Αρχική Blog Σελίδα 441

Διαταραχές Προσωπικότητας-Οι κρυμμένες παθολογίες

Δρ. Ἰωάννης Κιτρομηλίδης, Ψυχίατρος

Εισήγηση στην Η΄ συνάντηση (28.04.2015) του Επιμορφωτικού Σεμιναρίου της Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου Γ’ Ακαδημαϊκού  Έτους (2014-2015)

Εισηγητής: Δρ. Ιωάννης Κιτρομηλίδης, Ψυχίατρος

Δρ. Ἰωάννης Κιτρομηλίδης, Ψυχίατρος

Γενικά

Οι διαταραχές προσωπικότητας άρχισαν να αναγνωρίζονται σαν ειδική μορφή ψυχικών διαταραχών πριν μερικές δεκαετίες. Μέχρι τότε θεωρούνταν ακραίες παραλλαγές του φυσιολογικού, όπου φυσιολογικό εννοούμε την ικανότητα προσαρμογής και λειτουργικής σύνδεσης με το περιβάλλον, και ο λόγος ήταν γιατί οι διαταραχές προσωπικότητας δεν ήταν εμφανείς και χαρακτηριστικά επεισοδιακές, όπως οι γνωστές ψυχικές διαταραχές, αλλά πιο διακριτικές, και για να εκδηλωθούν έπρεπε το άτομο να εκτεθεί σε ορισμένες  συνθήκες μέσα στο περιβάλλον του.

 Σταδιακά άρχισαν να γίνονται πιο εμφανείς, λόγω της αύξησης της συχνότητας και σοβαρότητας τους και, επομένως, της αυξανόμενης και μονιμότερης δυσλειτουργίας που προκαλούσαν σε ατομικό και οικογενειακό περιβάλλον μέσα σε μια κοινωνία που συνεχώς εξελίσσεται και γίνεται πιο σύνθετη και απαιτητική. Είναι οι κατ’ εξοχήν παθολογίες των σχέσεων και της προσαρμοστικότητας.

Ο όρος «προσωπικότητα» αναφέρεται στους ιδιαίτερους τρόπους, με τους οποίους ένα άτομο σκέφτεται, αισθάνεται και συμπεριφέρεται, αντιδρά στα ερεθίσματα που δέχεται από το περιβάλλον και αλληλεπιδρά με αυτό. Κριτήρια φυσιολογικότητας μιας προσωπικότητας  είναι η ικανότητα ομαλής προσαρμογής στο περιβάλλον και δημιουργικής συνύπαρξης, επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης με άλλα άτομα. Η παθολογία της προσωπικότητας αναφέρεται σε δυσπροσαρμοστικά και δυσλειτουργικά χαρακτηριστικά, που είναι ανελαστικά και ακραία.

Οι διαταραχές προσωπικότητας απαντώνται στο 5-15% του ενήλικα γενικού πληθυσμού, με αυξητική, όπως φαίνεται, τάση. Στην πλειοψηφία τους αυτά τα άτομα δεν έχουν επίγνωση της διαταραχής τους και δεν αναζητούν θεραπεία. Και όμως υποφέρουν από μια χρόνια δυσχέρεια στην προσωπική, κοινωνική και επαγγελματική τους λειτουργία και παρουσιάζουν μια αυξημένη ροπή προς την χρήση ουσιών και συχνές προστριβές με τη δικαιοσύνη. Οι διαταραχές προσωπικότητας δεν είναι επεισοδιακές, όπως οι άλλες ψυχικές διαταραχές, η κατάθλιψη και οι ψυχώσεις, για παράδειγμα, που αποκαθίστανται μετά την θεραπεία και το άτομο ανακτά μια κανονική λειτουργικότητα. Είναι διάχυτες και διαρκείς, σταθερά και μόνιμα δυσπροσαρμοστικές και αυτό, σε συνδυασμό με την πολύ συνηθισμένη άρνηση για βοήθεια, κάνει τα άτομα με διαταραχή προσωπικότητας τους συχνότερους επισκέπτες των υπηρεσιών ψυχικής υγείας και ταυτόχρονα αυτούς με τους οποίους οι λειτουργοί της ψυχικής υγείας έχουν τις πιο συχνές θεραπευτικές αποτυχίες.

Σε αντίθεση με την φυσιολογική προσωπικότητα, η παθολογική προσωπικότητα χαρακτηρίζεται από στρεβλή δόμηση και ανισορροπία. Σαν μια οικοδομή, όπου οι δοκοί είναι τοποθετημένες με λάθος τρόπο οπότε οι χώροι είναι παραμορφωμένοι, υπάρχει μειωμένη αντοχή στην δύναμη της βαρύτητας  που την πιέζει και το οικοδόμημα κινδυνεύει με κατάρρευση στην παραμικρή σεισμική δόνηση. Η παθολογική προσωπικότητα έχει σοβαρά ελλείμματα στην ανάπτυξη της. Σημαντικές της περιοχές παρέμειναν υποανάπτυκτες, με αποτέλεσμα μειωμένες ικανότητες προσαρμογής στο περιβάλλον, σύναψης σχέσεων και διαχείρισης δυσκολιών. Τα αναπτυξιακά ελλείμματα συμπληρώνονται από ανώριμες πλευρές της προσωπικότητας που υπερτρέφονται. Έτσι, η συμπεριφορά που εκδηλώνεται είναι η ταυτόχρονη έκφραση του ελλείμματος των ώριμων πλευρών και της υπερτροφίας των ανώριμων,  πρωτόγονων στοιχείων.

Γενικά γνωρίσματα των παθολογικών προσωπικοτήτων

Γνωστικές διαταραχές.Πρόκειται για διαταραχές στον τρόπο σκέψης και αντίληψης. Τα άτομα αυτά συχνά φαίνεται να έχουν παράξενες ιδέες, να σκέφτονται με ένα ασυνήθιστο τρόπο και να αντιλαμβάνονται αυτά που συμβαίνουν με ένα ιδιαίτερο τρόπο, που δεν είναι κατανοητός πολλές φορές από τους άλλους. Αυτό οδηγεί σε παράξενες και απρόβλεπτες αντιδράσεις. Φαίνονται να έχουν μια πολύ προσωπική και παραμορφωμένη εικόνα του περιβάλλοντος, επομένως και των προθέσεων των άλλων, αλλά και της ίδιας της πραγματικότητας γενικά. Μοιραία έχουν και μια ελλιπή ή παραμορφωμένη εικόνα του εαυτού και της ταυτότητας τους. Συχνά έχουν ψεύτικες αναμνήσεις, «θυμούνται», δηλαδή, περιστατικά που δεν συνέβησαν, και έτσι μπορούν να ψεύδονται με άνεση και να πιστεύουν ακράδαντα τα ψέματα τους.

Παρορμητικότητα και επιθετικότητα.Αποτέλεσμα  μειωμένου ελέγχου των ενορμήσεων και της παραμορφωμένης αντίληψης, που προκαλεί λανθασμένες ερμηνείες αυτών που συμβαίνουν, και αυξημένη αίσθηση ότι απειλούνται. Νιώθουν αναγκασμένοι να αντεπιτεθούν, για να ελέγξουν το επικίνδυνο περιβάλλον. Δεν έχουν υπομονή και πλήττουν πολύ γρήγορα, οπότε επιδιώκουν συνεχείς αλλαγές και δυνατές συγκινήσεις σε ακραίες και δραματικές συμπεριφορές. Έτσι οδηγούνται συχνά στους αυτοτραυματισμούς και αυτοκτονικότητα, την βία και την χρήση ουσιών και γενικά στις επικίνδυνες συμπεριφορές.  

Συναισθηματική αστάθεια.Είναι οι συχνές και μεγάλες αλλαγές της διάθεσης, που χαρακτηρίζουν τον παράδοξο τρόπο αντίδρασης και την υπερευαισθησία στις προκλήσεις του περιβάλλοντος. Προκλήσεις, πραγματικές ή φανταστικές, όπως οι αποχωρισμοί, οι απώλειες, οι ματαιώσεις, η κριτική, η απόρριψη, προκαλούν δραματικές συναισθηματικές αντιδράσεις, οι οποίες εύλογα προκαλούν με τη σειρά τους μια πραγματική απόρριψη. Το τυπικό συναισθηματικό μοτίβο αυτών των ατόμων είναι οι συνεχείς και γρήγορες μετακινήσεις από τον ενθουσιασμό και την «τρελλή» χαρά στην θλίψη και την απελπισία. Τυπική έκφραση της συναισθηματικής αστάθειας είναι η γρήγορη και ενθουσιώδης σύναψη σχέσεων και αισθηματικών δεσμών και η εξ ίσου γρήγορη απογοήτευση και οι απότομες ρήξεις.

Άγχος.Συνέπεια της υπερευαισθησίας και της υπερβολικής αίσθησης κινδύνου. Τα άτομα αυτά συχνά είναι υπερβολικά συνεσταλμένα, φοβικά προς τους άλλους και καχύποπτα. Βρίσκονται σε μια αγωνιώδη αναμονή κινδύνων, τους οποίους συχνά δημιουργούν οι ίδιοι για να δικαιολογήσουν αυτό που νιώθουν, την μόνιμη εσωτερική δυσφορία. Ακόμα και συνηθισμένες μεταβολές στο περιβάλλον εκλαμβάνονται ως απειλητικές και οδηγούν σε δραματικές συμπεριφορές αποφυγής ή επιθετικότητα. H Κατάθλιψη είναι εδώ μια συχνή επιπλοκή του άγχους, γιατί οι απογοητεύσεις και ματαιώσεις είναι πολύ εύκολες σε αυτά τα άτομα που νιώθουν να καταρρέει ο κόσμος τους.

Παραλλαγές παθολογικών προσωπικοτήτων

Οι διαταραχές προσωπικότητας εκδηλώνονται στο τέλος της εφηβείας, αν και τα άτομα αυτά συνήθως παρουσιάζουν ιδιαιτερότητες ήδη από την παιδική ηλικία, ιδίως αν συνδυάζονται με νευροαναπτυξιακές διαταραχές, όπως, π.χ. η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής με ή χωρίς Υπερκινητικότητα. Συχνά οι γονείς τα περιγράφουν σαν πολύ φρόνιμα και υπάκουα μωρά, που ξαφνικά ή σταδιακά άλλαξαν στο Γυμνάσιο. Ταξινομούνται σε ομάδες, ανάλογα με το κυρίαρχο γενικό γνώρισμα που τις διακρίνει. Έτσι διακρίνουμε:

Εκκεντρική ομάδα.Παρανοϊκή, Σχιζοειδής και Σχιζοτυπική προσωπικότητα. Είναι οι προσωπικότητες, που διακρίνονται από τις παράξενες ιδέες, τον παράδοξο τρόπο αντίληψης και ερμηνείας των γεγονότων, την καχυποψία και τις τάσεις απομόνωσης. Είναι απόμακροι, ψυχροί και δεν συνδέονται συναισθηματικά. Εσείς είναι πιο πιθανό να δείτε άτομα με παρανοϊκή προσωπικότητα, που έχουν μια συνωμοσιακή αντίληψη του κόσμου και θα έρθουν να σας μιλήσουν για προβλήματα που οφείλονται στην καχυποψία τους. Έχουν μια χαρακτηριστική μνησικακία και αμετανοησία, ποτέ δεν αναγνωρίζουν προσωπικές ευθύνες και δεν συγχωρούν.

Δραματική ομάδα.Οριακή, Ναρκισσιστική, Αντικοινωνική και Οιστριονική προσωπικότητα. Διακρίνονται από τις έντονες αντιδράσεις, την παρορμητικότητα και την επιθετικότητα, που εύκολα φτάνει στην βία. Έχουν υπερβολική ανάγκη αναγνώρισης της αξίας τους και ικανοποίησης των συναισθηματικών τους αναγκών, κάτι που τους κάνει απαιτητικούς, ανικανοποίητους και πιεστικούς. Η ανάγκη για αναγνώριση οφείλεται στην ελλειμματική αίσθηση ταυτότητας και εικόνας εαυτού, και αυτό τους αναγκάζει να συγκρούονται με τους άλλους ή νααυτοτραυματίζονται για να πάρουν μια αίσθηση ταυτότητας και προσωπικών ορίων. Έχουν μια υπερβολική αίσθηση πλήξης, την οποία προσπαθούν να αποφύγουν με θορυβώδεις και επικίνδυνες δραστηριότητες.  Εδώ βρίσκουμε τους χούλιγκαν, πολλούς κακοποιούς, ναρκομανείς και τους διάφορους φανατικούς που συγκροτούν επιθετικές ομάδες που δικαιολογούν την ύπαρξη τους με διάφορες ιδεολογίες και εκφράζονται με καταστρεπτικό μίσος για τον κόσμο. Βρίσκουμε ακόμα άτομα με μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους, που συμπεριφέρονται με έπαρση και αλαζονεία και χρησιμοποιούν τους άλλους για να ικανοποιούν εγωιστικές ανάγκες. Πιστεύουν, ότι οι άλλοι οφείλουν να είναι στην υπηρεσία τους, ενώ οι ίδιοι δεν είναι διατεθειμένοι να προσφέρουν το παραμικρό. Σ’ αυτή την ομάδα βρίσκονται πολλοί φυγόστρατοι και κοπέλες με αδιάκριτη σεξουαλική ζωή και πολλαπλές εκτρώσεις. Σε σας είναι πιο πιθανό να έρθουν οι γονείς και συγγενείς αυτών των ατόμων να σας περιγράψουν τα σοβαρά προβλήματα που δημιουργούν στην οικογένεια και τον περίγυρο, τα προβλήματα στον γάμο τους, βία στην οικογένεια, προβλήματα στη δουλειά τους ή με έντονη και κατά συρροήν παραβατικότητα. Είναι τα άτομα που χαρακτηριστικά δεν μαθαίνουν από τα λάθη και παθήματα τους και κάνουν εύκολα απόπειρες αυτοκτονίας.

Είναι οι διαταραχές, που έχουν συσχετιστεί αιτιολογικά περισσότερο με τις στερήσεις και κακοποιήσεις κατά την παιδική ηλικία και με μια ειδική ανεπάρκεια ή κακής ποιότητας μητρική φροντίδα. Είναι η ομάδα ατόμων, που έχουν την μεγαλύτερη σχέση με τα πάθη, είτε με την μορφή κακών συνηθειών, είτε ως εγωιστική στάση ζωής με σκληροκαρδία και αναλγησία. Είναι οι άνθρωποι με πολύ φθόνο και με την μεγαλύτερη ανευθυνότητα και αμετανοησία, με καταστρεπτικό μίσος για τους άλλους, γιατί τους φταίει όλος ο κόσμος.

Αγχώδης ομάδα.Ψυχαναγκαστική, Εξαρτητική και προσωπικότητα Αποφυγής. Είναι άτομα συνεσταλμένα, φοβικά και τελειομανή. Αποφεύγουν τις σχέσεις και τις πρωτοβουλίες, φοβούνται τις αλλαγές στη ζωή τους και αναζητούν ασφάλεια με το να προσκολλώνται σε πρόσωπα του περιβάλλοντος τους, που θεωρούν ισχυρά. Σε αντίθεση με τα άτομα της προηγούμενης δραματικής ομάδας, τα άτομα της αγχώδους ομάδας είναι πιο πιθανό να είναι τα ίδια θύματα βίας, την οποία μπορεί να προκαλούν με την αγχώδη τους προσκόλληση που μπορεί να είναι αρκετά επιθετική και ασφυκτική. Εσείς είναι πιο πιθανό να δείτε άτομα ψυχαναγκαστικά που έρχονται να εξομολογηθούν επανειλημμένα για ασήμαντα θέματα. Έχουν έντονες και βασανιστικές ενοχές, που δεν αναπαύονται με την Εξομολόγηση, και γίνονται κουραστικοί. Είναι οι άνθρωποι οι πιο επιρρεπείς στους λογισμούς.

Εδώ να επισημάνουμε, ότι ένα βασικό χαρακτηριστικό των παθολογικών προσωπικοτήτων είναι ότι προκαλούν έντονα συναισθήματα στους άλλους, χωρίς αυτοί να καταλαβαίνουν γιατί. Έχουν πολύ ανεπτυγμένη ικανότητα εξωλεκτικής επικοινωνίας  και μεταδίδουν στους άλλους αυτό που έχουν μέσα τους, κάνοντας τους να νιώθουν φόβο, οργή, απελπισία, αίσθηση κινδύνου. Επίσης αντιλαμβάνονται διαισθητικά τις ευαισθησίες και αδυναμίες των άλλων και τους εκβιάζουν συναισθηματικά, χρησιμοποιώντας τις. Συχνά τους αρέσει να βασανίζουν και να κακοποιούν ψυχικά. Έτσι, αν κάποτε κι εσείς νιώθετε παράξενα με κάποιους που έρχονται σε σας για βοήθεια, αν σας κάνουν να νιώθετε άγχος, τύψεις, θυμό, μια έντονη ανάγκη να τους σώσετε ή μια αίσθηση αδιεξόδου και απόγνωσης μαζί τους, τότε να ξέρετε ότι έχετε να κάνετε με μια διαταραχή προσωπικότητας. Ειδικά, μάλιστα, αν, χωρίς να το θέλετε, βρεθείτε σε προστριβή με την οικογένεια τους εξ αιτίας τους. Τις οικογένειες που, ας σημειωθεί, συχνά δείχνουν μια παράξενη άγνοια και ανοχή της παθολογίας αυτής και συνήθως μετατρέπονται ολόκληρες σε παθολογικά συστήματα, δίνοντας σας την αίσθηση ότι «δεν βγάζετε άκρη» μαζί τους. Ο κυριότερος μηχανισμός ψυχικής λειτουργίας της παθολογικής προσωπικότητας είναι ο διαχωρισμός των άλλων σε «καλούς» και «κακούς», σε σύμμαχους και εχθρούς της. Και συχνά οι άλλοι παρασύρονται και παίζουν αυτούς τους ρόλους και συγκρούονται μεταξύ τους, χωρίς να  καταλαβαίνουν τι συμβαίνει. Είμαι σίγουρος, ότι έχετε παρατηρήσει τέτοια φαινόμενα.

Η λεγόμενη φυσιολογική προσωπικότητα μπορεί να είναι και κάπως ανιαρή, γιατί είναι ισορροπημένη και δεν παρουσιάζει εξάρσεις κανενός τύπου. Αυτό που μπορούμε να πούμε με σιγουριά για τις παθολογικές προσωπικότητες, είναι ότι ποτέ δεν είναι ανιαρές! Κάνουν τους άλλους να μιλούν γι’ αυτούς και να ασχολούνται συνεχώς μαζί τους και κρατούν, χαρακτηριστικά, τις οικογένειες τους «σε αναμμένα κάρβουνα», εκτός κι αν τις έχουν ρυμουλκήσει στην παθολογία τους. Ακόμα όμως και τότε, κάποιος φυσιολογικός μπορεί να βρεθεί στην οικογένεια να αντιδρά, οπότε θα παρατηρούνται χρόνιες ενδοοικογενειακές διαμάχες, που θα φτάνουν μέχρι σ᾽ εσάς. Και όμως -και γι’ αυτό τις λέμε «κρυμμένες» παθολογίες- αυτά τα άτομα σε εξωτερικούς παρατηρητές συχνά φαίνονται ευγενικά, κοινωνικά και ιδιαίτερα συμπαθητικά, σε σημείο που ο παρατηρητής να διερωτάται αν μιλούμε για το ίδιο πρόσωπο! Κι αυτό, γιατί δείχνουν μια χαρακτηριστική διπλοπροσωπία, ένα «δημόσιο» πρόσωπο, που μπορεί να είναι πολύ αρεστό, και ένα «ιδιωτικό», με το οποίο ταλαιπωρούν τους πολύ κοντινούς τους ανθρώπους. Ένα άλλο, συναφές, χαρακτηριστικό τους είναι η απότομη αλλαγή του τρόπου που βλέπουν τα πράγματα. Μπορεί να σας προσβάλουν και να σας επιτεθούν με τον χειρότερο τρόπο, αν θεωρήσουν ότι τους φταίξατε, και την επόμενη στιγμή να είναι ξανά πολύ φιλικοί, σαν να μην συνέβη τίποτε. Μπορεί να προκαλούν την μεγαλύτερη δυστυχία στους γύρω τους και αυτοί να συμπεριφέρονται σαν να μην τους αφορά.

Πώς δημιουργούνται οι παθολογικές προσωπικότητες

Η παθογένεση των διαταραχών προσωπικότητας είναι ιδιαίτερα σύνθετη. Όπως σε όλες τις ψυχικές διαταραχές, ρόλο παίζουν βιολογικοί και γενετικοί παράγοντες και επομένως σε κάποιο βαθμό η κληρονομικότητα. Οι γενετικοί παράγοντες καθορίζουν τις ιδιαιτερότητες αυτού που λέμε ταμπεραμέντο, τις ιδιαίτερες ευαισθησίες και αντοχές στις ψυχικές πιέσεις και, επομένως, την προδιάθεση για ψυχικούς τραυματισμούς. Άλλοι παράγοντες είναι περιβαλλοντικοί, το οικογενειακό, κοινωνικό και πολιτισμικό περιβάλλον με τις προσδοκίες, πιέσεις, απαιτήσεις και απογοητεύσεις που επιβάλλουν στα άτομα, αλλά και σε όλο το οικογενειακό και κοινωνικό σύστημα. Επίσης ρόλο σημαντικό παίζουν οι κρατούσες κοινωνικές και πολιτισμικές απόψεις για το τι είναι φυσιολογικό και τι παθολογικό και επομένως τα περιθώρια ανοχής, αποδοχής και «περιχώρησης» του περιβάλλοντος. Τα περιθώρια αυτά θα καθορίσουν τις δυνατότητες προσαρμογής και ομαλής λειτουργίας στο περιβάλλον. Αυτός είναι ο λόγος που οι διαταραχές προσωπικότητας έχουν αναδειχθεί και δημιουργούνται με μεγαλύτερη σαφήνεια στις δυτικές, προτεσταντικές κυρίως, κοινωνίες, που είναι ατομικιστικές και απαιτούν από τα άτομα να είναι ανεξάρτητα, αυτόνομα και να παλεύουν για προσωπικούς στόχους, σε αντίθεση με άλλες πιο παραδοσιακές -σήμερα τις λέμε καθυστερημένες- κοινωνίες, που είναι πιο ομαδικές, η ατομικότητα αναδεικνύεται λιγότερο και ευνοούν τις αλληλεξαρτήσεις.

Ο κυριότερος, όμως, παράγοντας παθογένεσης φαίνεται ότι είναι οι αντιξοότητες και ατυχήματα κατά την παιδική ηλικία, που επηρεάζουν ή παρεμποδίζουν την ομαλή ανάπτυξη της προσωπικότητας. Και λέγοντας παιδική ηλικία, θα μπορούσαμε να περιλάβουμε σ’ αυτήν και την ενδομήτριο ζωή, κατά τη διάρκεια της οποίας συχνά τίθενται οι καταβολές μελλοντικών νευροαναπτυξιακών διαταραχών που θα είναι η βάση πάνω στην οποία θα οικοδομηθεί η διαταραχή προσωπικότητας. Αυτό γίνεται σε περιπτώσεις αλκοολικών ή τοξικομανών μητέρων και κάποτε λόγω λοιμώξεων και άλλων ασθενειών, που επηρεάζουν το έμβρυο, οπότε το παιδί γεννιέται με νευροβιολογικές βλάβες που επηρεάζουν την ανάπτυξη του.

Τα βιώματα της παιδικής ηλικίας παίζουν καθοριστικό ρόλο στην διαμόρφωση της προσωπικότητας. Στην προσωπική ιστορία ατόμων με διαταραχή προσωπικότητας βρίσκουμε συχνά πρώιμες σοβαρές στερήσεις -υλικές και συναισθηματικές-, παραμέληση, φυσική και ψυχολογική κακοποίηση και μια χαρακτηριστική δυσλειτουργία ή και ανυπαρξία του οικογενειακού πλαισίου. Οι γονείς είναι κατά κανόνα  απόμακροι, παράξενοι ή και πιο φανερά διαταραγμένοι. Έχει φανεί ξεκάθαρα από την εμπειρία, ότι πολλοί κακοποιοί και γενικά βίαιοι άνθρωποι είχαν υποστεί οι ίδιοι βία και συστηματική κακοποίηση στην παιδική ηλικία.  Να πούμε επίσης ότι η υπερπροστατευτικότητα και η υπερβολική ικανοποίηση αναγκών του παιδιού, για τις οποίες αποφασίζει ο γονιός πριν καν τις νιώσει το ίδιο το παιδί, είναι εξίσου παθογόνες με τις στερήσεις και κακοποιήσεις. Κι αυτό, γιατί η φυσιολογική ανάπτυξη χρειάζεται συνθήκες ανεκτής στέρησης και με μέτρο ικανοποίησης αναγκών, μετά που το παιδί τις έχει συνειδητοποιήσει. Μόνο έτσι το παιδί αποκτά αίσθηση του μέτρου, των ορίων και της πραγματικότητας και αρχίζει να εκπαιδεύεται στην ικανότητα της υπομονής, που είναι εξαιρετικά σημαντική. Στο επίκεντρο των διαταραχών προσωπικότητας βρίσκεται πάντοτε μια χαρακτηριστική έλλειψη υπομονής και αίσθησης ορίων.            

Τι έχει, λοιπόν, μια φυσιολογική, ή ώριμη, προσωπικότητα που δεν έχει η παθολογική;

Το ώριμο άτομο έχει αίσθηση ταυτότητας, ορίων εαυτού και άλλων. Γνωρίζει ποιος είναι και «πόσος» είναι και διαθέτει, έτσι, επίγνωση των ικανοτήτων και δυνατοτήτων του, επομένως και της πραγματικότητας. Αυτό δημιουργεί και μια βασική αίσθηση ταπείνωσης, που επιτρέπει την περιχώρηση και την συγχωρητικότητα. Όλα αυτά συνιστούν την ικανότητα προσαρμογής και σύναψης σχέσεων στο κοινωνικό περιβάλλον. Η επίγνωση της πραγματικότητας επιτρέπει την κριτική σκέψη και διάκριση και, επομένως, την ικανότητα μετάνοιας.

Το ώριμο άτομο είναι συνεπές και αξιόπιστο και μπορεί να συνεργαστεί αποτελεσματικά. Κάνει τους άλλους να θέλουν να συνεργαστούν μαζί του, γιατί τους εμπνέει εμπιστοσύνη, και δεν έχει ανάγκη να επιδεικνύει την αξία του.

Το ώριμο άτομο έχει αναπτυγμένη αίσθηση ευθύνης απέναντι στον εαυτό του και τους άλλους. Αυτό το οδηγεί να φροντίζει για τον χώρο του και να δείχνει έγνοια και σεβασμό προς τους άλλους. Κατανοεί πώς μπορεί να αισθάνεται ο άλλος κι αυτό λέγεται συναισθηματική νοημοσύνη, κάτι που του επιτρέπει να συγκρατεί τις ανάγκες και επιθυμίες του, προκειμένου να βοηθήσει αυτούς που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη από αυτό. Έτσι μπορεί να είναι ικανό να υπομένει, δηλαδή να αντέχει την αναβολή  της ικανοποίησης των επιθυμιών του. Ένα συγκλονιστικό παράδειγμα ψηλής συναισθηματικής νοημοσύνης, βγαλμένο από την πρόσφατη αεροπορική τραγωδία όπου ο νεαρός συγκυβερνήτης έριξε το αεροπλάνο, είναι αυτό που είπε ο πατέρας ενός από τα θύματα: «Περισσότερο και από τον αδικοχαμένο μας γιο σκέφτομαι τους γονείς αυτού του παιδιού, που θα περάσουν την υπόλοιπη ζωή τους ξέροντας πως ο γιος τους παρέσυρε σκόπιμα στον θάνατο 150 ανθρώπους…». Πόσοι, άραγε, μπορούν να πουν κάτι τέτοιο; 

Το ώριμο άτομο δεν έχει υπέρμετρες ανασφάλειες και φόβο των άλλων, ούτε ανάγκη να χρησιμοποιεί τους άλλους για προσωπική ικανοποίηση. Έτσι μπορεί να αναπτύξει την δυνατότητα της ανυπόκριτης αγάπης και της σύναψης πραγματικών σχέσεων, χωρίς να εξαρτάται και να χάνει την αυτονομία του. Η πραγματική αγάπη χρειάζεται «καθαρότητα καρδίας», δηλαδή ανιδιοτέλεια και ειλικρίνεια, αλλά και προσωπική ανεξαρτησία. Μόνο άτομα που είναι ανεξάρτητα και έχουν καλή σχέση με τον εαυτό τους μπορούν να αγαπήσουν πραγματικά και να συνδεθούν δημιουργικά. Αυτό ισχύει και για την ικανότητα πραγματικής, ανυπόκριτης Πίστης. Θα είναι δύσκολο για μια παθολογική προσωπικότητα να δοθεί στην Αγάπη, γιατί στερείται ειλικρίνειας, ανιδιοτέλειας και αυτονομίας και κατατρύχεται από πολλαπλές ανασφάλειες και ψυχικές συγκρούσεις που είναι πηγές παθών.

Το ώριμο άτομο μπορεί να αισθάνεται ενοχές, όταν σφάλλει και αδικεί. Όχι τις νοσηρές ενοχές της κατάθλιψης, που παραλύουν και καταστρέφουν, αλλά ενοχές βγαλμένες μέσα από την πραγματικότητα που κινητοποιούν τους μηχανισμούς αναζήτησης συγγνώμης και επιθυμίας επανόρθωσης. Αυτή η ικανότητα συνδέεται με την ικανότητα να αισθάνεται ευγνωμοσύνη, αναγνωρίζοντας πότε ευεργετείται, αλλά και με την ικανότητα συγχώρησης και μετάνοιας, μέσα από την αναγνώριση ότι, όπως μπορεί να πέσει ο άλλος,  έτσι μπορεί να πέσει και ο ίδιος.

Το ώριμο άτομο διατηρεί σεβασμό στα γονεϊκά πρότυπα (γονείς, δάσκαλοι, κοινωνικοί θεσμοί), χωρίς όμως να τα φοβάται. Αν κρίνει ότι χρειάζεται, μπορεί να τα αμφισβητήσει, χωρίς να γίνει καταστρεπτικός. Μπορεί, αν χρειαστεί, να είναι τολμηρός και να γίνει ανατρεπτικός, χωρίς να γίνεται αδίστακτος και ανάλγητος. Αυτά χρειάζονται μια επαρκή ικανότητα διάκρισης.

Το ώριμο άτομο μπορεί να ικανοποιεί τις επιθυμίες του χωρίς να υποδουλώνεται σ’ αυτές και αντέχει την αναβολή της ικανοποίησης. Τα «πάθη» του είναι πιο πιθανό να είναι δημιουργικά παρά καταστρεπτικά. Τέχνη, διάβασμα, συλλογές, καλή κουζίνα, σπορ, καλό κρασί, έρωτας για τον σύντροφο του, παρά τζόγος, προσκόλληση στον υπολογιστή, απληστία, γαστριμαργία, χουλιγκανισμός, χρήση ουσιών, αλκοολισμός, αδιάκριτη σεξουαλική συμπεριφορά. Είναι πηγές δημιουργικής ευχαρίστησης με πνευματική διάσταση και όχι καταναγκαστικές, βλαβερές ή αυτοκαταστροφικές συνήθειες, που επιδιώκουν την ικανοποίηση πρωτόγονων, δηλαδή αναπτυξιακά κατώτερων αναγκών και που δεν αποτελούν πηγή πραγματικής ευχαρίστησης. Οι παθολογικές προσωπικότητες είναι πιο επιρρεπείς στα πάθη, γιατί κυριαρχούνται από αναπτυξιακά κατώτερες πλευρές, που σχετίζονται με τις σωματικές ικανοποιήσεις και τον εγωισμό, και παρορμητικότητα, που οφείλεται σε αδυναμία ελέγχου των κατώτερων επιθυμιών και της επιθετικότητας. Έτσι έχουν χαμηλό βαθμό ελευθερίας και διάκρισης.  

Τελευταίο αφήνω το χιούμορ, μιας από τις πιο εξελιγμένες εκφράσεις ωριμότητας. Την ικανότητα να αποστασιοποιούμαστε για λίγο από τα πράγματα και να τους προσδίδουμε μια εύθυμη χροιά, ακόμα κι είναι δυσάρεστα, την ικανότητα να γελούμε κάποτε και με τον εαυτό μας αναγνωρίζοντας τις αδυναμίες μας, χωρίς να φοβόμαστε να τις παραδεχτούμε στους άλλους. Το χιούμορ δεν απαντάται σε καμιά ψυχική διαταραχή, σε καμιά διαταραχή προσωπικότητας και ούτε ακόμα και σε σημαντικό ποσοστό των κατά τα άλλα φυσιολογικών ατόμων. Προϋποθέτει  διάκριση και επαρκή έλεγχο ανασφαλειών και φόβων.

Εννοείται, ότι σε αυτά που αναφέρθηκαν πιο πάνω για την ώριμη προσωπικότητα,  οι παθολογικές προσωπικότητες μειονεκτούν και δυσλειτουργούν σοβαρά. Όμως να διευκρινίσουμε, ότι δεν υπάρχει σαφής διαχωριστική γραμμή μεταξύ φυσιολογικού και παθολογικού. Όλοι φέρουμε μέσα μας έναν παθολογικό, ανώριμο εαυτό, κατάλοιπο των φάσεων προσωπικής εξέλιξης που περάσαμε. Παθολογικά και ανώριμα στοιχεία παρατηρούνται σε προσωπικότητες, που γενικά αξιολογούνται ως φυσιολογικές, ενώ προσωπικότητες που γενικά λειτουργούν παθολογικά, μπορεί να επιδεικνύουν εξαιρετικές επιδόσεις σε δημιουργικούς τομείς, όπως είναι οι τέχνες και οι επιστήμες, ενώ η προσωπική τους ζωή βλέπουμε να είναι χαοτική. Η κρίσιμη διαφοροποίηση γίνεται στο επίπεδο της προσαρμοστικότητας και του τρόπου σύναψης σχέσεων, και δεν είναι καθόλου θέμα ευφυΐας.  

Πώς η σύγχρονη κοινωνία ευνοεί την διαμόρφωση παθολογικών προσωπικοτήτων αλλά και την ανάπτυξη παθολογικών χαρακτηριστικών σε φυσιολογικές προσωπικότητες

Διάβρωση και δυσλειτουργία της οικογένειας. Ο ρόλος του οικογενειακού πλαισίου είναι απόλυτα κρίσιμος για την διαμόρφωση μιας προσωπικότητας, γιατί είναι το πρώτο πλαίσιο στο οποίο βρίσκεται το άτομο ερχόμενο στον κόσμο και καθορίζει την στάση και προσαρμογή του σε κάθε άλλο πλαίσιο στο οποίο θα βρεθεί στη ζωή του. Είναι το περιβάλλον που θα διαμορφώσει τον ψυχικό κόσμο του παιδιού. Είναι υπεύθυνο να μεταδώσει στο παιδί τις βασικές έννοιες της ζωής, την αντίληψη της πραγματικότητας, των ορίων, της ιεραρχίας και των προτύπων, των αξιών, να εμπνεύσει ασφάλεια και επομένως αγάπη για τον κόσμο και να καλλιεργήσει την αυτονομία. Βλέπουμε πολλές οικογένειες να δυσλειτουργούν ή να διαλύονται, γονείς απόντες, ανεύθυνους και υποβαθμισμένους, γονείς που δεν εκτιμούν ο ένας τον άλλον και χρησιμοποιούν τα παιδιά στις μεταξύ τους διαμάχες, υποχρεώνοντάς τα σε βασανιστικά συναισθηματικά διλήμματα, ανώριμους γονείς που παντρεύονται βιαστικά και χωρίζουν εξίσου γρήγορα και δραματικά. Η αύξηση των διαζυγίων και η κακοποίηση παιδιών παίρνουν μορφή κοινωνικής επιδημίας. Η αύξηση των διαζυγίων εκφράζει ένα από τα κυριώτερα συμπτώματα της σύγχρονης κοινωνίας, που είναι ο φόβος της δέσμευσης και η αδυναμία  αλληλοπεριχώρησης.

Η συζυγική απιστία, συνέπεια της απουσίας αγάπης και εκτίμησης, είναι ένας άλλος σημαντικός παράγοντας φθοράς. Και δεν είναι μόνο θέμα θρησκευτικής ή κοινωνικής ηθικής. Είναι θέμα τάξης -είμαστε μαζί κι αυτά είναι τα παιδιά μας-, θέμα αποσαφήνισης αξιών -εκτιμούμε και αγαπούμε ο ένας τον άλλον-, και θέμα σταθερότητας και ασφάλειας του περιβάλλοντος των παιδιών -οι γονείς μας είναι παρόντες και μαζί μας και δεν μπαινοβγαίνουν άγνωστοι στον χώρο μας. Αυτό μπορεί να σημαίνει και ότι οι αξίες προστατεύονται καλύτερα με ένα ήρεμο διαζύγιο που μπορούν να κατανοήσουν τα παιδιά αφού τους εξηγηθεί, και όχι με την συντήρηση μιας συγκρουσιακής, ψυχρής ή εχθρικής συμβίωσης.   

 Η κακοποίηση των παιδιών μπορεί να είναι φυσική ή ψυχολογική, αλλά μπορεί να έχει και την μορφή της υπερπροστατευτικότητας, που παρεμποδίζει την ομαλή ανάπτυξή του, και της υπέρμετρης και πρόωρης ικανοποίησης υλικών αναγκών που το παιδί δεν έχει ακόμα συνειδητοποιήσει, ακόμα και της δημιουργίας ψεύτικων αναγκών που οι γονείς αποφασίζουν για δικούς τους λόγους και επιβάλλουν στο παιδί. Αυτό δημιουργεί τους «κακομαθημένους», εξαρτητικούς χαρακτήρες και παρεμποδίζει την ισορροπημένη ανάπτυξη που βασίζεται στην αποδεκτή και κατανοητή από το παιδί στέρηση και την ανάπτυξη της υπομονής του. Μια ειδική μορφή κακοποίησης είναι η πληθώρα υλικών προσφορών, για να καλυφθεί το έλλειμμα της συναισθηματικής παρουσίας και πραγματικής αγάπης των γονιών.

Μια οικογένεια και μια κοινωνία, όπου επικρατεί ο εγωισμός, ο ανταγωνισμός και η διαμάχη δεν μπορεί να διδάξει στο παιδί την βασική ταπείνωση και ευγνωμοσύνη. Θα έχετε προσέξει πόσο η γλώσσα μας δεν «γυρίζει», όπως λέμε, το «παρακαλώ», « ευχαριστώ» και  «συγγνώμη». Είναι λέξεις τόσο δύσκολες να τις αρθρώσουμε, ώστε τις έχουμε αντικαταστήσει με ξένες (π.χ., please, thank you, sorry). Αυτό δείχνει μια προδιάθεση προς την αχαριστία και την αμετανοησία, οι οποίες συνθέτουν την σκληροκαρδία.

Η σημασία του οικογενειακού πλαισίου φαίνεται και από το ότι τα ολοκληρωτικά καθεστώτα και οι πάσης φύσεως φασισμοί επιχειρούν τον έλεγχο και την χειραγώγηση των ατόμων μέσα από την καταστροφή δύο πραγμάτων. Χτυπούν την οικογένεια και την κριτική σκέψη, δηλαδή την ατομικότητα. Έτσι ο «φωτισμένος» ηγέτης και το κίνημ;a του αυτοαναγορεύονται σε οικογένεια των ατόμων και «σκέφτονται» και αποφασίζουν για λογαριασμό τους. Τα άτομα που πείθονται μετατρέπονται σε αγέλη και μπορεί να είναι αδίστακτα επιθετικά, μια και ο ηγέτης τους απαλλάσσει από τους ηθικούς φραγμούς, έχοντας γίνει ο ίδιος και η ιδεολογία του η νέα ηθική.    

Η εμμονή για κοινωνική και επαγγελματική επιτυχία. Είναι σε όλους γνωστή η πίεση που ασκείται πάνω στους σημερινούς νεαρούς για ψηλή επίδοση στο σχολείο, ψηλές βαθμολογίες, βασανιστικές συγκρίσεις με συμμαθητές. Πρέπει να μπουν στα καλύτερα σχολεία, στα καλύτερα πανεπιστήμια και, αν δεν το καταφέρουν, νιώθουν άχρηστοι και αναπτύσσουν αγχώδεις διαταραχές και κατάθλιψη. Οδηγούνται στο να εξαρτούν την εικόνα που έχουν για τον εαυτό τους και την αυτοεκτίμηση τους από τις εξωτερικές -ορατές στους άλλους- επιτυχίες, οπότε η αίσθηση ταυτότητάς τους γίνεται ασταθής, αβέβαιη και υπό διαρκή απειλή. Αυτό οδηγεί και σε μια αλλοίωση της αντίληψης της ίδιας της πραγματικότητας, γιατί πραγματικό και σωστό γίνεται μόνο αυτό που θέλουν και εγκρίνουν οι άλλοι, οι οποίοι βιώνονται ως απαιτητικοί και ανικανοποίητοι. Η σχολική και ακαδημαϊκή επιτυχία γίνεται το παν, η μεγαλύτερη αξία στη ζωή. Συχνά προέρχεται κι αυτό από την οικογένεια, όταν οι γονείς προβάλλουν ματαιόδοξες προσδοκίες στα παιδιά τους, προσπαθώντας να ικανοποιήσουν δικές τους ανικανοποίητες επιθυμίες τους μέσα από την ζωή των παιδιών.

Η πίεση για επιτυχίες συνεχίζεται αμείλικτη και στους μελλοντικούς χώρους εργασίας. Εκεί απαιτείται να είναι κανείς ευχάριστος και καλός στις δημόσιες σχέσεις. Πρέπει να είναι πειστικός, και σ’ αυτό βοηθά να μπορεί να υποκρίνεται και να λέει ψέματα με άνεση. Οικοδομεί έναν ψεύτικο εαυτό, μιαν επιφάνεια, με την οποία σχετίζεται. Οι σχέσεις είναι επιφανειακές και ευκαιριακές, ευνοείται η χρησιμοποίηση των άλλων για επίτευξη των προσωπικών επιδιώξεων. Απαραίτητη γίνεται η απουσία εντροπής, ενοχών και δισταγμών, και το άτομο σταδιακά καταλήγει στην σκληροκαρδία, αναλγησία και ανευθυνότητα και καθίσταται ανίκανο να αγαπά. Μοιραία επηρεάζεται και η προσωπική του ζωή, όπου προκαλεί δυστυχία σε αυτούς που μοιράζονται τη ζωή τους μαζί του. Εξελίσσεται σε αυτό που αποκαλούμε κοινωνικοπαθητική προσωπικότητα. Η αναζήτηση της επιτυχίας, που γίνεται αυτοσκοπός, αποδυναμώνει την αλληλεγγύη, τους δεσμούς με τους συναδέλφους -οι οποίοι ή θα χρησιμοποιούνται ή θα πρέπει να παραμερίζονται-, αλλά και την ίδια την συναισθηματική επένδυση στην εργασία. Αλλοιώνονται, έτσι, οι έννοιες της δεοντολογίας και των ηθικών φραγμών, κάτι που με φόβο αναρωτιόμαστε τι μορφές θα πάρει μελλοντικά στις επαγγελματικές, κοινωνικές και διαπροσωπικές σχέσεις. Και, κάθε ομοιότητα με τους πολιτικούς χώρους, είναι συμπτωματική!

Μια άλλη παρενέργεια, είναι και ο εκφοβισμός στους χώρους εργασίας. Ο εκφοβισμός που έχει ξεφύγει πια από τα σχολεία και γίνεται μέσο, με το οποίο οι πιεσμένοι εργαζόμενοι εκτονώνονται πάνω στους αδύνατους. Οι απαιτήσεις και το άγχος της σύγχρονης ζωής ευνοούν την εκδήλωση επιθετικότητας, αλλά και του φθόνου, της ευχαρίστησης από την φθορά και πτώση των άλλων, που γίνονται αντιληπτοί σαν επικίνδυνοι ανταγωνιστές.

Η απώλεια ή παρεμπόδιση της αυτοεκτίμησηςείναι συχνά μια συνέπεια της σύγχρονης εργασιακής οργάνωσης και πρακτικής. Όταν οι εργαζόμενοι νιώθουν ότι βρίσκονται υπό συνεχή παρακολούθηση  και αξιολόγηση για την απόδοση τους και γνωρίζουν ότι είναι απολύτως αναλώσιμοι, ότι μπορεί ανά πάσα στιγμή να χάσουν τη δουλειά τους και να αντικατασταθούν από άλλους, συμπεραίνουν ότι δεν έχουν καμιά αντικειμενική αξία και ότι κανένας δεν τους χρειάζεται πραγματικά. «Ο θάνατός σου η ζωή μου» γίνεται βασικός κανόνας επιβίωσης.

Η κατασκευή και η διαθεσιμότητα της σύγχρονης μητέρας. Μέσα στην πίεση για επαγγελματική και κοινωνική επιτυχία, η απόκτηση παιδιού έπαψε να είναι αξία και προτεραιότητα και τείνει να αντιμετωπίζεται σαν κοινωνική υποχρέωση ή ατύχημα. Το παιδί, από πηγή ευτυχίας και ψυχικού πλούτου, βιώνεται σαν εμπόδιο και βάρος. H πλειοψηφία των φοιτητών στα δυτικά πανεπιστήμια είναι κοπέλες και η ηλικία απόκτησης του πρώτου παιδιού συνεχώς μετατίθεται για αργότερα. Να ξεκαθαρίσουμε, ότι η αναβάθμιση της θέσης της γυναίκας είναι ευλογία για μια κοινωνία. Πολλά από τα κακά που μαστίζουν ορισμένες κοινωνίες οφείλονται ακριβώς στο ότι η γυναίκα παραμένει αμόρφωτη και κλεισμένη στο σπίτι, μια ανισορροπία που οδηγεί τους άντρες σε καταστάσεις βίαιης τρέλλας. Τώρα αναφερόμαστε στις παρενέργειες της αναπόφευκτης και αναγκαίας κοινωνικής εξέλιξης. Οι σύγχρονες μητέρες πιέζονται να γεννήσουν γρήγορα και να επιστρέψουν στην εργασία τους το συντομότερο, είτε από προσωπική φιλοδοξία, είτε υπό την απειλή να χάσουν τη δουλειά τους. Έτσι χαλά η διαδικασία της ψυχολογικής προετοιμασίας της μέλλουσας μητέρας και περιορίζεται καίρια η επαφή με το παιδί της. Η σύγχρονη μητέρα είναι ολοένα και πιο απούσα από τα πρώτα στάδια της ζωής του παιδιού της. Πειράματα με ανώτερα θηλαστικά έδειξαν, ότι η μειωμένη φυσική επαφή με την μητέρα επηρεάζει αρνητικά την ανάπτυξη του εγκεφάλου του νεογέννητου, ενώ σε νεογέννητα ανθρώπου μετρήθηκαν τριπλάσιοι δείκτες stress κατά τη διάρκεια αποχωρισμού από την μητέρα. Η Ψυχανάλυση πιστεύει, ότι μια κακή μητέρα είναι προτιμότερη από μια φυσικά απούσα μητέρα και ότι ο βρεφικός ψυχισμός ερμηνεύει ως εγκατάλειψη ακόμα και τους σύντομους φυσικούς αποχωρισμούς. Ακόμη, και ότι η εγκατάλειψη από την μητέρα στην βρεφική ηλικία καταστρέφει την ικανότητα σύνδεσης με άλλους και δημιουργεί κακή σχέση με τον εαυτό μας, που προδιαθέτει στην κατάθλιψη και τις αγχώδεις διαταραχές. Πριν μερικά χρόνια, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ανακοίνωσε ότι τα τελευταία 50 χρόνια οι αυτοκτονίες αυξήθηκαν κατά 60%.  Η Ψυχανάλυση λέει ακόμα, ότι η φτωχή διαθεσιμότητα της μητέρας προκαλεί διαταραχές της αίσθησης ταυτότητας και εικόνας εαυτού. Και είναι ενδιαφέρουσα η συσχέτιση που έχει γίνει με την κατακόρυφη αύξηση των επεμβάσεων κοσμητικής χειρουργικής στις δυτικές κοινωνίες. Επεμβάσεις, που στην ουσία συνιστούν συμβολική αλλαγή ταυτότητας.

Η πιο καίρια, όμως, συνέπεια της υποβάθμισης της χαράς και της απόλαυσης του δεσμού μητέρας-παιδιού στις σύγχρονες κοινωνίες θα είναι η αδυναμία ανάπτυξης της ικανότητας αποδοχής του εαυτού μας και των άλλων στο σύνολο μας, με τα καλά και τις αδυναμίες μας. Και επομένως της ικανότητας να αγαπούμε και να κάνουμε να μας αγαπούν.     

Μοναξιά.Η ανάδειξη της ατομικότητας ως υπέρτατης αξίας στον δυτικό πολιτισμό, μαζί με την ανταγωνιστικότητα που επιβάλλει η ανάγκη για επιτυχία και την θεσμοθετημένη τάση να αφήνονται οι νέοι να τα καταφέρουν μόνοι τους, βοήθησε ώστε η μοναξιά να αναδειχθεί σε μείζον πρόβλημα της σύγχρονης κοινωνίας. Η πιο θεμελιώδης, ίσως, αντινομία του ανθρώπου είναι, ότι η αναγκαία και αναπόφευκτη εξέλιξη της κοινωνίας δεν εξυπηρετεί τις βαθύτερες ανάγκες του, που τείνουν προς την ένωση, την συμβίωση και την κατά το δυνατό κατάργηση των ορίων μεταξύ μας. Οι ώριμες προσωπικότητες φτάνουν σε ένα ισορροπημένο και λειτουργικό συνδυασμό της ατομικότητας και της συμβίωσης, όπου τα όρια διατηρούνται και καταργούνται παροδικά και συμβολικά στην αγάπη, στην διασκέδαση, στον έρωτα. Κατευνάζουν, έτσι, το άγχος της μοναξιάς, που είναι το τίμημα της επίγνωσης της ατομικότητας και της αυτονομίας. Η αποτυχία στη διαπραγμάτευση του ζητήματος της ισορροπίας μεταξύ ατομικότητας και συναισθηματικών δεσμών ευνοεί την διαμόρφωση παθολογικής προσωπικότητας. Οι διαταραχές προσωπικότητας μπορούν να ιδωθούν και σαν δυσλειτουργικές διευθετήσεις στην διαχείριση των συνδέσεων, έχοντας την μοναξιά στο επίκεντρο της προβληματικής τους. Αυτές της Εκκεντρικής ομάδας επιλέγουν την μοναξιά ως τρόπο ζωής, γιατί φοβούνται την αγάπη, οι στενές σχέσεις νιώθουν να τους απειλούν. Οι προσωπικότητες της Δραματικής ομάδας παλεύουν απεγνωσμένα να αποφύγουν την μοναξιά, επειδή αυτή απειλεί την ψυχική τους συνοχή γιατί δεν μπορούν να βρίσκονται μόνοι με τον εαυτό τους. Το άγχος της εγκατάλειψης και ο αδέξιος, πιεστικός τρόπος με τον οποίο επιδιώκουν να σχετιστούν, όμως, τους φέρνει τελικά πάντα σε σύγκρουση με το περιβάλλον αντί σύνδεση. Το πρόβλημα της μοναξιάς επιλύεται δυσλειτουργικά με μιαν ατέλειωτη διαδικασία συγκρούσεων. Η Αγχώδης ομάδα διαπραγματεύεται την μοναξιά με υπερβολική εξαρτητικότητα, αποφυγή ή έλεγχο των σχέσεων, με αποτέλεσμα και πάλι να βρίσκονται μόνοι.

Ο άνθρωπος είναι κοινωνικός από τη φύση του, επιδιώκει ενστικτωδώς την κοινωνία και την σύνδεση. Λόγω των αντινομιών του, όμως, οικοδόμησε μια κοινωνία, όπου ο ατομικισμός και ο ανταγωνισμός έγιναν η σύγχρονη θρησκεία και όπου αυτό που μετρά είναι μόνο «να νικήσει» κάποιος.

Η κοινωνική απομόνωση έχει συσχετιστεί με σοβαρά προβλήματα υγείας. Υπέρταση, άνοια, αλκοολισμό και ψυχικές παρενέργειες, όπως η κατάθλιψη, παράνοια και η αυτοκτονία. Η μοναξιά έχει υπολογιστεί ότι σκοτώνει περισσότερους ανθρώπους από την παχυσαρκία.

Αντί να ζούμε την ζωή μας παρακολουθούμε την ζωή των άλλων στην τηλεόραση. Η τηλεόραση, αυτή η σπουδαία επινόηση του εικοστού αιώνα, από μέσο μαζικής επικοινωνίας έχει γίνει μέσο μαζικής αποξένωσης, μας έχει κλείσει στα σπίτια μας και μας εμποδίζει πλέον να επικοινωνούμε και μέσα στην ίδια την οικογένεια. Κάθε δωμάτιο και τηλεόραση, τα παιδιά να ανατρέφονται μόνα μπροστά στην τηλεόραση και να παχαίνουν καταναλώνοντας ανθυγιεινές τροφές. Ζούμε την εποχή της απόλυτης τηλεπικοινωνιακής σύνδεσης και της απόλυτης ψυχικής αποσύνδεσης.

Η ποιότητα ζωής έχει υποβαθμιστεί σε ζήτημα καταναλωτισμού και η επιθυμία για συντροφιά και παρέα σε ανάγκη επίδειξης.  Η αναζήτηση της συντροφικής ευχαρίστησης που εμπλουτίζει, αντικαθίσταται από έναν καταναγκαστικό, μοναχικό και άχαρο ηδονισμό, βασισμένο στην κατανάλωση. Μια ομάδα νεαρών που κάνει χρήση ουσίας και μια ομάδα σε θορυβώδες club κάνουν ακριβώς το ίδιο πράγμα. Βρίσκονται στον ίδιο χώρο σε αναζήτηση ευχαρίστησης, αλλά ο καθένας είναι μόνος του. Η αποξενωτική ουσία και η αποξενωτικά δυνατή μουσική τους κρατούν σωματικά μαζί, αλλά δεν τους επιτρέπουν να επικοινωνήσουν. Αναπαράγουν ένα άλλο μεγάλο κοινωνικό σύμπτωμα, την παραίτηση από την συνδεσιμότητα. Καταναλώνουν χωρίς να μιλούν. Αναπαριστούν το δράμα της σύγχρονης κοινωνίας, την παλινδρόμηση του Στόματος. Το στόμα είναι το όργανο της πιο πρωτόγονης ψυχικής λειτουργίας, της κατανάλωσης, και η πηγή της πιο εξελιγμένης λειτουργίας, του Λόγου. Και η παλινδρόμησή του οδηγεί σε υπερκατανάλωση, απληστία και αφασία.

Η σύγχρονη «ελευθερία» έχει καταντήσει μια αυταπάτη. Ποτέ οι πολίτες δεν ήταν τόσο τυπικά ελεύθεροι και ποτέ δεν ήταν τόσο «καλουπωμένοι». Ποτέ δεν υπήρχε τόση αφθονία και ποτέ η κοινωνία δεν ήταν τόσο στερητική επί της ουσίας. Ποτέ προηγουμένως δεν είχαμε τόση ελευθερία έκφρασης, μόνο που αυτή η ελευθερία είναι αναποτελεσματική· όλοι μπορούν να μιλούν ελεύθερα και κανένας δεν ακούει κανέναν. Και η δήθεν ελεύθερη ζωή μας είναι γεμάτη περιορισμούς και κανονισμούς (συμβολικό παράδειγμα, τα αυτοκίνητα φτιάχνονται ολοένα και πιο γρήγορα και οι περιορισμοί στην ταχύτητα ολοένα και πιο αυστηροί) , κάτι που ευνοεί και ακόμα εξωθεί, θα έλεγα, προς την παραβατικότητα, την βία και την χρήση ουσιών, γιατί η ανθρώπινη φύση θα αντισταθεί σε κάθε απόπειρα περιορισμού των ενορμήσεων και επιθυμιών της. Και όμως οι περιορισμοί είναι αναγκαίοι, το κοινωνικό φαινόμενο μπορεί να οικοδομηθεί μόνο πάνω στον περιορισμό της ατομικής ελευθερίας, ειδικά αυτής που είναι κοντά στην ασυδοσία. Για να «κοινωνήσουμε» θα πρέπει να παραιτηθούμε από ένα μέρος των επιθυμιών μας!

Είναι ενδιαφέρον, ότι μιλούμε για τις περιπέτειες και αντιφάσεις της έννοιας της ελευθερίας στο κομμάτι που μιλούμε για την μοναξιά. Κι αυτό, γιατί η ατομική απελευθέρωση φέρνει και μοναξιά. Θυμίζω την κλασσικότερη μορφή κοινωνικού ελέγχου, το «τι θα πει ο κόσμος», πολύ αποτελεσματικού, που όμως προϋποθέτει έναν πολύ συνεκτικό κοινωνικό ιστό, όπου η ατομική ζωή βρίσκεται υπό «επιτήρηση» που δρα ανασταλτικά, και επομένως ανάλογα περιορισμένη ατομική ελευθερία. Η αμφισβήτηση αυτού του ελέγχου, που μπορεί να είναι αναγκαία για την προσωπική ανάπτυξη, εκθέτει στο άγχος της ευθύνης να αποφασίσει κανείς ο ίδιος για τον εαυτό του, μοναξιά που φέρνει η απελευθέρωση.

 Η σύγχρονη τεχνολογία. Η τεχνολογία εξελίσσεται ραγδαία, αλλά η φύση του Homo Sapiens δεν έχει αλλάξει τις τελευταίες πολλές χιλιάδες χρόνια. Ζούμε δραστικές αλλαγές στους τρόπους που λειτουργούμε, αντιλαμβανόμαστε, μαθαίνουμε και επικοινωνούμε. Και εν τέλει, κρίνουμε και αισθανόμαστε!

 Παρ’ όλο που ακόμα δεν έχουμε επαρκή εμπειρία για τις συνέπειες της σύγχρονης τεχνολογίας στον ψυχισμό -ήδη, όμως, ξέρουμε τις εξαρτήσεις από το διαδίκτυο-, μπορούμε να πιθανολογήσουμε παρατηρώντας κάποια φαινόμενα. Τα σημερινά παιδιά μεγαλώνουν μπροστά από οθόνες και με ένα τηλέφωνο στο χέρι, μια δική τους, προσωπική τηλεφωνική γραμμή, που προστατεύουν με κωδικούς. Αυτό σημαίνει ήδη, ότι κατακλύζονται από πληροφορίες και μαθαίνουν να επικοινωνούν πολύ διαφορετικά από μας και έχουν μια διαφορετική ιδέα του προσωπικού χώρου. Συγκροτούν, χωρίς υπερβολή, μια διαφορετική γενιά ανθρώπων. Εμείς οι γονείς είμαστε, από αυτή την άποψη, πιο κοντά στους παππούδες μας απ’ ότι στα παιδιά μας!

Να ξεκαθαρίσουμε, ότι η τεχνολογία είναι εξ ορισμού καλή, γιατί είναι μέρος του πολιτισμού. Στοχαζόμαστε πάνω στην εισβολή της στη ζωή μας με ρυθμούς που δεν προλαβαίνουμε να αφομοιώσουμε, κάτι που αναπόφευκτα οδηγεί στην κατάχρηση, καθώς και στα νεαρά άτομα, που δεν προλαβαίνουν να αναπτύξουν και σταθεροποιήσουν τους πιο παραδοσιακούς, ανθρώπινα, μηχανισμούς διαχείρισης της πληροφορίας και της επικοινωνίας, που βασίζονται στην φυσική, πρόσωπο με πρόσωπο, επαφή. Πριν αποκτήσουν επίγνωση της αντικειμενικής πραγματικότητας τα παιδιά εισάγονται σε μια εικονική πραγματικότητα, με εντυπωσιακές εικόνες, απεριόριστες πληροφορίες -πολλές ακατάλληλες για την ηλικία τους-, απεριόριστες δυνατότητες, που μάλλον συγχύζουν και αγχώνουν, και πλήρη απασχόληση με εντυπωσιακά και συχνά βίαια ηλεκτρονικά παιγνίδια. Έτσι αποκτούν μια προσωπική ζωή, την οποία οι γονείς τους αγνοούν και στην οποία δεν μπορούν να τα συντροφεύσουν, να τα καθοδηγήσουν και ακόμα να τα προστατεύσουν. Πριν φτάσουν στο τέλος της εφηβείας, κυριολεκτικά τα έχουν δει και τα έχουν ακούσει όλα. Έχουν εκτεθεί σε εικόνες και πληροφορίες, που μας είναι αδιανόητες, αναπτύσσοντας έτσι μια παράξενη απάθεια· τίποτε πια δεν τους εντυπωσιάζει, τίποτε δεν τους σοκάρει. Αλλά και τίποτε δεν φαίνεται να τους ενθουσιάζει ή να τους ενδιαφέρει ιδιαίτερα. Ένα ειδικότερο αλλά σχετικό θέμα, που με προβληματίζει, είναι ο σταδιακός εθισμός όλων μας στην κακότητα, την εγκληματικότητα και την δυστυχία που υπάρχει στον κόσμο και που παρακολουθούμε καθημερινά στις παγκοσμιοποιημένες οθόνες μας. Μια τρέχουσα, πραγματική δυστυχία, που στο μυαλό μας υποβαθμίζεται σε θέση κινηματογραφικής ταινίας και καταλήγει να μη μας κάνει πλέον αίσθηση. Αυτό σε νεαρά άτομα μπορεί να προδιαθέσει σε αδιαφορία για τον πλησίον, αναλγησία και σκληροκαρδία.  

Η άμεση, πρόσωπο με πρόσωπο, επικοινωνία αντικαθίσταται από μια έμμεση· κρυβόμαστε πίσω από οθόνες, πράγμα που ευνοεί την ανωνυμία και επομένως την αγένεια, επιθετικότητα και ανευθυνότητα. Οι κακοποιοί του κυβερνοχώρου αυξάνονται με γεωμετρικούς ρυθμούς, τα παραδείγματα τα ακούμε καθημερινά.

Τα κινητά τηλέφωνα, μια άλλη σπουδαία κατάκτηση, που μπορεί να σώζει ζωές, εύκολα γίνεται μέσο παρενόχλησης και επιθετικότητας και μπορεί να χωρίσει ανδρόγυνα και να καταστρέψει σχέσεις, εκτρέφοντας την καχυποψία και την παράνοια. Γιατί είναι ίδιον της ανθρώπινης φύσης να επιδιώκει πρώτα την ικανοποίηση των ενστικτικών ενορμήσεων και των κατώτερων αναγκών και ύστερα των ανώτερων- και λιγότερο εγωιστικών- επιθυμιών.

Η αναπόφευκτη κατάχρηση των κινητών τηλεφώνων έχει υποβαθμίσει και την ίδια την αισθητική της ανθρώπινης επαφής και την αισθητική των δημόσιων χώρων. Άνθρωποι καθηλωμένοι σε μικρές πολύχρωμες οθόνες, νεαροί που κάθονται μαζί αλλά δεν μιλούν ο ένας στον άλλον, άνθρωποι με ακουστικά στ’ αυτιά που δεν επικοινωνούν με το περιβάλλον, άλλοι που συζητούν την προσωπική και επαγγελματική τους ζωή εις επήκοον όλων, παραβιάζοντας το σοφό «τα εν οίκω μη εν δήμω», οδηγοί που γίνονται εν γνώσει τους επικίνδυνοι, γιατί πρέπει απαραίτητα να τηλεφωνήσουν μόλις μπουν στο αυτοκίνητο. Το τηλέφωνο έγινε μέρος του χεριού, όπως παλιά το κουτί με τα τσιγάρα -τουλάχιστον από εκείνο το κουτί μπορούσες να προσφέρεις  και στους άλλους- και δεν απενεργοποιείται ποτέ, τηλέφωνα χτυπούν στο θέατρο, στην εκκλησία, παντού και πάντοτε. Το πρωτόγονο ανακλαστικό της παλάμης είναι μόνιμα ενεργοποιημένο για να κρατά το τηλέφωνο. Καλλιεργείται μια ψευδαίσθηση, ότι είμαστε τόσο σημαντικοί, που πρέπει να είμαστε διαθέσιμοι ανά πάσα στιγμή· δεν αφήνουμε στον εαυτό μας ώρες προσωπικές που δεν είμαστε διαθέσιμοι. Επιτρέπουμε, συχνά ενθαρρύνουμε, στους άλλους να εισβάλλουν στον προσωπικό μας χώρο. Έχω διαπιστώσει, ότι την πιο βαριά κατάχρηση του κινητού τηλεφώνου την κάνουν άτομα με διαταραχή προσωπικότητας.   

