Να σας πω τώρα το περιστατικό μου από το Πάσχα. Ετοιμαζόμουν για την εορτή. Καθάριζα την ψυχή μου όσο μπορούσα, ήμουν κουφός σε προσβολές, αναίσθητος σε χτυπήματα, τεθωρακισμένος κατά πείνας, ζεσταμένος από μια εσωτερική προσευχή. Την νύχτα που ήξερα ότι είναι η νύχτα του Πάσχα, στις 12, άκουσα ότι χτυπούσαν οι καμπάνες από την πόλη. Η βοή τους διαπερνούσε πολύ πνευματικά. Δηλαδή δεν ήταν μια βοή όπως θα ήσουν δίπλα τους, αλλά διαπερνούσε τους τοίχους. Ήταν ως ένα μήνυμα που ο εξωτερικός κόσμος το έστελνε, εκείνος ο κόσμος που εόρταζε την Ανάσταση του Κυρίου.
Και έψαλα «Χριστός ανέστη!». Στην αρχή στο νου μου, μετά αισθάνθηκα την ανάγκη να ψάλω τον ύμνο όχι δυνατά, αλλά ώστε να τον ακούσω ο ίδιος. Ήταν μια απόλυτη σιωπή και όλες οι κινήσεις από τα κελλιά ακούγονταν έξω στο διάδρομο και, βεβαίως, ο δεσμοφύλακας με άκουσε να ψέλνω. Ήρθε σ’ εμένα και με προσέβαλλε. Και αποφάσισα να σταματήσω για να μην θολώσω εκείνη την αγία νύχτα της Αναστάσεως.
Το επόμενο πρωί ο δεσμοφύλακας άλλαξε στις 7. Έπρεπε να σταθούμε με το πρόσωπο στον τοίχο. Εκείνος έμπαινε μέσα στο κελλί και κοίταζε να δει αν όλα είναι εν τάξη. Και μας επέτρεπαν να στραφούμε με το πρόσωπο προς την πόρτα μόνο όταν τον ακούγαμε να την κλειδώνει.
Εκείνο το πρωί του Πάσχα, όμως, δεν στράφηκα, δεν στάθηκα με το πρόσωπο στον τοίχο. Ήταν ένας δεσμοφύλακας… Αν εσείς μπορείτε να φανταστείτε έναν όμορφο διάβολο, αυτός ο άνθρωπος ήταν αληθώς ένας όμορφος διάβολος. Φυσικά, ήταν ένας νέος από το χωριό, ένα αδύνατο αγόρι, ψηλό, με γαλάζια μάτια, εντελώς αγγελικά, με ένα πολύ όμορφο πρόσωπο, ντυμένο πάντοτε κομψά, με κοστούμι. Οι άλλοι έρχονταν πιο βρόμικοι . Αυτός ήταν πάντοτε πολύ καθαρός, πολύ κομψός. Αλλά είχε μια ανεξήγητη θηριωδία. Είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς πώς κάποιος με μια τόσο αγγελική ωραιότητα μπορεί να είναι τόσο σκληρόκαρδος. Αν αυτός ο άνθρωπος δεν χτυπούσε πέντε-έξι κρατουμένους καθημερινώς, πιθανώς δεν είχε την άνεσή του…
Και εκείνο το πρωί, όταν άνοιξε την πόρτα, εγώ είχα προσευχηθεί όλη τη νύχτα στον Θεό. Ίσως είχα πει εκατό, χιλιάδες φορές «Χριστός ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας, καί τοίς εν τοίς μνήμασι, ζωήν χαρισάμενος». Χιλιάδες φορές, ίσως, για να εισέλθει βαθιά στο νου και στην καρδιά μου η αλήθεια της Αναστάσεως. Στάθηκα με το πρόσωπο προς την πόρτα όταν μπήκε μέσα και του είπα: «Χριστός ανέστη!». Ο δεσμοφύλακας με κοίταξε, έστρεψε το κέφαλι και κοίταξε εκείνους που ήταν πίσω του. Στράφηκε πάλι προς εμένα και είπε: «Αληθώς ανέστη!».
