Αρχική Blog Σελίδα 412

Ἡ ἐμπειρία τοῦ Πρωτοσύγκελου τῆς Ἱ. Μ. Μόρφου Ἀρχιμ. Φωτίου μὲ τοὺς σύγχρονους ἁγίους Γέροντες (14.06.2022)

Ἡ ὁμιλία τοῦ Πρωτοσύγκελου τῆς Ἱ. Μ. Μόρφου Ἀρχιμανδρίτου κ. Φωτίου Ἰωακεὶμ μὲ θέμα τὴν ἐμπειρία του μὲ τοὺς σύγχρονους ἁγίους Γέροντες, πραγματοποιήθηκε τὴν Τρίτη 14η Ἰουνίου 2022 στὸν Ἱ.Ν. Ἁγίου Γεωργίου Ροτόντας, μετόχι τῆς Ἱ.Μ. Ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Κτήτορος Ἁγίου Ὄρους.

Πηγή: Τέκνα Ἁγίων Δημητρίου, Γεωργίου καὶ Πορφυρίου

Ὄρθρος καὶ Θεία Λειτουργία τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, στὴν Ἱ. Μ. Ἁγίου Νικολάου (13.06.2022)

Οἱ ἀκολουθίες τοῦ Ὄρθρου καὶ τῆς Θείας Λειτουργίας τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τελέσθηκαν τὴ Δευτέρα 13 Ἰουνίου 2022 στὴν πανηγυρίζουσα ἱερὰ μονὴ Ἁγίου Νικολάου παρὰ τὴν Ὀροῦντα τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου, χοροστατοῦντος τοῦ Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου. Κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία ὁ Πανιερώτατος προχείρισε τὸν ἐφημέριο τῆς Μονῆς π. Μάριο Φιλίππου σὲ Οἰκονόμο.

Ψάλλουν ὁ Πανιερώτατος καὶ οἱ ἱεροδιακόνοι τῆς Ἱ. Μ. Μόρφου π. Ἐλπίδιος καὶ π. Εὐμένιος καὶ χορὸς ψαλτῶν

Βίος καὶ μαρτύριο τοῦ ἁγίου ἐνδόξου ἱερομάρτυρος Φιλωνίδη, ἐπισκόπου Κουρίου* (17/6)

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ

Ὁ ἅγιος Φιλωνίδης ἄκμασε κατὰ τὸν 3ο καὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ 4ου αἰώνα καὶ γιὰ τὸν ἐνάρετο βίο του χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος τῆς σπουδαίας ἀρχαίας πόλης τοῦ Κουρίου, ποὺ βρίσκεται στὰ νότια παράλια τῆς Κύπρου, μεταξὺ τῶν πόλεων Λεμεσοῦ καὶ Πάφου.

Σύμφωνα μὲ τὶς σωζόμενες ἁγιολογικὲς πηγές, κατὰ τὶς ἀρχὲς τοῦ Μεγάλου Διωγμοῦ ἐναντίον τῶν χριστιανῶν, ποὺ κήρυξαν στὴν Ἀνατολὴ ὁ αὐτοκράτορας Διοκλητιανὸς μὲ τὸν Καίσαρα Γαλέριο στὶς 23 Φεβρουαρίου 3031 , ὁ ἅγιος συνελήφθη γιὰ τὴν πίστη του στὸν Χριστό, ὅπως καὶ πολλοὶ ἄλλοι κληρικοὶ τῆς Κύπρου, καὶ ἐγκλείσθηκε στὴ φυλακή, προφανῶς στὴν τότε πρωτεύουσα τῆς νήσου Σαλαμίνα. Ἡγεμόνας (praeses) τῆς Κύπρου καὶ ἐκτελεστὴς τῶν σχετικῶν τοῦ διωγμοῦ αὐτοκρατορικῶν διατάξεων ἦταν τότε ὁ γνωστὸς ἀπὸ τὰ μαρτύρια καὶ ἄλλων Κυπρίων μαρτύρων Σαβῖνος (Antistius Sabinus [293-305]).

Μέσα στὴ φυλακὴ ὁ Φιλωνίδης εἶχε συγκρατούμενους γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, μεταξὺ ἄλλων, καὶ τοὺς Ἀριστοκλῆ πρεσβύτερο, Δημητριανὸ διάκονο καὶ Ἀθανάσιο ἀναγνώστη, ποὺ κατόπιν μαρτύρησαν, καθὼς καὶ τὸν ἐπίσκοπο στὴν Κύπρο Ἀρίστωνα, ἄγνωστο ποιᾶς πόλης ποιμένα, ὁ ὁποῖος τελικὰ ἐπέζησε τοῦ μαρτυρίου, ἀπελευθερώθηκε καὶ συνέγραψε τὸ Μαρτύριο τοῦ ἁγίου Φιλωνίδου καί, πιθανώτατα, καὶ τῶν ὡς ἄνω τριῶν μαρτύρων. Νὰ ἐπισημάνουμε ἐδῶ ὅτι, ἐφόσον ἦσαν κρατούμενοι οἱ δύο αὐτοὶ ἐπίσκοποι στὴ φυλακή, ὅπως προφανῶς καὶ ἄλλοι ἐπίσκοποι τῆς νήσου, καθὼς καὶ οἱ ἀνωτέρω τρεῖς κληρικοί, σημαίνει ὅτι εἶχε ἤδη ἐφαρμοσθεῖ καὶ τὸ 2ο ἔδικτο (edictum) διωγμοῦ τῶν ἰδίων αὐτοκρατόρων (θέρος 303), ποὺ διέταζε τὴ σύλληψη καὶ φυλάκιση ὅλων τῶν ἐπισκόπων καὶ κληρικῶν.

Δὲν παρῆλθαν πολλὲς ἡμέρες μετὰ τὴ μαρτυρικὴ τελείωση τῶν ὡς ἄνω τριῶν μαρτύρων, Ἀριστοκλέους πρεσβυτέρου καὶ τῶν σὺν αὐτῷ (ποὺ πιθανώτατα χρονολογεῖται στὶς 23 Ἰουνίου τοῦ 303), καὶ ὁ ἡγεμόνας2  ἀπέστειλε διαταγή, ὅπως οἱ εὑρισκόμενοι ἐγκλεισμένοι στὴ φυλακὴ χριστιανοὶ βιάζονται καὶ ἀτιμάζονται παρὰ τὴ φύση ἀπὸ ἀκόλαστους ἀνθρώπους. Ἀφοῦ ὁ Φιλωνίδης πληροφορήθηκε τοῦτο, λυπήθηκε πάρα πολύ, μὴ θέλοντας νὰ μιανθεῖ μέσῳ μιᾶς τέτοιας βδελυκτῆς πράξης, καὶ ἔλαβε τὴ μεγάλη ἀπόφαση νὰ θυσιάσει τὴ ζωή του, γιὰ νὰ τηρήσει τὴν ἁγνότητα καὶ παρθενία τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος. Βρῆκε λοιπὸν τὴν κατάλληλη εὐκαιρία καὶ ἀνῆλθε σὲ κάποιο τόπο ὑψηλὸ καὶ ἀπόκρημνο, ἐκεῖ ποὺ βρισκόταν ἀποκλεισμένος καί, ἀφοῦ περιέδεσε τὴν κεφαλή του μὲ μανδήλιο καὶ κάλυψε τὸ πρόσωπό του μὲ τὸ ἔνδυμά του3 , ἔκλινε τὰ γόνατα καὶ προσευχήθηκε γιὰ ἀρκετὴ ὥρα. Κατόπιν, ἔριξε τὸν ἑαυτό του ὄρθιο κάτω ἀπὸ τὸ ὑψηλὸ ἐκεῖνο καὶ ἀπόκρημνο μέρος. Ἀλλά, πρὶν ὑποστεῖ τὴν ἀπὸ τὴν πτώση ὀδύνη καὶ ἐνῶ ἔπεφτε, παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὰ χέρια τοῦ Κυρίου.

Μετὰ τὴ μαρτυρικὴ αὐτὴ τελείωση τοῦ Φιλωνίδου, ἐνῶ ὁδοιποροῦσαν κάποιοι σὲ ἀρκετὴ ἀπόσταση ἀπὸ τὴν πόλη (τῆς Σαλαμῖνος) καὶ διευθύνονταν πρὸς αὐτή, ἐμφανίσθηκε σ᾽ αὐτοὺς ὁ ἅγιος, τρέχοντας μπροστά τους, φέροντας νικητικὸ στεφάνι στὴν κεφαλὴ καὶ ἀλειμμένος μὲ εὐωδέστατα μύρα καί, κρατώντας βαΐο νίκης στὸ χέρι, ἀναφωνοῦσε: «Σὲ εὐχαριστῶ, Χριστέ μου, γιατὶ μὲ τὴ βοήθειά σου ἔχω νικήσει, καὶ ἀπὸ ἐπίγεια πύλη μὲ ἀνέβασες στὶς εἰσόδους τῶν οὐρανίων πυλῶν». Ὅταν δὲ οἱ ἐν λόγῳ ὁδοιπόροι ἔφθασαν πλησίον τῆς πόλης, ὁ ἅγιος χάθηκε ἀπὸ μπροστά τους. Κι ἀφοῦ ἔφθασαν στὸ σημεῖο, ὅπου κειτόταν τὸ μαρτυρικό του σῶμα, τὸν ἀναγνώρισαν. Οἱ εἰδωλολάτρες, μόλις πληροφορήθηκαν τὸ γεγονός, ἔβαλαν τὸ τίμιο λείψανο σ᾽ ἕνα σάκκο καὶ τὸ ἔριψαν στὴ θάλασσα. Ἀλλά, μὲ θεϊκὸ πρόσταγμα, τὸ ἅγιο λείψανο βγῆκε σῶο καὶ ἀκέραιο στὴν ξηρά. Ἄγγελος δὲ Κυρίου ἐμφανίσθηκε στὸν πρεσβύτερο τῆς πόλης καὶ τοῦ ἀποκάλυψε ποῦ βρισκόταν τὸ σῶμα τοῦ μάρτυρος, προστάζοντας νὰ τὸ κηδεύσει μὲ τὶς ἁρμόζουσες τιμές, πράγμα ποὺ ἔκανε.

Ἡ ἡμέρα μνήμης τοῦ ἁγίου Φιλωνίδου στὴ χειρόγραφη παράδοση ἔχει ἀρκετὴ διάδοση, ἀλλὰ καὶ ποικίλλει. Μαρτυροῦνται οἱ ἑξῆς ἡμέρες: 17η Ἰουνίου, 18η Ἰουνίου, 30ὴ Ἰουνίου, 29η Αὐγούστου, 30ὴ Αὐγούστου καὶ 31η Αὐγούστου.

