Αρχική Blog Σελίδα 417

Μόρφου Νεόφυτος: «Ὕδωρ τὸ ζῶν». Το ζωντανό νερό του Αγίου Πνεύματος (Κυριακή της Σαμαρείτιδος, Σινά Όρος, 30.05.2021)

Κήρυγμα Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου στην αρχιερατική  Θεία Λειτουργία  την Κυριακή της Σαμαρείτιδος, που τελέσθηκε στον ιερό ναό αγίου Ιωάννου του Θεολόγου της κοινότητος Σινά Όρους, της μητροπολιτικής περιφέρειας Μόρφου (30.5.2021).

Έτη πολλά και σε σας ευλογημένα και φωτισμένα από τη χάρη της Αγίας Φωτεινής, αυτής της μεγάλης, μεγάλης αμαρτωλής γυναίκας που την αξίωσε ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, όχι απλά να συνομιλήσουν έναν από τον υψηλότερο και θεολογικότερο διάλογο που διασώζει το ιερό Ευαγγέλιο, όχι μόνο να γίνει από αιρετική Σαμαρείτιδα που ήταν Χριστιανή, αλλά να γίνει μαθήτρια του Χριστού, να γίνει απόστολος του Χριστού, να γίνει ισαπόστολος του Χριστού και αυτή και όλη η οικογένειά της.

Όταν διαβάσετε τον βίο της Αγίας Φωτεινής και της οικογενείας της εκπλήσσεσθε και θα εκπλαγείτε και εσείς με τη σειρά σας, με πρώτο από το μεγάλο δρομολόγιο που έκαμαν αυτοί οι άγιοι στον τότε γνωστό κόσμο της Μεσογείου για να κηρύξουν τον Χριστό. Και δεύτερο από τα φοβερά μαρτύρια που έζησαν όταν μεγάλωσαν. Και μόνον αυτό να σκεφτούμε, αυτό το δρομολόγιο δηλαδή, αυτή την ιστορία της Αγίας Φωτεινής, ιλιγγιά ο νους. Ίλιγγος πραγματικά καταλαμβάνει έναν μέσο χριστιανό σκεπτόμενο πώς μια γυναίκα η οποία την εποχή που γνώρισε τον Χριστό είχε ήδη πέντε άνδρες. Δηλαδή ήτανε μια ανεπίσημη πόρνη της Σαμάρειας η Φωτεινή. Πώς αυτή η γυναίκα μεταμορφώθηκε και έβαλε φραγμό στην παραμόρφωσή της; Και μόνο αυτό να αναλογιστούμε εμείς που όλοι και κάποια πάθη έχουμε και πολύ πολύ δύσκολα τα κόβουμε, άντε, άντε λίγο να τα περιορίσουμε για κάποιο χρονικό διάστημα. Εάν νομίζετε ότι είναι εύκολο μια πόρνη γυναίκα όπως ήταν η Αγία Φωτεινή, όπως ήταν αργότερα η Αγία Μαρία η Αιγυπτία να μεταμορφωθεί σε ισαπόστολο τότε έχετε μεγάλη πλάνη. Αυτό για να γίνει, αγαπητοί μου, αυτή η μεταμόρφωση στους ανθρώπους, θέλει μίαν προϋπόθεση, την οποία προϋπόθεση την κουβέντιασε η Αγία με τον Χριστό εκεί στο Φρέαρ του Ιακώβ όταν βρέθηκαν. Και αυτή η προϋπόθεση έγινε υπόθεση για την αγία και έγινε από υπόθεση θέση και από θέση κατάσταση. Τί ήταν αυτό που την μεταμόρφωσε; Το «Ὕδωρ τὸ ζῶν». Το ζωντανό νερό. Ποιο είναι αυτό το ζωντανό νερό που όταν το πιείς, λέει ο Χριστός στη Σαμαρείτιδα, δεν θα ξαναδιψάσεις;

Συνεχώς αναφέρεται το σημερινό Ευαγγέλιο σε ένα θαυματουργό ύδωρ. Νερό. Και το ονομάζει μάλιστα με τον ωραίο προσδιορισμό «Ὕδωρ τὸ ζῶν». Ένα νερό δηλαδή το οποίον είναι ζωντανό, ολοζώντανο και δεν θα παλιώσει ποτέ του, δεν θα γεράσει, δεν θα βρωμίσει, δεν θα αλλοιωθεί. Αυτό το «Ὕδωρ τὸ ζῶν» είναι το Πνεύμα το Άγιο, το οποίον είναι το μόνον που μπορεί να μεταμορφώσει όλο τον κόσμο, όλο τον πλανήτη μας, όλο τον εαυτό μας, όλη την κοινωνία μας. Διαφορετικά, αν έχομε σχέδια ότι θα μεταμορφώσουμε τον κόσμο ή τον εαυτό μας ή την οικογένεια μας ή την πατρίδα μας ή το έθνος μας ή την Ευρώπη μας ή τον κόσμο που σήμερα στενάζει και συστενάζει μέσα σε ποικίλες αμαρτίες και εκτροπές και παρεκτροπές, εάν έχομε ψευδαίσθηση ότι χωρίς το Πνεύμα το Άγιο μπορεί να γίνει οποιαδήποτε αλλαγή και οποιαδήποτε μεταμόρφωση τότε πλανώμεθα πλάνην οικτρά. 

Να θυμάστε λοιπόν ότι αν θέλομε να μεταμορφωθούμε και όχι να παραμορφωθούμε από τα άθεα γράμματα της Ευρώπης και όλων αυτών των δαιμονισμένων που προσπαθούν με τη νέα τάξη πραγμάτων να αλλοιώσουν το ορθόδοξο μας φρόνημα και πίστη, εάν θέλουμε όντως να αλλάξουμε και να οδηγηθούμε προς την αγιότητα πρέπει πρώτα πρώτα να συνεργαστούμε με το Πνεύμα το Άγιο και να πιούμε το Πνεύμα το Άγιο. Ενώ Πνεύμα σημαίνει πνοή, σημαίνει αέρας. Ταυτόχρονα εκτός από πνοή το Πνεύμα το Άγιο είναι και υγρό, ύδωρ. «Ὕδωρ τὸ ζῶν». Είναι δυνατόν αυτό το Πνεύμα το Άγιο που είναι «πανταχοῦ παρών, καὶ τὰ πάντα πληρῶν, ὁ θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν, καὶ ζωῆς γορηγός», να μην είναι τα πάντα; Να μεταμορφώνεται πότε σε βίαια πνοή όπως συνέβη εκεί στην Πεντηκοστή που θα ακούσουμε τις επόμενες Κυριακές, άλλοτε, λέει, μεταμορφώνεται «ἐν εἴδει πυρός», σαν φωτιά δηλαδή. Και κάθεται απάνω στις κεφαλές των αγίων Αποστόλων και όλων των ανθρώπων που θέλουν να καθαριστούν και να φωτιστούν. Και να ξέρετε μια ετέρα μεταμόρφωση του Πνεύματος του Αγίου είναι να υγροποιείται, να γίνεται ύδωρ ζωντανό γεμάτο ζωή θεϊκή και να το πίνουν οι άνθρωποι του Θεού. Όταν μας φέρνουν οι διάκονοί μας, θυμάσαι, άγιε διάκο, εσύ που είσαι ο πιο νέος διάκονος μερικών μηνών, όταν μας δίδεις το ζέον, τί λέμε; Ενώ τί είναι το ζέον; Είναι ζεστό νερό. Και μου λες, ευλόγησον Δέσποτα «τὴν ἁγίαν ζέσιν». Θυμάσαι τι λέω; «Ζέσις πίστεως, πλήρης Πνεύματος Ἁγίου». Βλέπεις; Όταν μελετούμε τη Θεία Λειτουργία, μάθαμε θεολογία. 

Πώς τα κατάφεραν οι άγιοι και τα συμπύκνωσαν μέσα σε ενάμιση ώρα όλη την πίστη μας να είναι μέσα στη Θεία Λειτουργία, αυτό είναι από τα μεγαλύτερα θαύματα. Φτάνει να είμεθα λίγο προσεκτικοί και να ρωτούμε κανέναν παλαιότερο. Όταν λοιπόν μας δίδουν το ζεστό νερό για να το ενώσουμε με το αίμα του Χριστού και το σώμα του Χριστού που είναι μέσα στο δισκοπότηρο, αυτό που κοινωνήσατε πριν λίγο δηλαδή, πρέπει να βάλομε και ζεστό νερό. Και λέμε: «Ζέσις πίστεως, πλήρης Πνεύματος Ἁγίου». Είναι η πίστη των αγίων. Ιδιαιτέρως των αγίων μαρτύρων που έχυσαν και αυτοί το αίμα τους, το οποίο, Πνεύμα Άγιο τους έδωσε δύναμη να αντέξουν τα μαρτύρια. Και εμείς που παίρνουμε Πνεύμα Άγιο ενωμένο με το σώμα και το αίμα του Χριστού. Όπου Χριστός εκεί Πνεύμα Άγιο. Όπου Χριστός εκεί Πατήρ. Βλέπετε την Αγία Τριάδα πώς είναι ενωμένη; Δεν μπορεί να υπάρχει Πατέρας χωρίς Υιό ούτε Υιός χωρίς Πατέρα. Αλλά δεν μπορεί να υπάρχει Πατήρ και Υιός χωρίς Άγιο Πνεύμα. Και το Άγιο Πνεύμα, ένας τρόπος να αισθανόμεθα εμείς οι αναίσθητοι, οι ελεεινοί την παρουσία του είναι και μέσα από το υγρό στοιχείο του ύδατος. Και το ονόμασε ο Κύριός μας «Τὸ Ὕδωρ τὸ ζῶν». Εύχομαι αυτό το Ὕδωρ να το γευτείτε. Είναι ότι πιο σημαντικό. Διότι εάν δεν γευτούμε το Άγιο Πνεύμα μην έχετε ψευδαίσθηση ότι θα φτάσομε ποτέ στο φως του Χριστού. 

Ο Χριστός για να ενωθεί μαζί μας θέλει κάτι. Θέλει να καθαριστούμε. Δεν μπορεί να ενωθεί με το λερωμένο, με το βρώμικο ο Χριστός. Το Άγιο Πνεύμα έχει άλλη προϋπόθεση. Είναι πιο δυναμικό. Ξέρετε τι θέλει αυτό για να ενωθεί μαζί μας; Ο Χριστός θέλει να είμαστε καθαροί. Το Πνεύμα το Άγιο θέλει τις αμαρτίες μας, τις ακαθαρσίες μας δηλαδή. Γιατί μια ιδιότητα του Αγίου Πνεύματος είναι καθαριστήριο. Καθαρίζει. «Ἐλθέ», λέμε, «καὶ σκήνωσον ἐν ἡμῖν». Και μετά τι λέμε; «Καὶ καθάρισον ἡμᾶς ἀπὸ πάσης κηλῖδος». Βλέπετε; Κάθε λέξη σε κάθε προσευχή έχει σημασία θεολογική. Έχει αξία θεολογική, έχει πραγματική ενέργεια. Που αν εμείς το κινητοποιήσουμε πλέον όλα αυτά δίνουν όχι απλά νόημα στην άχαρη ζωή μας αλλά μας δίδουν αγιότητα, αγαπητοί μου. Αυτό που αντιλήφθηκε η πόρνη της Σαμάρειας η Φωτεινή και γύρισε τον διακόπτη και σταμάτησε να ψάχνει να βρει άντρες για τους έρωτές της. Γιατί ήλθε ο άλλος έρωτας, ο θείος έρωτας. Και από τότε άρχισε να ψάχνει Πνεύμα Άγιο. Ενώ γνώρισε τον Χριστό, έκατσαν στο ίδιο πηγάδι, συνομίλησαν. Τί της λέει ο Χριστός; Δεν φτάνει που με γνώρισες. Και της είπε, εγώ είμαι ο Μεσσίας. Της συστήθηκε δηλαδή. Αυτά που δεν είπε στους μαθητές Του, τα είπε εις τη Φωτεινή. Αλλά πόσο ταπεινός ο Χριστός. Της λέει, ξέρεις, δεν είμαι μόνος μου. Περίπου αυτό της είπε. Έχω και Πατέρα, έχω και Άγιο Πνεύμα. Με είδες Εμένα; Είδες τον Θεό Πατέρα. Αλλά πρέπει να πιεις «Ὕδωρ ζῶν». Πνεύμα Άγιο. Γιατί, Φωτεινή μου, είσαι βρώμικη και δεν μπορώ Εγώ να ενωθώ μαζί σου αν δεν καθαριστείς. Και δεν θα σε καθαρίσω εγώ. Θα σε καθαρίσει το Άγιο Πνεύμα. Το Άγιο Πνεύμα δεν φοβάται την αμαρτία. Δεν την μισεί. Αγαπά τον αμαρτωλό άνθρωπο, μισεί την αμαρτία του. Δεν την θέλει. Αλλά δεν την πογυρίζει, όπως λέμε στα κυπριακά. Δεν την αποστρέφεται. Έρχεται σαν σίφουνας, βίαια πνοή και την καθαρίζει. Και εσείς συνεχώς να φωνάζετε στο Άγιο Πνεύμα. Πνεύμα Άγιο, Πνεύμα της Αληθείας, «ἐλθὲ καὶ σκήνωσον ἐν ἡμῖν καὶ καθάρισόν με ἀπὸ πάσης κηλῖδος». 

Όλοι μιαν ακαθαρσία την έχουμε. Μα αν δεν είναι σαρκική είναι ψυχική. Κάθε μέρα κάποιον κρίνουμε, κάποιον κατακρίνουμε, με κάποιον συγκρινόμαστε, με κάποιον ζηλεύομε, μιαν αντιπαράθεση είτε εσωτερική είτε εξωτερική την έχομε. Αν δεν έχομε «γρήγορον νοῦν καὶ σώφρονα λογισμόν καὶ καρδίαν νήφουσαν» που να νίβεται δηλαδή να καθαρίζεται, τότε πολύ εύκολα λερώνεται και ο νους και η καρδιά. Γι᾿ αυτό το Άγιο Πνεύμα είναι ο κατεξοχήν συνεργάτης μας, ο συνέταιρός μας. Και τώρα που έρχεται η μεγάλη γιορτή της Πεντηκοστής, βλέπετε, όλα τα Ευαγγέλια, όλες οι Κυριακές μας οδηγούν στο να συνειδητοποιήσουμε όσον γίνεται πιο καθαρά, εναργέστερα ότι κοίταξε, Νεόφυτε, δεν είσαι μόνος σου. Είσαι Χριστιανός, έχεις και Άγιο Πνεύμα. Το πήραμε την ώρα που μυρωθήκαμε. Πήραμε Χριστό όταν βαφτιστήκαμε. Αμέσως μετά τι κάμνει ο παπάς μετά το βάφτισμα; Μας μυρώνει. Μας δίδει δηλαδή Άγιο Πνεύμα. «Ὕδωρ τὸ ζῶν». Μας δίνει ένα καθαριστήριο φτάνει εμείς να το ενεργοποιήσουμε. Αν δεν μετανιώνουμε, αν δεν εξομολογούμαστε, αν δεν προσευχόμαστε συνεχώς Πνεύμα Άγιο, καθάρισόν με, θα είμαστε πραγματικά νεκροί πριν από τον θάνατό μας. Και θα μας πει που θα πάμε κοντά Του. Καλά, εσείς Ορθόδοξοι Χριστιανοί και Χριστόν είχατε και Άγιο Πνεύμα είχατε. Τί τα κάματε, ρε παιδί μου; Τα αφήσατε σε μιαν αποθήκη κλειδωμένα; Δεν τα ενεργοποιήσατε; Και θα δούμε αύριο μουσουλμάνους και βουδιστές οι οποίοι ούτε χριστιανοί είναι ούτε μυρωμένοι είναι Άγιο Πνεύμα να έχουν. Αλλά επειδή πρόσεχαν και δεν έκαμαν μεγάλες αμαρτίες και με τον δικό τους τρόπο μετάνιωναν και μπορεί να μην είχαν Άγιο Πνεύμα αλλά τί είχαν, λέει ο Απόστολος Παύλος; Συνείδηση. Και λέει ένας άλλος άγιος, νομίζω ο άγιος Μάρκος ο Αθηναίος, τί είναι η συνείδηση. Φυσική βίβλος. Ότι είναι, λέει, το Ευαγγέλιο είναι για κάθε άνθρωπο η συνείδηση. Και θα δούμε αύριο στην άλλη ζωή μουσουλμάνους και βουδιστές οι οποίοι πρόσεχαν τη συνείδησή τους. Μόλις έκαμναν καμιά αμαρτία, καμιά στραβάδα αμέσως με τον δικό τους τρόπο μετάνιωναν. Μιλούσαν του Θεού τους. Αυτά όλα τα καταγράφει ο Χριστός. Και μπορεί έξω από την Εκκλησία να μην υπάρχει σωτηρία αλλά εκεί πάνω υπάρχει ο Μέγας Αρχιερέας Χριστός. Και δεν θα Του πούμε εμείς τι θα κάμει εκεί πάνω. Εκεί πάνω αυτός ο Μέγας Αρχιερέας όποιον άνθρωπο της οικουμένης δει ότι επιμελείτο της συνειδήσεώς του και μετάνιωνε με βάση τη συνείδησή του, θα τον σώσει. Μπορεί να μην τον αγιάσει. Να μην φτάνει η βενζίνη του αλλόπιστου τόσο ψηλά αλλά μια σωτηρία θα την έχει και αυτός. 

