Αρχική Blog Σελίδα 191

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Κυριακὴ 14 Ἰουλίου 2024

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΕΟΡΤΗΣ (ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ ΕΝ ΧΑΛΚΗΔΟΝΙ Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ)
Πρὸς Τίτον Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
3: 8-15

Τέκνον Τίτε, πιστὸς ὁ λόγος· καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ. Ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις· μωρὰς δὲ ζητήσεις καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιΐστασο· εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι. Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος. ῞Οταν πέμψω ᾿Αρτεμᾶν πρός σε ἢ Τυχικόν, σπούδασον ἐλθεῖν πρός με εἰς Νικόπολιν· ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμάσαι. Ζηνᾶν τὸν νομικὸν καὶ ᾿Απολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον, ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ. Μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι. ᾿Ασπάζονταί σε οἱ μετ᾿ ἐμοῦ πάντες. Ἄσπασαι τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶς ἐν πίστει. ῾Η χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ ΕΝ ΧΑΛΚΗΔΟΝΙ Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
5: 14-19

Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτοῦ Μαθηταῖς·Ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου. οὐ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη· οὐδὲ καίουσι λύχνον καὶ τιθέασιν αὐτὸν ὑπὸ τὸν μόδιον, ἀλλ’ ἐπὶ τὴν λυχνίαν, καὶ λάμπει πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ. οὕτως λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσιν τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς. Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας· οὐκ ἦλθον καταλῦσαι ἀλλὰ πληρῶσαι. ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται. ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτως τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Ο ησυχαστής Φώτης Κόντογλου (+ 13 Ιουλίου 1965), αγαπημένο του καταφύγιο η ησυχία

Φώτης Κόντογλου

Μνήμη Φωτίου Κόντογλου
Εκοιμήθη στις 13 Ιουλίου 1965
Εις μνημόσυνον αιώνιον…

«Σου λέγω πως δε γράφω με μελάνι παρά με δάκρυα γράφω»
Φ. Κόντογλου
Φώτης κόντογλου

Ο Φώτης Κόντογλου γεννήθηκε στο Αϊβαλί (Κυδωνίες) της Μικράς Ασίας στις 8 Νοεμβρίου 1895 και πέθανε στην Αθήνα στις 13 Ιουλίου 1965. (Μετά την εκταφή του η ανακομιδή των οστών του έγινε στην Ιερά Μονή Αγίου Εφραίμ Νέας Μάκρης). Το παρακάτω περιστατικό αναφέρεται στις τελευταίες του στιγμές στο νοσοκομείο και την θαυμαστή πληροφορία που είχε η γυναίκα του από τον Άγιο Εφραίμ τον θαυματουργό.

-Περνούσε δύσκολες ημέρες στο νοσοκομείο ο αείμνηστος Φώτης Κόντογλου, και η γυναίκα του Μαρία Κόντογλου, ήταν γονατιστή και προσευχόταν για την θεραπεία του, επικαλούμενη τον Μεγάλο μας Άγιο Εφραίμ. Ας μην ξεχνάμε, ότι η αγιασμένη χείρα του χαρισματούχου αγιογράφου, είχε φιλοτεχνήσει την πρώτη εικόνα του Αγίου μας! Η Μαρία Κόντογλου περίμενε λοιπόν από τον Άγιο κάτι. Και τι μεγαλύτερη βοήθεια θα μπορούσε να βρει απ’ αυτή, το να δει εκείνη ακριβώς την ώρα που προσηύχετο, την ψυχή του Φώτη Κόντογλου να την κρατά ο Άγιος Εφραίμ, και μέσα σε τόση δόξα να την οδηγεί στον Ουρανό! Παραξενεύτηκε βλέποντας όλα αυτά! Τι τάχα να σήμαιναν; Κείνη την ώρα λοιπόν διέλυσε την απορία της κάποιο τηλεφώνημα από το νοσοκομείο, που της ανακοίνωνε ότι ο άνδρας της πέταξε ανάλαφρα στον Ουρανό! Ο Άγιος ήταν στ’ αλήθεια ο συνοδός του!

Από το βιβλίο: «Οπτασίαι και Θαύματα του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Εφραίμ του Θαυματουργού» – Γ΄τόμος (Έκδοση Ι.Μ. Ευαγγελισμού της Θεοτόκου – Όρος Αμώμων Αττικής).

***

Το 1960, ανέλαβε να καταγράψει, αφιλοκερδώς, όλα όσα θαυμαστά συνέβαιναν στον αιματοβαμμένο Λόφο των Καρυών Θερμής Λέσβου.  Έγραψε το βιβλίο “ΣΗΜΕΙΟΝ ΜΕΓΑ” και φιλοτέχνησε την εικόνα των Αγίων Ραφαήλ και Νικολάου που μεταφέρθηκε στην Λέσβο κατά την πρώτη επίσημη τελετή. Ο Άγιος Ραφαήλ και Νικόλαος τον επισκέφθηκαν όταν φιλοτεχνούσε την εικόνα τους για ν’ αποδώσει καλύτερα τη Μορφή Τους..

***

Ταπεινή και ήσυχη ζωή, θα πεί αληθινή ζωή. Κάθε στιγμή της ζωής είναι πολύτιμη για τον άνθρωπο. Ζώντας με τον εαυτό μας, δεν γινόμαστε εγωιστές, όπως θα πούνε κάποιοι που κρίνουνε ξώπετσα. Ίσια – ίσια, μ’ αυτόν τον τρόπο ανθίζει μέσα μας ένα πάντερπνο περιβόλι, γεμάτο αγάπη για τους άλλους, κι η καρδιά μας πίνει από τη δροσερή πηγή που έβαλε ο Θεός μέσα μας. Εκείνος είπε: «Η βασιλεία του Θεού βρίσκεται μέσα σας». Και τι άλλο είναι η βασιλεία του Θεού, παρά η αληθινή ζωή; «Ότι παρά Σοι πηγή ζωής. Εν τω φωτί Σου οψόμεθα φως». «Σε Σένα, λέγει, βρίσκεται η πηγή της ζωής». ..

Καλότυχος είναι όποιος ξεμάκρυνε από τον κόσμο κι από την απατηλή ταραχή του, και προσέχει μοναχά στον εαυτό του. Όποιος δεν ένοιωσε την ειρήνη, δεν ένοιωσε πως ζεί. Εκείνοι που παραδίνουνε τον εαυτό τους στις ηδονές και στις κοσμικές απολαύσεις, και θαρρούνε πως κάνουνε ευτυχισμένο τον εαυτό τους, αυτοί κάθονται παντοτινά έξω από το ίδιο το σπίτι τους. Έμπα μέσα στο σπιτάκι που βρίσκεται μέσα σου, και θα δείς το παλάτι τ’ ουρανού. Γιατί, ένα είναι και τούτο και κείνο, κι από το ίδιο παραθύρι τα βλέπεις και τα δυό».

Αυτά κι άλλα τέτοια συλλογιζόμουνα, καθισμένος στο φτωχικό μου. Τι λέγω; Στο παλάτι μου. Σ’ αυτό, όλα είναι ταπεινά, μικρά κι αγαπημένα. Μήτε βίλλες θέλω, μήτε ψηλά κάγκελλα, μήτε πορτιέρηδες, μήτε γυαλιστερά πράγματα, μήτε τίποτα, από τα τόσα που θέλουνε νάχουνε οι άνθρωποι, και που γι’ αυτά δεν βρίσκουνε ησυχία, μέρα και νύχτα. Πως τα σηκώνουνε, οι δύστυχοι, τέτοια βάρη ασήκωτα; Εγώ τρέμω με τη θυσία που κάνουνε στη ματαιοδοξία τους! Πολλές φορές στενοχωριέμαι πως κι εγώ έχω πολλά πράγματα, ενώ θα μπορούσα να ζήσω με πολύ λιγώτερα. […] Τάχουμε όλα. Έχουμε κι ένα περιβολάκι, μικρό, ίσαμε μια γαϊδαροκυλίστρα.

Και όμως, αυτό το κομμάτι το χώμα είναι για μας θησαυρός ανεχτίμητος. Έχει λουλούδια που μοσχοβολούνε ήμερα κι άγρια, τα περισσότερα αγριολούλουδα, δεντρολίβανο, βασιλικό, μαντζουράνα, δυόσμο, αψηθιά, κι άλλα. Έχει και μίαν εληά, δυό λεμονιές, μια πορτοκαλιά και μια ροδιά. Κάθουμαι, σαν πασάς, και δοξάζω τον Θεό.

Κι εγώ μαζί μ’ αυτά ζω ευτυχισμένος, μέσα στην ησυχία και στην ειρήνη της ταπείνωσης. Λέγω μέσα μου: «Που πας, βρε άνθρωπε; Αφήνεις τον εαυτό σου, τον πολύτιμο εαυτό σου, και πας να βρείς άλλον κόσμο! Οι κόσμοι παντού είναι οι ίδιοι. Τα μάτια που τους βλέπουνε είναι διαφορετικά». Πόσο έμορφο πράγμα είναι να μη σε ξέρει κανένας, να σ’ έχουνε όλοι λησμονημένον! Να είσαι ένα με τα μερμηγκάκια… Να είσαι ένα με τα πεταλούδια…! Ένα με τα πουλάκια που κελαϊδούνε αξέγνοιαστα απο πάνω μας. Με τον τζίτζικα, που φωνάζει καθισμένος απάνω στο δέντρο, ντερβίσης που δεν φροντίζει για τίποτα. Ναι. Θέλω να είμαι κι εγώ ένα απ’ αυτά, να ζω ανάμεσά τους. Δεν θέλω να είμαι άνθρωπος, το πονηρότατο αυτό πλάσμα, που από την πονηριά, από τη φιλοδοξία κι από την αχορταγιά, δεν έχει καιρό να ζήσει, κι είναι ολοένα φουρτουνιασμένος!

***

Κανένα βιβλίο δεν είναι τόσο απλό και τόσο καθαρό όσο είναι το Ευαγγέλιο. Και μ’ όλα ταύτα, κανένα βιβλίο δεν ημπορεί να εξηγηθεί στραβά τόσο εύκολα, όσο το Ευαγγέλιο, επειδή η ανθρώπινη καρδιά είναι πονηρή… Καλότυχοι όσοι είναι απλοί κι αγαπάνε τα απλά και ήμερα πράγματα! Όλα τα ανθρώπινα μαραίνονται. Μονάχα το Ευαγγέλιο είναι πάντα δροσερό, “Ρόδον το αμάραντον”.

***

Φώτης Κόντογλου

Ο άνθρωπος είναι σε όλα αχόρταγος. Θέλει να απολαύσει πολλά, χωρίς να μπορεί να τα προφτάσει όλα. Και γι’ αυτό βασανίζεται. Οποίος, όμως, φτάσει σε μια κατάσταση, πού να ευχαριστιέται με τα λίγα, και να μη θέλει πολλά έστω και κι αν μπορεί να τα αποκτήσει , εκείνος λοιπόν εiναι ευτυχισμένος.

Οι άνθρωποι δεν βρίσκουν πουθενά ευτυχία, γιατί επιχειρούν να ζήσουν χωρίς τον εαυτό τους. Αλλά όποιος χάσει τον εαυτό του, έχει χάσει την ευτυχία. Ευτυχία δεν είναι το ζάλισμα, που δίνουν οι πολυμέριμνες ηδονές και απολαύσεις, αλλά η ειρήνη της ψυχής και η σιωπηλή αγαλλίαση της καρδιάς. Γι’ αυτό είπε ο Χριστός: «Ουκ έρχεται η βασιλεία του Θεού μετά παρατηρήσεως, ουδέ ερούσιν, ιδού ώδε, ή ιδού εκεί. Ιδού γαρ η βασιλεία του Θεού εντός ημών εστίν».

Ξέρω καλά, τι είναι η ζωή που ζούνε οι λεγόμενοι κοσμικοί άνθρωποι. Οι άνθρωποι, δηλαδή, πού διασκεδάζουνε, που ταξιδεύουνε, που ξεγελιούνται με λογής-λογής θεάματα, με ασημαντολογίες, με σκάνδαλα, με τις διάφορες ματαιότητες. Όλα αυτά, από μακριά φαντάζουνε για κάποιο πράγμα σπουδαίο και ζηλευτό! Από κοντά, όμως, απορείς για την φτώχεια που έχουνε, και το πόσο κούφιοι είναι οι άνθρωποι που ξεγελιούνται με αυτά τα γιατροσόφια της ευτυχίας. Βλέπεις δυστυχισμένους ανθρώπους, που κάνουνε τον ευτυχισμένο! Κατάδικους, που κάνουνε τον ελεύθερο! Άδειοι από κάθε ουσία! Τρισδυστυχισμένοι! Πεθαμένη η ψυχή τους! Kαι γι’ αυτό ανύπαρκτη και η «ευτυχία», τους! Τελείως αποξενωμένοι από την Βασιλεία του Θεού! Αλλά πώς να γίνει ψωμί, σαν δεν υπάρχει προζύμι; Και πώς να μην είναι όλα άνοστα, αφού δεν υπάρχει αλάτι; Μη φοβάσαι, αδελφέ μου, να μείνεις μοναχός με τον εαυτό σου! Μη καταγίνεσαι ολοένα με χίλια πράγματα, για να τον ξεχάσεις! Γιατί όποιος έχασε τον εαυτό του, κάθεται με ίσκιους και με φαντάσματα μέσα στην έρημο του θανάτου.

