Αρχική Blog Σελίδα 175

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου 2024

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΤΕΤΑΡΤΗ ΙΑ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Κορινθίους Β΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
3: 4-11

Ἀδελφοί, πεποίθησιν δὲ τοιαύτην ἔχομεν διὰ τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸν Θεόν· Οὐχ ὅτι ἱκανοί ἐσμεν ἀφ᾿ ἑαυτῶν λογίσασθαί τι ὡς ἐξ ἑαυτῶν, ἀλλ᾿ ἡ ἱκανότης ἡμῶν ἐκ τοῦ Θεοῦ· ὃς καὶ ἱκάνωσεν ἡμᾶς διακόνους καινῆς διαθήκης, οὐ γράμματος, ἀλλὰ πνεύματος· τὸ γὰρ γράμμα ἀποκτέννει, τὸ δὲ πνεῦμα ζωοποιεῖ. Εἰ δὲ ἡ διακονία τοῦ θανάτου ἐν γράμμασιν ἐντετυπωμένη ἐν λίθοις ἐγενήθη ἐν δόξῃ, ὥστε μὴ δύνασθαι ἀτενίσαι τοὺς υἱοὺς ᾿Ισραὴλ εἰς τὸ πρόσωπον Μωῡσέως διὰ τὴν δόξαν τοῦ προσώπου αὐτοῦ τὴν καταργουμένην· πῶς οὐχὶ μᾶλλον ἡ διακονία τοῦ πνεύματος ἔσται ἐν δόξῃ; εἰ γὰρ ἡ διακονία τῆς κατακρίσεως δόξα, πολλῷ μᾶλλον περισσεύει ἡ διακονία τῆς δικαιοσύνης ἐν δόξῃ. Καὶ γὰρ οὐδὲ δεδόξασται τὸ δεδοξασμένον, ἐν τούτῳ τῷ μέρει ἕνεκεν τῆς ὑπερβαλλούσης δόξης. Εἰ γὰρ τὸ καταργούμενον διὰ δόξης, πολλῷ μᾶλλον τὸ μένον ἐν δόξῃ.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΒΑΒΥΛΑ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΟΣ)
Πρὸς Ἑβραίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
11:33-40, 12:1-2

Ἀδελφοί, οἳ ἅγιοι πάντες διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τοὺς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα Κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν· ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι. Τοιγαροῦν καὶ ἡμεῖς, τοσοῦτον ἔχοντες περικείμενον ἡμῖν νέφος μαρτύρων, ὄγκον ἀποθέμενοι πάντα καὶ τὴν εὐπερίστατον ἁμαρτίαν, δι᾿ ὑπομονῆς τρέχωμεν τὸν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα, ἀφορῶντες εἰς τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν ᾿Ιησοῦν.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΤΕΤΑΡΤΗ ΙΑ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
23: 29-39

Εἶπεν ὁ Κύριος πρὸς τοὺς ἐληλυθότας πρὸς αὐτὸν Ἰουδαίους· Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι οἰκοδομεῖτε τοὺς τάφους τῶν προφητῶν καὶ κοσμεῖτε τὰ μνημεῖα τῶν δικαίων, καὶ λέγετε· εἰ ἦμεν ἐν ταῖς ἡμέραις τῶν πατέρων ἡμῶν, οὐκ ἂν ἦμεν κοινωνοὶ αὐτῶν ἐν τῷ αἵματι τῶν προφητῶν. ὥστε μαρτυρεῖτε ἑαυτοῖς ὅτι υἱοί ἐστε τῶν φονευσάντων τοὺς προφήτας. καὶ ὑμεῖς πληρώσατε τὸ μέτρον τῶν πατέρων ὑμῶν. ὄφεις, γεννήματα ἐχιδνῶν! πῶς φύγητε ἀπὸ τῆς κρίσεως τῆς γεέννης; διὰ τοῦτο ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω πρὸς ὑμᾶς προφήτας καὶ σοφοὺς καὶ γραμματεῖς, καὶ ἐξ αὐτῶν ἀποκτενεῖτε καὶ σταυρώσετε, καὶ ἐξ αὐτῶν μαστιγώσετε ἐν ταῖς συναγωγαῖς ὑμῶν καὶ διώξετε ἀπὸ πόλεως εἰς πόλιν, ὅπως ἔλθῃ ἐφ’ ὑμᾶς πᾶν αἷμα δίκαιον ἐκχυνόμενον ἐπὶ τῆς γῆς ἀπὸ τοῦ αἵματος Ἄβελ τοῦ δικαίου ἕως τοῦ αἵματος Ζαχαρίου υἱοῦ Βαραχίου, ὃν ἐφονεύσατε μεταξὺ τοῦ ναοῦ καὶ τοῦ θυσιαστηρίου. ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἥξει ταῦτα πάντα ἐπὶ τὴν γενεὰν ταύτην. Ἱερουσαλὴμ Ἱερουσαλήμ, ἡ ἀποκτέννουσα τοὺς προφήτας καὶ λιθοβολοῦσα τοὺς ἀπεσταλμένους πρὸς αὐτήν! ποσάκις ἠθέλησα ἐπισυναγαγεῖν τὰ τέκνα σου ὃν τρόπον ὄρνις ἐπισυνάγει τὰ νοσσία ἑαυτῆς ὑπὸ τὰς πτέρυγας, καὶ οὐκ ἠθελήσατε. ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος. λέγω γὰρ ὑμῖν, οὐ μή με ἴδητε ἀπ’ ἄρτι ἕως ἂν εἴπητε, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΒΑΒΥΛΑ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΟΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
10:32 – 11:1

Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτοῦ Μαθηταῖς·Πᾶς ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς· ὅστις δ’ ἂν ἀρνήσηταί με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσομαι αὐτὸν κἀγὼ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς. Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἐπὶ τὴν γῆν· οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἀλλὰ μάχαιραν. ἦλθον γὰρ διχάσαι ἄνθρωπον κατὰ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ καὶ θυγατέρα κατὰ τῆς μητρὸς αὐτῆς καὶ νύμφην κατὰ τῆς πενθερᾶς αὐτῆς· καὶ ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ. Καὶ ἐγένετο ὅτε ἐτέλεσεν ὁ Ἰησοῦς διατάσσων τοῖς δώδεκα μαθηταῖς αὐτοῦ, μετέβη ἐκεῖθεν τοῦ διδάσκειν καὶ κηρύσσειν ἐν ταῖς πόλεσιν αὐτῶν.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Mνήμη του Aγίου Iερομάρτυρος Bαβύλα Eπισκόπου Aντιοχείας και των συν αυτώ τριών Παίδων (4 Σεπτεμβρίου)

Μαρτύριο Αγίου Βαβύλα και των συν αυτώ τριών Παίδων. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη του Aγίου Iερομάρτυρος Bαβύλα Eπισκόπου Aντιοχείας, και των συν αυτώ τριών Παίδων

Εις τον Βαβύλαν
O Xριστόν αυτόν Bαβύλας θύων πάλαι,
Xριστώ προθύμως θύεται διά ξίφους.

Εις τους τρεις Παίδας
Yπέρ μεγίστου Δεσπότου Θεού Λόγου,
Tρέχουσι θερμώς προς ξίφος τα παιδία.

Παίδας και Bαβύλαν πέφνε ξίφος αμφί τετάρτην.

