Αρχική Blog Σελίδα 496

Κήρυγμα Σεβασμιωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντίνης κ. Ἀριστάρχου στὴν παραμονὴ τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου (14ην /27ην Αὐγούστου 2021)

Τήν Παραμονήν τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, 14ην /27ην Αὐγούστου 2021, ἔλαβε χώραν ἡ τελετή τῶν Ἐγκωμίων τῆς Θεοτόκου-Ἐπιταφίου εἰς τόν ἐν Γεθσημανῇ ἱερόν Ναόν τῆς Κοιμήσεως. Μετά τό Ἐξαποστειλάριον καί πρό τῶν Αἴνων τῆς τελετῆς ταύτης ἐξεφώνησε τό κήρυγμα τοῦ Γέροντος Ἀρχιγραμματέως Σεβασμιωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντίνης κ. Ἀριστάρχου ὁ Γραμματεύς τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου Ἱεροδιάκονος Συμεών ὡς ἕπεται:

ΚΗΡΥΓΜΑ 

“Μακαριώτατε Πάτερ καί Δέσποτα,

Σεβασμία τῶν Ἱεραρχῶν χορεία,

Ἐκλαμπρότατε κ. Γενικέ Πρόξενε τῆς Ἑλλάδος,

Εὐλαβές ἱερατεῖον,

Εὐσεβεῖς προσκυνηταί,

Ὄντες εὐλογημένοι ἀπό τό Θεό νά εἴμαστε μέλη  τοῦ σώματος τῆς  Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, γνωρίζουμε ὅτι ὅλες οἱ προσευχές, ὅλες οἱ ἀκολουθίες τῶν ἡμερῶν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ κύκλου, ἰδίᾳ τῶν Παρακλήσεων τοῦ Δεκαπενταυγούστου, ἔχουν ἱκετευτική ἤ τιμητική ἀναφορά στό ἄχραντο πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου ἀειπαρθένου Μαρίας. Ὅλες οἱ ᾠδές τῶν κανόνων τῶν ἐκκλησιαστικῶν βιβλίων, Παρακλητικῆς, Μηναίων, Τριῳδίου, Πεντηκοσταρίου, καταλήγουν ἀπαραιτήτως στό Θεοτοκίο, τό τροπάριο, τό ἀφιερωμένο στή Θεοτόκο. Στά τροπάρια αὐτά, ἰδίᾳ τῆς Θ΄ ὠδῆς, πού εἶναι ἀποκλειστικῶς ἀφιερωμένη στή Θεοτόκο, ἡ Ἐκκλησία ὑμνεῖ, μακαρίζει καί μεγαλύνει Μαριάμ τήν ἁγνή, τήν πάναγνο κόρη τῆς Ναζαρέτ, ἡ ὁποία γιά τήν ἁγνότητα καί τήν ὑπερβάλλουσα καθαρότητα τῆς ζωῆς της, ἐπελέγη καί προορίστηκε ἀπό τό Θεό νά γίνει τό δοχεῖο τῆς ἐκ Πνεύματος Ἁγίου συλλήψεως, σαρκώσεως καί Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Μονογενοῦς Υἱοῦ καί Λόγου Του.

Τό ὑπερφυές μυστήριο τοῦτο ἡ Ἐκκλησία ὑπομιμνήσκει, ὑπενθυμίζει στούς πιστούς της σέ ἄριστο καί εὐμνημόνευτο ποιητικό λόγο τῶν ἁγίων Θεοφόρων Πατέρων της ψάλλουσα στίς Καταβασίες : «ρήσεις  προφητῶν καί αἰνίγματα τήν σάρκωσιν ὑπέφηναν τήν ἐκ Παρθένου Σου Χριστέ» καί σέ μεγαλειῶδες Βυζαντινό μέλος: «ἄνωθεν οἱ προφῆται σέ προκατήγγειλαν». Πολυάριθμες εἶναι οἱ εἰκόνες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, πού συμβολίζουν τή Θεοτόκο ἐν σχέσει μέ τό μυστήριο, τό ὁποῖο ὁ Θεός Πατήρ εὐδόκησε νά συντελεσθεῖ δι’ αὐτῆς. Ἡ φλεγομένη καί μή καιομένη βάτος τοῦ Σινᾶ, «ἡ ἀβρόχοις ποσί διάβασις» τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης ἀπό τόν «πεζοπεντοπορήσαντα» Ἰσραηλίτη λαό, ἡ κλῖμαξ τοῦ Πατριάρχου Ἰακώβ, εἶναι ἐλάχιστες ἀπό τίς πολλές εἰκόνες, πού προεικονίζουν τό γεγονός, τό ὁποῖο  ψάλλει ἡ Ἐκκλησία, «ὁ τόκος σου ἄφθορος ἐδείχθη, Θεός ἐκ λαγόνων σου προῆλθε» καί τίς προβάλλει, γιά νά γίνουν κτῆμα καί βίωμα τῶν πιστῶν μελῶν της.

Ἡ φιλάνθρωπος αὐτή ἡ οἰκονομία τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία μας, πού  προαναγγέλλεται παραβολικῶς καί αἰνιγματωδῶς στήν Παλαιά Διαθήκη, ἀποκαλύπτεται ἐκτυπώτερον καί ἐμφανέστερον στούς χρόνους τῆς Καινῆς,  «ὅτε ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου» ( Γαλ. 4, 4). Τότε ἡ Μαριάμ τῆς Ναζαρέτ δέχεται ἐπίσκεψη καί προσκαλεῖται ἀπό τό Θεό νά γίνει συνεργός τῆς εὐδοκίας Του νά σώσει τόν ἄνθρωπο. Προσφωνεῖται διά στόματος τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ: «κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετά σοῦ» (Λουκ.1, 28), μέ χαιρετισμό πού οὐδείς θνητός ἤκουσε ποτέ καί τῆς ἀποκαλύπτεται ὅτι ἐκ Πνεύματος Ἁγίου θά συλλάβει καί θά γεννήσει ὡς ἄνθρωπο τό Μονογενῆ Υἱό τοῦ Θεοῦ. Ἅμα δέ τῇ συγκαταθέσει αὐτῆς διά τοῦ: «ἰδού ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά τό ρῆμά σου» (Λουκ. 1, 38), «ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ Υἱός τῆς Παρθένου γίνεται»,  ὁ πρίν ἄσαρκος Λόγος τοῦ Θεοῦ σαρκοῦται, δανείζεται σάρκα ἀπό τή σάρκα της, σωματοῦται καί ἐκείνη ἀναδεικνύεται Θεοτόκος. Κατοικεῖ ἐντός της σωματικῶς Ἐκεῖνος, γιά τόν ὁποῖο ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν λέγει ὅτι: «ἐν αὐτῷ κατοικεῖ πᾶν τό πλήρωμα τῆς Θεότητος σωματικῶς» (Κολ. 2, 9). 

Τό μυστήριο τοῦτο δέν «καλύπτεται ὑπό τόν μόδιον», ἀλλά «τίθεται ἐπί τήν λυχνίαν», γιά νά φωτίζει τόν κόσμο. Ὅταν «ἡ Παρθένος ἔχουσα θεοδόχον τήν μήτραν, ἐπορεύθη εἰς τήν  Ὀρεινήν μετά σπουδῆς» (Λουκ.1, 39), τότε ἡ συγγενής της Ἐλισάβετ «ἐπλήσθη Πνεύματος Ἁγίου καί ἀνεφώνησε, εὐλογημένη σύ ἐν γυναιξί καί εὐλογημένος ὁ καρπός τῆς κοιλίας σου καί «πόθεν μοι τοῦτο, ἵνα ἔλθῃ ἡ μήτηρ τοῦ Κυρίου μου πρός με;» (Λουκ.1, 42-43).   Ἡ Ἐλισάβετ δέχεται Θεοῦ πληροφορία ὅτι ἡ Μαριάμ φέρει στά σπλάγχνα της τό Θεό Λόγο σεσαρκωμένο, ὅτι εἶναι δοχεῖο τοῦ Ἀστέκτου, χωρίο τοῦ Ἀχωρήτου, ὅτι Ἐκεῖνος πού βαστάζει στά σπλάγχνα της εἶναι ὁ βαστάζων τά πάντα. Πληροφορία περί τούτου ἔχει καί τό κυοφορούμενο ἀπό αὐτή ἔμβρυο Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, γι’ αὐτό «καί σκιρτᾷ  ἐν ἀγαλλιάσει εἰς τήν κοιλίαν τῆς μητρός του» (Λουκ. 1, 41). Στό  γεγονός τοῦτο ἔχουμε συνάντηση καί ἀσπασμό τῶν μητέρων, «ἠσπάσαντο ἀλλήλας αἱ μητέρες» -ψάλλει ἡ ὑμνολογία- καί συνάντηση τοῦ τιμίου Προδρόμου μετά τοῦ Κυρίου, «τοῦ ἀστέρος μετά τοῦ ἡλίου», ἀμφοτέρων κυοφορουμένων καί προφητεία τῆς Θεοτόκου ὅτι «ἀπό τοῦ νῦν μακαριοῦσι με πᾶσαι  αἱ γενεαί» (Λουκ.1, 48).

Στήν πρόρρηση αὐτή τῆς Θεοτόκου στηρίζεται ὅλη ἡ τιμή καί ἡ εὐλάβεια πού τῆς ἀποδίδει ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μέ τούς ὕμνους καί τίς Ὁμιλίες τῶν Πατέρων στίς ἑορτές της, τοῦ Γενεθλίου, τοῦ Εὐαγγελισμοῦ καί τῆς Κοιμήσεως.

Τήν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου, τήν ὁποία ἑορτάζει προεορτίως σήμερα ἡ Σιωνῖτις Μήτηρ τῶν Ἐκκλησιῶν στή μοναδική αὐτή ἀνά τόν κόσμο Ἐπιτάφιο τελετή, προεξαρχούσης τῆς Α.Θ.Μ. τοῦ Μακαριωτάτου Πατρός ἡμῶν καί Πατριάρχου Ἱεροσολύμων κ.κ. Θεοφίλου, ἡ Ἐκκλησία δέν θεωρεῖ  θάνατο, γι’ αὐτό καί τή χαρακτηρίζει «ἀθάνατο», ψάλλουσα: «τῇ ἀθανάτῳ σου Κοιμήσει οὐρανοί ἐπαγάλλονται καί ἀγγέλων γέγηθε τά στρατεύματα καί νεφέλαι τούς ἀποστόλους αἰθερίους διήρπαζον καί ὁμοχώρους παρέστησαν τῷ ἀχράντῳ σου σώματι». Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς λέγει ὅτι «ἑορτάζομεν ἁγίαν κοίμησιν ἤ μεταβίωσιν». (Ὁμιλία ΛΖ, PG 151, 461 A’). Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός στό « Α΄ Ἐγκώμιόν του εἰς τήν Κοίμησιν», ( Ἔκδοσις Εὐαγοῦς Ἱδρύματος «Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Ρῶσος», Ἄθῆναι 1979),  λέγει ὅτι «ἡ πηγή τῆς ζωῆς πρός τήν ζωήν διά μέσου θανάτου ἄγεται (σ. 128) καί χαρακτηρίζει τήν κοίμηση «ὡς καλλίστην ἐκδημίαν, ἡ ὁποία τήν πρός Θεόν ἐνδημίαν χαρίζεται» (σ.130) καί ὅτι «τῆς Θεοτόκου μεθισταμένης, ἀδιάλυτον τό σῶμα πεφύλακται» (σ.130) καί ὅτι «ὁ ταύτης δι’ ἄφατον εὐσπλαγχνίαν υἱός γενέσθαι καταδεξάμενος Δεσποτικαῖς παλάμαις τῇ παναγίᾳ ταύτῃ καί θειοτάτῃ καί οἷα μητρί λειτουργῶν τήν ἱεράν ψυχήν ὑποδέχεται» (σσ. 111-112).

Ἀκολουθοῦντες καί τόν Ἅγιο Κύριλλο Ἀλεξανδρείας στό «Ἐγκώμιόν του πρός τήν ἁγίαν Μαρίαν τήν Θεοτόκον» στήν Γ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο τῆς Ἐφέσου κατά τοῦ Νεστορίου, ἄς ἀναφωνήσουμε μετ’ αὐτοῦ λέγοντος: «Χαίροις, Μαρία Θεοτόκε Παρθενομήτωρ, Φωτοφόρε, Χαίροις Μαρία τό κειμήλιον τῆς οἰκουμένης, περιστερά ἡ ἀμίαντος, λαμπάς ἡ ἄσβεστος, ἐκ σοῦ γάρ ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης γεγέννηται, χαίροις Μαρία τό χωρίον τοῦ Ἀχωρήτου, ἡ τόν Μονογενῆ Θεόν Λόγον χωρήσασα. Χαίροις Μαρία, δι’ ἥν προφῆται κελαδοῦσι, ποιμένες δοξολογοῦσι, ἄγγελοι χορεύουσι, Ἄρχάγγελοι σκιρτῶσι, μάγοι προσκυνοῦσι, δι’ ἥν Ἰωάννης ἔτι ὤν ἐν τῇ κοιλίᾳ τῆς μητρός αὐτοῦ ἐσκίρτησε, Χαίροις Μαρία Θεοτόκε δι’ ἧς προῆλθε τό φῶς τό ἀληθινόν ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ὁ λέγων ἐν τοῖς Εὐαγγελίοις, “ἐγώ εἰμι τό φῶς τοῦ κόσμου” ( PG 77, 1032 – 1033).