Τα λεγόμενα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εισάγουν καινούργιες διαστάσεις στις σχέσεις. Αλλάζει η έννοια του τι είναι «φίλος». Έχουμε, τώρα πια, χιλιάδες «φίλους», τους περισσότερους από τους οποίους δεν έχουμε συναντήσει ποτέ, και οι οποίοι είναι εφήμεροι, μπορούμε ανά πάσα στιγμή να τους αποκλείσουμε από φίλους. Εικονικές φιλίες. Αυτό θυμίζει την ευκολία, με την οποία οι παθολογικές προσωπικότητες κάνουν περιστασιακές «φιλίες» με ημερομηνία λήξης. Ευνοούνται οι επιφανειακές, ευκαιριακές σχέσεις σε βάρος των πραγματικών δεσμών, που βασίζονται σε φυσικά δεδομένα. Ευνοείται, ακόμα, η επιδειξιομανία, αφού μια επιτηδευμένα όμορφη προσωπική ζωή διαφημίζεται σε όλο τον πλανήτη! Πόσο ωραίοι και ευτυχείς είμαστε! Κάτι που θα προκαλέσει φθόνο και αισθήματα κατάθλιψης στους πιο ευάλωτους παρατηρητές που έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση.

Η υπερπροσφορά πληροφορίας και η απεριόριστη δυνατότητα επικοινωνίας έχουν δραματικές παρενέργειες, επιβλαβείς σε σημαντικότατα ζητούμενα της ζωής. Η πληθώρα πληροφορίας παρεμποδίζει την απόκτηση πραγματικής, λειτουργικής γνώσης και η εύκολη επικοινωνία με πάρα πολλούς ανθρώπους παρεμποδίζει την ανάπτυξη βαθειάς, ζωντανής σύνδεσης και πραγματικής φιλίας. Το να κάνεις υπομονή έξω από ένα τηλεφωνικό θάλαμο ή να στέλνεις μια επιστολή και να αναμένεις την απάντηση ήταν δυναμωτική τροφή για τις σχέσεις. Τώρα ο Άλλος είναι στην άκρη των δακτύλων μας ανά πάσα στιγμή. Αναλογιστείτε τις πιθανές συνέπειες. Η αρετή της Υπομονής θα είναι σίγουρα ένα από τα μεγάλα θύματα της σύγχρονης τεχνολογίας, που καλλιεργεί την ιδέα ότι όλα μπορούν να γίνουν γρήγορα και εύκολα, ειδικά η ικανοποίηση επιθυμιών που γειτονεύουν με τα πάθη.          

Η φθορά του Λόγου και κατ’ επέκταση των αξιών. Είναι σε όλους γνωστό ότι η γλωσσική μας επάρκεια πάσχει. Ο Λόγος μας φτωχαίνει και δυσκολεύεται να επιτελέσει την λειτουργία του, που είναι η σύνδεση του ψυχικού κόσμου με το περιβάλλον και τους άλλους. Ακόμα ένας παράγοντας αποξένωσης. Σκεφτόμαστε, στοχαζόμαστε και εκφραζόμαστε λιγότερο. Μια  κοινωνία σε προϊούσα αφασία, από ζωντανός και συνεκτικός οργανισμός εξελίσσεται σε σύνολο μονάδων αποξενωμένων μεταξύ τους. Το κοινό αισθητήριο αντικαθίσταται αναγκαστικά από νόμους και κανονισμούς. Η  μία συλλογική πραγματικότητα αντικαθίσταται από τις πολλές ατομικές πραγματικότητες. Η πτώχευση του Λόγου και ο εγωισμός φέρνουν την φθορά των εννοιών, των συμφωνημένων κοινών υπονοούμενων που μας συνδέουν. Θα χρησιμοποιήσω έναν όρο που χρησιμοποιείτε κι εσείς. Φτάνουμε σε «έσχατους καιρούς». Με την έννοια ότι χάνονται πλέον τα αυτονόητα, γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο να διακρίνει κανείς τι είναι «φυσιολογικό», ορθό, καλό. Δεν μπορούμε να αποφασίσουμε τι συνιστά μια καλή ζωή! Η Διάκριση θα είναι το άλλο μεγάλο θύμα της σύγχρονης εποχής.

Ζούμε την εποχή της απο-ιδεολογικοποίησης, της κατάργησης των ιδεολογιών. Αυτό είναι πρόοδος, γιατί καταργεί τις ομαδοποιήσεις και αποτρέπει τον φανατισμό. Έχει όμως και παρενέργειες. Αναδεικνύει το ατομικό συμφέρον σε απόλυτη αξία. Και γίνεται το κοινωνικό αντίστοιχο της κατάργησης του σεβασμού προς τα γονεϊκά πρότυπα, κάτι που φέρνει την κατάργηση των ηθικών ορίων και ευνοεί τον εγωισμό και την αδιστακτότητα.

Και η φθορά των εννοιών, που δεν εκφέρονται πλέον επαρκώς με τον Λόγο, οδηγεί και στην φθορά των ίδιων των αξιών. Η Ψυχανάλυση λέει, ότι ο ψυχικός κόσμος είναι δομημένος σαν την Γλώσσα. Οπότε η πτώχευση του Λόγου οδηγεί σε αποσιώπηση των εννοιών που εκφέρει και ξεθώριασμα των αξιών που είναι ενσωματωμένες στον ψυχισμό, ο οποίος σταδιακά αδρανοποιείται. Έννοιες βαρυσήμαντες αντικαθίστανται από “light”, «εύπεπτες» λέξεις, που μας απαλλάσσουν από ευθύνες. Έτσι ο σύζυγος υποβαθμίζεται σε σύντροφο, ο σύντροφος υποβαθμίζεται σε συγκάτοικο, ο συγκάτοικος περιορίζεται στην έννοια του φίλου εραστή. Το «ήμαρτον» και το «συγγνώμη» γίνονται “sorry”, που δεν ανήκει στην μητρική, ριζωμένη μέσα μας, γλώσσα και έτσι μπορούμε να το προφέρουμε χωρίς να κινητοποιηθεί η εσωτερική διαδικασία της μετάνοιας, γιατί δεν συνδέεται με ηθικούς ή συναισθηματικούς συνειρμούς.

Τα πάθη.Η μοντέρνα κοινωνία καλλιεργεί τα πάθη, δηλαδή τις κατώτερες αναπτυξιακά επιθυμίες και ανάγκες, σωματικές και εγωιστικές, γιατί τα έχει κάμει εμπόριο, αποκομίζοντας τεράστια κέρδη. Μας πιέζει να γίνουμε ακόρεστοι καταναλωτές, μας επιβάλλει αισθητικά κριτήρια με μόδες και life style περιοδικά, ενισχύει την έπαρση των δήθεν πετυχημένων, ενώ συνθλίβει τους μη προνομιούχους. Μας τυφλώνει με εντυπωσιακές εικόνες, μας ξεκουφαίνει με κύμβαλα αλαλάζοντα και μας καθιστά άφωνους με αυτά που βλέπουμε να συμβαίνουν. Διαφθείρει διαχρονικές αξίες, τις οποίες ανάγει κι αυτές σε μόδα ή γραφικότητα. Ένας μοντέρνος τρόπος διαφθοράς αξιών και αξίων ανθρώπων είναι η επιχείρηση υπερπροβολής τους στα μέσα μαζικής επικοινωνίας.  Μας έπεισε, ότι είναι βλακεία να είσαι τίμιος ή πατριώτης και κοινωνική δεξιότητα να είσαι κλέφτης και απατεώνας. Επιδιώκει, εν τέλει, την συλλογική αφασία, για να παρεμποδίσει την δυνάμει σωτήρια διαδικασία Λόγος-Διάλογος-Διάκριση.

Και με την σύγχρονη τεχνολογία διευκολύνει τα μέγιστα τον τζόγο, την πορνεία, πάσης φύσεως κατανάλωση, την επίδειξη, την παρενόχληση, την απάτη, την κακία. Παρεμποδίζει την πνευματικότητα με τον εντυπωσιασμό και την καλλιέργεια της κουλτούρας της αναζήτησης των άμεσων ικανοποιήσεων.

Τα πάθη είναι αρρώστια της ψυχής, ενός ελλειμματικού, αδύναμου ψυχισμού, και ως τέτοια είναι άλογα -προϋποθέτουν την ατροφία της Λογικής και του Λόγου-, ασίγαστα και καταστρεπτικά. Ζούμε σε μια χώρα, που έχει καταστραφεί από τα πάθη απληστίας, εγωισμού και καταστρεπτικά αντικοινωνικής ιδιοτέλειας «φυσιολογικών», υποτίθεται, ανθρώπων -που όμως τώρα πια μπορούμε να τους χαρακτηρίσουμε ως κοινωνικοπαθητικές προσωπικότητες-, συνεχίζει να καταστρέφεται από την ιδιοτέλεια και φαίνεται ότι μόνο με αυτό που στην Εκκλησία αποκαλούμε «θαύμα» μπορεί να διασωθεί.

Συμπέρασμα

Κάθε μεταβολή και εξέλιξη στον κόσμο γίνεται με κάποιο τίμημα. Από την στιγμή που εξελιχθήκαμε και οργανωθήκαμε σε πολυκύτταρους οργανισμούς, γίναμε φθαρτοί. Όταν αποκτήσαμε την όρθια στάση, αποκτήσαμε και προβλήματα με την μέση και κιρσούς. Όταν αναπτύξαμε την ύψιστη πνευματική ικανότητα του Λόγου, αποκτήσαμε και την σοβαρότερη πνευματική διαταραχή, την Σχιζοφρένεια. Όταν αποκτήσαμε επίγνωση της ατομικότητας μας και της εν δυνάμει μοναξιάς, αναπτύξαμε το άγχος και την κατάθλιψη. Και όταν παραιτηθήκαμε από ένα μέρος της ατομικής ελευθερίας για να αλληλοπεριχωρηθούμε και να οργανωθούμε ως κοινωνία που αναγκαστικά εξελίσσεται, εμφανίστηκαν οι Διαταραχές Προσωπικότητας, δηλαδή οι αποτυχίες προσαρμογής και σύνδεσης. Οι οποίες γίνονται πιο εμφανείς, όσο η κοινωνία οργανώνεται και γίνεται πιο απαιτητική και πιο στερητική συναισθηματικά, οπότε θα στενεύουν τα περιθώρια ανοχής προς τις αποκλίσεις από το γενικά αποδεκτό. Αυτό θα οδηγήσει σε ένα δυσάρεστο και επικίνδυνο φαινόμενο, την εύκολη ψυχιατρικοποίηση της διαφορετικότητας και των μειωμένων ψυχικών αντοχών. Και όσο οι απαιτήσεις και οι περιορισμοί του περιβάλλοντος κλιμακώνονται, τόσο πιο συχνές, εμφανείς και δυσλειτουργικές θα γίνονται οι διαταραχές της προσαρμογής και των σχέσεων, που πιστεύω ότι θα συνιστούν τις παθολογίες του μέλλοντος μέσα σε μια κοινωνία όπου η έννοια του φυσιολογικού θα είναι ολοένα και πιο δυσδιάκριτη, ασαφής και αμφιλεγόμενη. Όπου και οι αποκλίσεις από το υποτιθέμενο, πλέον, φυσιολογικό, θα μεγαλώνουν και τα δικά τους παιδιά. Όπου το κοινό αισθητήριο και κριτήριο, που μας επέτρεπαν να καταλαβαινόμαστε και μας ένωναν για αιώνες, θα αντικαθίσταται από την υποκειμενική αντίληψη και ερμηνεία της πραγματικότητας, με μοιραία συνέπεια τις αντικοινωνικές εκτροπές που θα αντιμετωπίζονται με ολοένα πιο σκληρούς νόμους και αυστηρούς κανονισμούς και η εξουσία θα μεταλλάσσεται σε έναν αυταρχικό μηχανισμό επιτήρησης και ελέγχου. Οι Έσχατοι Καιροί, όπου «θα πουν το άσπρο μαύρο και το μαύρο άσπρο», όπως προφήτεψε και ο Κοσμάς ο Αιτωλός…

Δρ Γιάννης Μ. Κιτρομηλίδης
Ψυχίατρος
D.I.S, D.U, Montpellier, France.
Αννης Κομνηνής 29, τηλ.: 22 756029, Λευκωσία 1061. Fax 22756299.

Βιογραφικό σημείωμα

Γεννήθηκε στην Λευκωσία το 1958. Οι γονείς του ήταν φιλόλογοι και εκπαιδευτικοί, ο Μίκης και η Μάγδα.

Αποφοίτησε από το Παγκύπριο Γυμνάσιο το 1976 και μετά την στρατιωτική θητεία σπούδασε Ιατρική στην Αθήνα. Στη συνέχεια εργάστηκε σαν Αγροτικός γιατρός στον νομό και στο νοσοκομείο Πρεβέζης.

Από το 1986 μέχρι το 1991 ειδικεύτηκε στην Ψυχιατρική στο Μομπελιέ της Γαλλίας και από το 1992 ασκεί ιδιωτικά την Ψυχιατρική στην Λευκωσία. Παράλληλα ασκεί την Ψυχαναλυτική Ψυχοθεραπεία, στην οποία εκπαιδεύτηκε από το 1993 μέχρι το 2000 με την Ελληνική Εταιρεία Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας Παιδιού και Εφήβου και είναι μέλος της Κυπριακής Εταιρείας Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας.

Είναι νυμφευμένος και έχει μια θυγατέρα.

——————

Πέρυσι, στο Επιμορφωτικό μας Σεμινάριο, ο κ. Κιτρομηλίδης μας ανέπτυξε το θέμα, «Τα ψυχιατρικά νοσήματα και η συνεργασία ιερέων και ιατρών για την αντιμετώπισή τους», το οποίο είναι ήδη αναρτημένο στην ιστοσελίδα της Μητροπόλεώς μας.

Τα ψυχικά νοσήματα και η συνεργασία ιερέων και ιατρών για την αντιμετώπισή τους

Η θεολογία του μυστηρίου του Ευχελαίου

π. Νεκτάριος Χατζημιχαήλ
Εισήγηση στην Ζ΄ συνάντηση (30.03.2015)
του Επιμορφωτικού Σεμιναρίου
της Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου
Γ’ Ακαδημαϊκού  Έτους (2014-2015)

Εισηγητής: Πρεσβύτερος Νεκτάριος Χατζημιχαήλ

π. Νεκτάριος Χατζημιχαήλ

Πανιερώτατε,

Σας ευχαριστώ που μου εμπιστευτήκατε να παρουσιάσω στην αποψινή μας συναντηση ορισμένες πτυχές της Θεολογίας του Μυστηρίου του Ευχελαίου.

Θεμελιωτής του Ευχελαίου, όπως και όλων των Μυστηρίων της Εκκλησίας,  είναι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός. Ο ευαγγελιστής Μάρκος μας περιγράφει ότι ο Χριστός άρχισε να στέλλει τους μαθητές του ανά δύο και τους έδινε εξουσία να διώχνουν τα ακάθαρτα πνεύματα και θεράπευαν αρρώστους αφού τους άλειφαν με λάδι: «Καὶ προσκαλεῖται τοὺς δώδεκα, καὶ ἤρξατο αὐτοὺς ἀποστέλλειν δύο δύο, καὶ ἐδίδου αὐτοῖς ἐξουσίαν τῶν πνευμάτων τῶν ἀκαθάρτων» (Μᾶρκ. 6,7 )· «καὶ ἐξελθόντες ἐκήρυσσον ἵνα μετανοήσωσι, καὶ δαιμόνια πολλὰ ἐξέβαλλον, καὶ ἤλειφον ἐλαίῳ πολλοὺς ἀρρώστους καὶ ἐθεράπευον» (Μᾶρκ. 6, 12-13). Στην ευαγγελική αυτή διήγηση αναφέρεται σαφώς η κατ’ εντολήν του Χριστού, εν Αγιω Πνεύματι, θεραπεία ασθενών με την επάλειψη ελαίου. Με περισσότερη ακρίβεια ο άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος συμβουλεύει: «Ἀσθενεῖ τις ἐν ὑμῖν; προσκαλεσάσθω τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας, καὶ προσευξάσθωσαν ἐπ᾿ αὐτόν, ἀλείψαντες αὐτὸν ἐλαίῳ ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Κυρίου· καὶ ἡ εὐχὴ τῆς πίστεως σώσει τὸν κάμνοντα, καὶ ἐγερεῖ αὐτὸν ὁ Κύριος· κἂν ἁμαρτίας ᾖ πεποιηκώς, ἀφεθήσεται αὐτῷ» (Ἰακ. 5, 14-15). Το χωρίο αυτό δείχνει, ότι ήδη οι απόστολοι τελούν μια τελετή ευχελαίου, η οποία τους παραδόθηκε από τον Χριστό. Πιθανόν αυτό συμβαίνει την περίοδο, που ο αναστημένος Κύριος για σαράντα μέρες παρουσιαζόταν στους μαθητές του και τους δίδασκε τα περί της βασιλείας του Θεού: «δι᾽ ἡμερῶν τεσσαράκοντα ὀπτανόμενος αὐτοῖς καὶ λέγων τὰ περὶ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ» (Πράξ. 1, 3).

Η Εκκλησία παρέλαβε το Μυστήριο του Ευχελαίου και το τελεί αδιάκοπα από την αποστολική περίοδο έως την εποχή μας. Υπάρχουν σχετικές αναφορές για το Ευχέλαιο σε πηγές και πατέρες των πρώτων αιώνων. Άλλωστε η αναγνώριση και χρησιμοποίηση του Ευχελαίου από αιρέσεις που αποσπάστηκαν τον τέταρτο αιώνα από την Ορθόδοξη Εκκλησία,  όπως οι Κόπτες και οι Ιακωβίτες, δείχνει φανερά την αρχαιότητα του Μυστηρίου. Αρχικά η Ακολουθία απαρτιζόταν από μία ευχή ευλογίας του ελαίου, την οποία συνόδευε η χρίση του ασθενούς. Στο βιβλίο  Αποστολικές διαταγές ορίζεται η τέλεση του Ευχελαίου από τον επίσκοπο, παρισταμένου του πρεσβυτέρου και του διακόνου. Απόντος του επισκόπου, τελείται από τον πρεσβύτερο, παρισταμένου του διακόνου. Μάλιστα παρατίθεται εδώ και η ευχή, η οποία διαβαζόταν κατά την ώρα της Προθέσεως. Στο Ευχολόγιο του Σεραπίωνος, επισκόπου Θμουέως (4ος αιώνας) υπάρχουν δύο ευχές αγίου Ελαίου. Η μία πιθανόν διαβάζονταν ανεξάρτητα από τη Θεία Λειτουργία, ενώ ή άλλη κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας και πιθανώτατα κατά το τέλος της Προσκομιδής και πριν την έναρξη της Θείας Ευχαριστίας.  Σταδιακά, αυτό το απλο σχήμα του ευχελαίου (ευχή-χρίση) άρχισε να επαυξάνει μέχρι να πάρει την επταδική του μορφή. Τον 9ο αιώνα ο άγιος Αρσένιος επίσκοπος Κερκύρας γράφει τον κανόνα τοῦ Ευχελαίου, που είναι σε χρήση έως σήμερα και έχει ακροστιχίδα, «Εὐχῆς ἐλαίου ψαλμὸς ἐξ Ἀρσενίου». Σύμφωνα με το χειρόγραφο Ευχολόγιο  Coislin 213 του 11ου αιώνα, ο καθαγιασμός του ελαίου γινόταν μετά την προσκομιδή και πριν την έναρξη της Θείας Λειτουργίας με την ευχή, «Κύριε , ὁ  ἐν τῷ  ἐλέει», η οποία λεγόταν από τους επτά πρεσβυτέρους αλληλοδιαδοχικά. Εκεί περιλαμβάνεται ένα αποστολοευαγγέλιο, το πρώτο της σημερινής Ακολουθίας. Μετά την οπισθάμβωνο ευχή, οι ιερείς και πάλι αλληλοδιαδοχικά διαβάζουν την ευχή «Πάτερ Ἅγιε» και χρίουν τον ασθενή. Τον 13ο αιώνα ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Αρσένιος Αυτωρειανός με πατριαρχική διάταξη καθορίζει (την ήδη από την εποχή του συνηθισμένη πρακτική) να τελείται το Μυστήριο του Ευχελαίου εξάπαντος από επτά ιερείς, για τους οποίους συνέγραψε και ισάριθμες ευχές. Την ίδια περίοδο πιθανώτατα προστέθηκαν και τα έξι επιπλέον αποστολοευαγγέλια. Μέσα στους επόμενους δύο αιώνες εξακολουθεί σποραδικά η σύνδεση του Ευχελαίου με τη Θεία Λειτουργία, αν και υπάρχει μια τάση προς την αυτονόμησή του. Την ίδια περίοδο το Ευχέλαιο τελείται και σε σύνδεση με τον όρθρο ή ακόμα και με τον εσπερινό. Κατά τον 16ο αιώνα όμως το Ευχέλαιο απαντάται στην χειρόγραφη παράδοση με την σημερινή του μορφή.

Ο σκοπός του Μυστηρίου του Ευχελαίου, όπως διδάσκει και η επιστολή του αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου, είναι διπλός: η σωματική θεραπεία και η άφεση αμαρτιών. Αυτό επιτυγχάνεται όταν υπάρχει πίστη, μετάνοια και εν γένει συμμετοχή στο αγιαστικό έργο της Εκκλησίας. Βέβαια μπορεί να υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις και να μην έρθει η θεραπεία, αν το θέλημα του Θεού προς το συμφέρον μας είναι αυτό. Εάν στο Μυστήριο του Ευχελαίου δεν παρέχεται  η θεραπεία του αρρώστου, αυτό δεν οφείλεται πάντα στην ολιγοπιστία του, αλλά στην ευεργετική θεία Πρόνοια προς τον πάσχοντα, η οποία αποβλέπει στην πνευματική ωφέλεια και την ψυχική σωτηρία του. Γι’ αυτό η σωματική θεραπεία παρέχεται όταν αυτή πρόκειται να έχει ως αποτέλεσμα την πνευματική πρόοδο και την εν Χριστώ ζωή, ενώ δεν γίνεται η ίαση, όταν η παράταση της αρρώστειας ή και ο θάνατος ακόμα πρόκειται να αποβούν εις σωτηρία. Άλλωστε το Μυστήριο του Ευχελαίου δεν παρέχει  την αθανασία του σώματος αυτών για τους οποίους τελείται, αλλά τους προετοιμάζει ψυχικά ώστε, βιώνοντας τη μετάνοια στην ασθένειά τους αλλά και σε όλη  τη ζωή τους, να κερδίσουν τη βασιλεία των Ουρανών, που είναι και o στόχος όλων των μυστηριακών τελετών της Εκκλησίας μας.

Εάν αναγνώσουμε προσεκτικά τις ευχές του Ευχελαίου, θα διαπιστώσουμε ότι ζητούμε από τον Θεό να προσφέρει τις ευεργεσίες του στον πάσχοντα και την ίαση, ώστε αυτός να αγωνίζεται ως ενεργό και γνήσιο μέλος της Εκκλησίας, να δοξολογεί τον Θεό και να τηρεί τις εντολές του με ευγνωμοσύνη. Για παράδειγμα:

 Στην ευχή του δευτέρου Ευαγγελίου ευχόμαστε: «διαφύλαξον τὸν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς αὐτοῦ, πορευόμενον ἐν τοῖς δικαιώμασί Σου, πρὸς τὸ μηκέτι ἐπίχαρμα γενέσθαι αὐτὸν τῷ διαβόλῳ· ἵνα καὶ ἐπ’ αὐτῷ δοξασθῇ τὸ πανάγιον Ὄνομά Σου». Στην ευχή του τρίτου Ευαγγελίου γράφεται: «Γενοῦ ἰατρὸς τοῦ δούλου σου· ἐξέγειρον αὐτὸν ἀπὸ κλίνης ὀδυνηρᾶς καὶ στρωμνῆς κακώσεως· σῷον καὶ ὁλόκληρον χάρισαι αὐτὸν τῇ Ἐκκλησίᾳ Σου, εὐαρεστοῦντα καὶ ποιοῦντα τὸ θέλημά Σου». Στην ευχή του τέταρτου Ευαγγελίου: «ἀποδίωξον ἀπ’ αὐτοῦ πᾶσαν ἀρρωστίαν καὶ ἀσθένειαν· ἵνα, ἐξαναστὰς τῇ χειρί Σου τῇ κραταιᾷ, δουλεύῃ Σοι μετὰ πάσης εὐχαριστίας». Και,  στην ευχή του έκτου Ευαγγελίου: «τὸ στόμα αὐτοῦ τῆς Σῆς αἰνέσεως πλήρωσον· τὰ χείλη αὐτοῦ ἄνοιξον πρὸς δοξολογίαν τοῦ ὀνόματός Σου· τὰς χεῖρας αὐτοῦ ἔκτεινον πρὸς ἐργασίαν τῶν ἐντολῶν Σου· τοὺς πόδας αὐτοῦ πρὸς τὸν δρόμον τοῦ Εὐαγγελίου Σου κατεύθυνον, πάντα αὐτοῦ τὰ μέλη καὶ τὴν διάνοιαν τῇ Σῇ κατασφαλιζόμενος χάριτι». Ανακεφαλαιώνοντας το νόημα των παραπάνω ευχών, μπορούμε να πούμε ότι ευχόμαστε για την ίαση του ασθενούς προς σωτηρία του, αλλά και προς ώφελος του πληρώματος της Εκκλησίας.

Το Ευχέλαιο, όπως είδαμε, προσφέρεται στους πιστούς εἰς ἴασιν ψυχῆς τε καὶ σώματος. Είναι εμφανής η σημασία που αποδίδει η Εκκλησία στο ανθρώπινο σώμα, αφιερώνοντας ένα Μυστήριο στη θεραπεία των ασθενειών του. Το σώμα δεν θεωρείται κακό και μυαρό, όπως στην στωική φιλοσοφία, ή εμπόδιο της ψυχής, σύμφωνα με τον Πλάτωνα. Αντιθέτως, είναι ένα «λίαν καλὸν» δημιούργημα του Θεού. Υπάρχει σαφής διάκριση ανάμεσα στο σώμα, που είναι δώρο του Θεού και «ναὸς τοῦ ἐν ἡμῖν Ἁγίου Πνεύματος» και στο σαρκικό φρόνημα, που είναι γέννημα και ανατροφοδότης της αμαρτίας. Το ανθρώπινο σώμα τιμήθηκε σε τέτοιο βαθμό, ώστε να το προσλάβει ο Θεός Λόγος με την ενανθρώπησή Του, να το καθαρίσει με τη σταυρική Του θυσία και αναστημένο να το συγκαθήσει ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρὸς με την Ανάληψή Του. Την πορεία αυτή οφείλουμε να την ακολουθήσουμε κι εμείς, όπως διδάσκει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «τὸ σῶμα ἡμῖν ἔδωκεν ὁ Θεὸς ἀπό γῆς, ἵνα καὶ αὐτὸ εἰς οὐρανὸν ἀναγάγωμεν, οὐχ ἵνα δι’ αὐτοῦ καὶ τὴν ψυχὴν εἰς γῆν κατασπῶμεν». Δηλαδή, ο Θεός μας έδωσε το σώμα από τη γη για να το οδηγήσουμε κι αυτό στον ουρανό, όχι για να καταρρίψουμε μέσω αυτού και την ψυχή στη γη. Ο άνθρωπος με την αμαρτία υπέβαλε το λίαν καλὸν σώμα του στην ασθένεια και τη φθορά. Η Εκκλησία, μιμούμενη τον Χριστό, μας καλεί σε μετάνοια για να μας χαρίσει τη θεραπεία και να μας οδηγήσει, ψυχῇ τε καὶ σώματι, στον ουρανό.

Το Ευχέλαιο είναι αναμφίβολα ένα Μυστήριο αφέσεως αμαρτιών: «κἂν ἁμαρτίας ᾖ πεποιηκώς, ἀφεθήσεται αὐτῷ». Εδώ όμως τίθεται εύλογα το ερώτημα, αν μπορεί να αντικαταστήσει το Μυστήριο της εξομολογήσεως ή έστω ενίοτε να το αναπληρώνει. Με το Ευχέλαιο όμως δεν μπορούν  να συγχωρηθούν όλες οι αμαρτίες, αλλά μόνο τα ελαφρότερα αμαρτήματα ή πλημμελήματα. Άλλωστε η μετάνοια είναι κάτι το ευρύτερο· αποτελεί μόνιμο αίτημα της Εκκλησίας και εκφράζεται με διαφορετικούς τρόπους. Ο χριστιανός καλείται να ζει εν μετανοία μέχρι το τέλος της επίγειας ζωής του. Η εξομολόγηση είναι συγκεκριμένη πράξη ενώπιον πνευματικού πατέρα, το δε Ευχέλαιο ενισχύει την ψυχή στον αγώνα ενάντια στο κακό και τις αμαρτίες, που εξαιτίας της συχνής επανάληψης έχουν γίνει πάθη. Κανένα Μυστήριο της Εκκλησίας μας δεν αναιρεί κάποιο άλλο, αλλά το ένα συμπληρώνει το άλλο. Συμπερασματικά, το Ευχέλαιο είναι συμπληρωματικό Μυστήριο της απαραιτήτως και απολύτως προϋποτιθέμενης δια την άφεσιν των αμαρτιών ιεράς Εξομολογήσεως. Τα δύο Μυστήρια, σε συνδυασμό, προπαρασκευάζουν και οδηγούν τους Χριστιανούς στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, και γι’ αυτό το λόγο συνηθίζεται να τελούνται κατά την περίοδο των Τεσσαρακοστών.

Το Ευχέλαιο ως Μυστήριο μετανοίας χρησιμοποιήθηκε από την Εκκλησία για να προετοιμάσει την επαναπρόσληψη χριστιανών που χωρίστηκαν απ᾽ αυτήν λόγω κάποιου σοβαρού αμαρτήματος ή κάποιας αιρέσεως. Θα πρέπει να διευκρινίσουμε, ότι το Ευχέλαιο δεν αντικαθιστούσε το ἅγιο Χρίσμα (το κατεξοχήν Μυστήριο επαναπροσλήψεως αιρετικών στην Εκκλησία), αλλά μετά το Χρίσμα και πριν την Θεία Ευχαριστία ετελείτο το Ευχέλαιο. Αυτή η ποιμαντική χρήση του Ευχελαίου μπορεί να είναι ιδιαίτερα επίκαιρη.

Επίσης, το Ευχέλαιο βοηθάει στο να εννοήσουν οι Χριστιανοί το παιδαγωγικό νόημα του πόνου, που γίνεται ευκαιρία για μετάνοια και αφορμή για πνευματική ωρίμανση και καλλιέργεια. Στον πόνο δοκιμάζονται τα ψυχικά αποθέματα του ανθρώπου. Στην ασθένεια και τη θλίψη ο Χριστιανός δεν βλέπει μόνο την «εγκατάλειψη» του Θεού, αλλά και τη σωτήρια επίσκεψή Του. Η ασθένεια και ο πόνος γίνονται μέσα, προκειμένου να θεραπευτεί η ψυχή. Περί αυτού αναφέρει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος: «τὰς γὰρ ἀρρωστίας, διὰ τὴν ὑγείαν τῆς ψυχῆς ἐπάγει ὁ Θεός». Με το Ευχέλαιο ο ασθενής δέχεται τη Χάρη του Θεού, διαπιστώνει την αγάπη των οικείων και συγγενών του, ωφελείται από την προσευχή τους και την προσευχή ολόκληρης της εκκλησιαστικής κοινότητας.

Στο πλαίσιο αυτού του παιδαγωγικού χαρακτήρα του Ευχελαίου εντοπίζουμε στη χειρόγραφη λειτουργική παράδοση, στο τέλος της τέλεσης του Μυστηρίου, μια σύντομη κατήχηση, που δεν έχει ενταχθεί στα εν χρήσει έντυπα Ευχολόγια της Εκκλησίας μας: «Βλέπε, ἀδελφέ (δεῖνα), τὸ ὑπόλοιπον τῆς ζωῆς σου μηκέτι προσκρούσῃς Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου. Τὰ γὰρ πρῴην σου ἐγκλήματα ἤδη ἐξήλειπται διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπερευλογημένης δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας καὶ διὰ παράκλησιν τῶν τιμίων ἱερέων τῶν αὐτῆς δούλων. Λοιπόν, θάρσει τέκνον. Ἴδε, ὑγιὴς γέγονας· μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μή χεῖρόν τί σοι γένηται. Καὶ γὰρ ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου καὶ ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην, ἁγιασμῷ φυλαττόμενος, ἐν χάριτι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτῷ ἡ δόξα  εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν. Ὁ Θεὸς συγχωρῆσαί  σοι καὶ ἐλεῆσαί σε καὶ ἐν τῷ νῦν αἰῶνι καὶ ἐν τῷ μέλλοντι. Ἀμήν.»

Βασικό υλικό στοιχείο του Μυστηρίου του Ευχελαίου, όπως μαρτυρεί και το όνομά του, είναι το λάδι. Χρησιμοποιείται ως τύπος και σύμβολο της θεϊκής ευσπλαχνίας, ελεημοσύνης και συμπάθειας. Το λάδι προσφερόμενο αγιάζεται και δια μέσου αυτού προσελκύουμε το έλεος του Θεού. Φυσικά, δεν σώζει το λάδι καθαυτό, αλλά η ευχή της πίστεως. Οι διαμαρτυρόμενοι, οι χιλιαστές και άλλοι αιρετικοί υποστηρίζουν ότι η χρίση του ασθενούς με λάδι, που προτείνει ο Απόστολος, γίνεται για τις θεραπευτικές ιδιότητες που έχει το λάδι σαν συστατικό. Από το συγκεκριμμένο χωρίο βέβαια φαίνεται ξεκάθαρα το αντίθετο: Ζητά να έλθουν οι ιερείς για να αλείψουν τον ασθενή με το λάδι, αφού προσευχηθούν («καὶ ἡ εὐχὴ τῆς πίστεως σώσει τὸν κάμνοντα»). Εξάλλου το λάδι δεν θεραπεύει, ούτε όλες τις ασθένειες, ούτε και εξαλείφει την αμαρτία. Ακόμα, διάφοροι αιρετικοί ισχυρίζονται ότι «οἱ πρεσβύτεροι τῆς ἐκκλησίας» είναι απλώς ηλικιωμένοι χριστιανοί. Ο ισχυρισμός αυτός στερείται σοβαρότητας, διότι στις Πράξεις τῶν ἀποστόλων, καθώς και στις επιστολές της Καινής Διαθήκης, με τον όρο «πρεσβύτεροι της εκκλησίας» είναι σαφές ότι γίνεται λόγος για ιδιαίτερη εκκλησιαστική τάξη και συγκεκριμένα για τους ιερείς. Η παρερμηνεία και κακοδοξία τους αυτή οφείλεται στο ότι δεν μπορούν να δεχθούν την αλήθεια όλων των Μυστηρίων της Εκκλησίας, και ότι το Άγιον Πνεύμα αγιάζει την προσφερόμενη ύλη και δι’ αυτής παρέχει τα χαρίσματά του στους πιστούς. Η αόρατη Χάρη του Θεού ενεργεί μέσω των ορατών στοιχείων.  Άλλωστε στην ευχή του πρώτου Ευαγγελίου του Ευχελαιου αναφέρεται: «Γένοιτο, Κύριε, τὸ Ἔλαιον τοῦτο, ἔλαιον ἀγαλλιάσεως, ἔλαιον ἁγιασμοῦ, ἔνδυμα βασιλικόν, θώραξ δυνάμεως, πάσης διαβολικῆς ἐνεργείας ἀποτρόπαιον, σφραγὶς ἀνεπιβούλευτος, ἀγαλλίαμα καρδίας, εὐφροσύνη αἰώνιος». Όλα τα παραπάνω είναι χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος  και ζητούμε να μας δοθούν δια μέσου του Ευχελαίου. Όπως διασώζεται στη χειρόγραφη παράδοση, όταν ο ασθενής αλειφόταν με λάδι, ο ιερέας σε κάθε σφράγισμα έλεγε: «ἡ βοήθεια ἡμῶν ἐν ὀνόματι  Κυρίου», μαρτυρώντας ότι η βοήθεια έρχεται μόνο από τον Θεό και από πουθενά αλλού.

Βέβαια, το Μυστήριο του Ευχελαίου δεν έρχεται ουδόλως σε αντίθεση με το έργο των γιατρών, οι οποίοι κάνουν τα ανθρωπίνως δυνατά για την ίαση του ασθενούς, αλλά, μέσω αυτού, προσφεύγουμε και στον παντοδύναμο Θεό να τους ενισχύσει στο έργο της θεραπείας. Χαρακτηριστικά είναι όσα αναφέρει ο καθηγητής Π. Τρεμπέλας στο ἔργο του «Ὑπόμνημα εἰς τὰς ἐπιστολὰς τῆς Καινῆς Διαθήκης: «Οι ιερείς που πρόκειται να τελέσουν το Μυστήριο του Ευχελαίου καλούνται να προσευχηθούν για να δοθεί στον ασθενή η ίαση· για να υπομείνει με ειρηνικές σκέψεις και διαθέσεις την ασθένεια. Να φωτιστούν οι γιατροί προς διάγνωση της ασθένειας και να ευλογηθούν τα φάρμακα προς αποτελεσματική επίδραση.»

Οι Ρωμαιοκαθολικοί έχουν περιορίσει την τέλεση του Ευχελαίου μόνο για τους ετοιμοθανάτους. Η κακοδοξία αυτή είχε επιρροή και στον  Ορθόδοξο χώρο, αλλά δεν επικράτησε. Βέβαια καλό είναι να γίνεται Ευχέλαιο ακόμα και για ασθενείς σε τελευταίο στάδιο κάποιας σοβαρής ασθένειας, εφόσον υπάρχει πίστη ότι ο Θεός μπορεί να τους προσφέρει την ίαση. Το να περιορίζεται όμως η τέλεση του Ευχελαίου μόνο  σε ετοιμοθάνατους είναι απαράδεκτο. Άλλωστε τελούμε το Ευχέλαιο με την πίστη ότι «ἐγερεῖ αὐτὸν ὁ Κύριος». Επίσης, οι Ρωμαιοκαθολικοί δεν χρίουν με Ευχέλαιο νήπια και διανοητικά ανάπηρους, γεγονός ενδεικτικό του ότι δεν πιστεύουν στο Άγιο Πνεύμα και στα χαρίσματά Του. Το Μυστήριο εξάλλου ενεργεί σε σχέση με την πίστη και την ταπείνωση και όχι σε σχέση με την διανοητική ικανότητα.

Το Ευχέλαιο, όπως αναφέρθηκε και ανωτέρω, από τα πρώιμα βυζαντινά χρόνια επικράτησε να τελείται από επτά ιερείς. Ο αριθμός επτά συμβολίζει την πληρότητα των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος και δηλώνει την προσευχή ολόκληρης της Εκκλησίας για τον ασθενή. Η ανάγκη για την παρουσία επτά ιερέων πιθανόν να προέκυψε από τη συνήθεια να γίνονται επτά Θείες Λειτουργίες προ του Ευχελαίου, όπου στην περίπτωση αυτή ήταν απαραίτητοι ισάριθμοι ιερείς. Ήδη από την εποχή του Αγίου Συμεών Θεσσαλονίκης (16ος αιώνας) ήταν δύσκολο να βρεθούν επτά ιερείς για να τελέσουν το Ευχέλαιο, γι᾽ αυτό αποδέχεται την τέλεσή του από τρείς, συνιστώντας παράλληλα να μην τελείται από μόνον ένα ιερέα. Κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας αυτό αποδείχτηκε δύσκολο και ανεφάρμοστο. Έτσι ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφέρει ότι, «είναι καλύτερο να γίνεται το Μυστήριο από έναν ιερέα, παρά να το υστερούνται οι πιστοί και μάλιστα οι ασθενείς». Αναρωτιέται ακόμα, αν ένας ιερέας μόνος εκτελεί όλα τα άλλα Μυστήρια τα μείζονα του Ευχελαίου, γιατί να μη μπορεί να τελέσει μόνος και το Ευχέλαιο; Στη συνέχεια ερμηνεύει το χωρίο από την επιστολή του αγίου Ιακώβου  «προσκαλεσάσθω τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας», σημειώνοντας ότι «εννοεί αυτούς που υπάρχουν και όχι αυτούς που δεν μπορούν να βρεθούν». Άλλωστε τους πρώτους αιώνες το Ευχέλαιο ετελείτο από ένα μόνο ιερέα. Αυτό γίνεται και σήμερα. Η πράξη ξαναγύρισε στην αρχική παράδοση. Δεν υπάρχει κώλυμα στην τέλεση του Ευχελαίου απο έναν ιερέα, με βασική όμως προϋπόθεση να τελεί όλη την Ακολουθία, όπως έχει παραδοθεί και επεκράτησε στην Εκκλησία.                     Όταν το Ευχέλαιο ήταν συνδεδεμένο με τη Θεία Λειτουργία, το τελούσε ο ιερέας με πλήρη ιερατική στολή στον ναό και, μόνο αν ο ασθενής δεν μπορούσε να παραστεί, μετέβαινε και τον έχριε στο σπίτι του. Αργότερα, όταν το Ευχέλαιο αποσυνδέθηκε από τη Θεία Λειτουργία, ετελείτο και στο σπίτι του πάσχοντος. Εξάλλου ο άγιος Ιάκωβος συστήνει να προσκαλούνται οι πρεσβύτεροι στον οίκο του ασθενούντος. Πάντως η Εκκλησία τελώντας το Ευχέλαιο στο σπίτι των Ορθοδόξων, ακολουθεί το παράδειγμα του Χριστού, που επισκεπτόταν τα σπίτια των μαθητών του και θεράπευε τους ασθενείς της οικογένειάς τους. Σημειωτέον, ότι στον τίτλο του Ευχελαίου στο Ευχολόγιο αναφέρεται ότι «τελεῖται ἐν τῷ ναῷ ἢ ἐν τῷ οἴκῳ». Όπου όμως και αν γίνεται, απαραίτητη είναι η πίστη στο Μυστήριο και η ευλάβεια. Και, όταν δεν υπάρχει σωματική ασθένεια, ο ιερέας δεν αρνείται την επιτέλεσή του, εφόσον οι αιτούντες επιζητούν με τη συμμετοχή τους σ’ αυτό τη σωματική ή την ψυχική τους υγεία. Έτσι δίνεται και μία σπουδαία ποιμαντική ευκαιρία στον εφημέριο να επισκέπτεται τα σπίτια της ενορίας του, να αναπτύσσει οικεία σχέση με τους πιστούς για να τους μιλήσει για μετάνοια,  Εξομολόγηση, συχνή προσέλευση στη θεία Κοινωνία και για άλλα ωφέλιμα πνευματικά θέματα. Βέβαια, ευλογημένη συνήθεια είναι να τελείται συχνότερα και στον ναό για τους ασθενείς της ενορίας και όχι μόνο την παραμονή των Χριστουγέννων και τη Μεγάλη Τετάρτη. Άλλωστε δεν υπάρχει συγκεκριμμένη περίοδος που τελείται το Μυστήριο του Ευχελαίου. Η σύνδεσή του με τη μετάνοια και τη Θεία Ευχαριστία βοήθησε να τελείται σε περιόδους νηστείας, αλλά μπορεί να γίνει όλο τον χρόνο προς ώφελος κάποιου ασθενούς ή για όποιον Ορθόδοξο Χριστιανό εν μετανοία και εξομολογήσει θέλει να προσέλθει στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.

Οι Χριστιανοί συχνά αγνοούν το νόημα και τον σκοπό των Μυστηρίων και Ακολουθιών της Εκκλησίας, γι’ αυτό και ο ιερέας οφείλει να προτείνει την πρέπουσα Ακολουθία για κάθε περίπτωση. Επί παραδείγματι στην Κύπρο μπορεί κάποιος να ζητήση Αγιασμό για κάποιον ασθενή. Τότε μπορεί να τον συμβουλέψει ο ιερέας να τελέσει το μυστήριο του Ευχελαίου. Αντίστοιχα, στη Βόρεια Ελλάδα μπορεί κάποιος να ζητήσει Ευχέλαιο για το καλό και την ευλογία του σπιτιού, οπότε ο ιερέας θα τελέσει τον Αγιασμό, αφού εξηγήσει και το νόημα της κάθε Ακολουθίας. Καλό είναι ο ιερέας να συμβουλεύει τους πιστούς να μην τελούν κάποια Ακολουθία και ειδικά το Ευχέλαιο ως αφορμή και ευκαιρία για να καλέσουν κόσμο. Υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα στο Μυστήριο και τις κοινωνικές εκδηλώσεις. Βέβαια, είναι ευπρόσδεκτοι όσοι θέλουν να προσευχηθούν για την υγεία και την πνευματική προκοπή αυτού, για τον οποίο τελείται το Ευχέλαιο.

Πρέπει ακόμη να λεχθεί, ότι το Ευχέλαιο δεν μπορεί να γίνει για κάποιο μη Ορθόδοξο Χριστιανό (αιρετικό, σχισματικό ή αφορισμένο) προτού επανέλθει στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Κατ’ αναλογία, δεν χρίονται νήπια αβάπτιστα, ούτε κάποιο μέλος της οικογένειας που είναι αλλόδοξο .  

Παράλληλα, ο ιερέας θα πρέπει να ερευνά τη διάθεση αυτού που θέλει να κάνει Ευχέλαιο, αν δεν είναι ενεργό μέλος της ενορίας του, διότι κάποιοι μάγοι  συμβουλεύουν αυτούς που τους επισκέπτονται -αν είναι θρησκόληπτοι- να τελέσουν Αγιασμό ή Ευχέλαιο ή ακόμα να ανάψουν ένα συγκεκριμένο αριθμό κεριών στον ναό. Ενδεικτικά θα αναφέρουμε, ότι ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας αντιδιαστέλλει το Ευχέλαιο με τα μάγια, συμβουλεύοντας όσους Χριστιανούς ασθενούν να μην καταφεύγουν στα μάγια αλλά να ακολουθούν την προτροπή του αγίου Ιακώβου και να τελούν Ευχέλαιο. Μάλιστα τονίζει: «δράσεις  τῷ Θεῷ τὴν δόξαν ἀνατιθείς, καὶ οὐχὶ τοῖς ἀκαθάρτοις πνεύμασιν».

Τελειώνοντας, Πανιερώτατε και αγαπητοί πατέρες, και αντί επιλόγου, θα αναφέρω ένα περιστατικό από τον βίο του συγχρόνου μας οσίου πατρός Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου, που φανερώνει το πόσο μεγάλη ευλάβεια και πίστη είχε στο Μυστήριο του Ευχελαίου. Για να δείξει τη δύναμη του Μυστηρίου, έλεγε: «Να σας πω για μια επίσκεψη του Θεού σ᾽ εμένα τον ταπεινό, για να δείτε την χάρη των Μυστηρίων. Από καιρό είχα βγάλει στην πλάτη μου ένα σπυράκι, το οποίο με πονούσε πάρα πολύ. Ήταν πολύ μικρό, σαν μια κεφαλή καρφίτσας. Ο πόνος απλωνόταν σε μεγάλη περιφέρεια της αριστερής πλευράς της πλάτης. Ήταν αφόρητος. Στο κελλί μου στο Μήλεσι είχαμε κάνει Ευχέλαιο. Έτσι όπως πονούσα, μου σταυρώσανε το σπυράκι με Ευχέλαιο κι αμέσως έσβησε ο πόνος. Και τόσο πολύ είχα ευχαριστηθεί από την επίσκεψη αυτή του Θεού, ώστε, όποιος ερχότανε, του έλεγα: ‘‘Πάρε από αυτό το Ευχέλαιο· ό,τι πόνο έχεις,  απ’ αυτό να βάζεις’’».

Εισαγωγή στη θεολογία των Μυστηρίων του Βαπτίσματος και του Χρίσματος (αγίου Μύρου)

Πρεσβύτερος Μιχαήλ Νικολάου

Εισήγηση στην δ΄ συνάντηση (18.12.2015) του Επιμορφωτικού Σεμιναρίου της Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου Γ’ Ακαδημαϊκού  Έτους  (2014-2015)

Εισηγητής:  Πρεσβύτερος Μιχαὴλ Νικολάου

Πρεσβύτερος Μιχαήλ Νικολάου

Πανιερώτατε,  αγαπητοί εν Χριστώ πατέρες και αδελφοί,

α. Το Μυστήριο του Βαπτίσματος

«Μέγα το προκείμενον Βάπτισμα, αιχμαλώτοις λύτρον, αμαρτημάτων άφεσις, θάνατος αμαρτίας, παλιγγενεσία ψυχής, ένδυμα φωτεινόν, σφραγίς αγία ακατάλυτος, όχημα προς ουρανόν, παραδείσου τρυφή, βασιλείας πρόξενον, υιοθεσίας χάρισμα.» Με αυτά τα λόγια παρουσιάζει στις Κατηχήσεις του ο θεοφόρος πατήρ ημών Κύριλλος Ιεροσολύμων τα επουράνια αγαθά, που προσκομίζει στον βαπτισθέντα άνθρωπο το μέγα Μυστήριο του Βαπτίσματος .

Το Βάπτισμα είναι το Μυστήριο, το οποίο μας αναγεννά «άνωθεν», λαμπρύνει την ψυχή μας και ανακαινίζει σ’ αυτή το κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν με τη Χάρη της Αγίας Τριάδος, εντάσσοντάς μας έτσι στο σώμα του Χριστού, την Εκκλησία. Ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης αποδίδει το θεολογικό και σωτηριολογικό περιεχόμενο του αγίου Βαπτίσματος με τα εξής λόγια:  «Τὸ ἱερώτατον βάπτισμα καὶ ἀναγέννησίς ἐστι, καὶ ἀνάπλασις, κάθαρσίς τε καὶ φωτισμὸς καὶ υἱοθεσία καὶ χάρισμα καὶ ἁγιασμός. Τυποῖ δὲ ἐξαιρέτως τὸν θάνατον τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν τριήμερον ἔγερσιν.»

Το Μυστήριο του Βαπτίσματος μας συνεστήθη από τον ίδιο το Χριστό και μας παραδόθηκε με μια πράξη και ένα λόγο Του. Ο Ίδιος βαπτίστηκε στον Ιορδάνη ποταμό από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο. Όπως λοιπόν ο Μυστικός Δείπνος υπήρξε απαρχή της Θείας Ευχαριστίας, έτσι και η Βάπτιση του Χριστού υπήρξε απαρχή του Μυστηρίου του Βαπτίσματος. Από τον παλαιό δηλαδή τρόπο ζωής, μας οδηγεί στον νέο, ανοίγοντας για μας τις πύλες του ουρανού. Και από τον ουρανό στέλνει το Άγιο Πνεύμα, με το οποίο μας καλεί στην ουράνια πατρίδα, χαρίζοντας μας, όπως λέει ο ιερός Χρυσόστομος, την πιο μεγάλη τιμή αφού δεν μας κάνει άγγελους ή αρχάγγελους αλλά μας αναδεικνύει υιούς Θεού και αγαπητούς.

Η υπόσχεση του Κυρίου προς τους μαθητές Του λίγο πριν αναληφθεί στον ουρανό ότι, «Ιωάννης μεν εβάπτισεν ύδατι, υμείς δε βαπτισθήσεσθε εν πνεύματι Αγίω», εκπληρώνεται την  ημέρα της Πεντηκοστής, όταν η πνοή του Παρακλήτου «επλήρωσε τον οίκον, ου ήσαν καθήμενοι». Αυτό ήταν και το πρώτο Βάπτισμα, που ιερουργήθηκε στην Εκκλησία, μετά από την Βάπτιση του Κυρίου στον Ιορδάνη.

Στη συνέχεια, οι άγιοι απόστολοι τελούσαν το Μυστήριο του Βαπτίσματος σύμφωνα με την εντολή και τις οδηγίες που είχαν λάβει από τον Σωτήρα Χριστό, όταν τους συνάντησε στο όρος της Γαλιλαίας μετά την Ανάστασή του: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Ὑιοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτούς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν» (Ματθ. 28,19). Αυτός ο λόγος είναι ουσιαστικά που ολοκληρώνει τη σύσταση του Μυστηρίου, που εγκαινιάστηκε στον Ιορδάνη ποταμό. Επάνω λοιπόν στο υπόδειγμα της Βάπτισης του Κυρίου στον  Ιορδάνη και στους συστατικούς του Βαπτίσματος λιτούς λόγους τούτους του Κυρίου βασίστηκαν πρώτα οι άγιοι απόστολοι στη θεμελίωση του τρόπου ιερουργίας του Μυστηρίου του Βαπτίσματος, και κατόπιν οι θεοφόροι πατέρες μας, που οικοδόμησαν στη συνέχεια την οριστική μορφή της σημερινής βαπτισματικής τελετουργίας, που διαμορφώθηκε από τον δεύτερο ως τον πέμπτο αιώνα. Και αυτή η παγιωθείσα έκτοτε τάξη ισχύει μέχρι σήμερα, αφού βέβαια ύστερα από την επικράτηση του νηπιοβαπτισμού (5ος αι.) έγιναν κάποιες απαραίτητες προσαρμογές.

Της Ακολουθίας του Βαπτίσματος προηγείται η Ακολουθία της κατήχησης, που αποτελείται από επιμέρους προβαπτισματικές πράξεις, οι οποίες στα παλαιά χρόνια ετελούντο σε διαφορετικό χρόνο και τόπο. Στα πρώτα χριστιανικά χρόνια υπήρχε συγκεκριμένο πρόγραμμα πνευματικής άσκησης, νηστείας, προσευχής, διδασκαλίας, με στόχο την όσο το δυνατόν καλύτερη προετοιμασία για το μελλοντικό βάπτισμα. Η Εκκλησία οργάνωσε την τάξη των κατηχουμένων, τους οποίους διαπαιδαγωγούσε για τρία χρόνια με ειδικούς κατηχητές και με σειρά γενικών χριστιανικών μαθημάτων. Οι κατηχούμενοι διακρίνονταν σε τρεις τάξεις: Τους ακροωμένους, τους κυρίως κατηχουμένους και τους φωτιζομένους. Οι ακροώμενοι άκουγαν τις περικοπές της Αγίας Γραφής και το κήρυγμα χωρίς καμμία ευθύνη τήρησης των εντολών της χριστιανικής διδασκαλίας. Οι κυρίως κατηχούμενοι, που ζητούσαν την ένταξή τους στην Εκκλησία, άκουγαν κι αυτοί τον λόγο του Θεού και ήταν υποχρεωμένοι να συμμορφώνονται σ’ αυτόν. Οι φωτιζόμενοι ήταν όσοι ήθελαν να βαπτισθούν  το Πάσχα και κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής προετοιμάζονταν προς τον σκοπό τούτο συστηματικώτερα και εντονώτερα.

Σήμερα η προετοιμασία για το Βάπτισμα γίνεται με ειδικές ευχές στην προβαπτισματική τελετουργία, την λεγόμενη κατήχηση, και είναι σημαντικό να αναφέρουμε την θεολογική σημασία που έχουν κάποιες πράξεις κατ᾽ αυτήν. Το εμφύσημα του ιερέα, αφού διαβάσει την ευχήν εις κατηχούμενον,  έχει την έννοια της μετάδοσης της νέας πνοής ζωής, όπως ο Θεός εμφύσησε στον Αδάμ την ημέρα της δημιουργίας του, αλλά και όπως ο Χριστός εμφύσησε στους μαθητές Του στην πρώτη εμφάνισή Του μετά την Ανάσταση, οπόταν τους μετέδωσε Πνεύμα Άγιο. Ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης τονίζει ότι ο φωτιζόμενος εμφυσάται υπό του Αρχιερέως, κατά το υπόδειγμα του πρώτου εμφυσήματος του Θεού στον πρωτόπλαστο, καθότι ο βαπτιζόμενος ανακαινίζεται.

Επίσης, στους εξορκισμούς που ακολουθούν, ο σατανάς εξορκίζεται στο όνομα του σταυρού, «του ξύλου της ζωής», και στο όνομα «του σωτηριώδους πάθους του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και του τιμίου αυτού Σώματος και Αίματος». Έτσι ο φωτιζόμενος πορεύεται ελεύθερος και καθαρός προς το Βάπτισμα, το οποίο τον απελευθερώνει από κάθε προηγουμένη δαιμονική επενέργεια καὶ επήρεια, και τον καθιστά κατοικητήριο του Αγίου Πνεύματος. Είναι σημαντικό επίσης να αναφέρουμε, ότι σε μια από τις ευχές της κατηχήσεως ο ιερέας ικετεύει τον Κύριο να αποστείλει στον φωτιζόμενο άγγελο φωτός, ο οποίος, όπως λέει ο Μέγας Βασίλειος, θα βρίσκεται διαρκώς κοντά στον βαπτισθέντα, εφόσον βέβαια αυτός δεν τον διώξει εξαιτίας των πονηρών του έργων. Η αμαρτία, συνεχίζει ο  άγιος,  απογυμνώνει τον πιστό «από της των αγίων δυνάμεων ασφαλείας». Όταν όμως μετανοήσει και επιστρέψει στον Θεό, ο φύλακας άγγελος πάλι του συμπαρίσταται στον πνευματικό του αγώνα.

Η εν συνεχεία αποκήρυξη του σατανά γίνεται με τη στροφή του βαπτιζομένου και του ιερέως προς τη δύση, ενώ ἡ σύνταξη με τον Χριστό  με τη στροφή τους προς την ανατολή. Η στροφή προς τη δύση γίνεται επειδή εκεί θεωρείται συμβολικά ο τόπος του σκότους (αφού προς τα εκεί δύει ο ήλιος) και τόπος, όπου έχει το βασίλειό του ο σατανάς. Αντίθετα, η ανατολή θεωρείται σύμβολο του τόπου του φωτός (αφού από εκεί ανατέλλει ο ήλιος και πρωτοεμφανίζεται το φως) και παραπέμπει στη νοσταλγία και την αναζήτηση του παραδείσου, που είναι ο χώρος του αληθινού και άδυτου φωτός. Έτσι ανοίγεται μπροστά στον φωτιζόμενο ο παράδεισος του Θεού. Τώρα, που έχει συνταχθεί με τον Χριστό, ελευθερώνεται από την κυριαρχία του σατανά και οδηγείται από το σκότος στο φως και από το ψεύδος στην αλήθεια.

Εισερχόμενοι στο κυρίως Μυστήριο, να τονίσουμε ότι, σύμφωνα με την εντολή και το υπόδειγμα του Χριστού, το Βάπτισμα τελείται με νερό, και μάλιστα αγιασμένο (καθώς ο ίδιος, εισερχόμενος στον Ιορδάνη να βαπτισθεί, αγίασε τα ύδατά του). Το νερό συνδέθηκε και ταυτίστηκε με το Βάπτισμα, έτσι ώστε να μιλάμε για το Μυστήριο του ύδατος. Η ίδια η λέξη βαπτίζω στα αρχαία ελληνικά σημαίνει βυθίζω μέσα στο νερό. Στην Καινή Διαθήκη το Βάπτισμα ονομάζεται και λουτρό του ύδατος, ενώ στην Παλαιά Διαθήκη ο προφήτης Ησαΐας μιλά για την κάθαρση της ψυχής με το νερό. Το νερό θεωρείται σύμβολο αναγέννησης και σωτηρίας. Επίσης προβάλλει ως σύμβολο καθαρμού. Στο χριστιανικό Βάπτισμα έχει μια νέα διάσταση και σημασία, αφού το νερό δεν περιορίζεται μόνο στη σωματική κάθαρση, αλλά επεκτείνεται και στην ψυχική. Το νερό ακόμη θεωρείται σύμβολο ζωής και γονιμότητας. Αντιπροσωπεύει την ίδια τη δημιουργία του κόσμου. Όπως στην πρώτη δημιουργία η ζωή ξεπήδησε από το νερό, έτσι και στο Βάπτισμα· με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος το νερό αποκτά ξανά τη λυτρωτική του επενέργεια και χαρίζει τη νέα εν Χριστώ ζωή. Τέλος, το Βάπτισμα συμβολίζει τον θάνατο και την καταστροφή της αμαρτίας. Τα καθαγιασμένα ύδατα της κολυμβήθρας μετατρέπονται σε υγρό τάφο, όπου πεθαίνει ὁ παλαιός άνθρωπος και αναγεννάται ο νέος, ο εν Χριστώ ανακαινισμένος. Το Βάπτισμά μας αποβαίνει έτσι το άρμα, το οποίο μας οδηγεί στη βασιλεία του Θεού.

Στην ευχή του καθαγιασμού του ύδατος της κολυμβήθρας, παρουσιάζεται αρχικά μια εξύμνηση, τόσο των επουρανίων, όσο και των επιγείων θαυμαστών έργων του Θεού και της τελειότητας της κτίσεως. Εκεί, «ὁμολογοῦμεν τὴν χάριν, κηρύττομεν τὸν ἔλεον, οὐ κρύπτομεν τὴν εὐεργεσίαν» του Θεού· και στη συνέχεια, τον παρακαλούμε να αγιάσει με την επιφοίτηση του Παναγίου Πνεύματος το νερό και να του δώσει τη χάρη της απολυτρώσεως, ώστε να γίνει πηγή αφθαρσίας, δώρο αγιασμού,  λύτρωση αμαρτιών και καταστροφικό για τις εχθρικές δαιμονικές δυνάμεις. Οι δωρεές, που αναφέρονται εφεξής ότι λαμβάνει ο βαπτιζόμενος  μέσα από το αγιασμένο νερό είναι ικανές, πιστεύουμε, να αποτυπώσουν ολόκληρη τη θεολογία του Μυστηρίου. Το ύδωρ της κολυμβήθρας, γι᾽ αυτόν που βαπτίζεται, καθίσταται «αφθαρσίας πηγή, αγιασμού δώρον, αμαρτημάτων λυτήριον, νοσημάτων αλεξιτήριον, δαίμοσιν ολέθριον, ταις εναντίαις δυνάμεσιν απρόσιτον, αγγελικής ισχύος πεπληρωμένον». Αναδεικνύεται «ύδωρ απολυτρώσεως, ύδωρ αγιασμού». Χαρίζει «καθαρισμόν σαρκός και πνεύματος, άνεσιν (=απαλλαγή) δεσμών, άφεσιν παραπτωμάτων, φωτισμόν ψυχής». Γίνεται «λουτρόν παλιγγενεσίας, ανακαινισμός πνεύματος, υιοθεσίας χάρισμα, ένδυμα αφθαρσίας, πηγή ζωής».

Η χρήση του μελλοφωτίστου με λάδι από τον ιερέα και τον ανάδοχο έχει επίσης μεγάλη θεολογική σημασία. Το λάδι λέγεται επορκιστό, λόγω του εξορκιστικού του χαρακτήρα. Συμβολίζει το έλεος και τη χάρη του Θεού, καθώς και τη δύναμη που λαμβάνει ο νεοφώτιστος ενόψει των πνευματικών του αγώνων για τη σωτηρία του. Η επάλειψη όλου του σώματος συμβολίζει την ανάπλαση και την αναδημιουργία του ανθρώπου δια του Βαπτίσματος. Ως φυσικό στοιχείο, το λάδι θεωρείται θεραπευτικό φάρμακο. Εξάλλου, η χρήση ευλογημένου ελαίου στην εποχή της Καινής Διαθήκης καθιερώνεται από τους αγίους αποστόλους, προφανώς με εντολή του Χριστού, που τους απέστελλε να κηρύσσουν το Ευαγγέλιο και να θεραπεύουν τους ασθενείς: «καὶ ἤλειφον ἐλαίῳ πολλοὺς ἀρρώστους καὶ ἐθεράπευον» (Μᾶρκ. 6, 13). Ο καλός Σαμαρείτης, σύμφωνα με τη γνωστή παραβολή του Κυρίου,  έδεσε τα τραύματα του αγνώστου εμποσόντος στους ληστές, χύνοντας λάδι και κρασί. Όπως το φυσικό λάδι θεραπεύει τις σωματικές πληγές, έτσι και το ευλογημένο λάδι με τη δύναμη του Θεού αποκτά χάρη και δύναμη να καθαρίζει τα ίχνη των αμαρτημάτων, αλλά και να απομακρύνει τις αόρατες δυνάμεις του πονηρού. Είναι ακόμη φυσική πηγή φωτός και χαράς. Έτσι και στο Βάπτισμα, που είναι το κατεξοχήν Μυστήριο του φωτός, αφού ο φωτιζόμενος περνά από το σκότος του διαβόλου στο φως του Χριστού. Είναι επίσης  το λάδι σύμβολο της συμφιλίωσης, της ειρήνης και του ελέους του Θεού, όπως ο κλάδος της ελιάς, από την οποία το λάδι προέρχεται, που έφερε το περιστέρι μετά τον κατακλυσμό στον Νώε, ως δείγμα της άπειρης χρηστότητας του Θεού. Στην αρχαιότητα, το λάδι ήταν τονωτικό μέσο των αθλητών. Έτσι και στο Βάπτισμα, ο φωτιζόμενος, ως πνευματικός αθλητής, αλείφεται σ’ όλο του το σώμα, για να το θωρακίσει από τα βέλη του πονηρού. Θεωρείται τέλος σύμβολο του πλούτου του Χριστού. Ο άνθρωπος αποκόβεται από την «αγριέλαιο» της αμαρτίας και μπολιάζεται στην «καλλιέλαιο» του Χριστού.

