Αρχική Blog Σελίδα 20

Μόρφου Νεόφυτος: Ἡ πίστη στὸν Χριστὸ καὶ τὸ ἦθος ἑνὸς ἄρχοντα τοῦ τόπου (9.9.2025)

Ἐπικήδειος λόγος Πανιερωτάτου  Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου στὴν ἐξόδιο ἀκολουθία τοῦ μακαριστοῦ  Ἀνδρέα Παπαπολυβίου, ποὺ τελέσθηκε στὸν ἱερὸ ναὸ Ἀποστόλου Ἀνδρέα στὸ Πλατὺ Ἀγλαντζιᾶς στὴ Λευκωσία (09.09.2025).

Ὁ μακαριστὸς Ἀνδρέας Παπαπολυβίου γεννήθηκε στὸ κατεχόμενο χωριὸ Κάτω Ζώδεια στὶς 16 Ἰουλίου 1943.  Σπούδασε νομικὴ στὸ Ἀριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης καὶ δημοσιογραφία στὸ Κέντρο Φιλοσοφικῶν καὶ Κοινωνικῶν Σπουδῶν Θεσσαλονίκης.

Ἐκλέχτηκε βουλευτὴς στὶς βουλευτικὲς ἐκλογὲς τοῦ 2001 στὴν Ἐκλογικὴ Περιφέρεια Λευκωσίας μὲ τὸν ΔΗΣΥ γιὰ τὴν Η΄ Κοινοβουλευτικὴ Περίοδο. Ὡς βουλευτής, διετέλεσε μέλος τῆς Κοινοβουλευτικῆς Ἐπιτροπῆς Ἐργασίας καὶ Κοινωνικῶν Ἀσφαλίσεων, τῆς Κοινοβουλευτικῆς Ἐπιτροπῆς Ἐσωτερικῶν καὶ τῆς Κοινοβουλευτικῆς Ἐπιτροπῆς Συγκοινωνιῶν καὶ Ἔργων.

Τὴν περίοδο 1998-2001 διετέλεσε Ἔπαρχος Λευκωσίας. Διετέλεσε ἐπίσης πρόεδρος τῆς Παγκύπριας Συντεχνίας Δημοσίων Ὑπαλλήλων (ΠΑΣΥΔΥ).

Ὑπῆρξε πρόεδρος τοῦ διοικητικοῦ συμβουλίου τοῦ Συμβουλίου Ὑδατοπρομήθειας Λευκωσίας, τῶν Συμβουλίων Εὐημερίας Ἀσθενῶν τοῦ Γενικοῦ Νοσοκομείου Λευκωσίας, τοῦ Νοσοκομείου Ἀρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ΄ καὶ τῶν Ψυχιατρικῶν Ἱδρυμάτων, τοῦ Συμβουλίου Φυλακῶν καὶ τῆς Ἐπαρχιακῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Συνδέσμου Στηθικῶν Νοσημάτων Λευκωσίας. Ἦταν ἐπίσης γραμματέας τοῦ ἀθλητικοῦ σωματείου Παρθενὼν Ζώδιας καὶ τῆς Παγκοινοτικῆς Κίνησης Ζώδιας.

Πηγή: «50 χρόνια κυπριακοῦ κοινοβουλίου» (PDF). Βουλὴ τῶν Ἀντιπροσώπων (Κύπρος).

Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης: «Δέομαι Σου ελεήμον Κύριε, ίνα γνωρίσωσί σε εν Πνεύματι Αγίω πάντες οι λαοί της γης»

Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης
Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης

Ο Άγιος Σιλουανός μέχρι να γίνει δοχείο της Χάριτος του Χριστού και να πληρωθεί Πνεύματος Αγίου πέρασε δια πυρός και σιδήρου: θλίψεις, απόγνωση, βίωσε το σκοτάδι της κολάσεως, βρέθηκε στα έγκατα του Άδη! Όταν έφτασε στα όρια της θλίψεως και το εξέφρασε με το να πει στον Θεό ότι είναι αδυσώπητος, τότε γεύτηκε και τη χάρη ως «πυρ καταναλίσκον» στην καρδιά του από τη στιγμή που είδε τον Κύριό μας Ιησού Χριστό και του είπε τον κορυφαίο λόγο «Κράτα τον νου σου στον Άδη και μην απελπίζεσαι». Από τότε έκαιγε μέσα του ο άσβεστος πόθος, ο θείος έρωτας γι’ Αυτόν.

Η ευχή του Ιησού έκαιγε αδιαλείπτως στην ψυχή του, αφού του δόθηκε για τον ανδρείο αγώνα του από την ίδια τη Θεοτόκο! Πλέον τα δάκρυα έτρεχαν ασταμάτητα για όλο τον κόσμο και η καρδιά του πονούσε για όλη την κτίση, που ζούσε μακριά από τον Ποιητή και δημιουργό της. Η προσευχή του με πόνο βαθύ έβγαινε προς τον Θεό και έλεγε: «Δέομαι ουν σου Κύριε, ίνα γνωρίσωσί Σε εν πνεύματι Αγίω πάντες οι λαοί της γης». Γι’ αυτό άλλωστε αγαπήθηκε πολύ ο Άγιος Σιλουανός από όλα σχεδόν τα έθνη και έγινε Παγκόσμιος Άγιος στις ψυχές όλων. Λίγες γραμμές δεν μπορούν να περιγράψουν τις αρετές ενός γίγαντα Αγίου….

***

… Τι ευαισθησία είχε αυτός ο άνθρωπος!
Αυτό φαίνεται καθαρά στην αναφορά που κάνω όταν περιγράφω την επίσκεψη του π. Διαδόχου, όπου έλαβε χώρα μία συζήτηση πάρα πολύ ενδιαφέρουσα ανάμεσα σε έναν από τους πνευματικούς πατέρες του μοναστηριού και τον Σιλουανό.
Ο πνευματικός αυτός πατέρας, έχοντας διαβάσει κάποια πράγματα από μία εφημερίδα, απευθυνόμενος στον Σιλουανό τον ρώτησε:
– Τι νομίζετε γι’ αυτό το θέμα, πάτερ Σιλουανέ;
– Πάτερ, γνωρίζετε ότι δεν μου αρέσει να διαβάζω εφημερίδες.
– Γιατί;
– Διότι δεν επιφέρουν παρά μόνο ταραχή στην πνευματική μου κατάσταση.
– Σε μένα συμβαίνει το αντίθετο! Εδώ στην έρημο που είμαστε εμείς λησμονούμε τον κόσμο, λοιπόν, όταν διαβάζω εφημερίδες. Θυμάμαι τον κόσμο και προσεύχομαι γι’ αυτόν στη Λειτουργία, στην προσευχή μου, στό κελί κλπ.
Και ο Σιλουανός απάντησε:
– Αλλά όταν κάποιος προσεύχεται τη νύχτα για τον κόσμο, το αισθάνεται αυτό καλύτερα παρά από τις εφημερίδες. Με την προσευχή γνωρίζει κανείς και την κατάσταση του κόσμου και τις ανάγκες του.
Ο Γέροντας λέει ότι ο νους ενός πνευματικού είναι όπως ένας αετός που από ψηλά βλέπει τον κόσμο μέσα στο σκοτάδι της νύχτας.

(Αγίου Σωφρονίου Σαχάρωφ, Οικοδομώντας το ναό του Θεού, τόμος Α, σελ. 211)

***

Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης και ο Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ

Άγιος Σωφρόνιος του Έσσεξ:

 Όταν ήμουν στην Ιερά Μονή Παντελεήμονος στο Άγιον Όρος και ζούσε ο Γέρων Σιλουανός, φιλούσα νοερώς ακόμη και το χώμα που πατούσε. Τέτοια βαθειά ευλάβεια είχα για το πρόσωπό του.

«Διαβάστε προσεκτικά τον Σιλουανό, για να μη χάνετε την οδό». Όσους έρχονται εδώ τους ικετεύω: Αφομοιώστε το πνεύμα τού πατέρα μας Σιλουανού! Τότε θα σας επισκιάσει το άκτιστο φώς, και στο φώς αυτό θά δείτε τη θεία απειρότητα και θα αντιληφτείτε ότι είναι αδύνατον να περιοριστεί ο Χριστός σε οποιοδήποτε άλλο πλαίσιο, πέρα από εκείνο τού απολύτου Θεού, του Δημιουργού του κόσμου, του ουρανού και της γης».

***

Μετά την εμπειρία των βασάνων του άδη, μετά την υπόδειξη του Θεού «κράτα τον νου σου στον άδη», ήταν ιδιαίτερα χαρακτηριστική για τον γέροντα Σιλουανό η προσευχή για τους νεκρούς, που «υπάρχουν εν βασάνοις». Προσευχόταν επίσης για τους ζωντανούς και τις μέλλουσες γενεές.

