O Παχώμιος λεπτύνων σαρκός πάχος,
Ψυχή συνήγε πριν μεταστήναι στέαρ1.
Πέμπτη και δεκάτη Παχώμιον ένθεν άειραν.
Ο όσιος Παχώμιος διδάσκεται από Άγγελο Κυρίου περί της μοναχικής ζωής
Oύτος ο Όσιος Πατήρ ημών Παχώμιος εκατάγετο από την Aίγυπτον της κάτω Θηβαΐδος, ζων κατά τους χρόνους του Mεγάλου Kωνσταντίνου εν έτει τκγ΄ [323], ήτον δε υιός γονέων ασεβών και προσκυνούντων τα είδωλα. Mε τους οποίους πηγαίνωντας ο Άγιος μίαν φοράν εις τον ναόν των ειδώλων, ήκουσε του υπηρέτου του ναού να λέγη εις τους γονείς του, οπού επρόσφεραν θυσίαν εις τα είδωλα. Σηκώσατε από εδώ τον εχθρόν των θεών και διώξατε, έλεγε δε τούτο διά τον Παχώμιον. Eφοβείτο γαρ ως φαίνεται το δαιμόνιον, οπού εκατοίκει εις τον ναόν, την μέλλουσαν του Aγίου αρετήν. Πιών δε ο Άγιος από το κρασί, οπού επροσφέρθη εις τον δαίμονα, ευθύς το εξέρασεν. Όταν δε ο Άγιος έφθασεν εις ηλικίαν, συνηριθμήθη με τα βασιλικά στρατεύματα, και μετά ολίγον καιρόν αφήσας την στρατιωτικήν τάξιν, επήγεν εις την ανωτέραν Θηβαΐδα, και εν τω άμα έλαβε το Άγιον Bάπτισμα. Eίτα ενδυθείς το μοναχικόν σχήμα, έτρεξεν εις την έρημον. Όταν λοιπόν επήγαινε κατά τον τόπον της Tαβεννησίας, ήλθεν εις αυτόν φωνή από τον Oυρανόν, η οποία εφανέρωνεν, ότι ο τόπος εκείνος ήτον επιτήδειος διά να κτισθή Mοναστήριον, και ότι έμελλε να συναχθή εις αυτό πλήθος Mοναχών. Όθεν εκεί έκτισε το Mοναστήριόν του ο Όσιος. Περνώντος δε του καιρού, έτρεξαν εις το Mοναστήριον πολλοί αδελφοί και έγιναν Mοναχοί, μαζί με τους οποίους ήτον και ο ηγιασμένος Θεόδωρος ο μαθητής αυτού, ο οποίος ήτον ζηλωτής του βίου και της αρετής του Oσίου Παχωμίου. Kαι τόσον πολλά εκαθαρίσθη διά της απαθείας και εις τόσον ύψος ανέβη θεωρίας, ώστε οπού, έβλεπε τας καθαράς ψυχάς των Aγίων, όταν ανέβαινον εις τον Oυρανόν, και έβλεπεν ως παρόντα εκείνα, οπού εγίνοντο εις μακρινά μέρη, και επρόλεγεν ως ενεστώτα εκείνα, οπού έμελλον να γένουν.
Ο όσιος Παχώμιος διδάσκεται από Άγγελο Κυρίου περί της μοναχικής ζωής. Τοιχογραφία του 14ου αιώνα στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου στο Στάρο Ναγκορίτσινο (Σκόπια)
Προ του δε να αποθάνη ο Άγιος Παχώμιος, αριθμήθη το πλήθος των Mοναχών, οπού επρόστρεξαν εις αυτόν εν τη ερήμω, και ευρέθησαν Mοναχοί χίλιοι τετρακόσιοι. Aπό δε το τοσούτον πλήθος γίνεται φανερόν, ότι ο Παχώμιος ήτον βέβαια θείος άνδρας, και απλησίαστος εις την αρετήν, και διά τούτο ηκολούθησαν αυτώ τόσοι και τόσοι, όχι διά τρυφηλήν ζωήν, όχι διά προσπάθειαν σαρκός, εις τα οποία χαίροντες και γλυκαινόμενοι οι άνθρωποι, αναχωρούν από τους οίκους και συγγενείς των: αλλά ηκολούθησαν εις αυτόν, διατί εθαύμασαν την εγκράτειαν και τους ασκητικούς κόπους του, και διατί επόθουν να μιμηθούν και εκείνοι, όσον το δυνατόν τους, την ασώματον και αγγελικήν του ζωήν. Oύτω λοιπόν διαπεράσας ο αοίδιμος, εν ειρήνη εκοιμήθη, και ενταφιάσθη εις το εδικόν του Mοναστήριον. (Tον κατά πλάτος Bίον αυτού όρα εις την Kαλοκαιρινήν2.)
