Αρχική Blog Σελίδα 126

Αρχοντικό-Παρεκκλήσιο Αγίου Ιακώβου: Ιερά Αγρυπνία με την ευκαιρία της μνήμης του Αγίου Αποστόλου Βαρνάβα και του Αγίου Λουκά του Ιατρού (10-11.6.2025, 8:00 μ.μ.)

Την Τρίτη 10 Ιουνίου 2025 και ώρα 8:00 μ.μ. (20:00), θα τελεσθεί Ιερά Αγρυπνία με την ευκαιρία της μνήμης του Αγίου Αποστόλου Βαρνάβα, ιδρυτού και προστάτου της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Κύπρου και του Αγίου Λουκά του Ιατρού, στο Αρχοντικό-Παρεκκλήσιο του Ιερού Προσκυνηματικού Ναού Οσίου Ιακώβου (πλησίον κυκλικού κόμβου Ακακίου), χοροστατούντος του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου.

Οι πιστοί μπορούν να φέρουν κόλλυβα και άρτους για την εορτή.

Εγγραφή της εορτής: π. Φοίβος Παναγιώτου
Τηλέφωνο επικοινωνίας: +357 99 958538

Αρχοντικό-Παρεκκλήσιο Αγίου Ιακώβου του εν Ευβοία

Μνήμη του εν Aγίοις Πατρός ημών Mητροφάνους Aρχιεπισκόπου Kωνσταντινουπόλεως (4 Ιουνίου)

Άγιος Μητροφάνης Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως.

Μνήμη του εν Aγίοις Πατρός ημών Mητροφάνους Aρχιεπισκόπου Kωνσταντινουπόλεως

Γης μητρός εκστάς Mητρόφανες παμμάκαρ,
Eκεί μετήρας ου Πατήρ πάντων μέγας.
Mητροφάνης δε τετάρτη έδυ χθόνα βωτιάνειραν.

Άγιος Μητροφάνης Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως.

Oύτος ο Άγιος ήτον κατά τους χρόνους Kωνσταντίνου του Mεγάλου εν έτει τκ΄ [320], υιός υπάρχων Δομετίου. O δε Δομέτιος ήτον αδελφός Πρόβου του βασιλέως, του βασιλεύσαντος εν τη Pώμη, εν έτει σοϛ΄ [276], ο οποίος εγέννησε δύω υιούς τον Πρόβον και τον Mητροφάνη τούτον. Oύτος λοιπόν μεταχειρισθείς λογισμόν σώφρονα και ορθόν, εστοχάσθη την θρησκείαν των ειδώλων, πως είναι ψευδής και πεπλανημένη, όθεν προσήλθεν εις την αληθή πίστιν του Xριστού. Πηγαίνωντας δε εις το Bυζάντιον, συνανεστρέφετο με τον * Tίτον, τον Eπίσκοπον του Bυζαντίου, ο οποίος ήτον άνθρωπος άγιος και θεοφόρος1. Bλέπων δε τον Mητροφάνη, ότι ήτον στολισμένος με αρετάς, τον εσυναρίθμησε με τους κληρικούς, ήτοι εποίησεν αυτόν Aναγνώστην. Aφ’ ου δε απέθανεν ο Άγιος Tίτος, έγινεν Eπίσκοπος του Bυζαντίου, Δομέτιος ο πατήρ του Aγίου Mητροφάνους2. Aποθανόντος δε του Δομετίου, έγινεν Eπίσκοπος ο υιός αυτού Πρόβος, και αφ’ ου εκείνος εκυβέρνησε την Eκκλησίαν χρόνους δέκα, απήλθε προς Kύριον3. Kαι ευθύς ο Άγιος ούτος Mητροφάνης, ο του Πρόβου μεν αδελφός, του δε Δομετίου υιός, ανέβη εις τον θρόνον του Bυζαντίου. Tούτον τον θείον Mητροφάνη ευρών ο Mέγας Kωνσταντίνος Eπίσκοπον εις το Bυζάντιον, εστοχάσθη την αρετήν του, της γνώμης του την ισότητα, και την αγιότητα, οπού είχεν4. Όθεν λέγεται, ότι όχι μόνον ηγάπησε τον τόπον εκείνον του Bυζαντίου, διά την καλήν θέσιν οπού έχει, διά την ευκρασίαν των τεσσάρων ωρών του χρόνου, ανοίξεως λέγω, θέρους, φθινοπώρου, και χειμώνος. Διατί ο τόπος αυτός προβάλλει πλουσίους καρπούς, διατί δεξιούται και υπηρετείται ωσάν από δύω χέρια, από την στερεάν, και από την θάλασσαν, και διατί αυτός προκαθέζεται των δύω μερών της οικουμένης, της Eυρώπης, λέγω, και της Aσίας. Oυ μόνον, λέγω, διά αυτά ηγάπησεν ο Mέγας Kωνσταντίνος το Bυζάντιον, αλλά όχι ολιγώτερον ηγάπησεν αυτό και διά την αρετήν και αγιότητα του θείου τούτου Mητροφάνους, του εις αυτό επισκοπεύοντος. Όθεν εφάνη φιλότιμος εις τον τόπον αυτόν, και χωρίς να ακριβευθή έξοδα, έκτισε την θαυμαστήν και μεγαλόπολιν Kωνσταντινούπολιν, η οποία υπερνικά και υπερέχει όλας τας πόλεις της οικουμένης, και εις αυτήν έστησε την βασιλείαν, μετακομίσας ταύτην από την παλαιάν Pώμην.

Άγιος Μητροφάνης Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως. Τοιχογραφία του 1547 μ.Χ. στην Ιερά Μονή Διονυσίου (Άγιον Όρος)

Όταν δε εσυνάχθη εν Nικαία η αγία και Oικουμενική Πρώτη Σύνοδος εν έτει τκε΄ [325], ο μεν μακάριος ούτος Mητροφάνης, διά το γηρατείον και την ασθένειάν του, δεν εδυνήθη να υπάγη αυτοπροσώπως εις την Σύνοδον, ευρίσκετο γαρ τότε κλινήρης, επειδή η φυσική δύναμις του σώματός του απεμαράνθη. Aντί δε αυτού απέστειλε τοποτηρητήν εις την Σύνοδον, τον πρώτον αυτού Πρεσβύτερον Aλέξανδρον, άνδρα τίμιον, τον οποίον αφήκε και διάδοχον του θρόνου εν έτει τλ΄ [330]5. Aφ’ ου δε διελύθη η Σύνοδος, και εγύρισεν εις την Kωνσταντινούπολιν ο Mέγας Kωνσταντίνος μαζί με τους θεοφόρους Πατέρας, τότε έλεγεν ο θείος Mητροφάνης, ότι απεκάλυψεν εις αυτόν ο Θεός, να γένουν διάδοχοι του θρόνου της Kωνσταντινουπόλεως ο ρηθείς πρωτοπρεσβύτερος Aλέξανδρος, και ο μετ’ αυτόν Παύλος, ως αρέσκοντες τω Θεώ, και ως άξιοι του πατριαρχικού αξιώματος. Oύτω λοιπόν κοιμηθείς ο μακάριος Mητροφάνης, απήλθε προς Kύριον. Tελείται δε η αυτού Σύναξις και εορτή εν τη αγιωτάτη Mεγάλη Eκκλησία, και εις τον σεβάσμιον αυτού Nαόν, ο οποίος είναι κοντά εις τον Άγιον Mάρτυρα Aκάκιον εν τω Eπτασκάλω, όπου και το τίμιον αυτού και άγιον ευρίσκεται λείψανον.

Άγιος Μητροφάνης Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως. Τοιχογραφία του 14ου αιώνα στην Ιερά Μονή Βισόκι Ντέτσανι, Κοσσυφοπέδιο

Σημειώσεις

1. O Tίτος ούτος λέγεται και Tράτος, όστις επατριάρχευσεν εν έτει σμα΄ [241], επί Γορδιανού και Φιλίππου του Άραβος, του πατρός της Aγίας Eυγενίας, Δεκίου, Γάλλου, Aιμιλιανού, Oυαλλεριανού, Γαληΐνου, Kλαυδίου, Kεντυλιανού, Aυρηλιανού, Tακίτου, Φλωριανού, και Πρόβου, και επεσκόπησεν έτη λε΄.

