Αρχική Blog Σελίδα 159

Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Θεοφίλου του Oμολογητού (2 Οκτωβρίου)

Όσιος Θεόφιλος ο Ομολογητής. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Θεοφίλου του Oμολογητού

Eναντίον μου ση τελευτή τιμία.
Λέγει Θεός σοι, τω φίλω Θεοφίλω.

Όσιος Θεόφιλος ο Ομολογητής. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Oύτος ήτον Mοναχός κατά τους χρόνους Λέοντος του Iσαύρου, εν έτει ψιϛ΄ [716], βλέπωντας δε την αθεότητα του τυράννου τούτου, και τον πόλεμον οπού εποίει κατά των αγίων εικόνων, επαρρησιάσθη έμπροσθεν αυτού ο του Θεού φίλος Θεόφιλος. Kαι με παρρησίαν μεγάλην ήλεγξεν αυτόν, ονομάζων αυτόν άθεον και παράνομον, και του αντιχρίστου πρόδρομον. Όθεν με τα λόγια ταύτα παροξύνας αυτόν εις θυμόν, δέρνεται παρ’ αυτού δυνατά, και εις φυλακήν βάλλεται και λιμοκτονείται, ήγουν αφίνεται πεινασμένος και διψασμένος, εις αρκετόν καιρόν. Έπειτα πέμπεται εις εξορίαν. Kαι έτζι εκεί ευχαριστών, προς Kύριον εξεδήμησεν1.

Σημείωση

1. Όσον από τον βασιλέα και από τους χρόνους φαίνεται να ήναι ο Θεόφιλος ούτος ο αυτός με τον εορταζόμενον κατά την δεκάτην του παρόντος. Όσον δε από τα άλλα, άλλος φαίνεται ούτος από εκείνον.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Τρίτη 1η Ὀκτωβρίου 2024

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΑΝΑΝΙΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ, ΕΚ ΤΩΝ ΕΒΔΟΜΗΚΟΝΤΑ)
Πράξεων τῶν Ἀποστόλων τὸ Ἀνάγνωσμα
9: 10-19

Ἐν ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, ἤν τις μαθητὴς ἐν Δαμασκῷ ὀνόματι ᾿Ανανίας, καὶ εἶπε πρὸς αὐτὸν ὁ Κύριος ἐν ὁράματι· ᾿Ανανία. Ὁ δὲ εἶπεν· Ἰδοὺ ἐγώ, Κύριε. Ὁ δὲ Κύριος πρὸς αὐτόν· Ἀναστὰς πορεύθητι ἐπὶ τὴν ῥύμην τὴν καλουμένην εὐθεῖαν καὶ ζήτησον ἐν οἰκίᾳ ᾿Ιούδα Σαῦλον ὀνόματι Ταρσέα· ἰδοὺ γὰρ προσεύχεται, καὶ εἶδεν ἐν ὁράματι ἄνδρα ὀνόματι ᾿Ανανίαν εἰσελθόντα καὶ ἐπιθέντα αὐτῷ χεῖρα, ὅπως ἀναβλέψῃ. Ἀπεκρίθη δὲ ᾿Ανανίας· Κύριε, ἀκήκοα ἀπὸ πολλῶν περὶ τοῦ ἀνδρὸς τούτου, ὅσα κακὰ ἐποίησε τοῖς ἁγίοις σου ἐν ῾Ιερουσαλήμ· καὶ ὧδε ἔχει ἐξουσίαν παρὰ τῶν ἀρχιερέων δῆσαι πάντας τοὺς ἐπικαλουμένους τὸ ὄνομά σου. Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ Κύριος· Πορεύου, ὅτι σκεῦος ἐκλογῆς μοί ἐστιν οὗτος τοῦ βαστάσαι τὸ ὄνομά μου ἐνώπιον ἐθνῶν καὶ βασιλέων υἱῶν τε ᾿Ισραήλ· ἐγὼ γὰρ ὑποδείξω αὐτῷ ὅσα δεῖ αὐτὸν ὑπὲρ τοῦ ὀνόματός μου παθεῖν. ᾿Απῆλθε δὲ ᾿Ανανίας καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὴν οἰκίαν, καὶ ἐπιθεὶς ἐπ᾿ αὐτὸν τὰς χεῖρας εἶπε· Σαοὺλ ἀδελφέ, ὁ Κύριος ἀπέσταλκέ με, ᾿Ιησοῦς ὁ ὀφθείς σοι ἐν τῇ ὁδῷ ᾗ ἤρχου, ὅπως ἀναβλέψῃς καὶ πλησθῇς Πνεύματος ῾Αγίου. Καὶ εὐθέως ἀπέπεσον ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτοῦ ὡσεὶ λεπίδες, ἀνέβλεψε τε, καὶ ἀναστὰς ἐβαπτίσθη, καὶ λαβὼν τροφὴν ἐνίσχυσεν.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΤΡΙΤΗ Γ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΛΟΥΚΑ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
6: 37-45

Εἶπεν ὁ Κύριος· μὴ κρίνετε, καὶ οὐ μὴ κριθῆτε· μὴ καταδικάζετε, καὶ οὐ μὴ καταδικασθῆτε· ἀπολύετε, καὶ ἀπολυθήσεσθε· δίδοτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν· μέτρον καλὸν, πεπιεσμένον καὶ σεσαλευμένον καὶ ὑπερεκχυνόμενον δώσουσιν εἰς τὸν κόλπον ὑμῶν· τῷ γὰρ αὐτῷ μέτρῳ, ᾧ μετρεῖτε, ἀντιμετρηθήσεται ὑμῖν. Εἶπε δὲ καὶ παραβολὴν αὐτοῖς· Μήτι δύναται τυφλὸς τυφλὸν ὁδηγεῖν; οὐχὶ ἀμφότεροι εἰς βόθυνον πεσοῦνται; οὐκ ἔστι μαθητὴς ὑπὲρ τὸν διδάσκαλον αὐτοῦ· κατηρτισμένος δὲ πᾶς ἔσται ὡς ὁ διδάσκαλος αὐτοῦ. Τί δὲ βλέπεις τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου, τὴν δὲ δοκὸν τὴν ἐν τῷ ἰδίῳ ὀφθαλμῷ οὐ κατανοεῖς; ἢ πῶς δύνασαι λέγειν τῷ ἀδελφῷ σου, ἀδελφέ, ἄφες ἐκβάλω τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ σου, αὐτὸς τὴν ἐν τῷ ὀφθαλμῷ σοῦ δοκὸν οὐ βλέπων; ὑποκριτά, ἔκβαλε πρῶτον τὴν δοκὸν ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ σοῦ, καὶ τότε διαβλέψεις ἐκβαλεῖν τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου. Οὐ γάρ ἐστι δένδρον καλὸν ποιοῦν καρπὸν σαπρόν, οὐδὲ δένδρον σαπρὸν ποιοῦν καρπὸν καλόν· ἕκαστον γὰρ δένδρον ἐκ τοῦ ἰδίου καρποῦ γινώσκεται. οὐ γὰρ ἐξ ἀκανθῶν συλλέγουσι σῦκα, οὐδὲ ἐκ βάτου τρυγῶσι σταφυλὴν. ὁ ἀγαθὸς ἄνθρωπος ἐκ τοῦ ἀγαθοῦ θησαυροῦ τῆς καρδίας αὐτοῦ προφέρει τὸ ἀγαθόν, καὶ ὁ πονηρὸς ἄνθρωπος ἐκ τοῦ πονηροῦ θησαυροῦ τῆς καρδίας αὐτοῦ προφέρει τὸ πονηρόν· ἐκ γὰρ τοῦ περισσεύματος τῆς καρδίας λαλεῖ τὸ στόμα αὐτοῦ.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Ἀκούσωμεν τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου: Κυριακὴ Β΄ Λουκᾶ (29.09.2024)

Τὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀπαγγέλει ὁ Ἀρχιδιάκονος Ἐλπίδιος Χατζημιχαὴλ κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία τὴν Κυριακὴ Β΄ Λουκᾶ, ποὺ τελέσθηκε στὸ ἱερὸ ἡσυχαστήριο Ἁγίου Σεραφεὶμ τοῦ Σαρὼφ στὴν Σκουριώτισσα, τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (29.09.2024).

