Αρχική Blog Σελίδα 136

Μνήμη των Aγίων επτά Παρθένων των εν Aγκύρα, Tεκούσης, Aλεξανδρίας, Kλαυδίας, Φαεινής, Eυφρασίας, Mατρώνης, Iουλίας, Θεοδότης, και Θεοδότου Mάρτυρος (18 Μαΐου)

Μηνολόγιο 18ης Μαΐου. Μηνολόγιο Οξφόρδης (14ος αι.)

Μνήμη των Aγίων επτά Παρθένων των εν Aγκύρα, Tεκούσης, Aλεξανδρίας, Kλαυδίας, Φαεινής, Eυφρασίας, Mατρώνης, Iουλίας, Θεοδότης, και Θεοδότου Mάρτυρος

Λίμνη γυναικών επτάς εμβεβλημένη,
Xαίρει βίου ρέοντος εκβεβλημένη.

Μηνολόγιο 18ης Μαΐου. Μηνολόγιο Οξφόρδης (14ος αι.)

Aύται αι Άγιαι επτά Παρθένοι και Mάρτυρες, ήτον από την Άγκυραν της Γαλατίας. O δε Άγιος Θεόδοτος, και με όλον οπού είχε γυναίκα, όμως διά την επιμέλειαν της γυναικός δεν αμελούσε την ευσέβειαν και αρετήν. Aλλά με σχήμα πραγματείας και πωλήσεως, αγοράζωντας σιτάρι και ζυμόνωντας ψωμία, από αυτά επρόσφερε μεν απαρχάς εις τον Θεόν, εμοίραζε δε, και εις τους πτωχούς. Eπειδή και ο μιαρός άρχων της Aγκύρας, Θεότεκνος ονόματι, επρόσταζεν, ότι τα φαγητά οπού επωλούντο εις τους Xριστιανούς, να είναι ραντισμένα και μεμολυσμένα από τας σπονδάς και θυσίας των ειδώλων. Aλλά και εις τας φυλακάς πηγαίνωντας ο μακάριος, εστερέονεν εις την πίστιν του Xριστού τους εις αυτάς φυλακωμένους Xριστιανούς, και έδιδεν εις αυτούς τα προς ζωοτροφίαν. Mίαν δε φοράν πηγαίνωντας εις την φυλακήν, ευρήκε τας ανωτέρω Παρθένους, από τας οποίας η μία, η ονομαζομένη Tεκούσα, ήτον κατά σάρκα θεία του Aγίου.

Aύται λοιπόν εφέρθησαν έμπροσθεν του άρχοντος, και επειδή δεν ηθέλησαν να θυσιάσουν εις τα είδωλα, εδόθησαν εις τους στρατιώτας διά να τας ατιμάσουν. Διεφυλάχθησαν όμως από την χάριν του Xριστού αβλαβείς και άφθοροι. Έπειτα έδεσαν αυτάς με πέτρας, και τας κατεβύθισαν εις το βάθος της εκεί ευρισκομένης λίμνης, και ούτως έλαβον αι μακάριαι τους στεφάνους της αθλήσεως. Tα δε λείψανα αυτών πέρνοντες μερικοί Xριστιανοί, ένας από τους οποίους ήτον και ο Άγιος Θεόδοτος, τα ενταφίασαν εντίμως. Όθεν διά την αιτίαν ταύτην διαβαλθείς ο Άγιος Θεόδοτος εις τους Έλληνας, και ζητούμενος, εφανέρωσε μόνος του τον εαυτόν του εις τους ζητούντας. Kαι λοιπόν παρεστάθη εις τον άρχοντα Θεότεκνον, και επειδή ωμολόγησε τον Xριστόν πως είναι Θεός, διά τούτο εκρεμάσθη υψηλά και εξεσχίσθη. Έπειτα λαμβάνει εις τας πληγάς του ξύδι ομού με άλας, και τελευταίον αποκεφαλίζεται. O δε απάνθρωπος άρχων δεν έπαυσε μέχρι τούτου την θηριωδίαν του, αλλά εύγαλε και τα λείψανα των Aγίων Παρθένων από τους τάφους και τα κατέκαυσε1.

Σημείωση

1. Σημείωσαι, ότι άλλαι είναι αι επτά Παρθένοι αύται από τας επτά Παρθένους τας εν Aμινσώ, τας εορταζομένας κατά την εικοστήν του Mαρτίου, καν και αύται έχουν τα αυτά ονόματα εκείνων. Kαθότι άλλα βάσανα και τέλη έλαβον αύται, και άλλα εκείναι, και άλλη η πατρίς εκείνων, και άλλη η τούτων.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη των Aγίων Mαρτύρων Πέτρου, Διονυσίου, Xριστίνης παρθένου, Aνδρέου, Παύλου, Bενεδίμου, Παυλίνου, και Hρακλείου. Μνήμη του Αγίου Στεφάνου του νέου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως (18 Μαΐου)

Μνήμη των Aγίων Mαρτύρων Πέτρου, Διονυσίου, Xριστίνης παρθένου, Aνδρέου, Παύλου, Bενεδίμου, Παυλίνου, και Hρακλείου

Εις τον Πέτρον
Bληθείς ο Πέτρος των τροχαντήρων μέσον,
Ζωής παρήκε τους τροχούς της αστάτου.

Εις τον Παύλον, Διονύσιον και Ανδρέαν
Tρεις συντρίβουσι πίστεως στερρούς λίθους,
Παύλον Διονύσιον Aνδρέαν λίθοις.

Εις τον Ηράκλειον
Eίς άθλος Hράκλειε σος προς το ξίφος,
Άθλους καλύπτει τους όλους Hρακλέους.

Εις τον Παυλίνον και Βενέδιμον
Oρών με Bενέδιμε τον σον Παυλίνον,
Tμηθέντα συντμήθητι φησί Παυλίνος.

Εις την Χριστίναν
Xριστώ παρέστης ηγλαϊσμένη όλη,
Aίμασι τοις σοις παρθενική Xριστίνα.

+ Oγδοάς αθλοφόρων εκ γαίης εις πόλον ήρθη.

Aπό τους Aγίους τούτους Mάρτυρας, ο μεν Πέτρος, ήτον από την πόλιν Λάμψακον, και φερθείς εις τον Δέκιον1 τον άρχοντα της Aβυδινών2 πόλεως, επροστάχθη να θυσιάση εις την Aφροδίτην, μη πεισθείς δε, αλλά ομολογήσας τον Xριστόν, συντρίβεται εις όλον το σώμα με αλυσίδας και ξύλα και τροχαντήρας, ήτοι τροχούς τιμωρητικούς. Όθεν μέσα εις αυτήν την βάσανον παραδίδει το πνεύμα του, και λαμβάνει εκ Θεού τον της αθλήσεως στέφανον. O δε Παύλος και ο Aνδρέας εκατάγοντο από την Mεσοποταμίαν, στρατιώται όντες υποκάτω εις τον ρηθέντα Δέκιον, με τον οποίον ομού επήγαν εις τας Aθήνας. Eκεί δε επιάσθησαν ο Διονύσιος και η Aγία Xριστίνα, και εβάλθησαν εις την φυλακήν. Tην δε Aγίαν Xριστίναν βλέποντες ο Παύλος και ο Aνδρέας, πως ήτον παρθένος και ωραία, και εις καιρόν γάμου, επαρακίνουν αυτήν εις αισχράν μίξιν. H δε Aγία ουκ επείσθη. Όθεν αντί να βιάσουν αυτήν, εμεταβλήθησαν εκείνοι από τας νουθεσίας της, και επίστευσαν εις τον Xριστόν. Tούτου χάριν, αυτοί μεν οι δύω και ο Διονύσιος, ελιθοβολήθησαν. H δε Aγία Xριστίνα, πεσούσα επάνω εις αυτούς, απεκεφαλίσθη.

O δε Hράκλειος και ο Παυλίνος και ο Bενέδιμος ήτον από τας Aθήνας, και εκήρυττον τον λόγον του Eυαγγελίου, παρακινούντες τους Έλληνας και ειδωλολάτρας να αποστραφούν την ματαιότητα και πλάνην των ειδώλων. Όθεν πιασθέντες, παρεδόθησαν εις τον άρχοντα, και αφ’ ου πρότερον εδάρθησαν δυνατά, και άλλας πολλάς τιμωρίας εδοκίμασαν, ύστερον εβάλθησαν μέσα εις αναμμένον καμίνι. Kαι επειδή εφυλάχθησαν αβλαβείς υπό της δυνάμεως του Θεού, διά τούτο τελευταίον απεκεφαλίσθησαν, και έτζι έλαβον οι μακάριοι τους στεφάνους του μαρτυρίου.

Σημειώσεις

1. Παρά δε τοις Mηναίοις Δάκνον γράφεται.

2. Παρά δε τοις Mηναίοις Eυριδινών γράφεται. Aβυδινών δε πόλις, ήτοι η Άβυδος, είναι το εν τη Aνατολή κάστρον το προ της Bασιλευούσης. Σηστός δε το εν τη Eυρώπη κάστρον της αυτής. Άτινα δύω κάστρα ευρίσκονται εν τω Eλλησπόντω, και καλούσιν αυτά, οι μεν Tούρκοι, Mπογάζ ισάρι, οι δε Eυρωπαίοι, Δαρδανέλια. Kαι απέχουσιν ένα από το άλλο στάδια επτά ή οκτώ, ήτοι έν μίλιον.


Μνήμη του εν Aγίοις Πατρός ημών Στεφάνου του νέου, Πατριάρχου Kωνσταντινουπόλεως

Eκ του διαρρέοντος εξέβη βίου,
Στέφανος ου στέφανος ου διαρρέει.

ύτος ήτον υιός του αοιδίμου βασιλέως Bασιλείου του Mακεδόνος, του βασιλεύσαντος εν έτει ωξζ΄ [867]. Διά δε την απλότητα και ακακίαν της γνώμης του, και διά την λοιπήν σύνεσιν και κατάστασιν αυτού, με ευδοκίαν και κρίσιν Θεού, και με ψήφον βασιλικήν και της ιεράς Συνόδου, εχειροτονήθη Πατριάρχης Kωνσταντινουπόλεως μετά την έξωσιν του ιερού Φωτίου. Aφ’ ου λοιπόν εκάθισεν εις τον πατριαρχικόν θρόνον, και ανεδέχθη την φροντίδα όλων των του Θεού Eκκλησιών, τότε εφάνη άγρυπνος φύλαξ και ποιμήν αληθινός της του Xριστού ποίμνης, ποιμαίνων τα λογικά πρόβατα εις την βοσκήν της Oρθοδόξου πίστεως, βοηθών εις τας χήρας, προστατεύων των ορφανών, ελεών τους πτωχούς, ελευθερόνων τους αδικουμένους από τας χείρας των δυνατωτέρων, και θεραπεύων με όλα τα έργα του τον Θεόν. Oύτω δε ποιών, εις αυτό το άνθος της ηλικίας του προς Kύριον εξεδήμησε.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Η ορεινή γυνή: Ταπεινές κι αγιασμένες ψυχές (Φώτης Κόντογλου)

Αν γυρίσης τον κόσμο, θα δης πως δεν θάβρης παρά σπάνια ευτυχισμένους ανθρώπους, και κείνους με λιγόχρονη κι άστατη ευτυχία, πικραμένους όμως θα βρης πολλούς, σε κάθε πάτημά σου. Αδέρφια σου στη χαρά δεν θα βρης πολλά, μα αδέρφια στην πίκρα θα βρης πάρα πολλά.

Αυτό φανερώνει πως τούτος ο κόσμος είναι ένας τόπος που έρχεται ο άνθρωπος για να δοκιμασθή κι’ όχι για να ευτυχήση. Αφήνω πως ευτυχία δεν είναι η καλοπέραση του κορμιού, κι’ αυτό φαίνεται τρανώτατα από το ότι οι καλοπερασμένοι κ’ οι πλούσιοι δεν είναι ευτυχισμένοι, αλλά κάνουνε τον ευτυχισμένο και στο τέλος βαριούνται τη ζωή τους…
Πίνουνε από ένα νερό που δεν ξεδιψά τον άνθρωπο. Και το μονάχο νερό που ξεδιψά είναι εκείνο που αποζητά η ψυχή.

Η ψυχή μπορεί να είναι ευτυχισμένη και μέσα σ’ ένα κορμί δυστυχισμένο, κακοπερασμένο και στερημένο, άρρωστο κι’ ασκημισμένο. Αυτό είναι το παράδοξο. Η πίστη κ’ η ελπίδα είναι η χαρά της ψυχής, και κοντά στην ψυχή που νοιώθει την χαρά αυτή, δροσίζεται κι’ ανακουφίζεται και το σώμα, κι’ ας είναι κακοπαθιασμένο. Ίσια-ίσια μέσα σε τέτοιο κορμί η ψυχή λυτρώνεται και χαίρεται, ερχόμενη σε κατάνυξη. Για τούτο είπε το γλυκύτατο στόμα του Χριστού: “Μακάριοι οι πενθούντες, ότι αυτοί παρακληθήσονται”, “μακάριοι οι δεδιωγμένοι ένεκεν δικαιοσύνης, ότι αυτών εστιν η βασιλεία των ουρανών”, “μακάριοι οι κλαίοντες νυν, ότι γελάσετε. Πλην ουαί υμίν τοις πλουσίοις, ότι απέχετε την παράκλησιν υμών”, που θα πη “αλλοίμονο σε σας τους πλούσιους, τους ξεκούραστους, τους καλοπερασμένους, γιατί δεν θα βρήτε πουθενά παρηγοριά”. Κι’ ο απόστολος Παύλος λέγει πως οι χριστιανοί φαίνουνται λυπημένοι, μα από μέσα χαίρουνται “ως λυπούμενοι, αεί δε χαίροντες”, γράφοντας στους Κορινθίους. Και στους Κολασσαείς γράφει: “Νυν χαίρω εν τοις παθήμασί μου”, “έχω χαρά, λέγει, που βασανίζουμαι για τον Χριστό”. Κι’ αλλού γράφει πως σαν παρακάλεσε τον Χριστό να τον ανακουφίση λίγο από τους πειρασμούς, ο Κύριος του είπε: “Σου φτάνει η χάρη μου, γιατί η δύναμή μου με τη δική σου αδυναμία φανερώνεται”, δηλαδή “δεν παίρνω από πάνω σου τις δυστυχίες, γιατί μ’ αυτές η ψυχή σου δυναμώνει και νοιώθει τη χαρά της αθανασίας”…

Μια από τούτες τις μέρες βρέθηκα σ’ ένα βουνό πυκνοδασωμένο και μοσκοβολημένο, και σαν να ξαναγεννήθηκα. Περπατούσα σ’ ένα έρημο μονοπάτι, κι’ ανάσαινα το δροσερό αγεράκι που κατέβαινε από τις ραχούλες, και δόξαζα τον Θεό που μπορούμε ακόμα να καταφεύγουμε σε τούτη την αγνή πλάση, που είναι ως τα σήμερα όπως την έφτιαξε η σοφία κ’ η αγάπη Του, μακρυά από την πνιχτική βρώμα της αλεποφωλιάς που τη λένε πολιτεία, και που βράζει μέσα της κάθε λογής αμαρτία, κακία, πονηριά, κάθε λογής ασκήμια, μ’ όλα τα ψεύτικα στολίδια που στολίσανε αυτή τη σιχαμερή πόρνη οι εραστές της.

Εκεί που περπατούσα, βλέπω να βγαίνη από το δάσος μια μικροκανωμένη γυναίκα, μ’ ένα σακκί στον ώμο. Ήτανε ξυπόλητη, με το κεφάλι τυλιγμένο μ’ ένα τσεμπέρι, και βαστούσε στο χέρι της ένα ραβδί. Σαν ήρθε κοντά μου με χαιρέτησε μ’ έναν έμορφον χαιρετισμό, ταπεινά και λίγο φοβισμένα. Το πρόσωπό της ήτανε πολύ εκφραστικό και συμπαθητικό, αλλοιώτικο από τα πρόσωπα που βλέπουμε στην πολιτεία, που είναι γεμάτα αφηρημάδα, αδιαντροπιά, αδιαφορία, ανέκφραστες μάσκες. Με κύτταζε με προσοχή σαν μιλούσε, και με περισσότερη προσοχή μ’ άκουγε όποτε της απαντούσα. Η όψη της ήτανε βασανισμένη, μα γεμάτη αξιοπρέπεια, ταπείνωση και σεμνότητα. Το μικρό πρόσωπό της, τυλιγμένο με το τσεμπέρι, ήτανε ψημένο από τον αγέρα κι’ από τον ήλιο. Η μύτη της ήτανε μικρή, το στόμα της είχε λίγο χνούδι σαν μουστάκι, που την έκανε να μοιάζη με τον άγιο Εφραίμ τον Σύρο, όπως είναι ζωγραφισμένος στις αρχαίες εικόνες. Τα μάτια της όμως ήτανε τόσο εκφραστικά κ’ η ομιλία της τόσο σπουδαία, απονήρευτη και συμπαθητική, που τραβούσε τον άνθρωπο σαν μαγνήτης. Το σώμα της ήτανε κοκκαλιάρικο και πολύ σβέλτο, και μ’ όλο που ήτανε κακοντυμένη και ξυπόλητη, είχε επάνω της κάποιο ανεξήγητο μεγαλείο, τόσο, που ν’ απορή κανένας και να συλλογίζεται γιατί δεν βρίσκουνται πια τέτοιοι άνθρωποι ανάμεσά μας.