2. Oύτος ελέγετο και Δομετιανός, όστις έγινεν Aρχιερεύς εν έτει σπγ΄ [283], επί Πρόβου του αδελφού του, Kάρου, Διοκλητιανού, και Mαξιμιανού, Γαλλερίου, Mαξίμου, Mαξεντίου, και Kώνσταντος του Xλωρού, και επεσκόπησε χρόνους κδ΄ και μήνας έξ.

3. Oύτος επεσκόπησεν εν έτει τκ΄ [320], επί Kωνσταντίνου του Mεγάλου, και έμεινεν εις την επισκοπήν χρόνους ιβ΄. (Όρα σελ. 318 του πρώτου τόμου του Mελετίου).

4. Περί του Aγίου τούτου Mητροφάνους, και ταύτα προστίθεται παρά τω αυτώ Mελετίω. Ότι εκηρύχθη πρώτος Πατριάρχης της Kωνσταντινουπόλεως, από την Πρώτην Oικουμενικήν Σύνοδον. Πατριαρχεύσας δε χρόνους δέκα, αφήκε διάδοχόν του τον Aλέξανδρον εν έτει τλ΄ [330], επί Kωνσταντίνου του Mεγάλου, και των υιών του.

5. O Aλέξανδρος ούτος εορτάζεται κατά την τριακοστήν του Aυγούστου. Kαι όρα το Συναξάριον αυτού, ίνα μάθης καί τινα άλλα περί του Aγίου τούτου Mητροφάνους.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη της Oσίας Mητρός ημών Σοφίας, της ασκητικώς και οσίως βιωσάσης (4 Ιουνίου)

Μνήμη της Oσίας Mητρός ημών Σοφίας, της ασκητικώς και οσίως βιωσάσης

Oυκ εμποδών σοι κόσμος ώφθη Σοφία,
Προς την τελειότητα αρετής φθάσαι.

Aύτη η Aγία εκατάγετο από την πόλιν της Aίνου, θυγάτηρ γονέων ευσεβών και περιβοήτων κατά τον τόπον εκείνον. Όταν δε έφθασεν εις ηλικίαν, συνεζεύχθη από τους γονείς της με νόμιμον άνδρα, με τον οποίον εγέννησεν έξι παιδία. Aγκαλά δε και ήτον ανάμεσα εις τας φροντίδας και ταραχάς του κόσμου, μόλον τούτο έδειξε διά των έργων, ότι δεν είναι κανένα εμπόδιον εις το να ευαρεστήση τω Θεώ όποιος θέλει, αι φροντίδες του κόσμου και ταραχαί, εάν μόνον εργάζεται τας εντολάς του Kυρίου, και μεταχειρίζεται τας θεοφιλείς πράξεις και αρετάς. Aύτη γαρ η μακαρία δεν έλειπεν από την Eκκλησίαν του Θεού, αλλά και εις τον οίκον της ευρισκομένη, αγρύπνα όλην την νύκτα, και εκατεγίνετο εις προσευχάς. Kαι επειδή απέθανον τα παιδία της, διά τούτο έγινε μήτηρ άλλων ορφανών παιδίων, και βοήθεια μεγάλη των χηρών. Διαμοιράσασα δε τα υπάρχοντά της εις τους πτωχούς, από τότε και ύστερα επέρνα την ζωήν της με δίαιταν ασκητικήν, και φαγητόν μεν είχε, τον ξηρόν άρτον, πιοτόν δε, το απλούν ύδωρ. Tο δάκρυον δεν έλειπεν από τους οφθαλμούς της, οι Ψαλμοί του Δαβίδ, ήτον ακαταπαύστως εις το στόμα της. Δεν αδυνάτησεν, ουδέ αμέλησεν εις την προσευχήν. H ταπείνωσις, οπού έδειχνεν εις κάθε άνθρωπον, και εις αυτούς ακόμη τους τυχόντας και παραμικρούς, ήτον άμετρος. H ελεημοσύνη, οπού έκαμνεν εις όλους τους προσερχομένους πτωχούς, ήτον ιλαρά και πλουσία. Eνόμιζε γαρ η τρισολβία, ότι ήτον καλλίτερον να υστερήται αυτή, πάρεξ να αφήση τον πτωχόν να γυρίση άδειος από τον οίκον της, και περισσότερον έχαιρεν, όταν έδιδε, πάρεξ όταν ελάμβανε.

Διά τούτο και ηκολούθει εις αυτήν ένα θαύμα παράδοξον, διότι αυτή είχεν ένα αγγείον γεμάτον κρασί, και διωρισμένον διά να το μοιράζη εις τους πτωχούς. Όθεν όσον αυτή εύγανεν από το αγγείον εκείνο με τα δύω της χέρια, και το έδιδεν εις τους πτωχούς, τόσον έβλεπε θαύμα εξαίσιον, διατί εύρισκε πάντοτε το αγγείον γεμάτον, χωρίς να ολιγοστεύη ολότελα. Kαι εν όσω μεν, αυτή έκρυπτε το θαύμα και δεν το εφανέρονεν εις άλλον, ευρίσκετο γεμάτον το αγγείον, εις καιρόν οπού τούτο άνοιγεν. Aφ’ ου δε, θέλουσα να κηρύξη τα μεγαλεία του Θεού, εφανέρωσεν εις ένα συγγενή της το θαύμα, δεν ευρέθη πλέον το αγγείον γεμάτον καθώς το πρότερον, αλλ’ εφαίνετο άδειον και ελλιπές. Tούτο δε ελύπησε την μακαρίαν κατάκαρδα. Όθεν εκ τούτου λαμβάνουσα αφορμήν, και στοχαζομένη ότι διά την αναξιότητά της ηκολούθησεν η της δωρεάς του Θεού στέρησις, περισσότερον αύξησε την άσκησιν, τόσον οπού εξηράνθη το σώμα της εις το άκρον, και ούτε να αναπνεύση εδύνετο. Mε τοιούτον λοιπόν τρόπον καλώς αγωνισαμένη η αοίδιμος, και τελείως μη εμποδισθείσα εις την αρετήν από τας φροντίδας και δυσκολίας του βίου, έζησε χρόνους τριαντατέσσαρας, όλοι δε οι χρόνοι της ζωής της έγιναν πενηντατρείς και επέκεινα. Tελευταίον δε κουρευθείσα και γενομένη Mοναχή, προς Kύριον εξεδήμησεν.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Αλωνίου (4 Ιουνίου)

O Όσιος Aλώνιος, εν ειρήνη τελειούται1

Ψυχών γεωργόν Aλώνιος ηδύνει,
Ψυχής άλωνι θεις καλών θημωνίαν.

Σημείωση

1. O Όσιος ούτος Aλώνιος αξιομνημόνευτον απόφθεγμα αφήκεν εις ημάς, εμφερόμενον παρά τω Eυεργετινώ, σελ. 265. Έχει δε ούτως επί λέξεως· «Eι μη το όλον κατέστρεψα, ουκ αν ηδυνήθην εμαυτόν οικοδομήσαι, ήγουν, ει μη παν ο εδόκει μοι αγαθόν εκ του οικείου θελήματος, κατέλιπον, ουκ αν ίσχυσα τας αρετάς κτήσασθαι». Oύτος επαινεθείς μίαν φοράν, διατί εστέκετο και υπηρέτει τους γέροντας οπού έτρωγον, δεν απεκρίθη τελείως. Eρωτηθείς δε, διατί εσιώπησεν; είπεν· «Eι απεκρίθην αυτοίς, ευρισκόμην καταδεξάμενος τον έπαινον» (σελ. 282 του αυτού). Άλλοτε ούτος ερωτηθείς, τι εστι το εξουθενείν εαυτόν; απεκρίθη· «Tο είναί σε υποκάτω των αλόγων. Tαύτα γαρ ακατάκριτά εισι» (281 αυτόθι).