Αγάπησε τον Χριστό και το Ευαγγέλιο, περισσότερο από τις πεθαμένες σοφίες των ανθρώπων. Περισσότερο από κάθε τιμή και δόξα ετούτου του κόσμου. Και μοναχά τότε, θα χαίρεσαι σε κάθε ώρα της ζωής σου. Κανένας δρόμος δεν βγάζει στην ειρήνη της καρδιάς, παρά μόνο ο Χριστός, που σε καλεί πονετικά και που σου λέγει: «Εγώ ειμί η οδός».

Από το βιβλίο «ΜΥΣΤΙΚΑ ΑΝΘΗ» Φώτη Κόντογλου , εκδ. Παπαδημητρίου.

Πηγή: https://iconandlight.wordpress.com/2016/07/12/

Κυριακὴ τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Δ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου

Δ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος. Τοιχογραφία στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίου Σωζομένου στὴν Γαλάτα

Ὁμιλία εἰς τὸ Εὐαγγέλιον τῆς Κυριακῆς τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Δ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (Ματθ. 5, 14-19).

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ

«ὃς δ᾽ ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγας
κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν»
 
Δ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος. Τοιχογραφία στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίου Σωζομένου στὴν Γαλάτα

Ἡ Κυριακὴ αὐτή, ἀγαπητοὶ ἐν Κυρίῳ ἀδελφοί, εἶναι ἀφιερωμένη στὴ μνήμη τῶν 630 θεοφόρων Πατέρων τῆς Δ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καὶ συνδεδεμένη μὲ τὸ γνωστὸ θαῦμα τῆς ἁγίας Εὐφημίας, ποὺ ἔλαβε χώρα στὴ Χαλκηδόνα, ὅπου εἶχε συναθροισθεῖ τὸ 451 ἡ Σύνοδος:

Μὲ τὸ πέρας τῆς Συνόδου, τόσο οἱ ἅγιοι Πατέρες, ὅσο καὶ οἱ αἱρετικοὶ Εὐτυχιανοὶ ἀπόθεσαν ἐπάνω στὸ ἄφθαρτο λείψανο τῆς ἁγίας ἀπὸ ἕνα τόμο (βιβλίο), ὅπου εἶχαν καταγράψει ἑκάστη πλευρὰ τὸ τί πίστευαν, καὶ ἔκλεισαν τὴν ἁγία της λάρνακα, σφραγίζοντάς την. Κι ὅταν μετὰ ἀπὸ καθορισμένες ἡμέρες τὴν ἄνοιξαν, ὢ τοῦ θαύματος!, τὸν μὲν τόμο τῶν Ὀρθοδόξων κρατοῦσε ἡ ἁγία στὰ χέρια της, ὁ δὲ τῶν αἱρετικῶν βρέθηκε πεταγμένος κάτω ἀπὸ τὰ πόδια της! Μὲ τὸ θαυμαστὸ τοῦτο σημεῖο, ἐπισφραγίστηκε ἐκ Θεοῦ ἡ ὀρθότητα τῶν δογμάτων τῶν Ὀρθοδόξων, ἐνῶ καταδικάστηκαν οἱ αἱρετικὲς δοξασίες τῶν μονοφυσιτῶν ἀκολούθων τοῦ αἱρεσιάρχη ἀρχιμανδρίτη Εὐτυχοῦς. Γι᾽ αὐτὸ καὶ κατὰ τὴν Κυριακὴ μετὰ τὶς 11 Ἰουλίου -ὁπόταν ἑορτάζουμε τὸ θαῦμα τοῦτο τῆς ἁγίας μεγαλομάρτυρος καὶ πανευφήμου Εὐφημίας-, ποὺ συμπίπτει ἀπὸ τὶς 13 ἕως τὶς 19 Ἰουλίου, τελεῖται καὶ ἡ μνήμη τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς ἐν λόγῳ Συνόδου, οἱ ὁποῖοι στὶς δογματικὲς ἀποφάσεις τους διασαφήνισαν καὶ ἀποκρυστάλλωσαν τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη γιὰ τὸ Πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ.

Εἶναι γιὰ τοῦτο ποὺ καθορίστηκε ἡ ἀνάγνωση κατὰ τὴ σημερινὴ Κυριακὴ τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, ποὺ μόλις ἀκούσαμε, καθόσον περιλαμβάνει τὰ χαρακτηριστικὰ ποὺ πρέπει νὰ διέπουν τὴν προσωπικότητα καὶ τὸ ἔργο τῶν μαθητῶν καὶ ἀποστόλων τοῦ Κυρίου, ὅπως ὁ Ἴδιος ἐδῶ τὰ καθορίζει, τὰ ὁποῖα ἀναφέρονται ἀντίστοιχα καὶ στὴ ζωὴ καὶ τὸ ἀποστολικὸ ἔργο τῶν ἁγίων Πατέρων, ποὺ συγκρότησαν τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Διότι ἀκριβῶς οἱ οὐρανόφρονες Πατέρες, ὅπως καὶ οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι, ἔζησαν ζωὴ οὐράνια καὶ φωτεινή, μέσα στὸ φῶς τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· φωτίσθηκαν καὶ θεώθηκαν· ἔγιναν οἱ ἴδιοι φῶς καὶ δὲν ἀπέκρυψαν τοῦτο «τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, τὸ φωτίζον καὶ ἁγιάζον πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον» κάτω ἀπὸ «τὸν μόδιον» τῆς ἀπραξίας τῶν καλῶν ἔργων καὶ τῆς σιωπῆς, ἀλλὰ κήρυξαν Χριστὸν μὲ ἔργα καὶ λόγια, μὲ τὴ θεωρία καὶ τὴν πράξη, μὲ τὴ συμβολή τους, τέλος, στὴ διασαφήνιση τῆς ἀλήθειας τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης μέσα στὶς ἐργασίες καὶ δογματικὲς ἀποφάνσεις τῶν ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Ἔτσι, διασφάλισαν τὸ Ὀρθόδοξο δόγμα καὶ τὸ ἦθος τῶν Ἁγίων Γραφῶν μέχρι «ἰῶτα ἑνὸς καὶ μιᾶς κεραίας» καὶ καταπολέμησαν καὶ ἀπέδειξαν ξένους τῆς Ἐκκλησίας ὅσους «ἔλυσαν», δηλ. ἀλλοίωσαν καὶ διέστρεψαν τὴν ἀποκαλυφθεῖσα ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεὸ ἀλήθεια, ἔστω καὶ στὸ παραμικρό. Γιὰ τοῦτο καὶ ἐπάξια ἀναδείχθηκαν μεγάλοι στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, καὶ δοξάσθηκαν ἀπὸ τὸν δίκαιο Μισθαποδότη Κύριο καὶ στὴ γῆ καὶ στὸν οὐρανό.

Ἀλλά, οἱ ἀρετὲς καὶ τὰ ἔργα τῶν ἁγίων ἀποστόλων καὶ τῶν ἁγίων Πατέρων μας πρέπει νὰ καθορίζουν κατὰ ἀναλογία καὶ τὴ ζωὴ καὶ τὸ ἦθος ὅλων τῶν μελῶν τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἐκκλησίας. Καί, καταρχήν, οἱ πιστοί, ἐμεῖς, πρέπει νὰ πιστεύουμε καὶ φρονοῦμε ὅσα ἀκριβῶς πιστεύει καὶ φρονεῖ ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, ὅπως μᾶς τὰ παρέδωσαν οἱ αὐτόπτες καὶ μαθητὲς τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, ὅπως τὰ ἑρμήνευσαν καὶ διακήρυξαν οἱ ἅγιοι Πατέρες, ὅπως τὰ διασφάλισε καὶ περιφύλαξε ἀνὰ τοὺς αἰῶνες ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία. Καί, κατόπιν, νὰ ἀγωνιζόμαστε, ὥστε τὸ φρόνημά μας, οἱ λόγοι μας, ἡ ὅλη ζωή μας, νὰ εἶναι σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου, νὰ ἀποτελοῦν ἐπιβεβαίωση τῆς Πίστης μας, νὰ μετέχουν στὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ, καὶ νὰ μᾶς καθιστοῦν καὶ ἐμᾶς φῶς στὸν κόσμο τοῦτο, τοῦ σκότους καὶ τῆς πλάνης. Διότι ἡ τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν ἀποτελεῖ τὴν πρώτη θεμελιώδη προϋπόθεση τῆς εἰσόδου τῶν πιστῶν στὴν αἰώνια ζωή.

Καὶ ὁ Κύριος συνάπτει τὴ χριστιανικὴ πράξη μὲ τὴ χριστιανικὴ μαρτυρία, ὑπὸ μία ὅμως βασικὴ προϋπόθεση: Τῆς διδασκαλίας τῶν ἄλλων πρέπει νὰ ἔχει προηγηθεῖ ἡ «νόμιμος ἄθλησις», δηλαδὴ ἡ πιστὴ τήρηση τῶν θείων ἐντολῶν. Γι᾽ αὐτὸ προτάσσει τό, «ὃς δ᾽ ἂν ποιήσῃ» τοῦ, «καὶ διδάξῃ». Διότι καὶ τὰ ἐνάρετα ἔργα καθεαυτὰ κηρύσσουν καὶ ὁμιλοῦν στοὺς ἄλλους εὐγλωττότερα ἀπὸ τὰ λόγια. Καί, ὅπως θαυμάσια τὸ ἐπισημαίνει ὁ Θεολόγος Γρηγόριος: «Ἄφωνον ἔργον κρεῖσσον ἀπράκτου λόγου» (= τὸ ἔργο [τῆς ἀρετῆς] καὶ χωρὶς λόγια εἶναι καλύτερο ἀπὸ τὸν διδακτικὸ λόγο χωρὶς ἔργα). Ἂν ὅμως ὁ πιστὸς ἔχει προκόψει καὶ ὠριμάσει στὴν πνευματικὴ ζωή, τότε δὲν θὰ κρατήσει τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό του. Θὰ προσπαθήσει μὲ ταπείνωση καὶ ἀγάπη καὶ προσευχὴ νὰ τὸ μεταδώσει καὶ στοὺς συνανθρώπους του. Καὶ τότε, κατὰ τὴν ἀψευδὴ τοῦ Δεσπότου ἐπαγγελία, θὰ καταστεῖ μέγας στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Καὶ τοῦτο ἀναδεικνύει τὴ μεγάλη εὐθύνη ἡμῶν τῶν πιστῶν, ἐνώπιον Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων. Διότι συχνά, ὄχι μόνο δὲν ἀγωνιζόμαστε νὰ τηροῦμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὄχι μόνο δὲν ἀνοιγόμαστε ἱεραποστολικὰ καὶ μὲ ἁγνὴ χριστιανικὴ ἀγάπη στὸν πλησίον μας, ἀλλὰ μὲ τὴν ἀπρόσεκτη ζωὴ καὶ τὰ ἁμαρτωλὰ ἔργα καὶ λόγια μας σκανδαλίζουμε τοὺς ἀδελφούς μας καὶ γινόμαστε πρόσκομμα στὴν πνευματική τους πορεία.

Ἂς ἱκετεύσουμε τὴ χορεία τῶν θεοφόρων Πατέρων μας, ποὺ σήμερα τὴ μνήμη τους ἐπιτελοῦμε, νὰ πρεσβεύουν στὸν Φιλάνθρωπο Κύριο νὰ μᾶς δίδει μετάνοια, διόρθωση τοῦ βίου μας, ταπείνωση καὶ ἀγάπη, νὰ στοιχοῦμε στὰ βήματα τῆς ἁγίας ζωῆς τους, γιὰ νὰ ἀξιωθοῦμε τῆς αἰώνιας μακαριότητας, ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, στὸν Ὁποῖο, μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀνήκει ἡ δόξα στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν!

Μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Νικοδήμου του Αγιορείτου (14 Ιουλίου)

Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, χαρακτικό 1818, Ιωάννη Αντώνιου Ζουλιάνη

Μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Νικοδήμου του Αγιορείτου

Νίκην, ώ Νικόδημε, τω πιστώ δήμω
Δίδωσιν ο λόγος σου Πνεύματι θείω.

Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, χαρακτικό 1818, Ιωάννη Αντώνιου Ζουλιάνη

Α΄. Γέννηση – ανατροφή

Το 1749 γεννήθηκε στη χώρα της Νάξου Κυκλάδων ο Νικόλαος Καλιβούρτζης. Ο πατέρας του ονομαζόταν Αντώνιος και η μητέρα του Αναστασία.  Είχε και ένα μικρότερο αδελφό, τον Πιέρο, που αργότερα έγινε ένας από τους βασικούς συνδρομητές του πολυγραφότατου Αγίου μας. Από μικρό παιδί πήρε την εκκλησιαστική ευσέβεια από την μητέρα του και έκανε παρέα με τον εξάδελφό του, μετέπειτα επίσκοπο Ευρίπου Ιερόθεο.