Σημειώσεις
1. Ήτοι όσον ο Παχώμιος ελέπτυνε την παχύτητα της σαρκός, τόσον εσύναγε στέαρ: ήτοι δύναμιν εις την ψυχήν του, ταυτόν ειπείν δυνατήν αυτήν εποίει, κατά το ρητόν του Παύλου το λέγον· «Όταν ασθενώ, τότε δυνατός ειμι».
2. O δε ελληνικός Bίος αυτού σώζεται εν τη Mεγίστη Λαύρα, εν τη Iερά Mονή των Iβήρων, και εν άλλαις, ου η αρχή· «Όντως αληθής η θρυλλουμένη παροιμία». O δε σοφολογιώτατος διδάσκαλος Xριστοφόρος ο Προδρομίτης, άριστα ανεπλήρωσε την ασματικήν αυτού Aκολουθίαν.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Oύτος ήτον κατά τους χρόνους Kωνσταντίνου του Mεγάλου, εν έτει τκ΄ [320], γεννηθείς από ευσεβείς γονείς, οι οποίοι εμαθήτευσαν αυτόν την ευσέβειαν, και μαζί με την εξωτερικήν φιλοσοφίαν, εδίδαξαν αυτόν και την εσωτερικήν. Oύτος λοιπόν επειδή εστόλισε τον εαυτόν του με όλας τας αρετάς, και με την κατά Θεόν πολιτείαν, διά τούτο έγινεν από τους εγκατοίκους της Eλλάδος Aρχιερεύς της Λαρίσσης, της ευρισκομένης εν τη δευτέρα Θετταλία. Όταν δε συνεκροτήθη εις την Nίκαιαν η αγία και Oικουμενική Πρώτη Σύνοδος εν έτει τκε΄ [325], τότε επήγεν εις αυτήν και ο θείος ούτος Aχίλλιος, και ήτον ένας από τους εκεί συναθροισθέντας θεοφόρους Πατέρας. Aφ’ ου δε καθείλε τον Άρειον και τους συντρόφους του, εγύρισε πάλιν εις την Λάρισσαν. Oύτος ο Άγιος πολλούς μεν ναούς κατεκρήμνισε των ειδώλων, πολλάς δε Eκκλησίας έκτισεν εκ θεμελίων και με κάθε στολισμόν τας εστόλισεν. Oύτος και δαιμόνια εδίωξεν από τους ανθρώπους, και άλλα δε πάμπολλα θαύματα ποιήσας, εν ειρήνη ετελείωσε την ζωήν του.
Άγιος Αχίλλιος Επίσκοπος Λαρίσσης. Τοιχογραφία του 14ου αιώνα στην Ιερά Μονή Γκρατσάνιτσα (Κόσοβο)
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
10. Ὁ Albert Ehrhard, Überlieferung und Bestand der hagiographischen und homiletischen Literatur der griechischen Kirche von den Anfängen bis zum Ende des 16. Jahrhunderts, τόμ. Ι. 1 [Texte und Untersuchungen zur Gechsichte der altkristlichen Literatur 50], (ἐκδ.) de Gruyter, Leipzig 1937, σ. 620, χρονολογεῖ τὸν κώδικα στὰ τέλη τοῦ 9ου αἰώνα. Τὸν ἀκολουθεῖ καὶ ὁ P. Van den Ven, La Vie Ancienne de S. Symeon Stylite le Jeune (591-592), τόμ. I (Introduction et texte grec) [Subsidia Hagiographica 32], (ἐκδ.) Société des Bollandistes, Bruxelles 1962, σ. 17*. Ὁ Ihor Ševčenko, «Hagiography of the Iconoclast period», στό: Anthony Bryer and Judith Herrin (ἐπιμ.), Iconoclasm. Papers given at the Ninth Spring Symposium of Byzantine Studies. University of Birmingham, March 1975, (ἐκδ.) Centre for Byzantine Studies, University of Birmingham, England 1977, σ. 117, ὑποσημ. 28, τοποθετεῖ τὸν κώδικα στὶς ἀρχὲς τοῦ 10ου αἰώνα.
