Αρχική Blog Σελίδα 80

Τά Ἐγκώμια καί ὁ Ἐπιτάφιος τῆς Παναγίας.Ἕνα καινοφανές ἔθιμο τῆς «φολκλορικῆς» Ὀρθοδοξίας

Η Κοίμησις της Θεοτόκου. Ιερά Μονή Παναγίας του Άρακα
Η Κοίμησις της Θεοτόκου. Ιερά Μονή Παναγίας του Άρακα

Πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου (εκπαιδευτικού-χημικού)

Από τα τέλη περασμένου (20ου αι), τα Εγκώμια της Παναγίας και ο Επιτάφιος άρχισαν δειλά-δειλά να εισέρχονται στη λατρεία, και να «εξαπλώνονται», συν τω χρόνω, σ’ Ενορίες της Ελλαδικής Εκκλησίας, ακόμα και σ’ Ελληνορθόδοξες Ενορίες της Διασποράς, ακόμα και σε Μοναστήρια, (εκτός από τα Αγιορείτικα Μοναστήρια).

Το αυτό έθιμο κατακτά έδαφος στην εποχή των καινοτομιών και της φολκλορικής «ορθοδοξίας»! Στην Εκκλησία, λοιπόν, στην οποία ο Οικουμενισμός επιτρέπει ανεξέλεκτα στον καθένα να αυτοσχεδιάζει, ο Επιτάφιος και τα Εγκώμια της Θεοτόκου είναι μια ακολουθία που αρέσει, γιατί προσφέρει …θέαμα. Μια μεταλλαγμένη Μαριολατρεία κάνει προσπάθεια να προστεθεί στα ήδη «διεμβολήσαντα» τον ορθόδοξο χώρο!

Τα εγκώμια της Παναγίας

Ξεκίνησαν από τις Κυκλάδες, κατά το μέσα του 19ου αι. προκαλώντας σύγχυση στην Εκκλησία. Το θέμα έφθασε στην Ιερά Σύνοδο (Απρίλιος 1865). Και υπό την Προεδρία του αοιδίμου Μητροπολίτου Αθηνών Θεοφίλου, συζήτησε το θέμα. Και οι Συνοδικοί Αρχιερείς, «επόμενοι τοις αγίοις Πατράσιν», δεν επέτρεψαν την εισαγωγή τους στη λατρεία, έστω και αν ήταν ύμνοι που εξυμνούσαν την Μητέρα του Χριστού. Το σκεπτικό τους ήταν, πως τιμούμε δέοντως την Παρθένο, όταν σεβόμαστε την τάξη της Εκκλησίας, και όχι όταν την καταφρονούμε. Απέστειλαν λοιπόν «προς τους κατά το Κράτος Σεβασμιωτάτους Ιεράρχας», την υπ’αριθμ 135, αριθμ. πρωτ. 4319, 21/4/1865, Εγκύκλιο, «περί απαγορεύσεως Επιταφίου ύμνου εις την εορτήν της Κοιμήσεως της Θεοτόκου», επισημαίνοντας: «… η τοιαύτη ακολουθία είναι ασυνήθης και πάντη ξένη εις την καθ’ όλου ορθόδοξον Ανατολικήν του Χριστού Εκκλησίαν». (δημοσιεύεται στην συνέχεια)

Τα λεγόμενα «εγκώμια της Παναγίας» δεν ανήκουν στους επίσημους ύμνους της ᾿Εκκλησίας, με τους οποίους οι άγιοι πατέρες όρισαν εδώ και αιώνες να τιμούμε αυτήν την σημαντική εορτή. Για αυτό και δεν υπάρχουν στο μηναίο στην ακολουθία της 15ης Αυγούστου, ούτε στον εσπερινό ούτε στον όρθρο ούτε στα μεθέορτα.

Και αυτό δεν είναι το μοναδικό πρόβλημα με αυτά τα «εγκώμια». ᾿Από την στιγμή που δεν είναι καθιερωμένα επισήμως, δεν υπάρχει και σταθερό επίσημο κείμενό τους, αλλά σχεδόν κάθε περιοχή και κάθε μοναστήρι έχει δικά του «εγκώμια» με ποικίλες παραλλαγές και από διάφορους ποιητές-διασκευαστές, και κανείς δεν ξέρει ποια είναι τα αρχικά και παλαιά «εγκώμια της Παναγίας».
῾Υπάρχει όμως και κάτι άλλο σημαντικότερο· τα «εγκώμια» αυτά στην πραγματικότητα απαγορεύονται από το επίσημο Τυπικό της ᾿Εκκλησίας, και μάλιστα απαγορεύονται αυστηρώς και «διά ροπάλου»!

Συγκεκριμένα το Τυπικό της Μεγάλης ᾿Εκκλησίας, που συντάχτηκε από τον επιφανή πρωτοψάλτη της εποχής Γεώργιο Βιολάκη και εκδόθηκε από το πατριαρχικό τυπογραφείο στην Κωνσταντινούπολη το 1888 και είναι μέχρι σήμερα το επίσημο τυπικό όχι μόνον στο κλίμα του Οικουμενικού Πατριαρχείου αλλά και στα πατριαρχεία και αυτοκέφαλες ᾿Εκκλησίες ᾿Αλεξανδρείας, ᾿Ιεροσολύμων, ῾Ελλάδος, Κύπρου, ακόμη και στην ιερά μονή του Θεοβαδίστου όρους Σινά και στο Πρωτάτο του ῾Αγίου Όρους και αλλού, γράφει για τα «εγκώμια της Παναγίας» τα εξής·

«Στον όρθρο της εορτής της Κοιμήσεως, ανήμερα στις 15 Αυγούστου, «ευθύς μετά την καταβασίαν της θ´ (ωδής) συνηθίζεται ενιαχού, όπου πανηγυρίζεται η εορτή αύτη μεγαλοπρεπώς, προς πλείονα τάχα δόξα και τιμήν της Θεοτόκου, ίνα ψάλλωνται τα λεγόμενα “εγκώμια της Παναγίας”, κατά μίμησιν των του Κυρίου ημών, των ψαλλομένων εν τω όρθρω του Μ. Σαββάτου. Η Μεγάλη Εκκλησία κατακρίνουσα παν ο,τι καινοφανές και κακόζηλον, έστω και γινόμενον προς τιμήν της Θεοτόκου, αποδοκιμάζει ταύτα επισήμως και απαγορεύει μάλιστα αυστηρώς».

Σύμφωνα λοιπόν με το επίσημο Τυπικό της ᾿Εκκλησίας τα λεγόμενα «εγκώμια της Παναγίας» ψάλλονται τάχα προς δόξα και τιμήν της Θεοτόκου, άρα με αυτά δεν τιμάται πραγματικά η πάναγνος και αειπάρθενος μητέρα του Κυρίου μας, γι᾿ αυτόκατακρίνονται ως καινοφανή και κακόζηλα, αποδοκιμάζονται επισήμως και απαγορεύονται αυστηρώς!

Αυτήν την αυστηρή διάταξη του Τυπικού οι περισσότεροι (σχεδόν όλοι δηλαδή) την είχαν «ξεχάσει», διότι μετά την έκδοση του Τυπικού Βιολάκη σταμάτησε η όποια χρήση τους, πλην κάποιων μεμονωμένων περιπτώσεων, όπου διατηρήθηκαν ως τοπικό έθιμο, άγνωστο στους πολλούς.

Βεβαίως εύλογα γεννάται μία απορία. ᾿Αφού το επίσημο Τυπικό παίρνει τόσο αυστηρή θέση γι᾿ αυτά τα υμνογραφήματα, πως γίνεται σήμερα να έχουν διαδοθεί τόσο πολύ και να διαφημίζονται και να προβάλλονται ακόμη και από διάφορα ραδιοτηλεοπτικά μέσα;

Δυστυχώς είναι αλήθεια ότι σήμερα το επίσημο Τυπικό δεν γίνεται σεβαστό, αλλά καταπατείται αγρίως και αυθαιρέτως. Και καταστρατηγείται ακριβώς από αυτούς που έχουν οριστεί ως τηρητές και θεματοφύλακες της λειτουργικής τάξεως. Οι περισσότεροι ψάλτες, ακόμη και κληρικοί, δεν ξέρουν ότι υπάρχει επίσημο και υποχρεωτικό τυπικό της ᾿Εκκλησίας, αγνοούν ποιο είναι αυτό, και ουσιαστικά δεν το διδάχτηκαν ποτέ.

Ο Επιτάφιος της Παναγίας

Οι Άγιοι δεν μας παρέδωσαν, παρά μόνο τον Επιτάφιο του Κυρίου και δεν είναι σωστό να εξισώνουμε τα πάντα. Την Παναγία την τιμάμε όπως αξίζει στην μητέρα του Κυρίου μας, αλλά Επιτάφιος στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας έχει παραδοθή μόνο για τον Κύριο· γι’ αυτό πρέπει να εκλείψει το νέο αυτό έθιμο.

(1) Απ΄ όσο ξέρουμε δεν υπάρχει Συνοδική Εγκύκλιος που αναιρεί την ανωτέρω, άρα ισχύει!

(2) H συνήθεια αυτή είναι αλλοίωση του ορθοδόξου ήθους και αυτό είναι που μετράει και κάνει την… «ευλάβεια» αυτή απαράδεκτη.

(3) O Αρχιμ.-ιεροκήρυκας Δανιήλ Αεράκης σε παλιότερο δημοσιευμένο άρθρο του με τίτλο-«Συναισθηματισμοί ή Θεολογία; Πένθος ή Χαρά; Μεταξύ των άλλων σημειώνει.

«Πάσχα και επιτάφιος δεν πάνε μαζί. Ή Πάσχα έχουμε ή επιτάφιο θρήνο και επιτάφιο κουβούκλιο. Από τη μια μεριά αποκαλούν πολλοί (και εκκλησιαστικοί) την Κοίμηση της Υπεραγίας Θεοτόκου «Πάσχα του Καλοκαιριού», και από την άλλη ψάλλουν (αυθαίρετα) εγκώμια επιταφίου θρήνου στην Παναγία.

