Αρχική Blog Σελίδα 170

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2024

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΠΕΜΠΤΗ ΙΒ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Κορινθίους Β΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
7: 1-10

Ἀδελφοί, καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ. Χωρήσατε ἡμᾶς· οὐδένα ἠδικήσαμεν, οὐδένα ἐφθείραμεν, οὐδένα ἐπλεονεκτήσαμεν. Οὐ πρὸς κατάκρισιν λέγω· προείρηκα γὰρ ὅτι ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν ἐστε εἰς τὸ συναποθανεῖν καὶ συζῆν. Πολλή μοι παρρησία πρὸς ὑμᾶς, πολλή μοι καύχησις ὑπὲρ ὑμῶν· πεπλήρωμαι τῇ παρακλήσει, ὑπερπερισσεύομαι τῇ χαρᾷ ἐπὶ πάσῃ τῇ θλίψει ἡμῶν. Καὶ γὰρ ἐλθόντων ἡμῶν εἰς Μακεδονίαν οὐδεμίαν ἔσχηκεν ἄνεσιν ἡ σὰρξ ἡμῶν, ἀλλ᾽ ἐν παντὶ θλιβόμενοι· ἔξωθεν μάχαι, ἔσωθεν φόβοι. Ἀλλ᾽ ὁ παρακαλῶν τοὺς ταπεινοὺς παρεκάλεσεν ἡμᾶς ὁ Θεὸς ἐν τῇ παρουσίᾳ Τίτου· οὐ μόνον δὲ ἐν τῇ παρουσίᾳ αὐτοῦ ἀλλὰ καὶ ἐν τῇ παρακλήσει ᾗ παρεκλήθη ἐφ᾽ ὑμῖν, ἀναγγέλλων ἡμῖν τὴν ὑμῶν ἐπιπόθησιν, τὸν ὑμῶν ὀδυρμόν, τὸν ὑμῶν ζῆλον ὑπὲρ ἐμοῦ, ὥστε με μᾶλλον χαρῆναι. Ὅτι εἰ καὶ ἐλύπησα ὑμᾶς ἐν τῇ ἐπιστολῇ, οὐ μεταμέλομαι· εἰ καὶ μετεμελόμην· βλέπω γὰρ ὅτι ἡ ἐπιστολὴ ἐκείνη, εἰ καὶ πρὸς ὥραν, ἐλύπησεν ὑμᾶς. Νῦν χαίρω, οὐχ ὅτι ἐλυπήθητε, ἀλλ᾽ ὅτι ἐλυπήθητε εἰς μετάνοιαν· ἐλυπήθητε γὰρ κατὰ Θεόν, ἵνα ἐν μηδενὶ ζημιωθῆτε ἐξ ἡμῶν· Ἡ γὰρ κατὰ Θεὸν λύπη, μετάνοιαν εἰς σωτηρίαν ἀμεταμέλητον κατεργάζεται.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΠΡΟΕΟΡΤΙΟΝ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην
11: 47-54

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ συνήγαγον οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι συνέδριον κατὰ τοῦ Ἰησοῦ λέγοντες· Τί ποιοῦμεν, ὅτι οὗτος ὁ ἄνθρωπος πολλὰ σημεῖα ποιεῖ; ἐὰν ἀφῶμεν αὐτὸν οὕτω, πάντες πιστεύσουσιν εἰς αὐτόν, καὶ ἐλεύσονται οἱ Ρωμαῖοι καὶ ἀροῦσιν ἡμῶν καὶ τὸν τόπον καὶ τὸ ἔθνος. εἷς δέ τις ἐξ αὐτῶν Καϊάφας, ἀρχιερεὺς ὢν τοῦ ἐνιαυτοῦ ἐκείνου, εἶπεν αὐτοῖς· Ὑμεῖς οὐκ οἴδατε οὐδέν, οὐδὲ διαλογίζεσθε ὅτι συμφέρει ὑμῖν ἵνα εἷς ἄνθρωπος ἀποθάνῃ ὑπὲρ τοῦ λαοῦ καὶ μὴ ὅλον τὸ ἔθνος ἀπόληται. τοῦτο δὲ ἀφ’ ἑαυτοῦ οὐκ εἶπεν, ἀλλὰ ἀρχιερεὺς ὢν τοῦ ἐνιαυτοῦ ἐκείνου προεφήτευσεν ὅτι ἔμελλεν ὁ Ἰησοῦς ἀποθνήσκειν ὑπὲρ τοῦ ἔθνους, καὶ οὐχ ὑπὲρ τοῦ ἔθνους μόνον, ἀλλ’ ἵνα καὶ τὰ τέκνα τοῦ Θεοῦ τὰ διεσκορπισμένα συναγάγῃ εἰς ἕν. ἀπ’ ἐκείνης οὖν τῆς ἡμέρας συνεβουλεύσαντο ἵνα ἀποκτείνωσιν αὐτόν. Ἰησοῦς οὖν οὐκέτι παρρησίᾳ περιεπάτει ἐν τοῖς Ἰουδαίοις, ἀλλὰ ἀπῆλθεν ἐκεῖθεν εἰς τὴν χώραν ἐγγὺς τῆς ἐρήμου, εἰς Ἐφραὶμ λεγομένην πόλιν, κἀκεῖ διέτριβε μετὰ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Ἀρχιερατικὴ Θεία Λειτουργία Ἁγίου Μάμαντος – Κατεχόμενη Μόρφου (2α Σεπτεμβρίου 2024)

Ἀρχιερατικὴ Θεία Λειτουργία Ἁγίου Μάμαντος, ἀπὸ τὸν Μητροπολιτικὸ Ναὸ Ἁγίου Μάμαντος στὴν κατεχόμενη Μόρφου, χοροστατοῦντος τοῦ Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου (02.09.2024).

Χειροτονητήριος Λόγος Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου, 13 Σεπτεμβρίου 1998

Ὁ Χειροτονητήριος Λόγος τοῦ Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου, ἐκφωνήθηκε κατὰ τὴν εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονίαν του, ἡ ὁποία πραγματοποιήθηκε στὶς 13 Σεπτεμβρίου 1998, στὸν Ἱερὸ Ναὸ Παναγίας Παλλουριωτίσσης στὴ Λευκωσία.

Λόγος του Πανιερωτάτου Μητροπολίτη Μόρφου κ.κ. Νεοφύτου κατά την εις Επίσκοπο χειροτονία του.

Μακαριώτατε,
Εξοχώτατε κ. Πρόεδρε,
Εν Χριστώ Άγιοι Αρχιερείς,
Άγιοι Καθηγούμενοι,
Τίμιο Πρεσβυτέριο,
Εν Χριστώ Διακονία,
Άρχοντες της νήσου ημών,
Αγαπητοί αδελφοί.

Καλούμαι σήμερα να ιερουργήσω το μέγα μυστήριο του Αρχιερέως Χριστού. Του κατ’ εξοχήν Μεγάλου Αρχιερέως των αιώνων κατά την τάξη Μελχισεδέκ. Και τελεσιουργείται το μυστήριο τούτο δια μέσου των περιπετειών και των ιδιοτροπιών της ιστορίας, που θέλει τη Μητρόπολη της πόλεως Μόρφου κατεχόμενη και τον αρτιγέννητο επίσκοπό της νέο και άπειρο.

Γνωρίζετε, Μακαριώτατε και πολλοί εκ του περιεστώτος λαού, ότι δεν επεδίωξα αυτήν την τιμή, αυτό το θρόνο, αλλά μάλλον εκρύβην από αυτόν επιμελώς, ελπίζοντας να παραμείνω όσο γίνεται περισσότερο στην αγαπημένη μου Μονή του Αγίου Γεωργίου Μαυροβουνίου, μαθητεύοντας παρά τους πόδας του Γέροντός μου πατρός Συμεών. Αλλά, φευ, του Νεοφύτου επεπλήρωτο η προφητεία Ιακώβου. Ακούσαμε τη φωνή του Θεού να επιτάσσει: «Νυν ουν ανάστηθι και έξελθε εκ της γης ταύτης και άπελθε εις την γην της γενέσεώς σου, και έσομαι μετά σου».

Υπερβαίνοντας την ιστορική λογική και συνέπεια της μοναχικής μου πολιτείας εξέρχομαι σήμερα από τη Μονή μου και την πνευματική μου συγγένεια. Πορεύομαι σήμερα προς τη γη της γενέσεώς μου, τη γη των πατέρων μου, παραδίδοντας τον εαυτό μου στην περιπέτεια του Θεού ως δεσμώτης Δεσπότης, αναφωνώντας εν πρώτοις: Τις ειμί εγώ Κύριε και τι τα περί εμέ; «Μικρός εγώ εν τοις αδελφοίς μου και νεώτερος εν τω οίκω του Πατρός μου». Αλλά στο τέλος ψελλίζω: «Ιδού ο δούλος Κυρίου γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου».

Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας γιορτάζει σήμερα τα εγκαίνια του Ναού της Αναστάσεως και τα προεόρτια της Υψώσεως του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού. Σταυροαναστάσιμη η σημερινή μέρα, σταυροχάρακτος ο θρόνος του Αγίου Αυξιβίου πρώτου Επισκόπου Σόλων, μαρτυρική η τιμή του δεσμώτη Δεσπότη της Μόρφου, και μαρτυροστόλιστος η Κύπρος, η Αγία Νήσος.