Η τριπλή κατάδυση και ανάδυση του βαπτιζομένου στα νερά της κολυμβήθρας είναι μετοχή στην τριήμερη ταφή και ανάσταση του Κυρίου. Κατά τον θεηγόρο Παύλο, «Ὅσοι ἐβαπτίσθημεν εἰς Χριστὸν Ἰησοῦν, εἰς τὸν θάνατον αὐτοῦ ἐβαπτίσθημεν∙ συνετάφημεν οὖν αὐτῷ διὰ τοῦ βαπτίσματος εἰς τὸν θάνατον, ἵνα ὥσπερ ἠγέρθη Χριστὸς ἐκ νεκρῶν διὰ τῆς δόξης τοῦ Πατρός, οὕτω καὶ ἡμεῖς ἐν καινότητι ζωῆς περιπατήσωμεν. Εἰ γὰρ σύμφυτοι γεγόναμεν τῷ ὁμοιώματι τοῦ θανάτου αὐτοῦ, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀναστάσεως ἐσόμεθα» (Ρωμ. 6, 3-5). Το Βάπτισμά μας δηλαδή είναι βάπτισμα, μετοχή  στον θάνατο του Χριστού. Κάτω από το νερό ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει, πεθαίνει. Έτσι και με το Βάπτισμα, ο βαπτιζόμενος πεθαίνει και  συνθάπτεται μαζί με τον Χριστό. Όπως όμως ο Κύριος δεν έμεινε στον τάφο, αλλά αναστήθηκε τριήμερος, έτσι και ο βαπτιζόμενος αναδύεται από το νερό και συνανίσταται μαζί Του. Όπως ο Χριστός πέθανε και αναστήθηκε, έτσι, με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, που ενεργεί μέσα στην Εκκλησία μας, αυτός που βαπτίζεται πεθαίνει κατά τον παλαιό άνθρωπο, τον ευρισκόμενο μακριά από τον Θεό, και γεννιέται ως άνθρωπος ενωμένος με τον Θεό. Γι᾽ αυτό και έχουμε βούτηγμα στο νερό ολόκληρου του σώματος και όχι ράντισμα. Η έξοδος του νεοφωτίστου από την κολυμβήθρα του παρέχει τη δυνατότητα για την καινούρια ζωή που, ενώ ξεκινά εδώ στη γη, έχει προοπτική, κατεύθυνση και στόχο τον ουρανό και τη ζωή του μέλλοντος αιώνος.

β. Το Μυστήριο του Χρίσματος

Ενσωματωμένο με το Μυστήριο του Βαπτίσματος είναι και το Μυστήριο του Χρίσματος. Όπως στη βάπτιση του Κυρίου κατήλθε το Πανάγιο Πνεύμα, για να φανερώσει το πλήρωμα Θεότητος του σαρκωθέντος και σωματικώς επιφανέντος Χριστού,  παρομοίως και σ᾽ εμάς το χρίσμα με το άγιο Μύρο γίνεται μετά το Βάπτισμα, για να λάβουμε και εμείς τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Η χρισματική χάρη είναι διαφορετική από τη βαπτισματική. Ο Χριστιανός, μετά το Βάπτισμά του, εισέρχεται, όπως είπαμε, σε νέα ζωή, τη ζωή της αρετής και αγιότητας, της κατά Θεόν ζωής. Αλλά γνωρίζουμε ότι και μετά το Βάπτισμα, παρότι εξαλείφεται το προπατορικό αμάρτημα και εξασθενεί κατά πολύ ο παλαιός της αμαρτίας άνθρωπος, παραμένει η αμαρτητική ροπή και κλίση προς το κακό, που ανοίγει τη θύρα προς την αμαρτία. Και αυτές ασφαλώς επέτρεψε ο Κύριος να παραμένουν και μετά το Βάπτισμα προς δοκιμασία του ανθρώπου, δοκιμασία της ελεύθερης βούλησής του, αφού ένα από τα κύρια χαρίσματα της κατ᾽ εικόνα Του δημιουργίας του ανθρώπου είναι και αυτό της δυνατότητας ελεύθερης επιλογής μεταξύ καλού και κακού. Αυτές λοιπόν τις ροπές πρέπει να αγωνισθεί ο Χριστιανός να τις νεκρώσει και εξαφανίσει με δικό του προσωπικό αγώνα, για την ολοκλήρωση της αναγέννησης του. Πάλι όμως μόνος του, χωρίς τη θεία Χάρη και δύναμη, του είναι αδύνατο και τον αγώνα να αναλάβει και τη νέκρωση του σαρκικού ανθρώπου να πετύχει. Έρχεται λοιπόν το Μυστήριο του Χρίσματος και με το άγιο Μύρο του μεταδίδει τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Τα χαρίσματα αυτά είναι δυνάμεις μυστικές μεν, αλλ’ ιερές και θείες, με τις οποίες, χαριτωμένος και οπλισμένος ο Χριστιανός, αγωνίζεται πανίσχυρος, παλεύει αποφασισμένος και πάνοπλος κατά του κακού, βγαίνει νικητής και κατορθώνει σε όλες τις φάσεις του βίου του την κατά Θεό ενάρετη ζωή, ενισχύεται και κρατύνεται για τη ζωή της αρετής, για τη νέα ζωή, στην οποία μπήκε με το άγιο Βάπτισμα. Γίνεται λοιπόν και Χριστοφόρος και Πνευματοφόρος. Σφραγίζεται με την πανοπλία του Πνεύματος ώστε να διαφυλάττει τον αγιασμό του, να στερεώνεται στην Ορθόδοξη πίστη, να προστατεύεται από τα επιτηδεύματα του πονηρού, να διαφυλάττει και διατηρεί διά του σωτηρίου φόβου του Θεού εν αγνεία και δικαιοσύνη την ψυχή του, να ευαρεστεί με όλα τα έργα του τον Θεό και να καταστεί εν τέλει κληρονόμος της βασιλείας Του.

Ενώ δηλαδή το ιερό Βάπτισμα δημιουργεί τη νέα ύπαρξη και εισάγει τον άνθρωπο στην καινή εν Χριστώ ζωή, το Χρίσμα σφραγίζει με τις δωρεές του Αγίου Πνεύματος την ύπαρξη αυτή, βοηθώντας τον άνθρωπο να εισέλθει στην οδό των πνευματικών αγώνων και να αξιοποιήσει την πολύτιμη δωρεά του αγίου Βαπτίσματος.

Η ένδυση του νεοφωτισθέντος γίνεται μετά το Χρίσμα. Τώρα πια ενδύεται καινούρια λευκά ρούχα, τα λεγόμενα εμφώτια ενδύματα, σύμβολο του νέου ανθρώπου και της καθαρότητάς του μετά το Βάπτισμα, την οποία πρέπει να αγωνιστεί να διατηρήσει έως της παρουσίας του Κυρίου. Ο λευκός χιτώνας είναι σύμβολο του ιδίου του Χριστού, τον οποίο ενδύεται ο βαπτιζόμενος ως φως και λαμπρότητα, μετά την έξοδο-ανάστασή του από το νερό: «Ὅσοι εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε», σύμφωνα με τον απόστολο Παύλο.

Μετά την ένδυση, δίνονται στον νεοφώτιστο ο σταυρός και η λαμπάδα, ως σύμβολα νίκης και φωτός, χαράς και ελπίδας. Ο σταυρός εκφράζει την πορεία, που καλείται να ακολουθήσει οπίσω του Χριστού, απαρνούμενος τον εαυτό του και «αἴρων τόν σταυρόν αὐτοῦ». Φορώντας τον σταυρό, ο νεοφώτιστος αποδέχεται το πνεύμα θυσίας, της αποφασιστικότητας της αυταπάρνησης και της αυτοπαραίτησης από τα πράγματα του κόσμου τούτου,  που συνεπάγεται η νέα εν Χριστώ ζωή.

 Ο κύκλευση στη συνέχεια γύρω από την κολυμβήθρα, καθώς ο ιερέας θυμιάζει, θυμίζει την παλιά πομπή και είσοδο των νεοφωτίστων από το βαπτιστήριο στον κυρίως ναό για την έναρξη της Θείας Λειτουργίας. Είναι το σημείο, που συνέδεε το Βάπτισμα με τη Θεία Λειτουργία. Ο ύμνος, που ψάλλεται εκείνη τη στιγμή, «Ὅσοι εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε…», έχει χαρακτήρα εισοδικού και αντικαθιστά το τρισάγιον στη Λειτουργία του Πάσχα και στις γιορτές, κατά τις οποίες παλαιότερα τελούνταν οι Βαπτίσεις (Χριστούγεννα, Θεοφάνεια, Πεντηκοστή). Η πράξη της τριπλής αυτής περιφοράς πέριξ της κολυμβήθρας, λέει ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης, δείχνει ότι ο ιερέας χαίρεται μαζί με τους αγγέλους για την πνευματική μητέρα, την κολυμβήθρα, και το θείο Πνεύμα, που γεννήθηκε απ’ αυτήν.

Μετά τη Βάπτιση έχουμε, όπως γνωρίζουμε, τις λεγόμενες μεταβαπτισματικές τελετές, δηλαδὴ την απόλουση και την τριχοκουρία. Αυτές παλαιότερα γίνονταν οκτώ μέρες μετά τη Βάπτιση. Με την επικράτηση του νηπιοβαπτισμού, συμπεριλήφθηκαν στην ίδια Ακολουθία και, έστω και αν γίνονται τυπικά, δεν έχουν απολέσει τον ουσιαστικό και συμβολικό τους χαρακτήρα. Η απόλουση ήταν το λούσιμο του νεοφωτίστου, που για οκτώ μέρες έφερε τον λευκό χιτώνα της Βάπτισης και παρακολουθούσε τις λεγόμενες «μυσταγωγικές» κατηχήσεις, ενώ σήμερα είναι η τελετή κατά την οποία ο ιερέας απολούει (ξεπλένει) τα σημεία του σώματος του νεοφώτιστου, όπου χρίσθηκε και μυρώθηκε, λέγοντας: «Ἐδικαιώθης, ἐφωτίσθης, ἐμυρώθης, ἡγιάσθης, ἀπελούσθης εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν.» Ἡ πράξη αυτή δείχνει την επαναφορά του ανθρώπου από τη δόξα της Βάπτισης στην καθημερινότητα της ζωής, για να αντιμετωπίσει την πρόκληση του κόσμου και ν’ αρχίσει τη μαρτυρία του ως Χριστιανός. Στις ευχές της απολούσεως παρακαλούμε τον Κύριο  να διαφυλάξει «άσυλον», δηλαδή απαραβίαστο, τον σύνδεσμο και το αθάνατο στεφάνι, που πήραμε με το Βάπτισμα, καὶ να τὰ κρατήσουμε μέχρι τέλους. Η τριχοκουρία παλαιότερα  ήταν η πρώτη μετά τη Βάπτιση κοπή των μαλλιών του βαπτισθέντος, η οποία γινόταν με μια σχετική ευχή από τον ιερέα και σήμαινε την ήδη προηγηθείσα με τη Βάπτιση αφιέρωσή του στον Θεό. Πιθανώς δε γινόταν σε όχι καθορισμένο χρόνο. Σήμερα είναι η τελευταία τελετή όλων των βαπτισματικών τελετών καὶ φανερώνει μια συμβολική θυσία. Τα μαλλιά ενέχουν μια ιδιαίτερη σημασία στη ζωή του ανθρώπου. Είναι έκφραση και σύμβολο της ομορφιάς και της δύναμής του. Ο άνθρωπος προσφέρει την ωραιότητά του για τη δόξα του Θεού, μια και είναι εικόνα της ομορφιάς του Θεού, σε ένδειξη ευχαριστίας στον αριστοτέχνη Θεό, που έπλασε και ανέπλασε τον άνθρωπο. Η τριχοκουρία φανερώνει επίσης υπακοή στον Θεό και σφραγίδα ασφαλείας, ώστε να διαφυλάξει την ψυχή και το σώμα του καθαρά και άγια, όπως ακριβώς γεννήθηκαν και αναπλάσθηκαν με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος στο νερό της κολυμβήθρας. Ὁ άνθρωπος καλείται να συνειδητοποιήσει, πως ο αγώνας για την πραγματική ομορφιά βρίσκεται στην εσωτερική του προσπάθεια να διατηρήσει τη Χάρη του Βαπτίσματος. Χρειάζεται συνεχής επαγρύπνηση, γιατί οι δαίμονες εισέρχονται από τις αισθήσεις του σώματος και από εκεί πολεμούν την ψυχή.

Αποκορύφωμα  και ολοκλήρωση του Μυστηρίου του Βαπτίσματος είναι η συμμετοχή του βαπτισθέντος στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Στη θεολογική σκέψη των Πατέρων ήταν αδιανόητο ο αναγεννηθείς εν Χριστώ δια του Βαπτίσματος άνθρωπος, ο εν συνεχεία κατακοσμηθείς με τη Χάρη και τὶς δωρεὲς του Αγίου Πνεύματος δια του αγίου Μύρου, να μείνει αμέτοχος του πάθους και της αναστάσεως του Σωτήρος, της κατεξοχήν Ευχαριστίας της Εκκλησίας, δηλαδή του αγιασμού, του παρεχομένου δια του τιμίου Σώματος και Αίματος του Θεανθρώπου Χριστού. Ο Χριστός, που μας αναδημιούργησε με το άγιο Βάπτισμα, δεν σταματά εδώ την ευεργεσία. Θέλει να γίνουμε σώμα και μέλη Του, μεταδίδοντάς μας τον εαυτό Του για να Τον κοινωνήσουμε και να κοινωνήσουμε μεταξύ μας. Θέλει το σύνολο των βαπτισμένων πιστών ενωμένο σε ένα σώμα, με κεφαλή τον Ίδιο, στην ίδια πορεία.Το ότι το Βάπτισμα, όπως και όλα τα Μυστήρια, ήταν ενσωματωμένο με το Μυστήριο της Θειας Ευχαριστίας, φανέρωνε ακριβώς στους πιστούς ότι η σωτηρία τους δεν είναι ατομική υπόθεση, ως αποτέλεσμα ενός ατομικού πνευματικού αγώνα, άσχετου με τον πλησίον, αλλ᾽ είναι το αποτέλεσμα της αγαπητικής σχέσης τους με τον άλλο, της κοινωνίας τους με τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Το Μυστήριο της Θείας Κοινωνίας είναι το τέλος του Μυστηρίου του Βαπτίσματος. Από τα δυο αυτά Μυστήρια εξαρτάται ολόκληρη η σωτηρία μας, αφού με αυτά συγκεφαλαιώνεται το Μυστήριο της Θείας Οικονομίας. Όλη η αγάπη του Θεού, ο οποίος έγινε άνθρωπος διά την ημετέραν σωτηρίαν, μας προσφέρεται με το Βάπτισμα, το Χρίσμα και τη Θεία Κοινωνία.

Ολοκληρώνοντας τη σύντομη αυτή Εισαγωγή, θα θέλαμε να επισημάνουμε τη σχέση του Μυστηρίου του Βαπτίσματος με το Μυστήριο της Μετανοίας. Με βάση τα όσα αναφέραμε, γίνεται φανερό μέγεθος της ύψιστης δωρεάς που δέχεται ο βαπτιζόμενος. Και, όπως είναι φυσικό, μια τέτοια δωρεά ξεσηκώνει περισσότερο τον φθόνο του Διαβόλου. Μετά το αξίωμα της υιοθεσίας, όπως λέει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης,  ὁ Διάβολος μας κατατρέχει σφοδρότερα και ξεσηκώνει εναντίον μας πύρινους πειρασμούς, προσπαθώντας να λεηλατήσει τον δεύτερο και καινούριο στολισμό μας, όπως λεηλάτησε τον αρχικό. Γι᾽ αυτό, αν συμβεί να λερώσουμε τη στολή του αγίου Βαπτίσματος, θα πρέπει να την καθαρίσουμε με τη Μετάνοια. Κατά τον λόγο του αγίου Ιωάννου της Κλίμακος, η μετάνοια είναι η ανανέωση του αγίου Βαπτίσματος: «Μετάνοια ἐστὶν ἀνάκλησις Βαπτίσματος». Γι᾽ αυτό, όσοι θαυμάζουμε το μεγάλο αυτό Μυστήριο  και το πλήθος των δωρεών του Θεού στον άνθρωπο από αυτό, ας εκφράσουμε τούτο το θαυμασμό, όχι με λόγια, αλλά με το βάπτισμα των δακρύων μας, για να ανακαινίζεται σ᾽  εμάς η Χάρη του Μυστηρίου και να λειτουργούν αυτά τα δάκρυα ως δεύτερο Βάπτισμα.

Κλείνω με τα λόγια του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου στο Εορτοδρόμιό του, που μας παραπέμπει ακριβώς σε αυτή την κατεύθυνση: «Ἂς αποπλύνουμε τας ακαθαρσίας και τους μολυσμούς όπου ελάβομεν εκ της αμαρτίας και ας ανακαλέσουμε πάλιν την χάριν του ἁγίου Βαπτίσματος. Ας σπουδάσωμεν να καθαρίσωμεν την καρδίαν μας από τα πάθη, τα οποία κατέχωσαν την χάριν του ἁγίου Βαπτίσματος, καθώς και η στάχτη καταχώνει τον αναμμένον σπινθήρα· ίνα ευρόντες εν τη καρδία μας τον της χάριτος θυσαυρόν όπου απωλέσαμεν, χαρώμεν χαράν πνευματικήν τε και ανεκλάλητον εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών , τω εν Ιορδάνι βαπτισθέντι· ώ η δόξα και το κράτος συν τω Πατρί και τω Αγίω Πνευματι εις τους αιώνας. Αμήν.»

Τελετουργικά στοιχεῖα τοῦ Μυστηρίου τοῦ Γάμου

Ο οικονόμος π. Κυριακός Παπαγιάννης

Εἰσήγηση στὴν ε΄ συνάντηση (27.01.2015) τοῦ Ἐπιμορφωτικοῦ Σεμιναρίου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου Γ’ Ἀκαδημαϊκοῦ Ἔτους  (2014-2015)

Εἰσηγητής:  Οἰκονόμος π. Κυριακός Ἀ. Παπαγιάννης

Πανιερώτατε,

Ο οικονόμος π. Κυριακός Παπαγιάννης

Ἐν πρώτοις, θά ἤθελα ἀπό καρδιᾶς νά σᾶς εὐχαριστήσω  γιά τήν ἐμπιστοσύνη καί τήν τιμή, πού δείξατε πρός τό πρόσωπό μου, μέ τήν ἀνάθεση στήν ἐλαχιστότητά μου τῆς παρουσίασης θέματος στό ἱερατικό μας φροντιστήριο.

Τό σημερινό μας θέμα, τό ὁποῖο σύν Θεῷ θά διαπραγματευθοῦμε, εἶναι «Τελετουργικά στοιχεῖα τοῦ Μυστηρίου τοῦ Γάμου».

Ζητῶ ἐξυπαρχῆς ταπεινά τήν κατανόησή σας, Πανιερώτατε καί ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ πατέρες καί ἀδελφοί, γιά τυχόν λάθη ἤ καί παραλείψεις μου κατά τήν παρουσίαση τοῦ θέματος.

Περαιτέρω,  καλό θά ἦταν, νά ὑπάρξει, στό πέρας τῆς παρουσίασης, ἤ καί κατά τήν ροή τῆς παρουσίασης τοῦ θέματός μας ἐποικοδομητικὴ συζήτηση ἤ ἀκόμη καί καλοπροαίρετη κριτική, ὥστε νά ἔχουμε, μαζί καί μέ τή δική σας συμβολή, τό καλύτερο δυνατό ἀποτέλεσμα.

Α. Γενικά στοιχεῖα:

«Τό μυστήριο τοῦτο μέγα ἐστίν, ἐγώ δέ λέγω εἰς Χριστόν καί εἰς τήν Ἐκκλησίαν» (Ἐφεσ.  5,32).

Ὁ Γάμος εἶναι τό μυστήριο ἐκεῖνο, κατά τό ὁποῖο, μέ τήν ἱερολογία καὶ εὐλογία τῆς Ἐκκλησίας μας, παρέχεται ἡ θεία χάρις σ’ ἐκείνους πού ἐπιθυμοῦν τήν ἐν Κυρίῳ σύζευξή τους καί ἁγιάζει τήν ἕνωσή τους, μέ σκοπό τήν ἐν Χριστῷ σωτηρία μέσα ἀπό τήν εὐλογημένη τούτη συμπόρευση στόν δρόμο τῆς παρούσης ζωῆς.

Τὸ μυστήριο τοῦ Γάμου, ὅπως καὶ τὰ λοιπὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, τελεῖται ἀπὸ κανονικὰ χειροτονημένους ἀρχιερεῖς ἤ πρεσβυτέρους, καί πάντοτε στὸν ναὸ μαζί μὲ τὴ συνημμένη ἀκολουθία τοῦ Ἀρραβώνα. Σὲ παλαιότερες ἐποχές, ὁ Ἀρραβώνας καὶ ὁ Γάμος τελοῦνταν ξεχωριστά, καὶ πάντοτε ἱερολογημένα, δηλ. μὲ τὴν παρουσία καὶ τὴν εὐλογία τοῦ ἱερέα. Αὐτὸ ὅμως, σύμφωνα μέ ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας μας, ἔπαψε νὰ γίνεται καὶ σήμερα δὲν ἐπιτρέπεται σὲ ἱερέα νὰ τελεῖ τὸν ἀρραβῶνα στὰ σπίτια, κεχωρισμένως τῆς ἀκολουθίας τοῦ Γάμου, οὔτε καὶ νὰ εὐλογεῖ τὶς βέρες τῶν μελλονύμφων μὲ τὰ λόγια τῆς ἀκολουθίας τοῦ Ἀρραβώνα.

Ὁ Ἀρραβώνας καὶ ὁ Γάμος,  ὅπως καί τά μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος, τοῦ Εὐχελαίου, ἡ Ἐξόδιος ἀκολουθία, κ.λπ., τελοῦνται κανονικὰ στὸ κέντρο τοῦ ναοῦ.

Ὁ ἱερεύς, κατὰ τὴν προσέλευση τῶν μελλονύμφων στὸν ναό, κατὰ παλαιὰ τάξη, ἐξέρχεται στὴν εἴσοδο τοῦ Ναοῦ μετὰ τοῦ Ἱεροῦ Εὐαγγελίου καὶ ὑποδέχεται τοὺς μελλονύμφους, φέρων λευκὰ ἄμφια, δηλ. ἐπιτραχήλιον καὶ φελώνιον. Ὑπενθυμίζουμε στὴ συνάφεια αὐτὴ τὴ σχετικὴ τάξη, ποὺ τέθηκε κατά τή Συνάντηση τοῦ παρελθόντος ἀκαδημαϊκοῦ ἔτους, μέ θέμα τά ἱερά ἄμφια· ὅτι δηλαδή κατά τίς ἀκολουθίες τῶν μυστηρίων τῆς Χειροτονίας καί τοῦ Γάμου, οἱ ἱερουργοί (ἐπίσκοπος, πρεσβύτεροι καί διάκονοι) φέρουν λευκά ἄμφια. Πληροφοριακά ἐδῶ ἀναφέρουμε ἀκόμη, ὅτι σέ χωριό τῆς ἐπαρχίας μας οἱ μελλόνυμφοι ἐκκλησιάζονταν τό πρωί τῆς Κυριακῆς (μόνον Κυριακή τελοῦσαν παλαιότερα Γάμους), καί μάλιστα κοινωνοῦσαν καί οἱ δύο· ἐάν δέ τύγχανε νά ὑπάρχουν καί ἄλλοι μελλόνυμφοι, γινόταν «καυγᾶς» γιά τό ποιός θά κοινωνήσει πρῶτος! Στό τέλος τῆς Λειτουργίας, ἀφοῦ ἔπερναν ἀντίδωρο ὅλοι, ἀκολουθοῦσε ἡ τέλεση τοῦ μυστηρίου τοῦ Γάμου.  

Ἐπανερχόμαστε στό θέμα μας. Ἐκεῖ στὴν εἴσοδο τοῦ ναοῦ, ἀσπάζονται οἱ μελλόνυμφοι τὸ ἱερόν Εὐαγγέλιον καὶ τό δεξί χέρι τοῦ ἱερέα. Ἀκολούθως ὁ ἱερέας, φέροντας τὸ Εὐαγγέλιον στὴ δεξιά του, κρατᾶ μὲ τὸ ἀριστερὸ χέρι τὸ δεξὶ χέρι τοῦ γαμβροῦ, ὁ ὁποῖος μὲ τὸ ἀριστερὸ χέρι του κρατᾶ τὸ δεξὶ χέρι τῆς νύμφης (σύμφωνα πάντα μέ τήν παλαιά τάξη), καί σχηματίζεται πομπὴ εἰσόδου στὸν ναὸ ἀπὸ τὸν κεντρικὸ διάδρομο, τὸν ἐπιλεγόμενο καὶ βασιλικό (καθότι ἀπ’ αὐτὸν τὸν διάδρομο εἰσόδευαν στό Βυζάντιο ἐπίσημα οἱ βασιλεῖς στόν ναό). Κατὰ τὴν πομπὴ αὐτή, κατὰ τὴν ὁποία προπορεύεται ὁ ἱερέας, οἱ ψάλτες ψάλλουν τὸν ἀρχαῖο ὕμνο πρὸς τὴν Παναγία, «Ἄξιόν ἐστιν…» ἤ, κατ᾽ ἄλλους, τόν θεομητορικό ὕμνο, «Τήν ὡραιότητα τῆς παρθενίας σου…». Στὸ κέντρο τοῦ ναοῦ, κάτω ἀπὸ τὸν τροῦλλο ἤ, ἄν δέν ὑπάρχει, κάτω ἀπό τόν κεντρικὸ πολυέλαιο, στὸ μέσο δηλαδή τοῦ ναοῦ, ἔχει εὐτρεπισθεῖ ἀπό προηγουμένως τραπέζι, συνήθως τετράγωνο, εἰς θέσιν ἁγίας Τραπέζης, ὅπου ἔχει ἤδη τοποθετηθεῖ ἕνα δίσκος μὲ τὸ ἄσπρο μαντήλι, τό κοινό ποτήριο (μέ νάμα καί νερό), καί σέ δισκάκι τά δύο μικρά τεμάχια ἄρτου. Φθάνοντας ἐκεῖ ἡ πομπή, ὁ ἱερέας  τοποθετεῖ ὁ ἴδιος ἐπάνω στὸ τραπέζι τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο καὶ θέτει ἐπάνω του τὰ στέφανα τῶν μελλονύμφων καθὼς καὶ τὰ δακτυλίδια τους. Τέσσερεις ἀνθοδέσμες ἤ καί λαμπάδες πλαισιώνουν τό τραπέζι καί τό ἀνδρόγυνο. Στὴ λειτουργική μας παράδοση τὶς λαμπάδες τίς βαστοῦσαν οἱ μελλόνυμφοι. Σήμερα συνηθίζεται λαμπάδες νὰ βαστοῦν τά παρανυμφάκια. Ὁ γαμπρὸς στέκεται πάντοτε στὰ δεξιὰ τῆς νύφης, ἐνῶ οἱ παράνυμφοι (οἱ κουμπάροι καί οἱ κουμέρες, ὅπως ἐπεκράτησε νά λέγονται), παρίστανται ἔνθεν καὶ ἔνθεν τοῦ ἀνδρογύνου.

Β. Ἡ Ἀκολουθία τοῦ Ἀρραβώνα:

Ὁ ἱερεύς κατὰ τὴν ἱερολογία τοῦ Ἀρραβώνα, ὅπως καὶ τοῦ Γάμου, βλέποντας πρός ἀνατολάς, στέκεται μπροστά ἀπό τό ὡς ἄνω τραπέζι στό μέσον τοῦ ναοῦ, ἔχοντας πίσω του τούς μελλόνυμφους. Ἐκφωνεῖ τό, «Εὐλογητός…» καί ἀκολουθεῖ ἡ μεγάλη Συναπτή, ὅπου, μετὰ τὶς συνήθεις αἰτήσεις, ἐπισυνάπτονται εἰδικὲς τοιαῦτες ὑπὲρ τῶν μελλονύμφων. Ἐν συνεχείᾳ, μετὰ τὴν ἐπισφραγιστικὴ ἐκφώνηση, «Ὅτι πρέπει σοι…», ὁ ἱερουργός, στρεφόμενος πρός τούς νυμφευομένους, ἀπαγγέλλει τήν εὐχή, «Ὁ Θεὸς ὁ αἰώνιος…». Σημειώσαμε προηγουμένως ὅτι τὰ σύμβολα τῶν μνήστρων, δηλ. τὰ δακτυλίδια – ἀρραβῶνες, ὁ ἱερέας πρὸ τῆς ἐνάρξεως τῆς ἀκολουθίας τοῦ Ἀρραβώνα τὰ ἔχει τοποθετήσει ἐπάνω στὸ ἱερὸν Εὐαγγέλιον. Ὅπως διαβάζει τὴν ἑπομένη εὐχὴ τῆς κεφαλοκλισίας καὶ τῆς εὐλογίας τῶν μνήστρων, στὸ σημεῖο «εὐλόγησον τὰ μνῆστρα ταῦτα…», εὐλογεῖ τὰ δακτυλίδια. Κατόπιν, ἀφοῦ ὁ ἱερέας τελειώσει τὴν εὐχή, λαμβάνει στό δεξί του χέρι, στά τρία δάκτυλα μέ τά ὁποῖα σχηματίζουμε τὸ σύμβολον τοῦ Σταυροῦ, καὶ σταυρώνει τρεῖς φορὲς τὰ δακτυλίδια ἐπὶ τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου, ἐπιλέγοντας κάθε φορὰ τό, «Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Ὁ χορός ἤ οἱ συλλειτουργοί ἱερεῖς ἀπαντοῦν κάθε φορά μέ τό «Ἀμήν». Ἀκολούθως ὁ ἱερέας, ἀφοῦ γυρίσει πρός τόν γαμβρό, σχηματίζει ἐπὶ τοῦ μετώπου τοῦ γαμβροῦ μικρό σταυρὸ μὲ τὰ δακτυλίδια, λέγοντας, «Ἀρραβωνίζεται ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ (τάδε) …», καὶ μετὰ συνεχίζει κάνοντας σταυρὸ ἐπὶ τοῦ μετώπου τῆς νύμφης, λέγοντας, «τὴν δούλην τοῦ Θεοῦ (τάδε)…». Αὐτὸ τὸ κάνει τρεῖς φορές. Ἔπειτα, ξεκινᾶ ἀπὸ τὴ νύμφη καὶ λέγοντας τό, «Ἀρραβωνίζεται ἡ δούλη τοῦ Θεοῦ (τάδε)…» σχηματίζει ταυτόχρονα τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ μὲ τὰ δακτυλίδια ἐπὶ τοῦ μετώπου τῆς νύμφης καί, λέγοντας τό, «τὸν δοῦλον τοῦ Θεοῦ (τάδε)…», φέρνει τὰ δακτυλίδια ἐπὶ τοῦ μετώπου τοῦ γαμπροῦ καὶ σχηματίζει καὶ πάλιν τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ. Ἀφοῦ πράξει τοῦτο τρεῖς φορές ὁ ἱερέας, περνᾶ στοὺς παραμέσους δακτύλους τῶν μελλονύμφων τὰ δακτυλίδια καὶ ἔπειτα τὰ λαμβάνουν στὰ χέρια τους οἱ παράνυμφοι, κουμπάροι, καὶ τὰ ἀλλάζουν τρεῖς φορὲς. Ὁ ἱερέας, κατὰ τὴν ὥρα ποὺ οἱ παράνυμφοι ἀλλάζουν τὰ δακτυλίδια, βλέποντας πρός τό ἀνδρόγυνο, διαβάζει τὴν εὐχή, «Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ τῷ παιδὶ τοῦ Πατριάρχου Ἀβραάμ…». Μετὰ τὸ πέρας τῆς εὐχῆς, ὁ ἱερέας ποιεῖ σύντομη ἐκτενὴ καὶ ἀπαραίτητως τὴ συνήθη μικρά ἀπόλυση, μέ τό, «Χριστός ὁ ἀληθινός …», ἤ,  «Ὁ ἀναστάς ἐκ νεκρῶν…», καί τό «Δι’ εὐχῶν…» ἤ τό «Χριστός Ἀνέστη», ἀναλόγως τῆς ἡμέρας καὶ ἐκκλησιαστικῆς περιόδου.

Γ. Τό Μυστήριο τοῦ Γάμου:

Ὁ ἱερέας, στραμμένος πρὸς ἀνατολάς, λέγει τουλάχιστον τρεῖς στίχους ἀπό τόν ρκζ´ (127) Ψαλμόν («Μακάριοι πάντες οἱ φοβούμενοι τὸν Κύριον…») καί μετά, ἀφοῦ πρῶτα κάνει τρεῖς μετάνοιες, ἀσπάζεται τὸ ἱερὸν Εὐαγγέλιον, τὸ ὁποῖον λαμβάνει στὰ χέρια του, μαζί μέ τά στέφανα ἤ πάνω ἀπό τά στέφανα, καὶ κάνει τὴν ἔναρξη τοῦ ἱεροῦ μυστηρίου διὰ τῆς ἐκφωνήσεως, «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία…». Οἱ μελλόνυμφοι κατ’ αὐτὴ τὴ στιγμὴ στέκονται πίσω ἀκριβῶς ἀπὸ τὸν ἱερέα, χωρίς νά κρατᾶ ὁ ἕνας τό χέρι τοῦ ἄλλου. Ἀφοῦ λοιπόν ὁ ἱερέας ἐκφωνήσει τὴν ἔναρξη καὶ σταυρώσει διὰ τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου τό μαξιλαράκι πού εἶναι πάνω στό τραπέζι, ἐπιδίδει τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο στοὺς μελλονύμφους γιὰ ἀσπασμό. Κατὰ τὴν πασχάλιον περίοδον, ψάλλεται τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη …» (γ´). Κατόπιν ὁ ἱερέας, στρεφόμενος πρός ἀνατολάς, ἐκφωνεῖ τὴν μεγάλη Συναπτὴ – τά Εἰρηνικά – καί, μετὰ τὴν ἐκφώνηση «Ὅτι πρέπει Σοι …», στραφείς πρός τό ἀνδρόγυνο ἀπαγγέλλει τίς τρεῖς εὐχές: «Ὁ Θεὸς ὁ ἄχραντος, καὶ πάσης κτίσεως δημιουργός…», «Εὐλογητὸς εἶ, Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν…» καί, «Ὁ Θεὸς ὁ ἅγιος, ὁ πλάσας ἐκ χοὸς τὸν ἄνθρωπον…». Σημειώνουμε ὅτι, τή δεύτερη εὐχή τήν ἀπαγγέλλει ὁλόκληρη,  ὅπως ἔχει στὸ Εὐχολόγιο καί ὄχι μέ περικοπές, χάριν συντομίας. Κατὰ δὲ τὴν ἀπαγγελία τῆς τρίτης εὐχῆς καὶ εἰς τὸ σημεῖον τῶν λόγων, «…καὶ ἅρμοσον τὸν δοῦλον σου (τόνδε) καὶ τὴν δούλην σου (τήνδε)…», ὁ ἱερεὺς λαμβάνει τὰ δεξιὰ χέρια τῶν μελλονύμφων καὶ τὰ ἑνώνει. Παλαιὰ συνήθειαι ἐν προκειμένῳ, καὶ πλέον εὐάρμοστη, εἶναι νὰ ἑνώνει τό δεξιό χέρι τῆς νύμφης μέ τό ἀριστερό τοῦ γαμβροῦ μέ τά μικρά δάκτυλα. Ἐν συνεχείᾳ, μετὰ τὸ πέρας τῆς τρίτης εὐχῆς, ὁ ἱερέας λαμβάνει τὰ στέφανα, τὰ ὁποῖα -ἤδη πρίν τήν ἔναρξη τῆς ἱερολογίας τοῦ Γάμου- βρίσκονται πάνω στό ἱερό Εὐαγγέλιο καὶ τὰ σταυρώνει τρεῖς φορὲς ἐπ’ αὐτοῦ (δηλ. τοῦ Εὐαγγελίου), ἐπιλέγοντας κάθε φορὰ τό, «Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Ὁ χορός ἤ οἱ συλλειτουργοί ἱερεῖς ἀπαντοῦν μέ τό «Ἀμήν». Κατόπιν ὁ ἱερέας στρέφεται πρὸς τὸν γαμβρό καί, μέ τά στέφανα ποὺ κρατᾶ στό δεξί του χέρι, σχηματίζει τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ ἐπὶ τοῦ μετώπου τοῦ γαμβροῦ, λέγοντας: «Στέφεται ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ (τάδε)…» καὶ μετὰ συνεχίζει κάνοντας σταυρὸ ἐπὶ τοῦ μετώπου τῆς νύμφης, λέγοντας, «τήν δούλην τοῦ Θεοῦ (τάδε)…». Αὐτὸ τὸ κάνει τρεῖς φορές. Ἔπειτα ξεκινᾶ ἀπὸ τὴ νύμφη καὶ λέγοντας τό, «Στέφεται ἡ δούλη τοῦ Θεοῦ (τάδε) …» σχηματίζει ταυτόχρονα τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ μὲ τὰ στέφανα ἐπὶ τοῦ μετώπου τῆς νύμφης καί, λέγοντας τό, «τὸν δοῦλον τοῦ Θεοῦ (τάδε)…», φέρνει τὰ στέφανα ἐπὶ τοῦ μετώπου τοῦ γαμβροῦ καὶ σχηματίζει καὶ πάλιν τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. Κι αὐτὸ τὸ πράττει ὁ ἱερέας τρεῖς φορές. Ἀφοῦ ὁ ἱερέας τελειώσει, βάζει σταυροειδῶς τὰ στέφανα ἐπὶ τῶν κεφαλῶν τῶν νεονύμφων ψάλλοντας τό, «Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, δόξῃ καὶ τιμῆ στεφάνωσον αὐτούς», ἐνῶ ὁ χορὸς τῶν ἱεροψαλτῶν τὸ ἐπαναλαμβάνει ἄλλες δύο. Κατόπιν ὁ ἀναγνώστης ἀπαγγέλλει ἐμμελῶς καί σέ κλιτό ὕφος τὸ Ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ἀπὸ τὴν Πρὸς Ἐφεσίους Ἐπιστολὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου (Κεφ. 5, 20-33). Καλόν εἶναι νά ἔχει γίνει ἔγκαιρα καί προηγουμένως κάποια σύσταση γιά τό προσβλητικό -δῆθεν «ἔθιμο»-, νά πατᾶ ὁ γαμβρός τή νύμφη, στό γνωστό σημεῖο τοῦ ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος, ὥστε νά ἀποφεύγεται ἡ διακωμώδηση τοῦ μυστηρίου καί τά κατ᾽ ἐκείνη τήν ὥρα συνήθη εὐτράπελα. Ὁ ἱερέας θὰ πρέπει ὁπωσδήποτε ἀπό προηγουμένως νὰ ἀποτρέπει τέτοιες πράξεις καὶ νὰ τονίζει στοὺς μελλονύμφους τὸν σεβασμὸ τοῦ ἑνὸς πρὸς τὸν ἄλλον καθώς καί τή σοβαρότητα τοῦ Μυστηρίου.

Κατόπιν ὁ ἱερέας ἀναγινώσκει ἐμμελῶς τὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀπὸ τὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιον (Κεφ. 2, 1-11) βλέπον πρός τό ἀνδρόγυνο. Μετὰ τὸ πέρας τοῦ Εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος, ὁ ἱερέας προσφέρει τό ἱερό Εὐαγγέλιο πρός προσκύνηση ἀπό τούς νεονύμφους, καί λέγει τὴν ἐκτενή, «Εἴπωμεν πάντες ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς…», τήν ἐκφώνηση καί τὴν εὐχή, «Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ ἐν τῆ σωτηριώδει σου οἰκονομίᾳ…». Μετὰ τὴν ἐκφώνηση τῆς εὐχῆς, ὁ ἱερέας λέγει τό: «Ἀντιλαβοῦ, σῶσον, ἐλέησον…» καὶ ὅλες τὶς ἐν συνεχείᾶ αἰτήσεις, καὶ τὸ «Καταξίωσον ἡμᾶς, Δέσποτα…». Ἀκολουθεῖ ἡ ἀπαγγελία τῆς Κυριακῆς προσευχῆς («Πάτερ ἡμῶν…») ἀπὸ τό χορό μόνον. Μετὰ τὴν ἐκφώνηση καὶ τὴν εἰρήνευση ὑπὸ τοῦ ἱερέως καὶ τὴν πρόσκληση γιὰ κεφαλοκλισία, ὁ ἱερέας λέγει τὴν εὐχή τοῦ ποτηρίου, «Ὁ Θεός, ὁ πάντα ποιήσας τῆ ἰσχύϊ σου…», εὐλογώντας ταυτόχρονα κατ’ αὐτὴν τὸ ποτήριον μετὰ τοῦ οἴνου καί τόν ἄρτο. Μετὰ τὴν ἐκφώνηση, ὁ ἱερέας ἐπιδίδει στοὺς νεονύμφους τὸ Κοινὸν Ποτήριον καί τόν ἄρτο, ἐνῶ ὁ παράνυμφος κρατᾶ τό λευκό μανδήλι (δίκην μάκτρου). Ἀπ’ αὐτὸ πίνουν καί τρῶνε ἀπὸ τρεῖς φορὲς ὁ γαμπρὸς καὶ ἡ νύφη μόνον (ὄχι καί οἱ παράνυμφοι). Κατὰ τὴν ὥρα ποὺ ἑτοιμάζεται πρῶτος ὁ γαμπρὸς νὰ πιεῖ ἀπὸ τὸ ποτήριο, ὁ χορὸς ψάλλει τό, «Ποτήριον σωτηρίου λήψομαι, καὶ τὸ ὄνομα Κυρίου ἐπικαλέσομαι». Μόλις τελειώσει ἡ λήψη τοῦ κοινοῦ ποτηρίου, ὁ ἱερέας λαμβάνει μέ τό ἀριστερό του χέρι τό δεξί χέρι τοῦ γαμβροῦ, ὁ γαμβρός μέ τό ἀριστερό κρατᾶ τήν νύμφη, καὶ μαζί σχηματίζουν κυκλικὸ χορό, τόν χορό τοῦ «Ἡσαΐα». Κατ᾽ αὐτόν, ὅλοι πρέπει νά εἶναι στραμμένοι  πρός τό ὡς ἄνω τραπέζι μὲ τὸ ἱερό Εὐαγγέλιο, γύρω ἀπὸ τό ὁποῖο γίνεται ὁ χορός. Οἱ παράνυμφοι ἀκολουθοῦν τό ἀνδρόγυνο. Στό τέλος τοῦ κάθε γύρου, ὁ ἱερεύς προτρέπει τό ἀνδρόγυνο νά ἀσπασθεῖ τό Εὐαγγέλιο. Ἄν ὑπάρχει δεύτερος ἱερεύς, τότε κρατᾶ ἐκεῖνος στά χέρια του τό ἱερό Εὐαγγέλιο μπροστά ἀπό τό τραπέζι καί βλέπει πρός δυσμάς. Κατὰ τὸν κυκλικὸ αὐτό χορό, ὁ ἱερέας πρῶτος καί μετά ὁ χορὸς τῶν ψαλτῶν, ψάλλουν τὰ τρία τροπάρια, ἕνα σὲ κάθε κύκλο, ἤτοι: «Ἡσαΐα χόρευε…», «Ἅγιοι Μάρτυρες, οἱ καλῶς ἀθλήσαντες…» καί, «Δόξα σοι, Χριστὲ ὁ Θεός, Ἀποστόλων καύχημα…». Μετὰ τό πέρας τοῦ χοροῦ, ὁ ἱερέας τοποθετεῖ τό δεξί χέρι του πάνω στό κεφάλι τοῦ γαμβροῦ καί ἀπαγγέλλει τό «Μεγαλύνθητι, νυμφίε…» καί στή συνέχεια στό κεφάλι τῆς νύμφης καί λέγει, «Και σύ, νύμφη…». Ἔπειτα ὁ ἱερέας ἀπαγγέλλει τὴν εὐχή: «Ὁ Θεός, ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ παραγενόμενος ἐν Κανᾷ…». Στὸ σημεῖο τῆς εὐχῆς, «ἀνάλαβε τοὺς στεφάνους αὐτῶν», ὁ ἱερεὺς μέ τά τρία δάχτυλα τοῦ δεξιοῦ χεριοῦ σηκώνει ἐλαφριά τά στέφανα ἀπό τά κεφάλια τῶν νεονύμφων. Ἀκολούθως δίδει τὴν «Εἰρήνη» καὶ ἀκολουθεῖ κεφαλοκλισία μὲ τὴν εὐχή: «Ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα…». Τήν εὐχή αὐτή, ἐάν ὑπάρχει καί ἄλλος ἱερεύς ἤ ἄλλοι ἱερεῖς, τήν διαβάζουν, εἴτε ὁμαδικά, ἤ κατά μόνας.  Τέλος γίνεται ἡ συνήθης ἀπόλυσις τοῦ Μυστηρίου τοῦ Γάμου μὲ τὴ εἰσαγωγικὴ χαρακτηριστικὴ φράση: «Ὁ διὰ τῆς ἐν Κανᾷ ἐπιδημίας τίμιον ἀναδείξας τὸν γάμον, Χριστὸς ὁ ἀληθινὸς Θεὸς ἡμῶν…». Τὸ μυστήριο τοῦ Γάμου τελειώνει μὲ τὸ «Δι’ εὐχῶν … » ἤ τό «Χριστός Ἀνέστη», ἀναλόγως τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιόδου.

Στή συνεχεία γίνεται ὁ ἀσπασμὸς τῶν νεονύμφων, πρῶτα ἀπό τόν ἱερέα, ἀφοῦ ἀσπασθεῖ το ἱερό Εὐαγγέλιο, καί ἀκολουθοῦν οἱ γονεῖς καί οἱ στενοί συγγενεῖς. Παλαιοτέρα συνήθεια ἦταν μόνον ὁ ἱερέας νά άσπάζεται τά στέφανα στόν ναό, ἐνῶ οἱ ὑπόλοιποι συγγενεῖς καὶ φίλοι στό σπίτι.

Μετά τό πέρας τοῦ ἀσπασμοῦ, ὁ ἱερεύς, φέρων τό ἐπιτραχήλιό του, ἀφαιρεῖ τά στέφανα ἀπό τά κεφάλια τῶν νεονύμφων. Παλαιὰ συνήθεια ἦταν νά ὁδηγεῖται τό ἀνδρόγυνο, ἔχοντας στὶς κεφαλές τους τά στέφανα, στό νέο σπίτι τους, προπορευομένων τῶν ἐξαπτερύγων, τῶν ψαλτῶν, τῇ συνοδεία τοῦ ἱερέως καί τῶν οἰκείων. Ἐκεῖ ὁ ἱερέας, ἀφοῦ ἐψάλλετο τό, «Στερέωσον Κύριε…» καί ὁ πολυχρονισμός τοῦ ἀνδρογύνου, τότε ἀφαιροῦσε τά στέφανα καί ἀκολουθοῦσεὁ χαιρετισμός. Στίς 8 ἡμέρες ἀπό τήν τέλεση τοῦ μυστηρίου τοῦ Γάμου στό σπίτι τοῦ ἀνδρογύνου γινόταν ὁ ἀντίγαμος.

Σχόλια, ὡς ἐν κατακλεῖδι

 Ἄγραφη  παράδοση, χωρὶς πνευματικὰ ἐρείσματα, γεννημένη ἀπὸ προκαταλήψεις, θέλει, κατὰ τὴν ὥρα τοῦ χοροῦ τοῦ Ἠσαΐα νὰ ρίπτεται ρύζι στοὺς νεονύμφους, ἐπειδὴ πιστεύεται ἀπὸ κάποιους ὅτι τάχα μὲ αὐτὸ τὸν (ὡς διὰ μαγείας!) τρόπο ριζώνει ὁ Γάμος (ἴσως ἀπὸ παρετυμολόγηση τοῦ ριζώματος ἀπὸ τὸ ρύζι!). Αὐτὸ εἶναι σοβαρὸ λάθος. Ἡ θεμελίωση τοῦ γάμου γίνεται μὲ τὴν προσευχή, τὴν πίστη στὸν ἐν Τριάδι Θεό μας, μὲ τὴν ὑπακοή, τὴν ὑπομονή, τὴν ὑποχωρητικότητα, μὲ τὴν ἐν γένει ζωὴ τῶν νεονύμφων ἐν Χριστῷ, ὡς ἐνεργῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπειδὴ τὸ ἔθιμο αὐτὸ ἔχει κάπως περάσει στὶς συνήθειες τῶν πιστῶν μας, καλὸν εἶναι νὰ ἀποτρέπεται ἡ ρίψις ρυζιοῦ, τουλάχιστον ἐντὸς τοῦ ναοῦ, καὶ νὰ προηγεῖται ἡ κατάλληλη κατήχηση καὶ ἐνημέρωση ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς.

Οἱ ἱερουργοὶ κατὰ τὸν ἀρραβώνα καὶ τὸ μυστήριο τοῦ γάμου, ὅπως προαναφέρθηκε, φέρουν ἀπαραιτήτως λευκοῦ χρώματος ἄμφια. Ὁ δὲ ἱερέας φέρει ἐπιτραχήλιον καὶ φελώνιον, ἐνῶ ὁ διάκονος στιχάριον καὶ ὀράριον. Οἱ ὀφικιάλιοι ἱερεῖς φέρουν καί τόν ἐπιστήθιο Σταυρό. Οἱ ὀφικιάλιοι ἱερομόναχοι φέρουν καὶ αὐτοὶ τὸ ἐπιτραχήλιον καὶ τὸ φελώνιόν τους καὶ ὄχι μόνον τὸ ἐπιτραχήλιον, ἐπιπλέον δὲ τόν ἐπιστήθιο Σταυρό καί τό ἐπανωκαλύμμαυχο.

Περαιτέρω, στὸ Εὐχολόγιον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας ὑπάρχει μιὰ πολὺ σύντομη ἀκολουθία γιὰ τοὺς νεονύμφους, ἡ ὁποία τελεῖται κατὰ τὴν ὀγδόη ἡμέρα ἀπὸ τῆς τελέσεως τοῦ γάμου τους κατὰ τὴν ἑξῆς τάξη: Ὁ ἱερέας τό, Εὐλογητός, Τρισάγιον, τὸ ἀπολυτίκιον τῆς ἡμέρας ἤ τὰ ἀπολυτίκια τῶν ἁγίων, τὰ ὀνόματα τῶν ὁποίων φέρουν οἱ νεόνυμφοι, ἐκτενής («Ἐλέησον ἡμᾶς ,ὁ Θεός…»), διαβάζονται οἱ δύο ἐφεξῆς εὐχές καὶ στὸ τέλος κάνει τὴν Ἀπόλυση. Οἱ εὐχὲς αὐτὲς φέρουν τὴν ὀνομασία, «Εὐχὴ ἐπὶ λύσιν στεφάνων τῆ ὀγδόῃ ἡμέρᾳ». Πρόκειται στὴν πραγματικότητα γιὰ ἕνα ζεῦγος εὐχῶν. Ἡ πρώτη εὐχή («Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ τοῦ ἐνιαυτοῦ τὸν στέφανον εὐλογήσας…») διαβάζεται στοὺς νεονύμφους γιὰ τὴν εὐλογία τῆς συζυγικῆς συνάφειας, ὥστε αὐτὴ νὰ διατηρηθεῖ ἀδιάσπαστη καθ’ ὅλα τὰ χρόνια τῆς ἐπιγείου ζωῆς των. Ἀκολουθεῖ ἡ δεύτερη εὐχή, μὲ τὴν προτροπὴ τῆς κεφαλοκλισίας («Σύμφωνα καταντήσαντες οἱ δοῦλοί σου, Κύριε…»), ποὺ εἶναι μιὰ συνέχεια τῆς πρώτης εὐχῆς. Σ᾽ αὐτὴν ὑπενθυμίζεται στοὺς νεονύμφους, ὅτι ὁ γάμος τους τελέσθηκε ὅπως ὁ γάμος τῆς Κανᾶ τῆς Γαλιλαίας, ὅπου ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εὐλόγησε τοὺς νεονύμφους· ἔτσι καὶ τώρα συνέβη καὶ στὸν δικό τους γάμο, ὅπου κι ἐδῶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τοὺς εὐλόγησε.

Αὐτὴ ἡ μικρὴ ἀκολουθία τῆς ὀγδόης ἡμέρας ἐπὶ τῇ λύσει τῶν στεφάνων τῶν νεονύμφων σήμερα δὲν τελεῖται. Ἴσως θὰ πρέπει καὶ πάλι νὰ βρεῖ τὴ θέση της στὴ ζωὴ τῶν νεονύμφων. Εἶναι, θὰ λέγαμε μιὰ καλὴ εὐκαιρία γιὰ τὸν ἱερέα, νὰ κρατήσει ἐπαφὴ μὲ τὸ νέο εὐλογημένο ζευγάρι. Ὁ ἱερέας μπορεῖ κατ’ αὐτὴ τὴ συνάντηση νὰ τοὺς ὁμιλήσει γιὰ τὴ σημασία τοῦ Ὀρθοδόξου Γάμου, γιὰ τὰ ἱερὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, γιὰ τὴ μετάνοια, τήν ἐξομολόγηση, γιὰ τὴ Θεία Κοινωνία, καθὼς ἐπίσης νὰ τοὺς ὑπενθυμίσει ὅτι κι αὐτοὶ ὡς χριστιανοὶ εἶναι μέλη τῆς ἐνορίας καὶ μποροῦν νὰ δραστηριοποιηθοῦν κοντὰ στὸν Χριστὸ καὶ τὴν ἁγία Του Ἐκκλησία.

Ἡ τελετουργικὴ τῆς Νεκρωσίμου Ἀκολουθίας

π. Ιάκωβος Καλογήρου

Εἰσήγηση στὴν ς΄ συνάντηση (26.02.2015) τοῦ Ἐπιμορφωτικοῦ Σεμιναρίου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου Γ’ Ἀκαδημαϊκοῦ Ἔτους  (2014-2015)

Εἰσηγητής:  Ἀρχιμανδρίτης Ἰάκωβος Καλογήρου

π. Ιάκωβος Καλογήρου
Πανιερώτατε,
Σεβαστοὶ πατέρες καὶ ἀδελφοί,
 
Ἐπιτρέψατέ μου νὰ κάμω ἀρχὴ τῆς εἰσήγησής μου αὐτῆς, ποὺ ἀφορᾶ στὴν τελετουργικὴ τῆς Νεκρωσίμου ἢ Ἐξοδίου Ἀκολουθίας, μὲ μία λαϊκὴ παροιμία, ἕνα σχετικὸ πρὸς τὸ θέμα μας ἀπόφθεγμα τῆς περιοχῆς Μαραθάσης:

«Τὸ θαφκιὸν φέρνει χαράν, τζιαὶ τὸ στεφάνιν κλάμα».

Βεβαίως, ὅπως τὸ ψάλλει θεοστόχαστα ἡ Ἐκκλησία μας, «ὄντως φοβερώτατον τὸ τοῦ θανάτου μυστήριον». Ἀλλά, αὐτὸ τὸν φυσικὸ φόβο πρὸ τοῦ θανάτου, ἀπότοκο τῆς πτώσης τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῆς ἐξορίας του ἀπὸ τὸν παράδεισο τῆς τρυφῆς, ὅταν τὸν ἰδοῦμε μέσα στὸ πνεῦμα τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, τῆς ἀνάστασης τοῦ Κυρίου, ἀλλάζει ἡ θέαση: Γιὰ μᾶς, τοὺς Ὀρθόδοξους Χριστιανούς, ὁ θάνατος εἶναι ὕπνος, εἶναι πάσχα, δηλαδὴ  διάβαση, πέρασμα, ἀπὸ τὰ πρόσκαιρα στὰ αἰώνια καὶ ἀπὸ τὰ παρερχόμενα στὰ ἀσάλευτα. Καί, ὅσοι πιστεύουν στὸν νικητὴ τοῦ θανάτου, τὸν ἐκ νεκρῶν ἀναστάντα Κύριον, ὁ θάνατος χάνει τὴν τραγικότητά του καὶ μεταμορφώνεται σὲ ἕνα γεγονὸς γεμᾶτο νόημα. Γίνεται ἕνα πασχάλιο μυστήριο, δηλαδὴ σωτήρια διάβαση πρὸς τὴν αἰώνια ζωή, ποὺ ξεπήγασε ἀπὸ τὸ κενὸ τοῦ Κυρίου μνημεῖο.

Ἡ Ἐξόδιος Ἀκολουθία ψάλλεται σὲ ὅλους τοὺς κοιμηθέντας: βασιλεῖς, πατριάρχες, ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς καὶ εἰς ἄνδρας καὶ γυναίκας, μικροὺς καὶ μεγάλους,  καὶ μόνο στὰ κεκοιμημένα βρέφη διαφοροποιεῖται ριζικά.

Ἡ Ἀκολουθία στὸν οἶκο τοῦ κεκοιμημένου καὶ στὸν ναὸ

Τελευτήσαντος κάποιου Ὀρθόδοξου Χριστιανοῦ, ἀμέσως προσκαλεῖται ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς ὁ ἱερεὺς στὸν οἶκο, ὅπου γίνεται τὸ τρισάγιον. Ὁ ἱερέας φέρει τὸ ράσο του, πετραχήλι, καλυμμαύχιον καὶ θυμιατό. Γίνεται μετὰ ἡ πομπὴ πρὸς τὴν ἐκκλησία καὶ καθοδὸν οἱ ψάλτες μαζὶ μὲ τὸν ἱερέα ψάλλουν τὸ Ἅγιος ὁ Θεὸς σὲ ἦχο πλάγιο τοῦ δευτέρου, τὸν κατεξοχὴν πένθιμο ἦχο. Προπορεύονται αὐτοί, ποὺ κρατοῦν τὸ πιάτο μὲ τὸ ἀναμμένο κανδήλι, τὸ κόλλυβο καὶ ὁ σταυρός.

Σὲ περίπτωση, ποὺ ὁ κεκοιμημένος μεταφέρεται στὸν ναὸ ἀπὸ τὸ Νοσοκομεῖο, τότε ὁ ἱερέας, ἐνδεδυμένος ὡς ἀνωτέρω καὶ μαζὶ μὲ τὴ συνοδία του (ψάλτες, σταυρό, κ.λπ., ὅπως προηγουμένως), ὑποδέχεται τὸ λείψανο ἔξω ἀπὸ τὸν ναό, γίνεται ἐκεῖ τὸ τρισάγιον, καὶ εἰσοδεύουν στὸν ναό, ψάλλοντας τὸ νεκρώσιμο Ἅγιος ὁ Θεός. Ἀνάλογα, ἐὰν θὰ μεταφερθεῖ ἀπὸ τὸ Νοσοκομεῖο κ.λπ. στὸ σπίτι του ὁ κεκοιμημένος μὲ τὴ νεκροφόρα, θὰ ἦταν καλὸ νὰ γίνει μέσα στὸ σπίτι τὸ τρισάγιον, ἤ, ἐὰν ὑπάρχουν πρακτικὲς δυσκολίες (πολυκατοικία, σκαλιά, κ.ἄ.), νὰ γίνει ἐκεῖ ποὺ εἶναι βολικό, πρὶν ξεκινήσει ἡ πομπὴ γιὰ τὸν ναό.

Εἰσερχομένης τῆς νεκρικῆς πομπῆς στὸν ναό, τὸ φέρετρο τοποθετεῖται πάνω σὲ τραπέζι, ὅπου καὶ ἀνοίγεται τὸ κάλυμμά του. Μόνο σὲ περίπτωση, ποὺ θὰ ἔχουμε κάποιο σοβαρὸ λόγο ἀπὸ τοὺς ἰατρούς, δὲν ἀνοίγεται τὸ κάλυμμα. Ὁ κεκοιμημένος πρέπει νὰ εἶναι μέσα στολισμένος μὲ ὡραῖα ἀρωματικὰ λουλούδια καὶ βότανα, σὰν νὰ κοιμᾶται σὲ τόπον χλοερόν. Δίπλα στὸ φέρετρο τοποθετεῖται τὸ δισκέλιο μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, ὥστε νὰ φαίνεται ἡ ὄψη του ποὺ εἰκονίζει τὴν Ἀνάσταση, γιατὶ στὸ τέλος τῆς Ἀκολουθίας τὸ ἀσπάζονται ὅλοι οἱ πιστοί. Στὸ πάτωμα, στὸ μέρος κάτω ἀπὸ τὴν κεφαλὴ τοῦ κεκοιμημένου, θέτουμε τὸ πιάτο μὲ τὸ καντήλι καὶ τὸ κόλλυβο. ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ τοῦ φερέτρου, κοντὰ στὰ πόδια τοῦ κηδευομένου, τοποθετεῖται μικρὸ μανουάλι μὲ λαμπάδα ἀναμμένη καθὼς ἐπίσης καὶ ὁ θυμιατὸς ἀναμμένος.

Ὁ πρῶτος τῇ τάξει ἱερέας, ἐφόσον δὲν παρίσταται ἀρχιερέας, εἰσέρχεται στὸ ἱερὸ Βῆμα καὶ ἐνδύεται τὴ στολή του, δηλαδὴ λευκὸ πετραχήλιο καὶ λευκὸ φαιλόνιο. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ διάκονος, ἐὰν ὑπάρχει, πρέπει νὰ φέρει στιχάριο καὶ ὀράριο λευκοῦ χρώματος. Οἱ ὑπόλοιποι κληρικοὶ φέρουν ἐξώρασο καὶ λευκὸ ἐπίσης ἐπιτραχήλιο καὶ εἶναι καλυμμένοι μὲ τὰ καλυμμαύχιά τους. Ἐξέρχονται λοιπὸν ἔξω στὸν σολέα, ἢ κάτω ἀπὸ τὸν κεντρικὸ τροῦλλο, ἀναλόγως, ὅπου ἔχει τοποθετηθεῖ τὸ φέρετρο μὲ τὸν κεκοιμημένο, καὶ στέκονται πλησίον τῆς κεφαλῆς τοῦ νεκροῦ, στραμμένοι πρὸς ἀνατολάς.

Ἐδῶ, νὰ κάνουμε μία ἀναγκαία παρένθεση. Πάντοτε, οἱ κληρικοὶ κάνουν  ὅλες οἱ μνημονεύσεις τῶν κεκοιμημένων ἐνῶ εἶναι στραμμένοι πρὸς ἀνατολάς. Τὸ πιὸ σωστὸ θὰ ἦταν μπροστὰ στὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, δηλαδὴ πιὸ κάτω ἀπὸ τὸ εἰκονοστάσι, ὅπου συνήθως τοποθετεῖται καὶ τὸ τραπέζι μὲ τὰ μνημόσυνα, καθόσον ὅλες οἱ σχετικὲς ἐπιμνημόσυνες εὐχὲς ἀπευθύνονται πρὸς τὸν Χριστό.

Ὁ Διάκονος λοιπὸν ἐκφωνεῖ τό, Εὐλόγησον Δέσποτα, καὶ ὁ ἱερέας ἢ ὁ ἀρχιερέας τό, Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ ἀρχίζουν οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ ψάλτες καὶ ψάλλουν ἐναλλὰξ τοὺς καθορισμένους στίχους ἐκ τοῦ Ἀμώμου (Ψαλμοῦ 117) σὲ  τρεῖς στάσεις, καὶ στὸ πέρας κάθε στάσης γίνεται ἡ μνημόνευση. Ἂν ὑπάρχουν δύο ἢ τρεῖς ἢ καὶ περισσότεροι ἱερεῖς, στὸ τέλος κάθε στάσης γίνεται μνημόνευσις κατὰ τάξιν, «Τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν. Ὅτι σὺ εἶ ἡ ἀνάστασις». Ἂν ἔχει πάνω ἀπὸ τρεῖς ἱερεῖς, στὰ νεκρώσιμα εὐλογητάρια, μετὰ ἀπὸ κάθε τροπάριο, συνεχίζονται κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο οἱ μνημονεύσεις. Ἐδῶ σημειώνουμε, ὅτι στὴν ἐπὶ κληρικοῦ Ἐξόδιο Ἀκολουθία, συνηθίζεται νὰ ψάλλονται καὶ τὰ δύο εὐλογητάρια «Οἱ τὸν ἀμνὸν τοῦ Θεοῦ κηρύξαντες» καὶ «Οἱ τὴν ὀδὸν τὴν στενὴν βαδίσαντες». Μετὰ τὸ «Ἀλληλούια, ἀλληλούια, ἀλληλούια, δόξα σοι ὁ Θεός» (ἐκ τρίτου) στὸ τέλος τῶν εὐλογηταρίων, οἱ ψάλτες  ψάλλουν τὸ «Μετὰ τῶν ἁγίων». Κατόπιν ψάλλονται τὰ κατ᾽ ἦχον νεκρώσιμα ἰδιόμελα τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, ποὺ ἐπισφραγίζονται μὲ τὰ τροπάρια σὲ πλάγιο τοῦ τετάρτου, «Δόξα Πατρί. Ὁ Θάνατός Σου Κύριε», «Καὶ νῦν. Ἁγνὴ Παρθένε». Οἱ νεκρώσιμοι Μακαρισμοὶ συνήθως παραλείπονται, ἀλλὰ ὑπάρχουν ἐνορίες, ὅπου κατ᾽ ἔθος ψάλλονται.