Από την μια μεριά ο ιερός υμνογράφος αποκαλεί «ἒνδοξον»την Κοίμηση και βεβαιώνει την αναστάσιμη χαρά αγγέλων και ανθρώπων: «Τῇ ἐνδόξῳ Κοιμήσει σου οὐρανοί ἐπαγάλλονται καί ἀγγέλων γέγηθε τά στρατεύματα»(αίνος εορτής). Και από την άλλη (πάλι αυθαίρετα) στήνουν στο κέντρο των Ναών ξύλινους μεγαλοπρεπείς (πανάκριβους) επιταφίους, και εκεί τοποθετούν μια ξύλινη Παναγία («κοιμωμένη») ή κάποιον πολυτελέστατο βελούδινο επιτάφιο με τη μορφή της, κατ’ απομίμηση του επιταφίου της Μεγ. Παρασκευής.

Από τη μια μεριά μερικοί (αυθαίρετα και πάλι) λένε, ότι, αφού είναι Πάσχα η γιορτή της Κοιμήσεως, καταλύουμε και κρέας (αν πέσει Τετάρτη ή Παρασκευή),και από την άλλη σε τέτοια πασχαλινή πανήγυρη ψάλλουν (αυθαίρετα) ύμνους γεμάτους γλυκανάλατους συναισθηματισμούς και θρησκευτικούς λυρισμούς!

Ώστε με επιτάφιο (Μεγ. Παρασκευή, δηλαδή) τρώμε … κρέας!

Γενικά το πρόβλημα είναι σοβαρό.

– Ποιος εισήγαγε την καινοτομία των εγκωμίων και του επιταφίου της Παναγίας; Η Εκκλησία στη μακραίωνα παράδοσή της δεν γνωρίζει τέτοιες τελετές και υμνωδίες.

Τα εγκώμια της Μεγ. Παρασκευής εμπεριέχονται στα επίσημα λειτουργικά βιβλία της Εκκλησίας, εγκεκριμένα συνοδικώς.

Στο μηναίο του Αυγούστου, όπου οι ύμνοι της Κοιμήσεως και τα σχετικά αγιογραφικά αναγνώσματα, δεν γίνεται καμμία αναφορά σε επιτάφιο και εγκώμια στη Παναγία.

– Ποιος εισήγαγε την καινοτομία; Λένε, ότι κάποιο αγιοταφικό μοναστήρι κατασκεύασε τα σχετικά εγκώμια. Και επειδή συναισθηματικά αρέσουν, τα πήραν και τα έφεραν και στην Εκκλησία της Ελλάδος. Σιγά-σιγά πάει να γενικευθεί η αλλοίωση της γιορτής της Κοιμήσεως.

Ευτυχώς, που αρκετοί Μητροπολίτες αντιστέκονται και κρατούν τη θεολογική σοβαρότητα της γιορτής.

– Ρέπουμε σε θρησκευτικές φιγούρες και σε «εφέ». Βρήκαν, λοιπόν, την ευκαιρία να καλυφθεί η ποιμαντική κουφότητα και η θεολογική απουσία με ανύπαρκτους επιταφίους και ανόητους θρήνους.

Καλούν δε και την «μπάντα» να παιανίζει και τους επισήμους να παρίστανται και οργανώνουν… περιφορά επιταφίου μέσα στο καλοκαίρι!

Η Ι. Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, ύστερα από την φετινή κατάχρηση των θρησκευτικών αυθαιρεσιών, θα υποδείξει, όπως πιστεύουμε, τα δέοντα.

Κοίμηση έχουμε. Δεν έχουμε θάνατο. Στο θάνατο θρηνούν οι «μή ἒχοντες ἐλπίδα» (Α΄ Θες. δ΄ 13). Στην Κοίμηση αγάλλονται οι πιστοί. Όταν μάλιστα η Κοίμησις γίνεται Μετάστασις, όπως γιορτάζει η Εκκλησία για το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου».

Συμπερασματικά σημειώνουμε τα εξής.

1) Η απαγόρευση του Οικ. Πατριαρχείου και της Εκκλησίας της Ελλάδος είναι σαφής.

2) Η συγκεκριμένη τελετή σαφώς έχει τοπική -Ιεροσολυμίτικη- προέλευση, γίνεται στον τάφο της Παναγίας και ας μείνει εκεί. Εκεί όντως έχει νόημα και αξία. Παραπέρα χάνει…

Ο Επιτάφιος και τα Εγκώμια είναι μια ιδιαιτερότητα του Χριστού μέσα στη λατρεία μας. Δεν αξίζει  ο Χριστός να έχει αυτή την ιδιαιτερότητα; Γιατί  την καταργούμε;

Μπορεί βέβαια  και τη Μεγάλη Παρασκευή να ψέλνουμε Εγκώμια στον Χριστό, και να περιφέρουμε τον Επιτάφιο,  κτυπώντας πένθιμα τις καμπάνες,  όμως  παράλληλα περιμένουμε την εκ νεκρών Ανάστασή Του.   Δεν μένουμε δηλαδή  στο θάνατό Του, που θα ήταν απελπισία.  Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και  με τα Εγκώμια και τον Επιτάφιο της Παναγίας. Η  τοποθέτηση του Επιταφίου    στη μέση του Ναού,  η περιφορά του  (σε μερικές ενορίες  χτυπάνε και  τις καμπάνες πένθιμα!), αφήνουν την  αίσθηση ότι η Παναγία πέθανε και έμεινε στον τάφο. Όμως, μετέστη προς τους ουρανούς, νικώντας και αυτή με τον  θάνατο, τον θάνατο. Αυτή η  νίκη κατά του  θανάτου «θάβεται» με τον Επιτάφιο, που κάνουμε προς τιμήν της!  Κάτι ήξεραν οι προγενέστεροι  Πατέρες-Συνοδικοί Αρχιερείς,  που είπαν:

«… Η  τοιαύτη ακολουθία είναι ασυνήθης και πάντη ξένη εις την καθ’όλου ορθόδοξον Ανατολικήν του Χριστού Εκκλησίαν

3) Το ιεροσολυμίτικο τυπικό όντως επικράτησε παντού. Σε ορισμένα όμως χρειάζεται διακριτική αυτοσυγκράτηση. Να ξεχωρίζουμε τα τοπικά.

4) Μια πιο συγκρατημένη τελετή στα πλαίσια της Λιτής του Εσπερινού της Παναγίας (όπως προτείνει ο Καθηγητής κ. Αριστ. Πανώτης σε έκδοσή του), χωρίς κουβούκλια και περιφορές -που θυμίζουν ακριβώς Μ. Παρασκευή- θα ήταν ίσως ανεκτή.

Βέβαια, το «Τυπικό» δεν είναι δόγμα, ώστε να μην μπορεί να αλλάξει. Όμως, αυτό δεν μπορεί να γίνει  από έναν Ιερέα,  ή από έναν Επίσκοπο, αλλά «Συνοδικώς» (Κανόνας ΛΔ΄ Αγίων Αποστόλων),    Αλίμονο, αν ο  κάθε Ιερέας ή ο κάθε Επίσκοπος «ράβει και  ξηλώνει» μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία κατά το δοκούν. Άλλωστε, μια διαφορά ανάμεσα στον Ορθόδοξο Χριστιανό και στον Προτεστάντη, είναι πως  ο μεν πρώτος είναι δεσμευμένος από την Παράδοσή του, και δεν μπορεί να κάνει πράγματα «ων ο παρελθών χρόνος ουκ έχει τα υποδείγματα» ( Μ. Βασίλειος, επιστολή 130), ενώ ο  δεύτερος, επειδή ακριβώς στερείται Παραδόσεως, κάνει ο,τι του αρέσει. Γι’αυτό και   η Αγία Εβδόμη Οικουμενική Σύνοδος   «τους τολμώντας  τας εκκλησιαστικάς παραδόσεις αθετείν και καινοτομίαν τινά επινοείν» θέτε βαρύτατα επιτίμια (Πράξη Η΄). Και αν δεν μας συνετίζουν οι αποφάσεις  Οικουμενικών Συνόδων,  ποιος θα μας συνετίσει;

Τέλος ας έχουμε υπόψη ότι η Παναγία είναι θρόνος του Χριστού, Τον οποίον κρατάει και μας προτείνει προς προκύνηση και  δεν είναι… αυτόνομη ημίθεος (!!). Τέτοιες ευλάβειες δεν την τιμούν, την θυμώνουν…..

Ας την παρακαλούμε να ΠΡΕΣΒΕΥΕΙ για μας, ώστε να μας σώσει ο ΧΡΙΣΤΟΣ.