Σταυροαναστήσιμο είναι το στίγμα της σημερινής μέρας γιατί σταυροαναστάσιμος είναι και ο χαρακτήρας της κλήσεώς μας. Ράβδον παραλαμβάνω σήμερα εις τύπον του μυστηρίου, ως ακατάλυτο συμβόλαιο διακονίας με το λαό της Μόρφου, με το λαό του Θεού.

Γνωρίζω αγαπητοί μου ότι παρήλθε ανεπιστρεπτί ο καιρός εκείνος που η έδρα του Επισκόπου ήταν θρόνος δόξας και ιεροκρατικής αυθεντίας. Στις μέρες μας το καταπέτασμα του ουρανού εσχίσθη στα δύο, από άνωθεν έως κάτω. Ο άπληστος δυτικός οφθαλμός μας φυγαδεύει στα εσώτερα του καταπετάσματος το μυστήριο και την ιεροπρέπεια της ζωής και του θανάτου. Η αγιότητα κρύβεται και σιωπά, και ο λαός του Θεού, ο λαός της Κύπρου, επίμονα την αναζητά. Του λόγου το αληθές μαρτυρούν πολλά γεγονότα, που πολλές ελπίδες γεννούν στις ψυχές μας. Οι χιλιάδες λαού που κατέκλυσαν τη Βασιλική Μονή του Κύκκου, προσκυνητές της μυροβλίζουσας δακρυρροούσας Παναγίας Μητέρας μας. Υπερμάχου Στρατηγού του Γένους μας. Το πλήθος Κυπρίων μοναχών εντός και εκτός Κύπρου που γίνονται στις συγκεχυμένες ανασφαλείς ημέρες μας, θεία παρεμβολή, θεήγοροι οπλίτες παρατάξεως Κυρίου. Η συμμετοχή εκατοντάδων νέων μας σε ολονύκτιες αγρυπνίες και κατανυκτικές ακολουθίες. Η μετοχή στο μυστήριο της εξομολόγησης τα δάκρυα μετανοίας χιλιάδων Κυπρίων, γίνονται το υπόστρωμα που σιγά – σιγά καρπίζει το άνθος της ελευθερίας. Και ένας λαός που μετανοεί δεν μπορεί παρά να ελευθερωθεί. «Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς». Ένας λαός που δακρύζει δεν μπορεί παρά να γελάσει. «Μακάριοι οι κλαίοντες νυν, ότι γελάσετε».

Τα σύνορά μας δεν τελειώνουν στην αγαπημένη Μόρφου, τη Θεομόρφου κατά τους βυζαντινούς συγγραφείς, ούτε, όπως καλόπιστα λέγεται, στις ακτές της Κερύνειας. Τα σύνορά μας είναι ο ουρανός και οι ακτές μας, οι ακτές της ψυχής μας. Αν επιμένουμε να ξαναλειτουργήσουμε την περιλάλητη Εκκλησία της Μόρφου, τον Άγιο Μάμαντα, δεν είναι για λόγους συναισθηματικούς ούτε απλά πολιτικούς. Είναι γιατί η Εκκλησία αυτή, με τις πολλές Θείες Λειτουργίες και προσευχές που δέχθηκε μέσα στους αιώνες και την περιρρέουσα χάρη του Αγίου που πότισε τα μάρμαρα και τις πέτρες, έχει γίνει μια αγιαστική δύναμη που εκπέμπει τη χάρη της ελεύθερα, σε συνθήκες δουλείας. Αυτή την αναβλύζουσα χάρη και δύναμη, αυτή την αγιαστική ενέργεια του Αγίου Μάμαντος, του Αποστόλου Βαρνάβα και του Αποστόλου Ανδρέα έχει ανάγκη η ψυχή μας για να αναπνέει ορθοδόξως και να ζει ελληνικώς.

Προς τούτο δεν θα φεισθώ κόπων και μόχθων, προσευχών και δακρύων, παραστάσεων και εκδηλώσεων μαρτυρίας και διαμαρτυρίας για τη συνεχιζόμενη κατοχή της Μόρφου, την αποστέρηση του θρησκευτικού δικαιώματος λατρείας και προσευχής στα αγιάσματά μας, στους βωμούς και τις εστίες και τα προσκυνήματά μας. Ως καλός ποιμήν θα αναλώσω τον εαυτό μου, και την ψυχή μου θύσω υπέρ των λογικών προβάτων της Μόρφου.

Η Ιερά Μητρόπολη της Μόρφου έχει τη μοναδικότητα και την ιδιαιτερότητα να είναι ημικατεχόμενη και ο επίσκοπός της έχει το τραγικό αίσθημα να είναι πρόσφυγας στην ίδια τη Μητροπολιτική του περιφέρεια. Και ο μεν προσφυγικός κόσμος της Μόρφου αναζητεί στο νέο Ιεράρχη του στήριγμα, έμπνευση, φωνή ειλικρινούς συμπαραστάσεως για επιστροφή στις πατρογονικές εστίες, οι δε κάτοικοι της ελεύθερης περιοχής Μόρφου, της Σολέας, της Μαραθάσας και της Αγίας Τηλλυρίας αναμένουν φωνή συμπαραστάσεως στη συνεχιζόμενη αστυφιλία, απομόνωση και ρυθμούς χαμηλής ανάπτυξης λόγω των ειδικών συνθηκών που επέβαλε η διχοτόμηση της περιφέρειας από την τουρκική στρατοκρατία. Αισθάνονται οι κάτοικοι των περιοχών αυτών ως ελεύθεροι πολιορκημένοι και η απειλούμενη, ως πολιτική λύση, διχοτόμηση, βρίσκεται σε εφαρμογή εδώ και εικοσιτέσσερα χρόνια στην περιφέρεια της Μόρφου, με όλα τα παρεπόμενα προβλήματα. Καλούμαι να ανυψώσω το φρόνημα των καταπονημένων, να στηρίξω τα γόνατα των απογοητευμένων, να παρηγορήσω τις ψυχές των πονεμένων, να ενθουσιάσω τις καρδιές των πικραμένων, να εμφυσήσω την ελπίδα στους απελπισμένου, να γίνω «τοις πάσι τα πάντα, ίνα πάντως τινάς σώσω».

Αλλά δεν είναι μόνο ο εξ ανατολών κίνδυνος που μας ανησυχεί. Είναι επί πλέον η αναμέτρησή μας με τη δυτική επίδραση πάνω στο δικό μας τρόπο ζωής. Αυτή η επίδραση θα είναι το κυριότερο υπαρκτικό πρόβλημα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε ως κοινωνία τα επόμενα χρόνια. Και φυσικά όταν μιλούμε για αναμέτρηση δεν εννοούμε κάποια πολιτική, εθνική ή πολιτιστική αντιπαράταξη. Η αναμέτρηση αυτή, η οποία άρχισε πολλούς αιώνες πριν, είναι ουσιαστικά μια σύγκρουση δύο εντελώς διαφορετικών τρόπων αντίκρυσης του ανθρώπου, του κόσμου και της ζωής «της καθ’ ημέρας ζωής».

Ο ευρωπαϊκός ανθρωπομονισμός οδήγησε ολόκληρες κοινωνίες σε αποστασία και στη συνέχεια σε απόγνωση και μηδενισμό, γιατί ήταν ένας ανθρωπισμός χωρίς Θεάνθρωπο Χριστό. Άλλ’ όμως, όπως λέει και ο ψαλμωδός, καμιά φορά και οι φωτιές της καταστροφής μπορεί να φωτίζουν για να φανεί το πρόσωπο του Θεού. «’Εθου τας ανομίας ημών ενώπιον σου ο αιών ημών εις φωτισμόν του προσώπου σου». Στις μέρες μας αρχίζουν οι άνθρωποι της Δύσης να απομυθοποιούν τις ιδεολογίες, την παντοδυναμία της τετράγωνης γνώσης, τον ορθολογισμό και τον καταναλωτισμό. Ανακαλύπτουν συγκλονισμένοι το μυστήριο, τη γλώσσα της νοεράς προσευχής, τη νηστεία και την ορθόδοξη λατρεία, τη βυζαντινή εικόνα, τον ησυχαστικό μοναχισμό που ξανανθίζει μέσα στην καρδιά των μεγαλύτερων ευρωπαϊκών εθνών. Είναι τραγικό σε μια εποχή που η Δύση ψάχνει να βρει λύσεις στα πνευματικά αδιέξοδά της σε ορθόδοξους και ανατολικούς τρόπους ζωής, εμείς να μιμούμαστε την Ευρώπη του 1960, την Ευρώπη του καταναλωτισμού, του φανταστικού και του ναρκωτικού.

Όταν λέμε ότι πρέπει να αντιμετωπίσουμε την πρόκληση της Ευρώπης αυτό δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως αφορμή για να απομονωθούμε εθνικά ή πολιτιστικά, υποτιμώντας και απορρίπτοντας τους άλλους. Αλλά να είναι αφετηρία μιας αυστηρότερης εξέτασης του εαυτού μας και της πορείας μας. Η Ευρώπη σήμερα μας προκαλεί και μας προσκαλεί σ’ αυτογνωσία.

Το να γνωρίζεις τον εαυτό σου, λένε οι Άγιοι Πατέρες, είναι υψηλότερο και από το να κάνεις θαύματα. Όπως μας κληροδοτεί ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος: «Τω γνόντι εαυτόν, η γνώσις των πάντων δίδοται αυτώ». Αν λοιπόν κρατούμε την παράδοσή μας, αν είμαστε πραγματικά Ορθόδοξοι, θα διαπιστώσουμε ότι δεν έχουμε εχθρούς και αντιδίκους.

