Αρχική Blog Σελίδα 2

Ἡ τυραννία τοῦ κινητοῦ…

Ὁ Καθηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Δοχειαρίου, Ἀμφιλόχιος Ἱερομόναχος

Πατέρες γιοι καί δελφοί ελογημένοι,

Καλά Χριστούγεννα.

Εχόμαστε καί προσευχόμαστε μαζί σας· μαζί μέ λους τούς δελφούς πού άγωνιον καί γωνίζονται γιά νά διατηρήσουν τό θεόσδοτο δρο τς προσωπικς λευθερίας.

Χαιρόμαστε βλέποντας τήν θεοφιλ σύναξη πού συγκεντρώθηκε γιά νά νημερωθε καί νά πληροφορηθε πό εδήμονες καί παΐοντες πιστήμονες τά περί ψηφιακο λοκληρωτισμο. κενοι θά μς τά ναπτύξουν μπεριστατωμένα καί τεκμηριωμένα, μες πλά θά πομε τόν καλογερικό λογισμό μας. Μπορε ο οκονομικές καί πολιτικές πιστμες νά βλέπουν τόν νθρωπο ς οκονομική καί ριθμητική μονάδα μέσα σέ να σύνολο, σέ μία μάζα, λλά Θεός τόν πλασε καί τόν θέλει πρόσωπο καί μέλος μις κοινωνίας. Καί εναι μεγάλη διαφορά νάμεσα στό τομο καί στό πρόσωπο, στή μάζα καί στήν κοινωνία. Τό τομο δουλεύει καί κόπος του συλλέγεται άπό κάποιο φεντικό. Τό πρόσωπο ργάζεται γιά νά χαρε τόν κόπο του. Ατή δια ργασία εναι χαρά το λευθέρου νθρώπου, το ποίου κόπος γυρίζει σ’ ατόν τόν διο σάν δίκαιη πληρωμή καί σάν ελογία το Θεο. γνας πού δίνεται εναι γιά νά εμαστε λεύθεροι νά ζομε τσι.

πίσης θα στιάσουμε σ’να λλο σημεο τό ποο πιθανόν νά εθύνεται γιά ,τι ντιμετωπίζουμε σήμερα. λόγιστη καί γενικευμένη χρήση το κινητο τηλεφώνου πό μικρούς καί μεγάλους. Καλές καί θεμιτές ο κινητοποιήσεις, ο συγκεντρώσεις, ο πό κοινο διαμαρτυρίες. Τά μεγάλα μως πετυχαίνονται, ταν τά ρχίσει κανείς πό τόν αυτό του. γώ πρτα νά παλλαγ πό τήν τυραννία το κινητο, γώ νά μήν εμαι ξαρτημένος, γώ νά μπορ να θέτω ρια καί περιορισμούς. Ατό μως μς παραπέμπει στήν σκητική τς γίας κκλησίας μας. κε μαθαίνουμε νά πακομε στίς ντολές το Θεο. κε μαθαίνουμε νά πατάσσουμε τή φιλαυτία, τό διον θέλημα, τό βόλεμα. κε μαθαίνουμε νά ποστρέφουμε τό βλέμμα μας στε νά μή βλέπουμε ματαιότητες, κάθε τί πού μπορε νά μς δηγήσει στό κακό. Μέγας θανάσιος εναι πολύ πίκαιρος , χοντας γράψει πώς “ματαιότης στί περί τάς θέας μανία, περί τν μή δεόντων θεωρία, κατά διάνοιαν τοπος φαντασία”.

ν λοιπόν κατορθώσω κάτι π’ ατά, τό διδάσκω καί στό παιδί μου καί στούς δικούς μου. ς μήν προφασιζόμαστε τι εναι παραίτητη χρήση το κινητο πί εκοσιτετραώρου βάσεως. χι, δέν εναι. Μπορ κάλλιστα νά τό χρησιμοποι κε πού ντως μέ ξυπηρετε . Δυστυχς μως δέν τό τολμ.

λλ’ ατά δελφοί μου, τά λέμε σ΄νθρώπους πού θέλουν νά γωνιστον κατά Θεόν, πού πιθυμον τή σωτηρία τς ψυχς τους. Γι’ ατό καί δελφικά προτείνουμε, μις και διερχόμαστε τό στάδιο τς Τεσσαρακοστς τν Χριστουγέννων, ς δοκιμάσουμε νά κάνουμε μαζί μέ τή νηστεία τν τροφν, μαζί με τίς προσευχές και τίς γονυκλισίες και όλίγη ψηφιακή γκράτειa, ψηφιακή νηστεία.

Ο έχθροί μας ρχονται ναντίον μας, «ν ρμασι καί ν πποις», μέ λική δύναμη καί βία, μες μως «ν νόματι Κυρίου μεγαλυνθησόμεθα», θά θριαμβεύσουμε μέ τό παντοδύναμο νομα το Θεο μας, ησο νόματι, θά μαστίξουμε τούς πολεμίους. ς μάθουμε πιτέλους πώς δύναμη τς ν ταπεινώσει προσευχς κάμπτει τά φιλάνθρωπα σπλάγχνα το Παντοδύναμου Θεο. ς διαπιστώσουμε πώς τά φρυάγματα τν χθρν καταβάλλονται, χοντας ράβδον δυνάμεως τόν Σταυρόν το Κυρίου καί Θεο καί Σωτρος μν ησο Χριστο.

Μέ ατά τά πενιχρά καί φτωχικά μας λόγια χαιρετίζουμε τήν ελογημένη σύναξη δηλώνοντας καί τή δική μας συστράτευση στούς στόχους καί τίς πιδιώξεις το κινήματος  “ξοδος”.

Καθηγούμενος τς ερς Μονς το Δοχειαρίου

μφιλόχιος ερομόναχος

καί ο σύν έμοί ν Χριστ δελφοί

Πηγή: trelogiannis

Βλαντίμιρ Πούτιν κατά της Δύσης: «Βρισκόμαστε σε πόλεμο με τον σατανισμό και τη μαγεία»

Screenshot

Ως ιερό πόλεμο κατά σατανικών δυνάμεων για την υπεράσπιση της Πίστης του Χριστιανισμού παρομοίασε την μάχη που δίνουν τα ρωσικά στρατεύματα στην Ουκρανία κατά της Δύσης.

Συγκεκριμένα είπε: «Βρισκόμαστε σε πόλεμο με τον σατανισμό και τη μαγεία. Αυτές οι δυνάμεις στοχεύουν να παραπλανήσουν τους ανθρώπους, να τους βυθίσουν στο σκοτάδι και τελικά να καταστρέψουν το ανθρώπινο πνεύμα. Πρέπει να αγωνιστούμε ενάντια σε αυτά τα κακά».

Είπε ότι «Ο τελικός σκοπός των δυνάμεων αυτών είναι να καταστρέψουν την ανθρώπινη ψυχή και το ηθικό» και πρόσθεσε ότι «Πρέπει να πολεμήσουμε εναντίον τους, αλλά να το κάνουμε προσεκτικά χωρίς να παραβιάζουμε την ανθρώπινη ελευθερία».

Τις δηλώσεις αυτές τις έκανε κατά την διάρκεια της πολύωρης ετήσιας συνέντευξής του με την οποία απάντησε σε εκατοντάδες ερωτήσεις που του τέθηκαν.

Το γεγονός ότι βλέπει επί της ουσίας τον πόλεμο στην Ουκρανία ως πόλεμο κατά της Δύσης και ότι την χαρακτηρίζει «δύναμη του Σατανά» έχει μέγιστη σημασία.

Η σύγκρουση αυτή για τους Ρώσους είναι υπαρξιακής σημασίας και όχι μόνο από την βιολογική άποψη.

Για τον Βλαντιμίρ Πούτιν, από την έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία εξαρτάται η τύχη της ίδιας της Ορθοδοξίας καθώς θεωρεί τις δυτικές χώρες ως προπαγανδιστές και κόμβους διάδοσης της αθεΐας και της ανηθικότητας.

Tην άποψη ότι η Ρωσία πολεμάει τις δυνάμεις του κακού την εξέφρασαν στο παρελθόν και ο πρώην Ρώσος πρόεδρος Ντιμίτρι Μεντβέντεφ, όπως και ο γεωπολιτικός μέντορας του Β.Πούτιν ο Α.Ντόυγκιν.

Αυτό δείχνει πως ο Β.Πούτιν δεν εκφράζει προσωπικές απόψεις, αλλά την κοσμοθεωρία της ρωσικής ελίτ.

Πηγή: pronews.gr

Μνήμη της Αγίας Οσιοπαρθενομάρτυρος Ευγενίας (24 Δεκεμβρίου)

Μαρτύριο Αγίας Ευγενίας

Μνήμη της Aγίας Oσιοπαρθενομάρτυρος Eυγενίας

Στεφθείσα πρώτον τοις πόνοις Eυγενία1,
Bαφήν εβάψω δευσοποιόν εκ ξίφους.
Tέτλαθι Eυγενίη ξίφος εικάδι αμφί τετάρτη.

Μαρτύριο Αγίας Ευγενίας. Τοιχογραφία (1547 αι. μ.Χ.). Ιερά Μονή Διονυσίου, Άγιο Όρος

Αύτη η Aγία Eυγενία εγεννήθη από γένος ευγενικόν, ωσάν ένας ευγενής κλάδος και μία δόξα του γένους της, καταγομένη από την παλαιάν Pώμην κατά τους χρόνους του βασιλέως Kομμόδου, εν έτει σο΄ [270], οι γονείς δε αυτής ωνομάζοντο Φίλιππος και Eυγενία. Oίτινες έλαβον από τον τότε βασιλέα, ως τιμήν και αξίωμα, το να υπάγουν εις την Aλεξάνδρειαν, και να κατοικήσουν εις αυτήν ομού με την θυγατέρα των ταύτην Eυγενίαν. Aύτη λοιπόν η μακαρία έφυγε κρυφίως από τους γονείς και όλους τους συγγενείς της. Kαι πέρνουσα δύω υπηρέτας, ευγήκε την νύκτα έξω από το οσπήτιον των γονέων της. Kαι πηγαίνουσα εις ένα Eπίσκοπον με ανδρίκειον φόρεμα, έλαβε παρ’ εκείνου το Άγιον Bάπτισμα. Eίτα κουρεύσασα τας τρίχας της κεφαλής, ωνομάσθη Eυγένιος. Όθεν επήγεν εις ένα Mοναστήριον κατά τον βαθύν όρθρον, και εκεί εμεταχειρίζετο η μακαρία κάθε αρετήν, με πόνους και μόχθους. Mε ασκητικούς αγώνας και με στάσεις και αγρυπνίας ολονυκτίους. Tι να πολυλογώ; τόσον πολλά έλαμψε κατά τας αρετάς η Aγία αύτη, ως άλλος μέγας φωστήρ ήλιος, ώστε οπού, με την παρακάλεσιν όλων των αδελφών του Mοναστηρίου, εδέχθη την προστασίαν αυτών και ηγουμενίαν, αφ’ ου απέθανεν ο πρότερος Hγούμενος. Kαι αγκαλά αύτη δεν ήθελε τούτο εις τας αρχάς, βιασθείσα όμως και δυσωπηθείσα από τους λόγους και από τον πόθον των αδελφών, εσυγκατένευσε και μη θέλουσα.

Mε τοιούτον τρόπον έδειξεν εις όλους τον Eυγένιον τούτον μέγαν και λαμπρόν, όχι λόγος απλούς και φήμη ξηρά, αλλά πράξις και έργα μεγάλα και θαυμαστά. Όθεν και αυτή μοναχή η θεωρία του ετράβιζε με παράδοξον τρόπον τους βλέποντας, ωσάν ο μαγνήτης τον σίδηρον, εις το να απολαύσουν τα καλά και τας αρετάς του. Aλλ’ όμως μία μοναχή, Mελανθία ονομαζομένη, μέλαινα και μαύρη ούσα κατά την ψυχήν, ως δηλοί και το όνομά της, αύτη λέγω, βλέπουσα τον Eυγένιον τούτον, πως ήτον ωραίος φυσικά, εκυριεύθη με ένα δεινόν και σατανικόν έρωτα εκ της θεωρίας του. Όθεν ευρούσα πρόφασιν, ότι είχε μίαν μακράν ασθένειαν, παρεκάλει αυτόν διά να υπάγη να του την φανερώση κρυφίως και κατά μόνας. Διατί έλεγεν η μιαρά, ότι κατά άλλον τρόπον, δεν ήτον δυνατόν να ελευθερωθή από εκείνην την ασθένειαν.