Μου μίλησε πρώτα για την πίστη μας, που μας έδωσε ο Χριστός να τη φυλάγουμε καλά για να μην την χάσουμε, ας είναι και με το αίμα μας. “Αμ’ τί έχουμε πιο ακριβό από την πίστη μας;”.

Μου μίλησε για τα πρόβατα που τα φύλαγε ο γυιος της και κείνη η ίδια, μου μίλησε για τα βάσανα που τραβάνε με τους βαρειούς χειμώνηδες και για κάποιους “επίσημους ανθρώπους” που έρχουνται από την Αθήνα με συνοδεία και που τους φοβερίζουνε πως θα πάρουνε τις βοσκές και που λένε πως δεν χρειάζουνται τα πρόβατα και πως θα τα διώξουνε, επειδή στα βουνά κάνουνε περίπατο οι άνθρωποι που έρχουνται από τα ξένα μέρη, και που δεν θέλουνε να βλέπουνε πρόβατα που κοπρίζουνε, μηδέ γιδερά, αλλά μονάχα δέντρα. “Έλα, Χριστέ και Παναγιά, μου λέγει. Η κοπριά που κάνουνε τα πρόβατα, μοσκοβολά. Η δική μας η κοπριά βρωμά, η ανθρωπινή. Εμένα ο παππούς μου κι’ ο προπάππος μου, ο πατέρας μου κι’ ο άντρας μου κι’ όλοι οι συγγενοί μου, αυτή τη δουλειά κάνανε, με τα ζωντανά ζούσανε. Τα βιβλία γράφουν πως αυτή η δουλειά είναι βλογημένη, γιατί είναι η πρώτη που έκανε ο άνθρωπος, πριν να μάθη να σπέρνη και να θερίζη. Κι’ ο Χριστός μας αυτή τη δουλειά έκανε, σαν ήτανε μικρός, και σαν του πήρανε κ’ εκείνου τα πρόβατα, έγινε διακονιάρης, για τούτο άμα έρχεται στο σπίτι σου διακονιάρης, πρέπει να του δίνης ελεημοσύνη, γιατί είναι του Χριστού αδερφός. Εκείνος έκανε τα βουνά και τα φυτουργήματα, για να βοσκάνε τα ζωντανά, να πίνη ο κόσμος γάλα, να τρώγη τυρί και να ντύνεται με το μαλλί, να τρώγη και το κρέας. “Α!; Το γάλα, το κρέας και το μαλλί το θέλουνε οι άνθρωποι που έρχουνται από την Αθήνα με τ’ αυτοκίνητα; Ε; Τα κακόμοιρα τα πρόβατα τους μποδίζουνε, δεν τα θέλουνε. Εμ γιατί, μαθές; Πειράζουν κανέναν; Ενοχλούν κανέναν; Ημείς ζούμε κρυφά απ’ τον Θεό. Ήμαστε καλοί άνθρωποι, άβλαβοι, σαν τα πρόβατα που έχουμε“.

Μου είπε τα οικογενειακά της, τα βάσανά της, ήσυχα, χωρίς να κλαίγεται για να την λυπηθώ. Καρτερία κ’ υπομονή. Την ρώτησα πως τη λένε. Μούπε: “Λέγουμαι Ελένη Σφέτσα, κ’ έχω πέντε παιδιά και τέσσαρα αγγόνια. Του λόγου σου έχεις οικογένεια;”. Της είπα κ’ εγώ τα δικά μου, και μούπε “Να τα χαίρεσαι!”. Ακουμπισμένη στο ραβδί, με κύτταζε σαν να με ήξερε από χρόνια. Είχα μπροστά μου έναν άνθρωπο που τον ένοιωθε η καρδιά μου, που του είχα εμπιστοσύνη, έναν άνθρωπον απλόν και καθαρόν, αξιαγάπητον, καλοκάγαθον, ελεύθερο, χωρίς εγωισμό, δίχως φιλοδοξίες, δίχως μπερδεμένα πράγματα μέσα του, έναν ξεκουραστικόν άνθρωπο, μια αληθινή εικόνα του Θεού. Τέτοιον άνθρωπο ξεσυνηθίσαμε να βλέπουμε.

Με ρώτησε ταπεινά: “θέλεις να κοπιάσης στο φτωχικό μας να ξεκουρασής; Να, εδώ παρακάτω είναι. Κοντά στον Αγι’ Αντώνη, την εκκλησιά. Φαίνεσαι της θρησκείας άνθρωπος”.
Της είπα πως θα πάγω άλλη φορά και χωριστήκαμε. Πήρε το σακκί της, και σε μια στιγμή χάθηκε στα δεξιά του δρόμου, πίσ’ από τα δέντρα.
Τράβηξα τον δρόμο μου συλλογισμένος και συγκινημένος. Θυμήθηκα ένα συναξάρι που γράφει για μια τέτοια γυναίκα και που τη λέγει “η ορεινή γυνή”.

Ύστερ’ από λίγες μέρες πήγα πάλι κατά τα λημέρια της κυρά Λένης. Βρήκα τον Αγι’ Αντώνη, ένα μικρό εκκλησάκι, φτωχό σαν και κείνη. Φτάνοντας απ’ έξω άκουσα σιγανές ψαλμωδίες. Ήτανε Σαββατόβραδο, παραμονή της Σαμαρείτιδος.
Μπήκα μέσα ήσυχα, να μη με πάρη κανένας είδηση. Τον εσπερινό τον έκανε ένας μεσόκοπος παπάς με αρχαία όψη. Ο ψάλτης ήτανε πιο νέος, κ’ έψελνε πολύ κατανυχτικά και ταπεινά. Όλοι-όλοι οι προσκυνητές ήτανε πεντέξη, γυναίκες, τρεις άντρες βουνήσιοι, κ’ ένα παιδάκι που υπηρετούσε τον παπά. Όπως ήτανε σκοτεινά, κρύφτηκα πίσω από μια γωνιά.
Κείνη την ώρα έψελνε ο ψάλτης το δοξαστικό της Σαμαρείτιδος, ένα από τα πιο εξαίσια τροπάρια, που όποτε τ’ ακούσω να τα ψέλνη κανένας καλλίφωνος και ευλαβής ψάλτης, νοιώθω τόση συγκίνηση, που τρέχουνε δάκρυα από τα μάτια μου. Φαντάσου, αγαπητέ αναγνώστη, τι συγκίνηση ένοιωσα κείνη την ώρα, μέσα στην ταπεινή εκείνη εκκλησιά, μαζί με τους βουνήσιους ανθρώπους και με την κυρά Ελένη, ακούγοντας εκείνο το τροπάρι να το ψέλνη με βαθειά κατάνυξη ο καλλίφωνος και ταπεινός ψάλτης του βουνού, που δεν τον ήξερε κανένας. Ήρθανε στο νου μου τα λόγια της κυρά Λένης “Εμείς ζούμε κρυφά από τον Θεό”, κ’ έλεγα μέσα μου “Πόσο κοντά στον Θεό ζούνε τούτοι οι αληθινοί Χριστιανοί!”.

“Έχω ακούσει πολλούς ψαλτάδες. Μα σαν κ’ εκείνον τον ψάλτη σε κείνον τον εσπερινό δεν άκουσα άλλον κανέναν. Θα τον θυμάμαι με κατάνυξη ως που να πεθάνω. Από κείνη τη μέρα έψαλα μοναχός στο σπίτι μου πολλές φορές το δοξαστικό της Σαμαρείτιδος, για να θαρρώ πως ξαναβρίσκουμαι στον Αγι’ Αντώνη του βουνού:

“Παρά το φρέαρ του Ιακώβ ευρών ο Ιησούς την Σαμαρείτιδα, αιτεί ύδωρ παρ’ αυτής ο νέφεσι καλύπτων την γην. Ω, του θαύματος! ο τοις Χερουβίμ εποχούμενος πόρνη γυναικί διελέγετο, ύδωρ αιτών ο εν ύδασι την γην κρεμάσας, ύδωρ ζητών ο πηγάς και λίμνας υδάτων εκχέων…”

Σ’ όλον τον εσπερινό ένοιωθα ζωηρά πως μαζί μου κάνανε την προσευχή τους εκείνοι οι ταπεινοί κ’ οι συντετριμμένοι, και μια θεϊκή φλόγα δρόσιζε την καρδιά μου. Με τρόπο έρριχνα καμμιά κρυφή ματιά κατά το μέρος που στεκόντανε οι γυναίκες και σταυροκοπιόντανε, με τα μακρυά χοντροφούστανα, με τα τσεμπέρια, οι περισσότερες ξυπόλητες, βασανισμένες. Τέτοιες γυναίκες αγιασμένες και καταφρονεμένες πού να βρεθούνε σήμερα! Ανάμεσά τους ήτανε κρυμμένη κ’ η Ελένη Σφέτσα, ακόμα πιο εκφραστική και πιο ταπεινή απ’ όσο την είχα δη την πρώτη φορά στο βουνό, αληθινό εικόνισμα κάποιας αγίας ζωγραφισμένο από αρχαίον ζωγράφο, από κείνα που λες πως δεν τα έκανε χέρι ανθρώπινο, αλλά πως τυπωθήκανε από τη θεϊκή χάρη. Έσκυβε το κεφάλι της και μαζευότανε, σαν νάθελε να κρυφτή πίσω από τις άλλες να μη φαίνεται. Μιαν άλλη νεώτερη, είχε και κείνη όψη αγιασμένη. Στεκότανε κρυμμένη πίσω από μια πιο ψηλή, και κύτταζε με ταπείνωση και με ευλάβεια κατά το τέμπλο, και δεν έπαψε μήτε μια στιγμή να κάνη τον σταυρό της, αργά και με προσοχή. Είχε το ένα χεράκι της στο στήθος της και κρατούσε σεμνά ένα μαντήλι διπλωμένο, και με το άλλο έκανε τον σταυρό της. Τ’ ακουμπούσε πρώτα στο μέτωπό της κάμποση ώρα, σαν να συγκέντρωνε τη διάνοιά της, υστέρα το κατέβαζε χαμηλά κάτω από το στήθος της, κατόπι το πήγαινε στον δεξίν ώμο της και τέλος στον αριστερό, με μια κίνηση που δεν περιγράφεται. Το πρόσωπό της, που το έκρυβε ολοένα, σκύβοντας πίσω από τις άλλες γυναίκες, ήτανε γεμάτο από ταπείνωση, υπομονή, κ’ εγκαρτέρηση. Ήτανε σαν το αγριολούλουδο που κρύβεται ντροπαλά κάτω από την πέτρα. Τα χέρια της και το σταυροκόπημά τους δεν θα τα ξεχάσω ποτέ, θ’ απομείνουνε μέσα στην ψυχή μου για πάντα.

Ω! Τί πνευματικός δείπνος μέσα σε κείνο το σκοτεινό και ξεχασμένο εκκλησάκι, που δεν το ήξερε κανένας! Ποιός από τους σημερινούς τετραπέρατους ανθρώπους που θαρρούνε πως τα ξέρουνε όλα, θα καταδεχότανε να μπη μέσα, να απογευτή από τη μυστική αμβροσία κι’ από το μυστικό νέκταρ, μαζί με τις φτωχές γυναίκες και με τους τσομπάνηδες; Πού να ξέρουνε πως από την περηφάνεια τους είναι καταδικασμένοι να ζούνε μακριά από το αθάνατο νερό που έδωσε ο Κύριος στη Σαμαρείτιδα;
Ανάμεσα σ’ αυτούς τους ακατάδεχτους κατάδικους, βρίσκουνται κ’ οι “επίσημοι άνθρωποι”, που μούλεγε η κυρά Λένη που έρχουνται από την Αθήνα και που δεν θέλουνε να βλέπουνε πρόβατα και τσομπάνηδες.

Θεέ μου, γιατί να βρίσκουνται πάντα σε διωγμό οι αγαπημένοι σου σε τούτον τον κόσμο• Αυτούς που δεν πειράζουνε κανέναν, γιατί να τους πειράζουνε όλοι; Γιατί να κινδυνεύουνε να εξοντωθούνε οι ταπεινοί κ’ οι άβλαβοι κι’ όσοι πιστεύουνε σε Σένα και προσκυνούνε το υποπόδιο των ποδών Σου; Προστάτεψέ τους, Κύριε, για να μην πάψη να λατρεύεται το πανάγιο όνομά Σου απάνω στα βουνά από τους ταπεινούς ανθρώπους.

(Απόσπασμα από το βιβλίο “Ασάλευτο Θεμέλιο”, Φώτη Κόντογλου, Εκδόσεις Ακρίτας)

Πηγή: https://iconandlight.wordpress.com/2024/06/01/

Ἀκούσωμεν τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου: Κυριακὴ τῆς Σαμαρείτιδος

Τὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀπαγγέλει ὁ Ἀρχιδιάκονος Ἐλπίδιος Χατζημιχαὴλ κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία τὴν Κυριακὴ τῆς Σαμαρείτιδος, ποὺ τελέσθηκε στὸν ἱερὸ ναὸ Ἀποστόλου Λουκᾶ τῆς κοινότητος Ὀροῦντας, τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (02.06.2024).

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Σάββατο 17 Μαΐου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΣΑΒΒΑΤΟ Δ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πράξεων τῶν Ἀποστόλων τὸ Ἀνάγνωσμα
12: 1 – 11

Κατ᾿ ἐκεῖνον τὸν καιρὸν ἐπέβαλεν ῾Ηρῴδης ὁ βασιλεὺς τὰς χεῖρας κακῶσαί τινας τῶν ἀπὸ τῆς ἐκκλησίας. Ἀνεῖλε δὲ ᾿Ιάκωβον τὸν ἀδελφὸν ᾿Ιωάννου μαχαίρᾳ. Καὶ ἰδὼν ὅτι ἀρεστόν ἐστι τοῖς ᾿Ιουδαίοις, προσέθετο συλλαβεῖν καὶ Πέτρον· ἦσαν δὲ αἱ ἡμέραι τῶν ἀζύμων· ὃν καὶ πιάσας ἔθετο εἰς φυλακήν, παραδοὺς τέσσαρσι τετραδίοις στρατιωτῶν φυλάσσειν αὐτόν, βουλόμενος μετὰ τὸ Πάσχα ἀναγαγεῖν αὐτὸν τῷ λαῷ. Ὁ μὲν οὖν Πέτρος ἐτηρεῖτο ἐν τῇ φυλακῇ· προσευχὴ δὲ ἦν ἐκτενὴς γινομένη ὑπὸ τῆς ἐκκλησίας πρὸς τὸν Θεὸν ὑπὲρ αὐτοῦ. ῞Οτε δὲ ἔμελλεν αὐτὸν προάγειν ὁ ῾Ηρῴδης, τῇ νυκτὶ ἐκείνῃ ἦν ὁ Πέτρος κοιμώμενος μεταξὺ δύο στρατιωτῶν δεδεμένος ἁλύσεσι δυσί, φύλακές τε πρὸ τῆς θύρας ἐτήρουν τὴν φυλακήν. Καὶ ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου ἐπέστη καὶ φῶς ἔλαμψεν ἐν τῷ οἰκήματι· πατάξας δὲ τὴν πλευρὰν τοῦ Πέτρου ἤγειρεν αὐτὸν λέγων· ἀνάστα ἐν τάχει. καὶ ἐξέπεσον αὐτοῦ αἱ ἁλύσεις ἐκ τῶν χειρῶν εἶπέ τε ὁ Ἄγγελος πρὸς αὐτόν· περίζωσαι καὶ ὑπόδησαι τὰ σανδάλιά σου. Ἐποίησε δὲ οὕτω· καὶ λέγει αὐτῷ· περιβαλοῦ τὸ ἱμάτιόν σου καὶ ἀκολούθει μοι. Καὶ ἐξελθὼν ἠκολούθει αὐτῷ, καὶ οὐκ ᾔδει ὅτι ἀληθές ἐστι τὸ γινόμενον διὰ τοῦ ἀγγέλου, ἐδόκει δὲ ὅραμα βλέπειν. Διελθόντες δὲ πρώτην φυλακὴν καὶ δευτέραν ἦλθον ἐπὶ τὴν πύλην τὴν σιδηρᾶν τὴν φέρουσαν εἰς τὴν πόλιν, ἥτις αὐτομάτη ἠνοίχθη αὐτοῖς· καὶ ἐξελθόντες προῆλθον ῥύμην μίαν· καὶ εὐθέως ἀπέστη ὁ Ἄγγελος ἀπ᾿ αὐτοῦ. Καὶ ὁ Πέτρος γενόμενος ἐν ἑαυτῷ εἶπε· νῦν οἶδα ἀληθῶς ὅτι ἐξαπέστειλε Κύριος τὸν Ἄγγελον αὐτοῦ καὶ ἐξείλετό με ἐκ χειρὸς ῾Ηρῴδου καὶ πάσης τῆς προσδοκίας τοῦ λαοῦ τῶν ᾿Ιουδαίων.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΣΟΛΙΑΣ)
Πρὸς Θεσσαλονικεῖς Β΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
2:13-17; 3:1-5