Μακαριώτατε, Άγιοι Αρχιερείς

Ονομαζόμαστε κατά χάρη από το λαό του Θεού Άγιοι, για να αισθανόμαστε έτσι το μέγεθος της κλήσεώς μας αλλά και της αποστάσεώς μας από την πραγματική αγιότητα, καθ’ ότι όλοι γνωρίζομε ότι «εις Άγιος, εις Κύριος Ιησούς Χριστός». Επιτρέψετέ μου να παραθέσω λόγον αγαθό, λόγο ενός Αγίου της Εκκλησίας μας, του Οσίου Βαρσανουφίου του Μεγάλου, όταν απευθύνεται σε ένα νεοχειροτούμενο Επίσκοπο: «Πρόσεχε πως εύχεται περί σου ο διάκονος, λέγων τον λόγον του Αποστόλου «ορθοτομούντα τον λόγον της αληθείας». Και ορθοτόμησον και συ και μη αισχυνθής άνθρωπον, μηδέ ανθρωπαρεσκήσης τινί, και ευρίσκεις χάριν ενώπιον Θεού και ανθρώπων». Εάν τότε η ορθή τομή της αλήθειας ήταν πρωταρχική εργασία του Επισκόπου τι να πούμε σήμερα για τη συγκεχυμένη εποχή μας.

Ως Επίσκοπος πρέπει να ορθοτομήσω την αλήθεια της ζωής και του θανάτου. «Ποιο το «νυν» και ποιο το «αιέν» του κόσμου;» Ότι ο άνθρωπος είναι αιώνιο ον και όχι έρμαιο της φθοράς και του θανάτου. Ότι αυτή η ζωή θα δώσει οντότητα στη αιώνια ζωή, στην αιώνια ύπαρξη του ανθρώπου.

Είναι πολύ σημαντικό ο άνθρωπος, και ιδιαίτερα ο νέος άνθρωπος της Κύπρου, να ανακαλύπτει ότι η ύπαρξή του έχει νόημα. Έχει πρώτον αιώνιο νόημα, αλλά και οι επιμέρους μορφές της ζωής του: η πολιτική, ο γάμος, η οικονομία, η εργασία, το περιβάλλον, η δημιουργία, όλα αυτά έχουν λόγο, έχουν νόημα. Αισθάνεται σήμερα ο νέος της νύκτας και της παραλίας, της έντασης και της ταχύτητας, το βίο του ως α-νόητο, άνευ νοήματος. Γι’ αυτό καταφεύγει μέσα σ’ ένα ψεύτικο κόσμο, φανταστικό, είτε των ναρκωτικών είτε των αιρέσεων και της μαγείας. Ανάγκη λοιπόν ως Επίσκοπος, ως Εκκλησία να μιλήσουμε πάλιν και πολλάκις μία θεολογία του νοήματος, να ανακαλύψουμε το βάθος και το «ειδικό βάρος των λέξεων», να βρούμε όπως λέει ο ποιητής «αυτά τα λόγια που παίρνουν το ίδιο βάρος σε όλες τις καρδιές, σε όλα τα χείλη». Ανάγκη λοιπόν ως Επίσκοπος, ως Εκκλησία να δημιουργήσουμε βάσεις πνευματικές, όπως είναι οι Μονές και οι ζωντανές ενορίες, όπου οι νέοι άνθρωποι θα ανακαλύπτουν το νόημα της ύπαρξης. Αυτές οι πνευματικές βάσεις έχουν σήμερα όχι απλά θρησκευτική και πνευματική διάσταση αλλά κοινωνική και πολιτική. Και όπως κάποτε μου ανέφερε προφητικά ένας σύγχρονος Άγιος, γέροντας στο Άγιο Όρος, ο Πατήρ Παΐσιος: «Αυτές οι βάσεις θα διώξουν τις βάσεις από την Κύπρο. Το πρόβλημα της Κύπρου», μου είπε «δεν είναι πολιτικό στο βάθος είναι πνευματικό». Οι βάσεις των ξένων κατακτητών και οι βάσεις της αμαρτίας που εμείς φτιάχνουμε, συντηρούν το πρόβλημα, παραπληροφορούν το λαό και τον αποπροσανατολίζουν από το στόχο του. Αν δεν δημιουργήσουμε ως Εκκλησία βάσεις πνευματικές όπου ο λαός θα τροφοδοτείται πνευματικά και θα ανακαλύπτει την ταυτότητά του, τότε αυτός ο λαός δεν μπορεί να βρει το δίκαιό του μέσα από διεκδικήσεις. Είναι πολύ σημαντικό αυτός ο λαός να μπορεί να βιώνει την ταυτότητά του και αυτή η ταυτότητα να είναι το πνευματικό όραμα με το οποίο θα ξανακτίσει την κατεχόμενη Κύπρο όταν θα ελευθερωθεί. Και θα ελευθερωθεί.

Μακαριώτατε,

Τα φτωχά λόγια που μόλις ανέφερα είναι αποστάγματα πόνου και ζωής ενός νέου κληρικού, που στα δεκατρία του χρόνια εδιώχθη από τη γενέτειρά του Ζώδια, την αγαπημένη γη της Μόρφου και για μια εικοσαετία και πλέον εκ του μακρόθεν μαθητεύει και διδάσκεται από την εμπνευσμένη σταυροχάραχτη αρχιεπισκοπή σας ποιμαντορία. Όχι λίγες φορές σας αισθάνθηκα, ατενίζοντάς σας, ως το πρόσωπο εκείνο το οποίο, δίκην Άτλαντος, σηκώνει το βάρος μακραίωνης εκκλησιαστικής και ιστορικής εμπειρίας.

Ενίοτε δε μόνος εσείς φυλάξατε πνευματικές Θερμοπύλες, ποτέ κινούμενος από το χρέος και τη γνώση της των πραγμάτων αληθείας. Σας ευχαριστώ τόσο εσάς όσο και τη χορεία των αγίων Αρχιερέων που χωρίς να καταφρονήσετε τη νεότητά μου, μου εμπιστευθήκατε τη διακονία της ημικατεχόμενης Μητροπόλεως Μόρφου. Να είστε βέβαιοι ότι δεν θα υποστείλω τη σημαία του αγώνος, και από πλευράς μου θα φροντίσω να δώσετε καλήν απολογία επί του φοβερού βήματος του Δικαίου Κριτού, του Παλαιού Ημερών, του Τρισαγίου.

Την ευλογημένη αυτή στιγμή αισθάνομαι την ανάγκη να ευχαριστήσω τόσο τους κατά σάρκα όσο και τους κατά πνεύμα συγγενείς και διδασκάλους. Ευχαριστώ την αγαπητή μου μητέρα Μηλιά, που υπήρξε ο πρώτος θεολόγος της ζωής μου. Η υπομονή και η εγκαρτέρησή της στις θλίψεις και στους αλλεπάλληλους θανάτους αγαπημένων μας προσώπων, έκαναν ορατή στην ψυχή μου τη λυτρωτική δύναμη του πόνου. Αυτή τη δύναμη της αυτοπροσφοράς και της αυτοθυσίας που έχουν οι απλοί, πιστοί άνθρωποι του λαού μας. ‘Οταν μεγάλος πια ανέγνωσα τον ευαγγελικό λόγο του Κυρίου «Εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται» τότε διέκρινα πίσω από αυτά τα λόγια το ορθόδοξο ήθος της μάνας μου αλλά και κάθε άλλης πονεμένης μάνας της Κύπρου, που μπορεί να μην ξέρουν να ερμηνεύουν το Ευαγγέλιο αλλά γνωρίζουν να βιώνουν τα γράμματα του Θεού. Στη χαρά της σήμερα μετέχουν εκτός από τα αδέλφια μου και οι κεκοιμημένοι πατέρας μου Νικόλας και αδελφός μου Πέτρος, παρόντες και αυτοί της σημερινής συνάξεως στη Χώρα των Ζώντων, όπως είναι κάθε Θεία Λειτουργία.

Ευχαριστώ εδώ και το ζεύγος Βάσου και Στάλως Χατζηιωάννου, που συνεχίζοντας αρχαία παράδοση χορηγίας και αρχοντιάς, με την παρουσία τους σήμερα συνδράμουν την ολοκλήρωση της χαράς και ενισχύουν τα πρώτα βήματα της αρχιερατικής μου διακονίας. Εύχομαι ο Δωρεοδότης Θεός να παρέχει πλούσιο το έλεός του σ’ αυτούς, που ο πλούτος της ορθόδοξης τους πίστης υπερβαίνει τον πλούτο των υλικών τους αγαθών, ιδιαίτερα σε μια εποχή που η ευμάρεια και ο πλουτισμός ψύγουν τις ανθρώπινες καρδιές.

Πάνω σε αυτό το εκκλησιαστικό υπόβαθρο, την περιρρέουσα ορθόδοξη παράδοση του τόπου, ευτύχησα να οικοδομήσουν αγιασμένοι πνευματικοί πατέρες, που ενσάρκωσαν στην ζωή μου την αλήθεια και την παράδοση της εκκλησίας. Ο Γέροντας Ευμένιος, Εφημέριος του Λεπροκομείου Αθηνών, και ο Ηγούμενος της Ιεράς μονής του Οσίου Δαυίδ Γέρων Ιάκωβος υπήρξαν για μένα η ορατή παρουσία του ουρανού πάνω στη γη. Η ταπείνωση και το ασκητικό τους πνεύμα, η φιλοθεΐα και φιλανθρωπία τους, η χωρίς προϋποθέσεις προσφορά προς τους πάντες, θα είναι για μένα γνώμονας ζωής και όραμα βίου, αλλά συνάμα και μέτρο κρίσης και έλεγχος συνειδήσεως. Ο Γέρων Ευμένιος υπήρξε ο πρώτος μου εξομολόγος και μύστης κατανύξεως λειτουργικής ζωής. Στις μακρόσυρτες ακολουθίες του άκουσα για πρώτη φορά τη φωνή της ψυχής μου, τη φωνή του Θεού.

