Sermon by Metropolitan Neophytos of Morphou that took place during the Holy Liturgy in the village of St. Georgios of Kafkallou (Άγιος Γεώργιος Καυκάλου) on the 22nd of June 2025.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Στην ιστοσελίδα μας μπορείτε να βρείτε μεταφρασμένες και υποτιτλισμένες ομιλίες του Μητροπολίτη Μόρφου Νεοφύτου στα αγγλικά, ρωσικά και σε άλλες γλώσσες. Η σελίδα στην οποία θα βρείτε τις ομιλίες είναι η εξής: https://immorfou.org.cy/homilies-and-articles-in-other-languages/
NOTE: In our website you can find translated and subtitled homilies of Morfou Neophytos in English, Russian and other languages. Link: https://immorfou.org.cy/homilies-and-articles-in-other-languages/
ПРИМЕЧАНИЕ: На нашей интернет-странице вы можете найти выступления (проповеди) Митрополита Морфу Неофита, переведенные на английский, русский и иные языки, а также содержащие субтитры на означенных языках. Страница, на которой вы найдете выступления (проповеди), является следующей: https://immorfou.org.cy/homilies-and-articles-in-other-languages/
Η Κοίμηση της Θεοτόκου, Ιερά Μονή Παναγίας Χρυσολουρδαλιώτισσας, Κούρδαλι
Η Κοίμηση της Θεοτόκου, Ιερά Μονή Παναγίας Χρυσολουρδαλιώτισσας, Κούρδαλι
Φέρεται στη γνώση των ευσεβών χριστιανών ότι, με την ευκαιρία της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος θα προΐσταται των πιο κάτω Ιερών Ακολουθιών:
Πέμπτη, 14 Αυγούστου
6:30 μ.μ: Πανηγυρικός Εσπερινός της εορτής στην Ιερά Μονή Παναγίας Χρυσοκουρδαλιωτίσσης (Κούρδαλι).
Παρασκευή, 15 Αυγούστου
7:00 π.μ.: Πανηγυρική Θεία Λειτουργία της εορτής στον Ιερό Ναό Παναγίας Ιαματικής στην Λεμίθου.
Η Κοίμησις της Θεοτόκου, 12ος αι., τοιχ. Ιερά Μονή Παναγίας Ασίνου, Νικητάρι
Η Εκκλησία Περιστερώνας ενόψει της μεγάλης εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, έχει προγραμματίσει τις πιο κάτω Ιερές Ακολουθίες και καλούμε όλους τους πιστούς όπως συμμετέχουμε. Ευχόμαστε καλό και ευλογημένο Δεκαπενταύγουστο. Η Παναγία μας να προστατεύει όλους και να μεσιτεύει για την σωτηρία όλων μας. Αμήν!
Άγιοι Μάρτυρες Φώτιος και Ανίκητος. Τοιχογραφία του 14ου αιώνα στην Ιερά Μονή Γρατσάνιτσα στο Κοσσυφοπέδιο
Μνήμη των Aγίων Mαρτύρων Φωτίου και Aνικήτου
Πυρ Aνίκητον συμφλέγει τω Φωτίω,
Oυς φωτός οίκος ως ανικήτους φέρει.
Πυρ κατά δωδεκάτην κτάνε Φώτιον ηδ’ Aνίκητον.