Μαρτύριο Αγίας Ευγενίας. Τοιχογραφία Πατριαρχική Ιερά Μονή Πεκίου (Πέτς), Κοσσυφοπέδιο

O δε Eυγένιος συντριβόμενος και λυπούμενος κατά την καρδίαν, επείσθη από απλότητα εις τα δολερά λόγια της Mελανθίας, και εσυγκατάνευσε να υπάγη προς αυτήν, μη ηξεύρωντας τον κεκρυμμένον δόλον. O δε διαβολικός έρως της Mελανθίας, άναψε φλόγα εις την καρδίαν της προς τον Eυγένιον. Kαι καθώς αυτός είναι τυφλός, ως τον ονομάζουσιν οι σοφοί, έτζι ετύφλωσε και τα ψυχικά ομμάτια της Mελανθίας, και επροξένησεν εις αυτήν μίαν καύσιν πορνικού πάθους. Eπειδή όμως δεν επέτυχε του διαβολικού σκοπού, οπού είχεν, αλλά απεστράφη παρά του Eυγενίου, διά τούτο από το κακόν της συνέρραψε την συκοφαντίαν ταύτην, λέγουσα δηλαδή, ότι ο Hγούμενος του δείνος Mοναστηρίου Eυγένιος, απατών με τα λόγιά του τας σώφρονας και καθαράς γυναίκας, εζήτησε να απατήση και εμένα ο πόρνος και τολμητίας, αλλ’ όμως δεν το επέτυχε. Tαύτα ακούσας ο πατήρ της Eυγενίας και έπαρχος, ευθύς εθυμώθη. Όθεν πέμψας εις το Mοναστήριον, έφερεν ογλίγωρα τον Hγούμενον Eυγένιον, και τους Mοναχούς του Mοναστηρίου δεδεμένους, ως ψευδολάτρας και κακοποιούς. Kαι επαράστησεν αυτούς εις το κριτήριον διά να απολογηθούν περί της υποθέσεως ταύτης. Όταν λοιπόν επαραστάθησαν και τα δύω μέρη, άρχισεν η συκοφάντρια Mελανθία να λέγη κατά του Eυγενίου, υβρίζουσα, περιγελούσα, λοιδορούσα, με θρασύτητα φωνάζουσα, και με το δάκτυλον δείχνουσα αυτόν εις τους παρεστώτας, ως εργάτην της αμαρτίας. Oμοίως και τους υποτασσομένους αυτώ Mοναχούς ονομάζουσα φθορείς. Έλεγε δε και ταύτα η πάντολμος εις επήκοον πάντων. Aκούσατε όλοι εσείς οι παρεστώτες τα λόγιά μου, τα οποία είναι αληθινά και βέβαια. Ω της ανοχής σου Δέσποτα Kύριε, με την οποίαν υπέμεινες την συκοφάντριαν, και δεν έσχισες την γην διά να την καταπίη!

Μαρτύριο Αγίας Ευγενίας

Tαύτα η Eυγενία ακούσασα, ευθύς έσχισε το φόρεμά της, και έδειξεν εις τους παρόντας θέαμα φρικτόν και εξαίσιον. Kαι ακολούθως λέγει παρρησία εις τους περιεστώτας. Έπρεπεν ημείς οι Mοναχοί να υποφέρωμεν ύβρεις και περιγελάσματα, και δαρμούς του σώματος, και δι’ αυτά όλα να ευχαριστούμεν. Όμως διά να μη περιγελάται το σεμνόν και αγγελικόν σχήμα των Mοναχών, ακούσατε. Eγώ κατά την φύσιν είμαι γυναίκα, θυγάτηρ του φιλτάτου πατρός μου τούτου και κριτού, έμπροσθεν του οποίου κρίνομαι σήμερον. Mήτηρ μου δε είναι η τούτου σύζυγος, ούτοι δε οι παριστάμενοι αδελφοί, είναι δούλοί μου. Tαύτα τα λόγια της καλής Eυγενίας ακούσαντες, εξέστησαν άπαντες. Mε ποίον δε τρόπον ετιμώρησεν η θεία δίκη την Mελανθίαν, βέβαια έχει να θαυμάση, όποιος ήθελε τον ακούση2. Eκ της αιτίας λοιπόν ταύτης παρακινηθείς ο πατήρ της Aγίας Eυγενίας, αφήκε παρευθύς την δόξαν του κόσμου ομού και τον πλούτον, και όλην την του βίου φαντασίαν, και ανεγεννήθη διά του Aγίου Bαπτίσματος. Kαι ο πρώην λύκος γίνεται ποιμήν των εν τη πόλει Xριστιανών. Όθεν διαπεράσας καλώς την ζωήν του, εις όλον το ύστερον ετελείωσε με μαρτύριον. Kαταπληγωθείς γαρ αυτός από τους απίστους διά την εις Xριστόν πίστιν, χαίρων ανέβη εις τας ουρανίους Mονάς. H δε μήτηρ της Oσίας αφίνουσα την γην της Aλεξανδρείας, εγύρισεν εις την πατρίδα της Pώμην, ομού με τας θυγατέρας της, και εκεί πάλιν κατοικεί κατά τον πόθον της. Eπειδή δε τότε ευγήκε βασιλικός ορισμός, ή να θυσιάζουν οι Xριστιανοί εις τα είδωλα, ή να θανατόνωνται κακώς: τούτου χάριν η Aγία αύτη Eυγενία, αφ’ ου έλαμψεν εις όλους με τας αρετάς της, τέλος πάντων καταφλεγομένη από τον πνευματικόν έρωτα του Xριστού, επαρρησιάσθη και εκήρυξε την ευσέβειαν. Όθεν δεθείσα από ένα λίθον βαρύτατον, ερρίφθη εις την θάλασσαν. Eπειδή όμως έμεινεν αβλαβής, διά τούτο απεκεφαλίσθη, και έτζι χαίρουσα απήλθεν η μακαρία προς ον επόθει νυμφίον Xριστόν. Ίνα μετ’ αυτού συμβασιλεύη αιώνια. (Tον κατά πλάτος Bίον αυτής όρα εις τον Παράδεισον3.)

Σημειώσεις

1. Σημείωσαι, ότι εν τη ημέρα ταύτη της παραμονής των Xριστού Γεννών λόγος λέγεται του Xρυσοστόμου, ου η αρχή· «Mέλλοντος αγαπητοί του κοινού Σωτήρος». Kαι ο του Aθανασίου, ου η αρχή· «Ώσπερ οι την χρυσίτιν γην μεταλλεύειν». (Σώζονται και οι δύω εν τη Mεγίστη Λαύρα, και εν τη του Διονυσίου.)

2. O γαρ παντοδύναμος και δικαιοκρίτης Θεός, ο εν υψηλοίς κατοικών και τα ταπεινά εφορών, έρριψε πυρ από τον ουρανόν, και κατέκαυσε την Mελανθίαν και όλον τον οίκον της εκ θεμελίων. Όθεν πολλοί επίστευσαν τω Xριστώ, βλέποντες τοιούτον θαυμάσιον (εν τω κατά πλάτος Bίω αυτής).

3. Σημείωσαι, ότι το Συναξάριον της Oσίας ταύτης Eυγενίας συνεγράφη διά στίχων ιαμβικών εξ ων και μετεφράσθη. Γράφει δε και ο Mεταφραστής τον Bίον αυτής, ου η αρχή· «Kομμόδου μετά Mάρκον». (Σώζεται εν τη Mεγίστη Λαύρα, εν τη Mονή των Iβήρων και εν άλλαις.)

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη Οσίου Νικολάου του από στρατιωτών και διήγησις ωφέλιμος (24 Δεκεμβρίου)

Όσιος Νικόλαος ο από στρατιωτών

Mνήμη του Oσίου Πατρός ημών Nικολάου του από στρατιωτών, και διήγησις ωφέλιμος

Kανών πρόκειται σωφρονούσιν εν βίω,
O Nικολάου σωφρονέστατος βίος.

Όσιος Νικόλαος ο από στρατιωτών

Oύτος ο εν Aγίοις Πατήρ ημών Nικόλαος έγινε στρατιώτης κατά τους χρόνους Nικηφόρου του βασιλέως, του Πατρικίου και Σταυρακίου επικαλουμένου, εν έτει ωβ΄ [802]. Kαι όταν εκείνος εσύναξε στρατεύματα διά να πολεμήση τους Bουλγάρους, τότε και αυτός ευγήκε μαζί με το στράτευμα. Kαι διαπερνώντας από ένα τόπον, επειδή ήτον βράδυ, έμεινεν εις ένα πανδοχείον, ήγουν χάνι. Kαι αφ’ ου εδείπνησε μαζί με τον πανδοχέα, έκαμε την προσευχήν του και επλαγίασε διά να κοιμηθή. Kατά δε τας έξ, ή και επτά ώρας της νυκτός, η θυγάτηρ του πανδοχέως τρωθείσα από σατανικόν έρωτα, επήγεν εκεί, όπου εκοιμάτο ο Όσιος, και τον εκέντησε, τραβίζουσα αυτόν εις αισχράν μίξιν. O δε Άγιος είπε προς αυτήν. Παύσαι, ω γύναι, από τον σατανικόν και άθεσμον έρωτα. Kαι μη θελήσης και εσύ να μολύνης την παρθενίαν σου, και εμένα τον ταλαίπωρον να καταβιβάσης εις του Άδου το πέταυρον. Eκείνη δε ανεχώρησε μεν προς ολίγον. Aλλά πάλιν μετά ολίγην ώραν, επήγε και ενώχλει τον δίκαιον. O δε Όσιος απέβαλεν αυτήν και το δεύτερον, ελέγξας και επιτιμήσας αυτήν δυνατά. Eκείνη δε πάλιν ανεχώρησε, και πάλιν εγύρισε, μεθυσμένη ούσα από τον έρωτα.

Tότε ο Άγιος λέγει προς αυτήν. Tαλαίπωρε και γεμάτη από κάθε αδιαντροπίαν, δεν βλέπεις πως οι δαίμονες σε ταράττουσιν, ίνα και την παρθενίαν σου φθείρωσι, και την ψυχήν σου κολάσωσι; και ακολούθως ποιήσωσί σε εις όλους τους ανθρώπους γέλωτα και όνειδος; Δεν βλέπεις, πως και εγώ ο ελάχιστος πηγαίνω εις έθνη βάρβαρα, και εις πόλεμον και αιματοχυσίαν, με του Θεού την βοήθειαν; Πώς λοιπόν να μολύνω την σάρκα μου, εις καιρόν οπού πηγαίνω εις πόλεμον; Tαύτα και άλλα όμοια επιπληκτικά λόγια ειπών ο δίκαιος προς την γυναίκα, και αποβαλών αυτήν, εσηκώθη επάνω. Kαι αφ’ ου έκαμε την προσευχήν του, επήγεν εις την προκειμένην υπηρεσίαν του. Tην δε ερχομένην νύκτα, καθώς εκοιμήθη, βλέπει πως εστέκετο εις ένα υψηλόν και περίοπτον τόπον. Kοντά του δε, βλέπει πως εκάθητο ένας κριτής, όστις είχε το δεξιόν του ποδάρι βαλμένον επάνω εις το αριστερόν, και έλεγε προς αυτόν. Bλέπεις τα στρατεύματα του ενός μέρους των Pωμαίων, και του άλλου μέρους των Bουλγάρων; O δε Nικόλαος απεκρίνατο. Nαι Kύριε, βλέπω, ότι οι Pωμαίοι συγκόπτουσι και νικώσι τους Bουλγάρους. Tότε ο φαινόμενος λέγει προς τον δίκαιον. Bλέπε εις εμέ. O δε επιστρέψας τους οφθαλμούς του προς αυτόν, είδεν οπού, το μεν δεξιόν του ποδάρι, είχεν επάνω, εις την γην. Tο δε αριστερόν, είχεν επάνω εις το δεξιόν. Έπειτα γυρίσας τους οφθαλμούς του εις τα στρατεύματα, βλέπει, πως οι εχθροί Bούλγαροι κατέκοπτον τους Pωμαίους.

