Αρχική Blog Σελίδα 37

Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Oρεντίου και των έξ γνησίων αυτού αδελφών, Φαρνακίου, Έρωτος, Φίρμου, Φιρμίνου, Kυριακού, και Λογγίνου (25 Ιουνίου)

Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Oρεντίου και των έξ γνησίων αυτού αδελφών, Φαρνακίου, Έρωτος, Φίρμου, Φιρμίνου, Kυριακού, και Λογγίνου

Εις τον Ορέντιον
Eκδύς θαλάσσης ζων Oρέντιος βάθους,
Eν γη τελευτά και προς Oυρανόν τρέχει.

Εις τον Φαρνάκιον
Άρας ο Φαρνάκιος εκ γης πηλίνης,
Aνήλθεν εις έδαφος οίκου Kυρίου.

Εις τον Έρωτα
Eρών υπήρχεν Oυρανών κάλλους Έρως,
Προς ους μεταστάς ώσπερ ήρα χαιρέτω.

Εις τον Φιρμίνον και Φίρμον
Θρόνοι νοητοί Φιρμίνός τε και Φίρμος,
Oις εγκάθηται Bασιλεύς των Aγγέλων.

Εις τον Κυριακόν και Λογγίνον
Kυριακόν Λογγίνον ως ισαγγέλους,
Θεός τίθησιν ισοτίμους Aγγέλοις.

Oύτοι οι Άγιοι επτά αδελφοί, ήτον κατά τους χρόνους του Διοκλητιανού και Mαξιμιανού εν έτει τα΄ [301], καταγόμενοι μεν, από την Aνατολήν, συναριθμημένοι δε, με διακοσίους τήρωνας, ήγουν νεοσυλλέκτους στρατιώτας, υποκάτω εις τον κουβικουλάριον Pόδωνα, εν τη πόλει της Aντιοχείας· οι οποίοι αυτοί επήγαν εις τα μέρη της Θράκης, και ετάχθησαν εις ένα τάγμα, το οποίον ωνομάζετο Λεγέανδρον. Eπειδή δε κατά τους χρόνους εκείνους έκαμαν επανάστασιν οι Σκύθαι, και διαπεράσαντες τον Δούναβιν ποταμόν, εκούρσευον την Θράκην, διά τούτο αφ’ ου ετελεύτησεν ο Διοκλητιανός, και εκράτησε την βασιλείαν ο Mαξιμιανός εν τη Aνατολή, ευρίσκετο εις φροντίδα και απορίαν ο αυτός Mαξιμιανός, και μάλιστα, διατί ο πρώτος των Σκυθών Mαραθώμ ονομαζόμενος, ο οποίος υπερείχε τους άλλους κατά το μεγαλείον του σώματος, και κατά το κάλλος, και την ανδρίαν, και εζήτει τον Mαξιμιανόν, ή κανένα άλλον άνθρωπον διά να μονομαχήση με αυτόν, και όποιος από τους δύω ήθελε νικήση, εις εκείνον να δίδουν οι άλλοι τα νικητήρια, και να υποτάσσωνται εις αυτόν. Διά ταύτα, λέγω, ευρίσκετο ο Mαξιμιανός εις πολλήν απορίαν, επειδή και κανένας από τους Pωμαίους, δεν εθαρρούσε να αντισταθή και να μονομαχήση με τον βάρβαρον και ανδρειωμένον Mαραθώμ. Όθεν ο Άγιος Oρέντιος με την κοινήν γνώμην πάντων, εδιαλέχθη να μονομαχήση με εκείνον, διατί ήτον και φύσει ανδρείος, και εις τους πολέμους έμπειρος, και εις το να νικά επιτήδειος, διά την ευστροφίαν και ογλιγωράδα του σώματός του. Eυγήκε λοιπόν ο Άγιος εις το στάδιον, και αντιπαρετάχθη με τον Mαραθώμ, και κτυπήσας αυτόν με το κοντάρι του, απέκοψε την κεφαλήν του, και έφερεν αυτήν εις τον βασιλέα, και ούτως εποίησε νίκην και τρόπαιον.

O δε βασιλεύς θαυμάσας τον Άγιον, και επαινέσας την ανδραγαθίαν του, επρόσφερε εις τα είδωλα θυσίας διά την νίκην ταύτην. O δε Άγιος παρασταθείς έμπροσθεν του βασιλέως, ωμολόγει, ότι με την βοήθειαν του Xριστού ενίκησε τον υπερήφανον Σκύθην, και όχι με την βοήθειαν των ψευδωνύμων θεών. Πλην τότε μεν, συνεχώρησεν ο βασιλεύς τον Άγιον να απολαμβάνη τας βασιλικάς τιμάς, εντραπείς το μεγαλείον της ανδραγαθίας του, εχάρισε δε εις αυτόν, και την πολυτελή και πολυτάλαντον ζώνην του φονευθέντος βαρβάρου. Ύστερον δε, επειδή εσυμβούλευε τον Άγιον και δεν εδυνήθη να τον καταπείση, ίνα αρνηθή την πίστιν του Xριστού, διά τούτο έστειλεν αυτόν μαζί με τους έξι αδελφούς του εις την πόλιν των Σατάλων την εν τη Aρμενία ευρισκομένην, γράψας και εις τον εκεί δούκα, ότι ει μεν οι Άγιοι τιμωρούμενοι πεισθώσι να θυσιάσουν εις τους θεούς, να στείλη αυτούς οπίσω. Eι δε και δεν πεισθούν, να στείλη αυτούς εξορίστους εις τας χώρας της Aβασγίας, και της Ζηκχίας, ήτοι της νυν λεγομένης Tζερκεζίας. Eπειδή λοιπόν εξετασθέντες από τον δούκα, δεν επείσθησαν να θυσιάσουν εις τα είδωλα, αλλά εστάθησαν στερεοί εις την πίστιν του Xριστού, διά τούτο κατά την προσταγήν του βασιλέως, εξωρίσθησαν οι Άγιοι εις τας ανωτέρω χώρας. Kαι ο μεν πρώτος των αδελφών Έρως, απήλθε προς Θεόν, όταν έφθασαν εις ένα τόπον καλούμενον καινήν Παρεμβολήν, κατά την εικοστήν δευτέραν του παρόντος μηνός. O δε Άγιος Oρέντιος έλαβε το μακάριον τέλος, όταν έφθασεν εις τόπον καλούμενον Pίζιον, πέτραν γαρ δέσαντες οι Έλληνες από τον λαιμόν του, έρριψαν αυτόν εις την θάλασσαν. Eπιφανείς δε ο Άγγελος Pαφαήλ, εκούφισεν αυτόν και τον εύγαλεν από την θάλασσαν εις την στερεάν αβλαβή, και έστησεν αυτόν επάνω εις μίαν πέτραν, εις την οποίαν προσευχηθείς, αφήκε το πνεύμα του εις τον Θεόν, και εκεί ετάφη, κατά την εικοστήν τετάρτην του παρόντος μηνός. O δε Άγιος Φαρνάκιος, πηγαίνωντας εις τόπον ονομαζόμενον Kορδόλη, απήλθε προς Kύριον, κατά την τρίτην του Iουλίου. O δε Φίρμος και Φιρμίνος φθάσαντες την Άψαρον, εκεί ετελείωσαν την πρόσκαιρον ταύτην ζωήν, κατά την εβδόμην του Iουλίου. O δε Άγιος Kυριακός πηγαίνωντας εις την χώραν των Λαζών, εις τόπον λεγόμενον Ζυγάνεως, ανεπαύθη εν Kυρίω, κατά την δεκάτην τετάρτην του Iουλίου. O δε μακάριος Λογγίνος, εις καιρόν οπού επήγαινε διά θαλάσσης από της Ζυγάνεως εις την Λιβυκήν, ηκολούθησε μεγάλη φουρτούνα εις τον δρόμον, όθεν προσευχηθείς, παρέδωκε την ψυχήν του εις χείρας Θεού, και ενταφιάσθη εις την Πιτυούντα, αφ’ ου μετά τέσσαρας ημέρας επήγε το καράβι εκεί και άραξεν.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Σίμωνος (25 Ιουνίου)

O Όσιος Σίμων, εν ειρήνη τελειούται1

Σορός Σίμωνι σαρκός εστιν εστία,
Πόλος δε τούτω πνεύματος κατοικία.

Σημείωση

1. O Όσιος ούτος Σίμων, δεν ηγάπα να αποκτήση φιλίας των μεγάλων ανθρώπων, αλλά εποίει κάθε τρόπον διά να εξουθενωθή από αυτούς. Όθεν γράφει περί αυτού ο Eυεργετινός εν σελ. 703, ότι μίαν φοράν επήγεν εις αυτόν ο του τόπου άρχων, θέλωντας διά να τον ιδή. O δε Σίμων, μαθών πως ο άρχων έρχεται, επήρε την ζώνην του, και επήγε διά να καθαρίση ένα φοίνικα. Oι δε άνθρωποι του άρχοντος, βλέποντες αυτόν καθαρίζοντα τον φοίνικα, είπον αυτώ. Γέρων, πού είναι ο αναχωρητής; O Όσιος απεκρίθη. Δεν είναι εδώ αναχωρητής. Oι δε ακούσαντες, ανεχώρησαν.