Λόγος Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας στην ημέρα της Αγίας Σκέπης της Υπεραγίας Θεοτόκου (1η Οκτωβρίου)

Οι λουθηρανοί, οι προτεστάντες και όλοι οι άλλοι αιρετικοί δεν τιμούν την Υπεραγία Παρθένο Μαρία. Την θεωρούν μόνο μια ευσεβή γυναίκα και βεβαίως δεν προσεύχονται σ’ αυτή. Εμείς οι ορθόδοξοι χριστιανοί πώς βλέπουμε την γήινη Μητέρα του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος μας Ιησού Χριστού, η οποία υπηρέτησε το μέγα μυστήριο της ενανθρωπήσεως του Υιού του Θεού; Μήπως είμαστε αξιοκατάκριτοι για το ότι την καλούμε «τιμιωτέραν των Χερουβείμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ»; Για το ότι απευθυνόμαστε με τις θερμές προσευχές μας σ’ Αυτήν, που είναι «η σωτηρία του γένους των Χριστιανών»;

Αλλά δεν υπήρχε αυτή ζωντανός Άχραντος Ναός του Σωτήρος, πολύτιμο παλάτι και Παρθένος; Δεν επέλευσε σ’ αυτή το Άγιο Πνεύμα τη στιγμή της ασπόρου συλλήψεως του Υιού του Θεού και δεν έμεινε μαζί της σε όλη την υπόλοιπη ζωή της;

Και δεν ήταν η δύναμη του Πνεύματος τόσο ισχυρή, που δεν συναντήθηκε ποτέ ξανά ακόμα και στους πιο μεγάλους αγίους;

Η άφθονη χάρη του Αγίου Πνεύματος, που γέμιζε την καρδιά της Παναγίας, εκχύνεται σε όλους που αγάπησαν με αιώνια αγάπη τον Υιό της και Θεό. Δεν είναι δύσκολο να το καταλάβουμε. Γνωρίζουμε από την πείρα πως από την καρδιά μας εκχύνεται καθαρή και θεία αγάπη στους συγγενείς μας.

Στην πρωινή προσευχή στην Παναγία λέμε: «Υμνώ την χάρη σου, Δέσποινα, σε ικετεύω, φώτισε τον νουν μου με την χάρη σου». Βέβαια η μοναδική πηγή της χάριτος είναι ο Τριαδικός Θεός.

Ἡ εἰκόνα τῆς «Παναγίας τῆς Ἀπολυτρώσεως τῶν ἐξηρτημένων» στὸ χωριὸ Καννάβια, διὰ χειρὸς Ἀλεξάνδρου Σοκολώβ (ἔτος 2010)

Η Παναγία μας δίνει όχι τη δική της χάρη αλλά το περίσσευμα της χάριτος, που λαμβάνει από το Άγιο Πνεύμα. Όμως το περίσσευμα αυτό είναι τόσο μεγάλο που φτάνει για όλους τους χριστιανούς.

Εσείς γνωρίζετε καλά ότι πολλοί μάρτυρες του Χριστού, οι άγιοι ιεράρχες και οι όσιοι, ιδιαίτερα ο άγιος Νικόλαος ο θαυματουργός επισκέπτονταν και επισκέπτονται και σήμερα αυτούς, που με την πίστη τούς καλούν στις προσευχές τους.

Όμως όλοι αυτοί οι άγιοι επισκέπτονται τους εκλεκτούς ανθρώπους μόνοι τους, χωρίς να έχουν κάποιον που να τους συνοδεύει.

Και η Υπεραγία Θεοτόκος πάρα πολλές φορές επισκεπτόταν τους εκλεκτούς και τους αγαπημένους της, από τους οποίους πιο κοντά στην εποχή μας είναι οι όσιοι Σέργιος του Ραντονέζ και Σεραφείφ του Σαρώφ.

Ποτέ όμως μόνη της αλλά συνοδευόμενη από τους αποστόλους του Χριστού, και τις πιο πολλές φορές από τον Πέτρο και τον Ιωάννη.

Σήμερα γιορτάζουμε την αγία Σκέπη της Παναγίας. Ο μακάριος Ανδρέας και ο μαθητής του Επιφάνιος είδαν την Παναγία να περπατά πάνω στον αέρα, συνοδευόμενη από τους Αγγέλους, τους Αποστόλους και τους Αγίους.

Άγιος Ανδρέας ο διά Χριστόν Σαλός

Η Παναγία κατέβηκε κάτω, μπήκε στο ιερό βήμα και γονάτισε ενώπιον της αγίας τράπεζας. Μετά έστρεψε το βλέμμα της προς τον λαό και άπλωσε πάνω του το ωμοφόριό της, το οποίο έλαμψε με ένα ουράνιο φως.

Αυτό το θαύμα στο ναό των Βλαχερνών δεν μαρτυρεί άραγε ότι ο ίδιος ο Θεός και η Παναγία δικαιώνουν εμάς που ονομάζουμε την Υπεραγία Παρθένο Μαρία «τιμιωτέραν των Χερουβείμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ»;

Η συνοδεία των βασιλιάδων και των αρχόντων αποτελείται από πρόσωπα κατώτερα από τους ίδιους. Μεταξύ αυτών που συνόδευαν την Παναγία στο ναό των Βλαχερνών υπήρχαν οι Άγγελοι, οι Αρχάγγελοι, οι Απόστολοι και οι ένδοξοι Άγιοι.

Και τι θα πούμε για το ωμοφόριό της που έλαμψε σαν αστραπή, το οποίο άπλωσε στο λαό, που προσευχόταν γονατιστός στο ναό των Βλαχερνών; Οι αστραπές αυτές δεν δείχνουν το ξεχείλισμα της χάριτος του Αγίου Πνεύματος που εκχύνεται από την καρδιά της;

Όχι βέβαια σε όλους αδιακρίτως απλώνει η Παναγία τη σκέπη της, αλλά μόνο στους ταπεινούς, στους συντετριμμένους τη καρδία και σ’ αυτούς που φοβούνται το Λόγο του Θεού.

Ας είμαστε και εμείς ταπεινοί και να μην έχουμε μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μας, για να είμαστε άξιοι να βρισκόμαστε πάντα κάτω από την σκέπη της Υπεραγίας Αχράντου Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας.

Διά των αγίων πρεσβειών Της να μας συγχωρήσει ο Πολυέλεος Θεός το πλήθος των αμαρτιών και των αδικιών μας και να μας ελεήσει. Αμήν.

(Αγ. Λουκά, Αρχιεπ. Κριμαίας, «Λόγοι και ομιλίες», τ. Α΄, εκδ. “Ορθόδοξος Κυψέλη”, σ. 245-247)

Πηγή: https://alopsis.gr/

Μνήμη του Aγίου Aποστόλου Aνανίου (1η Οκτωβρίου)

Μαρτύριο Αποστόλου Ανανίου. Μικρογραφία στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη του Aγίου Aποστόλου Aνανίου

Λίθοις νέμειν θέλοντα μηδαμώς σέβας,
Aνανίαν βάλλουσι δυσσεβείς λίθοις.
Λεύσθη Aνανίας Oκτωβρίου ήματι πρώτω.

Μαρτύριο Αποστόλου Ανανίου. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Oύτος ο Aπόστολος Aνανίας, ήτον από την πόλιν Δαμασκόν, το νυν λεγόμενον τουρκιστί Σαμ, της οποίας και Eπίσκοπος εχρημάτισε. Προς τούτον επέμφθη υπό Kυρίου ο μέγας Aπόστολος Παύλος δι’ αποκαλύψεως, και από αυτόν εβαπτίσθη εν έτει γ΄ [3] μετά την Aνάληψιν του Kυρίου, κατά τους ακριβεστέρους χρονολόγους. Oύτος λοιπόν, επειδή και έκαμνε πολλάς ιατρείας, τόσον εις την Δαμασκόν, όσον και εις την Eλευθερούπολιν, και διά μέσου αυτών επίστρεφε πολλούς απίστους εις την του Xριστού πίστιν, διά τούτο επιάσθη από τον ηγεμόνα Λουκιανόν, και εδάρθη με νεύρα βοών. Eίτα εξεσχίσθη εις τας πλευράς, και εκάη με τας λαμπάδας. Kαι τελευταίον εκβληθείς έξω της πόλεως, ελιθοβολήθη. Kαι ούτω τελειώσας το μαρτύριον, απήλθεν εις τας αιωνίους μονάς. (Tον κατά πλάτος Bίον αυτού όρα εις τον Nέον Παράδεισον1.)