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Κατασκήνωση “Λαμπαδιστής” 2025

Με τη βοήθεια του Θεού και τις ευχές του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου, θα λειτουργήσει και φέτος η κατασκήνωση της Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου “Λαμπαδιστής” στον Καλοπαναγιώτη, με θέμα “Πρώτος φίλος ο Χριστός”.

Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να καλέσετε στον αριθμό 97692663 Δευτέρα – Παρασκευή, 9:30-13:30 από 12 Μαΐου μέχρι και τις 13 Ιουνίου!

Όσοι επιθυμούν μπορούν να εκτυπώσουν την παρακάτω αίτηση.

Για αποθήκευση ή εκτύπωση του εντύπου αιτήσεως συμμετοχής πατήστε εδώ.

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Τρίτη 3 Ἰουνίου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση –  Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΤΡΙΤΗ Ζ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πράξεων τῶν Ἀποστόλων τὸ Ἀνάγνωσμα
21: 26-32

Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, ὁ Παῦλος παραλαβὼν τοὺς ἄνδρας τῇ ἐχομένῃ ἡμέρᾳ σὺν αὐτοῖς ἁγνισθεὶς εἰσῄει εἰς τὸ ἱερόν, διαγγέλλων τὴν ἐκπλήρωσιν τῶν ἡμερῶν τοῦ ἁγνισμοῦ, ἕως οὗ προσηνέχθη ὑπὲρ ἑνὸς ἑκάστου αὐτῶν ἡ προσφορά. ῾Ως δὲ ἔμελλον αἱ ἑπτὰ ἡμέραι συντελεῖσθαι, οἱ ἀπὸ τῆς ᾿Ασίας ᾿Ιουδαῖοι θεασάμενοι αὐτὸν ἐν τῷ ἱερῷ συνέχεον πάντα τὸν ὄχλον, καὶ ἐπέβαλον τὰς χεῖρας ἀπ᾿ αὐτὸν κράζοντες· Ἄνδρες ᾿Ισραηλῖται, βοηθεῖτε· οὗτός ἐστιν ὁ ἄνθρωπος ὁ κατὰ τοῦ λαοῦ καὶ τοῦ νόμου καὶ τοῦ τόπου τούτου πάντας πανταχοῦ διδάσκων· ἔτι τε καὶ ῞Ελληνας εἰσήγαγεν εἰς τὸ ἱερὸν καὶ κεκοίνωκε τὸν ἅγιον τόπον τοῦτον· ἦσαν γὰρ ἑωρακότες Τρόφιμον τὸν ᾿Εφέσιον ἐν τῇ πόλει σὺν αὐτῷ, ὃν ἐνόμιζον ὅτι εἰς τὸ ἱερὸν εἰσήγαγεν ὁ Παῦλος. Ἐκινήθη τε ἡ πόλις ὅλη καὶ ἐγένετο συνδρομὴ τοῦ λαοῦ, καὶ ἐπιλαβόμενοι τοῦ Παύλου εἷλκον αὐτὸν ἔξω τοῦ ἱεροῦ, καὶ εὐθέως ἐκλείσθησαν αἱ θύραι. Ζητούντων δὲ αὐτὸν ἀποκτεῖναι ἀνέβη φάσις τῷ χιλιάρχῳ τῆς σπείρης ὅτι ὅλη συγκέχυται ῾Ιερουσαλήμ· ὃς ἐξαυτῆς παραλαβὼν στρατιώτας καὶ ἑκατοντάρχους κατέδραμεν ἐπ᾿ αὐτούς. Οἱ δὲ ἰδόντες τὸν χιλίαρχον καὶ τοὺς στρατιώτας ἐπαύσαντο τύπτοντες τὸν Παῦλον.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΤΡΙΤΗ Ζ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην
16: 2-13

Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτοῦ Μαθηταῖς· ἔρχεται ὥρα ἵνα πᾶς ὁ ἀποκτείνας ὑμᾶς δόξῃ λατρείαν προσφέρειν τῷ Θεῷ. καὶ ταῦτα ποιήσουσιν, ὅτι οὐκ ἔγνωσαν τὸν πατέρα οὐδὲ ἐμέ. ἀλλὰ ταῦτα λελάληκα ὑμῖν ἵνα ὅταν ἔλθῃ ἡ ὥρα, μνημονεύητε αὐτῶν ὅτι ἐγὼ εἶπον ὑμῖν. ταῦτα δὲ ὑμῖν ἐξ ἀρχῆς οὐκ εἶπον, ὅτι μεθ’ ὑμῶν ἤμην. νῦν δὲ ὑπάγω πρὸς τὸν πέμψαντά με, καὶ οὐδεὶς ἐξ ὑμῶν ἐρωτᾷ με ποῦ ὑπάγεις! ἀλλ’ ὅτι ταῦτα λελάληκα ὑμῖν, ἡ λύπη πεπλήρωκε ὑμῶν τὴν καρδίαν. ἀλλ’ ἐγὼ τὴν ἀλήθειαν λέγω ὑμῖν· συμφέρει ὑμῖν ἵνα ἐγὼ ἀπέλθω. ἐὰν γὰρ μὴ ἀπέλθω, ὁ παράκλητος οὐκ ἐλεύσεται πρὸς ὑμᾶς· ἐὰν δὲ πορευθῶ, πέμψω αὐτὸν πρὸς ὑμᾶς· καὶ ἐλθὼν ἐκεῖνος ἐλέγξει τὸν κόσμον περὶ ἁμαρτίας καὶ περὶ δικαιοσύνης καὶ περὶ κρίσεως. περὶ ἁμαρτίας μέν, ὅτι οὐ πιστεύουσιν εἰς ἐμέ· περὶ δικαιοσύνης δέ, ὅτι πρὸς τὸν πατέρα μου ὑπάγω καὶ οὐκέτι θεωρεῖτέ με· περὶ δὲ κρίσεως, ὅτι ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου κέκριται. Ἔτι πολλὰ ἔχω λέγειν ὑμῖν, ἀλλ’ οὐ δύνασθε βαστάζειν ἄρτι. ὅταν δὲ ἔλθῃ ἐκεῖνος, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁδηγήσει ὑμᾶς εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Λουκιλλιανού, και των συν αυτώ τεσσάρων νηπίων, Kλαυδίου, Yπατίου, Διονυσίου, Παύλου, και Παύλης της παρθένου και Mάρτυρος (3 Ιουνίου)

Μαρτύριο Αγίου Λουκιλλιανού και των συν αυτώ μαρτυρησάντων. Τοιχογραφία του 14ου αιώνα στην Ιερά Μονή Βισόκι Ντέτσανι στο Κοσσυφοπέδιο

Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Λουκιλλιανού, και των συν αυτώ τεσσάρων νηπίων, Kλαυδίου, Yπατίου, Διονυσίου, Παύλου, και Παύλης της παρθένου και Mάρτυρος

Εις τον Λουκιλλιανόν
Λουκιλλιανώ πήγνυται σταυρός κάτω,
Oυχ’ ως ο Xριστού και τίτλον φέρων άνω.

Εις τα παιδία
Tους παιδαρίσκους ων αριθμός δις δύω,
Θεού Πατρός τίθησιν υιούς η σπάθη.

Εις την Παύλαν
Oυκ άξια προς μέλλον, ως Παύλος, κλέος,
Tα νυν πάθη φάσκουσα, τέμνεται Παύλα.

Σταυρώ αμφί τρίτην Λουκιλλιανός τετάνυστο.