Άλλοτε πάλιν ήλθεν άλλος άρχων διά να ιδή αυτόν. Eπρόφθασαν δε οι Kληρικοί και είπον αυτώ. Aββά ετοίμασον, ότι ο άρχων ακούωντας περί σου, έρχεται διά να ευλογηθή από λόγου σου. O δε Όσιος απεκρίθη. Nαι, εγώ ετοιμάζω τον εαυτόν μου. Φορέσας λοιπόν το κεντώνιόν του, ήτοι το παλαιόν φόρεμά του, το με πολλά κεντήματα και μπαλώματα ερραμμένον, και πέρνωντας εις το χέρι του ψωμί και τυρί, επήγε και εκάθισεν εις την πόρταν του κελλίου του και έτρωγεν. O δε άρχων με τους ανθρώπους του, βλέποντες αυτόν τρώγοντα, τον εξευτέλισαν, λέγοντες. Eτούτος είναι ο περίφημος αναχωρητής οπού ηκούομεν; Kαι ευθύς ανεχώρησαν.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Τρίτη 24 Ἰουνίου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση –  Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΤΟ ΓΕΝΕΘΛΙΟΝ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ)
Πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
13:11-14; 14:1-4

Ἀδελφοί, νῦν ἐγγύτερον ἡμῶν ἡ σωτηρία ἢ ὅτε ἐπιστεύσαμεν. Ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικεν. Ἀποθώμεθα οὖν τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ ἐνδυσώμεθα τὰ ὅπλα τοῦ φωτός. Ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν, μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις, μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ, ἀλλ᾽ ἐνδύσασθε τὸν Κύριον ᾽Ιησοῦν Χριστόν, καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας. Τὸν δὲ ἀσθενοῦντα τῇ πίστει προσλαμβάνεσθε, μὴ εἰς διακρίσεις διαλογισμῶν. Ὃς μὲν πιστεύει φαγεῖν πάντα, ὁ δὲ ἀσθενῶν λάχανα ἐσθίει. Ὁ ἐσθίων τὸν μὴ ἐσθίοντα μὴ ἐξουθενείτω, καὶ ὁ μὴ ἐσθίων τὸν ἐσθίοντα μὴ κρινέτω· ὁ Θεὸς γὰρ αὐτὸν προσελάβετο. Σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων ἀλλότριον οἰκέτην; τῷ ἰδίῳ Κυρίῳ στήκει ἢ πίπτει, σταθήσεται δέ· δυνατὸς γάρ ἐστιν ὁ Θεὸς στῆσαι αὐτόν.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΤΟ ΓΕΝΕΘΛΙΟΝ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
1: 1-25, 57-68, 76-80

Ἐπειδήπερ πολλοὶ ἐπεχείρησαν ἀνατάξασθαι διήγησιν περὶ τῶν πεπληροφορημένων ἐν ἡμῖν πραγμάτων, καθὼς παρέδοσαν ἡμῖν οἱ ἀπ’ ἀρχῆς αὐτόπται καὶ ὑπηρέται γενόμενοι τοῦ λόγου, ἔδοξε κἀμοὶ παρηκολουθηκότι ἄνωθεν πᾶσιν ἀκριβῶς καθεξῆς σοι γράψαι, κράτιστε Θεόφιλε, ἵνα ἐπιγνῷς περὶ ὧν κατηχήθης λόγων τὴν ἀσφάλειαν. Ἐγένετο ἐν ταῖς ἡμέραις Ἡρῴδου τοῦ βασιλέως τῆς Ἰουδαίας ἱερεύς τις ὀνόματι Ζαχαρίας ἐξ ἐφημερίας Ἀβιά, καὶ γυνὴ αὐτῷ ἐκ τῶν θυγατέρων Ἀαρών, καὶ τὸ ὄνομα αὐτῆς Ἐλισάβετ. ἦσαν δὲ δίκαιοι ἀμφότεροι ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, πορευόμενοι ἐν πάσαις ταῖς ἐντολαῖς καὶ δικαιώμασιν τοῦ Κυρίου ἄμεμπτοι. καὶ οὐκ ἦν αὐτοῖς τέκνον, καθότι ἡ Ἐλισάβετ ἦν στεῖρα, καὶ ἀμφότεροι προβεβηκότες ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτῶν ἦσαν. Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ ἱερατεύειν αὐτὸν ἐν τῇ τάξει τῆς ἐφημερίας αὐτοῦ ἔναντι τοῦ Θεοῦ, κατὰ τὸ ἔθος τῆς ἱερατείας ἔλαχε τοῦ θυμιᾶσαι εἰσελθὼν εἰς τὸν ναὸν τοῦ Κυρίου· καὶ πᾶν τὸ πλῆθος ἦν τοῦ λαοῦ προσευχόμενον ἔξω τῇ ὥρᾳ τοῦ θυμιάματος. ὤφθη δὲ αὐτῷ ἄγγελος Κυρίου ἑστὼς ἐκ δεξιῶν τοῦ θυσιαστηρίου τοῦ θυμιάματος. καὶ ἐταράχθη Ζαχαρίας ἰδών, καὶ φόβος ἐπέπεσεν ἐπ’ αὐτόν. εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ ἄγγελος· Μὴ φοβοῦ, Ζαχαρία· διότι εἰσηκούσθη ἡ δέησίς σου, καὶ ἡ γυνή σου Ἐλισάβετ γεννήσει υἱόν σοι, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰωάννην· καὶ ἔσται χαρά σοι καὶ ἀγαλλίασις, καὶ πολλοὶ ἐπὶ τῇ γενέσει αὐτοῦ χαρήσονται. ἔσται γὰρ μέγας ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, καὶ οἶνον καὶ σίκερα οὐ μὴ πίῃ, καὶ Πνεύματος ἁγίου πλησθήσεται ἔτι ἐκ κοιλίας μητρὸς αὐτοῦ, καὶ πολλοὺς τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ ἐπιστρέψει ἐπὶ Κύριον τὸν Θεὸν αὐτῶν. καὶ αὐτὸς προελεύσεται ἐνώπιον αὐτοῦ ἐν πνεύματι καὶ δυνάμει Ἠλίου, ἐπιστρέψαι καρδίας πατέρων ἐπὶ τέκνα καὶ ἀπειθεῖς ἐν φρονήσει δικαίων, ἑτοιμάσαι Κυρίῳ λαὸν κατεσκευασμένον. καὶ εἶπε Ζαχαρίας πρὸς τὸν ἄγγελον· Κατὰ τί γνώσομαι τοῦτο; ἐγὼ γάρ εἰμι πρεσβύτης καὶ ἡ γυνή μου προβεβηκυῖα ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτῆς. καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἄγγελος εἶπεν αὐτῷ· Ἐγώ εἰμι Γαβριὴλ ὁ παρεστηκὼς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, καὶ ἀπεστάλην λαλῆσαι πρός σε καὶ εὐαγγελίσασθαί σοι ταῦτα. καὶ ἰδοὺ ἔσῃ σιωπῶν καὶ μὴ δυνάμενος λαλῆσαι ἄχρι ἧς ἡμέρας γένηται ταῦτα, ἀνθ’ ὧν οὐκ ἐπίστευσας τοῖς λόγοις μου, οἵτινες πληρωθήσονται εἰς τὸν καιρὸν αὐτῶν. καὶ ἦν ὁ λαὸς προσδοκῶν τὸν Ζαχαρίαν, καὶ ἐθαύμαζον ἐν τῷ χρονίζειν αὐτόν ἐν τῷ ναῷ. ἐξελθὼν δὲ οὐκ ἠδύνατο λαλῆσαι αὐτοῖς, καὶ ἐπέγνωσαν ὅτι ὀπτασίαν ἑώρακεν ἐν τῷ ναῷ· καὶ αὐτὸς ἦν διανεύων αὐτοῖς, καὶ διέμενεν κωφός. καὶ ἐγένετο ὡς ἐπλήσθησαν αἱ ἡμέραι τῆς λειτουργίας αὐτοῦ ἀπῆλθεν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ. Μετὰ δὲ ταύτας τὰς ἡμέρας συνέλαβεν Ἐλισάβετ ἡ γυνὴ αὐτοῦ· καὶ περιέκρυβεν ἑαυτὴν μῆνας πέντε, λέγουσα ὅτι οὕτω μοι πεποίηκεν ὁ Κύριος ἐν ἡμέραις αἷς ἐπεῖδεν ἀφελεῖν τό ὄνειδός μου ἐν ἀνθρώποις. Τῇ δὲ Ἐλισάβετ ἐπλήσθη ὁ χρόνος τοῦ τεκεῖν αὐτήν, καὶ ἐγέννησεν υἱόν. καὶ ἤκουσαν οἱ περίοικοι καὶ οἱ συγγενεῖς αὐτῆς ὅτι ἐμεγάλυνε Κύριος τὸ ἔλεος αὐτοῦ μετ’ αὐτῆς, καὶ συνέχαιρον αὐτῇ. Καὶ ἐγένετο ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ ὀγδόῃ ἦλθον περιτεμεῖν τὸ παιδίον, καὶ ἐκάλουν αὐτὸ ἐπὶ τῷ ὀνόματι τοῦ πατρὸς αὐτοῦ Ζαχαρίαν. καὶ ἀποκριθεῖσα ἡ μήτηρ αὐτοῦ εἶπεν· Οὐχί, ἀλλὰ κληθήσεται Ἰωάννης. καὶ εἶπον πρὸς αὐτὴν ὅτι Οὐδείς ἐστιν ἐν τῇ συγγενείᾳ σου ὃς καλεῖται τῷ ὀνόματι τούτῳ· ἐνένευον δὲ τῷ πατρὶ αὐτοῦ τὸ τί ἂν θέλοι καλεῖσθαι αὐτόν. καὶ αἰτήσας πινακίδιον ἔγραψε λέγων· Ἰωάννης ἐστὶ τὸ ὄνομα αὐτοῦ· καὶ ἐθαύμασαν πάντες. ἀνεῴχθη δὲ τὸ στόμα αὐτοῦ παραχρῆμα καὶ ἡ γλῶσσα αὐτοῦ, καὶ ἐλάλει εὐλογῶν τὸν Θεόν. καὶ ἐγένετο ἐπὶ πάντας φόβος τοὺς περιοικοῦντας αὐτούς, καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ὀρεινῇ τῆς Ἰουδαίας διελαλεῖτο πάντα τὰ ῥήματα ταῦτα, καὶ ἔθεντο πάντες οἱ ἀκούσαντες ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῶν, λέγοντες· Τί ἄρα τὸ παιδίον τοῦτο ἔσται; καὶ χεὶρ Κυρίου ἦν μετ’ αὐτοῦ. Καὶ Ζαχαρίας ὁ πατὴρ αὐτοῦ ἐπλήσθη Πνεύματος ἁγίου καὶ προεφήτευσε λέγων· Εὐλογητὸς Κύριος, ὁ Θεὸς τοῦ Ἰσραήλ, ὅτι ἐπεσκέψατο καὶ ἐποίησε λύτρωσιν τῷ λαῷ αὐτοῦ. Καὶ σὺ, παιδίον, προφήτης ὑψίστου κληθήσῃ· προπορεύσῃ γὰρ πρὸ προσώπου Κυρίου ἑτοιμάσαι ὁδοὺς αὐτοῦ, τοῦ δοῦναι γνῶσιν σωτηρίας τῷ λαῷ αὐτοῦ ἐν ἀφέσει ἁμαρτιῶν αὐτῶν διὰ σπλάγχνα ἐλέους Θεοῦ ἡμῶν, ἐν οἷς ἐπεσκέψατο ἡμᾶς ἀνατολὴ ἐξ ὕψους ἐπιφᾶναι τοῖς ἐν σκότει καὶ σκιᾷ θανάτου καθημένοις, τοῦ κατευθῦναι τοὺς πόδας ἡμῶν εἰς ὁδὸν εἰρήνης. Τὸ δὲ παιδίον ηὔξανε καὶ ἐκραταιοῦτο πνεύματι, καὶ ἦν ἐν ταῖς ἐρήμοις ἕως ἡμέρας ἀναδείξεως αὐτοῦ πρὸς τὸν Ἰσραήλ.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Μόρφου Νεόφυτος: Τὰ τρία κορυφαῖα ζευγάρια τῆς πανανθρώπινης ἱστορίας (24.06.2023)

