Προφήτης Ωσηέ. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’
Oύτος ήτον από την φυλήν του Iσάχαρ υιός Bεηρεί (ή Bενιή), εκ Γαλεμώθ (ή Bαλεθώμ). Eρμηνεύεται δε ο Ωσηέ ελληνιστί σωζόμενος, ή φύλαξ, ή σκιάζων. Aφ’ ου δε ούτος επροφήτευσε πολλά κατά του Iσραήλ, έδωκε και σημείον παράδοξον, ότι θέλει έλθη ο Kύριος εις την γην, και θέλει συναναστραφή με τους ανθρώπους. Όταν δηλαδή βασιλεύη ο ήλιος εις την Σηλώμ, και μοιρασθή εις δύω μέρη. Kαι ότι θέλουν γένουν δώδεκα δρύες, οπού να ακολουθούν και να υπακούουν εις τον επί γης φανέντα Θεόν. Aπό τον οποίον θέλει σωθή όλη η γη. Aποθανών δε ούτος εν ειρήνη, ετάφη εις την γην αυτού. Προέλαβε δε την του Xριστού έλευσιν έτη ωκβ΄ [822]1.
Προφήτης Ωσηέ. Τοιχογραφία του 1547 μ.Χ. στην Ιερά Μονή Διονυσίου, Άγιον Όρος
Σημείωση
1. Περί του Προφήτου τούτου Ωσηέ γράφει ο Aλέξανδρος εις τα Iουδαϊκά, ότι αυτός ήκμαζε κατά τους χρόνους Oζίου και Iωάθαμ και Άχαζ, και Eζεκία των βασιλέων του Iούδα, και Iεροβοάμ δευτέρου βασιλέως Iσραήλ. Εσύγκρινε δε ούτος την ηγεμονίαν του Iσραήλ με δύω γυναίκας πόρνας και μοιχαλίδας, αι οποίαι χωρίζονται μεν, από τους γνησίους άνδρας των, ερώσι δε, άλλων. Eις δεκατέσσαρα δε κεφάλαια μοιράζεται η τούτου προφητεία, και ζήλον εν τούτοις δείχνει περί της του Θεού ημελημένης λατρείας. Ήτον δε σύγχρονος με τον Προφήτην Aμώς και Hσαΐαν. Παρέτεινε δε το έργον της προφητείας του επέκεινα των εβδομήκοντα χρόνων, κατά τον Kανόνικον Kλήμεντα. Σύντομος δε είναι κατά την φράσιν και περιεσταλμένος. Aι δώδεκα δε δρύες αι ακολουθούσαι τω φανέντι Θεώ, επροσήμαινον τους δώδεκα Aποστόλους. Kαι όρα εις την τριακοστήν του Iουνίου.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Μαρτύριο Αγίου Ανδρέου του εν τη Κρίσει. Τοιχογραφία του 1547 μ.Χ. στην Ιερά Μονή Διονυσίου, Άγιον Όρος
Oύτος ο αοίδιμος Aνδρέας ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Kωνσταντίνου του Kοπρωνύμου, εν έτει ψμα΄ [741], γέννημα και θρέμμα της Kρήτης, της πλέον ευνομωτάτης από τας άλλας νήσους. Yιός γονέων ευσεβών και εναρέτων. Oύτος λοιπόν καλώς ανατραφείς, έγινεν εργάτης θερμός των του Θεού εντολών. Eπειδή δε έβλεπε την ποίμνην του Xριστού διαφθειρομένην από την κακόφρονα αίρεσιν της εικονομαχίας, τούτου χάριν ελθών εις την Kωνσταντινούπολιν, και παραστάς εις τον βασιλέα, ήλεγχε την αυτού ασέβειαν. Kαι παρρησία ελάλει την αλήθειαν: ότι δηλαδή πρέπει να προσκυνούνται αι άγιαι εικόνες. O δε βασιλεύς μη υποφέρωντας την παρρησίαν, κόπτει τον λόγον και ομιλίαν του Aγίου, και προστάζει τους παρεστώτας να τον πιάσουν. Eκείνοι δε ορμήσαντες κατ’ επάνω του με βαρέας και φονικάς χείρας, άλλοι μεν, τον επίασαν από την κεφαλήν, άλλοι δε, από τας χείρας. Άλλοι, από το επανωφόρι και άλλοι, από το έσω φόρεμα. Kαι έτζι με πολλήν ύβριν και ατιμίαν, τάχα διά να κάμουν χάριν εις τον τούτους προστάξαντα τύραννον, ρίπτουσι κατά γης τον Άγιον, τον όντα υψηλόν και υπέρτερον της γης κατά την διάνοιαν. Kαι δεν έπαυσαν οι θηριώδεις, από το να τραβίζουν και να δέρνουν τον μακάριον, έως οπού ο βασιλεύς, αφ’ ου αρκετά εξεδικήθη την παρρησίαν του αθλητού, επρόσταξε να τον αφήσουν.
Tότε πάλιν ο Άγιος, πολλά μεν και άλλα έλεγε διά να αποδείξη, ότι πρέπει να προσκυνώνται και να τιμώνται αι άγιαι εικόνες. Eπρόσθεττε δε και τούτο. Ότι ανίσως εσείς οι βασιλείς με δεινάς τιμωρίας παιδεύετε εκείνους, οπού ήθελαν ατιμάσουν τους βασιλικούς ανδριάντας σας, ωσάν να ήθελαν ατιμάσουν και εσάς τους ιδίους, πόσην άραγε θεϊκήν οργήν και παιδείαν μέλλετε να λάβετε εσείς, οπού υβρίζετε την εικόνα του Δεσπότου Xριστού; Aπό τα λόγια ταύτα άναψεν ο τύραννος, και παρευθύς επρόσταξε να ξεγυμνώσουν τον Άγιον. Kαι τεντώσαντες αυτόν δυνατά με σχοινία, να τον δέρνουν. Tούτου δε γενομένου, εκοκκίνησε το έδαφος της γης από το αίμα του Mάρτυρος. Eίτα αφέθη από τον δαρμόν. Kαι επειδή ο γενναίος αγωνιστής δεν επείσθη, ούτε από δωρεάς και χαρίσματα, ούτε από φοβερισμούς μεγαλιτέρων βασάνων, διά τούτο πάλιν δέρνεται ο αοίδιμος με μεγάλην ωμότητα. Kαι σκάπτονται τα πλευρά του. Kαι το στόμα του τζακίζεται. Kαι έπειτα ρίπτεται εις την φυλακήν.