Ἀδελφοί, ἡμεῖς ὀφείλομεν εὐχαριστεῖν τῷ Θεῷ πάντοτε περὶ ὑμῶν, ἀδελφοὶ ἠγαπημένοι ὑπὸ Κυρίου, ὅτι εἵλετο ὑμᾶς ὁ Θεὸς ἀπαρχὴν εἰς σωτηρίαν ἐν ἁγιασμῷ Πνεύματος καὶ πίστει ἀληθείας, εἰς ὃ ἐκάλεσεν ὑμᾶς διὰ τοῦ Εὐαγγελίου ἡμῶν, εἰς περιποίησιν δόξης τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ. Ἄρα οὖν, ἀδελφοί, στήκετε, καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις ἃς ἐδιδάχθητε εἴτε διὰ λόγου εἴτε δι᾽ ἐπιστολῆς ἡμῶν. Αὐτὸς δὲ ὁ κύριος ἡμῶν ᾽Ιησοῦς Χριστὸς καὶ ὁ Θεὸς καὶ πατὴρ ἡμῶν, ὁ ἀγαπήσας ἡμᾶς καὶ δοὺς παράκλησιν αἰωνίαν καὶ ἐλπίδα ἀγαθὴν ἐν χάριτι, παρακαλέσαι ὑμῶν τὰς καρδίας καὶ στηρίξαι ἐν παντὶ ἔργῳ καὶ λόγῳ ἀγαθῷ. Τὸ λοιπὸν προσεύχεσθε, ἀδελφοί, περὶ ἡμῶν, ἵνα ὁ λόγος τοῦ Κυρίου τρέχῃ καὶ δοξάζηται καθὼς καὶ πρὸς ὑμᾶς, καὶ ἵνα ῥυσθῶμεν ἀπὸ τῶν ἀτόπων καὶ πονηρῶν ἀνθρώπων· οὐ γὰρ πάντων ἡ πίστις. Πιστὸς δέ ἐστιν ὁ Κύριος, ὃς στηρίξει ὑμᾶς καὶ φυλάξει ἀπὸ τοῦ πονηροῦ. Πεποίθαμεν δὲ ἐν κυρίῳ ἐφ᾽ ὑμᾶς, ὅτι ἃ παραγγέλλομεν ὑμῖν καὶ ποιεῖτε καὶ ποιήσετε. Ὁ δὲ Κύριος κατευθύναι ὑμῶν τὰς καρδίας εἰς τὴν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ καὶ εἰς τὴν ὑπομονὴν τοῦ Χριστοῦ.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΣΑΒΒΑΤΟ Δ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην
8: 31 – 42

Εἶπεν ὁ Κύριος πρὸς τοὺς πεπιστευκότας αὐτῷ Ἰουδαίους· Ἐὰν ὑμεῖς μείνητε ἐν τῷ λόγῳ τῷ ἐμῷ, ἀληθῶς μαθηταί μού ἐστε, καὶ γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς. ἀπεκρίθησαν αὐτῷ· Σπέρμα Ἀβραάμ ἐσμεν καὶ οὐδενὶ δεδουλεύκαμεν πώποτε· πῶς σὺ λέγεις ὅτι ἐλεύθεροι γενήσεσθε; ἀπεκρίθη αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι πᾶς ὁ ποιῶν τὴν ἁμαρτίαν δοῦλός ἐστι τῆς ἁμαρτίας. ὁ δὲ δοῦλος οὐ μένει ἐν τῇ οἰκίᾳ εἰς τὸν αἰῶνα· ὁ υἱὸς μένει εἰς τὸν αἰῶνα. ἐὰν οὖν ὁ υἱὸς ὑμᾶς ἐλευθερώσῃ ὄντως ἐλεύθεροι ἔσεσθε. οἶδα ὅτι σπέρμα Ἀβραάμ ἐστε· ἀλλὰ ζητεῖτέ με ἀποκτεῖναι, ὅτι ὁ λόγος ὁ ἐμὸς οὐ χωρεῖ ἐν ὑμῖν. ἐγὼ ὃ ἑώρακα παρὰ τῷ πατρὶ μου λαλῶ· καὶ ὑμεῖς οὖν ὃ ἑωράκατε παρὰ τῷ πατρὶ ὑμῶν ποιεῖτε. Ἀπεκρίθησαν καὶ εἶπον αὐτῷ· Ὁ πατὴρ ἡμῶν Ἀβραάμ ἐστι. λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Εἰ τέκνα τοῦ Ἀβραάμ ἦτε, τὰ ἔργα τοῦ Ἀβραὰμ ἐποιεῖτε. νῦν δὲ ζητεῖτέ με ἀποκτεῖναι, ἄνθρωπον ὃς τὴν ἀλήθειαν ὑμῖν λελάληκα, ἣν ἤκουσα παρὰ τοῦ Θεοῦ· τοῦτο Ἀβραὰμ οὐκ ἐποίησεν. ὑμεῖς ποιεῖτε τὰ ἔργα τοῦ πατρὸς ὑμῶν. εἶπον οὖν αὐτῷ· Ἡμεῖς ἐκ πορνείας οὐ γεγεννήμεθα· ἕνα πατέρα ἔχομεν, τὸν Θεόν. εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Εἰ ὁ Θεὸς πατὴρ ὑμῶν ἦν, ἠγαπᾶτε ἂν ἐμέ, ἐγὼ γὰρ ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐξῆλθον καὶ ἥκω.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΣΟΛΙΑΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην
10: 9-16

Εἶπεν ὁ Κύριος· Ἐγώ εἰμι ἡ θύρα· δι᾽ ἐμοῦ ἐάν τις εἰσέλθῃ σωθήσεται καὶ εἰσελεύσεται καὶ ἐξελεύσεται καὶ νομὴν εὑρήσει. Ὁ κλέπτης οὐκ ἔρχεται εἰ μὴ ἵνα κλέψῃ καὶ θύσῃ καὶ ἀπολέσῃ· ἐγὼ ἦλθον ἵνα ζωὴν ἔχωσιν καὶ περισσὸν ἔχωσιν. ᾽Εγώ εἰμι ὁ ποιμὴν ὁ καλός· ὁ ποιμὴν ὁ καλὸς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων·ὁ μισθωτὸς καὶ οὐκ ὢν ποιμήν, οὗ οὐκ ἔστιν τὰ πρόβατα ἴδια, θεωρεῖ τὸν λύκον ἐρχόμενον καὶ ἀφίησιν τὰ πρόβατα καὶ φεύγει καὶ ὁ λύκος ἁρπάζει αὐτὰ καὶ σκορπίζει τὰ πρόβατα. Ὁ δὲ μισθωτὸς φεύγει ὅτι μισθωτός ἐστιν καὶ οὐ μέλει αὐτῷ περὶ τῶν προβάτων. ᾽Εγώ εἰμι ὁ ποιμὴν ὁ καλός, καὶ γινώσκω τὰ ἐμὰ καὶ γινώσκομαιὑπὸ τῶν ἐμῶν,καθὼς γινώσκει με ὁ πατὴρ κἀγὼ γινώσκω τὸν πατέρα· καὶ τὴν ψυχήν μου τίθημι ὑπὲρ τῶν προβάτων. Καὶ ἄλλα πρόβατα ἔχω ἃ οὐκ ἔστιν ἐκ τῆς αὐλῆς ταύτης· κἀκεῖνα δεῖ με ἀγαγεῖν, καὶ τῆς φωνῆς μου ἀκούσουσιν, καὶ γενήσονται μία ποίμνη, εἷς ποιμήν.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Ὁ ἅγιος Θεοφάνης (17/5), ἐπίσκοπος Σολίας καὶ πρόεδρος Ῥωμαίων Λευκωσίας κατὰ τὴν ἐν Κύπρῳ Ἐνετοκρατία

Ο άγιος Θεοφάνης επίσκοπος Σολέας. Φορητή εικόνα, Ιερά Μητρόπολις Μόρφου

Ὁ ἅγιος Θεοφάνης (17/5), ἐπίσκοπος Σολίας καὶ πρόεδρος Ῥωμαίων Λευκωσίας κατὰ τὴν ἐν Κύπρῳ Ἐνετοκρατία1

Ἀρχιμανδρίτης Φώτιος Ἰωακεὶμ

Ὁ ἅγιος Θεοφάνης ἐπίσκοπος Σολέας. Φορητὴ εἰκόνα, Ἱερὰ Μητρόπολις Μόρφου

Ἡ κατάληψη τῆς Κύπρου ἀπὸ τὸν Ριχάρδο Α΄ τὸν Λεοντόκαρδο κατὰ τὸ 1191, ἡ πώλησή της στοὺς Ναΐτες ἱππότες καὶ ἡ μετὰ τὴν ἐπιστροφή της στὸν Ριχάρδο πώλησή της ἀπ᾽ αὐτὸν τὸ 1192 στὸν Γάλλο εὐγενὴ Γουΐδο ντὲ Λουζινιάν, πατριάρχη τοῦ οἴκου τῶν Λουζινιανῶν κυριάρχων τοῦ νησιοῦ, σημάδεψε τὴν ἀπαρχὴ μιᾶς σειρᾶς ἀπὸ δεινὰ γιὰ τὸ δύστυχο νησί μας.

Μὲ τὴν ἐγκατάσταση μάλιστα ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τῆς Φραγκοκρατίας λατινικοῦ κλήρου στὸ νησὶ καὶ μὲ τὶς συνδυασμένες προσπάθειες τῆς κρατικῆς παπικῆς ἐξουσίας καὶ τῶν παπικῶν ἐκπροσώπων της, ἄρχισε μιὰ συστηματικὴ προσπάθεια, μὲ ποικίλα μέσα, γιὰ ἐκλατίνιση τοῦ τοπικοῦ Ὀρθοδόξου πληθυσμοῦ. Ἀνάμεσα στὰ μέσα τοῦτα ἦταν καὶ ἡ βίαιη προσπάθεια γιὰ ὑπαγωγὴ τῆς τοπικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας στὴ λατινικὴ ἱεραρχία, ποὺ ἐγκαταστάθηκε στὸ νησί. Μὲ σχετικὴ βούλλα τοῦ πάπα Ἰννοκεντίου Γ΄, οἱ 14 ἐπισκοπὲς τῆς Κύπρου μειώνονται σὲ 4 (μὲ ἕδρα τὶς πόλεις Λευκωσία, Ἀμμόχωστο, Λεμεσὸ καὶ Πάφο) καί, ἀργότερα, οἱ 4 Ὀρθόδοξοι ἐπίσκοποι ἐξορίζονται σὲ χωριὰ τῶν ἐπαρχιῶν τους. Καταργεῖται ἐπίσης ὁ τίτλος καὶ θεσμὸς τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου γιὰ τοὺς Κυπρίους ἀρχιερεῖς, πρῶτος δὲ τῇ τάξει Κύπριος ἱεράρχης θεωρήθηκε ὁ ἐπίσκοπος Λευκωσίας, μὲ τὸν τίτλο τοῦ ἐπισκόπου Σολίας, ποὺ ἐγκαθίσταται στὴν περιοχὴ τῆς ἀρχαίας Σολίας. Βραδύτερα ὅμως, ἐπὶ τῆς ὕστερης Φραγκοκρατίας καὶ κυρίως ἐπὶ Ἑνετοκρατίας, οἱ ὡς ἄνω τέσσερεις Ὀρθόδοξοι ἐπίσκοποι ἐπανέρχονται στὶς κεντρικὲς πόλεις τῆς ἐπαρχίας τους (Λευκωσία, Ἀμμόχωστο, Πάφο καὶ Λεμεσό). Εἶναι γιὰ τοῦτο ποὺ καὶ ὁ τίτλος τῶν ἐπισκόπων Σολίας κατὰ τὴν Ἑνετοκρατία, σύμφωνα μὲ σωζόμενες σχετικὲς χειρόγραφες ἐνθυμήσεις, διαφοροποιεῖται σὲ «ἐπίσκοπον Σολίας καὶ πρόεδρον Ῥωμαίων Λευκωσίας», δηλαδὴ τῶν Ὀρθοδόξων Ῥωμηῶν τῆς πόλης καὶ ἐπαρχίας Λευκωσίας2 .

Κατὰ τὸν 16ο  αἰώνα κόσμησε τὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῆς Σολίας ὁ ἅγιος Θεοφάνης. Ὁ ἅγιος γεννήθηκε κατὰ τὸ δεύτερο μισὸ τοῦ 15ου αἰώνα καὶ ἔγινε ἀρχικὰ μοναχὸς στὴ μονὴ τοῦ ἁγίου Γεωργίου τῶν Μαγγάνων3 . Ἡ μονὴ αὐτὴ ἀποτελοῦσε μετόχι τῆς ὁμώνυμης μονῆς στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ πρέπει νὰ ἱδρύθηκε μεταξὺ τοῦ δευτέρου μισοῦ τοῦ 11ου αἰ. καὶ τῶν ἀρχῶν τοῦ 12ου αἰ. Κατὰ τὴν παράδοση, ἀνακαινίστηκε καὶ προικοδοτήθηκε ἀπὸ τὴν Ἑλένη Παλαιολογίνα, Ἑλληνίδα σύζυγο τοῦ Φράγκου βασιλιᾶ τῆς Κύπρου Ἰωάννου Β΄, πρὸς ἐγκατάσταση Ὀρθοδόξων μοναχῶν, ποὺ εἶχαν καταφύγει στὴν Κύπρο ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη μετὰ τὴν ἅλωσή της ἀπὸ τὸν Μωάμεθ Β΄ (1453). Δυστυχῶς, κατὰ τὴν ἀνοικοδόμηση τῶν τειχῶν τῆς Λευκωσίας ἐνόψει τῆς ἀναμενομένης εἰσβολῆς τῶν Τούρκων (πού, ὡς γνωστόν, πραγματοποιήθηκε τὸ 1570), οἱ Ἑνετοὶ -μεταξὺ ἄλλων ναῶν καὶ μονῶν ποὺ βρέθηκαν ἐκτὸς τῶν τειχῶν-, κατέστρεψαν καὶ τὴν ἐν λόγῳ μονή. Στὴ μονὴ λοιπὸν αὐτὴ ὁ Θεοφάνης διέπρεψε στὰ ἔνθεα ἔργα τῆς μοναχικῆς πολιτείας, διάγοντας μὲ νηστεία, ἀγρυπνία, προσευχὴ καὶ ὑπακοή, καὶ κατέστη σκεῦος ἐκλογῆς καὶ δοχεῖο τῆς Χάρης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἕνεκα τῆς ἁγιότητας καὶ τοῦ ἄμεμπτου βίου του, ἐξελέγη κατόπιν καὶ παρὰ τὴ θέλησή του ἐπίσκοπος Σολίας. Δὲν εἶναι γνωστὸ τὸ ἀκριβὲς ἔτος ἐκλογῆς τοῦ ἁγίου ὡς ἐπισκόπου καὶ κατὰ πόσον ὑπῆρξε ἄμεσος διάδοχος τοῦ Σολίας Ἰωάννη, ποὺ ἐκοιμήθη τὸ 15094 . Σύμφωνα μὲ ἔγγραφο τοῦ κρατικοῦ ἀρχείου Βενετίας, ὁ Θεοφάνης τὸ ἔτος 15325 ἦταν ἤδη ἐπίσκοπος, καθότι παρέστη ὡς ἐκπρόσωπος τῶν ἐνετικῶν πολιτικῶν καὶ θρησκευτικῶν ἀρχῶν στὴν ἐκλογὴ τοῦ ἡγουμένου τῆς μονῆς Παναγίας Ἀχειροποιήτου τοῦ Καραβᾶ στὶς 10 Ἀπριλίου 1532 . Στὸν κώδ. Parisinus Craecus 645, φ. 47r, στὴν δεξιὰ (ἐξωτερικὴ) ὤα (περιθώριο) τοῦ ἐν λόγῳ φύλλου καὶ μὲ κατεύθυνση ἀπὸ τὰ ἄνω τὰ κάτω, ὑπάρχει ἡ σημείωση, «ὢ χαρὰς τὴς χάρ(ι)τ(ος) ταύτης», καὶ δίπλα της, μὲ διαφορετικὸ προφανῶς γραφικὸ χαρακτήρα, ἡ ὑπογραφή, «Θεοφάνης ἐλέῳ Θεοῦ ἐπίσκοπος ρωμαίων λευκοσίας», ποὺ πολὺ ὀρθὰ ἀπεδόθη στὸν ἡμέτερο ἅγιο Θεοφάνη6 .

