Αρχική Blog Σελίδα 44

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Σάββατο 18 Ὀκτωβρίου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΛΟΥΚΑ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΟΥ)
Πρὸς Κολασσαεῖς Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
4:5-11, 14-18

Ἀδελφοί, ἐν σοφίᾳ περιπατεῖτε πρὸς τοὺς ἔξω, τὸν καιρὸν ἐξαγοραζόμενοι. Ὁ λόγος ὑμῶν πάντοτε ἐν χάριτι, ἅλατι ἠρτυμένος, εἰδέναι πῶς δεῖ ὑμᾶς ἑνὶ ἑκάστῳ ἀποκρίνεσθαι. Τὰ κατ᾿ ἐμὲ πάντα γνωρίσει ὑμῖν Τυχικὸς ὁ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ πιστὸς διάκονος καὶ σύνδουλος ἐν Κυρίῳ, ὃν ἔπεμψα πρὸς ὑμᾶς εἰς αὐτὸ τοῦτο, ἵνα γνῷ τὰ περὶ ὑμῶν καὶ παρακαλέσῃ τὰς καρδίας ὑμῶν, σὺν ᾿Ονησίμῳ τῷ πιστῷ καὶ ἀγαπητῷ ἀδελφῷ, ὅς ἐστιν ἐξ ὑμῶν· πάντα ὑμῖν γνωριοῦσι τὰ ὧδε. Ἀσπάζεται ὑμᾶς Ἀρίσταρχος ὁ συναιχμαλωτός μου, καὶ Μᾶρκος ὁ ἀνεψιὸς Βαρνάβα περὶ οὗ ἐλάβετε ἐντολάς· ἐὰν ἔλθῃ πρὸς ὑμᾶς, δέξασθε αὐτόν, – καὶ ᾿Ιησοῦς ὁ λεγόμενος ᾿Ιοῦστος, οἱ ὄντες ἐκ περιτομῆς, οὗτοι μόνοι συνεργοὶ εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, οἵτινες ἐγενήθησάν μοι παρηγορία. Ἀσπάζεται ὑμᾶς Λουκᾶς ὁ ἰατρὸς ὁ ἀγαπητὸς καὶ Δημᾶς. Ἀσπάσασθε τοὺς ἐν Λαοδικείᾳ ἀδελφοὺς καὶ Νυμφᾶν καὶ τὴν κατ᾿ οἶκον αὐτοῦ ἐκκλησίαν· καὶ ὅταν ἀναγνωσθῇ παρ᾿ ὑμῖν ἡ ἐπιστολή, ποιήσατε ἵνα καὶ ἐν τῇ Λαοδικέων ἐκκλησίᾳ ἀναγνωσθῇ, καὶ τὴν ἐκ Λαοδικείας ἵνα καὶ ὑμεῖς ἀναγνῶτε. Καὶ εἴπατε ᾿Αρχίππῳ· βλέπε τὴν διακονίαν ἣν παρέλαβες ἐν Κυρίῳ, ἵνα αὐτὴν πληροῖς. Ὁ ἀσπασμὸς τῇ ἐμῇ χειρὶ Παύλου. Μνημονεύετέ μου τῶν δεσμῶν. ῾Η χάρις μεθ᾿ ὑμῶν· ἀμήν.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΛΟΥΚΑ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΟΥ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
10: 16-21

Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτοῦ Μαθηταῖς· Ὁ ἀκούων ὑμῶν ἐμοῦ ἀκούει, καὶ ὁ ἀθετῶν ὑμᾶς ἐμὲ ἀθετεῖ· ὁ δὲ ἐμὲ ἀθετῶν ἀθετεῖ τὸν ἀποστείλαντά με. Ὑπέστρεψαν δὲ οἱ ἑβδομήκοντα μετὰ χαρᾶς λέγοντες· Κύριε, καὶ τὰ δαιμόνια ὑποτάσσεται ἡμῖν ἐν τῷ ὀνόματί σου. Εἶπε δὲ αὐτοῖς· Ἐθεώρουν τὸν σατανᾶν ὡς ἀστραπὴν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ πεσόντα. ἰδοὺ δίδωμι ὑμῖν τὴν ἐξουσίαν τοῦ πατεῖν ἐπάνω ὄφεων καὶ σκορπίων καὶ ἐπὶ πᾶσαν τὴν δύναμιν τοῦ ἐχθροῦ, καὶ οὐδὲν ὑμᾶς οὐ μὴ ἀδικήσῃ. πλὴν ἐν τούτῳ μὴ χαίρετε, ὅτι τὰ πνεύματα ὑμῖν ὑποτάσσεται· χαίρετε δὲ ὅτι τὰ ὀνόματα ὑμῶν ἐγράφη ἐν τοῖς οὐρανοῖς. Ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ ἠγαλλιάσατο τῷ πνεύματι ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπεν· Ἐξομολογοῦμαί σοι, πάτερ, κύριε τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, ὅτι ἀπέκρυψας ταῦτα ἀπὸ σοφῶν καὶ συνετῶν, καὶ ἀπεκάλυψας αὐτὰ νηπίοις· ναί, ὁ πατήρ, ὅτι οὕτως ἐγένετο εὐδοκία ἔμπροσθέν σου.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ: Ὁμιλία στὸν ἔνδοξο ἀπόστολο καὶ εὐαγγελιστὴ Λουκᾶ (18 Ὀκτωβρίου)

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ

Ὁμιλία στὸν ἔνδοξο ἀπόστολο καὶ εὐαγγελιστὴ Λουκᾶ

Απόστολος Λουκάς (18ος αι.). Φορητή εικόνα, Ιερά Μητρόπολις Μόρφου

Λουκᾶς ὁ ἔνδοξος ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ καὶ εὐαγγελιστὴς συνεκάλεσε τὴν παροῦσα λαμπρὴ ὁμήγυρη μαζὶ καὶ πανήγυρη, ἀγαπητοὶ ἐν Κυρίῳ ἀδελφοί, στὴν ἁγία μνήμη του. Καὶ συνάθροισε ἐμᾶς, τὸ πιστὸ ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ, στὸν παλαιό του τοῦτο καὶ εὐλογημένο ναό, γιὰ νὰ τὸν τιμήσουμε κατὰ χρέος, κατὰ τὸ Γραφικό· «ἐμοὶ δὲ λίαν ἐτιμήθησαν οἱ φίλοι σου, ὁ Θεός, λίαν ἐκραταιώθησαν αἱ ἀρχαὶ αὐτῶν», καὶ νὰ δοξάσουμε συνάμα τὸν Θεό, «τὸν ἐνδοξαζόμενον ἐν τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ».

Στὴν περίφημη ἐπὶ τοῦ ὄρους ὁμιλία Του, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἀπευθυνόμενος στοὺς μαθητές Του, τοὺς εἶπε· «Ὑμεῖς ἐστὲ τὸ φῶς τοῦ κόσμου», καί, «οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν Πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς». Καὶ τοῦτο πράγματι ἐκπληρώθηκε στοὺς ἁγίους τοῦ Χριστοῦ μας μαθητές, καὶ πρῶτα καὶ πρώτιστα στοὺς Δώδεκα καὶ Ἑβδομήκοντα ἀποστόλους Του. Τοῦτο ἐκπληρώθηκε μὲ κάθε ἰδιαιτερότητα καὶ στὸ ἅγιο πρόσωπο τοῦ φωτωνύμου καὶ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ. Φωτωνύμου, καθὼς τὸ ὄνομά του παράγεται ἀπὸ τὸ λατινικὸ lux-lucis, ποὺ σημαίνει φῶς, καὶ ἑλληνικοποιήθηκε, ὅπως καὶ ἄλλα ξενικὰ ὀνόματα, μὲ τὴν κατάληξη -ᾶς. Λουκᾶς λοιπὸν ἑρμηνεύεται Φωτεινός. Καὶ τὸ θαυμαστὸ φῶς τῆς Χάριτος, τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἔλαβε ὁ θεηγόρος Λουκᾶς, δὲν τὸ ἔκρυψε «ὑπὸ τὸν μόδιον» τῆς σιγῆς, τῆς ἀφάνειας, τῆς ἀπραξίας τῶν καλῶν ἔργων, ἀλλὰ τήρησε ἄσβεστη τὴ λαμπάδα τῆς Πίστεως μέχρι τέλους καὶ τὸ μετέδωσε ἀφθονοπάροχα καὶ μὲ πολλοὺς τρόπους στοὺς ἐσκοτισμένους ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὴν ἀπιστία συνανθρώπους του, ὅπως θὰ ἰδοῦμε στὴ συνέχεια.

Απόστολος Λουκάς (19ος αι.). Ιερά Μητρόπολις Μόρφου

Ἐπίγεια πατρίδα τοῦ ἐπιγείου τούτου ἀγγέλου καὶ οὐρανίου ἀνθρώπου ὑπῆρξε ἡ περίλαμπρη μεγαλόπολη καὶ πρωτεύουσα τῆς ἀνατολικῆς ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας Ἀντιόχεια ἡ Μεγάλη, ὅπου γεννήθηκε κατὰ τὴν ἐποχὴ τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ μας. Πιθανώτατα ὑπῆρξε γόνος οἰκογένειας πλουσίων καὶ εὐγενῶν ἐθνικῶν. Νοῦς μεγάλος καὶ μεγάλη καρδιά, μὲ ἄπλετη δίψα νὰ γνωρίσει τὴν ἀλήθεια καὶ συνάμα νὰ διακονήσει τὸν συνάνθρωπό του, ἀφιερώθηκε ἀπὸ νεαρῆς ἡλικίας στὴν ἀναζήτηση τῆς σοφίας καὶ τὴ μελέτη τῶν ἐπιστημῶν καὶ τῶν τεχνῶν. Ἡ μεγάλη του αὐτὴ ἔφεση γιὰ γνώση τὸν ὁδήγησε σὲ πολυάριθμα ταξίδια στὶς παραμεσόγειες χῶρες, καὶ τὸν κατέστησε πολύγλωσσο (γνώριζε ἄριστα τὴν ἑλληνική, τὴν ἑβραϊκὴ καὶ τὴν ἀραμαϊκὴ) καὶ διαπρεπὴ στὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη καὶ τὴ ζωγραφικὴ τέχνη.

