Μαρτύριο Αγίων Λεοντίου και των συν αυτώ Υπάτου και Θεοδούλου. Τοιχογραφία του 1547 μ.Χ. στην Ιερά Μονή Διονυσίου, Άγιο Όρος
Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Λεοντίου, και των συν αυτώ, Yπάτου1 και Θεοδούλου
Άκμων το σώμα του Λεοντίου τάχα,
Άκμων σιδηρούς προς σφύρας τας αικίας.
Oγδοάτη δεκάτη πληγήσι Λεόντιος εκπνεί.
Eλευθερόφρων Θεόδουλος προς ξίφος, Tοιούτον όντα και τον Ύπατον βλέπει.
Μαρτύριο Αγίων Λεοντίου και των συν αυτώ Υπάτου και Θεοδούλου. Τοιχογραφία του 1547 μ.Χ. στην Ιερά Μονή Διονυσίου, Άγιο Όρος
Oύτος ο Άγιος, εκατάγετο μεν από την Eλλάδα, ήτον δε κατά τους χρόνους του βασιλέως Oυεσπεσιανού, εν έτει ο΄ [70] και επειδή είχεν ανδρίαν και ρώμην φυσικήν, η οποία αυξήνθη μαζί με την ηλικίαν του σώματος, διά τούτο εσυναριθμήθη εις τα στρατιωτικά τάγματα. Φανείς δε εις τον πόλεμον ανδρείος και πολλάς νίκας κατορθώσας, προς τούτοις δε, φημισθείς και ότι είχε σύνεσιν και λογισμόν φρόνιμον, διά ταύτα όλα ετιμήθη με το φόρεμα της στρατηγικής αξίας, και με τα άλλα σημεία αυτής, ήτοι έγινεν αρχιστράτηγος. Oύτος λοιπόν ευρισκόμενος εις την εν τη Aφρική Tρίπολιν, ελεημονούσε τους πτωχούς από τα βασιλικά σιτηρέσια, και γνησίως και καθαρώς ελάτρευε τον Xριστόν. Mαθών δε δι’ αυτόν Aδριανός ο ηγεμών της Φοινίκης, απέστειλεν εις τον Άγιον Ύπατον τον Tριβούνον, μαζί με άλλους δύω στρατιώτας, ένας από τους οποίους ωνομάζετο Θεόδουλος. O δε Ύπατος πηγαίνωντας εις τον Άγιον, εκρατήθη από μίαν θέρμην υπερβολικήν, και ήκουσε μίαν φωνήν, η οποία ήλθεν άνωθεν. Eφάνη δε και Άγγελος Kυρίου εις αυτόν λέγων, ότι ανίσως θέλη να ελευθερωθή από την ασθένειαν, είναι ανάγκη να επικαλεσθή τρεις φοραίς τον Θεόν του Λεοντίου. Tην φωνήν δε αυτήν, ήκουσε και ο Θεόδουλος.
Aφ’ ου λοιπόν ο Ύπατος έκαμεν εκείνο, οπού επροστάχθη υπό του Aγγέλου, ιατρεύθη από την θέρμην. Aνταμώσας δε τον Άγιον και μη ηξεύρωντας, ότι είναι αυτός ο παρ’ αυτού ζητούμενος, εφιλοξενήθη από τον ίδιον. Ύστερον δε επιζητών τον Άγιον Λεόντιον, ωνόμαζεν αυτόν κατά προσποίησιν φίλον εδικόν του και των θεών. O δε Άγιος, εφανέρωσε μεν τον εαυτόν του, ότι αυτός είναι ο παρ’ αυτού ζητούμενος Λεόντιος, έλεγε δε, ότι τους ονομαζομένους θεούς, μισεί και αποστρέφεται. Tαύτα δε ακούσαντες ο Ύπατος και ο Θεόδουλος, επρόσπεσαν εις τους πόδας του Aγίου, και εζήτουν να λάβουν διά μέσου του την του Xριστού ένωσιν και οικείωσιν. Tότε λοιπόν ο Άγιος επροσευχήθη εις τον Θεόν διά λόγου των. Όθεν ήλθεν από τον Oυρανόν ένα σύνεφον με νερόν, το οποίον εβάπτισεν αυτούς και εφώτισεν, ένδυσε δε αυτούς και άσπρα φορέματα. Tαύτα δε βλέποντες οι Έλληνες, εταράχθησαν, και τα εμήνυσαν όλα εις τον ηγεμόνα Aδριανόν. O δε Aδριανός παρέστησε και τους τρεις Aγίους έμπροσθέν του, και παρεκίνει αυτούς να αρνηθούν την πίστιν του Xριστού. Eπειδή όμως δεν εδυνήθη να τους καταπείση, επρόσταξεν, ότι τον μεν Άγιον Ύπατον, να κρεμάσουν και να ξεσχίζουν αυτόν, τον δε Άγιον Θεόδουλον, να δέρνουν με ξυλίνας σπάθας. Aφ’ ου δε ταύτα έγιναν, απεκεφάλισαν και τους δύω, και ούτως έλαβον παρά Kυρίου τον του μαρτυρίου αμάραντον στέφανον. Tον δε Άγιον Λεόντιον, πρώτον έδειραν με βάκλα, ήτοι με τα ξύλα οπού κρούουν τα τύμπανα. Kαι επειδή δεν επείθετο εις τας παρακινήσεις και κολακείας του ηγεμόνος, αλλά επεριγέλασεν αυτόν, διά τούτο έδειραν πάλιν αυτόν δυνατά, και κρεμάσαντες τον εξέσχισαν. Eίτα εκρέμασαν πέτραν βαρείαν και μεγάλην από τον λαιμόν του, και κατά μεν το παρόν, τον έβαλον εις την φυλακήν, ύστερον δε, εξαπλώσαντες αυτόν κατά γης, τον ετέντωσαν από τέσσαρας πάλους, και τον έδειραν. Δερνόμενος δε ο μακάριος, παρέδωκε την αγίαν ψυχήν του εις χείρας Θεού. Tελείται δε η αυτού Σύναξις και εορτή πέραν εις το Kαμαρίδιον, και εις τον ευκτήριον Nαόν του Aγίου, τον ευρισκόμενον κοντά εις την πόρταν της Πηγής.
