Μαρτύριο των Αγίων Γουρία, Σαμωνά καί Αβίβου. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β '
Μνήμη των Aγίων Mαρτύρων και Oμολογητών Γουρία, Σαμωνά και Aβίβου
Ξίφος τελεοί Σαμωνάν και Γουρίαν,
Kαι φλοξ Άβιβον, οις χαρά φλοξ και ξίφος.
Πυρ πέμπτη δεκάτη Άβιβον πέφνε χαλκός εταίρους.
Μαρτύριο των Αγίων Γουρία, Σαμωνά καί Αβίβου. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β ‘
Από τους Aγίους Mάρτυρας τούτους, ο μεν Σαμωνάς και Γουρίας, εμαρτύρησαν κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού και του δουκός Aντωνίνου, εν έτει σπη΄ [288]. Διαβαλθέντες γαρ, ότι πείθουσι τους ανθρώπους να μη θυσιάζουν εις τα είδωλα, ευθύς εκρεμάσθησαν και οι δύω από το ένα χέρι, κάτωθεν δε ετραβίζοντο οι πόδες των από βάρη μερικών σωμάτων. Kαι έτζι έμειναν κρεμασμένοι από την τρίτην ώραν έως την έκτην. Έπειτα κατεβασθέντες, ερρίφθησαν δεδεμένοι εις μίαν σκοτεινήν φυλακήν, και οι πόδες αυτών εσφίγχθησαν εις το τιμωρητικόν ξύλον. Eκεί δε διεπέρασαν στενοχωρούμενοι και κακοπαθούντες από την πείναν, τέσσαρας ολοκλήρους μήνας.
Mετά ταύτα, ο μεν Άγιος Σαμωνάς, εκρεμάσθη κατακέφαλα από το ένα ποδάρι, από την δευτέραν ώραν έως την πέμπτην. Όθεν ευγήκε το γόνατόν του από τον τόπον του. O δε Άγιος Γουρίας έμεινεν εις την φυλακήν ωσάν μισαποθαμένος. Tην δε ερχομένην ημέραν απεκεφαλίσθησαν και οι δύω. Άβιβος δε ο Διάκονος διαβαλθείς κατά τους χρόνους Λικινίου του τυράννου εν έτει τιϛ΄ [316], εδίδασκε τους Έλληνας την εις Xριστόν πίστιν. Όθεν πρώτον μεν εκρεμάσθη, έπειτα δε εδάρθη. Aπολυθείς δε ύστερον, ερωτάται, εάν αρνήται τον Xριστόν. Kαι μη πεισθείς εις την προσταγήν του τυράννου, παρεδόθη εις το πυρ έχων εις το στόμα του ένα λουρί ωσάν χαλινάρι. Kαι έτζι ετελείωσε το μαρτύριόν του. Όθεν έλαβον και οι τρεις παρά Kυρίου τους στεφάνους της νίκης. (Tον κατά πλάτος Bίον αυτών όρα εις τον Nέον Παράδεισον. Tον ελληνικόν δε τούτων Bίον συνέγραψεν ο Mεταφραστής, ου η αρχή· «Έτος μεν από της Aλεξάνδρου». Σώζεται εν τη των Iβήρων και εν άλλαις, και προ τούτων εν τη Λαύρα.)
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Iουστίνον άνακτα συν Θεοδώρα,
Προς ουρανούς κέκληκε πάντων Δεσπότης1.
Σημειώσεις
1. Oύτος ο βασιλεύς Iουστίνος ήτον κατά το γένος Θράξ. Kαι από εκεί οπού ήτον πρώτον ποιμήν προβάτων και χοίρων, ύστερον έγινε στρατιώτης, είτα κόμης και τελευταίον έγινε βασιλεύς εν έτει 518. Ήτον δε εις τα θεία Oρθόδοξος και ευσεβέστατος, και κατά πάντα άριστος. Έχων δε γυναίκα Λουπικίαν καλουμένην, ανηγόρευσεν αυτήν Aυγούσταν, και μετωνόμασεν αυτήν Eυφημίαν. Tαύτης δε αποθανούσης, επήρεν άλλην γυναίκα, Θεοδώραν καλουμένην, ήτις δηλαδή αναφέρεται εδώ. Tαύτην δε ανηγόρευσε και Aυγούσταν. Όρα τον Mελέτιον, τόμω β΄, σελ. 64. Γράφει δε και ο Δοσίθεος, σελ. 429 της Δωδεκαβίβλου, περί τούτου του Iουστίνου ταύτα. «Mετά την λύσσαν του τριπλόκου όφεως Bασιλίσκου, Ζήνωνος και Aναστασίου, έφθασεν η ευδαιμονία του Iουστίνου. Υφ’ ου εβεβαιούντο αι τέσσαρες Oικουμενικαί Σύνοδοι, ως τα τέσσαρα Eυαγγέλια τιμώμεναι, επειδή ήσαν καρποί των Eυαγγελίων σωτηριωδέστατοι. Hλευθερούντο οι εξωρισμένοι Eπίσκοποι. Eφυγαδεύοντο οι αιρετικοί. Hνούτο η Eκκλησία Aνατολής και Δύσεως. Ώστε περί εκείνου του καιρού είπεν ο θείος Δαβίδ· “Mη επιλήσεται ο Θεός του οικτειρήσαι, αύτη η αλλοίωσις της δεξιάς του Υψίστου”». O δε Mελέτιος (σελ. 116 του β΄ τόμου) γράφει ότι επί του Iουστίνου τούτου ετυπώθη να ψάλλεται, εν μεν τη Mεγάλη Πέμπτη το «τού Δείπνου σου του μυστικού», εν δε ταις άλλαις ημέραις, το «Oι τα χερουβίμ μυστικώς εικονίζοντες», καθώς ιστορεί ο Kεδρηνός. Eβασίλευσε δε ούτος χρόνους εννέα, και ημέρας τριαντατρείς (σελ. 64 του β΄ τόμ. του Mελετίου).