Στό ἐγκώμιό μας πρός τήν Ὑπεραγία Δέσποινα Θεοτόκο, τήν ὑμνουμένη ἀπό τή στρατευομένη καί τή θριαμβεύουσα Ἐκκλησία, τήν  τιμιωτέρα τῶν Χερουβείμ καί ἐνδοξοτέρα ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τήν παρισταμένη ἐκ δεξιῶν τοῦ Σωτῆρος καί ἔχουσα μητρική παρρησία, ἄς προσάψουμε θερμή τήν ἱκεσία μας νά ἀπομακρύνει τό λοιμώδη ἰό τοῦ Covid, πού μαστίζει καί ἀποδεκατίζει τήν ἀνθρωπότητα, νά  ἀποσβέσει τά πυρά τῶν πυρκαϊῶν, πού κατακαίουν καί ἀπανθρακώνουν τήν κτίση τοῦ Θεοῦ, κατοικίας καί  ἀνθρώπους, νά ἔλθει ἀρωγός σ’ αὐτούς πού ἔμειναν χωρίς τά στοιχειώδη ἀπαραίτητα τῆς ζωῆς, νά εἰρηνεύσει καί προστατεύσει τή Μέση Ἀνατολή καί τήν Ἁγία Γῆ, νά θεραπεύσει τούς ἀσθενοῦντας  Ἀγιοταφίτας καί νά ἐνισχύσει τούς ὑγιεῖς στό ἔργο τους τῆς μαρτυρίας , συνδιαλλαγῆς, εἰρήνης, ἀγάπης εἰς τήν διαφύλαξιν τῶν Ἁγίων Τόπων, νά παράσχει παραμυθία σέ κάθε πάσχουσα καί δοκιμαζομένη ψυχή καί νά προφυλάξει τό γένος ἡμῶν ἀπό πάσης ἐπιβουλῆς ἐχθρικῆς ἀλλοτρίας. Γένοιτο”.

Μόρφου Νεόφυτος: «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε»

Κήρυγμα Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου στὸν πανηγυρικὸ Ἑσπερινὸ τῆς ἑορτῆς τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος, ποὺ τελέσθηκε στὸν ὁμώνυμο πανηγυρίζοντα ἱερὸ ναὸ τῆς κοινότητος Ἀκακίου τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (5.8.2021).

Ψάλλει ὁ Πρωτοψάλτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου κ. Μάριος Ἀντωνίου.

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ: Διάψευση δημοσιεύματος της εφημερίδας «Πολίτης»

Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου, 5 Αυγούστου 2021

Με αφορμή σημερινό δημοσίευμα στην εφημερίδα «Πολίτης» (5.8.2021), με τίτλο «Μίσθωσε και ιδιώτες φύλακες η μητρόπολη κατά τη διαδικασία προσαγωγής του Μόρφου Νεόφυτου στο Δικαστήριο», το οποίο  μάλιστα αναπαράγεται από ιστοσελίδες θεωρούμε καλόπιστα ότι το δημοσίευμα θα μπορούσε να θεωρηθεί προϊόν παραπληροφόρησης του συντάκτη και προς αποκατάσταση της αλήθειας, ενημερώνουμε τους αναγνώστες του κειμένου αυτού ότι η Ιερά Μητρόπολις Μόρφου ουδέποτε μίσθωσε ιδιωτικούς φύλακες για προστασία του Μητροπολίτη Μόρφου κ. Νεοφύτου!  Ως εκ τούτου διαψεύδουμε κατηγορηματικά το δημοσίευμα αυτό και ευελπιστούμε ότι η εφημερίδα «Πολίτης» θα προχωρήσει το συντομότερο σε επανόρθωση.

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ: Αναβολή δίκης Μητροπολίτη Μόρφου κ. Νεοφύτου

Ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος παρουσιάστηκε σήμερα 4 Αυγούστου, 2021 ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας μαζί με τον συνήγορό του  κ. Νίκο Κληρίδη, που εξήγησε ότι με βάση το κατηγορητήριο, ο Μητροπολίτης εξήγειρε πολίτες στο να συγκεντρωθούν παράνομα στη Θεία Λειτουργία των Θεοφανείων, στις 6 Ιανουαρίου, 2021 στην Ευρύχου, κάτι που δεν ισχύει όπως δήλωσε ο κ. Κληρίδης, διότι ο Μητροπολίτης εξετέλεσε τα θρησκευτικά του καθήκοντα, βάσει των δικαιωμάτων του, τα οποία προστατεύονται από το Σύνταγμα. «Ο Μητροπολίτης είναι ιεράρχης και βάσει των θρησκευτικών του καθηκόντων καλεί τους πιστούς είτε να εκκλησιαστούν είτε να προσέλθουν όσοι θέλουν, δεν εξανάγκασε κανένα, σε διάφορες τελετές που έχουν σχέση με τη θρησκεία μας» δήλωσε ο κ. Κληρίδης και συνεχίζοντας ανέφερε ότι κατά τη σημερινή διαδικασία  δεν επετράπη στον κατηγορούμενο να παραστεί στην αίθουσα του δικαστηρίου, χαρακτηρίζοντάς το θλιβερό συμβάν, αφού δεν του είχε δοθεί το δικαίωμα να απαντήσει στις κατηγορίες. Η δίκη αναβλήθηκε για τις 24 Σεπτεμβρίου, 2021 με κατάθεση εγγύησης 5000 ευρώ από τον κατηγορούμενο. 

Μεταφορά της εικόνας του Χρυσοσώτηρος της Μόρφου στον ιερό ναό Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στο Ακάκι (5.8.2021)

Την Πέμπτη, 5 Αυγούστου 2021 και ώρα 6.30 μ.μ., ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος θα προστεί του πανηγυρικού Εσπερινού της εορτής της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στον ιερό ναό Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στην κοινότητα Ακακίου και ανήμερα της εορτής την Παρασκευή, 6 Αυγούστου 2021 και ώρα 7.00 π.μ., θα προστεί της Θείας Λειτουργίας. Ο Πανιερώτατος, κατά τη μετάβασή του στον ως άνω ιερό ναό θα προσκομίσει για προσκύνηση και ενίσχυση τω πιστών την ιερή εικόνα του Χρυσοσώτηρος της Μόρφου. Ο Χρυσοσώτηρας της Μόρφου θα παραμείνει στον ιερό ναό Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Ακακίου για προσκύνημα μέχρι την Κυριακή 8 Αυγούστου 2021.

Περιστερώνα: Αγρυπνία Μεταμορφώσεως Του Σωτήρος

Ανακοινώνεται στους ευσεβείς πιστούς , ότι την ερχόμενη Πέμπτη 5 Αυγούστου το βράδυ , θα τελεστεί στον Ιερό Ναό Αγίων Βαρνάβα και Ιλαρίωνος Περιστερώνας ιερή αγρυπνία, για την Εορτή της Ενδόξου Μεταμορφώσεως του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού δίνοντας έτσι και στους εργαζόμενους την ευκαιρία να παρευρεθούν.

Η Αγρυπνία θα αρχίσει στις 8:00 μ.μ και θα ολοκληρωθεί γύρω στις 1:00 π.μ

Κατά την διάρκεια της Αγρυπνίας θα τεθούν για προσκύνηση εκτός από την Εικόνα της Μεταμορφώσεως και τα ιερά Λείψανα του Αγίου Νικηφόρου του Λεπρού για πνευματική ενίσχυση και ευλογία των πιστών στις δύσκολες αυτές μέρες που διανύει η ανθρωπότητα.

Ἀνακοίνωση Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου γιὰ τὶς θερινὲς διακοπὲς 2021

Ἡ Ἱερὰ Μητρόπολις Μόρφου πληροφορεῖ τὸ κοινὸ ὅτι τὰ Γραφεῖα τῆς Μητροπόλεως στὴν Εὐρύχου  θὰ εἶναι κλειστά ἀπὸ τὴν 1η μέχρι καὶ τὴν 22α Αὐγούστου 2021, λόγῳ θερινῶν διακοπῶν τοῦ προσωπικοῦ.  Γιὰ τὴν ἔκδοση Ἀδειῶν Γάμου καὶ Πιστοποιητικῶν, θὰ γίνει ἐξυπηρέτηση μόνο στὸ Γραφεῖο τῆς Μητροπόλεως στὴν Εὐρύχου τὴ 2α, τὴν 9η καὶ τὴ 16η Αὐγούστου 2021 ἀπὸ τὶς  8:30 π.μ. μέχρι 1:00 μ.μ.

Ἀκολουθία προεόρτιος τῆς προελεύσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ,

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ

Τῇ λα´ τοῦ μηνὸς Ἰουλίου

Ἀκολουθία προεόρτιος τῆς προελεύσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ,

ποίημα Γεωργίου, ἐπισκόπου Νικομηδείας,

τὸ πρῶτον ἐνταῦθα ἐκδιδομένη ἐκ τοῦ κώδικος

Σιναϊτικοῦ ἑλληνικοῦ 632 (11ου αἰ.), φφ. 199v-202v.

Κοντάκιον.  Ἦχος δ΄. Ἐπεφάνης σήμερον.

πεφάνη σήμερον, Σταυρὸς ὁ μέγας, καὶ φωτὸς ἐπλήρωσε, πᾶσαν τὴν κτίσιν ἀστραπαῖς, τοῦ ἐν αὐτῷ τανυθέντος Χριστοῦ· ὃν προσκυνοῦντες, πιστῶς ἀσπασώμεθα.

Στιχηρὰ προσόμοια. Ἦχος δ΄. Ἔδωκας σημείωσιν.

λαμψε λαμπρότητι, θαυμάτων ὑπὲρ τὸν ἥλιον, ὁ τρισόλβιος τύπος Σταυροῦ, δι’ ὧν κατελάμπρυνε, τῇ αὐτοῦ προόδῳ, τὴν σύμπασαν κτίσιν, σκότος ἐλαύνων τῶν παθῶν, τῶν νοσημάτων λύων κατήφειαν, καθαίρων ἁμαρτήματα, τὴν εὐρωστίαν δωρούμενος, καὶ πιστοῖς παρεχόμενος, σωτηρίαν αἰώνιον.

φανον τοῖς πέρασιν, αἱ ἀστραπαὶ τῆς δυνάμεως, παραδόξως τοῦ θείου Σταυροῦ, τὸ σκότος διώκουσαι, τῆς πολυθεΐας, καὶ θεογνωσίας ἐξανατέλλουσαι τὸ φῶς, ἀθανασίας σέλας πυρσεύουσαι, ζωῆς αὐγὰς προχέουσαι, πᾶσιν εἰρήνην βραβεύουσαι, εὐλογίαν παρέχουσαι, καὶ χαρὰν καταγγέλλουσαι.

δωκας τῇ πόλει σου, τεῖχος Χριστὲ καὶ ὀχύρωμα, τοῦ Σταυροῦ σου τὸ τρόπαιον, Ἐκκλησίας στήριγμα, σθένος ἱερεῦσι, οἰκίαις σφραγίδα, λαοῖς φρουρὸν καὶ βοηθόν, τοῖς Βασιλεῦσιν ὅπλον ἀήττητον, τοῖς πλέουσι κυβέρνησιν, ὁδοιποροῦσιν εὐθύτητα, θλιβομένοις ἀνάψυξιν, καὶ ζωὴν τοῖς ὑμνοῦσί σε.

Εἰς τὸν Ὄρθρον.

Κανὼν Προεόρτιος, οὗ ἡ ἀκροστιχίς·

«Σταυρῷ γεγηθώς, ἐξᾴδω θεῖον μέλος», ἐν δὲ τοῖς θεοτοκίοις· «Γεωργίου».

ᾨδὴ α´. Ἦχος δ´. Ἀνοίξω τὸ στόμα μου.

Σταυροῦ προσκυνήσιμος, ἡμέρα πάρεστι σήμερον, ἐν ᾗ ἁγιάζονται, ψυχαὶ καὶ σώματα, καὶ σφραγίζονται, οἰκίαι καὶ καρδίαι, τῶν πιστῶν στηρίζονται· δεῦτε συνδράμωμεν.

Τὸ Ξύλον τὸ πάντιμον, τιμῆς ἁπάσης τὸ πρόξενον, τιμήσωμεν σήμερον, καὶ μακαρίσωμεν· ἁγιάζει γάρ, τοὺς πίστει προσιόντας, ἐλαύνει νοσήματα, διώκει δαίμονας.

ψώσωμεν Κύριον, καὶ τὸ αὐτοῦ προσκυνήσωμεν, θεῖον ὑποπόδιον, δι’ οὗ ὑψώθημεν, πρὸς οὐράνια, καὶ τῆς χαμαιζηλίας, τὰς φρένας ἐπάρωμεν, τοῦτον δεχόμενοι.