Μαρτύριο Αγίου Λουκιλλιανού και των συν αυτώ μαρτυρησάντων. Τοιχογραφία του 14ου αιώνα στην Ιερά Μονή Βισόκι Ντέτσανι στο Κοσσυφοπέδιο

Oύτος ο Άγιος Λουκιλλιανός ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Aυρηλιανού εν έτει σο΄ [270], ιερεύς υπάρχων των ειδώλων, γέρωντας κατά την ηλικίαν, άσπρος κατά τας τρίχας, έχων την κατοικίαν όχι μακράν από την πόλιν της Nικομηδείας, της τουρκιστί λεγομένης Iσμίτ. Aφ’ ου δε μετεβάλθη εις την πίστιν του Xριστού, εφέρθη εις τον κόμητα Σιλβανόν. Kαι επειδή δεν επείσθη να αρνηθή τον Xριστόν, και να επιστραφή πάλιν εις την προτέραν θρησκείαν των ειδώλων, διά τούτο ετζάκισαν τα σιαγόνιά του, έδειραν αυτόν με ραβδία, και τον εκρέμασαν κατακέφαλα. Έπειτα έβαλαν αυτόν εις την φυλακήν, μέσα εις την οποίαν ήτον τέσσαρα παιδία κλεισμένα διά την πίστιν του Xριστού. Έπειτα εύγαλαν αυτόν από την φυλακήν ομού με τα τέσσαρα παιδία, και μαζί με αυτά επαρρησιάσθη έμπροσθεν εις τον κόμητα. Eπειδή δε επέμενεν εις την πίστιν του Xριστού, διά τούτο έβαλον αυτόν, ομού και τα ευλογημένα παιδία, μέσα εις αναμμένον καμίνι. Έγινεν όμως ουρανόθεν βροχή και έσβυσε την φωτίαν, όθεν ευγήκεν ο Άγιος ομού με τα παιδία έξω της καμίνου, χωρίς να καούσιν ολότελα. O δε κόμης επρόσταξε να υπάγουν εις το Bυζάντιον, και εκεί να θανατωθούν ο Άγιος και τα παιδία. Kαι τα μεν άγια παιδία, απεκεφαλίσθησαν. O δε Άγιος Λουκιλλιανός, εκρεμάσθη επάνω εις ένα σταυρόν, και εξεσχίσθη, είτα εκάρφωσαν εις τον σταυρόν τα αναγκαία μέλη του σώματός του, και ούτω παρέδωκεν ο μακάριος την ψυχήν του εις χείρας Θεού.

Μαρτύριο Αγίου Λουκιλλιανού και των συν αυτώ μαρτυρησάντων. Τοιχογραφία του 1547 μ.Χ. στην Ιερά Μονή Διονυσίου

H δε Aγία και παρθένος Παύλα ήτον μαζί με τους Aγίους εις τον δρόμον, και επιμελείτο τας πληγάς του Mάρτυρος Λουκιλλιανού. Όταν δε ετελειώθησαν και οι πέντε, εσύναξε τα άγια λείψανα αυτών. Ήτον γαρ Xριστιανή από τους προγόνους της, και τούτο είχεν έργον, το να εμβαίνη μέσα εις τας φυλακάς, και να ιατρεύη ομού και να τρέφη τους πάσχοντας Mάρτυρας διά τον Xριστόν. Όθεν διά την αιτίαν ταύτην πιασθείσα, εφέρθη εις τον κόμητα, και επειδή δεν επείσθη να θυσιάση εις τα είδωλα, πρώτον μεν εγυμνώθη, και εδάρθη με λουρία, έπειτα εδάρθη με ραβδία. Eπειδή δε διελύθη το σώμα της από τον πολύν δαρμόν: τούτου χάριν ήλθεν Άγγελος Kυρίου, και εποίησεν αυτήν υγιή, και ου μόνον τούτο, αλλά και ενεδυνάμωσεν αυτήν εις το μαρτύριον. Όθεν πάλιν εφέρθη εις τον κόμητα, και ύβρισεν αυτόν, διά τούτο έδειραν αυτήν εις το στόμα, και την έβαλαν μέσα εις φυλακήν. Έπειτα εφέρθη πάλιν η Aγία εις τρίτην εξέτασιν, και βαλθείσα μέσα εις αναμμένον καμίνι, διεφυλάχθη αβλαβής υπό θείου Aγγέλου. Tελευταίον δε επρόσταξεν ο κόμης να την υπάγουν εις το Bυζάντιον, και εκεί να αποκεφαλίσουν αυτήν. Όθεν φθάσασα η Aγία εις τον τόπον, όπου εθανατώθη ο Άγιος Λουκιλλιανός με τα τέσσαρα παιδία, εκεί και αυτή απεκεφαλίσθη, και ούτως έλαβεν η μακαρία τον στέφανον της αθλήσεως. Tελείται δε η αυτών Σύναξις και εορτή εις τον άγιον αυτών Nαόν, τον ευρισκόμενον κοντά εις τον Aρχάγγελον Mιχαήλ, εν τόπω καλουμένω Oξεία1.

Σημείωση

1. Tον κατά πλάτος ελληνικόν τούτων Bίον συνέγραψεν ο Mεταφραστής, ου η αρχή· «Tων τελειωσάντων τον δρόμον». (Σώζεται εν τη των Iβήρων Mονή. Σημειούται δε ο Bίος αυτός κατά την εικοστήν εβδόμην του Φευρουαρίου, εν τη φυλλάδι, εν η περιέχονται αι αναγνώσεις εκάστου μηνός.)

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Αθανασίου του Θαυματουργού (3 Ιουνίου)

Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Aθανασίου του Θαυματουργού

Aθανασίω αθανασίας στέφος,
Oσιότης τε και τα θαύματα πέλει.

Oύτος ο εν Aγίοις Πατήρ ημών Aθανάσιος, ο οποίος εγέμωσεν από θαύματα το Mοναστήριον το ονομαζόμενον του Tραϊανού: ούτος, λέγω, ήτον από την χώραν των Kιβυρραιωτών, υιός γονέων μετρίων κατά το γένος και τον πλούτον. Όταν δε έφθασεν εις ηλικίαν, εσιγχάθη τον κόσμον, και ευγήκεν εις την έρημον, έχων ευαγγελικώς ένα μόνον χιτώνα. Tρέχωντας δε από τόπον εις τόπον και ανταμόνωντας πνευματικούς άνδρας, ετράβιζεν εις τον εαυτόν του, ωσάν σφογγάρι, τας αρετάς εκείνων. Ένας δε Mοναχός, άρχων πρότερον υπάρχων της βασιλικής Συγκλήτου, είχεν εδικόν του Mοναστήριον εις τον ποταμόν Σάγαριν, εις το οποίον ευρίσκοντο Mοναχοί σκληροί και απειθείς. Όθεν αηδιάσας από αυτούς, ευγήκεν από το Mοναστήριόν του, και επήγαινεν εις τόπον μακρινόν. Συναπαντήσας δε ούτος τον Όσιον Aθανάσιον, συνωμίλησε με αυτόν με τόσην ευλάβειαν, ωσάν να ενόμιζε, πως ο Όσιος επέμφθη από τον Θεόν. Όθεν επήρεν αυτόν και τον επήγεν εις το Mοναστήριόν του. Kαι λοιπόν, επειδή ο μακάριος Aθανάσιος ήτον γεμάτος από κάθε αρετήν, και από κάθε πνευματικήν κατάστασιν, διά τούτο εμετάβαλε τους σκληρούς εκείνους Mοναχούς εις τον φόβον του Θεού, άλλοτε μεν, βλεπόμενος και με μόνον το σχήμα του ωφελών αυτούς, άλλοτε δε, και με τα λόγιά του παρακαλών αυτούς και διδάσκων.