Ἐφόσον κατὰ τὴ μαρτυρία τῶν ἀνωτέρω ἐπιτόμων συναξαρίων τοῦ ἁγίου Φιλωνίδου τὸ μαρτυρικό του τέλος ἐπισυνέβηκε ὄχι πολὺ καιρὸ μετὰ τὸ μαρτύριο τῶν τριῶν συγκρατουμένων του Ἀριστοκλέους πρεσβυτέρου καὶ τῶν σὺν αὐτῷ, τῶν ὁποίων ἡ μνήμη τιμᾶται στὶς 23 Ἰουνίου, πιθανώτατη ἡμέρα τῆς μαρτυρικῆς τους τελείωσης (δὲν μαρτυρεῖται ἄλλη ἡμέρα μνήμης τους), τότε εἶναι πολὺ πιθανὸν ἡ ἡμέρα τελείωσης τοῦ ἁγίου Φιλωνίδου νὰ εἶναι μία ἀπὸ τὶς ἀνωτέρω μαρτυρούμενες τελευταῖες ἡμέρες τοῦ μηνὸς Αὐγούστου (29, 30, 31).

Σύμφωνα μὲ τὴ μαρτυρία τῶν συναξαρίων τοῦ ἁγίου Φιλωνίδου, τὸ σῶμα του, τὸ ὁποῖο ἀρχικὰ ἀναγνωρίσθηκε ἀπὸ ὁδοιπόρους, ποὺ τὸ βρῆκαν λίγο μετὰ τὸ μαρτυρικό του τέλος, τοποθετήθηκε ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες σὲ σάκκο καὶ ρίχθηκε κατόπιν στὴ θάλασσα, γιὰ νὰ ἐξέλθει στὴ συνέχεια, μὲ θεϊκὸ πρόσταγμα, σῶο καὶ ἀκέραιο στὴν ξηρά. Ἄγγελος δὲ Κυρίου ἐμφανίσθηκε στὸν πρεσβύτερο τῆς πόλης καὶ τοῦ ἀποκάλυψε ποῦ βρισκόταν τὸ σῶμα τοῦ μάρτυρος, προστάζοντας νὰ τὸ κηδεύσει μὲ τὶς ἁρμόζουσες τιμές, πράγμα ποὺ ἔκανε. Δὲν ὑπάρχουν μαρτυρίες γιὰ τὸν χῶρο ταφῆς τοῦ μάρτυρος, ἂν καὶ εἶναι εὔλογο τοῦτο νὰ τάφηκε στὴν περιοχὴ τῆς πόλης τοῦ μαρτυρίου του, Σαλαμῖνος. Δὲν γνωρίζουμε μάλιστα, κατὰ πόσον βρισκόταν ἀποτεθειμένο στὸ κοιμητήριο τῶν μαρτύρων, ποὺ ἀναφέρεται στὸν Βίο τοῦ ἁγίου Ἐπιφανίου τοῦ Μεγάλου (BHG 597). Σήμερα δὲν εἶναι γνωστὰ τεμάχια λειψάνων τοῦ μάρτυρος.

Ἡ παραλιακὴ βασιλικὴ στοὺς πρόποδες τοῦ Κουρίου

Παρὰ τὶς ἀντίθετες ἐνδείξεις τῶν ἁγιολογικῶν κειμένων, ὅτι δηλαδὴ ὁ Φιλωνίδης μαρτύρησε στὴ Σαλαμίνα, θεωρήθηκε ἀπὸ ὁρισμένους4  ὅτι χῶρος μαρτυρίου του ὑπῆρξε τὸ Κούριον, ἡ ἕδρα τῆς ἐπισκοπῆς του. Πέραν τούτου, κάτω ἀκριβῶς ἀπὸ τὸν ψηλὸ λόφο, ἐπάνω στὸν ὁποῖο οἰκοδομήθηκε τὸ ἐντὸς τῶν τειχῶν ἀρχαῖο Κούριο, καὶ πλησίον τῆς θάλασσας ἀνασκάφηκε ἀταύτιστη παλαιοχριστιανικὴ βασιλική, ποὺ ἔχει χαρακτήρα Μαρτυρίου5 . Καταθέτουμε ἐδῶ ὡς ὑπόθεση: Ἆράγε αὐτὴ νὰ σχετίζεται μὲ τὸν ἅγιο Φιλωνίδη καὶ νὰ κτίσθηκε στὴ μνήμη του καὶ σὲ ἀνάμνηση ὅτι εἶχε καταπέσει ἀπὸ ὕψος καὶ ἐκβλήθηκε ἀπὸ τὴ θάλασσα μετὰ τὸ σῶμα του, ἤ, ἀκόμη, νὰ ἦταν ἐκεῖ τὸ σημεῖο πτώσης του, ἐὰν θεωρήσουμε ὅτι πράγματι μαρτύρησε στὸ Κούριο;

Τελευτώντας, ἐπιθυμοῦμε νὰ παραθέσουμε ἕνα θεολογικὸ σχόλιο σχετικὰ μὲ τὸ ἰδιάζον μαρτυρικὸ τέλος τοῦ ἁγίου, ποὺ ὁρισμένοι (ὅπως λ.χ. στὸ Χάκκεττ, Ἱστορία Ἐκκλησίας Κύπρου, τόμ. Β´, σσ. 216-217) ἐξέλαβαν ὡς δῆθεν αὐτοκτονία, θεώρηση ἀνυπόστατη ἀλλὰ καὶ βλάσφημη. Γνωρίζουμε καταρχὴν τὴν αὐστηρότητα τῶν ἱερῶν Κανόνων ἀλλὰ καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς τοποθέτησης καὶ πρακτικῆς ἔναντι τῶν αὐτοχείρων (βλ. λ.χ. τὸν ιδ´ Κανόνα τοῦ ἁγίου Τιμοθέου Ἀλεξανδρείας, ποὺ περιβλήθηκε κανονικὸ κύρος [Ἀγαπίου ἱερομονάχου καὶ Νικοδήμου μοναχοῦ (ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου), Πηδάλιον, Ζάκυνθος 31864, σ. 673]). Τὴν ὄντως ἁγία μαρτυρικὴ ἀπόφαση τοῦ Φιλωνίδου νὰ θυσιάσει τὴ ζωή του γιὰ νὰ διαφυλάξει τὴν ἁγνότητα καὶ παρθενία του ἐπιβράβευσε ἄνωθεν ὁ Θεὸς (ὅπως διαφαίνεται καὶ στὴν ἐφεξῆς θαυμαστὴ μεταθανάτια ἐμφάνειά του) καὶ ἐπικύρωσε ἡ Ἐκκλησία μας, διακηρύσσοντας ἐπισήμως τὴν ἁγιότητά του καὶ κατατάσσοντάς τον στὸ Ἁγιολόγιό της. Ἐξάλλου δὲν ἀποτελεῖ τὴ μόνη περίπτωση τέτοιου εἴδους μαρτυρικοῦ τέλους. Ἁπλῶς ὑπενθυμίζουμε δύο ὁμοιότατα ἔξοχα παραδείγματα, τῶν ἁγίων παρθενομαρτύρων Βερνίκης καὶ Προσδόκης καὶ τῆς μητέρας τους Δομνίκης (ἡμέρα μνήμης τους ἡ 4η Ὀκτωβρίου· βλ. SynEcclCon 106) καὶ τῆς ἁγίας παρθενομάρτυρος Πελαγίας τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ (ἡμέρα μνήμης της ἡ 8η Ὀκτωβρίου· βλ. SynEcclCon 120), τὶς ὁποῖες καὶ μὲ λαμπρὰ Ἐγκώμια ἔστεψε ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος (βλ. σχετικὰ στὴν BHG 274 καὶ 1477, ἀντίστοιχα).

***

Ἐπισημειώσεις

*Τὰ στοιχεῖα στὸ παρὸν προέρχονται ἀπὸ τὴ μεταπτυχιακὴ ἐργασία τοῦ γράφοντος, Ἀρχιμανδρίτη Φωτίου Ἰωακείμ, Οἱ ἅγιοι μάρτυρες καὶ ὁμολογητὲς τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου κατὰ τοὺς πρώτους χριστιανικοὺς αἰῶνες (1ος-5ος αἰ.), (ἐκδ.) «Ostracon Publishing», Θεσσαλονίκη 2017, σσ. 347-356.

 1Γιὰ τὴν ὅλη ἐπὶ τοῦ θέματος προβληματικὴ καὶ τὴ συναφὴ βιβλιογραφία βλ. τὴ σχετικὴ ἑνότητα στὴν Εἰσαγωγὴ τοῦ ἀνωτ. ἔργου, καθὼς καὶ τὴν ἑπόμενη ὑποσημείωση.