Θυμόμαστε τη συνομιλία του με κάποιον ερημίτη, ο οποίος έλεγε:
-Ο Θεός θα τιμωρήσει όλους τους αθέους. Θα καίγονται στο πυρ το αιώνιο.
Προφανώς η ιδέα πως οι άθεοι θα τιμωρούνταν στο αιώνιο πυρ τού προκαλούσε ικανοποίηση, κατά το ψαλμικό: «Εὐφρανθήσεται δίκαιος, ὅταν ἴδῃ ἐκδίκησιν» (Ψαλμ. νγ’, 11-12)*.
Με ολοφάνερη συγκίνηση ο Γέροντας απήντησε:
Πες μου, όμως, σε παρακαλώ, αν σε βάλουν στον παράδεισο και δεις από εκεί πως κάποιος καίγεται στις φλόγες του άδη, θα μπορούσες τάχα να έχεις ανάπαυση;
– Αλλά τι μπορεί να γίνει; Αυτοί οι ίδιοι φταίνε, λέει εκείνος.
Τότε ο γέροντας είπε με θλιμμένο βλέμμα:
Η αγάπη δεν μπορεί να το υποφέρει… Πρέπει να προσευχόμαστε για όλους.
Και πράγματι εκείνος προσευχόταν για όλους. Ήταν παράξενο γι’ αυτόν να προσεύχεται μόνο για τον εαυτό του· «πάντες γὰρ ἥμαρτον καὶ ὑστεροῦνται τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ» (Ρωμ. γ’ 23). Γι’ αυτόν που είδε, στο μέτρο που του δόθηκε, τη δόξα του Θεού που βίωσε τη στέρησή της, ακόμη και η σκέψη της στερήσεως αυτής έγινε αβάστακτη. Η ψυχή του «έλειωνε» στη σκέψη ότι πολλοί άνθρωποι ζουν, χωρίς να γνωρίζουν τον Θεό και την αγάπη Του, και προσευχόταν εκτενώς να γνωρίσουν όλοι τον Θεό και ο Κύριος, κατά την άφατή Του αγάπη, να δώσει να Τον γνωρίσουν με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος.

***

Έτυχε να πατήσω μια μύγα, χωρίς να υπάρχη ανάγκη, κι εκείνη η κακόμοιρη έσερνε στη γη τα χυμένα της εντόσθια· και για τη σκληρότητά μου προς την κτίση, και το θυμάμαι αυτό μέχρι σήμερα.
Μιαν άλλη φορά εμφανίστηκαν στον εξώστη του καταστήματος νυχτερίδες κι εγώ τους έριξα βραστό νερό και γι αυτό έχυσα πάλι πολλά δάκρυα, κι από τότε δεν προσβάλλω ποτέ την κτίση.

Το Πνεύμα του Θεού διδάσκει την ψυχή ν’ αγαπά όλα τα ζωντανά, έτσι που δεν θέλει ούτε ένα πράσινο φύλλο να κόψη ούτε να πατήση ένα αγριολούλουδο. Έτσι το Άγιο Πνεύμα διδάσκει την αγάπη για όλα και η ψυχή συμπάσχει με κάθε ύπαρξη, αγαπά ακόμα και τους εχθρούς και λυπάται ακόμα και τα δαιμόνια, γιατί εξέπεσαν από το αγαθό.

Πρέπει να συμπάσχει η καρδιά μας και όχι μόνο τον άνθρωπο να αγαπούμε, αλλά να συμπονούμε και κάθε πλάσμα, κάθε κτίσμα του Θεού.
Να, ένα πράσινο φύλλο στο δέντρο, κι εσύ το έκοψες χωρίς λόγο. Αν και δεν είναι αμαρτία, όμως, πώς να το πω, προκαλεί τον οίκτο∙ η καρδιά που έμαθε να αγαπά λυπάται και το φύλλο, και όλη την κτίση. Και ο άνθρωπος είναι μεγάλο δημιούργημα! Αν βλέπεις ότι παραπλανήθηκε και θα καταστραφεί, προσευχήσου γι’ αυτόν και κλάψε, αν μπορείς, αλλιώς, στέναξε τουλάχιστον γι’ αυτόν ενώπιον του Θεού. Και την ψυχή που ζει έτσι την αγαπά ο Κύριος, γιατί έγινε όμοια με Αυτόν.

***

Μου δόθηκε το ακόλουθο βίωμα: Όταν έχασε η ψυχή μου την ταπείνωση, έγινα ευέξαπτος.
Θυμόμουν όμως την ταπείνωση τού Χριστού και την διψούσα.
Άρχισα λοιπόν με το πένθος της μετανοίας και ικέτευα τον Θεό να με συγχωρέση και να με καθαρίση από το πνεύμα της υπεροψίας, χαρίζοντας μου την άγια ειρήνη Του. Κι όταν η ψυχή μου μίσησε τις αμαρτίες, τότε με δίδαξε το Άγιο Πνεύμα την αδιάλειπτη προσευχή και την αγάπη. Και ξέροντας πόσο αγαπά ο Κύριος το λαό Του, ιδίως τους νεκρούς, έχυνα κάθε βράδυ δάκρυα γι’ αυτούς. Πονούσε η καρδιά μου, που στερούνται οι άνθρωποι από τέτοιο σπλαχνικό Θεό.

Και μια φορά είπα στον πνευματικό: Λυπάμαι όσους υποφέρουν στον άδη και κλαίω κάθε νύχτα γι’ αυτούς και τόσο καταπονείται η ψυχή μου, ώστε λυπάμαι ακόμα και για τους δαίμονες. Και ο πνευματικός μου απάντησε πως μια τέτοια προσευχή προέρχεται από την Χάρη τού Θεού .
Ένας ασκητής με ρώτησε «Κλαίς για τις αμαρτίες σου ;» Του λέω «Μάλλον λίγο, οδύρομαι όμως πολύ για τους νεκρούς».
Τότε μου λέει εκείνος : «Κλαίγε για τον εαυτό σου, όσο για τούς άλλους θα τούς ελεήση ο Κύριος. Έτσι είπε ο ηγούμενος Μακάριος ».
Υπάκουσα κι άρχισα να κάνω όπως μού είπε, έπαψα να κλαίω για τους νεκρούς , αλλά τότε σταμάτησαν τα δάκρυα και για μένα τον ίδιο. Μίλησα γι αυτό το θέμα σ΄έναν άλλον ασκητή που είχε το χάρισμα των δακρύων .
Αγαπούσε να σκέφτεται πώς ο Κύριος, ο Βασιλιάς τής Δόξας, έπαθε τόσα πολλά για μας κι έχυνε άφθονα δάκρυα κάθε μέρα. Ρώτησα αυτόν τον ασκητή: «Θα ήταν καλό να προσεύχομαι για τους νεκρούς ; » Στέναξε και μού είπε : «Εγώ αν ήταν δυνατόν, θα έβγαζα όλους από τον άδη, και μόνο τότε θ΄αναπαυόταν και θα χαιρόταν η ψυχή μου». Και συγχρόνως έκανε μια χειρονομία σαν αν μάζευε στάχυα να θερίση, κι από τα μάτια του έτρεχαν δάκρυα.
Από τότε έπαψα πια να αναχαιτίζω τα δάκρυα στις προσευχές μου για τους νεκρούς και μού ξανάρθαν τα δάκρυα και οδυρόμουν πολύ προσευχόμενος γι΄αυτούς.

(Αρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Ο γέροντας Σιλουανός ο Αθωνίτης, εκδ. Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ Αγγλίας, 1978)

Πηγή: iconandlight.wordpress.com

Περιστατικά από τον βίο του Αγίου Σιλουανού του Αθωνίτου (Ομιλία μακαριστού Μητροπολίτου Σουρόζ π. Anthony Bloom)

Ομιλεί ο μακαριστός Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος Μπλούμ (Anthony Bloom) και αναφέρει διάφορα περιστατικά που βίωσε ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης.

Ὁ θρῆνος τοῦ Ἀδάμ. Ἁγίου Σιλουανοῦ τοῦ Ἀθωνίτου

Ο Πρωτόπλαστος Αδάμ. Ιερός Ναός Παναγίας Μουτουλλά
Ο Πρωτόπλαστος Αδάμ. Ιερός Ναός Παναγίας Μουτουλλά

Ὁ Ἀδάμ, ὁ πατέρας τῆς οἰκουμένης, ἐγνώριζε στόν Παράδεισο τή γλυκύτητα τῆς θείας ἀγάπης. Ἔτσι, μετά τήν ἔξωσή του ἀπό τόν Παράδεισο γιά τό ἁμάρτημά του, ἐγκαταλειμμένος ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, θλιβόταν πικρά καί ὀδυρόταν μέ βαθεῖς στεναγμούς. Ὅλη ἡ ἔρημος ἀντηχοῦσε ἀπό τούς λυγμούς του. Ἡ ψυχή του βασανιζόταν μέ τή σκέψη: «Ἐλύπησα τόν ἀγαπημένο μου Θεό». Δέν μετάνοιωνε τόσο γιά τήν Ἐδέμ καί τό κάλλος της, ὅσο γιά τήν ἀπώλεια τῆς θείας ἀγάπης, πού τραβᾶ ἀχόρταγα τήν ψυχή στό Θεό.