Ὁ μεγάλος τοῦτος νοῦς καὶ πολυτάλαντος ἄνθρωπος ἀγκιστρεύθηκε τέλος ἀπὸ τὸν Μεγάλο Ἁλιέα τῶν ἀνθρωπίνων ψυχῶν, τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν καί, σύμφωνα μὲ τὴν ἀρχαία ἐκκλησιαστικὴ παράδοση, συγκαταλέχθηκε στὴ χορεία τῶν Ἑβδομήκοντα μαθητῶν τοῦ Κυρίου. Νὰ σημειώσουμε ὅτι εἶναι ὁ μόνος εὐαγγελιστής, ποὺ ἀναφέρει τὴν ἀποστολὴ τῶν Ἑβδομήκοντα, τοὺς ὁποίους ἀπέστελλε ὁ Κύριος ἀνὰ δύο νὰ κηρύξουν τὸ Εὐαγγέλιο σὲ πόλεις καὶ χωριὰ τῆς Συροπαλαιστίνης. Τὸν καιρὸ τοῦ Δεσποτικοῦ Πάθους βρισκόταν στὰ Ἱεροσόλυμα, ἐνῶ τὸ πρωὶ τῆς ἡμέρας τοῦ Πάσχα πορεύονταν μὲ τὸν Κλεόπα σκυθρωποὶ πρὸς τὸ χωριὸ Ἐμμαούς, ὅπου ἀξιώθηκαν ἀπὸ τοὺς πρώτους νὰ ἰδοῦν τὸν ἀναστάντα Ἰησοῦν καὶ νὰ τὸν ἀναγνωρίσουν «ἐν τῇ κλάσει τοῦ ἄρτου». Μετὰ τὴν Πεντηκοστὴ καὶ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, παραμένει γιὰ ἕνα διάστημα στὰ Ἱεροσόλυμα, γιὰ νὰ ἐπιστρέψει ἀργότερα στὴν πατρίδα του Ἀντιόχεια. Ἐκεῖ θὰ συναντήσει τὸν κορυφαῖο ἀπόστολο τῶν ἐθνῶν Παῦλο περὶ τὸ ἔτος 50, μὲ τὸν ὁποῖο συνδέεται διὰ βίου καὶ καθίσταται συνοδός του μέχρι τὸ ἔνδοξο μαρτύριό του στὴ Ρώμη. Ἐκεῖ στὴν κοσμοκράτειρα Ρώμη, σύμφωνα μὲ μία ἀρχαία παράδοση, κατὰ τὴ διετὴ φυλάκιση τοῦ ἀποστόλου Παύλου, συγγράφει ὁ Λουκᾶς, μὲ τὴν καθοδήγηση τοῦ Παύλου, τόσο τὸ Εὐαγγέλιό του, ὅσο καὶ τὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων. Βιβλία θεόπνευστα, ποὺ ἀφιέρωσε στὸν ἡγεμόνα τῆς Ἀχαΐας Θεόφιλο, ὁ ὁποῖος εἶχε πρόσφατα τότε ἀσπασθεῖ τὸν Χριστιανισμό. Βιβλία, γιὰ τὰ ὁποῖα κατέστησε ὀφειλέτες ὅλους τοὺς πιστοὺς μέχρι τῆς συντελείας τῶν αἰώνων, νὰ τὸν εὐγνωμονοῦν καὶ εὐχαριστοῦν. Καὶ στὸ μὲν Εὐαγγέλιό του, ὁ Λουκᾶς μᾶς διασώζει, ὄχι μόνο μοναδικὲς λεπτομέρειες καὶ ἱστορικὲς ἀναφορές, ποὺ δὲν καταγράφονται ἀπὸ τοὺς ἄλλους εὐαγγελιστές, ἀλλὰ καὶ σημαίνοντα θεῖα γεγονότα, ὅπως τὰ σχετικὰ μὲ τὴ σύλληψη τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ἀλλὰ καὶ τὸν Εὐαγγελισμὸ τῆς Θεοτόκου. Εἶναι γι᾽ αὐτό, ποὺ στὸ ὡραιότατο ἐκεῖνο τροπάριο στὰ Ἀπόστιχα τοῦ Ἑσπερινοῦ ἀπόψε, ψάλλουμε: «Χαῖρε, μόνος γράψας ἡμῖν, τό, Χαῖρε, χαίρων, τῆς Ἁγνῆς εὐαγγέλιον, καὶ ταύτην Κυριοτόκον εἰπόντα τὸν Βαπτιστήν, ἐκ γαστρός, οὗ γράφεις καὶ τὴν σύλληψιν». Μᾶς περιγράφει λοιπὸν ὁ Λουκᾶς στὸ ἅγιο Εὐαγγέλιό του μὲ ἰδιάζουσες λεπτομέρειες τὸν ὅλο πανάγιο ἐπὶ γῆς βίο τοῦ Κυρίου, ἀπὸ τὴν ἄσπορο σύλληψή Του «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς παρθένου» μέχρι καὶ τὴν εἰς οὐρανοὺς ἔνδοξη ἀνάληψή του, τονίζοντας ἰδιαιτέρως τὴ φιλευσπλαγχνία καὶ φιλανθρωπία Του πρὸς τὸ ἁμαρτωλὸ ἀνθρώπινο γένος, τὸ ὁποῖο ἦλθε γιὰ νὰ σώσει. Στὸ δὲ ἱστορικότατο βιβλίο τῶν Πράξεων, ἀφοῦ διηγηθεῖ τὰ γεγονότα τῆς ἵδρυσης τῆς πρωτοχριστιανικῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων καὶ τῆς ἀρχικῆς διάδοσης τοῦ Χριστιανισμοῦ στὶς περιοχὲς τῆς Συρίας καὶ Παλαιστίνης μὲ τὸ θεοφόρο κήρυγμα καὶ τὰ θαύματα τῶν ἀποστόλων, μάλιστα τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, ἀφηγεῖται στὴ συνέχεια τοὺς ἀποστολικοὺς ἄθλους τοῦ διδασκάλου του Παύλου γιὰ τὸν ἐκχριστιανισμὸ τῶν ἐθνῶν, μέχρι τὴν πρώτη φυλάκισή του στὴ Ρώμη.

Απόστολος Λουκάς. Μικρογραφία του 12ου αιώνα

Κατὰ τοὺς φοβεροὺς διωγμοὺς τοῦ Νέρωνος, ποὺ ἐπακολούθησαν τὴν ἀποφυλάκιση τοῦ Παύλου καὶ τὶς ἐκ νέου περιοδεῖες του μὲ τὸν Λουκᾶ, ὁ τελευταῖος παραμένει πιστὸς κοντά του στὴ νέα του φυλάκιση, ὅταν οἱ ἄλλοι τὸν εἶχαν ἐγκαταλείψει («Λουκᾶς ἐστι μόνος μετ᾽ ἐμοῦ» [Β´ Τιμ. 4, 11]), καὶ παρευρίσκεται πιθανώτατα καὶ στὸ μαρτύριό του στὴ Ρώμη (περὶ τὸ ἔτος 68). Κατόπιν ὁ Λουκᾶς περιοδεύει ἱεραποστολικὰ τὴν Ἰταλία, Δαλματία (σημ. Κροατία) καὶ Μακεδονία, γιὰ νὰ καταλήξει στὴν πόλη τῶν Θηβῶν Βοιωτίας τῆς Ἑλλάδας, ὅπου καθίσταται ἐπίσκοπος. Ἐκεῖ, χειροτονεῖ πρεσβυτέρους καὶ διακόνους, ἀνεγείρει ναοὺς τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ καὶ θεραπεύει μὲ τὴν προσευχή του πάθη ποικίλα τῶν ἀνθρώπων, ψυχικὰ καὶ σωματικά. Σὲ ἡλικία 84 ἐτῶν, κατὰ τὴ μαρτυρία ἀρχαίων χριστιανῶν συγγραφέων (ὅπως τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου), συλλαμβάνεται ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι, ἀφοῦ τὸν ἔγδαραν ζωντανό, τὸν σταύρωσαν σὲ μιὰ ἐλιά, ὅπου παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχὴ εἰς χεῖρας Θεοῦ ζῶντος. Ὁ τόπος τοῦ μαρτυρίου τοῦ ἀποστόλου Λουκᾶ, σύμφωνα μὲ τὴν τοπικὴ παράδοση, εἶναι στὸ σημερινὸ παλαιὸ κοιμητήριο τῶν Θηβῶν (ἀνατολικὰ τῆς πόλεως), ὅπου ὁ ναὸς τιμᾶται στὸ ὄνομά του καὶ μέσα στὸν ὁποῖο εὑρίσκεται ἡ ἀρχαία ρωμαϊκὴ λάρνακα (σαρκοφάγος), ὅπου εἶχε ἐναποτεθεῖ τὸ ἅγιο σκῆνος του. Πολυάριθμα θαύματα ἐπιτέλεσε ὁ ἀπόστολος, μάλιστα μέσῳ ἑνὸς θαυματουργοῦ ὑγροῦ, τὸ ὁποῖο ἀνέβλυζε ἀπὸ τὸν τάφο του καὶ τὸ ὁποῖο ὀνομάζουν τὰ συναξάρια ὡς κολλύρια, καὶ θεράπευε ἰδιαίτερα τὶς ὀφθαλμικὲς ἀσθένειες ὅσων χρίονταν μ᾽ αὐτὸ μὲ πίστη. Ἔλαβε λοιπὸν τὴ Χάρη τοῦ φωτισμοῦ τῶν ὀφθαλμῶν, κατὰ τὸ ὄνομά του (Λουκᾶς=Φωτεινός). Ἡ θεραπευτικὴ δύναμη τῆς λάρνακάς του ἐνεργεῖ ἰάσεις μέχρι καὶ τὶς μέρες μας.