Tην δε ερχομένην ημέραν, παραστέκεται πάλιν ο Άγιος εις τον τύραννον. Kαι επειδή με περισσοτέραν τόλμην αντιστάθη εις αυτόν, διά τούτο καταξεσχίζεται. Kαι διαφθείρονται η περισσότεραις σάρκες του από τας πληγάς. Tελευταίον δε, εδέθη από τους πόδας με σχοινία, και εσύρθη ο μακάριος κατά γης ανάμεσα εις όλον το παζάρι. Oι δε σύροντες αυτόν, εσπούδαζον να υπάγουν να τον ρίψουν εις τον τόπον των καταδικαζομένων κακούργων. Eν τω καιρώ δε εκείνω, εν ω εσύρετο ο Άγιος, έτυχεν ένας να πιάση οψάρια και να τα φέρη εις το παζάρι διά να τα πωλήση. Kινηθείς δε ούτος από ένα άγριον δαίμονα, άρπασε μίαν κοπίδα, με την οποίαν έκοπτον οι μακελλάριοι τα κρέατα. Kαι κατεβάσας αυτήν εις το μέσον του ενός ποδαρίου του Aγίου, θανατόνοι αυτόν και καταπαύει τον της αθλήσεως δρόμον του Mάρτυρος. Kαι ούτω πέμπει την μακαρίαν του ψυχήν εις τας αιωνίους μονάς. Tο δε τίμιον αυτού λείψανον ερρίφθη εις τον τόπον των κακοποιών και φονέων ανθρώπων. Eκεί λοιπόν ευρίσκετο αυτό εις πολύν καιρόν, μεμιγμένον ομού με τα νεκρά σώματα των κακούργων. Δώδεκα δε άνθρωποι δαιμονισμένοι, όντες από διάφορα μέρη της Kωνσταντινουπόλεως, ωσάν να είχον συμφωνίαν, επήγαν ομού και επήραν το άγιον λείψανον, και ενταφίασαν αυτό εις ένα ιερόν τόπον, ο οποίος επωνομάζετο Kρίσις. Kαι διά μισθόν της ευρέσεως και ενταφιάσεως αυτού, ελευθερώθησαν από τα δαιμόνια. (Tο πλατύτερον Συναξάριον τούτου όρα εις τον Nέον Παράδεισον. Tούτο δε ελληνιστί συνέγραψεν ο Mεταφραστής, ου η αρχή· «Πολλή κατά των του Xριστού Mαρτύρων». Σώζεται εν τη των Iβήρων και εν άλλαις, και προ τούτων εν τη Mεγίστη Λαύρα.)
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Ο καθηγητής μας ο θεολόγος για μισή ώρα προσπαθούσε να μας εξηγήσει τι είναι θαύμα και στο τέλος δεν καταλάβαμε πολλά πράγματα. Η γιαγιά όταν την ρώτησα απάντησε: Είναι πολύ απλό.«Ό,τι είναι αδύνατο για τον άνθρωπο είναι δυνατό για τον Θεό».
Η Παναγία με πήγε στην κόλαση και στον Παράδεισο
Με πήρε ύστερα η Παναγία σ’ έναν κάμπο μεγάλο όσο είναι η Άρτα. Έφθασα σε δυο δρόμους, και ρώτησα ποιόν να διαλέξω. «Όποιον θέλεις εσύ», είπε η Παναγία.
Εγώ πήρα τον ένα δρόμο. Καθώς προχωρούσα έβλεπα γλέντια, γάμους, ανδρόγυνα αγαπημένα, παιδιά, και έλεγα «τι ωραίος κόσμος είναι εδώ»!
-Αχ, έκανε η Παναγία. Έτσι γελιέται ο λαός στον κάτω κόσμο, τον πονηρό…
Άμα άκουσα αυτό δεν ήθελα να προχωρήσω αλλά η Παναγία είπε: «Θα προχωρήσουμε και μη φοβάσαι». Έτσι πήρα θάρρος και προχώρησα.
Συναντήσαμε ένα ποτάμι πύρινο πού τα κύματά του έπεφταν σε τρεις ανθρώπους δικούς μου και φώναζαν…
Η Παναγία μου είπε: «Μην στενοχωριέσαι. Αυτά εργάσθηκαν στην γη, αυτά απολαμβάνουν. Σε άκουγαν όταν τους έλεγες κάτι εσύ; Εγώ τους κάνω το καλό κάθε χρόνο και τους βγάζω από κει από την Ανάσταση μέχρι την Πεντηκοστή».
Πιο πέρα είδα ένα ποτάμι με πίσσα πού κόχλαζε. Κι εκεί έμπαιναν και έβγαιναν κεκοιμημένοι…
Όμως τα ρούχα τους ήταν καθαρά, δεν λερώνονταν, παρ’ ότι κυλιόνταν μέσα στις πίσσες. Αλλά τι το θες; Καίγονται μέσα στην πίσσα. Δεν αντέχουν το κάψιμο.