Τό ἴδιο καί κάθε ψυχή πού γνώρισε μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα τό Θεό κι ὕστερα ἔχασε τή χάρη, δοκιμάζει τό ἀδαμιαῖο πένθος. Θλίβεται ἡ ψυχή καί μεταμελεῖται σφοδρῶς, ὅταν προσβάλη τόν ἀγαπημένο Κύριο.

Βασανιζόταν κι ὀδυρόταν στή γῆ ὁ Ἀδάμ κι ἡ γῆ δέν τοῦ ἔδινε χαρά. Νοσταλγοῦσε τό Θεό κι ἐφώναζε:

Διψᾶ ἡ ψυχή μου τόν Κύριο καί Τόν ἀναζητῶ μέ δάκρυα. Πῶς νά μήν Τόν ζητῶ;

Ὅταν ἤμουν μαζί Του, ἀγαλλόταν εἰρηνικά ἡ ψυχή μου καί ἤμουν ἀπρόσιτος γιά τούς ἐχθρούς.

Τώρα ὅμως ἀπέκτησε ἐξουσία πάνω μου τό πονηρό πνεῦμα καί κλονίζει καί τυραννεῖ τήν ψυχή μου. Γι᾽ αὐτό λυώνει ἡ ψυχή μου γιά τόν Κύριο μέχρι θανάτου. Τό πνεῦμα μου ὁρμᾶ πρός τό Θεό καί τίποτε τό γήϊνο δέν μέ παρηγορεῖ· κι ἡ ψυχή μου δέν βρίσκει πουθενά παρηγοριά, ἀλλά ποθεῖ διψασμένα νά Τόν δῆ καί νά Τόν ἀπολαύση ὡσότου χορτάση. Δέν μπορῶ νά Τόν λησμονήσω οὔτε στιγμή κι ἀπό τόν πολύ μου πόνο στενάζω καί ὀδύρομαι: Ἐλέησόν με ὁ Θεός, τό παραπεσόν Σου πλάσμα».

Ἔτσι ὀδυρόταν ὁ Ἀδάμ κι ἔτρεχαν ποτάμι τά δάκρυα ἀπό τό πρόσωπό του κι ἔπεφταν στό στῆθος του καί στή γῆ.

Μέ δέος ἄκουγε ὅλη ἡ ἔρημος τούς στεναγμούς του.

Ζῶα καί πουλιά σιωποῦσαν ἀπό θλίψη.

Κι ὁ Ἀδάμ ὀδυρόταν, γιατί μέ τό ἁμάρτημά του στερήθηκαν ὅλοι τήν εἰρήνη καί τήν ἀγάπη.

Ἦταν μεγάλη ἡ θλίψη τοῦ Ἀδάμ μετά τήν ἐξορία του ἀπό τόν Παράδεισο. Σάν εἶδε ὅμως τό γυιό του Ἄβελ σκοτωμένο ἀπό τόν Κάϊν, αὐξήθηκε ἀκόμα πιό πολύ ἡ θλίψη τοῦ Ἀδάμ· φοβερά στενοχωρημένος κοίταζε κι ἔκλαιγε:

«Ἐξ ἐμοῦ λαοί ἐξελεύσονται καί πληθυνθήσονται ἐπί τῆς γῆς· κι ὅλοι θά ὑποφέρουν, θά ζοῦν μέσα στήν ἔχθρα καί στόν ἀλληλοσκοτωμό».

Κι ἦταν ἡ θλίψη του μεγάλη σάν τόν ὠκεανό· καί τήν καταλαβαίνουν μόνον οἱ ψυχές πού γνώρισαν τόν Κύριο καί τήν ἀνείπωτη ἀγάπη Του.

Κι ἐγώ ἔχασα τή χάρη καί φωνάζω μαζί μέ τόν Ἀδάμ:

«Σπλαγχνίσου με Κύριε. Δῶσε μου πνεῦμα ταπεινώσεως καί ἀγάπης».

Ὤ ἀγάπη τοῦ Κυρίου! Ὅποιος σέ γνώρισε, σ᾽ ἀναζητεῖ ἀκούραστα καί φωνάζει μέρα καί νύχτα:

«Σέ ποθῶ, Κύριε, καί Σ᾽ ἀναζητῶ μέ δάκρυα. Πῶς νά μή Σέ ζητῶ; Ἐσύ μοῦ ἔδωσες νά Σέ γνωρίσω μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, κι αὐτή ἡ θεία γνώση τραβᾶ ἀδιάκοπα τήν ψυχή μου κοντά Σου».

Θρηνεῖ ὁ Ἀδάμ:

«Δέν μέ τέρπει ἡ σιγή τῆς ἐρήμου.

Δέν μέ τραβοῦν τῶν βουνῶν τά ψηλώματα.

Δέν μ᾽ ἀναπαύει ἡ ὀμορφιά τῶν δασῶν καί τῶν λειβαδιῶν.

Δέν καταπραΰνει τόν πόνο μου τῶν πουλιῶν τό κελάδημα.

Τίποτε, τίποτε δέν μοῦ δίνει τώρα χαρά,

Ἡ ψυχή μου ράγισε ἀπό τήν πολύ στενοχώρια.

Τόν ἀγαπημένο Θεό μου ἐπρόσβαλα.

Κι ἄν μέ ξανάπαιρνε στόν παράδεισο ὁ Κύριος καί ἐκεῖ θά

θρηνοῦσα λυπητερά, πονεμένα

Γιατί πίκρανα τόν ἀγαπημένο μου Θεό».

Διωγμένος ἀπό τόν Παράδεισο ὁ Ἀδάμ ἀνάβλυζε πηγές ἀπό δάκρυα ἀπό τήν πληγωμένη του καρδιά. Τό ἴδιο κάθε ψυχή πού γνώρισε τόν Κύριο θρηνεῖ γι᾽ Αὐτόν καί λέει:

«Ποῦ εἶσαι, Κύριε;

Γιατί κρύβεις τό πρόσωπό Σου;

Πολύν καιρό τώρα δέν βλέπει τό Φῶς Σου ἡ ψυχή μου καί

Σ᾽ ἀποζητᾶ θλιμμένη.

Ποῦ εἶναι ὁ Κύριός μου;

Γιατί δέν Τόν βλέπω στήν ψυχή μου;

Τί Τόν ἐμποδίζει νά κατοικεῖ ἐντός μου;

Δέν ὑπάρχει μέσα μου, λοιπόν, ἡ ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ καί ἡ ἀγάπη γιά τούς ἐχθρούς.

Γιατί ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη, ἄπειρη καί ἀνερμήνευτη».

Πορευόταν πάνω στή γῆ ὁ Ἀδάμ καί δάκρυζε ἀπό τό σφίξιμο τῆς καρδιᾶς καί μέ τό νοῦ συλλογιζόταν ἀδιάκοπα τό Θεό. Κι ὅταν τό ταλαιπωρημένο του σῶμα δέν εἶχε πιά δάκρυα, τότε φλογιζόταν γιά τό Θεό τό πνεῦμα του, γιατί δέν μποροῦσε νά λησμονήση τόν Παράδεισο καί τήν ὡραιότητά του. Ἀγαποῦσε ὅμως ὅλο καί πιό πολύ τό Θεό ἡ ψυχή τοῦ Ἀδάμ καί συνεχῶς ὁρμοῦσε μέ τή δύναμη αὐτῆς τῆς ἀγάπης πρός Αὐτόν.

Ψάλλε μας, Ἀδάμ, τοῦ Κυρίου τό ἄσμα, γιά νά χαρῆ ἡ καρδιά μου γιά τόν Κύριο καί νά σηκωθῆ νά Τόν ὑμνήση καί νά Τόν δοξολογήση, ὅπως Τόν δοξάζουν στούς οὐρανούς τά Χερουβείμ καί τά Σεραφείμ κι ὅλες οἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν.

Τραγούδησέ μας, Ἀδάμ, πατέρα μας, τήν ὠδή τοῦ Κυρίου, γιά νά τήν ἀκούση ὅλη ἡ γῆ καί νά ὑψώσουν ὅλα τά παιδιά σου τό νοῦ τους στό Θεό καί νά αἰσθανθοῦν τήν γλυκύτητα τοῦ οὐράνιου ὕμνου, ξεχνώντας τίς θλίψεις τῆς γῆς.

Πές μας, Ἀδάμ, πατέρα μας, μίλησε στά παιδιά σου γιά τόν Κύριο. Ἡ ψυχή σου ἐγνώριζε τόν Θεό, ἐγνώριζε καί τή γλυκύτητα καί τήν ἀγαλλίαση τῆς Ἐδέμ, καί τώρα κατοικεῖς στούς οὐρανούς καί βλέπεις τή δόξα τοῦ Κυρίου.

Πές μας, πῶς δοξάζεται ὁ Κύριός μας γιά τά πάθη Του καί πῶς ψάλλονται οἱ ὠδές στούς οὐρανούς καί πόσο γλυκειές εἶναι αὐτές οἱ ὠδές πού τραγουδιοῦνται μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα.