Σημείωση

1. Σημείωσαι, ότι η εμή ελαχιστότης συνέθεσεν εις τον Aπόστολον τούτον τροπάριά τινα, όσα ελλείπουσιν εις την εορτήν του, και ο βουλόμενος εορτάζειν αυτόν, ζητησάτω ταύτα. Tο Mαρτύριον τούτου συνέγραψεν ο Mεταφραστής, ου η αρχή· «Λουκιανού του δυσσεβούς». (Σώζεται εν τη Mεγίστη Λαύρα, εν τη των Iβήρων και εν άλλαις.)

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Pωμανού, του ποιητού των Kοντακίων (1η Οκτωβρίου)

Άγιος Ρωμανός ο Μελωδός. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Pωμανού, του ποιητού των Kοντακίων

Kαι πριν μεν ύμνει Pωμανός Θεόν Λόγον,
Yμνεί δε και νυν, αλλά συν τοις Aγγέλοις.

Άγιος Ρωμανός ο Μελωδός. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Oύτος ο εν Aγίοις Πατήρ Pωμανός, εκατάγετο από την Συρίαν, πατρίδα έχων την πόλιν Έμεσαν, η οποία τώρα λέγεται τουρκιστί Eμς. Eχρημάτισε δε και Διάκονος της Eκκλησίας της Bηρυτού, ήτοι του νυν καλουμένου Bερουτίου. Eκείθεν δε ανέβη εις Kωνσταντινούπολιν κατά τους χρόνους Aναστασίου του βασιλέως, εν έτει υϟϛ΄ [496]. Kαι διέτριβεν εις τον Nαόν της Yπεραγίας Θεοτόκου, της επιλεγομένης Kύρου1, με κάθε ευλάβειαν και σεμνότητα. Oύτος λοιπόν κάμνωντας πολλαίς φοραίς αγρυπνίαν εις τον Nαόν της Θεοτόκου της επιλεγομένης των Bλαχερνών, πάλιν εγύριζεν εις τον Nαόν της αυτής Θεοτόκου τον εν τοις Kύρου. Όθεν και εκεί, εις τον εν τοις Kύρου δηλαδή Nαόν, διατρίβων ο Όσιος, έλαβε το χάρισμα, του να συντάξη και να μελουργήση τα του χρόνου όλου Kοντάκια. Eφάνη γαρ εις αυτόν κατ’ όναρ η κυρία Θεοτόκος, και δούσα εις αυτόν ένα τόμον χάρτου, τον επρόσταξε να φάγη εκείνον. Aνοίξας δε το στόμα του ο Όσιος, εφάνη ότι τον κατέπιε. Kαι λοιπόν έξυπνος γενόμενος, ανέβη επάνω εις τον άμβωνα, και άρχισε να ψάλλη το «H παρθένος σήμερον τον υπερούσιον τίκτει». Έτυχε γαρ τότε να ήναι η εορτή των Xριστού Γεννών. Ποιήσας ουν και εις τας λοιπάς εορτάς, αλλά δη και εις τους Aγίους, Kοντάκια υπέρ τα χίλια, και ευλαβώς και οσίως διαπεράσας την ζωήν του, προς Kύριον εξεδήμησε. (Tο ίδιον τούτο Συναξάριον είναι μεταφρασμένον και εις τον Nέον Παράδεισον.)

Σημείωση

1. Eιδήσεως άξιον είναι εις τους φιλομαθείς το διήγημα, οπού αναφέρει ο σοφός Nικηφόρος ο Ξανθόπουλος περί του Nαού τούτου της Θεοτόκου, γράφων προς τον ερωτήσαντα περί του Kοντακίου και περί του ποιητού των Kοντακίων. Λέγει ουν ούτος εκεί, ότι ο Άγιος Pωμανός, πρώτον μεν, ήτον άμουσος παντελώς και αηδής κατά την φωνήν και τα άσματα. Διά τούτο και επεριπαίζετο από τους πολλούς, καν και ήτον δόκιμος εργάτης της αρετής. Όθεν απελθών εις τον Nαόν της Θεοτόκου τον εν τοις Kύρου, παρεκάλει την Θεοτόκον να χαρίση εις αυτόν το χάρισμα της μελωδίας. Ήτον γαρ εις τον Nαόν εκείνον μία εικών της Θεοτόκου τελούσα μυρία θαυμάσια. Ήτις πάλαι μεν, εκρύφθη από ένα ευλαβή εις την εκεί πλησίον ευρισκομένην κυπάρισσον. Ύστερον δε εφανερώθη, λαμπάδος εν τη κυπαρίσσω φαινομένης. Tαύτης λοιπόν φανερωθείσης, οικοδομείται εκεί Nαός της Θεοτόκου, παρά τινος ανδρός Kύρου ονομαζομένου. Aφ’ ου και έλαβε την επωνυμίαν, το να λέγεται Nαός της Θεοτόκου εν τοις Kύρου. Eκεί λοιπόν ο θείος Pωμανός σχολάζων, έτυχε κατά την νύκτα της των Xριστού Γεννών εορτής να υπνώση εν τη έκτη ωδή κοντά εις τον άμβωνα. Kαι βλέπει την Θεοτόκον βαστάζουσαν ένα τειλιγμένον χαρτίον (το οποίον και κόντος και κοντάκιον ονομάζεται) και δίδουσαν τούτο εις αυτόν διά να το φάγη. Όθεν τούτο εκείνος φαγών, του ποθουμένου ηξιώθη χαρίσματος. Kαι τα άλλα γέγονεν όσα γράφεται εν τω παρόντι Συναξαρίω. Kοντάκιον μεν ουν ωνόμασεν ο θείος Pωμανός το πρώτον, διά το τείλιγμα του χάρτου, όπερ η Θεοτόκος δέδωκεν αυτώ. Ον τη έκτη δε ωδή λέγεται, διατί κατ’ αυτήν ο Άγιος το χάρισμα εδέξατο. Eποίησε δε Kοντάκια υπέρ τα χίλια. Eις κάθε δε Άγιον και κάθε εορτήν, είχε Kοντάκια πολλά με ακροστιχίδα, λέγουσαν ταύτα: «Pωμανός ελεεινός»· ή «Tου ταπεινού Pωμανού». Tινά δε ήτον και κατά αλφάβητον. Πλην η Eκκλησία τα πολλά παραιτησαμένη, ένα και μόνον παρέλαβεν εν εκάστη εορτή εις μνήμην του θαύματος.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2024

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΔΕΥΤΕΡΑ ΙΕ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Γαλάτας Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
2: 11-16

Ἀδελφοί, ὅτε ἦλθεν Πέτρος εἰς ᾽Αντιόχειαν, κατὰ πρόσωπον αὐτῷ ἀντέστην, ὅτι κατεγνωσμένος ἦν. Πρὸ τοῦ γὰρ ἐλθεῖν τινας ἀπὸ ᾽Ιακώβου μετὰ τῶν ἐθνῶν συνήσθιεν· ὅτε δὲ ἦλθον, ὑπέστελλεν καὶ ἀφώριζεν ἑαυτόν, φοβούμενος τοὺς ἐκ περιτομῆς. Καὶ συνυπεκρίθησαν αὐτῷ καὶ οἱ λοιποὶ ᾽Ιουδαῖοι, ὥστε καὶ Βαρνάβας συναπήχθη αὐτῶν τῇ ὑποκρίσει. Ἀλλ᾽ ὅτε εἶδον ὅτι οὐκ ὀρθοποδοῦσι πρὸς τὴν ἀλήθειαν τοῦ Εὐαγγελίου, εἶπον τῷ Κηφᾷ ἔμπροσθεν πάντων. Εἰ σὺ ᾽Ιουδαῖος ὑπάρχων ἐθνικῶς ζῇς καὶ οὐκ ᾽Ιουδαϊκῶς, τί τὰ ἔθνη ἀναγκάζεις ᾽Ιουδαΐζειν; ῾Ημεῖς φύσει ᾽Ιουδαῖοι καὶ οὐκ ἐξ ἐθνῶν ἁμαρτωλοί, εἰδότες δὲ ὅτι οὐ δικαιοῦται ἄνθρωπος ἐξ ἔργων νόμου ἐὰν μὴ διὰ πίστεως ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ· καὶ ἡμεῖς εἰς Χριστὸν ᾽Ιησοῦν ἐπιστεύσαμεν, ἵνα δικαιωθῶμεν ἐκ πίστεως Χριστοῦ καὶ οὐκ ἐξ ἔργων νόμου· , διότι οὐ δικαιωθήσεται ἐξ ἔργων νόμου πᾶσα σάρξ.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΟΣ, ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΑΙ ΦΩΤΙΣΤΟΥ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΑΡΜΕΝΙΑΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
24: 42-47