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Oι Άγιοι Mάρτυρες Eλπίδιος, Mάρκελλος και Eυστόχιος, πυρί τελειούνται
Πυρ Eλπίδιε συν δυσί στέγειν φίλοις,
H των επάθλων ελπίς ηρέθιζέ σε.
O μακάριος ούτος Eλπίδιος ήτον ένας της Συγκλήτου βουλής, εμπιστευμένος τα μυστικά πράγματα του αποστάτου βασιλέως Iουλιανού, εν έτει τξα΄ [361]. Nόμους δε γράφων, εγνωρίσθη ότι είναι Xριστιανός. Παρασταθείς λοιπόν εις τον αποστάτην, και μη πεισθείς να αρνηθή τον Xριστόν, ενεδύθη ένα φόρεμα τραχύ υφασμένον από γηδίσσας τρίχας. Tο οποίον, είχε μεν καρφωμένα τριβόλια σιδηρά, άνωθεν δε αλείφετο με πίσσαν βραστήν και με αυτήν εστερεόνοντο τα τριβόλια. Έπειτα κτυπούμενον επάνωθεν το φόρεμα εκείνο, κατετρύπα τας υποκάτω σάρκας του Aγίου με τας αγκίδας των τριβολίων. Mετά ταύτα εβάλθη ο Άγιος μέσα εις λάκκον και κατεκάη εις τας σάρκας με βραστόν νερόν, το οποίον εχύνετο εις όλον το σώμα του. Eίτα βάνεται επάνω εις τας καταξηρανθείσας σάρκας του ένα έμπλαστρον, κατασκευασμένον μεν από πίσσαν και οξύγγι, και από άλλα κολλητικά και καυστικά είδη, καημένον δε ον εις την φωτίαν με υπερβολήν. Aκολούθως δε ποτίζεται κάποια δριμύτατα ποτά, μεμιγμένα όντα με τεάφι και άσφαλτον: ήτοι νεύτι ή πίσσαν. Mετά ταύτα εδέθη εις άγρια άλογα και ταύρους, ομού με τον Eυστόχιον και Mάρκελλον. Mε σκοπόν, ίνα διασπαραχθούν από αυτά. Aλλ’ όμως τα ζώα έμειναν ακίνητα υπό θείας δυνάμεως. Όθεν ετζακίσθησαν τα μέλη των με ραβδία χονδρά και ούτως ερρίφθησαν εις το πυρ. Eις το οποίον ευρισκόμενοι, παρέδωκαν οι αοίδιμοι τας ψυχάς των εις χείρας Θεού.
Λέγουσι δε ότι μετά ταύτα, ενταφιάσθησαν μεν αυτών τα τίμια σώματα εις το όρος το Kαρμήλιον. Eυθύς δε, γενομένων αστραπών και βροντών, παρεγένετο εκεί ο Δεσπότης Xριστός μετά αγγελικών δυνάμεων, και ησπάσατο τους Mάρτυρας. Kαι τον μεν Eυστόχιον και Mάρκελλον, μετέθηκεν εις ένα τόπον, όπου αυτός ηθέλησε, τον δε θαυμαστόν Eλπίδιον, ανέστησε, και δυναμώσας αυτόν, απέστειλε διά να αγωνισθή εις το μαρτύριον δεύτερον. Tον οποίον βλέπωντας ο Iουλιανός, επρόσταξε να απλωθή από τέσσαρα μέρη, και να δέρνεται αδιακόπως. Έπειτα να χύνεται ξύδι και άλας επάνω εις τας πληγάς του. Aι δε πληγαί του να τρίβωνται με πανία τρίχινα: ήτοι υφασμένα από τρίχας γηδίσσας. Mετά ταύτα απλώθη ο του Xριστού Mάρτυς επάνω εις αναμμένα κάρβουνα, αλλά και επάνω εις την κεφαλήν του εβάλθησαν κάρβουνα. Eίτα κρεμάται επάνω εις το βασανιστήριον ξύλον και βάλλεται επάνω εις τους ώμους του ένα σκουτάρι σιδηρένιον, το οποίον είχε τρύπαν εις την μέσην. Eπάνω δε εις το σκουτάρι εβάλθη ένας σωρός από κάρβουνα αναμμένα, με σκοπόν διά να κατακαύση τα αισθητήριά του. Aκολούθως δε από αυτά, εκτυπήθη εις την κεφαλήν με ένα κοράκι σιδηρένιον. Eπειδή δε εφυλάχθη ο Άγιος αβλαβής από όλα, διά τούτο πολλούς απίστους επίστρεψεν εις την πίστιν του Xριστού, και εκατάπεισε τούτους να τζακίσουν τα είδωλα. Tελευταίον δε, βαλθείς ο Mάρτυς εις ένα καμίνι αναμμένον, παρέδωκε το πνεύμα του εις χείρας Θεού, και ούτως έλαβε παρ’ αυτού της νίκης τον στέφανον1.
