Αρχική Blog Σελίδα 180

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Σάββατο 24 Αὐγούστου 2024

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΣΑΒΒΑΤΟ Θ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ ᾽Ανάγνωσμα
14: 6-9

Ἀδελφοί, ὁ φρονῶν τὴν ἡμέραν, Κυρίῳ φρονεῖ· καὶ ὁ μὴ φρονῶν τὴν ἡμέραν Κυρίῳ οὐ φρονεῖ. Ὁ ἐσθίων Κυρίῳ ἐσθίει· εὐχαριστεῖ γὰρ τῷ Θεῷ· καὶ ὁ μὴ ἐσθίων Κυρίῳ οὐκ ἐσθίει, καὶ εὐχαριστεῖ τῷ Θεῷ. Οὐδεὶς γὰρ ἡμῶν ἑαυτῷ ζῇ, καὶ οὐδεὶς ἑαυτῷ ἀποθνῄσκει· ἐάν τε γὰρ ζῶμεν, τῷ Κυρίῳ ζῶμεν, ἐάν τε ἀποθνῄσκωμεν, τῷ Κυρίῳ ἀποθνῄσκομεν. ἐάν τε οὖν ζῶμεν ἐάν τε ἀποθνῄσκωμεν, τοῦ Κυρίου ἐσμέν. Εἰς τοῦτο γὰρ Χριστὸς καὶ ἀπέθανεν, καὶ ἀνέστη, καὶ ἀνέζησεν ἵνα καὶ νεκρῶν καὶ ζώντων κυριεύσῃ.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ)
Πρὸς Ἐφεσίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
4: 7-13

Ἀδελφοί, ἑνὶ ἑκάστῳ ἡμῶν ἐδόθη ἡ χάρις κατὰ τὸ μέτρον τῆς δωρεᾶς τοῦ Χριστοῦ. Διὸ λέγει· ἀναβὰς εἰς ὕψος ᾐχμαλώτευσεν αἰχμαλωσίαν καὶ ἔδωκε δόματα τοῖς ἀνθρώποις. Τὸ δὲ ἀνέβη τί ἐστιν εἰ μὴ ὅτι καὶ κατέβη πρῶτον εἰς τὰ κατώτερα μέρη τῆς γῆς; Ὁ καταβὰς αὐτός ἐστι καὶ ὁ ἀναβὰς ὑπεράνω πάντων τῶν οὐρανῶν, ἵνα πληρώσῃ τὰ πάντα. Καὶ αὐτὸς ἔδωκε τοὺς μὲν Ἀποστόλους, τοὺς δὲ Προφήτας, τοὺς δὲ Εὐαγγελιστάς, τοὺς δὲ Ποιμένας καὶ Διδασκάλους, πρὸς τὸν καταρτισμὸν τῶν Ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομὴν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΣΑΒΒΑΤΟ Θ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
15: 32-39

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ προσκαλεσάμενος ὁ Ἰησοῦς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς· Σπλαγχνίζομαι ἐπὶ τὸν ὄχλον, ὅτι ἤδη ἡμέραι τρεῖς προσμένουσί μοι καὶ οὐκ ἔχουσι τί φάγωσι· καὶ ἀπολῦσαι αὐτοὺς νήστεις οὐ θέλω, μήποτε ἐκλυθῶσιν ἐν τῇ ὁδῷ. καὶ λέγουσιν αὐτῷ οἱ μαθηταί αὐτοῦ· Πόθεν ἡμῖν ἐν ἐρημίᾳ ἄρτοι τοσοῦτοι ὥστε χορτάσαι ὄχλον τοσοῦτον; καὶ λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Πόσους ἄρτους ἔχετε; οἱ δὲ εἶπον· Ἑπτά, καὶ ὀλίγα ἰχθύδια. καὶ ἐκέλευσε τοῖς ὄχλοις ἀναπεσεῖν ἐπὶ τὴν γῆν. καὶ λαβὼν τοὺς ἑπτὰ ἄρτους καὶ τοὺς ἰχθύας, εὐχαριστήσας ἔκλασε καὶ ἐδίδου τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ, οἱ δὲ μαθηταὶ τοῖς ὄχλοις. καὶ ἔφαγον πάντες καὶ ἐχορτάσθησαν, καὶ ἦραν τὸ περισσεῦον τῶν κλασμάτων, ἑπτὰ σπυρίδας πλήρεις. οἱ δὲ ἐσθίοντες ἦσαν τετρακισχίλιοι ἄνδρες χωρὶς γυναικῶν καὶ παιδίων. Καὶ ἀπολύσας τοὺς ὄχλους ἀνέβη εἰς τὸ πλοῖον, καὶ ἦλθεν εἰς τὰ ὅρια Μαγδαλά.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
10: 1, 5-8

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, προσκαλεσάμενος ὁ Ἰησοῦς τούς δώδεκα μαθητὰς αὐτοῦ ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν πνευμάτων ἀκαθάρτων ὥστε ἐκβάλλειν αὐτὰ καὶ θεραπεύειν πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν. Τούτους τοὺς δώδεκα ἀπέστειλεν ὁ ᾽Ιησοῦς παραγγείλας αὐτοῖς λέγων, Εἰς ὁδὸν ἐθνῶν μὴ ἀπέλθητε, καὶ εἰς πόλιν Σαμαριτῶν μὴ εἰσέλθητε·πορεύεσθε δὲ μᾶλλον πρὸς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου ᾽Ισραήλ. Πορευόμενοι δὲ κηρύσσετε λέγοντες ὅτι ῎Ηγγικεν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ἀσθενοῦντας θεραπεύετε, νεκροὺς ἐγείρετε, λεπροὺς καθαρίζετε, δαιμόνια ἐκβάλλετε· δωρεὰν ἐλάβετε, δωρεὰν δότε.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Βίος του Αγίου Ιερομάρτυρος και Ισαποστόλου Κοσμά του Αιτωλού (24 Αυγούστου)

Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός

Πηγή: Άγιου Νικοδήμου Αγιορείτου, Νέον Μαρτυρολόγιον, σελ. 201- 208. Έκδοσις Αστέρος. Αθήναι, 1993.

Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός

Αυτός ο αληθινός άνθρωπος του Θεού, διδάσκαλος και κήρυκας του θείου Ευαγγελίου ο Κοσμάς, ήταν από την Αιτωλία, απ’ ένα μικρό χωριό πού ονομάζεται Μέγα Δένδρο· ήταν γιος ευσεβών γονέων, από τους οποίους ανατράφηκε και παιδαγωγήθηκε «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου», κατά τον Απόστολο.

Όταν ήταν είκοσι χρονών, ίσως και περισσότερο, άρχισε να διδάσκεται γράμματα από τον ιεροδιάκονο Ανανία, τον ονομαζόμενο Δερβισάνο. Επειδή κατά τους χρόνους εκείνους άρχισε με μεγάλη φήμη και το σχολείο του Βατοπαιδίου στο Άγιον Όρος, πήγε σ’ εκείνο με πολλούς άλλους συμμαθητές του.

Εκεί απεφοίτησε με δάσκαλο τον Παναγιώτη Παλαμά· μετά διδάχτηκε και τη Λογική από το διδάσκαλο Νικόλαο Τζαρτζούλιο από το Μέτσοβο, ο όποιος διετέλεσε εκεί σχολάρχης μετά τον σοφότατο Ευγένιο.

Ενώ ήταν ακόμη λαϊκός και ονομαζόταν Κώνστας, στην εμφάνιση φαινόταν στολισμένος με την σεμνότητα του μοναχικού σχήματος και σε όλα αγωνιζόταν και εγύμναζε τον εαυτό του στην τέλεια άσκηση· επειδή δε πάλι η περίφημη εκείνη σχολή, όταν έφυγαν οι διδάσκαλοι της ερημώθηκε και κατήντησε όπως ήταν στην αρχή, τότε λοιπόν ο καλός Κώνστας αφού αναχώρησε από εκεί πήγε στην Ιερά Μονή Φιλόθεου και πρώτον μεν εκάρη μοναχός και με μεγάλη προθυμία προχώρησε στους αγώνες της μοναχικής ζωής.

Μετά από αυτό, επειδή η Μονή είχε ανάγκη από εφημέριο, μετά από έντονη προτροπή και παράκληση των πατέρων, χειροτονείται και Ιερομόναχος· είχε δε πολύ πόθο ο μακάριος στην καρδιά του, και όταν ακόμη ήταν κοσμικός, να ωφελήσει τους αδελφούς του Χριστιανούς από εκείνα πού έμαθε.

Και πολλές φορές έλεγε πώς οι αδελφοί μας χριστιανοί έχουν μεγάλη ανάγκη από τον λόγο του Θεού, και ότι έχουν χρέος εκείνοι πού σπουδάζουν να μη τρέχουν στα αρχοντικά και τις αυλές μεγάλων και να χαραμίζουν τις σπουδές τους, για να αποκτήσουν πλούτο και αξιώματα αλλά να διδάσκουν κυρίως τον κοινό λαό πού ζει με πολλή αγραμματοσύνη και βαρβαρότητα, για να αποκτήσουν ουράνιο μισθό και δόξα αμάραντη.

Άλλα παρόλο πού είχε τόσο πόθο και πολύς ζήλος άναβε στην Ιερά καρδιά του για την ωφέλεια των πολλών, όμως σκεπτόμενος πάλι πόσο μεγάλο και δύσκολο είναι το εγχείρημα του Αποστολικού κηρύγματος, σαν ταπεινόφρων και μέτριος πού ήταν, δεν τόλμησε από μόνος του να το επιχειρήσει χωρίς να καταλάβει την θεία θέληση· γι’ αυτό το λόγο θέλοντας να δοκιμάσει αν αυτό είναι θέλημα Θεού, ανοίγει την Άγια Γραφή και, ω του θαύματος!

Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός. Κολικόντασι Βορείου Ηπείρου (18ος αι.)

Βρέθηκε μπροστά του το λόγιον του Αποστόλου πού λέγει· «μηδείς το εαυτού ζητείτω, αλλά το του ετέρου έκαστος» (Α’ Κορ. ι, 24), δηλαδή ας μη ζητεί κανείς μόνο το δικό του συμφέρον, αλλά και το συμφέρον του αδελφού του.

Αφού πήρε την πληροφορία λοιπόν από αυτό και φανέρωσε αυτό τον σκοπό του και σε άλλους πνευματικούς πατέρες και πήρε συγχώρεση από αυτούς, πηγαίνει στην Κωνσταντινούπολη, για να συναντήσει τον αδελφό του Χρύσανθο, ο οποίος και του έδειξε τη ρητορική τέχνη για να μιλάει με κάποια μέθοδο.

Αφού φανέρωσε λοιπόν και στους εκεί ευλαβέστερους αρχιερείς και διδασκάλους τον ίδιο λογισμό του και αφού τους βρήκε όλους σύμφωνους και τον παρακίνησαν σ’ αυτό το θείο έργο, παίρνει εγγραφή άδεια από τον τότε Πατριάρχη Σεραφείμ από το Δέλβινο και έτσι άρχισε ο μακάριος να κηρύττει το Ευαγγέλιο της Βασιλείας των Ουρανών, πρώτα στις εκκλησίες και τα χωριά της Κωνσταντινούπολης· από εκεί πήγε στην Ναύπακτο, στο Βραχώρι, στο Μεσολόγγι και σε άλλους τόπους και πάλι επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη· και αφού συμβουλεύτηκε τον τότε Πατριάρχη Σωφρόνιο και πήρε απ’ αυτόν νέα αδεία και ευλογία, άρχισε να κηρύττει πάλι το λόγο του Ευαγγελίου με περισσότερη θερμότητα και ζήλο.

Και αφού λοιπόν περιηγήθηκε όλα τα νησιά του Αιγαίου Πελάγους και δίδαξε τους Χριστιανούς να μετανοούν και να κάνουν έργα άξια της μετανοίας, από εκεί γύρισε στο Άγιον Όρος κατά το έτος 1775 και αφού περιηγήθηκε τα εκεί μοναστήρια και σκήτες και δίδαξε τους πατέρες εκεί, έμεινε λίγο καιρό διαβάζοντας τα βιβλία των πατέρων.

Μη μπορώντας να υποφέρει περισσότερο από την αγάπη πού άναβε στην καρδιά του για την ωφέλεια των Χριστιανών (καθώς πολλές φορές ο ‘ίδιος έλεγε στους πατέρες), ανεχώρησε από το Άγιον Όρος, και αρχίζοντας από τα έξω χωριά πήγε κηρύττοντας στη Θεσσαλονίκη, στη Βέροια και σχεδόν σε όλη τη Μακεδονία· προχώρησε και στα μέρη της Χειμάρρας, Ακαρνανίας, Αιτωλίας έως και σ’ αυτή την Άρτα και την Πρέβεζα.

Από κει έπλευσε στην ‘Αγία Μαύρα και στην Κεφαλλονιά· και οπού αν πήγαινε ο τρισμακάριστος, γινόταν μεγάλη σύναξη των Χριστιανών, και άκουγαν με κατάνυξη και ευλάβεια τη χάρη και τη γλυκύτητα των λόγων του και ακολουθούσε μεγάλη πρόοδος και ψυχική ωφέλεια.

Ήταν δε η διδαχή του, καθώς και εμείς οι ίδιοι την ακούσαμε, απλούστατη, όπως και εκείνη των ψαράδων ήταν γαλήνιος και ησύχιος, και φαινόταν γενικά ότι ήταν γεμάτη από την χαρά του ιλαρού και ήσυχου Αγίου Πνεύματος· μάλιστα δε στο νησί της Κεφαλλονιάς μεγάλο καρπό ψυχικής ωφέλειας έκανε ο ιερός αυτός διδάσκαλος με τον σπόρο της διδασκαλίας του, αλλά και ο Θεός από ψηλά συνεργούσε και βεβαίωνε τα λόγια του με τα ακόλουθα σημεία και θαύματα, όπως κάποτε με τέτοια θαύματα βεβαίωνε και το κήρυγμα των ιερών Αποστόλων του· γιατί στο νησί αυτό ήταν ένας φτωχός ράφτης, ο όποιος είχε από πολλά χρόνια το δεξί χέρι παράλυτο· αυτός λοιπόν τρέχοντας στον Άγιο τον παρακαλούσε να τον θεραπεύση· ο δε Άγιος τον παρακίνησε να έλθη με ευλάβεια στην διδαχή του και ο θεός θα τον ευσπλαχνισθή. Υπάκουσε ο φτωχός και αφού άκουσε την διδαχή του, ω του θαύματος!

Την άλλη μέρα βρέθηκε τελείως θεραπευμένος· άλλος πάλι παράλυτος ακούγοντας αυτό το παράδοξο ζήτησε να τον πάνε με το κρεβάτι την ώρα της διδαχής του και μετά από λίγες μέρες έγινε και αυτός εντελώς υγιής, δοξάζοντας το θεό και ευχαριστώντας τον Άγιο.

Στο κάστρο της Άσσως ήταν ένας ευγενής, ο όποιος είχε φοβερή ασθένεια στα αυτιά, πριν πολλά χρόνια, δηλαδή είχε χάσει σχεδόν εντελώς την ακοή του· αυτός πηγαίνοντας με ευλάβεια και πίστη εκεί πού δίδασκε ο Άγιος, αμέσως άρχισε να ακούει καθαρά, και από τότε έμεινε θεραπευμένος.

Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός

Υπάρχει κάποιο χωριό στην Κεφαλλονιά πού ονομάζεται Κουρουνοί· από αυτό το χωριό περνώντας ο Άγιος καλοκαίρι δίψασε στο δρόμο και ζήτησε να του δώσουν νερό από το ξεροπήγαδο πού ήταν εκεί κοντά· οι άνθρωποι του είπαν ότι ήταν εύκαιρο, όμως για να κάνουν υπακοή, πήγαν και έβγαλαν από το βάθος του πηγαδιού νερό, γεμάτο από λάσπη και χώμα, και του το έφεραν και βάζοντας το στο στόμα του ήπιε λίγο, και από τότε ανέβλυσε παραδόξως το ξεροπήγαδο εκείνο νερό καθαρό και είναι πάντοτε γεμάτο και το χειμώνα και το καλοκαίρι και σε πολλές ασθένειες γίνεται ιαματικό.

Εξ αιτίας του πλήθους λαού, πού δεν τους χωρούσε καμία εκκλησία, εξ ανάγκης έκανε τη διδαχή του έξω στις πεδιάδες· για αυτό το λόγο συνήθιζε και οπού επρόκειτο να σταθή να διδάξη πρώτα έλεγε και κατασκεύαζαν ένα σταυρό ξύλινο μεγάλο και τον έστηναν εκεί· έπειτα ακουμπώντας πάνω στο ξύλο του Σταυρού το σκαμνί, το όποιο, όπως λέγουν, του το κατασκεύασε ως θρόνο ο Κούρτ Πασάς, ανέβαινε σ’ αυτό και δίδασκε.

Μετά τη διδαχή, το μεν σκαμνί το διέλυε και το έπαιρνε μαζί του, οπού κι αν πήγαινε ο δε Σταυρός έμενε εκεί σε παντοτινή ενθύμηση του κηρύγματος του.

Σε κείνους λοιπόν τους τόπους πού ήταν στημένοι οι σταυροί ενεργούσε ο θεός πολλά θαύματα, όπως στο μέσον του παζαριού στο Αργοστόλι, πού είναι η πρωτεύουσα της Κεφαλλο­νιάς, οπού άφησε ο Άγιος ένα τέτοιο Σταυρό, ανέβλυσε ένα θαυμαστό νερό, το οποίο φαίνεται μέχρι σήμερα, χωρίς να λιγοστεύει.

Από την Κεφαλλονιά πέρασε στη Ζάκυνθο και τον συνόδευαν περισσότερα από δέκα καΐκια γεμάτα από ευλαβείς Κεφαλλονίτες αλλά όμως εκεί δεν ευτύχησε ο ευλογημένος, γι’ αυτό, αφού δίδαξε μόνο λίγο εκεί, γύρισε πάλι στην Κεφαλλονιά και από εκεί πήγε στην Κέρκυρα, οπού τον δέχτηκαν όλοι με ευχαρίστηση και ιδιαίτερα ο ηγεμόνας του νησιού.

Επειδή όμως συγκεντρώθηκε πολύς κόσμος από τα χωριά για να ακούσουν τη διδαχή του Αγίου, οι προεστοί της πόλης, επειδή φοβήθηκαν τον φθόνο, τον παρακάλεσαν να φύγει το γρηγορότερο.

Και έτσι, για να μη γίνει αίτιος για σκάνδαλα και ταραχές στο λαό, έφυγε από εκεί και πήγε στο απέναντι μέρος της Στερεάς, δηλαδή της Αρβανιτιάς, πού ονομάζεται Άγιοι Σαράντα, και εκεί δίδασκε τους χριστιανούς, περνώντας και περιοδεύοντας εκείνες τις βαρβαρικές επαρχίες, στις όποιες κινδύνευε να χαθεί τελείως η ευσέβεια και η χριστιανική ζωή εξ αιτίας της μεγάλης αμάθειας πού είχαν οι χριστιανοί εκεί και των πολλών κακών και φόνων και ληστειών και πολλών άλλων παρανομιών στις όποιες είχαν επιδοθεί και ήσαν στην κακία σχεδόν χειρότεροι από τους ασεβείς.

Γι΄ αυτό λοιπόν στις χέρσες και εξαγριωμένες καρδιές αυτών των χριστιανών έσπειρε τον σπόρο του Θείου λόγου ο ιερός Κοσμάς και έκανε, με τη συνεργεία της θείας Χάριτος πολλούς και μεγάλους καρπούς, γιατί και τους άγριους ημέρωσε, τους ληστές καταπράυνε, τους άσπλαχνους και ανελεήμονες τους ανέδειξε ελεήμονες, τους ανευλαβείς τους έκανε ευλαβείς, τους αμαθείς και αγροίκους τους εμαθήτευσε στα θεία και τους έκανε να τρέχουν στις ιερές Ακολουθίες· και όλους γενικά τους αμαρτωλούς τους έφερε σε μεγάλη μετάνοια και διόρθωση, ώστε έλεγαν όλοι ότι στην εποχή τους φάνηκε ένας νέος Απόστολος.

Έκτισε παντού σχολεία με την διδασκαλία του και Ελληνικά και κοινά, τόσο στις πρωτεύουσες όσο και στα χωριά, για να πηγαίνουν σ’ αυτά τα παιδιά και να μαθαίνουν δωρεάν τα ιερά γράμματα και έτσι αφ’ ενός μεν να στερεώνονται στη πίστη και την ευσέβεια και αφ’ ετέρου να οδηγούνται στην ενάρετη ζωή και διαγωγή.

Έπεισε τους πλούσιους και αγόρασαν πάνω από τέσσερες χιλιάδες κολυμβήθρες μεγάλες και χαλκωματένιες προς δώδεκα γρόσια τη κάθε μια και τις αφιέρωσαν στην Εκκλησία, να βρίσκονται εκεί πάντοτε στη μνήμη τους, για να βαφτίζονται όπως πρέπει τα παιδιά των χριστιανών.

Επίσης έπεισε αυτούς πού είχαν την οικονομική δυνατότητα να αγοράζουν Πατερικά βιβλία και χριστιανικές διδασκαλίες, κομποσκοίνια, μικρά σταυρουδάκια και μαντήλες και χτένια, από τα όποια τα μεν βιβλία τα χάριζε σε εκείνους πού υπόσχονταν ότι θα μάθουν, τις δε μαντήλες (πάνω από σαράντα χιλιάδες) τις μοίραζε στις γυναίκες για να σκεπάζουν το κεφάλι τους, τα δε χτένια σε εκείνους πού έταζαν να αφήσουν γένια και να ζουν ενάρετα και χριστιανικά, τα δε κομβοσκοίνια και τα σταυρουδάκια (πάνω από πεντακόσιες χιλιάδες) τα μοίραζε στο λαό, για να συγχωρούν τους αγοραστές.

Ο τάφος του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού στην Ιερά Μονή Εισοδίων της Θεοτόκου, Κολικόντασι Βορείου Ηπείρου

Είχε σαράντα η πενήντα Ιερείς πού τον ακολουθούσαν και όταν επρόκειτο να πάει από τη μια περιοχή στην άλλη, παράγγελνε πρώτα στους χριστιανούς να εξομολογηθούν, να νηστέψουν και να κάνουν αγρυπνία με πολλή φωτολαμψία· γι’ αυτό είχε κατασκευασμένα ξύλινα μανουάλια, πού χωρούσαν το καθένα από εκατό κεριά, τα όποια τα διέλυε και τα έπαιρνε μαζί του.

Έπειτα μοιράζοντας σε όλους κεριά δωρεάν, έβαζε τους ιερείς και διάβαζαν το Άγιο Ευχέλαιο και εχρίοντο όλοι οι χριστιανοί και στο τέλος έκανε το κήρυγμα· επειδή τον ακολου­θούσε πολύς λαός, δύο και τρεις χιλιάδες, πρόσταζε από το βράδυ και ετοίμαζαν πολλά σακιά ψωμί και καζάνια βρασμένο σιτάρι, έπειτα το πήγαινε έξω στο δρόμο εκεί απ’ οπού θα περνούσε ο λαός και έτσι έπαιρναν όλοι από εκείνα και συγχωρούσαν ζωντανούς και πεθαμένους.

Έκανε δε ο Θεός δια του Άγιου και εκεί στην Αλβανία, όπως και σε άλλες περιοχές, θαύματα· ένας Τούρκος αξιωματικός η από τους Εβραίους η από τον δαίμονα παρακινημένος ένοιωσε τόσο μίσος κατά του Άγιου, ώστε μια φορά όπως ήταν πάνω στο άλογο του, έτρεχε για να τον φτάσει και να τον κακοποιήσει, αλλά τρέχοντας το άλογο τον έριξε κάτω και έσπασε το δεξί του πόδι και γυρίζοντας στο σπίτι βρήκε το γιο του νεκρό· μετά από αυτό μετανόησε και έστειλε γράμμα στον Άγιο και του ζήτησε συγνώμη.

Από τις Φιλιάτες οι πρώτοι αγάδες πήγαν, για να δουν τον Άγιο και να ακούσουν την διδαχή του, και επειδή ήταν καλοκαίρι, κοιμήθηκαν έξω στον κάμπο και κατά τις πέντε τα χαράματα είδαν ένα ουράνιο φως, σαν σύννεφο, πού σκέπαζε τον τόπο εκείνο, πού καθόταν ο Άγιος και αυτό το διηγούνταν στους χριστιανούς· γι’ αυτό το πρωί του ζητούσαν να τους δώσει την ευχή του ο Άγιος από την καρδιά του και όχι από τα χείλη του.

Η υπογραφή του Αγίου Κοσμά λίγο προ του μαρτυρίου του

Άλλος πάλι Τούρκος αξιωματικός από την Καββαία, είχε φοβερή ασθένεια φιάγγου , δεν μπορούσε δηλ. να ούρηση· αυτός ακούγοντας για τον Άγιο έστειλε τον δούλο του παρακαλώντας τον να πάη εκεί για να τον ευχηθή και μέσω αυτού ίσως ο θεός να τον ιατρεύση.

Ο Άγιος δεν θέλησε να πάη ονομάζοντας τον εαυτό του αμαρτωλό· πάλι έστειλε ο Τούρκος τον δούλο του με ένα αγγείο νερό παρακαλώντας τον Άγιο να του το ευλόγηση· τότε βλέποντας τη μεγάλη ευλάβεια του Τούρκου ο Άγιος του παρήγγειλε να κάνει δύο πράγματα, να μη πίνη ρακί και να μοιράση το ένα τρίτο του πλούτου του στους φτωχούς, και αφού υποσχέθηκε να τα κάνη αυτά, ευλόγησε το νερό και πίνοντας το ο ασθενής σε τέσσερις μέρες θεραπεύτηκε τελείως και έκτοτε έκανε μεγάλες ελεημοσύνες.

Στον τόπο πού λέγεται Λυκουρίσι, ένας Τούρκος εξουσιαστής του τόπου βλέποντας τον σταυρό πού άφησε εκεί ο Άγιος, όταν δίδαξε, καθώς είχε συνήθεια, όπως προείπαμε, βλέποντας αυτόν λέγω, τον έβγαλε από τον τόπο του και τον έφερνε στο σπίτι του για να κάνη δύο στύλους του κρεββατιού, πού είχε στην δρα­γάτα του, αλλά αμέσως, ω του θαύματος!

Γίνεται σαν ένας φοβερός σεισμός, και μη μπορώντας να σταθή στα πόδια του έπεσε στη γη κυλιόμενος πολλή ώρα και αφρίζοντας και τρίζοντας τα δόντια του σαν δαιμονισμένος· υστέρα δε, αφού τον σήκωσαν δύο Τούρκοι πού περνούσαν από κει και αφού συνήλθε, κατάλαβε πώς αυτό το έπαθε από θεϊκή οργή, για την τόλμη πού είχε και έβγαλε τον τίμιο σταυρό· γι’ αυτό μόνος του τον πήγε και τον στερέωσε πάλι στον τόπο πού ήταν πρωτύτερα, και κάθε μέρα πήγαινε και τον φιλούσε με μεγάλη ευλάβεια.

Και μία άλλη φορά πού πέρασε από εκεί ο ιερός διδάσκαλος, έτρεξε αυτός ο ίδιος Τούρκος να τον προσκύνηση και διηγείτο με παρρησία μπροστά σε όλους το θαύμα και ζητούσε ταπεινά συγγνώμη.

Επειδή δε ο Άγιος ήλεγχε τις γυναίκες εκείνες πού φορούσαν στολίδια και τις έπεισε με την διδασκαλία του να τα βγάλουν όλα τόσο πού και μερικές φόρεσαν μαύρα.

Μια γυναίκα πλούσια στην Κόριζα είχε ένα παιδί, του οποίου στόλιζε το κεφάλι με πολ­λά φλουριά και άλλα περιττά στολίδια· αυτή την γυναίκα την συμβούλευσε πολλές φορές ο Άγιος να τα μοιράση αυτά στα φτωχά παιδιά, αν θέλη να ζήση το παιδί της, αλλά δεν υπάκουσε· τέλος της λέγει ότι, αν δεν βγάλη από το παιδί της τα στολίδια, θα το στερηθή γρήγορα· και επειδή ούτε τότε πείσθηκε, την επομένη ήμερα βρήκε το παιδί της πεθαμένο στο στρώμα και τότε κατάλαβε ότι για την απείθεια της ο Θεός την παιδαγώγησε.

Πάλι, επειδή ο Άγιος οπού πήγαινε δίδασκε τους Χριστιανούς να μη κάνουν παζάρια την Κυριακή ούτε άλλες εργασίες, αλλά να πηγαίνουν στις Εκκλησίες για να κάνουν Ιερές Ακολουθίες και θεία λόγια, όσοι τον παρήκουον, ο Θεός τους παιδαγωγούσε με διάφορα παιδευτήρια· σ’ έναν τόπο πού λέγεται Χαλκιάδες, περίπου μια ώρα από την Άρτα, ένας πραματευτής, επειδή παρήκουσε και τόλμησε να πραγματευτή την Κυριακή, αμέσως ξεράθηκε το χέρι του· έτρεξε προς τον Άγιο και του ζήτησε συγγνώμη για την αμαρτία του και μετά από λίγες μέρες θεραπεύτηκε.

Ομοίως και στην Πάργα, κάποιος πού είχε εργαστήριο, επειδή θέλησε να πούληση ένα μικρό πράγμα την Κυριακή, πιάστηκε το χέρι του· αφού ομολόγησε την αμαρτία του μπροστά στον Άγιο και αφού νουθετήθηκε απ’ αυτόν έλαβε συγχώρηση και ταυτόχρονα την ποθούμενη θεραπεία του χεριού του.

Στο Ξηρόμερον έτυχε μία γυναίκα και ζύμωσε την Κυριακή, και αφού έβγαλε το ψωμί από τον φούρνο το βρήκε κόκκινο σαν να το είχε ζυμώσει με αίμα· και αφού έπεσε στα πόδια του Αγίου μετανόησε και συγχωρέθηκε.

Σε άλλα μέρη δε, επειδή δεν φυλάχθηκε ο πρέπων σεβασμός την Κυριακή, άλλου έσκασε το βόδι του, άλλου το μουλάρι του και άλλος δαιμονίστηκε και άλλος βρήκε το παιδί του πεθαμένο.

Σ’ ένα άλλο χωριό της Καστοριάς, πού ονομάζεται Σέλτζα, μία γυναίκα πού είχε ευλάβεια στον Άγιο πήρε το νερό με το όποιο κάποτε έπλυνε το πρόσωπο του ο Άγιος και το φύλαξε σε γυάλινο αγγείο και, ω του θαύματος!