2Στὰ γνωστὰ δύο συναξάρια τοῦ Φιλωνίδου ἀναγράφεται ὅτι ὁ ἅγιος ἦταν φυλακισμένος γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ Διοκλητιανοῦ βασιλέως καὶ Μαξιμιανοῦ (BHGna 2371h) ἢ Μαξίμου ἡγεμόνος (SynEcclCon 934.19-20, 30 Αὐγούστου). Ἐπίσης καὶ τὸ συναξάριο τῶν Ἀριστοκλέους πρεσβυτέρου καὶ τῶν σὺν αὐτῷ ἀναφέρει ὅτι οἱ ἅγιοι αὐτοὶ μαρτύρησαν κατὰ τὸν διωγμὸ ἐπὶ Μαξιμιανοῦ. Ἐδῶ πιθανὸν νὰ ὑπάρχει καὶ ἀναχρονισμὸς καὶ σύγχυση προσώπων. Σύγχυση, ἐὰν μὲ τὸ Μαξιμιανὸς ἢ Μάξιμος ἡγεμόνας ὑπονοεῖται ὁ Μαξιμίνος Δαΐας (στὶς ἁγιολογικὲς πηγὲς ἐνίοτε συγχέεται ὁ Αὔγουστος τῆς Δύσης Μαξιμιανὸς μὲ τὸν Καίσαρα τῆς Ἀνατολῆς Μαξιμίνο Δαΐα, ἕνεκα τῆς ὁμοιότητας τῶν ὀνομάτων καὶ τοῦ πλησιοχρόνου τῆς βασιλείας τους). Ἀναχρονισμὸς δέ, διότι σ᾽ αὐτὴ τὴν περίπτωση ὁ Μαξιμίνος Δαΐας (Galerius Valerius Maximinus Daia) βασίλευσε στὶς 01.05.305 (-309/310), ὡς Καίσαρας ὑπὸ τὸν Γαλέριο, ἀφοῦ ἤδη παραιτήθηκε τῆς βασιλείας τὴν ἰδία ἡμέρα ὁ Διοκλητιανός, τὸ δὲ πρῶτο ἔδικτό του γιὰ γενικὴ προσφορὰ θυσίας στὰ εἴδωλα ἀπὸ τοὺς ὑπηκόους του ἐξέδωσε τὸ 306 (Εὐσεβίου τοῦ Παμφίλου, Περὶ τῶν ἐν Παλαιστίνῃ μαρτυρησάντων, IX, 2, SC 55, σ. 148· Keresztes, Great Persecution, σ. 384). Πῶς συμβιβάζονται ὅμως οἱ πληροφορίες αὐτές; α. Πιθανὸν ὑπὸ τὸ ὄνομα Μαξιμιανὸς νὰ ὑπονοεῖται ὁ Γαλέριος, ποὺ πράγματι ἔφερε καὶ τοῦτο τὸ ὄνομα (Gaius Galerius Valerius Maximianus), καὶ ποὺ συμβασίλευσε μὲ τὸν Διοκλητιανό, ὡς Καίσαρας τῆς Ἀνατολῆς. β. Ἐὰν μὲ τὰ ὀνόματα Μάξιμος ἢ Μαξιμιανὸς ὑπονοεῖται πράγματι ὁ Μαξιμίνος Δαΐας, τότε ὑπάρχει ἡ ἀνωτέρω σύγχυση, καὶ μεταφέρονται γεγονότα ἀπὸ τὴν ἐποχή του στὴν πλησιόχρονη περίοδο βασιλείας τοῦ Διοκλητιανοῦ. γ. Τέλος, εἶναι πιθανὸν οἱ ἐν λόγῳ μάρτυρες νὰ συνελήφθησαν κατὰ τὶς ἀρχὲς τοῦ Μεγάλου Διωγμοῦ τῶν Διοκλητιανοῦ καὶ Γαλερίου (ἴσως μὲ τὸ 2ο ἔδικτό τους, τὸ θέρος τοῦ 303), καὶ βασανίσθηκαν ἐπὶ ἡγεμόνος τῆς Κύπρου Σαβίνου (293-305), παρατάθηκε ὅμως ἡ παραμονή τους στὶς φυλακὲς τῆς Σαλαμῖνος μέχρι τὴν ἐποχὴ τῶν διωγμῶν ἐπὶ Καίσαρος τῆς Ἀνατολῆς Μαξιμίνου Δαΐα (01.05.305-313· τὸ 309/310-313 αὐτοανακηρύχθηκε Αὔγουστος).

3Προφανῶς ἐδῶ ὁ ἅγιος συνέστειλε νεκρικὰ τὸν ἑαυτό του.

Μὲ πρώτη προφανῶς ἀναφορὰ στὸ Χάκκεττ, Ἱστορία Ἐκκλησίας Κύπρου, τόμ. Β´, σσ. 216-217, ὅπου θεωρεῖται (ὡς αὐτονόητον;) τὸ Κούριον ὡς ὁ τόπος μαρτυρίου τοῦ ἁγίου.

5Βλ. Γκιολές, Χριστιανικὴ Τέχνη, σ. 11 καὶ ὑποσημ. 35 καί, Χρήστου, Δῆμος, «Ἡ παραλιακὴ παλαιοχριστιανικὴ Βασιλικὴ τοῦ Κουρίου», Ἐνατενίσεις, 7 (Ἰανουάριος-Ἀπρίλιος 2009), σσ. 60-65, ὅπου βιβλιογραφία καὶ σχετικὲς φωτογραφίες.

Φωτογραφία Βασιλικῆς: Ἡ παραλιακὴ βασιλικὴ στοὺς πρόποδες τοῦ Κουρίου. Κατὰ τὶς ἀνασκαφικὲς ἐργασίες στὸν χῶρο (1994-1998) βρέθηκε insituλειψανοθήκη, μέσα στὴ νότια πλάγια ἁψίδα. Πρόκειται γιὰ κτιστὴ ὀρθογώνια θήκη, διαστάσεων 40Χ60 ἑκατοστῶν, ἐπενδεδυμένη μὲ μαρμάρινες πλάκες, γιὰ φιλοξενία μικροτέρων λειψανοθηκῶν. Ἡ ἀνέγερση τῆς βασιλικῆς στὸ σημεῖο αὐτὸ ἴσως σχετίζεται μὲ τὸν τρόπο (ἢ καὶ τόπο) μαρτυρίου τοῦ ἱερομάρτυρος Φιλωνίδη, ἐπισκόπου Κουρίου

Ένταξη στο αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας του Αγίου Γέροντος Βησσαρίωνος Αγαθωνίτη (14/06/2022)

Η Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, την Τρίτη 14 Ιουνίου 2022, προχώρησε στην ένταξη στο αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας του Γέροντος Βησσαρίωνα Αγαθωνίτη. Για την σχετική ανακοίνωση, πατήστε εδώ.

π. Ηλίας Μάκος: Μαρτυρίες και πληροφορίες για τον γέροντα Βησσαρίωνα της Μονής Αγάθωνος, που ανακηρύχτηκε Άγιος

Σαράντα ένα και πλέον χρόνια από την κοίμησή του, ο ταπεινός και ελεήμονας ιερομονάχος π. Βησσαρίωνας της Μονής Αγάθωνος στη Φθιώτιδα, ανακηρύχθηκε άγιος από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Είναι αξιοσημείωτο ότι πρώτος μίλησε, το 2006, για την αγιότητά του ο αείμνηστος Μητροπολίτης Φθιώτιδας Νικόλαος.

Είχε σημειώσει χαρακτηριστικά:

«Ο αφανής ιερομόναχος της Ιεράς Μονής Αγάθωνος κατέστη παγκοσμίως γνωστός, παρ’ ότι δεν διέθετε επικοινωνιολόγους, για να τον προβάλλουν, ούτε οργανωμένη ομάδα θαυμαστών. Το αντίθετο μάλιστα. Βρέθηκε στο κέντρο κυκλώνος αμφισβητιών και υβριστών, οι οποίοι ενέπαιζαν και καθύβριζαν το πρόσωπό του και το «ουράνιο σημείο» του αφθάρτου σκηνώματός του. Η μυστική, όμως, δύναμη της Θείας Χάριτος, που εξέπεμπε η μορφή του, υπερίσχυσε του σκότους και των οργάνων της ασέβειας, η δε αύρα του Αγίου Πνεύματος, μετά τον κλύδωνα, έφερε την ειρήνη».

Τη θέση του κυρού Νικολάου υιοθέτησε και η Ιερά Σύνοδος της εποχής εκείνης, υπό την προεδρία του μακαριστού Χριστοδούλου.

Οι «Times» στις 14-3-2006, έκαναν αναφορά στο γεγονός ότι το σώμα του είχε βρεθεί αναλλοίωτο 15 χρόνια μετά την ταφή του.

Στις 3-3-2006 έγινε η εκταφή του οσίου Βησσαρίωνος, ο οποίος είχε κοιμηθεί στις 22-1-1996.

Στις 8-3-2006 τέσσερις τοπικοί ιατροί (Δημήτριος Οικονόμου-παθολόγος, Γεώργιος Νερολής-παθολόγος, Αθανάσιος Αργυρίου-δερματολόγος και Ιωάννης Εμμανουηλίδης-δερματολόγος, κατόπιν προσκλήσεως του τότε Μητροπολίτου Νικολάου, εξέτασαν το ολόσωμο σκήνωμα και απεφάνθησαν ότι ήταν σε καλή κατάσταση, διατηρουμένων των χαρακτηριστικών του προσώπου, με μικρές αλλοιώσεις, ο τράχηλος εμφανιζόταν με ακέραιο δέρμα, τα χέρια αφυδατωμένα και με άριστη εικόνα, τα κάτω άκρα ακέραια, καλυπτόμενα από δέρμα με ορατούς τέντονες.

Ακολούθησε ιατροδικαστική έκθεση του Π. Γιαμαρέλλου, ο οποίος γνωμάτευσε συμπερασματικά:

«Ερευνήσας μόνον μακροσκοπικώς το σκήνωμα του μακαριστού π. Βησσαρίωνος, διεπίστωσα παράδοξον και μοναδικόν φαινόμενον κατά την την διάρκειαν της υπερπεντηκονταετούς σχεδόν ιατροδικαστικής υπηρεσίας και καριέρας, δηλαδή διατηρήσεως ανθρωπίνου σώματος (σκηνώματος), ενδυμάτων (ιερών αμφίων), υποδημάτων, ως και φερέτρου, επί μίαν ολόκληρον δεκαπενταετίαν, σχεδόν ανεπάφων, από την ακατανίκητον φθοράν του χρόνου. Πρόκειται περί δυσεξηγήτου φαινομένου, το οποίον μόνον ο επερχόμενος χρόνος θα διερμηνεύσει οπωσδήποτε αλαθήτως».

Ο τότε ηγούμενος της Μονής αλησμόνητος π. Δαμασκηνός περιγράφει τη στιγμή της ανακομιδής ως εξής:

«Μόλις αφαιρέθηκαν τα πρώτα τούβλα, είδαμε, προς μεγάλιν έκπληξίν μας, το φέρετρο του Γεροντος άθικτον. Όταν το ανασύραμε από τον τάφον,, ο π. Γερμανός, ο σύμβουλος της μονής, άνοιξε ολίγον το φέρετρο και τότε αισθανθήκαμε όλοι μας μίαν ελαφράν ευωδίαν, η οποία επλήρωσεν όλον τον χώρον.

…Μόλις εσηκώσαμε το σκέπασμα του φερέτρου και ανασύραμε το σάβανον και τον αέρα, που εσκέπαζεν, τον κοιμηθέντα, ευρέθημεν προ παραδόξου και λίαν θαυμαστού φαινομένου! Το σώμα του σεπτού Γέροντος ευρίσκετο όλον εν αφθαρσία!».

Η γήινη βιωτή του, κατά την οποία, ενώ δεν το ήθελε, έγινε γνωστός εντός και εκτός Ελλάδας, αφήνει μια έντονη προμετωπίδα, μια μεγάλη ως προς τη σημασία της επιγραφή:

Ει θέλεις εισελθείν εις την ζωήν την αιώνιον, τήρησον τας εντολάς.

Αυτό έπραξε ο αλησμόνητος γέροντας Βησσαρίων ο Αγαθωνίτης και πέρασε, αν και κάποιοι άδικα, όπως αποδείχθηκε, τον αμφισβήτησαν, με καρτερία, αγάπη απλότητα και συμμορφούμενος προς τις εντολές του Θεού τη γέφυρα του κοσμικού χρόνου και έφτασε με ασφάλεια στον προορισμό του.