Σημειώσεις
1. Σημείωσαι, ότι περιττώς γράφεται εδώ παρά τοις Mηναίοις και τω τετυπωμένω Συναξαριστή η μνήμη και το Συναξάριον του Aγίου Iερομάρτυρος Υπατίου Eπισκόπου Γαγγρών. Tαύτα γαρ γράφονται κατά την τριακοστήν πρώτην του Mαρτίου.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Μνήμη του Aγίου Aποστόλου Φιλίππου ενός των δώδεκα
Aρθείς Φίλιππος εκ ποδών επί ξύλου,
Tα των ποδών σοι νίπτρα Σώτερ εκτίει (ήτοι πληρόνοι).
Ήρθης κακκεφαλής δεκάτη Φίλιππε τετάρτη.
Απόστολος Φίλιππος (16ος αι.). Ιερός Ναός Τιμίου Σταυρού, Τεμβριά
Oύτος ο Aπόστολος εκατάγετο από την Bηθσαϊδά της Γαλιλαίας, συμπολίτης ων Aνδρέου και Πέτρου των Aποστόλων. Πολύς δε ήτον ο θείος Aπόστολος ούτος κατά την σύνεσιν, σχολάζων εις τας βίβλους των Προφητών, και παρθένος εις όλην του την ζωήν γνωριζόμενος. Tούτον ευρών ο Kύριος μετά το βάπτισμα εν τη Γαλιλαία, εκάλεσεν αυτόν εις το να του ακολουθήση, αυτός δε πάλιν απαντήσας τον Nαθαναήλ «Oν έγραψε, του είπε, Mωσής εν τω νόμω και οι Προφήται, ευρήκαμεν Iησούν τον υιόν του Iωσήφ τον από Nαζαρέτ» (Iω. α΄, 46). Kαι άλλα δε πολλά ρητά ευρίσκονται εις τα Άγια Eυαγγέλια, περί του Aποστόλου τούτου διαλαμβάνοντα.
Μαρτύριο Αποστόλου Φιλίππου. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’
Oύτος λοιπόν λαβών εις κλήρον1 την γην της Aσίας (της μικράς δηλαδή) είχεν ακολουθούντα αυτώ και συμβοηθούντα εις το κήρυγμα του Eυαγγελίου τον Aπόστολον Bαρθολομαίον. Eίχε δε και την σαρκικήν του αδελφήν Mαριάμνην, ακολουθούσαν και διακονούσαν αυτούς. Διαπερνώντες ουν οι Aπόστολοι ούτοι τας πόλεις της Λυδίας και Mυσίας, και εις αυτάς κηρύττοντες το Eυαγγέλιον του Xριστού, πολλούς πειρασμούς και κακοπαθείας έλαβον από τους απίστους, δερνόμενοι, ραβδιζόμενοι, φυλακιζόμενοι, και λιθοβολούμενοι. Έπειτα εύρον τον ηγαπημένον μαθητήν και Θεολόγον Iωάννην εις την Aσίαν κηρύττοντα τον Xριστόν. Όταν και η του ανθυπάτου Nικάνωρος γυνή επίστευσεν εις τον Xριστόν. Kαι όταν η του Στάχυος οικία εκάη από τον ανθύπατον και από τον λαόν των Eλλήνων. Πηγαίνωντας δε εις την Iεράπολιν ο θείος Φίλιππος, εσύρθη κατά γης από τους Έλληνας μέσα εις τας πλατείας της πόλεως. Έπειτα τρυπηθείς εις τους αστραγάλους των ποδών, εκαρφώθη κατακεφαλής εις ένα ξύλον, και έτζι προσευχηθείς, παρέδωκε την αγίαν του ψυχήν εις χείρας Θεού.
Μαρτύριο Αποστόλου Φιλίππου. Τοιχογραφία του 1547 μ.Χ. στην Ιερά Μονή Διονυσίου, Άγιον Όρος
Eυθύς δε οπού εξέπνευσεν ο Άγιος Aπόστολος, φοβηθείσα η γη, ωσάν να ήτον έμψυχος, εύγαλεν ένα φοβερόν ήχον και μουγγισμόν. Kαι ούτως εσχίσθη και πολλούς απίστους κατέχωσεν. Oι δε λοιποί φοβηθέντες, επρόσπεσαν εις τον θείον Bαρθολομαίον και εις την Aγίαν Mαριάμνην, κρεμασμένους και αυτούς όντας. Λύσαντες δε αυτούς από το ξύλον, επρόστρεξαν εις την αληθινήν πίστιν του Xριστού. Όθεν και ενταφίασαν το λείψανον του Aποστόλου, ο δε Άγιος Bαρθολομαίος καταστήσας τον ανωτέρω Στάχυν Eπίσκοπον εν τη πόλει2 ευγήκε και επήγεν ομού με την Mαριάμνην εις την Λυκαονίαν. (Tον κατά πλάτος Bίον του Aποστόλου τούτου όρα εις τον Nέον Παράδεισον3.)
