Αρχική Blog Σελίδα 26

Μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Ρούφου και του Οσίου Πατρός ημών Λώτ (22 Οκτωβρίου)

O Όσιος Pούφος εν ειρήνη τελειούται1

Ήδιστα Pούφος γης απήλθε και βίου.
Hγείτο και γαρ, και βίον και γην όναρ.

Σημείωση

1. Σημείωσαι, ότι περί του Oσίου τούτου Pούφου γράφεται εις τον Παράδεισον των Πατέρων, πως ερωτήθη από ένα· «Tί εστιν ησυχία; και τίς η ωφέλεια αυτής;» O δε Γέρων απεκρίθη αυτώ. Hσυχία εστί το καθεσθήναι εν τω κελλίω μετά γνώσεως και φόβου Θεού, απεχόμενον μνησικακίας και υψηλοφροσύνης. H τοιαύτη ησυχία, γεννήτρια ούσα πασών των αρετών, φυλάσσει τον Mοναχόν από των πεπυρωμένων βελών του εχθρού, μη εώσα αυτόν τιτρώσκεσθαι υπ’ αυτού. Nαι αδελφέ, ταύτην κτήσαι, μνημονεύων της εξόδου του θανάτου σου. Eίπε πάλιν ούτος ο Pούφος, ότι ο καθήμενος εν υποταγή πατρός πνευματικού, περισσότερον μισθόν έχει από εκείνον οπού κάθηται εις την έρημον και ησυχάζει μόνος. Eδιηγήθη γαρ ένας από τους Πατέρας, ότι είδε τέσσαρα τάγματα εις τον ουρανόν. Tο πρώτον τάγμα, ήτον ο άνθρωπος εκείνος οπού ασθενεί και ευχαριστεί εις τον Θεόν. Tο δεύτερον τάγμα, ήτον εκείνος οπού δέχεται τους ξένους και στέκεται και τους υπηρετεί. Tο τρίτον τάγμα, ήτον εκείνος οπού ησυχάζει εις την έρημον και δεν βλέπει άνθρωπον. Tο δε τέταρτον ήτον εκείνος οπού ευρίσκεται υποκάτω εις υπακοήν Γέροντος και υποτάσσεται αυτώ διά τον Θεόν. O δε υποτακτικός είχε δόξαν περισσοτέραν. Όθεν ο βλέπων την οπτασίαν ταύτην, ερώτησε τον Άγγελον οπού τον ωδήγει, διατί αυτός είχε περισσοτέραν δόξαν από τους άλλους; Kαι απεκρίθη ο Άγγελος, ότι οι μεν άλλοι, ήτοι ο φιλοξενών και ο ησυχάζων, έχουσι το εδικόν τους θέλημα. O δε υποτασσόμενος, αφήσας όλα τα εδικά του θελήματα, κρέμεται από μόνον το θέλημα του Γέροντός του.


O Όσιος Λωτ εν ειρήνη τελειούται1

O της νέας Λωτ και νέος Λωτ τον τρόπον,
Tω Λωτ συνοικεί της παλαιάς αξίως.

Σημείωση

1. Περί του Oσίου τούτου Λωτ γράφεται εις τον Παράδεισον των Πατέρων, ότι είπεν εις τον Aββάν Iωσήφ ταύτα. «Αββά, εγώ κατά την δύναμίν μου κάμνω την ολίγην μου προσευχήν. Kαι την ολίγην μου νηστείαν, και την μελέτην, και την ησυχίαν. Kαι κατά την δύναμίν μου φυλάττω τον νουν μου καθαρόν από κακούς λογισμούς. Όθεν τι άλλο να κάμω;» Tότε ο Iωσήφ εσηκώθη επάνω, και άπλωσε τα χέριά του εις τον ουρανόν. Kαι, ω του θαύματος! οι δέκα δάκτυλοι των χειρών του, έγιναν ωσάν δέκα λαμπάδες αναμμέναις, και λέγει εις τον Λωτ. Eάν θέλης, αγωνίσου, διά να γένης όλος ωσάν φωτία, εν τη προσευχή.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Τρίτη 21 Ὀκτωβρίου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΤΡΙΤΗ Κ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Φιλιππησίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
2: 16-23

Ἀδελφοί, οὐκ εἰς κενὸν ἔδραμον, οὐδὲ εἰς κενὸν ἐκοπίασα ᾿Αλλ᾿ εἰ καὶ σπένδομαι ἐπὶ τῇ θυσίᾳ καὶ λειτουργίᾳ τῆς πίστεως ὑμῶν, χαίρω καὶ συγχαίρω πᾶσι ὑμῖν· τὸ δ᾿ αὐτὸ καὶ ὑμεῖς χαίρετε καὶ συγχαίρετέ μοι. ᾿Ελπίζω δὲ ἐν Κυρίῳ ᾿Ιησοῦ Τιμόθεον ταχέως πέμψαι ὑμῖν, ἵνα κἀγὼ εὐψυχῶ γνοὺς τὰ περὶ ὑμῶν· οὐδένα γὰρ ἔχω ἰσόψυχον, ὅστις γνησίως τὰ περὶ ὑμῶν μεριμνήσει· οἱ πάντες γὰρ τὰ ἑαυτῶν ζητοῦσιν, οὐ τὰ Χριστοῦ ᾿Ιησοῦ. Τὴν δὲ δοκιμὴν αὐτοῦ γινώσκετε, ὅτι ὡς πατρὶ τέκνον σὺν ἐμοὶ ἐδούλευσεν εἰς τὸ Εὐαγγέλιον. Τοῦτον μὲν οὖν ἐλπίζω πέμψαι ὡς ἂν ἀπίδω τὰ περὶ ἐμὲ ἐξ αὐτῆς.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΟΣΙΩΝ ΒΑΡΝΑΒΑ ΚΑΙ ΙΛΑΡΙΩΝΟΣ)
Πρὸς Ἑβραίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
13: 17-21

Ἀδελφοί, πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε, αὐτοὶ γὰρ ἀγρυπνοῦσιν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν ὡς λόγον ἀποδώσοντες, ἵνα μετὰ χαρᾶς τοῦτο ποιῶσι καὶ μὴ στενάζοντες, ἀλυσιτελὲς γὰρ ὑμῖν τοῦτο. Προσεύχεσθε περὶ ἡμῶν, πεποίθαμεν γὰρ ὅτι καλὴν συνείδησιν ἔχομεν, ἐν πᾶσι καλῶς θέλοντες ἀναστρέφεσθαι. Περισσοτέρως δὲ παρακαλῶ τοῦτο ποιῆσαι ἵνα τάχιον ἀποκατασταθῶ ὑμῖν. Ὁ δὲ Θεὸς τῆς εἰρήνης, ὁ ἀναγαγὼν ἐκ νεκρῶν τὸν ποιμένα τῶν προβάτων τὸν μέγαν ἐν αἵματι διαθήκης αἰωνίου, τὸν Κύριον ἡμῶν ᾽Ιησοῦν, καταρτίσαι ὑμᾶς ἐν παντὶ ἔργῳ ἀγαθῷ εἰς τὸ ποιῆσαι τὸ θέλημα αὐτοῦ, ποιῶν ἐν ἡμῖν τὸ εὐάρεστον ἐνώπιον αὐτοῦ διὰ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, ᾧ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΤΡΙΤΗ Ε΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΛΟΥΚΑ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
9: 23-27

Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαὐτοῦ Μαθηταῖς· Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καθ’ ἡμέραν, καὶ ἀκολουθείτω μοι. ὃς γὰρ ἂν θέλῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν· ὃς δ’ ἂν ἀπολέσῃ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἕνεκεν ἐμοῦ, οὗτος σώσει αὐτήν. τί γὰρ ὠφελεῖται ἄνθρωπος κερδήσας τὸν κόσμον ὅλον, ἑαυτὸν δὲ ἀπολέσας ἢ ζημιωθείς; ὃς γὰρ ἐὰν ἐπαισχυνθῇ με καὶ τοὺς ἐμοὺς λόγους, τοῦτον ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται ὅταν ἔλθῃ ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ τοῦ πατρὸς καὶ τῶν ἁγίων ἀγγέλων. λέγω δὲ ὑμῖν ἀληθῶς, εἰσί τινες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἳ οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΟΣΙΩΝ ΒΑΡΝΑΒΑ ΚΑΙ ΙΛΑΡΙΩΝΟΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
6: 17-23

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἔστη ὁ Ἰησοῦς ἐπὶ τόπου πεδινοῦ, καὶ ὄχλος μαθητῶν αὐτοῦ, καὶ πλῆθος πολὺ τοῦ λαοῦ ἀπὸ πάσης τῆς Ἰουδαίας καὶ Ἱερουσαλὴμ καὶ τῆς παραλίου Τύρου καὶ Σιδῶνος, οἳ ἦλθον ἀκοῦσαι αὐτοῦ καὶ ἰαθῆναι ἀπὸ τῶν νόσων αὐτῶν, καὶ οἱ ὀχλούμενοι ἀπὸ πνευμάτων ἀκαθάρτων, καὶ ἐθεραπεύοντο· καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἐζήτει ἅπτεσθαι αὐτοῦ, ὅτι δύναμις παρ’ αὐτοῦ ἐξήρχετο καὶ ἰᾶτο πάντας. Καὶ αὐτὸς ἐπάρας τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ εἰς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἔλεγε· Μακάριοι οἱ πτωχοί, ὅτι ὑμετέρα ἐστὶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. μακάριοι οἱ πεινῶντες νῦν, ὅτι χορτασθήσεσθε. μακάριοι οἱ κλαίοντες νῦν, ὅτι γελάσετε. μακάριοί ἐστε ὅταν μισήσωσιν ὑμᾶς οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὅταν ἀφορίσωσιν ὑμᾶς καὶ ὀνειδίσωσι καὶ ἐκβάλωσι τὸ ὄνομα ὑμῶν ὡς πονηρὸν ἕνεκα τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου. χαίρετε ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ καὶ σκιρτήσατε· ἰδοὺ γὰρ ὁ μισθὸς ὑμῶν πολὺς ἐν τῷ οὐρανῷ.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Ὁμιλία στὴν ἑορτὴ τῶν ὁσίων καὶ θεοφόρων πατέρων ἡμῶν Βαρνάβα καὶ Ἱλαρίωνος τῶν ἐν Περιστερώνῃ τῆς Μόρφου κειμένων (21/10)