Γι᾿ αυτό είναι κρίμα, είναι άδικο όταν βλέπομε Σαμαρείτες σήμερα όπως την Αγία Φωτεινή, αιρετικούς ανθρώπους δηλαδή, όταν ακούμε για αβάφτιστους και αμύρωτους να έχουν δρομολόγιο σωτηρίας εμείς που έχομε όλα τα φώτα και όλα τα φόντα να πλανώμεθα σε ιδέες, σε ψευδοϊδανικά, σε τρόπους και μηχανισμούς που το πολύ πολύ να παρατείνουν τη ζωή μας ακόμα λίγα χρόνια, δέκα χρόνια, δεκαπέντε χρόνια, μετά θάνατος θα έρθει. Και μετά το ζήτημα είναι ότι ο θάνατος είναι δυόμιση δευτερόλεπτα. Μετά πάλι ζωή, αιώνια ζωή. Σκεφτήκατε να είναι αιώνια κόλαση; Ο Θεός να φυλάξει! Γιατί δεν αγαπήσαμε τον Χριστό γιατί δεν καθαριστήκαμε από το «Ὕδωρ τὸ ζῶν», από το Πνεύμα το Άγιο. Γι᾿ αυτό να τα έχομε έγνοια όλα αυτά. Κάθε Κυριακή, κάθε Ευαγγέλιο της Κυριακής έχει το νόημά του. Ιδιαιτέρως αυτές οι Κυριακές, οι Αναστάσιμες το βαθύτερο νόημα κάθε Κυριακής είναι σχεδόν το ίδιο. Ο Χριστός αναστήθηκε για μας αλλά μας το είπε σε εκείνο το μεγάλο, μεγάλο Ευαγγέλιο που ακούσατε την Αγία Πέμπτη, που είπε ο Χριστός δεν θα σας αφήσω ορφανούς. Έτσι είπε. Θα σας στείλω Άλλον. Τον Παράκλητο, το Άγιο Πνεύμα να σας οδηγήσει εις πάσαν την αλήθειαν. Αυτό πότε γίνεται; Την Πεντηκοστή. 

Γι᾿ αυτό από τώρα που ήδη γιορτάσαμε την Μεσοπεντηκοστή και ακούσατε και κατάλληλους Ψαλμούς το πρωί εις τον Όρθρο, παρακαλώ την αγάπη σας, να μελετάτε, να προσανατολιστείτε προς την μεγάλη εορτή της Πεντηκοστής. Την Ανάσταση την ζήσαμε. Να είναι καλά οι αστυνομικοί μας, μας βοήθησαν και την ζήσαμε όσο γίνεται πιο δυνατά. Άμα σε πιέζουν τότε βγάζεις λάδι. Και εκείνοι την ζήσανε όσοι είναι καλοπροαίρετοι. Και εμείς όσοι είμαστε καλοπροαίρετοι. Δεν είμαστε όλοι καλοπροαίρετοι. Δεν σημαίνει επειδή ερχόμαστε Εκκλησία είμαστε και καλοί. Όχι. Στην Εκκλησία έρχονται οι άρρωστοι. Αυτοί που δεν νοιώθουν καλοί. Που νοιώθουν αμαρτωλοί. Αυτοί που ψάχνουν τον Χριστό. Αυτοί που θέλουν το καθαριστήριο του Αγίου Πνεύματος. Τότε είμεθα όλοι αστυνομικοί και αστυνομευόμενοι, τέκνα της Εκκλησίας, του νοσοκομείου δηλαδή του Χριστού. «Εἰς ἴασιν ψυχῆς καὶ σώματος, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ ζωὴν αἰώνιον». Την εύχομαι σε σας, να την εύχεσθε και σεις για μας! 

Μόρφου Νεόφυτος: Ἡ παγκοσμιοποίηση τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου καὶ ὁ διάδοχος ἡγέτης ποὺ ἔρχεται… (20/21.5.2020)

Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη. Τοιχογραφία του 15ου αιώνα στην Ιερά Μονή Παναγίας Ποδίθου

Κηρύγματα Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου στὸν πανηγυρικὸ Ἑσπερινὸ καὶ στὴ Θεία Λειτουργία τῆς ἑορτῆς τῶν ἁγίων θεοστέπτων καὶ ἰσαποστόλων Μεγάλων Βασιλέων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης , ποὺ τελέσθηκαν στὸν ἱερὸ ναὸ Ἁγίων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης τῆς κοινότητος Σαραντίου τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (20 – 21.5.2020).

ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ

Έτη πολλά ευλογημένα και σε σας, αναστάσιμα να είναι τα έτη μας, θεοφρούρητα και σταυροαναστάσιμα πάλιν και πολλάκις. Όπως είναι οι άγιοι που εορτάζουν σήμερον. Οι πρώτοι Χριστιανοί βασιλείς. Ο Μέγας Κωνσταντίνος και η μεγάλη του έμπνευση που ήταν η αγία μητέρα του, η αγία Ελένη. Και όπως έχουμε πει και άλλοτε, αυτούς τους δύο, δεν τους ενώνει μόνον το αίμα της συγγένειας, αλλά τους ενώνει και ο Τίμιος Σταυρός.

Βλέπετε, η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, αποφεύγει να ζωγραφίσει, είτε τον άγιο Κωνσταντίνο μόνον του είτε την αγία Ελένη μόνην της. Πάντοτε τους ζωγραφίζει μαζί και στο μέσον αυτούς, βάζει να κρατούν, μάλλον να κρατούνται, για να ακριβολογούμε και να θεολογούμε ορθόδοξα, να κρατούνται από τον Τίμιο Σταυρό. Πώς πονώ εγώ τη μέση μου και ακουμπώ απάνω στο στασίδι; Και αυτοί ακουμπούν και τη ζωή τους, και τη βασιλεία τους, και την εξουσία τους, την ακούμπησαν απάνω στον Τίμιο και Ζωοποιό Σταυρό. Ούτε στα χρήματά τους, ούτε στις δόξες, ούτε στους στρατούς που αυτός και αν είχε. 

Ο Μέγας Κωνσταντίνος… Τί είναι οι σημερινοί Αμερικάνοι, και Ρώσοι και Κινέζοι; Αυτός είχε όλη την Οικουμένη. Και δεν την είχε κληρονομιά. Αγωνίστηκε να την κατακτήσει. Και τον πολέμησαν πάρα πολύ τον Μέγα Κωνσταντίνο οι άλλοι τρεις συμβασιλείς του, όταν ο Διοκλητιανός ο πρώην αυτοκράτορας κατάλαβε ότι φεύγει η ζωή του, έβαλε τέσσερεις. Και από τους τέσσερεις, μοίρασε δηλαδή την αυτοκρατορία σε τέσσερα τεμάχια, το ένα μέσω του πατέρα του, του Κωνσταντίνου του Χλωρού – ήτανε ωχρός και τον έβγαλαν χλωρό – κληρονόμησε το κομμάτι, πάνω εκεί που είναι η Γαλλία και η Αγγλία και η Γερμανία, το κληρονόμησε ο Μέγας Κωνσταντίνος από τον πατέρα του. Και σιγά-σιγά, σιγά-σιγά όταν ξεκίνησαν οι άλλοι να τον κυνηγούν, όταν κατάλαβαν ότι έχει δυναμισμό – και δεν ήταν Χριστιανός τότε – με τους πολέμους που έκαμε, κατόρθωσε και έναν-έναν τους νίκησε. Τον τελευταίο τον Λικίνιο, τον νίκησε έξω από τη Ρώμη πάνω σε μίαν γέφυρα, την λεγόμενη Μουλβία γέφυρα. Και από τότε έγινε αυτοκράτορας όλης της Οικουμένης. Αφού προηγουμένως όμως, λίγο πριν να νικήσει τον Λικίνιο στη Μουλβία γέφυρα έξω από τη Ρώμη, είδε εκείνο το φοβερό όραμα μέρα μεσημέρι. Όχι νύχτα, όπως νομίζουν μερικοί. Πάνω στον ουρανό είδε έναν φωτοφόρο αστεροειδή σταυρό. Και έγραφε «ἐν τούτῳ νίκα». Με αυτό θα νικήσεις. Με τη δύναμη του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού και του Εσταυρωμένου Ιησού Χριστού. Και έγινε πλέον αυτοκράτορας όλης της Οικουμένης. Και κατάλαβε ότι η πίστη της μάνας του της Ελένης – η μάνα του ήταν Ελληνίδα, ο πατέρας του ήτανε Ρωμαίος – με την πίστη της μάνας του, θα πορευτεί. Και έγινε και βαφτίστηκε Χριστιανός και κατόρθωσε και έκτισε και αυτή την πόλη των πόλεων τη Βασιλεύουσα, που της έδωσε και το όνομά του, Κωνσταντίνου πόλις, και έγινε Κωνσταντινούπολις. Τώρα οι Τούρκοι την ονόμασαν Ισταμπούλ. Και από ότι φαίνεται, στα αμέσως επόμενα χρόνια θα γίνει και πάλι Κωνσταντινούπολις, μέσα από σχέδιο που έχει ο Θεός. Όχι οι άνθρωποι ούτε εμείς οι συγχυσμένοι νεοέλληνες. Είναι σχέδιο του Θεού αυτό, που βλέπω ότι το πραγματοποιεί μέραν καθ᾿ ημέραν. 

Αυτό που θέλω να τονίσω και απόψε, με αφορμή την πανήγυρη του αγίου Κωνσταντίνου και της αγίας Ελένης και βεβαίως και του Τιμίου Σταυρού που τους ενώνει και τους εμπνέει και τους ζωοποιεί τους Βασιλείς μας αυτούς, είναι αυτό που διαβάσαμε στο δοξαστικό της λιτής, τώρα που έψελναν προηγουμένως όταν τελειώσαμε τη λιτανεία. Λέει ότι, έγινες Κωνσταντίνε το στήριγμα των πιστών. 

Σκεφτήκατε, για να καταλάβουμε περισσότερο τί πρόσφερε ο Μέγας Κωνσταντίνος, σας τα έχω πει και άλλες φορές. Την πρώτη Οικουμενική Σύνοδο συνέστησε και ξεκαθάρισε το Ορθόδοξο δόγμα και καταπάτησε τες αιρέσεις της εποχής. Και ποιοι άγιοι δεν ήταν μέσα σε εκείνη τη Σύνοδο. Μόνον να σκεφτούμε τον δικό μας τον βοσκό τον άγιο Σπυρίδωνα και τον Μέγα Αθανάσιο της Αλεξάνδρειας και τον άγιο Αχίλλειο της Λάρισας, ιλιγγιά ο νους του ανθρώπου. Και τον άγιο Νικόλαο. Όλοι αυτοί ήταν μέσα σε μια Σύνοδο. Σκεφτείτε ευχές που πήρε αυτός ο άγιος, για όποια λάθη και εγκλήματα έκαμε. Πόσο ο Θεός ξέρει να ευλογεί και να δοξάζει έναν αυτοκράτορα, έναν βασιλέα, έναν πρόεδρο μιας δημοκρατίας. Αρκεί αυτός να γίνει το στήριγμα του λαού και στην πίστη αλλά και στην καθημερινή μας ζωή.

Να τώρα, περνούμε αυτή τη δοκιμασία με αυτό τον λεγόμενο κορωνοϊό. Μερικοί είρωνες, τον λένε και κοροδοϊό. Σκεφτήκατε να είχαμε προέδρους σε όλη την Οικουμένη, οι οποίοι στήριζαν με την πίστη τους τον λαό, πόσο λιγότερο φόβο θα είχαμε μέσα μας; Και ο φόβος είναι μεταδοτικός, να το ξέρετε. Όπως και η χαρά είναι μεταδοτική. Και τα καλά και τα κακά, είναι μεταδοτικά. Αυτός ο φόβος θα μείνει για καιρό εις τους ανθρώπους, μέχρι να έρθουν τα μεγάλα γεγονότα, που είπαμε ότι προφήτευσαν οι άγιοι άνθρωποι και παλαιοί και νέοι. Αυτός ο φόβος θα παραμείνει. Σε άλλους λίγο σε άλλους πολύ. Μόνον όσοι έχουν βαθιά πίστη στον Τίμιο Σταυρό, στην Παναγία και στους αγίους και κοινωνούν το Σώμα και το Αίμα του Χριστού και προσκυνούν τες αγίες εικόνες, χωρίς, προσέξτε το αυτό που θα πω, χωρίς αμφιβολία. Με εμπιστοσύνη. Όποιος, ακόμα και παπάς να είσαι, ακόμη και δεσπότης, όταν σου περνά μέσα από το μυαλό, από την καρδία, λογισμός ολιγοπιστίας, αμφιβολίας γύρω από το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, από την εικόνα που σε λίγο θα προσκυνήσουμε και αρχίσουμε τες απολυμάνσεις, τότε είμαστε έξω από την Ορθόδοξη πίστη. Αυτά τα παιδιά δεν τα στηρίζουμε. Όταν έρθει η εποχή τους να είναι μεγάλα, θα θυμηθούν τη δική μας ολιγοπιστία. Καταλάβατε τι γενιά ετοιμάζουμε; Γενιά ηττημένων Χριστιανών. Ηττοπαθών Χριστιανών. 

Γι᾿ αυτό είναι πολύ σημαντικά αυτά στις μέρες μας. Ο καθένας στο σπίτι του, στην κοινότητά του, στην ενορία του, μπορεί να γίνει ένας μικρός. Δεν λέω μέγας. Ένας μικρός Κωνσταντίνος. Μια μικρή Ελένη. Δεν εισηγούμαι να είμεθα αδιάφοροι στα μέτρα που μας εισηγούνται. Αλλά έξω από την Εκκλησία. Μέσα στην Εκκλησία κατοικοεδρεύει η ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Και στα μυστήρια της και στις εικόνες. Έτσι κρατήθηκε αυτή η πίστη. Και είχε και στο παρελθόν επιδημίες. Ο άγιος Παχώμιος, που γιορτάσαμε πριν λίγες μέρες, ξέρετε από τι πέθανε; Από χολέρα. Ο άγιος. Πενήντα τεσσάρων χρονών. Και όταν του είπαν, γέροντα, μην είσαι κοντά στους αρρώστους μοναχούς. Αρρώστησαν καμιάν εκατοστή μοναχοί. Και λέει, τι πατέρας είμαι; Όταν στην αρρώστια του παιδιού μου δεν του σταθώ και το αφήσω να πεθάνει μόνο του. Ακούτε, τι σκέφτηκε ο άγιος; Και του είπαν, μα θα πεθάνεις. Δεν θα πεθάνω. Θα πάω στην αιώνια ζωή του Χριστού. 

Αυτό είναι που μας λείπει σήμερα. Ολιγοπιστήσαμε, πατέρες μου και αδελφοί μου. Και όπου έγινε αυτή η ολιγοπιστία και σε ρασοφόρους και σε κοσμικούς λαϊκούς, σε όλες τις χώρες, είδα την αρρώστια να ξαπλώνεται και τον θάνατο να έρχεται. Όπου υπήρχαν άμυνες πίστεως, Κωνσταντίνοι και Ελένες, μαζεύτηκε η ασθένεια, ο μολυσμός, η μεταδοτικότητα. Και το κυριότερο, να θυμάστε. Η πίστη των αγίων σημαίνει εμπιστοσύνη στη δύναμη, στην ενέργεια, στη χάρη του Τριαδικού Θεού.

Τώρα, θα πω «δι᾿ εὐχῶν, Χριστὸς Ἀνέστη». Πού θα πάω να προσκυνήσω; Την εικόνα που έφτιαξαν οι Σαραντίτες πριν πεντακόσια χρόνια. Σκεφτείτε, πόσοι προσκύνησαν αυτή την εικόνα. Άμα αρχίσω να σκέφτομαι, μα, να μην την προσκυνήσω. Αν έχει ιόν πάνω; Αν είναι μολυσμένη; Στον ίδιο τόπο που θα προσκυνήσει ένας γέρος, να πάω και εγώ και το παιδί μου και το μωρό μου και ο άνδρας μου και η γυναίκα μου; Και ολιγοπιστία να έχω, «βοήθει μοι τῇ ἀπιστία». Τα διαβάζουμε μέσα στο Ευαγγέλιο. Δεν είναι κακό να πεις, Χριστέ μου, πιστεύω, αλλά πιστεύω λίγο. Βοήθα με, να δυναμώσει η πίστη μου. Χριστέ μου, δος μου την υπομονή και την πίστη των αγίων. Δεν είναι κακό. Έστω μια φορά, δυο φορές, είκοσι δυο, εκατόν δυο. Και θα δεις μέσα σου να δυναμώνει η πίστη, η εμπιστοσύνη και θα τη μεταδώσεις και στα παιδιά. Και θα βγάλομε άνδρες και γυναίκες, που να μπορούν να διαχειριστούν. 

