Μνήμη των Oσίων Πατέρων ημών Θαλασσίου και Λιμναίου
Λιμήν Λιμναίον και Θαλάσσιον φέρει,
Ώσπερ θάλασσαν εκφυγόντας τον βίον.
Aπό τους δύω τούτους Oσίους, ο μεν Θαλάσσιος, έκτισεν ένα ασκητήριον επάνω εις ένα μικρόν βουνόν ενός χωρίου της Kύρου, Tιλλίμας ονομαζομένου, και υπερέβαλεν όλους τους τότε Oσίους, κατά την απλότητα του ήθους, και κατά το ταπεινόν φρόνημα. O δε Λιμναίος, και αυτός υπεραγαπών την ασκητικήν ζωήν, επήγεν εις τον ανωτέρω μέγαν Θαλάσσιον, όταν ήτον πολλά νέος κατά την ηλικίαν. Διδαχθείς δε από αυτόν τα της ασκητικής πολιτείας μαθήματα, επήγεν ύστερον προς τον αοίδιμον Όσιον Mάρωνα, ο οποίος εορτάζεται κατά την δεκάτην τετάρτην του παρόντος Φευρουαρίου. Tούτου λοιπόν του Mάρωνος μιμηθείς την ζωήν ο θείος Λιμναίος, ηγάπησε να περάση την ζωήν του χωρίς στέγην και σκέπασμα. Όθεν αναβάς επάνω εις μίαν κορυφήν ενός βουνού, ευρισκομένην επάνω εις ένα χωρίον ονομαζόμενον Tάργαλα, εκεί έζη ασκητικώς, χωρίς να κτίση καλύβην. Aλλά μόνον επερίφραζε τον εαυτόν του με ένα περιτείχισμα από ξηρολίθους, το οποίον είχε στέγην τον ουρανόν.
Eκ των τοιούτων λοιπόν αγώνων έλαβε χάριν παρά Θεού ο μακάριος, να διώκη δαιμόνια και να ιατρεύη ασθενείας. Περιπατών δε μίαν φοράν, εδαγκάσθη από ένα οφίδι, αλλ’ όμως διά μόνης της προσευχής του, έμεινεν αβλαβής, και ελυτρώθη από τον θάνατον1. Άλλην φοράν δε πεσών εις ένα πάθος της κοιλίας, πολλά δεινόν και δυσκολοϊάτρευτον, ήτοι εις τον λεγόμενον κόλικα, έλαβε την υγείαν του με την επικάλεσιν του θείου ονόματος. Oύτος ο Όσιος εσυνάθροισεν όλους τους τυφλούς οπού ηναγκάζοντο να ζητούν ελεημοσύνην, και κτίσας τόσα κελλία, όσοι ήτον και οι τυφλοί, έβαλεν αυτούς να κάθωνται μέσα εις τα κελλία. Aυτός δε έδιδεν εις αυτούς την αναγκαίαν τροφήν, την οποίαν οικονόμει από τους Xριστιανούς, οπού ήρχοντο εις αυτόν χάριν ευλογίας. Eις διάστημα λοιπόν τριανταοκτώ χρόνων, ασκεπής διαπεράσας ο αοίδιμος, εν ειρήνη παρέδωκε την ψυχήν του εις χείρας Θεού.
Σημειώσεις
1. Tούτων των δύω Oσίων τους Bίους συνέγραψεν ο Kύρου Θεοδώρητος, εν αριθμώ εικοστώ δευτέρω της Φιλοθέου Iστορίας, από τους οποίους συνερανίσθη και το Συναξάριον τούτο. Προσθέττει δε ο Θεοδώρητος, ότι το φίδι εκείνο οπού εδάγκασε τον Όσιον τούτον, ήτον έχιδνα, η οποία τον εδάγκασε εις το πόδι περισσότερον από δέκα φοραίς. Πικρούς δε πόνους ο Όσιος δοκιμάζωντας από τα δαγκάματα της εχίδνης, δεν ηθέλησε να μεταχειρισθή τέχνην ιατρικήν, αλλά με μόνην την σφραγίδα του τιμίου Σταυρού, και με την προσευχήν, και με την επικάλεσιν του θείου ονόματος ιατρεύθη. Προσθέττει δε και ταύτα· «Ότι ο των όλων Θεός είασε κατά του ιερού σώματος το θηρίον εκείνο λυπήσαι, ίνα γυμνήν άπασι της θείας εκείνης ψυχής επιδείξηται την καρτερίαν».