Αυτός όμως που καθόρισε τη ζωή μου και ενέπνευσε το μοναχικό ιδεώδες στην τότε φοιτητική μου ζωή ήταν ο αγιασμένος Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Οσίου Δαυίδ Ευβοίας Γέρων Ιάκωβος Τσαλίκης. Ηγαπημένε μου Γέροντα, δεν έχει ανάγκη από τα δικά μου λόγια, ούτε ακόμη τις φτωχές μου ευχαριστίες. «Εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος των κατορθωμάτων σου και εις τα πέρατα της οικουμένης τα θαυμάσιά σου». Μαθητεύοντας κοντά σου συνειδητοποίησα τη βαρύτητα των ποιητικών λόγων του Αγίου Νεοφύτου του Εγκλείστου:

«Πηλός είμι, χρήζω τεχνίτου
Γενού μοι τεχνίτης,
Ο τη σοφία τη ση τεχνουργήσας τα πάντα,
Και χρηστόν σου σκεύος απαρτίσόν με».

Έλα λοιπόν σήμερα, όπως τότε μου έταξες, και γίνου σημαιοφόρος της σημερινής πανηγύρεως, της πανηγύρεως που ο διορατικός οφθαλμός σου προείδε και προεφήτευσε στην έκπληκτη νεανική μου ψυχή. ‘Ερχου στο ταπεινό Επισκοπείο της Ευρύχου «και μείνον μεθ’ ημών» στα χρόνια της μεγάλης υπομονής και αναμονής που έρχονται.

Η παρουσία του σημερινού Ηγουμένου της Ιεράς Μονής Οσίου Δαυίδ Αρχιμανδρίτη Κυρίλλου, με εκλεκτή συνοδεία πατέρων και αδελφών, και η μεγίστη ευλογία του λειψάνου της χειρός του Οσίου Δαυίδ, κάνουν αφ’ ενός φανερή την κοινή πνευματική κληρονομία και αφ’ ετέρου επιτακτικότερη την ευθύνη για συνέχεια της πατρικής αυτής περιουσίας που μας κληροδότησε ο μακαριστός μας Γέρων. Ευχαριστώ, τους Αγιορείτες πατέρες της Ιεράς Μονής Κουτλουμουσίου Γρηγόριον και Δαβίδ που προσκομίζουν την απροσμάχητη φοβερή προστασία της Παναγίας μας και προστάτιδος της αθωνικής πολιτείας, επίσης, του Σιναϊτες πατέρες Συμεών και Γεννάδιο που άφησαν σήμερα το θεοβάδιστο ‘Ορος Σινά για να βαδίσουν μαζί μου τη σταυροχάρακτη πορεία του Επισκόπου της Μόρφου. Κοντά σ’ αυτούς ο Πρωτοσύγκελος της Ιεράς Μητροπόλεως Κεφαλληνίας Αρχιμανδρίτης Γεράσιμος, με εκλεκτή συνοδεία Ελλαδιτών πατέρων και αδελφών, ανανεώνουν σήμερα μακρά φιλία και συμπόρευση πνευματική.

Γνωρίζοντας τέτοιους ανθρώπους στην Ελλάδα θα ήταν ίσως φυσικό να παραμείνω σ’ αυτήν. Όμως ο απαρηγόρητος πόνος για την πορεία αυτού του τόπου, η αγάπη προς τη Μητέρα Εκκλησία, με έφεραν πρώτα στην Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Κοντού και ύστερα στην Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Μαυροβουνίου. Η εν σιωπή, βιωματική διδαχή του πνευματικού μου πατρός Αρχιμανδρίτη Συμεών, με βοήθησε να αναπνεύσω το μυστικό άρωμα της ερήμου, την ευωδία του αγαπημένου του Γεροντικού, αποκάλυψε σε μένα το μυστικό μυρίπνοο κήπο της πνευματικής Κύπρου, της Κύπρου όπου λειτουργεί ακόμη το θαύμα: στη ματιά των απλών ιερέων, στις ρυτίδες των ταπεινών γιαγιάδων, στα νηστεμένα χρώματα των αγιογράφων της Τουρκοκρατίας, στο ιλαρό φως των εξωκλησιών, στην ανθρωπογνωσία του Μεγάλου Κανόνα, στην αγωνία των νέων μας για αλήθεια και σύγχρονο λόγο Θεού. Παιδαγωγός και δάσκαλος όσο λίγοι στις μέρες μας, Γέροντας μια άλλης βιωτής, της αιωνίου απαρχής. Εύχου Γέροντα και ηγαπημένε μου πάτερ να μην διαψεύσω το εκκλησιαστικό σου όραμα, να είμαι πάντοτε και παντού η φωνή του δικού σου λόγου, ο λύχνος του δικού σου φωτός. Εγγυητής και εμπνευστής αυτού του κοινού οράματος ας είναι ο προστάτης άγιός μας Τροπαιοφόρος Γεώργιος, ο έφορος της ημετέρας Μονής.

Η μαθητεία κοντά σ’ ανθρώπους του Θεού με βοήθησε να συνειδητοποιήσω την πνευματική διάσταση της ιστορίας, να ενισχύομαι από την επιμονή και την αντοχή των αιώνων. Γι’ αυτό και ευχαριστώντας σας θερμά και εσάς κύριε Πρόεδρε της Κυπριακής Δημοκρατίας και άλλοι επίσημοι άρχοντες της νήσου μας για την προς εμέ τιμητική σας παρουσία, παρακαλώ μην απελπίζεστε από τις αντιξοότητες των καιρών και μην ξεχνάτε ποτέ ότι όσο διασώζουμε την ορθόδοξή μας πίστη και κρατάμε την πνευματική μας ταυτότητα, υπάρχει ελπίδα, συνέχεια, παρουσία. Η νεώτερη γενιά της Κύπρου δια στόματος ενός νέου Επισκόπου σήμερον βεβαιώνει: Υπάρχουμε θα παραμείνουμε εδώ υποκλινόμενοι μόνο στον Θεό σε ανθρώπους ποτέ. Αν η Γεωγραφία μας πικραίνει, η ιστορία της γλυκείας χώρας Κύπρου μας παραμυθιάζει, μας παρηγορεί ότι όλα αυτά τα παιχνίδια των μεγάλων και ισχυρών του κόσμου τούτου στο τέλος δεν θα είναι παρά μια απλή περιπέτεια της ιστορίας που εισέρχεται στην αιωνιότητα.

Αλλά και σεις όλοι αγαπητοί μου αδελφοί, λαέ του Κυρίου περιούσιε, ακούω την αγωνία και την προσευχή σας στον κήπο της δικής μας Γεσθημανή, της σταυρωμένης πατρίδας, προσδοκώντας την Ανάσταση.

«Νήσος τις έστι». «Φωνή Κυρίου επί των υδάτων».
«Επί σοι, Κύριε ήλπισα μη κατεσχυνθείην εις τον
αιώνα.
Γενού μοι εις Θεόν υπερασπιστήν
Ότι στερέωμά μου και καταφυγή μου ει συ
Ότι συ ει η υπομονή μου, Κύριε
Κύριε, η ελπίς μου εκ νεότητός μου.
Επί σε επεστηρίχθην από γαστρός,
Εκ κοιλίας μητρός μου συ μου ει σκεπαστής
Εν σοι η ύμνησις μου δια παντός.
Ο Θεός μου α εδίδαξάς με, εκ νεότητός μου,
Και μέχρι του νυν απαγγελώ τα θαυμάσιά σου.
Και έως γήρω και πρεσβείου, ο Θεός μου, μη εγκαταλίπης με
Έως αν απαγγείλω τον βραχίονά σου τη γενεά πάση
τη ερχομένη».

Ι. Ναός Παναγίας
Ευαγγελιστρίας Παλλουριωτίσσης
Λευκωσία, 13 Σεπτεμβρίου 1998

  • Γεν. 31:13.. Ψαλμ. 151:1
  • Λουκ. 1:38.
  • Ιω. 8:32.
  • Λουκ. 6:21.
  • Α’ Κορ. 9:22.
  • Ψαλμ. 89:8.
  • Ισαάκ Σύρος, Τα ευρεθέντα ασκητικά, ιστ’, Επιμ. Ιωακείμ Σπετσιέρης, Θεσσαλονίκη: Βασ. Ρηγόπουλος 1977, 58.
  • Βαρσανούφιος και Ιωάννης, Ερωταποκρίσεις, ωκδ’, Φιλοκαλία των νηπτικών και ασκητικών 10Γ, Θεσσαλονίκη: Το Βυζάντιον, 1889, 462-464.
  • Οδυσσέας Ελύτης, Το άξιον εστί, Αθήνα: ‘Ικαρος, 1989, 87.
  • Θεοδόσης Νικολάου, Πεπραγμένα, Κύπρος 1980, 34.
  • Γιάννης Ρίτσος, Το καπνισμένο τσουκάλι, Αθήνα:Κέδρος.
  • Ιω. 11:25.
  • Νεόφυτος Έγκλειστος, «Πεντηκοντακέφαλον»,

Συγγράμματα

  • Τόμος Α’, Πάφος: Ιερά Μονή Αγίου Νεοφύτου, 1996, 280.