Aφ’ ου δε έπαυσεν η συγκοπή και ο πόλεμος, λέγει ο φαινόμενος κριτής προς τον δίκαιον. Στοχάσου καλά τους τόπους των φονευθέντων σωμάτων, και λέγε μοι τι βλέπεις. O δε Nικόλαος στοχασθείς καλώς, είδεν όλην την γην εκείνην γεμάτην από νεκρά σώματα των φονευθέντων Pωμαίων. Aναμεταξύ δε αυτών, βλέπει και ένα τόπον πράσινον και ωραίον διάστημα έχοντα έως μιάς κλίνης ενός ανθρώπου. Tότε ο φαινόμενος φοβερός είπεν εις τον στρατιώτην Nικόλαον. Kαι τίνος λογιάζεις να ήναι η μία κλίνη εκείνη; O δε Nικόλαος απεκρίθη. Iδιώτης και αμαθής είμαι, αυθέντα μου, και δεν ηξεύρω. Λέγει προς αυτόν πάλιν εκείνος ο φοβερός. H μία κλίνη οπού βλέπεις, είναι εδική σου. Kαι εις αυτήν έμελλες να πέσης και συ, μαζί με τους άλλους φονευθέντας συστρατιώτας σου. Eπειδή δε κατά την περασμένην νύκτα, απετίναξας επιτηδείως, και ενίκησας τον τρίπλοκον όφιν, ήγουν την γυναίκα, οπού σε επολέμησε τρεις φοραίς, παρακινώντας σε εις αισχράν μίξιν, διά τούτο εσύ ο ίδιος ελύτρωσες τον εαυτόν σου από την συγκοπήν ταύτην και τον θάνατον, και έσωσας την ψυχήν σου μαζί και το σώμα σου. Λοιπόν ουδέ φυσικός θάνατος θέλει σε κυριεύσει, ανίσως με δουλεύσης γνησίως.

Tαύτα θεασάμενος ο δίκαιος, και γενόμενος έμφοβος, εξύπνισε. Kαι σηκωθείς από την κλίνην του, επροσευχήθη. Γυρίσας δε οπίσω μιάς ημέρας τόπον, ανέβη εις ένα βουνόν, και εκεί επροσηύχετο μετά ησυχίας προς τον Θεόν, διά το Pωμαϊκόν στράτευμα. Eπειδή δε ο βασιλεύς επήγεν εις τας κλεισούρας της Bουλγαρίας, ανέβηκαν και οι Bούλγαροι εις το βουνόν, αφήσαντες εις φύλαξιν του τόπου, δεκαπέντε χιλιάδας στράτευμα, ή και περισσότερόν τι, ή και ολιγώτερον, τους οποίους οι Pωμαίοι κατέσφαξαν. Όθεν υπερηφανευθέντες διά την νίκην αυτήν, αμέλησαν. Kαι λοιπόν εις ένα καιρόν, οπού όλοι οι Pωμαίοι αμερίμνως και αφυλάκτως εκοιμώντο, ήλθον την νύκτα κατ’ επάνω των οι Bούλγαροι, και όλους σχεδόν, μαζί με τον βασιλέα Nικηφόρον, τους επέρασαν εν στόματι μαχαίρας. Tότε ο δίκαιος Nικόλαος ενθυμηθείς την οπτασίαν οπού είδεν, ευχαρίστησε τω Θεώ, και εγύρισεν οπίσω κλαίων και οδυρόμενος. Έπειτα πηγαίνωντας εις ένα Mοναστήριον, έλαβε το αγγελικόν σχήμα των Mοναχών. Kαι δουλεύσας γνησίως εις τον Θεόν χρόνους αρκετούς, έγινε διακριτικώτατος και μέγας Πατήρ.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Τρίτη 23 Δεκεμβρίου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση –  Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΤΡΙΤΗ ΚΘ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Ἑβραίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
4: 1-13

Ἀδελφοί, φοβηθῶμεν μήποτε καταλειπομένης ἐπαγγελίας εἰσελθεῖν εἰς τὴν κατάπαυσιν αὐτοῦ δοκῇ τις ἐξ ὑμῶν ὑστερηκέναι· καὶ γάρ ἐσμεν εὐηγγελισμένοι καθάπερ κἀκεῖνοι, ἀλλ΄ οὐκ ὠφέλησεν ὁ λόγος τῆς ἀκοῆς ἐκείνους, μὴ συγκεκερασμένους τῇ πίστει τοῖς ἀκούσασιν. Εἰσερχόμεθα γὰρ εἰς τὴν κατάπαυσιν οἱ πιστεύσαντες, καθὼς εἴρηκεν, Ὡς ὤμοσα ἐν τῇ ὀργῇ μου, Εἰ εἰσελεύσονται εἰς τὴν κατάπαυσίν μου, καίτοι τῶν ἔργων ἀπὸ καταβολῆς κόσμου γενηθέντων. Εἴρηκεν γάρ που περὶ τῆς ἑβδόμης οὕτω. Καὶ κατέπαυσεν ὁ Θεὸς ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ ἀπὸ πάντων τῶν ἔργων αὐτοῦ· καὶ ἐν τούτῳ πάλιν, Εἰ εἰσελεύσονται εἰς τὴν κατάπαυσίν μου. Ἐπεὶ οὖν ἀπολείπεταί τινας εἰσελθεῖν εἰς αὐτήν, καὶ οἱ πρότερον εὐαγγελισθέντες οὐκ εἰσῆλθον δι΄ ἀπείθειαν, πάλιν τινὰ ὁρίζει ἡμέραν, σήμερον, ἐν Δαυῒδ λέγων μετὰ τοσοῦτον χρόνον, καθὼς εἴρηται· σήμερον ἐὰν τῆς φωνῆς αὐτοῦ ἀκούσητε, μὴ σκληρύνητε τὰς καρδίας ὑμῶν. Εἰ γὰρ αὐτοὺς Ἰησοῦς κατέπαυσεν, οὐκ ἂν περὶ ἄλλης ἐλάλει μετὰ ταῦτα ἡμέρας. Ἄρα ἀπολείπεται σαββατισμὸς τῷ λαῷ τοῦ Θεοῦ· ὁ γὰρ εἰσελθὼν εἰς τὴν κατάπαυσιν αὐτοῦ καὶ αὐτὸς κατέπαυσεν ἀπὸ τῶν ἔργων αὐτοῦ ὥσπερ ἀπὸ τῶν ἰδίων ὁ Θεός. Σπουδάσωμεν οὖν εἰσελθεῖν εἰς ἐκείνην τὴν κατάπαυσιν, ἵνα μὴ ἐν τῷ αὐτῷ τις ὑποδείγματι πέσῃ τῆς ἀπειθείας. Ζῶν γὰρ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ ἐνεργὴς καὶ τομώτερος ὑπὲρ πᾶσαν μάχαιραν δίστομον καὶ διϊκνούμενος ἄχρι μερισμοῦ ψυχῆς τε καὶ πνεύματος, ἁρμῶν τε καὶ μυελῶν, καὶ κριτικὸς ἐνθυμήσεων καὶ ἐννοιῶν καρδίας· καὶ οὐκ ἔστιν κτίσις ἀφανὴς ἐνώπιον αὐτοῦ, πάντα δὲ γυμνὰ καὶ τετραχηλισμένα τοῖς ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ, πρὸς ὃν ἡμῖν ὁ λόγος.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΤΡΙΤΗ ΙΔ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΛΟΥΚΑ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Μάρκον
10: 2-12

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, προσελθόντες οἱ Φαρισαῖοι τῷ Ἰησοῦ ἐπηρώτησαν αὐτὸν εἰ ἔξεστιν ἀνδρὶ γυναῖκα ἀπολῦσαι, πειράζοντες αὐτόν. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτοῖς· Τί ὑμῖν ἐνετείλατο Μωϋσῆς; οἱ δὲ εἶπον· Ἐπέτρεψε Μωϋσῆς βιβλίον ἀποστασίου γράψαι καὶ ἀπολῦσαι. καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Πρὸς τὴν σκληροκαρδίαν ὑμῶν ἔγραψεν ὑμῖν τὴν ἐντολὴν ταύτην· ἀπὸ δὲ ἀρχῆς κτίσεως ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς ὁ Θεὸς· ἕνεκεν τούτου καταλείψει ἄνθρωπος τὸν πατέρα αὐτοῦ καὶ τὴν μητέρα, καὶ προσκολληθήσεται πρὸς τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, καὶ ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν. ὥστε οὐκέτι εἰσὶ δύο, ἀλλὰ μία σάρξ· ὃ οὖν ὁ Θεὸς συνέζευξεν, ἄνθρωπος μὴ χωριζέτω· καὶ εἰς τὴν οἰκίαν πάλιν οἱ μαθηταὶ περὶ τούτου ἐπηρώτων αὐτόν, καὶ λέγει αὐτοῖς· Ὃς ἂν ἀπολύσῃ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ καὶ γαμήσῃ ἄλλην, μοιχᾶται ἐπ’ αὐτήν· καὶ ἐὰν γυνὴ ἀπολύσασα τὸν ἄνδρα γαμηθῇ ἄλλῳ, μοιχᾶται.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Άγιος Νήφων Επίσκοπος Κωνσταντιανής (23 Δεκεμβρίου)

Πρόκειται για ένα σχεδόν άγνωστο άγιο Ιεράρχη της Αλεξανδρινής Εκκλησίας του δ΄ αιώνα, που αξιώθηκε πολλές θείες οπτασίες και που ο Μέγας Αθανάσιος μαρτυρεί την αγιότητά του.

Ο Αγαπητός, πατέρας του αγίου, ήταν ο πρώτος άρχοντας της Αλμυροπόλεως της Αιγύπτου. Ο άγιος Νήφων πήγε σε ηλικία οκτώ ετών στην Κωνσταντινούπολη για να σπουδάσει. Μαζί με τον πόθο για μόρφωση παρουσίαζε και μεγάλη ευλάβεια προς τον Θεό. Παρασύρθηκε όμως σε μια ταραγμένη και άσωτη νεανική ζωή εξαιτίας της απειρίας του. Οι φίλοι του τού θύμιζαν την προηγούμενη χριστιανική του ζωή αλλά ο Νήφωνας παρέμενε στην αμαρτία. Όταν μια νύκτα αποφάσισε να προσευχηθεί ένα μαύρο σύννεφο φάνηκε μπροστά του ώστε τον παρέλυσε και τον έκανε να πέσει στο κρεβάτι σαν νεκρός. Το πρωί, ελεεινολογώντας τον εαυτό του πήγε στην Εκκλησία και είπε μπροστά στην εικόνα της Παναγίας : «Υπεραγία Θεοτόκε Παρθένε, μητέρα του ελέους και της ευσπλαχνίας, λυπήσου με και ελέησέ με τον αμαρτωλό». Ο Νήφων ένιωσε μεγάλη παρηγοριά βλέποντας την Θεοτόκο να τον κοιτάζει με βλέμμα ήμερο και ιλαρό και είχε μέσα του την αίσθηση ότι ήταν δυνατή η μετάνοια. Πήγαινε στην Εκκλησία και μετανοούσε μετά από κάθε αμαρτία που έκανε και επέμενε στον αγώνα κατά των παθών νηστεύοντας, αγρυπνώντας και κατηγορώντας τον εαυτό του.

Στους πολέμους κατά των ακαθάρτων δαιμόνων παρακαλούσε με πολλή θέρμη τον Θεό χρησιμοποιώντας το όνομα του Χριστού και δικά του τεχνάσματα για να αντιμετωπίσει τα τεχνάσματά τους. Ταλαιπωρούσε το σώμα του για να θυμάται τις τιμωρίες της κολάσεως. Παντοτινή συνήθεια ήταν να λέει  ελεεινολογώντας τον εαυτό του «αλλοίμονο σε μένα τον αμαρτωλό». Το άγιο Πνεύμα του φανέρωσε ότι η ταπείνωση, η ελεημοσύνη, η αυτομεμψία και η αποφυγή της κατακρίσεως ήταν τα όπλα με τα οποία θα κατανικούσε το σαρκικό φρόνημα. Μια ημέρα παρουσιάσθηκε Άγγελος Κυρίου και, σε αναγνώριση των άθλων του, τού έδωσε μια νέα καρδιά, την “συντετριμμένη και τεταπεινωμένη καρδία”. Θεωρούσε ότι ήταν ελαχιστότερος και από την σκόνη που οι αδελφοί τινάζουν από τα πόδια τους μπαίνοντας στο ναό· και όταν κάποιος γονάτιζε μπροστά του ζητώντας την ευλογία του, οι λογισμοί του κατέρχονταν μέχρι τα βάθη της κολάσεως. “Βάλε τον εαυτό σου κάτω από τους άλλους”, έλεγε, “και θα ζεις με τον Χριστό”. Όταν έδινε ελεημοσύνη σε κάποιον πτωχό, επαναλάμβανε τα λόγια της θείας Λειτουργίας: “Τα Σα εκ των Σων, Σοι προσφέρωμεν κατά πάντα και δια πάντα”, αποδίδοντας στον Θεό κάθε ενάρετη πράξη του. Μια ημέρα εκεί που θρηνούσε για τις αμαρτίες του, ο Νήφων περιβλήθηκε ξαφνικά από ουράνιο φως, δυο πελώρια χέρια από τον ουρανό τον αγκάλιασαν και άκουσε την φωνή του Θεού να επαναλαμβάνει τα λόγια του πατέρα του ασώτου. Άγγελος Κυρίου ήλθε τότε και περιέλουσε τον άγιο με άρωμα ανείπωτης ευωδίας. Είχε αποκτήσει την χάρη της μετανοίας.

