Αρχική Blog Σελίδα 20

Μνήμη του Aγίου Iερομάρτυρος Aθηνογένους, Eπισκόπου γενομένου Πηδαχθόης ή Πηδαχθήσης, και των δέκα μαθητών αυτού (16 Ιουλίου)

Μηνολόγιο 16ης Ιουλίου. Μηνολόγιο Οξφόρδης (14ος αι.)

Μνήμη του Aγίου Iερομάρτυρος Aθηνογένους, Eπισκόπου γενομένου Πηδαχθόης ή Πηδαχθήσης, και των δέκα μαθητών αυτού

Aθηνογένης εκ ξίφους ανηρέθη.
Ψευδή θέαιναν την Aθηνάν ου σέβων.

Εις του δέκα μαθητάς αυτού
Xωρεί συνάθλων η δεκάς και προς ξίφος,

Tους σώματα κτείνοντας ου φοβουμένη.

Έκτη και δεκάτη Aθηνογένη τάμε χαλκός.

Μηνολόγιο 16ης Ιουλίου. Μηνολόγιο Οξφόρδης (14ος αι.)

Oύτος ο Άγιος Mάρτυς Aθηνογένης ήτον από την εν Kαππαδοκία Σεβάστειαν, κατά τους χρόνους του Διοκλητιανού εν έτει σϟ΄ [290]. Διά δε την αρετήν αυτού και ταπείνωσιν, έγινεν Eπίσκοπος Πηδαχθόης. Πιασθείς δε από τον ηγεμόνα Φιλομάρχον ονόματι, μαζί με τους δέκα μαθητάς του, υπέμεινεν ο αοίδιμος ομού με αυτούς πολλά βάσανα. Tελευταίον δε, όλοι αποκεφαλισθέντες, έλαβον παρά Kυρίου της αθλήσεως τους στεφάνους. Άδεται δε λόγος, ότι προ του να πιασθή ο Άγιος, επήγεν εις το Mοναστήριον, και δεν ευρήκε τους μαθητάς του, επειδή και επιάσθησαν προτίτερα από αυτόν. Aπαντήσας δε το ελάφι, οπού ανέθρεψεν εις το Mοναστήριον, ευλόγησεν αυτό, και το ευχήθη να μη θανατωθούν τα ελαφόπουλά του από κυνηγούς, αλλά κάθε χρόνον να φέρη κατά διαδοχήν και αυτό και όλα τα ελάφια οπού μέλλει να γεννήση, ένα ελαφόπουλον. Όθεν έλαβε τέλος και έκβασιν η ευχή του Aγίου, διά τούτο έως της σήμερον γίνεται ένα πράγμα παράδοξον ομού και χαριέστατον. Διότι κάθε χρόνον εις την εορτήν του Aγίου, όταν γίνεται η ιερά Λειτουργία, αφ’ ου αναγνωσθή το άγιον Eυαγγέλιον, έρχεται ένα ελάφι ομού με ένα του ελαφόπουλον, και εμβαίνον μέσα εις την Eκκλησίαν, αφιερόνοι αυτό εις τον Άγιον, και ούτω πάλιν ευγαίνει έξω. Tο δε ελαφόπουλον πιάνοντες οι εκεί συναχθέντες Xριστιανοί, σφάζουσι και τρώγουσιν αυτό εις δόξαν Θεού, και εις τιμήν του Aγίου Aθηνογένους. Tελείται δε η αυτού Σύναξις και εορτή εις τον Nαόν του Aγίου Mεγαλομάρτυρος Γεωργίου, τον ευρισκόμενον εις το Kυπαρίσσιον (το οποίον, ως λέγουσί τινες, είναι Mοναστήριον, και ευρίσκεται κοντά εις τα Mουντανία). (Σημείωσαι ότι το ελληνικόν Mαρτύριον του Aγίου τούτου Aθηνογένους σώζεται εν τη Mεγίστη Λαύρα, ου η αρχή· «Eπί Διοκλητιανού του βασιλέως ην πολλή μανία».)

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη των Αγίων Μαρτύρων Φαύστου, Αθηνογένους και του Aγίου Mάρτυρος Aντιόχου, αδελφού του Aγίου Mάρτυρος Πλάτωνος (16 Ιουλίου)

Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Φαύστου

Φαύστω υπήρξε σταυρός η σωτηρία,
Aυτώ προσηλωθέντι πίστεως χάριν.

Oύτος ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Δεκίου εν έτει σν΄ [250]. Πιασθείς δε διά την εις Xριστόν πίστιν, ωμολόγησε παρρησία τον Xριστόν. Όθεν εκαρφώθη εις ένα σταυρόν, και εσαϊτεύθη με σαΐτας. Διαπεράσας δε εις τον σταυρόν πέντε ημέρας, παρέδωκε την αγίαν ψυχήν του εις χείρας Θεού, παρά του οποίου έλαβε τον στέφανον της αθλήσεως.


O Άγιος Mάρτυς Aθηνογένης πυρί τελειούται1

Aθηνογένης προς το πυρ τρέχων έφη,
Ω φως ιλαρόν Xριστέ δόξης Aγίας.

Σημείωση

1. Oύτος ο Άγιος Aθηνογένης είναι ο ποιητής του καθ’ εκάστην εσπέραν αδομένου ύμνου του, Φως ιλαρόν αγίας δόξης, και τα λοιπά. Kαθώς λέγει ο Mέγας Bασίλειος εν κεφαλ. κθ΄, των περί του Aγίου Πνεύματος· «Eι δέ τις και τον ύμνον Aθηνογένους έγνω, ον ώσπερ τι άλλο εξιτήριον τοις συνούσιν αυτώ καταλέλοιπεν, ορμών ήδη προς την διά πυρός τελείωσιν, οίδε και την των Mαρτύρων γνώμην, όπως είχον περί του Πνεύματος». Όρα και εις την ενδεκάτην του Mαρτίου την υποσημείωσιν του Συναξαρίου Σωφρονίου Iεροσολύμων.


Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Aντιόχου, αδελφού του Aγίου Mάρτυρος Πλάτωνος1

Προς τον το παν βλέποντα Δεσπότην βλέπων,
Aντέσχες Aντίοχε και τομής άχρι.

Oύτος ήτον από την εν Kαππαδοκία πόλιν της Σεβαστείας, ιατρός την τέχνην, περιπατών εις τας πολιτείας και ιατρεύων τους ασθενούντας. Περιερχόμενος λοιπόν κατά την χώραν της Γαλατίας και Kαππαδοκίας, και ιατρεύων κάθε είδη ασθενειών, επιάσθη από τον ηγεμόνα Aδριανόν, και ευθύς εκρεμάσθη επάνω εις ξύλον, και εξεσχίσθη εις τα πλευρά, και με φωτίαν εκάη. Eπειδή όμως τα βάσανα ταύτα δεν έβλαψαν αυτόν, τούτου χάριν ερρίφθη εις την φυλακήν, και την άλλην ημέραν εβάλθη μέσα εις ένα καζάνι, γεμάτον από κάθε λάδι ενεργητικόν και δραστικόν, το οποίον εκαίετο επτά ημέρας από φωτίαν. Eπειδή όμως ευγήκεν ο Άγιος και από εκεί αβλαβής διά της θείας χάριτος, διά τούτο εδόθη εις τα θηρία διά να τον φάγουν. Aλλά και από αυτά έμεινεν αβλαβής. Eίτα διά προσευχής του εσύντριψεν όλα τα είδωλα, και έκαμεν αυτά ως κονιορτόν. Όθεν διά την αιτίαν ταύτην απεκεφαλίσθη ο αοίδιμος, και έλαβε του μαρτυρίου τον στέφανον. Aπό δε τον λαιμόν του έτρεξεν αίμα ομού με γάλα. Tο οποίον θαύμα βλέπωντας Kυριακός ο δήμιος ο αποκεφαλίσας τον Άγιον, ωμολόγησε παρρησία τον εαυτόν του Xριστιανόν, και είπεν, ανάθεμα τω Aδριανώ, και τοις ειδώλοις αυτού. Όθεν απεκεφαλίσθη και αυτός, και ανήλθεν εις Oυρανούς, ίνα με τον Άγιον Aντίοχον συναγάλλεται. (Σημείωσαι, ότι το Mαρτύριον τούτου σώζεται εν τη Mεγίστη Λαύρα, ου η αρχή· «Aδριανού ηγεμονεύοντος».)

Σημείωση

1. O Πλάτων ούτος εορτάζεται κατά την δεκάτην ογδόην του Nοεμβρίου.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Συμβουλές του Γέροντος Ισαάκ του Λιβανέζου

Γέροντας Ισαάκ
Γέροντας Ισαάκ

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

[Αφηγείται ο Αρχιμανδρίτης, π. Αρσένιος Κατερέλος για τον Γέροντα Ισαάκ τον Λιβανέζο]:
Έλεγε: «Οι απλοί – με την πνευματική έννοια- είναι οι πιο έξυπνοι. Ασχολούνται μόνον με αυτά που τους ωφελούν και τους ενδιαφέρουν για την πνευματική πρόοδό τους».

Έλεγε: «Τα μυστικά του καλόγερου είναι τα πνευματικά του».

Μου έλεγε για την απόδοσι και τον τρόπο της εργασίας: «Καλύτερα να δουλεύη κανείς σιγά-σιγά με υπομονή και ταυτόχρονα να έχη τον νου του στην ευχή κάνοντας και τον σταυρό του στην αρχή κι όχι γρήγορα με άγχος…, κλπ». Έτσι αγιάζεται και η εργασία και αποδίδομε καλύτερα.

Ήθελε, ως δόκιμος, να αποφεύγω τις κουβέντες, ει δυνατόν να μη μιλώ καθόλου. Όταν όμως ερωτώμαι για κάτι να απαντώ παμπρόθυμα και όπου χρειάζεται να είμαι πολύ εξυπηρετικός. Θεωρούσε ότι αν δεν προσεχθούν αυτά τα απλά πράγματα στην αρχή, αργότερα μεγαλώνουν, θεριεύουν και δημιουργούν αθεράπευτα προβλήματα.

Μου έλεγε: «Να χαιρετάς πρώτος τους πάντες, γνωστούς ή αγνώστους, αλλά καλογερικά, με σεμνό χαμόγελο. Αλλά όχι περιττές κουβέντες. Και να τους λες να εύχωνται».

Μου έλεγε: «Μη δίνης σημασία στις ‘φιλοσοφίες’ των δαιμόνων».

Έλεγε: «Να μη γελάμε παράκαιρα, να έχωμε κατάνυξι έως ότου μας έλθη ο πνευματικός γέλως».

Σημειωτέον δε, ότι ο Γέροντας Ισαάκ ήτο ένας χαρακτήρας αναστάσιμος.

Έλεγε: «Να προσαρμόζωμε την εξωτερική μας συμπεριφορά με την εσωτερική ευλάβεια».

Έλεγε: «Το πώς συνδυάζεται η πνευματική προσωπική χαρά με το πένθος για τον κόσμο είναι ακατάληπτο. Ο Θεός παρηγορεί μυστικά αυτόν που προσεύχεται, πάσχει για τον κόσμο, και βοηθάει τους άλλους σε βαθμό που μπορεί να φθάση ακόμη και να ξεχάση τον αρχικό σκοπό της προσευχής του, λόγω της υπερβολικής δόσεως της θεϊκής γλυκύτητας».

Έλεγε: «Να διαβάζης αργά τα ιερά γράμματα. Αυτά, όχι μόνον μας διδάσκουν, αλλά και μας αγιάζουν».

Μου έλεγε: «Να υιοθετής την λογική που ωφελεί».

Έλεγε: «Ο σκοπός των πνευματικών αποριών και ερωτήσεων είναι να φθάσωμε στην ειρήνη του νου. Να χαιρώμεθα και να απολαμβάνωμε τα πνευματικά αγαθά. Ο μηχανικός κάνει σχέδια, μελέτες και χίλιες δυο άλλες ‘ιστορίες’ για να γίνη ένα σπίτι και να μένουν, να ζεσταίνωνται και να χαίρωνται οι άνθρωποι. Όταν ένα σπίτι μπάζη από εδώ και από εκεί, τότε, όταν μπαίνουν μέσα οι άνθρωποι έχουν πολλά προβλήματα. Έτσι και ο νους, όταν «μπάζη» μπαίνουν μέσα διάφορες σκέψεις και χάνομε την ειρήνη. Δηλαδή, όλα τα άλλα, αναλύσεις, αναζητήσεις, ερωτηματικά μας, κλπ, είναι βοηθητικά μέσα για να ειρηνεύση ο νους και όχι αυτοσκοπός… Δηλαδή σε δουλειά να βρισκώμαστε. Όταν ο άνθρωπος προκόπτη πνευματικά, γεμίζει από χαρά και ειρηνεύει».

«Οι Άγιοι ‘καταβρέχουν’ με χάρι τους ανθρώπους, αλλά, δυστυχώς, άλλοι ‘κρατάμε ομπρέλες, μουσαμάδες ή μπαίνομε στα δωμάτια’ και δεν μας ‘καταβρέχει’, δηλαδή δεν μας αγγίζει η Χάρις. Οι Άγιοι πηγαίνουν παντού, μας ακούνε όπου και να είμαστε, ακόμη και εάν εμείς δεν προσέχωμε».

Κάποτε, έλεγε σε μία γνωστή μου παρέα, με εύθυμο τρόπο: «Όταν μας πλησιάζη κάποιος για οποιαδήποτε δοσοληψία, να μην είμαστε άκαμπτος τοίχος, αλλά ελαστικός φράκτης που θα αποσβέννη τις ορμές, τις ταχύτητες και τις τυχόν κρούσεις». Και εννοούσε ο Γέροντας ότι πρέπει να προσέχωμε την συμπεριφορά μας έναντι των άλλων. «Εάν είμαστε ‘τοίχος’, τότε, ανεξάρτητα εάν έχωμε άδικο, δίκιο ή κάποιο λόγο ή ο άλλος είναι αδιάκριτος ή έχη άγνοια, κλπ., το δυστύχημα είναι ότι θα τραυματισθή, θα πληγωθή, ίσως σπάση και τα μούτρα του επάνω μας. Ενώ, αν είμαστε ελαστικοί φράκτες, ό,τι δεν είναι σωστό, καλό, πρέπον, κλπ., δεν θα περάση τον φράκτη, δηλαδή δεν θα γίνη κάτι άστοχο, και ο άλλος, ακόμη κι αν δεν γίνη το δικό του, τουλάχιστον θα πέση ομαλά επάνω μας. Δεν θα τον προσβάλωμμε, δεν θα τον θίξωμε, αλλά θα συμπεριφερθούμε με κομψότητα. Εάν είμαστε ελαστικοί φράκτες, και μη σωστά να ενεργήσωμε, τον άλλον όμως τελικά δεν τον πληγώνομε. Εάν είμαστε ‘τοίχος’, και σωστά να ενεργήσωμε, χάνομε το δίκιο μας γιατί πληγώνομε τον άλλον».

Από το βιβλίο του Αρχιμ. Αρσενίου Κατερέλου, ο «Γέροντας μου Ισαάκ ο Λιβανέζος», των εκδόσεων Ορθόδοξος Κυψέλη.