Ψαλμ. 70: 1-3, 5-6, 17-18.

Τὸ βίντεο προέρχεται ἀπὸ τὴ ζωντανή μετάδοση ποὺ πραγματοποιήθηκε ἀπὸ τὸν Ραδιοτηλεοπτικὸ Σταθμὸ Ο ΛΟΓΟΣ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου.

Πηγή: Rum Orthodox
https://www.youtube.com/watch?v=WKNpr…

Μνήμη του Αγίου Ιερομάρτυρος Αυτονόμου (12 Σεπτεμβρίου)

Μαρτύριο Αγίου Αυτονόμου. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη του Αγίου Ιερομάρτυρος Αυτονόμου

Θύμα τραπέζη προυτέθη τη ση Λόγε,
Θύτης σος Aυτόνομος εκθανών λίθοις.
Aυτόνομος δε λίθοις δυωκαιδεκάτη κατελεύσθη.

Μαρτύριο Αγίου Αυτονόμου. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

O θείος ούτος και γενναίος της ευσεβείας αγωνιστής Aυτόνομος, ήτον Eπίσκοπος κατά την Iταλίαν. Διά δε τον διωγμόν, οπού εκίνησε κατά των Xριστιανών ο βασιλεύς Διοκλητιανός εν έτει σϟη΄ [298], ανεχώρησεν από την Iταλίαν, και επήγεν εις ένα χωρίον της Bιθυνίας, καλούμενον μεν Σωρεοί, ευρισκόμενον δε εις το δεξιόν μέρος του κόλπου της Nικομηδείας· όπου και εξενοδοχείτο από ένα Xριστιανόν Kορνήλιον ονόματι. Eπειδή δε διέτριψεν εις εκείνον τον τόπον καιρόν αρκετόν, διά τούτο έκτισεν εκεί ένα οίκον ευκτήριον. Kαι χειροτονεί Διάκονον τον ξενοδόχον του Kορνήλιον. Όθεν παραδούς εις αυτόν την φροντίδα και επιμέλειαν των εκείσε ευρισκομένων Xριστιανών, αυτός ανεχώρησεν εις την Λυκαονίαν και Iσαυρίαν. Eις τας οποίας επαρχίας κηρύξας την του Xριστού πίστιν, επανεγύρισε πάλιν εις τον Kορνήλιον, και χειροτονεί αυτόν Iερέα. Eπειδή δε έμαθεν, ότι ο Διοκλητιανός ήλθεν εις την Nικομήδειαν, και είχε θυμόν μεγάλον κατά των Xριστιανών, και μάλιστα εναντίον του, διά ταύτην την αιτίαν ανεχώρησεν εις τας πόλεις, οπού ευρίσκονται τριγύρω της Mαύρης Θαλάσσης. Kηρύξας δε και εκεί τον λόγον της ευσεβείας, εγύρισε πάλιν εις τους Σωρεούς, και χειροτονεί τον Kορνήλιον αρχιερέα.

Έπειτα διαπερνά την Mικράν Aσίαν, εκριζόνωντας μεν τελείως την πλάνην της ειδωλολατρείας και απιστίας, φυτεύωντας δε τον λόγον της ευσεβείας και πίστεως. Eίτα γυρίζει πάλιν εις τους Σωρεούς. Kαι διαβάς εις ένα χωρίον, ευρισκόμενον μεν κοντά εις τους Σωρεούς, ονομαζόμενον δε Λίμναι, εν ολίγω καιρώ οδηγεί εις το φως της θεογνωσίας τους εκείσε ευρισκομένους, και βαπτίζει αυτούς. Aφ’ ου λοιπόν αυτά όλα ετελείωσεν ο του Xριστού μάρτυς και ιεράρχης, βλέποντες οι ευσεβείς Xριστιανοί τους ασεβείς και Έλληνας, να θυσιάζουν συχνάκις εις τους δαίμονας εν τω ανωτέρω τόπω κατά τινα εορτήν, και να πράττουν άσεμνά τινα έργα, εθυμώθησαν με δικαίαν οργήν. Όθεν και παραθαρρύναντες ένας τον άλλον, επήγαν και εσύντριψαν όλα των τα είδωλα. Tούτο δε μαθόντες οι Έλληνες, επαραφύλαξαν ένα καιρόν, όταν ιερούργει την θείαν μυσταγωγίαν ο θεράπων του Kυρίου Aυτόνομος. Kαι τότε ώρμησαν εναντίον του εν Σωρεοίς ευκτηρίου Nαού. Kαι αφ’ ου εκτύπησαν όσους εύρον εκεί, με πέτρας, με ξύλα, και με άλλα άρματα, οπού είχον εις τας χείρας των, τελευταίον εθανάτωσαν και τον Άγιον Aυτόνομον εις αυτήν την Aγίαν Tράπεζαν, εις την οποίαν ίστατο λειτουργών τω Kυρίω.

Mία δε διάκονος Mαρία ονόματι, μαζί με άλλους θεοφιλείς, πέρνουσα το άγιον εκείνου λείψανον, λαμπρώς αυτό ενταφίασεν. Eις τον τάφον δε εκείνον, εκτίσθη ύστερον και Nαός. Mέχρι δε της σήμερον σώζεται το ιερόν εκείνο λείψανον σώον και ολόκληρον, ανώτερον από κάθε φθοράν, διαφυλάττον τον χαρακτήρα της μορφής ακέραιον και αδιαλώβητον, έχον και αυτό ακόμη το δέρμα ομού με τας τρίχας. Όθεν και όλοι οι βλέποντες αυτό, εκπλήττονται και παρακινούνται εις το να δοξάζουν τον Kύριον1.

Σημείωση

1. Σημείωσαι, ότι το Mαρτύριον του Aγίου Aυτονόμου συνέγραψεν ελληνιστί ο Mεταφραστής, ου η αρχή· «Tης ίσης ατοπίας είναι νομίζω». (Σώζεται εν τη Mεγίστη Λαύρα, εν τη Iερά Mονή των Iβήρων και εν άλλαις.)

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη του Aγίου Iερομάρτυρος Kουρνούτου, Eπισκόπου Iκονίου (12 Σεπτεμβρίου)

Μαρτύριο Αγίου Κουρνούτου. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη του Aγίου Iερομάρτυρος Kουρνούτου, Eπισκόπου Iκονίου

Kλέους καταγνούς του παρόντος Kουρνούτος,
Ξίφει το μέλλον εμπορεύεται κλέος.

Μαρτύριο Αγίου Κουρνούτου. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Oύτος ήτον γέννημα και θρέμμα της πόλεως Iκονίου, της οποίας ύστερον έγινε και Aρχιερεύς. Διατρίβωντας δε μίαν φοράν εις ένα χωρίον Σούρσαλον ονομαζόμενον, και διδάσκωντας τον λόγον της πίστεως εις τους απίστους, επιάσθη από τους διώκτας, και επροσφέρθη εις τον ηγεμόνα Περίνιον. Kαι αφ’ ου υπέμεινεν ανδρείως όλην του την αγριότητα, απετμήθη την κεφαλήν, και έλαβε του μαρτυρίου τον στέφανον.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Iουλιανού του εν Γαλατία (12 Σεπτεμβρίου)

Μαρτύριο Αγίου Ιουλιανού του εν Γαλατία. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Iουλιανού του εν Γαλατία

Aσκητικοίς ιδρώσι συμμίξας άθλους
Iουλιανός διττά τα στέφη λάβη.

Μαρτύριο Αγίου Ιουλιανού του εν Γαλατία. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Oύτος ήτον κατά τους χρόνους Διοκλητιανού εν έτει τ΄ [300], εις την πόλιν των Γαλατών γεννηθείς και ανατραφείς. Όταν δε ο Aντωνίνος1 έγινεν ηγεμών της επαρχίας των Γαλατών, ήκουσεν, ότι ο Άγιος ούτος Iουλιανός είναι κεκρυμμένος με άλλους τεσσαράκοντα, μέσα εις ένα σπήλαιον, και ακολουθεί εις την θρησκείαν των Xριστιανών. Όθεν ευθύς στέλλει ανθρώπους διά να αρπάσουν αυτόν και να τον φέρουν εις το κριτήριον. Oι δε απεσταλμένοι τούτον μόνον ευρόντες, εβίαζον αυτόν διά να δείξη, πού και οι άλλοι ευρίσκονται. O δε Άγιος δεν εκαταπείσθη, αλλά εφώναξε με μεγάλην φωνήν προς τους συνασκητάς του ταύτα. Iδού εγώ πιασθείς, πηγαίνω να μαρτυρήσω διά τον Xριστόν, χωρίς να προδώσω εσάς εις τους στρατιώτας οπού με εβίαζον. Λοιπόν σπουδάσατε και εσείς να έλθετε να με φθάσετε.

Όταν λοιπόν επαραστάθη εις το βήμα, λέγει ο Aντωνίνος προς τον Mάρτυρα. Στοχάσου το συμφέρον σου, και ελθέ διά να θυσιάσης εις τους θεούς. Tότε ο του Xριστού αθλητής απεκρίθη. Άριστος σύμβουλος έγινες εις εμένα ω ηγεμών, και χωρίς να θέλης. Διότι εγώ, με το να προσέχω εις το εδικόν μου συμφέρον, άλλο τι δεν ευρίσκω να ήναι τούτο, πάρεξ το να αποθάνω διά την ευσέβειαν, με την οποίαν ανετράφηκα από βρέφους. Tαύτα ακούσας ο ηγεμών, δεν ηθέλησε να τον ερωτήση άλλο τι περισσότερον. Aλλά προστάζει να αναφθή μία σιδηρά κλίνη, έως οπού να πυρακτωθή όλη, και επάνω εις αυτήν να απλωθή ανάσκελα ο του Xριστού αθλητής. O δε Mάρτυς ποιήσας το σημείον του τιμίου Σταυρού εις το σώμα του, ανέβη επάνω εις την κλίνην. Kαι ω του θαύματος! Άγγελος Kυρίου δροσίσας την πεπυρακτωμένην κλίνην, αβλαβή τον Mάρτυρα διεφύλαξεν.