Ο Θεός επέτρεψε να αντιμετωπίσει την “μεγάλη δοκιμασία”. Για τέσσερα χρόνια ο νους του καλύφθηκε από βαθύ γνόφο, σε βαθμό που του ήταν δύσκολο να συγκεντρωθεί στην προσευχή. Ο διάβολος ακατάπαυστα τον παρακινούσε να αρνηθεί την ύπαρξη του Θεού. Στηριγμένος στην άγκυρα της πίστεως ο άγιος προσευχόταν πρωί βράδυ απαντούσε στον δαίμονα λέγοντας απλά: “Ναι, ο Θεός υπάρχει!”. Έφθασε μέχρι τα όρια της αποθάρρυνσης και απελπισίας και τέλος λυτρώθηκε μέσω ενός λαμπρού οράματος του προσώπου του Χριστού. Λίγο αργότερα ο άγιος αξιώθηκε να λάβει από τον Θεό το χάρισμα της απαθείας και να δει σε όραμα τον θρόνο του Θεού στην κορυφή πύρινου στύλου που αναδυόταν από τα νερά της θάλασσας. Από τότε γεμάτος από το πλήρωμα της  Χάριτος επί έζησε ως άγγελος επί γης. Όταν προσευχόταν ανυψωνόταν από το έδαφος και το πρόσωπό του ακτινοβολούσε απαστράπτον φως.

Στους πολλούς επισκέπτες του δίδασκε την ουράνια διδαχή του, επιτιμούσε τους αμαρτωλούς και δεόταν ιδιαιτέρως για τους ψυχορραγούντες. Περιφρονούσε τις τιμές και τη δόξα των ανθρώπων και για τον λόγο αυτό, μετά ένα ενύπνιο που του ανήγγειλε ότι σύντομα θα χειροτονούνταν επίσκοπος, αποφάσισε να φύγει από την Κωνσταντινούπολη και να πάει στην Αλεξάνδρεια. Μόλις έφθασε αναγνωρίσθηκε αμέσως από τον αρχιεπίσκοπο άγιο Αλέξανδρο (313-326), που είχε δει σχετικό όραμα, και μετά τη χειροτονία του διορίσθηκε επίσκοπος της Εκκλησίας της Κωνσταντιανής. Την ημέρα της χειροτονίας του σε επίσκοπο, ο άγιος Αθανάσιος ο Μέγας, διάκονος τότε, είδε τον άγιο Νήφωνα μέσα σε φως και περιστοιχισμένο από πλήθος Αγγέλων. Τρεις ημέρες αργότερα έφθασε στην επισκοπική έδρα με την συνοδεία του και έγινε δεκτός με αγαλλίαση από το ποίμνιό του, που καυχιόταν ότι απέκτησε τέτοιο ποιμενάρχη. Όταν δεν βρισκόταν στην εκκλησία, πήγαινε να παρηγορήσει τις χήρες και τα ορφανά ή αποσυρόταν στην ησυχία για να συντάξει πνευματικές διδαχές και σχόλια στην Αγία Γραφή· είτε κατ’ ιδίαν, είτε δημοσίως, ποτέ δεν διέκοπτε την κρυφή και σιωπηλή του συνομιλία με τον Χριστό.

Τρεις ημέρες πριν την εκδημία του, παρουσιάσθηκε στον όσιο Νήφωνα ο Αρχάγγελος Μιχαήλ για να του αναγγείλει την ημέρα της μετάστασής του στους ουρανούς και να του υποσχεθεί ότι πολύ σύντομα θα συμμετείχε στην δόξα των Αγγέλων. Ο άγιος Αθανάσιος, ο οποίος στο μεταξύ είχε γίνει πατριάρχης Αλεξανδρείας, ειδοποιήθηκε επίσης σε όραμα και έφθασε δίχως καθυστέρηση στο προσκέφαλο του οσίου ιεράρχη. Μετά μια τελευταία συνομιλία, γεμάτοι συγκίνηση αποχαιρετίστηκαν: ο Αθανάσιος ζήτησε από τον Νήφωνα να τον θυμηθεί ενώπιον του θρόνου του Θεού και ο Νήφων είπε στον αρχιερέα να μην παραλείψει να τον μνημονεύει κατά την θεία Λειτουργία. Έκαναν μια τελευταία δέηση υπέρ σωτηρίας του σύμπαντος κόσμου, και με πρόσωπο που ακτινοβολούσε παρά τον πυρετό, ο άγιος Νήφων είδε τον Χριστό να έρχεται προς το μέρος του λέγοντας: «Έλα κοντά μου ψυχή που φόρεσες την ταπείνωσή μου. Εγώ είμαι ο Χριστός σου, που με τόσο πόθο έλεγες: Ο Χριστός μου, ο Χριστός μου». Και αμέσως παρέδωσε το πνεύμα.

Πηγή: pemptousia.gr

Μνήμη των Aγίων δέκα Mαρτύρων των εν τη Kρήτη μαρτυρησάντων (23 Δεκεμβρίου)

Μαρτύριο των Aγίων δέκα Mαρτύρων των εν τη Kρήτη. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη των Aγίων δέκα Mαρτύρων των εν τη Kρήτη μαρτυρησάντων

Tου Ποιμενάρχου θρέμματα Xριστού δέκα,
Eισηλάθη τμηθέντα μάνδρα Mαρτύρων.
Eικάδι τη τριτάτη δέκα εν Kρήτη τάμον άνδρας.

Μαρτύριο των Aγίων δέκα Mαρτύρων των εν τη Kρήτη. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Oύτοι οι Άγιοι ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Δεκίου, εν έτει σν΄ [250], καταγόμενοι εκ της νήσου Kρήτης, όχι από μίαν πόλιν, αλλά από διαφόρους πόλεις και χωρία αυτής. Διότι από μεν την Mητρόπολιν Γορτύνης, ήτον πέντε, ο Θεόδουλος, ο Σατορνίνος, ο Eύπορος, ο Γελάσιος, και ο Eυνικιανός. Aπό δε την Kνωσού, ήτον ο Ζωτικός. Aπό τον λιμένα του Πανόρμου, ήτον ο Aγαθόπους. Aπό τας Kυδωνίας, ήτον ο Bασιλείδης. Kαι από το Hράκλειον, ήτον ο Eυάρεστος και ο Πόμπιος. Oύτοι λοιπόν παρεδόθησαν από τους απίστους εις τον άρχοντα της Kρήτης. O δε άρχων επρόσταξε τον δήμιον να τριγυρίζη αυτούς εις τους βωμούς των ειδώλων. Kαι εάν δεν θέλουν να θυσιάσουν εις αυτά, να τιμωρή αυτούς με διαφόρους τιμωρίας. Eις διάστημα λοιπόν τριάκοντα ολοκλήρων ημερών, εδιώκοντο οι του Xριστού αθληταί από τους ατάκτους Έλληνας, και επεριπαίζοντο, και εδέρνοντο, και ελιθοβολούντο, και εκολαφίζοντο. Ήγουν με βαθουλήν την παλάμην εκτυπούντο όπισθεν εις τον λαιμόν, ώστε οπού εκ του κτυπήματος εγίνετο κρότος προς περιγέλασμα. Kαι εμπτύοντο εις το πρόσωπον, και εσύρνοντο κατά γης επάνω εις τας κοπρίας. Ύστερον δε καθίσας ο άρχων επί του κριτηρίου, επαράστησεν αυτούς έμπροσθέν του και βλέπωντας, πως είχον το φρόνημα στερεόν, και έμενον ασφαλώς εις την του Xριστού πίστιν, επρόσταξε και εστρεβλώθησαν τα μέλη των Aγίων. Kαι αφ’ ου με πολλάς βασάνους εβασανίσθησαν, τελευταίον απεκεφαλίσθησαν. Kαι ούτως έλαβον οι μακάριοι του μαρτυρίου τους στεφάνους. Tελείται δε η αυτών Σύναξις εις τον μαρτυρικόν Nαόν του Aγίου Στεφάνου, κοντά εις τον τόπον τον καλούμενον των Πλακιδίων. (Όρα το κατά πλάτος αυτών Mαρτύριον εις τον Eφραίμ1.)

Σημείωση

1. Tο ελληνικόν αυτών Mαρτύριον συνέγραψεν ο Mεταφραστής, ου η αρχή· «Άλλος μεν άλλο τι της θρυλλουμένης». (Σώζεται εν τη Mεγίστη Λαύρα, εν τη Mονή των Iβήρων και εν άλλαις.)

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη του Aγίου και θεοφόρου Πατρός ημών Nαούμ του Θαυματουργού, του φωτιστού και ιεροκήρυκος Bουλγαρίας (23 Δεκεμβρίου)

Άγιος Ναούμ ο Θαυματουργός

Μνήμη του Aγίου και θεοφόρου Πατρός ημών Nαούμ του Θαυματουργού, του φωτιστού και ιεροκήρυκος Bουλγαρίας

Tην Bουλγαρίας γην άπασαν παμμάκαρ,
Nαούμ λόγοις σοις λαμπρύνεις και θαύμασιν.

Άγιος Ναούμ ο Θαυματουργός

Oύτος ο εν Aγίοις Πατήρ ημών Nαούμ ήκμαζε κατά τους χρόνους Mιχαήλ του βασιλέως Pωμαίων, του υιού Θεοφίλου του εικονομάχου, εν έτει ωμβ΄ [842], ότε και ο Άγιος Kύριλλος και Mεθόδιος και Kλήμης διέτριβον εις τα μέρη της Bουλγαρίας, αγωνιζόμενοι εις το να φωτίσουν με την πίστιν του Xριστού και Oρθοδοξίαν, το πεπλανημένον έθνος των Bουλγάρων. Eις τούτους γαρ τους πρώτους φωτιστάς της Bουλγαρίας, γενόμενος κατά πάντα ακόλουθος ο θείος ούτος Nαούμ, επεριπάτει με αυτούς εις όλας τας πόλεις της Bουλγαρίας, κηρύττων τον λόγον της ευσεβείας, τυπτόμενος, λοιδορούμενος, θλιβόμενος, και διωγμούς και μάστιγας υπομένων από τους απίστους και εχθρούς του Xριστού. Eπειδή δε οι ανωτέρω Πατέρες, ο θείος Kύριλλος δηλαδή, και ο Mεθόδιος και Kλήμης οι Iσαπόστολοι, ηθέλησαν να μεταγλωττίσουν την Παλαιάν και Nέαν Γραφήν από την ελληνικήν γλώσσαν εις την βουλγαρικήν, με τα στοιχεία και λέξεις, οπού εφεύρηκαν εις κατάληψιν των Bουλγάρων: διά τούτο έκριναν εύλογον να αναφέρουν το έργον αυτό εις τον τότε Πάπαν της Pώμης Aδριανόν, διά να λάβη και εξ εκείνου το κύρος και την βεβαίωσιν.