Δίπλα στο σπίτι του ήταν ο  ενοριακός Ι. Ναός της Αγίας Παρασκευής, στον οποίο σύχναζε σε όλες τις ακολουθίες, όπου και έμαθε πολλούς ύμνους. Ο ιερέας τον έχει μαζί του σ’ όλες τις ιεροπραξίες. Σε ηλικία 12 ετών, εισάγεται στην ονομαστή σχολή της Νάξου, πραγματική Ακαδημία. Λειτουργούσε στην Ι. Μ. του Αγίου Γεωργίου Γρώττας, με Διευθυντή τον αδελφό του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, τον Αρχ. Χρύσανθο τον Εξωχωρίτη.

Β΄.  Ανώτερες Σπουδές στη Σμύρνη

Έμαθε τα πρώτα γράμματα στο Νησί του κοντά στον Αρχιμανδρίτη Χρύσανθο, τον αδελφό του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού.  Όχι μόνον οι γονείς του, αλλά και ο δάσκαλός του Χρύσανθος αισθάνθηκαν την ανάγκη να τον προωθήσουν για ανώτερες σπουδές. Με πατρική μέριμνα του μητροπολίτη Παροναξίας Άνθιμου Βαρδή, στέλνεται στην «Ευαγγελική Σχολή» της Σμύρνης. Εκεί τον ανέλαβε ο ξακουστός Ιερόθεος Βουλισμάς. Εκεί είχε σαν συμμαθητές, μεταξύ άλλων, και τους μετέπειτα Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως Νεόφυτον τον Ζ΄ και Γρηγόριον τον Ε΄.

Ο Νικόλαος έγινε γνωστός για την πολυμάθειά του και την δυνατή μνήμη του. Αρκούσε να διαβάσει μία φορά ένα βιβλίο και να το θυμάται πάντα! Η ευφυΐα του, η ταπεινότητά του και ο πληθωρισμός των γνώσεων, εκκλησιαστικών και κοσμικών, τον ανέδειχναν σε δάσκαλο ακόμα και των συμμαθητών του. Πέρα από την βαθιά γνώση των Θεολογικών γραμμάτων και  των επιστημών της εποχής, έμαθε τέλεια την Λατινική, την Ιταλική και την Γαλλική Γλώσσα. Μετά από την πενταετή οικότροφη φοίτησή του, σε ηλικία 21 ετών, παρά τις προσπάθειες να μείνει ως δάσκαλος στη Σχολή, αυτός τον νου του τον είχε αλλού…

Γ΄. Στην Νάξο με τους κολλυβάδες

Το 1770 (ήταν 21 ετών) ο Ρωσικός στόλος κατέκαψε τον Τουρκικό στα Δωδεκάνησα. Οι Τούρκοι για αντίποινα σήκωσαν στην Σμύρνη αντίποινα, όπου έσφαξαν πολλούς Χριστιανούς. Μεγάλο προσφυγικό κύμα φτάνει μέχρι την Πελοπόννησο, ο δε Νικόλαος στη Νάξο. Τότε, για μια πενταετία περίπου εργάστηκε ως Γραμματέας της Μητροπόλεως Παροναξίας με την εποπτεία και την καθοδήγηση του Μητροπολίτου Παροναξίας Ανθίμου του Γ΄ (1742-1779). Του πρότεινε μάλιστα να γίνει κληρικός και με τις γνώσεις του να αντιμετωπίσει την θεολογία των Φράγκων, που υπήρχαν στο νησί.

Την εποχή αυτή (1774) βρέθηκαν στην Νάξο εξόριστοι από το Άγιο Όρος, οι υπέρμαχοι της Ορθοδοξίας αγιορείτες πατέρες, Ιερομόναχοι Γρηγόριος και Νήφων και ο Γερο-Αρσένιος. Γνωρίστηκαν και μίλησαν για το «κολυβαδικό» κίνημα, με το οποίο οι μοναχοί υπερασπίζονταν την Κυριακή, ημέρα της Ανάστασης, ημέρα χαράς και όχι… μνημοσύνων και γονυκλισιών! Του μίλησαν για τις μορφές του Γέροντα Σιλβέστρου και του Αγίου Μακαρίου (Νοταρά), πρώην επισκόπου Κορίνθου, που βρίσκονταν στην Ύδρα. Εκεί τους συνάντησε ο Νικόλαος, και πήρε την ευλογία να μονάσει στο Άγιο Όρος και να γνωρίσει την Φιλοκαλική παράδοση, στοιχεία της οποίας είναι η γιορτή της Ανάστασης, η άσκηση, η νήψη (εσωτερική εγρήγορση)  και η καρδιακή προσευχή.

Ζήτησε την ευλογία του επισκόπου και της μητέρας του (ο πατέρας του είχε κοιμηθεί). Παρ’ ότι ο επίσκοπος τον ήθελε κοντά του, δεν τον εμπόδισε. Με την μητέρα του συμφώνησαν την ημέρα της αναχώρησής του να την ανεβάσει στην Ι. Μ. Χρυσοστόμου του νησιού. Όταν αυτό έγινε και κατέβηκε στην παραλία για να πάρει το πλοιάριο, αυτό αναχώρησε χωρίς να προλάβει ν’ ανέβει. Ο αποφασισμένος Νικόλαος κολυμπώντας ανάγκασε μετά από ώρα να γυρίσουν να τον πάρουν…Η μητέρα του αργότερα κάρηκε μοναχή με το όνομα Αγάθη!

Δ΄. Στο Άγιο Όρος

Ο Νικόλαος σε πελάγη ευτυχίας, φτάνει το 1775, στο άγιο Όρος, στη Ι. Μ. Διονυσίου. Οι συστατικές επιστολές του Γερο – Σίλβέστρου πολύ τον βοήθησαν. Γνώρισε τους κολυβάδες αδελφούς Σκουρταίους και τον ασκούμενο στην καλύβα της καψάλας μοναχό Ευθύμιο, αργότερα παραδελφό του και βιογράφο του.

Μετά από λίγους μήνες στη Ι. Μ. Διονυσίου και οι αρετές του ανάγκασαν τον ηγούμενο να κάρει μικρόσχημο μοναχό, με το όνομα Νικόδημος. Μετά από δύο χρόνια (1777) έφτασε ο πρώην Κορίνθου άγιος Μακάριος στο Όρος και έμεινε στο κελί «Άγιος Αντώνιος». Από εκεί μήνυσε στο Νικόδημο για συνάντηση.

Με ευλογία έφτασε εκεί και ο άγιος του εμπιστεύτηκε να συντάξει προοίμιο στη «Φιλοκαλία» και τον «Ευεργετινό» και να διορθώσει τυχόν ορθογραφικά σφάλματα. Παρέλαβε ακόμη και το πόνημα περί «Συνεχούς Θείας Μεταλήψεως» για να το πλατύνει με υποσημειώσεις. Το βιβλίο μάλιστα «Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών», που αποτελεί ανθολογία πατερικών κειμένων, είναι έργο του ίδιου του πρώην Κορίνθου αγίου Μακαρίου, ο οποίος το παρέδωσε στον άγιο Νικόδημο, το 1777, «προς πληρεστέραν επεξεργασίαν, συμπλήρωσιν και έκδοσιν», και εξεδόθη το 1782 στην Βενετία. Όλα αυτά έγιναν σ’ αυτό το κελί και με τις συχνές επισκέψεις του Ευθύμιου…

Όταν τελείωσε αυτά τα σημαντικά έργα για το δούλο Ορθόδοξο Γένος, ήλθε στο κελί του Ευθύμιου στην Καψάλα (1778). Εκεί αποκάθαρε τα αβλεπήματα στην «Αλφαβηταλφάβητο» ή «Παράδεισο» του αγίου Μελετίου του Ομολογητή. Το επόμενο έτος (1779), επανήλθε πάλι στη Μονή της Μετανοίας του. Εκεί έμαθε για την φήμη του κοινοβιάρχου οσίου Παϊσίου Βελιτσόφσκι, όπου είχε στην Μολδαβία χίλιους μοναχούς, που τους δίδασκε την νοερά προσευχή. Πήρε ευλογία να τον επισκεφθεί, αναχώρησε, αλλά το πλοίο προσάραξε στη Θάσο και έτσι θείος Νικόδημος επέστρεψε στο όρος για να φωτίσει το  Γένος που στέναζε.

Επιστρέφοντας ασκήτεψε δύο χρόνια στην έρημο της Καψάλας (1779-1781) στην καλύβα του Αγίου Αθανασίου, όπου έγινε υποτακτικός του Πελοποννήσιου μοναχού Αρσένιου του Κολυβά, τον οποίο είχε γνωρίσει στη Νάξο. Η άσκηση και η ταπείνωσή του αυτό διάστημα ήταν απερίγραπτες…

Ε΄. Στην Σκυροπούλα

Πολλές φορές θελγόταν από τον έρωτα της αναχώρησης και έλεγε: «Πάμε πατέρες μου σε κανένα ερημονήσι για να γλιτώσουμε από τον κόσμο». Έτσι το 1781 (32 ετών), φτάνει με τον γέροντά του στο άνυδρο ερημονήσι της Σκυροπούλας, βόρεια της Εύβοιας. Σύντομα ο γέροντάς του Αρσένιος επέστρεψε στον Άθωνα, ο όσιος όμως έσπερνε χειρονακτικά λίγο σιτάρι  και με λίγο νερό είχε τροφή για όλο το χρόνο. Ρούχα του έστειλε ο εξάδελφός του, επίσκοπος Ευρίπου Ιερόθεος, από την Κύμη. Στις τρομερές δυσκολίες της άσκησης ήλθε να προστεθεί η υπερβολική πίεση του Ιερόθεου να …συγγράψει  «συμβουλευτικό εγχειρίδιο για Αρχιερείς»…

Στο τέλος ταπεινά το αποδέχτηκε, το οποίο έγραψε με σημειώσεις και παραπομπές, όλες από μνήμης! Οι δαίμονες σε αντιπερισπασμό δεν τον άφηναν σε… χλωρό κλαρί…

Στ΄. Μεγαλόσχημος

Αυτό τον καιρό μετά από δύο χρόνια φοβερής άσκησης, επέστρεψε στο κελί του παραδέλφου του Ιερομόναχου Ευθύμιου στον Άθωνα. Επιθυμούσε περισσότερες μοναχικές υποχρεώσεις, ζήτησε και πήρε το Μέγα και Αγγελικό Σχήμα από τον γέροντα του Ευθύμιου, Δαμασκηνό Σταυρουδά τον Κολυβά. Ήταν το 1783 (34 ετών).

Με την άδεια του γέροντά του αγόρασε άλλο κελί, στο ύψωμα του Κυριακού Ναού. Σύντομα σε διπλανά κελιά έφτασαν αρκετοί μοναχοί, για να παίρνουν κι αυτοί από τα χαρίσματά του.

Το 1784 δέχτηκε πάλι επίσκεψη του φίλου του Αγίου Μακαρίου για να παραφράσει τα «άπαντα του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου». Ο δεινός ερμηνευτής τελείωσε το έργο το 1790 το οποίο καλλιγράφησε και εξέδωσε με προτροπή του ο φίλος του Κολυβάς Ιερομόναχος Διονύσιος Ζαγοραίος το 1790.

Την εποχή αυτή έγραψε το «Εξομολογητάριον» για βοήθεια τόσο των εξομολόγων, όσο και των μοναχών. Αργότερα έγραψε το «Θεοτοκάριο», όπου συμπεριέλαβε  ονομαστών υμνογράφων κανόνες προς την Κυρία Θεοτόκο, σε όλους τους ήχους. Το βιβλίο αυτό κάνει χρήση η Αγία μας εκκλησία.

Έγραψε εδώ και τα εποικοδομητικά του συγγράμματα «Αόρατο πόλεμο» και  «Πνευματικά Γυμνάσματα».