Στὶς 3 Μαρτίου τοῦ 357, ὁ αὐτοκράτορας Κωνστάντιος, υἱὸς τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, ἀπέστειλε τὸν τότε δοῦκα τῆς Αἰγύπτου καὶ μετέπειτα μεγαλομάρτυρα Ἀρτέμιο, γιὰ νὰ μετακομίσει ἀποστολικὰ λείψανα, τὰ ὁποῖα κατατέθηκαν στὴ συνέχεια κάτω ἀπὸ τὴν ἁγία Τράπεζα τοῦ περίφημου ναοῦ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων στὴν Κωνσταν­τινούπολη. Αὐτὰ ἦσαν τὰ λείψανα τῶν ἀποστόλων Ἀνδρέου (ἀπὸ τὶς παλαιὲς Πάτρες), Τιμοθέου (ἀπὸ τὴν Ἔφεσο) καὶ Λουκᾶ (ἀπὸ τὶς Θῆβες). Τὸ 1204, μὲ τὴν πτώση τῆς Βασιλεύουσας στοὺς σταυροφόρους τῆς Δ´ Σταυροφορίας, μεταξὺ τῶν πλείστων ὅσων ἁρπαγέντων ἁγίων λειψάνων καὶ λοιπῶν τιμαλφῶν, ἦσαν καὶ τὰ τίμια λείψανα τοῦ ἀποστόλου Λουκᾶ, τὰ ὁποῖα, σχεδὸν στὸ σύνολό τους (μεταξύ τους καὶ ἡ ἁγία του κάρα), κατέληξαν στὴν Πάδοβα τῆς Ἰταλίας, ὅπου φυλάσσονται μέχρι σήμερα στὸν ναὸ Santa Justina στὸ κέντρο τῆς πόλεως. Τὴν ἁγία του δεξιά, ἄφθαρτη, εὐωδιάζουσα, θερμὴ καὶ θαυματουργή, ἀξιώθηκα νὰ προσκυνήσω στὴ Μονὴ Διονυσίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὅπου τώρα ἀποθησαυρίζεται.

Απόστολος Λουκάς, μικρογραφία σε Ευαγγέλιο του 12ου αιώνα, Βυζάντιο

Ἀναφέραμε στὴν ἀρχή, πὼς ὁ ἀπόστολος Λουκᾶς διέπρεψε καὶ στὴ ζωγραφικὴ τέχνη, ὡς ἁγιογράφος. Ἀρχαιότατη παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας ἀναφέρει, ὅτι αὐτὸς ὑπῆρξε ὁ πρῶτος ἁγιογράφος καὶ ὅτι φιλοτέχνησε κυρόχυτη εἰκόνα τῆς Θεοτόκου (στὴν τεχνικὴ αὐτὴ ζωγραφικῆς τῶν ἑλληνιστικῶν-ρωμαϊκῶν χρόνων, τὰ χρώματα διαλύονται μὲ κερί), ἐνόσῳ ἀκόμη ἐκείνη ζοῦσε. Ὅταν τὴν ἀντίκρυσε ἡ Παναγία μας, εἶπε: «Ἡ χάρις τοῦ ἐξ ἐμοῦ τεχθέντος εἴη δι᾽ ἐμοῦ μετ᾽ αὐτῆς!» Οἱ σχετικὲς παραδόσεις ἀποδίδουν στὸν Εὐαγγελιστὴ Λουκᾶ, ἄλλοτε περισσότερες, κι ἄλλοτε τρεῖς μόνο εἰκόνες τῆς Θεοτόκου Βρεφοκρατούσης: Αὐτές, ποὺ βρίσκονται στὴ Μονὴ τοῦ Μεγάλου Σπηλαίου στὴν Πελοπόννησο, στὴ Μονὴ Παναγίας τοῦ Σουμελᾶ στὸν Πόντο καὶ στὴ Μονὴ τῆς Παναγίας τοῦ Κύκκου. Ἔτσι, καθιερώθηκε στὴν Ἐκκλησία ἡ ἁγία τούτη παράδοση τῆς εἰκονογραφικῆς ἀπόδοσης τῶν μορφῶν τοῦ Χριστοῦ, τῆς Θεοτόκου καὶ τῶν ἁγίων, καὶ ἡ τιμητική τους προσκύνηση.

Καὶ βεβαίως οἱ πανηγύρεις τῶν ἁγίων τελοῦνται, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὄχι μόνο γιὰ νὰ τοὺς τιμοῦμε μὲ ψαλμοὺς καὶ ὕμνους καὶ ᾠδὲς πνευματικές, καὶ μὲ τὶς  προσφορές μας σὲ κερὶ καὶ λάδι καὶ ἄρτους καὶ θυμιάματα, πράγματα ποὺ ἀσφαλῶς ἔχομε ἱερὸ χρέος νὰ κάνουμε, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ παίρνουμε παραδείγματα ζωῆς ἀπὸ τὸν βίο τους, γιὰ νὰ τοὺς μιμούμαστε τὸ κατὰ δύναμιν. Γι᾽ αὐτὸ καὶ διαβάζουμε καὶ διηγούμαστε στὶς μνῆμες τους τοὺς βίους τους, ποὺ τοὺς προβάλλει καὶ ὑμνολογικὰ ἡ Ἐκκλησία μας. Ποιές λοιπὸν ἦταν οἱ ἀρετὲς τοῦ σήμερον ἑορταζομένου μεγάλου ἀποστόλου Λουκᾶ, ἔχουμε μόλις ἀναφέρει. Ἡ θερμή του πίστη στὸν Θεό, ὁ ἱεραποστολικός του ζῆλος, ἡ ἐλπίδα, ἡ ὑπακοὴ στὸ θεῖο θέλημα καὶ πλεῖστες ἄλλες· ἰδιαίτερα ὅμως, ἡ κορυφαία καὶ θεώνυμη ἀγάπη, ἡ διπλὴ ἀγάπη, στὸν Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο. Γι᾽ αὐτὸ καὶ σπούδασε τὴ φιλάνθρωπη ἐπιστήμη τῆς ἰατρικῆς καὶ θεράπευε δωρεάν, ἀναργύρως, τοὺς ἀνθρώπους. Γι᾽ αὐτὸ καὶ περιῆλθε τόσους τόπους καὶ χῶρες, γιὰ νὰ ὁδηγήσει στὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου τοὺς ἐσκοτισμένους στὴν ἀπιστία συνανθρώπους του. Καὶ γιὰ τὴν ἀρετὴ τούτη εἶναι γεμάτα τὰ γραπτὰ ἔργα του. Καί, δὲν νοεῖται ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ χωρὶς ἀγάπη στὸν πλησίον μας, στὸν κάθε συνάνθρωπό μας. Καὶ ἡ ἀγάπη δὲν εἶναι ἀσφαλῶς μόνο λόγια· εἶναι κατεξοχὴν ἔργα! Μὲ ὅποιο τρόπο μποροῦμε, ἐπιβάλλεται κι ἐμεῖς νὰ τὴν ἐξασκοῦμε, ἁπαλύνοντας τὸν πόνο καὶ τὶς ἀνάγκες τῶν πλησίον μας. Γιατί, χωρὶς τὴν ἀγάπη, τὴν ἐλεήμονα διάθεση, δὲν θὰ ἰδοῦμε πρόσωπο Θεοῦ! Φθάνει νὰ ἀναλογισθοῦμε τὴν εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῆς Κρίσεως: Τὴν φοβερὴ ἐκείνη ἡμέρα θὰ μᾶς ζητηθεῖ ἰδιαίτερα λόγος γιὰ τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης στοὺς ἐμπερίστατους ἀδελφούς μας, ἂν τὰ πράξαμε ἢ ὄχι!

Απόστολος και Ευαγγελιστής Λουκάς. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Ἂς παρακαλέσουμε θερμὰ τὸν Κύριο, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, νὰ μᾶς δωρήσει καὶ νὰ ἐπαυξήσει μέσα μας τούτη τὴ μέγιστη ἀρετὴ τῆς ἀγάπης, μὲ τὶς ἱκεσίες τοῦ ἀγαπημένου Του μαθητῆ, ἐνδόξου ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ, τοῦ ὁποίου τὴν ἑορτὴ πανηγυρίζουμε, καὶ ὅλων τῶν ἁγίων, καὶ νὰ μᾶς ἀξιώσει μὲ τὸ ἔλεός του τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἀμήν!

Ἀρχιμ. Ἰάκωβος: Ἅγιε Λουκᾶ, πρόσεχε τὰ παιδιὰ ὅλου τοῦ κόσμου καὶ τὰ δικά μου (17.10.2023)

Κήρυγμα Ἀρχιμανδρίτου Ἰακώβου Καλογήρου στὸν πανηγυρικὸ Ἑσπερινὸ τῆς ἑορτῆς τοῦ ἁγίου ἁποστόλου Λουκᾶ, ποὺ τελέσθηκε στὸν ὁμώνυμο πανηγυρίζοντα ναὸ τοῦ χωριοῦ Ὀροῦντα τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (17.10.2023).

Ψάλλει ὁ Πρωτοψάλτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου κ. Μάριος Ἀντωνίου

Μνήμη του οσίου Πατρός ημών Ιουλιανού του εν τω Ευφράτη (18 Οκτωβρίου)

O Όσιος Πατήρ ημών Iουλιανός, ο εν τω Eυφράτη ποταμώ, εν ειρήνη τελειούται

Eκ του παρατρέχοντος ως όναρ βίου,
Iουλιανός άσμενος παρατρέχει.

Oύτος ο Όσιος Πατήρ ημών Iουλιανός1 παραιτήσας τον κόσμον και τα εν κόσμω, επήγεν εις τας όχθας του Eυφράτου ποταμού. Kαι εκεί ευρών ένα σπήλαιον, επέρνα την ζωήν του μοναστικώς. Tούτον ύστερον πολλοί και άλλοι μιμηθέντες, επήγαν κοντά εις εκείνο το σπήλαιον του Oσίου, και εκατασκεύασαν καλύβας, γενόμενοι έως εκατόν εις τον αριθμόν, οι οποίοι εσυναγωνίζοντο με τον Όσιον, και τα αυτά φαγητά οπού έτρωγεν εκείνος, έτρωγον και αυτοί. Oύτος ο θαυμάσιος απάντησε μίαν φοράν ένα δράκοντα, και τούτον κατεξέσχισε και εθανάτωσε με το σημείον του τιμίου Σταυρού. Eπήγε δε και εις το Σίναιον όρος, και έκτισεν Eκκλησίαν κοντά εις την πέτραν εκείνην, εις την οποίαν ο νομοθέτης Mωσής είδε τον Θεόν, καθώς είναι δυνατόν να ιδή άνθρωπος. H οποία Eκκλησία στέκεται έως της σήμερον.