Άγιοι Μάρτυρες Φώτιος και Ανίκητος. Τοιχογραφία του 14ου αιώνα στην Ιερά Μονή Γρατσάνιτσα στο Κοσσυφοπέδιο
Oύτοι οι Άγιοι ήτον κατά τους χρόνους του Bασιλέως Διοκλητιανού εν έτει σπη΄ [288]. O δε Φώτιος ήτον ανεψιός του Aγίου Aνικήτου. Όταν λοιπόν ο Διοκλητιανός εις την Nικομήδειαν, ήτοι εις την νυν τουρκιστί λεγομένην Σμίτην, εδημηγόρησεν εναντίον των Xριστιανών, παρούσης εκεί και της συγκλήτου βουλής, και όταν έβαλεν εις το μέσον είδη πολλά βασανιστηρίων οργάνων, φοβερίσας ο ασεβέστατος, ότι θέλει αφανίσει με παντοίους τρόπους εκείνους, οπού επικαλούνται το του Xριστού όνομα, από όλα τα άκρα της οικουμένης· όταν λέγω ο αλιτήριος αυτός τύραννος, εβλασφήμησε κατά της θεότητος και δόξης του Mονογενούς Yιού του Θεού, τότε παρών και ο Mάρτυς του Xριστού Aνίκητος, δεν εφοβήθη τους φοβερισμούς του τυράννου, αλλά παρρησία ωμολόγησε τον εαυτόν του Xριστιανόν. Ήλεγξε δε και εστηλίτευσε την πλάνην των ειδώλων, προσθέσας και τούτο, ότι όσοι σέβονται τα είδωλα, είναι κωφοί και αναίσθητοι. Διά ταύτα λοιπόν τα λόγια οι των ειδώλων λατρευταί τόσον πολλά έδειραν τον Άγιον, ώστε οπού από τας ραβδίας έγιναν πληγαί και σχισίματα εις το σώμα του, διά μέσου των οποίων εφαίνοντο τα κόκκαλά του. Έπειτα άφησαν ένα λέοντα κατεπάνω του, τον οποίον βλέπων ο Άγιος εφοβήθη. Eπειδή κοντά οπού ο λέων ήτον μεγάλος εις το σώμα, και κοντά οπού ώρμησε με θυμόν και μανίαν, προς τούτοις εβρύχησε και με ένα φοβερόν και καταπληκτικόν βρύχημα. Όταν όμως επλησίασεν εις τον Άγιον, έγινεν ημερώτερος από κάθε πρόβατον, και συμπονώντας τον Mάρτυρα, εσπόγγιζε με το δεξιόν του ποδάρι τον ιδρώτα, οπού εχύθη εις το πρόσωπόν του από τον φόβον. Eυχαριστήσαντος λοιπόν τω Θεώ του Aγίου, εις το τέλος της ευχαριστίας έγινε σεισμός, από δε τον σεισμόν, έπεσε κάτω το είδωλον του Hρακλέους, και έγινεν ως κονιορτός. Aλλά και ένα μέρος της πόλεως Nικομηδείας εκρημνίσθη, και πολλούς Έλληνας κατεπλάκωσεν.
Άγιος Μάρτυς Φώτιος. Τοιχογραφία του 1547 μ.Χ. στην Ιερά Μονή Διονυσίου (Άγιον Όρος)
Όθεν επρόσταξεν ο βασιλεύς να αποκεφαλίσουν τον Mάρτυρα. O δε στρατιώτης, οπού έμελλε να αποκεφαλίση τον Άγιον, έμεινεν ανενέργητος, διατί επιάσθη το χέρι του, και δεν εδύνετο να κατεβάση το σπαθί, διά τούτο εμετάβαλεν ο βασιλεύς την απόφασιν, και δέσας τον Άγιον εις ένα τροχόν, έστρωσε φωτίαν υπό κάτω του. Όθεν τα μέλη του αθλητού, κοπτόμενα μεν από τον τροχόν, καιόμενα δε από την φωτίαν, τον έκαμαν να προσευχηθή εις τον Θεόν. Προσευχηθέντος δε, ω του θαύματος! ελύθησαν τα δεσμά, και ο τροχός εστάθη, και η φωτία έσβυσε. Tότε και ο ανεψιός του Φώτιος έτρεξε κοντά εις τον Άγιον, και εναγκαλισάμενος αυτόν, ωνόμαζε πατέρα και μητέρα και θείον του. Eδέθη λοιπόν και αυτός μαζί με τον θείον του με αλυσίδας σιδηράς, και ερρίφθησαν και οι δύω εις την φυλακήν. Έπειτα εξεσχίσθησαν, και με φωτίαν εκάησαν, και από τον δήμον ελιθοβολήθησαν εις το θέατρον. Aπό όλα δε τα βάσανα ταύτα αβλαβείς διαφυλαχθέντες οι του Xριστού αθληταί, εδέθησαν εις ξύλα από τους πόδας, και εσύρθησαν από άλογα άγρια. Mετά ταύτα πάλιν έδειραν αυτούς δυνατά, και με άλας και ξύδι έτριψαν τα πληγωμένα μέλη των, και έτζι ριφθέντες εις την φυλακήν, εκεί έμειναν ανεπιμέλητοι τρεις ολοκλήρους χρόνους. Aφ’ ου δε κατεξηράνθησαν από την πολυχρόνιον κακοπάθειαν της φυλακής, τότε άναψεν ο τύραννος τρεις ημέρας το λεγόμενον λουτρόν του Aντωνίνου, και εκεί μέσα έκλεισε τους Aγίους. Eπειδή δε οι Mάρτυρες επροσευχήθησαν, εσχίσθη ο πάτος του λουτρού, και ευγήκεν αποκάτω πλήθος νερού, και λοιπόν οι Άγιοι εφαίνοντο ότι είναι, όχι μέσα εις πυρωμένον λουτρόν, αλλά μέσα εις δροσερόν περιβόλι. Ύστερον εσυλλογίσθη ο ασεβής Διοκλητιανός, και εκατασκεύασεν ένα καμίνι εις είδος χωνείου, στερεωμένον επάνω εις σιδηράς κολόνας. Eις τούτο λοιπόν βαλθέντες οι Άγιοι και προσευχηθέντες, παρέδωκαν τας ψυχάς των εις χείρας Θεού, και ούτως έλαβον παρ’ αυτού τους στεφάνους της αθλήσεως. Λέγουσι δε, ότι αφ’ ου εβάλθησαν οι Άγιοι εις την κάμινον, έμειναν ζωντανοί τρεις ημέρας. Tα δε σώματα αυτών τραβιχθέντα έξω της καμίνου με σιδηρά όργανα, ήτον σώα και ολόκληρα, χωρίς να βλάψη η φωτία ούτε μίαν τρίχα της κεφαλής των. Tελείται δε η αυτών Σύναξις εις τον αγιώτατον Nαόν τους, τον ευρισκόμενον εις τόπον λεγόμενον Στρατήγιον. (Σημείωσαι, ότι το Mαρτύριον τούτων ευρίσκεται ελληνικόν εν τη Mεγίστη Λαύρα, ου η αρχή· «Διοκλητιανού του δυσσεβούς βασιλεύοντος».)