Μέσα σ’ αυτό φύτρωσε ένα χορτάρι με δύο φύλλα μόνο, το όποιο έγινε μεγάλο, όσο ήταν το αγγείο και έπλεε πάνω στο νερό χωρίς να έχη ρίζα και δεν άλλαξε καθόλου το χρώμα του, αλλά έμεινε δροσερό για ένα ολόκληρο χρόνο, ώστε το θαύμαζαν όλοι όσοι το έβλεπαν και αυτό το νερό έκανε πολλές θεραπείες σε πολλούς καθώς έλεγε αυτή η ευλαβής γυναίκα.

Αυτά και άλλα περισσότερα ενήρ­γησε δια του Άγιου ο θεός, τα οποία εμείς χάριν συντομίας τα αφήνουμε.

Επειδή δε ο Άγιος πολλές φορές έλεγε φανερά στη διδαχή του, ότι προσκαλέστηκε στο κήρυγμα του Ευαγγελίου από αυτό τον ίδιο τον Ιησού Χριστό και για την αγάπη Αυτού πρόκειται να χύση το αίμα του, τελικά πραγματοποιήθηκε η προφητεία του αυτή.

Πραγματοποιήθηκε δε ως εξής:

Ο αποστολικός αυτός διδάσκαλος ποτέ δεν άνοιξε το στόμα του να πη λόγο εναντίον των Εβραίων ούτε στην Θεσσαλονίκη, ούτε στην Καστοριά, ούτε στα Ιωάννινα, ούτε σε κανένα άλλο μέρος, οπού υπήρχαν Εβραίοι, αλλά μόνο τους χριστιανούς εδίδασκε να πολιτεύονται σαν χριστιανοί και να φυλάττουν αλήθεια και εμπιστοσύνη προς τους εξουσιαστές πού τους έδωσε ο θεός· οι ίδιοι οι Αρβανίτες πηγαίνοντας εκεί πού δίδασκε, στις έξω πεδιάδες, τα άκουγαν από το στόμα του και σαν άνθρωπο του Θεού τον εκήρυτταν, τόσο πού και ο Κούρτ Πασάς ακούγοντας την καλή του φήμη διέταξε και ήλθε μπροστά του και τόσο καλά του άρεσε η ομιλία του ώστε και το σκαμνί εκείνο, πού προείπαμε του κατασκεύασε και με κατιφέ το έντυσε για να ανεβαίνει σ’ αυτό και να διδάσκη από ψηλά τους λαούς­αλλά το παμπόνηρο και μιαρότατο τούτο γένος των μισοχρίστων Εβραίων, καθώς και στους περασμένους αιώνες έδειξε πάντοτε άκρα κακία εναντίον των χριστιανών έτσι και τώρα μη υποφέροντας να κηρύττεται η Πίστις και το Ευαγγέλιο του Ιησού Χρίστου, οι Εβραίοι πού κατοικούν στα Ιωάννινα πήγαν οι θεοήλατοι και είπαν στον Πασά του τόπου πώς ο Ιερός αυτός Κοσμάς ήταν απεσταλμένος από τους Μοσκόβους (Ρώσους) για να παραπλανά τον βασιλικό ραγιά να πηγαίνουν στην Μοσκοβία (Ρωσία)· αλλά αυτόν μεν η θεία Πρόνοια τότε τον διεφύλαξε από την θανατηφόρο αύτη επιβουλή, προξενήθηκε όμως αρκετή ζημία χρημάτων στους χριστιανούς· γι’ αυτό λοιπόν ο Άγιος Κοσμάς άρχισε να στηλιτεύη την πονηρία και το αδιάλλακτον μίσος πού έχουν κατά των χριστιανών οι Εβραίοι, και επειδή φανερά αποδείχθηκε πώς ήταν πλαστή και σαφής συκοφαντία εκείνη η κατηγορία, πού έκαναν στον Πασά πάλι πήγε στα Ιωάννινα και πρώτον μεν έπεισε τους Χριστιανούς να αλλάξουν το κοινό παζάρι από την Κυριακή στο Σάββατο, το όποιο τους προξένησε μεγάλη φθορά· δεύτερον τους εκήρυξε φανερούς εχθρούς και ότι είναι έτοιμοι κάθε καιρό να κάνουν κάθε κακό στους χριστιανούς· τρίτον θέλοντας να βγάλη από τα κεφάλια των χριστιανών τις μακρυές φούντες και τα τοιαύτα, τα όποια όλα τα αγόραζαν από τους Εβραίους, τους εδίδασκε πώς είναι ακάθαρτα, ότι επί τούτου για τους χριστιανούς οι θεοκτόνοι τα μολύνουν και να μη τα αγοράζουν καθόλου και λοιπόν μη υποφέροντας πλέον να βλέπουν και να ακούν τον Άγιο να τους ελέγχη, πήγαν στον Κούρτ Πασά και του έδωσαν πολλά πουγκιά, για να τον βγάλη από την ζωή· αυτός δε αφού συνεννοήθηκε με τον χότζα του αποφάσισε να τον θανάτωση το όποιον και έγινε με τέτοιο τρόπο:

Είχε συνήθεια ο Άγιος, οπού και αν πήγαινε να διδάξη, να παίρνη πρώτα την άδεια από τον αρχιερέα του τόπου η από τους επιτρόπους του· όπως επίσης να στέλνη ανθρώπους χριστιανούς να παίρνουν αυτή την άδεια και από τους εξωτερικούς εξουσιαστές και έτσι εκήρυττε ανεμπόδιστα.

Πηγαίνοντας λοιπόν σ’ ένα χωριό της Αλβανίας, λεγόμενο Κολικόντασι, πήρε την άδεια από τον αρχιερέα του τόπου, ρωτώντας δε για τους εξωτερικούς εξουσιαστές και μαθαίνοντας ότι τους τόπους εκείνους ώριζε ο Κούρτ Πασάς, ο όποιος καθόταν σ’ ένα χωριό πού ονομαζόταν Μπεράτι, δώδεκα ώρες μακρυά, μαθαίνοντας δε ότι ο χότζας του ίδιου πασά έμενε εκεί κοντά, έστειλε άνθρωπο και πήρε την άδεια και δίδαξε, όμως δεν ευχαριστήθηκε, αλλά ζήτησε να πάη μόνος του ο ίδιος στον χότζα και να πάρη άδεια για περισσότερη ασφάλεια.

Οι χριστιανοί όμως τον εμπόδισαν λέγοντας του ότι ποτέ δεν έκανε τέτοιο πράγμα, να πάη δηλαδή αυτοπροσώπως στους Αγαρηνούς εξουσιαστές να πάρη άδεια· όμως δεν μπόρεσαν τελικά να τον εμποδίσουν ο Άγιος λέγοντας τους να μην επιμένουν περισσότερο, παίρνει μαζί του τέσσερις μοναχούς και έναν παπά για δραγουμάνο (μεταφραστή) και πηγαίνει στον χότζα.

Ο χότζας του λέει πώς έχει γράμμα από τον Κούρτ Πασά, ο όποιος ορίζει να τον στείλει σ’ αυτόν για να συνομιλήσουν γι’ αυτό τον λόγο διέταξε τους ανθρώπους του να φυλάγουν τον Άγιο μέχρι να τον στείλει στον Πασά και να μην αφήσουν να βγή από την αυλή του.

Τότε κατάλαβε δ ευλογημένος διδάσκαλος πώς σκοπεύουν να τον θανατώσουν εδόξασε και ευχαρίστησε τον Δεσπότη Χριστό που τον αξίωσε να τελείωση τον δρόμο του Αποστολικού κηρύγματος με μαρτύριο· έπειτα, αφού στράφηκε προς τους μοναχούς πού τον συνόδευαν, τους λέγει εκείνο το ψαλμικό «διήλθομεν δια πυρός και ύδατος και εξήγαγες ημάς εις αναψυχήν»· και όλη εκείνη την νύκτα δοξολογούσε με ψαλμούς τον Κύριο, χωρίς να δείξη κανένα σημάδι λύπης για την στέρηση της ζωής του, αλλά πιο πολύ φαινόταν χαριτωμένος στο πρόσωπο σαν να πήγαινε σε χαρές και ξεφαντώματα.

Αφού δε ξημέρωσε, τον πήραν επτά δήμιοι Αγαρηνοί και τον έβαλαν πάνω σ’ ένα άλογο, προσποιούμενοι τάχα πώς τον πηγαίνουν στον Κούρτ Πασά, αλλά όταν απομακρύνθηκαν απόσταση περίπου δύο ωρών, τον έφεραν εκεί πού έτρεχε ένας μεγάλος ποταμός και έτσι οδηγώντας αυτόν του φανέρωσαν την προσταγή πού είχαν από τον Κούρτ Πασά να τον θανατώσουν.

Ο Άγιος δέχτηκε με χαρά την εναντίον του απόφαση και αφού γονάτισε προσευχήθηκε στο θεό ευχαριστώντας και δοξάζοντας αυτόν πού για την αγάπη του θυσιάζει την ζωή του, όπως επιθυμούσε πάντοτε η ψυχή του· έπειτα αφού σηκώθηκε ευλόγησε σταυροειδώς τα τέσσερα μέρη του κόσμου και ευχήθηκε για όλους τους χριστιανούς πού εφαρμόζου τις διδαχές του· οι δε δήμιοι τον έβαλαν κοντά σε ένα δένδρο και θέλησαν να δέσουν τα χέρια του, αλλά ο Άγιος δεν τους άφησε λέγοντας τους ότι δεν αντιστέκεται, αλλά κρατεί σταυρωμένα τα χέρια του σαν να του τα είχαν δέσει· έπειτα ακούμπησε το ιερό κεφάλι του στο δέντρο και έτσι τον έδεσαν οι βάρβαροι από τον λαιμό με ένα σχοινί και αμέσως μόνο πού τον έσφιξαν, πέταξε το θειο πνεύμα του στα ουράνια και έτσι αξιώθηκε ο τρισμακάριστος Κοσμάς, ο κοινωφελέστατος εκείνος άνθρωπος, του κόσμου ο κόσμος ο ευκοσμότατος, να λαβή διπλούς τους στεφάνους από τον Κύριο, και ως ισαπόστολος και ως ιερομάρτυς, ενώ ήταν στην ηλικία 65 χρόνων.

Το δε τίμιο λείψανο του, αφού το γύμνωσαν οι δήμιοι το έσυραν και το έρριξαν στο ποτάμι με μια μεγάλη πέτρα στο λαιμό· οι δε χριστιανοί, όταν το έμαθαν αυτό, έτρεξαν αμέσως να τον βγάλουν και ενώ έψαξαν με δίκτυα και με άλλους τρόπους, δεν μπόρεσαν να το βρουν.

Μετά από τρεις μέρες ένας ιερέας ευλαβής, παπα­ Μάρκος ονομαζόμενος, εφημέριος του μοναστηρίου της Υπεραγίας Θεοτόκου των Εισόδων, του επωνομαζομένου Αρδεβούσης, πού βρίσκεται κοντά το χωριό Κολικόντασι· αυτός, λέγω, μπαίνοντας στο μονόξυλο και κάνοντας το σταυρό του, πήγε για να ερευνήση και αμέσως, ώ του θαύματος!

Βλέπει το Άγιον λείψανο πού έπλεε πάνω στο νερό και στεκόταν όρθιο, σαν να ήταν ζωντανό· τρέχει αμέσως και το αγκαλιάζει και το βγάζει από το νερό και καθώς το σήκωσε, έτρεξε αίμα πολύ από το μελίρρυτο στόμα του Άγιου μέσα στον ποταμό, και αφού το έντυσε με το ράσο του, το έφερε στο μοναστήρι της Θεοτόκου, πού είπαμε παραπάνω, και το ενταφίασε με τιμή πίσω από το Άγιο Βήμα.

Μετά δε το θάνατο του Άγιου ακολούθησαν τα εξής: Ο Κούρτ Πασάς μετανόησε πολύ γιατί γελάστηκε και για μάταιο κέρδος θανάτωσε τέτοιο αθώο και ειρηνικό άνθρωπο· γι’ αυτό το λόγο ειδοποίησε το χότζα του να αφήση τους μοναχούς του Άγιου πού τους κρατούσαν, να πάνε στο παραπάνω μοναστήρι της Θεοτόκου και να ζουν εκεί· εκείνοι, πηγαίνοντας βρήκαν ενταφιασμένο το Άγιο λείψανο και για να πάρουν περισσότερη πληροφορία του μαρτυρίου του το ξέθαψαν μαζί με άλλους Ιερείς και χριστιανούς· και παρόλο πού ήταν τρεις μέρες μέσα στον ποταμό, καθώς ο Ιωνάς μέσα στην κοιλιά του κήτους, όμως καμμιά διαφορά η δυσωδία δεν είχε, αλλά ευωδίαζε όλο και φαινόταν σαν να κοιμάται, και αφού το ασπάστηκαν με ευλάβεια, πάλι το ενταφίασαν την ώρα δε εκείνη έτυχε να βρεθή εκεί μία δαιμονισμένη γυναίκα, η οποία, από μακρυνούς τόπους ακλουθούσε τον Άγιο όταν ζούσε, ποθώντας την θεραπεία της και καθώς είδε ότι άνοιξαν τον τάφο του αγίου, την ετάραξε δυνατά το δαιμόνιο και υστέρα από λίγη ώρα θεραπεύτηκε τελείως δοξάζοντας τον Άγιο.

Ένας από τους Αγαρηνούς πού θανάτωσαν τον Άγιο, πήρε το επανοκαλύμμαυχό του και γυρίζοντας στον χότζα το έβαλε στο κεφάλι του και περιγελούσε τον Άγιο, και αμέσως δαιμονίστηκε, έβγαλε τα ρούχα του και έτρεχε φωνάζοντας πώς αυτός θανάτωσε τον ασκητή· όταν το έμαθε αυτό ο Πασάς, διέταξε και τον έβαλαν στη φυλακή και εκεί κακώς ο κακός ξεψύχησε.

Αφού έκανε την τελευταία διδαχή ο Άγιος στο χωριό πού προαναφέραμε, στο Κολικόντασι, άφησε εκεί ένα σταυρό κατά τη συνήθεια του στημένο στη γη, και μετά το θάνατο του έβλεπαν οι χριστιανοί ουράνιο φως πού έλαμπε στο σταυρό κάθε νύκτα· την ημέρα της Υψώσεως του Σταυρού πήγαν οι ιερείς με τον λαό πήραν τον σταυρό εκείνο και με ευλάβεια τον λιτάνευσαν και τον έβαλαν πίσω από το βήμα κοντά στον τάφο του Άγιου σε παντοτινή ενθύμηση του θαύματος.

Αφού δε μερικοί από τους μαθητές του ελευθερώθηκαν τελείως από τον Κούρτ Πασά, έκαναν ανακομιδή του λειψάνου του Άγιου και μερικοί από αυτούς πήραν μέρη από αυτό και διασκορπίστηκαν σε διάφορους τόπους, και πολλοί ασθενείς δια των αγίων εκείνων λειψάνων έλαβαν την υγεία τους.

Και μάλιστα στη νήσο Νάξο πού πήγαιναν δύο μαθητές του Άγιου για να αναγγείλουν τα περί Μαρτυρίου αυτού στον εκεί Σχολάρχη ιεροδιδάσκαλο Χρύσανθο, τον αδελφό του ιερομάρτυρος, έτυχε να έχουν μαζί τους μερικές τρίχες από τα γένια του Αγίου, τις οποίες παίρνοντας με ευλάβεια μια γυναίκα από το καλούμενο Νεοχώρι, η οποία βρισκόταν σε πολύ βαριά και θανατηφόρο ασθένεια, ώ του θαύματος! Αμέσως αισθάνθηκε στον εαυτό της μια υπερφυσική δύναμη, δια της οποίας μετά από λίγο θεραπεύτηκε εντελώς.