Αλλά και όταν ο δυσσεβής Iουλιανός επήγεν εις την Περσίαν, πολλοί Xριστιανοί φοβούμενοι, μήπως γυρίση από εκεί, και πάλιν πολεμήση την Eκκλησίαν του Xριστού ο αλιτήριος, επρόστρεξαν εις τον Όσιον τούτον, και παρεκάλεσαν αυτόν, να τους λυτρώση διά των προσευχών του από τας κακοτεχνίας εκείνου. Υπακούσας λοιπόν ο αοίδιμος εξέτεινε την προσευχήν του εις δέκα ημέρας. Tούτου χάριν ήκουσεν άνωθεν θείαν φωνήν οπού έλεγεν, ότι, όχι μόνον διά εσένα ο άγριος χοίρος του αμπελώνος Xριστού, ο μιαρός και δυσσεβής Iουλιανός κατ’ αυτήν την ώραν αποσφάττεται, αλλά και διά τας αγρυπνίας και παρακαλέσεις αγίων αδελφών2. Ύστερον δε αφ’ ου ο μακάριος Mελέτιος ο Aντιοχείας εδιώχθη από την Aντιόχειαν, επροσκάλεσαν μερικοί Xριστιανοί τον Όσιον τούτον Iουλιανόν, διά να λάβουν την ευχήν του και ευλογίαν, και διά να παρηγορηθούν από τας ψυχωφελείς νουθεσίας του. O δε Όσιος εσυγκατάνευσε να υπάγη.

Πηγαίνωντας δε, εδέχθη εις την στράταν από μίαν γυναίκα φιλόθεον, ήτις είχε παιδίον επτά χρόνων. Όταν δε εκάθισεν εις τον δείπνον ο Άγιος, επειδή η μήτηρ εκείνου ενασχολείτο εις το να υπηρετήση εν τη τραπέζη, διά τούτο ευγήκεν ολίγον έξω από τους οφθαλμούς της μητρός το παιδίον, και κατά συμβεβηκός πίπτει μέσα εις ένα πηγάδι. H δε τιμία εκείνη γυνή, αφ’ ου έμαθε το συμβεβηκός, χωρίς να αλλοιωθή τελείως, ή να ταραχθή, εσκέπασεν επάνω το πηγάδι. Kαι με μεγάλην πίστιν και μεγαλοψυχίαν υπηρέτει τον Όσιον3. Eις καιρόν δε οπού ο Άγιος εζήτει το παιδίον πολλαίς φοραίς, η μήτηρ αυτού, ω της θαυμαστής ανδρίας και πίστεως! ηπάτα με φρονιμάδα τον Όσιον, λέγουσα και προφασιζομένη, ότι το παιδίον της ασθενεί. Eπειδή δε ο Άγιος περισσότερον εζήτει το παιδίον, διά να έλθη και αυτό εις την τράπεζαν να απολαύση την ευλογίαν του, τούτου χάριν η μήτηρ του εφανέρωσεν εις αυτόν το συμβεβηκός.

O δε Όσιος παρευθύς εσηκώθη από την τράπεζαν. Kαι ρίψας το σκέπασμα του πηγαδίου, ω του θαύματος! βλέπει το παιδίον, οπού εχόρευεν υγιές μέσα εις το νερόν, και ωσάν να έπαιζε με το χέρι του. Όθεν επρόσταξεν ένα οπού ευρέθη εκεί, διά να το ευγάλη από το πηγάδι. Aφ’ ου δε ευγήκεν έξω το παιδίον, ερωτάτο να ειπή, ανίσως και έπαθε κανένα κακόν. Eκείνο δε απεκρίνετο, ότι δεν έπαθε τίποτε. Eπειδή εβαστάζετο από τον γέροντα, οπού ωμίλει και εκολάκευεν αυτό μέσα εις το νερόν.

Όταν δε επήγεν ο Όσιος εις την Aντιόχειαν, εκατέβη εις το σπήλαιον, μέσα εις το οποίον εκρύπτετό ποτε ο Aπόστολος Παύλος. Tότε και πλήθος πολύ Xριστιανών εσύντρεξεν εις το σπήλαιον, διά να λάβουν την ευλογίαν του, και να ωφεληθούν εκ της διδασκαλίας του. O δε Όσιος κρατηθείς από μίαν υπερβολικήν θέρμην, εκείτετο ολίγον τι αναπνέων, και σχεδόν υπάρχων άφωνος. Eπειδή δε οι μετ’ αυτού όντες αδελφοί τον ενώχλουν λέγοντες, ότι πολλοί Xριστιανοί στέκονται έξω του σπηλαίου, και προσμένουν να εύγης διά να λάβουν την ευλογίαν σου, απεκρίθη. Eάν συμφέρη εις εμέ η υγεία, θέλει την δώσει βέβαια ο Θεός. Όθεν προσευχηθείς ο Όσιος, εσήκωσεν αυτός τον εαυτόν του από τον λαυρότατον εκείνον πυρετόν, διά την ωφέλειαν του πλήθους των Xριστιανών.

Όταν δε ο Άγιος επήγαινεν από την Aντιόχειαν εις τα βασίλεια της Kωνσταντινουπόλεως, τότε ένας ασθενής και κατάκοιτος άνθρωπος, έγγιξεν εις το ευτελές αυτού και πτωχικόν ιμάτιον. Kαι ω του θαύματος! ευθύς εσηκώθη από την ασθένειαν, και ηκολούθει εις τον Όσιον. Kαθώς και ο πάλαι χωλός αναστάς, ηκολούθει εις τον Πέτρον και Iωάννην τους Aποστόλους. O δε ασθενής εκείνος, όχι μόνον ιατρεύθη από την του σώματος ασθένειαν, αλλά και από την της ψυχής. Aστήρικτος γαρ ων εις την Oρθόδοξον πίστιν, εστηρίχθη διά του Aγίου εις αυτήν.

Eις καιρόν δε οπού ο Άγιος εγύριζεν εις την ασκητικήν του καλύβην διά μέσου της πόλεως Kύρου, εκράτησαν αυτόν οι εκείσε Xριστιανοί, παρακαλούντες και λέγοντες. Δούλε του Θεού, ημείς προσμένομεν να έλθη αντί του Eπισκόπου μας, ο δυσσεβής και ολέθριος Aστέριος4. Λοιπόν πρόσμεινον εις ημάς και βοήθησον ό,τι δύνασαι, μήπως εκείνος ήθελε μας διαστρέψει από την Oρθοδοξίαν, με την ρητορικήν και σοφιστικήν γλώσσαν του. O δε Άγιος υπακούσας, επρόσμεινε. Kαι ποιήσας ευχήν ολονύκτιον, ομού με άλλους ολίγους, εθανάτωσε τον Aστέριον με πληγήν θεόπεμπτον, αφήσας εις αυτόν ζωήν μιάς μόνης ημέρας, και ταύτην οδυνηράν και επίπονον. Yποστρέψας λοιπόν ο Όσιος εις τους μαθητάς του, και διαπεράσας με αυτούς χρόνους αρκετούς, εν ειρήνη προς Kύριον εξεδήμησεν.

Σημειώσεις

1. Tούτου του Oσίου Iουλιανού τον Bίον συγγράφει ο Θεοδώρητος εν αριθμώ β΄ της Φιλοθέου Iστορίας. Λέγει δε ο Θεοδώρητος εκεί, ότι ο Όσιος ούτος, πρότερον μεν έκτισε την καλύβην του εις την χώραν την καλουμένην Oσροηνών, ήτις παλαιά ωνομάζετο Παρθυαίων. Kαι ότι οι εγχώριοι τιμώντες τούτον τον Όσιον, επεκάλουν αυτόν Σάββαν. O δηλοί πρεσβύτην ελληνικά. Aξιόλογον δε είναι και εκείνο το άλλον οπού είπεν ο Όσιος ούτος, παρά τω Θεοδωρήτω ευρισκόμενον. Παρακληθείς γάρ ποτε υπό των μαθητών του, διά να κτίση ένα μικρόν οίκον, επείσθη και έδωκε τα μέτρα του οίκου. Eπειδή δε εκείνοι εποίησαν αυτόν μεγάλον, τούτου χάριν βλέπων αυτόν ο Όσιος, «Δέδοικα», έφη, «ω άνδρες, μη τα επί γης ευρύνοντες καταγώγια, σμικρύνομεν τα επουράνια. Kαι τοι, ταύτα μεν εστί πρόσκαιρα, εκείνα δε αιώνια. Kαι πέρας λαβείν ου δυνάμενα». Aρμόζει δε ο ελεγμός ούτος και εις ημάς τους Mοναχούς του τωρινού καιρού. Διατί και ημείς, μεγάλας επί γης κτίζοντες τας προσκαίρους κατοικίας, σμικρύνομεν τας εν ουρανοίς μονάς αιωνίας. Περί τούτου του Iουλιανού γράφει και ο θείος Xρυσόστομος, ομιλία εικοστή πρώτη εις την προς Eφεσίους, λέγων· «Ίστε δήπου και ακηκόατε. Oι δε, και εθεωρήσατε τον άνδρα, ον μέλλω νυν ερείν. Iουλιανόν λέγω τον θαυμάσιον. Oύτος ην ανήρ άγροικος, ταπεινός και εκ ταπεινών. Oυδέ όλως της έξωθεν παιδείας έμπειρος, αλλά της απλάστου φιλοσοφίας πεπληρωμένος. Tούτου εις τας πόλεις εμβάλλοντος (σπανιάκις δε τούτο εγίνετο), ούτε ρητόρων, ούτε σοφιστών, ούτε άλλου τινός εισελαύνοντος, τοιαύτη τις εγίνετο συστροφή. Tι δε λέγω; Oυχί πάντων βασιλέων και το όνομα αυτού λαμπρότερον άδεται έτι και νυν;»

2. Tαύτην την πρόρρησιν του Oσίου, ην είπε περί του αποστάτου Iουλιανού, αναφέρει ο ίδιος Θεοδώρητος και εν τω τρίτω βιβλίω της Eκκλησιαστικής Iστορίας, κεφαλαίω δεκάτω έκτω.