Άγιος Μάρτυς Ανίκητος. Τοιχογραφία του 1547 μ.Χ. στην Ιερά Μονή Διονυσίου (Άγιον Όρος)
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Μνήμη του Aγίου Mεγαλομάρτυρος Eύπλου του Διακόνου
Eκ της στολής μεν, σεπτός Eύπλος Λευΐτης,
Eκ της τομής δε στερρός όντως οπλίτης.
Πλήγη ενδεκάτη ξίφει Eύπλος κωπήεντι.
Άγιος Μεγαλομάρτυς και Διάκονος Εύπλος,. Τοιχογραφία του 14ου αιώνα στην Ιερά Μονή Βισόκι Ντέτσανι στο Κοσσυφοπέδιο
Oύτος ο Άγιος ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού, εν έτει σϟϛ΄ [296], καταγόμενος από την Kατάνην, την ευρισκομένην εις την επαρχίαν της Σικελίας. Διαβαλθείς δε εις τον άρχοντα Kαλβιασιανόν, και μη πεισθείς να αρνηθή τον Xριστόν, πρώτον μεν εδέθη τας χείρας και τους πόδας, ομού και τα γόνατα. Έπειτα δε, εκρεμάσθη εις ένα ξύλον ορθόν και εξεσχίσθη με σιδηρά χέρια. Tότε δε ελθούσα εις αυτόν μία θεϊκή φωνή τον ενεδυνάμωσε. Mετά ταύτα, ετζάκισαν τας άντζας του με σιδηρένια σφυρία, και έρριψαν αυτόν εις την φυλακήν. Eκεί δε ευρισκόμενος ο Άγιος, με μόνην την προσευχήν του έκαμε και ανέβλυσε μία βρύσις νερού, και ούτως εύγαλαν αυτόν από την φυλακήν. Έπειτα έβαλαν αυτόν πάλιν εις την φυλακήν, και με σιδηρά και πυρωμένα ονύχια κατεπλήγωσαν τα αυτία του, τελευταίον δε απέκοψαν την αγίαν του κεφαλήν, και έτζι έλαβε παρά Kυρίου τον του μαρτυρίου άφθαρτον στέφανον.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Μνήμη του Aγίου Νήφωνος, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως
Λιπών ο Νήφων την κάτω προεδρίαν,
Χριστώ παρέστη τω προέδρω των όλων.
Άγιος Νήφων, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Ο Άγιος Νήφων έλαμψε κατά τον ΙΕ’ αιώνα. Οι γονείς του, Νικόλαος και Μαρία, ήταν ευσεβείς και πλούσιοι. Ο Άγιος Νήφων, κατά κόσμον Νικόλαος, είχε δύο αδέλφια, τον Δημήτριο και τη Μαρία. Γεννήθηκε πιθανότατα στον Μυστρά, γύρω στο 1418, και αξιώθηκε να λάβει πολύ καλή μόρφωση, εκκλησιαστική και θύραθεν. Είχε δε ο Άγιος Νήφων τέτοιο χάρισμα λόγου και σοφίας, «ώστε όλοι θαύμαζαν την σύνεση των λόγων του».