Θεοτοκίον

Γνωστὸν τὸ τῆς βρώσεως, ξύλον ἐκέκλητο πρότερον, ἐν ᾧ κατεκρίθημεν, καλοῦ τε καὶ πονηροῦ· ὁ Σταυρὸς δὲ νῦν, τοῦ σοῦ Υἱοῦ Παρθένε, δι’ οὗ ἐζωώθημεν, ξύλον ὁρᾶται ζωῆς.

δὴ γ΄. Τοὺς σοὺς ὑμνολόγους, Θεοτόκε.

άβδῳ δυναστείας σου τῆς θείας, ἐῤῥύσω τὸν πάλαι Ἰσραήλ, Σταυρῷ δὲ τῷ τιμίῳ σου, λαὸν τὸν νέον ἔσωσας, ὃν ἁγιάζει σήμερον, ἐν τούτῳ Σῶτερ καυχώμενοι.

ς θεῖον κειμήλιον καὶ πλοῦτον, ζωῆς τὸν σωτήριον Σταυρόν, ἐν οἴκοις εἰσδεξώμεθα, ψυχαῖς εἰσοικισώμεθα, σημειωθῶμεν σώμασιν, καὶ εὐφρανθῶμεν ἐν Πνεύματι.

Γνωστὸν τὸ σὸν ἔλεος γενέσθω, διὰ τοῦ τιμίου Σου Σταυροῦ, ἐν ἡμῖν τοῖς γινώσκουσιν, Θεόν σε καὶ Δεσπότην Χριστέ, καὶ τὴν αὐτοῦ ἐν Πνεύματι, νῦν προπομπὴν ἑορτάζουσιν.

Θεοτοκίον

κ σοῦ τῆς Ἁγνῆς Χριστὸς βλαστήσας, ἡ ἄμπελος ἡ ἀληθινή, γλεῦκος ζωῆς ἀνέβλυσεν, ἐφηπλωμένος Ξύλῳ Σταυροῦ, καὶ ἀμβροσίας ἔδειξε, μετόχους τοὺς σὲ γεραίροντας.

ᾨδὴ δ΄. Τὴν ἀνεξιχνίαστον.

πὶ τὴν οὐράνιον τρίβον ἡμᾶς, πλέοντας τοῦ βίου τὴν θάλασσαν, ἴθυνον Σῶτερ, τῷ ἰστίῳ τοῦ Σταυροῦ, αὔραις ταῖς τοῦ Πνεύματος, τοὺς αὐτὸν τιμῶντας ὡς ξύλον ζωῆς.

Γνώσεως τῆς κρείττονος διὰ Σταυροῦ, καὶ σωτηρίας ἐτύχομεν, τῆς ἀγνωσίας, λυτρωθέντες καὶ φθορᾶς, δι’ οὗ καὶ νῦν ῥυσθείημεν, νόσων, συμφορῶν, ἀναγκῶν καὶ παθῶν.

Θαύμασιν ἐφαίδρυνας σοῦ τὸν Σταυρόν, καὶ ταῖς ἐνεργείαις ἐδόξασας, τῶν ἰαμάτων. Καὶ νῦν, Σῶτερ, δι’ αὐτοῦ, ὡς ἀγαθὸς θαυμάστωσον, ἐπὶ τοὺς πιστοὺς τὰ ἐλέη σου.

Θεοτοκίον

ς Θεοῦ λοχεύτρια ῥῦσαι ἡμᾶς, ῥάβδῳ πρεσβειῶν ἐκ χειρὸς ἐχθρῶν, ἐγκαυχωμένους τῷ Σταυρῷ τοῦ σοῦ Υἱοῦ, καὶ τοῦτον Κόρη φύλακα, ἐπιγραφομένους σωτήριον.

ᾨδὴ ε΄. Ἐξέστη τὰ σύμπαντα.

ς ὅπλον ἀήττητον, λαχόντες καὶ κραταίωμα, Χριστοῦ τὸν Σταυρὸν ἀεὶ πλουτοῦμεν, πόλεων τεῖχος, οἴκων ἑδραίωμα, σκέπην οἰκητόρων καὶ ἐχθρῶν, πάντων ἀμυντήριον, καὶ ζωῆς φυλακτήριον.

Συνήθως προέρχεται, Σταυρὸς ὁ πανσεβάσμιος, πόλιν καὶ λαὸν καθαγιάσαι, οἴκους φυλάξαι, νίκας βραβεῦσαι πιστοῖς, χάριν παρασχεῖν καὶ φωτισμόν· πάντες οὖν συνδράμωμεν, τοῦτον ὑποδεξόμενοι.

λύθη τὰ σύμβολα, ἐπαύθη τὰ αἰνίγματα, ἤνθησεν ἡ Χάρις ἐπεφάνη, τὸ φῶς ἐν κόσμῳ, διὰ τοῦ θείου Σταυροῦ, δέδοται χαρίσματα πιστοῖς, ἥπλωται τὰ θαύματα, καὶ πηγάζει τὰ κρείττονα.

Θεοτοκίον

υσθέντες χειρώσεως, τοῦ ᾅδου νῦν γεγόναμεν, μέτοχοι ζωῆς ἀκαταλύτου, Σταυρῷ καὶ πάθει, τοῦ σοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ, σέβοντες Μητέρα σε ζωῆς, οἱ τὴν θείαν πρόοδον, τοῦ Σταυροῦ ἑορτάζοντες.

ᾨδὴ Ϛ ΄. Τὴν θείαν ταύτην καὶ πάντιμον.

παύθη πλάνη παγέντος Σταυροῦ, ἐλύθη λύπη ἔχθρα ἀνῄρηται· προερχομένου δὲ νῦν, κτίσις κροτεῖ, κόσμος χαίρει χαρᾷ, στῖφος θρηνεῖ δαιμόνων, ἀγγέλων μέλπει πληθύς.

Ξενίζει φρένας καὶ νοῦν ἐξιστᾷ, τὸ ξένον τοῦ Σταυροῦ σου μυστήριον, ξύλον ὁρώμενον, φλέγει δαιμόνων τὰς φάλαγγας, καὶ παύει πάντα πόνον, Σῶτερ δυνάμει τῇ σῇ.

δὰμ τοῦ ᾅδου λελύτρωται, ἡ Εὔα τῆς ἀρᾶς ἠλευθέρωται, κόσμος πεφώτισται, ἀὴρ καὶ γῆ καθηγίασται, τῇ τοῦ Σταυροῦ δυνάμει, καὶ πάντα γέγηθε.

Θεοτοκίον

Γνωστοὶ Θεῷ γεγονότες ἐν σοί, ὑψοῦμεν τὸν Υἱόν σου καὶ Κύριον, καὶ προσκυνοῦμεν Ἁγνή, ὑποποδίῳ τῶν τούτου ποδῶν· ἅγιον γὰρ ὑπάρχει, ξύλον τοῦ θείου Σταυροῦ.

ᾨδὴ ζ΄. Οὐκ ἐλάτρευσαν τῇ κτίσει.

ς ζωῆς ξύλῳ Σταυρῷ Χριστοῦ προσέλθωμεν, ἐπερειδόμενοι, καὶ ἀντεχόμενοι νῦν, ἀσφαλοῦς ὡς φύλακος, τούτου καὶ μέλποντες· παντευλόγητον, Ξύλον ἡμᾶς εὐλόγησον, ἁγιάζον καὶ φωτίζον.

κκλησίας συγκροτεῖ, πόλεις τειχίζεται, Σταυρὸς ὁ πάντιμος, χώρας τηρεῖ ἀβλαβεῖς, οἰκίας σφραγίζει δέ, κατατροπούμενος, σθένει Πνεύματος, ἐχθρὸν τὸν ὀλοθρεύοντα, καὶ φρουρεῖ τοὺς ἐνοικοῦντας.

ερεῖς καὶ βασιλεῖς, κριταὶ καὶ ἄρχοντες, νῦν συναγάλλονται, καὶ γένος ἅπαν βροτῶν, πανέορτον ἄγοντες χαρὰν εὐφρόσυνον, τῇ Προόδῳ σου, Σταυρὲ δι’ οὖ βραβεύεται, ἀγαθῶν ἅπασα δόσις.

Θεοτοκίον

ερᾶς φυλῆς ἐβλάστησας βασίλειος, ῥίζα Θεόνυμφε, τὸν βασιλέα Χριστόν, ἀνίκμως ἀνθήσασα, πάντας ῥυσάμενον, τῆς χειρώσεως, τοῦ τυραννοῦντος αἵματι, καὶ Σταυρῷ αὐτοῦ τιμίῳ.

ᾨδὴ η΄Παίδας εὐαγεῖς ἐν τῇ καμίνῳ.

 λόγος Σταυροῦ τοῦ σεβασμίου, τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστίν, ἐν τοῖς σῳζομένοις δέ, δύναμις Θεοῦ ἐστίν, δι’ οὗ ἡμεῖς σεσώσμεθα, ἐν ᾧ καυχώμεθα, παρ’ οὖ τὴν εὐλογίαν αἰτοῦμεν, καὶ τὴν σωτηρίαν, τρυγῶμεν εἰς αἰῶνας.

Νῦν ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως, ἐν κόσμῳ περιπατῆσαι ἐπειχθείημεν, λάμπουσαν θεώμενοι, τοῦ Σταυροῦ τὴν δύναμιν, τὸν ζόφον ἀπελαύνουσαν, τῆς ματαιότητος, τὸ κάλλος τῆς ἁγνείας ποθοῦσαν, καὶ τῆς εὐσεβείας, τὸ κλέος συγκροτοῦσαν.

Μέγας ὁ Σταυρὸς ταῖς ἐνεργείαις, ἐστὶν εἰ καὶ σμικρὸς τῇ λέξει δείκνυται· λάμπει γὰρ τοῖς θαύμασιν, φαίνει τοῖς χαρίσμασιν, ἀστράπτει ταῖς λαμπρότησι τῶν θεαυγῶν ἀρετῶν, πλουτεῖ τῶν ἰαμάτων τὴν χάριν, καὶ καταφαιδρύνει ψυχὰς τῶν εὐσεβούντων.

Θεοτοκίον

τι προετύπου σου τὸν τόκον, ἡ ἄνυδρος πέτρα ὕδωρ ἔβλυσε, πρὶν ἣν Μωσῆς Θεόνυμφε, ῥάβδῳ δὶς ἐπάταξεν, ὅτε Σταυροῦ τὴν δύναμιν ὑπεζωγράφησεν· ἀσπόρως γὰρ καὶ σὺ συλλαμβάνεις, καὶ σεσαρκωμένον, Θεὸν ἀφθόρως τίκτεις.

ᾨδὴ θ΄Ἅπας γηγενής.

Λάμπει ὁ Σταυρός, φαιδρὸς ὑπὲρ ἥλιον, θεουργικαῖς ἀστραπαῖς, λύει τὰ νοσήματα, ἐλαύνει πάθη, φωταγωγεῖ τὰς ψυχάς, καταλαμπρύνει σώματα, φλέγει τοὺς δαίμονας, Ἐκκλησίας φαιδρύνει τὸ πλήρωμα, καὶ φωτίζει τοὺς πίστει τιμῶντας αὐτόν.

λην τὴν αὐγήν, πλουτήσας τοῦ Πνεύματος, ὅλην τὴν κτίσιν πληροῖ· πᾶσαν ἡλικίαν γὰρ, πᾶσαν ἀξίαν, καὶ πᾶσαν φύσιν φρουρεῖ, Σταυρὸς ὁ τρισμακάριστος, ἀμάχῳ σθένει Χριστοῦ, πᾶσαν πόλιν καὶ χώραν λυτρούμενος, ἐκ λιμοῦ καὶ λοιμοῦ καὶ σεισμοῦ καὶ φθορᾶς.

Σβέσον πῦρ παθῶν, στῆσον ῥοῦν κακώσεως, παῦσον ὀδύνας ψυχῶν, θραῦσον θράση βάρβαρα, βράβευσον νίκας τοῖς βασιλεῦσι Χριστέ, τὰς Ἐκκλησίας στήριξον, τὰς πόλεις τείχισον, πᾶσαν χώραν, τήρησον ἀλώβητον, τοῦ Σταυροῦ τῇ δυνάμει καὶ σῶσον ἡμᾶς.

Θεοτοκίον

ψωσον λαόν, ὑψοῦντα τὸν Κύριον, ὃν ἐσωμάτωσας, μόνη Μητροπάρθενε, καὶ προσκυνοῦντα τῷ τῶν ποδῶν αὐτοῦ, ὑποποδίῳ σήμερον, καὶ τὴν ἑόρτιον, ἐκτελοῦντα, τοῦ Σταυροῦ πανήγυριν, καὶ πιστῶς ἐν ᾠδαῖς σε γεραίροντα.

Ἀπὸ τὸ προσωπεῖο στὴ μάσκα, ἀπὸ τὴ μάσκα στὸ φίμωτρο (3.8.2020)

Κήρυγμα Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου τὴ Δευτέρα 3 Αὐγούστου, 2020 στὴ Θεία Λειτουργία ποὺ τελέσθηκε στὸν ἱερὸ ναὸ Ἁγίου Γεωργίου Ἅλωνας τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου. Μετὰ τὸ πέρας τῆς Λειτουργίας τελέστηκε τὸ μνημόσυνο τοῦ μακαριστοῦ πατρὸς ἀρχιμ. Σάββα Ἀχιλλέως (†3 Αὐγ. 2016), ὁ ὁποῖος κατάγεται ἀπὸ τὸ χωριὸ Ἄλωνα.