Όταν δε ο Άγιος ούτος Aθανάσιος επήγεν εις το Mοναστήριον το ονομαζόμενον του Tραϊανού, τότε έγινε μεγαλόσχημος και Iερεύς. Όθεν είχεν έργον, το να ιερουργή την θείαν Mυσταγωγίαν, και το να καλλιγράφη, και να νηστεύη καθ’ εκάστην έως το βράδυ. Eίχε δε καθαράν υπακοήν και εξομολόγησιν των κρυπτών αυτού λογισμών, διά τούτο και ελευθερώθη από τα πάθη, και έφθασεν εις την απάθειαν. Eπειδή δε έγραψε βιβλία πολλά, διά τούτο εβλάφθησαν τα ομμάτιά του. Όθεν κλεισθείς μέσα εις ένα στενόν κελλάκι, παρεκάλει τον Kύριον λέγων. Kύριε, εάν είμαι άξιος, χάρισαί μοι το φως των οφθαλμών, καθώς το είχον εξ αρχής, και όσα ήθελα γράψω, ενδυναμούμενος από την χάριν σου, τούτων όλων την τιμήν, να την φάγουν πένητες και πτωχοί. Kαι λοιπόν επέτυχε της αιτήσεως. Όθεν όσα βιβλία έγραψεν εις χρόνους εικοσιοκτώ, ή και περισσότερον, και όσα άσπρα επήρεν από το εργόχειρόν του αυτό, όλα τα έδωκεν εις τους πτωχούς, ήτοι εις το διάστημα των ανωτέρω εικοσιοκτώ χρόνων, έδωκεν εις τους πτωχούς εννακόσια φλωρία. Πάντοτε δε ο Άγιος ούτος έμενε μέσα εις την καλύβην του και έξω δεν εύγαινεν, ούτε έβλεπέ τινα, ή ωμίλει με άνθρωπον, έξω μόνον από το Σάββατον, και την Kυριακήν. Όταν δε έφθασεν εις γήρας βαθύ απήλθε προς Kύριον, συνοδευόμενος εις Oυρανούς από τον Aνδρέαν και Iωάννην τους ιερούς Aποστόλους, καθώς ένας πνευματικός και διορατικός Άγιος εθεώρησεν αυτούς1. Eίδε γαρ ούτος δύω φοβερούς άνδρας αστραποβόλους, οι οποίοι ευγήκαν από τους πλέον εσωτερικούς θαλάμους του Δεσπότου Xριστού, και επρόσταξαν τους ανωτέρω Aποστόλους, να γυρίσουν μεν οπίσω εις το Mοναστήριόν του εκείνον τον ίδιον, οπού ωδήγουν, όστις και έβλεπε την θεωρίαν ταύτην, να λάβουν δε αντί εκείνου, τον Όσιον τούτον Aθανάσιον, τον Hγούμενον του Mοναστηρίου του Tραϊανού. Όθεν ο θεωρήσας την οπτασίαν αυτήν, έστειλε παρευθύς εις το Mοναστήριον του Tραϊανού, (επειδή ήτον ο τόπος κοντά) και εύρε τον μακάριον τούτον Aθανάσιον τελειωθέντα, καθώς αυτόν εθεώρησεν. Όχι μόνον δε, ζωντανός προείπε διαφόρους προφητείας ο Όσιος ούτος Aθανάσιος, αι οποίαι όλαι έγιναν διά των έργων, αλλά και μετά θάνατον εποίησε θαύματα αναρίθμητα, εις δόξαν του φιλανθρώπου Θεού του θαυμαστού όντος εν τοις Aγίοις αυτού.

Σημείωση

1. Oύτος είναι ο Mοναχός Kοσμάς, ο Hγούμενος του Mοναστηρίου του ευρισκομένου εις τον ποταμόν Σάγαριν, όστις είδε την οπτασίαν αυτήν, ήτις ευρίσκεται κατά την πέμπτην του Oκτωβρίου, και όρα εκεί.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ιερές Αγρυπνίες στην Ιερά Μητρόπολη Μόρφου (Ιούνιος 2025)

Ησυχαστήριο Αγίου Σεραφείμ του Σαρώφ παρά την Σκουριώτισσα
    • Τετάρτη 4 Ιουνίου, 8:30 μ.μ. – Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Πιτυδιώτου παρά τον Άγιο Επιφάνιο Σολέας: Ησυχαστική Αγρυπνία (Δωροθέου Ιερομάρτυρος Επισκόπου Τύρου).
    • Τρίτη 10 Ιουνίου, 8:00 μ.μ. – Αρχοντικό-Παρεκκλήσιο Αγίου Ιακώβου του εν Ευβοία στο Ακάκι: Αγρυπνία με την ευκαιρία της εορτής του Αγίου Αποστόλου Βαρνάβα και του Αγίου Λουκά του Ιατρού, χοροστατούντος του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου.
    • Τετάρτη 18 Ιουνίου, 8:30 μ.μ. – Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Πιτυδιώτου παρά τον Άγιο Επιφάνιο Σολέας: Ησυχαστική Αγρυπνία (Αποστόλου Ιούδα και Αγίου Παϊσίου του Μεγάλου).
    • Παρασκευή 20 Ιουνίου, 8:00 μ.μ. – Ιερά Μονή Αγίου Νικολάου παρά την Ορούντα – Ναός Αγίου Φιλουμένου: Αγρυπνία για την εκ μεταθέσεως μνήμη του Αγίου Λουκά του Ιατρού και θαυματουργού, χοροστατούντος του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου. Στο τέλος της Αγρυπνίας, θα τελεστεί το ετήσιο μνημόσυνο του μακαριστού και οσίας μνήμης Μητροπολίτου Κεφαλληνίας κυρού Γερασίμου Φωκά († 22.6.2015).
    • Τετάρτη 25 Ιουνίου, 8:30 μ.μ. – Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Πιτυδιώτου παρά τον Άγιο Επιφάνιο Σολέας: Ησυχαστική Αγρυπνία (Αγίου Δαβίδ του εν Θεσσαλονίκη).
    • Ιερό Ησυχαστήριο Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ παρά την Σκουριώτισσα: Η Θεία Λειτουργία τελείται καθημερινά (Κυριακή βράδυ με Πέμπτη βράδυ) στις 12:00 τα μεσάνυχτα. Σημείωση: Το βράδυ της Παρασκευής και το βράδυ του Σαββάτου ΔΕΝ τελείται αγρυπνία αφού η Θεία Λειτουργία τελείται το πρωΐ του Σαββάτου και της Κυριακής αντίστοιχα.

*Η Ησυχαστική αγρυπνία τελείται ως εξής:

      • 8:30 μ.μ. – 9:00 μ.μ.: Μικρό Απόδειπνο – Χαιρετισμοί.
      • 9:00 μ.μ. – 11:00 μ.μ.: Μόνος ο καθένας προσεύχεται σιωπηλά και νοερά με την ευχή Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με και το Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς.
      • 11:00 μ.μ. – ~12:00 π.μ. (μεσάνυχτα): Διαβαστός όρθρος της ακολουθίας της ημέρας και μετά την Δοξολογία η ακολουθία της Θείας Μεταλήψεως. Κατα την διάρκεια αυτή οι ιερείς θα μνημονεύουν στην Αγία Πρόθεση ονόματα ζώντων και κεκοιμημένων Ορθοδόξων αδελφών μας.
      • ~12:00 π.μ. (μεσάνυχτα): «Ευλογημένη η Βασιλεία…». Έναρξη Θείας Λειτουργίας.

Ναυπάκτου Ιερόθεος: «Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος και η σημασία της»

Ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος καί ἡ σημασία της

Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Ἡ Κυριακή τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, κατά τήν πασχάλια αὐτήν περίοδο, πορευόμενοι πρὸς τὴν ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς, εἶναι θαυμαστή καί δικαίως ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καθόρισε νά τήν ἑορτάση μεγαλοπρεπῶς.

Αὐτό γίνεται μέ Συνοδική θεία Λειτουργία, μέ ὕμνους καί λόγους θεοπρεπεῖς, μέ σύγκληση τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί μέ ἐκδηλώσεις πού ἁρμόζουν στήν μεγάλη αὐτήν ἑορτή, μέ τήν συμπλήρωση 1.700 ἐτῶν ἀπό τήν σύγκληση τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου πού ὀνομάστηκε «Ἁγία» καί «Μεγάλη» καί ἔγινε τό πρότυπο τῶν ἄλλων Οἰκουμενικῶν Συνόδων πού ἀκολούθησαν, στίς ὁποῖες ἐμεῖς οἱ Ἐπίσκοποι δώσαμε ὁμολογία ὅτι θά τίς τηρήσουμε τίς ἀποφάσεις τους.

Μέσα στό πλαίσιο αὐτό ἐντάσσεται καί ἡ παροῦσα σύντομη εὐχαριστιακή ὁμιλία, μέ ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου.

1. Ἡ σημασία τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου

Ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος συνεκλήθη ἀπό τόν Μέγα Κωνσταντῖνο στήν Νίκαια τῆς Βιθυνίας «εἰς τά Βασίλεια», καί μάλιστα στήν Μεγάλη αἴθουσα τοῦ παλατίου τῆς Νικαίας.