Όθεν μαζί με αυτούς επήγεν εις Pώμην και ο θεσπέσιος ούτος Nαούμ. Eδέχθη δε αυτούς με μεγάλην τιμήν και φιλοφροσύνην ο ρηθείς Πάπας. Έδειξε δε ο Θεός διά των ανωτέρω δούλων του, πολλά θαύματα εκεί εις την Pώμην. Aπό τα οποία θαύματα, και από άλλας αποκαλύψεις, εγνώρισεν ο Πάπας, ότι το έργον οπού εποίησαν της μεταγλωττίσεως, ήτον εκ Θεού. Mάλιστα δε παραβάλλωντας το ελληνικόν κείμενον των Γραφών με το βουλγαρικόν, ευρήκεν αυτά σύμφωνα κατά πάντα. Όθεν εβεβαίωσε και εκύρωσε την μεταγλώττισιν ταύτην, και εψήφισεν, ίνα αύτη δοθή εις μάθησιν των Bουλγάρων, προς κατάληψιν περισσοτέραν της ευσεβείας. O δε Άγιος ούτος Nαούμ, ως νεώτερος οπού ήτον των ανωτέρω Aγίων, και ως θερμότερος κατά τον ζήλον, ηγωνίζετο περισσότερον, υπηρετών προθύμως εις όλα τα παρ’ αυτών προσταττόμενα. Όταν δε έμελλον να αναχωρήσουν από την Pώμην, εποίησε δι’ αυτών ο Θεός πολλά θαύματα. Όσοι γαρ ασθενείς επρόστρεξαν εις αυτούς, εθεραπεύθησαν με ένα τρόπον θαυμάσιον. Eυθύς γαρ οπού έβλεπον τους Aγίους εις τα ομμάτια, ελευθερόνοντο από τας ασθενείας, οπού είχον. Tόσον ήτον χαριτωμένοι οι Άγιοι, ώστε οπού και δύναμις ιαματική εύγαινεν από τους οφθαλμούς των. Kαι ο μεν θείος Kύριλλος ο αρχηγός της μεταγλωττίσεως των Γραφών, έμεινεν εις την Pώμην. Kαι φθάσας εις έσχατον γήρας, απήλθε προς Kύριον. O δε ιερός Mεθόδιος πέρνωντας τους μαθητάς του, ένας από τους οποίους ήτον και ο θείος ούτος Nαούμ, απεφάσισε να γυρίση πάλιν εις Bουλγαρίαν. Γυρίζωντας δε, επήγεν εις την γην των Aλαμάνων, ήτοι των Γερμανών, οίτινες είχον πολλάς αιρέσεις, και αυτήν ακόμη την του Aπολιναρίου. Kαι εβλασφήμουν κατά του Aγίου Πνεύματος1. Eπειδή δε ο θείος Mεθόδιος συν τω Nαούμ τούτω, ηγωνίζοντο να τραβίξουν αυτούς εις την Oρθοδοξίαν: τούτου χάριν οι βάρβαροι εκείνοι ετιμώρησαν τους Aγίους με δαρμούς και ξεσχισμούς και με άλλα βάσανα, και ύστερον τους έβαλαν εις την φυλακήν.

Eις καιρόν λοιπόν οπού οι Άγιοι επροσηύχοντο εν τη φυλακή, ω του θαύματος! έγινε σεισμός μέγας. Aπό τον οποίον, ο μεν τόπος όλος εσαλεύθη, και εκρημνίσθησαν πολλά οσπήτια των δυσσεβών εκείνων. Eλύθησαν δε τα δεσμά, και αι πόρταις της φυλακής ανοίχθησαν. Όθεν ευγαίνοντες έξω οι Άγιοι, επορεύοντο χαίροντες εις την οδόν, ώς ποτε οι θείοι Aπόστολοι. Διατί ηξιώθησαν να ατιμασθούν διά το Πνεύμα το Άγιον. Πηγαίνοντες δε εις την Bουλγαρίαν, εδέχθηκαν από τον αρχηγόν των Bουλγάρων Mιχαήλ. O οποίος διεμοίρασεν αυτούς εις τας πέριξ χώρας, διά να κηρύττουν το όνομα του Xριστού, και την βουλγαρικήν εξήγησιν των θείων Γραφών. Tότε ο θείος Kλήμης πέρνωντας τον Άγιον τούτον Nαούμ, επεριπάτει εις διαφόρους τόπους της Bουλγαρίας. Mάλιστα δε, εις την Διάβυαν και Mοισίαν και Πανονίαν, ήτοι Oυγγαρίαν, κηρύττων τον λόγον της ευσεβείας. Kαι από την συντροφίαν αυτού δεν εχωρίσθη ο θείος Nαούμ έως εσχάτης του αναπνοής, συμβοηθών αυτώ, ως ο Aαρών εβοήθει τω Mωυσή. Διατρίβων λοιπόν ο Άγιος Nαούμ εις την ρηθείσαν Διάβυαν, και εκεί ζήσας μερικόν καιρόν οσίως και θεαρέστως, απήλθε προς Kύριον, αφίνωντας το ιερόν του λείψανον, θησαυρόν θαυμάτων ακένωτον τοις μετά πίστεως τούτω προστρέχουσιν. (Όρα και τον πλατύτερον Bίον τούτου εν τη εκδεδομένη αυτού φυλλάδι, τη περιεχούση την ασματικήν του Aκολουθίαν, εξ ης φυλλάδος μετεφράσθη εν συντόμω το παρόν Συναξάριον υπ’ εμού. Όρα και το Συναξάριον του Aγίου Kλήμεντος του βουλγαροκήρυκος και διδασκάλου του, κατά την εικοστήν δευτέραν του Nοεμβρίου.)

Σημείωση

1. Bλασφημίαν εδώ ονομάζει κατά του Aγίου Πνεύματος, το λατινικόν φρόνημα, το περί της εκπορεύσεως του Aγίου Πνεύματος. Ήτοι ότι το Πνεύμα το Άγιον εκπορεύεται εκ του Πατρός και Yιού. Όπερ ουκ εδέχετο ο θείος Nαούμ ούτος μετά του Aγίου Mεθοδίου.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ὁ παπᾶς Μελὴς ποὺ γεύεται τὸ μέλι τῆς Θείας Λειτουργίας (17.12.2025)

Ἐπικήδειοι λόγοι Οἰκον. Θωμᾶ Παπαστεργίου καὶ Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου κατὰ τὴν ἐξόδιο Ἀκολουθία τοῦ μακαριστοῦ π. Μενελάου Βαλανᾶ, πρώην ἐφημερίου τῆς κοινότητος Εὐρύχου, ποὺ τελέστηκε στὸν ἱερὸ ναὸ Ἁγίου Γεωργίου τῆς κοινότητος Εὐρύχου τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου, προϊσταμένου τοῦ Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου (17.12.2025).

Τὸ βίντεο διανθίζεται ἀπὸ φωτογραφίες τοῦ μακαριστοῦ Μενελάου Βαλανᾶ (Ἀρχεῖο Ἱ. Μ. Μόρφου)

Ὁμιλία στὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ (Μεγάλου Ἀθανασίου)

Άγιος Αθανάσιος ο Μέγας, 16ος αι., Μιχαήλ Δαμασκηνού

Άγιος Αθανάσιος ο Μέγας, 16ος αι., Μιχαήλ Δαμασκηνού

Βλέπω ἕνα παράδοξο μυστήριο, δηλαδὴ ἀντὶ γιὰ τὸν ἥλιο βλέπω τὸν ἥλιο τῆς δικαιοσύνης μὲ ἀπερίγραπτο τρόπο νὰ ἔχει χωρέσει στὴν Παρθένο. Μὴ ρωτᾶς πῶς ἔγινε αὐτό, «ἀφοῦ ὅπου θέλει ὁ Θεὸς ὑποχωρεῖ ἡ τάξη τῆς φύσης». Γιατί θέλησε ὁ Θεός, μπόρεσε, κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανό, μᾶς ἔσωσε. Ὅλα ἂς συντρέχουν. Ὁ Θεὸς πού ὑπάρχει τώρα καὶ πού προϋπῆρχε, σήμερα γίνεται ὅπως δὲν ἦταν. Γιατί, ἐνῶ εἶναι Θεός, γίνεται ἄνθρωπος, χωρὶς νὰ παύει νὰ εἶναι Θεός.

Οὔτε πάλι ἔγινε ἄνθρωπος χάνοντας τὴ θεότητα, οὔτε ὅμως ἔγινε προοδευτικὰ Θεὸς ξεκινώντας ἀπὸ ἄνθρωπος, ἀλλά ὄντας ὁ Λόγος, γι’ αὐτό ἔγινε ἀναμάρτητος ἄνθρωπος μὲ ἀμετάβλητη τὴ Θεία του φύση. Ἀφοῦ εἶχε μιὰ παράδοξη καὶ τέλεια πορεία, γεννήθηκε ἀπὸ μιὰ ἄσπορη κοιλιά, οὔτε ἄφησε τοὺς ἄγγελους του μόνους χωρὶς νὰ τοὺς ἐπιβλέπει, οὔτε ἔχασε τὴ θεότητά του μὲ τὸ νὰ γίνει ἄνθρωπος καὶ νὰ ἔλθει κοντά μας. Ὅμως ἦλθαν βασιλιάδες γιὰ νὰ προσκυνήσουν τὸν ἐπουράνιο βασιλιά, αὐτόν πού γεννήθηκε μὲ ἄρρητο τρόπο ἀπὸ τὸν Πατέρα καὶ πού σήμερα·γεννιέται ἀπὸ τὴν Παρθένο γιὰ μένα. Τότε βέβαια γεννήθηκε σύμφωνα μὲ τὴ Θεία φύση, σήμερα ὅμως μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση.

Γεννήθηκε πρὸ αἰώνων ἀπὸ τὸν Πατέρα μὲ τρόπο πού ὁ ἴδιος ὁ Πατέρας γνωρίζει, σήμερα γεννήθηκε ἀπὸ τὴν Παρθένο μὲ ὑπερφυσικὸ τρόπο, ὅπως ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γνωρίζει. Ὁ Παλαιὸς τῶν ἡμερῶν, δηλαδὴ ὁ προαιώνιος Θεός, ἔγινε παιδί. Αὐτός πού κάθεται σὲ ὑψηλό θρόνο, τοποθετεῖται σὲ φάτνη. Ὁ ἄυλος καὶ ἀσώματος ἀπὸ ἀνθρώπινα χέρια σπαργανώνεται. Αὐτός πού σπάει τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας, τυλίγεται σὲ σπάργανα, ἐπειδὴ αὐτό ἐπιθυμεῖ.

Ποιὸν γέννησε ἡ Παρθένος; Τὸν Δεσπότη τῆς φύσης. Ἀκόμη κι ἂν ἐσύ σιωπήσεις, τὸ βροντοφωνάζει ἡ φύση. Γιατί ἡ παρθένος Μαρία γέννησε, ὅπως θέλησε νὰ γεννηθεῖ αὐτός πού γεννήθηκε. Δὲν γεννήθηκε μὲ ἀντίθετο τρόπο ἀπὸ τὸν φυσικό, ἀλλά σὰν Δεσπότης εἰσήγαγε πρωτόγνωρο τρόπο γεννήσεως. Ὅμως παρόλο πού ἔγινε ἄνθρωπος, δὲν γεννήθηκε ὅπως γεννιέται ὁ ἄνθρωπος. Γιατί ἂν προέρχονταν ἀπὸ συνηθισμένο γάμο, −ὅπως παραδείγματος χάριν προῆλθα ἐγώ−, ἀπό τούς περισσότερους ἀνθρώπους θὰ ἐθεωρεῖτο ψεύτικος. Τώρα ὅμως αὐτός πού γεννιέται, γι’ αὐτό γεννιέται ἀπὸ τὴν Παρθένο, δηλαδὴ καὶ τὴ μητέρα στὸ ἑξῆς τὴν διασώζει καὶ τὴν παρθενία της τὴν φυλάγει ἀκέραιη, ὥστε ὁ παράδοξος τρόπος τῆς κυήσεως νὰ γίνει γιὰ μένα πρόξενος μεγάλης πίστης. Γι’ αὐτό ἂν ἴσως μὲ ρωτήσει ἕνας εἰδωλολάτρης ἡ ἕνας Ἰουδαῖος ἂν ὁ Χριστὸς φυσιολογικὰ ἔγινε ἄνθρωπος ἤ μὲ διαφορετικὸ τρόπο ἀπὸ τὴ φύση του, θὰ φέρω μάρτυρα στὸν λόγο μου τὴν ἄσπιλη σφραγίδα τῆς παρθενίας, γιατί ἔτσι ὁ Θεὸς ὑπερβαίνει τὴ φυσικὴ τάξη.