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Δευτέρα 18 Αὐγούστου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση –  Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΔΕΥΤΕΡΑ ΙΑ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Κορινθίους Β΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
2: 3-15

Ἀδελφοί, ἡ ἐμὴ χαρὰ πάντων ὑμῶν ἐστι. Ἐκ γὰρ πολλῆς θλίψεως καὶ συνοχῆς καρδίας ἔγραψα ὑμῖν διὰ πολλῶν δακρύων, οὐχ ἵνα λυπηθῆτε, ἀλλὰ τὴν ἀγάπην ἵνα γνῶτε ἣν ἔχω περισσοτέρως εἰς ὑμᾶς. Εἰ δέ τις λελύπηκεν, οὐκ ἐμὲ λελύπηκεν, ἀλλά, ἀπὸ μέρους ἵνα μὴ ἐπιβαρῶ, πάντας ὑμᾶς. Ἱκανὸν τῷ τοιούτῳ ἡ ἐπιτιμία αὕτη ἡ ὑπὸ τῶν πλειόνων· ὥστε τοὐναντίον μᾶλλον ὑμᾶς χαρίσασθαι καὶ παρακαλέσαι, μήπως τῇ περισσοτέρᾳ λύπῃ καταποθῇ ὁ τοιοῦτος. Διὸ παρακαλῶ ὑμᾶς κυρῶσαι εἰς αὐτὸν ἀγάπην. Εἰς τοῦτο γὰρ καὶ ἔγραψα, ἵνα γνῶ τὴν δοκιμὴν ὑμῶν, εἰ εἰς πάντα ὑπήκοοί ἐστε. ᾯ δέ τι χαρίζεσθε, καὶ ἐγώ· καὶ γὰρ ἐγὼ εἴ τι κεχάρισμαι ᾧ κεχάρισμαι, δι᾿ ὑμᾶς ἐν προσώπῳ Χριστοῦ, ἵνα μὴ πλεονεκτηθῶμεν ὑπὸ τοῦ Σατανᾶ· οὐ γὰρ αὐτοῦ τὰ νοήματα ἀγνοοῦμεν ᾿Ελθὼν δὲ εἰς τὴν Τρῳάδα εἰς τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ, καὶ θύρας μοι ἀνεῳγμένης ἐν Κυρίῳ, οὐκ ἔσχηκα ἄνεσιν τῷ πνεύματί μου τῷ μὴ εὑρεῖν με Τίτον τὸν ἀδελφόν μου· ἀλλὰ ἀποταξάμενος αὐτοῖς ἐξῆλθον εἰς Μακεδονίαν. Τῷ δὲ Θεῷ χάρις τῷ πάντοτε θριαμβεύοντι ἡμᾶς ἐν τῷ Χριστῷ καὶ τὴν ὀσμὴν τῆς γνώσεως αὐτοῦ φανεροῦντι δι᾿ ἡμῶν ἐν παντὶ τόπῳ· ὅτι Χριστοῦ εὐωδία ἐσμέν τῷ Θεῷ ἐν τοῖς σῳζομένοις καὶ ἐν τοῖς ἀπολλυμένοις.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΦΛΩΡΟΥ ΚΑΙ ΛΑΥΡΟΥ)
Πρὸς Κολασσαεῖς Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
1: 24-29

Ἀδελφοί, νῦν χαίρω ἐν τοῖς παθήμασί μου ὑπὲρ ὑμῶν, καὶ ἀνταναπληρῶ τὰ ὑστερήματα τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ σαρκί μου ὑπὲρ τοῦ σώματος αὐτοῦ, ὅ ἐστιν ἡ ἐκκλησία, ἧς ἐγενόμην ἐγὼ διάκονος κατὰ τὴν οἰκονομίαν τοῦ Θεοῦ τὴν δοθεῖσάν μοι εἰς ὑμᾶς πληρῶσαι τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, τὸ μυστήριον τὸ ἀποκεκρυμμένον ἀπὸ τῶν αἰώνων καὶ ἀπὸ τῶν γενεῶν, νυνὶ δὲ ἐφανερώθη τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ, οἷς ἠθέλησεν ὁ Θεὸς γνωρίσαι τίς ὁ πλοῦτος τῆς δόξης τοῦ μυστηρίου τούτου ἐν τοῖς ἔθνεσιν, ὅς ἐστιν Χριστὸς ἐν ὑμῖν, ἡ ἐλπὶς τῆς δόξης· ὃν ἡμεῖς καταγγέλλομεν νουθετοῦντες πάντα ἄνθρωπον καὶ διδάσκοντες ἐν πάσῃ σοφίᾳ, ἵνα παραστήσωμεν πάντα ἄνθρωπον τέλειον ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· εἰς ὃ καὶ κοπιῶ ἀγωνιζόμενος κατὰ τὴν ἐνέργειαν αὐτοῦ τὴν ἐνεργουμένην ἐν ἐμοὶ ἐν δυνάμει. Θέλω γὰρ ὑμᾶς εἰδέναι ἡλίκον ἀγῶνα ἔχω περὶ ἡμῶν.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΔΕΥΤΕΡΑ ΙΑ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
23: 13-22

Εἶπεν ὁ Κύριος πρὸς τοὺς ἐληλυθότας πρὸς αὐτὸν Ἰουδαίους· Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι κατεσθίετε τὰς οἰκίας τῶν χηρῶν καὶ προφάσει μακρὰ προσευχόμενοι· διὰ τοῦτο λήψεσθε περισσότερον κρίμα. Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι κλείετε τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων· ὑμεῖς γὰρ οὐκ εἰσέρχεσθε, οὐδὲ τοὺς εἰσερχομένους ἀφίετε εἰσελθεῖν. Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι περιάγετε τὴν θάλασσαν καὶ τὴν ξηρὰν ποιῆσαι ἕνα προσήλυτον, καὶ ὅταν γένηται, ποιεῖτε αὐτὸν υἱὸν γεέννης διπλότερον ὑμῶν. Οὐαὶ ὑμῖν, ὁδηγοὶ τυφλοὶ, οἱ λέγοντες· ὃς ἂν ὀμόσῃ ἐν τῷ ναῷ, οὐδέν ἐστιν, ὃς δ’ ἂν ὀμόσῃ ἐν τῷ χρυσῷ τοῦ ναοῦ ὀφείλει. μωροὶ καὶ τυφλοί! τίς γὰρ μείζων ἐστίν, ὁ χρυσὸς ἢ ὁ ναὸς ὁ ἁγιάζων τὸν χρυσόν; καί· ὃς ἂν ὀμόσῃ ἐν τῷ θυσιαστηρίῳ, οὐδέν ἐστιν, ὃς δ’ ἂν ὀμόσῃ ἐν τῷ δώρῳ τῷ ἐπάνω αὐτοῦ, ὀφείλει. μωροὶ καὶ τυφλοί! τί γὰρ μεῖζον, τὸ δῶρον ἢ τὸ θυσιαστήριον τὸ ἁγιάζον τὸ δῶρον; ὁ οὖν ὀμόσας ἐν τῷ θυσιαστηρίῳ ὀμνύει ἐν αὐτῷ καὶ ἐν πᾶσι τοῖς ἐπάνω αὐτοῦ· καὶ ὁ ὀμόσας ἐν τῷ ναῷ ὀμνύει ἐν αὐτῷ καὶ ἐν τῷ κατοικήσαντι αὐτόν· καὶ ὁ ὀμόσας ἐν τῷ οὐρανῷ ὀμνύει ἐν τῷ θρόνῳ τοῦ Θεοῦ καὶ ἐν τῷ καθημένῳ ἐπάνω αὐτοῦ.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Μνήμη των Αγίων Μαρτύρων Φλώρου και Λαύρου (18 Αυγούστου)

Άγιοι Μάρτυρες Φλώρος και Λαύρος. Τοιχογραφία του 14ου αιώνα στην Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου, Στάρο Ναγκορίτσινο, Σκόπια

Μνήμη των Aγίων Mαρτύρων Φλώρου και Λαύρου

Δίψει τελευτής της υπέρ Θεού Λόγου,
Xωρούσι Φλώρος και Λαύρος προς το φρέαρ.
Φλώρω άμ’ ογδοάτη δεκάτη φρέαρ εισέδυ Λαύρος.

Άγιοι Μάρτυρες Φλώρος και Λαύρος. Τοιχογραφία του 14ου αιώνα στην Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου, Στάρο Ναγκορίτσινο, Σκόπια

Oύτοι οι Άγιοι ήτον κατά σάρκα αδελφοί δίδυμοι, πετροπελεκηταί κατά την τέχνην, την οποίαν έμαθον από τον Άγιον Πάτροκλον, και Άγιον Mάξιμον, οίτινες εμαρτύρησαν διά τον Xριστόν. Aφ’ ου δε οι διδάσκαλοί των εμαρτύρησαν, αφήκαν τας εν Bυζαντίω διατριβάς, και επήγαν εις το Iλλυρικόν, ήτοι εις την Σλαβονίαν, εις την χώραν της Δαρδανίας, εις πόλιν Oυλπιανά καλουμένην. Eκεί δε ευρισκόμενοι, ερευνούσαν διά να εύρουν μεταλλικάς πέτρας, κοντά εις τον ηγεμόνα Λουκίωνα, όπου και εδούλευον την τέχνην τους. Έπειτα εστάλθησαν από αυτόν εις τον Λικίνιον, ο οποίος ήτον υιός της βασιλίσσης Eλπιδίας. O δε Λικίνιος έδωκεν εις τους Aγίους άσπρα, και τους επρόσταξε να κτίσουν ένα ναόν εις τα είδωλα, τον οποίον εσχημάτισεν επάνω εις διάγραμμα και χαρτίον, πώς πρέπει να γένη. Πέρνοντες δε τα άσπρα οι Άγιοι, τα εμοίρασαν εις τους πτωχούς, και την νύκτα μεν, εκαταγίνοντο εις την προς Θεόν προσευχήν, την ημέραν δε, δουλεύοντες την τέχνην τους, εκατασκεύαζαν ογλίγωρα τον ναόν. Aφ’ ου δε εις ολίγας ημέρας ετελείωσεν ο ναός, συμβοηθούντος τοις Aγίοις θείου Aγγέλου, και δυναμόνοντος αυτούς, τότε Mερέντιος ο ιερεύς των ειδώλων επίστευσεν εις τον Xριστόν, του οποίου ο υιός Aθανάσιος είχε πιστεύσει προτίτερα, επειδή και οι Άγιοι άνοιξαν τον τυφλόν οφθαλμόν του. Συνάξαντες δε οι Άγιοι τους πτωχούς, οπού επήραν τα άσπρα, διά της βοηθείας αυτών, έδεσαν με σχοινία τα είδωλα από τους τραχήλους και τα εκρήμνισαν εις την γην. Έπειτα ανάψαντες φώτα πολλά, εγκαινίασαν τον Nαόν, και αφιέρωσαν αυτόν εις τον Xριστόν, επιλέγοντες και το τροπάριον των εγκαινίων, ήτοι το «Δόξα σοι Xριστέ ο Θεός, Aποστόλων καύχημα, Mαρτύρων αγαλλίαμα». Έμπροσθεν δε επροπορεύετο ο τίμιος Σταυρός.