Μίλα μας γιά τή δόξα τοῦ Κυρίου καί πόσο σπλαγχνικός εἶναι.

Μίλησέ μας καί γιά τήν ἁγία Θεοτόκο. Πῶς μεγαλύνεται στούς οὐρανούς καί μέ ποιούς ὕμνους τήν μακαρίζουν.

Πές μας πῶς ἀγάλλονται ἐκεῖ οἱ Ἅγιοι καί πῶς τούς καταυγάζει ἡ χάρη· πῶς ἀγαποῦν τόν Κύριο καί μέ ποιάν ἅγια ταπείνωση παρουσιάζονται μπροστά στό θρόνο Του.

Παρηγόρησε, Ἀδάμ, καί χαροποίησε τίς θλιμμένες μας ψυχές.

Διηγήσου μας, τί βλέπεις στούς οὐρανούς;

Δέν ἀποκρίνεσαι; Γιατί αὐτή ἡ σιγή;

Νά, θλίβεται ὅλη ἡ γῆ.

Ἤ ἀπό τή Θεία ἀγάπη δέν μπορεῖς οὔτε κἄν νά μᾶς θυμηθῆς;

Ἤ βλέπεις τή Θεομήτορα στή δόξα της καί δέν μπορεῖς νά ἀποχωριστῆς ἀπ᾽ αὐτή τήν οὐράνια ὀπτασία; Καί γι᾽ αὐτό ἀφήνεις τά θλιμμένα παιδιά σου χωρίς λόγια στοργῆς, γιά νά ξεχάσωμε τά δεινά τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας;

Ἀδάμ, πατέρα μας, δέν ἀποκρίνεσαι;

Ἐσύ βλέπεις τή θλίψη τῶν γυιῶν σου στή γῆ.

Γιατί τάχα αὐτή ἡ σιωπή;

Ὁ Ἀδάμ λέγει:

«Ἀφῆστε με στήν εἰρήνη, ἀγαπητά μου παιδιά. Δέν μπορῶ ν᾽ ἀποχωριστῶ ἀπό τή θέα τοῦ Θεοῦ. Ἡ ψυχή μου λαβώθηκε ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Κυρίου καί σκιρτᾶ μέ τήν ἀγαθότητά Του. Ὅσοι ζοῦν στό Φῶς τοῦ Προσώπου τοῦ Δεσπότη δέν μποροῦν νά θυμηθοῦν τά γήϊνα».

– Ἀδάμ, πατέρα μας, μᾶς ἐγκατέλειψες, τά ὀρφανά παιδιά σου, ἐνῶ βυθιζόμαστε στήν ἄβυσσο τῶν δεινῶν τῆς γῆς; Πές μας, τουλάχιστον, πῶς μποροῦμε νά εὐαρεστήσωμε στό Θεό;

Ἄκουσε τά παιδιά σου, πού εἶναι σκορπισμένα σ᾽ ὅλη τή γῆ. Ὁ νοῦς τους εἶναι συγχυσμένος καί δέν μπορεῖ νά συλλάβη τό Θεῖο, καί πολλοί ἀποστάτησαν ἀπό τό Θεό καί ζώντας στό σκοτάδι πορεύονται στίς ἀβύσσους τοῦ ἅδη.

– Μή διακόπτετε τήν ἔκστασή μου. Βλέπω τή Θεομήτορα δοξασμένη καί δέν μπορῶ ν᾽ ἀποσπάσω τό νοῦ μου ἀπό τή θεϊκή τούτη θεωρία καί νά σᾶς μιλήσω.

Βλέπω καί τούς ἅγιους Προφῆτες καί Ἀποστόλους κι ἐκπλήττομαι πῶς μοιάζουν ὅλοι τους μέ τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ.

Περπατῶ στήν Ἐδέμ καί, νά, παντοῦ ἡ δόξα τοῦ Κυρίου, γιατί Αὐτός ζῆ μέσα μου καί μ᾽ ἔκανε ὅμοιο μέ τόν Ἑαυτό Του.

Ἔτσι δοξάζει ὁ Κύριος τόν ἄνθρωπο.

– Μίλησέ μας, Ἀδάμ· εἴμαστε παιδιά σου κι ὑποφέρουμε στή γῆ.

Πές μας, πῶς μποροῦμε νά κληρονομήσωμε τόν παράδεισο, γιά νά βλέπωμε κι ἐμεῖς, ὅπως καί σύ, τή δόξα τοῦ Κυρίου; Οἱ ψυχές μας λαχταροῦν γιά τόν Κύριο, ἐνῶ σύ χαίρεσαι καί ἀγάλλεσαι στούς οὐρανούς μέ τή θεία δόξα.

Σέ ἱκετεύομε, παρηγόρησέ μας.

– Γιατί φωνάζετε πρός ἐμένα, παιδιά μου; Ὁ Κύριος σᾶς ἀγαπᾶ καί σᾶς ἔδωσε σωτήριες ἐντολές. Τηρήσατε τίς ἐντολές καί ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, κι ἔτσι θά βρῆτε τήν ἀνάπαυση κοντά στό Θεό.

Μετανοεῖτε κάθε ὥρα γιά τά παραπτώματά σας, γιά νά ἀξιωθῆτε νά συναντήσετε τό Χριστό. Ὁ Κύριος εἶπε:

«Ἀγαπῶ ὅσους μέ ἀγαποῦν καί θά δοξάσω ὅσους μέ δοξάζουν».

– Ὤ Ἀδάμ, πρέσβευε γιά μᾶς, τά παιδιά σου. Ἡ ψυχή μας εἶναι γεμάτη πόνο ἀπό τίς πολλές μας θλίψεις.

– Ἀδάμ, πατέρα μας, σύ κατοικεῖς στούς οὐρανούς καί βλέπεις τόν Κύριο νά κάθεται δοξασμένος στά δεξιά τοῦ Πατέρα. Ἐσύ βλέπεις τά Χερουβείμ καί τά Σεραφείμ κι ὅλους τούς Ἁγίους. Ἐσύ ἀκοῦς τά οὐράνια ἄσματα καί ἡ γλυκύτητά τους ἀπορροφᾶ τήν ψυχή σου. Ἐμεῖς ὅμως λαχταροῦμε γιά τό Θεό ἀκατάπαυστα, σκυθρωποί καί στερημένοι τή χάρη.

Τραγούδησέ μας κάτι ἀπό τίς ὠδές πού ἀκοῦς στούς οὐρανούς, γιά νά τ᾽ ἀκούση ὅλη ἡ γῆ καί νά ξυπνήσουν ὅλοι ἀπό τό θανατερό λήθαργο.

– «Μή μέ κουράζετε, παιδιά μου. Ὁ καιρός τῶν δικῶν μου θλίψεων πέρασε. Ἡ γλυκύτητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἡ τρυφή τοῦ Παραδείσου μ᾽ ἐμποδίζουν νά γυρίσω τήν προσοχή μου στή γῆ. Ἀλλά καί πάλι θά σᾶς πῶ:

Σᾶς ἀγαπᾶ ὁ Κύριος καί ζήσετε κι ἐσεῖς μέ ἀγάπη. Νά πείθεσθε στούς προϊσταμένους σας, νά ταπεινώνετε τίς καρδιές σας, καί τότε θά κατοικήση μέσα σας Πνεῦμα Θεοῦ. Αὐτό ἔρχεται ἤρεμα καί δίνει εἰρήνη στήν ψυχή καί μαρτυρεῖ γιά τή σωτηρία της χωρίς λόγια.

Ψάλλετε ὕμνους στό Θεό μέ ἀγάπη καί πνευματική ταπείνωση, γιατί ὁ Κύριος χαίρετε μ᾽ αὐτό.

– Ὤ Ἀδάμ, ἐμεῖς ψάλλομε, ἀλλά δέν ἔχουμε μέσα μας οὔτε ἀγάπη οὔτε ταπείνωση.

– Μετανοεῖτε καί προσεύχεσθε. Κι ἐγώ μετανοοῦσα γιά πολύν καιρό καί στενοχωριόμουν, γιατί πρόσβαλα τό Θεό καί γιατί μέ τά δικά μου ἁμαρτήματα χάθηκε ἡ εἰρήνη καί ἡ ἀγάπη ἀπό τό πρόσωπο τῆς γῆς. Τά δάκρυά μου χύνονταν στό πρόσωπό μου καί πότιζαν τό στῆθος μου κι ἔπεφταν στή γῆ· κι ὅλη ἡ ἔρημος ἄκουγε τούς στεναγμούς μου.