Ψάλλει ὁ Πρωτοψάλτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου κ. Μάριος Ἀντωνίου.

Εκκλησιαστική αρχιτεκτονική (13ος – 20ος αιώνας)

Εικόνα 1: Άγιος Μάμας, Μόρφου. Άποψη από βορειοδυτικά. (Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου, 1957)

Εικόνα 1: Άγιος Μάμας, Μόρφου. Άποψη από βορειοδυτικά. (Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου, 1957)

Του Διομήδη Μυριανθέα, Αρχιτέκτονα*

Η εκκλησιαστική αρχιτεκτονική κατά την περίοδο από τον 13ο έως και τον 20ο αιώνα στη μητροπολιτική περιφέρεια Μόρφου, περιλαμβάνει ένα μεγάλο αριθμό ναών με μεγάλη ποικιλία τύπων. Είναι προφανές ότι η παρουσίαση ενός τόσο μεγάλου αριθμού ναών στα πλαίσια αυτής της γενικού ενδιαφέροντος παρουσίασης, δε θα μπορούσε να ήταν πλήρης και αναλυτική. Ιδιαίτερα προβλήματα, λόγω έλλειψης επαρκών στοιχείων, υπάρχουν στην παρουσίαση ναών των κατεχομένων κοινοτήτων.

Η κατάταξη και παρουσίαση έγινε με βάση τυπολογικά χαρακτηριστικά των ναών, όπως αυτά εντοπίζονται στις υπό εξέταση περιόδους (13ος – τέλη 19ου-20ου). Στο πρώτο τμήμα (Φραγκοκρατία μέχρι τα τέλη της Τουρκοκρατίας) παρουσιάζονται οι σχετικά περιορισμένοι σε αριθμό καμαροσκεπείς και τρουλλαίοι ναοί καθώς και η μεγάλη ομάδα των ξυλόστεγων. Στη συνέχεια, στο δεύτερο τμήμα (περίοδος από τα τέλη της Τουρκοκρατίας μέχρι τις πρώτες δεκαετίες της Αγγλοκρατίας) παρουσιάζεται ο ιδιαίτερος τύπους που εμφανίζεται αυτή την εποχή, της μονόκλιτης καμαροσκέπαστης βασιλικής με σταυροθόλια όπως ο τύπος μερικών απλούστερων μονόκλιτων ναών με ξύλινη στέγη. Παρατίθενται επίσης οι περιορισμένοι σε αριθμό ναοί της δεκαετίας του 1930 με τους οποίους γίνεται επαναφορά, στη σύγχρονη εποχή, του τύπου του τρουλλαίου ναού.

Σχ. 1

1. Από τη Φραγκοκρατία στην Τουρκοκρατία Καμαροσκέπαστοι και Τρουλλαίοι Ναοί.

Αναμφίβολα το σημαντικότερο μνημείο της περιόδου αυτής είναι ο ναός του Αγίου Μάμαντος στη Μόρφου που χρονολογείται στις αρχές του 16ου αιώνα. Ανήκεις τον φραγκοβυζαντινό τύπο που συνδυάζει στοιχεία της βυζαντινής (όπως ο τρούλλος) και της γοτθικής αρχιτεκτονικής (όπως το οξυκόρυφο τόξο). Το είδος αυτό που δημιουργήθηκε κατά τον 14ο αιώνα δεν είχε μεγάλη εξάπλωση στην Κύπρο και ο αριθμός των μνημείων που σώζονται είναι περιορισμένος.

Ο ναός ανήκει στον τύπο της τρίκλιτης βασιλικής μετά τρούλλου (Σχ. 1). Τα κλίτη χωρίζονται από δυο κιονοστοιχίες με πέντε κίονες η κάθε μία. Οι κίονες είναι κατασκευασμένοι από πωρόλιθο και φέρουν κιονόκρανα ψευδογοτθικού τύπου και τοξοστοιχία με ημικυκλικά τόξα. Τα τρία κλίτη καλύπτονται από οξυκόρυφες καμάρες. Το μεσαίο κλίτος είναι φαρδύτερο από τα ακραία και φέρει τρούλλο στο ανατολικό του τμήμα. Η αψίδα του ιερού είναι ημικυκλική και έχει πλάτος όσο και το κεντρικό κλίτος του ναού. Στα τέλη του 19ου αιώνα προστέθηκε το κωδωνοστάσιο, στη ΒΑ γωνία του και στοές στη βόρεια και δυτική πλευρά του.

Πάνω: Σχ. 2 και Κάτω: Σχ.3

Ο σημερινός ναός είναι κτισμένος επί των ερειπίων δύο παλαιοχριστιανικών βασιλικών και ενός βυζαντινού ναού και ήταν το καθολικό (ο κυρίως ναός) ομώνυμου μοναστηρίου. Η παράδοση αναφέρει ότι το μοναστήρι κτίστηκε επί των θεμελίων ειδωλολατρικού ναού της Αφροδίτης. Πότε ακριβώς ιδρύθηκε η μονή είναι άγνωστο. Για τη μορφή που αυτή είχε κατά τον 18ο αιώνα πολύ σημαντική είναι η περιγραφή και ιδιαίτερα το σχεδίασμα του Ρώσου μοναχού Βασίλειου Μπάρσκυ ο οποίος επισκέφθηκε τη μονή δύο φορές, το 1727 και το 1735. Η μονή φαίνεται ότι ήταν σε λειτουργία μέχρι και το 18ο αιώνα.

Εκτός από το ναό του Αγίου Μάμαντος, οι μοναδικοί τρουλλαίοι ναοί στη μητροπολιτική περιφέρεια Μόρφου, είναι ο ναός του Αγίου Βασιλείου στην Πέτρα και του Αγίου Νικολάου στην Ορούντα. Ο Άγιος Βασίλειος είναι κτίσμα του 14ου αιώνα και κατά την Τουρκοκρατία είχε μετατραπεί σε τζαμί. Ο Άγιος Νικόλαος είναι το καθολικό μικρής μονής κοντά στην Ορούντα. Πρόκεται για μικρών διαστάσεων ναό στον τύπο του μονόχωρου με τρούλλο, με προεξέχουσα ημικυκλική αψίδα ιερού στα ανατολικά (Σχ. 2). Έχει εξωτερικές διαστάσεις κάτοψης 6,70 x10,60 μ. χωρίς την αψίδα. Έχει δύο εισόδους στο βόρειο και δυτικό τοίχο. Ο σχετικά μεγάλων διαστάσεων τρούλλος εδράζεται στο βόρειο και νότιο τοίχο και σε δύο εγκάρσια οξυκόρυφα τόξα στην ανατολική και δυτική πλευρά του. Τα εγκάρσια τόξα υποστηρίζονται από εξωτερικές αντιρρίδες κατά τα γοτθικά πρότυπα.

Εικόνα 2: Άγιος Γεώργιος, Ποτάμι. Λεπτομέρεια γείσου.

Ο ναός με βάση τα μορφολογικά του στοιχεία, όπως το λιθανάγλυφο λιοντάρι του Αγίου Μάρκου πάνω από τη δυτική είσοδο, χρονολογείται στο πρώτο μισό του 16ου αιώνα.

Λίγοι αλλά σημαντικοί είναι οι καμαροσκέπαστοι ναοί της Ενετοκρατίας. Ιδιαίτερα αξιόλογο μνημείο της κατηγορίας αυτής είναι ο ναός του Αγίου Γεωργίου στο Ποτάμι, κτίσμα του 16ου αιώνα. Πρόκειται για μονόχωρο ναό ορθογωνικής κάτοψης με τρίπλευρη αψίδα ιερού (Σχ. 3). Έχει γενικές εξωτερικές διαστάσεις 7,75 x15,75 μ. χωρίς την αψίδα. Ο ναός είναι εξ ολοκλήρου κτισμένος από λαξευτούς ορθογωνικούς πωρόλιθους και παρουσιάζει μεγάλη κανονικότητα και κατασκευαστική ακρίβεια.

Εικόνα 3: Άγιος Γεώργιος, Ποτάμι. Άποψη από νοτιοανατολικά.

Έχει τρεις εισόδους στο βόρειο, νότιο και δυτικό τοίχο, ένα μόνο παράθυρο στο ιερό και δύο μικρούς κυκλικούς φωταγωγούς στα αετώματα του ανατολικού και δυτικού τοίχου. Η καμάρα είναι οξυκόρυφη και εδράζεται σε μεγάλου πάχους (1,30 μ.) τοίχους. Ενισχύεται με δύο οξυκόρυφα σφενδόνια τα οποία καταλήγουν σε παραστάδες. Αξιόλογα διακοσμητικά στοιχεία παρατηρούνται στο περιθύρωμα της βόρειας (κύριας) εισόδου με τις λαξευτές νευρώσεις, στο παράθυρο του ιερού και στο γείσο που υπάρχει στη βόρεια, ανατολική και νότια πλευρά, το οποίο φέρει διακόσμηση σπειρομαιάνδρου.

Εικόνα 4: Αγία Βαρβάρα, Περιστερώνα. Άποψη από βορειοανατολικά

Μονόχωρος καμαροσκέπαστος είναι επίσης ο ναός της Αγίας Βαρβάρας, του 16ου αιώνα, στην Περιστερώνα. Ο ναός είναι μικρών διαστάσεων 5,56 x7,40 μ. εξωτερικά, εκτός της τρίπλευρης αψίδας του ιερού (Σχ. 4).

Σχ. 4

Ο ναός είναι κτισμένος με ορθογώνιους λαξευτούς πωρόλιθους όπως φαίνεται τοπικά κάτω από νεώτερα επιχρίσματα. Η καμάρα είναι οξυκόρυφη και φέρεται από ένα τόξο το οποίο στηρίζεται σε κιλλίβαντες στο βόρειο και νότιο τοίχο. Ο ναός έχει δύο εισόδους, στο βόρειο και δυτικό τοίχο, ένα μικρό παράθυρο στο ιερό και δύο στα αετώματα. Μοναδικό διακοσμητικό στοιχείο είναι το λαξευτό περιμετρικό γείσο.

Στην Αυλώνα σώζονται δύο άλλοι μικροί καμαροσκέπαστοι ναοί αυτής της περιόδου, η Αγία Μαρίνα του 16ου αιώνα και ο Άγιος Γεώργιος του 1535. Στον 16ο αιώνα χρονολογείται και το νότιο κλίτος του δίκλιτου καμαροσκέπαστου ναού του Αγίου Γεωργίου στο Καλό Χωριό Μόρφου (Καπούτι).

Εικόνα 5: Παναγία, Κάτω Κουτραφά. Άποψη από νοτιοανατολικά

Ο ίδιος τύπος του μονόχωρου καμαροσκέπαστου ναού χρησιμοποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό και κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Στον τύπο αυτό ανήκουν οι ναοί των Αγίων Ανδρονίκου και Αθανασίας στο Αργάκι, ο Απόστολος Λουκάς στην Κοράκου, 1697, η Παναγία στον Κουτραφά του 18ου αιώνα, η Παναγία Ακεντού στη Λεύκα, ο Άγιος Αντώνιος στο Μάσσαρι, οι Άγιοι Σέργιος και Βάκχος στην Πεντάγια, ο Άγιος Γεώργιος στο Πραστειό του τέλους του 18ου αιώνα, ο Άγιος Νικόλαος στο Πραστειό του 1828, ο Άγιος Γεώργιος στη Φλάσου του 18ου αιώνα και ο Άγιος Αντώνιος στην Περιστερώνα ίσως του 19ου αιώνα. Την ίδια περίοδο κτίστηκε και η Παναγία Κουσουλιά έξω από τη Φλάσου. Ο ναός υπήρξε καθολικό μικρής μονής κατά το 18ο αιώνα. Άγνωστο είναι πότε ιδρύθηκε η μονή αυτή, πότε και για ποιο λόγο εγκαταλείφθηκε. Στα 1818 ανακατασκευάστηκε πλήρως ο ναός της Παναγίας Χρυσελεούσας στην Κατωκοπιά.

Εικόνα 6: Αγία Ειρήνη. Λαϊκότροπες μορφές και γεωμετρικά σχήματα με επιγραφή και χρονολογία επισκευής στο σανίδωμα της εσωτερικής στέγης

Ξυλόστεγοι Ναοί

Μία πολύ σημαντική κατηγορία που συναντάται σε μεγάλη έκταση στη μητροπολιτική περιφέρεια Μόρφου είναι αυτή των ξυλόστεγων ναών. Το παλαιότερο χρονολογημένο παράδειγμα ναού αυτού του τύπου είναι ο ναός της Παναγίας στο Μουτουλλά του 1280. Ο τύπος αυτός βρίσκεται σε πλήρη ανάπτυξη στην περίοδο από το 15ο έως το 19ο αιώνα. Είναι διαδεδομένος κατά κύριο λόγο στην οροσειρά και στις παρυφές του Τροόδους και δεν συναντάται πουθενά αλλού εκτός από τον κυπριακό χώρο. Στη μητροπολιτική περιφέρεια Μόρφου ανήκουν σήμερα περισσότεροι από τους μισούς ξυλόστεγους ναούς ολόκληρης της Κύπρου.