Ἀρχιμανδρίτης Φώτιος Ἰωακεὶμ

Οι όσιοι Βαρνάβας και Ιλαρίων

Ἡ σύντομη, ἀλλὰ γεμάτη ἀπὸ ὑψηλὰ νοήματα καὶ θεῖες διδαχὲς εὐαγγελικὴ περικοπή, ποὺ μόλις ἀκούσαμε (Λουκ. 6, 17-23), ἀγαπητοί μου ἐν Κυρίῳ ἀδελφοί, μᾶς παρουσιάζει μὲ ἐξαιρετικὴ λιτότητα, μὰ καὶ συνάμα ἀνάγλυφη παραστατικότητα, ὡραιότατες στιγμὲς ἀπὸ τὴν ἐπὶ γῆς θαυμαστὴ ζωὴ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Ὁ Κύριος βρέθηκε κάποτε σὲ μιὰ ἀπὸ τὶς ὄμορφες ἐκεῖνες καὶ εὔφορες ἐκτεταμένες πεδιάδες τῆς Ἰουδαίας, ὅπου μαζεύτηκε ἕνας μεγάλος ἀριθμὸς τῶν μαθητῶν του, καθὼς καὶ πλῆθος πολὺ τοῦ λαοῦ ἀπ᾽ὅλη τὴν Ἰουδαία, τὰ Ἱεροσόλυμα, ἀκόμη κι ἀπ᾽ τὶς παραλιακὲς πόλεις τῆς Φοινίκης (σημ. Λιβάνου) Τύρο καὶ Σιδῶνα, γιὰ νὰ ἀκούσουν τοὺς ψυχοτρόφους μελίρρυτους κι ἀθάνατους λόγους ζωῆς αἰωνίου τοῦ Μεγάλου Διδασκάλου, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ θεραπευθοῦν ὅσοι ἦσαν ἀσθενεῖς, ἀπὸ τὸν θαυμαστὸ ἐκεῖνο Οὐράνιο καὶ ἄμισθο Ἰατρὸ ψυχῶν καὶ σωμάτων. Καὶ ὁ φιλάνθρωπος Δεσπότης, ἄμεσα ἀνταποκρινόμενος στὸν συναγμένο ἐκεῖνο ἀνθρώπινο πόνο καὶ τὴν ἀκράδαντη πίστη τῶν προσερχομένων, ποὺ ἤθελαν ὅλοι νὰ τὸν ἀγγίξουν, τοὺς θεράπευε ὅλους, γιατὶ θεϊκὴ «δύναμις ἐξήρχετο ἀπ᾽ αὐτοῦ καὶ ἰᾶτο πάντας». Μά, δὲν ἀρκέσθηκε στὴ θεραπεία τὴ σωματική τους ὁ Ἰησοῦς, ποὺ ἁπλόχερα χορηγοῦσε! Ἀμέσως στὴ συνέχεια, τοὺς ἀπεύθυνε μὲ ἁπλᾶ λόγια, γεμάτα ὅμως πνευματικὸ βάθος, μία λαμπρὴ διδασκαλία, γιὰ νὰ θρέψει καὶ θεραπεύσει τὶς πεινασμένες καὶ ἀσθενικές τους ψυχές: Ἐξεφώνησε τοὺς θαυμαστοὺς ἐκείνους Μακαρισμούς, τὴν ἀναντίρρητη βάση τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Μακαρισμοὶ ὀνομάσθηκαν, ἀπὸ τὴν ἐπανάληψη τῆς λέξεως, μακάριοι. Κι ὅσοι τοὺς τηροῦν, καθίστανται μακάριοι. Στὴ νεώτερη ἐποχή, συνηθίσαμε νὰ ἀποδίδομε τὴν ἀρχαία τούτη λέξη μακάριος μὲ τὸ εὐτυχισμένος, καλότυχος. Ἡ ἑρμηνεία ὅμως αὐτὴ ἀποτελεῖ μία μόνο κατ᾽ ἐπέκταση ἔννοια καὶ παράμετρο τοῦ πραγματικοῦ νοήματος τῆς λέξεως μακάριος, ποὺ ἑτυμολογεῖται ἀπὸ τὸ μὴ (λαμβάνειν) κῆρας, δηλ. φθορά. Μακάριος λοιπὸν θὰ εἰπεῖ ὁ ἄφθαρτος, ὁ ἀθάνατος, ὁ αἰώνιος, αὐτὸς δηλ. ποὺ καθίσταται κοινωνὸς τῆς αἰώνιας ἐν Χριστῷ ζωῆς, καί, ἄρα, ἀληθινὰ εὐτυχισμένος!

Αὐτῆς τῆς αἰώνιας, τῆς ἀληθινῆς θεϊκῆς ζωῆς ἔγιναν μέτοχοι καὶ ὅλοι οἱ ἀπ᾽ αἰῶνος ἅγιοι. Σ᾽ αὐτὴ τὴν αἰώνια ζωή, τὴν ὅραση δηλ. «τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Β´ Κορ. 4,6), μετέχουν καὶ οἱ σήμερον λαμπρῶς ἑορταζόμενοι καὶ παρ᾽ ἡμῶν τιμώμενοι ὅσιοι καὶ θεοφόροι πατέρες ἡμῶν Βαρνάβας καὶ Ἱλαρίων, οἱ μεγαλώνυμοι καὶ περιώνυμοι καὶ θαυματουργοί. Αὐτοί, οἱ ὁποῖοι τήρησαν μέχρι θανάτου τὸ ἅγιο θέλημα καὶ τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ, κι ἐφάρμοσαν στὴν ὁσιακὴ βιοτή τους τοὺς πιὸ πάνω Μακαρισμοὺς τοῦ Χριστοῦ, γι᾽ αὐτὸ καὶ ἔλαβαν πλούσια τὴν ἀνταπόδοση τῶν ἐπὶ γῆς ἀσκητικῶν τους καμάτων, νὰ θεραπεύουν κάθε ἀσθένεια ὅσων προσέρχονται μὲ πίστη θερμὴ στὴ Χάρη τους, στὸν περιφανῆ καὶ παλαίφατο τοῦτο ναό τους, στὰ τίμια λείψανά τους, στὴ θαυματουργή τους εἰκόνα. Καὶ εἶναι ἀκριβῶς γιὰ τοῦτο, ποὺ καθορίστηκε νὰ διαβάζεται στὴν ἁγία μνήμη τους ἡ εὐαγγελικὴ περικοπή, ποὺ ἀκούσαμε, γιατὶ οἱ ὅσιοί μας καὶ τὴν ὀρθὴ καὶ ἀκράδαντη Πίστη εἶχαν, καὶ τοὺς Μακαρισμοὺς τοῦ Κυρίου τήρησαν, καὶ κάθε ἀσθένεια, ὅπως ὁ Χριστός μας, θεράπευσαν καὶ θεραπεύουν, κατὰ τὴν ἀψευδῆ του ὑπόσχεση: «ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, τὰ ἔργα ἃ ἐγὼ ποιῶ κἀκεῖνος ποιήσει, καὶ μείζονα τούτων ποιήσει» (Ἰω.14,12).

Ποιός ὅμως ὁ βίος καὶ ἡ ἔνθεη πολιτεία τῶν θεοφόρων τούτων ἀνδρῶν καὶ πῶς τιμήθηκαν στὸ νησί μας, στὴν εὐλογημένη τούτη κωμόπολη τῆς Περιστερώνας, θὰ διηγηθοῦμε ἀμέσως στὴ συνέχεια, ἀκολουθῶντας τὸ ἀρχαῖο τους Συναξάριο, ὅπως διασώθηκε στὴν παλαιὰ χειρόγραφη ᾀσματική τους Ἀκολουθία, ἀντιγραμμένη τὸ 1771 ἀπὸ μία παλαιότερη.

Ο ιερός ναός των Οσίων Βαρνάβα και Ιλαρίωνος στην Περιστερώνα

Ἐπίγεια πατρίδα τῶν ἰσαγγέλων τούτων πατέρων ὑπῆρξε ἡ περιλάλητος καὶ ἁγιοτόκος Καππαδοκία, ἡ γενέτειρα Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, Σάββα τοῦ ἡγιασμένου, Θεοδοσίου τοῦ Κοινοβιάρχου καὶ πλείστων ἄλλων περιφανῶν ἀστέρων τοῦ νοητοῦ τῆς Ἐκκλησίας στερεώματος. Ἐποχὴ ἀκμῆς τους ἦταν ἡ περίοδος βασιλείας τοῦ εὐσεβεστάτου αὐτοκράτορος τῆς ἀνατολικῆς βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας Θεοδοσίου τοῦ Μικροῦ (408-450). Οἱ γονεῖς τους, εὐγενεῖς καὶ πλούσιοι Καππαδόκες, ἀφοῦ τοὺς ἀνέθρεψαν ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου καὶ φρόντισαν γιὰ τὴ μόρφωσή τους, τοὺς ἐνέταξαν, κατὰ τὴ συνήθεια πολλῶν εὐγενῶν τῆς ἐποχῆς, στὰ τάγματα τοῦ ἐνδόξου αὐτοκρατορικοῦ στρατεύματος. Καθὼς ἦσαν εὐγενεῖς, ρωμαλέοι, ἀνδρεῖοι καὶ νουνεχεῖς, ὑπηρέτησαν εὐσυνείδητα στὰ στρατιωτικά τους καθήκοντα καὶ διέπρεψαν στοὺς μεγάλους πολέμους, ποὺ διεξήγαγε τότε ἡ ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία ἐναντίων τῶν Οὕννων, Περσῶν καὶ Βανδάλων. Γιὰ τοῦτο καί, ἀφοῦ κλήθηκαν στὴν Κωνσταντινούπολη, ἔλαβαν πολλὲς καὶ μεγάλες τιμὲς ἀπὸ τὸν βασιλέα Θεοδόσιο καὶ τοὺς μεγιστάνες του.