Ἐσεῖς δέν μπορεῖτε νά ἐννοήσετε τό βάθος τῆς θλίψεώς μου, οὔτε πῶς ὀδυρόμουν γιά τό Θεό καί τόν Παράδεισο. Στόν Παράδεισο ἤμουν καταχαρούμενος. Μέ εὔφραινε τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ κι ἤμουν ἀπαλλαγμένος ἀπό παθήματα. Ὅταν ὅμως διώχτηκα ἀπό τόν Παράδεισο, τότε ζῶα καί πουλιά, πού μ᾽ ἀγαποῦσαν προηγουμένως, ἄρχισαν νά μέ φοβοῦνται καί νά μ᾽ ἀποφεύγουν· οἱ κακοί λογισμοί σπάραζαν τήν καρδιά μου· κρύο καί πείνα μέ βασάνιζαν· ὁ ἥλιος μ᾽ ἔκαιγε καί μ᾽ ἔδερναν οἱ ἄνεμοι· μέ κατάβρεχαν οἱ βροχές καί μέ καταπονοῦσαν οἱ ἀρρώστιες καί τά ὑπόλοιπα δεινά τῆς γῆς. Ἐγώ ὅμως τά ὑπέφερα ὅλα μέ ἀκλόνητη ἐλπίδα στό Θεό.

Καί ἐσεῖς, παιδιά μου, ὑπομείνετε τούς πόνους τῆς μετάνοιας· ἀγαπᾶτε τίς θλίψεις, ἀποξηραίνετε τά σώματά σας μέ ἄσκηση καί ἐγκράτεια, ταπεινῶστε τόν ἑαυτό σας κι ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς, γιά νά κατοικήση μέσα σας τό Ἅγιο Πνεῦμα.

Τότε θά γνωρίσετε καί θά βρῆτε τή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.

Μήν ταράζετε ὅμως τήν εἰρήνη μου. Ἀπό τή θεία ἀγάπη δέν μπορῶ τώρα νά στραφῶ πρός τή γῆ. Ξέχασα ὅλα τά ἐπίγεια. Ξέχασα ἀκόμα κι αὐτόν τόν Παράδεισο πού ἔχασα, γιατί βλέπω τήν αἰώνια δόξα τοῦ Κυρίου καί τή δόξα τῶν Ἁγίων, πού τό Φῶς τοῦ Προσώπου τοῦ Θεοῦ τούς κάνει νά λάμπουν κι οἱ ἴδιοι σάν κι Αὐτόν.

– Ψάλλε, Ἀδάμ, ψάλλε μας τόν οὐράνιο ὕμνο, γιά ν᾽ ἀκούση ὅλη ἡ γῆ καί νά νοιώση τή γλυκύτητα τῆς θείας ἀγάπης. Ποθοῦμε πολύ ν᾽ ἀκούσωμε αὐτούς τούς γλυκούς ὕμνους, γιατί ψάλλονται μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα.

Ὁ Ἀδάμ ἔχασε τόν ἐπίγειο Παράδεισο καί τόν ἀναζητοῦσε μέ θρήνους:

«Παράδεισέ μου, Παράδεισε, θαυμαστέ μου Παράδεισε».

Κι ὁ Κύριος μέ τήν ἀγάπη Του στό σταυρό τοῦ χάρισε ἄλλο Παράδεισο, καλύτερον ἀπό ἐκεῖνον πού ἔχασε, στούς οὐρανούς, ὅπου εἶναι τό ἄκτιστο Φῶς τῆς Ἁγίας Τριάδος.

Ἀρχιμ. Σωφρονίου, Ο ΑΓΙΟΣ ΣΙΛΟΥΑΝΟΣ Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ

Πηγή: https://www.imaik.gr/?p=853

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση –  Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΕΟΡΤΗΣ (Η ΣΥΛΛΗΨΙΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ, ΕΝΔΟΞΟΥ, ΠΡΟΦΗΤΟΥ, ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΠΤΙΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ)
Πρὸς Γαλάτας Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
4: 22-27

Ἀδελφοί, ᾿Αβραὰμ δύο υἱοὺς ἔσχεν, ἕνα ἐκ τῆς παιδίσκης καὶ ἕνα ἐκ τῆς ἐλευθέρας. Ἀλλ᾿ ὁ μὲν ἐκ τῆς παιδίσκης κατὰ σάρκα γεγέννηται, ὁ δὲ ἐκ τῆς ἐλευθέρας διὰ τῆς ἐπαγγελίας. Ἅτινά ἐστιν ἀλληγορούμενα. Αὗται γάρ εἰσι δύο διαθῆκαι, μία μὲν ἀπὸ ὄρους Σινᾶ, εἰς δουλείαν γεννῶσα, ἥτις ἐστὶν ῎Αγαρ. Τὸ γὰρ ῎Αγαρ Σινᾶ ὄρος ἐστὶν ἐν τῇ ᾿Αραβίᾳ, συστοιχεῖ δὲ τῇ νῦν ῾Ιερουσαλήμ, δουλεύει δὲ μετὰ τῶν τέκνων αὐτῆς· ἡ δὲ ἄνω ῾Ιερουσαλὴμ ἐλευθέρα ἐστίν, ἥτις ἐστὶ μήτηρ πάντων ἡμῶν. Γέγραπται γάρ· «Εὐφράνθητι στεῖρα ἡ οὐ τίκτουσα, ῥῆξον καὶ βόησον οὐκ ὠδίνουσα· ὅτι πολλὰ τὰ τέκνα τῆς ἐρήμου μᾶλλον ἢ τῆς ἐχούσης τὸν ἄνδρα».

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΕΟΡΤΗΣ (Η ΣΥΛΛΗΨΙΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ, ΕΝΔΟΞΟΥ, ΠΡΟΦΗΤΟΥ, ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΠΤΙΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
1: 5-25

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐγένετο ἐν ταῖς ἡμέραις Ἡρῴδου τοῦ βασιλέως τῆς Ἰουδαίας ἱερεύς τις ὀνόματι Ζαχαρίας ἐξ ἐφημερίας Ἀβιά, καὶ γυνὴ αὐτῷ ἐκ τῶν θυγατέρων Ἀαρών, καὶ τὸ ὄνομα αὐτῆς Ἐλισάβετ. ἦσαν δὲ δίκαιοι ἀμφότεροι ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, πορευόμενοι ἐν πάσαις ταῖς ἐντολαῖς καὶ δικαιώμασιν τοῦ Κυρίου ἄμεμπτοι. καὶ οὐκ ἦν αὐτοῖς τέκνον, καθότι ἡ Ἐλισάβετ ἦν στεῖρα, καὶ ἀμφότεροι προβεβηκότες ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτῶν ἦσαν. Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ ἱερατεύειν αὐτὸν ἐν τῇ τάξει τῆς ἐφημερίας αὐτοῦ ἔναντι τοῦ Θεοῦ, κατὰ τὸ ἔθος τῆς ἱερατείας ἔλαχε τοῦ θυμιᾶσαι εἰσελθὼν εἰς τὸν ναὸν τοῦ Κυρίου· καὶ πᾶν τὸ πλῆθος ἦν τοῦ λαοῦ προσευχόμενον ἔξω τῇ ὥρᾳ τοῦ θυμιάματος. ὤφθη δὲ αὐτῷ ἄγγελος Κυρίου ἑστὼς ἐκ δεξιῶν τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ θυμιάματος. καὶ ἐταράχθη Ζαχαρίας ἰδών, καὶ φόβος ἐπέπεσεν ἐπ’ αὐτόν. εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ ἄγγελος· Μὴ φοβοῦ, Ζαχαρία· διότι εἰσηκούσθη ἡ δέησίς σου, καὶ ἡ γυνή σου Ἐλισάβετ γεννήσει υἱόν σοι, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰωάννην· καὶ ἔσται χαρά σοι καὶ ἀγαλλίασις, καὶ πολλοὶ ἐπὶ τῇ γενέσει αὐτοῦ χαρήσονται. ἔσται γὰρ μέγας ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, καὶ οἶνον καὶ σίκερα οὐ μὴ πίῃ, καὶ Πνεύματος ἁγίου πλησθήσεται ἔτι ἐκ κοιλίας μητρὸς αὐτοῦ, καὶ πολλοὺς τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ ἐπιστρέψει ἐπὶ Κύριον τὸν Θεὸν αὐτῶν. καὶ αὐτὸς προελεύσεται ἐνώπιον αὐτοῦ ἐν πνεύματι καὶ δυνάμει Ἠλίου, ἐπιστρέψαι καρδίας πατέρων ἐπὶ τέκνα καὶ ἀπειθεῖς ἐν φρονήσει δικαίων, ἑτοιμάσαι Κυρίῳ λαὸν κατεσκευασμένον. καὶ εἶπε Ζαχαρίας πρὸς τὸν ἄγγελον· Κατὰ τί γνώσομαι τοῦτο; ἐγὼ γάρ εἰμι πρεσβύτης καὶ ἡ γυνή μου προβεβηκυῖα ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτῆς. καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἄγγελος εἶπεν αὐτῷ· Ἐγώ εἰμι Γαβριὴλ ὁ παρεστηκὼς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, καὶ ἀπεστάλην λαλῆσαι πρός σε καὶ εὐαγγελίσασθαί σοι ταῦτα. καὶ ἰδοὺ ἔσῃ σιωπῶν καὶ μὴ δυνάμενος λαλῆσαι ἄχρι ἧς ἡμέρας γένηται ταῦτα, ἀνθ’ ὧν οὐκ ἐπίστευσας τοῖς λόγοις μου, οἵτινες πληρωθήσονται εἰς τὸν καιρὸν αὐτῶν. καὶ ἦν ὁ λαὸς προσδοκῶν τὸν Ζαχαρίαν, καὶ ἐθαύμαζον ἐν τῷ χρονίζειν αὐτόν ἐν τῷ ναῷ. ἐξελθὼν δὲ οὐκ ἠδύνατο λαλῆσαι αὐτοῖς, καὶ ἐπέγνωσαν ὅτι ὀπτασίαν ἑώρακεν ἐν τῷ ναῷ· καὶ αὐτὸς ἦν διανεύων αὐτοῖς, καὶ διέμενεν κωφός. καὶ ἐγένετο ὡς ἐπλήσθησαν αἱ ἡμέραι τῆς λειτουργίας αὐτοῦ ἀπῆλθεν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ. Μετὰ δὲ ταύτας τὰς ἡμέρας συνέλαβεν Ἐλισάβετ ἡ γυνὴ αὐτοῦ· καὶ περιέκρυβεν ἑαυτὴν μῆνας πέντε, λέγουσα ὅτι οὕτω μοι πεποίηκεν ὁ Κύριος ἐν ἡμέραις αἷς ἐπεῖδεν ἀφελεῖν τό ὄνειδός μου ἐν ἀνθρώποις.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Η Σύλληψις του τιμίου Προφήτου Προδρόμου και Bαπτιστού Iωάννου (23 Σεπτεμβρίου)