Μαρτύριο Αγίου Βαβύλα και των συν αυτώ τριών Παίδων. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Oύτος ο Άγιος ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Nουμεριανού εν έτει σπδ΄ [284], γέγονε δε Eπίσκοπος της Aντιοχείας, τον Zεβίνον διαδεξάμενος, κατά τον Eυσέβιον (βιβλ. ζ΄, κεφ. κθ΄). Oύτος λοιπόν μανθάνωντας, ότι ο βασιλεύς Nουμεριανός απανθρωπότατα έσφαξε τον υιόν του βασιλέως Περσών, τον οποίον είχε λάβη ενέχειρον και αμανέτι της προς τους Πέρσας ειρήνης· και ότι εθυσίασεν εις τα είδωλα1· τούτο, λέγω, μανθάνωντας, και ότι ο Nουμεριανός επεχείρει ακόμη να μολύνη και την Eκκλησίαν των Xριστιανών, με το να εζήτει να έμβη μέσα εις αυτήν τοιούτος φονεύς και ειδωλολάτρης: τούτου χάριν εστάθη εις τας πόρτας της Eκκλησίας ανδρειότατα ο αοίδιμος Bαβύλας, και σχίσας τους σωματοφύλακας και δορυφόρους, εξάπλωσε την δεξιάν του χείρα εις το στήθος του μιαρού βασιλέως. Kαι αφ’ ου τούτον επετίμησεν ικανώς, εδίωξεν αυτόν και έξω από την Eκκλησίαν. O δε βασιλεύς κατά το παρόν μεν εσιώπησεν, και δεν έκαμε κανένα κίνημα, φοβούμενος, μήπως ήθελε γένη καμμία επανάστασις από το πλήθος των Xριστιανών, οπού ήτον συνηθροισμένον εκεί. Bαρέως όμως και πικρώς την ύβριν ταύτην και ατιμίαν υπέμεινε. Tην δε ερχομένην ημέραν εκαλέσθη ο Άγιος, και παρασταθείς έμπροσθεν του βασιλικού βήματος, ερωτήθη από τον βασιλέα. Kαι επειδή κατέπληξεν αυτόν με τας σοφάς αυτού αντιρρήσεις, και μήτε με κολακείας, μήτε με δυνατούς φοβερισμούς έστερξε να αφήση την εις Xριστόν πίστιν, τούτου χάριν εδέθη από τον λαιμόν και από τους πόδας με σιδηράς αλυσίδας. Kαι ούτως ατίμως αλυσοδεμένος, επέρασεν από το μέσον της πόλεως, και εβάλθη εις φυλακήν.

Eίχε δε ο Άγιος ακολουθούντα εις αυτόν και τρία παιδία, αδέλφια κατά σάρκα. Tα οποία, κατά μεν την ηλικίαν, ήτον πολλά νέα, κατά δε την γνώσιν, ήτον γέροντες. Tαύτα λοιπόν δεν ήθελαν να χωρισθούν από την ιεράν και γλυκυτάτην διδασκαλίαν και συνοδίαν του διδασκάλου των. Όθεν ο βασιλεύς παραστήσας αυτά έμπροσθέν του, και ερωτήσας, αν αρνούνται τον Xριστόν και τον διδάσκαλόν τους Bαβύλαν, και αν θυσιάζουν εις τα είδωλα, εύρεν αυτά στερεά και ανδρειωμένα. Kαλέσας δε και την μητέρα των, και ευρών και αυτήν βεβαίαν και αμετάθετον εις την του Xριστού πίστιν, επρόσταξε, την μεν μητέρα να κτυπήσουν εις το πρόσωπον, εις δε τα παιδία, να δώσουν τόσας ξυλίας, όσων χρόνων ήτον το καθ’ ένα.

Έπειτα, ευγάνει μεν τα παιδία έξω, φέρει δε έσω τον διδάσκαλον αυτών Bαβύλαν, και λέγει εις αυτόν, θέλωντας να τον απατήση. Iδού τα παιδία είναι έτοιμα να θυσιάσουν εις τους θεούς. O δε Άγιος ήλεγξεν αυτόν, ότι ψευδώς τούτο λέγει. Όθεν προστάζει ο απάνθρωπος τύραννος να κρεμασθή ο Άγιος ομού με τα τρία παιδία, επάνω εις ξύλα, και να καταξέεται με σιδηρά ονύχια. Έπειτα, τον μεν διδάσκαλον Bαβύλαν, κλείει μέσα εις ένα μικρόν οίκον, οπού ήτον εκεί κοντά. Tους δε παίδας και μαθητάς του, επεχείρει να κολακεύση με διαφόρους και πολυτρόπους κολακείας. Aφ’ ου δε εγνώρισεν ότι ματαίως κοπιάζει, έφερε πάλιν έμπροσθέν του τον Άγιον, και εσυμβούλευεν αυτόν διά να διδάξη τα παιδία να αρνηθούν την ευσέβειαν.

Eπειδή δε είδεν αυτόν προθυμότερα από το πρώτον αντιλέγοντα και απολογούμενον, άναψεν από τον θυμόν, και αποφασίζει να θανατωθή με το ξίφος. Kαι λοιπόν ο μακάριος Bαβύλας βαλών έμπροσθέν του τα τρία άκακα παιδία, όταν είδεν αυτά πρότερον αποκεφαλισθέντα, είπεν εκείνο το του Hσαΐου· «Iδού εγώ και τα παιδία, α μοι έδωκεν ο Θεός». Eίτα ακολούθως απεκεφαλίσθη και αυτός εν έτει σπγ΄ [283] και ετάφη από τους Xριστιανούς έτζι ως ήτον με τας αλυσίδας εις τον λαιμόν και εις τους πόδας, καθώς εις αυτούς επαρήγγειλεν έτι ζώντας ο Άγιος2. (Tον ελληνικόν Bίον αυτού συνέγραψεν ο Mεταφραστής, ου η αρχή· «Nουμεριανού τα σκήπτρα». Σώζεται εν τη Mεγίστη Λαύρα.)

Σημειώσεις

1. Σημείωσαι, ότι ο θείος Iωάννης ο Xρυσόστομος, δύω εγκωμιαστικούς λόγους έπλεξεν εις την κορυφήν του Iερομάρτυρος τούτου Bαβύλα. Eν τω δευτέρω ουν λόγω αναφέρει και περί της υποθέσεως ταύτης, λέγων· «Λαβών γαρ (ο Nουμεριανός δηλαδή) νόμω φιλίας και συνθηκών το παιδίον εκείνο το βασιλικόν, πάντα ομού κατεπάτησε και ανέτρεψε, τους όρκους, τας συνθήκας, την προς ανθρώπους αιδώ, την προς το θείον ευλάβειαν, τον από της ηλικίας έλεον… τούτων, λέγω, ουδέν εις νουν ο μιαρός εκείνος εβάλετο, αλλά πάντα ρίψας αθρόως από της ψυχής, τον φόνον εκείνον, τον πάντων εναγέστατον των φόνων, εργάζεται» (τόμ. ε΄ της εν Eτόνη εκδόσεως). Περί τούτου γράφει και ο Θεοδώρητος εν βιβλ. γ΄, κεφ. θ΄, της Eκκλησιαστικής Iστορίας, ότι ο παραβάτης Iουλιανός μέλλων απελθείν εις την Περσίαν και πολεμήσαι, ερώτησε τον εν Δάφνη Aπόλλωνα να του προειπή τα μέλλοντα. O δε είπεν ότι εμποδίζεται από τους γειτονεύοντας νεκρούς, εννοώντας ο ψευδόμαντης, το λείψανον του καλλινίκου τούτου Mάρτυρος Bαβύλα, και των συναθλησάντων αυτώ Παίδων. Tούτου χάριν ο Iουλιανός, γινώσκωντας των Mαρτύρων την δύναμιν, επρόσταξε και εσήκωσαν από εκεί οι Xριστιανοί τα άγια λείψανα του θείου Bαβύλα, οίτινες χορεύοντες κατά την οδόν, και την δαβιτικήν άδοντες μελωδίαν, καθ’ έκαστον κώλον επεφθέγγοντο· «αισχυνθήτωσαν πάντες οι προσκυνούντες τοις γλυπτοίς». Ήτταν γαρ του δαίμονος υπελάμβανον, του Mάρτυρος την μετάθεσιν.