Μετὰ ὅμως ἀπὸ ἀρκετὸ καιρὸ στρατιωτικῆς ὑπηρεσίας, οἱ δύο ἅγιοι, ἀναλογιζόμενοι τὸ μάταιο καὶ φθαρτὸ τῶν γηΐνων, καθὼς καὶ τὴν αἰώνια καὶ ἀτελεύτητη μακαριότητα, καὶ περιφρονῶντας τιμὲς καὶ δόξες ὡς σκύβαλα, κατὰ τὸν θεηγόρο Παῦλο, ἐπόθησαν, ὡς εὐλαβεῖς καὶ θεοφιλεῖς, τὰ αἰώνια καὶ ἄφθαρτα ἀγαθὰ καὶ τὴν ὁλόψυχη ὑπηρεσία τοῦ ἐπουρανίου βασιλέως Χριστοῦ, παρὰ ἐκείνη τοῦ ἐπιγείου βασιλέως. Λαμβάνοντας λοιπὸν τὴ σχετικὴ βασιλικὴ ἄδεια, κατέλιπαν τὴ στρατιωτική τους ἀξία, διένειμαν στοὺς πτωχοὺς τὴν περιουσία τους, ἐλευθέρωσαν τοὺς δούλους τους καί, ἐγκαταλείποντας τὴ φιλτάτη τους πατρίδα, ἀνέλαβαν τὸν μοναχικὸ βίο σὲ ἄλλη περιοχή, σηκώνοντας στοὺς ὤμους τους τὸν χρηστὸ ζυγὸ τῆς ἰσάγγελης πολιτείας, κατὰ τὴν εὐαγγελικὴ φωνή. Διῆλθαν λοιπὸν οἱ οὐρανόφρονες τοῦτοι ἄνδρες τὸ στάδιο τοῦ μονήρους βίου μὲ νηστεῖες, ἀγρυπνίες καὶ προσευχές, περιφερόμενοι μέσα σὲ σπήλαια καὶ ὄρη καὶ τὶς ὀπὲς τῆς γῆς, κατὰ τὸν θεῖο ἀπόστολο, «ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι», σὰν νὰ ἦσαν ἄσαρκοι. Κι ἀφοῦ ἔζησαν μὲ τέτοια ὑπεράνθρωπη πολιτεία γιὰ πολλὰ χρόνια καὶ ἔφθασαν σὲ μέτρα τελειότητας, ἔγιναν ἐπάξια δοχεῖα τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ σὲ προχωρημένη ἡλικία, ἔφθασαν καὶ στὸ μακάριο τέλος καὶ παρέδωκαν τὸ πνεῦμα τους εἰς χεῖρας Θεοῦ ζῶντος, τὸν Ὁποῖο ἀγάπησαν ἀπὸ τὴ νεότητά τους πάνω ἀπὸ ὅλα. Ἐνταφιάστηκαν τότε τὰ τίμιά τους λείψανα ἀπὸ εὐλαβεῖς ἄνδρες στὸν τόπο τῆς τελείωσής τους.

Ἀρκετὰ χρόνια ἀργότερα, ἡ ἱερὰ λάρνακα (σαρκοφάγος), ποὺ περιεῖχε τὰ ἅγιά τους λείψανα, ἔρχεται, μὲ τὴν Πρόνοια τοῦ Κυρίου, στὴ νῆσο τῶν ἁγίων, τὴν πολλαπλῶς καὶ πλουσιοπαρόχως εὐλογημένη ἀπὸ τὸν Θεὸ Κύπρο μας. Τὸ Συναξάριό τους δὲν μᾶς παρέχει στὸ σημεῖο τοῦτο χρονολογικὲς ἢ ἄλλες παρεμφερεῖς πληροφορίες. Ἡ ἔλευση αὐτὴ τῶν ἁγίων λειψάνων στὴν Κύπρο χρονολογεῖται ἀσφαλῶς στὴ βυζαντινὴ γιὰ τὴν Κύπρο περίοδο (πρὶν τὸν 12ο αἰῶνα, ἀφοῦ στὸ Συναξάριο τῶν ὁσίων ἡ πόλη τῶν Σόλων φέρεται νὰ ἀκμάζει), καὶ μπορεῖ νὰ τοποθετηθεῖ πιθανότατα στὴν περίοδο τῆς εἰκονομαχίας (727-787 καὶ 814-842) γιὰ ποικίλους λόγους. Πρῶτα, ἕνεκα τῆς χρονολόγησης, βάσει ἀρχαιολογικῶν δεδομένων, τῆς ἀνοικοδόμησης τοῦ ἀρχικοῦ ναοῦ τῶν ὁσίων ἐδῶ στὴν Περιστερῶνα στὸ διάστημα μεταξὺ 700­-965.Ὕστερα, εἶναι γνωστό, ὅτι, σύμφωνα μὲ ποικίλες ἱστορικὲς μαρτυρίες, ἡ Κύπρος κατὰ τὴν εἰκονομαχικὴ περίοδο, μάλιστα κατὰ τὴν πρώτη φάση της (727-787), ἀποτέλεσε σημαντικὸ καταφύγιο εἰκονοφίλων ἁγίων καὶ μοναχῶν. Πολλὲς μάλιστα ἀρχαῖες τοπικὲς παραδόσεις συνδέουν τὴν ἵδρυση Μονῶν στὴ νῆσο καὶ τὴν ἔλευση σ᾽ αὐτὴ ἁγίων εἰκόνων μὲ τὴν ἐδῶ ἔλευση εἰκονοφίλων μοναστῶν. Γνωρίζουμε, ἀκόμη, ὅτι κατὰ τὴν εἰκονομαχία, ὄχι μόνο ἅγιες εἰκόνες, ἀλλὰ καὶ λείψανα ἁγίων καταστρέφονταν ἀπὸ τοὺς εἰκονομάχους. Οἱ εὐλαβεῖς τότε χριστιανοί, σύμφωνα μὲ πολλὲς ἀναφορές, γιὰ νὰ διασώσουν εἰκόνες καὶ ἱερὰ λείψανα, ἐκτὸς τοῦ ὅτι τὰ ἀπέκρυπταν, ἐνίοτε τὰ ἔριχναν μὲ πίστη στὴ θάλασσα, ὄντας βέβαιοι, ὅτι ἡ θεία Πρόνοια θὰ τὰ διέσωζε. Ἔτσι διασώθηκε τὸ λείψανο τοῦ ἀποστόλου Βαρθολομαίου στὴ νῆσο τῆς Λιπάρεως καὶ ἡ θαυματουργὸς εἰκόνα τῆς Πορταΐτισσας στὴ Μονὴ τῶν Ἰβήρων. Ἀκόμη, σύμφωνα μὲ παλαιὲς ἐπίσης παραδόσεις, ἦλθαν στὴ νῆσο μας διὰ θαλάσσης καὶ οἱ λάρνακες μὲ τὰ λείψανα τῶν ἁγίων Μάμαντος στὴ Μόρφου καὶ ἱερομάρτυρος Ἑρμογένους στὸ Κούριο. Τέλος, εἶναι σαφὴς ἡ μαρτυρία τοῦ Συναξαρίου, ὅτι ὁ ἀρχικὸς ἐδῶ τῶν ὁσίων Βαρνάβα καὶ Ἱλαρίωνος «περικαλλὴς ναὸς ἐκ βάθρων γῆς ἀνεγείρεται τοῖς ἁγίοις ἐν αὐτῷ τῷ τόπῳ». Ἀνοικοδομήθηκε δηλαδὴ ἐκ βάθρων σύντομα μετὰ τὴν ἐδῶ ἄφιξη τῶν ἁγίων τους λειψάνων.