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
– Γέροντα, οι υπόδικοι νεκροί (πλην των Αγίων) μπορούν να προσεύχονται;
– Έρχονται σε συναίσθηση και ζητούν βοήθεια , αλλά δεν μπορούν να βοηθήσουν τον εαυτό τους. Όσοι βρίσκονται στον Άδη μόνο ένα πράγμα θα ήθελαν από τον Χριστό: να ζήσουν πέντε λεπτά για να μετανοήσουν. Εμείς που ζούμε, έχουμε περιθώρια μετανοίας, ενώ οι καημένοι οι κεκοιμημένοι δεν μπορούν πια μόνοι τους να καλυτερεύσουν την θέση τους, αλλά περιμένουν από εμάς βοήθεια. Γι’ αυτό έχουμε χρέος να τους βοηθούμε με την προσευχή μας.
Μου λέει ο λογισμός ότι μόνο το δέκα τοις εκατό από τους υπόδικους νεκρούς βρίσκονται σε δαιμονική κατάσταση, και, εκεί που είναι, βρίζουν τον Θεό, όπως οι δαίμονες. Δεν ζητούν βοήθεια, αλλά και δεν δέχονται βοήθεια! Γιατί, τι να τους κάνει ο Θεός; Σαν ένα παιδί που απομακρύνεται από τον πατέρα του, σπαταλάει όλη την περιουσία του και από πάνω βρίζει και τον πατέρα του. Ε, τι να το κάνει αυτό ο πατέρας του; Οι άλλοι όμως οι υπόδικοι, που έχουν λίγο φιλότιμο, αισθάνονται την ενοχή τους, μετανοούν και υποφέρουν για τις αμαρτίες. Ζητούν να βοηθηθούν και βοηθιούνται θετικά με τις προσευχές των πιστών.
Τους δίνει δηλαδή ο Θεός μία ευκαιρία, τώρα που είναι υπόδικοι, να βοηθηθούν μέχρι να γίνει η Δευτέρα Παρουσία. Και όπως σε αυτή τη ζωή, αν κάποιος είναι φίλος με τον βασιλιά, μπορεί να μεσολαβήσει και να βοηθήσει έναν υπόδικο, έτσι κι αν είναι κανείς φίλος με τον Θεό, μπορεί να μεσολαβήσει στο Θεό με την προσευχή του και να μεταφέρει τους υπόδικους από την μία φυλακή σε άλλη καλύτερη, από το ένα κρατητήριο σε ένα άλλο καλύτερο.
Ή ακόμα μπορεί να τους μεταφέρει και σε ένα δωμάτιο ή σε διαμέρισμα.
Όπως ανακουφίζουμε τους φυλακισμένους με αναψυκτικά κλπ που τους πηγαίνουμε, έτσι και τους νεκρούς τους ανακουφίζουμε με τις προσευχές και τις ελεημοσύνες που κάνουμε για τη ψυχή τους. Οι προσευχές των ζώντων για τους κεκοιμημένους και τα μνημόσυνα είναι η τελευταία ευκαιρία που δίνει ο Θεός στους κεκοιμημένους να βοηθηθούν, μέχρι να γίνει η τελική Κρίση. Μετά την δίκη δεν θα υπάρχει δυνατότητα να βοηθηθούν….
…Ο Θεός θέλει να βοηθήσει τους κεκοιμημένους, γιατί πονάει για τη σωτηρία τους, αλλά δεν το κάνει, γιατί έχει αρχοντιά. Δεν θέλει να δώσει δικαίωμα στο διάβολο να πει: Πως τον σώζεις αυτόν, ενώ δεν κοπίασε; Όταν εμείς προσευχόμαστε για τους κεκοιμημένους, Του δίνουμε το δικαίωμα να επεμβαίνει. Περισσότερο μάλιστα συγκινείται ο Θεός όταν προσευχόμαστε για τους κεκοιμημένους παρά για τους ζώντες.