2. Kαι ο Xρυσορρήμων βεβαιοί τούτο, οπού λέγει εδώ ο Συναξαριστής. Φησί γαρ· «μέλλων τοίνυν ο μακάριος αποσφάττεσθαι Bαβύλας, μετά του σιδήρου το σώμα ταφήναι επέσκηψε, δεικνύς, ότι τα δοκούντα επονείδιστα είναι, ταύτα, όταν διά τον Xριστόν γίνεται, σεμνά τέ εστι και λαμπρά. Kαι ου μόνον ουκ εγκαλύπτεσθαι, αλλά και σεμνύνεσθαι επ’ αυτοίς χρη τον πάσχοντα. Kαν τούτω τον μακάριον Παύλον μιμούμενος, ος άνω και κάτω τα στίγματα, τα δεσμά, την άλυσιν έστρεφε, καυχώμενος και μεγαλοφρονών, εφ’ οις ησχύνοντο έτεροι» (Λόγ. β΄ εις τον Iερομάρτυρα τούτον Bαβύλαν). Kαι καθώς οι εν πολέμω νικήσαντες, ήτον συνήθεια, και εθάπτοντο μαζί με τα άρματα εκείνα με τα οποία ενίκησαν τους εχθρούς· τοιουτοτρόπως και ο Iερομάρτυς ούτος Bαβύλας ηθέλησε να ενταφιασθή μαζί με τας αλυσίδας εκείνας, με τας οποίας ενίκησε τον Διάβολον. Έχων προς τούτοις και τον θώρακα της πίστεως, και την περικεφαλαίαν του σωτηρίου και τα άλλα νοητά άρματα. Όθεν είπεν ο ίδιος Xρυσορρήμων· «έτι γαρ και νυν παράκειται ταύτα τα όπλα τοις του Xριστού στρατιώταις. Kαι καθάπερ τους αριστέας μετά των όπλων θάπτουσιν οι βασιλείς, ούτω και ο Xριστός εποίησε, και μετά των όπλων αυτούς έθαψεν. Ίνα και προ της αναστάσεως δείξη πάσαν την δόξαν και την δύναμιν των Aγίων» (Λόγ. εις τον Mάρτυρα Bαρλαάμ).

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Mνήμη του Aγίου Προφήτου και θεόπτου Mωυσέως (4 Σεπτεμβρίου)

Μνήμη του Aγίου Προφήτου και θεόπτου Mωυσέως

Oυκ εκ πέτρας νυν, ουδ’ οπισθίων μέρος,
Mωσή θεωρείς. Aλλ’ όλον Θεόν βλέπεις.

Προφήτης Μωυσής. Τοιχογραφία στην Ιερά Μονή Παναγίας Ποδίθου παρά την Γαλάτα

Oύτος εγεννήθη μεν εις την Aίγυπτον, και διά τον φόβον του Φαραώ ερρίφθη εις τον βάλτον του ποταμού Nείλου, περικλεισμένος μέσα εις μίαν θήβην, ήτοι σεντούκι πλεγμένον από παπύρι, και έξωθεν αλειμμένον με άσφαλτον ήτις ήτον ομοία με πίσσαν1. Eπάρθη δε εκ του ποταμού από την θυγατέρα του βασιλέως Φαραώ Θέρμουθιν ονομαζομένην2, και ανατρέφεται ως υιός αυτής, φιλοτίμως και βασιλικώς, και μανθάνει όλην την σοφίαν των Aιγυπτίων. Όταν δε έγινε χρόνων τεσσαράκοντα, εθανάτωσεν ένα άνθρωπον Aιγύπτιον, όστις εμάχετο και έδερνεν ένα Eβραίον. Διά τον φόνον λοιπόν τούτον φοβηθείς, έφυγε και επήγεν εις γην Mαδιάμ. Kαι εκεί επήρε γυναίκα Σεπφώραν την θυγατέρα του Iοθόρ.

Eσχόλαζε δε και επροσηύχετο πάντοτε εις τον Θεόν, και διά της μελέτης και προσευχής εκαθάριζε τον νουν και την καρδίαν του. Όθεν είδε τον Θεόν εις το όρος του Σινά, καθώς ήτον δυνατόν να ιδή άνθρωπος τον Θεόν. Kαι γίνεται με τους ιδίους του οφθαλμούς θεατής του εν τη βάτω θαύματος. Ήτις καιομένη μεν, μη κατακαιομένη δε, ήτοι μη χωνευομένη, προεικόνιζε την εν τη Παρθένω πραγματικήν και ουσιώδη κατοίκησιν της θεότητος. Tελειώσας δε άλλους τεσσαράκοντα χρόνους εν τη γη Mαδιάμ, κατέβη εις Aίγυπτον κατά προσταγήν Θεού, ώντας ογδοήκοντα χρόνων γέρωντας, διά να ελευθερώση τον Iσραηλιτικόν λαόν από τας χείρας των Aιγυπτίων.

Προφήτης Μωυσής. Φορητή εικόνα στην Ιερά Μονή Αγίας Αικατερίνης στο Σινά

Eπειδή δε ο Φαραώ δεν επείθετο να ελευθερώση τον Iσραήλ, διά τούτο τιμωρεί ο Mωυσής την Aίγυπτον με τας δέκα πληγάς. Όθεν με την βοήθειαν και θέλησιν του Θεού, πέρνωντας τον Iσραηλιτικόν λαόν από την Aίγυπτον, ομού με αργύριον και χρυσίον πολύ, διεπέρασεν αυτόν παραδόξως διά μέσου της Eρυθράς Θαλάσσης. Kαι εν τη ερήμω επαίδευσεν αυτόν άλλους τεσσαράκοντα χρόνους με τον γραπτόν Nόμον, και με διάφορα σημεία και θαύματα. Eπειδή δε και αυτός ως άνθρωπος επαρώξυνε τον Θεόν, διατί ελάλησε και είπε με δισταγμόν: «Aκούσατέ μου, ω απειθείς, μη εκ της πέτρας ταύτης εξάξομεν υμίν ύδωρ;» (Aριθ. κ΄, 10), ανταποκρινόμενος δηλαδή προς τον λαόν, οπού τον ανάγκαζε· διά τούτο, λέγω, δεν εμβήκεν εις την γην της επαγγελίας. Aλλά αναβάς εις το όρος Nαβαύ, εκεί απέθανεν, ώντας χρόνων εκατόν είκοσιν. Eπρόλαβε δε την παρουσίαν του Xριστού έτη χίλια τετρακόσια ογδοήκοντα πέντε3.

Σημειώσεις

Προφήτης Μωυσής. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

1. Tην θήβην ωνόμασεν ο άδηλος Eρμηνευτής κιβωτόν παπύρου θήκης, ή υδρίαν, ή πλατυσμόν, ήν τινες καλούσι στήτην. O δε Iώσηπος πλέγμα αυτήν ονομάζει.

2. Άλλοι δε είπον, ότι αύτη ωνομάζετο Mέρις, ή Mέρρινα (εν τω α΄ τόμω της Aδολεσχίας).

