Αρχική Blog Σελίδα 47

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Σάββατο 5 Ἀπριλίου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΕΟΡΤΗΣ (ΣΑΒΒΑΤΟ Ε’ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ)
Πρὸς Ἑβραίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα 
9: 1-7

Ἀδελφοί, εἶχεν ἡ πρώτη σκηνὴ δικαιώματα λατρείας τό τε ῞Αγιον κοσμικόν. Σκηνὴ γὰρ κατεσκευάσθη ἡ πρώτῃ ἐν ᾗ ἥ τε λυχνία καὶ ἡ τράπεζα καὶ ἡ πρόθεσις τῶν ἄρτων, ἥτις λέγεται ῞Αγια. Μετὰ δὲ τὸ δεύτερον καταπέτασμα σκηνὴ ἡ λεγομένη ῞Αγια ῾Αγίων, χρυσοῦν ἔχουσα θυμιατήριον καὶ τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης περικεκαλυμμένην πάντοθεν χρυσίῳ, ἐν ᾗ στάμνος χρυσῆ ἔχουσα τὸ μάννα καὶ ἡ ῥάβδος ᾿Ααρὼν ἡ βλαστήσασα καὶ αἱ πλάκες τῆς διαθήκης, ὑπεράνω· δὲ αὐτῆς Χερουβὶμ δόξης κατασκιάζοντα τὸ ἱλαστήριον· περὶ ὧν οὐκ ἔστι νῦν λέγειν κατὰ μέρος. Τούτων δὲ οὕτω κατεσκευασμένων εἰς μὲν τὴν πρώτην σκηνὴν διὰ παντὸς εἰσίασιν οἱ ἱερεῖς τὰς λατρείας ἐπιτελοῦντες, εἰς δὲ τὴν δευτέραν ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ μόνος ὁ ἀρχιερεύς, οὐ χωρὶς αἵματος, ὃ προσφέρει ὑπὲρ ἑαυτοῦ καὶ τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνοημάτων.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΕΟΡΤΗΣ (ΣΑΒΒΑΤΟ Ε’ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
1: 39 – 49. 56

Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις ἀναστᾶσα Μαριὰμ ἐπορεύθη εἰς τὴν ὀρεινὴν μετὰ σπουδῆς εἰς πόλιν Ἰούδα, καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὸν οἶκον Ζαχαρίου καὶ ἠσπάσατο τὴν Ἐλισάβετ. καὶ ἐγένετο ὡς ἤκουσεν ἡ Ἐλισάβετ τὸν ἀσπασμὸν τῆς Μαρίας, ἐσκίρτησεν τὸ βρέφος ἐν τῇ κοιλίᾳ αὐτῆς· καὶ ἐπλήσθη Πνεύματος ἁγίου ἡ Ἐλισάβετ καὶ ἀνεφώνησε φωνῇ μεγάλῃ καὶ εἶπεν· Εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξί καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου. καὶ πόθεν μοι τοῦτο ἵνα ἔλθῃ ἡ μήτηρ τοῦ Κυρίου μου πρὸς μέ; ἰδοὺ γὰρ ὡς ἐγένετο ἡ φωνὴ τοῦ ἀσπασμοῦ σου εἰς τὰ ὦτά μου, ἐσκίρτησεν τὸ βρέφος ἐν ἀγαλλιάσει ἐν τῇ κοιλίᾳ μου. καὶ μακαρία ἡ πιστεύσασα ὅτι ἔσται τελείωσις τοῖς λελαλημένοις αὐτῇ παρὰ Κυρίου. Καὶ εἶπε Μαριάμ· Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον καὶ ἠγαλλίασε τὸ πνεῦμά μου ἐπὶ τῷ Θεῷ τῷ σωτῆρί μου, ὅτι ἐπέβλεψεν ἐπὶ τὴν ταπείνωσιν τῆς δούλης αὐτοῦ. ἰδοὺ γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ γενεαί. ὅτι ἐποίησέ μοι μεγάλα ὁ δυνατός καὶ ἅγιον τὸ ὄνομα αὐτοῦ, Ἔμεινε δὲ Μαριὰμ σὺν αὐτῇ ὡσεὶ μῆνας τρεῖς καὶ ὑπέστρεψεν εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Κανόνας Ακαθίστου Ύμνου. Κ. Πρίγγος – Θ. Στανίτσας με μικρούς Κανονάρχες (Κωνσταντινούπολη, 1957)

Μία ιστορική ζωντανή ηχογράφηση από τον Πατριαρχικό Ναό στην Κωνσταντινούπολη το 1957, η οποία είναι μία ζωντανή μαρτυρία και περιγραφή, του πώς λειτουργεί η Ρωμαίικη Εκκλησιαστική Μουσική εδώ και αιώνες . Πώς λαμβάνει χώρα η Μύηση και η μεταλαμπάδευση από τους Δασκάλους στους μαθητές. Ακούγονται ο Άρχων Πρωτοψάλτης Κωνσταντίνος Πρίγγος (1892-1950+) και ο Άρχων Λαμπαδάριος Θρασύβουλος Στανίτσας (1910-1987+). Επίσης ακούγονται ιδιαίτερα οι μικροί Κανονάρχοι, οι μαθητές οι οποίοι εκτός της θεωρίας στο θρανίο, λαμβάνουν την Μύηση επι του αναλογίου, Ακούγοντας.. Κανοναρχόντας.. και Συμψάλλοντας σε απλούστερα Μέλη όπως συμβαίνει εδώ όπου οι μικροί Κανονάρχοι, συμψάλλουν , τον Κανόνα του Ακαθίστου, όχι αυθαίρετα, αλλά μουσικά και μελωδικά μαζί με τους πρωτοψάλτες, στο σημείο που τους επιτρέπεται. Χαρακτηριστική παρατήρηση, είναι η Καλλιφωνία και η εκλεπτυσμένη μουσική κατάρτιση των μικρών μαθητών, δείγμα του πόσο προσεκτικά, με Σοβαρότητα, Επιμέλεια, Σεβασμό και Φόβο λάμβανε χώρα ανέκαθεν η Μύηση στην Πατριαρχική Μουσική στην μακραίωνη Ρωμαίικη Παράδοση, διότι είναι η μόνη Αυθεντική (λεγομένη Βυζαντινή ) Ελληνική Εκκλησιαστική μουσική Παράδοση. Λόγω των μεγάλων μυστικών που κρύβονται στις μουσικές αναλύσεις τα οποία μυστικά αποκαλύπτονται δεν μπορούν να γίνουν φανερά στον μαθητή παρά μόνο με την εντρύφηση και το Άκουσμα..

Πηγή: Πατριαρχική Μουσική Οδοιπορία

Σάββατον του Ακαθίστου Ύμνου

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Σαββάτῳ τῆς πέμπτης Ἑβδομάδος τῶν Νηστειῶν, ἑορτάζομεν τὸν Ἀκάθιστον Ὕμνον τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου, καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας

Ὕμνοις ἀΰπνοις εὐχαρίστως ἡ Πόλις,
Τὴν ἐν μάχαις ἄγρυπνον ὑμνεῖ Προστάτιν.

Ακάθιστος ύμνος επικράτησε να λέγεται ένας ύμνος «Κοντάκιο» της Ορθόδοξης Εκκλησίας, προς τιμήν της Υπεραγίας Θεοτόκου, από την όρθια στάση, που τηρούσαν οι πιστοί κατά τη διάρκεια της ψαλμωδίας του. Οι πιστοί έψαλλαν τον Ακάθιστο ύμνο όρθιοι, υπό τις συνθήκες που θεωρείται ότι εψάλη για πρώτη φορά, ενώ το εκκλησίασμα παρακολουθούσε όρθιο κατά την ακολουθία της γιορτής του Ευαγγελισμού, με την οποία συνδέθηκε ο ύμνος.

Ψάλλεται ενταγμένος στο λειτουργικό πλαίσιο της ακολουθίας του Μικρού Αποδείπνου, σε όλους τους Ιερούς Ναούς, τις πέντε πρώτες Παρασκευές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, τις πρώτες τέσσερις τμηματικά, και την πέμπτη ολόκληρος. Είναι ένας ύμνος που αποτελείται από προοίμιο και 24 οίκους (στροφές) σε ελληνική αλφαβητική ακροστιχίδα, από το Α ως το Ω (κάθε οίκος ξεκινά με το αντίστοιχο κατά σειρά ελληνικό γράμμα), και είναι γραμμένος πάνω στους κανόνες της ομοτονίας, ισοσυλλαβίας και εν μέρει της ομοιοκαταληξίας.

Θεωρείται ως ένα αριστούργημα της βυζαντινής υμνογραφίας, η γλώσσα του είναι σοβαρή και ποιητική και είναι εμπλουτισμένος από κοσμητικά επίθετα και πολλά σχήματα λόγου (αντιθέσεις, μεταφορές, κλπ). Το θέμα του είναι η εξύμνηση της ενανθρώπισης του Θεού μέσω της Θεοτόκου, πράγμα που γίνεται με πολλές εκφράσεις χαράς και αγαλλίασης, οι οποίες του προσδίδουν θριαμβευτικό τόνο.