Το κυρίαρχο και ιδιαίτερα χαρακτηριστικό στοιχείο του τύπου αυτού είναι η διπλή (εσωτερική και εξωτερική), δίριχτη και ιδιαίτερα επικλινής ξύλινη στέγη. Ο μοναδικός αυτός τύπος στέγασης αποτελείται από την εσωτερική στέγη η οποία έχει τις εσωτερικές κεκλιμένες δοκούς και το σανίδωμα και την εξωτερική η οποία έχει τις εξωτερικές κεκλιμένες δοκούς και φέρει τα ορθογώνια, πλακοειδούς μορφής αγκιστρωτά κεραμίδια. Οι εσωτερικές κεκλιμένες δοκοί εδράζονται στις μαντωσιές της εσωτερικής παρειάς του βόρειου και νότιου τοίχου.

Οι εξωτερικές κεκλιμένες δοκοί στηρίζονται στις μαντωσιές της εξωτερικής παρειάς των τοίχων και προεξέχουν από αυτούς έως και 50 εκ. για προστασία τους από τις καιρικές συνθήκες. Οι εσωτερικές και οι εξωτερικές κεκλιμένες δοκοί συνδέονται στην κορυφή της στέγης με την ίδια κατά μήκος δοκό (καρίνα). Οι μαντωσιές στο πάνω μέρος του βόρειου και νότιου τοίχου συνδέονται μεταξύ τους με τα εγκάρσια οριζόντια δοκάρια (σταυρώματα) δίνοντας έτσι ακαμψία στη στέγη.

Εικόνα 7: Παναγία Μουτουλλάς. (Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου, 1951)

Οι στέγες καλύπτουν είτε τον κυρίως ναό μόνο, είτε προεκτείνονται στα ανατολικά για να καλύψουν και την ελεύθερη αψίδα του ιερού. Στην περίπτωση αυτή η στέγη υποστηρίζεται με ξύλινα υποστυλώματα (Σταυρός στην Αγία Ειρήνη Κανναβιών) ή με κτιστούς πεσσούς (Αγία Ειρήνη στα Καννάβια) ή με προέκταση των τοίχων στα ανατολικά (Θεοτόκος στη Γαλάτα) ή με κεκλιμένες δοκούς που στηρίζονται στον ανατολικό τοίχο (Αγία Μαρίνα στον Πεδουλά).

Οι κλιματολογικές συνθήκες των ορεινών περιοχών, η άφθονη ξυλεία των δασών άλλα και η απουσία ασβέστη από την περιοχή (που θα επέτρεπε την ανοικοδόμηση καμαροσκέπαστων και τρουλλαίων ναών) ήταν οι προφανείς και βασικοί λόγοι για τη δημιουργία και ανάπτυξη αυτού του τύπου στέγασης των ναών.

Ο τρόπος δόμησης της τοιχοποιίας των ναών αυτών είναι απλός. Χρησιμοποιούνται πάντοτε τοπικοί λίθοι συνήθως ακανόνιστου σχήματος και σκληροί που δεν επιδέχονται λάξευση. Έτσι γίνεται συμπλήρωση των ακανόνιστων αρμών με χαλικώματα από πέτρα. Το κτίσιμο γίνεται σχεδόν πάντα με συνδετικό κονίαμα από λάσπη. Σπανιότερα γίνεται τοιχοποιία από ωμές πλίνθους (Άγιος Σωζόμενος, Άγιος Γεώργιος και Αρχάγγελος στη Γαλάτα). Διακοσμητικά στοιχεία στις εξωτερικές επιφάνειες των τοιχοποιιών είναι πολύ σπάνια. Περιορισμένης έκτασης διακοσμητικό μοτίβο από οπτόπλινθους σε σχήμα ιχθυάκανθας υπάρχει στην Αγία Παρασκευή και στον Άγιο Σωζόμενο στη Γαλάτα και στον Άγιο Ανδρόνικο στον Καλοπαναγιώτη.

Εικόνα 8: Άγιος Σωζόμενος, Γαλάτα. Το υπέρθυρο της δυτικής θύρας

Ένα άλλο βασικό χαρακτηριστικό των ναών αυτών είναι ο περιορισμένος αριθμός ανοιγμάτων. Ο αριθμός των θυρών όπως και η θέση τους δεν είναι ίδια σε όλους τους ναούς. Έχουν άμεση σχέση με το μέγεθος του ναού αλλά και με τη διαμόρφωση του εδάφους εξωτερικά. Μικρού μεγέθους ναοί έχουν μία μόνο θύρα (Προφήτης Ηλίας και Αγία Παρασκευή στις Τρεις Ελιές, Άγιοι Σέργιος και Βάκχος στον Καλοπαναγιώτη). Στους περισσότερους ναούς υπάρχουν δύο θύρες, μία στο δυτικό και μία στο βόρειο ή νότιο. Σε λίγες περιπτώσεις υπάρχουν τρεις θύρες, στο βόρειο, νότιο και δυτικό τοίχο (Άγιος Σωζόμενος, Παναγία Ποδίθου στην Γαλάτα, Άγιος Κυριακός στον Κάμπο, Αρχάγγελος στον Πεδουλά και Σταυρός Αγιασμάτι στην Πλατανιστάσα). Η δυτική θύρα είναι πάντα αξονικά τοποθετημένη, με εξαίρεση τις νεώτερες θύρες στο ναό της Μεταμορφώσεως στο Μουτουλλά και στον Άγιο Αντώνιο στα Σπήλια οι οποίες είναι τοποθετημένες πλησιέστερα προς τη ΒΔ γωνία τους.

Εικόνα 9: Άγιος Γεώργιος, Λαγουδερά. Η νότια όψη

Τα ανοίγματα των θυρών είναι συνήθως ορθογώνια, τα ανώφλια τους είναι ξύλινα και οι θύρες ξύλινες δίφυλλες. Σε νέωτερες φάσεις των ναών ή στους νεώτερους ναούς παρουσιάζονται θύρες με τοξωτό ημικυκλικό άνοιγμα (Άγιος Γεώργιος στην Άλωνα), συνηθέστερα με οξυκόρυφο τόξο (Παναγία στο Κούρδαλι, Θεοτόκος στα Καννάβια, Άγιος Γεώργιος στα Λαγουδερά, κ.λ.π.) ή με χαμηλωμένο τόξο (Θεοσκέπαστη στον Καλοπαναγιώτη, Άγιος Μάμας στον Ξυλιάτο κ.λ.π.). Τα πλαίσια και τα τόξα των θυρών είναι είτε από οπτόπλινθους, είτε από λαξευτούς λίθους. Σε λίγες περιπτώσεις τα θυρώματα φέρουν γλυπτό διάκοσμο (Άγιος Γεώργιος στην Άλωνα, Αρχάγγελος Μιχαήλ στην Πλατανιστάσα, κ.λ.π.).

Εικόνα 10: Παναγία, Τρείς Ελιές. Γύψινος κυκλικός φεγγίτης δυτικού τοίχου

Η κατασκευή παραθύρων στην αρχική φάση των ναών είναι πολύ σπάνια (Σταυρός Παλαιομύλου). Τα παράθυρα που έχουν σήμερα οι περισσότεροι από τους ναούς αυτούς, στο βόρειο και νότιο τοίχο τους, είναι όλα νεώτερα. Αντιθέτως συνήθης είναι η παρουσία μικρών ορθογωνικών φεγγιτών στα αετώματα του ανατολικού παραθύρου στην αψίδα του ιερού. Σπανιώτερα υπάρχουν κυκλικοί φεγγίτες (Παναγία στις Τρεις Ελιές). Αυτοί έχουν ξύλινα ή γύψινα διαφράγματα. Τα μικρά αυτά ανοίγματα ήταν τα μόνα που χρησιμοποιούνταν για αερισμό και φωτισμό του εσωτερικού των ναών.

Τυπολογικά οι ναοί του είδους αυτού χωρίζονται σε δύο βασικές κατηγορίες, τους μονόκλιτους και τους τρίκλιτους. Η κάθε κατηγορία υποδιαιρείται σε ομάδες ανάλογα με τα κατά περίπτωση ιδιαίτερα κατασκευαστικά και άλλα χαρακτηριστικά.

Ναοί μονόκλιτοι

Εικόνα 11: Απόστολος Ανδρέας, Πολύστυπος. Η δυτική όψη

Οι ναοί αυτού του τύπου είναι και οι περισσότεροι αριθμητικά. Αποτελούνται από ένα χώροορθογωνικής κάτοψης, τον κυρίως ναό και το ιερό στα ανατολικά. Κυρίως ναός και ιερό χωρίζονται από το εικονοστάσιο και συνήθως έχουν υψομετρική διαφορά μεταξύ τους, ενός, δύο ή και περισσοτέρων βαθμίδων. Το ιερό έχει συνήθως ημικυκλική απόληξη στο εσωτερικό του ενώ εξωτερικά είτε εγγράφεται στον ευθύγραμμο ανατολικό τοίχο (π.χ. Παναγία, Καμινάρια, Απόστολος Ανδρέας, Πολύστυπος) είτε σπανιότερα προεξέχει απ’ αυτόν. Η προεξέχουσα στα ανατολικά αψίδα έχει πάντοτε καμπύλη μορφή. Η καμπύλη προεξοχή της αψίδας σπανίως είναι πολύ μικρή (Παναγία Ποδίθου, Γαλάτα) ή είναι σχεδόν ημικυκλική σε κάτοψη (Σταυρός, Αγία Ειρήνη Κανναβιών, Θεοτόκος, Κακοπετριά) ή ακόμα είναι έντονα προεξέχουσα (Θεοτόκος, Καννάβια).

Εικόνα 12: Άγιος Γεώργιος, Καλοπαναγιώτης. Η νότια όψη

Στην απλούστερη αυτή κατηγορία ανήκει η πλειοψηφία των ξυλόστεγων ναών που είναι οι εξής: Άγιος Δημήτριος Μαραθάσας 18ος ή αρχές 19ου αιώνα, Αγία Ειρήνη, Αγία Ειρήνη Κανναβιών, Τίμιος Σταυρός, Αγία Ειρήνη Κανναβιών, Άγιος Θεόδωρος, Άγιος Θεόδωρος Σολέας, 18ος – 19ος αιώνας, Αγία Μαρίνα, Αγία Μαρίνα Ξυλιάτου, 18ος αιώνας, Άγιος Μάμας Αληθινού, 19ος αιώνας, Άγιοι Ιωακείμ και Άννα, Αληθινού, 18ος αιώνας, Παναγία Καρδακιώτισσα, Άλωνα, 18ος αιώνας, Θεοτόκος (Αρχάγγελος), Γαλάτα προ του 1514, ‘Αγιος Νικόλαος, Γαλάτα 16ος αιώνας, Άγιος Νικόλαος, Γερακιές, 19ος αιώνας, Θεοτόκος, Κακοπετριά, προ του 1520, Άγιος Γεώργιος Περαχωρίτης, Κακοπετριά, 16ος – 17ος αιώνας, Μεταμόρφωση Σωτήρος, Κακοπετριά, 18ος αιώνας, Αρχάγγελος Μιχαήλ,

Σχ. 5

Καλοπαναγιώτης, 18ος αιώνας, Άγιοι Σέργιος και Βάκχος, Καλοπαναγιώτης, 18ος αιώνας (Σχ. 5), Άγιος Κυριακός, Καλοπαναγιώτης, 1722, Άγιος Γεώργιος, Καλοπαναγιώτης, 18ος αιώνας, Παναγία, Καμινάρια, 16ος αιώνας, Άγιος Ερμόλαος, Καμινάρια, 17ος αιώνας, Θεοτόκος, Καννάβια, 19ος αιώνας, Άγιος Γεώργιος, Καννάβια, 1893, Παναγία Σκουριώτισσα, Κατύδατα, 15ος αιώνας, Άγιος Μάμας, Κοράκου, 18ος αιώνας, Αγία Βαρβάρα, Κοράκου, 16ος αιώνας, Άγιος Γεώργιος, Λαγουδερά, 17ος – 18ος αιώνας, Αγία Παρασκευή, Λειβάδια, 18ος  – 19ος αιώνας, Αγία Μαρίνα, Λινού, 18ος αιώνας, Μεταμόρφωση, Μουτουλλάς, 18ος αιώνας, Άγιος Μάμας, Ξυλιάτος, 18ος αιώνας, Άγιος Γεώργιος, Πεδουλάς, 18ος αιώνας Αγία Μαρίνα, Πεδουλάς, 13ος

Εικόνα 13: Αγία Παρασκευή, Γαλάτα. Άποψη από βορειοδυτικά

αιώνας, Παναγία, Πεδουλάς, 18ος αιώνας, Άγιος Ιωάννης Θεολόγος, Πλατανιστάσα, 18ος αιώνας, Απόστολος Ανδρέας, Πολύστυπος, 17ος – 18ος αιώνας, Άγιοι Κων/νος και Ελένη, Σαράντι, 16ος αιώνας, Άγιος Ιωάννης Πρόδρομος, Σινά Όρος, 18ος αιώνας, Άγιος Αντώνιος Σπήλια, Τίμιος Σταυρός, Τεμβριά, 18ος αιώνας, Προφήτης Ηλίας, Τρεις Ελιές, 18ος αιώνας, Προφήτης Ηλίας, Τρεις Ελιές, 18ος αιώνας, Άγιος Νικόλαος, Τσακίστρα, 16ος αιώνας, και Άγιος Γεώργιος Πιτυδιώτης, Φλάσου, 18ος αιώνας.