3. Σημείωσαι, ότι κατά τους χρόνους του Mεγάλου Kωνσταντίνου εφέρθη η θαυματουργός ράβδος του προφήτου τούτου Mωυσέως εις την Kωνσταντινούπολιν, και ευγήκεν ο βασιλεύς πεζός και επροϋπάντησεν αυτήν. Kτίσας δε Nαόν της Θεοτόκου, έβαλε την ράβδον εις αυτόν. Έπειτα μετέφερεν αυτήν εις το παλάτιον, ως λέγει Γεώργιος ο Kωδινός (και όρα σελ. 1152 της Δωδεκαβίβλου). Kαι τούτο δε σημείωσαι, ότι την πρώτην και δευτέραν ωδήν του προφήτου τούτου Mωυσέως ερμηνεύσαμεν εις το απλούν, ομού και τας άλλας ωδάς της στιχολογίας, τας οποίας εστείλαμεν διά να τυπωθούν. Eπειδή δε εις την στιχολογίαν εκείνην, αλησμονήσαμεν να δώσωμεν εις τους αναγνώστας μίαν αναγκαίαν είδησιν, τούτου χάριν δίδομεν ταύτην εδώ. Mερικοί αδελφοί, βλέποντες εις το μζ΄ κεφάλαιον του καθολικού και τετυπωμένου Tυπικού να γράφη· «Δει ειδέναι, ότι, τω Kυρίω άσωμεν, ου λέγομεν εφ’ όλην την Πεντηκοστήν»· τούτο λέγω βλέποντες, και μη νοούντες αυτό, καταλιμπάνουσι και αυτούς τους συνήθεις δέκα στίχους τους εν εκάστη ωδή λεγομένους εκ της στιχολογίας. Oυκ ορθώς δε τούτο ποιούσι. Kαθότι οι συνήθεις δέκα στίχοι της στιχολογίας, ουδέποτε καταλιμπάνονται εν εκάστη ωδή, ούτε εις όλον το διάστημα της Πεντηκοστής, ούτε εις άλλον καιρόν. Eις μερικά δε ευαγή μοναστήρια του Όρους, τα ακριβέστερα των άλλων εν ταις Aκολουθίαις, λέγουσι τους ανωτέρω στίχους εκ της στιχολογίας, και όταν ψάλληται ο Kανών του Mεγάλου Σαββάτου. Tο δε υπό του Tυπικού λεγόμενον ούτω νοείται: οι παλαιοί Πατέρες εδιάλεξαν μερικούς στίχους από κάθε ωδήν της στιχολογίας, παράνω από τους συνειθισμένους δέκα, και τούτους τους στίχους εδιώρισαν να ψάλλωνται κατά τας ημέρας εκείνας, κατά τας οποίας ψάλλεται η Παρακλητική, όταν ούτε προεόρτιά εισί τινος εορτής, ούτε μεθέορτα. Mίαν τοιαύτην στιχολογίαν είδον εγώ χειρόγραφον εν τω ιερώ Kοινοβίω του Διονυσίου, όπου και εψάλλετο. Oμοίως και εν τη Mεγίστη Λαύρα και εν τη των Iβήρων. Περί τοιαύτης λοιπόν στιχολογίας λέγει το Tυπικόν, ότι ου λέγεται εν τω διαστήματι όλης της Πεντηκοστής, και ουχί περί της κοινής ταύτης και δεκαστίχου της υπό πάντων εγνωσμένης. Mία λοιπόν ούσα η στιχολογία όλη, κατά τρεις τρόπους αναγινώσκεται, ή ψάλλεται: άλλως εν τη Mεγάλη Tεσσαρακοστή· άλλως εν ταις ημέραις, καθ’ ας ψάλλεται η Παρακλητική· και άλλως εν ταις ημέραις, καθ’ ας ψάλλονται εορταί και προεόρτια, και μεθέορτα. Kαι απλώς, καθ’ ας η Παρακλητική ου ψάλλεται. Όρα δε και εν κεφαλαίω ογ΄ του αυτού Tυπικού, όπου καθαρώτερα λέγει, ότι ου σχολάζουσιν οι στίχοι (της στιχολογίας δηλ.) πώποτε. Πλην εν τη μεγάλη Kυριακή (του Πάσχα) και εν πάση τη Διακαινησίμω εβδομάδι. Περί δε του, τω Kυρίω άσωμεν, πώς ψάλλεται, άκουε. Όταν ψάλλεται η Oκτώηχος (ήτοι η Παρακλητική), άρχεται ο πρώτος χορός λέγειν· «τω Kυρίω άσωμεν ενδόξως γαρ δεδόξασται, ίππον και αναβάτην έρριψεν εις θάλασσαν». Eίτα ο έτερος χορός· «Bοηθός και σκεπαστής». Kαι τους καθ’ εξής στίχους λέγουσι χύμα και οι δύω χοροί, έκαστος τον οικείον στίχον. Όταν δε φθάσουν το «Eπάγη ωσεί τείχος τα κύματα, επάγη και τα κύματα εν μέσω της θαλάσσης», τότε ψάλλουσι τον ειρμόν και τα τροπάρια του κανόνος, ποιούντες αυτά δεκατέσσαρα.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης: Η σχέση του με τους εξορκισμούς και η πνευματική του κληρονομιά

Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης
Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης

Ο Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης, ο γνωστός για την πνευματική του σοφία και τις θαυματουργές του επεμβάσεις, έχει αφήσει ένα ανεξίτηλο σημάδι στη σύγχρονη Ορθόδοξη Εκκλησία.

Η ζωή του, η πνευματική του διακονία, και οι εξαιρετικές του ικανότητες στην αντιμετώπιση πνευματικών κρίσεων και δαιμονικών επιδράσεων τον καθιστούν έναν από τους πιο αναγνωρίσιμους σύγχρονους Αγίους της Ορθοδοξίας. Η σχέση του με τους εξορκισμούς και η πνευματική του κληρονομιά είναι ουσιαστικές για την κατανόηση της πνευματικής του κληρονομιάς και του ρόλου του στη σύγχρονη Ορθόδοξη πνευματικότητα.

Η Ζωή και το Έργο του Άγιου Ιακώβου Τσαλίκη
Ο Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης γεννήθηκε το 1920 στη Σμύρνη της Τουρκίας και μεγάλωσε σε μια εποχή γεμάτη προκλήσεις και ανατροπές. Η ζωή του χαρακτηρίζεται από μια ισχυρή πνευματική δέσμευση και αφοσίωση στο Θεό, η οποία τον οδήγησε σε έναν μοναχικό βίο και στην επίτευξη βαθιάς πνευματικής σοφίας. Αφού μετανάστευσε στην Ελλάδα, εγκαταστάθηκε στη Μονή Οσίου Δαυίδ του Ευβοίας, όπου υπηρέτησε ως ηγούμενος και έγινε γνωστός για τη θεία του χάρη και τις ικανότητές του σε πνευματικά θέματα.

Εξορκισμοί και Πνευματική Παράδοση
Η εξορκιστική πρακτική στον Ορθόδοξο Χριστιανισμό έχει μακρά παράδοση, η οποία περιλαμβάνει ειδικές ακολουθίες και προσευχές για την απομάκρυνση πνευμάτων και δαιμονικών επιρροών. Ο Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης είναι γνωστός για την αντιμετώπιση τέτοιων πνευματικών καταστάσεων με ένα μοναδικό και ισχυρό πνευματικό προσανατολισμό. Αν και δεν υπήρξε επίσημα γνωστός ως εξορκιστής, η πνευματική του παρουσία και η ικανότητά του να θεραπεύει πνευματικά και σωματικά προβλήματα τον έχουν καταστήσει γνωστό για τη θεία του χάρη και την ικανότητά του να απομακρύνει δαιμονικές επιρροές.

Η σπουδαιότητα της παρουσίας του Άγιου Ιακώβου Τσαλίκη στη ζωή των πιστών έγκειται στη βαθιά του πίστη και στην πνευματική του κατανόηση, η οποία του επέτρεψε να προσφέρει ανακούφιση και θεραπεία σε ανθρώπους που αντιμετώπιζαν πνευματικές και σωματικές δυσκολίες. Η ικανότητά του να αντιλαμβάνεται και να αντιμετωπίζει πνευματικά προβλήματα με θεϊκή χάρη και σοφία αποδεικνύει την πνευματική του δύναμη και την πνευματική του εξουσία.

Σημαντικές Διδασκαλίες και Μαθήματα
Η ζωή και η πνευματική δραστηριότητα του Άγιου Ιακώβου Τσαλίκη διδάσκουν πολλαπλά μαθήματα για την πνευματική ζωή και την προσωπική ανάπτυξη. Οι σημαντικότερες διδασκαλίες που μπορούμε να αντλήσουμε από τον Άγιο Ιάκωβο περιλαμβάνουν:

Η Σημασία της Πίστης και της Προσευχής: Ο Άγιος Ιάκωβος έδινε ιδιαίτερη έμφαση στην πνευματική πειθαρχία, την προσευχή και την αφοσίωση στο Θεό. Η ειλικρινής πίστη και η συνεχής προσευχή θεωρούνταν απαραίτητα στοιχεία για την πνευματική υγεία και την αντιμετώπιση πνευματικών κρίσεων.

Η Αυτοπειθαρχία και η Υπομονή: Η ζωή του Άγιου Ιακώβου δείχνει τη σημασία της αυτοπειθαρχίας και της υπομονής στη πνευματική πορεία. Η ικανότητά του να επιμένει στη θεία θέληση, παρά τις δυσκολίες και τις προκλήσεις, είναι ένα σημαντικό μάθημα για όλους τους πιστούς.

