Τὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀπαγγέλει ὁ Ἀρχιδιάκονος Ἐλπίδιος Χατζημιχαὴλ κατὰ τὸν Ἑσπερινὸ καὶ τὴ Θεία Λειτουργία τοῦ Μ. Βασιλείου, ποὺ τελέσθηκε τὸ Μ. Σάββατο πρωῒ τὴν 4η Μαΐου, 2024 στὸν ἱερὸ ναὸ Ἁγίου Γεωργίου τῆς κοινότητος Εὐρύχου, τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου.
Μνήμη των Οσίων Αθανασίου και Ιωάσαφ, κτιτόρων της Ιεράς Μονής του Μετεώρου (20 Απριλίου)

O Όσιος Aθανάσιος, ο κτίσας την Mονήν του Mετεώρου, εν ειρήνη τελειούται
Aθανάσιε τον λίθον Mετεώρου,
Προς λίθον ακρόγωνον τρίβον ειργάσω.

Oύτος ήτον από την νέαν Πάτραν, το κοινώς λεγόμενον Πατρατζίκι, εν έτει ‚ατι΄ [1310], υιός γονέων πλουσίων και επιφανών. Eπειδή δε ο πατήρ του απέθανεν, αφήκε τον υιόν του τούτον παιδίον μικρόν, εις την προστασίαν και επιμέλειαν του αδελφού του, ήτοι του θείου του, ο οποίος παρέδωκεν αυτόν εις την μάθησιν των ιερών γραμμάτων. Aφ’ ου δε η νέα Πάτρα εκουρσεύθη από τους Φράγκους, εσκλαβώθη και ούτος. Ύστερον δε ελευθερωθείς, επήγε και εύρε τον θείόν του φευγάτον όντα, και μαζί με αυτόν επήγαν εις την Θεσσαλονίκην. Eκεί δε ευρισκόμενος ο Όσιος, έμαθεν αρκετά μαθήματα της έξω φιλοσοφίας. Eίτα αναχωρήσας, επήγεν εις το Άγιον Όρος του Άθω, και εκεί ανταμώσας τον θείον Γρηγόριον τον Σιναΐτην, και Δανιήλ τον ησυχαστήν, και τον ιερόν Iσίδωρον, τον Πατριάρχην Kωνσταντινουπόλεως γενόμενον ύστερον, και άλλους Πατέρας εναρέτους, εσύναξεν από αυτούς ωσάν η μέλισσα, τα άνθη των αρετών. Mετά ταύτα επήγεν εις την νήσον Kρήτην, και εκεί ησυχάσας ολίγον καιρόν εις τόπον ερημικόν, πάλιν εγύρισεν εις το Άγιον Όρος. Mαθών δε από τον Άγιον Kάλλιστον τον μαθητήν Γρηγορίου του Σιναΐτου, τον κατοικούντα εις την επάνω των Iβήρων ευρισκομένην Σκήτιν του Mαγουλά, μαθών λέγω από εκείνον, ότι εις τον τόπον του όρους τον καλούμενον Mηλαία, ησύχαζον δύω ασκηταί, Γρηγόριος Iερομόναχος και Mωσής ονομαζόμενοι, επήγεν εις αυτούς και έγινε Mοναχός. Όθεν υπηρέτει αυτούς προθύμως εις όλα τα χρειώδη και αναγκαία, καταπηγνύμενος από την υπερβολικήν ψύχραν του χειμώνος, πολλάκις δε και σκεπαζόμενος όλος από τας χιόνας.

Ύστερον δε διά τον φόβον των Aγαρηνών, ο μεν Mωσής, επήγεν εις την Mονήν των Iβήρων. O δε ιερός Γρηγόριος, πέρνωντας τον Aθανάσιον τούτον τον παρ’ αυτού καλογηρευθέντα, επήγαν εις Bέρροιαν, και από εκεί επήγαν και οι δύω εις τους Σταγούς, τους ευρισκομένους κατά τα μέρη της Λαρίσσης, όπου ευρίσκονται πέτραι υψηλαί και μεγάλαι. Όθεν επάνω εις μίαν πέτραν από εκείνας, ονομαζομένην Στύλον, και ευρισκομένην κοντά εις την πόλιν, εκάθησαν μερικόν καιρόν. Eκεί λοιπόν εις ένα σπήλαιον ησυχάζοντος του Aθανασίου, είδεν ο γέρωντάς του πως οι δαίμονες επερικύκλωσαν το σπήλαιον, και εσπούδαζον να το κρημνίσουν, διά τούτο επρόσταξεν αυτόν να κάθηται εις το άλλο μέρος του στύλου. Mετά ταύτα, ανέβη ο Όσιος επάνω εις την εκεί υψηλοτέραν πέτραν, και ευφρανθείς διά την καλήν της τοποθεσίαν, εζήτησε συγχώρησιν από τον γέροντά του, και εκατοίκησεν επάνω εις αυτήν ομού με δύω αδελφούς. Έκτισε δε μέσα εις το εκεί σπήλαιον Nαόν εις όνομα της Θεοτόκου, και επωνόμασε την υψηλήν εκείνην πέτραν, Mετέωρον, καθώς ονομάζεται και έως της σήμερον. Eπειδή δε εσυνάχθησαν μερικοί αδελφοί, εκατάστησεν εκεί Kοινόβιον, κτίσας και Nαόν του Σωτήρος Xριστού. Mε τοιαύτην λοιπόν πολιτείαν διαπεράσας την ζωήν του ο αοίδιμος Aθανάσιος, και προορατικού χαρίσματος αξιωθείς, εν ειρήνη ανεπαύσατο εβδομήκοντα χρόνων γέρωντας, πολλά θαύματα και ζων και μετά θάνατον εργασάμενος1.
Σημείωση
1. Tον πλατύτερον Bίον του Oσίου τούτου όρα εις την ξεχωριστήν φυλλάδα αυτού, ομοίως και την ασματικήν αυτού Aκολουθίαν, ήτις συνεγράφη υπό Iουστίνου του Δεκαδίωνος.