Πηγή: https://enromiosini.gr/arthrografia/symvoyles-toy-geronta-isaak/

Φώτης Κόντογλου: Οἱ Νεομάρτυρες, ἡ δόξα τῆς Ἐκκλησίας μας

Τὸ νὰ μιλᾶ κανένας σήμερα καὶ νὰ γράφει γιὰ κάποια πράγματα τῆς θρησκείας, ὁ πολὺς κόσμος τὸ νομίζει γιὰ ἀνοησία. Καὶ ἀκόμα μεγαλύτερη ἀνοησία ἔχει τὴν ἰδέα πώς εἶναι τὸ νὰ γράφει γιὰ τοὺς ἅγιους μάρτυρες, καὶ μάλιστα γιὰ κείνους πού μαρτυρήσανε κατὰ τὰ νεότερα χρόνια πού βασιλεύανε οἱ Τοῦρκοι ἀπάνω στὴ χριστιανοσύνη, ἐπειδῆ ὁ λίγος καιρὸς πού μᾶς χωρίζει ἂπ’ αὐτοὺς κάνει ὥστε νὰ τοὺς νοιώθουμε πολὺ κοντά μας, ἀνθρώπους σὰν κι ἐμᾶς, ἐνῶ τοὺς ἀρχαίους μάρτυρες τοὺς βλέπουμε μέσα ἀπὸ τοὺς αἰῶνες πού περάσανε ἀπὸ τότε πού μαρτυρήσανε καὶ στὴ φαντασία μας παρουσιάζονται εὐκολότερα μὲ τὸν φωτοστέφανο τοῦ ἁγίου.

Κανένας λαὸς δὲν ἔχυσε τόσο αἷμα γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, ὅσο ἔχυσε ὁ δικός μας, ἀπὸ καταβολὴς τοῦ Χριστιανισμοῦ ἴσαμε σήμερα. Κι αὐτὸς ὁ ματωμένος ποταμὸς εἶναι μία πορφύρα ποὺ φόρεσε ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, καὶ ποὺ θα‘πρεπε νὰ τὴν ἔχουμε γιὰ τὸ μεγαλύτερο καύχημα, κι ὄχι νὰ τὴν καταφρονοῦμε καὶ νὰ μὴ μιλοῦμε ποτὲ γιὰ αὐτή, καὶ μάλιστα νὰ ντρεπόμαστε νὰ μιλήσουμε γι’ αὐτή, σὲ καιρὸ ποὺ δὲν ντρεπόμαστε γιὰ τὶς πιὸ ντροπιασμένες καὶ σιχαμερὲς παραλυσίες ποὺ κάνουν οἱ ἄνθρωποι στὸν ἀδιάντροπο καιρό μας.

Ἐμεῖς οἱ σημερινοὶ πονηρεμένοι ἄνθρωποι φροντίζουμε μονάχα γιὰ τὴν καλοπέραση τοῦ κορμιοῦ μας, καὶ γιὰ τοῦτο ἡ ψυχή μας ἔχασε τὴν εὐαισθησία της, μ’ ὅλα τὰ πνευματικὰ γιατρικὰ ποὺ λέμε πὼς ἔχουμε. Καὶ γι’ αὐτὸ περιφρονοῦμε καὶ τοὺς λέμε ἀνόητους ἐκείνους ποὺ δὲν κοιτάζουνε τὸ ὑλικὸ συμφέρον τους, ἀλλὰ κάνουνε κάποιες θυσίες. Κατὰ πολὺ ἀνόητους καὶ μικρόμυαλους θεωροῦμε ἐκείνους ποὺ θυσιάσανε τὴ ζωή τους γιὰ τὴν πίστη τοὺς ἀφοῦ, κατὰ τὴν ἁμαρτωλὴ κρίση μας, δὲν κοιτάξανε νὰ χαροῦνε τὰ νειάτα τους καὶ νὰ ἀπολαύσουνε τοῦτον τὸν κόσμο, ποὺ εἶναι χειροπιαστὸς καὶ σίγουρος, ἀλλὰ βασανιστήκανε, φυλακωθήκανε, δαρθήκανε καί, στὸ τέλος, σφαχτήκανε ἢ κρεμαστήκανε, οἱ ἄμυαλοι, γιὰ κάποιους ἴσκιους ποὺ λέγουνται ἀθάνατη ζωὴ καὶ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.

Ἀκόμα καὶ κάποιοι ἀπὸ τοὺς σημερινοὺς θεολόγους, πού μας φέρνουνε ἀπόξω τὴν «ἐπιστημονική» ὀρθολογιστικὴ θεολογία, δὲν καταδέχουνται ποτὲ νὰ μιλήσουν γιὰ τοὺς νεομάρτυρες, καὶ στὶς ψυχρὲς καὶ ἄτονες ὁμιλίες τους, καθὼς καὶ στὰ βιβλία τους, ἀναφέρουνε μονάχα κανένα μάρτυρα τῆς ἀρχαίας ἐποχῆς, κατὰ τὸ προτεσταντικὸ σύστημα. Τὸ ἀτελείωτο μαρτυρολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μας, ποὺ ἀρχίζει, ὅπως εἶπα παραπάνω, ἀπὸ τὰ πρῶτα χρόνια του Χριστιανισμοῦ καὶ φτάνει ἕως σήμερα, εἶναι μία ἀπὸ τὶς πιὸ μεγάλες μαρτυρίες πὼς ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι ἡ μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, γιατί βασανίζεται ἀδιάκοπα καὶ χύνει τὸ αἷμα της γιὰ τὸ Χριστό, ποὺ εἶπε: «εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσι».

Γιὰ τοῦτο ὁ Πατριάρχης Κύριλλος Λούκαρις, ποὺ εἶναι κι αὐτὸς ἕνας ἀπὸ τοὺς μάρτυρες, ἐπειδὴ τὸν θανατώσσανε οἱ ὀχτροὶ τῆς πίστης, ἔγραφε στὰ 1635 γιὰ τοὺς παπιστές: «ἂν δὲν ἔχομεν σοφίαν ἐξωτέραν (κοσμικήν), ἔχομεν, χάρη τοῦ Θεοῦ, σοφίαν ἐσωτέραν καὶ πνευματικήν, ἡ ὁποία στολίζει τὴν Ὀρθόδοξον πίστην μας, καὶ εἰς τοῦτο πάντοτε εἴμεσθεν ἀνώτεροι ἀπὸ τοὺς λατίνους, εἰς τοὺς κόπους, εἰς τᾶς σκληραγωγίας καὶ εἰς τὸ νὰ σηκώνομε τὸν σταυρόν μας καὶ νὰ χύνομεν τὸ αἷμα μας διὰ τὴν πίστιν καὶ τὴν ἀγάπην τὴν πρὸς τὸν Κύριον ἠμῶν Ἰησοῦν Χριστόν. Ἂν εἶχε βασιλεύσει ὁ Τοῦρκος εἰς τὴν Φραγκίαν δέκα χρόνους, χριστιανοὺς ἐκεῖ δὲν εὕρισκες. Καὶ εἰς τὴν Ἑλλάδα, τώρα τριακόσιους χρόνους εὑρίσκεται καὶ κακοπαθοῦσιν οἱ ἄνθρωποι καὶ βασανίζονται διὰ νὰ στέκουν εἰς τὴν πίστην τῶν, καὶ λάμπει ἡ πίστις τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ μυστήριον τῆς εὐσεβείας, καὶ ἐσεῖς μοῦ λέγετε ὅτι δὲν ἔχομεν σοφίαν; Τὴν σοφίαν σου δὲν ἐθέλω, ὀμπρὸς εἰς τὸν Σταυρὸν τοῦ Χριστοῦ!».

Μὲ αὐτὰ τὰ λόγια βροντοφωνεῖ πὼς ἡ Ἐκκλησία μας μὲ τὰ μαρτύρια ποὺ τραβὰ ἀπὸ αἰῶνες, εἶναι ἡ ἀληθινὴ Ἐκκλησία, ἡ εὐλογημένη ἀπὸ τὸν Κύριο, κι ὄχι ἡ Δυτική, ἡ καλοπερασμένη, ἡ ὑπερήφανη ἀφέντρα, ποὺ ὄχι μονάχα τὸ αἷμα της δὲν ἔχυσε γιὰ τὸν Χριστό, ἀλλὰ ἡ ἴδια ἔκαιγε τοὺς ἀνθρώπους ποὺ δὲν της ἤτανε ὑπάκουοι. Οἱ δικοί μας οἱ ἅγιοι, ποὺ μαρτυρήσανε στὸν καιρὸ ποὺ ἤμαστε σκλάβοι στοὺς τούρκους, ἤτανε ταπεινοί, ἁπλοί, λιγομίλητοι, μὲ τὴ φωτιὰ τῆς πίστης στὰ στήθια τους, ἀπονήρευτοι κι ἀγράμματοι, ἀφοῦ τὸ μόνο ποὺ γνωρίζανε νὰ λένε μπροστὰ στὸν ἀγριεμένον τὸν κριτὴ ἤτανε: «Χριστιανὸς γεννήθηκα καὶ Χριστιανὸς θὰ πεθάνω». Νέοι ἄνθρωποι, παληκάρια, ἀπάνω στ’ ἄνθος τῆς νιότης τους, πηγαίνανε προθυμερὰ νὰ παραδοθοῦνε γιὰ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, κι ἀντὶς ἀρραβωνιάσματα καὶ ξεφαντώματα σφαζότανε σὰν τ’ ἀρνιὰ ἢ κρεμαζότανε μὲ τὴ θελιὰ στὸ λαιμό τους καί, γιὰ νὰ τοὺς τυραγνᾶνε περισσότερο οἱ ἄπιστοι, κόβανε τὸν λαιμὸ τοὺς σιγά-σιγὰ μὲ στομωμένα μαχαίρια ἢ τοὺς κρεμάζανε μὲ σάπια σχοινιὰ ποὺ κοβόντανε, γιὰ νὰ τοὺς ξανακρεμάσουνε. Καὶ τὰ μόνα ποὺ ξέρανε ἀπὸ τὴ θρησκεία μας οἱ περισσότεροι ἀπ’ αὐτοὺς ἤτανε τὰ λόγια του Χριστοῦ ποὺ εἶπε: «Ὅποιος μὲ ὁμολογήσει μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους, θὰ τὸν ὁμολογήσω κι ἐγὼ μπροστὰ στὸν Πατέρα μου, ποὺ εἶναι στὸν οὐρανό, κι ὅποιος μ’ ἀρνηθεῖ μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους, θὰ τὸν ἀρνηθῶ κι ἐγὼ μπροστὰ στὸν Πατέρα μου, ποὺ εἶναι στὸν οὐρανό»∙ καθὼς καὶ τὰ λόγια τοῦτα ποὺ εἶπε ὁ Κύριος: «Μὴ φοβηθῆτε ἀπὸ κείνους ποὺ σκοτώνουνε τὸ σῶμα, μὰ ποὺ δὲν μποροῦνε νὰ σκοτώσουνε τὴν ψυχή»∙ καί: «ὅποιος χάσει τὴ ζωή του γιὰ τὸ ὄνομά μου, αὐτὸς θὰ ζήσει στὴν αἰώνια ζωή».

Ἐμεῖς, οἱ σημερινοί, εἴμαστε βάρβαροι, ποὺ δὲν εἴμαστε σὲ θέση νὰ νιώσουμε ὅσο πρέπει τὴν εὐγένεια καὶ τὸ μεγαλεῖο τῆς θυσίας γιὰ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ τὴν προσφέραρνε μὲ τὰ κορμιὰ τοὺς ἐκεῖνοι οἱ λεονταρόψυχοι, ποὺ γι’ αὐτοὺς λέγει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης πὼς δὲν γεννηθήκανε ἀπὸ αἵματα, μήτε ἀπὸ θέλημα τῆς σάρκας, μήτε ἀπὸ θέλημα ἀντρός, ἀλλὰ πὼς γεννηθήκανε ἀπὸ τὸν Θεό.

Ἀπό τό βιβλίο «Ἡ Πονεμένη Ρωμιοσύνη»

Πηγές

https://agiazoni.gr/o-neomartyres-doxa-t-s-kklisias/

https://www.imkifissias.gr/index.php/orthodoksia/afieromata/25-martiou/4251-o-neomartyres-doksa-t-s-kklisias-mas

Η Κυρά της Λαπήθου Ευφροσύνη Προεστού. «Εγώ ότι έκαμα, το έκαμα για να έχω ένα καλό απέναντι στον Θεό!»

Η Κυρά της Λαπήθου Ευφροσύνη Προεστού
«Εγώ ότι έκαμα, το έκαμα για να έχω ένα καλό απέναντι στον Θεό!»

Στη μάχη της Λαπήθου στις 6 Αυγούστου 1974, 12 στρατιώτες αποκόπηκαν και έμειναν εγκλωβισμένοι πίσω από τις εχθρικές γραμμές. Αυτούς τους στρατιώτες εντόπισε η 74χρονη τότε Κυρία Ευφροσύνη Προεστού. Τους έκρυψε σε μια μικρή σπηλιά δίπλα στο σπίτι της και τους φρόντιζε για έναν ολόκληρο μήνα κάτω από τα βλέμματα των πολυάριθμων Τούρκων που βρίσκονταν ήδη μέσα στη Λάπηθο. Οι Τούρκοι την υποψιάστηκαν και άρχισαν να την ανακρίνουν. Υπέστη φρικτά βασανιστήρια.

Πέρα από τους άγριους ξυλοδαρμούς στο Κάστρο της Κερύνειας, τους τεχνητούς πνιγμούς στην θάλασσα, τα βάναυσα κτυπήματα με το κομμένο σχοινί της καμπάνας, το οποίο έκοψαν κι έδεσαν κόμπους για να είναι πιο επώδυνα τα πλήγματα, η πιο εξευτελιστική δοκιμασία που την υπέβαλαν, ήταν η βασανιστική διαπόμπευση στους δρόμους της Λαπήθου: 

Την έγδυσαν, την έδεσαν πίσω από ένα στρατιωτικό τζιπ και την έσερναν στην άσφαλτο μέχρι που το δέρμα της από τις πληγές έγινε κατακόκκινο από τα αίματα… Κι όμως η κυρά της Λαπήθου άντεξε. Της έβγαλαν τον σταυρό από το λαιμό και της ζητούσαν να τον φτύσει. Η αλύγιστη Κυρά δεν έσπασε και δεν αποκάλυψε ποτέ που έκρυβε τα παιδιά της. Παρά τον διασυρμό, δεν της πήραν ούτε μια λέξη από το στόμα της. ΔΕΝ ΠΡΟΔΩΣΕ!
 
Η Κυρά και τα 12 παλικάρια της επέζησαν. Οι στρατιώτες που γλίτωσε την είχαν σαν δεύτερη μητέρα τους, σαν προστάτιδα Παναγιά. Ήταν η πρώτη που φιλούσε τα στέφανα τους όταν παντρεύονταν. Την φιλοξενούσαν εκ περιτροπής στα σπίτια τους για μερικές εβδομάδες ο καθένας. Κι όταν απεβίωσε το 1993 σε ηλικία 90 ετών, οι 12 στρατιώτες, τα παιδιά της, έστησαν την προτομή της μπροστά στο οδόφραγμα του Λήδρα Πάλας, για να ατενίζει τον σκλαβωμένο Πενταδάκτυλο. «Το ότι ζούμε σήμερα, το χρωστάμε στην κυρά Φροσύνη», λένε.
 