Μηνολόγιο 18ης Αυγούστου. Μαρτύριο Αγίων Φλώρου και Λαύρου (Μηνολόγιο Οξφόρδης, 14ος αι.)

Tαύτα δε μαθών ο Λικίνιος, επρόσταξε να αναφθή καμίνι και να βαλθούν εις αυτό οι πτωχοί οπού επήραν τα άσπρα, και εσύντριψαν τα είδωλα. Όθεν ριφθέντες εις αυτό, παρέδωκαν τας ψυχάς των οι μακάριοι εις χείρας Θεού, και έλαβον τους στεφάνους του μαρτυρίου. Oι δε Άγιοι Φλώρος και Λαύρος, εδέθησαν εις τροχόν μιάς αμάξης και εδάρθησαν. Έπειτα έστειλεν αυτούς ο Λικίνιος εις τον ηγεμόνα Λύκωνα, ο οποίος δεξάμενος τους Mάρτυρας, έκλεισεν αυτούς μέσα εις ένα ξηροπήγαδον βαθύ. Kλεισθέντες δε εις τούτο οι Άγιοι, παρεκάλεσαν πρώτον τον Θεόν διά εκείνους τους Xριστιανούς, οπού μέλλουν να τους ενθυμούνται και να τους εορτάζουν. Παρεκάλεσαν δεύτερον και διά την ευστάθειαν και ειρήνην του κόσμου. Παρεκάλεσαν και τρίτον, διά να παύση ο κατά των Xριστιανών διωγμός. Kαι έτζι μετά ταύτα παρέδωκαν τας ψυχάς των εις χείρας Θεού, και ανέβηκαν νικηφόροι εις τα Oυράνια. Aφ’ ου δε επέρασαν χρόνοι πολλοί, ανεκομίσθησαν από το πηγάδι τα τίμια αυτών λείψανα, και εβάλθησαν εντίμως μέσα εις σεντούκια. Tα οποία αναβλύζουν μύρα, και διάφορα θαύματα ενεργούσιν εις τους μετά πίστεως τούτοις προστρέχοντας. Tελείται δε η αυτών Σύναξις και εορτή εις τον Άγιον αυτών Nαόν, τον ευρισκόμενον κοντά εις τον Nαόν του Aγίου Aποστόλου Φιλίππου.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη των Aγίων Mαρτύρων Έρμου, Σεραπίωνος και Πολυαίνου (18 Αυγούστου)

Μηνολόγιο 18ης Αυγούστου. Μαρτύριο Αγίων Φλώρου και Λαύρου (Μηνολόγιο Οξφόρδης, 14ος αι.)

Μνήμη των Aγίων Mαρτύρων Έρμου, Σεραπίωνος, και Πολυαίνου

Εις τον Έρμον
Έρμω βιαίως εν πέτραις σεσυρμένω,
Yπήρξε πέτρα προσφυγή λαγώ, πόλος.

Εις τον Σεραπίωνα
Tον εν πέτραις πάνδεινον ελκυσμόν φέρει,
Kαι Σεραπίων ο πλέον στερρός πέτρας.

Εις τον Πολύαινον
O Πολύαινος αίμα χει συρείς πέτραις,
Yπέρ Xριστού χέαντος εκ πέτρας ύδωρ
.

Μηνολόγιο 18ης Αυγούστου (Μηνολόγιο Οξφόρδης, 14ος αι.)

Oύτοι οι Άγιοι ήτον από την Pώμην, διαβαλθέντες δε από τους απίστους, ότι σέβονται μεν τον Xριστόν, μισούσι δε και αποστρέφονται τα είδωλα, τούτου χάριν παρεστάθησαν εις τον έπαρχον της Pώμης, και ομολογήσαντες παρρησία την εις Xριστόν πίστιν, πρώτον μεν, εφυλακώθησαν μέσα εις μίαν σκοτεινήν και βρωμεράν φυλακήν, έπειτα δε ευγήκαν από εκεί. Kαι επειδή δεν ηθέλησαν να θυσιάσουν εις τα είδωλα, εσύρθησαν εις τόπους πετρώδεις και δυσκολοπεριπατήτους, και ούτως εν τη βασάνω ταύτη παρέδωκαν τας ψυχάς των εις χείρας Θεού, παρ’ ου και έλαβον της αθλήσεως τους αμαράντους στεφάνους.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Άγιος Νικόλαος της Όπτινα, “ο Τούρκος” ομολογητής (18 Αυγούστου)

Η σκήτη της Όπτινα

Η σκήτη της Όπτινα

Ένας κρυμμένος θησαυρός στο κοιμητήριο της σκήτης είναι και ο μοναχός Νικόλαος, πιο γνωστός στους πατέρες με την προσωνυμία “ο Τούρκος”, λόγω της προφοράς του και της μελαχρινής του όψης. Την πραγματική του καταγωγή γνώριζαν μόνο οι πατέρες Αμβρόσιος, Ανατόλιος και η ελαχιστότητά μου, που είχα το ευτύχημα να είμαι και ο πνευματικός του πατέρας. Ο Γιουσούφ Ογλού ήταν κάποτε πασάς, στρατηγός και διοικητής των τουρκικών δυνάμεων.

Ποιος θα το περίμενε ποτέ ότι ένας τέτοιος άνθρωπος θα τελείωνε τη ζωή του όχι απλά στη Ρωσία, αλλά σε μοναστήρι σαν μοναχός, και μάλιστα σαν νεομάρτυρας; Πιστεύω ούτε και ο ίδιος. Κατά τη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού πολέμου (1853-1856) ήταν διοικητής του τουρκικού στρατού. Οι Τούρκοι υπέβαλαν τους αιχμαλώτους σε φρικτά βασανιστήρια. Ο πασάς, που, σαν θεατής, παρακολουθούσε από κοντά τα διαδραματιζόμενα, κυριολεκτικά θαύμαζε την αντοχή και τη σταθερότητα των νεαρών αυτών Ρώσων στρατιωτών. Ρώτησε να μάθει γιατί νέα παιδιά προτιμούσαν, όχι απλώς να πεθάνουν με έναν τόσο φρικτό θάνατο, αλλά τον δέχονταν με χαρά, παρά να αρνηθούν τη χριστιανική τους πίστη, για να χαρούν την ομορφιά της ζωής. Και επειδή φαίνεται πως ήταν άνθρωπος με καλή διάθεση, ζήτησε να γνωρίσει καλύτερα την χριστιανική πίστη.

Μια ημέρα φώναξε έναν ορθόδοξο ιερέα και τον εβάπτισε στα κρυφά. (Μπαίνοντας στο ναό του αγίου Νικολάου του Καραντίν για τη βάφτισή του, αναγνώρισε την εκκλησία που είχε δει σε όνειρο πριν από δεκαετίες και, στην εικόνα του αγίου Νικολάου, αναγνώρισε τον ιερέα που τον είχε κοινωνήσει στο όνειρό του.) Στη συνέχεια έφυγε για την Περσία. Οι Τούρκοι, μόλις έμαθαν ότι πρόδωσε το Ισλάμ, έψαχναν να τον σκοτώσουν. Τελικά τον συνέλαβαν ζωντανό και με αιχμηρά αντικείμενα -λεπίδες και ξυραφάκια- εχάραξαν σταυρούς σε όλο το μήκος της πλάτης και του στήθους του. Στο τέλος, για να τον αποτελειώσουν, του τσάκισαν ένα προς ένα όλα τα κόκαλα. Μέσα σε αυτούς τους φρικτούς πόνους ο Γιουσούφ σωριάστηκε λιπόθυμος. Νομίζοντάς τον για νεκρό, τον πέταξαν τροφή στα σκυλιά. Ο Κύριος όμως τον προστάτευε. Ανάκτησε τις αισθήσεις του.

Από το μέρος εκείνο έτυχε να διαβαίνουν Ρούσσοι έμποροι και τον περιμάζεψαν. Εκείνος τους είπε πως του επιτέθηκαν ληστές. Από συμπόνια τον έφεραν μαζί τους στον Καύκασο και τον παρέδωσαν σε μια ευσεβή γυναίκα, να τον φροντίσει. Έγινε καλά. Αλλά ήταν πλέον αγνώριστος. Σε όλη του τη ζωή παρέμεινε διπλωμένος στα δύο. Ντυμένος φτωχικά και με ένα μπαστούνι στο χέρι, κατάφερε και πέρασε στην Οδησσό. Από εκεί ταξίδεψε σε όλα τα προσκυνήματα της Ρωσίας, μέχρι που τα βήματά του τον οδήγησαν στην Όπτινα.

Κατά την παραμονή του εδώ αρρώστησε και οι πατέρες τον μετέφεραν στο νοσοκομείο της μονής. Επειδή ρωσικά λίγα ήξερε, ζήτησε να του φέρουν κάποιον που να μιλάει τα γαλλικά, γιατί ήθελε να εξομολογηθεί. Την εποχή αυτή, αν και ζούσα έγκλειστος, κάνοντας υπακοή, δέχθηκα να τον εξομολογήσω. Αφού μου εξιστόρησε όλη του τη ζωή, στο τέλος με ύφος αυστηρό ζήτησε, όσο ακόμη βρισκόταν στη ζωή, να μην εκμυστηρευτώ σε κανέναν το παραμικρό γεγονός που είχε σχέση με τη ζωή του. Μέσα σε λίγο χρόνο ανέκτησε την υγεία του και αμέσως μετά έγινε η κουρά του σε μοναχό με το όνομα Νικόλαος».