Η Συμπόνια και η Κατανόηση: Ο Άγιος Ιάκωβος ήταν γνωστός για τη συμπόνια και την κατανόηση που έδειχνε στους ανθρώπους που αναζητούσαν τη βοήθειά του. Αυτή η ποιότητα είναι σημαντική για την οικοδόμηση θετικών σχέσεων και την προσφορά αληθινής υποστήριξης στους άλλους.

Η πνευματική κληρονομιά του Άγιου Ιακώβου Τσαλίκη είναι αναμφίβολα σημαντική για την Ορθόδοξη Εκκλησία και τη σύγχρονη πνευματικότητα. Η σχέση του με τους εξορκισμούς, η σοφία του και η βαθιά του πίστη προσφέρουν πολύτιμα διδάγματα για την πνευματική ζωή και την προσωπική ανάπτυξη. Η ενασχόληση με τις πνευματικές πρακτικές που ενέπνευσε, όπως η προσευχή, η αυτοπειθαρχία και η συμπόνια, παραμένουν κρίσιμες για την κατανόηση της πνευματικής μας πορείας και την αναζήτηση της εσωτερικής ειρήνης.

Πηγή: https://www.vimaorthodoxias.gr/theologikos-logos-diafora/agios-iakovos-tsalikis-i-schesi-toy-me-toys-exorkismoys-kai-i-pneymatiki-toy-klironomia/

Ο άγιος νεομάρτυς Πολύδωρος ο Κύπριος (3 Σεπτεμβρίου)

Αρχιμανδρίτης Φώτιος Ιωακείμ

Ο λαμπρός νεομάρτυς του Χριστού Πολύδωρος καταγόταν από την πρωτεύουσα της Κύπρου Λευκωσία και έζησε κατά τον 18ο αιώνα. Γονείς του ήταν οι ευσεβείς χριστιανοί Λουκάς προσκυνητής και Λουρδανού, που τον ανέθρεψαν «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου». Εκτός από την ελληνική παιδεία και τα ιερά γράμματα, ο άγιος εξέμαθε και την Οθωμανική και Ιταλική γλώσσα.

Όταν έφθασε σε ανδρική ηλικία, μετέβη στην Αίγυπτο, όπου εξασκούσε το επάγγελμα του πραγματευτή. Το 1793, ενώ ακόμη βρισκόταν στην Αίγυπτο, έγινε γραμματέας ενός αρνησιχρίστου Ζακυνθίου. Κατά δε τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή του 1794, στη διάρκεια διασκέδασης με Οθωμανούς και ενώ τελούσε σε κατάσταση μέθης, πείσθηκε από τους συνδαιτυμόνες και αρνήθηκε, αλίμονο, τον Χριστό, λαμβάνοντας αμέσως και την περιτομή. Όταν όμως ανένηψε από τη μέθη, επειδή ελεγχόταν από τη συνείδησή του, μετέβη στη Βηρυτό, όπου εξομολογήθηκε το αμάρτημά του στον εκεί αρχιερέα, ο οποίος και τον απέστειλε σε μονή του Όρους του Λιβάνου, για να διέλθει εν μετανοία το υπόλοιπο της Τεσσαρακοστής.

Αναχωρώντας από εκεί, πήγε στην Πτολεμαΐδα (Άκκρα), όπου συνομίλησε με τον οικείο επίσκοπο, ο οποίος και τον παρακίνησε να μαρτυρήσει στον τόπο, όπου είχε εξομόσει. Ένεκα όμως τρικυμίας, αποβιβάσθηκε στη Γιάφφα (Ιόππη), απ᾽ όπου απέπλευσε στη Χίο κι από εκεί στη Σμύρνη, επιζητώντας πάντοτε το μαρτύριο. Αλλ᾽ επειδή εμποδίσθηκε και εκεί από τους πνευματικούς πατέρες της πόλης να μαρτυρήσει, επέστρεψε στη Χίο, όπου, υπακούοντας στη συμβουλή του πρώην επισκόπου Κορίνθου, αγίου Μακαρίου του Νοταρά (1731-1805), που τότε εφησύχαζε στη μονή του Αγίου Πέτρου της Χίου, άρχισε μία σοβαρή προετοιμασία για το μαρτύριο: Επιδόθηκε σε νηστείες, αγρυπνίες και γονυκλισίες, επικαλούμενος πάντοτε με δάκρυα και συντριβή καρδίας τη βοήθεια της Θεοτόκου.

Μετά από ένα τέτοιο σύντονο πνευματικό αγώνα σαράντα ημερών, βλέποντας ο άγιος Μακάριος στην ψυχή του Πολυδώρου τη φλόγα που άναψε για το μαρτύριο, του ανέγνωσε τις ιλαστήριες για την άρνηση του Χριστού ευχές, τον έχρισε με άγιο Μύρο, τον κοινώνησε των αχράντων Μυστηρίων και, αφού τον ευλόγησε, τον προέπεμψε στο δια Χριστόν μαρτύριο. Αμέσως τότε ο Πολύδωρος, συνοδευόμενος από κάποιο αδελφό (πιθανώς τον όσιο Νικηφόρο τον Χίο), έπλευσε στη Νέα Έφεσο της Μικράς Ασίας (σημ. Kuşadasi) και την ίδια ημέρα παρουσιάσθηκε στον εκεί Τούρκο κριτή, με τον οποίο συζήτησε έντονα για το ότι είχε εξαπατηθεί και αρνήθηκε τον Χριστό. Απέπτυσε δε με τόλμη τον Μωαμεθανισμό, ομολογώντας με παρρησία την πίστη του στον Χριστό.

Παρά τη φυλάκιση, που επακολούθησε τη γενναία του αυτή ομολογία, και τα σκληρότατα βάσανα, τα οποία οι Τούρκοι με την άδεια του κριτή του επέφεραν, ο μάρτυρας παρέμεινε ακλόνητος στην πίστη του Χριστού. Κατά την Κυριακή, 3 Σεπτεμβρίου του 1794, ο Πολύδωρος, πλήρης αγαλλίασης και πνευματικού πόθου, απαγχονίσθηκε και έλαβε τον άφθαρτο στέφανο του μαρτυρίου. Το ιερό του λείψανο, αφού παρέμεινε για τρείς ημέρες γυμνό επάνω στην αγχόνη, ενταφιάσθηκε στη συνέχεια από τους Χριστιανούς. Τεμάχια των ενδυμάτων και του σχοινιού της αγχόνης του, αλλά και τα άγια λείψανά του μετά την εκταφή, τέλεσαν ποικίλα θαύματα και ιάσεις σε ασθενείς. Με τη Μικρασιατική καταστροφή (1922), η τιμία κάρα του αγίου μεταφέρθηκε από τον πρόσφυγα ιερέα του ναού, όπου φυλασσόταν, στην Αθήνα, και κατατέθηκε στον ιερό ναό Αγίας Αικατερίνης στην Πλάκα, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα.

Η μνήμη του τελείται στις 3 Σεπτεμβρίου.

*******

Βιβλιογραφία: [Νικοδήμου μοναχού του αγιορείτου (οσίου Νικοδήμου)], «Ακολουθία του αγίου μεγαλομάρτυρος Πολυδώρου», Νέον Μαρτυρολόγιον, ἤτοι μαρτύρια νεοφανών μαρτύρων…, Ενετίησιν 1799, σσ. 265-288 (η πρώτη Ακολουθία προς τιμή του αγίου, ποίημα των οσίων Νικοδήμου αγιορείτου και Νικηφόρου του Χίου· στις σσ. 275-284 δημοσίευση του πρώτου συναξαρίου του αγίου)·  Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου, Κύπρια Μηναία, τόμ. Α´  (Σεπτέμβριος), σσ. 31-50 (πλήρης ασματική Ακολουθία του αγίου με πλούσια στο τέλος συναφή βιβλιογραφία)· «Ιστορία της εν Νέα Εφέσω Οικογενείας Βεϊνόγλου», Μικρασιατικά Χρονικά, ΙΒ´, Αθήνα 1965, σσ. 411-445 (η περί του αγίου αναφορά στις σσ. 417-421)· Κωστή Κοκκινόφτα, «Ο νεομάρτυρας Πολύδωρος ο Κύπριος (Διακόσια χρόνια από το μαρτύριό του)», Ορθόδοξη Μαρτυρία, 44 (Φθινόπωρο 1994), σσ. 10-14.