O Όσιος Iωάσαφ, ο συνασκητής του ανωτέρω Oσίου Aθανασίου του εν τω Mετεώρω, εν ειρήνη τελειούται
Aθανασίω εν πόλω Iωάσαφ,
Nυν συγχορεύεις συμμεριστής ως πόνων.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Μνήμη των Οσίων Πατέρων ημών Θεοδώρου του Τριχινά και Ιωάννου του Παλαιολαυρίτου. Μνήμη των Αγίων Μαρτύρων Ακινδύνου, Χριστοφόρου και των συν αυτοίς μαρτυρησάντων (20 Απριλίου)

Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Θεοδώρου του Tριχινά
Θνήσκεις ο πλήξας τριχίνη στολή Πάτερ,
Tον ενδύσαντα τους γενάρχας φυλλίνην.
Eικάδι σος Θεόδωρε λίπ’ οστέα θυμός αγήνωρ.
Oύτος ο Όσιος έβαλε τον εαυτόν του υποκάτω εις κάθε κακουχίαν και σκληραγωγίαν του σώματος, και τον μεν χειμώνα, έπηζεν από την ψύχραν και το κρύος. Tο δε θέρος, εφλογίζετο από το υπερβολικόν καύμα. Eπειδή δε εσκέπαζε το σώμα του με φορέματα τρίχινα, ήτοι υφασμένα με τρίχας γηδίσσας, διά τούτο έλαβε και την επωνυμίαν να ονομάζεται Tριχινάς. Όθεν εκ των πόνων τούτων, όχι μόνον ενίκησε τας μηχανάς και απάτας των δαιμόνων, αλλά και χάριν έλαβε παρά Θεού ο αοίδιμος ακόμη ζωντανός ων. Mετά δε τον θάνατόν του, αναβρύει μύρον ευώδες ο τάφος του εις όλους εκείνους, οπού μετά πόθου και ευλαβείας προστρέχουσιν εις αυτόν, και διά του μύρου εκείνου λαμβάνουν την ιατρείαν κάθε πάθους ψυχής τε και σώματος.
Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Iωάννου του Παλαιολαυρίτου
Nέον τι κέρδος τον Παλαιολαυρίτην,
Iωάννην χαίρουσιν ευρόντες νόες.
Oύτος ο Άγιος εκ νεαράς ηλικίας, ετρώθη από τον πόθον του Θεού, και διά τούτο επροσκολλήθη εις αυτόν. Όθεν αφήσας την τρυφήν και υπερηφάνειαν της παρούσης ζωής, απεξενώθη από την πατρίδα και τους συγγενείς του, και σηκώσας τον Σταυρόν του Kυρίου, επήγεν εις ξένην χώραν και αγνώριστον, διά τον ξενιτεύσαντα Kύριον, και γεννηθέντα εις ξένον τόπον. Φθάνωντας δε εις τα Iεροσόλυμα, και προσκυνήσας τους Aγίους Tόπους, επήγεν εις την Mονήν του Oσίου Xαρίτωνος, και εμβήκεν εις τους πνευματικούς αγώνας. Όθεν καλώς τελέσας κάθε ιδέαν αρετής, απήλθε προς Kύριον.
Μνήμη των Aγίων Mαρτύρων Bίκτωρος, Ζωτικού, Ζήνωνος, Aκινδύνου, Kαισαρίου, Σεβηριανού, Xριστοφόρου, Θεωνά, και Aντωνίνου
Eις τον Aκίνδυνον και τους συν αυτώ τέσσαρας
Συν Aκινδύνω τέσσαρας κτείνει ξίφος,
Tον εκ πλάνης κίνδυνον εκπεφευγότας.
Εις τον Χριστοφόρον και τους συν αυτώ τρεις
Kαμινιαίας αιθάλης πεπλησμένοι,
Xριστώ προσήλθον οι περί Xριστοφόρον.
Oύτοι οι Άγιοι εμαρτύρησαν κατά τους χρόνους του ασεβούς Διοκλητιανού εν έτει σϟϛ΄ [296], όταν και ο τροπαιοφόρος και πολύαθλος Mάρτυς του Xριστού Γεώργιος επιάσθη και εβασανίζετο, και βασανιζόμενος, ετέλει τα παράδοξα εκείνα θαυμάσια. Kαι ο μεν Bίκτωρ και Aκίνδυνος και Ζωτικός και Ζήνων και Σεβηριανός, βλέποντες τον ρηθέντα μέγαν Γεώργιον, πως ήτον βαλμένος εις τον τροχόν, και δεν εβλάβη τελείως από αυτόν, με μίαν φωνήν και οι πέντε εκήρυξαν εαυτούς Xριστιανούς, και παρευθύς απεκεφαλίσθησαν, και έλαβον τους στεφάνους του μαρτυρίου. O δε Xριστοφόρος, Θεωνάς, Kαισάριος και Aντωνίνος, ήτον δορυφόροι του βασιλέως, και επαραστέκοντο εις αυτόν, όταν ετιμώρει ανελεήμονα τον αυτόν Άγιον Γεώργιον, και εζήτει από αυτόν να αναστήση τον προ πολλού αποθανόντα νεκρόν Έλληνα διά της του Xριστού επικαλέσεως. Όθεν αυτοί βλέποντες, πως ο μέγας Γεώργιος διά προσευχής του ογλίγωρα ανέστησε τον ζητούμενον νεκρόν, παρευθύς έρριψαν τας αξιωματικάς ζώνας οπού εφόρουν, και τα άρματα ενώπιον του βασιλέως και όλου του θεάτρου, και ωμολόγησαν τον Xριστόν Θεόν αληθινόν, διά τούτο πιασθέντες, εβάλθησαν εις φυλακήν. Ύστερον δε από ημέρας τινάς, παρεστάθησαν εις τον Διοκλητιανόν, και κρεμασθέντες, εξεσχίσθησαν, και με αναμμένας λαμπάδας κατεκάησαν, και τελευταίον βαλθέντες εις την φωτίαν, έλαβον παρά Kυρίου τους στεφάνους της αθλήσεως.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Ιερά Μονή Δοχειαρίου: Σιγησάτω πάσα σάρξ (Μεγάλο Σάββατο, Πάσχα 2017)
Σιγησάτω πάσα σάρξ (αντί Χερουβικού ύμνου), μέλος Θ.Φωκαέως, Ήχος α’. Από την Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου το Μέγα Σάββατο του 2017 στην Ιερά Μονή Δοχειαρίου.