Ζ΄. Νέα σκάνδαλα

Μέχρι την εποχή εκείνη  ζούσε ασκητικά και ειρηνικά. Ήδη η «Φιλοκαλία», ο «Ευεργετινός» και το «περί συνεχούς θείας μεταλήψεως» κυκλοφορούσαν και πολλοί του ομολογούσαν χάριτες για την ωφέλεια που απολάμβαναν. Όμως δεν ήταν δυνατόν να μην περάσει και το καμίνι των μεγάλων πειρασμών, τι άγιος θα ήταν άλλωστε…

Το βιβλίο για την «Συνεχή Θεία Μετάληψη» βρήκε όμως και εχθρούς, γιατί επί χρόνια θεωρούσαν πολλοί ως ορθόδοξη Παράδοση το αντίθετο!!! Ένας τέτοιος μοναχός, το έστειλε στον Οικουμενικό Πατριάρχη Προκόπιο, μαζί με όσες μπορούσε κατηγορίες… Παροξύνθηκε ο πατριάρχης και με Σύνοδο, το 1786, καταδίκασε το βιβλίο και το νομιζόμενο συγγραφέα του Άγιο Μακάριο Νοταρά και όποιο Χριστιανό το …διάβαζε!!! Οι φωτισμένοι Αγιορείτες αγωνίστηκαν ενάντια στη λάθος Συνοδική απόφαση και πέτυχαν με τον επόμενο Πατριάρχη Νεόφυτο Ζ΄, την άρση της άδικης καταδίκης. Έτσι οι αντιφρονούντες που ακολουθούσαν «ό,τι ήβραν» φιμώθηκαν…

Ο μισόκαλος όμως βρήκε άλλο δρόμο για να κτυπήσει τους κολυβάδες. Κατηγόρησαν τον Νικόδημο, ότι πιστεύει ότι στον Άγιο Άρτο δεν …ευρίσκεται όλος ο Χριστός, αλλά τμήμα Του, γι’ αυτό εξ άλλου είναι υπέρ της συνεχούς θείας μεταλήψεως!!! Για να καταλάβουμε τον σάλο που δημιουργήθηκε, αρκεί να αναφέρουμε πως η Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους ανακήρυξε τον Άγιο  «Ορθοδοξότατο και των δογμάτων της του Χριστού Εκκλησίας τρόφιμον…», μετά από 22χρόνια!!! Μαζί μ’ αυτό το θέμα αναμοχλεύτηκε και το θέμα των μνημοσύνων την ημέρα της εορτής της Αναστάσεως, δηλ. την Κυριακή… με «παγίδα»,  που έστησαν στον άγιο Μακάριο!!!

Έτσι άρχισαν νέες ταραχές και διωγμοί… Παρ’ όλα αυτά ήρεμος και με αγάπη προς τους συκοφάντες του, συνέχιζε το πολλαπλό έργο του. Στην ερημική Καψάλα, στο κελί του Αγίου Βασιλείου, έγραψε την «Χρηστοήθεια» και έκανε διορθώσεις στα «Εγκώμια του Επιτάφιου», κυρίως όμως έκανε συλλογή στα «άπαντα του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά», αλλά κάηκαν στο Τυπογραφείο της Βιέννης μαζί με επαναστατικά κείμενα του Ρήγα Φερραίου… Στενοχωρήθηκε πολύ γι’ αυτό και μετακόμισε το 1789, κοντά στο γέρο-Λουκά, δίπλα στην Ι. Μ. Παντοκράτορα.

Εκεί έκανε την συλλογή και σχολιασμό όλων των Ιερών Κανόνων, που ονομάστηκε «Πηδάλιο της νοητής νηός». Ο λόγιος Αχιμ. από τα Ιωάννινα Θεοδώρητος, που μαζί με τον Ιεροκήρυκα Δωρόθεο του Πατριάρχη Νεόφυτου Ζ΄ (που έδωσε την έγκριση, μετά το ταξίδι του Ιερομονάχου Αγάπιου) πήγαν στη Λειψία για την εκτύπωση, έκανε αλλαγές στα σχόλια τόσο για τα μνημόσυνα, όσο και για τη Συνεχή Θεία Μετάληψη… Και πάλι ο μέγας κανονολόγος έφαγε «μαχαιριά», τώρα από τον «ψευδάδελφο» Θεοδώρητο…

Η΄.  Έργα οικοδομής

Μετά από ένα χρόνο επέστρεψε στην Καψάλα, κοντά στη θάλασσα, σε νέα καλύβα, του Αγίου Σεργίου. Ήταν τότε 45 ετών, πλήρης από δημιουργική δύναμη. Βρέθηκε εκεί από μοναχούς τόσο απορροφημένος, που ξέχναγε και την μπουκιά στο στόμα του επί ώρες… Έγραψε στο κελί αυτό διορθωμένο το «Ευχολόγιο», νέο «Εξομολογητάριο», «Ερμηνεία» στις 14 Επιστολές του απ. Παύλου, στις 7 Καθολικές, στο ψαλτήρι του Ευθύμιου Ζυγαβινού και στη Στιχολογία των εννέα Ωδών, που ονόμασε «Κήπο Χαρίτων».

Ποτέ δεν έμεινε αργός, ούτε άφησε την άσκηση και την αδιάλειπτο, μονολόγιστο και νοερά προσευχή. Ποτέ δεν άφησε την αγάπη του προς το πλήρωμα της Εκκλησίας με τα έργα οικοδομής… Τα έργα αυτά τα είχε τελειώσει μέχρι το 1799 (48 ετών).

Θ΄. Τα τελευταία χρόνια του

Το 1800 βρισκόταν εξόριστος ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε΄, κοντά στον Νικόδημο. Επειδή πολλοί χριστιανοί γινόντουσαν Μωαμεθανοί από την πίεση των Τούρκων, έφταναν απ’ αυτούς αρκετοί στο Άγιο Όρος να συμβουλευτούν τον Πατριάρχη. Αυτός τους έστελνε στη συνέχεια στο Νικόδημο… Ανάμεσα σ’ αυτούς που εμψυχώθηκαν είναι και ο Νεομάρτυρας Κωνσταντίνος ο Υδραίος.

Εκείνη την εποχή είχαν έλθει παπικοί για να συζητήσουν δογματικά ζητήματα στο Άγιο Όρος. Η Ιερά κοινότητα τους έστειλε στον Άγιό μας. Αυτός εμφανίστηκε, όπως πάντα, ρακένδυτος και τσαρουχοφόρος! Αυτοί το πήραν για προσβολή. Δόθηκαν εξηγήσεις και μετά έπαθαν τέτοια ήττα στη συζήτηση που σιώπησαν και τράπηκαν σε άτακτο φυγή…

Ο Νικόδημος έχει φτάσει σε ηλικία 57 ετών (1805) και το χαλκέντερο κορμί του αρχίζει να λυγίζει. Αισθάνεται την ανάγκη κάποιας περιποίησης και πηγαίνει στους Σκουρταίους. Δεν γηροκομείται, αλλά συνεχίζει να ωφελεί. Συντάσσει τώρα τον «Συναξαριστή των 12 μηνών» με υπομονή για 2 χρόνια!

Από λεπτότητα αναχωρεί και πάλι για την Καψάλα, κοντά σε ευλαβή μοναχό. Τότε ξεσπάει και άλλο κύμα επιθέσεων και κατηγοριών, για την συνεχή Θεία μετάληψη! Τότε όμως επενέβη η Ιερά Κοινότητα και προστάτεψε το κύρος του: «ει τις … ανοίγει στόμα και λαλεί κατά του ανωτέρω διδασκάλου κυρ Νικοδήμου αδίκως και συκοφαντοικώς, ούτος προφανώς ελεγθείς, όχι μόνον θέλει παιδευθεί αυστηρώς υπό της κοινής ημών Συνάξεως, οποίας τάξεως και καταλόγου είναι, αλλά και θέλει εξορισθεί τελείως και τον ιερόν τούτον τόπον, ως σκανδαλοποιός».

Αλλά και ο ίδιος αναγκάστηκε να απολογηθεί για την Ορθόδοξη πίστη του ήρεμα…Συνέχισε μάλιστα με διάθεση ψυχής το έργο του με ογκώδη βιβλία, το «Εορτοδρόμιο» και την «Νέα κλίμακα»!

Ι΄. Η συνοπτική εργογραφία του

Η ακτημοσύνη, η παρθενία και υπακοή, η αδιάλειπτη προσευχή, η επιμονή στην ορθόδοξη λατρεία και ευχαριστία, η ανάδειξη του αναστασίμου της Κυριακής ήταν οι κεντρικοί πυλώνες της ζωής του. Η επιμονή του στην ορθόδοξη πίστη, ειδικά απέναντι στις εκστρατείες προτεσταντών μισιοναρίων και της μεγάλης επιρροής των παπικών κυρίως στις Κυκλάδες, τον οδήγησαν να χρησιμοποιήσει και δικά τους έργα για τη στήριξη της ορθόδοξης πίστης στους επιρρεπείς. Αναφέρω τα έργα ο «αόρατος πόλεμος» του Λορέντσο Σκουπόλι του τάγματος των Θεατίνι και τα «πνευματικά γυμνάσματα» του Ιγνάτιου Λοϋόλα, ιδρυτή του τάγματος των Ιησουϊτών, για τα οποία δέχεται σήμερα αδόκιμες και άδικες επιθέσεις.

Δεν κατανοείται πλήρως δηλαδή, ότι η κριτική στάση, που έλαβαν όλοι οι «Κολλυβάδες» έναντι του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, οι οποίοι απέρριψαν απ’ αυτόν τα στοιχεία εκείνα που απειλούσαν να νοθεύσουν την γνησιότητα του ήθους και του τρόπου ζωής των ορθοδόξων και γενικά των Ελλήνων – Ρωμιών, χωρίς να τον απορρίπτουν ολοτελώς!

Έτσι η κολλυβαδική θεολογία  με μια τριανδρία αγίων, τον Νικόδημο Αγιορείτη, το Αθανάσιο Πάριο και τον Μακάριο Νοταρά πέτυχε την τροφοδότηση του υπόδουλου Γένους με μια σειρά κειμένων πολιτισμικής αυτοσυνειδησίας, με κορυφαίο αυτό της Φιλοκαλίας των Ιερών Νηπτικών Πατέρων (Βενετία 1782). Το ασκητικό ιδεώδες της Ορθοδοξίας, που για μια ακόμη φορά  προήλθε μέσα από το μοναχισμό, έδινε στην υπόδουλη ρωμηοσύνη λόγο υπαρκτικής αφύπνισης στις ουσιώδεις πνευματικές ανάγκες που τότε είχε.

Ο Γαλλικού τύπου διαφωτισμός, πέρα από την βίαιη είσοδο του ανερχόμενου καπιταλισμού στο κοινωνικό επίπεδο, ανεπτυγμένος μέσα στη φράγκικη και φεουδαρχική κληρικαλιστική Γαλλία, προσπάθησε βίαια να μεταφυτεύσει στην Ρωμιοσύνη και πνευματικά ζητήματα, όπως: το  αντιεκκλησιαστικό και αντικληρικό πνεύμα, τον ηθικισμό σε βάρος του εκκλησιαστικού γεγονότος, την εναντίωση στον έως τότε παραδοσιακό τρόπο αγιογράφησης των ορθοδόξων ναών και την χωρίς φειδώ μονόπλευρη έξαρση της «ανάστασης» της Αρχαίας Ελλάδας  (νεοκλασικισμός – αρχαιολατρία – νεοπαγανισμός).

Με αυτό το μάτι λοιπόν πρέπει να ιδωθεί και η τεράστια συγγραφική δουλειά του αγίου μας με πολυποίκιλα έργα και μέσα σε αντίξοες συνθήκες.

α. Αγιολογικά:
1. «Νέον Εκλόγιον», 1797 στην έρημο της Καψάλας, έκδοση το 1803.
2. «Νέο Μαρτυρολόγιο», 1797 στην έρημο της Καψάλας, έκδοση το 1799.
3. «Συναξαριστής των Δώδεκα μηνών του Ενιαυτού», 1805-1807, στην Ι. Μ. Παντοκράτορα.

β. Απολογητικά:
1. «Απολογία περί της Κυρίας ημών Θεοτόκου», 1799 στην έρημο της Καψάλας.
2. «Ομολογία Πίστεως», 1805 στην Ι. Σκήτη Παντοκράτορα.
 
γ. Ασκητικά:
1. «Φιλοκαλία των ιερών νηπτικών», 1777 στις Καρυές, έκδοση το 1782.
2. «Ευεργετινός», 1777 στις Καρυές, έκδοση το 1794.        
3. «Βίβλος Βαρσανοουφίου και Ιωάννου», 1797 στη καλύβα Άγιος Βασίλειος στην  έρημο της Καψάλας, έκδοση το1805.
 
δ. Εποικοδομητικά – Ηθικά:
1. «Περί συνεχούς θείας Μεταλήψεως των αχράντων του Χριστού Μυστηρίων», 1778 στις κελί Άγιος Αντώνιος, έκδοση το 1794.
2. «Βιβλίον καλούμενον Αόρατος πόλεμος», 1785 στην Ι. Σκήτη Παντοκράτορα, έκδοση το 1796.
3. «Πνευματικά γυμνάσματα», 1785 στο ίδιο μέρος.
4. «Επιτομή εκ των Προφητανακτοδαυϊτικών ψαλμών», 1797 στη καλύβα Άγιος Βασίλειος (Καψάλα).
5. «Χρηστοήθεια», 1798 στο ίδιο μέρος.
 
ε. Ερνηνευτικά:
1. «Αι δεκατέσσαρες Επιστολαί του Αποστ. Παύλου», 1797 στη καλύβα Άγιος Βασίλειος, έκδοση το 1804.
2. «Ψαλτήριον Ευθυμίου Ζυγαβηνού», 1797 στο ίδιο μέρος.
3. «Κήπος χαρίτων», 1798 στο ίδιο μέρος.
4. «Επτά καθολικαί επιστολαί», 1799 στο ίδιο μέρος.
5. «Νέα Κλίμαξ», 1806 στην έρημο της Καψάλας.
6. «Εορτοδρόμιον», 1806 στο ίδιο μέρος.
 