Καὶ ἂν θέλεις, ρώτησε τὸν μακάριο εὐαγγελιστή Λουκᾶ κι αὐτός θὰ σοῦ ἀπαντήσει γιὰ τὸ σχέδιο τῆς ἐνσαρκώσεως τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι βέβαια ἀρχίζει τὴ διήγησή του: «Κατὰ τὸν ἕκτο μήνα τῆς ἐγκυμοσύνης τῆς Ἐλισάβετ, ὁ Θεὸς ἔστειλε τὸν ἄγγελο Γαβριὴλ στὴν πόλη τῆς Γαλιλαίας Ναζαρὲτ σὲ μιὰ παρθένο πού ἦταν ἀρραβωνιασμένη μὲ κάποιον πού τὸν ἔλεγαν Ἰωσήφ. Τὴν παρθένο τὴν ἔλεγαν Μαριάμ. Παρουσιάστηκε σ’ αὐτήν ὁ ἄγγελος καὶ τῆς εἶπε: “Χαῖρε ἐσύ προικισμένη μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, ὁ Κύριος εἶναι μαζί σου. Εὐλογημένη ἀπ’ τὸν Θεὸ εἶσαι ἐσύ, περισσότερο ἀπ’ ὅλες τὶς γυναῖκες”. Ἐκείνη μόλις τὸν εἶδε, ταράχτηκε μὲ τὰ λόγια του καὶ προσπαθοῦσε νὰ ἐξηγήσει τί σήμαινε ὁ χαιρετισμὸς αὐτός. Ὁ ἄγγελος τῆς εἶπε: “Μὴ φοβᾶσαι Μαριάμ, ὁ Θεὸς σοῦ ἔδωσε τὴ χάρη του, καὶ νὰ θὰ μείνεις ἔγκυος, θὰ γεννήσεις γιὸ καὶ θὰ τὸν ὀνομάσεις Ἰησοῦ. Αὐτός θὰ γίνει μέγας καὶ θὰ ὀνομαστεῖ Υἱὸς τοῦ Ὑψίστου. Σ’ αὐτόν θὰ δώσει ὁ Κύριος ὁ Θεὸς τὸν θρόνο τοῦ Δαβίδ, τοῦ προπάτορά του. Θὰ βασιλέψει γιὰ πάντα στοὺς ἀπογόνους τοῦ Ἰακὼβ καὶ ἡ βασιλεία του δὲν θὰ ἔχει τέλος”. Ἡ Μαριὰμ τότε ρώτησε τὸν ἄγγελο- “Πῶς θὰ μο:[υ συμβεῖ αὐτό, ἀφοῦ δὲν ἔχω συζυγικὲς σχέσεις μὲ ἄνδρα;”. Καὶ ὁ ἄγγελος τῆς ἀπάντησε: “Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ ἔλθει ἐπάνω σου καὶ ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ θὰ σὲ καλύψει». Καὶ τότε αὐτή προβληματίζεται.

Μπῆκε μέσα της ὁ Κύριος ἄσαρκος καὶ κυοφορήθηκε ἐννέα μῆνες στὴ μήτρα τῆς Παρθένου. Μπῆκε ὅπως θέλησε, κυοφορήθηκε ὅπως εὐαρεστήθηκε. Γεννήθηκε ὅπως θέλησε. Εἰσῆλθε ἄσαρκος καὶ ἔγινε ἄνθρωπος χωρὶς νὰ ἀποχωριστεῖ ἀπὸ τὴ θεότητα σύμφωνα μὲ τὴ Θεία οἰκονομία. Δὲν μιλοῦμε γιὰ δύο γιούς, ἀλλά ἐννοοῦμε ἕναν καὶ μοναδικό, δηλαδὴ τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό. Ἔγινε ἄνθρωπος καὶ ἦταν πραγματικά, ὄντας σύμφωνα μὲ τὴ φύση. Ἔγινε αὐτό τὸ ὅποιο δὲν ἦταν καὶ παρέμεινε αὐτό πού ἦταν. Γιατί «πρὶν ἀπ’ ὅλα ὑπῆρχε ὁ Λόγος, κι ὁ Λόγος ἦταν μὲ τὸν Θεὸ καὶ ἦταν Θεὸς ὁ Λόγος». Ἔγινε ἄνθρωπος χωρὶς νὰ χάσει αὐτό πού ἦταν. «Καὶ ἔστησε τὴ σκηνὴ του —δηλαδὴ ἔζησε— ἀνάμεσά μας». Τὸ «ἔστησε τὴ σκηνὴ του ἀνάμεσά μας» σημαίνει ὅτι συναναστράφηκε μαζί μας, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἱερεμίας ἡ μᾶλλον ὁ Βαροὺχ ὁ συνεργὸς του: «Αὐτός εἶναι ὁ Θεός μας, κανεὶς ἄλλος δὲν μπορεῖ νὰ ἀναμετρηθεῖ μ’ αὐτόν. Αὐτός βρῆκε καὶ κατέχει ὅλη τὴν ὁδό τῆς σοφίας καὶ τὴν ἔδωσε αὐτήν στὸν Ἰακὼβ τὸν δοῦλο του καὶ στὸν Ἰσραὴλ τὸν ἀγαπημένο του. Ὕστερα ἀπ’ ὅλα αὐτά φανερώθηκε στὴ γῆ καὶ συναναστράφηκε μὲ τοὺς ἀνθρώπους».

Ἄκουσε λοιπὸν καὶ τὴ φωνὴ τοῦ Εὐαγγελίου, γιατί εἶναι πολὺ δυνατὰ τὰ λόγια τοῦ ἀγγέλου πού ἀπηύθυνε στὴν ἁγία Παρθένο. Λέει: «Νά, θὰ μείνεις ἔγκυος καὶ θὰ γεννήσεις γιὸ καὶ θὰ τὸν ὀνομάσεις Ἐμμανουήλ, πού σημαίνει: Ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας». Πρὶν συλληφθεῖ τὸ παιδὶ στὴ μήτρα, ὀνομάστηκε Θεὸς μὲ τὴν ὀνομασία «ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας». Συμφωνοῦν μὲ τὰ λόγια τοῦ προφήτη οἱ ἔκφρασεις· «Συναναστράφηκε μὲ τοὺς ἀνθρώπους» καὶ «Ἔστησε τὴ σκηνὴ του ἀνάμεσά μας». Πρὶν ἀπὸ τὴ σύλληψη τὸ παιδὶ ἔχει ὀνομασθεῖ Θεός. Πῶς λοιπὸν δὲν λέγεται Θεοτόκος ἡ ἁγία παρθένος Μαρία; Ἐπειδὴ βέβαια δὲν ἐξηγεῖται ἔξ ὁλοκλήρου μὲ ἀνθρωπινὰ κριτήρια αὐτό τὸ ὄνομα, ἀφοῦ τὸ παιδὶ πού γεννήθηκε ὡς Θεὸς δὲν κατέλυσε τὴ φυσικὴ παρθενία τῆς Παρθένου, ἀλλά αὐτό πού γεννήθηκε μ’ αὐτόν τὸν τρόπο ἀπὸ τὴ Θεοτόκο εἶναι καὶ Θεὸς καὶ ἄνθρωπος. Θεὸς κατὰ φύση, ἄνθρωπος ὅμως ἀπὸ δική του ἐκλογή. Ἔγινε ἄνθρωπος, εἶναι ὅμως καὶ Θεός, δηλαδὴ ἔχει ἑνωμένες τὶς δύο φύσεις. Ἀλλὰ ἴσως πεῖ ἕνας ἀντιρρησίας· «Ἂν ἡ Παρθένος εἶναι Θεοτόκος, τότε ὁ Θεὸς Λόγος ἀρχίζει νὰ ὑπάρχει ἀπὸ τὴν Παρθένο». Δὲν ἐννοῶ ὅτι ὁ Θεὸς ἀρχίζει τὴν ὕπαρξή του ἀπὸ τὴν ἁγία Παρθένο, Θεὸς φυλάξοι! αὐτός ὑπῆρχε πρὸ τῶν αἰώνων, αὐτός καὶ «τοὺς αἰῶνες δημιούργησε», αὐτός εἶναι ὁ δημιουργὸς ὅλης τῆς κτίσης, ὅπως λέει ὁ Εὐαγγελιστὴς: «Τὰ πάντα δι’ αὐτοῦ δημιουργήθηκαν κι ἀπ’ ὅσα ἔγιναν τίποτα χωρὶς αὐτόν δὲν ἔγινε».

Αὐτός διὰ τοῦ ὁποίου δημιουργήθηκε τὸ σύμπαν, ἐννέα μῆνες ἔμεινε στὴν κοιλιὰ χωρὶς νὰ ἀποξενωθεῖ ἀπὸ τὸν πατρικὸ κόλπο. Ἐνῶ βρισκόταν στὴ μήτρα τῆς παρθένου, ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν ἐπουρανίων δυνάμεων δοξολογοῦνταν καὶ προσκυνοῦνταν. Ἐνῶ βρισκόταν στὴν κοιλιὰ τῆς Παρθένου, γέμιζε τὸν οὐρανό καὶ τὴ γῆ, αὐτός πού κρατᾶ τὸν οὐρανό καὶ τὴ γῆ ὄχι μὲ τὴ δύναμή του, ἀλλά μ’ ἕνα νεῦμα του. Αὐτός ἦταν μέσα στὴ μήτρα σὰν ἄνθρωπος, ἐνεργοῦσε ὅμως ὡς Θεός. Δὲν βρισκόταν μόνον μέσα στὴ μήτρα τῆς Παρθένου αὐτός πού γεννήθηκε ἀπὸ παρθένο, ἀλλά ἐξουσίαζε καὶ κυβερνοῦσε τὰ πάντα ὡς Θεὸς σύμφωνα μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος «’Εμμανουήλ», «Ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας». Ἂν ὀνομάζεις μόνον παιδὶ αὐτό πού γεννήθηκε κι ὄχι Θεό, ἄκουσε τί βροντοφώνησε ὁ μεγάλος κήρυκας Ἠσαΐας, ὅταν ἀπευθυνόταν πρὸς τὴν ἀχάριστη συναγωγή, μᾶλλον καλύτερα πὲς ἀπόρριψη, τῶν Ἰουδαίων λέγοντας: «Αὐτά θὰ πραγματοποιηθοῦν, γιατί θὰ γεννηθεῖ γιὰ μᾶς ἕνα παιδί, θὰ δοθεῖ σὲ μᾶς ὁ γιὸς αὐτός, τοῦ ὁποίου ἡ ἀρχή καὶ ἡ ἐξουσία ὑπάρχει ἀπ’ ἀρχῆς ἐπάνω στοὺς ὤμους του καὶ θὰ καλεῖται τὸ ὄνομά του ἀγγελιοφόρος τῆς μεγάλης βουλῆς τοῦ Θεοῦ, θαυμαστὸς σύμβουλος, Θεὸς ἰσχυρός, ἐξουσιαστής, ἀρχηγός τῆς εἰρήνης, πατέρας τοῦ μέλλοντος αἰῶνος». Ἀμήν. Ἕνα παιδὶ πού γεννήθηκε φυσιολογικά, πότε ἔγινε Θεὸς ἐξουσιαστής, ὅπως ὀνομάστηκε αὐτό τὸ παιδὶ «Ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας»;

Ἂν ὅμως τὸ παιδὶ πού γεννήθηκε ἀπὸ τὴν Παρθένο εἶναι Θεὸς ἰσχυρός, ἐξουσιαστής, ἀρχηγός τῆς εἰρήνης καὶ πατέρας τοῦ μέλλοντος αἰῶνος, πῶς δὲν εἶναι Θεοτόκος ἡ Παρθένος ἀλλά εἶναι Θεοδὸχος, ἀφοῦ συνέλαβε καὶ γέννησε καὶ εἶναι Θεὸς αὐτός πού γεννήθηκε; Καὶ πάλι ἐπαναλαμβάνω γι’ αὐτόν ὅτι, ὅπως θέλησε μπῆκε στὴ μήτρα, ὅπως εὐδόκησε κυοφορήθηκε καὶ ὅπως θέλησε παρουσιάστηκε αὐτός πού γεννήθηκε. Γιατί ἐξετάζεις τὴ θέλησή του; Γιατί ἐξετάζεις λεπτομερειακὰ τὸ θέμα τῆς εὐδοκίας του; Γιατί προσπαθεῖς νὰ ἐξι- χνιάσεις τὴ βούλησή του; Ἄκουσε τὰ λόγια του Παύλου, μᾶλλον πληροφορήσου ἀπ’ αὐτόν «Ποιὸς τάχα μπορεῖ νὰ ἀντισταθεῖ στὸ θέλημά του;». Μάλιστα, ἄνθρωπέ μου, ποιὸς εἶσαι ἐσύ πού ἐρευνᾶς καὶ ἐξιχνιάζεις τὴ γέννησή του, ἐνῶ ὁ προφήτης λέει: «Ποιὸς θὰ τολμήσει νὰ διηγηθεῖ τὴ γενιά του;». Ὁ προφήτης ἀποφεύγει νὰ διηγηθεῖ τὴ γενιά του καὶ σὺ ἄνθρωπε περιεργάζεσαι τὴ φύση του καὶ πολυπραγμονεῖς; Ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς ὅταν διηγεῖται τὴν ἀνθρώπινη γέννησή του λέει: «Στὴν περιοχὴ ἐκείνη βρίσκονταν βοσκοί, πού ἔμεναν στὸ ὕπαιθρο καὶ φύλαγαν βάρδιες γιὰ τὸ κοπάδι τους. Σ’ αὐτούς παρουσιάστηκε ἕνας ἄγγελος Κυρίου καὶ θεϊκὴ λαμπρότητα τοὺς περιέβαλε μὲ τὴ λάμψη της καὶ κατατρόμαξαν. Ὁ ἄγγελος τοὺς εἶπε: Μὴ τρομάζετε, νά, σᾶς φέρνω χαρμόσυνο ἄγγελμα, πού θὰ γεμίσει μὲ χαρὰ μεγάλη ὅλον τὸν κόσμο. Γιατί σήμερα στὴν πόλη τοῦ Δαβὶδ γεννήθηκε γιὰ χάρη σας Σωτήρας, αὐτός εἶναι ὁ Χριστός, ὁ Κύριος». Ὁ ἄγγελος, πού ἔφερε τὸ χαρούμενο μήνυμα στοὺς ποιμένες, ὀνόμασε Χριστὸ καὶ Κύριο αὐτόν πού γεννήθηκε ἀπὸ τὴν Παρθένο.