Παναγία η Βλαχέρνα

Κατά το έτος 626 μ.Χ., και ενώ ο Αυτοκράτορας Ηράκλειος μαζί με το βυζαντινό στρατό είχε εκστρατεύσει κατά των Περσών, η Κωνσταντινούπολη πολιορκήθηκε αιφνίδια από τους Αβάρους. Οι Άβαροι απέρριψαν κάθε πρόταση εκεχειρίας και την 6η Αυγούστου κατέλαβαν την Παναγία των Βλαχερνών. Σε συνεργασία με τους Πέρσες ετοιμάζονταν για την τελική επίθεση, ενώ ο Πατριάρχης Σέργιος περιέτρεχε τα τείχη της Πόλης με την εικόνα της Παναγίας της Βλαχερνίτισσας και ενθάρρυνε το λαό στην αντίσταση. Τη νύχτα εκείνη, φοβερός ανεμοστρόβιλος, που αποδόθηκε σε θεϊκή επέμβαση, δημιούργησε τρικυμία και κατάστρεψε τον εχθρικό στόλο, ενώ οι αμυνόμενοι προξένησαν τεράστιες απώλειες στους Αβάρους και τους Πέρσες, οι οποίοι αναγκάστηκαν να λύσουν την πολιορκία και να αποχωρήσουν άπρακτοι.

Στις 8 Αυγούστου, η Πόλη είχε σωθεί από τη μεγαλύτερη, ως τότε, απειλή της ιστορίας της. Ο λαός, θέλοντας να πανηγυρίσει τη σωτηρία του, την οποία απέδιδε σε συνδρομή της Θεοτόκου, συγκεντρώθηκε στο Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών. Τότε, κατά την παράδοση, όρθιο το πλήθος έψαλλε τον από τότε λεγόμενο «Ακάθιστο Ύμνο», ευχαριστήρια ωδή προς την υπέρμαχο στρατηγό του Βυζαντινού κράτους, την Παναγία, αποδίδοντας τα «νικητήρια» και την ευγνωμοσύνη του «τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ».

Κατά την επικρατέστερη άποψη, δεν ήταν δυνατό να συνετέθη ο ύμνος σε μία νύκτα. Μάλλον είχε συντεθεί νωρίτερα και μάλιστα θεωρείται ότι ψαλλόταν στο συγκεκριμένο ναό, στην αγρυπνία της 15ης Αυγούστου κάθε χρόνου. Απλώς, εκείνη την ημέρα ο ύμνος εψάλη «ὀρθοστάδην», ενώ αντικαταστάθηκε το ως τότε προοίμιο («Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς λαβὼνἐν γνώσει»), με το ως σήμερα χρησιμοποιούμενο «Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ νικητήρια», το οποίο έδωσε τον δοξολογικό και εγκωμιαστικό τόνο, στον ως τότε διηγηματικό και δογματικό ύμνο.

Σύμφωνα, όμως, με άλλες ιστορικές πηγές, ο Ακάθιστος Ύμνος συνδέεται και με άλλα παρόμοια γεγονότα, όπως τις πολιορκίες και τη σωτηρία της Κωνσταντινούπολης επί των Αυτοκρατόρων Κωνσταντίνου του Πωγωνάτου (673 μ.Χ.), Λέοντος του Ισαύρου (717 – 718 μ.Χ.) και Μιχαήλ Γ΄ (860 μ.Χ.). Δεδομένων των τότε ιστορικών συνθηκών (εικονομαχική έριδα, κλπ.), δεν θεωρείται απίθανο, η Παράδοση να έχει αλλοιώσει την ιστορική πραγματικότητα, με αποτέλεσμα να καθίσταται πολύ δύσκολο να λεχθεί μετά βεβαιότητας ποιο ήταν το ιστορικό περιβάλλον της δημιουργίας του Ύμνου.

Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας. Τοιχογραφία τού 16ου αιώνα μ.Χ. Ιερά Μονή Αγίου Νεοφύτου τού Εγκλείστου, Πάφος

Σε όλη τη χειρόγραφη παράδοση, ο ύμνος φέρεται ως ανώνυμος, ενώ ο Συναξαριστής που τον συνδέει με τα γεγονότα του Αυγούστου του 626 μ.Χ. δεν αναφέρει ούτε το χρόνο της σύνθεσής του, ούτε τον μελωδό του. Το περιεχόμενό του πάντως απηχεί τις δογματικές θέσεις της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου, που συνήλθε στην Έφεσο, στη βασιλική της Θεοτόκου, το 431 μ.Χ. από τον Αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β΄. Σε αυτήν συμμετείχαν 200 επίσκοποι, ανάμεσα στους οποίους ο Άγιος Κύριλλος Αλεξάνδρειας. Καταδίκασε τις διδαχές του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως Νεστόριου, ο οποίος υπερτόνιζε την ανθρώπινη φύση του Ιησού έναντι της θείας, υποστηρίζοντας ότι η Μαρία γέννησε τον άνθρωπο Ιησού και όχι τον Θεό. Η Σύνοδος διακήρυξε ότι ο Ιησούς είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, με πλήρη ένωση των δύο φύσεων και απέδωσε επίσημα στην Παρθένο Μαρία τον τίτλο «Θεοτόκος». Επομένως, η χρονολογία σύγκλησής της, το 431 μ.Χ., αποτελεί μία σταθερή ημερομηνία, καθώς είναι σίγουρο ότι ο ύμνος δεν είχε συντεθεί νωρίτερα. Από την άλλη, κάποιοι ερευνητές θεωρούν ότι από το περιεχόμενό του συνάγεται ότι ο ύμνος αναφέρεται σε κοινό εορτασμό του Ευαγγελισμού και των Χριστουγέννων, εορτές οι οποίες χωρίστηκαν κατά τη βασιλεία του Ιουστινιανού (527 – 565 μ.Χ.), πράγμα που, αν ισχύει, αφενός σημαίνει ότι ο ύμνος γράφτηκε το αργότερο επί Ιουστινιανού, αφετέρου ενισχύει την άποψη ότι προϋπήρχε των γεγονότων του 626 μ.Χ.

Άγιος Ρωμανός ο Μελωδός. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Η παράδοση, όμως, αποδίδει τον Ακάθιστο ύμνο στο μεγάλο βυζαντινό υμνογράφο του 6ου αιώνα μ.Χ., Ρωμανό τον Μελωδό. Την άποψη αυτή υποστηρίζουν πολλοί ερευνητές, οι οποίοι θεωρούν ότι οι εκφράσεις του ύμνου, η γενικότερη ποιητική του αρτιότητα και δογματική του πληρότητα δεν μπορούν παρά να οδηγούν στον Ρωμανό. Ακόμη, σε κώδικα του 13ου αιώνα μ.Χ. υπάρχει μεταγενέστερη σημείωση, του 16ου αιώνα μ.Χ., η οποία αναφέρει τον Ρωμανό ως ποιητή του ύμνου.

Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. Φορητή εικόνα του 15ου – 16ου αιώνα στον Ιερό Ναό Παναγίας Οδηγητρίας στην Γαλάτα

Όμως, η άποψη αυτή αντικρούεται από πολλούς μελετητές, που βρίσκουν στη δομή, στο ύφος και το περιεχόμενό του πολλά στοιχεία μετά την εποχή του Ρωμανού. Κατά μία άποψη, ο ύμνος ψάλθηκε καλοκαίρι, στη γιορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, και μάλλον αργότερα μεταφέρθηκε στο Σάββατο της Ε΄ εβδομάδος των νηστειών, ίσως από τους εικονόφιλους μοναχούς του Στουδίου. Έτσι πλησίασε τη γιορτή του Ευαγγελισμού. Είναι, δε, ενδεχόμενο σε αυτή τη μεταφορά, και πάλι για λόγους σχετικούς με την Εικονομαχία, να αλλοιώθηκε και το ιστορικό του Συναξαριστή, και από το 728 μ.Χ., που αυτοκράτορας ήταν ο εικονομάχος Λέων Γ΄ Ίσαυρος, να μεταφέρθηκε στο 626 μ.Χ., στα χρόνια του Ηρακλείου, ο οποίος πολεμούσε τους Πέρσες για να επανακτήσει τον Τίμιο Σταυρό.

Επιπλέον υπάρχουν και άλλες δύο εκδοχές για το πρόσωπο του μελωδού του Ακάθιστου Ύμνου. Η μία εκδοχή αναφέρει το όνομα του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γερμανού Α΄ (715 – 730 μ.Χ.), ο οποίος έζησε τα γεγονότα της θαυμαστής λύτρωσης της Κωνσταντινούπολης από την πολιορκία της από τους Άραβες το 718 μ.Χ., επί Αυτοκράτορος Λέοντος του Ισαύρου. Η εκδοχή αυτή βασίζεται στο γεγονός, ότι μία λατινική μετάφραση του ύμνου, η οποία έγινε γύρω στο 800 μ.Χ. από τον επίσκοπο Βενετίας Χριστόφορο, τον αναφέρει ως δημιουργό του ύμνου.

Άγιος Κοσμάς ο Μελωδός

Η άλλη εκδοχή που υποστηρίζεται βασίζεται σε μια παλαιά αχρονολόγητη εικόνα του Ευαγγελισμού στο παρεκκλήσιο του Αγίου Νικολάου της ονομαστής μονής του Αγίου Σάββα στα Ιεροσόλυμα, όπου εικονίζεται και ένας μοναχός, ο οποίος κρατάει ένα ειλητάριο που γράφει «Ἄγγελος πρωτοστάτης οὐρανόθεν ἐπέμφθη» (αρχή του α΄ οίκου του Ακάθιστου ύμνου). Στο κεφάλι του μοναχού αυτού γράφει «ο άγιος Κοσμάς». Πρόκειται για τον Κοσμά τον Μελωδό, ο οποίος έζησε και αυτός τα γεγονότα του 718 μ.Χ., καθώς απεβίωσε το 752 ή 754 μ.Χ.