στ. Θεολογικά:
1. «Αλφαβηταλφάβητος», 1778-1779 στην Ι. Σκήτη του Παντοκράτορα.
2. «Συμεών του Νέου Θεολόγου Άπαντα, 1784 στην Ι. Σκήτη του Παντοκράτορα και συμπλήρωση το 1794 στη καλύβα Άγιος Βασίλειος.
3. «Άπαντα Γρηγορίου του Παλαμά»,1787 στη Καψάλα.
 
ζ. Ποιμαντικά – κανονικά:
1. «Συμβουλευτικόν εγχειρίδιον περί φυλακής των πέντε αισθήσεων», 1781-1782 στο τόπο εξορίας του, δηλ. στην ερημόνησο Σκυροπούλα Βορίων Σποράδων, έκδοση το 1801.
2. «Εξομολογητάριον», 1784 στη Ι. Σκήτη του Παντοκράτορα και συμπλήρωση το 1794 στη καλύβα Άγιος Βασίλειος.
3. «Πηδάλιον», 1793 στη καλύβα του γερο-Λουκά Ι. Μ. Παντοκράτορα, έκδοση το 1800.
 
η. Ποιητικά:
1. Επιγράμματα – Ποιήματα.
2. Λειτουργικοί Ύμνοι και Εγκώμια.
3. «Νέον Θεοτοκάριον κλπ. 1795 στην Ι. Σκήτη Παντοκράτορα.
 
Ια΄. Η κοίμησή του
 
Το 1809, στις 23 Απριλίου, εορτή του Αγίου Γεωργίου, ήλθε πολύ βεβαρημένος στους Σκουρταίους. Επανήλθε στην Καψάλα κοντά στον Ευθύμιο. Αποφάσισαν και οι δύο να πάνε στο κοινόβιο, που είχε ιδρύσει στη Σκιάθο ο κολυβάς Νήφων από την Νάξο, για περισσότερη περίθαλψη. Όμως οι Σκουρταίοι δεν το επέτρεψαν και  έμεινε σ’ αυτούς. Σε λίγο ασθένησε βαριά και άρχισε να προετοιμάζεται για το μεγάλο ταξίδι…

Στις 5 Ιουλίου είχε πιαστεί το δεξί του χέρι στην Ι. Μ. Κουτλουμουσίου και στην επιθανάτιο κλίνη έδινε τις τελευταίες του ευλογίες και ζητούσε την συγχώρεση των αδελφών…

Κατά την Ανατολή του ήλιου στις 14 Ιουλίου 1809 παρέδωσε το πνεύμα του, σε ηλικία μόνο 60 ετών. Τάφηκε έξω από το κελί των Σκουρταίων. Κοιμήθηκε λοιπόν ο ένας από τους δύο μεγάλους γίγαντες, που ωσάν Άτλαντες κράτησαν το Γένος στους ώμους τους. Ο άλλος στύλος ήταν ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός.

Την είδηση της κοιμήσεώς του με θλίψη έμαθε ο εκκλησιαστικός, θεολογικός, μοναστικός και όχι μόνο, κόσμος της εποχής του. Σημειώνει ο χρονογράφος σχετικά με την κοίμηση του αγίου Νικοδήμου: «Ανατέλλοντος του αισθητού ηλίου, εις την γην, εβασίλευσεν ο νοητός ήλιος της Εκκλησίας του Χριστού. Έλειψεν ο πύρινος στύλος, ο οδηγών τον νέον Ισραήλ εις ευσέβειαν. Εκρύβη η νεφέλη η δροσίζουσα τους τηκομένους τω καύσωνι των αμαρτιών».

Είναι ακόμη χαρακτηριστική και η σκέψη την οποία εξέφρασε τότε ένας Χριστιανός: «Πατέρες μου, καλύτερον ήτο να απέθνησκαν σήμερα χίλιοι χριστιανοί και όχι ο Νικόδημος».

Κατά καιρούς, πολλά εγκώμια γράφτηκαν για τον Άγιο Νικόδημο, όπως: «Υπήρξε ο μέγιστος των μονασάντων από συστάσεως του Αγίου Όρους». «Υπήρξε ο πάντοτε πενία τρυχόμενος και γιγαντωθείς προ της ασήμου ημών γενεάς».

Κατά τον V. Grumel, «υπήρξε κανονολόγος, λειτουργιολόγος, αγιογράφος, δηλαδή ερμηνευτής των Γραφών, ασκητικός συγγραφεύς, εκδότης βιβλίων, εις των πλέον γονίμων συγγραφέων και αναμφιβόλως ο πλέον φιλόπονος Μοναχός, παρά του οποίου δοξάζεται η ελληνική Εκκλησία».

Κατά τον Θ. Σπεράντσον, ο Άγιος Νικόδημος υπήρξε πρόδρομος της εθνικής παλιγγενεσίας.

Ο Γάλλος Καρδινάλλιος LuisPetit γράφει πως ο Νικόδημος με τα βιβλία του αντικατέστησε το ζωντανό κήρυγμα του Κοσμά του Αιτωλού και χαρακτήρισε το κίνημα των «Κολλυβάδων» ως «δείγμα αφυπνιζόμενης ζωής του ελληνικού έθνους».

Ο Ιερός Νικόδημος αναμφίβολα υπήρξε ο κορυφαίος εκφραστής του οσιακού βίου και η θύρα που οδηγεί στην ορθόδοξη πνευματικότητα. Είναι ο εξαίσιος θεολόγος και ο ασίγαστος διαχρονικός διδάσκαλος της Ορθοδοξίας και του Γένους. Αποτελεί  πολύ σπάνιο  φαινόμενο συνδυασμού  θείων χαρισμάτων, αγιότητος βίου, άσκησης και συγγραφικής παραγωγής.

Ιβ΄. Αναγνώριση της αγιότητας

Κάτω από την πρώτη εικόνα του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, που δημοσιεύθηκε το 1819 στην πρώτη έκδοση του έργου του «Ερμηνεία των ΙΔ΄ Επιστολών του Αποστόλου Παύλου», υπάρχει ένα επίγραμμα – λεζάντα, το οποίο αναφέρει επί λέξει: «Τίς Νικόδημος, ου κλέος μέγα – εν Ορθοδόξοις και σοφοίς Όρους Άθω – ος τήνδε Βίβλον ευφυώς τάξε, φίλε – Νάξιος ανήρ. Εύγε της ευφυΐας».

Με αρ. Πρωτ. 1717/31-5-1955, ο Πατριάρχης Αθηναγόρας  μαζί με την Σύνοδο πως «…εξ ονόματος και πάντων των εν Αγιωνύμω Όρει ενασκουμένων Οσιοτάτων Μοναχών, υπέβαλε ο του εν Καρυοίς Κελλίου Λαυριώτης Γέρων Ανανίας, αιτούμενος όπως, η επέτειος του θανάτου αυτού καθιερωθεί εν τιμή Αγίου, έγνωμεν, συνοδά τοις προ ημών θείοις Πατράσι … Δι’ ό και θεσπίζομεν Συνοδικώς και διοριζόμεθα και εν Αγίω διακελευόμεθα Πνεύματι, όπως από του νυν και εις τον εξής αιώνα τον άπαντα, Νικόδημος ο Αγιορείτης συναριθμείται τοις οσίοις και Αγίοις της Εκκλησίας ανδράσιν, ετησίοις ιεροτελεστίαις και αγιαστίαις τμώμενος και ύμνοις εγκωμίων γεραιρόμενος τη ιδ΄ Ιουλίου εν ή μακαρίως προς τον Κύριον εξεδήμησεν…».

Ο άγιος Νικόδημος εορτάζει κατά την καθιερωμένη Πανήγυρη της 14ης Ιουλίου.

Επίσης εορτάζει την πρώτη Κυριακή του Σεπτεμβρίου, κατά την Σύναξη των Πέντε Αγίων της Παροναξίας που καθιερώθηκε πρόσφατα και η οποία τελείται στο νεόδμητο Ι. Ναό των Ναξίων Αγίων Νικοδήμου του Αγιορείτου και Νικολάου του Πλανά, στην πόλη της Νάξου.  Επίσης εορτάζει την Τρίτη Κυριακή του Σεπτεμβρίου στην Πάρο, όπου επίσης τελείται η Σύναξη των Αγίων.

Οι Ασματικές Ακολουθίες του Αγίου Νικοδήμου, οι οποίες ευρίσκονται σε λειτουργική χρήση, συντάχθηκαν από τον αείμνηστο Υμνογράφο, Μοναχό Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη, από τον πρώην Σεβ. Μητροπολίτη Πατρών κ. Νικόδημο, καθώς και από τον Αρχιμ. Νικόδημο Παυλόπουλο, Ηγούμενο της Ι. Μονής Λειμώνος Λέσβου.

Ιγ΄. Αποφθέγματα

1). «…Διότι και ο διάβολος έχει μεγάλην συγγένειαν και οικείωσιν προς την φαντασίαν και σχεδόν εξ όλων των δυνάμεων της ψυχής, αυτήν έχει επιτηδειότερον όργανον δια να παραπλανά τους ανθρώπους και να ενεργεί τα πάθη και τας κακίας του. Έχει μεγάλην οικείωσιν προς αυτήν.

Διότι και αυτός, νους κτισθείς παρά του Θεού πρότερον,  απλούς και ασχημάτιστος και αφάνταστος, ως οι λοιποί θείοι άγγελοι, ύστερον ηγάπησεν τα σχήματα και την φαντασίαν και φαντασθείς να θήση τον θρόνον του υπεράνω του ουρανού και να γίνει όμοιος τω Υψίστω, από αγγέλου φωτεινού, έγινεν διάβολος σκοτεινός…. ». (Συμβουλευτικόν εγχειρίδιον, σελ. 104).

2). «Από την πολλάκις ρηθείσαν κακίαν της φιλαυτίας, δηλαδή της αγάπης και υπολήψεως και τιμής, που έχομεν εις τον εαυτόν μας, γεννάται μία άλλη κακία που μας προξενεί βαρυτάτην ζημίαν. Αύτη είναι η αυθάδης κρίσις και κατάκρισις  που κάνομεν εις τον πλησίον, από την οποίαν κατάκρισιν ερχόμεθα εις το να εξευτελίζωμεν αδελφούς, να τους περιφρονούμεν και να τους ταπεινώνωμεν. …». (Αόρατος πόλεμος, σελ. 158).

3). «Εις τόπον χλόης εκεί με κατεσκήνωσεν: Τόπος χλόης είναι η πρακτική αρετή, ύδωρδε αναπαύσεως είναι η θεωρητική φιλοσοφία, κατά τον Άγιον Μάξιμον. Εκεί λοιπόν λέγει ο καθείς από τους εθνικούς, θέλει με κατασκηνώσει ο Κύριος, όπου είναι τόπος χλόης. Επέμεινε δε εις την μεταφοράν του ποιμένειν, επειδή χλόη και νερόν, αυτά είναι η ευτυχία  του ποιμνίου.

Θέλει να ειπή δε ότι κατέστησε ο Κύριος εις απόλαυσιν νομής και πνευματικών αγαθών. Νοείται δε και άλλως, ότι τόπος χλόης είναι η εκκλησία, χλόη δε είναι οι Χριστιανοί, οπού ανθούν εις την Εκκλησίαν κατά την αρετήν. Ή χλόην θέλεις νοήσεις την πίστιν των Χριστιανών, δια τι νεάζει και ανθεί πάντοτε ωσάν την χλόην, επειδή η των Ελλήνων πλάνη εγήρασεν ωσάν το χορτάρι και εξηράνθη». (Ερμηνεία εις τους Ψαλμούς, τόμ. Α΄, σελ. 344).

4). « …Φανερόν είναι λοιπόν, ότι αφήκε να νοούμεν ημείς, πως ο Μέγας Βασίλειος μεταχειρίζεται την Ακρίβειαν, αυτή δε, και η Οικουμενική β΄, εμεταχειρίστηκαν την Οικονομίαν, και ούτω δεν φαίνεται καμμία αντίφασις, ή εναντιότης ανάμεσά των. Και ούτος μεν ο λόγος της Οικονομίας είναι η πρώτη και κυριωτέρα αιτία, δια την οποίαν αι σύνοδοι αύται, άλλων μεν αιρετικών εδέχθησαν το βάπτισμα, και άλλων όχι. Κοντά δε εις τον λόγον της Οικονομίας εστάθη και δευτέρα αιτία, δια την οποίαν ούτως εποίησαν.

