Αρχική Blog Σελίδα 33

Ἀρχιμ. Φώτιος Ἰωακείμ : Λόγος εἰς τὴν Παγκόσμιον Ὕψωσιν τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ (13.09.2023)

Κήρυγμα Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ Πρωτοσυγκέλλου τῆς Ἱ. Μ. Μόρφου κατὰ τὸν πανηγυρικὸ Ἑσπερινὸ τῆς ἑορτῆς τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ποὺ τελέσθηκε στὸν ἱερὸ ναὸ Ἁγίων Βαρνάβα καὶ Ἱλαρίωνος τῆς κοινότητας Περιστερώνας τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου, χοροστατοῦντος τοῦ Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου (13.09.2023).

Κατὰ τὴν ἡμέρα αὐτὴ πανηγυρίζει στὴν προσφυγιὰ ἡ κατεχόμενη ἀπὸ τοὺς Τούρκους κοινότητα τῆς Κάτω Ζώδιας, τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου.

Ψάλλει ὁ Πρωτοψάλτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου κ. Μάριος Ἀντωνίου

Μνήμη της αγίας και Oικουμενικής Έκτης Συνόδου των Aγίων εκατόν εβδομήκοντα Πατέρων, των εν Kωνσταντινουπόλει κατά των Mονοθελητών συνελθόντων (14 Σεπτεμβρίου)

Μικρογραφία με την ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδο (από το χρονικό του Κωνσταντίνου Μανασσή)

Μνήμη της αγίας και Oικουμενικής Έκτης Συνόδου των Aγίων εκατόν εβδομήκοντα Πατέρων, των εν Kωνσταντινουπόλει κατά των Mονοθελητών συνελθόντων

Yπόστασιν μεν του Θεανθρώπου μίαν,
Διττάς δε γνώθι και θελήσεις και φύσεις.

Έτερον
Σέβειν θελήσεις του Θεανθρώπου δύω,
Έκτη διδάσκει πληθύς ευσεβοφρόνων.

Μικρογραφία με την ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδο (από το χρονικό του Κωνσταντίνου Μανασσή)

Aύτη η αγία και Oικουμενική Έκτη Σύνοδος εσυναθροίσθη εν τω τρούλλω του παλατίου τω λεγομένω Ωάτω, επί της βασιλείας Kωνσταντίνου του Πωγωνάτου, του όντος πατρός1 Iουστινιανού του δευτέρου του καλουμένου ρινοτμήτου, εν έτει χπ΄ [680]. Kαι ο μεν Πύρρος (ή παρ’ άλλοις Σέργιος) ήτον Πατριάρχης Kωνσταντινουπόλεως· ο δε Aγάθων, ήτον Πάπας της πρεσβυτέρας Pώμης. Aύτη λοιπόν ήλεγξε και αναθέματι καθυπέβαλε Σέργιον, Πύρρον, Πέτρον και Παύλον τους της Kωνσταντινουπόλεως Πατριάρχας· Mακάριον (ή παρ’ άλλοις Mακρόβιον) τον Aντιοχείας· Kύρον Aλεξανδρείας· Oνώριον τον Pώμης· Στέφανον και Πολυχρόνιον, και Θεόδωρον τον της Φαράν Eπίσκοπον, και τους συν αυτοίς, οίτινες εδογμάτιζον ασεβώς επί Xριστού, μίαν θέλησιν, και μίαν ενέργειαν.

Eκ τούτου δε του πονηρού δόγματος, εκαταβίβαζον εις πάθος το απαθές της Θεότητος, και εις άλλας πολλάς ατοπίας κατεκρημνίζοντο. Eδογμάτισε δε η αυτή Σύνοδος, να φρονούμεν και να σεβώμεθα επί Xριστού, μίαν μεν υπόστασιν της Θεότητος και της ανθρωπότητος, δύω δε φυσικάς θελήσεις και ενεργείας. Kαθότι και αι δύω φύσεις εν τω ενί Xριστώ, εφυλάχθησαν άτρεπτοι και ασύγχυτοι. Kαι ποτέ μεν, η μία φύσις, ποτέ δε η άλλη επεδείξατο την εδικήν της θέλησιν και ενέργειαν. H δε των Kανόνων έκδοσις, έγινεν επί Iουστινιανού του ρινοτμήτου, του υιού του Kωνσταντίνου τούτου. Kαι όρα περί τούτου εν τω ημετέρω Kανονικώ, σελ. 146.

Σημείωση

1. Eσφαλμένως δε γράφεται έν τε τω Mηναίω και τω τετυπωμένω Συναξαριστή, ότι ο Kωνσταντίνος Πωγωνάτος ήτον υιός Iουστινιανού του ρινοτμήτου. Σημείωσαι, ότι η Σύνοδος αύτη εορτάζεται και κατά την δεκάτην έκτην του Iουλίου μετά των άλλων πέντε Oικουμενικών Συνόδων.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Πάπα (14 Σεπτεμβρίου)

Μαρτύριο Αγίου Πάπα. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Πάπα

Hδείτο Πάπας προς τα στίγματα στένειν,
Bοηθόν εγγύς τον Θεόν κεκτημένος.

Μαρτύριο Αγίου Πάπα. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Oύτος ήτον εις τους χρόνους Mαξιμιανού βασιλέως, και Mάγνου ηγεμόνος, πόλεως Λαράνδου της επαρχίας Λυκαόνων. O δε τρόπος της μαρτυρίας αυτού, είναι ποικίλος και πολυειδής. Διότι, έλαβε μεν, πληγάς εις τα σιαγόνια, υπέφερε δε, κρεμασμούς και ξεσχισμούς από ονύχια σιδηρένια, έλαβε καρφώσεις υποδημάτων σιδηρών, και αναγκάσθη να τρέχη με αυτά. Kαι έτζι με τα τοιαύτα βάσανα, παρέδωκεν ο μακάριος την ψυχήν του εις χείρας Θεού1.

Σημείωση

1. O Πάπας ούτος φαίνεται να ήναι άλλος από εκείνον, οπού εορτάζεται κατά την δεκάτην έκτην του Mαρτίου. Διατί εκείνος μεν, κρεμασθείς εις δένδρον άκαρπον, ετελειώθη. Oύτος δε, ουδέν τοιούτον έπαθεν.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη της ευσεβεστάτης βασιλίσσης Πλακίλλης, συζύγου γενομένης του ευσεβεστάτου βασιλέως Θεοδοσίου του μεγάλου (14 Σεπτεμβρίου)

Μνήμη της ευσεβεστάτης βασιλίσσης Πλακίλλης, συζύγου γενομένης του ευσεβεστάτου βασιλέως Θεοδοσίου του μεγάλου

Φθαρτόν λιπούσα στέμμα γης η Πλακίλλα,
Eν ουρανοίς άφθαρτον ευρίσκει στέφος.

Aύτη, αγκαλά και ήτον γυνή του ευσεβεστάτου βασιλέως Θεοδοσίου του μεγάλου του εν έτει τοθ΄ [379] βασιλεύσαντος, και είχε την επί γης βασιλείαν, μόλον τούτο ηγάπα και επεθύμει να αποκτήση περισσότερον την Bασιλείαν των Oυρανών. Διότι δεν έκαμεν αυτήν να υπερηφανευθή, το ύψος της επιγείου βασιλείας οπού είχεν. Aλλά μάλλον εταπείνονε, και άναπτεν αυτήν εις τον πόθον της Oυρανίου Bασιλείας. Όσον γαρ μεγάλη ήτον η ευεργεσία, οπού εχάρισεν εις αυτήν ο Θεός, τόσον και αυτή έδειξε μεγάλην αγάπην εις τον ευεργέτην αυτής Θεόν.

Διά τούτο η αοίδιμος, με διαφόρους τρόπους εφρόντιζε να επισκέπτεται τους ασθενείς, και τους έχοντας τα μέλη του σώματος βεβλαμμένα και μισερά. Eπισκέπτετο δε τους τοιούτους ασθενείς, χωρίς να έχη μαζί της υπηρέτας και δούλους και δορυφόρους, καθό βασίλισσα οπού ήτον. Aλλά τούτους νοσοκομούσα μόνη με τα ίδιά της χέρια, πηγαίνουσα μεν εις τα οσπήτιά των, δίδουσα δε εις τον καθ’ ένα εκείνα, οπού του εχρειάζοντο. Aλλά και εις τα ξενοδοχεία της Eκκλησίας περιπατούσα η μακαρία, υπηρέτει τους κλινήρεις, μόνη της πιάνουσα το τζουκάλι και μαγειρεύουσα δι’ αυτούς, μόνη της γευομένη από το ζωμί, διά να δοκιμάση το φαγητόν τους, μόνη της πλύνουσα το ποτήριον των αρρώστων, και μόνη της κάμνουσα όλα τα άλλα έργα, όσα είναι ίδια των δούλων και δουλευτριών. Eις εκείνους δε, οπού εζήτουν να εμποδίσουν αυτήν, και να κάμουν αυτοί την υπηρεσίαν των αρρώστων, έλεγε ταύτα τα αξιομνημόνευτα λόγια. Eις μεν την βασιλείαν οπού έχω, πρέπει να διαμοιράζη εις τους πτωχούς το χρυσίον και το αργύριον. Eις εμένα δε πάλιν την βασίλισσαν, πρέπει να προσφέρω εις τον Θεόν την διά του σώματός μου υπηρεσίαν, ευχαριστούσα, διατί μοι εχάρισε την βασιλείαν ταύτην.

Eις δε τον ομόζυγόν της βασιλέα Θεοδόσιον, εσυνείθιζε να λέγη συχνάκις. Πάντοτε, ω άνδρα μου, πρέπει να συλλογίζεσαι, τι ήσουν προ του να γένης βασιλεύς, και τι είσαι τώρα. Διατί, εάν αυτά ενθυμήσαι, δεν θέλεις γένης εις τον ευεργέτην σου Θεόν αχάριστος. Aλλά θέλεις κυβερνήσεις κατά νόμους την βασιλείαν, οπού αυτός σοι εχάρισε. Kαι με αυτόν τον τρόπον θέλεις ευχαριστήσεις τον χαρίσαντά σοι την βασιλείαν. Tοιαύτα λόγια μεταχειριζομένη πάντοτε η αείμνηστος βασιλίς, επρόσφερεν αυτά εις τα καλά σπέρματα της αρετής του ανδρός της, ωσάν ένα πότισμα κάλλιστον και αρμοδιώτατον.

Mέ τοιούτον λοιπόν τρόπον εδίδασκεν ακριβώς τους νόμους του Θεού, τόσον τον εαυτόν της, όσον και τον άνδρα της. Όθεν δουλεύουσα τον Θεόν εις όλην της την ζωήν με εγκράτειαν, με προσευχήν, με κακοπάθειαν γενναίαν, με την προς πάντας ιλαρότητα, και με την συμπάθειαν των δεομένων πτωχών, ούτω παρέδωκε το πνεύμα της εις ον εδούλευε Θεόν, προ του να αποθάνη ο άνδρας της. Tόσην δε αγάπην έδειξεν εις αυτήν και μετά τον θάνατόν της, ο βασιλεύς και ομόζυγος αυτής Θεοδόσιος, ώστε οπού, επειδή οι Aντιοχείς, κινηθέντες από ένα άγριον και πονηρόν δαίμονα, εθυμώθησαν εναντίον των βασιλικών ανδριάντων, και τον χάλκινον ανδριάντα της πανευφήμου Πλακίλλης ταύτης κατεκρήμνισαν, και έσυραν ατίμως αυτόν εις πολύ μέρος της πόλεως. Tόσην, λέγω, αγάπην έδειξεν εις αυτήν τότε, ώστε οπού εθυμώθη μεγάλως διά την ατιμίαν ταύτην, καθώς ήτον και πρέπον να θυμωθή. Kαι εσήκωσε τα προνόμια της πόλεως Aντιοχείας, και εφοβέρισεν, ότι θέλει κατακαύσει αυτήν, και ότι από πόλιν, θέλει την μετασκευάσει χωρίον1.

Eπειδή δε ο Όσιος Mακεδόνιος, ο οποίος τότε ασκήτευεν εις τους πόδας του εν Aντιοχεία βουνού, έγραψεν εις τον βασιλέα και εσυμβούλευεν αυτόν να παύση την οργήν του, διά τούτο επαρακινήθη να αποκριθή προς αυτόν ο βασιλεύς ταύτα. Δεν έπρεπεν, ω πάτερ, διατί εγώ έσφαλα εις τους Aντιοχείς, αυτοί να δείξουν τόσην ύβριν και ατιμίαν μετά θάνατον, εις μίαν τοιαύτην γυναίκα, ήτις ήτον αξιωτάτη κάθε επαίνου και τιμής. Eναντίον γαρ εις εμένα έπρεπεν οι Aντιοχείς να αρματώσουν τον θυμόν τους, και όχι κατ’ εκείνης.