Στὴ συνέχεια, οἱ παρόντες κληρικοὶ ψάλλουν τὸ προκείμενον τοῦ Ἀποστόλου σὲ ἦχο γ´, «Μακαρία ἡ ὁδὸς», μιὰ φορά, καὶ τὸ ἐπαναλαμβάνουν οἱ χοροὶ δύο φορές, καὶ μετὰ ὁ ἀναγνώστης ἀπαγγέλλει σὲ ἄχρονη ἐμμελὴ ἀπαγγελία καὶ σὲ ὕφος κλιτὸν τὴν καθορισμένη ἀποστολικὴ περικοπή. Μετὰ ὁ διάκονος τὸ «Σοφία· ὀρθοί», καὶ ὁ ἱερέας ἀναγιγνώσκει τὸ Εὐαγγέλιο ἐπάνω ἀπὸ τὴν κεφαλὴ τοῦ κεκοιμημένου, βλέποντας πρὸς ἀνατολάς. Στὴν κατάληξη τοῦ Εὐαγγελίου, στρέφεται πρὸς δυσμὰς καὶ εὐλογεῖ σταυροειδῶς μὲ τὸ Εὐαγγέλιο τὸν λαό. Ὁ διάκονος κάνει τὴ μνημόνευση, « Ἐλέησον ἡμᾶς ὁ Θεός», καὶ μετὰ ὁ ἱερέας τὴν εὐχή, «Ὁ Θεὸς τῶν πνευμάτων καὶ πάσης σαρκός» καὶ τὴν ἐκφώνηση «Ὅτι σὺ εἶ ἡ ἀνάστασις». Ἐδῶ πρέπει νὰ τονίσουμε, ὅτι τὶς συγχωρητικὲς εὐχές, ποὺ εὑρίσκονται στὴ συνέχεια μέσα στὸ Εὐχολόγιο, μόνον ὁ ἀρχιερέας ἐπιτρέπεται νὰ τὶς ἀναγνώσει καὶ κανένας ἄλλου βαθμοῦ κληρικὸς, οὔτε καὶ ἄν εἶναι Πνευματικός. Σὲ περίπτωση δὲ κεκοιμημένου ἱερέως, ἐδῶ διαβάζεται πάλι ἀπὸ τὸν ἀρχιερέα ἡ συγχωρητικὴ πρὸς ἱερέα εὐχή.

Μετὰ τὶς εὐχὲς αὐτές, γίνεται παρὰ τοῦ ἀρχιερέως ἢ τοῦ πρώτου τῇ τάξει ἱερέως ἡ νεκρώσιμος ἀπόλυσις: «Ὁ καὶ νεκρῶν καὶ ζώντων… », καὶ στὸ τέλος τὸ «Αἰωνία ἡ μνήμη». Στὸ σημεῖο αὐτὸ καὶ πρὶν τὸ «Δι᾽ εὐχῶν», ἐκφωνοῦνται οἱ ἐπικήδειοι λόγοι ἀπὸ τὸν ἀρχιερέα, ἢ τὸν ἱερέα, ἢ λαϊκοὺς καὶ συγγενεῖς τῶν κεκοιμημένων.

Ἀκολουθεῖ κατόπιν ὁ τελευταῖος ἀσπασμὸς τοῦ λειψάνου, ἐνῶ οἱ χοροὶ ψάλλουν τὰ προσόμοια σὲ ἦχο β´, « Δεῦτε τελευταῖον ἀσπασμόν» καὶ τὰ λοιπά, «Δόξα. Ὁρῶντές με ἄφωνον», «Καὶ νῦν. Πρεσβείαις τῆς τεκούσης σε».  Καὶ ὁ ἀρχιερέας ἢ ὁ πρῶτος τῇ τάξει ἱερέας, τὸ «Δι᾿ εὐχῶν τῶν ἁγίων».

Ἡ Ἀκολουθία στὸν τάφο, στὸ Κοιμητήριο

Ἐνῶ μεταβαίνουμε στὸ Κοιμητήριο καὶ στὸν τάφο, ψάλλεται ἀργῶς καὶ σὲ ἦχο πλάγιο τοῦ δευτέρου τὸ ᾈσματικὸ Τρισάγιο. Ἐδῶ, νὰ σᾶς ἀναφέρω ὅτι σὲ κάποια χωριά, οἱ γυναῖκες ραντίζουν τὸν δρόμο ἀπ᾽ ὅπου θὰ περάσει ὁ κεκοιμημένος, μὲ τὴν εὐχὴ νὰ εὕρει τὴ δροσιὰ τοῦ Παραδείσου! Ἀφοῦ δὲ κατατεθεῖ ὁ νεκρὸς στὸ μνημεῖο, ὁ ἱερέας παίρνει τὴν κανδήλα ποὺ εἶναι γεμάτη μὲ ἐλαιόλαδο καὶ μόνον, καὶ τὸ ρίχνει σταυροειδῶς τρεῖς φορὲς ἐπάνω στὸ λείψανο, ἐκφωνῶντας «Πρόσχωμεν» (ἐκ τρίτου) καὶ οἱ ψάλτες τὸ «Ἀλληλούια, ἀλληλούια, ἀλληλούια» (γ).

Μετά, ὁ ἱερέας μὲ τὸ φτυάρι παίρνει χῶμα ἀπὸ τὶς τέσσερεις μεριὲς τοῦ τάφου σταυροειδῶς, λέγοντας ταυτόχρονα: «Τοῦ Κυρίου ἡ γῆ καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς, ἡ οἰκουμένη καὶ πάντες οἱ κατοικοῦντες ἐν αὐτῇ. Γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσει.»

Κατόπιν, ὁ βοηθὸς τοῦ ἱερέα παίρνει τὴν στάμνα μὲ τὸ νερὸ καὶ ρίχνει τρεῖς φορὲς νερὸ μέσα στὸ φτυάρι, ἐνῶ λέγει ὁ ἱερέας: «Ραντιεῖς με ὑσσώπῳ καὶ καθαρισθήσομαι· πλυνεῖς με καὶ ὑπὲρ χιόνια λευκανθήσομαι».  Καὶ ρίχνει ὁ ἱερέας τὸν πηλό τοῦτο ἐπάνω στὸ λείψανο, ψάλλοντας, «Τὸν πηλόν, ὁ κεραμεύς, ζωοπλαστήσας ἐνέθηκάς μοι, σάρκα καὶ ὀστᾶ καὶ πνοὴν καὶ ζωήν. Ἀλλ᾿, ὦ ποιητά μου, Λυτρωτά μου καὶ Κριτά, μετανοοῦντα δέξαι με.» (Πρόκειται γιὰ τροπάριο τοῦ Μεγάλου Κανόνος, καὶ ψάλλεται σὲ ἦχο εἱρμολογικὸ πλ. β´.) Μετά, ρίχνει μέσα στὸν τάφο καὶ τὴν πρώτη φτυαριὰ μὲ χῶμα καὶ ψάλλει τὸν ἑξῆς εἱρμὸ σὲ εἱρμολογικὸ πλ. β´: «Βοηθὸς καὶ σκεπαστὴς ἐγένετό μοι εἰς σωτηρίαν· οὗτός μου Θεός, καὶ δοξάσω αὐτὸν· Θεὸς τοῦ Πατρός μου καὶ ὑψώσω αὐτόν· ἐνδόξως γὰρ δεδόξασται». Στὴ συνέχεια, ρίπτεται τὸ χῶμα μέχρι νὰ καλυφθεῖ ὁ τάφος, μπαίνουν τὰ λουλούδια, ἕνας πρόχειρος ξύλινος σταυρὸς καὶ τὸ κανδήλι, καὶ ραντίζουμε τὸν τάφο μὲ τὸ νερὸ τῆς κανάτας, ποὺ περίσσεψε, μὲ τὸ ὁποῖο καὶ πλένονται οἱ παριστάμενοι. Κατόπιν, ὁ ἱερέας, Εὐλογητός, ὁ ἀναγνώστης τὸ Τρισάγιο, καὶ ψάλλονται τὰ νεκρώσιμα τροπάρια «Μετὰ πνευμάτων». Ὅταν τελειώσει ἡ Ἀκολουθία τοῦ νεκρωσίμου Τρισαγίου, γίνεται ἡ ἀπόλυσις ἀπὸ τὸν ἱερέα, κατὰ τὸν ἀνωτέρω στὸν ναὸ τύπο («Ὁ καὶ νεκρῶν καὶ ζώντων… », καὶ στὸ τέλος τὸ «Αἰωνία ἡ μνήμη»).

Στὴν ἔξοδο τοῦ κοιμητηρίου βρίσκεται ἡ παρηορκά, ἡ παρηγορία,  δηλαδὴ τὸ κόλλυβο, παξιμάδια ἀφρούγια (τὰ λεγόμενα στὴν περιοχή μας κούμουλλα), κρασί, χαλλούμι, ἐλιές, ποὺ τὰ τρῶμε γιὰ συγχώρεση τῆς ψυχῆς τοῦ κεκοιμημένου ἀδελφοῦ μας. Νὰ σημειώσουμε ἐδῶ, ὅτι ἡ λέξη κούμουλλα εἶναι πιθανὸν σημιτικῆς (ἑβραϊκῆς) προέλευσης, καὶ προέρχεται ἀπὸ τὴ λέξη κούμ, ποὺ σημαίνει ἔγερση, ἀνάσταση (νὰ θυμηθοῦμε ἐδῶ τὴ φράση τοῦ Κυρίου, ὅταν ἀνάστησε τὴ νεκρὴ κόρη τοῦ Ἰαείρου, ὅπως τὴν καταγράφει ὁ Εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος: «ταλιθᾶ, κοῦμι, ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον, τὸ κοράσιον σοὶ λέγω, ἔγειρε» [Μᾶρκ. 5, 41]). Τὰ κούμουλλα, λοιπόν, δὲν εἶναι νεκρόψωμα, ἀλλὰ ἄρτος ποὺ προσφέρεται σὲ ἐνθύμηση τῆς ἀνάστασης τῶν κεκοιμημένων.

Ἀκολουθία εἰς κεκοιμημένους κατὰ τὴ Διακαινήσιμο ἑβδομάδα

Κατὰ τὴ Διακαινήσιμο ἑβδομάδα δὲν ψάλλουμε τὴ συνηθισμένη νεκρώσιμο Ἀκολουθία, ἀλλὰ ὅλη τὴν ἀναστάσιμη Ἀκολουθία, δηλαδὴ τὸν Κανόνα τοῦ Πάσχα μὲ τὶς καταβασίες «ἀναστάσεως ἡμέρα», καθὼς διαλαμβάνεται στὰ Εὐχολόγια γιὰ τὴν περίπτωση αὐτή. Ἡ αὐτὴ Ἀκολουθία τελεῖται καὶ τὴν κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς ἀποδόσεως τῆς ἑορτῆς τοῦ Πάσχα.

Σὲ ὅλη τὴν περίοδο τῶν σαράντα ἡμερῶν ἀπὸ τοῦ Πάσχα μέχρι καὶ τὴν ἀπόδοσή του, ψάλλεται ἡ συνήθης νεκρώσιμος Ἀκολουθία, μὲ τὶς ἑξῆς ὅμως διαφορές: Τὸ Τρισάγιον ἀντικαθίσταται διὰ τοῦ « Χριστὸς Ἀνέστη» (ἐκ τρίτου), καὶ ἀντὶ τοῦ «Δεῦτε τελευταῖον ἀσπασμόν», ψάλλεται τὸ Δοξαστικὸν τῶν Αἴνων τοῦ Πάσχα, «Ἀναστάσεως ἡμέρα». Αὐτὸ ψάλλουμε καὶ μέχρι τοῦ τάφου.

Στὸ τέλος ἑκάστης ᾠδῆς γίνεται μνημόνευσις τῶν ἱερέων κατὰ τάξιν, μὲ τὴν ἀκροτελεύτια ἐκφώνηση: «Ὅτι σὺ εἶ ἡ ἀνάστασις, ἡ ζωή, καὶ ἡ ἀνάπαυσις τοῦ κεκοιμημένου δούλου σου».

Μετὰ τὴν θ´ ᾠδήν, τὸ ἐξαποστειλάριον, «Σαρκὶ ὑπνώσας ὡς θνητός» (δίς), ὁ Ἀπόστολος καὶ τὸ Εὐαγγέλιον τῆς ἡμέρας. Κατόπιν ἡ δέησις,  «Ἐλέησον ἡμᾶς ὁ Θεός… Ὁ Θεὸς τῶν πνευμάτων.. καί, Ὅτι σὺ εἶ ἡ ἀνάστασις». Ἡ ἀπόλυσις, «Δόξα σοι ὁ Θεός, ἡ ἐλπὶς ἡμῶν, δόξα σοι. Ὁ ἀναστάς… Αἰωνία ἡ μνήμη».  Κατόπιν, ὅπως ἤδη ἀναφέραμε, ψάλλουμε ἀντὶ τοῦ «Δεῦτε τελευταῖον ἀσπασμόν…» κ.λπ. τό, «Δόξα… Καὶ νῦν. Ἀναστάσεως ἡμέρα». Ἐπὶ τοῦ τάφου ἀκολουθεῖται ἡ ἴδια τάξη τοῦ ὑπολοίπου ἔτους, μὲ τὶς ἑξῆς διαφορές: Στὴν ἀρχή, μετὰ τὸ Εὐλογητός, ἀντὶ Τρισαγίου, τὸ Χριστὸς ἀνέστη (γ´), κ.λπ. καὶ ἀπόλυσις, Ὁ ἀναστὰς ἐκ νεκρῶν. Στὴν πομπὴ πρὸς τὴν ἐκκλησία ψάλλεται τὸ Χριστὸς ἀνέστη, ἐνῶ στὴν πομπὴ πρὸς τὸ κοιμητήριο τὸ Δοξαστικὸν τοῦ Πάσχα, Ἀναστάσεως ἡμέρα.

*   *   *

Πρὶν ὁλοκληρώσω τὴ μικρή μου αὐτὴ Εἰσήγηση, ἔκρινα καλὸ νὰ σᾶς ἀναφέρω μιὰ παράδοση, ποὺ ἀπὸ πολὺ παλιὰ ἐπικρατεῖ στὸ χωριό μου Μουτουλλᾶς, σχετικὰ μὲ τὰ μετὰ τὴν ταφὴ ἐπιμνημόσυνα ἔθιμα, ποὺ συνιστοῦν μία ὀρθόδοξη θεολογικὰ λειτουργικὴ πράξη.

Στὸ τριήμερο, ἐννιαήμερο  καὶ σαρανταήμερο μνημόσυνο, γίνεται πλήρης Ἀκολουθία στὸν ναό, μὲ Ἑσπερινὸ μικρὸ καὶ τὸ πρωὶ Ὄρθρος καὶ Θεία Λειτουργία. Κάθε δὲ Κυριακή, μέχρι τὶς σαράντα μέρες ἀπὸ τὴν κοίμηση κάποιου χωριανοῦ, τελεῖται καὶ μνημόσυνο. Θὰ ἐρωτήσει κάποιος: Γιατί γίνονται τόσα πολλὰ γιὰ τὸν κεκοιμημένο κατὰ τὴν περίοδο αὐτή; Ἐπειδὴ εἶναι οἱ πιὸ κρίσιμες μέρες τῆς ψυχῆς, ἀφοῦ κατ᾽ αὐτὲς ἑτοιμάζεται νὰ ἀνεβεῖ νὰ κριθεῖ στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ. Στὶς σαράντα λοιπὸν ἡμέρες, ἡ οἰκογένεια τοῦ κεκοιμημένου θὰ πᾶνε «ὄρθρου βαθέως εἰς τὸ μνῆμα», πρὶν ἀνατείλει ὁ ἥλιος, γιὰ νὰ σηκώσουν τὰ στεφάνια καὶ νὰ ἰσοπεδώσουν τὸν τάφο. Αὐτό, τὸ ὀνομάζουμε «νὰ ᾽ποτσυλλίσουμε» τὸν τάφο, δηλ. νὰ ἀποκυλίσουμε τὸ χῶμα ἀπὸ ἐπάνω του. Θὰ ἀνάψουν τὸ καντήλι, θὰ ραντίσουν τὸν τάφο καὶ θὰ τὸν θυμιάσουν σταυροειδῶς. Ὅταν τελειώσουν ἀπὸ τὸ κοιμητήριο, πηγαίνουν ἀπευθείας στὴν ἐκκλησία, ὅπου ὁ ἱερέας τελεῖ τὴ Θεία Λειτουργία καὶ ὅλοι μετὰ κοινωνοῦν τὸ ἀναστημένο Σῶμα καὶ Αἶμα τοῦ Κυρίου μας.

Αὐτὸ τὸ τυπικὸ, μᾶς φέρνει στὴ μνήμη τὸ Εὐαγγέλιο τῆς νύχτας τῆς Ἀνάστασης, τό, «Διαγενομένου τοῦ Σαββάτου» (Β´ Ἑωθινό), ποὺ μᾶς διηγεῖται ὅτι οἱ Μυροφόρες ἦρθαν «ὄρθρου βαθέως εἰς τὸ μνῆμα» καὶ ἔλεγαν ἀναμεταξύ τους· ποιός θὰ μᾶς σηκώσει, ποιός θὰ μᾶς ἀποκυλίσει («᾽ποτσυλλίσει») τὸν λίθο, ἀπὸ τὴν θύρα τοῦ μνημείου; Καὶ ἔλαβαν τελικὰ τὸ ἀναστάσιμο μήνυμα ἀπὸ τὸν ἄγγελο, καὶ ἐπέστρεψαν στὴ συνέχεια, τρέχοντας μὲ χαρά, πρὸς τοὺς συναθροισμένους ἄλλους μαθητές. Τὸ ἴδιο αὐτὸ γεγονὸς ἐπαναλαμβάνεται μέχρι σήμερα: Φεύγουν οἱ συγγενεῖς ἀπὸ τὸ μνῆμα καὶ τρέχουν πρὸς τὴ Σύναξη στὴν Ἐκκλησία, ὅπου μεταφέρουν τὸ μήνυμα τῆς ἀνάστασης καὶ ἀντιλαμβάνουν τὸν Ἀναστάντα Κύριο.

Τὸ κοιμητήριό μας εἶναι ὅσο γίνεται πιὸ λιτό. Ὁ χῶρος ἐκεῖ εἶναι κοινὸς γιὰ ὅλους: «Τοῦ Κυρίου ἡ γῆ καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς»! Δὲν ἔχει ἰδιωτικοὺς τάφους. Μὲ τὴ σειρὰ θάβονται καὶ ξεκουράζονται ἐκεῖ ὅλοι οἱ χωριανοί, σὲ δύο μικρὰ κρατόνια, σὲ τέσσερις σειρές. Εἶναι ἀρκετὲς γιὰ νὰ χωρέσει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ δὲν γεμίζει ποτέ. Τοὺς τάφους τοὺς ἀνοίγει ὁ ἱερέας μὲ τὴ σειρά, καὶ ἔτσι γνωρίζει τὴ σειρὰ τῆς ταφῆς. Ἡ ταφὴ γίνεται χωρὶς φέρετρο. Ὁ νεκρὸς κατεβαίνει στὸν τάφο μὲ τὸ σινδόνι, ὅπως δηλαδὴ κηδεύτηκε ὁ Κύριός μας: «σινδόνι καθαρὰ εἰλήσας καὶ ἀρώμασι». Καὶ μετά, περίπου στοὺς ἕξι μῆνες, μπαίνει μόνο ἕνας μαρμάρινος σταυρὸς μὲ τὸ καντήλι.

Αὐτὰ ἤθελα νὰ πῶ ἀπόψε στὴν ἀγάπη σας, Πανιερώτατε καὶ σεβαστοί μου πατέρες. Εὐχαριστῶ γιὰ τὴν πρόσκληση ποὺ μοῦ ἔγινε νὰ μιλήσω γι᾿ αὐτὴ τὴν ἱερὰ Ἀκολουθία, ποὺ γιὰ τὸν Ὀρθόδοξο πιστὸ, εἶναι ἡ πιὸ σημαντικὴ στιγμή, ἡ στιγμὴ δηλαδὴ ποὺ ἐξέρχεται τοῦ κόσμου τούτου καὶ ἀπέρχεται «εἰς ἀπάντησιν τοῦ Κυρίου εἰς ἀέρα», ποὺ μεταβαίνει ἀπὸ τὰ φθαρτὰ στὰ ἄφθαρτα, ἀπὸ τὰ πρόσκαιρα στὰ αἰώνια.

Καλὸν παράδεισο γιὰ ὅλο τὸν κόσμο.  Σᾶς εὐχαριστῶ.

Θεολογικὴ καὶ ποιμαντικὴ προσέγγιση τοῦ μυστηρίου τοῦ θανάτου καὶ τῆς Νεκρωσίμου Ἀκολουθίας

π. Κυριακός Χαραλάμπους

Εἰσήγηση στὴν ς΄ συνάντηση (26.02.2015) τοῦ Ἐπιμορφωτικοῦ Σεμιναρίου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου Γ’ Ἀκαδημαϊκοῦ Ἔτους  (2014-2015)

Εἰσηγητής:  Οἰκονόμος Κυριακὸς Χαραλάμπους, ἐφημέριος χωρίου Γαλάτας

π. Κυριακός Χαραλάμπους
«Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. Ἀμήν.»  
 
Πανιερώτατε,
Αγαπητοί εν Χριστώ πατέρες και αδελφοί,


Αρχίζοντας την εισήγησή μου αυτή με μία αναφορά στο μυστήριο του θανάτου, ενθυμήθηκα το κλασικό πλέον απόφθεγμα του οσίου πατρός ημών Νεοφύτου του Εγκλείστου για την ωφέλεια της μνήμης του θανάτου, που καταγράφει στην εισαγωγή της Τυπικής Διαθήκης του (έτος 1214): «Ἀγαθὸν ὑπέρτερον παντὸς ἀγαθοῦ, Θεοῦ φόβος καὶ μνήμη θανάτου». Περαιτέρω, ο όσιος πατήρ ημών Παΐσιος ο Αγιορείτης μας υπενθυμίζει μια άλλη σχετική ψυχωφελή ρήση ενός συγχρόνου εναρέτου Αγιορείτη μοναχού, που έλεγε αντί χαιρετισμού στους συνασκητές του:«Αδελφέ, θα πεθάνουμε!» Και συνεχίζει: «Η ζωή είναι τυλιγμένη με τη θνητή σάρκα. Το μεγάλο αυτό μυστικό δεν είναι εύκολο να το καταλάβουν όσοι άνθρωποι είναι μόνο «σάρκες», γι’ αυτό δεν θέλουν να πεθάνουν, ούτε θέλουν να ακούσουν για θάνατο.»

Όπως εύστοχα επισημαίνει και ο μακαριστός πλέον Κύπριος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Ανδρέας Θεοδώρου, στο σπουδαίο του βιβλίο, «Άμωμοι εν οδώ· αλληλούια», ένα εξαίρετο υπομνηματισμό στη Νεκρώσιμη Ακολουθία της Ορθόδοξης Εκκλησίας (σελ. 9), ο θάνατος είναι σημείο οριακό για κάθε ύπαρξη. Είναι γεγονός που την ορίζει, την περιορίζει και την εξαντλεί. Είναι το τέρμα μιας πορείας, μιας ζωτικής διαδικασίας. Ο θάνατος είναι ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα. Αυτή η κατάσταση λέγεται και ύπνος, γιατί ο θάνατος καταργήθηκε με την Ανάσταση του Χριστού. Ο Χριστός με τα Πάθη, τον Σταυρό και την Ανάστασή Του κατάργησε οντολογικά τον θάνατο και έδωσε τη δυνατότητα στον άνθρωπο να τον υπερβεί, ζώντας μέσα στην Εκκλησία. Και, όπως θεολογεί υμνολογικά η Εκκλησία το χαρμόσυνο μήνυμα της Αναστάσεως, «Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας, καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος». Ο αναστάς Κύριος, με τον θάνατο και την τριήμερο ανάστασή Του, νίκησε τον θάνατο, δίνοντας το ελπιδοφόρο μήνυμα της επανένωσης του ανθρώπου με τον Πλάστη και Δημιουργό του. Τούτο τονίζεται και μέσα από τον θεόπνευστο Κατηχητικό Λόγο του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου στην Κυριακή του Πάσχα: «Μηδεὶς φοβείσθω θάνατον. Ἠλευθέρωσε γὰρ ἡμᾶς ὁ τοῦ Σωτῆρος θάνατος. Ἔσβεσεν αὐτόν, ὑπ’ αὐτοῦ κατεχόμενος…». Σε απλή μετάφραση: «Κανένας δεν πρέπει να φοβάται τον θάνατο, διότι έχουμε ελευθερωθεί από την εξουσία του θανάτου με τον θάνατο του Θεανθρώπου Σωτήρος Χριστού. Ο Κύριός μας, κατά την τριήμερο κατοχή του από τον θάνατο, εξουδετέρωσε το κράτος και τη δύναμή του.» Καί,  «καθὼς προεῖπεν, ἔδωκεν ἡμῖν τὴν αἰώνιον ζωὴν καὶ μέγα ἔλεος». Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, μέγας δογματικός θεολόγος και κορυφαίος υμνογράφος της Ορθοδοξίας, συνέθεσε τον επινίκιο του Θεανθρώπου Σωτήρα μας Ιησού Χριστού κατά του θανάτου με τον θάνατό του, στο Δοξαστικό των νεκρωσίμων ιδιομέλων της Εξοδίου Ακολουθίας: «Ὁ θάνατός σου, Κύριε, ἀθανασίας γέγονε πρόξενος· εἰ μὴ γὰρ ἐν μνήματι κατετέθης, οὐκ ἂν ὁ Παράδεισος ἠνέῳκτο». Δηλ., «Ο θάνατός σου, Κύριε, έγινε πρόξενος αθανασίας· διότι, αν δεν ενταφιαζόσουν στο μνήμα, ο Παράδεισος δεν θα ανοιγόταν στους ανθρώπους.» Ο ανακαινισμένος εν Χριστώ άνθρωπος, με τη συμμετοχή στη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας, την ειλικρινή μετάνοια, την αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο, και εφαρμόζοντας γενικά το θείο θέλημα, κοινωνώντας μάλιστα το Σώμα και το Αίμα του Δεσπότου Χριστού, έχει τη δυνατότητα να επιστρέψει στην παραδείσια Ζωή, και να απολαύσει την αιώνια ζωή και το άπειρο έλεος του Θεού, μαζί με τους αγίους και τους δικαίους. 

Ακριβώς το όλο νόημα των νεκρωσίμων Ευλογηταρίων, είναι η υπενθύμηση της θείας καταγωγής του ανθρώπου, η παραπλάνηση και απομάκρυνσή του από τον Θεό του και η κατόπιν επιστροφή του στον Θεό, και η δέηση της Εκκλησίας, όπως ο φιλάνθρωπος Κύριος συγχωρέσει τον κεκοιμημένο και πάλιν να τον κάνει   πολίτη του Παραδείσου. Όλα αυτά συνοψίζονται ιδιαίτερα στο δεύτερο τροπάριο των ευλογηταρίων, και εξαιρέτως στο, στίχο, «τὸ ἀρχαῖον κάλλος ἀναμορφώσασθαι». Η μετάφραση και το όλο νόημα αυτού του τροπαρίου έχει ως εξής: «Είσαι ευλογημένος, Κύριε, γι’ αυτό και δίδαξέ μου τα δικαιώματά σου. Εσύ, που κατά τη δημιουργία με έπλασες από το μηδέν και με τίμησες με τη δική σου θεία εικόνα, αλλά, αφού παρέβηκα την εντολή σου, με γύρισες πάλιν πίσω στη γη, από την οποία με έπλασες, σε παρακαλώ να με επαναφέρεις στο καθ’ ομοίωσιν, ώστε να ανακτήσει η φύση μου το αρχέγονο προπτωτικό της μεγαλείο.» Τόσο στα Ευλογητάρια, όσο και στην όλη Νεκρώσιμη Ακολουθία, φαίνεται για μια ακόμη φορά ο συνδυασμός της μελωδικής ποίησης με το δογματικό περιεχόμενο, που με τόση μαεστρία κατάφερε να συνθέσει ο υμνωδός άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Η υμνογραφία συμβάλλει και στις χαρές, αλλά και στις θλίψεις των ανθρώπων, ευφραίνει τους χαίροντας και παρηγορεί τους θλιβομένους. Μέσω της θεόπνευστης υμνογραφίας διδασκόμαστε πολλές από τις αλήθειες της Πίστεώς μας.

Το ότι ο θάνατος είναι ύπνος, μία προσωρινή κατάσταση, φαίνεται από τον τρόπο που πεθαίνουν οι άγιοι, αφού έχουν όλη τους την ελπίδα στον Χριστό. Τούτο φαίνεται και στα άφθαρτα και θαυματουργά τους λείψανα. Γι’ αυτό και το σωστό είναι να αποκαλούμε τον χώρο ταφής κοιμητήριο και όχι νεκροταφείο, και να λέμε ότι μνημονεύουμε κεκοιμημένους και όχι νεκρούς, και καλλιεργούμε ζώντες, υπό την έννοια της προοπτικής της θεραπείας και σωτηρίας της ψυχής τους.

Ο Θεός της Αγάπης δεν δημιούργησε τον θάνατο, ούτε αυτός είναι τιμωρία από τον Θεό. Αυτή την εσφαλμένη δογματικά αντίληψη ασπάστηκε, μαζί με πολλές άλλες κακοδοξίες, η Παπική εκκλησία και κατέληξε δυστυχώς στο βλάσφημηο δογματισμό του λεγομένου «καθαρτηρίου πυρός» . Ακόμη, ο Παπισμός έδωσε βαρύτητα στον σταυρικό θάνατο του Χριστού παρά στην Ανάστασή του, και με την ποιμαντική των απαγορεύσεων, των αφορισμών, των απειλών και των τιμωριών οδήγησε σε αδιέξοδα τον άνθρωπο.  Αλλά, κατά την Ορθόδοξη διδασκαλία, ο    θάνατος προστέθηκε στην ανθρώπινη φύση αμέσως μετά από την παρακοή των πρωτοπλάστων, γιατί είναι καρπός της αμαρτίας του ανθρώπου και της απομάκρυνσής του από τον Θεό, και ενεργεί ως παιδαγωγικό μέσο για τη σωτηρία της ψυχής του ανθρώπου. Ήταν καθαρά συνέπεια της ελεύθερης επιλογής του ανθρώπου από την κακή χρήση του αυτεξουσίου του. Ο άγιος Γρηγόριος ο  Παλαμάς λέγει χαρακτηριστικά: «Ο Θεός φανέρωσε πριν την πτώση το θέλημά του, που οδηγούσε στην αθανασία. Και προείπε φανερά και προειδοποίησε, ότι ἡ αθέτηση της ζωοποιού θείας εντολής θα ήταν θάνατος («ἀπὸ δὲ τοῦ ξύλου τοῦ γινώσκειν καλὸν καὶ πονηρὸν οὐ φάγεσθε ἀπ’ αὐτοῦ, ᾖ δ’ ἂν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ’ αὐτοῦ, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε» [Γεν. 2,17])».

Τρεις δρόμους θα μπορούσαν να ακολουθήσουν οι πρωτόπλαστοι για να αποφύγουν το θάνατο. Τον πόθο κοινωνίας με τον Θεό, που οδηγούσε στον δεύτερο δρόμο, την αληθινή θεογνωσία, και τον δρόμο που εμπνέει ο θείος φόβος, για την απώλεια των θείων χαρισμάτων (Γρηγορίου Παλαμᾶ, Κεφάλαια φυσικά, θεολογικά, ἠθικά τε καί πρακτικά 150, Κεφ. 47, PG150, 1153D). Ο σοφός Σολομώντας, επιγραμματικά αναφέρει, πως «ὁ Θεὸς θάνατον οὐκ ἐποίησεν οὐδὲ τέρπεται ἀπ’ ἀπωλείᾳ ζώντων» (Σοφ.Σολ. 1, 13), και «ὅτι ὁ Θεὸς ἔκτισεν τὸν ἄνθρωπον ἐπ’ ἀφθαρσίᾳ καὶ εἰκόνα τῆς ἰδίας ἀϊδιότητος ἐποίησεν αὐτόν, φθόνῳ δὲ διαβόλου θάνατος εἰσῆλθεν εἰς τὸν κόσμον, πειράζουσιν δὲ αὐτόν οἱ τῆς ἐκείνου μερίδος ὄντες» (Σοφ. Σολ. 2, 23-24). Σε συντομία, το νόημα αυτών των στίχων είναι, πως ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο και με το χάρισμα της αθανασίας, να είναι αθάνατος, αλλά μετά από τον φθόνο και την πανουργία του Διαβόλου, και την παρακοή των πρωτοπλάστων, μπήκε στον κόσμο ο θάνατος. Σύμφωνα με τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, ο Θεός τόσο πολύ αγάπησε αυτό το τέλειο δημιούργημά του,  τον άνθρωπο, που τον στόλισε με τόσες πολλές αρετές και χαρίσματα, και του έδωσε την δυνατότητα από το κατ’ εικόνα να φθάσει στο καθ’ ομοίωση. Γι’ αυτό και μετά την παρακοή του ανθρώπου, από άπειρη αγάπη και ευσπλαχνία θέλησε να γίνει ένα μαζί του, να γίνει και άνθρωπος, να γεννηθεί και να πεθάνει, για να τον σώσει και να τον έχει και πάλι κοντά του.

 Είναι γι᾽ αυτό, που σε μία από τις συγχωρητικές ευχές της Εξοδίου Ακολουθίας γίνεται αναφορά στο ωραιότερο και χαρισματικότερο δημιούργημα του Θεού, τον άνθρωπο, ο οποίος παρέβηκε την εντολή του Θεού και απομακρύνθηκε  από κοντά Του· και, για να μη γίνει αθάνατο το κακό, κατά τη ρήση του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, «ἵνα μὴ τὸ κακὸν ἀθάνατον γένηται, φιλανθρώπως κελεύσας τὴν κρᾶσιν καὶ μῖξιν ταύτην, καὶ τὸν ἄῤῥηκτόν σου τοῦτον δεσμόν…τῷ θείῳ βουλήματι ἀποτέμνεσθαι καὶ διαλύεσθαι». Από άπειρη δηλαδή φιλανθρωπία επέτρεψε ο Θεός να διαλύεται η κράση και η μίξη αυτή που δημιούργησε, το σύνολο δηλ. των διαφόρων φυσικών και ψυχολογικών χαρακτηριστικών και η σύνθεση των διαφόρων στοιχείων ενός προσώπου  να διαλύονται, και να κόβεται προσωρινά ο δεσμός του σώματος με την ψυχή. Είναι από αυτό προφανώς, που βγήκε η φράση «ο τάδε έχει δυνατή κράση». Εδώ εννοείται, όχι μόνον δυνατός οργανισμός, αλλά και δυνατή ψυχή. Και η μεν ψυχή, μετά τον χωρισμό τούτο, πηγαίνει εκεί από όπου προήλθε, δηλαδή τον Θεό, ώσπου να γίνει η κοινή ανάσταση των νεκρών και, μάλιστα, όπως αναφέρει ο Απόστολος Παύλος, «ἅπαξ ἀποθανεῖν, μετὰ δὲ τοῦτο κρίσις» (Ἑβρ. 9,27), μετά τον θάνατο κρίνεται η ψυχή του αποθανόντος. Το δε σώμα διαλύεται σε αυτό που δημιουργήθηκε, δηλαδή το χώμα, κατά την απόφαση του Κυρίου μετά την πτώση των Πρωτοπλάστων: «Γῆ εἶ, καὶ εὶς γῆν ἀπελεύσῃ» (Γεν. 3,19). Το σώμα λοιπόν πρέπει να διαλύεται στο χώμα και όχι στην πυρά. Η αποτέφρωση, καθώς αντιβαίνει στή ρητή τούτη απόφανση του Δημιουργού, απαγορεύεται από την Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Και, βεβαίως, κατά τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, οπόταν θα γίνει και η Ανάσταση των νεκρών, θα ξαναενωθεί η ψυχή του κάθε κεκοιμημένου με τό σώμα του .

Ο θάνατος διακρίνεται σε σωματικό ή φυσικό, ψυχικό, πνευματικό και αιώνιο. Στο βιβλίο της Αποκαλύψεως (2, 11), αναφέρεται δεύτερος θάνατος, που υπονοείται ο πνευματικός και αιώνιος. Ο πνευματικός θάνατος είναι η απώλεια του Αγίου Πνεύματος ως συστατικού της ύπαρξης του ανθρώπου, που είναι η πηγή κάθε χάριτος. Όσο ο άνθρωπος παραμένει στη σωματική ζωή στη γη μπορεί να μετανοήσει και να επανέλθει σε κοινωνία με το Άγιο Πνεύμα, όπως ο άσωτος υιός της παραβολής. Ο σωματικός θάνατος είναι ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα, ο ψυχικός είναι η άρση, η απομάκρυνση της Χάριτος του Θεού από την ψυχή του κεοιμημένου, γι’ αυτό και η ψυχή περιπλανάται μακριά από το Θεό, και ο αιώνιος είναι η πλήρης αποχή από τη Θεία Χάρη, του οποίου θα λάβουν πείρα κατά τη Δευτέρα Παρουσία όσοι θα κολασθούν. Με άλλα λόγια, μετά το σωματικό θάνατο μπορεί να υπάρξει ο ψυχικός θάνατος, αλλά με τη βοήθεια ζώντων με μνημόσυνα μετά κολλύβων και άρτων, προσευχές, δεήσεις, ελεημοσύνες και τακτικές μνημονεύσεις κατά την Προσκομιδή και κατά τη Θεία Λειτουργία, όπως αναφέρουν οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, μπορεί να επιτευχθεί παύση του ψυχικού θανάτου. Αν όχι, τότε κατά τη Δευτέρα Παρουσία, όπως αποφαίνεται ο Κύριος στην ευαγγελική περικοπή της Κρίσεως, «καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον», θα συντελεσθεί ο αιώνιος θάνατος, δηλ. η πλήρης αποκοπή των αμαρτωλών από τη Θεία Χάρη. Αν δεν υπάρξει ψυχικός θάνατος, τότε η ψυχή απολαμβάνει την αιώνιο ζωή. Στα θέματα αυτά αναφέρεται η παραβολή του πλουσίου και του φτωχού Λαζάρου στην Καινή Διαθήκη. Από αυτή την παραβολή μαθαίνουμε ακόμη, το τι γίνεται μετά τον θάνατο.  Ο μεν πλούσιος στα εγκόσμια ζούσε μία άνετη ζωή, με τιμές και δόξες και με πολλές απολαύσεις, ο δε φτωχός Λάζαρος, με πολλές στερήσεις. Η ψυχή του Λαζάρου, μετά την έξοδό της από το σώμα, παρελήφθη από τους αγγέλους και οδηγήθηκε στους κόλπους του Αβραάμ, ενώ η ψυχή του Πλουσίου στον Άδη. Μετά τον θάνατο οι όροι αντιστράφηκαν. Ο φτωχός Λάζαρος δεν ζει με στερήσεις, αλλά ζει την Παραδείσια κατάσταση και απολαμβάνει την αιώνια ζωή και το άμετρο έλεος του Θεού, μαζί με τους αγγέλους, τους αγίους και τους δικαίους. Ενώ ο πλούσιος με το άγνωστο όνομα από μακριά εκλιπαρεί τον πατριάρχη Αβραάμ να του στείλει τον Λάζαρο απλά και μόνον να αλείψει με λίγες σταγόνες νερού το στόμα του, γιατί είναι ανυπόφορος εκείνος ο τόπος της βασάνου, κάτι που ασφαλώς δεν μπορεί να γίνει.

Σχετικοί με τα ανωτέρω είναι και οι σοφοί λόγοι του Μεγάλου Βασιλείου: «Ζωή γάρ ὁ Θεός, στέρησις δέ τῆς ζωῆς θάνατος»· όποιος δηλ. είναι κοντά στον Θεό, είναι αδιαλείπτως ζωντανός, διότι ο Θεός είναι η Ζωή, και αυτός που θα στερηθεί αυτή την Ζωή, τότε θα οδηγηθεί στον Θάνατο. Βεβαίως, όπως αλλού τονίζει ο αυτός Μέγας Βασίλειος, «οὐκ ἔστιν αἴτιος τῶν κακῶν ὁ Θεός». Σχολιάζοντας ο Πανιερότατος Μητροπολίτης Μόρφου κ. κ. Νεόφυτος (Ι.Μ.Μόρφου, Εορτολόγιο 2015, σελ. 14-15), το ρητό τούτο («Ὅτι οὐκ ἔστιν αἴτιος τῶν κακῶν ὁ Θεός») αναφέρει σχετικά: «Στο μέτρο, λοιπόν, που ο άνθρωπος ερμηνεύει πνευματικά τον πόνο (ο οποίος προήλθε από ένα ξαφνικό θάνατο, ασθένεια, φτώχεια, κ.λπ.) και τον εισάγει μέσα στο προαιώνιο σχέδιο του Θεού για τον καθένα μας  αναπαύεται, γιατί αρχίζει να βιώνει ότι ο Θεός ξέρει καλύτερα κι από τον ίδιο, ποιο είναι το δικό του συμφέρον… Ο θάνατος, επαναλαμβάνω, θα πρέπει να ερμηνευτεί και ως μία παιδαγωγία και γι’ αυτούς που μένουν, διότι οι θλίψεις και οι δυστυχίες της ζωής δεν συμβαίνουν χωρίς λόγο, αλλά αποτελούν μία ευκαιρία για να δοκιμαστεί η πίστη, η υπομονή, και η αγάπη προς τον Θεό.  Παράδειγμα προς μίμηση προβάλλεται και ο δίκαιος Ιώβ, ο οποίος παρόλο που έχασε τα υλικά αγαθά του και τα παιδιά του, δεν καταφέρθηκε στον Θεό, αλλά είπε: ‘‘Ὁ Κύριος ἔδωκεν, ὁ Κύριος ἀφείλετο· ὡς τῷ Κυρίῳ ἔδοξεν, οὕτω καὶ ἐγένετο. Εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον εἰς τοὺς αἰῶνας’’. Επίσης από τους σύγχρονους αγίους του 20οῦ και 21οῦ αιώνα, όπως ο όσιος Νικηφόρος ο λεπρός, αισθανόταν τη λέπρα ως Αγάπη Χριστού, και το μέσο για τη δική του πνευματική πρόοδο. Ο ἅγιος Παΐσιος είπε και κάτι το πολύ συγκλονιστικό: « Όσον ωφελήθηκα από την αρρώστια, δεν ήταν τόσο, όσον από την άσκηση.  Ότι μας επιτρέπει ο Θεός είναι για το πνευματικό μας συμφέρον».

Όμως, τα λόγια αυτά είναι πολύ δύσκολο να τα δεχτούν όλοι οι άνθρωποι.  Δεν είναι εύκολο να παρηγορήσεις μία μητέρα που έχασε ξαφνικά το παιδί της. Χρειάζεται μεγάλη πίστη και υπομονή, για να αντιμετωπιστεί αυτό το γεγονός. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφέρει πως ένας αρχιεπίσκοπος της Κωνσταντινουπόλεως δεν κατάφερε να παρηγορήσει μία μάνα που έχασε το παιδί της. Το κατάφερε μία άλλη ταλαιπωρημένη μάνα που είχε την ίδια τραυματική εμπειρία, αλλά με τη δύναμη της πίστεως και της απόλυτης εμπιστοσύνης στον Θεό, κατάφερε να ορθοποδήσει και να αντιμετωπίσει πνευματικά αυτό το γεγονός του θανάτου. Στο σημείο αυτό να προσθέσω κάποιες ζωντανές εμπειρίες μίας πολύτεκνης μάνας, της κ. Δήμητρας Νικολάου από χωριό της επαρχίας Λεμεσού. Από συγγενείς πληροφορήθηκε τον θάνατο του εικοσάχρονου φοιτητή της Σχολής Ευελπίδων και πρωτότοκου παιδιού της, του Λευτέρη, σε δυστύχημα με μοτοσυκλέττα, που έγινε στην Αθήνα. Ο οδηγός ήταν άλλο πρόσωπο. Σε μελέτη που συνέγραψε, έβαλε για πρωτοσέλιδο μια άποψη του Ρούτερφοντ: «Τα παιδιά σου είναι λουλούδια, που σου δανείζει ο Θεός· αν τα λουλούδια πεθάνουν ή μαραθούν, ευχαρίστησε το Θεό που σου τα παραχώρησε για ένα καλοκαίρι». Περί αυτού μίλησε και ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός στα νεκρώσιμα ιδιόμελα: «Ὡς ἄνθος μαραίνεται, καὶ ὡς ὄναρ παρέρχεται, καὶ διαλύεται πᾶς ἄνθρωπος», σαν λουλούδι δηλ. μαραίνεται, και σαν όνειρο φεύγει, και διαλύεται κάθε άνθρωπος. Είναι εδώ ακριβώς το σημείο, το πώς αντιμετωπίζει ο κάθε άνθρωπος το γεγονός του θανάτου. Σε άλλη της μελέτη, η ως άνω κ. Δήμητρα έκανε εκτενή αναφορά στις συνέπειες του πένθους από ξαφνικό θάνατο στη λειτουργικότητα του θεσμού της οικογένειας, τους μηχανισμούς άμυνας, αλλά και τις πηγές στήριξης και τις στρατηγικές που ενεργοποιούν οι οικογένειες στην προσπάθεια τους για καλή προσαρμογή στη δύσκολη αυτή κατάσταση (Δήμητρας Νικολάου, Συνέπειες του πένθους μετά από ένα ξαφνικό θάνατο στη λειτουργικότητα της κυπριακής οικογένειας, σελ. 15). Η ίδια βρήκε τη δύναμη και το κουράγιο να σηκώσει αυτό το σταυρό της, με τη βοήθεια πνευματικών ιερέων, μελέτη διαφόρων βιβλίων, επιστημονικών και θρησκευτικών, και τη συμμετοχή της στις λατρευτικές συνάξεις, ιδιαιτέρως σε αγρυπνίες, όπου κοινωνούσε των Αχράντων Μυστηρίων.

Είναι εδώ, που ο ποιμένας θα πρέπει να βοηθήσει τους γονείς, τους συγγενείς, και τους φίλους, «να κατανοήσουν, ότι οι γονείς είναι κηδεμόνες και προστάτες των παιδιών τους, και όχι ιδιοκτήτες» (Πρωτοπρεσβυτέρου Αθανασίου Γκίκα, Θέματα Ποιμαντικής, 1-4, σελ. 118). Τα παιδιά ανήκουν στον Θεό και εκείνος γνωρίζει γι’ αυτά καλύτερα από όλους. Τα νήπια θεωρούνται ένα με τους αγγέλους, και έτσι πηγαίνουν κατευθείαν στον Θεό. Γι’ αυτό υπάρχει ξεχωριστή Νεκρώσιμη Ακολουθία επί νηπίοις, που είναι από επτά ετών και κάτω, και στην οποία πουθενά δεν αναφέρονται αμαρτίες. Παλαιότερα, όπως μου είπε ο μακαριστός Παπᾶ Χριστοφόρος της Γαλάτας, στο τέλος της Βάπτισης, στο σημείο  που θα έδινε ο ιερέας το νεοφώτιστο στη μητέρα του έλεγαν: «…και φύλατε αυτό έως ετών επτά». Αν ένας νέος αποχωρίστηκε πρόωρα από τη ζωή, είναι μέσα στην Πρόνοια του Θεού. Είναι εδώ που με πολλή πίστη, προσευχή και υπομονή θα μας φανερωθεί σε μελλοντικό χρόνο, γιατί ο Θεός επέτρεψε τον θάνατο ενός νέου. Σίγουρα αυτό έγινε για τη σωτηρία της ψυχής του.  Ο ποιμένας, για τέτοιες περιπτώσεις νέων που ήταν γαλουχημένοι μέσα στην Εκκλησία, θα δανειστεί τον λόγο της Σοφίας Σολομῶντος (4, 13-14): «τελειωθεὶς ἐν ὀλίγῳ, ἐπλήρωσε χρόνους μακρούς· ἀρεστὴ γὰρ ἦν Κυρίῳ ἡ ψυχὴ αὐτοῦ· διὰ τοῦτο ἔσπευσεν ἐκ μέσου πονηρίας». Δηλ. αφού τελειοποιήθηκε σε σύντομο χρόνο, κάλυψε πολλά έτη λόγω της ενάρετης ζωής του· και επειδή η ψυχή του άρεσε στον Κύριο, γι᾽ αυτό επισπεύτηκε να βγει μέσα από την πονηρία, την κακία του κόσμου. Έπειτα ο ποιμένας θα αναφέρει κάποια από τα χαρίσματα ή κάποιες από τις αρετές του νέου. Στους υπόλοιπους νέους, να τονισθούν ιδιαιτέρως κάποιες αρετές τους και πως ο Κύριος τους πήρε νωρίς κοντά Του, για να τους αποτρέψει από πιθανόν χειρότερες αμαρτίες, και σε μελλοντικό χρόνο θα αποκαλύψει ο Κύριος τον πραγματικό λόγο. Ο καλύτερος παρηγορητικός λόγος προς τους γονείς, είναι αυτός που θα τους πείσει ότι επιτέλεσαν σωστά το καθήκον τους απέναντι στα παιδιά τους, στο μέτρο των δυνάμεων τους, χωρίς να τους επιρρίψουμε ευθύνες.    Αυτοί μόνοι τους θα το καταλάβουν, αν υπάρχουν, σε μελλοντικό στάδιο. Ως επέκταση αυτών, θα πρέπει να τονισθεί η προσέλευση στην Εξομολόγηση, η άσκηση στη μετάνοια, τη νηστεία  και τη συγκράτηση των παθών, για να μπορέσουν να κοινωνήσουν άξια το αναστημένο Σώμα και Αίμα Χριστού, του νικητή του θανάτου, κατά τα μνημόσυνα που θα γίνουν  ή σε άλλες Θείες Λειτουργίες. Η πράξη αυτή αποτελεί ομολογία Πίστεως, και είναι μία πνευματική ανακούφιση, για  την ψυχή του αγαπημένου τους προσώπου. Ο άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης λέγει σχετικά με τους κεκοιμημένους και τη μετάνοια: «Οι κεκοιμημένοι έρχονται σε συναίσθηση και ζητούν βοήθεια, αλλά δεν μπορούν να βοηθήσουν τον εαυτό τους. Όσοι βρί¬σκονται στον Άδη, μόνον ένα πράγμα θα ήθελαν από τον Χριστό: να ζήσουν πέντε λεπτά, για να μετανοή¬σουν. Εμείς που ζούμε, έχουμε περιθώρια μετανοίας, ενώ οι καημένοι οι κεκοιμημένοι,  δεν μπορούν πια μό¬νοι τους να καλυτερεύσουν τη θέση τους, αλλά περι¬μένουν από εμάς βοήθεια. Γι’ αυτό έχουμε χρέος να τους βοηθούμε με την προσευχή μας». Το μυστικό ενός άλλου συγχρόνου αγίου, του οσίου Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου, ήταν η διαρκής μετάνοια. Την εμπνεύστηκε από την Κυριακή Προσευχή, το Πάτερ ημών, από τον στίχο: «καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν»!  Η ερμηνεία του: και χάρισέ μας τα χρέη των αμαρτιών μας, όπως και εμείς τα χαρίζουμε στους δικούς μας οφειλέτες. Για να γίνει αυτό, μόνο ένα πράγμα χρειάζεται: η διαρκής μετάνοια. αυτό τονίζουν οι Μακαρισμοί, οι οποίοι συμπεριλαμβάνονται και στην Εξόδιο Ακολουθία και ανακεφαλαιώνουν τη θεολογία της ταπείνωσης, είναι ο ύμνος της ταπείνωσης, η οποία πηγάζει από τη Μετάνοια. Οι Μακαρισμοί έχουν χαρακτήρα αναβαθμών· δηλαδή, αν δεν περάσεις τον πρώτο δεν μπορείς να μεταβείς τον δεύτερο. Από τους Μακαρισμούς και γενικά από το όλο περιεχόμενο της Εξοδίου Ακολουθίας, διαβλέπουμε δομή Όρθρου και Θείας Λειτουργίας. 

Ωφέλεια για τις ψυχές των κεκοιμημένων προέρχεται ακόμη με μία μικρή εισφορά σε ναούς, δίνοντας το δίπτυχο των ζώντων και των κεκοιμημένων, με το όνομα του προσφιλούς κεκοιμημένου ή ελεημοσύνη σε άπορες οικογένειες, και ιδιαιτέρως σε ορφανά. Η καθημερινή προσευχή, το άναμμα ενός κεριού ή καντηλιών κάποιου ιερού ναού ή παρεκκλησίου, το άναμμα του καντηλιού του τάφου στις σαράντα πρώτες μέρες, και στη συνέχεια τουλάχιστο κάθε Σάββατο, που είναι αφιερωμένο στους κεκοιμημένους, όλα αυτά θα βοηθήσουν σε μέγιστο βαθμό την ψυχή του κεκοιμημένου και θα απολαύσει και αυτή εκ των πηγών της Θείας Χάριτος και κληρονομία  της αιωνίου ζωής.

Ο υμνογράφος της Εκκλησίας μας αναφέρει σε τροπάρια της Νεκρωσίμου Ακολουθίας για τη φοβερή ώρα της εξόδου της ψυχής από το σώμα: «Όντως φοβερώτατον, το του θανάτου μυστήριον, πως ψυχή εκ του σώματος, βιαίως χωρίζεται εκ της αρμονίας». Είναι δηλ. πράγματι φοβερό το μυστήριο του θανάτου, το πως η ψυχή βίαια χωρίζεται από την αρμονική της σχέση με το σώμα. Και, αλίμονο, «πόσο αγώνα έχει η ψυχή όταν παλεύει να βγει από το σώμα, πόσα δάκρυα χύνει τότε και δεν υπάρχει κανείς να την ελεήσει. Βλέπει προς τους Αγγέλους, χωρίς όμως ανταπόκριση. Προς τους ανθρώπους τείνει τα χέρια, χωρίς να μπορεί να τη βοηθήσει κάποιος. Γι᾽ αυτό, αγαπητοί μου αδελφοί, αφού κατανοήσουμε το μικρό διάστημα της ζωής μας, ας παρακαλέσουμε τον Χριστό να χαρίσει ανάπαυση στην ψυχή του μεταστάντος και στις ψυχές μας  το μεγάλο Του έλεος». Όλοι οι άνθρωποι γεύονται το φοβερό μυστήριο του θανάτου, αφού όλοι κληρονομούν τη φθαρτότητα και τη θνητότητα, δηλαδή, γεννιόμαστε για να πεθάνουμε. Ο θάνατος είναι το πιο σίγουρο και βέβαιο γεγονός στη ζωή μας. Ακόμη και οι σύγχρονοι υπαρξιστές φιλόσοφοι λένε, ότι το πιο αληθινό γεγονός είναι “το υπάρχειν προς θάνατον”. Κανείς όμως δεν ξέρει π ό τ ε θα πεθάνει.

Ιδιαιτέρως θα πρέπει να προσέξουμε το «βραχύ της ζωής», το μικρό διάστημα της ζωής μας. Ο ποιμένας με τακτικά κηρύγματα και μικρές ομιλίες να τονίζει ιδιαιτέρως τον αγώνα για τη σωτηρία της ψυχής μας, με την ανάμνηση της αιωνίου ζωής, και τα μέσα και τους τρόπους επίτευξης αυτού του σκοπού, τεκμηριώνοντας τις απόψεις του μέσα από την Αγία Γραφή και τις γνώμες των Πατέρων της Εκκλησίας μας. Οι λόγοι γενικά του ποιμένα να είναι τέτοιοι, ώστε οι πιστοί να είναι προετοιμασμένοι για το αναπάντεχο γεγονός του θανάτου. Στην ευαγγελική περικοπή της Εξοδίου Ακολουθίας αναφέρεται, ότι, όποιος πιστεύει στον Κύριο, «μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τὴν ζωήν». Η μετάβαση στην ζωή είναι η επουράνιος, η αιώνιος ζωή, η μακαρία ανάπαυση των ψυχών, η υπέρβαση  του θανάτου και η κοινωνία με τον Θεό. Είναι η κληρονομία της Βασιλείας του Θεού. Η προσδοκία των πιστών να κορυφώνεται στον επίλογο του Συμβόλου της Πίστεώς μας, «Προσδοκῶ ἀνάστασιν  νεκρῶν και ζωήν του μέλλοντος αιώνος. Αμήν».  Ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, ο Ευαγγελιστής της Αγάπης, θεωρεί την αμαρτωλή εδώ ζωή ως θάνατο· διότι, από τη στιγμή που παρά την προειδοποίηση του Θεού προς τους Πρωτοπλάστους, ότι η αθέτηση της ζωοποιού θείας εντολής θα ήταν θάνατος, αυτοί παρήκουσαν, τότε μπήκε στην ζωή τους η αμαρτία και ο θάνατος.  Η Παραδείσια ζωή των Πρωτοπλάστων ήταν  Ζωή, γιατί ήταν κοντά στο Θεό. Η ζωή μακριά του Παραδείσου, που εννοείται ο Θεός, είναι αυτό που προειδοποίησε ο Θεός, δηλαδή θάνατος. από όσα λέχθηκαν, φαίνεται και μία άλλη παράμετρος για τον θάνατο, ότι αποτελεί οικονομία του Θεού και μπορεί να λειτουργήσει ευεργετικά για τον άνθρωπο, διότι του δίνει τη δυνατότητα της επανενώσεώς του με τον Τριαδικό Θεό σε Ζωή αιώνιο. Εκδημεί μεν, εκ του σώματος, ενδημεί δε προς Κύριο, όπως αναφέρει ο απόστολος Παύλος (Β´ Κορ., 5,8).

Η Εξόδιος Ακολουθία αποτελεί τη συμπύκνωση της χριστιανικής διδασκαλίας περί του θανάτου και της ζωής. Είναι η ελπίδα  και το φως στον απελπισμένο, το μήνυμα της αληθινής ζωής. Στο περιεχόμενό της φαίνεται ο πανηγυρικός χαρακτήρας της Εκκλησίας, ότι ο άνθρωπος δεν χάνεται, αλλά εξακολουθεί να ζει με τη δύναμη του Χριστού, ελπίζοντας στην ανάσταση του σώματος που νεκρώθηκε. Εγγύηση αυτού η ζωηφόρος Ανάσταση του Κυρίου. Το πλούσιο υμνολογικό περιεχόμενο της Νεκρωσίμου Ακολουθίας παρουσιάζει πλήρως το νόημα του θανάτου και της ζωής, της αιώνιας ζωής. Το φαινόμενο του θανάτου είναι μυστήριο, όσο μυστήριο είναι και το φαινόμενο της ζωής. Είναι γνωστά τα υπαρξιακά ερωτήματα, “γιατί υπάρχουμε, από πού ξεκινάμε, που πηγαίνουμε”. Ο χαρακτήρας της Εξοδίου Ακολουθίας είναι διφυής. Από τη μια τονίζεται η ματαιότητα των εγκοσμίων και η μηδαμινότητα του ανθρώπου, και από την άλλη η αθανασία και η παντοδυναμία του Θεού, ο οποίος είναι ο νικητής του θανάτου και ο τόπος της αναπαύσεως. Τα λόγια αυτά συνοψίζονται στο ιδιόμελο, «Πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα», στο δοξαστικό των ιδιομέλων, «Ο θάνατός Σου, Κύριε, αθανασίας γέγονε πρόξενος», και στο ωραιότατο προκείμενο του αποστολικού αναγνώσματος, «Μακαρία η οδός, η πορεύει σήμερον, ότι ητοιμάσθη σοι τόπος αναπαύσεως». Ακόμη και η μελωδικότητα της Εξοδίου Ακολουθίας, γαληνεύει, παρηγορεί και ανακουφίζει τους πιστούς. Το γεγονός του θανάτου βοηθάει τον άνθρωπο να έλθει σε αυτοσυνειδησία και αυτογνωσία. Η συμφιλίωση με τον θάνατο είναι δείγμα μεγάλης σοφίας και αυτό είναι πράγμα δύσκολο. Με τον θάνατο ραγίζεται η καρδιά του ανθρώπου, ακόμη και αυτού του πιστού, όμως δεν κυριεύει την ψυχή του η απελπισία. Διότι, όπως λέει και ο απόστολος Παύλος στο αποστολικό ανάγνωσμα της Νεκρωσίμου Ακολουθίας, οι Χριστιανοί δεν είναι όπως και οι λοιποί, «οι μη έχοντες ελπίδα». Να λυπούμαστε, αλλά να μην απελπιζόμαστε. Η λύπη είναι ένα φυσικό ανθρώπινο αίσθημα. Ο Θεάνθρωπος Κύριός μας Ιησούς Χριστός ως άνθρωπος δάκρυσε για τον νεκρό Λάζαρο, και ως Θεός και νικητής του θανάτου, ανάστησε τον τετραήμερο Λάζαρο. Αν δεν ελπίζουμε στην Αιωνιότητα και Βασιλεία του Θεού, τότε πολύ δύσκολα θα αντιμετωπίσουμε το γεγονός του θανάτου. Σε αυτή την πορεία μας προς την αιωνιότητα έχουμε καθοδηγητικούς φάρους τους αγίους της Εκκλησίας μας, οι οποίοι, είτε υπέφεραν από μαρτύρια, είτε από θλίψεις, είτε από ασθένειες, και όλα τα υπέμειναν με την ελπίδα για τη σωτηρία της ψυχής τους, για την αιώνιο ζωή και προς ένωση με τον Σωτήρα Χριστό.

Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι, αν κάποιος πεθάνει κατά τη διάρκεια της Διακαινησίμου Εβδομάδος, η Εξόδιος Ακολουθία θα τελεσθεί μέσα στο κλίμα της αναστάσιμης χαράς. Αντί των νεκρωσίμων ιδιομέλων ψάλλονται οι καταβασίες του Πάσχα και το εξαποστειλάριον “Σαρκί υπνώσας ως θνητός”, αντί δε του “Δεύτε τελευταίον ασπασμόν”, ψάλλεται το “Αναστάσεως ημέρα”.

Τέλος, αξίζει να σημειωθεί, πως η Εξόδιος Ακολουθία συνδέεται με το Μυστήριο του αγίου Βαπτίσματος. Είναι η αρχή και το τέλος της επίγειας ζωής για τον κάθε πιστό άνθρωπο. Με το άγιο Βάπτισμα, εισάγεται ο πιστός στην Εκκλησία, τη Στρατευόμενη Εκκλησία, και εξέρχεται δια του μυστηρίου του θανάτου. Στο μυστήριο του Βαπτίσματος συναποθνήσκει ο «παλαιός άνθρωπος». Γεννιέται ο νέος και ανακαινίζεται «κατ’ εικόνα του κτίσαντος αυτόν». Ο βαπτιζόμενος χρίεται με λάδι. Προετοιμάζεται για τους πνευματικούς αγώνες. Ακολουθεί τον Χριστό και καλείται να αναστηθεί από την αμαρτία και να καταργήσει την κυριαρχία του θανάτου. “Θάνατος αὐτοῦ οὐκέτι κυριεύει”, όπως αναφέρεται στο Αποστολικό Ανάγνωσμα του Μυστηρίου της Βαπτίσεως (Ρωμ. 6,9). Το Βάπτισμα είναι σύμβολο του θανάτου του Χριστού. Είναι ταυτόχρονα πνευματική γέννηση και χάρισμα, δώρο Θεού, διότι σφραγίζεται διά του Αγίου Μύρου. Ἡ χρίση του Χριστιανού με λάδι κατά την Ακολουθία του αγίου Βαπτίσματος ερμηνεύεται ως πνευματική βοήθεια κατά την πορεία του νεοφωτίστου προς τους αγώνες της τελείωσης. Η έκχυση του ελαίου στους κεκοιμημένους κατά την ταφή τους και με τα ίδια λόγια («Πρόσχωμεν, ἀλληλούια, ἀλληλούια, ἀλληλούια»), επισφραγίζει το τέλος των πνευματικών αγώνων του ανθρώπου, με την ευχή να αξιωθεί πλέον του θείου ελέους και της αιωνίου Βασιλείας του Θεού.