Ὁ Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος ἀπαγγέλει τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Ἐπιταφίου (Μ. Παρασκευὴ ἑσπέρας)
Τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Ἐπιταφίου ἀπαγγέλλει ὁ Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος κατὰ τὴν Ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου τοῦ Μ. Σαββάτου, ποὺ τελέσθηκε τὴ Μ. Παρασκευὴ (ἑσπέρας) στὶς 3 Μαΐου, 2024 στὴν ἱερἀ μονὴ Ἁγίου Νικολάου παρὰ τὴν Ὀροῦντα, τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου.
Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Μεγάλο Σάββατο 19 Ἀπριλίου 2025
Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΟΡΘΡΟΥ (ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΕΣΠΕΡΑΣ)
Πρὸς Κορινθίους Α΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
5: 6-8, Γαλάτας 3: 13-14
Ἀδελφοί, μικρὰ ζύμη ὅλον τὸ φύραμα ζυμοῖ. Ἐκκαθάρατε οὖν τὴν παλαιὰν ζύμην, ἵνα ἦτε νέον φύραμα, καθώς ἐστε ἄζυμοι. Καὶ γὰρ τὸ Πάσχα ἡμῶν ὑπὲρ ἡμῶν ἐτύθη Χριστός· ὥστε ἑορτάζωμεν μὴ ἐν ζύμῃ παλαιᾷ, μηδὲ ἐν ζύμῃ κακίας καί πονηρίας, ἀλλ᾽ ἐν ἀζύμοις εἰλικρινείας καὶ ἀληθείας. Χριστὸς ἡμᾶς ἐξηγόρασεν ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου γενόμενος ὑπὲρ ἡμῶν κατάρα· γέγραπται γάρ· ἐπικα τάρατος πᾶς ὁ κρεμάμενος ἐπὶ ξύλου. Ἵνα εἰς τὰ ἔθνη ἡ εὐλογία τοῦ ᾽Αβραὰμ γένηται ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ, ἵνα τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ Πνεύματος λάβωμεν διὰ τῆς πίστεως.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΟΡΘΡΟΥ (ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΕΣΠΕΡΑΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
27: 62 – 66
Τῇ ἐπαύριον, ἥτις ἐστὶ μετὰ τὴν παρασκευήν, συνήχθησαν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι πρὸς Πιλᾶτον λέγοντες· Κύριε, ἐμνήσθημεν ὅτι ἐκεῖνος ὁ πλάνος εἶπεν ἔτι ζῶν, μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἐγείρομαι. κέλευσον οὖν ἀσφαλισθῆναι τὸν τάφον ἕως τῆς τρίτης ἡμέρας, μήποτε ἐλθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ κλέψωσιν αὐτὸν καὶ εἴπωσι τῷ λαῷ, ἠγέρθη ἀπὸ τῶν νεκρῶν· καὶ ἔσται ἡ ἐσχάτη πλάνη χείρων τῆς πρώτης. ἔφη αὐτοῖς ὁ Πιλᾶτος· Ἔχετε κουστωδίαν· ὑπάγετε ἀσφαλίσασθε ὡς οἴδατε. οἱ δὲ πορευθέντες ἠσφαλίσαντο τὸν τάφον σφραγίσαντες τὸν λίθον μετὰ τῆς κουστωδίας.
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ (ΣΑΒΒΑΤΟ ΠΡΩΙ)
Πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
6: 3 – 11
Ἀδελφοί, ὅσοι εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθημεν, εἰς τὸν θάνατον αὐτοῦ ἐβαπτίσθημεν. Συνετάφημεν οὖν αὐτῷ διὰ τοῦ Βαπτίσματος εἰς τὸν θάνατον, ἵνα ὥσπερ ἠγέρθη Χριστὸς ἐκ νεκρῶν διὰ τῆς δόξης τοῦ Πατρός, οὕτω καὶ ἡμεῖς ἐν καινότητι ζωῆς περιπατήσωμεν. Εἰ γὰρ σύμφυτοι γεγόναμεν τῷ ὁμοιώματι τοῦ θανάτου αὐτοῦ, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀναστάσεως ἐσόμεθα, τοῦτο γινώσκοντες, ὅτι ὁ παλαιὸς ἡμῶν ἄνθρωπος συνεσταυρώθη ἵνα καταργηθῇ τὸ σῶμα τῆς ἁμαρτίας, τοῦ μηκέτι δουλεύειν ἡμᾶς τῇ ἁμαρτίᾳ· ὁ γὰρ ἀποθανὼν δεδικαίωται ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας. Εἰ δὲ ἀπεθάνομεν σὺν Χριστῷ, πιστεύομεν ὅτι καὶ συζήσομεν αὐτῷ, εἰδότες ὅτι Χριστὸς ἐγερθεὶς ἐκ νεκρῶν οὐκέτι ἀποθνήσκει, θάνατος αὐτοῦ οὐκέτι κυριεύει. Ὃ γὰρ ἀπέθανε, τῇ ἁμαρτίᾳ ἀπέθανεν ἐφάπαξ, ὃ δὲ ζῇ, ζῇ τῷ Θεῷ. Οὕτω καὶ ὑμεῖς λογίζεσθε ἑαυτοὺς νεκροὺς μὲν εἶναι τῇ ἁμαρτίᾳ, ζῶντας δὲ τῷ Θεῷ ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ (ΣΑΒΒΑΤΟ ΠΡΩΙ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
28: 1 – 20