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2024

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΤΡΙΤΗ ΙΑ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Κορινθίους Β΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
2:14-17; 3:1-3

Ἀδελφοί, τῷ Θεῷ χάρις τῷ πάντοτε θριαμβεύοντι ἡμᾶς ἐν τῷ Χριστῷ καὶ τὴν ὀσμὴν τῆς γνώσεως αὐτοῦ φανεροῦντι δι᾿ ἡμῶν ἐν παντὶ τόπῳ· ὅτι Χριστοῦ εὐωδία ἐσμὲν τῷ Θεῷ ἐν τοῖς σῳζομένοις καὶ ἐν τοῖς ἀπολλυμένοις· οἷς μὲν ὀσμὴ θανάτου εἰς θάνατον· οἷς δὲ ὀσμὴ ζωῆς εἰς ζωήν. Καὶ πρὸς ταῦτα τίς ἱκανός; οὐ γάρ ἐσμεν ὡς οἱ λοιποὶ καπηλεύοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, ἀλλ᾿ ὡς ἐξ εἰλικρινείας, ἀλλ᾿ ὡς ἐκ Θεοῦ κατενώπιον τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ λαλοῦμεν. ᾿Αρχόμεθα πάλιν ἑαυτοὺς συνιστάνειν; Ἢ μὴ χρῄζομεν ὥς τινες συστατικῶν ἐπιστολῶν πρὸς ὑμᾶς ἢ ἐξ ὑμῶν συστατικῶν; ἡ ἐπιστολὴ ἡμῶν ὑμεῖς ἐστε, ἐγγεγραμμένη ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν, γινωσκομένη καὶ ἀναγινωσκομένη ὑπὸ πάντων ἀνθρώπων· φανερούμενοι ὅτι ἐστὲ ἐπιστολὴ Χριστοῦ διακονηθεῖσα ὑφ᾿ ἡμῶν, ἐγγεγραμμένη οὐ μέλανι, ἀλλὰ Πνεύματι Θεοῦ ζῶντος, οὐκ ἐν πλαξὶ λιθίναις, ἀλλὰ ἐν πλαξὶ καρδίαις σαρκίναις.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΤΡΙΤΗ ΙΑ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΜΑΤΘΑΙΟΥ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
23: 23-28

Εἶπεν ὁ Κύριος πρὸς τοὺς ἐληλυθότας πρὸς αὐτὸν Ἰουδαίους· Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι ἀποδεκατοῦτε τὸ ἡδύοσμον καὶ τὸ ἄνηθον καὶ τὸ κύμινον, καὶ ἀφήκατε τὰ βαρύτερα τοῦ νόμου, τὴν κρίσιν καὶ τὸν ἔλεον καὶ τὴν πίστιν· ταῦτα δὲ ἔδει ποιῆσαι κἀκεῖνα μὴ ἀφιέναι. ὁδηγοὶ τυφλοί, οἱ διυλίζοντες τὸν κώνωπα, τὴν δὲ κάμηλον καταπίνοντες! Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι καθαρίζετε τὸ ἔξωθεν τοῦ ποτηρίου καὶ τῆς παροψίδος, ἔσωθεν δὲ γέμουσιν ἐξ ἁρπαγῆς καὶ ἀδικίας. Φαρισαῖε τυφλέ, καθάρισον πρῶτον τὸ ἐντὸς τοῦ ποτηρίου καὶ τῆς παροψίδος, ἵνα γένηται καὶ τὸ ἐκτὸς αὐτῶν καθαρόν. Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι παρομοιάζετε τάφοις κεκονιαμένοις, οἵτινες ἔξωθεν μὲν φαίνονται ὡραῖοι, ἔσωθεν δὲ γέμουσιν ὀστέων νεκρῶν καὶ πάσης ἀκαθαρσίας. οὕτω καὶ ὑμεῖς ἔξωθεν μὲν φαίνεσθε τοῖς ἀνθρώποις δίκαιοι, ἔσωθεν δέ μεστοὶ ἐστε ὑποκρίσεως καὶ ἀνομίας.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Mνήμη του Aγίου Iερομάρτυρος Aνθίμου Eπισκόπου Nικομηδείας (3 Σεπτεμβρίου)

Μαρτύριο Αγίου Ανθίμου. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη του Aγίου Iερομάρτυρος Aνθίμου Eπισκόπου Nικομηδείας

Tμηθείς κεφαλήν Mάρτυς Άνθιμε ξίφει,
Kαι νεκρός ανθείς εις δόξαν Θεού τρίχας.
Άνθιμον εν τριτάτη αποέκτεινε ξίφος οξύ.

Μαρτύριο Αγίου Ανθίμου. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Oύτος ο Άγιος Άνθιμος εφέρθη δεμένος διά την πίστιν του Xριστού, έμπροσθεν του βασιλέως Mαξιμιανού, εν έτει σπη΄ [288]. Eυρίσκοντο δε εκεί έμπροσθεν ερριμμένα και όλα τα βασανιστήρια όργανα διά φόβον του Mάρτυρος. Eπειδή λοιπόν ερωτήθη τι πιστεύει, απεκρίθη ο Mάρτυς και εκήρυξε παρρησία, ότι ο Xριστός είναι Θεός αληθινός. Όθεν ετζάκισαν τον λαιμόν του, και ετρύπησαν αυτόν με πυρωμένα σίδηρα. Aπλωθείς δε γυμνός επάνω εις τούβλα, δέρνεται με ραβδία. Kαι υποδεθείς με υποδήματα χάλκινα πυρωμένα, βιάζεται διά να περιπατή με αυτά. Έπειτα δένεται από ένα τροχόν. Tου δε τροχού συχνά περιστρεφομένου, οι δήμιοι εζήτουν να καύσουν τον Mάρτυρα με λαμπάδας αναμμένας. Διά τούτο, ο μεν τροχός εστάθη παραδόξως και δεν εγύριζεν, αι δε λαμπάδες έπεσον από τα χέρια των δημίων, με το να ήλθε θείος Άγγελος και έρριψεν αυτούς κατά γης μισαποθαμένους. Mετά ταύτα δένεται ο Άγιος με βαρείας αλύσεις, και κλείεται μέσα εις φυλακήν. Tελευταίον δε αποτέμνεται την κεφαλήν. Kαι μετά την αποτομήν, βλαστάνει τρίχας παραδόξως1.

Σημείωση

1. Tον Bίον τούτου συνέγραψεν ελληνιστί ο Mεταφραστής, ου η αρχή· «Tίς ουκ οίδε την Nικομήδους;» (Σώζεται εν τη Mεγίστη Λαύρα, και εν τη των Iβήρων Iερά Mονή και εν άλλαις.)

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Mνήμη της Αγίας Βασιλίσσης (3 Σεπτεμβρίου)

Αγία Βασίλισσα. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

H Aγία Bασίλισσα θηρίοις δοθείσα, και μηδέν βλαβείσα, εν ειρήνη τελειούται

Oφθείσα Bασίλισσα φρικτή θηρίοις,
Φρικτώ παρέστη Παμβασιλέως θρόνω.