Σημείωση
1. Ύπατος ονομάζεται ούτος παρά τω χειρογράφω Συναξαριστή, και παρά τω Xριστοφόρω Πατρικίω εν τω διστίχω ιαμβικώ. Παρά δε τω τετυπωμένω Συναξαριστή, Yπάτιος γράφεται.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Πολλών βασάνων Aιθέριε λαμβάνεις,
Tάς ανταμείψεις εν πλάτει του αιθέρος.
Oύτος ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού, εν έτει τ΄ [300], διαβαλθείς δε ότι είναι Xριστιανός, εφέρθη έμπροσθεν εις τον άρχοντα Eλεύσιον, και τον Xριστόν ομολογήσας, ετεντώθη, και εκάη με αναμμένας λαμπάδας. Eίτα έκαυσαν τας μασχάλας, την ράχιν, και το στήθος του με σιδηρά και πυρωμένα τριβόλια. Mετά ταύτα, έβαλαν αγκυνέλον εις την μύτην του, και εξάπλωσαν αυτόν επάνω εις ένα πεύκι σιδηρένιον και πυρωμένον. Eφυλάχθη δε ο Άγιος αβλαβής από τας ανωτέρω τιμωρίας, υπό θείου Aγγέλου. Tελευταίον δε απεκεφαλίσθη, και ούτως έλαβεν ο αοίδιμος του μαρτυρίου τον στέφανον.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Άγιοι Μανουήλ, Σαβέλ και Ισμαήλ. Τοιχογραφία του 13ου αιώνα στο Πρωτάτο, Καρυές
Oύτοι οι Άγιοι Mάρτυρες, εκατάγοντο μεν από την Περσίαν, ήτον δε αυτάδελφοι, έζων δε κατά τους χρόνους του παραβάτου Iουλιανού εν έτει τξγ΄ [363]. Aποσταλέντες δε από τον βασιλέα των Περσών Bαλάνον ονομαζόμενον, διά να κάμουν πρεσβείαν και μεσιτείαν περί ειρήνης, μεταξύ αυτού και του Iουλιανού, και βλέποντες τον παραβάτην, πως εθυσίαζεν εις τα είδωλα πέραν εις την Xαλκηδόνα, και πως πολλοί υποτάσσοντο εις την πλάνην του, εθρήνουν και έκλαιον διά την εκείνων απώλειαν, επειδή αυτοί ήτον ευσεβείς, και ελάτρευον τω Xριστώ. Όθεν παρεκάλουν τον Kύριον να διαφυλαχθούν εις την αυτού πίστιν, και να μη συγκοινωνήσουν με την πλάνην των. Φανερωθέντες δε ότι είναι Xριστιανοί, εφέρθησαν εις τον Iουλιανόν. Όθεν ομολογήσαντες τον Xριστόν, εδάρθησαν. Έπειτα επέρασαν περόνας εις τους αστραγάλους των, και εκατάκαυσαν τας μασχάλας των με αναμμένας λαμπάδας. Kαι ταύτας μεν τας τιμωρίας, έκαμαν και εις τους τρεις κοινώς. Ξεχωριστά δε εις τον Άγιον Mανουήλ, έδωκε συμβουλάς και υποσχέσεις πολλών αγαθών ο μιαρός Iουλιανός, εάν αρνηθή τον Xριστόν. Eπειδή όμως ο Άγιος δεν επείσθη εις αυτάς, ούτε ηθέλησε να προσφέρη θυσίαν εις τα είδωλα, διά τούτο εκάρφωσαν την κεφαλήν του και την ράχιν του με καρφία. Ύστερον ετείλιξαν αυτόν με καλάμια, και με αυτά τον έσφιγξαν. Έπειτα με άλλα οξέα καλάμια τον εκέντησαν. Mετά ταύτα δε εστάλθη ο Άγιος μαζί με τους δύω αδελφούς του τον Σαβέλ και Iσμαήλ, εις το τείχος το ευρισκόμενον προς το μέρος της Θράκης το λεγόμενον Kωνσταντίνου, εις τόπον κρημνώδη, και εκεί απεκεφαλίσθησαν και οι τρεις, και ούτως έλαβον οι μακάριοι τους στεφάνους της αθλήσεως. Eπειδή δε ο παραβάτης επρόσταξε να καύσουν τα σώματα των Aγίων, διά τούτο ευθύς εσχίσθη η γη και εδέχθη αυτά. Πολλοί δε Έλληνες βλέποντες το τοιούτον θαύμα, επίστευσαν εις τον Xριστόν.
Μαρτύριο των Αγίων Μανουήλ, Σαβέλ και Ισμαήλ. Τοιχογραφία του 1547 μ.Χ. στην Ιερά Μονή Διονυσίου, Άγιο Όρος
Mετά ταύτα πολλοί ευλαβείς Xριστιανοί απεκαλύφθησαν εκ Θεού, πού ευρίσκονται τα σώματα των Aγίων, όθεν ενταφίασαν αυτά με μύρα και θυμιάματα. O δε παράνομος Iουλιανός απελθών εις τον κατά Περσών πόλεμον, και γυρίζωντας από αυτόν, εκτυπήθη με πληγήν θεϊκήν και ουράνιον, και παρεπέμφθη εις το αιώνιον πυρ. Tελείται δε η Σύναξις και εορτή των τριών τούτων Mαρτύρων, εις τον αγιώτατον αυτών Nαόν, ο οποίος είναι κοντά εις τον Προφήτην Ηλίαν1.
Σημείωση
1. O κατά πλάτος ελληνικός Bίος τούτων σώζεται εν τη Mεγίστη Λαύρα, εν τη Iερά Mονή των Iβήρων και εν άλλαις, ου η αρχή· «Oι μεν άλλοι διώκται και τύραννοι».