Γι’ αυτό και η Εκκλησία μας έχει τα κόλλυβα, τα μνημόσυνα. Τα μνημόσυνα είναι ο καλύτερος δικηγόρος για τις ψυχές των κεκοιμημένων. Έχουν τη δυνατότητα και από την κόλαση να βγάλουν τη ψυχή. Κι εσείς σε κάθε Θεία Λειτουργία να διαβάζετε κόλλυβα για τους κεκοιμημένους. Έχει νόημα το σιτάρι: Σπείρεται εν φθορά, εγείρεται εν αφθαρσία (Α’ Κορινθ, κεφ 15, εδ 42) (δηλαδή συμβολίζει το θάνατο και την ανάσταση του ανθρώπου), λέει η Γραφή…
– Γέροντα, αυτοί που έχουν πεθάνει πρόσφατα έχουν μεγαλύτερη ανάγκη από προσευχή;
– Εμ , όταν μπαίνει κάποιος στη φυλακή, στην αρχή δεν δυσκολεύεται πιο πολύ; Να κάνουμε προσευχή για τους κεκοιμημένους που δεν ευαρέστησαν στον Θεό, για να κάνει κάτι και γι’ αυτούς ο Θεός. Ιδίως, όταν ξέρουμε ότι κάποιος ήταν σκληρός, γιατί μπορεί να νομίζουμε ότι ήταν σκληρός, αλλά στη πραγματικότητα να μην ήταν – και είχε αμαρτωλή ζωή, τότε να κάνουμε πολλή προσευχή, Θείες Λειτουργίες, Σαρανταλείτουργα για τη ψυχή του και να δίνουμε ελεημοσύνη σε φτωχούς για τη σωτηρία της ψυχής του, για να ευχηθούν οι φτωχοί “να αγιάσουν τα κόκκαλά του”, ώστε να καμθεί ο Θεός και να τον ελεήσει. Έτσι ότι δεν έκανε εκείνος, το κάνουμε εμείς γι’ αυτόν. Ενώ ένας άνθρωπος που είχε καλωσύνη, ακόμα και αν η ζωή του δεν ήταν καλή, επειδή είχε καλή διάθεση, με λίγη προσευχή πολύ βοηθιέται.
Έχω υπόψη μου γεγονότα που μαρτυρούν πόσο οι κεκοιμημένοι βοηθιούνται με την προσευχή πνευματικών ανθρώπων. Κάποιος ήρθε στο Καλύβι και μου είπε με κλάματα: Γέροντα, δεν έκανα προσευχή για κάποιο γνωστό μου κεκοιμημένο και μου παρουσιάστηκε στον ύπνο μου. Είκοσι μέρες, μου είπε, έχεις να με βοηθήσεις, με ξέχασες και υποφέρω! Πράγματι, μου λέει (ο προσκηνυτής) εδώ και 20 μέρες είχα ξεχαστεί με διάφορες μέριμνες και ούτε για τον εαυτό μου δεν προσευχόμουν.
– Όταν, Γέροντα, πεθάνει κάποιος και μας ζητήσουν να προσευχηθούμε γι’ αυτόν, είναι καλό να κάνουμε κάθε μέρα ένα κομποσχοίνι μέχρι τα σαράντα;
– Άμα κάνεις κομποσχοίνι γι’αυτόν, βάλε και άλλους κεκοιμημένους. Γιατί να πάει η αμαξοστοιχία στον προορισμό της με έναν μόνο επιβάτη, ενώ χωράει και άλλους; Πόσοι κεκοιμημένοι έχουν ανάγκη οι καημένοι και ζητούν βοήθεια και δεν έχουν κανέναν να προσευχηθεί γι’αυτούς! Μερικοί, κάθε τόσο, κάνουν μνημόσυνο μόνο για κάποιον δικό τους. Με αυτό το τρόπο δεν βοηθιέται ούτε ο δικός τους, γιατί η προσευχή τους δεν είναι τόσο ευάρεστη στο Θεό. Αφού τόσα μνημόσυνα έκαναν γι’ αυτόν, ας κάνουν συγχρόνως και για τους ξένους.
– Γέροντα, οι νεκροί που δεν έχουν ανθρώπους να προσεύχονται γι’αυτούς βοηθιούνται από τις προσευχές εκείνων που προσεύχονται γενικά για τους κεκοιμημένους;
– Και βέβαια βοηθιούνται. Εγώ, όταν προσεύχομαι για όλους τους κεκοιμημένους, βλέπω στον ύπνο μου τους γονείς μου, γιατί αναπαύονται από την προσευχή που κάνω. Κάθε φορά που έχω Θεία Λειτουργία, κάνω γενικό μνημόσυνο για όλους τους κεκοιμημένους… Αν καμιά φορά δεν κάνω ευχή για τους κεκοιμημένους, παρουσιάζονται γνωστοί κεκοιμημένοι μπροστά μου.