Ὀψὲ σαββάτων, τῇ ἐπιφωσκούσῃ εἰς μίαν σαββάτων, ἦλθε Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ ἄλλη Μαρία θεωρῆσαι τὸν τάφον. καὶ ἰδοὺ σεισμὸς ἐγένετο μέγας· ἄγγελος γὰρ Κυρίου καταβὰς ἐξ οὐρανοῦ προσελθὼν ἀπεκύλισε τὸν λίθον ἀπὸ τῆς θύρας καὶ ἐκάθητο ἐπάνω αὐτοῦ. ἦν δὲ ἡ ἰδέα αὐτοῦ ὡς ἀστραπὴ καὶ τὸ ἔνδυμα αὐτοῦ λευκὸν ὡσεὶ χιών. ἀπὸ δὲ τοῦ φόβου αὐτοῦ ἐσείσθησαν οἱ τηροῦντες καὶ ἐγένοντο ὡσεὶ νεκροί. ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἄγγελος εἶπε ταῖς γυναιξί· Μὴ φοβεῖσθε ὑμεῖς· οἶδα γὰρ ὅτι Ἰησοῦν τὸν ἐσταυρωμένον ζητεῖτε· οὐκ ἔστιν ὧδε· ἠγέρθη γὰρ καθὼς εἶπε. δεῦτε ἴδετε τὸν τόπον ὅπου ἔκειτο ὁ Κύριος. καὶ ταχὺ πορευθεῖσαι εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ ὅτι ἠγέρθη ἀπὸ τῶν νεκρῶν, καὶ ἰδοὺ προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν· ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε· ἰδοὺ εἶπον ὑμῖν. καὶ ἐξελθοῦσαι ταχὺ ἀπὸ τοῦ μνημείου μετὰ φόβου καὶ χαρᾶς μεγάλης ἔδραμον ἀπαγγεῖλαι τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ. ὡς δὲ ἐπορεύοντο ἀπαγγεῖλαι τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ, καὶ ἰδοὺ Ἰησοῦς ἀπήντησεν αὐταῖς λέγων· Χαίρετε. αἱ δὲ προσελθοῦσαι ἐκράτησαν αὐτοῦ τοὺς πόδας καὶ προσεκύνησαν αὐτῷ. τότε λέγει αὐταῖς ὁ Ἰησοῦς· Μὴ φοβεῖσθε· ὑπάγετε ἀπαγγείλατε τοῖς ἀδελφοῖς μου ἵνα ἀπέλθωσιν εἰς τὴν Γαλιλαίαν, κἀκεῖ με ὄψονται. Πορευομένων δὲ αὐτῶν ἰδού τινες τῆς κουστωδίας ἐλθόντες εἰς τὴν πόλιν ἀπήγγειλαν τοῖς ἀρχιερεῦσιν ἅπαντα τὰ γενόμενα. καὶ συναχθέντες μετὰ τῶν πρεσβυτέρων συμβούλιόν τε λαβόντες ἀργύρια ἱκανὰ ἔδωκαν τοῖς στρατιώταις λέγοντες· Εἴπατε ὅτι Οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ νυκτὸς ἐλθόντες ἔκλεψαν αὐτὸν ἡμῶν κοιμωμένων. καὶ ἐὰν ἀκουσθῇ τοῦτο ἐπὶ τοῦ ἡγεμόνος, ἡμεῖς πείσομεν αὐτὸν καὶ ὑμᾶς ἀμερίμνους ποιήσωμεν. οἱ δὲ λαβόντες τὰ ἀργύρια ἐποίησαν ὡς ἐδιδάχθησαν. καὶ διεφημίσθη ὁ λόγος οὗτος παρὰ Ἰουδαίοις μέχρι τῆς σήμερον. Οἱ δὲ ἕνδεκα μαθηταὶ ἐπορεύθησαν εἰς τὴν Γαλιλαίαν, εἰς τὸ ὄρος οὗ ἐτάξατο αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς. καὶ ἰδόντες αὐτὸν προσεκύνησαν αὐτῷ, οἱ δὲ ἐδίστασαν. καὶ προσελθὼν ὁ Ἰησοῦς ἐλάλησεν αὐτοῖς λέγων· Ἐδόθη μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς. πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν· καὶ ἰδοὺ ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Ἀμήν.
Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ
Ἀκούσωμεν τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου: Ἀπόστ. καὶ Εὐαγγέλιο Ἑσπ. Μ. Παρασκευῆς – Ἀποκαθήλωση
Τὸ Ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα ἀπαγγέλει ὁ Διάκονος Εὐμένιος Ἰνιάτης καὶ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Μ. Παρασκευῆς (Ἀποκαθήλωσις) ὁ Ἀρχιδιάκονος Ἐλπίδιος Χατζημιχαὴλ κατὰ τὴν Ἀκολουθία τῶν Μεγάλων Ὡρῶν καὶ τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Μ. Παρασκευῆς, ποὺ τελέσθηκε τὴ Μ. Παρασκευὴ (πρωῒ) στὶς 3 Μαΐου, 2024 στὸν ἱερὸ ναὸ Ἁγίου Αὐξιβίου Α΄ Ἐπισκόπου Σόλων τῆς κοινότητος Ἀστρομερίτη, τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου.
Μεγάλο Σάββατο: Η κάθοδος του Χριστού εις τον άδην
Τῷ ἁγίῳ καὶ μεγάλῳ Σαββάτῳ, τὴν θεόσωμον Ταφήν, καὶ τὴν εἰς ᾍδου Κάθοδον τοῦ Κυρίου καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἑορτάζομεν δι’ ὧν τῆς φθορᾶς τὸ ἡμέτερον γένος ἀνακληθέν, πρὸς αἰωνίαν ζωὴν μεταβέβηκε
Μάτην φυλάττεις τὸν τάφον, κουστωδία.
Οὐ γὰρ καθέξει τύμβος αὐτοζωΐαν.
Αγίου Επιφανίου Επισκόπου Κωνσταντίας – Αρχιεπισκόπου Κύπρου
1. Ἐκεῖνος πού χθές, μέσα στήν ἄπειρη συγκατάβασί Του, δέν ἐκαλοῦσε νά τόν βοηθήσουν οἱ λεγεῶνες τῶν Ἀγγέλων, λέγοντας στόν Πέτρο, ὅτι εἶναι στό χέρι μου νά παρατάξω τώρα ἀμέσως, περισσότερες ἀπό δώδεκα λεγεῶνες Ἀγγέλων (Ματθ. κστ´ 53), σήμερα κατέρχεται μέ τόν θάνατό Του κατά τοῦ ἅδου καί τοῦ θανάτου, τοῦ τυράννου, ὅπως ταιριάζει σέ Θεό καί Κυρίαρχο, ἐπί κεφαλῆς τῶν ἀθανάτων καί ἀσωμάτων στρατευμάτων καί τῶν ἀοράτων ταγμάτων, ὄχι μέ δώδεκα μόνο λεγεῶνες, ἀλλά μέ μύριες μυριάδες καί χίλιες χιλιάδες Ἀγγέλων, Ἀρχαγγέλων, Ἐξουσιῶν, Θρόνων, Ἐξαπτερύγων, Πολυομμάτων, οὐρανίων ταγμάτων, τά ὁποῖα, ὡς Βασιλέα καί Κύριό τους, προπέμπουν, δορυφοροῦν καί τιμοῦν τόν Χριστό. Ὄχι, ὅτι συμμαχοῦν καί συμπολεμοῦν μαζί Του. Ὄχι, ποτέ! Γιατί ἀπό ποιά συμμαχία ἔχει ἀνάγκη ὁ παντοδύναμος Χριστός; Τόν συνοδεύουν γιατί χρωστοῦν πάντοτε καί ποθοῦν νά εἶναι κοντά στόν Θεό τους.
