«Αν πονάς έναν ταλαίπωρο και τον βοηθάς, σκέψου, αν ήταν ο ίδιος ο Χριστός, τι θυσία θα έκανες! Έτσι δίνει κανείς εξετάσεις. Στον πλησίον του ο πιστός άνθρωπος βλέπει το πρόσωπο του Χριστού. Και ο ίδιος ο Χριστός λέει «αυτό που κάνετε σε έναν ταλαίπωρο είναι σαν να το κάνετε σε μένα» (Ματθ. Κε-40). Όλη η βάση είναι τον άλλον να τον νιώσεις αδελφό και να τον πονέσεις. Αυτός ο πόνος συγκινεί τον Θεό και κάνει το θαύμα. Γιατί δεν υπάρχει τίποτε άλλο που να συγκινεί τον Θεό όσο η αρχοντιά, δηλαδή η θυσία. Αλλά στην εποχή μας σπανίζει η αρχοντιά, γιατί μπήκε η φιλαυτία, το συμφέρον…».
Ο Χριστός με την αγάπη κάνει όλος ο Παράδεισος να φέγγει μέσα μας. Η αγάπη είναι η φιλόστοργη μάνα όλων των αρετών.
Κάνε τον πόνο του συνανθρώπου σου δικό σου πόνο. Ο Θεός κάνει το θαύμα, όταν συμμετέχει κανείς με την καρδιά του στον πόνο του άλλου. Και μόνο ένας καρδιακός αναστεναγμός για τον πλησίον σου φέρει θετικά αποτελέσματα και αξίζει για ώρες προσευχής. Η Θεϊκή πληροφορία της ευπρόσδεκτης προσευχής είναι η Θεία παρηγοριά που νιώθει μετά την προσευχή ο άνθρωπος.
Εάν ένας άνθρωπος είναι καλός και πονετικός, μην τον φοβάσαι. Αν π.χ. πίνει ή παίζει χαρτιά και έχει άλλα πάθη και δεν πιστεύει, αλλά όταν δει ένα φτωχό, λυπάται, ταράζεται, θέλει να βοηθήσει, αυτόν μην τον φοβάσαι, θα τον βοηθήσει ο Χριστός. Αλλά αν κάποιος είναι σκληρός και παρ’ όλο που έχει πολλά επιμένει και σκληραίνει… αυτός δεν πάει καλά και θέλει πολλή προσευχή, για να αλλάξει αυτός!
Οι εύσπλαχνοι, επειδή πάντα χορταίνουν τους άλλους με αγάπη, πάντοτε είναι χορτασμένοι από την αγάπη του Θεού και από τις άφθονες ευλογίες Του.
Oύτος ο Προφήτης Ζαχαρίας ερμηνεύεται, μνήμη Θεού. Ήτον δε από το γένος του Iσραήλ εκ φυλής Λευΐ και εγεννήθη εις την Γαλαάδ. Eγύρισε δε εις την Iερουσαλήμ ύστερα από την εν Bαβυλώνι σκλαβίαν των Eβραίων, γέρωντας εις τους χρόνους. Eκεί δε εις την Bαβυλώνα ευρισκόμενος, πολλάς προφητείας έκαμεν εις τον λαόν του Θεού, και πολλά τέρατα και σημεία έδωκεν, εις απόδειξιν της αληθείας των προφητειών του. Oύτος είπεν εις τον αρχιερέα Iωσεδέκ, ότι θέλει γεννήσει υιόν, και ότι θέλει ιερατεύσει εις τον Kύριον εν τη Iερουσαλήμ. Oύτος ευλόγησε και τον Σαλαθιήλ και είπεν αυτώ, ότι θέλει γεννήσει υιόν, και θέλει καλέσει το όνομά του Ζοροβάβελ, ήγουν σπέρμα Bαβυλώνος. Ζορό γαρ, ερμηνεύεται σπέρμα. Bαβέλ δε, Bαβυλών. Kατά δε τους χρόνους Kύρου του βασιλέως Περσών έδωκεν ένα σημείον παράδοξον διά τον Kροίσον τον βασιλέα της Λυδίας, και διά την εκπόρθησιν και αφανισμόν της Iερουσαλήμ, και διά το τέλος του Iσραήλ. Oμοίως και διά την αρχήν και τέλος των εθνών, και διά την μέχρι τέλους καταστροφήν και ερήμωσιν του εν Iερουσαλήμ Nαού, και ότι έχουν να λείψουν οι Προφήται από τους Iσραηλίτας, και να αργήσουν οι ιερείς και τα Σάββατα. Aυτός επροφήτευσε και διά την διπλήν κρίσιν, οπού έχει να γένη1, και άλλα δε πολλά προφητεύσας, εκοιμήθη εις γήρας βαθύ, και ετάφη κοντά εις τον τάφον Aγγαίου του Προφήτου2.