Ξέρετε τι χρόνια έρχονται; Πολύ όμοια με τα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Ο άγιος Κωνσταντίνος, με την πίστη του που απέκτησε από τη μάνα του και από τον Τίμιο Σταυρό που είδε εις τον ουρανό, όπως σας είπα, κατόρθωσε αυτό που προσπαθούν τώρα κάτι Αμερικανάκια, κάτι Ρώσοι ολιγάρχες, κάτι Κινέζοι να κάμουν. Τι προσπαθούν να κάμουν; Μια παγκόσμια κυβέρνηση, την λεγόμενη παγκοσμιοποίηση. Και στην ηθική, και στην οικονομία, και στο τραπεζικό σύστημα, ακόμα και στην υγεία. Όλα αυτά έχουν στόχο. Ο Μέγας Κωνσταντίνος είχε στόχο. Γι᾿ αυτό και έκαμε Οικουμενική Σύνοδο. Ήθελε να κάμει Χριστιανική αυτοκρατορία με την ηθική του Ευαγγελίου. Όχι του χρήματος. Όχι του ππαρά. «Τα άστρα κατεβάζουν τ᾿ άστρα», έλεγε η μάνα μου. Το ήξερε αυτό από τη μάνα του την αγία Ελένη. Γι᾿ αυτό και κρατήθηκε η αυτοκρατορία του. Ξέρετε πόσα χρόνια; Χίλια χρόνια. Οι Αμερικάνοι τώρα, λέει ο Κίσινγκερ – που ζει ακόμα αυτός ο δεινόσαυρος που τόσα μας έκαμε – λέει, αν δεν προσέξομε, τους επόμενους μήνες θα πέσει το κατασκεύασμα του διαφωτισμού. Άκου πού πήγε. Έχει σχέδιο ο Κίσινγκερ και οι μαθητές του; Έχει σχέδιο και Αυτός που ενέπνευσε τον Μέγα Κωνσταντίνο. Αυτός που ανέβηκε στον Τίμιο Σταυρό και νίκησε τον θάνατο, και νίκησε την αμαρτία, και νίκησε τον διάβολο και τους διαβόλους της γης. Διότι έχουμε και τέτοιους. 

Άρα να εμπιστευθείτε, πατέρες μου και αδελφοί, το σχέδιο του Σωτήρος Χριστού. Που έρχεται, που ξεκίνησε ήδη. Και τα έθνη θα κρατηθούν και δεν θα ισοπεδωθούν οι πατρίδες. Και μία παγκοσμιοποίηση θα γίνει. Θα είναι η παγκοσμιοποίηση της Ορθοδόξου πίστεως. Της μόνης αλήθειας, της μόνης Εκκλησίας. Αυτής που ενώνει τον ουρανό, τη γη και κατεβαίνει η αγιότητα μέσα στο σώμα μας, μέσα στο αίμα μας, μέσα στη Θεία Λειτουργία, όταν κοινωνούμε αυτό το Σώμα και αυτό το Αίμα, που νίκησε, επαναλαμβάνω, τον θάνατο, τον διάβολο, την αμαρτία. 

Αύριο εμείς θα έλθουμε γι᾿ αυτή την εργασία. Γι᾿ αυτή την αιμοδοσία. Για να κοινωνήσουμε με εμπιστοσύνη, χωρίς λογισμούς για μεταδόσεις και μολυσμούς. Αντίθετα, είναι ο μόνος τρόπος να καθαρίσει η καρδιά μου, το σώμα μου, η ψυχή μου, από κάθε μολυσμό ψυχής και πνεύματος. Δεν είναι έτσι που διαβάζουμε, πάτερ,  στις ακολουθίες; Ο μόνος τρόπος, είναι η μετάνοια, η εξομολόγηση και εξαιρέτως η Θεία Κοινωνία. Και βοηθά βεβαίως το να προσκυνώ χωρίς λογισμούς τες άγιες εικόνες. Που θα το κάμουμε σε λίγο. Την εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και τον Τίμιο Σταυρό. Μια μικρή εικόνα πεντακοσίων ετών ωραιοτάτη. Κοιτάξτε, πόσην αγιότητα χώρεσε! Έναν αυτοκράτορα βασιλέα βασιλευόντων. Μίαν αυτοκράτειρα και εκεί που ανέβηκε ο Κύριος των Κυρίων. Ο Βασιλεύς των Βασιλευόντων. Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός. 

Τη δύναμή Του σας εύχομαι, να εύχεσθε και σεις για μας που λέμε τους μεγάλους λόγους. Πρώτα ο Θεός αύριο θα είμεθα εδώ, πάτερ, να κοινωνήσομε.

ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

Μετά τη Θεία Λειτουργία, πραγματική μυσταγωγία ήτο, μέσα από αυτούς τους απλούς τρόπους που η Ορθόδοξη Εκκλησία μας γνωρίζει να χρησιμοποιούμε για να φτάνομε απ᾿ ευθείας, διά της απλότητος, της λιτότητος, της αφαιρέσεως ενίοτε, να φτάνομε στην επουράνιο ευλογημένη βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Και τόσοι άνθρωποι αξιωθήκαμε να κοινωνήσουμε αυτό το Σώμα και αυτό το Αίμα, που όπως λέω πάλιν και πολλάκις και το επαναλαμβάνω και θα το λέω ενόσω ζω και αναπνέω, αυτό το Θεανθρώπινο Σώμα που νίκησε τον θάνατο μας, την αμαρτία μας και τον διάβολο. 

Μεγάλη υπόθεση, αδελφοί μου, αυτό. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη. Να βρεθεί ένας Θεάνθρωπος. Όχι απλός άνθρωπος. Θεάνθρωπος Ιησούς, να μας δώσει αιώνια ζωή. Ακούατε τον πάτερ Φώτιο που σας κοινωνούσε. Σε κάθε έναν επαναλάμβανε: «Μεταλαμβάνει ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ Σῶμα καὶ Αἶμα Χριστοῦ εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν». Δηλαδή σβήνονται οι ενοχές.  Αυτό σημαίνει άφεση αμαρτιών. «Καὶ ζωὴν αἰώνιον». Μια ζωή που δεν θα έχει θάνατο, που δεν θα έχει αμαρτία, που δεν θα έχει διάβολο. Αλλά Παράδεισο γλυκύ και γνώση και πληροφορία του σύμπαντος κόσμου και εξαιρέτως του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. «αὕτη ἐστὶν ἡ αἰώνιος ζωὴ τοῦ γνῶναι Σε τὸν ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλας Ἰησοῦν. Καὶ ταῦτα πάντα ἐν Πνεύματι ἁγίῳ».

Όμως, άνθρωποι είμαστε. Χρειάζονται και κάποιοι να μπουν μπροστά, να γίνουν ηγέτες από καιρού εις καιρόν, του ευλογημένου ημών γένους. Για να στερεώνεται η πίστη των πιστών, να ενισχύεται και να αυξάνει η πίστη των ολιγοπίστων και να ζυγίζουν οι άπιστοι επιτέλους τι θέλουν. Αιώνιον ζωή ή έναν τάφο και πήγαμε μετά στην αιώνια κόλαση. Διότι υπάρχει δυστυχώς, θα υπάρξει μάλλον δυστυχώς και αυτή. Και δεν είναι το θέλημα του Θεού. Είναι το θέλημα και το πείσμα και το γινάτι του εγωιστή ανθρώπου. Που αρνείται τη φιλανθρωπία και την συγχώρεση, την άφεση των αμαρτιών που προσφέρει ο Σωτήρας Χριστός. Και για άλλους λοιπόν το φως του Τριαδικού Θεού, το άκτιστο φως, θα είναι φως φωτιστικό, δροσιστικό, γεμάτο πληροφορίες. Και αυτό θα είναι ο Παράδεισος. Για άλλους όμως που δεν θα θέλουν να συγχωρήσουν, που δεν θα θέλουν να αγαπήσουν ούτε Θεό ούτε ανθρώπους, το ίδιο φως που για τους δικαίους θα είναι φωτιστικό, για γι᾿ αυτούς θα είναι καυστικό, κολαστικό. Θα τους καίει δηλαδή. Ο Θεός να μας φυλάξει. Να λυγίσει ο εγωισμός μας μέσα από ποικίλους τρόπους που παραχωρεί η χάρις Του. Και να βρέθονται πάντοτε άνθρωποι στο διάβα του βίου μας και να παρακαλούμε και Αυτόν που και εμάς να μας εμπνέουν εις τη μετάνοια και εις την άφεση των αμαρτιών και εις την αιώνια ζωή του Τριαδικού Θεού, αλλά και το γένος ημών των Ορθοδόξων να το καθοδηγούμε. 

Ένας τέτοιος άνθρωπος αποδείχτηκε ο άγιος Μέγας Βασιλεύς Κωνσταντίνος, έχοντας την πίστη της αγίας μητέρας του Ελένης. Και ήταν τότε πολύ-πολύ δύσκολα χρόνια. Οι Χριστιανοί ήταν μία μειονότητα, κατατρεγμένοι, διωκόμενοι, φοβισμένοι στις κατακόμβες. Πολύ πιο δύσκολα τα πράγματα από ότι είναι τώρα. Αλλά ήξεραν να προσεύχονται. Δεν σταμάτησε ποτέ η Θεία Λειτουργία, ο πόθος για κοινωνία, επικοινωνία με τον Θεό και τους συνανθρώπους, η συγχωρητική διάθεση τους. Όχι όπως τώρα, λόγια, λόγια, λόγια, κρίσεις, κρίσεις, παράπονα, παράπονα και κατακρίσεις. Και τελικά, όταν όλα αυτά γεμίσουν την καρδία μας, δεν μένει χώρος για το Άγιο Πνεύμα. Οι Χριστιανοί τότε σιώπησαν. Είδαν αυτή τη δοκιμασία σαν σταυρό. Κατέβηκαν κάτω από τη γη, μέσα στις κατακόμβες. Εκεί που ήταν τα νεκροταφεία τους δηλαδή. Αυτό σημαίνει κατακόμβη. Δεν είναι έτσι, πάτερ; Και μαζί με τους νεκρούς τους, έκαναν και λειτουργίες. Έτσι κρατήθηκε η τότε Ορθόδοξη πίστη. Μέχρι το 330 περίπου. 325 έγινε η πρώτη Οικουμενική Σύνοδος. Και βρέθηκε αυτός ο άνθρωπος του Θεού. Που νίκησε τον Λικίνιο που σας είπα ψες. Ο Μέγας Κωνσταντίνος στη Μουλβία γέγυρα το 312. Αρχές δηλαδή του 4ου αιώνος. Και του φανερώθη ο σταυρός στον ουρανό, τον ενίσχυσε αυτόν και με τη σειρά του ο Κωνσταντίνος ανταπόδωσε εις τον σωτήρα του την ευεργεσία εις την Εκκλησία Του. Εις το σώμα του Χριστού δηλαδή. Και έκαμε εκείνη την ονομαστή και περιλάλητο πρώτη Οικουμενική Σύνοδο. Και έκαμε την Βασιλεύουσα πόλη των πόλεων. Την Κωνσταντίνου πόλη. Και το κυριότερο, στερέωσε την Ορθόδοξη πίστη, έδωσε θάρρος και δύναμη εις τους Χριστιανούς. Και βασίλευσαν οι Χριστιανοί Ορθόδοξοι για χίλια ολόκληρα χρόνια. Γιατί όλα αυτά που έκαμε ο Μέγας Κωνσταντίνος, δεν ήταν απλά με τη δύναμη του στρατού. Είχε και στρατό και ήξερε να τον χειρίζεται. Και μάχες έκαμε. Δεν ήταν κανένας ψευτοειρηνιστής, σαν τους σημερινούς Ευρωπαίους. Όταν χρειαζόταν πόλεμος, έκανε πόλεμο. Ήταν άνδρας. Όταν χρειαζόταν ειρήνη, ήξερε ότι η ειρήνη έρχεται με το Άγιον Πνεύμα. Καλούσε τους επισκόπους και έκαναν σύνοδο και λειτουργίες και ερχόταν η ειρήνη στην Εκκλησία. Και ήταν μια βαθειά ειρήνη αυτή με ταραχές και στη συνέχεια μετά την κοίμησή του με άλλες αιρέσεις, με άλλες Οικουμενικές Συνόδους. Είναι δυνατόν να μην έχουμε ασθένειες σαν σώμα επίγειο από καιρού εις καιρόν; Αλλά ο Θεός έχει τα φάρμακά Του. Και οι ιατροί οι επίγειοι και οι άγιοι Ανάργυροι οι ουράνιοι. 

Όλα αυτά είναι παιδαγωγία για να έλθομε πιο κοντά στο θέλημα του Θεού μας. Του Χριστού μας. Να ταπεινωθούμε, να πέσει η μύτη μας. Να καταλάβουμε ότι «σχολάσατε καὶ γνῶτε ὅτι ἐγὼ εἰμι Κύριος». Ένας είναι ο Κύριος. Και πρέπει από καιρού εις καιρόν να σταματούμε από τις πολλές δουλειές και να αφιερωνόμαστε σ᾿ Αυτόν. Και αν δεν το καταλάβομε με υγεία, θα το καταλάβομε με αρρώστιες αυτό το πράμα. Ή με άλλες περιπέτειες. «Τί ἐστι Κύριος τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου».

Τώρα η εποχή μας, αναζητεί έναν Μεγάλο Κωνσταντίνο. Αυτό αισθάνομαι, πατέρες. Είμαστε στο «προπόνια», όπως έλεγε η μακαρίτισσα η μάνα μου. Να γεννηθεί ένας μεγάλος ηγέτης Χριστιανός Ορθόδοξος, αληθινός άνθρωπος του Θεού. Όχι αντίχριστος. Όχι ψευδοπροφήτης. Ένας πραγματικός διάδοχος του Μεγάλου Κωνσταντίνου, που να έχει μέσα του την πίστη και τη σταυροαναστάσιμη χαρά της αγίας Ελένης. Δεηθείτε και σεις και εμείς, να αναδειχθεί από το γένος ημών ένας διάδοχος του Μεγάλου Κωνσταντίνου. 

Ο μεγάλος σύγχρονος άγιος, ο όσιος Πορφύριος, έλεγε: Βλέπω μέσα εις το μέλλον έναν νέον άνθρωπο να έρχεται και να είναι πλήρης Πνεύματος Αγίου και να αναλαμβάνει την εξουσία της Ορθοδοξίας. Και να φωνάξουν οι πιστοί όλοι: Πίσω, πίσω, κάναμε λάθος. Πήραμε τη ζωή μας λάθος με το ξεγέλασμα της Ευρώπης και της παγκοσμιοποίησης και της εκκοσμίκευσης του Κίσινγκερ και των μαθητών αυτού. Και τότε μέσα από το σχέδιο του Θεού, θα φανερωθεί αυτός ο νέος Μέγας Κωνσταντίνος. Που θα θέλει βεβαίως τη Βασιλεύουσά του, για να μπορέσει να κάμει την Ορθοδοξία παγκόσμια αλήθεια. Οικουμενικήν πίστη. «Αὕτη ἡ πίστις τὴν Οἰκουμένην ἐστήριξε, τὴν Οἰκουμένη θὰ τὴν στηρίξει». Τώρα θα περάσουμε λίγο κατακόμβες. Έτσι όπως εδώ, όταν κατεβαίνουμε στον άγιο Κωνσταντίνο στο Σαράντι κάμποσα σκαλιά και είμαστε κάτω από το δρόμο και περνούν από πάνω μας αυτοκίνητα, έτσι θα γίνει τώρα. Αυτό που λέει ο Σαββόπουλος σε ένα τραγούδι του: «κι οι πόθοι μας ακολουθούνε υπόγειες διαδρομές». Τώρα είμαστε σε αυτή τη φάση. Αλλά έρχεται η ώρα που θα ανέλθει η Ορθοδοξία. Και η ελληνική γλώσσα θα χρειαστεί σε όλα τα πέρατα της γης, από αυτά τα άλαλα και τα μπάλαλα, από την πληροφορική, από τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές για να διατυπωθεί αυτή η αλήθεια σε όλους τους λαούς με ακρίβεια και σοφία. Το σοφό να είναι σαφές. 

Άρα εμείς τώρα, ταπεινά-ταπεινά, υπό την γη. Όλα αυτά είναι μαθήματα που ζούμε αυτές τις μέρες και αυτούς τους μήνες. Και αυτούς τους μήνες που θα ακολουθήσουν μεγάλα μαθήματα. Αλλά να μείνουν οι Εκκλησίες ανοιχτές. Να κάμουμε το παν. Αυτή η αιμοδοσία του αναστημένου σώματος του Σωτήρος Χριστού και του αίματος να συνεχιστεί. Ποτέ να μην σταματήσει. Γι᾿ αυτό και δεηθείτε στην καρδιά σας μυστικά, να φανερώσει, όποτε κρίνει ο Θεός μας, καιρούς και χρόνους Αυτός μόνον ξέρει. Να φανερώσει άνθρωπον εις διαδοχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Για να μπορέσει η Οικουμένη να αναπνεύσει ξανά τες αύρες του Αγίου Πνεύματος και όχι των πνευμάτων των δαιμονικών που θέλουν οι ποικίλοι άνθρωποι της νέας εποχής, της νέας αταξίας της παγκοσμιοποίησης. Κάνουν τώρα την απόπειρά τους. Θα αποτύχει. Γιατί έχει και Χριστός το σχέδιό Του και τον άνθρωπό Του που ἐν καιρῷ θα μας τον φανερώσει. 