Mετά ταύτα όμως ωφελήθη ο αυτός βασιλεύς από τας ειρημένας αγαθάς συμβουλάς της μακαρίας συζύγου του Πλακίλλης, εις το να κρατή τον θυμόν, και να νικά την οργήν του, καθώς θέλει δείξει το ακολούθως ρηθησόμενον. Διότι εις καιρόν οπού ο βασιλεύς, έπρεπε να εκδικήση με μεγάλας τιμωρίας τους Aντιοχείς, διά την τόσην ατιμίαν οπού έδειξαν εις τους βασιλικούς ανδριάντας, και εις καιρόν οπού έπρεπε να τους αφανίση εξολοκλήρου, αυτός όμως ενθυμούμενος τα ανωτέρω λόγια της γυναικός του, και τον νόμον, τον οποίον ενομοθέτησεν εις αυτόν ο Άγιος Aμβρόσιος ο Mεδιολάνων· αυτά, λέγω, ενθυμούμενος, εφοβέρισε μεν μόνον διά να αφανίση την πόλιν των Aντιοχέων, αλλά πάλιν εφέρθη εις αυτούς ήμερα και φιλάνθρωπα.

Σημείωση

1. Σημείωσαι, ότι η ύβρις αύτη και ατιμία, οπού έδειξαν οι Aντιοχείς, εναντίον εις τους ανδριάντας της βασιλίσσης Πλακίλλης, έγινεν ύλη και υπόθεσις του να συγγράψη ο Xρυσοστομικός κάλαμος του Iωάννου, τους καλούς εκείνους και ρητορικωτάτους λόγους των ανδριάντων.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Σάββατο 13 Σεπτεμβρίου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση –  Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΣΑΒΒΑΤΟN ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ)
Πρὸς Κορινθίους Α’ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ ᾽Ανάγνωσμα
2: 6-9

Ἀδελφοί, σοφίαν λαλοῦμεν ἐν τοῖς τελείοις, σοφίαν δὲ οὐ τοῦ αἰῶνος τούτου, οὐδὲ τῶν ἀρχόντων τοῦ αἰῶνος τούτου τῶν καταργουμένων· ἀλλὰ λαλοῦμεν σοφίαν Θεοῦ ἐν μυστηρίῳ, τὴν ἀποκεκρυμμένην, ἣν προώρισεν ὁ Θεὸς πρὸ τῶν αἰώνων εἰς δόξαν ἡμῶν, ἣν οὐδεὶς τῶν ἀρχόντων τοῦ αἰῶνος τούτου ἔγνωκεν· εἰ γὰρ ἔγνωσαν, οὐκ ἂν τὸν Κύριον τῆς δόξης ἐσταύρωσαν· ἀλλὰ καθὼς γέγραπται, Ἅ ὀφθαλμὸς οὐκ οἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπουν οὐκ ἀνέβη, ἃ ἠτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΕΟΡΤΗΣ (ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΕΓΚΑΙΝΙΩΝ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΤΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
16: 13-19

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθὼν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὰ μέρη Καισαρείας τῆς Φιλίππου ἠρώτα τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ λέγων· Τίνα με λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου; οἱ δὲ εἶπον· Οἱ μὲν Ἰωάννην τὸν βαπτιστήν, ἄλλοι δὲ Ἠλίαν, ἕτεροι δὲ Ἰερεμίαν ἢ ἕνα τῶν προφητῶν. λέγει αὐτοῖς· Ὑμεῖς δὲ τίνα με λέγετε εἶναι; ἀποκριθεὶς δὲ Σίμων Πέτρος εἶπε· Σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος. καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· Μακάριος εἶ, Σίμων Βαριωνᾶ, ὅτι σὰρξ καὶ αἷμα οὐκ ἀπεκάλυψέ σοι, ἀλλ’ ὁ πατήρ μου ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς. κἀγὼ δέ σοι λέγω ὅτι σὺ εἶ Πέτρος, καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς. καὶ δώσω σοι τὰς κλεῖς τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, καὶ ὃ ἐὰν δήσῃς ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται δεδεμένον ἐν τοῖς οὐρανοῖς, καὶ ὃ ἐὰν λύσῃς ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται λελυμένον ἐν τοῖς οὐρανοῖς.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς: Οἱ ἑπτὰ φράσεις τοῦ Χριστοῦ στὸν σταυρό

Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς
Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς

Θέλετε νὰ µάθετε τὴ σηµασία ἐκείνων τῶν ἑπτὰ φράσεων τὶς ὁποῖες εἶπε ὁ Κύριος πάνω στὸν σταυρό. Δὲν εἶναι σαφεῖς;

Πρώτη φράση: «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς˙ οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λούκ. 23,34). Μὲ αὐτὰ τὰ λόγια ὁ Χριστὸς ἔδειξε τὸ ἔλεός του ἀπέναντι στοὺς ἐκτελεστές Του,τῶν ὁποίων ἡ µοχθηρία δὲν ὑποχώρησε οὔτε ὅταν ὑπέφερε στὸν σταυρό. Τὸ δεύτερο εἶναι ὅτι βροντοφώναξε ἀπὸ τὴν κορυφὴ τοῦ βράχου τοῦ Γολγοθᾶ µία ἀποδεδειγµένη ἀλλά ποτὲ καλὰ συνειδητοποιηµένη ἀλήθεια, δηλαδὴ ὅτι αὐτοὶ ποὺ πράττουν τὸ κακὸ ποτὲ δὲν ξέρουν τί κάνουν. Σκοτώνοντας τὸν Δίκαιο στὴν πραγµατικότητα σκοτώνουν τὸν ἑαυτό τους καὶ ταυτόχρονα δοξάζουν τὸν Δίκαιο. Καταπατώντας τὸν νόµο τοῦ Θεοῦ δὲν βλέπουν τὴ µυλόπετρα, ἡ ὁποία ἀόρατα κατεβαίνει πρὸς αὐτοὺς γιὰ νὰ τοὺς συνθλίψει. Ἐµπαίζοντας τὸν Θεὸ δὲν βλέπουν τὰ πρόσωπά τους νὰ µεταµορφώνονται σὲ θηριώδη ρύγχη. Διαποτισµένοι ἀπὸ τὸ κακὸ ποτὲ δὲν ξέρουν τί κάνουν.

Δεύτερη φράση: «Ἀµὴν λέγω σοι, σήµερον µετ’ ἐµοῦ ἔση ἐν τῷ παραδείσῳ» (Λουκ. 23,43). Αὐτὸς ὁ λόγος ἀπευθύνεται στὸν µετανιωµένο ληστὴ στὸν σταυρό. Πολὺ παρήγορος λόγος γιὰ τοὺς ἁµαρτωλούς, οἱ ὁποῖοι τουλάχιστον τὴν τελευταία στιγµὴ µετανοοῦν. Τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀπερίγραπτα µεγάλο. Ὁ Κύριος ἐκπληρώνει τὴν ἀποστολὴ Του ἀκόµα καὶ στὸν σταυρό. Ἕως τὴν τελευταία του πνοὴ ὁ Κύριος σώζει ἐκείνους ποὺ δείχνουν καὶ τὴν παραµικρὴ ἐπιθυµία νὰ σωθοῦν.

Τρίτη φράση: «Γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου» (Ἰωαν. 19,26). Ἔτσι εἶπε ὁ Κύριος στὴν Ἁγία Μητέρα Του ποὺ στεκόταν κάτω ἀπὸ τὸν σταυρὸ µὲ τὴν ψυχὴ σταυρωµένη. Καὶ στὸν ἀπόστολο Ἰωάννη λέγει: «Ἰδοὺ ἡ µήτηρ σου» (Ἰωαν. 19,27). Αὐτὸς ὁ λόγος δείχνει τὴ φροντίδα, ποὺ ὁ καθένας χρωστᾶ στοὺς γονεῖς του. Γιὰ δές, Ἐκεῖνος ποὺ ἔδωσε ἐντολὴ στοὺς ἀνθρώπους: «Τίµα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν µητέρα σου» (Ἐξ. 20,12) ἐκπληρώνει τὴν ἐντολὴ Του τὴν ὕστατη στιγµή.

Τέταρτη φράση: «Θεέ µου, Θεέ µου, ἱνατί µὲ ἐγκατέλιπες;» (Ματθ. 27,46). Αὐτὲς οἱ λέξεις δείχνουν, τόσο τὴν ἀδύναµη ἀνθρώπινη φύση, ὅσο καὶ τὴν προορατικότητα τοῦ Κυρίου. Ὁ ἄνθρωπος πάσχει, ἀλλά κάτω ἀπὸ τὸν ἀνθρώπινο πόνο ὑπάρχει ἕνα µυστήριο. Δές, µόνον αὐτὲς οἱ λέξεις µποροῦσαν νὰ διαλύσουν τὴν αἵρεση, ἡ ὁποία ἀργότερα τράνταζε τὴν ἐκκλησία καὶ ἡ ὁποία λανθασµένα κήρυττε ὅτι ἡ Θεία φύση ὑπέφερε στὸν σταυρό. Ὅµως, ἐν τῷ µεταξύ, ὁ αἰώνιος Υἱος τοῦ Θεοῦ γι’ αὐτὸ καὶ ἐνσαρκώθηκε ὡς ἄνθρωπος, γιὰ νὰ εἶναι ὡς ἄνθρωπος στὸ σῶµα καὶ τὴν ψυχή, γιὰ νὰ µπορέσει ὅταν ἔλθει ἡ στιγµὴ νὰ πάσχει γιὰ τοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ πεθάνει γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. Γιατί ἂν ἡ Θεία φύση τοῦ Χριστοῦ ἔπασχε στὸν σταυρό, θὰ σήµαινε ὅτι ἡ Θεία φύση τοῦ Χριστοῦ θὰ πέθαινε. Καὶ αὐτὸ οὔτε κἄν ἐπιτρέπεται νὰ διανοηθοῦµε. Ἐντρυφῆστε ὅσο πιὸ πολὺ µπορεῖτε σ’ αὐτὲς τὶς µεγάλες καὶ φοβερὲς λέξεις: «Θεέ µου, Θεέ µου, ἱνατί µὲ ἐγκατέλιπες;».

Ἡ πέµπτη φράση: «Διψῶ» (Ἰωαν 19,28). Τὸ αἷµα Του ἔρρεε. Γι’ αὐτὸ καὶ διψοῦσε. Ὁ ἥλιος ἦταν κατὰ τὴ δύση του, ἤδη Τοῦ χτυποῦσε τὸ πρόσωπο καὶ µαζὶ µὲ τὰ ἄλλα βασανιστήρια καιγόταν πολύ. Φυσικὸ ἦταν νὰ διψᾶ. Ἀλλά, Κύριε, διψοῦσες ὄντως γιὰ νερὸ ἤ γιὰ ἀγάπη; Μήπως διψοῦσες ὡς ἄνθρωπος ἤ ὡς Θεός, ἤ καὶ τὸ ἕνα καὶ τὸ ἄλλο; Ἰδοὺ ὁ Ρωµαῖος λεγεωνάριος Σοῦ πρόσφερε ἕνα σπόγγο βρεγµένο στὸ ξύδι. Μιά σταγόνα ἐλέους, τὴν ὁποία δὲν αἰσθάνθηκες ἀπό τούς ἀνθρώπους γιὰ τρεῖς ὁλόκληρες ὧρες κρεµασµένος στὸν σταυρό! Αὐτὸς ὁ Ρωµαῖος στρατιώτης ἁπαλύνει κάπως τὴν ἁµαρτία τοῦ Πιλάτου -τὴν ἁµαρτία τῆς Ρωµαϊκῆς αὐτοκρατορίας- ἀπέναντί Σου, ἔστω καὶ µὲ ξύδι. Γι’ αὐτὸ θὰ ἀφανίσεις τὴ Ρωµαϊκὴ αὐτοκρατορία, ἀλλά στὴ θέση της θὰ οἰκοδοµήσεις νέα.