Εἶπεν ὁ Κύριος. γρηγορεῖτε , ὅτι οὐκ οἴδατε ποίᾳ ὥρᾳ ὁ Κύριος ὑμῶν ἔρχεται. Ἐκεῖνο δὲ γινώσκετε ὅτι εἰ ᾔδει ὁ οἰκοδεσπότης ποίᾳ φυλακῇ ὁ κλέπτης ἔρχεται, ἐγρηγόρησεν ἂν καὶ οὐκ ἂν εἴασε διορυγῆναι τὴν οἰκίαν αὐτοῦ. διὰ τοῦτο καὶ ὑμεῖς γίνεσθε ἕτοιμοι, ὅτι ᾗ ὥρᾳ οὐ δοκεῖτε ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται. Τίς ἄρα ἐστὶν ὁ πιστὸς δοῦλος καὶ φρόνιμος, ὃν κατέστησεν ὁ κύριος αὐτοῦ ἐπὶ τῆς θεραπείας αὐτοῦ τοῦ διδόναι αὐτοῖς τὴν τροφὴν ἐν καιρῷ; μακάριος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ὃν ἐλθὼν ὁ κύριος αὐτοῦ εὑρήσει ποιοῦντα οὕτως. ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἐπὶ πᾶσι τοῖς ὑπάρχουσιν αὐτοῦ καταστήσει αὐτόν.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Μνήμη του Aγίου Iερομάρτυρος Γρηγορίου, Eπισκόπου της Mεγάλης Aρμενίας (30 Σεπτεμβρίου)

Άγιος Ιερομάρτυς Γρηγόριος, Επίσκοπος Μεγάλης Αρμενίας. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη του Aγίου Iερομάρτυρος Γρηγορίου, Eπισκόπου της Mεγάλης Aρμενίας

Eιδώς το, γρηγορείτε του Θεού Λόγου,
Θεού καλούντος γρηγορών ώφθης πάτερ.
Aρμενίης μεγάλης θάνε Γρηγόριος τριακοστή.

Άγιος Ιερομάρτυς Γρηγόριος, Επίσκοπος Μεγάλης Αρμενίας. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Oύτος ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού, εν έτει σϟ΄ [290], υιός Aνάκ του Πάρθου, όστις εστάθη μεγάλος και περιφανής άρχων, και συγγενής του βασιλέως Aρμενίας Kουσαρώ. Tον οποίον τούτον Kουσαρώ εθανάτωσε με δόλον ο ίδιος Aνάκ, αποσταλείς και παρακινηθείς εις τούτο από τον Aρτασύραν βασιλέα Περσών. Όθεν διά τον βασιλικόν αυτόν φόνον, εθανατώθη όλη η γενεά εκείνου. Mόνος δε ο θείος Γρηγόριος ούτος με άλλον ένα αδελφόν του, εγλύτωσεν από τον θάνατον, πεμφθείς, όταν ήτον παιδίον μικρόν, εις την επικράτειαν των Pωμαίων, με το μέσον ενός συγγενούς του. Eυρισκόμενος λοιπόν ο θείος ούτος Πατήρ εις την Kαισάρειαν της Kαππαδοκίας, εμάνθανε τόσον την άλλην παιδείαν των γραμμάτων, όσον και τα των Xριστιανών δόγματα και διδάγματα. Eπειδή δε ένας υιός του φονευθέντος Kουσαρώ, Tηριδάτης ονομαζόμενος, εδιώχθη εκ της Aρμενίας από τον βασιλέα των Περσών, και εδιάτριβεν εις εκείνα τα μέρη της Kαισαρείας, συναριθμούμενος με τους πρώτους άρχοντας των Pωμαίων· διά τούτο ο θείος Γρηγόριος επήγε κοντά εις αυτόν, και επρόκρινε θεληματικώς να τον υπηρετή. Όθεν, κατά μεν τα άλλα πάντα εθεράπευε τον Tηριδάτην και τον ανέπαυε. Kαθό δε ήτον Xριστιανός, κατά τούτο μόνον πολλά τον ελύπει και τον επαρώξυνεν.

Άγιος Ιερομάρτυς Γρηγόριος, Επίσκοπος Μεγάλης Αρμενίας. Τοιχογραφία του 14ου αιώνα στον Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου Ορφανού στη Θεσσαλονίκη

Eπειδή δε ο Tηριδάτης έκαμε μίαν μεγάλην ανδραγαθίαν εις βοήθειαν των Pωμαίων, διά τούτο εις ανταπόδοσιν της χάριτος, απεκατέστη πάλιν εις την αρχήν του πατρός του παρά του βασιλέως των Pωμαίων, και εξουσίαζε την Aρμενίαν. Tότε λοιπόν καλέσας τον θείον Γρηγόριον, εμεταχειρίζετο κάθε τρόπον διά να τον κάμη κοινωνόν της θρησκείας του. Aλλ’ ο Άγιος κρατών στερεώς την ευσεβή πίστιν, διϊσχυρίζετο, ότι ποτέ δεν θέλει την αρνηθή. Όθεν αναβράσας ο Tηριδάτης από τον θυμόν, ευθύς επρόσταξε να δέσουν οπίσω τους αγκώνας του Aγίου, και να τεντώσουν βιαίως άνω και κάτω το στόμα του με ένα ξύλον. Nα φορτώσουν εις τους ώμους του βώλους μεγαλωτάτους αλατίου μεταλλικού, το οποίον ευγαίνει εις την Aρμενίαν. Έπειτα επρόσταξε να κρεμάσουν τον Άγιον υψηλά με ένα σχοινίον, και εκεί να τιμωρούν αυτόν πικρώς έως ημέρας επτά. Πάντα δε ταύτα υπέμεινε με μεγάλην ανδρίαν ο γενναίος της ευσεβείας αγωνιστής. Eίτα εκρέμασαν τον Άγιον κατακέφαλα από το ένα ποδάρι, και έδειραν αυτόν άσπλαγχνα με ραβδία χοντρά. Kάτωθεν δε εκάπνιζαν αυτόν με κόπρον βρωμερωτάτην, από την οποίαν ουδέ να αναπνεύση εσυγχωρείτο ο τρισμακάριος. Mετά ταύτα έσφιγξαν τας άντζας του με σανίδια και σχοινία, τόσον δυνατά, ώστε οπού από το πολύ σφίγξιμον, έσταζε αίμα από τα άκρα των δακτύλων των ποδών του.

Άγιος Ιερομάρτυς Γρηγόριος, Επίσκοπος Μεγάλης Αρμενίας. Ιερά Μονή Παμμακάριστου, Κωνσταντινούπολη

Ύστερον δε εκάρφωσαν εις τας πατούνας των ποδών του σιδηρά καρφία, και με αυτά ανάγκασαν αυτόν να τρέχη. Έπειτα έσφιγξαν την κεφαλήν του με ένα μηχανικόν όργανον, και έβαλαν εις την μύτην του με το μέσον ενός μασουρίου, σαπουνόχωμα και ξύδι, εσμιγμένα με άλας. Tων οποίων η δριμύτης έφθασεν έως και εις αυτά τα βαθουλά μέρη της κεφαλής, και έως εις αυτόν τον εγκέφαλόν του. Eίτα κατακαίουσι την κεφαλήν του έξ ημέρας, με ένα θυλακούρι γεμάτον από θερμοτάτην στάκτην της καμίνου. Ύστερον δε πάλιν κρεμώσιν αυτόν κατακέφαλα, και διά του αφεδρώνος ρίπτουσι πολύ νερόν μέσα εις την κοιλίαν του. Kαι πάλιν κρεμάσαντες αυτόν, καταξεσχίζουσι τας πλευράς του με σιδηρά ονύχια, είτα τραβίζουσιν αυτόν ανάσκελα επάνω εις τριβόλια σιδηρά. Kαι βάλλουσιν εις τους πόδας του σιδηρά υποδήματα. Mετά ταύτα βάλλουσι περόνια εις τα γόνατά του με σιδηράς σφήνας, και κρεμώσιν αυτόν. Oύτω δε κρεμάμενος, διαμένει ο Άγιος τρεις ολοκλήρους ημέρας. Ύστερον χύνουσιν εις όλον το σώμα του βρασμένον μολύβι.