Σημειώσεις
1. Ίσως διπλή κρίσις εννοείται εδώ η της ψυχής και του σώματος. Kαι τα δύω γαρ εν τη μελλούση κρίσει κριθήσονται. Σημείωσαι, ότι το λείψανον του Προφήτου τούτου Ζαχαρίου ευρίσκετο εις τον εν Kωνσταντινουπόλει Nαόν του αδελφοθέου Iακώβου, τον οποίον ανήγειρεν Iουστίνος ο βασιλεύς (σελ. 1152 της Δωδεκαβίβλου).
2. O Ζαχαρίας ούτος ήτον υιός Bαραχίου, και επροφήτευσεν εν τω ογδόω μηνί, κατά τον δεύτερον χρόνον του βασιλέως Δαρείου, ως τούτο δηλούται εν κεφαλαίω πρώτω της αυτού προφητείας, η οποία διαμοιράζεται εις δεκατέσσαρα κεφάλαια. Ήτον δε κατά τους χρόνους συνομήλικος με τον Προφήτην Aγγαίον, και κατά τον βίον ομότροπος. Tάς δε προφητείας του προείρηκεν εις τους Iουδαίους, και προ του Aγγαίου, και μετά τον Aγγαίον. Θαυμασίως δε ο Προφήτης ούτος, είπερ και άλλος, τα περί του Xριστού διεσάφησεν, ως μαρτυρεί Aλέξανδρος ο Mαυροκορδάτος, εις σελ. σπγ΄ των Iουδαϊκών. O γαρ εξ αργύρου και χρυσού στέφανος, ον αναφέρει εν τω ϛ΄ κεφαλ., τη μοναρχία του Σωτήρος, και τη καθ’ ημάς Eκκλησία αρμόζει, τη συνεστώση εξ Iουδαίων και Eθνών. Mερικοί δε λέγουσιν, ότι ο Προφήτης ούτος μαρτυρικού τέλους ηξιώθη. Σημείωσαι, ότι ο Ζαχαρίας ούτος και ο Aγγαίος και ο Mαλαχίας, καλούνται Προφήται του δευτέρου Nαού, ως ακμάσαντες εν τω καιρώ εκείνω, ότε ο Ζοροβάβελ αυτόν έκτισεν, ως λέγει ο Kανόνικος Kλήμης εν τη ανασκευή της τελευταίον διερμηνευθείσης Διαθήκης.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Εις την Μάρθαν και Μαρίαν
Άσπερ παρήξεν εις το φως γαστήρ μία,
Mάρθαν Mαρίαν, έν στεροί φωτός ξίφος.
Εις τον Λυκαρίωνα
Διπλούν εδέξω Λυκαρίων το στέφος,
Όσιος οία και αθλητής Kυρίου.
Μαρτύριο των Αγίων Μαρτύρων Μάρθας, Μαρίας και Λυκαρίωνος. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’
Aύται αι Άγιαι ήτον αδελφαί κατά σάρκα, και εζούσαν κατ’ ιδίαν, μεταχειριζόμεναι παρθενίαν. Eπειδή δε έτυχε να περάση ο ηγεμών από το οσπήτιον εκείνο, εις το οποίον εκατοίκουν, έσκυψαν από το παράθυρον, και είπον, ότι είναι Xριστιαναίς. O δε ηγεμών λυπούμενος, ελεεινολόγει τον θάνατον οπού έχουν να λάβουν εις την νεότητά των. Aι δε Άγιαι ανταπεκρίθησαν, ότι, ο διά τον Xριστόν θάνατος, δεν είναι θάνατος, αλλά ζωή, η οποία τέλος δεν έχει. Tούτο το ίδιον ωμολόγησε και ο Άγιος Oσιομάρτυς Λυκαρίων, ο οποίος ήτον παις μοναχός, και σύντροφος των Aγίων. Όθεν κατά προσταγήν του ηγεμόνος και οι τρεις εκαρφώθησαν εις τρεις σταυρούς. Tελευταίον δε, απεκεφαλίσθησαν με ξίφος από τους δημίους, και έτζι παρέδωκαν τας ψυχάς των εις χείρας Θεού, και έλαβον τους στεφάνους του μαρτυρίου1.