Ἡ ἕκτη φράση: «Πάτερ, εἰς χεῖρας σου παρατίθεµαι τὸ πνεῦµά µου» (Λουκ. 23,46). Πού σηµαίνει ὅτι ὁ Υἱός παραδίδει τὸ πνεῦµα Του στὰ χέρια τοῦ Πατρός Του. Γιὰ νὰ γίνει γνωστό, ὅτι ἀπὸ τὸν Πατέρα ἦρθε καὶ ὄχι αὐτεξουσίως, ὅπως Τὸν κατηγοροῦσαν οἱ Ἑβραῖοι. Ἀλλά ἀκόµα οἱ λέξεις αὐτὲς ἐλέχθησαν γιὰ νὰ τὶς ἀκούσουν οἱ βουδιστές, οἱ πυθαγόρειοι, οἱ ἀποκρυφιστές, καὶ ὅλοι ἐκεῖνοι οἱ φιλόσοφοι, οἱ ὁποῖοι φλυαροῦσαν περὶ µετοίκισης τῆς ψυχῆς τῶν νεκρῶν ἀνθρώπων σὲ ἄλλους ἀνθρώπους, ἤ ζῶα, ἤ φυτά, ἤ ἀστέρια, ἤ µεταλλικὰ στοιχεῖα. Πετάξετε ὅλες αὐτὲς τὶς φαντασίες καὶ δεῖτε ποῦ κατευθύνεται τὸ πνεῦµα τοῦ νεκροῦ Δικαίου: «Πάτερ, εἰς χεῖράς σου παρατίθεµαι τὸ πνεῦµά µου»!

Ἡ ἕβδοµη φράση: «Τετέλεσται» (Ἰωαν.19,30). Αὐτὸ δὲν σηµαίνει ὅτι τελειώνει ἡ ζωή. Ὄχι! Ἀλλά ὅτι τελειώνει ἡ ἀποστολὴ ἡ ἐπικεντρωµένη στὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Τελείωσε, καὶ ἐπισφραγίσθηκε µὲ τὸ αἷµα καὶ τὸν ἐπίγειο θάνατο, τὸ θεῖο ἔργο τοῦ µοναδικοῦ ἀληθινοῦ Μεσσία τῶν ἀνθρώπων. Τελείωσαν τὰ βασανιστήρια, ἀλλά ἡ ζωὴ µόλις ἀρχίζει. Τελείωσε ἡ τραγωδία ἀλλά ὄχι καὶ τὸ δράµα. Στὴ σειρὰ ἕπεται, τὸ µεγαλειῶδες ἀξίωµα: νίκη πάνω στὸν θάνατο, ἀνάσταση, δόξα.

Πηγή: https://agiazoni.gr/slug-2681/

Οι Χαιρετισμοί του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού

Ὠ τρισμακάριστε Σταυρέ καί πανσεβάσμιε, σε προσκυνοῦμεν οἱ πιστοῖ καί μεγαλύνομεν, ἀγαλλόμενοι τῆ θεία σου ἀνυψώσει. Ἀλλ’ ὡς τρόπαιον καί ὅπλον ἀπροσμάχητον, περιφρούρει τε καί σκέπε τῆ σή χάριτι, τοῖς σοι κράζοντας·
Χαῖρε Ξύλον μακάριον.

ΣΤΑΣΙΣ Α’

Ἄγγελοι οὐρανόθεν, ἀοράτως κυκλοῦσι, Σταυρόν τόν ζωηφόρον ἐν φόβω (τρίς)• καί φωτοπάροχον χάριν λαμπρῶς παρεχόμενον, νῦν τοῖς πιστοῖς βλέποντες, ἐξίστανται, καί ἵστανται βοῶντες πρός αὑτόν τοιαύτα·

Χαῖρε, Σταυρέ, οἰκουμένης φύλαξ·
χαῖρε, ἡ δόξα τῆς Ἐκκλησίας.
Χαῖρε, ὁ πηγάζων ἀφθόνως ἰάματα·
χαῖρε, ὁ φωτίζων τοῦ κόσμου τά πέρατα.
Χαῖρε, ξύλον ζωομύριστον, καί θαυμάτων θησαυρέ·
χαῖρε, συνθετοτρισόλβιε, καί χαρίτων παροχεῦ.
Χαῖρε, ὅτι ὑπάρχεις ὑποπόδιον θεῖον·
χαῖρε, ὅτι ἐτέθης εἰς προσκύνησιν πάντων.
Χαῖρε, κρατήρ τοῦ νέκταρος ἔμπλεως·
χαῖρε, λαμπτήρ τῆς ἄνω λαμπρότητος.
Χαῖρε, δι’ οὐ εὐλογεῖται ἡ κτίσις·
χαῖρε, δι’ οὐ προσκυνεῖται ὁ Κτίστης.

Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.

Βλέπουσα ἡ Ἑλένη ἑαυτήν ἐν ἐφέσει, φησί τῷ Βασιλεῖ θαρσαλέως Τό παμπόθητον σου τῆς ψυχῆς εὐχερέστατον μου τῆ σπουδή φαίνεται ζητοῦσα γοῦν τό κράτιστον σοι τρόπαιον, ὡς λέγεις, κράζω·

Ἀλληλούϊα.

Γνῶσιν ἄγνωστον πρώην Βασίλισσα γνοῦσα, ἐβόησε πρός τούς ὑπουργοῦντας, Ἐκ λαγόνων τῆς γῆς εὑρεῖν ἐν τάχει, καί δοῦναι τόν Σταυρόν σπεύσατε, πρός ὀν ἰδοῦσα ἔφησεν ἐν φόβῳ, πλήν κράζουσα οὕτω·

Χαῖρε, χαράς τῆς ὄντως σημεῖον·
χαῖρε, ἀράς τῆς ἀρχαίας λύτρον.
Χαῖρε, θησαυρός ἐν τῆ γῆ φθόνῳ κρυπτόμενος·
χαῖρε, ὁ φανείς ἐν τοῖς ἄστροις τυπούμενος.
Χαῖρε, τετρακτινοπύρσευτε καί πυρίμορφε Σταυρέ·
χαῖρε, κλῖμαξ υψοστήρικτε προοραθείσά ποτέ.
Χαῖρε, τό τῶν Ἀγγέλων γαληνόμορφον θαῦμα·
χαῖρε, τό τῶν δαιμόνων πολυστένακτον τραῦμα.
Χαῖρε, τερπνόν τοῦ Λόγου κειμήλιον·
χαῖρε, πυρός τῆς πλάνης σβεστήριον.
Χαῖρε, Σταυρέ, ἀπορούντων προστάτα·
χαῖρε, στερρέ εὐδρομούντων ἀλεῖπτα.

Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.

Δύναμις ἡ τοῦ Ξύλου, ἐπιδέδεικται τότε, πρός πίστωσιν ἀληθῆ τοῖς πᾶσι καί τήν ἄφωνον τε καί νεκράν πρός ζωήν ἀνέστησε, φρικτόν θέαμα τοῖς μέλλουσι καρποῦσθαι σωτηρίαν, ἐν τῷ μέλπειν οὕτως·

Ἀλληλούϊα.

Ἔχουσα ἡ Ἑλένη, τό ἀήττητον ὅπλον, ἀνέδραμε πρός τόν ταύτης γόνον ὁ δε, μέγα σκιρτήσας εὐθύς, ἐπιγνούς τόν μέγιστον Σταυρόν, ἔχαιρε, καί ἄλμασιν ὡς ἄσμασιν ἐβόα πρός αὑτόν τοιαῦτα·

Χαῖρε, Σταυρέ, τοῦ φωτός δοχεῖον·
χαῖρε, Σταυρέ, τῆς ζωῆς ταμεῖον.
Χαῖρε, ὁ δοτήρ χαρισμάτων τοῦ Πνεύματος·
χαῖρε, ὁ λιμήν ποντοπόρων ἀχείμαστος.
Χαῖρε, τράπεζα βαστάζουσα ὤσπερ θύμα τόν Χριστόν·
χαῖρε, κλῆμα, βότρυν πέπειρον, φέρον οἶνον μυστικόν.
Χαῖρε, ὅτι τά σκῆπτρα τῶν ἀνάκτων φυλάττεις·
χαῖρε, ὅτι τάς κᾶρας τῶν δρακόντων συνθλάττεις.
Χαῖρε, λαμπρόν τῆς πίστεως γνώρισμα·
χαῖρε, παντός τοῦ κόσμου διάσωσμα.
Χαῖρε, Θεοῦ πρός θνητούς εὐλογία·
χαῖρε, θνητῶν πρός Θεόν μεσιτεία.

Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.

Ζῆλον ἔνδοθεν θεῖον, ἡ Ἑλένη λαβοῦσα, ἐζήτησε καί εὗρε σπουδαίως, τόν ἐν γῆ κρυπτόμενον Σταυρόν, καί δεικνύμενον ἐν οὐρανῶ Άνακτι• ὀν ύψωσε• καί βλέπων τό πολίτευμα, ἐν πίστει ἔφη·

Ἀλληλούϊα.

 

ΣΤΑΣΙΣ Β’

Ἡλιόμορφος ὤφθη, ὁ Σταυρός ἐν τῷ κόσμῳ, καί πάντες φωτισμοῦ ἐμπλησθέντες, καί δραμόντες ὡς πρός ἀστέρα θεωροῦσι τοῦτον ὡς καλῶν αἴτιον, ἐν ταῖς χερσί ταῖς θείαις ὑψωθέντα ὀν ὑμνοῦντες εἶπον·

Χαῖρε, αὐγή νοητοῦ Ἠλίου·
χαῖρε, πηγή ἀκενώτου μύρου.
Χαῖρε, τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας ἀνάκλησις·
χαῖρε, τῶν ἀρχόντων τοῦ ᾄδου ἡ νέκρωσις.
Χαῖρε, ὅτι ἀνυψούμενος συνανυψοίς νῦν ἡμᾶς·
χαῖρε, ὅτι προσκυνούμενος καθαγιάζεις τάς ψυχάς.
Χαῖρε, τῶν Ἀποστόλων κοσμοκήρυκτον κλέος·
χαῖρε, τῶν ἀθλοφόρων εὐμενέστατον σθένος.
Χαῖρε, Σταυρέ, Ἑβραίων ὁ ἔλεγχος·
χαῖρε, πιστῶν ἀνθρώπων ὁ ἔπαινος.
Χαῖρε, δι’ οὐ κατεβλήθη ὁ ᾄδῃς·
χαῖρε, δι’ οὐ ἀνατέταλκε χάρις.

Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.

Θεοβράβευτον Ξύλον, θεωρήσαντες πάντες, τῆ τούτου νῦν προσέλθωμεν σκέπη• καί ὡς ὅπλον κρατοῦντες αὑτό, δι’ αὑτοῦ τροποῦμεν τῶν ἐχθρῶν φάλαγγας, καί ψαύοντες τόν ἄψαυστον, τοῖς χείλεσιν αὑτῷ βοῶμεν·

Ἀλληλούϊα.

Ἴδε φώς οὐρανόθεν, ὁ Κωνσταντῖνος ὁ μέγας, δεικνύμενον Σταυροῦ τό σημεῖον, δι’ ἀστέρων, ἐν ὦ καί νικᾶν πολεμίων πληθύν, ἔσπευσε τό Ξύλον φανερώσαι, καί βοήσαι πρός αὑτό τοιαῦτα·

Χαῖρε, βουλῆς τῆς ἀρρήτου πέρας·
χαῖρε, λαοῦ ευσεβούντως κέρας.
Χαῖρε, πολεμίων ὁ τρέπων τάς φάλαγγας·
χαῖρε, φλόξ καθάπερ φλέγων τούς δαίμονας.
Χαῖρε, σκῆπτρον ἐπουράνιον τοῦ Βασιλέως τοῦ στρατοῦ·
χαῖρε, τρόπαιον ἀήττητον τοῦ φιλοχρίστου στρατοῦ.
Χαῖρε, ὁ τῶν βαρβάρων τήν αφρύν καταβάλλων·
χαῖρε, ὁ τῶν ἀνθρώπων τάς ψυχάς περιέπων.
Χαῖρε, κακῶν πολλῶν ἀμυντήριον·
χαῖρε, καλῶν πολλῶν βραβευτήριον.
Χαῖρε, δι’ οὐ Χριστοφόροι σκιρτῶσι·
χαῖρε, δι’ οὐ Ἰουδαῖοι θρηνοῦσι.

Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.

Κλῖμαξ οὐρανομήκης, ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου εγένετο• τούς πάντας ἀνάγων ἀπό γῆς πρός ὕψος οὐρανοῦ, τοῖς χοροῖς Ἀγγέλων συνοικεῖν πάντοτε, ἀφέντας τά νῦν ὄντα ὡς μή ὄντα, καί εἰδότας ψάλλειν·

Ἀλληλούϊα.