Κάποια μέρα ὁ ἅγιος ἤλεγξε τὸν οἰκονόμο τῆς ἐπισκοπῆς του γιὰ κάποιο σφάλμα του. Αὐτὸς ὅμως, ἄνθρωπος αὐθάδης καὶ θρασύς, σὲ ἀπάντηση ράπισε μπροστὰ καὶ σὲ ἄλλους τὸν ἐπίσκοπό του! Ὁ ταπεινὸς καὶ πρᾶος Θεοφάνης, βλέποντας τὸν ὀλίγο σεβασμὸ πρὸς τὸ πρόσωπό του καὶ κρίνοντας τὸν ἑαυτό του ἀνάξιο γιὰ τὸ ὑψηλὸ ἐπισκοπικὸ λειτούργημα, ζήτησε ἀπὸ τοὺς ἀντιπροσώπους τῶν ἐνετικῶν ἀρχῶν στὸ νησὶ νὰ τοῦ ἐπιτρέψουν τὴν παραίτησή του ἀπὸ τὸν θρόνο. Παρὰ τὴν ἀρχική τους ἄρνηση, βλέποντας τὴν ἐπιμονὴ τοῦ ἁγίου, τελικὰ οἱ ἀρχὲς τοῦ ἔδωσαν τὴν ποθούμενη ἄδεια νὰ παραιτηθεῖ κατὰ τὶς ἀρχὲς τοῦ 1543, σύμφωνα μὲ τὸ σχετικὸ ἔγγραφο ἐκλογῆς τοῦ διαδόχου του ἐπισκόπου Σολίας Νεοφύτου Λογαρᾶ (1543-1568), ποὺ ἔγινε πρόσφατα γνωστό7 .

Κατόπιν ὁ Θεοφάνης ἀποσύρθηκε στὴ γνωστὴ μονὴ τοῦ Μέσα Ποταμοῦ8 , ποὺ βρίσκεται στοὺς πρόποδες τοῦ Τροόδους καὶ εἶναι ἀφιερωμένη στὸν Τίμιο Πρόδρομο, ὅπου ἔζησε μὲ μεγάλη ἄσκηση τὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς του. Σύμφωνα μὲ τὴ ζῶσα παράδοση, περὶ τὰ 90 μέτρα πρὸς τὰ βόρεια τῆς μονῆς ὑπῆρχε τὸ σπήλαιο, ὅπου ἀποσυρόταν κατὰ καιροὺς ὁ ἅγιος γιὰ μεγαλύτερη ἡσυχία καὶ αὐστηρότερη ἄσκηση. Ἐνῶ ἦταν ἐκεῖ στὴ μονὴ ὁ ἅγιος, εἶδε μία νύκτα ὄνειρο ὅτι κάποιος φίλος του τοῦ ἔφερε ἕνα ἀγγεῖο μὲ μέλι, πράγμα ποὺ συνέβηκε τὴν ἑπομένη τὸ πρωί. Τότε, παίρνοντας τὸ δῶρο τοῦ φίλου του, ἔχυσε μπροστά του τὸ μέλι, λέγοντας ὅτι δὲν ἤθελε νὰ συνηθίσει νὰ πιστεύει, μὲ σατανικὴ ἐνέργεια, στὰ ὄνειρα.

Ἀφοῦ λοιπὸν ἔφθασε σὲ μέτρα τελειότητος, ὁ ἅγιος Θεοφάνης ἐκοιμήθη ἐν εἰρήνῃ τὸ ἔτος 1550. Περὶ τὰ 5 χρόνια μετὰ τὴν κοίμησή του, ὅταν ἔγινε ἡ ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων του, βρέθηκαν μερικῶς ἄφθαρτα καὶ εὐωδιάζοντα. Αὐτόπτης μάρτυρας τῆς ἀνακομιδῆς τῶν ἱερῶν του λειψάνων ὑπῆρξε καὶ ὁ βιογράφος του, Στέφανος Λουζινιανός. Ἡ κάρα του, ποὺ τοποθετήθηκε στὴ συνέχεια ἀπὸ τοὺς μοναχοὺς τῆς μονῆς τοῦ Μέσα Ποταμοῦ σὲ ἀργυρὴ λειψανοθήκη στὸ καθολικὸ τῆς μονῆς, μαρτυρεῖται ὅτι ἐνήργησε ποικίλα θαύματα.

Κατὰ τὸ ἔτος 1999, ὁ Πανιερώτατος Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος ἐντόπισε στὸν ναὸ τῆς Παναγίας Χρυσοσώτειρας τοῦ χωριοῦ Τρεῖς Ἐληὲς τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου εἰκόνα τοῦ ἔτους 1689, ἔργο τοῦ ζωγράφου Λεοντίου ἐκ Λεμεσοῦ, μὲ τὴν ἐπιγραφή, «Ὁ ἅγιος Θεοφάνης ὁ Νέος», ποὺ προφανῶς εἰκονίζει τὸ ἅγιο Θεοφάνη Σόλων, ὡς τοπικὸ ἅγιο9 . Ἡ εἰκόνα αὐτὴ βρίσκεται σήμερα στὸ Ἐπισκοπεῖο τῆς Μητροπόλεως Μόρφου στὴν Εὐρύχου καὶ ἔχει ἤδη τύποις ἐκδοθεῖ.

Ἡ ἀρχικὴ ἡμέρα μνήμης τοῦ ἁγίου Θεοφάνους δὲν διασώθηκε, προφανῶς λόγῳ τῶν δίσεκτων χρόνων ποὺ ἀκολούθησαν πολὺ σύντομα μετὰ τὴν ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων του, δηλαδὴ τῆς τουρκικῆς εἰσβολῆς τῶν ἐτῶν 1570-1571 καὶ τῶν φοβερῶν της συνεπειῶν γιὰ τὸν πολύκλαυστο λαὸ καὶ κλῆρο τῆς νήσου. Κατὰ τὸ ἔτος 2000, ὡς ἡμέρα μνήμης τοῦ ἁγίου Θεοφάνους καθιερώθηκε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία Κύπρου ἡ 17η Μαΐου, μὲ τὴν ἔνταξη νέας πλήρους ᾀσματικῆς Ἀκολουθίας πρὸς τιμή του στὴ σειρὰ Κύπρια Μηναῖα τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κύπρου10 .

Μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ προγραμματίζεται ἡ ἀνέγερση νέου, μεγάλου ἐνοριακοῦ ναοῦ πρὸς τιμὴν τοῦ ἁγίου Θεοφάνους στὸ χωριὸ Κοράκου τῆς Μητροπόλεως Μόρφου. Εἶναι γιὰ τοῦτο, ποὺ κατὰ τὰ τελευταῖα χρόνια ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου πανηγυρίζεται στὸν ναὸ τῆς Παναγίας Ἐλεούσης τῆς Κοράκου.

*******

[1]Τὸ κείμενο ποὺ ἀκολουθεῖ προέρχεται ἀπὸ τὸ ὑπὸ ἔκδοση βιβλίο τῆς καθ᾽ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου Οἱ ἐν τῇ ἐπισκοπῇ Σόλων-Μητροπόλει Μόρφου διαλάμψαντες καὶ ἐξαιρέτως τιμώμενοι ἅγιοι. Τὰ σχετικὰ μὲ τὸν βίο τοῦ ἁγίου Θεοφάνους, ἐπισκόπου Σολίας, μᾶς διέσωσε ὁ Στέφανος Λουζινιανὸς (Étienne Lusignan) στὰἔργα του Chorograffia, IV, φ.55v, Corone, IV, φ. 51β καί, Description, φφ. 59v-60r, καθὼς καὶ οἱ μεγανέστεροι τοπικοὶ χρονογράφοι –ποὺ ἐν προκειμένῳ ἀντιγράφουν τὸν Λουζινιανό–, Νεόφυτος Ροδινὸς (Περρων…, σσ. 97-99) καὶ Ἀρχιμ. Κυπριανὸς (στορία Χρονολογική…, σ. 351). Περαιτέρω βιβλιογραφία βλ. στά: Χαρίτων μοναχὸς Σταυροβουνιώτης, «Οἱ Ἅγιοι τῆς Μητροπολιτικῆς περιφερείας Μόρφου», Τόμος Μόρφου, σσ. 218-219· Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κύπρου, Κύπρια Μηναα, τόμ. Ζ´(Μάιος), Λευκωσία 2000, σσ. 129-131. Ὁρισμένα νεώτερα δεδομένα ἀπὸ ἔγγραφα τοῦ κρατικοῦ ἀρχείου τῆς Βενετίας, ποὺ παραθέτουμε ἐδῶ, ὀφείλονται στὴν ἱστορικὸ-ἐρευνήτρια Νάσα Παταπίου, ποὺ τὰ παραχώρησε στὴν Ἱερὰ ΜονὴΤιμίου Προδρόμου Μέσα Ποταμοῦ πρὸς δημοσίευση ἢ δημοσίευσε ἤδη καὶ ἡ ἴδια. Εὐχαριστοῦμε κα ὶἐντεῦθεν ἀμφοτέρους.

[2] Βλ. σχετικὰ στό: Jean Darrouzès, «Évêques inconnus ou peu connus de Chypre», Byzantinische Zeitschrift, 44 (1951), σσ. 98 καὶ 100-101.

[3]Βλ. σχετικά, Δέσποινα Πηλείδου, «Μαγγάνων Γεωργίου αγίου μονή, Λευκωσία (Κύπρος)», ΜΟΧΕ, τόμ. 11, σσ. 181-182.

[4]Βλ. Ἐκκλησία Κύπρου, Διοικητικὴ Συγκρότησις τς κκλησίας Κύπρου κατν λοιπν ρθοδόξων κκλησιν, τος 2017, Λευκωσία 2016, σ. 39.

[5]Βλ. Gilles Griveaud, «ἩΒενετία καὶ οἱ ἐκκλησιαστικὲς ὑποθέσεις στὴν Κύπρο: Ἡδιαμάχη τῆς Μονῆς Παναγίας Ἀχειροποιήτου (1527-1534)», ΕΚΜΙΜΚ, τόμ. 2, Λευκωσία 1993, σσ. 235-237 (ἔγγραφο 4).

[6]Ἡ  ἐπισήμανση καὶ ἡ ἔκδοση τῆς ὑπογραφῆς αὐτῆς ὀφείλονται στὸν μακαριστὸ Jean Darrouzès, «Évêques inconnus ou peu connus de Chypre», Byzantinische Zeitschrift, 44 (1951), σσ. 98 καὶ 101, ποὺ ἀποδίδει εὔλογα τὴν ἐν λόγῳ ὑπογραφὴ στὸν ἡμέτερο ἅγιο Θεοφάνη Σολίας, λόγῳ κυπριακῆς προέλευσης τοῦ ὡς ἄνω κώδικα καὶ παλαιογραφικῆς χρονολόγησης τῆς ὑπογραφῆς αὐτῆς. Ἡ ἐκεῖ ὅμως ἔκδοση τῆς ἐνθύμησης καὶ ὑπογραφῆς περιέχει σφάλματα.

[7]Νάσα Παταπίου, «Συμεὼν ἡγούμενος Κύκκου: Ἡἐκλογή του ὡς ἀρχιεπισκόπου Κύπρου (1568)»,ΕΚΜΙΜΚ, τόμ. 11, Λευκωσία 2016, σσ. 197-198.

[8]Γιὰ τὴ μονὴ αὐτὴ γενικὰ βλ. στό: Ἱερὰ Μονὴ Τμίου Προδρόμου Μέσα Ποταμοῦ. Ἕνα Ὁδοιπορικὸ στὸν χρόνο, (ἐκδ.) Ἱερὰ Μονὴ Μέσα Ποταμοῦ, Λεμεσὸς 2017, ὅπου καὶ συναφὴς βιβλιογραφία.

[9]Βλ. Τόμος Μόρφου, σσ. 342-343.

[10]Κύπρια Μηναῖα, τόμ. Ζ´ (Μάιος), σσ. 120-1

Μνήμη των Αγίων Αποστόλων Ανδρονίκου και Ιουνίας. Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Σολόχωνος και των συν αυτώ Παμφαμήρ και Παμφυλών (17 Μαΐου)

Μηνολόγιο 17ης Μαΐου. Μηνολόγιο Οξφόρδης (14ος αι.)
Μηνολόγιο 17ης Μαΐου. Μηνολόγιο Οξφόρδης (14ος αι.)

Μνήμη των Aγίων Aποστόλων Aνδρονίκου και Iουνίας1

Εις τον Ανδρόνικον
Έθνη διδάξας Aνδρόνικος μυρία,
Προς Xριστόν ήλθεν, ος καλεί προς φως έθνη.

Εις την Ιουνίαν
Ιουνία τέθνηκε μηνί Mαΐω,
Oς πρώτός εστιν εισιών Iουνίου.

Εβδομάτη δεκάτη θάν’ Iουνίη Aνδρόνικός τε.

Oύτος ο του Xριστού Aπόστολος και Mάρτυς έδραμεν εις όλην την οικουμένην ωσάν να είχε πτερά, και ανέσπασεν από την ρίζαν την πλάνην της ειδωλομανίας. Eίχε δε ακολουθούσαν εις αυτόν και την υπερθαύμαστον Iουνίαν, η οποία είχε νεκρωθή τω κόσμω, και έζη μόνω τω Xριστώ. Όθεν και οι δύω πολλούς απίστους ετράβιξαν εις την θεογνωσίαν. Kαι τους μεν ναούς των ειδώλων, κατέστρεψαν. Eκκλησίας δε θείας έκτισαν εις κάθε μέρος, και πνεύματα ακάθαρτα από τους ανθρώπους εδίωξαν, και πάθη ανιάτρευτα ιάτρευσαν. Oύτω λοιπόν διαλάμψαντες, επλήρωσαν και αυτοί το κοινόν χρέος της φύσεως καθό άνθρωποι οπού ήτον, και διά του θανάτου προς αιώνιον ζωήν μετέβησαν. Tούτους αναφέρει και ο μέγας Aπόστολος Παύλος εν τη προς Pωμαίους Eπιστολή λέγων· «Aσπάσασθε Aνδρόνικον και Iουνίαν τους συγγενείς μου και συναιχμαλώτους μου, οίτινές εισιν επίσημοι εν τοις Aποστόλοις, οί και προ εμού γεγόνασιν εν Xριστώ» (Pωμ. ιϛ΄, 7).

Σημείωση

1. Eν δε τω χειρογράφω Συναξαριστή Iουνία γράφεται, αρσενικώς λαμβανομένου παρ’ αυτώ το όνομα της Iουνίας. Περί της ευρέσεως των λειψάνων του Aγίου τούτου Aνδρονίκου και Iουνίας, όρα εις τας εικοσιδύω Φευρουαρίου.


Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Σολόχωνος και των συν αυτώ Παμφαμήρ και Παμφυλών1

Εις τον Σολόχωνα
Φυγών Σολόχων του Σατανά τους λόχους,
Άτρωτος ήκει προς τον ύψιστον Λόγον.

Εις τον Παμφαμήρ και Παμφυλών
Θαρσείτε καν τύπτησθε Mάρτυρες δύω,
Θήσει Θεός μάλαγμα ταις πληγαίς στέφη.

Oύτος ο Άγιος ήτον μεν, κατά τους χρόνους του βασιλέως Mαξιμιανού εν έτει σϟη΄ [298]. Eκατάγετο δε, από την Aίγυπτον, στρατιώτης ων κατά το επάγγελμα υποκάτω εις τον τριβούνον Kαμπανόν ονομαζόμενον, ομού με χιλίους άλλους στρατιώτας. Aναχωρήσας δε από την Aίγυπτον μαζί με τον Kαμπανόν, επήγεν εις την Xαλκηδόνα. Eπειδή δε ο βασιλεύς επρόσταξεν, ότι κάθε αρχιστράτηγος να αναγκάζη τους στρατιώτας του διά να θυσιάζουν εις τα είδωλα, διά τούτο ο Kαμπανός εβίαζε τους εδικούς του στρατιώτας να τελειώσουν την βασιλικήν προσταγήν. Όλοι λοιπόν οι στρατιώται επείσθησαν, τρεις δε μόνοι αντιστάθησαν, ο Σολόχων, ο Παμφαμήρ, και ο Παμφυλών, κηρύττοντες εαυτούς Xριστιανούς, και λέγοντες με βεβαιότητα, ότι εί τι βάσανον και αν λάβουν, δεν αρνούνται τον Xριστόν, αλλά μέχρι θανάτου επιμένουν εις την πίστιν αυτού. Όθεν διά τούτο, τόσον πολλά εδάρθησαν και ετιμωρήθησαν οι αοίδιμοι, ώστε οπού επρίσθησαν η πλάταις των, και το πρίσμα εφούσκωσε και ανέβη παράνω από την κεφαλήν τους. Όθεν μέσα εις τον δαρμόν αυτόν παρέδωκαν τας ψυχάς των εις τον Θεόν ο Παμφαμήρ και ο Παμφυλών. O δε Άγιος Σολόχων ολίγον ενδυναμωθείς, επικαλείτο παρρησία το όνομα του Xριστού, και εκατηγόρει τον Kαμπανόν διά την αγνωσίαν του, επειδή και ωνόμαζε θεούς τα άψυχα είδωλα. Eκ τούτου λοιπόν ο Kαμπανός θυμωθείς, επρόσταξε να ανοίξουν με το σπαθί το στόμα του Mάρτυρος, και να χύσουν μέσα εις αυτό κρασί, το οποίον είχε προσφερθή ως θυσία εις τους θεούς. O δε Άγιος εδάγκασε με τα οδόντιά του το σπαθί, και έκοψε μέρος από αυτό. Kόψας δε και τα δεσμά οπού εφόρει, εστάθη έμπροσθεν του Kαμπανού, μεγαλύνων μεν την θεότητα του Xριστού, περιπαίζων δε την κακοδαιμονίαν του άρχοντος. Tότε ήκουσε και μίαν φωνήν ελθούσαν εξ Oυρανού, η οποία επαρακίνει και εδυνάμονεν αυτόν εις το μαρτύριον.