Εξετάζοντας το βίο του βλέπει κανείς καθαρά ότι ακολούθησε την ορθή γραμμή, με οδηγό το λόγο του Θεού, κοιτάζοντας μόνο Εκείνον, ο Οποίος είναι ο μοναδικός δρόμος, που μπορεί κανείς να φτάσει στον Ουρανό. Που είναι η απόλυτη αλήθεια, η απαλλαγμένη από το ψεύδος.

Γι’ αυτό αξιώθηκε θαυμαστών γεγονότων. Κάποια από αυτά περιγράφονται στο πολύ διδακτικό και από καρδιάς γραμμένο, βιωματικά, βιβλίο «Βησσαρίων ο Αγαθωνίτης, ο Ελεήμων Πνευματικός», του μακαριστού Ηγουμένου της Ιεράς Μονής Αγάθωνος Δαμασκηνού Ζαχαράκη.

Τι να πρωτοαναφέρει κανείς.

Για το σώμα του γέροντα, που κατά την εκταφή, 15 χρόνια, το 2006, μετά την κοίμησή του, βρέθηκε ολόκληρο, άφθαρτο και ευωδιάζον, ενώ στα χέρια του κρατούσε σφιχτά το Ευαγγέλιο.

Για τις θεραπείες ψυχικών και σωματικών ασθενειών, για τις αναφορές πιστών ότι το στήθος του γέροντα κινείται πάνω κάτω, σαν αυτός να ανασαίνει, για τις τεκνοποιήσεις άτεκνων ζευγαριών, για τις εμφανίσεις του σε άτομα και για πολλά άλλα.

Χαρακτηριστικό είναι το περιστατικό ενός νεαρού ζευγαριού, του Γιάννη και της Κωνσταντίνας, που προσκύνησαν το σκήνωμα του γέροντα Βησσαρίωνα και δεήθηκαν με δάκρυα στα μάτια να αποκτήσουν ένα παιδάκι. Και ήρθε το παιδάκι, 22 Ιανουαρίου, ημέρα κοίμησης του π. Βησσαρίωνα.

Ο αείμνηστος ηγούμενος της μονής του οσίου Δαβίδ στις Ροβιές Εύβοιας Κύριλλος, διηγούνταν ότι:

Όταν βρέθηκα μπροστά στο σκήνωμα του γέροντα Βησσαρίωνα και επειδή ήμουν κοντός και δεν έφτανα να φιλήσω το χέρι του, τον παρεκάλεσα για να μου το δώσει. Κα, ω του θαύματος. Ο όσιος σήκωσε μέσα από το φέρετρο το χέρι του και το έφερε επάνω στο τζάμι της λάρνακας, για να το φτάσω και να το ασπαστώ.

Ιερέας θέλησε να κάνει τρισάγιο στον τάφο του, αλλά δεν είχε καρβουνάκια. Είπε μέσα του: Πάτερ, συγχώρεσέ με, που θα σε διαβάσω χωρίς θυμίαμα. Όταν έψαλλε το «μετά πνευμάτων δικαίων τετελειωμένων», το μνήμα μοσχοβόλησε από μόνο του.

Οι μαρτυρίες από πνευματικοπαίδια του είναι αποκαλυπτικές.Μερικές από αυτές:Ένα ζευγάρι επί δέκα χρόνια δεν είχε αποκτήσει παιδί. Πήγαν στο σκήνωμα του γέροντα Βησσαρίωνα, προσευχήθηκαν μπροστά του να εκπληρωθεί η επιθυμία τους και από δύο μήνες η γυναίκα έμεινε έγκυος.Κάθε Δευτέρα και τρίτη πήγαινε στα νοσοκομεία της Λαμίας, επισκεπτόμενος αρρώστους από κρεβάτι σε κρεβάτι. Βρέθηκε δίπλα σε βαριά άρρωστο, που ήταν στα τελευταία του.

Τον εξομολόγησε και τον κοινώνησε. Μετά από λίγες ημέρες ο άνθρωπος αυτός έγινε τελείως καλά.Μια κυρία, σύζυγος αξιωματικού, λόγω του ανεξέλεγκτου σακχάρου έχασε το φως της. Λίγες ημέρες μετά την κοίμηση του π. Αγάθωνα προσκύνησε με θέρμη τον τάφο του, ώστε να γίνει καλά. Και αυτό συνέβη…

Φοιτητής είχε ένα τελευταίο μάθημα για να πάρει το πτυχίο. Τις ημέρες πριν τις εξετάσεις δούλευε στο μοναστήρι στρώνοντας πλάκες και δεν πρόλαβε να διαβάσει. Επιπλέον δεν είχε και χρήματα για τα εισιτήρια. Όταν επρόκειτο να φύγει, για να δώσει το μάθημα, ήταν εκνευρισμένος. Τον πήρε στην αγκαλιά του, του έβαλε χρήματα στην τσέπη του και του είπε στοργικά: Να πας, παιδί μου, να γράψεις. Και ας μην είσαι διαβασμένος, δέκα θα πάρεις. Στις τέσσερις με πέντε ώρες, που ταξίδεψε με το λεωφορείο, πρόλαβε και διάβασε 50 σελίδες. Τα θέματα, που ο καθηγητές έβαλε ήταν από αυτές τις σελίδες. Και πήρε δέκα.

Ίσως κάποιοι θεωρήσουν υπερβολικές τις αναφορές αυτές από πνευματικοπαίδια του π. Βησσαρίωνα ή μυθεύματα. Ό,τι και να πουν, ας ξέρουν ότι τα θαύματα ξεπερνούν τη λογική και ανήκουν στο χώρο του υπέρλογου, όπου εκεί όλα έχουν ως κριτήριο αξιολόγησης την πίστη.

Το θαύμα είναι ενέργεια η οποία δεν στηρίζεται στις φυσικές δυνάμεις, αλλά έχει την αιτία της στο Θεό. Είναι χάρισμα, που προσφέρεται από το Θεό και δεν αποτελεί προσωπικό κατόρθωμα κανενός ανθρώπου. Και είναι σημάδια της παρουσίας του Θεού στον κόσμο και στη ζωή μας.

Η χάρις του Θεού στη ζωή του αλησμόνητου π. Βησσαρίωνα μας παρακινεί να έχουμε πίστη, χαρά και ευγνώμονα διάθεση προς τον Θεό.

Και δεν έχουν τελειωμό οι διηγήσεις. Και όλες δίνουν ένα μήνυμα. Ο ιερομόναχος Βησσαρίων ανταμείφθηκε από το Θεό, γιατί αντιστάθηκε στις αμαρτωλές προκλήσεις του κόσμου, στους ποικιλόμορφους εκβιασμούς του και πειρασμούς του.

Αντιστάθηκε με τη φωνή του, με το παράδειγμά του, με την πράξη του. Και άλλοτε με μια μεγαλόπρεπη σιωπή, που έλεγε περισσότερα από τα λόγια και ήταν τόσο δυνατή και βροντώδης.

Δεν κατέθετε τα όπλα, δεν σταύρωνε παθητικά τα χέρια, ούτε απελπιζόταν. όταν κάποτε κουραζόταν, αλλά γονάτιζε, κοίταζε ψηλά και σε λίγο σηκωνόταν δυνατός, βαθιά ανακουφισμένος κι όλο ανέβαινε κι όλο ανέβαινε για να κατακτήσει την αρετή.

Γέμιζε κάθε στιγμή της ζωής του με τα μεγάλα. Το θεωρούσε ντροπή, αναξιοπρέπεια, ήττα δεινή να σταθεί στα μικρά, που τον στένευαν και τον πίκραιναν Και αυτό, γιατί ήθελε να διατηρεί τον εαυτό της αγνό.

Ενισχυόμενος από το Θεό προχωρούσε με ελπίδα. Θεωρούσε κάθε ημέρα ένα νέο άνοιγμα παραθύρου.

Και καθώς το παράθυρο άνοιγε, κοιτούσε πέρα στο βάθος του ορίζοντα και άφηνε να διαγραφεί στο πρόσωπό του ένα χαμόγελο αισιοδοξίας και συλλογιζόταν: Είναι ωραία να γεμίζει κανείς από Θεό.

Έτσι βοηθώντας τον εαυτό του, παρακινούσε και τους άλλους στην ανοδική πορεία.

Ζούσε σ΄ αυτό το σύντομο και μικρό κόσμο, προετοιμαζόμενος για τον κόσμο δίχως τέλος, την αιωνιότητα. Την ψυχή του τη σπουρούνιζε η λαχτάρα για τα ωραία και τα υψηλά.

Πηγή: ekklisiaonline.gr

Μνήμη Γέροντος Βησσαρίωνα Αγαθωνίτη (Χαραλάμπου Μπούσσια, Δρ. Υμνογράφου)

Ὁ Γέροντας Βησσαρίων ὁ Ἀγαθωνίτης κοιμήθηκε ὁσιακὰ στὶς 22 Ἰανουαρίου τοῦ 1991

Τοὺς ἀφανεῖς ἐργάτες τοῦ ἀμπελῶνος του ἐμφανῶς τοὺς δοξάζει ὁ Κύριος, ποὺ μὲ τὴν παγγνωσία Του προγνωρίζει ὅτι θὰ γίνουν ὅμοιοι τῆς εἰκόνος Του· αὐτοὺς τοὺς καλεῖ στὴν ὑπηρεσία Του καί, ἀφοῦ τοὺς καθιστᾶ δικαίους τοὺς δοξάζει· «Οὓς ἐδικαίωσε τούτους καὶ ἐδόξασε» (Ῥωμ. η΄ 30).

Τέτοιο ἀφανὴ ἐργάτη στὶς ἡμέρες μας, πού, ἀφοῦ ἀνέβηκε τοὺς ἀναβαθμοὺς ἀπὸ τὸ «κατ’ εἰκόνα» στὸ «καθ’ ὁμοίωσιν», τὸν κατέστησε κληρονόμο τῆς Βασιλείας Του δοξάζοντάς τον ταυτόχρονα μὲ ἀφθαρσία τοῦ σκηνώματός του παρουσίασε ὁ Κύριος τὸν Γέροντα Βησσαρίωνα τὸν Ἀγαθωνίτη. Μὴ ξεχνᾶμε ὅτι «τὰ ἀγενῆ τοῦ κόσμου καὶ τὰ ἐξουθενημένα» (Α΄ Κορίνθ. α΄ 28), τοὺς ἄσημους καὶ περιφρονημένους ἐπιλέγει πάντοτε ὁ Θεός, γιὰ νὰ ἀποδείξει τιποτένιους καὶ ἐλάχιστους αὐτοὺς ποὺ ὁ κόσμος θαυμάζει καὶ προβάλλει ὡς πρότυπα τῆς ἐφήμερης ζωῆς τους.