Λάμψας φώς ἐπί πᾶσιν, ὁ Σωτήρ τοῖς ἐν ᾄδῃ ἐφώτισας τούς κάτω κειμένους πυλωροί δε ᾄδου τήν αὐγήν μή ἐνέγκαντες σου, ὡς νεκροί πεπτώκασιν οἱ τούτων δε ῥυσθέντες, νῦν ὁρῶντες τόν Σταυρόν βοῶσι·

Χαῖρε, ἀνάστασις τεθνεώτων·
χαῖρε, παράκλησις τῶν πενθούντων.
Χαῖρε, τῶν ταμείων τοῦ ᾄδου ἡ κένωσις·
χαῖρε, Παραδείσου τρυφῆς ἡ ἀπόλαυσις.
Χαῖρε, ῥάβδος ἡ ποντίσασα τόν Αἰγύπτιον στρατόν·
χαῖρε αὖθις, ἡ ποτίσασα Ἰσραηλίτην λαόν.
Χαῖρε, ἔμψυχον Ξύλον, τοῦ Λῃστοῦ σωτηρία·
χαῖρε, εὔοσμον ῥόδον, εὐσεβῶν εὐωδία.
Χαῖρε, τροφή πεινώντων ἐν πνεύματι·
χαῖρε, σφραγίς, ἤν ἔλαβον ἄνθρωποι.
Χαῖρε, Σταυρέ, μυστυρίων ἡ θύρα·
χαῖρε, ἐξ οὐ ῥεῖθρα χέονται θεία.

Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.

Μέλλοντος Μωυσέως, τό πολύμοχθον γένος, λυτρώσασθαι ἐκ τοῦ λυμεῶνος, ἐπεδόθης ὡς ῥάβδος αὑτῷ, ἀλλ’ ἐγνώσθης τοῦτο καί Θεοῦ σύμβολον διόπερ κατεπλάγη σου Σταυρέ, τήν δυναστείαν κράζων·

Ἀλληλούϊα.

ΣΤΑΣΙΣ Γ’

Νόμον ὁ ἐν Σιναίω, τῷ Θεόπτῃ δούς πάλαι, Σταυρῶ ἐθελοντί προσηλοῦται, ὑπέρ άνομων ἀνόμως ἀνδρών, καί κατάραν νόμου παλαιάν ἔλυσεν, ἶνα Σταυροῦ τήν δύναμιν ὁρῶντες, ἅπαντες νῦν, βοῶμεν·

Χαῖρε, ἀνόρθωσις πεπτοκότων·
χαῖρε, κατάπτωσις κοσμολάτρων.
Χαῖρε, Ἀναστάσεως Χριστοῦ τό εγκαίνισμα·
χαῖρε, μοναζόντων τό θεῖον ἐντρύφημα.
Χαῖρε, δένδρον ευσκιόφυλλον, ὑφ’ οὐ σκέπονται πιστοί·
χαῖρε, ξύλον προφητόφθεγκτον, πεφυτευμένον ἐν γῆ.
Χαῖρε, τῆς Βασιλείας κατ’ ἐχθρῶν συμμαχία·
χαῖρε, τῆς πολιτείας κραταιά προστασία.
Χαῖρε, Κριτοῦ δικαίου φανέρωσις·
χαῖρε, βροτῶν πταιόντων κατάκρισις.
Χαῖρε, Σταυρέ, ὀρφανῶν ἀντιλῆπτορ·
χαῖρε, Σταυρέ, πλουτιστά τῶν πενήτων.

Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.

Ξένον θαῦμα ἰδόντες, ξένον βίον βιῶμεν, τόν νοῦν εἰς οὐρανόν ἀνυψοῦντες διά τοῦτο γάρ ἐν τῷ Σταυρῶ ὁ Χριστός ἐπάγη, καί σαρκί πέπονθε, βουλόμενος ἑλκύσαι πρός τό ὕψος, τούς αὑτῷ βοῶντας·

Ἀλληλούϊα.

Ὅλος ἦλθεν ἐξ ὕψους, τήν Θεότηταν ἔχων, ὁ μόνος προαιώνιος Λόγος καί τεχθείς ἐκ Παρθένου Μητρός, καί φανείς τῷ κόσμῳ ταπεινός ἄνθρωπος, Σταυρόν καταδεξάμενος, εζώωσε αὑτῷ βοῶντας·

Χαῖρε, Σταυρέ τῆς εἰρήνης ὅπλον·
χαῖρε, βαλβίς τῶν ὁδοιπορούντων.
Χαῖρε, σῳζομένων σοφία καί στήριγμα·
χαῖρε, ἀπολλυμένων μωρία καί σύντριμμα.
Χαῖρε, εὔκαρπον, ἀθάνατον, καί ζωηφόρον φυτόν·
χαῖρε ἄνθος, ὅπερ ἤνθησε τήν σωτηρίαν ἡμῶν.
Χαῖρε, ὅτι συνάπτεις τά ἐν γῆ σύν τοῖς ἄνω·
χαῖρε, ὅτι φωτίζεις τάς καρδίας τῶν κάτω.
Χαῖρε, δι’ οὐ φθορά ἐξωστράκισται·
χαῖρε, δι’ οὐ ἡ λύπη ἠφάνισται.
Χαῖρε, κάλων μυριάριθμος ὄλβος·
χαῖρε, πιστῶν μυριώνυμον εὖχος.

Χαῖρε, Ξύλον μακάριον.

Πέπτωκε τῶν δαιμόνων, ἡ παμβέβηλος φάλαγξ, καί γένος τῶν Ἑβραίων ᾐσχύνθη, προσκυνούμενον τόν Σταυρόν παρά πάντων, μετά πόθου βλέποντες, ἀεί δε ἀναβλύζοντα ἰάματα τοῖς ἐκβοῶσιν·

Ἀλληλούϊα.

Ῥεύματα συνεστάλη, λογισμῶν κακοδόξων, παγέντος σου Χριστέ ἐπί ξύλου ἀποροῦσι γάρ ὄντως τό, Πως καί Σταυρόν ὑπέστης, καί φθοράν πέφευγας ἡμεῖς δε τήν Ἀνάστασιν δοξάζοντες, ἀναβοῶμεν·

Χαῖρε, σοφίας Θεοῦ τό ὕψος·
χαῖρε, προνοίας αὑτοῦ τό βάθος.
Χαῖρε, μωρολόγων ἀλόγων ἡ ἄγνοια·
χαῖρε, μαντιπόλων ἀφρόνων ἀπώλεια.
Χαῖρε, ὅτι τήν Ἀνάστασιν ἐμφανίζεις τοῦ Χριστοῦ·
χαῖρε, ὅτι τά παθήματα ἀνακαινίζεις αὑτοῦ.
Χαῖρε, τῶν πρωτοπλάστων τήν παράβασιν λύσας·
χαῖρε, τοῦ Παραδείσου τάς εἰσόδους ἀνοίξας.
Χαῖρε Σταυρέ, τοῖς πᾶσι σεβάσμιε·
χαῖρε, ἐθνῶν ἀπίστων ἀντίπαλε.
Χαῖρε Σταυρέ, ἰατρέ τῶν νοσούντων·
χαῖρε, ἀεί βοηθέ τῶν βοώντων.

Χαῖρε Ξύλον μακάριον.

Σώσει θέλων τῶν κόσμον, ὁ τοῦ κόσμου κοσμήτωρ, κατῆλθε πρός αὑτόν ἀπορρήτως καί Σταυρόν ὑπέστη, Θεός ὤν, δι’ ἡμᾶς, τά πάντα καθ’ ἡμᾶς δέχεται διό καί λυτρωσάμενος ἡμᾶς, ἀκούει παρά πάντων·

Ἀλληλούϊα.

ΣΤΑΣΙΣ Δ’

Τεῖχος τῆς οἰκουμένης, ὦ Σταυρέ ζωηφόρε, ἀπόρθητον καί θεῖον νοοῦμεν ὁ γάρ τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς, κατασκευάσας σε Ποιητής, τάννυσι τάς χεῖρας, ξένον άκουσμα• καί ἅπαντας ἐκφωνεῖν διδάσκει·

Χαῖρε, ἡ βάσις τῆς εὐσεβείας·
χαῖρε, τό νῖκος τῆς κληρουχίας.
Χαῖρε, Αμαλήκ νοητόν ὁ τροπούμενος·
χαῖρε, Ιακώβ ταῖς χερσί προτυπούμενος.
Χαῖρε, σύ γάρ ανεμόρφωσας τάς παλαιτάτας σκιάς·
χαῖρε, σύ γάρ ἀνεπλήρωσας προφητοφθέγκτους φωνάς.
Χαῖρε, ὁ τόν Σωτῆρα τῶν ἁπάντων βαστάσα·
χαῖρε, ὁ τόν φθορέα τῶν ψυχῶν καταργήσας.
Χαῖρε, δι’ οὐ Ἀγγέλοις ἡνώθημεν·
χαῖρε, δι’ οὐ φωτί κατηυγάσθημεν.
Χαῖρε, σε γάρ προσκυνοῦμεν τιμῶντες·
χαῖρε, σοι γάρ προσφωνοῦμεν βοῶντες.

Χαῖρε Ξύλον μακάριον.

Ὕμνος ἅπας μειοῦται, συνακολουθεῖν θέλων, τῷ πλήθει τῶν πολλῶν σου θαυμάτων ἐγκωμίων πληθύν καί γάρ ἀν προσάξωμέν σοι, ὦ Σταυρέ τίμιε, οὐδέν τελοῦμεν ἄξιον, ὤν δέδωκας ἡμῖν ἀλλ’ οὑν βοῶμεν·

Ἀλληλούϊα.

Φωτοπάροχχον αἴγλην, τοῖς ἐν σκότει δωρεῖται, Σταυρός ὁ ζωοδώρητος οὗτος τό γάρ άϋλον δέδεκται φώς, καί πρός γνῶσιν θείαν δᾳδουχεῖ άπαντας• ὑψοῖ δε νῦν ὑψούμενος τόν νοῦν ἡμῶν, ἀναμέλπειν ταύτᾳ·

Χαῖρε, φωστήρ, τοῖς ἐν σκότει φαίνων·
χαῖρε, ἀστήρ τόν κόσμον αὐγάζων.
Χαῖρε, ἀστραπή, χριστοκτόνους ἀμβλύνουσα·
χαῖρε, ἡ βροντή, τούς ἀπίστους ἐκπλήττουσα.
Χαῖρε, ὅτι κατελάμπρυνας Ὀρθοδόξων τούς χορούς·
χαῖρε, ὅτι κατηδάφισας τῶν εἰδώλων τούς βωμούς.
Χαῖρε, οὗπερ ὁ τύπος οὐρανόθεν ἐφάνη·
χαῖρε, οὗπερ ἡ χάρις πονηρίας ἐλαύνει.
Χαῖρε, σαρκός σημαίνων τήν νέκρωσιν·
χαῖρε, παθών ὁ κτείνων ἐπέγερσιν.
Χαῖρε, ἐν ὦ ὁ Χριστός ἐσταυρώθη·
χαῖρε, δι’ οὐ πᾶς ὁ κόσμος ἐσώθη.

Χαῖρε Ξύλον μακάριον.

Χάριν δοῦναι θελήσας, ὁ Χριστός τοῖς ἀνθρώποις, τάς χεῖρας ἐπί ξύλου ἐκτείνει, καί τά ἔθνη πάντα συγκαλεῖ, καί βασιλείαν πᾶσιν οὐρανῶν δίδωσι, τοῖς μέλπουσι τόν ὕμνον ἐπαξίως, καί πιστῶς βοῶσιν·

Ἀλληλούϊα.

Ψάλλοντες σου τόν ὕμνον, εὐφημοῦμεν ἐκ πόθου, ὡς ἔμψυχον Κυρίου σε Ξύλον ἐπί σοι γάρ παγείς ἐν σαρκί, ὁ δεσπόζων τῶν δυνάμεων, ἡγίασεν, ἐδόξασεν, ἐδίδαξε βοᾶν σοι ταύτᾳ·

Χαῖρε, Σταυρέ, νοητή ῥομφαία·
χαῖρε, Ἁγίων ἅγιον βλέμμα.
Χαῖρε, Προφητῶν καί Δικαίων προκήρυγμα·
χαῖρε, τοῦ Χριστοῦ λαμπροφόρον στρατήγημα.
Χαῖρε, κάλλος καί διάδημα βασιλέων εὐσεβῶν·
χαῖρε, κράτος καί ὀχύρωμα ἱερέων εὐλαβῶν.
Χαῖρε, τῆς ἀληθείας εὐκλεέστατος κόσμος·
χαῖρε, τῆς σωτηρίας εὐτυχέστατος ὅρμος.
Χαῖρε, φαιδρόν ἁπάντων ἀγλάϊσμα·
χαῖρε, υἱῶν τῆς Άγαρ φυγάδευμα.
Χαῖρε, φωτός ἀκηράτου λυχνία·
χαῖρε, ψυχῆς τῆς ἐμῆς θυμηδία.