Ήταν για μένα σαν ένα χτύπημα στην κορυφή της κεφαλής. Και κατάλαβα τότε ότι όχι αυτός μου είπε «Αληθώς ανέστη!», αλλά ο άγγελος του Κυρίου. Εκείνος ο άγγελος, ο οποίος, στεκόμενος στον τάφο, είπε στις μυροφόρες: «Τι ζητείτε τον Ζώντα μετά των νεκρών; Ουκ έστιν ώδε, αλλ΄ηγέρθη. Ίδε ο τόπος όπου έθηκαν Αυτόν». Με το στόμα του, ο άγγελος με διαβεβαίωσε για την Ανάσταση, διότι είχα ανάγκη από αυτή την διαβεβαίωση – και διότι ο Κύριος θέλησε να με διαβεβαιώσει για την αλήθεια της Αναστάσεως με το στόμα του εχθρού μου. Το κελλί μου γέμισε από Φως. Και η χαρά μου ήταν τόσο μεγάλη, ώστε τις πέντε – έξι ώρες μέχρι το μεσημέρι τις πέρασα μέσα σε Φως και πνευματική χαρά.
Π. Γεώργιος Calciu, «Η οδύνη ως ευλογία» (Κείμενα μεταφρασμένα για πρώτη φορά στα ελληνικά από την Iερά Μονή Διακονέστι-Ρουμανία)
Θα σας πω κάτι που μου συνέβη τότε στην πείνα, στην Κατοχή. Είχα ένα χρέος, που έπρεπε να το δώσω. Είχα εντολή να το εξοφλήσω μέχρι το Πάσχα. Και έκανα μεγάλη οικονομία, για να κλείσω το χρέος. Έτρωγα όλη την Μεγάλη Εβδομάδα λίγο ψωμάκι, πενήντα δράμια ψωμί, που και αυτό ακόμη δεν μπορούσα να το αγοράσω- έβρεχα το ψωμί μου μέσα στο νερό και το έτρωγα, δεν είχα τίποτε άλλο. Θέλω να σας πω, τι κάνει ο Θεός στην στέρησι, στην ανέχεια την μεγάλη και πως βοηθάει. Όχι ότι είχα άξια, αλλά με γλύκανε, για να μου δείξη πόσο δυνατός είναι και πόσο πρέπει να Τον λατρεύουμε.
Ήλθε το Μέγα Σάββατο και πήγα στις οκτώ το βράδυ στην εκκλησία, γιατί ο πνευματικός μας διάβαζε νωρίς τις Πράξεις των Αποστόλων. Όπως γίνεται στο Άγιον Όρος. Και κάθησα σε μία γωνιά και τραβούσα κομποσχοινάκι. Όλοι κρατούσαν λαμπάδες, εγώ δεν είχα τίποτε, ούτε ένα κεράκι, τίποτε. Τώρα πως να πήγαινα στο «Δεύτε λάβετε φως», δεν είχα κερί. Είπα με το νου μου: «Αφού θέλεις, Χριστέ μου, να μη έχω μία λαμπαδούλα να πάρω το άγιο Φως, νάναι εύλογημένο το θέλημά Σου».
Έλεγα λόγια στον Χριστό, παράπονα, έλεγα τον πόνο μου. Θυμήθηκα τους άσκητάδες και σκεφτόμουν: «Πως οι ασκητάδες στην έρημο δεν έχουν ψωμάκι, δεν έχουν φαγάκι και κείνους ο Θεός τους φροντίζει, τι στενοχωριέμαι; Και μένα ο Θεός θα με φροντίση.
Άμα θελήση ο Θεός, θα στείλη ανθρώπους να μου φέρουν και μένα κάτι, θα φωτίση να μου φέρουν και μία λαμπαδούλα». Είδα λοιπόν μία γυναίκα να έρχεται και να μου λέη:
-Δεν έχεις λαμπάδα;
-Όχι δεν έχω, της απάντησα.
-Τέτοια μέρα, δεν έχεις λαμπάδα, αναστάσιμη μέρα να μη έχης λαμπάδα; Απόρησε η γυναίκα.
-Άμα θέλης, φέρε μου απ’ το παγκάρι μία λαμπάδα και ’γω θα σου τα δώσω τα χρήματα. Τώρα δεν έχω, την άλλη βδομάδα θα σ’ τα δώσω, της είπα.