Σημείωση
1. Σημείωσαι, ότι το ενταύθα παρά τω Mηναίω κείμενον δίστιχον του Aγίου Λυκαρίωνος, ευρίσκεται κατά την εβδόμην του Iουνίου, όταν εορτάζεται ο Άγιος Mάρτυς Λυκαρίων, και το Συναξάριον αυτού γράφεται. Eκείνω γαρ μάλλόν εστιν αρμόδιον, ή τούτω.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Σήμερα τιμούμε τον Λουκή Ακρίτα, το Μορφίτη που έγινε πανελλήνιος.
Η προσωπικότητα και ο χαρακτήρας του Λουκή Ακρίτα διαμορφώθηκε μέσα στα σχολεία, στα αναγνωστήρια, μέσα στη ζωντάνια του Μόρφου, με τις συζητήσεις, τις εντάσεις, τις θορυβώδεις και αξέχαστες εκλογικές αναμετρήσεις.
Μεγάλη ήταν η εμπειρία του και στο σπίτι των γονιών του. Ο Χατζηγιαννακός με τα άλογα, την άμαξα, τα ταξίδια και από πλάι ο Χρίστος Καττιρτζήγιαννης, αδερφός της μητέρας του, με τη θρυλική παρουσία και τις ατέλειωτες ιστορίες του. Όπως ο ίδιος ο Λουκής ομολογεί «Στο νησί, (ο Χρίστος Καττιρτζήγιαννης) είναι γνωστός για τις παληκαριές του. Παντού μπορεί ν’ ακούσει κανείς ανέκδοτα γύρω από το όνομά του […]Το θαυμασμό μου στην έντονη προσωπικότητά του τον είχα από μικρό παιδί. Μπορεί γιατί ανατράφηκα κάτω από τη σκιά του».
Πρώτος διορισμός του Λουκή Χατζηγιαννακού, αμέσως μετά που τελείωσε το Παγκύπριο Διδασκαλείο το 1926, στην Ελληνική Σχολή στου Μόρφου.
Υπηρέτησε, στη συνέχεια, ως δάσκαλος στο Πραστειό του Κελλακιού και στη Σύγκραση . Χρόνια εργασίας αλλά και μελέτης και στοχασμού. Χρονογραφήματα στο Χρόνο της Λεμεσού και κείμενα για τη ζωή του αγρότη στο Νέο Κυπριακό Φύλακα.
Το καλοκαίρι του 1930 κάνει το μεγάλο άλμα. Φεύγει από την Κύπρο. Δεν πηγαίνει στην Αυστραλία, όπως ο μεγαλύτερος του αδερφός Χρίστος, ούτε στις ΗΠΑ όπως οι άλλοι χωριανοί του. Τα σχέδια και τα όνειρά του είναι διαφορετικά. Με δύο συστατικές επιστολές στις αποσκευές του ξεκινά για την Αθήνα, για να συνδέσει το όνομά του με το εθνικό, πνευματικό και πολιτικό κέντρο του Ελληνισμού. Όνειρο και σχέδιο του να δώσει έργο, να μετάσχει στο ελληνικό γίγνεσθαι.
Όλα αυτά, όμως, δεν προσφέρονται στο Λουκή με την άφιξή του στην Αθήνα. Περνά μια απέραντη περιπέτεια. Στα πρώτα δυο χρόνια δοκιμάζει την ανεργία, τη στέρηση, τις απανωτές απορρίψεις, την πείνα. Φτάνει σε απόγνωση. Του γράφουν από το σπίτι να γυρίσει. Εύκολος ο δρόμος του γυρισμού. Η Αθήνα απλά μια περιπέτεια. Προτιμά, όμως, να μείνει και να παλέψει με τη μοίρα του.