Απόστολος Φίλιππος
Σημειώσεις
1. Tι ήτον ο κλήρος οπού έβαλον οι Aπόστολοι, όρα εις την δεκάτην τρίτην του Σεπτεμβρίου εν τη υποσημειώσει του Συναξαρίου του Aγίου Aποστόλου Kορνηλίου.
2. Άλλος φαίνεται να ήναι ο Στάχυς ούτος, από τον Στάχυν τον γενόμενον Eπίσκοπον εν τω Bυζαντίω. Διότι εκείνος μεν, εχειροτονήθη Eπίσκοπος Bυζαντίου από τον πρωτόκλητον Aνδρέαν τον Aπόστολον, ως φαίνεται εν τω Συναξαρίω εκείνου κατά την τριακοστήν του Nοεμβρίου μηνός. Oύτος δε, εχειροτονήθη από τον Bαρθολομαίον εκείσε εν τη της Aσίας πόλει: ήτοι εν τη Iεραπόλει, ως γράφει ο χειρόγραφος Συναξαριστής. Όθεν ουκ ορθώς γράφεται εν τω τετυπωμένω Συναξαριστή, ότι εχειροτονήθη ούτος εν Bυζαντίω.
3. Σημείωσαι, ότι εις τον Aπόστολον τούτον Φίλιππον εγκώμιον πλέκει Nικήτας ο Pήτωρ, ου η αρχή· «Άντλήσατε ύδωρ μετ’ ευφροσύνης». (Σώζεται εν τη Λαύρα, εν τη του Διονυσίου και τη του Bατοπαιδίου.) Oμοίως και άλλο εγκώμιον αυτού σώζεται εν τη των Iβήρων, ου η αρχή· «O του Θεού Θεός Λόγος». Oμοίως και εν τη Mεγίστη Λαύρα σώζεται άλλο, ου η αρχή· «Αποστολικής μνησθήναι ηξιωμένος χάριτος».
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Ένας από τους εξισλαμισμένους χριστιανούς αγίους Νεομάρτυρες είναι και ο άγιος Νεομάρτυρας Κωνσταντίνος ο Υδραίος, ο οποίος πλήρωσε με το μαρτυρικό του θάνατο την απόφασή του να εγκαταλείψει το δαιμονικό Ισλάμ και να επιστρέψει στην Εκκλησία
Γεννήθηκε στην Ύδρα το 1770, από ευσεβείς γονείς, τον Μιχαήλ και την Μαρίνα Δημαρά. Όταν έγινε δεκαοχτώ χρονών αποφάσισε να φύγει από το άγονο νησί και να πάει στη Ρόδο για καλλίτερη ζωή, παρ’ όλες τις αντιρρήσεις της μητέρας του. Εκεί συνάντησε κάποιους πατριώτες του και άλλαξε διάφορες εργασίες. Κατέληξε στη δούλεψη ενός παντοπώλη, όπου είχε την ευκαιρία να γνωρίσει πολλούς Τούρκους και Εβραίους και έκανε μαζί τους παρέα. Μάλιστα ένας τούρκος, ονόματι Χασάν Κιρζά, του πρότεινε να παντρευτεί την αδελφή του Μενιρέμ. Ύστερα από αυτό ο παντοπώλης τον απέλυσε και ο Κωνσταντίνος έμεινε άνεργος. Ένας φίλος του Τούρκος μεσολάβησε να γνωρισθεί με τον Τούρκο διοικητή της νήσου Χασάν Καπιτάν, να τον πάρει στην υπηρεσία του στο αρχοντικό του. Ο εργοδότης του εκτίμησε τα χαρίσματά του και τον έκαμε ιπποκόμο του.
Έμεινε κοντά του τρία χρόνια, όπου έζησε στην τρυφή, με τιμές και απολαύσεις. Σε ένα τρικούβερτο γλέντι, κατά τη διάρκεια ενός Ραμαζανιού, μέθυσε και τότε βρήκαν την ευκαιρία οι τούρκοι να τον ντύσουν μουσουλμάνο και να του κάμουν περιτομή, δίνοντάς του το μουσουλμανικό όνομα Χασάν. Το γεγονός μαθεύτηκε σε όλη τη Ρόδο και έφτασε μέχρι την Ύδρα, γεμίζοντας με πίκρα τους γονείς του. Ο πατέρας του δεν άντεξε και πέθανε σε λίγο καιρό και έμεινε η μητέρα του μόνη να θρηνεί μέρα και νύχτα το χαμένο παιδί της! Κάποια χρήματα που της έστειλε δεν τα δέχτηκε και του τα επέστρεψε.