Θα αναφέρω εδώ απόσπασμα από την επιγραφή κτητορική επιγραφή του παρεκκλησίου του Αγίου Σωζομένου στη Γαλάτα, που γράφτηκε από τον γνωστό αγιογράφο Συμεών Αξέντη το έτος 1513 και που εμπνέεται από την Ορθόδοξη περί Εκκλησίας θεολογία: «Εκκλησία εστίν επίγειος ουρανός, ενώ ο επουράνιος Θεός κατοικεί και ενοικεί και εμπεριπατεί, αντιτύπουσα την Σταύρωσιν και την Ταφήν και την Ανάστασιν Χριστού». Σε ελεύθερη μετάφραση και με μερικά επιπρόσθετα σχόλια: Η Εκκλησία είναι επίγειος ουρανός. Οπότε ο επουράνιος Θεός, ο οποίος είναι Πνεύμα και πηγή της ζωής και είναι πανταχού παρών, ταπεινώνεται και συγκατοικεί. Συγχρόνως η Εκκλησία, εφόσον είναι επίγειος ουρανός, αναβιώνει, τόσο τη Σταυρική Θυσία και Ταφή του Θεανθρώπου Χριστού, όσο και τη λαμπροφόρο Ανάστασή του. Και σε αυτή οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί μπορούν να κοινωνούν το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, του νικητή του θανάτου, για τη σωτηρία της ψυχής τους και ζωή αιώνιο. Η Εκκλησία, που είναι το Σώμα του αναστάντος Χριστού, είναι ο χώρος εκείνος όπου βιώνουμε τη θριαμβευτική Του νίκη εναντίον του θανάτου, και μετέχουμε από τώρα, ως εν αρραβώνι, της Βασιλείας του Θεού. Ο Σωτήρας Χριστός πονάει και υποφέρει για χάρη της ανθρωπότητας. Ο Θεός, πολύ ενδιαφέρεται για το πιο τέλειο δημιούργημά του, τον άνθρωπο, διότι είναι εικόνα Του, και του χάρισε την δυνατότητα, να ομοιάσει μαζί Του. Ο άνθρωπος μπορεί να γίνει ένα με τον Θεό, όταν ζει σύμφωνα με το θέλημα του Θεού και έχει καθαρή καρδιά, απαλλαγμένη από κάθε αμαρτία. Η καρδιά του ανθρώπου να μοιάζει σαν το πνευματικό θυσιαστήριο, που μίλησε ο προφήτης Ιερεμίας, που εννοούσε την σημερινή αγία Τράπεζα. Το λαμπροφόρο φως της Αναστάσεως του Σωτήρος Χριστού, επισκιάζει το θάνατο, και ανοίγει το δρόμο για την αιωνιότητα, φτάνει εμείς το ποθήσουμε.

Σέ κάθε περίπτωση, οἱ θεολογικὲς προϋποθέσεις γιά τά ἔσχατα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι διαφορετικές ἀπό ἐκεῖνες τῆς Δυτικῆς. Στήν Ὀρθόδοξη Ἀνατολή καταρχήν, ὅπως εὔστοχα ἔχει ἐπισημανθεῖ, ἡ σωτηρία εἶναι θεραπεία τραυμάτων τοῦ κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ. Ἡ ἀθανασία εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς μέθεξης στίς θεῖες ἐνέργειες. Ἡ παραδείσια ζωή εἶναι φιλία καί κοινωνία μέ τόν Θεό, ἐνῶ κόλαση ἀκριβῶς τό ἀντίθετο, «ἀμεθεξία», «ἀκοινωνησία», ἀφιλία καί ἀνέραστη ζωή. Τέλος, βασικὸ ρόλο ὡς πρός τήν ἀποδοχή τῆς δωρεᾶς τοῦ Θεοῦ διαδραματίζει τὸ αὐτεξούσιο. Ἀντίθετα στή Δύση, ἡ θεώρηση τοῦ παραδείσου καί τῆς κόλασης μέσα ἀπό τό δικαιϊκὸ σχῆμα τῆς ἀμοιβῆς καί τῆς τιμωρίας ὁδήγησε στό καθαρτήριο πῦρ καί τόν ἀπόλυτο προορισμό. Εἶναι σαφές, ὅτι μία σωφρονίζουσα ποιμαντική θεολογία τῶν ἀπαγορεύσεων, τῶν ἀφορισμῶν, τῶν ἀπειλῶν καί τῶν τιμωριῶν ὁδηγεῖ σὲ ἀδιέξοδα. Γιά τή Δυτική χριστιανοσύνη, ὁ σταυρικός θάνατος τοῦ Χριστοῦ, ὡς τιμωρία, πρόσφερε ἄπειρη ἱκανοποίηση, ὥστε νά ἀλλάξει ἡ στάση τοῦ Θεοῦ Πατρός καί νά δοθεῖ νομική συγχώρεση τῶν ἁμαρτιῶν. Γι αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο στή Δύση δίδεται ἰδιαίτερη βαρύτητα στόν σταυρικό θάνατο τοῦ Χριστοῦ παρά στήν Ἀνάστασή του. Ἡ Ἀνάσταση εἶναι ἔνδειξη τῆς θεότητάς Του καί ὄχι νίκη πάνω στό θάνατο. Ἄν αὐτό ἰσχύει σέ θεολογικό ἐπίπεδο, κάτι ἀνάλογο ἰσχύει καί σέ ἀνθρωπολογικό ἐπίπεδο. Μέ τίς ἀντιλήψεις αὐτές καί ἄλλες παραπλήσιες ἡ Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία ἄσκησε ποιμαντική φόβου στόν δυτικό μεσαίωνα. Λ.χ. ὁ διά πυρᾶς θάνατος εἶχε ποινικό καί ἐξιλεωτικό χαρακτήρα. Γιά τήν ὀρθόδοξη παράδοση, ὁ θάνατος δέν εἶναι ἀτομική ὑπόθεση καί δέν ἀποσιωπεῖται. Δέν ἀφορᾶ μόνο τό ἄτομο. Ἔχει κοινωνικό, κοινοτικό καί ἐκκλησιολογικό χαρακτήρα μέ διπλή ἔννοια. Πρῶτον: «Θάνατος σημαίνει ἀπώλεια τοῦ προσώπου, διαπροσωπικῶν καί κοινωνικῶν σχέσεων, μιᾶς δημιουργικῆς ζωῆς ὁποιασδήποτε μορφῆς». Καί, δεύτερον: Ὁ ἑτοιμοθάνατος δέν ἐγκαταλείπεται μόνος. Εἰσπράττει τήν ἀγάπη τῶν συγγενῶν, τῶν φίλων καί γνωστῶν καί περνάει στή χώρα τῶν «συγχωρημένων». Ὁ λαός μας λέει πολύ σωστά ὁ τάδε «συγχωρέθηκε». Δέν έχουμε κρατούμενα μαζί του.

Το πένθος στη ζωή μας και η ψυχολογική στήριξη των πενθούντων

H κα. Αγάθη Βαλανίδου

Εισήγηση στη Β΄ συνάντηση (27.10.2014) του Επιμορφωτικού Σεμιναρίου της Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου Γ’ Ακαδημαϊκού Έτους  (2014-2015)

Εισηγητής: Δρ.Αγάθη Βαλανίδου, Ψυχίατρος

H κα. Αγάθη Βαλανίδου
Πανιερώτατε,
Σεβαστοί πατέρες,
Κυρίες και κύριοι,
 
Ο άνθρωπος  δεν μπορεί να ζήσει χωρίς τις διαπροσωπικές σχέσεις. Ορίζουμε την ταυτότητά μας μέσα από τις σχέσεις μας. Η απώλεια κάποιας σημαντικής σχέσης μπορεί να είναι πραγματική- αντικειμενική ή συμβολική, αλλά και στις δύο περιπτώσεις οδηγεί στο πένθος.
 
Το πένθος λοιπόν,  είναι η φυσιολογική αντίδραση απέναντι στην απώλεια. Πενθούμε, θρηνούμε δηλαδή, την απώλεια αγαπημένων προσώπων, τη διακοπή σημαντικών σχέσεων, την απώλεια αγαπημένων αντικειμένων.  Αν και το πένθος έχει συνδεθεί με την απώλεια λόγω θανάτου, πενθούμε και όταν χωρίζουμε, όταν χάνουμε την υγεία μας ή όταν ένα δικό μας πρόσωπο νοσεί, όταν χάνουμε μία σημαντική για εμάς δουλειά, όταν χάνουμε μία φιλία, ένα κατοικίδιο ζώο, ακόμα και όταν μία σημαντική φάση της ζωής μας τελειώνει π.χ. όταν μετακομίζουμε, όταν συνταξιοδοτούμαστε κ.α. Όσο πιο σημαντική η απώλεια τόσο πιο έντονο και «βαρύ» είναι και το πένθος.
 
Το πένθος, πέραν της αντικειμενικής του διάστασης, η οποία είναι η οδύνη του πενθούντα και ο πόνος του, έχει και μία εσωτερική διάσταση: αυτή της εσωτερικής διεργασίας για την αποδοχή της απώλειας όπως και μία κοινωνική διάσταση. Το πένθος είναι όλες αυτές οι εσωτερικές και εξωτερικές διεργασίες, που οδηγούν στην αποδοχή της πραγματικότητας και επιτρέπουν στον πενθούντα να αγαπήσει ξανά και να επαναδραστηριοποιηθεί στη ζωή του. Με υπομονή, υποστήριξη, βοήθεια από τους συγγενείς και φίλους, οι περισσότεροι άνθρωποι με την πάροδο του χρόνου καταφέρνουν να αντιμετωπίσουν το πλήγμα του θανάτου του αγαπημένου τους προσώπου. Ο πόνος μειώνεται και παραμένουν οι προσφιλείς αναμνήσεις.
 
Το πένθος περιλαμβάνει ένα μεγάλο φάσμα συναισθημάτων, όπως λύπη, θυμό, απελπισία, ενοχές, φόβο. Ο κάθε άνθρωπος μπορεί να παρουσιάσει ένα διαφορετικό συνδυασμό συναισθημάτων και σωματικών ενοχλήσεων.
 
Έχετε σκεφτεί, ότι για τη σύγχρονη κοινωνία ο θάνατος είναι ακόμα ταμπού, ότι δεν μιλάμε για τον θάνατό μας; Κατά συνέπεια, δεν αφήνουμε και τα παιδιά μας να συμμετάσχουν στο μοναδικό μάθημα ζωής, τη διαδικασία πένθους.
 
Ας δούμε όμως κάποιες διαφορές του χθες από το σήμερα, σχετικά με το θέμα μας:
 
Σήμερα
 

•Προσπαθούμε όπως- όπως να σταματήσουμε τον πόνο.

•Με χάπια και με παυσίπονα.

•Με το να απέχουν τα παιδιά από κηδείες και νοσοκομεία.

•Με ψέματα, για το πού πήγε η γιαγιά και ο παππούς που πέθαναν.

Παλιότερα

•Το πένθος ήταν πανηγύρι.

•Σε κάποιες πρωτόγονες φυλές θεωρούν, ότι ο πόνος είναι ψυχολογικό κομμάτι και για αυτό γελάνε στον θάνατο, ώστε να μην «πάθουν».

Ας ρίξουμε μια ματιά γενικά στα στάδια πένθους:

1ο στάδιο: Σοκ και άρνηση. Κυρίως όταν είναι κάτι ξαφνικό. Η λειτουργία αυτή προστατεύει τον πενθούντα.

2ο στάδιο: Παζάρεμα και διαπραγμάτευση. Αυτός, που πενθεί, φλερτάρει με την ιδέα να συνειδητοποιήσει την πραγματικότητα. Από εδώ και κάτω τα στάδια διαπλέκονται.

3ο στάδιο: Θυμός. Προς τον Θεό, τον απολεσθέντα και όλους.

4ο στάδιο: Ενοχές.  Για όλα. Για ό,τι δεν πρόλαβε να γίνει. Για ό,τι έγινε. Για το ότι είναι ζωντανός ο πενθούντας.

5ο στάδιο: Άγχος. Τι θα ήθελε ο άλλος να κάνει; Συνειδητοποίηση της θνησιμότητάς μας.

6ο στάδιο: Κατάθλιψη. Στο γεγονός, ότι πρέπει να το αποδεχτώ.

7ο στάδιο: Συνειδητοποίηση και Αποδοχή. Ενσωμάτωση των καλών στοιχείων.

Περιπλεγμένο πένθος: Ένταση, χωρίς δυνατότητα να βγει κάποιος εύκολα από αυτό.

Ας έχουμε υπόψη μας, ότι το μη αναστρέψιμο του θανάτου το συνειδητοποιεί το παιδί γύρω στα 5 χρόνια του. Καλό είναι να αποφεύγουμε να απαντάμε γραμμικά στις ερωτήσεις των παιδιών και να τα παίρνουμε στις κηδείες, ώστε να συμφιλιωθούν με το ανθρώπινο κομμάτι του θανάτου.

Μερικές απώλειες:

•Το διαζύγιο

•Το πέρασμα στην εφηβεία και αργότερα στην ενήλικη ζωή

•Πρώτη και μετέπειτα ερωτικές απογοητεύσεις

•Χάσιμο φίλων

•Διάγνωση σωματικής ή νοητικής μειονεξίας του παιδιού

•Απόπειρα αυτοκτονίας

•Ψυχική ασθένεια

•Σωματική ασθένεια ή βλάβη

•Ανάμειξη αστυνομίας

•Αποτυχία στο σχολείο

•Βία

•Αποχώρηση από το σχολείο

H διαδικασία του πένθους

Το πένθος είναι επίπονο και ο πόνος που προκαλεί είναι πολλές φορές αφόρητος. Αυτό συμβαίνει, γιατί κατά τη διάρκεια του πένθους ανάμικτα συναισθήματα έρχονται και φεύγουν προκαλώντας συναισθηματική σύγχυση. Το πόσο διαρκεί και το μέγεθος της δυσκολίας του εξαρτάται από διάφορους παράγοντες: από τη σχέση του επιζήσαντα με αυτόν που έχασε, από τις συνθήκες του θανάτου, αλλά και τη γενικότερη κατάσταση αυτών που…έμειναν πίσω. Το πένθος μπορεί να κρατήσει εβδομάδες, μήνες, ακόμα και χρόνια. Το μόνο που είναι σίγουρο, είναι ότι δεν ακολουθεί κάποιο συγκεκριμένο…πρόγραμμα∙ ωστόσο πάντα ο πόνος απαλύνεται  με την πάροδο του χρόνου.

Ακριβώς επειδή το πένθος είναι κάτι τόσο επίπονο, πολλοί άνθρωποι προσπαθούν να το «ξεπεράσουν» με το να αρνούνται τον πόνο. Όμως οι έρευνες υποστηρίζουν, πως όταν δεν δουλεύουμε τα συναισθήματά μας, τότε ο πόνος δεν εξαφανίζεται ως διά μαγείας. Απλά παραμένει και μπορεί να έρχεται στην επιφάνεια με άλλους τρόπους, με άλλα συναισθήματα και συμπτώματα.

Τα συναισθήματα του πένθους

Σύμφωνα με την Elisabeth Kübler-Ross, που πρώτη αναφέρθηκε επιστημονικά στην εμπειρία του πένθους, υπάρχουν 5 στάδια που περνά κανείς κατά τη διάρκεια του πένθους:

1. Άρνηση (Αποκλείεται, δεν μπορεί να έχασα τον αγαπημένο μου!). Οι συνηθέστερες πρωταρχικές αντιδράσεις είναι η άρνηση της πραγματικότητας. Το άτομο μπορεί να μην πιστεύει ότι συνέβη αυτό, έτσι μπλοκάρεται κάθε συναισθηματική αντίδραση. Υπάρχει ανάγκη να βρεθεί στο σημείο που συνέβη ο θάνατος του αγαπημένου προσώπου, να πάρει πληροφορίες, αναζητά συνεχώς διαβεβαιώσεις, ή αντίθετα έχει μία ανάγκη φυγής. Πολλοί άνθρωποι καθησυχάζονται αναζητώντας αγαπημένα αντικείμενα που τους θυμίζουν το πρόσωπο που έχασαν. Άλλοι μπορεί να μη νιώθουν συναισθήματα, σαν να μην έχει συμβεί τίποτα, περιμένουν να τον δουν ξανά, και άλλοτε να βυθίζονται στη θλίψη. Αυτή η περιστασιακή απόσταση από την πραγματικότητα λειτουργεί προστατευτικά για αυτόν που πενθεί.

2. Θυμός (Είναι άδικο, γιατί σ᾽ εμένα; Δεν πρόλαβα να ζήσω με τον άνθρωπό μου αυτά που ήθελα!). Ανάμεσα στις πρώτες αντιδράσεις είναι και ο θυμός. Ο πενθών θυμώνει και εξεγείρεται γι᾽ αυτό που συνέβη. Μπορεί να είναι εχθρικός και επιθετικός απέναντι στους άλλους, στον Θεό, στη μοίρα. Μπορεί να ψάχνει εναγωνίως να βρει υπαίτιο για αυτό που συνέβη. Άμεσα προκύπτουν και σωματικές αντιδράσεις  όπως η απώλεια της όρεξης, η απώλεια ύπνου, το αίσθημα κόπωσης ή μία υπερκινητικότητα  και υπερένταση. Οι πενθούντες υποφέρουν από σωματικές ενοχλήσεις, όπως πόνους στην πλάτη, το κεφάλι, πικρή γεύση στο στόμα, στεγνό λαιμό, τυμπανισμούς, δύσπνοια, απώλεια μαλλιών ή άσπρισμα μαλλιών, ταχυπαλμίες, ζαλάδες και ρίγη.

3. Διαπραγμάτευση (Τουλάχιστον, ας μην μου συμβεί κάτι άλλο κακό, δεν θα το αντέξω). Σταδιακά,  ο πενθών περνάει στο στάδιο της διαπραγμάτευσης. Αρχίζει να συνειδητοποιεί και να διαπραγματεύεται την πραγματικότητα, την απώλεια.

4. Κατάθλιψη (Δεν έχω ελπίδες, απλώς θα περιμένω να πεθάνω για να πάω να βρω τον άνθρωπό μου). Η αναγνώρισης της απώλειας συνάδει με τη φάση της κατάθλιψης. Σε αυτή τη φάση, ο πενθών αναζητά να συζητά  για το αγαπημένο του πρόσωπο, να βρίσκει φωτογραφίες, μουσική και ό,τι του θυμίζει τη σχέση του. Στο στάδιο αυτό το κλάμα είναι μία θετική εκτόνωση για τον πενθούντα, και είναι κυρίως οι άνδρες, που δυσκολεύονται να εκφραστούν έτσι. Παράλληλα εμφανίζονται διαταραχές του ύπνου, εφιάλτες, αφυπνίσεις, παραισθήσεις, υπνηλία, αλλά και απώλεια ή αύξηση της όρεξης. Λόγω της κακής ψυχικής διάθεσης αλλά και της διαταραχής του ύπνου, προκύπτουν και διάφορα προβλήματα υγείας. Το άτομο μπορεί να αυτοκατηγορείται για πράγματα που έκανε ή δεν έκανε, να έχει ενοχές και να παρουσιάζει μία συνεχή κόπωση. Σε αυτή τη φάση μπορεί να εκδηλώσει και άγχος, φόβο ότι τρελαίνεται, ότι θα πεθάνει και εκείνο, αγωνία για εκκρεμότητες που έχει αφήσει ο θανών.  Προβλήματα, τα οποία τον απομακρύνουν από το αίσθημα οδύνης.  Ταυτόχρονα μπορεί να εμφανίζει δυσκολίες συγκέντρωσης, προσοχής, μνήμης και αντίληψης. Ακόμα και ο λόγος του πενθούντα μπορεί να επιβραδύνεται. Δείχνει θλιμμένος, είναι ευσυγκίνητος, απαισιόδοξος, απελπισμένος, νιώθει μόνος, είναι συναισθηματικά ασταθής και παραπονιάρης. Μπορεί να αποφεύγει τον κόσμο και συγκεντρώσεις στο περιβάλλον του, γιατί τον βυθίζουν σε μεγαλύτερη θλίψη. Φαίνεται να χάνει τους στόχους του. Μπορεί ακόμα να νιώσει απελπισία, μέχρι τον βαθμό να σκεφτεί την αυτοκτονία. Άλλες φορές ταυτίζεται με το νεκρό, παρουσιάζει τα ίδια σωματικά συμπτώματα με εκείνον, μιμείται τη συμπεριφορά του, ακολουθεί τα ενδιαφέροντά του. Άλλοτε τον εξιδανικεύει και άλλοτε έχει αμφιθυμία απέναντί του.

5. Αποδοχή (Εντάξει, ο χρόνος θα μου δείξει πως όλα θα πάνε καλά!).  Στην ουσία ο πενθών χρειάζεται με το πέρασμα του χρόνου να αναβιώσει όλες τις κοινές αναμνήσεις, ώστε να αποδεχθεί ότι έχουν παρέλθει και να αποδεσμευθεί από κάθε προσδοκία για επανένωση.

Οι έρευνες μαρτυρούν, πως οι περισσότεροι άνθρωποι περνούν από τα παραπάνω στάδια με αυτήν ακριβώς τη σειρά. Ωστόσο η εμπειρία στην ψυχοθεραπεία μιλά για μεγάλη απόκλιση, αναλόγως τον κάθε άνθρωπο και την προσωπικότητά του. Αρκετές φορές μάλιστα, όπως προείπαμε, αυτά τα συναισθήματα  συνυπάρχουν, με αποτέλεσμα να οδηγούν τον άνθρωπο που πενθεί σε ψυχολογικό αδιέξοδο.

Πως μπορώ να διαχειριστώ το πένθος μου

Όπως ήδη αναφέρθηκε, το πένθος είναι μία πολύ προσωπική εμπειρία για τον καθένα. Κάθε άνθρωπος βρίσκει διαφορετικούς τρόπους να επεξεργαστεί αυτό που του συμβαίνει και να προχωρήσει στη ζωή του. Δεν υπάρχει τρόπος να αποφευχθούν αυτά τα δυσάρεστα συναισθήματα, αλλά σίγουρα υπάρχει τρόπος να τα διαχειριστούμε.

•Μιλήστε: Πολλοί άνθρωποι βρίσκουν βοηθητικό να μιλούν για τα συναισθήματά τους και τις σκέψεις τους σε άλλους, οπότε και είναι καλό να αναζητάτε τα κοντινά σας πρόσωπα για συντροφιά. Πολλοί άνθρωποι δυσκολεύονται να εκφράζονται στους άλλους, είτε από φόβο μην τους επιβαρύνουν, είτε από φόβο μην γίνουν κουραστικοί και έτσι συσσωρεύουν τα συναισθήματά τους χωρίς να τα μοιράζονται. Είναι καλό να συζητάτε για αυτά που νιώθετε, να εκφράζεστε. Ακόμα και αν δεν έχετε ανθρώπους για να σας βοηθήσουν σε αυτό, αναζητήστε κάποια ομάδα υποστήριξης/αλληλοβοήθειας ή κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας, που μπορεί να σας βοηθήσει να εκφραστείτε.

•Πίστη:  Πολλοί άνθρωποι αντλούν δύναμη από τη θρησκεία και την πίστη τους. Οι θρησκευτικές ενασχολήσεις, όπως η προσευχή, μπορούν να σας προσφέρουν την παρηγοριά και την ελπίδα που αναζητάτε.

•Γράψτε: Πολλοί άνθρωποι βρίσκουν βοηθητικό να καταγράφουν τις σκέψεις τους και τα συναισθήματά τους με μορφή ημερολογίου ή ακόμα και γράμματος. Η καταγραφή είναι ένας τρόπος να εκτονωθούν όλα τα συναισθήματα, αλλά και να «μπουν σε μία τάξη»

•Ασκηθείτε: Η φυσική άσκηση, ο σωματικός κάματος είναι πολύ βοηθητικός, καθώς μέσα από αυτή τη διαδικασία εκφορτίζεται η ένταση που νιώθετε.

•Διαβάστε: Πολλοί είναι αυτοί που παίρνουν υποστήριξη μέσα από την ανάγνωση βιβλίων που διαπραγματεύονται ανάλογα βιώματα.

•Βγείτε: Συχνά ο πενθών αποφεύγει να εμπλέκεται σε κοινωνικές δραστηριότητες, γιατί νιώθει ότι βυθίζεται περισσότερο στη θλίψη ή ακόμα ότι αποτελεί «κακή» παρέα για τους άλλους. Είναι καλό όμως να επαναδραστηριοποιηθείτε κοινωνικά, να συναντηθείτε με φίλους, στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό.

•Μην βιάζεστε: Πολλοί προσπαθούν να μην αλλάξουν καθόλου την καθημερινότητά τους, επιστρέφουν αμέσως στη δουλειά, οργανώνουν τις εκκρεμότητες, παίρνουν αποφάσεις. Η αλήθεια είναι, ότι η απασχόληση βοηθάει τον πενθούντα να αποσπάται η προσοχή του, αλλά δεν είναι απαραίτητο να πιέσετε τον εαυτό σας να γίνουν όλα αμέσως. Μην αγνοείτε την ανάγκη σας να πενθήσετε.  Μην βιάζεστε να πάρετε αποφάσεις, γιατί το μυαλό δεν σκέφτεται καθαρά κάτω από την πίεση όλων αυτών των δυσάρεστων συναισθημάτων. Αναβάλετε για λίγο τις μεγάλες αποφάσεις π.χ. τη μετοίκηση, την αλλαγή εργασίας κ.τ.λ. και γίνετε λίγο πιο ευέλικτοι με το πρόγραμμά σας, γιατί σίγουρα χρειάζεστε προσωπικό χρόνο.

•Οργανώστε τις επετειακές ημερομηνίες: Γιορτές, επέτειοι, αλλά και ημερομηνίες κλειδιά για την απώλεια είναι συχνά μέρες, στις οποίες πυροδοτούνται όλα τα συναισθήματα και οι σκέψεις σας. Είναι καλό τέτοιες μέρες να έχετε προετοιμαστεί, με ποιους θα είστε και τι θα κάνετε, ώστε να έχετε την υποστήριξη που χρειάζεστε.

Τι ανάγκες έχει αυτός, που βιώνει την απώλεια

Πολλοί είναι αυτοί, οι οποίοι παραδέχονται ότι δεν ξέρουν πώς να φερθούν στον πενθούντα, και πώς να τον στηρίξουν. Σίγουρα, τα ειλικρινή συλλυπητήρια ανακουφίζουν, γιατί είναι η λεκτική έκφραση του πόσο συν-λυπούμαστε -πόσο ταυτιζόμαστε- με τον πόνο του. Βέβαια, η απώλεια και η απομόνωση γίνεται αντιληπτή μετά τη θρησκευτική τελετή, καθώς σταδιακά ο πενθών απομονώνεται κοινωνικά. Πολλές φορές η ίδια η στάση του πενθούντα (αμφιθυμία, επιθετικότητα, παράπονα) μπορεί να καθιστά δύσκολες τις κοινωνικές επαφές, όμως ακόμα και σε αυτές τις καταστάσεις απαιτείται υπομονή και συμπαράσταση ακόμα και στον πενθούντα που είναι θυμωμένους με όλους και με όλα. Η κοινωνική υποστήριξη φαίνεται να παρέχει τη συναισθηματική αλλά και πρακτική βοήθεια την οποία χρειάζεται ο πενθών, με αποτέλεσμα να παρουσιάζει μικρότερο αριθμό καταθλιπτικών φάσεων, σε αντίθεση με κάποιο μοναχικό πενθούντα. Τον ίδιο ρόλο παίζουν και οι ομάδες υποστήριξης και αλληλοβοήθειας.

•Άκου

•Πρόσφερε πρακτική βοήθεια

•Μην αποφεύγεις να αναφέρεις το όνομα του νεκρού

•Μην μειώνεις την απώλεια

Αυτό το οποίο θα πρέπει να απασχολήσει το περιβάλλον είναι όταν:

•Δεν υπάρχει εξωτερικευμένη αντίδραση απέναντι στην απώλεια και θα πρέπει να αναζητήσουν υποστήριξη από κάποιο ειδικό ψυχικής υγείας.

•Όταν για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, ο πενθών δεν φαίνεται να οδηγείται στην αποδοχή της απώλειας, είναι καλό να δεχθεί υποστήριξη από κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας.

Τα συμπτώματα του πένθους

Είναι πολύ πιθανό κατά τη διάρκεια του πένθους να προκύψουν διάφορα ψυχοσωματικά συμπτώματα, ειδικά στην περίπτωση που αυτός που πενθεί βρίσκεται σε διαρκή άρνηση. Είναι τότε, που αυξάνονται οι πιθανότητες να έρθουν στην επιφάνεια συμπτώματα σωματικά που όμως υποδηλώνουν ψυχολογική κόπωση και κατάπτωση. Για παράδειγμα, εμφανίζονται πολλές φορές τα παρακάτω: διαταραχές της όρεξης, διαταραχές του ύπνου, έντονο στρες, έντονος θυμός, που όμως έχει λάθος δέκτες (π.χ. θυμός προς τα παιδιά, ενώ πέθανε η μητέρα τους). Επειδή αυτά τα συμπτώματα μπορεί να αποβούν εξαιρετικά επιβλαβή, προτείνονται τα παρακάτω.

Πως εκφράζεται το πένθος

Ανέκαθεν και σε όλους τους πολιτισμούς το πένθος τείναμε να το διαχειριζόμαστε μέσα από την τέλεση θρησκευτικών τελετουργιών και καθηκόντων, και το εκφράζαμε μέσα από τη θλίψη, τα «μοιρολόγια» και τα συναισθηματικά ξεσπάσματα. Ο δρόμος του πένθους είναι μοναχικός  και επίπονος, ιδιαίτερα στις σύγχρονες κοινωνίες, όπου οι παραδοσιακές τελετουργίες τείνουν να εξαλειφθούν και τα συναισθηματικά ξεσπάσματα τείνουν να θεωρηθούν ακατάλληλα και παλεύουμε να τα καταπνίξουμε. Όμως, το πένθος, είναι και μία διαφορετική εμπειρία για τον κάθε άνθρωπο: άλλος μπορεί να πενθεί ανοιχτά και να εκφράζεται, ενώ άλλος όχι. Για άλλους  το πένθος είναι μία σύντομη διεργασία και για άλλους μπορεί να διαρκεί πολύ καιρό. Η ένταση και η βαρύτητα των συναισθημάτων εξαρτάται και από τις ιδιαίτερες συνθήκες της απώλειας. Μία ξαφνική απώλεια είναι πιο δύσκολη από μία αναμενόμενη απώλεια. Όσο πιο σημαντικό ήταν το πρόσωπο για τη ζωή του πενθούντα, τόσο πιο δύσκολη η διεργασία του πένθους. Επιπλέον, ο τρόπος που θα βιώσει ο καθένας το πένθος του εξαρτάται τόσο από τη σχέση που είχε, από την προσωπικότητά του, από την ύπαρξη υποστηρικτικού δικτύου, τις συνθήκες που ζει αλλά ακόμα και από τυχαία γεγονότα στη ζωή του. Το μόνο που είναι σίγουρο, είναι ότι χρειάζεται χρόνο και  η αποδοχή έρχεται σταδιακά, και γι’ αυτό τον λόγο απαιτείται υπομονή.

Δεν υπάρχει σωστός τρόπος να πενθήσει κανείς, αλλά κάποια συναισθήματα, ανεξάρτητα από τον τρόπο που εκφράζονται, είναι κοινά σε όλους που έχουν πενθήσει ή ακόμα πενθούν. Αυτά τα κοινά συναισθήματα, σκέψεις και συμπεριφορές οι ειδικοί τα έχουν «οργανώσει» με τη μορφή σταδίων του πένθους. Τα στάδια του πένθους είναι μία γνωστή έκφραση σε πολλούς, αλλά αυτό που είναι σημαντικό να γνωρίζει κανείς είναι ότι τα στάδια δεν είναι σαφή «βήματα» που πρέπει κάθε ένας να κάνει. Σε πολλές περιπτώσεις κάποια στάδια εμφανίζονται ταυτόχρονα, σε άλλους ανθρώπους αυτές οι διεργασίες διαδέχονται η μία την άλλη γρήγορα, σε άλλους ανθρώπους  αυτή η διεργασία μπορεί να γίνει αργά, ενώ σε άλλες περιπτώσεις μπορεί να μην προκύψει η ολοκλήρωση των σταδίων και συνεπώς να μην καταλήξει το άτομο στην αποδοχή της νέας πραγματικότητας.

Τι επιπλοκές υπάρχουν στην ψυχική υγεία από το πένθος

Το πένθος μπορεί να αποτελέσει την αφορμή για την εκδήλωση ψυχιατρικών διαταραχών, όπως η κατάθλιψη.  Το πένθος έχει πολλά κοινά σημεία με την κατάθλιψη και τη μελαγχολία, αλλά διαφέρει και σημαντικά από αυτή. Τα κοινά χαρακτηριστικά είναι η καταθλιπτική διάθεση, η αναστολή των καθημερινών δραστηριοτήτων, η έλλειψη ενδιαφερόντων, το κλάμα, οι διαταραχές του ύπνου (αϋπνίες, υπνηλία, αφυπνίσεις, νυχτερινοί εφιάλτες) όπως και οι διαταραχές στη διατροφή. Είναι πολύ δύσκολο να διακρίνουμε το παθολογικό από το φυσιολογικό πένθος.  Κυριότερα μπορεί να διακριθεί, όταν τα συμπτώματά του και η βαριά καταθλιπτική διάθεση συνοδεύονται από αυτοκαταστροφικές τάσεις και από σοβαρές επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής του ατόμου για παραπάνω από 6 μήνες. Το παθολογικό πένθος διακρίνεται από την αδυναμία του ατόμου να αποδεχθεί την πραγματικότητα και σταδιακά να ανασυγκροτήσει τις δυνάμεις τους για τις καθημερινές απαιτήσεις της ζωής. Επίσης μπορεί να παρατηρηθεί επίμονο άγχος, υποχονδρίαση, τάσεις αυτοκτονίας, άρνηση αποδοχής του θανάτου, επίμονη προσήλωση σε ό,τι αφορά τον νεκρό. Αν τα συναισθήματα του πένθους δεν υποχωρούν με το πέρασμα του χρόνου, είναι πιθανό να έχει εξελιχθεί σε κάτι πιο σοβαρό και περιπλεγμένο. Σε αυτή την περίπτωση είναι καλό να αναζητήσετε βοήθεια από κάποιο ειδικό ψυχικής υγείας.

Πως μπορεί να βοηθήσει ένας Ειδικός Ψυχικής Υγείας

Ο ειδικός μπορεί να βοηθήσει να εκφραστείτε, να σας βοηθήσει στη διεργασία αυτών των συναισθημάτων και σταδιακά να σας ενθαρρύνει να επαναδραστηριοποιηθείτε. Ειδικά στις περιπτώσεις, όπου τα συναισθήματα είναι πολύ έντονα, σας στερούν από την καθημερινότητά σας και δεν υποχωρούν με το πέρασμα του χρόνου, είναι σημαντικό να αναζητήσετε βοήθεια.

Σε περιπτώσεις βαριού πένθους, ο θεράπων ιατρός  μπορεί να κρίνει ότι απαιτείται και κάποια φαρμακευτική αγωγή. Σε αυτή την περίπτωση συνήθως χορηγούνται αντικαταθλιπτικά, τα οποία μειώνουν την ένταση των δυσφορικών συμπτωμάτων και ανακουφίζουν τον πενθούντα.

Γιατί είναι σημαντικό να ξέρουν τα παιδιά για το θάνατο;

•Γιατί συμφιλιωνόμαστε με κάτι που αφορά τους πάντες

•Βάζει ένα μέτρο στη ζωή μας και δημιουργεί φιλοσοφία ζωής

•Δίνει νόημα στην αξία, την πραγματική αξία της ζωής

•Μας κάνει να κατανοούμε καλύτερα την αίσθηση της όμοιας ανθρώπινης μοίρας

Έτσι, και η Σαρακοστή και το Πάσχα είναι μια πολύ καλή ευκαιρία να μιλήσουμε στα παιδιά μας για το πένθος και την απώλεια. Λίγα παιδιά γνωρίζουν, πως η Σαρακοστή είναι περίοδος πένθους για 40 μέρες, όπως έχουμε και στον νεκρό. Αποφεύγουμε να τα ενημερώσουμε γι᾽ αυτό. Κι όμως, το πένθος είναι κάτι που το παιδί μας, όπως και εμείς, μπορεί να το ζήσει με την κάθε απώλεια. Απώλειες είναι, όταν τσακωθεί με έναν φίλο, όταν χάσει ένα αγαπημένο αντικείμενο, όταν μεγαλώσει και αποχαιρετίσει τη μία ηλικιακή φάση (παιδική προς εφηβεία) και πάει στην επόμενη, στην απώλεια ενός κατοικίδιου και, βέβαια, στην κορυφαία στιγμή πόνου, όταν χαθεί κάποιο πρόσωπο από τη ζωή του.

Είναι σημαντικό να περάσουμε στα παιδιά, ανάλογα προς την ηλικιακή τους φάση, το μήνυμα της θνησιμότητας, και να τα μάθουμε να χαίρονται τη ζωή τους μέσα στα ανθρώπινα και πραγματικά πλαίσια.

Σύντομο βιογραφικό της κ. Αγάθης Βαλανίδου

Κατάγεται από τη Μόρφου. Είναι έγγαμος, παντρεμένη με τον αρχαιολόγο-βυζαντινολόγο, κ. Χριστόδουλο Χατζηχριστοδούλου, και μητέρα 5 παιδιών.
Απόφοιτος της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, όπου ειδικεύτηκε στην Ψυχιατρική.
Ψυχίατρος από το 1998, διορισμένη στις Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας του Υπουργείου Υγείας.
Από το 2011 είναι Βοηθός Διευθύντρια Κλινικής /Τμήματος, Υπεύθυνη Νοσοκομείου Αθαλάσσας.

Τα ψυχικά νοσήματα και η συνεργασία ιερέων και ιατρών για την αντιμετώπισή τους

Ο κ. Γιάννος Κιτρομιλίδης
Εισήγηση στην Η΄ συνάντηση του Επιμορφωτικού Σεμιναρίου της Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου Β’ Ακαδημαϊκού Έτους  (2013-2014)
Η΄ Συνάντηση (28.04.2014)
 
Ομιλητής: Δρ. Γιάννης Κιτρομηλίδης, Ψυχίατρος
 
Ο κ. Γιάννος Κιτρομιλίδης

Πανιερώτατε,
Σεβαστοὶ πατέρες,
Αγαπητοί αδελφοί,
Χριστός ανέστη!
 
Τι είναι νόσος γενικά
 
Νόσος είναι κάθε βλάβη και δυσλειτουργία της φυσικής και διανοητικής μας υπόστασης. Είναι συνέπεια του ότι είμαστε φυσικά φθαρτοί. Και το να είμαστε φθαρτοί, είναι συνέπεια της υψηλής οργάνωσης, συνθετότητας, διαφοροποίησης και, κατά κάποιο τρόπο, «απομάκρυνσης» από την Φύση που μας χαρακτηρίζει, και αυτό είναι αντίθετο προς την ιδιότητα της ύλης να ρέπει προς καταστάσεις ομογενοποίησης, χαμηλής ενέργειας και αταξίας. Με άλλα λόγια είμαστε, κατά κάποιο τρόπο, σαν ξένα σώματα μέσα στην φύση και, από την στιγμή που δημιουργούμαστε, αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση προς το «γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσῃ» (Γεν. 3,19), η φύση αρχίζει να μας φθείρει, μέχρι να μας αφομοιώσει ξανά δια του θανάτου.

Είναι ενδιαφέρον, ότι σε ένα άλλο σύστημα αναφοράς η φθορά επίσης αποδίδεται σε μιαν άλλη «διαφοροποίηση», αυτήν του προπατορικού αμαρτήματος, μιας αποστασίας εκ προαιρέσεως, με την οποία διαχωρίσαμε την θέση μας από την Αρχήν την συνέχουσαν πάντα, καθιστώντας τον εαυτό μας ξένο σώμα μέσα στην Εδέμ.

Τι είναι ψυχική νόσος

Με ανάλογο τρόπο, υπόκειται στη φθορά και δυσλειτουργία και το ψυχικό όργανο, πολλώ μάλλον αφού πρόκειται για το πιο εξελιγμένο όργανο-σύνολο λειτουργιών, που μας καθιστά μοναδικούς. Και η ποικιλία νόσων και διαταραχών, που εδώ αντιμετωπίζουμε, είναι εξίσου μοναδική. Εδώ ο όρος «διαταραχή» είναι προτιμότερος, γιατί η ψυχική νόσος συνήθως δεν είναι οργανική, δεν οφείλεται σε βλάβη του φυσικού υποστρώματος, αλλά είναι λειτουργική, είναι απορύθμιση της αρμονικής συνεργασίας των διάφορων μερών του πολυσύνθετου ψυχικού οργάνου. Απορύθμιση, που γίνεται πιο πιθανή, όσο πιο σύνθετος και εξελιγμένος γίνεται ο ψυχισμός.

Τα αίτια της ψυχικής νόσου είναι ποικίλα, γιατί προέρχονται από τις διάφορες συνιστώσες που συνθέτουν το ψυχικό όργανο και αλληλοκαθορίζονται. Έτσι είναι οργανικά-γενετικά, και επομένως πιθανόν κληρονομικά, επίκτητα, που οφείλονται σε βιώματα και εμπειρίες, και εκείνα που επιβάλλονται από το περιβάλλον, τις κοινωνικές και πολιτισμικές συνθήκες. Τέλος, είναι τα ιδιοσυγκρασιακά, που αφορούν τις ιδιαίτερες ευαισθησίες και ευαλωτότητες της προσωπικότητας του ατόμου.         

Ο όρος «ψυχικές νόσοι» δεν αναφέρεται στην Ψυχή μας, που όλοι γνωρίζουμε, αλλά στις ανώτερες λειτουργίες του εγκεφάλου, που είναι η Σκέψη, ο Λόγος, το Συναίσθημα και η Συμπεριφορά. Αυτό σημαίνει, ότι τα λεγόμενα «ψυχοφάρμακα» δεν επηρεάζουν την Ψυχή, που είναι άυλη και δεν εδράζεται σε κάποια συγκεκριμένη περιοχή του σώματος, αλλά μόνο τις λειτουργίες του εγκεφάλου. Σημαίνει, ακόμα, ότι ψυχικές διαταραχές είναι δυνατό να παρουσιάσουν και άνθρωποι που πιστεύουν στον Θεό και βρίσκονται σε κατάσταση προχωρημένου πνευματικού αγώνα, ειδικά σε μεγαλύτερες ηλικίες, που η κατάθλιψη είναι συχνή και εμφανίζεται και η διανοητική έκπτωση, λόγω της φθοράς του εγκεφαλικού ιστού.

Οι  ψυχικές λειτουργίες βρίσκονται σε στενή και συνεχή αλληλεπίδραση, η μια καθορίζοντας την άλλη, σε ένα δυναμικό και σε συνεχή κίνηση σύνολο που αποτελεί τον ψυχικό κόσμο, ο οποίος σε ομαλές συνθήκες βρίσκεται σε κατάσταση δυναμικής -όχι στατικής- ισορροπίας και σε θέση προσαρμογής στον περιβάλλοντα κόσμο. Κάθε ψυχική νόσος ανατρέπει αυτή την ισορροπία σε βαθμούς που κυμαίνονται από τις  ήπιες μορφές –που θεωρούνται παραλλαγές του φυσιολογικού, το να θεωρείται κάποιος «εκκεντρικός» ή «ιδιόρρυθμος»- μέχρι τις πιο σοβαρές, που χαρακτηρίζονται από ακραίες διαταραχές των ψυχικών λειτουργιών, όπως αποδιοργάνωση της Σκέψης, Λόγο που απουσιάζει ή δεν επικοινωνεί, συναίσθημα σε πλήρη δυσαρμονία με το περιβάλλον, συμπεριφορά επικίνδυνη ή αυτοκαταστροφική.

Η ψυχική διαταραχή παρουσιάζει μια ρευστότητα και εξελικτικότητα, γιατί παρακολουθεί τις εξελίξεις της κοινωνίας και χρησιμοποιεί δεδομένα του πολιτισμικού περιβάλλοντος στο οποίο αναπτύσσεται. Αυτό είναι αναπόφευκτο, αφού το ψυχικό όργανο είναι το μέσον προσαρμογής μας στον κόσμο. Έτσι, μια ψυχική κατάσταση, που θεωρείται διαταραγμένη σε μια δεδομένη εποχή ή κουλτούρα, μπορεί να είναι αποδεκτή σε μια άλλη, αν είναι καλύτερα προσαρμοσμένη μέσα στο κοινωνικό σύνολο. Αυτή η παρατήρηση δημιούργησε ερωτήματα για το τι  είναι η ψυχική νόσος και ακόμα αν, τελικά, υπάρχει. Χαρακτηριστική ήταν και η απουσία αντικειμενικών ευρημάτων στις αιματολογικές και απεικονιστικές εξετάσεις. Μόνο πρόσφατα είναι που η προηγμένη Βιολογική Ψυχιατρική εντοπίζει συγκεκριμένες αλλαγές σε βιολογικούς δείκτες και στη λειτουργία περιοχών του εγκεφάλου, που φαίνεται να σχετίζονται με ψυχικές διαταραχές.

Αυτός είναι ο λόγος, που θα παρουσιάσω το νόημα της ψυχικής νόσου όχι στη βάση των συμπτωμάτων, τα οποία μπορεί κάποτε και να μην φαίνονται, αλλά στη βάση της συνολικής θεώρησης και εκτίμησης ενός ατόμου, που χαρακτηρίζεται ως ψυχικά πάσχον. Εκτίμησης του τρόπου, με τον οποίο υπάρχει και αλληλεπιδρά με το περιβάλλον αυτό το άτομο. Δεν θα αναφερθώ από την αρχή στη λεγόμενη κλινική εικόνα, γιατί αυτή είναι ασταθής και ποικίλλουσα, άλλοτε κραυγαλέα και πασιφανής και άλλοτε εξαιρετικά διακριτική ή συγκεκαλυμμένη. Μπορεί να υπάρχουν συμπτώματα χωρίς ουσιαστική νόσο και νόσοι χωρίς εμφανή συμπτώματα.

Θα βασιστώ λοιπόν στη φαινομενολογία της ψυχικής διαταραχής, που είναι η υπαρξιακή ουσία, ο τρόπος που διάγει ένα άτομο, που βρίσκεται πέρα από τα όποια συμπτώματα και μπορεί να είναι λιγότερο ορατός, αλλά περισσότερο αισθητός. Αυτό σημαίνει, ότι συχνά τη διαπίστωση της διαταραχής δεν την κάνουμε με αυτό που βλέπουμε, αλλά με αυτό που αυτά τα άτομα μας κάνουν να αισθανόμαστε ή από την επίδραση που βλέπουμε να έχουν στο περιβάλλον τους.  

Φαινομενολογία των ψυχικών διαταραχών

Ενώ η κλινική εικόνα, δηλ. τα συμπτώματα, μπορεί να διαφέρουν και να ποικίλλουν πολύ από τη μια διαταραχή στην άλλη, αλλά και συμπτώματα μπορεί να υπάρχουν και σε καταστάσεις που συνιστούν παραλλαγές του φυσιολογικού, υπάρχει ένα σύνολο γνωρισμάτων που ανευρίσκονται και είναι κοινά σε όλες τις ψυχικές διαταραχές και που, όταν συνυπάρχουν, τότε κατά πάσα πιθανότητα πρόκειται όντως για ασθένεια. Τα γνωρίσματα αυτά είναι τα εξής:

                α. Διαταραχή της «κοινωνίας» (σχέσεων, συναναστροφής και επικοινωνίας).

                β. Διαταραχή της αγάπης.

                γ. Διαταραχή της ελευθερίας.

                δ. Διαταραχή της υπευθυνότητας.

                ε. Διαταραχή της περιχώρησης.

α. Διαταραχή της «κοινωνίας»

Η κοινωνία μεταξύ των ατόμων βασίζεται σε κοινά αποδεκτές έννοιες, ένα κώδικα, που αποτελείται από ένα σύνολο συμφωνημένων υπονοουμένων και μια κοινή αντίληψη της αντικειμενικής πραγματικότητας.

Το ψυχικά πάσχον άτομο έχει ανώμαλες σχέσεις με τους άλλους ή είναι απομονωμένο. Οι συναναστροφές του είναι επεισοδιακές, διακεκομμένες ή παύουν να υπάρχουν, και η επικοινωνία του φτωχή, ασταθής, άλλοτε φορτική και άλλοτε ανύπαρκτη και, κυρίως, μη παραγωγική. Ο λόγος δεν εκφέρει τα φυσιολογικά αναμενόμενα μηνύματα. Δεν ανταποκρίνεται στις κοινά αναγνωριζόμενες συνθήκες, αλλά εκφράζει μια υποκειμενική ξεχωριστή πραγματικότητα, που δεν είναι κατανοητή από τους άλλους, και την οποία το άτομο επιμένει να τους επιβάλει. Στις σοβαρότερες ψυχικές διαταραχές, το άτομο κατασκευάζει και δικές του λέξεις, τους λεγόμενους «νεολογισμούς». Τον 19ο αιώνα, στις απαρχές της Ψυχιατρικής, οι ψυχίατροι λέγονταν «aliénistes», δηλαδή εκείνοι που ασχολούνταν με τους «αποξενωμένους» (aliéné), όπως χαρακτήριζαν τους ψυχασθενείς.

Το ψυχικά πάσχον άτομο βρίσκεται σε κατάσταση «ακοινωνησίας», είναι απομονωμένο, και μέρος των συμπτωμάτων του προέρχεται ακριβώς από την -συχνά αποδιοργανωμένη, ανάρμοστη, απέλπιδα και αναποτελεσματική- προσπάθεια να επικοινωνήσει με τους άλλους για να βγει από την μοναξιά του. Ο φόβος της μοναξιάς είναι θεμελιώδης σε όλους μας. «Οὐ καλὸν εἶναι τὸν ἄνθρωπον μόνον», (Γεν. 2,18), είναι το πρώτο σχόλιο που έγινε για τον άνθρωπο από τον ίδιο τον Δημιουργό,  σαν προδιαγραφή της φύσης μας και της πιο θεμελιώδους υπαρξιακής μας ανάγκης.

β. Διαταραχή της αγάπης

Το ψυχικά πάσχον άτομο δεν αγαπά και δεν εμπνέει αγάπη. Στις σοβαρές ψυχικές διαταραχές, τις ψυχώσεις και παράνοιες, το άτομο νιώθει να ζει σε έναν εχθρικό κόσμο που τον καταδιώκει, τον παρακολουθεί με κάμερες και αυτοκίνητα και συνωμοτεί για να του κάμει κακό. Μέρος της συνωμοσίας γίνονται και τα πρόσωπα του άμεσου οικογενειακού περιβάλλοντος, οι φίλοι και συγγενείς, ο ψυχίατρος που θα τον δηλητηριάσει με φάρμακα και, ακόμα, και ο Πνευματικός, που μέχρι χτες εμπιστευόταν. Είναι μια διαταραχή, που βασίζεται στην παντελή αποδυνάμωση κάθε πίστης σε κάτι καλό. Το μόνο που υπάρχει είναι η ακλόνητη πεποίθηση και «γνώση», ότι υπάρχει συνομωσία εναντίον του, που διευρύνεται με ολοένα περισσότερα άτομα. Το αποτέλεσμα είναι, ότι το άτομο γίνεται εχθρικό, παίρνει παράλογα μέτρα αυτοπροστασίας και απομονώνεται αποφεύγοντας τους άλλους. Οι άλλοι, μη καταλαβαίνοντας τι συμβαίνει, απομακρύνονται ή γίνονται κι αυτοί εχθρικοί. Στις βαρειές καταθλίψεις το άτομα στρέφει την εχθρότητα  κατά του ίδιου του εαυτού του και μπορεί να αυτοκτονήσει, πιστεύοντας πως δεν αξίζει να ζει και θεωρώντας τον εαυτό του υπεύθυνο για όλα τα κακά στον κόσμο. Σε λιγότερο σοβαρές διαταραχές συναντούμε ανώριμα υποκατάστατα αγάπης, όπως την εξαρτητικότητα, την κτητικότητα, τη ζήλεια, τον φόβο εγκατάλειψης.

Ως Πνευματικοί, θα έχετε γνωρίσει θρήσκους ανθρώπους που βρίσκονται στην Εκκλησία, κυρίως για τον φόβο της Θείας τιμωρίας, τον υπολογισμό της κατοπινής ανταμοιβής ή για την προφύλαξη από εχθρικές δυνάμεις, όπως ο φθόνος και η βασκανία. Όχι από πραγματική αγάπη. Η πραγματική αγάπη προϋποθέτει καθαρότητα καρδίας, η οποία παρεμποδίζεται από τις πολλαπλές στιβάδες του δερμάτινου χιτώνα μας, που προκαλούν εσωτερικές συγκρούσεις με τις επιθυμίες, ανάγκες, ελλείμματα και φόβους τους η καθεμιά. (Η έννοια του δερμάτινου χιτώνα έχει το ψυχιατρικό και ψυχαναλυτικό της ανάλογο. Αναγνωρίζουμε μια τοπογραφία του ψυχικού κόσμου με περιοχές διαφορετικού αναπτυξιακού επιπέδου, που δημιουργούν συγκρούσεις.)

γ. Διαταραχή της ελευθερίας

Ο ψυχικά πάσχων είναι δέσμιος της διαταραχής του, τελεί σε κατάσταση προχωρημένης ανελευθερίας. Δεν μπορεί να προσφέρει επιλογές στον εαυτό του, δεν μπορεί να πάρει αποφάσεις ή κινείται παρορμητικά και απερίσκεπτα, με τρόπους κατά κανόνα επιζήμιους. Ο τρόπος που ζει υπαγορεύεται από τους φόβους και το άγχος και, σε πιο σοβαρές διαταραχές, επιβάλλεται από τη φανταστική πραγματικότητα του αποξενωμένου κόσμου του. Η ζωή του χαρακτηρίζεται από στερεότυπη επανάληψη των ίδιων σκέψεων και συμπεριφορών, γιατί δεν μπορεί να δει εναλλακτικές λύσεις.  Τον διακρίνει μια χαρακτηριστική «ακαμψία» αντίληψης, σαν να φέρει πνευματικές παρωπίδες. Η σκέψη του είναι μονοδιάστατη και οι στερεότυπα επαναλαμβανόμενες αντιδράσεις του τον κάνουν τελείως προβλέψιμο. Ένα συχνό και χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ψυχαναγκαστική νεύρωση, που όλοι θα έχετε ακούσει, η οποία, στις σοβαρές της μορφές, φτάνει σε αυτοπεριορισμό των κινήσεων, μέχρι πλήρους εγκλεισμού στο σπίτι για τον φόβο της ακαθαρσίας και των μικροβίων, ενώ η ζωή είναι εγκλωβισμένη μέσα σε μια ατέλειωτη σειρά τελετουργιών (ορισμένος αριθμός και τρόπος πλυσιμάτων, ατέλειωτοι έλεγχοι απλών πραγμάτων, ορισμένος τρόπος να γίνονται οι απλές καθημερινές πράξεις). Το άτομο εξελίσσεται σε τύραννο της οικογένειας, η οποία συχνά νιώθει υποχρεωμένη να ζει σύμφωνα με τις απαιτήσεις του, με αποτέλεσμα να αποξενώνεται και η ίδια από τον κόσμο.

Ο περιορισμός της ελευθερίας εκφράζεται και με μια ηθική και συναισθηματική ακαμψία, όπου το άτομο φαίνεται αδιάλλακτο και σκληρό και ανίκανο να αντιληφθεί την άποψη ή την συναισθηματική κατάσταση των άλλων. Διακρίνεται από αυτό που χαρακτηρίζουμε σαν ιδιαίτερα χαμηλή συναισθηματική νοημοσύνη.

δ. Διαταραχή της υπευθυνότητας

Το ψυχικά πάσχον άτομο δεν αντιλαμβάνεται και δεν αναλαμβάνει τις προσωπικές του ευθύνες, τις οποίες φορτώνει συστηματικά στους άλλους. Για όλα φταίνε και πρέπει να φροντίσουν κάποιοι άλλοι, ο ίδιος δεν ευθύνεται ποτέ για τίποτε, είναι το αιώνιο θύμα των περιστάσεων και των κακών προθέσεων των άλλων.  Οι άλλοι οφείλουν να του ικανοποιούν όλες τις ανάγκες και να του κάνουν όλες τις εξυπηρετήσεις, ενώ ο ίδιος δεν οφείλει τίποτε σε κανέναν. Αυτό μοιραία οδηγεί σε σχέσεις εξαρτητικές και τυραννικές προς το οικογενειακό περιβάλλον. Είμαι σίγουρος, πως τέτοιες καταστάσεις έχετε δει με εφήβους και νεαρά άτομα μέσα στις οικογένειες τους, οι οποίες πρόθυμα καλύπτουν και καλλιεργούν την παθολογία του παιδιού τους, βυθιζόμενες οι ίδιες στην παθολογία. Μια συχνή έκφραση αυτής της οικογενειακής ψυχοπαθολογίας είναι οι περιπτώσεις φυγοστρατίας και των πρόωρων διαζυγίων.

Το αντίθετο της απόλυτης ανευθυνότητας είναι η απόλυτη υπευθυνοποίηση, που συναντούμε στις βαρειές καταθλίψεις, τις Μελαγχολίες, όπου το άτομο αισθάνεται υπεύθυνο για όλα τα κακά του κόσμου και επιχειρεί να αυτοκτονήσει, για να τιμωρήσει τον εαυτό του και να απαλλάξει  τον κόσμο από το βάρος και το μίασμα της ύπαρξής του.

ε. Διαταραχή της περιχώρησης

Στον κόσμο του ψυχικά πάσχοντος δεν υπάρχει θέση για άλλους, αλλά ο ψυχικά πάσχων επιζητεί κυρίαρχη θέση στον κόσμο των άλλων για να τον ελέγξει. Οι άλλοι δεν υπάρχουν ως πραγματικά, ζωντανά πρόσωπα, με τα οποία ενδιαφέρεται να επιδράσει αμοιβαία, αλλά ως αντικείμενα, τα οποία θα χρησιμοποιήσει ανάλογα σε αναπαράσταση του χαλασμένου, τρομακτικού ή κενού από ζωντανές καλές παρουσίες εσωτερικού του κόσμου. Είναι μόνος στον κόσμο του και κάθε άλλη παρουσία υποβαθμίζεται, περιφρονείται ή αποκλείεται ως επικίνδυνη, ή μετατρέπεται ο ίδιος σε αντικείμενο, για να τον χρησιμοποιήσει ο άλλος κατά το δοκούν. Έτσι είναι ανίκανος να συγχωρήσει ή, στο άλλο άκρο, με τον τρόπο του προκαλεί την επιθετικότητα των άλλων και ανέχεται πρόθυμα κάθε εκτροπή και ακόμα κακοποίηση, μπαίνοντας σε θέση μαζοχιστική.

Οι κυριότερες κατηγορίες ψυχικών διαταραχών

α. Ψυχώσεις: Σχιζοφρένεια, Παράνοια, Μανία.

Οι ψυχώσεις είναι οι πιο σοβαρές ψυχικές διαταραχές, και η σοβαρότητα τους έγκειται στο ότι συνιστούν απώλεια της επαφής με την πραγματικότητα, με αποτέλεσμα κατάργηση της επικοινωνίας με το περιβάλλον και σοβαρές διαταραχές της συμπεριφοράς. Το άτομο κλείνεται σε μια προσωπική πραγματικότητα, όπου επικρατούν τα πιο πρωτόγονα στοιχεία του ψυχισμού, κυρίως φόβοι, αγωνία αφανισμού και ιδέες μεγαλείου στην Μανία. Το κοινό γνώρισμα των ψυχώσεων είναι το λεγόμενο παραλήρημα, που είναι μια ακατάσχετη εξωτερίκευση παράλογων ιδεών.

Η σχιζοφρένεια είναι η σοβαρότερη ψυχική διαταραχή, γιατί πλήττει και διαλύει τον ψυχισμό στον πυρήνα του, αποδιοργανώνοντας όλες τις ψυχικές λειτουργίες στον μέγιστο βαθμό. Θεωρείται ότι είναι το τίμημα που πληρώνουμε ως άνθρωποι για το υπέρτατο και μοναδικό επίτευγμα  της  ανάπτυξης και κατοχής του λόγου, γι’ αυτό και στο επίκεντρο της βρίσκεται μια χονδροειδής διαταραχή του λόγου, κατ’ ακρίβειαν κατάργηση της ικανότητας εκφοράς λόγου και διατύπωσης νοήματος και μηνυμάτων, σε τελική ανάλυση συνολική κατάργηση της επικοινωνίας στις σοβαρότερες κλινικές μορφές της.   

Στη σχιζοφρένεια χάνεται και ο ειρμός της σκέψης, και ο ασθενής κατασκευάζει δικές του λέξεις, που δεν έχουν νόημα για τους άλλους. Στη μανία έχουμε υπερκινητικότητα, σωματική διέγερση και ο ασθενής συχνά λέει ότι μιλά με τον Θεό, ο οποίος του έχει αναθέσει μια σπουδαία αποστολή, συνήθως να σώσει τον κόσμο.

Είναι αμφίβολο αν θα σας επισκεφθεί ένας σχιζοφρενής ή μανιακός στην οξεία φάση της ασθένειας, γιατί αυτές οι καταστάσεις είναι αρκετά σοβαρές ώστε να πηγαίνουν -να τους παίρνουν- απευθείας στον ψυχίατρο, και μάλιστα για νοσηλεία. Αυτός, που είναι πολύ πιθανό να σας επισκεφθεί, είναι ο παρανοϊκός, γιατί είναι ο λιγότερο αποδιοργανωμένος και είναι λογικοφανής. Θα τον καταλάβετε, όταν αρχίσει να σας μιλά για συνωμοσίες διεθνείς ή εναντίον του, ότι τον παρακολουθούν, τον ηχογραφούν, τον φωτογραφίζουν, ότι προσπαθούν να τον δηλητηριάσουν. Ένα πολύ συχνό θέμα, για το οποίο μπορεί να έρθει σε σας, είναι η παθολογική ζήλεια, ότι τον απατά η γυναίκα του, απιστία για την οποία δεν έχει σοβαρές ενδείξεις, αλλά είναι απόλυτα πεπεισμένος διαισθητικά. Συνδέει ασήμαντα καθημερινά περιστατικά, για να τα θεωρήσει ατράνταχτες αποδείξεις των ισχυρισμών του. Αυτοί οι ασθενείς μπορεί να γίνουν και  επικίνδυνοι για εκείνους τους οποίους υποψιάζονται. Μπορεί να έρθει απελπισμένη η γυναίκα του να σας πει πως της έκαμε τον βίο αβίωτο με την καχυποψία του, τους ελέγχους και τις παρακολουθήσεις του. Και αν αμφισβητήσετε τα λεγόμενά του, θα γίνετε κι εσείς μέρος της συνωμοσίας, ιδίως αν τον συμβουλεύσετε να δει ψυχίατρο.

β. Κατάθλιψη

Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα δημόσιας υγείας είναι η κατάθλιψη, η νόσος της σύγχρονης κοινωνίας. Είμαι σίγουρος, ότι έχετε δει πολλούς καταθλιπτικούς ανθρώπους.

Ο καταθλιπτικός αισθάνεται ότι έχει χάσει ανεπανόρθωτα κάτι ζωτικής σημασίας και θα έρθει να σας μιλήσει για τον αβάσταχτο ψυχικό του πόνο, την απελπισία του και, ακόμα, τις ιδέες αυτοκτονίας που κάνει. Δεν βλέπει νόημα στη ζωή, έχασε κάθε ενδιαφέρον και χαρά και νιώθει πως όλα έχουν χαθεί. Έχει βασανιστικές τύψεις για πραγματικές ή φανταστικές αμαρτίες και πολύ χαρακτηριστικά η Εξομολόγηση δεν τον αναπαύει, νιώθει ότι οι αμαρτίες του δεν μπορούν να συγχωρεθούν. Αν δεν έρθει ο ίδιος, θα έρθει η οικογένεια να σας εκφράσει την ανησυχία της για τη μεγάλη επιδείνωση στη διάθεσή του και την τάση του να απομονώνεται, να μένει στο κρεβάτι και να αδρανεί. Μπορεί να έχει ήδη κάμει κάποια απόπειρα να βλάψει τον εαυτό του.

Ο καταθλιπτικός, όμως, μπορεί να είναι συνεννοήσιμος και να συνεργαστεί μαζί σας, γιατί νιώθει πόνο και θα ήθελε να γίνει καλά. Έτσι, θα ακούσει τη συμβουλή σας και θα δει γιατρό. Αυτό όμως δεν γίνεται στις πολύ βαρειές καταθλίψεις, τις Μελαγχολίες, που είναι σαν τις ψυχώσεις, και στις οποίες έχει χαθεί η επαφή με την πραγματικότητα. Εδώ ο μελαγχολικός δεν θέλει να βοηθηθεί, και κρίνει πως η αυτοκτονία είναι η μόνη λογική λύση. Είναι μια σοβαρότατη κατάσταση και χρειάζεται άμεση νοσηλεία. Κάποιοι μελαγχολικοί θα αυτοκτονήσουν, χωρίς το περιβάλλον τους να καταλάβει ότι δεν ήταν καλά, ή ενώ είχαν αρχίσει θεραπεία και είχαν αρχίσει να βελτιώνονται. Είναι η πιο τραγική και ματαιωτική κατάσταση που μπορεί να αντιμετωπίσει ένας ψυχίατρος και κάτι που ενοχοποιεί βαθύτατα τον περίγυρο.

Σε μοναστικούς κύκλους και περιβάλλον προχωρημένης πνευματικής άσκησης, η κατάθλιψη μπορεί να εκληφθεί ως Ακηδία και πρέπει να γίνει η διάκριση. Τα χαρακτηριστικά της ακηδίας, όπως τα συνοψίζει ο Ιωάννης της Κλίμακος, είναι: «Παράλυσις της ψυχής καί έκλυσις του νου, οκνηρία και αδιαφορία πρός την  άσκησι, μίσος πρός τις μοναστικές υποσχέσεις. (Η ακηδία είναι ακόμη) αυτή που μακαρίζει τούς κοσμικούς, πού κατηγορεί τον Θεόν ότι δεν είναι ευσπλαγχνικός και φιλάνθρωπος, πού φέρνει ατονία την ώρα της ψαλμωδίας καί αδυναμία την ώρα της προσευχής» .