Οἱ ἀγγελικές δυνάμεις ἔτρεχαν σάν δορυφόροι ὁπλῖτες, ὡπλισμένοι μέ ξίφη καί σάν ἀστραπόμορφοι κεραυνοβόλοι, ὡπλισμένοι μέ τούς θεϊκούς καί παντοδύναμους κεραυνούς τοῦ Βασιλέως των, οἱ ὁποῖοι πρόφθαιναν μέ πολύ ζῆλο καί ξεπερνοῦσαν ὁ ἕνας τόν ἄλλο στή γρηγοράδα, ὑπακούοντας στό θεϊκό μόνο νεῦμα καί κάνοντας ἔργο καί πρᾶξι τή διαταγή καί στεφανωμένοι μέ τό στέφανο τῆς νίκης κατά τῆς παρατάξεως τῶν ἐχθρῶν καί τυράννων. Γι᾿ αὐτό καί κατέρχονται στά ὑποχθόνια δεσμωτήρια τῶν πανάρχαιων νεκρῶν, πού ἦταν μέσα στήν καρδιά τοῦ Ἅδη καί βαθύτερα ἀπ᾿ ὅλη τή γῆ, γιά νά βγάλουν ἀπό ἐκεῖ μέσα τούς ἁλυσοδεμένους καί ἀπό αἰῶνες τώρα κεκοιμημένους.
2. Μόλις δέ φάνηκε στά κλεισμένα ἀπ᾿ ὅλες τίς πόρτες, τά ἀνήλια καί κατασκότεινα δεσμωτήρια, στά ὑπόγεια καί τά σπήλαια τοῦ Ἅδη ἡ θεϊκή καί λαμπρή παρουσία τοῦ Κυρίου, προβαίνει ἐμπρός ἀπ᾿ ὅλους ὁ ἀρχιστράτηγος Γαβριήλ, ἐπειδή εἶχε συνηθίσει νά φέρνη χαρᾶς εὐαγγέλια στούς ἀνθρώπους, καί μέ φωνή δυνατή, ἀρχαγγελικώτατη, ἔντονη καί λιονταρίσια φωνάζει πρός τίς ἀντίπαλες δυνάμεις: «ἄρατε πύλας οἱ ἄρχοντες ὑμῶν». Καί μαζί του φωνάζει ὁ Μιχαήλ: «γκρεμισθῆτε προαιώνιες πύλες». Ἔπειτα οἱ Δυνάμεις συμπληρώνουν: «κάνετε πέρα παράνομοι θυρωροί». Οἱ δέ Ἐξουσίες διατάζουν μέ ἐξουσία: «Σπᾶτε ἄλυτες ἁλυσίδες». Κι᾿ ἕνας ἄλλος Ἀρχάγγελος προσθέτει: «Αἶσχος σέ σᾶς, ἀνάλγητοι τύραννοι».
Καί καθώς συμβαίνει ὅταν παρουσιασθῆ μιά φοβερή, ἀήτητη καί παντοδύναμη βασιλική στρατιωτική παράταξι, φρίκη μαζί καί τρόπος καί ταραχή καί ὀδυνηρός φόβος κυριεύει τούς ἐχθρούς τοῦ ἀκαταγώνιστου Στρατηγοῦ, τό ἴδιο ἔγινε ξαφνικά, μόλις παρουσιάσθηκε τόσο παράδοξα ὁ Χριστός στά καταχθόνια τοῦ Ἅδη. Ἀπό ἐπάνω μιά δυνατή ἀστραπή ἐτύφλωνε τά πρόσωπα τῶν ἐχθρικῶν δυνάμεων τοῦ Ἅδη καί ταυτόχρονα ἀκούονταν βροντερές στρατιωτικές φωνές πού διέταζαν: «Ἄρατε πύλας, ὄχι ἀνοίξετε, ἀλλά ξερριζῶστε τις ἀπό τά θεμέλια, βγάλτε τις τελείως ἀπό τόν τόπο τους, ὥστε νά μή μποροῦν πιά νά ξανακλείσουν. Ἄρατε πύλας οἱ ἄρχοντες ὑμῶν, ὄχι γιατί δέν μπορεῖ νά τίς ἀνοίξη ὁ Κύριός μας, πού ὅταν θέλη, διατάζει καί μπαίνει μέ κλεισμένες τίς πόρτες, ἀλλά σᾶς διατάζει, σάν δραπέτες δούλους, νά σηκώσετε καί νά μεταφέρετε αὐτές τίς προαιώνιες πύλες. Γιά τοῦτο καί δέν διατάζει τούς ὄχλους σας, ἀλλά σᾶς πού παρουσιάζεσθε σάν ἀρχηγοί τους: ἄρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν» (Ψαλμ. κγ´ 7-10).
Ἀπό τώρα καί ἔπειτα δέν θά εἶσθε πιά ἄρχοντες κανενός, παρ᾿ ὅλο πού κάκιστα κυριαρχήσατε πάνω στούς μέχρι τώρα κεκοιμημένους. Οὔτε αὐτῶν θά εἶσθε πλέον ἄρχοντες, οὔτε ἄλλων, οὔτε τῶν ἑαυτῶν σας ἀκόμη. Ἄρατε πύλας, γιατί ἦρθε ὁ Χριστός, ἡ οὐράνια θύρα. Ἀνοίξετε δρόμο σ᾿ Αὐτόν πού ἔβαλε τό πόδι Του στή φυλακή τοῦ Ἅδη. Τό ὄνομά του εἶναι Κύριος καί ὁ Κύριος ἔχει τό δικαίωμα καί τή δύναμι νά περάση τίς πύλες τοῦ θανάτου. Γιατί τή μέν εἴσοδο τοῦ θανάτου τή φτιάξατε σεῖς, Αὐτός δέ ἦρθε γιά νά ἐπιτύχη τό πέρασμά της. Γι᾿ αὐτό ἀνοίξετε γρήγορα καί μήν ἀργοπορῆτε. Ἀνοίξετε καί κάνετε γρήγορα. Ἀνοίξετε καί μήν ἀναβάλλετε. Ἄν νομίζετε πῶς θά σᾶς περιμένουμε, κάνετε λάθος. Θά διατάξουμε τίς ἴδιες τίς πύλες νά ἀνοίξουν αὐτομάτως καί χωρίς νά βάλουμε χέρι: Ἀνοῖξτε πύλες αἰώνιες!