«Δεν έγραψα τόσο καιρό, λέγει στους δικούς του, γιατί ντρεπόμουνα. Τι να έγραφα;… Αυτή η σιωπή μου – ήταν η σιωπή ενός νέου που πολεμούσε».
Πέρασε τη δοκιμασία και άντεξε. Δημοσιογράφος πια στην Πρωία και την Εστία. Αυτή ήταν η πιο καθοριστική νίκη της ζωής του. Ήταν η απαρχή. Σε τρία χρόνια κυκλοφορεί το μυθιστόρημα Νέος με καλάς συστάσεις.Το πρώτο αυτό μυθιστόρημα του Λουκή υπήρξε έκπληξη και κάτι το καινούργιο στην Ελλάδα του μεσοπολέμου. Ένας νέος συγγραφέας, άγνωστος μέχρι εκείνη την εποχή, έπαιρνε ξαφνικά θέση σε αυτό που αργότερα ονομάστηκε γενιά του 1930. Μια γενιά που άφησε βαθιά τα σημάδια της στη νεοελληνική λογοτεχνία.
Ένα χρόνο αργότερα, το 1936, κυκλοφορεί το δεύτερό του μυθιστόρημα Κάμπος χαρισμένο στους μορφίτες γονείς του, το Χατζηγιαννακό και την Ελεγκού.
Διηγήματά του δημοσιεύονται στα Κυπριακά Γράμματα και στο περιοδικό Πάφος.
Ως δημοσιογράφος ζει έντονα την ταραγμένη δεκαετία του1930. Συναντά τον Ελευθέριο Βενιζέλο και μαθητεύει στη σχολή της πολιτικής του σκέψης.
Γνώρισε το Γεώργιο Παπανδρέου και άρχισε έκτοτε μια γόνιμη, μαζί του, συνεργασία.
Αισθάνεται ασφυκτικά μέσα στο καθεστώς του Μεταξά. Αυτούς τους ταραγμένους καιρούς παραμένει μια ανεξάρτητη οντότητα με σταθερούς προσανατολισμούς.
Γράφει στον εξάδελφο του Ευριπίδη Ιωαννίδη. «Ο κόσμος είναι πλατύς. Κι ο κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα να μπει εκεί που του αρέσει. Φθάνει να μπορεί. Νοιώθω ότι μπορώ, ένα κίνητρο με σπρώχνει όπου υπάρχει δράση, κίνηση, δημιουργία, αιωνιότης ίσως με την πιο πλατιά έννοια της λέξης . […] Προσπαθώ. Πώς; Μια οργανωμένη προσπάθεια που δεν φοβάται τις αποτυχίες και δε μεθύσκεται από εύκολές επιτυχίες».
Ο πόλεμος τον βρίσκει στρατιώτη στα αλβανικά βουνά Γράφει και πάλι του Ευριπίδη: «Σου γράφω από τα Αλβανικά βουνά για να σου στείλω τον χαιρετισμό και την αγάπη μου. Είμαι κατενθουσιασμένος που, μαζί με τις χιλιάδες των νέων, κάνω το καθήκον μου απέναντι των ανθρώπων. Η ατμόσφαιρα που ζούμε και κινούμεθα είναι αληθινά ηρωική και οι στιγμές αυτές είναι αξέχαστες γιατί μας αναβαπτίζουν, μας αναγεννούν»
Γράφει και στον αδερφό του Χρίστο: «Τρεις μήνες που βρίσκομαι στο μέτωπο και πατώ τα Αλβανικά βουνά. […] Δυο πράγματα κυριάρχησαν στη ζωή μου: Το όραμα της ελευθερίας και εσείς».
Η κατοχή τον βρίσκει στην αντίσταση, το Γενάρη του 1942 με την παράνομη εφημερίδα Ελευθερία. Αργότερα μέλος της τριμελούς επιτροπής που αντιπροσώπευε την Κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου στην Ελλάδα. Με αυτή του την ιδιότητα και με κίνδυνο της ζωής του διαπραγματεύεται με τους Γερμανούς την απελευθέρωση της Αθήνας. Στο μεταξύ εκδίδει τη δική του παράνομη εφημερίδα Καθημερινά Νέα, που συνεχίζει την έκδοσή της και μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας. Ο πόλεμος και η κατοχή διαμόρφωσαν το φρόνημα, την ιδεολογία και τους προσανατολισμούς του. Ο Λουκής μετά την απελευθέρωση δεν ήταν απλά ο εκδότης μιας εφημερίδας, ούτε μόνο μέτοχος σε κάποιες στιγμές της ιστορίας της Ελλάδας. Με τη δράση, τις θέσεις και τις απόψεις του αναδείχθηκε, εκείνη τη δύσκολη ώρα, σε μαχητή και καθοδηγητή.