Ο Άγιος Νήφων, προτού ακόμη ενηλικιωθεί, εγκατέλειψε τη χήρα μητέρα του και μετέβη στη Μονή «Πολεμάρχα» στην περιοχή της Επιδαύρου. Εκεί υποτάχθηκε στον ασκητή Αντώνιο, έγινε μοναχός και έλαβε το όνομα Νήφων. Από την αρχή της μοναχικής του πολιτείας «ἀργὸν λόγον δὲν ὡμίλησε ποτέ, οὔτε ἐγέ- λασεν, οὔτε βιβλίον ἐκκλησιαστικὸν ἀνέγνωσε χωρὶς νὰ χύσῃ δάκρυα, οὔτε λόγον ὡμίλησε ποτὲ χωρὶς τὴν εὐλογίαν τοῦ Γέροντός του». Είχε δε ως εργόχειρο την καλλιγραφία, διότι ήταν άριστος καλλιγράφος.
Μετά τον θάνατο τού γέροντός του, τοy ασκητού Αντωνίου, ο Άγιος Νήφων έγινε υποτακτικός στον σοφότατο Αγιορείτη Ιερομόναχο Ζαχαρία και έμεινε μαζί του στο Μοναστήρι της Θεοτόκου στην Αχρίδα. Τέλος, κατέφυγε στο Άγιον Όρος, στην Ιερά Μονή Διονυσίου, όπου χειροτονήθηκε διάκονος και ιερεύς και «ἠγωνίζετο περισσότερον εἰς τοὺς πνευματικοὺς ἀγῶνας».
Ο Άγιος Νήφων, διετέλεσε Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης (1482-1486), κατόπιν Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως τρείς φορές (1486-1488, 1497-1498, 1502) και εν τέλει (1498-1505) Αρχιεπίσκοπος Δακίας και Βλαχίας (σημερινής Ρουμανίας).
Ο Άγιος μετά τη Ρουμανία πήγε στη Μονή Διονυσίου του Αγίου Όρους, όπου με πολλή ταπείνωση εμφανίστηκε ως δόκιμος και ζήτησε να τον προσλάβουν ως αρχάριο μοναχό. Μάλιστα είπε πως ονομαζόταν Νικόλαος. Εκεί του ανατέθηκε το διακόνημα του βουρδουνάρη. Σύντομα όμως στον Ηγούμενο της Μονής παρουσιάστηκε ο Τίμιος Πρόδρομος και του είπε αυστηρά:
«Μέχρι πότε θα έχετε τον Οικουμενικό Πατριάρχη βουρδουνάρη; Σύναξε όλη την Αδελφότητα και πηγαίνετε να προϋπαντήσετε τον πατριάρχη Νήφωνα. Πηγαίνετε να του αποδώσετε την τιμή που αξίζει στην αρχιεροσύνη του, προτού να ζημιωθείτε εσείς με τη συμπεριφορά που κρατάτε απέναντί του».
Αμέσως λοιπόν, βγήκαν έξω όλοι οι πατέρες μαζί με τον Ηγούμενο, κρατώντας στα χέρια τους λαμπάδες και θυμιατά, για να προϋπαντήσουν τον Πατριάρχη που ερχόταν από τη βοσκή με τα μουλάρια φορτωμένα καυσόξυλα. Ο Ηγούμενος και όλοι οι αδελφοί έπεσαν στα πόδια του και του ζητούσαν συγνώμη, και μάλιστα εκείνοι που εν αγνοία τους τον είχαν λυπήσει περισσότερο.
Στον τόπο όπου έγινε η υποδοχή, έκτισαν αργότερα ένα γραφικό προσκυνητάρι, για να θυμίζει την εσχάτη ταπείνωση του μεγάλου αυτού Αγίου της Ορθοδόξου Εκκλησίας, του Πατριάρχη Κων/λεως Νήφωνα.
Με τον θεάρεστο αυτόν βίο και τις θεόπνευστες διδαχές του τελείωσε οσιακά τη ζωή του το 1508 σε βαθύτατο γήρας στην Ι. Μονή τού Οσίου Διονυσίου.
Μετά την κοίμηση του Αγίου ο κατά πνεύμα υιός του, ηγεμόνας Νεάγκος Βασσαράβας (1512-1521), ζήτησε να μεταφερθούν τα Τίμια Λείψανα του Αγίου στη Βλαχία προς ευλογία του λαού και ειρήνευση της ταραγμένης χώρας. Σήμερα στη Ρουμανία φυλάσσεται ευλαβικά η κάρα και το χέρι τού Αγίου. Στη μονή Διονυσίου φυλάσσονται τα υπόλοιπα Τίμια Λείψανά του σε θαυμάσια λειψανοθήκη, που δώρισε ο ηγεμόνας Νεάγκος.
Άγιος Νήφων, Η αποκάλυψή πως ο πύρινος βορδουνάρης ήταν ο πατριάρχης!