Άλλα και πολλές στείρες γυναίκες παίρνοντας σε διάστημα σαράντα ημερών χώμα από τον τάφο του Αγίου με ευλάβεια και πίστη πέτυχαν το αίτημα τους, δηλαδή να αποκτήσουν τέκνα με τη χάρη του Χρίστου και δια πρεσβειών του Άγιου Του Ιερομάρτυρος Κοσμά, με τις πρεσβείες του οποίου είθε να αξιωθούμε της Βασιλείας των Ουρανών. Αμήν.

Πηγή: oikohouse.wordpress.com

Mνήμη του Aγίου Iερομάρτυρος Eυτυχούς, μαθητού του Aγίου Aποστόλου και Eυαγγελιστού Iωάννου του Θεολόγου. Μνήμη του Αγίου Μάρτυρος Τατίωνος και του Οσίου Πατρός ημών και Oμολογητού Γεωργίου του Λιμνιώτου (24 Αυγούστου)

Μηνολόγιο 24ης Αυγούστου (Μηνολόγιο Οξφόρδης, 14ος αι.)
Μηνολόγιο 24ης Αυγούστου (Μηνολόγιο Οξφόρδης, 14ος αι.)

Mνήμη του Aγίου Iερομάρτυρος Eυτυχούς, μαθητού του Aγίου Aποστόλου και Eυαγγελιστού Iωάννου του Θεολόγου

Kαν ουκ επ’ άθλοις Eυτυχής αποπνέη,
Ήθλησε και βραβείον αθλητού λάβη.
Eικάδι Eυτυχέ’ αμφεκάλυψε λίθος γε τετάρτη.

Oύτος ηκολούθησεν εις τον Άγιον Aπόστολον Παύλον, και ήτον γεμάτος από την χάριν του Aγίου Πνεύματος. Όθεν και ανδρείως κηρύξας το Άγιον Eυαγγέλιον, πολλούς ναούς των ειδώλων εκρήμνισε, διά τούτο και υπομένει δαρμούς και δεσμά, και πολλούς χρόνους κακοπαθεί μέσα εις την φυλακήν· εις την οποίαν ευρισκόμενος, εδέχθη άρτον Oυράνιον. Έπειτα ερρίφθη μέσα εις πυρκαϊάν, και μετά ταύτα εδόθη εις τα θηρία διά να τον φάγουν. Eπειδή δε ένα από τα θηρία, ωμίλησε με ανθρωπίνην φωνήν, διά τούτο όλοι οι ταύτην ακούσαντες, εξεπλάγησαν. Γενόμενος δε αβλαβής από όλας τας τιμωρίας ο Άγιος, επήγεν εις την πατρίδα του, Σεβαστήν καλουμένην (ίσως την εν Kιλικία ευρισκομένην, ήτις Aυγούστα ελέγετο πρότερον, τώρα δε ονομάζεται Σεβαστά, με θρόνον Eπισκόπου τετιμημένη, υπό τον Tαρσού Mητροπολίτην). Άγγελος δε Kυρίου επροπορεύετο έμπροσθέν του, και εδυνάμονεν αυτόν. Eκεί λοιπόν διαπεράσας την ζωήν του, και πλήρης ημερών γενόμενος, εκοιμήθη εν Kυρίω.


Mνήμη του Aγίου Μάρτυρος Τατίωνος

Έλξει μετρήσας πολλά πολλά γης πλέθρα,
Eδέμ λάβης άμετρα πλέθρα Tατίων.

Oύτος ο μακάριος ήτον από τόπον καλούμενον Mαντιναίον, ο οποίος ευρίσκεται υποκείμενος υποκάτω εις την Mητρόπολιν Kλαυδιούπολιν, την εν τη Eρδελία ευρισκομένην, από την επαρχίαν της Oνοριάδος. Πιασθείς δε από τους Έλληνας διατί εσέβετο τον Xριστόν, επαραστάθη εις την ρηθείσαν Kλαυδιούπολιν, έμπροσθεν του ηγεμόνος Oυρβανού. Eρωτηθείς λοιπόν από εκείνον, και ομολογήσας τον εαυτόν του Xριστιανόν, εβάλθη εις την φυλακήν. Έπειτα πάλιν ερωτήθη, και επειδή επέμενε στερεός εις την πίστιν του Xριστού, διά τούτο εδάρθη με ξύλα και εξεσχίσθη με σιδηρά ονύχια. Mετά ταύτα εσύρθη κατά γης, και φθάσας εις την πόρταν της πόλεως, εσφράγισε τον εαυτόν του με τον τύπον του τιμίου Σταυρού. Όθεν ήκουσεν άνωθεν θείαν φωνήν, η οποία ευαγγελίζετο τα αγαθά, οπού είναι ετοιμασμένα δι’ αυτόν εις τους Oυρανούς. Kαι ούτω παρέδωκε την ψυχήν του εις χείρας Θεού, εξ ου έλαβε και τους στεφάνους της αθλήσεως.


Mνήμη του Oσίου Πατρός ημών και Oμολογητού Γεωργίου του Λιμνιώτου

Kοινώ τελευτών Γεώργιος τω τέλει,
Σημείον άθλου ρίνα τμηθείσαν φέρει.

Oύτος ο μακάριος Γεώργιος εκ νεαράς ηλικίας ηγάπησε την μοναδικήν ζωήν, όθεν και εδιάτριβεν εις τα βουνά του Oλύμπου. Aφ’ ου δε εμεταχειρίσθη πολλούς αγώνας, παρρησία ωμολόγησε την ευσέβειαν και Oρθοδοξίαν, κατά τους χρόνους Λέοντος του Iσαύρου, όστις ετζάκιζε τας αγίας Eικόνας, και έκαιε τα λείψανα των Aγίων, εν έτει ψιϛ΄ [716]. Eλέγξας λοιπόν ούτος την αθεότητα και δυσσέβειαν του τυράννου, και την αληθή πίστιν και την των αγίων εικόνων προσκύνησιν ανακηρύξας, έπαθε πολυειδή βάσανα εις το βαθύτατον γήρας του, επειδή και τότε ήτον χρόνων εννενηνταπέντε. Tελευταίον δε, έκοψαν αυτού την μύτην και έκαυσαν την τιμίαν του κεφαλήν. Tαύτα δε υπέμεινεν ανδρείως ο αοίδιμος. Όθεν ευχαριστών τω Θεώ και προσευχόμενος, παρέδωκε την ψυχήν του εις χείρας Θεού.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Προφητείες Αγίου Κοσμά του Αιτωλού

Σημείωσις: Οἱ προφητεῖες αὐτούσιες καὶ τὰ σχόλια στὶς παρενθέσεις ἐλήφθησαν ἀπὸ τὸ βιβλίο «ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ» τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης κ. Αὐγουστίνου Καντιώτου.

1. «Αὐτὸ μιὰ μέρα θὰ γίνῃ Ρωμαίϊκο καὶ καλότυχος ὅποιος ζήση σὲ ἐκεῖνο τὸ βασίλειο».
(Συνήθιζε νὰ λέγη εἰς διάφορα μέρη τῆς ὑποδούλου Ἑλλάδος, τὰ ὁποῖα μετὰ ταῦτα ἀπηλευθηρώθησαν).

2. Ὦ εὐλογημένο βουνό, πόσες ψυχὲς γυναικόπαιδα θὰ σώσης ὅταν ἔλθουν τὰ χαλεπὰ χρόνια!».
(Εἶπε τὴν προφητεία αὐτὴν ἐν Σιατίστῃ καὶ ἀλλαχοῦ ἀντικρύζων τὰ βουνά, τὰ ὁποῖα κατὰ τοὺς χρόνους τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως ἔγιναν κρησφύγετα τῶν γυναικοπαίδων).

3. «Καλότυχοι σεῖς, οἱ ὁποῖοι εὑρέθητε ἐδῶ πάνω εἰς τὰ ψηλὰ βουνά, διότι αὐτὰ θὰ σᾶς φυλάξουν ἀπὸ πολλὰ δεινά. Θὰ ἀκοῦτε καὶ δὲν θὰ βλέπετε τὸν κίνδυνο. Τρεῖς ὦρες ἢ τρεῖς μέρες θὰ ὑποφέρετε».
(Ἐλέχθη εἰς τὴν περιφέρειαν Σιατίστης).

4. «Τὸ ποθούμενο θὰ γίνῃ στὴν τρίτη γενεά. Θὰ τὸ ἰδοῦν τὰ ἐγγόνια σας».
(Ἐλέχθη ἐν Χειμάρρᾳ).

5. «Θἄρθη καιρὸς νὰ σᾶς πάρουν οἱ ἐχθροὶ σας καὶ τὴ στάχτη ἀπὸ τὴ φωτιά, ἀλλὰ σεῖς νὰ μὴν ἀλλάξετε τὴν πίστιν σας, ὅπως θὰ κάμουν οἱ ἄλλοι».
(Ἐλέχθη ἐν Σιατίστῃ).

6. «Σᾶς λυπᾶμαι γιὰ τὴν περηφάνεια, ὁποὺ ἔχετε. Τὸ ποδάρι μου ἐδῶ δὲν θὰ ξαναπατήση. Καὶ ἐὰν δὲν ἀφήσετε αὐτὰ τὰ πράγματα ποὺ κάνετε, τὴν αὐθαιρεσία καὶ ληστεία, θὰ καταστραφῆτε. Σὲ κεῖνο τὸ κλαρί, ποὺ κρεμᾶτε τὰ σπαθιὰ σας, θἀρθῇ μιὰ μέρα ποὺ θὰ κρεμάσουν οἱ γύφτοι τὰ ὄργανά τους».
(Ἐλέχθη εἰς χωρίον Ἅγιος Δονᾶτος Σουλίου).

7. «Θἄρθουν οἱ κόκκινοι σκοῦφοι κι᾿ ὕστερα οἱ Ἄγγλοι ἐπὶ 54 χρόνια, καὶ κατόπιν θὰ γίνῃ Ῥωμαίϊκο».
(Ἐλέχθη ἐν Κεφαλληνίᾳ περὶ τῆς ἀπελευθερώσεως τῆς Ἑπτανήσου).

8. «Τὰ ὅρια τοῦ Ῥωμαίϊκου θἆνε ἡ Βωβούσα (ὁ ποταμὸς Ἀῶος)».
(Ἐλέχθη ἐν Παλαιᾷ Ἄρτῃ).

9. «Ἐκεῖθε θἄρθη τὸ Ῥωμαίϊκο».
(Τὴν προφητεία ταύτην εἶπεν ὁ Ἅγιος ἐν Πρεβέζῃ δεικνύων τὸ μέρος τῆς Στερεᾶς, ἀπὸ τὸ ὁποῖον θὰ προήρχετο ὁ στρατὸς τῆς ἐλευθερίας. Ἡ προφητεία ἐπραγματοποιήθη τῷ 1912).

10. «Τὰ βάσανα εἶνε ἀκόμη πολλά. Θυμηθῆτε τὰ λόγιά μου· προσεύχεσθε, ἐνεργεῖτε καὶ ὑπομένετε στερεά. Ἕως ὅτου νὰ κλείσῃ αὐτὴ ἡ πληγὴ τοῦ πλατάνου, τὸ χωριό σας θἆνε σκλαβωμένο καὶ δυστυχισμένο».
(Ἐλέχθη εἰς Τσαραπλανά, τὸ σημερινὸν Βασιλικὸν τῆς Ἠπείρου. Ἡ πληγὴ τοῦ πλατάνου ἔκλεισε τῷ 1912, ἔτος ἀπελευθερώσεως τῆς Ἠπείρου).

11. «Πότε θαρθῆ τὸ ποθούμενον;», ἠρώτησαν τὸν Ἅγιον εἰς Τσαραπλανὰ τῆς Ἠπείρου. «Ὅταν σμίξουν αὐτά», ἀπήντησεν ὁ Ἅγιος δεικνύων δυὸ δενδρύλια.
(Τὰ δενδρύλια ἐμεγάλωσαν, ἐπάχυναν καὶ ἔσμιξαν τῷ 1912).

12. «Τὸ ποθούμενον θὰ ἔρθη ὅταν θαρθοῦν δυὸ πασχαλιὲς μαζί».
(Πράγματι τῷ 1912 αἱ ἑορταὶ Εὐαγγελισμοῦ καὶ Πάσχα συνέπεσαν).

13. «Ἅμα κλείσῃ τὸ δένδρον καὶ κλεισθῇ μέσα τὸ παλούκι, τότε θὰ ἔλθῃ τὸ ποθούμενον. Θὰ γίνῃ κάποιο σημάδι καὶ νὰ μὴ φοβηθῆτε. Νὰ πηγαίνετε βασίλεμα ἡλιοῦ σ᾿ ἐκεῖνα τὰ βουνὰ (τῆς Ὁμάλιας καὶ τῆς Μερόπης), ὅπου θὰ γλυτώσουν πολλὲς ψυχές. Μαζί σας μὴ πάρετε τίποτε, μόνον τὶς ψυχές σας νὰ γλυτώσετε. Καὶ δὲν θὰ βαστάξῃ τὸ κακὸ περισσότερο ἀπὸ 24 ὦρες».

14. «Τὰ χωριὰ τοῦ κάμπου θὰ πάθουν χαλάστρα, ἐνῶ στὶς ποδιὲς τοῦ Κισσάβου θὰ κοιμηθοῦν σκλάβοι καὶ θὰ ξυπνήσουν ἐλεύθεροι».
(Ἐλέχθη ἐν Λαρίσῃ).

15. «Ἂν τὸ κυπαρίσσι αὐτὸ ξεραθῇ ἀπὸ τὴν κορυφή, ἡ Ἑλλὰς θὰ ἐλευθερωθῇ· ἂν ξεραθῇ ἀπὸ κάτω, δὲν θὰ ἐλευθερωθῇ».
(Ἐλέχθη ἐν Ζελενίτσᾳ (Πρασιά) τῆς Εὐρυτανίας).

16. «Μὲ δυσκολία θἄρθη».
(Ἐννοεῖται τὸ ποθούμενον).

17. «Ὅταν θὰ ἰδῆτε τὸ χιλιάρμενο στὴν Ἄσπρη θάλλασα, θἄρθη τὸ ποθούμενον».

18. «Ὅταν θὰ ἰδῆτε τὸ χιλιάρμενο στὰ ἑλληνικὰ νερά, τότε θἄρθη».

(Πρβλ. προηγουμένην).

19. «Ὅταν θὰ ἰδῆτε τὸ χιλιάρμενον στὰ ἑλληνικὰ ὕδατα, τότε θὰ λυθῆ τὸ ζήτημα τῆς Πόλης».

20. «Θἄρθη ξαφνικά. Νὰ ἔχετε ἕνα σακκούλι σιτάρι κρεμασμένο στὴ θύρα. Αὐτὸ θὰ σᾶς ἐμποδίση φεύγοντας. Μὴ τὸ ἀφήσετε. Νὰ τὸ πάρετε μαζὶ σας, γιὰ νὰ φᾶνε τὰ παιδιά σας».

21. «Στὴν Αὐλώνα θὰ γίνῃ χαλασμός. Θὰ ἔλθουν στρατεύματα νὰ ἐλευθερώσουν τὸν τόπο».

22. «Στὸ Μπουκορμὲ θὰ χυθῆ πολὺ αἷμα».

23. «Ὅταν ἀκούετε ὅτι ὁ πόλεμος ἄρχισε, τότε κοντὰ εἶνε».

24. «Ὅσα χωριὰ εἶνε κοντὰ σὲ δρόμο πολλὰ θὰ τραβήξουν».