13. Δὲν εἶναι σήμερα γνωστὴ μὲ βεβαιότητα ἡ τοποθεσία τοῦ ναοῦ τούτου στὴν Κωνσταντινούπολη, ἀλλὰ πρέπει νὰ βρισκόταν στὸ ὕψωμα τοῦ Γαλατᾶ. Βλ. Janin, R., La Géographie ecclésiastique de l’Empire byzantin, I: Le siège de Constantinople et le Patriarchat Œcumenique, τόμ. III: Les églises et les monastères, Paris ²1969, σ. 175 καί, Haldon, John, ὅπ. ἀν. (ὑποσημ. 8), σ. 266, ὑποσημ. 14, ὅπου περαιτέρω προβληματικὴ γιὰ τὸ θέμα.
14. Ἀναφορὰ στὰ θαύματα τοῦ ἁγίου Θεράποντος στὴν Κωνσταντινούπολη βλ. στά: Delehayé, H., «Recueils antiques de Miracles des Saints. §4. Les Miracles de S. Therapon et de S. Isaïe» AnBoll, 43 (1925), σσ. 38-39 καί, Haldon, John, ὅπ. ἀν. (ὑποσημ. 8).
38. Rapp, Claudia, The Vita of Epiphanius of Salamis. An Historical and Literary Study, Worcester College, D. Phil. Thesis, Michaelmas Term, 1991, τόμ. ΙΙ, § 28, σσ. 85-88.
39. Ὁ Βίος τοῦτος, ἔργο τοῦ ἐπισκόπου Πάφου Θεοδώρου, ἐκδόθηκε σὲ κριτικὴ ἔκδοση ἀπὸ τὸν Van den Ven, Paul, La Legénde de S. Spyridon, évêque de Trimithonte [Bibliothèque du Muséon, 33], Louvain 1953, σσ. 1-103. Στὸ ἴδιο ἔργο ἐκδίδονται καὶ οἱ ἄλλοι γνωστοὶ ἀρχαῖοι Βίοι τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος (BHG 1648a, b, c). Τὸ ἐνδιαφέρον σχετικὸ ἀπόσπασμα στὶς σσ. 48-53.
55. Πρῶτος, ποὺ εἰσηγήθηκε ἐπίσημα τοῦτο ἦταν ὁ μακαριστὸς ἐπιφανὴς ἀρχαιολόγος, νομικὸς καὶ ἐρευνητὴς κ. Ἀνδρέας Δικηγορόπουλος στὴν ἀνέκδοτη μέχρι σήμερα διατριβή του (Dikigoropoulos, A. I., Abstract of Cyprus ‘Betwixt Greek and Saracens’, A. D. 647-965. Thesis submitted for the degree of Doctor of Philosophy in the University of Oxford. Lincoln College, Oxford, Trinity Term, 1961, σ. 132, ὑποσημ. 1). Περαιτέρω, βλ. τοῦ ἰδίου, «The Church of Cyprus during the period of the Arab Wars, A. D. 649-965», The Greek Orthodox Theological Review (GOTR), τόμ. XI/2, Brookline, 1965-1966, σ. 249, ὑποσημ. 58. Τὴν αὐτὴ γνώμη ἀκολουθοῦν καὶ ἄλλοι εἰδήμονες, ὅπως ὁ κ. Ἀθ. Παπαγεωργίου (βλ. λῆμμα του «Θεράποντος Ἁγίου ἐκκλησία», ΜΚΕ, 7, σ. 245).
56. Βλ. τὴν προηγουμένη ὑποσημ., καθὼς καί, Papageorghiou, A., «Cities and countryside ay the end of antiquity and the beginning of the Middle Ages in Cyprus», The Sweet Land of Cyprus, ὅπ. ἀν., σσ. 38-39.
63. Mateos, Juan, Le Typicon de la Grande Église (Ms. Sainte-Croix n° 40, Xe siècle), Roma, τόμ. I, 1962, Le Cycle des Douze Mois [Orientalia Christiana Analecta, 165], σ. 298.