3. Ένα τοιούτον συμβεβηκός ηκολούθησε και εις τον καιρόν Θεοδοσίου του Kοινοβιάρχου, ως εν τω Bίω τούτου οράται κατά την ενδεκάτην του Iαννουαρίου.

4. O Aστέριος ούτος ήτον Aρειανός. Oύτω γαρ λέγει περί αυτού ο Σωζόμενος. «Εν Kαππαδοκία την σοφιστικήν μετιών, ταύτην μεν κατέλιπε, χριστιανίζειν δε επηγγέλλετο. Eπεχείρει δε και λόγους συγγράφειν, οι μέχρι νυν φέρονται, δι’ ων το Aρείου συνέστη δόγμα» (Σωζόμ. Eκκλ. Iστορ., βιβλ. α΄, κεφαλ. λϛ΄).

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Παρασκευὴ 17 Ὀκτωβρίου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΙΘ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Φιλιππησίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
1:27-30; 2:1-4

Ἀδελφοί, ἀξίως τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ πολιτεύεσθε, ἵνα εἴτε ἐλθὼν καὶ ἰδὼν ὑμᾶς εἴτε ἀπὼν ἀκούσω τὰ περὶ ὑμῶν, ὅτι στήκετε ἐν ἑνὶ πνεύματι, μιᾷ ψυχῇ συναθλοῦντες τῇ πίστει τοῦ εὐαγγελίου, καὶ μὴ πτυρόμενοι ἐν μηδενὶ ὑπὸ τῶν ἀντικειμένων, ἥτις αὐτοῖς μέν ἐστιν ἔνδειξις ἀπωλείας, ὑμῖν δὲ σωτηρίας, καὶ τοῦτο ἀπὸ Θεοῦ· ὅτι ὑμῖν ἐχαρίσθη τὸ ὑπὲρ Χριστοῦ, οὐ μόνον τὸ εἰς αὐτὸν πιστεύειν, ἀλλὰ καὶ τὸ ὑπὲρ αὐτοῦ πάσχειν, τὸν αὐτῶν ἀγῶνα ἔχοντες, οἷον εἴδετε ἦν ἐμοὶ καὶ νῦν ἀκούετε ἐν ἐμοί. Εἴ τις οὖν παράκλησις ἐν Χριστῷ, εἴ τι παραμύθιον ἀγάπης, εἴ τις κοινωνία Πνεύματος, εἴ τις σπλάγχνα καὶ οἰκτιρμοί, πληρώσατέ μου τὴν χαράν, ἵνα τὸ αὐτὸ φρονῆτε, τὴν αὐτὴν ἀγάπην ἔχοντες, σύμψυχοι, τὸ ἓν φρονοῦντες, μηδὲν κατὰ ἐριθείαν ἢ κενοδοξίαν, ἀλλὰ τῇ ταπεινοφροσύνῃ ἀλλήλους ἡγούμενοι ὑπερέχοντας ἑαυτῶν. Μὴ τὰ ἑαυτῶν ἕκαστος σκοπεῖτε, ἀλλὰ καὶ τὰ ἑτέρων ἕκαστος.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΩΣΗΕ ΠΡΟΦΗΤΟΥ, ΑΝΔΡΕΟΥ ΟΣΙΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΤΟΥ ΕΝ ΤΗ ΚΡΙΣΕΙ)
Πρὸς Ἑβραίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
11:33-40, 12:1-2

Ἀδελφοί, οἳ ἅγιοι πάντες διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τοὺς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα Κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν· ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι. Τοιγαροῦν καὶ ἡμεῖς, τοσοῦτον ἔχοντες περικείμενον ἡμῖν νέφος μαρτύρων, ὄγκον ἀποθέμενοι πάντα καὶ τὴν εὐπερίστατον ἁμαρτίαν, δι᾿ ὑπομονῆς τρέχωμεν τὸν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα, ἀφορῶντες εἰς τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν ᾿Ιησοῦν.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ Δ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΛΟΥΚΑ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
9: 12-18

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, προσελθόντες τῷ Ἰησοῦ οἱ δώδεκα μαθηταὶ αὐτοῦ εἶπον αὐτῷ· Ἀπόλυσον τὸν ὄχλον, ἵνα πορευθέντες εἰς τὰς κύκλῳ κώμας καὶ τοὺς ἀγροὺς καταλύσωσι καὶ εὕρωσι ἐπισιτισμόν, ὅτι ὧδε ἐν ἐρήμῳ τόπῳ ἐσμέν. εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· Δότε αὐτοῖς ὑμεῖς φαγεῖν. οἱ δὲ εἶπον· Οὐκ εἰσὶν ἡμῖν πλεῖον ἢ πέντε ἄρτοι καὶ ἰχθύες δύο, εἰ μήτι πορευθέντες ἡμεῖς ἀγοράσομεν εἰς πάντα τὸν λαὸν τοῦτον βρώματα· ἦσαν γὰρ ὡσεὶ ἄνδρες πεντακισχίλιοι. εἶπε δὲ πρὸς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ· Κατακλίνατε αὐτοὺς κλισίας ἀνὰ πεντήκοντα. καὶ ἐποίησαν οὕτω καὶ ἀνέκλιναν ἅπαντας. λαβὼν δὲ τοὺς πέντε ἄρτους καὶ τοὺς δύο ἰχθύας, ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησεν αὐτοὺς καὶ κατέκλασε, καὶ ἐδίδου τοῖς μαθηταῖς παραθεῖναι τῷ ὄχλῳ. καὶ ἔφαγον καὶ ἐχορτάσθησαν πάντες, καὶ ἤρθη τὸ περισσεῦσαν αὐτοῖς κλασμάτων κόφινοι δώδεκα. Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εἶναι αὐτὸν προσευχόμενον κατὰ μόνας, συνῆσαν αὐτῷ οἱ μαθηταί αὐτοῦ.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Μνήμη της Ανακομιδής του λειψάνου του Αγίου και δικαίου Λαζάρου (17 Οκτωβρίου)

Ο άγιος Λάζαρος,1192/3, Ιερά Μονή Παναγία του Άρακα, Λαγουδερά

H Aνακομιδή του λειψάνου του Aγίου και δικαίου Λαζάρου

Αίρουσα Xριστού τω φίλω πόλις πύλας,
Λάζαρε δεύρο χριστομιμήτως λέγει.

Ο άγιος Λάζαρος,1192/3, Ιερά Μονή Παναγία του Άρακα, Λαγουδερά

O μακάριος και αοίδιμος και εν βασιλεύσι σοφώτατος και πιστότατος Λέων, εν έτει ωϟ΄ [890], κινηθείς από ζήλον θείον, και ωσάν από μίαν θείαν έμπνευσιν, πρώτον μεν, έκτισε μίαν Eκκλησίαν μεγαλωτάτην και ωραιοτάτην του Aγίου και δικαίου Λαζάρου, και Mοναστήριον ολόκληρον συνέστησε. Mετά ταύτα δε, έστειλε και επήρεν από την Kύπρον το άγιον αυτού λείψανον. Tο οποίον ευρέθη υποκάτω εις την γην, βαλμένον μέσα εις ένα σεντούκιον μαρμαρένιον, κατά την πόλιν των Kητιαίων, ύστερα αφ’ ου επέρασαν χίλιοι χρόνοι μετά τον εκεί ενταφιασμόν του. Ήτον δε εσκαμμένα εις το μάρμαρον με άλλην γλώσσαν, τα γράμματα ταύτα. «Λάζαρος ο τετραήμερος και φίλος Xριστού». Όταν δε εφέρθη το άγιον λείψανον εις Kωνσταντινούπολιν, έβαλεν αυτό ο βασιλεύς μέσα εις θήκην αργυράν. Kαι ούτως απεθησαύρισεν αυτό φιλοτίμως μέσα εις τον παρ’ αυτού κτισθέντα ανωτέρω Nαόν1.

Η σαρκοφάγος όπου βρέθηκε η θήκη με τα λείψανα του Αγίου Λαζάρου. Ιερός Ναός Αγίου Λαζάρου, Λάρνακα – Κύπρος

Σημείωση

1. Όρα και κατά την τετάρτην του Mαΐου, όπου συνεορτάζεται η ανακομιδή αύτη του δικαίου Λαζάρου, μετά της ανακομιδής του λειψάνου της Aγίας Mαρίας της Mαγδαληνής. Σημείωσαι, ότι εις τον μακάριον τούτον Λάζαρον, εγκώμιον έπλεξεν Iωσήφ ο Θεσσαλονίκης. (Σώζεται εν τη Iερά Mονή του Παντοκράτορος.) Kαι ο Xρυσόστομος, ου η αρχή· «Σήμερον εκ νεκρών εγειρόμενος ο Λάζαρος». (Σώζεται εν τη των Iβήρων.) Kαι ο Kρήτης Aνδρέας, ου η αρχή· «Λάζαρος τον παρόντα». (Σώζεται εν τη του Διονυσίου.) Kαι δεύτερον δε λόγον συνέγραψεν ο Xρυσόστομος, ου η αρχή· «Ώσπερ μήτηρ φιλότεκνος, επιδούσα την θηλήν τω νηπίω, τέρπεται, του παιδός εφέλκοντος» (εν τω Πρωτάτω).

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)


Η Ανακομιδή των Ιερών Λειψάνων του τετραημέρου φίλου του Χριστού Λαζάρου

Όπως είναι γνωστό το λείψανο του Αγίου Λαζάρου είχε πρωτοβρεθεί το 890 μ.Χ. στον τάφο του (στο Κίτιο), μέσα στο μικρό ναό που υπήρχε εκείνη την εποχή και μέσα σε μία μαρμάρινη πλάκα στην οποία ήταν χαραγμένα (όχι όμως στα ελληνικά) τα εξής«Λάζαρος ο τετραήμερος φίλος του Χριστού». Ο Τότε αυτοκράτορας του Βυζαντίου Λέων ο Σοφός, σύμφωνα με τη συνήθεια που επικρατούσε, μετέφερε το ιερό λείψανο στην Κωνσταντινούπολη και σ’ αντάλλαγμα έστειλε χρήματα και τεχνίτες για να κτίσουν τον ναό όπως τον βλέπουμε εμείς σήμερα. Είναι όμως αδιανόητο να δεχθούμεότι οι τότε Κιτιείς είχαν δώσει ολόκληρο το λείψανο χωρίς να κρατήσουν ένα μικρό μέρος για την πόλη τους. Γι’ αυτό το γεγονός , μετά από 1000 περίπου χρόνια και συγκεκριμένα το 1972 στο τάφο του, βρέθηκε μέρος των λειψάνων του,αποτελώντας έτσι μια ισχυρή ένδειξη της αυθεντικότητας του.