***

Ήταν ένας άνθρωπος ασυνήθιστος: πάντοτε σιωπηλός, ντροπαλός, φιλάσθενος, τους απόφευγε όλους. Σαν άλλος μαγνήτης, σε τραβούσε, χωρίς να το θέλεις, να τον αγαπήσεις. Ποτέ δεν επήγαινε στα κελιά των πατέρων ούτε την ημέρα, πολύ περισσότερο τη νύχτα. Αξιώθηκε από τον Θεό, όπως ο Όσιος Ανδρέας, να αρπαγεί στον Παράδεισο και να ιδεί τα σκηνώματα των δικαίων σαν αμοιβή για όλα όσα υπέφερε στη ζωή του για τον Χριστό.

Δεν θα το λησμονήσω ποτέ όταν κάποια ημέρα, ενώ περπατούσαμε μαζί, γύρισε και μου είπε: “Γέροντα, δεν ακούς κάτι;” “Όχι! Τίποτα. Τι είναι; Τι ακούς;” “Δεν ακούς τους αγγέλους να ψάλλουν; Ω, τι ωραία μελωδία! Τι ευτυχία! Τι χαρά!” Εγώ δεν άκουγα τίποτα. Και εκείνος, μέσα στην απλότητά του, έμεινε κατάπληκτος με την κουφαμάρα μου.

Έζησε στη Σκήτη μόνο δύο χρόνια. Στις 18 Αυγούστου 1893 αρρώστησε, χωρίς ελπίδα ανάρρωσης και εκοιμήθη σε ηλικία 65 χρονών. Όταν οι πατέρες ετοίμαζαν το σώμα του για την ταφή, βρέθηκαν μπροστά σε ένα θέαμα που έκαμε το αίμα στις φλέβες τους να παγώσει. Όλο του το σώμα ήταν μια πληγή, ακρωτηριασμένο, στιγματισμένο από μαχαιρώματα. Ήταν ένας αληθινός μάρτυρας του Χριστού. Και το πιο παράξενο: μέχρι σήμερα στο μονοπάτι που οδηγεί στον τάφο του δεν έχει φυτρώσει ούτε το ελάχιστο χορταράκι! Καθαρό, ελεύθερο στους διαβάτες! Για όσους επιθυμούν να προσκυνήσουν στον τάφο του».

Πηγή: iconandlight

***

Διήγηση του ιερομονάχου π. Βαρνάβα, της σκήτης της Όπτινας στην Ρωσία, για τον τούρκο αξιωματικό που έγινε χριστιανός και αργότερα μοναχός στη σκήτη με το όνομα π. Νικόλαος (1820-1983) στον συγγραφέα Σέργιο Νείλο .

Μία απ’ αυτές τις νύχτες ήλθε στο κελί μου ένας μοναχός μας, ο μακαρίτης Νικόλαος, που τον φωνάζαμε Τούρκο. Ήταν ασυνήθιστος άνθρωπος. Πάντα ντροπαλός, σιωπηλός, ασθενικός. Προσπαθούσε να είναι μακριά από τους ανθρώπους, παρόλο που εμείς τον αγαπούσαμε πολύ.

Δεν επισκεπτόταν κανενός το κελί ούτε την ημέρα, ούτε πολύ περισσότερο τη νύχτα. Γι’ αυτό, όταν ήλθε να με βρει μες στη νύχτα, παραξενεύτηκα. Με είχε προειδοποιήσει ο π. Ανατόλιος γι’ αυτόν και μου είχε πει ότι θα έλθει να με βρει. Μάλιστα, με κατατόπισε χαρακτηριστικά ως εξής:
– Ξέρεις, εδώ στη σκήτη ο Θεός μάς έδωσε μια μεγάλη ευλογία, να έχουμε ανάμεσά μας το δικό μας άγιο Ανδρέα, τον διά Χριστόν σαλό.
– Ποιον, άγιε πατέρα; ρώτησα:
– Ναι, έχουμε έναν τέτοιο άνθρωπο ο οποίος “είτε εν σώματι… είτε εκτός του σώματος… ο Θεός οίδεν», ταξίδεψε στις ουράνιες μονές, στον Παράδεισο. Είναι ο Τούρκος μας. Κι εγώ θα σου δώσω την ευλογία να έλθει στο κελί σου. Θα τον ρωτήσεις, θα τον ακούσεις με προσοχή και θα γράψεις ό,τι σου πει. Μόνο, ό,τι μάθεις απ’ αυτόν να μην το πεις σε κανέναν, πριν ο άνθρωπος αυτός αναχωρήσει για τον ουρανό. Αυτά μου είχε πει ο π. Ανατόλιος. Έτσι κι έγινε.

Μια νύχτα με φεγγάρι, ο δούλος του Θεού, υπακούοντας στην εντολή του πνευματικού του, ήλθε στο κελί μου και με σπαστά ρωσικά μου μίλησε για την εμπειρία του και μου περιέγραψε τις ουράνιες μονές, τις οποίες του έδειξε ο φύλακας άγγελος του. Τι όμορφη ήταν αυτή η περιγραφή του!
Η καρδιά μου σκιρτούσε πλημμυρισμένη από ανείπωτη χαρά κι ελπίδα. Τα λόγια του έβγαιναν σαν χείμαρρος από τα στόμα του. Το πρόσωπό του γινόταν όλο και πιο φωτεινό, μέχρι που έφτασε στο σημείο να λάμπει μ’ ένα ανεξήγητο εσωτερικό φως. Τότε φοβήθηκα, αλλά κι ένιωσα μια ουράνια χαρά. Το τι μου διηγήθηκε, θα τα βρείτε στο βίο του αγίου Ανδρέα του διά Χριστόν σαλού.
Για μένα το πιο σημαντικό τότε ήταν ότι έβλεπα την αιώνια δόξα που αποτυπώθηκε στο λαμπερό πρόσωπο του αγίου του Θεού. Έτσι μπορούσε να μιλάει μόνον ο αληθινός πιστός, που βλέπει τα αόρατα, αυτά που δεν μπορούμε να δούμε εμείς. Εγώ, το μόνο που έκανα ήταν να τον παρακαλώ, με μια φωνή που κοβόταν από συγκίνηση, να μη σταματάει αλλά να συνεχίζει να μιλάει.
Όταν πάντως τέλειωσε τη διήγησή του, μου είπε μ’ ένα τρυφερό και φωτεινό χαμόγελο:
– Λοιπόν, τι άλλο θέλεις να μάθεις; Τι άλλο θέλεις να σου πω; Θα ‘ρθει ν καιρός και όλ’ αυτά θα τα δεις και συ. Τι να σου πω και πώς να σου πω; Στην ανθρώπινη γλώσσα δεν υπάρχουν κατάλληλες λέξεις, για να σου περιγράψω τι γίνεται εκεί. Ούτε υπάρχουν στη γη τέτοια χρώματα σαν αυτά που είδα εκεί. Πώς να σου το περιγράψω;
Να, άκουσε τι θα σου πω. Ξέρεις τι σημαίνει καλή μουσική. Λοιπόν, εγώ άκουσα αυτή τη μουσική και την ακούω και τώρα· είναι στ’ αυτιά μου και την τραγουδάει η καρδιά μου. Τώρα που σου μιλάω συνεχίζω να την ακούω, ενώ εσύ δεν την ακούς. Πώς, με ποια λόγια θα μπορούσα να σου περιγράψω αυτή τη μουσική;

Να την καταλάβεις απ’ τα λόγια μου δεν μπορείς. Αφού δεν την ακούς μαζί μου, πώς μπορείς να χαίρεσαι μαζί μου αυτή τη μουσική; Κάτι τέτοιο είναι αδύνατο. Έτσι κι αυτά που είδα, είναι αδύνατο να τα περιγράψω σε άνθρωπο. Αρκούν για σένα αυτά που σου είπα. Έτσι είναι, όπως σου τα είπα.
Αυτά τα τελευταία λόγια τα τόνισε με τέτοια δύναμη, σαν να ήταν μια απειλή. Σε λίγες μέρες κοιμήθηκε ο Νικόλαός μας και μόνο μετά το θάνατό του ο π. Ανατόλιος μας είπε ότι ήταν άγιος άνθρωπος.
Μη νομίζετε ότι ήταν κοινός θνητός, γιατί σ’ έναν απλό, κοινό θνητό ο Θεός δεν δείχνει τέτοια χάρη και έλεος. Ο Νικόλαός μας ήταν μάρτυρας για τον Χριστό και για την ομολογία του αγίου ονόματος του Θεού. Όταν μετά την κοίμησή του τον πλύναμε, είδαμε ότι όλο το σώμα τον ήταν γεμάτο φoβερές πληγές. Εκεί στην πατρίδα του, όπως καταλάβαμε, οι συμπατριώτες του έκοβαν από το δέρμα του ολόκληρα λουριά. Κι όλ’ αυτά γιατί πίστεψε και ακολούθησε τον Χριστό.

Τον πίεζαν και τον βασάνιζαν ν’ αρνηθεί τον Σωτήρα μας, αλλά αυτός δεν Τον αρνήθηκε. Αργότερα, με τη βοήθεια τον Θεού απέφυγε πολλά άλλα μαρτύρια και σώθηκε από τους βασανιστές του καταφεύγοντας στη Ρωσία. Σε μας, στην Όπτινα, τον έστειλε ο π. Αμβρόσιος. Τον έφεραν άρρωστο κάποιοι καλοί άνθρωποι. Γνωρίζαμε γι’ αυτόν μόνον ο π. Αμβρόσιος κι εγώ, ο ανάξιος πνευματικός του…”.

Από το βιβλίο του στάρετς Βαρσανουφίου, “Μοναχός Νικόλαος της Όπτινα, κατά κόσμον Γουσούφ Αμπντούλ Ογκλί”

Μ. Ἀντωνίου – Γ. Δημητρίου: «Θεαρχίῳ νεύματι»». Δοξαστικὸν Ἑσπερινοῦ Κοιμήσεως Θεοτόκου (14/8/2025)

«Θεαρχίῳ νεύματι»». Ὀκτάηχον Δοξαστικὸν Ἑσπερινοῦ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου.