Οι στρατιώτες που ανήκαν τρείς στο 256 ΤΠ και οι άλλοι εννιά στο 286 ΜΤΠ είναι οι: Πανίκκος Παραλιμνίτης, Κώστας Καστελλανής, Γιώργος Χριστοφή, Στέλιος Θεοδούλου, Κούλλης Κυριάκου, Νίκος Παπαναστασίου, Παύλος Νικολάου, Ανδρέας Γρηγορίου, Νίκος Νικολάου, Πολύκαρπος Πέτρου, Αντώνης Φιλίππου και Γιώργος Παπανικολάου.
 
Η Κυρία Ευφροσύνη αρνιόταν πεισματικά να δώσει συνέντευξη για πολλά χρόνια κι όταν επιτέλους και μετά από πίεση δέχτηκε, η τελευταία φράση της ήταν: 
 
«Εγώ ότι έκαμα, το έκαμα για να έχω ένα καλό απέναντι στον Θεό!»
 
Επάξια πήρε τον τίτλο ευγνωμοσύνης “Η Κυρά τής Λαπήθου”.
 
Τα Κυπριακά Ταχυδρομεία στις 6 Μαϊου, 2021, κυκλοφόρησαν την αναμνηστική σειρά «Η Κυρά της Λαπήθου Ευφροσύνη Προεστού». Προς τιμήν της έχει αφιερωθεί η οδός Ευφροσύνης Προεστού, που είναι πάροδος της οδού Λαπήθου, δίπλα στο Πάρκο της Κερύνειας, στην συνοικία Παρισινός, στην περιοχή Έγκωμη στη Λευκωσία.
 

Μνήμη μακαριστού Γέροντος Ισαάκ του Λιβανέζου († 16/07/1998)

Γέροντας Ισαάκ
Ο Γέροντας Ισαάκ στην Ιερά Μονή Στομίου

Στη μνήμη του πρώτου βιογράφου του γέροντα Παϊσίου

Ιερέας Μιλχίμ Αλ Χαουρανί

Στις 16 Ιουλίου του 1998 εκδήμησε εις Κύριον ένας από τους αγιορείτες πατέρες που τιμάται ιδιαίτερα στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Αντιοχείας. Πρόκειται για τον ιερομόναχο Ισαάκ (Ατάλλα), που καταγόταν από το Λίβανο, το μαθητή του μεγάλου Αγίου των ημερών μας, του Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτη. Το πρώτο βιβλίο με τη βιογραφία του γέροντα Παϊσίου, που έχει καταγράψει μεγάλη απήχηση και δημοτικότητα και που έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες, ήταν κυρίως έργο του ιερομόναχου Ισαάκ [1]. Όμως, για τον ίδιο τον συγγραφέα δε γνωρίζουμε πολλά πράγματα*. Στον πρόλογο του βιβλίου για τον Άγιο Παΐσιο υπάρχουν, βέβαια, διάσπαρτες βιογραφικές αναφορές. Προτείνουμε στους αναγνώστες να καλύψουμε εν μέρει αυτό το κενό, με υλικό που προέρχεται από ορισμένες προσιτές σε μας αραβικές πηγές. Ο καμβάς του κειμένου βασίζεται σε αναμνήσεις που διηγήθηκε ο αδελφός του πατέρα Ισαάκ Αντώνιος, τις οποίες κατέγραψε ο γαμπρός του, ο ιερέας Μιλχίμ Αλ Χαουρανί, που τώρα λειτουργεί στην εκκλησία του χωριού Μχάϊντς, στο Όρος του Λιβάνου[2].

Ο ιερομόναχος Ισαάκ (κατά κόσμον Φαρές Ατάλλα) γεννήθηκε στις 12 Απριλίου του 1937, από ευσεβείς χριστιανούς, τους Νεμέρ και Μάρθα, στο χωριό Ναμπάϊ, που βρίσκεται στην περιοχή Ματέν, στην περιφέρεια του Όρους του Λιβάνου. Ήταν πρωτότοκος γιος ανάμεσα στα 10 παιδιά της οικογένειας. Ο πατέρας του, που είχε εξαιρετική φωνή, έψελνε στην εκκλησία και από αυτόν ο γιος κληρονόμησε την αγάπη του για την Εκκλησία. Ο Φαρές αγαπούσε τη μόνωση και συχνά πήγαινε να προσεύχεται σε έρημα μέρη. Μια φορά έφυγε για το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία[3] με την επιθυμία να μείνει εκεί. Όμως, αναγκάστηκε να επιστρέψει σπίτι, επειδή στα μοναστήρια δε δέχονταν τότε τους πρωτότοκους, επειδή ενδεχομένως θα χρειαζόταν να φροντίζουν τους γονείς τους.

Όταν ο Φαρές ήταν 12 ετών, η μητέρα του πέθανε και ο πατέρας παντρεύτηκε ξανά. Ο νεαρός μαθήτευσε στο επάγγελμα του ξυλουργού και βρήκε δουλειά στη Βηρυτό. Επέστρεφε σπίτι πολύ αργά και ο πατέρας του έκανε συχνά παρατηρήσεις για αυτό. Σύντομα αποκαλύφτηκε ότι η αιτία των καθυστερήσεων ήταν ότι ο Φαρές παρακολουθούσε μαθήματα βυζαντινής μουσικής, τα οποία παρέδιδε ο πρωτοψάλτης της Εκκλησίας της Αντιόχειας, ο Μίτρι Αλ Μουρ.

Πριν πάρει την απόφαση της ζωής του, ο Φαρές για 2 χρόνια δούλευε ως μάγειρας σε εστιατόριο του πολυτελούς ξενοδοχείου της Βηρυτού «Phoenicia Intercontinental». Το καλοκαίρι του 1962, παραιτήθηκε και επέστρεψε στο σπίτι. Αμέσως, παρέδωσε το τραπεζικό του βιβλιάριο στον πατέρα του, λέγοντας: «Αυτός είναι ένας λογαριασμός ταμιευτηρίου στο όνομά σου. Όταν λήξει η χρονική προθεσμία της κατάθεσης, σε παρακαλώ να πάρεις τα χρήματα και να τα μοιραστείς ισόποσα με τα αδέλφια μου. Εγώ δε χρειάζομαι τίποτα. Φεύγω για το μοναστήρι». Ο πατέρας ρώτησε: «Τι σου λείπει στη ζωή και τι μπορώ να κάνω για σένα για να μην πας σε μοναστήρι;». Ο Φαρές απάντησε: «Ακόμα και αν μου δώσεις όλα τα πλούτη του κόσμου, αυτά δε θα με δελεάσουν. Η θέση μου δεν είναι εδώ. Είναι στο μοναστήρι». Πικραμένος ο πατέρας κάλεσε τα υπόλοιπα παιδιά για να μεταπείσουν τον αδελφό τους, αλλά η πιο σημαντική απόφαση της ζωής του ήδη είχε παρθεί.

Γέροντας Ισαάκ

Ο Ιερομόναχος Ισαάκ (Ατάλλα)

Την ίδια μέρα, ο Φαρές, μαζί με τον αδελφό του Αντώνιο, ξεκίνησαν για την Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο χωριό Μπκεφτίν[4], όπου δεν είχε ξαναπάει και ήξερε μόνο το όνομα της Μονής. Ωστόσο, γνώριζε τον ηγούμενο της Μονής, τον Αρχιμανδρίτη Ιωάννη (Μανσούρ) († 3 Απριλίου 2018), τον μετέπειτα Μητροπολίτη Λατάκιας[5]. Η Μονή εκείνο τον καιρό ήταν σχεδόν ερειπωμένη. Εκεί έμενε μόνο ένας ηγούμενος με έναν μοναχό (νυν Αρχιμανδρίτη Ιωάννη (Μααλούλι)). Όταν έφτασε στις πύλες της Μονής, ο Φαρές γονάτισε και, κάνοντας το σημείο του σταυρού, είπε: «Σε ευχαριστώ, Κύριε! Το όνειρό μου τώρα εκπληρώθηκε».

Το βράδυ, ο Αντώνης επέστρεψε σπίτι, όπου τον περίμενε με ανυπομονησία όλη η οικογένεια. «Που πήγε ο Φαρές;» – ρώτησε ο πατέρας. «Στη Μονή Μπκεφτίν. Αν κρίνω από την άθλια κατάσταση της Μονής, σε διαβεβαιώνω ότι το πολύ σε δύο μέρες θα επιστρέψει σπίτι, καθώς είχε συνηθίσει στις συνθήκες ζωής στο ξενοδοχείο της Βηρυτού». Ο Πατέρας αναστέναξε: «Όχι, όποιες δυσκολίες και να συναντήσει, δε θα επιστρέψει». Έτσι και έγινε.

Σε αυτό το μοναστήρι, ο Φαρές έμεινε για τρείς μήνες περίπου. Στη συνέχεια, πήγε στη Μονή Μπαλαμάντ[6], όπου φοίτησε σε Ιερατική Σχολή. Πρόλαβε την εποχή που καθηγούμενος εκεί ήταν ο Επίσκοπος Ιγνάτιος (Χαζίμ), ο μετέπειτα Πατριάρχης Αντιοχείας (1979-2012).

Γέροντας Ισαάκ

Το 1963, ο Φαρές χειροτονήθηκε διάκονος με το όνομα Φίλιππος, προς τιμήν του Αγίου Αποστόλου Φιλίππου. Η χειροτονία πραγματοποιήθηκε στην Ιερά Μονή του Αγίου Μάρτυρος Ιακώβ του Πέρσου, στο χωριό Ντέντε (επαρχία Τρίπολης του Λιβάνου). Παρέμεινε, ωστόσο, στη Μονή Μπαλαμάντ, όπου είχε το διακόνημα του ταμία. Ύστερα, πήγε στο νησί της Πάτμου όπου φοίτησε στην Πατμιάδα Σχολή και πήρε το Απολυτήριο Λυκείου. Αργότερα, σπούδασε Θεολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, και παράλληλα υπηρετούσε ως διάκονος στον καθεδρικό Ιερό Ναό του Αγίου Μεγαλομάρτυρα Δημητρίου. Πολλοί πήγαιναν στην εκκλησία με σκοπό να ακούσουν τις δεήσεις στα ελληνικά και στα αραβικά. Εκείνη την περίοδο, γνώρισε τον αγιορείτικο μοναχισμό και τον πνευματικό καθοδηγητή του, τον γέροντα Παΐσιο.

Όταν επέστρεψε στο Λίβανο, ο πατήρ Φίλιππος χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον Πατριάρχη Αντιοχείας Ηλία Δ’ (1970-1979), στην Ιερά Μονή Μπαλαμάντ. Το 1973, εγκαταστάθηκε στην Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου «Χαματούρα»[7], η οποία για μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν εγκαταλελειμμένη. Με τις άοκνες προσπάθειές του αναστήλωσε τη Μονή, η οποία έγινε ευρέως γνωστή ως χώρος πνευματικών αναζητήσεων. Εκτός από αυτό, διέθετε μεγάλο μέρος της ενεργητικότητάς του και των δυνάμεών του για την πνευματική καθοδήγηση των πιστών από τις γειτονικές περιοχές.

Το 1975, στο Λίβανο ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος και η Μονή βρέθηκε στη ζώνη των πολεμικών συρράξεων. Ο πατήρ Φίλιππος αναγκάστηκε να φύγει από κει και πήγε στη Θεσσαλονίκη. Εκείνο τον καιρό λειτουργούσε στον Ιερό Ναό Αγίας Βαρβάρας και ήταν ο πνευματικός των σπουδαστών της Ιερατικής Σχολής Μπαλαμάντ (λόγω των πολεμικών συρράξεων, η Θεολογική Σχολή Μπαλαμάντ εκκενώθηκε και μεταφέρθηκε στη Θεσσαλονίκη, το 1975, και λειτουργούσε εκεί ως το 1979). Το 1978, ο πατήρ Φίλιππος, μετά από σχετική παράκληση, πήρε άδεια από τον Μητροπολίτη του Όρους του Λιβάνου Γεώργιο (Χοντρ) για να ενταχθεί στη μοναστική κοινότητα του Αγίου Όρους. Στο Άγιο Όρος εκάρη μεγαλόσχημος μοναχός με το όνομα Ισαάκ, προς τιμή του Οσίου Ισαάκ του Σύρου.

Γέροντας Ισαάκ

Ο πατήρ Ισαάκ πήγε αρχικά στην Ιερά Μονή Σταυρονικήτα, όπου παρέμεινε για ένα χρόνο, αλλά συνέχιζε να πηγαίνει για καθοδήγηση στον πνευματικό του πατέρα, το γέροντα Παΐσιο. Αργότερα, μετακινήθηκε στο Κελλί της Αναστάσεως του Κυρίου στην Καψάλα, κοντά στις Καρυές, το διοικητικό κέντρο του Αγίου Όρους. Έκτισε, σχεδόν από την αρχή, ένα ερειπωμένο Κελλί και έμεινε εκεί για 4 χρόνια μόνος του, ακολουθώντας ασκητικό τρόπο ζωής και παλεύοντας πολλούς και διάφορους πειρασμούς και δοκιμασίες. Μια φορά, την ώρα ενός έντονου αγώνα με τους λογισμούς, είδε στο βάθος του δάσους έναν παλαιό τάφο. Σταμάτησε μπροστά του, προσευχήθηκε θερμά και μονολόγησε: «Εδώ θα πεθάνω» και τότε οι λογισμοί που τον βασάνιζαν αμέσως εξαφανίστηκαν. Ακολουθώντας την αγιορείτικη παράδοση, για να έχει διαρκώς τη μνήμη του θανάτου, ο πατήρ Ισαάκ έσκαψε τάφο για τον εαυτό του στον κήπο, δίπλα στο Κελλί του, όπου κάθε μέρα θυμιάτιζε.

Ο πατήρ Ισαάκ ήταν γνωστός αγωνιστής, ασκητής και ευχέτης και πολύ αυστηρός με τον αυτό του. Αυτόν τον προσανατολισμό στην πνευματική του πορεία τον είχε διδαχτεί από τον Όσιο Παΐσιο. Έδινε την εντύπωση σκληρού, αλλά σύντομα αποκάλυπτε την ειλικρινή πατερική φροντίδα σε όσους τον επισκέπτονταν για πνευματική βοήθεια. Ιδιαίτερη προσοχή έδινε στο μυστήριο της Εξομολόγησης και καλούσε τους πάντες να προσέρχονται πιο συχνά στην Ιερή Εξομολόγηση. Αν και είχε απομακρυνθεί από τον κόσμο, δε διέκοψε τη σχέση μαζί του. Ήταν, όπως πολύ εύστοχα παρατήρησε ο Όσιος Παΐσιος, ένας από τους «ασυρματιστές του Θεού», οι οποίοι μακριά από το θόρυβο συντονίζονται στην κατάλληλη πνευματική συχνότητα για να πιάνουν σήματα και να τα στέλνουν πίσω στον κόσμο.

Η αδελφότητα, που είχε δημιουργήσει, ζούσε σε ακραίες ασκητικές συνθήκες: στο Κελλί δεν υπήρχε ηλεκτρισμός, ούτε φυσικό αέριο. Οι μοναχοί δε χρησιμοποιούσαν ντους και σώματα θέρμανσης. Δεν είχαν δικά τους χρήματα. Για το μαγείρεμα και τη θέρμανση αποθήκευαν ξύλα και το νερό το έπαιρναν από στέρνες. Η αδελφότητα ασχολούταν με την πνευματική καθοδήγηση των προσκυνητών, με το εργόχειρο και με τις εκδόσεις.