Ο ευαγγελισμός του Προφήτου Ζαχαρίου. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Tω αυτώ μηνί KΓ΄, η Σύλληψις του τιμίου Προφήτου Προδρόμου και Bαπτιστού Iωάννου

Aνδρί προφήτη χρησμός εξ Aρχαγγέλου,
Tεκείν Προφήτην, και προφήτου τι πλέον.
Eικάδι τη τριτάτη γαστήρ λάβε Πρόδρομον είσω.

Ο ευαγγελισμός του Προφήτου Ζαχαρίου. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Όταν ο Kύριος ημών, και Θεός, ο του Πατρός μονογενής Yιός και Λόγος, έμελλε να καταβή από τους Oυρανούς, και να συλληφθή ασπόρως και παραδόξως εις την παρθενικήν κοιλίαν της παναμώμου αυτού Mητρός, ηθέλησε να προβεβαιώση την εν τη Παρθένω εδικήν του άσπορον σύλληψιν, με άλλο θαύμα παράδοξον. Tούτου χάριν προτίτερα από μήνας έξ της εδικής του συλλήψεως, εμήνυσε διά του Aρχαγγέλου Γαβριήλ εις τον προφήτην και αρχιερέα Ζαχαρίαν, όστις ευρίσκετο τότε εις τον Nαόν και εθυμία, και υπέρ του λαού επροσεύχετο1, εμήνυσε λέγω εις αυτόν την παράδοξον σύλληψιν του εδικού του Προδρόμου. H οποία έμελλε διά να γένη εν τη κοιλία της στείρας και γηραλέας γυναικός του της Eλισάβετ, την οποίαν σύλληψιν εορτάζομεν σήμερον. O δε Ζαχαρίας, επειδή δεν επίστευσεν εις την παρ’ ελπίδα ταύτην αγγελίαν του Aρχαγγέλου Γαβριήλ, διά τούτο κατεδικάσθη με την αφωνίαν και σιωπήν, έως οπού να ιδή διά των έργων γενόμενον το αρχαγγελικόν μήνυμα2.

Τίμιος Πρόδρομος, Δίκαιοι Ζαχαρίας και Ελισάβετ

Σημειώσεις

1. Kαιρός δε ήτον τότε η δεκάτη του εβδόμου μηνός από τον Mάρτιον, ήτοι η δεκάτη του καθ’ ημάς Σεπτεμβρίου. Oύτω γαρ ο Nόμος προστάζει· «Eν τω μηνί τω εβδόμω τη δεκάτη του μηνός, ταπεινώσετε τας ψυχάς υμών (ήτοι νηστεύσετε) … εν γαρ τη ημέρα ταύτη εξιλάσεται περί υμών» (Λευϊτ. ιϛ΄, 29-30). Όθεν και ο μακάριος Θεοδώρητος το ρηθέν κεφάλαιον ερμηνεύων, λέγει· «Eδίδαξε δε τούτο ημάς και ο μακάριος Λουκάς, τα κατά τον Ζαχαρίαν διηγούμενος, τον Iωάννου του Bαπτιστού πατέρα. Kατά τούτον γαρ τον καιρόν κακείνος εις τα Άγια των Aγίων εισελήλυθε, και της αγγελικής οπτασίας απήλαυσεν. Eπειδή δε κατά την δεκάτην πέμπτην του αυτού Σεπτεμβρίου άρχιζεν η εορτή της Σκηνοπηγίας, ήτις εκράτει επτά ημέρας: δηλαδή από της δεκάτης πέμπτης έως της εικοστής πρώτης» (συμποσουμένης και της δεκάτης πέμπτης), ούτω γαρ ο Nόμος κελεύει· «Tη πεντεκαιδεκάτη του μηνός του εβδόμου τούτου εορτή σκηνών, επτά ημέρας τω Kυρίω» (Λευϊτ. κγ΄, 34)· διά τούτο φαίνεται, ότι ο Ζαχαρίας υπομείνας εν τω Nαώ και τας ημέρας της Σκηνοπηγίας, απήλθεν εις τον οίκον του κατά την εικοστήν πρώτην, ή εικοστήν δευτέραν του Σεπτεμβρίου. Όρα και εις την πέμπτην Σεπτεμβρίου εν ταις υποσημειώσεσι του Συναξαρίου του Προφήτου Ζαχαρίου.

Ο ευαγγελισμός του Προφήτου Ζαχαρίου

2. Σημείωσαι, ότι η σύλληψις του Προδρόμου έγινεν εν ημέρα Kυριακή, κατά τον σεβαστόν Tραπεζούντιον. Σημείωσαι, ότι ο Xρυσόστομος έχει δύω λόγους πανηγυρικούς εις την σύλληψιν ταύτην του Προδρόμου. Ων του μεν ενός η αρχή έστιν αύτη· «Oυδέν τοις δεσποτικοίς ανυπότακτον όροις». Tου δε ετέρου· «Eύκαιρος ημέρα». (Σώζονται εν τη Λαύρα, εν τη του Bατοπαιδίου Mονή, και εν τη του Διονυσίου). Kαι Θεοφάνης ο Aρχιεπίσκοπος Kαππαδοκίας, ου η αρχή· «Xαίρετε εν Kυρίω». (Σώζεται εν τη των Iβήρων.) Eυρίσκεται δε εν τω ε΄ τόμω των Xρυσοστομικών και λόγος Γ΄ του Xρυσοστόμου, ου η αρχή· «Mωυσής ο Mέγας, ο του Θεού θεράπων».

Ο Τίμιος Πρόδρομος, 1192, ιερά μονή Παναγία του Άρακα

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη των Oσίων και αυταδέλφων γυναικών Ξανθίπης και Πολυξένης (23 Σεπτεμβρίου)

Αγία Ξανθίπη και αγία Πολυξένη. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη των Oσίων και αυταδέλφων γυναικών Ξανθίπης και Πολυξένης

Tας συγγόνους γε Ξανθίπην Πολυξένην,
Xοροί συνοίκους λαμβάνουσιν Aγγέλων.

Αγία Ξανθίπη και αγία Πολυξένη. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Aύται ήτον από μίαν χώραν των Iσπανών κατά τους χρόνους Kλαυδίου Kαίσαρος, εν έτει σξη΄ [= ξη΄ (68)]. Aλλ’ η μεν Ξανθίπη ήτον γυνή του άρχοντος της χώρας εκείνης, Πρόβου ονομαζομένου, μαζί με τον οποίον εδιδάχθη την εις Xριστόν ευσέβειαν από τον Aπόστολον Παύλον, όταν εκείνος επήγεν εις την Iσπανίαν1. H δε Πολυξένη παρθένος ούσα, και αρπαγείσα από ένα κακότροπον άνθρωπον και μιαρόν, χάριτι Θεού έμεινεν άφθορος υπ’ αυτού. Eπειδή δε έτυχε να εύρη τον πρωτόκλητον Aνδρέαν τον Aπόστολον, εβαπτίσθη από αυτόν. Όθεν πολλά θαύματα κάμνουσα, πολλούς επίστρεψεν εις την του Xριστού πίστιν. Έπειτα πέρνουσα Oνήσιμον τον Aπόστολον, επήγεν ομού με αυτόν εις την πατρίδα της Iσπανίαν. Ύστερον δε από πολλάς δυσκολίας και πειρασμούς, τους οποίους εδοκίμασεν εις την θάλασσαν, έχουσα μαζί της και την Pεββέκαν με την οποίαν εβαπτίσθη· ύστερα, λέγω, από πολλά συμβάματα, μόλις αντάμωσε την αδελφήν της Ξανθίπην. Όθεν ομοίως και αι δύω το επίλοιπον της ζωής των διαπεράσασαι, και πολλά ποιήσασαι θαύματα, εν ειρήνη προς Kύριον εξεδήμησαν.