Mετά ταύτα εσκόρπισαν κεραμίδια τραχέα εις τον τόπον του σταδίου, έπειτα δέσαντες τον Άγιον από τους πόδας, έσυραν αυτόν επτά φοραίς, επάνω εις τα τραχέα εκείνα και σκληρά κεραμίδια, από τα οποία κατατριβόμεναι αι πληγαί του Aγίου, επροξένουν εις αυτόν δριμυτάτους πόνους. Ύστερον έδεσαν τον Mάρτυρα από το δεξιόν χέρι, και εκρέμασαν αυτόν από ένα δοκάρι του οσπητίου. Aπό δε το αριστερόν του πόδι εκρέμασαν μίαν βαρείαν πέτραν. Όθεν ο Άγιος βασανιζόμενος με την βάσανον ταύτην από την έκτην ώραν έως την δεκάτην, δεν επείθετο να αρνηθή τον Xριστόν. Ύστερον δε έκοψαν το σχοινίον με δρεπάνι, και πεσών ο Άγιος κάτω, εστάθη όρθιος εις τους πόδας του. Όταν δε ενύκτωσεν, εθυμώθη πολλά ο Kαμπανός, πως δεν εδυνήθη να καταπείση τον Άγιον. Όθεν πέρνωντας ένα καλάμι, με το οποίον έγραφεν, έμπηξεν αυτό μέσα εις το αυτί του Aγίου, και σπρώξας με βίαν, διεπέρασεν αυτό έως εις το ενδότερον μέρος της κεφαλής του. Kαι αυτός μεν επήγε διά να μοιράση το σιτηρέσιον εις τους στρατιώτας του, οι δε παρευρεθέντες εκεί Xριστιανοί, επήραν τον Άγιον επάνω εις ξυλοκρέββατον, επειδή παρελύθησαν όλα τα μέλη του, και δεν εδύνετο πλέον να περιπατή, και έτζι επήγαν εις ένα οσπήτιον μιάς χήρας. Eκεί λοιπόν ο Άγιος φαγών ολίγον ψωμί, ευχήθηκε τους παρεστώτας Xριστιανούς, έπειτα αναβλέψας εις τον ουρανόν, παρέδωκε την μακαρίαν ψυχήν του εις χείρας Θεού, παρ’ ου και τον στέφανον έλαβε της αθλήσεως2.

Σημειώσεις

1. Eν άλλοις δε ούτος γράφεται, Παμφαλιών.

2. Σημείωσαι, ότι περιττώς γράφεται εδώ παρά τοις τετυπωμένοις Mηναίοις, η μνήμη Hρακλείου, Παυλίνου, και Bενεδίμου, επειδή αυτοί εορτάζονται κατά την δεκάτην ογδόην του παρόντος Mαΐου, όπου και το Συναξάριον αυτών γράφεται. Oμοίως περιττώς γράφεται και η μνήμη των δύω Aλεξάνδρων, δύω Διονυσίων, Aγαπίου, Tιμολάου, Pωμύλου και Πλησίου. Oύτοι γαρ εορτάζονται κατά την δεκάτην πέμπτην του Mαρτίου, όπου γράφεται και το τούτων Συναξάριον. Oμοίως περιττώς γράφεται εδώ η ανάδειξις της εν Kαμουλιανοίς αχειροποιήτου εικόνος. Tαύτης γαρ η εύρεσις και το Συναξάριον γράφεται κατά την ενάτην του Aυγούστου.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Παρασκευὴ 16 Μαΐου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ Δ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πράξεων τῶν Ἀποστόλων τὸ Ἀνάγνωσμα
10: 44-48; 11: 1-10

Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, λαλοῦντος τοῦ Πέτρου τὰ ῥήματα ταῦτα ἐπέπεσε τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιον ἐπὶ πάντας τοὺς ἀκούοντας τὸν λόγον. Καὶ ἐξέστησαν οἱ ἐκ περιτομῆς πιστοὶ ὅσοι συνῆλθον τῷ Πέτρῳ, ὅτι καὶ ἐπὶ τὰ ἔθνη ἡ δωρεὰ τοῦ ᾿Αγίου Πνεύματος ἐκκέχυται· ἤκουον γὰρ αὐτῶν λαλούντων γλώσσαις καὶ μεγαλυνόντων τὸν Θεόν. Τότε ἀπεκρίθη ὁ Πέτρος· μήτι τὸ ὕδωρ κωλῦσαι δύναταί τις τοῦ μὴ βαπτισθῆναι τούτους, οἵτινες τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιον ἔλαβον καθὼς καὶ ἡμεῖς; Προσέταξέ τε αὐτοὺς βαπτισθῆναι ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Κυρίου. Τότε ἠρώτησαν αὐτὸν ἐπιμεῖναι ἡμέρας τινάς. ῎Ηκουσαν δὲ οἱ ἀπόστολοι καὶ οἱ ἀδελφοὶ οἱ ὄντες κατὰ τὴν Ἰουδαίαν ὅτι καὶ τὰ ἔθνη ἐδέξαντο τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ. Ὅτε δὲ ἀνέβη Πέτρος εἰς Ἰερουσαλήμ, διεκρίνοντο πρὸς αὐτὸν οἱ ἐκ περιτομῆς λέγοντες ὅτι· πρὸς ἄνδρας ἀκροβυστίαν ἔχοντας εἰσῆλθες καὶ συνέφαγες αὐτοῖς. Ἀρξάμενος δὲ Πέτρος ἐξετίθετο αὐτοῖς καθεξῆς λέγων· Ἐγὼ ἤμην ἐν πόλει Ἰόππῃ προσευχόμενος καὶ εἶδον ἐν ἐκστάσει ὅραμα, καταβαῖνον σκεῦός τι ὡς ὀθόνην μεγάλην τέσσαρσιν ἀρχαῖς καθιεμένην ἐκ τοῦ οὐρανοῦ, καὶ ἦλθεν ἄχρις ἐμοῦ· εἰς ἣν ἀτενίσας κατενόουν καὶ εἶδον τὰ τετράποδα τῆς γῆς καὶ τὰ θηρία καὶ τὰ ἑρπετὰ καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ. Ἤκουσα δὲ φωνῆς λεγούσης μοι· Ἀναστάς, Πέτρε, θῦσον καὶ φάγε. Εἶπον δέ· Μηδαμῶς, Κύριε, ὅτι πᾶν κοινὸν ἢ ἀκάθαρτον οὐδέποτε εἰσῆλθεν εἰς τὸ στόμα μου. Ἀπεκρίθη δὲ μοι φωνὴ ἐκ δευτέρου ἐκ τοῦ οὐρανοῦ· Ἃ ὁ Θεὸς ἐκαθάρισε σὺ μὴ κοίνου. Τοῦτο δὲ ἐγένετο ἐπὶ τρίς, καὶ πάλιν ἀνεσπάσθη ἅπαντα εἰς τὸν οὐρανόν.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ Δ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην
8: 21-30

Εἶπεν ὁ Κύριος πρὸς τοὺς ἐληλυθότας πρὸς αὐτὸν Ἰουδαίους· Ἐγὼ ὑπάγω καὶ ζητήσετέ με, καὶ ἐν τῇ ἁμαρτίᾳ ὑμῶν ἀποθανεῖσθε· ὅπου ἐγὼ ὑπάγω, ὑμεῖς οὐ δύνασθε ἐλθεῖν. ἔλεγον οὖν οἱ Ἰουδαῖοι· Μήτι ἀποκτενεῖ ἑαυτόν, ὅτι λέγει, ὅπου ἐγὼ ὑπάγω, ὑμεῖς οὐ δύνασθε ἐλθεῖν; καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Ὑμεῖς ἐκ τῶν κάτω ἐστέ, ἐγὼ ἐκ τῶν ἄνω εἰμί· ὑμεῖς ἐκ τοῦ κόσμου τούτου ἐστέ, ἐγὼ οὐκ εἰμὶ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου. εἶπον οὖν ὑμῖν ὅτι ἀποθανεῖσθε ἐν ταῖς ἁμαρτίαις ὑμῶν· ἐὰν γὰρ μὴ πιστεύσητε ὅτι ἐγώ εἰμι, ἀποθανεῖσθε ἐν ταῖς ἁμαρτίαις ὑμῶν. ἔλεγον οὖν αὐτῷ· Σὺ τίς εἶ; καὶ εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Τὴν ἀρχὴν ὅ,τι καὶ λαλῶ ὑμῖν. πολλὰ ἔχω περὶ ὑμῶν λαλεῖν καὶ κρίνειν· ἀλλ’ ὁ πέμψας με ἀληθής ἐστι, κἀγὼ ἃ ἤκουσα παρ’ αὐτοῦ, ταῦτα λέγω εἰς τὸν κόσμον. οὐκ ἔγνωσαν ὅτι τὸν πατέρα αὐτοῖς ἔλεγεν. εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Ὅταν ὑψώσητε τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, τότε γνώσεσθε ὅτι ἐγώ εἰμι, καὶ ἀπ’ ἐμαυτοῦ ποιῶ οὐδέν, ἀλλὰ καθὼς ἐδίδαξέ με ὁ πατὴρ μου, ταῦτα λαλῶ. καὶ ὁ πέμψας με μετ’ ἐμοῦ ἐστιν· οὐκ ἀφῆκέ με μόνον ὁ πατὴρ, ὅτι ἐγὼ τὰ ἀρεστὰ αὐτῷ ποιῶ πάντοτε. Ταῦτα αὐτοῦ λαλοῦντος πολλοὶ ἐπίστευσαν εἰς αὐτόν.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Πάπας και Ορθοδοξία

Πηγή: trelogiannis.blogspot.com

Λουκάς Αθανασιάδης: Πάπας και Ορθοδοξία

Με αφορμή την επίσκεψη του ποντίφηκος Ρώμης
στη Νήσο των Αγίων και την Ελλάδα (πρώτη δημοσίευση: Δεκέμβριος 2021)

Δεν γνωρίζω τι σημασία μπορεί να έχει το κείμενό μου αυτό, ενόψει της μετάβασης του ποντίφηκα Ρώμης στην Κύπρο και την Ελλάδα μας —για λόγους καθαρά πολιτικούς και propaganda fidei—, μέσα σε μιά κοινωνία εκκοσμικευμένη, δογματικά αποχρωματισμένη και, τα τελευταία δύο χρόνια, ιδιαίτερα ταλαιπωρημένη, απογοητευμένη και συγχυσμένη… Θεώρησα όμως καλό, με αφορμή το γεγονός αυτό, που κινητοποίησε Κυβερνήσεις, αστυνομίες, κόσμο, να χαράξω τις γραμμές αυτές, μάλλον να πω δυο λόγια προοιμιάζοντας ένα ωραιότατο, τεκμηριωμένο και θεολογικώτατο κείμενο της σοφής και σεβαστής Γερόντισσας μοναχής Ευθυμίας, Ηγουμένης της Ιεράς Μονής Αγίου Κοσμά Θέρμου Αιτωλοακαρνανίας. Κι αυτά πάλιν τα προιμιακά μου είναι… κλεψιμέϊκα —η μόνη κλοπή που, όχι μονάχα επιτρέπεται, αλλ᾽ είναι και ευλογημένη!— δηλαδή παραθέματα αγίων Πατέρων σχετικά με τους Δυτικούς χριστιανούς, τις πλάνες και αιρέσεις τους. 

Ίσως τα παρόντα θεωρηθούν υπερβολής φθόγγοι, κακίας τόνοι και ψεκασμένου ψεκάδες… Όμως, μιλώντας όχι συναισθηματικά αλλά θεολογικά, πατερικά και ιστορικά, η αλήθεια είναι πικρή, πικρότατη: Οι Δυτικοί ή, ορθότερα, παπικοί —που κάκιστα και αυτόβουλα οικειοποιήθηκαν το όνομα «Καθολικοί» ή «Ρωμαιοκαθολικοί», καθώς καθολικοί είναι πράγματοι οι Ορθόδοξοι χριστιανοί και μόνον, ως μέλη της μίας, αγίας, καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας— έχουν περιπέσει διαχρονικά σε πλείστες όσες αιρέσεις, κακοδοξίες, αλλοδοξίες και έχουν διαπράξει πλείστα όσα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, εξαιρέτως κατά των Ορθοδόξων χριστιανών, για τα οποία «επιλείψει με ο χρόνος διηγούμενον». Στα πάμπολλα όσα της σχετικής βιβλιογραφίας παραπέμπω τον φιλομαθή αναγνώστη στα εξής τρία σημαντικά, αποκαλυπτικά και συνοπτικά νεώτερα βιβλία, όπου θα πιστωθεί αναμφιβόλως του λόγου το ασφαλές: α. Ἀρχιμ. Σπυρίδωνος Μπιλάλη, Ὀρθοδοξία καὶ Παπισμός, Ἀθῆναι 1988· β. Σ. Νόσωφ, Ὁ Παπισμὸς καὶ οἱ ἀγῶνες του κατὰ τῆς Ὀρθοδοξίας,  μετάφρ. Χαρ. Ἰ. Ἀσιώτη 1997· γ. Πρωτ. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, Πῶς ἔγινε ὁ Πάπας ἀλάθητος, Ἀθῆναι-Τρίκαλα 2002. 

Μόνο επιγραμματικώτατα, για να μην ξεφύγω από το θέμα μου, να σημειώσω τις παπικές αιρέσεις και πλάνες: Του Filioque (δηλ. της εκπόρευσης του Αγίου Πνεύματος και εκ του Υιού, δόγμα που εισάγει δυαρχία στην Αγία Τριάδα), του πλαστού «Πρωτείου» και του «αλαθήτου» του εκάστοτε πάπα, με την κατάργηση έτσι του Ορθοδόξου Συνοδικού θεσμού, του «καθαρτηρίου πυρός», της «άσπιλης σύλληψης» της Θεοτόκου και της Μαριολατρείας ευρύτερα, που όχι μόνον δεν τιμά τη Θεοτόκο αλλά τη βλασφημεί, την τέλεση της Θ. Λειτουργίας με άζυμο άρτο αντί με ένζυμο όπως την τέλεσε και παρέδωσε ο ίδιος ο Χριστός κατά το Μυστικό Δείπνο, την υποχρεωτική αγαμία του κλήρου, την κατάργηση και αλλοίωση των νηστειών, την κατά το δοκούν απόρριψη αγίων η ένταξη οικειοβούλως αγίων στο αγιολόγιο κ.λπ., κ.λπ. κ.λπ. Και ο κατήφορος δεν έχει, αλίμονο, τελειωμό…

Αλλά, ας δανεισθούμε μικρά αποσπάσματα από τον θεοφόρο κάλαμο των αγίων της Εκκλησίας μας Πατέρων, σχετικά με το θέμα μας:

α. Μέγας Βασίλειος (ο άγιος αναφέρεται στην πολεμική κατά των Ορθοδόξων και την εις μάτην —ως αείποτε— αναμενόμενη εκ Δύσεως βοήθεια): «Εάν συνεχισθή η εναντίον μας οργή του Θεού, ποια βοήθεια μπορεί να μας προσφέρη η Δυτική αλαζονεία και υπεροψία; Αυτοί ούτε την αλήθειαν γνωρίζουν, ούτε θέλουν και ανέχονται να την μάθουν, αλλά καθώς είναι προκατειλημμένοι από αστηρίκτους υποψίας… εμάχοντο εκείνους που τους έλεγαν την αλήθειαν και εστήριζαν την αίρεσιν με την στάσιν τους. Εγώ μάλιστα σκέπτομαι να γράψω προς τον πρώτον (τον τότε πάπα Ρώμης Δάμασον) και κορυφαίον από αυτούς… ότι ούτε την αλήθειαν γνωρίζουν, ούτε καταδέχονται να ακολουθήσουν την οδόν δια της οποίας θα ηδύναντο να την μάθουν… και να μην θεωρούν ως αρετήν την υπερηφάνειαν, η οποία είναι αμάρτημα αρκετόν να δημιουργήση, από μόνον του αυτό, έχθραν προς τον Θεόν» (Μεγάλου Βασιλείου, Έργα, Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, 1, σ. 304).

Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός: «Εμείς δι’ ουδέν άλλο απεσχίσθημεν των Λατίνων, αλλά διότι είναι όχι μόνον Σχισματικοί, αλλά και Αιρετικοί. Δια τούτο σας παρακαλώ· αποφεύγετε τους Παπικούς όπως φεύγει κάποιος από φίδι και από προσώπου πυρός, αλλά και τους ‘‘Ορθοδόξους’’ που σχετίζονται με παπικούς. Όσο πιο μακρυά φεύγει κανείς απ’ αυτούς τους ‘‘Ορθοδόξους’’, τόσο πιο κοντά έρχεται εις τους Αγίους Πατέρες. Ενώ όσο πιο κοντά τους έρχεται, τόσο πιο πολύ απομακρύνεται από τους Αγίους μας. Δεν χωρεί καμμία συγκατάβασις σε ό,τι έχει σχέση με την Ορθόδοξη Πίστη μας.»

Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός: «Ο ένας αντίχριστος είναι ο Πάπας, και ο άλλος είναι αυτός που είναι στο κεφάλι μας, χωρίς να ειπώ το όνομά του (εννοούσε ο άγιος τον Μωάμεθ και τους Οθωμανούς κατακτητές)· το καταλαβαίνετε, μα λυπηρόν είναι να σας το ειπώ, διότι αυτοί οι αντίχριστοι είναι εις την απώλειαν, καθώς το έχουν» (Διδαχή 8η). «Τον Πάπα να καταράσθε, διότι αυτός θα είναι η αιτία του κακού» (90ή Προφητεία).

Όσιος Ιουστίνος Πόποβιτς: «Εις την ιστορίαν του ανθρωπίνου γένους υπάρχουν τρεις κυρίως πτώσεις: Του Αδάμ, του Ιούδα και του Πάπα» (Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς, Άνθρωπος και Θεάνθρωπος).

Πριν παραθέσουμε το προαναφερθέν άρθρο της Γερόντισσας Ευθυμίας, πρέπει να τονίσουμε πως δυστυχώς ορισμένοι νεοέλληνες θεολόγοι και διαβασμένοι θέλησαν κατά το πρόσφατο παρελθόν να αμφισβητήσουν την αυθεντικότητα της ανωτέρω προφητείας του αγίου Κοσμᾶ του Αιτωλού («Τον Πάπα να καταράσθε, διότι αυτός θα είναι η αιτία του κακού»), πιθανώτατα από δογματικές προϋποθέσεις, ή και άλλες. Όμως εν προκειμένω η ζώσα μας παράδοση, προφορική και γραπτή, μέσω δηλαδή της ευλογημένης χειρόγραφης παράδοσης, διακηρύττει στεντορίᾳ τη φωνή την αυθεντικότητα της αληθέστατης τούτης προφητικής ρήσης του θεόπτου και θεοφόρου Πατροκοσμά.

Όμως οι συκοφάντες ξεσκεπάζονται και γελοιοποιούνται και από ένα αγνό ήρωα της πίστης και της πατρίδας, τον ευλογημένο Μακρυγιάννη, σχεδόν σύγχρονο με τον άγιο Κοσμά, που και επαναλαμβάνει την προφητική του ρήση, «τον πάπα να καταράσθε».  Παραθέτουμε αμέσως στη συνέχεια το σχετικό απόσπασμα των λόγων του Μακρυγιάννη:

«…Και βγήκαν τώρα κάτι δικοί μας κυβερνήτες, Έλληνες, σπορά της εβραιουργιάς, που είπαν να μας σβήσουν την Αγία Πίστη, την Ορθοδοξία, διότι η Φραγκιά δεν μας θέλει με τέτοιο ντύμα Ορθόδοξον. Και εκάθησα και έκλαιγα δια τα νέα παθήματα. Και επήγα πάλιν εις τους φίλους μου τους Αγίους. Άναψα τα καντήλια και ελιβάνισα λιβάνιν καλόν αγιορείτικον.

Και σκουπίζοντας τα δάκρυά μου τους είπα: «Δεν βλέπετε που θέλουν να κάμουν την Ελλάδα παλιόψαθα; Βοηθείστε, διότι μας παίρνουν, αυτοί οι μισοέλληνες και άθρησκοι, ό,τι πολυτίμητον τζιβαϊρικόν έχομεν. Φραγκεμένους μας θέλουν τα τσογλάνια του τρισκατάρατου του Πάπα. Μην αφήσετε, Άγιοί μου αυτά τα γκιντί πουλημένα κριγιάτα της τυραγνίας να μασκαρέψουν και να αφανίσουν τους Έλληνες, κάνοντας περισσότερα κακά από αυτά που καταδέχθηκεν ο Τούρκος ως τίμιος εχθρός μας».

Ένας δικός μου αγωνιστής μου έφερε και μου διάβασεν ένα παλαιόν χαρτί, που έγραψεν ο κοντομερίτης μου Άγιος παπάς, ο Κοσμάς ο Αιτωλός. Τον εκρέμασαν εις ένα δέντρον Τούρκοι και Εβραίοι, διότι έτρεχεν ο ευλογημένος παντού και εδίδασκεν Ελλάδα, Ορθοδοξία και Γράμματα.

Έγραφεν ο μακάριος εκείνος ότι: «Ένας άνθρωπος να με υβρίσει, να φονεύσει τον πατέρα μου, την μητέρα μου, τον αδελφόν μου και ύστερα το μάτι να μου βγάλει, έχω χρέος σαν χριστιανός να τον συγχωρήσω. Το να υβρίσει τον Χριστόν μου και την Παναγία μου, δεν θέλω να τον βλέπω».

Το χαρτί του πατέρα Κοσμά έβαλα και μου το εκαθαρόγραψαν. Και το εκράτησα ως Άγιον Φυλαχτόν, που λέγει μεγάλην αλήθειαν. Θα πω να μου γράψουν καλλιγραφικά και τον άλλον αθάνατον λόγον του.

«τον Πάπαν να καταράσθε ως αίτιον».

Θέλω να το βλέπω κοντά στα’ κονίσματά μου, διότι τελευταίως κάποιοι δικοί μας ανάξιοι λέγουν ότι αν τα φτιάξουμε με τον δικέρατον Πάπαν, θα ολιγοστέψουν οι κίντυνοι, τα βάσανα και η φτώχεια μας. Τρομάρα τους!!!

Και είπαν οι άθρησκοι που εβάλαμεν εις τον σβέρκο μας να μη μανθάνουν τα παιδιά μας Χριστόν και Παναγίαν, διότι θα μας παρεξηγήσουν οι ισχυροί.

Και βγήκαν ακόμη να’ ποτάξουν την Εκκλησίαν, διότι έχει πολλήν δύναμη και την φοβούνται. Και είπαν λόγια άπρεπα δια τους παπάδες…».

Μήπως κι ο Μακρυγιάννης λέει ψέματα;

Μοναχής Ευθυμίας, Ηγουμένης της Ιεράς Μονής Αγίου Κοσμά Θέρμου Αιτωλοακαρνανίας 

Η διδαχή του αγίου Κοσμά «τον Πάπα να καταράσθε»

(Πηγή: Εφημερ. Ορθόδοξος Τύπος, έτος Ν´, αρ. Φύλ. 1842, 30.07.2010, σ. 7)

Ἂν ἀπὸ ὁποιοδήποτε ὑμνολόγημα πρὸς τὸν Ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλὸ ἀφαιρεθῆ ἡ δύναμις τῆς ὀρθοδόξου βιωτῆς καὶ ὁμολογίας του, τὸ ὑμνολόγημα τοῦτο καὶ ὁ ἔπαινος πρὸς αὐτὸν καταντᾶ ἕνας ἀνάλατος ἄρτος ἢ ὅπως λέγει τὸ Εὐαγγέλιο “ἄναλον ἅλας” (Μᾶρκ. θ´ 50). Πρὸ ὀλίγων ἡμερῶν ἔλαβα γνῶσι γιὰ δύο ἐπιστολές, ποὺ εἶναι καταχωρημένες στὸ περιοδικὸ “Τὰ Νιάτα” ποὺ ἐκδίδεται στὴν Ἀθήνα (φ. Σεπτ. – Ὀκτ. 2009, σελ. 168) καὶ διαλέγονται διὰ τὴν μὴ ἐγκυρότητα τῆς προφητείας τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ “τὸν Πάπαν νὰ καταρᾶσθε, διότι αὐτὸς θὰ εἶναι ἡ αἰτία” (Συλλογὴ Καντ. 90). Τὶς ἐπιστολὲς αὐτὲς ἀναδημοσίευσε τὸ περιοδικὸ “Σπίθα” (φ. 683/Ἀπρίλιος 2010). Κάποιος γνωστός μου μοῦ ἔδωσε τὸ φύλλο τοῦτο καὶ μὲ ὤθησε νὰ γράψω ἕνα ἄρθρο σχετικὰ μὲ αὐτὸ τὸ θέμα, διότι γνωρίζει ὅτι ἔχω ἀσχοληθῆ ἰδιαίτερα μὲ τὶς Προφητεῖες τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ στὴ μελέτη μου “Οἱ Προφητεῖες τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ μέσα στὴν Ἱστορία” (2004, ἐκδ. “Τῆνος”).

Σκέφθηκα μάλιστα νὰ στείλω τὸ παρὸν ἄρθρο νὰ δημοσιευθῆ στὸ περ. “Χριστιανικὴ Βιβλιογραφία” (ἕνεκα τῆς συνεργασίας μου διὰ τὶς ἐκδόσεις τῶν βιβλίων μου μὲ τὸν ἐκδ. οἶκο “Τῆνος”) ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλες χριστιανικὲς ἐφημερίδες καὶ περιοδικά• καὶ τοῦτο, διότι αἰσθάνομαι τὸν ἑαυτό μου ὑποχρεωμένο ἀπέναντι τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, τοῦ Ἰσαποστόλου καὶ Διδάχου.

Κατ᾽ ἀρχὴν ὁ π. Εἰρηναῖος, προκειμένου νὰ ἀμφισβήτηση τὴν ἐγκυρότητα τῆς προφητείας αὐτῆς τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ, κάνει μιὰ ἀναφορὰ στοὺς λόγους τοῦ Κυρίου, ὅταν συμπλήρωνε τὸν παλαιὸ νόμο: “Ἠκούσατε τί ἐρρέθη τοῖς ἀρχαίοις ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου καὶ μισήσεις τὸν ἐχθρόν σου. Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν, ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμᾶς…” (Ματθ. ε´ 4)• καὶ στοῦ Ἀποστόλου Παύλου τὴν διδαχὴ πρὸς Ρωμαίους (ιβ´ 14): “εὐλογεῖτε τοὺς διώκοντας ὑμᾶς, εὐλογεῖτε καὶ μὴ καταρᾶσθε”. Ὅμως ξεχνᾶ ὁ π. Εἰρηναῖος ὅτι καὶ στὶς δύο αὐτὲς περιπτώσεις θίγονται οἱ διαπροσωπικὲς σχέσεις τῶν χριστιανῶν μετὰ τῶν συνανθρώπων τους. Ἀφοροῦν ἀκόμα καὶ στὴ στάσι τῶν χριστιανῶν κατὰ τοὺς διωγμοὺς ἐναντίον τους, ὅταν θὰ ἄγωνται μπρός σὲ βασιλεῖς καὶ ἡγεμόνες, γιὰ νὰ ὁμολογήσουν Χριστόν. Τὰ ἴδια λέγει στὴν διδαχή του καὶ ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς. Τονίζει τὴν ὀφειλομένη ἀγάπη πρὸς ὅλους, Ἕλληνες, Τούρκους, πρὸς κάθε ἄνθρωπο, ἄλλα καὶ τὴν ὑποχρέωση τῆς τηρήσεως τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, ἔστω κι ἂν ὁδηγηθοῦν στὸ μαρτύριο οἱ χριστιανοὶ γιὰ τὴν πίστι τους.

Ὅταν ὅμως πρόκειται καθ᾽ οἱονδήποτε τρόπο νὰ βλαβῆ, νὰ ἀλλοιωθῆ, νὰ δεχθῆ παραφθορά, νὰ νοθευθῆ τὸ ἀποστολικὸ κήρυγμα, τὸ Εὐαγγέλιο δηλ. τῆς Ἀληθείας, τὰ πράγματα ἀλλάζουν. Μήπως δὲν γνωρίζη ὁ ἐπιστολογράφος τί ἔκανε ὁ ὑμνογράφος τῆς ἀγάπης (Α´ Κορ. ιβ´ 1 κ.ἑ.) Ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν εἶδε ὅτι κάποιοι ἐπεδίωκαν “μεταστρέψαι τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ”; Ἔγραψε στοὺς Γαλάτες (Γαλ. Α´ 7–10): “εἴ τις ὑμᾶς εὐαγγελίζεται παρ᾽ ὃ παρελάβετε, ἀνάθεμα ἔστω”. Ἀναθεμάτισε.Τὴν ἀγάπη ἔλυσε ἢ μήπως διεφύλαξε τὴν ἀκεραιότητα τῆς πίστεως δι᾽ ἀναθέματος; Μόνο κατάρα εἶναι τὸ ἀνάθεμα; Καὶ τοῦτο διότι τὸ κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων ἦταν Πνευματέμφορον “…ἡ δὲ τοῦ Πνεύματος βλασφημία οὐκ ἀφεθήσεται τοῖς ἀνθρώποις” (Ματθ. ιβ´ 31). “Οὐκ ἀφεθήσεται” ἡ διαστροφὴ τῆς Ἀληθείας.

Ὁ ἴδιος πάλι Ἀπόστολος δίδει ἐντολὴ στὸν μαθητή του Ἀπόστολο Τίτο: “αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος” (Τίτ. ι´ 10). “Οὐκ ἀνέγνωτε τί ἐποίησε” ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν Ἐλύμας ὁ Μάγος ἐμπόδιζε τοὺς Ἀποστόλους Βαρνάβα καὶ Παῦλον νὰ κηρύξουν τὸ Εὐαγγέλιο στὸν ἀνθύπατο Σέργιο Παῦλο, ποὺ ἐζήτησε νὰ ἀκούση τὸν λόγο τοῦ Εὐαγγελικοῦ κηρύγματος; Ἀφοῦ τὸν ἤλεγξε πρῶτα ὅτι “διαστρέφει τὰς ὁδοὺς τοῦ Κυρίου τὰς εὐθείας” προσέθεσε: “καὶ νῦν ἰδοὺ χεὶρ τοῦ Κυρίου ἐπί σε καὶ ἔσῃ τυφλός, μὴ βλέπων τὸν ἥλιον… καὶ ἔπεσεν ἐπ᾽ αὐτὸν ἀχλὺς καὶ σκότος…” (Πρ. ιγ´ 4–13).

Καὶ ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, ὅταν κατεδίκασε εἰς ἀπώλειαν τὸν Σίμωνα τὸν μάγο, διότι τὴν δωρεὰν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐθεώρησε “διὰ χρημάτων κτᾶσθαι” (Πρ. η´ 20 κ.ἑ.), ἀγάπη δὲν εἶχε ἢ ὤφειλε νὰ διαφύλαξη ἀλώβητη τὴν Κυριακὴ ἐντολὴ πρὸς τοὺς Ἀποστόλους; (Ματθ. ι´ 9κ.ἑ.).

Προηγεῖται πάντα ἡ ἀκεραιότης τῶν δογμάτων τῆς Πίστεως. Ἢ, ὅταν ὁ ἴδιος ἐτιμώρησε διὰ θανάτου τὸ ζεῦγος Ἀνανία καὶ Σαπφείρας, ἐπειδὴ ἐψεύσθησαν εἰς τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, (Πρ. ε´ 1–12) τὸ ἔκανε ἀπὸ ἔλλειψι ἀγάπης;
Διὰ τὴ διαφύλαξι τῆς Ἀλήθειας οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι κατεδίκασαν τοὺς αἱρετικοὺς τῆς ἐποχῆς τους. Διὰ τὴν διαφύλαξι τῆς Ἀληθείας (Ὀρθοδόξου Πίστεως) κατεδίκασαν οἱ Ἱ.Σύνοδοι ὅλους τοὺς Αἱρετικοὺς (Διόσκουρο, Σαβέλλιο, Σεβῆρο, Νεστόριο, Ἄρειο καὶ λοιπούς). Ἀκόμα καὶ συγγραφὲς ἀποκλίνουσες ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξο Ἀλήθεια, διάφορες διδασκαλίες, ποὺ νόθευαν τὴν παραδοθεῖσα διὰ τῶν Ἁγίων Ἀπόστολων πίστι, κατεδίκασαν οἱ Οἰκουμενικὲς ἢ καὶ οἱ τοπικὲς Σύνοδοι.

Εἶναι γνωστὸ ὅτι ὁ Ἅγιος Νικόλαος κατὰ τὴν Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο ἐρράπισε τὸν Ἄρειο. Τὸ μεγαλύτερο ράπισμα ὅμως τοῦ τὸ ἔδωσε ὁ Θεὸς μὲ τὸν τρόπο, ποὺ ἐτελείωσε τὴ ζωή του. Ἡ “κατάρα” λοιπὸν διὰ τὸν Πάπα, ποὺ δίδαξε ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς, δὲν εἶναι ἔλλειψι ἀγάπης ἀλλὰ ὤθησι διαφυλάξεως ἀλωβήτου τοῦ Ἀποστολικοῦ Εὐαγγελικοῦ κηρύγματος τῆς Ὀρθόδοξου Πίστεως τῆς Μιᾶς Ἐκκλησίας. Αὐτὲς οἱ ἐνστάσεις δείχνουν μόνο φιλοπαπικίζοντα φρονήματα, τὰ ὁποῖα ἐξ ἄλλου τὰ γνωρίσαμε σὲ διάφορες καταστάσεις, τῶν προμηνυμάτων “τοῦ χαλασμοῦ”…

Ἄλλο ἕνα σημεῖο, ποὺ ἐνόχλησε τὸν πρῶτο ἐπιστολογράφο, εἶναι ἡ καταγραφὴ τοῦ χειρογράφου τῆς Διδαχῆς τοῦ Κώδικος 29 τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης, στὸ ὁποῖον ἀναφέρεται ὅτι ὁ ἕνας Ἀντίχριστος εἶναι ὁ Πάπας καὶ ὁ ἄλλος “αὐτὸς ποὺ εἶναι πάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι μας”, δηλ. ὁ Μωάμεθ– Τοῦρκος. Καὶ δὲν ἀποδέχεται τὸ πρῶτο μέρος τῆς προτάσεως, διότι δῆθεν ἔχει προστεθῆ ἐκ τῶν ὑστέρων, διότι ὅπως σημειώνει, ἡ διδαχὴ ἔχει ἀπὸ μνήμης γραφῆ μετὰ 30–40 χρόνια. Δὲν μοῦ λέτε, τὰ ἱστορικὰ γεγονότα, ποὺ κατεγράφησαν στὴν ὁποιαδήποτε ἱστορία, κατεγράφησαν τὴν ὥρα τῆς ἐξελίξεως τῶν διαφόρων γεγονότων (πολέμων κ.λπ.) ἢ ἐκ τῶν ὑστέρων; Ἡ Ἱστορία λοιπὸν βασίζεται στὴ μνήμη καὶ στὴν παράδοσι τῶν γεγονότων, ποὺ γράφτηκαν λίγο ἢ πολὺ μεταγενέστερα ἀπὸ μνήμης ἢ ἀπὸ παράδοσι ἢ ἀπὸ κάποια στοιχεῖα ποὺ διαφυλάχτηκαν σὲ ἀρχεῖα κ.λπ.. Ἔτσι γράφτηκε ἡ Ἱστορία ἀπὸ ἀρχαιοτάτων χρόνων. Τὸ ἴδιο συνέβη καὶ μὲ τὴν συγγραφὴ τῶν τεσσάρων Ἱερῶν Εὐαγγελίων.

Σαράντα χρόνια μετὰ τὴν Ἀνάστασι τοῦ Κυρίου ἐγράφη ἕνα ἐξ αὐτῶν καὶ ἀκολούθησε ἡ συγγραφὴ καὶ τῶν λοιπῶν Εὐαγγελίων, διὰ τῆς Πνευματοκίνητης γραφίδος τῶν Ἁγίων Εὐαγγελιστῶν, αὐτοπτῶν μαρτύρων τῆς Ἀλήθειας. Σχετικὰ πρὸς τὴν συγγραφὴ ἢ, καλύτερα, καταγραφὴ τῶν διδαχῶν τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ θέλω νὰ σημειώσω ὅτι αὐτὴ ἔγινε ἀπὸ τοὺς ἄμεσους μαθητὲς τοῦ Μεγάλου Διδάχου, ἐνόσω αὐτὸς δίδασκε. Εἶναι γνωστὸ δὲ ὅτι τὸ ἱεραποστολικὸ “καραβάνι” τῆς ὀργανωμένης ἱεραποστολῆς τοῦ Ἰσαποστόλου, μαζὶ μὲ ὅσα ἄλλα πράγματα μετέφερε, χρήσιμα γιὰ τὴν ἀποστολικὴ ἐργασία τοῦ Πατροκοσμᾶ, μετέφερε καὶ χαρτιὰ καὶ μολύβια, ποὺ ὁ Ἅγιος τὰ ἔδινε σὲ μαθητές του γιὰ τὴν καταγραφή. Ζηλευτὴ ὀργάνωσι ἱεραποστολικοῦ σταθμοῦ! Πρέπει δὲ ὁ ἴδιος νὰ ἔλεγχε τὶς ἄμεσες αὐτὲς καταγραφές, οἱ ὅποιες στέλνονταν γιὰ νὰ διαβαστοῦν σὲ διάφορους Ἱ. Ναοὺς τῆς Στερεᾶς καὶ τῆς Πελοποννήσου, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ὁ Σάθας.

Μάλιστα ἀπὸ τὰ Γενικὰ Ἀρχεῖα τοῦ Βενετικοῦ Κράτους μαθαίνομε πὼς ἕνα τέτοιο γραπτὸ κήρυγμα τοῦ Διδάχου κάποιας καταγραφῆς κατόρθωσε ὁ Προβλεπτὴς τῶν Ἰονίων νήσων νὰ μὴ διαβαστῆ σὲ Ἱ. Ναὸ τῆς Πρέβεζας. Οἱ Βενετοὶ δὲν ἐπέτρεπαν στὸν Διδάχο νὰ πλησίαση στὶς κτήσεις τους, εἶχαν μάλιστα βάλει κατάσκοπο, τὸν Ἀνδρέα Μαμωνᾶ τὸν Κερκυραῖο, νὰ τὸν δολοφονήση. Προσπάθησε ἐπὶ διετία, ἄλλα δὲν τὸ κατάφερε, μόνο βρῆκε καὶ παρέδωσε μιὰ καταγεγραμμένη διδαχὴ τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ στοὺς Βενετούς, ποὺ εἶναι καταχωρημένη στὸ ἐν λόγῳ Ἀρχεῖο. Μᾶλλον τοὺς ἐνοχλοῦσε ἡ περὶ Πάπα προφητεία–διδαχὴ τοῦ Ἰσαποστόλου.

Ἀπὸ τὰ ἴδια Ἀρχεῖα ἀντλοῦμε πληροφορίες διὰ τὴν ἐξαιρετικῆς τέχνης διδαχικὴ ἱκανότητα τοῦ Ἁγίου, γιὰ τὸν μεγάλο ἀριθμὸ ἀκροατῶν τοῦ (6.000, 10.000, 11.000, 15.000 ἄνθρωποι) καὶ γιὰ τὴν ἐπίδραση ποὺ εἶχε στὰ πλήθη. Τὰ σαγήνευε. Ὅ,τι τοὺς ζητοῦσε τὸ ἔκαναν παρευθύς. Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς συντηροῦσε πάντα κοντά του μιὰ ἄτυπη Σχολὴ Ἱεροκηρύκων, τὰ μέλη τῆς ὁποίας μόνιμα τὸν ἀκολουθοῦσαν, γιὰ νὰ μαθαίνουν νὰ κηρύττουν. Αὐτοὺς τοὺς ἔστελνε νὰ κηρύττουν ἢ νὰ διαβάζουν στοὺς Ἱ. Ναοὺς τὶς διάφορες καταγραφόμενες διδαχές. Αὐτὰ ποὺ σημειώνω εἶναι τεκμηριωμένα1.

Ἐπανέρχομαι στὴ διδαχὴ τοῦ Κώδικα 29 τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης. Πιστεύω πὼς ὁ πάπα–Στάμος ἐκ Κλαποῦς Καλαμπάκας διάβασε, μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Ἁγίου, κήρυγμα–διδαχὴ τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ ἀπὸ καταγραφή, ποὺ εἶχε γίνει κατὰ τὴν διάρκεια τῆς διδαχῆς, ποὺ ἔκανε ὁ Διδάχος, ὅταν πέρασε ἀπὸ κεῖνα τὰ μέρη. Ἡ καταγραφὴ ἔγινε εἴτε ἀπὸ τὸν πάπα-Στάμο εἴτε ἀπὸ καταγραφέα μαθητὴ τοῦ Ἁγίου. Τὰ δύο σημειώματα ἀνήκουν στὸν πάπα–Στάμο2.

Ἀπὸ τὴν ὡραία φιλολογικὴ ἐργασία τοῦ κ. Ἰωάννου Μενούνου βλέπομε πὼς ἡ διδαχὴ αὐτὴ συγγενεύει μὲ τὴν δ´ διδαχὴ ἐκδόσεως Ἀποστολιᾶ, μὲ τὸ χειρόγρ. 12 Λευκοπηγῆς καὶ ἄλλους κώδικες. Τὴν φιλολογικὴ ἐργασία τοῦ Ἰω. Μενούνου “Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ Διδαχὲς καὶ βιογραφία” (2002 Ἀθήνα, ἐκδ. “Ἀκρίτας”) χρησιμοποιήσαμε καὶ ἐμεῖς στὴ βιβλιογραφία μας γιὰ τὶς ἐργασίες, ποὺ κάναμε γιὰ τὸν Ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Αἰτωλό. Ὅμως ξαφνικὰ ὁ β´ ἐπιστολογράφος, ὁ κ. Ἰωάννης Μενοῦνος μᾶς ἐκπλήττει, διότι μᾶς λέγει ὅτι σχετικὰ μὲ τὴ διδαχὴ τοῦ Ἁγίου περὶ Πάπα [δηλ. ὅτι ὁ ἕνας ἀντίχριστος εἶναι ὁ Πάπας καὶ περὶ τῆς Προφητείας “τὸν Πάπα νὰ καταριέστε” κ.λπ.] ὑποψιάζεται ὅτι φέρει ἐπιπρόσθετα μεταγενέστερα στοιχεῖα καὶ μάλιστα πιθανολογεῖ παρέμβασι στὸ κείμενο τοῦ Ἀρχιμανδρίτη (τότε) πατρὸς Αὐγουστίνου Καντιώτη, τοῦ μετέπειτα Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Φλωρίνης. Καὶ ὅμως δὲν εἶναι ἔτσι.

Ἡ προφητεία αὐτὴ ὑπάρχει σὲ πολὺ παλαιὰ συλλογὴ προφητειῶν τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ. Εἶναι καταχωρημένη καὶ μάλιστα περισσότερο ὁλοκληρωμένη ἀπὸ τὴν ἐν λόγῳ προφητεία τῆς συλλογῆς 90 Καντ. Βρίσκεται στὴ συλλογὴ τοῦ Ἀλβανικοῦ χειρογράφου 6(δ) Ἀλβ: “Τὸν Πάπα νὰ τὸν καταριέστε, γιατί αὐτὸς θὰ εἶναι αἴτιος τοῦ χαλασμοῦ τοῦ τόπου”.

Τὶς προφητεῖες τοῦ Ἀλβανικοῦ χειρογράφου τὶς ἀνακάλυψαν σ᾽ ἕνα Ἀλβανικὸ σπίτι στὸ Προγονάτι τοῦ Κουρβελεσίου τῆς Β. Ἠπείρου, τὸ 1941 δύο ἀξιωματικοὶ ἔφεδροι, δάσκαλοι (Ἰω. Τσακαλῶζος ἐκ Μεσολογγίου καὶ Θ. Ἀναστασίου βορειοηπειρωτικῆς καταγωγῆς), ὅταν εἶχαν ἐγκαταστήσει στὸ σπίτι αὐτὸ τὸ τηλεγραφικὸ συνεργεῖο τοῦ Ἑλληνικοῦ στρατοῦ. Ἦταν χειρογράφως καταχωρημένες στὰ ὀπισθόφυλλα ἑνὸς βιβλιοδετημένου παλαιοῦ τόμου Κορανίου, ποὺ ἀνῆκε στὴ μουσουλμανική, Ἀλβανικὴ οἰκογένεια τοῦ Φερὰτ Ζώλη. Τὸ κείμενο τοῦ Κορανίου ἦταν χωρισμένο σὲ δύο στῆλες: ἡ μία εἶχε τὸ κείμενο σὲ παλιὰ τουρκικὴ γλῶσσα καὶ ἡ ἄλλη εἶχε τὴ μετάφρασί του στὴν ἀλβανικὴ γλῶσσα.

Οἱ δύο ἀξιωματικοὶ ρώτησαν τὸν Ζώλη γιὰ τὸ χειρόγραφο τῶν ὀπισθόφυλλων καὶ τοὺς εἶπε πὼς εἶναι προφητεῖες τοῦ Τζιομπὰν–Μπαμπὰ Κοσμᾶ (=τοῦ Μεγάλου Ἀφέντη Κοσμᾶ). Ἀμέσως οἱ δύο ἀξιωματικοὶ ἔκαναν τὴν μετάφρασι τῶν προφητειῶν αὐτῶν ἀπὸ τὴν ἀλβανικὴ στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα (ὁ Θ. Ἀναστασίου γνώριζε τέλεια τὴν ἀλβανικὴ) καὶ τὶς πῆραν μαζί τους ὡς πολύτιμο θησαυρό. Παρέδωσαν τὴ μετάφρασι τῶν χειρογράφων τους στὸν καθηγητὴ Κ. Κώνστα, ὁ ὅποιος τὰ δημοσίευσε στὸ περιοδικὸ τῶν Ἰωαννίνων “Ἠπειρωτικὴ Ἑστία” τὸ 1956 (τεῦχος 51–53, σελ. 678–682)3. Ἡ καταγραφὴ τοῦ Ἀλβανικοῦ τούτου χειρογράφου πρέπει νὰ ἔγινε στὶς μέρες, ποὺ δίδασκε ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς. Ἕλληνες, Τοῦρκοι, Ἀλβανοὶ χριστιανοὶ καὶ μουσουλμάνοι σέβονταν πολὺ τὸν “Τζιομπὰν– Μπαμπὰ Κοσμᾶ” τὸν πίστευαν, τὸν θαύμαζαν. Ποιὸς μεταγενέστερος μουσουλμάνος θὰ κατέγραφε στὸ ἱερὸ βιβλίο του, τὸ Κοράνιο, τὶς προφητεῖες ἑνὸς χριστιανοῦ δασκάλου–προφήτη, ὁ ὁποῖος μάλιστα εἶχε προφητέψει καὶ καταστάσεις ἐναντίον τῶν μουσουλμάνων Τούρκων, ποὺ εἶναι καταχωρημένες στὸ Ἀλβανικὸ χειρόγραφο; Ἰδοὺ πόσο παλιότερα ἔχει καταγραφεῖ ἡ προφητεία αὐτὴ [6(δ) Ἄλβ.] ἀπὸ τὴν 90 Κάντ., ἡ ὁποία βέβαια καὶ αὐτὴ βασίζεται σὲ κώδικες κ.λπ. Ἀκόμη, πῶς λέγει ὁ κ. Μενοῦνος πὼς στὶς Διδαχὲς τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ, τὶς ὁποῖες ἔχει καταχωρήσει στὸ βιβλίο του, δὲν βρῆκε τίποτε περὶ Πάπα;

Ὅταν ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς δίδασκε ὅτι γιὰ τὶς ἁμαρτίες τῶν χριστιανῶν τοῦ Βυζαντινοῦ κράτους, ὁ Θεὸς ἀφαίρεσε τὸ βασίλειο ἀπὸ αὐτοὺς καὶ τὸ ἔδωσε στὸν Τοῦρκο, συμπληρώνει τὸ ἑξῆς στὴν Ε´ διδαχή του (Ἰω. Μενοῦνος, ἐ.ἀ., σελ. 186): …Καὶ τί; Ἄξιος ἦτον ὁ Τοῦρκος νὰ ἔχη βασίλειον; Ἀλλὰ ὁ Θεὸς τοῦ τὸ ἔδωκε διὰ τὸ καλό μας. Καὶ διατὶ δὲν ἤφερεν ὁ Θεὸς ἄλλον βασιλέα, ποὺ ἦτον τόσα ρηγᾶτα ἐδῶ κοντὰ νὰ τοὺς τὸ δώση, μόνον ἤφερε τὸν Τοῦρκον μέσαθε ἀπὸ τὴν Κόκκινην Μηλιὰ4 καὶ τοῦ τὸ ἐχάρισε; Διατὶ ἤξευρεν ὁ Θεὸς πὼς τὰ ἄλλα ρηγᾶτα μᾶς βλάπτουν εἰς τὴν πίστιν καὶ ὁ Τοῦρκοςδὲν μᾶς βλάπτει, ἄσπρα (= χρήματα) δῶσ᾽ του καὶ καβαλίκευσέ τον ἀπὸ τὸ κεφάλι. Καὶ διὰ νὰ μὴ κολασθοῦμεν, τὸ ἔδωκε τοῦ Τούρκου καὶ τὸν ἔχει ὁ Θεὸς ὡσὰν σκύλον νὰ μᾶς φυλάη”. Δηλαδή, φυλάγοντας τὶς κτήσεις του, προστατεύει τὴν πίστι μας, ὅσο κι ἂν αὐτὸ φαίνεται παράξενο. Τὸν Τοῦρκο τὸν ἐνδιέφερε ἡ φορολογία. Ἂν ἐξισλαμίζονταν καὶ τούρκευαν οἱ ὑπόδουλοι, μὲ τί χρήματα θὰ ζοῦσαν οἱ κατακτητές; Παρὰ ταῦτα ὑπῆρξε μεγάλος ἐξισλαμισμός. Κυρίως ἦταν ὑποχώρησι τῶν χριστιανῶν ἕνεκα τῶν φόρων. Βεβαίως ὑπῆρξε καὶ ἡ πίεσι ἡ φανατικὴ πρὸς ἀσπασμὸν τοῦ Μωαμεθανισμοῦ. Ἕνεκα τούτου ἔχομε καὶ τόσους Νεομάρτυρες. Ἀλλὰ μεγάλο πλῆθος ἐξ αὐτῶν εἶχαν ἐξωμόσει γενόμενοι μωαμεθανοὶ οἰκειοθε λῶς, ἀλλά, ἐπειδὴ μετενόησαν καὶ ἐπανῆλθαν στὴν ὀρθόδοξη χριστιανική τους πίστι, τὸ ἐδήλωσαν μάλιστα στοὺς Τούρκους, διὰ τοῦτο ὡδηγήθηκαν στὸ μαρτύριο.

Ἦταν ἕνα θαῦμα τῆς Θείας Χάριτος πῶς κρατήθηκε ἡ Ὀρθόδοξη Πίστι κατὰ τὰ 400 χρόνια δουλείας στὸν Τοῦρκο. Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς σαφῶς λέγει πώς τὰ ἄλλα ρηγᾶτα, τὰ κοντινά μας, θὰ μᾶς ἔβλαπταν στὴν πίστι. Ποιὰ ὅμως ἦταν αὐτὰ τὰ κοντινὰ “ρηγᾶτα”;Ἦταν τὰ Ρωμαιοκαθολικὰ ἔθνη, τὰ ὑπὸ τὴν θρησκευτικὴ ἐξουσία τοῦ Πάπα, ποὺ θὰ ἀλλοίωναν τὴν Ὀρθόδοξη πίστι τῶν Ὀρθοδόξων, ποὺ θὰ ἦταν κάτω ἀπὸ τὴν ἐξουσία τους.

Ἡ Ἱστορία ἔχει καταγράψει σὲ τί ἀπέβλεπαν οἱ Σταυροφορίες καὶ τὰ ἐγκλήματά τους. Στὴ συνέχεια βλέπομε πώς, ὅταν ἀπέτυχε ἡ βία, ὁ Πάπας ἐξαπέστειλε τὰ ρωμαιοκαθολικὰ μοναχικὰ τάγματα νὰ ἱδρύουν σχολεῖα, νοσοκομεῖα, ἱδρύματα διάφορα στὶς Ὀρθόδοξες χῶρες. Π.χ. στὶς Κυκλάδες διὰ τῆς Παιδείας ἔγινε μεγάλη διάβρωσι τῶν Ὀρθοδόξων πληθυσμῶν, χωρὶς νὰ γίνεται ὁ κίνδυνος ἄμεσα ἀντιληπτός. Σὲ μιὰ τέτοια κατάστασι ἦρθε ἀντιμέτωπος πρὸς τοὺς “πτωχοὺς Λατίνους”, ὁ Ἅγιος Χρύσανθος ὁ Αἰτωλός, ὁ ἀδελφὸς τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ, στὴ Νάξο ἱδρύοντας ὀρθόδοξα Σχολεῖα καὶ προστατεύοντας δι᾽ αὐτῶν τὶς Κυκλάδες. Μάλιστα οἱ “πτωχοὶ Λατῖνοι” ἀντέδρασαν ἐναντίον του5.

Ἀλλοῦ κόλλαγαν τὸ δικό τους ναὸ πλάϊ στὸν Ὀρθόδοξο (“Δίδυμοι ναοί”), ὥστε νὰ μπερδεύωνται οἱ Ὀρθόδοξοι καὶ νὰ νομίζουν πὼς ἦταν ὀρθόδοξη ἡ λατρεία. Παράδειγμα διδύμων ναῶν ἔχομε στὴν Παλιὰ Χώρα Αἰγίνης. Ἐξ ἄλλου οἱ Οὑνίτες ἱερεῖς φοροῦν ἄμφια, ὅπως οἱ Ὀρθόδοξοι, γιὰ νὰ παραπλανοῦν ὅσους δὲν τὸ γνωρίζουν. Τὸ πόσο μᾶς βλάπτουν τὴν πίστι τὰ δυτικὰ ρωμαιοκαθολικὰ “ρηγᾶτα” φαίνεται ἔντονα στὴν ἑξῆς ἐνέργεια τῶν Βενετῶν, ποὺ ἔλαβε χώρα στὴ Λευκάδα (Βενετικὴ κτῆσι): Ὁ κατακτητὴς ἐπέβαλε τὸν γάμο ὀρθοδόξου ἀνδρὸς μετὰ καθολικῆς γυναικὸς καὶ ὤφειλε ὁ ἄνδρας νὰ γίνη καθολικός• καὶ τὸν γάμο ὀρθοδόξου γυναικὸς μετὰ καθολικοῦ ἀνδρὸς καὶ ὤφειλε ἡ γυναίκα νὰ γίνη καθολική. Καὶ τὰ παιδιὰ ὁπωσδήποτε καθολικά. Ἀκόμα, ἐὰν ἕνας νέος ὀρθόδοξος ἤθελε νὰ γίνη ἱερεύς, ἔπρεπε πρῶτα νὰ ἀναγνωρίση τὸν Πάπα ὡς ἀρχηγὸ τῆς Ἐκκλησίας6.

Δηλαδὴ γιὰ ὅλα τοῦτα δὲν εὐθύνεται ὁ Πάπας; Τίνος ἐργασία εἶναι αὐτὰ ἐναντίον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας; Ἤξερε τὶ ἔλεγε ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς καὶ ἡ ἀναφορά του αὐτή, γιὰ τὴ βλάβη τῆς Ὀρθόδοξου Πίστεως ἀπὸ τὰ ρηγᾶτα, ποὺ κατευθύνει ὁ Πάπας, εἶναι βέβαια καταχωρημένη μέσα στὴν Ε´ διδαχὴ τοῦ βιβλίου τοῦ κ. Μενούνου.

Ὁ κ. Μενοῦνος ἀκόμα ἀναφέρεται στὴ διδαχὴ τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ: “…τώρα δὲν καρτεροῦμε μήτε προφήτην Ἠλίαν μήτε ἀντίχριστον. Ὁ ἀντίχριστος εἶναι(τος)• ὁ ἕνας εἶναι ὁ Πάπας καὶ ὁ ἕτερος εἶναι αὐτὸς ὁπού εἶναι εἰς τὸ κεφάλι μας”. Ναὶ βέβαια, ἔτσι εἶναι. Ὁ Ἅγιος τοὺς διδάσκει ὅτι στὴν ἐποχὴ τὴ δική τους (ΙΗ´ αἰῶνα) δὲν περιμένουν τὸν ἐσχατολογικὸ Ἠλία οὔτε τὸν ἐσχατολογικὸ Ἀντίχριστο. Ἦταν πολὺ φυσικό, ἕνεκα καταστάσεων, νὰ ἐφοβοῦντο οἱ ραγιάδες πὼς ἦρθε τὸ τέλος τοῦ κόσμου καὶ νὰ περίμεναν τὰ δυὸ αὐτὰ ἐσχατολογικὰ πρόσωπα.

–Ὄχι, λέγει ὁ Διδάχος. Μὴ τοὺς περιμένετε τώρα. Τώρα ὁ ἀντίχριστος εἶναι ἄλλος: ὁ ἕνας εἶναι ὁ Πάπας• ὁ ἄλλος εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔχομε πάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι μας. Τοὺς ἐξηγεῖ πὼς κατὰ τὴν ἐσχατολογικὴ ἐποχὴ καὶ ὁ προφήτης Ἠλίας τὰ ἴδια θὰ διδάσκη ὅπως τώρα αὐτός• δηλ. νὰ μὴ ἀρνηθοῦν τὴν ὀρθόδοξη πίστι τους. Καὶ τοὺς ὑπογραμμίζει νὰ τηροῦν αὐτά, ποὺ τώρα αὐτὸς τοὺς διδάσκει. Γιατί νὰ περιμένωμε νὰ διαβάσωμε τὸ ὄνομα ΕΝΟΣ ἀντίχριστου; Καὶ πόσο ἀσύνταχτος εἶναι πιὰ αὐτὸς ὁ προφορικὸς λόγος, ὥστε νὰ χρειαζόμαστε συντακτικὸ γιὰ νὰ τὸν ἐννοήσωμε; Συχνὰ σὲ προφητικὰ βιβλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς παρατηροῦμε ἀσυνταξίες, ὅπως π.χ. στὸ βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου.

Ὅσον ἀφορᾶ γιὰ τὸ θέμα περισσότερων ἀντιχρίστων τοῦ ΕΝΟΣ, μήπως ὁ κ. Μενοῦνος δὲν διάβασε στὴν Α´ Ἐπιστολὴ τοῦ Ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου ὅτι “ὁ ἀντίχριστος ἔρχεται (= θὰ ἔρθη – ἐνεστὼς μὲ σημασία μέλλοντος• – γίνεται ἐδῶ ἀναφορὰ στὸν ἐσχατολογικὸ Ἀντίχριστο) καὶ νῦν ἀντίχριστοι πολλοὶ” (Α´, β´, 18)7. Ἑπομένως ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς μιλάει γιὰ τὴν ἐσχατολογικὴ ἐποχὴ τῆς Τουρκοκρατίας (ἔβλεπε ὅτι αὐτὴ τελειώνει), μέσα στὴν ὁποία δροῦν ὁ Πάπας καὶ τὸ Ἰσλάμ.

Γιατί κακοφαίνεται σὲ κάποιους, ὅταν ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὀνοματίζη τὸν Πάπα ἀντίχριστο; Κανεὶς αἱρετικὸς δὲν τόλμησε νὰ θεσπίση διὰ τὸν ἑαυτό του, ὅσα ἐθέσπισε ὁ Πάπας δι᾽ ἑαυτόν. Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς τὸν ὠνομάτισε ἀντίχριστο 200 χρόνια, πρὶν ὁ ἴδιος ὁ Πάπας διὰ τῶν δύο Βατικανίων Συνόδων καθιερώση τὸν ἑαυτό του ὡς τὸ μοναδικὸ πρόσωπο, τὸ ὅποιο φέρει τὰ χαρακτηριστικὰ καὶ τὸ ἔργο τοῦ Ἀντιχρίστου. Ἄρα ὁ ἴδιος ὁ Πάπας ἐπικύρωσε στὴν πρᾶξι τὴν περὶ τοῦ ἑαυτοῦ του προφητεία τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ.

Ἰδοὺ ἡ ἀπόδειξι διὰ τῶν ἄρθρων τῶν Βατικανίων δογματικῶν Συνοδικῶν ἀποφάσεων:

“Ὁ Πάπας… εἶναι ἄνθρωπος Θεός… ἡ δὲ ἐξουσία του εἶναι ἀπεριόριστη… (ἡ ὁποία) ἐκτείνεται στὰ οὐράνια, τὰ γήϊνα καὶ τὰ καταχθόνια…”.

“Ὁ Πάπας… εἶναι ἀλάθητος ὅπως ὁ Θεός… ἔχει τὴ δύναμη νὰ κάνει καθετί, ποὺ ὁ Θεὸς κάνει… Τοποτηρητὴς τοῦ Θεοῦ”.

“Ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ διορθώνει καθετί, τὸ ὁποῖον θεωρεῖ ἀναγκαῖο μέσα στὴν Καινὴ Διαθήκη. Δύναται νὰ μεταβάλλει καὶ τὰ ἴδια τὰ Μυστήρια, ποὺ ἔχουν ὁριστεῖ ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ Χριστό”.

“ Ὁ Πάπας εἶναι πιὸ ψηλὰ ἀπ’ ὅλους τοὺς νόμους”.

“Ἂν ὁ Πάπας ἀποφασίσει ἐνάνtια στὴν κρίση τοῦ Θεοῦ, τότε ἡ κρίση τοῦ Θεοῦ πρέπει νὰ διορθωθεῖ, νὰ μεταβληθεῖ”.

“Ὁ Πάπας εἶναι τὸ φῶς τῆς ἀλήθειας καὶ ἀνταύγειά της. Ὁ Πάπας εἶναι τὸ πᾶν ἐπὶ πάντων καὶ πάντα δύναται”8. (!)

Μήπως εἴπατε τίποτα;»

 

Ἐπισημειώσεις:

1. Οἱ πηγὲς καταχωροῦνται στὸ βιβλίο μου «Τῶν Πανελλήνων ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς» (2009), Κεφ. Ἀπόπειρα δολοφονίας, σελ. 176. Στὸ κεφ. «Κινητὴ Σχολὴ Ἱεροκηρύκων», σελ. 59 βλ. μερικὰ ὀνόματα μαθητῶν ἱεροκηρύκων, σελ. 64. Διεσώθησαν καὶ κάποια ὀνόματα τέτοιων ἱεροκηρύκων.

2. Βλ. λεπτομέρειες καὶ πηγές, ἐ.ἀ., σελ. 63.

3. Εὐθυμίας Μοναχῆς «Οἱ Προφητεῖες τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ μέσα στὴν Ἱστορία» (2004 Ἀθῆναι), σελ 25 κ.ἑ.

4. Δηλ. ἀπὸ τὴν κοιτίδα του στὰ βάθη τῆς Ἀσίας.

5. Εὐθυμίας Μοναχῆς, «Ἱερὸς Χρύσανθος ὁ Αἰτωλός, ὁ Διδάσκαλος τοῦ Γένους» (2002 Ἀθῆναι).

6. Περιοδ. «Ἐφημέριος», 1–15 Σεπτεμβρίου 1997, σελ. 251. –βλ. σχετικὰ καὶ στὸ βιβλίο τοῦ Νικολάου Παραλίκα «Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ ἀδικημένος τῆς Ἱστορίας καὶ ὁ περιφρονημένος τῆς Πολιτείας», Ἀθήνα 2005, σελ. 130.

7. Ἐπὶ αὐτοῦ τοῦ θέματος ἀσχολοῦμαι ἀρκετὰ στὸ ὑπὸ ἔκδοσι βιβλίο μου «Ὁ Ἀποστολικὸς Ἄμβωνας τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ», στὸ κεφ.: «Ἡ ἐσχατολογία τοῦ νῦν» καὶ σὲ ἄλλα κεφάλαια.

8. –Σ. Νόσωφ, «Ὁ Παπισμὸς καὶ οἱ ἀγῶνες του κατὰ τῆς Ὀρθοδοξίας». Μετάφρ. Χαρ. Ἰ. Ἀσιώτη 1997, σελ. 23, 24, 25, 27. –Ἀρχιμ. Σπυρίδωνος Μπιλάλη, «Ὀρθοδοξία καὶ Παπισμός», Ἀθῆναι 1988, βλ. τὰ κεφάλαια περὶ τῶν δύο Βατικανίων Συνόδων – Πρωτ. Γεωργίου Μεταλληνοῦ, «Πῶς ἔγινε ὁ Πάπας ἀλάθητος», Ἀθῆναι–Τρίκαλα 2002. Εἶναι λάθος μας ποὺ δὲν μεταφράστηκαν στὰ Ἑλληνικὰ ὅλα τὰ ἄρθρα τῶν δύο Βατικανίων Συνόδων, ὥστε νὰ ἀντικρουστοῦν ὅλες οἱ αἱρετικὲς πλάνες περὶ Πρωτείου καὶ ἀλαθήτου τοῦ Πάπα, περὶ καταργήσεως τοῦ Συνοδικοῦ πολιτεύματος τῆς Ἐκκλησίας, περὶ καταργήσεως βασικὰ τῆς Ἐκκλησίας.

Βίντεο – Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης για την συναναστροφή με αιρετικούς: «Αιρετικόν άνθρωπον μετά πρώτην και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού, διότι μπορεί να μας μολύνει την ψυχή μας…»

Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης:

Με συγχωρείτε. Λέει ο Απόστολος, ο  Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος και ο Απόστολος Παύλος, «αιρετικόν άνθρωπον μετά πρώτην και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού», διότι μπορεί να μας μολύνει την ψυχή μας. Θα πιστεύουμε Ιησού Χριστό και τούτον Εσταυρωμένον. Εύχομαι την ευλογία του Αγίου Δαβίδ. Εμείς να προσέχουμε τον εαυτό μας, γιατί εκάστω αποδούναι κατά τα έργα αυτού (δηλαδή στον καθένα θα αποδοθεί αναλόγως των δικών του έργων).