25. «Ἡ Δρόπολις θὰ πάθη, διότι ὁ τόπος εἶνε γυμνός».

26. «Ἡ Δρόπολις θὰ εἶνε γεμάτη στρατεύματα».

27. «Θὰ χαθῇ ἡ σοδιὰ τῆς χρονιᾶς ἀπὸ τὴν εὔφορη Δρόπολι καὶ – μάνα μου! – αἷμα πολὺ ποὺ ἔχει νὰ χυθῇ».

28. «Λάκκοι καὶ βράχοι στὴ Δρόπολι θὰ εἶνε γεμάτοι φεύγοντας».

29. «Εἰς τὰ χωρία Πέπελη, σεῖς ἄδικα θὰ φοβάσθε· τίποτε δὲν θὰ πάθετε. Μόνον τὰ παιδιά σας ποὺ θὰ εἶνε στοὺς δρόμους θὰ κλαῖτε».

30. «Οἱ ἀντίχριστοι θὰ φύγουν, ἀλλὰ θἄρθουν πάλι· ἔπειτα θὰ τοὺς κυνηγήσετε ἕως τὴν Κόκκινη Μηλιά».

31. «Θἄρθῃ ὅταν ἔρθουν δυὸ καλοκαίρια καὶ δυὸ πασχαλιὲς μαζί».

32. «Ξένος στρατὸς θὰ ἔλθη, Χριστὸ θὰ πιστεύη, γλώσσα δὲν θὰ ξέρη…».

33. «Θἄρθῃ καὶ μία φορὰ ἀσκέρι ξένο ποὺ τὸ Χριστὸ θὰ πιστεύη. Ἀλλὰ σεῖς δὲν θὰ τὸ ξέρετε».

34. «Μὲ ἄλλους θὰ κοιμηθῆτε καὶ μὲ ἄλλους θὰ ξημερώσετε».

35. «Θὰ ἰδῆτε τρεῖς φαμίλιες σ᾿ ἕνα σπίτι».

36. «Ἐσεῖς θὰ πᾶτε νὰ κατοικήσετε ἀλλοῦ καὶ ἄλλοι θἀρθοῦν νὰ κατοικήσουν σὲ σᾶς».

37. «Θὰ δῆτε 40 ἄλογα νὰ τὰ δένουν σὲ ἕνα παλούκι».

38. «Πολλοὶ θὰ χάνωνται ἀπὸ τὴν πείνα».

39. «Οἱ πλούσιοι θὰ γίνουν πτωχοὶ καὶ οἱ πτωχοὶ θὰ πεθάνουν».

40. «Μιὰ χούφτα μάλαμα μία χούφτα ἀλεύρι».

41. «Θὰ ἔρθη καιρὸς ποὺ οἱ Ρωμιοὶ θὰ τρώγωνται ἀναμεταξύ τους. Ἐγὼ συστήνω ὁμόνοιαν καὶ ἀγάπην».

42. «Θὰ ἰδῆτε καὶ τακτικὸ στρατό, θὰ ἰδῆτε καὶ ρέμπελο (ἀντάρτικο)· ἀπὸ αὐτοὺς πολλὰ θὰ ὑποφέρετε».

43. «Θὰ σᾶς ζητήσουν τὰ ντουφέκια· νὰ ἔχετε διπλά· νὰ δώκετε τὸ ἕνα καὶ νὰ κρατήσετε τὸ ἄλλο. Ἕνα ντουφέκι 100 ψυχὲς θὰ γλυτώσῃ».

44. «Θὰ ἔρθῃ καιρὸς ποὺ θὰ διευθύνουν τὸν κόσμο τὰ ἄλαλα καὶ τὰ μπάλαλα».

45. «Ἡ αἰτία τοῦ γενικοῦ πολέμου θὰ εἶνε ἀπὸ τὴ Δαλματία».

46. «Ἡ αἰτία τοῦ γενικοῦ πολέμου θἄρθη ἀπὸ τὴ Δαλματία. Πρῶτα θὰ διαμελισθῇ ἡ Αὐστρία καὶ ὕστερα ἡ Τουρκία».

47. «Ὁ χαλασμὸς θὰ γίνῃ ἀπὸ ἕνα κασσιδιάρη».

48. «Θὰ προσπαθοῦν νὰ τὸ λύσουν μὲ τὴν πέννα, μὰ δὲν θὰ μποροῦν. 99 φορὲς μὲ τὸν πόλεμο καὶ μία με τὴν πέννα».

49. «Ἂν βρεθοῦν 3 δυνάμεις σύμφωνες, τίποτε δὲν θὰ πάθετε».

50. «Ἂν τὸ ζήτημα λυθῇ μὲ τὸν πόλεμο, θὰ πάθετε πολλὲς καταστροφές· σὲ τρεῖς χῶρες μία θὰ μείνῃ…».

51. «Θὰ ἔρθῃ καιρὸς ποὺ δὲν θὰ ἀκοῦτε (μαθαίνετε) τίποτε».

52. «Ὅ,τι σᾶς ζητοῦν, νὰ δίνετε· ψυχὲς μόνον νὰ γλυτώνετε».

53. «Ἂν βρίσκουν στὸ δρόμο ἀσήμι, δὲν θὰ σκύβουν νὰ τὸ πάρουν. Γιὰ ἕνα ὅμως ἀστάχυ θὰ σκοτώνωνται ποιὸς νὰ τὸ πρωτοπάρῃ…».

54. «Τὸ κακὸ θὰ σᾶς ἔρθῃ ἀπὸ τοὺς διαβασμένους».

55. «Ἢ τρεῖς μέρες ἢ τρεῖς μῆνες ἢ τρία χρόνια θὰ βαστάξῃ».

56. «Θἄρθη καιρὸς ποὺ δὲν θὰ ὑπάρχη αὐτὴ ἡ ἁρμονία ποὺ εἶνε σήμερα μεταξὺ λαοῦ καὶ κλήρου».

57. «Οἱ κληρικοὶ θὰ γίνουν οἱ χειρότεροι καὶ οἱ ἀσεβέστεροι τῶν ὅλων».

58. «Στὴν Πόλι θὰ χυθῆ αἷμα ποὺ τριχρονίτικο δαμάλι θὰ πλέξη (πλεύση)».

59. «Καλότυχος ὅποιος ζήσει μετὰ τὸ γενικὸ πόλεμο. Θὰ τρώγη μὲ ἀσημένιο κουτάλι…».

60. «Μετὰ τὸ γενικὸ πόλεμο θὰ ζήσῃ ὁ λύκος μὲ τ᾿ ἀρνί».

61. «Θἄρθη πρῶτα ἕνα ψευτορωμαίϊκο· νὰ μὴ τὸ πιστέψετε· θὰ φύγῃ πίσω».

62. «Θὰ μαζωχτῆ τὸ χιλιάρμενο στὸ Σκάλωμα (Ἅγιοι Σαράντα) καὶ θἄρθουν κοκκινογέλεκοι, νὰ πολεμήσουν γιὰ σᾶς».

63. «Οἱ Τοῦρκοι θὰ φύγουν, ἀλλὰ θὰ ξανάρθουν πάλι καὶ θὰ φθάσουν ὡς τὰ Ἑξαμίλια. Στὸ τέλος θὰ τοὺς διώξουν εἰς Κόκκινη Μηλιά. Ἀπὸ τοὺς Τούρκους τὸ 1/3 θὰ σκοτωθῆ, τὸ ἄλλο τρίτο θὰ βαπτισθῇ καὶ μονάχα τὸ 1/3 θὰ πάῃ στὴν Κόκκινη Μηλιά».

64. «Τόσα πολλὰ θὰ γίνουν, ποὺ οἱ μανάδες θὰ γεννήσουν πρόωρα ἀπὸ τὸ φόβο τους».

65. «Ζῶα δὲν θὰ μείνουν· θὰ τὰ φᾶνε. Φᾶτε καὶ σεῖς μαζὶ μ᾿ αὐτούς. Στὰ Τζουμέρκα θὰ πάρετε σπόρο».

66. «Σπίτια μεγάλα μὴ κάμετε. Λιάσες νὰ κάμνετε νὰ μὴ σᾶς ἔρχωνται μέσα».

67. «Θὰ σᾶς ἐπιβάλουν μεγάλο καὶ δυσβάστακτο φόρο, ἀλλὰ δὲν θὰ προφθάσουν».

68. «Θὰ βάλουν φόρο στὶς κότες καὶ στὰ παράθυρα».

69. «Θὰ ζητήσουν νὰ σᾶς πάρουν καὶ στρατιῶτας. Δὲν θὰ προφθάσουν ὅμως».

70. «Οἱ Τοῦρκοι θὰ μάθουν τὸ μυστικὸ 3 μέρες γρηγορώτερα ἀπὸ τοὺς Χριστιανούς».

71. «Ὅταν ἀκούσετε ὅτι ὁ πόλεμος πιάστηκε ἀπὸ κάτω, τότε κοντὰ θὰ εἶνε».

72. «Ἂν ὁ πόλεμος πιαστῆ ἀπὸ κάτω, λίγα θὰ πάθετε· ἂν πιαστῆ ἀπὸ πάνω, θὰ καταστραφῆτε».

73. «Οἱ βράχοι καὶ οἱ λάκκοι θὰ εἶνε γεμάτοι κόσμο».

74. «Θἄρθη ξαφνικά· ἢ τὸ βόϊδι στὸ χωράφι ἢ τὸ ἄλογο στ᾿ ἁλώνι».

75. «Λυπηρὸν εἶνε νὰ σᾶς τὸ εἰπῶ· σήμερον, αὔριον καρτεροῦμεν δίψες, πεῖνες μεγάλες ποὺ νὰ δίδωμεν χιλιάδες φλουριὰ καὶ νὰ μὴν εὑρίσκωμεν ὀλίγον ψωμί».

76. «Μετὰ τὸν πόλεμον οἱ ἄνθρωποι θὰ τρέχουν μισὴ ὥρα δρόμο, γιὰ νὰ βρίσκουν ἄνθρωπο καὶ νὰ τὸν κάμνουν ἀδελφό».

77. «Ἀμπέλια μὴ φυτεύετε, διότι θὰ χαλάσουν καθὼς ἐκεῖνα στὴ Δρυϊνούπολι».

78. «Θὰ γίνῃ ἕνα χαρτοβασίλειο, ποὺ θὰ ἔχῃ μέγα μέλλον στὴν Ἀνατολή».

79. «Ὁ κόσμος τόσον θὰ πτωχεύση, ποὺ θὰ ζώνεται μὲ κληματσίδες».

80. «Ἡ αἰτία θὰ ἔλθη ἀπὸ τὰ Δελειατά».

81. «Ἡ Γαλλία θὰ ἐλευθερώση πολλὰ ἑλληνικὰ μέρη καὶ ἰδίως οἱ Ἰταλοί».

82. «Ἡ Γαλλία θὰ λευτερώση τὴν Ἑλλάδα, τὴν Ἤπειρο ἡ Ἰταλία».

83. «Ἀπὸ τρία μπουγάζια στενά, Κρά, Κράψη καὶ Μουζίνα, θὰ περνοῦν πολλὰ στρατεύματα γιὰ τὴν Πόλι. Καλὸν εἶνε τὰ γυναικόπαιδα νὰ βγοῦν στὰ βουνά. Θὰ σᾶς ρωτοῦν ἂν εἶνε μακρυὰ ἡ Πόλι· ἐσεῖς νὰ μὴ λέτε τὴν ἀλήθεια, διότι θὰ σᾶς κακοποιήσουν. Ὁ στρατὸς αὐτὸς δὲν θὰ φθάση στὴν Πόλι, στὴ μέση του δρόμου θὰ μάθη ὅτι ὁ πόλεμος ἐτελείωσε».

84. «Θὰ ἔρθη καιρός, ποὺ θὰ φέρη γύρες ὁ διάβολος μὲ τὸ κολοκύθι του».

85. «Θὰ βλέπετε νὰ πηγαίνουν ἄλλοι ἐπάνω καὶ ἄλλοι κάτω».

86. «Ἡ λευτεριὰ θἀρθῆ ἀπὸ κάτω ἀπὸ ὅπου χύνονται τὰ νερά».

87. «Ἀπὸ πάνω καὶ ἀπὸ τὴ σκάλα χαλασμὸ μὴ περιμένετε».

88. «Ἕνα ψωμὶ θὰ χαθῆ τὸ μισό, καὶ ἕνα ὁλόκληρο».

89. «Θὰ ἔρθη καιρὸς ποὺ μιὰ γυναίκα θὰ διώχνη δέκα Τούρκους μὲ τὴ ρόκα».

90. «Τὸν Πάπαν νὰ καταρᾶσθε, διότι αὐτὸς θὰ εἶνε ἡ αἰτία».

91. «Ὁ χαλασμὸς στὸν τόπο θὰ γίνῃ ἀπὸ ἕνα ὄνομα ἀξιωματούχου… (δυσανάγνωστον)».

92. «Πολλὰ χωριὰ θὰ καταστραφοῦν, οἱ τρεῖς χῶρες θὰ γίνουν μία».

93. «Νὰ ἔχετε τρεῖς θύρες· ἂν σᾶς πιάσουν τὴ μιά, νὰ φύγετε ἀπὸ τὴν ἄλλη».

94. «Πίσω ἀπὸ τὴ μιὰ θύρα νὰ κρυφθῆ κανείς, γλυτώνει· θὰ εἶνε βιαστικό».

95. «Νὰ παρακαλῆτε νὰ εἶνε μέρα καὶ ὄχι νύκτα, καλοκαίρι καὶ ὄχι χειμώνας».

96. «Οἱ ἄνθρωποι θὰ μείνουν πτωχοί, γιατὶ δὲν θἄχουν ἀγάπη στὰ δένδρα».

97. «Οἱ ἄνθρωποι θὰ καταντήσουν γυμνοί, γιατὶ θὰ γίνουν τεμπέληδες».

98. «Ἀπὸ ψηλά, μέσα ἀπὸ τὸ λιμάνι θἄρθῃ ὁ χαλασμός».

99. «Θὰ σᾶς ρίξουν παρὰ πολύ· θὰ σᾶς ζητήσουν νὰ τὸν πάρουν πίσω, ἀλλὰ δὲν θὰ μπορέσουν».

100. «Ἐσεῖς θὰ σώσετε ἄλλους καὶ οἱ ἄλλοι ἐσᾶς».

101. «Ἐσεῖς θὰ φύγετε ἀπ᾿ τ᾿ ἀριστερὰ βουνά· ἀπὸ τὴ δεξιὰ μεριὰ ὄχι· ἀπὸ τὶς σπηλιὲς μὴ φοβάστε».

102. «Θἀρθῆ ξαφνικά· τ᾿ ἄλογα θ᾿ ἀπομείνουν ζεμένα στὶς δουλειές τους καὶ σεῖς θὰ φύγετε».

103. «Θἆνε ὄγδοος αἰώνας ποὺ θὰ γίνουν αὐτά».

104. «Νὰ κρυφθῆτε ἢ κοντὰ στὴν πόρτα ἢ κοντὰ στὴν πλάκα, ἂν εἶνε βιαστικὸ καὶ γρήγορο».

105. «Πολλὰ θὰ συμβοῦν. Οἱ πολιτεῖες θὰ καταντήσουν σὰν μπαράγκες».

106. «Θἀρθῆ καιρὸς ποὺ θὰ βγῆ ὁ καταραμένος δαίμονας ἀπὸ τὸ καυκί του».

107. «Θἀρθῆ μία φορὰ ἕνας ψευτοπροφήτης· μὴ τὸν πιστέψετε καὶ μὴ τὸν χαρῆτε. Πάλι θὰ φύγῃ καὶ δὲν θὰ μεταγυρίσῃ».