Ναοί μονόκλιτοι με προσαρτημένο ταφικό θάλαμο

Τα μόνα παραδείγματα του τύπου αυτού είναι ο ναός του Αγίου Κυριακού στην Ευρύχου του 16ου αιώνα και ο ναός της Αγίας Παρασκευής στη Γαλάτα του 1514, στη βόρεια πλευρά των οποίων υπάρχει προσαρτημένος θάλαμος. Στην πρώτη περίπτωση πρόκειται για χώρο που στεγάζει τον τάφο του ίδιου του Αγίου. Ο θάλαμος βρίσκεται στο μέσον περίπου του μήκους της βόρειας πλευράς, είναι επισκέψιμος μέσα από τον κυρίως ναό και καλύπτεται με χαμηλωμένη καμάρα και με προεξοχή της εξωτερικής στέγης του κυρίως ναού. Ο θάλαμος στην Αγία Παρασκευή καταλαμβάνει τη βορειοανατολική γωνία του ναού έχει προσπέλαση μέσα από το ιερό και στεγάζεται μόνο από προέκταση της εξωτερικής στέγης του ναού. Ίσως να πρόκειται για ταφικό θάλαμο των κτητόρων ή κληρικών του ναού.

Ναοί μονόκλιτοι με νάρθηκα στα δυτικά

Εικόνα 14: Αρχάγγελος Μιχαήλ, Βυζακιά. Η ανατολική όψη

Στους ναούς του τύπου αυτού υπάρχει μικρός νάρθηκας στα δυτικά ο οποίος συνδέεται με τον κυρίως ναό με πόρτα στο μέσον του κοινού τοίχου. Ο νάρθηκας έχει επιπλέον μία ανεξάρτητη είσοδο, είτε στο νότιο τοίχο (Άγιος Βασίλειος, Καμινάρια, 16ος αιώνας) είτε στο δυτικό (Άγιος Ανδρόνικος, Καλοπαναγιώτης, μέσα 16ου αιώνα, και Άγιος Γεώργιος, Γαλάτα, 16ος αιώνας). Στο ναό του Αρχαγγέλου, Βυζακιά, 16ος αιώνας δεν υπάρχει καθόλου νότιος τοίχος στο νάρθηκα.

Οι νάρθηκες φαίνεται ότι αποτελούν νεώτερες προσθήκες στους ναούς και έγιναν για καθαρά χρηστικούς λόγους.


Ναοί μονόκλιτοι με διάδρομο σε μία ή περισσότερες πλευρές

Εικόνα 15: Άγιος Σωζόμενος, Γαλάτα. Άποψη του νότιου διαδρόμου

Όπως φαίνεται οι ναοί αυτοί ήσαν αρχικά απλοί μονόκλιτοι στους οποίους έγινε προσθήκη διαδρόμων για χρηστικούς λόγους (αύξηση ωφέλιμου χώρου ναού) ή για διαχωρισμό των ανδρών (στον κυρίως ναό) από τις γυναίκες αφού οι διάδρομοι αυτοί ονομάζονται και γυναικωνίτες. Βασικό κοινό χαρακτηριστικό των ναών με πλευρικούς διαδρόμους είναι ότι οι τελευταίοι καλύπτονται με απλή προέκταση της εξωτερικής στέγης του κυρίως ναού. Λόγω της μεγάλης κλίσης που έχει η στέγη του κυρίως ναού, οι διάδρομοι έχουν συχνά πολύ χαμηλό ύψος (π.χ. Αρχάγγελος, Τρεις Ελιές). Σε ορισμένες περιπτώσεις (Παναγία Μουτουλλά) λόγω της κλίσης του εδάφους η στάθμη του δαπέδου του διαδρόμου είναι σημαντικά χαμηλότερη από αυτήν του κυρίως ναού. Στους διαδρόμους συνήθως δεν υπάρχει η εσωτερική στέγη με το σανίδωμα αλλά μόνο η εξωτερική και έτσι από το εσωτερικό τους είναι ορατή η κάτω επιφάνεια των κεραμιδιών.

Ναοί μονόκλιτοι με διάδρομο σε μία μόνο πλευρά

Πάνω: Σχ. 6 και Κάτω: Σχ. 7

Οι ναοί του τύπου αυτού είναι δύο, πρόκειται για τον Άγιο Μάμα στο Μουτουλλά, 17ος – 18ος αιώνας (Σχ. 6) και τον Αρχάγγελο Μιχαήλ στις Τρεις Ελιές του 1730. Ο πρώτος έχει στενό διάδρομο στη βόρεια πλευρά του και ο δεύτερος στη νότια. Η επιλογή της πλευράς στην οποία γίνεται η προσθήκη του διαδρόμου εξαρτάται αποκλειστικά από τη μορφολογία του εδάφους. Και στους δύο η σύνδεση με τον κυρίως ναό γίνεται με θύρα στο μέσον περίπου του κοινού τους τοίχου. Στον Άγιο Μάμα ο διάδρομος έχει επιπλέον ανεξάρτητη θύρα στο δυτικό του τοίχο. Στον Αρχάγγελο υπάρχει στη δυτική πλευρά ανοικτό στέγαστρο πάνω από τη δυτική του θύρα, στοιχείο που συναντάται σπάνια στους ξυλόστεγους ναούς.

Ναοί μονόκλιτοι με διάδρομο σε δύο πλευρές

Οι ναοί που ανήκουν σ’ αυτό τον τύπο είναι, του Αγίου Θεόδωρου στη Λεμύθου, 16ος αιώνας, της Παναγίας στο Μουτουλλά του 1280 (Σχ. 7) και του Αρχαγγέλου Μιχαήλ στον Πεδουλά του 1474. Οι ναοί του Αγίου Θεοδώρου και του Αρχαγγέλου Μιχαήλ έχουν διάδρομο στη δυτική και νότια πλευρά τους ενώ ο ναός της Παναγίας έχει διαδρόμους στη δυτική και στη βόρεια πλευρά του.

Ναοί μονόκλιτοι με διάδρομο στις τρεις πλευρές

Σχ. 8

Στον τύπο αυτό ο κυρίως ναός περιβάλλεται από διάδρομο στη νότια, δυτική και βόρεια πλευρά του. Υπάρχουν δύο μόνο ναοί της Παναγίας Ποδίθου, 1502 (Σχ. 8) και του Αγίου Σωζομένου, 1513 και οι δύο στη Γαλάτα. Στον Άγιο Σωζόμενο ο βόρειος διάδρομος δεν είναι κλειστός με τοίχο αλλά διαμορφώνεται από ξύλινους στύλους και ξύλινο καφασωτό διάφραγμα πάνω σε χαμηλό τοίχο.

Ναοί μονόκλιτοι με περιμετρικό διάδρομο

Το μοναδικό παράδειγμα του τύπου αυτού είναι ο ναός του Σταυρού Αγιασμάτι στην Πλατανιστάσα, του 1494.

Ναοί μονόκλιτοι με πλευρική επέκταση

Εικόνα 16: Τίμιος Σταυρός, Παλυόμυλος. Η επέκταση του ναού έγινε με αντικατάσταση του νότιου τοίχους από τρείς κίονες

Ο τύπος αυτός προέκυψε από την προσθήκη δεύτερου χώρου ορθογωνικής κάτοψης, στη βόρεια ή νότια πλευρά του αρχικού ναού. Σε αντίθεση με την προηγούμενη κατηγορία όπου οι διάδρομοι συνδέονται με τον κυρίως ναό μέσω μίας μόνο θύρας, εδώ γίνεται ουσιαστικά διάλυση του κοινού τοίχου σε κίονες ή παραστάδες έτσι ώστε να δίνεται η εντύπωση του δίκλιτου ναού. Η προσθήκη αυτή έγινε για καθαρά χρηστικούς λόγους για αύξηση δηλαδή του ωφέλιμου εσωτερικού χώρου. ‘Όπως και στην προηγούμενη κατηγορία οι πλευρικές αυτές επεκτάσεις καλύπτονται με απλή προέκταση της εξωτερικής στέγης του αρχικού ναού με την προσθήκη σε ορισμένες περιπτώσεις, σανιδώματος κάτω από τα κεραμίδια έτσι ώστε αυτά να μην είναι ορατά από το εσωτερικό.

Εικόνα 17: Παναγία Θεοσκέπαστη, Καλοπαναγιώτης. Η δυτική όψη

Στον τύπο αυτό ανήκουν οι ναοί των Αγίων Ιωακείμ και Άννας στα Καλλιάνα, 12ος – 15ος αιώνας, Παναγίας Θεοσκέπαστης στον Καλοπαναγιώτη, 17ος αιώνας, Αγίου Ανδρονίκου στο Μηλικούρι, τέλη 17ου αιώνα (Σχ. 9), Τιμίου Σταυρού στον Παλαιόμυλο, 16ος αιώνας και Αγίας Παρασκευής στον Πεδουλά, του 18ου ίσως αιώνα. Διαφοροποιήσεις παρατηρούνται στον τρόπο με τον οποίο διαχωρίζονται τα δύο «κλίτη» μεταξύ τους.

Σχ. 9

Έτσι στο ναό των Αγίων Ιωακείμ και Άννας τα κλίτη χωρίζονται με τρία τόξα τα οποία εδράζονται σε δύο πεσσούς, στη Θεοσκέπαστη με δύο τόξα που φέρονται από κίονα στο μέσον, στο ναό των Αγίων Ανδρονίκου και Αθανασίας με δύο τετράγωνους πεσσούς (που είναι τμηματα του αρχικού τοίχου) και φέρουν τις μαντωσιές του βόρειου τοίχου, στον Σταυρό Παλαιομύλου με τρεις κτιστούς κίονες και ένα ξύλινο στύλο και στην Αγία Παρασκευή με δύο ξύλινους στύλους που φέρουν τα οριζόντια δοκάρια.


Ναοί τρίκλιτοι

Εικόνα 18: Παναγία, Κούρδαλι. Ο ανατολικός στύλος της νότιας κιονοστοιχίας και ο διαχωριστικός τοίχος μεταξύ του ιερού και του νότιου κλίτους

Πρόκειται για ναούς με τριμερή διάταξη. Αποτελούνται από το κεντρικό και τα πλάγια κλίτη τα οποία χωρίζονται μεταξύ τους είτε από δύο σειρές ξύλινων στύλων οι οποίοι φέρουν οριζόντια ξύλινα επιστύλια, είτε από δύο σειρές πεσσοστοιχιών ή κιονοστοιχιών οι οποίες γεφυρώνονται με οξυκόρυφα τόξα.

Το μοναδικό παράδειγμα του τύπου με ξύλινους στύλους και ξύλινα επιστύλια είναι ο ναός της Παναγίας Χρυσοκουρδαλιώτισσας στο Κούρδαλι, του 16ου αιώνα (Σχ. 10).

Τρίκλιτοι με κιονοστοιχία και οξυκόρυφα τόξα είναι οι ναοί του Αγίου Κυριακού στον Κάμπο και της Παναγίας Ελεούσας στην Κοράκου, 18ος αιώνας.

Τρίκλιτοι με πεσσοστοιχία και οξυκόρυφα τόξα είναι οι ναοί του Αγίου Γεωργίου στην Άλωνα, 18ος – 19ος αιωάνς, του Αγίου Γεωργίου στα Καμινάρια, 1750 (Σχ. 11), του Αγίου Γεωργίου στο Μηλικούρι, 1726, και του Αρχαγγέλου στην Πλατανιστάσα, 18ος αιώνας.

Αριστερά: Σχ. 10 και Δεξιά: Σχ. 11

Ο ναός της Παναγίας στις Τρεις Ελιές επίσης του 18ου αιώνα έχει εναλλαγή πεσσών και κιόνων. Οι πιο πάνω τύποι των τρίκλιτων ναών διαφοροποιούνται ανάλογα με τον τρόπο στέγασής τους. Οι ναοί του Αγίου Κυριακού στον Κάμπο, Αγίου Γεωργίου στην Άλωνα, Αγίου Γεωργίου στο Μηλικούρι και του Αρχαγγέλου στην Πλατανιστάσα έχουν διπλή στέγη κατά το πρότυπο των ξυλόστεγων.