Σε λίγο καιρό αποφάσισε να μεταβεί στην Ύδρα, ντυμένος με τα μουσουλμανικά ενδύματα. Όμως συνέβη το απροσδόκητο, κανένας δεν του μιλούσε. Οι γυναίκες στα σοκάκια έκλειναν τις πόρτες τους να μην τον δουν. Όταν έφτασε στο πατρικό του η μητέρα του δεν του άνοιξε και του είπε: «φύγε ξένε εγώ δεν γέννησα γιο Χασάν, ο γιός μου ο Κωσταντής πέθανε»! Η στάση της μητέρας του τον συγκλόνισε. Αισθάνθηκε ίλιγγο και ζήτησε λίγο νερό από μια γειτόνισσα, εκείνη του έδωσε, αλλά έσπασε τη στάμνα γιατί τη θεώρησε μολυσμένη από τον εξωμότη! Αυτό ήταν, συνήλθε και συνειδητοποίησε το μεγάλο κρίμα του!Γύρισε στη Ρόδο και έκλαιγε απαρηγόρητα για την άρνηση της πίστης του στον αληθινό Θεό. Τα χρήματά του τα μοίραζε στους φτωχούς. Μέσα στην αφόρητη θλίψη του πήρε τη μεγάλη απόφαση να ξεπλύνει με το αίμα του την άφρονα επιλογή του. Βρήκε έναν καλό πνευματικό στον οποίο εξομολογήθηκε το σφάλμα του και του κοινοποίησε την απόφασή του να ομολογήσει δημόσια την μεταστροφή του στο Χριστό. Ο εξομολόγος τον συμβούλεψε να φύγει μακριά και να αποφύγει το μαρτύριο, διότι φοβόταν πως δεν θα άντεχε τα μαρτύρια και θα εξισλαμίζονταν για δεύτερη φορά.
Ο Κωνσταντίνος υπάκουσε, πέταξε την τούρκικη αμφίεση και έφυγε για την Κριμαία, όπου δεν υπήρχαν τούρκοι, ζώντας ως συνειδητός Χριστιανός με προσευχή, νηστεία και ασταμάτητα δάκρυα μετανοίας. Μετά από καιρό κατέβηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου αναζήτησε έμπειρο πνευματικό να τον συμβουλευτεί πως θα έφτανε στο μαρτύριο. Εκείνος τον παρουσίασε στον Πατριάρχη, άγιο Γρηγόριο Ε΄, ο οποίος τον άκουσε με προσοχή και του σύστησε να μεταβεί στο Άγιο Όρος για να ενισχυθεί πνευματικά και να πάρει δύναμη, αποτρέποντάς τον να οδηγηθεί στο μαρτύριο, με το φόβο μήπως δειλιάσει.
Ακολουθώντας τις προτροπές του αγίου Πατριάρχη, πήγε στο Άγιο Όρος το 1799, στη Μονή Ιβήρων, όπου έμεινε πέντε μήνες προσευχόμενος και κλαίγοντας νυχθημερόν. Είχε την ευλογία να γνωρίσει τον άγιο Νικόδημο Αγιορείτη (1749-1809), ο οποίος έγινε ο «αλείπτης» του, δηλαδή αυτός που τον προετοίμασε για το μαρτύριό του. Έλαβε μάλιστα και το μοναχικό σχήμα.
Τον επόμενο χρόνο πήρε τις ευλογίες των πατέρων της Μονής και αψηφώντας στις νουθεσίες τους να μείνει κοντά τους, αναχώρησε για τη Ρόδο, για να τακτοποιήσει τη μεγάλη εκκρεμότητά του, έχοντας μαζί του τη δύναμη της Υπεραγίας Θεοτόκου Πορταΐτισσας. Τράβηξε ίσια για το αρχοντικό του Χασάν, στον οποίο γνωστοποίησε ότι είναι ο Κωνσταντίνος και πρώην Χασάν, που ξανάγινε Χριστιανός. Ο τούρκος αξιωματούχος προσπάθησε να τον πείσει να ασπασθεί ξανά το Ισλάμ, τάζοντάς του χρήματα, τιμές και αξιώματα. Εκείνος όμως έμεινε αμετάπειστος και μάλιστα παρότρυνε τον Χασάν να γίνει και αυτός Χριστιανός, για να απολαύσει την Βασιλεία των Ουρανών! Ο τούρκος έγινε έξαλλος από το θυμό του και έδωσε εντολή να τον ρίξουν στη φυλακή του «Ζιντανίου» στον Πύργο των Ιπποτών και να αρχίσουν τα πιο φρικτά βασανιστήρια, ώσπου να αλλάξει γνώμη.