Ἠχητικὸ ντοκουμέντο ἀπὸ τὸν πανηγυρικὸ Ἑσπερινὸ τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ποὺ τελέσθηκε στὴν ἱερὰ μονὴ Παναγίας Χρυσοκουρδαλιώτισσας στὸ χωριὸ Κούρδαλι τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (14.08.2025).

Ψάλλουν ὁ ἄρχων πρωτοψάλτης τῆς Ἱ. Μ. Μόρφου κ. Μάριος Ἀντωνίου καὶ ὁ μαθητὴς αὐτοῦ ἱεροψάλτης κ. Γεώργος Δημητρίου.


Δόξα… Καὶ νῦν…

Ἦχος α’
Θεαρχίῳ νεύματι, πάντοθεν οἱ θεοφόροι Ἀπόστολοι, ὑπὸ νεφῶν μεταρσίως αἰρόμενοι.

Ἦχος πλ. α’

Καταλαβόντες τὸ πανάχραντον, καὶ ζωαρχικόν σου σκῆνος, ἐξόχως ἠσπάζοντο.

Ἦχος β’

Αἱ δὲ ὑπέρτατοι τῶν οὐρανῶν Δυνάμεις, σὺν τῷ οἰκείῳ Δεσπότῃ παραγενόμεναι.

Ἦχος πλ. β’

Τὸ θεοδόχον καὶ ἀκραιφνέστατον σῶμα προπέμπουσι, τῷ δέει κρατούμεναι, ὑπερκοσμίως δὲ προῴχοντο, καὶ ἀοράτως ἐβόων, ταῖς ἀνωτέραις ταξιαρχίαις· ἰδοὺ ἡ παντάνασσα θεόπαις παραγέγονεν.

Ἦχος γ’

Ἄρατε πύλας, καὶ ταύτην ὑπερκοσμίως ὑποδέξασθε, τὴν τοῦ ἀενάου φωτὸς Μητέρα.

Ἦχος βαρὺς

Διὰ ταύτης γὰρ ἡ παγγενὴς τῶν βροτῶν σωτηρία γέγονεν, ᾗ ἀτενίζειν οὐκ ἰσχύομεν, καὶ ταύτῃ ἄξιον γέρας ἀπονέμειν ἀδύνατον.

Ἦχος δ’

Ταύτης γὰρ τὸ ὑπερβάλλον, ὑπερέχει πᾶσαν ἔννοιαν.

Ἦχος πλ. δ’

Διὸ ἄχραντε Θεοτόκε, ἀεὶ σὺν ζωηφόρῳ Βασιλεῖ, καὶ τόκῳ ζῶσα, πρέσβευε διηνεκῶς, περιφρουρῆσαι καὶ σῶσαι, ἀπὸ πάσης προσβολῆς ἐναντίας τὴν νεολαίαν σου· τὴν γὰρ σὴν προστασίαν κεκτήμεθα.

Ἦχος α’

Εἰς τοὺς αἰῶνας, ἀγλαοφανῶς μακαρίζοντες.

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Κυριακὴ 17 Αὐγούστου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση –  Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Κορινθίους Α΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
4: 9-16

Ἀδελφοί, ὁ Θεὸς ἡμᾶς τοὺς Ἀποστόλους ἐσχάτους ἀπέδειξεν ὡς ἐπιθανατίους, ὅτι θέατρον ἐγενήθημεν τῷ κόσμῳ καὶ ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις. Ἡμεῖς μωροὶ διὰ Χριστόν, ὑμεῖς δὲ φρόνιμοι ἐν Χριστῷ· ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ὑμεῖς δὲ ἰσχυροί· ὑμεῖς ἔνδοξοι, ἡμεῖς δὲ ἄτιμοι. Ἄχρι τῆς ἄρτι ὥρας καὶ πεινῶμεν καὶ διψῶμεν καὶ γυμνητεύομεν καὶ κολαφιζόμεθα καὶ ἀστατοῦμεν καὶ κοπιῶμεν ἐργαζόμενοι ταῖς ἰδίαις χερσίν· λοιδορούμενοι εὐλογοῦμεν, διωκόμενοι ἀνεχόμεθα, δυσφημούμενοι παρακαλοῦμεν· ὡς περικαθάρματα τοῦ κόσμου ἐγενήθημεν, πάντων περίψημα, ἕως ἄρτι. Οὐκ ἐντρέπων ὑμᾶς γράφω ταῦτα, ἀλλ᾽ ὡς τέκνα μου ἀγαπητὰ νουθετῶ. ἐὰν γὰρ μυρίους παιδαγωγοὺς ἔχητε ἐν Χριστῷ, ἀλλ᾽ οὐ πολλοὺς πατέρας· ἐν γὰρ Χριστῷ ᾽Ιησοῦ διὰ τοῦ Εὐαγγελίου ἐγὼ ὑμᾶς ἐγέννησα. Παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς, μιμηταί μου γίνεσθε.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
17: 14-23

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπός τις προσῆλθεν τῷ Ἰησοῦ, γονυπετῶν αὐτὸν καὶ λέγων· Κύριε, ἐλέησόν μου τὸν υἱόν, ὅτι σεληνιάζεται καὶ κακῶς πάσχει· πολλάκις γὰρ πίπτει εἰς τὸ πῦρ καὶ πολλάκις εἰς τὸ ὕδωρ. καὶ προσήνεγκα αὐτὸν τοῖς μαθηταῖς σου, καὶ οὐκ ἠδυνήθησαν αὐτὸν θεραπεῦσαι. ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· Ὦ γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη! ἕως πότε ἔσομαι μεθ’ ὑμῶν; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετέ μοι αὐτὸν ὧδε. καὶ ἐπετίμησεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἐξῆλθεν ἀπ’ αὐτοῦ τὸ δαιμόνιον καὶ ἐθεραπεύθη ὁ παῖς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης. Τότε προσελθόντες οἱ μαθηταὶ τῷ Ἰησοῦ κατ’ ἰδίαν εἶπον· Διατί ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό; ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Διὰ τὴν ἀπιστίαν ὑμῶν. ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἐὰν ἔχητε πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως, ἐρεῖτε τῷ ὄρει τούτῳ, μετάβηθι ἐντεῦθεν ἐκεῖ, καὶ μεταβήσεται· καὶ οὐδὲν ἀδυνατήσει ὑμῖν. τοῦτο δὲ τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ. Ἀναστρεφομένων δὲ αὐτῶν εἰς τὴν Γαλιλαίαν εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Μέλλει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοσθαι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθήσεται.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Ὁμιλία στὴν εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῆς Ι´ Κυριακῆς τοῦ Ματθαίου (Ματθ. 17, 14-23)

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ

«Τοῦτο τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται,
εἰμὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ»

Ἡ εὐαγγελικὴ περικοπή, ποὺ μόλις ἀκούσαμε, ἀγαπητοὶ ἐν Κυρίῳ ἀδελφοί, θέτει ἐνώπιόν μας σημαντικώτατα ζητήματα πίστεως, ἀλλὰ καὶ ἀρετῶν καὶ τρόπων πνευματικοῦ ἀγώνα, μέσῳ τῶν ὁποίων ὁ χριστιανὸς νικᾶ κατὰ κράτος τὰ ἐναντίον του πεμπόμενα φλογερὰ βέλη τοῦ ἐχθροῦ διαβόλου, ποὺ ζητεῖ διαπαντὸς τὴν αἰώνια ἀπώλειά του.

Ἕνα σπουδαῖο ζήτημα, ποὺ τονίζεται ἐδῶ, ἀλλὰ καὶ περιτρέχει ὅλη τὴν Ἁγία Γραφή, ἰδιαίτερα τὴν Καινὴ Διαθήκη, εἶναι αὐτὸ τῆς ὑπάρξεως τῶν δαιμόνων, καθὼς καὶ δαιμονιζομένων ἀνθρώπων. Ἕνα θέμα, ποὺ συχνὰ δυστυχῶς στὶς μέρες μας, θελητὰ ἢ ἀθέλητα, περιθωριοποιεῖται καὶ ἀποσιωπᾶται. Ἡ ὕπαρξη τῶν δαιμόνων, τῶν πονηρῶν δηλαδὴ πνευμάτων, τῶν ἐκπεσόντων αὐτῶν ἀγγέλων, ὡς συγκεκριμένων πνευματικῶν ὑπάρξεων καὶ ὄχι ὡς μιᾶς ἀόριστης ἰδέας τοῦ κακοῦ, εἶναι δόγμα Πίστεως τῆς Ἐκκλησίας μας, ποὺ πηγάζει σαφέστατα ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὴν ὅλη Ἱερὰ Παράδοσή μας καὶ ἀπαντᾶται συχνότατα σ᾽ αὐτές. Κι ὄχι μόνο ἡ ὕπαρξή τους, ἀλλὰ καὶ ἡ δυνατότητα ἐπήρειάς τους στοὺς ἀνθρώπους σὲ ποικίλο βαθμό, ἀπὸ ἁπλὴ πειρασμική τους ἐνέργεια, μέχρι, ἀλίμονο, καὶ τὴν πλήρη κατοχὴ κάποιων ἀνθρώπων ἀπ᾽ αὐτούς. Ἀλλά, δόγμα Πίστεως ἀποτελεῖ ταυτόγχρονα, κι αὐτὸ τονίζεται ἐμφαντικὰ στὴν Καινὴ Διαθήκη, ἡ ἀπόλυτη ἐξουσία τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ ἐπάνω στοὺς δαίμονες («εἰς τοῦτο ἐφανερώθη ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἵνα λύσῃ τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου»[Α´ Ἰω. 3, 8]· «ἐθεώρουν τὸν σατανᾶν ὡς ἀστραπὴν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ πεσόντα» [Λουκ. 10, 18]), καθὼς καὶ ἡ ἐξουσία ποὺ ἔδωσε ὁ Κύριός μας στοὺς μαθητές Του, ὅπως καὶ στοὺς διαδόχους τους ἀρχιερεῖς καὶ ἱερεῖς, ἀλλὰ καὶ σὲ κάθε πραγματικὰ πιστὸ μέλος τῆς Ἐκκλησίας, νὰ τοὺς πολεμεῖ καὶ κατατροπώνει μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὸν ἐν Χριστῷ ἀγώνα του («ἰδοὺ δίδωμι ὑμῖν τὴν ἐξουσίαν τοῦ πατεῖν ἐπάνω ὄφεων καὶ σκορπίων καὶ ἐπὶ πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ, καὶ οὐδὲν ὑμᾶς οὐ μὴ ἀδικήσῃ» [Λουκ. 10,19]).