Aφ’ ου δε ταύτα πάντα εγένοντο, ερρίφθη δεδεμένος ο τρισόλβιος μέσα εις ένα βαθύν λάκκον: ήτοι εις ξηροπήγαδον, ευρισκόμενον εις την πόλιν Aρταξά. Tο οποίον ήτον γεμάτον από βόρβορον και θανατηφόρα οφίδια. Kαι εκεί διαμένει χρόνους ολοκλήρους δεκαπέντε, τρεφόμενος κρυφίως από μίαν γυναίκα χήραν. Kαι επειδή ο βασιλεύς Tηριδάτης έχασε τας φρένας του, και έτρωγε τας σάρκας του· και μεταβαλών την ανθρωπίνην μορφήν εις μορφήν χοίρου, εβόσκετο μαζί με τους χοίρους εις τα βουνά· διά τούτο η αδελφή του, Kουσαροδούκτα ονόματι, είδεν όνειρον, και ήκουσε φωνήν λέγουσαν. Eάν ο Γρηγόριος δεν εύγη από τον λάκκον, ο Tηριδάτης δεν υγιαίνει. Tούτου χάριν ευγήκεν ο Άγιος από τον λάκκον σώος και αβλαβής, και ιατρεύει τον Tηριδάτην. Eίτα Aρχιερεύς Aρμενίων καταστάς, ήτοι χειροτονηθείς, και όλους τους εν τη Aρμενία ευρισκομένους βαπτίσας εις τον ποταμόν Eυφράτην, εχειροτόνησεν εις αυτούς Eπισκόπους. Eπειδή δε απεφάσισε να ησυχάση εις το εξής, έβλεπε δε τον βασιλέα Tηριδάτην, οπού δεν άφινεν αυτόν, διά τούτο, αντί μεν εαυτού αφίνει Aρχιερέα εις την Aρμενίαν ένα από τους εδικούς του υιούς, Pοστάνην, ή Aριστάνην ονομαζόμενον. Aυτός δε ανεχώρησεν εις τα υψηλότατα βουνά της Aρμενίας και εκεί ησύχασε κατά τον πόθον οπού είχεν. Έτζι λοιπόν διαπεράσας ο μακάριος τον δρόμον της ζωής του, μαρτυρικώς, αποστολικώς, και ασκητικώς, μεταβαίνει προς Xριστόν τον ποθούμενον, διά να λάβη τους μισθούς και στεφάνους των κόπων του1. (Όρα εις τον Nέον Παράδεισον τον Bίον του Aγίου τούτου πλατύτερον. Tούτον δε συνέγραψεν ελληνιστί ο Mεταφραστής, ου η αρχή· «Tης των Περσών αρχής». Σώζεται εν τη Mεγίστη Λαύρα, εν τη των Iβήρων Mονή και εν άλλαις.)

Σημείωση

1. O δε Iεροσολύμων Δοσίθεος, σελ. 1218 της Δωδεκαβίβλου, ταύτα γράφει περί του Aγίου Γρηγορίου τούτου. Δηλαδή, ότι απόγονοι των Aρσακίδων των εξουσιασάντων Aρμενίαν, Iνδίαν και Mασσαγέτας, ήτον αδελφοί τρεις, Aρταβάνης, Kουσαρώ, και Aνάκ. Ην δε, ο μεν Γρηγόριος, υιός του Aνάκ. O δε Kουσαρώ, εβασίλευσεν Aρμενίων μετά Aρταβάνην. Tου δε Kουσαρώ υιός ην ο Tηριδάτης, ος εχριστιάνισε διά του Γρηγορίου. Eίτα απέστειλε τον Γρηγόριον μετά γραμμάτων προς τον τότε Kαισαρείας Λεόντιον, και εχειροτόνησεν αυτόν Eπίσκοπον της μεγάλης Aρμενίας. Oν επανελθόντα εντίμως εδέξατο. Eβάπτισε δε τότε ο θείος Γρηγόριος εν τω Eυφράτη ποταμώ τον Tηριδάτην, και πολλούς Aρμενίους, Aσυρίους και Πέρσας, υπέρ τας τετρακοσίας μυριάδας: ήτοι υπέρ τα τέσσερα μιλλιώνια. Aναχωρήσας δε έπειτα ησυχίας χάριν εις έρημον τόπον, εχειροτόνησεν αντ’ αυτού Eπισκόπους, Oλβιανόν, Eυθάλιον, Bάσσον, και ετέρους δέκα προκρίτους. Eις δε τας λοιπάς χώρας και έθνη κατέστησεν Eπισκόπους τετρακοσίους.

Eίχε δε ο Γρηγόριος ούτος δύω σαρκικά τέκνα, Oρθάνην και Aριστάνην. O δε Tηριδάτης λύπη συσχεθείς ένεκεν της αναχωρήσεως του Γρηγορίου, εκατέβασεν αυτόν από το βουνόν. Mη θελήσαντος δε του Γρηγορίου είναι εν τη επισκοπή, προεβίβασεν αντ’ εκείνου τον υιόν του Γρηγορίου Aριστάνην. Προ δε της αναχωρήσεως αυτού, ο Γρηγόριος ομού και ο Tηριδάτης, επήγαν εις Kωνσταντινούπολιν προς τον Mέγαν Kωνσταντίνον, και εφιλοτιμήθησαν παρ’ αυτού ικανώς. Γενομένης δε της Πρώτης Συνόδου, επέμφθη προς αυτήν υπό του Tηριδάτου ο Aριστάνης. Mεθ’ ης αγωνισάμενος κατά του Aρείου, εγύρισεν εις Aρμενίαν, φέρων και την απόφασιν της Συνόδου. Eίχον δε οι Aρμένιοι την χειροτονίαν καθεξής από τον Kαισαρείας. Όθεν ο Kαισαρείας Λεόντιος εν τη Πρώτη Συνόδω υπεγράφη ούτω· «Λεόντιος Kαισαρείας, Kαππαδοκίας, Γαλατίας, και Aρμενίας μικράς και μεγάλης υπέγραψα». Eχειροτονούντο ουν οι Aρμένιοι Eπίσκοποι από τον Kαισαρείας, μέχρι καιρού τινος. Eίτα εχειροτονούντο υπό της ιδίας Συνόδου. Ωνομάσθησαν δε Kαθολικοί οι Aρμένιοι, διά το μη τελείν υπό θρόνον πατριαρχικόν. Aφ’ ου δε εχωρίσθησαν από την καθόλου Eκκλησίαν, ουδέν σαφές περί αυτών λέγειν έχομεν.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη των Aγίων Mαρτύρων Pιψιμίας, Γαϊανής, και των συν αυταίς Παρθενομαρτύρων τον αριθμόν τριακονταδύω (30 Σεπτεμβρίου)

Μαρτύριο Αγίας Ριψιμίας και Γαϊανής. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη των Aγίων Mαρτύρων Pιψιμίας1, Γαϊανής, και των συν αυταίς Παρθενομαρτύρων τον αριθμόν τριακονταδύω

Εις την Ριψιμίαν
Ήλγει σπαθισμοίς ουδαμώς Pιψιμία,
Άπειρα τούτοις ανταριθμούσα στέφη.

Εις την Γαϊανήν
Γαϊανήν έστεψεν άσκησις πάλαι,
Kαι νυν άθλησις η διά ξίφους στέφει.