Τα χαρακτηριστικά αυτά γνωρίσματα μπορούν να δώσουν αυτή την διάκριση, γιατί στην ακηδία συχνά απουσιάζει ο ψυχικός πόνος και υπάρχει κάποια έπαρση, ενώ στην κατάθλιψη υπάρχει  συντριβή και οδύνη -που ξεπερνούν τα όρια της πραγματικής ταπείνωσης- και παραίτηση και απελπισία, που δεν μπορούν να οδηγήσουν σε μετάνοια και ανάνηψη.

γ. Αγχώδεις διαταραχές

Τι είναι το Άγχος;

Είναι η πιο κοινή και καθολική ψυχική διαταραχή, τόσο κοινή, που θεωρείται σχεδόν φυσιολογική. Δεν υπάρχει άνθρωπος χωρίς άγχος. Κατ’ ακρίβειαν, η παντελής απουσία άγχους είναι παθολογική και συνιστά την ψυχική διαταραχή της αναισθησίας και αναλγησίας, ένα είδος ψυχικής αδράνειας και εγωιστικής ακοινωνησίας που δεν έχει, βέβαια, καμμιά σχέση με την Απάθεια που βρίσκεται κοντά στην αγιότητα. Και πάλι στην Κλίμακα βρίσκουμε την περιγραφή της παθολογικής αυτής αναισθησίας: «Αναισθησία και στα σώματα και στις ψυχές είναι απονεκρωμένη αίσθησις, η οποία από χρονία ασθένεια και αμέλεια κατέληξε να αναισθητοποιηθεί. Η αναλγησία είναι πολυκαιρισμένη και μονιμοποιημένη αμέλεια, ναρκωμένη σκέψις…είναι παγίδα της πνευματικής προθυμίας.»

Το άγχος είναι ένας ακαθόριστος φόβος, που δημιουργείται και συντηρείται από την αίσθηση και αναμονή των προκλήσεων της ζωής που έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Αισθανόμαστε μόνοι απέναντι σε αυτές τις προκλήσεις. Το άγχος είναι η ψυχική αντίδραση στην επίγνωση της ατομικότητας μας, ότι είμαστε άτομα ξεχωριστά και μοναδικά και επομένως και μόνα. Είναι η πρώτη ψυχική αντίδραση, που αναφέρεται στην ιστορία του ανθρώπου. Και είναι το πρώτο συναίσθημα που έχουμε μετά τη γέννησή μας, όταν διαπιστώσουμε ότι η μητέρα μας δεν είναι πάντα κοντά μας.

Ο άνθρωπος αγχώθηκε για πρώτη φορά μετά την προπατορική παράβαση. Τότε ανακάλυψε ότι ήταν γυμνός, δηλαδή απέκτησε επίγνωση της ατομικότητάς του. Βγήκε από την αγαπητική ένωση με τον Δημιουργό, ένιωσε μόνος και φοβήθηκε. Διαχωρίστηκε. Και τότε, «Ἀδὰμ ἔγνω Εὔαν τὴν γυναῖκα αὐτοῦ» (Γεν. 4,1). Είναι ενδιαφέρον, ότι η ερωτική συνάντηση, που προϋποθέτει δυο ξεχωριστά άτομα, αποδίδεται με το «ἔγνω», αναγνωρίστηκαν μεταξύ τους ως ξεχωριστά και μεμονωμένα άτομα, που ήθελαν να ξαναενωθούν. Και από τότε, από τον διαχωρισμό εκείνο, είμαστε αγχωμένοι και αποζητούμε την επανένωση με κάθε τρόπο, μέσα από την κοινωνική και προσωπική μας ζωή.

Εδώ να αναφέρουμε και την πιο θεμελιώδη αντινομία του ανθρώπου. Η αναγκαία ψυχική ανάπτυξή μας ως προσώπων απαιτεί τον αποχωρισμό από τη μητέρα μας και την εξατομίκευσή μας, αλλά η διαδικασία αυτή κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση από τη βαθύτερη οντολογική ανάγκη μας να είμαστε ενωμένοι. Και αυτό είναι μια υπαρξιακή σύγκρουση, και επομένως μια μόνιμη πηγή άγχους.

δ. Παραλλαγές αγχωδών διαταραχών

Γενικευμένο Άγχος

Η πιο χαρακτηριστική αγχώδης διαταραχή, που, όπως λέει και το όνομα της, πρόκειται για καθημερινό συνεχές άγχος που αφορά όλες τις δραστηριότητες, ιδιαίτερα την εργασία και τη σχολική απόδοση. Το άτομο έχει διαρκώς έγνοια, γίνεται νευρικό και κουρασμένο, έχει σωματική ένταση και χαλασμένο ύπνο.

Διαταραχή Πανικού

Χαρακτηρίζεται από επεισόδια πολύ έντονου άγχους με αρχή και τέλος και έντονα σωματικά συμπτώματα, μέχρι λιποθυμίας. Αρχικά είναι αραιά, αλλά έχουν την τάση να πυκνώνουν μέσα στον χρόνο, μέχρι που γίνονται καθημερινά. Συχνά οι κρίσεις συνδυάζονται με Αγοραφοβία, δηλαδή φόβο των δημόσιων χώρων και του συνωστισμού, όπου προκαλούνται πιο εύκολα, και σταδιακά το άτομο επιλέγει να απομονώνεται.

Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή

Πολύ γνωστή κατάσταση• θα έχετε δει πολλές τέτοιες περιπτώσεις. Το άτομο μπορεί να έχει μανία με την τάξη και να επιμένει να τοποθετεί τα αντικείμενα με έναν ορισμένο τρόπο, να φοβάται τα μικρόβια, σε σημείο που δεν κυκλοφορεί και δεν αγγίζει πουθενά ή να φορά γάντια ή να πλένεται αμέτρητες φορές την ημέρα και να καταστρέφει το δέρμα των χεριών με απορρυπαντικά. Άλλοτε πάλι χάνει πολύ χρόνο ελέγχοντας ξανά και ξανά πόρτες και παράθυρα, ηλεκτρικούς διακόπτες και ό,τι άλλο φανταστείτε.

Στις πιο «καθαρές» περιπτώσεις έχουμε μόνο ιδεοληψίες, δηλαδή έμμονες ιδέες γύρο από συγκεκριμένα θέματα, οι οποίες δεν αφήνουν το άτομο να ησυχάσει. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον Πνευματικό έχουν έμμονες ιδέες για θέματα ηθικής, αμαρτιών και ενοχών, που δεν κατευνάζονται όσες φορές και αν εξομολογηθούν και είναι φανερά υπερβολικές. Συχνά αυτά τα άτομα διακατέχονται από παράλογους φόβους, ότι θα κάμουν κακό στους άλλους. 

Κοινωνική Φοβία

Είναι ο φόβος της επαφής με τους άλλους, της αλληλεπίδρασης με αυτούς, φόβος να μας βλέπουν και να μας παρατηρούν. Συνδυάζεται συνήθως με Αγοραφοβία, δηλαδή φόβο των δημόσιων χώρων. Φοβόμαστε να μιλήσουμε μπροστά σε ακροατήριο, φοβόμαστε μήπως δεν τα πάμε καλά σε μια συνέντευξη, όπου θα είμαστε το κέντρο του ενδιαφέροντος. Ο φόβος αυτός μπορεί να εξελιχθεί σε κρίση πανικού και οδηγεί κι αυτός σταδιακά σε απομόνωση.

Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες

Μια αγχώδης διαταραχή, που συναντούμε ολοένα και πιο συχνά, λόγω της αύξησης των δυστυχημάτων και των περιστατικών κακοποίησης. Βλέπουμε το άτομο να περιορίζεται λειτουργικά και να αναβιώνει νοερά και δραματικά τις περιστάσεις του τραυματισμού του, σωματικού ή ψυχικού, με τρόπο ακατάσχετο, που δεν ανταποκρίνεται σε νουθεσίες και ανακινείται με κάθε νέα ψυχοπιεστική εμπειρία.

Διαταραχές Προσωπικότητας

Είναι η λιγότερο γνωστή κατηγορία ψυχικών διαταραχών, αλλά και η πιο ενδιαφέρουσα. Κατά κάποιο τρόπο, οι διαταραχές της προσωπικότητας είναι οι διαταραχές του μέλλοντος, γιατί αυξάνονται ραγδαία και τις συναντούμε καθημερινά. Αρχικά περιλάμβαναν τις ακραίες παραλλαγές του φυσιολογικού, αλλά τώρα πια θεωρούνται ψυχοπαθολογία, λόγω της αυξανόμενης σοβαρότητάς τους. Είναι οι διαταραχές, που συνδέονται περισσότερο με την εξέλιξη της Κοινωνίας και τα προβλήματα του θεσμού της οικογένειας.

Τις διαταραχές αυτές παρουσιάζουν οι προσωπικότητες με σοβαρά ελλείμματα στη δόμηση τους από ανεπαρκή και προβληματική ανατροφή, συχνά από διαλυμένες ή δυσλειτουργικές οικογένειες, όπου δεν υπάρχουν σαφείς γονεϊκές παρουσίες και ρόλοι, ή προσωπικότητες με ανάπτυξη που παρεμποδίστηκε και παραμορφώθηκε από κακοποίηση σε νεαρή ηλικία• και οι κακοποιήσεις παιδιών, φυσικές και ψυχολογικές, προσλαμβάνουν πλέον μορφή κοινωνικής επιδημίας. Σε κάθε περίπτωση ισχύει το «ἁμαρτίαι γονέων παιδεύουσι τέκνα», αλλά και τους ίδιους. Είναι ίσως οι μόνες διαταραχές, για τις οποίες ευθύνονται οι γονείς σε τόσο μεγάλο βαθμό, έχοντας αποτύχει να δώσουν αγάπη και πραγματική φροντίδα στα παιδιά τους και να τους παράσχουν ένα σταθερό και ασφαλές περιβάλλον, μέσα στο οποίο να αναπτυχθούν. Κατά κανόνα οι γονείς είναι οι ίδιοι προβληματικοί και δυσλειτουργικοί και δεν έχουν καλή σχέση μεταξύ τους, οπότε και δεν μπορούν να δώσουν στα παιδιά τους πρότυπα, τα οποία να ενσωματώσουν και να κάμουν τις απαραίτητες για την ομαλή ανάπτυξη τους ταυτίσεις.

Παραβατικότητα, βία και φυλακίσεις, ανωριμότητα, πρόωροι γάμοι και γρήγορα διαζύγια, φυγοστρατία, τοξικομανία, αδιάκριτη σεξουαλική συμπεριφορά, επανειλημμένες εκτρώσεις, απόπειρες αυτοκτονίας και αυτοτραυματισμοί είναι μερικά πολύ γνωστά συμπτώματα των διαταραχών αυτού του είδους.

Αυτά τα άτομα εκ πρώτης όψεως φαίνονται φυσιολογικά, επικοινωνούν κανονικά και μπορεί να έχουν οικογενειακή και επαγγελματική ζωή. Αν όμως δούμε από κοντά τη ζωή τους, θα διαπιστώσουμε ότι αυτή είναι επεισοδιακή, χαρακτηρίζεται από ασυνέχεια, ασυνέπεια, εντάσεις και ρήξεις στις σχέσεις τους, με συχνές αλλαγές δουλειάς και φίλων και αδυναμία διατήρησης μακροχρόνιων σχέσεων, αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές και πρόκληση δυσφορίας και δυστυχίας στον περίγυρο, ενώ αυτοί συμπεριφέρονται σαν και η κατάσταση που δημιουργούν να μην τους αφορά. Είναι χαρακτηριστικά αναξιόπιστοι, παρορμητικοί και, επομένως, απρόβλεπτοι.

Αυτά τα άτομα θα έρθουν να σας παραπονεθούν για τη συμπεριφορά των άλλων και σπάνια θα αναγνωρίσουν δικές τους ευθύνες. Ζουν σε μια κατάσταση χαρακτηριστικής ανευθυνότητας, φορτώνοντας όλη την ευθύνη της ύπαρξης τους στους άλλους, από τους οποίους αναμένουν να λύνουν όλα τα προβλήματά τους. Είναι απαιτητικοί, ανυπόμονοι,  ανικανοποίητοι και καταρρέουν με την πρώτη πίεση και δυσκολία. Ένα παράδειγμα είναι οι γνωστοί «κακομαθημένοι» κάθε οικογένειας, ένας συνήθης τρόπος, με τον οποίο αρχίζει τη διαδρομή της μια διαταραχή προσωπικότητας, που είναι κατά κανόνα χρόνια.

Αυτά τα άτομα παρουσιάζουν μια εντυπωσιακή αδυναμία να μάθουν από τα λάθη και παθήματα τους και εκδηλώνουν επανειλημμένα τις ίδιες συμπεριφορές και αντιδράσεις, που είναι συνήθως αυτοκαταστροφικές. 

Εκείνο, που μπορεί να σας κάμει εντύπωση με αυτά τα άτομα, είναι ότι η οικογένεια συχνά δεν αναγνωρίζει τον παθολογικό χαρακτήρα της συμπεριφοράς τους, όπως με τις άλλες ψυχικές διαταραχές, και παρασύρεται να δικαιολογεί τη συμπεριφορά τους και να τους βρίσκει άλλοθι, βουλιάζοντας η ίδια στην παθολογία. Αυτό κάνει τις διαταραχές προσωπικότητας οικογενειακή παθολογία, όπου βλέπουμε ολόκληρες οικογένειες να ζουν στον ρυθμό των αναγκών και απαιτήσεων αυτών ατόμων ή να διχάζονται σε «καλούς» και «κακούς», ανάλογα με την ανοχή που δείχνουν.

Όταν έρθουν σε σας, είναι πολύ πιθανό να σας κάμουν να νιώσετε ότι είστε σε αδιέξοδο και αδυναμία να βοηθήσετε ή να σας βάλουν στο δίλημμα να γίνετε κι εσείς «καλοί» ή «κακοί». Θα σας κάμουν να νιώσετε έντονα, να θελήσετε να γίνετε οι σωτήρες τους, να τους προστατέψετε από τους «κακούς», από τους οποίους σας έπεισαν ότι κινδυνεύουν ή βασανίζονται ή, αντίθετα, θα σας δημιουργήσουν τύψεις ότι δεν ενδιαφερθήκατε αρκετά και ίσως τους βλάψατε.

Προσοχή, λοιπόν! Έντονα συναισθήματα σημαίνουν μάλλον ότι έχετε να κάμετε με παθολογική προσωπικότητα, οπότε πρέπει να επιδιώξετε να δείτε και την οικογένεια, τους γονείς, αν πρόκειται για νεαρά άτομα, και να συστήσετε όλοι τους να δουν ειδικούς, ψυχολόγους και ψυχίατρους. Και να επιμείνετε να μάθουν να αναλαμβάνουν τις προσωπικές τους ευθύνες, έστω κι αν αυτό σας κάνει να φαίνεστε «κακοί»!

Η συνεργασία ιερέων και ιατρών

Όπως είπαμε στην περιγραφή της φαινομενολογίας, οι ψυχικά νοσούντες πάσχουν από ακοινωνησία και απουσία αλληλοπεριχώρησης. Αυτό σημαίνει, ότι εκείνοι που θα προσπαθήσουν να τους βοηθήσουν πρέπει απαραίτητα να βρίσκονται σε κοινωνία και αλληλοπεριχώρηση. Θα πρέπει, δηλαδή, να καταλαβαίνουν ο ένας τη γλώσσα του άλλου και να αναγνωρίζουν και αποδέχονται τη θέση και το λειτούργημα ο ένας του άλλου. Θα είναι πολύ καλό να γνωρίζονται και να μπορούν να επικοινωνούν, για να ανταλλάζουν απόψεις και εκτιμήσεις. Θα πρέπει ακόμα να γνωρίζουν τα όρια των δυνατοτήτων τους, και τι έχουν να προσφέρουν, ώστε να μπορούν να εκτιμήσουν πόσο μπορούν να βοηθήσουν και πόσο θα χρειαστεί η συνδρομή του άλλου. Γι’ αυτό και πρέπει οι Πνευματικοί να είναι ενήμεροι για την πραγματικότητα της ψυχικής διαταραχής και οι ψυχίατροι να καταλαβαίνουν, ακόμα κι αν δεν πιστεύουν, τη σημασία που έχει για κάποιον να έχει Πνευματικό, γιατί οφείλουν να γνωρίζουν την αξία ενός στηρικτικού πλαισίου σχέσεων, που μπορεί να προσφέρει περίεξη και συγκράτηση.

Παραδοσιακά, υπήρχε μια καχυποψία και ανομολόγητη αντιπαλότητα μεταξύ Πνευματικών και ψυχιάτρων. Οι Πνευματικοί, κάποτε όχι άδικα, επέκριναν τους ψυχίατρους, ότι μετατρέπουν αδιάκριτα τους ανθρώπους σε χρόνια ψυχιατρικά περιστατικά και είναι επιθετικοί με τα φάρμακά τους, με τα οποία αλλοιώνουν τη συνειδησιακή κατάσταση κάποιου. Ότι επιβάλλουν και διαδίδουν την ψυχική νόσο, αντί να τη θεραπεύουν. Και οι ψυχίατροι είχαν να πουν, ότι οι ιερείς είναι σκοταδιστές και παρεμποδίζουν το έργο της επιστήμης με την άγνοιά τους. Και οι δυο οχυρώνονταν πίσω από τις απόψεις και τις πεποιθήσεις του λειτουργήματός τους και ήταν εύκολο  να παρασυρθούν -να παρασύρουν ο ένας τον άλλον- σε μια πολεμική, την οποία, βεβαίως, στο τέλος, να πληρώνει ο άμεσα ενδιαφερόμενος, ο εξομολογούμενος ή ο θρησκευόμενος ασθενής. Να οδηγείται σε σύγχυση και να στερείται την ευκαιρία μιας πιο ολοκληρωμένης βοήθειας, που θα λαμβάνει υπόψιν όλες του τις ανάγκες και θα αξιοποιεί καλύτερα και συνολικά τις δυνάμεις του.

Είναι τα δυο αυτά συστήματα αναφοράς ασυμβίβαστα; Πιστεύουμε και προσευχόμαστε «ὑπὲρ τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως». Όλα τα συστήματα, που παράγουν πραγματική γνώση και είναι ειλικρινή, ανιδιοτελή και φιλάνθρωπα, θα συγκλίνουν νομοτελειακά και θα λένε τα ίδια πράγματα, έστω με διαφορετικές λέξεις. Οι γνήσιες κατακτήσεις μιας προσωποκεντρικής Επιστήμης θα προσεγγίζουν αυτό, που η Εκκλησία πιστεύει ότι είναι καλό για τον άνθρωπο. Και καλό για τον άνθρωπο είναι να βρίσκεται μέσα σε ένα πλαίσιο, το οποίο να είναι υποστηρικτικό και να παρέχει νόημα και προοπτική στη ζωή του.

Τις τελευταίες δεκαετίες αναπτύσσεται ένας κλάδος της Ψυχιατρικής, που λέγεται Διασυνδετική Ψυχιατρική. Είναι αποτέλεσμα της αναγνώρισης της ανάγκης να πάψει η Ψυχιατρική να ασχολείται μόνο με τις βαριές περιπτώσεις των ψυχιατρείων και να βγει στον πραγματικό κόσμο της υπόλοιπης Ιατρικής, του φυσιολογικού καθημερινού ανθρώπου και των αναγκών του. Είναι η αναγνώριση της σημασίας των σχέσεων και δεσμών μεταξύ των ανθρώπων, ως απαραίτητου υποστηρικτικού και σταθεροποιητικού παράγοντα. Ότι οι άνθρωποι έχουν ζωτική ανάγκη να μπορούν να συνδέονται με άλλους και αυτό έχει δραστική θεραπευτική επίδραση στις ψυχικές διαταραχές, που χαρακτηρίζονται από μοναξιά και ακοινωνησία.

Αυτό υποδεικνύει σε αυτούς, που φροντίζουν ανθρώπους, ότι πρέπει να συνεργάζονται αρμονικά μεταξύ τους, για να δημιουργήσουν ακριβώς το υποστηρικτικό πλαίσιο που όλοι χρειάζονται, ακόμα και αυτοί που φροντίζουν.    Οι φροντιστές δεν είναι ανεξάρτητοι, ούτε ανεπηρέαστοι από τη φροντίδα που παρέχουν, γιατί αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος της σχέσης φροντίδας και αυτό τους καθιστά υπεύθυνους για την έκβαση αυτής της σχέσης. Είναι γι’ αυτό, που χρειάζονται και κάποιον συνυπεύθυνο φροντιστή, που θα τους στηρίξει και συμπληρώσει στην άσκηση της φροντίδας τους.

Είναι εξαιρετικά βοηθητικό και παρήγορο για ένα ψυχίατρο να ξέρει, ότι δεν είναι μόνος με την ψυχική διαταραχή, ότι ο ασθενής του έχει και Πνευματικό καθοδηγητή, και πιστεύω πως είναι παρόμοια χρήσιμο και για έναν Πνευματικό, να ξέρει ότι μπορεί να μοιραστεί τη φροντίδα ενός ψυχασθενή εξομολογούμενου με έναν αξιόπιστο ψυχίατρο, που σέβεται και στηρίζει την ποιμαντική σχέση. Δημιουργείται, έτσι, μια μικρή «πολυθεματική» ομάδα, που μπορεί να χειριστεί πολύ πιο αποτελεσματικά ένα διαταραγμένο άνθρωπο και να μετριάσει το άγχος αυτών που τον φροντίζουν, όταν θα ξέρουν ότι δεν είναι μόνοι μαζί του. Η σημασία μιας τέτοιας αμοιβαίας στήριξης είναι πιο εμφανής, όταν χρειάζεται να γίνουν και παρεμβάσεις προς την οικογένεια, η οποία, κατά κανόνα, χρειάζεται διαφώτιση, καθοδήγηση και στήριξη.

Από την εμπειρία μου ως ψυχιάτρου και ως ψυχοθεραπευτή -όπου ψυχοθεραπεία είναι η κατ’ εξοχήν επιστημονική καλλιέργεια υποστηρικτικής σχέσης- αντλώ την πεποίθηση, ότι μια από τις καλύτερες υπηρεσίες που Πνευματικοί και ψυχίατροι μπορούν να παρέχουν στους ανθρώπους που φροντίζουν, είναι οι Πνευματικοί να ενθαρρύνουν τη σύνδεση των πιθανών ψυχασθενών που εξομολογούν με ψυχίατρο, και στη συνέχεια να στηρίζουν αυτή τη σύνδεση, και οι ψυχίατροι να παραπέμπουν στους Πνευματικούς επιλεγμένους  ασθενείς τους, σεβόμενοι και  στηρίζοντας τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, ακόμα κι αν οι ίδιοι δεν πιστεύουν. Γιατί είναι εξαιρετικά σημαντικό, να αξιοποιούνται και να ενισχύονται όλα τα κοινωνικά στηρίγματα. Έτσι, στηρίζοντας ο ένας τη σύνδεση με τον άλλο, διαμορφώνεται ένα πλέγμα σχέσεων, μέσα στο οποίο η ψυχική διαταραχή μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά και να στηριχτεί και αυτός που φροντίζει. Κατευνάζεται η αγωνία της μοναχικότητας και εγκατάλειψης, που βασανίζει αυτούς τους ανθρώπους, αλλά και η δική μας αντίστοιχη αγωνία, σαν συνάνθρωποι που είμαστε και  έχουμε να παλέψουμε κι εμείς και με τις δικές μας προσωπικές ανασφάλειες.

Η σχέση φροντίδας είναι πάντα ένας Σταυρός και μια δοκιμασία, που μας φέρνει αντιμέτωπους με όλες μας τις αδυναμίες. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε ο ένας τον άλλο, για να ελαφρύνουμε αυτό το φορτίο και να βοηθήσουμε καλύτερα.

Συζήτηση

Σχόλιο Μητροπολίτη Μόρφου κ. Νεοφύτου

Βρίσκω πολύ σημαντικό αυτό, που ειπώθηκε για τη σύγκλιση της αληθινής γνώσης. Είχα την τιμή να το ακούσω από ένα σύγχρονο άγιο, τον όσιο Πορφύριο, που εκοιμήθη πριν λίγα χρόνια (1991) και του οποίου η αγιότητα διακηρύχθηκε επίσημα από το Οικουμενικό Πατριαρχείο προ ολίγων μηνών. Συγκεκριμένα,  έλεγε ο όσιος (κι αυτό ήταν περί το 1985), ότι όλοι οι επιστήμονες, όλων των ειδικοτήτων, έχουν προσεγγίσει την αληθινή γνώση μόνο στο τέσσερα τοις εκατόν. Και προείπε, ότι σε λίγα χρόνια το ποσοστό θα αυξηθεί, και οι επιστήμονες θα αρχίσουν να ανακαλύπτουν τις αλήθειες της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Κι όταν το ποσοστό προσέγγισης της αληθινής γνώσης αυξηθεί ακόμα περισσότερο, θα εκπλαγείτε, έλεγε, να δείτε τη σύγκλιση των επιστημών και της Ορθοδοξίας, κάτι που θα γίνει πολύ σύντομα, γιατί η Επιστήμη αναπτύσσεται με πολύ γρήγορους ρυθμούς.  Και όταν η γνώση του σύμπαντος κόσμου αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό, ο κόσμος θα θέλει να επιστρέψει στην Ορθοδοξία, έχοντας συνειδητοποιήσει, ότι η σύγκλιση με την Επιστήμη είναι το αποτέλεσμα της γνωστικής προόδου. Η ίδια η Ορθοδοξία, ως προοπτική, θα είναι αποτέλεσμα της προόδου της γνώσης.

Ερωτήσεις από το ακροατήριο

Ερ. Υπάρχουν κοπέλες, που, μόλις γεννήσουν, παρουσιάζουν μια διαταραχή. Είναι ψυχική διαταραχή και πώς αντιμετωπίζεται;

Απ. Ναι, είναι ψυχική διαταραχή, και στη συνηθέστερή της μορφή είναι μια κατάθλιψη, που λέγεται επιλόχειος κατάθλιψη. Είναι συνέπεια των πολύ μεγάλων και απότομων αλλαγών, σωματικών και ορμονικών, που υφίσταται η γυναίκα. Είναι και συναισθηματικό θέμα, λόγω του φυσικού αποχωρισμού από το μωρό, που είχε μέσα της εννέα μήνες. Πιο πιθανό είναι να εμφανίσουν επιλόχεια κατάθλιψη κοπέλες, που είχαν ξανακάμει ή που έχουν προδιάθεση προς την κατάθλιψη. Χαρακτηριστικά παρουσιάζουν μια αποστροφή προς το νεογέννητο, το οποίο απορρίπτουν και δεν θέλουν ή δεν μπορούν να ασχοληθούν μαζί του. Μπορεί να είναι αρκετά σοβαρή κατάσταση και να χρειάζεται θεραπεία, ενώ υπάρχουν και ήπιες μορφές, που υποχωρούν αυθόρμητα.

Ερ. Θα λέγατε, ότι αυτή η κοπέλα πρέπει να θηλάσει;

Απ. Ναι, αν δεν θα πάρει φάρμακα. Σε περιπτώσεις που χρειάζεται φαρμακευτική θεραπεία, δεν ενθαρρύνουμε τον θηλασμό, γιατί τα φάρμακα βγαίνουν στο μητρικό γάλα και δεν είναι επιθυμητό να τα παίρνει και το βρέφος με αυτό τον τρόπο. Εκτός πια κι αν κρίνουμε, για λόγους που έχουν να κάμουν με την ψυχική οικονομία της μητέρας, ότι είναι σημαντικό για την ίδια να θηλάσει, τουλάχιστον για κάποιο διάστημα. Πάντοτε «σχοινοβατούμε», ζυγίζοντας τα υπέρ και τα κατά για κάθε συγκεκριμένο άνθρωπο.

Ερ. Μπορεί να πάθει κατάθλιψη μια μητέρα, αν δεν μπορεί να θηλάσει μετά τη γέννηση;

Απ. Δεν το αποκλείω, αν και θα είναι σπάνιο. Εκτός αν μια γυναίκα έχει την προδιάθεση προς την κατάθλιψη και εκλάβει την αδυναμία της να θηλάσει ως ανεπάρκεια και αναξιότητα. Ιδίως, μάλιστα, αν δέχεται και πιέσεις και κριτική από το περιβάλλον της γι’ αυτό το θέμα, ειδικά από άλλες γυναίκες που θήλασαν.

Ερ. Ίσως η ασθένεια οφείλεται, στο ότι κάποιος βρίσκεται εκτός της θείας Χάριτος.

Απ. Η ψυχική διαταραχή δεν φαίνεται να κάνει διακρίσεις, όπως και όλες οι ασθένειες. Μπορούν να ασθενήσουν ακόμα και άγιοι, ιδίως τώρα, που με την αύξηση του μέσου όρου ζωής αυξάνονται πολύ οι περιπτώσεις άνοιας που οφείλεται σε καταστροφή του εγκεφαλικού ιστού. Αν δεχτούμε την άποψη που αναφέρατε, θα οδηγηθούμε στο αυθαίρετο και λανθασμένο συμπέρασμα, ότι οι άνθρωποι που παραμένουν υγιείς είναι γιατί είναι δίκαιοι και ζουν μέσα στη Χάρι. Και τότε «ἔσται ἡ ἐσχάτη πλάνη χείρων τῆς πρώτης»! Ξέρουμε πολύ καλά, ότι δεν είναι έτσι τα πράγματα. Γνωρίζουμε αγίους, που έπασχαν από σοβαρότατες ασθένειες, ενώ άνθρωποι χωρίς πίστη ή εγκληματίες συχνά χαίρουν άκρας υγείας. Άλλωστε, για να είναι κάποιος κακοποιός, συνήθως πρέπει να είναι και υγιής!

Μητροπολίτης. Κάνατε μια πολύ σημαντική διάκριση, τι είναι Ψυχή και τι είναι ψυχική νόσος, γιατί χωρίς αυτή την διάκριση δεν μπορούμε να καταλάβουμε τι είναι Ψυχιατρική. Όπως υπάρχουν σταυρωμένοι άνθρωποι, λόγω AIDS, καρκίνου, έτσι υπάρχουν και σταυρωμένοι άνθρωποι, λόγω νόσου στην ψυχική τους διάσταση. Και οι μεν και οι δε, λόγω αυτού του σταυρού, έχουν μεγαλύτερη δυνατότητα να λάβουν τη Χάρι από τους φαινομενικά υγιείς. Και όταν λέμε Χάρις, εννοούμε την ενεργειακή παρουσία του Χριστού στον άνθρωπο, την οποία αισθάνεται κάποιος μέσα του, και ένας σωματικά ασθενής και ένας ψυχικά ασθενής. Αν πούμε ότι η νόσος είναι απουσία εφαρμογής του λόγου του Θεού, είμαστε λανθασμένοι, γιατί ξέρουμε ότι όλοι είμαστε ελλιπείς και αμαρτωλοί. «Οὐδεὶς εὑρεθήσεται καθαρὸς ἀπό ρύπου», ὅπως λέει μια ευχή στο άγιον Ευχέλαιον. Αν πούμε, ότι η ψυχική νόσος οφείλεται στην έλλειψη Χάριτος, τότε οι ψυχικά πάσχοντες είναι υποψήφιοι για την Κόλαση, όπου Κόλαση είναι η αδυναμία του ανθρώπου να δεχτεί τη Χάρι.

Απ. Ενώ ξέρουμε, ότι πολλοί εγκληματίες και, εν πάση περιπτώσει, άνθρωποι που δεν έχουν καμιά σχέση με τη Χάρι, είναι υγιέστατοι.

Μητροπολίτης. Υπενθυμίζω πως διευκρινίστηκε, ότι οι ψυχικές νόσοι είναι οι διαταραχές των ανώτερων λειτουργιών του εγκεφάλου. Του λόγου, της σκέψης, του συναισθήματος, της συμπεριφοράς. Κι όταν λέμε Ψυχή, κατά την Ορθόδοξη Ανθρωπολογία δεν εννοούμε τον εγκέφαλο.

Απ. Διότι υπάρχουν και οι κατώτερες λειτουργίες, όπως η αισθητικότητα, η κινητικότητα, τα αντανακλαστικά, οι πέντε αισθήσεις κλπ.

Μητροπολίτης. Στην Ορθόδοξη Ανθρωπολογία οι ανώτερες λειτουργίες του εγκεφάλου ονομάζονται εγκεφαλική μνήμη. Κατά τον όσιο Πορφύριο τον Καυσοκαλυβίτη, υπάρχει και η κυτταρική μνήμη στον άνθρωπο, που είναι τα καλά και κακά των προγόνων μας, που γενετικά κληρονομούμε. Και, κατά τους αγίους Πατέρες, υπάρχει και μία τρίτη μνήμη, η νοερά μνήμη της καρδίας. Σ᾽ αυτή γίνεται όλη η εργασία της νήψης («καρδία νήφουσα»), εκεί φωτίζεται ο νους, η προσοχή του νου δηλαδή, και όταν ενωθούν αυτές οι τρείς μνήμες (εγκεφαλική, κυτταρική και νοερά) εν Χριστώ Ιησού, τότε προκύπτει η αγιότητα, ως ένωση Δημιουργού και δημιουργήματος, κτιστού και ακτίστου. Αυτό, που ονομάζει η Ψυχιατρική ιατρεία της ψυχής, για την Ορθόδοξη Ανθρωπολογία είναι η θεραπεία της εγκεφαλικής μνήμης, αγνοώντας τις άλλες δύο μνήμες, που στα τελευταία χρόνια άρχισε να τις υποψιάζεται.

Απ. Με αφορμή αυτό, που ειπώθηκε για τη σχέση με τη θεία Χάρι, μπορούμε να πούμε ότι κάποιος που πιστεύει πραγματικά, μπορεί να έχει καλύτερη πρόγνωση στην ασθένειά του. Αν ένας καταθλιπτικός προσεύχεται, συμμετέχει στην εκκλησιαστική ζωή, έχει τον Πνευματικό του, μπορεί να αντεπεξέλθει καλύτερα με τη διαταραχή του από κάποιον που δεν πιστεύει και πιθανόν να μην επενδύει ούτε σε άλλα αξιόπιστα κοινωνικά στηρίγματα. Πιο συγκεκριμένα, θα έλεγα ότι η πραγματική Πίστη προφυλάσσει δραστικά από την αυτοκτονία στις καταθλίψεις, αν και αυτό είναι αμφίβολο αν μπορεί να ισχύσει στις ψυχώσεις που είναι πιο σοβαρές, γιατί εκεί χάνονται όλα.

Ερ. Μπορεί να θεραπευτεί κάποιος με τα Μυστήρια της Εκκλησίας;

Απ. Δεν μπορώ να το αποκλείσω, γιατί ξέρουμε ότι υπάρχουν και περιπτώσεις ιάσεων, που είναι ανεξήγητες ιατρικά. Οπωσδήποτε, όμως, τα Μυστήρια δεν πρέπει να θεωρηθούν ως υποκατάστατο μιας θεραπείας. Σκεφτείτε, ότι στις πιο σοβαρές διαταραχές, τις ψυχώσεις, έχουμε μια συνολική αποδιοργάνωση του ψυχικού κόσμου και τότε όλα χάνονται, ακόμα και η Πίστη. Οπότε, θα έλεγα, η θεραπεία με φάρμακα, όπου χρειάζεται, αποκαθιστά την Πίστη και την επαφή με τα Θεία, γιατί επιδιορθώνει την ακοινωνησία που χαρακτηρίζει τις ψυχικές διαταραχές.

Ερ. Πού τελειώνει η φαρμακοθεραπεία και αρχίζει η ψυχοθεραπεία;

Απ. Το κριτήριο για τα φάρμακα είναι η διαταραχή της επαφής με την πραγματικότητα, οι σοβαρές διαταραχές συμπεριφοράς, η επικινδυνότητα προς εαυτόν και προς άλλους και μια κατάθλιψη ή υπερβολικό άγχος, που προκαλούν σοβαρή προσωπική δυσλειτουργία. Η ψυχοθεραπεία ενδείκνυται σε πιο ήπιες καταστάσεις, όπου υπάρχει επαρκής αντίληψη της πραγματικότητας και επιθυμία για αυτογνωσία και προσωπική αλλαγή. Στο όριο μεταξύ τους υπάρχει αλληλοεπικάλυψη, δηλαδή καταστάσεις, που χρειάζονται και τις δυο θεραπευτικές προσεγγίσεις, όπως οι διαταραχές προσωπικότητας, οι αγχώδεις διαταραχές και οι αντιδραστικές καταθλίψεις, που οφείλονται στα περιστατικά της ζωής. Με δυο λόγια, τα φάρμακα χρειάζονται εκεί που υπάρχουν σοβαρά συμπτώματα, που δεν μπορούν να ελεγχθούν με προσωπική προσπάθεια. Και, όπως τα φάρμακα είπαμε ότι αποκαθιστούν την Πίστη και την κοινωνία, με ανάλογο τρόπο διευκολύνουν και την ψυχοθεραπεία, που είναι κι αυτή μια μορφή κοινωνίας. Δυστυχώς υπάρχουν ακόμα ψυχίατροι, που δεν πιστεύουν στην ψυχοθεραπεία και πιστεύουν ότι όλα μπορούν να αντιμετωπιστούν με φάρμακα. Αυτό είναι ένα γενικότερο πρόβλημα για όλη την Ιατρική, η οποία, παρασυρόμενη από ιδέες παντοδυναμίας που της δημιουργούν η εξέλιξη και ανάπτυξή της, τείνει να βλέπει τον ασθενή, όχι σαν πρόσωπο, αλλά σαν σύνολο συμπτωμάτων, τα οποία πολεμά, αγνοώντας το πρόσωπο και τις ιδιαιτερότητές του. Τι θα γίνει, όμως, με αυτό τον άνθρωπο, με τα συναισθήματα, τις επιθυμίες, τους φόβους του; Ποιος θα ασχοληθεί με αυτά; Κι αυτά πρέπει να αλλάξουν, για να γίνουν πιο λειτουργικά και να πάψουν να είναι πηγή δυστυχίας.

Μητροπολίτης. Στην Εκκλησιαστική γλώσσα, αυτά που περιγράφετε είναι μια διαδικασία μετάνοιας. Με πρώτη την επίγνωση και μετά την συντριβή. Και τα φάρμακα θα βοηθήσουν, ώστε ο άνθρωπος να έλθει στην επίγνωση.

Απ. Και να γίνει προσιτός στον λόγο, ο οποίος σε πολλές περιπτώσεις ελλείπει ή είναι βαρύτατα διαταραγμένος.

Ερ. Οι διαταραχές προσωπικότητας είναι πιο συχνές σε μικρές κοινωνίες;

Απ. Όχι, υπάρχουν και σε μεγάλες κοινωνίες. Δεν έχουν σχέση με το μέγεθος μιας κοινωνίας, αλλά με τη δομή και λειτουργικότητα της οικογένειας. Είναι διαταραχές στη δόμηση της προσωπικότητας, με ελλείμματα και πλευρές που δεν ωρίμασαν, που οφείλονται κυρίως στις πρώιμες εμπειρίες -που συχνά περιλαμβάνουν κακοποιήσεις- και στο ότι ένα άτομο μεγαλώνει σε περιβάλλον δυσλειτουργικό, νοσηρό, ασταθές και ανασφαλές. Είναι συχνές σε πολυμελείς-πολύτεκνες οικογένειες, όπου ευνοείται η παραμέληση και όπου οι μεγάλες διαφορές ηλικιών μεταξύ των παιδιών ευνοούν τις κακοποιήσεις. Ένας πολύ σημαντικός νοσογόνος παράγοντας είναι η μοναχικότητα. Ο άνθρωπος πάσχει από μοναξιά. Και σε δυσλειτουργικές οικογένειες, που δεν παρέχουν επαρκή συναισθηματική κάλυψη στα παιδιά τους, πολλά παιδιά μεγαλώνουν μόνα τους. Αναπτύσσουν έτσι σοβαρές ανασφάλειες και γίνονται εξαρτητικά ή αντικοινωνικά, με αποτέλεσμα να έχουν σοβαρές δυσκολίες σύναψης ισορροπημένων σχέσεων.

Μητροπολίτης. Με αφορμή αυτά που ακούσαμε για τις διαταραχές προσωπικότητας και ότι είναι οι ασθένειες του μέλλοντος, γιατί αυξάνονται ραγδαία, σκέφτομαι τα χωριά μας. Τα διαζύγια, τα ναρκωτικά, τις διαλυμένες οικογένειες, την παραβατικότητα… Και δεν μιλώ για τις «αμαρτωλές» μεγαλουπόλεις, μιλώ για τα «ευλογημένα» χωριά μας, ενόψει όλων αυτών των προβλημάτων, που αυξάνονται. Αυτοί που μας περιγράφετε, οι νέοι των χωριών μας, οι ναρκομανείς, οι μοναξιασμένοι άνθρωποι του διαδικτύου, όλοι αυτοί οι «άσχετοι», άσχετοι με τη φύση, άσχετοι με τον Θεό, άσχετοι με τον πατέρα και τη μάνα, που κυριολεκτικά δεν έχουν σχέση, θα είναι οι μελλοντικοί οικογενειάρχες. Θα αντέξουμε; Και τα αίτια αυτών των διαταραχών είναι εκεί και αυξάνονται.

Απ. Είναι και κάτι άλλο, που όλοι θα ξέρετε. Η αλματώδης ανάπτυξη της τεχνολογίας με το ίντερνετ, την εικονική πραγματικότητα, τα κινητά τηλέφωνα, τα λεγόμενα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (facebook), εντέλει προάγει τη μοναξιά. Τα κινητά τηλέφωνα, ενώ μπορούν να σώσουν ζωές, μπορούν και να χωρίσουν ανδρόγυνα, ανάλογα με τη χρήση που τους γίνεται. Είναι γνώριμο το θέαμα νεαρών που, ενώ κάθονται μαζί, είναι απορροφημένοι με τα κινητά τους και δεν μιλούν μεταξύ τους. Οι νέοι -και όχι μόνο-, που περνούν όλη τη μέρα στο facebook, νομίζοντας ότι επικοινωνούν, ή απομονώνονται παίζοντας βίαια παιγνίδια, είναι τελικά πολύ μοναξιασμένοι. Όλα αυτά αποτελούν επιπλέον πηγές ασθενειών και προαγωγή ακοινωνησίας. Έτσι κατασκευάζονται οι αντικοινωνικές προσωπικότητες, πρόσωπα που κρύβονται πίσω από οθόνες και εθίζονται στην ανωνυμία. Για να μην αναφέρουμε και την προσβολή και μεγάλη υποβάθμιση της γλώσσας και του λόγου, που παρατηρούμε στους τρόπους αυτούς επικοινωνίας. Η αντικατάσταση των βιβλίων από την εικονική πραγματικότητα και μια αφύσικη και φτωχή εκδοχή του γραπτού λόγου είναι επίσης παθογόνα.

Μητροπολίτης. Δεν μας απαντάτε, μάλλον επιβεβαιώνετε την αγωνία μας… Το ερώτημα είναι, πώς ο σύγχρονος ιερέας, μέσα σε όλη αυτή τη ζοφερή κατάσταση, θα αντέξει, για να μπορέσει να πει, έστω με κάποια συστολή, το «δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι…» .

Απ. Δύσκολη ερώτηση, γιατί δεν είμαι Πνευματικός ! Όμως, φαντάζομαι ότι τα λειτουργήματά μας έχουν κοινά σημεία, γιατί η ποιμαντική σχέση έχει μιαν έντονη ψυχοθεραπευτική πλευρά, στον βαθμό που προάγει την ενδοσκόπηση και υπευθυνοποίηση και, επομένως, την αλλαγή-μετάνοια. Πιστεύω, ότι χρειάζεται μια συνολική αντιμετώπιση κάθε περίπτωσης όπου επικρατούν στοιχεία ανευθυνότητας και αυτοκαταστροφής. Να κινητοποιηθούν όλα τα πιθανά στηρίγματα κάποιου. Να ευαισθητοποιηθεί η οικογένεια, να τεθεί προ των ευθυνών της, να μη μείνει μόνος ο Πνευματικός με το προβληματικό άτομο. Να παραπέμψει, εν ανάγκη, και σε άλλον Πνευματικό άτομα του ιδίου περιβάλλοντος, που επίσης χρειάζονται βοήθεια. Ο στόχος είναι πάντοτε να καταπολεμηθεί η ανευθυνότητα και η ακοινωνησία, να αποκατασταθούν οι δεσμοί και να ενθαρρυνθεί η επικοινωνία. Μια καλή σχέση με τον Πνευματικό, όπως και με τον ψυχοθεραπευτή, μπορεί να αποτελέσει το πρότυπο, από το οποίο θα ωφεληθούν και οι άλλες σχέσεις.

Μητροπολίτης. Μιλήσατε για καθαρότητα καρδίας, ως προϋπόθεση για την πραγματική αγάπη. Θα αναφερθώ σε ένα πρόβλημα, που κάποτε έχουμε με τους συναδέλφους σας τους ψυχιάτρους. Εμείς ασχολούμαστε πολύ με την καθαρή καρδία -«καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοὶ ὁ Θεός»-, και καρδίαν εννοούμε επιθυμίες. Όταν οι επιθυμίες γίνουν ανεξέλεγκτες, επειδή δεν υπάρχει γρήγορος νους και νήφουσα καρδία, οι επιθυμίες γίνονται λογισμοί και οι λογισμοί πράξεις. Και, ως Πνευματικοί, προσπαθούμε να βάλουμε τον άνθρωπο στη διαδικασία ελέγχου των λογισμών και επιθυμιών που σπρώχνουν προς τα πάθη -γιατί πάθη είναι η επανάληψη των επιθυμιών-, ενισχύοντας τον γρήγορο νου και την νήφουσαν καρδίαν. Δυστυχώς, ορισμένοι ψυχίατροι, άθεοι συνήθως, ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να ικανοποιούν τις επιθυμίες τους, γιατί έτσι θα γίνουν καλά, τους λένε. «Μην ακούτε τους παπάδες, θα σας κάμουν ανέραστους ανθρώπους, γλεντήστε τις επιθυμίες σας!». Και γίνονται μετά οι άνθρωποι ερείπια…

Απ. Και βεβαίως συγχύζονται με τις συγκρουόμενες παραινέσεις. Και είναι αυτό η πηγή της καχυποψίας μεταξύ Πνευματικών και ψυχιάτρων, όταν οι γνώσεις τους αλλά και η κατανόηση των αναγκών ενός ανθρώπου δεν συναντώνται. Ο Πνευματικός δεν πρέπει να διστάσει να παραπέμψει στον ψυχίατρο, όταν κρίνει ότι χρειάζεται. Όμως καλό θα είναι να ξέρει πού παραπέμπει, να είναι ένας ψυχίατρος, ο οποίος, αν μη τι άλλο, θα σεβαστεί τις θρησκευτικές πεποιθήσεις κάποιου. Ένα από τα μεγαλύτερα λάθη, που μπορεί να κάνει ένας θεραπευτής ψυχικής υγείας, είναι να επιτεθεί κατά των θρησκευτικών πεποιθήσεων ενός ψυχικά πάσχοντος. Αυτές οι πεποιθήσεις είναι συχνά το μεγαλύτερο στήριγμα μέσα στην απομόνωση και την οδύνη της ψυχικής διαταραχής και η προσβολή τους είναι σοβαρό θεραπευτικό σφάλμα. Με τι θα αντικαταστήσει ο θεραπευτής ένα τέτοιο στήριγμα; Έχει κάποιο άλλο καλύτερο και πιο αξιόπιστο να εισηγηθεί; Είναι γι’ αυτό που λέω, ότι και οι θεραπευτές πρέπει να έχουν ταπείνωση στην άσκηση του λειτουργήματος. Ποιος είμαι εγώ, που θα αμφισβητήσω το στήριγμα του άλλου; Με τι θα το αντικαταστήσω;

Μητροπολίτης. Με τι θα αντικαταστήσεις την Παναγία;

Ερ. Ποιος είναι ο ρόλος των ψυχολόγων και ποιοι ασκούν την ψυχανάλυση;

Απ. Ο ψυχολόγος μπορεί να είναι μια πολύ καλή αρχή στην αντιμετώπιση μιας ψυχικής διαταραχής. Ειδικά ένας κλινικός ψυχολόγος είναι κατάλληλος, γιατί είναι σε θέση να αναγνωρίσει μια ψυχική νόσο και να παρέχει θεραπευτικές υπηρεσίες ή να κρίνει αν χρειάζεται και συνδρομή ψυχιάτρου για φαρμακευτική αγωγή. Και βεβαίως να πείσει σχετικά τον ασθενή, γιατί πολλοί προσφεύγουν στους ψυχολόγους για τον φόβο των φαρμάκων. Την ψυχανάλυση την ασκούν κλινικοί ψυχολόγοι ή ψυχίατροι, που έχουν κάμει επιπρόσθετη ειδική εκπαίδευση σ’ αυτήν, που δεν περιλαμβάνεται στον κύριο κορμό των σπουδών τους.

Μητροπολίτης. Στη διακονία σας ως ψυχίατρος, έχετε δει περίπτωση ασθενή, που έχει επιβαρυνθεί από λάθος καθοδήγηση ιερέα;

Απ. Κάπως δύσκολη ερώτηση. Όμως έτυχε να δω ενίσχυση ενοχών σε ψυχαναγκαστικούς ή καταθλιπτικούς ασθενείς, λόγω επικρίσεων και υπερτονισμού της έννοιας της αμαρτίας. Αυτοί οι άνθρωποι ήδη, λόγω της διαταραχής τους, έχουν ενοχές, οι οποίες εύκολα επιδεινώνονται από την κριτική μιας σημαντικής μορφής εξουσίας, όπως ο Πνευματικός. Κάτι άλλο, που είδα μερικές φορές, είναι να πιεστεί μια γυναίκα να υποταχθεί σε ένα δυσλειτουργικό σύζυγο, που μπορεί να είναι ψυχασθενής και αρνείται να ζητήσει βοήθεια, όπου και οι δικοί του αρνούνται την ύπαρξη της διαταραχής. Σε τέτοιες περιπτώσεις βλέπουμε να εξωθείται προς την ψυχική νόσο, κατάθλιψη συνήθως, η υγιής σύζυγος. Ίσως πιο συχνά βλέπουμε γυναίκες να πιέζονται, με ανακίνηση ενοχών περί αμαρτίας, να παραμένουν σε δυστυχισμένους γάμους όπου φθείρονται, υπολειτουργούν και παραιτούνται από τη ζωή ή εξωθούνται σε εξωσυζυγικές σχέσεις. Και, εντέλει, να απομακρύνονται και από την «καταπιεστική» Εκκλησία.

Μητροπολίτης. Τις ενοχές εμείς οι Πνευματικοί τις θέλουμε μέχρι την Εξομολόγηση. Και καλλιεργούμε τη μετάνοια, δεν θεραπεύουμε τα πάθη, αλλά δια της Εξομολογήσεως τα προσφέρουμε στον Χριστό και, ό,τι μεταμορφώνεται, το μεταμορφώνει. Έχουμε να διαχειριστούμε και την παρούσα ζωή και την αιώνια ζωή. Αν οι ενοχές επιμένουν και μετά την Εξομολόγηση, τότε υπάρχει πρόβλημα και πρέπει να σκεφτούμε τον ψυχίατρο.

Απ. Αν έχετε κάποιον, που έρχεται επανειλημμένα για να εξομολογηθεί τα ίδια πράγματα και δεν αναπαύεται με την Εξομολόγηση, τότε να έχετε κατά νουν ότι μπορεί να είναι καταθλιπτικός ή ψυχαναγκαστικός.

Περί παθών. Επειδή αναφέρθηκε η καλλιέργεια των παθών με την ελεύθερη ικανοποίηση των επιθυμιών, χρειάζεται να γίνει μια διάκριση μεταξύ των παθών, που είναι στερεότυπα επαναλαμβανόμενες, επιτακτικές και κατά κανόνα επιζήμιες επιθυμίες, από τις ρεαλιστικές και θεμιτές, συχνά επωφελείς, επιθυμίες που πρέπει να μπορούμε να ικανοποιούμε. Η ματαίωση και αδυναμία ικανοποίησης των θεμιτών επιθυμιών είναι πηγή ασθενειών, αλλά περισσότερο ακόμα παθογόνος είναι η άμεση ικανοποίηση των παθών. Τα πάθη είναι καθηλώσεις σε πρωτόγονα στάδια της ψυχικής ανάπτυξης και είναι λάθος η ενθάρρυνση της ικανοποίησης τους. Επειδή είναι καθηλώσεις, δεν ωριμάζουν, δεν εξελίσσονται και επαναλαμβάνονται με ολοένα μεγαλύτερη ένταση, ζητώντας άμεση ικανοποίηση με προσωπική συχνά ζημιά. Στη θεραπεία, προσπαθούμε να συγκρατήσουμε και να αποτρέψουμε την άμεση ικανοποίηση τους, γιατί αυτό δεν οδηγεί πουθενά, παρά μόνο στην εξαγρίωση και εξαθλίωση του ατόμου. Παράλληλα, ενθαρρύνουμε την ικανοποίηση των θεμιτών και δημιουργικών επιθυμιών, γιατί αυτό οδηγεί σε προσωπική ανάπτυξη και καλύτερη λειτουργικότητα. Τα πάθη συχνά είναι καθηλώσεις σε ένα πρώιμο στάδιο ψυχικής ανάπτυξης, που η Ψυχανάλυση ονόμασε στοματικό, και εκφράζονται, είτε άμεσα με την γαστριμαργία, είτε πιο συγκεκαλυμμένα με την απληστία, την “καταλαλιά” (δηλ. στοματική επιθετικότητα), τη χρήση ουσιών, τον αλκοολισμό, τον τζόγο, την αχαλίνωτη σεξουαλική συμπεριφορά, την προσκόλληση στο διαδίκτυο, κλπ. Και δεν είναι τυχαίο που και η Εκκλησία καθιέρωσε την νηστεία ως μέσον περισυλλογής και χαλιναγώγησης των παθών.

Ερ. Πόσο διαρκεί μια φαρμακευτική θεραπεία και μπορεί κάποτε να σταματήσει;

Απ. Μια συχνή ερώτηση και ένα μεγάλο ζήτημα. Η θεραπεία με φάρμακα σταματά μετά από την ικανοποιητική αποθεραπεία ενός πρώτου επεισοδίου ασθένειας και διαρκεί μερικούς μήνες για την κατάθλιψη και μέχρι δυο χρόνια για πρώτο επεισόδιο ψύχωσης. Επειδή όμως οι περισσότερες ψυχικές ασθένειες είναι χρόνιες, έχουν την τάση να υποτροπιάζουν μετά την διακοπή της φαρμακοθεραπείας, οπότε αναγκαζόμαστε να επαναλάβουμε τη θεραπεία. Αυτός είναι ο λόγος, που πολλοί ασθενείς καταλήγουν να παίρνουν φάρμακα για ένα μεγάλο μέρος της ζωής τους και όχι γιατί άρχισαν κάποτε τα φάρμακα. Τα φάρμακα δεν προκαλούν εξάρτηση, αντίθετα προστατεύουν τον εγκέφαλο από την τοξική επίδραση που ασκούν πάνω στα νευρικά κύτταρα οι ψυχικές διαταραχές. Μόνο τα ηρεμιστικά φάρμακα μπορούν να προκαλέσουν εξάρτηση μετά από μακρά χρήση, αλλά ούτως ή άλλως αυτά δεν είναι θεραπευτικά και συχνά δεν είναι απαραίτητα σε χρόνιες θεραπείες. Να υπενθυμίσουμε και τις βλαπτικές επιδράσεις του χρόνιου άγχους πάνω στα αγγεία και την καρδία, με την υπέρταση και τις ταχυπαλμίες που προκαλεί, πάνω στο στομάχι και το έντερο με έλκη, γαστρίτιδα και κολίτιδες. Η δε κατάθλιψη φάνηκε ότι αυξάνει τη θνησιμότητα από καρδιακά και ενδεχομένως καρκίνο, ενώ όταν είναι χρόνια φαίνεται ότι προδιαθέτει για άνοια. Πάντοτε σταματούμε τα φάρμακα μετά την αποθεραπεία του πρώτου επεισοδίου, γιατί μερικές φορές τα επεισόδια είναι μεμονωμένα και δεν επαναλαμβάνονται. Αν υπάρξει δεύτερο επεισόδιο και αποθεραπευτεί κι αυτό καλά, πάλι σταματούμε τα φάρμακα. Αν όμως υπάρξει και τρίτο, τότε σκεφτόμαστε να διατηρήσουμε τη θεραπεία προφυλακτικά επ’ αόριστον. Εδώ κρίνουμε και από τη συχνότητα και σοβαρότητα των επεισοδίων.

Μητροπολίτης. Ποιες ψυχικές διαταραχές θα λέγατε ότι είναι τόσο καθοριστικές, ώστε ένας επίσκοπος να μην πρέπει να χειροτονήσει ιερέα κάποιον, που πάσχει από αυτές;

Απ. Θα έλεγα οι ψυχώσεις, όπως η σχιζοφρένεια, και οι βαρειές διαταραχές προσωπικότητας. Στις ψυχώσεις περιλαμβάνω και τη διπολική διαταραχή, την πρώην μανιοκατάθλιψη, όπου αντένδειξη χειροτονίας μπορεί να είναι επεισόδια μανίας και συχνά επεισόδια μελαγχολίας με αυτοκτονικές τάσεις. Εδώ το κριτήριο είναι η συχνότητα και σοβαρότητα των επεισοδίων. Οι διαταραχές προσωπικότητας αποτελούν αντένδειξη, λόγω της αδυναμίας αγάπης, της παρορμητικότητας και ασυνέπειας και της απουσίας αντοχών στις πιέσεις και αντιξοότητες.  Οι αγχώδεις διαταραχές και η απλή χωρίς επιπλοκές καταθλιπτική νόσος δεν θα έλεγα ότι συνιστούν αντενδείξεις.

Ερ. Σαν Πνευματικοί και στα πλαίσια μιας πολύ καλής συνεργασίας με τους ψυχιάτρους, μπορούμε να πούμε στον ασθενή ότι δεν είναι άρρωστος ή ότι η ασθένειά του είναι ευλογία και τον φέρνει πιο κοντά στον Θεό; Φαίνεται κάποτε σαν καταδίκη να του πούμε, ότι είναι ψυχασθενής, σαν να είναι «του ψυχιατρείου»!

Απ. Σαν γιατροί εμείς, δυστυχώς δεν μπορούμε να πούμε ότι είναι ευλογία,  και εδώ έχετε ένα σημαντικό πλεονέκτημα σε σχέση μ᾽ εμάς,  αν βέβαια και ο ασθενής είναι σε πνευματική θέση να το ακούσει. Αυτό, που προσπαθούμε να κάνουμε, όμως, είναι να βοηθήσουμε τον ασθενή να ωφεληθεί από την ασθένειά του, κάνοντας χρήσιμες παρατηρήσεις και εξάγοντας χρήσιμα συμπεράσματα. Προσπαθούμε να μετουσιώσουμε τον πόνο σε κάτι, που μπορεί να εμπλουτίσει και να δυναμώσει την ψυχή. 

Ερ. Η ασθένεια μπορεί να οδηγήσει σε τύφλωση της ψυχής -«γιατί εγώ, Θεέ μου;»-, και πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί, και να ενθαρρύνουμε τους αρρώστους.

Απ. Ασφαλώς και θα τους ενθαρρύνουμε. Πρώτα με τη σχετικοποίηση της ασθένειας, ότι είναι κάτι συχνό, συμβαίνει σε πολλούς ανθρώπους, κάτι που θεραπεύεται πολύ καλά και, μετά, με την ανάδειξη των πιθανών ωφελημάτων από αυτήν, μέσω ενίσχυσης των υγειών πλευρών που διαθέτει ακόμα και ο πιο άρρωστος άνθρωπος. Θα του υποδείξουμε, ότι η ασθένεια μπορεί και να είναι μια χρήσιμη εμπειρία, μέσω της οποίας θα γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό του και θα τον καταστήσει ικανό να βοηθήσει άλλους ανθρώπους, που θα βρεθούν σε παρόμοια κατάσταση. Το ζητούμενο δεν είναι να αρνηθούμε την ασθένεια, που θα ήταν να τη φοβηθούμε, αλλά, αναγνωρίζοντάς την, να την εντάξουμε στις εμπειρίες του ατόμου και να την αξιοποιήσουμε με τρόπο ωφέλιμο. Εσείς έχετε ακόμα ένα πλεονέκτημα σε σχέση με μας, κατά κανόνα γνωρίζετε αυτούς τους ανθρώπους πριν να ασθενήσουν. Επομένως, θα τους στηρίξετε, θυμίζοντας τους πώς ήταν πριν, ότι μπορούν να ξαναγίνουν καλά, ότι η ασθένεια δεν τους κάνει χειρότερους ανθρώπους. Και βέβαια, όχι λιγότερο υπεύθυνους. Βοηθούμε, όταν υπενθυμίζουμε, με τρόπο όχι ενοχοποιητικό, τις ευθύνες που έχουν απέναντι στην οικογένειά τους, τους βάζουμε στην ίδια θέση με όλους τους άλλους, τους ξανασυνδέουμε με το σύνολο. Μπορούμε να κάνουμε πολλά, αν δεν φοβηθούμε την ασθένεια.

Ερ. Υπάρχουν και εκείνοι, που δεν θέλουν να δουν γιατρό, αρνούνται την ιατρική βοήθεια.

Απ. Πάντοτε θα υπάρχουν και αυτοί. Δυστυχώς, θα υπάρχουν πάντα ορισμένοι, για τους οποίους δεν θα μπορούμε να κάνουμε τίποτε, εκτός, ίσως, από την υποχρεωτική νοσηλεία, αν υπάρχει εμφανής επικινδυνότητα. Αν, όμως, είναι συνεννοήσιμοι, τότε δείτε τους εσείς περισσότερο,  πείτε τους να έρχονται πιο συχνά.

Ερ. Να τους επισκεπτόμαστε στο σπίτι τους…

Απ. Αυτό θα ήταν ευχής έργον, ένα ακόμα πλεονέκτημα, που έχετε απέναντί μας, η ευχέρεια να επισκεφθείτε, που δεν έχουμε εμείς. Δείτε τους στο σπίτι τους, με την οικογένειά τους. Πλαισιώστε τους! Το χρειάζονται αυτό!

Σύντομο βιογραφικό του ομιλητή

Ο κ. Γιάννης Κιτρομηλίδης γεννήθηκε στη Λευκωσία το 1958. Οι γονείς του ήταν φιλόλογοι και εκπαιδευτικοί, ο Μίκης και η Μάγδα.

Αποφοίτησε από το Παγκύπριο Γυμνάσιο το 1976 και, μετά τη στρατιωτική θητεία, σπούδασε Ιατρική στην Αθήνα. Στη συνέχεια εργάστηκε σαν Αγροτικός γιατρός στον νομό και στο νοσοκομείο Πρεβέζης.

Από το 1986 μέχρι το 1991 ειδικεύτηκε στην Ψυχιατρική στο Μομπελιέ της Γαλλίας και από το 1992 ασκεί ιδιωτικά την Ψυχιατρική στη Λευκωσία. Παράλληλα ασκεί την Ψυχαναλυτική Ψυχοθεραπεία, στην οποία εκπαιδεύτηκε από το 1993 μέχρι το 2000 με την Ελληνική Εταιρεία Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας Παιδιού και Εφήβου, και είναι μέλος της Κυπριακής Εταιρείας Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας.

Στοιχεία επικοινωνίας: Ιατρείο: Αννης Κομνηνής 29, Λευκωσία 1061. Τηλ. 22 756029.

Η κατάθλιψη και η αντιμετώπισή της

Η κα Αγάθη Βαλανίδου

Εισήγηση στην Ζ΄ συνάντηση του Επιμορφωτικού Σεμιναρίου της Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου Β’ Ακαδημαϊκού Έτους  (2013-2014)

Ομιλητής: Δρ. Αγάθη Βαλανίδου, Ψυχίατρος

Η κα Αγάθη Βαλανίδου
Πανιερώτατε,
Σεβαστοὶ πατέρες,
Κυρίες και κύριοι,

Αρχίζοντας τη σημερινή μου εισήγηση, που είναι αφιερωμένη στην ψυχική διαταραχή της κατάθλιψης και τους τρόπους αντιμετώπισής της, θα ήθελα ευθύς εξαρχής να τονίσω ότι: Η κατάθλιψη είναι μια ασθένεια, που αντιμετωπίζεται, αλλά αντιμετωπίζεται καλύτερα, όταν αντιμετωπίζεται έγκαιρα.

Η κατάθλιψη είναι η ψυχική διαταραχή, που εμφανίζεται συχνότερα. Ένα στα δέκα άτομα θα νοσήσει από κατάθλιψη κάποια στιγμή στη διάρκεια της ζωής του. Από επιδημιολογικές έρευνες, υπολογίζεται ότι το 6% περίπου του γενικού πληθυσμού πάσχει από κατάθλιψη, δηλαδή περισσότεροι από 350 εκατομμύρια άνθρωποι σ’ όλο τον κόσμο.