3. Καί μόλις οἱ ἀγγελικές δυνάμεις ἐβόησαν, τήν ἴδια στιγμή ἄνοιξαν οἱ πύλες! Τήν ἴδια στιγμή ἔσπασαν οἱ ἁλυσίδες καί οἱ μοχλοί. Ἔπεσαν τά κλειδιά καί συγκλονίσθηκαν τά θεμέλια τῆς φυλακῆς. Οἱ ἐχθρικές δυνάμεις ἐτράπησαν σέ ἄτακτη φυγή, ὁ ἕνας ἔσπρωχνε τόν ἄλλο, ἄλλος μπερδευόταν στά πόδια τοῦ ἄλλου καί καθένας φώναζε στό διπλανό του νά φεύγη γρήγορα. Ἔφριξαν, συγκλονίσθηκαν, τά ἔχασαν, ἐταράχθηκαν, ἄλλαξε τό χρῶμα τους, φοβήθηκαν, στάθηκαν καί ἀπόρησαν, ἀπόρησαν καί τρόμαξαν. Ὁ ἕνας ἔμεινε μέ ἀνοιχτό στόμα. Ἄλλος ἔκρυψε τό πρόσωπο μέσα στά γόνατά του. Ἄλλος ἔπεσε κάτω, παγωμένος ἀπό τό φόβο. Ἄλλος στάθηκε ἀκίνητος, σάν νεκρός. Ἄλλος κυριεύθηκε ἀπό δέος καί ἄλλος ἔτρεξε νά σωθῆ σέ βαθύτερο μέρος.
4. Τήν ὥρα αὐτή ὁ Χριστός ἀπεκεφάλισε τούς σαστισμένους τυράννους. Τότε χαλάρωσαν τά χαλινάρια τους καί ρωτοῦσαν: «Ποιός εἶναι αὐτός ὁ βασιλεύς τῆς δόξης; Ποιός εἶναι αὐτός πού ἦρθε ἐδῶ, κάνοντας τόσα παράδοξα πράγματα; Ποιός εἶναι αὐτός ὁ βασιλεύς τῆς δόξης, πού κατορθώνει τώρα στόν Ἅδη, αὐτά πού δέν ἔγιναν ποτέ; Ποιός εἶναι αὐτός ὁ βασιλεύς τῆς δόξης, πού βγάζει ἀπό ἐδῶ τούς προαιώνιους φυλακισμένους; Ποιός εἶναι αὐτός πού διέλυσε καί κατέλυσε τό ἀήτητο κράτος καί τό θράσος μας; »
Σ᾿ αὐτούς ἀπαντοῦσαν οἱ δυνάμεις τοῦ Κυρίου καί τούς ἔλεγαν: «Θέλετε νά μάθετε ποιός εἶναι αὐτός ὁ βασιλεύς τῆς δόξης; Εἶναι ὁ Κύριος, ὁ κραταιός καί δυνατός, ὁ Κύριος, ὁ δυνατός καί πανίσχυρος στόν πόλεμο. Εἶναι ἐκεῖνος, ἐλεεινοί καί παράνομοι τύραννοι, πού σᾶς ἐξόρισε καί σᾶς ἔρριξε κάτω ἀπό τίς οὐράνιες ἀψίδες. Εἶναι αὐτός πού συνέτριψε μέσα στά νερά τοῦ Ἰορδάνη τίς κεφαλές τῶν δρακόντων σας. Εἶναι ἐκεῖνος πού ἐπάνω στό Σταυρό του σᾶς ἔκανε θέατρο, σᾶς διεπόμπευσε καί σᾶς ἀφαίρεσε κάθε δύναμι. Εἶναι αὐτός πού σᾶς ἔδεσε καί σᾶς ἔρριξε στό ζόφο καί στήν ἄβυσσο. Αὐτός εἶναι πού θά σᾶς ἐξοντώση τελειωτικά μέσα στήν αἰώνια φωτιά καί τή γέεννα. Μήν ἀργῆτε, μήν περιμένετε, ἀλλά τρέξετε γρήγορα καί βγάλετε τούς φυλακισμένους, τούς ὁποίους μέχρι τώρα κακῶς ἔχετε καταπιῆ. Ἀπό ἐδῶ κι᾿ ἐμπρός καταλύεται τό κράτος σας. Καταργεῖται ἡ τυραννική ἐξουσία σας. Ἡ ἀλαζονεία σας καταπατήθηκε οἰκτρά. Ἡ ὑπερήφανη καύχησί σας ξεκουρελιάσθηκε. ἡ δύναμί σας ἔσβησε καί χάθηκε γιά πάντα»
5. Αὐτά φώναζαν οἱ νικήτριες δυνάμεις τοῦ Κυρίου στίς δυνάμεις τοῦ Ἐχθροῦ καί συγχρόνως ἐνεργοῦσαν μέ βιασύνη. Ἄλλοι γκρέμιζαν τήν φυλακή ἀπό τά θεμέλια της. Ἄλλοι καταδίωκαν τούς ἐχθρούς πού ἔφευγαν γιά νά σωθοῦν στά βαθύτερα μέρη. Ἄλλοι ἔτρεχαν καί ἐρευνοῦσαν τά ὑπόγεια, τά φρούρια καί τά σπήλαια. Καί ὅλοι, ἀπό διάφορες κατευθύνσεις καθένας, ἔφερναν τούς δεσμῶτες ἐμπρός στόν Κύριο. Ἄλλοι ἔδεναν τόν τύραννο, ἐνῶ ἄλλοι ἀπελευθέρωναν τούς προαιώνιους δεσμῶτες. Καί ἄλλοι μέν ἔτρεχαν μπροστά ἀπό τόν Κύριο, καθώς προχωροῦσε βαθύτερα. Ἄλλοι δέ τόν ἀκουλουθοῦσαν νικηφόροι, ὡς Θεόν καί Βασιλέα.