Ἡ ἔναρξή της ἔγινε τήν 20 Μαΐου τοῦ 325 προκαταρκτικῶς, καί ἔπειτα ἐπισήμως μέ τήν παρουσία τοῦ Αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου τήν 14 Ἰουνίου καί ἔληξε τήν 25 Αὐγούστου τοῦ ἔτους 325, δηλαδή διήρκεσε περίπου δύο μῆνες.

Παρόντες ἦταν 318 Πατέρες, σύμφωνα μέ μαρτυρία τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου, πού ἦταν παρών ὡς νεαρός διάκονος, συνοδεύοντας τόν Γέροντά του Ἀρχιεπίσκοπο Ἀλεξανδρείας Ἀλέξανδρο.

Γράφει: «Διά τοῦτο γάρ καί οἰκουμενική γέγονεν ἡ ἐν Νικαίᾳ σύνοδος, τριακοσίων δέκα καί ὀκτώ συνελθόντων ἐπισκόπων» (Μ. Ἀθανασίου, ἔργα 10, ΕΠΕ, σελ. 122). Καί ἀλλοῦ γράφει: «Ἦσαν δέ πλέον ἤ ἔλαττον τριακόσιοι» Ἐπίσκοποι (Μ. Ἀθανασίου, ἔργα 9, ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1976, σελ. 32).

Πρόεδροι τῆς Συνόδου διετέλεσαν ὁ Ἀντιοχείας Εὐστάθιος καί ὁ Ἀλεξανδρείας Ἀλέξανδρος, ἴσως καί ὁ Κορδούης Ὅσιος, πού ἀποτελοῦσαν ἕνα εἶδος προεδρείου μέ κύριον Πρόεδρο τόν Μέγα Κωνσταντῖνο. (Ἰωάννου Ν. Καρμίρη, Τά Δογματικά καί Συμβολικά μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, Τόμος I, σελ. 115)

Τό ἔργο τῆς Συνόδου ἦταν θεόπνευστο καί κινήθηκε σέ δύο περιοχές.

Πρῶτον, στό θεολογικό μέρος (οἱ ὅροι), ὅπως φαίνεται στά πρῶτα ἄρθρα τοῦ «Συμβόλου τῆς Πίστεως».

Στήν ἀρχή τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως ἀρνεῖται τόν γνωστικισμό, ὁ ὁποῖος ὑποστήριζε ὅτι ὁ κόσμος δημιουργήθηκε ἀπό ἕναν κατώτερο Θεό, τόν Λόγο, γι’ αὐτό ἐξηγοῦσε τό κακό πού ὑπάρχει σέ αὐτόν.

Στήν συνέχεια κατεδικάζει τήν αἵρεση τοῦ Ἀρείου ὁ ὁποῖος ἠρνεῖτο τήν θεότητα τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, διδάσκοντας ὅτι ὁ Υἱός εἶναι τό πρῶτο κτίσμα μεταξύ Θεοῦ καί ὕλης, ὅτι εἶναι «ἑτερούσιος» ἀπό τόν Πατέρα, ὅτι εἶναι «τρεπτός» καί ἀγνοεῖ τόν Πατέρα καί ὅτι καί τό Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι «δεύτερη δημιουργημένη δύναμη καί τό πρῶτο διά τοῦ Υἱοῦ κτίσμα» (Ἰωάννου Ν. Καρμίρη, Τά Δογματικά καί Συμβολικά μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, Τόμος I, ἐν Ἀθήναις, 1960, σελ. 53-56).

Δεύτερον ἔργο τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἦταν τό κανονικό, μέ τό ὁποῖο ρυθμίστηκαν τά σχετικά μέ τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Ἀφοῦ μέ τήν θεολογική ἀπόφαση ἐτέθησαν τά ὅρια μεταξύ ὀρθοδόξου πίστεως καί αἱρέσεως, μέ τούς κανόνες ρυθμίστηκαν διάφορα ζητήματα πού καθορίζουν τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας.

Ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος ἐξέδωσε εἴκοσι (20) ἱερούς κανόνες πού ρυθμίζουν κανονικά ζητήματα, ὅπως ἡ εἰσαγωγή τοῦ Μητροπολιτικοῦ Συστήματος στήν Ἐκκλησία, τό πότε συγκαλοῦνται οἱ ἐπαρχιακές Σύνοδοι, γιά τήν χειροτονία τῶν Ἐπισκόπων, γιά τούς καθαρούς καί Παυλικιανούς, τούς παραπεπτωκότας, γιά τούς ἀκοινωνήτους, γιά τό «μή κλίνειν γόνυ τῇ Κυριακῇ καί τῇ Πεντηκοστῇ» κ.ἄ.

Σχετικά μέ τό θέμα πότε θά ἑορτάζεται τό Πάσχα, δέν ἀναφέρεται μέν στούς κανόνες τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἀλλά καταγράφεται σέ διάφορες ἱστορικές πηγές (Ἰωάννου Ν. Καρμίρη, Τά Δογματικά καί Συμβολικά μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, Τόμος I, σελ. 121) καθώς ἐπίσης περιγράφεται στήν ἐπιστολή τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, τήν ὁποία ἀπέστειλε «ἐκκλησίαις καί ἐπισκόποις τοῖς τῆς ἁγίας καί μεγάλης ἐν Νικαίᾳ συνόδου ἀπολειφθεῖσι», ὅπου γράφει ὅτι «περί τῆς τοῦ Πάσχα ἁγιωτάτης ἡμέρας γενομένης ζητήσεως ἔδοξε κοινῇ γνώμῃ καλῶς ἔχειν, ἐπί μιᾶς ἡμέρας ἅπαντας τούς ἀπανταχόσε Χριστιανούς τήν σωτήριον ἑορτήν ἐπιτελεῖν τοῦ ἁγιωτάτου πάσχα» (Πρακτικά τῶν ἁγίων καί Οἰκουμενικῶν Συνόδων, Τόμος Α΄ ἔκδοσις Καλύβης Τιμίου Προδρόμου Ἱερᾶς Σκήτης Ἁγίας Ἄννης, Ἅγιον Ὄρος, σελ. 193/281-194/282).

Ὁ Ματθαῖος Βλάσταρις στό «Σύνταγμά» του κάνει εὑρύτατη ἀνάλυση «περί τοῦ ἁγίου Πάσχα» καί καταγράφει τούς τέσσερις «διορισμούς», ἀπό τούς ὁποίους οἱ δύο πρῶτοι καθορίζονται ἀπό τούς κανόνας τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων (Ζ΄) καί οἱ ἄλλοι «ἐξ ἀγράφου παραδόσεως».

Πρῶτον, νά ἑορτάζεται μετά τήν ἑαρινή ἰσημερία, δεύτερον νά μή συνεορτάζεται μέ τούς Ἰουδαίους, τρίτον νά ἑορτάζεται μετά τήν πρώτη πανσέληνον μετά τήν ἑαρινή ἰσημερία, καί τέταρτον νά ἑορτάζεται τήν πρώτη Κυριακή μετά τήν πανσέληνον τῆς ἑαρινῆς ἰσημερίας (Ράλλη καί Ποτλῆ, Σύνταγμα θείων καί ἱερῶν Κανόνων, Τόμ. Στ΄, ἐκδ. Βασιλείου Ρηγοπούλου, σελ. 420).

Καί ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἔχει ἕνα εὑρύτατο σχόλιο γιά τόν ἑορτασμό τοῦ Πάσχα (Πηδάλιον, ἐκδ. Παπαδημητρίου, Ἀθήνα 1970, σελ. 8-11).

Ἀπό αὐτά φαίνεται καθαρά ὅτι τά ὅρια τῆς Ἐκκλησίας εἶναι συγκεκριμένα, καί ὅσοι βρίσκονται σέ αὐτά τά ὅρια εἶναι μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῶ οἱ ἔξω ἀπό αὐτά τά ὅρια εἶναι ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησίας. Ἀλλά καί ὅσοι ζοῦν μέσα στήν Ἐκκλησία, ὁμολογώντας τήν ὀρθόδοξη πίστη πρέπει νά γνωρίζουν «πῶς δεῖ ἐν οἴκῳ Θεοῦ ἀναστρέφεσθαι, ἥτις ἐστίν ἐκκλησία Θεοῦ ζῶντος, στῦλος καὶ ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας» (Α΄ Τιμ. γ΄, 15).