Σύμφωνα με τα στοιχεία, που έχει επεξεργαστεί ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας σε συνεργασία με την Παγκόσμια Τράπεζα του ΟΗΕ, με βάση το δείκτη  βαρύτητας που μετρά τη συνολική επιβάρυνση στην προσωπική επαγγελματική και κοινωνική ζωή, πέντε από τις δέκα αρρώστιες με τον υψηλότερο δείκτη είναι ψυχικές. Η κατάθλιψη καταλαμβάνει σήμερα την τέταρτη θέση και υπολογίζεται ότι θα αναρριχηθεί στη δεύτερη θέση της κατάταξης μέχρι το 2020.            

Το ψυχικό τούτο νόσημα εμφανίζεται συχνότερα στους άγαμους, τους διαζευγμένους και τους κατοίκους αγροτικών περιοχών. Οι γυναίκες υποφέρουν από κατάθλιψη, σ’ όλες τις χώρες του κόσμου, δύο φορές συχνότερα από τους άνδρες. Έχει διαπιστωθεί, ότι στη διάρκεια της ζωής τους στο 20% των γυναικών και στο 12% των ανδρών θα εμφανιστεί καταθλιπτικό επεισόδιο, ενώ το 10% των γυναικών και μόλις το 5,8% των ανδρών θα νοσήσουν μέσα σε ένα έτος. Παρά τις βιολογικές συνιστώσες στην αιτιολογία της κατάθλιψης και τις ορμονικές διαφορές ανάμεσα στους άνδρες και τις γυναίκες, πιστεύεται ότι οι ψυχοκοινωνικοί παράγοντες και τα διαφορετικά στρεσσογόνα γεγονότα ζωής (τοκετοί, ανατροφή παιδιών), στα οποία εκτίθενται οι γυναίκες, διαμορφώνουν τα ποσοστά αυτά.

Σχεδόν οι μισές από όλες τις περιπτώσεις κατάθλιψης δεν αναγνωρίζονται και δεν υποβάλλονται σε θεραπεία, ενώ 10% περίπου των καταθλιπτικών ασθενών αυτοκτονούν. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας προβλέπει ότι μέχρι το έτος 2020 η κατάθλιψη θα είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα υγείας στον αναπτυσσόμενο κόσμο, προσβάλλοντας πιθανόν περισσότερο από το 25% του πληθυσμού και μέχρι τότε, η βαριά κατάθλιψη θα αποτελεί το δεύτερο σημαντικότερο αίτιο θανάτου και ανικανότητας, αν και η κατάθλιψη είναι θεραπεύσιμη.        

Η κατάθλιψη μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία (από 15-70 χρονών), η έναρξή της, όμως, τοποθετείται συνήθως στη μέση ηλικία.

Τα τελευταία χρόνια, έχει παρατηρηθεί ότι εμφανίζεται ολοένα και συχνότερα στην εφηβική ηλικία ή την πρώιμη ενήλικη ζωή. Τα καταθλιπτικά επεισόδια, που συναντούμε σε αυτές τις ηλικιακές ομάδες, έχουν ενοχοποιηθεί για την αυξημένη χρήση αλκοόλ ή άλλων ψυχοδραστικών ουσιών.

Η βαρύτητα της νόσου ποικίλλει. Τα επεισόδια που αναδύονται κυμαίνονται από ήπια έως σοβαρά. Μπορεί να εμφανιστεί ένα και μοναδικό επεισόδιο ή η νόσος να μεταπέσει σε χρόνια ή υποτροπιάζουσα μορφή.               

Με τα σύγχρονα θεραπευτικά μέσα, η κατάθλιψη είναι μια νόσος που μπορεί να αντιμετωπιστεί. Ωστόσο, μόνο το 10-25% των ασθενών υποβάλλονται σε θεραπευτική αγωγή. Η πολυμορφία, με την οποία εμφανίζεται, η άτυπη πολλές φορές συμπτωματολογία της, η ικανότητά της να υποδύεται και να μιμείται οποιαδήποτε νόσο, ξεγελούν πολλές φορές τους μη ειδικούς ιατρούς, με αποτέλεσμα μόνο στο 50% των ασθενών να γίνεται σωστή διάγνωση από τους γενικούς ιατρούς.

Επιπλέον, η προκατάληψη και ο στιγματισμός, που συνοδεύουν τις ψυχικές διαταραχές, αποθαρρύνουν ή αποτρέπουν τους πάσχοντες να απευθυνθούν στους ειδικούς. Γι’ αυτό τον λόγο συχνά δεν αναγνωρίζεται (διαγιγνώσκεται) και δεν αντιμετωπίζεται θεραπευτικά μια νόσος, που μπορεί να επιφέρει δυσμενείς επιπτώσεις στην προσωπική ζωή του ατόμου (κατάχρηση ή εξάρτηση από ουσίες, πρόκληση τροχαίων ατυχημάτων), όπως, επίσης, στις οικογενειακές σχέσεις και στις επαγγελματικές του δραστηριότητες.  

Προεξάρχει, βεβαίως, πέραν των οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων, ο κίνδυνος της αυτοκαταστροφής. Η κατάθλιψη είναι η νόσος που, συχνότερα από οποιαδήποτε άλλη, μπορεί να οδηγήσει στην αυτοκτονία. Ένας στους δέκα ασθενείς επιλέγει την αυτοχειρία ως λύση στον ψυχικό πόνο που τον κατακλύζει και τα αδιέξοδα που θεωρεί ότι τον περιβάλλουν.

Πιο συγκεκριμένα στοιχεία, για την εμφάνιση της κατάθλιψης

Φύλο: Οι γυναίκες διατρέχουν διπλάσιο κίνδυνο να εμφανίσουν κατάθλιψη σε σύγκριση με τους άνδρες, χωρίς να γνωρίζουμε την αιτία. Οι γυναίκες εμφανίζουν κατάθλιψη δύο φορές σχεδόν πιο συχνά απ’ ότι οι άνδρες. Η διαφορά αυτή δεν έχει πλήρως εξηγηθεί. Κατ’ αρχήν, ένα μέρος της μπορεί να οφείλεται στο γεγονός, ότι οι γυναίκες μπορεί να παραδέχονται πιο εύκολα από τους άνδρες τα καταθλιπτικά τους συμπτώματα στις σχετικές εργασίες. Η διαφορά όμως είναι αρκετά μεγάλη και έτσι πιστεύεται ότι συνδυασμός βιολογικών και ψυχοκοινωνικών παραγόντων συμβάλλει στη μεγαλύτερη συχνότητα.

Κοινωνική – οικονομική κατάσταση: Τα ποσοστά κατάθλιψης μειώνονται ελαφρά, όσο αυξάνεται το εισόδημα και το μορφωτικό επίπεδο. Οι περισσότερο σοβαρές μορφές συσχετίζονται επίσης με την κατώτερη κοινωνική – οικονομική κατάσταση, αν και δεν έχει τεκμηριωθεί επαρκώς αν η κατώτερη κοινωνική – οικονομική κατάσταση ευθύνεται για την κατάθλιψη ή η κατάθλιψη οδηγεί στην κατώτερη  κοινωνική – οικονομική κατάσταση. Σήμερα, σε καιρούς οικονομικής κρίσης, η ανεργία και η μείωση των απολαβών συμβάλλουν πολύ στην εμφάνιση της κατάθλιψης.

Οικογενειακό ιστορικό: Η κατάθλιψη είναι δύο ή τρεις φορές πιο συχνή σε οικογένειες καταθλιπτικών ασθενών.

Διαζευγμένοι: Οι χωρισμένοι ή διαζευγμένοι έχουν τριπλάσιο κίνδυνο να εμφανίσουν κατάθλιψη απ’ ότι οι παντρεμένοι. Οι διαζευγμένοι άνδρες φαίνεται πως διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο από τις διαζευγμένες γυναίκες.

Ηλικία: Ο κίνδυνος της κατάθλιψης εθεωρείτο πως αυξάνεται με την ηλικία, αλλά πρόσφατες μελέτες δείχνουν σήμερα ότι όλες οι ηλικίες είναι επιρρεπείς για την εμφάνισή της. Η κατάθλιψη φαίνεται να είναι πιο συχνή στους ηλικιωμένους, αν και συχνά δεν ανιχνεύεται και δεν υποβάλλεται σε θεραπεία σε αυτή την ομάδα ασθενών. Η κατάθλιψη των ηλικιωμένων σχετίζεται επίσης με μακρύτερη χρονική διάρκεια και σημαντικότερο κίνδυνο υποτροπής και αυτοκτονίας. Οι ηλικιωμένοι ασθενείς εμφανίζουν περισσότερα σωματικά  συμπτώματα, όπως  κόπωση, δυσκοιλιότητα και απώλεια βάρους παρά θλίψη. Οι διαταραχές μνήμης είναι επίσης συνηθισμένες και συχνά αποδίδονται εσφαλμένα σε σωματική νόσο, άνοια («ψευδοάνοια») ή τη γήρανση. Οι εκτιμήσεις αναφέρουν,  ότι η κατάθλιψη είναι δύο φορές πιο συχνή σε άτομα που υποφέρουν από σωματικές παθήσεις.          

Παιδιά: Τα τελευταία  χρόνια αναγνωρίζεται όλο και περισσότερο, πως η κατάθλιψη προσβάλλει συχνά παιδιά και εφήβους, σε ποσοστό 2% έως 5%. Ο ίδιος αριθμός κοριτσιών και αγοριών υποφέρουν από κατάθλιψη ως παιδιά, κατά τη διάρκεια όμως της εφηβείας ο αριθμός των κοριτσιών που παρουσιάζει κατάθλιψη διπλασιάζεται. Τα παιδιά χωρισμένων γονιών, αυτά έχασαν τον ένα γονιό πρόωρα στη ζωή τους και τα παιδιά που υποφέρουν από εγκατάλειψη είναι περισσότερο ευάλωτα στην κατάθλιψη. Η κατάθλιψη κατά την παιδική ηλικία μπορεί να οδηγήσει σε κακή επίδοση στο σχολείο, κακές σχέσεις με τους υπόλοιπους και κατάχρηση ουσιών.

Τι εννοούμε με τον όρο «Κατάθλιψη» στην Ψυχιατρική

Ο όρος «Κατάθλιψη» στην Ψυχιατρική υποδηλώνει μια συγκεκριμένη νόσο, δηλαδή μια διαταραχή, η οποία προκαλεί ένα συνδυασμό συμπτωμάτων, που δεν συναντάται σε άλλη νόσο (οι γιατροί συνηθίζουν να ονομάζουν αυτούς τους συνδυασμούς συμπτωμάτων, που εμφανίζονται μαζί πολύ πιο συχνά απ’ ότι θα περίμενε κανείς μόνο από τύχη, ως σύνδρομα). Ένα από τα χαρακτηριστικά του συνδρόμου της Κατάθλιψης είναι και η άσχημη διάθεση, και γι’ αυτό το σύνδρομο ονομάστηκε έτσι. Δεν είναι όμως το μοναδικό, ενώ μερικές φορές μπορεί και να απουσιάζει. Σαν αρρώστια, η Κατάθλιψη έχει κάποιους προδιαθεσικούς και αιτιολογικούς παράγοντες που συμβάλλουν στην εμφάνισή της, μια συγκεκριμένη πορεία, πρόγνωση και θεραπεία.

Ποια είναι η διαφορά μεταξύ του φυσιολογικού καταθλιπτικού συναισθήματος και της κλινικής κατάθλιψης;

Είδαμε πιο πριν, ότι ένα από τα συμπτώματα της Κατάθλιψης είναι και το καταθλιπτικό συναίσθημα. Η διαφορά αυτού του συναισθήματος από το φυσιολογικό είναι ότι στην Κατάθλιψη το καταθλιπτικό συναίσθημα έχει μεγάλη ένταση και είναι μόνιμο. Δεν επηρεάζεται από τις καταστάσεις που ζει ο ασθενής, π.χ., ο ασθενής δεν θα γελάσει και δεν θα αισθανθεί παροδικά καλύτερα, όταν συμβεί κάτι χαρούμενο. Επίσης, στην κατάθλιψη το συναίσθημα μπορεί να είναι χειρότερο το πρωί σε σχέση με το βράδυ, ενώ στους φυσιολογικούς ανθρώπους, που απλά νιώθουν στενοχωρημένοι, η διάθεση είναι συνήθως καλύτερη όταν σηκώνονται το πρωί.

Πόσο συχνή είναι η Κατάθλιψη;

Από έρευνες, που έχουν γίνει, υπολογίζεται ότι σε μια δεδομένη χρονική στιγμή 5% του πληθυσμού εμφανίζει συμπτώματα κατάθλιψης, ενώ κατά την διάρκεια ενός έτους 10% του πληθυσμού θα εμφανίσει συμπτώματα κατάθλιψης. Κατά τη διάρκεια της ζωής τους, 20% των γυναικών και 12% των ανδρών εμφανίζουν συμπτώματα συμβατά με κατάθλιψη. Θα πρέπει να σημειωθεί, ότι τα νούμερα αυτά περιλαμβάνουν όλες τις μορφές κατάθλιψης, από τις ελαφριές μέχρι τις σοβαρές, γι’ αυτό και είναι λίγο ψηλά.

Έχω κατάθλιψη;

Όλοι θα νιώσουμε κατά καιρούς αυτά τα ενοχλήματα. Είναι φυσιολογικό. Αν έχετε διαπιστώσει, όμως, ότι μερικά από τα συμπτώματα που ακολουθούν εμφανίζονται για δύο ή τρεις εβδομάδες ή και περισσότερο, επισκεφτείτε τον ψυχολόγο σας ή τον ψυχίατρο, για να αξιολογήσει αν έχετε κατάθλιψη.

Συμπτώματα της κατάθλιψης

α. Αλλαγή στη διάθεση

Νιώθετε συνεχώς λυπημένος, απογοητευμένος, απελπισμένος, άκεφος. Δακρύζετε με το παραμικρό, εκνευρίζεστε εύκολα. Είστε ανήσυχος, αγχωμένος, χωρίς πολλές φορές να ξέρετε το γιατί. Σας απασχολούν μικροπράγματα, για τα οποία στο παρελθόν θα αδιαφορούσατε. Δεν χαίρεστε, δεν απολαμβάνετε πια δραστηριότητες και χόμπι που κάποτε σας ευχαριστούσαν. Τίποτα δε σας ευχαριστεί, «σαν να στέρεψε η χαρά της ζωής».

β. Αλλαγές στη σωματική ευεξία

Δυσκολεύεστε να κοιμηθείτε, ξυπνάτε συχνά τη νύχτα ή πολύ νωρίς το πρωί ή έχετε υπερβολική υπνηλία στη διάρκεια της μέρας. Η όρεξή σας και το βάρος έχουν μειωθεί, κάποιες φορές όμως μπορεί και να αυξηθούν. Έχετε πονοκεφάλους και ναυτία, ζαλάδες, πόνους στα πόδια, στα χέρια. Δεν έχετε επιθυμία για σεξουαλικές σχέσεις. Όταν ξυπνάτε το πρωί, δεν νοιώθετε την ευεξία που επιφέρει ο ύπνος. Νοιώθετε νευριασμένος και κουράζεστε εύκολα. Δραστηριότητες, που πριν λίγο καιρό τις πραγματοποιούσατε εύκολα, τώρα σας φαίνονται «βουνό». Πολλές φορές δεν έχετε διάθεση να σηκωθείτε από το κρεβάτι.

γ. Αλλαγές στον τρόπο σκέψης

Όλα σας φαίνονται μάταια. Κατακλύζεστε από ιδέες ενοχής, τα βάζετε με τον εαυτό σας, νιώθετε ότι δεν αξίζετε, νιώθετε μόνος, αβοήθητος, εγκλωβισμένος σε αδιέξοδα. Το μέλλον σας τρομάζει, φαντάζει ζοφερό και απειλητικό. Νιώθετε τη σκέψη σας σαν να μη λειτουργεί. Δυσκολεύεστε να συγκεντρωθείτε, με πολύ κόπο ανακαλείτε πληροφορίες που προσφάτως έχετε δεχθεί. Σκέπτεστε μόνο τις δυσάρεστες πτυχές των πραγμάτων και τις διογκώνετε.

δ. Αλλαγές στην καθημερινότητα

Δεν επιθυμείτε, πλέον, τη συναναστροφή με ανθρώπους που κάποτε σας ευχαριστούσαν. Δεν έχετε διάθεση να μιλήσετε. Όλα μοιάζουν πληκτικά, ανιαρά, χωρίς νόημα. Κλείνεστε στο σπίτι. Αδιαφορείτε για την προσωπική σας υγιεινή, δεν μεριμνάτε για την εμφάνισή σας.

Έντονη θλίψη ή Κατάθλιψη;

Αρνητικά αισθήματα θλίψης, στενοχώριας και απογοήτευσης είναι κοινά σε όλους τους ανθρώπους. Αισθανόμαστε απογοήτευση μετά από μια αποτυχία ή θλίψη μετά από ένα χωρισμό ή μια απώλεια. Τα αρνητικά αυτά αισθήματα είναι φυσιολογικά και δεν επηρεάζουν σημαντικά τη δυνατότητά μας να ανταποκρινόμαστε στις καθημερινές μας υποχρεώσεις. Θα μπορούσαμε μάλιστα να πούμε ότι είναι και χρήσιμα, στο βαθμό που μας βοηθούν να γνωρίσουμε καλύτερα κάποιες αδυναμίες του χαρακτήρα μας. Η θλίψη μας σκληραγωγεί και μας εκπαιδεύει, ώστε να μπορούμε να αντιμετωπίζουμε δυναμικά τις αντιξοότητες που μπορεί να προκύψουν αργότερα στη ζωή μας. Η αυτογνωσία, που προκύπτει μέσα από τις αρνητικές εμπειρίες, μας βοηθά να  κάνουμε προσπάθειες να αλλάξουμε τον εαυτό μας, ώστε να αποφεύγουμε στο μέλλον τις αρνητικές συνέπειες των ανώριμων συμπεριφορών. Όταν η θλίψη, αντί να μειώνεται με το πέρασμα του χρόνου, γίνεται πιο έντονη και διαρκεί περισσότερο από δύο εβδομάδες, εμποδίζοντας τις φυσιολογικές δραστηριότητες της ομαλής ζωής, όπως είναι η δουλειά, η διατροφή, ο ύπνος και οι στενές μας σχέσεις, τότε είναι πιθανόν να υποφέρουμε από κατάθλιψη και να χρειαζόμαστε τη βοήθεια κάποιου ειδικού για να την αντιμετωπίσουμε. Αυτό που χαρακτηρίζει την κατάθλιψη δεν είναι η παρουσία των αρνητικών αισθημάτων, αλλά η μεγάλη ένταση και η μακρά τους διάρκεια.

Η κατάθλιψη σε κάνει… αδύναμο!

Το πρόβλημα είναι ότι, όταν υποφέρουμε από κατάθλιψη, αισθανόμαστε ότι τίποτε δεν μπορεί να μας παρηγορήσει. Ακόμη και όταν γνωρίζουμε τι είναι αυτό που θα μπορούσε να ανεβάσει τη διάθεσή μας, δεν μπορούμε να το κάνουμε. Η γνώση από μόνη της δεν μπορεί να μας ελευθερώσει. Ξέρουμε, αλλά δεν μπορούμε. Οι συμβουλές που μας δίνουν τα αγαπημένα μας άτομα είναι περιττές και μάταιες. Ακόμη και όταν συμφωνούμε μαζί τους, ότι όλα όσα μας προτείνουν θα μπορούσαν πράγματι να μας φτιάξουν τη διάθεση, νιώθουμε ότι μας είναι αδύνατον να κάνουμε κάτι που θα μπορούσε να μας βοηθήσει. Αυτό που νιώθουμε περισσότερο από οτιδήποτε άλλο είναι η αδυναμία μας να επιθυμήσουμε κάτι, να εμπνευσθούμε από κάτι, να ενδιαφερθούμε για κάτι. Σαν να έχει αρρωστήσει μέσα μας ο ψυχικός μηχανισμός, που μας βοηθά να δημιουργούμε δεσμούς νοήματος με την πραγματικότητα. Έχει διαταραχθεί η ικανότητά μας να επιθυμούμε και να προσπαθούμε να ικανοποιήσουμε τις επιθυμίες μας. Γνωρίζουμε τι είναι αυτό, που θα έπρεπε να μας ενδιαφέρει, αλλά δεν νιώθουμε να μας ενδιαφέρει. Γνωρίζουμε τι είναι αυτό, που θα έπρεπε να μας αρέσει, αλλά δεν μας αρέσει. Γνωρίζουμε τι είναι αυτό, που θα έπρεπε να κάνουμε, αλλά δεν μπορούμε να το κάνουμε. Γνωρίζουμε τι είναι αυτό, που οι άλλοι θέλουν από εμάς, αλλά δεν μπορούμε να ανταποκριθούμε. Και δεν μπορούμε ούτε να ελπίσουμε, ότι σε λίγο καιρό θα νιώθουμε καλύτερα. Έχουμε χάσει την ελπίδα ή καλύτερα η ελπίδα έπαψε να λειτουργεί μέσα μας. Η κατάθλιψη δεν επιτρέπει στην παρούσα φάση της ζωής μας να ελπίζουμε. Δεν υπάρχει μέσα μας η ελπίδα, που θα μπορούσε να κινητοποιήσει τη θεραπευτική αλλαγή. Ακριβώς επειδή έχει διαταραχθεί η ικανότητά μας να επιδιώκουμε αυτό που είναι ωφέλιμο για εμάς και για τους άλλους, νιώθουμε ενοχές και κατηγορούμε τον εαυτό μας για όσα δεν μπορούμε να καταφέρουμε. Είμαστε παγιδευμένοι ανάμεσα στην αδυναμία και την ενοχή. Νιώθουμε κατώτεροι, μειωμένοι, ανάξιοι, άχρηστοι. Είναι όμως αδύνατο να ελευθερωθούμε από την παγίδα της κατάθλιψης μόνο με τις δικές μας συνειδητές προσπάθειες. Όσο περισσότερο προσπαθούμε, τόσο περισσότερο αισθανόμαστε ότι δεν μπορούμε να τα καταφέρουμε.

Εφόσον δεν μπορούμε να βοηθήσουμε τον εαυτό μας και όλες οι προσπάθειες που κάνουμε επιβαρύνουν τη θέση μας, το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να αποδεχτούμε όσο πιο φιλικά γίνεται αυτή την αδυναμία. Αντί να προσπαθούμε βίαια να αλλάξουμε τον εαυτό μας, να συμφιλιωθούμε με αυτό που είμαστε, με αυτό που νιώθουμε και με αυτό που μπορούμε. Η θλίψη θα μειωθεί και θα φύγει από πάνω μας, αλλά δεν μπορούμε να προβλέψουμε με ακρίβεια πότε ακριβώς θα γίνει αυτό. Η θεραπευτική μας πορεία θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες. Κάθε στιγμή κάνουμε το καλύτερο που μπορούμε, για να βοηθήσουμε τον εαυτό μας. Δεχόμαστε όμως ήσυχα και την αδυναμία μας. Ζούμε μαζί της. Συμβιώνουμε όσο πιο αρμονικά γίνεται με την κατάθλιψή μας, μέχρι να απαλλαγούμε από αυτήν. Δεν μας αρέσει η κατάθλιψη, αλλά καταλαβαίνουμε ότι είναι μάταιο να την πολεμούμε δυναμικά, αφού άλλωστε στην παρούσα φάση της ζωής μας αυτό που μας λείπει είναι η δύναμη, η αποφασιστικότητα και η αγωνιστικότητα.

Μερικοί Μύθοι και Αλήθειες σχετικά με την Κατάθλιψη

ΜΥΘΟΣ: Τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα προκαλούν εθισμό και αλλάζουν την προσωπικότητα.

ΑΛΗΘΕΙΑ: Τα αντικαταθλιπτικά δεν προκαλούν εξάρτηση και εθισμό ούτε αλλάζουν την προσωπικότητα. Όταν η θεραπεία έχει ολοκληρωθεί, ο ασθενής, με την καθοδήγηση του θεράποντος ιατρού, μπορεί να διακόψει τα φάρμακα, χωρίς να προκύψει κανένα πρόβλημα.

ΜΥΘΟΣ: Αν κάποιος, που έχει κατάθλιψη, κάνει απλά υπομονή και περιμένει, η νόσος θα περάσει.

ΑΛΗΘΕΙΑ: Η κατάθλιψη μπορεί να μην υποχωρήσει από μόνη της. Σε κάποιους ασθενείς διαρκεί χρόνια, αν δεν αντιμετωπιστεί. Η κατάθλιψη, στις σοβαρότερες τουλάχιστον μορφές της, είναι μια βιολογική νόσος, που απαιτεί βιολογικά μέσα -φάρμακα- για να αντιμετωπιστεί.

ΜΥΘΟΣ: Μόνο οι ασθενείς με ιδέες αυτοκαταστροφής (αυτοκτονίας) χρειάζονται φαρμακευτική αγωγή.

ΑΛΗΘΕΙΑ: Η φαρμακευτική αγωγή δεν απευθύνεται μόνο στους ασθενείς με ιδέες αυτοκαταστροφής. Τα αντικαταθλιπτικά μπορούν να βοηθήσουν όλους τους ανθρώπους που υποφέρουν να γίνουν καλά, να ζουν τη ζωή τους με τον τρόπο που επιθυμούν και να την απολαμβάνουν.

ΜΥΘΟΣ: Η κατάθλιψη εκδηλώνεται πάντα ως αντίδραση σ’ ένα τραυματικό ή δυσάρεστο γεγονός της ζωής, όπως το διαζύγιο, ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου ή η απώλεια της εργασίας.

ΑΛΗΘΕΙΑ: Η κατάθλιψη μπορεί, πράγματι, να πυροδοτείται από δυσάρεστα ή τραυματικά γεγονότα ζωής, αλλά αυτό δεν συμβαίνει πάντα. Στην αιτιολογία της εμπλέκονται και βιολογικοί συντελεστές, όπως η διαταραχή της ισορροπίας βιοχημικών ουσιών του εγκεφάλου, που ονομάζονται νευροδιαβιβαστές.

ΜΥΘΟΣ: Αν κάποιος δεν καταφέρει να συνέλθει από την κατάθλιψη, αυτό σημαίνει ότι είναι αδύναμος χαρακτήρας.

ΑΛΗΘΕΙΑ: Η κατάθλιψη δεν υποδηλώνει ότι κάποιος είναι αδύναμος χαρακτήρας. Αντιθέτως, σε κάποιες μορφές της προσβάλλονται οι εξωστρεφείς, συμπαθείς, συνεπείς και δημιουργικοί συνάνθρωποί μας, άτομα, δηλαδή, με σταθερή, υγιή και λειτουργική προσωπικότητα.

Παράγοντες εμφάνισης

Δεν υπάρχει ένα και μοναδικό αίτιο, που θα μπορούσε να ενοχοποιηθεί για την εμφάνιση των καταθλιπτικών επεισοδίων. Η κατάθλιψη είναι μια νόσος πολυπαραγοντική και οφείλεται στην αλληλεπίδραση γενετικών, βιολογικών και ψυχοκοινωνικών παραγόντων. Οι βαρύτερες μορφές της προκαλούνται κυρίως από βιολογικούς παράγοντες, ενώ οι ηπιότερες από ψυχοκοινωνικούς.

α. Γενετικοί Παράγοντες

Οι επιδημιολογικές έρευνες, που έχουν γίνει σε οικογένειες και διδύμους, καθώς και οι μελέτες υιοθεσίας, κατέδειξαν ότι ο κίνδυνος νόσησης (η πιθανότητα δηλαδή να νοσήσει κάποιος) από κατάθλιψη είναι: Για τους συγγενείς πρώτου βαθμού (γονείς, αδέλφια, παιδιά) περίπου τριπλάσιος από τον γενικό πληθυσμό. Για τους συγγενείς δευτέρου βαθμού (παππούδες, εγγόνια, θείοι, ανήψια, ετεροθαλή αδέλφια) διπλάσιος από τον γενικό πληθυσμό. Για τους συγγενείς τρίτου βαθμού (πρώτα ξαδέλφια) ελαφρώς αυξημένος, σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό. Η επικρατέστερη σήμερα άποψη είναι, ότι κληρονομείται μια ευαισθησία (ευαλωτότητα) για τη νόσο, η οποία θα εκδηλωθεί, εάν επιδράσουν ψυχοκοινωνικοί στρεσσογόνοι παράγοντες.

β. Βιολογικοί Παράγοντες

Από τη δεκαετία του ’50, ήδη, έχουν προκύψει από ερευνητικά δεδομένα ισχυρές ενδείξεις, που κατοχυρώνουν τον ρόλο ουσιών, των νευροδιαβιβαστών, στην αιτιοπαθογένεια της κατάθλιψης. Οι νευροδιαβιβαστές είναι βιοχημικές ουσίες, μέσω των οποίων επικοινωνούν τα νευρικά κύτταρα του εγκεφάλου. Το ερευνητικό ενδιαφέρον έχει εστιασθεί στους νευροδιαβιβαστές σεροτονίνη και νοραδρεναλίνη, και διαπιστώθηκε ότι στην κατάθλιψη τα νευροδιαβιβαστικά αυτά συστήματα υπολειτουργούν. Ο μηχανισμός δράσης, άλλωστε, των περισσότερων αντικαταθλιπτικών φαρμάκων, τα οποία δρουν ενισχύοντας τη νευροδιαβίβαση που επιτελείται μέσω της σεροτονίνης και της νοραδρεναλίνης, έρχεται να συμφωνήσει με την υπόθεση αυτή. Επίσης, μερικές μη ψυχιατρικές νόσοι του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος (Κ.Ν.Σ.), όπως η νόσος του Parkinson, η επιληψία, τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, οι όγκοι, που επηρεάζουν τη λειτουργία περιοχών του εγκεφάλου οι οποίες ρυθμίζουν το συναίσθημα, εκδηλώνονται με καταθλιπτικά συμπτώματα. Ενδοκρινικές διαταραχές (π.χ. υποθυρεοειδισμός, νόσος του Cushing), λοιμώδη και αυτοάνοσα νοσήματα (πνευμονία, λοιμώδη μονοπυρήνωση, φυματίωση, ρευματοειδής αρθρίτιδα, συστηματικός ερυθηματώδης λύκος, AIDS), αναιμίες, καθώς και όγκοι του γαστρεντερικού (π.χ. καρκίνος της κεφαλής του παγκρέατος), εκδηλώνονται επίσης με καταθλιπτικά συμπτώματα. Αρκετές εξαρτησιογόνες ουσίες (ιδιαίτερα η κοκαΐνη και το αλκοόλ) και φάρμακα (αντιφλεγμονώδη, αναλγητικά, αντιυπερτασικά, κυτταροστατικά, ορμόνες και νευρολογικά) μπορεί να προκαλέσουν κατάθλιψη.

γ. Ψυχοκοινωνικοί Παράγοντες

Από ερευνητικά δεδομένα προκύπτει, ότι οι τραυματικές εμπειρίες στα πρώτα χρόνια της ζωής, ιδιαίτερα η στέρηση των γονέων, η αδυναμία τους να εκπληρώσουν τον γονεϊκό ρόλο, οι συγκρουσιακές ενδοοικογενειακές σχέσεις, η έκθεση σε σωματική ή φυσική βία, καθιστούν το άτομο επιρρεπές στο να αναπτύξει κατάθλιψη στο μέλλον. Τα στρεσσογόνα γεγονότα ζωής είναι δυνατόν να δράσουν ως εκλυτικοί παράγοντες σε άτομα με πρώιμες τραυματικές εμπειρίες ή σε άτομα εκτεθειμένα σε χρόνιες ψυχοπιεστικές καταστάσεις, οι οποίες συνιστούν προδιαθεσικούς -για την εμφάνιση της κατάθλιψης- παράγοντες. Τέτοια γεγονότα είναι αυτά που εκλαμβάνονται από το άτομο ως απειλητικά και επικίνδυνα, εκείνα που συνδέονται με απώλειες (π.χ. χωρισμός) και εκείνα που αποτυπώνουν δυσαρμονία στις σχέσεις με τα σημαντικά πρόσωπα της ζωής του. Ο τρόπος, τέλος, με τον οποίο οι άνθρωποι σκέφτονται, αντιλαμβάνονται και αναπαριστούν τον κόσμο και την πραγματικότητα μπορεί να οδηγήσει σε κατάθλιψη, να επιδεινώσει την συμπτωματολογία της και να επιμηκύνει τη διάρκειά της.

Η κατάθλιψη είναι ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας, που μπορεί να επηρεάσει άτομα όλων των ηλικιών, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών και των εφήβων. Το βασικό χαρακτηριστικό της κατάθλιψης είναι το επίμονο και διαρκές συναίσθημα θλίψης, η ευερεθιστότητα και η απουσία ενδιαφέροντος ή ικανοποίησης από οποιαδήποτε δραστηριότητα. Τα συμπτώματα αυτά συνοδεύονται από μια σειρά άλλων συμπτωμάτων που επηρεάζουν την όρεξη, τον ύπνο, τα επίπεδα δραστηριότητας και συγκέντρωσης, την αυτοπεποίθηση του ατόμου και την εικόνα του για τον εαυτό του. Η κλινική κατάθλιψη είναι πολύ διαφορετική από το αίσθημα κακής διάθεσης ή από τα αισθήματα λύπης ή πένθους, που συνήθως συνοδεύουν την απώλεια κάποιου αγαπημένου προσώπου. Η κατάθλιψη δεν οφείλεται σε προσωπική αδυναμία του ατόμου, ούτε σε χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του. Πρόκειται για μια ψυχική ασθένεια, που επηρεάζει όλο το σώμα και έχει αντίκτυπο στον τρόπο που ένα άτομο αισθάνεται, σκέφτεται και συμπεριφέρεται. Τα παιδιά και οι έφηβοι με κατάθλιψη είναι συνήθως θλιμμένα, ενώ σε γενικές γραμμές βιώνουν την ασθένεια με παρόμοιο τρόπο με τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας. Η κατάθλιψη, που δεν αντιμετωπίζεται θεραπευτικά, μπορεί να έχει σαν αποτέλεσμα τη σχολική αποτυχία, την κατάχρηση αλκοόλ και ουσιών, αλλά και την αυτοκτονία.

Στοιχεία για την κατάθλιψη σε παιδιά και εφήβους

Περίπου 2-3% των παιδιών μπορεί να εμφανίσουν κατάθλιψη.

Η θεραπευτική αντιμετώπιση της κατάθλιψης στα παιδιά και τους εφήβους είναι το ίδιο αποτελεσματική με την αντιμετώπιση της κατάθλιψης στους ενήλικες. Η κατάθλιψη κατά ένα μεγάλο ποσοστό είναι κληρονομική, αν και τα βιώματα του κάθε παιδιού μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο. Όσο μικρότερο είναι το παιδί κατά την έναρξη της νόσου, τόσο πιο δύσκολη είναι η πρόγνωση.

Παράγοντες κινδύνου

Τα παιδιά που βρίσκονται σε κατάσταση έντονου στρες, που έχουν βιώσει μια σημαντική απώλεια, έχουν μαθησιακές δυσκολίες ή προβλήματα συμπεριφοράς, έχουν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν κατάθλιψη. Η εφηβεία είναι ισχυρότερος παράγοντας κινδύνου για τα κορίτσια σε σύγκριση με τα αγόρια. Τα παιδιά, που εμφανίζουν κλινική κατάθλιψη, συνήθως προέρχονται από οικογένειες με ιστορικό κατάθλιψης.

Επιπτώσεις

 Τα παιδιά που έχουν περάσει ένα καταθλιπτικό επεισόδιο, είναι πολύ πιθανό στα επόμενα πέντε χρόνια να εμφανίσουν ένα δεύτερο επεισόδιο. Η κατάθλιψη στην παιδική ηλικία μπορεί να προοιωνίζει σοβαρότερες καταστάσεις κατά την ενήλικη ζωή. Η κατάθλιψη σε παιδιά και εφήβους είναι συνδεδεμένη με τον αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονίας.

Πως η κατάθλιψη επηρεάζει την οικογένεια και πως η οικογένεια επηρεάζει την κατάθλιψη

Φαίνεται πως είναι πιο πιθανό να υπάρχει σχέση μεταξύ του πόσο ευάλωτο είναι το καταθλιπτικό άτομο και της σταθερότητας της οικογένειας. Σε περίπτωση που η οικογένεια αντιμετωπίζει προβλήματα και ταυτόχρονα υπάρχουν μέλη στην οικογένεια που αντιμετωπίζουν ψυχικές ή σωματικές διαταραχές, τότε η κατάθλιψη πιθανόν να χειροτέρευσει η να αργήσει να ξεπεραστεί. Επομένως η επίδραση είναι μια αρνητική ανατροφοδότηση, όπου η τρωτότητα του ατόμου και τα οικογενειακά προβλήματα τροφοδοτούν το ένα το άλλο. Η κάθε οικογένεια έχει διάφορους βαθμούς προσαρμοστικότητας. Κάποιες προσαρμόζονται καλά και αντιμετωπίζουν τα προβλήματα και τις δυσκολίες με επιτυχία. Η δυνατότητα να προσαρμόζονται επηρεάζεται από διάφορες συνθήκες, όπως οι κοινωνικο-οικονομικές πηγές της, η σύνθεση της οικογένειας, η διαθεσιμότητα κοινωνικής υποστήριξης, η παρουσία ή η απουσία άλλων ψυχικών ή σωματικών ασθενειών και η κατάσταση της οικογένειας την κάθε στιγμή. Αν η οικογένεια μπορεί να ανταποκριθεί αποτελεσματικά, η καταθλιπτική φάση μπορεί να διαρκέσει για ένα σύντομο χρονικό διάστημα, ενώ στην αντίθετη περίπτωση μπορεί το επεισόδιο να είναι παρατεταμένο και να συμβαίνουν πολλές υποτροπές, εξασθενώντας ακόμα πιο πολύ την αποτελεσματικότητα της οικογένειας, δημιουργώντας ένα φαύλο κύκλο.

Τι συμβαίνει στην οικογένεια, όταν κάποιο μέλος παρουσιάσει κατάθλιψη; Όταν υπάρχει μια ασθένεια σωματική, αργά ή γρήγορα θα γίνει φανερό πως κάτι δεν πάει καλά. Η διαφορά με την κατάθλιψη είναι πως συνήθως δεν γίνεται αντιληπτή. Ένα επεισόδιο μπορεί να γίνει αντιληπτό ως απλή φάση που θα περάσει, μπορεί να ερμηνευτεί ως προβλήματα στη δουλειά ή στον γάμο. Πολλές φορές το άτομο που περνάει το επεισόδιο δεν καταλαβαίνει και το ίδιο τι συμβαίνει, κάνοντας ακόμα πιο δύσκολη την κατάσταση για το άλλο μέρος, καθώς αναρωτιέται για πιο λόγο παρουσιάζεται αυτή η αρνητική, αποτραβηγμένη, ευερέθιστη και ευέξαπτη  στάση. Ταυτόχρονα το άτομο που βιώνει κατάθλιψη προσπαθεί να βγάλει την ημέρα σκεπτόμενο τι κάνει λάθος, πως ο/η σύζυγός του/της θεωρεί πως είναι απαίσια/ος και πως είναι θέμα χρόνου πότε θα θυμώσει. Έτσι, όταν εκφραστεί ο προβληματισμός για τον λόγο της απόμακρης και απαισιόδοξης στάσης, είναι δύσκολο να μην αποτραβηχτεί περισσότερο, αφού επιβεβαιώνεται ο χειρότερος φόβος του/της. Επιπλέον το καταθλιπτικό άτομο πολύ δύσκολα δέχεται υποστήριξη από τον/τη σύζυγό του/της. Όταν έχεις κατάθλιψη, δεν μετράς την αγάπη. Δεν βοηθάει η διαβεβαίωση του/της συζύγου, πως το αγαπάει και το εκτιμά. Αυτό, που σκέφτεται, είναι για ποιον λόγο τα λέει αυτά. Δεν μπορεί να βλέπει πόσο απαίσιο άτομο είμαι και να με αγαπά. Αν παρ´ όλα αυτά πειστεί, τότε αναρωτιέται τι πάει λάθος στον/στη σύζυγο, για να έχει τέτοια άποψη. Το καταθλιπτικό άτομο είναι συνεχώς βυθισμένο στις σκέψεις του βάζοντας την κατάθλιψη ανάμεσα σε εκείνο και τον/τη σύζυγό του. Έχοντας κατάθλιψη, η ικανότητα να σχετιζόμαστε με τους άλλους μειώνεται σημαντικά και η αντίληψη της σχέσης μας διαστρεβλώνεται. Οι έρευνες δείχνουν πως η κόπωση, τα συναισθήματα απελπισίας, συνεχούς ανησυχίας και η απουσία ενδιαφέροντος για κοινωνική ζωή διασπά τη σταθερότητα μιας σχέσης.

Περιέργως η θλίψη δεν είναι κάτι που θα δει κάποιος ως κάτι που επεμβαίνει στις σχέσεις, όπου ένα η περισσότερα άτομα έχουν κατάθλιψη. Στην πραγματικότητα η θλίψη εμφανίζεται στις μισές περιπτώσεις. Στις άλλες μισές το άγχος και η απάθεια κυριαρχούν. Οι καταθλιπτικοί συχνά αγχώνονται υπερβολικά με την υγεία τους ή με τα οικονομικά τους. Από την άλλη, μπορεί να μην νιώθουν τίποτα στην πραγματικότητα, ούτε θετικό ούτε αρνητικό, και να μην νοιάζονται καθόλου. Αυτά τα άτομα απλά παρατηρούν παθητικά από απόσταση τη φθορά των σχέσεων τους.

Από όσα έχουν ειπωθεί έως τώρα, είναι φανερό πως η επίδραση της κατάθλιψης έχει να κάνει με τον τρόπο που αντιλαμβάνονται τα μέλη μιας οικογένειας την κατάσταση. Κάποιος ή κάποια, που συνήθως ήταν ευδιάθετος/η και είχε αυτοπεποίθηση, ξαφνικά είναι ευερέθιστος/η και πιο απαισιόδοξος/η. Το άλλο μέλος συχνά αναλαμβάνει την ευθύνη για την καταθλιπτική διάθεση του/της συντρόφου, χωρίς να γνωρίζει με ποιον τρόπο μπορεί να βελτιώσει την κατάσταση. Οι άνθρωποι με κατάθλιψη δεν έχουν την ικανότητα να συγκεντρώνονται σε μια σχέση και νιώθουν ανόητοι, ενώ δεν είναι. Δεν είναι τόσο επαρκείς, όσο ήταν, και δεν μπορούν να εκφράσουν τις επιθυμίες τους και τις ανάγκες τους με ακρίβεια. Μπορεί να νιώθουν πως είναι σε χειρότερη κατάσταση από ό,τι είναι. Όλα αυτά κάνουν τις κοντινές σχέσεις πολύ δύσκολες, καθώς η κατάθλιψη διαλύει την εγγύτητα. Συνήθως τα άτομα με κατάθλιψη ντρέπονται να πουν πως νιώθουν, φοβούμενοι πως θα ακουστούν τρελοί ή κακοί. Νιώθουν ενοχές, που επιβάλλουν στον/στη σύζυγό τους την κατάθλιψή τους, και αυτός είναι ένας επιπλέον λόγος απόσυρσης από τη σχέση. Έτσι η επικοινωνία μεταξύ του ζευγαριού γίνεται προβληματική, ειδικά αναφορικά  με την αυτο-αποκαλυπτική δυνατότητα του καταθλιπτικού μέλους, και μάλιστα όταν το υγιές μέλος αρνείται την ύπαρξη κάποιας τριβής στη σχέση, το μέλος με κατάθλιψη νιώθει ακόμα περισσότερο θυμωμένο, ειδικά όταν υπάρχει επίγνωση της κατάστασης. Τέτοια απόκριση μπορεί να οδηγήσει σε περισσότερη καταθλιπτική διάθεση ή σε κάποιο μανιακό ξέσπασμα. Επίσης μπορεί ο θυμός να στραφεί προς τον εαυτό. Αυτή η διαδικασία κάνει πιο δύσκολη την αναγνώριση, την έκφραση και την διαχείριση των συγκρούσεων.

Άλλη μια σοβαρή επίδραση της κατάθλιψης στην οικογένεια αφορά την ικανότητα του μέλους με κατάθλιψη να είναι γονιός. Ενώ είναι πιο “εύκολο” να υπάρξει επέμβαση σε περίπτωση βαριάς κατάστασης, όπου γίνεται επαρκής διάγνωση και θεραπεία, το πρόβλημα είναι εντονότερο σε περιπτώσεις ήπιας καταθλιπτικής διαταραχής. Σε αυτές τις περιπτώσεις, δεν ζητείται βοήθεια και γίνεται προσπάθεια από το μέλος να αντιμετωπίσει μόνο του την κατάσταση. Όμως τα παιδιά και ο/η σύντροφος υποφέρουν, χωρίς να μπορούν να κατανοήσουν τον λόγο που συμβαίνει αυτό. Έχοντας αυτό στον νου, ένας γονιός που βρίσκεται σε καταθλιπτική διάθεση χρειάζεται να αναζητήσει βοήθεια. Μάλιστα δεν χρειάζεται να κρύβεται, αλλά να είναι ευθύς και ξεκάθαρος γι᾽ αυτό που συμβαίνει, χωρίς να μπαίνει στη διαδικασία λεπτομερούς ανάλυσης, αλλά και να πει στα παιδιά αυτά που “χρειάζονται” να ακούσουν. Για παράδειγμα, ” είμαι λυπημένος/η, γιατί έχω μια ασθένεια και για την οποία έχω βοήθεια και θα γίνω καλά”. Τα παιδιά έχουν την τάση να παρατηρούν και να προσέχουν την απόσυρση   και την ευέξαπτη, ευερέθιστη διάθεση. Ειδικά ο γονιός, που περνάει περισσότερες ώρες με τα παιδιά, θα έχει και περισσότερες ευκαιρίες να νιώσει έτσι, κάνοντας την κατάσταση αφόρητα δύσκολη για όλους.

Τι συμβαίνει όμως, όταν ένα άτομο με κατάθλιψη δέχεται μια θεραπευτική διαδικασία και ξεκινά τον δρόμο για ανάρρωση; Ξανά εξαρτάται από την οικογένεια. Αν και η κατάσταση βελτιώνεται, η οικογένεια αντιμετωπίζει περισσότερα προβλήματα από τις άλλες οικογένειες. Η ψυχοθεραπεία μπορεί να εντοπίσει κάποιες αιτίες ανάπτυξης ή πρόκλησης της κατάθλιψης. Οι συζυγικοί καβγάδες μπορεί να ενταθούν μετά τη βελτίωση των συμπτωμάτων, αν το υγιές μέλος περιμένει την άμεση επιστροφή στην προηγούμενη κατάσταση, κάτι που μπορεί να πάρει αρκετό καιρό. Αν και μπορεί να ακουστεί περίεργο, σε πολλούς ανθρώπους, ειδικά άντρες, η ανάρρωση από κατάθλιψη έχει και θετικά στοιχεία. Οι αναφορές λένε για μια θετική αύξηση στην ευαισθησία στις σχέσεις τους. Η επαφή με τη μοναξιά φαίνεται να επικεντρώνει την προσοχή στα στοιχεία της ζωής που πραγματικά έχουν αξία και στα άτομα που νοιάζονται για τα άτομα που βίωσαν κατάθλιψη. Αυτή η πτυχή έχει σημασία, καθώς δείχνει πως η κατάθλιψη δεν έχει μόνο μόνιμα καταστρεπτική επίδραση στις σχέσεις, αρκεί να γίνει από όλα τα μέλη κατανοητό το τι συμβαίνει και να ζητείται βοήθεια.  

Τι μπορώ να κάνω

Το καλύτερο πράγμα που μπορείτε να κάνετε για κάποιο άτομο με κατάθλιψη στον κοντινό σας περίγυρο ή στον ευρύτερο, είναι να τον βοηθήσετε να ζητήσει θεραπεία. Αυτό μπορεί να σημαίνει να τον ενθαρρύνετε να αναζητήσει βοήθεια από κάποιον ειδικό και να παραμείνει στη θεραπεία, όταν την ξεκινήσει. Αυτό επίσης, που μπορείτε να κάνετε, είναι να του προσφέρετε συναισθηματική υποστήριξη, που σημαίνει κατανόηση, υπομονή, στοργή και ενθάρρυνση. Εμπλέξτε το άτομο σε συζητήσεις και δραστηριότητες και, σε περίπτωση που αρνηθεί, επιμείνετε, χωρίς όμως να ασκείτε πίεση. Θυμείστε στο άτομο, ότι με τον καιρό και την κατάλληλη θεραπεία, θα αισθανθεί καλύτερα.

Πριν από δυόμισι χιλιετίες, ο Ιπποκράτης αποκάλεσε την κατάθλιψη μελαγχολία. Σήμερα εκτιμάται ότι παγκοσμίως ο αριθμός των ατόμων που πάσχουν από κατάθλιψη ξεπερνά τα εκατόν εκατομμύρια. Η κοινωνική θέση και ο πλούτος δεν την αναχαιτίζουν. Ο πάσχων έχει ανάγκη από ειδικό γιατρό και από τη δέουσα συμπεριφορά των γύρω του, για να ξεπεράσει την “ανηδονία”, δηλαδή την αδυναμία για άντληση ευχαρίστησης, ή το άγχος και τον φόβο, τη λύπη και την ενοχή, τον θυμό και τη ντροπή.

Θεραπεία

Χωρίς θεραπεία, ένα επεισόδιο κατάθλιψης σε νέους ασθενείς διαρκεί κατά μέσο όρο δέκα μήνες (μπορεῖ να εκταθεί από λίγες μέρες έως πολλά χρόνια) και περίπου 2 χρόνια στους ηλικιωμένους. Η θεραπεία είναι σημαντική, όχι μόνο για την υποχώρηση ενός μεμονωμένου επεισοδίου το συντομότερο δυνατό, αλλά και για να προληφθούν μελλοντικά επεισόδια. Πολλοί άνθρωποι, που υπέστησαν ένα επεισόδιο κατάθλιψης, παρουσιάζουν και άλλα επεισόδια (δηλ. υποτροπές). Ο κίνδυνος υποτροπών αυξάνεται με τον αριθμό και τη σοβαρότητα προηγούμενων επεισοδίων.

Η Θεραπεία της κατάθλιψης συνήθως περιλαμβάνει δύο στάδια:

1. Θεραπεία του οξέος σταδίου.

2. Συντήρηση του αποτελέσματος, που επιτεύχθηκε στο στάδιο (1).

Ο στόχος του σταδίου 1 είναι να θεραπεύσει τα συμπτώματα της κατάθλιψης, έτσι ώστε ο ασθενής να αρχίσει πάλι να νιώθει καλά και να ξαναγυρίσει στις συνηθισμένες του δραστηριότητες. Συνήθως αυτό το στάδιο, όταν χρησιμοποιείται φαρμακευτική θεραπεία, κρατάει περίπου ένα μήνα.    Έρευνες έδειξαν, ότι οι ασθενείς που σταματούν τη θεραπεία στο στάδιο 1 έχουν μεγάλη πιθανότητα υποτροπής τους στους αμέσως επόμενους μήνες. Αντίθετα, αυτοί που συνεχίζουν τη θεραπεία και στο στάδιο 2, θεωρείται ότι θεραπεύονται από το παρόν επεισόδιο κατάθλιψης. Η συνέχιση αυτή της θεραπείας συνήθως εκτείνεται από 3-6 μήνες. Μερικοί ασθενείς, που παθαίνουν συχνά επεισόδια κατάθλιψης στη ζωή τους, μπορεί να ωφεληθούν από τη συνεχή χορήγηση αντικαταθλιπτικής θεραπείας. Έχει βρεθεί, ότι εάν κάποιος έχει ιστορικό τουλάχιστον τριών διαφορετικών επεισοδίων κατάθλιψης στη ζωή του, τότε μπορεί να ωφεληθεί από τη χρόνια προληπτική θεραπεία, με μεγάλες πιθανότητες να μην ξαναπάθει επεισόδιο στη ζωή του.

Είδη θεραπείας

Οι κύριοι τύποι θεραπείας, που υπάρχουν για την κατάθλιψη, είναι οι εξής :

1. Ψυχοθεραπεία

2. Αντικαταθλιπτική φαρμακευτική θεραπεία

3. Συνδυασμός φαρμακευτικής θεραπείας και ψυχοθεραπείας

4. Άλλες θεραπείες (κυρίως Ηλεκτροσπασμοθεραπεία)

Για τις σοβαρές μορφές κατάθλιψης η φαρμακευτική θεραπεία είναι πολύ αποτελεσματική. Η ψυχοθεραπεία μόνη της δεν έχει δοκιμαστεί σε τέτοιες μορφές.

Τι μπορούν να κάνουν οι γονείς

Αν οι γονείς ή άλλα ενήλικα πρόσωπα στη ζωή του παιδιού ή του εφήβου υποψιάζονται την ύπαρξη κατάθλιψης, θα πρέπει να αναζητήσουν εξειδικευμένη βοήθεια. Η κατάθλιψη θεραπεύεται. Η έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση της κατάθλιψης στα παιδιά είναι πολύ σημαντική. Η διάγνωση γίνεται μέσα από την εκτίμηση του παιδιού και της οικογένειάς του και με τη βοήθεια ψυχολογικών tests. Γενικότερα, η συνεργασία της οικογένειας και του σχολικού περιβάλλοντος είναι απαραίτητη και αναγκαία για την αντιμετώπιση της κατάθλιψης στο παιδί. Πολλές φορές, το παιδί εκφράζει με την κατάθλιψη το πρόβλημα που υπάρχει στην οικογένεια, στο ζευγάρι των γονιών ή στα αδέλφια του. Είναι, επομένως, πολύ σημαντική η διαγνωστική εκτίμηση όλης της οικογένειας, εάν αυτό είναι εφικτό, ή η συγκέντρωση όσο το δυνατόν περισσότερων πληροφοριών για τις συνθήκες, τις σχέσεις και τη δυναμική της οικογένειας. Συχνά, η αναζήτηση βοήθειας και η ψυχοθεραπευτική αντιμετώπιση του ζευγαριού των γονιών έχει τη δύναμη να θεραπεύει την κατάθλιψη του παιδιού. Η αλλαγή των στάσεων, των αντιλήψεων και των συμπεριφορών μέσα στην οικογένεια, μέσω οικογενειακών συναντήσεων με ειδικούς ψυχοθεραπευτές (θεραπεία οικογένειας), είναι καθοριστικής σημασίας.

 Η ατομική ψυχοθεραπεία του παιδιού μπορεί να έχει επίσης καλά αποτελέσματα. Καινούργιες ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις, όπως η παιγνιοθεραπεία (play therapy), μπορούν να βοηθήσουν το παιδί να επεξεργαστεί τα καταθλιπτικά συναισθήματα μέσα από το παιχνίδι. Φαρμακευτική αγωγή δίνεται σπάνια στα παιδιά, σε πολύ σοβαρές μορφές κατάθλιψης, που συνήθως συνυπάρχουν με οργανικά αίτια (άλλες ασθένειες).

——————–

Σύντομο βιογραφικό της κ. Αγάθης Βαλανίδου

Κατάγεται από τη Μόρφου. Είναι έγγαμος, παντρεμένη με τον αρχαιολόγο-βυζαντινολόγο, κ.-Χριστόδουλο Χατζηχριστοδούλου, και μητέρα 5 παιδιών.
Απόφοιτος της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, όπου ειδικεύτηκε στην Ψυχιατρική.
Ψυχίατρος από το 1998, διορισμένη στις Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας του Υπουργείου Υγείας.
Από το 2011 είναι Βοηθός Διευθύντρια Κλινικής /Τμήματος, Υπεύθυνη Νοσοκομείου Αθαλάσσας.

Γενικὴ εἰσαγωγὴ στὴν Κυπριακὴ Ἁγιολογία

Αρχιμανδρίτης Φώτιος Ιωακείμ
Εἰσήγηση στὴν Θ΄ συνάντηση τοῦ Ἐπιμορφωτικοῦ Σεμιναρίου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου Β’ Ἀκαδημαϊκοῦ Ἔτους  (2013-2014)
Θ΄ Συνάντηση (27.05.2014)
 
Ὁμιλητής: Ἀρχιμανδρίτης Φώτιος Ἰωακεὶμ
 
Αρχιμανδρίτης Φώτιος Ιωακείμ
Πανιερώτατε, ἀγαπητοὶ ἐν Κυρίῳ πατέρες καὶ ἀδελφοί,
Πρὶν εἰσέλθουμε στὸ καθαυτὸ θέμα τῆς ἀποψινῆς μας εἰσήγησης, ποὺ εἶναι μία γενικὴ εἰσαγωγὴ στὴν Κυπριακὴ Ἁγιολογία, θεώρησα καλὸ νὰ ἐνδιατρίψουμε πρῶτα μὲ συντομία γύρω ἀπὸ τὸν ὅρο ἅγιος καὶ τὴν ἔννοιά του, καθὼς καὶ τὸ τί ὁρίζουμε ὡς Ἁγιολογία.

Ἡ λέξη ἅγιος ἑτυμολογεῖται  ἀπὸ τὸ ρῆμα ἅζεσθαι (ἅζομαι), ποὺ σημαίνει ἐντρέπομαι, φοβοῦμαι, σέβομαι, καὶ ποὺ ἐκφράζει τὴ στάση, τοποθέτηση τοῦ ἀνθρώπου ἐνώπιον τοῦ Θείου, τοῦ Θεοῦ. Στὴν ἀρχαία ἐλληνικὴ γραμματεία τὸ ρ. ἅζεσθαι ἔχει τὴ σημασία τῆς ἐκδηλώσεως φόβου πρὸς τὸν Θεό. Ἅγιος ἐκεῖ εἶναι ὁ καθιερωμένος, ἀφιερωμένος στοὺς θεούς, ὁ ἱερός. Ἀπὸ τὴν ἴδια ρίζα παράγονται τὸ ἅγος (ποὺ σημαίνει σέβας, εὐλάβεια, ἀλλὰ καὶ τὴν ἔμπρακτη ἐκδήλωσή τους, δηλ. θῦμα, θυσία) καὶ τὸ ἁγνός, ποὺ σημαίνει καθαγιασμένος, ἱερὸς καί, κατὰ συνέπεια, καθαρός. Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, στὸ κείμενο τῶν Ἑβδομήκοντα, ἡ λέξη ἅγιος ἀποτελεῖ μετάφραση τοῦ ἑβραϊκοῦ ἐπιθέτου gadoshἢ τοῦ οὐσιαστικοῦ godesh, λέξεων, ὅρων, ποὺ ἔχουν ἄμεση σχέση μὲ τὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ. Ὅλα, ὅσα ἀνήκουν στὴ λατρεία, πρῶτα ὁ ἴδιος ὁ Θεός, κατόπιν οἱ ἱερωμένοι ἄνθρωποι, τὰ πράγματα, ὁ χῶρος καὶ ὁ χρόνος, εἶναι ἅγια, δηλαδὴ χωρισμένα ἀπὸ τὴν κοινὴ βέβηλη χρήση. Στὴν Καινὴ Διαθήκη ἅγιος ἀποκαλεῖται κατεξοχὴν ὁ Θεός, ὁ τρισυπόστατος Θεός. Ἀκόμη, ἅγιοι χαρακτηρίζονται οἱ ἄγγελοι, οἱ προφῆτες, οἱ ἀπόστολοι. Τέλος, ἅγιοι ἀποκαλοῦνται καὶ ὅλοι οἱ βαπτισμένοι Χριστιανοί, καθόσον ἔχουν μὲ τὰ Μυστήρια ἀφιερωθεῖ στὸν Θεό, ἔχοντας λάβει τὴν ἁγιαστική του θεία Χάρη. Καὶ βεβαίως ὁ προσωπικός μας ἁγιασμός, ἡ προσοικείωση δηλαδὴ τῆς θεοποιοῦ θείας Χάρης, ἀποτελεῖ ἐντολὴ Θεοῦ («ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἅγιός εἰμι») καὶ τὸν ἀπώτερο στόχο τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Γι᾽ αὐτὸ καὶ οἱ πιστοὶ εἶναι «κλητοὶ ἅγιοι», ὡς «κλήσεως ἐπουρανίου μέτοχοι». Κατόπιν τούτων, ἅγιος ἄνθρωπος (ἢ ἅγιο πράγμα), μὲ τὴν εὐρύτερη ἔννοια, ἀποκαλεῖται καὶ χαρακτηρίζεται ὁ ἀφιερωμένος (ἢ τὸ ἀφιερωμένο) πλήρως στὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ. Μὲ τὴν εἰδικώτερη δὲ ἔννοια, ἅγιος στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία χαρακτηρίζεται, εἶναι ὁ πιστὸς Χριστιανός, μέλος τῆς μιᾶς, ἁγίας, καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος, διὰ τῆς μετοχῆς τῶν ἱερῶν Μυστηρίων, τῆς τηρήσεως τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ ἐντολῶν καὶ τοῦ ἐν γένει προσωπικοῦ ἐν Χριστῷ ἀγῶνος καὶ μὲ τὴν ἀπαραίτητη συνέργεια τῆς ἁγιαστικῆς θείας Χάριτος, ἀποκάθηρε τὸ «κατ᾽ εἰκόνα», ἔλαβε τὸν ἐνυπόστατο θεῖο φωτισμὸ καὶ ἔφθασε στὸ μέτρο τῆς θεώσεως, ἔγινε δηλαδὴ κατὰ χάριν θεός, πράγμα ποὺ ἀποτελεῖ τὸ προηγούμενον ἢ κατ᾽ εὐδοκίαν θέλημα τοῦ Δημιουργοῦ Θεοῦ, τὸν σκοπὸ τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ καὶ τῆς ἐν Χριστῷ ἀναπλάσεώς του.

Ἁγιολογία εἶναι ὁ κλάδος ἐκεῖνος τῆς Χριστιανικῆς Θεολογικῆς ἐπιστήμης, ὁ ὁποῖος ἐξετάζει καὶ ἐρευνᾶ ἐπιστημονικὰ ὁτιδήποτε σχετίζεται μὲ τοὺς ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας (σύμφωνα μὲ τὴν ἀνωτέρω δεύτερη, εἰδικὴ ἔννοια τοῦ ἅγιος) καὶ τὴν τιμή τους. Πρωτίστως ἐρευνᾶ τὰ ἁγιολογικὰ κείμενα (Μαρτύρια, Βίους ἁγίων, Συναξάρια, Ἐγκώμια καὶ πανηγυρικοὺς Λόγους, Ἀποφθέγματα Πατέρων, ψυχωφελεῖς Διηγήσεις, κ.λπ.), καὶ δευτερευόντως τὰ ὑμνογραφικὰ κείμενα, ποὺ ἔχουν ὡς πηγή τους τὰ ἁγιολογικὰ κείμενα, καθὼς καὶ ὅλα τὰ σχετικὰ θέματα καὶ προβλήματα, ἱστορικά, θεολογικά, ἐκκλησιαστικὰ κ.λπ. Ἡ Ἁγιολογία καλύπτει εὐρύτατα χρονικὰ ὅρια, ποὺ ἐκτείνονται ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῶν δικαίων καὶ προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης μέχρι τὶς ἡμέρες μας, μὲ τὴν ἐπίσημη διακήρυξη νέων ἁγίων ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ἢ τὶς ἄλλες αὐτοκέφαλες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες. Ἑπομένως, ἡ Ἁγιολογία εἶναι ἀπὸ τὴ φύση της ἕνας εὐρύτατος καὶ πολυδιάστατος κλάδος, ποὺ συνδέεται ἄμεσα καὶ ὀργανικὰ μὲ πλείστους ὅσους ἄλλους κλάδους τῆς Θεολογικῆς ἐπιστήμης καὶ ἀποτελεῖ χῶρο συνάντησής τους, ὅπως τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία, τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Γραμματεία, τὴν Ἐκκλησιολογία, τὴν Ὑμνολογία, τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Ἀρχαιολογία καὶ τὴ Λειτουργική, ὅπως καὶ ἄλλων ἀνθρωπιστικῶν ἐπιστημῶν, ὅπως ἡ Φιλολογία, ἡ Ἱστορία, ἡ Ἀρχαιολογία, ἡ Λαογραφία καὶ οἱ κοινωνικὲς ἐπιστῆμες. Ἀσφαλῶς ἡ Ἁγιολογία δὲν ἀποτελεῖ αὐτοσκοπὸ καὶ δὲν πρέπει νὰ περιορίζεται μόνο στὸ ἱστορικοφιλολογικὸ σκέλος της. Βεβαίως οἱ διάφορες παράμετροι καὶ τὰ πορίσματά της ἐνδιαφέρουν τὰ μέγιστα τοὺς ὡς ἄνω ἐπιστημονικοὺς κλάδους, ἀλλὰ ὀφείλει νὰ ἐπεκτείνεται καὶ στὴ θεολογία τῶν ἁγιολογικῶν κειμένων καὶ λοιπῶν πηγῶν της, ἀφοῦ μέσα ἀπὸ αὐτὲς ἀναδύεται ἀνάγλυφα ἡ ἁγιότητα τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, ὡς ἐπίτευξη τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, καὶ οἱ ποικίλες ἐκφάνσεις της, καθὼς καὶ τὰ συναφῆ θεολογικὰ θέματα (τιμὴ τῶν ἁγίων καὶ τῶν ἱερῶν τους λειψάνων, τὰ θαύματα τῶν ἁγίων καὶ ἡ παρρησία τους ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, κ.ἄ.). Ἔτσι, ἡ Ἁγιολογία ἀποτελεῖ, πρέπει νὰ ἀποτελεῖ, ποιμαντικὸ ὄργανο στὰ χέρια τῆς Ἐκκλησίας, πρὸς σωτηρία τῶν πιστῶν.