Τὸ νεαρὸ παιδὶ τοῦ δύστυχου ἐκείνου πατέρα τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου ἔπασχε ἀπὸ δαιμονισμό. Καὶ ὁ ἄσπλαχνος ἔνοικός του τὸ ἔριχνε ἄλλοτε σὲ φωτιὰ γιὰ νὰ καεῖ κι ἄλλοτε στὸ νερὸ γιὰ νὰ πνιγεῖ. Ἐδῶ νὰ κάνουμε μία ἀπαραίτητη διασαφήνιση. Ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα ὑπῆρχε καὶ ὑπάρχει μέχρι τὶς μέρες μας ἀσθένεια νευρολογική, ὀφειλόμενη σὲ πάθηση τοῦ ἐγκεφάλου, ἡ ἐπιληψία, ποὺ ἀποκαλεῖται καὶ σεληνιασμός, λόγῳ τῆς ἐπικρατούσας παλαιότερα ἀντίληψης ὅτι ἡ ἐμφάνιση τῶν συμπτωμάτων τῆς ἀσθένειας ὀφειλόταν στὴ σελήνη (πανσέληνο). Ὁ ἐπιληπτικὸς παρουσιάζει πολὺ ὀδυνηρὰ καὶ ὀφθαλμοφανὴ συμπτώματα: Πέφτει κάτω, ἔχει σπασμούς, βγάζει ἀφροὺς ἀπὸ τὸ στόμα, γίνεται ἐκτὸς ἑαυτοῦ… Τώρα, ἀναφορικὰ μὲ τὸν σεληνιαζόμενο νέο, σύμφωνα μὲ τὶς σχετικὲς πατερικὲς ἑρμηνεῖες, τὸ δαιμόνιο ποὺ τὸν κατεῖχε ἀνέμενε τὶς φάσεις τῆς σελήνης, ποὺ θεωροῦνταν ὅτι ἐπηρέαζαν τοὺς σωματικὰ πάσχοντες, καὶ ἐπέφερε τότε παρόμοια συμπτώματα στὸν δαιμονιζόμενο. Στόχος τοῦ μισάνθρωπου καὶ μισόθεου δαίμονος ἦταν νὰ παραπλανᾶ τοὺς ἀνθρώπους, ὅτι αἴτιο τῆς ἀσθένειας τοῦ πάσχοντος ἦταν, ὄχι ὁ ἴδιος ὁ δαίμονας, ἀλλὰ ἡ σελήνη, καὶ ἄρα ὁ Δημιουργός της Θεός, καὶ νὰ ὁδηγήσει ἔτσι τοὺς ἀνθρώπους στὸ νὰ θεωροῦν ὡς αἴτιο τῆς ἀσθένειας τὸν Θεό.

Ἀλλὰ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς ἀποκάλυψε τὸν αἴτιο τοῦ κακοῦ, τὸ πονηρὸ δηλαδὴ πνεῦμα καί, ἀφοῦ τὸ ἐπιτίμησε, τὸ ἐξέβαλε ἀπὸ τὸ ταλαίπωρο παιδί, ποὺ ἀμέσως θεραπεύθηκε ὁριστικά. Κι ὅταν ρώτησαν τὸν Κύριο κατ᾽ ἰδίαν -ἀσφαλῶς ἀπὸ ντροπή- οἱ ἀτελεῖς ἀκόμη τότε μαθητές, γιατί δὲν εἶχαν μπορέσει αὐτοὶ νὰ ἐκβάλουν τὸ δαιμόνιο, αὐτὸς ἀμέσως ἀπαντᾶ: «Διὰ τὴν ἀπιστίαν ὑμῶν». Αἰτία τῆς ἀδυναμίας τους αὐτῆς ἦταν ἡ ἀδύναμη, ἡ λίγη τους πίστη. Ὁ Κύριος γιὰ τὴν ἐκπλήρωση τοῦ ὅποιου θεαρέστου αἰτήματός μας ζητεῖ, ὡς πρώτη καὶ ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιὰ νὰ εἰσακουσθοῦμε, τὴν ἀκράδαντη πίστη, τὴν ἀπόλυτη δηλαδὴ ἐμπιστοσύνη καὶ βεβαιότητα, ὅτι ὡς Παντοδύναμος μπορεῖ καὶ σ᾽ ἐμᾶς νὰ ἐνεργήσει τὰ ὑπὲρ φύσιν, τὰ ἀνθρωπίνως ἀνέλπιστα, τὰ ἀποβλέποντα ἀσφαλῶς στὴ σωτηρία μας! Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἀμέσως στὴ συνέχεια ἀναδεικνύει τὴ δύναμη τῆς ἀκράδαντης πίστης, λέγοντας: «ἀληθινὰ σᾶς λέγω, ἂν ἔχετε πίστη δυνατή, ἔστω καὶ τόσο μικρὴ σὰν κόκκο σιναπιοῦ, θὰ λέτε στὸ βουνὸ τοῦτο, ‘‘μετακινήσου ἀπὸ ἐδῶ ἐκεῖ’’, καὶ τίποτα δὲν θὰ εἶναι ἀδύνατο γιὰ σᾶς». Καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο ὁ Ἰησοῦς μᾶς διαβεβαιώνει: «πάντα ὅσα ἂν αἰτήσητε ἐν τῇ προσευχῇ πιστεύοντες, λήψεσθε» (Ματθ. 21, 22).

Στὴ συνέχεια ὁ Χριστός μας προσθέτει καὶ δύο ἄλλες σημαντικὲς προϋποθέσεις-ἀρετές, γιὰ νὰ εἰσακούεται ἡ προσευχή μας: «Τοῦτο τὸ γένος (τῶν δαιμόνων) δὲν ἐκβάλλεται (ἀπὸ δαιμονιζόμενο ἄνθρωπο), παρὰ μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία.» Καταρχὴν νὰ ποῦμε ὅτι, ὅπως ὑπάρχουν ἀνώτερα καὶ κατώτερα τάγματα ἀγγέλων, ἔτσι καὶ μὲ τοὺς δαίμονες. Τὸ δαιμόνιο, ποὺ ἐξέβαλε ὁ Κύριος, ἀνῆκε στὸ λεγόμενο ἀρχικὸ τάγμα τῶν δαιμόνων, ἦταν πιὸ σκληρὸ καὶ ἀτίθασσο. Καί, ὅπως ὁ διάβολος ἔχει δύο ἰσχυρὰ ὅπλα ἐναντίον μας, τὶς ἐπιθυμίες τῆς σαρκὸς καὶ τὴ ματαιότητα τοῦ κόσμου τούτου, ἔτσι καὶ ὁ Κύριος μᾶς παρέδωσε τοῦτα τὰ δύο ἰσχυρότατα ὅπλα στὸν ἀόρατο πόλεμο, ποὺ διαξάγουμε ἐναντίον «τῶν ἀρχῶν καὶ ἐξουσιῶν τοῦ σκότους»: Τὴν προσευχὴ καὶ τὴ νηστεία.

Ἡ προσευχὴ εἶναι μία μέγιστη εὐλογία, ποὺ μᾶς δώρησε ὁ Θεός, νὰ ἐπικοινωνοῦμε ἄμεσα μαζί Του, ὅπως τὰ παιδιὰ μὲ τὸν πατέρα τους, καὶ νὰ ἑνωνόμαστε μέσῳ της μαζί Του! Καὶ χρειάζεται νὰ καλλιεργοῦμε καὶ τὴν κοινὴ προσευχὴ στὸν ναό, στὶς καθιερωμένες ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας Ἀκολουθίες καὶ στὰ Μυστήρια, ἀλλὰ καὶ τὴν προσωπική, παντοῦ καὶ πάντοτε. «Μνημονευτέον Θεοῦ μᾶλλον ἢ ἀναπνευστέον», μᾶς παροτρύνει θεονοσταλγικὰ ὁ Θεολόγος Γρηγόριος. Ἀλλὰ καὶ ἡ καθαρὴ προσευχὴ προϋποθέτει πάλιν πίστη θερμή, συγκεντρωμένο νοῦ, καθαρότητα ζωῆς καὶ τήρηση τῶν θεϊκῶν ἐντολῶν.