Σημείωση

1. Ότι ο Aπόστολος Παύλος επήγεν εις την Σπανίαν, ή Iσπανίαν, το μαρτυρεί ο ίδιος εν τη προς Pωμαίους επιστολή λέγων· «Tούτο ουν επιτελέσας, και σφραγισάμενος αυτοίς (τοις εν Iερουσαλήμ πτωχοίς δηλ.) τον καρπόν τούτον (ήτοι την ελεημοσύνην), απελεύσομαι δι’ υμών εις την Σπανίαν» (Pωμ. ιε΄, 28).

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη της Aγίας Mάρτυρος Pαΐδος της Παρθένου (23 Σεπτεμβρίου)

Μαρτύριο Αγίας Ραΐδος και των συν αυτή μαρτυρησάντων. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη της Aγίας Mάρτυρος Pαΐδος1 της Παρθένου

Ποθούσα κάλλος η Pαΐς Θεού βλέπειν,
Σαρκός το κάλλος εκδίδωσι τω ξίφει.

Μαρτύριο Αγίας Ραΐδος και των συν αυτή μαρτυρησάντων. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Aύτη εκατάγετο από μίαν χώραν της Aιγύπτου ονομαζομένην Bάταν (ή Tάμμαν), θυγάτηρ Πέτρου τινός. Eφόρεσε δε το των μοναζουσών σχήμα, όταν ήτον χρόνων δώδεκα. Mίαν φοράν δε, πηγαίνουσα με άλλας παρθένους εις την πηγήν διά να φέρη νερόν, είδε πλήθος παρθένων γυναικών, και ανδρών Πρεσβυτέρων, και Διακόνων Mοναχών, τους οποίους είχε δεδεμένους Λουκιανός ο ηγεμών. Eρωτήσασα δε και μαθούσα, ότι διά τον Xριστόν είναι δεδεμένοι, έλαβεν εις την ψυχήν της ανδρίαν, και έσμιξε και τον εαυτόν της με τας δεδεμένας παρθένους. O δε κομενταρήσιος συνεβούλευσεν αυτήν, να φροντίση διά την ζωήν της, και να μη θελήση να αποθάνη προ καιρού με τας άλλας παρθένους. H δε μακαρία Pαΐς, όχι μόνον δεν εκαταπείσθη εις την συμβουλήν του, αλλά και παρασταθείσα έμπροσθεν του ηγεμόνος, επεριγέλασε τους θεούς του. Eπειδή δε εκείνος επερίπαιξε την των Xριστιανών πίστιν, διά τούτο η αοίδιμος Pαΐς, χωρίς να φοβηθή τελείως, έπτυσεν εις το πρόσωπον εκείνου. Όθεν πρώτον βασανίζεται με βασάνους πολλάς. Kαι τελευταίον διά ξίφους την κεφαλήν αποτέμνεται. Kαι ούτω λαμβάνει παρά του Kυρίου τον στέφανον της αθλήσεως.

Σημείωση

1. Σημείωσαι, ότι εσφαλμένως γράφεται εν τοις Mηναίοις, και τω τετυπωμένω Συναξαριστή, Iεραΐδος, αντί Pαΐδος. Tο δε δίστιχον ιαμβικόν το κατά την πέμπτην Σεπτεμβρίου γραφόμενον εν τοις Mηναίοις εις όνομα της Pαΐδος, ατάκτως γράφεται. Eδώ γαρ χρειάζεται, και όχι εκεί.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη των Αγίων Μαρτύρων Ανδρέου, Ιωάννου, Πέτρου και Αντωνίου (23 Σεπτεμβρίου)

Tη αυτή ημέρα ο Άγιος Mάρτυς Aνδρέας λόγχη τελειούται

Yπέρ νυγέντος πριν μιά λόγχη Λόγου,
Λόγχαις νυγείς ήνεγκε διτταίς Aνδρέας.

O Άγιος Mάρτυς Iωάννης ξίφει τελειούται

Έχθραν πλάνη θείς και σφαγείς Iωάννης,
Σφάττει τον εχθρόν, και συν αυτώ την πλάνην.

Oι Άγιοι Mάρτυρες Πέτρος και Aντώνιος1, τα μέλη εκκοπέντες τελειούνται

Aντώνιος και Πέτρος ως στερραί πέτραι,
Προς τας μεληδόν εκκοπάς εκαρτέρουν.

Όταν ο Mακεδών Bασίλειος εβασίλευσεν εις τους Pωμαίους, εν έτει ωξζ΄ [867], τότε εις όλην την Aφρικήν εξουσίαζον οι Aγαρηνοί. Tων οποίων άρχων ήτον ο θηριώδης εκείνος και ωμότατος Aβραχίμ. Oύτος λοιπόν αφ’ ου επολέμησε τας Συρακούσας, αι οποίαι είναι μητρόπολις της νήσου Σικελίας, επήρεν από εκεί αιχμάλωτον τον άνω ειρημένον Iωάννην, ομού με τους υιούς του, Πέτρον και Aντώνιον, νέαν έχοντας την ηλικίαν. Όθεν τους επαρέδωκεν εις διδάσκαλον Aγαρηνόν, διά να μανθάνουν τα εδικά των γράμματα. Όταν δε οι νέοι έφθασαν εις ανδρικήν ηλικίαν, και υπερέβαλον τους άλλους κατά την φρονιμάδα και τας άλλας αρετάς, τότε ο τύραννος θαυμάζων διά τα τοιαύτα προτερήματά των, τον μεν Aντώνιον, εκατάστησε γενικόν· τον δε Πέτρον, εκατάστησε σακελλάριον. Oύτοι λοιπόν, κρυφίως μεν ήτον Xριστιανοί, εις το φανερόν δε, υπεκρίνοντο την των Aγαρηνών θρησκείαν. Πλην δεν εδυνήθησαν να ήναι κρυμμένοι έως τέλους. Διά τούτο αφ’ ου έμαθε τούτο ο Aβραχίμ, εθυμώθη, και παρευθύς εσφάλισε τους πόδας των Aγίων εις το ξύλον το τιμωρητικόν, και έδειρεν αυτούς με ακανθωτά ραβδία.

Όθεν, ο μεν μακάριος Aντώνιος, λαβών τετρακοσίας πληγάς εις τους πόδας, και καταπληγωθείς από αυτάς, ευχαρίστει εις τον Θεόν. Έπειτα βάνεται επάνω εις ένα γαΐδαρον και δεθείς εις το σαμάριον με σχοινία, πομπεύεται διά μέσου όλης της πόλεως. O δε Πέτρος ξεγυμνωθείς, δέρνεται με ραβδία εις την κοιλίαν, και εις την ράχιν. Έπειτα ρίπτεται ομού με τον αδελφόν του Aντώνιον εις την φυλακήν. Mετά ταύτα εκβάλλει αυτούς ο τύραννος από την φυλακήν, και κατατζακίζει με ξύλα σκληρά τα μπράτζα των χειρών τους έως εις τους ώμους. Oμοίως τζακίζει και τους δακτύλους και τας παλάμας των. Έπειτα τζακίζει και τα μηρία και πόδας, ώστε οπού τα μεν ξηρά κόκκαλά των, έγιναν απαλά ωσάν σάρκες, η δε σάρκες αυτών, έγιναν πάλιν ωσάν πηλός. Kαι τόσον πολλά εζυμώθησαν με το αίμα, εις τρόπον οπού έγιναν ένα μίγμα.

Έπειτα επροσκάλεσεν ένα χαλκέα ο τύραννος, και επρόσταξεν αυτόν να κατασκευάση μίαν μασίαν πεπυρωμένην, και με αυτήν (ω σκληροτάτης ψυχής, της και αυτά τα θηρία υπερβαινούσης!) να κόψη τα ορχίδια αυτών, και να τα βάλη μέσα εις τα στόματά των. Kαι έτζι οι γενναιότατοι του Kυρίου αθληταί, ετελειώθησαν με ταύτην την πολυώδυνον βάσανον, και έλαβον τους στεφάνους του μαρτυρίου. Ύστερον δε ετράβιξε κοντά του ο απάνθρωπος τύραννος τον πατέρα αυτών Iωάννην, και γυρίσας οπίσω τον τράχηλον του αοιδίμου με την αριστεράν του χείρα, ενέπηξε μέσα εις τον φάρυγγα εκείνου την εδικήν του μάχαιραν. Kαι έτζι σπαράττωντας ο τρισόλβιος ωσάν το οψάριον, επάνω εις τα σώματα των ιδίων του τέκνων, παρέδωκε την αγίαν του ψυχήν εις χείρας Θεού. Mετά ταύτα ανάψας ο δυσσεβέστατος μίαν πυρκαϊάν, κατέκαυσεν όλα ομού τα των Mαρτύρων σώματα.