Στὶς ἡμέρες μας ὅπου «ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία» (Ῥωμ. ε΄ 20) ἀλλὰ περισσεύει ἡ χάρη, ἦλθε ἡ ἀνακομιδὴ τοῦ ἀφθάρτου σκηνώματος τοῦ Γέροντος Βησσαρίωνος νὰ μᾶς προβληματίσει, γιὰ τὴν ἀπὸ μέρους μας ἀτίμωση τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος. Ἀτιμάζεται τὸ ἀνθρώπινο σῶμα μὲ τὶς χαμαίζηλες ἐπιθυμίες καὶ ὀρέξεις ἀπὸ ὅλους μας, ποὺ δὲν κατανοοῦμε ὅτι δὲν μᾶς ἀνήκει· δὲν εἶναι δικό μας· χρήση του κάνουμε, ἀφοῦ εἶναι, ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος «ναὸς τοῦ ἐν ὑμῖν Ἁγίου Πνεύματος» (Α΄ Κορίνθ. στ΄ 19)· ἀτιμάζεται ἐπίσης καὶ μὲ τὴ βλάσφημη καύση του μετὰ τὴν ἀπομάκρυνση ἀπ’ αὐτὸ τῆς ἀθάνατης ψυχῆς μὲ μοναδικὸ στόχο τὴν ἐξαφάνιση τῶν ἰχνῶν τῆς ἁγιότητος καὶ τὴν ἀποδυνάμωση τῆ πίστεως. Ἡ καύση αὐτὴ τῶν νεκρῶν, ποὺ ἤδη ἐφαρμόζεται σὲ πολλὲς χριστιανικές, ἀλλοίμονο, χῶρες, μελετᾶται νὰ ἐφαρμοσθεῖ καὶ στὴν Ὀρθόδοξη πατρίδα μας. Δουλαγωγοῦμε τὸ σῶμα καὶ τὸ ταλαιπωροῦμε μὲ διαρκῆ ἄσκηση, ὄχι γιὰ νὰ καταστρέψουμε τὴν ὑγεία του, ἀλλὰ γιὰ νὰ περιορίσουμε τὴν ἐπίδρασή του στὰ πνευματικά καὶ νὰ ἀνεβοῦμε τὴν κλίμακα τῆς ἀρετῆς μὲ τὴ ζώωση τοῦ πνεύματός μας, ἀφοῦ εἶναι γνωστὸ ὅτι « ἡ σάρξ ἐπιθυμεῖ κατὰ τοῦ πνεύματος τὸ δὲ πνεῦμα κατὰ τῆς σαρκός» (Γαλάτ. ε΄ 17). Μετὰ ὅμως τὸ θάνατο, δηλαδὴ τὸ χωρισμὸ τῆς ἄφθαρτης ψυχῆς ἀπὸ τὴ φθειρόμενη σάρκα τὸ σῶμα τὸ περιποιούμεθα καὶ μὲ τιμὲς τὸ παραδίδουμε στὴ γῆ, ἀπὸ τὴ ὁποία πλάσθηκε, γιὰ νὰ ἀναστηθεῖ στὴν κοινὴ ἐξανάσταση, ὅπου θὰ συναχθοῦν τὰ γυμνὰ ὀστᾶ καὶ θὰ λάβουν σάρκα καὶ νεῦρα γιὰ νὰ παρουσιασθοῦν ἐνώπιον τοῦ δικαιοκρίτου Κυρίου, ποὺ μὲ τὸ στόμα τοῦ προφήτου Ἰεζεκιήλ λέγει: «Ἰδοὺ ἐγὼ ἀνοίγω τὰ μνήματα ὑμῶν καὶ ἀνάξω ὑμᾶς εἰς τὴν γῆν τοῦ Ἰσραὴλ καὶ γνώσεσθε ὅτι ἐγώ εἴμι Κύριος ἐν τῷ ἀνοῖξαί με τοὺς τάφους ὑμῶν τοῦ ἀναγαγεῖν με ἐκ τῶν τάφων τὸν λαόν μου καὶ δώσω πνεῦμά μου εἰς ὑμᾶς καὶ ζήσεσθε» (Ἰεζ. λζ΄ 12-14).

Ὁ Γέρων Βησσαρίων γεννήθηκε στὴν εὐλογημένη μεσηνιακὴ γῆ, στὴν εἰδυλιακὴ παραλιακὴ κώμη τοῦ Πεταλιδίου τὸ ἔτος 1908· τὸ κοσμικό του ὄνομα ἦταν Ἀνδρέας. Ἔφηβος πῆγε στὴν Καλαμάτα, ὅπου συνδέθηκε μὲ πνευματικοὺς ἀνθρώπους καὶ ἄναψε μέσα του ὁ θεῖος ἔρωτας καὶ ἡ φλόγα τῆς μοναχικῆς πολιτείας καὶ τῆς ὁλοκληρωτικῆς σ’ Αὐτὸν ἀφιερώσεως. Ἄρχισε ἔτσι τὴν οὐρανοδρόμο πορεία του, ποὺ τὸν ἔφτασε μέχρι τρίτου οὐρανοῦ, ὅπου ἦχος καθαρὸς ἑορταζόντων, ἀπαύστως δοξολογούντων τὸν Κύριο. Ἔλαβε τὸ μοναχικὸ σχῆμα μὲ τὸ ὄνομα Βησσαρίων καὶ κατόπιν χειροτονήθηκε διάκονος καὶ ἱερέας μὲ τὸ ὀφφίκιο τοῦ ἀρχιμανδρίτου. Ἡ κατὰ κόσμο παιδεία του περιορίστηκε στὸ Σχολαρχεῖο, ἡ κατὰ Θεὸν ὅμως τὸν ἀνέδειξε πηγὴ σοφίας ἀστείρευτη μὲ τὴ διαρκῆ μελέτη τῶν θείων Γραφῶν καὶ τὴν αὐστηρὴ τήρηση τῶν θεϊκῶν ἐνταλμάτων. Ἡ σοφία τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν ἔμπρακτη ἐφαρμογὴ τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ φαίνεται, ὅπως μᾶς λέει καὶ ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος: «Τίς σοφὸς καὶ ἐπιστήμων ἐν ὑμῖν; Δειξάτω ἐκ τῆς καλῆς ἀναστροφῆς τὰ ἔργα ὐτοῦ ἐν πραΰτητι σοφίας» ( Ἰά. γ΄ 13).

Ὁ Γέρων Βησσαρίων ἦταν γεμάτος ἀπὸ ἀγάπη Θεοῦ, ποὺ εὕρισκε πρακτικὴ ἐφαρμογὴ στὰ πρόσωπα τῶν συνανθρώπων του σύμφωνα μὲ τὰ λόγια τοῦ Κυρίου μας «εἰ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων ἐμοὶ ἐποιήσατε» (Ματθ. κε΄ 40). Ὁ εὐαγγελιστὴς τῆς ἀγάπης, Ἰωάννης, γιὰ τὴν πρακτικὴ ἐφαρμονὴ τῆ ἀγάπης συνεχίζει λέγοντας: «Ἐάν τις εἴπῃ ὅτι ἀγαπῶ τὸν Θεὸν καὶ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ μισῇ, ψεύστης ἐστίν. Ὁ γὰρ μὴ ἀγαπῶν τὸν ἀδελφόν, ὃν ἑώρακε, τὸν Θεὸν ὃν οὐχ ἑώρακε πῶς δύναται ἀγαπᾶν;» (Α΄ Ἰω. δ΄ 20). Ἡ Καρδίτσα στὴ ἀρχὴ καὶ ἡ Φθιώτιδα ἀργότερα, μὲ κέντρο τὴ Μονὴ Ἀγάθωνος ὑπῆρξαν τὰ πεδία τῆς δράσεως τοῦ Γέροντος Βησσαρίωνος. Αὐτὲς θὰ γευθοῦν τοὺς πνευματικοὺς εὔχυμους καρπούς, τὶς ἀγαθοεργίες καὶ τὸ ἐκχύλισμα τῆς καρδιᾶς του. Ἀκένωτη πηγὴ προσφορᾶς ὁ Γέροντας κένωνε τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του στὴν ὑπηρεσία τοῦ πλησίον μιμούμενος τὸν Κύριό μας, ὁ ὁποῖος «ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος» (Φιλιπ. β΄ 7). Τοὺς καρποὺς τῶν ἔργων του γεύθηκαν οἱ πάντες. Διακονία στὸ μοναστήρι, διακονία καὶ στὸν κόσμο. Προσφορὰ στὴν ἀδελφότητα, προσφορὰ καὶ στὴν κοινωνία. Ἀλάνθαστη ποδηγεσία τῶν ἐξομολογουμένων μοναχῶν καὶ λαϊκῶν. Ἀρωγὴ στοὺς κινδυνεύοντες, χορτασμὸς τῶν πεινώντων, πλουτισμὸς τῶν πενήτων, ὁδηγὸς τῶν πλανωμένων. Σώζει ὁ γέροντας τοὺς νέους τῆς Λάρισας ἀπὸ τὰ χέρια τῶν Γερμανῶν. Ἐπισκέπτεται καὶ ἐνισχύει κάθε ἐβδομάδα τοὺς ἀσθενεῖς στὸ νοσοκομεῖο τῆς Λαμίας. Ἐξομολογεῖ καὶ ἑλκύει μὲ τὴ σαγήνη τῆς ἀγάπης του τοὺς μαθητὲς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ λυκείου Λαμίας. Συγκρατεῖ τὰ παιδιὰ τῶν χωρικῶν ἀπὸ ὀλισθήματα. Εἰρηνεύει τὰ ἀνδρόγυνα. Μοιράζει ἀπὸ τὰ ἔσοδα τοῦ μοναστηριοῦ στοὺς πτωχούς, τῶν ὁποίων γνώριζε τὶς ἀνάγκες. Προίκιζε ἄπορα κορίτσια. Συνέτρεχε στὶς ἀνάγκες ὅλων τῶν κατοίκων τῆς περιοχῆς, ποὺ ἔβλεπαν στὸ πρόσωπο τοῦ Γέροντος Βησσαρίωνος τὸν ἀφανῆ ἐργάτη τῆς ἀγάπης, τὸν ἴδιο τὸν Κύριο, ποὺ ἔπαιρνε τὴ μορφὴ τοῦ ταπεινοῦ Ἀγαθωνίτη μοναστῆ. Ἡ ἀσθενικὴ καὶ ἀδύναμη φωνή του, μετὰ ἀπὸ περιστατικὸ μὲ τοὺς Γερμανούς, δὲν πρόδιδε τὴ δυναμικὴ ἀγάπη τῆς καρδιᾶς του. Ἀγαποῦσε ὁλοκάρδια τὸ Θεὸ καὶ εἶναι σίγουρο ὅτι καὶ Ἐκεῖνος τὸν ἀγαποῦσε ὡς «ἱλαρὸ δότη» (Β΄ Κορίνθ. θ΄ 7), ἀφοῦ συχνὰ τὸν ἄκουγες νὰ ἐξωτερικεύει τὴν ἀγωνία του καὶ νὰ λέει στοὺς συμμοναστές του: «Οἱ ἄνθρωποι ἔξω εἶναι φτωχοί· ἔξω πεινᾶνε· πρέπει νὰ τοὺς βοηθήσουμε». Δίκαια, λοιπόν, τὸν ὀνόμαζαν «ὁ ἅγιος τῶν πτωχῶν».