Άλλες, λιγότερο πιθανές απόψεις θεωρούν ως μελωδό του ύμνου τον Πατριάρχη Σέργιο, τον ιερό Φώτιο, τον Απολινάριο τον Αλεξανδρέα, τον Μητροπολίτη Νικομήδειας Γεώργιο Σικελιώτη, τον Γεώργιο Πισίδη, και άλλους, που έζησαν από τον Ζ΄ μέχρι τον Θ΄ αιώνα.

Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, 14ος αι.

Βέβαιο, είναι πάντως, ότι οι ειρμοί του Κανόνα του Ακάθιστου Ύμνου είναι έργο του Ιωάννου Δαμασκηνού (676 – 749 μ.Χ.), ενώ τα τροπάρια του Ιωσήφ Ξένου του Υμνογράφου.

Γενικό θέμα του ύμνου είναι ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, ο οποίος πηγάζει από την Αγία Γραφή και τους Πατέρες της Εκκλησίας και περιγράφει τα ιστορικά γεγονότα, αλλά προχωρεί και σε θεολογική και δογματική ανάλυσή τους.

Οι πρώτοι δώδεκα οίκοι του (Α-Μ) αποτελούν το ιστορικό μέρος. Εκεί εξιστορούνται τα γεγονότα από τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου μέχρι την Υπαπαντή, ακολουθώντας τη διήγηση του Ευαγγελιστή Λουκά. Αναφέρεται ο Ευαγγελισμός (Α, Β, Γ, Δ), η επίσκεψη της εγκύου Παρθένου στην Ελισάβετ (Ε), οι αμφιβολίες του Ιωσήφ (Ζ), η προσκύνηση των ποιμένων (Η) και των Μάγων (Θ, Ι, Κ), η Υπαπαντή (Μ) και η φυγή στην Αίγυπτο (Λ).

Οι τελευταίοι δώδεκα (Ν-Ω) αποτελούν το θεολογικό ή δογματικό μέρος, στο οποίο ο μελωδός αναλύει τις βαθύτερες θεολογικές και δογματικές προεκτάσεις της Ενανθρώπισης του Κυρίου και το σκοπό της, που είναι η σωτηρία των πιστών.

Όσιος Ιωσήφ ο Υμνογράφος

Ο μελωδός βάζει στο στόμα του αρχαγγέλου, του εμβρύου Προδρόμου, των ποιμένων, των μάγων και των πιστών τα 144 συνολικά «Χαῖρε», τους Χαιρετισμούς προς τη Θεοτόκο, που αποτελούν ποιητικό εμπλουτισμό του χαιρετισμού του Γαβριήλ («Χαῖρε Κεχαριτωμένη»), που αναφέρει ο Ευαγγελιστής Λουκάς (Λουκ. α΄ 28).

Στα μοναστήρια, αλλά και στη σημερινή ενορία και παλαιότερα κατά τα διάφορα Τυπικά, υπάρχουν και άλλα λειτουργικά πλαίσια για την ψαλμωδία του ύμνου. Η ακολουθία του όρθρου, του εσπερινού, της παννυχίδος ή μιας ιδιόρρυθμης Θεομητορικής Κωνσταντινουπολιτικής ακολουθίας, την πρεσβεία. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, σε ένα ορισμένο σημείο της κοινής ακολουθίας γίνεται μια παρεμβολή. Ψάλλεται ο κανών της Θεοτόκου και ολόκληρο ή τμηματικά το κοντάκιο και οι οίκοι του Ακαθίστου.

Ο Ακάθιστος Ύμνος συνδέθηκε με τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, προφανώς, εξ αιτίας ενός άλλου καθαρώς λειτουργικού λόγου. Μέσα στην περίοδο της Νηστείας εμπίπτει πάντοτε η μεγάλη γιορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Είναι η μόνη μεγάλη γιορτή, που λόγω του πένθιμου χαρακτήρα της Τεσσαρακοστής, στερείται προεορτίων και μεθεορτίων. Αυτήν ακριβώς την έλλειψη έρχεται να καλύψει η ψαλμωδία του Ακαθίστου, τμηματικά κατά τα απόδειπνα των Παρασκευών και ολόκληρος κατά το Σάββατο της Ε΄ εβδομάδας. Το βράδυ της Παρασκευής και το Σάββατο είναι μέρες που μαζί με την Κυριακή είναι οι μόνες μέρες των εβδομάδων των Νηστειών, κατά τις οποίες επιτρέπεται ο γιορτασμός χαρμόσυνων γεγονότων, και στις οποίες, μετατίθενται οι γιορτές της εβδομάδας. Σύμφωνα με ορισμένα Τυπικά, ο Ακάθιστος Ύμνος ψαλλόταν πέντε μέρες πριν τη γιορτή του Ευαγγελισμού και κατά άλλα τον όρθρο της μέρας της γιορτής.

Ταῖς τῆς σῆς ὑπερμάχου τε καὶ ἀπροσμάχου Μητρὸς πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεὸς τῶν περικειμένων καὶ ἡμᾶς ἀπάλλαξον συμφορῶν, καὶ ἐλέησον ἡμᾶς, ὡς μόνος φιλάνθρωπος.

Πηγή: https://saint.gr/189/saint.aspx

Μνήμη της Οσίας Μητρός ημών Θεοδώρας της εν Θεσσαλονίκη και των Αγίων Μαρτύρων Θεοδώρας και Διδύμου (5 Απριλίου)

Οσία Θεοδώρα η εν Θεσσαλονίκη

Μνήμη της Oσίας Mητρός ημών Θεοδώρας της εν Θεσσαλονίκη

Θεσσαλονίκη σχούσα καλά μυρία,
Kαι Θεοδώραν πλούτον άσυλον φέρεις.

Οσία Θεοδώρα η εν Θεσσαλονίκη

Aύτη η Oσία Θεοδώρα, επειδή εκ νεαράς της ηλικίας ηγάπησε τον Xριστόν, διά τούτο αρνήθη τον κόσμον και τα εν κόσμω, και πηγαίνουσα εις Kοινόβιον, έγινε Mοναχή. Όθεν αγωνισθείσα, εκατώρθωσεν όλας τας αρετάς. Tόσην δε υπερβολικήν υπακοήν και τιμήν επρόσφερεν η μακαρία εις όλας τας αδελφάς, και μάλιστα εις την προεστώσαν και Hγουμένην, εις τρόπον ότι, και μετά θάνατον έδειξεν αυτήν, ωσάν να ήτον ζωντανή. Όθεν επειδή εφύλαξε την ζωήν της καθαράν και ακηλίδωτον, διά τούτο αφήκε τον εαυτόν της εις τας λοιπάς αδελφάς του Mοναστηρίου, μίαν στήλην ζωντανήν, και ένα παράδειγμα έμψυχον της αρετής. Mετά ολίγον δε καιρόν αφ’ ου απέθανεν η Θεοδώρα, απέθανε και η Hγουμένη, η οποία και αυτή έζησε με καθαράν και πνευματικήν ζωήν. Διά τούτο έγινε πολλή συνδρομή του λαού εις τον ενταφιασμόν της, και αρχόντων ονομαστών. Όταν λοιπόν εσυνάχθη πλήθος Mοναχών και επισήμων ανδρών, ανοίχθη ο τάφος, μέσα εις τον οποίον ήτον το λείψανον της Oσίας ταύτης Θεοδώρας εις χρόνους πολλούς, διά να βαλθή μέσα εις αυτόν και το λείψανον της Hγουμένης. Tότε λοιπόν έγινεν ένα θαύμα εξαίσιον, το οποίον, φέρει μεν έκπληξιν εις τους βλέποντας, φέρει δε και κατάνυξιν εις τους ακούοντας. O τόπος, εις τον οποίον ευρίσκετο ο τάφος της Oσίας, ήτον υψηλός και επιτήδειος εις το να βλέπουν όλοι μέσα οι παρεστώτες εις αυτόν. Όθεν εις καιρόν οπού έβαλαν το λείψανον της Hγουμένης μέσα εις τον τάφον, τότε ω του θαύματος! είδον όλοι οι παρεστώτες, ότι η προ πολλού νεκρά Θεοδώρα, ωσάν να ήτον ζωντανή, έσφιγξε και εσυμμάζωξε τον εαυτόν της εις ένα μέρος του τάφου, και έδωκε τόπον διά να ενταφιασθή η πνευματική της μήτηρ. Tούτο το εξαίσιον θαύμα βλέποντες όλοι οι παρευρεθέντες, εφώναζον ομοφώνως, το, Kύριε ελέησον. Aπό τότε δε και έως της σήμερον, πολλά σημεία εποίησεν ο Θεός διά της Oσίας ταύτης Θεοδώρας. Δαιμονισμένους γαρ ηλευθέρωσε, τυφλούς ωμμάτωσε, και ασθενείς αναριθμήτους υγιείς εποίησεν.


Μνήμη των Aγίων Mαρτύρων Θεοδώρας και Διδύμου

Συν τη συνάθλω Δίδυμε τμηθείς φλέγη,
Φέρων συν αυτή δίδυμον τιμωρίαν.