108. «Θἀρθῆ καιρὸς ποὺ οἱ χριστιανοὶ θὰ ξεσηκωθοῦν ὁ ἕνας κατὰ τοῦ ἄλλου».

109. «Νἄχετε τὸ σταυρὸ στὸ μέτωπο, γιὰ νὰ σᾶς γνωρίσουν ὅτι εἶσθε χριστιανοί».

110. «Δὲν θὰ φτάση ὁ στρατὸς στὴν Πόλι· στὴ μέση του δρόμου θἄρθῃ τὸ μαντᾶτο, ὅτι ἔφθασε τὸ ποθούμενο».

111. «Πήγαινε καὶ στὸ δρόμο θ᾿ ἀνταμειφθῇς».

(Ἐλέχθη ἐν Δερβιστάνῃ περὶ τίνος, ὅστις εἰρωνεύθη τὸν Ἅγιον. Οὗτος μετ᾿ ὀλίγον ἐτραυματίσθη καθ᾿ ὁδὸν ὑπό τινος ἐχθροῦ του).

112. «Εἰπὲ εἰς τὰ εἴδωλα ἐκεῖνα νὰ μὴν ἔρθουν ἐδῶ, ἀλλὰ νὰ γυρίσουν εἰς τὰ ὀπίσω».

(Καθὼς ὁ Ἅγιος ἐδίδασκεν εἰς Ἄσσον τῆς Κεφαλληνίας, διέκοψε μίαν στιγμὴν τὸ κήρυγμά του καὶ ἀπέστειλεν ἕνα ἀκροατήν του εἰς τὴν οἰκίαν τοῦ ἄρχοντος τοῦ τόπου εἰπὼν τοὺς λόγους τούτους. Οὗτος ἀπελθὼν εὗρε 4 κυρίας τῆς ἀριστοκρατίας ἀσέμνως ἐνδεδυμένας, «κατὰ τὸν τότε ἑνετικὸν συρμὸν ξεστήθωτες», αἱ ὁποῖαι ἦσαν ἕτοιμοι νὰ ἔλθουν καὶ νὰ παρακολουθήσουν τὸ κήρυγμα τοῦ Ἁγίου).

113. «Φτιάνετε σπίτια τορνευτὰ καὶ δὲν πρόκειται νὰ κατοικήσετε σ᾿ αὐτά».
(Εἶπε τοὺς λόγους τούτους ὁ ἅγιος εἰς Ἄσσον τῆς Κεφαλληνίας, ὅταν μίαν ἡμέραν διήρχετο πρὸ μιᾶς νεοκτίστου οἰκίας. Μετ᾿ ὀλίγον ὅλοι οἱ ἰδιοκτῆται ἀπέθανον πλὴν μιᾶς μοναχῆς).

114. «Τὸ παιδὶ αὐτὸ θὰ προκόψῃ, θὰ κυβερνήσῃ τὴν Ἑλλάδα καὶ θὰ δοξασθῇ».
(Ἐλέχθη περὶ τοῦ Ἰωάννου Κωλέττη).

115. «Θὰ γίνῃς μεγάλος ἄνθρωπος, θὰ κυριεύσης ὅλη τὴν Ἀρβανιτιά, θὰ ὑποτάξῃς τὴν Πρέβεζα, τὴν Πάργα, τὸ Σούλι, τὸ Δελβίνο, τὸ Γαρδίκι καὶ αὐτὸ τὸ τάχτι τοῦ Κοὺτρ πασᾶ. Θὰ ἀφήσῃς μεγάλο ὄνομα στὴν οἰκουμένη. Καὶ στὴν Πόλι θὰ πᾶς, μὰ μὲ κόκκινα γένεια. Αὐτὴ εἶνε ἡ θέλησι τῆς θείας προνοίας. Ἐνθυμοῦ ὅμως εἰς ὅλην τὴν διάρκειαν τῆς ἐξουσίας σου νὰ ἀγαπᾷς καὶ νὰ ὑπερασπίζεσαι τοὺς χριστιανούς, ἂν θέλῃς νὰ μείνῃ ἡ ἐξουσία εἰς τοὺς διαδόχους σου».
(Ἐλέχθη ἐν Τεπελενίῳ περὶ τοῦ Ἀλῆ πασᾶ).

116. «Θὰ βγοῦν πράγματα ἀπὸ τὰ σχολεῖα ποὺ ὁ νοῦς σας δὲν φαντάζεται».

117. «Θὰ δῆτε στὸν κάμπο ἁμάξι χωρὶς ἄλογα νὰ τρέχῃ γρηγορώτερα ἀπὸ τὸν λαγό».
(Ἐλέχθη ἐν Βουλιαράταις παρὰ τὴν Δρόπολιν).

118. «Θαρθῆ καιρὸς ποὺ θὰ ζωσθῇ ὁ τόπος μὲ μιὰ κλωστή».
(Ἐλέχθη ἐν Ἄσσῳ τῆς Κεφαλληνίας).

119. «Θαρθῆ καιρὸς ποὺ οἱ ἄνθρωποι θὰ ὁμιλοῦν ἀπὸ ἕνα μακρυνὸ μέρος σὲ ἄλλο, σὰν νἆνε σὲ πλαγιανὰ δωμάτια, π.χ. ἀπὸ τὴν Πόλι στὴ Ρωσία».

120. «Θὰ δῆτε νὰ πετᾶνε ἄνθρωποι στὸν οὐρανὸ σὰν μαυροπούλια καὶ νὰ ρίχνουν φωτιὰ στὸν κόσμο. Ὅσοι θὰ ζοῦν τότε θὰ τρέξουν στὰ μνήματα καὶ θὰ φωνάζουν: Ἐβγᾶτε σεῖς οἱ πεθαμένοι νὰ μποῦμε μεῖς οἱ ζωντανοί».

121. «Τὸ κακὸ θὰ ἔλθῃ μέχρι τὸν Σταυρὸν καὶ δὲν θὰ μπορέσῃ νὰ πάῃ κάτω. Μὴ φοβηθῆτε. Μὴ φύγετε ἀπὸ τὰ σπίτια σας».
(Ἐλέχθη εἰς τὴν περιοχὴν Πολυνερίου Γρεβενῶν. Πράγματι τῷ 1940 οἱ Ἰταλοὶ ἔφθασαν μέχρι τὴν τοποθεσίαν Σταυρός, ὅπου εἶχε κηρύξει ὁ Ἅγιος, καὶ ἐσταμάτησαν).

122. «Ὅταν θὰ πέσῃ ὁ κλῶνος (ποὺ εἶνε στημένος ὁ Σταυρός), θὰ γίνῃ μεγάλο κακόν, ποὺ θὰ ἔλθῃ ἀπὸ τὸ μέρος ὅπου θὰ δείξῃ ὁ κλῶνος· καὶ ὅταν θὰ πέσῃ τὸ δένδρον, θὰ γίνῃ ἕνα μεγαλύτερον κακόν».
(Ἐλέχθη εἰς χωρίον Τσιράκι (σήμερον Ἅγιος Κοσμᾶς) Γρεβενῶν. Πράγματι τῷ 1940 ἔπεσεν ὁ κλῶνος καὶ ὁ Σταυρὸς πρὸς τὸ μέρος τῆς Ἀλβανίας, ὅθεν ἐπετέθησαν οἱ Ἰταλοί, καὶ τῷ 1947 τὸ δένδρον, ὅτε ἡ περιοχὴ κατεστράφη ἐντελῶς λόγῳ τοῦ ἐμφυλίου πολέμου).

Πηγή: users.uoa.gr

Τά προφητικά λόγια τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ γιά τά ἔσχατα χρόνια πού ζοῦμε (Μακαριστού Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου)

Μακαριστός Μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος Καντιώτης (20/4/1907 - 28/8/2010)
Tου μακαριστού Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
 
Μακαριστός Μητροπολίτης Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας Αυγουστίνος Καντιώτης (1907 – 2010)
 
~ Θὰ προσπαθήσω, ἀγαπητοί μου, νὰ μιλήσω ἁπλᾶ, ὥστε νὰ μὲ καταλάβῃ κ᾽ ἕνα παιδί.
 
Τὰ θέματα εἶνε πολλά. Ἀπ᾿ ὅλα τὰ θέματα δια­λέγω, μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς ἑορτῆς τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, νὰ σᾶς μιλήσω γιὰ μερικὲς μόνο ἀπὸ τὶς προφητεῖες τοῦ ἁγίου.
 
*****
 
Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, ἀδελφοί μου, ὅσα γράμ­ματα κι ἂν μάθουμε, δὲν ξέρουμε τί θὰ γίνῃ ὕ­στερα ἀπὸ μιὰ ὥρα· εἴμαστε σὰν τοὺς τυφλο­πόντικες, δὲν βλέπουμε πιὸ πέρα. Ὁ ἅγιος Κο­σμᾶς εἶχε μάτια πνευματικά. Πετοῦσε ψηλά, ἔβλεπε μακριὰ σὰν ἀετός, καὶ προεῖδε πράγμα­­τα, ποὺ ἔγιναν ὕστερα ἀπὸ 100 – 200 χρόνια, πρά­γματα ποὺ γίνον­ται στὶς ἡμέρες μας. Ἦ­ταν πράγματι ἅγιος μὲ χάρισμα προφητικό.
 
Προεῖδε ὅτι θὰ ᾿ρθοῦν ἡμέρες δύσκολες, ὅ­τι θὰ ᾿ρθῇ μεγάλο κακὸ στὸν κόσμο. Καὶ ποιό εἶνε αὐτὸ τὸ μεγάλο κακό· ὅτι οἱ ἄνθρωποι θὰ πάψουν νὰ ἀγαποῦν τὸ Θεό. Καὶ πῶς θὰ γίνῃ αὐτό, πῶς οἱ ἄνθρωποι θὰ φύγουν ἀπὸ τὸ Θεό; ποιά θὰ εἶνε ἡ αἰτία;
 
Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς

Τὸ λέει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς· «Τὸ κακὸ θὰ σᾶς ἔρ­­­θῃ ἀπὸ τοὺς διαβασμένους» (ἐπισκ. Αὐγ. Καντιώτου, Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ᾽Αθῆναι 201331, πρ. 54, σ. 308), ἀπὸ τὰ ἄθεα γράμματα. Καὶ τὸ εἴδαμε αὐτό. Δὲν κατηγορῶ τὰ σχολεῖα, ἀλλὰ μερικοὶ μάθαιναν λίγα γράμμα­τα καὶ κατόπιν γύριζαν στὰ χωριὰ κι ἄνοιγαν τὸ στόμα τους κ᾽ ἔλεγαν πὼς δὲν ὑπάρχει Θεὸς καὶ πὼς αὐ­τὸ τὸ ἀπέδειξε τάχα ἡ ἐπιστήμη. Μεγά­λο ψέμα. Οἱ ἀληθινοὶ ἐπιστήμονες πιστεύουν στὸ Θεό. Κάθε σπίτι ἔχει τὸν κατασκευα­στή του, καὶ τὸ μεγάλο αὐτὸ σπίτι τοῦ σύμπαντος τὸ κατασκεύασε ὁ Θεός· «Πᾶς οἶκος κατασκευά­ζεται ὑπό τινος, ὁ δὲ τὰ πάντα κατασκευάσας Θεός», λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Ἑβρ. 3,4).

 
 Εἶπε ἀκόμη ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, ὅτι θὰ ᾽ρθῇ μεγά­λη πεῖνα· τέτοια πεῖνα, ποὺ γιὰ μιὰ φούχτα ἀλεύρι θὰ δίνῃς μιὰ φού­χτα χρυσάφι. «Μιὰ χού­­φτα μάλαμα μιὰ χούφτα ἀλεύρι» (ἔ.ἀ. πρ. 40, σ. 306). «Λυπη­ρὸν εἶνε νὰ σᾶς τὸ εἰπῶ· σήμε­ρον αὔ­ρι­ον καρτεροῦμεν δίψες, πεῖνες μεγά­λες ποὺ νὰ δίδωμεν χιλιάδες φλουριὰ καὶ νὰ μὴν εὑρίσκω­μεν ὀλίγον ψωμί» (ἔ.ἀ. πρ. 75, σ. 312). «Ἂν βρίσκουν στὸ δρόμο ἀσήμι, δὲν θὰ σκύβουν νὰ τὸ πάρουν· γιὰ ἕνα ὅμως ἀστάχυ θὰ σκοτώνωνται ποιός νὰ τὸ πρωτοπάρῃ…» (πρ. 53, σ. 308). Καὶ τὰ εἴ­δαμε αὐτά, ἀδέρφια μου, στὰ χρόνια τῆς Κατο­χῆς· ἐγὼ εἶδα παιδὶ στὴν Κοζάνη, στὴν Ἑ­στία τῶν σισσιτίων, νὰ σαλιώνῃ τὸ δάχτυλο καὶ νὰ σκύβῃ νὰ μαζεύῃ ψίχουλα γιὰ νὰ χορτάσῃ. Πέρασε ἡ ἐποχὴ ἐκείνη, μὰ θὰ εἶμαι ψεύτης ἂν δὲν σᾶς πῶ μιὰ ἀλήθεια· ὅτι θὰ ᾿ρθῇ κάποια πεῖνα στὴν πατρίδα μας χειρότερη ἀπὸ ἐκείνη τῆς Κατοχῆς. Καὶ θυμηθῆτε τὰ λόγια τοῦ ἁ­γίου Κοσμᾶ. Καλότυχοι δὲν θά ᾽νε αὐτοὶ ποὺ κάθονται στὶς μεγάλες πόλεις –μὴν τοὺς μακα­ρίζετε αὐτούς–, ἀλλὰ ὅσοι θὰ κάθωνται στὴν ὕπαιθρο. Οἱ πόλεις θὰ ἀδειάσουν, θὰ μείνουν ἔ­ρημες, μόνο σκυλιὰ θὰ ἀλυχτᾶνε μέσα στὴ Θεσσαλονίκη καὶ στὴν Ἀ­θήνα.
 
 Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς πρὶν διακόσα χρόνια ἔκανε προφητεῖες γιὰ τὶς ἀνακαλύψεις τῶν ἡμε­ρῶν μας. Τί εἶπε· «Θὰ ᾽ρθῇ καιρὸς ποὺ οἱ ἄνθρω­ποι θὰ ὁμιλοῦν ἀπὸ ἕνα μακρινὸ μέρος σὲ ἄλλο, σὰν νἆνε σὲ πλαγινὰ δωμάτια, π.χ. ἀπὸ τὴν Πό­λι στὴ Ρωσία» (πρ. 119, σ. 318)· ἐννοοῦσε τὰ τηλέφωνα καὶ τὸν ἀσύρματο, ποὺ τότε δὲν ὑπῆρχαν.
 
 Εἶπε ἀκόμα ὁ ἅγιος· «Θὰ δῆτε στὸν κάμπο ἁ­­μάξι χωρὶς ἄλογα νὰ τρέχῃ γρηγορώτερα ἀ­πὸ τὸν λαγό» (πρ. 117, σ. 318)· ἐννοοῦσε τὰ αὐ­τοκίνητα.
 
 Εἶπε ἐπίσης ὁ Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὅτι «Θὰ ἔρ­θῃ καιρὸς ποὺ θὰ διευθύνουν τὸν κόσμο τὰ ἄ­λαλα καὶ τὰ μπάλαλα» (πρ. 44, σ. 307)· τὰ χέρια τῶν ἀνθρώπων δὲν θά ᾿χουν ἀξία, γιατὶ θὰ κυβερ­νοῦν οἱ μηχανές, «τὰ ἄλαλα καὶ τὰ μπάλαλα».
 
 Εἶπε ὅμως καὶ κάτι ἄλλο ὁ ἅγιος Κοσμᾶς· «Θὰ δῆτε νὰ πετᾶνε ἄνθρωποι στὸν οὐρανὸ σὰν μαυροπούλια καὶ νὰ ρίχνουν φωτιὰ στὸν κόσμο…» (πρ. 120, σ. 318-9)· ἐννοοῦσε τὰ πολεμικὰ ἀ­εροπλάνα. Αὐτὰ δὲν γράφτηκαν ἐκ τῶν ὑστέρων· τὰ εἶπε τότε καὶ βγήκανε τώρα.
 
 Σπουδαῖα ἀκόμη εἶνε κι αὐτὰ ποὺ εἶπε γιὰ πολέμους καὶ ἐξοπλισμούς. «Θὰ ἔρ­θῃ καιρὸς ποὺ θὰ φέρῃ γῦρες ὁ δι­ά­βολος μὲ τὸ κολοκύθι του» (πρ. 84, σ. 313)· καὶ πράγματι οἱ πύραυλοι καὶ τὰ διαστημόπλοια μοιάζουν μὲ κολοκύθι.
 
 Προφήτευσε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, ὅτι θὰ γίνῃ ἕ­νας φοβερὸς πόλεμος, ὁ τελευταῖος, ποὺ «οἱ βράχοι καὶ οἱ λάκκοι θὰ εἶνε γεμᾶτοι κόσμο» (πρ. 73, σ. 312),«γεμᾶτοι φεύγοντας» (πρ. 28, σ. 305).
 
 «Στὴν Πόλι θὰ χυθῇ αἷμα ποὺ τριχρονίτικο δα­­μάλι θὰ πλέξῃ (=πλεύσῃ)» (πρ. 58, σ. 308)· θὰ χυθῇ τόσο αἷμα, ὥστε θὰ κολυμπήσῃ τὸ μοσχάρι, θὰ φτάσῃ μέχρι τὰ χαλινάρια τοῦ ἀλόγου.
 
 Καὶ εἶπε ἀκόμα, ὅτι ἡ γῆ θὰ ἀραιώσῃ. «Μετὰ τὸν πόλεμον οἱ ἄνθρωποι θὰ τρέχουν μισὴ ὥ­ρα δρόμο, γιὰ νὰ βρίσκουν ἄνθρωπο καὶ νὰ τὸν κάμουν ἀδελφό» (πρ. 76, σ. 312). Θὰ σκοτωθοῦν τόσο πολλοὶ ἄνθρωποι, ὥστε θὰ περπατᾷς καὶ δὲν θὰ βρίσκῃς ἄνθρωπο.
 
Μὴ φοβηθῆτε, ἔλεγε στοὺς πιστοὺς ὁ ἅ­γι­ος Κοσμᾶς· στὸ τέλος δὲν θὰ νικήσῃ ὁ διάβο­λος, οἱ κακοὶ ἄνθρωποι θὰ τιμωρηθοῦν· θὰ νικήσῃ ὁ Χριστὸς καὶ αὐτὸς θὰ βασιλεύσῃ στὴ γῆ.
 
Κάπου ἔξω ἀπ᾽ τὰ Γιάννενα ὁ ἅγιος Κοσμᾶς συνάντησε ἕνα παιδὶ 17 – 18 χρονῶν ποὺ ἔ­βοσκε πρόβατα. Πλησίασε τὸν ἅγιο καὶ τοῦ λέει· –Δὲ μοῦ λές, παππούλη, τί θὰ γίνω ἐ­­γώ; Τὸν κοίτα­ξε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, τὸν ζύ­γισε, καὶ τοῦ λέει· –«Θὰ γίνῃς μεγάλος ἄν­θρω­πος… Καὶ στὴν Πόλι θὰ πᾷς, μὰ μὲ κόκκινα γέ­νεια» (πρ. 115, σ. 317). Τὸ παιδὶ αὐτὸ ἦταν ὁ Ἀλῆ πα­σᾶς. Μεγάλωσε, ἔ­φυγε ἀπὸ τὰ βουνά, πῆγε κάτω, ἔγινε πασᾶς· τυράννησε, ἔσφαξε, ἔπνιξε, ἀτίμασε, ἔβαψε τὰ χέρια του στὸ αἷμα. Ἀ­πέ­κτησε πλοῦτο, γέμι­σε πιθάρια χρυσάφι, ἔ­κανε κάστρο στὸ νησὶ τῶν Ἰωαννίνων. Ἔγινε θηρίο μεγάλο, ὑπερηφανεύ­τηκε, ἕως ὅ­του ἐ­παναστάτησε κ᾽ ἐναντίον τοῦ σουλτά­­νου. Κι ὁ σουλτᾶνος διέταξε τὰ στρατεύματά του, τὸν πολέμησαν, τὸν ἔπιασαν, τὸν σκότωσαν, καὶ τοὺς εἶπε νὰ πᾶνε τὸ κεφάλι του κομμένο στὴν Πόλι. Τό ᾽βαλαν αἱμόφυρτο πάνω σ᾿ ἕ­να πάσσαλο νὰ τὸ βλέπῃ ὁ κόσμος, τὸ πέρασαν ἀπὸ τὰ Γιάννενα καὶ ἄλ­λες πολιτεῖες, καὶ τέλος ἔφτασε στὴν Πόλι μὲ κόκκινα τὰ γένεια. Ἔτσι καὶ αὐτὸς ὁ προφητι­κὸς λόγος τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ ἔγινε πραγματικότης.
 
 Εἶπε ἀκόμα ὁ ἅγιος κι αὐτὴ τὴν προφητεία· «Μετὰ τὸ γενικὸ πόλεμο θὰ ζήσῃ ὁ λύκος μὲ τ᾽ ἀρνί» (πρ. 60, σ. 308). Εἶνε ποτὲ δυνατὸν νὰ βοσκή­σῃ λύκος μὲ ἀρνὶ καὶ νὰ μὴν τὸ φάῃ; Τί ἐννοοῦσε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς; Ὑπάρχουν δύο λογιῶν λύκοι. Ὑπάρχει ὁ λύκος ποὺ ξέρετε, στὰ βουνά· ὑπάρ­χει ὅμως κ᾽ ἕνας ἄλλος λύκος, ὁ κακὸς καὶ δι­εστραμμένος ἄνθρωπος· ὁ φονιᾶς ποὺ βάφει τὰ χέρια του στὸ αἷμα, αὐτὸς ποὺ παλαμίζει τὸ Εὐαγγέλιο στὰ δικαστήρια, αὐ­τὸς ποὺ βλαστημάει τὰ θεῖα, αὐτὸς ποὺ δὲν πατάει στὴν ἐκ­κλησία, αὐτὸς ποὺ δέρνει τὴ γυ­ναῖκα του καὶ τυ­ραννάει τὰ παιδιά του, ὁ χαρτοπαίκτης, ὁ ἄσω­τος, αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει μέσα του Θεό. Αὐτοὶ εἶνε τὰ θηρία τὰ μεγάλα· μὰ θὰ ᾿ρθῇ μέρα ποὺ κι αὐτοὶ θὰ γονατίσουν μπροστὰ στὸ Χριστό, ὅλοι αὐτοὶ οἱ λύκοι θὰ γίνουν ἀρνιά, καὶ ὅλος ὁ κόσμος θὰ γίνῃ ἕνα μαντρὶ μεγάλο μὲ πρόβα­τα ἥμερα, ποὺ θά ᾽χουν ἕνα ποιμένα, τὸ Χριστό.
 
*****
 
Τελειώνοντας, ἀγαπητοί μου, τονίζω δύο πράγματα ποὺ ἀποδίδονται στὸν ἅγιο Κοσμᾶ.
 
 Πρῶτον. Τὸν ρώτησαν κάποτε· –Πότε θὰ γί­νῃ τὸ μεγάλο κακό; Καὶ ἀπήντησε· –Ὅ­ταν θὰ δῆ­τε ν᾽ ἀδειάζουν οἱ ἐκκλησιὲς καὶ νὰ γεμίζουν οἱ φυλακές. Στὴν τουρκοκρατία, χωρὶς καμπάνες γιατὶ οἱ Τοῦρκοι δὲν ἐ­πέτρε­παν, οἱ Χριστιανοὶ ἔτρεχαν στὴν ἐκκλησία· τώρα χτυπᾶνε καμπάνες μεγάλες, μὰ οἱ ἄνθρωποι δὲν πατᾶνε στὴν ἐκκλησιά, δὲν ὑ­πάρχει παιδὶ νὰ κρατήσῃ τὴ λαμπάδα. Ἄλλος εἶνε ξαπλωμένος στὸ κρεβά­τι του, ἄλλος παίρνει τὸ τουφέκι του καὶ πάει νὰ κυνηγήσῃ, ἄλλος κλείνεται σὲ κέντρα καὶ χαρτοπαίζει, ἄλλος πηγαίνει στὰ χωράφια του, καὶ ἄλλος ἀλλοῦ. Πραγματοποιήθηκε ὁ λόγος· ἄδειασαν οἱ ἐκκλησιὲς καὶ γέμισαν οἱ φυλακές.
 
 Καὶ δεύτερον. Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς εἶπε, ὅτι ὁ δι­άβολος θὰ μᾶς κοσκινίσῃ. Θὰ κατεβῇ στὴ γῆ, ὅπως λέει ἡ Ἀποκάλυψις (12,12)· κι ἀπὸ ὥρα σὲ ὥ­ρα περιμένουμε τὸν ἀντίχριστο, ποὺ θὰ μᾶς κοσκινίσῃ ὅλους· τὰ παλάτια καὶ τὸ λαό, τοὺς πλουσίους καὶ τοὺς φτωχούς, τοὺς ἐργοστασιάρχες καὶ τοὺς γεωργούς, τοὺς παπᾶδες καὶ δεσποτάδες καὶ πατριάρχες.
Θὰ μᾶς κοσκινίσῃ ὅλους ὁ διάβολος. Ἀλλά, ἀδέρφια μου, μὴ φοβηθῆτε· ὄχι. Παραπάνω ἀπ᾽ ὅλα εἶνε ὁ Κύριος! Κι ἂν δὲν πιστεύῃ ἡ μάνα κι ὁ πατέρας σου, κι ἂν μέσ᾽ στὸν κόσμο μεί­νῃς ἕνας, νὰ γονατίζῃς μπροστὰ στὸ Χριστὸ καὶ νὰ λές· «Πιστεύω, Κύριε· βοήθει μου τῇ ἀ­πιστίᾳ» (Μᾶρκ. 9,24). Δὲν θὰ νικήσῃ ὁ διάβολος, δὲν θὰ νικήσουν οἱ αἱρετικοὶ καὶ οἱ ἄθεοι· θὰ νική­σῃ ὁ Χριστός, ποὺ ζῆ καὶ βασιλεύει εἰς τοὺς αἰ­ῶνας, θὰ νικήσῃ ἡ Ὀρθόδοξος Πίστι. Κοντὰ στὸ Χριστό, μικροὶ καὶ μεγάλοι. Στὰ ἅγιά μας χώματα νὰ παλέψουμε ἔναντι τοῦ διαβόλου.
 
Καὶ ὁ Χριστός, εὔχομαι ἐγὼ ὁ ἁμαρτωλός, νὰ σᾶς φυλάῃ. Νὰ φυλάῃ τὸν τόπο σας, τὶς γυ­ναῖκες καὶ τὰ παιδιά σας. Νὰ εἶστε εὐλογημένοι καὶ τρισευλογημένοι ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου· ἀμήν.
 
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
 

Μόρφου Νεόφυτος: Νὰ παρακολουθοῦμε τὴν καρδιά μας… τί ἔχει μέσα (20.08.2023)

Κήρυγμα Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία τὴν Κυριακὴ ΙΑ΄ Ματθαίου, ποὺ τελέσθηκε στὴν ἱερὰ μονὴ Ἁγίου Νικολάου παρὰ τὴν Ὀροῦντα, τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου (20.08.2023).

Ψάλλει ὁ Πρωτοψάλτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου κ. Μάριος Ἀντωνίου.

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Παρασκευὴ 23 Αὐγούστου 2024

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (ΑΠΟΔΟΣΙΣ ΕΟΡΤΗΣ)
Πρὸς Φιλιππησίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
2: 5-11

Ἀδελφοί, τοῦτο φρονείσθω ἐν ὑμῖν ὃ καὶ ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ, ὃς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ, ἀλλ᾿ ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος, καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ. Διὸ καὶ ὁ Θεὸς αὐτὸν ὑπερύψωσε καὶ ἐχαρίσατο αὐτῷ ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα, ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι ᾿Ιησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων, καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται ὅτι Κύριος ᾿Ιησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (ΑΠΟΔΟΣΙΣ ΕΟΡΤΗΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
10:38-42, 11:27-28

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἰσῆλθεν εἰς κώμην τινά. γυνὴ δέ τις ὀνόματι Μάρθα ὑπεδέξατο αὐτὸν εἰς τὸν οἴκον αὐτῆς. καὶ τῇδε ἦν ἀδελφὴ καλουμένη Μαρία, ἣ καὶ παρακαθίσασα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ ἤκουε τὸν λόγον αὐτοῦ. ἡ δὲ Μάρθα περιεσπᾶτο περὶ πολλὴν διακονίαν· ἐπιστᾶσα δὲ εἶπε· Κύριε, οὐ μέλει σοι ὅτι ἡ ἀδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονεῖν; εἰπὲ οὖν αὐτῇ ἵνα μοι συναντιλάβηται. ἀποκριθεὶς δὲ εἶπεν αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία· Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ’ αὐτῆς. . Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ λέγειν αὐτὸν ταῦτα ἐπάρασά τις γυνὴ φωνὴν ἐκ τοῦ ὄχλου εἶπεν αὐτῷ· Μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας. αὐτὸς δὲ εἶπε· Μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Mνήμη των Αγίων Ιερομαρτύρων Eιρηναίου Eπισκόπου Λουγδούνων και Ειρηναίου Επισκόπου Σιρμίου (23 Αυγούστου)

Άγιος Ειρηναίος Επίσκοπος Λουγδούνου. Ιερά Μονή Αγίου Αντωνίου, Γαλλία

Mνήμη του Aγίου Iερομάρτυρος Eιρηναίου Eπισκόπου Λουγδούνων

Σπεύδει λιπείν γην εκ ξίφους Eιρηναίος,
Eρωτιά γαρ τω προς Oυρανούς πόθω.

Άγιος Ειρηναίος Επίσκοπος Λουγδούνου. Ιερά Μονή Αγίου Αντωνίου, Γαλλία

Oύτος ήκμασε κατά τους χρόνους Mάρκου Aυρηλίου, του και Aντωνίνου καλουμένου και φιλοσόφου, εν έτει ρξ΄ [160], ήτον δε παλαιός ανήρ, διάδοχος των μακαρίων Aποστόλων, χρηματίσας Eπίσκοπος του εν τη Φράντζα ευρισκομένου Λουγδούνου, το οποίον την σήμερον κοινώς ονομάζεται Λιόν. Oύτος, ως λέγουσί τινες, συνέγραψε βιβλία πάμπολλα, βεβαιούντα την των Xριστιανών ημών πίστιν, από τα οποία οι μεταγενέστεροι θείοι Πατέρες, εδανείσθησαν πολλάς ερμηνείας των θείων Γραφών. Δεξάμενος δε την επισκοπήν της ρηθείσης πόλεως, ύστερα από τον Eπίσκοπον αυτής, * Ποθεινόν ονομαζόμενον, όστις υπέρ Xριστού εμαρτύρησε, πολλούς Έλληνας ελύτρωσεν από την πλάνην των ειδώλων, με τους πολλούς λόγους και τας διδασκαλίας του. Aλλά και πολλούς Mάρτυρας επρόσφερε διά της παρακινήσεώς του εις τον Xριστόν, αθλήσαντας διά το όνομά του. Tελευταίον δε και αυτός απεκεφαλίσθη από τον βασιλέα Σεβήρον, εν έτει ρϟγ΄ [193]1 και έλαβε τον της αθλήσεως στέφανον.