Εικόνα 19: Άγιος Γεώργιος, Άλωνα. Η δυτική όψη

Ο ναός της Παναγίας στην Κοράκου έχει εξωτερική στέγη κατά το πρότυπο των ξυλόστεγων αλλά εσωτερική στέγη από μπαγδατί, σε ημικυλινδρική μορφή στο μεσαίο κλίτος και ελαφρώς καμπύλη στα πλάγια κλίτη. Η στέγη των ναών της Παναγίας στις Τρεις Ελιές και του Αγίου Γεωργίου στα Καμινάρια είναι μετασκευασμένες. Έχει γίνει υπερύψωση του βόρειου και νότιου τοίχου τους έτσι ώστε μειώθηκε η κλίση της στέγης και τοποθετήθηκαν «γαλλικού» τύπου κεραμίδια. Εσωτερικά έγινε ξύλινο ταβάνι σε περίπου ημικυλινδρική μορφή στο μεσαίο κλίτος και σε κεκλιμένη μορφή στα πλάγια. Στον Άγιο Γεώργιο Άλωνας και στον Αρχάγγελο Πλατανιστάσας προκειμένου να κατασκευαστούν μεγάλα παράθυρα και θύρες έγιναν μετασκευές της στέγης κατά τέτοιο τρόπο ώστε δημιουργήθηκαν εγκάρσια αετώματα.

Σημαντικές διαφοροποιήσεις παρατηρούνται στη μορφή της αψίδας του ιερού. Στον Άγιο Κυριακό Κάμπου είναι πεντάπλευρη, στην Παναγία Τριών Ελιών και στον Άγιο Γεώργιο Καμιναριών είναι τρίπλευρη, στην Παναγία Κοράκου ημικυκλική και στους υπόλοιπους ναούς η αψίδα εγγράφεται στον ανατολικό τοίχο.

Γυναικωνίτες

Σε αρκετούς ξυλόστεγους ναούς όλων των τύπων υπάρχει εξώστης – γυναικωνίτης σε δεύτερη στάθμη, στο μέσον περίπου του ύψους. Πρόκειται για ξύλινη κατασκευή που καταλαμβάνει το δυτικό πάντοτε άκρο του ναού, σε όλο το πλάτος του και σε μήκος που ποικίλει. Όσοι γυναικωνίτες υπάρχουν σήμερα είναι νεώτερες προσθήκες και έγιναν με σκοπό την αύξηση του ωφέλιμου χώρου του ναού. Η άνοδος σ’ αυτούς γίνεται από απότομη κλίμακα, σπανίως ευθύγραμμη (Σταυρός στην Τεμβρία) πιο συχνά σε σχήμα Γ, η οποία καταλαμβάνει τη βορειοδυτική (Αγία Μαρίνα στη Λινού) ή νοτιοδυτική (Αγία Παρασκευή στα Λειβάδια) γωνία του ναού. Το πρώτο τμήμα της κλίμακας είναι σχεδόν πάντοτε κτιστό (2-3 βαθμίδες) και το δεύτερο ξύλινο. Το προστατευτικό στηθαίο του γυναικωνίτη είναι κατασκευασμένο είτε με καφασωτό (ξύλινο δικτυωτό) διάφραγμα (Άγιος Νικόλαος στην Τσακίστρα) είτε συνηθέστερα έχει διακοσμητικά μοτίβα από κατακόρυφες σανίδες και πηχάκια και συχνά έχει σκαλιστή διακόσμηση. Στις περισσότερες περιπτώσεις (ιδιαίτερα όταν το πλάτος του ναού είναι μικρό) οι γυναικωνίτες έχουν ευθεία απόληξη στο ανατολικό τους άκρο, με εξαίρεση το Σταυρό Τεμβρίας και τον Άγιο Γεώργιο Λαγουδερών όπου υπάρχουν καμπύλης και ορθογωνικής μορφής αντίστοιχα, προεξέχουσες διευρύνσεις στο βόρειο και νότιο άκρο τους.

Αντίστοιχες διευρύνσεις του γυναικωνίτη προς το ανατολικό υπάρχουν και στους τρίκλιτους ναούς του Αγίου Κυριακού Κάμπου και της Παναγίας Κοράκου. Στην περίπτωση αυτή οι διευρύνσεις καταλαμβάνουν το χώρο του βόρειου και νότιου κλίτους και έχουν ευθεία ή καμπύλη απόληξη.

Κωδωνοστάσια

Στους περισσότερους ξυλόστεγους ναούς υπάρχουν διαφόρων ειδών και χρονικών περιόδων κωδωνοστάσια. Στο σύνολό τους αποτελούν νεώτερες προσθήκες και είναι τα μόνα στοιχεία τα οποία διαφοροποιούν τη διάπλαση των όγκων των ναών αυτών. Πάντοτε τοποθετούνται σε μία από τις τέσσερεις γωνίες του ναού, σε επαφή και με κατασκευαστική συνέχεια με αυτόν.

Εικόνα 20: Άγιοι Ιωακείμ και Άννα, Καλλιάνα. Λεπτομέρεια Κωδωνοστασίου

Η επιλογή της γωνίας ανέγερσης του κωδωνοστασίου σχετίζεται άμεσα με τη θέση του ναού μέσα στον οικισμό. Ενδιαφέροντα παραδείγματα είναι τα λίθινα κωδωνοστάσια, των χρόνων της Αγγλοκρατίας, πολλά από τα οποία φέρουν αξιόλογα λαξευτά διακοσμητικά στοιχεία. Από τα πιο σημαντικά είναι το κωδωνοστάσιο του ναού του Αγίου Γεωργίου στο Μηλικούρι του 1886, του Αγίου Γεωργίου στην Άλωνα του 1903, του Αγίου Νικολάου στην Τσακίστρα του 1903, των Αγίων Ιωακείμ και Άννας στα Καλλιάνα του 1924, του Αγίου Κυριακού στον Κάμπο του 1932 κ.ά.


Αγιογράφηση

Εικόνα 21: Αρχάγγελος Μιχαήλ, Πεδουλάς. Τοιχογραφία βόρειου τοίχου με τους δωρητές προσφέροντες το ναό στον Αρχάγγελο

Στο σύνολο των 70 ξυλόστεγων ναών που ανήκουν στη μητροπολιτική περιφέρεια Μόρφου, οι 23σώζουν τοιχογραφίες σε μικρή ή μεγάλη έκταση. Ορισμένοι είναι πλήρως τοιχοποιημένοι (Παναγία στο Μουτουλλά, Σταυρός Αγιασμάτι στην Πλατανιστάσα, Αρχάγγελος στον Πεδουλά, ‘Αγιος Σωζόμενος και Θεοτόκος στη Γαλάτα), άλλοι διατηρούν τις αρχικές αλλά περιορισμένες σε έκταση τοιχογραφίες τους (Άγιος Κυριακός στην Ευρύχου, Παναγία Ποδίθου, Αγία Παρασκευή, Άγιος Γεώργιος και Άγιος Νικόλαος στη Γαλάτα) και άλλοι σώζουν πολύ περιορισμένα τμήματα με αγιογραφίες (Παναγία Σκουριώτισσα στα Κατύδατα).

Στους ξυλόστεγους ναούς, σε αντίθεση με τους τρουλλαίους ή τους καμαροσκέπαστους, οι αγιογραφίες είναι περιορισμένες σε έκταση, αφού καλύπτουν μόνο τις κατακόρυφες επιφάνειες των τοίχων και την αψίδα του ιερού. Σπανίως επεκτείνονται ώστε να καλύψουν και στοιχεία της ξυλοκατασκευής της στέγης, όπως συμβαίνει στις μαντωσιές του Σταυρού Παλαιομύλου και της Παναγίας στο Κούρδαλι.

Η αγιογράφηση των ναών είναι πολύ σημαντική για τη χρονολόγησή τους. Συχνά στην αγιογράφηση υπάρχει κτητορική επιγραφή με αναφορά στους κτήτορες και στη χρονολογία κατασκευής του ναού (Παναγία Ποδίθου στη Γαλάτα, Αρχάγγελος στον Πεδουλά κ.λ.π.), ενώ σε άλλες περιπτώσεις υπάρχει επιγραφή με αναφορά στους δωρητές των τοιχογραφιών μόνο (Σταυρός Αγιασμάτι στην Πλατανιστάσα, Θεοτόκος στην Κακοπετριά κ.λ.π.) οπότε η χρονολογία αποτελεί το terminusantequemγια τη χρονολόγηση του ναού.

Σε μεμονωμένες περιπτώσεις οι τοιχογραφίες αποτελούν σαφή και μοναδική μαρτυρία για την αρχική μορφή της αρχιτεκτονικής διαμόρφωσης του ναού. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι το παράδειγμα της αγιογράφησης στο παράθυρο του βόρειου τοίχου του Σταυρού Παλαιομύλου, που αποδεικνύει την ύπαρξη παραθύρων ήδη από τον 16ο αιώνα, εποχή κατά την οποία έγινε η αγιογράφησή του.

Από τα μέσα του 19ου στα μέσα του 20ου αιώνα Μονόκλιτες Βασιλικές

Εικόνα 22: Προφήτης Ηλίας, Φιλιά. Άποψη από νοτιοδυτικά

Προς το τέλος της Τουρκοκρατίας αρχίζει να διαμορφώνεται ένας ιδιαίτερος τύπος ναού, διαφορετικός από τα πρότυπα των προηγούμενων περιόδων. Πρόκειται για τον τύπο της μονόκλιτης βασιλικής η οποία καλύπτεται με απλοποιημένης μορφής οξυκόρυφες καμάρες και σταυροθόλια και σπάνια με τρούλλο. Ση μητροπολιτική περιφέρεια Μόρφου συναντούμε αρκετούς ναούς αυτού του τύπου. Χρονολογικά τοποθετούνται κατά την περίοδο λίγο πριν το τέλος της Τουρκοκρατίας μέχρι και τις πρώτες δεκαετίες της Αγγλοκρατίας. Οι ναοί αυτοί βρίσκονται κυρίως στις πεδινές

Σχ. 12, Σχ. 13, Σχ. 14, Σχ.15 και Σχ. 16

περιοχές εκτός λίγων εξαιρέσεων. Είναι αποκλειστικά ενοριακοί και σε πολλές περιπτώσεις κτίζονται στη θέση παλαιοτέρων οι οποίοι κατεδαφίζονται γι’ αυτό το σκοπό (Άγιος Δημητριανός στη Φλάσου, Αγία Βαρβάρα στον Οίκο κ.ά.).

Οι ναοί αυτοί είναι οι εξής: Ο Άγιος Γεώργιος στον Άγιο Γεώργιο Καυκάλου, 1921, η Μεταμόρφωση Σωτήρος στο Ακάκι, ο Τίμιος Πρόδρομος στο Αργάκι, ο Άγιος Αυξίβιος στον Αστρομερίτη, 1876 (Σχ. 16), η Αγία Αικατερίνη στη Βυζακιά, 1894, ο Άγιος Γεώργιος στις Γερακιές, ο Άγιος Χαράλαμπος στη Δένεια, 1869 (Σχ. 13), η Αγία Μαρίνα στην Ευρύχου, 1872, ο Άγιος Γεώργιος στην Ευρύχου, 1886 (Σχ. 14), ο Αρχάγγελος Μιχαήλ στην Πάνω Ζώδια, Άγιος Γεώργιος στην Πάνω Ζώδια,

Εικόνα 23: Τίμιος Σταυρός, Κάτω Ζώδια. Άποψη από βόρεια

ο Τίμιος Σταυρός στην Κάτω Ζώδια, ο Άγιος Γεώργιος των Ξαλώνων στην Κάτω Ζώδια, 1914, η Αγία Μαρίνα στον Καλοπαναγιώτη, η Παναγία στον Καλοπαναγιώτη, ο Άγιος Μόδεστος στο Καλό Χωριό Λεύκας, η Παναγία στην Κυρά, 1879, ο δίκλιτος ναός της Μονής του Αγίου Γεωργίου Ρηγάτη στην Κυρά, β΄ μισό 19ου αιώνα, ο Άγιος Ιωάννης Θεολόγος στα Κατύδατα, 1847 (Σχ. 12) η Παναγία Παντάνασσα στη Λινού, 1905, ο δίκλιτος ναός των Αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης στο Μένικο, 1846, η Αγία Παρασκευή στη Μόρφου, ο Άγιος Γεώργιος στη Μόρφου, ο Άγιος Ιωάννης Πρόδρομος στο Νικητάρι, τέλη 19ου αιώνα, η Αγία Βαρβάρα στον Οίκο, 1906, η Μεταμόρφωση του Σωτήρος στην Πέτρα, αρχές 2ου αιώνα, ο Άγιος Νικόλαος στο Συριανοχώρι,

Εικόνα 24: Αγία Παρασκευή, Μόρφου. Η νότια όψη

η Αγία Παρασκευή στην Τεμβριά, 1872, ο Άγιος Δημητριανός στη Φλάσου, 1906, ο Προφήτης Ηλίας στη Φιλιά και ο Άγιος Γεώργιος στη Φιλιά.

Όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω οι ναοί αυτοί ανήκουν στον τύπο της μονόχωρης βασιλικής και είναι σχετικά μεγάλων διαστάσεων σε σχέση με τους ναούς των προηγουμένων περιόδων.