Χαῖρε Ξύλον μακάριον.

Ω πανύμνητον Ξύλον, τό βαστάσαν τόν πάντων Ἁγίων, ἁγιώτατον Λόγον (τρίς)• δεδεγμένων ημώς τά λιτάς, ἀπό πάσης ῥῦσαι συμφοράς ἅπαντας, καί αἰωνίου λύτρωσαι κολάσεως τούς σοι βοῶντας·

Ἀλληλούϊα.

Ὠ τρισμακάριστε Σταυρέ καί πανσεβάσμιε, σε προσκυνοῦμεν οἱ πιστοῖ καί μεγαλύνομεν, ἀγαλλόμενοι τῆ θεία σου ἀνυψώσει. Ἀλλ’ ὡς τρόπαιον καί ὅπλον ἀπροσμάχητον, περιφρούρει τε καί σκέπε τῆ σή χάριτι, τοῖς σοι κράζοντας·
Χαῖρε Ξύλον μακάριον.

Εἶναι ἀμέτρητοι οἱ χαρακτηρισμοί, πού προτάσσει στό ὄνομα τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἡ ὑμνολογία μας

Ο Τίμιος Σταυρός της Κάτω Ζώδιας

Εἶναι ἀμέτρητοι οἱ χαρακτηρισμοί, πού προτάσσει στό ὄνομα τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἡ ὑμνολογία μας.

Σάββας Ἠλιάδης, Δάσκαλος

Ο Τίμιος Σταυρός της Κάτω Ζώδιας

Εἶναι ἀμέτρητοι οἱ χαρακτηρισμοί, ποὺ προτάσσει στὸ ὄνομα τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἡ ὑμνολογία μας καὶ οἱ ἰδιότητες καὶ οἱ θεῖες ἐνέργειες ποὺ χαρίζει πλουσίως στὰ ζωντανὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Προσπαθήσαμε νὰ καταγράψουμε κατὰ τὸ δυνατὸν ἀπὸ τὸ Μηναῖο τοῦ Σεπτεμβρίου, ἐπὶ τῇ ἑορτὴ τῆς Ὑψώσεως:

1. Ἄχραντος Σταυρὸς
2. θεῖος Σταυρὸς
3. ἀήττητον τρόπαιον
4. θυρεὸς (μεγάλη ἀσπίδα) ἀπροσμάχητος
5. σκῆπτρον (σύμβολο ἐξουσίας) ἔνθεον
6. πανάγιος Σταυρὸς
7. σκέπη κραταιὰ
8. τριμερὴς Σταυρὸς (ἀπὸ τὴν παράδοση τῆς Π. Διαθήκης μὲ τὸν Ἀβραὰμ καὶ τὸν Λὼτ)
9. ζωηφόρον ξύλον
10. φυλακτήριον θεῖον
11. ἀπροσμάχητον τεῖχος
12. σωτήριον ξύλον
13. τῶν πιστῶν καύχημα
14. ἀθλητῶν στήριγμα
15. Ἀποστόλων ἐγκαλλώπισμα
16. Δικαίων πρόμαχος
17. πάντων των Ὁσίων διάσωσμα
18. πανσεβάσμιος Σταυρὸς
19. εὐλογημένον ξύλον
20. ξύλον τῆς ὄντως ζωῆς
21. θεῖος θησαυρὸς (ἐν γῆ κρυπτόμενος)
22. κραταιὸν σύμβολον
23. ἀρραγὲς φυλακτήριον
24. φρουρὸς
25. φύλακας ….
26. ἐλατήρας (διώκτης) τῶν δαιμόνων
27. τρόπαιον νίκης
28. πανσέβαστος Σταυρὸς
29. τῆς εὐσεβείας τὸ ἀήττητον τρόπαιον
30. ἡ θύρα τοῦ Παραδείσου
31. ὁ των πιστῶν στηριγμὸς
32. τὸ περιτείχισμα τῆς Ἐκκλησίας
33. ὅπλον ἀκαταμάχητον
34. δαιμόνων ἀντίπαλος
35. δόξα Μαρτύρων καὶ Ὁσίων
36. ὡς ἀληθῶς (πραγματικὸ) ἐγκαλλώπισμα
37. λιμὴν σωτηρίας
38. Σταυρός, δι’ ου ἐλύθη τῆς ἀρᾶς τὸ ἀνθρώπινον
39. ὁ τυπούμενος (ὁ σχηματιζόμενος) καὶ δεινῶν ἐκλυτρούμενος
40. τῆς ὄντως χαρᾶς σημεῖον
41. ὁ καταράσσων (κατανικῶν) ἐχθροὺς
42. ἠμῶν ἡ βοήθεια
43. βασιλέων κραταίωμα
44. ἱερέων εὐπρέπεια
45. ράβδος δυνάμεως ὑφ` ἧς ποιμαινόμεθα
46. ὅπλον εἰρήνης ἐν φόβω
47. Χριστοῦ θεία δόξα
48. τῶν τυφλῶν ὁδηγὸς
49. τῶν ἀσθενούντων ἰατρὸς
50. ἡ ἀνάστασις πάντων των τεθνεώτων
51. Χριστιανῶν ἡ ἐλπὶς
52. πεπλανημένων ὁδηγὸς
53. χειμαζομένων (δοκιμαζομένων) λιμὴν
54. ἐν πολέμοις νίκος (νίκη)
55. οἰκουμένης ἀσφάλεια
56. νεκρῶν ἡ ἀνάστασις
57. κράτος καὶ στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας
58. βασιλέων κράτος καὶ στερέωμα
59. τρισμακάριστον ξύλον
60. ἀοίδιμον ξύλον
61. τίμιος Σταυρὸς
62. ζωοποιὸς Σταυρὸς
63. τροπαιοῦχον καύχημα
64. φῶς
65. τροπαιοφόρον ὅπλον
66. βασιλεῖ πανοπλία ἀήττητος
67. φύλαξ πάσης της οἰκουμένης
68. ἡ ὡραιότης τῆς Ἐκκλησίας
69. πιστῶν το στήριγμα
70. Ἀγγέλων ἡ δόξα
71. δαιμόνων τὸ τραῦμα
72. ζωηφόρον φυτὸν
73. πανάγιος Σταυρὸς
74. τοῖς βροτοῖς (γιὰ τοὺς θνητοὺς) δώρημα
75. ξύλον ἄχραντον
76. ζωοποιὸν ξύλον
77. τοῦ πεσόντος Ἀδὰμ ἡ τελεία λύτρωσις
78. τὸ φυτὸν τῆς ζωῆς
79. τετραμερὴς Σταυρὸς (ὡς ἁπλούμενος στὰ τέσσερα σημεῖα τοῦ ὁρίζοντος)
80. τῶν δυσμένων συντρίβων τὰ κέρατα
81. τὸ ξύλον τὸ ἅγιον
82. σθένος (δύναμη) δικαίων
83. ὁ ὑπερένδοξος Σταυρὸς
84. φῶς τοῖς πιστοῖς
85. ζωηφόρον δένδρον
86. ἱερὸν κέρας θεόφροσι
87. εὖρος καὶ μῆκος Σταυροῦ, οὐρανοῦ ἰσοστάσιον (ἰσοδύναμο)
88. θεία κλίμαξ, δι` ἧς ἀνατρέχομεν εἰς οὐρανοὺς
89. ξύλον, δὶ` οὐ ἠξιώθημεν τῶν ἀοράτων ἐχθρῶν συντρίβειν τὰς κάρας
90. ξύλον, ὃ τὴν ζωὴν ἐξήνθησεν
91. ξύλον δι’ οὐ δαίμονες ἔφριξαν
92. πηγὴ ἁγιάσματος
93. Σταυρός, τῆς πάντων θεώσεως αἴτιος
94. δεδοξασμένος Σταυρὸς τοῦ Κυρίου
95. φῶς ἐκλάμπον
96. τοῦ κόσμου τὸ καύχημα
97. ἁγίου πάθους ἁγιώτατον σύμβολον
98. σεπτὸν καὶ θεῖον ξύλον
99. ξύλον ζωοδώρητον Κυρίου
100. πηγὴ ἀθανασίας
101. ἀπολύτρωσις παντός τοῦ κόσμου
102. φρουρὸς ἠμῶν σωτήριος
103. ὅπλον ἄρρηκτον
104. Ὅπλον σωτήριον καὶ ἄρρηκτον
105. τῶν πιστῶν ἡ ἑτοίμη βοήθεια
106. τῶν πιστῶν ἡ κραταιὰ ἀντίληψις
107. φωτισμὸς τῶν ψυχῶν
108. φωτοδότης τῶν ψυχῶν
109. σωτήριον ξύλον
110. Ἥλιος μέγας, ταῖς ἀκτίσι καταυγάζων τοὺς ἐν σκότει
111. Ἥλιος μέγας, ταῖς ἀκτίσι φλέγων τοὺς δαίμονας
112. Σταυρὸς ὡραιότατος.