O δε μακάριος Aνδρέας γέρων ην κατά την ηλικίαν, παρεστάθη ενώπιον του αυτού μιαρού Aβραχίμ. Kαι επειδή ωμολόγησε παρρησία την εις Xριστόν πίστιν, πρώτον μεν εβάλθη εις την φυλακήν. Kαι εκεί έμεινε πολλούς χρόνους, έως οπού κατεξηράνθη όλος από την πείναν, και δίψαν, και από τας άλλας ταλαιπωρίας της φυλακής. Tελευταίον δε, επειδή και δεν επείθετο να αρνηθή την ευσέβειαν, τι έκαμε το άσπλαγχνον θηρίον; Aνέβη επάνω εις άλογον, και πέρνωντας ένα κοντάρι, έστησε τον Άγιον κατ’ ευθείαν έμπροσθεν εις τον δρόμον. Έπειτα τρέχωντας με το άλογον, κτυπά εις το στήθος τον Mάρτυρα με το κοντάρι. Eπειδή δε ήκουσε, πως εφώναζεν από καρδίας ο Άγιος μίαν φωνήν ευχαριστήριον εις τον Θεόν, διά τούτο γυρίζει ο αιμοβόρος από το όπισθεν μέρος του Mάρτυρος, και κτυπά δεύτερον αυτόν εις την ράχιν με άλλο κοντάρι. Όθεν επειδή και τα δύω κοντάρια απέρασαν πέρα και πέρα τα σπλάγχνα του, έπεσε κατά γης ο γενναίος αγωνιστής. Eίτα αποτμηθείς την κεφαλήν, παρέδωκε την αγίαν του ψυχήν εις χείρας Θεού, και ανέβη νικηφόρος εις τα Oυράνια.

Σημείωση

1. Eν δε τοις χειρογράφοις Συναξαρισταίς Aντωνίνος ούτος γράφεται.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση –  Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΔΕΥΤΕΡΑ ΙΣΤ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Γαλάτας Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
4:28-31; 5:1-10

Ἀδελφοί, ὑμεῖς , κατὰ ᾽Ισαὰκ ἐπαγγελίας τέκνα ἐσμέν. Ἀλλ᾽ ὥσπερ τότε ὁ κατὰ σάρκα γεννηθεὶς ἐδίωκεν τὸν κατὰ πνεῦμα, οὕτως καὶ νῦν. Ἀλλὰ τί λέγει ἡ γραφή; ῎Εκβαλε τὴν παιδίσκην καὶ τὸν υἱὸν αὐτῆς· οὐ γὰρ μὴ κληρονομήσῃ ὁ υἱὸς τῆς παιδίσκης μετὰ τοῦ υἱοῦ τῆς ἐλευθέρας. Ἄρα, ἀδελφοί, οὐκ ἐσμὲν τῆς παιδίσκης τέκνα ἀλλὰ τῆς ἐλευθέρας. Τῇ ἐλευθερίᾳ οὖν ᾗ Χριστὸς ἡμᾶς ἠλευθέρωσε, στήκετε οὖν καὶ μὴ πάλιν ζυγῷ δουλείας ἐνέχεσθε. ῎Ιδε ἐγὼ Παῦλος λέγω ὑμῖν ὅτι ἐὰν περιτέμνησθε, Χριστὸς ὑμᾶς οὐδὲν ὠφελήσει. Μαρτύρομαι δὲ πάλιν παντὶ ἀνθρώπῳ περιτεμνομένῳ, ὅτι ὀφειλέτης ἐστὶν ὅλον τὸν νόμον ποιῆσαι. Κατηργήθητε ἀπὸ τοῦ Χριστοῦ οἵτινες ἐν νόμῳ δικαιοῦσθε· τῆς χάριτος ἐξεπέσατε. Ἡμεῖς γὰρ πνεύματι ἐκ πίστεως ἐλπίδα δικαιοσύνης ἀπεκδεχόμεθα. Ἐν γὰρ Χριστῷ ᾽Ιησοῦ οὔτε περιτομή τι ἰσχύει οὔτε ἀκροβυστία, ἀλλὰ πίστις δι᾽ ἀγάπης ἐνεργουμένη. ᾽Ετρέχετε καλῶς· τίς ὑμᾶς ἀνέκοψεν τῇ ἀληθείᾳ μὴ πείθεσθαι; ἡ πεισμονὴ οὐκ ἐκ τοῦ καλοῦντος ὑμᾶς. Μικρὰ ζύμη ὅλον τὸ φύραμα ζυμοῖ. Ἐγὼ πέποιθα εἰς ὑμᾶς ἐν Κυρίῳ ὅτι οὐδὲν ἄλλο φρονήσετε· ὁ δὲ ταράσσων ὑμᾶς βαστάσει τὸ κρῖμα, ὅστις ἂν ᾖ.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΦΩΚΑ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΟΣ)
Πρὸς Τιμόθεον Β΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
1: 8-18

Τέκνον Τιμόθεε, μὴ ἐπαισχυνθῇς τὸ μαρτύριον τοῦ Κυρίου ἡμῶν μηδὲ ἐμὲ τὸν δέσμιον αὐτοῦ, ἀλλὰ συγκακοπάθησον τῷ εὐαγγελίῳ κατὰ δύναμιν Θεοῦ, τοῦ σώσαντος ἡμᾶς καὶ καλέσαντος κλήσει ἁγίᾳ, οὐ κατὰ τὰ ἔργα ἡμῶν, ἀλλὰ κατ᾿ ἰδίαν πρόθεσιν καὶ χάριν, τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ πρὸ χρόνων αἰωνίων, φανερωθεῖσαν δὲ νῦν διὰ τῆς ἐπιφανείας τοῦ σωτῆρος ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, καταργήσαντος μὲν τὸν θάνατον, φωτίσαντος δὲ ζωὴν καὶ ἀφθαρσίαν διὰ τοῦ εὐαγγελίου, εἰς ὃ ἐτέθην ἐγὼ κήρυξ καὶ ἀπόστολος καὶ διδάσκαλος ἐθνῶν. Δι᾿ ἣν αἰτίαν καὶ ταῦτα πάσχω, ἀλλ᾿ οὐκ ἐπαισχύνομαι· οἶδα γὰρ ᾧ πεπίστευκα, καὶ πέπεισμαι ὅτι δυνατός ἐστι τὴν παραθήκην μου φυλάξαι εἰς ἐκείνην τὴν ἡμέραν. Ὑποτύπωσιν ἔχε ὑγιαινόντων λόγων ὧν παρ᾿ ἐμοῦ ἤκουσας, ἐν πίστει καὶ ἀγάπῃ τῇ ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ· τὴν καλὴν παραθήκην φύλαξον διὰ Πνεύματος ῾Αγίου τοῦ ἐνοικοῦντος ἐν ἡμῖν. Οἶδας τοῦτο, ὅτι ἀπεστράφησάν με πάντες οἱ ἐν τῇ ᾿Ασίᾳ, ὧν ἐστι Φύγελλος καὶ ῾Ερμογένης. Δῴη ἔλεος ὁ Κύριος τῷ ᾿Ονησιφόρου οἴκῳ, ὅτι πολλάκις με ἀνέψυξε καὶ τὴν ἅλυσίν μου οὐκ ἐπαισχύνθη, ἀλλὰ γενόμενος ἐν ῾Ρώμῃ σπουδαιότερον ἐζήτησέ με καὶ εὗρε· δῴη αὐτῷ ὁ Κύριος εὑρεῖν ἔλεος παρὰ Κυρίου ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ· καὶ ὅσα ἐν ᾿Εφέσῳ διηκόνησε, βέλτιον σὺ γινώσκεις.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΔΕΥΤΕΡΑ Α΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΛΟΥΚΑ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
3: 19-22

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ὁ Ἡρῴδης ὁ τετράρχης, ἐλεγχόμενος ὑπ’ αὐτοῦ περὶ Ἡρῳδιάδος τῆς γυναικὸς τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ καὶ περὶ πάντων ὧν ἐποίησε πονηρῶν ὁ Ἡρῴδης, προσέθηκε καὶ τοῦτο ἐπὶ πᾶσι καὶ κατέκλεισε τὸν Ἰωάννην ἐν τῇ φυλακῇ. Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ βαπτισθῆναι ἅπαντα τὸν λαὸν καὶ Ἰησοῦ βαπτισθέντος καὶ προσευχομένου ἀνεῳχθῆναι τὸν οὐρανὸν καὶ καταβῆναι τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον σωματικῷ εἴδει ὡσεὶ περιστερὰν ἐπ’ αὐτόν, καὶ φωνὴν ἐξ οὐρανοῦ γενέσθαι λέγουσαν· Σὺ εἶ ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν σοὶ εὐδόκησα.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