Έπειτα βρέθηκα σ’ ένα μεγάλο βαρέλι και με φώναξε με τ’ όνομά μου μια ψυχή από μέσα που βασανιζόταν. Προσπαθούσε να βγει και με παρακάλεσε να βρέξω το δαχτυλάκι μου να δροσιστεί λίγο το στόμα του. Τον γνώρισα από την φωνή και του είπα:
– Αυτού μέσα είσαι, ωρέ; Αυτά εργάστηκες στην ζωή; Δεν θυμάσαι εκεί έξω από την Παρηγορήτρια στην Άρτα, εσύ γύριζες από την λαϊκή και εγώ από την Εκκλησία μου και με κορόϊδευες γιατί πιστεύω σ’ αυτά, στην κόλαση και στον παράδεισο, και έλεγες ότι άμα πεθάνει ο άνθρωπος, πάει όπως το πρόβατο, χάνεται; Και αλλά πολλά σου έλεγα για την κόλαση και τον παράδεισο, δεν τα θυμάσαι;
– Τα θυμάμαι αλλά τώρα είναι αργά. Φώναξε όσο μπορείς, όσο ζεις, να έρθει κανείς κοντά σου, να αποφύγει αυτήν εδώ την κόλαση.
– Τι να κάνει κοντά μου αφού και ‘γώ δεν ξέρω. Εσύ πόσες φορές με κόλαζες όταν σε συναντούσα;
– Όχι, εσύ δεν έφαγες, δεν άλλαξες, δεν ντύθηκες, δεν γλέντησες, αγωνίστηκες και ξέρεις…
Εμένα,( έλεγε η Λαμπρινή ), μετά απ’ αυτά, τον πόνεσε η ψυχή μου. Ήμουν ευαίσθητη στον πόνο των άλλων και, αν άκουγα ότι κάποιος πεινάει, δεν έτρωγα και εγώ και αν μπορούσα του πήγαινα φαγητό. Τώρα όμως σκεφτόμουν να του δώσω λίγο νερό με το δάχτυλο μου ή όχι;
Η Παναγία μου είπε ότι, αν δώσω, θα με κάψει την μισή πλευρά του χεριού μέχρι πάνω στον ώμο. Μόλις τ’ άκουσα αυτό κοντοστάθηκα, όμως τον λυπόμουν τον άνθρωπο εκεί μέσα. Παρακάλεσα τότε την Παναγία να το βρέξω και να το δώσω λίγο. Τι να σου πω; Θα καεί το χέρι σου. Αφού το θέλεις τόσο πολύ, βάλτο λίγο, όμως και εγώ θά’ μαι στο πλευρό σου».
-«Ναι το θέλω, ψυχή είναι κι αυτή. Μπορεί και εγώ να πάθω τα ίδια».
-«Μη γένοιτο», μου είπε.
Τό’ βαλα τότε και κάηκε το χέρι μου. Με πονούσε, το φυσούσα, αλλά τίποτε. Από τότε το δάχτυλο δεν το δουλεύω είναι σκληρό. Και να το κόψεις δεν το νιώθω… «Αυτά πού είδες εδώ δεν πρέπει να σε αναλώσουν σε στενοχώρια αλλά να βάλεις όλη την δύναμή σου να τα πεις σε άλλους ζώντες και να βοηθήσεις ψυχές πού ποθούν τον Ουρανό».
Φεύγοντας είπε η Παναγία:
«Ευλογημένοι να είστε μέχρι την Δευτέρα Παρουσία που θάρθει ο Υιός μου», και φύγαμε. Μετά πήγαμε στον καλό τον κόσμο. Εκεί χαιρόσουν να βρίσκεσαι. Γνώρισα πολλούς απ’ αυτούς. Συνάντησα πολλά ζευγάρια πού έζησαν αγαπημένα. Ήθελε να μου δείξει και άλλους, αλλά της είπα «όχι νέους, γιατί στενοχωριέμαι να πεθαίνουν νέοι».
Η Παναγία μου είπε «όχι νέους, αλλά γέρους, διότι οι καλοί άνθρωποι πεθαίνουν γέροι. Τους άλλους τους παίρνουμε νέους για να γλυτώσουν από τις αμαρτίες πού θα πέσουν». Συναντήσαμε ένα ζευγάρι ηλικιωμένων. Μου είπε η Παναγία: «Τώρα έρχεται και ο γιός τους, ταξιδεύει». Μόλις είχε πεθάνει και ανέβαινε η ψυχή του. Σηκώθηκε τότε ο γέρος και προσευχήθηκε στον Εσταυρωμένο πού δέσποζε πιο πέρα και είπε: «Σ’ ευχαριστώ, Θεέ μου, που πήρες τον γιό μου σε ώριμη ηλικία και τον φέρνεις εδώ». Τον ευχαρίστησε και η γριά. «Αμήν», ακούστηκε από τον Σταυρό. Ο γέρος και η γριά ξανακάθισαν στις πολυθρόνες τους πού ήταν χρυσαφένιες, όλες ήταν χρυσαφένιες. Μπροστά τους σ’ ένα τραπεζάκι είχε ο καθένας τους μια πιατέλα που έτρωγαν.
Εγώ σκέφτηκα «τι τρώνε;» Και μου απήντησαν: «Εκείνο που μας φέρνετε εσείς στην προσκομιδή τρώμε». Η τροφή τους ήταν ένα σαν το αντίδωρο και κρασί. Τα κρεβάτια τους ήταν ολόχρυσα, ωραιότατα.
Για τις παρθένες υπήρχε άλλος ξεχωριστός τόπος, το παρθενικό σπίτι. Εκεί είδα και γνωστές μου, αλλά δεν μου μίλησαν.