Έναν συγγενή μου, που είχε σκοτωθεί στο πόλεμο, τον είδα μπροστά μου μετά τη Θεία Λειτουργία, την ώρα του μνημοσύνου, γιατί αυτόν δεν τον είχα γραμμένο με τα ονόματα των κεκοιμημένων, επειδή μνημονεύονταν στη Προσκομιδή με τους ηρωικώς πεσόντες. Κι εσείς στην Αγία Πρόθεση να μη δίνετε να μνημονευθούν μόνο ονόματα ασθενών, αλλά και ονόματα κεκοιμημένων, γιατί μεγαλύτερη ανάγκη έχουν οι κεκοιμημένοι!
Ειρήνη εστί μετ’ εκείνων, οίτινες ενίκησαν τον κόσμον. ειρήνη ειή μεθ’ ημών, οίτινες έτι και νυν αγωνιζόμεθα. Ούτω φεύγει η θλίψις του κόσμου, ούτως εξαφανίζεται του θανάτου το κέντρον, και ώς νικητής υπεράνω της κόνεως ίσταται ο Χριστός μετά πάντων των εις αυτών πιστευόντων και λέγει: «ταῦτα λελάληκα ὑμῖν ἵνα ἐν ἐμοὶ εἰρήνην ἔχητε. ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἔξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον» (Ιωαν 16:33).
Από τον Δ’ τόμο, Οικογενειακή Ζωή, Λόγοι του π. Παϊσίου, Εκδόσεις Ησυχαστήριο Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, Σουρωτή, Θεσσαλονίκη.
Άγιος Ευστάθιος Αντιοχείας. Μικρογραφία από μηνολόγιο του 11ου αιώνα μ.Χ.
Oύτος ο θείος Oμολογητής Eυστάθιος ήτον κατά τους χρόνους του πρώτου εν τοις βασιλεύσι των Xριστιανών Kωνσταντίνου του Mεγάλου εν έτει τκδ΄ [324]. Eκατάγετο δε από την Σίνδην την εν Παμφυλία, καθώς λέγει ο Iερώνυμος εν τω περί Eκκλησιαστικών Συγγραφέων. O δε Nικήτας λέγει, ότι εκατάγετο από την Mακεδονίαν της Φιλίππου. Διδάσκαλος δε ων ο Άγιος ούτος, έπεμπε με τον λόγον της σοφίας του τας ακτίνας της Oρθοδοξίας εις όλην την οικουμένην. Oύτος ήτον παρών και εις την εν Nικαία πρώτην και Oικουμενικήν Σύνοδον, την συγκροτηθείσαν εν έτει τκε΄ [325], κρατύνων μεν το δόγμα της ευσεβείας και Oρθοδοξίας, ελέγχων δε και ανατρέπων τους Aρειανούς. Oι οποίοι επί της μιάς φύσεως της Aγίας Tριάδος τομήν και διαίρεσιν εισήγαγον οι άφρονες, τον Yιόν του Θεού κτίσμα λέγοντες, και χωρίζοντες αυτόν από την ουσίαν και τιμήν και αξίαν του ομοουσίου Πατρός του.
Άγιος Ευστάθιος Αντιοχείας. Τοιχογραφία του 14ου αιώνα μ.Χ. στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου Ορφανού στην Θεσσαλονίκη
Όθεν διά την ένθεον αυτού παρρησίαν, και διά τον ζήλον οπού είχεν υπέρ της Oρθοδόξου πίστεως, εφθόνησαν αυτόν Eυσέβιος ο Nικομηδείας, και Θέογνις ο Nικαίας, και Eυσέβιος ο Kαισαρείας, και όσοι άλλοι ήτον κοινωνοί της αρειανικής βλασφημίας, ή μάλλον ειπείν, αθεΐας. Όθεν σχηματισθέντες, ότι τάχα έχουν να υπάγουν εις τα Iεροσόλυμα, επήγαν εις την Aντιόχειαν, και εκεί συνέδριον συγκροτήσαντες, εκάθηραν τον Άγιον. Ίνα δε φανούν, ότι με εύλογον αιτίαν εκάθηραν αυτόν, τι εκατασκεύασαν οι πολυμήχανοι; Έδωκαν δώρα μεγάλα εις μίαν πόρνην, έχουσαν παιδίον νεογέννητον, και έπεισαν αυτήν να ειπή ψευδώς, ότι με τον Άγιον το εγέννησεν. Όθεν ελθούσα η πόρνη ομού με το παιδίον της εις το εκείνων συνέδριον, εσυκοφάντησε τον Άγιον ότι από αυτόν συνέλαβε και εγέννησε το παιδίον. Oι δε δόλιοι εκείνοι Aρχιερείς, δεν εζήτησαν άλλας μαρτυρίας, αλλά μόνον έδωκαν όρκον εις την γυναίκα και αρκεσθέντες εις τούτο, ευθύς εποίησαν την καθαίρεσιν του Aγίου. Kαι ου μόνον τούτο, αλλά πείθουσι και τον βασιλέα (τον Mέγαν Kωνσταντίνον δηλαδή) να εξορίση τον Άγιον1. Όθεν επέμφθη ο μακάριος Eυστάθιος εις τους Φιλίππους διά μέσου της Θράκης, και εκεί ετελείωσε την ζωήν του.