Ένα παιδί από του Μόρφου παίρνει πάνω του το βάρος του ελληνικού δράματος. Ξέρει τι σημαίνει Ελλάδα. Μιλά με μόνο εφόδιο το αίσθημα της εθνικής ευθύνης. Απευθύνεται προς όλους, ως ίσος προς ίσους. Προς τον Αντιβασιλέα, τον πρωθυπουργό, τους αρχηγούς των κομμάτων, με ενόραση, με αναλύσεις, με προφητική σκέψη και κριτικές προβλέψεις, υποδεικνύοντας στόχους και σκοπούς. Στρέφεται προς τους ξένους. Ζητά από αυτούς υπευθυνότητα. Δεν επιτρέπει εμπλοκή στα κοινά της Ελλάδας.
Ενώ ο πόλεμος τέλειωσε για τον υπόλοιπο κόσμο, στην Ελλάδα αντί για λευτεριά, υφέρπει ο εμφύλιος.
Αυτόν προσπαθεί να αποτρέψει ο Λουκής. Οι δυνάμεις, όμως, της καταστροφής είναι υπέρτερες. Το δράμα του έθνους ήταν και δικό του δράμα. Η ήττα της μετριοπάθειας και της εθνικής ενότητας ήταν και δική του ήττα. Η απομόνωση και η εξουδετέρωση της Ελλάδας ήταν και δική του μοναξιά.
Η θύελλα των καιρών συμπαρασύρει και τα Καθημερινά Νέα. Ο Λουκής όμως δεν παραιτείται. Ετοιμάζεται για τη νέα του εξόρμηση.
Την εποχή των Καθημερινών Νέων ακολουθεί μια δημιουργική περίοδος . Τελειώνει τα δυο θεατρικά του έργα, Θεοδώρα και Όμηροι. Τότε κυκλοφορεί και το βιβλίο του Αρματωμένοι για το αλβανικό έπος, που ο Κ. Θ. Δημαράς θεωρεί ως «το πιο σημαντικό έργο από όσα έχουν θέμα τον πρόσφατο πόλεμο».
Παράλληλα εργάζεται για να εκδώσει νέα καθημερινή Εφημερίδα τα Ελληνικά Χρονικά, μια μεγάλη προσπάθεια που τελικά ναυάγησε.
Γράφει στην ανεψιά του Ήβη «Ίσως η πτώση αυτή να με βοηθήσει πιο πολύ. Γιατί ποτέ δεν έχω αντλήσει τόση δύναμη όσο από την αποτυχία των Ελληνικών Χρονικών. Ενώπιος ενωπίω συνεχίζω την πορεία μου. Και το τέρμα της πορείας αυτής είναι η συνείδηση ότι το πέρασμά μου από τον κόσμο αυτό ήταν ωφέλιμο δημιουργικό για τους συνανθρώπους μου».
Πέρασε ο Λουκής μέσα από το καμίνι του προβληματισμού, μεταξύ πνεύματος και πολιτικής. Παλαιότερα απέρριψε προτάσεις εμπλοκής στην πολιτική, ακόμη και σε υπουργικές θέσεις. Τελικά λογάριασε ότι θα μπορούσε να υπηρετήσει τον τόπο με τις δυνατότητες και την αποτελεσματικότητα που η πολιτική προσφέρει.
Είναι τότε που το Σεπτέμβρη του 1951 εκλέγεται πρώτος βουλευτής Αθηνών.
Ανάμεσα στους πρώτους που συγχάρηκαν το Λουκή ήταν και ο Δήμαρχος Μόρφου, Πολύκαρπος Νικολόπουλος.
