Αρχική Blog Σελίδα 145

Λόγοι και Διδαχές του Αγίου Γεωργίου Καρσλίδη

…Από τον ‘Οσιο Γεώργιο Καρσλίδη μόνο καλό λόγο θα άκουγες. Πρώτα να προσεύχεστε, η πρώτη λέξη του ήταν η προσευχή, γιατί «η προσευχή, έλεγε, είναι δύναμη, θεραπεία. Και σε μένα που έρχεστε να πάρετε ευχή και εγώ προσεύχομαι για εσάς. Με την προσευχή και την πίστη γίνονται όλα. Άμα δεν πιστεύετε, ότι και να κάνετε είναι άδειο (εύκαιρο, έτσι το έλεγε στα Ποντιακά), άδικα κουράζεστε, αν όμως πιστεύετε, θεραπεύεστε».

Να έχετε πραότητα και αν σας προσβάλλη ο άλλος, , να μη θέλετε να τον εκδικηθείτε, αλλά να τον συγχωρείτε και να του δείχνετε καλοσύνη. Γιατί, παιδιά μου, από το καλό έρχεται καλό, από το κακό ποτέ δεν έρχεται καλοσύνη. Γι’ αυτό και σεις μη μαλώνετε με έναν άνθρωπο, που θα σας πειράξη, γιατί θα πληθύνη το κακό, αλλά δείξετε του καλοσύνη για να ηρεμήση και να έχετε μισθό από τον Θεόν. “Αλλήλων τα βάρη βαστάζετε” μας λέγει ο Χριστός».

«Ο Θεός φροντίζει για όλους. Η απελπισία είναι σχεδόν απιστία».

«Δεν αντέχω να βλέπω το κακό. Όλοι είμαστε αμαρτωλοί. Και μόνο που στη γη πατάμε και σάρκα φοράμε κάθε βήμα μας είναι και αμαρτία».
«Μέσα στην αμαρτία κυλιέται ο κόσμος και δεν το καταλαβαίνει. Αυτά με κουράζουν, δεν αντέχω».

Προφητικά έλεγε: «Θα ‘ρθει καιρός που ο κόσμος θα περάσει δύσκολα χρόνια. Στην αρχή θα φαίνονται καλά, αλλά ύστερα θα υποφέρουν. Ο Θεός κανέναν όμως δεν αφήνει. Μπορεί να πέφτει στην δοκιμασία, αλλά έτσι θέλει ο Θεός, να δοκιμαστούμε και να δούμε ποιος θα αντέξει στην δοκιμασία. Και όποιος αντέξει, κέρδισε. Μετά όλα περνάνε και ο Θεός, ο μεγάλος, θα φέρει τον άνθρωπο πάλι στον δρόμο του…»

«Την Ελλάδα η Ρωσία θα την υποστηρίξει. Η κόκκινη φυλή θα βοηθήσει την Ελλάδα. Θα γίνει πόλεμος στην Κωνσταντινούπολη και η κόκκινη φυλή θα φωνάξει τον βασιλιά, για να ‘ρθει και να καθίσει στην Πόλη…»

Παιδιά μου, ο κόσμος έχει φύγει από την αθωότητα κι από την καλωσύνη! Κάθε μέρα και προς το κακό φροντίζει να βαδίζη. Όσο περνούν τα χρόνια βαδίζουμε στην καταστροφή και ο Θεός αυτά δεν τα θέλει. Πόση διαφορά υπάρχει σήμερα, από πριν πενήντα χρόνια!

Θα έλθει καιρός, που οι άνθρωποι θα κυκλοφορούν γυμνοί. Θα έχουμε μεγάλους σεισμούς και καταστροφές.

Ένα πρωινό μετά τη Θεία Λειτουργία, ρώτησα τον Γέροντα γιατί έτρεχαν δάκρυα από τα μάτια της Παναγίας. Με κοίταξε και κούνησε το κεφάλι του: «Γιαβρούμ, πως να μη κλαίει η Παναγία μας μ’ αυτά που γίνονται και μ’ αυτά που θα γίνουν…»

«Αν θέλουμε να είμαστε πραγματικά Χριστιανοί, πρέπει να ακολουθήσουμε τα χνάρια του Χριστού μας. Πρέπει πάντα να συγχωρούμε και όχι να βλαστημούμε αυτούς, που μας έφταιξαν».

Πηγή: https://iconandlight.wordpress.com/2021/11/03/θα-ρθει-καιρός-που-ο-κόσμος-θα-περάσε/

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Παρασκευὴ 1η Νοεμβρίου 2024

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΙΘ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Φιλιππησίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
1:27-30; 2:1-4

Ἀδελφοί, ἀξίως τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ πολιτεύεσθε, ἵνα εἴτε ἐλθὼν καὶ ἰδὼν ὑμᾶς εἴτε ἀπὼν ἀκούσω τὰ περὶ ὑμῶν, ὅτι στήκετε ἐν ἑνὶ πνεύματι, μιᾷ ψυχῇ συναθλοῦντες τῇ πίστει τοῦ εὐαγγελίου, καὶ μὴ πτυρόμενοι ἐν μηδενὶ ὑπὸ τῶν ἀντικειμένων, ἥτις αὐτοῖς μέν ἐστιν ἔνδειξις ἀπωλείας, ὑμῖν δὲ σωτηρίας, καὶ τοῦτο ἀπὸ Θεοῦ· ὅτι ὑμῖν ἐχαρίσθη τὸ ὑπὲρ Χριστοῦ, οὐ μόνον τὸ εἰς αὐτὸν πιστεύειν, ἀλλὰ καὶ τὸ ὑπὲρ αὐτοῦ πάσχειν, τὸν αὐτῶν ἀγῶνα ἔχοντες, οἷον εἴδετε ἦν ἐμοὶ καὶ νῦν ἀκούετε ἐν ἐμοί. Εἴ τις οὖν παράκλησις ἐν Χριστῷ, εἴ τι παραμύθιον ἀγάπης, εἴ τις κοινωνία Πνεύματος, εἴ τις σπλάγχνα καὶ οἰκτιρμοί, πληρώσατέ μου τὴν χαράν, ἵνα τὸ αὐτὸ φρονῆτε, τὴν αὐτὴν ἀγάπην ἔχοντες, σύμψυχοι, τὸ ἓν φρονοῦντες, μηδὲν κατὰ ἐριθείαν ἢ κενοδοξίαν, ἀλλὰ τῇ ταπεινοφροσύνῃ ἀλλήλους ἡγούμενοι ὑπερέχοντας ἑαυτῶν. Μὴ τὰ ἑαυτῶν ἕκαστος σκοπεῖτε, ἀλλὰ καὶ τὰ ἑτέρων ἕκαστος.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΟΣΙΟΥ ΔΑΥΙΔ ΤΟΥ ΕΝ ΕΥΒΟΙΑ)
Πρὸς Ἑβραίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
13:17-21

Ἀδελφοί, πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε· αὐτοὶ γὰρ ἀγρυπνοῦσιν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν ὡς λόγον ἀποδώσοντες· ἵνα μετὰ χαρᾶς τοῦτο ποιῶσι καὶ μὴ στενάζοντες· ἀλυσιτελὲς γὰρ τοῦτο. Προσεύχεσθε περὶ ἡμῶν· πεποίθαμεν γὰρ ὅτι καλὴν συνείδησιν ἔχομεν, ἐν πᾶσι καλῶς θέλοντες ἀναστρέφεσθαι. Περισσοτέρως δὲ παρακαλῶ τοῦτο ποιῆσαι, ἵνα τάχιον ἀποκατασταθῶ ὑμῖν. Ὁ δὲ Θεὸς τῆς εἰρήνης, ὁ ἀναγαγὼν ἐκ νεκρῶν «τὸν ποιμένα τῶν προβάτων» τὸν μέγαν «ἐν αἵματι διαθήκης αἰωνίου», τὸν κύριον ἡμῶν ᾿Ιησοῦν, καταρτίσαι ἡμᾶς ἐν παντὶ ἔργῳ ἀγαθῷ εἰς τὸ ποιῆσαι τὸ θέλημα αὐτοῦ, ποιῶν ἐν ὑμῖν τὸ εὐάρεστον ἐνώπιον αὐτοῦ διὰ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, ᾧ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ Ζ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΛΟΥΚΑ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
12: 2-12

Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαὐτοῦ Μαθηταῖς· οὐδὲν συγκεκαλυμμένον ἐστὶν ὃ οὐκ ἀποκαλυφθήσεται, καὶ κρυπτὸν ὃ οὐ γνωσθήσεται· ἀνθ’ ὧν ὅσα ἐν τῇ σκοτίᾳ εἴπατε, ἐν τῷ φωτὶ ἀκουσθήσεται, καὶ, ὃ πρὸς τὸ οὖς ἐλαλήσατε ἐν τοῖς ταμείοις, κηρυχθήσεται ἐπὶ τῶν δωμάτων. Λέγω δὲ ὑμῖν τοῖς φίλοις μου· μὴ φοβηθῆτε ἀπὸ τῶν ἀποκτεννόντων τὸ σῶμα, καὶ μετὰ ταῦτα μὴ ἐχόντων περισσότερόν τι ποιῆσαι. ὑποδείξω δὲ ὑμῖν τίνα φοβηθῆτε· φοβήθητε τὸν μετὰ τὸ ἀποκτεῖναι ἔχοντα ἐξουσίαν ἐμβαλεῖν εἰς τὴν γέενναν· ναί, λέγω ὑμῖν, τοῦτον φοβήθητε. οὐχὶ πέντε στρουθία πωλεῖται ἀσσαρίων δύο; καὶ ἓν ἐξ αὐτῶν οὐκ ἔστιν ἐπιλελησμένον ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ· ἀλλὰ καὶ αἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς ὑμῶν πᾶσαι ἠρίθμηνται. μὴ φοβεῖσθε· πολλῶν στρουθίων διαφέρετε. Λέγω δὲ ὑμῖν· πᾶς ὃς ἂν ὁμολογήσῃ ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὁμολογήσει ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τῶν ἀγγέλων τοῦ Θεοῦ· ὁ δὲ ἀρνησάμενός με ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων ἀπαρνηθήσεται ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων τοῦ Θεοῦ. καὶ πᾶς ὃς ἐρεῖ λόγον εἰς τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, ἀφεθήσεται αὐτῷ· τῷ δὲ εἰς τὸ ἅγιον Πνεῦμα βλασφημήσαντι οὐκ ἀφεθήσεται. ὅταν δὲ προσφέρωσιν ὑμᾶς ἐπὶ τὰς συναγωγὰς καὶ τὰς ἀρχὰς καὶ τὰς ἐξουσίας, μὴ μεριμνᾶτε πῶς ἢ τί ἀπολογήσησθε ἢ τί εἴπητε· τὸ γὰρ ἅγιον Πνεῦμα διδάξει ὑμᾶς ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ ἃ δεῖ εἰπεῖν.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΟΣΙΟΥ ΔΑΥΙΔ ΤΟΥ ΕΝ ΕΥΒΟΙΑ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
6: 17-23

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἔστη ὁ Ἰησοῦς ἐπὶ τόπου πεδινοῦ, καὶ ὄχλος μαθητῶν αὐτοῦ, καὶ πλῆθος πολὺ τοῦ λαοῦ ἀπὸ πάσης τῆς Ἰουδαίας καὶ Ἱερουσαλὴμ καὶ τῆς παραλίου Τύρου καὶ Σιδῶνος, οἳ ἦλθον ἀκοῦσαι αὐτοῦ καὶ ἰαθῆναι ἀπὸ τῶν νόσων αὐτῶν, καὶ οἱ ὀχλούμενοι ἀπὸ πνευμάτων ἀκαθάρτων, καὶ ἐθεραπεύοντο· καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἐζήτει ἅπτεσθαι αὐτοῦ, ὅτι δύναμις παρ’ αὐτοῦ ἐξήρχετο καὶ ἰᾶτο πάντας. Καὶ αὐτὸς ἐπάρας τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ εἰς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἔλεγε· Μακάριοι οἱ πτωχοί, ὅτι ὑμετέρα ἐστὶν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. μακάριοι οἱ πεινῶντες νῦν, ὅτι χορτασθήσεσθε. μακάριοι οἱ κλαίοντες νῦν, ὅτι γελάσετε. μακάριοί ἐστε ὅταν μισήσωσιν ὑμᾶς οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὅταν ἀφορίσωσιν ὑμᾶς καὶ ὀνειδίσωσι καὶ ἐκβάλωσι τὸ ὄνομα ὑμῶν ὡς πονηρὸν ἕνεκα τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου. Χαίρετε ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ καὶ σκιρτήσατε· ἰδοὺ γὰρ ὁ μισθὸς ὑμῶν πολὺς ἐν τῷ οὐρανῷ.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Μόρφου Νεόφυτος: Ὁ ἅγιος Ἰάκωβος, ὁ ἱερὸς κήρυκας τοῦ ὁσίου Δαυὶδ τοῦ ἐν Εὐβοίᾳ… (01.11.2023)

Κήρυγμα Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία τῆς ἑορτῆς τοῦ ὁσίου Δαυὶδ τοῦ ἐν Εὐβοίᾳ, ποὺ τελέσθηκε στὸ θρονικὸ παρεκκλήσι τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Περιφερειακοῦ Γυμνασίου Ἀκακίου τῆς κοινότητος Ἀκακίου τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (01.11.2023).

Τὸ Ἀπολυτίκιον καὶ τὸ Δοξαστικὸ τῶν αἴνων τοῦ ὁσίου Δαυὶδ ἠχογραφήθηκαν κατὰ τὴ σημερινὴ ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καὶ τῆς Θ. Λειτουργίας.

Μητροπολίτης Μόρφου: “Ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης και οι σύγχρονοι εμπειρικοί Θεολόγοι”

Με την ευκαιρία της εορτής των Τριών Ιεραρχών η Ιερά Μητρόπολις Λεμεσού διοργάνωσε, εκδήλωση προς τιμή των τριών Φωστήρων της Οικουμένης, Βασίλειο τον Μέγα, Γρηγόριο τον Θεολόγο και Ιωάννη τον Χρυσόστομο, αφιερωμένη στον π. Ιωάννη Ρωμανίδη (31.1.2017). Ομιλητής στην εκδήλωση ήταν ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος ο οποίος με τον μεστό και γλαφυρό του λόγο περιέγραψε εμπεριστατωμένα και εμπειρικά το θέμα της ομιλίας: «Ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης ένας σύγχρονος Καππαδόκης Θεολόγος και σύγχρονοι εμπειρικοί Θεολόγοι».

Βίος καὶ πολιτεία τοῦ Ὁσίου καὶ Θεοφόρου πατρὸς ἡμῶν Δαβὶδ τοῦ ἐν Εὐβοίᾳ ἀσκήσαντος (1 Νοεμβρίου)

Άγιος Δαυίδ ο εν Ευβοία

Άγιος Δαυίδ ο εν Ευβοία

Ἄξιον εἶναι τῷ ὄντι καὶ χρεωστούμενον, ἀγαπητοί μου ἀδελφοὶ Χριστιανοί, νὰ ἀναγινώσκουμε μετ᾿ εὐλαβείας καὶ πόθου πνευματικοῦ τοὺς βίους τῶν ἁγίων, διηγούμενοι τὰς ἀρετὰς καὶ τὰ κατορθώματα αὐτῶν, ὄχι μόνον διὰ νὰ μὴ ἀμνημονήσωμεν τὰ λαμπρὰ ἔργα αὐτῶν καὶ τὰς θαυματουργίας, ἀλλὰ καὶ νὰ μιμηθοῦμε τὴν ζωὴν καὶ πολιτείαν των, ἐξ ὧν ὑπάρχει ὁ σήμερον ἑορταζόμενος ὅσιος Δαβίδ, ὅστις ἐγένετο παιδιόθεν ζηλωτὴς καὶ μιμητὴς τῆς ἀληθοῦς καὶ εὐθείας ὁδοῦ, ἐκλεξάμενος τὴν καθαρωτάτην καὶ ἁγνὴν πολιτείαν, λέγω, τὸν μοναδικὸν βίον, μιμούμενος κατὰ πάντα τρόπον τὸν τῆς ἀσκήσεως δρόμο τῶν ἐναρέτων ὁσίων ἀνδρῶν. Διότι οὗτος ὁ μακάριος διὰ τῶν ἐνθέων καὶ ὑψηλῶν κατορθωμάτων τῆς ἀρετῆς κατεφώτισε τὰς ψυχὰς τῶν ἀνθρώπων καὶ μέχρι τοῦδε παρέχει ἀενάως τὰς χάριτας καὶ τὰς εὐεργεσίας εἰς ἐκείνους, οἵτινες μετ᾿ εὐλαβείας προσκυνοῦσι τὴν πάντιμον αὐτοῦ κάρα καὶ ἐπικαλοῦνται εἰς ἀρωγὴ καὶ βοήθειαν τὸ ἅγιον αὐτοῦ ὄνομα. Πρέπον εἷναι λοιπὸν νὰ διηγηθοῦμε, κατὰ τὸ δυνατὸν ἡμῖν, τοῦ μακαρίου καὶ θεοφόρου τούτου πατρὸς ὁσίου Δαβὶδ τὰς ἀρετὰς καὶ λαμπρὰ θαυμάσια ἔργα καὶ ὅσον τὸ δυνατὸν νὰ μιμηθῶμεν καὶ ἡμεῖς τὰ κατορθώματα αὐτοῦ πρὸς ψυχική μας ὠφέλειαν.

Οὗτος λοιπὸν ὁ ἀληθὴς καὶ γνήσιος ὑπουργὸς τοῦ παναγάθου Θεοῦ ἧτο μὲν ἀπὸ τὴν χώραν ἥτις καλεῖτο Γαρδινίτζα, κειμένη πλησίον τοῦ Ταλαντίου εἰς τὸ παραθαλάσσιον, ἀντικρὺ εἰς τὴν Εὔβοιαν νῆσον, ὅστις ἤκμασε περίπου τὸ 1519 ἔτος, πατριαρχεύοντος ἐν Κωνσταντινουπόλει τοῦ ἀοιδίμου Ἱερεμίου· εἶχε δὲ γεννήτορας θεοσεβεῖς τε καὶ εὐλαβεῖς, καὶ ὁ μὲν πατὴρ αὐτοῦ ἐκαλεῖτο Χριστόδουλος, ὧν κατὰ τὸ ἀξίωμα τῆς Ἱεροσύνης ἐστολισμένος μετὰ χαρίτων καὶ ἀρετῶν, ἡ δὲ μήτηρ αὐτοῦ Θεοδώρα, ἥτις τῷ ὄντι κατεγίνετο εἰς τὸ νὰ ἀναδειχθῇ τῷ πανοικτίρμονι Θεῷ δῶρον καθαρὸν ἔζων δὲ καί οἱ δύο ἐνάρετως, δηλαδὴ μὲ προσευχάς, μὲ νηστείας, μὲ ἐλεημοσύνες, μὲ δάκρυα, παρακαλοῦντες τὸν ἅγιον Θεὸν ἡμέρας τε καὶ νυκτὸς νὰ τοὺς ἐλευθερώσῃ ἀπὸ τὰς παγίδας καὶ ἐνέδρας τοῦ πονηροῦ διαβόλου καὶ νὰ τοὺς ἀξιώσῃ τῆς ἐπουρανίου αὐτοῦ βασιλείας. Εἰδὼς δὲ ὁ ἐλεήμων Θεὸς τὴν καθαρότητα τῆς ψυχῆς των ἐχαρίσατο αὐτοῖς τέσσαρα τέκνα, τὰ μὲν δύο ἀρσενικά, τὰ δὲ δύο θηλυκά, εἰς τὰ ὁποῖα χαίροντες καὶ εὐφραινόμενοι δόξαζαν τὸ πανάγιον αὐτοῦ ὄνομα, ἐξ ὧν ὁ μακάριος Δαβὶδ εὐφραίνετο καὶ εὐχαριστεῖ τοὺς γονεῖς του περισσότερον, ὡς ἔχων παρὰ τοῦ Κυρίου πλείονας χάριτας. Ὅτε δὲ ἐγένετο τῇ ἡλικίᾳ τριῶν χρόνων ὁ τρισόλβιος, ἐν μιᾷ νυκτὶ καθ᾿ ὕπνον ἐφάνη αὐτῷ ὁ θεῖος Πρόδρομος Ἰωάννης, λέγων, ἀνάστα τέκνον μου καὶ ἀκολούθει μοι καὶ εὐθέως ἠκολούθησε μετὰ χαρᾶς ὡς νὰ ἧτο γέρων, ἔμφρων καὶ συνετός. Ἐξελθόντες λοιπὸν ἀμφότεροι ἐκ τοῦ οἰκήματος ἦλθον εἰς μίαν Ἐκκλησία κειμένη πλησίον τῆς χώρας ταύτης, ἐπ᾿ ὀνόματι τοῦ τιμίου Προδρόμου καὶ βαπτιστοῦ Ἰωάννου, καὶ ἀμέσως εὑρέθη ἡ θύρα τῆς Ἐκκλησίας ἠνεωγμένη τῇ θείᾳ ἐπιταγῇ καὶ εἰσῆλθον ἔνδον τοῦ ναοῦ. Ὁ μὲν θεῖος Πρόδρομος ἐφάνη τῷ μακαρίῳ Δαβὶδ ὅτι ἐστάθη εἰς τὴν εἰκόνα, ἥτις ἔφερε τὸν χαρακτῆρα κατὰ τὸ πρωτότυπον τοῦ Προφήτου, τὸ δὲ παιδίον ἐστάθη ἔμπροσθεν τῆς εἰκόνος μετ᾿ εὐλαβείας, ἔχον τὰς χεῖρας του σταυροειδῶς, εἰς ἓξ ἡμέρας ὁλοκλήρους, ἀνυπόδητο καὶ ἀσκεπές, μόνον μὲ ἕνα ὑποκάμισο, θεωροῦν τὸν τίμιον Πρόδρομο. Οἱ δὲ γονεῖς αὐτοῦ ἐγερθέντες τοῦ ὕπνου καὶ μὴ εὑρόντες τὸ παιδίον ἐλυπήθησαν μεγάλως· ὅθεν περιήλθαν τὴν χώραν ἐρευνώντας διὰ τὸ παιδίον τοὺς καὶ οὐχ εὗρον αὐτὸ διὸ ἐλεεινολογούμενοι ἔκλαιον τὸ αἰφνίδιον τῆς στερήσεως τοῦ παιδός των. Κατὰ τὴν ἕκτη ἡμέραν δηλονότι, ἥτις ἧτο Σάββατον, τῇ αὐτῇ ἑσπέρᾳ κατὰ τὸ ἔθος, κατῆλθεν ὁ Ἱερεύς, ὁ πατὴρ αὐτοῦ στὴν Ἐκκλησίαν ταύτην, ἵνα ψάλει τὸν ἑσπερινὸν μεθ᾿ ἑτέρων ἐγχωρίων του Χριστιανῶν, καὶ ἐξαίφνης ὁρᾷ τὸ παιδίον του ἱστάμενον ἔμπροσθεν τῆς ἱερᾶς εἰκόνος τοῦ τιμίου Προδρόμου, ἀστράπτον τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ὡς ἥλιος, καθὃ πεπλησμένον θείας χάριτος, καὶ ἐξέστη ὅλος ὑπὸ τῆς ὑπερβαλλούσης χαρᾶς διὰ τὴν ἀπροσδόκητο εὕρεσιν τοῦ παιδίου του καὶ μετὰ δακρύων λέγει πρὸς αὐτό· τέκνον μου ἀγαπητὸ ποῦ ἧσο τόσας ἡμέρας; ποίος σὲ ἔφερε ἐνταῦθα; Τὸ δὲ παιδίον ἀμέσως, ὢ παραδόξου θαύματος, ἐδείκνυε δακτυλοειδῶς τὴν τίμια εἰκόνα τοῦ Προδρόμου, λέγον, ὡς γέρων νουνεχὴς οὗτος, ἀγαπητέ μου πάτερ, μὲ ἔφερεν ἀποχῆς οἰκίας μας εἰς αὐτὸν τὸν ἅγιον ναόν. Καὶ ἐξέστησαν πάντες οἱ παρευρεθέντες Χριστιανοί, δοξάζοντες τὸν πανάγαθον Θεόν. Ἀφοῦ δὲ τελείωσε ὁ ἑσπερινός, ἐπέστρεψε ὁ πατὴρ αὐτοῦ μετὰ τοῦ μακαρίου Δαβὶδ εἰς τὸν οἶκον του, καὶ δοξολογοῦντες ὑμνολόγουν τὸ ὑπεράγιον ὄνομα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὡσαύτως καὶ τοῦ θείου Προδρόμου, τόσον οἱ γεννήτορες, ὅσον καὶ πάντες οἱ κάτοικοι τῆς χώρας διὰ τὸ ἐξαίσιον καὶ ἀξιάκουστον θαῦμα.

Άγιος Δαυίδ ο εν Ευβοία, Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης, Άγιος Ιωάννης ο Ρώσσος. Φορητή εικόνα, Ιερά Μητρόπολις Μόρφου

Ἔκτοτε οὖν ὁ θαυμαστὸς καὶ παμμάκαρ Δαβίδ, ἐμφορηθεὶς τῆς χάριτος τοῦ παναγίου Πνεύματος, εἰσήρχετο εἰς τὸν ναὸ τοῦ Προφήτου Προδρόμου καὶ προσηύχετο, καθώς φησιν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πρὸς Ῥωμαίους Κεφ. η´: Ὅσοι Πνεύματι Θεοῦ ἄγονται, οὗτοι εἶσιν υἱοὶ Θεοῦ. Βλέποντες οὖν οἱ γονεῖς τοῦ παιδίου τὰς ἀρετὰς καὶ τὰς χάριτας, ἃς ἔλαβε παρὰ Θεοῦ, καὶ ὅσον τῇ ἡλικίᾳ προὔβαινε, τοσοῦτον ηὔξανε καὶ εἰς τὰς ἀρετάς, ὑμνολογοῦντες ἐδόξαζον τὸν παντάνακτα Θεόν. Ἀφ᾿ οὗ δὲ ἦλθε ἐν τῇ πρεπούσῃ ἡλικίᾳ ὁ μακάριος, οἱ γονεῖς αὐτοῦ ἔβαλον αὐτὸν εἰς τὰ ἱερὰ γράμματα, ὅπως διὰ τούτων ἀναγινώσκει τὰς θείας Γραφὰς καὶ ἱερὰς βίβλους πρὸς μείζονα ὠφέλειαν τοῦ προϊόντος δὲ τοῦ χρόνου, ἐστολίζετο διὰ τῶν ἱερῶν γραμμάτων καὶ ἀναγνώσεων ὁ μακάριος, καὶ μάλιστα μὲ τὴν γύμνασιν καὶ ἄσκησιν τῆς ἀρετῆς, μὲ νηστείας, μὲ ἀγρυπνίας, μὲ προσευχὰς καὶ δεήσεις πρὸς τὸν οὐρανοῦ καὶ γῆς Ποιητήν, καὶ ἡμέρας τε καὶ νυκτὸς ἐνησχολεῖτο μετὰ πόθου πολλοῦ ἐπικαλούμενος τὸν Δεσπότην Χριστὸν βοηθὸν καὶ ἀντιλήπτορα, ἵνα καταπάτησῃ τὸν πολυμήχανον ἐχθρὸν διάβολο καὶ νὰ ἀξιωθῇ τῆς ἐπουρανίου βασιλείας, τῆς ἀνεκλαλήτου χαρᾶς καὶ ἀγαλλιάσεως καὶ τῶν ἐπηγγελμένων ἀγαθῶν, περὶ ὧν ἀείποτε ἐφρόνει καὶ διενοεῖτο ἀναγιγνώσκων τὸν μακάριο Παῦλο, τὸν λέγοντα περὶ τῶν οὐρανίων ἀγαθῶν: «Ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε, καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε, καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη πώποτε, ἃ ἡτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν».

Διὰ παντὸς δὲ ἧτο πρόθυμος νὰ ὑπακούῃ εἰς τὴν ἐπιταγὴν τῶν γεννητόρων του, μάλιστα ἐν καιρῷ τοῦ θέρους, ὁπότε ὁ πατὴρ αὐτοῦ μετήρχετο τὴν γεωργικήν, μετ᾿ ἐπιμελείας ἔτρεχε εἰς τὰ χωράφια, συνεργάτης γινόμενος τῷ Πατρὶ αὐτοῦ· ἀλλ᾿ ἐν ᾧ ὁ πατὴρ αὐτοῦ ἀνεπαύετο μετὰ τῶν ἐργατῶν ἐν τῷ μέσῳ τῆς ἡμέρας, ἀποφεύγων τὴν ὑπερβάλλουσαν θερμότητα τοῦ ἡλίου, ὁ ἀοίδιμος Δαβὶδ ἐν ὥρᾳ τοῦ σφοδροῦ καύματος προσηύχετο, ἀναπέμπων δοξολογίας τῷ πανοικτίρμονι Θεῷ πρὸς ταλαιπωρία καὶ κακουχία τοῦ σώματός του, καὶ τοιουτοτρόπως, παραμένων τοῖς γεννήτορσιν αὐτοῦ, μετ᾿ εὐπειθείας καὶ ὑπακοῆς διῆγε τὸν βίον του, καὶ μάλιστα μηδένα ἔχων πνευματικὸν πατέρα ὁδηγὸν διόπερ λυπούμενος ἐδέετο τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἀναδείξῃ αὐτῷ τὸν τῆς ἀληθείας δρόμο, εἰς ἐκτέλεσιν τοῦ ἐναρέτου αὐτοῦ πόθου καὶ σκοποῦ.