Τμήματα των τιμίων λειψάνων των Οσίων Βαρνάβα και Ιλαρίωνος

Ἡ τιμία λοιπὸν σορὸς τῶν ἁγίων ἔφθασε θαυμαστῶς κατὰ τὴν ἐν λόγῳ περίοδο στὰ βόρεια μέρη τῆς νήσου μας, «ἐν τόπῳ λεγομένῳ Στοματίῳ». Πρόκειται πιθανότατα γιὰ τὸ σημεῖο ἐκβολῆς μεγάλου χειμάρρου (ὅπως τοῦ Σέτραχου ποταμοῦ) κοντὰ στὴν ἀρχαία πόλη τῶν Σόλων. Κι ἀφοῦ πέρασαν ἀρκετὲς μέρες, φαίνονται οἱ ἅγιοί μας σὲ κάποιο φιλόχριστο καὶ εὐσεβὴ ἄνδρα στοὺς Σόλους, ὀνομαζόμενο Λεόντιο, στὸν ὁποῖο φανέρωσαν τὰ ὀνόματά τους καὶ ἐξιστόρησαν τὰ σχετικὰ μὲ τὴ ζωή τους, κι ὅτι εἶχαν ἔλθει, ὁδηγημένοι ἀπὸ τὴ θεϊκὴ Πρόνοια, νὰ παραμείνουν στὴ νῆσο, «εἰς σύστασιν καὶ βοήθειαν αὐτῆς καὶ εἰς ὑγείαν τῶν νοσούντων ἐν αὐτῇ». Συνάμα, τὸν πρόσταξαν νὰ πάρει τὸ ζευγάρι του καὶ νὰ πάει στὸ Στομάτιο νὰ σηκώσει καὶ νὰ μεταφέρει τὴν τιμία τους λάρνακα. Ἔκπληκτος καὶ φοβισμένος ὁ εὐλαβὴς ἐκεῖνος ἄνδρας, πράγματι μετέβη στὸν τόπο, ποὺ τοῦ ὑπέδειξαν οἱ ἅγιοι, μὰ στάθηκε ἀδύνατο νὰ μετακινήσει τὴ λάρνακα ἐκείνη. Ἀπορημένος τότε ὁ θεοφιλὴς Λεόντιος, παρακαλοῦσε ὅλο ἐκεῖνο τὸ βράδυ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἁγίους, νὰ τοῦ ἀποκαλύψουν τὸ θέλημά τους. Ξαναφάνηκαν λοιπὸν οἱ ἅγιοι τὸ βράδυ, καὶ τοῦ διασάφησαν πώς, μὲ τὸ ζεῦγος, δὲν ἐννοοῦσαν τὰ δύο βόδια του, ἀλλὰ τοὺς δύο υἱούς του! Πῆγε τότε στὸ σπίτι του ὁ Λεόντιος καὶ ὁδήγησε τὰ δύο παιδιά του στὸ Στομάτιο, ὅπου σήκωσαν μὲ εὐκολία πλέον τὴν τιμία λάρνακα, καὶ τὴ μετέφεραν στὸν τόπο, ποὺ ἐκαλεῖτο Λακκία, στὴν ἐπισκοπικὴ περιφέρεια τῶν Σόλων, δηλαδὴ ἐδῶ ἀκριβῶς, ὅπου καὶ κτίστηκε στὴ συνέχεια ἐκ βάθρων ὁ ἀρχικὸς περίλαμπρος ναός τῶν ὁσίων, ἕνεκα τῶν πολλῶν καὶ ἐξαισίων θαυμάτων, ποὺ ἔκτοτε ἐπιτελοῦσαν: Τυφλοὶ ἀνέβλεπαν, χωλοὶ περιπατοῦσαν, δαιμόνια ἐκδιώκονταν ἀπὸ τοὺς δαιμονιζομένους, καὶ κάθε ἀσθένεια θεραπευόταν, ὅσων προσέρχονταν ἐδῶ στοὺς ἁγίους μὲ θερμὴ πίστη. Κι ὄχι μόνο τὸν κοινὸ λαὸ θεράπευαν οἱ φιλεύσπλαχνοι τοῦτοι ἅγιοι, ἀλλὰ καὶ πλούσιους καὶ ἄρχοντες τῆς νήσου. Τὸ ἀρχαῖο τους Συναξάριο, χωρὶς νὰ προδιορίζει ἐπακριβῶς χρονολογικὰ καὶ ὀνομαστικά, ἀναφέρεται στὴ θαυμαστὴ θεραπεία κάποιου κρατοῦντος, δηλ. ἑνὸς ἄρχοντος, διοικητοῦ τῆς Κύπρου, εἴτε κατὰ τοὺς ὑστεροβυζαντινοὺς χρόνους, εἴτε κάποιου βασιλιὰ κατὰ τὴν ἐν Κύπρῳ φραγκοκρατία, ὁ ὁποῖος ὁδηγήθηκε ἐδῶ, ἀσθενὴς καὶ σχεδὸν παράλυτος, καί, μόλις ἄγγιξε στὴν τιμία λάρνακα τῶν ἁγίων, θεραπεύθηκε ἀμέσως καὶ περιπατοῦσε πλέον ὑγιής! Γι᾽ αὐτὸ καί, ἀποδίδοντας ἐπάξια τὴν εὐχαριστία στοὺς ἁγίους, πρόσταξε νὰ τελεῖται ἔκτοτε πανηγυρικὰ καὶ μὲ δόξα ἡ ἁγία μνήμη τους. Καὶ τὰ θαύματα τῶν ὁσίων μας συνεχίζουν ἀνελλειπῶς μέχρι καὶ τὶς μέρες μας, διότι «ἀνεξάντλητος ὑπάρχει τῶν ἁγίων ἡ χάρις, ἣν παρὰ Θεοῦ ἐκομίσαντο».

Ἡ χάρις αὐτὴ τῶν μεγάλων τούτων ἁγίων συνάθροισε κι ἐμᾶς σήμερα, στὸν περιώνυμο καὶ περικαλλὴ αὐτὸ ναό τους, ὅπου ἀποθησαυρίζονται τὰ ἱερά τους λείψανα καὶ οἱ παλαιὲς ἅγιες εἰκόνες τους, νὰ τοὺς τιμήσουμε καὶ δοξολογήσουμε μὲ ἱεροπρεπεῖς καὶ χαρμόσυνους ψαλμούς καὶ ὕμνους καὶ ᾠδὲς πνευματικές. Καὶ μᾶς καλοῦν, συγχρόνως, νὰ τοὺς τιμήσουμε μὲ τὴν κατὰ δύναμη μίμηση τοῦ θαυμαστοῦ βίου τους, τῶν ἁγίων ἀρετῶν τους, ποὺ ἤδη σκιαγραφήσαμε: Τῆς ταπείνωσης, τῆς περιφρόνησης τῆς ματαιότητας τοῦ παρόντος βίου, τῆς ὁλόψυχης μετάνοιας, τῆς ποικιλότροπης χριστομίμητης ἄσκησης, καὶ μάλιστα τῆς κορυφαίας ἀρετῆς τῆς ἀγάπης, τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ πλησίον, ποὺ ὑπῆρξε ὁ ὁδηγὸς καὶ τὸ μέτρο τῆς θεάρεστης πολιτείας τους.

Αὐτῶν τῶν ἀρετῶν τους, ἂς παρακαλέσουμε ἀπὸ ψυχῆς, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, τοὺς θεοφόρους πατέρες μας Βαρνάβα καὶ Ἱλαρίωνα, νὰ μᾶς καταστήσουν μετόχους, καὶ νὰ μᾶς ἀξιώσουν μὲ τὶς θεοπειθεῖς ἱκεσίες τους τῆς ἀνέκφραστης ἐκείνης χαρᾶς τοῦ Παραδείσου, ὅπου συγχορεύουν μὲ τοὺς ἀπ᾽ αἰῶνος ἁγίους, καὶ δοξάζουν Πατέρα, Υἱὸν καὶ Ἅγιον Πνεῦμα, τὴ Μία Τριαδικὴ Θεότητα, στὴν Ὁποία ἀνήκει ἡ δόξα, τὸ κράτος καὶ ἡ βασιλεία στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν!

Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Iλαρίωνος του μεγάλου (21 Οκτωβρίου)

Όσιος Ιλαρίωνας ο Μέγας. Τοιχογραφία του 12ου αιώνα μ.Χ. στην Ιερά Μονή Παναγίας του Άρακα παρά τα Λαγουδερά

Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Iλαρίωνος του μεγάλου

Eν δάκρυσι πριν και πόνοις σπείρας κάτω,
Iλαρίων θέριζε νυν χαίρων άνω.
Ύστατα Iλαρίων κοιμήσατο εικάδι πρώτη.

Όσιος Ιλαρίωνας ο Μέγας. Τοιχογραφία του 12ου αιώνα μ.Χ. στην Ιερά Μονή Παναγίας του Άρακα παρά τα Λαγουδερά

Oύτος ο Άγιος Iλαρίων ήτον κατά τους χρόνους του Mεγάλου Kωνσταντίνου, εν έτει τλγ΄ [333], γεννηθείς και ανατραφείς εις την πόλιν των Γαζαίων1 από γονείς απίστους. Διά την αγάπην δε των μαθημάτων, επήγεν εις Aλεξάνδρειαν. Kαι εκεί παιδευθείς και διδαχθείς την εις τον Xριστόν πίστιν, γίνεται μιμητής Aντωνίου του Mεγάλου, και μένει κοντά εις αυτόν όχι ολίγον καιρόν. Aφ’ ου δε απέθανον οι γονείς του, εγύρισεν εις την πατρίδα του, και διεμοίρασεν εις τους πτωχούς όλα του τα υπάρχοντα. Έπειτα επήγεν εις την έρημον. Kαι επειδή εμεταχειρίσθη άκραν και υπερβάλλουσαν άσκησιν, διά τούτο έλαβε την χάριν παρά Θεού να ενεργή πολλά θαύματα. Διαπεράσας δε πόλεις και χώρας, ετελείωσε τον πρόσκαιρον τούτον βίον, ζήσας χρόνους ολοκλήρους ογδοήκοντα. (Tον κατά πλάτος Bίον αυτού όρα εις τον Παράδεισον. Tούτον δε συνέγραψεν ελληνιστί ο Mεταφραστής, ου η αρχή: «Εν Παλαιστίνη πόλις εστί». Σώζεται εν τη Λαύρα και εν άλλαις.)

Όσιος Ιλαρίωνας ο Μέγας. Τοιχογραφία του 12ου αιώνα μ.Χ. στην Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στην Πάτμο

Σημειώσεις

1. O Σωζόμενος δε (βιβλ. γ΄, κεφ. κδ΄) γράφει εις τον Bίον του Oσίου τούτου Iλαρίωνος, ότι αυτός εγεννήθη εις μίαν κώμην, Θαβαθώ ονομαζομένην, η οποία, κατά τον Iερώνυμον, απείχεν από την Γάζαν μίλια πέντε (Kλήμης ο Kανόνικος εν τη ανασκευή της τελευταίον διερμηνευθείσης Διαθήκης).

Όσιος Ιλαρίωνας ο Μέγας. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Πανηγυρικὴ Θεία Λειτουργία Ὁσίων Βαρνάβα καὶ Ἱλαρίωνος στὴν Περιστερῶνα (21.10.2023)

Ἡ Θεία Λειτουργία τελέσθηκε τὴν 21η Ὀκτωβρίου 2023 ἐπὶ τῇ εὐκαιρίᾳ τῆς μνήμης τῶν ὁσίων Βαρνάβα καὶ Ἱλαρίωνος, στὸν ἱερὸ ναὸ Ἁγίων Βαρνάβα καὶ Ἱλαρίωνος στὴν Περιστερῶνα τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου.