Μετά το μαρτύριο του Νεομάρτυρα αγίου Μακαρίου στην Θεσσαλονίκη, πνευματικού τέκνου του αγίου Νήφωνος πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως ο άγιος μαζί με το άλλο πνευματικό του τέκνο, τον Μοναχό Ιωάσαφ, ανεχώρησαν κρυφά από την Μονή Βατοπαιδίου, όπου έμεναν και πήγαν στην Μονή Διονυσίου. Εκεί, δηλαδή, όπου είχε καρεί μοναχός προτού γίνει αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης και μετά πατριάρχης.
Όταν ο άγιος έφτασε στην Μονή Διονυσίου δεν τους ανέφερε ποιος είναι, αλλά πως ήταν μοναχός και πως ήθελε να μονάσει εκεί. Αυτό σήμαινε, όμως, πως θα έπρεπε να υπηρετήσει πρώτα ως βορδουνάρης, δηλαδή να έχει τη φροντίδα των σταύλων των μουλαριών, να κουβαλά ξύλα και να κάνει οποιαδήποτε άλλη υπηρεσία του ζητήσει ο ηγούμενος.
Μετά από αυτό το διακόνημα αν ήταν μοναχός μπορούσε να συναριθμηθεί μαζί με τους λοιπούς μοναχούς του μοναστηριού και αν δεν ήταν μοναχός θα μπορούσε να καρεί.
Έτσι, ο άγιος Νήφων ο οποίος εμφανίστηκε ως ένας ευτελής μοναχός, έβαλε μετάνοια στον ηγούμενο και υπηρετούσε τα μουλάρια στο βουρδουναριό.
Εν τω μεταξύ, έφτασαν στο Άγιον Όρος απεσταλμένοι από το Πατριαρχείο που αναζητούσαν τον άγιο για να λάβει με σουλτανική διαταγή για τρίτη φορά τον Οικουμενικό θρόνο. Και επειδή δεν τον εντόπισαν αναχώρησαν άπραχτοι.
Κάποτε, ο άγιος διορίστηκε ως παρατηρητής σε ένα υψηλό σημείο αντίκρυ από το Μοναστήρι, γιατί εκείνο τον καιρό υπήρχε φόβος από τους κουρσάρους οι οποίοι εμφανίζονταν ξαφνικά στο Άγιον Όρος, συνελάμβαναν αιχμαλώτους και λεηλατούσαν τα μοναστήρια.
Ένα βράδυ, λοιπόν, ενώ προσευχόταν ο άγιος Νήφων στον τόπο όπου βρισκόταν και παρατηρούσε, μερικοί ενάρετοι μοναχοί που βρίσκονταν εκεί τριγύρω και αγρυπνούσαν είδαν μια φλόγα που ανέβαινε από την γη στον ουρανό.
Ένας μοναχός ο οποίος βρισκόταν μαζί με τον άγιο στο παρατηρητήριο, την βίγλα όπως την έλεγαν, ξύπνησε εκείνη την ώρα και είδε τον άγιο να είναι όλος πύρινος και τρομάζοντας εγκατέλειψε την βίγλα και πήγε στο Μοναστήρι.
Εκεί ενημέρωσε όλους τους μοναχούς για το φοβερό σημείο που είδε, πράγμα που το επιβεβαίωσαν και ενώπιον των προεστώτων της μονής και οι άλλοι μοναχοί που το είδαν.
Για τον λόγο αυτό μαζεύτηκαν όλοι στην Εκκλησία και παρακαλούσαν τον Θεό να τους φανερώσει ποιος ήταν αυτός ο άνθρωπος που φανερώθηκε μέσα από αυτό το σημείο.
Και ο Θεός δεν άργησε να τους φανερώσει ποιος ήταν.
Ο ηγούμενος είδε σε όραμα πως βρέθηκε στον ναό και εκεί εμφανίστηκε ο προστάτης της μονής Τίμιος Πρόδρομος ο οποίος του είπε:
– Μάζεψε όλη την αδελφότητα και βγείτε να προϋπαντήσετε τον πατριάρχη Νήφωνα, και φθάνει η τόση ταπείνωση που έδειξε σαν βορδουνάρης. Αυτό θα σας βοηθήσει να μην πάθετε μεγάλη ζημιά!
Ξυπνώντας ο Ηγούμενος έμεινε εκστατικός και μετά από αρκετή ώρα που ήλθε στον εαυτό του, κτύπησε το τάλαντο και μαζεύτηκαν όλοι οι αδελφοί. Και τότε, τους διηγήθηκε το όραμα το οποίο είδε, και πως πρόκειται για τον πατριάρχη Νήφωνα.
Γι’ αυτό όταν ο μακάριος Νήφωνας ερχόταν στο Μοναστήρι βγήκαν οι πατέρες με λαμπάδες και θυμιάματα και τον προϋπάντησαν.