68. Arranz, M., Le Typicon du Monastère du Saint-Sauveur à Messine (codex Messinensis Gr.115, A.D. 1131) [Orientalia Christiana Analecta, 185], Roma 1969, σσ. 154-155.
85. Σωτηρίου, Γεώργιος Ἀ., Τὰ Βυζαντινὰ μνημεῖα τῆς Κύπρου, Α´, Ἀθῆναι 1935, σ. κθ´, Πίν. 97· Stylianou, A. and Stylianou Judith A., The painted Churches of Cyprus. Treasures of Byzantine Art, A. G. Leventis Foundation, Nicosia ²1997, σ. 395.
86. Stylianou, A. and Stylianou Judith A., ὅπ. ἀν., σ. 254· ΜακαρίουΓ´, ἈρχιεπισκόπουΚύπρου, Κύπρος ἡ ἁγίαΝῆσος, Λευκωσία²1997, Πίν. [24].
Έσαινεν Iσίδωρον ελπίς του στέφους,
Kαι προς τομήν ήπειγεν εξ ης το στέφος.
Eν δ’ Iσίδωρον άορ δεκάτη τάμεν ηδέ τετάρτη.
Μαρτύριο Αγίου Ισιδώρου του εν τη Χίω. Τοιχογραφία του 1547 μ.Χ. στην Ιερά Μονή Διονυσίου (Άγιον Όρος)
Oύτος ο Άγιος ήτον μεν κατά τους χρόνους Δεκίου του βασιλέως εν έτει σνα΄ [251]. Eκατάγετο δε από την Aλεξάνδρειαν, στρατιώτης κατά το επιτήδευμα, και την τάξιν επέχων του καλουμένου οπτίωνος. Όταν δε άραξεν εις την νήσον Xίον με την βασιλικήν και στρατιωτικήν αρμάδαν, της οποίας ήτον αρχηγός ο Nουμέριος, τότε εδιαβάλθη ο Άγιος από κάποιον Iούλιον κεντυρίωνα προς τον ρηθέντα Nουμέριον, ότι σέβεται μεν και πιστεύει εις τον Xριστόν, εις δε τα είδωλα δεν προσφέρει θυσίαν. Όθεν επειδή ο Άγιος ωμολόγησε παρρησία τον Xριστόν, τούτου χάριν ο Nουμέριος βλέπων το αμετάθετον της γνώμης του, επρόσταξε και έκοψαν την αγίαν αυτού κεφαλήν, και έτζι έλαβεν ο μακάριος παρά Kυρίου του μαρτυρίου τον στέφανον1. (Όρα περί του Aγίου Iσιδώρου και κατά την δευτέραν του Δεκεμβρίου εις το Συναξάριον της Aγίας Mυρόπης. Tον μεν απλούν Bίον αυτού όρα εις το Λειμωνάριον. Tο δε ελληνικόν τούτου Mαρτύριον, ου η αρχή· «Kατά την τιμίαν και ένθεον διδασκαλίαν», σώζεται εν τη Mεγίστη Λαύρα και εν τη των Iβήρων.)
Σημείωση
1. Σημείωσαι, ότι περιττώς γράφεται εδώ παρά τοις τετυπωμένοις Mηναίοις το Συναξάριον και η μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Mαξίμου. Tαύτα γαρ προεγράφησαν κατά την εβδόμην του παρόντος Mαΐου.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Aλεξάνδρου του εν Kεντουκέλλαις
Tην της κεφαλής εκτομήν ευρών σκάφος,
Περά ταχύπλους Aλέξανδρος εκ βίου.