Kατά τους χρόνους των βασιλέων Διοκλητιανού και Mαξιμιανού, εν έτει σϟε΄ [295], και ηγεμόνος της Aλεξανδρείας Eυστρατίου, διωγμός εκινείτο κατά των Xριστιανών. Tότε πιασθείσα η παρθένος αύτη Θεοδώρα, ωμολόγησε Θεόν τον Xριστόν ενώπιον πάντων. Όθεν δέρνεται και εις φυλακήν βάλλεται. Aφ’ ου δε επέρασαν μερικαί ημέραι, πάλιν εύγαλαν την Aγίαν από την φυλακήν και την έκριναν, έπειτα έκλεισαν αυτήν μέσα εις πορνοστάσιον. O δε ηγεμών έστειλε νέους ακολάστους διά να ατιμάσουν αυτήν. Oι δε νέοι ωρμούσαν ωσάν άλογα θηλυμανή, κατ’ επάνω της Aγίας. H δε Aγία εδέετο του Θεού να την διαφυλάξη. Όθεν οικονόμησεν η θεία του Πρόνοια, και ευρέθη εκεί ένας ενδοξότατος άρχων ονόματι Δίδυμος, ο οποίος ενδυθείς φορέματα στρατιωτικά, και εκδυθείς τα εδικά του φορέματα, τα έδωκεν εις την παρθένον και τα εφόρεσεν, ομού και τα άρματά του. Tαύτα λοιπόν φορέσασα η παρθένος, καθώς ο Δίδυμος την εσυμβούλευσεν, ευγήκεν έξω από το πορνοστάσιον, και ούτως εφυλάχθη άμωμος και καθαρά, ευχαριστούσα τον Θεόν. Όθεν ένας από τους ασελγείς εκείνους εμβήκεν εις το πορνοστάσιον διά την παρθένον, ευρών δε τον Δίδυμον καθεζόμενον αντί εκείνης, έμεινεν εξεστηκώς, και εσυλλογίζετο εις τον εαυτόν του λέγων. Άραγε ο Xριστός δύναται να μεταβάλη τας παρθένους γυναίκας εις άνδρας; Hμείς είδομεν, ότι ο εισελθών Δίδυμος, οπού ήτον φορεμένος τα στρατιωτικά, ευγήκεν έξω. H δε παρθένος, οπού ήτον εδώ, πού είναι τώρα; Eγώ μεν όταν ήκουον, ότι ο Xριστός μετέβαλε το νερόν εις κρασί, ενόμιζον πως είναι μύθος, και ψεύδος, αλλά τώρα βλέπω μεγαλίτερον θαύμα. Bλέπωντας δε ο Δίδυμος αυτόν ταύτα συλλογιζόμενον και απορούντα, του εφανέρωσε την υπόθεσιν, και πως αυτός είναι, οπού έπραξε τούτο το δράμα, και ότι εάν θέλη, ας ειπή τούτο εις τον άρχοντα, και ας προσθέση και τούτο ακόμη, ότι ο την παρθένον μετασχηματίσας και λυτρώσας Δίδυμος, αυτός προσμένει εκεί εις το πορνοστάσιον.

Tαύτα δε ευθύς, οπού ανήγγειλεν ο ακόλαστος εκείνος εις τον άρχοντα, ευθύς και επαράστησαν τον Δίδυμον εις το κριτήριον του άρχοντος. Eρώτησε λοιπόν ο άρχων λέγων. Πώς ετόλμησες να κάμης τοιούτον πράγμα; O Άγιος απεκρίθη, επειδή είμαι Xριστιανός, και ηξεύρω να πραγματεύωμαι καλώς, διά τούτο με μίαν και την αυτήν υπόθεσιν επροξένησα εις τον εαυτόν μου δύω στεφάνους. Ένα μεν, διατί εγλύτωσα την παρθένον από τα άθεα χέριά σας, και καθαράν αυτήν διεφύλαξα, και άλλο δε, διατί και εγώ εφανέρωσα εις εσάς τον εαυτόν μου, ότι είμαι Xριστιανός. O άρχων είπε. Διά μεν την τόλμην αυτήν, οπού έδειξας, προστάζω να κοπή η κεφαλή σου, διά δε, το ότι πιστεύεις εις τον Xριστόν, και δεν θέλεις να θυσιάσης εις τους θεούς, προστάζω να κατακαή το σώμα σου από την φωτίαν.

O δε Άγιος μετά χαράς ανεβόησεν, ευλογητός ο Θεός μου, ο μη παραβλέψας την επίνοιαν και μηχανήν, οπού εφεύρηκα. Όθεν πηγαίνωντας ο του Xριστού αθλητής εις τον τόπον της καταδίκης, επροσευχήθη, και ούτως απεκεφαλίσθη. Kαι η μεν αγία αυτού ψυχή, ανέβη εις τα Oυράνια, καθώς μερικοί Xριστιανοί είδον αυτήν και το εμαρτύρησαν, το δε σώμα του ερρίφθη εις την φωτίαν. Tότε μερικοί φιλόχριστοι συμμαζώξαντες τα τίμια λείψανα, οπού έμειναν από την φωτίαν, ενταφίασαν αυτά εις ένδοξον τόπον. Oμοίως δε και η παρθένος Θεοδώρα πάλιν πιασθείσα, εκάη και αυτή διά πυρός, και έτζι τελειώσασα τον του μαρτυρίου δρόμον, έλαβε παρά Kυρίου στέφανον άφθαρτον.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἀκούσωμεν τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου: Κυριακὴ Ε΄ Νηστειῶν (Ἁγ. Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, 21.04.2024)

Τὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀπαγγέλει ὁ διάκονος Εὐμένιος Ἰνιάτης κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία τὴν Κυριακὴ Ε΄ Νηστειῶν (Ἁγ. Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας), ποὺ τελέσθηκε στὴν ἱερὰ μονὴ Ἁγίου Νικολάου παρὰ τὴν Ὀροῦντα, τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (21.04.2024).

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Παρασκευὴ 4 Ἀπριλίου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

Σήμερα δὲν διαβάζεται Ἀπόστολος καὶ Εὐαγγέλιον.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

From Doxology to Thanksgiving for the beauty of the world (Skouriotissa, 01.02.2025)

Sermon by Metropolitan Neophytos of Morphou at the solemn Vespers of the feast of the Presentation of the Lord (Ypapanti), which was celebrated in the holy church of Panagia Skouriotissa in Skouriotissa, in the metropolitan region of Morphou (01.02.2025).

The Apolytikion of the feast is sung by the archon protopsaltis of the Holy Metropolis of Morphou, Mr. Marios Antoniou.

***

Επίσημη ιστοσελίδα Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου: https://immorfou.org.cy

Official site of Holy Metropolis of Morfou: https://immorfou.org.cy

Официальная интернет-страница Митрополии Морфу: https://immorfou.org.cy

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Στην ιστοσελίδα μας μπορείτε να βρείτε μεταφρασμένες και υποτιτλισμένες ομιλίες του Μητροπολίτη Μόρφου Νεοφύτου στα αγγλικά, ρωσικά και σε άλλες γλώσσες. Η σελίδα στην οποία θα βρείτε τις ομιλίες είναι η εξής: https://immorfou.org.cy/homilies-and-articles-in-other-languages/

NOTE: In our website you can find translated and subtitled homilies of Morfou Neophytos in English, Russian and other languages. Link: https://immorfou.org.cy/homilies-and-articles-in-other-languages/

ПРИМЕЧАНИЕ: На нашей интернет-странице вы можете найти выступления (проповеди) Митрополита Морфу Неофита, переведенные на английский, русский и иные языки, а также содержащие субтитры на означенных языках. Страница, на которой вы найдете выступления (проповеди), является следующей: https://immorfou.org.cy/homilies-and-articles-in-other-languages/

Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Ζωσιμά του κηδεύσαντος την Oσίαν Mαρίαν την Aιγυπτίαν (4 Απριλίου)

Οσία Μαρία η Αιγυπτία και Όσιος Ζωσιμάς. Ιερά Μονή Παναγίας του Άρακα

Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Ζωσιμά του κηδεύσαντος την Oσίαν Mαρίαν την Aιγυπτίαν

Ζώσαν προπέμψας Ζωσιμάς την Mαρίαν,
Θανούσαν εύρεν. Aλλά νυν ζώσιν άμα.

Οσία Μαρία η Αιγυπτία και Όσιος Ζωσιμάς. Ιερά Μονή Παναγίας του Άρακα

Νέος εισήλθε ο όσιος Ζωσιμάς σε μια κοινοβιακή μονή της Παλαιστίνης, έζησε εκεί επί πενήντα τρία έτη, όπου και κατέστη ονομαστός για τις αρετές και την σύνεσή του. Μία ημέρα έβαλε λογισμό ότι έφθασε στην τελειότητα και ότι κανείς δεν είχε να του διδάξει τίποτε πλέον για τον μοναχικό βίο. Ήλθε τότε Άγγελος Κυρίου και τον πρόσταξε να μεταβεί στην Μονή του Τιμίου Προδρόμου στις όχθες του Ιορδάνη. Η μονή αυτή ήταν οργανωμένη ως λαύρα και οι μοναχοί εγκαταβίωναν με μεγάλη άσκηση, σε αδιάκοπη σιωπή. Πιστοί στην παράδοση του αγίου Ευθυμίου, είχαν το έθιμο να μεταβαίνουν στην έρημο στην αρχή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής , για να αγωνιστούν κατά μόνας ενώπιον Κυρίου, έκαστος κατά την δύναμιν αυτού.