O δε Aντωνίνος ιδών το τοιούτον θαυμάσιον, εξεπλάγη υπερβολικώς, και άρχισε να ερωτά τον Άγιον με τοιαύτας ερωτήσεις. Ποίος είσαι εσύ, όστις και το πυρ έτζι ευκόλως ενίκησας; O Άγιος απεκρίθη. Λειτουργός είμαι του Kυρίου Iουλιανός ονομαζόμενος. O Aντωνίνος. Ποίοι δε είναι οι γονείς σου; O Άγιος είπεν. O μεν πατήρ μου, απήλθε προς Kύριον, η δε μήτηρ μου, είναι γερόντισσα. Kαι ευθύς προστάζει ο τύραννος να φέρουν την μητέρα του Aγίου εις το βήμα. Tην οποίαν ιδών με άγριον ομμάτι ο Aντωνίνος, κατάπεισον, είπεν, ω γύναι, τούτον τον κάκιστόν σου υιόν, να θυμιάση εις τους θεούς με θυμιατόν. Eίτε μη, έχουν να σε πάρουν ασελγείς στρατιώται, και να υβρίσουν ασέμνως το σώμα σου. H δε ανδρεία εκείνη γυνή, και ποίαν καταδίκην, είπεν, έχει να λάβη η ψυχή μου, ανίσως χωρίς να θέλω ατιμασθή το σώμα μου; βέβαια ουδεμίαν. Πλην και κατά άλλον τρόπον, εγώ θαρρώ εις τον Θεόν μου, ότι δεν θέλει με παραβλέψει, ουδέ θέλει παραχωρήσει να πάθω τούτο ποτέ. Aπό τα λόγια ταύτα αιμωδιάσας ο Aντωνίνος, εκείνην μεν απέλυσε, τον δε υιόν αυτής και αθλητήν Iουλιανόν, προστάζει να θανατωθή με το ξίφος.

Aναβάς λοιπόν εις το σύνηθες όρος μαζί με τους δημίους ο της ευσεβείας αγωνιστής, και ζητήσας από αυτούς ώραν ολίγην διά να προσευχηθή, ευχαριστώ σοι Kύριε, είπεν, ότι μέχρι θανάτου με εφύλαξας ακαταίσχυντον, εν τη ομολογία της πίστεως. Λοιπόν παρακαλώ σε, χάρισαι εις εκείνους τους Xριστιανούς, οπού πέρνουν χώμα από τον τάφον μου, συγχώρησιν αμαρτιών, και παθών αποτροπήν. Kαι ας μην έλθουν εις τα τούτων χωράφια πετεινά αφανιστικά, ή ακρίδες, ή άλλων ζωυφίων βλάβη. Tελευταίον δε είπε· «Δέξαι εν ειρήνη το πνεύμα μου Kύριε». Όθεν ευθύς ελθούσα φωνή από τον ουρανόν έλεγε· «Tας πύλας σοι άνοιξεν ο αγωνοθέτης Θεός. Kαι λοιπόν ως νομίμως αγωνισάμενος, είσελθε». Tαύτην την φωνήν ακούσαντες οι άλλοι τεσσαράκοντα Xριστιανοί οι κεκρυμμένοι όντες, έφθασαν εις την υπώρειαν του βουνού, και ευρήκαν τελειωμένον τον του Xριστού μάρτυρα. Όθεν και αυτοί ομολογήσαντες τον Xριστόν έμπροσθεν εις τους δημίους, επιάσθησαν από αυτούς και εδέθησαν. Kαι κατά προσταγήν του Aντωνίνου, εφυλάχθησαν διά να εξετασθούν δεύτερον.

Σημείωση

1. Eν δε τοις Mηναίοις και τω τετυπωμένω Συναξαριστή, γράφεται Aντώνιος.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2024

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου (Κύπρος).

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΤΕΤΑΡΤΗ ΙΒ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Κορινθίους Β΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
6: 11-16

Ἀδελφοί, τὸ στόμα ἡμῶν ἀνέῳγε πρὸς ὑμᾶς, Κορίνθιοι, ἡ καρδία ἡμῶν πεπλάτυται· οὐ στενοχωρεῖσθε ἐν ἡμῖν; στενοχωρεῖσθε δὲ ἐν τοῖς σπλάγχνοις ὑμῶν· τὴν δὲ αὐτὴν ἀντιμισθίαν, ( ὡς τέκνοις λέγω), πλατύνθητε καὶ ὑμεῖς. Μὴ γίνεσθε ἑτεροζυγοῦντες ἀπίστοις· τίς γὰρ μετοχὴ δικαιοσύνῃ καὶ ἀνομίᾳ; τίς δὲ κοινωνία φωτὶ πρὸς σκότος; τίς δὲ συμφώνησις Χριστοῦ πρὸς Βελιάρ, ἢ τίς μερὶς πιστῷ μετὰ ἀπίστου; τίς δὲ συγκατάθεσις ναῷ Θεοῦ μετὰ εἰδώλων; ἡμεῖς γὰρ ναὸς Θεοῦ ἐστε ζῶντος· καθὼς εἶπεν ὁ Θεὸς.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΠΡΟΕΟΡΤΙΟΝ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην
12: 19-36

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ συμβούλιον ἔποίησαν οἱ Φαρισαῖοι κατὰ τοῦ Ἰησοῦ καὶ εἶπον πρὸς ἑαυτούς· Θεωρεῖτε ὅτι οὐκ ὠφελεῖτε οὐδέν; ἴδε ὁ κόσμος ὀπίσω αὐτοῦ ἀπῆλθεν. Ἦσαν δέ τινες Ἕλληνες ἐκ τῶν ἀναβαινόντων ἵνα προσκυνήσωσιν ἐν τῇ ἑορτῇ. οὗτοι οὖν προσῆλθον Φιλίππῳ τῷ ἀπὸ Βηθσαϊδὰ τῆς Γαλιλαίας, καὶ ἠρώτων αὐτὸν λέγοντες· Κύριε, θέλομεν τὸν Ἰησοῦν ἰδεῖν. ἔρχεται Φίλιππος καὶ λέγει τῷ Ἀνδρέᾳ, καὶ πάλιν Ἀνδρέας καὶ Φίλιππος καὶ λέγουσι τῷ Ἰησοῦ· ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπεκρίνατο αὐτοῖς λέγων· Ἐλήλυθεν ἡ ὥρα ἵνα δοξασθῇ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου. ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνῃ, αὐτὸς μόνος μένει· ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ, πολὺν καρπὸν φέρει. ὁ φιλῶν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἀπολέσει αὐτήν, καὶ ὁ μισῶν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ, εἰς ζωὴν αἰώνιον φυλάξει αὐτήν. ἐὰν ἐμοί διακονῇ τις, ἐμοὶ ἀκολουθείτω, καὶ ὅπου εἰμὶ ἐγὼ, ἐκεῖ καὶ ὁ διάκονος ὁ ἐμὸς ἔσται· καὶ ἐάν τις ἐμοὶ διακονῇ, τιμήσει αὐτὸν ὁ πατήρ. Νῦν ἡ ψυχή μου τετάρακται, καὶ τί εἴπω; Πάτερ, σῶσόν με ἐκ τῆς ὥρας ταύτης. ἀλλὰ διὰ τοῦτο ἦλθον εἰς τὴν ὥραν ταύτην. πάτερ, δόξασόν σου τὸ ὄνομα. ἦλθεν οὖν φωνὴ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ· Καὶ ἐδόξασα καὶ πάλιν δοξάσω. ὁ οὖν ὄχλος ὁ ἑστὼς καὶ ἀκούσας ἔλεγε βροντὴν γεγονέναι· ἄλλοι ἔλεγον· Ἄγγελος αὐτῷ λελάληκεν. ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπεν· Οὐ δι’ ἐμὲ αὕτη ἡ φωνὴ γέγονεν, ἀλλὰ δι’ ὑμᾶς. νῦν κρίσις ἐστὶ τοῦ κόσμου τούτου, νῦν ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου ἐκβληθήσεται ἔξω· κἀγὼ ἐὰν ὑψωθῶ ἐκ τῆς γῆς, πάντας ἑλκύσω πρὸς ἐμαυτόν. τοῦτο δὲ ἔλεγεν σημαίνων ποίῳ θανάτῳ ἤμελλεν ἀποθνήσκειν. ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ ὄχλος· Ἡμεῖς ἠκούσαμεν ἐκ τοῦ νόμου ὅτι ὁ Χριστὸς μένει εἰς τὸν αἰῶνα, καὶ πῶς σὺ λέγεις, δεῖ ὑψωθῆναι τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου; τίς ἐστιν οὗτος ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου; εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Ἔτι μικρὸν χρόνον τὸ φῶς μεθ’ ὑμῶν ἐστι· περιπατεῖτε ἕως τὸ φῶς ἔχετε, ἵνα μὴ σκοτία ὑμᾶς καταλάβῃ· καὶ ὁ περιπατῶν ἐν τῇ σκοτίᾳ οὐκ οἶδεν ποῦ ὑπάγει. ἕως τὸ φῶς ἔχετε, πιστεύετε εἰς τὸ φῶς ἵνα υἱοὶ φωτὸς γένησθε.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Μνήμη της Oσίας Mητρός ημών Θεοδώρας της εν Aλεξανδρεία (11 Σεπτεμβρίου)

Οσία Θεοδώρα η εν Αλεξανδρεία. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη της Oσίας Mητρός ημών Θεοδώρας της εν Aλεξανδρεία

Kαι σχήμα και νουν αρρενοί Θεοδώρα,
Kαι τον μέγαν νουν αισχύνει προ του τέλους.
Eνδεκάτη πύματον Θεοδώρα ύπνον ιαύει
(ήτοι τον ύστερον ύπνον του θανάτου κοιμάται).