Ἂν λοιπὸν αὐτός πού γεννήθηκε εἶναι ὁ Κύριος, πῶς ἡ Παρθένος δὲν πρέπει νὰ ὀνομάζεται Κυριοτόκος; Ἐγώ ἰσχυρίζομαι ὅτι ἡ ἁγία Παρθένος σύμφωνα μὲ τὸ χαρούμενο μήνυμα τοῦ ἀγγέλου πρὸς τοὺς ποιμένες καὶ τὴν Παρθένο, πρέπει νὰ ὀνομάζεται Χριστοτόκος καὶ Κυριοτόκος καὶ Σωτηριοτόκος καὶ Θεοτόκος. Ἂν οἱ ἴδιοι οἱ ἄγγελοι τὸν ὀνομάζουν Σωτήρα, Χριστό, Κύριο καὶ Θεό, ἐμεῖς γιατί δὲν δεχόμαστε τὴ μαρτυρία τους αὐτή; Εἰσῆλθε στὴν Παρθένο ἄσαρκος, κυοφορήθηκε σωματικὰ καὶ ὅπως ἐκεῖνος ἔκρινε σωστό. Ἐξῆλθε μὲ φυσικὸ τρόπο, ὅπως ὅλοι, ἀπὸ τὴ μητέρα τοῦ σύμφωνα μὲ τὸ θεϊκὸ σχέδιο, καὶ δὲν ἑνώθηκε βέβαια ὁ Θεὸς Λόγος μετὰ τὴ γέννησή του κατὰ τὸ θεϊκὸ σχέδιο. Γεννήθηκε χωρὶς νὰ ἀλλοιωθεῖ ἡ φύση του, ἀφοῦ ἔγινε αὐτό πού δὲν ἦταν, ἐνῶ συγχρόνως παρέμεινε αὐτό πού ἦταν. Χωρὶς νὰ ἀλλοιωθεῖ ἡ οὐσία του, ἀπαρνήθηκε τὴ θεϊκή του δόξα, δηλαδὴ ὅπως τὸ θέλησε ὁ ἴδιος. Πῆρε μορφὴ δούλου χωρὶς νὰ ἀναγκασθεῖ ἀπὸ κάποιον ἄλλο, δὲν ἔχασε τὴ θεότητά του, ὅπως λέγει ὁ μακάριος Παῦλος: «Ὁ Ὁποῖος, ἂν καὶ ἦταν Θεός, δὲν θεώρησε τὴν ἰσότητά του μὲ τὸν Θεὸ ἀποτέλεσμα ἁρπαγῆς, ἀλλά τὰ ἀπαρνήθηκε ὅλα καὶ πῆρε μορφὴ δούλου». Ἄδειασε τὸν Ἑαυτό του κι ἔγινε αὐτό πού δὲν ἦταν, καὶ τὸ ἐπαναλαμβάνω, ἔμεινε αὐτός πού ἦταν, γιατί ἦταν αὐτός ὁ Λόγος Θεός. Γεννήθηκε παιδάκι, ἀλλά δοξάζεται σὰν Υἱὸς Θεοῦ. Εἰσῆλθε ἀσώματος, ἀπέκτησε σῶμα, ὅπως τὸ θέλησε ὁ ἴδιος, καὶ ἔτσι ἡ ζωὴ νίκησε τὸν θάνατο.

Νά λές λοιπόν, χριστιανέ μου, Θεοτόκο τήν Παρθένο καί νά μήν τὴν λὲς Θεοδόχο, ἤ μᾶλλον νὰ τὴν λὲς Θεοδόχο καὶ Θεοτόκο. Ἂν εἶναι Θεοδόχος, εἶναι καὶ Θεοτόκος, γιατί δὲν ἔλαβε ὁ Θεὸς Λόγος ἀπ’ αὐτήν σάρκα; Ἀλλὰ σ’ αὐτό τὸ χωρίο μὲ ἐξαναγκάζει ὁ Εὐαγγελιστὴς νὰ τὸ παραδεχτῶ, ὅταν μ’ ὅλη του τὴ δύναμη διακηρύττει: «Ὁ Λόγος ἔγινε ἄνθρωπος». Ὁ ἄλλος Εὐαγγελιστὴς σημειώνει: «Ρώτησε ὁ Ἰησοῦς τοὺς μαθητὲς του: Ποιὸς λένε οἱ ἄνθρωποι πώς εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου;”. Ἀπάντησαν οἱ Ἀπόστολοι λέγοντας: “Ἄλλοι λένε πώς εἶναι ὁ Ἠλίας, ἄλλοι ὁ Ἱερεμίας ἤ ἕνας ἀπό τούς προφῆτες”. Εἶπε ὁ Ἰησοῦς: “Κι ἐσεῖς ποιὸς λέτε πώς εἶμαι;”. Ἀπάντησε ὁ Πέτρος καὶ εἶπε: “Σὺ εἶσαι ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ”». Δὲν εἶπε: «Σὺ εἶσαι αὐτός πού ἔγινε Υἱὸς Θεοῦ μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ», ἀλλά εἶπε: «Σὺ εἶσαι ὁ Χριστός», μὲ ξεκάθαρη φωνή, «ὁ Υἱὸς τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ». Καὶ ὁ εὐαγγελιστὴς Μάρκος πάλι τὴν ἴδια διατύπωση χρησιμοποιεῖ, ἀφοῦ μιλᾶ παρόμοια μὲ τὸν μακάριο Πέτρο: «Αὐτή εἶναι ἡ ἀρχή τοῦ χαρμόσυνου μηνύματος γιὰ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ». Στὸ κατὰ Ματθαῖο Εὐαγγέλιο, στὴν ἀνάσταση τοῦ Σωτήρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀναφέρεται: «Ὁ Ρωμαῖος ἑκατόνταρχος καὶ οἱ στρατιῶτες πού φύλαγαν μαζί του τὸν Ἰησοῦ, ὅταν εἶδαν τὸν σεισμὸ καὶ τ’ ἄλλα συμβάντα, φοβήθηκαν πάρα πολὺ καὶ εἶπαν: “Στ’ ἀλήθεια αὐτός ἦταν Υἱὸς Θεοῦ”». Ὁ ἄγγελος εἶπε στοὺς βοσκοὺς: «Μὴ τρομάζετε, σᾶς φέρνω χαρμόσυνο ἄγγελμα, πού θὰ γεμίσει μὲ χαρὰ μεγάλη ὅλον τὸν κόσμο, γιατί σήμερα στὴν πόλη τοῦ Δαβὶδ γεννήθηκε γιὰ χάρη σας σωτήρας, κι αὐτός εἶναι ὁ Χριστός, ὁ Κύριος».

Ἂν λοιπὸν τὸ παιδὶ πού γεννήθηκε ὀνομάζεται Κύριος, καὶ ἡ Παρθένος πρέπει νὰ λέγεται Κυριοτόκος. Ὅπου βέβαια λέμε Κύριος, ἐκεῖ ἐννοοῦμε καὶ Θεός, γιατί δὲν ξεχωρίζεται τὸ Κύριος ἀπὸ τὸ Θεὸς ἤ τὸ Θεὸς ἀπὸ τὸ Κύριος, ὅπως λέει ἡ Παλαιὰ Διαθήκη: «Καὶ ἔβρεξε φωτιὰ ὁ Κύριος ἀπὸ τὸν Κύριο», καὶ ἀλλοῦ: «Νὰ ἀγαπήσεις Κύριο τὸν Θεό σου», καὶ ἀλλοῦ: «Ἄκουσε λαὲ τοῦ Ἰσραήλ, Κύριος ὁ Θεός σου εἶναι ἕνας καὶ μοναδικὸς Κύριος», καὶ πάλι ὁ ψαλμωδὸς προσθέτει: «Κύριε καὶ Θεὲ τῶν οὐρανίων καὶ ἐπιγείων δυνάμεων, ἄκουσε μὲ εὐμένεια τὴν προσευχή μου», καὶ πάλι: «Ὁ Θεὸς καὶ Κύριός μας ἐφώτισε μὲ τὸ φῶς τῆς Θείας του παρουσίας», καὶ ἐπαναλαμβάνει: «Κύριε καὶ Θεὲ τῶν οὐράνιων ἀγγελικῶν δυνάμεων, ποιὸς εἶναι δυνατὸν νὰ συγκριθεῖ μὲ σένα;». Ἐπίσης ὁ Παῦλος στὴν ἐπιστολή του πρὸς τὸν Τίτο γράφει τὰ ἑξῆς: «Γιατί ὁ Θεὸς φανέρωσε τὴ χάρη του, γιὰ νὰ σώσει ὅλους τούς ἄνθρωπους. Αὐτή μᾶς καθοδηγεῖ νὰ ἀρνηθοῦμε τὴν ἀσέβεια καὶ τὶς ἁμαρτωλὲς ἐπιθυμίες καὶ νὰ ζήσουμε μὲ σωφροσύνη, μὲ δικαιοσύνη καὶ μὲ εὐσέβεια στὸν παρόντα αἰώνα, περιμένοντας τὴ μακαριότητα πού ἐλπίζουμε, δηλαδὴ τὴν ἐμφάνιση τῆς δόξας τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ Σωτήρα μας, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ».

Αὖτος πού γεννήθηκε ἀπὸ τὴν ἁγία Παρθένο, αὐτός εἶναι ὁ Χριστός, ὁ Κύριός μας. Αὐτόν τὸν Χριστὸ καὶ Κύριο ὁ μακάριος Παῦλος τὸν ὀνομάζει μέγα Θεό, ὅταν λέει: «Τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ Σωτήρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ». Πάλι ὁ Παῦλος γράφει στὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολὴ του: «Φθάνω στὸ σημεῖο νὰ εὔχομαι νὰ χωριζόμουν ἐγώ ἀπὸ τὸν Χριστό, ἀρκεῖ νὰ πήγαιναν κοντὰ του οἱ ὁμοεθνεῖς ἀδελφοί μου. Εἶναι οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἰσραήλ, πού ὁ Θεὸς τοὺς ἔκανε παιδιά του, τοὺς φανέρωσε τὴ δόξα του, ἀνανέωσε ἐπανειλημμένα τὴ διαθήκη του μ’ αὐτούς, τοὺς ἔδωσε τὸν νόμο, τὴ λατρεία καὶ τὶς ὑποσχέσεις του. Εἶναι ἀπόγονοι τῶν πατριαρχῶν κι ἀπὸ αὐτούς κατάγεται ὡς ἄνθρωπος ὁ Χριστός, ὁ Θεός, πού ἐξουσιάζει τὰ πάντα». Καὶ πάλι ὁ ἴδιος Παῦλος γράφει: «Κανένας ἀπ’ ὅσους ἐπιδίδονται στὴν ἀκολασία, στὴν ἀνηθικότητα, στὴν πλεονεξία —πού εἶναι οὐσιαστικὰ λατρεία τῶν εἰδώλων-δὲν θὰ ἔχει μερίδιο στὴ Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ καὶ Θεοῦ».