Κήρυγμα Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία τῆς ἑορτῆς τῆς Γενέσεως τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ποὺ τελέσθηκε στὸν πανηγυρίζοντα ἱερὸ ναὸ Τιμίου Προδρόμου τῆς κοινότητος Νικηταρίου, τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (24.06.2023). Ψάλλει ὁ πρωτοψάλτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου κ. Μάριος Ἀντωνίου.

Λόγος στὸ Γενέσιο τοῦ Προδρόμου (24/6)

Τὸ Γενέσιον τοῦ Τιμίου Προδρόμου

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ

Ο Τίμιος Προδρομος, 16ος αιώνας

Στὴν ἱστορία τοῦ ἀνθρώπινου γένους ὑπάρχουν μόνο δύο σημαντικὰ γεγονότα, τὰ ὁποῖα ὁ Θεὸς προαναγγέλλει μέσῳ τοῦ Ἀρχαγγέλου Του Γαβριήλ. Αὐτὰ εἶναι ἡ κατὰ σάρκα Γέννηση τοῦ Προαιώνιου Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ γέννηση τοῦ Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου, τοῦ μείζονος «ἐν γεννητοῖς γυναικῶν» (Ματθ. 11, 11), σύμφωνα μὲ τὸν λόγο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Χρονικὰ ὅμως προηγήθηκε ὁ εὐαγγελισμὸς τοῦ Ζαχαρία καὶ ἡ σύλληψη τοῦ Τιμίου Προδρόμου —ἀφοῦ ἔπρεπε νὰ προηγηθεῖ καὶ στὴ γέννησή του καὶ στὸ ἔργο τοῦ εὐαγγελισμοῦ τῶν ἀνθρώπων—, καὶ ἀκολούθησε ὁ Εὐαγγελισμὸς τῆς  Θεοτόκου καὶ ἡ σύλληψη τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ. Γι᾽ αὐτὸ καί, σύμφωνα μὲ τὶς σχετικὲς εὐαγγελικὲς διηγήσεις, ἡ Ἐκκλησία μας καθόρισε νὰ ἑορτάζουμε τὴ σύλληψη τοῦ Προδρόμου στὶς 23 Σεπτεμβρίου καὶ μετὰ ἀπὸ ἕξι μῆνες, στὶς 25 Μαρτίου, τὸ μέγιστο γεγονὸς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Παρθένου Μαρίας. Μετὰ δὲ ἀπὸ ἐννέα μῆνες ἀμφοτέρων τῶν εὐαγγελισμῶν τούτων ἑορτάζουμε τὴ γέννηση τῶν προμηνυθέντων: Στὶς 24 Ἰουνίου τὸ Γενέθλιο τοῦ Ἰωάννη καὶ στὶς 25 Δεκεμβρίου τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ.

Ἐδῶ νὰ σημειώσουμε πὼς ὁ Γαβριὴλ εἶναι ὁ ἀγγελιοφόρος τῶν μεγάλων βουλῶν τοῦ Θεοῦ στὴν ἐποχὴ τῆς Χάριτος, ὅπως ἀντίστοιχα ὁ Μιχαὴλ στὴν ἐποχὴ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Καὶ τὸ ἔργο τους εἶναι συνυφασμένο μὲ τὰ ἱερά τους ὀνόματα, ἀφοῦ Μιχαὴλ ἑρμηνεύεται ‘‘ποιός εἶναι σὰν τὸν Θεὸ ἢ Δύναμη Θεοῦ’’, ἐνῶ Γαβριὴλ σημαίνει ‘‘ἄνθρωπος Θεοῦ ἢ Θεάνθρωπος’’.

Ἀποδέκτες ἄμεσοι τῶν δύο χαρμοσύνων μηνυμάτων-εὐαγγελίων τοῦ Γαβριὴλ εἶναι ὁ ἀρχιερέας Ζαχαρίας καὶ ἡ Παρθένος Μαρία, μά, στὴν πραγματικότητα, ὅλος ὁ κόσμος, αἰσθητὸς καὶ νοητός. Ἀλλά, πῶς ἀνταποκρίθηκαν στὸ ἀρχαγγελικὸ μήνυμα; Καὶ οἱ δύο ἀρχικὰ φοβήθηκαν. Ὅταν ὅμως κάτι εἶναι πραγματικὰ ἀπὸ τὸν Θεό, ὅπως λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες, αὐτὸ γαληνεύει τὴν καρδία, αἰσθάνεται χαρὰ καὶ εἰρήνη ὁ ἄνθρωπος. ἀντίθετα, ὅταν προέρχεται ἐκ τοῦ πονηροῦ, τότε συμβαίνει τὸ ἀντίθετο. Ἡ Παρθένος δὲν ἀπορρίπτει, ἀλλὰ καὶ ἐλέγχει τὸ ἄγγελμα, τὸν ἀγγελιοφόρο, μήπως ἀπατηθεῖ: «Πῶς ἔσται μοι τοῦτο, ἐπεὶ ἄνδρα οὐ γινώσκω;» Κάτι ἀνάλογο, ποὺ ἔλεγε καὶ ὁ σύγχρονος ἅγιος Γέροντας Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ Ἀγγλίας: «Μὴ δέχεσαι καὶ μὴ ἀπορρίπτεις». Τοῦτο ἀποτελεῖ βασικὴ ἀσκητικὴ ἀρχή. Καί, ἀφοῦ ἡ Παρθένος βεβαιώθηκε πὼς ὁ εὐαγγελισμὸς ἦταν πράγματι θεϊκός, μὲ κάθε ταπείνωση ἀποδέχεται τὴ Θεία βουλὴ καὶ συνεργεῖ σ᾽ αὐτή: «ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμά σου». Ἦταν ἀπαραίτητη ἡ ἐλεύθερη συγκατάβασή της γιὰ τὴ σάρκωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ.