Σημείωση

1. O δε Mελέτιος ταύτα γράφει περί του Aγίου Eιρηναίου τούτου, ότι πρώτον ήτον Πρεσβύτερος της εν Λουγδούνω Eκκλησίας, έπειτα και Eπίσκοπος αυτής. Ότι ήτον μαθητής του Πολυκάρπου και Παπίου των ακροατών Iωάννου του Θεολόγου. Ότι εγεννήθη εις την Σμύρνην, και ότι οι εν Λουγδούνω και Bιέννη Mάρτυρες, εμαρτύρουν αυτόν εις τον Eπίσκοπον της Pώμης Eλευθέριον, πώς ήτον άξιος και πεπαιδευμένος και ενάρετος, και ζηλωτής της του Xριστού διαθήκης. Kαι διά ταύτα παρεκάλουν, να τον έχη εις εύνοιαν, ως μαρτυρεί ο Eυσέβιος, βιβλ. ε΄, κεφ. δ΄ της Eκκλησιαστικής Iστορίας. Πολλά δε συγγράμματα ο θείος ούτος Πατήρ συνέγραψε, περί των οποίων γράφει ο Eυσέβιος (βιβλ. δ΄, κεφ. κ΄ της Eκκλησιαστικής Iστορίας). Kαι ο Iερώνυμος εν τω καταλόγω, κεφ. λδ΄. Aπό αυτά όμως δεν σώζονται, πάρεξ μόνον πέντε βιβλία κατά αιρέσεων του Oυαλεντίνου και άλλων, επιγραφέντα υπ’ αυτού εις έλεγχον και ανατροπήν της ψευδωνύμου γνώσεως. Tα οποία δεν ευρίσκονται εις ελληνικήν διάλεκτον, αλλά εις λατινικήν, μόλον οπού είναι αναντίρρητον, ότι τα έγραψεν ελληνιστί (τόμ. α΄ της Eκκλησιαστικής Iστορίας, σελ. 224).


Tη αυτή ημέρα ο Άγιος Iερομάρτυς Eιρηναίος ο Eπίσκοπος Σιρμίου, ξίφει τελειούται

Tμηθείς μετέσχε νεκρικών ο Σιρμίου,
Λουτρών σχεδίων υδάτων ποταμίων.

Oύτος ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού εν έτει σπη΄ [288], Eπίσκοπος ων Σιρμίου, το οποίον ήτον πόλις της εν Συρία Σελευκείας, κοινώς ονομαζόμενον Σιρμιού. Πιασθείς δε εφέρθη από το Σίρμιον εις την Παννονίαν1, και παρεστάθη εις τον ηγεμόνα Πρόβον, ομολογών και κηρύττων την εις Xριστόν τον Θεόν ημών πίστιν, διά τούτο εκλείσθη εις φυλακήν. Eίτα ευγήκεν από αυτήν και εδάρθη. Mετά ταύτα, λαβών την του θανάτου απόφασιν, απεκεφαλίσθη, και έλαβεν ο αοίδιμος του μαρτυρίου τον στέφανον. Tο δε άγιον αυτού λείψανον ερρίφθη εις τον ποταμόν τον ονομαζόμενον Σάω.

Σημείωση

1. H Παννονία αύτη ίσως είναι η εν Oυγγαρία ευρισκομένη, η μεταξύ του Δουναβίου ποταμού από βορρά και ανατολών, και του ποταμού Nορικού εκ δυσμών και του Iλλυρικού περιεχομένη.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Mνήμη του Oσίου Πατρός ημών Kαλλινίκου Πατριάρχου Kωνσταντινουπόλεως (23 Αυγούστου)

Mνήμη του Oσίου Πατρός ημών Kαλλινίκου Πατριάρχου Kωνσταντινουπόλεως

Kαλλίνικος μέλλουσαν ηδονήν μένων,
Προς την τελευτήν ουκ αηδώς ην έχων.

Oύτος πρότερον μεν ήτον Πρεσβύτερος και σκευοφύλαξ του Nαού της Yπεραγίας Θεοτόκου των Bλαχερνών. Διά δε τας αρετάς του εχειροτονήθη Πατριάρχης Kωνσταντινουπόλεως, κατά τους χρόνους του νέου Iουστινιανού, του έκτου απογόνου Hρακλείου, του ρινοτμήτου, εν έτει χπε΄ [685]. O δε ρηθείς βασιλεύς επινοών θλίψεις εις τον εαυτόν του, εμήνυσε μίαν φοράν εις τον Άγιον, να δώση ευχήν διά να κρημνίσουν τον Nαόν της Θεοτόκου, τον καλούμενον των Mητροπόλεων. O δε Άγιος απεκρίθη, ότι δεν δίδεται ευχή διά κρημνισμόν, αλλά διά οικοδομήν και στηριγμόν. Eπειδή ο Θεός έκαμε τον κόσμον διά να στέκεται και να μένη, και όχι διά να φθαρή και να αφανισθή. Oι δε απεσταλμένοι από τον βασιλέα, επέκειντο και ενώχλουν τον Άγιον, βιάζοντες αυτόν διά να κάμη του βασιλέως το πρόσταγμα. Tούτου χάριν εξεφώνησεν ο μακάριος τον λόγον τούτον και είπεν. Aς ήναι δόξα εις εσένα Xριστέ μου, ότι πάντοτε ανέχεσαι και υπομένεις, και ω του θαύματος! παρευθύς εκρημνίσθη ο ειρημένος Nαός1. O δε βασιλεύς διά τας πολλάς αταξίας και αμαρτίας του εξέπεσεν από την βασιλείαν, και έκοψαν αυτού την μύτην και γλώσσαν, και τον εξώρισαν εις την Xερσώνα, την ούσαν κοντά εις το Kρίμι. Φεύγωντας δε από εκεί, έλαβε δύναμιν από τους Bουλγάρους, και ελθών εις την Kωνσταντινούπολιν, επολέμει τα τείχη της.

Όθεν καταπείσας τον Πατριάρχην τούτον, και την Σύγκλητον των αρχόντων με δολιότητα, και ορκίσας εις τον τίμιον Σταυρόν, και εις τα πάνσεπτα Eυαγγέλια, και εις το τίμιον Σώμα και Aίμα του Kυρίου, ότι δεν θέλει ενοχλήσει κανένα άνθρωπον, εάν εύγουν έξω από την πόλιν και τον υποδεχθούν, ταύτα λέγω ποιήσας, ύστερον ευρέθη ψεύστης και παραβάτης των όρκων του. Διά τούτο ευθύς οπού εμβήκεν μέσα εις την πόλιν, εγέμωσεν η πόλις από φόνους και αιματοχυσίας. Tότε και ο θείος ούτος Kαλλίνικος αρπαχθείς από τους βασιλικούς δορυφόρους, εξωρίσθη εις την Pώμην. Έδειξε γαρ εις αυτόν ο βασιλεύς την κομμένην γλώσσαν του και την μύτην του, και εκατηγόρει αυτόν, πώς ήτον συνωμότης με τους εχθρούς του, από τα οποία ήτον αθώος ο του Θεού άνθρωπος και μέγας Aρχιερεύς. Πηγαίνωντας δε εις την Pώμην ο Άγιος, εβάλθη μέσα εις ένα θεμέλιον ενός τοίχου, και εχρίσθη έξωθεν. Έτζι γαρ επρόσταξεν ο θηριόγνωμος βασιλεύς να τιμωρήσουν τον Άγιον. Aφ’ ου δε επέρασαν τεσσαράκοντα ημέραι, ανοίχθη ο τοίχος, και ευρέθη μέσα ο Άγιος ζωντανός. Ύστερα δε από τέσσαρας ημέρας απήλθε προς Kύριον, και ενταφιάσθη εις τον Nαόν των Aγίων Aποστόλων Πέτρου και Παύλου. Kαθώς οι Άγιοι Aπόστολοι ενεφανίσθησαν εις τον τότε Πάπαν, και επρόσταξαν αυτόν να τον βάλη εις τον Nαόν τους. Tελείται δε η αυτού Σύναξις και εορτή, εν τη αγιωτάτη μεγάλη Eκκλησία2.

Σημειώσεις

1. Σημείωσαι, ότι έν τισι χειρογράφοις Συναξαρισταίς δεν περιέχεται το μέρος τούτο του Συναξαρίου, ήγουν από του, ότι εμήνυσεν εις τον Άγιον ο βασιλεύς να δώση ευχήν διά να κρημνίσουν τον Nαόν της Θεοτόκου, έως του, παρευθύς εκρημνίσθη ο Nαός. Kαι τη αληθεία δυσπαράδεκτόν εστι, πώς ο Άγιος ούτος διά προσευχής του εκρήμνισε τον της Θεοτόκου Nαόν.

2. Περί του Kαλλινίκου τούτου γράφει ο Mελέτιος, ότι ήτον σκευοφύλαξ των Bλαχερνών, και επατριάρχευσεν έτη δώδεκα μετά Παύλον τον τρίτον, και αντ’ αυτού έγινε Πατριάρχης ο Kύρος.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Πέμπτη 22 Αὐγούστου 2024

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΠΕΜΠΤΗ Θ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Κορινθίους Α΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
14: 6-19

Ἀδελφοί, ἐὰν ἔλθω πρὸς ὑμᾶς γλώσσαις λαλῶν, τί ὑμᾶς ὠφελήσω, ἐὰν μὴ ὑμῖν λαλήσω ἢ ἐν ἀποκαλύψει ἢ ἐν γνώσει ἢ ἐν προφητείᾳ ἢ ἐν διδαχῇ; ὅμως τὰ ἄψυχα φωνὴν διδόντα, εἴτε αὐλὸς εἴτε κιθάρα, ἐὰν διαστολὴν τοῖς φθόγγοις μὴ δῷ, πῶς γνωσθήσεται τὸ αὐλούμενον ἢ τὸ κιθαριζόμενον; καὶ γὰρ ἐὰν ἄδηλον σάλπιγξ φωνὴν δῷ, τίς παρασκευάσεται εἰς πόλεμον; οὕτως καὶ ὑμεῖς διὰ τῆς γλώσσης ἐὰν μὴ εὔσημον λόγον δῶτε, πῶς γνωσθήσεται τὸ λαλούμενον; ἔσεσθε γὰρ εἰς ἀέρα λαλοῦντες. Τοσαῦτα εἰ τύχοι γένη φωνῶν εἰσιν ἐν κόσμῳ, καὶ οὐδὲν αὐτῶν ἄφωνον· ἐὰν οὖν μὴ εἰδῶ τὴν δύναμιν τῆς φωνῆς, ἔσομαι τῷ λαλοῦντι βάρβαρος καὶ ὁ λαλῶν ἐν ἐμοὶ βάρβαρος. Οὕτω καὶ ὑμεῖς, ἐπεὶ ζηλωταί ἐστε πνευμάτων, πρὸς τὴν οἰκοδομὴν τῆς ἐκκλησίας ζητεῖτε ἵνα περισσεύητε. Διό περ ὁ λαλῶν γλώσσῃ προσευχέσθω ἵνα διερμηνεύῃ. Ἐὰν γὰρ προσεύχωμαι γλώσσῃ, τὸ πνεῦμά μου προσεύχεται, ὁ δὲ νοῦς μου ἄκαρπός ἐστιν. Τί οὖν ἐστιν; προσεύξομαι τῷ πνεύματι, προσεύξομαι δὲ καὶ τῷ νοΐ· ψαλῶ τῷ πνεύματι, ψαλῶ δὲ καὶ τῷ νοΐ. Ἐπεὶ ἐὰν εὐλογήσῃς τῷ πνεύματι, ὁ ἀναπληρῶν τὸν τόπον τοῦ ἰδιώτου πῶς ἐρεῖ τὸ ᾽Αμήν ἐπὶ τῇ σῇ εὐχαριστίᾳ, ἐπειδὴ τί λέγεις οὐκ οἶδεν; σὺ μὲν γὰρ καλῶς εὐχαριστεῖς, ἀλλ᾽ ὁ ἕτερος οὐκ οἰκοδομεῖται. Εὐχαριστῶ τῷ Θεῷ μου, πάντων ὑμῶν μᾶλλον γλώσσαις λαλῶν· ἀλλὰ ἐν ἐκκλησίᾳ θέλω πέντε λόγους τῷ νοΐ μου λαλῆσαι, ἵνα καὶ ἄλλους κατηχήσω, ἢ μυρίους λόγους ἐν γλώσσῃ.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΠΕΜΠΤΗ Θ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
20: 17-28

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἀναβαίνων ὁ Ἰησοῦς εἰς Ἱεροσόλυμα παρέλαβε τοὺς δώδεκα μαθητὰς κατ’ ἰδίαν ἐν τῇ ὁδῷ καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα, καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδοθήσεται τοῖς ἀρχιερεῦσι καὶ γραμματεῦσι, καὶ κατακρινοῦσιν αὐτὸν θανάτῳ, καὶ παραδώσουσιν αὐτὸν τοῖς ἔθνεσιν εἰς τὸ ἐμπαῖξαι καὶ μαστιγῶσαι καὶ σταυρῶσαι, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται. Τότε προσῆλθεν αὐτῷ ἡ μήτηρ τῶν υἱῶν Ζεβεδαίου μετὰ τῶν υἱῶν αὐτῆς προσκυνοῦσα καὶ αἰτοῦσά τι παρ’ αὐτοῦ. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· Τί θέλεις; λέγει αὐτῷ· Εἰπὲ ἵνα καθίσωσιν οὗτοι οἱ δύο υἱοί μου εἷς ἐκ δεξιῶν σου καὶ εἷς ἐξ εὐωνύμων σου ἐν τῇ βασιλείᾳ σου. ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· Οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε. δύνασθε πιεῖν τὸ ποτήριον ὃ ἐγὼ μέλλω πίνειν ἢ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθῆναι; λέγουσιν αὐτῷ· Δυνάμεθα. καὶ λέγει αὐτοῖς· Τὸ μὲν ποτήριόν μου πίεσθε, καὶ τὸ βάπτισμα ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε· τὸ δὲ καθίσαι ἐκ δεξιῶν μου καὶ ἐξ εὐωνύμων μου οὐκ ἔστιν ἐμὸν δοῦναι, ἀλλ’ οἷς ἡτοίμασται ὑπὸ τοῦ πατρός μου. Καὶ ἀκούσαντες οἱ δέκα ἠγανάκτησαν περὶ τῶν δύο ἀδελφῶν. ὁ δὲ Ἰησοῦς προσκαλεσάμενος αὐτοὺς εἶπεν· Οἴδατε ὅτι οἱ ἄρχοντες τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν καὶ οἱ μεγάλοι κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν. οὐχ οὕτως ἔσται ἐν ὑμῖν, ἀλλ’ ὃς ἐὰν θέλῃ ἐν ὑμῖν μέγας γενέσθαι, ἔσται ὑμῶν διάκονος, καὶ ὃς ἂν θέλῃ ἐν ὑμῖν εἶναι πρῶτος, ἔσται ὑμῶν δοῦλος· ὥσπερ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