Μετὰ δὲ καιρὸν πολὺν ἔχων ὅλη τὴν ἐλπίδα του ἐξηρτημένη εἰς τὸν ἅγιον Θεόν, προσευχόμενος ἡμέρας τε καὶ νυκτὸς παρεκάλει αὐτὸν τὸν κηδεμόνα τοῦ παντὸς νὰ τὸν ὁδηγήσῃ νὰ ἐπιτύχῃ ἀρμόδιο καὶ ἀκύμαντο λιμένα, ἵνα ἀποφύγῃ τὰς τρικυμίας καὶ ταραχὰς τοῦ ματαίου βίου καὶ τὰς ὁσημέραι ἐνέδρας καὶ ἐπιβουλὰς τοῦ δολίου δράκοντας, ἵνα κερδήσῃ τὴν μακαρίαν ζωὴν τῶν δικαίων καὶ ἐναρέτων ἀνδρῶν.

Άγιος Δαυίδ ο εν Ευβοία. Φορητή εικόνα, Ιερά Μητρόπολις Μόρφου

Φθάσας δὲ τὴν ἡλικία τῶν δεκαπέντε χρόνων, ἀνεχώρησεν ἐκ τῆς πατρίδος του καί, ποιήσας εὐχὴν τῷ Κυρίῳ ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστῷ, εἶπε: «Δέσποτα καὶ Δημιουργὲ ἁπάσης τῆς κτίσεως, εὔσπλαχνε καὶ πολυέλεε Θεέ, ὁ καταδεξάμενος διὰ τὴν σωτηρίαν τῶν ἀνθρώπων σαρκωθῆναι ἐκ τῆς ἀειπαρθένου Μαρίας, τῆς ἀκηράτου μητρός σου καὶ ἐξ αὐτῆς γεννηθῆναι καὶ σταυρωθῆναι καὶ ταφῇ δοθῆναι καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστῆναι, σὺ Βασιλεῦ πανάγιε, ἐπάκουσον ἐμοῦ τοῦ ἁμαρτωλοῦ καὶ ἀναξίου δούλου σου καὶ ὁδήγησόν με ἐν τῷ φωτὶ τοῦ προσώπου σου, τοῦ ποιεῖν τὸ θέλημά σου τὸ ἅγιον, ἵνα κἀγὼ ὁ δείλαιος ἀξιωθῶ τῆς ἐπηγγελμένης ἐκείνης οὐρανίου σου μακαριότητος».

Ὁ δὲ πανάγαθος Θεὸς ὡς οἰκτίρμων καὶ εὐσυμπάθητος, ὁ θέλων τὴν σωτηρίαν τῶν ἀνθρώπων, εἰσήκουσε τῆς δεήσεως αὐτοῦ καί, καθὼς ἐξῆλθε τῆς πατρίδος του, εὐθὺς εὑρίσκει ἕνα ἐνάρετον ἄνθρωπον καθ᾿ ὁδόν, ὅστις ἐκαλεῖτο Ἀκάκιος. Οὗτος δὲ ἧτο πολὺς εἰς τὴν σοφίαν καὶ παιδείαν καὶ μάλιστα εἰς τὴν ἄσκησιν τῆς ἀρετῆς καὶ ἐγνωσμένος εἰς διαφόρους τόπους, ὡς ὠφελήσας διὰ τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος πολλὰς ψυχὰς ἀνθρώπων. Τούτου γίνεται ἀληθὴς μαθητής, ὑποσχεθεὶς νὰ φυλάξῃ τὴν ὑπακοὴν καὶ νὰ εἶναι πρόθυμος διὰ παντὸς εἰς τὰ ὑπουργήματα τῶν ἀσκητικῶν ἀγώνων. Ὁ δὲ μακάριος Ἀκάκιος ἐδέχθη μετὰ προθυμίας τὸν Ὅσιο, προορῶν ὅτι μέλλει νὰ γένῃ ὁ παμμάκαρ Δαβὶδ θαυμάσιος καὶ ἄξιον δῶρον τοῦ ἐλεήμονος Θεοῦ, καὶ τὸν ἐπῆγε εἰς τὴν μονήν του καὶ τὸν ἔγραψε συνασκητὴν μετ᾿ ἄλλων πατέρων, διδάξας αὐτὸν καὶ καθοδηγήσας εἰς ἅπαντα τὰ ἑπόμενα τοῦ μοναδικοῦ βίου, καὶ εὐθέως ἐνέδυσεν αὐτὸν τὸ σχῆμα τῶν Μοναχῶν καὶ τὸν πρόσταξε νὰ ἐνασχολεῖται εἰς κόπους καὶ ἱδρῶτας ἀσκητικούς. Ἔκτοτε λοιπὸν ὁ μακάριος Δαβὶδ κατεγίνετο εἰς κόπους, εἰς ἀγρυπνίας, εἰς νηστείας, εἰς δεήσεις καὶ προσευχὰς καὶ εἰς τελείαν ἀποχὴν τῶν κακῶν, καὶ ἐσπουδάζε διὰ παντὸς νὰ γένῃ ἔξω τῶν σαρκικῶν ἡδονῶν καὶ τοῦ φθοροποιοῦ κόσμου, διὰ νὰ γένῃ θῦμα καθαρὸν τοῦ οὐρανίου Βασιλέως. Ἠναγκάζετο δὲ μάλιστα ὁ Ὅσιος κατὰ συνέχεια παρὰ τοῦ γέροντός του Ἀκακίου χάριν δοκιμῆς εἰς τὸ νὰ περιφρονῆται μὲ λόγια μεμπτὰ καὶ ψυχρότατα καὶ ἐπέμπετο παρ᾿ αὐτοῦ νὰ πωλῇ στάκτην, ὁ δὲ ἀοίδιμος Δαβὶδ μὲ μεγάλην ταπεινοφροσύνην καὶ ἄμετρον ὑπομονὴ ὑπέμενε καρτερώτατα καὶ ἔκαμνε κάθε πρόσταγμα τοῦ γέροντός του, εἰδὼς ὅτι ἡ ὑπομονὴ καὶ ἡ ὑπακοὴ ἀποκατασταίνει τὸν ἄνθρωπον νὰ δοξασθῇ παρὰ Θεοῦ, καὶ νὰ ἀξιωθῇ τῆς οὐρανίου μακαριότητας.

Μετ᾿ ὀλίγον ὁ διδάσκαλος τοῦ Ὁσίου ὁ πατὴρ Ἀκάκιος ἀνεχώρησεν ἀπὸ τὸ μοναστήριον ἐπὶ σκοπῷ νὰ ὑπάγῃ εἰς ἄλλο μέρος νὰ εὕρῃ ἄλλους πλέον ἐναρέτους ἄνδρας, χάριν συναναστροφῆς καὶ ὁμιλίας πρὸς αὔξησιν καὶ πλεονασμῶν τῆς ἀρετῆς· ἔλαβε δὲ μεθ᾿ ἑαυτοῦ καὶ τὸν Ὅσιο Δαβίδ. Περιπατοῦντες οὖν ἀμφότεροι καὶ ἀπὸ τόπου εἰς τόπον περιερχόμενοι πολλὰ μοναστήρια καὶ ἀσκητήρια διὰ νὰ ἐπιτύχωσιν ὅ,τι ποθοῦν, ἦλθον εἰς τὴν Ὄσσα, ἥτις εἶναι μεταξὺ τοῦ Ὀλύμπου καὶ τοῦ Πηλίου ὄρους· ἐκεῖ δέ, μαθόντες τὸ μοναστήριον τοῦ Οἰκονομίου, εἰσῆλθαν καὶ παρέμειναν ὀλίγον καὶ ὠφελήθηκαν παρὰ τῶν πατέρων ἐκείνων, ὁμοίως καί οἱ πατέρες ἐκεῖνοι ἐκ τούτων, ἐπειδὴ ἡ ἄσκησις καὶ ἡ γύμνασις τῆς ἀρετῆς ἐγίνετο ἀκωλύτως. Βλέποντες δὲ μάλιστα οἱ ἐκεῖ συνασκούμενοι πατέρες τὸν μακάριο Δαβίδ, ὅτι ἐξετέλει μεγάλα κατορθώματα ἀρετῶν καὶ ἀμέτρους κόπους καὶ ἀγῶνας καὶ ἐπροχώρει ἡμέρᾳ τῇ ἡμέρᾳ εἰς τὸ κρεῖττον τῆς ἀρετῆς, ὥς φησιν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος «τῶν μὲν ὄπισθεν ἐπιλαμβανόμενος, τοῖς δὲ ἔμπροσθεν ἐπεκτεινόμενος», παρεκίνουν καὶ ἐβίαζον αὐτὸν τὸν ἀοίδιμον νὰ δεχθεῖ τὸ ἀξίωμα τῆς Ἱεροδιακονίας, ἐπειδὴ ἐπρόβλεπον ὅτι μέλλει νὰ γένῃ ἐντελὴς εἰς τὴν ἀρετὴ καὶ ἔχει νὰ φωτίσῃ μὲ τὰς πνευματικάς του διδασκαλίας καὶ νουθεσίας πολλὰς ψυχὰς ἀνθρώπων. Ἀνεδείχθη λοιπὸν τὸ τῆς Ἱεροδιακονίας ἀξίωμα εἰς τὸ διαληφθὲν μοναστήριον καί, ὡς καθαρὸς καὶ γνήσιος δοῦλος τοῦ παντοδυνάμου Θεοῦ, ὑπηρέτει εὐλαβῶς τὰ θεῖα Μυστήρια. Μετ᾿ ὀλίγον δὲ καιρὸν πάλιν ὁ διδάσκαλος αὐτοῦ, ὁ ἱερὸς Ἀκάκιος, καταφλεγόμενος ὑπὸ θείου ἔρωτος ἀπεφάσισε νὰ ὑπάγει εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος, καὶ διὰ νὰ προσκυνήσει τὰ ἱερὰ μοναστήρια καὶ νὰ ἀπολαύσῃ τοὺς ἐκεῖ ἀσκητὲς χάριν εὐλογίας καὶ νὰ γένῃ μιμητὴς τῆς ἀρετῆς ἐκείνων. Ὅθεν ἀναχωρήσας ἐκεῖθεν ἔχων μεθ᾿ ἑαυτοῦ καὶ τὸν μακάριο Δαβίδ, τῇ θείᾳ συνάρσει, ἦλθε εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος, περιῆλθε ὅλα τὰ μοναστήρια καὶ τὰς σκήτας καί, λαβὼν οὐκ ὀλίγον καρπὸν τῆς ἐνθέου ἀρετῆς, ἔκρινεν εὔλογον πάλιν ὁ σεβάσμιος πατὴρ Ἀκάκιος νὰ ἀποπλεύσῃ εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν, ὁ δὲ ὅσιος Δαβὶδ ἔμεινε ἐκεῖ εἰς τὸν λιμένα τῆς ἀρετῆς, εἰς τὴν μονὴν τῆς ἁγίας Λαύρας τοῦ ὁσίου Ἀθανασίου Ἀθωνίτου, λέγω, χαίρων δὲ καὶ ἀγαλλόμενος μετήρχετο τὸν ἀσκητικὸ βίον.

Ὁ δὲ μακάριος Ἀκάκιος φθάσας εἰς Κωνσταντινούπολιν πῆγε ἀμέσως εἰς τὸ Πατριαρχεῖο, εἰς προσκύνησιν τοῦ Πατριάρχου· ὁ δὲ Πατριάρχης ἱδὼν τὸν ἀοίδιμον Ἀκάκιο, τῷ ὄντι τὸ σκεῦος τῆς ἀκακίας καί, πληροφορηθεὶς τὸν βίον του τὸν καθαρὸν καὶ τὴν διαγωγήν του τὴν ἐνάρετον, καθὼς καὶ ἄλλοτε εἶχεν ἀκούσῃ παρ᾿ ἄλλων, ὑπερευχαριστήθη. Μετὰ ταῦτα δὲ γενομένης συνόδου ἱερᾶς μετὰ τῶν ἁγίων Ἀρχιερέων, καθῆκον ἐκρίθη παρὰ πάσης τῆς ἁγίας συνόδου νὰ τιμηθῇ ὁ ἀοίδιμος Ἀκάκιος διὰ τοῦ ὑψηλοῦ ἀξιώματος τῆς Ἀρχιεροσύνης, ὡς ὧν ἄξιος ἐργάτης τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου, ἵνα ποιμάνῃ τὸ λογικὸ ποίμνιο, ἵνα πληρωθῇ ἡ φωνῇ ἡ Εὐαγγελική, ἡ λέγουσα: «Οὐ καίουσι λυχνῶν καὶ τιθέασιν αὐτὸν ὑπὸ τὸν μόδιον, ἀλλ᾿ ἐπὶ τὴν λυχνίαν καὶ λάμπει πᾶσι, τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ»· καὶ τοιουτοτρόπως χειροτονηθεὶς ἠξιώθη τοῦ μεγίστου καὶ ὑψηλοῦ ἀξιώματος τῆς ἀρχιερωσύνης, λαχὼν τῆς μητροπόλεως Ναυπάκτου καὶ Ἄρτης.

Ἂφ᾿ οὖ δὲ κατῆλθεν εἰς τὴν ἐπαρχίαν του, ἔστειλε εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ ἐπῆρε τὸν ἀγαπητό του ὑποτακτικὸ καὶ καθαρὸν ὑπουργὸν τοῦ Θεοῦ, λέγω τὸν πανάριστον Δαβὶδ καί, ὡς ἔφθασε οὗτος εἰς τὴν Ναύπακτον ἐντὸς τῆς μητροπόλεως, μεγάλη χαρὰ ἐγένετο ἀμοιβαία εἰς τοὺς δύο, δηλαδὴ εἰς τὸν Ἀρχιερέα καὶ εἰς τὸν Ὅσιον Δαβίδ. Καὶ ἀμέσως ὁ γέροντάς του μετὰ χαρᾶς ψυχικῆς λέγει τὸν ἔνθεον σκοπόν του πρὸς τὸν Δαβίδ- τέκνον μου ἀγαπητὸν ἐν Κυρίῳ, ἐγὼ ἐπίτηδες σὲ μετακάλεσα ἐκ τῆς μονῆς νὰ σὲ χειροτονήσω ἐπίσκοπο, νὰ ποιμάνῃς λαόν, διότι εἶσαι ἄξιος ἐργάτης καὶ διδάσκαλος τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου, ἵνα φωτίζῃς ψυχὰς ἀνθρώπων. Ὁ δὲ μακάριος Δαβὶδ μηδόλως ἔστερξεν, ἂν καὶ ἦτον ἄξιος αὐτοῦ τοῦ ὑψηλοῦ ἀξιώματος, ἐπειδὴ κατεφρόνει τὴν δόξαν, καὶ ἠσπάζετο τὴν ταπεινοφροσύνην καὶ ἡσυχίαν· διὸ καθ᾿ ἑκάστην κατεγίνετο καὶ ἐνησχολεῖτο νὰ φυλάξῃ τὴν ψυχήν του ἄσπιλον καὶ καθαρὰν ἀπὸ τὰς ἐπιβουλὰς καὶ ἐνέδρας τοῦ δολίου Σατανᾶ καὶ νὰ τὴν λαμπρύνῃ μὲ τὰ πρέποντα προτερήματα καὶ ἀρετάς, θέλων νὰ ἀφανίσῃ τελείως τὰς τῆς σαρκὸς ἀτάκτους κινήσεις καὶ ὁρμὰς καὶ νὰ ὑποτάξῃ τὸ σῶμα εἰς τὴν ψυχήν. Διὰ τοῦτο μὲ μεγάλας νηστείας καὶ μὲ ὁλονυκτίους ἀγρυπνίας καὶ συνεχεῖς γονυκλισίας ἐταλαιπώρει τὸν ἑαυτόν του, ἐπειδὴ πώποτε δὲν ἐχόρτασε τὴν κοιλίαν μὲ φαγητό, ποτὲ δὲν ἐφόρεσε εὔμορφον φόρεμα, ποτὲ δὲν ἐγέλασε ἄτακτα, ποτὲ δὲν ἔκαμε τίποτε ἐναντίον τοῦ μοναχικοῦ βίου, ἀλλ᾿ εἶχε διὰ παντὸς τὸν φόβον τοῦ Θεοῦ ἐπιστηριγμένον εἰς τὴν ψυχήν του καὶ ἠσπάζετο τὴν ταπείνωσιν καὶ ἦτον ὑποτεταγμένος πρὸς τὸν ἅγιον γέροντά του καὶ πνευματικόν του πατέρα διὰ νὰ μάθητε λοιπὸν πόσην ὑπακοὴν εἶχεν ὁ παμμακάριστος εἰς τὸν διδάσκαλόν του, ἀκούσατε μετὰ προσοχῆς τὸ ἑξῆς διήγημα.

Ὁ ὅσιος Δαβὶδ ἐστάλη παρὰ τοῦ γέροντος τοῦ ἐκ Ναυπάκτου εἰς τὴν Ἄρταν διά τινα ὑπηρεσία ἡ ὁδὸς ἡ ἀπέχουσα τῆς Ναυπάκτου ἄχρι τῆς Ἄρτης εἶναι τεσσάρων ἡμέρων, ὁ μακάριος ἐπειδὴ συνήθιζε νὰ περιπατῇ ἀνυπόδητος, φθάσας εἰς τὴν Ἄρτα, ὕστατο ἐν μέρει τινὶ χάριν ἀναπαύσεως· ἱδὼν δὲ αὐτὸν εἰς ἄρχων θεοφιλὴς καὶ φιλόπτωχος ἀνυπόδητον, εὐθὺς ἀγόρασε μίαν ζυγὴν ὑποδήματα καὶ ἔρχεται πρὸς τὸν Ὅσιο καὶ τῷ λέγει παρακαλῶν: δοῦλε τοῦ Θεοῦ, λάβε αὐτὰ τὰ ὑποδήματα καὶ βάλε τα εἰς τοὺς πόδας σου καὶ μὴ ταλαιπωρῇς τόσον πολλὰ τὸν ἑαυτόν σου. Ὁ δὲ μακάριος Δαβίδ, ἐννοήσας τὴν εὐλάβειαν τοῦ ἄρχοντος, τὰ ἐδέχθη καὶ τὰ ἐφόρεσε καί, ἀφ᾿ οὗ ἔκαμε ὅλα τὰ προστάγματα τοῦ γέροντος τοῦ ἁγίου Ναυπάκτου, ἐπέστρεψεν πίσω ταχέως. Ὁ δὲ Ἀρχιερεὺς ὁ γέροντάς του, ἱδὼν τὸν Δαβὶδ φοροῦντα τὰ ὑποδήματα, λέγει πρὸς αὐτὸν μετὰ θυμοῦ: «ὦ Γέρων (ἐπειδὴ οὕτω ἐκαλεῖτο παιδιόθεν ὁ μακάριος διὰ τὴν πολλὴν φρόνησίν του) τίς σοῦ ἔδωκε τὰ ὑποδήματα αὐτά»; Ὁ δὲ ὅσιος Δαβὶδ μετ᾿ εὐλαβείας πολλῆς ἀπεκρίθη καὶ λέγει πρὸς αὐτόν: «ἕνας ἄνθρωπος φιλόχριστος, Πάτερ μου, μοὶ τὰ χάρισε» ὁ δὲ Ἀρχιερεὺς λέγει πρὸς αὐτόν «αὐτὴ εἶναι ἡ ὑποταγὴ τὴν ὁποίαν σῴζεις πρὸς ἑμέ, ὦ Γέρων; καὶ διατὶ δὲν ἦλθες ἀνυπόδητος, καθὼς ὑπῆγες; ἀλλὰ ἐλυπήθης τὸν ἑαυτόν σου; ἄπελθε λοιπὸν καὶ δὸς τὰ ὑποδήματα ὀπίσω εἰς τὸν ἄνθρωπον ὁ ὁποῖος σοῦ τὰ ἔδωκε καὶ πάλιν στρέψον ὀπίσω, καθὼς ὑπῆγες ἀνυπόδητος· τοῦτον τὸν κανόνα ἔκρινα νὰ σοῦ δώσω, διὰ νὰ μάθῃς ποτὲ νὰ μὴ κάμῃς ἔργον τι χωρὶς τῆς προσταγῆς μου». Τότε ὁ ταπεινόφρων Δαβίδ, ποιήσας μετάνοιαν, ἐδέχθη μετὰ χαρᾶς τὴν ἐπιτίμησιν καὶ ἔπραξε καθὼς τὸν διέταξεν ὁ ἱερὸς ἐκεῖνος Ἀρχιερεύς· καί, ἀφ᾿ οὗ γύρισε πίσῳ, τὸν ὑπεδέχθη ὁ θεῖος ἀνὴρ μετ᾿ εὐλαβείας καὶ χαρᾶς, ὡς ἄξιον ὑπηρέτη τοῦ Θεοῦ καὶ τέκνον τῆς ὑπακοῆς. Οὕτω διάγων δὲ μετὰ τοῦ Ἀρχιερέως ἔλαμπε μὲ τὰς ἀρετὰς καὶ θεῖα κατορθώματα, ὡς ἀστὴρ φαεινότατος.

Εἶτα δὲ ἐχειροτονήθη καὶ ἱερεύς, γενόμενος λειτουργὸς τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ Μυστηρίων, καὶ ὅλος ηὔξανεν εἰς τὴν ἀρετὴν ἐπιδίδων εἰς τοὺς ἀγῶνας καὶ καμάτους, ὡς δένδρον πεφυτευμένον εἰς γῆν ἀγαθήν, ὅπερ ὑψοῦτο τῇ θείᾳ βοηθείᾳ, φέρον καρποὺς ἀγαθοὺς διότι ἤκουε τὴν σοφίαν τὴν λέγουσαν: Ὅσον μέγας εἶ, τοσοῦτον ταπεινοῦ σεαυτόν, καὶ εὑρήσεις χάριν παρὰ Κυρίου.

Ὅθεν διὰ τὴν ὑπερβάλλουσαν ταπείνωσιν ἀπέφυγε τὸ ἀξίωμα τῆς Ἀρχιερωσύνης ὁρῶν δὲ ὁ Ἀρχιερεὺς καὶ οἱ τοῦ τόπου ἄρχοντες τὰς οὐρανίους χάριτας καὶ προτερήματα τὰ ὁποῖα εἶχε, τὸν παρεκάλεσαν πολλὰ διὰ νὰ γένῃ ἡγούμενος τῆς ἱερᾶς μονῆς τῆς Θεοτόκου, ἐπιλεγόμενης Βερνικόβης. Οὕτω λοιπόν, διὰ τῶν πολλῶν παρακλήσεων τοῦ Ἀρχιερέως καὶ τῶν ἀρχόντων, ἀπεδέχθη τὴν ἡγουμενεία τοῦ ἱεροῦ ἐκείνου Μοναστηρίου καὶ πάντοτε διὰ φροντίδας εἶχε τὴν ἐπιμέλειαν τῆς ψυχικῆς σωτηρίας τῶν μοναχῶν ἐκείνων, νουθετῶν καὶ διδάσκων καθ᾿ ἑκάστην αὐτοὺς ἅπαντα τοῦ μοναχικοῦ βίου τὰ καθήκοντα, ἀποδεικνύων αὐτοῖς μάλιστα τὸν ἑαυτόν του καλὸν παράδειγμα. Ἀλλ᾿ οἱ μοναχοὶ ἐκεῖνοι δὲν ἠθέλησαν πώποτε νὰ ἐπιδώσωσιν εἰς τὴν προκοπὴ τῆς ἀρετῆς καὶ οὕτω ἐπληροῦτο τὸ ῥητὸν ἐκεῖνο τὸ λέγον «Εἰ Αἰθίοψ ἀλλάξεται τὸ δέρμα αὐτὸν καὶ πάρδαλις τὰ ποικίλματα αὐτῆς, τότε καταλείψουσι καὶ ἐκείνοι τὰς κακὰς των συνηθείας», ἐπειδὴ ἠγάπα ὁ καθεὶς νὰ ἔχῃ τὴν ἰδιοῤῥυθμίαν καὶ νὰ τρέχῃ, ὡς θέλει, εἰς τὰς αἰσχράς του πράξεις.

Ἐν ᾧ διῆγεν ὁ μακάριος εἰς αὐτὸ τὸ Μοναστήριον τῆς Θεοτόκου, κατὰ τύχην ἐλθὼν εἰς τὴν Ἀχαΐαν ὁ ἁγιώτατος Πατριάρχης Ἱερεμίας, μετὰ τοῦ σοφωτάτου ῥήτορος Ἐμμανουήλ, πέρασε καὶ ἀπὸ τὴν εἰρημένην Μονὴν μιᾷ δὲ τῶν ἡμερῶν, ὄντος τοῦ Πατριάρχου ἐκεῖ, ὁ ὅσιος Δαβὶδ ἐπῆρε καιρὸν διὰ νὰ λειτουργήσῃ κατὰ τὸ σύνηθες· ὁ δὲ ῥήτωρ ἔχων οὐκ ὀλίγην εὐλάβειαν πρὸς τὸν μακάριον εἰσῆλθεν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν καὶ βλέπει εἰς τὸ ἅγιον βῆμα τὸν Ὅσιον, ὁ ὁποῖος ἦτον εἰς τὴν προσκομιδήν, ὅτι τὸν εἶχε περικεκυκλωμένον φῶς θεῖον καὶ ἔλαμπε τὸ πρόσωπόν του ὡς ἥλιος, διότι ἐστέκετο σχεδὸν ἕνα πῆχυν ὑψηλότερον τῆς γῆς. Τοῦτο τὸ θαῦμα ἱδὼν ὁ ῥήτωρ ἔδραμε εἰς τὸν Πατριάρχην καὶ λέγει πρὸς αὐτόν· ἐλθέ, Δέσποτα ἅγιε, εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, νὰ ἴδῃς Ἄγγελον ἐπίγειο καὶ εὐθὺς δραμὼν ὁ Πατριάρχης ἔνδον τοῦ ἁγίου βήματος, τὸ μὲν φῶς τὸ ὁποῖον εἶδεν ὁ ῥήτωρ πρότερον, ὁ Πατριάρχης δὲν τὸ εἶδεν, ἀλλ᾿ εἶδε τὸ πρόσωπον τοῦ ἁγίου βεβρεγμένον μὲ δάκρυα. Τοῦτο ὡς εἶδεν ὁ Πατριάρχης ἐθαύμασε καὶ ἔπειτα πολλὰ παρεκάλεσε τὸν Ὅσιον νὰ τὸν κάμῃ Ἀρχιερέα εἰς μίαν μητρόπολιν, ἀλλὰ οὐδόλως ἔστερξε. Διατρίψας λοιπὸν ὀλίγον καιρὸν εἰς αὐτὸ τὸ Μοναστήριον ὁ Ὅσιος καὶ βλέπων τὸ ἀδιόρθωτον τῶν μοναχῶν ἐκείνων, ἔφυγε ἐκεῖθεν περιφερόμενος ἀπὸ τόπου εἰς τόπον, διὰ νὰ τύχη τὸν ἀρμόδιο τόπον τῆς ἀσκήσεως εἰς ἐκτέλεσιν τοῦ ἀληθοῦς σκοποῦ του. Διὸ ποιήσας εὐχὴν πρὸς τὸν φιλάνθρωπον Θεὸν εἶπε: Παντοκράτορ Δέσποτα, δημιουργὲ τοῦ παντός, φιλάνθρωπε καὶ ἐλεῆμον Θεέ, Λυτρωτὰ καὶ ῥύστα τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, σύ, ὦ γλυκύτατέ μου Ἰησοῦ, ἔχυσες τὸ πανάγιόν σου αἷμα ἐπάνω εἰς τὸν Τίμιον Σταυρὸν διὰ τὴν σωτηρίαν τοῦ ἀνθρώπου, σὺ ὁδήγησόν με, πανάγιε Βασιλεῦ, τοῦ εὑρεῖν τόπον ἡσυχίας καὶ αἰνέσεως. Ταῦτα ὅταν ἔλεγε ὁ Ὅσιος μετὰ θερμῶν δακρύων πρὸς τὸν παντάνακτα Θεόν, τῷ ἀπεκαλύφθη οὗτος ἐν ὁράματι καὶ τῷ εἶπε νὰ ἀπέλθῃ εἰς τὸ ὄρος Στείρι καλούμενον, ὅπερ κεῖται μεταξὺ Ἑλικῶνος καὶ Παρνασσοῦ, καὶ ἀμέσως τῇ θείᾳ ὁδηγίᾳ ἦλθε ἐπὶ τὸ ὄρος καὶ εὗρε τόπον ἀρμόδιο νὰ καθησυχάσῃ καὶ ἐκεῖ ἔκαμε μικρὰν οἰκοδομὴν ἀσκητηρίου, ἐσύναξε καί τινας Μοναχοὺς εὐλαβεῖς καὶ σπουδαίους καὶ μετὰ τούτων ὑμνολογεῖ τὸν ἅγιον Θεὸν ἡμέρας τε καὶ νυκτός, διάγων πολιτείαν γέμουσαν ἀρετῶν καὶ θείων χαρίτων. Διότι ὁ μακάριος Δαβὶδ δὲν ἧτο μόνον στολισμένος μὲ τὰς χάριτας τοῦ μοναδικοῦ βίου, ἀλλ᾿ ἧτο καὶ μὲ σοφίαν τῶν Ἐκκλησιαστικῶν μαθημάτων, ἐπειδὴ ἐδιδάχθη ἀρκούντως παρὰ τοῦ γέροντος τοῦ Ἀκακίου ἁγίου Ναυπάκτου καὶ παρ᾿ ἐκείνου ἀπεστάλη πρὸς τὸν Δεκαδίωνα σοφὸν Ἰουστῖνον καὶ εὐγενέστατο Ἀνδρέα Ἄρνη, ἐδιδάχθη δὲ καὶ παρ᾿ αὐτῶν μαθήματα ἀρκοῦντα.