Σαράντι – Ιερός Ναός Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης: Πανήγυρις Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης (20-21 Μαΐου 2022)

Φέρεται στη γνώση των ευσεβών χριστιανών ότιμε την ευκαιρία της εορτής των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένηςστον πανηγυρίζοντα ναό Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στο Σαράντι θα τελεστούν οι ακόλουθες ακολουθίες:

  • Παρασκευή, 20 Μαΐου
    • 6:00 μ.μ: Πανηγυρικός εσπερινός της εορτής των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης προϊσταμένου του Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου Ιακώβου Καλογήρου.
  • Σάββατο, 21 Μαΐου
    • 7:00 π.μ.: Πανηγυρική Θεία Λειτουργία προϊσταμένου του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κΝεοφύτου.

Σπάνιο βίντεο με τον Γέροντα Ευμένιο Σαριδάκη

Άγιος Γέροντας Ευμένιος Σαριδάκης – Ομιλεί και ψάλλει ο ίδιος

Μόρφου Νεόφυτος: Οι νουθεσίες του αγίου Ευμενίου του Νέου (17.04.2022)

Κήρυγμα Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου κατά την αρχιερατική Θεία Λειτουργία της Κυριακής των Βαΐων, που τελέσθηκε στον ιερό ναό Οσίων Βαρνάβα και Ιλαρίωνος της κοινότητος Περιστερώνας, της μητροπολιτικής περιφέρειας Μόρφου (17.04.2022).

Να πω και εγώ δυο λόγια γι᾿ αυτό τον νέο άγιο, τον επίσημα πλέον νέο άγιο της Εκκλησίας, τον άγιο Ευμένιο τον Λεπρό. 

Τον γνώρισα όταν ήμουν φοιτητής, δευτεροετής φοιτητής Νομικής. Όταν έψαχνα να βρω έναν πνευματικό τότε που ήμουν 19 χρονών, το 1981. Ήταν μόλις ο Αντρέας Παπαντρέου έγινε πρωθυπουργός για πρώτη φορά. Και έψαχνα να βρω έναν πνευματικό. Έλεγα, που να μοιάζει με Κυπραίους παπάδες. Τι σημαίνει Κυπραίος παπάς; Να τον απέναντι μας, τον παπά-Αντρέα εδώ τον Μιτσή, τον παπά-Αντρέα τον μακαρίτη που είχε η Περιστερώνα. Έναν παπά δηλαδή που να μιλά περισσότερο η καρδιά του παρά ο εγκέφαλός του. Αυτό σημαίνει Κύπριος παπάς, Κρητικός παπάς. Να μιλά η καρδιά του. Ό,τι κάμει να το κάμει με την καρδιά του, καθότι, ξέρομε όλοι «καρδίαν καθαρὰν κτῖσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός». Και το άλλο το οποίον έλεγαν οι πρόγονοί μας, «καρκιάν καθαράν, τζιαι όπου θέλεις πάτα». 

Οπόταν ένας παπάς που ξέρει να μιλά με την καρδιά του, που ξέρει να προσεύχεται με την καρδιά του, να χαίρεται με την καρδιά του, να σιωπά με την καρδιά του, είναι πάρα, πάρα, πάρα πολύ πολύτιμος σε μια εποχή που η άθεη Ευρώπη, η σήμερον ανακατωμένη και αύριο διαλυμένη Ευρώπη, θέλει να μας κάμει ορθολογιστές. Να μιμηθούμε τα δημιουργήματά της, τα κομπιούτερ και τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές και να μην υπολογίζουμε τίποτε. Ενώ αυτοί οι άνθρωποι ήταν όπως τους ήθελε η Ορθόδοξη Ανατολή. Καθάρισαν την καρδία τους, εκμεταλλεύτηκαν και αξιοποίησαν τες θλίψεις της ζωής τους. Οι συγκεκριμένοι άγιοι Νικηφόρος και Ευμένιος αξιοποίησαν τη λέπρα, όταν αρρώστησαν και οι δύο με λέπρα. Γιατί να την κάμουν κατάθλιψη, να την κάμουν μαράζι; Εγύρισαν τον διακόπτη της καρδίας τους προς δόξαν του Θεού.

Ο άγιος Ευμένιος ήταν 24 χρονών όταν άκουσε για πρώτη φορά, και καλόγηρος, ότι έχει λέπρα. Από τη χαρά του, λέει, έπεσε κάτω από το κρεβάτι. Και όταν τον ερώτησαν οι νοσοκόμοι, μα πάτερ, τι κάμνεις; Κατάλαβες τι σου είπαμε; Έχεις λέπρα. Θα σε πάρουμε στο Λεπροκομείο στο Αιγάλεω και θα σε κλειδώσουμε μέσα. Και εσύ χαίρεσαι; Και τι απάντησε, «μεγάλος σταυρός, μεγάλη ανάσταση»! Αρκεί να τον ζήσουμε με χαρά, παιδιά μου, τους είπε. Και ήταν μόνο 24 χρονών καλογεράκι. Και ήξερε ότι σταυρός και χαρά πάνε μαζί και ότι μια αρρώστια και μάλιστα ανίατη, είναι ένας σταυρός που αν τον αξιοποιήσουμε με πίστη και εμπιστοσύνη, ότι είναι σχέδιο του Θεού δηλαδή για να βελτιωθεί και να καθαριστεί η ψυχή μας, μπορεί να μας οδηγήσει σε μεγάλες χαρές, και ιδού! 

Ο άγιος Ευμένιος εξαιτίας του ότι έγινε λεπρός, τον πήραν στο Λεπροκομείο στο Αιγάλεω στην Αγία Βαρβάρα. Εκεί ήταν άλλοι 300 λεπροί. Τότε ονομαζόταν Κωνσταντίνος μοναχός. Και εκεί αργότερα του έστειλαν τον άγιο Νικηφόρο, επίσης Κρητικό, ο οποίος μαθήτευσε σε ένα άλλο μεγάλο άγιο του 20ού αιώνα, τον άγιο Άνθιμο της Χίου. Και έγινε υποτακτικός του αγίου Νικηφόρου. Ο άγιος Νικηφόρος ήταν τυφλός, παράλυτος και λεπρός. Ο άγιος Ευμένιος θεραπεύτηκε από τη λέπρα. Διότι βρέθηκε και το φάρμακο λίγα χρόνια μετά που αρρώστησε και έτσι δεν του άφησε κανένα σημάδι και μπόρεσε να γίνει και ιερέας των λεπρών. Μπορούσε, όταν βρέθηκε το φάρμακο και έγιανε να επιστρέψει στην πατρίδα του στην Κρήτη, μπορούσε να πάει στο μοναστήρι του. Δεν το έκαμε. Και είπε: «Όπου είναι οι πονεμένοι αδελφοί μου να τους υπηρετήσω». Και έμεινε στο Νοσοκομείο για να υπηρετεί τους λεπρούς.

Εκεί τον γνωρίσαμε λοιπόν και εμείς μέσα σε μια μεγάλη παρέα λεπρών. Όταν πήγαμε εμείς βρήκαμε τουλάχιστον 200 λεπρούς. Μου έλεγαν οι Αγιορείτες, τι έρχεστε στο Άγιο Όρος, αφού γνωρίσατε τους λεπρούς των Αθηνών; Το Άγιο Όρος της Αθήνας είναι το Λεπροκομείο. Έτσι μου έλεγε ο άγιος Παΐσιος. Βρήκες τον Ευμένιο, βρήκες, μου λέει, το πρώτο λαχείο. Τι περισσότερο να σου πούμε εμείς; 

Πράγματι έμεινα κοντά του, τον έκαμα πνευματικό μου, εξομολόγο μου και πήγαμε μαζί και στην Αγγλία, και στη Ρωσία και στην Ουκρανία. Όταν επήγαμε στην Ουκρανία, το αεροπλάνο κατέβηκε εις το Κίεβο και άρχισε και φώναζε μέσα στο αεροπλάνο: Διάκο, διάκο». Ναι, γέροντα. Εδώ ξανάρθα. Πώς ξανάρθες; Εδώ είναι Κίεβο. Μου λέει, εδώ με έφερε η Παναγία. Ήταν να γίνει, μου λέει, παγκόσμιος πόλεμος και επιστρατευτήκαμε όλοι». Ποιοι επιστρατευτήκατε; Του λέω. Ο γέρο Ιάκωβος, μου λέει, από την Εύβοια, ο γέρο Πορφύριος από τον Ωρωπό, ο γέρο Παΐσιος από το Άγιο Όρος, ο Σωφρόνιος από το Έσσεξ και η αφεντιά μου. Και είχε κάτι σύννεφα, μου λέει, κατάμαυρα. Κατάλαβα ότι θα ᾿ρθει πολύ μεγάλο κακό στον κόσμο. Και έκλαια, έκλαια, έκλαια. Και ο άγιος Πορφύριος μου είπε, μην κλαις, πάτερ Ευμένιε. Δεν θα γίνει τώρα αυτός ο παγκόσμιος πόλεμος. Θα δώσει παράταση ο Θεός για να Τον γνωρίσουν και άλλοι άνθρωποι, ιδιαιτέρως τα νέα παιδιά. Ύστερα θα γίνει, του είπε. Σκεφτείτε, αυτά που σας λέω, έγιναν, εμείς επήγαμε στην Ουκρανία το 1993. Άρα αυτά συνέβηκαν πριν το 1993 που μου είπε ο άγιος. 

Ήταν αυτός που μου είπε, να πας στην Κύπρο. Επέμενε πάρα πολύ στο να έρθω στην Κύπρο. Ήταν αυτός που επέμενε να γίνω ιερωμένος. Ήταν αυτός που μου είπε, μέχρι να πεθάνεις θα βγαίνει η ψυχή σου από το στόμα και εσύ επειδή είσαι θυμώδης και περήφανος και πολύπλοκος, θα λες: «Κύριε Ιησού Χριστέ, δώρισέ μοι πραότητα, ταπείνωση και απλότητα». Είχε τόση πολλή δύναμη η προσευχή του, που άνθρωποι που ήταν στην κόλαση, η προσευχή του τους έβγαζε. Η Θεία του Λειτουργία εξαιρέτως. Όταν λειτουργούσε μυρόβλυζε η Πρόθεση που μνημόνευε ονόματα, χιλιάδες ονόματα. Του λέγαμε, Γέροντα, άντε τέλειωνε, να χαρείς, ο κόσμος κουράστηκε. Και μου έλεγε και εμένα και του παπά-Βαγγέλη: «Χαίρονται, χαίρονται οι πεθαμένοι, διάκο. Κάντε υπομονή, να βγάλουμε και άλλους από την κόλαση. Χαίρονται οι πεθαμένοι». Αγανακτισμένος και εγώ μια μέρα που ήταν Πάσχα, του λέω, δεν ξέρω αν χαίρονται οι πεθαμένοι, οι ζωντανοί αγανάκτησαν. 

Ήταν πάρα πολύ χαρούμενος. Λεγόταν ο Γέροντας της χαράς. Όσο γελούσε άλλο τόσο έκλαιε. Όταν γινόντουσαν πόλεμοι τους αισθανόταν και τους έβλεπε. Θυμούμαι που γινόταν ο πόλεμος που έκαμνε ο Χουσείν μεταξύ Περσίας και Ιράκ. Μου λέει: «Ξεκίνησε ένας πόλεμος και δεν τον λένε στις τηλεοράσεις. Και για πρώτη φορά ρίχνουν χημικά και δυστυχώς αυτά θα τα καθιερώσουν πλέον σε κάθε πόλεμο». Πράγματι, εκ των υστέρων ακούσαμε ότι γινόταν ένας πόλεμος στο Ιράν-Ιράκ και εκεί έριξαν για πρώτη φορά χημικά. Και άλλα πολλά, να μην σας κουράζω. 

Μιλούμε για μεγάλων διαστάσεων άγιο. Μια φορά μου είπε ο άγιος Πορφύριος, γιατί εσύ να είσαι τυχερός και εγώ άτυχος. Του λέω, καλά, είσαι άτυχος εσύ, άγιε γέροντα; Τόσος κόσμος σε αγαπά και σε ξέρει και σε εμπιστεύεται. Μου λέει, εσύ έχεις δύο πνευματικούς και είναι και οι δύο άγιοι. Ο Ιάκωβος της Εύβοιας και ο Ευμένιος του Λεπροκομείου. Εγώ δεν έχω κανέναν. Θέλω να μου φέρεις έναν. Του λέω, ο Ιάκωβος δεν μπορεί, είναι άρρωστος πολύ. Ο Ευμένιος μπορεί. Θέλεις να σου τον φέρω; Και τον πήγαμε μια Κυριακή μαζί με τον Χριστόδουλο τον Πρωτοπαπά που τώρα διευθύνει τον δορυφόρο του Hellas Sat, και πήραμε τον άγιο Ευμένιο και εξομολόγησε τον άγιο Πορφύριο.

Βλέπετε και οι άγιοι έχουν αμαρτίες. Έχουν αίσθηση της αμαρτωλότητάς τους περισσότερη από μας και ήθελαν να εξομολογηθούν. Εμείς θέλουμε; Αυτός μου έλεγε: Τίποτε δεν είναι ανώτερο, εννοώ ο άγιος Ευμένιος, από το να αγαπήσεις τον Χριστό και να Του λες: «Χριστέ μου, θέλω να Σε αγαπήσω τόσο πολύ και να Σε γνωρίσω τόσο πολύ που να μην Σε χορταίνω. Και όλο και περισσότερο να Σε αγαπώ και όλο και περισσότερο να μην Σε χορταίνω. Ο Θεός διψά να διψάται».

Να σας διαβάσω μερικές συμβουλές που έλεγε και να πάτε να κάμετε τη Λιτανεία. Ακούτε:

Να αγαπούμε τον άνθρωπο μα πιο πολύ τον Θεό.

Να βλέπουμε τις αρετές των άλλων και τα δικά μας ελαττώματα. Έτσι θέλει ο Θεός. Έτσι είναι ωραία. Εμείς κάμνουμε το αντίθετο. Βλέπουμε τα ξένα και όχι τα δικά μας.

Εάν νομίζεις πως έχεις αρετές δεν έχεις τίποτα. Όποιος πει πως είναι άγιος δεν είναι. Οι άγιοι ποτέ δεν είπαν ότι ήσαν άγιοι. 

Εμείς έχουμε ανάγκη τον Θεό. Εκείνος δεν έχει την ανάγκη μας. Για μας θα είναι η ωφέλεια να Τον γνωρίσουμε, να Τον αγαπήσουμε.

Όταν προσευχόμαστε και ο Θεός δεν μας ακούει, υπάρχει λόγος. Εμείς είμαστε οι αίτιοι, εμείς Τον εμποδίζουμε να μας ακούσει. Η προσευχή είναι πολύ μεγάλη υπόθεση. Ανεβάζει τον άνθρωπο ψηλά αν προσεύχεται με ταπείνωση και συντριβή καρδίας. 

Οι θλίψεις και ο πόνος μας φέρνουν πιο κοντά στο Θεό. Εκ πείρας ομιλούσε.

Όλα τα ξεπερνάει κανείς με την πίστη στο Θεό.

Δεν μπορούμε να καταλάβουμε το θέλημα του Θεού γιατί δεν μας αφήνει το θέλημά μας. Γιατί βλέπουμε τα λάθη των άλλων και όχι τα δικά μας. Πόσο σημαντικό είναι να βλέπουμε τα λάθη μας και όχι τα ξένα.

Αν συγχωρείς τους εχθρούς σου και υπομένεις τις θλίψεις είσαι στο δρόμο του Θεού. Αυτό το θεωρώ το πιο σημαντικό. Δεν συγχωράς, δεν υπομένεις τες θλίψεις, δεν είσαι στο δρόμο του Χριστού. Σε κάποιο άλλο δρόμο είσαι. Αλλά όχι του Χριστού.

Ο Θεός τα θέλει όλα και όχι ό,τι περισσεύει. Αν είμαστε υπερήφανοι και εγωιστές ο Θεός θα μας ταπεινώσει. Γιατί «ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν». Ο διάβολος φοβάται τον ταπεινό ενώ τον υπερήφανο τον αγαπά γιατί είναι δικός του.

Αν κανείς έχει κάποιο χάρισμα να μην υπερηφανευτεί γιατί θα του το πάρει ο Θεός για να ταπεινωθεί. Όταν είμαστε ταπεινοί και πράοι ο Θεός θα μας δώσει χαρίσματα. Γι᾿ αυτό να πιστεύουμε και να λέμε πως είμαστε αχρείοι δούλοι όσα καλά και αν έχουμε. 