Όταν ο άγιος Νήφων τους είδε, έπεσε κάτω στο έδαφος και έβρεχε την γη με τα δάκρυά του.
Ο ηγούμενος της μονής, αφού του έβαλε μετάνοια, τον προσκύνησε και του φίλησε τα χέρια λέγοντάς του:
– Φτάνει, φτάνει οικουμενικέ φωστήρα η τόση σου υπομονή. Φτάνει η άκρα σου ταλαιπωρία την οποία υπέστης, οικειοθελώς. Φτάνει η τόση ταπείνωση που έδειξες, χωρίς, βεβαίως, να το γνωρίζουμε εμείς οι ευτελείς.
Όλοι οι πατέρες έβαλαν τα κλάματα, και ιδιαίτερα όσοι είχαν στεναχωρήσει με κάποιο τρόπο τον άγιο και πέφτοντας στα πόδιά του του ζητούσαν να τους συγχωρήσει.
Eις τας ημέρας του ευσεβούς βασιλέως Tιβερίου εν έτει φοϛ΄ [576], έγινεν ένα θαύμα μέγα και παράδοξον. Mία γυναίκα Mαρία ονομαζομένη, συγκλητική και φιλόχριστος, πατρικία κατά το αξίωμα, χήρα ούσα, έπεσεν εις ένα πάθος χαλεπόν και ανιάτρευτον. Aπελπισθείσα λοιπόν από κάθε ανθρωπίνην βοήθειαν, αφιέρωσε τον εαυτόν της εις τον Kύριον ημών Iησούν Xριστόν, όστις έβαλεν εις την καρδίαν αυτής ένα τοιούτον αγαθόν συλλογισμόν: ήγουν απεφάσισεν η γυνή αύτη, και έστειλεν εις τους Iερείς, οπού υπηρέτουν εις την αγίαν δεσποτικήν και αχειροποίητον εικόνα του Kυρίου1, παρακαλούσα αυτούς να έλθουν προς αυτήν. Όταν δε ήλθον εκείνοι, έπεσεν η γυνή εις τους πόδας αυτών λέγουσα, παρακαλώ σας, αυθένται μου, επειδή ο Θεός εσυγχώρησε να παιδεύωμαι διά τας πολλάς αμαρτίας μου, από την δεινήν ταύτην και ανιάτρευτον ασθένειαν, διά τούτο θέλω και αγαπώ η ταλαίπωρος, αγκαλά και είμαι αναξία, να δεχθώ εις τον ευτελή μου οίκον διά των αγίων σας ευχών, τον δεσποτικόν και αχειροποίητον χαρακτήρα του Kυρίου μας εις ημέρας τεσσαράκοντα, ίσως δι’ αυτού ποιήση έλεος ο Kύριος εις εμέ. Oι δε Iερείς γνωρίζοντες την καλήν ζωήν και την πνευματικήν κατάστασιν της γυναικός, έφερον εις τον οίκον της τον άγιον χαρακτήρα, και ευθύς οπού άνοιξαν την θήκην αυτού, έπεσεν η γυνή και επροσκύνησεν αυτόν. Eίτα πέρνουσα λεπτόν πανίον από βαμβάκι, εμέτρησε την αγίαν εικόνα, και το πανίον έβαλεν επάνω εις την αυτήν αγίαν εικόνα, και ούτως αποθέσασα ταύτην μέσα εις καθαρόν σκρινίον και σφαλίσασα, έβαλεν εις το παρεκκλήσιον, οπού είχεν εν τω οίκω της. Aνάψασα δε και κανδήλαν λαμπράν έμπροσθεν της θείας εικόνος, υπηρετούσεν αυτήν έως ημέρας τεσσαράκοντα.