Αύτη δε είναι διότι, εκείνοι μεν οι αιρετικοί, των οποίων εδέχθησαν το βάπτισμα, εφύλαττον απαράλλακτον και το είδος, και την ύλην του βαπτίσματος των ορθοδόξων, και εβαπτίζοντο κατά τον τύπον της Καθολικής Εκκλησίας. Εκείνοι δε οι αιρετικοί, των οποίων το βάπτισμα δεν εδέχθησαν, επαραχάραξαν την τελετήν του βαπτίσματος και διέφθειραν, ή τον τρόπον του είδους, ταυτόν ειπείν των επικλήσεων, ή την χρήσιν της ύλης, ταυτόν ειπείν των καταδύσεων και αναδύσεων ». (ΠΗΔΑΛΙΟΝ, Σχόλιο στον ΜΣΤ΄κανόνα των Αγίων αποστόλων, σελ. 54).

5). «… Η  Κυριακή είναι ογδόη: Διότι μετά την εβδόμην αριθμείται και υπεραναβένηκε τον εβδοματικόν και ιουδαϊκόν σαββατισμόν, κατά τον Αθανάσιον κατά τον Βασίλειον, και κατά τον Θεολόγον Γρηγόριον. Διότι και η εν τη Κυριακή γενομένη Ανάστασις του Κυρίου ογδόη εστίν, αριθμουμένη μετά τας επτά Αναστάσεις, τάς γενομένας προ της Αναστάσεως Αυτού, κατά τον Θεσσαλονίκης Γρηγόριον.

Ογδόη λέγεται ότι ο Κύριος αναστάς κατά την ογδόην και φανείς εις τους Αποστόλους, πάλιν μετά οκτώ ημέρας εφάνη εις αυτούς, παρόντος και του Θωμά. Διατί αι μεν άλλαι Δεσποτικαί εορταί μίαν μόνην φοράν τον χρόνον εορτάζονται, η δε Κυριακή εορτάζεται εις κάθε οκτώ ημέρας, και ακολούθως εορτάζεται πενηνταδύω φοραίς τον χρόνον. Ιδιού πόσον ανωτέρα και υπερέχουσα των άλλων εορτών είναι η Κυριακή…» (Ομολογία Πίστεως).

Ιδ΄. Βιβλιογραφία

1). ΕΝΟΡΙΑΚΟΣ ΠΑΛΜΟΣ Ι. Ν. Κοιμήσεως Οβρυάς, έτος 3ο,  Αρ. Φύλλου 31, ΙΟΥΛΙΟΣ 1998.
2). ΕΝΟΡΙΑΚΟΣ ΠΑΛΜΟΣ Ι. Ν. Κοιμήσεως Οβρυάς, έτος 6ο,  Αρ. Φύλλου 67, ΙΟΥΛΙΟΣ 2001.
3). ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Αρχ. Νικοδήμου Παυλόπουλου, ΑΘΗΝΑ 1976.
4). ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Μοναχού Θεόκλητου Διονυσιάτη, εκδ. ΑΣΤΗΡ, ΑΘΗΝΑ 1978.
5).  ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΝ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟΝ, ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, εκδ. Σχοινά, ΒΟΛΟΣ 1983).
6). ΠΗΔΑΛΙΟ, Αγαπίου Ιερομονάχου και Νικοδήμου Αγιορείτου, εκδ. ΑΣΤΗΡ, ΑΘΗΝΑ 1982,
7). ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΕΙΣ ΤΟΥ ΨΑΛΜΟΥΣ, τόμοι 3, ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, εκδ. ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΚΥΨΕΛΗ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1979.
8). ΑΟΡΑΤΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ, εκδ. ΦΩΣ, ΑΘΗΝΑ 1973.
9) Π. Μ. Σωτήρχου, Αυτός ο Μέγας, Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης
10).  Ενάντια στη Θρησκεία, Χρήστου Γιανναρά, εκδ. Ίκαρος, 2006.
11). Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα, http://www.parembasis.gr/2002/02_07_06.htm, Ιούλιος 2002.
12). Αρχιμ. Αλέξανδρος Μαστράτος,  http://www.i-m-paronaxias.gr/byzantine-monasteries/nikodimos_agioritis.html.
13).http://el.wikipedia.org/wiki
14). Album Φωτογραφιών της ιστοσελίδας rel.gr, http://rel.gr/photo/thumbnails.php?album=26&page=15,
15). Ο ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΝΙΚΟΔΗΜΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗ,
Αρχιμ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ Καθηγ. Ι. Μ. Οσίου Γρηγορίου, ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ, http://www.pigizois.net/pneumatikoi_logoi/orthodojos_monaxismos.htm.
16) Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, http://forum.athos.gr/index.php?topic=1286.0, 20-11-2005.
17). http://www.agios-nikodimos.gr/
18). http://www.imd.gr/html/gr/section02/ellinismos/books/sunday/04.htm,
19). Κ. Καραϊσαρίδη, ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης και το λειτουργικό του έργο, Αθήνα, 1998.  
20). Πρωτ. π. Γ. Μεταλληνού, Οο «Κολλυβάδες» κατά του Διαφωτισμού,
Μια λαϊκή πνευματική αντίδραση, ομιλία στο Βόλο,
hellas.ncsr.gr/eastorthodox/church_of_greece/Keim439/keim4395r.rtf.
21). Αθανας. Ι. Καλαμάτα, Αγιότητα και Διαφωτισμός, http://www.istoselides.gr/istoselides/article.php?sid=2446
 
Επιμέλεια – Παρουσίαση: Π. Α. Μ.

Πηγή: www.oodegr.com

Μνήμη του Aγίου Aποστόλου Aκύλα (14 Ιουλίου)

Μαρτύριο των Αγίων Αποστόλων και Μαρτύρων Ακύλα και Πρισκίλλης. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη του Aγίου Aποστόλου Aκύλα

Ήπλωσεν ως δίκτυον ο Παύλος λόγους,
Ήγρευσε δ’ ως θήραμα θείον Aκύλαν.
Aκύλαν δεκάτη γε τετάρτη τύμβος έκρυψεν.

Μαρτύριο των Αγίων Αποστόλων και Μαρτύρων Ακύλα και Πρισκίλλης. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Tούτου τους επαίνους αναφέρει ο Eυαγγελιστής Λουκάς εν ταις Πράξεσιν εν κεφαλαίω ιη΄, 2. Eπειδή γαρ αυτός εστάθη μαθητής και ξενοδόχος του Aποστόλου Παύλου εν έτει ξε΄ [65], από αυτόν έμαθε τα θεία. Όθεν και την πλάνην του Διαβόλου αποστραφείς, έγινε κήρυξ και μάρτυς των του Xριστού παθημάτων, διό και παρ’ αυτού έλαβε τον άφθαρτον στέφανον. (Όρα το πλατύτερον τούτου Συναξάριον εις την δεκάτην τρίτην του Φευρουαρίου.)

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη του Aγίου Μάρτυρος Ιούστου, του Οσίου Πατρός ημών και Θαυματουγού Ονησίμου και του Αγίου Ιωσήφ Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης του Ομολογητού (14 Ιουλίου)

Μηνολόγιο 14ης Ιουλίου. Μηνολόγιο Οξφόρδης (14ος αι.)

Μηνολόγιο 14ης Ιουλίου. Μηνολόγιο Οξφόρδης (14ος αι.)

Μνήμη του Aγίου Μάρτυρος Ιούστου

Mη θύμα βαλείν εις το βωμού πυρ θέλων,
Eις πυρ Iούστος θύμα βάλλεται ξένον.

Oύτος εκατάγετο από την πόλιν της Pώμης, στρατιώτης ων εις τόπον καλούμενον Nούμερα, υποκάτω εις τον Kλαύδιον τριβούνον. Γυρίζωντας δε μίαν φοράν από τον πόλεμον των βαρβάρων, εναντίον των οποίων επολέμησε μαζί με τους συστρατιώτας του, ήλθεν εις έκστασιν, και βλέπει ένα Σταυρόν κρυσταλλοειδή, από δε τον Σταυρόν ευγήκε φωνή, η οποία τον εδίδαξε το της ευσεβείας μυστήριον. Όθεν πηγαίνωντας εις την Pώμην, εμοίρασε τα υπάρχοντά του εις τους πτωχούς, και κατ’ ιδίαν ευρισκόμενος, ευφραίνετο διατί απόκτησε την πίστιν του Xριστού. Aφ’ ου δε εφανερώθη εις τον τριβούνον Kλαύδιον, ότι ο Άγιος επίστευσεν εις τον Xριστόν, επήρεν αυτόν εκείνος και τον εσυμβούλευε να λυπηθή την νεότητά του, και να παραιτήση την πίστιν του Xριστού. Eπειδή όμως δεν εδυνήθη να τον πείση, διά τούτο έστειλεν αυτόν με γράμματα εις τον ηγεμόνα Mαγνέντιον. O δε ηγεμών ερώτησε τον Mάρτυρα, και ευρών αυτόν επιμένοντα εις την πίστιν του Xριστού, τούτου χάριν επρόσταξε να δείρουν αυτόν με νεύρα ωμά. Έπειτα να βάλουν εις μεν την κεφαλήν του, μίαν περικεφαλαίαν, ήτοι μπαρπούταν σιδηράν πυρωμένην. Eις δε τας μασχάλας του, να βάλουν μπάλλας σιδηράς αναμμένας, και εις τας χείρας του να προσαρμόσουν άλλας χείρας σιδηράς, και ούτω να απλώσουν αυτόν επάνω εις μίαν σκάραν πεπυρακτωμένην. Tαύτα δε πάντα υπέμεινε γενναίως ο Άγιος δοξάζων και ευχαριστών τον Θεόν. Ύστερον εβάλθη εις ένα καμίνι, και εκεί παρέδωκε την ψυχήν του εις χείρας Θεού, χωρίς να καή ούτε μία από τας τρίχας του. Tελείται δε η αυτού Σύναξις και εορτή εν τω Oρφανοτροφείω.


Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών και Θαυματουργού Oνησίμου

Eλαφρόν ήρα φορτίον σον ηδέως,
Mεθ’ ου σος Oνήσιμος ήκω σοι Λόγε.

Oύτος ο Άγιος Oνήσιμος είναι άλλος από τον Aπόστολον Oνήσιμον τον μαθητήν του Aποστόλου Παύλου, και άλλος από τον Mάρτυρα Oνήσιμον. Oύτος λοιπόν ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού, εν έτει τγ΄ [303], καταγόμενος εκ Kαισαρείας της Παλαιστίνης, από χωρίον καλούμενον, Kαρυΐνην. Άδεται δε λόγος, ότι οι γονείς τούτου έλαβον από θείον Άγγελον το Άγιον Bάπτισμα, και ευηγγελίσθησαν πως έχουν να γεννήσουν τούτον τον Άγιον, και πως μέλλει να ονομασθή ο υιός των, Oνήσιμος. Eκ νεαράς δε ηλικίας παραιτήσας τους γονείς του ο Όσιος, επήγεν εις ένα Mοναστήριον της Eφέσου, εις το οποίον ευρίσκοντο Mοναχοί οκτακόσιοι. Oι δε γονείς του κλαίοντες και θρηνούντες διά την αναχώρησίν του, από τα πολλά δάκρυα ετυφλώθησαν. Eπειδή δε διά τον διωγμόν του Διοκλητιανού, άφησαν οι Mοναχοί το Mοναστήριον εκείνο, και ανεχώρησαν, διά τούτο και ούτος ο Άγιος ανεχώρησε και επήγεν εις το οσπήτιον των γονέων του, δεν εγνωρίσθη όμως εις αυτούς, αλλά έγραψεν εις ένα χαρτί με συντομίαν τα περί αυτού, και απόθεσεν αυτό εις το παράθυρον του οσπητίου. Aυτός δε πηγαίνωντας εις την Mαγνησίαν, εσύστησε Mοναστήριον, και εκεί φέρωντας τους γονείς του, ιάτρευσε τους οφθαλμούς των. Όθεν διαπεράσας θεαρέστως το υπόλοιπον της ζωής του, προς Kύριον εξεδήμησε.


O Άγιος Iωσήφ ο Aρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης και Oμολογητής, ο αδελφός του Aγίου Θεοδώρου του Στουδίτου, εν ειρήνη τελειούται1

Aφείς Iωσήφ καθέδραν την γηΐνην,
Παρίσταται νυν τω θρόνω του Kυρίου.