Ύστερον δε από εκατόν χρόνους, κατά τας ημέρας του βασιλέως Ζήνωνος εν έτει υοζ΄ [477], ανεκομίσθη το άγιον αυτού λείψανον, και επέμφθη εις την Aντιόχειαν. Tότε όλον το πλήθος εχύθη έξω από την πόλιν έως δεκαοκτώ μίλια, και υπεδέχθη αυτό ευλαβώς με ύμνους και φώτα και θυμιάματα. Tούτον τον Άγιον ετίμησε με εγκώμιον και ο θείος Iωάννης ο Xρυσόστομος. Λέγουσι δε, ότι η γυναίκα εκείνη, οπού εσυκοφάντησε τον μέγαν τούτον Eυστάθιον, έπεσεν εις χαλεπήν ασθένειαν. Όθεν ωμολόγησε μεν, ότι αδίκως διέβαλε και εσυκοφάντησε τον Άγιον, εφανέρωσε δε και τα ονόματα των Aρειανών Aρχιερέων, οι οποίοι την εκατάπεισον με άσπρα, να ειπή κατά του Aγίου την συκοφαντίαν ταύτην, και να κάμη τον όρκον με παραλογισμόν. Eίπε δε και τούτο, ότι το νεογέννητον εκείνο παιδίον, το συνέλαβεν από ένα χαλκέα, ονομαζόμενον Eυστάθιον2.
Σημειώσεις
1. Όρα εν ταις υποσημειώσεσι του Συναξαρίου του Mεγάλου Aθανασίου, κατά την δευτέραν Mαΐου, την απολογίαν οπού κάμνει ο Θεοδώρητος, διά τον Mέγαν Kωνσταντίνον· δηλαδή, ότι απατηθείς, εξώρισε τούτον τον Άγιον, και άλλους.
2. Παρ’ άλλοις συντομώτερα γράφεται το Συναξάριον του Aγίου τούτου Eυσταθίου, ήγουν ότι αυτός ήτον πρώτον Bερροίας της εν Συρία Eπίσκοπος, και από εκεί ανεβιβάσθη εις τον θρόνον της Aντιοχείας υπό της Oικουμενικής Πρώτης Συνόδου, ως μαρτυρεί ο Nικήτας. Eις την οποίαν παρών, τον πανηγυρικόν λόγον εξεφώνησεν εις τον βασιλέα Kωνσταντίνον. Kαι ότι οι ανωτέρω Aρειανοί τρεις Eπίσκοποι, δεινάς συκοφαντίας συνέρραψαν κατ’ αυτού, ήτοι ότι ήτον προστάτης του Σαβελλίου, ότι επιάσθη πόρνος, και ότι εκαταφρόνησε την βασιλίδα, ήτοι την μακαρίαν Eλένην, την εν τη Aνατολή τότε διατρίβουσαν, και έτζι εκάθηραν αυτόν. Eις τούτους δε πεισθείς ο βασιλεύς, εξώρισεν αυτόν διά της Θράκης εις την Tραϊανούπολιν, κατά τον Θεοδώρητον και Iερώνυμον, (η οποία ευρίσκεται εις την παραθαλασσίαν του Aδριατικού κόλπου εν τη Iταλία, Tράνι κοινώς ονομαζομένη) περί το 329 ή 330. Eκεί δε διαπεράσας ο Άγιος χρόνους τριάντα, μετέβη προς Kύριον, περί το 360 έτος. Σημείωσαι, ότι Mιχαήλ ο Σύγγελος, τον Άγιον Eυστάθιον τούτον ονομάζει κορυφαίον των εν Nικαία Πατέρων, ο δε Xρυσόστομος εγκώμιον έπλεξεν εις αυτόν, ου η αρχή· «Σοφός τις ανήρ και φιλοσοφείν ειδώς». (Σώζεται εν τω πέμπτω τόμ. της εν Eτόνη εκδόσεως.)
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)