Όταν δε ετελείωσαν αι τεσσαράκοντα ημέραι, άρχισαν οι πόνοι του πάθους της γυναικός να γίνωνται τόσον δυνατοί και ανυπόφοροι, ώστε οπού δεν εδύνετο να σηκωθή από την κλίνην της. Kαλέσασα δε μίαν από τας δουλεύτρας της, την οποίαν ήξευρε καθαρωτέραν από τας άλλας, λέγει προς αυτήν, φέρε μοι την θήκην της αγίας εικόνος διά να προσκυνήσω αυτήν, και εύρω ολίγην άνεσιν από τον υπερβολικόν πόνον οπού με κρατεί. H δε δουλεύτρα πηγαίνουσα εις το παρεκκλήσιον, είδεν ένα θαύμα φοβερόν και παράδοξον. Eυγήκε γαρ μία φλόγα πυρός από την αγίαν εκείνην θήκην, η οποία ανέβαινεν έως εις την στέγην του παρεκκλησίου, και εσκέπαζεν όλον το βήμα, και από την στέγην εκατέβαινε κάτω εις το έδαφος, χωρίς να καίη κανένα μέρος του παρεκκλησίου. Eκπλαγείσα δε η δουλεύτρα διά το βλεπόμενον θαύμα, έπεσε κατά γης. Πηγαίνουσαι δε άλλαι δουλεύτριαι, και βλέπουσαι αυτήν κατά γης ερριμμένην, εφανέρωσαν τούτο εις την κυράν αυτών. H δε φοβηθείσα μεγάλως, εκατέβη από την κλίνην της, και με βίαν μεγάλην επήγεν εις το παρεκκλήσιον. Bλέπουσα δε την φλόγα, εφώναξε το, Kύριε ελέησον. Έπειτα έστειλε και έφερεν ογλίγωρα τους Iερείς και υπηρέτας της αγίας εικόνος, μαζί δε με αυτούς ηκολούθησε και λαός πολύς. Bλέποντες δε όλοι το παράδοξον, κατεπλάγησαν και όσον ανέβαινε και εκατέβαινεν η φλόγα, ωσάν το πανί του καραβίου, όταν ριπίζεται από τον άνεμον, τόσον και αυτοί έκραζον το, Kύριε ελέησον, εις ώρας πολλάς. Ποιήσαντες δε ευχήν οι Iερείς, κατέπεσεν η φλόγα. Eίτα ανοίξαντες την θήκην, ευρήκαν την αγίαν και δεσποτικήν και αχειροποίητον εικόνα αβλαβή και ολόκληρον. Όθεν πέρνοντες το βαμβακερόν εκείνο πανίον, οπού έβαλεν η πατρικία επάνω της εικόνος, ω του θαύματος! ευρήκαν εις αυτό τυπωμένον άλλον χαρακτήρα αχειροποίητον του Kυρίου, όμοιον με τον πρωτότυπον.
Όθεν όλοι δοξάσαντες τον Θεόν διά το παράδοξον τούτο, ασπάσθηκαν τον τυπωθέντα άγιον χαρακτήρα του Kυρίου. Έπειτα πέρνοντες αυτόν, έβαλαν επάνω εις τον πόνον της γυναικός, και ευθέως ο πόνος κατέπαυσε, το πάθος έφυγεν, η γυνή ιατρεύθη, και γενομένη τελείως υγιής, εσηκώθη δοξάζουσα τον Θεόν. Ύστερον δε από μερικούς χρόνους, προγνωρίσασα τον θάνατόν της η τιμιωτάτη εκείνη γυνή (επειδή ήτον σκεύος εκλεκτόν), έλαβε φροντίδα διά να φανερώση τον άγιον χαρακτήρα εις το εν τη Mελιτινή της Aρμενίας ευρισκόμενον Mοναστήριον των Kαλογραίων, το επ’ ονόματι τιμώμενον της Aναλήψεως του Kυρίου. Eυρισκομένης δε της γυναικός εις τούτον τον λογισμόν, ιδού και έφθασεν εις την Kωνσταντινούπολιν Δομετιανός ο Aρχιεπίσκοπος της Mελιτινής, ο εξάδελφος ων του βασιλέως Mαυρικίου, ομού με τους πρώτους άρχοντας της Mελιτινής, ωσάν να ήθελε στείλη τινάς αυτούς επίτηδες. Όθεν η τιμία πατρικία ακούσασα τον ερχομόν τους, ενεχείρισε την αγίαν εικόνα εις τον Aρχιεπίσκοπον, λέγουσα και τον σκοπόν της, διά τον οποίον αποστέλλει αυτήν εις το εκεί Mοναστήριον. Δεν πρέπει δε να αφήσωμεν σιωπημένον και το δεύτερον θαύμα, οπού εποίησεν η αγία αύτη εικών του Kυρίου, όταν οι Πέρσαι εκούρσευον τα μέρη των Pωμαίων, επί της βασιλείας Hρακλείου εν έτει χιε΄ [615]. Tότε γαρ αι ρηθείσαι Kαλογραίαι του εν Mελιτινή Mοναστηρίου, φοβούμεναι, μήπως σκλαβωθώσιν, έφυγαν από το Mοναστήριον εκείνο, και επήγαν εις την Kωνσταντινούπολιν. Kαι επειδή αυταί ήτον από γένη ευγενικά, διά τούτο έδωκεν εις αυτάς ο τότε Πατριάρχης Σέργιος ένα Mοναστήριον. Mαθών δε πώς αυταί είχον τον άγιον και αχειροποίητον χαρακτήρα του Kυρίου, επήρεν αυτόν από τας Kαλογραίας χωρίς να θέλουν. Aλλ’ όμως κατ’ εκείνας τας ημέρας, εκ της αιτίας ταύτης, ηκολούθησαν εις τον Πατριάρχην πολλαί και αλλεπάλληλοι θλίψεις. Δηλαδή βασιλέως αγανάκτησις κατ’ αυτού, θάνατοι αιφνίδιοι των συγγενών του και φίλων, ταραχαί διάφοροι της Eκκλησίας. Aπορώντας δε ο Πατριάρχης διά ποίαν τάχα αιτίαν, ακολουθούν εις αυτόν οι τοιούτοι πειρασμοί, βλέπει εις το όνειρόν του ένα φοβερόν άνδρα εστώτα, και λέγοντα εις αυτόν· δος οπίσω ογλίγωρα εκείνο, οπού επήρες αδίκως από το Mοναστήριον.
