆς τοῦ ἁγίου Κωνσταντίνου μετὰ τὴ βάπτισή του, ποὺ φανερώνει τὸ μεγαλεῖο τῆς ἁγίας ψυχῆς του: «Τώρα γνωρίζω ὅτι εἶμαι πράγματι μακάριος. Τώρα γνωρίζω, ὅτι δείχθηκα ἄξιος τῆς ἀθάνατης ζωῆς. Τώρα γνωρίζω, ὅτι ἔγινα μέτοχος τοῦ θείου φωτός!»

Τὸ τίμιο λείψανό του τοποθετήθηκε σὲ χρυσὴ λάρνακα καὶ μεταφέρθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἀποτέθηκε στὸν ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, τὸν ὁποῖο ὁ ἴδιος εἶχε ἀνεγείρει. Κι ἐκεῖ εὑρισκόμενο, ἐπετέλεσε πολλὰ θαύματα.

Τῶν Μεγάλων αὐτῶν θεοστέπτων βασιλέων καὶ ἰσαποστόλων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης ἂς ἐπικαλούμαστε κι ἐμεῖς, οἱ χριστιανοὶ τῶν ἐσχάτων τούτων χρόνων, τὶς εὐπρόσδεκτες πρεσβεῖες καὶ ἱκεσίες πρὸς τὸν μεγαλοδύναμο Θεό, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, νὰ εἰρηνεύσει τὸν κόσμο, νὰ ἐξαλείψει τὰ σκάνδαλα καὶ τὶς αἱρέσεις, νὰ φέρει τὴν ὁμόνοια καὶ τὴν ἀγάπη, νὰ συγχωρήσει τὶς ἁμαρτίες μας καὶ νὰ μᾶς ἀξιώσει μαζί τους τῆς αἰωνίου βασιλείας τῶν οὐρανῶν, μὲ τὴ χάρη καὶ φιλανθρωπία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, στὸν Ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν!