Ἡ παροῦσα ὁμιλία τοῦ Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου πραγματοποιήθηκε τὴν 28η Νοεμβρίου 2019 στὸ Μέγα Συνοδικὸ τοῦ Μετοχίου Κύκκου «Ἅγιος Προκόπιος» στὴ Λευκωσία, στὸ πλαίσιο τοῦ συνεδρίου «Μοναχισμὸς καὶ σύγχρονος κόσμος» (28-29.11.2019). Καὶ περιέχεται στὸ βιβλίο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΟΡΦΟΥ ΝΕΟΦΥΤΟΥ, ΛΟΓΟΙ ΕΜΠΕΙΡΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΚΑΙ ΜΗΤΕΡΩΝ, ΤΟΜΟΣ Β΄, ΛΕΥΚΩΣΙΑ, 2020.
Ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου
Σύμφωνα μὲ τὴν ἀποστολικὴ καὶ ἁγιοπνευματικὴ ζῶσα ἐμπειρικὴ παράδοση καὶ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, «ὁ ἄνθρωπος εἶναι διπλός», ἔχει δηλαδὴ σῶμα καὶ ψυχή. Κι ὅπως τὸ σῶμα ἔχει πέντε αἰσθήσεις, ἔχει καὶ ἡ ψυχὴ πέντε αἰσθήσεις, ὅπως μᾶς διδάσκουν οἱ ἅγιοι Πατέρες. Γράφει συγκεκριμένα ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός:
«Πρέπει νὰ ξέρομε ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι διπλός, δηλαδὴ ἀπὸ σῶμα καὶ ψυχή, καὶ ἔχει διπλὲς τὶς αἰσθήσεις καὶ διπλὲς τὶς ἀρετές τους. Πέντε αἰσθήσεις ἔχει ἡ ψυχὴ καὶ πέντε τὸ σῶμα. Οἱ ψυχικὲς αἰσθήσεις εἶναι νοῦς, διάνοια, γνώμη, φαντασία καὶ αἴσθηση· οἱ σοφοὶ τὶς ὀνομάζουν καὶ δυνάμεις. Οἱ σωματικὲς αἰσθήσεις εἶναι τοῦτες: ὅραση, ὄσφρηση, ἀκοή, γεύση καὶ ἁφή. Γι’ αὐτὸ καὶ διπλὲς εἶναι οἱ ἀρετές, διπλὲς καὶ οἱ κακίες»1.
Ὁ δὲ νοῦς, κατὰ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ὁ ὀφθαλμὸς τῆς ψυχῆς. Καὶ ὅπως ὁ ὀφθαλμὸς τοῦ σώματός μας ὅταν εἶναι ὑγιὴς βλέπει τὸ φῶς τοῦ ἥλιου, μᾶς λέει ὁ Μέγας Ἀντώνιος, ἔτσι καὶ ὁ ὀφθαλμὸς τῆς ψυχῆς, δηλαδἠ ὁ νοῦς, ὅταν καθαρισθεῖ μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἰσέρχεται στὴν καρδία καὶ βλέπει τὸν Θεό, ὅπως οἱ πρωτόπλαστοι πρὶν τὴν πτώση.
«Ἡ ὅραση τοῦ σώματος εἶναι τὰ μάτια καὶ ἡ ὅραση τῆς ψυχῆς εἶναι ὁ νοῦς. Καὶ ὅπως τὸ σῶμα, ἂν δὲν ἔχει μάτια, εἶναι τυφλὸ καὶ δὲν βλέπει οὔτε τὸν ἥλιο ποὺ καταφωτίζει ὅλη τὴ γῆ καὶ τὴ θάλασσα, οὔτε μπορεῖ νὰ ἀπολαύσει τὸ φῶς, ἔτσι καὶ ἡ ψυχή· ἐὰν δὲν ἔχει νοῦν ἀγαθὸν καὶ χρηστὴ πολιτεία, εἶναι τυφλή, καὶ τὸν Θεό, τὸν ποιητὴ καὶ εὐεργέτη τῶν ὅλων, δὲν τὸν κατανοεῖ, οὔτε τὸν δοξάζει, οὔτε μπορεῖ νὰ ἀπολαύσει τὴ δική Του ἀφθαρσία καὶ τὰ αἰώνια ἀγαθά» 2.
Ὁ ἄρρωστος καὶ μετέωρος νοῦς
Συνεπῶς, ὁ νοῦς κινεῖται ἀνάλογα μὲ τὶς ἐπιθυμίες ποὺ ἔχει, εἴτε πρὸς τὴν ἁμαρτία, εἴτε πρὸς τοὺς ἀνθρώπους, εἴτε πρὸς τὸν Χριστό. Ὡστόσο, ἡ ἀεικίνητος φύση τοῦ νοῦ ποὺ «μόνο στὸν Θεὸ χαίρεται ὁλοκληρωτικὰ»3 μεταβάλλεται καὶ εἰσέρχεται σὲ τρεῖς νοητοὺς τόπους: Στὸ κατὰ φύσιν, στὸ παρὰ φύσιν καὶ στὸ ὑπὲρ φύσιν. «Ὅταν ὁ νοῦς εἰσέλθει στὸ κατὰ φύσιν, ἀντιλαμβάνεται ὡς αἴτιο τὸν ἑαυτὸν του γιὰ τοὺς πονηροὺς λογισμούς, γνωρίζει τὶς αἰτίες τῶν παθῶν καὶ ἐξομολογεῖται τὶς ἁμαρτίες του. Ὅταν εἰσέλθει στὸ πάρα φύσιν, ξεχνᾶ τὴ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ καὶ πολεμᾶ τοὺς ἀνθρώπους, θεωρώντας ὅτι αὐτοὶ τὸν ἀδικοῦν. Ὅταν εἰσέλθει στὸ ὑπὲρ φύσιν, βρίσκει τοὺς καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»4.
Στὴν περίπτωση ποὺ ὁ νοῦς εἰσέλθει στὸ παρὰ φύσιν, ἀσθενεῖ, διασκορπίζεται καὶ γίνεται φαῦλος, ἐνῶ ὅταν εἰσέλθει στὸ ὑπὲρ φύσιν, ἐγκρατεύεται, κατὰ τὸν ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητή: «Ὁ φαῦλος νοῦς, ὅταν τὸ σῶμα κινεῖται μέσῳ τῶν αἰσθήσεων στὶς ἐπιθυμίες καὶ τὶς ἡδονές του, τὸ ἀκολουθεῖ καὶ συγκατατίθεται στὶς φαντασίες καὶ τὶς ὁρμές του. Ἐνῶ ὁ ἐνάρετος νοῦς ἐγκρατεύεται καὶ συγκρατεῖ τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τὶς ἐμπαθεῖς φαντασίες καὶ ὁρμὲς καὶ μάλλον φροντίζει νὰ καλυτερεύσει αὐτὲς τὶς κινήσεις του»5.
Ὁ ἀσθενής, λοιπόν, νοῦς ἕλκεται περισσότερο ἀπὸ τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου καὶ ἐπιθυμεῖ τὴ φθορὰ καὶ τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου τούτου παρὰ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Γέρνει ἀπὸ τὴ μιὰ κατάσταση στὴν ἄλλη καὶ γίνεται ἄστατος. Εὔκολα συμπράττει μὲ τὰ πάθη καὶ εὔκολα διαπράττει ἁμαρτίες νοσηρὲς καὶ καταστροφικὲς γιὰ τὴν ψυχοσωματική του ἀνθρώπινη ὑπόσταση. Ὁ μετέωρος νοῦς, ὅπως ὀνομάζουν οἱ Πατέρες τὸν ἄστατο νοῦ, ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο ἔξω ἀπὸ τὴ φυσική του κατάσταση, ἔξω ἀπὸ τὴν ὕπαρξή του.
«Ὅταν δεῖς τὸν νοῦ σου», λέει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, «νὰ ἀσχολεῖται μὲ εὐχαρίστηση μὲ τὰ ὑλικὰ καὶ νὰ καταγίνεται μὲ τὰ νοήματά τους, νὰ γνωρίζεις ὅτι μάλλον τὰ ὑλικὰ ἀγαπᾶ καὶ προσκολλᾶται σ’ αὐτὰ παρὰ στὸν Θεό. Ὁ νοῦς, ποὺ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν Θεό, ἢ γίνεται κτηνώδης, καθὼς γίνεται φιλήδονος, ἢ θηριώδης, μαχόμενος γιὰ τὰ ὑλικὰ μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους»6.
Προσέξτε, δὲν λέει νὰ μὴν ἀσχολούμεθα μὲ τὰ ὑλικά, ἀλλὰ νὰ μήν ἀσχολούμεθα μὲ εὐχαρίστηση καὶ νὰ προσκολλόμαστε σὲ αὐτά, ξεχνώντας ὅτι μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπὸ τὸν αἰώνιο Θεὸ καὶ τὴν αἰώνια βασιλεία Του, καὶ ὅτι μιὰ μέρα ὅλα αὐτὰ θὰ φθαροῦν καὶ θὰ χαθοῦν.
Ἄλλο νοῦς καὶ ἄλλο ἐγκέφαλος
Σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν ἄρρωστο καὶ μετέωρο νοῦ, ὁ ὑγιὴς κατὰ Θεὸν ἄνθρωπος διαπιστώνει ὅτι ἔχει δύο λειτουργικὰ κέντρα. Τὸ νοερὸ μὲ βάση τὴν καρδιὰ καὶ τὸ διανοητικὸ μὲ βάση τὸν ἐγκέφαλο. Παρενθετικὰ νὰ σημειώσω ὅτι ἕνα ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα προβλήματα τῆς σύγχρονης Εὐρωπαϊκῆς σκέψης, τὸ ὁποῖο εἰσῆλθε καὶ στὶς δικές μας Ὀρθόδοξες κοινωνίες, εἶναι ὅτι ἔχει συγχύσει τὸν νοῦ μὲ τὸν ἐγκέφαλο! Ἐνῶ ξέρουμε ὅτι ὁ νοῦς στὴν Ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία, ὡς πνευματικὴ αἴσθηση τῆς ψυχῆς, ἔχει τὴ δυνατότητα νὰ δέχεται τὴν καθαρότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ δὲν ἔχει καμία σχέση μὲ τὸν ἐγκέφαλο τοῦ σώματός μας, ποὺ ὡς μέρος τοῦ κεντρικοῦ νευρικοῦ συστήματος τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ ρυθμιστὴς τῶν περισσότερων λειτουργιῶν τοῦ σώματος καὶ τοῦ μυαλοῦ. Ὁπότε, δὲν συγχέονται οἱ δύο λειτουργίες (νοερὰ καὶ ἐγκεφαλική), ἀλλὰ ἡ νοερὰ λειτουργία συντονίζει τὴν ἐγκεφαλική, στὴν ὑγιὴ ἐκδοχὴ τοῦ νοῦ.
Ὁ Ἀδὰμ πρὶν ἀπὸ τὴν πτώση, μέσῳ τοῦ νοῦ ἀπὸ τὸν χῶρο τῆς καρδίας, βίωνε ἄμεσα τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἐγκεφαλικὴ λειτουργία ἀσχολεῖτο μὲ τὸν ὑλικὸ χῶρο. Ὅταν ἔπεσε ὁ Ἀδάμ, ἀρρώστησε ὁ νοῦς, τυφλώθηκε, ἄλλαξε θέση… Νὰ ὑπενθυμίσω στοὺς παρόντες Κυπρίους ἀδελφοὺς καὶ παροῦσες Κύπριες ἀδελφές, μίαν ἔκφραση ποὺ θὰ προκαλέσει, ἴσως, γέλωτα, ἀλλὰ κρύβει μεγάλες νηπτικὲς ἀλήθειες. Ὅταν κάποιος δὲν μιλοῦσε καρδιακὰ καὶ μὲ ἀγάπη, ὁ παλιὸς Κύπριος τοῦ ἔλεγε θυμωμένα, «ἐν ὁ νοῦς σου τζιαὶ ξηκόλλησε». Δὲν σκεφτήκαμε ποτέ, τί κρύβει αὐτὴ ἡ ἔκφραση. Ἀπὸ ποῦ ξεκόλλησε ὁ νοῦς; Ἀπὸ τὴν καρδία ξεκόλλησε. Καὶ ὅταν κολλήσει ὁ νοῦς στὸν ἐγκέφαλο, τότε ἀρχίζει ἡ μεγάλη ἀρρώστια.
Ὁ νοῦς, λοιπόν, ὅταν τυφλωθεῖ καὶ ἀρρωστήσει, ἀλλάζει θέση καὶ σφηνώνεται, παρὰ φύσιν, στὸν ἐγκέφαλο. Ὁπόταν, ὁ τυφλὸς πιὰ ἀνθρώπινος νοῦς ψάχνει νὰ ἑρμηνεύσει τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ μέσῳ τοῦ ἐγκεφάλου. Στοχάζεται ὁ ἐγκέφαλος καὶ αὐτὸ ἐκλαμβάνει ὡς «ἀποκάλυψη» ὁ τυφλὸς νοῦς. Ἀποτέλεσμα; Ἀρρωσταίνει περισσότερο καὶ ὀργιάζουν τὰ πάθη, στὰ ὁποῖα προσπαθεῖ νὰ βρεῖ παρηγοριά. Τότε ὁ νοῦς χρειάζεται θεραπεία. Καὶ μόνο ἡ Ὀρθοδοξία διασώζει τὴν ἀπόλυτη ἡσυχαστικὴ καὶ μυστηριακὴ μέθοδο, ποὺ θεραπεύει τὸν νοῦ καὶ τὸν κάνει ἀρχικὰ νὰ ἐπικοινωνεῖ μὲ τὴν καρδιὰ μέσῳ τῆς ὀρθῆς πίστεως καὶ τῆς μετάνοιας καὶ σιγὰ – σιγὰ νὰ ἐπανέλθει πλήρως στὴν καρδιὰ γιὰ νὰ βρεῖ τὸν Θεὸ τῆς ἀποκαλύψεως, τὸν ἀληθινὸ Θεό. Κι ὅταν ὁ νοῦς φύγει ἀπὸ τὸν ἐγκέφαλο, ὁ ἐγκέφαλος ἐκλεπτύνεται καὶ ὀξύνεται πολύ. Θυμᾶται καὶ ἀντιλαμβάνεται τὰ πάντα σὰν ἀστραπή. Γίνεται ὄργανο τοῦ νοῦ στὴν διατύπωση θείων ἐμπειριῶν. Ὁ νοῦς ἀπὸ τὴν καρδιὰ ὑπαγορεύει καὶ ὁ ἐγκέφαλος περιγράφει ὅσα μπορεῖ νὰ συλλάβει καὶ νὰ ἐκφράσει.
Κατέβασμα τοῦ νοῦ στὴν καρδιὰ
Ἀλλά, πῶς γίνεται τὸ κατέβασμα τοῦ νοῦ στὴν καρδιά; Ἂς ἀκούσουμε τί μᾶς λέει ἕνας σύγχρονος ἁγιασμένος ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν Κρήτη, ὁ μακαριστὸς Γέροντας Ἀναστάσιος ὁ Κουδουμιανὸς (1927- 2013):
«Ἡ μικρή μου πείρα μὲ δίδαξε ὅτι ὁ νοῦς εἶναι τὸ μάτι τῆς ψυχῆς. Ὅταν εἶναι ὑγιὴς βλέπει μέσα ἀπὸ τὸν φυσικό του χῶρο, ἤτοι τὴν καρδιά, τὰ ἐπουράνια, τὰ καταχθόνια καὶ τὸν ἐσωτερικὸ κόσμο τὸν δικό μας καὶ τῶν ἄλλων».
Ἐδῶ, ὁ μακαριστὸς Γέροντας παρατηρεῖ ὅτι ὁ ὑγιὴς νοῦς βλέπει καὶ τὸν «ἐσωτερικὸ κόσμο τὸν δικό μας» καὶ ὄχι μόνο τῶν ἄλλων. Αὐτὸ εἶναι τὸ διορατικὸ χάρισμα, ποὺ πολλοὶ νομίζουν ὅτι δίδεται ἀπὸ τὸν Θεό, γιὰ νὰ βλέπουμε μέσα στοὺς ἄλλους. Ἀντιθέτως, μᾶς ἔλεγαν οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, οἱ ἅγιοι ποὺ γνωρίσαμε, ὅτι τὸ διορατικὸ χάρισμα ἀρχικὰ δίδεται σὲ ἀρκετοὺς ἀνθρώπους, ποὺ ἀγωνίζονται Ὀρθόδοξα, ὄχι γιὰ νὰ βλέπουν μέσα στοὺς ἄλλους καὶ νὰ τοὺς ἐλέγχουν, ἀλλὰ γιὰ νὰ βλέπουν ἐντός τους καθαρότερα τὰ παλαιότερα πάθη, εἴτε κληρονομικά, εἴτε ἐπίκτητα, κι ἔτσι νὰ αὐξάνεται ἡ μετάνοιά τους. Στοὺς δὲ τελείους δίδεται ἡ δυνατότητα νὰ βλέπουν τὰ πάθη τῶν ἄλλων διὰ τοῦ διορατικοῦ χαρίσματος, ὄχι γιὰ νὰ τοὺς ἀσκοῦν ἔλεγχο ἢ νὰ τοὺς ντροπιάζουν, ἀλλὰ γιὰ νὰ τοὺς ὁδηγοῦν στὴ μετάνοια. Καὶ συνεχίζει ὁ Γέροντας Ἀναστάσιος.
«Κι ὅταν ἀναπτυχθεῖ μέσῳ τῆς ἐμπόνου μετανοίας καὶ τῆς ἀσκήσεως ἡ εὐχή, τότε ἀρχίζει νὰ βράζει μέσα στὸ “καζάνι τῆς καρδιᾶς” ἡ φλόγα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ λάβαμε μὲ τὸ ἅγιο Χρίσμα. H καρδιὰ πονᾶ, διότι σὰν μολύβδινο τεῖχος τὴν περισφίγγει ἐξωτερικὰ ἡ δύναμις τοῦ σατανᾶ, ἤτοι τὸ σαρκικὸ φρόνημα. Ἂν ἐπιμείνουμε μὲ ταπεινὴ μετάνοια στὴν στὴ διαδικασία καλλιέργειας τῆς εὐχῆς, τότε “ἐκρήγνυται” τὸ φουσκωμένο “καζάνι” καὶ φῶς ἄπλετον ἐκχέεται ἐνδογενῶς τῆς καρδιᾶς πρὸς τὰ ἔξω ἀπὸ μιὰ τριχοειδὴ ρωγμὴ (ρωγμὴ ποὺ μοιάζει μὲ τρίχα), ποὺ δημιουργεῖται στὰ τοιχώματα τῆς καρδιᾶς. Τὸ “μολύβδινο” νοητὸ τεῖχος γίνεται κομμάτια. Ἀπὸ τὴν τριχοειδὴ ἐκείνη ρωγμὴ —ποὺ δὲν κλείνει ποτὲ— κατέρχεται ὁ νοῦς ἀπὸ τὸν ἐγκέφαλο στὴν κατὰ φύση θέση του, στὴν καρδιά. Ἀνακαλύπτει τὸ ἀπύθμενο βάθος τῆς καρδιᾶς. Ἔχει διαδρόμους, θαλάμους, διαμερίσματα ἀνεξερεύνητα. Ἀπὸ ἐκεῖ κατοπτεύει τὰ φόβητρα τοῦ ἐξώτερου σκότους καὶ τὰ ἄφατα μεγαλεῖα τῆς ἀκτίστου Βασιλείας. Σὰν «ἀναιδὲς ὄρνεο» θέλει νὰ δεῖ ἀπὸ τὴν κτίση τοῦ κόσμου μέχρι τὶς ἐσχατιὲς τῶν αἰώνων. Βλέπει ὅσα παραχώρησε ὁ Θεός. Αὐτὸ ἐννοεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὅταν λέγει, “σκύψε μέσα στὴν καρδιά σου καὶ θὰ δεῖς τὸν οὐρανό. Διότι μιὰ εἶναι ἡ πύλη τοῦ οὐρανοῦ. Ἡ ρωγμὴ τῆς καρδιᾶς».
Ἀναντίρρητα, ἡ διαδικασία αὐτὴ ποὺ περιγράφει ὁ Γέροντας εἶναι ὄντως ἐπίπονη, καθὼς χρειάζεται ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου νὰ διανύσει «χιλιάδες χιλιόμετρα» γιὰ νὰ κατέβει στὴν καρδιά, ὅπως λέει μιὰ ἁγιασμένη ὕπαρξη τῶν ἡμερῶν μας, μιὰ ὁσία Γερόντισσα, ποὺ μὲ μεγάλη ἀκρίβεια καὶ σαφήνεια ὁμιλεῖ γιὰ τὸ θέμα αὐτό:
«Ἡ μεγαλύτερη ἀπόσταση ποὺ μπορεῖ νὰ διανύσει ὁ ἄνθρωπος εἶναι τὸ κατέβασμα ἀπὸ τὸ κεφάλι στὴν καρδιά. Εἶναι μεγαλυτέρα ἀπόσταση ἀπὸ τὸ φεγγάρι στὴ γῆ. Ἡ καρδιὰ κρύβει χάος. Ἄλλοι τὸ θέλουν σκοτεινό, ἄλλοι τὸ κάνουν καὶ λάμπει πιὸ πολὺ ἀπὸ τὸν ἥλιο. Χίλιοι ἥλιοι δὲν συγκρίνονται μὲ ἐκεῖνο τὸ φῶς. Ἀπὸ ἐκεῖ τὰ κιάλια τῆς καρδιᾶς (ἐννοεῖ τὸν νοῦ) πηγαίνουν παντοῦ, βλέπουν τὰ πάντα ποὺ θὰ παραχωρήσει ὁ Θεός. Βλέπουν καὶ μὲ ἀνοικτὰ τὰ σωματικὰ μάτια καὶ μὲ κλειστά. Εἶναι ἄλλα μάτια ἐκεῖνα».
«Πρόσεχε γιέ μου νὰ μέν γύρει ὁ νοῦς σου».
Ἀλλ’ ὅμως, μέχρι νὰ κατεβεῖ ὁ νοῦς στὴν καρδιά, τὰ πάθη καὶ οἱ λογισμοὶ δὲν ἀργοῦν καὶ δὲν σταματοῦν νὰ πολεμοῦν τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ εἰσέρχονται στὴν ψυχή του διὰ μέσου τῶν σωματικῶν του αἰσθήσεων. Γιὰ τοῦτο εἶναι πολὺ σημαντικὸ ὁ ἄνθρωπος νὰ ἔχει πάντα γρήγορο νοῦ καὶ σώφρονα λογισμό. Νὰ φυλάσσει τὸν νοῦ του καὶ νὰ τὸν συνάζει ἀπὸ τὸν μετεωρισμό. Νὰ ἔχει νήψη. Μὲ ἁπλὰ λόγια, νὰ προσέχει νὰ μὴν γύρει ὁ νοῦς του! Θυμᾶμαι, ποὺ κάποτε ρώτησα τὴ μάνα μου, τὴ μακαριστὴ Μηλιὰ ποὺ τότε ἦταν 90 χρονῶν· «Μάνα, τώρα ποὺ εἶσαι καλά, πές μου ἕνα λόγο σοφό, νὰ θυμοῦμαι ἀπὸ σένα». Καὶ ἐπειδὴ εἶχε σοφία κατὰ Θεόν, μοῦ λέει· «Καλά, ἐκάμαμέ σε Δεσπότη γιὰ νὰ σοῦ παρατζιέλλουμε ἐμεῖς ἢ νὰ μᾶς παρατζιέλλεις ἐσὺ ἐμᾶς»; Τῆς λέω· «Μὰ εἶσαι ἡ μάνα μου! Ἄλλος ὁ λόγος τῆς μάνας καὶ ἄλλος ὁ λόγος τοῦ Δεσπότη». Καὶ γύρισε ἡ μακαριστὴ Μηλιὰ καὶ μοῦ εἶπε· «Πρόσεχε, γιέ μου, νὰ μέν γύρει ὁ νοῦς σου». Αὐτὴ ἦταν ἡ ἐντολὴ καὶ τὸ ἠθικὸ παράγγελμα μιᾶς ἀγράμματης γυναίκας, γνήσιου ὅμως τέκνου τῆς λαϊκῆς εὐσέβειας τῆς Κύπρου. Κι αὐτὴ ἡ εὐσέβεια, ὅταν συνδεθεῖ μὲ τὴν ἄσκηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, τότε ὁδηγεῖ στὴ φώτιση καὶ στὴν ἁγιότητα.
Ὁπότε, προσέχοντας ὁ ἄνθρωπος τὸν νοῦ του, δὲν ὑπάρχει ὁ κίνδυνος τοῦ μετεωρισμοῦ. Διότι ἂν ὁ νοῦς τὴν ὥρα τῶν πονηρῶν λογισμῶν καὶ τῶν κακῶν ἐπιθυμιῶν παραμείνει χαλαρός, θὰ πέσει, θὰ γύρει. Ἂν ὅμως ἀγρυπνεῖ —«ἀγρυπνεῖτε καὶ προσεύχεσθε, ἵνα μὴ εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν· τὸ μὲν πνεῦμα πρόθυμον, ἡ δὲ σὰρξ ἀσθενὴς» (Μκ.14, 38)—, ἐνεργεῖ σὲ αὐτὸν ἡ «γνῶσις», ὁ φωτισμὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ τοῦ δίνει τὴ δυνατότητα νὰ ἀντισταθεῖ στὶς προσβολὲς καὶ νὰ πολεμήσει τὰ πάθη καὶ νὰ τὰ ἀποδυναμώσει.
«Ἡ γνώση δὲν εἶναι φῶς. Τὸ φῶς εἶναι γνώση»!
Ἀξίζει ἐδῶ νὰ ὑπενθυμίσουμε τὸν θεοφώτιστο λόγο τοῦ ἁγίου Συμεὼν τοῦ νέου Θεολόγου, ποὺ ἀνατρέπει τὴν ἐπικρατοῦσα ἐδῶ καὶ αἰῶνες ἄθεη εὐρωπαϊκὴ σκέψη, ἡ ὁποία ἀντικατοπτρίζεται σ’ ἕνα σύνθημα, ἕνα μότο, ποὺ ὅλους μᾶς ταλαιπωρεῖ, τὸ «Cogito ergo sum», «σκέφτομαι, ἄρα ὑπάρχω». Δηλαδή, ἡ ἐξυπνάδα καὶ ἡ ἀπόκτηση τῆς πεπερασμένης καὶ περιορισμένης γνώσης τοῦ ὁρατοῦ κόσμου διὰ τοῦ ἐγκεφάλου εἶναι τὸ ἄλφα καὶ τὸ ὠμέγα τῆς δυτικῆς σκέψης! Δὲν ἔχει ὁ σύγχρονος ἐξευρωπαϊσμένος ἄνθρωπος ἀνάγκη τὴ γνώση τοῦ Θεοῦ! Ὅμως, ὁ ἅγιος Συμεῶν ὁ νέος θεολόγος πρὶν ἀπὸ χίλια περίπου χρόνια μᾶς λέει: «Ἡ γνώση δὲν εἶναι φῶς. Τὸ φῶς εἶναι γνώση»! Πάει ὁ εὐρωπαϊκὸς Διαφωτισμός! Ὁ ἅγιος Συμεὼν τὸν κάνει σμπαράλια. Κι ὅμως, ἐμεῖς, πειστήκαμε ἀπὸ τοὺς Εὐρωπαίους στοχαστὲς ὅτι ἡ γνώση εἶναι τὸ φῶς, καὶ μιὰ ζωὴ ἀγωνιζόμαστε νὰ πάρουμε πτυχία, νὰ ἀποκτήσουμε κριτικὴ σκέψη, νὰ ἀποκτήσουμε ὄγκο πληροφοριῶν, νὰ ἐξηγήσουμε τὰ πάντα μέσῳ τῆς ἐπιστήμης. Τὸ ἐρώτημα εἶναι: Ὅλα αὐτὰ τὰ ἀποκτοῦμε μὲ Θεὸ ἢ χωρὶς Θεό; Γιατὶ βλέπουμε τί κόσμο φτιάξαμε καὶ τί κόσμο παραδίδουμε στὰ παιδιά μας, ὅταν δὲν ἔχουμε Θεὸ μέσα μας. Παραδίδουμε ἕνα κόσμο, ποὺ εἰδωλοποιεῖ τὴν ἐπιστήμη καὶ τὴν τεχνολογία καὶ τὶς ἀνάγει σὲ ψεύτικες θεότητες! Ἕνα κόσμο, γιὰ τὸν ὁποῖο ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς προφητικὰ ἔλεγε· «Θὰ ἔρθει ἐποχὴ ποὺ τὸν κόσμο θὰ τὸν διευθύνουν τὰ ἄλαλα καὶ τὰ μπάλαλα (δηλαδὴ ἠλεκτρονικοὶ ὑπολογιστές)». Καὶ ἐμεῖς συνεχίζουμε ἀκόμα καὶ σήμερα νὰ ζητᾶμε ὅλη αὐτὴ τὴν εὐρωπαϊκὴ «Διαφώτιση» —στὸ τέλος συσκότιση—, ἡ ὁποία εἶναι μία διαπλοκὴ τῆς θύραθεν ἄθεης στοχαστικῆς φιλοσοφίας ποὺ μὲ τὴν ἐπήρεια τὴ δαιμονικῆς διαστροφῆς γέννησε τὴν εἰδωλολατρία τῆς νέας ἐποχῆς ποὺ ζοῦμε καὶ ὑφιστάμεθα ὅλοι. Ρασοφόροι καὶ μή… Μιὰ σύγχρονη ὕπουλη καὶ θανατηφόρα εἰδωλολατρία τῶν ἡδονῶν καὶ τῶν ἀπολαύσεων, ἀλλὰ καὶ ὅλων αὐτῶν τῶν ψυχοπαθολογικῶν φαινομένων, ποὺ ἐμφανίζονται δῆθεν ὡς λύσεις γιὰ τὸ ἀδιέξοδο τῆς ἀνθρωπότητας.
Πρῶτο παράδειγμα ὁ φονταμενταλισμός, ὅπου ἡ «πίστη» εἶναι μιὰ ἰδεοληψία ἐγκεφαλική, ὁπότε ἀναπτύσσεται ἀκατάσχετος φανατισμὸς σὲ ὅλα τὰ ἰδεοληπτικὰ φαινόμενα, π.χ. πολιτικὰ κόμματα, ἀθλητισμός, ποδοσφαιρικὲς ὁμάδες κ.λπ. Ἕνα σύγχρονο παράδειγμα φονταμενταλισμοῦ εἶναι ὁ βίαιος καὶ αἱμοσταγὴς ἰσλαμισμός, ἀλλὰ καὶ ὁ βίαιος ἐκκοσμικευμένος ἐπεκτατικὸς «χριστιανικὸς» φονταμεταλισμὸς τῆς Δύσης, ὅπως καὶ ὁ ὑπόγειος ἰουδαϊκὸς φονταμελισμός. Δεύτερο παράδειγμα ὁ ἀγνωστικισμὸς τοῦ Δυτικοῦ πολιτισμοῦ, ὅπου ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἀπόγονοι τοῦ εὐρωπαϊκοῦ Διαφωτισμοῦ καὶ τῶν λοιπῶν δεξιῶν καὶ ἀριστερῶν ἰδεολογιῶν, αἰσθανόμενοι ὅτι διαθέτουν τάχα μία «ἐξευγενισμένη» κουλτούρα, καὶ διαπιστώνοντας ὅτι οἱ αἱρέσεις καὶ οἱ θρησκεῖες ποὺ ἀκολουθοῦν δὲν καλύπτουν τὸ κενὸ τῆς καρδιᾶς τους, προτίμησαν τὸ ἄλλο ἄκρο, ἤτοι τὸν ἀγνωστικισμὸ καὶ τὴν ἀθεΐα. Οἱ παρόντες Ρῶσοι, Ρουμάνοι, καὶ Μολδαβοὶ ἀδελφοί μας, ἐπὶ Σοβιετικῆς Ἑνώσεως, τὰ γευτήκανε καλύτερα ἀπὸ ἐμᾶς ὅλα αὐτὰ ποὺ περιγράφω. Κατ’ ἀκολουθίαν, γιὰ νὰ λάμψει ἡ ἀλήθεια, λένε οἱ Πατέρες, θὰ πρέπει νὰ γίνεται πάντοτε καὶ σὲ ὅλες τὶς ἐποχὲς ἔλεγχος τῆς εἰδωλολατρίας, ἀλλὰ ἔλεγχος μόνο ἀπὸ γρήγορο κατὰ Θεὸν νοῦ, διότι μόνο ὁ ἐν μετᾳνοία νοῦς μπορεῖ νὰ διακρίνει τὰ εἴδωλα τοῦ κόσμου ἀπὸ τὴν ἀλήθεια.
Ἡ μετάνοια ὡς καθαρτήριο τοῦ νοῦ
«Ἡ κακία καὶ τὸ πάθος», μᾶς λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, «δὲν ὑπάρχουν ἐκ φύσεως στὴν ἀνθρώπινη φύσι, διότι ὁ Θεὸς δὲν εἶναι δημιουργὸς παθῶν. Ἀντιθέτως, ἀπὸ Αὐτὸν δημιουργήθηκαν μέσα στοὺς ἀνθρώπους πολλὲς φυσικὲς ἀρετές, ἀπὸ τὶς ὁποῖες εὔκολα διακρίνονται: Ἡ ἐλεημοσύνη, ἀφοῦ καὶ οἱ εἰδωλολάτρες εἶναι εὐσπλαγχνικοί∙ ἡ ἀγάπη, ἀφοῦ καὶ τὰ ἄλογα ζῶα πολλὲς φορὲς δάκρυσαν γιὰ τὴ στέρησί τους ἀπὸ τὰ ἄλλα∙ ἡ πίστις, ἀφοῦ ὑπάρχει ἔμφυτη μέσα σὲ ὅλους μας∙ ἡ ἐλπίδα, ἀφοῦ καὶ ὅταν δανειζώμαστε καὶ ὅταν δανείζωμε καὶ ὅταν ταξειδεύωμε στὴ θάλασσα καὶ ὅταν σπείρωμε, πάντοτε ἐλπίζομε κάτι καλύτερο»7.
Κατόπιν τούτου, γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη παράδοση ἡ ἀποδοχὴ τῶν κακῶν λογισμῶν καὶ τῶν παθῶν, ὀφείλονται ἀποκλειστικὰ στὴν ἐλεύθερη θέληση καὶ διαχείριση τῆς προαίρεσης τοῦ ἀνθρώπου. Ἐπὶ παραδείγματι, ἂν θέλεις νηστεύεις, ἂν θέλεις ἐγκρατεύεσαι, ἂν θέλεις φυλάττεις τὸν νοῦ σου, ἂν θέλεις ἁμαρτάνεις! Ἡ Ἐκκλησία δὲν ὑποχρεώνει κανένα νὰ λειτουργεῖ καταναγκαστικὰ καὶ ἔξω ἀπὸ τὴ δική του θέληση. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς μᾶς λέει ὅτι ἡ ἄσκηση σὲ ὅλη της τὴν ψυχοσωματικὴ διάσταση εἶναι ἔργο θελήσεως καὶ προαιρέσεως, κι αὐτὸ εἶναι πολὺ σημαντικὸ νὰ τὸ ἔχουμε ὑπόψη μας. Ὁ ἄνθρωπος ἐπιλέγει ἂν θέλει νὰ ζήσει στὴν κατὰ φύσιν κατάσταση ἢ στὴν παρὰ φύσιν κατάσταση. Ἂν ἤδη ἔχει ἐπιλέξει τὴν παρὰ φύσιν κατάσταση, ὁ μόνος τρόπος διαφυγῆς καὶ ἀπόδρασης ἀπὸ αὐτὴν εἶναι ἡ ὁδὸς τῆς μετανοίας, ἡ ἐπιστροφὴ στὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι ἡ μόνη συνεχής ἐργασία κάθαρσης καὶ ἀλλαγῆς τοῦ τρόπου σκέψης καὶ ζωῆς γιὰ ἐκείνους ποὺ ποθοῦν νὰ ἑνωθοῦν μαζί Του. Καί, ἡ μετάνοια ἀφορᾶ ὅλο τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας… καὶ κληρικούς, καὶ μοναχοὺς καὶ λαϊκούς.
«Ἡ μετάνοια», ὁ μεγάλος μας δάσκαλος ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος, «ἀφορᾶ τοὺς πάντες, καὶ τοὺς ἁμαρτωλούς, καὶ τοὺς δίκαιους, καὶ τοὺς φωτισμένους, διότι δὲν ὑπάρχουν ὅρια τελειώσεως, ἀφοῦ καὶ στοὺς τελείους ἡ τελειότης εἶναι ἀτέλεστη. Ἡ μετάνοια δὲν περιορίζεται μήτε χρονικὰ μήτε πρακτικὰ σὲ αὐτὴ τὴ ζωή, ἀλλὰ διαρκὴ μέχρι τὸν θάνατο»8.
Ἡ κάθαρση τοῦ νοῦ στὴν πράξη
Πῶς καθαρίζεται καὶ πῶς θεραπεύεται ὁ νοῦς; Ἡ ἁγιοπνευματικὴ ζῶσα ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας μας, διὰ τῶν ἁγίων καὶ τῶν θεοφόρων Πατέρων της μᾶς λέει ὅτι ὁ νοῦς καθαρίζεται μέσα ἀπὸ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἄσκηση: μὲ τὴ μετάνοια, τὴ νηστεία, τὶς ἀγρυπνίες, τὴν ἐγκράτεια, τὴν ἡσυχία, τὴν προσευχή. Μὲ τοὺς πνευματικοὺς λόγους, ποὺ ἀπομακρύνουν τοὺς ἀκάθαρτους λογισμοὺς ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο. Τὴν ἀνάγνωση τῶν Γραφῶν καὶ τῶν λειτουργικῶν κειμένων τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ τονίζουν συνεχῶς τὴν κάθαρση καὶ τὸν φωτισμὸ τοῦ νοῦ, τῆς ψυχῆς, τοῦ σώματος καὶ ὅλων τῶν αἰσθήσεων. Τὶς ἀκολουθίες καὶ τὴν ψαλμωδία. Τὴν ἐγκράτεια τῆς κοιλίας, ποὺ μαραίνει τὴν ἐπιθυμία καὶ τὴν ὑποδούλωση τοῦ νοῦ σὲ λογισμοὺς πορνείας. Τὴ γνήσια φιλανθρωπία, τὴν ἐλεημοσύνη, τὴν ταπείνωση, τὴν ἁπλότητα, τὴν ἀκτημοσύνη, τὴν ἐλεύθερη, ἀνυπόκριτη καὶ ἄνευ ὅρων προσφορὰ ἀγάπης καὶ αὐταπάρνησης. Τὴν ἀπόκτηση τῆς πίστης ποὺ τὴν ἀκολουθοῦν ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐγκράτεια τῶν ἡδονῶν, ἡ ὑπομονὴ τῶν κόπων, ἡ ἐλπίδα στὸν Θεό. Τὴ μνήμη τοῦ θανάτου, ποὺ βοηθᾶ τὸν ἄνθρωπο νὰ ἀντιληφθεῖ τὴ ματαιότητα τῆς ἀγχώδους ἀγωνίας νὰ ἀποκτήσει τὰ ἐφήμερα καὶ τὰ κίβδηλα τοῦ παρόντος βίου. Τὴ μνήμη τοῦ Θεοῦ, ποὺ τὴν τονίζει πολὺ ὁ Κύπριος ἅγιός μας, ὅσιος Νεόφυτος ὁ Ἔγκλειστος. Καί, ἀσφαλῶς, μὲ τὴ μετοχὴ στὰ σωστικὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἐν κατακλεῖδι, ὁ αὐθεντικὸς φυσικὸς ἄνθρωπος γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ὁ ἅγιος. Γιὰ τοὺς Πατέρες αὐτὸς εἶναι ὁ ὑγιὴς ἄνθρωπος. Θεραπεία, ἡ ὁποία δὲν συνδέεται μὲ τὴν πορεία τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὴν ἁγιότητα καὶ εἶναι ἐκτὸς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας δὲν ὑπάρχει. Ὅταν ὁ βαφτισμένος καὶ χρισμένος Ὀρθόδοξα ἄνθρωπος ἀποκλίνει ἢ λοξοδρομεῖ ἀπὸ τὴν ὁδὸ τῆς ἁγιότητας, τότε χάνει τὴν αὐθεντικότητά του, χάνει τὴ φυσικότητά του καὶ ὁδηγεῖται στὴν ἀπάνθρωπη παρὰ φύσιν κατάσταση τῆς ἀπώλειας. Μὲ ἄλλα λόγια ἐπιλέγει τὴν κόλασή του καὶ σὲ αὐτὴ τὴ ζωὴ καὶ στὴν αἰώνια.
Ἐπιπρόσθετα, στὴ διαδικασία τῆς Ὀρθοδόξου ψυχοθεραπείας ὁ Ὀρθόδοξος χριστιανὸς ἔχει ἕνα σύμμαχο, ἕνα συνεργάτη πολὺ-πολὺ κοντά του. Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, ποὺ ἔλαβε στὸ χρίσμα, ὅπως ἐκφωνεῖ καὶ ὁ λειτουργὸς ὅταν χρίει τὸν βαπτισθέντα χριστιανό: «Σφραγὶς δωρεᾶς, Πνεύματος Ἁγίου. Ἀμήν». Μόνο οἱ Ὀρθόδοξοι ἔχουν τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἐντός τους. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολὴ γράφει, «τὸ Πνεῦμα τοῦ ἐγείραντος Ἰησοῦν ἐκ νεκρῶν οἰκεῖ ἐν ὑμῖν» (Ρωμ. 8, 11). Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι δηλαδὴ ὁ ἔνοικος, ὁ συγκάτοικός μας, ποὺ θέλει πολὺ νὰ συνεργαστεῖ μαζί μας. Θέλει νὰ τὸ ἐνεργοποιήσουμε γιὰ νὰ ἀρχίσει τὸ ἔργο τῆς καθάρσεως. Αὐτὸ λέμε στὴν προσευχή, μὲ τὴν ὁποία ἀρχίζει κάθε ἀκολουθία: «Βασιλεῦ οὐράνιε… ἐλθὲ καὶ σκήνωσον ἐν ἡμῖν, καὶ καθάρισον ἡμᾶς ἀπὸ πάσης κηλῖδος, καὶ σῶσον, Ἀγαθέ, τὰς ψυχὰς ἡμῶν».
Ἡ διαδικασία αὐτὴ τῆς μετάνοιας εἶναι αὐτὸ ποὺ εὐχόμαστε κάθε βράδυ στὸ Ἀπόδειπνο: «Καὶ δώρησαι ἡμῖν, ὁ Θεός, γρήγορον νοῦν, σώφρονα λογισμόν, καρδίαν νήφουσαν, ὕπνον ἐλαφρόν, καὶ πάσης σατανικῆς φαντασίας ἀπηλλαγμένον…». Ὅλες οἱ εὐχὲς καὶ οἱ προσευχὲς τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι ψυχοθεραπευτικές, καθαρτικές, φωτιστικὲς καὶ ἁγιαστικές. Γιὰ νὰ συμβοῦν ὅλα αὐτά, ἐπαναλαμβάνω, πρέπει νὰ ἐνεργοποιήσουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὸν συγκάτοικό μας. Νὰ ξεμπαζώσουμε, ὅπως ἔλεγε ὁ γέρο Παναῆς τῆς Λύσης, στρώματα-στρώματα ἁμαρτίες καὶ μνῆμες προγονικές, φοβίες καὶ ὀλιγοπιστίες κληρονομικὲς καὶ ἐπίκτητες. Πρέπει νὰ ξεκολλήσει ὁ νοῦς ἀπὸ τὰ αἰσθητὰ καὶ τὸν ἐγκέφαλο. Νὰ καθαρίσουμε τὶς αἰσθήσεις μας, νὰ γίνουμε ἁπλοί.
Γράφει σχετικὰ ὁ μακαριστὸς π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος: «Τὸ τροπάριο τοῦ ἀναστάσιμου κανόνος λέει, “Καθαρθῶμεν τὰς αἰσθήσεις καὶ Χριστὸν ὀψόμεθα…”. Θέτει δηλαδὴ τὴν κάθαρση τοῦ νοὸς καὶ τῶν αἰσθήσεων, δηλαδὴ τῆς νοητῆς ἐνέργειας, ὡς προυπόθεση τῆς συμμετοχῆς μας στὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ καὶ στὴν Ἀνάστασή Του. Μέσα ἀπὸ τὴ νήψη καὶ τὴν προσευχή, οἱ ἄνθρωποι γίνονται ἁπλοὶ καὶ φωτοφόροι. Ἁπλοὶ ὅσο ἁπλὸ εἶναι τὸ φῶς! Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, στὸν θεολογικό του λόγο “Περὶ Πατρός”, τονίζει ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἁπλοῦς. Ὁ Θεός, ποὺ εἶναι Φῶς, εἶναι ἁπλοῦς. Ἁπλότητα σημαίνει ὅτι δὲν ὑπάρχουν δυνάμεις ποὺ νὰ ἀντιστρατεύονται μέσα Του, δὲν ἔχει ἐσωτερικὸ διχασμό»9.
Παρόλα αὐτά, ὁ σύγχρονος Δυτικὸς ἄνθρωπος περιορίζει τὴν ὕπαρξή του στὶς πέντε αἰσθήσεις τοῦ σώματος. Κατάντησε δυστυχῶς πολὺ τῆς μόδας γιὰ ὅσους ἐμπνέονται ἀπὸ αὐτὸ τὸ δυτικόφερτο πνεῦμα καὶ θέλουν νὰ ἀποκτήσουν ἕνα εἶδος πνευματικότητας, νὰ ψάχνουν νὰ τὸ βροῦν, εἴτε μέσα ἀπὸ τὴν τέχνη, εἴτε μέσα ἀπὸ τὰ γράμματα, εἴτε μέσα ἀπὸ τὴν ἐπιστήμη, εἴτε μέσα ἀπὸ τὸν πιὸ ἐπικίνδυνο δρόμο, δηλαδὴ τὸν ἀποκρυφισμὸ καὶ τὴ μαγεία. Ὁμιλοῦν γιὰ ἕκτη αἴσθηση. Θὰ τὸ ἔχετε ἀκούσει. Αὐτὸ εἶναι πλάνη καὶ ἡ μεγάλη εὐθύνη ἐμᾶς τῶν Ὀρθοδόξων εἶναι νὰ πείσουμε τοὺς βαπτισμένους καὶ μυρωμένους Ὀρθοδόξους χριστιανοὺς πρῶτα, κι ὕστερα τοὺς λοιποὺς ἀνθρώπους, ὅτι ὑπάρχει καὶ ψυχὴ μὲ ἄλλες πέντε αἰσθήσεις, κι ὅτι ὁ νοῦς εἶναι μία ἀπὸ τὶς πέντε αἰσθήσεις, εἶναι ὁ ὀφθαλμὸς τῆς ψυχῆς. Ἡ ψυχὴ καὶ ὀσφραίνεται καὶ ἀκούει, ἔχει ἁφή, ἔχει γεύση. Καὶ ὅπως ἔλεγε ὁ σύγχρονος ἅγιος Πορφύριος, ὁ τόσο παρεξηγημένος ἀπὸ ἀρκετούς, «ὅταν ὁ ἄνθρωπος μετανοεῖ γνωρίζει τὸν Δημιουργό του. Ἀνοίγουν οἱ αἰσθήσεις καὶ τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματός του».
Θὰ παραθέσω ἐδῶ ἕναν ὕμνο ἀπὸ τὸ Θεοτοκάριον τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου. Τὸ τροπάριο αὐτὸ περιλαμβάνεται σὲ ἕνα κανόνα πρὸς τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο, ποίημα τοῦ ἀγίου Θεοφάνη ἐπισκόπου Νίκαιας τοῦ Γραπτοῦ, ὅπου καὶ φανερώνεται ἡ γνώση ποὺ εἶχαν οἱ ἅγιοι ὅτι ἐκτὸς ἀπὸ τὶς πέντε αἰσθήσεις τοῦ σώματος, ὑπάρχουν καὶ οἱ πέντε αἰσθήσεις τῆς ψυχῆς. Γράφει λοιπὸν ὁ ἅγιος:
«Αἰσθήσεων Δέσποινα, διπλῆν πεντάδα συνέτισον, δεκάχορδον ὄργανον, δεῖξον σῇ χάριτι, τὴν ὑπέρχρονον, Σοφίαν ἡ τεκοῦσα, ἁρμόνιον ὅπως Σοι, ᾄσῳ μελώδημα». (Παναγία Δέσποινα μου, συνέτισε τὴ διπλὴ πεντάδα τῶν αἰσθήσεων, τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς μου. Κάμε τις νὰ εἶναι ἕνα σὰν δεκάχορδο ὄργανο, ἐσὺ ποὺ γέννησες τὴν ὑπέρχρονη ἐνυπόστατη Σοφία (δηλ. τὸν Χριστό), γιὰ νὰ σοῦ ψάλλω ἁρμονικὴ μελωδία).
Καὶ ἐνῶ ἔχουμε ὅλη αὐτὴ τὴ θαυμάσια παιδεία, αὐτὴ τὴ ζῶσα Ὀρθόδοξη θεολογία, ἡ Εὐρώπη καὶ ὁ λοιπὸς ἀλλόθρησκος αἱρετικὸς καὶ ἄθεος κόσμος περιορίζουν καὶ ἐγκλωβίζουν τὸν ἄνθρωπο στὴν πλάνη τῆς «αὐτοκρατορίας» τῶν πέντε αἰσθήσεων τοῦ σώματος. Νὰ θυμίσω ἐδῶ, τὴ πολυδιαφημιζόμενη στὴ δεκαετία τοῦ ’70 κινηματογραφικὴ ταινία μὲ τὸν τίτλο «Ἡ αὐτοκρατορία τῶν πέντε αἰσθήσεων» τοῦ Ἰάπωνα σκηνοθέτη Ναγκίσα Ὁσίμα, ἀλλὰ καὶ τὸ γνωστὸ τραγούδι τοῦ δικοῦ μας Μάνου Χατζηδάκη καὶ τοῦ στιχουργοῦ Ἄρη Δαβαράκη «Ἡ μπαλάντα τῶν αἰσθήσεων καὶ τῶν παραισθήσεων». Ἔργα, ποὺ «ἐξυμνοῦν» τὸ σῶμα ὄχι ὡς μέσο ἁγιασμοῦ καὶ χῶρο κατοίκησης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀλλὰ ὡς ἀντικείμενο αὐτοθέωσης, ἡδονῶν, ἀπολαύσεων καὶ δαιμονικῶν ἐνίοτε παραισθήσεων! Αὐτὸ τὸ σκοτεινὸ πνεῦμα διδάσκουν στὰ παιδιά μας οἱ ἄθεοι καὶ οἱ πλανεμένοι. Αὐτὸ τὸ «δαιμονικὸ σκοτάδι» βαφτίζουν φῶς καὶ γνώση, ἀλλὰ δὲν εἶναι τὸ φῶς! Τὸ Φῶς τὸ ἀληθινὸ εἶναι ὁ Χριστός:
«Χριστέ, τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, τὸ φωτίζον καὶ ἁγιάζον πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον, σημειωθήτω ἐφ’ ἡμᾶς τὸ φῶς τοῦ προσώπου σου, ἵνα ἐν αὐτῷ ὀψώμεθα φῶς τὸ ἀπρόσιτον, καὶ κατεύθυνον τὰ διαβήματα ἡμῶν πρὸς ἐργασίαν τῶν ἐντολῶν σου, πρεσβείαις τῆς παναχράντου σου Μητρός, καὶ πάντων σου τῶν ἁγίων. Ἀμήν».
(Χριστέ, Ἐσὺ ποὺ εἶσαι τὸ ἀληθινὸ φῶς, τὸ ὁποῖο φωτίζει καὶ ἁγιάζει κάθε ἄνθρωπο ποὺ ἔρχεται στὸν κόσμο, ἂς σημειωθεῖ πάνω μας τὸ Φῶς τοῦ προσώπου Σου, ὥστε μέσα σ’ αὐτὸ νὰ δοῦμε τὸ ἄφθαρτο, τὸ ἀπλησίαστο Φῶς, καὶ καθοδήγησε τὶς ἐνέργειες μας γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ τῶν ἐντολῶν Σου, μὲ τὶς πρεσβεῖες τῆς Πανάχραντης Μητέρας Σου καὶ ὅλων Σου τῶν ἁγίων. Ἀμήν).
Νὰ ὑπενθυμίσω ἀκόμη τὸ ἐξαποστειλάριο τῆς Πεντηκοστῆς: «Φῶς ὁ Πατήρ, Φῶς ὁ Λόγος, Φῶς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα».
Ἐμεῖς, τελικά, οἱ βαφτισμένοι Ὀρθόδοξοι τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολῆς, γιὰ ποιό φῶς μιλᾶμε; Ἐμεῖς ὅταν διαλεγόμεθα μὲ ἑτεροδόξους καὶ ἀλλόθρησκους, πόσο γνωρίζουμε τὴ διπλὴ πεντάδα τῶν αἰσθήσεων τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος;
Ὁλοκληρώνοντας, καταθέτω στὴν ἀγάπη σας τὶς σκέψεις τοῦ πικραμένου καὶ συκοφαντημένου ἁγίου Νεκταρίου, ὅταν τὸν ἔδιωξαν ὁ Πατριάρχης καὶ οἱ Δεσποτάδες ἀπὸ τὴν ἀγαπημένη του Ἀλεξάνδρεια, ὅπως τὶς μεταφέρει, λογοτεχνικῷ τῷ τρόπῳ, ὁ συγγραφέας Ἠλίας Λιαμῆς.
«Ἀκόμα θυμᾶμαι τί ἔνοιωθα καὶ τί σκεφτόμουν γερμένος στὴν κουπαστὴ τοῦ πλοίου καὶ ἀτενίζοντας τὴν Ἀλεξάνδρεια ποὺ ἔχανα» (θυμίζει Καβάφη ἐδῶ). «Μιὰ νύχτα στὰ τέλη τοῦ Ἰουλίου τοῦ 1890», (τί ἔλεγε τοῦ Χριστοῦ μέσα στὴν καρδία του) «Χριστέ μου, θέλω νὰ ζήσω ἀνάλαφρος, θέλω νὰ συγχωρέσω πέρα ἀπὸ κάθε λογική, πέρα ἀπὸ κάθε πίκρα. Χριστέ μου, ἄσε μὲ νὰ κοινωνήσω τὴν παράλογη ἀγάπη Σου γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. Ἐγὼ δὲν μπορῶ. Ἐσὺ ὅμως μπορεῖς, νὰ ἁρπάξεις τὴν ψυχή μου καὶ νὰ τὴν ἀναστήσεις. Εἰς χεῖρας Σοῦ παραδίδομαι»10.
Ἐγώ, τί νὰ πῶ; Τὸ μέγα ἐρώτημα εἶναι, ἐμεῖς, τί κάνουμε; Εὐχαριστῶ πολύ!
* * *
1 Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, Λόγος ψυχωφελής καὶ θαυμάσιος, μτφρ. Ἀντώνιος Γαλίτης, Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικῶν, ἐκδ. «Τὸ περιβόλι τῆς Παναγίας», τόμ. 2, Θεσσαλονίκη 1986.
2 Μέγας Ἀθανάσιος, πατριάρχης Ἀλεξανδρείας, Μέγας Ἀντώνιος, Μετάφραση-σχόλια- παρατηρήσεις Θεόδ. Σακελλαρίου, λογοτεχνικὴ ἐπιμέλεια μεταφράσεως Π. Παπαδημητρακοπούλου, ἐκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσσαλονίκη 2008.
3 Ἅγιος Κάλλιστος ὁ Καταφυγιώτης, Περὶ τῆς ἑνώσεως μὲ τὸ Θεὸ καὶ τοῦ θεωρητικοῦ βίου, μτφρ. Ἀντώνιος Γαλίτης, Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικῶν, ἐκδ. «Τὸ περιβόλι τῆς Παναγίας», τόμ.5, Θεσσαλονίκη 1986.
4 Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου, Ὀρθόδοξη Ψυχοθεραπεία (Πατερικὴ θεραπευτικὴ ἀγωγή), ἐκδ. Ἱερὰ Μονὴ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου (Πελαγίας), 1986.
5 Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής. Δεύτερη Ἑκατοντάδα τῶν κεφαλαίων περὶ Ἀγάπης, μτφρ. Ἀντώνιος Γαλίτης, Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικῶν, ἐκδόσεις «Τὸ περιβόλι τῆς Παναγίας», τόμ.2, Θεσσαλονίκη 1986.
6 Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής. Δεύτερη Ἑκατοντάδα τῶν κεφαλαίων περὶ Ἀγάπης, μτφρ. Ἀντώνιος Γαλίτης, Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικῶν, ἐκδόσεις «Τὸ περιβόλι τῆς Παναγίας», τόμ.2, Θεσσαλονίκη 1986.
7 Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, Κλίμαξ, Λόγος 26, Περὶ διακρίσεως λογισμῶν καὶ παθῶν καὶ ἀρετῶν, ἐκδ. Ἱερὰ Μονὴ Παρακλήτου, Ἀττικὴ 2009.
8 «Προσήκει γὰρ αὕτη πᾶσιν, ἁμαρτωλοῖς καὶ δικαίοις πάντοτε, τοῖς βουλομένοις σωτηρίας τυχεῖν. Καὶ οὐδείς ἐστιν ὅρος τελειώσεως, ὅτι ἡ τελειότης καὶ τῶν τελείων, ὄντως ἀτέλεστος. Διὰ τοῦτο ἡ μετάνοια, οὔτε καιροῖς οὔτε πράξεσι περιορίζεται ἕως θανάτου» (Ἰσαὰκ Σύρου, Λόγοι Ἀσκητικοί, κριτικὴ ἔκδοση Μάρκελλος Πιράρ, Ἱερὰ Μονὴ Ἰβήρων, Ἅγιον Ὄρος 2012).
9 Π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος, Πόνου Πονήματα, ἢ ἀπὸ τὴ δράση στὸ μυστήριο τοῦ Ἡσυχασμοῦ, Πρεσβυτέρα Παρασκευὴ Σολδάτου-Στρατηγοπούλου, σειρὰ Ναυτίλος, 2015.
10 Ἠλία Λιαμή, Ψίθυροι τῶν Ἀγγέλων, 7+1 συναξαρικοὶ διαλόγοι μὲ τοὺς φίλους τοῦ Θεοῦ, ἐκδ. «Ἀκρίτας», Ἀθήνα 2007.