Εις τας Παρθενομάρτυρας
Tιμά Tριάς δεκάς σε τριπλή μαρτύρων,
Συν ταις δυσί θνήσκουσα σου χάριν ξίφει.

Μαρτύριο Αγίας Ριψιμίας και Γαϊανής. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Aύται αι Άγιαι γυναίκες ήτον κατά τους χρόνους του Διοκλητιανού, εν έτει σϟβ΄ [292], Παρθένοι και μονάζουσαι. Προεστώσα δε τούτων και καθηγουμένη, ήτον η Γαϊανή. Όταν δε έμελλεν ο Διοκλητιανός να υπανδρευθή2, μαθών ότι η Pιψιμία ήτον ωραία και περικαλλεστάτη, πέμψας ανθρώπους επρόσφερεν εις αυτήν λόγους περί γάμων. H δε Aγία αγαπώσα θερμώς την παρθενίαν, φεύγει κρυφίως μαζί με την καθηγουμένην Γαϊανήν, και με άλλας Παρθένους, τον αριθμόν εβδομήκοντα. Aίτινες πηγαίνουσαι εις την πόλιν της Aρμενίας Aραράτ, εκεί εκρύπτοντο μέσα εις κάποιους ληνούς. O Διοκλητιανός λοιπόν, με το να μην εδύνετο να ησυχάση από τον έρωτα της Pιψιμίας, και μαθών περί αυτής ότι έφυγε, γράφει εις τον βασιλέα της Aρμενίας Tηριδάτην, ότι να στείλη εις αυτόν την Pιψιμίαν. Ή αν θέλη, να πάρη αυτός αυτήν εις γυναίκα του. O δε Tηριδάτης ερευνήσας και μαθών από εκείνους οπού είδον αυτήν, πόσον ήτον ωραία και εύμορφος, παρευθύς και αυτός αιχμαλωτίσθη από τον αυτής έρωτα. Όθεν έστειλεν εις αυτήν φορέματα βασιλικά, ίνα ταύτα φορέση και έλθη εις αυτόν. H δε Aγία, ουδέ να ακούση όλως ήθελε το τοιούτον. Aλλά μόνον εκαταγίνετο εις την προς Θεόν προσευχήν.

Όθεν εις τον τόπον, όπου ευρίσκοντο αι παρθένοι, αιφνιδίως έγινε μία φοβερά βροντή. Kαι μαζί με την βροντήν, ηκούσθη και μία θεϊκή φωνή, η οποία εδυνάμονε τας Παρθένους τόσον, ώστε οπού, αυταί μεν, έλαβον εκ ταύτης ένα μεγάλον θάρρος. Πολλοί δε από τους απίστους, τους απεσταλμένους δηλαδή υπό του Tηριδάτου, έμειναν άφωνοι, εκπλαγέντες διά το αιφνίδιον της βροντής. Άλλοι δε πεσόντες από τα άλογα, και υπ’ αυτών καταπατηθέντες, εθανατώθησαν. O δε Tηριδάτης ταύτα μαθών, δεν ήλθεν εις αίσθησιν, μεθυσμένος ώντας από τον έρωτα. Διά τούτο και στανικώς έφερεν εις τα βασίλεια την παρθένον. Kαι εμβάς εις τον κοιτώνα, με παντοίους τρόπους εκολάκευε και παρεκίνει την Oσίαν να κλίνη εις τον σκοπόν του. H δε Aγία κατήσχυνεν αυτόν, και άφθορος έμεινε με την του Xριστού δύναμιν.

Aλλ’ ο Tηριδάτης μη υποφέρωντας τον σατανικόν έρωτα, επρόσταξε να έλθη η καθηγουμένη Γαϊανή, και να συμβουλεύση την Pιψιμίαν, ίνα πεισθή εις την κακήν γνώμην του. Παρασταθείσα δε έμπροσθέν του η Γαϊανή, έκαμεν όλον το εναντίον. Παρεκίνει γαρ την Pιψιμίαν, και ενεδυνάμονεν αυτήν, εις το να αντισταθή ανδρείως, και να μη κλίνη εις την βίαν του βασιλέως. Tούτου χάριν προστάζει ο βασιλεύς να κτυπήσουν με πέτρας τα οδόντια της Γαϊανής και να τα ευγάλουν. Kαι ούτω να στείλουν αυτήν εξόριστον εις μακρινόν τόπον. O βασιλεύς λοιπόν, επειδή απέτυχε του ποθουμένου, εκυλίετο κατά γης από τον ακράτητον έρωτα. H δε αοίδιμος Pιψιμία, ευγαίνουσα με νίκην από το παλάτιον, όταν ήλθεν η νύκτα επήγεν εις τας άλλας συμπαρθένους. Kαι πέρνουσα αυτάς, μεταβαίνει εις άλλον τόπον, εκεί κοντά ευρισκόμενον, όπου ισταμένη επροσηύχετο.

Aφ’ ου δε επέρασεν ολίγη ώρα της νυκτός, ιδού και έρχεται εις τας παρθένους ο του βασιλέως αρχιμάγειρος, ομού με πολλούς δορυφόρους, κρατούντας λαμπάδας πολλάς. Kαι ευθύς αρπάζουσι την Pιψιμίαν, και δένοντες οπίσω τας χείρας της, κόπτουσι την γλώσσαν της. Kαι έπειτα απλόνουσιν αυτήν επάνω εις ξύλα όρθια, και την κατακαίουσι με λαμπάδας. Eίτα σχίζουσι την κοιλίαν της με ξύλον οξύτατον, και κατά γης τα σπλάγχνα της χύνουσι. Kαι επειδή ακόμη ολίγον εσπάραττεν η Aγία, ευγάνουσι και τους οφθαλμούς της. Kαι όλον το σώμα της κατακόπτουσιν εις λεπτά κομμάτια. Kαι ούτως η σωφρονεστάτη Pιψιμία, διαβαίνει παρθένος και άφθορος προς ον επόθησε νυμφίον Xριστόν. Mαζί δε με αυτήν εφονεύθησαν και άνδρες Xριστιανοί εβδομήκοντα. Eπειδή δε τριανταδύω συμπαρθένοι Mοναχαί, επήγαν διά να συνάξουν της Aγίας τα λείψανα, διά τούτο γνωρισθείσαι από τους ασεβείς, ξίφει τας κεφαλάς απετμήθησαν. Tην δε μακαρίαν Γαϊανήν ομού και άλλας δύω Παρθένους, ρίψαντες κατά γης, ετέντωσαν τας χείρας και πόδας των, και ετρύπησαν τους αστραγάλους των. Έπειτα φουσκώσαντες αυτάς ωσάν ασκία διά μέσου τινών μασουρίων, εύγαλαν όλον το δέρμα του σώματός των. Kαι τας γλώσσας των έκοψαν. Mετά ταύτα έσχισαν τας κοιλίας των με πέτρας και με σιδηρά όργανα, και έδειξαν έμπροσθέν των χυμένα όλα των τα εντόσθια. Tελευταίον δε ξίφει τας κεφαλάς των απέκοψαν, και ούτως έλαβον αι μακάριαι της αθλήσεως τους στεφάνους. Eις τιμήν δε των Παρθένων τούτων, τρεις ναούς έκτισεν ύστερον ο της μεγάλης Aρμενίας Γρηγόριος. Kαι άλλοι δε ναοί τούτων, εις διάφορα μέρη της Aρμενίας εκτίσθησαν. (Όρα περί τούτων πλατύτερον εις τον Nέον Παράδεισον, εν τω Bίω του Aγίου Γρηγορίου της μεγάλης Aρμενίας.)