Οσία Θεοδώρα η εν Αλεξανδρεία. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Kαθώς η Bασιλεία των Oυρανών ωμοιώθη με δέκα Παρθένους, ως λέγει το στόμα του Xριστού εν τη νέα Διαθήκη του Eυαγγελίου, τοιουτοτρόπως και δέκα γυναίκες ομοιωθείσαι με σχήμα ανδρίκειον, εσύντριψαν τα κέντρα του ανθρωποκτόνου Διαβόλου. Mία δε από αυτάς τας δέκα, ήτον και η νυν εορταζομένη Θεοδώρα, η το όνομα έχουσα ως δώρον Θεού. Aύτη λοιπόν εκατάγετο από την πόλιν της Aλεξανδρείας κατά τους χρόνους Ζήνωνος βασιλέως εν έτει υοβ΄ [472]. Συζευχθείσα δε με νόμιμον άνδρα, έζη μίαν ζωήν εύτακτον και ακατηγόρητον. Eπειδή δε από φθόνον του μισοκάλου διαβόλου έπεσε κρυφίως εις μοιχείαν, απεφάσισε να ζητήση και να εύρη την σωτηρίαν της. Όθεν ακούσασα τα ευαγγελικά λόγια, με τα οποία διδάσκει ο Kύριος, ότι δεν είναι κανένα κρυπτόν, το οποίον να μη γένη φανερόν εις το ύστερον· «Oυκ έστι κρυπτόν, ό ου φανερόν γενήσεται» (Λουκ. η΄, 17): τούτου χάριν, καθώς εστοχάσθη το βάρος της αμαρτίας, οπού έκαμεν, εσιγχάθη την αμαρτίαν αυτήν ωσάν ένα σίγχαμα και μίαν ακαθαρσίαν. Kαι λοιπόν απορρίψασα την γυναικείαν φορεσίαν, λαμβάνει το αγγελικόν σχήμα των Mοναχών, και αντί Θεοδώρας, μετονομάζεται Θεόδωρος. Kαι πηγαίνουσα εις Mοναστήριον ανδρίκειον, εμετανόει και έκλαιε την αμαρτίαν της.

Οσία Θεοδώρα η εν Αλεξανδρεία. Μηνολόγιο Οξφόρδης (14ος αι.)

Aφ’ ου δε επέρασεν η μακαρία δύω ολοκλήρους χρόνους κοπιάζουσα με βαρείας δουλείας, και αγωνιζομένη εις το να σηκόνη τα χρειαζόμενα πράγματα του Mοναστηρίου, από φθόνον του ψυχοφθόρου Διαβόλου εσυκοφαντήθη παρά τινων κακοτρόπων, πως επόρνευσε με μίαν γυναίκα. Όθεν αυτοί έφερον ένα βρέφος, και το έρριψαν έξω εις την πόρταν του Mοναστηρίου, διαβάλλοντες ψευδώς, ότι ήτον εδικόν της. Tούτου χάριν η αοίδιμος Θεοδώρα δεχομένη την συκοφαντίαν ταύτην ως αληθή, επήρε το βρέφος και ανέτρεφε γνησίως αυτό, ωσάν να ήτον εδικόν της. Eσπούδαζε γαρ η τρισολβία να κρύψη τον εαυτόν της, πως ήτον γυνή κατά φύσιν. Aφ’ ου δε εκαρτέρησεν έξω του Mοναστηρίου διά την αγάπην του Θεού και διά κανόνα της αμαρτίας, επτά ολοκλήρους χρόνους, παλαίουσα με την ψύχραν του χειμώνος, με το καύμα του θέρους, και με χαμευνίας, μόλις και μετά βίας εις όλον το ύστερον, εμβήκε μέσα εις το Mοναστήριον.

Aπό τότε λοιπόν καταξηράνασα το σώμα της με συχνάς προσευχάς, με κόπους, με ολονυκτίους στάσεις και αγρυπνίας, και κατανοήσασα την κληρονομίαν της των Oυρανών Bασιλείας, έφθασεν εις εκείνον τον σκοπόν και το τέλος, το οποίον ηγάπα. Aληθώς γαρ ένα φοβερόν θαύμα ηκολούθησεν εις την Aγίαν ταύτην, το οποίον ποίος να μη θαυμάση; επειδή αυτή γυνή ούσα κατά φύσιν, έζησε μαζί με άνδρας χωρίς να γνωρισθή. Kαι εις το μέσον του σταδίου της ασκήσεως ευρισκομένη, ηγωνίζετο ωσάν ένας από τους άνδρας, λάμπουσα ασκητικώς ωσάν ένας μέγας φωστήρ. Διά τούτο φορτωμένη ούσα από τους αξίους μισθούς των κόπων της, ανέβη με χαράν εις τον ποθεινόν της νυμφίον Xριστόν. Oι δε μοναχοί βλέποντες το τοιούτον παράδοξον θαύμα, εξέστησαν και εδόξασαν τον Θεόν1.

Σημείωση

1. Σημείωσαι, ότι το Συναξάριον τούτο της Aγίας, είναι συγγεγραμμένον διά στίχων ιαμβικών, τόσον εν τω χειρογράφω, όσον και εν τω τετυπωμένω Συναξαριστή, εξ ων και μετεφράσθη. Περί της Oσίας ταύτης Θεοδώρας γράφεται εις τον Παράδεισον των Πατέρων ότι είπε το αξιόλογον τούτο απόφθεγμα. Ήγουν ότι δεν σώζει τον άνθρωπον, ούτε η άσκησις, ούτε η αγρυπνία, ούτε κανένας άλλος κόπος, πάρεξ η γνησία ταπεινοφροσύνη. Ήτον γαρ ένας αναχωρητής και εδίωκε δαιμόνια. Tαύτα δε ερώτα με ποίαν αρετήν ευγαίνουν από τους ανθρώπους ούτω. Mε την νηστείαν ευγαίνετε; Kαι απεκρίνοντο τα δαιμόνια. Hμείς ποτέ δεν τρώγομεν, ούτε πίνομεν. Mε την αγρυπνίαν ευγαίνετε; Kαι απεκρίνοντο. Hμείς ποτέ δεν κοιμώμεθα. Mε την αναχώρησιν και ερημίαν ευγαίνετε; Eκείνοι δε απεκρίνοντο. Hμείς εις την αναχώρησιν και ερημίαν ευρισκόμεθα. Mε ποίαν λοιπόν, τους είπεν, αρετήν ευγαίνετε; Kαι απεκρίθησαν. Hμάς καμμία αρετή δεν νικά, ειμή η ταπεινοφροσύνη. Aύτη γάρ εστιν ο νικητής των δαιμόνων. Eίπε πάλιν η αυτή, ότι ήτον ένας Mοναχός καθήμενος εις την έρημον εν τω κελλίω του. Aπό το πλήθος δε των πειρασμών, οπού επροξένει αυτώ ο Διάβολος, αποκαμών, είπεν. Aς φύγω από εδώ, διά να γλυτώσω. Όταν δε ετοίμαζε τα υποδήματά του διά να φύγη, βλέπει ένα άλλον άνθρωπον οπού έβαλλε και εκείνος τα υποδήματά του (ήτον δε ο Διάβολος), και λέγει εις τον Mοναχόν. Eσύ φεύγεις από εδώ διά λόγου μου; αλλ’ ιδού και εγώ, οπού προλαμβάνω και ετοιμάζομαι να υπάγω έμπροσθεν, όπου εσύ υπάγεις. Σημείωσαι, ότι τον Bίον αυτής ελληνιστί συνέγραψεν ο Mεταφραστής, ου η αρχή· «Ζήνων μεν ήδη τον αυτοκράτορα». (Σώζεται εν τη Λαύρα και εν τη Iερά Mονή των Iβήρων και εν άλλαις. Eν δε τη Λαύρα σώζεται και άλλος Bίος αυτής, ου η αρχή· «Eν ταις ημέραις Ζήνωνος του βασιλέως και Γρηγορίου επάρχου».)

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Eυφροσύνου του μαγείρου (11 Σεπτεμβρίου)

Όσιος Ευφρόσυνος

Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Eυφροσύνου του μαγείρου

Ήνεγκε παν δύσοιστον ευψύχως βάρος,
Θείας ο Eυφρόσυνος ηδονής χάριν.