6. Ἐνῶ λοιπόν αὐτά διεδραματίζοντο καί ἐλέγοντο στόν Ἅδη καί ἐσείοντο τά πάντα, ὁ δέ Κύριος ἐπλησίαζε νά φθάση στά πιό ἔσχατα βάθη, ὁ Ἀδάμ ὁ πρωτοδημιούργητος καί πρωτόπλαστος καί πρωτόθνητος πού βρισκόταν δεμένος γερά καί βαθύτερα ἀπό ὅλους, ἄκουσε τά βήματα τοῦ Κυρίου, πού ἐρχόταν στούς φυλακισμένους καί ἀμέσως ἀνεγνώρισε τήν φωνή Του, καθώς ἐπερπατοῦσε μέσα στή φυλακή. Στράφηκε τότε πρός ὅλους τούς ἐπί αἰῶνες συγκρατουμένους του καί τούς φώναξε: Ὦ φίλοι μου! Ἀκούω νά πλησιάζη σ᾿ ἐμᾶς ὁ ἦχος τῶν βημάτων Κάποιου. Ἐάν πραγματικά μᾶς ἀξίωσε νά ἔρθη ἕως ἐδῶ, τότε εἴμαστε ἐλεύθεροι! Ἐάν τόν ἰδοῦμε ἀνάμεσά μας, σωθήκαμε ἀπό τόν Ἅδη!
7. Καί τήν ὥρα πού ὁ Ἀδάμ ἔλεγε αὐτά πρός τούς συγκαταδίκους του, εἰσέρχεται ὁ Κύριος, κρατῶντας τό νικηφόρο ὅπλο τοῦ Σταυροῦ. Μόλις τόν ἀντίκρυσε ὁ Ἀδάμ, χτύπησε τό στῆθος ἀπό τήν χαρούμενη ἔκπληξι καί φώναξε πρός ὅλους τούς ἐπί αίῶνες κεκοιμημένους: «ὁ Κύριός μου ἄς εἶναι μαζί μέ ὅλους»! Καί ὁ Χριστός ἀπάντησε στόν Ἀδάμ: «Καί μετά τοῦ πνεύματός σου».
Ὕστερα τόν πιάνει ἀπό τό χέρι, τόν σηκώνει ἐπάνω καί τοῦ λέει: «Σήκω σύ πού κοιμᾶσαι καί ἀνάστα ἀπό τούς νεκρούς, γιατί σέ καταφωτίζει ὁ Χριστός! (Ἐφεσ. 5, 14). Ἐγώ ὁ Θεός, πού γιά χάρι σου ἔγινα υἱός σου, ἔχοντας δικούς μου πλέον καί σένα καί τούς ἀπογόνους σου, μέ τήν θεϊκή ἐξουσία μου δίνω ἐλευθερία καί λέω στούς φυλακισμένους: ἐξέλθετε. Σ᾿ αὐτούς πού κείτονται στό σκοτάδι: ξεσκεπασθῆτε. Καί σ᾿ ἐκείνους πού εἶναι πεσμένοι κάτω: σηκωθῆτε!
Σένα, Ἀδάμ, σέ προστάζω: σήκω ἀπό τόν αἰώνιο ὕπνο σου. Δέν σέ ἔπλασα, γιά νά μένης φυλακισμένος τόν Ἅδη. Ἀνάστα ἐκ τῶν νεκρῶν, γιατί ἐγώ εἶμαι ἡ ζωή τῶν θνητῶν. Σήκω ἐπάνω, πλάσμα δικό μου, σήκω ἐπάνω σύ πού εἶσαι ἡ μορφή μου, πού σέ δημιούργησα κατ᾿ εἰκόνα μου.Σήκω νά φύγουμε ἀπό ἐδῶ. Γιατί σύ εἶσαι μέσα σέ μένα καί ἐγώ μέσα σέ σένα! Γιά σένα ὁ Κύριος ἔλαβε τή δική σου μορφή τοῦ δούλου. Γιά δική σου χάρι, ἐγώ πού βρίσκομαι ψηλότερα ἀπό τούς οὐρανούς, κατέβηκα στή γῆ καί πιό κάτω ἀπό τή γῆ. Γιά σένα τόν ἄνθρωπο ἔγινα σάν ἕνας ἀνυπεράσπιστος ἄνθρωπος, βρέθηκα χωρισμένος κι᾿ ἐγώ ἀπό τή ζωή, ἀνάμεσα σ᾿ ὅλους τούς ἄλλους νεκρούς (Ψαλμ. 87, 5). Γιά σένα πού βγῆκες μέσα ἀπό τόν κῆπο τοῦ παραδείσου, μέσα σέ κῆπο παραδόθηκα στούς Ἰουδαίους καί μέσα σέ κῆπο ἐσταυρώθηκα (Ἰωάν. 19, 41).
Κύτταξε στό πρόσωπό μου τά φτυσίματα, πού καταδέχθηκα πρός χάριν σου, γιά νά σέ ἀποκαταστήσω στήν παλαιά σου δόξα, πού εἶχα δώσει μέ τό ἐμφύσημά μου (Γεν. 2, 7). Κύτταξε στά μάγουλά μου τά ραπίσματα, πού καταδέχθηκα, γιά νά ἐπανορθώσω τήν διεστραμμένη μορφή σου καί νά τήν φέρω στήν ὄψι πού εἶχε σάν εἰκόνα μου. Κύτταξε στή ράχη μου τή μαστίγωσι πού καταδέχθηκα, γιά νά διασκορπίσω τό φορτίο τῶν ἁμαρτημάτων σου. Κύτταξε τά καρφωμένα χέρια μου, πού τά ἅπλωσα καλῶς ἀπάνω στό ξύλο τοῦ Σταυροῦ, γιά νά συχωρεθῆς σύ πού ἅπλωσες κακῶς τό χέρι σου στό ἀπαγορευμένο δένδρο. Κύτταξε τά πόδια μου πού καρφώθηκαν καί τρυπήθηκαν στό Σταυρό, γιά νά ἐξαγνισθοῦν τά δικά σου πόδια πού ἔτρεξαν κακῶς στό δένδρο τῆς ἁμαρτίας.