Τὸ Γενέσιον τοῦ Τιμίου Προδρόμου

Τὰ σχετικὰ μὲ τὴ σύλληψη καὶ γέννηση τοῦ Προδρόμου Ἰωάννη μόνος ὁ ἀπόστολος Λουκᾶς ἀναγράφει στὴν ἀρχὴ τοῦ Εὐαγγελίου του, στὴν περικοπή, ποὺ μόλις ἀκούσαμε στὴ Θεία Λειτουργία. Λέγει λοιπὸν ἐκεῖ ὅτι, ἀντίθετα πρὸς τὴν Παρθένο, ὁ Ζαχαρίας ἀπιστεῖ ἐκ προοιμίων, παρόλο ποὺ ὁ Γαβριὴλ τοῦ λέγει σαφῶς πὼς εἰσακούστηκαν οἱ προσευχὲς καὶ ἐκείνου καὶ τῆς συζύγου του καὶ τοῦ προλέγει ξεκάθαρα τὴν ἁγιότητα καὶ ἰσάγγελη πολιτεία τοῦ παιδιοῦ του. Καὶ ἀντιτάσσει στὸν εὐαγγελισμὸ τοῦτο τὰ γηρατειά τους καὶ τὴ φυσικὴ στειρότητα τῆς Ἐλισάβετ. Βεβαίως, ἡ βουλὴ τοῦ Θεοῦ γιὰ σύλληψη καὶ γέννηση τοῦ Ἰωάννη ἦταν ἀμετάθετη. Ἀλλά, ὡς ἐπιτίμιο γιὰ τὴν ἀπιστία του, ὁ Ζαχαρίας τιμωρεῖται μὲ τὴν ἀφωνία καὶ παραμένει βωβὸς μέχρι τὴν ἡμέρα τῆς ἐκπλήρωσης τῶν θαυμαστῶν προφητειῶν τοῦ ἀγγέλου, μέχρι δηλαδὴ τὴ γέννηση τοῦ Ἰωάννη. Καί, στὴ συνέχεια, πράγματι ἡ Ἐλισάβετ συνέλαβε κατὰ τοὺς νόμους τῆς ἀνθρώπινης φύσης τὸν Τίμιο Πρόδρομο. Καὶ τόση χαρὰ καὶ θαυμασμὸς τὴν κατέλαβε, πού, σὰν νὰ ἀπιστοῦσε, «καὶ περιέκρυβεν ἑαυτὴν μῆνας ἕξ».

Ἡ Θεοτόκος, στοὺς ἕξι μῆνες ἀπὸ τὴ σύλληψη τοῦ Προδρόμου, ἀμέσως δηλαδὴ μετὰ τὸν Εὐαγγελισμό της καὶ τὴ σύλληψη τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐπισκέπτεται τὴ συγγενή της Ἐλισάβετ, γιὰ νὰ πιστοποιήσει ἀπὸ τὴν ἀλήθεια τῶν λεγομένων τοῦ Γαβριὴλ γι᾽ αὐτὴν (δηλαδὴ ὅτι καὶ αὐτὴ εἶχε μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ στὰ γηρατειά της συλλάβει παιδί) τὴν ἀλήθεια καὶ γιὰ τὴ δική της ὑπὲρ φύσιν κυοφορία. Καὶ στὴ συνάντηση τῶν δύο αὐτῶν ἁγίων μητέρων καὶ πάλιν θαυμαστὰ γεγονότα: Μὲ τὸν ἀσπασμό τους γεμίζει θεία Χάρη, τόσο ἡ Ἐλισάβετ, ὅσο καὶ τὸ βρέφος της, ὁ Ἰωάννης, ποὺ χαιρετίζει καὶ ἀσπάζεται μὲ τὸ σκίρτημά του τὸν Δεσπότη του καὶ λαμβάνει ἀπὸ τότε τὸ χάρισμα τῆς διοράσεως καὶ προφητείας. Καί, ὅπως ἑρμηνεύουν θεόπνευστα οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, χρησιμοποιώντας ὁ Ἰωάννης τὸ φωνητικὸ ὄργανο τῆς μητέρας του, προφητεύει ὅτι τὸ κυοφορούμενο στὴν κοιλία τῆς Μαρίας βρέφος εἶναι ὁ Κύριος καὶ Σωτήρας τοῦ κόσμου. Καὶ ἀμέσως ἡ Μαριάμ, πλήρως βεβαιωμένη γιὰ τὴν ἀλήθεια τῶν ὅσων τῆς εἶχε εὐαγγελισθεῖ ὁ Γαβριὴλ καὶ πλήρης θεϊκῆς χαρᾶς καὶ ἀγαλλίασης, δοξολογεῖ ἐκ βαθέων τὸν Κύριο, ποὺ τὴν ἀξίωσε νὰ γίνει μητέρα Του, ἀναφωνώντας τὴ θαυμαστὴ ἐκείνη ᾠδή, «Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον», ποὺ καθημερινὰ στὸν Ὄρθρο, πρὶν τὴν θ´ ᾠδή, ψάλλουμε πρὸς τιμή της, ἐκπληρώνοντας τὴ θεομητορική της προφητεία: «ἰδοὺ γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ γενεαί».

Μετὰ λοιπὸν ἀπὸ τρεῖς περίπου μῆνες, ἀναχωρεῖ ἡ Θεοτόκος ἀπὸ τὴν οἰκία τοῦ Ζαχαρία καὶ γεννᾶται «ὁ μείζων ἐν γεννητοῖς γυναικῶν» Ἰωάννης. Καὶ πάλιν ἐδῶ θαύματα καὶ ἔκχυση πλούσια τῆς θείας Χάρης. Τόσο ἡ Ἐλισάβετ, ὅσο καὶ ὁ μέχρι τότε ἄφωνος Ζαχαρίας, δίνουν στὸ βρέφος τὸ ὄνομα Ἰωάννης, ἀπὸ θεία βεβαίως ἔμπνευση, παρόλο ποὺ δὲν εἶχαν κανένα στὴ συγγένειά τους μ᾽ αὐτὸ τὸ ὄνομα. Ἕνα ὄνομα, ποὺ ἦταν ἀντάξιο τοῦ γεννηθέντος, καθότι τὸ ἑβραϊκὸ Ἰωάννης σημαίνει «Χάρις Θεοῦ ἢ Δῶρον Θεοῦ», μὲ ρίζα τὸ ἐπίσης σημιτικὸ ὄνομα Ἄννα (Hannah), ποὺ ἀκριβῶς σημαίνει θεία Χάρη. Καὶ ἀμέσως ὁ Ζαχαρίας ἀνακτᾶ θαυμαστὰ τὴ φωνή του, καθὼς δὲν ἔπρεπε νὰ τὴ στερεῖται ὁ πατέρας τῆς «φωνῆς τοῦ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ». Καί, θαῦμα στὸ θαῦμα ἀκολουθεῖ: Ὁ Ζαχαρίας λαμβάνει κι αὐτὸς προφητικὸ χάρισμα καὶ δοξολογεῖ τὸν Θεό, ποὺ μὲ τὴ σάρκωσή Του οἰκονόμησε τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου, καὶ προλέγει τὴν προφητικὴ καὶ προδρομικὴ ζωὴ τοῦ παιδιοῦ του.

Ἂς ἀναλογισθοῦμε τώρα ἐμεῖς, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ποὺ συναθροισθήκαμε στὸν παλαιὸ αὐτὸ καὶ ἅγιο ναὸ τοῦ Προδρόμου στὸ εὐλογημένο τοῦτο χωριὸ τοῦ Προδρόμου, γιὰ νὰ τιμήσουμε πανηγυρικὰ τὸ θαυμαστὸ Γενέθλιο τοῦ μέγιστου τούτου ἁγίου, ἂς ἀναλογισθοῦμε, λέγω, τὸ μέγεθος τῆς ἁγιότητάς του: Τὴ σύλληψή του εὐαγγελίζεται στὸν ἅγιο πατέρα του καὶ ἀρχιερέα Ζαχαρία ὁ μέγιστος ἀρχάγγελος Γαβριὴλ στὸν ἁγιώτερο τόπο τῆς πρὸ Χριστοῦ ἐποχῆς, στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων τοῦ ναοῦ τοῦ Σολομῶντος, κατὰ τὴν ἱερώτερη στιγμὴ τῆς ἰουδαϊκῆς λατρείας, αὐτὴ τῆς προσφορᾶς τοῦ θυμιάματος. Καὶ τοῦ προφητεύει ὅτι θὰ γίνει Πνευματοφόρος ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μάνας του  —ἐνῶ ὅλοι οἱ ἅγιοι, ὅπως γνωρίζουμε, τὸ πετυχαίνουν τοῦτο μετὰ ἀπὸ πολυχρόνιους σκληροὺς πνευματικοὺς ἀγῶνες ἢ καὶ πολυώδυνο μαρτύριο· ἀκόμη, προλέγει τὴ μέλλουσα ἁγιώτατη ζωὴ τοῦ τέκνου του, τὴν ἀσκητική του διαγωγή, τὸ προφητικὸ-διδασκαλικό του χάρισμα, τὸ προδρομικό του ἔργο, μὲ τὸ ὁποῖο δηλαδὴ θὰ ἑτοίμαζε τὸν δρόμο, ἤτοι τὶς σκληρὲς τῶν Ἰουδαίων καρδιές, ὥστε νὰ δεχθοῦν —ὅσοι ἀπ᾽ αὐτοὺς καλοπροαίρετοι— τὸ κήρυγμα τοῦ ἐρχομένου Δεσπότου, νὰ Τὸν πιστεύσουν ὡς τὸν ἀναμενόμενο Μεσσία καὶ Λυτρωτή. Καὶ ἀκόμη, τὰ θαυμαστὰ γεγονότα, ποὺ συνέβησαν χάρη του, στὴ γέννησή του· τὴν ἀγγελική του ζωὴ στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνη· τὸ κήρυγμα τῆς μετανοίας καὶ τὴν ἀποδοχὴ τοῦ Ἰησοῦ ὡς τοῦ Θεοῦ καὶ Σωτήρα τοῦ κόσμου· τὸ βαπτισματικό του ἔργο· τὸ Βάπτισμα τοῦ Δεσπότου του· τὸν ἔλεγχο τῆς κάθε παρανομίας καὶ ἁμαρτίας· τὸ μαρτυρικό του τέλος. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἐπάξια τὸ ἀλάθητο καὶ ἀψευδὲς στόμα τοῦ Χριστοῦ, τοῦ παντογνώστη καὶ καρδιογνώστη, τὸν μακάρισε ὡς τὸν μεγαλύτερο καὶ ἁγιώτερο ἄνθρωπο, ποὺ γεννήθηκε ποτὲ στὴ γῆ.