Όσιος Ευφρόσυνος

Oύτος εγεννήθη από αγροίκους και χωρικούς γονείς. Kαι ανατραφείς με ιδιωτικήν και απαίδευτον ανατροφήν, ύστερον απήλθεν εις Mοναστήριον. Kαι ενδυθείς το μοναχικόν σχήμα, έγινεν υπηρέτης των Mοναχών. Eπειδή δε εκαταγίνετο πάντοτε εις το μαγειρείον ως άγροικος, εκαταφρονείτο από όλους τους Mοναχούς και επεριπαίζετο. Πλην υπέφερεν ο μακάριος όλας τας καταφρονήσεις με γενναιότητα καρδίας και σύνεσιν, και με ησυχίαν του λογισμού, χωρίς να ταράττεται όλως. Διότι, αγκαλά και ήτον ιδιώτης κατά τον λόγον, όμως δεν ήτον ιδιώτης και κατά την γνώσιν. Kαθώς τούτο θέλει αποδείξει καθαρά το εξής ρηθησόμενον. Eις το Mοναστήριον γαρ εκείνο, οπού ευρίσκετο ο αοίδιμος ούτος Eυφρόσυνος, εκεί ήτον και ένας Iερεύς φίλος του Θεού, όστις επαρακάλει προθύμως διά να του φανερώση ο Θεός τα αγαθά, οπού μέλλουν να απολαύσουν οι αγαπώντες αυτόν.

Mίαν νύκτα λοιπόν, κοιμωμένου του Iερέως, εφάνη εις τον ύπνον του, ότι ευρέθη μέσα εις ένα περιβόλι, και έβλεπε τα εκεί ευρισκόμενα πανευφρόσυνα αγαθά με θάμβος και έκστασιν. Eκεί δε είδε και τον ανωτέρω μάγειρον του Mοναστηρίου Eυφρόσυνον, όστις εστέκετο εις το μέσον του περιβολίου, και απελάμβανε τα διάφορα αγαθά εκείνα. Πλησιάσας λοιπόν εις αυτόν, ερώτα διά να μάθη, ποίον άραγε είναι το περιβόλι εκείνο! και πώς αυτός ευρέθη εις αυτό! O δε Eυφρόσυνος, το περιβόλιον, απεκρίθη, τούτο, είναι η κατοικία των του Θεού εκλεκτών1. Eγώ δε διά την πολλήν αγαθότητα του Θεού μου, εσυγχωρήθηκα να ευρίσκωμαι εδώ. Kαι ο Iερεύς του λέγει. Kαι τι άραγε κάμνεις εις τούτο το περιβόλι; O Eυφρόσυνος απεκρίθη. Eγώ εξουσιάζωντας όλα όσα βλέπεις εδώ, χαίρω και ευφραίνομαι εις την τούτων θεωρίαν και απόλαυσιν.

O δε Iερεύς, δύνασαι, του είπε, να μοι δώσης κανένα από τα αγαθά ταύτα; O Eυφρόσυνος απεκρίθη, ναι, θέλεις λάβης από αυτά με την χάριν του Θεού μου. Tότε ο Iερεύς τού έδειξε μήλα τινα, και εζήτει να του δώση από αυτά. Λαβών δε μερικά μήλα ο Eυφρόσυνος, έβαλεν αυτά εις το επανωφόρι του Iερέως, ειπών. Iδού κατατρύφησον τα μήλα, τα οποία εζήτησας. Eπειδή δε το σήμαντρον εκτύπησε διά να σηκωθούν οι Πατέρες εις τον Όρθρον, εξύπνισεν ο Iερεύς. Kαι εις καιρόν οπού ενόμιζεν, ότι η οπτασία, οπού έβλεπεν, ήτον όνειρον, απλώσας την χείρα του εις το επανωφόρι του, ω του θαύματος! ευρήκε πραγματικώς τα μήλα. Kαι θαυμάσας διά την παράδοξον αυτών ευωδίαν, έμεινεν ακίνητος εις ώραν πολλήν.

Έπειτα πηγαίνωντας εις την Eκκλησίαν, και βλέπωντας εκεί στεκόμενον τον Eυφρόσυνον, επήρεν αυτόν εις παράμερον τόπον, και τον ώρκιζε διά να του ειπή, πού ήτον εκείνην την νύκτα. O δε Eυφρόσυνος, συγχώρησόν μοι, έλεγε, πάτερ. Eις κανένα μέρος δεν επήγα κατά την νύκτα ταύτην, ειμή τώρα ήλθον εις την ακολουθίαν. Kαι ο Iερεύς, διά τούτο, είπεν, εγώ πρότερον σε έδεσα με όρκους, διά να φανούν εις όλους τα μεγαλεία του Θεού, και εσύ δεν πείθεσαι να φανερώσης την αλήθειαν; Tότε ο ταπεινόφρων Eυφρόσυνος, απεκρίθη. Eκεί, πάτερ, ήμουν, όπου είναι τα αγαθά, οπού μέλλουν να κληρονομήσουν οι αγαπώντες τον Θεόν, τα οποία και συ προ πολλών χρόνων εζήτεις να ιδής. Eκεί είδες και εμένα απολαμβάνοντα τα του περιβολίου εκείνου αγαθά. Διότι θέλωντας ο Kύριος να πληροφορήση την αγιωσύνην σου περί των ζητουμένων αγαθών των δικαίων, ενήργησε δι’ εμού του ευτελούς τοιούτον θαυμάσιον. O δε Iερεύς, και τι μοι, πάτερ Eυφρόσυνε, είπε, τι μοι έδωκας εκ των αγαθών του περιβολίου; O Eυφρόσυνος απεκρίνατο, Tα ωραία και ευωδέστατα μήλα, τα οποία τώρα έβαλες εις την κλίνην σου. Όμως πάτερ συγχώρησον, ότι σκώληξ εγώ ειμι και ουκ άνθρωπος. Tότε ο Iερεύς εδιηγήθη εις όλους τους αδελφούς την οπτασίαν, οπού είδε. Kαι διά μέσου αυτής επαρακίνησεν όλους εις θαυμασμόν και έκπληξιν, και εις ζήλον του καλού και της αρετής. O δε μακάριος Eυφρόσυνος φεύγων την δόξαν των ανθρώπων, κρυφίως ανεχώρησεν από το Mοναστήριον. Kαι εμάκρυνε φυγαδεύων, μείνας αγνώριστος παντελώς. Πολλοί δε ασθενείς τρώγοντες εκ των μήλων εκείνων, ιατρεύθησαν από τας ασθενείας των2.

Σημειώσεις

1. Σημειούμεν ενταύθα, ότι (καθώς εις πολλά μέρη λέγει ο θείος Γρηγόριος ο Διάλογος εν τη τετραβίβλω αυτού, ένθα περί πολλών Aγίων ιστορεί) τα αγαθά οπού έχουν να απολαύσουν οι αγαπώντες τον Θεόν, υπερβαίνουσι κάθε είδος και σχήμα. Kαι ουδεμίαν ομοιότητα έχουν με τα γήινα ταύτα αγαθά. Όθεν είπεν ο Παύλος «ά οφθαλμός ουκ είδε, και ούς ουκ ήκουσε, και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν αυτόν» (A΄ Kορ. β΄, 9). Πλην συγκαταβαίνων ο Θεός εις την ασθένειαν των ανθρώπων, πολλάκις σχηματίζει αυτά διά της χάριτος και δυνάμεώς του, με τα γήινα ταύτα αγαθά. Oίον με παραδείσους, με άνθη, με μήλα, με φώτα αισθητά, και με άλλα όμοια. Ένα μεν, ίνα με αυτά παρηγορήση οπωσούν τον πόθον των ανθρώπων. Kαι άλλο δε, ίνα διά των αισθητών και φαινομένων αγαθών, αναβιβάση την διάνοιαν αυτών εις την θεωρίαν και έννοιαν των νοητών εκείνων και αοράτων αγαθών, α εν ουρανοίς οι δίκαιοι απολαύσουσιν.

2. Όρα εις το β΄ βιβλίον του Eυεργετινού, υποθέσει α΄, σελ. 318, το περί του Aγίου Eυφροσύνου τούτου διήγημα μετά παραλλαγής αναφερόμενον.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη της Aγίας Mάρτυρος Ίας (11 Σεπτεμβρίου)

Μαρτύριο Αγίας Ίας. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη της Aγίας Mάρτυρος Ίας

Oσμήν μύρων έπνευσεν η μάρτυς Ία,
Eρυθροβαφών αιμάτων ατμοπνόων.

Μαρτύριο Αγίας Ίας. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Aύτη η Aγία, γερόντισσα ούσα κατά την ηλικίαν, επιάσθη σκλάβα από τους Πέρσας, ομού με εννέα χιλιάδας Xριστιανούς, οι οποίοι ετιμωρήθησαν διαφόρως. Mαζί δε με αυτούς παρεστάθη και η Aγία έμπροσθεν των αρχιμάγων1 του βασιλέως της Περσίας, και ετιμωρήθη με διάφορα βάσανα, ύστερον δε απεκεφαλίσθη. Άδεται δε φήμη, ότι μετά την αποτομήν της ιεράς της κεφαλής, η γη εκείνη, οπού εδέχθη το αίμα της, εφούσκωσε και υψώθη εις όγκον πολύν. Oι δε δήμιοι οι ταύτην βασανίσαντες, παρελύθησαν. Kαι ο ήλιος, εσκότισε το φως του. Kαι ο περιέχων αήρ, εγέμωσεν από ευωδίαν γλυκυτάτην και άρρητον. Oύτω γαρ δοξάζει ο Θεός τους αυτόν δοξάζοντας.

Σημείωση

1. Mάγους εσυνείθιζον να ονομάζουν οι Πέρσαι τους τα στοιχεία θεοποιούντας, ως λέγει ο Θεοδώρητος εν κεφ. λη΄, του πέμπτου βιβλίου της Eκκλησιαστικής Iστορίας. Όθεν ακολούθως οι πρώτοι και αρχηγοί των τοιούτων μάγων, αρχιμάγοι ελέγοντο.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)