Κατόπιν τῶν ἀνωτέρω, ἡ Κυπριακὴ Ἁγιολογία ἐξετάζει ἐπιστημονικά, μέσα στὸ πλαίσιο τῶν προδιαγραφῶν τῆς σύγχρονης εὐρύτερης ἐπιστήμης τῆς Ἁγιολογίας, ὁτιδήποτε ἀφορᾶ στοὺς ἐν Κύπρῳ ἁγίους καὶ στὴ διαχρονικὴ τιμή τους. Εἰσαγωγὴ στὴν Κυπριακὴ Ἁγιολογία, θὰ μποροῦσε νὰ ἀποτελέσει μία εἰσαγωγή, εὐρύτερα νοούμενη, στὴν ἐκκλησιαστική, ἀλλὰ καὶ γενικώτερα στὴν πολιτικὴ μετὰ Χριστὸν ἱστορία τῆς Κύπρου, καθόσον ὁ διαχρονικὰ σταθερώτερος ἱστορικὸς καὶ συνεκτικὸς θεσμὸς στὴ νῆσο ὑπῆρξε ἡ τοπικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Βεβαίως τοῦτο ἐκφεύγει τῶν σκοπῶν τῆς παρούσης συνοπτικῆς εἰσήγησης. Ἐφεξῆς, θὰ σκιαγραφήσουμε μὲ συντομία, σὺν Θεῷ, τὴ διαχρονικὴ παρουσία στὴ μεγαλόνησό μας τῆς ἐκλεκτῆς μεγίστης χορείας τῶν «πολυμερῶς καὶ πολυτρόπως» διαλαμψάντων σ᾽ αὐτὴ ἁγίων, σύμφωνα καὶ πρὸς νεώτερα δεδομένα, ἀκολουθῶντας τὴν κατὰ ὁμάδες παρουσίασή τους (ἀπόστολοι, μάρτυρες καὶ ὁμολογητές, ἱεράρχες, ὅσιοι) .

Πρὶν ὅμως προχωρήσουμε, πρέπει νὰ διασαφήσουμε, ὅτι ἡ ἱστορία τῆς βυζαντινῆς Κύπρου, ποὺ ἀκολούθησε τὴν πρωτοχριστιανική της περίοδο (1ος αἰ.-324), ὑποδιαιρεῖται συμβατικὰ στὶς ἑξῆς ὑποπεριόδους: Πρωτοβυζαντινὴ ἢ παλαιοχριστιανικὴ (324-649/650), μεσοβυζαντινὴ ἢ περίοδος τῶν ἀραβικῶν ἐπιδρομῶν (649/650-965) καὶ ὑστεροβυζαντινὴ (965-1191). Κατόπιν ἀκολουθεῖ μακραίωνη περίοδος δουλείας (φραγκοκρατία [1191-1570], τουρκοκρατία [1570-1878] καὶ ἀγγλοκρατία [1878-1960]).

Ἀναμφίλεκτα, ἡ φιλόχριστος νῆσος τῆς Κύπρου ἀπόλαυσε πλούσιες τὶς εὐλογίες τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου κατὰ τὴν ἐποχὴ τῆς Χάριτος. Ἔχοντας δεχθεῖ πρώτη μετὰ τὴ Συροπαλαιστίνη τὸν ἅγιο σπόρο τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος, ἀναβλάστησε ἄφθονους τοὺς πνευματικοὺς καρπούς. Ἐπάνω στὴ μακαρία της γῆ εἶδε νὰ ἀναθάλλουν ἀνὰ τοὺς αἰῶνες πολυάριθμο στίφος ἀμαράντων βλαστῶν τοῦ νοητοῦ Παραδείσου: Ἀπόστολοι, μάρτυρες, ἱεράρχες, ὁμολογητές, ὅσιοι καὶ δίκαιοι. Καθόλο τὸ εὖρος καὶ μῆκος της ἡ κλεινή μας νῆσος σεμνύνεται γιὰ τὸ πλῆθος τῶν ἁγίων τους λειψάνων καὶ εἰκόνων, τάφων καὶ ἀσκητηρίων καὶ μονῶν καὶ ναῶν τους, τόπων ἁγιασμοῦ, χώρων θεοφανείας, τρόπων παρηγορίας. Γιὰ τοῦτο καὶ δίκαια ἀπέσπασε τὸν ἐπίζηλο τίτλο τῆς ἁγιωνυμίας, ἀποκληθεῖσα «ἁγία νῆσος» καὶ χαρακτηρισθεῖσα ὡς ἡ κατεξοχὴν «νῆσος τῶν ἁγίων».

Τὴ χριστιανικὴ πίστη δέχθηκε ἡ Κύπρος ἐνῶ τελοῦσε ὑπὸ ρωμαϊκὴ κυριαρχία (30 π.Χ.-330 μ.Χ.). Οἱ πρῶτοι ποὺ ἦλθαν, εὐαγγελιζόμενοι τὸν Χριστὸ στὴ νῆσο, σύμφωνα μὲ τὴ μαρτυρία τοῦ βιβλίου τῶν Πράξεων, ἦταν Χριστιανοὶ ἐξ Ἰουδαίων, μαθητὲς τῶν ἁγίων ἀποστόλων, οἱ ὁποῖοι, ἕνεκα τοῦ διωγμοῦ ποὺ ἐπακολούθησε τὴ μαρτυρικὴ τελείωση τοῦ πρωτομάρτυρος Στεφάνου, «διασπαρέντες…διῆλθον ἕως Φοινίκης καὶ Κύπρου καὶ Ἀντιοχείας» (Πράξ. 11,19) περὶ τὸ 34 μ.Χ., κηρύττοντας πρῶτα πρὸς τοὺς Ἰουδαίους, ἔπειτα δὲ καὶ πρὸς τοὺς ἐθνικούς. Ἔτσι, προπαρασκεύασαν τὸ ἔδαφος γιὰ τὴ μετέπειτα ἱεραποστολικὴ δράση τῶν Κυπρίων στὴν καταγωγὴ ἀποστόλων Βαρνάβα καὶ (Ἰωάννου) Μάρκου τοῦ ἀνεψιοῦ του καὶ Εὐαγγελιστῆ, ποὺ ἦλθαν στὴν Κύπρο ἀρχικὰ μὲ τὸν ἀπόστολο Παῦλο περὶ τὸ 45-46, καὶ κατόπιν χωριστὰ ἀπὸ αὐτὸν περὶ τὸ 49. Μὲ τὸ κήρυγμά τους καὶ τὶς χειροτονίες ἐπισκόπων θεμελιώθηκε στὴ νῆσο ὁ Χριστιανισμός, γι᾽ αὐτὸ καὶ μὲ κάθε δίκαιο ὁ Βαρνάβας θεωρήθηκε καὶ μέχρι σήμερα τιμᾶται ὡς ὁ θεμελιωτὴς καὶ προστάτης τῆς ἁγιώτατης τοπικῆς μας Ἐκκλησίας, τὴν ὁποία ἄρδευσε μὲ τὸ τίμιο αἷμα του, καθόσον τελειώθηκε μαρτυρικὰ στὴ Σαλαμίνα περὶ τὸ 55. Σύγχρονα πνευματικὰ ἀναστήματα καὶ διάδοχοι τῶν ὡς ἄνω ἀποστόλων στὸ πολύμοχθο ἔργο τοῦ ἐκχριστιανισμοῦ τῆς νήσου ἀναδείχθηκαν κατὰ τὸν πρῶτο αἰῶνα οἱ ἅγιοι ἱεράρχες Ἡρακλείδιος, Μνάσων καὶ Ρόδων τῆς Ταμασσοῦ, Αὐξίβιος ὁ Ρωμαῖος, ὁ πρῶτος ἐπίσκοπος Σόλων, Λάζαρος ὁ τετραήμερος καὶ φίλος τοῦ Χριστοῦ στὸ Κίτιον, Φιλάγριος, ὁ μαθητὴς τοῦ ἀποστόλου Πέτρου καὶ Ἐπαφρᾶς, ὁ ἀκόλουθος τοῦ ἀποστόλου Παύλου στὴν Πάφο, ὁ ἐπίσης συνέκδημος τοῦ Παύλου Τυχικὸς στὴ Νεάπολη (σημ. Λεμεσό), καθὼς καὶ ὁ ἀποστολικὸς ἄνδρας Τίμων, γιὰ νὰ ἀναφέρουμε τοὺς ἐπισημότερους ἀπὸ αὐτούς. Γιὰ ἀρκετοὺς τῶν ἁγίων τούτων σώζονται ἀναφορὲς σὲ πρωιμότατα ἁγιολογικὰ κείμενα.

Κατὰ τοὺς στὴ συνέχεια διωγμοὺς τῶν αὐτοκρατόρων τῆς Ρώμης μέχρι καὶ τὴν ἐποχὴ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, ἡ εὐλογημένη μας νῆσος εὐμοίρησε νὰ προσφέρει στὸν Ἐσταυρωμένον Ἰησοῦν πλειάδες ἐνδόξων μαρτύρων, οἱ ὁποῖοι μὲ τὸ ἱερό τους αἷμα πότισαν καὶ στερέωσαν τὸ νεοπαγὲς δένδρο τῆς πίστης. Χρονολογημένες μαρτυρίες γιὰ ὀργανωμένους διωγμοὺς στὸ νησί μας σώζονται γιὰ τὴν περίοδο βασιλείας τοῦ Διοκλητιανοῦ (τὸν τελευταῖο τοῦτο μεγάλο διωγμὸ κήρυξαν ὁ Διοκλητιανὸς μὲ τὸν Καίσαρα Γαλέριο στὶς 23 Φεβρουαρίου τοῦ 303). Εἶναι κατὰ τὸν διωγμὸ τοῦτο, ποὺ μαρτύρησαν πλεῖστοι ὅσοι γνωστοὶ μάρτυρες στὴν Κύπρο, ὅπως οἱ ἱερομάρτυρες Θεόδοτος Κυρηνείας, Φιλωνίδης Κουρίου καὶ οἱ ὁμολογητὲς Γελάσιος Σαλαμῖνος καὶ Πάππος Χύτρων (ποὺ χειροτόνησε ἀργότερα ἀρχιεπίσκοπο τῆς νήσου τὸν Μέγα Ἐπιφάνιο), οἱ μάρτυρες στὴ Σαλαμίνα Ἀριστοκλῆς πρεσβύτερος, Δημητριανὸς διάκονος καὶ Ἀθανάσιος ἀναγνώστης, καθὼς καὶ Λούκιος ὁ βουλευτὴς ἀπὸ τὴν Κυρήνη τῆς Λιβύης. Κατὰ τὴν ἴδια περίοδο ἐξορίζονται στὴν Κύπρο πολλοὶ ἀνώνυμοι ὁμολογητὲς ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη, σύμφωνα μὲ μαρτυρία τοῦ ἱστορικοῦ Εὐσεβίου, ἐπισκόπου Καισαρείας, καὶ ἀφικνύεται στὸ νησί μας ἕνας ἄλλος μέγας ὁμολογητής, ὁ ἅγιος Ἀρτέμων, πρεσβύτερος Λαοδικείας τῆς Συρίας, γιὰ νὰ τελειωθεῖ εἰρηνικὰ λίγο ἀργότερα στὸν ἀρχαῖο Αὐλῶνα τῆς Σολίας (τὴ σημερινὴ Αὐλῶνα), κατάλοιπα τοῦ ναοῦ τοῦ ὁποίου προσφάτως ἐντοπίστηκαν καὶ ἀνασκάπτονται. Σὲ ἄγνωστο χρόνο μαρτύρησαν ἀκόμη ὁ ἱερομάρτυς Θεράπων, ἐπίσκοπος Κιτίου, οἱ μάρτυρες Ρηγῖνος καὶ Ὀρέστης στὴ Φασούλλα τῆς Λεμεσοῦ, Ἀλέξανδρος καὶ Ἄμμων μαζὶ μὲ ἄλλους εἴκοσι ἀνωνύμους στοὺς Σόλους, Νεμέσιος, Ποτάμιος καὶ Δίδυμος, καθὼς καὶ οἱ ἑπτάριθμοι μάρτυρες Φαίνοντες ἢ Φανέντες, ποὺ τὸ μαρτύριό τους (σήμερα μουσουλμανικὸ τέμενος) βρίσκεται περὶ τὸ ἕνα χιλιόμετρο βορείως τοῦ χωριοῦ Ἅγιος Ἐπίκτητος Κερύνειας, ἐπάνω στὴ βραχώδη ἐκεῖ ἀκτή.

Ἀλλά, ἡ μαρτυρικὴ Ἐκκλησία Κύπρου προσέφερε μάρτυρες στὸν βωμὸ τῆς Πίστεως καὶ κατὰ τὴν μετέπειτα ἱστορική της πορεία, μέχρι καὶ τὶς μέρες μας. Κατὰ τὴν περίοδο τῶν ἀραβικῶν κατ᾽ αὐτῆς ἀπηνῶν ἐπιδρομῶν ἀναβλαστάνει συστοιχία νέων μαρτύρων ( χαρακτηριζομένων ἔτσι ἀπὸ τοὺς βυζαντινούς, πρὸς διάκρισή τους ἀπὸ τοὺς παλαιούς, ποὺ μαρτύρησαν κατὰ τοὺς πρώτους διωγμούς). Τέτοιοι γνωστοὶ ἅγιοι, ποὺ βασανίσθηκαν καὶ τελειώθηκαν μαρτυρικῶς ἀπὸ τοὺς Ἄραβες ἐπιδρομεῖς, εἶναι ὁ ἅγιος Κωνσταντῖνος τῆς Ὁρμιτείας (σημ. Ὁρμίδειας), Δημητριανὸς Ἀνδριδιώτης παρὰ τὸ Ἰδάλιον Λευκωσίας, Σώζων ὁ θαυμαστὸς καὶ οἱ σὺν αὐτῷ παιδομάρτυρες ἀπὸ τὸν οἰκισμὸ Πλακουντούδιον πλησίον τῆς Ἀσπρογιᾶς Πάφου, ἡ ἔνθεος τετρακτὺς τῶν Γρηγορίου, Διογένους, Δομετίου καὶ Θεοτέκνου, πιθανῶς δὲ καὶ Γεώργιος ὁ Μαχαιρωμένος, ὁ παρὰ τὸν Ἀναλιόντα Λευκωσίας. Μὲ αὐτοὺς συναριθμεῖται καὶ ὁ γενναῖος βυζαντινὸς δρουγγάριος (ναύαρχος) Θεόφιλος ὁ νέος, ποὺ μαρτύρησε μαχόμενος γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τῆς Κύπρου καὶ πιθανὸν τελειώθηκε στὴ νῆσο μας. Ἐξάλλου, κατὰ τὴν ἴδια περίοδο ἡ Κύπρος ἁγιάζεται μὲ τὴν παρουσία πολλῶν ἀνωνύμων εἰκονοφίλων ὁμολογητῶν μοναχῶν καὶ μοναζουσῶν ἐκ Μικρᾶς Ἀσίας, ποὺ ἐκτυφλώνονται καὶ ἐξορίζονται ἐδῶ ἀπὸ τὸν ἀμείλικτο εἰκονομάχο στρατηγὸ Μιχαὴλ Λαχανοδράκοντα τὸ 771. Γιὰ νὰ ἔρθουμε τώρα στοὺς ζοφώδεις χρόνους τῆς φραγκοκρατίας, τὴν καταδιωκόμενη Πίστη τῶν Ὀρθοδόξων τῆς νήσου ἔρχεται νὰ ἑδραιώσει τὸ μαρτύριο τῶν δεκατριῶν ὁσιομαρτύρων τῆς μονῆς Παναγίας Κανταριωτίσσης, μὲ ἡγούμενο τὸν Ἰωάννη, οἱ ὁποῖοι, ἀφοῦ ἀντιστάθηκαν γενναῖα στὶς παπικὲς πλάνες, μετὰ ἀπὸ πολυειδεῖς κακώσεις τριετοῦς φυλάκισης στὴ Λευκωσία, ὑπέστησαν τὸν διὰ πυρὸς θάνατο στὶς 19 Μαΐου 1231. Ἐπίσης, καὶ κατὰ τὴ δεινὴ δουλεία τῆς τουρκοκρατίας, ποὺ ἐπακολούθησε, «οὐκ ἀμάρτυρον ἑαυτὸν ἀφῆκεν» ὁ Κύριος, ἀλλὰ φανέρωσε τὴ δόξα Του, ἀναδεικνύοντας λαμπρὴ χορεία σεπτῶν Κυπρίων νεομαρτύρων, γιὰ νὰ μεγαλυνθεῖ καὶ πάλιν ἡ Πίστη τῶν Ὀρθοδόξων καὶ καταισχυνθοῦν οἱ τῆς Ἄγαρ υἱοί.  Τέτοιοι ὑπῆρξαν Ἰωάννης (ὁ παραμείνας γνωστὸς ὡς Γεώργιος), ὁ ἐν Πτολεμαΐδι (Ἄκκρᾳ) τῆς Παλαιστίνης, Μιχαὴλ ὁ ἐν Σαμοθράκῃ καὶ Πολύδωρος ὁ ἐν Νέᾳ Ἐφέσῳ. Καὶ ἄλλοι ὅμως κληρικοὶ καὶ λαϊκοὶ ἔχυσαν τὸ αἷμα τους γιὰ τὸν Χριστὸ κατὰ τὴν ἴδια περίοδο, τοὺς ὁποίους σὺν τῷ χρόνῳ ἡ Ἐκκλησία μας θὰ πρέπει, συγκεντρώνοντας τὰ ὑπάρχοντα στοιχεῖα, νὰ ἐξετάσει κατὰ περίπτωση καὶ νὰ ἐντάξει, ἐὰν κριθεῖ τελικῶς πρέπον, καὶ ἐπίσημα στοὺς χοροὺς τῶν νεομαρτύρων. Σ᾽ αὐτοὺς συγκαταλέγονται οἱ ἐκ Κύπρου ἱεράρχες Νικομηδείας Ἀθανάσιος Καρύδης (1791-1821) καὶ Δημητσάνης Φιλόθεος Χατζῆς (1795-1821), Μακρύδιακος καὶ Χριστοφόρος, οἱ κληρικοὶ τῆς μονῆς Ἁγίου Μάμαντος Μόρφου, ὅπως καὶ οἱ μεταγενεστέρως «πεπελεκυσμένοι διὰ τὴν μαρτυρίαν Ἰησοῦ», ἀρχιμανδρίτης Ματθίας Παυλίδης ἀπὸ τὴ Γύψου (1878-1919) καὶ παπᾶ Χαράλαμπος Μιχαηλίδης, ὁ ἁγνὸς ἱεραπόστολος τῶν τῆς Λουρουκίνας κρυπτοχριστιανῶν, ὁ κατὰ τὸ 1924 βαναύσως σφαγεὶς ὑπὸ φανατικῶν ἰσλαμιστῶν. Περατώνουμε τὸν ἀπέραντο τοῦτο μαρτυρικὸ κατάλογο μὲ τὸν ἐξ Ὀρούντης καταγόμενο καὶ εἰς τὸ Φρέαρ τοῦ Ἰακὼβ κατὰ τὸ 1979 μαρτυρικῶς ὑπὸ φανατικῶν Ἑβραίων καὶ ἀπηνῶς σφαγέντα νέον ἱερομάρτυρα Φιλούμενο τὸν πολυθαύμαστο.  

Γιὰ νὰ προχωρήσουμε στὴ χορεία τῶν ἁγίων τῆς νήσου ἱεραρχῶν, ὅταν ἐπιτέλους ἡ Ἐκκλησία ἐξέρχεται τῶν κατακομβῶν ἐπὶ Μεγάλου Κωνσταντίνου, ἀρχίζει καὶ γιὰ τὴν Κύπρο λαμπρὴ περίοδος πνευματικῆς καὶ πολιτιστικῆς ἀκμῆς. Τὴν ἀπαρχὴ τῆς περιόδου αὐτῆς ἀσφαλῶς σηματοδοτεῖ ἡ κατὰ τὴν ἀρχαία παράδοση ἐπίσκεψη τῆς νήσου ἀπὸ τὴ βασιλομήτορα ἁγία Ἑλένη. Ἤδη ἡ νῆσος μετέχει ἐνεργῶς τῶν δύο Οἰκουμενικῶν καὶ ἄλλων τοπικῶν Συνόδων τοῦ δ´ αἰώνα (λ.χ. τῆς Συνόδου τῆς Σαρδικῆς [Σόφιας Βουλγαρίας, ἔτος 343]), καὶ ἀναδεικνύει ἐξέχουσες πατερικὲς μορφές, πλήρεις σοφίας καὶ ἁγιότητας. Κυριακὸς ἢ Κύριλλος Πάφου, ὁ μέγας στὴν ἀρετὴ καὶ τὰ θαύματα Σπυρίδων Τριμιθοῦντος ὁ πολύδοξος καὶ Τριφύλλιος Λήδρων (Λευκωσίας) ὁ μαθητής του, Τύχων Ἀμαθοῦντος ὁ θαυματουργός, Φίλων καὶ Συνέσιος οἱ Καρπασίας, Νίκων, Ἀρίστων καὶ Ἀρκάδιος οἱ Ἀρσινόης ποιμενάρχες, ἀγωνίσθηκαν γιὰ τὴν ἑδραίωση τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης, καταπολεμώντας τὶς ποικίλες αἱρέσεις ἀλλὰ  καὶ τὴν εἰσέτι ἐμπνέουσα στὴ νῆσο εἰδωλολατρία. Κατὰ τὸν ἴδιο αἰῶνα τίθενται τὰ θεμέλια τῆς κανονικῆς ὀργάνωσης τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας καὶ ἑδράζεται ἡ ὑπὸ τὸν ἀρχιεπίσκοπο Κύπρου ἐσωτερικὴ διαίρεσή της σὲ 15 συνολικῶς ἐπισκοπικὲς περιφέρειες. Εἶναι τότε, ποὺ ἡ Ἐκκλησία Κύπρου, στὸ πρόσωπο τοῦ ἐξέχοντος μοναχικοῦ ἡγέτη καὶ θαυματουργοῦ Ἐπιφανίου τοῦ Μεγάλου, τοῦ ἀρχιεπισκόπου της (367-403) διασφαλίζει τὸ αὐτοκέφαλο καὶ τὰ «ἄνωθεν καὶ ἐξαρχῆς» προνόμιά της, τὰ ὁποῖα τελικῶς καὶ κανονικῶς κατοχυρώθηκαν ἀπὸ τὴν Γ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο (Η´ Κανών). Νὰ τονισθεῖ, ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Κύπρου μετέσχε μὲ ἐκλεκτοὺς ἐκπροσώπους καὶ ἁγίους ἐπισκόπους της σὲ ὅλες τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους (ἐκτὸς τῆς Ε´), οἱ ὁποῖοι, σὲ ὁρισμένες ἀπὸ αὐτές, διαδραμάτισαν σημαντικὸ ρόλο. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς Κύπριους ἱεράρχες τῶν πρωτοβυζαντινῶν χρόνων, μὲ τοὺς ἄτρυτους ποιμαντικοὺς καμάτους καὶ τὴν ἐνάρετη ζωή τους ἁγίασαν καὶ ἔτυχαν ἐνωρίτατα τιμῆς, ὁ ὁποία ἐνίοτε ἐξῆλθε καὶ τῶν ὁρίων τῆς νήσου, ὅπως ἀποδεικνύει σὺν ἄλλοις ἡ περίληψή τους σὲ Μαρτυρολόγια, Καλενδάρια καὶ Μηνολόγια εὐαγγελισταρίων τῆς καθόλου Ἐκκλησίας, ἀπὸ τὸν 9ο αἰ. κ.ἑξ.

Κατὰ τοὺς μεσοβυζαντινοὺς γιὰ τὴ νῆσο χρόνους (7ος-10ος αἰ.), ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἱεραρχία ἀναδεικνύει ὡσαύτως οὐρανομήκεις βλαστούς, ποὺ ὁδηγοῦν τὸ λογικό τους ποίμνιο «πρὸς νομὰς σωτηρίους», στηρίζοντάς το μάλιστα σὲ περιόδους σάλου αἱρέσεων καὶ ἐπιδρομῶν τῶν Ἀράβων. Σταχυολογοῦμε τὶς μορφὲς τῶν ἁγιωτάτων ἀρχιεπισκόπων Κύπρου Ἀρκαδίου (625-641/642), Σεργίου τοῦ διαδόχου του, ποὺ ἐξεμέτρησε τὸν βίο ὡς ἁπλοῦς μοναχὸς στὸ ὄρος Σινᾶ, Ἐπιφανίου τοῦ Β´, Ἰωάννου τοῦ Α´, Δαμιανοῦ, Σωφρονίου καὶ Εὐσταθίου, ἀλλὰ καὶ Ἰωάννου τοῦ Ἀμαθοῦντος, πνευματικοῦ πατρὸς τοῦ ἐξ Ἀμαθοῦντος Ἀναστασίου τοῦ Σιναΐτου, καὶ τοῦ ἐπισκόπου Χύτρων Δημητριανοῦ, ποὺ ἔθεσε τὴν ψυχή του χάριν τοῦ ποιμνίου του καὶ τὸ ἀκολούθησε ἑκὼν στὴ βαβυλώνια αἰχμαλωσία (στὴ Βαγδάτη), συνεργήσας μεγάλως στὴν ἀπελευθέρωσή του. Μεγάλη ἀκμὴ γνώρισε ἡ τοπικὴ Ἐκκλησία καὶ κατὰ τοὺς ὑστεροβυζαντινοὺς χρόνους (11ος-12ος αἰ.), ὁπόταν, μὲ τὴ  συναρωγὴ τοῦ Βυζαντίου, ἀνεστύλωσε πολλὰ καταστραφέντα ἀπὸ τοὺς Ἄραβες μνημεῖα, ναοὺς καὶ μονές, ἐνῶ ἀνήγειρε καὶ ἀρκετὰ νέα ἱερὰ καθιδρύματα ἐκ βάθρων. Μνημονευτέοι ἐδῶ οἱ ἅγιοι ἀρχιεπίσκοποι τῆς νήσου, Νικόλαος ὁ Μουζάλων, Ἰωάννης ὁ Κρητικὸς καὶ ὁ διάδοχός του Βαρνάβας ὁ Γ´ ὁ θεοπτικώτατος, καθὼς καὶ ὁ Τριμιθοῦντος Θεοφύλακτος. Τοὺς δύο τελευταίους εἶδε σὲ συλλείτουργο μαζί τους ὁ ἅγιος πατριάρχης Ἱεροσολύμων Λεόντιος νὰ λάμπουν «ὑπὲρ τὸν ἥλιον». Ἀλλὰ καὶ κατὰ τοὺς μεταγενέστερους χρόνους τῆς ξένης κυριαρχίας ἀνέτειλαν θεοφόροι ἀρχιερεῖς στὴ νῆσο, ποὺ στερέωσαν τὴν πίστη τῶν ὑποδούλων Κυπρίων μὲ τὴν ἀγγελικὴ πολιτεία τους καὶ τὰ θαυμαστὰ σημεῖα, ποὺ ἐπιτέλεσαν. Τέτοιοι ὑπῆρξαν ὁ ἅγιος Θεοφάνης ὁ νέος, ἐπίσκοπος Σολέας (†1550), ὁ παραιτηθεὶς τῆς ἐπισκοπῆς καὶ τελειωθεὶς ἀσκητικῶς στὴ Μονὴ τοῦ Τιμίου Προδρόμου Μέσα Ποταμοῦ, καὶ ὁ ἀφανὴς ἀσκητὴς καὶ σιδηροφόρος μέσα στὸν κόσμο Πανάρετος ὁ Πάφου (†1790), ποὺ δοξάσθηκε μὲ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας, ζῶν καὶ μετὰ θάνατον, καὶ τοῦ ὁποίου ἡ ἁγιότητα διακηρύχθηκε ἐπίσημα ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο μόλις 4 ἔτη μετὰ τὴν ἁγία του κοίμηση.

Ἀναφορικῶς τώρα πρὸς τὴ γένεση καὶ ἀκμὴ τῆς μοναχικῆς πολιτείας στὴν Κύπρο, πρέπει ἐδῶ νὰ ἐπισημανθεῖ, ὅτι ἤδη ἀπὸ τὸν πρῶτο αἰῶνα, κατὰ τὴ μαρτυρία πρωιμοτάτων ἁγιολογικῶν πηγῶν καὶ παραδόσεων, παρατηρεῖται στὴ ζωὴ τῆς πρωτοχριστιανικῆς Ἐκκλησίας τῆς νήσου μία μορφὴ ἀρχεγόνου ἀσκητισμοῦ, συνυφασμένου μὲ τὴν ἱεραποστολικὴ δράση ἁγίων ἀποστολικῶν ἀνδρῶν. Ὁ κλεινὸς πρωθιεράρχης τῆς Ταμασσοῦ, ἅγιος Ἡρακλείδιος, ὅπως καὶ οἱ συνεργάτες καὶ διάδοχοί του στὸν θρόνο Μνάσων καὶ Ρόδων, μαζὶ μὲ τὰ μέλη τῆς πρώτης αὐτῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, διαβιοῦν ἀσκητικῶς μέσα σὲ μεγάλο ἀρχαῖο σπήλαιο τῆς Ταμασσοῦ, ὅπου καὶ ἐνταφιάστηκαν• αὐτό, ποὺ σώζεται σήμερα ἐνσωματωμένο στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἡρακλειδίου. Παράλληλα, σὲ σπήλαιο διαβιοῦν ἀσκητικῶς καὶ οἱ ἀποστολικοὶ ἄνδρες Ἀριστοκλειανὸς (σὲ περιοχὴ μεταξὺ Κουρίου καὶ Ἀμαθούντας) καὶ Τίμων (σώζεται στὴ Βάσα Κοιλανίου• πρόκειται γιὰ ρωμαϊκὸ ταφικὸ σπήλαιο μὲ ἀρκοσόλια). Ἔτσι ὁ μοναδικὴ πολιτεία συγγεννᾶται καὶ συναυξάνεται στὴ νῆσο μας μαζὶ μὲ τὴ χριστιανικὴ πίστη. Πάντως, συμφώνως πρὸς βυζαντινὲς πηγές, ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, ἐκ παραλλήλου πρὸς τὴν ὡς ἄνω λαμπρὴ ἄνθηση τῆς τοπικῆς ἱεραρχίας, τὸ θεοβλαστούργητο δένδρο τοῦ Μοναχισμοῦ ἤδη θάλλει στὴν Κύπρο. Χαρακτηριστικὴ ἡ περίπτωση τοῦ ὁσίου Ἀρκαδίου τοῦ Κυπρίου (ἡ μνήμη του στὶς 6 Μαρτίου). Τὰ θεμέλια ὅμως μιᾶς πλέον ὀργανωμένης μορφῆς ἀσκητισμοῦ, ἀλλὰ καὶ λαμπρὸ παράδειγμα τῶν ἐφεξῆς πρὸς μίμηση, θὰ θέσουν λίγα χρόνια ἀργότερα δύο συνασκητὲς καὶ φίλοι ἐν Κυρίῳ, στοὺς ὁποίους ἡ Ἱστορία ἐπεφύλαξε τὸν ζηλευτὸ τίτλο τοῦ Μεγάλου: Πρῶτος, Ἱλαρίων ὁ Μέγας, μαθητὴς Ἀντωνίου τοῦ Μεγάλου καὶ εἰσηγητὴς τοῦ μοναχικοῦ πολιτεύματος στὴν Παλαιστίνη, μὲ τὴν ἔλευσή του στὴν Κύπρο (περὶ τὸ 363/364) καὶ τὴν ἡσυχαστικὴ βιοτὴ σὲ λαξευμένο ἀπὸ τὸν ἴδιο σπήλαιο μέχρι τὴν ὁσιακή του ἐδῶ τελευτὴ (περὶ τὸ 371), ἀποτέλεσε τὸ πρότυπο καὶ τὴν κρηπῖδα γιὰ μεγάλο ἀριθμὸ μοναστῶν, ποὺ ἦλθαν κάτω ἀπὸ ποικίλες περιστάσεις καὶ κατὰ διάφορες ἐποχὲς στὴ νῆσο μας καὶ τελειώθηκαν ἀσκητικῶς σ᾽ αὐτή. Ὁ δὲ Μέγας Ἐπιφάνιος, ποὺ κατέληξε στὴ Σαλαμῖνα περὶ τὸ 367 κατὰ προτροπὴ καὶ πρόγνωση τοῦ ὁσίου Ἱλαρίωνος, γιὰ νὰ χειροτονηθεῖ στὴ συνέχεια ἀρχιεπίσκοπος τῆς μεγαλονήσου, ἀποβαίνει ὄχι μόνον «πατὴρ τοῦ Κυπριακοῦ Αὐτοκεφάλου»  , ἀλλὰ καὶ πατριάρχης τοῦ κοινοβιακοῦ ἐνταῦθα μοναχισμοῦ, μετατρέποντας τὴ μητροπολιτική του καθέδρα σὲ μονή,  καὶ ἱδρύοντας συνάμα πολυάριθμες μοναστικὲς ἀδελφότητες. Τὶς μονὲς τοῦτες θὰ περιέλθει προσκυνηματικῶς περὶ τὸ 385 ἡ ἐκ ῾Ρώμης συγκλητικὴ ὁσία Παῦλα, μαθήτρια τοῦ περιωνύμου Δυτικοῦ Πατρὸς Ἱερωνύμου, παρέχοντας ἀφθονοπάροχη σ᾽ αὐτὲς ἐλεημοσύνη . Περαιτέρω, καὶ συμφώνως πρὸς τὶς ὑπάρχουσες μαρτυρίες, στὴ νῆσο θὰ ἀνθήσει ἐφεξῆς, ὄχι μόνον ὁ κοινοβιακὸς καὶ ἐρημητικὸς μοναχισμός, ἀλλὰ καὶ ὁ ἔγκλειστος καὶ ὁ στυλιτικὸς βίος ( ἂς θυμηθοῦμε λ.χ. τὰ περὶ τοῦ ἀββᾶ Καϊουμᾶ τοῦ στυλίτη στὴν Ἀμμόχωστο ἀπὸ τὸν Κύπριο ὅσιο Ἀναστάσιο τὸν Σιναΐτη στὰ «Ψυχωφελῆ καὶ στηρικτικὰ διηγήματα», ποὺ γράφει περὶ τὰ τέλη τοῦ 7ου αἰώνα). Ἰσχυροὶ ἱστορικοὶ λόγοι, ἐν προκειμένῳ, ἀλλὰ καὶ ἀρχαιολογικὰ τεκμήρια, καθὼς καὶ ἔντονες τοπικὲς παραδόσεις, συνδέουν τὶς ὀνομασίες τῶν χωριῶν Στύλων τῆς Ἀμμοχώστου καὶ Ἀγκλεισίδων (τὸ λει νὰ γράφεται  μὲ ει!) τῆς Λάρνακας πρὸς τὴν ἐκεῖ παρουσία καὶ διαβίωση στυλιτῶν καὶ ἐγκλείστων, ἀντιστοίχως. Ἡ μοναδικὴ πολιτεία λοιπὸν ἀναπτύσσεται καὶ ὀργανώνεται στὴν ἁγία νῆσο συγχρόνως, μὲ ἀλληλοπεριχώρηση καὶ παραλλήλως πρὸς τὰ παραμεσόγεια μεγάλα μοναστικὰ κέντρα (Αἰγύπτου, Συρίας, Φοινίκης καὶ Παλαιστίνης) καί, πολὺ πρὶν ἡ οὐράνια εὐωδία της ἀφιχθεῖ σὲ ἄλλα μεταγενεστέρως γνωστὰ κέντρα, αὐτὴ ἔχει καταμυρίσει τὴν Κύπρο.

Σ’ ὅλο τὸ μῆκος καὶ πλάτος τῆς νήσου θὰ συναντήσουμε μονές, σὲ λειτουργία ἢ διαλελυμένες, ἀσκητήρια, ἔγκλειστρα, τόπους ἁγιασμοῦ, θεοφανείας καὶ παράκλησης.Τὰ περίχωρα τῶν βυζαντινῶν Λήδρων (Λευκωσίας), ἡ ἀρχαία ἀσκητικὴ περιοχὴ τοῦ Ἀχερᾶ-Ἀγροκηπιᾶς τῆς Ταμασσοῦ, ἡ Ἀμμόχωστος μὲ τὴ Μεσαορία, ἡ ἀπόκοσμη Καρπασία, ὁ Πενταδάκτυλος, τὰ βόρεια παράλια,  τὰ ὀρεινὰ τῆς Λεμεσοῦ, ἡ ἀσκητοπλημμύριστη Πάφος μὲ τὴν Πέγεια καὶ τὴ Γεροσκήπου, ὁ οὐρανοβάμονας Ἀκάμας μὲ τὶς 101 ἐκκλησίες καὶ ἀσκητήρια, γιὰ νὰ κάνουμε μία ταχύτατη  γεωγραφικὴ περιδιάβαση, ἀποτελοῦν ἁπτοὺς μάρτυρες, μὲ τὰ σωζόμενα λαξευτὰ σπήλαια-ἀσκητήριά τους, τοῦ ἀσφαλοῦς τοῦ λόγου! Ἐδῶ, ἐπώνυμοι καὶ ἀνώνυμοι ὅσιοι, «ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς», μὲ νηστεία, ἀγρυπνία, χαμευνία καὶ προσευχὴ δάμασαν τὰ πάθη, νεκρώθηκαν γιὰ τὸν κόσμο καὶ κατέστησαν σκεύη τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Περαιτέρω, κατὰ τὴν ὀρθόδοξη λατρευτικὴ πρακτικὴ στὴ νῆσο, μετὰ τὴν ἐν Χριστῷ ὁσιακὴ τελείωση κάποιου ἀσκητῆ καὶ τὴν παγίωση τῆς πεποίθησης γιὰ τὴν ἁγιότητά του στὴ συνείδηση τοῦ τοπικοῦ χριστιανικοῦ πληρώματος, ἀνεγείρεται ναὸς πρὸς τιμή του στὸ πλησιέστερο δυνατὸ πρὸς τὸ σπήλαιό του καὶ λατρευτικῶς προσβάσιμο σημεῖο: Συνηθέστερα πάνω ἢ δίπλα ἀπὸ τὸ Μαρτύριό του (τὸν χῶρο δηλονότι τοῦ ἀναιμάκτου τῆς συνειδήσεως μαρτυρίου καὶ τῆς ἐν Χριστῷ καλῆς μαρτυρίας του), ἀναλόγως πρὸς τὴ γεωφυσιολογία τοῦ χώρου τοῦ ἀσκητηρίου. Ἐνίοτε αὐτὸ τοῦτο τὸ σπήλαιο, ὁ μάρτυρας τῶν ποικίλων τοῦ ὁσίου (ἢ τῆς ὁσίας) ἀσκητικῶν παλαισμάτων, καθιερώνεται σὲ ναό. Σπουδαιότατο ἐν προκειμένῳ τὸ κατάγραφο σπήλαιο/ναὸς τοῦ Ὁσίου Σωζομένου στὴν Ποταμιὰ Λευκωσίας, ἡ πρώιμη φάση τῶν τοιχογραφιῶν τοῦ ὁποίου θὰ μποροῦσε νὰ χρονολογηθεῖ στὸν 10ο αἰῶνα.

Βεβαίως, καθόλη τὴ βυζαντινὴ γιὰ τὴν Κύπρο περίοδο ἀκμάζει ἐδῶ ὁ μοναχισμός. Φαίνεται ὅμως ὅτι μεγάλο μέρος τῶν ὁσίων ἀσκητῶν τῆς νήσου διαλάμπει κατὰ τοὺς πρωτοβυζαντινοὺς χρόνους (4ος-7ος αἰ.). Πρέπει ἀκόμη νὰ τονίσουμε, ὅτι ἡ Κύπρος ἀποτέλεσε περίφημο μοναστικὸ καταφύγιο ἀνὰ τοὺς αἰῶνες καὶ παρατηρεῖται διαχρονικά, τόσο ἔλευση σ᾽ αὐτὴν ὁσίων μοναχῶν ἀπὸ πλησιόχωρα μεγάλα μοναστικὰ κέντρα, ὅσο καὶ μετάβαση Κυπρίων μοναχῶν πρὸς ἄσκηση καὶ τελείωση στὰ κέντρα αὐτά. Στὴν πρώτη κατηγορία ἐντάσσονται καὶ οἱ ὡς τριακόσιοι στὸν ἀριθμὸ θεωρούμενοι ἅγιοι ἀσκητές, οἱ ὁποῖοι, κάτω ἀπὸ ποικίλες ἱστορικὲς συνθῆκες καὶ σὲ διάφορες ἐποχὲς ἦλθαν στὴ νῆσο μας, τελειώθηκαν ἐδῶ ἀσκητικῶς καὶ τύγχαναν ἀνέκαθεν ἰδιαίτερης τιμῆς καὶ εὐλάβειας ἀπὸ τοὺς πιστοὺς Κυπρίους. Σ᾽ αὐτοὺς ἐντάσσονται, γιὰ νὰ ἀναφέρουμε ὁρισμένους ἀπὸ τοὺς γνωστότερους, οἱ ἅγιοι Ἀναστάσιος στὴν Περιστερωνοπηγὴ Μεσαορίας, Βαρνάβας στὴ Βάσα Λεμεσοῦ, Βαρνάβας καὶ Ἱλαρίων στὴν Περιστερῶνα τῆς Μόρφου, Ἐπίκτητος στὸ ὁμώνυμο χωριὸ τῆς Κερύνειας, Εἰρηνικὸς παρὰ τὴ Ζώδεια, Εὐφημιανὸς καὶ Συνέσιος παρὰ τὴ Λύση Ἀμμοχώστου, Θεοδόσιος καὶ Πολέμιος παρὰ τὴν Μόρφου, Κενδέας στὸ Αὐγόρου, Ἡλιόφωτος καὶ οἱ συνασκητές του παρὰ τὴν Κάτω Μονὴ Λευκωσίας, Ἡράκλειος ὁ ἐπίσκοπος μὲ πλειάδα συνασκητῶν στὰ περίχωρα τῆς Κοφίνου Λάρνακος, οἱ κλεινοὶ Θεράποντες παρὰ τὰ χωριὰ Σίντα Μεσαορίας καὶ Κοιλάνι Λεμεσοῦ, ἡ σεπτὴ δυάδα τῶν Κασσιανῶν παρὰ τὴν Ἀλέκτορα καὶ τὴν Αὐδήμου, Ἐπείγων παρὰ τὴν Κούρδακα καὶ Ἀλέξανδρος στὴν Ἀξύλου τῆς Πάφου, ἡ ὁμώνυμη ξυνωρίδα τῶν Σωζομένων καὶ Φώτιος στὴν Ἀθιένου. Ἄλλοι ἅγιοι ἀσκητὲς, ποὺ δὲν γνωρίζουμε ἂν εἶναι τοπικοὶ ἢ ἦλθαν ἀπὸ ἀλλοῦ,  εἶναι οἱ ὅσιοι Ἀββακοὺμ στὴν Καλαμιθάσα Φτερικουδίου, Βηχιανὸς (=Βασσιανὸς) καὶ Νόμων παρὰ τὴν Ἀνάγεια, Εὐτύχιος ὁ κτήτωρ τῆς μονῆς τῶν Ἱερέων στὴν Πάφο, Κυριακὸς στὴν Εὐρύχου καὶ Κόνων ὁ ἐρημίτης τοῦ Ἀκάμαντα. Κύπριοι στὴν καταγωγὴ ὅσιοι, ποὺ τελειώθηκαν ἐκτὸς Κύπρου, εἶναι οἱ αὐτάδελφοι Γεώργιος καὶ Ἡρακλείδης οἱ Χοζεβίτες, καθὼς καὶ οἱ ἐξ Ἀμαθοῦντος Ἀναστάσιος καὶ Στέφανος οἱ Σιναΐτες. Κατὰ δὲ τοὺς ὑστεροβυζαντινοὺς χρόνους  ἀνέλαμψαν στὸ νοητὸ τῆς νήσου στερέωμα ὁ ταπεινὸς στὸν βίο καὶ μέγας στὴν ἀρετὴ καὶ τὰ θαύματα Ἰωάννης ὁ Λαμπαδιστής, οἱ ὅσιοι Κυριακὸς τῆς Εὐρύχου καὶ Γεώργιος ὁ κτήτωρ τῆς Μονῆς Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου τοῦ Κουτζοβένδη (11ος/12ος αἰ.), καὶ οἱ ἐπὶ Κομνηνῶν ἀκμάσαντες κτήτορες τῶν μεγάλων σταυροπηγιακῶν μοναστικῶν καθιδρυμάτων Ἡσαΐας τοῦ Κύκκου, Νεῖλος ὁ τοῦ Μαχαιρᾶ, ὁ μετέπειτα ἐπίσκοπος Ταμασσοῦ, καὶ Νεόφυτος ὁ Ἔγκλειστος, ἱδρυτὴς τῆς ὁμωνύμου εὐκλεοῦς μονῆς. Ἰδιαιτέρως μνημονευτέος ὁ ἱερὸς τοῦτος πατήρ, ὁ πολυγραφώτατος καὶ θεόπτης, ποὺ στήριξε, ἔργῳ καὶ λόγῳ, τὸν περιούσιο τῆς νήσου λαὸ στὶς ἀντιξοότατες περιστάσεις πρίν, κατὰ καὶ μετὰ τὴν ὑποδούλωση στοὺς Φράγκους τῆς πολύκλαυστης πατρίδας μας.

Ἀλλὰ καὶ ὅσιες γυναῖκες ἀνέδειξε ἡ Κύπρος, ὅπως Δομνίκη τὴ μητέρα τοῦ ἁγίου Τριφυλλίου, ἐπισκόπου Λήδρων, Εἰρήνη, τὴ θυγατέρα τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος ἐπισκόπου Τριμιθοῦντος, Κωνσταντία, τὴ μαθήτρια τοῦ Μεγάλου Ἱλαρίωνος, Τιμώ, τὴ σύζυγο τοῦ ἁγίου Θεμισταγόρα στοὺς Σόλους καὶ Φωτεινή, τὴ λαοφιλὴ θαυματουργὸ γιὰ ὀφθαλμικὲς παθήσεις, ποὺ ἔζησε ἀσκητικῶς, τελειώθηκε καὶ τάφηκε σὲ ἀρχαία ὑπόσκαφη κατακόμβη στὸ χωριὸ Ἅγιος Ἀνδρόνικος Καρπασίας.

Οἱ κυριώτερες πηγὲς τῆς Κυπριακῆς Ἁγιολογίας, γιὰ νὰ κάνουμε μία σύντομη ἀναφορὰ καὶ στὸ κεφάλαιο αὐτό, εἶναι οἱ ἑξῆς:

α. Βίοι, μαρτύρια καὶ συναξάρια. Βίοι, δηλαδὴ ἐκτενέστερα ἱστορικοβιογραφικὰ κείμενα, ἢ μαρτύρια, δηλαδὴ κείμενα ποὺ ἀναγράφουν τὸν βίο καὶ τοὺς ἀγῶνες τοῦ μαρτυρίου, γιὰ πολὺ λίγους ἀπὸ τοὺς ἐν Κύπρῳ ἁγίους διασώθηκαν (ὅπως λ.χ. Βαρνάβα τοῦ ἀποστόλου, Ἡρακλειδίου Ταμασσοῦ, Αὐξιβίου Σόλων, Θεοδότου Κυρηνείας, Ἐπιφανίου καὶ Ἱλαρίωνος τῶν Μεγάλων, Σπυρίδωνος Τριμιθοῦντος, Τύχωνος Ἀμαθοῦντος, Ἰωάννου τοῦ Ἐλεήμονος καὶ Δημητριανοῦ Χύτρων). Γιὰ ἕνα μεγαλύτερο ἀριθμὸ ἀπὸ τοὺς ἁγίους μας σώζονται συναξάρια, δηλ. συντομώτερα βιογραφικὰ κείμενα, συχνὰ τελείως ἐπιγραμματικά, ποὺ ἐντάχθηκαν, εἴτε στὸ περίφημο Συναξάριο τῆς Κωνσταντινουπόλεως (συναξαριακὴ συλλογή, ὅπως αὐτὴ στὰ ἐν χρήσει Μηναῖα, ποὺ ἀπαρτίστηκε κατὰ τοὺς 10ο-12ο αἰῶνες), εἴτε σὲ μεμονωμένες μεταγενέστερες κυπριακὲς λειτουργικὲς φυλλάδες (ἀπὸ τὸν 17ο αἰ. κ.ἑξ.). Σχεδὸν ὅλες οἱ ἀνωτέρω πηγὲς ἔχουν ἐκδοθεῖ, εἴτε σὲ ξεχωριστὲς κριτικὲς ἐκδόσεις, εἴτε συμπεριλήφθηκαν στὴ σειρὰ Κύπρια Μηναῖα τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Κύπρου. Ἐδῶ νὰ προσθέσουμε, ὅτι ἀναφορὲς σὲ Κυπρίους ἁγίους συναντοῦμε σὲ Βίους ἢ συναξάρια καὶ ἄλλων, μὴ Κυπρίων ἁγίων.

β. Δεύτερη σημαντικὴ πηγὴ εἶναι οἱ γνωστὲς ᾀσματικὲς Ἀκολουθίες τῶν ἐν Κύπρῳ ἁγίων, ἐκδεδομένες ἢ ἀνέκδοτες (ποὺ βρίσκονται δηλ. ἀκόμη σὲ χειρόγραφα), καθὼς αὐτὲς συχνὰ ἀρύονται ἀπὸ προγενέστερους Βίους, ποὺ σήμερα ἔχουν ἀπολεσθεῖ (ὅπως στὴν περίπτωση τῶν ὁσίων Ἡλιοφώτων) .

γ. Σπουδαία ἐπίσης γραπτὴ πηγὴ ἀποτελοῦν τὰ Καλενδάρια ἢ Μαρτυρολόγια (κατάλογοι τιμωμένων κατὰ ἡμέρα ἁγίων διαφόρων πόλεων καὶ μονῶν), τὰ Μηνολόγια τῶν χειρογράφων Εὐαγγελισταρίων, καθὼς καὶ τὰ λειτουργικὰ Τυπικά. Ἀπὸ ὅλα αὐτὰ συμπεραίνουμε τὴν ἐξάπλωση τῆς τιμῆς ὁρισμένων ἀπὸ τοὺς ἐν Κύπρῳ ἁγίους, ἀπὸ τὴ μεσοβυζαντινὴ ἤδη περίοδο, σὲ πλεῖστα μέρη τῆς Ὀρθόδοξης οἰκουμένης.

δ. Σημαντικὴ γραπτὴ πηγὴ ἀποτελοῦν βεβαίως καὶ οἱ σχετικὲς ἀναφορὲς τῶν τοπικῶν χρονογράφων (μεσαιωνικῶν καὶ μεταγενεστέρων), ὅπως τῶν Λεοντίου Μαχαιρᾶ (15ος αἰ.), ἀνωνύμου γραφέα τοῦ Κώδικος τῆς Βρεταννικῆς Βιβλιοθήκης Λονδίνου BLAdditional 34554 (16ος αἰ.), Νεοφύτου Ροδινοῦ (17ος αἰ.) καὶ ἀρχιμανδρίτη Κυπριανοῦ Κουριοκουρίτου (18ος αἰ.). 

δ. Ἀσφαλῶς, ἄλλη σημαντικὴ πηγὴ ἀποτελοῦν οἱ εἰκονογραφικὲς παραστάσεις τῶν ἁγίων (τοιχογραφίες ἢ φορητὲς εἰκόνες).

ε. Παράλληλα, ναοί, μονές, τάφοι καὶ ἀσκητήρια, ἀποτελοῦν συχνὰ τὴ σημαντικώτερη ἢ μοναδικὴ πηγὴ γιὰ ὁρισμένους τῶν ἐν Κύπρῳ ἁγίων.

ϛ. Σπουδαία περαιτέρω πηγὴ ἀποτελοῦν τὰ ἁγιώνυμα τοπωνύμια τῆς νήσου, ποὺ μαρτυροῦν γιὰ τὴν ἐξάπλωση τῆς τιμῆς τῶν ἁγίων μας ἤ, ἐνίοτε, ἀποτελοῦν καὶ τὴ μοναδικὴ μαρτυρία γιὰ ὁρισμένους ἀπὸ αὐτοὺς καὶ διασώζουν τὴ μνήμη τους.

ζ. Ἀκόμη, συναριθμοῦμε στὶς πηγές μας καὶ τὶς ποικίλες τοπικὲς προφορικὲς παραδόσεις, ἐνίοτε πολὺ ἔντονες, ποὺ λειτούργησαν ὡς σωστικὴ κιβωτός, ἕνεκα τῶν πολλῶν περιπετειῶν καὶ συμφορῶν τῆς νήσου μας, ποὺ τὴ στέρησαν ἀπὸ σπουδαίους θησαυρούς, μνημεῖα παλαιῶν γεγονότων. Βεβαίως, οἱ προφορικὲς παραδόσεις πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζονται μὲ νηφαλιότητα καὶ περισυλλογή, μάλιστα οἱ ἀναφερόμενες σὲ ἀπέχοντα χρονικὰ πολὺ ἀπὸ ἐμᾶς πρόσωπα καὶ γεγονότα, καθὼς περιέχουν μὲν ἀσφαλὴ ἱστορικὸ πυρῆνα, εἶναι ὅμως εὔλογο, μὲ τὸ πέρασμα τῶν αἰώνων νὰ ἔχουν προσλάβει ἑτερογενὴ στοιχεῖα.

ζ. Τελευταῖο στὸν συνοπτικὸ τοῦτο κατάλογο ἀφήσαμε τὸ περίφημο καὶ δυστυχῶς στὶς μέρες μας ὄχι πολὺ γνωστὸ Συνοδικὸν τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου, ἤ, πιὸ σύντομα, Κυπριακὸν Συνοδικόν. Γιὰ νὰ κατανοήσουμε καλύτερα τί εἶναι αὐτὸ τὸ κείμενο, θὰ ἀναφερθοῦμε στὴν προϊστορία του. Ὅπως εἶναι γνωστό, μὲ τὴ λήξη τῆς εἰκονομαχίας καὶ τὸν θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας κατὰ τὸ 843, συντάχθηκε κείμενο ἀπὸ τὴν τότε συνελθοῦσα τοπικὴ Σύνοδο στὴν Κωνσταντινούπολη (ἐξ οὗ καὶ Συνοδικόν), στὸ ὁποῖο κατοχυρώνεται δογματικὰ ἡ προσκύνηση τῶν ἱερῶν εἰκόνων καὶ συνάμα πολυχρονίζονται καὶ ἐπευφημοῦνται μὲν οἱ Ὀρθόδοξοι βασιλεῖς, ἀρχιερεῖς καὶ ὁμολογητές, ἀναθεματίζονται δὲ οἱ εἰκονομάχοι. Τὸ συνοδικὸ τοῦτο κείμενο ἐντάχθηκε σὲ λειτουργικὴ χρήση κατὰ τὴν Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας, ποὺ τότε ὀνομάσθηκε ἔτσι ἡ πρώτη Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, καὶ καταχωρίσθηκε στὸ λειτουργικὸ βιβλίο τοῦ Τριῳδίου, ἀποτελέσαν τὸ περιώνυμο Συνοδικὸν τῆς (Κυριακῆς τῆς) Ὀρθοδοξίας. Τὸ κείμενο τοῦτο δέχθηκε κατὰ καιροὺς προσθῆκες, τόσο ὡς πρὸς τοὺς δογματικοὺς ὅρους, ὅσο καὶ ὡς πρὸς τὰ μακαριζόμενα καὶ ἀναθεματιζόμενα πρόσωπα. Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὶς προσθῆκες στὸ Συνοδικὸν στὴν ἴδια τὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ τὸν 11ο αἰ. κ.ἑξ., καὶ οἱ κατὰ τόπους Ἐκκλησίες ἐνέταξαν σὺν τῷ χρόνῳ στὸ ἀρχικὸ κείμενο ἐπευφημίες σημαινόντων ἐκκλησιαστικῶν σ᾽ αὐτὲς προσώπων. Τὸ αὐτὸ συνέβηκε καὶ στὴν Ἐκκλησία τῆς Κύπρου, ὅπου, ἐπὶ τῶν Κομνηνῶν, πιθανώτατα ἐπὶ Μανουὴλ Α´ τοῦ Κομνηνοῦ (1143-1180), ἐντάσσονται στὸ ἀρχικὸ Συνοδικὸ τὰ δίπτυχα τῶν μέχρι τότε ἐπιφανῶν ἀρχιεπισκόπων τῆς νήσου, ἀλλὰ καὶ τῶν κατὰ τὶς κυπριακὲς ἐπισκοπὲς ἁγίων ἀρχιερέων. Ἔτσι ἀπαρτίσθηκε τὸ Κυπριακὸν Συνοδικόν, ποὺ σώζεται σὲ ἀρκετὰ χειρόγραφα. Λειτουργικὴ ἐπισφράγιση τῆς κατάρτισης τοῦ Κυπριακοῦ Συνοδικοῦ ἀποτελεῖ καὶ ἡ κατὰ τοὺς 11ο-12ο αἰῶνες ἔνταξη τῶν περιφανῶν Κυπρίων ἁγίων ἀρχιεπισκόπων καὶ ἐπισκόπων στὸν εἰκονογραφικὸ κύκλο τοῦ Βήματος τῶν ναῶν (λ.χ. τῶν μονῶν τοῦ Ἁγίου Νικολάου τῆς Στέγης, τῆς Παναγίας Ἀσίνου, τῆς Παναγίας τοῦ Ἄρακος, τῆς Παναγίας τῆς Ἀμασγοῦ, κ.λπ.).

Περαιτέρω, πιθανώτατα κατὰ τοὺς 11ο/12ο αἰῶνες, ἡ ἀνασυγκροτηθεῖσα καὶ ἀναδιοργανωθεῖσα μετὰ τὴν ἐπίσημη ἐπανένταξη τῆς Κύπρου στὸ βυζαντινὸ κράτος τοπικὴ Ἐκκλησία συνέταξε ἕνα εἶδος Ἁγιολογίου (καταλόγου ἁγίων), ποὺ περιλάμβανε τοὺς ἀνὰ τοὺς αἰῶνες ἁγίους, ποὺ τὴν εἶχαν λαμπρύνει. Εἶναι ἀπὸ τὸ Κυπριακὸν Συνοδικὸν καὶ τὸ ἐν λόγῳ τοπικὸ Ἁγιολόγιο, ποὺ ἀρύονται καὶ οἱ ἀνωτέρω μεσαιωνικοὶ χρονογράφοι καὶ ἐντάσσουν παραθέματα στὰ ἁγιολογικὰ τμήματα τοῦ ἔργου τους.

Καταλήγοντας, ἡ Ἁγιολογία, ὡς προσέγγιση τῶν Βίων τῶν ἁγίων καὶ τῶν χώρων καὶ μορφῶν τιμῆς τους, τότε θεωρεῖται ὅτι λειτουργεῖ ὀρθῶς, ὅταν κινεῖται μέσα στὶς προϋποθέσεις τῆς Ὀρθόδοξης πνευματικῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς• ὅταν δηλαδὴ γίνεται μὲ Ὀρθόδοξη Πίστη καὶ προσευχή, μὲ ταπείνωση καὶ φιλάγια διάθεση, μὲ ἐνχριστωμένη καρδία καὶ μὲ νοῦ φωτισμένο ἀπὸ τὴ θεία Χάρη. Τότε ὁ ἄνθρωπος δρέπει καρποὺς ψυχικῆς ὠφέλειας.  Καί, ὅπως εὐστοχώτατα καὶ θεολογικώτατα τὸ καταθέτει ὁ σύγχρονος ὅσιος, ὁμολογητὴς καὶ κορυφαῖος δογματικὸς καὶ θεολόγος, ἀρχιμανδρίτης Ἰουστῖνος Πόποβιτς: «Οἱ ‘‘Βίοι τῶν ἁγίων’’ εἶναι μία ἰδιόμορφος ὀρθόδοξος Ἐγκυκλοπαιδεία. Εἰς αὐτοὺς δύναται νὰ εὕρῃ κανεὶς ὅλα, ὅσα χρειάζονται εἰς μίαν ψυχὴν πεινασμένην καὶ διψασμένην διὰ τὴν αἰωνίαν Δικαιοσύνην καὶ τὴν αἰωνίαν Ἀλήθειαν μέσα εἰς αὐτὸν τὸν κόσμον…Ἐὰν διψᾷς διὰ πίστιν, θὰ τὴν εὕρῃς πλουσίαν εἰς τοὺς ‘‘Βίους τῶν ἁγίων’’ καὶ θὰ χορτάσῃς τὴν ψυχήν σου μὲ τροφήν, διὰ τὴν ὁποίαν ποτὲ δὲν θὰ ξαναπεινάσῃς. Ἐὰν ποθῇς τὴν ἀγάπην, τὴν ἀλήθειαν, τὴν δικαιοσύνην, τὴν ἐλπίδα, τὴν πραότητα, τὴν ταπείνωσιν, τὴν μετάνοιαν, τὴν προσευχὴν ἢ ὁποιανδήποτε ἀρετὴν καὶ ἄσκησιν, εἰς τοὺς ‘‘Βίους τῶν ἁγίων’’ θὰ εὕρῃς ἕνα πλῆθος ἁγίων διδασκάλων διὰ κάθε ἄσκησιν καὶ θὰ λάβῃς τὴν βοήθειαν τῆς χάριτος διὰ κάθε ἀρετήν.»

 Γιὰ τοῦτο καὶ προοιμιακὰ ἀναφέραμε, ὅτι ἡ Ἁγιολογία ἀποτελεῖ καίριο ποιμαντικὸ ἐργαλεῖο στὰ χέρια τῆς Ἐκκλησίας, καὶ κατεξοχὴν τῶν ποιμένων καὶ διδασκάλων της. Μάλιστα στὴν ἐποχή μας, κατὰ τὴν ὁποία ἐκλείπουν τὰ ζωντανὰ πρότυπα τῆς ἀρετῆς καὶ ἁγιότητας καὶ μεθοδεύεται συστηματικὰ ἀπὸ τὴ Νέα Τάξη πραγμάτων ὁ θρησκευτικὸς ἀποχρωματισμὸς καὶ ὁ ποικιλώνυμος συγκριτισμός, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν πρόδρομο κατάσταση τῆς ἔλευσης τοῦ Ἀντιχρίστου ἀποστασία, ὅπως προφητικὰ χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὸν ἀπόστολο Παῦλο (Α´ Θεσ., 2, 3) ἡ ἄρνηση τῆς ὕπαρξης τοῦ Θεοῦ, τῆς ψυχῆς καὶ τῆς αἰώνιας ζωῆς, ἡ ἀνάδειξη τῶν ἁγίων μας συμβάλλει τὰ μέγιστα στὴ διατήρηση τοῦ Ὀρθοδόξου δόγματος καὶ ἤθους. Ἰδιαιτέρως γιὰ τοὺς Κυπρίους, προέχει ἡ προβολὴ τῶν τοπικῶν ἁγίων, τοὺς ὁποίους ἀνέκαθεν αἰσθάνονταν ὡς κατεξοχὴν οἰκείους καὶ ἰδιαζόντως σέβονταν. Ἡ προβολὴ λοιπὸν τῶν ἁγίων τῆς Κύπρου πρέπει νὰ ἀποτελεῖ πρωτεύουσα ποιμαντικὴ μέριμνα τῶν ἀρχιερέων καὶ ἱερέων, γιὰ παραδειγματισμό, στήριγμα, ἐνίσχυση, ὀρθὴ καθοδήγηση καὶ διαποίμανση τοῦ λογικοῦ μας ποιμνίου, στὸ ὁποῖο ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ μᾶς ἔθεσε ποιμένες, πρὸς δόξαν Αὐτοῦ καὶ σωτηρίαν ἀθανάτων ψυχῶν. 

——————-

Βιβλιογραφία κατ᾽ ἐπιλογὴν     

1. Ἀντώνιος Παπαδόπουλος, Ἁγιολογία, Ι, Θέματα Γενικά, Εἰδικὰ καὶ Ἑορτολογίου, ἐκδ. Πουρνάρας, Θεσσαλονίκη 1991.

2. Δημήτριος Γ. Τσάμης, Ἁγιολογία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ἐκδ. Π. Πουρνάρας, Θεσσαλινίκη 1999.

3. Συμεὼν Πασχαλίδης, λῆμμα Ἁγιολογία, Μεγάλη Ὀρθόδοξη Χριστιανικὴ Ἐγκυκλοπαίδεια (ΜΟΧΕ), Στρατηγικὲς Ἐκδόσεις, τόμ. Α´, Ἀθῆνα [2010], σελ. 132-133.

4. Ἀρχιμ. Φώτιος Ἰωακείμ, Ἁγιολόγιον τῆς κατὰ Κύπρον ἁγίας Ἐκκλησίας (ὑπὸ ἔκδοσιν).