Oύτος ο μακάριος Iωσήφ ήτον κατά τους χρόνους Θεοφίλου του εικονομάχου, εν έτει ωκθ΄ [829], υιός μεν, γονέων ευσεβών και θεοφιλών, Φωτεινού και Θεοκτίστης ονομαζομένων, αδελφός δε, του Aγίου Θεοδώρου του Στουδίτου και ομολογητού. Oύτος λοιπόν διά την αξιέπαινον αυτού πολιτείαν, κοινή ψήφω έγινεν Aρχιεπίσκοπος της μεγαλοπόλεως Θεσσαλονίκης. Διατρίψας δε εκεί πολύν καιρόν, εγύρισεν εις την Kωνσταντινούπολιν με βασιλικήν προσταγήν. Όθεν επαραστάθη μαζί με τον αδελφόν του Άγιον Θεόδωρον, ενώπιον του δυσσεβούς Θεοφίλου, και μη φοβηθείς αυτόν, μηδέ πεισθείς εις το να αθετήση την προσκύνησιν των αγίων και σεβασμίων εικόνων, τούτου χάριν, ο μεν Άγιος Θεόδωρος ο αυτάδελφός του, εξωρίσθη εις την λίμνην της εν Bιθυνία ευρισκομένης Aπολλωνιάδος, ο δε μακάριος ούτος Iωσήφ, πρώτον μεν εδοκίμασε διαφόρους φυλακάς και κακοπαθείας, έπειτα πάλιν ηναγκάσθη από τον δυσσεβή Θεόφιλον να αθετήση την προσκύνησιν των αγίων εικόνων. Eπειδή δε πάλιν τα αυτά απελογήθη ως και το πρότερον, διά τούτο εδοκίμασε δεύτερον μεγαλιτέρας και δεινοτέρας κακοπαθείας από τας προτέρας, και εκλείσθη μέσα εις φυλακάς σκοτεινοτέρας από τας πρώτας, εις τας οποίας πολλά και ανυπόφορα βάσανα υπέμεινεν ο μακάριος, αγκαλά και την προτέραν ζωήν του επέρασε χωρίς καμμίαν άνεσιν. Όθεν ταλαιπωρηθείς με πείναν και δίψαν και κάθε άλλην θλίψιν, απήλθε προς την αιωνίαν ζωήν και ανάπαυσιν.

Σημείωση

1. Σημείωσαι, ότι ο εις το Tριώδιον συνεχώς αναφερόμενος κύριος Iωσήφ, ούτος είναι ο αυτάδελφος του Aγίου Θεοδώρου, και ουχί ο υμνογράφος Iωσήφ. Oι δύω γαρ ούτοι αυτάδελφοι συνέγραψαν το βιβλίον του Tριωδίου. Tούτου δε του Iωσήφ ευρίσκονται και λόγοι τινες πανηγυρικοί εις διαφόρους εορτάς, εν χειρογράφοις σωζόμενοι.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μητροπολίτης Μόρφου: Ἡ ἁγία Εὐφημία, ὁ ἅγιος Παΐσιος καὶ ἡ Ὀρθοδοξία μας (16.7.2017)

Κήρυγμα Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου στὴ Θεία Λειτουργία τὴν Κυριακὴ τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ποὺ τελέσθηκε στὸν ἱερὸ ναὸ Ἁγίου Γεωργίου τῆς κοινότητος Καμιναριῶν τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (16.7.2017).

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Σάββατο 13 Ἰουλίου 2024

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΕΟΡΤΗΣ (Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΟΥ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ ΓΑΒΡΙΗΛ)
Πρὸς Ἑβραίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
2: 2-10

Ἀδελφοί, εἰ ὁ δι᾿ ἀγγέλων λαληθεὶς λόγος ἐγένετο βέβαιος, καὶ πᾶσα παράβασις καὶ παρακοὴ ἔλαβεν ἔνδικον μισθαποδοσίαν, πῶς ἡμεῖς ἐκφευξόμεθα τηλικαύτης ἀμελήσαντες σωτηρίας; Ἥτις ἀρχὴν λαβοῦσα λαλεῖσθαι διὰ τοῦ Κυρίου, ὑπὸ τῶν ἀκουσάντων εἰς ἡμᾶς ἐβεβαιώθη, συνεπιμαρτυροῦντος τοῦ Θεοῦ σημείοις τε καὶ τέρασι καὶ ποικίλαις δυνάμεσι καὶ Πνεύματος ῾Αγίου μερισμοῖς κατὰ τὴν αὐτοῦ θέλησιν. Οὐ γὰρ ἀγγέλοις ὑπέταξε τὴν οἰκουμένην τὴν μέλλουσαν, περὶ ἧς λαλοῦμεν, διεμαρτύρατο δέ πού τις λέγων· «Τί ἐστιν ἄνθρωπος ὅτι μιμνήσκῃ αὐτοῦ, ἢ υἱὸς ἀνθρώπου ὅτι ἐπισκέπτῃ αὐτόν; Ἠλάττωσας αὐτὸν βραχύ τι παρ᾿ ἀγγέλους, δόξῃ καὶ τιμῇ ἐστεφάνωσας αὐτόν, πάντα ὑπέταξας ὑποκάτω τῶν ποδῶν αὐτοῦ»· ἐν γὰρ τῷ «ὑποτάξαι» αὐτῷ τὰ «πάντα» οὐδὲν ἀφῆκεν αὐτῷ ἀνυπότακτον. Νῦν δὲ οὔπω ὁρῶμεν αὐτῷ τὰ «πάντα ὑποτεταγμένα»· τὸν δὲ «βραχύ τι παρ᾿ ἀγγέλλους ἠλαττωμένον» βλέπομεν ᾿Ιησοῦν διὰ τὸ πάθημα τοῦ θανάτου «δόξῃ καὶ τιμῇ ἐστεφανωμένον», ὅπως χάριτι Θεοῦ ὑπὲρ παντὸς γεύσηται θανάτου. Ἔπρεπε γὰρ αὐτῷ, δι᾿ ὃν τὰ πάντα καὶ δι᾿ οὗ τὰ πάντα, πολλοὺς υἱοὺς εἰς δόξαν ἀγαγόντα, τὸν ἀρχηγὸν τῆς σωτηρίας αὐτῶν διὰ παθημάτων τελειῶσαι.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΕΟΡΤΗΣ (Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΟΥ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ ΓΑΒΡΙΗΛ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
10: 16-21

Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτοῦ Μαθηταῖς· Ὁ ἀκούων ὑμῶν ἐμοῦ ἀκούει, καὶ ὁ ἀθετῶν ὑμᾶς ἐμὲ ἀθετεῖ· ὁ δὲ ἐμὲ ἀθετῶν ἀθετεῖ τὸν ἀποστείλαντά με. Ὑπέστρεψαν δὲ οἱ ἑβδομήκοντα μετὰ χαρᾶς λέγοντες· Κύριε, καὶ τὰ δαιμόνια ὑποτάσσεται ἡμῖν ἐν τῷ ὀνόματί σου. Εἶπε δὲ αὐτοῖς· Ἐθεώρουν τὸν σατανᾶν ὡς ἀστραπὴν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ πεσόντα. ἰδοὺ δίδωμι ὑμῖν τὴν ἐξουσίαν τοῦ πατεῖν ἐπάνω ὄφεων καὶ σκορπίων καὶ ἐπὶ πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ, καὶ οὐδὲν ὑμᾶς οὐ μὴ ἀδικήσῃ. πλὴν ἐν τούτῳ μὴ χαίρετε, ὅτι τὰ πνεύματα ὑμῖν ὑποτάσσεται· χαίρετε δὲ ὅτι τὰ ὀνόματα ὑμῶν ἐγράφη ἐν τοῖς οὐρανοῖς. Ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ ἠγαλλιάσατο τῷ πνεύματι ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπεν· Ἐξομολογοῦμαί σοι, πάτερ, κύριε τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, ὅτι ἀπέκρυψας ταῦτα ἀπὸ σοφῶν καὶ συνετῶν, καὶ ἀπεκάλυψας αὐτὰ νηπίοις· ναί, ὁ πατήρ, ὅτι οὕτως ἐγένετο εὐδοκία ἔμπροσθέν σου.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Μόρφου Νεόφυτος: Οἱ ἅγιοι Ἡλιόφωτοι στὴν Κάτω Μονὴ τῆς Κύπρου

Κήρυγμα Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου στὴν ἀρχιερατικὴ Θεία Λειτουργία τῆς  ἑορτῆς τῶν ὁσίων  Ἡλιοφώτων:  Ἡλιοφώτου, Αὐξουθενίου, Ἐπαφροδίτου καὶ Εὐθενίου, ποὺ τελέσθηκε στὸν ὁμώνυμο ἱερὸ ναὸ παρὰ τὴν Κάτω Μονὴ  τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Ταμασοῦ καὶ Ὀρεινῆς (13.7.2020).

Ψάλλει ὁ πρωτοψάλτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου κ. Μάριος Ἀντωνίου.

Οἱ ὅσιοι καὶ θεοφόροι ἀσκητὲς στὴν Κύπρο Ἡλιόφωτος, Αὐξουθένιος, Ἐπαφρόδιτος καὶ Εὐθένιος (13/7)

Οἱ ἅγιοι Ἠλιόφωτοι, 18ος αἰῶνας

Ἀρχιμανδρίτης Φώτιος Ἰωακεὶμ

Οἱ ἅγιοι Ἠλιόφωτοι, 18ος αἰῶνας
Οἱ ὅσιοι πατέρες μας, οἱ καλούμενοι συνοπτικῶς ἅγιοι Ἡλιόφωτοι, ἔλαβαν τὴν κοινὴ τούτη ὀνομασία ἀπὸ τὸν Γέροντα καὶ προϊστάμενο τῆς τετράριθμης αὐτῆς σεπτῆς χορείας, ἅγιο Ἡλιόφωτο. 
Πρέπει ἐξαρχῆς νὰ ἀναφέρουμε, ὅτι ὁ βίος τῶν ἁγίων τούτων (ὅπως ἄλλωστε καὶ ἀρκετῶν ἄλλων ἁγίων τῆς Κύπρου), ἕνεκα ποικίλων ἱστορικῶν λόγων, ἀλλοιώθηκε σὲ τέτοιο βαθμὸ σὺν τῷ χρόνῳ, ὥστε μέχρι πρόσφατα νὰ θεωροῦνται ὅτι ἄκμασαν ἀπὸ τὸ ἔτος 300 μ.Χ., μὲ τιμωρὸ τὸν… μόνιμο διώκτη(!) τῶν Κυπρίων ἁγίων, διοικητὴ τῆς Κύπρου Σαβῖνο (γνωστὸ ἀπὸ τὰ Μαρτύρια τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Θεοδότου, ἐπισκόπου Κυρηνείας), μέχρι τῆς ἐποχῆς τῶν Σταυροφοριῶν, κατὰ τὴν ὁποία ὑποτίθεται ἦλθαν καὶ ἀσκήτευσαν στὴν Κύπρο, γιὰ νὰ βροῦνε μαρτυρικὸ ἐν τέλει τέλος ἀπὸ τὸν ἀνωτέρω Σαβῖνο!

Σύμφωνα ὅμως μὲ τὰ νέα σημαντικώτατα ἱστορικὰ δεδομένα, ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὴν ἄγνωστη μέχρι καὶ πρὶν λίγα ἔτη βυζαντινὴ ᾀσματικὴ Ἀκολουθία τους, ποὺ ἐντοπίσθηκε σὲ Σιναϊτικὸ χειρόγραφο τοῦ 11ου αἰώνα (τὸν Κώδ. Sin. Gr. 627) καὶ τὴν ὁποία ὁ γράφων εἶχε τὴν εὐλογία νὰ ἐκδώσει μὲ ἐκτενὴ σχολιασμὸ τὸ 2004 (βλ. τὴ Βιβλιογραφία στὸ τέλος τοῦ παρόντος), ρίπτεται ἤδη ἄπλετο φῶς στὴ συγκεχυμένη εἰκόνα, ποὺ ἐπικρατοῦσε, καὶ ὁ βίος καὶ τὰ πρόσωπα τῶν ἁγίων Ἡλιοφώτων ἀποκαθίστανται στὴν ἱστορική τους ἀλήθεια. Τὸν ἀποκατεστημένο πλέον βίο τοῦτο, βάσει τῆς ἐν λόγῳ ἔκδοσης, καθὼς καὶ τὰ σχετικὰ πορίσματα παρουσιάζουμε συνοπτικὰ στὴ συνέχεια.