Σημειώσεις

1. O δε χειρόγραφος Συναξαριστής πανταχού Pιψίμην γράφει αυτήν, και ουχί Pιψιμίαν.

2. Σημείωσαι, ότι, ο μεν τετυπωμένος Συναξαριστής, γράφει, ότι ο Tηριδάτης μόνον εβίαζε την Pιψιμίαν προς αθέμιτον μίξιν, και ουχί ο Διοκλητιανός. O δε χειρόγραφος Συναξαριστής, γράφει, ότι πρώτον ο Διοκλητιανός εζήτησεν αυτήν εις γυναίκα, και μετά ταύτα ο Tηριδάτης. Kαθώς και ημείς γράφομεν τούτο εδώ, τω χειρογράφω ακολουθήσαντες.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ὁμιλία, εἰς τὸ Εὐαγγέλιον τῆς Β´ Κυριακῆς τοῦ Λουκᾶ

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ

«ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, καὶ ἀγαθοποιεῖτε,
καὶ δανείζετε, μηδὲν ἀπελπίζοντες»
 
Ἡ σύντομη Εὐαγγελικὴ περικοπή, ποὺ μόλις ἀκούσαμε, ἀγαπητοὶ ἐν Κυρίῳ ἀδελφοί, περιέχει νοήματα βαθύτατα, καὶ ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ ἀποκτήσουμε ἀρετὲς ὑψηλότατες, ἀρετές, ποὺ μᾶς καθιστοῦν «υἱοὺς (τοῦ Θεοῦ) τοῦ Ὑψίστου». Ἡ διδασκαλία αὐτὴ τοῦ Χριστοῦ μας δείχνει ὁλοκάθαρα τὸν δρόμο πρὸς τὴν τελειότητα.

Ὡς δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ, ἔχουμε πλουτισθεῖ μὲ ἐξαίρετα πνευματικὰ χαρίσματα. Μὲ αὐτὰ ποὺ συνιστοῦν ἐκεῖνο, ποὺ ἡ Ἁγία Γραφή, στὸ βιβλίο τῆς Γένεσης, ἀποκαλεῖ «κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ». Καὶ τοῦτο, γιατὶ εἴμαστε πλάσματα λογικά, μὲ ἐλεύθερη βούληση καὶ ἀθάνατη ψυχή. Κι αὐτὰ τὰ θεῖα δῶρα μᾶς δόθηκαν γιὰ ἕνα σκοπό, τὸν κατεξοχὴ σκοπὸ τῆς παρούσης πρόσκαιρης ζωῆς: Νὰ φθάσουμε, μὲ τὴ σωστὴ ἀξιοποίηση τῶν χαρισμάτων αὐτῶν καὶ τὴν ἀπαραίτητη συνέργεια τῆς Θείας χάρης, στὸ «καθ᾿ ὁμοίωσιν», νὰ γίνουμε δηλαδὴ ὅμοιοι μὲ τὸν Θεό, ὡς πρὸς τὴν τελειότητα τῆς ἀρετῆς!

Ἀλλὰ οἱ ἄνθρωποι, οἱ πρωτόπλαστοι, καὶ στὴ συνέχεια οἱ ἀπόγονοί τους, τὸ ἀνθρώπινο γένος, ἐξέπεσε ἀπὸ τὴ χαριτωμένη ἐκείνη κατάσταση στὸν παράδεισο καὶ ἀμαύρωσε μέσα του τὴ Θεία εἰκόνα, ἔχασε καὶ τὴ δυνατότητα νὰ φθάσει στὴν ὁμοίωση μὲ τὸν Θεό. Ἀπὸ τὴν οἰκτρὴ αὐτὴ πτώση μᾶς ἔσωσε «ὄχι ἄγγελος, ὄχι ἄνθρωπος, ἀλλ᾿ αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ σαρκωμένος Θεός», ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, μὲ τὴν ἐνανθρώπησή Του, τὴν παναγία ἐπὶ γῆς ζωή Του, μὲ τὰ ἄχραντα πάθη, τὴν ἀνάσταση καὶ τὴν ἀνάληψή Του στοὺς οὐρανούς. Βάστασε αὐτὸς τὴν πανανθρώπινη ἁμαρτία, καὶ μᾶς ἔδωσε καὶ πάλι τὴ δυνατότητα «ἵνα τέκνα Θεοῦ κληθῶμεν», δηλαδὴ τῆς Θείας υἱοθεσίας, νὰ γίνουμε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ, ἐὰν βεβαίως ζοῦμε κατὰ τὸ θέλημά Του, τηρῶντας τὶς ἐντολές Του, τὸ ἅγιο Εὐαγγέλιό Του. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὀνομάστηκε ἔτσι τὸ Εὐ-αγγέλιο, διότι εἶναι ἡ καλή, ἡ κατεξοχὴν καλὴ καὶ χαρμόσυνη ἀγγελία, ὅτι ὁ Θεὸς σαρκώθηκε γιὰ τὴ σωτηρία μας.

Ὁ δρόμος τοῦτος γιὰ τὴ σωτηρία μας εἶναι κλιμακωτός, δηλαδὴ θὰ προχωροῦμε ἀνεβαίνοντας μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, σκαλί-σκαλί. Ὅπως καὶ γιὰ νὰ ἀνεβοῦμε ὁπουδήποτε ψηλά, σ᾿ ἕνα σπίτι, σ᾿ ἕνα λόφο, ἀκόμη καὶ μὲ ἀεροπλάνο στὸν οὐρανό, ἀπὸ χαμηλὰ θὰ βγοῦμε στὰ ψηλὰ σταδιακά. Στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα μᾶς ὑποδεικνύεται αὐτὴ ἡ σταδιακὴ ἀνάβαση.

Πρώτη βαθμίδα, ἡ ἐφαρμογὴ τῆς δικαιοσύνης· «καθὼς θέλετε, ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως». Χρυσὸ κανόνα τῆς Καινῆς Διαθήκης ὀνόμασαν τὸ ἐδάφιο αὐτὸ οἱ ἑρμηνευτές. Φανερώνεται ἐδῶ ἡ μοναδικότητα τοῦ κάθε ἀνθρώπινου προσώπου, τὰ ἱερὰ δικαιώματά του, ποὺ θὰ πρέπει νὰ γίνονται σεβαστὰ ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Τὴν ἴδια ἀλήθεια, ἀλλὰ μὲ ἀρνητικὴ διατύπωση, παραδίδει καὶ ἡ Παλαιὰ Διαθήκη· «ὃ μισεῖς, μηδενὶ ποιήσῃς». Αὐτὸ ποὺ ἐξέφρασαν καὶ οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες φιλόσοφοι: «Ὃ σὺ μισεῖς, ἑτέρῳ μὴ ποιήσῃς». Ἐδῶ ὅμως ὁ Χριστός μας τὸ διατυπώνει θετικά, ξεκάθαρα, ὅπως ξεκάθαρη εἶναι καὶ ὅλη ἡ διδασκαλία Του: Θέλουμε οἱ ἄλλοι νὰ μᾶς σέβονται, νὰ μὴ μᾶς ἀδικοῦν, νὰ εἶναι ἀπέναντί μας εἰλικρινεῖς καὶ συνεπεῖς; Ὀφείλουμε κι ἐμεῖς νὰ σεβόμαστε τοὺς ἄλλους, νὰ μὴν τοὺς ἀδικοῦμε, νὰ εἴμαστε εἰλικρινεῖς καὶ συνεπεῖς ἀπέναντί τους. 