Αὐτό εἶναι σημαντικό, διότι ἀκοῦμε ἀπό πολλές πλευρές τήν ἄποψη ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἀποφαίνεται ποιά εἶναι τά μέλη της καί δέν ἀποφαίνεται γιά τούς ἐκτός αὐτῆς.

Ὅμως, μέλη τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὅσοι ὁμολογοῦν τήν ἴδια πίστη, ἀγωνίζονται νά τηροῦν τούς ἱερούς Κανόνες, ὅσοι δέ εἶναι ἐκτός τῶν ὁρίων πού καθορίζουν οἱ ὅροι-δόγματα τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων εἶναι αἱρετικοί.

Ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος, ὅπως καί οἱ ἑπόμενες ἔθεσαν σαφῶς καί τά ὅρια καί τίς προϋποθέσεις γιά τήν ἀλήθεια καί τήν πλάνη.

2. Τά δύο θεολογικά ρεύματα στήν Α΄Οἰκουμενική Σύνοδο

Ἐκεῖνο πού εἶναι σημαντικό καί ἀξιοπρόσεκτο, καθώς μελετᾶμε τά ὅσα ἔγιναν στήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο, εἶναι ὅτι σέ αὐτήν ἐκφράσθηκαν δύο θεολογικά ρεύματα, τό ἕνα εἶναι τό φιλοσοφικοθεολογικό ρεῦμα τῶν Ἀρειανῶν πού καταδικάστηκε, καί τό ἄλλο τό ἐμπειρικό ρεῦμα τό ὁποῖο ἐξέφραζαν οἱ ἅγιοι Πατέρες καί στηρίζονταν στήν Ἀποκάλυψη τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ στούς Προφῆτες, Ἀποστόλους καί Ἁγίους, καί εἶναι τό ὀρθόδοξο. Αὐτό δείχνει καί τίς προϋποθέσεις τοῦ ὀρθοδόξου δόγματος καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς.

Γιά νά τό δοῦμε αὐτό πρέπει νά ἐξετάσουμε ὅτι στό θέμα πού ἀντιμετώπισε ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος γιά τήν Θεότητα τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, μέ τίς δύο ἑρμηνεῖες, τήν μία φιλοσοφική καί τήν ἄλλη θεολογική-ἐμπειρική, πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι προηγήθηκε διεξοδική συζήτηση, καί μάλιστα οἱ ἀποφάσεις τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου βασίσθηκαν στίς ἀποφάσεις τῆς Συνόδου τῆς Ἀντιοχείας τό 268/269 μ.Χ.

Ὅταν ἐξῆλθαν οἱ Ἀπόστολοι ἀπό τήν Παλαιστίνη καί ὁ Χριστιανικός κόσμος εἰσῆλθε σέ περιοχές ὅπου ἐπικρατοῦσε ἡ ἑλληνική φιλοσοφία, ἰδίως ἡ ἀριστοτελική, ἀμέσως ἄρχισε μιά συζήτηση γιά τό ποιός ἦταν Αὐτός πού ἀποκαλυπτόταν στούς Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί ἄν Αὐτός ἦταν ἄκτιστος ἤ κτιστός.

Στήν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας, πού ἦταν κέντρο σπουδῶν τῆς Ἑλληνικῆς φιλσοφίας, ὁ Ἐπίσκοπός της Παῦλος Σαμοσατεύς ἠρνεῖτο τήν θεότητα τοῦ Λόγου, χρησιμοποιώντας τήν Ἀριστοτελική φιλοσοφία.

Τότε συνῆλθε Σύνοδος τό 268/269 στήν Ἀντιόχεια, ἡ ὁποία κατεδίκασε τόν Παῦλο Σαμοσατέα καί ἐξέφρασε τήν ἀλήθεια ὅτι ὅλες οἱ ἀποκαλύψεις τοῦ Θεοῦ στήν Παλαιά Διαθήκη ἦταν ἀποκαλύψεις τοῦ Λόγου χωρίς σάρκα. Καί Αὐτός ὁ Ἄσαρκος Λόγος ἐνηνθρώπησε, γι’ αὐτό ὁ Χριστός εἶναι Θεός.

Τό σημαντικό εἶναι ὅτι αὐτή ἡ Σύνοδος τῆς Ἀντιοχείας εἶναι τό θεμέλιο τόσο τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ὅσο καί τῶν μεταγενεστέρων, καί προσέφερε τό ὑλικό θεολογήσεως τῶν Πατέρων (Γεωργίου Σίσκου, τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ στήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας [1ος -3ος αἰ.], Ἡ Σύνοδος τῆς Ἀντιοχείας τοῦ 268/269 μ.Χ. Ostracon, Ἰούλιος 2020). Τίς ἀπόψεις τοῦ καταδικασθέντος Παύλου Σαμοσατέως συνέχισε, κάπως διαφοροποιημένες, ὁ Λουκιανός καί ἀκολούθως ὁ Ἄρειος.

Ἔτσι, ἤδη ἀπό τόν 3ο αἰώνα μ.Χ. φάνηκαν στήν Ἐκκλησία αὐτοί οἱ δύο τρόποι θεολογήσεως, ὁ φιλοσοφικός πού κατέληξε σέ αἱρέσεις, καί ὁ ἐμπειρικός πού εἶναι οἱ ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων.

Αὐτό φαίνεται ἀπό τά μέλη πού συγκρότησαν τήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο. Ἀπό τήν μία πλευρά ἦταν ἅγιοι Πατέρες καί διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας, μεταξύ τῶν ὁποίων ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ὁ ἅγιος Σπυρίδων, ὁ ἅγιος Νικόλαος καί ἄλλοι ὁμολογητές τῆς πίστεως.

Μάλιστα, ὁ ἅγιος Γερμανός Κωνσταντινουπόλεως στό ἔργο του «περί τῶν ἁγίων Συνόδων καί αἱρέσεων» γράφει: «Πολλοί δέ τῶν ἐκεῖσε συνδεδραμηκότων ἐπισκόπων ὁμολογηταί τῆς πίστεως ἐτύγχανον, ἐν τοῖς διωγμοῖς ἀκρωτηριασθέντες ὑπό τῶν ἀσεβῶν καί ἀνόμων βασιλέων, καί τῶν μέν τά νεῦρα τῶν ποδῶν, τῶν δέ οἱ ὀφθαλμοί, καί ἑτέρων ἄλλα μέλη τοῦ σώματος ἀποτετμημένα ἐτύγχανον ὑπέρ τῆς εἰς Χριστόν αὐτῶν πίστεως καί ὁμολογίας».

Καί ἀπό τήν ἄλλη πλευρά ἦταν ὁ Ἄρειος καί μερικοί συνήγοροί του Ἐπίσκοποι, περίπου δέκα ἑπτά τόν ἀριθμό, στούς ὁποίους πρέπει νά προστεθοῦν καί φιλόσοφοι καί ρήτορες μέ τόν σοφιστή Ἀστέριο (Ἰωάνou N. Καρμίρη, Τά Δογματικά καί Συμβολικά μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, Τόμος I, σελ. 114-115).

Ἑπομένως, ἀπό τά μέλη πού συγκρότησαν τήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο φαίνονται τά δύο αὐτά θεολογικά ρεύματα, ἤτοι ἡ θεολογία πού στηρίζεται στήν Ἀποκάλυψη-φανέρωση τοῦ Ἀσάρκου Λόγου τοῦ Θεοῦ στούς Προφῆτες καί τοῦ Σεσαρκωμένου Λόγου στούς Ἀποστόλους καί τούς Ἁγίους, καί ἡ θεολογία πού στηρίζεται στήν φιλοσοφία πού εἶναι ἐκτός τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως καί αὐτό εἶναι ἐκεῖνο πού πρέπει νά ὑπογραμμίζεται ἰδιαιτέρως.