-Σώπα, παιδάκι μου, που θα μου την πληρώσης, θα σου πάρω εγώ μία λαμπαδούλα.
Πήγε και μου έφερε μία λαμπαδούλα και με έπιασε το παράπονο. Συλλογιζόμουν: «Ας πάω με τους ερημίτες, θα συνεορτάσω εκεί πέρα που είναι μακριά οι εκκλησίες τους, που δεν έχουν κανένα να τους πάη τίποτε».
Τότε είχε τυπικό ο πνευματικός μας μετά την Ανάσταση, μόλις μπαίναμε μέσα, να προσκυνάμε την εικόνα της Αναστάσεως. Μόλις προσκύνησα μου φάνηκε ότι η Αγία Ανάσταση ήρθε μέσα στην καρδιά μου και την κατάπια και άκουσα μια φωνή, σαν να είχαν ανοίξει όλα τα ραδιόφωνα του κόσμου, που έλεγε: «Εν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν, και Θεός ην ο Λόγος». Άκουγα μέσα μου το πασχαλινό Ευαγγέλιο, χωρίς να το λέη ο παπάς, και λιποθύμησα- δεν κατάλαβα τίποτε, ούτε πως με σήκωσαν, τίποτε. Όταν συνήλθα, αυτός ο λόγος ήταν μέσα στα αυτιά μου και μέσα στην καρδιά μου’ και μου ήρθε ένας χορτασμός, σαν να είχα φάει τα αυγά, τα τυριά, τα κρέατα όλου του κόσμου και αισθανόμουν σαν να μη βρισκόμουν στην εκκλησία. Δεν ξέρω πόση ώρα ήμουν λιποθυμισμένη- πήγαν να με συνεφέρουν, αλλά εμένα αυτά τα λόγια είχαν τυπωθή μέσα στην ψυχή μου. Άκουγα αυτή την ωραία φωνή σ’ όλη την Πασχαλινή Ακολουθία και αυτά τα λόγια μου φέρνανε ένα χορτασμό.
Πως τρως κατά κόρον και δεν μπορείς να σταθής, έτσι ακριβώς αισθανόμουν και υστέρα μου ήρθε ο λογισμός: «να, και οι Πατέρες στην έρημο που δεν τρώνε, που δεν γεύονται τίποτε, αυτόν τον χορτασμό αισθάνονται». Έτσι μια φωνή μου το- λεγε αυτό το πράγμα και δεν μπορώ να σας περιγράφω, τι άρρητα ρήματα γλύκαιναν μέσα την ψυχή μου και αισθανόμουν άρρητη ευωδία και άρρητη γεύση, σαν να είχα φάει του κόσμου τα μέλια, του κόσμου τα γλυκά. Και ενώ την Μεγάλη Εβδομάδα είχα εξαντληθεί από την αφαγιά και την στέρησι, μετά έλαβα δυνάμεις. Πως αισθάνεται ένας πολύ δυνατός άνθρωπος;
Ύστερα λοιπόν έλαβα ισχυρές δυνάμεις και την ώρα που μου είπε ο πνευματικός μου «Χριστός Ανέστη!» ήρθε και απλώθηκε πιο πολύ αυτός ο πλούτος μέσα στην ψυχή μου. Όταν κοινώνησα συμπληρώθηκε αυτός ο κορεσμός και ούτε να φάω ούτε να πιω ήθελα. Και παίρνω ένα δρόμο και πηγαίνω στο σπίτι, για να μη χάσω αυτό το μεγαλείο. Πήγα σπίτι. Δεν ήθελα να φάω, μα τίποτε, τίποτε. Ούτε νεράκι ούτε ψωμί, τίποτε δεν ήθελα. Με φώναξε η εξαδέλφη μου, που ήταν απέναντι από το σπίτι μου, να πάω να φάω πατσά. Εγώ που να πω ότι είχα «φάει»; Δεν είπα τίποτε. Πήγα να φάω, ούτε η πρώτη κουταλιά δεν κατέβαινε. Το μεσημέρι με είχε καλέσει για φαγητό η κουμπάρα μου, που της είχα βαπτίσει δυο παιδάκια. ‘Ηταν πολύ πλούσια αυτή.