Εἰς αὐτὸ λοιπὸν τὸ ὄρος καθησυχάσας διῆγεν ἀταράχως καιρόν τινα ἐκ τῶν σατανικῶν προσβολῶν· ἀλλ᾿ ὁ μισόκαλος καὶ πονηρὸς διάβολος δὲν ἔπαυε νὰ μηχανᾶται τρόπους δολίους κατὰ τοῦ παμμάκαρος, φθονῶν τὴν ὑπερβάλλουσαν ἀρετήν του. Ὁ δὲ Ὅσιος εἰδὼς τὴν ἄμετρον κακίαν καὶ φθόνον τοῦ δολίου ἐχθροῦ ὕστατο ὡς στερεὰ πέτρα, οὐδόλως δειλιῶν τὰ σατανικὰ αὐτοῦ βέλη, καὶ ὡς οὐδὲν λογιζόμενος τὰς πονηρὰς μηχανάς του· ἀλλ᾿ εἰς τὸ ἔσχατον καταφλεγόμενος ὁ πονηρὸς Βελίαρ ὑπὸ τοῦ φθόνου ἐνεργεῖ κατὰ τοῦ Ὁσίου πειρασμὸν τοιοῦτον, καὶ ἀκροασθῆτε τὸ τέχνασμα τοῦ φθονερότατου δράκοντος.

Μεταξὺ τῆς Χαιρωνείας καὶ τοῦ Ἑλικῶνος εὑρίσκεται μία πόλις καλουμένη Λεβάδεια, ἔνθα κατοικοῦσι καὶ Ἀγαρηνοί, εἷς ἐξ αὐτῶν ἐν τάξει ὧν ἐξουσίας εἶχε σκλαβόπουλα, ἅτινα τυχόντα εὐκαιρία ἔφυγον ὁ δὲ αὐθέντης αὐτῶν ἐρευνῶν μετὰ πόθου καὶ γενόμενος πλήρης θυμοῦ ἐζήτει τὰ ῥηθέντα σκλαβόπουλα. Τινὲς ὀπαδοὶ τοῦ διαβόλου κάκιστοι παρουσιασθέντες τῷ Ἀγαρηνῷ ἐκείνῳ εἶπον ὅτι ὁ Ὅσιος ἐγένετο αἴτιος τῆς φυγῆς τῶν σκλάβων καὶ ἀμέσως ἐκεῖνος δραμὼν ὡς λύκος κεχηνὼς ἥρπασε τὸν μακαριώτατον Δαβὶδ καὶ τὸν παρέδωκεν εἰς τὸν ἡγεμόνα τῆς πόλεως· οὗτος δέ, ὧν ὡς θηρίον ἄγριον, εὐθὺς πρόσταξε καὶ ἔῤῥιψαν οἱ ὑπηρέται του τὸν ἅγιον ἐπὶ τῆς γῆς καὶ τὸν ἔδειραν σφοδρότατα μὲ τόση ἀσπλαχνία, ὥστε σχεδὸν ἡμιθανὴς ἐγένετο ὁ Ὅσιος ἐκ τῶν ἀμέτρων πληγῶν, ἔπειτα τὸν ἐφυλάκωσεν. Ὁ δὲ ἅγιος ὡς πεπλησμένος τῆς χάριτος τοῦ παναγίου Πνεύματος ἔχαιρε καὶ εὐφραίνετο ἐνθυμούμενος τὸ ῥητὸ τοῦ Ἀποστόλου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου, τὸ λέγον: πᾶσαν χαρὰν ἡγήσασθε ἀδελφοί μου, ὅταν πειρασμοῖς περιπέσητε ποικίλοις. Τὴν ἐρχομένη ἡμέραν πάλιν πρόσταξε ὁ ἀλιτήριος, καὶ τὸν ἔβγαλαν ἀπὸ τὴν φυλακὴν καὶ τὸν ξύλισαν σκληρότατα ἐκεῖνα τὰ ἀγριότατα θηρία, ἔπειτα τοῦ ἔδεσαν ὀπίσω τὰς χεῖρας καὶ τὸν κρεμάσαν διὰ πολλὴν ὥραν καὶ ἐκ τούτου ἠσθένησαν τὰ χέρια τοῦ ἁγίου καὶ ἔμειναν πολὺν καιρὸν ἀκίνητα. Ἄλλα τις δύναται νὰ διηγηθῇ εἰς πλάτος τὰς ἄλλας τιμωρίας καὶ βάσανα, τὰ ὁποῖα ἐδέχθη εἰς τὸ σῶμα του ὁ ἅγιος; Ἐν ᾧ ἧτο κρεμάμενος, τὸν πότιζαν διάφορα ποτὰ φαρμακερώτατα ἀλλὰ ταῦτα πάντα τὰ ὑπέμενεν ὑπομονητικώτατα, διότι ἦτον ἀρματωμένος μὲ τὴν δύναμιν καὶ χάριν τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ καὶ ἐπεθύμει νὰ λάβῃ καὶ τὸ τέλος τοῦ μυστηρίου, νὰ ἀπολαύσῃ ταχέως τὸν στέφανον τὸν ἀμαράντινον καὶ νὰ συναυλισθῇ εἰς τὴν χορείαν τῶν ἁγίων. Ἀλλ᾿ ὁ πανάγαθος Θεὸς εἰδὼς ὅτι δι᾿ αὐτοῦ τοῦ πολυτίμου μαργαρίτου, λέγω τοῦ ὁσίου Πατρός, ἐσῴζοντο πολλαὶ ψυχαί, τὸν ἠλευθέρωσε, φωτίσας τινὰς Χριστιανοὺς καὶ ἔδωκαν χρήματα πολλὰ τῷ ἡγεμόνι, καὶ ἐλυτρώθη ὁ ἅγιος.

Ἀφ᾿ οὖ δὲ ἠλευθερώθη τοῦ τυράννου δὲν ἔκρινεν εὔλογον νὰ ἐπιστρέψῃ εἰς τὸ αὐτὸ ἀσκητήριο, ἀλλὰ περιήρχετο ἀπὸ τόπου εἰς τόπον ἕως νὰ εὕρῃ πάλιν τόπον ἀρμόδιο ἡσυχίας, δοκιμάζων καθ᾿ ὁδὸν ἀμέτρους τυραννίας καὶ θλίψεις ἐκ τῶν βαρβάρων καὶ κακῶν ἀνθρώπων. Τέλος δὲ ἦλθε εἰς τὴν νῆσον τῆς Εὐβοίας, εὑρὼν αὐτοῦ τόπον ἡσυχίας, πλησίον τοῦ χωρίου Ὀροβιαῖς. Εἰς αὐτὸν δὲ τὸν τόπον ἧτο ναὸς ἐπ᾿ ὀνόματι τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Χριστοῦ· τὸν ναὸ τοῦτον τῇ θείᾳ βοηθείᾳ διὰ συνδρομῆς τινων εὐλαβῶν χριστιανῶν ἀνήγειρε ἐκ βάθρων, καλλωπισθέντα καὶ ὡραϊσθέντα μετὰ τῶν ἁρμοδίων κελλίων, καὶ ἐφεπομένων οἰκοδομῶν, ἀποκαταστήσας Μοναστήριον, ὡς ἐπόθει. Ἔπειτα δέ οἱ ποθοῦντες τὸν μοναχικὸ βίον, ἀκούοντες τὰς ἀρετὰς καὶ κατορθώματα τοῦ ἁγίου ἔτρεχαν πανταχόθεν καὶ ἐλάμβαναν τὸ ἀξίωμα τῆς μοναχικῆς πολιτείας καὶ τοιουτοτρόπως ἐπρόκοπτον εἰς τὴν ἀρετὴ διὰ τῶν θείων παραινέσεων καὶ διδασκαλιῶν τοῦ παναρίστου Δαβίδ. Ἐξ αὐτῶν δὲ τῶν μοναζόντων οἱ πλέον προκομμένοι εἰς τὴν ἀρετή εἰσιν οὖτοι· ὁ Ἰσαὰκ ὅστις εἶχε καὶ τὸ ἀξίωμα τῆς Ἱεροσύνης, ὁ Ἰωαννικιος καὶ ὁ Ἡσαΐας, κεχαριτωμένοι τῷ ὄντι μὲ διαφόρους ἀρετὰς καὶ προτερήματα· μετὰ τούτων ἧτο καὶ ὁ Γεράσιμος, Ἰωακείμ, Διονύσιος καὶ Δανιὴλ Ἱεροδιάκονοι, καὶ αὐτοὶ ἄξιοι καὶ στολισμένοι μὲ προτερήματα.

Ἕως ἐδῶ, ἀκροαταί μου, διηγήθην τὴν ἀποκατάστασιν τοῦ ἱεροῦ Μοναστηρίου καὶ τὰς χάριτας καὶ ἀρετὰς τοῦ ὁσίου πατρὸς Δαβίδ, τώρα δὲ θὰ διηγηθῶ ἀκολούθως τὰς περιηγήσεις, τὴν ὑπερβάλλουσαν ἐλεημοσύνην τὴν ὁποίαν ἔκαμνε εἰς τοὺς πτωχοὺς καὶ τὰ θαύματα αὐτοῦ. Ἐφάνη ποτε εὔλογο τῷ ἁγίῳ νὰ ὑπάγῃ εἰς τὴν ἐπισκοπὴν τοῦ ἁγίου Δημητριάδος· συμπαρέλαβε δὲ τὸν Χριστόφορον, ὅστις καὶ τὸν βίον τοῦ ὁσίου ἔπειτα συνέγραψε, καὶ τὸν ἱερὸν Ἰωαννίκιον, καὶ περιπατοῦντες ἦλθον ἔξω τῆς ἐπισκοπῆς πρὸς τὸ ἑσπέρας καὶ ἐκτύπησαν τὴν θύραν· ἐξῆλθεν εἷς διάκονος τοῦ ἁγίου Δημητριάδος καὶ τοὺς ἐρωτᾷ ποῖοι εἶναι καί τι θέλουσιν. Ὁ δὲ ἅγιος ἀπεκρίθη πρὸς αὐτόν, ξένοι ἄνθρωποι εἴμεθα καὶ θέλομε νὰ ξενισθῶμεν εἰς τὴν ἐπισκοπή. Τότε ὁ διάκονος ἐπιστρέψας εἶπε τοῦ γέροντός του, ἅπερ εἶπεν ὁ ὅσιος· καὶ πάλιν ἐξελθὼν ὁ διάκονος εἶπεν ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ εἰσέλθητε ἐπειδὴ ὁ γέροντάς μου δειπνεῖ μετὰ τῶν φίλων του, παρέτε λοιπὸν μίαν ψάθαν καὶ καθίσατε αὐτοῦ ἔξω. Τότε ὁ Ὅσιος ἀπεκρίθη τοῦ διακόνου· ἡμεῖς, τέκνον μου, εἰς τὸν οἶκον ἀγαπῶμεν νὰ μείνωμεν, καὶ ὄχι ἔξω εἰς τὸν δρόμον. Καὶ εὐθὺς λέγει πρὸς τὸν Χριστόφορο ὁ ἅγιος γέρων· τράβα τὸ μουλάρι, ἐπειδὴ εἶχον ἕνα μαζί των, ἄνελε (οὕτω εἶχεν συνήθειαν νὰ τὸν ὀνομάζῃ χαριεντιζόμενος). Αὐτὸς δὲ ἔχων θάῤῥος πρὸς τὸν ἅγιον εἶπεν ἂς προσμείνωμεν ὀλίγον, Πάτερ, ἴσως καὶ μᾶς ἀνοίξουν. Ὁ δὲ θεῖος Πατὴρ βλέπων αὐτὸν ἀργοποροῦντα νὰ κάμνῃ τὸ πρόσταγμά του, τὸν ἐκτύπησε μὲ τὴν ῥάβδο του εἰς τὴν ῥάχην, λέγων δὲν κάμνεις ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον σοὶ λέγω, μόνον στέκεσαι καὶ φιλονεικᾶς; Αὐτὸς δὲ εὐλαβείᾳ καὶ φόβῳ φερόμενος, ἐτράβησε τὸ μουλάρι. Καὶ ὁ διάκονος τοῦ Ἀρχιερέως ἱστάμενος ἔτι παρὰ τῇ θύρᾳ καὶ ἀκούων αὐτὰ ἔδραμε πρὸς τὸν γέροντά του, καὶ τῷ διηγεῖται ὅλα αὐτὰ τὰ ὁποῖα ἤκουσεν. Ὁ δὲ ἀρχιερεὺς κατάλαβε ὅτι ἦταν ὁ περίφημος ἐκεῖνος Δαβίδ, ἐπειδὴ πρὸ πολλοῦ δι᾿ ἀκοῆς εἶχε τὰ προτερήματά του, καὶ ἠγάπα νὰ τὸν ἴδῃ καὶ ἀμέσως ἄφησε τὸ τραπέζι καὶ μετὰ τῶν εὑρεθέντων φίλων προσέδραμεν εἰς τὸν Ὅσιο καί, ὡς τὸν εἶδε, λέγει μετ᾿ εὐλαβείας· σὺ εἶσαι ὁ γέρων Δαβίδ; καὶ ἀπεκρίθη αὐτὸς μετὰ ταπεινώσεως, ἐγὼ ὁ δοῦλος τῆς σῆς ἁγιοσύνης εἰμί. Καὶ εὐθὺς ὁ ἀρχιερεὺς προσπίπτων ζητεῖ συγχώρησιν. Ὁ δὲ μακάριος Δαβίδ, ὡς μιμητὴς ὧν τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ, ἔδωκε συγχώρησιν εἰς τὸν ἀρχιερέα καὶ τὴν πρέπουσαν νουθεσίαν νὰ εὐσπλαχνίζηται τοὺς ξένους καὶ νὰ τοὺς φιλοφρονῇ, δίδων αὐτοῖς καὶ ἔλεος, ἂν ἔχωσι χρείαν, διὰ νὰ ἀποπληροῖ τὸ χρέος τοῦ ἐπαγγέλματος. Ἔπειτα δὲ μαθόντες οἱ κάτοικοι τῆς χώρας προσέτρεχον ἄνδρες τε καὶ γυναῖκες, ὡς ἡ διψῶσα ἔλαφος, ἐξομολογούμενοι καὶ λαμβάνοντες εὐλογίαν παρὰ τοῦ ἁγίου ἐπέστρεφαν δοξάζοντες τὸν ἅγιον Θεόν, διότι ἠξιώθησαν νὰ ἴδωσι τὸν ἅγιον καὶ νὰ ἀκούσωσι τὴν μελίῤῥυτον ἐκείνη διδασκαλίαν καὶ νουθεσίαν, ὡς ἔχοντες δι᾿ ἀκοῆς πρότερον τὰς ἐναρέτους αὐτοῦ πράξεις.

Ἐκεῖθεν δὲ πάλιν ἀπῆλθον εἰς τὴν Λάρισα πρὸς τὸν ἅγιον Λαρίσης, Νεόφυτο καλούμενο, ὅστις ἦτον ἀληθὴς Ἱεράρχης τοῦ Θεοῦ, καὶ ἐκεῖ δὲ διέτριψάν τινας ἡμέρας καὶ ὠφελήθηκαν πολλοὶ τῶν χριστιανῶν ἐκ τῆς διδασκαλίας τοῦ ἁγίου, ὁμοίως καὶ ὁ σεβασμιότατος Ἱεράρχης.

Ἔπειτα δὲ τῇ θείᾳ βοηθείᾳ ἐπέστρεψαν εἰς τὴν Μονήν των καὶ τίς δύναται νὰ διηγηθῇ λεπτομερῶς τὰς ἀρετὰς τοῦ ἁγίου, καὶ μάλιστα τὴν ἐλεημοσύνην τὴν ὑπερβάλλουσαν, τὴν ὁποίαν ὄχι μόνον τοῖς ὁμοπίστοις μετήρχετο, ἀλλὰ καὶ τοῖς ἀλλοφύλοις;

Ἐν μιᾷ τῶν ἡμερῶν ἦλθέ τις Ἀγαρηνὸς ἐξ Εὐβοίας εἰς τὸ Μοναστήριον πένης ὤν, ἱδὼν αὐτῶν ὁ ὅσιος, οἴκτῳ καμφθείς, ἐπρόσταξε τὸν δοχειάρην νὰ τοῦ δώσῃ φορέματα καὶ ὑποδήματα ἐκ τῶν ἑτοίμων καὶ ὄχι μόνον ταῦτα, ἀλλὰ καὶ τροφὰς ἀκόμη διὰ τὰ παιδία του· Τοιαύτην μεγίστη εὐσπλαχνία εἶχεν ὁ ἅγιος.

Ποτὲ δὲ εἷς ἱερομόναχος, Εὐφρόσυνος καλούμενος, ἐκ τῆς συνεργείας τοῦ πονηροῦ δράκοντος, ἀκουσίως φόνευσε ἄνθρωπον καὶ ἐπειδὴ ἤκουσαν τοῦτο οἱ ἡγεμόνες τοῦ τόπου, ἐφυλακώθη παρ᾿ αὐτῶν καὶ ἐλήφθη ἅπασα ἡ πατρικὴ περιουσία καὶ ἔτι ὑπέπεσε εἰς χρέος βαρύτατο καί, μὴ ἔχων ὀβολὸν ὁ ἄθλιος, προσέδραμε τῷ ἁγίῳ γέροντι χάριν ἐλέους καὶ βοηθείας. Ὁ δὲ συμπαθέστατος ὅσιος, ἅμα μαθὼν τὴν ἄκραν δυστυχίαν του, ὡς ἄλλος Ἀβραὰμ καὶ ξενοδόχος φιλάρετος, τῷ ἔδωκεν ὅλην τὴν ποσότητα τοῦ χρέους, λέγων αὐτῷ· ὕπαγε, τέκνον μου, ἀπόδος τοῖς δανεισταῖς καὶ ἔπειτα ἀπόῤῥιψον τὰς φροντίδας τοῦ κόσμου καὶ ὑπούργει τὸν Θεόν, καθὼς ὑπεσχέθης ἀρχῆθεν καὶ οὕτω ἠλευθερώθη τοῦ χρέους εὐχαρίστων τὸν Θεὸν καὶ τὸν εὐσπλαχνικώτατον Ὅσιο.

Ἄλλοτε πάλιν τέσσαρες γέροντες ἦλθον εἰς τὸ Μοναστήριον, καταγόμενοι ἀπὸ τὸ χωρίον τῶν Ὀροβίων. Ἱδὼν δὲ αὐτοὺς ὁ ἅγιος τοὺς ῥώτησε πῶς ἤλθατε ἀδελφοί; Αὐτοὶ δὲ ἀπεκρίθησαν ἡμεῖς, ἅγιε γέρον, εἴμεθα πτωχοὶ καὶ γέροντες, καὶ ᾔλθομεν ἕως ἐδῶ νὰ μᾶς σώσῃς ψυχικῶς καὶ σωματικῶς. Ὁ δὲ ἅγιος γέρων μετὰ χαρᾶς καὶ εὐχαριστίας τοὺς ἐδέχθη, καὶ διδάξας αὐτοὺς τοὺς κανόνας τῆς μοναδικῆς πολιτείας τοὺς ἐνέδυσεν καὶ τὸ σχῆμα τῶν Μοναχῶν. Οἱ δὲ ἕτεροι μοναχοὶ ἔλεγον πρὸς τὸν ἅγιον, δὲν εἶναι συμφέρον τοῦ μοναστηρίου νὰ μείνωσιν ἐδῶ αὐτοί, ἐπειδὴ εἶναι καὶ γέροντες καὶ ἔχουσι χρέη καὶ θὰ ἔχωμεν ἐνοχλήσεις παρ᾿ αὐτῶν. Ὁ δὲ ἅγιος γέρων ἀπεκρίθη αὐτοῖς· σεῖς ὅπου θέλετε ὑπάγετε καὶ ἀφήσατε ἐδῶ τοὺς πτωχοὺς γέροντας, διότι τὸ μοναστήριον εἶναι τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ καὶ τῶν πτωχῶν, καὶ ὅσοι ἔρχονται τοὺς δέχεται. Μείναντες δὲ ἐκεῖ οἱ γέροντες οἱ πτωχοὶ ἠλευθερώθησαν καὶ τῆς θλίψεως τῆς πενίας καὶ τοῦ βαρύτατου χρέους.

Ἄλλος τις ὑπὸ πτωχείας κατατρυχόμενος, Γεώργιος ὀνόματι, ἀπὸ χωρίον Καλαμούδι, ἔχων καὶ παιδία πολλά, προσέτρεχε κατὰ συνέχεια τῷ σεβασμίῳ γέροντι, ἐπαιτῶν ἔλεος χάριν θεραπείας τῆς πτωχείας του· ὁ δὲ ἅγιος τὸν ἐδέχετο μετὰ χαρᾶς, καὶ τοῦ ἔδινε ἐλεημοσύνη. Ἐν μιᾷ οὖν τῶν ἡμερῶν ἦλθε πάλιν ὁ αὐτὸς Γεώργιος εἰς τὸ μοναστήριον, κατὰ τὴν συνήθειάν του, καὶ ἱδὼν ὁ ἅγιος γέρων αὐτὸν πολλὰ ταλαιπωρημένον ὑπὸ τῆς πτωχείας ἐδάκρυσε καὶ λέγει πρὸς αὐτόν, πῶς περνᾶς ἀδελφέ, σὺ καὶ τὰ παιδία; Εἶχε δὲ συνήθειαν ὁ ἅγιος, ὅτε ἔβλεπε ἀνθρώπους κακουχουμένους καὶ τεθλιμμένους ὑπὸ πτωχείας, νὰ χύνῃ δάκρυα ὑπὸ τῆς συμπαθείας του. Ὁ δὲ πτωχὸς Γεώργιος ἀπεκρίθη, λέγων πρὸς τὸν Ὅσιο δι᾿ εὐχῶν σας ἁγίων, Δέσποτά μου, ὑγείαν ἔχομεν ἂν ὅμως ἔλειπεν ἡ ἁγιωσύνη σου, ἥμεθα ἀποθαμένοι. Ὁ δὲ ὅσιος λέγει πρὸς αὐτόν, ὕπαγε ἀδελφὲ εἰς τὴν τράπεζαν νὰ φάγῃς ψωμὶ καὶ ἔπειτα νὰ σὲ δώσῃ ὁ κελλάρης δύο κιλὰ κεχρὶ νὰ ὑπάγεις εἰς τὸν οἶκον σου διὰ νὰ φάγωσι τὰ παιδία σου. Ἀφ᾿ οὖ δὲ ἔφαγε ψωμί, ἐπῆρε καὶ τρία ψωμία τὸ δὲ κεχρὶ δὲν ἠθέλησαν οἱ προϊστάμενοι τοῦ μοναστηρίου νὰ τὸ δώσωσιν, ἀλλ᾿ εἶπον αὐτόν, δὲν σοὶ ἀρκεῖ ὁποὺ καθ᾿ ἑκάστην ἔρχεσαι καὶ μᾶς ἐνοχλεῖς, ἀλλὰ θέλεις νὰ σοῦ φορτώνωμεν καὶ τὰς ἡμιόνους τοῦ Μοναστηρίου μὲ τὰ πρὸς ζωάρκειαν νὰ ἐπιστρέφῃς εἰς τὰ ἴδια; Ὁ Χριστόφορος, ὢν ἐντεταλμένος παρὰ τοῦ ἁγίου Γέροντος νὰ τῷ ἀναφέρῃ τὰ τοιαῦτα πρὸς διόρθωσιν τῶν ψυχῶν, ἦλθε πρὸς τὸν ἅγιον καὶ εἶπεν ἅπερ ἠκολούθησαν εἰς τὸν πτωχὸν Γεώργιον.

Ὁ δὲ ὅσιος μετ᾿ ἄκρας λύπης γύρισε εἰς τὸν τοῖχον καὶ ἔκλαυσεν, ἔπειτα εἶπε τῷ ἱερομονάχῳ Ἰσαάκ, ὅστις ἦτον ἐκεῖ, κράξον τὸν ἡγούμενον καὶ τοὺς γέροντας νὰ ἔλθωσιν ἐδῶ, οὖτοι δὲ ἀμέσως ἦλθον ἔμπροσθέν του καί, ὡς εἶδεν αὐτούς, λέγει αὐτοῖς· Διατί, ἀδελφοί, διώξατε τὸν πτωχὸ Γεώργιο καὶ δὲν τῷ ἐδώκατε τὸ κεχρὶ διὰ νὰ φάγῃ αὐτὸς καὶ τὰ παιδία του; διατὶ παρωργίσατε τὸν Χριστὸν καὶ ἑμὲ τὸν ταπεινὸν γέροντα; Ὁ δὲ ἡγούμενος καὶ οἱ γέροντες ἀκούοντες τοὺς λόγους τοῦ ὁσίου πατρός, κύψαντες κάτω τὴν κεφαλήν των καὶ φοβηθέντες, ἔλεγον μετ᾿ εὐλαβείας συγχώρησόν μας, Πάτερ ἅγιε, ὅτι ἐπταίσαμεν. Ὁ δὲ ἅγιος τοῖς λέγει· λάβετε τὸ κεχρὶ ὀγλήγορα καὶ ἄλλα φαγητὰ καὶ ὑπάγετε εἰς τὸν πτωχὸν Γεώργιον καὶ φάγετε καὶ πίετε μαζί του, καὶ κάμετε ἀγάπην, καὶ τότε θὰ ἔχητε συγχώρησιν ἀπὸ τὸν Θεόν. Καὶ οὕτω ἔκαμαν, καθὼς τοὺς διέταξε, καὶ ἠξιώθησαν τῆς συγχωρήσεως.

Εἷς Μοναχὸς εὐλαβέστατος, Σάββας ὀνομαζόμενος, ἔχων πατρικὰ καὶ μητρικὰ χρήματα πολλά, ἠγόρασεν εὔμορφον κῆπον καὶ τὸν χάρισεν εἰς τὸ Μοναστήριον τοῦ ἁγίου διὰ ψυχικήν του σωτηρίαν καὶ μετὰ 35 ἔτη τινὲς μοναχοὶ ἐκ τῆς μονῆς τοῦ ἁγίου Νικολάου, ὀνομαζόμενου Γαλατάκη, Παχώμιος καὶ Θεόληπτος, ἔχοντες πλησίον τοῦ κήπου αὐτοῦ, τοῦ παρὰ τοῦ Σάββα ἀφιερωθέντος εἰς τὸ Μοναστήριον τοῦ ὁσίου, μικρὸν κηπάριον τοῦ ἰδικοῦ των Μοναστηρίου, ἀδίκως καὶ παραλόγως, ὡς πλεονέκται, τὸ ἐξουσίασαν. Μαθὼν τοῦτο ὁ μακάριος Δαβὶδ οὐδόλως ὠργίσθη, οὐδόλως κατηράσθη, οὐδ᾿ ὕβρισεν αὐτοὺς διὰ τὴν πλεονεξίαν των, ἀλλὰ καίτοι πολλάκις σκανδαλισθεὶς καὶ συγχυσθεὶς καὶ ζημιωθεὶς ὑπ᾿ αὐτῶν, ὁ ἅγιος ἐφύλαττε τὴν ἀγάπην κατὰ τὸ ῥητὸν τοῦ Εὐαγγελίου: Ἀγαπᾶτε τοὺς διώκοντας ὑμᾶς, καὶ μὴ ἐπιδυέτω ὁ ἥλιος ἐπὶ τῷ παροργισμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σοῦ. Καὶ ὅτε ἡ Μονή των κινδύνευε νὰ ἀφανισθῇ ὑπὸ τῶν λῃστῶν, αὐτὸς ἔκαμνε εἰς αὐτοὺς οὐκ ὀλίγην τὴν βοήθειαν, μάλιστα τοὺς ᾠκοδόμησε καὶ φρούριον παρὰ τῇ θαλάσσῃ, καὶ τοὺς ἔκαμνε διὰ παντὸς μεγάλας εὐεργεσίας, νουθετῶν καὶ διδάσκων αὐτοὺς εὐαγγελικῶς, ὡς ἀκριβὴς φύλαξ τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου. Ἀλλ᾿ ὁ Θεὸς ἄχρι τέλους οὐ παρεῖδε τὸ δίκαιον, μόνον τοὺς ἐπαίδευσε μὲ ἀῤῥωστίας μεγάλας διὰ τὴν ψυχικήν των σωτηρίαν. Πάσχοντες δέ οἱ διαληφθέντες οὗτοι Παχώμιος καὶ Θεόληπτος ὑπὸ νόσου βαρείας, ὥστε ἐσάπισαν αἱ σάρκες των, καὶ φθάνοντες εἰς τὸ τέλος τῆς ζωῆς των ἦλθον εἰς μεγάλην μετάνοιαν καὶ στέλλοντες πρὸς τὸν ἅγιον ἐζήτουν τὴν συγχώρησιν, διὰ τὰ ὅσα σκάνδαλα καὶ ζημίας τῷ ἔκαμαν. Ὁ μὲν Θεόληπτος ἠξιώθη τῆς συγχωρήσεως διὰ γράμματος καὶ εὐθὺς ἐκοιμήθη, ὁ δὲ Παχώμιος, κατὰ μίμησιν τοῦ παραλύτου, ἐβλήθη εἰς τὸν κράββατον, καὶ ὑπὸ τεσσάρων ἀνδρῶν κρατούμενος ἐπορεύετο πρὸς τὸν ἅγιον. Ὁ δὲ ὅσιος καταβαῖνον εἰς τὸ φρούριον τῆς Εὐβοίας, καθ᾿ ὁδὸν τοὺς ὑπήντησε καί, βλέπων ὁ παμμάκαρ τὴν ἀθλίαν κατάστασιν τοῦ πάσχοντος, ἔκλαυσε καὶ τῷ ἔδωκε τὴν συγχώρησιν καὶ εὐθὺς ἀφ᾿ οὗ ἐγύρισεν εἰς τὸ Μοναστήριόν του ἐπλήρωσε τὸ κοινὸν χρέος καὶ ὡμολόγησε πρὸ τοῦ θανάτου αὐτοῦ ὅτι ὁ κῆπος εἶναι τοῦ Μοναστηρίου τοῦ ὁσίου Δαβὶδ καὶ ἐδόθη πίσω.