Αὐτὸν τὸν μέγαν Πρόδρομον, ἀδελφοί μου, ποὺ γιὰ τὴν ἁγιώτατη αὐτὴ ζωή του ἔχει μέγιστη παρρησία μπροστὰ στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ, νὰ ἱκετεύσουμε ταπεινὰ καὶ ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοί, ποὺ παροργίσαμε καὶ παροργίζουμε τὸν Κύριο μὲ τὰ ἀπρεπὴ ἔργα, τοὺς λόγους καὶ τοὺς λογισμούς μας, νὰ μᾶς δίνει μετάνοια καὶ διόρθωση τῆς ζωῆς καὶ τοῦ φρονήματός μας. Ἀλλά, μετάνοια ἔμπρακτη, μὲ εἰλικρινὴ Ἐξομολόγηση, μὲ ἐνσυνείδητη καὶ τὸ κατὰ δύναμιν ἐπάξια μετοχὴ στὰ ἄχραντα Μυστήρια, μὲ βίο ταπεινόφρονα καὶ γεμάτο ἔργα ἀγάπης πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀδελφούς μας. Καὶ νὰ ξέρουμε, πὼς μόνο ἔτσι θὰ ἔλθει τὸ μέγα ἔλεος τοῦ Θεοῦ στὸν τόπο μας, στὸ ρωμαίϊκο γένος μας, ἡ ποθούμενη λύτρωση τῶν σκλαβωμένων μας πατρίδων· μά, προπάντων, θὰ ἀξιωθοῦμε τῆς ἀνέκφραστης χαρᾶς τῆς ἀσάλευτης καὶ μόνιμης πατρίδας μας, τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν, στὸν Ὁποῖο μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀνήκει ἡ δόξα στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν!

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Δευτέρα 23 Ἰουνίου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση –  Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΔΕΥΤΕΡΑ Γ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
7: 1-14

Ἀδελφοί, γινώσκουσι νόμον λαλῶ· ἀγνοεῖτε ὅτι ὁ νόμος κυριεύει τοῦ ἀνθρώπου ἐφ᾿ ὅσον χρόνον ζῇ; Ἡ γὰρ ὕπανδρος γυνὴ τῷ ζῶντι ἀνδρὶ δέδεται νόμῳ· ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ ὁ ἀνήρ, κατήργηται ἀπὸ τοῦ νόμου τοῦ ἀνδρός. Ἄρα οὖν ζῶντος τοῦ ἀνδρὸς μοιχαλὶς χρηματίσει ἐὰν γένηται ἀνδρὶ ἑτέρῳ· ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ ὁ ἀνήρ, ἐλευθέρα ἐστὶν ἀπὸ τοῦ νόμου, τοῦ μὴ εἶναι αὐτὴν μοιχαλίδα γενομένην ἀνδρὶ ἑτέρῳ. Ὥστε, ἀδελφοί μου, καὶ ὑμεῖς ἐθανατώθητε τῷ νόμῳ διὰ τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ εἰς τὸ γενέσθαι ὑμᾶς ἑτέρω, τῷ ἐκ νεκρῶν ἐγερθέντι, ἵνα καρποφορήσωμεν τῷ Θεῷ. Ὅτε γὰρ ἦμεν ἐν τῇ σαρκί, τὰ παθήματα τῶν ἁμαρτιῶν τὰ διὰ τοῦ νόμου ἐνηργεῖτο ἐν τοῖς μέλεσιν ἡμῶν εἰς τὸ καρποφορῆσαι τῷ θανάτῳ· νυνὶ δὲ κατηργήθημεν ἀπὸ τοῦ νόμου, ἀποθανόντες ἐν ᾧ κατειχόμεθα, ὥστε δουλεύειν ἡμᾶς ἐν καινότητι πνεύματος καὶ οὐ παλαιότητι γράμματος. Τί οὖν ἐροῦμεν; Ὁ νόμος ἁμαρτία; Μὴ γένοιτο· ἀλλὰ τὴν ἁμαρτίαν οὐκ ἔγνων εἰ μὴ διὰ νόμου· τήν τε γὰρ ἐπιθυμίαν οὐκ ᾔδειν εἰ μὴ ὁ νόμος ἔλεγεν, «Οὐκ ἐπιθυμήσεις»· ἀφορμὴν δὲ λαβοῦσα ἡ ἁμαρτία διὰ τῆς ἐντολῆς κατειργάσατο ἐν ἐμοὶ πᾶσαν ἐπιθυμίαν· χωρὶς γὰρ νόμου ἁμαρτία νεκρά. Ἐγὼ δὲ ἔζων χωρὶς νόμου ποτέ· ἐλθούσης δὲ τῆς ἐντολῆς ἡ ἁμαρτία ἀνέζησεν, ἐγὼ δὲ ἀπέθανον, καὶ εὑρέθη μοι ἡ ἐντολὴ ἡ εἰς ζωήν, αὕτη εἰς θάνατον· ἡ γὰρ ἁμαρτία ἀφορμὴν λαβοῦσα διὰ τῆς ἐντολῆς ἐξηπάτησέ με καὶ διὰ αὐτῆς ἀπέκτεινεν. Ὥστε ὁ μὲν νόμος ἅγιος, καὶ ἡ ἐντολὴ ἁγία καὶ δικαία καὶ ἀγαθή. Τὸ οὖν ἀγαθὸν ἐμοὶ γέγονε θάνατος; Μὴ γένοιτο· ἀλλὰ ἡ ἁμαρτία, ἵνα φανῇ ἁμαρτία, διὰ τοῦ ἀγαθοῦ μοι κατεργαζομένη θάνατον, ἵνα γένηται καθ᾿ ὑπερβολὴν ἁμαρτωλὸς ἡ ἁμαρτία διὰ τῆς ἐντολῆς.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΑΡΙΣΤΟΚΛΕΟΥΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΤΩΝ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΩΝ)
Πρὸς Κολασσαεῖς Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
3: 12-16

Ἀδελφοί, ἐνδύσασθε, ὡς ἐκλεκτοὶ τοῦ Θεοῦ ἅγιοι καὶ ἠγαπημένοι, σπλάγχνα οἰκτιρμοῦ, χρηστότητα, ταπεινοφροσύνην, πρᾳότητα, μακροθυμίαν, ἀνεχόμενοι ἀλλήλων καὶ χαριζόμενοι ἑαυτοῖς ἐάν τις πρός τινα ἔχῃ μομφήν· καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς ἐχαρίσατο ὑμῖν, οὕτω καὶ ὑμεῖς· ἐπὶ πᾶσι δὲ τούτοις τὴν ἀγάπην, ἥτις ἐστὶ σύνδεσμος τῆς τελειότητος· καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ βραβευέτω ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν, εἰς ἣν καὶ ἐκλήθητε ἐν ἑνὶ σώματι· καὶ εὐχάριστοι γίνεσθε· ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ ἐνοικείτω ἐν ὑμῖν πλουσίως, ἐν πάσῃ σοφίᾳ διδάσκοντες καὶ νουθετοῦντες ἑαυτοὺς ψαλμοῖς καὶ ὕμνοις καὶ ᾠδαῖς πνευματικαῖς, ἐν χάριτι ᾄδοντες ἐν τῇ καρδίᾳ ὑμῶν τῷ Κυρίῳ.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΔΕΥΤΕΡΑ Γ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΜΑΤΘΑΙΟΥ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
9: 36-38, 10:1-8

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἶδεν ὁ Ἰησοῦς πολὺν ὄχλον καὶ ἐσπλαγχνίσθη περὶ αὐτῶν ὅτι ἦσαν ἐκλελυμένοι καὶ ἐρριμμένοι ὡς πρόβατα μὴ ἔχοντα ποιμένα. τότε λέγει τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· Ὁ μὲν θερισμὸς πολύς, οἱ δὲ ἐργάται ὀλίγοι· δεήθητε οὖν τοῦ κυρίου τοῦ θερισμοῦ ὅπως ἐκβάλῃ ἐργάτας εἰς τὸν θερισμὸν αὐτοῦ. Καὶ προσκαλεσάμενος τοὺς δώδεκα μαθητὰς αὐτοῦ ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν πνευμάτων ἀκαθάρτων ὥστε ἐκβάλλειν αὐτὰ καὶ θεραπεύειν πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν. Τῶν δὲ δώδεκα ἀποστόλων τὰ ὀνόματά ἐισι ταῦτα· πρῶτος Σίμων ὁ λεγόμενος Πέτρος καὶ Ἀνδρέας ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ, Ἰάκωβος ὁ τοῦ Ζεβεδαίου καὶ Ἰωάννης ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ, Φίλιππος καὶ Βαρθολομαῖος, Θωμᾶς καὶ Ματθαῖος ὁ τελώνης, Ἰάκωβος ὁ τοῦ Ἁλφαίου καὶ Λεββαῖος ὁ ἐπικληθεὶς Θαδδαῖος, Σίμων ὁ Κανανίτης καὶ Ἰούδας ὁ Ἰσκαριώτης ὁ καὶ παραδοὺς αὐτόν. Τούτους τοὺς δώδεκα ἀπέστειλεν ὁ Ἰησοῦς παραγγείλας αὐτοῖς λέγων· Εἰς ὁδὸν ἐθνῶν μὴ ἀπέλθητε, καὶ εἰς πόλιν Σαμαριτῶν μὴ εἰσέλθητε· πορεύεσθε δὲ μᾶλλον πρὸς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ. πορευόμενοι δὲ κηρύσσετε λέγοντες ὅτι Ἤγγικεν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. ἀσθενοῦντας θεραπεύετε, λεπροὺς καθαρίζετε, νεκροὺς ἐγείρετε, δαιμόνια ἐκβάλλετε· δωρεὰν ἐλάβετε, δωρεὰν δότε.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΑΡΙΣΤΟΚΛΕΟΥΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΤΩΝ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΩΝ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην
15:17 – 16:2

Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτοῦ Μαθηταῖς· ταῦτα ἐντέλλομαι ὑμῖν, ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους. Εἰ ὁ κόσμος ὑμᾶς μισεῖ, γινώσκετε ὅτι ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν. εἰ ἐκ τοῦ κόσμου ἦτε, ὁ κόσμος ἂν τὸ ἴδιον ἐφίλει· ὅτι δὲ ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ ἐστέ, ἀλλ’ ἐγὼ ἐξελεξάμην ὑμᾶς ἐκ τοῦ κόσμου, διὰ τοῦτο μισεῖ ὑμᾶς ὁ κόσμος. μνημονεύετε τοῦ λόγου οὗ ἐγὼ εἶπον ὑμῖν· οὐκ ἔστι δοῦλος μείζων τοῦ κυρίου αὐτοῦ. εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν, καὶ ὑμᾶς διώξουσιν· εἰ τὸν λόγον μου ἐτήρησαν, καὶ τὸν ὑμέτερον τηρήσουσιν. ἀλλὰ ταῦτα πάντα ποιήσουσιν ὑμῖν διὰ τὸ ὄνομά μου, ὅτι οὐκ οἴδασι τὸν πέμψαντά με. εἰ μὴ ἦλθον καὶ ἐλάλησα αὐτοῖς, ἁμαρτίαν οὐκ εἴχον· νῦν δὲ πρόφασιν οὐκ ἔχουσι περὶ τῆς ἁμαρτίας αὐτῶν. ὁ ἐμὲ μισῶν καὶ τὸν πατέρα μου μισεῖ. εἰ τὰ ἔργα μὴ ἐποίησα ἐν αὐτοῖς ἃ οὐδεὶς ἄλλος πεποίηκεν, ἁμαρτίαν οὐκ εἴχον· νῦν δὲ καὶ ἑωράκασι καὶ μεμισήκασι καὶ ἐμὲ καὶ τὸν πατέρα μου. ἀλλ’ ἵνα πληρωθῇ ὁ λόγος ὁ γεγραμμένος ἐν τῷ νόμῳ αὐτῶν, ὅτι ἐμίσησάν με δωρεάν. ὅταν δὲ ἔλθῃ ὁ παράκλητος ὃν ἐγὼ πέμψω ὑμῖν παρὰ τοῦ πατρός, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὃ παρὰ τοῦ πατρὸς ἐκπορεύεται, ἐκεῖνος μαρτυρήσει περὶ ἐμοῦ· καὶ ὑμεῖς δὲ μαρτυρεῖτε, ὅτι ἀπ’ ἀρχῆς μετ’ ἐμοῦ ἐστε. Ταῦτα λελάληκα ὑμῖν ἵνα μὴ σκανδαλισθῆτε. ἀποσυναγώγους ποιήσουσιν ὑμᾶς· ἀλλ’ ἔρχεται ὥρα ἵνα πᾶς ὁ ἀποκτείνας ὑμᾶς δόξῃ λατρείαν προσφέρειν τῷ Θεῷ.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Οἰ Κύπριοι ἅγιοι μάρτυρες Ἀριστοκλῆς πρεσβύτερος, Δημητριανὸς διάκονος καὶ Ἀθανάσιος ἀναγνώστης (23/6)

Οἰ Κύπριοι ἅγιοι μάρτυρες Ἀριστοκλῆς πρεσβύτερος, Δημητριανὸς διάκονος καὶ Ἀθανάσιος ἀναγνώστης, ποὺ μαρτύρησαν στὴ Σαλαμίνα τῆς Κύπρου* (23/6)

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ

Σύμφωνα μὲ τὶς γνωστὲς ἁγιολογικὲς πηγές, οἱ μάρτυρες Ἀριστοκλῆς πρεσβύτερος, Δημητριανὸς διάκονος καὶ Ἀθανάσιος ἀναγνώστης μαρτύρησαν κατὰ τὸν Μεγάλο Διωγμὸ ἐναντίον τῶν χριστιανῶν, ποὺ ὑποκίνησε παντοιοτρόπως ὁ Καίσαρας Μαξιμιανὸς Γαλέριος καὶ συνυπέγραψε σχετικὸ διάταγμα μὲ τὸν πενθερό του καὶ Αὔγουστο τῆς ἀνατολικῆς αὐτοκρατορίας Διοκλητιανό.

Εἶναι κατὰ τὸν διωγμὸ αὐτό, ποὺ μαρτύρησαν πλεῖστοι ὅσοι γνωστοὶ μάρτυρες στὴν Κύπρο.

Στὰ σωζόμενα συναξάρια τῶν ἁγίων τούτων ἐπισημαίνεται ὅτι ὁ μάρτυς Ἀριστοκλῆς ἦταν Κύπριος στὸ γένος, καταγόμενος ἀπὸ τὴν ἀρχαία μεγαλούπολη Ταμασσό, ἕδρα τοῦ ὁμωνύμου κυπριακοῦ βασιλείου καὶ μία ἀπὸ τὶς πρῶτες ὀργανωμένες χριστιανικὲς τοπικὲς Ἐκκλησίες, στὴν κεντρικὴ (καθολικὴ) ἐκκλησία τῆς ὁποίας ὑπηρετοῦσε ὡς πρεσβύτερος. Μὲ τὴν ἔναρξη τοῦ Μεγάλου Διωγμοῦ, φοβούμενος ὁ Ἀριστοκλῆς τὸν ἐπικρεμάμενο κίνδυνο, ἀνέβηκε σ᾽ ἕνα βουνὸ ἐκεῖ κοντὰ στὴν Ταμασσὸ καὶ κρύβηκε σὲ κάποιο σπήλαιο. Ἐνῶ δὲ προσευχόταν στὸ σπήλαιο, ἦλθε σὲ κατάσταση θεοπτίας («φωτὶ περιηστράφθη ὑπὲρ τὸν ἥλιον») καὶ ἄκουσε θεία φωνή, νὰ τὸν παρακινεῖ νὰ μεταβεῖ στὴν τότε μητρόπολη (πολιτικὴ πρωτεύουσα) τῆς Κύπρου, τὴν ἀρχαία πόλη τῆς Σαλαμίνας, γιὰ νὰ ὁμολογήσει τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ καὶ νὰ ἀγωνισθεῖ στὸ στάδιο τοῦ μαρτυρίου.

Ὑπακούοντας στὸ θεϊκὸ κέλευσμα καὶ καθ᾽ ὁδὸν πρὸς τὴ Σαλαμίνα, ἔφθασε στὴν ἀρχαία πόλη τῶν Λέδρων (τὴ σημερινὴ Λευκωσία), ὅπου κατέλυσε στὸν ἐκεῖ ναὸ τοῦ Ἀποστόλου Βαρνάβα. Ἐδῶ ἔχουμε μία πρωιμότατη μαρτυρία γιὰ τὴν ὕπαρξη καὶ λειτουργία εὐκτηρίου οἴκου, ἤδη ἀπὸ τὸν τρίτο αἰῶνα (ἀφοῦ ἡ ἀναφορὰ αὐτὴ χρονολογεῖται στὸ ἔτος 303). Στὸν ναὸ αὐτὸ συνάντησε τοὺς κληρικοὺς Δημητριανὸ διάκονο καὶ Ἀθανάσιο ἀναγνώστη, ποὺ ὑπηρετοῦσαν ἐκεῖ, οἱ ὁποῖοι καὶ τὸν φιλοξένησαν. Διηγήθηκε λοιπὸν ὁ Ἀριστοκλῆς σ᾽ αὐτοὺς τὰ σχετικὰ μὲ τὴν ὀπτασία του καὶ τὸν σκοπὸ ποὺ εἶχε νὰ μαρτυρήσει γιὰ τὸν Χριστό, καὶ ἄναψε καὶ σ᾽ αὐτῶν τὴν καρδιὰ ὁ πόθος τοῦ μαρτυρίου. Ἔτσι, οἱ τρεῖς ἐν Χριστῷ ἀδελφοὶ ἀκολούθησαν τὴν ὁδὸ πρὸς τὸ μαρτύριο.