 

Ναός Αγίων Ηλιοφώτων, Κάτω Μονή, φωτογραφία H.Polydoros, Panoramio

Ὅ ὅσιος Ἡλιόφωτος, καθὼς καὶ οἱ συνασκητές του, ὅσιοι Αὐξουθένιος, Ἐπαφρόδιτος καὶ Εὐθένιος, κατάγονταν ἀπὸ τὴ Φοινίκη τῆς Παλαιστίνης (σημ. Λίβανο), ἄκμασαν δὲ κατὰ τὸν 5ο αἰώνα. Τυγχάνοντες ἀνδρεῖοι καὶ ρωμαλέοι, κατατάγηκαν στὸ στράτευμα τοῦ αὐτοκράτορος Θεοδοσίου Β´ τοῦ Μικροῦ (408-450). Ἡ ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία διεξήγαγε τότε μεγάλο πόλεμο ἐναντίον ποικίλων ἐχθρῶν της (Οὔννων, Περσῶν καὶ Βανδάλων), στὸν ὁποῖο καὶ διέπρεψαν ὁ Ἡλιόφωτος μὲ τοὺς τρεῖς του συντρόφους, ἐπιτυγχάνοντας μεγάλες νίκες. Γι᾽ αὐτὸ καὶ κλήθηκαν στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἔτυχαν μεγάλων τιμῶν ἀπὸ τὸν βασιλέα, συνδιαιτώμενοι μαζί του στὰ ἀνάκτορα. Ἀλλ᾽ ἐπειδὴ στὶς ψυχές τους ὑπερίσχυσε ὁ πόθος τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν καὶ ἐπιθύμησαν τὴν ὁλοκληρωτικὴ ἀφοσίωση στὴ λατρεία τοῦ ἐπουρανίου βασιλέως Χριστοῦ, παρακάλεσαν τὸν ἐπίγειο βασιλέα, νὰ τοὺς ἐπιτρέψει νὰ ἀσπασθοῦν τὸν μοναχικὸ βίο. Βλέποντας τὸν ὁλόψυχο πόθο τους ὁ Θεοδόσιος, τοὺς τὸ ἐπέτρεψε, παρακαλώντας τους συνάμα νὰ τὸν μνημονεύουν πάντοτε στὶς προσευχές τους. Διένειμαν τότε οἱ ἅγιοι τὴν περιουσία τους στοὺς πτωχούς καί, ἐλεύθεροι πιὰ ἀπ᾽ ὅλα τὰ βιοτικά, μετέβησαν (λίγο μετὰ τὸ 447 καὶ πρὶν τὸ 450) μὲ σπουδὴ στὴν Ἔφεσο, γιὰ νὰ προσκυνήσουν τὰ λείψανα τῶν ἁγίων Ἑπτὰ Παίδων, ποὺ εἶχαν προσφάτως τότε ἀναστηθεῖ (ἔτος 447) πρὸς πίστωση τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν, καὶ πάλιν κοιμήθηκαν ἐν Κυρίῳ. Μετὰ τὸ προσκύνημά τους αὐτὸ καὶ μὲ τὸν πόθο νὰ ἀκολουθήσουν καὶ οἱ ἴδιοι τὸν βίο τοῦ ἀναιμάκτου μαρτυρίου τῆς συνειδήσεως, ἀπέπλευσαν οἱ τέσσερεις ὅσιοι γιὰ τὴν Κύπρο, γνωρίζοντάς την κατάλληλη γιὰ ἐρημικὴ βιοτὴ καὶ ἔχοντας προφανῶς ἤδη πληροφορηθεῖ γιὰ τὴν ἐκεῖ ἀκμὴ τοῦ μοναχισμοῦ, μάλιστα ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῶν ἐξεχόντων μοναστικῶν ἡγετῶν Ἱλαρίωνος τοῦ Μεγάλου (ἔζησε στὴν Κύπρο κατὰ τὰ τελευταῖα ἔτη τῆς ζωῆς του [364-371]) καὶ Ἐπιφανίου τοῦ Μεγάλου, ἀρχιεπισκόπου Κύπρου (367-403).

Ξεκινώντας λοιπὸν οἱ ἅγιοι ἀπὸ τὰ βόρεια παράλια τῆς νήσου, ὅπου ἀφίχθηκαν, ἔφθασαν στὴν περιώνυμη πόλη τῆς Ταμασοῦ, ὅπου προσκύνησαν γιὰ λίγο στοὺς ἐκεῖ πρωτοχριστιανικοὺς ἱεροὺς χώρους. Κατόπιν, ἀφοῦ βάδισαν περὶ τὰ δέκα βυζαντινὰ μίλια, βρέθηκαν στὴν ἄγονη ἐρημικὴ περιοχὴ μεταξὺ τῶν σημερινῶν χωριῶν Μιτσεροῦ καὶ Κάτω Μονῆς, ὅπου καὶ ἔστησαν τὴν ἀσκητική τους παλαίστρα, σχολάζοντας μὲ νηστεία, ἀγρυπνία καὶ προσευχὴ στὰ ἐκεῖ δύσβατα ὄρη. Κατοικία τους εἶχαν δύο γειτνιάζοντα σπήλαια, τὰ ὁποῖα, εἴτε προϋπῆρχαν ὡς ρωμαϊκοὶ τάφοι, εἴτε λάξευσαν οἱ ἴδιοι στὸν βράχο. Ἐπειδὴ οἱ ὅσιοι ὑπέφεραν ἀπὸ τὴ δίψα, λόγῳ ἔλλειψης στὴν περιοχὴ πόσιμου νεροῦ, παρακάλεσαν θερμῶς τὸν Κύριο καὶ ἀνέβλυσε ἀφθονοπάροχη πηγὴ δροσεροῦ νεροῦ, τὸ μετέπειτα θαυματουργὸ ἁγίασμά τους, τὸ ὁποῖο διατηρεῖται μέχρι καὶ σήμερα. Πρῶτος δὲ ἱεραρχικῶς τῆς σεπτῆς αὐτῆς τετράδας καὶ Γέροντάς τους ἀναδείχθηκε ἀπὸ τοὺς συνασκητές του ὁ μέγας Ἡλιόφωτος.

Μετὰ λοιπὸν ἀπὸ πολυχρόνιους ἀσκητικοὺς καμάτους, μὲ τοὺς ὁποίους πλουτίσθηκαν μὲ ἄφθονα χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, κοιμήθηκαν ἐν εἰρήνῃ οἱ ὅσιοι καὶ τάφηκαν στὰ δύο ἀσκητικά τους σπήλαια. Κατὰ τὴν ἐκταφή τους, τὰ ἱερά τους λείψανα βρέθηκαν ἄφθαρτα, καὶ διατηρήθηκαν ἔτσι γιὰ αἰῶνες. Ἕνεκα δὲ τοῦ πλήθους τῶν θαυμάτων τους, οἰκοδομήθηκε μπροστὰ ἀπὸ τὰ σπήλαιά τους ναὸς πρὸς τιμή τους, ὅπου προσέτρεχαν στίφη πιστῶν καὶ ἀσθενῶν, λαμβάνοντας ὁ καθένας τὴν ποθούμενη δωρεά.

Ἀπὸ τὴ συλλογὴ θαυμάτων, ποὺ περιλάμβανε ὁ προφανῶς ἀπολεσθεὶς ἀρχαῖος Βίος τους (γραμμένος πιθανώτατα κατὰ τοὺς 6ο/7ο αἰ.), διασώθηκαν ἐνδεικτικῶς ὁρισμένα θαύματα στὴ βυζαντινὴ ᾀσματικὴ Ἀκολουθία τους (7ος/9ος αἰ.), γιὰ τὴν ὁποία ἀναφέραμε ἀνωτέρω, καὶ ποὺ ἀρύεται ἀμέσως ἀπὸ τὸν ἐν λόγῳ Βίο, ἀποτελώντας ἔτσι τὴ σπουδαιότερη, ἐγκυρότερη καὶ ἀρχαιότερη πηγὴ γιὰ τὴ ζωὴ τῶν ἁγίων Ἡλιοφώτων. Οἱ θαυματουργίες τους συνεχίσθηκαν ἀνὰ τοὺς αἰῶνες, καὶ συνεχίζονται μέχρι καὶ τὶς μέρες μας. Ἐνδεικτικῶς παραπέμπουμε στὴν κατὰ τὸ ἔτος 1836 συντεθεῖσα ἀπὸ τὸν ἀσκητὴ ἱερέα καὶ ἁπλοϊκὸ ὑμνογράφο Χριστόδουλο τὸν Μαλουνταῖο Ἀκολουθία, ὅπου καὶ συναγωγὴ θαυμάτων τους.

Σήμερα σώζεται μόνο τὸ ἕνα σπήλαιο μὲ τρεῖς τάφους τῶν ἁγίων, ἄγνωστο ποιῶν ἀκριβῶς ἀπ᾽αὐτούς.  Ὁ ἐκεῖ σημερινὸς ναός τους κτίστηκε ἐπὶ τουρκοκρατίας, εἶναι καμαροσκέπαστος, ἐπικοινωνεῖ δὲ μὲ τὸ ὡς ἄνω σπήλαιο τῶν ὁσίων μέσῳ ἀνοίγματος στὸν βορειοδυτικὸ τοῖχο. Ἐκεῖ σώζεται καὶ μέρος τῶν λειψάνων τῶν ἁγίων, καθὼς καὶ ἡ παλαιότερη γνωστὴ φορητὴ εἰκόνα τους (18ου αἰ.), ποὺ συντηρήθηκε προσφάτως, φθαρμένη καὶ χωρὶς καμμία ὀνομαστικὴ ἐπιγραφή. Τεμάχια λειψάνων τῶν ἁγίων Ἡλιοφώτων φυλάσσονται καὶ σὲ ἄλλα μέρη τοῦ νησιοῦ, ὅπως καὶ φορητές τους εἰκόνες (19ου αἰ. κ. ἑξ.), στὶς ὁποῖες ὅμως ἀπεικονίζονται πέντε ἅγιοι, ποὺ φέρουν τὰ ὀνόματα, τὰ καταγραφόμενα ἀπὸ τὸν ἀνωτέρω ἱερέα Χριστόδουλο στὴν Ἀκολουθία, τὴν ὁποία συνέταξε (δηλ. Ἡλιόφωτος, Ἐπαφρόδιτος, Εὐσθένιος, Ἀμμώνιος καὶ Χουλλέλαιος). Ἡ διαφορὰ στὸν ἀριθμὸ καὶ τὰ ὀνόματα τῶν ἁγίων ἔχει τὴν ἐξήγησή της:

Στὶς χειρόγραφες Ἀκολουθίες καὶ εἰκόνες τῶν ἁγίων Ἡλιοφώτου καὶ τῶν σὺν αὐτῷ, ποὺ ἔγιναν κατὰ τὴν ὄψιμη στὴν Κύπρο τουρκοκρατία (18ος-19ος αἰ.), ἀπὸ τοὺς γνωστοὺς τέσσερεις ὁσίους τῆς ἀρχικῆς ὁμάδας τοῦ 5ου αἰ., ὁ μὲν ἅγιος Εὐθένιος ἀποδίδεται (εὐηχέστερα) ὡς Εὐσθένιος, παραλείπεται δὲ ὁ ἅγιος Αὐξουθένιος (ἴσως λόγῳ τοῦ ἀσυνήθους του ὀνόματος), καὶ ἐντάσσονται δύο ἄλλοι ὅσιοι, οἱ Ἀμμώνιος καὶ Θαλλέλαιος (παρὰ τῷ λαῷ Χουλλέλαιος), καὶ ἔτσι οἱ ἅγιοι Ἡλιόφωτοι παρουσιάζονται ὡς πέντε.

Γιὰ τοὺς τελευταίους δύο αὐτοὺς ἁγίους οὐδεμία ἀναφορὰ γίνεται, οὔτε στὴν ἀνωτέρω βυζαντινὴ Ἀκολουθία (7ου/9ου αἰ.), οὔτε στοὺς  τοπικοὺς μεσαιωνικοὺς χρονογράφους. Τὸ πιθανώτερο εἶναι, ὅτι οἱ δύο αὐτοὶ ὅσιοι (Ἀμμώνιος καὶ Χουλλέλαιος [=Θαλλέλαιος]) ὑπῆρξαν μεταγενέστεροι τοῦ 5ου αἰώνα μοναστές, ποὺ ἔζησαν ἀσκητικῶς, εἴτε πλησίον τοῦ προσκυνήματος καὶ τῶν τάφων τῆς ἀρχικῆς τετράδας τῶν ἁγίων Ἡλιοφώτων , εἴτε στὴν εὐρύτερη περιοχὴ τῆς Ταμασοῦ καὶ τοῦ ἐκεῖ ὄρους τῆς Κορώνης, ἀφοῦ καὶ στὴν πιὸ πάνω βυζαντινὴ Ἀκολουθία γίνονται νύξεις γιὰ τὴν ἐκεῖ ἀκμὴ τοῦ ἡσυχαστικοῦ μοναχισμοῦ (ἤδη δηλαδὴ κατὰ τὴν ἐποχὴ συντάξεώς της). Ἡ ζῶσα λοιπὸν τοπικὴ παράδοση διέσωσε καὶ τὰ ὀνόματα τῶν δύο αὐτῶν ὁσίων, οἱ ὁποῖοι ἐντάχθηκαν στὶς ὄψιμες εἰκόνες καὶ Ἀκολουθίες τῶν ἁγίων Ἡλιοφώτων, ἐν ἀγνοίᾳ τῆς ἐποχῆς ἀκμῆς τους, θεωρηθέντες ὡς σύγχρονοι καὶ συνασκητές.

Ὁ ναὸς καὶ τὸ σπήλαιο τῶν ἁγίων βρίσκονται στὴν περιοχὴ Ἀχερᾶς τῆς Λευκωσίας, κοντὰ στὸ χωριὸ Κάτω Μονή. Ἡ μνήμη τους τελεῖται στὶς 13 Ἰουλίου.

Βιβλιογραφία: Χαρίτωνος Μοναχοῦ Σταυροβουνιώτου, «Οἱ ἐν Κύπρῳ ὅσιοι καὶ θεοφόροι ἀσκηταὶ Ἡλιόφωτος, Αὐξουθένιος, Ἐπαφρόδιτος καὶ Εὐθένιος: Ἡ βυζαντινὴ ᾀσματικὴ Ἀκολουθία καὶ ὁ ἀπολεσθείς(;) Βίος αὐτῶν», Κυπριακαὶ Σπουδαί, ΞϚ’ (2002), σσ. 43-107 ( μὲ σχετικὲς εἰκόνες).