Γέροντας Ισαάκ

Ο πατήρ Ισαάκ μετέφραζε πνευματικά βιβλία από τα ελληνικά στα αραβικά. Εξέδωσε στα αραβικά τη μετάφραση του βιβλίου του Οσίου Ισαάκ του Σύρου «Λόγοι Ασκητικοί» (η πρώτη έκδοση κυκλοφόρησε το 1983 στο Λίβανο), με το βίο του και το πλήρες κείμενο της ακολουθίας του και με αυτό τον τρόπο αποκάλυψε τον πνευματικό κόσμο του Αγίου προστάτη του στους αραβόφωνους χριστιανούς. Επίσης, μετέφρασε και εξέδωσε στα αραβικά την «Κλίμακα» του Οσίου Ιωάννη και τα έργα του Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτη: «Επιστολές», το βιβλίο «Ο Γέρων Χατζη-Γεώργης Ο Αθωνίτης», το βίο του πνευματικού του πατέρα, του Ρώσου γέροντα Τύχωνα και άλλα.

Η μεγάλη προσφορά του πατέρα Ισαάκ σε όλο τον ορθόδοξο κόσμο ήταν η πρώτη βιογραφία που έγραψε για το γέροντα Παΐσιο τον Αγιορείτη, τον πνευματικό πατέρα του. Την εργασία για αυτό το βιβλίο την άρχισε 2 χρόνια μετά την κοίμησή του. Ο πατήρ Ισαάκ δεν ολοκλήρωσε ο ίδιος αυτό το έργο (κοιμήθηκε 4 χρόνια μετά τον Όσιο Παΐσιο). Την εργασία και την προετοιμασία για την έκδοση του βιβλίου την ολοκλήρωσε ο μαθητής του, ο πατήρ Ευθύμιος μαζί με την αδελφότητα του Κελλιού της Αναστάσεως του Χριστού. Η πρώτη έκδοση έγινε το 2004 με το όνομα του ιερομόναχου Ισαάκ.

Ο Πατήρ Ισαάκ έζησε στο Άγιο Όρος 20 χρόνια και κατά περιόδους έκανε μικρά ταξίδια στο Λίβανο, στη Συρία, στην Ιορδανία και την Αίγυπτο. Επειδή ήταν ο μοναδικός αραβόφωνος μοναχός του Αγίου Όρους, επισκέπτονταν το Κελλί του όλοι οι ορθόδοξοι προσκυνητές από τα Πατριαρχεία Αντιοχείας, Ιεροσολύμων και Αλεξάνδρειας. Χάρη στον πατέρα Ισαάκ, πολλοί από αυτούς τους προσκυνητές έρχονταν σε επαφή για πρώτη φορά με την αγιορείτικη μοναχική παράδοση. Το Κελλί της Αναστάσεως απέκτησε, ανάμεσα στους ορθόδοξους Άραβες, τον άτυπο τίτλο «Πύλες της Αντιοχείας στο Άγιο Όρος». Συχνά τους έλεγε: «Είμαι εδώ για εσάς και για την Εκκλησία της Αντιοχείας».

Ο πατήρ Ισαάκ κέρδισε την αγάπη και την εκτίμηση πολλών ορθοδόξων στην Ελλάδα. Ο ιερέας Μιλχίμ, ο γαμπρός του αδελφού του, βεβαιώνει ότι στα σπίτια πολλών Ελλήνων, σε διάφορα μέρη της χώρας, βρίσκει φωτογραφίες του «γέροντα Ισαάκ», ότι στο Άγιο Όρος η μνημόνευση του Λιβάνου είναι οπωσδήποτε συνδεδεμένη με το όνομά του και ότι οι αγιορείτες τον τιμούν ως άγιο ασκητή.

Στις αρχές του 1980, ο πατέρας του, ο Νεμέρ Ατάλλα, αποφάσισε να μοιράσει την περιουσία του ανάμεσα στα παιδιά του. Επιθυμούσε να αναλάβει αυτήν την υπόθεση ο μεγαλύτερος του γιος, ο πατήρ Ισαάκ, που ασκήτευε στο Άγιο Όρος. Τα αδέλφια τού έγραψαν για την επιθυμία αυτή του πατέρα τους. Σύντομα έλαβαν απάντηση, στην οποία ο πατήρ Ισαάκ τους ρωτούσε: «Δεν ετοιμάζετε για σας έστω ένα μικρό κλήρο στους ουρανούς, αντί να μεριμνάτε για τα υλικά αγαθά αυτού του κόσμου;» Επειδή ο πατήρ Ισαάκ δεν πήγε, ο πατέρας μόνος του ασχολήθηκε με την μοιρασιά της κληρονομιάς, την οποία μοίρασε ισόποσα ανάμεσα σε όλους, χωρίς να αποκλείσει και τον μεγαλύτερο γιο. Μετά από λίγους μήνες, ο πατήρ Ισαάκ βρέθηκε στο Λίβανο. Επισκέφτηκε τον πατέρα και εκείνος τον ενημέρωσε για την μοιρασιά της κληρονομιάς και ότι έχει ένα μερίδιο για αυτόν. Αφού ευχαρίστησε τον πατέρα για την αγάπη του και τη φροντίδα του, ο αγιορείτης ζήτησε να μοιραστεί το μερίδιό του σε ίσα μέρη ανάμεσα στα υπόλοιπα αδέλφια του, επειδή ο ίδιος είχε αφιερώσει τον εαυτό του στον Θεό, με την ελπίδα να κληρονομήσει έστω έναν ταπεινό κλήρο στους ουρανούς.

Αρχές καλοκαιριού του 1998, η υγεία του πατέρα Ισαάκ που είχε ήδη αρχίσει να κλονίζεται, χειροτέρευσε και έτσι αναγκάστηκε να βγει από το Άγιο Όρος και να μεταβεί στη Θεσσαλονίκη για θεραπεία σε νοσοκομείο. Η είδηση έφτασε και στους δικούς του. Ο πατήρ Μιλχίμ αναθυμάται το γεγονός ως εξής:

«Με τον αδελφό του πατέρα Ισαάκ Αντώνιο και τον ανιψιό του Τζορτζ (γιο του αδελφού του, του Ιωσήφ) αποφασίσαμε να πάμε στην Ελλάδα για να μάθουμε νέα του. Μόλις φτάσαμε στη Θεσσαλονίκη, πήγαμε κατευθείαν στο νοσοκομείο. Στο δωμάτιο του πατέρα Ισαάκ δεν επέτρεπαν να μπούμε, αλλά η Διοίκηση του νοσοκομείου, όταν έμαθαν ότι είχαν φτάσει οι συγγενείς, μας επέτρεψαν να μπούμε. Πρώτος μπήκε ο Αντώνιος. Όταν είδε τον αδελφό του σε τόσο σοβαρή κατάσταση, δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τα δάκρυά του. Αλλά ο πατήρ Ισαάκ τον υποδέχτηκε με χαμόγελο και μίλησε πρώτος: ‟Αδελφέ, τι σε έφερε εδώ; Σου είπαν ότι είμαι άρρωστος και είναι καλό να με επισκεφτείς; Σε σκεφτόμουν. Ασκήτευα με προσευχή και νηστεία για τη συνάντηση με τον Κύριο και τώρα νιώθω ότι είμαι έτοιμος για αυτή την ευλογημένη στιγμή. Όμως, ανησυχώ για σένα, αδελφέ, γιατί όλο το χρόνο σου τον αφιερώνεις στη δουλειά. Κάνεις κάτι για να προετοιμαστείς για αυτή την ώρα; Είσαι έτοιμος για να παρουσιαστείς ενώπιον του Κυρίου;”

Κατά τη διάρκεια της παραμονής του πατέρα Ισαάκ στο νοσοκομείο, μας έμεινε αξέχαστο το εξής περιστατικό. Όταν το πνευματικό παιδί του, ο πατήρ Ευθύμιος (μετέπειτα καθηγούμενος του Κελλιού της Αναστάσεως στην Καψάλα), διάβαζε προσευχές, σε μια από αυτές μερικές φορές ακούστηκε η λέξη ‟θάνατος”. Ο πατήρ Ευθύμιος ταράχθηκε, διέκοψε την προσευχή και δεν μπόρεσε να συνεχίσει το διάβασμα. Ο πατήρ Ισαάκ του ζήτησε να συνεχίσει την προσευχή με θάρρος, λέγοντάς του: ‟Γιατί να φοβόμαστε; Μια ζωή εργαζόμουν για αυτή την ώρα και είμαι έτοιμος”.

Μια από τις τελευταίες μέρες της παραμονής του πατέρα Ισαάκ στο νοσοκομείο, στο δωμάτιό του μπήκε μια νοσηλεύτρια, την οποία δεν είχε δει ποτέ μέχρι τότε. Απευθύνθηκε σε αυτήν με επιτιμητικό ύφος και της είπε: ‟Είναι ντροπή να ντρέπεσαι το όνομά σου, Σουλτάνα!” Η νοσηλεύτρια έμεινε σύξυλη, που ο γέροντας, χωρίς να την ρωτήσει, ήξερε το όνομά της και το πρόβλημα που την απασχολούσε. Και συνέχισε εκείνος: ‟Γιατί ντρέπεσαι, κόρη μου; Επειδή οι γονείς σού έδωσαν ξενόφερτο όνομα, που το θεωρείς τούρκικο και μη χριστιανικό; Ξέρεις ότι στη χώρα μου, το Λίβανο, αυτό είναι το όνομα της Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, την οποία αποκαλούμε Βασίλισσα[8] των Ουρανών; Να χαίρεσαι το μεγάλο όνομα που κουβαλάς και να είσαι υπερήφανη για αυτό”. Η νοσηλεύτρια υποκλίθηκε στον γέροντα, του φίλησε το χέρι και βγήκε, όταν τελείωσε τις νοσηλευτικές της εκκρεμότητες. Από εκείνη τη στιγμή, άρχισε να υπηρετεί με ζήλο τον ξένο που είχε γίνει πολύ δικός της άνθρωπος και που της είχε αποκαλύψει το μυστικό της και που την θεράπευσε από τους ψυχικούς πόνους. Ήταν δίπλα του μέχρι το τέλος της παραμονής του γέροντα στο νοσοκομείο. Μετά το εξιτήριό του, έσπευσε να πάει στο δωμάτιο που ήταν ο γέροντας για να πάρει στο σπίτι της τα σεντόνια από το κρεβάτι του. Όταν έγινε γνωστή η κοίμηση του γέροντα, η Σουλτάνα κατάλαβε τι θησαυρός της είχε απομείνει από τον Λιβανέζο ασκητή. Όταν άνοιξαν την ντουλάπα, όπου φυλάγονταν τα σεντόνια, το δωμάτιο γέμισε ευωδία. Μετά από αυτό, καλούσε του ορθόδοξους Λιβανέζους που ήξεραν καλά τον πατέρα Ισαάκ, να προσκυνούν για ευλογία αυτά τα σεντόνια που ευωδίαζαν.

Λίγο πριν την κοίμησή του, η κατάσταση του πατέρα Ισαάκ καλυτέρεψε για λίγο και ζήτησε να τον μεταφέρουν από το νοσοκομείο στην Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, στη Μεταμόρφωση[9], όπου και αποδήμησε εις Κύριον, στις 16 Ιουλίου του 1998. Ο ιερομόναχος Ισαάκ (Ατάλλα) έχει ενταφιαστεί στο Κελλί της Αναστάσεως του Κυρίου στο Άγιο Όρος, σε εκείνο τον τάφο που είχε ετοιμάσει ο ίδιος για τον εαυτό του από καιρό.

Ιερέας Μιλχίμ Αλ Χαουρανί


Από τα Ρωσικά στα Ελληνικά μετέφρασε η Αναστασία Νταβίντοβα
Από τα Αραβικά στα Ρωσικά μετέφρασε και ετοίμασε τη δημοσίευση η Ιουλία Πετρόβα
Greek Orthodox Patriarchate of Antioch and all the East

Pravoslavie.ru

[1] См. русское издание: Иеромонах Исаак. Житие старца Паисия Святогорца / пер. с греч. иеромон. Доримедонта (Сухинина). М.: Изд. дом «Святая Гора», 2006.

(Πρόκειται για τη ρωσική μετάφραση του βιβλίου του Ιερομονάχου Ισαάκ «Ο βίος του γέροντα Παϊσίου του Αγιορείτη» από τα ελληνικά).

*ΣτΜ: Έχει εκδοθεί και κυκλοφορεί ένα τουλάχιστον ακόμη βιβλίο για τον Ιερομόναχο Ισαάκ (Ατάλλα) από τον Αρχιμανδρίτη Αρσένιο Κατερέλο, πνευματικό παιδί του: «Ο Γέροντάς μου Ισαάκ ο Λιβανέζος», Εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη».

[2] الأب ملحم الحوراني. الأب إسحق (عطالله) الآثوسي: رسول أنطاكية // النشرة. تصدرها بطريركية أنطاكية وسائر المشرق. العدد 2، 2021. ص. 48–44.

[3] Η Ιερά Σταυροπηγιακή Μονή του Προφήτη Ηλία βρίσκεται κοντά στο χωριό Σουβέιρ, στην περιοχή Ματέν, που είναι 31 χιλιόμετρα μακριά από τη Βηρυτό. Τώρα εκεί είναι η καλοκαιρινή κατοικία του Πατριάρχη Αντιοχείας.

[4] Η Περιοχή Κούρα του Βόρειου Λίβανου.

[5] Το μεγαλύτερο λιμάνι στη Συρία, στις ακτές της Μεσογείου θάλασσας.

[6] Η Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου Μπαλαμάντ βρίσκεται 16 χιλιόμετρα μακριά από την πόλη της Τρίπολης (του Λιβάνου). Είναι ένα από τα σημαντικότερα μοναστήρια της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αντιοχείας που έχει εξελιχθεί σε κέντρο αναφοράς για την ορθόδοξη θεολογία και εκπαίδευση.

[7] Βρίσκεται στο χωριό Κουσμπά, της περιοχής Κούρα (τόπος μαζικής διαμονής ορθόδοξου πληθυσμού).

[8] Μια από τις σημασίες της λέξης «σουλτάν» στην αραβική γλώσσα είναι «κύριος, δεσπότης» (το θηλυκό «Σουλτάνα» σημαίνει «κυρία, δέσποινα»).

[9] Οικισμός στη Σιθωνία (Χαλκιδική, Ελλάδα).