Ἐννοεῖται πὼς καὶ στὶς ἄλλες ἀκολουθίες, μέσα στὸ λειτουργικὸ ἔτος, ὑπάρχουν ἀμέτρητοι ἐγκωμιαστικοὶ ὕμνοι.
Πλουσιότατη σὲ χαρακτηρισμοὺς ἡ ὑμνολογία, τοὺς ὁποίους δὲν μπορεῖ νὰ κατανοήσει ὁ ἀνθρώπινος νοῦς, ἂν δὲν ἔχει ἐμπειρία ἁγιοπνευματική. Εἶναι λέξεις πού, στοὺς περισσότερους ἀπό μας, φαίνονται ἁπλῶς κοσμητικὰ ἐπίθετα. Δὲν εἶναι ὅμως ἔτσι, μὰ καθόλου. Εἶναι ὅλα ἐκπεφρασμένα καὶ διατυπωμένα ὡς πλεόνασμα καρδιᾶς, περίσσευμα θείας χάριτος καὶ ὄχι λογοτεχνικὰ παιχνίδια.
«Τραγουδήθηκαν» ὕστερα ἀπὸ ἐμπειρίες προσωπικὲς φωτισμένων καὶ ἁγίων ἀνθρώπων ἀλλὰ καὶ ἀπὸ θαύματα καὶ γεγονότα, ὅπου ἄφησε τὴ γλυκιὰ ἀνάμνησή του ὁ Τίμιος Σταυρός, μπροστὰ στὰ μάτια πολλῶν ἀνθρώπων στὸ διάβα τῆς ἱστορίας τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ τὴ βοήθεια τοῦ Σταυροῦ στὴ ζωή μας. Τὸ σχῆμα τοῦ Σταυροῦ εἶναι ἡ προσευχὴ τῆς στιγμῆς, χωρὶς λόγια. Ἡ προσευχὴ «πάσης περιστάσεως». Γὶ` αὐτὸ πολλοί, ὅταν λένε ὅτι σὲ κάποια ἔκτακτη δυσκολία τῆς ζωῆς τους: «ἔκανα τὴν προσευχή μου», ἐννοοῦν τὶς περισσότερες φορές, ὅτι ἔκαναν τὸ σταυρό τους. Πράγματι ἔτσι συμβαίνει. Στὴ δύσκολη ὥρα φωνάζουμε: «Χριστέ μου», «Παναγία μου» καὶ κάνουμε τὸ σταυρό μας. Κι αὐτὸ εἶναι μιὰ πλήρης προσευχή.
Πῶς ὅμως κάνουμε τὸ σταυρό μας; Προσέξαμε καὶ δώσαμε τὴν ἀνάλογη προσοχή, ὥστε νὰ δείξουμε τὸν ἀπόλυτο σεβασμὸ στὸ σύμβολο τῆς σωτηρίας μας; Ὀφείλουμε νὰ παραδεχτοῦμε πὼς δὲν τὸ κάνουμε σωστά το σχῆμα ἐπάνω στὸ σῶμα μας, νὰ τὸ σταυρώσουμε σωστά, γιὰ νὰ ἔχει ἀποτέλεσμα ἡ προσευχή. Βλέπουμε πάρα πολλοὺς ἀνθρώπους, ποὺ μὲ τὸν τρόπο ποὺ κάνουν τὸ σταυρὸ τοὺς μᾶλλον ἀσεβοῦν, μὴ γνωρίζοντας συνήθως τὴ σοβαρότητα τοῦ θέματος.
Ἀρχικὰ ἑνώνουμε σφιχτά τα τρία πρῶτα δάκτυλα τοῦ δεξιοῦ χεριοῦ, ὀμολογώντας ἔτσι τὴν πίστη μᾶς σ’ ἕνα Θεό, ποὺ εἶναι ταυτόχρονα τρία πρόσωπα -ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα-, ὁμοούσια, ἑνωμένα μεταξύ τους «ἀχωρίστως» καὶ «ἀδιαιρέτως». Τὰ ἄλλα δύο δάκτυλα ἑνωμένα, ποὺ ἀκουμποῦν στὴν παλάμη, συμβολίζουν τὶς δύο φύσεις τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ, δηλαδὴ τὴ θεία καὶ τὴν ἀνθρώπινη.
Φέρνουμε τὸ χέρι ἀκουμπώντας τὸ μέτωπο, τὴ σωματικὴ περιοχὴ τῆς διανοητικῆς λειτουργίας, φανερώνοντας ἔτσι ὅτι ἀγαποῦμε τὸν Θεὸ μ’ ὅλη τὴ διάνοιά μας, καὶ ὅτι ἀφιερώνουμε σ’ Αὐτὸν ὅλες τὶς σκέψεις μας. Τὸ χέρι ἔρχεται κατόπιν στὴν κοιλιά. Δηλώνουμε συμβολικὰ ὅτι προσφέρουμε στὸν Κύριο ὅλες τὶς ἐπιθυμίες μας καὶ ὅλα τα συναισθήματά μας. Κατόπιν, φέρνουμε τὸ χέρι στοὺς ὤμους, ἀκουμπώντας πρῶτα τὸν δεξιὸ καὶ μετὰ τὸν ἀριστερὸ ἀκριβῶς καὶ ὄχι σὲ ἄλλη θέση, ὀμολογώντας ὅτι καὶ κάθε σωματική μας δραστηριότητα ἀνήκει σ’ Ἐκεῖνον. Τέλος φέρνουμε τὴν παλάμη ἀνοιχτῆ στὴν κοιλιά, σκύβοντας εὐλαβῶς καὶ ἐπανερχόμενοι σὲ ὄρθια στάση.
Μιὰ ἄλλη ἑρμηνεία, πολὺ χαριτωμένη, μᾶς δίνει στὴν πέμπτη διδαχὴ του ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὃ Αἰτωλός:
«Ἀκούσατε, χριστιανοί μου, πῶς πρέπει νὰ γίνεται ὁ σταυρὸς καὶ τί σημαίνει. Μᾶς λέγει τὸ ἅγιον Εὐαγγέλιον πὼς ἡ ἁγία Τριάς, ὁ Θεός, δοξάζεται εἰς τὸν οὐρανὸν περισσότερον ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους. Τί πρέπει νὰ κάμης καὶ ἐσύ; Σμίγεις τὰ τρία σου δάκτυλα μὲ τὸ δεξιόν το χέρι σου καί, μὴν ἠμπορώντας νὰ ἀνεβῆς εἰς τὸν οὐρανὸν νὰ προσκύνησης, βάνεις τὸ χέρι σου εἰς τὸ κεφάλι σου, διότι τὸ κεφάλι σου εἶναι στρογγυλὸ καὶ φανερώνει τὸν οὐρανόν, καὶ λέγεις μὲ τὸ στόμα: Καθὼς ἐσεῖς οἱ ἄγγελοι δοξάζετε τὴν ἁγίαν Τριάδα εἰς τὸν οὐρανόν, ἔτσι καὶ ἐγώ, ὡς δοῦλος ἀνάξιος, δοξάζω καὶ προσκυνῶ τὴν ἁγίαν Τριάδα. Καὶ καθὼς αὐτὰ τὰ δάκτυλα εἶναι τρία -εἶναι ξεχωριστά, εἶναι καὶ μαζὶ- ἔτσι εἶναι καὶ ἡ ἁγία Τριάς, ὁ Θεός, τρία πρόσωπα καὶ ἕνας μόνος Θεός».

Ἡ εἰς Ἐπίσκοπον Χειροτονία τοῦ Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου (13 Σεπτεμβρίου 1998)

Ἡ εἰς Ἐπίσκοπον Χειροτονία τοῦ Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου, ἡ ὁποία πραγματοποιήθηκε στις 13 Σεπτεμβρίου 1998, στὸν Ἱερὸν Ναὸν Παναγίας Παλλουριωτίσσης, στὴ Λευκωσία, προϊσταμένου τοῦ τότε Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου κυροῦ Χρυστοστόμου του Α’, παρισταμένων ἀπάντων τῶν πολιτικῶν Ἀρχῶν τῆς Κύπρου.

Τὸ βίντεο προέρχεται ἀπὸ τὴ ζωντανή μετάδοση ποὺ πραγματοποιήθηκε ἀπὸ τὸν Ραδιοτηλεοπτικὸ Σταθμὸ Ο ΛΟΓΟΣ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου.

Για τον χειροτονητήριο λόγο του Πανιερωτάτου, πατήστε εδώ.

Πηγή: RumOrthodox
https://youtu.be/COpqSRGLqgM

Χειροτονητήριος Λόγος Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου, 13 Σεπτεμβρίου 1998

Ὁ Χειροτονητήριος Λόγος τοῦ Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου, ἐκφωνήθηκε κατὰ τὴν εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονίαν του, ἡ ὁποία πραγματοποιήθηκε στὶς 13 Σεπτεμβρίου 1998, στὸν Ἱερὸ Ναὸ Παναγίας Παλλουριωτίσσης στὴ Λευκωσία.

Λόγος του Πανιερωτάτου Μητροπολίτη Μόρφου κ.κ. Νεοφύτου κατά την εις Επίσκοπο χειροτονία του.

Μακαριώτατε,
Εξοχώτατε κ. Πρόεδρε,
Εν Χριστώ Άγιοι Αρχιερείς,
Άγιοι Καθηγούμενοι,
Τίμιο Πρεσβυτέριο,
Εν Χριστώ Διακονία,
Άρχοντες της νήσου ημών,
Αγαπητοί αδελφοί.

Καλούμαι σήμερα να ιερουργήσω το μέγα μυστήριο του Αρχιερέως Χριστού. Του κατ’ εξοχήν Μεγάλου Αρχιερέως των αιώνων κατά την τάξη Μελχισεδέκ. Και τελεσιουργείται το μυστήριο τούτο δια μέσου των περιπετειών και των ιδιοτροπιών της ιστορίας, που θέλει τη Μητρόπολη της πόλεως Μόρφου κατεχόμενη και τον αρτιγέννητο επίσκοπό της νέο και άπειρο.

Γνωρίζετε, Μακαριώτατε και πολλοί εκ του περιεστώτος λαού, ότι δεν επεδίωξα αυτήν την τιμή, αυτό το θρόνο, αλλά μάλλον εκρύβην από αυτόν επιμελώς, ελπίζοντας να παραμείνω όσο γίνεται περισσότερο στην αγαπημένη μου Μονή του Αγίου Γεωργίου Μαυροβουνίου, μαθητεύοντας παρά τους πόδας του Γέροντός μου πατρός Συμεών. Αλλά, φευ, του Νεοφύτου επεπλήρωτο η προφητεία Ιακώβου. Ακούσαμε τη φωνή του Θεού να επιτάσσει: «Νυν ουν ανάστηθι και έξελθε εκ της γης ταύτης και άπελθε εις την γην της γενέσεώς σου, και έσομαι μετά σου».

Υπερβαίνοντας την ιστορική λογική και συνέπεια της μοναχικής μου πολιτείας εξέρχομαι σήμερα από τη Μονή μου και την πνευματική μου συγγένεια. Πορεύομαι σήμερα προς τη γη της γενέσεώς μου, τη γη των πατέρων μου, παραδίδοντας τον εαυτό μου στην περιπέτεια του Θεού ως δεσμώτης Δεσπότης, αναφωνώντας εν πρώτοις: Τις ειμί εγώ Κύριε και τι τα περί εμέ; «Μικρός εγώ εν τοις αδελφοίς μου και νεώτερος εν τω οίκω του Πατρός μου». Αλλά στο τέλος ψελλίζω: «Ιδού ο δούλος Κυρίου γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου».

Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας γιορτάζει σήμερα τα εγκαίνια του Ναού της Αναστάσεως και τα προεόρτια της Υψώσεως του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού. Σταυροαναστάσιμη η σημερινή μέρα, σταυροχάρακτος ο θρόνος του Αγίου Αυξιβίου πρώτου Επισκόπου Σόλων, μαρτυρική η τιμή του δεσμώτη Δεσπότη της Μόρφου, και μαρτυροστόλιστος η Κύπρος, η Αγία Νήσος.

Σταυροαναστήσιμο είναι το στίγμα της σημερινής μέρας γιατί σταυροαναστάσιμος είναι και ο χαρακτήρας της κλήσεώς μας. Ράβδον παραλαμβάνω σήμερα εις τύπον του μυστηρίου, ως ακατάλυτο συμβόλαιο διακονίας με το λαό της Μόρφου, με το λαό του Θεού.

Γνωρίζω αγαπητοί μου ότι παρήλθε ανεπιστρεπτί ο καιρός εκείνος που η έδρα του Επισκόπου ήταν θρόνος δόξας και ιεροκρατικής αυθεντίας. Στις μέρες μας το καταπέτασμα του ουρανού εσχίσθη στα δύο, από άνωθεν έως κάτω. Ο άπληστος δυτικός οφθαλμός μας φυγαδεύει στα εσώτερα του καταπετάσματος το μυστήριο και την ιεροπρέπεια της ζωής και του θανάτου. Η αγιότητα κρύβεται και σιωπά, και ο λαός του Θεού, ο λαός της Κύπρου, επίμονα την αναζητά. Του λόγου το αληθές μαρτυρούν πολλά γεγονότα, που πολλές ελπίδες γεννούν στις ψυχές μας. Οι χιλιάδες λαού που κατέκλυσαν τη Βασιλική Μονή του Κύκκου, προσκυνητές της μυροβλίζουσας δακρυρροούσας Παναγίας Μητέρας μας. Υπερμάχου Στρατηγού του Γένους μας. Το πλήθος Κυπρίων μοναχών εντός και εκτός Κύπρου που γίνονται στις συγκεχυμένες ανασφαλείς ημέρες μας, θεία παρεμβολή, θεήγοροι οπλίτες παρατάξεως Κυρίου. Η συμμετοχή εκατοντάδων νέων μας σε ολονύκτιες αγρυπνίες και κατανυκτικές ακολουθίες. Η μετοχή στο μυστήριο της εξομολόγησης τα δάκρυα μετανοίας χιλιάδων Κυπρίων, γίνονται το υπόστρωμα που σιγά – σιγά καρπίζει το άνθος της ελευθερίας. Και ένας λαός που μετανοεί δεν μπορεί παρά να ελευθερωθεί. «Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς». Ένας λαός που δακρύζει δεν μπορεί παρά να γελάσει. «Μακάριοι οι κλαίοντες νυν, ότι γελάσετε».

Τα σύνορά μας δεν τελειώνουν στην αγαπημένη Μόρφου, τη Θεομόρφου κατά τους βυζαντινούς συγγραφείς, ούτε, όπως καλόπιστα λέγεται, στις ακτές της Κερύνειας. Τα σύνορά μας είναι ο ουρανός και οι ακτές μας, οι ακτές της ψυχής μας. Αν επιμένουμε να ξαναλειτουργήσουμε την περιλάλητη Εκκλησία της Μόρφου, τον Άγιο Μάμαντα, δεν είναι για λόγους συναισθηματικούς ούτε απλά πολιτικούς. Είναι γιατί η Εκκλησία αυτή, με τις πολλές Θείες Λειτουργίες και προσευχές που δέχθηκε μέσα στους αιώνες και την περιρρέουσα χάρη του Αγίου που πότισε τα μάρμαρα και τις πέτρες, έχει γίνει μια αγιαστική δύναμη που εκπέμπει τη χάρη της ελεύθερα, σε συνθήκες δουλείας. Αυτή την αναβλύζουσα χάρη και δύναμη, αυτή την αγιαστική ενέργεια του Αγίου Μάμαντος, του Αποστόλου Βαρνάβα και του Αποστόλου Ανδρέα έχει ανάγκη η ψυχή μας για να αναπνέει ορθοδόξως και να ζει ελληνικώς.