Ο Θεός μας σώζει δωρεάν και όχι γιατί το αξίζουμε. 

Όποιοι είναι υπερήφανοι θα επιτρέψει ο Θεός να πέσουν σε πολλές αμαρτίες για να ταπεινωθούν.

Να αγαπούμε τον Θεό τόσο πολύ που να μην χορταίνουμε να Τον αγαπούμε και να μην φοβόμαστε τίποτα.

Όσες αρετές και να έχουμε να μην φουσκώνει ο νους μας. Μόνο να θεωρούμε τον εαυτό μας αχρείο δούλο που δεν έπραξε ούτε αυτά που όφειλε να πράξει.

Μόνον καλό να σκέφτεσαι και μόνον καλό να κάνεις.

Να δίνεις χωρίς να έχεις απαίτηση να πάρεις. 

Να μη βάλεις ποτέ κακούς λογισμούς στο νου σου.

Η ταπείνωση φυλάσσει τον θησαυρό και η υπερηφάνεια τον σκορπά. Χωρίς ταπείνωση δεν στεριώνει καμιά αρετή γιατί δεν βρίσκει τόπο να πατήσει. Τι ωραίο που είναι τούτο! 

Οι άνθρωποι ενεργούν περισσότερο με τη λογική και λιγότερο με την πίστη. Γι᾿ αυτό και πελαγώνουν πολλές φορές.

Από τη μια μεριά η χαρά και από την άλλη η λύπη. Και λέει ο άνθρωπος: Τι συμβαίνει; Και γιατί με την πίστη στο Θεό όλα ξεπερνιούνται γιατί τα αφήνεις όλα σ᾿ Εκείνον και αναπαύεσαι.

Μετά την καταιγίδα έρχεται η γαλήνη. Μετά την λύπη η χαρά. Και πρέπει να λέμε, «εἰ ὁ Θεὸς μεθ᾿ ἡμῶν τὶς καθ᾿ ἡμῶν». 

Να θεωρούμε τον εαυτό μας κατώτερο από όλους τους ανθρώπους γιατί έτσι θέλει. Έτσι ευχαριστιέται ο Θεός. 

Ο άγιος Ευμένιος εκοιμήθη 23 Μαΐου το 1999. Εδώ μας αξίωσε ο Θεός και κτίσαμε του δασκάλου του το παρεκκλήσι το ωραίο και λαμπρό του αγίου Νικηφόρου αλλά από αίσθηση που είχαμε μαζί με τον παπά-Μιχάλη, αυτός μου είπε η αλήθεια να λέγεται, δεν τον πίεσα εγώ αυτός με πίεσε, μου λέει, μα αφού και ο Ευμένιος είναι άγιος. Να του κάμουμε, δεσπότη μου, μια εικόνα. Του λέω, παπά, θα πουν ότι ο Μόρφου κάμνει συνέχεια τους γέροντες του αγίους. Φτάνει που βγάλαμε όνομα, θα προκαλέσουμε. Μου λέει, μα αφού με έστειλες. Όταν γνώρισε τη γυναίκα του την Ελένη και αποφάσισαν να ενώσουν τη ζωή τους, μου λέει, να μου πεις ένα άγιο άνθρωπο να πάω να γνωρίσω μαζί με την Ελένη να πάρουμε την ευχή του. Να πάτε στον Ευαγγελισμό, του λέω, στην Αθήνα στο Νοσοκομείο και έχει έναν, που άμα τον δεις δεν θα τον υπολογίσεις. Και αυτός κάποτε θα γίνει άγιος. Λέγεται Ευμένιος. Και να του πάρεις και ευχές από ᾿μένα και να τον παρακαλέσεις να προσεύχεται για όλους μας. Η τελευταία φωτογραφία που έχει ο άγιος Ευμένιος που κάθεται είναι μαζί με τον παπά-Μιχάλη και την παπαδιά την Ελένη. Μετά από λίγες μέρες εκοιμήθη. 

Κατά ένα περίεργο τρόπο θαυμαστό, όταν ήλθα στη Μητρόπολη Μόρφου το 1998, βρήκα εικόνα του παλιού αγίου Ευμενίου, αυτήν που κρατά ο διάκος ο Ευμένιος εκεί, να κρέμεται μέσα στο Ιερό της Περιστερώνας. Και λέω, Κύριε ελέησον, τι γυρεύει εδώ ο Κρητικός ιεράρχης Ευμένιος; Ούτε ο παπά-Αντρέας ήξερε να μου πει. Λέει μου, τον τιμούσαμε παλιά, πριν 200 χρόνια. Σκεφτείτε. Πέρασαν 200 χρόνια, χτίσαμε του αγίου Νικηφόρου Εκκλησία, κάμαμε εικόνα του μαθητή του που πήρε το όνομα του από τον παλιό άγιο Ευμένιο και σήμερα θα λιτανεύσουμε τους δύο Ευμένιους μαζί. Τον Παλαιό και τον Νέο δίπλα-δίπλα. Γι᾿ αυτό και λέμε, αγίου Ευμενίου του Νέου. Διότι υπάρχει και Παλαιός που ήταν επίσκοπος εις την Κρήτη. 

Βλέπετε αυτά τα ωραία είναι της Ορθοδοξίας μας. Η αγιότητα δεν τελειώνει ποτέ. Ο Θεός θέλει να μας τη δώσει. Εμείς θέλουμε; Ας το σκεφτούμε τώρα που θα γίνεται η λιτάνευση της Βαϊοφόρου.

Ὁ ὅσιος Γέροντας Εὐμένιος Σαριδάκης (1931 – 1999)

Μητροπολίτου Μόρφου Νεοφύτου

Τὸν μακαριστὸ ἅγιο Γέροντα Εὐμένιο,  ὅπως καὶ πολλοὺς ἄλλους συγχρόνους ἁγίους Γέροντες καὶ Γερόντισσες, τὸν γνώρισα  στὰ φοιτητικά μου χρόνια ἀπὸ τὸν ἀδελφικό  μου φίλο, μακαριστὸ πλέον καὶ οὐρανοπολίτη  σήμερα, κυρὸ Γεράσιμο Φωκᾶ, Μητροπολίτη  Κεφαλληνίας, ποὺ ἔζησε τὴν ἀρχιερωσύνη  μόνο γιὰ 22 ἡμέρες. Μάλιστα, θυμᾶμαι τὸν  Γεράσιμο ποὺ ἔλεγε ὅτι ἡ Ἀθήνα ἔχει τὸ  δικό της Ἅγιοv Ὄρος, καὶ παραξενευόμουν καὶ ἔλεγα· «Μὰ ὑπάρχει τέτοιος τόπος μέσα  στὴν Ἀθήνα, ποὺ εἶναι Ἅγιον Ὄρος; Τί λέει  τώρα αὐτὸς ὁ Κεφαλλονίτης»; Κι ὄντως,  ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ ποὺ εἶδα τὸν Γέροντα  Εὐμένιο, αἰσθάνθηκα αὐτὸ ποὺ μᾶς ἔλεγε ὁ μακαριστὸς Γεράσιμος, καθότι αὐτὸς ὁ  ἱερέας δὲν ἦταν ἕνας συνηθισμένος παπᾶς, ἀλλὰ ἕνας ἄνθρωπος γεμᾶτος Θεία Χάρη!

Ἐπιπλέον, μοῦ θύμισε τὴν πατρίδα μου, γιατὶ ἔμοιαζε μὲ πρωτινοὺς παλαιοὺς Κυπρίους  παπᾶδες, γι’ αὐτὸ καὶ ἤθελα νὰ μείνω κοντά του.  Γιὰ ἑφτὰ ὁλόκληρα χρόνια εἶχα τὴν ἰδιαίτερη εὐλογία, ὡς φοιτητής, νὰ ζήσω τὴ δική του  «κρητικὴ» καλογερικὴ ἐλευθερία καὶ ἱερωσύνη, ποὺ ἦταν μιὰ συνεχὴς ἱκεσία, εὐχαριστία καὶ δοξολογία πρὸς τὸν Τριαδικὸ Θεό, ἀλλὰ καὶ θυσία πρὸς τὸν ἀδελφό μας χωρὶς δεύτερη  σκέψη. Κοντὰ στὸν Γέροντα εἶχα τὴν εὐλογία νὰ μαθητεύσω στὴν καθημερινότητα ἑνὸς ἁγίου ἀνθρώπου τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἀφιέρωσε ὅλη του τὴ ζωὴ στὴ διακονία τῶν λεπρῶν,  τῶν πλέον ἀπομονωμένων καὶ ξεχασμένων  ἀπὸ τὴν κοινωνία ἀδελφῶν μας. Μὲ ἄλλες  λέξεις, ἔζησα τὴ ζωὴ ἑνὸς δεύτερου ἁγίου Νικολάου Πλανᾶ, ἔστω κι ἂν ὁ ἴδιος, ὅταν τοῦ τὸ ἔλεγαν, αὐτὸς ἀντέλεγε· «Ὄχι, αὐτὸς εἶναι ἅγιος. Ἐγὼ δὲν εἶμαι ἅγιος»! Ἀλλ’ ὅμως, ζώντας κοντά του βίωσα τὸν «κρυφὸ ἅγιο τῶν Ἀθηνῶν», ὅπως μοῦ εἶχε πεῖ κάποτε γι᾽ αὐτὸν ὁ ὅσιος Πορφύριος. 

Σύντομη βιογραφία τοῦ Γέροντος Εὐμενίου

Ὁ Γέροντας Εὐμένιος, ἦταν παιδὶ πολυμελοῦς καὶ φτωχῆς οἰκογένειας. Γεννήθηκε τὴν 1η Ἰανουαρίου τοῦ 1930 στὸ ὀρεινὸ χωριὸ Ἐθιὰ τῆς Κρήτης. Οἱ εὐλαβεῖς καὶ ἐνάρετοι γονεῖς του, Γεώργιος καὶ Σοφία  Σαριδάκη, στὸ ἅγιο Βάπτισμα τοῦ ἔδωσαν τὸ ὄνομα Κωσταντῖνος. Ὁ Κωνσταντῖνος,  ποὺ ὀρφάνεψε ἀπὸ πατέρα σὲ ἡλικία μόλις  δύο ἐτῶν, ἐπιθυμοῦσε ἀπὸ μικρὸς νὰ γίνει  μοναχός, ἀφοῦ δὲν ἦταν ὅπως ὅλα τὰ ἄλλα παιδιὰ τῆς ἡλικίας του, ἀλλὰ εἶχε τὴ συνήθεια  νὰ περνᾶ πολλὲς ὧρες στὴν ἐκκλησία τοῦ χωριοῦ του καὶ στὰ γύρω ἐξωκκλήσια,  προσευχόμενος καὶ κάνοντας ἀγρυπνίες τὰ βράδια. Τὸν χειμώνα τοῦ 1944, καθὼς  καθόταν στὸ τζάκι μὲ τὶς δύο ἀδελφές του  καὶ τὴ μητέρα του καὶ ἔτρωγαν «μακαρόνες»,  ὅπως λένε τὶς τηγανίτες στὴν Κρήτη, ξαφνικὰ ἕνα φῶς μπῆκε μέσα του, ποὺ τὸν γέμισε χαρά, καὶ εἶπε στὶς ἀδελφές του· «Θὰ γίνω μοναχὸς»! Τότε ἦταν 14 ἐτῶν. Καί, πράγματι,  τὸ ἔτος 1947 πηγαίνει καὶ ἐγκαταβιώνει στὴν ἱερὰ μονὴ Ἁγίου Νικήτα Ἀχεντριά, ἕνα μικρὸ λαξευτὸ σπήλαιο-μοναστήρι, ποὺ βρίσκεται στὴ νότια περιοχὴ τῆς Κρήτης, πρὸς τὸ Λιβυκὸ πέλαγος. Γέροντας τοῦ μοναστηριοῦ ἦταν ὁ πατὴρ Ἱερόθεος καὶ μαζί του ἦσαν ἄλλοι δύο μοναχοί, τοὺς ὁποίους ὁ μικρὸς  τότε Κωνσταντῖνος διακονοῦσε μὲ πολλὴ ὑπακοή.

Τὸ 1951, κείρεται μοναχὸς καὶ λαμβάνει τὸ ὄνομα Σωφρόνιος, καὶ τὸ 1954 κατατάσσεται στὸν στρατό, καθὼς τότε ἡ στρατιωτικὴ  θητεία ἦταν ὑποχρεωτικὴ γιὰ ὅλους, ἀκόμη καὶ γιὰ τοὺς μοναχούς. Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς στρατιωτικῆς του θητείας παρουσίασε πυρετό, ποὺ δὲν ὑποχωροῦσε, καὶ εἶχε τὰ πρῶτα συμπτώματα τῆς λέπρας. 

Τὸ 1957, μεταφέρθηκε στὸ Λεπροκομεῖο τῶν Ἀθηνῶν. Ἐπειδὴ ὅμως ἀπὸ τὸ 1947 εἶχαν ἤδη ἀνακαλυφθεῖ κατάλληλα φάρμακα γιὰ τὴ θεραπεία τῆς λέπρας, ποὺ εἶχε ἔγκαιρα διαγνωσθεῖ στὸν Γέροντα, σὺν τῷ χρόνῳ  θεραπεύθηκε. Παρόλο τοῦτο, παρέμεινε στὸ Λεπροκομεῖο, θεραπευμένος πιά, γιὰ νὰ διακονεῖ τοὺς λεπρούς. 

Μὲ τὸν ἐρχομὸ τοῦ ὁσίου Νικηφόρου  στὸ Λεπροκομεῖο καὶ μετὰ ἀπὸ συστατικὴ ἐπιστολὴ τοῦ ἁγίου Ἀνθίμου πρὸς τὸν ἴδιο, ὁ μοναχὸς Σωφρόνιος ἔκανε Γέροντά  του τὸν Ὅσιο καὶ βοηθήθηκε πάρα πολὺ ἀπὸ αὐτόν, καθότι τότε ἦταν ἀκόμη νέος  καὶ ἄπειρος. Καθὼς περνοῦσε ὁ καιρός, ἡ  ἁγιασμένη βιοτὴ τῶν δύο αὐτῶν μοναχῶν ἄρχισε νὰ φτάνει στ’ αὐτιὰ πολλῶν εὐσεβῶν ἀνθρώπων πού, ὅταν ἐπισκέπτονταν τοὺς  λεπρούς, ἐπιδίωκαν νὰ συναντηθοῦν καὶ μὲ τοὺς δύο αὐτοὺς ἁγίους γιὰ ψυχική τους  ὠφέλεια.

Μετὰ τὴν ὁσιακὴ κοίμηση τοῦ ἁγίου  Νικηφόρου τὸ 1964, ὁ Γέροντας Εὐμένιος συνέχισε, ὡριμότερος πλέον πνευματικά, νὰ διακονεῖ τοὺς λεπροὺς μέχρι τὴν κοίμησή  του, στὶς 23 Μαΐου 1999. 

«Κύπριε, Κύπριε, ἔλα ἐδῶ πίσω»

Ὅπως ἔχω προαναφέρει, τὸν Γέροντα Εὐμένιο μοῦ τὸν γνώρισε ὁ μακαριστὸς Γεράσιμος Φωκᾶς, μητροπολίτης Κεφαλληνίας, τότε  λαϊκός. Θυμᾶμαι ἦταν τὸ 1981, ἀπόγευμα τῆς Τετάρτης τῆς πέμπτης ἑβδομάδας τῶν νηστειῶν τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς, ὁπόταν στὶς ἐκκλησίες ψάλλεται ὁ Μεγάλος  Κανόνας. Ἤμουνα μόλις 18 ἐτῶν, πρόσφυγας ἀπὸ τὸ χωριό μου Ζώδια στὴ Λευκωσία,  ἀναζητώντας μέσα στὴν πολύβουη ἀχανὴ πόλη τῶν Ἀθηνῶν πρωτίστως μιὰ πατρικὴ ἐκκλησιαστικὴ ἀγκαλιά. Μόλις λοιπὸν ἀντίκρυσα τὸν Γέροντα, χωρὶς δεύτερη σκέψη εἶπα μέσα  μου· «Σ`αὐτὸν θὰ ἔρθω νὰ ἐξομολογηθῶ». 