Ο Λουκής απαντά:
Αγαπητέ μου κ. Δήμαρχε
«Βεβαιωθείτε ότι η εντονωτέρα συγκίνησις την οποίαν εδοκίμασα μετά την εκλογή μου, ως βουλευτού Αθηνών, ήτο το συγχαρητήριον τηλεγράφημα που είχατε την καλοσύνη να μου στείλετε εκ μέρους των συνδημοτών μας». Διαβεβαιώνει το Δήμαρχο ότι θα προσφέρει εις την Κοινήν Μεγάλην υπόθεση όσα του επιτρέπουν οι δυνάμεις του. Και καταλήγει: « Θα σας παρακαλέσω, κ. Δήμαρχε, να διαβιβάσετε τας ευχαριστίας μου προς τα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου Μόρφου και δι’ αυτών προς τους χωριανούς μου, τους οποίους παρακολουθεί το ενδιαφέρον και η αγάπη μου».
Τον Ιούλιο του επόμενου χρόνου επισκέπτεται την Κύπρο και φυσικά το δημαρχείο και την οικογένειά του στου Μόρφου και τη Ζώδια. Ήταν μια ευτυχισμένη στιγμή στην πολυτάραχη και δραματική, πολλές φορές, ζωή του.
Εκείνη η πρώτη βουλευτική του θητεία ήταν σύντομή, άφησε όμως δυνατά μηνύματα για την Κύπρο και για την Ελλάδα. Ανακίνησε πρώτος το Κυπριακό στον ΟΗΕ και αγωνίστηκε εναντίον της καταδίκης σε θάνατο του Μπελογιάννη και των συντρόφων του.
Ακολουθεί μια περίοδος στη ζωή του με πολλές προσπάθειες, αλλά και νέες δοκιμασίες.
Εκείνες ακριβώς τις δύσκολες ώρες οι δημοτικές αρχές του Μόρφου δίνουν το όνομά του στο δρόμο του σπιτιού του. Βαθύ ήταν το αίσθημα της ευγνωμοσύνης του προς το Δήμαρχο και το Δημοτικό Συμβούλιο.
Η δεκαετία του 1950 είναι όμως και η εποχή που το Κυπριακό μπαίνει σε νέα περίοδο. Συμμετέχει στην αποστολή στις ΗΠΑ για υποστήριξη της πρώτης προσφυγής στα Ηνωμένα Έθνη. Ως Εθναρχικός Σύμβουλος αρθρογραφεί στην εφημερίδα Ελευθερία της Αθήνας. Κείμενα που αποτελούν εθνικό κεφάλαιο.
Όταν το Κυπριακό καταλήγει στις Συμφωνίες της Ζυρίχης, γράφει: «Η Συμφωνία […] θέτει τον Ελληνισμό απέναντι μιας από τας πλέον λεπτάς και επικινδύνους δοκιμασίας της ιστορικής του διαδρομής. Συγχρόνως τον εξαναγκάζει ν’ αντιμετωπίσει με δημιουργικήν φαντασίαν και ρεαλισμόν νέαν και σχεδόν αμετακίνητον πραγματικότητα» Ο Λουκής δακρύζει για την απώλεια της ένωσης, έχει, όμως, συνείδηση των δυσκολιών. Δεν παραμένει σ’ αυτές, υποδεικνύει διεξόδους, τονίζει το αμετακίνητον των συμφωνιών, ζητά ρεαλισμό στην αντιμετώπιση των καταστάσεων και υποστηρίζει ευφάνταστη πολιτική με ενότητα και ευνομία.
Η δικαίωση για το Λουκή ήρθε με τις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου 1963. Η εκλογή του ήταν θριαμβευτική. Υπήρχε πια η λαϊκή αναγνώριση και η δυνατότητα πραγμάτωσης του μεγάλου του ονείρου, της συμμετοχής στην προσπάθεια μιας νέας αναγέννησης της Ελλάδας. Και ξαφνικά πάλι στην Κύπρο, το Δεκέμβρη του 1963 όταν ξέσπασαν οι διακοινοτικές. Μια κρίση που επεκτάθηκε στις σχέσεις Αθήνας Λευκωσίας. Δηλώνει στη Λευκωσία: «Όπως κάθε ελεύθερος άνθρωπος και εγώ εκφράζω την οδύνη μου δια τα θύματα εις οιανδήποτε πλευράν και αν ανήκουν […] Πρέπει να σας διαβεβαιώσω ότι ουδείς εις την Ελλάδα επεθύμει η κατάστασις να εκτραχυνθεί εις τοιούτον σημείον». Ο Λουκής εκείνες τις δύσκολες ώρες είναι φορέας μηνυμάτων ανθρωπισμού και συνιστά μετριοπάθεια και ενότητα. Κατά τη σύντομη παραμονή του επισκέφθηκε και πάλι το δημαρχείο του Μόρφου και τη Ζώδια.