Πηγή: https://enromiosini.gr/arthrografia/24geron-isaak-de-tha/

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Τρίτη 15 Ἰουλίου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση –  Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΤΡΙΤΗ ΣΤ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Κορινθίους Α΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
1: 1-9

Παῦλος, κλητὸς ἀπόστολος Χριστοῦ ᾽Ιησοῦ διὰ θελήματος Θεοῦ, καὶ Σωσθένης ὁ ἀδελφός, τῇ ἐκκλησίᾳ τοῦ Θεοῦ τῇ οὔσῃ ἐν Κορίνθῳ, ἡγιασμένοις ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ, κλητοῖς ἁγίοις, σὺν πᾶσιν τοῖς ἐπικαλουμένοις τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ ἐν παντὶ τόπῳ, αὐτῶν τε καὶ ἡμῶν· χάρις ὑμῖν καὶ εἰρήνη ἀπὸ Θεοῦ πατρὸς ἡμῶν καὶ Κυρίου ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ. Εὐχαριστῶ τῷ Θεῷ μου πάντοτε περὶ ὑμῶν ἐπὶ τῇ χάριτι τοῦ Θεοῦ τῇ δοθείσῃ ὑμῖν ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ, ὅτι ἐν παντὶ ἐπλουτίσθητε ἐν αὐτῷ, ἐν παντὶ λόγῳ καὶ πάσῃ γνώσει, καθὼς τὸ μαρτύριον τοῦ Χριστοῦ ἐβεβαιώθη ἐν ὑμῖν, ὥστε ὑμᾶς μὴ ὑστερεῖσθαι ἐν μηδενὶ χαρίσματι, ἀπεκδεχομένους τὴν ἀποκάλυψιν τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ· ὃς καὶ βεβαιώσει ὑμᾶς ἕως τέλους ἀνεγκλήτους ἐν τῇ ἡμέρᾳ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ. Πιστὸς ὁ Θεὸς δι᾽ οὗ ἐκλήθητε εἰς κοινωνίαν τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΑΓΙΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΚΗΡΥΚΟΥ ΚΑΙ ΙΟΥΛΙΤΤΗΣ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΣ ΑΥΤΟΥ)
Πρὸς Κορινθίους Α΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
13:11-13, 14:1-5

Ἀδελφοί, ὅτε ἤμην νήπιος, ὡς νήπιος ἐλάλουν, ὡς νήπιος ἐφρόνουν, ὡς νήπιος ἐλογιζόμην· ὅτε δὲ γέγονα ἀνήρ, κατήργηκα τὰ τοῦ νηπίου. Βλέπομεν γὰρ ἄρτι δι’ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι, τότε δὲ πρόσωπον πρὸς πρόσωπον· ἄρτι γινώσκω ἐκ μέρους, τότε δὲ ἐπιγνώσομαι καθὼς καὶ ἐπεγνώσθην. Νυνὶ δὲ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τὰ τρία ταῦτα· μείζων δὲ τούτων ἡ ἀγάπη. Διώκετε τὴν ἀγάπην· ζηλοῦτε δὲ τὰ πνευματικά, μᾶλλον δὲ ἵνα προφητεύητε. Ὁ γὰρ λαλῶν γλώσσῃ οὐκ ἀνθρώποις λαλεῖ, ἀλλὰ τῷ Θεῷ· οὐδεὶς γὰρ ἀκούει, πνεύματι δὲ λαλεῖ μυστήρια· ὁ δὲ προφητεύων ἀνθρώποις λαλεῖ οἰκοδομὴν καὶ παράκλησιν καὶ παραμυθίαν. Ὁ λαλῶν γλώσσῃ ἑαυτὸν οἰκοδομεῖ, ὁ δὲ προφητεύων ἐκκλησίαν οἰκοδομεῖ. Θέλω δὲ πάντας ὑμᾶς λαλεῖν γλώσσαις, μᾶλλον δὲ ἵνα προφητεύητε· μείζων γὰρ ὁ προφητεύων ἢ ὁ λαλῶν γλώσσαις, ἐκτὸς εἰ μὴ διερμηνεύῃ, ἵνα ἡ ἐκκλησία οἰκοδομὴν λάβῃ.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΤΡΙΤΗ ΣΤ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
13: 24-30

Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· Ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ σπείραντι καλὸν σπέρμα ἐν τῷ ἀγρῷ αὐτοῦ· ἐν δὲ τῷ καθεύδειν τοὺς ἀνθρώπους ἦλθεν αὐτοῦ ὁ ἐχθρὸς καὶ ἔσπειρε ζιζάνια ἀνὰ μέσον τοῦ σίτου καὶ ἀπῆλθεν. ὅτε δὲ ἐβλάστησεν ὁ χόρτος καὶ καρπὸν ἐποίησε, τότε ἐφάνη καὶ τὰ ζιζάνια. προσελθόντες δὲ οἱ δοῦλοι τοῦ οἰκοδεσπότου εἶπον αὐτῷ· Κύριε, οὐχὶ καλὸν σπέρμα ἔσπειρας ἐν τῷ σῷ ἀγρῷ; πόθεν οὖν ἔχει ζιζάνια; ὁ δὲ ἔφη αὐτοῖς· ἐχθρὸς ἄνθρωπος τοῦτο ἐποίησεν. οἱ δὲ δοῦλοι εἶπον αὐτῷ· θέλεις οὖν ἀπελθόντες συλλέξωμεν αὐτά; ὁ δέ ἔφη· οὔ, μήποτε συλλέγοντες τὰ ζιζάνια ἐκριζώσητε ἅμα αὐτοῖς τὸν σῖτον· ἄφετε συναυξάνεσθαι ἀμφότερα μέχρι τοῦ θερισμοῦ, καὶ ἐν καιρῷ τοῦ θερισμοῦ ἐρῶ τοῖς θερισταῖς· συλλέξατε πρῶτον τὰ ζιζάνια καὶ δήσατε αὐτὰ εἰς δέσμας πρὸς τὸ κατακαῦσαι αὐτά, τὸν δὲ σῖτον συναγάγετε εἰς τὴν ἀποθήκην μου.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΑΓΙΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΚΗΡΥΚΟΥ ΚΑΙ ΙΟΥΛΙΤΤΗΣ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΣ ΑΥΤΟΥ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
17:24-27, 18:1-4

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ προσῆλθον οἱ τὰ δίδραχμα λαμβάνοντες τῷ Πέτρῳ καὶ εἶπον· Ὁ διδάσκαλος ὑμῶν οὐ τελεῖ τὰ δίδραχμα; λέγει, Ναί. καὶ ὅτε εἰσῆλθον εἰς τὴν οἰκίαν, προέφθασεν αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς λέγων· Τί σοι δοκεῖ, Σίμων; οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς ἀπὸ τίνων λαμβάνουσι τέλη ἢ κῆνσον; ἀπὸ τῶν υἱῶν αὐτῶν ἢ ἀπὸ τῶν ἀλλοτρίων; λέγει αὐτῷ ὁ Πέτρος· Ἀπὸ τῶν ἀλλοτρίων, ἔφη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Ἄρα γε ἐλεύθεροί εἰσιν οἱ υἱοί. ἵνα δὲ μὴ σκανδαλίσωμεν αὐτούς, πορευθεὶς εἰς τὴν θάλασσαν βάλε ἄγκιστρον καὶ τὸν ἀναβάντα πρῶτον ἰχθὺν ἆρον, καὶ ἀνοίξας τὸ στόμα αὐτοῦ εὑρήσεις στατῆρα· ἐκεῖνον λαβὼν δὸς αὐτοῖς ἀντὶ ἐμοῦ καὶ σοῦ. Ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ προσῆλθον οἱ μαθηταὶ τῷ Ἰησοῦ λέγοντες· Τίς ἄρα μείζων ἐστὶν ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν; καὶ προσκαλεσάμενος ὁ Ἰησοῦς παιδίον ἔστησεν αὐτὸ ἐν μέσῳ αὐτῶν καὶ εἶπεν· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ στραφῆτε καὶ γένησθε ὡς τὰ παιδία, οὐ μὴ εἰσέλθητε εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. ὅστις οὖν ταπεινώσει ἑαυτὸν ὡς τὸ παιδίον τοῦτο, οὗτός ἐστιν ὁ μείζων ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Μνήμη των Aγίων Mαρτύρων Kηρύκου και Iουλίττης της μητρός αυτού (15 Ιουλίου)

Άγιοι Κήρυκος και Ιουλίττα. Τοιχογραφία του 17ου αιώνα στην Ιερά Μονή Piva, στο Μαυροβούνιο

Μνήμη των Aγίων Mαρτύρων Kηρύκου και Iουλίττης της μητρός αυτού

Ιουλίττα σύναθλος υιώ Kηρύκω,
H λαιμότμητος τω κάραν τεθλασμένω.
Πέμπτη Iουλίτταν δεκάτη τάμον, υία δ’ έαξαν.

Άγιοι Κήρυκος και Ιουλίττα. Τοιχογραφία του 17ου αιώνα στην Ιερά Μονή Piva, στο Μαυροβούνιο

H Aγία Mάρτυς Iουλίττα ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού εν έτει σϟϛ΄ [296], καταγομένη από το Iκόνιον. Aύτη λοιπόν φοβουμένη τον τότε επικρατούντα διωγμόν κατά των Xριστιανών, επήρε τον υιόν της Kήρυκον, και επήγεν εις την Σελεύκειαν. Eυρούσα δε και εκεί τον ίδιον διωγμόν, επήγεν εις την Tαρσόν της Kιλικίας, εις την οποίαν ήτον ηγεμών ένας θηριώδης και απάνθρωπος, Aλέξανδρος ονομαζόμενος, ο οποίος ετιμώρει τους Xριστιανούς. Oύτος λοιπόν πιάσας την Aγίαν, έδειρεν αυτήν, τον δε Άγιον Kήρυκον νήπιον όντα, χωρίσας από την μητέρα του, εσπούδαζε με κολακείας να τον τραβίξη εις τον εαυτόν του, αλλά δεν εδύνετο. Eπειδή το νήπιον έβλεπεν ακλινώς εις την μητέρα του, και με φωνήν υποψελλίζουσαν επικαλείτο το όνομα του Xριστού. Eπειδή δε ο Άγιος εκτύπησε με το ποδάρι του, όσον εδύνετο, εις την κοιλίαν του ηγεμόνος, διά τούτο ο ηγεμών έρριψε το νήπιον επάνω εις τα σκαλοπάτια του κριτηρίου. Όθεν κτυπηθέν εις την κεφαλήν, παρέδωκε το μακάριον την αγίαν ψυχήν του εις τον Δεσπότην Xριστόν, παρ’ ου και εστεφανώθη με αθλητικόν στέφανον. H δε μακαρία Iουλίττα δοκιμάσασα πολλάς βασάνους, δεν επείσθη να αρνηθή τον Xριστόν, όθεν απεκεφαλίσθη, και έλαβεν η αοίδιμος του μαρτυρίου τον στέφανον1. Tελείται δε η αυτών Σύναξις και εορτή εις τον ευκτήριον Nαόν του Aρχαγγέλου Mιχαήλ, εις τόπον λεγόμενον Aδδώ2.

Μαρτύριω των Αγίων Κηρύκου και Ιουλίττης της μητρός αυτού. Τοιχογραφία του 1547 μ.Χ. στην Ιερά Μονή Διονυσίου (Άγιον Όρος)

Σημειώσεις

1. Σημείωσαι, ότι εγκώμιον έπλεξεν εις την Aγίαν ταύτην Iουλίτταν και Kήρυκον, Nικήτας ο Pήτωρ, ου η αρχή· «Ώσπερ ουκ έστι συνεχόμενον τω Kυρίω». (Σώζεται εν τη Mεγίστη Λαύρα, εν τω Kοινοβίω του Διονυσίου, και εν τη Iερά Mονή του Bατοπαιδίου.) Tο δε ελληνικόν τούτων Mαρτύριον σώζεται εν τη Λαύρα, εν τη Iερά Mονή των Iβήρων και εν άλλαις, ου η αρχή· «Tω αγαπητώ αδελφώ και συλλειτουργώ». Tο δε ρηθέν εγκώμιον, εν τοις Πανηγυρικοίς της Λαύρας επιγράφεται, Nικήτα Φιλοσόφου δούλου Xριστού.

2. Περιττώς γράφεται εδώ το Συναξάριον του Aγίου Iωσήφ του Θεσσαλονίκης. Aυτό γαρ προεγράφη εις την δεκάτην τετάρτην του ιδίου τούτου μηνός, ότε τελείται και η μνήμη αυτού.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Aβουδίμου (15 Ιουλίου)

Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Aβουδίμου

Aβουδίμω μάχαιρα πρόξενος τέλους,
Aύτη δε τούτω πρόξενος και του στέφους.

Oύτος ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού εν έτει σϟθ΄ [299]. Πιασθείς δε ως Xριστιανός, και μη πεισθείς να θυσιάση εις τα είδωλα, εδέθη από τέσσαρας πάλους και εξαπλώθη. Eίτα εδάρθη από εννέα στρατιώτας, και επειδή δεν ηθέλησεν ούτε καν να γευθή από τας ειδωλοθύτους θυσίας, διά τούτο εξεσχίσθη με ονύχια σιδηρά, και τελευταίον δε απεκεφαλίσθη, και ούτως ανέβη νικηφόρος εις τα Oυράνια.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἅγιος Παΐσιος: «Τα χρόνια ποὺ περνοῦμε εἶναι πολύ δύσκολα καὶ πολύ ἐπικίνδυνα, ἀλλὰ τελικά θὰ νικήση ὁ Χριστός»

«Τα χρόνια ποὺ περνοῦμε εἶναι πολύ δύσκολα καὶ πολύ ἐπικίνδυνα, ἀλλὰ τελικά θὰ νικήση ὁ Χριστός»

Ὁ περισσότερος κόσμος τῆς ἐποχῆς μᾶς εἶναι μορφωμένος κοσμικά καὶ τρέχει μὲ τὴν κοσμική μεγάλη ταχύτητα. Ἐπειδή ὅμως τοῦ λείπει ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ –«ἀρχή σοφίας φόβος Κυρίου», λείπει τὸ φρένο, καὶ μὲ ταχύτητα, χωρίς φρένο, καταλήγει σὲ γκρεμό. Οἱ ἄνθρωποι εἶναι πολύ προβληματισμένοι καὶ οἱ περισσότεροι πολύ ζαλισμένοι. Ἔχουν χάσει τὸν προσανατολισμό τους. Σιγά‐σιγὰ κατευθύνονται πρὸς τὸ νὰ μήν μποροῦν νὰ ἐλέγχουν τὸν ἑαυτό τους. Ἄν αὐτοί ποὺ ἔρχονται στὸ Ἅγιον Ὅρος εἶναι τόσο πολύ συγχυσμένοι, τόσο μπερδεμένοι, μὲ τόσο ἄγχος, σκεφθῆτε οἱ ἄλλοι ποὺ εἶναι μακριά ἀπὸ τὸν Θεό, ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, πώς θὰ εἶναι!

Καὶ βλέπεις σὲ ὅλα τὰ κράτη φουρτούνα, ζάλη μεγάλη! Ὁ καημένος ὁ κόσμος – ὁ Θεὸς νὰ βάλει τὸ χέρι Του! – βράζει σάν τὴν χύτρα ταχύτητος. Καὶ οἱ μεγάλοι πώς τὰ φέρνουν! Μαγειρεύουν‐μαγειρεύουν, τὰ ρίχνουν ὅλα στὴν χύτρα ταχύτητος καὶ σφυρίζει τώρα ἡ χύτρα! Θὰ πεταχθῆ σὲ λίγο ἡ βαλβίδα! Εἶπα σὲ κάποιον ποῦ εἶχε μία μεγάλη θέση: «Γιατί μερικά πράγματα δὲν τὰ προσέχετε; Τί θὰ γίνει;». «Πάτερ μου, μοῦ λέει, λίγο χιόνι ἦταν πρῶτα τὸ κακό, τώρα ἔχει γίνει ὁλόκληρη χιονοστιβάδα.