Μέχρι τοῦδε διηγήθημεν τὰς ἀρετὰς καὶ τὰ κατορθώματα τοῦ ἁγίου, τώρα δὲ θὰ διηγηθῶμεν καὶ τινὰ θαύματά του, ὅσα ἔτι ζῶν ἐξετέλεσεν.

Εἰς καιρὸν τοῦ θέρους ἐπορεύετο ὁ ἅγιος εἰς τὴν Κάρυστον διὰ τινὰ χρείαν τοῦ μοναστηρίου· καθ᾿ ὁδὸν δὲ πρὸς τὸ ἑσπέρας κατέλυσεν εἰς χωρίον ὀνομαζόμενο Δίστον, νὰ ἀναπαυθῇ ὀλίγον ἐκ τοῦ κόπου, καὶ ὄντες παρὰ πολλοὶ κώνωπες ἔβλαπτον τοὺς ἀνθρώπους, οὐδόλως διδόντες ἡσυχίαν αὐτοῖς νὰ κοιμηθῶσι. Διὸ ἔτρεχαν οἱ ἄνθρωποι οἱ μὲν εἰς τὰ σπήλαια, οἱ δὲ εἰς τὰ ὄρη· ἰδόντες δὲ τὸν ἅγιον οἱ κάτοικοι τοῦ χωρίου προσέτρεξαν εἰς αὐτὸν πίπτοντες εἰς τοὺς πόδας του καὶ παρακαλοῦντες αὐτὸν νὰ δεηθῇ τοῦ Θεοῦ, ὡς ἔχων παῤῥησίαν μεγάλην, νὰ τοὺς ἐλευθερώσῃ ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν κωνώπων. Ὁ δὲ ἅγιος βλέπων τὴν εὐλάβειάν των καὶ τὰ δάκρυα τὰ ὁποῖα ἔχυνον, τοὺς δίδαξε τὰ ὅσα εἶναι ἀναγκαῖα διὰ τὴν ψυχικήν των σωτηρίαν καὶ τοῖς εἶπε νὰ ἔχωσι τὴν ἐλπίδα των εἰς τὸν Θεὸν καὶ αὐτὸς θὰ τοὺς ἐλευθερώσῃ εὐθὺς καὶ εἶτα ἐσήκωσε τὰς χεῖράς του εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ τὸ ὄμμα τῆς ψυχῆς του εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἶπε· Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὅστις ἠλευθέρωσας τοὺς Ἰσραηλίτας ἀπὸ τὰς χεῖρας τοῦ Φαραὼ καὶ ἐχάρισας αὐτοῖς τὴν γῆν τῆς ἐπαγγελίας, σὺ λύτρωσον καὶ ἐλευθέρωσον καὶ τοὺς δούλους σου τούτους ἐκ τῶν παγίδων τοῦ νοητοῦ Φαραώ, καὶ τοῦ πλήθους τῶν κωνώπων, ἵνα δοξάζωσι τὸ ὄνομά σου τὸ ἅγιον εἰς Σέ, Πανάγιε Βασιλεῦ, ἔχουσι τὰς ἐλπίδας τῆς σωτηρίας των.

Ἀφ᾿ οὖ ἐδεήθη ὁ ἅγιος, καὶ εὐθύς, ὢ τῶν ἀπείρων σοῦ θαυμάτων Παμβασιλεῦ, τῶν κωνώπων ὅλα τὰ πλήθη ἔφυγαν καὶ πνίγηκαν εἰς τὴν θάλασσαν καὶ ὅλοι δόξασαν τὸν Θεὸν καὶ ἠκούσθη τὸ θαῦμα εἰς πολλοὺς τόπους.

Ἄλλην φορὰν πάλιν πορευόμενος εἰς τὸ χωρίον καλούμενον Ἔλευσις διὰ ὠφέλειαν πολλῶν ψυχῶν, ἐφιλοξενήθη παρ᾿ ἑνὸς εὐλαβοῦς Χριστιανοῦ, ὅστις θέλων νὰ φιλοφρόνησῃ τὸν Ὅσιο μεταξὺ τῶν ἑτέρων φαγητῶν ἔβαλε καὶ μίαν κολοκύνθην εἰς τὸ τραπέζι, ὡς οὖσαν νεοφανὴ πρὸς περισσοτέρα εὐχαρίστησιν τοῦ μακαρίου ἀνδρός. Τρώγων δὲ ὁ Ὅσιος ἐξ ἐκείνης τῆς κολοκύνθης τὴν ηὗρε τόσον πικράν, ὥστε δὲν ἠδυνατο κανεὶς νὰ τὴν βάλῃ εἰς τὸ στόμα του. Ὁ μὲν οἰκοκύρης ἐλυπήθην μεγάλως· ὁ δὲ ἅγιος γνοὺς τὸν λογισμόν του, ἐν ᾧ ἐκάθητο ἥσυχος, ἐδεήθη τοῦ Θεοῦ ἵνα μεταβληθῇ ἡ πικρότης εἰς γλυκύτητα καὶ εὐθὺς ἐγένετο γλυκυτάτη. Τότε λέγει πρὸς τὸν οἰκοκύρη· τρῶγε τώρα τέκνον μου, ὅτι εἶναι γλυκεῖα, γλυκυτάτη ἡ κολοκύνθη. Τοῦτο ὡς εἶδεν ὁ Χριστιανὸς ἐκεῖνος, μεγαλόφωνος ἐδόξασε τὸν Θεὸν καὶ εἰς ὅλον τὸν τόπον ἐκεῖνον ἐκήρυξε τὸ γεγονὸς θαῦμα.

Ἄλλοτε πάλιν ὁ ἅγιος ἐπορεύετο εἰς τὴν χώραν τοῦ Ζητουνίου καί τις Ἀγαρηνὸς ἔτυχε καθ᾿ ὁδὸν κρατῶν εἰς τὰς χεῖρας του ῥάβδο καὶ ἐκτύπησε τὸν ἅγιον εἰς τὴν ῥάχη ὁ μὲν θεῖος πατὴρ δὲν ὡμίλησε τίποτε, τὸ δὲ χέρι τοῦ Ἀγαρηνοῦ ἐξηράνθη γενόμενον ἀκίνητον. Τότε ὁ Ἀγαρηνὸς μὴ δυνάμενος νὰ κάμῃ τι προστρέχει εἰς τὸν ἅγιον μετ᾿ ἄλλων Ἀγαρηνῶν, εἰς τὸ κατάλυμα ὁποὺ ἐξενίσθη, καὶ παρακαλεῖ τὸν Ὅσιον κλαίων πικρῶς ἵνα τὸν θεραπεύσῃ· καὶ ἀμέσως ὁ ἅγιος εἶπεν ἂς εἶναι τὸ χέρι σου ἰατρευμένον ὡς καὶ πρότερον διὰ τῆς θείας δυνάμεως. Καὶ ὢ τοῦ θαύματος, ἀπεκατεστάθη τὸ χέρι του ὑγιές. Βλέποντες οἱ ὁμόπιστοί του τὸ παράδοξον θαῦμα τὸ κηρῦξαν εἰς πολλοὺς ὁμοπίστους των. Καὶ ὁ μὲν ἰαθεὶς ἔφερε χρήματα ἀρκετὰ τοῦ ἁγίου πρὸς εὐχαρίστησιν, ὁ δὲ ἅγιος τοῦ τὰ ἔδωκεν ὀπίσω λέγων αὐτῷ: Ὕπαγε νὰ τὰ δώσης ἔλεος τῶν ὁμοπίστων σου καὶ εἰς τὸ ἑξῆς πώποτε νὰ μὴ κάμῃς κακόν. Καὶ τοιουτοτρόπως ἐδοξάσθη ὁ ἅγιος παρὰ τοῦ ἀγαθοδότου Θεοῦ ὡς πιστὸς δοῦλος καὶ ὑπηρέτης ἄριστος τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ, θαυματουργῶν τοῖς πιστοῖς καὶ ἀπίστοις εἰς δόξαν Θεοῦ.

Καὶ ἐκ τούτων λοιπὸν τῶν θαυματουργημάτων τοῦ ἁγίου δύναται νὰ ἐννοήσει πᾶς τις πόσην παῤῥησίαν εἶχεν ὁ ἅγιος πρὸς τὸν Θεὸν διὰ τὰς μεγάλας ἀρετάς του· εἶχε δὲ καὶ εἰς τὸ Μοναστήριόν του πολλὴν εὐταξίαν καὶ κοσμιότηταν καὶ ἦσαν οἱ ἐν αὐτῷ ἀσκούμενοι Πατέρες μὲ διάφορα χαρίσματα τῆς μοναδικῆς πολιτείας· καὶ διὰ νὰ γένῃ φανερὸν πόσην ἀρίστην διοίκησιν εἶχεν ὁ μακάριος Δαβὶδ εἰς τὴν ἱερὰν Μονήν του, ἀκούσατε μετὰ προσοχῆς καὶ ἐκ τῶν ἑπομένων διηγήσεων θὰ βεβαιωθῆτε περισσότερον.

Ἱεροδιάκονός τις καταγόμενος ἀπὸ τὸ Ζητούνι ἧτο συγκοινοβιάτης εἰς τὸ Μοναστήριον· εἶχε δὲ γεννήτορας πλουσίους καὶ εὐγενεῖς· ὁ δὲ ἅγιος δὲν ἔδωκεν εἰς αὐτὸν πώποτε φορέματα καινούργια νὰ φορέσῃ, ἀλλὰ ταπεινὰ καὶ πενιχρά. Ἠθέλησέ ποτε ὁ διάκονος νὰ ὑπάγῃ νὰ ἵδῃ τοὺς γονεῖς του καὶ δι᾿ ἀδείας τοῦ Ὁσίου πατρὸς ὑπῆγεν, ἀφ᾿ οὗ δὲ ἐπέστρεψεν εἰς τὸ Μοναστήριόν του, εἶχε φορέσει λαμπρά τινα ἐνδύματα ὡς υἱὸς εὐγενοῦς ἐπαγγελόμενος. Ὁ δὲ ἅγιος, ὡς εἶδεν αὐτὸν ἐστολισμένον τὰ περιφανῆ ἐνδύματα ταῦτα, τῷ εἶπε· διατὶ διάκονε κατεφρόνησας τὴν στολὴν τῆς ταπεινώσεως καὶ ἐξεδύθης τὸ ἔνδυμα τῆς ὑπερηφανείας; Τώρα βλέπω δύο δαίμονας οἱ ὁποῖοι κάθηνται ἐπάνω εἰς τοὺς ὤμους σου. Ὁ δὲ διάκονος ἀκούσας, ἔντρομος ἐγένετο, πεσὼν δὲ εἰς τοὺς πόδας τοῦ ἁγίου ἐζήτει συγχώρησιν. Ὁ δὲ θεῖος Πατὴρ εἶπε πρὸς αὐτόν, ὀγλήγορα ἔβγαλε τὰ φορέματα τῆς ὑπερηφανείας καὶ ῥίψε τα εἰς τὴν φωτίαν καὶ φόρεσε τὰ ἐνδύματα τῆς ταπεινώσεως καὶ τότε λαμβάνεις συγχώρησιν. Ἀμέσως ὁ διάκονος ἔκαμε τὴν προσταγὴ τοῦ ἁγίου Γέροντος καὶ εὐθύς, ἰδόντες οἱ δαίμονες τὴν ταπείνωσιν τοῦ διακόνου, ἀνεχώρησαν κατῃσχυμένοι.

Ὁ διαληφθεὶς ἐκεῖνος Χριστοφόρος ἔλαβε λογισμόν ποτε νὰ ἀναχωρήσῃ ἀπὸ τοῦ Μοναστηρίου, ὅτε ὁ σεβάσμιος πατὴρ διὰ τοῦ προορατικοῦ χαρίσματος γνωρίσας τὸν σκοπόν του, ἐν ᾧ ὁ Χριστοφόρος εἰς τὸ μετόχιον ἡτοιμάζετο μεθ᾿ ἑνὸς ἑτέρου Μοναχοῦ νὰ φύγῃ, ὁ ἅγιος προφθάσας αὐτὸν τὸν ἐπῆρε κατ᾿ ἰδίαν ὁμιλῶν αὐτῷ ἐν εἴδει ἐξομολογήσεως. Ὁ δὲ Χριστοφόρος ἐννοήσας τοῦ ἁγίου τοὺς λόγους, πῶς διὰ τοῦ προορατικοῦ του ἐγνώρισε τὸν σκοπόν του, εὐθὺς ἔπεσεν εἰς τοὺς πόδας τοῦ ἁγίου ζητῶν συγχώρησιν, ὁ δὲ μακάριος Δαβὶδ μετὰ συμπαθοῦς ψυχῆς εὐλόγησε αὐτὸν καὶ τὸν ἠλευθέρωσεν ἀπὸ τῶν κακῶν λογισμῶν καὶ εἰρήνευσαν οὗτος τοῦ λοιποῦ εἰς τὸ Μοναστήριον μετ᾿ εὐχαριστίας μεγίστης.

Τοσοῦτον διεδόθη ἡ φήμη τοῦ ἁγίου καὶ ὁ ἔπαινος ἀπανταχόσε, ὥστε πολλοὶ τῶν Ἀρχιερέων προσεκάλουν αὐτὸν εἰς τὰς ἐπαρχίας των χάριν ψυχικῆς σωτηρίας τῶν Χριστιανῶν· αὐτὸς δέ, ὡς ὑπηρέτης πιστὸς τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ μαθητὴς τῆς ὑπακοῆς, μετέβαινε μετὰ σπουδῆς καὶ ἐπιμελείας. Ὅθεν καὶ εἰς τὴν Πελοπόννησόν ποτε οἱ ἐκεῖ Ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ἄρχοντες, ἔχοντες μεταξύ των σκάνδαλα καὶ λογομαχίας οὐ σμικράς, ἐμήνυσαν εἰς τὸν ἅγιον νὰ ὑπάγῃ νὰ τοὺς εἰρηνεύσῃ. Ὁ δὲ ἅγιος εὐθὺς μετὰ προθυμίας οὔτε τὸ μῆκος τῆς ὁδοῦ ἐβαρύνθη οὔτε συμπάθειαν εἰς τὸ γῆρας του ἔδωκεν οὔτε εἰς τὸ σῶμα του, τὸ ὁποῖον ἧτο πολλὰ ἰσχνὸ καὶ κατάξηρον ἀπὸ τὰς νηστείας καὶ ἀμέτρους κακουχίας καὶ τὰς ἀγρυπνίας, ἀλλ᾿ ἐπῆρε μεθ᾿ ἑαυτοῦ καί τινας μαθητάς του καὶ ἐκίνησε διὰ τὴν Πελοπόννησον. Καταβὰς δὲ εἰς τὸν αἰγιαλὸν ηὗρε πλοῖον καὶ ἐμβῆκε μέσα μετὰ τῶν μαθητῶν του, διὰ νὰ πέρασῃ ἀντικρὺ εἰς τὸ Ταλάντι. Πρὶν δὲ νὰ φθάσῃ εἰς τὸν λιμένα τὸ πλοῖον, συνέβη ἄφνω τρικυμία καὶ ζάλη τῆς θαλάσσης μεγάλη, ὥστε τὸ πλοῖον γύρισε, καὶ ὅλοι ἔπεσον εἰς τὸ βάθος τῆς θαλάσσης, οἱ ὁποῖοι, τῇ θείᾳ βοηθείᾳ, ἐξῆλθον ὁ μὲν κολύμβων, ὁ δὲ εἰς ξύλον ἐπάνω, ὁ δὲ μακάριος Δαβὶδ ὡς γέρων καὶ ἀδύνατος κατῆλθεν εἰς τὸν βυθόν, ἀλλ᾿ ἔπειτα διὰ τοῦ θείου ἐλέους ἀνῆλθεν εἰς τὴν ἐπιφάνειαν τῆς θαλάσσης ἐξηπλωμένος, ὡσὰν νὰ ἐκοιμᾶτο. Οἱ δὲ μαθηταί του ἐλευθερωθέντες, ἔκλαιον ἔξω τοῦ αἰγιαλοῦ πικρῶς διὰ τὸν Δαβίδ, τὸν πνευματικὸν δεσπότην καὶ πατέρα των. Ἐν ᾧ εὑρίσκοντο εἰς βαθεῖαν λύπην, μετὰ ἐννέα ὥρας ὁρῶσι τὸν ἅγιον εἰς τὴν ἐπιφάνειαν τῆς θαλάσσης ὕπτιον, ζῶντα, ὅλως ἀβλαβῆ, ὅστις ἐξῆλθεν ἔξω ἀπολαβὼν τοὺς αὐτοῦ μαθητάς, καὶ πάντες δόξασαν τὸν πανάγαθον Θεὸν διὰ τὸ μέγα τοῦτο θαυμάσιον. Ἐκεῖθεν λοιπὸν μετέβη εἰς τὴν Πελοπόννησον μετὰ τῶν αὐτῶν μαθητῶν, ἔνθα ὄχι μόνον διὰ τῶν πνευματικῶν του νουθεσιῶν καὶ διδασκαλιῶν εἰρήνευσε τοὺς σκανδαλισθέντας ὑπὸ τοῦ πονηροῦ Βελίαρ, ἀλλ᾿ προξένησε καὶ μεγάλην χαρὰν καὶ ἀγαλλίασιν πνευματικὴν εἰς πᾶσαν τάξιν Χριστιανῶν, καὶ οὕτω ἐπέστρεψε εἰς τὸ Ἱερόν του Μοναστήριον μετὰ τῶν μαθητῶν του.

Μετὰ τὴν ἐπιστροφή του εἶπεν ὅτι μετὰ τὴν κοίμησίν του ἔχει νὰ ἔβγη νερὸν εἰς τὸ δεῖνα μέρος, ὡς μὴ ὃν πρότερον, ὅπερ ὡς ἤδη φαίνεται ῥέον ἀπὸ κρήνης ἀενάου.

Τοιοῦτος ἦτον ὁ μακάριος Δαβὶδ λελαμπρυσμένος πολλαῖς ἀρετὰς καὶ χαρίσμασι τοῦ παναγίου Πνεύματος καί, φθάσας εἰς γῆρας βαθύ, προεῖδε τὴν κοίμησίν του δι᾿ ἀποκαλύψεως θείας καὶ εἶπε πᾶσι τοῖς συνασκουμένοις πατράσιν ὅτι μετὰ τρεῖς ἡμέρας μέλλω νὰ ἀπέλθω ἐντεῦθεν κατὰ τὸ θεῖον βούλημα. Ἐρχομένης δὲ τῆς τελευταίας ἡμέρας, ἔκραξεν ὅλους τοὺς πατέρας λέγων πρὸς αὐτούς· ἐγώ, Πατέρες, ἀδελφοὶ καὶ τέκνα μου, μέλλω νὰ ὑπάγω πρὸς τὸν Κύριόν μου, ὁ ὁποῖος μὲ προσκαλεῖ, ὑμεῖς δὲ οἴδατε τοὺς κανόνας τῆς μοναδικῆς ζωῆς ἀκολουθεῖτε λοιπὸν αὐτοὺς καὶ μὴ ἀμελεῖτε καὶ διὰ παντὸς ἔστε ἀφιερωμένοι ψυχῇ τε καὶ τῷ νῷ εἰς τὴν ἱερὰν προσευχήν, δοξολογοῦντες τὸν Δεσπότην Χριστόν, τὸν γλυκύτατον Ἰησοῦν καὶ Σωτῆρα τοῦ παντός, πρὸς ἀλλήλους δὲ ἔχετε τὴν κατὰ Θεὸν ἀγάπην, πρὸς ἐκπλήρωσιν τοῦ ῥητοῦ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, Ὅπου εἰσι δύο ἢ τρεῖς συνημμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν. Διὰ παντὸς μελετᾶτε τὸν θάνατον καὶ μνημονεύετε τὰ κάλλη τοῦ νοητοῦ παραδείσου ἀποφεύγετε τοὺς πονηροὺς λογισμοὺς καὶ πάντοτε ἐξομολογεῖσθε εἰς δεδοκιμασμένους πνευματικοὺς πρὸς διόρθωσιν τῶν πονηρῶν λογισμῶν, ἵνα ἔχητε τὴν οὐράνιον χάριν φεύγετε τὴν φιλίαν τοῦ κόσμου, ἔχετε τὴν ταπείνωσιν, τὴν πραότητα, τὴν ὑπακοὴν καὶ ἐνασχολεῖσθε εἰς τὴν ἀνάγνωσιν καὶ μελέτην τῶν θείων Γραφῶν καὶ ἐλεεῖτε τοὺς χρείαν ἔχοντας καὶ πρὸ πάντων ἀσπάζεστε τὴν πνευματικὴν πτωχείαν καὶ ὑπομένετε πᾶσαν θλίψιν καὶ στενοχώρια, πενθοῦντες καὶ κλαίοντες διὰ τὰ πλημμελήματά σας, καὶ ἔστε διὰ παντὸς ἐγρηγορότες εἰς πόνους, εἰς καμάτους, εἰς κακουχίας, ἵνα ἀπολαύσητε ἐκείνη τὴν ἀνεκλάλητον χαράν, λέγω τὴν οὐράνιον βασιλείαν.

Τὰς νουθεσίας ταύτας καὶ ἄλλας πολλὰς εἶπεν ὁ θεῖος Πατὴρ τοῖς ἀδελφοῖς πατράσιν, ἔπειτα ἤρχισε νὰ ἀναπέμπει ὕμνους καὶ δοξολογίας τῷ πανοικτίρμονι Θεῷ, λέγων εὐλογημένος εἶ Ποιητὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, Θεὲ πολυέλεε, ὁ καταδεξάμενος λαβεῖν σταυρικὸν θάνατον διὰ τὴν ἀπολεσθεῖσαν ἀνθρώπινον φύσιν σὺ Πανάγιε Βασιλεῦ, ὡς πολυεύσπλαγχνος καὶ εὐσυμπάθητος Θεὸς συγχώρησόν μοι καὶ πάριδε τὰ ἐμὰ πταίσματα καὶ ἐνίσχυσόν με παραστῆναι τῷ φοβερῷ αἵματί σου ἀκατακρίτως.

Ταύτην τὴν εὐχὴν εἰπών, γύρισε τὰ ὄμματά του πρὸς τοὺς ἀδελφοὺς καὶ λέγει αὐτοῖς· ἰδοὺ ἀδελφοί, ὁ Δεσπότης Χριστὸς ἦλθε. Καὶ εὐθὺς ἀπέδωκε τὴν ἁγίαν του ψυχὴν εἰς χεῖρας Θεοῦ τοῦ ζῶντος κατὰ τὸν σοφὸν Σολομῶντα: Δικαίων ψυχαὶ ἐν χειρὶ Θεοῦ· ἧτο δὲ ἡ τρίτη τοῦ Νοεμβρίου μηνός.

Οἱ δὲ Μοναχοὶ βυθισθέντες εἰς λύπην βαθεῖαν καὶ θρηνοῦντες ἀπαρηγορήτως διὰ τὴν στέρησιν τοῦ κοινοῦ πατρὸς καὶ διδασκάλου αὐτῶν, πίπτοντες ἐπάνω εἰς τὸ ἅγιον λείψανον μετὰ δακρύων καὶ μετ᾿ εὐλαβείας πολλῆς κατεφίλουν αὐτό, μὴ ἐλπίζοντες εἰς τὸ ἑξῆς νὰ ἴδωσι τὸν θεῖον Δαβίδ, τὸν κοινὸν πατέρα καὶ προστάτην τῶν ψυχῶν των καὶ οὕτω μετὰ ταῦτα ἐνεταφίασαν πάντες τὸ ἅγιον αὐτοῦ λείψανον ἐν ἱεραῖς ὑμνολογίες καὶ ἀκολουθίαις, ποιοῦντες ὅλοι ὁμοθυμαδὸν προσευχὴν ἐπάνω τοῦ τάφου αὐτοῦ λέγοντες: Σὲ ἁγιώτατε Πάτερ παρακαλοῦμεν, προστάτα θεῖε τῶν ἡμετέρων ψυχῶν, βάλλοντες μεσίτην πρὸς τὸν πανάγαθον Θεὸν τὸν οἰκτίρμονα, ὡς παριστάμενον τῷ θρόνῳ αὐτοῦ, ἵνα διὰ πρεσβειῶν σου διαφυλάττῃ ὁ ἐλεήμων Θεὸς πάντας ἡμᾶς ἀτρώτους καὶ ἀνεπηρέαστους τῶν σατανικῶν ἐπιβουλῶν, ὡσαύτως καὶ τὴν ἱεράν σου Μονήν, ἣν ποικίλοις ἀγῶσι καὶ κόποις ἀνήγειρας, θειότατε Πάτερ, πρὸς διηνεκῆ δοξολογίαν τοῦ πολυελέου Θεοῦ.

Μετὰ δὲ τὴν κοίμησίν του ὁ ἅγιος τοσαῦτα θαυμάσια ἐπετέλει, ὥστε πλήθη ἀνθρώπων προσήρχοντο τῇ θείᾳ αὐτοῦ σορῷ μετ᾿ εὐλαβείας, καὶ ἐθεραπεύοντο ἐκ παντοίας νόσου καὶ ἕως τώρα πανταχόθεν προστρέχουσι τῇ ἱερᾷ αὐτοῦ Μονῇ οἱ χριστιανοὶ μετὰ πόθου καὶ εὐλαβείας, ἀρυόμενοι ἰάματα ἐκ τῆς παντίμου αὐτοῦ κάρας, ἧς ἡ σιαγὼν εἶναι διηρημένη, ὅπου δὲ μετ᾿ εὐλαβείας προσκαλεῖται ἡ τίμια αὐτοῦ κάρα καὶ ἡ ἁγία σιαγών, ἐκεῖ νόσοι θεραπεύονται, δαίμονες ἀπελαύνονται, πάθη ποικίλα ἰατρεύονται, τὸ τῶν ἀκρίδων φθοροποιὸ πλῆθος θαυμασίως ἀποδιώκεται. Εὐλογητὸς ὁ Θεός, ὁ δοξάζων τοὺς ἁγίους αὐτοῦ- ὅθεν καὶ ἡμεῖς ἀδελφοὶ χριστιανοί, ἂς καταλείψωμεν πᾶσαν κακίαν καὶ πονηρίαν καὶ ἂς μιμηθῶμεν κατὰ τὰς δυνάμεις μας τὴν ἀρετὴ καὶ τὰ κατορθώματα τοῦ ἁγίου, ἐπιμελούμενοι νὰ ἀποκτησωμεν τὴν ἐνάρετο ζωὴν καὶ πολιτείαν, κατὰ τὴν Εὐαγγελικὴ ἐντολὴ τὴν παραγγέλλουσαν Γίνεσθε ἅγιοι, ὅτι κἀγὼ ἅγιός εἰμι, ὅπως διὰ πρεσβειῶν καὶ ἱκεσιῶν τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Δαβὶδ ἀξιωθῶμεν τῆς ἐπουρανίου βασιλείας τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς ἀπεράντους αἰῶνας. Ἀμήν.


ΜΕΡΙΚΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΔΑΒΙΔ ΣΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΜΑΣ

Ἡ θαυματουργικὴ παρουσία τοῦ Ὁσίου συνεχίζεται ἀσταμάτητη καὶ ἐπὶ τῶν ἡμερῶν μας. Ἀπὸ τὸ βιβλίο θαυμάτων τοῦ Ὁσίου, ποὺ τηρεῖται στο Μοναστήρι, σταχυολογοῦμε μερικὰ ἀπὸ τὰ πολυάριθμα καὶ καθημερινὰ θαύματά του καὶ τὰ μεταφέρουμε ἐδῶ:

1. Ὁ μικρὸς Ἰωάννης Ἀχιλλέα Μακρῆς, ἀπὸ τὴν Κερασιὰ τῆς Ἁγίας Ἄννης, ἔπασχε ἀπὸ μία δερματικὴ νόσο πολὺ σοβαρῆς μορφῆς. Οἱ γιατροὶ δὲν εἶχαν καταφέρει νὰ τοῦ προσφέρουν καμιὰ οὐσιαστικὴ βοήθεια. Ἡ πιστὴ μάνα του τὸν φέρνει στο Μοναστήρι καὶ παρακαλεῖ τὸν Ἱερέα τῆς Μονῆς νὰ τῆς κάνει Θεία Λειτουργία καὶ Ἅγιο Εὐχέλαιο. Μετὰ τὴν τελέσῃ τῶν Ἁγίων Μυστηρίων τὸ δέρμα τοῦ μικροῦ Ἰωάννη καθαρίστηκε θαυματουργικά.