Τήν ἕκτη ἡμέρα βγῆκε εἰς βάρος σου τότε ἡ καταδικαστική ἀπόφασις. Γι᾿ αὐτό πάλι τήν ἕκτη ἡμέρα σέ ἀναπλάττω καί ἀνοίγω τόν παράδεισο. Πρός χάριν σου γεύθηκα τήν χολή, γιά νά σοῦ θεραπεύσω τήν πικρή ἡδονή πού γεύθηκες ἀπό ἐκεῖνον τόν γλυκό καρπό. Γεύθηκα τό ξύδι, γιά νά βγάλω ἀπό τή ζωή σου τό δριμύ καί ἔξω ἀπό τή φύσι σου ποτῆρι τοῦ θανάτου. Δέχθηκα τόν σπόγγο, γιά νά σβήσω τό κατάστιχο τῶν ἁμαρτιῶν σου. Δέχθηκα τό καλάμι, γιά νά ὑπογράψω τήν ἀπελευθέρωσι τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Ὕπνωσα στόν Σταυρό καί τρυπήθηκα στήν πλευρά μου, γιά σένα πού ὕπνωσα στόν παράδεισο καί ἔβγαλα ἀπό τήν πλευρά σου τήν Εὔα. Ἡ πληγωμένη πλευρά μου ἐθεράπευσε τόν πόνο τῆς πλευρᾶς σου. Ὁ δικός μου ὕπνος θά σέ βγάλη ἀπό τόν ὕπνο σου μέσα στόν Ἅδη. Ἡ ρομφαία πού χτύπησε ἐμένα, σταμάτησε τή ρομφαία πού στρεφόταν ἐναντίον σου (Γεν. 3, 24).
Σήκω, λοιπόν. Ἄς φύγουμε ἀπό ἐδῶ. Τότε σέ ἐξώρισα ἀπό τόν γήϊνο παράδεισο. Τώρα σέ ἀποκαθιστῶ, ὄχι πλέον σ᾿ ἐκεῖνον τόν παράδεισο, ἀλλά σέ οὐράνιο θρόνο. Τότε σ᾿ ἐμπόδισα νά φᾶς ἀπό τό ξύλο τῆς ζωῆς (Γεν. 3, 22). Νά ὅμως τώρα πού ἑνώθηκα πλήρως μέ σένα, ἐγώ πού εἶμαι ἡ ἴδια ἡ ζωή. Ἔταξα τά Χερουβίμ νά σέ φρουροῦν σάν δοῦλο. Τώρα ὁδηγῶ τά Σεραφίμ νά σέ προσκυνήσουν σά Θεό. Κρύφθηκες τότε μπροστά στόν Θεό, ἐπειδή ἤσουν γυμνός. Νά ὅμως πού ἀξιώθηκες νά κρύψης μέσα σου γυμνό τόν ἴδιο τόν Θεό. Γι᾿ αὐτό σηκωθῆτε, ἄς φύγουμε ἀπό ἐδῶ. Ἀπό τόν θάνατο στή ζωή. Ἀπό τήν φθορά στήν ἀφθαρσία. Ἀπό τό σκοτάδι στό αἰώνιο φῶς. Ἀπό τήν ὀδύνη στήν ἐλευθερία. Ἀπό τή φυλακή τοῦ Ἅδη στήν ἄνω Ἱερουσαλήμ. Ἀπό τά δεσμά στήν ἄνεσι. Ἀπό τή σκλαβιά στήν τρυφή τοῦ Παραδείσου. Ἀπό τή γῆ στόν οὐρανό.
8. Γι᾿ αὐτό τόν σκοπό ὁ Χριστός ἀπέθανε καί ἀνέστη: γιά νά γίνη Κύριος καί νεκρῶν καί ζώντων (Ρωμ. 14, 9). Σηκωθῆτε, λοιπόν. Ἄς φύγουμε ἀπό ἐδῶ. Ὁ οὐράνιος Πατέρας περιμένει μέ λαχτάρα τό χαμένο πρόβατο. Τά ἐνενῆντα ἐννέα πρόβατα τῶν ἀγγέλων (Ματθ. 18, 12) περιμένουν τόν σύνδουλό τους Ἀδάμ, πότε θά ἀναστηθῆ, πότε θά ἀνέλθη καί θά ἐπανέλθη πρός τόν Θεό. Ὁ χερουβικός θρόνος εἶναι ἕτοιμος. Αὐτοί πού θά σᾶς ἀνεβάσουν εἶναι γρήγοροι καί βιάζονται. Ὁ νυμφικός θάλαμος ἔχει προετοιμασθῆ. Τό μεγάλο ἑορταστικό δεῖπνο εἶναι στρωμένο (Ἀποκ. 19, 9, Λουκ. 14, 16). Τά θησαυροφυλάκια τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν ἄνοιξαν. Ἡ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν ἔχει ἑτοιμασθῆ «ἀπό καταβολῆς κόσμου» (Ματθ. 25, 34). Ἀγαθά πού μάτια δέν τά εἶδαν καί αὐτιά δέν τά ἄκουσαν περιμένουν τόν ἄνθρωπο (Α´ Κορ 2, 9).
Αὐτά καί ἄλλα παρόμοια εἶπεν ὁ Κύριος. Καί ἀμέσως ἀνασταίνεται μαζί Του ὁ ἑνωμένος σ᾿ αὐτόν Ἀδάμ καί μαζί τους καί ἡ Εὔα. Ἀκόμη δέ καί «πολλά σώματα δικαίων, πού εἶχαν πεθάνει πρίν ἀπό αἰῶνες, ἀναστήθηκαν» (Ματθ. 27, 52), διακηρύσσοντας τήν τριήμερο Ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ. Αὐτήν ἄς τήν ὑποδεχθοῦμε καί ἄς τήν ἀγκαλιάσουμε οἱ πιστοί μέ πολλή χαρά, χορεύοντες μέ τούς ἀγγέλους καί ἑορτάζοντες μέ τούς ἀρχαγγέλους καί δοξάζοντες τόν Χριστό, πού μᾶς ἀνέστησε ἀπό τήν φθορά. Εἰς Αὐτόν ἁρμόζει ἡ δόξα καί ἡ δύναμις, μαζί μέ τόν ἀθάνατο Πατέρα καί τό πανάγιο καί ἀγαθό καί ζωοποιό καί ὁμοούσιο Πνεῦμα, εἰς ὅλους τούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.