Ὁπόταν, μιὰ μέρα πάω καὶ τὸν βρίσκω καὶ τοῦ λέω· «Γέροντα, ἐξομολογεῖς»; «Μὲ τὴ  χάρη τοῦ Θεοῦ, ναί», μοῦ ἀπαντᾶ μὲ τὴν ἔνρινη φωνή του. «Γίνεται νά᾿ρθω ἐδῶ  κοντά σου νὰ ἐξομολογοῦμαι»; «Ὄχι, δὲν  γίνεται. Ἐγὼ εἶμαι Πνευματικὸς μόνο γιὰ τοὺς λεπρούς. Δὲν ἐξομολογῶ ὑγιεῖς». «Γιατί τὸ λέτε αὐτό; Γιὰ νὰ λυπηθῶ ποὺ εἶμαι ὑγιής»;  «Ὄχι, νὰ μὴν λυπᾶσαι, ἡ ὑγεία εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά, ἐκεῖ ποὺ μένεις στὰ Ἰλίσια,  ἔχει καλοὺς Πνευματικούς. Νὰ πηγαίνεις  ἐκεῖ». «Δὲν λέω ὄχι, ἀλλὰ κάτι μοῦ λέει ὅτι θὰ ταιριάξω πιὸ πολὺ μαζί σου». «Ὄχι,  παιδί μου, δὲν γίνεται. Ὁ Ἐπίσκοπός μου, μοῦ εἶπε μόνο ἐδῶ στὸ λεπροκομεῖο νὰ ἐξομολογῶ. Δὲν ἐξομολογῶ κανέναν ἐκτὸς  λεπροκομείου». Πραγματικά, ἐκείνη τὴν ὥρα  λυπήθηκα, διότι ἀντιλήφθηκα τὴν ἀξία τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ εἶδα καὶ τὴν ἐπιμονή του. 

Ἔτσι, λυπημένος στράφηκα πρὸς τὴν πόρτα νὰ φύγω καὶ προτοῦ ἐξέλθω τοῦ ναοῦ τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων μοῦ φωνάζει, «Ἔ!… Κύπριε, Κύπριε, ἔλα ἐδῶ πίσω». Γυρνάω καὶ μοῦ λέει· «Πότε θὲς νὰ ᾿ρθεῖς»; «Τώρα», τοῦ  λέω! «Ὄχι τώρα. Αὔριο. Ἡ ὥρα ἕντεκα νὰ εἶσαι ἐδῶ». «Νὰ εἶναι εὐλογημένο», εἶπα, κι  ἔφυγα. 

«Σὲ εἶδα νὰ φορᾶς ρᾶσα»

Ἔκτοτε πέρασαν ἑφτὰὁλόκληρα χρόνια καὶ δὲν ρώτησα ποτὲ τὸν Γέροντα γιατί ἄλλαξε  τόσο εὔκολα τὴν ἀπόφασή του, κι ἐκεῖ ποὺ μοῦ ἔλεγε ὅτι δὲν ἐξομολογεῖ ἀνθρώπους ποὺ ζοῦν ἐκτὸς τοῦ λεπροκομείου, ἐμένα μὲ δέχτηκε! Βέβαια, μερικὲς φορὲς εἶχα σκεφτεῖ ὅτι μὲ δοκίμαζε ἐκείνη τὴν ὥρα,  ἀλλὰ ἡ ἀπορία παρέμενε. Θυμᾶμαι, ἦταν ἡ τελευταία νύχτα, ὅταν πλέον μετὰ ἀπὸ πολλὴ προσευχὴ δική μου καὶ τῶν Γερόντων  ποὺ ἤξερα, πῆρα τὴν ἀπόφαση νὰ ἔλθω στὴν  Κύπρο γιὰ νὰ ἐγκαταβιώσω ὡς μοναχὸς κοντὰ στὸν πατέρα Συμεών, τὸν τωρινὸ ἡγούμενο τῆς ἱερᾶς μονῆς Ἁγίου Γεωργίου Μαυροβουνίου στὴ Λάρνακα, ὁπόταν ὁ  Γέροντας μοῦ λέει χαρούμενος· «Θέλω νὰ σοῦ πῶ καὶ κάτι, ποὺ σοῦ τὸ ἔκρυβα ἑφτὰ ὁλόκληρα χρόνια». «Γιὰ πές μου», τοῦ λέω. 

«Ἐγὼ τὸ ἤξερα ὅτι θὰ γίνεις ἱερομόναχος».  «Πῶς τὸ ἤξερες, Γέροντα»; «Θυμᾶσαι, ὅταν σοῦ εἶπα τὴν πρώτη φορὰ ποὺ συναντηθήκαμε, νὰ μὴν ἔλθεις κοντά μου κι ἔφυγες λυπημένος»! «Θυμᾶμαι. Πῶς»! «Ἔ!, ἐκείνη τὴν ὥρα, μόλις  στράφηκες λυπημένος πρὸς τὴν πόρτα, ἐγὼ σὲ εἶδανὰφορᾶς ρᾶσα. Καὶ ἄκουσα μέσα μου·

Αὐτὸ τὸ παιδί, πρέπει νὰ τὸ κρατήσεις. Θὰ  γίνει ἱερομόναχος κάποτε καὶ θὰ βοηθήσει τὴν Ἐκκλησία καὶ πρέπει καὶ ἐσεῖς νὰ τὸ βοηθήσετε  τώρα». Μένοντας ἄναυδος, τοῦ λέω· «Καλά,  γιατί δὲν μοῦ τὸ εἶπες; Ἐρχόμουν ἐδῶ, σοῦ ἔλεγα, Γέροντα, θέλω νὰ καλογερέψω. Ποῦ νὰ πάω; Νὰ γίνω ἱερομόναχος, νὰ μείνω  ἁπλὸς καλόγερος; Γιατί δὲν μοῦ τὸ εἶπες,  καὶ μὲ ἄφησες νὰ κάνω μετάνοιες, νὰ κάνω  προσευχές, νὰ παρακαλῶ τὸν Θεὸ νὰ μοῦ  φανερώσει τὸ θέλημά Του στὴ ζωή μου»;  Καὶ μὲ ἀφοπλιστικὸ ὕφος μοῦ λέει· «Αὐτὸ δὲν ἔχει λεβεντιά, νὰ σοῦ ἀποκαλύπτουμε ὅλοι διάφορα πράγματα γιὰ τὸ μέλλον! 

Μὴ βλέπεις μὲ τοὺς ἄλλους πατέρες ποὺ σοῦ λένε. Ἐγὼ δὲν λέω εὔκολα. Ἐγὼ  προτιμάω, Ὅμηρε, νὰ κάνω προσευχὴ νὰ σοῦ φανερώσει ὁ Θεὸς στὴν καρδία σου τὸ  θέλημά Του. Αὐτὸ ἔχει πιὸ πολλὴ ἀξία, πιὸ πολλὴ λεβεντιά. Ἐσὺ μόνον νὰ καθαρίζεις τὴν καρδιά σου, κι ἐμεῖς θὰ φροντίζουμε νὰ  στέλνουμε τὴν πληροφορία τοῦ Θεοῦ στὴν καρδιά σου, παιδί μου. Ἔτσι νὰ κάνεις καὶ  τώρα καὶ ἀργότερα, ποὺ θὰ μεγαλώσεις». 

«Ἕνα πράγμα δὲν μπορεῖ νὰ κάμει ὁ Θεός: Δὲν μπορεῖ νὰ παραβιάσει τὸ  θέλημα κανενὸς»

Κοντὰ στὸν Γέροντα εἶχα πολλὲς ἀποκαλύψεις ἀπὸ τὴν ἁγία του βιοτή, ἀλλὰ μία ἀπὸ τὶς συγκλονιστικότερες ἐμπειρίεςποὺεἶχα, ἀλλὰ καὶ ποὺ ἄκουσα ἀπὸ ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή μου, ἦταν ὅταν μοῦ ἐκμυστηρεύτηκε τὴν ἐμπειρία ποὺ εἶχε προσευχόμενος ἕνα  βράδυ γιὰ ὅλο τὸν κόσμο. Καὶ ὀφείλω νὰ  λέω καὶ νὰ ξαναλέω γιὰ τὴν ἐμπειρία αὐτὴ τοῦ Γέροντα, τώρα ποὺ ἔχει κοιμηθεῖ, πρὸς ὠφέλεια τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν. Μοῦ εἶπε  λοιπόν· «Ἔκανα προσευχὴ καὶ ἔλεγα τοῦ Χριστοῦ μας· “Κύριέ μου, Ἰησοῦ Χριστέ, θέλω νὰ σώσεις ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς”. Καὶ ἐχάρη ὁ Θεός. Καὶ ὅταν εἶδα ὅτι χαιρότανε, Τοῦ εἶπα· “Κύριε,  δὲν σώζεις καὶ ὅλους τοὺς ἑτεροδόξους, καθολικούς, προτεστάντες; Ὅλους, ποὺ πιστεύουνε  στὸ ὄνομά Σου, ἀλλὰ ἔχουνε κακοδοξίες”;  Καὶ ἐχάρη ὁ Θεός. Καὶ μετὰ εἶπα· “Χριστέ  μου, τί θὰ κάνουμε μὲ τοὺς μουσουλμάνους, τοὺς Κινέζους, τοὺς Ἀφρικανούς, αὐτοὺς ποὺ δὲν Σὲ γνωρίζουν, ποὺ δὲν Σὲ πιστεύουνε;  Δὲν τοὺς σώζεις καὶ αὐτούς, Χριστέ μου; Σὲ παρακαλῶ, σῶσε καὶ αὐτοὺς τοὺς ἀλλοθρήσκους”! Καὶ ἐχάρη ὁ Θεός. Καὶ ἐγώ, ξεθάρρεψα καὶ Τοῦ εἶπα· “Ἀφοῦ  χαίρεσαι ἔτσι ποὺ προσεύχομαι, Χριστέ  μου, νὰ σώσεις ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Καὶ τοὺς ἀρχαίους εἰδωλολάτρες. Ἀπὸ Ἀδὰμ ἄχρι τοῦ νῦν, ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἔπλασες ἐπὶ τῆς γῆς. Ὅλους νὰ τοὺς σώσεις,  σὲ παρακαλῶ, Χριστέ μου”. Καὶ ἐχάρη ἀπέραντα ὁ Θεός. Ξεθάρρεψα κι ἄλλο καὶ Τοῦ λέω· “Ἀφοῦ χαίρεσαι ἔτσι, δὲν σώζεις  καὶ τὸν Ἰούδα, δὲν σώζεις καὶ τὸν διάβολο,  νὰ ἡσυχάσουμε ὅλοι. Νὰ ἡσυχάσει καὶ αὐτὸς  ὁ καημένος, ποὺ τυραννιέται μὲ τὶς διαβολιές  του”; Καὶ ἐλυπήθη ὁ Θεός…». «Λυπήθηκε; Γιατί λυπήθηκε»; τοῦ λέω ὅλος ἀπορία. «Ναί, λυπήθηκε ὁ Θεὸς γιὰ τὸν Ἰούδα καὶ γιὰ τὸν διάβολο. Διότι, ὅλοι οἱ προηγούμενοι  ἄνθρωποι, γιὰ τοὺς ὁποίους παρακαλοῦσα, εἴχανε κάποια ἴχνη θελήσεως νὰ σωθοῦνε καὶ νὰ γνωρίσουνε τὸν Χριστό, νὰ Τὸν ἀγαπήσουνε. Ἐνῶ, ὁ Ἰούδας καὶ ὁ διάβολος,  δὲν ἔχουν ἴχνος θελήσεως. Καὶ ἕνα πράγμα  δὲν μπορεῖ νὰ κάμει ὁ Θεός: Δὲν μπορεῖ νὰ  παραβιάσει τὸ θέλημα κανενός».

«Ἅμα δὲν ὀχυρωθεῖς μὲ τὴν ταπείνωση,  ὅλα εἶναι ἕνα τίποτα»

Ὅταν χειροτονήθηκα διάκονος, ἤμουνα στὴν Κύπρο, ἀλλὰ συνέχισα νὰ πηγαίνω  στὴν Ἑλλάδα, γιατὶ ὁ Γέροντάς μου, ὁ πατὴρ Συμεών, καταλαβαίνοντας ὅτι θὰ μὲ βοηθοῦσε νὰ συνεχίσω νὰ ἔχω ἐπαφὴ μὲ τοὺς Γέροντες ποὺ γνώρισα, μ’ ἐνεθάρρυνε νὰ σπουδάσω Θεολογία. Ἔτσι, μὲ ἀφορμὴ τὶς σπουδές, συνέχισα καὶ μετὰ τὸ 1987 ποὺ ἤλθα στὴν Κύπρο νὰ πηγαίνω στὴν Ἑλλάδα καὶ νὰ βλέπω τὸν ἅγιο Πορφύριο, τὸν ἅγιο Παΐσιο, τὸν ἅγιο Ἰάκωβο, τὸν Γέρο Εὐμένιο.  Θὰ ἔλεγα, μάλιστα, ὅτι ὡς ἱεροδιάκονος,  ἦταν πιὸ ὥριμη ἡ ἐπαφή μου μαζί τους,  διότι ἄλλος εἶναι ὁ διάλογος ποὺ γίνεται  ὅταν εἶσαι φοιτητής, κι ἄλλος ὅταν εἶσαι  ρασοφόρος.

Ἔτσι λοιπὸν σὲ μιὰ ἀπὸ τὶς ἐπισκέψεις μου στὸν Γέροντα Εὐμένιο, μοῦ κάνει τὴν ἑξῆς ἀπρόβλεπτη ἐρώτηση, ξαφνιάζοντάς με  λίγο· «Ποιά βιβλία σοῦ εἶπε νὰ διαβάζεις ὁ  πατὴρ Συμεών»; Τοῦ εἶπα μερικοὺς τίτλους  καὶ μοῦ λέει· «Νὰ διαβάζεις τὸν ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη. Θὰ μάθεις ὡραία ἑλληνικά. Αὐτός, ἀνακεφαλαιώνει ὅλη τὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία». «Γέροντα, μοῦ ἀρέσει πολὺ νὰ διαβάζω τὸν ἅγιο Ἰσαὰκ τὸν Σύρο»,  τοῦ λέω. «Ἔ!, καλὸς εἶναι. Εἶναι ὁ καλύτερος  αὐτός, ἀλλὰ τώρα, δὲν χρειάζεται ἐκεῖ ποὺ εἶσαι. Ἀργότερα, ἀργότερα τὸν ἅγιο Ἰσαάκ… Λίγο νὰ διαβάζεις, ἔτσι νὰ παίρνεις  μιὰ γεύση». «Ἐσὺ τὸν διάβασες, Γέροντα»;  «Ἐμεῖς στὴν ἐποχή μας, παιδί μου, δὲν εἴχαμε πολλὰ πατερικὰ βιβλία, ὅπως σήμερα.  Αὐτὸ δὲν τὸ γνωρίζουν οἱ πιὸ πολλοὶ τῆς δικῆς σας ἡλικίας. Τότε δὲν τὰ ἐξέδιδαν,  οὔτε ἡ Ἐκκλησία, οὔτε τὰ βιβλιοπωλεῖα».  «Τί διαβάζατε τότε»; τοῦ λέω. «Διαβάζαμε  Ψαλτήρι (τοὺς Ψαλμοὺς τοῦ Δαβίδ). Διαβάζαμε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ διαβάζαμε Ἀκολουθίες.  Κάναμε τὴν εὐχή, διαβάζαμε καὶ τὰ ὑπομνήματα τοῦ Τρεμπέλα καὶ ξανὰ ἀπὸ τὴν ἀρχή. Ἐδῶ στὸ Λεπροκομεῖο εἴχαμε καὶ τὸν Εὐεργετινό, ποὺ ἔφερε ὁ πατὴρ Νικηφόρος.  Ἄλλα πατερικὰ δὲν εἴχαμε. Μετὰ ἐκδόθηκε τὸ βιβλίο Ἀσκητικὰ ἁγίου Ἰσαὰκ τοῦ Σύρου.  Μά, τί βιβλίο ἦταν αὐτό! Μά, τί βιβλίο  ἦταν αὐτό! Μά, τί βιβλίο ἦταν αὐτό…». Κι  εἶπε αὐτὴ τὴ φράση μὲ πολλὴ χαρά, τουλάχιστον δέκα φορές! «Τρεῖς μέρες καὶ τρεῖς  νύχτες, ἀπὸ τὴ χαρά μου, οὔτε ἔτρωγα, οὔτε  κοιμήθηκα»! «Καλά, Γέροντα, τί σοῦ ἄρεσε  τόσο πολὺ στὸν ἅγιο Ἰσαὰκ τὸν Σύρο»;  «Ἄκουσε, παιδί μου. Ἄκουσε, καὶ μὴν τὸ λὲς  τώρα, ἀργότερα νὰ τὰ πεῖς αὐτά. Ἐγώ, ζοῦσα  διάφορα πράγματα ἀπὸ τὸν καιρὸ ποὺ ἤμουνα παιδί. Ἔβλεπα ὄχι μόνον τὰ ὁρατὰ καὶ τὰ ἀόρατα. Ἀκόμα καὶ τὴν Κυρά μας,  τὴν Παναγιά. Καὶ ἀγγέλους καὶ δαίμονες  καὶ νεκροὺς καὶ ἀρετῆς ἀνθρώπους. Ἔβλεπα διάφορα. Δὲν ξέρω γιατί, δὲν ξέρω γιατί,  δὲν ξέρω γιατί… Μοῦ ἔλεγαν, ‘‘πρόσεξε μὴν πλανηθεῖς’’. Μοῦ ’λεγε καὶ ὁ Γέροντάς μου ὁ  Νικηφόρος· ‘‘Πρόσεξε μὴν πλανηθεῖς, Σωφρόνιε, μὴν ὑπερηφανευθεῖς’’. Μετά, παιδί  μου, γιὰ μερικὲς μέρες δαιμονίστηκα ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια ποὺ ἔβλεπα διάφορα. Δὲν τὰ  κατάφερα, περηφανεύτηκα, δαιμονίστηκα.  Μὲ πήγανε στὴ Μονὴ τοῦ Κουδουμᾶ στὴν  Κρήτη καὶ μὲ διάβασαν ἐκεῖ οἱ πατέρες καὶ ἔγινα καλά. Ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνειά μου τὸ ἔπαθα αὐτό. Καὶ εἶχα λοιπὸν μέσα μου ἕνα  φόβο. Μέχρι σήμερα ἔχω αὐτὸ τὸν φόβο.  Νὰ μὴν μὲ ρίξει ξανὰ ὁ πειρασμὸς στὴν ὑπερηφάνεια. Εἶναι πολὺ πικρὴ κατάσταση  αὐτή. Δὲν ὑπάρχει κάτι χειρότερο… Ἅμα δὲν ὀχυρωθεῖς μὲ τὴν ταπείνωση, ὅλα εἶναι ἕνα τίποτα, ἕνα τίποτα, ἕνα τίποτα…  Καὶ οἱ ἀποκαλύψεις καὶ οἱ προσευχὲς καὶ οἱ Λειτουργίες σου εἶναι ἕνα τίποτα χωρὶς τὴν ταπείνωση. Νὰ ζητᾶτε ταπείνωση. Νὰ  λέτε· ‘‘Παναγία μου, δὲν εἶμαι ταπεινός. Δὲν τὰ κατάφερα πάλι’’! Εἶναι δεδομένο ὅτι θὰ ἔχομε ἀποτυχίες. Τὸ γιατί καὶ οἱ ἐνοχές, εἶναι διπλὸς σατανᾶς. Καταλάβατε; Ὅταν ζητοῦμε νὰ μᾶς δώσει ὁ Θεὸς ταπείνωση, εἶναι ὡς νὰ Τοῦ λέμε· ‘‘Χριστέ μου, ἐγὼ ἔχω αὐτὸ τὸ  χάλι, τὸ ἐγωιστικό. Σὲ παρακαλῶ, στεῖλε μου Ἐσύ, μὲ τὴ σοφία, τὴν πανσοφία ποὺ ἔχεις,  ἀφορμὲς ταπεινώσεως’’! Ὁ Θεὸς ξέρει. Μὴ  γυρεύουμε ἐμεῖς νὰ μεταμορφώσουμε τὴν  ταπείνωση σὲ ὑποκρισία, σὲ φαρισαϊσμό.  Καταλάβατε τί λέω; Νὰ ἀφήσουμε μὲ ἁπλότητα τὸν Θεὸ νὰ μᾶς στείλει εὐκαιρίες μετανοίας, εὐκαιρίες προσευχῆς, εὐκαιρίες ταπεινώσεως…».