Προς τούτο δεν θα φεισθώ κόπων και μόχθων, προσευχών και δακρύων, παραστάσεων και εκδηλώσεων μαρτυρίας και διαμαρτυρίας για τη συνεχιζόμενη κατοχή της Μόρφου, την αποστέρηση του θρησκευτικού δικαιώματος λατρείας και προσευχής στα αγιάσματά μας, στους βωμούς και τις εστίες και τα προσκυνήματά μας. Ως καλός ποιμήν θα αναλώσω τον εαυτό μου, και την ψυχή μου θύσω υπέρ των λογικών προβάτων της Μόρφου.

Η Ιερά Μητρόπολη της Μόρφου έχει τη μοναδικότητα και την ιδιαιτερότητα να είναι ημικατεχόμενη και ο επίσκοπός της έχει το τραγικό αίσθημα να είναι πρόσφυγας στην ίδια τη Μητροπολιτική του περιφέρεια. Και ο μεν προσφυγικός κόσμος της Μόρφου αναζητεί στο νέο Ιεράρχη του στήριγμα, έμπνευση, φωνή ειλικρινούς συμπαραστάσεως για επιστροφή στις πατρογονικές εστίες, οι δε κάτοικοι της ελεύθερης περιοχής Μόρφου, της Σολέας, της Μαραθάσας και της Αγίας Τηλλυρίας αναμένουν φωνή συμπαραστάσεως στη συνεχιζόμενη αστυφιλία, απομόνωση και ρυθμούς χαμηλής ανάπτυξης λόγω των ειδικών συνθηκών που επέβαλε η διχοτόμηση της περιφέρειας από την τουρκική στρατοκρατία. Αισθάνονται οι κάτοικοι των περιοχών αυτών ως ελεύθεροι πολιορκημένοι και η απειλούμενη, ως πολιτική λύση, διχοτόμηση, βρίσκεται σε εφαρμογή εδώ και εικοσιτέσσερα χρόνια στην περιφέρεια της Μόρφου, με όλα τα παρεπόμενα προβλήματα. Καλούμαι να ανυψώσω το φρόνημα των καταπονημένων, να στηρίξω τα γόνατα των απογοητευμένων, να παρηγορήσω τις ψυχές των πονεμένων, να ενθουσιάσω τις καρδιές των πικραμένων, να εμφυσήσω την ελπίδα στους απελπισμένου, να γίνω «τοις πάσι τα πάντα, ίνα πάντως τινάς σώσω».

Αλλά δεν είναι μόνο ο εξ ανατολών κίνδυνος που μας ανησυχεί. Είναι επί πλέον η αναμέτρησή μας με τη δυτική επίδραση πάνω στο δικό μας τρόπο ζωής. Αυτή η επίδραση θα είναι το κυριότερο υπαρκτικό πρόβλημα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε ως κοινωνία τα επόμενα χρόνια. Και φυσικά όταν μιλούμε για αναμέτρηση δεν εννοούμε κάποια πολιτική, εθνική ή πολιτιστική αντιπαράταξη. Η αναμέτρηση αυτή, η οποία άρχισε πολλούς αιώνες πριν, είναι ουσιαστικά μια σύγκρουση δύο εντελώς διαφορετικών τρόπων αντίκρυσης του ανθρώπου, του κόσμου και της ζωής «της καθ’ ημέρας ζωής».

Ο ευρωπαϊκός ανθρωπομονισμός οδήγησε ολόκληρες κοινωνίες σε αποστασία και στη συνέχεια σε απόγνωση και μηδενισμό, γιατί ήταν ένας ανθρωπισμός χωρίς Θεάνθρωπο Χριστό. Άλλ’ όμως, όπως λέει και ο ψαλμωδός, καμιά φορά και οι φωτιές της καταστροφής μπορεί να φωτίζουν για να φανεί το πρόσωπο του Θεού. «’Εθου τας ανομίας ημών ενώπιον σου ο αιών ημών εις φωτισμόν του προσώπου σου». Στις μέρες μας αρχίζουν οι άνθρωποι της Δύσης να απομυθοποιούν τις ιδεολογίες, την παντοδυναμία της τετράγωνης γνώσης, τον ορθολογισμό και τον καταναλωτισμό. Ανακαλύπτουν συγκλονισμένοι το μυστήριο, τη γλώσσα της νοεράς προσευχής, τη νηστεία και την ορθόδοξη λατρεία, τη βυζαντινή εικόνα, τον ησυχαστικό μοναχισμό που ξανανθίζει μέσα στην καρδιά των μεγαλύτερων ευρωπαϊκών εθνών. Είναι τραγικό σε μια εποχή που η Δύση ψάχνει να βρει λύσεις στα πνευματικά αδιέξοδά της σε ορθόδοξους και ανατολικούς τρόπους ζωής, εμείς να μιμούμαστε την Ευρώπη του 1960, την Ευρώπη του καταναλωτισμού, του φανταστικού και του ναρκωτικού.

Όταν λέμε ότι πρέπει να αντιμετωπίσουμε την πρόκληση της Ευρώπης αυτό δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως αφορμή για να απομονωθούμε εθνικά ή πολιτιστικά, υποτιμώντας και απορρίπτοντας τους άλλους. Αλλά να είναι αφετηρία μιας αυστηρότερης εξέτασης του εαυτού μας και της πορείας μας. Η Ευρώπη σήμερα μας προκαλεί και μας προσκαλεί σ’ αυτογνωσία.

Το να γνωρίζεις τον εαυτό σου, λένε οι Άγιοι Πατέρες, είναι υψηλότερο και από το να κάνεις θαύματα. Όπως μας κληροδοτεί ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος: «Τω γνόντι εαυτόν, η γνώσις των πάντων δίδοται αυτώ». Αν λοιπόν κρατούμε την παράδοσή μας, αν είμαστε πραγματικά Ορθόδοξοι, θα διαπιστώσουμε ότι δεν έχουμε εχθρούς και αντιδίκους.

Μακαριώτατε, Άγιοι Αρχιερείς

Ονομαζόμαστε κατά χάρη από το λαό του Θεού Άγιοι, για να αισθανόμαστε έτσι το μέγεθος της κλήσεώς μας αλλά και της αποστάσεώς μας από την πραγματική αγιότητα, καθ’ ότι όλοι γνωρίζομε ότι «εις Άγιος, εις Κύριος Ιησούς Χριστός». Επιτρέψετέ μου να παραθέσω λόγον αγαθό, λόγο ενός Αγίου της Εκκλησίας μας, του Οσίου Βαρσανουφίου του Μεγάλου, όταν απευθύνεται σε ένα νεοχειροτούμενο Επίσκοπο: «Πρόσεχε πως εύχεται περί σου ο διάκονος, λέγων τον λόγον του Αποστόλου «ορθοτομούντα τον λόγον της αληθείας». Και ορθοτόμησον και συ και μη αισχυνθής άνθρωπον, μηδέ ανθρωπαρεσκήσης τινί, και ευρίσκεις χάριν ενώπιον Θεού και ανθρώπων». Εάν τότε η ορθή τομή της αλήθειας ήταν πρωταρχική εργασία του Επισκόπου τι να πούμε σήμερα για τη συγκεχυμένη εποχή μας.

Ως Επίσκοπος πρέπει να ορθοτομήσω την αλήθεια της ζωής και του θανάτου. «Ποιο το «νυν» και ποιο το «αιέν» του κόσμου;» Ότι ο άνθρωπος είναι αιώνιο ον και όχι έρμαιο της φθοράς και του θανάτου. Ότι αυτή η ζωή θα δώσει οντότητα στη αιώνια ζωή, στην αιώνια ύπαρξη του ανθρώπου.

Είναι πολύ σημαντικό ο άνθρωπος, και ιδιαίτερα ο νέος άνθρωπος της Κύπρου, να ανακαλύπτει ότι η ύπαρξή του έχει νόημα. Έχει πρώτον αιώνιο νόημα, αλλά και οι επιμέρους μορφές της ζωής του: η πολιτική, ο γάμος, η οικονομία, η εργασία, το περιβάλλον, η δημιουργία, όλα αυτά έχουν λόγο, έχουν νόημα. Αισθάνεται σήμερα ο νέος της νύκτας και της παραλίας, της έντασης και της ταχύτητας, το βίο του ως α-νόητο, άνευ νοήματος. Γι’ αυτό καταφεύγει μέσα σ’ ένα ψεύτικο κόσμο, φανταστικό, είτε των ναρκωτικών είτε των αιρέσεων και της μαγείας. Ανάγκη λοιπόν ως Επίσκοπος, ως Εκκλησία να μιλήσουμε πάλιν και πολλάκις μία θεολογία του νοήματος, να ανακαλύψουμε το βάθος και το «ειδικό βάρος των λέξεων», να βρούμε όπως λέει ο ποιητής «αυτά τα λόγια που παίρνουν το ίδιο βάρος σε όλες τις καρδιές, σε όλα τα χείλη». Ανάγκη λοιπόν ως Επίσκοπος, ως Εκκλησία να δημιουργήσουμε βάσεις πνευματικές, όπως είναι οι Μονές και οι ζωντανές ενορίες, όπου οι νέοι άνθρωποι θα ανακαλύπτουν το νόημα της ύπαρξης. Αυτές οι πνευματικές βάσεις έχουν σήμερα όχι απλά θρησκευτική και πνευματική διάσταση αλλά κοινωνική και πολιτική. Και όπως κάποτε μου ανέφερε προφητικά ένας σύγχρονος Άγιος, γέροντας στο Άγιο Όρος, ο Πατήρ Παΐσιος: «Αυτές οι βάσεις θα διώξουν τις βάσεις από την Κύπρο. Το πρόβλημα της Κύπρου», μου είπε «δεν είναι πολιτικό στο βάθος είναι πνευματικό». Οι βάσεις των ξένων κατακτητών και οι βάσεις της αμαρτίας που εμείς φτιάχνουμε, συντηρούν το πρόβλημα, παραπληροφορούν το λαό και τον αποπροσανατολίζουν από το στόχο του. Αν δεν δημιουργήσουμε ως Εκκλησία βάσεις πνευματικές όπου ο λαός θα τροφοδοτείται πνευματικά και θα ανακαλύπτει την ταυτότητά του, τότε αυτός ο λαός δεν μπορεί να βρει το δίκαιό του μέσα από διεκδικήσεις. Είναι πολύ σημαντικό αυτός ο λαός να μπορεί να βιώνει την ταυτότητά του και αυτή η ταυτότητα να είναι το πνευματικό όραμα με το οποίο θα ξανακτίσει την κατεχόμενη Κύπρο όταν θα ελευθερωθεί. Και θα ελευθερωθεί.

Μακαριώτατε,

Τα φτωχά λόγια που μόλις ανέφερα είναι αποστάγματα πόνου και ζωής ενός νέου κληρικού, που στα δεκατρία του χρόνια εδιώχθη από τη γενέτειρά του Ζώδια, την αγαπημένη γη της Μόρφου και για μια εικοσαετία και πλέον εκ του μακρόθεν μαθητεύει και διδάσκεται από την εμπνευσμένη σταυροχάραχτη αρχιεπισκοπή σας ποιμαντορία. Όχι λίγες φορές σας αισθάνθηκα, ατενίζοντάς σας, ως το πρόσωπο εκείνο το οποίο, δίκην Άτλαντος, σηκώνει το βάρος μακραίωνης εκκλησιαστικής και ιστορικής εμπειρίας.

Ενίοτε δε μόνος εσείς φυλάξατε πνευματικές Θερμοπύλες, ποτέ κινούμενος από το χρέος και τη γνώση της των πραγμάτων αληθείας. Σας ευχαριστώ τόσο εσάς όσο και τη χορεία των αγίων Αρχιερέων που χωρίς να καταφρονήσετε τη νεότητά μου, μου εμπιστευθήκατε τη διακονία της ημικατεχόμενης Μητροπόλεως Μόρφου. Να είστε βέβαιοι ότι δεν θα υποστείλω τη σημαία του αγώνος, και από πλευράς μου θα φροντίσω να δώσετε καλήν απολογία επί του φοβερού βήματος του Δικαίου Κριτού, του Παλαιού Ημερών, του Τρισαγίου.