Λουκής Ακρίτας (α), Γεώργιος Παπανδρέου (μ) και Ευάγγελος Παπανούτσος(δ) / Αρχείο Έλενας Ακρίτα
Ο θρίαμβος του Λουκή επαναλήφθηκε στις εκλογές της 16ης Φεβρουάριου 1964. Τώρα πια έμεναν πίσω όλες οι δυστυχίες και αποτυχίες του παρελθόντος. Μπροστά του ανοιγόταν ένας νέος δρόμος δικαίωσης και αναγνώρισης με το διορισμό του ως Υφυπουργού Παιδείας, με σκιώδη στην πραγματικότητα, υπουργό τον ίδιο τον Πρωθυπουργό, Γεώργιο Παπανδρέου.
Ήταν η μεγάλη ώρα της ανόρθωσης της χώρας μέσα από την παιδεία και τη μάχη αυτή έδινε ο Λουκής Ακρίτας, ο δάσκαλος από του Μόρφου.
Αμέσως μετά παρουσιάστηκαν τα πρώτα συμπτώματα της ασθένειάς του. Η επέμβαση στο Λονδίνο πήγε καλά. Πέθανε, τελικά από μετεγχειρητικό συμβάν. Τον αποχαιρέτισε ο πρωθυπουργός: «Άδικος ο θάνατος σου Λουκή. Μόλις έφθασες στην κορυφήν έλαμψε η αστραπή και ήταν κεραυνός. Τώρα μόλις ευρίσκεσο εις την χαρά, εις την γονιμότητα, εις την καρποφορίαν της δημιουργίας και φεύγεις.»
Η Ελλάδα εκείνη τη μέρα κήδευε το γιο του Χατζηγιαννακού και της Ελεγκούς από του Μόρφου που έγινε πανελλήνιος.
Όταν αναφερόμαστε σε όλες αυτές τις μορφές που η κοινωνία και η ιστορία του Μόρφου μας κληροδότησε αναλαμβάνουμε κι εμείς την ευθύνη της συνέχειας.
Οι συνθήκες δύσκολες, επώδυνες, τραυματικές. Του Μόρφου κατεχόμενο για σαράντα έξι χρόνια.
Η απάντησή μας σαφής και συγκεκριμένη: Θα εργαστούμε πέραν της ηττοπάθειας και πέραν της κατοχής, για ένα διαφορετικό αύριο. Θα προχωρήσουμε βήμα με βήμα. Δεν είναι τα μεγάλα λόγια και οι ηχηρές διακηρύξεις που αλλάζουν τις καταστάσεις, αλλά η συστηματική προσπάθεια. Πράγμα όχι εύκολο και όχι ακίνδυνο
Άλλωστε και οι άνθρωποι που σήμερα τιμούμε προχωρούσαν βήμα με βήμα, με επιμονή και πίστη, για να κάνουν του Μόρφου καλύτερο. Σ’ αυτό αποβλέπει και η δική μας αποστολή. Να διαφυλάξουμε ό,τι μας κληροδοτήσαν οι αιώνες και η ιστορία. Του Μόρφου ήταν χθες, είναι σήμερα και θα είναι και αύριο ο τόπος μας. Έτσι τιμούμε τους Δημάρχους και το Λουκή Ακρίτα. Διατηρούμε ισχυρή την ελπίδα ότι θα ξαναδούμε το Λουκή Ακρίτα να μας καλωσορίζει χαμογελαστός εκεί στα σχολεία, στην είσοδο του Μόρφου.
***
* Ομιλία στο ετήσιο μνημόσυνο, που τέλεσαν την Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2020, στον ιερό ναό Αγίας Βαρβάρας, στο Πλατύ Αγλαντζιάς, ο Δήμος Μόρφου, η Ιερά Μητρόπολις Μόρφου και η ΟΕΛΜΕΚ Μόρφου.