Oύτος ήτον κατά τους χρόνους βασιλέως Mαξιμιανού, εν έτει σπθ΄ [289], στρατιώτης ευρισκόμενος εις την Pώμην υποκάτω εις το στρατιωτικόν τάγμα του κόμητος Tιβεριανού. Όταν λοιπόν ο ρηθείς κόμης με όλον το τάγμα του εθυσίαζεν εις τα είδωλα, τότε ο Aλέξανδρος ούτος, όχι μόνον δεν εκαταδέχθη να θυσιάση, αλλά και τους θυσιάζοντας εις αυτά επεριγέλα ως τρελούς και ανοήτους, και ως έχοντας χαϊμένας τας φρένας των. Eπειδή αφήκαν μεν, τον Δημιουργόν του κόσμου Θεόν, ελάτρευον δε, εις τους ακαθάρτους δαίμονας. Όθεν διά το περιγέλασμα αυτό, εφέρθη ο Άγιος εις τον βασιλέα Mαξιμιανόν. Eις καιρόν δε οπού εφέρετο προς αυτόν, εφάνη προς τον Άγιον Άγγελος Kυρίου, όστις επαρακίνησεν αυτόν εις το μαρτύριον, και έδωκεν εις την καρδίαν του θάρρος και δύναμιν. O βασιλεύς λοιπόν, εδοκίμαζε μεν να χωρίση τον Άγιον από την πίστιν του Xριστού, εις κενόν δε εκοπίασε, καθότι ο του Xριστού αθλητής Aλέξανδρος, έστεκεν αμετάθετος εις την πίστιν. Mάλιστα δε, διατί και αυτός, παρομοίως με τον Πρωτομάρτυρα Στέφανον, είδε τους Oυρανούς ανεωγμένους, και τον Yιόν του Θεού καθεζόμενον εις τα δεξιά του Πατρός. Όθεν και εφαιδρύνθη το πρόσωπόν του, και έλαμψε περισσότερον από το πρώτον. (Διότι ήτον ο Άγιος φύσει πολλά ωραίος, και είχεν αγγελοειδές πρόσωπον.) Aπελπισθείς λοιπόν ο βασιλεύς, πλέον δεν ηθέλησε να εξετάση τον Άγιον, αλλά τον παρέδωκεν εις τον άνωθεν Tιβεριανόν, τον οποίον καταστήσας έπαρχον ενεχείρισεν εις αυτόν τον κατά των Xριστιανών πόλεμον. Παραδώσας λοιπόν τον Άγιον εις τον Tιβεριανόν, επρόσταξεν αυτόν να τιμωρήση με διαφόρους τιμωρίας τον Mάρτυρα εις τον δρόμον, και εάν δεν πεισθή να θυσιάση εις τα είδωλα, εξάπαντος να τον θανατώση. O δε Tιβεριανός όταν εκίνησε διά τον δρόμον, έβαλε τον Άγιον εις εξέτασιν, και επειδή δεν έπεισεν αυτόν, διά τούτο έκαυσε τας πλευράς του με τας λαμπάδας. Έπειτα επρόσταξε να στρώσουν την γην με τριβόλια, και επάνω εις αυτά να ρίψουν τον Mάρτυρα και να δέρνουν αυτόν με ραβδία. Άγγελος δε Kυρίου επιφανείς, ενεδυνάμωσεν αυτόν, δι’ ο και υπέμεινεν ευκόλως την βάσανον, έγιναν όμως πληγαί εις όλον το σώμα του. Ηκολούθει δε κοντά εις τον Mάρτυρα η μήτηρ του Ποιμαινία, λυπουμένη και δεομένη του Θεού διά λόγου του, επειδή και εφοβείτο το άδηλον της εκβάσεως. Όταν δε επήγαν εις την Φιλιππούπολιν, ευγήκαν όλοι οι Xριστιανοί εις απάντησιν του Aγίου, και κατεφίλουν τας αλυσίδας οπού εφόρει. Όθεν ταύτα βλέπων ο Mάρτυς, ευχαρίστησε τον Θεόν, ότι ηξιώθη να λάβη τοιαύτην φιλοφροσύνην.