2. Ἡ μικρὴ Μαρία Γκριτζάπη, κόρη τοῦ Παναγιώτη καὶ τῆς Βασιλικῆς Γκριτζάπη, ἀπὸ τὸ Λούτσι τῆς Λιβαδειᾶς, ἦταν παράλυτη, δὲν μποροῦσε καθόλου νὰ περπατήσει. Οἱ γονεῖς της τὴν ἔφεραν στο Μοναστήρι καὶ στὶς 5 Ἀπριλίου 1965, παραμονὴ τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος, κατὰ τὴ λιτάνευση τῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου, ὅταν τὰ ἅγια Λείψανα πέρασαν πάνω της, σηκώθηκε καὶ περπάτησε μέσα στο ναό. Ἔγινε τελείως καλὰ καὶ ἀπὸ τότε περιπατεῖ ἐλεύθερα καὶ ἔρχεται τακτικὰ καὶ στον Ἅγιο γιὰ νὰ τὸν δοξάζει καὶ νὰ τὸν εὐχαριστεῖ.

3. Ὁ Νικόλαος καὶ ἡ Ἐλευθερία Κουφομαργαρίτη ἀπὸ τὸ Μοσχᾶτο Ἀττικῆς εἶχαν ἕνα κοριτσάκι, Μάρθα τὸ ὄνομα, ποὺ ἀῤῥώστησε ἀπὸ λευχαιμία. Οἱ γονεῖς ἔμαθαν γιὰ τὸν Ὅσιο Δαβὶδ ἀπὸ μία γυναῖκα ἀπό τις Ῥοβιὲς Εὐβοίας, τὴν Ἐλευθερία Τζινῆ, τὴν ὁποία εἶχε λυτρώσει ὁ Ἅγιος ἀπὸ βαριὰ ἀσθένεια. Οἱ γονεῖς μὲ τὸ ἄῤῥωστο κοριτσάκι εἶχαν ἐπισκεφθεῖ πολλοὺς γιατρούς, ἀλλὰ ἐλπίδα γιὰ τὸ παιδί τους δὲν τοὺς εἶχε δώσει κανένας. Τότε ἦταν ποὺ γνωρίσαν τὴν Ἐλευθερία Τζινῆ ἀπό τις Ῥοβιὲς καὶ τοὺς μίλησε γιὰ «τὸν ἅγιο μας». «Ποῖος εἶναι αὐτὸς ὁ ἅγιος;» ῥώτησε ἡ μητέρα τοῦ παιδίου, «δὲν τὸν ξέρω». «Ὁ ὅσιος Δαβίδ», ἀπάντησε ἡ γυναῖκα. Παίρνει τότε ἡ μάνα τὸ παιδὶ στὰ χέρια της, τὸ σηκώνει ψηλὰ καὶ λέει μέσα ἀπὸ τὴν καρδιά της: «Ἅγιέ μου Δαβίδ, κάνε καλὰ τὸ παιδί μου». Μόνο αὐτό. Καὶ τὴν ἴδια στιγμὴ τὸ παιδὶ ἔγινε ἀμέσως καλὰ καὶ τὸ ἔφερε καὶ στὴ Μονὴ ὑγιέστατο καὶ δόξασε τὸν ἅγιο Γέροντα. Αὐτὰ τὸ ἔτος 1976.

4. Παρὰ πολλὲς εἶναι καὶ οἱ ἐμφανίσεις τοῦ Ὁσίου Δαβίδ, ὄχι μόνο στους Πατέρες τῆς Μονῆς ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλους εὐλαβεῖς Χριστιανοὺς ποὺ βρίσκονται σὲ ἀνάγκη. Ἡ Ἀγάθη Γιογιοῦ ἐξ Ἀμερικῆς ἔπασχε ἀπὸ ἐπιληψία. Οἱ γονεῖς της Γεώργιος καὶ Παρασκευὴ κατάγονταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Παγώντα Εὐβοίας. Ἡ μητέρα τῆς Ἀγάθης ἔταξε τὸ παιδὶ της σὲ πολλοὺς ἁγίους. Ἄκουσε καὶ γιὰ τὸν ὅσιο Δαβὶδ ἀπὸ μιὰ γυναῖκα ἀπὸ τὴν Σκεπαστὴ Εὐβοίας καὶ παρακάλεσε τὸν ἅγιο: «Ἅγιε Δαβίδ, δὲν σὲ γνωρίζω ποῖος εἶσαι, σὲ παρακαλῶ, ὅμως, κάνε καλὰ τὸ παιδί μου, τὴν Ἀγάθη». Τὸ ἴδιο βράδυ εἶδε ἕναν καλόγηρο σὲ ἕνα βουνό, μὲ τὴν ὄψη ποὺ ἔχει ὁ ἅγιος στὴν εἰκόνα τῆς ἐξώπορτας τῆς Μονῆς, ὁ ὁποῖος τῆς εἶπε: «Τὸ παιδί σου θὰ γίνει καλὰ καὶ νὰ ἔλθεις στο σπίτι μου, σὲ περιμένω». Ἐκείνη τὸν ῥώτησε: «Ποῖος εἶσαι ἐσὺ ποὺ θὰ κανεὶς καλὰ τὸ παιδί μου;» καὶ ὁ ἅγιος τῆς ἀπάντησε: «Αὐτὸς ποὺ κάλεσες πρὶν ἀπὸ λίγη ὥρα, ὁ ὅσιος Δαβίδ».

Αὐτὰ θὰ τὰ διηγηθεῖ ἡ ἴδια ἡ μητέρα τῆς Ἀγάθης, σὲ προσκύνημά της στὴν Μονὴ στὶς 5 Ἀπριλίου 1979, ὅταν εἶχε ἔλθει νὰ εὐχαριστήσει τὸν Ἅγιο ποὺ τὸ παιδί της εἶχε —τότε— δυόμισι χρόνια νὰ πάθει ἐπιληπτικὴ κρίση καὶ αἰσθανόταν τελείως καλά.

5. Ὁ Κων/νος Μπασδέκης καὶ ἡ γυναῖκα του ἀπὸ τὴ Μαλεσίνα Λοκρίδας βρίσκονταν σὲ μεγάλη θλίψη, γιατὶ δὲν μποροῦσαν νὰ ἀποκτήσουν παιδιά. Τὰ παιδιὰ γεννιόνταν καὶ λίγο μετὰ τὴ γεννήση πέθαιναν. Ἡ γυναῖκα, κάποια νύχτα, βλέπει στον ὕπνο της ἕναν καλόγερο νὰ τῆς λέει ὅτι εἶναι ἔγκυος καὶ ὅτι θὰ γεννήσει κοριτσάκι. Στὴν ἐρωτήσή της ποῖος εἶναι, ὁ καλόγερος ἀπάντησε: «Εἶμαι ὁ ὅσιος Δαβὶδ ἀπὸ τὴν Εὔβοια. Θὰ σὲ βοηθήσω νὰ ἀποκτήσεις τὸ κοριτσάκι, τὸ ὁποῖο θὰ ὀνομάσεις Δαβιδούλα. Θὰ τὸ φέρεις καὶ θὰ τὸ βαφτίσεις στο σπίτι μου καὶ ἐκεῖ θὰ κοινωνήσει τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων γιὰ πρώτη φορά. Μὴ διστάσεις νὰ πεῖς αὐτὸ ποὺ σοῦ ἔκανα, ὅπου καὶ ἂν εὑρίσκεσαι». Τὰ λόγια τοῦ Γέροντος ἐκπληρώθηκαν κατὰ γράμμα κατὰ τὸ ἔτος 1958.

6. Πολλοὶ παραθεριστὲς τῆς Λίμνης Εὐβοίας, σὰν μάθουν ὅτι λίγα χιλιόμετρα πιὸ πάνω βρίσκεται ἡ Μονὴ τοῦ Ὁσίου Δαβὶδ τοῦ Γέροντος, ἀνεβαίνουν καὶ προσκυνοῦν τὸν Ὅσιο.

Ἡ Παρασκευὴ Γρηγοριάδου (Εὐγενίου Καραβιᾶ 60, Κάτω Πατήσια) ἦταν καὶ αὐτὴ μιὰ παραθερίστρια ποὺ πῆγε νὰ προσκυνήσει τὸν Ἅγιο καὶ εἶδε φανερὰ τὴν ἐπισκέψή του μετὰ ἀπὸ θερμή, μὲ δάκρυα, προσευχή, στην ὁποία παρακάλεσε τὸν Ἅγιο νὰ τὴν ἀπαλλάξει ἀπὸ τὴ χρόνια ὠτίτιδα ποὺ τὴ βασάνιζε. Νὰ πῶς ἔγινε τὸ θαῦμα: κουρασμένη ἡ προσκυνήτρια ἀνέβηκε στο κελὶ τοῦ ξενῶνα γιὰ νὰ ξεκουραστεῖ. Ἐκεῖ τὴν πῆρε ὁ ὕπνος καὶ εἶδε νὰ ἀνοίγει ἡ πόρτα τοῦ κελιοῦ της καὶ ἕνας μοναχὸς νὰ μπαίνει μέσα καὶ νὰ τῆς δίνει τὸ ῥάσο του νὰ τὸ φορέσει. Τὸ πῆρε καὶ τὸ φόρεσε. Ὅταν ξύπνησε ἦταν τελείως καλά, τὸ εὐλογημένο ῥάσο τοῦ Ἁγίου τὴν εἶχε θεραπεύσει. Αὐτὸ μᾶς θυμίζει τὰ «σιμικίνθια» καὶ τὰ «σουδάρια» τῶν Ἀποστόλων, ποὺ ἔκλειναν μέσα τους θαυματουργικὴ δύναμη, ὥστε ἐκεῖνοι ἀπὸ τοὺς ἀῤῥώστους ποὺ τὰ ἀγγίζανε μὲ πίστη νὰ θεραπεύονται (Πραξ. 19, 12).

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΟΣΙΟΥ ΔΑΒΙΔ ΓΕΡΟΝΤΟΣ. ΡΟΒΙΕΣ ΕΥΒΟΙΑΣ, 1991.

Πηγή: http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/agiologion/osios_david_gerwn_en_eyboia.htm

Μνήμη των Aγίων και Θαυματουργών Αναργύρων Kοσμά και Δαμιανού (1 Νοεμβρίου)

Μνήμη των Aγίων και Θαυματουργών Αναργύρων Kοσμά και Δαμιανού

Eι και παρήκαν γην Aνάργυροι δύω,
Πληρούσιν ως πριν και πάλιν γην θαυμάτων.
Πρώτη Aκέστορε φώτε Nοεμβρίου έκπτατον εκ γης.

Άγιοι Ανάργυροι Κοσμάς και Δαμιανός (1η Νοεμβρίου). Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Oύτοι οι Άγιοι είχον το γένος από την γην της Aσίας, ήτοι της Aνατολής, υιοί όντες γονέων φιλαρέτων και ευσεβών, από τους οποίους η μήτηρ των ωνομάζετο Θεοδότη, ήτις αφ’ ου έμεινε χήρα από άνδρα, εμεταχειρίζετο πολιτείαν ενάρετον. Όθεν με το παράδειγμά της, εδίδαξε και τους υιούς της τούτους κάθε είδος τελείας αρετής. Oύτοι λοιπόν έμαθον μεν και κάθε άλλην επιστήμην, αφήσαντες δε τας άλλας, ηγάπησαν την ιατρικήν, και με αυτήν ιάτρευον κάθε νόσον, ήτοι κάθε ασθένειαν πολυχρόνιον, και κάθε μαλακίαν, ήτοι κάθε ασθένειαν ολιγοχρόνιον. Kαι όχι μόνον ανθρώπους εθεράπευον, αλλά και τα άλογα κτήνη. Aνάργυροι δε ωνομάσθησαν, διατί δεν επήραν ποτέ από τινα ασθενή αργύριον, διά μισθόν και πληρωμήν της ιατρείας των. Έτζι λοιπόν καλώς διαπεράσαντες την ζωήν τους, εν ειρήνη ετελειώθησαν. Tα δε τίμια αυτών λείψανα ενταφιάσθησαν εις ένα τόπον, ονομαζόμενον Φερεμάν. (O κατά πλάτος Bίος αυτών ευρίσκεται εις τον Nέον Θησαυρόν1.)

Άγιοι Ανάργυροι Κοσμάς και Δαμιανός. Ιερά Μονή Παναγίας Ασίνου

Σημείωση

1. Oύτοι οι δύω Aνάργυροι, είναι η πρώτη από τας τρεις συζυγίας των Aναργύρων, των ονομαζομένων με το όνομα του Kοσμά και Δαμιανού. Περί των οποίων αναφέρεται εις τας δεκαεπτά του Oκτωβρίου, και όρα εκεί. Σημείωσαι, ότι δύω λόγοι ευρίσκονται ελληνικοί εν τη Iερά Mονή του Διονυσίου εις τους Aγίους τούτους Aναργύρους. Ων του μεν ενός η αρχή εστιν αύτη· «Tην σην ω των καλών». Tου δε ετέρου· «Ως αγαπητά τα σκηνώματά σου». O πρώτος ευρίσκεται εν τη Λαύρα, εν τη Iερά Mονή του Bατοπαιδίου και εν τη των Iβήρων. Tον Bίον δε τούτων συνέγραψεν ο Mεταφραστής, ου η αρχή· «Άρτι της ευσεβείας αναλαμπούσης». Σώζεται εν τη των Iβήρων και εν άλλαις. Εν δε τη Mεγίστη Λαύρα σώζονται εις τους αυτούς περίοδοι, ων η αρχή· «Tου Kυρίου ημών Iησού Xριστού βασιλεύοντος, πάσα πλάνη και δαιμόνων λατρεία ελύθη».

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μακαριστὸς π. Ἰωάννης Ρωμανίδης: Ἐπίτομη ἐποπτικὴ ἀνασκόπηση τῆς Ὀρθοδόξου Πατερικῆς καὶ τῆς ἑτεροδόξου μεταπατερικῆς θεολογίας

Μία σπάνια ὁμιλία τοῦ μακαριστοῦ π. Ἱωάννη Ρωμανίδη.

Πηγή: Αlexander Ιliadis
https://www.youtube.com/watch?v=WawAp…

Άγιος Γαβριήλ ο δια Χριστόν Σαλός: Όταν κατακρίνεις κάποιον πεσμένο, κατακρίνεις τον Κύριο…

Όσιος Γαβριήλ της Γεωργίας, ο δια Χριστόν Σαλός

Όσιος Γαβριήλ της Γεωργίας, ο δια Χριστόν Σαλός

Αν μισήσεις έστω κι έναν άνθρωπο, είσαι μακριά από τη Βασιλεία των Ουρανών!

Όταν κατακρίνεις κάποιον πεσμένο, κατακρίνεις τον Κύριο. Ο Κύριος ταπεινώνει και ο Κύριος ανυψώνει.

Μπροστά στον Κύριο συσσωρεύονται οι αμαρτίες των ανθρώπων σαν τα βότσαλα της θάλασσας. Δεν υπάρχει όμως αμαρτία που να υπερβαίνει τη μετάνοια. Αν συναντήσεις έναν φονιά ή μια πόρνη ή έναν μεθύστακα, μην τον κατηγορήσεις. Είναι πλάσματα του Θεού, των οποίων τα λουριά έχει αφήσει ο Κύριος. Έτσι καλούνται να βρουν οι ίδιοι, μόνοι τους, το σωστό δρόμο με τη μετάνοια. Το δικό σου όμως λουρί το κρατάει ο Κύριος και, αν το αφήσει, εσύ θα πέσεις σε χειρότερη κατάσταση και θα καταστραφείς.

Και αν ο Κύριος επιτρέπει την πτώση, εσύ, που κατηγορείς τον άνθρωπο, κατηγορείς τον Ίδιο τον Θεό, που επέτρεψε να περιέλθει αυτός ο άνθρωπος σε μια τέτοια κατάσταση. Αν αυτός ο άνθρωπος, που αμάρτησε, κι εσύ τον κατέκρινες, το βράδυ έκλαψε και μετάνιωσε για το σφάλμα του, ο Κύριος θα πει: «Εγώ, τον συγχώρεσα! Εσύ, το είδες αυτό;».
–Πόσο φοβερό είναι που οι άνδρες μοιάζουν με τις γυναίκες! σχολίασε μια φορά, με λύπη, ο Γέροντας.
–Ναι, π. Γαβριήλ, τι φοβερό! σχολίασε, γελώντας, ένα πνευματικό του τέκνο. Και ακούγοντάς τον, εξοργίστηκε ο όσιος του Θεού.
–Ξέρεις, τώρα, πόσο θύμωσε ο Κύριος γι’ αυτό; Τι νομίζεις; Πως εσύ είσαι καλύτερος απ’ αυτούς; Εγώ το είπα με πόνο και τους λυπήθηκα· εσύ, όμως, γέλασες! Άλλη φορά μην το ξανακάνεις…

«Ότι είναι κακό στον άνθρωπο είναι συμπτωματικό. Να μην περιφρονείτε κανέναν, ακόμη κι αν βλέπετε πόσο ανήθικοι, μέθυσοι και βλάσφημοι είναι. Η Εικόνα του Θεού υπάρχει και σ’αυτούς κάπου, χωρίς βέβαια να το συνειδητοποιούν.. Είναι φυσιολογικό ο εχθρός να θέλει να λερώσει αυτήν την Εικόνα. Δεν είναι καθόλου εύκολο να βλέπεις την εικόνα του Θεού σε εκείνους που σε ονειδίζουν και σου συμπεριφέρονται σαν θηρία. Αυτούς όμως πρέπει να τους λυπάσαι ακόμη πιο πολύ επειδή η ψυχή τους έχει παραμορφωθεί, χωρίς ίσως να μπορεί να επανορθωθεί ποτέ, καταδικάζοντας τη ψυχή τους σε αιώνια βάσανα… Πόσο δύσκολο είναι αυτό: Ν’αγαπήσει κάποιος τους εχθρούς του!

Μερικοί λένε: «Έχω αγάπη». Όμως ξέρουν τι είναι αγάπη; Ποιος μπορεί να φτάσει την αγάπη; Για πείτε μου τι είναι αγάπη; «Ή αγάπη μακροθυμεί, χρηστεύεται, ή αγάπη ου ζηλοί, ή αγάπη ου περπερεύεται, ου φυσιούται, ουκ άσχημονεί, ου ζητεί τα εαυτής, ου παροξύνεται, ου λογίζεται το κακόν, ου χαίρει επί τη αδικία, συγχαίρει δέ τη άληθεία. Πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει». Αυτή είναι η αληθινή αγάπη, εδώ βρίσκεται η ευτυχία του ανθρώπου. Και βέβαια το σπουδαιότερο είναι η αγάπη, αλλά ακόμη πιο σημαντικό είναι το πώς μαθαίνουμε αυτή την αγάπη. Αν δεν ταπεινώσουμε τον εαυτό μας, δεν θα γίνει τίποτα. Πρέπει να απαρνηθούμε τον εαυτό μας, τη θέληση μας, να συναισθανόμαστε ότι είμαστε αμαρτωλοί. Ο άνθρωπος πρέπει να κοπιάσει για να φτάσει στην αληθινή πίστη, για να χτίσει, να πετύχει την αληθινή αγάπη και ζωή. Στην αγάπη αντιτίθεται ο εγωισμός. Ο εγωιστής δεν δίνει τίποτα. Μεριμνά μόνο για τον εαυτό του, αλλά και να αποκτήσει όλα τα πλούτη του κόσμου πάλι δεν θα χορτάσει. «Εγώ δέ λέγω υμίν, αγαπάτε τούς εχθρούς υμών, ευλογείτε τούς καταρωμένους υμάς, καλώς ποιείτε τοις μισούσιν υμάς και προσεύχεσθε υπέρ των έπηρεαζόντων υμάς και διωκόντων υμάς, όπως γένησθε υιοί του πατρός υμών του εν ούρανοίς, ότι τον ήλιον αυτού ανατέλλει επί πονηρούς και αγαθούς και βρέχει επί δικαίους και αδίκους».Ματθ. 5,44-48

«Ο άνθρωπος χωρίς αγάπη μοιάζει μ’ αυτήν εδώ τη στάμνα. Και να θυμάστε, παιδιά μου, ότι όλες οι καλές σκέψεις προέρχονται από τον Κύριο. Εσύ, ο άνθρωπος τίποτα καλό δεν μπορείς να κάνεις μόνος σου».

Πηγή: https://iconandlight.wordpress.com/2017/11/01/19718/

Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης καὶ ἡ σύγχρονη ἐκκοσμίκευση

Ο Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος

Εἰσήγηση στὴν Α΄ συνάντηση (23.11.2016) τοῦ Ἐπιμορφωτικοῦ Σεμιναρίου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου Ε΄ Ἀκαδημαϊκοῦ Ἔτους  (2016-2017)          

Εἰσηγητής: Ὁ Πανιερώτατος Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος

Ο Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος

Γενικὴ Εἰσαγωγὴ στὸ ἔργο τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου Βλάχου, «Ἐμπειρικὴ Δογματικὴ τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὶς προφορικὲς παραδόσεις τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη».

Ἀγαπητοί μου Πατέρες,

Σᾶς καλωσορίζω στὴν πρώτη Συνάντηση τοῦ τρέχοντος ἀκαδημαϊκοῦ ἔτους 2016 – 2017 τῶν Ἐπιμορφωτικῶν Σεμιναρίων τῆς Μητροπόλεώς μας.

Α. Οἱ λόγοι ἐπιλογῆς κεφαλαίων τοῦ ἔργου αὐτοῦ τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη ὡς θεματολογικοῦ ἄξονα τῶν φετινῶν Ἐπιμορφωτικῶν Σεμιναρίων τῆς Μητροπόλεως Μόρφου

Γιὰ τὴ φετινὴ χρονιὰ ἔκρινα καλὸ νὰ ἀσχοληθοῦμε μὲ κάτι πολὺ βαθύ, θὰ ἔλεγα ἀναγκαῖο γιὰ ὅλους σήμερα, τὴ Δογματικὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, μέσα ἀπὸ τὰ συγγράμματα καὶ τὶς προφορικὲς παραδόσεις ἑνὸς πολὺ μεγάλου θεολόγου, τοῦ τελευταίου μεγάλου Ἕλληνα θεολόγου τοῦ 20οῦ αἰώνα, κατὰ τὴν ἄποψη ἀρκετῶν εἰδημόνων, τοῦ πατρὸς Ἰωάννη Ρωμανίδη. Ἑνὸς ἀνθρώπου, ποὺ ἀφιέρωσε ὅλη του τὴ ζωὴ στὴ μελέτη τῶν δογμάτων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων ἀλλὰ καὶ τῆς Θεολογίας τῶν ἁγίων καὶ θεοφόρων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας. Καί, ἀσφαλῶς, δὲν θὰ εἴχαμε αὐτὸ τὸ σπουδαῖο ἔργο στὰ χέρια μας, χωρὶς τὴν καίρια συμβολὴ καὶ προσπάθεια ἑνὸς ἐκλεκτοῦ μαθητῆ καὶ συνεργάτη τοῦ π. Ρωμανίδη, τοῦ Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου Βλάχου, ποὺ στὶς μέρες ὀρθοτομεῖ λόγον ἀληθείας τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καὶ Παραδόσεως. Ἁπλῶς νὰ ἐπισημάνουμε ὅτι ὁ ἅγιος Ναυπάκτου μερίμνησε νὰ ἀπομαγνητοφωνηθοῦν πάμπολλες σχετικὲς ὁμιλίες τοῦ π. Ἰωάννη, νὰ συναθροισθοῦν περὶ τὰ 2000 ἀποσπάσματα γιὰ τὸ θέμα, τὰ ὁποῖα μὲ πολὺ κόπο καὶ σοφία ἀνασυνέθεσε καὶ ἀπάρτισε τὴν ἐξαίρετη ἁρμονικὴ θεολογικὴ σύνθεση, ποὺ ἐξέδωσε τύποις πρὸς ὠφέλεια ψυχῶν καὶ οἰκοδομὴ τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας.

Καί, ἐπειδὴ εἶμαι ὁ πρῶτος ὁμιλητὴς τῶν φετινῶν Σεμιναρίων, θὰ ἤθελα νὰ πῶ ὅτι ἡ θεματολογία αὐτῆς τῆς χρονιᾶς εἶναι ἰδιαίτερα σημαντική, καθὼς θὰ ἀσχοληθοῦμε μὲ τὴν ἁγιοπνευματικὴ ἐμπειρία τῆς βιώσεως τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου καὶ τῶν δογμάτων τῆς μίας, ἁγίας, καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Πῶς δηλαδὴ οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, κληρικοί, μοναχοὶ καὶ λαϊκοί, ἄντρες, γυναῖκες καὶ παιδιὰ μποροῦν μέσα ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη νὰ γνωρίσουν τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, νὰ φωτιστοῦν ἀπὸ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ γίνει ὁ Θεὸς Πατέρας πατέρας τους προσωπικός, δηλαδὴ νὰ τεθεῖ ἡ ζωή τους μέσα στὴ ζωὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος.

Ἐπιπλέον, δὲν διστάζω νὰ πῶ ὅτι στὶς μέρες μας ἡ Θεολογία τοῦ πατρὸς Ἰωάννου εἶναι ἄκρως ἐπίκαιρη. Καὶ δὲν εἶναι τυχαῖο ποὺ πολλοὶ σύγχρονοι πιστοὶ τὸν ἀνακαλύπτουν κι ἀναζητοῦν τὰ βιβλία του. Διότι ὡς θεολόγος ἦταν ἀπὸ τοὺς λίγους ἀκαδημαϊκοὺς ποὺ τόνισε ἰδιαίτερα καὶ ἀνέδειξη τὴ θεραπευτικὴ ἀγωγὴ ποὺ προσφέρει ἡ Ἐκκλησία στὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ καὶ τὴν ἐμπειρικὴ ἁγιότητα. Πῶς δηλαδὴ ὁ ἐν μετανοίᾳ ζῶν πιστὸς καθαρίζει τὴν καρδία του καὶ πῶς ὁ νοῦς ἀποκτᾶ σιγὰ σιγὰ θρόνο τὴν καρδία τὴν καθαρή, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἔρθει ὁ φωτισμὸς καὶ ἡ ἁγιότητα. Μὲ ἄλλα λόγια, αὐτὴ τὴ θεραπευτικὴ καὶ ἀσκητικὴ ἀγωγὴ ποὺ καὶ κληρικοὶ καὶ μοναχοὶ μὰ καὶ πολλοὶ ἁπλοὶ ἄνθρωποι τοῦ λαοῦ μας βίωναν ἐμπειρικὰ γιὰ αἰῶνες.

Α. 1. Ἡ ἀλλοίωση τῆς Ὀρθόδοξης Πατερικῆς θεραπευτικῆς Παράδοσης

Ἡ αὐτονόητη αὐτὴ καὶ τόσο σημαντικὴ θεραπευτικὴ διάσταση τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης, ποὺ συναντοῦμε στὴν Παλαιὰ καὶ Καινὴ Διαθήκη, στὴ διδασκαλία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, στὸ ὁμολογιακὸ πνεῦμα τῶν ἁγίων μαρτύρων, στοὺς βίους τῶν ἁγίων, στὴν Ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας, στὴ λαϊκὴ εὐσέβεια, λησμονήθηκε ἐν πολλοῖς κατὰ τὸν 20ὸ αἰώνα. Μάλιστα, ἂν ρωτοῦσες καὶ ἐπισκόπους καὶ κληρικοὺς καὶ θεολόγους καὶ μοναχοὺς καὶ λαϊκοὺς κατὰ τὴν περίοδο αὐτὴ ποιός εἶναι ὁ λόγος ποὺ εἶσαι χριστιανός, ποὺ ἀσχολεῖσαι μὲ τὴν Ἐκκλησία, ἡ συντριπτικὴ πλειοψηφία θὰ σοῦ ἀπαντοῦσε ὅτι ὁ κυριότερος λόγος ποὺ εἶμαι χριστιανὸς εἶναι γιὰ νὰ μάθω νὰ εἶμαι ἠθικὸς καὶ καλὸς ἄνθρωπος. Νὰ κάνω καλὲς πράξεις καὶ φιλανθρωπίες καὶ νὰ ἀποτελῶ πρότυπο ἀνθρώπου γιὰ τὴν κοινωνία! Κι ὅλα αὐτὰ τὰ ἔλεγαν ὄχι γιατί εἶχαν κάποια κακὴ προαίρεση, ἀλλὰ δὲν ἀντιλαμβάνονταν ὅτι στὴ ζωή τους εἶχε εἰσέλθει ἕνα ψεύτικο ἦθος, ἕνα ψεύτικο πρότυπο καλωσύνης, φιλανθρωπίας καὶ δράσης, ποὺ κληρονομήθηκε ἀπὸ τὴν παπικὴ καὶ προτεσταντικὴ θρησκευτικότητα· μιὰ θρησκευτικότητα, ποὺ ἀπώλεσε τὴ χάρη τῆς ἁγιότητας, ἀναπτύσσοντας ἐδῶ καὶ 1000 χρόνια μία Θεολογία, ἡ ὁποία δὲν ὁδηγεῖ στὴν κάθαρση, τὸν φωτισμὸ καὶ τὴν ἁγιότητα, ἀλλὰ διὰ τῶν ἔργων στὴν ἐγωπάθεια καὶ αὐτοδικαίωση τῆς καλωσύνης!