Μόνο ἕνα θαῦμα μπορεῖ νὰ βοηθήση». Ἀλλά καὶ μὲ τὸν τρόπο ποὺ πηγαίνουν μερικοί νὰ βοηθήσουν τὴν κατάσταση, κάνουν μεγαλύτερη τὴν χιονοστιβάδα τοῦ κακοῦ. Ἀντί νὰ λάβουν ὁρισμένα μέτρα γιὰ τὴν παιδεία κ.λπ., κάνουν χειρότερα. Δὲν κοιτάζουν πώς νὰ διαλύσουν αὐτήν τὴν χιονοστιβάδα, ἀλλὰ τὴν κάνουν μεγαλύτερη. Βλέπεις, τὸ χιονάκι εἶναι λίγο στὴν ἀρχή. Ἄ ν κυλήση στὸν κατήφορο, γίνεται ἕνας σβῶλος. Ὁ σβῶλος, καθώς μαζεύει καὶ ἄλλο χιόνι, ξύλα, πέτρες κ.λπ., γίνεται σιγά‐σιγὰ μεγαλύτερος‐μεγαλύτερος, καὶ τελικά γίνεται ὁλόκληρη χιονοστιβάδα. Ἔτσι καὶ τὸ κακό λίγο‐λίγο ἔχει γίνει πιά χιονοστιβάδα καὶ κυλάει, τώρα θέλει βόμβα γιὰ νὰ σπάση.

Ἄσπρισαν τὰ γένια μου πρόωρα; Ἐγώ πονάω δυὸ φορές, μία, ὅταν προβλέπω μία κατάσταση καὶ φωνάζω, γιὰ νὰ προλάβουμε ἕνα κακό ποὺ πρόκειται νὰ γίνη, καὶ μία, ὅταν δὲν δίνουν σημασία – ἴσως ὄχι ἀπὸ περιφρόνηση –, καὶ συμβαίνη μετά τὸ κακό καὶ μοῦ ζητοῦν τότε τὴν συμπαράστασή μου. Τώρα καταλαβαίνω τί τραβοῦσαν οἱ Προφῆτες. Μεγαλύτεροι Μάρτυρες ἦταν οἱ Προφῆτες!

Πιὸ μεγάλοι Μάρτυρες ἀπὸ ὅλους τους Μάρτυρες, παρʹ ὅλου ποὺ δὲν πέθαναν ὅλοι μὲ μαρτυρικό θάνατο. Γιατί οἱ Μάρτυρες γιὰ λίγο ὑπέφεραν, ἐνῶ οἱ Προφῆτες ἔβλεπαν μία κατάσταση καὶ ὑπέφεραν συνέχεια. Φώναζαν‐φώναζαν, καὶ οἱ ἄλλοι τὸν χαβά τους. Καὶ ὅταν ἔφθανε ἡ ὥρα καὶ ἐρχόταν ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ ἐξ αἰτίας τους, βασανίζονταν καὶ ἐκεῖνοι μαζί τους. Τουλάχιστον ὅμως τότε τόσο ἔφθανε τὸ μυαλό τῶν ἀνθρώπων. Ἄφηναν τὸν Θεό καὶ προσκυνοῦσαν τὰ εἴδωλα. Σήμερα ποὺ καταλαβαίνουν, εἶναι ἡ μεγαλύτερη εἰδωλολατρία.

Δὲν ἔχουμε συνειδητοποιήσει ὅτι ὁ διάβολος βάλθηκε νὰ καταστρέψη τὰ πλάσματα τοῦ Θεοῦ. Ἔχει κάνει παγοινιά, νὰ καταστρέψη τὸν κόσμο. Λύσσαξε, γιατί ἄρχισε νὰ μπαίνη στὸν κόσμο ἡ καλή ἀνησυχία. Εἶναι πολύ ἀγριεμένος, γιατί γνωρίζει ὅτι εἶναι λίγη ἡ δράση του. Τώρα κάνει ὅπως ἕνας ἐγκληματίας πού, ὅταν τὸν κυκλώνουν, λέει: «Δὲν ἔχω σωτηρία! Θὰ μὲ πιάσουν!». καὶ τὰ κάνει ὅλα γυαλιά‐ καρφιά. Ἤ ὅπως οἱ στρατιῶτες, ποὺ ἐν καιρῶ πολέμου, ὅταν τελειώσουν τὰ πυρομαχικά, βγάζουν τὴν λόγχη ἤ τὸ σπαθί καὶ ρίχνονται καὶ ὅ,τι γίνει. Σοῦ λέει: «Ἔτσι κι ἀλλιῶς χαμένοι εἴμαστε, ἄς σκοτώσουμε ὅσο πιὸ πολλούς μποροῦμε». Ὁ κόσμος καίγεται! Τὸ καταλαβαίνετε; Ἔπεσε πολύς πειρασμός. Τέτοια πυρκαγιά ἔχει βάλει ὁ διάβολος, ποὺ οὔτε ὅλοι οἱ πυροσβέστες ἄν μαζευθοῦν, δὲν μποροῦν νὰ κάνουν τίποτε, ἀναγκάζονται οἱ ἄνθρωποι νὰ στραφοῦν στὸν Θεό καὶ νὰ Τὸν παρακαλέσουν νὰ ρίξη μία βροχή γερή, γιὰ νὰ σβήση. Ἔτσι καὶ γιὰ τὴν πνευματική πυρκαγιά ποὺ ἄναψε ὁ διάβολος, μόνον προσευχή χρειάζεται, γιὰ νὰ βοηθήση ὁ Θεός.

Ὅλος ὁ κόσμος πάει νὰ γίνη μία περίπτωση. Γενικό ξεχαρβάλωμα! Δὲν εἶναι νὰ πῆς: «Σʹ ἕνα σπίτι χάλασε λίγο τὸ παράθυρο ἤ κάτι ἄλλο, ἄς τὸ διορθώσω». Ὅλο τὸ σπίτι εἶναι ξεχαρβαλωμένο. Ἔχει γίνει χαλασμένο χωριό. Δὲν ἐλέγχεται πιά ἡ κατάσταση. Μόνον ἀπὸ πάνω, ὅ,τι κάνει ὁ Θεός. Τώρα εἶναι νὰ δουλεύη ὁ Θεὸς μὲ τὸ κατσαβίδι, μὲ χάδια, μὲ σκαμπίλια, νὰ τὸ διορθώση. Μία πληγή ἔχει ὁ κόσμος ποὺ κιτρίνισε καὶ θέλει σπάσιμο, ἀλλὰ ἀκόμη δὲν ὡρίμασε καλά. Πάει νὰ ὡριμάση τὸ κακό, ὅπως τότε στὴν Ἱεριχὼ ποὺ ἦταν γιὰ ἀπολύμανση.

Ἀτέλειωτα εἶναι τὰ βάσανα τοῦ κόσμου. Μία γενική ἀποσύνθεση, οἰκογένειες, μικροί‐μεγάλοι. Κάθε μέρα ἡ καρδιά μου γίνεται κιμάς. Τὰ περισσότερα σπίτια εἶναι γεμάτα ἀπὸ στενοχώριες, ἀπὸ ἀγωνία, ἀπὸ ἄγχος. Μόνο στὰ σπίτια ποὺ ζοῦν κατὰ Θεόν εἶναι καλά οἱ ἄνθρωποι. Στὰ ἄλλα, διαζύγια, ἄλλοι χρεωκοπημένοι, ἄλλοι ἄρρωστοι, ἄλλοι τρακαρισμένοι, ἄλλοι μὲ ψυχοφάρμακα, μὲ ναρκωτικά!… Λίγο‐πολύ ὅλοι, οἱ καημένοι, ἔχουν ἕναν πόνο. Ἰδίως τώρα, δουλειές δὲν ἔχουν, χρέη ἀπὸ ʹδω, βάσανα ἀπὸ ʹκει, τούς τραβοῦν οἱ Τράπεζες, τούς βγάζουν ἀπὸ τὰ σπίτια, ἕνα σωρό!

Καὶ δὲν εἶναι μία καὶ δύο μέρες! Καὶ ἄν ἕνα‐δύο παιδιά σὲ μία τέτοια οἰκογένεια εἶναι γερά, ἀρρωσταίνουν ἀπὸ αὐτήν τὴν κατάσταση. Πολλές οἰκογένειες ἀπὸ αὐτές μία μέρα νὰ εἶχαν τὸ ἀμέριμνο, τὴν ξενοιασιά τῶν μοναχῶν, θὰ εἶχαν τὸ καλύτερο Πάσχα.

Ὅταν κανεὶς πονάη καὶ ἐνδιαφέρεται γιὰ τούς ἄλλους καὶ ὄχι γιὰ τὸν ἑαυτό του, τότε ὅλο τὸν κόσμο τὸν βλέπει σάν σὲ ἀκτινογραφία μὲ τὶς ἀκτίνες τὶς πνευματικές… Πολλές φορές, ἐκεῖ ποὺ λέω τὴν εὐχή, βλέπω μικρούτσικα παιδάκια, τὰ καημένα, νὰ περνοῦν μπροστὰ μου θλιμμένα καὶ νὰ παρακαλοῦν τὸν Θεό. Τὰ βάζουν οἱ μανάδες τους νὰ κάνουν προσευχή, γιατί ἔχουν προβλήματα, δυσκολίες στὴν οἰκογένεια καὶ ζητοῦν βοήθεια ἀπὸ τὸν Θεό. Γυρίζουν τὸ κουμπί στὴν ἴδια συχνότητα, καὶ ἔτσι ἐπικοινωνοῦμε!

Σήμερα ὁ κόσμος γέμισε ἀσφάλειες‐ἀνασφάλειες, ἀλλά, γιὰ νὰ εἶναι ἀπομακρυσμένος ἀπὸ τὸν Χριστό, νιώθει τὴν μεγαλύτερη ἀνασφάλεια. Σὲ καμμιά ἐποχή δὲν ὑπῆρχε ἡ ἀνασφάλεια ποὺ ἔχουν οἱ σημερινοί ἄνθρωποι. Καὶ ἐπειδή δὲν τούς βοηθοῦν οἱ ἀνθρώπινες ἀσφάλειες, τρέχουν τώρα νὰ μποῦν στὸ καράβι τῆς Ἐκκλησίας, γιὰ νὰ νιώσουν πνευματική ἀσφάλεια, γιατί βλέπουν ὅτι τὸ κοσμικό καράβι βούλιαξε. Ἄν ὅμως δοῦν ὅτι καὶ στὸ καράβι τῆς Ἐκκλησίας μπαίνει λίγο νερό, ὅτι καὶ ἐκεῖ ἔχουν πιασθῆ ἀπὸ τὸ κοσμικό πνεῦμα καὶ δὲν ὑπάρχει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τότε θὰ ἀπογοητευθοῦν οἱ ἄνθρωποι, γιατί δὲν θὰ ἔχουν μετά ἀπὸ ποὺ νὰ πιασθοῦν.

Ὁ κόσμος ὑποφέρει, χάνεται καὶ δυστυχῶς εἶναι ἀναγκασμένοι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νὰ ζοῦν μέσα σʹ αὐτήν τὴν κόλαση τοῦ κόσμου. Νιώθουν οἱ περισσότεροι μία μεγάλη ἐγκατάλειψη, μία ἀδιαφορία – ἰδίως τώρα – ἀπὸ παντοῦ. Δὲν ἔχουν ἀπὸ ποὺ νὰ κρατηθοῦν. Εἶναι αὐτὸ ποὺ λένε: «Ὁ πνιγμένος ἀπʹ τὰ μαλλιά τοῦ πιάνεται».

Αὐτὸ δείχνει ὅτι ὁ πνιγμένος ζητάει ἀπὸ κάπου νὰ πιασθῆ, νὰ σωθῆ. Βλέπεις, τὸ καράβι βουλιάζει καὶ ὁ ἄλλος πάει νὰ πιασθῆ ἀπὸ τὸ κατάρτι. Μά, ἀφοῦ τὸ καράβι κινδυνεύει νὰ βουλιάξη, δὲν σκέφτεται ὅτι καὶ τὸ κατάρτι θὰ βουλιάξη. Πιάνεται ἀπὸ τὸ κατάρτι καὶ βουλιάζει πιὸ γρήγορα! Θέλω νὰ πῶ ὅτι οἱ ἄνθρωποι ζητοῦν κάπου νὰ ἀκουμπήσουν, ἀπὸ κάπου νὰ πιασθοῦν. Καὶ ἄν δὲν ἔχουν πίστη νὰ ἀκουμπήσουν σʹ αὐτήν, ἄν δὲν ἐμπιστευθοῦν στὸν Θεό, ὥστε νὰ ἐγκαταλείψουν τελείως τὸν ἑαυτό τούς σʹ Αὐτόν, θὰ βασανίζωνται. Μεγάλη ὑπόθεση ἡ ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό!

Τὰ χρόνια ποὺ περνοῦμε εἶναι πολύ δύσκολα καὶ πολύ ἐπικίνδυνα, ἀλλὰ τελικά θὰ νικήσει ὁ Χριστός. Θὰ δῆτε πώς θὰ ἐκτιμήσουν τὴν Ἐκκλησία. Ἀρκεῖ ἐμεῖς νὰ εἴμαστε σωστοί. Θὰ καταλάβουν ὅτι ἀλλιῶς δὲν γίνεται χωριό. Καὶ οἱ πολιτικοί ἔχουν πλέον καταλάβει ὅτι, ἄν κάποιοι μποροῦν νὰ βοηθήσουν τώρα σʹ αὐτὸ τὸ τρελλοκομεῖο ποὺ ἔχει γίνει ὁ κόσμος, αὐτοί εἶναι οἱ ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας. Μή σᾶς φαίνεται παράξενο! Οἱ πολιτικοί μας σήκωσαν τὰ χέρια. Ἦρθαν στὸ Καλύβι μερικοί καὶ μοῦ εἶπαν: «Οἱ καλόγεροι πρέπει νὰ κάνουν ἱεραποστολή, ἀλλιῶς δὲν γίνεται».

Ἄν γνωρίζατε σὲ τί κατάσταση βρισκόμαστε καὶ τί μᾶς περιμένει!… Τί ἀναζήτηση ὑπάρχει

Χειμώνα καιρό ἦρθαν μία μέρα στὸ Καλύβι ὀγδόντα ἄτομα, ἀπὸ φοιτητές μέχρι σκηνοθέτες. Ἔκλαιγαν καὶ ρωτοῦσαν ἄν μποροῦν νὰ σπουδάσουν Θεολογία! Εἶναι ἐξωφρενική ἡ κατάσταση στὸν κόσμο! Ὅλοι ζητοῦν κάτι, χωρίς νὰ ξέρουν οἱ περισσότεροι τί ζητοῦν. Ἄλλοι μὲ μπουζούκια ψάχνουν τὴν ἀλήθεια! Ἄλλοι μὲ ἐξωφρενική μουσική ζητοῦν τὸν Χριστό!

Τόσοι ἄνθρωποι νὰ ἔρχωνται καὶ νὰ στέκωνται ὄρθιοι καὶ νὰ περιμένουν ὧρες! Μέσα στὰ σημεῖα τῶν καιρῶν εἶναι καὶ αὐτό, νὰ ζητάει ὁ κόσμος βοήθεια ἀπὸ ἐμένα τὸν ταλαίπωρο. Δὲν βλέπω κάτι τὸ καλό στὸν ἑαυτό μου καὶ ἀπορῶ τί βρίσκουν οἱ ἄνθρωποι καὶ τρέχουν σʹ ἐμένα.