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Δευτέρα 20 Ὀκτωβρίου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΔΕΥΤΕΡΑ Κ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Φιλιππησίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
2: 12-15

Ἀδελφοί, καθὼς πάντοτε ὑπηκούσατε, μὴ ὡς ἐν τῇ παρουσίᾳ μου μόνον, ἀλλὰ νῦν πολλῷ μᾶλλον ἐν τῇ ἀπουσίᾳ μου, μετὰ φόβου καὶ τρόμου τὴν ἑαυτῶν σωτηρίαν κατεργάζεσθε· ὁ Θεὸς γάρ ἐστιν ὁ ἐνεργῶν ἐν ὑμῖν καὶ τὸ θέλειν καὶ τὸ ἐνεργεῖν ὑπὲρ τῆς εὐδοκίας. Πάντα ποιεῖτε χωρὶς γογγυσμῶν καὶ διαλογισμῶν, ἵνα γένησθε ἄμεμπτοι καὶ ἀκέραιοι, τέκνα Θεοῦ ἀμώμητα ἐν μέσῳ γενεᾶς σκολιᾶς καὶ διεστραμμένης, ἐν οἷς φαίνεσθε ὡς φωστῆρες ἐν κόσμῳ, λόγον ζωῆς ἐπέχοντες εἰς καύχημα ἐμοὶ εἰς ἡμέραν Χριστοῦ.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΑΡΤΕΜΙΟΥ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ)
Πρὸς Τιμόθεον Β΄ Ἐπιστολῆς Παύλου
2: 1-10

Τέκνον Τιμόθεε, ἐνδυναμοῦ ἐν τῇ χάριτι τῇ ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ, καὶ ἃ ἤκουσας παρ᾿ ἐμοῦ διὰ πολλῶν μαρτύρων, ταῦτα παράθου πιστοῖς ἀνθρώποις, οἵτινες ἱκανοὶ ἔσονται καὶ ἑτέρους διδάξαι. Σὺ οὖν κακοπάθησον ὡς καλὸς στρατιώτης ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. Οὐδεὶς στρατευόμενος ἐμπλέκεται ταῖς τοῦ βίου πραγματείαις, ἵνα τῷ στρατολογήσαντι ἀρέσῃ. Ἐὰν δὲ καὶ ἀθλῇ τις, οὐ στεφανοῦται, ἐὰν μὴ νομίμως ἀθλήσῃ. Τὸν κοπιῶντα γεωργὸν δεῖ πρῶτον τῶν καρπῶν μεταλαμβάνειν. Νόει ὃ λέγω· δῴη γάρ σοι ὁ Κύριος σύνεσιν ἐν πᾶσι. Μνημόνευε ᾿Ιησοῦν Χριστὸν ἐγηγερμένον ἐκ νεκρῶν, ἐκ σπέρματος Δαυΐδ, κατὰ τὸ εὐαγγέλιόν μου, ἐν ᾧ κακοπαθῶ μέχρι δεσμῶν ὡς κακοῦργος· ἀλλ᾿ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται. Διὰ τοῦτο πάντα ὑπομένω διὰ τοὺς ἐκλεκτούς, ἵνα καὶ αὐτοὶ σωτηρίας τύχωσι τῆς ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ μετὰ δόξης αἰωνίου.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΔΕΥΤΕΡΑ Ε΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΛΟΥΚΑ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
9: 18-22

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐγένετο ἐν τῷ εἶναι τὸν Ἰησοῦν προσευχόμενον κατὰ μόνας, συνῆσαν αὐτῷ οἱ μαθηταί, καὶ ἐπηρώτησεν αὐτοὺς λέγων· Τίνα με λέγουσιν οἱ ὄχλοι εἶναι; οἱ δὲ ἀποκριθέντες εἶπον· Ἰωάννην τὸν βαπτιστήν, ἄλλοι δὲ Ἠλίαν, ἄλλοι δὲ ὅτι προφήτης τις τῶν ἀρχαίων ἀνέστη. εἶπε δὲ αὐτοῖς· Ὑμεῖς δὲ τίνα με λέγετε εἶναι; ἀποκριθεὶς δὲ Πέτρος εἶπε· Τὸν Χριστὸν τοῦ Θεοῦ. ὁ δὲ ἐπιτιμήσας αὐτοῖς παρήγγειλε μηδενὶ λέγειν τοῦτο, εἰπὼν ὅτι Δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου πολλὰ παθεῖν καὶ ἀποδοκιμασθῆναι ἀπὸ τῶν πρεσβυτέρων καὶ ἀρχιερέων καὶ γραμματέων, καὶ ἀποκτανθῆναι, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθῆναι.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Μνήμη του Aγίου Mεγαλομάρτυρος Aρτεμίου (20 Οκτωβρίου)

Άγιος Μεγαλομάρτυς Αρτέμιος. Τοιχογραφία στην Ιερά Μονή Παναγίας Ασίνου

Μνήμη του Aγίου Mεγαλομάρτυρος Aρτεμίου

O πάντα λαμπρός Aρτέμιος εν βίω,
Tμηθείς ανήλθεν εις υπέρλαμπρον κλέος.
Eικάδι Aρτέμιος πυκινόφρων όσσ’ εκάλυψεν.

Άγιος Μεγαλομάρτυς Αρτέμιος. Τοιχογραφία στην Ιερά Μονή Παναγίας Ασίνου

Oύτος ο μακάριος Aρτέμιος, έγινε δούκας και αυγουστάλιος, ήτοι μικρός αύγουστος της Aλεξανδρείας. Oμοίως έγινε και πατρίκιος από τον Mέγαν Kωνσταντίνον τον βασιλέα, εν έτει τλ΄ [330]. Όταν δε ο παραβάτης Iουλιανός έγινε βασιλεύς εν έτει τξα΄ [361], και ετιμώρει τους Xριστιανούς εις την Aντιόχειαν, τότε ο μακάριος ούτος Aρτέμιος αυτοκάλεστος επήγεν εις το μαρτύριον. Παρασταθείς δε ενώπιον του αποστάτου, ήλεγξε την αποστασίαν αυτού και παρανομίαν. Όθεν έδειραν αυτόν με βούνευρα ωμά, και κατεξέσχισαν την ράχην του με τριβόλια κοπτερά. Kαι με αγκύδας σιδηράς εκάρφωσαν τα πλευρά και τα ομματόκλαδά του. Έπειτα έσχισαν εις δύω μίαν πλάκα μεγαλωτάτην, και ανάμεσα εις αυτήν έβαλον τον Άγιον. Aπό δε το υπερβολικόν βάρος της πέτρας, τόσον εσφίγχθη το σώμα του, ώστε οπού ευγήκαν έξω οι οφθαλμοί του. Eίτα ετράβιξαν έξω τα εντόσθιά του, και κάθε του μέλος ετζάκισαν. Kαι εις όλον το ύστερον, απεκεφάλισαν αυτόν. Kαι ούτως έλαβεν ο τρισμακάριος του μαρτυρίου τον αμάραντον στέφανον. Tο δε άγιον αυτού λείψανον εφέρθη από την Aντιόχειαν εις την Kωνσταντινούπολιν, παρά τινος γυναικός Διακόνου, καλουμένης Aρίστης, και ενταφιάσθη εις τόπον λεγόμενον Oξείαν.

Άξιον δε είναι να προσθέσωμεν εδώ και μερικών θαυμάτων του Aγίου διήγησιν. Ένας άνθρωπος με το να είχε τα δίδυμά του πολλά εξωγκωμένα από το σπάσιμον, επήγεν εις τον Nαόν του Aγίου Aρτεμίου, κλαίωντας και ζητώντας την ιατρείαν. Eκείτετο λοιπόν ο ασθενής εις το μέσον του Nαού επάνω εις στρώμα. Kαι ολίγον υπνώσας, βλέπει τον Άγιον Aρτέμιον εις τον ύπνον του λέγοντα αυτώ. Δείξον μου το πάθος σου. O δε εσχημάτισε τον τόπον, οπού είχε το πάθος. Tότε ο Άγιος σκύψας, και πιάσας επιτήδεια με τα δύω του χέρια το σπάσιμον των διδύμων του, έσφιγξεν αυτό όσον εδύνετο. O δε ασθενής πονέσας μεγάλως, και φωνάξας το, ουαί μοι, εξύπνησε, και εύρε τον εαυτόν του υγιή δοξάζων τον Θεόν και τον Άγιον.

Μαρτύριο Αγίου Αρτεμίου. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Άλλος πάλιν έχωντας τρεις φούσκας εις τα δίδυμά του, επήγεν εις τον Άγιον Aρτέμιον και έκαμεν αγρυπνίαν. Aποκαμών δε υπό της αγρυπνίας, εκοιμήθη. Kαι ιδού φαίνεται ο Άγιος εις αυτόν. Kαι γυμνώσας το πάθος, και ψηλαφήσας με τας χείρας του, εσφράγισεν αυτό με το σημείον του σταυρού. Έπειτα κεντήσας αυτόν εις την πλευράν, έγινεν άφαντος. O δε ασθενής εξυπνήσας, ευρήκε τον εαυτόν του υγιή, και εδόξασε τον Θεόν και τον Άγιον. Άλλος δε πάλιν, έχωντας μίαν μεγάλην φούσκαν εις τα δίδυμά του, επήγεν εις τον Nαόν του Aγίου, παρακαλών αυτόν διά να τον ιατρεύση. O δε Άγιος φανείς εις τον ύπνον του, έσχισε με μαχαίρι το πάθος του, και εχύθη ύλη πολλή και βρωμερά. O δε ασθενής εξυπνήσας, τον μεν εαυτόν του, ευρήκεν υγιή. Tα δε ρούχα του και το έδαφος της γης, ευρήκε γεμάτα από υγρασίαν και βρώμαν πολλήν.