Προσέξτε τὴ φθορὰ καὶ τὴν ἀλλοίωση ποὺ ὑπέστησαν οἱ Ἕλληνες Ὀρθόδοξοι! Ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι ἅμα τρυπήσει ἕνα μῆλο καὶ τὸ βάλουμε μέσα στὰ πολλά, θὰ φθαροῦν καὶ τὰ ὑπόλοιπα. Ἔτσι ἐπῆλθε καὶ ἡ ἀλλοίωση αὐτὴ τοῦ ἤθους μέσα στὴν Ἐκκλησία μας, ἐξαιτίας αὐτῆς τῆς σάπιας καὶ λανθασμένης θρησκευτικότητας ποὺ μᾶς ἦρθε ἀπὸ τὴ Δυτικὴ Εὐρώπη καὶ τοὺς αἱρετικοὺς παπικοὺς καὶ προτεστάντες. Αὐτοὶ βεβαίως εἶχαν ἀρχίσει τὴν προσπάθεια νὰ ἐνσπείρουν στοὺς Ὀρθοδόξους τὸ αἱρετικό τους αὐτὸ εὐσεβιστικὸ ἦθος αἰῶνες πρίν, ἀλλὰ μέχρι τὴν Τουρκοκρατία ἡ ζημιὰ ποὺ προκάλεσαν ἦταν ἐλάχιστη, ἐπειδὴ ἡ λαϊκὴ εὐσέβεια ἦταν ἐμπειρικὰ ἑνωμένη μὲ τὴν ἀποστολικὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ δὲν ἐπέτρεπε νὰ ἀλλοιωθεῖ τὸ βίωμα της. Ἡ μεγάλη ἀλλοίωση τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας ἄρχισε νὰ γίνεται ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ ἡ Ἑλλάδα ἀπέκτησε τὸ δοτὸ κράτος τῶν Βαυαρῶν τὸν 19ο αἰώνα, καὶ οἱ θεολόγοι τους εἰσῆλθαν μαζικὰ στὴν Ἑλλάδα, γοητεύοντας πολλοὺς Ὀρθοδόξους σπουδαγμένους. Ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ εἰσέλθουμε στὸν 20ὸ αἰώνα, μέσα ἀπὸ αὐτὴ τὴ μεθοδευμένη ἀλλοίωση, ὁπόταν γεννήθηκαν οἱ γνωστὲς θρησκευτικὲς Ὀργανώσεις. Αὐτὲς εἶχαν τὸ ἦθος τοῦ Εὐσεβισμοῦ καὶ ὄχι τῆς εὐσέβειας, τοῦ καθωσπρεπισμοῦ καὶ ὄχι τῆς μετάνοιας καὶ τῆς ἁγιότητας, καὶ ἡ ὅλη τους δραστηριότητα δὲν διέφερε ἀπὸ αὐτὴν τῶν Δυτικῶν αἱρετικῶν.

Α. 2. Οἱ Θρησκευτικὲς Ὀργανώσεις

Ἂν ρωτήσετε παλαιοὺς ἱερεῖς, ταπεινούς, εὐσεβεῖς καὶ καλοὺς ἀνθρώπους τοῦ μόχθου, ποὺ ἀγαποῦσαν τὴν πατρίδα τους, τὴ γῆ ποὺ τοὺς ἔθρεφε, ποὺ ἀγαποῦσαν τὶς Ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας, τί διαβάζατε Πατέρες στὴν ἐποχή σας; Θὰ σᾶς ἀπαντήσουν ὅτι διαβάζαμε τὰ ἔντυπα τῆς «Ζωῆς» καὶ τοῦ «Σωτῆρος». Ἔντυπα ποὺ δὲν εἶχαν καμία διαφορὰ ἀκόμα καὶ στὴν αἰσθητικὴ ἀπὸ ἀνάλογα θρησκευτικὰ ἔντυπα ποὺ ἐξέδιδαν διάφοροι καθολικοὶ καὶ προτεστάντες στὴν Εὐρώπη καὶ τὴν Ἀμερική! Κι ὅλα αὐτὰ νὰ γίνονται μὲ τὶς εὐλογίες τῶν περισσοτέρων τότε ἐπισκόπων, ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ ἦταν οἱ πρῶτοι ποὺ θὰ ἀντιδροῦσαν. Ἀλλ᾽ ἐπειδὴ ἦσαν κι αὐτοὶ τέκνα μιᾶς ἀλλοιωμένης ἀφώτιστης Θεολογίας, δὲν φώτιζαν καὶ τοὺς ἱερεῖς τους καὶ οἱ ἱερεῖς τους τὸν λαό, κι ἔτσι παρέδωσαν τὴν κατήχηση τοῦ ποιμνίου τους στὶς θρησκευτικὲς Ὀργανώσεις ποὺ προανέφερα.

Στὴν Κύπρο τὰ ἐκκλησιαστικὰ πράγματα δὲν διέφεραν καὶ πολὺ ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα. Ἐξαίρεση ἀποτελοῦσαν μερικὰ μοναστήρια, ὅπως ἡ ἱερὰ μονὴ Σταυροβουνίου, ποὺ σ᾽ αὐτὴν ἐφαρμοζόταν ὁ ἡσυχαστικὸς τρόπος ζωῆς καὶ ἐσωτερικῆς νοερᾶς προσευχῆς, ποὺ ἔφεραν οἱ πρῶτοι Πατέρες στὰ ὕστερά τους χρόνια στὴ μονὴ ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ κάποιους ἄλλους χώρους. Ἡ Κύπρος κρατήθηκε στὴν Ὀρθόδοξη ζωὴ ἀπὸ τὴ λαϊκὴ εὐσέβεια, τὴν εὐσέβεια τῶν γιαγιάδων καὶ τῶν παππούδων, ποὺ συνέχιζαν νὰ παραμένουν προσηλωμένοι στὴν Πίστη ποὺ παρέλαβαν ἀπὸ τοὺς προγόνους τους, κι ὄχι ἀπὸ τὴ Θεολογία ποὺ διδασκόταν στὰ σχολεῖα καὶ στὶς ἐνορίες ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τῶν Ὀργανώσεων.

Βεβαίως, γιὰ νὰ ὁμολογήσουμε τὴν ἀλήθεια, στὶς μέρες μας ἡ μὲν «Ζωὴ» εὑρίσκεται σὲ παρακμὴ ὡς Ὀργάνωση, ἐνῶ ὁ «Σωτὴρ» προσαρμόστηκε στὴν Πατερικὴ Θεολογία καὶ ἔχει ἕνα ὁμολογιακὸ χαρακτήρα ὡς πρὸς τὴν ἀντιμετώπιση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Κι ὅσο ἀφορᾶ στὴν προσαρμογὴ αὐτὴ τοῦ «Σωτῆρος» στὴν Πατερικὴ Θεολογία, τοῦτο ἀποδεικνύει τὸ πόσο ζωντανὴ εἶναι ἡ Θεολογία τοῦ Ρωμανίδη, ποὺ ὑποχρέωσε τὶς Ὀργανώσεις νὰ προστρέξουν νὰ πιοῦν νερὸ ἀπὸ τὶς θεραπευτικὲς πηγὲς τῆς Ὀρθοδόξου ἀσκητικῆς Θεολογίας καὶ ὄχι ἀπὸ τὰ θολερὰ νάματα τοῦ Εὐσεβισμοῦ, τοῦ Δυτικοῦ Πιετισμοῦ.

Α. 3. Εὐσεβισμὸς καὶ ἐκκοσμίκευση σήμερα

Πατέρες μου, τὰ ξαναλέω αὐτὰ σ᾽ ἐσᾶς, γιατὶ ἂν καὶ πέρασαν τόσα χρόνια, διαπιστώνω ὅτι καὶ σήμερα, ποὺ βρισκόμαστε στὸν 21ο αἰώνα, ὁπόταν ὅλα φαίνεται ὅτι ἀλλάζουν, τελικὰ τὰ ἴδια παραμένουν, τὴν ἰδία ἀλλοίωση τῆς Ὀρθόδοξης Θεολογίας συναντοῦμε μὲ διαφορετικὲς μορφὲς μπροστά μας, εἰδικὰ ὡς πρὸς τὴν κατανόηση καὶ τὴν ἑρμηνεία τῶν δογμάτων, εἰδικότερα τοῦ τί εἶναι Ἐκκλησία καὶ ἁγιότητα στὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση. Μὲ θλίψη διαπιστώνω ὅτι ἔχουμε ἀνάγκη ὅλοι μας -πρωτίστως οἱ ἐπίσκοποι καὶ οἱ ἱερεῖς- ἐπαν-ευαγγελισμοῦ! Ἔχουμε ἀνάγκη καθάρσεως καὶ φωτισμοῦ! Ἔχουμε ἀνάγκη συνειδητοποιήσεως τῆς ἀσθένειάς μας, οὕτως ὥστε νὰ ἀναζητοῦμε συνεχῶς τὴ θεραπεία μας μέσα στὴν Ἐκκλησία.

Εἶναι λυπηρὸ νὰ τὸ ὁμολογεῖ αὐτὸ ἕνας ἐπίσκοπος, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἄλλη οὐαὶ καὶ ἀλίμονο ἐὰν δὲν συνειδητοποιοῦμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνα νοσοκομεῖο ποὺ θεραπεύει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὰ πάθη του, ποὺ τὸν μαθαίνει νὰ μετανοεῖ καὶ νὰ καθαρίζει τὴν καρδία του, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸν Τριαδικὸ Θεὸ καὶ τὸν συνάνθρωπό του, κι ὅτι ἐμεῖς οἱ ἐπίσκοποι εἴμαστε οἱ ἀρχίατροι καὶ ἐσεῖς οἱ ἱερεῖς οἱ γιατροὶ τοῦ θεραπευτηρίου αὐτοῦ. Εἰδάλλως, ἐὰν ἐμεῖς οἱ ἐπίσκοποι καὶ οἱ κληρικοὶ δὲν ἀσχολούμαστε μὲ τὸν δικό μας καθαρισμό, τὸν δικό μας φωτισμό, ὅταν ἡ Θεολογία μας παύσει νὰ ἔχει τὸν χαρακτήρα τῆς θεραπείας, ποὺ πολὺ ορθὰ ἐπισημαίνει ὁ πατὴρ Ἰωάννης Ρωμανίδης, τότε ἀντὶ νὰ εἴμαστε ἕνα νοσοκομεῖο μὲ γιατροὺς θὰ εἴμαστε ἕνα νοσοκομεῖο μὲ νοσοκόμους! Κι ὅταν θὰ κληθοῦμε νὰ ἐγχειρίσουμε καὶ νὰ θεραπεύσουμε τοὺς ἀσθενεῖς, θὰ τοὺς κάνουμε χειρότερα, γιὰ νὰ μὴν πῶ ὅτι θὰ τοὺς θανατώσουμε!

Νὰ τὸ προσέξουμε πολὺ αὐτό! Εἰδικὰ ἐμεῖς οἱ ἐπίσκοποι καὶ οἱ ἱερεῖς νὰ μὴ μένουμε ἐπαναπαυμένοι λειτουργώντας ὡς κάποιοι ποὺ κάνουν καλὰ τὴ δουλειά τους, γιατὶ στὸ τέλος θὰ καταντήσουμε ἕνας «Σύνδεσμος τελέσεως Μυστηρίων», ποὺ θὰ τελοῦμε τὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, τὶς βαπτίσεις, τοὺς γάμους, τὶς κηδεῖες, τὶς ἑορτὲς κι ὅλοι νὰ μένουν εὐχαριστημένοι, ὡσὰν νὰ συντηροῦμε κάποια ἤθη καὶ ἔθιμα μιᾶς ἐθιμοτυπικῆς ἐκκλησιαστικῆς παράδοσης! Κι ἐνῶ θὰ τὰ κάνουμε ὅλα αὐτά, νὰ μὴ μποροῦμε νὰ ἁγιάζουμε τοὺς ἑαυτούς μας καὶ τοὺς ἄλλους. Ἑπομένως, ἔχουμε συνεχὴ ἀνάγκη ἐπανευαγγελισμοῦ καὶ κατήχησης, πρῶτα ἐμεῖς οἱ ἀρχιερεῖς καὶ μετὰ ἐσεῖς οἱ ἱερεῖς. Ἐὰν ἐγὼ ὁ ἐπίσκοπος δὲν ἔχω τὴν ἔγνοια καὶ τὴν ἀγωνία τοῦ δικοῦ μου καθαρισμοῦ καὶ φωτισμοῦ, πῶς θὰ πῶ σὲ κάποιο νέο ἱερέα, πήγαινε στὴν τάδε ἐνορία καὶ κατήχησε τὸν λαό; Πῶς θὰ κατηχήσει τὸν λαὸ ὁ ἱερέας αὐτός, ὅταν ὁ ἴδιος εἶναι ἀκατήχητος καὶ ἡ Θεολογία ποὺ ἔμαθε στὰ πανεπιστήμια δὲν εἶναι θεραπευτική;

Ἀναφορικὰ πρὸς τὰ ἀνωτέρω περὶ θρησκευτικῶν Ὀργανώσεων, θὰ ἤθελα ἐδῶ νὰ ἐπισημάνω περαιτέρω ὅτι δυστυχῶς στὶς μέρες μας (2016) παρατηρεῖται τὸ φαινόμενο ὁ Εὐσεβισμός, ὡς θρησκευτικὴ ἔκφραση καὶ βίωμα, νὰ ἐξακολουθεῖ νὰ ὑφίσταται μὲ ἄλλο προσωπεῖο καὶ ἐκ παραλλήλου, μαζὶ μὲ τὴν ἄλλη μορφὴ ἀλλοίωσης τῆς πνευματικῆς ζωῆς, τὴν ἐκκοσμίκευση, νὰ ἔχουν διεισδύσει σὲ ποικίλους ἐκκλησιαστικοὺς χώρους, μονὲς καὶ μητροπόλεις. Προσθέτω ἐδῶ καὶ τὴν ἐκκοσμίκευση, ὄχι λιγώτερο ἐπικίνδυνη ἀπὸ τὸν Εὐσεβισμὸ στὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή: Ἡ σύγχρονη ἐκκοσμίκευση τοῦ κλήρου καὶ ἡ Ὀρθόδοξη Πατερικὴ θεραπευτικὴ ἀποτελοῦν δύο ἀσύμπτωτες ὀντολογίες! Ἀποτέλεσμα λοιπὸν τῶν παρεκκλίσεων αὐτῶν ἀπὸ τὴν αὐθεντική μας ἐκκλησιαστικὴ παράδοση, εἶναι νὰ παρατηρεῖται στοὺς χώρους αὐτοὺς μία ἀκατάσχετη δράση, τάχα ἱεραποστολική: Περιφορὲς ἱερῶν λειψάνων, ἁγίων εἰκόνων, ὁμιλίες καὶ Συνέδρια, ἐξεζητημένες μοναστηριακὲς πανηγύρεις καὶ πυκνότατα καὶ προκλητικὰ ἀρχιερατικὰ συλλείτουργα. Κι αὐτά, ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ ἔπρεπε νὰ ἐμφοροῦνται ἀπὸ τὸ ἡσυχαστικὸ πνεῦμα τῆς μακραίωνος Ὀρθοδόξου μοναστικῆς παραδόσεως. Καί, τὸ δεύτερο καὶ ἰδιαίτερα ἀνησυχητικὸ ὡς πρὸς πολλοὺς ἀρχιερεῖς, αὐτοί, ἂν καὶ θεματοφύλακες τῆς Πίστεως καὶ θεραπευτικῆς μας παραδόσεως, νὰ δίνουν ὑπερβολικὴ ἔμφαση στὴν κοινωνικὴ καὶ κοσμικὴ δράση, ἐνισχύοντας τὴν ἐκκοσμικευμένη ἀντίληψη ποὺ θέλει τὴν Ἐκκλησία νὰ λειτουργεῖ ὡς ἕνας ἀκόμη κοινωνικὸς θεσμός, ποὺ προσαρμόζεται στὶς ἀπαιτήσεις τῆς σύγχρονης δῆθεν προοδευτικῆς κοινωνίας ποὺ ἀποτάσσεται τὸν κατ᾽ αὐτὴν ‘‘συντηρητισμό’’. Ὁπόταν πολλοὶ ἐπισκόποι, ἱερεῖς καὶ θεολόγοι, στὴν προσπάθειά τους αὐτὴ νὰ φανοῦν ‘‘προοδευτικοί’’,  ἀποφεύγουν νὰ ὁμιλοῦν γιὰ μετάνοια, γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη ἄσκηση, γιὰ πάθη καὶ πειρασμοὺς καὶ τὸν σατανᾶ καὶ τὶς μεθοδεῖες του, σὰν ὅλ᾽ αὐτὰ νὰ εἶναι πράγματα ξεπερασμένα… Κι ὄχι μόνον ὣς ἐδῶ, ἀλλὰ βλέπουμε καὶ νὰ χλευάζεται ἀπὸ πολλοὺς ἀρχιερεῖς ὁ προφητικὸς λόγος καὶ νὰ περιορίζεται στὴν ἐποχὴ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, σὲ μιὰ ἐποχὴ ἐξόχως προφητικὴ καὶ ἀποκαλυπτική.

Συμπερασματικά: Ἡ ἀδιαφορία τῶν ἐπισκόπων γιὰ τὴν Πατερικὴ θεραπευτικὴ Θεολογία ἔδωσε δικαίωμα σὲ ἡγουμένους καὶ μοναχοὺς νὰ συμπεριφέρονται ὡς περιοδεύοντες ἐπίσκοποι! Ὤ τῆς συγχύσεως! Τὸ παλαιὸ ἐπιχείρημα τῶν θρησκευτικῶν Ὀργανώσεων ὅτι τάχα ἀναπλήρωναν -καὶ ἀναπληρώνουν- τὶς ἐλλείψεις τῶν Μητροπόλεων σὲ κατηχητικὸ ἔργο καὶ ἐσωτερικὴ ἱεραποστολή, ἐπαναλαμβάνεται στὶς μέρες μας στὸ ἐν λόγῳ σχῆμα μεταξὺ μονῶν καὶ Μητροπόλεων! Καὶ ἡ κορυφαία σχετικὴ εὐθύνη βαρύνει τοὺς ἐπισκόπους καὶ τὶς τοπικὲς Συνόδους, ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ ἐπιλέγουν τοὺς ἐπισκόπους τους ἀπὸ μονὲς μὲ γνήσιο ἡσυχαστικὸ πνεῦμα. Πόσο σημαντικὸ εἶναι, πατέρες μου καὶ ἀδελφοί, τὰ μέλη τοῦ ὅλου ἐκκλησιαστικοῦ Σώματος νὰ γνωρίζουν καὶ νὰ ἀγαποῦν τὴ θεραπευτικὴ ἀγωγή· καὶ ἐπίσκοποι, καὶ κληρικοί, καὶ μοναχοί, καὶ λαϊκοί! Καὶ ἡ κάθε τάξη νὰ γνωρίζει τὰ ὅρια ἀλλὰ καὶ τὶς εὐθύνες της! Τὸ πρόβλημα εἶναι ὅτι σήμερα μᾶς κουράζει ἡ ἡσυχία. Καί, φαίνεται, πὼς περισσότερο κουράζει τοὺς σύγχρονους μοναχούς…

Α. 4. Τὸ κενὸ στὴ σύγχρονη αὐθεντικὴ ἑρμηνευτικὴ τῶν Δογμάτων στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία      

Ἐπιπρόσθετα, γιὰ νὰ ἐπανέλθουμε στὸ θέμα τῆς ἐπιλογῆς τῆς ἐμπειρικῆς αὐτῆς Δογματικῆς τοῦ π. Ρωμανίδη γιὰ τὸ Σεμινάριό μας, ἀντιλήφθηκα τὸ μεγάλο κενὸ ποὺ ἔχουμε οἱ Ὀρθόδοξοι, τὴ σύγχυση ποὺ μᾶς διακατέχει γύρω ἀπὸ τὴν ὀρθὴ ἑρμηνεία τῶν δογμάτων τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀμηχανία ὅταν συναντᾶμε ἀνθρώπους, τόσο Ὀρθοδόξους, ὅσο καὶ ἑτεροδόξους, οἱ ὁποῖοι ζητοῦν ἕνα λόγο θεολογικὸ ἀπὸ ἐμᾶς ποὺ νὰ στηρίζεται πάνω σὲ στέρεες βάσεις, πάνω σὲ μιὰ ἀδιάλειπτη συνέχεια, ποὺ μόνο ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία κατέχει. Κι αὐτὸ νὰ συμβαίνει σὲ μιὰ ἐποχὴ ποὺ οἱ ἑτερόδοξοι ἔχουν ἀντιληφθεῖ ὅτι στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὑπάρχει μία συνέχεια, μία ροὴ ἁγιοπνευματική, μιὰ συνεχὴς παρουσία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ποὺ αὐτοὶ ἔχουν χάσει ἐδῶ καὶ χίλια χρόνια. Δηλαδὴ ἔχουν ἐννοήσει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἔχει τὴν πληρότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅπως ἔλεγε ὁ μακαριστὸς Γέροντας Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ. Ἔχουν καταλάβει ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι ἔχουν Πατέρες ποὺ θεολογοῦν γύρω ἀπὸ τὴν πίστη τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰσαάκ, τοῦ Ἰακώβ, τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Πατέρων μέχρι τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Δαμασκηνό, ἀλλὰ ἔχουν κι ἕνα ἅγιο Συμεὼν τὸν Νέο Θεολόγο τὸν 11ο αἰώνα, ἕναν ἅγιο Νεόφυτο τὸν Ἔγκλειστο τὸν 12ο αἰώνα, τοῦ ὁποίου ὁ φωτισμὸς δὲν ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς φοίτησής του σὲ κάποιο θεολογικὸ πανεπιστήμιο, ἀλλὰ ἀποτέλεσμα τοῦ ἐγκλεισμοῦ του, τῆς μετάνοιας, τῆς καθάρσεως καὶ τῆς προσευχῆς του μέσα σ’ ἕνα σπήλαιο· ἔχουν ἕνα μέγιστο ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ, ἕναν ἅγιο Νικόδημο Ἁγιορείτη, ἕναν ἅγιο Μακάριο Νοταρᾶ, ἕναν ἅγιο Νεκτάριο Πενταπόλεως, ἕναν ἅγιο Σιλουανὸ Ἀθωνίτη, ἕναν ἅγιο Παΐσιο Ἁγιορείτη, ἕναν ἅγιο Πορφύριο Καυσοκαλυβίτη. Καὶ μιλᾶμε γι᾽ αὐτοὺς ποὺ κατέγραψαν τὶς ἁγιοπνευματικὲς ἐμπειρίες τους, ἀφήνοντας ὅλους τοὺς ἄλλους ἁγίους τοῦ αἰώνα μας ποὺ δὲν μᾶς ἄφησαν τέτοια γραπτὰ κείμενα.

Ἀλλὰ κι ἐμεῖς, πόσο θὰ πρέπει νὰ εὐχαριστοῦμε τὸν Θεό, ποὺ παρόλα τὰ χάλια καὶ τὶς ἐλλείψεις μας, μᾶς ἀξίωσε νὰ ἔχουμε ἕναν ἅγιο Παΐσιο, ἕναν ἅγιο Πορφύριο, ἕνα Γέροντα Ἰάκωβο καὶ μᾶς ξελασπώνουν! Γιὰ τοῦτο καὶ εἶναι μεγάλη ἁμαρτία νὰ μὴ μιλᾶμε γιὰ τὴ σύγχρονη ἁγιότητα, τὴν ὥρα ποὺ ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι νὰ ἔχουμε στὸν 20ὸ καὶ 21ο αἰώνα τόσους μεγάλους ἁγίους, ὄχι μόνο στὴν Ἑλλάδα καὶ στὴν Κύπρο, ἀλλὰ καὶ στὴ Ρωσία, στὴ Ρουμανία, στὴ Βουλγαρία, στὴ Σερβία κι ὅπου ὑπάρχει Ὀρθοδοξία! Γιὰ νὰ ἀναδείξει ὁ Θεὸς στὶς μέρες μας ἁγίους τέτοιων ἀναστημάτων σημαίνει ὅτι θέλει νὰ μιλοῦμε γι’ αὐτοὺς καὶ νὰ προσπαθοῦμε νὰ τοὺς μιμηθοῦμε. Διότι ὁ Τριαδικὸς Θεὸς εἶναι μεθεκτὸς καὶ στὸν 20ὸ καὶ στὸν 21ο αἰώνα, καὶ μέχρι τῆς συντελείας τῶν αἰώνων!

Πατέρες μου, ζοῦμε σ’ ἐποχὲς ἀποστολικὲς καὶ θὰ κληθοῦμε κάποια στιγμὴ νὰ ὁμολογήσουμε τὴν πίστη μας. Νὰ σᾶς θυμίσω ὅτι ὁ Γέροντας Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ πρὶν ἀπὸ δεκαετίες εἶχε προειπεῖ ὅτι ὁ αἰώνας μας θὰ εἶναι αἰώνας τῆς ὁμολογίας. Ὡς ἐκ τούτου, γιὰ νὰ ἀποκτήσει κάποιος ὁμολογιακὸ πνεῦμα θὰ πρέπει νὰ καθαρίζει μὲ ἐπιμελημένη μετάνοια τὴν καρδία του ἀπὸ τὰ πάθη, μιμούμενος τὴ μετάνοια τῶν ἁγίων μας. Εἰδάλλως, ἐὰν παραμείνουμε ἐγκλωβισμένοι στὰ θρησκευτικά μας καθήκοντα, ἀδιαφορώντας γιὰ τὴν προσωπική μας θεραπεία, πῶς θὰ βοηθήσουμε τοὺς σημερινοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἔχουν σωρεία προβλημάτων καὶ νέων παθογενειῶν;

Ἄρα ἡ γνώση τῆς Θεολογίας καὶ ἡ ἐμπειρία τῆς ἁγιότητας ἦταν, εἶναι καὶ θὰ εἶναι τὸ κύριο συστατικὸ τῆς θεραπευτικῆς ἀγωγῆς τῆς Ἐκκλησίας μας. Θὰ πρέπει ἐδῶ νὰ ἐπισημάνουμε ὅτι στοὺς πρώτους αἰῶνες τῆς Ἐκκλησίας μας δὲν ἐχειροτονεῖτο κάνεις ἱερέας ἐὰν δὲν περνοῦσε ἀπὸ τὸ στάδιο τῆς καθάρσεως στὸ στάδιο τοῦ φωτισμοῦ. Κι ὅταν λέμε ὅτι στὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους συμμετεῖχαν θεοφόροι Πατέρες κυριολεκτοῦμε: Ἀνάμεσα σ᾽ αὐτοὺς ὑπῆρχαν φωτισμένοι καὶ ἁγιασμένοι ἐπίσκοποι, ποὺ μὲ τὶς ἁγίες καὶ θεόπνευστες ἀποφάνσεις καὶ ἀποφάσεις τους στερέωσαν τὴν Πίστη τῶν Ὀρθοδόξων καὶ ἀντιμετώπισαν ὅλες τὶς αἱρέσεις ποὺ ἤθελαν νὰ ἀλλοιώσουν τὴν ὀρθὴ Πίστη τοῦ λαοῦ.

Πατέρες μου, μία εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ἡ Ὀρθόδοξος, αὐτὴ ποὺ συνεχίζει μέχρι σήμερα νὰ ἀναδεικνύει ἁγίους καὶ ἁγίες. Καμμία χριστιανικὴ αἱρετικὴ ὁμολογία δὲν μπορεῖ νὰ ὀνομαστεῖ Ἐκκλησία. Ἀκόμη καὶ ὁ ὅρος ἑτερόδοξος σημαίνει τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔχει ἄλλες δοξασίες, ποὺ δὲν εἶναι Ὀρθόδοξος, ἀλλὰ αἱρετικός. Κι ἐδῶ φαίνεται ἡ μεγάλη ἀξία τῆς Θεολογίας τοῦ πατρὸς Ἰωάννη Ρωμανίδη, ποὺ συμμετέχοντας κι αὐτὸς ὡς ἀπεσταλμένος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου σὲ διάφορους διαλόγους μὲ τοὺς ἑτεροδόξους, ἐπέμενε ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἡ μία ἁγία καὶ καθολικὴ καὶ καμμία ἄλλη. Ἐπιπροσθέτως τονίζω ὅτι ναὶ μὲν πρέπει νὰ εἴμαστε ὁμολογητὲς τῆς Πίστεώς μας, ἀλλὰ νὰ ἔχουμε διάκριση καὶ νὰ εἴμαστε πολὺ προσεκτικοὶ νὰ μὴν φτάνουμε στὰ ἄκρα, ὅπως κάνουν μερικοὶ ζηλωτὲς ποὺ ἀντιδροῦν καὶ φεύγουν ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ εἰσχωροῦν στοὺς σχισματικοὺς παλαιοημερολογίτες.

Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι θεσμός, ἀλλὰ τὸ Θεανθρώπινο Σῶμα τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ παρατεινόμενο στοὺς αἰῶνες. Ἄρα δὲν μποροῦμε ἐμεῖς, ἐπειδὴ διαφωνοῦμε μὲ τὶς ἀποφάσεις κάποιων ἐπισκόπων, νὰ φεύγουμε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ ἐπαναπαυόμαστε μὲ τὴ δική μας Θεολογία. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία καὶ τὰ λάθη τῶν ἐπισκόπων της τὰ διορθώνουν οἱ ἑπόμενες Σύνοδοι.

Β. Συνοπτικὴ Βιογραφία τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη.

Οἱ πνευματικές του καταβολὲς

Σὲ αὐτὴ τὴν πρώτη φετινὴ Συνάντησή μας θὰ ἐπιχειρήσω νὰ μιλήσω γιὰ τὸν πατέρα Ἰωάννη Ρωμανίδη, οὕτως ὥστε νὰ γνωρίσουμε ποιός εἶναι αὐτὸς ὁ θεολόγος, ποὺ στὶς μέρες μας ἡ Θεολογία του ἀπασχολεῖ τόσο πολὺ τοὺς Ὀρθοδόξους θεολόγους καὶ πάνω σὲ αὐτὴ στηρίζονται οἱ ἐπίσκοποι, οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ λαϊκοὶ ποὺ θέλουν νὰ ὀρθοτομοῦν λόγο ἀληθείας.

Ὁ π. Ἰωάννης ἦταν μικρασιατικῆς καταγωγῆς, ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Ἀραβησσὸ τῆς Καππαδοκίας, καὶ γεννήθηκε στὸν Πειραιᾶ τὸ 1927. Γράφει ὁ ἴδιος: «Οἱ γονεῖς μου ἦσαν ἀπὸ τὴν Ρωμαϊκὴν Καστρόπολιν τῆς Ἀραβησσοῦ τῆς Καππαδοκίας, ὅπου ἐγεννήθη ὁ Ρωμαῖος αὐτοκράτωρ Μαυρίκιος (582-602), ὁ ὁποῖος διώρισεν ὡς Πάπαν τῆς Ρώμης τὸν ἅγιον Γρηγόριον τὸν Μέγαν (590-604) καὶ ὁ ὁποῖος μὲ τὴν σειράν του διώρισεν ὡς πρῶτον ἀρχιεπίσκοπον τοῦ Καντέρμπουρι τὸν Αὐγουστῖνον (597-604). Γεννήθηκα εἰς τὸν Πειραιᾶ, τὰς 2.3.1927…  Ἔφυγα ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα καὶ μετηνάστευσα εἰς τὴν Ἀμερικήν, εἰς τὰς 15 Μαΐου 1927 (εἰς ἡλικίαν 72 ἡμερῶν) μὲ τοὺς γονεῖς μου καὶ ἐμεγάλωσα εἰς τὴν πόλιν τῆς Νέας Ὑόρκης, εἰς τὸ Μανχάταν, εἰς τὴν 46ην ὁδόν, μεταξὺ τῆς 2ας καὶ τῆς 3ης Λεωφόρου. Εἶμαι ἀπόφοιτος τοῦ Ἑλληνικοῦ Κολλεγίου Μπρούκλαϊν, Μασαχουσέτης, τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Γέηλ, Διδάκτωρ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἐθνικοῦ Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Χάρβαρντ (SchoolofArtsandSciences), Ὁμότιμος Καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης καὶ Ἐπισκέπτης Καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Μπαλαμὰντ τοῦ Λιβάνου ἀπὸ τὸ 1970.»

Γεννήθηκε λοιπὸν προσφυγόπουλο ἀπὸ δύο εὐλαβεῖς γονεῖς, τὸν Σάββα ποὺ ἦταν ράφτης καὶ τὴν Εὐλαμπία ποὺ ἦταν οἰκοκυρά, ἀλλὰ καὶ ἀσκήτρια. Ἐπίσης εἶχε μία ἀδελφή, τὴν Παρθενία. Ἡ γλῶσσα ποὺ μιλοῦσαν στὸ σπίτι δὲν ἦταν τὰ ἑλληνικά, ἀλλὰ τὰ τουρκικά, γιατὶ οἱ γονεῖς του ὅπως εἴπαμε ἦταν ἀπὸ τὴν καρδιὰ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ὅπου ἡ ἐπικρατοῦσα γλῶσσα τότε ἦταν ἡ τουρκική. Ὁ ἴδιος ἔλεγε πάντοτε ὅτι τὰ ἑλληνικὰ παρέμειναν ἡ δεύτερή του γλῶσσα.

Ἡ μάνα του Εὐλαμπία ἦταν αὐτὴ ποὺ καθόριζε τὸ πνευματικὸ περιβάλλον τῆς οἰκογένειάς της. Ἦταν αὐτὴ ποὺ τοῦ μετέδωσε ἀπὸ πολὺ νωρὶς τὸ ἀσκητικὸ φρόνημα. Γράφει ὁ ἴδιος: «Θυμᾶμαι, ποὺ ἡ μάνα μου μοῦ ἔλεγε· ‘‘Παιδί μου, ἄνθρωπος ἅγιος μὲ τὸ ζόρι δὲν γίνεται. Πρέπει νὰ τὸ θέλεις!’’» Γιὰ νὰ προσθέσει στὸν λόγο τῆς μητέρας του, «δὲν μπορεῖ βέβαια ἄνθρωπος μὲ τὸ ζόρι νὰ γίνει ἅγιος, ὁ καθένας πρέπει νὰ ἐπιλέξει τὸν δρόμο τῆς ἀσκητικῆς θεραπείας».

Αὐτὸς ὁ λόγος περὶ ἀσκητικῆς θεραπείας τοῦ πατρὸς Ἰωάννη φανερώνει μία συνέχεια καὶ μία ἐμπειρικὴ γνώση Θεολογίας, ποὺ εἶχαν ὅλοι οἱ πιστοὶ ποὺ ἔφθασαν στὸ στάδιο τοῦ φωτισμοῦ. Θυμᾶμαι, κάποτε ρώτησα τὴ μάνα μου τὴ Μηλιά· «Μάνα, τώρα ποὺ ἔγινες 90 ἐτῶν, τί συμβουλὴ θὰ ἔδινες σ᾽ ἐμένα τὸ γιό σου, ποὺ ἀξιώθηκα νὰ γίνω καὶ Δεσπότης;» Μοῦ ἀπάντησε: «Νὰ προσέχεις, γιέ μου, νὰ μὴν γύρει ὁ νοῦς σου!» Δηλαδὴ βλέπουμε ἐδῶ δύο πρωτινὲς μητέρες, μία Μικρασιάτισσα καὶ μία Κύπρια, νὰ κρατοῦν τὸ ἴδιο ἀσκητικὸ Ὀρθόδοξο ἦθος καὶ νὰ σοῦ λένε, πρόσεξε νὰ μὴν περηφανευτεῖς, νὰ μὴν πάρει ὁ νοῦς σου ἀέρα! Ὅλα αὐτὰ ἔχουν θεολογικὴ ἀξία καὶ βάθος. Κι ὅπως ξέρουμε, οἱ πρωτινοὶ ἄνθρωποι γιὰ νὰ ποῦν μιὰ λέξη νήστευαν σαράντα μέρες, ὅπως λέει ὁ λαός μας. Δηλαδὴ ὁ λόγος τους ἦταν ἀποτέλεσμα φωτισμοῦ. Αὐτὸ σημαίνει νήστευαν σαράντα μέρες γιὰ νὰ ποῦν ἕνα λόγο.

Αὐτή, λοιπόν, ἡ γυναίκα, ἡ Εὐλαμπία, ἐνῶ ὅλη μέρα ἔραβε μαζὶ μὲ τὸν ἄντρα της, ταυτόχρονα προσευχόταν. Ἦταν ἄνθρωπος τῆς νοερᾶς προσευχῆς: Προσευ-χόταν μὲ τὴν εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἔκανε καὶ πολλὲς μετάνοιες. Τὴν ἔβλεπε μικρὸ παιδάκι ὁ π. Ἰωάννης καί, σὰν πειραχτήρι ποὺ ἦταν, τῆς ἔλεγε· «Μάνα, τί κάνεις ὅλο μετάνοιες καὶ μετάνοιες;» Κι ἐκείνη τοῦ ἀπαντοῦσε· «Κορόιδευε, Γιαννάκη, κορόιδευε! Μὰ νὰ ξέρεις, παπᾶς θὰ γίνεις ἐσύ!» Δηλαδὴ εἶχε καὶ διορατικὸ χάρισμα ἡ γιαγιούλα μέσα στὴν Ἀμερική!

Ἀργότερα, ὅταν ὁ πατὴρ Ἰωάννης ἀποφάσισε νὰ πάει στὴν Ἑλλάδα, ὁ τότε Ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς Μιχαὴλ τὸν συνέστησε σ’ ἐφοπλιστὲς τῆς Ἀθήνας γιὰ νὰ τὸν ἔχουν Πνευματικό τους. Ὅταν μάλιστα τὸν συνάντησε ὁ ἐφοπλιστὴς Πατέρας, εἶπε χαρακτηριστικά· «Συνάντησα ἕνα νέο Μέγα Βασίλειο!»

Ὅταν ἡ κόρη τῆς Εὐλαμπίας Παρθενία παντρεύτηκε ἕναν ἑτερόδοξο κι αὐτὸς τὴν πῆρε μαζί του στὴ Νέα Ζηλανδία, σηκώθηκε κι ἡ Εὐλαμπία ἀπὸ τὴν Ἀμερικὴ – σημειωτέον ὅτι οἱ γονεῖς τοῦ πατρὸς Ἰωάννη δὲν ἔμαθαν ποτὲ ἀγγλικὰ- καὶ πῆγε στὴ Νέα Ζηλανδία, ὅπου ἔπεισε τὸν γαμπρό της νὰ γίνει Ὀρθόδοξος. Κι ἐπειδή, ἔλεγε, τὸ νὰ εἶσαι Ὀρθόδοξος δὲν ἀρκεῖ νὰ εἶσαι βαπτισμένος, ἀλλὰ πρέπει καὶ νὰ κοινωνᾶς, διενήργησε καὶ ἵδρυσε καὶ Ὀρθόδοξη ἐνορία στὴ Νέα Ζηλανδία!

Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ πατέρα του, μετέβη καὶ ἡ μητέρα του στὴ Θεσσαλονίκη, ἡ ὁποία τελικὰ ἀκολούθησε τὸν μοναχικὸ βίο ἐγκαταβιώνοντας στὴν ἱερὰ μονὴ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου στὴ Σουρωτή, τὴ μονὴ ποὺ πνευματικό της καθοδηγητὴ εἶχε τὸν ὅσιο Παΐσιο τὸν Ἁγιορείτη. Ἔτσι, ἡ Εὐλαμπία μπαίνει κάτω ἀπὸ τὴν πνευματικὴ καθοδήγηση τοῦ μεγάλου τούτου συγχρόνου ἁγίου.

Πρὶν ἀπὸ ἕνα χρόνο, ποὺ ἐπισκέφτηκα τὴν ἐν λόγῳ μονή, μοῦ ἀνέφερε ἡ νῦν ἡγουμένη τοῦ μοναστηριοῦ Φιλοθέη· «Αὐτὴ ἡ γιαγιὰ (ἡ Εὐλαμπία) καλὰ καλὰ ἑλληνικὰ δὲν ἤξερε, ἀλλὰ ἦταν ἡ πρώτη στὶς Ἀκολουθίες, ἡ πρώτη στὴν ὑπακοή, καὶ εἶχε ἀποκτήσει μεγάλο διορατικὸ χάρισμα. Γιὰ παράδειγμα, ὅταν ὁ γέρο-Παΐσιος κάποιες νύχτες ἔκανε τὸν Κανόνα του στὸ κρεββάτι. Καὶ ἡ γιαγιὰ Εὐλαμπία ἀπὸ τὴ Σουρωτὴ τῆς Θεσσαλονίκης τὸν ἔβλεπε μὲ τὰ μάτια τῆς καρδιᾶς -κι ὄχι μὲ τὰ μάτια τους σώματός της- μέσα στὸ κελλί του τί ἔκαμνε. Κι ὅταν συναντήθηκαν ἀργότερα, τοῦ τὸ εἶπε· ὁ ἅγιος Παΐσιος ἔλεγε μὲ θαυμασμὸ· ‘‘Κοίτα νὰ δεῖς, αὐτὴ ἡ γιαγιὰ ποὺ ἦρθε ἀπὸ τὴν Τουρκιὰ καὶ τὴν Ἀμερικὴ νὰ ἔχει καὶ τηλεόραση πνευματικὴ καὶ νὰ μὲ παρακολουθεῖ τί κάνω στὸ Ἅγιον Ὄρος!’’ Καὶ ὅλες οἱ καλόγριες ἔμειναν ἔκπληκτες μὲ τὰ χαρίσματα τῆς γιαγιᾶς Εὐλαμπίας.»

Αὐτὰ ἐπιβεβαιώνουν ὅτι τὴ βαθύτερη ἐσωτερικὴ ζωὴ μπορεῖ νὰ τὴν κατέχει κι ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος τοῦ λαοῦ, φθάνει νὰ εἶναι ἐντὸς τοῦ πλαισίου τῆς αὐθεντικῆς ἡσυχαστικῆς καὶ θεραπευτικῆς ἐκκλησιαστικῆς μας ζωῆς καὶ παράδοσης. Καὶ οἱ Ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ γονεῖς, ζώντας μέσα σὲ τούτη τὴ θεραπευτική μας παράδοση, πρέπει νὰ ἔχουν σὰν σκοπὸ νὰ μάθουν στὰ παιδιά τους νὰ προσεύχονται, νὰ μετανοοῦν, νὰ συγχωροῦν, κι ὄχι πῶς νὰ ἀποκτήσουν ἐπίγεια φήμη καὶ ἐπίγειο πλοῦτο. Οἱ πρωτινοὶ Ὀρθόδοξοι κύριο μέλημά τους εἶχαν νὰ μεταδώσουν μὲ τὴ βιοτή τους στὰ παιδιά τους τὴ θεραπευτικὴ ἀγωγὴ τῆς Ἐκκλησίας μας, χωρὶς πολλὰ λόγια καὶ θεωρίες, ἥσυχα καὶ ἁπλά, ἐφαρμόζοντας πρῶτα οἱ ἴδιοι στὴ ζωή τους τὴ θεραπεία αὐτή.

Ἀντιλαμβάνεστε, λοιπόν, ποιά ἦταν ἡ καταγωγὴ τοῦ πατρὸς Ἰωάννη Ρωμανίδη καὶ εἰδικὰ ἡ ἁγία μάνα του τί πνευματικὰ γονίδια τοῦ κληρονόμησε, ποὺ καθόρισαν καίρια τὴ ζωή του. Νὰ ὑπενθυμίσουμε ἐδῶ καὶ τὴ σχετικὴ θεόπνευστη διδασκαλία τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Πορφυρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου γιὰ τὸ πόσο τὰ γονίδια ἐπηρεάζουν τὰ παιδιά μας καὶ θετικὰ καὶ ἀρνητικά. Ὁ π. Ἰωάννης ἦταν ἔγγαμος κι εἶχε δύο κόρες.

Μεγάλη στιγμὴ γιὰ τὸν πατέρα Ἰωάννη στὴν πορεία τῶν πολλῶν σπουδῶν του ἦταν ὅταν ἀπέκτησε καθηγητή του τὸν μεγαλύτερο ρῶσο θεολόγο τοῦ 20οῦ αἰώνα, π. Γεώργιο Φλωρόφσκι, ὁ ὁποῖος παρέμεινε γι᾽ αὐτὸν πάντα τὸ μεγάλο του πρότυπο.

Ὁ π. Ἰωάννης εἶχε πολὺ μεγάλη ἀγάπη νὰ μελετᾶ, ἐκτὸς ἀπὸ τὴ Δογματική, καὶ τὴν Ἱστορία εὐρύτερα. Μάλιστα συχνὰ ἔλεγε ὅτι εἶναι ἱστορικὸς καὶ τόνιζε ὅτι δὲν μπορεῖς νὰ μάθεις Ὀρθόδοξη Θεολογία ἐὰν δὲν γνωρίζεις πολὺ καλὰ τὴν Ἱστορία τῶν Δυτικῶν, τῶν Ἀνατολικῶν καὶ τοῦ Ἰσλάμ. Ἀκόμη, μὲ ἐξέπληξε καὶ μία πρωτοπορειακὴ γιὰ τὴν ἐποχή του μελέτη, μὲ τίτλο, «Ἡ ἀνθρωπολογία τοῦ Μεγάλου Εὐχολογίου». Σκεφτεῖτε ἀκόμα πόσο μπροστὰ ἀπὸ τὴν ἐποχή του ἦταν αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος, ὅταν τὸ 1955 ἐξεπόνησε τὴ μεταπτυχιακή του Διπλωματικὴ ἐργασία μὲ θέμα τὸν Ἰσλαμισμό. Κι αὐτό, γιατὶ ἀπὸ πολὺ νωρὶς ἀντιλήφθηκε ὅτι τὸ Ἰσλὰμ ἀνεβαίνει, διότι κατεβαίνει ὁ Δυτικὸς χριστιανισμὸς καὶ θὰ διεκδικήσει νὰ τὸν ἀντικαταστήσει. Κάτι ποὺ βλέπουμε σήμερα νὰ συμβαίνει στὶς μεγάλες πόλεις τῆς Εὐρώπης καὶ τῆς Ἀμερικῆς, ποὺ γέμισαν τζαμιά, ἐπειδὴ ὁ Δυτικὸς χριστιανισμὸς ἀποδείχθηκε ψεύτικος. Καὶ ὁ νέοι ἄνθρωποι σοῦ λένε, τί νὰ πάω σὲ αὐτὴ τὴν ψευτιά, σὲ αὐτὴν τὴν κοροϊδία; Κι ἅμα δὲν ὑπάρχει δίπλα τους ζωντανὴ Ὀρθοδοξία κι ἕνας παπᾶς ποὺ νὰ ἔχει τὸ πνεῦμα τῆς Εὐλαμπίας, ποῦ θὰ πάει ὁ νέος; Ἢ στὸν γκουροῦ ἢ στὸν χότζα! Διότι ἡ ψυχὴ ἐκ φύσεως ἀναζητᾶ πνευματικὴ ἐμπειρία. Κι ἂν δὲν ὑπάρχει ἕνας Ὀρθόδοξος πνευματικὸς χῶρος νὰ τῆς δώσει τὴν ἐμπειρία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, θὰ πάει ἀναπόφευκτα στὶς διάφορες θανατηφόρες μεταφυσικές.

Ὅπως κάποιοι ἀπό σᾶς θὰ γνωρίζετε, τὸ θέμα τῆς διδακτορικῆς διατριβῆς τοῦ π. Ρωμανίδη ἦταν «Τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα», ποὺ ἐκδόθηκε ἀργότερα. Ὅταν διάβασα τὸ ἔργο αὐτὸ ὡς φοιτητὴς (ἦταν τὸ 1983), τόση μεγάλη ἐντύπωση μοῦ ἔκανε, ποὺ πῆγα στὰ βιβλιοπωλεῖα ν’ ἀγοράσω κι ἄλλα βιβλία τοῦ Ρωμανίδη, νομιζόμενος ὅτι ἐξέδωσε πολλά. Καὶ θυμᾶμαι ποὺ ὁ κ. Γρηγόρης τῶν ἐκδόσεων «Γρηγόρη», ἐκεῖ στὴ Σόλωνος, μοῦ εἶπε μὲ πικρὴ εἰρωνία· «Ἄκουσε, παιδί μου. Μιὰ φορὰ ‘‘ἁμάρτησε’’ ὁ Ρωμανίδης μὲ τὸ βιβλίο του ‘‘Προπατορικὸ ἁμάρτημα’’! Οἱ Νεοέλληνες δυστυχῶς δὲν τὸν καταλαβαίνουν! Ἔγραψε ὅμως ἀκόμα ἕνα βιβλίο, τὸ ‘‘Ρωμιοσύνη’’, ἀλλὰ δὲν εἶναι θεολογικό, εἶναι ἱστορικὸ βιβλίο.» Τὸ ἀγόρασα ὅμως κι αὐτό!

Β. 2. Ὁ π. Ἰωάννης ὡς διδάσκαλος τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας.

Τὸ πνευματικὸ κλίμα τῆς ἐποχῆς του

Ὅπως εἴπαμε, ἦρθε στὴν Ἑλλάδα, ἀφοῦ ἡ Ἑλλάδα εἶναι ὁ ἀγαπημένος προορισμὸς κάθε Ἕλληνα, νομιζόμενος ὅτι ἐκεῖ θὰ βρεῖ μιὰ Ὀρθοδοξία πιὸ δυνατὴ ἀπὸ τὴν Ἀμερική, μιὰ Θεολογία πιὸ δυνατὴ ἀπὸ αὐτὴ τῶν καθολικῶν καὶ προτεσταντῶν καθηγητῶν ποὺ ἤξερε. Καὶ βρῆκε τὴ Θεολογία τῶν θρησκευτικῶν Ὀργανώσεων, τῆς «Ζωῆς» καὶ τοῦ «Σωτῆρος», ποὺ ἦταν γεμάτη ἀπὸ ἠθικολογίες, εὐσεβισμοὺς καὶ συνθήματα. Ψέγοντας τὴν ἐν Ἑλλάδι δοκησισοφία, τὴν ἡμιμάθεια καὶ τὴν προχειρότητα στὶς τοποθετήσεις ἔλεγε: «Τώρα μιλάω ἐδῶ ὡς ἕνας Ἀμερικάνος, πῶς νὰ τὸ ποῦμε; Ἐγὼ ἔχω μεγαλώσει στὴν Ἀμερική. Ἐμεῖς ἔχουμε μιὰ μεθοδολογία ἐρεύνης, ποὺ στὴν Ἑλλάδα δὲν τὴν καταλαβαίνουν, ὄχι μόνον οἱ θεολόγοι, ἀλλὰ οὔτε καὶ οἱ φιλόλογοι. Βλέπω καὶ οἱ φιλόλογοι καὶ αὐτοὶ εἶναι ὅλοι συνθηματολόγοι ἐδῶ στὴν Ἑλλάδα. Αὐτοὶ ποὺ καταλαβαίνουν εἶναι οἱ ἄνθρωποι τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν.»

Ἐπίσης ἔκανε μιὰ ἐπισήμανση, ποὺ ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες, εἴτε εἴμαστε στὴν Κύπρο, εἴτε στὴν Ἑλλάδα, πρέπει νὰ τὴν προσέξουμε. «Οἱ Ἀμερικανοὶ εἶναι πραγματιστὲς καὶ ὄχι ἰδεολόγοι. Ὁ Ἀμερικανὸς στὸ κάθε τὶ ποὺ κάνει, προσπαθεῖ νὰ βρεῖ μιὰ σωστὴ περιγραφικὴ ἀνάλυση, νὰ περιγράψει κάτι σωστὰ καὶ μετά, βάσει αὐτῆς τῆς σωστῆς περιγραφικῆς ἀναλύσεως, νὰ ἐφαρμόσει μιὰ μεθοδολογία γιὰ νὰ φέρει κάποιο ἀποτέλεσμα. Καὶ αὐτὸ τὸ ἀποτέλεσμα γιὰ τὸν Ἀμερικανὸ εἶναι ἡ ἀλήθεια… (Ἂν δὲν ἔχει ἐπιτυχία) δὲν εἶναι ἀληθές, εἶναι κάτι τὸ ψεύτικο καὶ πρέπει νὰ ξαναρχίσουμε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ γιὰ νὰ βροῦμε πῶς θὰ πετύχουμε τὸν σκοπό. Αὐτὸ γίνεται σ᾽ ὅλους τοὺς κλάδους. Δὲν εἶναι κανένας κλάδος, ποὺ νὰ μὴν ἔχει κριτήριο τῆς ἀλήθειας τὴν ἐπιτυχία. Στὴν Ἀμερικὴ τουλάχιστον μεγαλώνουμε κατ᾽ αὐτὸ τὸν τρόπο, ὥστε προοριζόμαστε δηλαδὴ γιὰ ἔρευνα καὶ τέτοια πράγματα. Ὅταν ἀκούσης κάτι, οὔτε θὰ τὸ δεχτεῖς, οὔτε θὰ τὸ ἀπορρίψεις. Αὐτὸ ποὺ ἀκοῦς, θὰ τὸ ἀκούσης μὲ ἐνδιαφέρον. Ἐδῶ στὴν Ἑλλάδα ὁ Ἕλληνας ἔχει διαμορφωθεῖ κατὰ τέτοιο τρόπο, ποὺ ἀμέσως σπεύδει νὰ λάβει θέση. Καὶ μένα μοῦ ἔκανε ἐντύπωση ὅταν πρωτοήλθα εἰς τὴν Ἑλλάδα, μόλις ἀνοίξεις τὸ στόμα σου καὶ πεῖς κάτι, ὁ Ἕλληνας αἰσθάνεται ὑποχρεωμένος νὰ λάβει θέση. Ἔχει γίνει ψυχοπαθής. Ἐξ ἀπόψεως ἑνὸς ξένου ὁ Ἕλληνας εἶναι ψυχοπαθής. Διότι ἕνας ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος αἰσθάνεται τὴν ὑποχρέωση μόλις ἀκούση κάτι νὰ λάβη θέση ὑπὲρ ἢ κατά, κάτι δὲν πάει καλὰ στὸ μυαλὸ αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν πάει καλά, διότι ἅμα ἀκούσεις κάτι, τὸ σωστὸ εἶναι νὰ τὸ ἀκούσεις μὲ πολὺ ἐνδιαφέρον, νὰ τὸ σημειώσης καὶ μετὰ νὰ μάθης ὅσο περισσότερα γι᾽ αὐτὸ ποὺ λέει ἐκεῖνος καὶ μετὰ νὰ ἀναστείλεις τὴν κρίση σου μέχρις ὅτου ἠμπορεῖς νὰ τὸ ἐλέγξης. Καὶ γιὰ νὰ ἐλέγξης κάτι πρέπει νὰ μάθης πάρα πολλὲς πληροφορίες, ἀλλὰ καὶ ἑρμηνευτικὰ κλειδιά. Διότι πῶς θὰ τὸ ἐλέγξης ἂν δὲν ἔχεις ἑρμηνευτικὰ κλειδιά;»

Ὁ π. Ἰωάννης δίδαξε ὡς καθηγητὴς στὴ Θεσσαλονίκη ἀπὸ τὸ 1970 μέχρι τὸ 1987 ποὺ συνταξιοδοτήθηκε. Ἐδῶ νὰ σημειώσουμε ὅτι ὅταν ὁ πατὴρ Ἰωάννης ἄρχισε νὰ διδάσκει στὸ Πανεπιστήμιο ἔγινε σεισμός. Ἔτρεχαν δηλ. οἱ φοιτητὲς ἀπ’ ὅλες τὶς Σχολὲς τῆς Θεσσαλονίκης, καὶ Νομικῆς καὶ Ἰατρικῆς κ.ἄ., νὰ τὸν ἀκούσουν, διότι κατάλαβαν ὅτι ἡ Θεολογία του κομίζει κάτι τὸ διαφορετικό. Πήγαιναν ν’ ἀκούσουν τὸν Ἀμερικάνο -ἔτσι τὸν ἔλεγαν. Μάλιστα τοῦ ἔδωσαν κι ἕνα ἐπίθετο: ‘‘Fathermidnight” (ὁ «Πατέρας μεσάνυχτα»), γιατὶ ὅταν δίδασκε, τόσο τὸν συνέπαιρνε ὁ θεολογικὸς λόγος, ποὺ μποροῦσε νὰ μιλᾶ γιὰ 4 ὧρες καὶ δὲν ἔφευγε κανείς.

Φοιτητής του τὸν θυμᾶται νὰ περπατᾶ μέσα στοὺς διαδρόμους τῆς Σχολῆς καὶ νὰ τοῦ λέει, «καλημέρα, πατέρα Ἰωάννη», καὶ αὐτὸς νὰ μὴν τοῦ ἀπαντᾶ, ἀλλὰ κάποια στιγμὴ νὰ κοντοστέκεται καὶ νὰ στρέφεται πίσω καὶ νὰ τοῦ λέει, «παιδί μου, μοῦ εἶπες χαίρετε;» «Μάλιστα, πάτερ!» «Τότε, χαίρετε κι ἀπὸ ἐμένα!» «Δὲν μὲ προσέξατε;» «Ὄχι, παιδί μου, ἀσχολούμουν μὲ τὸ ‘‘Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν μέ’’». Ἦταν ἴσως ἡ μοναδικὴ φορὰ ποὺ προδόθηκε ὅτι προσευχόταν νοερὰ καὶ δὲν τὸν ἐνδιέφεραν τόσο πολὺ οἱ εὐγένειες, οὔτε οἱ καθωσπρεπισμοί, διότι εἶχε ἐσωτερικὴ ἐργασία, ἀφοῦ ἦταν γιὸς τῆς Εὐλαμπίας.