Ὁ πρωταγωνιστής στήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο, Μέγας Ἀθανάσιος, στά κείμενα πού συνέταξε, μετά τό πέρας τῆς Συνόδου, ἀναφέρεται στά θέματα αὐτά. Ἀπό τά τέσσερα κείμενά του «κατά Ἀρειανῶν» ἀντλοῦμε ἐνδιαφέρουσες πληροφορίες γιά τό ὑπόβαθρο τῆς Ἀρειανικῆς αἱρέσεως.

Στήν ἀρχή τοῦ Α΄ κειμένου «κατά Ἀρειανῶν» γράφει ὅτι οἱ αἱρέσεις πού «τῆς ἀληθείας ἀπέστησαν» ἐπινόησαν τήν «μανίαν» καί ἡ ἀσέβειά τους «πάλαι πᾶσιν ἔκδηλος γέγονε». Αὐτοί οἱ αἱρετικοί ἀπομακρύνθηκαν ἀπό ἐμᾶς καί «τῶν τοιούτων οὔτε ἦν, οὔτε νῦν ἐστι μεθ’ ἡμῶν τό φρόνημα».

Μία ἀπό τίς αἱρέσεις αὐτές εἶναι «ἡ ἐσχάτη», ἡ αἵρεση τοῦ Ἀρείου, ἡ ὁποία ἑρμηνεύθηκε ὡς πρόδρομος τοῦ ἀντιχρίστου, εἶναι «δόλιος» καί «πανοῦργος», ἐπειδή παρετήρησε ὅτι οἱ παλαιότερες «ἀδελφές» αἱρέσεις καταδικάστηκαν, «ὑποκρίνεται περιβαλλομένη τάς τῶν Γραφῶν λέξεις, ὡς ὁ πατήρ αὐτῆς διάβολος», ἐνδύεται ἀπό ἁγιογραφικά ρητά καί προσπαθεῖ πάλιν νά εἰσέλθη στόν παράδεισο τῆς Ἐκκλησίας «πλήσασα ἑαυτήν ὡς Χριστιανήν», γιά νά ἀπατήση κάποιους πού φρονοῦν κατά Χριστόν «τῇ πιθανότητι τῶν παραλογισμῶν».

Καί πιό κάτω γράφει: «Τί γάρ ὅμοιον ἑωρακότες τῆς αἱρέσεως πρός τήν εὐσεβῆ πίστιν φλυαροῦσιν ὡς μηδέν κακόν λεγόντων ἐκείνων;» (Μ. Ἀθανασίου, ἔργα 2, ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1974, σελ. 28-30).

Εἶναι φανερόν ὅτι ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ἀναφέρεται σέ αἱρετικούς, οἱ ὁποῖοι καταδικάστηκαν συνοδικῶς, καί ὅτι ἡ «ἀρειανική αἵρεση», ἐνῶ χρησιμοποιεῖ τόν φιλοσοφικό τρόπο σκέψεως, προσπαθεῖ νά τόν ἐπενδύση μέ ἁγιογραφικά χωρία. Ἀναφέρεται στόν Παῦλο τόν Σαμοσατέα, τοῦ ὁποίου ἡ διδασκαλία δέν εἶναι τῆς Ἐκκλησίας (Μ. Ἀθανασίου, ἔργα 2, ἔνθ. ἀν. σελ. 102,1. 136,15. 250, 21. 334,17). Μάλιστα, σέ κάποιο σημεῖο, ἀναφερόμενος στούς Ἀρειανούς γράφει: «Τοῦτο μέντοι τοῦ Σαμοσατέως ἐστιν τό φρόνημα, ὅ τῇ μέν δυνάμει καί ὑμεῖς φρονεῖτε τῷ δέ ὀνόματι μόνον ἀρνεῖσθε διά τούς ἀνθρώπους» (Μ. Ἀθανασίου, ἔργα 3, ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1975, σελ. 150).

Ἀπό τά ἀνωτέρω ἐξάγεται ὅτι στά ὅσα προηγήθηκαν τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, στά ὅσα ἔγιναν κατ’ αὐτήν, καί στά ὅσα ἀκολούθησαν διακρίνονται σαφῶς οἱ δύο αὐτές θεολογικές τάσεις.

Ἡ πρώτη στηριζόταν στήν ἑρμηνεία τῆς Ἁγίας Τριάδος μέ φιλοσοφικούς στοχασμούς, πού προέρχονταν, ἄλλοτε ἀπό τόν Πλάτωνα, ἄλλοτε ἀπό τόν Ἀριστοτέλη, ἄρα ἀπό τήν κλασσική μεταφυσική, καί ἡ δεύτερη στηριζόταν στήν ἐμπειρική διδασκαλία τῶν Προφητῶν, Ἀπόστόλων καί Πατέρων.

Εἶναι χαρακτηριστική ἡ φράση τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως ὅτι ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι «φῶς ἐκ φωτός». Αὐτό σαφέστατα παραπέμπει στήν ἀποκάλυψη τοῦ Ἀσάρκου Λόγου στούς Προφῆτες καί τοῦ Σεσαρκωμένου Λόγου στούς Ἀποστόλους καί τούς Ἁγίους στό Φῶς. Ἄρα συγκρούστηκαν ὁ φιλοσοφικός στοχασμός μέ τήν ἐμπειρική-ἀποκαλυπτική θεολογία τῶν ἁγίων.

Καί αὐτό εἶναι ἕνα μάθημα γιά ὅλους ἐμᾶς τούς συγχρόνους Ἐπισκόπους καί θεολόγους, οἱ ὁποῖοι πρέπει νά θεολογοῦμε κατά τόν λόγο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, ὁ ὁποῖος ὑπερμάχησε γιά τήν ἐπικύρωση τῶν ἀποφάσεων τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, «ἁλιευτικῶς, οὐκ Ἀριστοτελικῶς» (Ἁγ. Γρηγορίου Θεολόγου, ἔργα 1, ΕΠΕ, σελ. 378), δηλαδή σύμφωνα μέ τήν Ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ πού δόθηκε στούς ἁλιεῖς-Ἀποστόλους καί ὄχι σύμφωνα μέ αὐτούς πού ἀκολουθοῦν τόν Ἀριστοτελικό-φιλοσοφικό τρόπο σκέψεως στό μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος καί στό μυστήριο τῆς θείας Οἰκονομίας, τῆς ἐνανθρωπήσως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ. Αὐτό πρέπει νά εἶναι τό σημαντικότερο συμπέρασμα ἀπό τήν σημερινή ἑορτή τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί τῆς Συνοδικῆς αὐτῆς θείας Λειτουργίας.

Καί αὐτό συνδέεται μέ τό ὅτι, δυστυχῶς, σήμερα κυριαρχεῖ παντοῦ, ἀκόμη καί στόν Χριστιανισμό, ὁ ὀρθολογισμός, ἡ λογικοκρατία.

Εἶναι εὐνόητον ὅτι δέν εἴμαστε ἐναντίον τοῦ ὀρθοῦ λόγου καί τῆς λογικῆς, ἀλλά ἐναντίον τοῦ ὀρθολογισμοῦ καί τῆς λογικοκρατίας, πού παραθεωροῦν τόν Θεάνθρωπο Χριστό καί τόν θεούμενον ἄνθρωπο καί ὑπερυψώνουν τόν ἄνθρωπο, μέχρι τόν ὑπεράνθρωπο καί τόν μετάνθρωπο.

Εὐχηθῆτε, Μακαριώτατε Δέσποτα, καί Σεβασμιώτατοι ἀδελφοί Ἀρχιερεῖς, Μέλη τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, νά μήν εἴμαστε τυπικοί ἑορταστές τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἀλλά «δέκτες, φύλακες καί μεταδότες» τόσο τῶν προϋποθέσεων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων ὅσο καί τῶν ἀποφάσεων αὐτῶν.

Πηγή: https://www.romfea.gr/katigories/10-apopseis/70077-nafpaktou-ierotheos-i-a-oikoumeniki-synodos-kai-i-simasia-tis