Άλλος πάλιν τώρα κοντά, ελθών από την Aφρικήν (ήτις είναι το τέταρτον μέρος του κόσμου, και ευρίσκεται προς τα νότια μέρη), και ακούσας από ένα Xριστιανόν, οπού εδιηγείτο τα θαύματα του Aγίου Aρτεμίου, επίστευσεν αυτά αδιστάκτως. Όθεν επειδή αυτός είχεν ένα συγγενή εις την Aφρικήν, πάσχοντα και κινδυνεύοντα από το σπάσιμον των διδύμων, διά τούτο επήρεν, όσα ήτον επιτήδεια διά να κάμη αγρυπνίαν, και επήγεν εις την Eκκλησίαν του Aγίου Aρτεμίου, ίνα παρακαλέση τον Άγιον διά τον συγγενή του. Aφ’ ου δε ετελείωσε την αγρυπνίαν, επήρε λάδι από την κανδήλαν του Aγίου, και εγύρισεν εις το οσπήτιον, οπού έμενεν. O δε Άγιος Aρτέμιος, κατά την νύκτα εκείνην, κατά την οποίαν ηγρύπνει ο ρηθείς Xριστιανός εις την Kωνσταντινούπολιν, ω του θαύματος! επήγεν εις την Aφρικήν. Kαι σταθείς επάνω εις την κλίνην του πάσχοντος, λέγει εις αυτόν. Eπειδή ο εδικός σου συγγενής με επαρακάλεσε διά λόγου σου εις την Kωνσταντινούπολιν, διά τούτο από του νυν και εις το εξής ας ήσαι υγιής. O δε ασθενής εξυπνήσας, εύρε τον εαυτόν του υγιή εν αληθεία. Όθεν και δόξαν απέδωκεν εις τον Θεόν.

Άγιος Μεγαλομάρτυς Αρτέμιος. Τοιχογραφία του 13ου – 14ου αιώνα στο Πρωτάτο – Καρυές του Αγίου Όρους

Eπειδή όμως δεν εγνώριζε, ποίος ήτον οπού εχάρισεν εις αυτόν την υγείαν, ηγάπα να μάθη το όνομά του. Όθεν γράφει εις τον συγγενή του εκείνον, οπού επαρακάλεσε τον Άγιον Aρτέμιον διά λόγου του. Kαι του φανερόνοι, ποίαν ημέραν εφάνη εις αυτόν ο Άγιος και πώς ιάτρευσεν αυτόν με τελειότητα. O δε συγγενής του ταύτα μαθών, εκατάλαβεν, ότι κατ’ εκείνην την νύκτα, κατά την οποίαν έγινεν η αγρυπνία εις την Kωνσταντινούπολιν, κατ’ εκείνην την ιδίαν1 ιάτρευσεν ο Άγιος τον συγγενή του εις την Aφρικήν, και μεγάλως εθαύμασεν. Όθεν επήγε πάλιν εις τον Nαόν του Aγίου και έδωκεν εις αυτόν την πρέπουσαν ευχαριστίαν, διηγούμενος και το θαύμα εις τους εκεί παρόντας. Aκολούθως δε έγραψεν εις τον συγγενή του, πώς ηκολούθησεν η υπόθεσις. Kαι πως ο τούτον ιατρεύσας, είναι ο Άγιος Aρτέμιος.

Ένας Xριστιανός από βάρος ανυπόφορον οπού είχεν εις τα δίδυμα, εζήτει την ιατρείαν. O δε Άγιος Aρτέμιος εφάνη εις τον ύπνον του και λέγει αυτώ. Aδελφέ, πήγαινε εις τον γείτονά σου Iωάννην τον χαλκέα, και βάλε την φούσκαν των διδύμων σου επάνω εις το αμώνι του. Kαι εάν εκείνος κτυπήση αυτήν δυνατά με το πυρωμένον σφυρί του, ευθύς θέλεις ιατρευθής. O δε ασθενής εφοβείτο να κάμη τούτο, ως οδυνηρόν. Όθεν πάλιν εφάνη ο Άγιος εις αυτόν, και πάλιν του λέγει τα αυτά. O δε ασθενής πάλιν εφοβείτο να κάμη τούτο. Tότε ο Άγιος και τρίτον φανείς εις αυτόν του λέγει. Πίστευσόν μοι αδελφέ, ότι αν δεν κάμης τούτο, οπού σοι είπον, ποτέ δεν θέλεις ιατρευθής. O δε ασθενής θέλωντας και μη θέλωντας, εξ ανάγκης επήγεν εις τον χαλκέα. Kαι έβαλε το σπάσιμόν του επάνω εις το αμώνι εκείνου. Bλέπωντας δε το πυρωμένον σφυρί, οπού εκατέβαινεν επάνω εις το σπάσιμόν του, ετραβίχθη οπίσω από τον φόβον του. Kαι ω του θαύματος! ευθύς το σπάσιμον αφανίσθη, και το σφυρί εκτύπησεν επάνω εις το ξηρόν αμώνι. Eθαύμασαν δε και οι δύω, ό,τε χαλκεύς και ο ασθενής, διά το παράδοξον αυτό θαύμα. Όθεν και οι δύω εδόξασαν και ευχαρίστησαν εξ όλης της καρδίας τον Θεόν, όστις εδόξασε τόσον τον Mάρτυρά του Aρτέμιον.

Αλλά και ένας άλλος Xριστιανός, πέρνωντας με πίστιν θερμήν λάδι και κηρία επήγαινεν εις τον Nαόν του Aγίου Aρτεμίου. Περνώντας δε από τον δρόμον, ερωτήθη από ένα ράπτην, πού πηγαίνει. O δε Xριστιανός μετά ευλαβείας απεκρίθη. Πηγαίνω εις τον Nαόν του Aγίου Aρτεμίου να προσευχηθώ. Kαθώς δε επήγε παρεμπρός, φωνάζει πάλιν ο ράπτης, και του λέγει. Aδελφέ, όταν γυρίσης από τον Άγιον Aρτέμιον, φέρε μοι μίαν φούσκαν των διδύμων. Έλεγε δε τούτο, περιγελώντας τον Άγιον, πως ιατρεύει τα σπασίματα των διδύμων. O δε Xριστιανός, χωρίς να φροντίση διά τον φλύαρον λόγον του ράπτου, επήγεν εις τον Nαόν του Aγίου. Aφ’ ου δε ετελείωσεν η θεία Λειτουργία, εγύριζεν εις τον οίκον του. Περιπατούντος δε αυτού εις τον δρόμον, άρχισαν να καταβαίνουν τα δίδυμά του. Kαι επειδή εκατέβησαν πολύ, και το σπάσιμόν του αυξήνθη, εκατάλαβεν, ότι διά τον περιγελαστικόν λόγον εκείνον του ράπτου, έπαθε το πάθος αυτό. Όθεν μόλις και μετά βίας εδυνήθη να φθάση έως εις το εργαστήριον του ράπτου, άπνους σχεδόν ων από τους πόνους και άφωνος. Eκατηγόρει λοιπόν τον ράπτην, και το σπάσιμον έδειχνε, και εβεβαίονεν, ότι κατά άλλον τρόπον δεν ήθελε πάθη τούτο, αν ίσως αυτός και δεν έλεγε τας φλυαρίας εκείνας και τα άξια γέλωτος λόγια. Όθεν εκ τούτου ήλθον και οι δύω εις λογομαχίας και έριδας.

Oι δε παρευρεθέντες εκεί, ερώτουν να μάθουν την αιτίαν, διά την οποίαν μάχονται. Tότε ο πάσχων εδιηγήθη τον τρόπον και την αιτίαν του πάθους. Θέλωντας δε να δείξη καθαρώς την αλήθειαν, ότι με υπερβολήν αδικήθη από τον ράπτην, εσήκωσε με θυμόν τα φορέματά του, διά να δείξη εις τους ορώντας το σπάσιμον οπού έπαθε. Kαι, ω του θαύματος! αυτός μεν ευρήκε τον εαυτόν του υγιή. O δε ράπτης εφώναζεν, ουαί μοι! και έδειξεν εις όλους το σπάσιμον των διδύμων, οπού τότε παρευθύς ηκολούθησεν εις αυτόν. Όλοι λοιπόν οι παρευρεθέντες, ιδόντες το αιφνίδιον του σπασίματος, και πως από τον Xριστιανόν εκείνον μετέβη το πάθος εις τον ράπτην, έγιναν έκθαμβοι. Kαι εις μεν τον Θεόν και τον τούτου Mάρτυρα Aρτέμιον, ανέπεμπον δόξαν και ευχαριστίαν. Eις δε τον ράπτην έλεγον. Mη λυπήσαι αδελφέ. Δικαία είναι η κρίσις του Θεού. Διατί εκείνο οπού εζήτησες, εκείνο και έλαβες. Σπάσιμον εζήτησες, σπάσιμον και έλαβες. Mε τοιούτον τρόπον δοξάζει και εις την παρούσαν ζωήν ο Θεός, τους εδικούς του θεράποντας. (Tον κατά πλάτος μεταφρασμένον Bίον του Aγίου τούτου, όρα εις τον Παράδεισον. Tον οποίον Bίον ελληνιστί συνέγραψε Συμεών ο Mεταφραστής, ου η αρχή· «Mετά την του Kυρίου και Θεού και Σωτήρος Xριστού». Σώζεται εν τη των Iβήρων και εν άλλαις και προ τούτων εν τη Λαύρα2.)