Καταλαβαίνετε τί κλίμα δημιουργήθηκε γύρω ἀπὸ αὐτὸ τὸν ἄνθρωπο, τὸν ὁποῖο μάλιστα ἀγάπησαν πάρα πολὺ καὶ παλαιοὶ ἁγιορεῖτες, ὅπως ὁ ἅγιος Παΐσιος, ὁ Γέροντας Ἐφραὶμ ὁ Κατουνακιώτης, ὁ Γέροντας Ἰωσὴφ ὁ Ἡσυχαστής, ὁ Γέροντας Ἰωσὴφ ὁ Βατοπεδινός, ἡ Γερόντισσα Μακαρία τῆς Νέας Μάκρης, ὁ Φώτης Κόντογλου, ὁ πατὴρ Φιλόθεος Ζερβάκος, ὁ Γέροντας Ἀμφιλόχιος Μακρῆς κ.ἄ. Κι ἂν ἀκόμη ρωτήσετε μερικοὺς συγχρόνους ἐπισκόπους τί Θεολογία γνωρίζουν, θὰ σοῦ ποῦν πὼς ὅ,τι μάθανε τὸ ὀφείλουν στὸν Ρωμανίδη.

Κάτι ποὺ πρέπει νὰ σημειώσουμε εἶναι ὅτι στὰ μαθήματά του δὲν ἔλεγε ποτὲ «ὅπως εἶπε ὁ τάδε ἀκαδημαϊκὸς θεολόγος, ὁ τάδε Δυτικὸς θεολόγος», ἀλλὰ ἀνέφερε ὀνόματα ἀγνώστων Γερόντων, ἀσκητάδων καὶ γριῶν. Τὸν μόνο ποὺ ὀνόμαζε ἐπώνυμα ἦταν τὸν πατέρα Θεόκλητο Διονυσιάτη.

Ἡ μεγάλη του ἀγωνία ἦταν νὰ ἀπαλλαγεῖ ἡ ἑλληνικὴ Θεολογία ἀπὸ τὸν εὐσεβισμὸ τῶν Ὀργανώσεων καὶ ἡ Ἀμερικὴ νὰ ἀποκτήσει ἔστω καὶ ἕνα μοναστήρι μὲ ἁγιορείτικο τυπικό. Ἕνα μοναστήρι ἡσυχαστικό, ποὺ νὰ ἀσχολεῖται μὲ τὴν προσευχή, τὴν κάθαρση, τὸν φωτισμὸ καὶ τὴν ἁγιότητα καὶ νὰ εἶναι ἀνοικτὸ γιὰ τὸν κόσμο, γιὰ νὰ μεταδίδει αὐτὸ τὸ πνευματικὸ ἐνδιαφέρον στοὺς προσκυνητές του. Σὲ μία ἀπὸ τὶς ἐπιστολές του στὸν πατέρα Θεόκλητο Διονυσιάτη (ἔτος 1958) ἔγραφε: «Ὁ νοῦς μου εὑρίσκεται πάντοτε εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ μὲ κάθε εὐκαιρίαν προσπαθῶ νὰ διαφωτίσω τοὺς γνωστούς μου περὶ αὐτοῦ. Πιστεύω ἀκραδάντως ὅτι ἡ ζωντάνευσις τῆς Ὀρθοδοξίας θὰ ἐπέλθη μόνον διὰ τῆς ἀναστυλώσεως τοῦ μοναχικοῦ μας βίου. Ἀκριβῶς ἐπειδὴ ἡ ἐν κόσμῳ Ἐκκλησία ἀπεκόπη τῆς μοναχικῆς παραδόσεως, ἐσημειώθη ἐπὶ τῶν ἡμερῶν μας ἡ γνωστὴ κατάπτωσις τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ὁ σατανᾶς ἔχει τόσον πολὺ διαστρέψει τὴν Θεολογίαν τῶν αἱρετικῶν καὶ τῶν ἐκ τῆς Δύσεως ἐπηρεασμένων δῆθεν ὀρθοδόξων, ὥστε νὰ νομίζουν τινὲς ὅτι ἡ σωτηρία δὲν εἶναι ἀπὸ τὸ κράτος καὶ τὰς χεῖρας τοῦ ἐχθροῦ, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν Θεόν. Ὁ Θεὸς ἔγινεν ἄνθρωπος διὰ νὰ μᾶς σώση ἀπὸ τὸν ἑαυτόν Του! Διὰ τοῦτο εἰς τὴν Δύσιν ἐξέλιπεν ἡ ἀσκητικὴ ζωή. Οὔτε νηστεύουν, οὔτε προσεύχονται πολύ. Μόνον ἀναζητοῦν τὴν εὐδαιμονίαν. Ἡ κατάπτωσις τῆς μοναχικῆς μας ζωῆς δὲν ὀφείλεται, ὡς νομίζουν τινές, εἰς ἔλλειψιν ἀφωσιωμένων νέων. Ὑπάρχουν πολλοὶ νέοι ποὺ ἀφοσιώνονται εἰς τὴν Ἐκκλησίαν. Ἐπειδὴ ὅμως ἔχουν διεστραμμένην ἀντίληψιν περὶ σωτηρίας, προορισμοῦ καὶ ἁμαρτίας, διὰ τοῦτο ἀντὶ νὰ πᾶνε στὰ Μοναστήρια πηγαίνουν στὴν «Ζωήν», ἢ γίνονται κοσμοκαλόγηροι, δηλαδὴ κοσμικοὶ Ἀρχιμανδρίται καὶ δυστυχῶς, σήμερα ἀπὸ αὐτοὺς βγαίνουν οἱ Ἐπίσκοποι. Ὅταν ὑπάρχη ἐσφαλμένη Θεολογία, τότε ὁ Χριστιανισμὸς καταντᾶ δράσις. Διὰ τὴν περὶ Ἐκκλησίας Θεολογίαν τῶν σημερινῶν μας Θεολόγων, ἡ μόνη ἀπόδειξις ὅτι δὲν ἀπέθανεν ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ὁ ‘‘ Ἑλληνοχριστιανικὸς πολιτισμὸς’’ καὶ ἡ δράσις τῆς ‘‘Ζωῆς’’. Ἡ ‘‘Ζωὴ’’ εἶναι ἀναγκαία διὰ τὴν περὶ Ἐκκλησίας Θεολογίαν τῶν θεολόγων, τῶν κλινόντων πρὸς τὴν Δύσιν. Δι’ αὐτοὺς ἡ ἔλλειψις τῆς ‘‘Ζωῆς’’ εἶναι ἀπόδειξις ὅτι ἐξέπνευσεν ἐντελῶς ἡ Ὀρθοδοξία. Τώρα ἤδη ἤρχισεν ἡ ‘‘Ζωὴ’’ νὰ κατακτᾶ ἔδαφος ἐδῶ εἰς τὴν Ἀμερικὴν καὶ θὰ καρποφορήση, διότι ὅλη ἡ ἐδῶ ζωὴ εἶναι ἐν τῷ κόσμω δράσις καὶ τίποτε ἄλλο. Ὁ μοναχικὸς βίος τῶν ἑτεροδόξων ἐδῶ εἶναι μεστὰ δράσεως τάγματα, ποὺ καταγίνονται μὲ ὁτιδήποτε ἐκτὸς ἀπὸ ἄσκησιν πνευματικήν, ὡς τὴν ἐκλαμβάνει ἡ Ὀρθόδοξος παράδοσις. Λοιπὸν μέσα εἰς τὸ καλούπι τοῦτο χωρεῖ ἄριστα ἡ κίνησις τῆς ‘‘Ζωῆς’’. Δυστυχῶς δὲν ἔχομεν ἐδῶ οὔτε ἕνα ἀσκητὴν ἢ Μοναστήρι καὶ δὲν ὑπάρχει κανένα παράδειγμα ζωντανὸν Ὀρθοδόξου ζωῆς. Ἑπομένως, ὁ τύπος εὐσεβείας ‘‘Ζωῆς’’ ὁμοιάζει τόσον πολὺ μὲ τὴν εὐσέβειαν τῶν ἑτεροδόξων, ὥστε θὰ κάμη θραῦσιν ἐὰν ριζωθῆ. Θὰ ἤθελα νὰ μάθω τὴν γνώμην Σου περὶ τῶν δυνατοτήτων μεταφυτεύσεως μιᾶς μοναστικῆς κοινότητος ἐκ 5-10 Μοναχῶν ἐπὶ ἀμερικανικοῦ ἐδάφους. Ἐὰν δὲν γίνη κάτι τέτοιο ἡ Ὀρθοδοξία θὰ ἐκλείψη ἐδῶ ἢ θὰ μεταμορφωθῆ σὲ κάτι ἄλλο, ὅπως ἤδη ἔχει γίνει εἰς μεγάλον βαθμόν. Προσεπάθησα στὸ βιβλίον μου νὰ πῶ αὐτὰ ποὺ λὲς καὶ Σὺ στὸ ἰδικόν Σου, ἀλλὰ ἐδῶ κανεὶς δὲν τὸ καταλαβαίνει. Βλέπεις οἱ Ἕλληνες ἐδῶ ἔχουν ἀφομοιωθῆ μὲ τὸν εὐδαιμονισμὸν τῆς Δύσεως καὶ εἰς τὰ μάτια τοὺς ὁ εὐδαιμονισμὸς εἶναι θέλημα Θεοῦ. Λοιπὸν τί θὰ πάη νὰ κάμη ἐπάνω στοὺς βράχους μὲ ὁλονυκτίες καὶ τὰ λοιπά; Θὰ ἤθελα πολὺ νὰ ἀλληλογραφῶμεν. Νομίζω ὅτι θὰ λυπηθῆ ὁ διάβολος ποὺ δὲν μᾶς ἀρέσει ὁ χριστιανισμὸς ποὺ προωθεῖ, ἀλλὰ τί νὰ γίνη; Δὲν ἠμπορεῖ κανεὶς νὰ ἀρέση εἰς αὐτὸν ὅταν θέλη νὰ ἀρέση στὸν Θεόν. Ὡραία περιγράφει ὁ ἅγιος Συμεὼν ὁ νέος Θεολόγος πῶς ὁ σατανᾶς βοηθεῖ εἰς τὴν προσευχὴν καὶ στὰ καλὰ ἔργα ὡρισμένων.»

Καὶ τὸν ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ ἐκπληρωθεῖ αὐτὸς ὁ πόθος καὶ ἡ προσευχή του αὐτή, ἔστω καὶ μετὰ τὴν κοίμησή του, ἀφοῦ τώρα στὴν Ἀμερικὴ ὁ γνωστὸς Γέροντας Ἐφραὶμ Φιλοθεΐτης καὶ τώρα Ἀριζόνας, ἔχει φτιάξει 20 μοναστήρια. Ἀκόμη, ἄλλα πολλὰ ἔχουν ἱδρύσει οἱ Ρῶσοι, οἱ Ρουμάνοι κ.ἄ. Κι ἔτσι σήμερα σὲ ὅλη τὴν ἀμερικανικὴ ἤπειρο ὑπάρχουν δεκάδες μοναστήρια, ποὺ προξενοῦν μεγάλη ὠφέλεια στὸν κόσμο.

Ὁ πατὴρ Ἰωάννης πολεμήθηκε πάρα πολύ, εἴτε γιατὶ πολέμησε τὶς θρησκευτικὲς Ὀργανώσεις καὶ τὴν ἐκκοσμίκευση τῶν ἐπισκόπων, τοῦ μοναχισμοῦ καὶ τῶν ἐνοριῶν, εἴτε γιατὶ ἄλλοι τὸν φθονοῦσαν καὶ τὸν ζήλευαν. Προσωπικὰ θυμᾶμαι πού, ὅταν ἔλεγα στοὺς καθηγητές μου στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ ὅτι διαβάζω Ρωμανίδη, ἄλλος ἔφευγε μὲ ἕνα χαμόγελο, ἄλλος σοῦ ἔλεγε, «μὰ διαβάζεις ἕναν κομμουνιστή;», κι ἄλλος σοῦ ἔλεγε, «μὰ διαβάζεις ἕναν φασίστα;» Ὅ,τι βόλευε τὸν καθένα, τοῦ ἔβαζε μιὰ ρετσινιά…

Γ. Οἱ προϋποθέσεις θεοπνευστίας τῶν ἀποφάσεων στὶς Συνόδους τῶν Ἐπισκόπων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας

Θὰ ἤθελα, σὰν κατακλείδα στὴν ἐναρκτήρια μου αὐτὴ εἰσήγηση γιὰ τὸ πρόσωπο καὶ τὸ ἔργο τοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, νὰ παραθέσω ἕνα βαρυσήμαντο κείμενό του, ἰδιαίτερα ἐπίκαιρο στὶς μέρες μας. Αὐτὸ ἀναφέρεται στὸ τί ἐστὶ Ἐκκλησία καὶ τί Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, καὶ τὸ εἶχε γράψει μὲ ἀφορμὴ τὶς πρὸ δεκαετιῶν προπαρασκευὲς ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο τῆς Μεγάλης Πανορθοδόξου Συνόδου, ποὺ κατέληξε στὴ φετεινὴ (2016) Σύνοδο τῆς Κρήτης.

 «Ἡ βασικὴ προϋπόθεση ὄχι μόνο τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἀλλὰ καὶ Τοπικῶν Συνόδων, εἶναι ὅτι ἐκεῖνοι ποὺ συνεδριάζουν σὲ Τοπικὴ Σύνοδο ἢ σὲ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο εἶναι ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι τουλάχιστον βρίσκονται στὴν κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ. Ἀλλὰ ἡ κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ δὲν ἀρχίζει ὅταν ποῦν τὴν ἐναρκτήριο προσευχὴ μίας Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Δὲν ἀρχίζει τότε ὁ φωτισμός… Τουλάχιστον ἡ πλειοψηφία ἀπὸ τοὺς Ἐπισκόπους ἐκεῖνα τὰ χρόνια ἦταν τουλάχιστον σὲ κατάσταση φωτισμοῦ καὶ ἴσως εἶχαν περάσει πρὸς τὴν  θέωση κάποτε κάποτε μερικοί. Ἀλλὰ ἦταν ἄνθρωποι ποὺ αὐτὰ τὰ θέματα ποὺ συζητοῦμε τὰ ξέρανε πολὺ καλά…

Τώρα, ἂν συνέλθουν ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος ἑκατὸ Ἐπίσκοποι καὶ κανεὶς δὲν βρίσκεται σὲ κατάσταση φωτισμοῦ καί, ὄχι μόνο δὲν εὑρίσκονται σὲ αὐτὴ τὴν κατάσταση, ἀλλὰ οὔτε καὶ ξεύρουν τί εἶναι αὐτὴ ἡ κατάσταση, δὲν ἔχουν ἀκούσει ποτὲ γιὰ νοερὰ εὐχὴ καὶ ἀδιάλειπτη εὐχὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στὴν καρδιὰ καὶ δὲν ἔχουν συναντήσει ποτὲ ἕναν Πνευματικὸ Πατέρα, πού ἔχει πνευματικὰ τέκνα ποὺ ἔχουν αὐτὴν τὴν πνευματικὴ κατάσταση, εἶναι δυνατὸν οἱ ἑκατὸν αὐτοὶ νὰ βγάλουν Ὀρθόδοξες ἀποφάσεις; Τὸ θέτω τὸ θέμα…

Ἡ Τοπικὴ Σύνοδος θεωρεῖται θεόπνευστος κατὰ τὶς ἀποφάσεις της, ὅταν συμφωνεῖ μὲ τὴν Παράδοση, ὅταν δηλαδὴ συμφωνεῖ μὲ τὴν διαγνωστικὴ καὶ θεραπευτικὴ ἀγωγὴ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἔχει τὴν θεολογικὴ ἐκείνη παράδοση, ποὺ συντελεῖ σὲ αὐτά. Διερωτᾶται κανεὶς ἀπὸ αὐτῆς τῆς ἀπόψεως, ἂν συνέλθει σήμερα ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία σὲ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, τί ἀποτέλεσμα θὰ βγάλει; Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὑπάρχουν ὁρισμένοι Ὀρθόδοξοι θεολόγοι, οἱ ὁποῖοι ἔχουν μεγάλες ἀμφιβολίες καὶ δισταγμοὺς γι᾽ αὐτὴ τὴν συγκληθησομένη Οἰκουμενικὴ ἢ Μεγάλη Σύνοδο…

Σήμερα, ὅμως, ποὺ σπανίζει ἡ νοερὰ προσευχὴ στοὺς Ἐπισκόπους, ἂν συνέλθει μία Σύνοδος ἐξ Ἐπισκόπων καὶ σηκωθοῦν κατὰ τὴν ἔναρξη νὰ ποῦν ὅλοι μαζί: ‘‘Βασιλεῦ Οὐράνιε, Παράκλητε, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ πανταχοῦ παρὼν καὶ τὰ πάντα πληρῶν…’’, θὰ ἔλθει ὁπωσδήποτε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο νὰ τοὺς φωτίσει; Ἐπειδὴ δηλαδὴ εἶναι κανονικοὶ Ἐπίσκοποι καὶ συνέρχονται σὲ Σύνοδο καὶ κάνουν προσευχή; Ὅμως δὲν ἐνεργεῖ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο ἔτσι, μόνο δηλαδὴ κάτω ἀπὸ αὐτὲς τὶς προϋποθέσεις. Χρειάζονται καὶ ἄλλες. Χρειάζεται ὁ προσευχόμενος νὰ ἔχει ἤδη ἐνεργουμένη τὴν νοερὰ προσευχὴ μέσα του, ὅταν προσέρχεται στὴν Σύνοδο, γιὰ νὰ τὸν φωτίσει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ. Στὶς ψευδο-συνόδους οἱ προσερχόμενοι δὲν εἶχαν αὐτὴν τὴν προσευχητικὴ κατάσταση. Οἱ παλαιοὶ Ἐπίσκοποι ὅμως εἶχαν τέτοια πνευματικὴ ἐμπειρία καί, ὅταν προσήρχοντο ὡς Σῶμα, ἤξεραν τί τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο τοὺς πληροφοροῦσε μέσα στὴν καρδιὰ γιὰ ἕνα συγκεκριμένο θέμα. Καί, ὅταν ἔβγαζαν ἀποφάσεις, ἤξεραν ὅτι οἱ ἀποφάσεις τους ἦταν σωστές. Διότι εὑρίσκοντο σὲ κατάσταση φωτισμοῦ, ἐνῶ ὁρισμένοι ἀπὸ αὐτοὺς εἶχαν φθάσει καὶ στὸν δοξασμό, δηλαδὴ τὴν θέωση.»

Εἶναι γι᾽ αὐτὸ ποὺ ἔλεγε προφητικὰ λίγο πρὶν κοιμηθεῖ τὸ 2001 ὅτι, «ἀπὸ δῶ καὶ πέρα τὸ πρόβλημα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας θὰ εἶναι οἱ Ἐπίσκοποί της, τί πίστη ἔχουν!» Κάτι ποὺ ἐπισήμανε σὲ ἐπιστολή του τὸ 1969 καὶ ὁ ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης: «Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας δὲν ἔχει καμμίαν ἔλλειψιν. Ἡ μόνη ἔλλειψις, ποὺ παρουσιάζεται, εἶναι ἡ ἔλλειψις σοβαρῶν Ἱεραρχῶν καὶ Ποιμένων μὲ πατερικὲς ἀρχές. Εἶναι ὀλίγοι οἱ ἐκλεκτοί. Ὅμως, δὲν εἶναι ἀνησυχητικόν. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καὶ Αὐτὸς τὴν κυβερνάει. Δὲν εἶναι ναός, ποὺ χτίζεται ἀπὸ πέτρες, ἄμμο καὶ ἀσβέστη ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ καταστρέφεται μὲ φωτιὰ βαρβάρων, ἀλλὰ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. ‘‘Καὶ ὁ πεσὼν ἐπὶ τὸν λίθον τοῦτον συνθλασθήσεται, ἐφ᾽ ὃν δ᾽ ἂν πέσῃ λικμήσει αὐτὸν’’ (Ματθ. 21, 44 – 45). Ὁ Κύριος, ὅταν θὰ πρέπη, θὰ παρουσιάση τοὺς Μάρκους τοὺς Εὐγενικοὺς καὶ τοὺς Γρηγόριους Παλαμάδες, διὰ νὰ συγκεντρώσουν ὅλα τὰ κατασκανδαλισμένα ἀδέλφια μας, διὰ νὰ ὁμολογήσουν τὴν Ὀρθόδοξον Πίστιν, νὰ στερεώσουν τὴν Παράδοσιν καὶ νὰ δώσουν χαρὰν μεγάλην εἰς τὴν Μητέρα μας (Ἐκκλησίαν).»

*   *   *

Ἀγαπητοί μου πατέρες καὶ ἀδελφοί,

Στὸ φετινὸ ἀκαδημαϊκὸ ἔτος τοῦ Ἐπιμορφωτικοῦ μας Σεμιναρίου, ὅπως ἀναφέραμε, θὰ ἀναπτυχθοῦν θέματα ἐμπειρικῆς Δογματικῆς ἀπὸ τὸ ὁμώνυμο δίτομο ἔργο τοῦ ἐκλεκτοῦ Ἱεράρχου, Ναυπάκτου Ἱεροθέου Βλάχου. Ἤδη ἔχουμε ἀναθέσει σὲ κληρικοὺς τῆς Μητροπόλεώς μας νὰ παρουσιάσουν στὴν ἀγάπη σας ὁρισμένα ἀπὸ τὰ θέματα τοῦ ἔργου αὐτοῦ. Καί, ἐπειδὴ ἀντιλαμβάνομαι, τὸ φετινὸ ἀκαδημαϊκὸ ἔτος δὲν θὰ ἐπαρκέσει γιὰ τὴν κάλυψη τῆς ὅλης θεματολογίας τοῦ ἔργου, πρῶτα ὁ Θεός, θὰ συνεχίσουμε καὶ ὁλοκληρώσουμε κατὰ τὸ ἑπόμενο ἀκαδημαϊκὸ ἔτος 2017-2018.

Μερικοὶ ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς μας μπορεῖ νὰ κουρασθοῦν ἀπὸ τὴν πυκνότητα τῶν ἑκάστοτε ἀναπτυσσομένων θεολογικῶν νοημάτων. Ἀλλὰ ἡ Θεολογία μας ἔτσι εἶναι, πυκνή, μεστὴ θείων νοημάτων. Νὰ ξέρετε ὅμως καὶ τοῦτο: Ὅταν ἡ Θεολογία ποὺ μελετοῦμε εἶναι Ὀρθόδοξη, τότε ἀναπαύει καὶ ξεκουράζει τὴν ψυχή, καὶ μάλιστα τὴν ἐνθουσιάζει, καθὼς εἶναι ἔν-Θεος, δηλ. κρύβεται μέσα της, ἢ μᾶλλον ἀποκαλύπτεται σ᾽ αὐτὴν ὁ Τριαδικός μας Θεός. Καί, ὅπως εἶπε καὶ ὁ Κύριος στὸ Εὐαγγέλιο, «γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν, καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς» (Ἰω. 8, 32).

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Πέμπτη 31 Ὀκτωβρίου 2024

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΣΤΑΧΥΟΣ, ΑΠΕΛΛΟΥ, ΑΜΠΛΙΑ, ΟΥΡΒΑΝΟΥ, ΑΡΙΣΤΟΒΟΥΛΟΥ ΚΑΙ ΝΑΡΚΙΣΣΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ, ΕΚ ΤΩΝ ΕΒΔΟΜΗΚΟΝΤΑ)
Πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
16: 1-16

Ἀδελφοί, συνίστημι δὲ ὑμῖν Φοίβην τὴν ἀδελφὴν ἡμῶν, οὖσαν διάκονον τῆς ἐκκλησίας τῆς ἐν Κεγχρεαῖς, ἵνα αὐτὴν προσδέξησθε ἐν Κυρίῳ ἀξίως τῶν ἁγίων καὶ παραστῆτε αὐτῇ ἐν ᾧ ἂν ὑμῶν χρῄζῃ πράγματι· καὶ γὰρ αὕτη προστάτις πολλῶν ἐγεννήθη καὶ αὐτοῦ ἐμοῦ. ᾿Ασπάσασθε Πρίσκιλλαν καὶ ᾿Ακύλαν τοὺς συνεργοὺς μου ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ (οἵτινες ὑπὲρ τῆς ψυχῆς μου τὸν ἑαυτῶν τράχηλον ὑπέθηκαν· οἷς οὐκ ἐγὼ μόνος εὐχαριστῶ, ἀλλὰ καὶ πᾶσαι αἱ ἐκκλησίαι τῶν ἐθνῶν)· καὶ τὴν κατ᾿ οἶκον αὐτῶν ἐκκλησίαν. Ἀσπάσασθε ᾿Επαίνετον τὸν ἀγαπητόν μου, ὅς ἐστιν ἀπαρχὴ τῆς ᾿Αχαΐας εἰς Χριστόν. Ἀσπάσασθε Μαριάμ, ἥτις πολλὰ ἐκοπίασεν εἰς ἡμᾶς, ἀσπάσασθε ᾿Ανδρόνικον καὶ ᾿Ιουνίαν τοὺς συγγενεῖς μου καὶ συναιχμαλώτους μου, οἵτινές εἰσιν ἐπίσημοι ἐν τοῖς ἀποστόλοις, οἳ καὶ πρὸ ἐμοῦ γεγόνασιν ἐν Χριστῷ. Ἀσπάσασθε ᾿Αμπλίαν τὸν ἀγαπητόν μου ἐν Κυρίῳ. Ἀσπάσασθε Οὐρβανὸν τὸν συνεργὸν ἡμῶν ἐν Χριστῷ καὶ Στάχυν τὸν ἀγαπητόν μου. Ἀσπάσασθε ᾿Απελλῆν τὸν δόκιμον ἐν Χριστῷ. ἀσπάσασθε τοὺς ἐκ τῶν ᾿Αριστοβούλου. Ἀσπάσασθε ῾Ηρῳδίωνα τὸν συγγενῆ μου, ἀσπάσασθε τοὺς ἐκ τῶν Ναρκίσσου τοὺς ὄντας ἐν Κυρίῳ. Ἀσπάσασθε Τρύφαιναν καὶ Τρυφῶσαν τὰς κοπιώσας ἐν Κυρίῳ. Ἀσπάσασθε Περσίδα τὴν ἀγαπητήν, ἥτις πολλὰ ἐκοπίασεν ἐν Κυρίῳ. Ἀσπάσασθε ῾Ροῦφον τὸν ἐκλεκτὸν ἐν Κυρίῳ καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ ἐμοῦ. Ἀσπάσασθε ᾿Ασύγκριτον, Φλέγοντα, ῾Ερμᾶν, Πατρόβαν, ῾Ερμῆν καὶ τοὺς σὺν αὐτοῖς ἀδελφούς. Ἀσπάσασθε Φιλόλογον καὶ ᾿Ιουλίαν, Νηρέα καὶ τὴν ἀδελφὴν αὐτοῦ, καὶ ᾿Ολυμπᾶν καὶ τοὺς σὺν αὐτοῖς πάντας ἁγίους. Ἀσπάσασθε ἀλλήλους ἐν φιλήματι ἁγίῳ. Ἀσπάζονται ὑμᾶς αἱ ἐκκλησίαι τοῦ Χριστοῦ.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΠΕΜΠΤΗ Ζ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΛΟΥΚΑ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
11:47-54, 12:1

Εἶπεν ὁ Κύριος πρὸς τοὺς ἐληλυθότας πρὸς αὐτὸν Ἰουδαίους· οὐαὶ ὑμῖν, ὅτι οἰκοδομεῖτε τὰ μνημεῖα τῶν προφητῶν, οἱ δὲ πατέρες ὑμῶν ἀπέκτειναν αὐτούς. ἄρα μαρτυρεῖτε συνευδοκεῖτε τοῖς ἔργοις τῶν πατέρων ὑμῶν, ὅτι αὐτοὶ μὲν ἀπέκτειναν αὐτοὺς, ὑμεῖς δὲ οἰκοδομεῖτε αὐτῶν τὰ μνημεῖα. διὰ τοῦτο καὶ ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ εἶπεν· ἀποστελῶ εἰς αὐτοὺς προφήτας καὶ ἀποστόλους, καὶ ἐξ αὐτῶν ἀποκτενοῦσι καὶ ἐκδιώξουσιν, ἵνα ἐκζητηθῇ τὸ αἷμα πάντων τῶν προφητῶν τὸ ἐκκεχυνόμενον ἀπὸ καταβολῆς κόσμου ἀπὸ τῆς γενεᾶς ταύτης, ἀπὸ τοῦ αἵματος Ἅβελ ἕως τοῦ αἵματος Ζαχαρίου τοῦ ἀπολομένου μεταξὺ τοῦ θυσιαστηρίου καὶ τοῦ οἴκου· ναί, λέγω ὑμῖν, ἐκζητηθήσεται ἀπὸ τῆς γενεᾶς ταύτης. οὐαὶ ὑμῖν τοῖς νομικοῖς ὅτι ἤρατε τὴν κλεῖδα τῆς γνώσεως· αὐτοὶ οὐκ εἰσήλθετε, καὶ τοὺς εἰσερχομένους ἐκωλύσατε. λέγοντος δὲ αὐτοῦ πρὸς αὐτοὺς πάντα ταύτα ἤρξαντο οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι δεινῶς ἐνέχειν καὶ ἀποστοματίζειν αὐτὸν περὶ πλειόνων, ἐνεδρεύοντες αὐτὸν, ζητοῦντες θηρεῦσαί τι ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ, ἵνα κατηγορήσωσιν αὐτοῦ. Ἐν οἷς ἐπισυναχθεισῶν τῶν μυριάδων τοῦ ὄχλου, ὥστε καταπατεῖν ἀλλήλους, ἤρξατο λέγειν πρὸς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ πρῶτον· Προσέχετε ἑαυτοῖς ἀπὸ τῆς ζύμης τῶν Φαρισαίων, ἥτις ἐστὶν ὑπόκρισις.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