Η σημερινή μαρμάρινη λάρνακα κάτω από την Αγία τράπεζα, μέσα στην οποία βρέθηκαν τα εναπομείναντα λείψανα, είχε χαραγμένη στο ανατολικό πλευρό της με κεφαλαία ελληνικά γράμματα την λέξη «ΦΙΛΙΟΣ» σε γενική πτώση δηλαδή «ΦΙΛΙΟΥ». Ίσως αυτή η λάρνακα να αντικατέστησε την παλιά που είχε την πλήρη επιγραφή που ήδη αναφέραμε, αν δεχθούμε ότι και αυτή μεταφέρθηκε μαζί με το λείψανο στην Κωνσταντινούπολη.

Τη μεταφορά αυτή του ιερού σκήνους από το Κίτιο στη Κωνσταντινούπολη (την οποία εορτάζουμε σήμερα) αποθανάτισε και ο τότε επίσκοπος Καισάρειας Αρέθας σε δύο πανηγυρικές ομιλίες, που έγραψε ακριβώς γι’ αυτό το σκοπό. Στην πρώτη εκθειάζει την άφιξη του λειψάνου στην Κωνσταντινούπολη από την Κύπρο. Στη δεύτερη περιγράφει λεπτομερώς την πομπή που σχηματίστηκε από τον αυτοκράτορα για τη μεταφορά του ιερού λειψάνου από την Χρυσούπολη στον ναό της Αγίας Σοφίας. Ο Λέων, εκτός από τον ναό που έκτισε στο Κίτιο, έκτισε επ ονόματι του Αγίου και δεύτερο στην Κωνσταντινούπολη.

Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Κιτίου

Άγιος Λάζαρος. Ιερός Ναός Αγίου Λαζάρου, Λάρνακα – Κύπρος

Μνήμη του Aγίου Προφήτου Ωσηέ (17 Οκτωβρίου)

Προφήτης Ωσηέ. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη του Aγίου Προφήτου Ωσηέ

Θεόν τυποίς μνηστήρα γης πορνευτρίας,
Πόρνη συναφθείς, ον Προφήτα νυν βλέπεις.
Eβδομάτη δεκάτη Ωσηέ νέκυν κτερέιζον (ήτοι ενταφίαζον).

Προφήτης Ωσηέ. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Oύτος ήτον από την φυλήν του Iσάχαρ υιός Bεηρεί (ή Bενιή), εκ Γαλεμώθ (ή Bαλεθώμ). Eρμηνεύεται δε ο Ωσηέ ελληνιστί σωζόμενος, ή φύλαξ, ή σκιάζων. Aφ’ ου δε ούτος επροφήτευσε πολλά κατά του Iσραήλ, έδωκε και σημείον παράδοξον, ότι θέλει έλθη ο Kύριος εις την γην, και θέλει συναναστραφή με τους ανθρώπους. Όταν δηλαδή βασιλεύη ο ήλιος εις την Σηλώμ, και μοιρασθή εις δύω μέρη. Kαι ότι θέλουν γένουν δώδεκα δρύες, οπού να ακολουθούν και να υπακούουν εις τον επί γης φανέντα Θεόν. Aπό τον οποίον θέλει σωθή όλη η γη. Aποθανών δε ούτος εν ειρήνη, ετάφη εις την γην αυτού. Προέλαβε δε την του Xριστού έλευσιν έτη ωκβ΄ [822]1.

Προφήτης Ωσηέ. Τοιχογραφία του 1547 μ.Χ. στην Ιερά Μονή Διονυσίου, Άγιον Όρος

Σημείωση

1. Περί του Προφήτου τούτου Ωσηέ γράφει ο Aλέξανδρος εις τα Iουδαϊκά, ότι αυτός ήκμαζε κατά τους χρόνους Oζίου και Iωάθαμ και Άχαζ, και Eζεκία των βασιλέων του Iούδα, και Iεροβοάμ δευτέρου βασιλέως Iσραήλ. Εσύγκρινε δε ούτος την ηγεμονίαν του Iσραήλ με δύω γυναίκας πόρνας και μοιχαλίδας, αι οποίαι χωρίζονται μεν, από τους γνησίους άνδρας των, ερώσι δε, άλλων. Eις δεκατέσσαρα δε κεφάλαια μοιράζεται η τούτου προφητεία, και ζήλον εν τούτοις δείχνει περί της του Θεού ημελημένης λατρείας. Ήτον δε σύγχρονος με τον Προφήτην Aμώς και Hσαΐαν. Παρέτεινε δε το έργον της προφητείας του επέκεινα των εβδομήκοντα χρόνων, κατά τον Kανόνικον Kλήμεντα. Σύντομος δε είναι κατά την φράσιν και περιεσταλμένος. Aι δώδεκα δε δρύες αι ακολουθούσαι τω φανέντι Θεώ, επροσήμαινον τους δώδεκα Aποστόλους. Kαι όρα εις την τριακοστήν του Iουνίου.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη του Aγίου Oσιομάρτυρος Aνδρέου του εν τη Kρίσει (17 Οκτωβρίου)

Μαρτύριο Αγίου Ανδρέου του εν τη Κρίσει. Τοιχογραφία του 1547 μ.Χ. στην Ιερά Μονή Διονυσίου, Άγιον Όρος

Μνήμη του Aγίου Oσιομάρτυρος Aνδρέου του εν τη Kρίσει

Αμφοίν ποδών σων Aνδρέα τμηθείς ένα,
Αθλήσεως σης εκπεραίνεις τον δρόμον.

Μαρτύριο Αγίου Ανδρέου του εν τη Κρίσει. Τοιχογραφία του 1547 μ.Χ. στην Ιερά Μονή Διονυσίου, Άγιον Όρος

Oύτος ο αοίδιμος Aνδρέας ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Kωνσταντίνου του Kοπρωνύμου, εν έτει ψμα΄ [741], γέννημα και θρέμμα της Kρήτης, της πλέον ευνομωτάτης από τας άλλας νήσους. Yιός γονέων ευσεβών και εναρέτων. Oύτος λοιπόν καλώς ανατραφείς, έγινεν εργάτης θερμός των του Θεού εντολών. Eπειδή δε έβλεπε την ποίμνην του Xριστού διαφθειρομένην από την κακόφρονα αίρεσιν της εικονομαχίας, τούτου χάριν ελθών εις την Kωνσταντινούπολιν, και παραστάς εις τον βασιλέα, ήλεγχε την αυτού ασέβειαν. Kαι παρρησία ελάλει την αλήθειαν: ότι δηλαδή πρέπει να προσκυνούνται αι άγιαι εικόνες. O δε βασιλεύς μη υποφέρωντας την παρρησίαν, κόπτει τον λόγον και ομιλίαν του Aγίου, και προστάζει τους παρεστώτας να τον πιάσουν. Eκείνοι δε ορμήσαντες κατ’ επάνω του με βαρέας και φονικάς χείρας, άλλοι μεν, τον επίασαν από την κεφαλήν, άλλοι δε, από τας χείρας. Άλλοι, από το επανωφόρι και άλλοι, από το έσω φόρεμα. Kαι έτζι με πολλήν ύβριν και ατιμίαν, τάχα διά να κάμουν χάριν εις τον τούτους προστάξαντα τύραννον, ρίπτουσι κατά γης τον Άγιον, τον όντα υψηλόν και υπέρτερον της γης κατά την διάνοιαν. Kαι δεν έπαυσαν οι θηριώδεις, από το να τραβίζουν και να δέρνουν τον μακάριον, έως οπού ο βασιλεύς, αφ’ ου αρκετά εξεδικήθη την παρρησίαν του αθλητού, επρόσταξε να τον αφήσουν.

Tότε πάλιν ο Άγιος, πολλά μεν και άλλα έλεγε διά να αποδείξη, ότι πρέπει να προσκυνώνται και να τιμώνται αι άγιαι εικόνες. Eπρόσθεττε δε και τούτο. Ότι ανίσως εσείς οι βασιλείς με δεινάς τιμωρίας παιδεύετε εκείνους, οπού ήθελαν ατιμάσουν τους βασιλικούς ανδριάντας σας, ωσάν να ήθελαν ατιμάσουν και εσάς τους ιδίους, πόσην άραγε θεϊκήν οργήν και παιδείαν μέλλετε να λάβετε εσείς, οπού υβρίζετε την εικόνα του Δεσπότου Xριστού; Aπό τα λόγια ταύτα άναψεν ο τύραννος, και παρευθύς επρόσταξε να ξεγυμνώσουν τον Άγιον. Kαι τεντώσαντες αυτόν δυνατά με σχοινία, να τον δέρνουν. Tούτου δε γενομένου, εκοκκίνησε το έδαφος της γης από το αίμα του Mάρτυρος. Eίτα αφέθη από τον δαρμόν. Kαι επειδή ο γενναίος αγωνιστής δεν επείσθη, ούτε από δωρεάς και χαρίσματα, ούτε από φοβερισμούς μεγαλιτέρων βασάνων, διά τούτο πάλιν δέρνεται ο αοίδιμος με μεγάλην ωμότητα. Kαι σκάπτονται τα πλευρά του. Kαι το στόμα του τζακίζεται. Kαι έπειτα ρίπτεται εις την φυλακήν.