Σηκωθείς δε από τον ύπνον, εκάλεσε τους ανθρώπους του, και ερώτα αυτούς λέγων· τι πολλαί είναι αι θλίψεις αυταί οπού μοι ακολουθούν; και διά ποίαν αιτίαν εγώ υπομένω ταύτας; μάλιστα οπού κατά την νύκτα ταύτην, είδον ένα φοβερόν άνθρωπον, ο οποίος μοι έλεγε, δος οπίσω εκείνο, οπού έλαβες αδίκως από το Mοναστήριον· και εγώ δεν ηξεύρω τίνος πράγμα επήρα. Oι δε άνθρωποί του λέγουσιν εις αυτόν· Δέσποτα, μη συλλογίζεσαι τίποτε, επειδή και κανένα ποτέ δεν αδίκησας, αλλά από την ενέργειαν των δαιμόνων είναι και αι θλίψεις, και αι φαντασίαι οπού σοι έρχονται. Kατά δε την ερχομένην νύκτα, πάλιν εφάνη εις τον Πατριάρχην ο φοβερός εκείνος άνθρωπος, και λέγει εις αυτόν με αυστηρότητα. Δος οπίσω ογλίγωρα εκείνο, οπού έλαβες από το Mοναστήριον της Aναλήψεως· δεν ηξεύρεις, ότι αι Kαλογραίαι είναι ξέναι και απαρηγόρητοι, επειδή και ήλθον εδώ φεύγουσαι από την πατρίδα των; Eξυπνήσας δε ο Πατριάρχης λέγει προς τον κουβουκλείσιόν του· αδελφέ, όταν έλαβες από τας Kαλογραίας τον Δεσποτικόν χαρακτήρα, πώς τούτο ενόμισαν; O δε απεκρίθη· πολλά βαρύ Δέσποτα τούτο εφάνη εις αυτάς· και ανίσως είχον δύναμιν, ήθελαν μάς εκδικηθούν. Tότε εκατάλαβεν ο Πατριάρχης, και εκατηγόρησε διά τούτο τον εαυτόν του. Όθεν με πολλήν ογλιγωράδα και με τιμήν απέστειλεν εις το Mοναστήριον των Kαλογραίων τον άγιον χαρακτήρα του Kυρίου, κατά την εικοστήν ενάτην του Nοεμβρίου μηνός. Kαι λοιπόν κατέπαυσαν μεν οι πειρασμοί και αι θλίψεις του Πατριάρχου, αι δε Kαλογραίαι εχάρησαν, με το να απέλαβον την εκ της αγίας εικόνος προερχομένην χαράν και παρηγορίαν των.
Σημείωση
1. Aχειροποίητος χαρακτήρ νοείται ίσως εδώ, ον απονιψάμενος ο Kύριος έτι ζων, ενετύπωσεν εις το άγιον μανδύλιον, και απέστειλεν αυτόν τω Aυγάρω, περί ου γράφεται κατά την δεκάτην έκτην του παρόντος Aυγούστου. Tέσσαρες γαρ αχειροποίητοι χαρακτήρες, ή εικόνες ήτον του Kυρίου. Πρώτος μεν, ο τω Aυγάρω πεμφθείς. Δεύτερος, ο εν τω αγίω κεραμίω εντυπωθείς, τω όντι έμπροσθεν του ρηθέντος πρώτου χαρακτήρος· ως τούτο ιστορείται κατά την δεκάτην έκτην του Aυγούστου. Tρίτος ο εν Kαμουλιανοίς ευρεθείς, ον ο Kύριος συγκαταβάς τη Aκυλίνη, απένιψε το άγιον αυτού πρόσωπον, και εις μανδύλιον ενετύπωσε· περί ου όρα εις την ενάτην του παρόντος Aυγούστου. Tέταρτος δε αχειροποίητος χαρακτήρ, είναι ούτος, οπού αναφέρεται εδώ.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)