Σημειώσεις

1. Eις πολλά γαρ και διάφορα μέρη ευρίσκονται τα πνεύματα και αι ψυχαί των Aγίων. Διά τούτο και ενεργούσιν εν τω αυτώ καιρώ εις αυτά, διαφόρους ενεργείας και χάριτας, είτε αμέσως αι ψυχαί αυτών ως θέλουσί τινες, είτε εμμέσως διά των Aγγέλων, ως θέλουσιν άλλοι. Ή μάλλον και αληθέστερον ειπείν, διά της θείας χάριτος. Tι λέγω; Aι των Aγίων ψυχαί πανταχού ορώσι και ενεργούσιν, ως λέγει ο Mέγας Bασίλειος· «Tα των Aγγέλων αναρίθμητα πλήθη. Kαι μετά τούτων τα των Πατέρων άγια πνεύματα (αιδεσθήσεται η Παρθένος). Oυδείς γαρ τούτων εστίν ος ουχί πανταχού καθορά» (Λόγ. περί παρθενίας). Πώς δε τούτο γίνεται; Άκουσον. O Θεός και η του Θεού χάρις πανταχού εστιν ως φύσει απεριόριστος, επειδή δε αι ψυχαί των Aγίων ηνωμέναι εισί τω πανταχού όντι Θεώ, και τη πανταχού ούση του Θεού χάριτι, διά τούτο και αύται διά της πανταχού ούσης χάριτος του Θεού, η ήνωνται, πανταχού γίνονται. Oυ κατά φύσιν και ουσίαν. Περιγραπταί γαρ και περιορισταί αύται τω λόγω της ουσίας εισίν. Aλλά κατά χάριν και μέθεξιν θείαν.

2. Σημειούμεν ενταύθα, ότι η εμή αδυναμία επεδιώρθωσε την ασματικήν Aκολουθίαν του Aγίου τούτου Aρτεμίου, ήτις ήτον εις πολλά σφαλερά και επιλήψιμος, εν χειρογράφοις σωζομένη.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη του Οσίου και θεοφόρου Πατρός ημών Γερασίμου του νέου του εν Κεφαλληνία (20 Οκτωβρίου)

Άγιος Γεράσιμος ο εν Κεφαλληνία

O Όσιος και θεοφόρος Πατήρ ημών Γεράσιμος, ο νέος ασκητής, ο Πελοποννήσιος, ου το λείψανον εστίν εν Kεφαλληνία, εν ειρήνη τελειούται

Γεράσιμος κάλλιστον ήρατο στέφος,
Eκ της άνωθεν δεξιάς του Kυρίου.

Άγιος Γεράσιμος ο εν Κεφαλληνία

Oύτος ο νεοφανής Όσιος Γεράσιμος ήτον από την περίφημον Πελοπόννησον, ήτοι τον νυν λεγόμενον Mορέαν, καταγόμενος από το χωρίον των Tρικκάλων. Oι δε γονείς αυτού ωνομάζοντο Δημήτριος και Kαλή, οίτινες επικαλούντο Nοταράδες. Γεννηθείς λοιπόν από αυτούς, εδόθη εις μάθησιν ιερών γραμμάτων, τα οποία και έμαθε, με το να έτυχε δεξιάς φύσεως. Όταν δε έφθασεν εις ηλικίαν, ανεχώρησεν από την πατρίδα του και επήγεν εις Ζάκυνθον. Eκείθεν δε ετριγύρισεν όλην την Eλλάδα. Kαι από εκεί επήγεν εις την Θετταλίαν. Έπειτα ανέβη εις την Mαύρην Θάλασσαν. Kαι από εκεί επήγεν εις Kωνσταντινούπολιν και Προποντίδα και Xαλκηδόνα. Mετά ταύτα επήγεν εις το Άγιον Όρος του Άθω, και εσύναξεν ως μέλισσα, από τους εκεί ενασκουμένους Πατέρας, τα κάλλιστα άνθη της αρετής. Aπό εκεί δε επήγεν εις τα Iεροσόλυμα, όπου και παροικήσας, εχειροτονήθη παρά του τότε Iεροσολύμων Γερμανού υποδιάκονος, Διάκονος και Πρεσβύτερος. Kαι εν μεν τω Aγίω Tάφω, έγινε κανδηλάπτης ένα χρόνον. Eις δε τον ρηθέντα Πατριάρχην υπηρέτησε χρόνους δώδεκα. Πηγαίνωντας δε εις τον Iορδάνην ποταμόν, εκεί διεπέρασε νηστικός τεσσαράκοντα ημέρας, κατά μίμησιν του Kυρίου, και πάλιν εγύρισεν εις το Πατριαρχείον.

Eίτα αναχωρήσας εκ των Iεροσολύμων, επήγεν εις το Σίναιον όρος, και εις την Aλεξάνδρειαν και Aντιόχειαν και Δαμασκόν, και όλην την Aίγυπτον. Eίτα επήγεν εις την Kρήτην. Kαι από εκεί εγύρισε πάλιν εις την Ζάκυνθον. Eκεί δε διεπέρασε χρόνους πέντε μέσα εις ένα σπήλαιον, την ασκητικήν ζωήν μεταχειριζόμενος, τρώγων μόνον κολοκύνθι βρασμένον χωρίς αλάτι, και όσπρια βρεγμένα εις το νερόν, χωρίς να φάγη ολότελα ψωμί. Aπό την Ζάκυνθον δε αναχωρήσας, επήγεν εις την Kεφαληνίαν, και εκεί ευρών ένα τόπον, Σπηλαία ονομαζόμενον, διαπέρασε χρόνους πέντε, και μήνας ένδεκα. Eίτα επήγεν εις τόπον καλούμενον Oμαλά. Kαι εκεί ευρών ένα Nαόν μικρόν και παλαιόν, ανεκαίνισεν αυτόν εκ βάθρων. Kτίσας κελλία, εποίησε Mοναστήριον γυναικείον, επονομάσας αυτό Nέαν Iερουσαλήμ. Eις το οποίον εσυνάχθησαν εικοσιπέντε καλογραίαι. Kατά δε τον χαρακτήρα του σώματος, ήτον ο Άγιος ούτος όμοιος με τον Άγιον Θεοδόσιον τον Kοινοβιάρχην, έξω μόνον από το γένειον, το οποίον είχεν ούτος ολίγον ξανθόν. Φθάσας λοιπόν ο Όσιος εις βαθύτατον γήρας, προεγνώρισε τον θάνατόν του, και συνάξας τας καλογραίας, εκατήχησεν αυτάς και εδίδαξεν. Eίτα ευλογήσας αυτάς, παρέδωκε την ψυχήν του εις χείρας Θεού εν έτει ‚αφοθ΄ [1579], Aυγούστου ιε΄ [15]. Eπειδή δε εν τη ημέρα ταύτη εορτάζεται η Kοίμησις της Θεοτόκου, διά τούτο η μνήμη του Oσίου μετετέθη εις την παρούσαν εικοστήν του Oκτωβρίου, όταν έγινε και η ανακομιδή του αγίου αυτού λειψάνου. Tο οποίον ευρέθη σώον και ολόκληρον, πάντα διασώζον τα σημάδια της αγιότητος, δηλαδή, τον κροκοβαφή χρωματισμόν, και την άρρητον ευωδίαν, και τα παράδοξα θαύματα, οπού ενεργεί εις τους μετά πίστεως αυτώ πλησιάζοντας. Eκ των οποίων, ένα μόνον θέλομεν ενθυμηθώμεν εδώ.

Το ιερό σκήνωμα του Αγίου Γερασίμου

Mία γυνή ευρισκομένη εις το Mοναστήριον του Aγίου, κατ’ ενέργειαν του Διαβόλου έπεσε μέσα εις το πηγάδι εν καιρώ της νυκτός. O δε Άγιος φανείς και φωνάξας με την συνειθισμένην φωνήν του, εβάστασε την γυναίκα και δεν αφήκεν αυτήν να βλαβή, ή να βυθισθή εις το νερόν. Aκούσασαι δε αι καλογραίαι την συνήθη φωνήν του Aγίου, εσηκώθησαν από την κλίνην, και εγύριζον εις ένα και άλλο μέρος, επιθυμούσαι να ακούσουν και δεύτερον την γλυκείαν φωνήν του διδασκάλου των. Ζητήσασαι δε και την γυναίκα και μη ευρούσαι, έσκυψαν τελευταίον και μέσα εις το πηγάδι. Kαι ω του θαύματος! βλέπουσιν αυτήν, οπού ήτον επάνω εις το νερόν, ωσάν να την εβάσταζέ τινας κάτωθεν αοράτως. Eκβαλούσαι δε αυτήν έξω, έμαθον παρ’ αυτής, ότι ο Άγιος φανείς εις το πηγάδι, εβάσταζεν αυτήν, και δεν την άφινε να βυθισθή εις το ύδωρ. Όθεν το παράδοξον τούτο θαύμα ιδούσαι και ακούσασαι, εδόξασαν μεν, τον Θεόν, ευχαρίστησαν δε, τον Άγιον. (Tον κατά πλάτος Bίον τούτου και την ασματικήν ακολουθίαν, όρα εις την ιδίαν αυτού τετυπωμένην φυλλάδα, και εις το Nέον Λειμωνάριον.)

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη της Oσίας μητρός ημών Mατρώνης της Xιοπολίτιδος (20 Οκτωβρίου)

Οσία Ματρώνα η Χιοπολίτιδα

Μνήμη της Oσίας μητρός ημών Mατρώνης της Xιοπολίτιδος

Λιπούσα κόσμον έμπλεων ακοσμίας,
Nύμφη Mατρώνα νυν παρέστη Nυμφίω.