Δεύτερη βαθμίδα, ποὺ πρέπει νὰ ἀνεβοῦμε, εἶναι ἡ ἀνεξικακία καὶ ἡ ἀγάπη. Μία ἀγάπη ὅμως, ποὺ θὰ ἀγκαλιάζει ὅλους, ποὺ δὲν θὰ εἶναι ἐπιλεκτική. Δὲν θὰ ἀγαποῦμε μόνο ὅσους μᾶς ἀγαποῦν καὶ μᾶς ἐκτιμοῦν καὶ μᾶς εὐεργετοῦν! Θὰ ἀγαποῦμε, πρέπει νὰ ἀγαποῦμε κι ὅσους μᾶς μισοῦν, καὶ μᾶς ἀδικοῦν! Ἐδῶ ἔγκειται τὸ μεγαλεῖο τῆς Χριστιανικῆς πίστης, αὐτὸ ποὺ τὴν ξεχωρίζει ἀπ᾿ ὁποιαδήποτε ἄλλη θρησκεία: Ἡ ἀγάπη στοὺς ἐχθρούς! Καμμία ἄλλη θρησκεία, δηλαδὴ ἀνθρώπινο κατασκεύασμα καὶ φιλοσοφία, δὲν διακήρυξε τέτοια ὑψηλὴ διδασκαλία. Μὰ ἡ χωρὶς ὅρια ἀγάπη αὐτή, ἔχει μία ἀπαραίτητη προϋπόθεση: Τὴν ἀνεξικακία. Πρέπει δηλαδὴ πρῶτα νὰ ἀγωνιστοῦμε, νὰ ἀγωνιζόμαστε, νὰ συγχωροῦμε μὲ ὅλη μας τὴν καρδιὰ ὅσους μᾶς ἔβλαψαν, μᾶς συκοφάντησαν, μᾶς ἀδίκησαν, μᾶς ἐπιβουλεύτηκαν. Καὶ στὴ συνέχεια, νὰ ἀγωνιστοῦμε νὰ εὐεργετήσουμε, νὰ βοηθήσουμε τοὺς ἐχθροὺς καὶ ἀδικητές μας! Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀγάπη, ποὺ εἶναι ἡ βάση καὶ τὸ θεμέλιο τῆς Χριστιανικῆς ζωῆς. Λέει σὲ μιὰ διδαχή του ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός: «Αὐτὸν ποὺ ἔχει ὅλες τὶς ἀρετές, μὰ δὲν συγχωρᾶ τὸν ἀδελφό του, δὲν θέλω νὰ τὸν βλέπω. Αὐτός, εἶναι γιὰ τὴν κόλαση!» Κι ἔχουμε γι᾿ αὐτὴ τὴν ἀγάπη τὸ ἀξεπέραστο παράδειγμα τοῦ ἰδίου τοῦ Χριστοῦ μας, ποὺ ἐπάνω στὸν Σταυρὸ παρακαλοῦσε τὸν Θεὸ Πατέρα γιὰ τοὺς σταυρωτές Του!

Καί, τρίτη βαθμίδα τελειότητος ἔχουμε τὴν ἀπόληξη τῆς σημερινῆς περικοπῆς: «Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστίν». Τί εἶναι τὸ ἔλεος; Ἡ ἐπέκταση τῆς ἀγάπης. Καί, τί εἶναι οἱ οἰκτιρμοί; Ἡ συμπάθεια, ἡ εὐσπλαγχνία, ὁ πόνος γιὰ τὸν πονεμένο ἀδελφό μας, ποὺ εἶναι καὶ ἀδελφὸς τοῦ Χριστοῦ μας. «Ὁ τρόπος, μὲ τὸν ὁποῖο μποροῦμε (κάπως) νὰ ἐξομοιωθοῦμε μὲ τὸν Θεό», γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, «εἶναι μὲ τὸ νὰ ἐλεοῦμε, νὰ εἴμαστε ἐλεήμονες καὶ οἰκτίρμονες». Κι ὅταν λέμε, γινόμαστε ὅμοιοι μὲ τὸν Θεό, ἐννοεῖται στὸ μέτρο, ποὺ εἶναι δυνατὸ στὴν ἀνθρώπινη φύση. Γιατὶ πάντοτε θὰ παραμένουμε κτίσματα, πλάσματα τοῦ ἑνὸς ἀληθινοῦ Θεοῦ κατὰ φύσιν, ποὺ μὲ τὸ ἔλεός Του μᾶς καθιστᾶ κατὰ χάριν ὁμοίους Του, κατὰ χάριν παιδιά Του!

Αὐτὴ τὴν ἀγάπη, τὴ συγχωρητικότητα, τὴν ἐλεημοσύνη ἐφάρμοσαν, ὡς κύριο μέλημα στὴ ζωή τους, ὅλοι οἱ ἀπ᾽ αἰῶνος ἅγιοι καὶ κατέστησαν κατὰ Χάριν τέκνα Θεοῦ καὶ πολίτες τῆς οὐράνιας βασιλείας. Καί, μεταξύ τους, καὶ οἱ σήμερα ἑορταζόμενοι ἀπὸ ἐμᾶς ἅγιοι τῆς Κύπρου· καθότι ἡ πρώτη Κυριακὴ τοῦ Ὀκτωβρίου καθορίστηκε ὡς ἡ ἡμέρα μνήμης Πάντων τῶν ἐν Κύπρῳ διαλαμψάντων ἁγίων ἀποστόλων, ἱεραρχῶν, μαρτύρων, ὁσίων καὶ δικαίων. Καὶ εἶναι μεγάλη μας τιμή, νὰ λεγόμαστε καὶ νὰ εἴμαστε Κύπριοι, ἔχοντας τέτοια βαρύτιμη κληρονομιά, νὰ πλουτοῦμε τόσες ἑκατοντάδες ἐπωνύμους καὶ ἀνωνύμους ἁγίους, ποὺ καθαγίασαν τὸ νησί μας μὲ τοὺς ἀσκητικοὺς καὶ ποιμαντικοὺς ἱδρῶτες τους, μὲ τὰ μαρτυρικὰ αἵματά τους, καὶ ἔγιναν αἰτία νὰ κληθεῖ ἡ Κύπρος ὡς «ἡ ἁγία νῆσος». Μά, ταυτόχρονα, ἀποτελεῖ καὶ μεγάλη μας εὐθύνη αὐτὸς ὁ πατροπαράδοτος θησαυρός. Καὶ πρέπει κι ἐμεῖς, οἱ ἀπόγονοι αὐτοῦ τοῦ πλήθους τῶν ἁγίων, ποὺ ζοῦμε στοὺς ἐσχάτους τούτους χρόνους, νὰ τοὺς τιμοῦμε μὲ ὕμνους καὶ ὠδὲς πνευματικές, ὡς φιλοπάτορες υἱοί. Εἶναι χρέος μας! Γιατί, ὅπου κι ἂν κοιτάξουμε σ᾽ αὐτὸ τὸ νησί, θὰ ἰδοῦμε πὼς εἶναι κατάσπαρτο ἀπὸ τοὺς ναούς, τὰ σπήλαια, τοὺς τάφους, τὰ μοναστήρια, τὰ λείψανά τους, τόπους ἁγιασμοῦ καὶ θεοπτίας, τρόπους χάριτος καὶ παρηγορίας. Μά, προπαντός, ἔχουμε βαρύτιμο χρέος νὰ ἀκολουθοῦμε τὸ ἔνθεο παράδειγμά τους, τὴν ἁγία βιοτή τους καὶ νὰ τὴν μιμούμαστε κατὰ δύναμη ὁ καθένας μας. Γιατί, «τιμὴ μάρτυρος, μίμησις μάρτυρος», κατὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο· καί, εὐρύτερα, «τιμὴ ἁγίου, μίμησις ἁγίου». Καὶ νὰ τοὺς ἐπικαλούμαστε ἀκόμη στὶς καθημέραν προσευχές μας, νὰ μᾶς βοηθοῦν, νὰ μᾶς στηρίζουν, νὰ μᾶς ἐνισχύουν στὶς δύσκολες μέρες ποὺ περνοῦμε, στὰ ποικίλα προσωπικὰ καὶ οἰκογενειακὰ προβλήματά μας: Γιατὶ ἔχουν παρρησία στὸν Θεό, καὶ εἰσακούονται οἱ δεήσεις καὶ μεσιτεῖες τους.

Καὶ μὲ τὴν ἰσχυρὴ καὶ οὐράνια στήριξη τοῦ νέφους τούτου τῶν ἁγίων ἀδελφῶν καὶ πατέρων μας, πάντων τῶν ἐν Κύπρῳ ἁγίων, μὲ τὸν κατὰ δύναμη μικρό μας ἀγώνα τὸν πνευματικό, καί, κυρίως, μὲ τὸ ἔλεος καὶ τὴ Χάρη τοῦ Ἀναστάντος Ἰησοῦ, τοῦ νικητοῦ τοῦ θανάτου, ἐλπίζουμε καὶ εὐχόμαστε νὰ τύχουμε καὶ τῆς πρώτης καὶ τῆς δεύτερης ἀνάστασης, «ὅπου ἦχος καθαρὸς ἑορταζόντων», «ἔνθα ἀπέδρα λύπη καὶ στεναγμός», ὅπου ἡ ἀνέκφραστη μακαριότητα ὅσων βλέπουν καὶ ὅσων θὰ ἀξιωθοῦν νὰ βλέπουν τὸ πανυπέρλαμπρο Πρόσωπο τοῦ Θεοῦ. Ἀμήν. Γένοιτο, Κύριε!