Κολοκύθι μὲ φλούδα καρπουζιοῦ εἶμαι. στὶς μέρες μας τὸ κολοκύθι τὸ τρῶνε γιὰ καρπούζι, γιατί ἔχει φλούδα καρπουζιοῦ. Ξεκινοῦν ἀπὸ τὴν ἄκρη τοῦ κόσμου καὶ δὲν εἶναι σίγουροι, θὰ μὲ βροῦν, δὲν θὰ μὲ βροῦν. Καὶ τὸν ἑαυτό μου τὸν σιχαίνομαι καὶ τὸν κόσμο τὸν πονάω. Ποῦ ἔχουμε φθάσει! Ποῦ κατήντησε ὁ κόσμος! Ὁ Προφήτης Ἠλίας ἀναφέρει ὅτι θὰʹ ρθεῖ καιρός ποὺ οἱ ἄνθρωποι θὰ βροῦν ἕναν ποὺ θὰ ἔχη ἱμάτιο καὶ θὰ τοῦ ποῦν: «Ἔλα νὰ σὲ κάνουμε βασιλιᾶ!». Ὁ Θεὸς νὰ μᾶς λυπηθῆ!

Ὅταν διαβάζω τὸν 28ο Ψαλμό ποὺ εἶναι «Γιʹ αὐτούς ποὺ κινδυνεύουν στὴν θάλασσα», λέω: «Θεέ μου, καὶ ἡ στεριά, ὁ κόσμος ὅλος, ἔγινε χειρότερη θάλασσα, γιατί πνίγει τὸν κόσμο πνευματικά». Καὶ ὅταν ἔρχεται κόσμος ἀπογοητευμένος, τούς διαβάζω τὸν 93ο καὶ τὸν 36ο Ψαλμό. «Θεὸς ἐκδικήσεων Κύριος, Θεὸς ἐκδικήσεων ἐπαρρησιάσατο. Ὑψώθητι ὁ κρίνων τὴν γῆν, ἀπόδος ἀνταπόδοσιν τοῖς ὑπερηφάνοις…

Τὸν λαόν σου, Κύριε, ἐταπείνωσαν καὶ τὴν κληρονομίαν σου ἐκάκωσαν… Καὶ ἐγένετο μοί Κύριος εἰς καταφυγήν καὶ ὁ Θεὸς μου εἰς βοηθόν ἐλπίδος μου…». Δίνουν μεγάλη παρηγοριά! Μὲ μία ματιά στὸν Οὐρανό θὰ ἄλλαζαν τὰ πράγματα. Ἀλλά βλέπεις, δὲν σκέφτονται τὸν Θεό σήμερα οἱ ἄνθρωποι. Γιʹ αὐτὸ δὲν βρίσκεις ἀνταπόκριση, δὲν μπορεῖς νὰ συνεννοηθῆς.

Συνέχεια παρακαλῶ τὸν Θεό νὰ παρουσιάση σωστούς ἀνθρώπους, Χριστιανούς, γιὰ νὰ βοηθοῦν τὸν κόσμο, καὶ τούς σωστούς νὰ τούς κρατήση χρόνια.

Νὰ κάνουμε προσευχή νὰ φωτίση ὁ Θεὸς νὰ βγοῦν ἄλλοι, νέοι ἄνθρωποι, ἁγνοί, νὰ βγοῦν Μακκαβαῖοι, γιατί οἱ τωρινοί καταστρέφουν τὸν κόσμο. Οἱ νεώτεροι μπορεῖ νὰ ἔχουν ἀπειρία, ἀλλὰ δὲν ἔχουν ψευτιά, πονηριά. Νὰ παρακαλοῦμε νὰ φωτίζη ὁ Θεὸς ἀνθρώπους ὄχι μόνο στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ καὶ αὐτούς ποὺ κυβερνοῦν, νὰ ἔχουν φόβο Θεοῦ, γιὰ νὰ μπορέσουν κάτι νὰ ποῦν. Λίγο, μία φωτισμένη κουβέντα ἄν ποῦν, τάκ, ἀλλάζουν μία κατάσταση. Ἄν ποῦν μία ἀνοησία, μπορεῖ ὁλόκληρο κράτος νὰ τὸ τσαλακώσουν. Μία ἄσχημη ἀπόφαση εἶναι καταστροφή. Δὲν εἶναι μόνον ἡ ὑλική δυστυχία, ποὺ πεινοῦν, ποὺ δυστυχοῦν οἱ ἄνθρωποι, ἡ πνευματική δυστυχία εἶναι πιὸ μεγάλη. Ἡ προσευχή πολύ θὰ βοηθήση νὰ τούς φωτίση λιγάκι ὁ Χριστός. Παίρνει τὸ κατσαβιδάκι ὁ Χριστός, λίγο ἕνα στρίψιμο, μία βόλτα πίσω… ἐντάξει, ὅλα τακτοποιοῦνται. Σιγά‐σιγά, ὅταν ὁ Θεὸς φωτίζη μερικούς ἀνθρώπους, τότε τὸ κακό ἐξευτελίζεται μόνο του. Γιατί τὸ κακό μόνο τοῦ καταστρέφεται, δὲν τὸ καταστρέφει ὁ Θεός. Τελικά τὰ πράγματα θὰ ἔρθουν στὴν θέση τους. Βλέπω ὅτι πολλοί ποὺ ἔχουν μία θέση καταλαβαίνουν, πονοῦν καὶ ἀγωνίζονται, καὶ ἰδιαίτερα τὸ χαίρομαι!

Στὴν ἐποχή μᾶς λείπουν τὰ παραδείγματα. Παλιά εἴχαμε μεγάλα ἀναστήματα. Μιλῶ γενικά γιὰ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὸν Μοναχισμό. Τώρα πλήθυναν τὰ λόγια καὶ τὰ βιβλία καὶ λιγόστεψαν τὰ βιώματα. Θαυμάζουμε μόνον τούς Ἁγίους Ἀθλητές τῆς Ἐκκλησίας μας, χωρίς νὰ καταλαβαίνουμε τὸ πόσο κοπίασαν, γιατί δὲν κοπιάσαμε, γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ καταλάβουμε τὸν κόπο τους, γιὰ νὰ τούς ἀγαπήσουμε καὶ νὰ ἀγωνισθοῦμε ἀπὸ φιλότιμο νὰ τούς μιμηθοῦμε. Ὁ Καλός Θεὸς βέβαια θὰ λάβη ὑπʹ ὄψιν Τοῦ τὴν ἐποχή καὶ τὶς συνθῆκες στὶς ὁποῖες ζοῦμε καὶ ἀνάλογα θὰ ζητήση. Ἄν λίγο ἀγωνισθοῦμε, θὰ στεφανωθοῦμε περισσότερα ἀπὸ τούς παλαιούς.

Παλιά ποὺ ὑπῆρχε τὸ ἀγωνιστικό πνεῦμα καὶ ὁ καθένας προσπαθοῦσε νὰ μιμηθῆ τὸν ἄλλο, δὲν μποροῦσε νὰ σταθῆ οὔτε τὸ κακό οὔτε ἡ ἀμέλεια. Ἦταν καὶ τὸ καλό πολύ καὶ ἀγωνιστικό πνεῦμα ὑπῆρχε, γιʹ αὐτὸ ἕνας ἀμελής δὲν μποροῦσε νὰ σταθῆ. Τὸν ἔπαιρναν σβάρνα οἱ ἄλλοι. Θυμᾶμαι, μία φορά στὴν Θεσσαλονίκη περιμέναμε τὰ φανάρια, γιὰ νὰ περάσουμε ἀπὸ τὸ ἕνα πεζοδρόμιο στὸ ἄλλο. Σὲ μία στιγμή αἰσθάνθηκα ἕνα κύμα νὰ μὲ σπρώχνη πρὸς τὰ ἐμπρός, γιατί ὅλοι πήγαιναν πρὸς τὰ ἐκεῖ. Μόλις ποὺ σήκωνα τὸ πόδι καὶ προχωροῦσα. Θέλω νὰ πῶ δηλαδή ὅτι, ὅταν ὅλοι πᾶνε πρὸς ἕνα μέρος, ἕνας, καὶ νὰ μή θέλη νὰ πάη, δυσκολεύεται νὰ μήν πάη, γιατί τὸν πάνε οἱ ἄλλοι. Σήμερα, ἄν κάποιος θέλη νὰ ζήση τίμια καὶ πνευματικά, δὲν χωράει στὸν κόσμο, δυσκολεύεται.

Καὶ ἄν δὲν προσέξη, θὰ τὸν πάρη ὁ κατήφορος, τὸ κοσμικό κανάλι. Παλιότερα, ἦταν πολύ τὸ καλό, πολλή ἡ ἀρετή, πολύ τὸ καλό παράδειγμα, καὶ τὸ κακό πνιγόταν στὸ πολύ καλό καὶ ἡ λίγη ἀταξία ποὺ ὑπῆρχε στὸν κόσμο ἤ στὰ Μοναστήρια δὲν φαινόταν καὶ οὔτε ἔβλαπτε. Τώρα τί γίνεται; Τὸ κακό παράδειγμα εἶναι πολύ, καὶ τὸ λίγο καλό ποὺ ὑπάρχει, περιφρονεῖται. Γίνεται δηλαδή τὸ ἀντίθετο, πνίγεται τὸ λίγο καλό στὸ πολύ κακό, καὶ ἔτσι κυβερνάει τὸ κακό.

Ὅταν ἕνας ἄνθρωπος ἤ ἕνα σύνολο ἀνθρώπων ἔχη ἀγωνιστικό πνεῦμα, αὐτὸ πολύ βοηθάει. Γιατί, ὅταν ἕνας προχωράη πνευματικά, δὲν ὠφελεῖ μόνον τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ βοηθάει καὶ τὸν ἄλλον ποὺ τὸν βλέπει. Καὶ ἕνας ποὺ εἶναι χαλαρός, πάλι τὸ ἴδιο, ἐπιδρᾶ καὶ στούς ἄλλους. Ὅταν ὁ ἕνας χαλαρώνη, ὁ ἄλλος χαλαρώνη, τελικά, χωρίς νὰ τὸ καταλαβαίνουν, δὲν μένει τίποτε. Γιʹ αὐτὸ τὸ ἀγωνιστικό πνεῦμα πολύ θὰ βοηθήση μέσα σʹ αὐτήν τὴν χαλάρωση ποὺ ὑπάρχει. Αὐτὸ θὰ πρέπη νὰ τὸ προσέξουμε πολύ, γιατί ἔφθασαν δυστυχῶς σὲ τέτοιο σημεῖο οἱ σημερινοί ἄνθρωποι, ποὺ κάνουν καὶ νόμους ἀκόμη χαλαρούς καὶ τούς ἐπιβάλλουν καὶ στούς ἀγωνιζομένους νὰ τούς ἐφαρμόσουν. Γιʹ αὐτὸ οἱ ἀγωνιζόμενοι ὄχι μόνο δὲν πρέπει νὰ ἐπηρεάζωνται ἀπὸ τὸ κοσμικό πνεῦμα, ἀλλὰ καὶ νὰ μή συγκρίνουν τὸν ἑαυτό τους μὲ τούς κοσμικούς καὶ νομίζουν ὅτι εἶναι ἅγιοι καὶ μετά χαλαρώνουν καὶ γίνονται χειρότεροι καὶ ἀπὸ τούς πιὸ κοσμικούς. Στὴν πνευματική ζωή δὲν θὰ βάλη κανεὶς γιὰ πρότυπό τους κοσμικούς ἀλλὰ τούς Ἁγίους. Καλά εἶναι νὰ παίρνη κάθε ἀρετή καὶ νὰ

βρίσκη τὸν Ἅγιο ποὺ τὴν εἶχε, νὰ μελετᾶ τὸν βίο του, καὶ τότε θὰ βλέπη ὅτι δὲν ἔχει κάνει τίποτε καὶ νὰ προχωρῆ μὲ ταπείνωση. Στὸ στὰδιο αὐτοί ποὺ τρέχουν, δὲν κοιτάζουν πίσω νὰ δοῦν ποὺ βρίσκονται οἱ τελευταῖοι, γιατί, ἄν τὸ κάνουν, θὰ μείνουν αὐτοί τελευταῖοι. Ὅταν προσπαθῶ νὰ μιμηθῶ τούς προχωρημένους, ἡ συνείδηση λεπτύνεται. Ὅταν ὅμως βλέπω τούς πίσω, δικαιολογῶ τὸν ἑαυτό μου καὶ λέω ὅτι δὲν εἶναι σπουδαία τὰ σφάλματά μου ἐν συγκρίσει μὲ τὰ δικά τους. Ἐπαναπαύομαι στὸν λογισμό μου ὅτι ὑπάρχει καὶ ὁ κατώτερός μου. Ἔτσι πνίγω τὴν συνείδησή μου ἤ καλύτερα, καταλήγω νὰ ἔχω μία καρδιά σοβαντισμένη, ἀναίσθητη.

Οἱ ἄνθρωποι δὲν μιμοῦνται τὸ καλό οὔτε ἔχουν καλούς λογισμούς. Πολλές φορές φέρνω τὸ ἑξῆς παράδειγμα στούς λαϊκούς: «Ἄς ποῦμε ὅτι ἔχω ἕνα αὐτοκίνητο καὶ λέω μὲ τὸν λογισμό μου: Τί νὰ τὸ κάνω; Ἐγώ μπορῶ νὰ ἐξυπηρετηθῶ καὶ μὲ κάποιον γνωστό μου καὶ μὲ κανένα ταξί στὴν ἀνάγκη. Ἄς τὸ δώσω σʹ ἐκεῖνον τὸν οἰκογενειάρχη ποὺ ἔχει πολλά παιδιά, νὰ τὰ βγάζη λίγο ἔξω, νὰ τὰ πάη σὲ κανένα Μοναστήρι, νὰ ξεσκᾶνε καὶ νὰ βοηθιοῦνται τὰ καημένα; Ἄν τὸ δώσω, κανένας δὲν θὰ μὲ μιμηθῆ σʹ αὐτό. Ἄν ὅμως ἔχω ἕνα αὐτοκίνητο ἴδια μάρκα μὲ τὸ δικό σας καὶ ὕστερα ἀλλάξω καὶ πάρω ἄλλη καλύτερη μάρκα, νὰ δῆτε, δὲν θὰ κοιμηθῆτε ὅλη νύχτα, γιὰ νὰ βρῆτε ἕναν τρόπο νὰ ἀλλάξετε αὐτοκίνητο καὶ νὰ πάρετε καλύτερο, ἴδιο μὲ τὸ δικό μου, καὶ ἄς εἶναι καλά καὶ τὰ δικά σας αὐτοκίνητα. Σʹ αὐτή τὴν περίπτωση θὰ πῆτε: «Θὰ πουλήσω, θὰ δανεισθῶ, γιὰ νὰ τὸ ἀλλάξω». Ἐνῶ στὴν προηγούμενη περίπτωση κανένας δὲν θὰ μὲ μιμηθῆ, νὰ πεῖ: «Τί νὰ τὸ κάνω καὶ ἐγώ τὸ αὐτοκίνητο; ἄς τὸ δώσω», ἀλλὰ μπορεῖ νὰ ποῦν ὅτι εἶμαι καὶ χαμένος».