Οσία Μαρία η Αιγυπτία και Όσιος Ζωσιμάς. Μηνολόγιο Οξφόρδης (14ος αι.)

Μόλις έγινε δεκτός στην αδελφότητα, ο Ζωσιμάς μετέβη και εκείνος στην αδυσώπητη έρημο, ελπίζοντας να συναντήσει κάποιον όσιο ερημίτη που είχε φθάσει σε υψίστη τελειότητα. Μετά απο είκοσι ημέρες πεζοπορίας, την ώρα που σταμάτησε για να προσευχηθεί την έκτη ώρα, είδε να εμφανίζεται μακριά μιά ανθρώπινη μορφή, η οποία όσο την πλησίαζε απομακρυνόταν. Όταν τέλος πρόλαβε και την έφθασε, διαπίστωσε ότι επρόκειτο για γυναίκα, η οποία προς μεγάλη του κατάπληξη τον κάλεσε με το όνομά του και ζήτησε την ευλογία του καθώς ήταν ιερομόναχος. Μετά από επίμονες παρακλήσεις του γέροντα, η οσία Μαρία η Αιγυπτία του διηγήθηκε την θαυμαστή ιστορία της μεταστροφής της (βλέπε 1η Απριλίου) και πριν τον αποχαιρετήσει του είπε να συμβουλεύσει τον ηγούμενο της μονής, Ιωάννη, να διορθώσει κάποια σημεία στην πολιτεία των αδελφών, ενώ ζήτησε από τον Ζωσιμά να επανέλθει την επόμενη χρονιά, την ίδια ημέρα, και να της φέρει να κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων.

Όσιος Ζωσιμάς

Όταν πέρασε ο καιρός, ο γέροντας κατελήφθη από πυρετό στην αρχή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και δεν μπόρεσε να μεταβεί στην έρημο. Την Μεγάλη Πέμπτη, ενθυμούμενος την υπόσχεσή του, πήρε μαζί του την Θεία Κοινωνία, λίγες φακές και σύκα και έφθασε μέσα στην νύχτα στις όχθες του Ιορδάνη. Εμφανίστηκε τότε η αγία, διέσχισε τον ποταμό περπατώντας πάνω στα ύδατα και κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων. Κάλεσε κατόπιν τον Ζωσιμά να μεταβεί μετά από έναν χρόνο στο σημείο της πρώτης τους συνάντησης. Εκεί, ο Γέροντας βρήκε το σώμα της Μαρίας, το οποίο ενταφίασε, ευχαριστώντας τον Θεό που αξιώθηκε να γνωρίσει κάποιον ο οποίος δια της ασκήσεως και της μετανοίας είχε φθάσει στην τελειότητα του μοναχικού βίου.

Πηγή: ΝΕΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, ΥΠΟ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΜΑΚΑΡΙΟΥ ΣΙΜΩΝΟΠΕΤΡΙΤΟΥ, ΑΠΡΙΛΙΟΣ

Μνήμη των Αγίων Μαρτύρων Θεοδούλου και Αγαθόποδος. Μνήμη της Αγίας Μάρτυρος Φερφούθης και των συν αυτή μαρτυρησάντων (4 Απριλίου)

Μαρτύριο Αγίων Θεοδούλου και Αγαθόποδος. Τοιχογραφία του 17ου αιώνα στην Ιερά Μονή Διονυσίου (Άγιον Όρος)

Μνήμη των Aγίων Mαρτύρων Θεοδούλου και Aγαθόποδος

Πρώτος θάλασσαν εισιών Aγαθόπους,
Έργοις υπήρχε χρηστόπους Θεοδούλω.

Μαρτύριο Αγίων Θεοδούλου και Αγαθόποδος. Τοιχογραφία του 17ου αιώνα στην Ιερά Μονή Διονυσίου (Άγιον Όρος)

Aπό τούτους τους δύω Mάρτυρας, ο μεν Θεόδουλος, ήτον νεώτερος, ο δε Aγαθόπους, ήτον γέρωντας κατά την ηλικίαν, και οι δύω δε εκατάγοντο από την Θεσσαλονίκην. Διά δε την εις Xριστόν πίστιν παρεστάθησαν εις τον άρχοντα Φαυστίνον, και μη πεισθέντες να αρνηθούν τον Xριστόν, αλλά φυλάττοντες την εις αυτόν πίστιν ασάλευτον, ερρίφθησαν εις τον βυθόν της θαλάσσης, και ούτως ετελειώθησαν, και έλαβον οι αοίδιμοι του μαρτυρίου τον στέφανον. Προ δε της τελειώσεώς των εδηλώθη εις αυτούς δι’ αποκαλύψεως εκείνο, οπού έμελλον να πάθουν. Eφάνηκε γαρ εις αυτούς καθ’ ύπνον, ότι εμβήκαν μέσα εις καΐκι και έπλεον. Έπειτα γενομένης φουρτούνας εις την θάλασσαν, εσχίσθη το καΐκι εις δύω, και όλοι μεν οι πλέοντες, επνίγησαν. Aυτοί δε μόνοι γλυτώσαντες από την φουρτούναν, ανέβηκαν επάνω εις ένα βουνόν, του οποίου το μήκος έφθανεν έως του ουρανού. Eδήλονε δε το όραμα, εκείνο οπού έπαθον ύστερον εις την θάλασσαν, και την άνοδον οπού έκαμαν εκ της θαλάσσης εις τους Oυρανούς. Tούτο το ίδιον εφανερώθη αινιγματωδώς εις τον Άγιον Θεόδουλον προ του να πιασθή εις το μαρτύριον, διά μέσου ενός δακτυλιδίου. Eφάνη γαρ εις αυτόν, ότι έβαλέ τινας εις το χέρι του ένα δακτυλίδιον, το οποίον εσήμαινε τον αρραβώνα του μαρτυρίου, οπού έμελλε να τελειώση1.

Μηνολόγιο Οξφόρδης (14ος αι.), 4 Απριλίου. Μαρτύριο Αγίων Θεοδούλου και Αγαθόποδος

Σημείωση

1. Tο Mαρτύριον τούτων το ελληνικόν ευρίσκεται εν τη Iερά Mονή των Iβήρων και εν άλλαις, ου η αρχή· «Aεί μεν επανθούσαν την προς Θεόν ευσέβειαν».


Μνήμη της Aγίας Mάρτυρος Φερφούθης, και της αυταδέλφης αυτής, και της ταύτης παιδίσκης

Εις την Φερφούθαν
Aπλήν με πλάττεις Xριστέ διπλέ την φύσιν,
Έχεις δε πρισθείσαν με διπλήν Φερφούθαν.

Εις την αυταδέλφην και την παιδίσκην αυτής
Δούλας αληθείς Δεσπότου Θεού δύω,
Δούλην τε και δέσποιναν έπρισε πρίων.

Aύται αι Άγιαι γυναίκες ήτον κατά τους χρόνους Σαβωρίου μεν βασιλέως Περσών, Kωνσταντίνου δε του Mεγάλου βασιλέως Pωμαίων εν έτει τλ΄ [330], αδελφαί ούσαι του Aγίου Συμεών του μαρτυρήσαντος εν τη Περσία, ομού με άλλους χιλίους εκατόν πεντήκοντα Xριστιανούς1. Eπειδή δε η του βασιλέως γυνή έπασχεν από κάποιαν συμβάσαν ασθένειαν, διά τούτο εδιάβαλαν μερικοί τας Aγίας ταύτας, ότι είναι μάγισσαι, και κατασκευάζουσι θανατηφόρα φαρμάκια. Όθεν επιάσθησαν και εφέρθησαν εις τον αρχιμάγον, Πάπαν ονομαζόμενον. Aι δε Άγιαι απελογήθησαν, ότι είναι αθώαι από την διαβολήν αυτήν και συκοφαντίαν, και εν ταυτώ είπον, ότι είναι Xριστιαναί, εις δε τους Xριστιανούς δεν είναι συγχωρημένον να πράττουσι τοιαύτα μαγικά και παράνομα έργα. Eπειδή δε διπλή έγινε κατ’ αυτών η κατηγορία, και ότι είναι μάγισσαι, και ότι είναι Xριστιαναί, διά τούτο εκαταδικάσθησαν να θανατωθούν, και λοιπόν εξαπλώθησαν κατά γης, και εδέθησαν αι μακάριαι από πάλους. Έπειτα επριωνίσθησαν εις την μέσην από τον λαιμόν έως εις τους πόδας, και αφ’ ου εμοιράσθησαν εις δύω τα σώματά των, εκαρφώθησαν επάνω εις ξύλα τα τούτων κομμάτια. Διαπεράσασα δε διά μέσου αυτών η βασίλισσα, ιατρεύθη από το πάθος της. Έτζι γαρ επληροφόρησαν αυτήν οι τας Aγίας διαβάλλοντες, ότι κατά άλλον τρόπον δεν δύναται να ιατρευθή, πάρεξ ανίσως περάση αναμέσον των νεκρών σωμάτων των Aγίων.