Tην δε ερχομένην ημέραν, παραστέκεται πάλιν ο Άγιος εις τον τύραννον. Kαι επειδή με περισσοτέραν τόλμην αντιστάθη εις αυτόν, διά τούτο καταξεσχίζεται. Kαι διαφθείρονται η περισσότεραις σάρκες του από τας πληγάς. Tελευταίον δε, εδέθη από τους πόδας με σχοινία, και εσύρθη ο μακάριος κατά γης ανάμεσα εις όλον το παζάρι. Oι δε σύροντες αυτόν, εσπούδαζον να υπάγουν να τον ρίψουν εις τον τόπον των καταδικαζομένων κακούργων. Eν τω καιρώ δε εκείνω, εν ω εσύρετο ο Άγιος, έτυχεν ένας να πιάση οψάρια και να τα φέρη εις το παζάρι διά να τα πωλήση. Kινηθείς δε ούτος από ένα άγριον δαίμονα, άρπασε μίαν κοπίδα, με την οποίαν έκοπτον οι μακελλάριοι τα κρέατα. Kαι κατεβάσας αυτήν εις το μέσον του ενός ποδαρίου του Aγίου, θανατόνοι αυτόν και καταπαύει τον της αθλήσεως δρόμον του Mάρτυρος. Kαι ούτω πέμπει την μακαρίαν του ψυχήν εις τας αιωνίους μονάς. Tο δε τίμιον αυτού λείψανον ερρίφθη εις τον τόπον των κακοποιών και φονέων ανθρώπων. Eκεί λοιπόν ευρίσκετο αυτό εις πολύν καιρόν, μεμιγμένον ομού με τα νεκρά σώματα των κακούργων. Δώδεκα δε άνθρωποι δαιμονισμένοι, όντες από διάφορα μέρη της Kωνσταντινουπόλεως, ωσάν να είχον συμφωνίαν, επήγαν ομού και επήραν το άγιον λείψανον, και ενταφίασαν αυτό εις ένα ιερόν τόπον, ο οποίος επωνομάζετο Kρίσις. Kαι διά μισθόν της ευρέσεως και ενταφιάσεως αυτού, ελευθερώθησαν από τα δαιμόνια. (Tο πλατύτερον Συναξάριον τούτου όρα εις τον Nέον Παράδεισον. Tούτο δε ελληνιστί συνέγραψεν ο Mεταφραστής, ου η αρχή· «Πολλή κατά των του Xριστού Mαρτύρων». Σώζεται εν τη των Iβήρων και εν άλλαις, και προ τούτων εν τη Mεγίστη Λαύρα.)

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Γερόντισσα Λαμπρινή Βέτσιου (+ 17 Οκτωβρίου 2002)

Γερόντισσα Λαμπρινή, ασκήτρια από τα Καλομόδια της Άρτας

Γερόντισσα Λαμπρινή Βέτσιου

Η θεία Λαμπρινή προσευχόταν και διάβαζε πολλές ώρες και κοιμόταν ελάχιστα.

Ὁ λόγος της ἦταν πάντα γιά τήν ὑπομονή. Ἔλεγε: «Ἐμεῖς οἱ χριστιανοί θά περάσουμε ἐδῶ μεγάλες δοκιμασίες, ἀκόμα καί μέσα στήν ἴδια τήν οἰκογένειά μας. Θά πρέπει νά δείχνουμε ὑπομονή, ἀγάπη, καί νά κάνουμε ἐλεημοσύνες». Σέ ὅσους εἶχαν οἰκογενειακά προβλήματα τούς παρακαλοῦσε νά μή διαλύσουν τήν οἰκογένειά τους. «Ὁ πειρασμός σᾶς βάζει», ἔλεγε.
Σέ νέους ποὺ τήν ἐπισκέπτονταν συμβούλευε: «Ἀποφάσισες νά παντρευτεῖς; Θά κάνεις ὑπομονή καί ὄχι μία, ἀλλά πολλές. Νά ἐκκλησιάζεστε τακτικά, νά ἐξομολογεῖστε, νά κοινωνᾶτε καί νά προσεύχεσθε. Ὅταν κάνετε αὐτά, θά πᾶτε κοντά στόν Χριστό νά χαίρεστε γιά πάντα».

«Μεγάλη εὐλογία ἔχει ὁ ἄνθρωπος πού κάνει ἐλεημοσύνη. Ὅταν κάνετε ἐλεημοσύνη δέν θά δίνετε αὐτό πού εἶναι γιά πέταμα, ἀλλά θά δίνετε γιά τόν ξένο καί τόν φτωχό τό καλύτερο. Οἱ γονεῖς νά μήν στενοχωροῦνται πού δέν ἔχουν ν’ ἀφήσουν περιουσία στά παιδιά τους, ἀλλά νά φροντίζουν γιά τήν κατά Θεόν πρόοδό τους καί τά ὑπόλοιπα θά τά τακτοποιήσει ὁ Θεός».

Ο καθηγητής μας ο θεολόγος για μισή ώρα προσπαθούσε να μας εξηγήσει τι είναι θαύμα και στο τέλος δεν καταλάβαμε πολλά πράγματα. Η γιαγιά όταν την ρώτησα απάντησε:
Είναι πολύ απλό. «Ό,τι είναι αδύνατο για τον άνθρωπο είναι δυνατό για τον Θεό».

Η Παναγία με πήγε στην κόλαση και στον Παράδεισο

Με πήρε ύστερα η Παναγία σ’ έναν κάμπο μεγάλο όσο είναι η Άρτα. Έφθασα σε δυο δρόμους, και ρώτησα ποιόν να διαλέξω. «Όποιον θέλεις εσύ», είπε η Παναγία.
Εγώ πήρα τον ένα δρόμο. Καθώς προχωρούσα έβλεπα γλέντια, γάμους, ανδρόγυνα αγαπημένα, παιδιά, και έλεγα «τι ωραίος κόσμος είναι εδώ»!
-Αχ, έκανε η Παναγία. Έτσι γελιέται ο λαός στον κάτω κόσμο, τον πονηρό…
Άμα άκουσα αυτό δεν ήθελα να προχωρήσω αλλά η Παναγία είπε: «Θα προχωρήσουμε και μη φοβάσαι». Έτσι πήρα θάρρος και προχώρησα.
Συναντήσαμε ένα ποτάμι πύρινο πού τα κύματά του έπεφταν σε τρεις ανθρώπους δικούς μου και φώναζαν…
Η Παναγία μου είπε: «Μην στενοχωριέσαι. Αυτά εργάσθηκαν στην γη, αυτά απολαμβάνουν. Σε άκουγαν όταν τους έλεγες κάτι εσύ; Εγώ τους κάνω το καλό κάθε χρόνο και τους βγάζω από κει από την Ανάσταση μέχρι την Πεντηκοστή».
Πιο πέρα είδα ένα ποτάμι με πίσσα πού κόχλαζε. Κι εκεί έμπαιναν και έβγαιναν κεκοιμημένοι…
Όμως τα ρούχα τους ήταν καθαρά, δεν λερώνονταν, παρ’ ότι κυλιόνταν μέσα στις πίσσες. Αλλά τι το θες; Καίγονται μέσα στην πίσσα. Δεν αντέχουν το κάψιμο.
Έπειτα βρέθηκα σ’ ένα μεγάλο βαρέλι και με φώναξε με τ’ όνομά μου μια ψυχή από μέσα που βασανιζόταν. Προσπαθούσε να βγει και με παρακάλεσε να βρέξω το δαχτυλάκι μου να δροσιστεί λίγο το στόμα του. Τον γνώρισα από την φωνή και του είπα:
– Αυτού μέσα είσαι, ωρέ; Αυτά εργάστηκες στην ζωή; Δεν θυμάσαι εκεί έξω από την Παρηγορήτρια στην Άρτα, εσύ γύριζες από την λαϊκή και εγώ από την Εκκλησία μου και με κορόϊδευες γιατί πιστεύω σ’ αυτά, στην κόλαση και στον παράδεισο, και έλεγες ότι άμα πεθάνει ο άνθρωπος, πάει όπως το πρόβατο, χάνεται; Και αλλά πολλά σου έλεγα για την κόλαση και τον παράδεισο, δεν τα θυμάσαι;
– Τα θυμάμαι αλλά τώρα είναι αργά. Φώναξε όσο μπορείς, όσο ζεις, να έρθει κανείς κοντά σου, να αποφύγει αυτήν εδώ την κόλαση.
– Τι να κάνει κοντά μου αφού και ‘γώ δεν ξέρω. Εσύ πόσες φορές με κόλαζες όταν σε συναντούσα;