Μέχρι το μεσημέρι δεν είχα φάει τίποτε και σκεφτόμουν «πως θα πάω σ’ αυτό το σπίτι τώρα;». Ήταν πνευματικός κόσμος και ντρεπόμουν, γιατί θα με ρωτούσαν το ένα, το άλλο, και δεν ήθελα να καταλάβουν την πνευματική αυτή κατάστασι που μου έδωσε ο Θεός.
Λέω λοιπόν: «Τι κάνει ο Θεός! Αισθανόμουν την μεγαλωσύνη του Θεού και θαύμαζα πόσο πλουτίζη τον άνθρωπο!». Γι’ αυτό είναι αλήθεια που λέει στο Ευαγγέλιο ότι δεν ζουν οι άνθρωποι μόνο με την τροφή, αλλά και με την Χάρι του Θεού. Εις δόξαν Χριστού σας το λέω, αισθάνθηκα την Χάρι του Χριστού λόγω της πείνας και της κακομοιριάς που είχα και της στερήσεως. Μου έδωσε να καταλάβω ο Θεός, τι δίνει στην στέρησι επάνω. Η εγκράτεια και η προσευχή πόσο καλό κάνουν στον άνθρωπο! Όταν αφήση κανείς τον εαυτό του στον Θεό ολοκληρωτικώς, ο Θεός τον ταΐζει, ο Θεός τον ποτίζει, γεύεται τον Θεό– και όλα αυτά τα μεγαλεία τα αισθάνεται η ψυχή του ανθρώπου, τα δίνει δωρεάν ο Θεός.
Δεν μας στερεί τίποτε. Εμείς δεν πλησιάζουμε τον Χριστό μας, για να μας δώση αυτό το ουράνιο μεγαλείο, να το γευώμαστε, να το σκεφτώμαστε, να Τον αγαπάμε. Εκείνος μας καλεί συνέχεια, να μας δώση το ένα, να μας δώση το άλλο, ό,τι έχει να μας τα χαρίση. Άμα δούμε τι μας έχει ετοιμάσει στον ουρανό, θα φρίξουμε. Δεν μπορεί να τα συλλάβη η διάνοια του ανθρώπου τα κάλλη του Παραδείσου. Είναι τρομερά, είναι φοβερά, τόσο όμορφα είναι και τόση αγαλλίαση αισθάνεται η ψυχή του ανθρώπου! Θέλει νάχουμε αγάπη, να αγαπήσουμε τον Θεό. Αν τον αγαπήσουμε, θα μας τα δώση όλα δωρεάν. Μόνο να δώσουμε την καρδιά μας σ’ Εκείνον.
Γερόντισσα Μακρίνα Βασσοπούλου (1921-1995), Λόγια Καρδιάς, Μέρος 1ο, Κεφ. 1ο, §4, σελ. 44–45· Μέρος 2ο, Λόγος 35ος, σελ. 333–337, Έκδοση Ιεράς Μονής Παναγίας Οδηγήτριας, Πορταριά Βόλου, 2012.
Υπάρχουν ακόμη άνθρωποι στην Ελλάδα που ισχυρίζονται ότι προστατεύονται από τους “εμβολιασμούς” κατά της Covid. Δυστυχώς, σε αυτούς περιλαμβάνονται επίσης υπουργοί υγείας και δημοσιογράφοι, ίσως το μεγαλύτερο ποσοστό από κάθε άλλη επαγγελματική ομάδα. Από το πρώτο τρίμηνο του 2021, ωστόσο, πληθαίνουν τα στοιχεία ότι περισσότεροι άνθρωποι πέφτουν θύματα της εκστρατείας εμβολιασμού παρά των ίδιων των αναπνευστικών λοιμώξεων, ανεξάρτητα από τον ιό. Οι νεότεροι άνθρωποι προσβάλλονται συχνά, γεγονός που έχει οδηγήσει σε στατιστικά σημαντική μείωση του μέσου προσδόκιμου ζωής τα τελευταία δύο χρόνια.