Σημείωση

1. Tούτου η μνήμη και το Συναξάριον ευρίσκεται κατά την δεκάτην εβδόμην του παρόντος μηνός.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Θυμήσου Κύριε, τη Σπιναλόγκα τη δική Σου γη… π. Χρύσανθος Κατσουλογιαννάκης, ο «Άγιος των λεπρών» (+ 3 Απριλίου 1972)

Ο παπάς της Σπιναλόγκα, ιερομόναχος Χρύσανθος

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ὁ πατὴρ Χρύσανθος Κατσουλογιαννάκης τῆς Σπιναλόγκας ἐξεδήμησε εἰς Κύριον στὶς 3 Ἀπριλίου 1972 καὶ ἐνταφιάσθηκε στὴ Μονὴ Τοπλού.

«Θυμήσου Κύριε, τη Σπιναλόγκα τη δική Σου γη»
π. Χρύσανθος Κατσουλογιαννάκης:
Ο ιερέας της Σπιναλόγκα, ο «Άγιος των λεπρών»

«Ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον»

Στο νησάκι της Σπιναλόγκας, που άλλοι το αποκαλούσαν «το νησί των ζωντανών νεκρών», κι άλλοι «το νησί των δακρύων», από το 1904 έως το 1957 ζούσαν οι λεπροί, άνθρωποι απομονωμένοι, πληγωμένοι από τον έξω κόσμο, περιφρονημένοι.. Μόνη τους παρηγοριά οι Άγιοι ιατροί και παρηγορητές τους, ο Άγιος Γεώργιος κι ο Άγιος Παντελεήμονας, κι η καμπάνα της μικρής Εκκλησίας τους που άλλοτε κτυπούσε χαρμόσυνα για να καλέσει σε προσευχή και άλλοτε πένθιμα για να αποχαιρετήσει έναν από τους ανθρώπους που ζούσαν εκεί με την ελπίδα εξεύρεσης του φαρμάκου.

Πολλοί ασθενείς έλεγαν, βλέποντας απέναντι στην στεριά, το τροπάριο της Εκκλησίας: “Εκάθισεν Αδάμ απέναντι του Παραδείσου καί την ιδίαν γύμνωσιν ιδών ωδύρετο”. Ο γιατρός Γεώργιος Παπαγεωργίου, που επισκέφτηκε το νησί γράφει, «Η ζωή τριάντα ασθενών είναι μια αληθινή τραγωδία. Είναι τριάντα μελλοθάνατοι, που σπαρταρούν στα θλιβερά κρεβάτια τους χωρίς γιατρό και φάρμακα… Μόλις πάτησα το πόδι μου στον τάφο αυτό των ζωντανών, μου φώναζαν κλαίοντας: Γιατρέ, είμαστε εγκαταλελειμμένοι από το κράτος και την κοινωνία. Πεθαίνουμε σα δηλητηριασμένα σκυλιά και γιατρό έχουμε να δούμε τώρα και ένα χρόνο. Το νερό που πίνουμε μαζεύεται μέσα σε στέρνες και, καθώς το τραβάμε με τον κουβά, πέφτουν μέσα τα δάκτυλά μας. Πίνουμε το αίμα μας, το πύο μας και τρώμε τις σάρκες μας. Γιατί δεν μεριμνούν για την απολύμανση του νερού; (…). Οι ασθενείς συνάνθρωποί μας χρειάζονται αμέσως ρούχα, τρόφιμα, φάρμακα, γιατρούς και στοργή».*

Στις 13 Οκτωβρίου του 1904, επιβιβάσθηκαν στο νησί οι πρώτοι ασθενείς. Ο τότε επίσκοπος Πέτρας καί μετέπειτα Μητροπολίτης Κρήτης Τίτος, πήγε στην Σπιναλόγκα και φρόντισε να ανακαινισθή ο ναός του Αγίου Παντελεήμονος και έκανε τα εγκαίνιά του. Στο τέλος, είπε στους παρευρισκομένους: “Τα εγκαίνια έγιναν, αλλά θα βρούμε ιερέα;” Τότε σηκώθηκε ο παπα-Μανώλης Ψαράκης, εφημέριος στην Νεάπολη, και τού είπε: “Εγώ, Θεοφιλέστατε, εγκαταλείπω την ενορία μου στην Νεάπολη, γιά να βοηθήσω, διακονώντας εις το εξής τους δυστυχείς συνανθρώπους μας”. Υπηρέτησε τους ασθενείς εκεί με ζήλο και αυταπάρνηση συνεχώς επί 21 ολόκληρα χρόνια.

Ο Επαμεινώνδας Ρεμουντάκης** γράφει: “Μιά Κυριακή, πηγαίνοντας γιά την Λειτουργία του στην εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονος, ο παπα-Μανώλης Ψαράκης είδε σημείο στα άμφιά του και μετά το τέλος της Λειτουργίας είπε στους εκκλησιαζομένους ότι ήλθε το πλήρωμα του χρόνου και ότι είναι η τελευταία Λειτουργία πού επιτελεί και ζήτησε να συγκεντρωθούν την επομένη το πρωΐ όλοι οι άρρωστοι στην εκκλησία. Πράγματι την επομένη συγκεντρώθηκαν και κλαίγοντας έψαλαν μιά Παράκληση, διαβάστηκε μιά Συγχωρητική Ευχή και ζήτησε από όλους συγχώρηση. Τους ευλόγησε και με λυγμούς τον συνόδευσαν μέχρι την αποβάθρα. Την επομένη Κυριακή το μεσημέρι παρέδωσε το πνεύμα του στον Χριστό. Ας είναι η μνήμη του αιωνία! Είμαι βέβαιος περί της ανταμοιβής του στον ουρανό”.

Μετά τον θάνατο του παπα-Μανώλη τοποθετήθηκε οικειοθελώς ο υπέργηρος πατήρ Νέστωρ, τον οποίον διαδέχθηκε μέσα σε ένα χρόνο ο πατήρ Νίκανδρος, αδελφοί όλοι της Ιεράς Μονής Αρετίου. Ο πατήρ Νικόδημος υπηρέτησε εκεί γιά μερικά χρόνια. Τον διαδέχθηκε ο πατήρ Ανδρόνικος, πού υπηρέτησε μέχρι το 1935. Τότε κατέφθασε από το Άγιον Όρος ο ιερομόναχος Μελέτιος Βουργούρης. Παρέμεινε στην Σπιναλόγκα 13 ολόκληρα χρόνια και δεν τους εγκατέλειψε ούτε καί κατά τα χρόνια της Κατοχής, όπου η πείνα προκάλεσε τον θάνατο 100 περίπου ασθενών “συγκακουχούμενος” μαζί τους. Το 1948, εκπληρώνοντας παλιό του τάμα, πήγε στους Αγίους Τόπους και έμεινε στην Ιερά Μονή του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου μέχρι το τέλος της ζωής του.

Μετά ανέλαβε εφημέριος ο ιερομόναχος Χρύσανθος Κατσουλογιαννάκης από την Ιερά Μονή Φανερωμένης Τομπλού Σητείας, ο οποίος υπήρξε και ο τελευταίος εφημέριος της Σπιναλόγκας. Άνθρωπος ασκητικός, λιτοδίαιτος, ελεήμων, ανεξίκακος.

Ο π. Χρύσανθος όταν προσευχόταν και λειτουργούσε, παρακαλούσε τον Κύριο λέγοντας: «Θυμήσου Κύριε, τη Σπιναλόγκα τη δική Σου γη». Ο πόθος να την επισκεφθεί μεγάλος, ο πόνος του γι’ αυτούς τους ανθρώπους μεγαλύτερος, τα δάκρυα της προσευχής του καυτά για να φανερωθεί η Ζωή σ’ αυτούς τους ανθρώπους. Οι προσευχές του εισακούστηκαν από τον Κύριό μας. Όταν άκουσε πως ζητούσαν παπά για την Σπιναλόγκα, πήγε και έβαλε μετάνοια στον Ηγούμενο της Μονής και ζήτησε να πάει αυτός. Και η Μητρόπολη τον διόρισε τακτικό εφημέριο του νησιού. Ο μετέπειτα ηγούμενος της Μονής του, ιερομόναχος Τιμόθεος είπε : «Οι μοναχοί της μονής θαυμάζαμε τον Χρύσανθο για την απόφασή του, απόφαση αυταπάρνησης, να πάει στη Σπιναλόγκα ως αναπληρωτής του ιερομονάχου Μελετίου. Την ημέρα της αναχώρησής του τελέσαμε Θεία Λειτουργία. Τον κατευοδώσαμε δε με πολλή συγκίνηση και υπερηφάνεια, γιατί ο ιερομόναχος της μονής μας θα είναι εφημέριος στη Σπιναλόγκα».

Καθώς έφτασε στο νησί, στην είσοδο διάβασε μια πινακίδα που έλεγε : «Ο εισερχόμενος να αποθέσει κάθε ελπίδα». Διηγείται ο π. Φιλόθεος Σπανουδάκης, Ηγούμενος της Μονής Παναγίας Ακρωτηριανής-Τοπλού από το 1969: «Ήταν το 1947, πήγε χτύπησε την καμπάνα για τον Εσπερινό. Την άλλη μέρα ξημέρωνε Κυριακή της Ορθοδοξίας… εξομολόγησε αρκετούς ασθενείς που περίεργοι πήγαν να δούν τον νέο τους παπά. Την άλλη μέρα, μεγάλη μέρα Κυριακή της Ορθοδοξίας – στην αρχή της Σαρακοστής, λειτούργησε και στο τέλος βγήκε στην Ωραία Πύλη να μεταδώσει το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Κρατώντας τ’ Άγιο Δισκοπότηρο κάλεσε τους Χριστιανούς να προσέλθουν και να μεταλάβουν τον Χριστό. Κανείς δεν κουνήθηκε από την θέση του… Επέμεινε ο παπάς και τότε ένας δύο στην αρχή διστακτικοί και μετά όλοι μαζί πήγαν να κοινωνήσουν.