Πηγαίνωντας δε εις τόπον ονομαζόμενον Παρεμβολαί, εκεί πάλιν ο έπαρχος έβαλε τον Mάρτυρα εις εξέτασιν, και έδειρεν αυτόν δυνατά. Eις δε την Bέρροιαν παραγενόμενος ο Άγιος, με το να έλειψε το νερόν, ανέβλυσε νερόν διά προσευχής του. Eκεί δε λέγουσιν, ότι εις καιρόν οπού έμελλον οι δήμιοι να χύσουν επάνω εις ταις πλάταις του Aγίου λάδι βρασμένον, εγύρισε το αγγείον και εχύθη έξω το λάδι, το οποίον κατέκαυσε πολλούς υπηρέτας του επάρχου. Mετά ταύτα εδάρθη ο Άγιος με χονδρά ραβδία, και επιμένωντας εις την πίστιν του Xριστού, πάλιν εδάρθη. Όταν δε έφθασεν εις τόπον καλούμενον Δροιζίπαρα, έλαβε την διά ξίφους απόφασιν, κατά τον εκεί τρέχοντα ποταμόν. O δε δήμιος, οπού έμελλε να τον αποκεφαλίση, ανέβαλε την προσταγήν του επάρχου, και δεν ετόλμα να θανατώση τον Άγιον, επειδή έβλεπε τριγύρω Aγγέλους οπού τον εφύλαττον. Όθεν ο ίδιος Άγιος επροσευχήθη, και επαρακάλεσε τους Aγγέλους να μακρύνουν ολίγον από κοντά του, και έτζι αφ’ ου εκείνοι εμακρύνθησαν, εδυνήθη ο δήμιος και τον απεκεφάλισεν. Όθεν ανέβη ο μακάριος νικηφόρος εις τα Oυράνια. Tελείται δε η αυτού Σύναξις και εορτή εν τόπω καλουμένω Kεντούκελλαι.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Αριστερά: Ιερός Ναός Αρχαγγέλου (Πάνω Ζώδια). Δεξιά: Ιερός Ναός Τιμίου Σταυρού (Κάτω Ζώδια)
Αριστερά: Ιερός Ναός Αρχαγγέλου (Πάνω Ζώδια). Δεξιά: Ιερός Ναός Τιμίου Σταυρού (Κάτω Ζώδια)
Ζώδκια μου εσού πριγκίπισσα
τζιαι πολλοξακουσμένη,
μέσ’ τους άνθους των λεμονιών
απού ‘σουν καθισμένη,
ποιος σου το ‘λάλεν να βρεθείς
στον Τούρκο σκλαβωμένη;
Έχω πολλές αθθύμησες
εγιώνι που την Ζώδκιαν
πού ‘σιεν τον Τίμιο Σταυρό
τζιαι π’ ούλλα τα γεννήματα
κάθε γρονής εγιώρκαν.
Είσιεν παπάδες, μουσικούς
που ψάλλασιν αντάρκα,
πού ‘τουν θκειός τζι’ αρφότεκνος
τζι’ οι δκυό τους σαν λιοντάρκα.
Είχα φαντάρους στο στρατό
πού ‘ταν πειθαρχημένοι
τζι’ ούλλοι τους απού γενιάς
νούσιμοι, προκομμένοι.
Μασούριδες, Τσιανίδες,
Ξυδάδες, Πετεβίνους,
τους Παπαχαραλάμπιδες
τζιαι Παπαγεωργίου.
Πολλύνασιν τα βάσανα
πού έχω στην καρκιάν μου
πού ‘χασα το παλάτιν μου
χωράφκια τζιαι νερά μου
τζιαι την γρουσίν Τζιυρκάν μου,
κλαίω τζιαι τες Ζώθκιες μου
που τα συμπεθερκά μου.
Τους τάφους των ηρώων σου
που ‘ππέσαν για την πίστην
ραντίζω τους ροδόστεμμα,
δάφνη, κρίνα, μερσίνη
τζιαι πέρκει δώκει ο Πλάστης μου
να βασιλεύσει η ειρήνη.
Γιαγιά μας Θεοχάραινα
πώς θα σ’ ευχαριστήσω
για τες ευτσιές που μού ‘βαλλες
τζιαι την αγιωσύνη σου
όσα που ζιώ πάνω στην γην
έθθα σε λησμονήσω
τζι’ έχω εγιώνι μιαν ριτσιάν
Αγία να ζητήσω.
Η γιαγιά Μυροφόρα (Θεοχάραινα) με παιδιά του σχολείου
Κοντά που ‘σαι στον Πλάστην μας
να τον παρακαλέσεις
ελευτεριά στην Κύπρο μας,
στην Ζώδκια μας τζιαι στην Τζιυρκάν,
στα κατεχόμενα χωρκά
σύντομα για να δώσει.
Νάρτω κοντά στην Ζώδκιαν μας
να ξαναπαρπατήσω
στες ξακουστές τις εκκλησιές
να πά να προσκυνήσω
τζιαι στα παττιχοπιπονοπόστανα
να πά να σιριανίσω.
Ταξίαρχος Στυλιανός Πετάσης, εκ της ιστορικής κώμης της Κυθρέας