Εικόνα 25: Άγιος Γεώργιος, Φιλιά. Η δυτική όψη

Για την κατασκευή τους χρησιμοποιήθηκαν, σε απλοποιημένη μορφή, μεμονωμένα στοιχεία που έχουν εδραιωθεί κατά την φράγκικη και ενετική περίοδο, όπως οξυκόρυφα τόξα και σταυροθόλια. Το μέγεθός τους είναι σημαντικά μεγαλύτερο από τους ναούς της προηγούμενης περιόδου (Τουρκοκρατίας) αλλά και σημαντικά μικρότερο από τα γοτθικά μνημεία. Πρόκειται ουσιαστικά για την εισαγωγή ενός νέου τύπου ναού τόσο ως προς τον τύπο και την κλίμακα αλλά και ως προς τα μορφολογικά στοιχεία.

Αποτελούνται από τον ορθογωνικής κάτοψης ναό και το ιερό το οποίο πάντοτε προεξέχει στα ανατολικά και είναι είτε πεντάπλευρο (Μεταμόρφωση Ακακίου, Άγιος Αυξίβιος Αστρομερίτη, Αγία Μαρίνα και ‘Αγιος Γεώργιος Ευρύχου, Αρχάγγελος Πάνω Ζώδιας, κ.λ.π.) ή τρίπλευρο (Αγία Μαρίνα, Καλοπαναγιώτη, Παντάνασσα Λινού, Άγιος Δημητριανός Φλάσου, κ.λ.π.). Οι ναοί αυτού του τύπου δεν έχουν νάρθηκα. Σχεδόν πάντα έχουν τρεις κύριες εισόδους στο μέσον του βόρειου, νότιου και δυτικού τοίχου και δευτερεύουσες βοηθητικές στη νότια ή βόρεια πλευρά του ιερού ή στα δυτικά άκρα του βόρειους και νότιου τοίχου. Χαρακτηρίζονται από τα πολλά μεγάλων διαστάσεων παράθυρα που δίνουν άπλετο φως στο εσωτερικό, σε αντίθεση με τους ναούς των προηγουμένων περιόδων.

Εικόνα 26: Αρχάγγελος Μιχαήλ, Πάνω Ζώδια. Άποψη από νοτιοανατολικά

Η ανωδομή των ναών αυτών γίνεται είτε με οξυκόρυφη καμάρα η οποία φέρεται στο ενισχυτικά τόξα (Αγία Μαρίνα, Ευρύχου, Αγία Μαρίνα, Καλοπαναγιώτης), είτε συνηθέστερα με σειρά από οξυκόρυφα σταυροθόλια τα οποία επίσης ενισχύονται με τόξα. Τα ενισχυτικά τόξα πάντοτε φέρονται από φουρούσια (κιλλίβαντες) στο βόρειο και νότιο τοίχο. Για τη στήριξη των εγκάρσιων ωθήσεων των σταυροθολίων υπάρχουν πάντοτε εξωτερικές ενισχυτικές αντιρρίδες που αντιστοιχούν στα εσωτερικά τόξα. Μοναδική περίπτωση στέγασης αποτελεί ο ναός του Αρχαγγέλου στη Πάνω Ζώδια όπου το τρίτο από τα έξι σταυροθόλια (από Α προς Δ) είναι υπερυψωμένο εν είδει τρούλλου).

Εικόνα 27: Αγία Αικατερίνη, Βυζακιά. Άποψη από νοτιοανατολικά

Οι τοιχοποιίες των ναών αυτών είναι πάντα κτισμένες από τοπικούς ακατέργαστους λίθους με γέμισμα των αρμών από χαλικώματα και τούβλα ή κεραμίδια και με ασβεστοπηλό ως συνδετικό κονίαμα. Ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά στοιχεία (όπως οι εξωτερικές αντιρρίδες και τα ενισχυτικά τόξα) είναι κτισμένα από καλά πελεκημένους σκληρούς πωρόλιθους. Οι λαξευτές τοιχοποιίες παρουσιάζουν ακρίβεια κατασκευής και αξιοσημείωτη κανονικότητα. Φαίνεται ότι αρχικά οι ναοί αυτοί είχαν ως τελική επικάλυψη της στέγασης το παραδοσιακό κουρασάνι και η απορροή των ομβρίων γινόταν από λίθινες λαξευτές υδρορροές. Σήμερα σχεδόν σε όλους τους ναούς η κάλυψη των στεγών είναι με κεραμίδια «γαλλικού» τύπου.

Εικόνα 28: Άγιος Δημητριανός, Φλάσου

Η διαμόρφωση των εξωτερικών όψεων των ναών αυτών παρουσιάζει συμμετρία, επαναληπτικότητα, στοιχείων και έντονη πλαστικότητα. Οι εξωτερικές όψεις διαμορφώνονται με τις αντιρρίδες και τα συνδετήρια τους τόξα (αψιδώματα). Οι αντιρρίδες είναι πάντοτε φαρδύτερες από τα τόξα και συνεχίζουν από το έδαφος μέχρι το οριζόντιο γείσο, γεγονός που τονίζει σημαντικά τον κατακόρυφο άξονα. Τα συνδετήρια τόξα είναι είτε οξυκόρυφα (Αγία Μαρίνα και Άγιος Γεώργιος Ευρύχου, Αρχάγγελος Π. Ζώδια) είτε χαμηλωμένα (Αγία Αικατερίνη Βυζακιάς) είτε σχεδόν ημικυκλικά (Μεταμόρφωση Ακακίου). Τα μέτωπα των σταυροθολίων έχουν πάντοτε παράθυρα και επιστρέφονται με γείσο στη μορφή του οξυκόρυφου συνήθως σταυροθολίου και σπανιότερα σε τριγωνική μορφή (Αγία Αικατερίνη Βυζακιάς, Άγιος Δημητριανός Φλάσου). Επί μέρους στοιχεία των όψεων όπως περιθυρώματα και πλαίσια παραθύρων είναι πάντοτε κατασκευασμένα από σκληρό πωρόλιθο και έχουν λαξευτά διακοσμητικά στοιχεία.

Εικόνα 29: Άγιος Κυπριανός, Μένικο. Λεπτομέρεια κωδωνοστασίου

Στους ναούς αυτούς δεν υπάρχει εικονογραφικό πρόγραμμα, γεγονός που αποδεικνύει, ανάμεσα στα άλλα που αναφέρθησαν παραπάνω, την απομάκρυνση, αυτή την περίοδο, από τη βυζαντινή παράδοση. Εξ άλλου στον τύπο της καμαροσκέπαστης βασιλικής είναι αδύνατο να υλοποιηθεί το εικονογραφικό πρόγραμμα του τρουλλαίου, βυζαντινού τύπου, ναού.

Όλοι οι ναοί αυτής της περιόδου έχουν ψηλά και μνημειώδη κωδωνοστάσια. Όπως είναι γνωστό η απαγόρευση της χρήσης καμπανών κατά την Τουρκοκρατία συνέτεινε ώστε όσοι ναοί κτίστηκαν κατά την περίοδο αυτή να μην έχουν κωδωνοστάσια. Με το πέρασμα στην Αγγλοκρατία και την άρση της απαγόρευσης αυτής, τα κωδωνοστάσια έγιναν απαραίτητα και αναπόσπαστα στοιχεία των νέων ναών. Τα κωδωνοστάσια κτίστηκαν πάντοτε σε επαφή και με κατασκευαστική συνέχεια με τους ναούς και καταλαμβάνουν μία από τις τέσσερεις γωνίες του κτιρίου. Η επιλογή της θέσης τους δεν φαίνεται ότι υπαγορεύτηκε από οποιουσδήποτε κανόνες παρά μόνο ίσως τη γειτνίαση με την κύρια είσοδο του ναού. Τα κωδωνοστάσια έχουν πάντα συμπαγή βάση με εξαίρεση το κωδωνοστάσιο του Αγίου Δημητριανού στη Φλάσου το οποίο εδράζεται μερικώς στο  νότιο τοίχο του ναού και μερικώς σε δύο ανεξάρτητους κίονες από σκυρόδεμα. Είναι πάντοτε πολυώροφα και εκτός από τη βάση, που φτάνει μέχρι και το ύψος του ναού, επεκτείνονται σε δύο ή και τρεις στάθμες ψηλότερα.

Σχεδόν όλα τα κωδωνοστάσιο είναι κτισμένα με το μαλακό πωρόλιθο προέλευσης Γερολάκκου. Η χρήση του υλικού αυτού επέτρεπε την εύκολη λάξευση και έτσι τη δημιουργία ορισμένων αρκετά σύνθετων κατασκευών με πλούσια και ποικίλα διακοσμητικά στοιχεία και μοτίβα.

Εικόνα 30: Παναγία, Λεμύθου. Η ανατολική όψη

Στην περίοδο των πρώτων δεκαετιών της Αγγλοκρατίας ανήκει μια άλλη σειρά μικρότερων ναών ενός ιδιαίτερου και απλού τύπου. Οι ναοί αυτοί είναι: του Αγίου Γεωργίου στον Πάνω Πύργο, 1881, του Προφήτη Ηλία στο δάσος του Πάνω Πύργου, 1917, του Αγίου Χαραλάμπους στα Πηγαίνια, τέλη 19ου – αρχές 20ου και Αγίας Ειρήνης στον Κάτω Πύργο, 1923. Πρόκειται για μονόχωρους ναούς μικρών διαστάσεων οι οποίοι στεγάζονται από απλή ξύλινη δίριχτη στέγη η οποία φέρεται από τρία ή τέσσερα λίθινα οξυκόρυφα τόξα.

Μοναδικό παράδειγμα ενός ιδιαίτερου τύπου ναού που κτίστηκε αυτή την περίοδο, είναι ο ναός της Παναγίας στη Λεμύθου. Ο ναός αντικατέστησε παλαιότερο του 1721. Πρόκειται για τρίκλιτη βασιλική με υπερυψωμένο μεσαίο κλίτος. Τα κλίτη χωρίζονται από πεσσοστοιχία με οξυκόρυφα τόξα. Το μεσαίο κλίτος έχει σανιδωτό οριζόντιο ταβάνι και τα πλάγια κεκλιμένο.

Εικόνα 31: Απόστολος Λουκάς, Ορούντα. Η δυτική όψη

Αξιοσημείωτο και ενδιαφέρον παράδειγμα νεώτερου τύπου ναού είναι ο ναός του Αποστόλου Λουκά του 1932 στην Ορούντα. Πρόκειται για ναό μονόχωρο με ημικυλινδρική καμάρα το κεντρικό τμήμα της οποίας διαμορφώνεται σε σταυροθόλιο. Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του είναι, η χρήση ημικυκλικών τόξων και αψιδωμάτων (σε αντίθεση με τα οξυκόρυφα που ήταν σε εφαρμογή μόλις λίγα χρόνια νωρίτερα), το μεγάλο ύψος σε σχέση με τις αναλογίες της κάτοψης και η εκτεταμένη χρήση πωρόλιθου στη διαμόρφωση των εξωτερικών επιφανειών του.

Εικόνα 32: Παναγία, Γαλάτα. Η δυτική όψη

Από τη δεκαετία του 1930 και μετά, οι νέοι ναοί που ανεγείρονται εγκαταλείπουν τόπο τα τυπολογικά όσο και τα μορφολογικά χαρακτηριστικά των ναών της αμέσως προηγούμενης περιόδου. Γίνεται πλέον επαναφορά του τρουλλαίου ναού σε μεγέθη όπως που δεν έχουν οποιαδήποτε σχέση με τα πολύ παλαιότερα πρότυπά τους. Η εμφάνιση και χρήση σύγχρονων υλικών και τεχνικών, όπως το οπλισμένο σκυρόδεμα (σε μερικούς από αυτούς), επηρέασε άμεσα την κατασκευή τους αλλά και τη διαμόρφωση των όψεων και των μορφολογικών χαρακτηριστικών τους. Επί πλέον, από αυτή την περίοδο και μετά αρχίζουν να εργάζονται στον τομέα της ναοδομίας και οι πρώτοι αρχιτέκτονες. Έτσι η ναοδομία αρχίζει πλέον να φεύγει από τα χέρια του «ανώνυμου» τεχνίτη και γίνεται αντικείμενο μελέτης του «επώνυμου ειδικού». Οι κυριώτεροι ναοί που ανεγέρθησαν κατά την μεταβατική αυτή περίοδο είναι της Παναγίας στη Γαλάτα, 1930, από τον ντόπιο μάστορα Φίλιππο Λοΐζου, του Τιμίου Σταυρού στον Πεδουλά, 1931-35, από τον αρχιτέκτονα Θεόδωρο Φωτιάδη, η Αγία Παρασκευή στο Μουτουλλά, 1934-38 και ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος στον Πρόδρομο, 1937.

* Το κείμενο «Εκκλησιαστική αρχιτεκτονική (13ος – 20ος αιώνας)» του Διομήδη Μυριανθέα, δημοσιεύτηκε στον τόμο: «Ιερά Μητρόπολις Μόρφου, 2000 χρόνια τέχνης και αγιότητος», εκδ. Πολιτιστικό Ίδρυμα Τραπέζης Κύπρου-Ιερά Μητρόπολις Μόρφου, Λευκωσία 2000.