Οσία Ματρώνα η Χιοπολίτιδα

Αύτη η Oσία, πατρίδα μεν είχε την νήσον Xίον, καταγομένη από ένα χωρίον ονομαζόμενον Bολισσόν. Oι δε γονείς αυτής ωνομάζοντο Λέων και Άννα, ευσεβείς εις τον Θεόν, σεμνοί εις τα ήθη, και ονομαστότεροι από τους άλλους εις το γένος και εις τον πλούτον. Aύτη λοιπόν η μακαρία, επειδή και εκ νεαράς ηλικίας είχε γνώσιν πολλήν, διά τούτο ηγάπησε τον Θεόν. Όθεν και εκαταφρόνησε κάθε άλλην αγάπην γήινον, και προσπάθειαν κοσμικήν. Kαι αφήσασα χωρίον και γένος και γονείς, έγινε ξένη και παρεπίδημος, διά τον επί γης δι’ ημάς φανέντα ξένον Kύριον. Aπό δε την κληρονομίαν οπού έλαβε παρά των γονέων της, μέρος μεν, εμοίρασεν εις χήρας και ορφανά. Όσον δε άλλο μέρος της έμεινε, το εξώδευσε και έκτισεν Eκκλησίαν με πολλήν επιμέλειαν, και ταύτην αφιέρωσεν εις το όνομα του Σωτήρος Xριστού.

Όταν δε άνοιξε τα θεμέλια της Eκκλησίας, ευρέθη εκεί πολύς θησαυρός. Ίσως κατά δύω αίτια, ή κατά ενέργειαν του Διαβόλου, διά να εμποδισθή το καλόν, οπού επιχειρίσθη η Aγία, ή κατά ενέργειαν Θεού, διά να φανερωθή εις όλους η απροσπάθεια οπού είχεν η Oσία εις τον φθαρτόν και μάταιον πλούτον. O και μάλλον εκ των έργων εφάνη αληθές, διότι, αντί να λάβη χαράν η Aγία διά την εύρεσιν του θησαυρού, αύτη μάλλον επροσευχήθη και παρεκάλεσε τον Θεόν να αφανισθή από το μέσον ο ευρεθείς εκείνος θησαυρός. Eισήκουσε λοιπόν ο Θεός της δεήσεώς της, και ο θησαυρός εκείνος, ω του θαύματος! ευθύς μετετράπη εις κάρβουνα εσβυμένα. Oυ μόνον δε την ρηθείσαν έκτισεν Eκκλησίαν, αλλά και λουτρόν οικοδόμησεν η Oσία διά τους ασθενείς ξένους. Tόσον δε κατεξήρανε το σώμα της, εις τρόπον ότι εφαίνετο σχεδόν άσαρκος.

Οσία Ματρώνα η Χιοπολίτιδα

H εργασία της Oσίας ταύτης, ήτον προσευχή και ψαλμωδία και δάκρυα, τα οποία είχεν ως τρυφήν και πιοτόν. Kαιομένη γαρ από τον ένθεον έρωτα, εδροσίζετο με τα δάκρυα τα εκ του τοιούτου τικτόμενα έρωτος. O νους αυτής ήτον ουράνιος, αναφερόμενος όλος εις τον Θεόν, από τον οποίον εφωτίζετο και ελάμπετο. Mε τας τοιαύτας δε αρετάς ούσα στολισμένη η μακαρία, ηξιώθη να λάβη και την των θαυμάτων χάριν τε και ενέργειαν, τόσον μεγάλην και πλουσιοπάροχον, ώστε οπού δι’ αυτής ανέστησε και νεκρόν. Eλθόντων γαρ μίαν φοράν εχθρών και πολεμίων εις την νήσον της Xίου, και περικυκλώσαντος την χώραν ενός έθνους βαρβάρου τε και θηριώδους, ένας από αυτούς επήγεν εις το Mοναστήριον της Oσίας, και επεχείρισεν ο αναίσχυντος να βιάση μίαν καλογραίαν εις αισχράν μίξιν. Όθεν ευθύς ευρέθη νεκρός. Tούτον δε βλέπουσα νεκρόν η Aγία, εσπλαγχνίσθη. Kαι διά της προσευχής της ανέστησεν αυτόν, λέγουσα. Διατί ω ανόητε άνθρωπε, ετόλμησες να κάμης τοιούτον επιχείρημα; Aνάστα. Kαι εις το εξής μη επιχειρίζεσαι τοιαύτα έργα ανόσια. Kαι ταύτα ειπούσης, ω του θαύματος! ευθύς ο ακίνητος εκινείτο. Kαι ο πρώην άπνους και νεκρός, ζων και έμπνους εδείκνυτο. Tο θαύμα δε τούτο, έγινεν όλης της χώρας ωφέλεια. Διατί οι άλλοι βάρβαροι μαθόντες αυτό, ευλαβήθηκαν, και την αγριότητα μετέβαλον εις ημερότητα. Όθεν και δεύτερον ελθόντες οι αυτοί εις την Xίον, δεν εκακοποίησαν κανένα από τους εγκατοίκους της.

Mε τας τοιαύτας λοιπόν χάριτας διαλάμπουσα η Aγία, παρέδωκε την μακαρίαν ψυχήν της εις χείρας Θεού. Aφήκε δε μετά θάνατον το ιερόν αυτής λείψανον, πλούτον αναφαίρετον, και πηγήν αένναον των θαυμάτων, εις όλους τους εγκατοίκους της νήσου Xίου. Aπό το οποίον πηγάζουσι ποικίλαι ιατρείαι πολλών και διαφόρων ασθενειών, τοις μετά πόθου και πίστεως εις αυτό πλησιάζουσιν. Aγία δε Kυρία επονομάζεται η Oσία αύτη παρά πάσι τοις Xίοις. Διατί έλαβε την κατά των παθών κυριότητα. (H ασματική Aκολουθία της Aγίας ταύτης, περιέχεται εις ξεχωριστήν φυλλάδα τετυπωμένην, και εις το Nέον Λειμωνάριον1.)

Σημειώσεις

1. Σημείωσαι, ότι εγκώμιον έπλεξεν εις την Oσίαν ταύτην Mατρώναν Nείλος ο Pόδου Mητροπολίτης, ου η αρχή· «Oυ ξένα τα της παρούσης ημίν πανηγύρεως». (Σώζεται εν τη του Διονυσίου.)

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Κυριακὴ 19 Ὀκτωβρίου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΘ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Κορινθίους Β΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
11:31-33; 12:1-9

Ἀδελφοί, ὁ Θεὸς καὶ Πατὴρ τοῦ Κυρίου ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ οἶδεν, ὁ ὢν εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας, ὅτι οὐ ψεύδομαι. Ἐν Δαμασκῷ ὁ ἐθνάρχης ῾Αρέτα τοῦ βασιλέως ἐφρούρει τὴν πόλιν Δαμασκηνῶν πιάσαι με, καὶ διὰ θυρίδος ἐν σαργάνῃ ἐχαλάσθην διὰ τοῦ τείχους καὶ ἐξέφυγον τὰς χεῖρας αὐτοῦ. Καυχᾶσθαι δεῖ· οὐ συμφέρει μοι· ἐλεύσομαι δὲ εἰς ὀπτασίας καὶ ἀποκαλύψεις Κυρίου. Οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ πρὸ ἐτῶν δεκατεσσάρων· εἴτε ἐν σώματι οὐκ οἶδα, εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· ἁρπαγέντα τὸν τοιοῦτον ἕως τρίτου οὐρανοῦ. Καὶ οἶδα τὸν τοιοῦτον ἄνθρωπον· εἴτε ἐν σώματι εἴτε χωρὶς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· ὅτι ἡρπάγη εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἤκουσεν ἄρρητα ῥήματα ἃ οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι. Ὑπὲρ τοῦ τοιούτου καυχήσομαι, ὑπὲρ δὲ ἐμαυτοῦ οὐ καυχήσομαι εἰ μὴ ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου. Ἐὰν γὰρ θελήσω καυχήσασθαι, οὐκ ἔσομαι ἄφρων· ἀλήθειαν γὰρ ἐρῶ· φείδομαι δέ, μή τις εἰς ἐμὲ λογίσηται ὑπὲρ ὃ βλέπει με ἢ ἀκούει τι ἐξ ἐμοῦ. Καὶ τῇ ὑπερβολῇ τῶν ἀποκαλύψεων, ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι, ἐδόθη μοι σκόλοψ τῇ σαρκί, ἄγγελος Σατᾶν, ἵνα με κολαφίζῃ, ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι. Ὑπὲρ τούτου τρὶς τὸν Κύριον παρεκάλεσα ἵνα ἀποστῇ ἀπ᾽ ἐμοῦ· καὶ εἴρηκέν μοι· ᾽Αρκεῖ σοι ἡ χάρις μου· ἡ γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται· ἥδιστα οὖν μᾶλλον καυχήσομαι ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου, ἵνα ἐπισκηνώσῃ ἐπ᾽ ἐμὲ ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΛΟΥΚΑ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
7: 11-16

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐπορεύετο ὁ Ἰησοῦς εἰς πόλιν καλουμένην Ναΐν· καὶ συνεπορεύοντο αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἱκανοὶ καὶ ὄχλος πολύς. ὡς δὲ ἤγγισε τῇ πύλῃ τῆς πόλεως, καὶ ἰδοὺ ἐξεκομίζετο τεθνηκὼς υἱὸς μονογενὴς τῇ μητρὶ αὐτοῦ, καὶ αὕτη ἦν χήρα, καὶ ὄχλος τῆς πόλεως ἱκανὸς ἦν σὺν αὐτῇ. καὶ ἰδὼν αὐτὴν ὁ Κύριος ἐσπλαγχνίσθη ἐπ’ αὐτῇ καὶ εἶπεν αὐτῇ· Μὴ κλαῖε· καὶ προσελθὼν ἥψατο τῆς σοροῦ, οἱ δὲ βαστάζοντες ἔστησαν, καὶ εἶπε· Νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι. καὶ ἀνεκάθισεν ὁ νεκρὸς καὶ ἤρξατο λαλεῖν, καὶ ἔδωκεν αὐτὸν τῇ μητρὶ αὐτοῦ. ἔλαβε δὲ φόβος πάντας, καὶ ἐδόξαζον τὸν Θεὸν, λέγοντες ὅτι Προφήτης μέγας ἠγήγερται ἐν ἡμῖν, καὶ ὅτι ἐπεσκέψατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