Ύστερα η Παναγία μου είπε: «Θα φύγουμε τώρα και θα περάσουμε να δούμε έναν άνθρωπο πού ήρθε εδώ μετά από πολυχρόνιο ασθένεια. Αυτός ήταν πολύ αμαρτωλός, αλλά ξεπλύθηκε από την ασθένεια του. Υπέμεινε αγόγγυστα την αρρώστια του. Το κρεββάτι του βέβαια δεν ήταν όμοιο με των άλλων, αλλά κοπιασμένο από τους κόπους που υπέμεινε.
Μου είπε τότε αυτός: «Ναι, έτσι είναι όπως τα λέει η μάννα μας (Παναγία). Έλυωσα στο κρεββάτι μου, έχυσα όλο το αίμα μου σ’ αυτό το κρεββάτι. Αυτά που πέρασα μόνο το κρεββάτι αυτό τα γνωρίζει και η μητέρα μου που με φύλαγε και στεκόταν στο προσκέφαλο μου.
Ύστερα η Παναγία συνέχισε: Όλοι οι άνθρωποι ναρθούν εδώ. Ας πονέσουν λίγο στην γη. Στη γη υπάρχουν πολλοί πειρασμοί. Μόνο την ψυχή σας να φυλάξετε από αμαρτίες. Όποιος θυσιαστεί για τον Υιό μου θα απολαύσει όλα αυτά τα αγαθά. Όσοι θα εργασθούν για μένα κάτω στην γη θαρθούν στον Παράδεισο. Αυτά τα αγαθά, χαρά σ’ όποιον τ’ απολαύσει. Όμως τώρα λίγοι έρχονται. Χάλασε ο κόσμος…»
Προφητικά λόγια της Γερόντισσας Λαμπρινής Βέτσιου
«ΗΕλλάδα, μια ώρα, οικονομικά θα πέσει έξω! Τα λεφτά θα εξευτελιστούν. Τυχεροί όσοι θα έχουν χρυσό (ως μέσο συναλλαγής) και ένα κομμάτι γης».
Τό 1990 μου είπε η γερόντισσα για το σπίτι μου :
-«Τι το θες παιδί μου τόσο μεγάλο σπίτι; Θα έρθει καιρός που θα βάλουν φόρο και στα βήματά σας μέσα σ’αυτό, και στα άτομα που θα είστε μέσα»!
(Τώρα έχουμε τεκμήριο διαβίωσης – φορολόγηση τετ. μέτρων και το χαράτσι).
-Τυχεροί όσοι θα μένουν σε καλύβες (μικρά σπιτάκια). Τα αυτοκίνητα θα τα αράξει ο κόσμος στις αυλές του!! Αν έχεις δουλειά θα δουλεύεις όλη μέρα, το μισό μεροκάματο θα το δίνεις για βενζίνη για να πάς στη δουλειά σου και το υπόλοιπο να ταΐσεις τα παιδιά σου και αν φτάσουν για να φάνε… Την αποθήκη που βάζει ο πατέρας σου το χόρτο για τα ζώα θα σε παρακαλάνε για να μείνουν μέσα!
Γεμάτος έκπληξη της είπα.
-Βρε γιαγιά, έχει ποντίκια μέσα!
Η γιαγιά όμως μου είπε:
– Όταν κάποιος δεν έχει που να βάλει την οικογένειά του, τα ποντίκια θα υπολογίσει; Αφού έριξε μια ματιά στον ουρανό με κοίταξε και μου είπε:
– Θα είναι άτομα από την Αθήνα και από άλλα μέρη, και από νησιά θα έρθει κόσμος!
– Πότε θα γίνουν αυτά γιαγιά;
-Δεν θα ζω εγώ τότε!
***
Είπε επίσης, το 1990:
-Θα σας αναγκάσουν να πάρετε μια κάρτα-ταυτότητα. Θα κάνετε όλες τις συναλλαγές σας με αυτή. Να μη την πάρετε, είναι του Αντιχρίστου. Όποιος την πάρει αμέσως ξεβαπτίζεται.
Είπε επίσης ότι θα αναγκάσουν τον κόσμο να πάρει τη κάρτα με διάφορους τρόπους. Αυτές, είπε, θα βγουν στον Βόλο.
–Τα πράγματα θα αλλάξουν, δεν θα είναι όπως τώρα. Θα έρθει μεγάλη φτώχεια! Θα πουν, είσαι μακροχρόνια άνεργος, δικαιούσαι ένα βοήθημα οικονομικό, για να το πάρεις όμως θα πρέπει να έχεις την κάρτα-ταυτότητα. Εκεί θα εξαπατηθούν πολλοί… Σκέψου ένα πατέρα με τρία παιδιά που έχουν τρεις μέρες να φάνε. Θα τρέχει αμέσως να πάρει τη κάρτα, για να αγοράσει λίγα μακαρόνια, λίγα φασόλια… ( Εδώ ίσως δεν μιλάει για απλή τραπεζική κάρτα, αλλά για μια (υπερ) κάρτα-ταυτότητα).
***
Λόγια που έλεγε σε άτομα που ήταν κοντά της ή σε προσκυνήματα που πήγαινε
– Έρχεται μεγάλη φτώχεια. Ο ιδιωτικός τομέας θα σβήσει τελείως. Μόνο οι δημόσιοι υπάλληλοι θα αντέξουν γιατί θα έχουν ένα μικρό σταθερό μισθό.
– Η Ελλάδα μέσα στο έδαφός της έχει πολύ πλούτο, τόσο που εμείς οι Έλληνες έπρεπε να καθόμαστε και να πληρωνόμαστε.
– Δεν υπάρχει ένας κυβερνήτης να αγαπάει πραγματικά την Ελλάδα.