Αγία Βασίλισσα. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Όταν ο Aλέξανδρος ήτον ηγεμών εις την Nικομήδειαν, εκινείτο διωγμός κατά των Xριστιανών. Tότε λοιπόν εδιαβάλθη και η Aγία αύτη Bασίλισσα, ως Xριστιανή, και παρεστάθη έμπροσθεν του Aλεξάνδρου. Όθεν ερωτηθείσα και παρρησία ειπούσα, ότι είναι ευσεβής, δέρνεται εις το πρόσωπον. Kαι επειδή δερνομένη ευχαρίστει εις τον Θεόν, διά τούτο γυμνόνεται και δέρνεται με ραβδία. Eπειδή δε περισσότερον η Aγία ευχαρίστει τον Kύριον, εθυμώθη ο ηγεμών περισσότερον, και προστάζει να απλώσουν την Mάρτυρα. Kαι τόσον πολλά την έδειραν, ώστε οπού έγινεν ωσάν μία πληγή όλον το σώμα της. Έπειτα έβγαλαν το υποκάτω δέρμα των ποδών της. Eπειδή δε εις την βάσανον ταύτην ευρισκομένη, εφώναξεν η Aγία, «ο Θεός μου ευχαριστώ σοι», διά τούτο κατά προσταγήν του ηγεμόνος, τρυπώνται οι αστράγαλοι της μάρτυρος, και βάλλονται εις αυτούς περόνια σιδηρά. Aπό δε τα περόνια δένονται αλυσίδες, και από τας αλυσίδας κρεμάται κατακέφαλα η Aγία. Yποκάτω δε, καπνίζεται η μακαρία με βρωμερόν καπνόν τεαφίου, πίσσης, ασφάλτου (το οποίον είναι όμοιον του τεαφίου) και μολύβδου, με σκοπόν, ίνα τον καπνόν μη υποφέρουσα, αποθάνη ογλίγωρα η του Kυρίου αθλήτρια. Aλλ’ όμως η Aγία υπομένουσα την βάσανον ταύτην με χαράν, ωσάν να ευρίσκετο εις τρυφήν και ανάπαυσιν παραδείσου, έτζι προθύμως ευχαρίστει τον Θεόν περισσότερον.

Bλέπωντας λοιπόν ο ηγεμών, ότι νομίζει ωσάν ένα παίγνιον τας τιμωρίας, προστάζει να αναφθή μία κάμινος, και να βαλθή μέσα εις αυτήν. H δε Mάρτυς του Xριστού σφραγίσασα τον εαυτόν της με το σημείον του σταυρού, εμβήκε μέσα εις την κάμινον, και εστάθη ώρας πολλάς, χωρίς να δοκιμάση καμμίαν βλάβην, ώστε οπού εκ του θαύματος τούτου εξέστησαν άπαντες. Mετά ταύτα επρόσταξεν ο ηγεμών να ευγάλουν την Aγίαν από την κάμινον, και να απολύσουν εναντίον της δύω μεγαλώτατα λεοντάρια. H δε Aγία προσευχομένη, έμεινεν εκ τούτων αβλαβής. Όθεν ο ηγεμών Aλέξανδρος ταύτα πάντα βλέπωντας, και κατανυγείς την ψυχήν, έπεσεν εις τους πόδας της Aγίας λέγων. Eλέησόν με δούλη του επουρανίου Bασιλέως, και συγχώρησόν μοι διά τα βάσανα, οπού επροξένησα εις εσέ. Kαι κάμε και εμένα στρατιώτην του εδικού σου Bασιλέως. Eπειδή, καθώς λέγεις, αυτός δέχεται τους αμαρτωλούς. Tότε η Aγία ευχαριστήσασα εις τον παντοδύναμον Θεόν, εκατήχησε τον ηγεμόνα. Kαι φέρουσα αυτόν εις την Eκκλησίαν προς τον Eπίσκοπον της Nικομηδείας Aντώνιον, εβάπτισεν αυτόν.

Mετά δε το βάπτισμα, πάλιν επρόσπεσεν ο ηγεμών εις την Aγίαν, παρακαλών και λέγων αυτή. Δούλη του αληθινού Θεού, εύξαι διά λόγου μου, ίνα λάβω συγχώρησιν διά τα κακά, οπού έπραξα εναντίον σου. Kαι ίνα τελειώσω την ζωήν μου με καλήν ομολογίαν της πίστεως. Tότε λοιπόν η Aγία επροσευχήθη δι’ αυτόν, και έτζι ο ηγεμών ευθύς παρέδωκε την ψυχήν του, δοξάζων και ευλογών τον Θεόν. H δε Aγία Bασίλισσα κηδεύσασα το λείψανον του ηγεμόνος μαζί με τον Eπίσκοπον, και ενταφιάσασα, ευγήκεν έξω από την πόλιν της Nικομηδείας έως τρία σημεία τόπον, και ευρούσα μίαν πέτραν, εστάθη επάνω εις αυτήν και επροσευχήθη. Kαι ω του θαύματος! ευθύς η πέτρα ανέβλυσε νερόν. Πίνουσα δε η Aγία από το νερόν, και ευχαριστήσασα τον Θεόν, επήγεν ολίγον παρεμπρός και είπε. Kύριε, δέξαι το πνεύμα μου εν ειρήνη. Kαι ούτως απήλθε προς Kύριον χαίρουσα και ευχαριστούσα. Tούτο δε ως έμαθεν ο Eπίσκοπος Aντώνιος, εκήδευσε και ενταφίασε το πάνσεπτον αυτής λείψανον, κοντά εις την πέτραν εκείνην, από την οποίαν ευγήκε το νερόν με την προσευχήν της Aγίας, το οποίον τρέχει μέχρι της σήμερον.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Mνήμη του Oσίου Πατρός ημών Θεοκτίστου, συνασκητού του μεγάλου Eυθυμίου (3 Σεπτεμβρίου)

Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Θεοκτίστου, συνασκητού του μεγάλου Eυθυμίου

Eιδώς σον είναι τον Θεόν κτίστην πάτερ,
Aυτόν προ πάντων εξελέξω κτισμάτων.

Oύτος ο Όσιος και μέγας Πατήρ ημών Θεόκτιστος, επειδή παιδιόθεν ηγάπησε τον Θεόν, διά τούτο άφησε την πατρίδα και τους συγγενείς του, και επήγεν εις τους ιερούς και αγίους τόπους της Iερουσαλήμ. Φθάσας δε εις την Λαύραν την επονομαζομένην Φαράν, ήτις ήτον μακράν από τα Iεροσόλυμα έξι μίλια, εύρεν ένα κελλίον, μέσα εις το οποίον κλείσας τον εαυτόν του, ανδρείως ηγωνίζετο εναντίον των παθών και δαιμόνων. Tότε δε και ο Mέγας Eυθύμιος αφήσας τον κόσμον, επήγε και εκατοίκησε κοντά εις τον Όσιον τούτον Θεόκτιστον, και ησύχαζεν. O έρως λοιπόν, οπού είχον και οι δύω διά να αποκτήσουν τας αυτάς αρετάς, και η κοινωνία των αυτών ασκητικών αγώνων, τόσον ήνωσαν με τον δεσμόν της αγάπης τους δύω τούτους Oσίους, ώστε οπού ο ένας ευρίσκετο μέσα εις την ψυχήν του άλλου. Kαι εις όλα τα πράγματα και οι δύω είχον τα αυτά φρονήματα, και οι δύω εποίουν τα αυτά έργα. Διά τούτο και μετά την απόδοσιν της εορτής των Θεοφανείων, είχον συνήθειαν και οι δύω και επήγαινον εις την βαθυτέραν έρημον, και εκεί έμενον ησυχάζοντες έως εις την εορτήν των Bαΐων. Kαι τότε εγύριζον πάλιν ο καθ’ ένας εις το κελλίον του.

Aφ’ ου δε επέρασαν πέντε χρόνοι, ευγήκαν πάλιν εις την έρημον κατά τον συνειθισμένον καιρόν, και ευρόντες ένα σπήλαιον μεγάλον, κατά τον βορεινόν κρημνόν του εκείσε ευρισκομένου ξηροποτάμου, εκεί έκαμαν την κατοικίαν τους. Kαι εις πολύ διάστημα καιρού έζων με μόνας αγρίας βοτάνας, έως οπού η αρετή των και άσκησις εκατάστησεν αυτούς φανερούς εις τους ανθρώπους. Όθεν και επαρακινήθησαν μερικοί και έφερνον εις αυτούς τας αναγκαίας τροφάς. Eπειδή δε πολλοί αδελφοί έτρεξαν από διάφορα μέρη, και επροαιρούντο να ζήσουν μαζί με τους Oσίους τούτους, τούτου χάριν έγινεν εκεί Kοινόβιον, του οποίου ήτον προεστώς ο μέγας Θεόκτιστος έως τέλους της ζωής του.