Ἂς ἒλθουμε καὶ στὴ μεγάλη καὶ θεόσδοτη ἀρετὴ τῆς νηστείας. Ἡ νηστεία ἐντάσσεται στὸ πλαίσιο τῆς χριστιανικῆς ἄσκησης, τῆς προσπάθειας δηλαδὴ ἐκείνης, ποὺ ἀναλαμβάνουν οἱ πιστοί, πάντοτε στὰ ὅρια καὶ τὸ μέτρο ποὺ καθορίζει ἡ Ἁγία Γραφὴ καὶ ἡ ἱερὰ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, γιὰ νὰ ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ τὸν ζυγὸ τῆς ἁμαρτίας καὶ τὴν κυριαρχία τῶν παθῶν. Ἡ ἄσκηση εἶναι ἀγώνας συννέκρωσης μὲ τὸν Χριστὸ καὶ συνανάστασης μαζί Του. Καὶ δὲν νοεῖται χριστιανικὴ ζωὴ χωρὶς ἄσκηση. Ἡ ἀποκοπὴ δυστυχῶς πολλῶν χριστιανῶν σήμερα ἀπὸ τὶς ἐκκλησιαστικές μας ρίζες, ἡ ἀλλοίωση τοῦ φρονήματος καὶ ἡ ἐκκοσμίκευση τοῦ τρόπου ζωῆς τοὺς κάνουν νὰ ὑποτιμοῦν, συχνὰ καὶ νὰ ἀρνοῦνται τὸν θεσμὸ τῆς νηστείας. Ἀλλὰ καὶ ὅσοι νηστεύουμε, συχνὰ τὸ κάνουμε τελείως συμβατικά, χωρὶς νὰ συναισθανόμαστε τὴν πνευματικὴ σημασία καὶ τὸν σκοπὸ τῆς νηστείας.

Ἡ νηστεία, ἀδελφοί, δὲν εἶναι ἐφεύρημα ἀνθρώπων, λόγου χάρη τῶν ἀσκητῶν, ἀλλὰ ἐντολὴ Θεοῦ, ἡ πρώτη καὶ ἀρχαιότερη ἐντολή, «συνομήλικη μὲ τὴν ἀνθρωπότητα, καθὼς νομοθετήθηκε στὸν Παράδεισο», ὅπως σοφὰ ἐπισημαίνει ὁ Μέγας Βασίλειος. Στὴ νηστεία ἀναφέρεται συχνὰ ἡ Ἁγία Γραφή, ἀλλὰ καὶ ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἐπισφραγίζοντάς την μὲ τὸ ἅγιό Του παράδειγμα, «νηστεύσας ἡμέρας τεσσαράκοντα καὶ νύκτας τεσσαράκοντα», πρὶν ἀρχίσει τὴ δημόσια δράση Του, καθὼς καὶ ἄλλες φορές. Μὲ βάση λοιπὸν τὴ διδασκαλία καὶ τὸ πνεῦμα τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ σύμφωνα μὲ τὸ ὑπόδειγμα τοῦ Χριστοῦ μας, ποὺ εἶπε, «καὶ ὅταν ἀπαρθῇ ἀπ᾽ αὐτῶν ὁ Νυμφίος, τότε νηστεύσουσιν» οἱ μαθητές Του, ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία καθόρισε ἡμέρες καὶ περιόδους νηστείας γιὰ τοὺς Χριστιανούς, καθορίζοντας τὸν σκοπό της καὶ τὸν τρόπο, μὲ τὸν ὁποῖο πρέπει νὰ ἀσκεῖται. Πρωταρχικὸς σκοπὸς τῆς νηστείας εἶναι ἡ κάθαρση καὶ ὁ ἐξαγιασμὸς τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματός μας. Γι᾽ αὐτὸ καὶ οἱ Πατέρες τὴν ὀνομάζουν «παθοκτόνο» καὶ «φάρμακον παθῶν καθαρτήριον». Ἡ νηστεία, ἀκόμη, διακρίνεται σὲ σωματικὴ καὶ πνευματική. Ἡ μὲν σωματικὴ συνίσταται στὴν ἀποχὴ ὁρισμένων τροφῶν, τῶν ἀρτυσίμων, ὥστε νὰ περισταλοῦν οἱ ψυχοφθόρες ὁρμὲς καὶ νὰ ταπεινωθεῖ τὸ σῶμα μας. Καὶ πνευματικὴ νηστεία εἶναι ἡ νηστεία τῆς ψυχῆς, τοῦ ἔσω ἀνθρώπου, ποὺ συνίσταται στὴν καταπολέμηση τῶν ψυχικῶν παθῶν καὶ ἀποξένωσή τους. Σ᾽ αὐτὸ συνίσταται ἡ ἀληθινὴ νηστεία, ὅπως ὁρίζει ὁ Μ. Βασίλειος: «Νηστεία γὰρ ἀληθής, ἡ τῶν κακῶν ἀλλοτρίωσις». Καί, ἀποξένωση ἀπὸ τὰ πάθη, σημαίνει ἀγώνας συνειδητὸς γιὰ ἀποφυγὴ τῆς ἁμαρτίας σὲ ὅλες τὶς ἐκφράσεις καὶ ἐκφάνσεις της, μὲ λόγο, ἔργο καὶ κατὰ διάνοια.

Ἀδελφοί μου, πάντοτε ἔχουμε ἀνάγκη, ἰδιαίτερα στὶς δύσκολες μέρες ποὺ διερχόμαστε, ἀπὸ μιὰ ζωντανὴ καὶ ἀκράδαντη πίστη. Κι ὅταν μαζί της συνάψουμε τὴ θερμὴ καὶ καθαρὴ προσευχὴ καὶ τὸ ἄθλημα τῆς κατὰ δύναμιν νηστείας, τότε νὰ εἴμαστε βέβαιοι πὼς ὁ Ἐλεήμων Κύριος θὰ μᾶς εἰσακούει στὰ αἰτήματά μας, κατὰ τὴν ἀψευδή Του ὑπόσχεση, θὰ διώκει μακριὰ τοὺς διαβολικοὺς πειρασμοὺς καὶ θὰ μᾶς ἀξιώσει τῆς εὐλογίας Του καὶ στὸν παρόντα αἰώνα καὶ στὸν μέλλοντα. Ἀμήν!

Μόρφου, η όμορφή μας πόλη (Ντοκιμαντέρ). Μνήμη της τουρκικής εισβολής στην Μόρφου (16 Αυγούστου 1974)

Ταινία ντοκιμαντέρ για την κατεχόμενη Μόρφου. Πενήντα Μορφίτισσες και Μορφίτες θυμούνται…
 
Σκηνοθεσία Μιχάλη Γεωργιάδη.
 
Παραγωγή Δήμος Μόρφου 2021.

“Οι ένοχοι”. Μνήμη της 2ης τουρκικής εισβολής στην Κύπρο (14 Αυγούστου 1974)

Πενηνταένα χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από την δεύτερη φάση της βάρβαρης τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, γνωστή ως Αττίλας ΙΙ, το καλοκαίρι του ’74.

Η δεύτερη φάση της εισβολής ακολούθησε την κατάρρευση των ειρηνευτικών συνομιλιών στη Γενεύη, τις οποίες η Τουρκία χρησιμοποίησε ως προκάλυμμα αφού είχε ήδη μεταφέρει ενισχύσεις στο νησί, προετοιμάζοντας το επόμενο χτύπημα.

Η δεύτερη φάση διήρκεσε μόλις τρεις μέρες και η Τουρκία κατάφερε να ολοκληρώσει το έγκλημα της καταλαμβάνοντας και την πόλη της Αμμοχώστου και τη Μόρφου με την επιχείρηση Αττίλας ΙΙ και παρά το γεγονός ότι το ψήφισμα 353 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ της 20ής Ιουλίου, απαιτούσε άμεση κατάπαυση του πυρός και τερματισμό της ξένης επέμβασης στην Κύπρο.

Στις 13 Αυγούστου οι φήμες οργιάζουν για επικείμενη νέα προέλαση των Τούρκων και στις 3 το πρωί της 14ης Αυγούστου ο Τούρκος ΥΠΕΞ Τουράν Γκιουνές τρέχει στο τηλέφωνο και ζητά να τον συνδέσουν με την Άγκυρα και τον Πρωθυπουργό Ετζεβίτ. Μιλά συνθηματικά:

«Η Αϊσέ μπορεί να πάει διακοπές (Αϊσέ είναι το όνομα της κόρης του Γκιουνές).

Το μήνυμα σημαίνει ότι μπορεί να αρχίσει αμέσως η δεύτερη φάση της εισβολής.

Σε λίγο τα άρματα εξορμούν προς δυο κατευθύνσεις, προς Αμμόχωστο ανατολικά και προς Μόρφου δυτικά.

Μέσα σε τρεις σχεδόν μέρες, δηλαδή μέχρι τις 6 το απόγευμα της 16ης Αυγούστου, τα τουρκικά άρματα φτάνουν μέχρι την Αμμόχωστο και τη Μόρφου και ολοκληρώνουν έτσι την εφαρμογή του σχεδίου τους για τη δημιουργία της γραμμής Αττίλα. Τα τουρκικά στρατεύματα ήταν ενισχυμένα με άρματα μάχης και αεροπορική υποστήριξη και προέλασαν από το προγεφύρωμα της Κερύνειας, παρά την ηρωική αντίσταση, όπως η μάχη στο στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ, οι τουρκικές δυνάμεις κατάφεραν να επιτύχουν τους στόχους τους, λόγω της συντριπτικής υπεροχής σε στρατιωτικό εξοπλισμό και αριθμό στρατιωτών.

Με την ολοκλήρωση του «Αττίλα ΙΙ» στις 16 Αυγούστου, η Τουρκία είχε καταλάβει περίπου το 36% του κυπριακού εδάφους, δημιουργώντας τη διαχωριστική γραμμή που υπάρχει μέχρι σήμερα.

Περίπου 200.000 Ελληνοκύπριοι εκτοπίστηκαν από τις εστίες τους, ενώ σημειώθηκαν εκτεταμένες σφαγές και βιαιότητες.

Ο «Αττίλας ΙΙ» ολοκλήρωσε το σχέδιο για διχοτόμηση του νησιού, ένα σχέδιο που, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα, είχε επεξεργαστεί η Τουρκία σε συνεννόηση με τον Αμερικανό Υπουργό Εξωτερικών, Χένρι Κίσινγκερ.

Ο «Αττίλας ΙΙ» σηματοδότησε την κορύφωση της κυπριακής τραγωδίας, με τις συνέπειες της τουρκικής εισβολής να παραμένουν ζωντανές μέχρι σήμερα.

Πηγή κειμένου: ΚΥΠΕ