– Θα έχουμε και φασαρίες. Θα είσαι στο δρόμο με το αυτοκίνητό σου, θα πέφτουν καμιά δεκαριά άτομα πάνω σου, θα σε βγάζουν έξω και θα σου αρπάζουν ό,τι πολύτιμο έχεις. Θα σου παίρνουν το αυτοκίνητο και θα φεύγουν και δε θα τολμάς να μιλήσεις.
-Γιαγιά, δε θα υπάρχει αστυνομία;
-Δε θα λειτουργεί τίποτα τότε, παιδί μου.
– Θα βλέπετε ανθρώπους να πρήζονται και να πέφτουν κάτω από την πείνα. Αν μας ζητήσουν λίγη τροφή από αυτήν που έχουμε και δε δώσουμε και αυτός φεύγοντας πέσει και πεθάνει από την πείνα, είμαστε κι εμείς συνένοχοι στο θάνατό του.
– Ένα ωραίο πρωί θα βρείτε τις τράπεζες κλειστές.
– Σε ένα προσκύνημα τη ρώτησε μια γυναίκα τη γιαγιά.
–Πότε θα γίνουν αυτά που λες;
–Όταν θα κλείσω τα ματάκια μου, θα μετρήσετε είκοσι χρόνια αλλά όχι μόνο για την Ελλάδα, για όλον τον κόσμο. Θα είστε ένα αλαλούμ.
– Για την Τουρκία είπε:
-Όπως πρέπει να σκεπτόμαστε καθημερινά το θάνατο, έτσι πρέπει να σκεπτόμαστε και τον Τούρκο. Είναι πονηρός, άτιμος και ύπουλος. Θα μπει βράδυ μέσα.
– Οι άνθρωποι θα γίνουν εγωιστές, οξύθυμοι, χωρίς συναισθήματα.
– Θα έρθει καιρός που θα σκέπτεστε να ανάψετε το φως. Πολλοί θα βγάλουν και λυχνάρια.
– Θα σας επιβάλουν, να βάλετε κι άλλες οικογένειες στα σπίτια σας. Να προσεύχεστε να είναι Χριστιανοί, γιατί αλλιώς θα περάσετε πολλά δεινά.
– Θα δείτε τέτοια πείνα που δεν έχει ξανάρθει σε όλον τον κόσμο. Ο Κύριος δε θα εξαφανίσει το λάδι και το κρασί.
Θα βγάζετε τα λουλούδια από τις γλάστρες και θα φυτεύετε σιτάρι, καλαμπόκι και ντομάτες.
Η Σταύρωσις του Κυρίου, Ιερά Μητρόπολις Μόρφου. Στα δεξιά εικονίζεται ο Άγιος Λογγίνος ο Εκατόνταρχος
Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Λογγίνου του Eκατοντάρχου
Yιόν Θεού λέγων σε Xριστέ και πάλιν,
Λογγίνος ως πριν, τέμνεται τον αυχένα.
Άμφ’ εκκαιδεκάτην Λογγίνον άορ κατέπεφνεν.
Η Σταύρωσις του Κυρίου, Ιερά Μητρόπολις Μόρφου. Στα δεξιά εικονίζεται ο Άγιος Λογγίνος ο Εκατόνταρχος
Oύτος ο Άγιος ήτον κατά τους χρόνους Tιβερίου Kαίσαρος, εν έτει ιε΄ [15], καταγόμενος μεν από την χώραν των Kαππαδοκών, εκατόνταρχος δε υπάρχων κατά το αξίωμα, υποκάτω εις τον Πιλάτον τον ηγεμόνα της Iουδαίας. Aπό τον οποίον επροστάχθη να υπηρετήση εις τα τίμια και σωτήρια Πάθη του Xριστού, μαζί με τους υποτασσομένους εις αυτόν στρατιώτας, και να φυλάξη τον σφραγισθέντα τάφον. Oύτος λοιπόν βλέπωντας τα εξαίσια θαύματα, οπού έγιναν τότε εις την Σταύρωσιν του Kυρίου, ήτοι τον σεισμόν, την επισκότισιν του ηλίου, το καταπέτασμα του Nαού, οπού εσχίσθη από άνωθεν έως κάτω, τας πέτρας, οπού εσχίσθησαν, τα μνήματα, οπού ανοίχθησαν και πολλούς των κεκοιμημένων Aγίων, οπού ανεστήθησαν και ενεφανίσθησαν εις τους πολλούς. Tαύτα λέγω πάντα βλέπωντας, εφώναξε με μεγάλην φωνήν και είπεν, αληθώς Θεού υιός ην ούτος. Kαθώς διηγούνται συμφώνως και οι τρεις θείοι Eυαγγελισταί, ο Mατθαίος, ο Mάρκος, και ο Λουκάς. Διά τούτο και τα αργύρια οπού έδιδαν εις αυτόν οι Iουδαίοι, διά να διαβάλη την Aνάστασιν του Kυρίου, και να ειπή, ότι οι μαθηταί τον έκλεψαν, τα αργύρια λέγω ταύτα δεν τα εδέχθη ο αοίδιμος. Aλλά τα απεστράφη αυτός και δύω άλλοι στρατιώται, οι οποίοι ύστερον μαζί με αυτόν εμαρτύρησαν.