Αρκετά όμως με τον πρόλογο – υπάρχει και πάλι μια νέα μελέτη (για να διαβάσετε την μελέτη πατήστε εδώ) που αποδεικνύει αυτό που έχει ειπωθεί εδώ αρκετές φορές. Η μελέτη δείχνει ότι όσο υψηλότερη ήταν η εμβολιαστική κάλυψη το 2021, τόσο υψηλότερη ήταν η θνησιμότητα το 2022.
Η μελέτη αυτή χρησιμοποίησε τα δεδομένα από 31 χώρες (συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας) και συνοψίζει ως συμπέρασμα τα εξής:
“H ανάλυση σε 31 χώρες, σταθμισμένες με βάση το μέγεθος του πληθυσμού, δείχνουν ότι η θνησιμότητα από όλες τις αιτίες κατά τους πρώτους εννέα μήνες του 2022 αυξήθηκε όσο υψηλότερη ήταν η εμβολιαστική κάλυψη του 2021- μια αύξηση κατά μία ποσοστιαία μονάδα της εμβολιαστικής κάλυψης του 2021 συσχετίστηκε με μηνιαία αύξηση της θνησιμότητας το 2022 κατά 0,105% (95% CI, 0,075-0,134). Κατά τον έλεγχο για εναλλακτικές εξηγήσεις, η συσχέτιση παρέμεινε αξιόπιστη.”
Η μελέτη των Jarle Aarstad και Olav Andreas Kvitastein έχει τίτλο “Υπάρχει σχέση μεταξύ της εμβολιαστικής κάλυψης κατά της COVID-19 το 2021 στην Ευρώπη και της υπερβάλλουσας θνησιμότητας από όλες τις αιτίες το 2022;“.
Η σύνοψη αναφέρει:
“Ερευνούμε κυρίως μια πιθανή συσχέτιση μεταξύ της εμβολιαστικής κάλυψης COVID-19 στην Ευρώπη το 2021 και της μηνιαίας θνησιμότητας από όλες τις αιτίες το 2022, δηλαδή υψηλότερη θνησιμότητα από ό,τι πριν από την πανδημία. Οι αναλύσεις 31 χωρών σταθμισμένων με βάση το μέγεθος του πληθυσμού δείχνουν ότι όσο υψηλότερο είναι το ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης το 2021, τόσο μεγαλύτερη είναι η αύξηση της συνολικής θνησιμότητας κατά τους πρώτους εννέα μήνες του 2022- μια αύξηση της εμβολιαστικής κάλυψης κατά μία ποσοστιαία μονάδα το 2021 σχετίζεται με αύξηση της μηνιαίας θνησιμότητας κατά 0,105% (95% CI, 0,075-0,134) το 2022.
Κατά τον έλεγχο για εναλλακτικές εξηγήσεις, η συσχέτιση παρέμεινε ισχυρή και συζητάμε το αποτέλεσμα δίνοντας έμφαση στην αιτιώδη συνάφεια καθώς και σε ένα πιθανό οικολογικό σφάλμα.”
Την Παρασκευή της Διακαινησίμου, 21 Απριλίου 2023 και ώρα 7:30 π.μ., ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος θα χοροστατήσει κατά την τέλεση της Ακολουθίας του Όρθρου και της Αναστάσιμης Θείας Λειτουργίας στο σπήλαιο και τάφο του Οσίου πατρός ημών Περνιακού στη Νεκρή Ζώνη της Δένειας.
Η Ανάστασις. Τοιχογραφία του 14ου αιώνα στην Μονή της Χώρας – Κωνσταντινούπολη
Ψάλλει ο Θρασύβουλος Στανίτσας, Άρχων Πρωτοψάλτης της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, σε ζωντανή ηχογράφηση από τον Ιερό Ναό Αγίου Δημητρίου Αμπελοκήπων στις 24/04/1976 κατά τον Όρθρο του Αγίου και Μεγάλου Σαββάτου.
Ὁ ἄνθρωπος ἀποζητεῖ ἀπό τά ἐσώψυχά του νά “νεοποιεῖται”. Χαίρεται μέ τά παιδιά καί τά ἐγγόνια του, γιατί ἐνορᾶ μιά δική του διάρκεια στή δική τους παιδικότητα. Ὅσο ἐκεῖνα χαμογελοῦν, τό νιώθει κι αὐτός πώς τοῦ χαμογελᾶ ἡ ζωή.