«Τώρα κλαίω ὅποτε θέλω»

«Ἐγὼ εἶχα λέπρα καὶ ἔγινα καλά. Ἔγινα καὶ παπᾶς. Ὁ παπᾶς, εἶναι κάτι μεγάλο… πολὺ  μεγάλο. Ἀλλά, γιὰ ὅλα αὐτὰ ποὺ ἔβλεπα,  εἶπα· “Πάτερ Εὐμένιε, πλανήθηκες”! Καὶ ἔπεισα τὸν ἑαυτό μου γιὰ κάποια χρόνια ὅτι εἶμαι πλανεμένος. Εἶχε κοιμηθεῖ πλέον καὶ  ὁ Γέρο Νικηφόρος καὶ ἔπεσε στὰ χέρια μου τὸ βιβλίο τοῦ ἁγίου Ἰσαάκ, Τὰ Ἀσκητικά. Καὶ ὅταν διάβασα…», καὶ ἄρχισε νὰ γελάει ἐκείνη τὴν ὥρα. Μὰ κάτι γέλια, χάχανα ἦταν…  Κατάλαβα ὅτι δὲν εἶμαι πλανεμένος. Γι᾿ αὐτὸ καὶ δὲν κοιμήθηκα τρεῖς μέρες καὶ τρεῖς νύχτες  καὶ δὲν ἔφαγα τίποτα. Διότι αὐτὰ ποὺ ζοῦσα τὰ ἔγραφε μέσα». 

«Αὐτὰ τὰ δάκρυα εἶναι ὡραῖα δάκρυα»!

«Δηλαδὴ τί ζοῦσες, Γέροντα»; «Τί νὰ σοῦ πῶ», μοῦ λέει. «Γιὰ παράδειγμα, εἶχα ἕνα καιρὸ δάκρυα, πολλὰ δάκρυα, ἀνεξέλεγκτα  δάκρυα, πικρὰ δάκρυα, καυστικὰ δάκρυα.  Ὄχι μόνο στὴν καρδιά μου. Τὰ δάκρυα ἤτανε καυστικὰ καὶ τὴν καθαρίζανε σιγά-σιγά,  ἀλλά, ἀκόμα καὶ στὸ πρόσωπο. Νόμιζα ὅτι δὲν εἶναι δάκρυα, ὅτι εἶναι κανένα φάρμακο,  τὸ ὁποῖο καθαρίζει ἐδῶ τὶς παρειές μου,  τὸ πρόσωπό μου. Αὐτὰ τὰ δάκρυα εἶναι  καθαρτικά, ἀλλὰ δὲν ἀντέχονται γιὰ πολλὰ  χρόνια. Καὶ λέει ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ ὅτι αὐτὰ τὰ πρῶτα δάκρυα τῆς μετανοίας εἶναι τὰ  δάκρυα τὰ καθαρτικά, τὰ ὁποῖα δὲν ἐπιτρέπει πολλὰ χρόνια ὁ Θεός, γιατὶ δὲν τὰ ἀντέχει ἡ ἀνθρώπινη φύση περισσότερο ἀπὸ  δύο μὲ δυόμιση χρόνια». «Ἐσένα πόσα σοῦ πῆρε», τοῦ λέω; «Δύο χρόνια μοῦ πῆρε. Μετὰ  σταματήσανε αὐτά. Τώρα κλαίω ὅποτε θέλω.  Τώρα κλαίω ὅποτε θέλω». «Ὅποτε θέλεις»;  «Ναί! Αὐτὰ τὰ δάκρυα εἶναι ὡραῖα δάκρυα,  εἶναι ὡραῖα δάκρυα, εἶναι εὐφραντικά, εἶναι βιταμινοῦχα. Καὶ γιὰ τὸ σῶμα καὶ γιὰ τὴν  ψυχή. Ὅλα καθαρίζουνε, ὅλα καθαρίζουνε  μὲ αὐτὰ τὰ δάκρυα, τὰ ὁποῖα πλέον εἶναι  φωτιστικά». Τοῦ λέω, «τὸ λέει καὶ αὐτὸ ὁ  ἅγιος Ἰσαάκ»; «Φαίνεται δὲν διάβασες καλά,  γιὰ νὰ μὴν τὸ ξέρεις»; Καὶ λέω, κοίτα τί ἄνθρωποι ζούσανε δίπλα μας! Μέσα στὴν Ἀθήνα. Οἱ ὁποῖοι, ζούσανε τί; Τὴν ἀσκητικὴ τοῦ ἁγίου Ἰσαὰκ τοῦ Σύρου. Πρῶτα τὰ ἔζησε καὶ μετὰ τὰ διάβασε. Ἐμεῖς τὰ διαβάζουμε,  τὰ ξαναδιαβάζουμε, τὰ λέμε καὶ τὰ ξαναλέμε  χωρὶς νὰ τὰ ζοῦμε. Θυμᾶμαι, ποὺ μοῦ εἶπε καὶ ἡ Γερόντισσα τῆς Σουρωτῆς, ἡ Φιλοθέη,  μιὰ φορὰ ποὺ συναντηθήκαμε, ἡ ὁποία καὶ αὐτὴ γράφει καὶ ἐκδίδει συνεχῶς βιβλία γιὰ τὸν Γέροντά της, τὸν ἅγιο Παΐσιο· «Ἄχ, Δεσπότη μου, διάβασα ἕνα κείμενό σου γιὰ τὸν ἅγιο Παΐσιο καὶ μοῦ ἄρεσε πολύ». Κι ἀφοῦ μὲ  παίνεψε, μοῦ λέει στὸ τέλος· «Αὐτοὶ ζήσανε τὴν πνευματικὴ ζωή, ἅγιε Μόρφου, ἐμεῖς μόνο  γράφουμε καὶ μιλοῦμε γι᾽ αὐτήν»! 

Ἡ κατάκριση

Ὁ Γέροντας καλλιεργοῦσε συνεχῶς τὸ ταπεινὸ φρόνημα καὶ πρόσεχε τὴν κάθε λεπτομέρεια, οὕτως ὥστε νὰ μὴν διολισθήσει  στὴν κατάκριση. Δὲν ἐπέτρεπε νὰ κρίνουμε  κανέναν καὶ τίποτα! Γιὰ παράδειγμα, ἂν  λέγαμε ἀκόμα καὶ καλοπροαίρετα, ὅτι ὁ  Κώστας εἶναι καλός, ἀλλὰ εἶναι φαλακρός,  θὰ ἔλεγε ἀμέσως· «Ὡραία ἡ φαλάκρα, ὡραία  ἡ φαλάκρα»! Καὶ μᾶς ἔλεγε συχνά· «Ὅποιος  κατακρίνει, νὰ περιμένει σαρκικὸ πειρασμό. Ἂν δὲν ἔλθει σαρκικὸς πειρασμός, σημαίνει τὸν ἐγκατέλειψε τελείως ὁ Θεός». Ἐπέμενε νὰ  προσέχουμε τὸν νοῦ μας. Μὲ συμβούλευε· «Νὰ παρακολουθεῖ ὁ νοῦς πότε κατέκρινες,  εἴτε ἐσωτερικά, εἴτε ἐξωτερικά. Κι ἂν τὸ ἔκανες, ἀμέσως νὰ λές· ‘‘Συγχώρα με, Χριστέ  μου’’! Ἀμέσως. Γρήγορο νοῦ. Ὄχι τεμπέλικο  νοῦ. Ὄχι δικαιολογίες. Νὰ βλέπεις ὅσο  γίνεται πιὸ γρήγορα τὴν ἁμαρτία ποὺ κινεῖται μέσα σου. Εἴτε ὡς λογισμό, εἴτε ὡς ἐπιθυμία. Καὶ ἀμέσως νὰ μετανοεῖς». 

Θυμᾶμαι, πήγαμε στὸ Λονδίνο γιὰ νὰ δοῦμε τὸν ὅσιο Σωφρόνιο τοῦ Ἔσσεξ. Ἐγώ,  σπουδαγμένος δικηγόρος, ἤμουν πάντα  ἕτοιμος νὰ κρίνω τὰ πάντα, νὰ ψηλαφήσω  τὰ πάντα. Ἔβλεπα τὸ Λονδίνο. Καταχνιά. Ἔλεγα: «Παναγία μου, αὐτὸ τὸ Λονδίνο, ὅλο ὁμίχλη. Πῶς ἦλθαν ἐδῶ οἱ Κύπριοι νὰ ζήσουν;  Καταχνιά, καλέ». «Ὡραῖο τὸ Λονδίνο,  ὡραῖο τὸ Λονδίνο, ὡραῖο τὸ Λονδίνο»,  ἔλεγε ὁ Γέροντας. Ποῦ νὰ τολμήσω ἐγὼ νὰ ξαναπῶ ὅτι ἔχει καταχνιά. «Ψυχροί,  αὐτοὶ οἱ Ἐγγλέζοι ποὺ εἶναι, ρὲ Γέροντα,  ψυχροί! Τοὺς ἐπηρέασε τὸ κλίμα». «Ὡραῖοι οἱ Ἐγγλέζοι, ὡραῖοι οἱ Ἐγγλέζοι, ὡραῖοι οἱ Ἐγγλέζοι. Τί ὡραῖοι ποὺ εἶναι οἱ Ἐγγλέζοι! Μ᾿ ἀρέσει νὰ εἶμαι στὴν Ἀγγλία. Τί ὡραία ποὺ εἶναι ἡ Ἀγγλία». Ποῦ τολμοῦσα νὰ πῶ ξανὰ γιὰ τοὺς Ἐγγλέζους; 

«Τὶ ὡραῖος ὁ καύσωνας, Χριστέ μου»!

Μιὰ ἄλλη φορά, ἤμασταν στὸ Λοιμωδῶν,  κι ἑτοιμαζόμασταν νὰ κάνουμε Ἀκολουθία.  Ἐνῶ ἦταν μήνας Σεπτέμβρης, εἶχε μεγάλο  καύσωνα. Ἐγώ, ἄρχισα νὰ γκρινιάζω καὶ νὰ  λέω, «οὔφ, πολὺ ζέστη, πολὺς καύσωνας, Γέροντα, πά, πά, πά… Σεπτέμβρη καιρό, λὲς καὶ εἶναι Κύπρος. Πῶς ἦλθε ἐδῶ ὁ καιρὸς στὴν Ἀθήνα ἔτσι; Καύσωνας,  πολὺς καύσωνας»! Κι ἀρχίζει ὁ Γέροντας  νὰ γελᾶ γιὰ πολλὴ ὥρα. Καὶ τοῦ λέω, «Τί γελᾶς»; «Μωρέ, ὡραῖος καύσωνας, ὡραῖος  ὁ καύσωνας, ὡραῖος ὁ καύσωνας… Τί ὡραῖος καύσωνας! Πόσο ἀναγκαῖος εἶναι  ὁ καύσωνας! Ὅλα χρειάζονται. Τί ὡραῖος  ὁ καύσωνας! Χριστέ μου, ὅ,τι θέλεις Ἐσύ.  Καύσωνα, καύσωνα, λιοπύρι, λιοπύρι, βροχές, βροχές! Ὡραῖος ὁ καύσωνας». Τοῦ  λέω· «Λὲς συνεχῶς ὡραῖο τὸ ἕνα, ὡραῖο τὸ ἄλλο, ὡραῖος ὁ καύσωνας…». Καὶ μοῦ  λέει· «Ξέρεις, ἔχει συνηθίσει τὸ μυαλό σου  νὰ κρίνει. Ἅμα θὲς νὰ σταματήσεις νὰ  κρίνεις, ξεκινᾶς νὰ μὴν κρίνεις τὰ κακά. Ἅμα ἀρχίσεις ἔτσι, τὸ ἕνα σοῦ μυρίζει τὸ ἄλλο σοῦ βρωμᾶ, τὸ ἄλλο σὲ δυσκολεύει, μετὰ θὰ μὲ κατακρίνεις κι ἐμένα. Θὰ συνηθίσει  ὁ νοῦς, παιδί μου. Γι᾿ αὐτό, συνεχῶς βλέπε  τὴν ὡραία πλευρὰ τῶν πραγμάτων». Καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο αὐτὸς ὁ ἅγιος ἄνθρωπος σοῦ μάθαινε τὸ ἀκατάκριτο, νὰ μὴν κρίνεις  κανέναν καὶ κανένα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ δὲν σοῦ ἀρέσουν. 

«Ἅγιο θὰ τὸν κάνει ὁ Θεὸς ὅταν πεθάνει»

Ἐπίσης, δὲν τοῦ ἄρεσε νὰ παινεύουμε τοὺς ζωντανούς. Νὰ λέω, τί καλὸς παπᾶς ποὺ εἶναι ὁ τάδε ἢ ὁ δεῖνα ἱερέας. «Ὄχι,  καλὸς εἶναι, ἀλλὰ ὄχι πολὺ καλός», ἔλεγε.  Ἐνῶ τοῦ ἄρεσε νὰ βλέπουμε τὰ θετικά, δὲν τοῦ ἄρεσε τὸ παίνεμα. Τὸ θεωροῦσε ἀρχὴ  κατάκρισης καὶ ἀπροσεξία. Δηλαδή, ἂν τοῦ ἔλεγες, «ἅγιος ἄνθρωπος ὁ Πορφύριος», σοῦ  θύμωνε. «Καλά. Δὲν εἶπα, Γέροντα, ὅτι εἶναι  κακός. Εἶπα ὅτι εἶναι ἅγιος». «Εἶναι ἕνας καλὸς παπᾶς», σοῦ ἔλεγε. «Ἅγιο θὰ τὸν κάνει  ὁ Θεὸς ὅταν πεθάνει. Ἐμεῖς, γιατί νὰ μποῦμε στὴν κρίση τοῦ Θεοῦ νὰ κρίνουμε ὅτι εἶναι ἅγιος»; Αὐτὴ ἦταν ἡ ἀκρίβεια τοῦ λόγου ποὺ εἶχε ὁ Γέροντας Εὐμένιος. «Ἅμα συνηθίσεις  νὰ κρίνεις τὰ καλά, μετὰ θὰ ἀρχίσεις νὰ λὲς καὶ γιὰ τὰ κακὰ τοῦ ἄλλου». Ἕνα μάθημα τὸ ὁποῖο δὲν τὸ ἔμαθα ἀκόμα, παρόλο ποὺ εἶχα ἐξομολόγο τέτοιο ἀκατάκριτο Γέροντα.  