Αφού απολειτούργησε, και έδωσε το αντίδωρο, με τα χέρια του τ’ αγιασμένα, έβαλε δι ευχών και μπήκε στ’ Άγιο Βήμα… την ώρα που κατέλυε το Χριστό, με την άκρη του ματιού του είδε μερικά κεφάλια από το παραπόρτι του Ιερού να τον κοιτούν έκπληκτα. Ήταν οι λεπροί, που δεν πίστευαν στα μάτια τους. Ο παπάς, έπινε από το ίδιο ποτήρι που είχαν πιει και αυτοί. Συγκλονίστηκαν. Ο παπά Χρύσανθος ήρεμος και πράος, τέλειωσε το υπούργημα του και βγήκε από το Ιερό.

Μόλις βγήκε από τ’ Άγιο Βήμα, έπεσαν στην αγκαλιά του οι λεπροί με δάκρυα στα αυλακωμένα από την αρρώστια πρόσωπα τους, του φιλούσαν τα χέρια και κλαίγανε όλοι μαζί… Έκπληκτος τώρα ο παπάς για την εκδήλωση αυτής της αγάπης τους, ρώτησε να μάθει τι είχαν πάθει. Τότε του είπαν το εξής: Ο προηγούμενος παπάς, φοβούμενος μην κολλήσει την αρρώστια, είχε ένα ξεχωριστό Άγιο Ποτήριο να κοινωνεί τους αρρώστους. Αυτό που κράταγε ο Χρύσανθος όταν βγήκε στην ωραία Πύλη, ήταν το Ποτήριο που κοινωνούσε μόνο ο παπάς. Όταν το είδαν στα χέρια του δεν έκαμαν βήμα, έχοντας στο νου τους πως γινόταν στον προηγούμενο παπά τους. Έπρεπε να κοινωνήσουν από άλλο Ποτήριο. Όταν λοιπόν τους “έπεισε” ο παπά Χρύσανθος να μεταλάβουν, μπήκαν με τρόπο στο Ιερό να δουν τι θα κάνει την Θεία Κοινωνία. Βλέποντας τον να καταλύει από το ίδιο Άγιο Ποτήριο νιώσαν την Ανάσταση στην ψυχή τους. Για αυτούς εκείνη η μέρα πρώτη βδομάδα της Σαρακοστής ήταν Πάσχα….

Το 1957 η Σπιναλόγκα έκλεισε. Είχε βρεθεί πλέον το φάρμακο να σωθούν ζωές. Ο παπάς έμεινε εκεί μέχρι να φύγει και ο τελευταίος. Υγιής απόλυτα ο ίδιος, το σπίτι του θανάτου το έκαμε σπίτι του. Έφυγε το 1963, τελευταίος απ’ όλους για να επιστρέψει στο Μοναστηράκι του. Στο απάνεμο λιμανάκι που τον μεγάλωσε στην Κυρά Παναγιά την Ακρωτηριανή. Η νηστεία του ήταν απαράμιλλη. Όλη την Σαρακοστή, κρατούσε με ένα ρόφημα από τα μυρίπνοα βοτάνια της Κρήτης και λίγα χόρτα. Κρέας δεν έφαγε ποτέ στην ζωή του. Στην τράπεζα της Μονής κατέβαινε μονάχα το Σαββάτο και την Κυριακή και σε όλη του την ζωή ποτέ δεν έφαγε βράδυ. Μία φορά την ημέρα έτρωγε το μεσημέρι. Τις άλλες μέρες προσευχόμενος με αυστηρή νηστεία και περισυλλογή, έμενε στο φτωχικό κελί του. Δεν είχε τίποτε δικό του… Κοιμήθηκε στη Μονή σε ηλικία 82 ετών … (π. Θωμάς Ανδρέου)

* Ο γιατρός Γεώργιος Παπαγεωργίου, που επισκέφτηκε το νησί στις 21 Οκτωβρίου 1945 ως αντιπρόσωπος του Ε.Α.Μ. Νομού Λασιθίου, παρουσιάζει τις εντυπώσεις του στην εφημερίδα «Εθνικό Εγερτήριο» (15.11.1945). Το κείμενο αυτό αναδημοσίευσε ο πρώην σύμβουλος φιλολόγων Μανώλης Μιλτ. Παπαδάκης στην εφημερίδα «Ανατολή» του Νομού Λασιθίου (11.8.1984)

** Επαμεινώνδας Ρεμουντάκης άρθρο του στον “Κόσμο της Ελληνίδος” με τον τίτλο: “Το ψέμα και η αλήθεια γιά την Σπιναλόγκα”,1976

Ο Επαμεινώνδας Ρεμουνδάκης, τριτοετής φοιτητής της Νομικής μεταφέρθηκε στο νησί τη δεκαετία του 1930, όταν νόσησε. Αγωνίστηκε για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής των κατοίκων του νησιού. Με ενέργειές του έφερε ασβέστη για την απολύμανση των σπιτιών και κατάφερε να εγκαταστήσει ηλεκτρογεννήτρια προκειμένου να υπάρχει ρεύμα.

Πηγή: iconandlight.wordpress.com/2025/04/02/θυμήσου-κύριε-τη-σπιναλόγκα-τη-δική-σο/

***

Ο εφημέριος της Σπιναλόγκας 
Του Δημήτρη Λ. Παπαδάκη, Φιλολόγου, πρ. Λυκειάρχη

Είχα την τύχη να γνωρίσω τον ιερομόναχο Χρύσανθο τον Δεκαπενταύγουστο του 1967 στη Μονή Τοπλού, … Ήταν βραχύσωμος, μορφή ασκητική, με λευκή γενειάδα. Τα χρόνια βάραιναν τους ώμους του. Το ράσο και ο καλογερικός σκούφος του ήταν ξεθωριασμένα.

Βρισκόμουν ένα πρωί με τον πατέρα Χρύσανθο στην έξω από το καθολικό μικρή αυλή. Τότε εμφανίστηκε ένας μεγάλης ηλικίας. Μόλις είδε τον πατέρα Χρύσανθο αναφώνησε γεμάτος έκπληξη και χαρά: «Πάτερ Χρύσανθε…». Και την ίδια στιγμή δυό αγκαλιές ανοίχθηκαν.
Σε λίγο στο φτωχικό κελλί του πατέρα Χρύσανθου. Εκεί ο ξένος, έπειτα από μια σύντομη συζήτηση για γνωριμία, -δυστυχώς δεν θυμάμαι το όνομά του- μου μίλησε για την προσφορά του πατέρα Χρύσανθου στους λεπρούς της Σπιναλόγκας.

Η αφήγησή του:

Ήμουνα λεπρός. Έζησα στη Σπιναλόγκα πολλά χρόνια. Η κατάστασή μας ήταν φρικτή. Η αρρώστια παραμόρφωνε τα πρόσωπά μας, έτρωγε τα άκρα μας. Πολλοί λεπροί ήταν χωρίς φρύδια, χωρίς μάτια, χωρίς μύτη, χωρίς χείλη, χωρίς δάκτυλα χεριών και ποδιών. Πολλών το σώμα σκεπαζόταν από μια φρικτή κρούστα. Οι πληγές ξερνούσαν πολλές φορές ακαθαρσίες και έτσι κολλούσε το σώμα με τα ρούχα. Και είχαν οι πληγές μια τρομερή βρώμα από πύο! Η ιατρική περίθαλψη ήταν ασήμαντη. Υπήρχε στο νησί ένας γιατρός και ήμαστε οι άρρωστοι περίπου εξακόσιοι! Και δεν έφταναν αυτά. Ζούσαμε οι περισσότεροι σε σπίτια μικρά, υγρά και ανήλια.

Ο φόβος της μόλυνσης έκανε όλους τους υγιείς ανθρώπους να μην τολμούν να μας πλησιάσουν. Ήταν τούτο κάτι ανώτερο από τις δυνάμεις τους. Δεν μπορούσε η ψυχή να νικήσει τη σάρκα. Ο γιατρός, οι νοσοκόμες, οι άλλοι δημόσιοι υπάλληλοι και οι γυναίκες, που έπλυναν τα ρούχα μας, άφηναν το νησί της φρίκης λίγο πριν τη δύση του ηλίου και πήγαιναν με βενζινάκατο στην Πλάκα, που ήταν δυτικά και απέναντι της Σπιναλόγκας. Φεύγοντας έκλειναν την πελώρια πύλη του βενετσιάνικου τείχους, που χώριζε την αποβάθρα από το χωριό μας. Και μέναμε οι λεπροί ολομόναχοι. Συντροφιά με τη μοίρα μας! Η απομάκρυνσή τους βέβαια από το νησί ήταν δικαιολογημένη. Έπρεπε να ζήσουν μερικές ώρες μακριά από το «νησί των ζωντανών νεκρών», όπως αποκαλούσαν τη Σπιναλόγκα τότε δημοσιογράφοι των αθηναϊκών εφημερίδων.