Φθάνοντας στὴ Σαλαμίνα, στάθηκαν ἐπίτηδες σὲ κάποιο ὑψηλὸ σημεῖο κοντὰ στὸ διοικητήριο τῆς πόλης, ὥστε νὰ φαίνονται ἀπὸ μακρυά. Πράγματι, σὲ λίγο ἔγιναν ἀντιληπτοὶ ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα (praeses) τῆς νήσου, ποὺ ἦταν τότε ὁ γνωστὸς ἀπὸ τὰ μαρτύρια καὶ ἄλλων Κυπρίων μαρτύρων Σαβῖνος (AntistiusSabinus[293-305]), ὁ ὁποῖος τοὺς κάλεσε νὰ πᾶνε κοντά του. Οἱ τρεῖς γενναῖοι μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ ὁμολόγησαν τότε ἀπὸ μόνοι τους τὴ χριστιανική τους ἰδιότητα, καὶ ὅτι εἶχαν ἔλθει ἐκεῖ πρὸς τὸν σκοπὸ αὐτό. Τοὺς φυλάκισε τότε ὁ ἡγεμόνας, γιὰ νὰ τοὺς παραδώσει στὴ συνέχεια στὰ βασανιστήρια. Μέσα στὴ φυλακὴ εἶχαν συγκρατούμενους γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, μεταξὺ ἄλλων, καὶ τοὺς ἐπισκόπους Φιλωνίδη Κουρίου, τὸν μετέπειτα ἱερομάρτυρα, καὶ Ἀρίστωνα, ἄγνωστο ποιᾶς πόλης ποιμένα, ποὺ τελικὰ ἐπέζησε τοῦ μαρτυρίου καί, ὅταν ἀπελευθερώθηκε ἀπὸ τὰ δεσμά, συνέγραψε τὸ Μαρτύριο τοῦ ἁγίου Φιλωνίδου καί, πιθανώτατα, καὶ τῶν τριῶν μαρτύρων μας.  Ἐδῶ νὰ τονίσουμε ὅτι, ἐφόσον ἦσαν κρατούμενοι οἱ δύο αὐτοὶ ἐπίσκοποι στὴ φυλακή, ὅπως προφανῶς καὶ ἄλλοι ἐπίσκοποι τῆς νήσου, σημαίνει ὅτι εἶχε ἤδη ἐφαρμοσθεῖ καὶ τὸ 2ο ἔδικτο διωγμοῦ τῶν ἰδίων αὐτοκρατόρων (θέρος 303), ποὺ διέταζε τὴ σύλληψη καὶ φυλάκιση ὅλων τῶν χριστιανῶν ἐπισκόπων καὶ κληρικῶν.

Ὁ Σαβῖνος ὑπέβαλε τοὺς τρεῖς μάρτυρες σὲ τιμωρίες, ἀρχίζοντας ἀπὸ τὸν Ἀριστοκλῆ. Ὁ ἅγιος πρῶτα καταξεσχίσθηκε σ᾽ ὅλο τὸ σῶμα μὲ μαστίγωση καί, ἐπειδὴ παρέμενε ἀκλόνητος στὴν ὁμολογία τῆς πίστης του, μὲ προσταγὴ τοῦ ἡγεμόνα ὑπέστη τὸν διὰ ξίφους ἀποκεφαλισμό, λαμβάνοντας ἔτσι τὸ στέφος τοῦ μαρτυρίου. Τοὺς ἁγίους Δημητριανὸ καὶ Ἀθανάσιο, ποὺ ἐπίσης ἐνέμεναν σταθεροὶ στὴν πίστη, μετὰ ἀπὸ πολλὰ βασανιστήρια, διέταξε ὁ Σαβῖνος καὶ τοὺς ἔριξαν στὴ φωτιὰ νὰ κατακαοῦν. Ἀλλ᾽ ἐπειδὴ διαφυλάχθηκαν μὲ τὴ θεία Χάρη ἀβλαβεῖς, πρόσταξε ὁ ἡγεμόνας καὶ τοὺς ἀποκεφάλισαν καὶ αὐτοὺς διὰ ξίφους. Πιθανώτατα οἱ ἅγιοι μαρτύρησαν τὸ ἔτος 303, στὶς 23 Ἰουνίου, ἡμέρα, κατὰ τὴν ὁποία τελεῖται ἡ μνήμη τους.

Τὰ σωζόμενα ἐπίτομα συναξάρια τῶν τριῶν τούτων μαρτύρων δυστυχῶς περατοῦνται ἀμέσως μετὰ τὴν ἀναφορὰ στὸ μαρτυρικὸ τέλος τους καὶ δὲν μᾶς παρέχουν περαιτέρω πληροφορίες γιὰ τὰ τίμια λείψανά τους. Στὴν περίπτωση τοῦ συγκρατουμένου καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο συμμάρτυρός τους, ἱερομάρτυρος Φιλωνίδου, ἐπισκόπου Κουρίου, τὸ ἱερό του λείψανο, ἀφοῦ πρῶτα τοποθετήθηκε σὲ σάκκο ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες, ρίφθηκε στὴ θάλασσα, ἀλλὰ τὸ ἐξέβαλε ἔξω τὸ κύμα, γιὰ νὰ ταφεῖ στὴ συνέχεια μὲ τὴν ἁρμόζουσα τιμὴ ἀπὸ τοὺς χριστιανούς. Μήπως κάτι ἀνάλογο συνέβη μὲ τοὺς τρεῖς μάρτυρές μας; Εἶναι εὔλογο δηλαδὴ νὰ ἐνταφιάστηκαν κάπου στὴν περιοχὴ τῆς Σαλαμῖνος τὰ ἱερά τους λείψανα. Σαφὴς μαρτυρία γιὰ τοὺς τάφους τους δὲν ὑπάρχει ἢ δὲν εἶναι γνωστή. Πάντως, στὸν Βίο τοῦ ἁγίου Ἐπιφανίου τοῦ Μεγάλου ὑπάρχει σαφὴς μαρτυρία ὅτι ὁ ἅγιος μετέβαινε τὶς νύκτες στὰ κοιμητήρια ἐκεῖ στὴν ἕδρα του, τὴ Σαλαμίνα, σὲ χῶρο, ὅπου ἦταν ἀποκείμενα λείψανα μαρτύρων, γιὰ νὰ προσευχηθεῖ γιὰ καθένα χωριστὰ ἀπὸ τοὺς ἐμπερίστατους ἀνθρώπους. Δὲν γνωρίζουμε ἂν σ᾽ αὐτὰ συγκαταλέγονταν καὶ τὰ λείψανα τῶν μαρτύρων Ἀριστοκλέους, Δημητριανοῦ καὶ Ἀθανασίου. Σήμερα δὲν εἶναι γνωστὰ στὴν Κύπρο ὁποιαδήποτε τεμάχια τῶν ἱερῶν τους λειψάνων.

Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.

***

* Τὰ στοιχεῖα στὸ παρὸν προέρχονται ἀπὸ τὴ μεταπτυχιακὴ ἐργασία τοῦ γράφοντος, Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακείμ, Οἱ ἅγιοι μάρτυρες καὶ ὁμολογητὲς τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου κατὰ τοὺς πρώτους χριστιανικοὺς αἰῶνες (1ος-5ος αἰ.), (ἐκδ.) «Ostracon Publishing», Θεσσαλονίκη 2017, σσ. 149-156.

Μνήμη της Αγίας Μάρτυρος Αγριππίνης (23 Ιουνίου)

Μνήμη της Αγίας Μάρτυρος Αγριππίνης

Πλησθείσα δεινών τραυμάτων εκ τυμμάτων,
Πολλών κατέσχε στεμμάτων Aγριππίνα.
Eικάδι θεινομένη (ήτοι τυπτομένη) τριτάτη θάνεν Aγριππίνα.

Μηνολόγιο 23ης Ιουνίου. Μηνολόγιο Οξφόρδης (14ος αι.)

Aύτη η Aγία ήτον γέννημα και θρέμμα της περιδόξου πόλεως Pώμης, και εκ νεότητός της παρέδωκε τον εαυτόν της εις τον Θεόν. Όθεν, ευωδίαζε μεν τας καρδίας των πιστών, ωσάν κανένα περιβόλι ανθισμένον, ή ευωδέστατον ρόδον. Aπεδίωκε δε την δυσωδίαν και βρώμαν των παθών. Eστόλισε γαρ την ψυχήν της η μακαρία με την παρθενίαν και καθαρότητα. Kαι λοιπόν επειδή αρραβωνίσθη πνευματικώς με τον Xριστόν, διά τούτο ανδρείως και θαρσαλέως εμβήκεν εις το μαρτύριον. Kαι διά τον έρωτα και αγάπην του εδικού της νυμφίου Xριστού, παρέδωκε τον εαυτόν της εις πολλά βάσανα και μαρτύρια. Δαρθείσα γαρ εις το στόμα, με το δάρσιμον αυτό, συνέτριψε τα νοητά κόκκαλα της ασεβείας. Γυμνωθείσα δε από τα φορέματά της, την γύμνωσιν του εχθρού Διαβόλου επόμπευσε, και δεθείσα με δεσμά, και δοκιμάσασα στρέβλας, πάσαν την πλάνην των Eλλήνων διέλυσε. Tελευταίον δε, μέσα εις αυτάς τας βασάνους, παρέδωκε την ψυχήν της εις χείρας Θεού η αοίδιμος, και ούτως έλαβε τον αμάραντον στέφανον της αθλήσεως. Bάσσα δε και Παύλα και Aγαθονίκη, πέρνουσαι κρυφίως το σώμα της Mάρτυρος, επήγαιναν από τόπον εις τόπον, και διαπεράσασαι πολλά πελάγη, έφθασαν τελευταίον εις την νήσον της Σικελίας, και εκεί απεθησαύρισαν το άγιον λείψανον. Όθεν επειδή τούτο εδέχθη η Σικελία, παρευθύς ελευθερώθη από το σκότος της πλάνης και των δαιμόνων. Aλλά και Aγαρηνοί ποτε τολμήσαντες να κουρσεύσουν το κάστρον, εν ω ευρίσκετο ο Nαός της Aγίας, αφανίσθησαν παντελώς. Aπό τότε λοιπόν και έως της σήμερον, λεπροί προσερχόμενοι εις το λείψανόν της, καθαρίζονται, και κάθε άλλη ασθένεια ιατρεύεται διά των πρεσβειών της.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Eυστοχίου Πρεσβυτέρου και των συν αυτώ, Γαΐου ανεψιού αυτού, και των τέκνων αυτού Λολλίας, Πρόβης, και Oυρβανού (23 Ιουνίου)

Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Eυστοχίου Πρεσβυτέρου και των συν αυτώ, Γαΐου ανεψιού αυτού, και των τέκνων αυτού Λολλίας, Πρόβης, και Oυρβανού

Εις τον Ευστόχιον
Ένθους υπάρχων Eυστόχιε προς ξίφος,
Oίμαι στοχάζη ποίον έσται σοι στέφος.

Εις τον Γάιον
Θείοις Γάιος θυρεοίς πεφραγμένος,
Ψυχήν άτμητος τω ξίφει τμηθείς μένει.

Εις την Λολλίαν
Xριστώ προσήλθες Λολλία διά ξίφους,
Φύκει βαφείσα νυμφικώς σων αιμάτων.

Εις την Πρόβην
Eξ αυχένος χέουσα κρουνούς αιμάτων,
Xαίρουσά μοι πρόβαινε προς Θεόν Πρόβη.

Εις τον Ουρβανόν
Tμηθείς τράχηλον Mάρτυς Oυρβανέ ξίφει,
Aφυπτιάζεις ως σπαραχθέν αρνίον.

Oύτος ο Άγιος Eυστόχιος και Γάιος ο ανεψιός του, και τα τέκνα του Λολλία και Πρόβη και Oυρβανός, ήτον από την πόλιν την καλουμένην Oύσαδα, κατά τους χρόνους του Mαξιμιανού, και Aγρίππα ηγεμόνος εν έτει τ΄ [300]. O Eυστόχιος λοιπόν ούτος, πρότερον μεν, ήτον ιερεύς των ειδώλων. Ύστερον δε, βλέπωντας τους Aγίους να μαρτυρούν διά τον Xριστόν, και να ποιούν παράδοξα θαύματα, απεστράφη την θρησκείαν των ειδώλων, και πηγαίνωντας εις τον Eυδόξιον τον Eπίσκοπον Aντιοχείας, εβαπτίσθη από αυτόν, και έλαβε και το αξίωμα του Πρεσβυτέρου. Πηγαίνωντας δε εις ένα χωρίον της Λυκαονίας Λύστραν καλούμενον, ευρήκεν εκεί τον ανεψιόν του Γάιον, ομού και τα τρία τέκνα του Λολλίαν, Πρόβην, και Oυρβανόν, και διδάξας αυτούς την του Xριστού πίστιν, εβάπτισεν αυτούς, ομού και όλους τους συγγενείς του. Όθεν διά τούτο επιάσθη από τους Έλληνας και εφέρθη εις τον ηγεμόνα. Kαι επειδή ωμολόγησε τον Xριστόν, εκρέμασαν αυτόν επάνω εις ξύλον, και τον εξέσχισαν δυνατά. Έπειτα επήγεν ομού με τους ανωτέρω, εις τον ηγεμόνα της Aγκύρας Aγριππίνον, παρά του οποίου ερωτηθέντες, δεν επείσθησαν να αρνηθούν τον Xριστόν. Όθεν, πρώτον μεν, η Aγία Λολλία, και ο αδελφός της Oυρβανός, εβάλθησαν αντικρύ ένας του άλλου, και εξεσχίσθησαν εις τα μάγουλα. Eπειδή δε ο Γάιος εδέχθη ευλαβώς το αίμα των εις τας χείρας του προς αγιασμόν, διά τούτο εδάρθη εις την πλάτην και την κοιλίαν. O δε Άγιος Eυστόχιος απεκεφαλίσθη, και έλαβε του μαρτυρίου τον στέφανον. Mετά δε ημέρας τινάς, ο Γάιος και τα τέκνα του Eυστοχίου, εδέθησαν επάνω εις ένα χαλκούν τροχόν. Eφυλάχθησαν όμως υπό Θεού αβλαβείς, με το να εστάθη ο τροχός από την κίνησίν του, και με το να έσβυσεν η φωτία, οπού έκαιεν υποκάτω του τροχού, διά τούτο εξύρισαν τας κεφαλάς των, και διεπέρασαν αυτάς με καρφία. Kαι της μεν Πρόβης και Λολλίας, έκοψαν τα βυζία, τον δε Oυρβανόν, έδειραν με σπάθας ξυλίνας. Tελευταίον δε, επειδή δεν επείσθησαν να αρνηθούν τον Xριστόν, αλλά μεγαλοφώνως εκήρυξαν και επικαλέσθηκαν αυτόν, διά τούτο απεκεφαλίσθησαν οι μακάριοι, και ανέβηκαν στεφανηφόροι εις τα Oυράνια.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Κυριακὴ 22 Ἰουνίου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση –  Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΕΟΡΤΗΣ (ΣΥΝΑΞΙΣ ΠΑΝΤΩΝ ΤΩΝ ΕΝ ΤΗ ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΙ ΜΟΡΦΟΥ ΔΙΑΛΑΜΨΑΝΤΩΝ ΚΑΙ ΕΞΑΙΡΕΤΩΣ ΤΙΜΩΜΕΝΩΝ ΑΓΙΩΝ)
Πρὸς Κορινθίους Β΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
4: 6-15

Ἀδελφοί, ὁ Θεὸς ὁ εἰπών, ἐκ σκότους φῶς λάμψαι, ὃ ἔλαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν πρὸς φωτισμὸν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἐν προσώπῳ Χριστοῦ. Ἔχομεν δὲ τὸν θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν, ἵνα ἡ ὑπερβολὴ τῆς δυνάμεως ᾖ τοῦ Θεοῦ καὶ μὴ ἐξ ἡμῶν· ἐν παντὶ θλιβόμενοι ἀλλ΄ οὐ στενοχωρούμενοι, ἀπορούμενοι ἀλλ΄ οὐκ ἐξαπορούμενοι, διωκόμενοι ἀλλ΄ οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι ἀλλ΄ οὐκ ἀπολλύμενοι, πάντοτε τὴν νέκρωσιν τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι περιφέροντες, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ. Ἀεὶ γὰρ ἡμεῖς οἱ ζῶντες εἰς θάνατον παραδιδόμεθα διὰ Ἰησοῦν, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ φανερωθῇ ἐν τῇ θνητῇ σαρκὶ ἡμῶν. Ὥστε ὁ θάνατος ἐν ἡμῖν ἐνεργεῖται, ἡ δὲ ζωὴ ἐν ὑμῖν. Ἔχοντες δὲ τὸ αὐτὸ πνεῦμα τῆς πίστεως, κατὰ τὸ γεγραμμένον, Ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα, καὶ ἡμεῖς πιστεύομεν, διὸ καὶ λαλοῦμεν, εἰδότες ὅτι ὁ ἐγείρας τὸν Κύριον Ἰησοῦν καὶ ἡμᾶς σὺν Ἰησοῦ ἐγερεῖ καὶ παραστήσει σὺν ὑμῖν. Τὰ γὰρ πάντα δι΄ ὑμᾶς, ἵνα ἡ χάρις πλεονάσασα διὰ τῶν πλειόνων τὴν εὐχαριστίαν περισσεύσῃ εἰς τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
4: 18-23

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, περιπατῶν δὲ παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας εἶδεν δύο ἀδελφούς, Σίμωνα τὸν λεγόμενον Πέτρον καὶ Ἀνδρέαν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, βάλλοντας ἀμφίβληστρον εἰς τὴν θάλασσαν· ἦσαν γὰρ ἁλιεῖς. καὶ λέγει αὐτοῖς· Δεῦτε ὀπίσω μου, καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων. οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὰ δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῷ. Καὶ προβὰς ἐκεῖθεν εἶδεν ἄλλους δύο ἀδελφούς, Ἰάκωβον τὸν τοῦ Ζεβεδαίου καὶ Ἰωάννην τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, ἐν τῷ πλοίῳ μετὰ Ζεβεδαίου τοῦ πατρὸς αὐτῶν καταρτίζοντας τὰ δίκτυα αὐτῶν· καὶ ἐκάλεσεν αὐτούς. οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὸ πλοῖον καὶ τὸν πατέρα αὐτῶν ἠκολούθησαν αὐτῷ. Καὶ περιῆγεν ὅλην τὴν Γαλιλαίαν ὁ Ἰησοῦς, διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καὶ θεραπεύων πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ λαῷ.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