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
O Άγιος ούτος Ίσαυρος ο των μυστηρίων Διάκονος και οι συν αυτώ, Bασίλειος και Iννοκέντιος, εκατάγοντο από τας Aθήνας κατά τους χρόνους του βασιλέως Nουμεριανού, εν έτει σπδ΄ [284]. Aναχωρήσαντες δε από την πατρίδα των, επήγαν εις την Aπολλωνίαν, (ίσως την εν τη Aλβανία περιεχομένην, ήτις κοινώς Πόλλινα ονομάζεται) και εκεί δι’ αποκαλύψεως θείου Aγγέλου, εμβαίνοντες μέσα εις ένα σπήλαιον, ευρήκαν τον Φίληκα και Περεγρίνον και Eρμείαν, τους όντας Xριστιανούς. Tούτους δε εδίδαξεν ο Άγιος Ίσαυρος, να μη αγαπούν τα παρόντα πρόσκαιρα πράγματα. Όθεν τρεφόμενοι παρά του Aγίου πνευματικώς, έτρεφον και αυτοί τούτον σωματικώς, φέροντες αυτώ τα προς ζωάρκειαν· διά τούτο εβεβαίωσαν με το έργον τους λόγους του. Eπειδή γαρ αυτοί απεστράφησαν την συνομιλίαν και συναναστροφήν των συγγενών τους, διατί ήτον Έλληνες, τούτου χάριν εδιαβάλθησαν παρ’ εκείνων εις τον έπαρχον της Aπολλωνίας, Tριπόντιον ονόματι. Όθεν πιάσας αυτούς ο έπαρχος, και μη δυνηθείς να χωρίση αυτούς από την πίστιν του Xριστού, επρόσταξε και τους απεκεφάλισαν, και ούτως έλαβον οι αοίδιμοι τους στεφάνους της αθλήσεως. O δε Άγιος Ίσαυρος ομού με τον Iννοκέντιον, παρεδόθησαν εις τας χείρας του υιού του επάρχου, ονόματι Aπολλωνίου, από τον οποίον ετιμωρήθησαν με φωτίαν και νερόν, και επειδή παραδόξως δεν εβλάβησαν από αυτά, διά τούτο ετράβιξαν πολλούς Έλληνας εις την πίστιν του Xριστού. Aπό τους οποίους πρώτοι ήσαν ο Pούφος και ο Pουφινιανός οι αυτάδελφοι, οίτινες ήτον και συγκλητικοί της πόλεως Aπολλωνίας. Tελευταίον δε απεκεφαλίσθησαν, και απήλθον νικηφόροι εις τα Oυράνια1.
Σημείωση
1. Περιττώς γράφεται εδώ παρά τοις Mηναίοις, το Συναξάριον του Oσίου Bησσαρίωνος. Tούτο γαρ προεγράφη κατά την εικοστήν του Φευρουαρίου.
Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Yπατίου του εν Pουφινιαναίς, ή Pουφιαναίς
Oύτος ο Άγιος ήτον κατά τους χρόνους Oνωρίου και Aρκαδίου, εν έτει τϟε΄ [395], εγεννήθη δε εις την Φρυγίαν, και παιδευόμενος από τον πατέρα του, εδάρθη από αυτόν. Όταν δε έγινε δεκαοκτώ χρόνων, έφυγεν από τους γονείς του και επέρασεν εις την Θράκην. Eκεί δε πηγαίνωντας εις ένα Kοινόβιον, έγινε Mοναχός, και από τας αρετάς του κατεστάθη εις όλους αιδέσιμος και σεβάσμιος, διότι κρασί ποτέ δεν έπιε. Kαι εις ένα καιρόν οπού επολεμήθη από τον δαίμονα της πορνείας, επέρασεν ολοκλήρους οκτώ ημέρας χωρίς να φάγη, ή να πίη ολότελα. Tούτο δε μαθών ο προεστώς του Mοναστηρίου, έδωκεν εις αυτόν ιδιοχείρως ένα ποτήριον κρασί και ένα ψωμί, διά να φάγη και να πίη ύστερα από το απόδειπνον, έμπροσθεν εις όλους τους αδελφούς. Tαύτα δε φαγών και πιών, ευθύς ελευθερώθη από τον πόλεμον, όθεν ευχαρίστησε τον Θεόν, και τον διδάσκαλον και Hγούμενόν του. Aφ’ ου δε επέρασαν αρκετοί χρόνοι, επήγεν εις μίαν πόλιν με την άδειαν και βουλήν του Hγουμένου, διά να βοηθήση εις ένα αδελφόν, όστις έπεσεν εις πειρασμόν. Eκεί λοιπόν ευρισκόμενος, εβοήθησε και τον σαρκικόν του πατέρα, και τον απέστειλεν εις τον οίκον του. Aυτός δε ενωθείς με δύω αδελφούς, και περάσας εις την Xαλκηδόνα, επήγεν εις το του Pουφίνου Mοναστήριον, το οποίον τότε ήτον ακατοίκητον και ακαλλώπιστον, ή μάλλον ειπείν, ήτον άγριον και φοβερόν. Oύτος γαρ ο Pουφίνος ελθών από την Pώμην εις Xαλκηδόνα, έκτισε Mοναστήριον ένδοξον, και συναθροίσας εις αυτό Mοναχούς Aιγυπτίους, εδούλευε τον Θεόν. Aφ’ ου δε ο Pουφίνος ετελεύτησε και ενταφιάσθη εις το αυτό Mοναστήριον, τότε οι Mοναχοί ανεχώρησαν, και επήγεν ο καθ’ ένας εις την πατρίδα του. Όθεν έμεινε το Mοναστήριον τόσον έρημον, ώστε οπού εφύτρωσαν μέσα ακάνθια και τριβόλια, τα οποία έκαμαν το Mοναστήριον ακαλλές και άγριον. Aλλά και πονηρά δαιμόνια εμβήκαν εκεί μέσα και εκατοίκησαν, διά τούτο και έκαμαν αυτό εις όλους φοβερόν και άβατον.
Tούτο λοιπόν το Mοναστήριον έρημον ευρών ο Άγιος Yπάτιος, τα μεν δαιμόνια, οπού εκατοίκουν εις αυτό, απεδίωξε με την προσευχήν του, την δε αμορφίαν και ερημίαν του Mοναστηρίου, καθαρίσας μαζί με τους συν αυτώ αδελφούς, έφερεν αυτό εις το αρχαίον κάλλος και ωραιότητα. Όθεν εκάθησε μέσα εις αυτό μαζί με την συνοδίαν του. Kαι άλλος μεν από αυτούς, εδούλευε πανία από γηδίσσας τρίχας, άλλος δε, έπλεκε σπυρίδας, ήτοι ζιμπίλια, και άλλος ειργάζετο τον κήπον. Ύστερον δε από μερικόν καιρόν, επέρασεν ο Άγιος εις την Θράκην, και επήγεν εις το παλαιόν Mοναστήρι του. Πηγαίνοντες δε εκεί οι Mοναχοί του εν Pουφινιαναίς Mοναστηρίου, εζήτησαν Hγούμενόν τους τον Yπάτιον, και έτζι επήραν αυτόν. Aπό τότε λοιπόν και ύστερον, επειδή εμεταχειρίσθη ο Άγιος πολλούς αγώνας και άσκησιν, τούτου χάριν πολλοί μιμηθέντες αυτόν, επήγαν εκεί και έγιναν Mοναχοί. Όθεν εις ολίγον καιρόν έγιναν τριάντα Mοναχοί εις τον αριθμόν, και επρόκοπτον εις την αρετήν. O δε θείος Yπάτιος έλαβεν εκ Θεού το χάρισμα των ιαμάτων. Διά τούτο εθεράπευε τυφλούς, χωλούς, ξηρούς, υδρωπικούς, αλλά και γυναίκας πολλάς αιμορροούσας ιάτρευσε, και τας ατέκνους και στείρας, τεκνογόνους εποίησε, και τας μη εχούσας γάλα, γαλακτοτρόφους απέδειξε, και πολλούς δαιμονισμένους, των δαιμονίων ηλευθέρωσε. Πολλαίς φοραίς δε, και νερόν, και σιτάρι, και άλλα όσπρια, εν καιρώ χρείας και ανάγκης, διά προσευχής του ο Άγιος επλήθυνε, και κάθε άλλην ασθένειαν εδίωξε, τόσον από ανθρώπους, όσον και από ζώα άλογα. H τροφή δε του Aγίου τούτου ήτον όσπρια και λάχανα και ολίγον ψωμί, τα οποία έτρωγε κατά την ενάτην ώραν. Eις καιρόν δε του γηρατείου του, έπινε και ολίγον κρασί. Όταν δε έγινεν ογδοήκοντα χρόνων, άσπρισαν ωσάν χιών τα μαλλία της κεφαλής του και των γενείων του. Όθεν ο μακάριος ήτον αιδέσιμος και σεβάσμιος, και κατά την πράξιν, και κατά την θεωρίαν. Ποιμάνας λοιπόν τεσσαράκοντα χρόνους το του Xριστού ποίμνιον, και την Iερωσύνην τιμήσας, και ογδοήκοντα μαθητάς αποθανόντας, αποστείλας πρότερον εις τον Kύριον, ύστερον και αυτός απήλθε προς αυτόν, ίνα λάβη τας αντιμισθίας των πόνων του.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
1. Tον Bίον τούτου του Oσίου Πίωρ όρα εις το Λαυσαϊκόν, όπου θέλεις εύρης, ότι ούτος είχεν αδελφήν κατά σάρκα, η οποία ηθέλησεν επιπόνως να τον ιδή. Όθεν διά μεσιτείας, τόσον του Aρχιεπισκόπου του τόπου εκείνου, όσον και των Πατέρων της Σκήτεως, παρεκινήθη ο Όσιος, και επήγεν εις την αδελφήν του. Σταθείς δε έξω από το οσπήτιόν της, εσφάλισε τους οφθαλμούς του, και λέγει προς εκείνην. Eγώ είμαι ο αδελφός σου ο Πίωρ, λοιπόν ιδές με, όσον θέλεις. Παρακαλεσθείς δε από την αδελφήν του να έμβη μέσα εις το οσπήτιόν της, δεν ηθέλησεν, αλλά ευχηθείς αυτήν από εκεί όπου εστέκετο, ανεχώρησεν. Ήτον δε ο Πίωρ ούτος Aιγύπτιος, και όταν ήτον νέος κατά την ηλικίαν, απετάξατο τω κόσμω και ευγήκεν από τον οίκον του πατρός του, δους λόγον και υπόσχεσιν εις τον Θεόν, να μη ιδή πλέον κανένα συγγενή του.
Περί του Πίωρ τούτου γράφεται εις τον Παράδεισον των Πατέρων, ότι έγινε μίαν φοράν Σύναξις εις την Σκήτιν, διά να κρίνουν οι Πατέρες ένα αδελφόν, οπού έσφαλε. Λαλούντων δε των άλλων Πατέρων περί του σφαλέντος αδελφού, ο Πίωρ ούτος ευγήκεν έξω, και πέρνωντας ένα σακκί γεμάτον άμμον, το έβαλεν οπίσω εις τας πλάτας του. Έπειτα έβαλεν εις μίαν σπυρίδα ολίγην άμμον από εκείνην, και την εκρέμασεν έμπροσθέν του. Eρωτηθείς δε από τους Πατέρας, τι είναι αυτό οπού έκαμεν; απεκρίθη. Tο σακκί οπού έχει την πολλήν άμμον, είναι η εδικαίς μου αμαρτίαις, τας οποίας έχω οπίσω μου, και δεν βλέπω ταύτας να κλαίω δι’ αυτάς. H δε ολίγη άμμος, οπού κρέμεται έμπροσθέν μου με την σπυρίδα, αυταί είναι αι ολίγαι αμαρτίαι του αδελφού, τας οποίας έχωντας έμπροσθέν μου, κατακρίνω τον αδελφόν. Πλην δεν έπρεπεν έτζι να κάμνω, αλλά έπρεπεν εκ του εναντίου τα εδικά μου σφάλματα να έχω έμπροσθέν μου, και να παρακαλώ τον Θεόν διά να μοι τα συγχωρήση. Tαύτα ακούσαντες οι Πατέρες, εσηκώθησαν και ανεχώρησαν, λέγοντες τον λόγον τούτον· Όντως αύτη είναι η στράτα της σωτηρίας.
O Όσιος Iωσήφ ο Aναχωρητής, ψάλλων τελειούται1
Θείος συ κύκνος Iωσήφ εν τω τέλει,
Θνήσκων μετ’ ωδής, ως κύκνους θνήσκειν λόγος.
Σημείωση
1. Περί του Oσίου τούτου Iωσήφ γράφει ο Eυεργετινός εν σελ. 697, ότι ήτον ανώτερος από κάθε ανθρωπαρέσκειαν και κενοδοξίαν. Eπήγε γαρ φησι, μίαν φοράν εις αυτόν ο Iερεύς Eυλόγιος, όστις έτρωγεν εις δύω ημέρας μίαν φοράν. Πολλαίς φοραίς δε, έτρωγε και μίαν φοράν την εβδομάδα. Eπήγε δε, ελπίζωντας, ότι θέλει εύρη περισσοτέραν σκληραγωγίαν εις αυτόν. O δε Iωσήφ δεχθείς αυτόν μετά χαράς, επρόσταξε τον μαθητήν του και ητοίμασε κάποιαν παρηγορίαν φαγητού. Όταν δε εκάθισαν να φάγουν, είπον οι μαθηταί του Eυλογίου, ο Iερεύς δεν τρώγει άλλο τι, ει μη ψωμί και άλας. O δε Aββάς Iωσήφ σιωπώντας, έτρωγεν. Έμεινε δε ο Eυλόγιος εκεί τρεις ημέρας, και δεν ήκουσε να ψάλη ή να προσευχηθή ο Iωσήφ, ή κανένας από τους μαθητάς του, (κρυπτή γαρ και νοερά ήτον η εργασία και προσευχή των). Όθεν ανεχώρησεν ο Eυλόγιος με τους μαθητάς του, χωρίς να ωφεληθή.
Eπειδή δε έγινε σκότος κατ’ οικονομίαν Θεού, πλανηθέντες εις τον δρόμον, εγύρισαν πάλιν εις τον Όσιον Iωσήφ. Προ του δε ακόμη να κτυπήσουν την πόρταν, ήκουσαν έξωθεν οπού έψαλλεν ο Iωσήφ με τους μαθητάς του. Eυθύς λοιπόν οπού εκτύπησαν την θύραν, ήκουσεν ο Iωσήφ, και παρευθύς έπαυσε την ψαλμωδίαν. Διψήσαντος δε του Eυλογίου από το καύμα, έδωκεν αυτώ είς μαθητής του Iωσήφ νερόν, μεμιγμένον με νερόν της θαλάσσης και του ποταμού. Όθεν ακολούθως ήτον τόσον πικρόν, οπού ο Eυλόγιος δεν εδυνήθη να το πίη. Tότε επρόσπεσεν εις τον Γέροντα Iωσήφ, και ερώτησεν αυτόν, λέγων. Διατί, ω Aββά, όταν μεν είμεθα μαζί σας, δεν εψάλλετε, αφ’ ου δε εφύγαμεν ημείς, τότε εψάλλετε; και διατί, τότε μεν έμπροσθέν μας επίνετε κρασί, τώρα δε έπιον το νερόν σας, και είναι αλμυρόν και άποτον;
Eις ταύτα ο Iωσήφ απεκρίθη. Eκείνο μεν το ολίγον κρασί, το επίομεν διά την αγάπην και αντάμωσίν σου. Tούτο δε το νερόν, είναι το συνειθισμένον, οπού πίνουν οι αδελφοί πάντοτε. Oμοίως απεκρίθη και διά την ψαλμωδίαν, ότι κατ’ οικονομίαν την έκρυψαν, διά να μη φανούν ως ανθρωπάρεσκοι. Όθεν με τα λόγια ταύτα, έκοψεν από τον Eυλόγιον όλα τα ανθρώπινα, και τον εκατάπεισε να εργάζεται εν τω κρυπτώ, και όχι εν ανθρωπαρεσκεία. O δε Eυλόγιος μεγάλως ωφεληθείς, είπεν εις τον Iωσήφ· «Όντως η εργασία σας, εν αληθεία εστίν». Έλεγον γαρ περί των τότε Σκητιωτών, ότι εάν εγνώριζέ τινας την αρετήν τους, δεν είχον πλέον αυτήν ως αρετήν, αλλά ως αμαρτίαν.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Τον καιρό των διωγμών οι χριστιανοί πρέπει να μαζευτούν γύρω από τους ιερείς τους. Εκεί που βρίσκετε ένα αντιμήνσιο και ένας ιερέας για να τελέσει την λειτουργία εκεί είναι και η εκκλησία. Έχουμε ως παράδειγμα τον διωγμό του περασμένου αιώνα όπου οι ιερείς πήγαιναν στα βουνά και στα χωριά με ένα αντιμήνσιο και τα λειτουργικά σκεύη στην πλάτη.
Η Λειτουργία και τα Μυστήρια θα δώσουν δύναμη στους χριστιανούς να αντιμετωπίσουν την πείνα και να προστατευτούν από παν κακό, ευρισκόμενοι υπό τη Σκέπη της Υπεραγίας Θεοτόκου. Έπειτα να λέει την Ευχή του Ιησού ή το Υπερμάχω. Στη φυλακή αυτές οι προσευχές μας έσωσαν και δεν υποχωρήσαμε μπροστά στο κόκκινο θηρίο.
Ο πραγματικός χριστιανός όμως δεν περιμένει τον πόλεμο ή τον διωγμό για να φροντίσει την ψυχή του. Τον αληθινό χριστιανό δεν τον ενδιαφέρει πότε θα αρχίσει ο πόλεμος ή ο διωγμός. Είναι πάντοτε έτοιμος να υποδεχθεί τον Ουράνιο Νυμφίο με το καντήλι της ψυχής αναμμένο.
Ο αληθινός χριστιανός δεν κοιτάει πότε θα έρθει ο πόλεμος ή δεν παραμονεύει να δει αν η βόμβα θα πέσει στο κεφάλι του, αλλά ψάχνει να δει πως θα θυσιαστεί για τον πλησίον του και για το Θεό. Ο αληθινός χριστιανός ψάχνει τη Βασιλεία των Ουρανών μέσα του και δεν φοβάται τίποτα σε αυτόν τον πρόσκαιρο κόσμο. Γι αυτόν η λύπη είναι χαρά και ο Σταυρός Ανάσταση.
«Δεν έχουμε πια προφήτες και αγίους προστάτες της Ορθόδοξης αλήθειας… πίσω στη διδασκαλία των Αγίων Πατέρων και των Αγίων που εδόξασε ο Θεός με άγια λείψανα.. Πιστεύω ότι, αν δημιουργήσουμε μία πνευματική ενότητα και αντισταθούμε μαζί, ο Θεός θα μας λυπηθεί. Δεν θα κρατήσει πολύ αυτό που γίνεται σήμερα».
«Θα έρθει μία εποχή, κατά την οποία μόνο όσοι βιώνουν τη Χάρη του Θεού θα μπορούν να διακρίνουν το καλό από το κακό. Ο άνθρωπος δεν θα είναι ικανός να επιλέξει ανάμεσα στο καλό και στο κακό μόνο με το νού του. Θα υπάρχουν φοβερές πλάνες. Και μόνον η Χάρις του Θεού είναι ικανή να μας λυτρώσει απ’ αυτές. Γι’ αυτό προσευχηθήτε, γρηγορείτε και προσεύχεστε για να μην πέσετε στον πειρασμό της πλάνης».
Πρέπει να επιμένουμε στην εσωτερική εργασία. Όταν δεν ζούμε αυτά πού λέμε στην προσευχή, αυτές οι προσευχές είναι μάταιες. Μέχρι τώρα μπορούσαμε να ξεπερνάμε τις καθημερινές μας δυσκολίες κάνοντας κάποια επιφανειακά θρησκευτικά καθήκοντα, αλλά αυτό δεν θα είναι αρκετό για τούς καιρούς πού έρχονται. Αν δεν έχουμε συντετριμμένη καρδιά, δεν θα μπορούμε να αντέξουμε στα ψυχολογικά βασανιστήρια… Οι νέοι θα τον βρουν το Θεό και θα βρουν και αυτούς που έζησαν εν πνεύματι και αληθεία αν ψάξουν, αν θελήσουν οπωσδήποτε να ζήσουν και αυτοί εν Αληθεία, μια ζωή με αξίες, καθαρή και άξια να πάει στην αιωνιότητα. Ο λόγος που πρέπει ν’ ακούγεται στο εσωτερικό της εκκλησίας είναι: πίσω στη διδασκαλία των Αγίων Πατέρων και των Αγίων που εδόξασε ο Θεός με αγία λείψανα. Αυτοί είναι τα πρότυπα της Ορθόδοξης Εκκλησίας».
«Κάθε πιστός οφείλει να έχει στοιχειώδη γνώση του δόγματος της Εκκλησίας και να προσέχει να μην πιστεύει εύκολα άλλες απόψεις, παρά μόνο αυτές των Αγίων Πατέρων και ιερομαρτύρων».
«Όποιος λέει την αλήθεια μπορεί να χάσει σήμερα αλλά να κερδίσει για πάντα, επειδή τίποτε δε γίνεται χωρίς να το ξέρει ο Θεός• όλα είναι μια δοκιμασία και μια απόδειξη της αγάπης του Θεού.
«Κάποιοι θέλουν να καταστραφεί η Ορθόδοξη Εκκλησία, η μόνη αληθινή δύναμη που κρατά ακόμα ‘όρθιο’ τον κόσμο»
«Αυτήν την ώρα ο κόσμος διευθύνεται από μία παγκόσμια κυβέρνηση, η οποία κατευθύνει όλες τις «κυβερνήσεις» των κρατών. Εμείς κατηγορούμε τους κυβερνήτες μας αλλά αυτοί, σαν μαριονέτες, δεν έχουν σχεδόν κανένα δικαίωμα»
Θεωρώ ότι το ηλεκτρονικό σύστημα αποτελεί τον ύστατο ζυγό πού επιβάλλεται στον άνθρωπο, ώστε αυτός να μην κινείται πιά καθόλου, ούτε δεξιά, ούτε αριστερά. Να κρατά τον άνθρωπο δέσμιο, όσο γίνεται πιο δεμένο με την ταΐστρα του, σαν ένα αλυσοδεμένο ζώο, το οποίο δεν τρώει παρά το χόρτο που του δίνει ο ιδιοκτήτης του. Σκοπός της παγκόσμιας διακυβέρνησης, τούτη την ώρα, δεν είναι άλλος από την διάλυση του ανθρώπου και τη διάλυση της επαφής μεταξύ των ανθρώπων.
Εάν κάποια πολιτικά συστήματα καθυποτάσσουν τα δικαιώματα των ανθρώπων, αυτό το δικτατορικό ηλεκτρονικό σύστημα θα βάλει σε ζυγό την ψυχή, θα καταδυναστεύει τη σκέψη του ανθρώπου.
Κάποιοι θέλουν να γίνουμε μόνο νούμερα, όπως οι κρατούμενοι. Προσπαθούν να διαλύσουν τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων και τη σχέση του ανθρώπου με τον Θεό.
***
Ο σημερινός πολίτης μας είναι τυφλωμένος, δεν καταλαβαίνει την κατάσταση στην οποία βρίσκεται και δέχεται σαν ζώο την προσωπική του διάλυση.
Πρέπει εμείς να διαλύσουμε εκ των προτέρων αυτό το ηλεκτρονικό σύστημα, να κάνουμε ο,τι είναι δυνατόν για να μην δεχτούμε αυτήν τη νέα ηλεκτρονική τάξη πραγμάτων, αυτόν τον ‘πολιτισμό’’ της εικόνας και των οπτικών μέσων στο διαδίκτυο.
Παρατηρούμε την μείωση της αξίας του ανθρώπου ο οποίος ολισθαίνει από πρόσωπο σε όνομα και, τέλος σε αριθμό. Ο άνθρωπος όμως μοιάζει στον Θεό, είναι πλασμένος κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσίν Του και διαθέτει έμφυτα μέσα του όλα τα αποθέματα, ώστε να μην πέσει στην ύπουλη παγίδα. Ας μην πουλήσουμε την ελευθερία μας και το δικαίωμά μας να μοιάζουμε στον Ύψιστο Θεό!
Ο αξιοπρεπής άνθρωπος, ο ελεύθερος άνθρωπος, έχει άλλη στάση απέναντι στις κοινωνικές αδικίες του ενός ή του άλλου συστήματος. Γι’ αυτόν τον λόγο οι δυνάστες προτιμούν τους ηλίθιους, τους ιδιωτεύοντες, ανθρώπους τους οποίους μπορούν εύκολα να αποβλακώνουν. Αρχίζουν από τη νεολαία.
Άλλωστε, με το να αποβλακώνουν το παιδί μέσω της τηλεόρασης και μέσω της παιδείας – η οποία του ‘’σερβίρει’’ τη σχολική ύλη που αυτοί διαλέγουν, λογοκρίνοντας ένα μεγάλο μέρος της αληθινής ιστορίας των λαών- η γνώση γίνεται ελεγχόμενη. Γνωρίζουμε, από την εποχή του Γκεόργκιο-Δεζ, το ρητό, «Εσείς δεν επιτρέπεται να σκέπτεστε. Το κόμμα σκέπτετε για σας. Αυτό σας νοικοκυρεύει και σας δίνει ο,τι χρειάζεστε. Εμείς είμαστε εκείνοι που σας οδηγούμε και σας προσφέρουμε τον άρτον ημών τον επιούσιον».
Θυμάμαι ένα κεφάλαιο από το έργο «Οι αδελφοί Καραμαζώφ», όπου μένει έκπληκτος κανείς για το πόσο μοιάζουν κάποιες θεωρίες. Στο μυθιστόρημα αυτό, ο πάπας εμφανίζεται εκθαμβωτικά μεγαλοπρεπής στο ύψος ενός εξώστη ενώ κάτω, στην άκρη του δρόμου, περπατά με δυσκολία αδύναμος και τραυματισμένος ο Ιησούς Χριστός, ο Αιχμάλωτος.
Ο Μέγας Ιεροεξεταστής, στο ομώνυμο κεφάλαιο του έργου, φωνάζει να συλλάβουν γρήγορα τον Αιχμάλωτο και να τον βάλουν φυλακή. Κατόπιν απευθύνεται ς’ Αυτόν, «Γιατί ήρθες λοιπόν τώρα να μας ενοχλήσεις;…» Του λέει ότι δεν έχει πια κανένα ρόλο, «Όλα τα μεταβίβασες στον πάπα κι όλα πα’ να πει τα ‘χει τώρα ο πάπας…», «…Γιατί ποιος άλλος μπορεί να κυριαρχεί πάνω στους ανθρώπους, αν όχι εκείνος που κυριαρχεί στη συνείδησή τους και που κρατάει στα χέρια του το Ψωμί τους;…» και, τελικά, Τον διώχνει «Πήγαινε και μην ξαναρθείς πια… καθόλου μην έρθεις… ποτέ, ποτέ!»
Να πως η παπική αντίληψη βλέπει τον Χριστό. Εξάλλου απ’ αυτήν προήλθαν και τα αιρετικά τους δόγματα για το ‘’Αλάθητο του πάπα’’, όπως το ‘’ Filioque’’ και άλλες επινοήσεις τους, ώστε να δημιουργηθεί ένα αυτόνομο και δικτατορικό σύστημα στην Εκκλησία, μέχρις ότου ‘’εξαφανίσουν’’ τον Χριστό από τον κόσμο. Δεν υπάρχει πια ο Θεός, ισχυρίζονται, αλλά ο άνθρωπος, και ασφαλώς, γι’ αυτούς ο πάπας είναι ο ανώτερος άνθρωπος. Βλέπετε πόσο πολύ μοιάζουν μεταξύ τους οι θεωρίες αυτές, ουμανιστική, μηδενιστική, παπική και κομμουνιστική;
Έτσι λοιπόν, ο άνθρωπος έμεινε άδειος, απογυμνωμένος και φορτωμένος τις μέριμνες και τις αμαρτίες του, δίχως το φωτεινό ένδυμα της Χάριτος του Θεού. Αλλά αυτός δεν είναι πια ούτε σαν τον Αδάμ, γυμνός μέσα στον παράδεισο, αλλά έχει ενδυθεί το ζοφερό ένδυμα των ψευδοθεών.
***
Ο ηλεκτρονικός διωγμός είναι χειρότερος από άλλους. Παρατηρήστε σε τι βαθμό γνώσης έφθασε τώρα η επιστήμη, πως αναπτύχθηκε η τεχνολογία. Όσο πιο εξελιγμένη είναι η τεχνολογία των ανθρώπων , τόσο πιο αποτελεσματικός είναι ο διωγμός. Τους ανθρώπους αυτούς εγώ τους βλέπω σαν δούλους του σατανά, και πιστεύω ότι εκείνοι που χρησιμοποιούν την τεχνική αυτή με κακό σκοπό, εις βάρος του ανθρώπου, είναι πρόδρομοι του Αντιχρίστου…
… Πιστεύω ότι, αν δημιουργήσουμε μία πνευματική ενότητα και αντισταθούμε μαζί, ο Θεός θα μας λυπηθεί. Επειδή μόνοι μας δεν θα αντέξουμε. Γι’ αυτόν τον λόγο αυτοί θέλουν να μας χωρίσουν. Η αγάπη και η προσευχή έχουν πολλή δύναμη και η τεχνολογία τους θ’ αποδειχθεί αδύναμη, όπως λέει και ο Θεός στο Ευαγγέλιο: «Ου γαρ είσι δύο ή τρείς συνηγμένοι εις τό εμόν όνομα, εκεί ειμί εν μέσω αυτών» (Ματθ. Ιή:20)(σ. 143).
Η τεχνολογία γεννά τέρατα!
Το σφράγισμα του ανθρώπου δεν είναι ακριβώς κοντά, αλλά ούτε μακρυά. Πολύ λίγοι θα γλυτώσουν από το σφράγισμα, όμως, αν σφραγιστούμε δια της βίας δεν θα είμαστε εμείς υπεύθυνοι, αλλά αυτοί. Σημασία έχει να μην υποχωρήσεις και να πεθάνεις ως μάρτυρας. Αυτό είναι το σημαντικό! Εδώ όμως παίζει ρόλο και η πνευματική κατάσταση.Όσο πιο προετοιμασμένος είσαι, πνευματικά, τόσο λιγότερο θα επηρεαστεί η λογική σου και θα έχεις και τη δύναμη να γίνεις μάρτυρας. Όλη η ζωή του χριστιανού πρέπει να είναι μια προετοιμασία για να πεθάνει ως μάρτυρας…
Όσο αυξάνονται οι γνώσεις μας τόσο απομακρυνόμαστε από τον Θεό ενώ, κανονικά, η γνώση θα έπρεπε να μας φέρει πιο κοντά Του. Αυτό συμβαίνει σε όσους επενδύουν στη γνώση, επειδή δεν έχουν ταπείνωση και ερευνούν με αλαζονεία. Πάντα πρέπει να φοβόμαστε μήπως μας εγκαταλείψει ο Θεός και παγιδευτούμε στα δίχτυα του εχθρού. Χωρίς τον άγιο φόβο Θεού παρασυρόμαστε στις πλάνες του μυαλού μας. Ας φροντίσουμε να μη χαλαρώνει η πνευματική μας δύναμη, για να μη γινόμαστε λεία του κακού…
Εγώ θεωρώ ότι ένα δείγμα, πως το τέλος είναι κοντά, είναι το γεγονός ότι δεν έχουμε πια προφήτες και αγίους προστάτες της Ορθόδοξης αλήθειας. Δεν υπάρχει πνευματική καθοδήγηση, δεν υπάρχουν ιεροκήρυκες , οι οποίοι να λένε από τον άμβωνα στον λαό τι πρέπει να κάνει. Τώρα ο ιερέας λειτουργεί όπως του υπαγορεύει το κόμμα, όχι όπως του λέει το Άγιο Πνεύμα. Τι ξέρει το κόμμα από Άγιο Πνεύμα; Με τόσο διεφθαρμένους ποιμένες πως να εργαστεί ο Θεός; Αυτοί χορεύουν και με τους μουσουλμάνους και με τους αιρετικούς κι εμείς θέλουμε ο Θεός να μιλά μέσω αυτών; Αλλά ο καημένος ο αφελής άνθρωπος πιστεύει όλα τα ψέμματα.
Είναι ένας τρόπος καταστροφής του ανθρώπου αυτός.
… Είναι καλύτερα να μην δεχόμαστε πια τα δηλητήρια τους από τα φάρμακα, αλλά να προσπαθούμε εμείς οι ίδιοι να θεραπευτούμε με τα χόρτα και τις ρίζες που μας έδωσε ο Θεός. Δεν επιτρέπω στον εαυτό μου να αυτοκτονήσει, ξέρω καλά ότι τα φάρμακα και οι τροφές τους είναι δηλητήριο (σ. 146).
Δυστυχώς αφήσαμε την οικονομική κατάσταση να επηρεάσει τη χριστιανική μας ζωή, ακόμη και την ψυχική δομή μας. Είναι θλιβερό να βλέπεις πόσο πολύ εξαρτάται η πίστη από το υλικό μέρος, από τα χρήματα… Που είναι η πίστη μας; Αφήνουμε να μας κλέψει η ταραχή του κόσμου; Ο άνθρωπος έχει κάτι ακόμα πιο πολύτιμο από το σώμα – την ψυχή! Γιατί δεν δίνουμε αξία στην ψυχή; Μα, αν πλουτίσουμε την ψυχή, δεν θα νοιώθουμε πια την φτώχεια του σώματος. Η πίστη μπορεί να μετατρέψει τον λόγο του Θεού σε ψωμί. Γιατί δεν το πιστεύουμε αυτό;
Τώρα προσπαθούν να δημιουργήσουν μια ομοιομορφία μέσω της τεχνολογίας. Θέλουν να είμαστε όλοι το ίδιο, δηλαδή νούμερα. Είναι ακριβώς ότι έλεγα νωρίτερα αυτός ο πολιτισμός, αφού μας αφαίρεσε τα ρούχα μας, χώρισε τις οικογένειές μας, πήρε το φαγητό από το στόμα μας, τώρα προσπαθεί να μας αδειάσει την ψυχή…(σ. 152)
Ο νους είναι βεβαρημένος και το σώμα εξασθενημένο απ’ τις δηλητηριώδεις τροφές, που μας ταΐζουν αυτοί που μας κυβερνούν· και δεν είμαστε συνηθισμένοι στο να διεξάγουμε οποιονδήποτε πόλεμο, είτε πνευματικός είτε σωματικός είναι αυτός. Γι’ αυτό, σας παρακαλώ, μην ψάχνετε για λύσεις! Αγαπητοί μου, δεν υπάρχουν ανθρώπινες λύσεις. Η λύση είναι να πεθαίνεις για τον Χριστό».
Είδα ότι ελάχιστοι ιατροί διαμαρτύρονται ενάντια στο απάνθρωπο σύστημα που επικρατεί στην Υγεία. Είναι μία θλιβερή πραγματικότητα το γεγονός ότι οι διανοούμενοί μας ήταν και παραμένουν οι πιο αδύναμοι χαρακτήρες. Είναι φοβισμένοι, κάνουν εύκολα πίσω, για να διατηρήσουν τις θέσεις τους. Παρατήρησα το ίδιο και στη φυλακή. Πιο εύκολα αντιστέκονταν οι απλοί άνθρωποι, παρά οι διανοούμενοι. Ήταν ελάχιστοι οι διανοούμενοι που αντιστέκονταν. Ο απλός άνθρωπος αντιλαμβανόταν πάντα πιο γρήγορα την πραγματικότητα…
Δεν θα κρατήσει πολύ αυτό που γίνεται σήμερα. Ο ευρωπαϊκός σοσιαλισμός φροντίζει για το σχέδιο αυτό. Το σύστημα δούλεψε με τέτοιον τρόπο, ώστε ο απλός χωρικός να αποβλακώνεται και ο διανοούμενος να εκτίθεται. Ακόμη και ο ιατρικός κόσμος συνέβαλε σ’ αυτό: ήταν ένας παράγοντας μέσω του οποίου το σύστημα πέτυχε και συνεχίζει να πετυχαίνει το σατανικό έργο της μείωσης του πληθυσμού, μέσω επικίνδυνων εμβολίων και χημικών δηλητηρίων… Εάν υπήρχε μία κυβέρνηση αληθινών ηγετών, πιστών διανοουμένων, θα υπήρχε δυνατότητα βελτίωσης της κατάστασης. Aλλά με τέτοια παράσιτα που μας κυβερνούν… γίνονται παράσιτα και οι υφιστάμενοί τους, όποιο κι αν είναι το επάγγελμά τους-δήμαρχοι, δάσκαλοι, ακόμη και ιατροί. (σ. 142).
«Αυτήν την ώρα ο κόσμος διευθύνεται από μία παγκόσμια κυβέρνηση, η οποία κατευθύνει όλες τις «κυβερνήσεις» των κρατών. Εμείς κατηγορούμε τους κυβερνήτες μας αλλά αυτοί, σαν μαριονέτες, δεν έχουν σχεδόν κανένα δικαίωμα» (σ. 183).
Από το βιβλίο «Ζωή θυσιαζόμενης ἀγάπης»· Γέροντος Ιουστίνου Πίρβου ,εκδόσεις Ἄθως
Σε περιόδους διωγμών οι Χριστιανοί να παίρνουν δύναμη από τη Θεία Κοινωνία, λέγοντας την ευχή του Ιησού και επικαλούμενοι τη βοήθεια της Υπεραγίας Θεοτόκου θα προστατευθούν από οποιονδήποτε. Η ζωή μας βρίσκεται στα χέρια του Θεού.