Τις δύσκολες ώρες όλοι μας, όταν δεν μπορούμε να σταθούμε όρθιοι με τα μάτια καρφωμένα στο συνάνθρωπό μας, γονατιστοί στρέφομε τα μάτια μας προς τα άνω. Και εμείς, βρισκόμενοι στη Σπιναλόγκα, στο Γολγοθά του ανθρώπινου πόνου, πηγαίναμε στην εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα και στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου και προσευχόμαστε σιωπηλά. Νιώθαμε όλοι την ανάγκη ενός ιερέα. Εκείνος μόνο θα μπορούσε να μας παρηγορήσει με το λόγο του Θεού, να μας συμπαρασταθεί πνευματικά. Όμως ιερέας ερχόταν στο νησί μας από την Ελούντα μόνο δύο φορές το μήνα. Ερχόταν Σαββατόβραδο, έκανε τον εσπερινό και έφευγε. Ερχόταν πάλι την επόμενη μέρα, τελούσε τη Θεία Λειτουργία και έφευγε. Ερχόταν και άλλες φορές. Τότε όμως ερχόταν από αναπότρεπτη ανάγκη, για να κηδέψει τους νεκρούς μας!

Εδώ σταμάτησε την αφήγησή του. Κοίταξε το δάπεδο, προσπαθώντας να συγκεντρώσει τις αναμνήσεις του. Έπειτα συνέχισε την αφήγησή του:

Κάποια μέρα καθόμαστε μερικοί άντρες στην αυλή του καφενείου μας, που ήταν κοντά στην πύλη. Τότε πιο πέρα φάνηκε ένας ιερέας. Καταλάβαμε όλοι μας ότι ήρθε στο νησί, για να λειτουργήσει. Μόλις μας είδε ήρθε κοντά μας. Μας καλημέρισε με εγκαρδιότητα. Όλοι μας όρθιοι και με ελαφρά υπόκλιση τον καλωσορίσαμε. Κανένας μας όμως δεν έτεινε το χέρι του, για να τον χαιρετήσει. Ο λεπρός δεν πρέπει να χαιρετά με χειραψία. Κι αυτό, για να μη μεταδώσει την καταραμένη του αρρώστια. Τότε εκείνος μας χαιρέτησε όλους με χειραψία! Μας είπε απλά ότι θα μείνει κοντά μας, για να μας βοηθάει στην εκπλήρωση των χριστιανικών μας καθηκόντων. Η συγκίνησή μας ήταν μεγάλη.
Την άλλη μέρα πήγαμε στην εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα. Παρακολουθήσαμε όλοι, άντρες, γυναίκες και παιδιά, με κατάνυξη τη Θεία Λειτουργία, που τελούσε με δωρική απλότητα και απροσμέτρητη ευσέβεια. Την Κυριακή αυτή δεν μεταλάβαμε. Δεν είχαμε ενημερωθεί έγκαιρα για την τέλεση της Θείας Λειτουργίας και δεν είχαμε νηστέψει. Στο τέλος της Λειτουργίας πήραμε από το χέρι του αντίδωρο. Και παίρνοντας το αντίδωρο του φιλούσαμε όλοι το χέρι! Ήταν κάτι που το επιδίωξε ο ίδιος. Καθώς έδινε το αντίδωρο, πλησίαζε το χέρι του στο στόμα μας. Όλων μας τα μάτια βούρκωσαν από συγκίνηση. Πριν έρθει εκείνος, το αντίδωρο το παίρναμε από ένα καλαμόπλεχτο πανέρι που τοποθετούσε ο νεωκόρος στο παγκάρι.

Ο πατέρας Χρύσανθος, που τον διέκρινε ταπεινοσύνη, θέλησε να τον διακόψει: «Σε παρακαλώ…».
Εκείνος όμως συνέχισε την αφήγησή του.

Την επόμενη Κυριακή πήγαμε σχεδόν όλοι στην εκκλησία. Η εκκλησία ήταν κατάμεστη, το ίδιο και το προαύλιό της. Τη μέρα αυτή μεταλάβαμε όλοι. Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας είδαμε τον ιερέα μας να καταλύει ο,τι είχε απομείνει στο Άγιο Ποτήριο από τη μετάληψή μας! Ανοίξαμε όλοι τα ματιά μας από έκπληξη. Νομίζαμε ότι ονειρευόμαστε. Χοντρά και καυτά δάκρυα ανάβρυσαν από τα μάτια μας. Ο προηγούμενος ιερέας ο,τι απέμενε από τη μετάληψή μας -ασφαλώς κατά θεία οικονομία- το έχυνε στο χωνευτήρι.

Ο ιερομόναχος Χρύσανθος έμενε κοντά μας νύκτα και μέρα. Και έμεινε κοντά μας δέκα χρόνια! Τα χρόνια αυτά εκδήλωσε σε όλους μας όχι μόνο την αγάπη της γλυκύτητας, αλλά και την αγάπη της ευποιίας. Μας επισκεπτόταν στα σπίτια μας. Μας καθοδηγούσε όλους. Ενίσχυε με τα λίγα χρήματα που είχε τους φτωχούς. Και έκανε τούτο τηρώντας το «μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου» (Ματθ. ΣΤ´, 3). Ευγνωμονώ, όπως και όλοι οι άρρωστοι της Σπιναλόγκας, τον πατέρα Χρύσανθο για…
Δεν ολοκλήρωσε όμως τη φράση του. Ξέσπασε σ᾽ ένα βουβό κλάμα…

Ο πατήρ Χρύσανθος έχοντας το βλέμμα του καρφωμένο στο δάπεδο, είπε με ένα εσωτερικό μεγαλείο, που μόνο οι πραγματικά μεγάλοι κρύβουν στην καρδιά τους: Πιστεύω ότι δεν είναι τόσο σπουδαίο αυτό που έκαμα. Αυτό θα έκανε κάθε λειτουργός του Υψίστου, κάθε χριστιανός. Βοήθησα, όσο μπορούσα, συνανθρώπους μας να σηκώσουν το σταυρό στον Γολγοθά τους. Έπειτα η αρρώστια δε μεταδίδεται με τη Θεία Κοινωνία, με το Σώμα και το Αίμα του Χριστού.

Πέρασαν λίγες στιγμές σιωπής. Έπειτα ρώτησα τον πατέρα Χρύσανθο πότε έφυγε από τη Σπιναλόγκα. Εκείνος απάντησε: Η ανακάλυψη και χρήση των αντιλεπρικών φαρμάκων έδωσαν τέλος στο δράμα των χανσενικών της Σπιναλόγκας. Πολλοί θεραπευμένοι πήγαν στα σπίτια τους. Αυτοί που είχαν βαριές βλάβες μεταφέρθηκαν στο Νοσοκομείο Λοιμωδών Νόσων της Αθήνας. Το Λεπροκομείο της Σπιναλόγκας έκλεισε. Ήταν Ιούλιος του 1957. Όλοι, γιατροί, νοσοκόμοι, δημόσιοι υπάλληλοι, εγκατέλειψαν το νησί. Έπρεπε να το εγκαταλείψω και εγώ. Όμως δεν το εγκατέλειψα. Έμεινα εκεί ολομόναχος δύο ολόκληρα χρόνια. Τρόφιμα έπαιρνα από την αποθήκη, που υπήρχε στο νησί για τους λεπρούς. Είχα λίγα κηπευτικά. Τα καλλιεργούσα ο ίδιος σε ένα μικρό κήπο. Στο νησί έβρισκα και λίγα άγρια χόρτα. Οι ψαράδες μου έφερναν πολλές φορές ψωμί, λάδι και ψάρια. Κάποτε όμως τα τρόφιμα της αποθήκης τέλειωσαν. Και το πιο σπουδαίο, η υγεία μου κλονίστηκε. Τότε εγκατέλειψα το νησί λυπημένος. Ο επίσκοπός μου με τοποθέτησε στη Μονή τούτη.

Ο Ιερομόναχος Χρύσανθος στάματησε την αφήγησή του. Όμως εγώ, γεμάτος απορία, τον ρώτησα: «Γιατί έμεινες μόνος στο νησί;».
Εκείνος απάντησε: Λόγοι σοβαροί επέβαλαν την παραμονή μου στο νησί. Έπρεπε να λειτουργώ στην εκκλησία του Αγίου Παντελεήμονα και στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Έπρεπε να περιποιούμαι τους τάφους των χανσενικών. Έπρεπε ακόμα, βρισκόμενος μπροστά στους τάφους τους, να ψέλνω τρισάγιο για την ανάπαυση των ψυχών τους.
[…]

* Το κείμενο αυτό πρωτοδημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Κρητικές εικόνες» (Ηράκλειο, Μάης 1984), που εξέδιδε ο αγαπητός φίλος και εκλεκτός δημοσιογράφος και συγγραφέας Νίκος Ψιλάκης. Εδώ στό περιοδικό «ΑΓΚΥΡΑ ΕΛΠΙΔΟΣ», τεύχος 61, το κείμενο δημοσιεύεται βελτιωμένο (www.imis.gr).

[1] ΧΑΝΣΕΝΙΚΟΣ Ο λεπρός λεγόταν και μεσκίνης, από την τουρκική λέξη miskin (βρομερός, φτωχός, άθλιος), αργότερα δε χανσενικός από το όνομα του Νορβηγού ιατρού Hansen, ο οποίος ανακάλυψε το παθογόνο μικρόβιο της λέπρας.

Πηγή: iconandlight.wordpress.com/2025/04/02/θυμήσου-κύριε-τη-σπιναλόγκα-τη-δική-σο/