«Σὲ εὐχαριστῶ ποὺ μοῦ ἔφερες αὐτὴ τὴ βρυσομάνα τῆς Κρήτης καὶ τοῦ Ἁγίου  Πνεύματος»

Θυμᾶμαι, τὴν ἴδια χρονιὰ ποὺ γνώρισα  τὸν Γέροντα, ἤδη ἐπισκεπτόμουν καὶ τὸν ὅσιο Πορφύριο στὸν Ὠρωπό. Σὲ μία ἀπὸ τὶς ἐπισκέψεις μου στὸν ὅσιο, γυρίζει καὶ μοῦ  λέει· «Μωρέ, πολὺ εὐνοημένος εἶσαι ἀπὸ τὴν  Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ἐγὼ ἀδικήθηκα». «Κύριε  ἐλέησον, ἐσὺ ἀδικήθηκες», τοῦ εἶπα, «ποὺ σοῦ ἔδωσε τόσα χαρίσματα ἀπὸ παιδί»; «Ἐσὺ ἔχεις δύο βρύσες νὰ πίνεις νερό, ἐνῶ ἐγὼ δὲν ἔχω καμμιά. Ἔχεις δύο Πνευματικούς,  ἕνα τὸν Ἰάκωβο στὴν Εὔβοια καὶ ἕνα κάτω,  καὶ ἐγὼ νὰ μὴν ἔχω κανέναν». Τοῦ λέω· «Τί νὰ κάνουμε; Θέλεις κανέναν νὰ ᾿ρθεῖ ἐδῶ»; «Ναί! Θέλω νὰ κανονίσεις, νὰ μοῦ  φέρεις ἕναν ἀπὸ τοὺς δύο, νὰ ἐξομολογηθῶ.  Δὲν ἔχω, παιδί μου, ἄνθρωπο»! «Γέροντα,  τόσος κόσμος ἔρχεται κοντά σου. Εἶσαι  ὁ πρύτανης τῶν Γερόντων». «Εἶμαι»! Δὲν εἶπε, «δὲν εἶμαι». Ποῦ νὰ πεῖς τοῦ Γέροντα  Εὐμένιου, εἶσαι ὁ πρύτανης τῶν Γερόντων.  Κινδύνευες μὲ ἀποκεφαλισμό! Ἐνῶ ὁ Γέρο  Πορφύριος εἶπε· «Εἶμαι, ἀλλὰ θέλω καὶ ἐγὼ ἕναν ἄνθρωπο νὰ μιλᾶ τὴ γλῶσσα μου, ρὲ Ὅμηρε. Νὰ μοῦ φέρεις ἕναν ἄνθρωπο»! Τοῦ  λέω· «Κοίταξε. Ὁ Ἰάκωβος εἶναι ἀδύνατον νὰ ἔρθει. Ἔχει βηματοδότη, εἶναι ἄρρωστος,  δὲν μπορεῖ. Ἀλλά, τοῦ λέω, ὁ Εὐμένιος εἶναι πολὺ καλὰ στὴν ὑγεία του, εἶναι καὶ νέος, ἀλλὰ θὰ δεχτεῖ»; «Ἐσὺ πές  Πάω ἐγὼ στὸν Γέροντα Εὐμένιο καὶ τοῦ  λέω· «Γέροντα, μοῦ εἶπε ὁ Γέρο Πορφύριος,  ὅτι θέλει νὰ ἐξομολογηθεῖ». «Ἔ!, ποιός θὰ ἐξομολογήσει τὸν Πορφύριο»; «Ἐσύ, μοῦ εἶπε». «Φρόντισε ἐσὺ ἕνα αὐτοκίνητο νὰ φέρεις καὶ μετὰ τὴ Λειτουργία τῆς Κυριακῆς, θὰ  φύγουμε ἀμέσως γιὰ τὸν γέρο Πορφύριο».

Πᾶμε, λοιπόν, τὴν Κυριακὴ στὸν ἅγιο Πορφύριο καὶ μὲ τὴ μεγαλύτερη ἁπλότητα ὁ  Γέροντας μπῆκε μέσα στὸ κελλί του καὶ τὸν ἐξομολόγησε. Τί εἴπανε δὲν ξέρω. Βγῆκε ἔξω  κι εἴδαμε ἕνα Γέρο Εὐμένιο «πυρίμορφο»! Τὸ πρόσωπὀ του ἦταν σὰν τὴ φωτιά. Ἐξέπεμπε τῆς φωτιᾶς τὸ φῶς. Ἔμοιαζε μὲ τὸν Μωυσῆ, ποὺ ὅταν κατέβηκε ἀπὸ τὸ Ὄρος Σινᾶ κρατώντας  τὶς Δέκα Ἐντολές, ἦταν τόσο λαμπερὸ τὸ  πρόσωπό του, ποὺ οἱ Ἑβραῖοι τοῦ ἔβαλαν ἕνα  μαντήλι μπροστά του γιὰ νὰ μποροῦν νὰ τὸν  βλέπουν, γιατὶ τοὺς τύφλωνε ἡ λάμψη ποὺ ἐξέπεμπε. Ἔτσι αἰσθανθήκαμε βλέποντας τὸν  Γέροντα ἐκείνη τὴν εὐλογημένη ἡμέρα. Τὸ  μόνο ποὺ εἶπε, «ἔλα ἐσύ». Πῆγα κοντά του. «Τί χτίζουν ἐδῶ»; Τοῦ λέω, «χτίζουν ἡσυχαστήριο». «Χρήματα θὰ  θέλει», μοῦ λέει. Βλέπετε ἁπλότητα. Χτίζει  ὁ ἄλλος, τί θέλει; Χρήματα θέλει νὰ χτίσει.  Καὶ βάζει τὸ χέρι του, κι ὅσα εἶχε μέσα στὴν  τσέπη του, ψιλά, χοντρὰ μοῦ τὰ ἔδωσε.  «Πάρ᾿ τα καὶ δός του τα». Καὶ μόλις τὰ πῆγα ἐκεῖ στὸ κρεββατάκι τοῦ ἁγίου Πορφυρίου,  μοῦ λέει: «Σὲ εὐχαριστῶ ποὺ μοῦ ἔφερες αὐτὴ τὴ βρυσομάνα τῆς Κρήτης καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ἐγὼ νὰ ξεδιψάσω. Καὶ μοῦ εἶπε καὶ κάτι ἄλλα προσωπικά».

Νὰ ζητᾶμε τοῦ Χριστοῦ μεγάλα καὶ ὡραῖα πράγματα

Ὁ Γέρο Εὐμένιος συμβούλευε ὅτι πρέπει  συνεχῶς νὰ ζητοῦμε τοῦ Χριστοῦ μεγάλα  καὶ ὡραῖα πράγματα. Μοῦ ἔλεγε· «Μέχρι  νὰ βγεῖ ἡ ψυχή σου ἀπὸ τὸ σῶμα σου, νὰ προσεύχεσαι· ‘‘Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, δώρησέ  μου πραότητα, ταπείνωση καὶ ἁπλότητα’’».  Ἐπέμενε πολὺ σ᾿αὐτὰ τὰ τρία. Στὴν πραότητα, τὴν ταπείνωση καὶ τὴν ἁπλότητα.  Ἐπίσης, μᾶς ἔλεγε· «Ἐὰν ἔλθει ἀδικία, συκοφαντία ἢ ἀρρώστεια ἐπάνω σου, ἀπὸ τὴ  χαρά σου νὰ πέσεις κάτω». Αὐτὸ τὸ ἔπραξε ὁ ἴδιος, ἀφοῦ, ὅταν τοῦ εἶπαν ὅτι ἔχει  λέπρα, ἀπὸ τὴ χαρά του ἔπεσε κάτω ἀπὸ τὸ  κρεββάτι. Κι ὁ λόγος; Ὅπως ἔλεγε ὁ ἴδιος,  «μεγάλη ἀρρώστεια, μεγάλος σταυρός.  Μεγάλος σταυρός, μεγάλη ἀνάσταση».  Καὶ κάτι τελευταῖο πολὺ σημαντικό, ποὺ μᾶς ἔλεγε ὁ Γέροντας συχνά: «Γιὰ νὰ μὴν ἀλλάζω καὶ νὰ ἔχω συνέχεια τὰ ἴδια λάθη,  ὁπωσδήποτε Σὲ θέλω Χριστέ μου, ἀλλὰ Σὲ  θέλω λίγο. Θέλω νὰ Σὲ θέλω πιὸ πολύ». 

Ἀδελφοί μου, ἀσχοληθεῖτε κι ἐσεῖς μὲ τὰ  θέλω σας. Παρακολουθεῖτε τὶς ἐπιθυμίες σας,  ὥστε νὰ εἶναι κατὰ Θεόν, ἐνῶ πολεμεῖτε τὰ ἁμαρτωλὰ καὶ ἐμπαθή σας θελήματα. Μὴ δικαιολογεῖτε τὰ πάθη σας. Πολεμεῖστε τα μὲ τὸ παντοδύναμο ὄνομα τοῦ Χριστοῦ: «Κύριε  Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με». «Ὑπεραγία Θεοτόκε, βοήθει μοι. Σκέπε ἡμᾶς. Σῶσον ἡμᾶς».  «Ἅγιε τοῦ Θεοῦ Εὐμένιε, βοήθησόν με». Ἔτσι ἀλλάζει ὁ ἄνθρωπος: Μὲ τὶς πρεσβεῖες τῶν ἁγίων, τὴν ἐπίμονη προσευχή, τὸν συνεπὴ πνευματικὸ ἀγώνα, τὴ μετάνοια, ποὺ ἑλκύουν τὴ σωστικὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ.

Εὐχέτης πρὸς Κύριον
† Ὁ Μόρφου Νεόφυτος

Γερόντισσα Γαλακτία (+ 20 Μαΐου 2021)

Παραμυθία μὲ τὴν ὁσία Γερόντισσα Γαλακτία τῆς Κρήτης

Ὁμάδα προσκυνητῶν ψαλτῶν μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν Πρωτοψάλτη τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου κ.  Μάριο Ἀντωνίου  ἀπὸ τὴν Κύπρο στὸ κελλάκι τῆς ὁσίας Γερόντισσας Γαλακτίας ποὺ κοιμήθηκε στὶς 20 Μαΐου 2021, ψάλει ὡραιότατους ὕμνους στὴ Γιαγιά, δίπλα της ὁ φύλακας ἄγγελός της, π.  Ἀντώνιος (18.3.2018).

Ένα περιστατικό που δείχνει την μητρικότητα, την φιλανθρωπία και την διάκριση της Γερόντισσας Γαλακτίας

Ήταν αρχές της δεκαετίας του 2010. Ένας πνευματικός αδελφός λόγω που έχουμε κοινό πνευματικό πατέρα τον π. Αντώνιο, νέος στην ηλικία, έπεσε σε ένα σοβαρό αμάρτημα. Δυσκολευόταν να το εξομολογηθεί. Ποτέ δεν φοβηθήκαμε τον Γέροντά μας αλλά σκεφτόμαστε καμιά φορά την λύπη που θα του προκαλέσουμε με τις αμαρτίες μας. Έπεσε σε τέτοιους δισταγμούς ο αδελφός, πάλευε με τους λογισμούς του και τελικά μπόρεσε να πάει μέχρι το σπίτι της Γερόντισσας. Ήταν απόγευμα. Καθόταν μόνη της, στο σημείο που πάντα καθόταν. Μόλις τον είδε, του είπε: «έλα! Πάρε μια καρέκλα και κάθισε απέναντί μου. Να ακουμπήσουν τα γόνατά σου τα δικά μου γόνατα». Έπραξε το παλληκάρι όπως του είπε. Όταν ενώθηκαν τα γόνατά τους, διοχετευόταν μια ενέργεια από πάνω της πάνω στο παλληκάρι με σημείο αναφοράς την καρδιά του! Και ενώ μέχρι τότε είχε απελπισία και φοβία θανάτου, γέμισε, φούσκωσε η καρδιά του από αυτή την ενέργεια και ζούσε χαρά, ενθουσιασμό, παράδεισο! Χωρίς να ανταλλάξουν δεύτερη λέξη, πήρε το χέρι του παλληκαριού η γιαγιά, το έβαλε πάνω στα πόδια της και το χάιδευε…ταυτόχρονα τον κοίταζε σιωπηλά στα μάτια και τα δικά της μάτια έτρεχαν βρύσες τα δάκρυα. Άρχισε το παλληκάρι να κλαίει ήρεμα και ασταμάτητα. Κράτησε αυτό κάποια ώρα. Έπειτα έπεσε ο νεαρός πάνω στην αγκαλιά της Γερόντισσας και ξέσπασε σε λυγμούς. Την ώρα που ήταν έτοιμος να φωνάξει με ασυγκράτητο ενθουσιασμό «Ζει Κύριος ο Θεός», γιατί η καρδιά του ήταν έτοιμη να εκραγεί από τη θεϊκή δύναμη, την παραδεισένια ευφροσύνη, του είπε με τον ίδιο πανηγυρικό τόνο η γιαγιά: «Στο Ιερό του Άη Γιώργη (στην κεντρική Εκκλησία της Πόμπιας) είναι και γλάκα (τρέξε)». Χωρίς να σκεφτεί ποιος είναι στο Ιερό του Άη Γιώργη και γιατί τον στέλνει η γιαγιά, άρχισε να τρέχει με ενθουσιασμό. Όντως! Έφυγε με άλλη δύναμη, με άλλη διάθεση ο νεαρός. Εκεί συνάντησε τον πνευματικό του τον π. Αντώνιο και κατάλαβε γιατί του είπε να τρέξει να τον συναντήσει. Εξομολογήθηκε με θάρρος και αντιμετώπισε την συνηθισμένη πατρική στοργή του πνευματικού μας. Έπειτα, του διηγήθηκε αυτά που είχαν προηγηθεί. Απόρησε ο π. Αντώνιος πώς γνώριζε ότι ήταν στην Εκκλησία αφού δεν την είχε ειδοποιήσει… «Φαντάσου Γέροντα, απάντησε, την έκπληξη τη δική μου, που ήξερε τα πάντα για μένα όταν πήγα σπίτι της, χωρίς να πω το παραμικρό». Αυτή ήταν η γιαγιά μας η Γαλακτία! Ωκεανός αγάπης, διάκρισης, στοργής και σιωπηλής διδαχής. Και τόσων άλλων αγίων ιδιοτήτων που δεν απαριθμούνται.
 
Κάποτε την βρήκαμε στο σπιτάκι της, μόνη να κρατάει το κεφάλι και να αναστενάζει. Ρωτήσαμε τί συμβαίνει και είναι τόσο στενοχωρημένη. Απάντησε με σχετική δυσκολία: «προσεύχομαι παιδί μου και μου φαίνεται πως χύνω αίμα για όλο τον κόσμο που έζησε και ζει πάνω στη γη! Μου φαίνεται πως φταίω εγώ για όλα τα κακά που γίνονται και ζητώ έλεος από το Θεό για εμένα και τους άλλους που παίρνουνε από εμένα την κακοσύνη των αμαρτιών μου! Λέω <παράτεινον Κύριε το έλεός Σου…μην επιτρέψεις δοκιμασίες…παράτεινον…παράτεινον…παράτεινον…> όμως, έρχεται απάντηση εδώ μέσα (έδειξε την καρδιά). Στο βάθος, βάθος…ολόκληρη νοιώθω την πληροφορία του Θεού από την κεφαλή μέχρι τα νύχια των ποδιών…όλα πάνω μου (οι αισθήσεις) γίνονται ένα… Απάντησε ότι αιματοκυλίστηκε η γη από τις εκτρώσεις, από τα χάπια που σκοτώνουν τα παιδάκια (αντισυλληπτικά) και τα μηχανήματα που βάζουν στα σπλάχνα τους οι γυναίκες και σκοτώνουν τα καημένα τα αγέννητα παιδάκια, όταν γίνονται μικρά μικρά σποράκια στην κοιλιά της μάνας τους (σπιράλ). Είπε ακόμη η απάντηση του ουρανού, πως έχουν καλιά (καλύτερα) οι άνθρωποι τις ανωμαλίες που κάνουν από το ψωμί που τρώνε! Είναι και οι κίναιδοι (ομοφυλόφιλοι) και τα πλιά πολλά ζευγάρια που τα κάνουνε αυτά… είναι ικανοί να μαχαιρώσουνε όποιο τοσε πει την αλήθεια! Εμαγάρισε το αίμα των αθρώπων! Εβρώμισε ο γάμος η πηγή της κοινωνίας. Γι’ αυτό θα περάσομε πόνους αβάσταχτους για να ξαναγενούμε άθρωποι και να ξεμαγαρίσομε… Αυτά έλεγε το γράμμα (μήνυμα, επιστολή) που ήρθε από πάνω (από τον Θεό). Είναι να μη λυπάσαι παιδί μου….».
 
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΑΣΟΥΡΑΚΗΣ