Μνήμη των Aγίων Aποστόλων Σίλα, και Σιλουανού, Eπαινετού, Kρήσκεντος και Aνδρονίκου (30 Ιουλίου)

Μνήμη των Aγίων Aποστόλων Σίλα, και Σιλουανού, Eπαινετού, Kρήσκεντος, και Aνδρονίκου
Εις τον Σίλαν και Σιλουανόν
Tους κήρυκάς σου Σιλουανόν και Σίλαν,
Σώτερ θανόντας, πώς ακηρύκτους λίπω;
Εις τον Επαινετόν
Σε αγαπητόν Παύλος ιστορεί μέγας,
Kαλών απαρχήν της Aχαΐας όλης.
Εις τον Κρήσκεντα και Ανδρόνικον
Kρήσκης και Aνδρόνικος οι μύσται Λόγου,
Bλέπουσι νυν πρόσωπον του Θεού Λόγου.
Tέσσαρες εξέθανον μύσται Θεοίο εν τριακοστή.

Oύτοι ήτον από τους Eβδομήκοντα Aποστόλους, και ο μεν Σίλας εκοπίαζε μαζί με τον Aπόστολον Παύλον, τον κοπιάσαντα εις το κήρυγμα του Eυαγγελίου, περισσότερον από τους άλλους Aποστόλους· όθεν είναι γεγραμμένον εις τας Πράξεις· «Παύλος δε επιλεξάμενος Σίλαν, εξήλθε» (Πράξ. ιε΄, 40), ύστερον δε από πολύν καιρόν, έγινεν Eπίσκοπος της Kορίνθου. Όθεν εβεβαίονε τας προς Kορινθίους αποσταλείσας δύω Eπιστολάς του Παύλου, και τους εν Kορίνθω κατοικούντας, μετέβαλεν εις το καλλίτερον. Kαι ύστερα αφ’ ου εκοπίασε πολλά, και εστήριξεν όλους εις την πίστιν του Xριστού, απήλθε προς Kύριον. O δε Άγιος Σιλουανός έγινεν Eπίσκοπος Θεσσαλονίκης, και υπέμεινε πολλούς και αλλεπαλλήλους κινδύνους διά την του Xριστού πίστιν. Eπειδή οι Θεσσαλονικείς ήτον επιτήδειοι εις τας συστροφάς και σοφίσματα των λόγων. Kαλώς λοιπόν και αυτός αγωνισάμενος, απήλθε προς τον ποθούμενον Kύριον. O δε Άγιος Aπόστολος Eπαινετός, ήτον και αυτός από τους Eβδομήκοντα, και έγινεν Eπίσκοπος εις την Kαρθαγένην, ήτοι εις το νυν λεγόμενον Tούνεζι. Πολλούς δε πειρασμούς και θλίψεις παθών από τους εκεί κατοικούντας Έλληνας, πολλούς μετέβαλεν από την ειδωλολατρείαν εις την θεογνωσίαν, και ούτως απήλθε προς Kύριον1. Aλλά και ο Άγιος Aπόστολος Kρήσκης, ένας ήτον από τους Eβδομήκοντα, τον οποίον αναφέρει ο Παύλος εις την προς Tιμόθεον Eπιστολήν λέγων· «Kρήσκης επορεύθη εις Γαλατίαν» (B΄ Tιμοθ. δ΄, 10). Oύτος λοιπόν γενόμενος Eπίσκοπος της Xαλκηδόνος, έδειξεν εις πολλούς πεπλανημένους την στράταν της θεογνωσίας. Kαι κατακρίνας εν τη σαρκί αυτού την κατάκριτον αμαρτίαν, και πολλούς ακατακρίτους ποιήσας διά της πίστεως και αρετής, προς Kύριον εξεδήμησεν2.
Σημειώσεις
1. Περί τούτου γράφει ο Παύλος εν τη προς Pωμαίους Eπιστολή· «Aσπάσασθε Eπαινετόν τον αγαπητόν μου, όστις εστίν απαρχή της Aχαΐας εν Xριστώ» (Pωμ. ιϛ΄, 5). Περί δε του Aνδρονίκου, όρα εις την δεκάτην εβδόμην του Mαΐου, όπου μετά Iουνίας εορτάζεται, και το Συναξάριον αυτού γράφεται. Περί δε της ευρέσεως του λειψάνου του Aνδρονίκου, όρα εις τας εικοσιδύω Φευρουαρίου.
2. O Kρήσκης ούτος φαίνεται να ήναι ο ίδιος εκείνος, οπού εχειροτόνησεν ο Πέτρος και ο Παύλος, ως εν τω Συναξαρίω του Παγκρατίου Tαυρομενίου οράται κατά την ενάτην του παρόντος Iουλίου. Περί των Eβδομήκοντα Aποστόλων, όρα εις την τετάρτην του Iαννουαρίου.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Μνήμη της Aγίας Mάρτυρος Iουλίττης της εκ Kαισαρείας (30 Ιουλίου)
Μνήμη της Aγίας Mάρτυρος Iουλίττης της εκ Kαισαρείας
Ως αχλυώδες και το πυρ της καμίνου,
Προς την καλήν λάμπουσαν ην Iουλίτταν.
Aύτη εκατάγετο από την Kαισάρειαν της Kαππαδοκίας, την οποίαν και ο μέγας Bασίλειος ετίμησε με εγκώμιον. Aύτη λοιπόν είχε κρίσιν με ένα άνθρωπον άρπαγον και πλεονέκτην, ο οποίος έκοψε μεν το περισσότερον μέρος από τα υποστατικά της, οικειοποιήθη δε αδίκως τα χωράφια και χωρία και ζώα και δούλους, και όλην την της ζωής της κυβέρνησιν. Kαταφρονήσας γαρ το δίκαιον ο φιλάδικος, ακούμβιζε και εστερεόνετο επάνω εις συκοφαντίας, εις ψευδολογίας, εις ψευδομαρτυρίας, και εις το να δίδη δώρα τοις κριταίς. Eπειδή δε η Aγία άρχισε να φανερόνη την τυραννίαν και τον πλεονεκτικόν τρόπον, οπού εμεταχειρίζετο εναντίον της ο άνθρωπος εκείνος, τούτου χάριν παρευθύς ο αδικητής εδιάβαλεν αυτήν εις τον άρχοντα της Kαισαρείας λέγων ότι είναι Xριστιανή, και ότι δεν λατρεύει τους θεούς του βασιλέως, και ότι ως τοιαύτη, δεν πρέπει να μετέχη από τα κοινά εις τους άλλους Έλληνας υποστατικά. H δε Aγία δεν ηθέλησεν ούτε να ιδή ολότελα εις τα παρόντα του κόσμου πράγματα, αλλά καταφρονήσασα όλα της τα υπάρχοντα, ας χαθή, είπε, και ας αφανισθή η ζωή αύτη και η του κόσμου δόξα και ο πλούτος. Διατί εγώ δεν θέλω αρνηθώ δι’ αυτά τον δημιουργόν μου Θεόν και ποιητήν των απάντων. Παρευθύς λοιπόν ο άδικος κριτής, έρριψε την Aγίαν μέσα εις ένα αναμμένον καμίνι. Tο δε καμίνι ενηγκαλίσθη το σώμα της Aγίας, ωσάν ένας θάλαμος φωτεινός, και την μεν ψυχήν της, ανέπεμψε εις τας ουρανίας Mονάς, το δε σώμα της, διαφύλαξεν άφλεκτον και ακέραιον, διά να έχουν αυτό παρηγορίαν και ιατρείον οι συγγενείς της, και όλοι οι πιστοί Xριστιανοί.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Άγιος Νικόλαος ο Βελιμίροβιτς: Ο Χριστός απομακρύνθηκε από την Ευρώπη!

Στο δικαστήριο ανάμεσα στο Χριστό και την Ευρώπη πραγματικά έγινε το εξής: Ο Χριστός λέει στην Ευρώπη πως αυτή βαπτίστηκε στο όνομά Του, και πως πρέπει να μείνει πιστή σ’ Αυτόν, και στο δικό Του ευαγγέλιο.
Η κατηγορουμένη Ευρώπη απαντάει: «Όλες οι θρησκείες είναι ίσες –αυτό είπαν οι Γάλλοι εγκυκλοπαιδιστές– κανένας δεν πρέπει να πιέζεται να πιστεύει αυτό ή εκείνο».
Η Ευρώπη ανέχεται όλες τις θρησκείες σαν λαϊκές δεισιδαιμονίες λόγω των δικών της ιμπεριαλιστικών συμφερόντων. Όμως, η ίδια η Ευρώπη δεν έχει ούτε μία θρησκεία.
Όταν η Ευρώπη θα καταφέρει να πετύχει τους πολιτικούς της στόχους, τότε γρήγορα θα κάνει μία εκκαθάριση όλων των λαϊκών δεισιδαιμονιών.
Σ’ αυτά τα λόγια ο Χριστός ρωτάει λυπημένος: «Πως μπορείτε εσείς οι άνθρωποι να ζείτε με ιμπεριαλιστικά, υλικά συμφέροντα, με κτηνώδη επιθυμία μόνο για σωματική τροφή; Εγώ ήθελα να σας κάνω θεούς και γιους του Θεού και εσείς αντιστέκεστε και σπεύδετε να γίνετε ίδιοι με τα κτήνη»;
Τότε η Ευρώπη απαντάει: «Εσύ είσαι ξεπερασμένος, αντί για το δικό Σου Ευαγγέλιο εμείς βρήκαμε τη ζωολογία και τη βιολογία. Τώρα ξέρουμε πως είμαστε απόγονοι όχι δικοί Σου και του ουράνιου Πατέρα Σου, αλλά των ουρακοτάγκων, των γοριλών, των μαϊμούδων. Εμείς τώρα τελειοποιούμαστε για να γίνουμε θεοί, επειδή δεν αναγνωρίζουμε άλλους θεούς εκτός από εμάς».
Ο Χριστός τότε αποκρίνεται: «Είστε πιο ξεροκέφαλοι από τους παλιούς Εβραίους, εγώ σας έβγαλα από το βαρβαρικό σκοτάδι, σας έφερα το ουράνιο φως, εσείς όμως θέλετε πάλι το σκοτάδι, όπως το βουβάλι τη λάσπη. Εγώ έχυσα για σας το αίμα μου, σας αγάπησα, ακόμη και όταν όλοι οι άγγελοι απέστρεψαν το πρόσωπο τους από εσάς, επειδή δεν μπορούσαν να αντέξουν τη δική σας άδικη ρυπαρότητα. Όταν εσείς βρισκόσασταν στο σκοτάδι και στην αμαρτία, ήμουν ο μοναδικός που πάλεψε για σας, για να σας φωτίσω θέλοντας να σας εξαγνίσω. Μην είστε τώρα άπιστοι, επειδή θα ξαναγυρίσετε σε εκείνο το ανυπόφορο σκοτάδι και την ανυπόφορη δυσωδία».
Σ’ όλα αυτά η Ευρώπη με ειρωνικό χαμόγελο φωνάζει:
«Φύγε από εμάς, δεν σε γνωρίζουμε. Εμείς κρατούμε την ελληνική φιλοσοφία και τη ρωμαϊκή κουλτούρα. Εμείς θέλουμε την ελευθερία. Έχουμε πανεπιστήμια, η επιστήμη είναι το αστέρι και ο οδηγός μας. Το σύνθημα μας είναι: Ελευθερία, αδελφοσύνη, ισότητα. Ο νους μας είναι ο θεός των θεών. Εσύ είσαι Ασιάτης. Απαρνιόμαστε εσένα. Είσαι ένας παλιός μύθος των παππούδων και των γιαγιάδων μας».
Σ’ αυτά αποκρίνεται ο Χριστός με δακρυσμένα μάτια:
«Εγώ θα φύγω αλλά και εσείς θα δείτε. Βγήκατε από τον δρόμο του Θεού και πήγατε στο δρόμο του σατανά. Η ευλογία χάθηκε από εσάς. Στο χέρι μου είναι η ζωή σας και ο θάνατος σας, επειδή εγώ σταυρώθηκα για σας. Παρ’ όλα αυτά δεν θα σας καταδικάσω εγώ, αλλά οι αμαρτίες σας και η άρνησή σας στον Σωτήρα. Έδειξα πατρική αγάπη για όλους τους ανθρώπους και ήθελα με αγάπη όλους να σας σώσω».
Σ’ αυτά απαντά η Ευρώπη: «Ποια αγάπη; Εμείς νιώθουμε υγιές και δυνατό μίσος για όλους όσους δεν συμφωνούν με μας. Αυτό είναι το πρόγραμμά μας. Η αγάπη Σου δεν είναι παρά μόνο ένα παραμύθι. Αντί του παραμυθιού αυτού, εμείς δημιουργήσαμε εθνικισμό, διεθνισμό, προοδευτισμό, επιστημονισμό. Σ’ αυτά είναι η σωτηρία μας και εσύ φύγε από εμάς»!
Αδελφοί μου, η λογομαχία αυτή στον καιρό μας τελείωσε.
Ο Χριστός απομακρύνθηκε από την Ευρώπη, όπως κάποτε απομακρύνθηκε από τη χώρα των Γαδαρηνών, επειδή το ζήτησαν οι Γαδαρηνοί.
Όμως μόλις απομακρύνθηκε, ήρθε ο πόλεμος, η φτώχεια, η φρίκη, η καταστροφή.
Ξανά γύρισε στην Ευρώπη, ο προχριστιανικός βαρβαρισμός των Αβάρων, των Ούνων, των Λογγοβάρδων, αλλά σε μέγιστη φρίκη.
Τον Σταυρό Του και την ευλογία Του πήρε ο Χριστός και απομακρύνθηκε. Έμεινε το σκοτάδι και η βρωμιά. Εσείς τώρα αποφασίστε με ποιόν θα πάτε. Με τη σκοτεινή και βρώμικη Ευρώπη, ή με τον Χριστό; Αμήν.
Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς
Πηγή: https://www.ekklisiaonline.gr/ekklisiaonline/o-christos-apomakrynthike-apo-tin-evropi/
Ἅγιος Παΐσιος: Ἡ ἁμαρτία φέρνει τὶς συμφορὲς
Ἀπὸ τὸ βιβλίο Λόγοι Α΄: Μὲ Πόνο καὶ Ἀγάπη, Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου, Κεφἀλαιο 6 : Ἡ ἁμαρτία φέρνει τὶς συμφορὲς
Στὸν Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ54 εἶχε πεῖ ὁ Θεὸς νὰ μήν ἐξαφανίσουν μία φυλή, τούς Φιλισταίους, γιατί αὐτή θὰ ἦταν μάστιγα γιὰ τούς Ἑβραίους, ὅταν θὰ ξεχνοῦσαν τὸν Θεό. Ὅταν λοιπόν οἱ Ἑβραῖοι ἀπομακρύνονταν ἀπὸ τὸν Θεό, εἶχε δικαιώματα ὁ διάβολος καὶ ἔβαζε τὰ «ξαδέρφιά» του, τούς Φιλισταίους, καὶ ὁρμοῦσαν στούς Ἑβραίους. Ἔπαιρναν τὰ παιδιά τῶν Ἑβραίων καὶ τὰ χτυποῦσαν πάνω στὴν πέτρα, γιὰ νὰ τὰ σκοτώσουν. Κάποτε ὅμως ποὺ οἱ ἐχθροί ἦρθαν, χωρίς νὰ φταῖνε οἱ Ἰσραηλίτες, πολέμησε γι’ αὐτούς ὁ Θεός. Ἔρριξε χαλάζι σάν πέτρες55 καὶ τούς ἐξόντωσε, γιατί τότε οἱ Ἰσραηλίτες δικαιοῦνταν τὴν θεία ἐπέμβαση.
Πόσες ὑποσχέσεις εἶχε δώσει ὁ Θεὸς γιὰ τὸν Ναό τοῦ Σολομῶντος, καὶ ὅμως πόσες φορές κάηκε, ρήμαξε. Ὅταν ξέφευγε ὁ λαός τοῦ Ἰσραήλ, οἱ Προφῆτες φώναζαν- φώναζαν, οἱ Ἰσραηλίτες τίποτε! Ἀνέπαυαν τὸν λογισμό τους: «Ἀφοῦ, ὅταν ἔκτισε ὁ Σολομῶν τὸν Ναό, ἔδωσε τόσες εὐλογίες ὁ Θεὸς καὶ εἶπε ὅτι ἀπὸ ἐδῶ θὰ εὐλογοῦνται καὶ θὰ ἁγιάζωνται ὅλοι οἱ ἄνθρωποι56, ἄρα θὰ μείνουν ὅλα αὐτά, καὶ τὰ τείχη μας καὶ ὁ Ναός μας. Τέτοια ὑπόσχεση ἔδωσε ὁ Θεός»! Ὁ Θεὸς ἔδωσε τέτοια ὑπόσχεση, ἀλλὰ ἐφόσον καὶ οἱ Ἰσραηλίτες θὰ ζοῦσαν σωστὰ. Εἶχε δώσει Χάρη στὸν Ναό τοῦ Σολομῶντος, ἀλλά, ὅταν οἱ Ἰσραηλίτες δὲν τηροῦσαν τὶς ἐντολές, ἐπέτρεπε καὶ καιγόταν ἤ καταστρεφόταν ὁ Ναός καὶ, ὅταν μετανοοῦσαν, πάλι τὸν ἔχτιζαν. Ὅταν λ.χ. ξέφυγαν ἐπί βασιλέως Σεδεκίου, ἔρχεται ὁ Ναβουχοδονόσορ, βάζει φωτιά στὸν Ναό τοῦ Σολομῶντος, γκρεμίζει καὶ τὰ τείχη, τούς Δὲνει καὶ τούς πηγαίνει στὴν Βαβυλώνα αἰχμάλωτους57. Φυσικά, πῆγαν καὶ αὐτοί ποὺ δὲν ἔφταιγαν, ἀλλὰ αὐτοί εἶχαν καθαρό μισθό. Οἱ ἄλλοι ποὺ ἔφταιγαν πολύ, ξόφλησαν. Ὅσοι ἔφταιγαν λίγο καὶ ταλαιπωρήθηκαν, εἶχαν καὶ λιγάκι μισθό. Ὅταν ἕνας γίνεται αἰτία νὰ ἔρθη ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ταλαιπωρηθοῦν καὶ ἄλλοι ποὺ δὲν ἔφταιγαν, ἀκόμη καὶ μισθό νὰ ἔχουν, αὐτὸ εἶναι ἐγκληματικό, γιατί οἱ ἄλλοι θὰ κληρονομοῦσαν τὴν Οὐράνια Βασιλεία χωρίς νὰ βασανισθοῦν, ἐνῶ τώρα βασανίζονται. Πρέπει νὰ ξέρουμε ὅτι οἱ πιστοί ποὺ τηροῦν τὶς ἐντολές τοῦ Θεοῦ δέχονται τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, καὶ ὁ Θεὸς – πῶς νὰ πῆ κανείς; – εἶναι ὑποχρεωμένος νὰ τούς βοηθάη μέσα σ’ αὐτὰ τὰ δύσκολα χρόνια. Στὴν Ἀμερική εἶχα ἀκούσει πώς παρουσιάσθηκε μία νέα ἀρρώστια58. Πολλοί ποὺ ζοῦν μία ἀφύσικη, ἁμαρτωλή ζωή, μολύνονται ἀπὸ αὐτήν καὶ πεθαίνουν. Τώρα ἔμαθα ὅτι παρουσιάσθηκε καὶ ἐδῶ αὐτή ἡ ἀρρώστια. Βλέπετε, δὲν καταστρέφει ὁ Θεὸς τούς ἀνθρώπους, μόνοι τους ἐξαφανίζουν τὸ σόι τους καὶ καταστρέφονται. Δὲν εἶναι δηλαδή ὅτι τούς τιμωρεῖ ὁ Θεός, ἀλλὰ τὴν τιμωρία τὴν δημιουργοῦν μόνοι τους μὲ τὴν ἁμαρτωλή ζωή τους. Καὶ βλέπει κανεὶς νὰ ἑξαφανίζωνται ἐκεῖνοι οἱ ἄνθρωποι ποὺ δὲν ἔχει νόημα ἡ ζωή τους.
– Γέροντα, γιατί δὲν βρίσκεται τὸ φάρμακο τοῦ καρκίνου; Δὲν ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς ἤ οἱ ἄνθρωποι δὲν ἐπικαλοῦνται τὴν θεία βοήθεια;
– Τὸ κακό εἶναι ὅτι καὶ νὰ βρεθῆ τὸ φάρμακο γιὰ τὸν καρκίνο, θὰ βγῆ ἄλλη ἀρρώστια. Ἦταν ἡ φυματίωση, βρῆκαν τὸ φάρμακο γιὰ τὴν φυματίωση, παρουσιάσθηκε τώρα αὐτή. Καὶ ἄν βοηθήση σ’ αὐτή, θὰ βγῆ ἄλλη ἀρρώστια. Οἱ ἴδιοι οἱ ἄνθρωποι θὰ γίνουν αἰτία νὰ παρουσιασθῆ κάποια ἄλλη μετά, καὶ δὲν ἔχει τελειωμό!
Ὅ,τι ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς εἶναι φιλάνθρωπο
– Γέροντα, γιατί ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς νὰ συμβῆ μία συμφορά;
– Ὑπάρχουν πολλές περιπτώσεις. Ἄλλοτε ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς κάτι, γιὰ νὰ βγῆ κάτι τὸ καλύτερο, καὶ ἄλλοτε ἐπιτρέπει κάτι γιὰ παιδαγωγία. Ἄλλοι ἀνταμείβονται καὶ ἄλλοι ἐξοφλοῦν, δὲν πάει τίποτε χαμένο. Νὰ ξέρετε πώς ὅ,τι ἐπιτρέπει ὁ Θεός, ἀκόμη καὶ νὰ ἐξοντωθοῦν π.χ. ἄνθρωποι, εἶναι φιλάνθρωπο, γιατί ὁ Θεὸς ἔχει «σπλάγχνα». Ὁ Προφήτης Ἠλίας59 πόσους ἔσφαξε; Τριακόσιους ἱερεῖς τοῦ Βάαλ. Ὅταν τούς εἶπε: «Κάντε προσευχή, θὰ κάνω καὶ ἐγώ, καὶ ὅποιου ἡ φωτιά θὰ ἀνάψη ἀπὸ μόνη της, αὐτοῦ ὁ Θεὸς θὰ εἶναι ἀληθινός», ἄρχισαν οἱ εἰρεῖς τοῦ Βάαλ νὰ φωνάζουν: «Ἐπάκουσον, ὁ Θεὸς ἠμῶν, Βάαλ, ἐπάκουσον!». Ἀλλά οὔτε φωνή οὔτε ἀκρόαση. Ὁ Προφήτης Ἠλίας τούς λέει: «Εἶναι ἀπασχολημένος ὁ Θεὸς σας καὶ δὲν σᾶς ἀκούει! Φωνάξτε πιὸ δυνατά!». Ἐκεῖνοι συνέχισαν νὰ φωνάζουν καὶ νὰ ξεσχίζουν, ὅπως συνήθιζαν, τὶς σάρκες τους μὲ μαχαίρια, γιὰ νὰ πονᾶνε, καὶ νὰ φωνάζουν πιὸ δυνατά, γιὰ νὰ τούς ἀκούση ὁ Βάαλ. Ἀφοῦ τελικά δὲν κατόρθωσαν τίποτε, εἶπε ὁ Προφήτης Ἠλίας: «Βρέξτε τὰ δικά μου ξύλα». «Τρισσεύσατε», τούς εἶπε. Ἔρριξαν νερό μία, δυὸ, τρεῖς φορές! Ἀφοῦ ἀπὸ τὸ πολύ νερό εἶχαν γίνει μούσκεμα τὰ ξύλα καὶ ἔτρεχαν ἀπὸ γύρω τὰ νερά. Μόλις προσευχήθηκε ὁ Προφήτης Ἠλίας, ἔπεσε φωτιά ἀπὸ τὸν οὐρανό καὶ κάηκε ὅ,τι εἶχαν στὸ θυσιαστήριο γιὰ νὰ θυσιάσουν, καὶ τὸ ἴδιο τὸ θυσιαστήριο μαζί! Τότε εἶπε: «Πιάστε τούς ἱερεῖς, γιατί παρασύρουν τὸν λαό στὴν εἰδωλολατρία» καὶ τούς ἔσφαξε ὅλους.
Πολλοί λένε: «Καλά, πῶς ἔσφαξε ὁ Προφήτης Ἠλίας τόσους;». Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι βάρβαρος οὔτε ὁ Προφήτης ἦταν βάρβαρος. Οἱ ἱερεῖς ὅμως τῶν εἰδώλων εἶχαν πλανήσει ὅλον τὸν κόσμο, ἀφοῦ ἔφθασε ὁ Προφήτης Ἠλίας νὰ πῆ: «Ἔμεινα μόνος μου!». Τόσο πολύ! Ἀλλά καὶ οἱ ἱερεῖς τῶν εἰδώλων περισσότερο ὑπέφεραν ἀπὸ τὰ δικά τους σφαξίματα παρά ἀπὸ τὸ μαχαίρι τοῦ Προφήτη Ἠλία ποὺ ἔδωσε τέλος στὸ μαρτύριό τους. Ὁ πόνος ἀπὸ τὰ δικά τους ξεσχίσματα ἦταν μεγαλύτερος. Γιατί, βλέπεις, ὅ,τι ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς εἶναι φιλάνθρωπο, ἐνῶ τὰ σφαξίματα τὰ δικά τους ἦταν ὀδυνηρά.
– Γιατί, Γέροντα, στὴν Παλαιά Διαθήκη ἡ τιμωρία τοῦ Θεοῦ ἦταν τόσο ἄμεση;
– Στὴν Παλαιά Διαθήκη ἐκείνη τὴν γλώσσα, ἐκεῖνον τὸν νόμο καταλάβαιναν.Ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἦταν καὶ τότε, ἀλλὰ ἐκεῖνος ὁ νόμος ἦταν γιὰ ἐκείνους τούς ἀνθρώπους ποὺ δὲν καταλάβαιναν ἀλλιῶς. Μή σᾶς φαίνεται ἐκεῖνος ὁ νόμος σκληρός καὶ τὸ Εὐαγγέλιο διαφορετικό. Ἦταν ὁ νόμος ποὺ θὰ ὠφελοῦσε ἐκείνη τὴν ἐποχή. Δὲν ἦταν ὁ νόμος ἐκεῖνος βάρβαρος, ἀλλὰ ἡ γενιά ἐκείνη ἦταν βάρβαρη. Οἱ σημερινοί ἄνθρωποι μπορεῖ νὰ κάνουν μεγαλύτερες βαρβαρότητες, ἀλλὰ τουλάχιστον μποροῦν νὰ καταλάβουν. Τώρα ἕνα κανδήλι κουνιέται καὶ πόσο οἱ ἄνθρωποι συγκλονίζονται! Ἐνῶ, βλέπεις, τότε πόσα ἔκανε ὁ Θεός! Ἔδωσε δέκα μάστιγες στὸν Φαραώ, γιὰ νὰ βγάλη τούς Ἰσραηλίτες ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο. Κάνει ξηρά τὴν Ἐρυθρά θάλασσα, γιὰ νὰ περάσουν. Τούς δίνει νεφέλη τὴν ἡμέρα, γιὰ νὰ μήν τούς καίη ὁ ἥλιος, στήλη φωτεινή τὴν νύχτα, γιὰ νὰ τούς ὁδηγῆ. Καὶ μετά ἀπὸ τόσα γεγονότα ἔφθασαν στὸ σημεῖο νὰ ζητήσουν γιὰ Θεό ἕνα χρυσό μοσχάρι60! Σήμερα οἱ ἄνθρωποι δὲν θὰ ἔλεγαν ποτέ ὅτι ἕνα μοσχάρι θὰ τούς ὁδηγήση στὴν Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας.
Τὸν Θεό τὸν βάζουν σήμερα στὴν ἄκρη
Ὁ Καλός Θεὸς μᾶς δίνει πλούσιες τὶς εὐλογίες Του. Νὰ μή δείχνουμε ἀχαριστία καὶ Τὸν παροργίζουμε, γιατί ἔρχεται «ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ ἐπί τούς υἱούς τῆς ἀπειθείας»61 – μή γένοιτο. Στὴν ἐποχή μας δὲν πέρασαν οἱ ἄνθρωποι οὔτε πολέμους οὔτε πείνα καὶ λένε ὅτι δὲν ἔχουν ἀνάγκη καὶ ἀπὸ τὸν Θεό. Τὰ ἔχουν ὅλα καὶ γι’ αὐτὸ δὲν ἐκτιμοῦν τίποτε. Ἄν ὅμως ἔρθη δύσκολος καιρός, πείνα κ.λπ., καὶ δὲν ἔχουν τί νὰ φᾶνε, τότε θὰ ἐκτιμήσουν καὶ τὸ ψωμί καὶ τὴν μαρμελάδα καὶ ὅσα θὰ στερηθοῦν. Ἅμα δὲν δοξάζουμε τὸν Θεό, ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς νὰ ἔρθη μία δοκιμασία, γιὰ νὰ ἐκτιμήσουμε τὰ πράγματα. Ἐνῶ, ὅταν τὰ ἐκτιμοῦμε, δὲν ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς νὰ συμβῆ τίποτε τὸ κακό.
Παλιότερα ποὺ δὲν ὑπῆρχαν αὐτές οἱ μεγάλες εὐκολίες, καὶ ἡ ἐπιστήμη δὲν εἶχε προχωρήσει τόσο, ἀναγκάζονταν οἱ ἄνθρωποι σὲ ὅλες τὶς δυσκολίες νὰ καταφεύγουν στὸν Θεό, καὶ ὁ Θεὸς βοηθοῦσε. Τώρα, ἐπειδή ἡ ἐπιστήμη προχώρησε, τὸν Θεό Τὸν βάζουν στὴν ἄκρη. Πᾶνε χωρίς Θεό σήμερα. Ὑπολογίζουν: «Θὰ κάνουμε τοῦτο, θὰ κάνουμε ἐκεῖνο». Σκέφτονται τὴν πυροσβεστική, σκέφτονται τὶς γεωτρήσεις, τὸ ἕνα, τὸ ἄλλο… Ἀλλά χωρίς Θεό τί θὰ κάνουν οἱ ἄνθρωποι; Ὀργή Θεοῦ θὰ φέρουν. Βλέπεις, ὅταν δὲν βρέχη, δὲν λένε: «Θὰ κάνουμε προσευχή», ἀλλὰ «θὰ κάνουμε γεωτρηση». Καὶ τὸ κακό εἶναι ὅτι μὲ αὐτὰ τὰ μέσα ποὺ ὑπάρχουν, σιγά-σιγὰ ὄχι μόνον οἱ ἄπιστοι σκέφτονται ἔτσι, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ οἱ πιστοί ἀρχίζουν νὰ ξεχνοῦν τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ. Τὸ καλό εἶναι ποὺ μᾶς ἀνέχεται ὁ Θεός. Ἀλλά τὴν Πρόνοια τοῦ θεοῦ οὔτε καν τὴν καταλαβαίνουν οἱ ἄνθρωποι.
Μία παρέα ἔλεγε: «Δὲν ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ τὸν Θεό, ἔχουμε γεωτρήσεις». Ἐνῶ τώρα πρέπει νὰ παρακαλέσουμε πιὸ πολύ τὸν Θεό νὰ κάνη διπλό θαῦμα, γιατί ἔχουν ἀλλοιώσει τὴν φύση οἱ ἄνθρωποι μὲ αὐτὰ ποὺ κάνουν. Παρατηροῦσα τὰ σύννεφα, πήγαιναν ἀλέ-ρετούρ. Μαζεύονταν ἀπὸ ἐδῶ, πήγαιναν ἐκεῖ, μία πάνω-μία κάτω. Φυσάει καὶ τὰ παίρνει ὁ ἀέρας τὰ σύννεφα καὶ ἀντί οἱ ἄνθρωποι νὰ ποῦν, «τώρα πρέπει νὰ κάνη διπλό θαῦμα ὁ Θεός, γιὰ νὰ κρατήση τὰ συννεφα», λένε, «δὲν ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ τὸν Θεό». Εὐτυχῶς ποὺ ὁ Θεὸς δὲν παίρνει τοῖς μετρητοῖς ὅ,τι λέμε, ἀλλιῶς θὰ μᾶς ἔκανε…
Χτυποῦν σὲ βάθος ἑκατό-ἑκατόν πενήντα μέτρα κάτω γιὰ νερό καὶ δὲν βρίσκουν νερό. Στὸ Ναύπλιο χτύπησαν μέχρι ἑκατόν ὀγδόντα μέτρα κάτω καὶ ἔβγαλαν θαλασσινό νερό. Ἄλλοι πάλι εἶπαν τὸν Ἔλενο ποταμό νὰ τὸν πάνε στὴν Ἀθήνα. Δέκα χρόνια θέλουν νὰ τὸν πάνε στὴν Ἀθήνα καὶ τί ἔξοδα! Καὶ πάλι θὰ τελειώση τὸ νερό. Δὲν λένε ἕνα «ἤμαρτον» οἱ ἄνθρωποι. Σὲ ἕνα κουσοχώρι, τώρα62 μὲ τὴν ἀνομβρία, πῆγε ἕνας πολιτικός καὶ τούς εἶπε ὅτι μὲ ἕνα σύστημα θὰ καθαρίσουν τὰ νερά ἀπὸ τούς βόθρους, γιὰ νὰ ἔχουν νερό νὰ πίνουν. Καὶ τὸ θεώρησαν σπουδαία ἰδέα! Αὐτὸ καὶ μόνο σάν λογισμός δὲν στέκει. Δῆτε ποῦ φθάνουν, νὰ πίνουν – μὲ συγχωρῆτε – τὰ οὖρα τούς οἱ ἄνθρωποι! Νὰ τὸ κάνουν αὐτὸ σὲ μία πόλη ποὺ ἔχουν ξεφύγει οἱ ἄνθρωποι, δικαιολογεῖται κάπως, γιατί ἔχουν παρασυρθῆ ἀπὸ τὸ κοσμικό πνεῦμα. Ἀλλά σὲ ἕνα κουτσοχώρι τὸ νὰ τούς βρῆ ἕνας σάν λύση νὰ καθαρίζουν τὰ οὔρα τους καὶ νὰ τὰ πίνουν, νὰ τὸ θεωροῦν σπουδαῖο καὶ νὰ μή στρέφουν λίγο τὸ βλέμμα τους στὸν Θεό, νὰ ποῦν ἕνα «ἤμαρτον», γιὰ νὰ ρίξη ὁ Θεὸς νερό, εἶναι φοβερό! Καὶ στὸ Ἅγιον Ὅρος πῆγαν ἀπὸ ἕνα Μοναστήρι νὰ φυτέψουν πεῦκα, γιὰ νὰ τὰ ἐκμεταλλευθοῦν μετά καὶ νὰ κάνουν χαρτί! Ξεράθηκαν ὅλα, ἦρθε ἡ τιμωρία ἀπὸ τὸν Θεό. Καλά, βρέ παιδί, χαρτοπετσέτες καὶ χαρτί ὑγείας θὰ βγάζει τὸ Ἅγιον Ὅρος; Καταλάβατε; Ἔκαναν τὸν κόπο τὰ φύτεψαν καὶ ὅσα φύτεψαν –ὀργή Θεοῦ! – ξεράθηκαν ὅλα!
– Γέροντα, κατάλαβαν ὅτι δὲν ἦταν σωστό;
– Ἄχ, ποῦ νὰ καταλάβουν! Μετά ἔφεραν μηχανήματα ἀπὸ τὴν Γερμανία, νὰ κάνουν γεώτρηση, νὰ βγάλουν νερό! Χάθηκε καὶ τὸ νερό ποὺ ὑπῆρχε. Βλέπεις, ἅμα φύγη ἡ εὐαισθησία ἡ πνευματική, ποῦ ὁδηγεῖ ἡ ἐμπορική ἀντιμετώπιση; Γι’ αὐτὸ σιγά- σιγὰ χάνεται ἀπὸ τὸν Μοναχισμό αὐτή ἡ εὐλάβεια. Δὲν καταλαβαίνουν ὅτι, ἄν δὲν βρέξη, θὰ χαθοῦν καὶ τὰ νερά ποὺ ὑπάρχουν. Χρησιμοποιοῦν μόνον τὴν λογική, καὶ τὸν Θεό Τὸν βάζουν στὴν ἄκρη.
Ἀναφέρεται στὴν Παλαιά Διαθήκη63 ὅτι σὲ μία πολιορκία τῆς Σαμαρείας ἀπὸ τούς Σύριους εἶχε τελειώσει καὶ τὸ νερό. Ἔπεσε δυστυχία, ψοφοῦσαν τὰ ζῶα καὶ ἔφθασαν οἱ μητέρες νὰ τρῶνε τὰ παιδιά τους. Πάει ὁ Προφήτης Ἐλλισαιέ στὸν οἰκονόμο τοῦ βασιλιᾶ Ἰωράμ καὶ τοῦ λέει: «Τὰ ζῶα ψόφησαν, οἱ ἄνθρωποι πεθαίνουν ἀπὸ τὴν πείνα, ἀλλὰ ὁ Θεὸς θὰ βοηθήση». Ὁ οἰκονόμος, ποῦ τὰ τακτοποιοῦσε ὅλα μὲ τὴν λογική, τοῦ λέει: «Πῶς θὰ βοηθήση; Ἀπὸ τὸν οὐρανό θὰ στείλη ὁ Θεός;». Τότε ὁ Προφήτης τοῦ εἶπε: «Αὔριο ὁ Θεὸς θὰ στείλη βοήθεια, ἀλλὰ ἐσύ δὲν θὰ τὴν χαρής».
Καὶ πράγματι τὴν ἑπόμενη μέρα ἔφερε ὁ Θεὸς τέτοιο πανικό στὸ ἐχθρικό στρατόπεδο –ἄκουγαν οἱ ἐχθροί ποδοβολητό ἀλόγων, θόρυβο ἁρμάτων, βούιζαν τὰ αὐτιά τους καὶ νόμιζαν ὅτι ἦρθαν Αἰγύπτιοι γιὰ ἐνίσχυση – ποὺ τὸ ἔβαλαν στὰ πόδια καὶ ἄφησαν σκηνές, τρόφιμα, ὄπλα, ὅ,τι εἶχαν. Καὶ καθώς ἐπέστρεφαν ἔντρομοι στὴν πατρίδα τους, ἄφηναν στούς δρόμους τὰ ἱμάτια καὶ τὰ πολεμοφόδιά τους. Ἐν τῷ μεταξύ τέσσερις λεπροί Ἰσραηλίτες ποῦ ἦταν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, εἶπαν: «Δὲν πᾶμε στὸ ἐχθρικό στρατόπεδο μήπως βροῦμε τίποτε νὰ φᾶμε; Ἔτσι καὶ ἀλλιῶς θὰ πεθάνουμε». Πλησιάζουν μία σκηνή, ἄδεια. Πλησιάζουν ἄλλη, ἄδεια. Πουθενά ἐχθροί! Παίρνουν τρόφιμα, πράγματα, ὁλόκληρα τσουβάλια. Εἰδοποίησαν ὅτι ὀπισθοχώρησαν οἱ ἐχθροί, ἀλλὰ οἱ Ἰσραηλίτες νόμισαν ὅτι εἶναι σχέδιο. «Θα κρύφτηκαν οἱ ἐχθροί, εἶπαν, γιὰ νὰ ἀνοίξουμε τὶς πύλες καὶ νὰ μποῦν μέσα». Τότε ἕνας ἀξιωματικός εἶπε: «Πέντε ζῶα μᾶς ἔμειναν. Δὲν στέλνουμε στρατιῶτες νὰ δοῦν τί συμβαίνει;». Πῆγε κάθε στρατιώτης πρὸς μία κατεύθυνση καὶ, ὅταν ἐπέστρεψαν, εἶπαν: «Οἱ ἐχθροί ἔφυγαν πανικόβλητοι καὶ ἄφησαν ὅ,τι εἴχαν». Τότε ἔτρεξαν ὅλοι οἱ Ἰσραηλίτες νὰ βγοῦν ἀπὸ τὸ κάστρο, γιὰ νὰ πάρουν τρόφιμα κ.λπ. Καὶ καθώς ἔβγαιναν, τσαλαπάτησαν τὸν οἰκονόμο στὴν εἴσοδο τοῦ κάστρου, ποὺ προσπαθοῦσε νὰ ἐπιβάλη τὴν τάξη. Ἔτσι, ὅπως εἶχε πεῖ ὁ Προφήτης Ἐλισαιέ, ὁ οἰκονόμος εἶδε τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ δὲν τὴν χάρηκε. Βλέπετε πῶς ὁ Θεὸς τὰ τακτοποίησε ὅλα;
Ὁ Θεὸς νὰ λυπηθῆ τὸν κόσμο, νὰ ρίχνη καμμιά βροχή
Πῶς τὰ ἔχει οἰκονομήσει ὁ Θεός! Λειώνουν τὰ χιόνια, γεμίζουν οἱ πηγές. Τώρα64 οὔτε χιόνια οὔτε βροχές. Τί θὰ γίνη; Τί θὰ πιῆ ὁ κόσμος; Ὁ Θεὸς νὰ λυπηθῆ τὸν κόσμο, νὰ μᾶς εὐχπλαχνισθῆ, νὰ ρίχνη καμμιά βροχή, γιατί, ἄν συνεχίσουν οἱ ἀνομβρίες, σιγά-σιγὰ θὰ ξεραθοῦν καὶ τὰ φύλλα τῶν Δὲνδρων καὶ δὲν θὰ βλέπουμε ὄχι μόνον πράσινη ἐλιά ἀλλὰ οὔτε φύλλο πράσινο. Ὅ,τι κι ἄν σπείρη ὁ ἄνθρωπος, ἄν ὁ Θεὸς δὲν ρίξη ἀπὸ πάνω τὸν ἁγιασμό, τὴν βροχή, τίποτε δὲν γίνεται. Ἡ βροχή εἶναι ἁγιασμός.
Ὁ καημένος ὁ κόσμος, ἔτσι ὅπως ἔμαθε μὲ πολλά νερά, τί θὰ κάνη μὲ τὴν ἔλλειψη τοῦ νεροῦ; Ἐκτός ποὺ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία δὲν ρίχνει νερό ὁ Θεός, ἀλλὰ καὶ τόσο νερό ποῦ ξοδεύουν οἱ ἄνθρωποι, πῶς νὰ φθάση; Σκέφτομαι στὶς πόλεις τί θὰ γίνει! Μόνο γιὰ τὸ καζανάκι θέλουν ἕναν τενεκέ νερό. Θὰ γεμίσουν μικρόβια, μετά χολέρα. Θὰ πεθαίνουν καὶ θὰ τούς ἀφήνουν ἄταφούς τους νεκρούς καὶ θὰ ρίχνουν σκόνη γιὰ ἀπολύμανση. Εὐτυχῶς ὁ Καλός Θεὸς ἀκόμη οἰκονομάει λίγο τὸν κόσμο.
Ζοῦμε σὲ χρόνια Ἀποκαλύψεως. Ἡ ξηρασία ποῦ περνοῦμε τόσα χρόνια, ἡ ἀνομβρία, τί εἶναι; εἶχε παρουσιασθῆ ποτέ τέτοια ἀνομβρία; Νά, καὶ ἐδῶ στὴν Χαλκιδική ξεράθηκε ἕνα ποτάμι, ψόφησαν τὰ ψάρια, βρωμοῦσε ὁ τόπος. Στὴν Θεσσαλονίκη ἔχουν πρόβλημα. Τὸ νερό τῆς λίμνης τοῦ Μαραθώνα ἔχει κατεβῆ πολύ καὶ φαίνονται νησάκια-νησάκια. Ἡ στὰθμη τοῦ Πηνειοῦ κατέβηκε. Ὁ Ἔβρος εἶχε λίγο νερό καὶ οἱ Βούλγαροι τὸ ἔφραξαν καὶ ἔχει στερέψει. Ἄν γίνει κάτι, τὰ τάνκς περνοῦν. Καὶ στὴν Κύπρο, ἄν δὲν βρέξη φέτος, θὰ ἔχουν μεγάλο πρόβλημα νεροῦ. Μόνον αὐτά; Τόσα ἄλλα!… Τὰ Δὲνδρα, ἄλλα καίγονται, ἄλλα χαλᾶνε. Οἱ ἄνθρωποι ἀρρωσταίνουν καὶ πεθαίνουν. Ὅταν ὁ κόσμος δὲν μετανοῆ, τί βροχή νὰ ρίξη ὁ Θεός; Ἄν ἔχη κανεὶς ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό, ξέρετε τί γίνεται; Μικρό πράγμα εἶναι νὰ ἔχη κανεὶς σύμμαχο τὸν Θεό; Γιὰ τὸν Θεό δὲν ὑπάρχει οὔτε δύσκολο θέμα οὔτε δύσκολη λύση. Ὅλα εἶναι ἁπλά γιὰ τὸν Θεό. Δὲν χρησιμοποιεῖ μεγαλύτερη δύναμη γιὰ τὰ ὑπερφυσικά καὶ μικρότερη γιὰ τὰ φυσικά ἀλλὰ τὴν ἴδια δύναμη γιὰ ὅλα. Τὸ κυριώτερο εἶναι ὁ ἄνθρωπος νὰ γαντζωθῆ στὸν Θεό. Ἐσεῖς κάνετε προσευχή γιὰ νὰ βρέξη ἤ δὲν σᾶς ἀπασχολεῖ τὸ θέμα; Τώρα εἶναι ἐποχή νὰ ὀργώση ὁ κόσμος, γιὰ νὰ σπείρη. Ἔπρεπε ἤδη νὰ εἶναι σπαρμένα τὰ χωράφια, καὶ ἀκόμη δὲν μποροῦν νὰ τὰ ὀργώσουν. Εἶναι μία δοκιμασία ἀπὸ τὸν Θεό αὐτή ἡ ἀνομβρία. Τὸ ἔργο τοῦ μοναχοῦ αὐτὸ εἶναι, νὰ κάνη προσευχή σὲ τέτοιες περιπτώσεις. Πάντως ἀπὸ σᾶς ἔχω ἕνα παράπονο. Τὴν ἄλλη φορὰ, ἄνω ὁ κόσμος θέριζε τὰ σιτάρια γιὰ σανό, ἐπειδή δὲν ἔβρεξε, ἐσεῖς οὔτε καν τὸ κάνατε θέμα προσευχῆς. Γιατί; Ἐπειδή ἐσεῖς ποτίζατε μὲ τὸ λάστιχο; Λοιπόν, αὐτή θὰ εἶναι τελευταία φορά, ἄλλη φορὰ θὰ πρέπη νὰ πονᾶτε γιὰ τὸν κόσμο. Θὰ μαθαίνετε καὶ θὰ κάνετε προσευχή. Νὰ γράφετε καὶ σ’ ἐμένα. Θὰ δώσετε ἐξετάσεις. Ἄν περάσετε, δηλαδή ἄν βρέξη, θὰ σᾶς κάνω συνέταιρους στὴν προσευχή καὶ ὅ,τι θὰ παίρνουμε ἀπὸ τὴν θεία Πρόνοια θὰ τὸ μοιράζουμε…
Ὅταν κάνω προσευχή γιὰ βροχή καὶ βλέπω ἔστω καὶ ἕνα σύννεφο στὸν οὐρανό (ἀκόμη καὶ νὰ μή ρίξη βροχή), δοξάζω τὸν Θεό ποὺ παρουσίασε ἔστω καὶ ἕνα σύννεφο, καὶ μὲ πειράζει ἡ συνείδηση ποὺ ὑπάρχουν μέσα μου πολλά πνευματικά σύννεφα, τὰ ὁποῖα διώχνουν τὰ σύννεφα τοῦ Θεοῦ. Ἄν ταπεινά ζητοῦμε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεὸς θὰ βοηθήση. Ἡ προσευχή τοῦ ταπεινοῦ μαζεύει σύννεφα, ὅταν εἶναι ἀνομβρία. Καὶ πάντα νὰ εὐχώμαστε ἡ βροχή ποὺ θὰ ρίξη ὁ Θεὸς νὰ ἔχη καὶ πνευματική ἐνέργεια, νὰ σβήνη τὴν πνευματική πυρκαγιά ποὺ ἔβαλε ὁ κακός διάβολος στὸν κόσμο καὶ καίει ψυχές.
Χάρηκα μερικούς ποὺ ἄκουσα νὰ λένε: «Δὲν εἴμαστε ἄξιοι, ἀλλὰ ὁ Θεὸς πάλι μᾶς λυπήθηκε, ἔρριξε καὶ λίγη βροχή καὶ λίγα χιόνια». Ἄν ἔχουμε τέτοιους ταπεινούς λογισμούς, ὁ Θεὸς θὰ στείλη περισσότερα. Τουλάχιστον ἡ ἀναγνώριση εἶναι μετάνοια. Εὐτυχῶς ποὺ ὑπάρχει λίγο προζύμι. Νὰ παρακαλᾶτε νὰ στρίψη λίγο μὲ τὸ κατσαβιδάκι ὁ Θεὸς τὸ μυαλό τῶν ἀνθρώπων. Βλέπω μία καλή διάθεση σὲ μερικούς μεγάλους. Καταλαβαίνουν ποῦ πᾶμε.
Ὁ Θεὸς νὰ δίνη μετάνοια
Ὤ, ἄν καταλαβαίναμε τὴν μακροθυμία τοῦ Θεοῦ! Ἑκατό χρόνια χρειάσθηκαν γιὰ νὰ γίνη ἡ Κιβωτός τοῦ Νῶε65. Μήπως ὁ Θεὸς δὲν μποροῦσε νὰ κάνη γρήγορα μία Κιβωτό; Ἀλλά ἄφησε τὸν Νῶε νὰ παιδεύεται ἑκατό χρόνια, γιὰ νὰ καταλάβουν καὶ οἱ ἄλλοι καὶ νὰ μετανοήσουν. Ἐκεῖνος ἔλεγε: «Δέστε, θὰ γίνη κατακλυσμός! Μετανοῆστε!». Ἐκεῖνοι τὸν κορόιδευαν. «Κλουβιά, ἔλεγαν, φτιάχνει» καὶ εἶχαν τὸν χαβά τους. Καὶ τώρα, σὲ δύο λεπτά μπορεῖ ὁ Θεὸς ὅλον τὸν κόσμο νὰ τὸν συγκλονίση καὶ νὰ τὸν κάνη νὰ ἀλλάξη, νὰ γίνουν ὅλοι πιστοί, σοῦπερ πιστοί! Πῶς; Ἄν γυρίση τὸ κουμπί στὸν σεισμό σιγά-σιγὰ ἀπὸ τὰ 5 στὰ 6 ρίχτερ… στὰ 7… Στὰ 8, οἱ πολυκατοικίες θὰ πᾶνε σάν τούς μεθυσμένους, θὰ ἀρχίση ἡ μία νὰ χτυπᾶ τὴν ἄλλη. Στὰ 10 ὅλοι θὰ ποῦν: «Ἥμαρτον! Σὲ παρακαλοῦμε, σῶσε μας». Μπορεῖ καὶ ὅλοι νὰ ποῦν: «Καλόγεροι θὰ γίνουμε!». Μόλις ὅμως τελειώση ὁ σεισμός, ἐνῶ ἀκόμη θὰ κουνιοῦνται λίγο, λαλᾶ δὲν θὰ πέφτουν, πάλι στὰ μπουζούκια θὰ τρέξουν. Γιατί ἡ ἐπιστροφή τούς αὐτή δὲν θὰ ἔχη πραγματική μετάνοια, ἀλλὰ ἁπλῶς θὰ ποῦν ἔτσι, γιὰ νὰ γλυτώσουν τὸ κακό.
– Γέροντα, ὅταν συμβαίνη λ.χ. μία θεομηνία καὶ εἶναι ὀργή Θεοῦ, ἄν προσευχηθοῦν οἱ δίκαιοι, δὲν εἰσακούονται;
– Ξέρεις τί γίνεται; Δὲν εἶναι ὅτι ἔχει μετάνοια ὁ κόσμος, ὅποτε εἰσακούονται ἀπὸ τὸν Θεό οἱ δίκαιοι. Ἄλλο εἶναι ὅταν παροργίζουμε τὸν Θεό καὶ τὸ ἀναγνωρίζουμε, τότε λυπᾶται ὁ Θεὸς καὶ μᾶς βοηθάει. Ἀλλά, ὅταν δὲν ἀναγνωρίζη κανεὶς ὅτι παροργίζει τὸν Θεό καὶ συνεχίζη τὸ τυπικό του, τότε πῶς νὰ ἀκούση ὁ Θεὸς τὶς προσευχές τῶν δικαίων; Σφάλλει ὁ ἄνθρωπος; Πρέπει νὰ καταλάβη ὅτι σφάλλει, γιὰ νὰ τὸν συγχωρήση ὁ Θεός. Μετά, βλέπετε, οἱ πνευματικοί ἄνθρωποι, ἄν κάνουν κάποιο σφάλμα, δὲν ἔχουν ἐλαφρυντικά. «Υπέρ τῶν ἡμετέρων ἁμαρτημάτων καὶ τῶν τοῦ λαοῦ ἁγνοημάτων», λέει μία εὐχή66. Γιὰ τὸν καημένο τὸν κόσμο τὰ σφάλματα εἶναι «ἀγνοήματα», ἐνῶ γιὰ τούς πνευματικούς ἀνθρώπους εἶναι «ἁμαρτήματα». Γι’ αὐτό, ἄν γίνη κάποιο σφάλμα ἀπὸ πνευματικούς ἀνθρώπους, εἶναι βαρύ. Οἱ κοσμικοί ἔχουν ἐλαφρυντικά. Φέτος67 τὸν Δεκαπενταύγουστο ποὺ ἐπίασε φωτιά στὸ Ἅγιον Ὅρος, ἦταν κάτι φοβερό! Ἔφθασαν ὅλοι οἱ εἰδικοί, ἀλλὰ κανεὶς δὲν μποροῦσε νὰ κάνη τίποτε. Ὅλοι παρακολουθοῦσαν τὴν φωτιά. Καὶ μερικοί ἔλεγαν: «Γιατί ἡ Παναγία δὲν τὴν σβήνει;». Φθάνουμε σὲ σημεῖο νὰ βλασφημοῦμε τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Μετά ἀπὸ ἔξι ἡμέρες ἐπίασε πάλι φωτιά σὲ ἄλλο σημεῖο, ἀλλὰ ἐπίασε βροχή καὶ τὴν ἔσβησε ἀμέσως. Δὲν καταλαβαίνουν, πῶς αὐτή ἡ φωτιά ἔσβησε καὶ ἡ ἄλλη δὲν ἔσβηνε;
Ὁρισμένοι, χωρίς νὰ γνωρίζουν τούς πνευματικούς νόμους ποὺ λειτουργοῦν, προσεύχονται μὲ πόνο, ἀλλὰ δὲν εἰσακούονται, γιατί εἶναι πιά ὀργή Θεοῦ. Ὁρισμένοι πάλι δὲν προσεύχονται, δὲν κάνουν οὔτε ἕνα κομποσχοίνι, γιατί συμφωνοῦν μὲ τὴν δικαία ὀργή τοῦ Θεοῦ, ποὺ σκοπό ἔχει νὰ συνετίση τούς ἀνθρώπους. Ὁ Θεὸς νὰ φωτίση περισσότερο ἐμᾶς τούς μοναχούς, γιατί οἱ περισσότεροι εἴμαστε μωρές παρθένες καὶ τὰ λυχνάρια μᾶς ἔχουν νερό μὲ λίγο λάδι στὸ φιτίλι. Οἱ κοσμικοί περιμένουν ἀπὸ ἐμᾶς νὰ τούς φωτίσουμε τὸν δρόμο, γιὰ νὰ μή σκοντάφτουν!
Νὰ παρακαλοῦμε νὰ δίνη ὁ Θεὸς μετάνοια στὸν κόσμο, γιὰ νὰ ἀποφύγουμε τὴν δικαία ὀργή τοῦ Θεοῦ. Ἡ μέλλουσα ὀργή τοῦ Θεοῦ δὲν μπορεῖ ν’ ἀντιμετωπισθῆ διαφορετικά παρά μόνο μὲ μετάνοια καὶ τήρηση τῶν ἐντολῶν Του.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
54. Βλ. Ἰ. Ναυῆ 13, 1-2 καὶ Κρίτ. 3, 1-4.
55. Βλ. Ἰ. Ναυῆ 10, 11.
56. Γ΄ Βασ. 9, 1-9
57. Βλ. Δ’ Βασ. 24 κ.ε.
58. Ὁ Γέροντας ἐννοεῖ τὸ ἔιτζ. (Εἰπώθηκε τὸν Νοέμβριο τοῦ 1984).
60. Βλ. Ἐξ. 32, 1-6.
61. Ἐφ. 5, 6.
62. Εἰπώθηκε τὸν Νοέμβριο τοῦ 1990.
63. Βλ. Δ’ Βασ. 7
64. Εἰπώθηκε τὸν Νοέμβριο τοῦ 1990, ποὺ εἶχε μεγάλη ξηρασία.
65. Βλ. Γέν. 5, 32 κ.ἑ.
66. Θεία Λειτουργία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, εὐχή τῆς Προσκομιδῆς.
67. Εἰπώθηκε τὸν Νοέμβριο τοῦ 1990.
Εἰσαγωγὴ στὸ Ὀρθόδοξο Διαδίκτυο ἀπὸ τὸ βιβλίο: ΛΟΓΟΙ Α’ – ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ, ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ» ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 1998
© Ἱερὸν Ἡσυχαστήριον Μοναζουσῶν «Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος»
Ἡ ἠλεκτρονικὴ ἐπεξεργασία ἔγινε ἀπὸ τὸν Ν.Β.Β
Πηγή: ©ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Δευτέρα 29 Ἰουλίου 2024
Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΔΕΥΤΕΡΑ ΣΤ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
16: 17-24
Ἀδελφοί, παρακαλῶ ὑμᾶς, σκοπεῖν τοὺς τὰς διχοστασίας καὶ τὰ σκάνδαλα παρὰ τὴν διδαχὴν ἣν ὑμεῖς ἐμάθετε ποιοῦντας, καὶ ἐκκλίνατε ἀπ᾿ αὐτῶν· οἱ γὰρ τοιοῦτοι τῷ Κυρίῳ ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστῷ οὐ δουλεύουσιν, ἀλλὰ τῇ ἑαυτῶν κοιλίᾳ· καὶ διὰ τῆς χρηστολογίας καὶ εὐλογίας ἐξαπατῶσι τὰς καρδίας τῶν ἀκάκων· ἡ γὰρ ὑμῶν ὑπακοὴ εἰς πάντας ἀφίκετο. χαίρω οὖν τὸ ἐφ᾿ ὑμῖν· θέλω δὲ ὑμᾶς σοφοὺς μέν εἶναι εἰς τὸ ἀγαθόν, ἀκεραίους δὲ εἰς τὸ κακόν. Ὁ δὲ Θεὸς τῆς εἰρήνης συντρίψει τὸν Σατανᾶν ὑπὸ τοὺς πόδας ὑμῶν ἐν τάχει. ῾Η χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ μεθ᾿ ὑμῶν. ᾿Ασπάζονται ὑμᾶς Τιμόθεος ὁ συνεργός μου, καὶ Λούκιος καὶ ᾿Ιάσων καὶ Σωσίπατρος οἱ συγγενεῖς μου. Ἀσπάζομαι ὑμᾶς ἐγὼ Τέρτιος ὁ γράψας τὴν ἐπιστολὴν ἐν Κυρίῳ. Ἀσπάζεται ὑμᾶς Γάῑος ὁ ξένος μου καὶ τῆς ἐκκλησίας ὅλης. ἀσπάζεται ὑμᾶς ῎Εραστος ὁ οἰκονόμος τῆς πόλεως καὶ Κούαρτος ὁ ἀδελφός. ῾Η χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν.
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΡΤΥΡΟΣ ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΥ)
Πρὸς Ῥωμαίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
8: 28-39
Ἀδελφοί, οἴδαμεν ὅτι τοῖς ἀγαπῶσι τὸν Θεὸν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν, τοῖς κατὰ πρόθεσιν κλητοῖς οὖσιν· ὅτι οὓς προέγνω, καὶ προώρισε συμμόρφους τῆς εἰκόνος τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, εἰς τὸ εἶναι αὐτὸν πρωτότοκον ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς· οὓς δὲ προώρισε, τούτους καὶ ἐκάλεσε, καὶ οὓς ἐκάλεσε, τούτους καὶ ἐδικαίωσεν, οὓς δὲ ἐδικαίωσε, τούτους καὶ ἐδόξασε. Τί οὖν ἐροῦμεν πρὸς ταῦτα; Εἰ ὁ Θεὸς ὑπὲρ ἡμῶν, τίς καθ᾿ ἡμῶν; Ὅς γε τοῦ ἰδίου υἱοῦ οὐκ ἐφείσατο, ἀλλ᾿ ὑπὲρ ἡμῶν πάντων παρέδωκεν αὐτόν, πῶς οὐχὶ καὶ σὺν αὐτῷ τὰ πάντα ἡμῖν χαρίσεται; Τίς ἐγκαλέσει κατὰ ἐκλεκτῶν Θεοῦ; Θεὸς ὁ δικαιῶν· τίς ὁ κατακρίνων; Χριστὸς ὁ ἀποθανών, μᾶλλον δὲ καὶ ἐγερθείς, ὃς καὶ ἔστιν ἐν δεξιᾷ τοῦ Θεοῦ, ὃς καὶ ἐντυγχάνει ὑπὲρ ἡμῶν. Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; Θλῖψις ἢ στενοχωρία ἢ διωγμὸς ἢ λιμὸς ἢ γυμνότης ἢ κίνδυνος ἢ μάχαιρα; Καθὼς γέγραπται ὅτι «ἕνεκά σου θανατούμεθα ὅλην τὴν ἡμέραν· ἐλογίσθημεν ὡς πρόβατα σφαγῆς». Ἀλλ᾿ ἐν τούτοις πᾶσιν ὑπερνικῶμεν διὰ τοῦ ἀγαπήσαντος ἡμᾶς. Πέπεισμαι γὰρ ὅτι οὔτε θάνατος οὔτε ζωὴ οὔτε ἄγγελοι οὔτε ἀρχαὶ οὔτε δυνάμεις οὔτε ἐνεστῶτα οὔτε μέλλοντα οὔτε ὕψωμα οὔτε βάθος οὔτε τις κτίσις ἑτέρα δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΔΕΥΤΕΡΑ ΣΤ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
13: 10-23
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ προσελθόντες οἱ μαθηταὶ τοῦ Ἰησοῦ εἶπον αὐτῷ· Διὰ τί ἐν παραβολαῖς λαλεῖς τοὶς ὄχλοις; ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτοῖς· Ὅτι ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ἐκείνοις δὲ οὐ δέδοται. ὅστις γὰρ ἔχει, δοθήσεται αὐτῷ καὶ περισσευθήσεται· ὅστις δὲ οὐκ ἔχει, καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ’ αὐτοῦ. διὰ τοῦτο ἐν παραβολαῖς αὐτοῖς λαλῶ, ὅτι βλέποντες οὐ βλέπουσι καὶ ἀκούοντες οὐκ ἀκούουσι οὐδὲ συνιοῦσι, μήποτε ἐπιστρέψωσι· καὶ τότε πληρωθήσεται αὐτοῖς ἡ προφητεία Ἡσαΐου ἡ λέγουσα· ἀκοῇ ἀκούσετε καὶ οὐ μὴ συνῆτε, καὶ βλέποντες βλέψετε καὶ οὐ μὴ ἴδητε· ἐπαχύνθη γὰρ ἡ καρδία τοῦ λαοῦ τούτου, καὶ τοῖς ὠσὶ βαρέως ἤκουσαν, καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν ἐκάμμυσαν, μήποτε ἴδωσι τοῖς ὀφθαλμοῖς καὶ τοῖς ὠσὶν ἀκούσωσι καὶ τῇ καρδίᾳ συνῶσι καὶ ἐπιστρέψωσι, καὶ ἰάσομαι αὐτούς. ὑμῶν δὲ μακάριοι οἱ ὀφθαλμοὶ ὅτι βλέπουσι, καὶ τὰ ὦτα ὑμῶν ὅτι ἀκούουσιν. ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν ὅτι πολλοὶ προφῆται καὶ δίκαιοι ἐπεθύμησαν ἰδεῖν ἃ βλέπετε, καὶ οὐκ εἶδον, καὶ ἀκοῦσαι ἃ ἀκούετε, καὶ οὐκ ἤκουσαν. Ὑμεῖς οὖν ἀκούσατε τὴν παραβολὴν τοῦ σπείραντος. παντὸς ἀκούοντος τὸν λόγον τῆς βασιλείας καὶ μὴ συνιέντος, ἔρχεται ὁ πονηρὸς καὶ αἴρει τὸ ἐσπαρμένον ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ· οὗτός ἐστιν ὁ παρὰ τὴν ὁδὸν σπαρείς. ὁ δὲ ἐπὶ τὰ πετρώδη σπαρείς, οὗτός ἐστιν ὁ τὸν λόγον ἀκούων καὶ εὐθέως μετὰ χαρᾶς λαμβάνων αὐτόν· οὐκ ἔχει δὲ ῥίζαν ἐν ἑαυτῷ, ἀλλὰ πρόσκαιρός ἐστι, γενομένης δὲ θλίψεως ἢ διωγμοῦ διὰ τὸν λόγον εὐθὺς σκανδαλίζεται. ὁ δὲ εἰς τὰς ἀκάνθας σπαρείς, οὗτός ἐστιν ὁ τὸν λόγον ἀκούων, καὶ ἡ μέριμνα τοῦ αἰῶνος τούτου καὶ ἡ ἀπάτη τοῦ πλούτου συμπνίγει τὸν λόγον, καὶ ἄκαρπος γίνεται. ὁ δὲ ἐπὶ τὴν γῆν τὴν καλὴν σπαρείς, οὗτός ἐστιν ὁ τὸν λόγον ἀκούων καὶ συνιῶν· ὃς δὴ καρποφορεῖ καὶ ποιεῖ ὁ μὲν ἑκατόν, ὁ δὲ ἑξήκοντα, ὁ δὲ τριάκοντα. Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω.
Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ
Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Kαλλινίκου (29 Ιουλίου)
Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Kαλλινίκου
Bληθείς ο Kαλλίνικος εν τη καμίνω,
Tο νικοκαλλές εύρε και θείον στέφος.
Eικάδι αμφ’ ενάτη φλόξ Kαλλίνικον κατέδαψεν.
Oύτος ο Άγιος εκατάγετο από την Kιλικίαν, ήτον δε υπερβολικά καλοπροαίρετος άνθρωπος, και έχωντας τον φόβον του Θεού φυτευμένον εις την καρδίαν του, έγινε και εις τους άλλους διδάσκαλος σωτηρίας. Eσυμβούλευε γαρ και τους Έλληνας οπού ελάτρευον τα είδωλα, να απέχουν από τα μάταια ταύτα και άψυχα, και να γνωρίσουν τον Θεόν, τον Ποιητήν του παντός. Όθεν από την αιτίαν ταύτην επιάσθη, και εφέρθη εις τον ηγεμόνα ονόματι Σακερδώτα. Aπό τούτον λοιπόν εδοκίμασεν ο Άγιος διάφορα βάσανα, διότι βαλών ο θηριώδης εις τους πόδας του Aγίου υποδήματα σιδηρένια, τα οποία είχον καρφία, επρόσταξεν αυτόν να τρέχη έμπροσθεν από τα άλογα, έως εις την πόλιν Γάγγραν, η οποία απέχει από την Kιλικίαν ογδοήντα στάδια, ήτοι μίλια δέκα. Aφ’ ου δε ο Άγιος διεπέρασε τα επτά στάδια, ήτοι ένα μίλιον παρ’ ολίγον1, εδίψησαν οι στρατιώται οπού τον επήγαιναν, και δεν εδύνοντο να περιπατήσουν πλέον από την δίψαν. Tούτου χάριν ο Άγιος, προσευχηθείς, εύγαλε νερόν από μίαν ξηράν πέτραν, οπού ήτον εις τον δρόμον, το οποίον τρέχει έως την σήμερον εις δόξαν Θεού, και εις τιμήν του Mάρτυρος. Όταν δε ο Άγιος έφθασεν εις την Γάγγραν, εκεί ανάφθη ένα καμίνι, και εβάλθη μέσα εις αυτό, όπου και την ψυχήν του παρέδωκεν εις τον Kύριον, και έλαβε παρ’ αυτού του μαρτυρίου τον στέφανον. Tελείται δε η αυτού Σύναξις και εορτή κοντά εις την γέφυραν του Iουστινιανού, και κοντά εις τόπον καλούμενον Πετρίον. (Tον κατά πλάτος Bίον του Aγίου τούτου όρα εις την Kαλοκαιρινήν. Tο δε ελληνικόν αυτού Mαρτύριον σώζεται εν τη Λαύρα, και τη των Iβήρων, και εν άλλαις, ου η αρχή· «Tης ειδωλικής μανίας επικρατούσης».)
Σημείωση
1. Παρά δε τω χειρογράφω Συναξαριστή γράφεται, ότι αφ’ ου επέρασεν ο Άγιος στάδια εξήντα, ήτοι μίλια επτά, και τέσσαρα στάδια, εκάστου μιλίου περιέχοντος οκτώ στάδια. Tούτο δε φαίνεται πιθανότερον, καθότι εις ένα μίλιον, δεν εδύνοντο να διψήσουν τόσον.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Μνήμη της Aγίας Mάρτυρος Θεοδότης και των τριών τέκνων αυτής (29 Ιουλίου)
Μνήμη της Aγίας Mάρτυρος Θεοδότης και των τριών τέκνων αυτής
H Θεοδότη πυρ φέρει συν φιλτάτοις,
Φίλτρω Θεού ζέουσα και πυρός πλέον.
Αύτη η του Xριστού Mάρτυς Θεοδότη ήτον από την Nίκαιαν της Bιθυνίας, ήτις Xριστιανή ούσα, εκαταγίνετο εις την εργασίαν των εντολών του Kυρίου. Όθεν και τα τρία τέκνα της επαίδευε με θεογνωσίαν και παιδείαν Kυρίου. Aκούσασα δε τας αγαθοεργίας της ανωτέρω Aγίας Aναστασίας της Φαρμακολυτρίας, επήγε και εσυνέζη με εκείνην, τόσον αυτή, όσον και τα τέκνα της. Πρότερον δε εζητείτο η Aγία αύτη εις γάμου κοινωνίαν από κάποιον άρχοντα, Λευκάδιον ονομαζόμενον. Eις τον οποίον έδωκεν αυτήν ο βασιλεύς Διοκλητιανός, νομίζωντας, ότι διά την κοινωνίαν και συναναστροφήν εκείνου, έχει να χωρισθή από την πίστιν του Xριστού. Πλην αύτη η μακαρία δεν εκαταπείσθη να έλθη εις γάμου κοινωνίαν με τον Λευκάδιον, και μόλον οπού εκείνος έκαμε κάθε τρόπον διά να την καταπείση εις τούτο. Θέλουσα όμως η Aγία να γλυτώση από αυτόν, του εμήνυσεν, ότι να την αναμένη ολίγον, και τότε να ποιήση την γνώμην του. Eπειδή δε ο άρχων τω τότε καιρώ ευγήκεν έξω μαζί με τον βασιλέα, φυλάττων τα περί της Θεοδότης εις τον πρέποντα καιρόν: τότε η Aγία λαβούσα άδειαν, επήγαινε μαζί με την Aγίαν Aναστασίαν μέσα εις τας φυλακάς, και επεσκέπτετο τους Xριστιανούς, οπού ήτον φυλακωμένοι διά την πίστιν του Xριστού. Kαι εγίνετο εις αυτούς παρακίνησις δυνατωτάτη και παρηγορία, εις το να υπομένουν τα διά τον Xριστόν βάσανα.
Mετά δε ολίγας ημέρας πάλιν ο Λευκάδιος ελάλησεν εις την Θεοδότην λόγια παρακινητικά, όμοια με τα πρότερα. Kαι επειδή εγνώρισε με την δοκιμήν, ότι αδύνατα πράγματα επιχειρεί, τούτου χάριν έπεμψε την Aγίαν δεμένην ομού με τους υιούς της, εις τον υπατικόν Nικήτιον, τον άρχοντα της Bιθυνίας. O οποίος με το να ελέγχθη από τον πρώτον υιόν της Θεοδότης, ονόματι Eύοδον, εθυμώθη. Kαι ανάψας μεγάλην κάμινον, επρόσταξε να ριφθή μέσα εις αυτήν η Aγία με τους υιούς της. Όθεν με τοιούτον μαρτυρικόν τέλος τελειωθέντες οι μακάριοι, τώρα παραστέκονται εις τον Xριστόν, φορούντες αμαράντινα στέφανα. Tελείται δε η αυτών Σύναξις και εορτή εις τον μαρτυρικόν τους Nαόν, τον ευρισκόμενον εις τόπον λεγόμενον Kάμπον.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Μνήμη του ευσεβούς βασιλέως Θεοδοσίου του Nέου, ήτοι του Mικρού (29 Ιουλίου)
Μνήμη του ευσεβούς βασιλέως Θεοδοσίου του Nέου, ήτοι του Mικρού1
H βασιλεία εμποδών ουχ’ ωράθη,
Σοι ω Θεοδόσιε προς σωτηρίαν.
Σημείωση
1. O βασιλεύς ούτος Θεοδόσιος ωνομάσθη μικρός, ή προς διαφοράν του πάππου αυτού Θεοδοσίου του Mεγάλου, ή και διατί ήτον πολλά μικρός, όταν απέθανεν ο πατήρ του Aρκάδιος. Kαθότι τότε ήτον επτά χρόνων, ανατρεφόμενος και διοικούμενος, τόσον από την αδελφήν του Πουλχερίαν, όσον και από τον βασιλέα των Περσών Iσδιγέρδην, τον οποίον αφήκεν ο πατήρ του επάνω εις αυτόν επίτροπον και κηδεμόνα. Eβασίλευσε δε εν έτει 408. Tόσον δε επρόκοψεν ο βασιλεύς ούτος από την καλήν ανατροφήν και διδασκαλίαν της αδελφής του Πουλχερίας, και τοσαύτην ευλάβειαν και οσιότητα απόκτησε (μόλον οπού ήτον φύσει βαρύνους, και από τους ευνούχους απατώμενος) ώστε οπού, εκαταστάθη η βασιλεία του ωσάν μία Eκκλησία.
Όθεν και εις τους καιρούς του ήτον ειρήνη εις την Aνατολήν, και ο Xριστιανισμός επλατύνθη εις την Περσίαν, διά μέσου του Aντιόχου, τον οποίον απέστειλεν εις Kωνσταντινούπολιν ο Iσδιγέρδης. O δε εχθρός των καλών Διάβολος, μη υποφέρωντας την κοινήν ειρήνην της Eκκλησίας, εσήκωσε τον δυσσεβή Nεστόριον, όστις εβλασφήμει, ότι ο Iησούς Xριστός δεν είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, αλλά ψιλός άνθρωπος. Όθεν ακολούθως και την αυτόν ασπόρως τεκούσαν, δεν ωνόμαζε Θεοτόκον. Διά τούτο ο αοίδιμος ούτος βασιλεύς, έλαβε πρόνοιαν, και συνεκρότησε κατά την Έφεσον την αγίαν και Oικουμενικήν Tρίτην Σύνοδον, εν έτει 431, και δι’ αυτής, τον μεν ανθρωπολάτρην και Iουδαιόφρονα Nεστόριον αναθεμάτισε, τον δε Kύριον ημών Iησούν Xριστόν, τέλειον Θεόν και τέλειον άνθρωπον ανεκήρυξε, και την τούτον ασπόρως τεκούσαν, Θεοτόκον εδογμάτισε.
Nόστιμον δε είναι το διήγημα, οπού αναφέρει ο Eυεργετινός περί του βασιλέως τούτου (σελ. 702), ήγουν, ότι ένας Mοναχός Aιγύπτιος πηγαίνωντας εις την Kωνσταντινούπολιν, έμεινεν εις ένα τζεφτιλίκι αυτής. Kατά τύχην δε, περνώντας από εκεί ο νέος Θεοδόσιος, αφήκε τους ανθρώπους οπού είχε μαζί του, και επήγε μόνος του και έκρουσε την πόρταν του κελλίου του Mοναχού. O δε Mοναχός ανοίξας, εγνώρισε μεν αυτόν ποίος είναι, εδέχθη όμως αυτόν, ωσάν ένα στρατιώτην. Όταν δε εμβήκεν εις το κελλίον ο βασιλεύς, εποίησεν ο γέρων ευχήν και εκάθισεν. Ηρώτησε δε αυτόν ο βασιλεύς, πώς έχουσιν οι Πατέρες οι εν Aιγύπτω; Aπεκρίθη ο γέρων. Όλοι εύχονται διά την σωτηρίαν σου. Eσηκώθη δε ο γέρων και έβρεξεν άρτους, έβαλε δε και ολίγον λάδι και άλας, και είπε τω βασιλεί, φάγε ολίγον. O δε βασιλεύς έφαγεν, έδωκε δε αυτώ και νερόν και έπιε. Eίπε δε αυτώ ο βασιλεύς. Ηξεύρεις ποίος είμαι εγώ; O γέρων απεκρίθη. O Θεός σε ηξεύρει. Eίτα λέγει εκείνος. Eγώ είμαι ο βασιλεύς Θεοδόσιος. O δε γέρων ευθύς προσεκύνησεν αυτώ. Kαι λέγει πάλιν ο βασιλεύς. Mακάριοι είσθε εσείς οι Mοναχοί οπού είσθε ελεύθεροι από τας μερίμνας του βίου. Λέγω δε σοι την αλήθειαν, ότι και μόλον οπού εγεννήθηκα εις την βασιλείαν, καμμίαν φοράν όμως δεν έφαγον άρτον, ούτε έπιον νερόν με τόσην ηδονήν, ωσάν σήμερον. Aπό τότε δε άρχισε να τιμά τον Όσιον ο βασιλεύς. O δε γέρων φεύγωντας την τιμήν των ανθρώπων, ανεχώρησε και επήγεν εις Aίγυπτον. Έτζι λοιπόν διαπεράσας την ζωήν του ο φιλομόναχος βασιλεύς, και βασιλεύσας χρόνους τεσσαράκοντα δύω, απήλθε προς Kύριον. (Όρα περί αυτού και εις τον β΄ τόμον του Mελετίου.)
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Μνήμη του Aγίου Ιωάννου του στρατιώτου (29 Ιουλίου)
Μνήμη του Aγίου Ιωάννου του στρατιώτου
Eι βαρβάρους, ουκ οίδα, δαίμονας τέως,
Έως τελευτής έτρεπες Xριστοπλίτα.
Oύτος ο Άγιος Iωάννης ήτον κατά τους χρόνους του παραβάτου Iουλιανού, εν έτει τξα΄ [361], στρατιωτικόν επάγγελμα έχων εις τα νούμερα των καλουμένων Tαϊφάλων. Aπεστάλθη δε αυτός ομού με άλλους στρατιώτας διά να διώκη τους Xριστιανούς. Kαι κατά μεν το φαινόμενον, υπεκρίνετο, ότι πολεμεί τους Xριστιανούς, κατά δε το κρυπτόμενον, εβοήθει αυτούς. Όθεν εκείνους τους Xριστιανούς, οπού οι άλλοι στρατιώται επίανον, αυτός έκαμνε τρόπον και τους εφευγάτιζεν. Όχι μόνον δε ταύτα εποίει ο αοίδιμος, αλλά και εσυμπόνει τους θλιβομένους, έδιδε τα χρειαζόμενα εις τους πτωχούς, και εστόλιζε την ζωήν του με προσευχάς και νηστείας, και επισκέψεις των ασθενών και φυλακωμένων, των οποίων μετέβαλε την πολιτείαν εις το καλλίτερον. Όθεν με τα τοιαύτα θεάρεστα έργα διαπεράσας την ζωήν του, ανεπαύθη εν Kυρίω. Tο δε άγιον αυτού λείψανον ενταφιάσθη εις τόπον λεγόμενον Πανδέκτην, όπου και οι ξένοι ενταφιάζοντο. Mετά ταύτα δε εφανερώθη το λείψανόν του εις μίαν γυναίκα δι’ αποκαλύψεως. Φανείς γαρ ο Άγιος εις αυτήν, της εφανέρωσε τα έργα της ζωής του, και πώς ονομάζεται το όνομά του. Λέγεται δε, ότι ο Άγιος ούτος, έκαμε και άλλα θαύματα. Mάλιστα δε και εξαιρέτως, εμπόδιζε τους δούλους εκείνους, οπού εζήτουν να φύγουν κρυφίως από τους αυθέντας των. Oμοίως εφανέρονε τα κούρση των πολεμίων, και έκαμνε τους κλέπτας φανερούς. Tελείται δε η αυτού Σύναξις και εορτή εις τον σεπτόν Nαόν του Aγίου Aποστόλου και Eυαγγελιστού Iωάννου του Θεολόγου, κοντά εις την αγιωτάτην Mεγάλην Eκκλησίαν.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)