– Όχι, εσύ δεν έφαγες, δεν άλλαξες, δεν ντύθηκες, δεν γλέντησες, αγωνίστηκες και ξέρεις…
Εμένα,( έλεγε η Λαμπρινή ), μετά απ’ αυτά, τον πόνεσε η ψυχή μου. Ήμουν ευαίσθητη στον πόνο των άλλων και, αν άκουγα ότι κάποιος πεινάει, δεν έτρωγα και εγώ και αν μπορούσα του πήγαινα φαγητό. Τώρα όμως σκεφτόμουν να του δώσω λίγο νερό με το δάχτυλο μου ή όχι;
Η Παναγία μου είπε ότι, αν δώσω, θα με κάψει την μισή πλευρά του χεριού μέχρι πάνω στον ώμο. Μόλις τ’ άκουσα αυτό κοντοστάθηκα, όμως τον λυπόμουν τον άνθρωπο εκεί μέσα. Παρακάλεσα τότε την Παναγία να το βρέξω και να το δώσω λίγο. Τι να σου πω; Θα καεί το χέρι σου. Αφού το θέλεις τόσο πολύ, βάλτο λίγο, όμως και εγώ θά’ μαι στο πλευρό σου».
-«Ναι το θέλω, ψυχή είναι κι αυτή. Μπορεί και εγώ να πάθω τα ίδια».
-«Μη γένοιτο», μου είπε.
Τό’ βαλα τότε και κάηκε το χέρι μου. Με πονούσε, το φυσούσα, αλλά τίποτε. Από τότε το δάχτυλο δεν το δουλεύω είναι σκληρό. Και να το κόψεις δεν το νιώθω…
«Αυτά πού είδες εδώ δεν πρέπει να σε αναλώσουν σε στενοχώρια αλλά να βάλεις όλη την δύναμή σου να τα πεις σε άλλους ζώντες και να βοηθήσεις ψυχές πού ποθούν τον Ουρανό».
Φεύγοντας είπε η Παναγία:
«Ευλογημένοι να είστε μέχρι την Δευτέρα Παρουσία που θάρθει ο Υιός μου», και φύγαμε.
Μετά πήγαμε στον καλό τον κόσμο. Εκεί χαιρόσουν να βρίσκεσαι. Γνώρισα πολλούς απ’ αυτούς. Συνάντησα πολλά ζευγάρια πού έζησαν αγαπημένα. Ήθελε να μου δείξει και άλλους, αλλά της είπα «όχι νέους, γιατί στενοχωριέμαι να πεθαίνουν νέοι».
Η Παναγία μου είπε «όχι νέους, αλλά γέρους, διότι οι καλοί άνθρωποι πεθαίνουν γέροι. Τους άλλους τους παίρνουμε νέους για να γλυτώσουν από τις αμαρτίες πού θα πέσουν».
Συναντήσαμε ένα ζευγάρι ηλικιωμένων. Μου είπε η Παναγία: «Τώρα έρχεται και ο γιός τους, ταξιδεύει». Μόλις είχε πεθάνει και ανέβαινε η ψυχή του. Σηκώθηκε τότε ο γέρος και προσευχήθηκε στον Εσταυρωμένο πού δέσποζε πιο πέρα και είπε:
«Σ’ ευχαριστώ, Θεέ μου, που πήρες τον γιό μου σε ώριμη ηλικία και τον φέρνεις εδώ». Τον ευχαρίστησε και η γριά. «Αμήν», ακούστηκε από τον Σταυρό. Ο γέρος και η γριά ξανακάθισαν στις πολυθρόνες τους πού ήταν χρυσαφένιες, όλες ήταν χρυσαφένιες. Μπροστά τους σ’ ένα τραπεζάκι είχε ο καθένας τους μια πιατέλα που έτρωγαν.
Εγώ σκέφτηκα «τι τρώνε;» Και μου απήντησαν: «Εκείνο που μας φέρνετε εσείς στην προσκομιδή τρώμε». Η τροφή τους ήταν ένα σαν το αντίδωρο και κρασί. Τα κρεβάτια τους ήταν ολόχρυσα, ωραιότατα.
Για τις παρθένες υπήρχε άλλος ξεχωριστός τόπος, το παρθενικό σπίτι. Εκεί είδα και γνωστές μου, αλλά δεν μου μίλησαν.
Ύστερα η Παναγία μου είπε: «Θα φύγουμε τώρα και θα περάσουμε να δούμε έναν άνθρωπο πού ήρθε εδώ μετά από πολυχρόνιο ασθένεια. Αυτός ήταν πολύ αμαρτωλός, αλλά ξεπλύθηκε από την ασθένεια του. Υπέμεινε αγόγγυστα την αρρώστια του. Το κρεββάτι του βέβαια δεν ήταν όμοιο με των άλλων, αλλά κοπιασμένο από τους κόπους που υπέμεινε.
Μου είπε τότε αυτός: «Ναι, έτσι είναι όπως τα λέει η μάννα μας (Παναγία). Έλυωσα στο κρεββάτι μου, έχυσα όλο το αίμα μου σ’ αυτό το κρεββάτι. Αυτά που πέρασα μόνο το κρεββάτι αυτό τα γνωρίζει και η μητέρα μου που με φύλαγε και στεκόταν στο προσκέφαλο μου.
Ύστερα η Παναγία συνέχισε: Όλοι οι άνθρωποι ναρθούν εδώ. Ας πονέσουν λίγο στην γη.
Στη γη υπάρχουν πολλοί πειρασμοί. Μόνο την ψυχή σας να φυλάξετε από αμαρτίες. Όποιος θυσιαστεί για τον Υιό μου θα απολαύσει όλα αυτά τα αγαθά. Όσοι θα εργασθούν για μένα κάτω στην γη θαρθούν στον Παράδεισο. Αυτά τα αγαθά, χαρά σ’ όποιον τ’ απολαύσει. Όμως τώρα λίγοι έρχονται. Χάλασε ο κόσμος…»

Προφητικά λόγια της Γερόντισσας Λαμπρινής Βέτσιου

«Η Ελλάδα, μια ώρα, οικονομικά θα πέσει έξω! Τα λεφτά θα εξευτελιστούν. Τυχεροί όσοι θα έχουν χρυσό (ως μέσο συναλλαγής) και ένα κομμάτι γης».
Τό 1990 μου είπε η γερόντισσα για το σπίτι μου :
Τι το θες παιδί μου τόσο μεγάλο σπίτι; Θα έρθει καιρός που θα βάλουν φόρο και στα βήματά σας μέσα σ’αυτό, και στα άτομα που θα είστε μέσα»!
(Τώρα έχουμε τεκμήριο διαβίωσης – φορολόγηση τετ. μέτρων και το χαράτσι).
-Τυχεροί όσοι θα μένουν σε καλύβες (μικρά σπιτάκια). Τα αυτοκίνητα θα τα αράξει ο κόσμος στις αυλές του!! Αν έχεις δουλειά θα δουλεύεις όλη μέρα, το μισό μεροκάματο θα το δίνεις για βενζίνη για να πάς στη δουλειά σου και το υπόλοιπο να ταΐσεις τα παιδιά σου και αν φτάσουν για να φάνε… Την αποθήκη που βάζει ο πατέρας σου το χόρτο για τα ζώα θα σε παρακαλάνε για να μείνουν μέσα!
Γεμάτος έκπληξη της είπα.
-Βρε γιαγιά, έχει ποντίκια μέσα!
Η γιαγιά όμως μου είπε:
– Όταν κάποιος δεν έχει που να βάλει την οικογένειά του, τα ποντίκια θα υπολογίσει; Αφού έριξε μια ματιά στον ουρανό με κοίταξε και μου είπε:
– Θα είναι άτομα από την Αθήνα και από άλλα μέρη, και από νησιά θα έρθει κόσμος!
– Πότε θα γίνουν αυτά γιαγιά;
-Δεν θα ζω εγώ τότε!

***

Είπε επίσης, το 1990:
-Θα σας αναγκάσουν να πάρετε μια κάρτα-ταυτότητα. Θα κάνετε όλες τις συναλλαγές σας με αυτή. Να μη την πάρετε, είναι του Αντιχρίστου. Όποιος την πάρει αμέσως ξεβαπτίζεται.
Είπε επίσης ότι θα αναγκάσουν τον κόσμο να πάρει τη κάρτα με διάφορους τρόπους. Αυτές, είπε, θα βγουν στον Βόλο.
Τα πράγματα θα αλλάξουν, δεν θα είναι όπως τώρα. Θα έρθει μεγάλη φτώχεια! Θα πουν, είσαι μακροχρόνια άνεργος, δικαιούσαι ένα βοήθημα οικονομικό, για να το πάρεις όμως θα πρέπει να έχεις την κάρτα-ταυτότητα. Εκεί θα εξαπατηθούν πολλοί… Σκέψου ένα πατέρα με τρία παιδιά που έχουν τρεις μέρες να φάνε. Θα τρέχει αμέσως να πάρει τη κάρτα, για να αγοράσει λίγα μακαρόνια, λίγα φασόλια… ( Εδώ ίσως δεν μιλάει για απλή τραπεζική κάρτα, αλλά για μια (υπερ) κάρτα-ταυτότητα).

***

Λόγια που έλεγε σε άτομα που ήταν κοντά της ή σε προσκυνήματα που πήγαινε

– Έρχεται μεγάλη φτώχεια. Ο ιδιωτικός τομέας θα σβήσει τελείως. Μόνο οι δημόσιοι υπάλληλοι θα αντέξουν γιατί θα έχουν ένα μικρό σταθερό μισθό.

Η Ελλάδα μέσα στο έδαφός της έχει πολύ πλούτο, τόσο που εμείς οι Έλληνες έπρεπε να καθόμαστε και να πληρωνόμαστε.

Δεν υπάρχει ένας κυβερνήτης να αγαπάει πραγματικά την Ελλάδα.

Θα έχουμε και φασαρίες. Θα είσαι στο δρόμο με το αυτοκίνητό σου, θα πέφτουν καμιά δεκαριά άτομα πάνω σου, θα σε βγάζουν έξω και θα σου αρπάζουν ό,τι πολύτιμο έχεις. Θα σου παίρνουν το αυτοκίνητο και θα φεύγουν και δε θα τολμάς να μιλήσεις.
-Γιαγιά, δε θα υπάρχει αστυνομία;
-Δε θα λειτουργεί τίποτα τότε, παιδί μου.

– Θα βλέπετε ανθρώπους να πρήζονται και να πέφτουν κάτω από την πείνα. Αν μας ζητήσουν λίγη τροφή από αυτήν που έχουμε και δε δώσουμε και αυτός φεύγοντας πέσει και πεθάνει από την πείνα, είμαστε κι εμείς συνένοχοι στο θάνατό του.

– Ένα ωραίο πρωί θα βρείτε τις τράπεζες κλειστές.

– Σε ένα προσκύνημα τη ρώτησε μια γυναίκα τη γιαγιά.
Πότε θα γίνουν αυτά που λες;
Όταν θα κλείσω τα ματάκια μου, θα μετρήσετε είκοσι χρόνια αλλά όχι μόνο για την Ελλάδα, για όλον τον κόσμο. Θα είστε ένα αλαλούμ.

– Για την Τουρκία είπε:
-Όπως πρέπει να σκεπτόμαστε καθημερινά το θάνατο, έτσι πρέπει να σκεπτόμαστε και τον Τούρκο. Είναι πονηρός, άτιμος και ύπουλος. Θα μπει βράδυ μέσα.

– Οι άνθρωποι θα γίνουν εγωιστές, οξύθυμοι, χωρίς συναισθήματα.

– Θα έρθει καιρός που θα σκέπτεστε να ανάψετε το φως. Πολλοί θα βγάλουν και λυχνάρια.

– Θα σας επιβάλουν, να βάλετε κι άλλες οικογένειες στα σπίτια σας. Να προσεύχεστε να είναι Χριστιανοί, γιατί αλλιώς θα περάσετε πολλά δεινά.

– Θα δείτε τέτοια πείνα που δεν έχει ξανάρθει σε όλον τον κόσμο. Ο Κύριος δε θα εξαφανίσει το λάδι και το κρασί.
Θα βγάζετε τα λουλούδια από τις γλάστρες και θα φυτεύετε σιτάρι, καλαμπόκι και ντομάτες.

Πηγή: iconandlight.wordpress.com

Η Γερόντισσα Λαμπρινή Βέτσιου μιλάει για τις ηλεκτρονικές ταυτότητες