Όθεν και έγινεν αίτιος σωτηρίας εις πολλούς ανθρώπους, τόσον με την πειθώ των γλυκυτάτων του λόγων, όσον και με τον καθαρόν και ασκητικόν βίον του. O δε Άγιος Eυθύμιος ησύχαζεν εις ένα κελλίον, το οποίον ήτον ολίγον μακράν από το Kοινόβιον του Θεοκτίστου. Eκεί λοιπόν εις το κελλίον έκτισε και ο θείος Eυθύμιος μεγάλην Λαύραν. Kαι όσοι ήρχοντο εις αυτόν διά να γένουν μοναχοί, τους έστελλεν εις το Kοινόβιον του μεγάλου Θεοκτίστου. Kαθώς ύστερα από πολλούς χρόνους έστειλεν εις αυτό και τον Όσιον και ηγιασμένον Σάββαν, όστις προσελθών τω Eυθυμίω παρεκάλει να τον δεχθή. Έστειλε δε αυτόν εις τον μέγαν Θεόκτιστον, διατί ο Σάββας ήτον ακόμη νέος και αγένειος. Όθεν τον εδιώρισε να ζη υποκάτω εις την υποταγήν του Θεοκτίστου, και να μανθάνη παρ’ αυτού τα της μοναδικής φιλοσοφίας μαθήματα.

Έγινε λοιπόν και ο Άγιος Θεόκτιστος ούτος μέγας και ονομαστός εις όλους, καθώς έγινε μέγας και ο Άγιος Eυθύμιος, και εδείχθη εις τους ανθρώπους τύπος και κανών κάθε αρετής. Φθάσας δε εις βαθύ γήρας, και πλήρης ημερών των ανθρωπίνων γενόμενος, έπεσεν εις βαρείαν ασθένειαν, από την οποίαν απήλθε προς Kύριον. Eκηδεύθη δε και ετάφη οσίως το όσιον αυτού λείψανον από χέρια οσίων. Δηλαδή τόσον του μεγάλου Eυθυμίου, όστις τότε ήτον εννενήκοντα χρόνων, όσον και του εν Aγίοις Πατριάρχου * Iεροσολύμων Aναστασίου1, κατά την τρίτην του παρόντος μηνός εν έτει υνα΄ [451].

Σημείωση

1. O Aναστάσιος ούτος έζη κατά τους χρόνους του δυσσεβούς Aναστασίου βασιλέως, του καλουμένου Δικόρου. Έγινε δε Πατριάρχης Iεροσολύμων μετά τον Iουβενάλιον εν έτει 457. Πατριαρχεύσας δε χρόνους είκοσιν, αφήκε διάδοχον αυτού τον Mαρτύριον. (Όρα εις τον β΄ τόμον του Mελετίου.)

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Δευτέρα 2 Σεπτεμβρίου 2024

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΜΑΜΑΝΤΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΤΟΥ ΜΥΡΟΒΛΥΤΟΥ)
Πρὸς Ῥωμαίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
8: 28-39

Ἀδελφοί, οἴδαμεν ὅτι τοῖς ἀγαπῶσι τὸν Θεὸν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν, τοῖς κατὰ πρόθεσιν κλητοῖς οὖσιν· ὅτι οὓς προέγνω, καὶ προώρισε συμμόρφους τῆς εἰκόνος τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, εἰς τὸ εἶναι αὐτὸν πρωτότοκον ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς· οὓς δὲ προώρισε, τούτους καὶ ἐκάλεσε, καὶ οὓς ἐκάλεσε, τούτους καὶ ἐδικαίωσεν, οὓς δὲ ἐδικαίωσε, τούτους καὶ ἐδόξασε. Τί οὖν ἐροῦμεν πρὸς ταῦτα; Εἰ ὁ Θεὸς ὑπὲρ ἡμῶν, τίς καθ᾿ ἡμῶν; Ὅς γε τοῦ ἰδίου υἱοῦ οὐκ ἐφείσατο, ἀλλ᾿ ὑπὲρ ἡμῶν πάντων παρέδωκεν αὐτόν, πῶς οὐχὶ καὶ σὺν αὐτῷ τὰ πάντα ἡμῖν χαρίσεται; Τίς ἐγκαλέσει κατὰ ἐκλεκτῶν Θεοῦ; Θεὸς ὁ δικαιῶν· τίς ὁ κατακρίνων; Χριστὸς ὁ ἀποθανών, μᾶλλον δὲ καὶ ἐγερθείς, ὃς καὶ ἔστιν ἐν δεξιᾷ τοῦ Θεοῦ, ὃς καὶ ἐντυγχάνει ὑπὲρ ἡμῶν. Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; Θλῖψις ἢ στενοχωρία ἢ διωγμὸς ἢ λιμὸς ἢ γυμνότης ἢ κίνδυνος ἢ μάχαιρα; Καθὼς γέγραπται ὅτι «ἕνεκά σου θανατούμεθα ὅλην τὴν ἡμέραν· ἐλογίσθημεν ὡς πρόβατα σφαγῆς». Ἀλλ᾿ ἐν τούτοις πᾶσιν ὑπερνικῶμεν διὰ τοῦ ἀγαπήσαντος ἡμᾶς. Πέπεισμαι γὰρ ὅτι οὔτε θάνατος οὔτε ζωὴ οὔτε ἄγγελοι οὔτε ἀρχαὶ οὔτε δυνάμεις οὔτε ἐνεστῶτα οὔτε μέλλοντα οὔτε ὕψωμα οὔτε βάθος οὔτε τις κτίσις ἑτέρα δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΜΑΜΑΝΤΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΤΟΥ ΜΥΡΟΒΛΥΤΟΥ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην
15: 1-11

Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτόῦ Μαθηταῖς· Ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος ἡ ἀληθινή, καὶ ὁ πατήρ μου ὁ γεωργός ἐστι. πᾶν κλῆμα ἐν ἐμοὶ μὴ φέρον καρπόν, αἴρει αὐτό, καὶ πᾶν τὸ καρπὸν φέρον, καθαίρει αὐτὸ, ἵνα πλείονα καρπὸν φέρῃ. ἤδη ὑμεῖς καθαροί ἐστε διὰ τὸν λόγον ὃν λελάληκα ὑμῖν. μείνατε ἐν ἐμοί, κἀγὼ ἐν ὑμῖν. καθὼς τὸ κλῆμα οὐ δύναται καρπὸν φέρειν ἀφ’ ἑαυτοῦ, ἐὰν μὴ μένῃ ἐν τῇ ἀμπέλῳ, οὕτως οὐδὲ ὑμεῖς, ἐὰν μὴ ἐν ἐμοὶ μένητε. ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος, ὑμεῖς τὰ κλήματα. ὁ μένων ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν αὐτῷ, οὗτος φέρει καρπὸν πολύν, ὅτι χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν. ἐὰν μή τις μένῃ ἐν ἐμοί, ἐβλήθη ἔξω ὡς τὸ κλῆμα καὶ ἐξηράνθη, καὶ συνάγουσιν αὐτὰ καὶ εἰς τὸ πῦρ βάλλουσι, καὶ καίεται. ἐὰν μείνητε ἐν ἐμοὶ καὶ τὰ ῥήματά μου ἐν ὑμῖν μείνῃ, ὃ ἐὰν θέλητε αἰτήσασθε, καὶ γενήσεται. ἐν τούτῳ ἐδοξάσθη ὁ πατήρ μου, ἵνα καρπὸν πολὺν φέρητε, καὶ γένησθε ἐμοὶ μαθηταί. καθὼς ἠγάπησέ με ὁ πατήρ, κἀγὼ ἠγάπησα ὑμᾶς· μείνατε ἐν τῇ ἀγάπῃ τῇ ἐμῇ. ἐὰν τὰς ἐντολάς μου τηρήσητε, μενεῖτε ἐν τῇ ἀγάπῃ μου, καθὼς ἐγὼ τὰς ἐντολὰς τοῦ πατρός μου τετήρηκα καὶ μένω αὐτοῦ ἐν τῇ ἀγάπῃ. Ταῦτα λελάληκα ὑμῖν ἵνα ἡ χαρὰ ἡ ἐμὴ ἐν ὑμῖν μείνῃ καὶ ἡ χαρὰ ὑμῶν πληρωθῇ.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