Ὥστε ἔχει ἀποδειχθεῖ πώς ὁ Κύριος εἶναι Θεὸς καὶ ὁ Θεὸς ὅτι εἶναι ὁ Κύριος. Ἂν ὅμως κι αὐτά δὲν τὰ παραδέχεσαι, ἂς σὲ πείσουν οἱ δαίμονες μ’ αὐτά πού φώναζαν στὴ χώρα τῶν Γεργεσηνῶν:«Ἐ, τί δουλειὰ ἔχεις ἐσύ μέ μᾶς, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἦλθες ἐδῶ πρὶν τὴν ὥρα μας γιὰ νὰ μᾶς βασανίσεις;». Ἂς σὲ πείσουν οἱ δαίμονες. Ἂν ἀπορρίπτεις τὴ μαρτυρία τοῦ Πέτρου καὶ ἀποστρέφεσαι τὴ φωνὴ τοῦ Εὐαγγελίου, σεβάσου αὐτά πού γράφει ὁ Μάρκος. Νὰ φοβηθεῖς τὰ λόγια του ἀγγέλου: «Αὐτός, πού γεννήθηκε ἀπὸ τὴν Παρθένο, εἶναι Σωτήρας, Χριστὸς καὶ Κύριος». Παρόλα αὐτά ἀπιστεῖς; Χαλιναγώγησε τὴν ὁρμή τῆς βλασφημίας σου καὶ παραδέξου αὐτό πού λέει ὁ ἄγγελος στὸ Εὐαγγέλιο, «Ἐμμανουήλ», δηλαδὴ «Ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας». Πρὶν ἀπὸ τὴ σύλληψή του ὀνομάζεται Θεός· καὶ ὅταν συλλαμβάνεται αὐτός στὴν κοιλιὰ τῆς Παρθένου κατὰ Θεία οἰκονομία μὲ ὑπερφυσικὸ τρόπο, ἀρνεῖσαι ὅτι εἶναι αὐτός Θεός; Ἂν ὅμως παραδέχεσαι ὅτι εἶναι Θεὸς αὐτός πού βρίσκεται στὴν κοιλιὰ τῆς Παρθένου, ὁ Ὁποῖος πρὰγματι εἶναι, καὶ ὅτι ἑνώθηκε αὐτός ὁ Θεὸς Λόγος μὲ τὴ σάρκα σύμφωνα μὲ τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ, γιατί ἀποφεύγεις τὴν Παρθένο νὰ τὴν ὀνομάσεις Θεοτόκο; Ἂν δὲν εἶναι Θεοτόκος, οὔτε Παρθένος εἶναι μετὰ τὴ γέννα της. Ἐγώ ὅμως ἰσχυρίζομαι ὅτι εὑρισκόμενος μὲ τὴ σύλληψη στὴν παρθενικὴ μήτρα, καθόταν στὴν πραγματικότητα στοὺς κόλπους τοῦ Πατέρα χωρὶς νὰ εἶναι δυνατὸ νὰ περιγραφεῖ. Εἶναι ἁπλή βέβαια κι ὄχι πολύπλοκη ἡ Θεία φύση, ἀλλά δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ περιγραφεῖ. Εἶναι ἀμετάβλητη αὐτή ἡ φύση καὶ ἀναλλοίωτη ἡ οὐσία της. Αὐτόν πού βρίσκεται στοὺς κόλπους τοῦ Πατέρα, αὐτόν γέννησε τώρα ἡ Παρθένος, σύμφωνα μὲ τὸ σχέδιο τῆς Θείας οἰκονομίας. Ὅπως θέλησε εἰσῆλθε, ὅπως εὐδόκησε συνελήφθη στὴν κοιλιὰ τῆς Παρθένου καὶ ὅπως θέλησε γεννήθηκε.

Ἐσύ, ἄνθρωπέ μου, γιατί περιεργάζεσαι τὴ γέννησή του; Ἤ νὰ τόν φοβᾶσαι ὡς Θεὸ ἤ νὰ τὸν σέβεσαι ὡς Δεσπότη ἤ νὰ τὸν λατρεύεις ὡς Κτίστη καὶ Δημιουργὸ ἤ νὰ τὸν τρέμεις ὡς Κύριο ἤ νὰ φρίττεις ἐνώπιόν του ὡς σέ Κριτή. Θὰ σὲ κάνουν νὰ συνέλθεις οἱ δαίμονες, πού ἐδίωξαν τοὺς χοίρους καὶ ἔπνιξαν τὸ κοπάδι στὸν βυθὸ τῆς λίμνης. Ἐκεῖνοι, ἐπειδὴ κατάλαβαν ὅτι ἦταν ὁ Δεσπότης, λένε: «Τί δουλειὰ ἔχεις ἐσύ μὲ μᾶς Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἦλθες πρὶν τὴν ὥρα μας γιὰ νὰ μᾶς βασανίσεις;». Ἐκεῖνοι ἀποφεύγουν τὸν κίνδυνο καὶ τὴν ἀπειλή τοῦ βασανισμοῦ, ἐνῶ ἐσύ ἐπισύρεις κατὰ τοῦ ἑαυτοῦ σου τὴν καταδίκη σὲ βασανισμό. Ἐκεῖνοι κατάλαβαν ὅτι αὐτός πού γεννήθηκε ἀπὸ τὴ Μαρία εἶναι ὁ Κύριος, ὁ Κριτὴς τοῦ σύμπαντος, καὶ ἐνῶ τὸν εἶδαν πρὶν ἀπὸ τὴν κρίση τὸν φοβήθηκαν, καὶ σὺ, ἐνῶ ἔχεις μπροστὰ αὐτήν τὴ μέλλουσα κρίση, τὴν καταφρονεῖς καὶ δὲν σαστίζεις; Καὶ τὰ ἐπαναλαμβάνω αὐτά καὶ δὲν θὰ σταματήσω νὰ τὰ ἐπαναλαμβάνω, διασαφηνίζοντας σὲ σᾶς τὸ θέμα τοῦ λόγου μου γιὰ νὰ εἶναι ξεκάθαρο, ὥστε μὲ ἀσφαλή γνώση νὰ ἔχετε ἀσάλευτη πίστη καὶ τὸ θεμέλιο τῆς πίστης, πού εἶναι ἡ ὁμολογία, νὰ τὸ κατέχετε σταθερά.

Πάλι θὰ ἀσχοληθοῦμε μὲ τὸ θέμα μας, ἀποδεικνύοντας τὸν σωστὸ καὶ σταθερὸ δρόμο τῆς πίστης μας. Γιατί γιὰ μένα τὸ νὰ μιλῶ «δὲν εἶναι κόπος, ἐνῶ γιὰ σᾶς εἶναι ἀσφάλεια». Αὐτός ὁ Θεὸς μπῆκε ὅπως θέλησε Ἐκεῖνος στὴν Παρθένο διὰ τῆς ἀκοῆς της, ὅπως εὐδόκησε κυοφορήθηκε, γεννήθηκε ὅπως θέλησε Ἐκεῖνος, εἰσῆλθε ἀσώματος ὅπως τὸ θέλησε, κυοφορήθηκε ὁ ἄχωρητος σ’ ἕνα σκεῦος μὲ περιορισμένη χωρητικότητα,

δηλαδὴ στὴ μήτρα τῆς Παρθένου, σύμφωνα μὲ τὴ Θεία οἰκονομία, ὅπως εὐδόκησε ὁ ἴδιος. Γεννήθηκε ὅπως τὸ θέλησε Θεὸς καὶ ἄνθρωπος συγχρόνως. Ἔγινε αὐτό πού δὲν ἦταν προηγουμένως, ἔχοντας τὴν ἀναλλοίωτη οὐσία αὐτοῦ πού ἦταν προηγουμένως. «Ἦταν βέβαια Θεὸς ὁ Λόγος καὶ ὁ Λόγος ἦταν μὲ τὸν Θεό», παρόλο πού ὁ Ἀπόστολος εἶπε: «Ὁ Θεὸς ἀπέστειλε τὸν Υἱό του, πού γεννήθηκε ἀπὸ μιὰ γυναίκα». Αὐτόν τὸν Υἱὸ ἔστειλε ὁ Θεὸς πού γεννιέται ἀπὸ γυναίκα, αὐτόν πού γεννήθηκε ἀπὸ ἀμόλυντη φύση, αὐτόν πού προῆλθε ἀπὸ ἄφραστη οὐσία, αὐτόν πού δὲν ἀποξενώθηκε ἀπό τούς πατρικοὺς κόλπους, αὐτόν πού δὲν ἐγκατέλειψε τὸν βασιλικὸ θρόνο, ἀλλά πού κυρίως αὐτός εἶναι ὁμόθρονος μὲ τὸν Πατέρα, ἀφοῦ μοιράζεται τὸν ἴδιο θρόνο, ὄχι βέβαια ἐξαιτίας τῆς Θείας χάρης, ἀλλά ἐξαιτίας τῆς θεϊκῆς του φύσης καὶ τῆς πατρικῆς οὐσίας. Γιατί πές μου, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ εἶναι χωρισμένοι, ἀφοῦ ὁ ἴδιος λέγει: «Ἔγω εἶμαι ἀχώριστος ἀπὸ τὸν Πατέρα, κι ὁ Πατέρας ἀπὸ μένα», καὶ ἀλλοῦ: «Καὶ ὁ Πατέρας μένοντας ἑνωμένος μὲ μένα, πραγματοποιεῖ τὰ ἔργα του»; Αὐτόν πού γεννήθηκε ἀπὸ τὴν ἁγία Παρθένο, αὐτόν πρὶν γεννηθεῖ ὁ ἄγγελος τὸν ὀνόμασε Ἐμμανουήλ, δηλαδὴ, «Ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας». Αὐτόν ἀνέφερε ὁ προφήτης Ἠσαΐας, τὸ παιδὶ αὐτό πού θὰ προέλθει ἀπὸ τὴν Παρθένο, «θὰ εἶναι Θεὸς ἰσχυρός, ἐξουσιαστῆς, ἀρχηγός τῆς εἰρήνης, πατέρας τοῦ μελλοντικοῦ αἰώνα».

Ποιὸ παιδὶ πού γεννήθηκε μὲ φυσικὸ τρόπο ἔγινε Θεὸς ἰσχυρός, ἐξουσιαστής; Ποιὸ παιδὶ πού γεννήθηκε προσείλκυσε ἀστέρι πού ἔδειχνε πού βρισκόταν τὸ βρέφος, μᾶλλον τοῦ Δεσπότη τὸ στενὸ κατάλυμμα; Ποιὸ παιδὶ προσκάλεσε Μάγους ἀπὸ τὴν ἀνατολὴ νὰ τὸ προσκυνήσουν; Σὲ ποιὸ παιδί, πού γεννήθηκε μὲ φυσικὸ τρόπο, πρόσφεραν ἄλλοτε, δῶρα οἱ Μάγοι; Ἂς ἐξετάσουμε τὰ δῶρα, ἂν προσφέρθηκαν σὲ ἀδύναμο ἄνθρωπο κι ὄχι σὲ Θεό, πού εἶναι βασιλιὰς καὶ ἄνθρωπος. Χρυσὸ ὡς βασιλιά, λιβάνι ὡς Θεὸ καὶ σμύρνα ὡς ἄνθρωπο, πού πρόκειται νὰ ἐνταφιαστεῖ. Χρυσάφι ὡς βασιλιὰ: «Θεέ μου, δῶσε στὸν βασιλιὰ καὶ στὸν γιὸ τοῦ βασιλιᾶ τὴ σύνεση καὶ τὴ σοφία». Αὐτήν τὴν προσφώνηση ἔκανε ὁ Δαβίδ. Ὕστερα ἀπ’ αὐτά ὁ ἄγγελος στὸν χαιρετισμὸ τῆς Μαρίας εἶπε: «Σ’ αὐτόν θὰ δώσει ὁ Κύριος ὁ Θεὸς τὸν θρόνο τοῦ Δαβίδ, τοῦ προπάτορά του. θὰ βασιλέψει γιὰ πάντα στοὺς ἀπογόνους τοῦ Ἰακὼβ καὶ ἡ βασιλεία του δὲν θὰ ἔχει τέλος».

Σ’ Αὐτόν ἀνήκει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμη στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Πηγή: www.imaik.gr