Δὲν σταματοῦσε ἡ προσφορὰ τοῦ Γέροντος στὸ κοινωνικὸ ἔργο. Στὸ μοναστήρι καθόταν σὰν λαμπάδα ἀναμμένη μπροστὰ στὴν ἐκκλησία. Ὑποδεχόταν τοὺς προσκυνητὲς μὲ τὸ εὐπροσήγορο χαμόγελό του καὶ τοὺς ἀνέπαυε μὲ τὰ λόγια του. Τοὺς περισσότερους τοὺς γνώριζε μὲ τὰ ὀνόματά τους, ὅπως ὁ καλὸς ὁ ποιμὴν ὁ ὁποῖος γνώριζει τὰ πρόβατά του καὶ γνωρίζεται ἀπ’ αὐτά (Ἰω. ι΄ 14). Καὶ ὄχι μόνο τοὺς γνώριζε, ἀλλὰ γνώριζε καὶ τὰ προβλήματά τους, γιὰ τὰ ὁποῖα μὲ ἐνδιαφέρον ρωτοῦσε καὶ συνέτρεχε κατὰ τὴ δύναμή του ὑλικὰ καὶ ἀπεριόριστα μὲ τὴν ὁλόθερμη προσευχή του. Τὸ κέρασμα τοῦ καφὲ περιεῖχε καὶ τὸ βάλσαμο τῆς πνευματικῆς ἐπικοινωνίας γνωρίζοντας ὅτι «οὐκ ἐπ’ ἄρτῳ μόνον ζήσεται ἄνθρωπος» (Ματθ. δ΄ 4)· γι’ αὐτὸ καὶ πολλὲς φορὲς μόνος του τὸν ἔψηνε καὶ τὸν προσέφερε μαζὶ μὲ τὸ δροσερὸ ἄντλημα τῆς καρδιᾶς του.

Ἦλθε ὅμως τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου ποὺ ὁ ἀφιλάργυρος ἄνθρωπος, ὁ παραθεωρητὴς τῶν ματαίων τοῦ κόσμου, ὁ ἀσκητὴς ποὺ τὰ θεωροῦσε ὅλα σκύβαλα «ἵνα Χριστὸν κερδήσῃ» (Φιλιπ. γ΄ 8) θὰ πλήρωνε τὸ γραμμάτιο τῆς ζωῆς. Τὴ στιγμὴ αὐτὴ ὁ Γέρων Βησσαρίων τὴ περίμενε μὲ λαχτάρα, ἀφοῦ καὶ γι’ αὐτὸν ἴσχυε τὸ Παύλειο: «Ἐμοὶ τὸ ζῆν Χριστὸς καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος» (Φιλιπ. α΄ 21). Μετὰ ἀπὸ σύντομη ἀσθένεια ποὺ ἐξελίχθηκε σὲ πνευμονικὸ οἴδημα ὁ Γέρων ἄφησε τὸ φθαρτὸ τοῦτο κόσμο, γιὰ νὰ περάσει στὸν κόσμο τῆς ἀφθαρσίας, στὴν ἀτελεύτητη μακαριότητα. Κοιμήθηκε εἰρηνικὰ στὸ νοσοκομεῖο Σωτηρία τῆς Ἀθήνας, στὶς 22 Ἰανουαρίου τοῦ 1991.

Ἡ εἴδηση τοῦ θανάτου τοῦ Γέροντος συγκλόνισε ὄχι μόνο τὰ πνευματικά του παιδιά, ἀλλὰ ὅλη τὴ Φθιώτιδα. Τὸ μοναστήρι ντυμένο στὰ λευκά, ἀπὸ τὸ πολὺ χιόνι τῶν ἡμερῶν ἐκείνων, ὑποδέχθηκε τὸ σκήνωμα τοῦ κατάλευκου στὴν ψυχὴ πατρὸς Βησσαρίωνος, ποὺ ἤδη βρισκόταν στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Τρεῖς ἡμέρες σὲ λαϊκὸ προσκύνημα δὲν ἦταν ἀρκετὲς γιὰ νὰ περάσει ὅλος ὁ κόσμος ποὺ εἶχε εὐεργετηθεῖ ἀπὸ τὸν μακαριστὸ πατέρα. Καὶ μάλιστα μὲ ἰδιαίρετα ἀντίξοες συνθῆκες, ἀπὸ τὴν κακοκαιρία τοῦ χειμῶνα. Τὴν τρίτη ἡμέρα, ἀφοῦ τὸ νεκροταφεῖο τῆς Μονῆς ἦταν δυσπροσπέλαστο, ἀποφάσισαν οἱ πατέρες νὰ θάψουν τὸ εὐλογημένο σκήνωμα στὰ βαπτιστήρια, σὲ δωμάτιο, ὅπου ὁ γέροντας συνήθιζε νὰ ἐξομολογεῖ τὸ πλῆθος τῶν πνευματικῶν του παιδιῶν. Ἐκεῖ ἀπ’ ὅπου μετὰ ἀπὸ δεκαπέντε ὁλόκληρα χρόνια θὰ ἔβγαινε τὸ σκήνωμα ὅπως ἀκριβῶς κατατέθηκε, χωρὶς τὸ παραμικρὸ ἴχνος ἀλλοιώσεως, γιὰ νὰ δεικνύει πάντοτε τὴν εὐαρέσκεια τοῦ Θεοῦ στὴν ὁσιακὴ ἀφανῆ βιοτή του, καὶ νὰ μᾶς ἐπιβεβαιώνει τὸ ψαλμικὸ «Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοῖς Ἁγίοις αὐτοῦ» (Ψαλμ. 67, 35).

Ἡ δύναμη τῆς προσευχῆς του σῴζει Λαρισαίους ἀπὸ τὸ Γερμανικὸ ἀπόσπασμα

Στὴν Γερμανικὴ κατοχὴ μιὰ ὁμάδα πατριωτῶν Λαρισαίων βρέθηκε στὸ ἀπόσπασμα. Μάταια ὁ Μητροπολίτης Λαρίσης παρακαλοῦσε γιὰ τὴν διάσωσή του. Ὁ στυγνὸς Γερμανὸς διοικητὴς ἦταν ἀνένοτος. Μάλιστα ὅρισε καὶ τὴν ἡμερα τῆς ἐκτελέσεως.
Ὁ Γέρων Βησσαρίων βρισκόμενος στὴν Λάρισα ὅλη τὴν νύκτα δὲν μποροῦσε νὰ ἡσυχάσει. Δὲν χωροῦσε στὸ μυαλό του ἡ ἰδέα τῆς ἐκτελέσεως τῶν ἀθώων Λαρισαίων. Τὴν παραμονὴ τῆς ἐκτελέσεως πῆγε στὸ Ναὸ τοῦ πολιούχου τῆς πόλεως, τοῦ Ἁγίου Ἀχιλείου καὶ ἔπεσε στὸ γόνατα. Ἱκετευτικὰ παρακαλοῦσε τὸν Ἅγιο νὰ διασώσει τὰ παιδιά του. Τὰ δάκρυα του μούσκεψαν τὸ χῶρο μπροστὰ ἀπὸ τὸ ἱερὸ προσκυνητάρι. Μιλοῦσε στὸν ἅγιο μὲ θέρμη καὶ ἡ προσευχή του ἀνέβηκε κατ’ εὐθεῖαν στὸ θρόνο τῆς μεγαλωσύνης τοῦ εὔσπλαγχνου Κυρίου μας μέσα ἀπὸ τὴν μεσιτεία τοῦ θαυματουργοῦ τῆς Λαρίσης ἱεράρχου. Καὶ ἡ ἀπάντηση ἀπὸ τὸν οὐρανὸ δὲν ἄργησε νὰ δοθεῖ.
Πρωῒ Πρωῒ τὴν ἑπόμενη ἡμέρα πηγαίνει στὸν ἄκαμπτο Γερμανὸ διοικητὴ καὶ τοῦ ἀναγγέλει τὸ αἴτημά του. Μὲ ἔκπληξη βλέπει αὐτὸν νὰ μαλακώνει, νὰ κάμπτεται, νὰ ὑποχωρεῖ. Γιὰ χάρη σου τοῦ λέει τοὺς ἐλευθερώνω. Πᾶρε τους καὶ φύγε!
Ἡ προσευχή του εἶχε μεταβιβαστεῖ κατάλληλα καὶ τὸ ἀποτέλεσμά της ὑπῆρξε ἄμεσο.