Η Σταύρωσις. Ιερά Μονή Τιμίου Σταυρού του Αγιασμάτι (παρά την Πλατανιστάσα). Στα δεξιά, πίσω από τον Άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο, εικονίζεται ο Άγιος Λογγίνος ο Εκατόνταρχος
Αφήσας λοιπόν ο μακάριος Λογγίνος την στρατιωτικήν τάξιν και το αξίωμα του εκατοντάρχου, επήγεν εις την πατρίδα του, και εκήρυττεν αποστολικώς τον Xριστόν, ότι είναι Θεός αληθινός. Tούτο δε μαθών ο Πιλάτος από τους Iουδαίους, μάλλον δε και διαφθαρείς την γνώμην παρ’ αυτών με δώρα και αργύρια, γράφει προς τον Kαίσαρα Tιβέριον, και κατηγορεί τον Λογγίνον, πως αφήκε το στρατιωτικόν του επάγγελμα. Kαι πως κηρύττει εις την πατρίδα του Θεόν τον Xριστόν. Όθεν πέμπονται εκείνοι, οπού έμελλον να θανατώσουν τον Άγιον. Kαι φθάσαντες εις την πατρίδα του Kαππαδοκίαν, κατά τύχην απαντώσι τον ίδιον Λογγίνον, χωρίς να γνωρίσουν, ούτε εκείνοι αυτόν, ούτε αυτός εκείνους. Kαι αφ’ ου εφιλοξενήθησαν φιλοφρόνως από τον Άγιον, φανερόνουσιν εις αυτόν τον σκοπόν, διά τον οποίον επήγαν εκεί. O δε Άγιος, χωρίς να ταραχθή τελείως, εδέχθη με τόσην πολλήν χαράν την είδησιν αυτήν, ώστε οπού ακόμη περισσότερον επεριποιήθη αυτούς και εφιλοξένησεν. Έπειτα ετοιμάσας πρότερον τον τάφον και τα εις την θανήν του επιτήδεια, εκάλεσε και τους άλλους δύω στρατιώτας, οπού έφυγον μαζί με αυτόν, διά να συγκοινωνήσουν και αυτοί το διά Xριστόν μαρτύριον.
Άγιος Λογγίνος ο Εκατόνταρχος. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’
Έπειτα φανερόνοι εις τους απεσταλμένους, ότι αυτός είναι ο ζητούμενος από αυτούς Λογγίνος. Oι δε απεσταλμένοι τούτο ακούσαντες, πολύ ελυπήθησαν. Παρακαλεσθέντες όμως από τον Άγιον, απεκεφάλισαν αυτόν και τους δύω συστρατιώτας του. H δε πάντιμος κεφαλή του Aγίου, ευθύς επέμφθη εις την Iερουσαλήμ, διά να λάβη πληροφορίαν, τόσον ο Πιλάτος, όσον και οι Iουδαίοι, ότι αληθώς απεκεφαλίσθη ο υπ’ αυτών μισούμενος Λογγίνος. Kαι προς τούτοις, ίνα εκ της τοιαύτης πληροφορίας, λάβη ο Πιλάτος παρά των Iουδαίων τα συμφωνηθέντα αργύρια. Eχώσθη δε η τιμία του Mάρτυρος κεφαλή έμπροσθεν της πόλεως Iερουσαλήμ μέσα εις μίαν κοπρίαν. Ύστερον δε από πολλούς χρόνους, μία γυναίκα ένδοξος και πλουσία καταγομένη από την Kαππαδοκίαν, έχασε το φως των οφθαλμών της και έμεινε τυφλή, από μίαν ασθένειαν, οπού της ηκολούθησε. Tούτου χάριν επήγεν εις τα Iεροσόλυμα, ομού με ένα μονογενή της υιόν. Mε σκοπόν, διά να δυνηθή να εύρη την ιατρείαν των οφθαλμών της. Eις καιρόν δε οπού ευρίσκετο εκεί, απέθανεν ο υιός της. Kαι διά τούτο επροστέθη επάνω εις την μίαν λύπην της, και άλλη λύπη. Όθεν διπλώς εθρήνει η δυστυχής. Eις ταύτην λοιπόν ούτως έχουσαν, φαίνεται εν ονείρω ο μακάριος Λογγίνος και λέγει προς αυτήν, ποίος είναι. Kαι εις ποίον μέρος είναι χωσμένη η κεφαλή του. Kαι ότι εάν σκάψη και πάρη αυτήν, θέλει λάβη από αυτήν την ιατρείαν των οφθαλμών της. Kαι προς τούτοις, ότι θέλει ιδή και τον υιόν της με δόξαν. Eξυπνήσασα λοιπόν η γυνή, και ευρούσα την κοπρίαν και σκάψασα, επήρε την αγίαν του Mάρτυρος κεφαλήν. Kαι διά της εν εκείνη κατοικούσης θείας χάριτος, έλαβε την οπτικήν ενέργειαν των ομματίων της. Kαι τον υιόν της ηξιώθη να ιδή, συνευρισκόμενον ομού με τον Άγιον, και απολαμβάνοντα την εκείνου δόξαν και τιμήν εις τα ουράνια. Έβαλε λοιπόν εις θήκην και το λείψανον του υιού της, και την του Mάρτυρος κεφαλήν. Eπειδή έτζι της είπε να κάμη ο Άγιος. Kαι πέρνουσα αυτήν, επήγεν εις την Kαππαδοκίαν, παθούσα το ίδιον εκείνο, οπού έπαθε και ο Σαούλ. Kαθώς γαρ εκείνος ζητών τας γαϊδούρας του πατρός του, εύρε παρ’ ελπίδα βασιλείαν, τοιουτοτρόπως και αυτή, ζητούσα να απολάβη το φως των οφθαλμών της, και τούτο έλαβε, και θερμόν προστάτην ευρήκε τον Άγιον. Όθεν κτίσασα Eκκλησίαν εις όνομα του Aγίου Λογγίνου, εκεί απεθησαύρισε την του Mάρτυρος ιεράν κεφαλήν. Kαι διά μέσου αυτής, επλούτησε μίαν βρύσιν των ιαμάτων, και διά τον εαυτόν της και διά όλους τους συμπατριώτας της Xριστιανούς, εις δόξαν του Kυρίου ημών Iησού Xριστού. (Tο πλατύτερον αυτού Συναξάριον όρα εις τον Nέον Παράδεισον1.)
Σημειώσεις
1. Tο ελληνικόν Συναξάριον του Aγίου συνέγραψεν ο Mεταφραστής, ου η αρχή· «Tου Θεού λόγου διά την εκ παρακοής επενεχθείσαν». (Σώζεται εν τη Λαύρα, εν τη των Iβήρων και εν άλλαις.)
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Ο νεομάρτυρας και παιδομάρτυρας Άγιος Ιωάννης ο Τουρκολέκας γεννήθηκε το 1805 μ.Χ. στο χωριό Τουρκολέκα Αρκαδίας. Η οικογένεια του διακρινόταν για την ευλάβεια στον Θεό, για την αγάπη προς την πατρίδα και για τον ηρωισμό της. Πατέρας του ήταν ο Σταματέλος Σταματελόπουλος-Τουρκολέκας, ονομαστός αγωνιστής της περιοχής Λεονταρίου και μητέρα του, η αδελφή της συζύγου του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Σοφία. Μεταξύ των τεσσάρων του αδελφών διακρινόταν ο γνωστός οπλαρχηγός Νικήτας, γνωστός ως Νικηταράς (ο Τουρκοφάγος) και ο διδάσκαλος της πολεμικής τακτικής ευπαίδευτος λοχαγός Νικόλαος.
Το 1816 μ.Χ. ο Ιωάννης, 11 χρονών τότε, μαζί με τον πατέρα του και τον Αναγνώστη, γιό του αγωνιστή του Πάρνωνα Ζαχαριά, ενώ ταξίδευαν για τα Κύθηρα, λόγω θαλασσοταραχής βρέθηκαν στη Νεάπολη της Λακωνίας. Ο Αγάς της περιοχής Χουσεΐν, με δόλο τους συνέλαβε και τους έστειλε στην ανωτέρα Τουρκική αρχή της Μονεμβασίας. Εκεί οι συλληφθέντες φυλακίστηκαν στο κάστρο της.
Στη συνέχεια ο άρχοντας της Μονεμβασίας ζήτησε οδηγίες από τον Βοεβόδα του Μυστρά, ο οποίος διέταξε να αποκεφαλιστούν και οι τρεις φυλακισμένοι. Πρώτα αποκεφαλίστηκαν ο Αναγνώστης και ο πατέρας του Αγίου.
Για την ομολογία, το μαρτυρικό τέλος και το θαυμαστό σημείο, που έδωσε ο Θεός, μετά τον αποκεφαλισμό του παιδομάρτυρα, γράφει, σχετικά ο αδελφός του Αγίου, ο Νικηταράς: «Στον αδελφό μου πρότειναν ν’ αλλάξει την πίστη του. Του δείχνουν τον σκοτωμένο πατέρα του και του λέγουν κάθησε να σε κάνουμε Τούρκο. Τότε το παιδί κάνει το σταυρό του και τους απαντά: θα πάω κι εγώ εκεί που πάει ο πατέρας μου. Του ξαναλέγουν· γίνε Τούρκος. Το παιδί όμως ξανακάνει το σταυρό του. Έγινε από το αίμα του σταυρός. Πήραν τα κεφάλια τους στην Τριπολιτσά».
Η σφαγή και των τριών έγινε στις 16 Όκτωβρίου 1816 μ.Χ., έξω από τον Ιερό Ναό του «Ελκομένου Χριστού» στην πάλαια Μονεμβασία. Εκεί, στο δάπεδο της αυλής του Ναού, το αίμα του παιδομάρτυρα και νεομάρτυρα Ιωάννη, σχημάτισε Σταυρό και έτσι αποκαλύφθηκε η ένδοξη είσοδος του Αγίου στη Βασιλεία του Θεού και η ένταξή του στη χορεία των Μαρτύρων.
Οι κεφαλές, του νεομάρτυρα Ιωάννη, του πατέρα του και του Αναγνώστου εστάλησαν στον Πασά της Τριπόλεως, τα δε σώματα τους ετάφησαν στην Μονεμβασία, και μέχρι σήμερα παραμένει άγνωστος ο τόπος της ταφής και των κεφαλών και των σωμάτων τους.
Το σημείο του Σταυρού, το οποίο στο δάπεδο της αυλής του Ναού σχημάτισε το μαρτυρικό και αγνό αίμα του Αγίου Ιωάννη, έγινε πηγή συριγμού των υποδούλων χριστιανών Ελλήνων και τόπος ιερού προσκυνήματος των πιστών.
Ναός του Αγίου υπάρχει στο χωριό που γεννήθηκε και μεγάλωσε.
Αν την συνηθίσετε, μετά δεν θα θέλετε να ομιλήτε. Τόσο είναι όμορφη η σιωπή.
Μη κοιτάς να ικανοποίησης όλους τους ανθρώπους. Ότι και να κάνης δεν ικανοποιούνται. Να κάνης μόνον ότι θεωρείς αναγκαίο η καθήκον σου. Από τους ανθρώπους να μη απογοητεύεσαι. Μη περιμένεις να είναι τέλειοι. Κανένας δεν είναι τέλειος. Όλοι παλεύουμε με τα πάθη μας. Δεν πρέπει να έχει κανείς εμπιστοσύνη ούτε εις τον εαυτόν του. Πόσον μάλλον εις τους άλλους. Άς φαίνονται καλοί, ας φαίνονται δυνατοί, ας φαίνονται σοφοί! Ποιος περίμενε, ο σοφός Σολομών να πέσει! Στα λέγω αυτά, όχι διά να περιφρονάς τους ανθρώπους. Είμεθα όλοι αδελφοί και οφείλομαι σεβασμό και αγάπη, αλλά διά να σε προφυλάξω, διά να προλάβω. Ή μπορεί και αργότερα, αυτά που τώρα σε λέγω, να σε βοηθήσουν. Εγώ δεν θα ‘μαι πάντα έδώ, διά να στα λέγω.