Την ευλογημένη αυτή στιγμή αισθάνομαι την ανάγκη να ευχαριστήσω τόσο τους κατά σάρκα όσο και τους κατά πνεύμα συγγενείς και διδασκάλους. Ευχαριστώ την αγαπητή μου μητέρα Μηλιά, που υπήρξε ο πρώτος θεολόγος της ζωής μου. Η υπομονή και η εγκαρτέρησή της στις θλίψεις και στους αλλεπάλληλους θανάτους αγαπημένων μας προσώπων, έκαναν ορατή στην ψυχή μου τη λυτρωτική δύναμη του πόνου. Αυτή τη δύναμη της αυτοπροσφοράς και της αυτοθυσίας που έχουν οι απλοί, πιστοί άνθρωποι του λαού μας. ‘Οταν μεγάλος πια ανέγνωσα τον ευαγγελικό λόγο του Κυρίου «Εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται» τότε διέκρινα πίσω από αυτά τα λόγια το ορθόδοξο ήθος της μάνας μου αλλά και κάθε άλλης πονεμένης μάνας της Κύπρου, που μπορεί να μην ξέρουν να ερμηνεύουν το Ευαγγέλιο αλλά γνωρίζουν να βιώνουν τα γράμματα του Θεού. Στη χαρά της σήμερα μετέχουν εκτός από τα αδέλφια μου και οι κεκοιμημένοι πατέρας μου Νικόλας και αδελφός μου Πέτρος, παρόντες και αυτοί της σημερινής συνάξεως στη Χώρα των Ζώντων, όπως είναι κάθε Θεία Λειτουργία.

Ευχαριστώ εδώ και το ζεύγος Βάσου και Στάλως Χατζηιωάννου, που συνεχίζοντας αρχαία παράδοση χορηγίας και αρχοντιάς, με την παρουσία τους σήμερα συνδράμουν την ολοκλήρωση της χαράς και ενισχύουν τα πρώτα βήματα της αρχιερατικής μου διακονίας. Εύχομαι ο Δωρεοδότης Θεός να παρέχει πλούσιο το έλεός του σ’ αυτούς, που ο πλούτος της ορθόδοξης τους πίστης υπερβαίνει τον πλούτο των υλικών τους αγαθών, ιδιαίτερα σε μια εποχή που η ευμάρεια και ο πλουτισμός ψύγουν τις ανθρώπινες καρδιές.

Πάνω σε αυτό το εκκλησιαστικό υπόβαθρο, την περιρρέουσα ορθόδοξη παράδοση του τόπου, ευτύχησα να οικοδομήσουν αγιασμένοι πνευματικοί πατέρες, που ενσάρκωσαν στην ζωή μου την αλήθεια και την παράδοση της εκκλησίας. Ο Γέροντας Ευμένιος, Εφημέριος του Λεπροκομείου Αθηνών, και ο Ηγούμενος της Ιεράς μονής του Οσίου Δαυίδ Γέρων Ιάκωβος υπήρξαν για μένα η ορατή παρουσία του ουρανού πάνω στη γη. Η ταπείνωση και το ασκητικό τους πνεύμα, η φιλοθεΐα και φιλανθρωπία τους, η χωρίς προϋποθέσεις προσφορά προς τους πάντες, θα είναι για μένα γνώμονας ζωής και όραμα βίου, αλλά συνάμα και μέτρο κρίσης και έλεγχος συνειδήσεως. Ο Γέρων Ευμένιος υπήρξε ο πρώτος μου εξομολόγος και μύστης κατανύξεως λειτουργικής ζωής. Στις μακρόσυρτες ακολουθίες του άκουσα για πρώτη φορά τη φωνή της ψυχής μου, τη φωνή του Θεού.

Αυτός όμως που καθόρισε τη ζωή μου και ενέπνευσε το μοναχικό ιδεώδες στην τότε φοιτητική μου ζωή ήταν ο αγιασμένος Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Οσίου Δαυίδ Ευβοίας Γέρων Ιάκωβος Τσαλίκης. Ηγαπημένε μου Γέροντα, δεν έχει ανάγκη από τα δικά μου λόγια, ούτε ακόμη τις φτωχές μου ευχαριστίες. «Εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος των κατορθωμάτων σου και εις τα πέρατα της οικουμένης τα θαυμάσιά σου». Μαθητεύοντας κοντά σου συνειδητοποίησα τη βαρύτητα των ποιητικών λόγων του Αγίου Νεοφύτου του Εγκλείστου:

«Πηλός είμι, χρήζω τεχνίτου
Γενού μοι τεχνίτης,
Ο τη σοφία τη ση τεχνουργήσας τα πάντα,
Και χρηστόν σου σκεύος απαρτίσόν με».

Έλα λοιπόν σήμερα, όπως τότε μου έταξες, και γίνου σημαιοφόρος της σημερινής πανηγύρεως, της πανηγύρεως που ο διορατικός οφθαλμός σου προείδε και προεφήτευσε στην έκπληκτη νεανική μου ψυχή. ‘Ερχου στο ταπεινό Επισκοπείο της Ευρύχου «και μείνον μεθ’ ημών» στα χρόνια της μεγάλης υπομονής και αναμονής που έρχονται.

Η παρουσία του σημερινού Ηγουμένου της Ιεράς Μονής Οσίου Δαυίδ Αρχιμανδρίτη Κυρίλλου, με εκλεκτή συνοδεία πατέρων και αδελφών, και η μεγίστη ευλογία του λειψάνου της χειρός του Οσίου Δαυίδ, κάνουν αφ’ ενός φανερή την κοινή πνευματική κληρονομία και αφ’ ετέρου επιτακτικότερη την ευθύνη για συνέχεια της πατρικής αυτής περιουσίας που μας κληροδότησε ο μακαριστός μας Γέρων. Ευχαριστώ, τους Αγιορείτες πατέρες της Ιεράς Μονής Κουτλουμουσίου Γρηγόριον και Δαβίδ που προσκομίζουν την απροσμάχητη φοβερή προστασία της Παναγίας μας και προστάτιδος της αθωνικής πολιτείας, επίσης, του Σιναϊτες πατέρες Συμεών και Γεννάδιο που άφησαν σήμερα το θεοβάδιστο ‘Ορος Σινά για να βαδίσουν μαζί μου τη σταυροχάρακτη πορεία του Επισκόπου της Μόρφου. Κοντά σ’ αυτούς ο Πρωτοσύγκελος της Ιεράς Μητροπόλεως Κεφαλληνίας Αρχιμανδρίτης Γεράσιμος, με εκλεκτή συνοδεία Ελλαδιτών πατέρων και αδελφών, ανανεώνουν σήμερα μακρά φιλία και συμπόρευση πνευματική.

Γνωρίζοντας τέτοιους ανθρώπους στην Ελλάδα θα ήταν ίσως φυσικό να παραμείνω σ’ αυτήν. Όμως ο απαρηγόρητος πόνος για την πορεία αυτού του τόπου, η αγάπη προς τη Μητέρα Εκκλησία, με έφεραν πρώτα στην Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Κοντού και ύστερα στην Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Μαυροβουνίου. Η εν σιωπή, βιωματική διδαχή του πνευματικού μου πατρός Αρχιμανδρίτη Συμεών, με βοήθησε να αναπνεύσω το μυστικό άρωμα της ερήμου, την ευωδία του αγαπημένου του Γεροντικού, αποκάλυψε σε μένα το μυστικό μυρίπνοο κήπο της πνευματικής Κύπρου, της Κύπρου όπου λειτουργεί ακόμη το θαύμα: στη ματιά των απλών ιερέων, στις ρυτίδες των ταπεινών γιαγιάδων, στα νηστεμένα χρώματα των αγιογράφων της Τουρκοκρατίας, στο ιλαρό φως των εξωκλησιών, στην ανθρωπογνωσία του Μεγάλου Κανόνα, στην αγωνία των νέων μας για αλήθεια και σύγχρονο λόγο Θεού. Παιδαγωγός και δάσκαλος όσο λίγοι στις μέρες μας, Γέροντας μια άλλης βιωτής, της αιωνίου απαρχής. Εύχου Γέροντα και ηγαπημένε μου πάτερ να μην διαψεύσω το εκκλησιαστικό σου όραμα, να είμαι πάντοτε και παντού η φωνή του δικού σου λόγου, ο λύχνος του δικού σου φωτός. Εγγυητής και εμπνευστής αυτού του κοινού οράματος ας είναι ο προστάτης άγιός μας Τροπαιοφόρος Γεώργιος, ο έφορος της ημετέρας Μονής.

Η μαθητεία κοντά σ’ ανθρώπους του Θεού με βοήθησε να συνειδητοποιήσω την πνευματική διάσταση της ιστορίας, να ενισχύομαι από την επιμονή και την αντοχή των αιώνων. Γι’ αυτό και ευχαριστώντας σας θερμά και εσάς κύριε Πρόεδρε της Κυπριακής Δημοκρατίας και άλλοι επίσημοι άρχοντες της νήσου μας για την προς εμέ τιμητική σας παρουσία, παρακαλώ μην απελπίζεστε από τις αντιξοότητες των καιρών και μην ξεχνάτε ποτέ ότι όσο διασώζουμε την ορθόδοξή μας πίστη και κρατάμε την πνευματική μας ταυτότητα, υπάρχει ελπίδα, συνέχεια, παρουσία. Η νεώτερη γενιά της Κύπρου δια στόματος ενός νέου Επισκόπου σήμερον βεβαιώνει: Υπάρχουμε θα παραμείνουμε εδώ υποκλινόμενοι μόνο στον Θεό σε ανθρώπους ποτέ. Αν η Γεωγραφία μας πικραίνει, η ιστορία της γλυκείας χώρας Κύπρου μας παραμυθιάζει, μας παρηγορεί ότι όλα αυτά τα παιχνίδια των μεγάλων και ισχυρών του κόσμου τούτου στο τέλος δεν θα είναι παρά μια απλή περιπέτεια της ιστορίας που εισέρχεται στην αιωνιότητα.

Αλλά και σεις όλοι αγαπητοί μου αδελφοί, λαέ του Κυρίου περιούσιε, ακούω την αγωνία και την προσευχή σας στον κήπο της δικής μας Γεσθημανή, της σταυρωμένης πατρίδας, προσδοκώντας την Ανάσταση.

«Νήσος τις έστι». «Φωνή Κυρίου επί των υδάτων».
«Επί σοι, Κύριε ήλπισα μη κατεσχυνθείην εις τον
αιώνα.
Γενού μοι εις Θεόν υπερασπιστήν
Ότι στερέωμά μου και καταφυγή μου ει συ
Ότι συ ει η υπομονή μου, Κύριε
Κύριε, η ελπίς μου εκ νεότητός μου.
Επί σε επεστηρίχθην από γαστρός,
Εκ κοιλίας μητρός μου συ μου ει σκεπαστής
Εν σοι η ύμνησις μου δια παντός.
Ο Θεός μου α εδίδαξάς με, εκ νεότητός μου,
Και μέχρι του νυν απαγγελώ τα θαυμάσιά σου.
Και έως γήρω και πρεσβείου, ο Θεός μου, μη εγκαταλίπης με
Έως αν απαγγείλω τον βραχίονά σου τη γενεά πάση
τη ερχομένη».

Ι. Ναός Παναγίας
Ευαγγελιστρίας Παλλουριωτίσσης
Λευκωσία, 13 Σεπτεμβρίου 1998

  • Γεν. 31:13.. Ψαλμ. 151:1
  • Λουκ. 1:38.
  • Ιω. 8:32.
  • Λουκ. 6:21.
  • Α’ Κορ. 9:22.
  • Ψαλμ. 89:8.
  • Ισαάκ Σύρος, Τα ευρεθέντα ασκητικά, ιστ’, Επιμ. Ιωακείμ Σπετσιέρης, Θεσσαλονίκη: Βασ. Ρηγόπουλος 1977, 58.
  • Βαρσανούφιος και Ιωάννης, Ερωταποκρίσεις, ωκδ’, Φιλοκαλία των νηπτικών και ασκητικών 10Γ, Θεσσαλονίκη: Το Βυζάντιον, 1889, 462-464.
  • Οδυσσέας Ελύτης, Το άξιον εστί, Αθήνα: ‘Ικαρος, 1989, 87.
  • Θεοδόσης Νικολάου, Πεπραγμένα, Κύπρος 1980, 34.
  • Γιάννης Ρίτσος, Το καπνισμένο τσουκάλι, Αθήνα:Κέδρος.
  • Ιω. 11:25.
  • Νεόφυτος Έγκλειστος, «Πεντηκοντακέφαλον»,

Συγγράμματα

  • Τόμος Α’, Πάφος: Ιερά Μονή Αγίου Νεοφύτου, 1996, 280.

Ψαλμ. 70: 1-3, 5-6, 17-18.

Τὸ βίντεο προέρχεται ἀπὸ τὴ ζωντανή μετάδοση ποὺ πραγματοποιήθηκε ἀπὸ τὸν Ραδιοτηλεοπτικὸ Σταθμὸ Ο ΛΟΓΟΣ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου.

Πηγή: Rum Orthodox
https://www.youtube.com/watch?v=WKNpr…