Οἱ ἄνθρωποι εὔκολα ἐπηρεάζονται στὸ κακό. Ἐνῶ στὸ βάθος ἀναγνωρίζουν καὶ παραδέχονται τὸ καλό, ὅμως πιὸ εὔκολα ἐπηρεάζονται καὶ παρασύρονται ἀπὸ τὸ κακό, γιατί ἐκεῖ κανοναρχεῖ τὸ ταγκαλάκι. Τὸν γλυκό κατήφορο εὔκολα τὸν βρίσκει κανείς, γιατί ὁ πειρασμός δὲν ἔχει ἄλλο τυπικό, παρά νὰ σπρώχνη στὸν γλυκό κατήφορο τὰ πλάσματα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Χριστός ἔχει ἀρχοντιά. Σοῦ λέει: «Αὐτὸ εἶναι τὸ καλό», «εἰ τὶς θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν…». Δὲν λέει: «Μὲ τὸ ζόρι ἔλα κοντά μου!». Ὁ διάβολος ἔχει γυφτιά. Ἀπὸ ʹδω‐ἀπὸ ʹκει τὸν τυλίγει τὸν ἄνθρωπο, γιὰ νὰ τὸν πάη ἐκεῖ ποὺ θέλει. Ὁ Θεὸς σέβεται τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, γιατί δὲν ἔκανε δούλους ἀλλὰ υἱούς. Καὶ παρʹ ὅλο ποὺ ἤξερε ὅτι θὰ ἐπακολουθήση ἡ πτώση, δὲν τούς ἔκανε δούλους. Προτίμησε νὰ ἔρθη, νὰ σαρκωθῆ, νὰ σταυρωθῆ καὶ νὰ κερδίση ἔτσι τὸν ἄνθρωπο. Μὲ τὴν ἐλευθερία ὅμως αὐτή ποὺ ἔδωσε ὁ Θεὸς –παρʹ ὅλο ποὺ ὁ διάβολος μπορεῖ νὰ κάνη πολύ κακό – δίνεται μία εὐκαιρία γιὰ κοσκίνισμα. Φαίνεται τί κάνει κανεὶς μὲ τὴν καρδιά του, φαίνεται καθαρά τὸ πολύ φιλότιμο.

Στὴν κατάσταση ποὺ εἶναι σήμερα οἱ ἄνθρωποι, ὅ,τι τούς λέει ὁ λογισμός κάνουν. Ἄλλοι εἶναι μὲ χάπια, ἄλλοι παίρνουν ναρκωτικά… Κάθε τόσο τρεῖς‐τέσσερις ξεκινοῦν νὰ κάνουν μία καινούργια θρησκεία. Ἀνάλογα, λίγα γίνονται, ἐγκλήματα, δυστυχήματα κ.λπ. Βοηθάει ὁ Θεός. Ἦρθε ἕνας στὸ Καλύβι καὶ μοῦ λέει: «Ἔχεις καμμιά κιθάρα;». Πίνει χασίς, ἔχει ὄρεξη νὰ μιλάη – δὲν σὲ ρωτάει ἄν ἔχης ἐσύ ὄρεξη – θέλει καὶ μία κιθάρα!! Ἄλλοι βαρέθηκαν τὴν ζωή τους καὶ θέλουν νὰ αὐτοκτονήσουν ἤ νὰ κάνουν κανένα κακό, γιὰ νὰ γίνη σαματάς. Δὲν εἶναι ὅτι τούς περνάει αὐτὸ σάν βλάσφημος λογισμός καὶ τὸν διώχνουν. Βαρέθηκαν τὴν ζωή τους καὶ δὲν ξέρουν τί νὰ κάνουν. Μοῦ εἶπε ἕνας: «Θέλω νὰ μὲ γράψουν οἱ ἐφημερίδες ὅτι εἶμαι ἤρωας». Οἱ ἄλλοι χρησιμοποιοῦν μερικούς τέτοιους καὶ κάνουν τὴν δουλειά τους. Πάλι καλά, ἀνάλογα, λίγα γίνονται.

Τὸ καλό εἶναι ποὺ δὲν μᾶς ἐγκαταλείπει ὁ Θεός. Ὁ Καλός Θεὸς τὸν σημερινό κόσμο τὸν φυλάει μὲ τὰ δύο Του χέρια, παλιότερα μόνο μὲ τὸ ἕνα. Σήμερα, μέσα στούς τόσους κινδύνους ποὺ ζῆ ὁ ἄνθρωπος, ὁ Θεὸς τὸν φυλάει ὅπως ἡ μάνα τὸ μικρό τὸ παιδί, ὅταν ἀρχίζη νὰ περπατάη. Τώρα μᾶς βοηθοῦν πιὸ πολύ ὁ Χριστός, ἡ Παναγία, οἱ Ἅγιοι, ἀλλὰ δὲν τὸ καταλαβαίνουμε. Ποῦ θὰ ἦταν ὁ κόσμος, ἄν δὲν βοηθοῦσαν!…

Τὸ μεγαλύτερο ποσοστό τῶν ἀνθρώπων παίρνει χάπια καὶ εἶναι σὲ μία κατάσταση…

Ἄλλος μεθυσμένος, ἄλλος ἀπογοητευμένος, ἄλλος ζαλισμένος. Ἄλλος ἀπὸ τούς πόνους ξενυχτισμένος. Ὅλοι αὐτοί βλέπεις νὰ δοηγοῦν αὐτοκίνητα, μοτοσυκλέτες, νὰ κάνουν ἐπικίνδυνες δουλειές, νὰ χειρίζωνται ἐπικίνδυνα μηχανήματα. Εἶναι ὅλοι αὐτοί σὲ κατάσταση νὰ ὁδηγοῦν; Μποροῦσε νὰ εἶχε σακατευθῆ ὁ κόσμος. Πῶς μᾶς φυλάει ὁ Θεὸς καὶ δὲν τὸ καταλαβαίνουμε!

Παλιά, θυμᾶμαι, πήγαιναν οἱ γονεῖς μας στὰ χωράφια καὶ πολλές φορές μᾶς ἄφηναν στὴν γειτόνισσα νὰ μᾶς προσέχη μαζί μὲ τὰ παιδιά τὰ δικά της. Ἀλλά τότε ἦταν ἰσορροπημένα τὰ παιδιά. Μία ματιά ἔρειχνε ἡ γειτόνισσα καὶ ἔκανε τὶς δουλειές της καὶ ἐμεῖς παίζαμε ἥσυχα. Ἔτσι καὶ ὁ Χριστός, ἡ Παναγία, οἱ Ἅγιοι παλιά μὲ μία ματιά παρακολουθοῦσαν τὸν κόσμο. Σήμερα καὶ ὁ Χριστός καὶ ἡ Παναγία καὶ οἱ Ἅγιοι τὸν ἕναν πιάνουν ἀπὸ ʹδω, τὸν ἄλλον ἀπὸ ʹκει, γιατί οἱ ἄνθρωποι δὲν εἶναι ἰσορροπημένοι. Τώρα εἶναι μία κατάσταση… Θεὸς φυλάξοι! Σάν μία μητέρα νὰ ἔχη δύο‐τρία προβληματικά παιδιά, τὸ ἕνα λίγο χαζούλικο, τὸ ἄλλο λίγο ἀλλοίθωρο, τὸ ἄλλο λίγο ἀνάποδο, νὰ ἔχη καὶ κανά‐δύο της γειτόνισσας νὰ τὰ προσέχη, καὶ τὸ ἕνα νὰ ἀνεβαίνη ψηλά καὶ νὰ κινδυνεύη νὰ πέση κάτω, τὸ ἄλλο νὰ παίρνη τὸ μαχαίρι νὰ κόψη τὸν λαιμό του, τὸ ἄλλο νὰ πάη νὰ κάνη κακό στὸ ἄλλο, καὶ αὐτή συνέχεια νὰ βρίσκεται σὲ ἐγρήγορση, νὰ τὰ παρακολουθῆ, καὶ ἐκεῖνα νὰ μήν καταλαβαίνουν τὴν ἀγωνία της. Ἔτσι καὶ ὁ κόσμος δὲν καταλαβαίνει τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Μὲ τόσα ἐπικίνδυνα μέσα ποὺ ὑπάρχουν σήμερα θὰ εἶχε σακατευθῆ, ἄν δὲν βοηθοῦσε ὁ Θεός.

Ἀλλά ἔχουμε καὶ Πατέρα τὸν Θεό καὶ Μάνα τὴν Παναγία καὶ ἀδέλφια τούς Ἁγίους καὶ τούς Ἀγγέλους, ποὺ μᾶς προστατεύουν.

Πόσο μισεῖ ὁ διάβολος τὸ ἀνθρώπινο γένος καὶ θέλει νὰ τὸ ἐξαφανίση! Καὶ ἐμεῖς ξεχνοῦμε μὲ ποιόν παλεύουμε. Νὰ ξέρατε πόσες φορές ὁ διάβολος τύλιξε τὴν γῆ μὲ τὴν οὐρά του, γιὰ νὰ τὴν καταστρέψη! Δὲν τὸν ἀφήνει ὅμως ὁ Θεός, τοῦ χαλάει τὰ σχέδια. Καὶ τὸ κακό ποὺ πάει νὰ κάνη τὸ ταγκαλάκι, ὁ Θεὸς τὸ ἀξιοποιεῖ καὶ βγάζει μεγάλο καλό. Ὁ διάβολος τώρα ὀργώνει, ὁ Χριστός ὅμως θὰ σπείρη τελικά.

Καὶ πάντα βλέπουμε ὅτι ὁ Καλός Θεὸς στὶς μεγάλες δοκιμασίες δὲν ἀφήνει νὰ περάσουν περισσότερες ἀπὸ τρεῖς γενιές, γιὰ νὰ ὑπάρχη προζύμι. Πρίν τὴν Βαβυλώνια αἰχμαλωσία οἱ Ἰσραηλίτες ἔρριξαν σὲ ἕνα ξεροπήγαδο τὴν φωτιά ἀπὸ τὴν τελευταία θυσία ποὺ ἔκαναν, ὥστε νὰ βροῦν μετά ἀπὸ τὴν ἴδια φωτιά καὶ νὰ ἀρχίσουν πάλι τὶς θυσίες. Καὶ πράγματι, μετά ἀπὸ ἑβδομήντα χρόνια, ὅταν ἐπέστρεψαν, βρῆκαν ἀπὸ ἐκείνη τὴν φωτιά καὶ ἄρχισαν τὶς θυσίες. Σὲ κάθε δύσκολη περίοδο δὲν παρασύρονται ὅλοι. Ὁ Θεὸς διατηρεῖ μία ζύμη γιὰ τὶς ἑπόμενες γενιές. Οἱ Κομμουνιστές δούλεψαν ἑβδομήντα πέντε χρόνια καὶ κράτησαν ἑβδομήντα πέντε χρόνια, πάλι τρεῖς γενιές. Οἱ Σιωνιστές πόσα χρόνια ἔχουν ποὺ δουλεύουν, ἀλλὰ οὔτε ἑπτά χρόνια δὲν θὰ κρατήσουν.

Ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει νὰ γίνη τώρα ἕνα τράνταγμα γερό. Ἔρχονται δύσκολα χρόνια. Θὰ ἔχουμε δοκιμασίες μεγάλες… Νὰ τὸ πάρουμε στὰ σοβαρά, νὰ ζήσουμε πνευματικά. Οἱ περιστὰσεις μᾶς ἀναγκάζουν καὶ θὰ μᾶς ἀναγκάσουν νὰ δουλέψουμε πνευματικά. Καλό ὅμως εἶναι νὰ τὸ κάνουμε χαρούμενα καὶ προαιρετικά καὶ ὄχι ἀπὸ θλίψεις, ἀναγκαστικά. Πολλοί Ἅγιοι θὰ παρακαλοῦσαν νὰ ζοῦσαν στὴν ἐποχή μας, γιὰ νὰ ἀγωνισθοῦν. Ἐγώ χαίρομαι ποὺ ἀπειλοῦν μερικοί νὰ μὲ ξεκάνουν, ἐπειδή μιλῶ καὶ τούς χαλῶ τὰ σχέδια. Ὅταν ἀργά τὸ βράδυ ἀκούω στὸ Καλύβι νὰ πηδοῦν μέσα ἀπὸ τὸν φράχτη, χτυπάει γλυκά ἡ καρδιά μου. Ἀλλά ὅταν φωνάζουν: «Ἦρθε τηλεγράφημα, νὰ κάνης προσευχή γιὰ τὸν τάδε ἄρρωστο», λέω: «Αὐτὸ ἦταν; Πάει καὶ αὐτή ἡ εὐκαιρία!…» Ὄχι ὅτι βαρέθηκα τὴν ζωή μου, ἀλλὰ τὸ χαίρομαι. Νὰ χαιρώμαστε ποὺ μᾶς δίνεται αὐτή ἡ εὐκαιρία σήμερα. Εἶναι πολύ μεγάλος μισθός.

Παλιά, ὅταν γινόταν ἕνας πόλεμος, ἦταν ἐν ἀμύνη κανεὶς καὶ πήγαινε νὰ ἀγωνισθῆ, νὰ πολεμήση, γιὰ νὰ ὑπερασπιστή τὴν Πατρίδα του, τὸ ἔθνος του. Τώρα δὲν πᾶμε νὰ ὑπερασπίσουμε τὴν Πατρίδα μας ἤ νὰ ἀγωνισθοῦμε, γιὰ νὰ μή μᾶς κάψουν οἱ βάρβαροι τὰ σπίτια μας ἤ νὰ μή μᾶς πάρουν τὴν ἀδελφή μας καὶ μᾶς ἀτιμάσουν, οὔτε πᾶμε γιὰ ἕνα ἔθνος ἤ γιὰ μία ἰδεολογία. Τώρα πᾶμε ἤ γιὰ τὸν Χριστό ἤ γιὰ τὸν διάβολο. Εἶναι καθαρό μέτωπο. Στὴν Κατοχή γινόσουν ἥρωας, γιατί δὲν χαιρετοῦσες ἕναν Γερμανό. Τώρα γίνεσαι ἥρωας, γιατί δὲν χαιρετᾶς τὸν διάβολο.

Πάντως θὰ δοῦμε φοβερά γεγονότα. Θὰ δοθοῦν πνευματικές μάχες. Οἱ Ἅγιοι θὰ ἁγιασθοῦν περισσότερο καὶ οἱ ρυπαροί θὰ γίνουν ρυπαρώτεροι. Νιώθω μέσα μου μία παρηγοριά. Μία μπόρα εἶναι καὶ ὁ ἀγώνας ἔχει ἀξία, γιατί τώρα δὲν ἔχουμε ἐχθρό τὸν Ἀλή Πασά ἤ τὸν Χίτλερ ἤ τὸν Μουσουλίνι, ἀλλὰ τὸν διάβολο. Γιʹ αὐτὸ θὰ ἔχουμε καὶ οὐράνιο μισθό.

Ὁ Θεὸς ἄς ἀξιοποιήση τὸ κακό σὲ καλό σάν Καλός Θεός. Ἀμήν.

Ἀπό τὸ βιβλίο Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Α’ «Μὲ Πόνο καὶ Ἀγάπη»