Σε λέγω: Δι’ ότι θέλεις και εις όποιον πειρασμό ή θλίψιν ευρέθης, παρακάλεσε τον Θεό, εις ανθρώπους μη εμπιστεύεσαι, μη ελπίζεις. Θα με ενθυμηθείς αργότερα και το επιθυμώ, δηλ. να με ενθυμάσαι, διά να βοηθείσαι, να γλυτώνεις. Θα δοκιμαστής και θα καταλάβεις αυτά πού τώρα σε λέγω. Πάντως μη φοβάσαι!
Είναι ωραίο να λησμονείς τον εαυτό σου και να προσεύχεσαι διά την σωτηρία των άλλων. Τούτο είναι μεγάλο πράγμα. Τούτο είναι για τον κάθε έναν, αλλά περισσότερο διά τον παπά.
Πτωχός να ζήσης και πτωχός να πεθάνεις. Αγάπησε την πτωχεία.
Μέσα εις το ιερό κατά την ώρα της Θείας λειτουργίας, ποτέ μη ομιλήσης με τους άλλους ιερείς. Μπορεί να σε παρεξηγήσουν όσοι δεν καταλαβαίνουν. Κατσίκι θα σε πουν και άλλα. Για τον Κύριον να τα δεχτείς.
Να έχεις ζήλο πολύ, ταπείνωση, καθαρό βίο. Ένας παπάς έβλεπε μέσα εις το άγιο Ποτήριο τον Κύριον και γύρω του αγγέλους. Ένας Γέρων, έβλεπε τρεις ημέρες να βρίσκεται εις το όρος Θαβώρ και ν’ ακούει τον Κύριον συνομιλούντα με τους προφήτας και τους μαθητάς του.
Ένας άλλος είχε επί τρεις ημέρας τα χέρια του εις στάσιν εκτάσεως και προσηύχετο. Πώς άντεχε τον ρώτησα. Ένα πουλί δεμένο, μου απήντησε, ποτέ δεν φεύγει. Νους δεμένος εις τα ουράνια, λησμονεί τα επίγεια, ακόμα και τον κόπον του σώματος.
Να είσθε συνετοί και διακριτικοί. Πολλούς ενάρετους είδα, ολίγους διακριτικούς. Η διάκριση είναι ανωτέρα πάντων των αρετών.
Και να μη λησμονείτε, ότι έρχεται καιρός, όπου πρέπει να ζείτε, όπως λέγει και ο Παύλος «και οι έχοντες, ως μη έχοντες».
Ηαληθινή ευτυχία, ευρίσκεται εις την υπακοή και την εξάρτηση από τον Θεόν.
Να ζητάτε πρώτα την σωτηρία σας και μετά να ζητάτε τέκνα..
Μια να είναι η προσευχή σας: Θεέ μου, θέλουμε να ζήσουμε μόνο για την αγάπη Σου!
Ο Θεός δίδει τα πάντα, αλλά να θέλωμεν, να Του ζητούμε. Να απευθύνεστε εις τον Θεόν όχι σαν ξένοι, σαν υπηρέτες, αλλά σαν παιδιά προς στοργικό πατέρα.
Πρώτα να πράτης και μετά να διδάσκεις. Επίσης, αγαπήσατε την ταπείνωση, ενδυθείτε την ταπείνωση.
Είναι τόσον λίγη η ζωή μας εις αυτόν τον κόσμο…
Τις δοκιμασίες και τους πειρασμούς, μη τα φοβάσθε. Χωρίς δοκιμασίες, δεν μπορείς ν απόκτησης την σοφία του Αγίου Πνεύματος. Χωρίς πειρασμούς και αγώνα, δεν μπορείς να πλησίασης τον Θεό.
Δια να γνωρίσει κάποιος τον Θεόν, δεν χρειάζεται να είναι πλούσιος ή επιστήμων, άλλα ταπεινός.
Όσο περισσότερο γεύεται κανείς τον Θεόν, λέγει κάποιος Γέρων, τόσον και περισσότερων πεινά δι’ Αυτόν… Ναι, να πεινάσετε, να διψάσετε και να χορτάσετε τον Θεόν, αυτό σας εύχομαι.
Νούση Σωτηρία, Ο Γέρων Ιερώνυμος της Αίγινας (1883-1966) , Ζ’ Έκδοση (Φεβρουάριος 2010) , Εκδόσεις Επτάλοφος
Άγιος Φιλούμενος ο εξ’ Ορούντης, ο Νέος Ιερομάρτυς του Φρέατος του Ιακώβ. Προσκυνηματική εικόνα, Ιερά Μητρόπολις Μόρφου
Φέρεται στη γνώση των ευσεβών χριστιανών ότι, με την ευκαιρία της εορτής του νέου Ιερομάρτυρος Φιλουμένου του Κυπρίου, στην Ιερά Μονή Αγίου Νικολάου παρά την Ορούντα, στον νέο ιερό ναό του Αγίου Φιλουμένου θα τελεστούν οι πιο κάτω ακολουθίες:
Παρασκευή 28 Νοεμβρίου, 5:00 μ.μ.: Τέλεση Αγιασμού και Θυρανοίξια του Ιερού Ναού του Αγίου Ιερομάρτυρος Φιλουμένου. Ακολούθως θα τελεστεί ο πανηγυρικός εσπερινός της εορτής. Των ιερών ακολουθιών θα προΐσταται ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος.
Σάββατο 29 Νοεμβρίου, 7:00 π.μ.: Πανηγυρική Θεία Λειτουργία προϊσταμένου του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου. Κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, θα τελεσθεί η εις Πρεσβύτερον χειροτονία του Διακόνου π. Ευμενίου Ινιάτη.