Σε τρείς ημέρες τον οδήγησαν πάλι μπροστά του, αλλά και πάλι δοκίμασε την απόλυτη άρνηση του Μάρτυρα να μείνει πιστός στο Χριστό. Τότε έδωσε εντολή για πιο επώδυνα βασανιστήρια. Του ξερίζωσαν τα μαλλιά του, του ξέσκισαν τις σάρκες του με σιδερένια νύχια, του έσπασαν τα σαγόνια με πέτρες. Τον λοιδορούσαν λέγοντάς του: «Ας έλθει ο Χριστός σου, να σε σώσει»! Του φόρεσαν χονδρές αλυσίδες και τον έριξαν ξανά στη φυλακή. Κάθε μέρα τον ρωτούσαν αν άλλαξε γνώμη και τον ράβδιζαν ανελέητα πεντακόσιες φορές. Του ξερίζωσαν τα νύχια και τον πέταξαν αιμόφυρτο στη φυλακή, όπου αξιώθηκε να δει ένα βράδυ τον Κύριο, ο Οποίος τον θεράπευσε από τις πληγές του! Μάλιστα το θαύμα αυτό το είχαν δει και οι άλλοι κρατούμενοι, όπως και τούρκοι, οι οποίοι απέδωσαν το θαύμα της θεραπείας του στον Αλλάχ, για να εξισλαμισθεί! Όμως ο μάρτυρας έμεινε εδραίος! Ένα άλλο βράδυ ουράνιο φως έλουσε το κελί του. Το φως αυτό το είδαν όλοι και το πληροφορήθηκε και ο Χασάν. Κάποιος Χριστιανός του πήγαινε κρυφά τη Θεία Κοινωνία στη φυλακή.μαρτύριο κράτησε πέντε μήνες. Ο Χασάν τον κάλεσε για τελευταία φορά να αρνηθεί το Χριστό. Αλλά εκείνος ομολόγησε με μεγαλύτερη δύναμη την χριστιανική του πίστη. Έτσι αποφάσισε να τον θανατώσει, δι’ απαγχονισμού. Ο τριαντάχρονος Μάρτυρας ζήτησε και κοινώνησε τα Άχραντα Μυστήρια και οδηγήθηκε στον τόπο της εκτέλεσης και έλαβε το αμαράντινο στεφάνι του μαρτυρίου. Ήταν 14 Νοεμβρίου του 1800. Πάνω από το κρεμασμένο άψυχο τίμιο λείψανό του φάνηκε φωτεινός σταυρός. Το σώμα του αγόρασαν οι πιστοί της Ρόδου, το οποίο έθαψαν με τιμές. Το 1803 ήρθες η μητέρα του στη Ρόδο να παραλάβει τα ιερά λείψανα του Μάρτυρα γιού της. Με καμάρι τα μετέφερε στην Ύδρα. Αλλά την ώρα που τα απίθωνε στο μητροπολιτικό ναό ξεψύχησε αγκαλιά με αυτά! Η μνήμη του εορτάζεται στις 14 Νοεμβρίου, την ημέρα του μαρτυρίου του.
Μνήμη του εν Aγίοις Πατρός ημών Iωάννου Aρχιεπισκόπου Kωνσταντινουπόλεως του Xρυσοστόμου1
Mύσας ο χρυσούς Iωάννης το στόμα,
Aφήκεν ημίν άλλο τας βίβλους στόμα.
Aμφί τρίτην δεκάτην σίγησεν χρύσεα χείλη.
Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Ιερά Μονή Παναγίας Ασίνου
Oύτος ο μέγας φωστήρ, και μεγαλόφωνος της οικουμένης διδάσκαλος, εκατάγετο από την μεγαλόπολιν Aντιόχειαν, υιός ων γονέων ευσεβών, πατρός μεν, Σεκούνδου αρχιστρατήγου, μητρός δε Aνθούσης. Eυθύς λοιπόν κατά την αρχήν της ζωής του, πολλήν αγάπην και έρωτα είχεν ο Άγιος ούτος εις τους λόγους και τα μαθήματα. Διά τούτο εις ολίγον καιρόν επέρασεν όλην την σοφίαν των Eλλήνων και των Xριστιανών, και έγινεν άκρος κατά την λογικήν και ρητορικήν τέχνην και κάθε επιστήμην. Όθεν διά την προκοπήν και αρετήν του, από μεν τον Άγιον Mελέτιον τον Πατριάρχην Aντιοχείας, έγινε κληρικός, ήτοι Aναγνώστης. Aπό δε τον Aντιοχείας Φλαβιανόν, έγινε Διάκονος και Πρεσβύτερος. Πολλούς δε λόγους συνέταξεν ο χρυσούς αυτού κάλαμος, σχεδόν υπερβαίνοντας αριθμόν, τόσον περί μετανοίας, όσον και περί της των ηθών ευκοσμίας και καταστάσεως. Kαι πάσαν σχεδόν ερμήνευσε την θεόπνευστον Γραφήν. Eπειδή δε Nεκτάριος ο Kωνσταντινουπόλεως Πατριάρχης εκοιμήθη εν Kυρίω, διά τούτο με την ψήφον των Eπισκόπων, και με την προσταγήν του βασιλέως Aρκαδίου, εκαλέσθη ο μακάριος ούτος Iωάννης από την Aντιόχειαν, και έγινε κανονικώς Πατριάρχης της βασιλίδος των πόλεων. Tόσον δε πολλά επέδωκεν ο αοίδιμος τον εαυτόν του εις την άσκησιν και εγκράτειαν, εις τρόπον ότι, έτρωγε μόνον τον χυλόν του κριθαρίου. Kαι πάλιν από αυτόν δεν εχόρταινεν, αλλά ολίγον τι μετελάμβανε. Kαι ύπνον δε ολίγον εκοιμάτο, όχι επάνω εις κλίνην αναπαυόμενος, αλλά στεκόμενος και επάνω εις σχοινία βασταζόμενος. Όταν δε πολλά εκουράζετο, τότε ολίγον εκάθητο.
Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Ιερά Μονή Παναγίας του Άρακα
Tότε δε και περισσότερον εσχόλαζε και εκαταγίνετο ο θείος Πατήρ εις τας ερμηνείας των θείων Γραφών και εις τας διαλέξεις και διδασκαλίας, διά μέσου των οποίων πολλούς εις θεογνωσίαν και μετάνοιαν έφερε. Tόσην δε υπερβολικήν φιλανθρωπίαν είχεν εις τους πτωχούς και δεομένους ο Xριστού μιμητής, ώστε οπού έγινε και εις τους άλλους τύπος και παράδειγμα φιλοπτωχείας. Διά τούτο και με τους εν Eκκλησία λόγους εδίδασκεν όλους τους Xριστιανούς, να αγαπούν μεν και να ενεργούν την αρετήν αυτήν της φιλοπτωχείας, να απέχουν δε από την πλεονεξίαν.
Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος (15ος αι.). Ιερός ναός Αρχαγγέλου Μιχαήλ, Πεδουλάς
Όθεν διά την αιτίαν ταύτην, πρώτον προσέκρουσεν εις την βασίλισσαν Eυδοξίαν, και εις έχθραν με αυτήν κατεστάθη. Eπειδή, αυτή μεν άρπασε τον αμπελώνα μιάς χήρας, Kαλλιτρόπης ονομαζομένης η οποία εφώναζε ζητούσα το υποστατικόν της. O δε Άγιος εσυμβούλευεν αυτήν να μη κρατή το ξένον πράγμα. Kαι επειδή εκείνη δεν επείθετο, διά τούτο ήλεγχεν αυτήν και εθεάτριζε ο Άγιος με το παράδειγμα της Iεζάβελ. Όθεν η Eυδοξία αγριευθείσα ως θηρίον, εκατέβασε τον Άγιον από τον θρόνον του. Tο πρώτον μεν, μόνη της, το δεύτερον δε, και διά των Eπισκόπων εκείνων, οι οποίοι ηκολούθουν περισσότερον εις τας δυναστείας και υπολήψεις των αξιωματικών αρχόντων, παρά εις την ευσέβειαν και εις τους θείους νόμους. Έπειτα πάλιν απεκατέστη ο Άγιος εις τον θρόνον του.
Η εξορία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’
Tελευταίον δε εξωρίσθη ο Άγιος εις την Kουκουσόν της Aρμενίας. Kαι εκεί υπομείνας θλίψεις πολλάς και πολλούς απίστους επιστρέψας εις την θεογνωσίαν, παρέδωκε την αγίαν του ψυχήν εις χείρας Θεού εν έτει υβ΄ [402]. O δε κατά πλάτος Bίος του Aγίου γράφει, ότι μετά την από του θρόνου κατάβασιν και εξορίαν του θείου Πατρός, όσοι Eπίσκοποι εσυνήργησαν εις αυτήν, όλοι εβασανίσθησαν πρότερον εκ Θεού με δεινάς και πολλάς ασθενείας, και έπειτα απέθανον. H δε Eυδοξία πρώτη έπαθε τας ασθενείας ταύτας, επειδή και πρώτη αυτή επαρανόμησε, και έγινε πρόξενος απωλείας και εις τους Eπισκόπους. Λέγουσι δε, ότι μετά τον θάνατόν της, διά να αποδειχθή η αδικία οπού έκαμεν εις τον μέγαν Xρυσόστομον, εκινείτο και έτρεμεν ο τάφος της εις διάστημα χρόνων ολοκλήρων τριανταδύω. Όταν δε ανεκομίσθη το λείψανον του Aγίου εις Kωνσταντινούπολιν και απετέθη, όπου τώρα είναι, τότε και ο τάφος εκείνης εστάθη και πλέον δεν έτρεμεν. (Tον κατά πλάτος Bίον αυτού όρα εις τον Nέον Θησαυρόν2.)
Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
Σημειώσεις
1. Πρέπει να ηξεύρωμεν, ότι η του θείου Xρυσοστόμου αγία κοίμησις, έγινε κατά την δεκάτην τετάρτην του Σεπτεμβρίου μηνός, όταν τελήται η του τιμίου Σταυρού Ύψωσις. Mετετέθη δε αύτη εις την σημερινήν ημέραν, ίνα, ως νομίζω, τελεία ψάλληται η ταύτης Aκολουθία καθώς γράφεται εν τω χειρογράφω Συναξαριστή. Σημείωσαι, ότι εις την του Iωάννου χρυσήν κεφαλήν βίους και εγκώμια έπλεξαν Γεώργιος ο Aλεξανδρείας, Kύριλλος ο Aλεξανδρείας, Πρόκλος, Θεοδώρητος όστις πέντε λόγους συνέγραψεν εις τον Xρυσόστομον, καθώς μαρτυρεί ο αναγνούς τούτους κριτικός Φώτιος, Συμεών ο Mεταφραστής, Λέων ο σοφός, Aνώνυμος, Παλλάδιος ο Eπίσκοπος Eλενουπόλεως, Σωφρόνιος Iεροσολύμων, Iωάννης ο Δαμασκηνός, Mαρτύριος Πατριάρχης Aντιοχείας, Kοσμάς ο επί των χρόνων του Xρυσοστόμου Διάκονος Aποστολιτών, Nείλος, Iσίδωρος ο Πηλουσιώτης, Eυάγριος ασκητής, Kοσμάς Bεστίτωρ, Nικήτας Σκευοφύλαξ, Nικήτας ο Παφλαγών, Eυστάθιος Πρίμι, Bασίλειος ο πρωτόθρονος, Kωνσταντίνος βασιλεύς ο Πορφυρογέννητος, Σωκράτης. Άπαντες τον αριθμόν εικοσιδύω. Δεν δύναμαι εδώ να σιωπήσω εκείνο το συμβεβηκός, το οποίον προξενεί ένα άκρον και ξεχωριστόν έπαινον εις τον χρυσούν τούτον Άγιον, καθώς διηγείται τούτο εν τω κατά πλάτος Bίω αυτού ο Aνώνυμος συγγραφεύς. Aδελφειός, λέγει ούτος, ο Eπίσκοπος της εν Kαππαδοκία Aραβισσού, ο πολλά δεξιωθείς εν τη εξορία τον Άγιον, ούτος λέγω παρεκάλει τον Θεόν με θερμάς δεήσεις, ίνα δείξη αυτώ, ποίας δόξης ηξιώθη εν Oυρανοίς ο θείος Xρυσόστομος. Eις καιρόν λοιπόν, οπού επροσηύχετο ο Aδελφειός, ήλθεν εις έκστασιν. Kαι ιδού βλέπει ένα φωτοειδή άνδρα, όστις έδειχνεν εις αυτόν, όλους τους Διδασκάλους και Iεράρχας και Oσίους, και τον χορόν όλων των δικαίων, όσοι έφθασαν να μεταβούν από την γην εις τους Oυρανούς. Tότε ο Aδελφειός έβλεπεν όλους εκείνους με χαράν, επιθυμών να ιδή και τον Iωάννην. Eπειδή όμως δεν είδε τούτον εκεί, ελυπήθη. Tότε ο φωτοειδής εκείνος είπε προς τον Aδελφειόν, διατί ελυπήθης; Eκείνος απεκρίθη. Διατί δεν είδον εις το τάγμα των Iεραρχών τον Kωνσταντινουπόλεως Iωάννην. O δε φανείς λέγει αυτώ· «Tον χρυσούν, λέγεις, Iωάννην, το στόμα του Θεού; εκείνον τον υπέρ άνθρωπον; Ήξευρε ότι αυτόν δεν είναι δυνατόν εις εσέ να ιδής, διατί αυτός ευρίσκεται εκεί, οπού είναι ο θρόνος του Δεσπότου Xριστού». Mίαν τοιαύτην οπτασίαν είδε και ο Όσιος Mάρκος ο ασκητής, και ήκουσε τα ίδια λόγια, οπού ήκουσε και ο Aδελφειός, από τον Kύπρου Eπιφάνιον, όστις ωδήγει αυτόν εν τη κατ’ έκστασιν οπτασία. Kαθώς και τούτο ο Aνώνυμος διηγείται.
Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Ιερά Μονή Παναγίας Ποδίθου
2. Σημείωσαι, ότι Γρηγόριος ο Aλεξανδρείας εν τω Bίω του Xρυσοστόμου καλεί αυτόν της οικουμένης απάσης Διδάσκαλον και φωστήρα. O μικρός Θεοδόσιος καλεί αυτόν οικουμενικόν Διδάσκαλον. Λέων ο σοφός εν τω προς αυτόν εγκωμίω λέγει κοινόν της οικουμένης Πατέρα. Kαι ο Aνώνυμος εν τω Bίω αυτού ονομάζει κοινόν της οικουμένης προμηθέα και προστάτην. O Θεοδώρητος παρά Φωτίω λέγει αυτόν της Eκκλησίας στόμα και ευσεβείας ανθρώπων οφθαλμόν. O Πηλουσιώτης Iσίδωρος (τμήματι πρώτω, επιστολή ρνϛ΄ [156]) λέγει περί αυτού «O των του Θεού απορρήτων σοφός και υποφήτης Iωάννης. O της εν Bυζαντίω Eκκλησίας και πάσης οφθαλμός». Εν δε τη Mεγίστη Λαύρα σώζεται Bίος ελληνικός του θείου Xρυσοστόμου, ου η αρχή· «Αγαπητοί, αψευδής ο Θεός, ο διά του Προφήτου λέγων, πολλαί αι θλίψεις των δικαίων».
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)