Ὁ φόβος τοῦ διαμελισμοῦ τοῦ σκήνους μεταποιήθηκε σὲ χαρά
Ὁ ἰατροδικαστὴς κύριος Γιαμαρέλλος γιὰ νὰ πιστοποιήσει τὸ θαῦμα τῆς ἀφθαρσίας τοῦ σκηνώματος τοῦ Γέροντος Βησσαρίωνος ἐνώπιον τοῦ ἡγουμένου τῆς Μονῆς π. Δαμασκηνοῦ καὶ τῶν λοιπῶν τῆς μονῆς πατέρων κουνοῦσε τὰ χέρια καὶ τὰ πόδια τοῦ Γέροντος μὲ μεγάλη δύναμη, ὅπως οἱ ὀρθοπεδικοὶ γιατροὶ τὰ μέλη τῶν ἀσθενῶν τους, γιὰ διαπίστωση τυχὸν αὐτῶν δυσκαμψίας. Ὁ π. Δαμασκηνὸς φοβούμενος διαμελισμὸ τοῦ σκήνους ἀπὸ τὶς ἀπότομες αὐτὲς κινήσεις παρακάλεσε τὸν ἰατροδικαστὴ νὰ εἶναι πιὸ προσεκτικός. Ἐκεῖνος μὲ ἐπιστημονικὴ κατάφαση ἀπάντησε ὅτι δὲν μποροῦσε νὰ ὑπογράψει τὸ ὁρώμενο θαῦμα ἂν δὲν ἦταν ἀπόλυτα πεπεισμένος γι’ αὐτό. Στὸ τέλος ἔκανε τὸ σταυρό του καὶ εἶπε. Σ’ εὐχαριστῶ, Θεέ μου, ποὺ μὲ ἀξίωσες στὴ δύση τῆς σταδιοδρομίας μου νὰ δῶ τὰ θαυμάσιά Σου! Ὁ θαυμασμός του γιὰ τὸ ὑπερφυσικὸ θέαμα ἐνισχυόταν ἐπίσης ἀπὸ τὸ ὅτι τὸ σκῆνος τοῦ ὁσίου βάσταζε τὸ ἱερὸ εὐαγγέλιο, ποὺ τοῦ ἔβαλαν μετὰ τὴν ἀπομάκρυνση τοῦ μεγάλου κατὰ τὴν ταφή, πολὺ σφιχτὰ, παρ’ ὅλο ποὺ τὸ χέρι μετὰ ἀπὸ τόσες ἡμέρες (τρεῖς ἡμέρες βρισκόταν σὲ λαϊκὸ προσκύνημα μὲ τὸ μεγάλο Εὐαγγελίο) θὰ ἔπρεπε νὰ ἐφαπτόταν μόνο τοῦ ἱεροῦ εὐαγγελίου. Ἐπίσης ὅτι τὸ σκῆνος δὲν εἶχε περάσει τὴν κατάσταση τοῦ τυμπανισμοῦ, ὅπως ὅλα, ἀλλὰ πέρασε ἀπ’ εὐθείας στὴν κατάσταση τῆς ἀφυδατώσεως.

Τὸ τερπνὸν μετὰ τοῦ ὀφελίμου

Ὁ Γέρων Βησσαρίων πήγαινε τακτικὰ στὸ ἐκκλησιαστικὸ λύκειο Λαμίας καὶ ἐξομολογοῦσε τοὺς μαθητές. Ἡ ἐξομολόγηση ἦταν μέσα στὰ ποιμαντικά του καθήκοντα καὶ ἡ ἀγωνία του γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ψυχῶν, ἰδιαίτερα τῶν νέων τὸν συχεῖχε. Οἱ μαθητὲς ἦσαν πολλὲς φορὲς ἀδιάφοροι γιὰ τὴν ἐξομολόγηση. Ἔπρεπε κάτι νὰ μηχανευθεῖ γιὰ νὰ τοὺς προσελκύσει καὶ νὰ κεντρίσει τὸ ἐνδιαφέρον τους. Ὡς ἄλλος Παῦλος γινόταν «τοῖς πᾶσι τὰ πάντα, ἵνα πάμντως τινὰς σώσῃ» (Α΄ Κορίνθ. θ΄ 22). Καὶ τὸ πετύχαινε. Μετὰ τὴν ἐξομολόγηση ἔβαζε πάντοτε «κάτι» στὰ χέρια τῶν παιδιῶν. Αὐτὰ χαρούμενα τὸ διέδιδαν καὶ στὰ ἄλλα, ὁπότε ὅλα σχεδὸν πήγαιναν ὄχι τόσο γιὰ τὴν ἐξομολόγηση, ὅσο γιὰ τὸ χαρτζιλίκι. Ὁ Γέροντας βέβαια τὸ γνώριζε αὐτό, ἀλλὰ μὲ τὴν καλωσύνη του καὶ τὶς προσευχές του τραβοῦσε ὅλο καὶ περισσότερα παιδιά, ποὺ γλυκαίνονταν στὴν ἐξομολόγηση ὥστε νὰ γίνει ἀπαραίτητο συστατικὸ, ὅπως ἔπρεπε ἄλλωστε, τῆς πνευματικῆς τους προόδου. Συνδύαζε ὁ Γέροντας «τὸ τερπνὸν μετὰ τοῦ ὠφελίμου».

Ἀφιλάργυρος προικοδότης

Ὁ Γέρων Βησσαρίων δὲν βαστοῦσε χρήματα πάνω του. Πολλὲς φορὲς οὔτε γιὰ τὰ εἰσιτήριά του. Ἡ θεραπεία τῶν ἀναγκῶν τῶν ἄλλων ἦταν τὸ πρωταρχικό του μέλημα.

Μιὰ ἡμέρα ἕνας εὐσεβὴς χριστιανός, ποὺ γνώριζε τὶς ἀρετὲς τοῦ γέροντος, τοῦ ἔβαλε στὴν τσέπη ἕνα φακελλάκι μὲ κάποια χρήματα. Ἦταν σίγουρος ὅτι θὰ πᾶνε σὲ καλὸ σκοπό, καὶ ὁ Γέρων γνώριζε ποὺ καὶ πῶς νὰ τὰ διαθέσει.
Μετὰ ἀπὸ λίγο μιὰ πτωχὴ γυναῖκα τὸν πλησίασε καὶ ζήτησε νὰ τὴ βοηθήσει. Ὁ Γέρων ἀμέσως κατάλαβε τὶς ἀνάγκες της καὶ ὡς εὐσυμπάθητος ποὺ ἦταν ἔβαλε τὸ χέρι στὴν τσέπη καὶ χωρὶς νὰ ἐλέγξει τὸ περιεχόμενο τοῦ φακέλλου τὸ ἔσυρε καὶ τῆς τὸ ἔδωσε. Ἐκείνη εὐχαρίστησε καὶ ἔφυγε.

Μετὰ ἀπὸ ἕνα περίπου χρόνο τὸν ἐπισκέφθηκε ἡ ἴδια γυναῖκα, ὄχι πάλι γιὰ νὰ ζητήσει βοήθεια, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὸν εὐχαριστήσει.
– Σ’ εὐχαριστῶ, Γέροντα, γιὰ τὴν ἀγάπη σου. Μὲ τὰ χρήματα ποὺ μοῦ ἔδωσες τὶς προάλλες μπόρεσα καὶ ὄχι μόνο βγῆκα ἀπὸ τὴ δύσκολη οἰκονομικὴ θέση ποὺ βρισκόμουν, ἀλλὰ πάντρεψα καὶ τὸ παιδί μου. Ὁ ἀφιλάργυρος γέροντας εἶχε δώσει, χωρὶς νὰ τὸ ἐλέγξει πολὺ μεγάλο χρηματικὸ ποσόν. Ὅσο χρειαζόταν γιὰ νὰ λύσει τὰ προβλήματα τῆς πτωχῆς γυναίκας.

Τὸ πεινασμένο παιδάκι τῆς κατοχῆς

Ἦταν προπαραμονὲς Χριστουγέννων τοῦ ἔτους 1988. Στὸ Ἀρχονταρίκι τῆς Μονῆς Ἀγάθωνος μὲ κρεμαστὸ τζάκι ὁ Γέροντας Βησσαρίων διάβαζε κάποιο Χριστιανικὸ ἔντυπο. Ἦταν ἀπορροφημένος καὶ φαινόταν συγκινημένος. Σὲ μιὰ στιγμὴ ὁ σημερινὸς Ἡγούμενος, πατὴρ Δαμασκηνός, ὁ ὁποῖος καθόταν κοντά του καὶ ἔγραφε Χριστουγεννιάτικες κάρτες ἀντιλήφθηκε τὸ Γέροντα νὰ κλαίει καὶ νὰ προσπαθεῖ νὰ σφογγίσει τὰ δάκρυά του. Γιατί κλαῖς, παπούλλη, τὸν ρώτησε;
– Δὲν ἔχω τίποτα, παιδί μου, ἀπάντησε, μὴν ἀνησυχεῖς!

Μὰ κλαῖς, παπούλλη! Πές μου γιατί κλαῖς; Σοῦ συμβαίνει τίποτα;
– Ὄχι, παιδί μου! Νά, κάτι θυμήθηκα. Ποτὲ νὰ μὴν ξανάρθουν στὸν τόπο μας ἐκεῖνα τὰ μαῦρα χρόνια τῆς κατοχῆς, τῆς ἐξαθλιώσεως, τῆς πείνας. Θυμᾶμαι κάτι ποὺ μοῦ συνέβηκε κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία τῶν Χριστουγέννων τοῦ 1941, σὲ ἕνα ὀρεινὸ χωριὸ τῆς Καρδίτσας, ὅπου τότε ἐφημέρευα. Ὅταν βγῆκα στὴν Ὡραία Πύλη μὲ τὸ Ἅγιο Δισκοπότηρο στὰ χέρια καὶ εἶπα τὸ «Μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης προσέλθετε», ἄρχισαν νὰ ἔρχονται γιὰ τὴ Θεία Κοινωνία ὅλοι οἱ χωριανοί, μὲ προπορευόμενα τὰ παδιά τους. Μιὰ νεαρὴ μάννα ἔφερε μπροστά μου τὸ σκελετωμένο παιδάκι της. Ἐκεῖνο ἄνοιξε τὸ στοματάκι του καὶ περίμενε τὸ Θεῖο Μαργαρίτη· περίμενε νὰ μεταλάβει τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας. Μοῦ εἶπε τὸ ὄνομά του καὶ τὶ κοινώνησα. Ἀλλά, ἀντὶ νὰ ἀπομακρυνθεῖ κράτησε σφιχτά, τὸ καϋμένο, μὲ τὰ ἀδυνατισμένα χεράκια του τὸ ἱερὸ μάκτρο, τὸ κόκκινο μανδήλι ποὺ σκουπίζουμε τὰ στόματά μας μετὰ τὴ Θεία Κοινωνία, καὶ μοῦ φώναξε κλαίοντας:
-Κι’ ἄλλο, παπούλλη, κι’ ἄλλο!
Πεινοῦσε τὸ παιδάκι μου! Λύγισαν τὰ γόνατά μου καὶ μιὰ τρεμοῦλα ἁπλώθησε σὲ ὅλο τὸ κορμί μου. Βούρκωσαν τὰ μάτια μου καὶ γιὰ νὰ μὴ δοῦν οἰ πιστοὶ γύρισα στὴν Ἁγία Τράπεζα. Ἄφησα τὸ Ἅγιο Ποτήριο καὶ κάθισα σ’ ἕνα σκαμνάκι. Ἔκλαψα καὶ εἶπα μὲ ἀνθρώπινο πόνο:

– Γιατί ἄφησες, Θεέ μου, τὴν πατρίδα μας νὰ ἔλθει σὲ τέτοια δυστυχία; Λυπήσου, Κύριε, τὰ παιδιά μας!

Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας
Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας

Πηγή: gerontesmas.com

Μόρφου Νεόφυτος: π. Μάριος, ὁ Οἰκονόμος τῆς Ἱ. Μ. Ἁγίου Νικολάου παρὰ τὴν Ὀροῦντα (13.06.2022)

Λόγος π. Μαρίου Φιλίππου καὶ προσφώνηση Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου κατὰ τὴν προχείριση τοῦ π. Μαρίου σὲ Οἰκονόμο κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Θείας Λειτουργίας τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ τελέσθηκε στὴν πανηγυρίζουσα ἱερὰ μονὴ Ἁγίου Νικολάου παρὰ τὴν Ὀροῦντα τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (13.06.2022).

Ψάλλει ὁ πρωτοψάλτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου κ. Μάριος Ἀντωνίου.

Επιστημονική έρευνα για την αυξημένη θνησιμότητα στην Κύπρο το 2021

Ερωτήματα για την αύξηση της θνησιμότητας στην Κύπρο εγείρει ομάδα επιστημόνων μέσα από μελέτη που έχει πρόσφατα δημοσιευτεί στην ιστοσελίδα ιατρικής επιστήμης Cureus.

Στο πλαίσιο της έρευνας αυτής, οι επιστήμονες επισημαίνουν μεταξύ άλλων ότι: «Στην Κύπρο παρουσιάζεται αύξηση κατά 9,7% στη θνησιμότητα το 2021 σε σύγκριση με το 2020 και γενική αύξηση θνησιμότητας κατά 16,5% το 2021 σε σύγκριση με τη μέση θνησιμότητα των προηγούμενων πέντε ετών. Η αύξηση αυτή δεν δικαιολογείται εξ’ ολοκλήρου από τους θανάτους λόγω κορωνοϊού και είναι παράλληλη με την εκστρατεία ταυτόχρονου εμβολιασμού. Αυτό θα πρέπει να διερευνηθεί διεξοδικά από τις εθνικές και ευρωπαϊκές αρχές δημόσιας υγείας για τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση των υποκείμενων αιτιών».

Για την ολοκληρωμένη έρευνα – η οποία έχει δημοσιευτεί στην αγγλική γλώσσα – πατήστε στον πιο κάτω σύνδεσμο:

https://www.cureus.com/articles/91317-mortality-in-cyprus-over-the-period-2016-2021

Изповедници много, духовни отци малко (Успение Богородично, 15.8.2021 г.)

Скъпи ми отец Доситей, с колкото глас ми е останал едно ще ти кажа: добрият духовен отец не е нито строг, но и нито винаги снизходителен. Веднъж така, друг път иначе – в зависимост от човека, от възрастта, от здравето на всеки човек, в зависимост от силите. И особено да изпитваш наследствеността, която много духовни отци не вземат под внимание. Наследствеността, независимо че е 30%, оказва въздействие върху човека. И понеже хората в наше време не знаят да се борят духовно, обикновено оставят лошата наследственост (тъй като имаме и добра наследственост) да нараства и 30% стават 50%, а 70-те стават 100%. Разбираш ли?

Значи изключително важно е, още щом седне изповядващият се, да го попиташ: откъде си? Дори и произходът има значение, и селото, от което е някой, има своето значение. Един е жителят на с. Трите маслини, друг – този от с. Пелентри и трети е този от с. Каминария, независимо че са близо. Ако духовният отец не вземе предвид това, тогава ще прави много грешки, както ти описа преди малко с примера на свети Никодим. И се надяваме тогава да се поучи от грешките си. Това е един метод, макар и не от най-добрите, но в православието обикновено се учим и от грешките си. 

Ти ставаш духовен отец в една възраст, в която свещениците обикновено трябва да стават духовни отци, изповедници. Това, че ти стана свещеник „в последно време” (1 Петр. 1:20), за мене не е от особено  значение, защото за тебе свещенството е от майчината утроба, изписано е на лицето ти, в походката ти, в погледа ти. И така, когато почука и ти, както казваш, като „безстопанствен” на вратата на „безстопанствения” владика, аз знаех много добре кой си. 

И нещо, което искам да научиш: знаеш ли защо изповедникът се нарича духовен баща? Защото се смята, че притежава Светия Дух вътре в себе си и Той го направлява като джи-пи-ес, като ти казва: сега кажи това, сега не казвай онова. 

Спомням си, веднъж дойде при мене един човек, който искаше да стане свещеник. Попитах го различни неща. Правил ли си еди-какво си с жени? „Не!“ С мъже? „Не!“ С животни? „Не!“ Питах го за неща, които, както знаеш, каноните предвиждат, защото отците знаят колко ниско може да падне човек. И се зарадвах, че съм открил човек, подходящ за свещеник. Но в онзи момент си спомних, че благодатта на Светия Дух е в мене. Много пъти съм я получавал: първоначално, когато се кръстих и ме миропомазаха с думите „Печат на дара на Светия Дух”, след това когато станах дякон и преди това още, когато станах четец, след това когато станах йеромонах, след това когато станах архиерей. Какво е всичко това? Това е обновяването на Светия Дух в нашето сърце, Неговото постоянното задвижване. Да го кажа ли и на съвременен език? Неговото рестартиране. 

Това трябва да го имаш предвид, а не да го смяташ за даденост: „А-а, аз съм свещеник, владиката ме направи и духовен отец, изповедник съм!“ Но може никога да не станеш духовен отец, да останеш просто един изповедник. Ще слушаш само греховете и: „На Господа да се помолим!… Господи, Боже наш,…“. Да четеш само молитвата и да не обелваш дума повече, – нищо! 

Такъв е изповедникът. Изповедници имаме изключително много, но духовни отци, които да чуват в сърцето си Светия Дух, имаме малко, за съжаление. 

Този човек, който дойде и искаше да стане свещеник, нямаше никаква наклонност към свещенството. И изведнъж чувам вътре в сърцето си: 

– Попитай го: когато беше войник, не отиде ли при една проститутка?  

Попитах го: 

– А ти не отиде ли при една проститутка, когато беше войник?

– Не!

Казах му: 

– Помисли си добре, защото Този, Който ми го каза, не греши. 

Спомни си човекът. Разплака се. Пита ме: 

– Ама, кой ти го каза?

Отговорих му: 

– Този, Когото търсиш. Но при тебе се отлага. Ще откриеш Светия Дух по друг начин, не е необходимо всички да ставаме свещеници. Светец можеш да станеш, свещеник не можеш да станеш.

Кой ми каза греха му, който е извършил един единствен път? Светият Дух. За да може обаче да чуваме Светия Дух да ни говори вътре в сърцето ни, да ни напътства, трябва предварително, особено в младините си, да се учим да търсим Светия Дух: „Дух Светий, Душе на истината, дойди и се всели в нас!“, „Царю небесни, очисти ме от всяка сквернота!“, „Пресвета Богородице, спаси ни!“, „Господи Иисусе Христе, помилвай ме!“.

Щом християнинът види вътре в сърцето си каквото и да е петно, каквото и да е замърсяване или лошотия, или оплакване, или гняв и нервиране, или завист, или осъждане, трябва много да внимава с тях, защото те подлъгват всички нас. Ако не се помоли веднага да дойде благодатта на Светия Дух да го очисти, а се остави така, тогава ще оставим първо едно, сетне две, после три, така се изгражда вътре в нас един бетон, който покрива благодатта на Светия Дух. А Светият Дух действа вътре в нас, Той никога не си тръгва от нас, просто ние нямаме уши да го чуем. 

Това е трагичното! Да говори вътре в нас Светият Дух и ние, нещастните, да нямаме чисти уши да Го чуем – дори да си свещеник, да си духовен отец, имам предвид. А причината е, защото нямаме ежедневно покаяние. Това, което често казвам: да имате, отци, усърдно и дълбоко покаяние, бърз ум, мъдър помисъл, сърце чисто, за да спите спокойно, без съблазни. 

Църквата ни се грижи за всичко. Нали виждате, за да стигнем до днешния празник, постихме 15 дена. Църквата се грижи и за храната ни. Днес ще отидем да ядем, за да се радваме с радостта на св. Богородица. 

Така че всяко нещо има своето значение в Църквата, но в подходящото време и по подходящия начин, и с въздържанието си, и с количеството си.

А най-важното и над всичко стои, сине (запомни това!): да очистваш ежедневно сърцето си, да имаш бърз ум, да не ти убягват греховете, които идват. И ти си човек, все нещо ще има вътре в сърцето ти. Тая роля играят сетивата ни: да предизвикват постоянно в сърцето идеи, възгледи, усещания, желания, помисли. Ние избираме с ума си.

Ето какво иска Новата епоха (New Age): да създава умопомрачени хора, които да не могат да различават доброто от лошото. 

Затова те моля – знам, че си грамотен човек и много образован, ще започнеш служението си като духовен отец от село Трите маслини, но ще имаш благословията, където и да те повикат, да ходиш. Ще се постараем и ние като митрополия този твой дар да го подкрепим. 

Също така, да се съветваш с други духовници, преди всичко с твоя духовен отец – отец Киприян, след това с другите ни духовници, от които някои наистина са свети духовни отци. 

Някои от свещениците ни са от старите времена и имат вътре в себе си Светия Дух.  Много често и мене ме напътстват и ме поправят, и знам, че Светият Дух говори вътре в тях. Пожелавам ти да станеш един такъв духовен отец, така че, когато се наложи, да поправяш и владиката си! И тогава нито ти ще си „безстопанствен”, нито аз ще съм „безстопанствен”. Тогава ще имаме за владика Светия Дух. Пожелавам ви много и благословени години! 

Света Богородица да се грижи за село Трите маслини и за нашия Кипър в една епоха, когато всичко е подложено на изпитание, когато природата по целия свят стене и е застрашена от големи промени и смущения, и земетресения, и глад, и наводнения. Всички те са резултат от нашите грехове. 

Колкото по-голямо покаяние принасяме, толкова по-малко ще са лошите неща, които ще преживеем. Пожелавам да са за кратко, да преминават, да имаме сили да се справяме с тях! Няма да ги избегнем, не можем да се измъкнем, „понеже трябва всичко това да стане” (Лука 21:9), за да дойде красивото, радостното, голямото.


[1] В гръцкия текст е употребена думата за бездомно, улично животно, но определението на гръцки е „адеспото” („безстопанствено”), като за стопанин се използва думата „деспотис”, която значи „стопанин”, „господар” и „владика”. Оттук се получава и играта на думи (б. р.).

Превод: Мария Христова
Източник: https://www.youtube.com/watch?v=ZaoJtVcSOxA