Αρχική Blog Σελίδα 115

Μνήμη της Αγίας Μάρτυρος Πελαγίας της από Ταρσού, Ιλαρίου Οσίου και Νικηφόρου Οσίου Ηγουμένου της του Μιδικίου (4 Μαΐου)

Μαρτύριο Αγίας Πελαγίας. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη της Aγίας Mάρτυρος Πελαγίας της από Tαρσού

Bοός το χαλκούργημα πυρ φανέν φλέγον,
Bληθείσαν ένδον την Πελαγίαν φλέγει.
Aμφί τετάρτη Πελαγίη καύθη βοΐ χαλκώ.

Μαρτύριο Αγίας Πελαγίας. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Aύτη η Aγία ήτον κατά τους χρόνους Διοκλητιανού του βασιλέως εν έτει σπη΄ [288], καταγομένη μεν, από την Tαρσόν της Kιλικίας, κατοικούσα δε, εις την Pώμην. Eπειδή δε ο Pώμης Eπίσκοπος Λίνος1 εβάπτιζε πολλούς Έλληνας, διά τούτο η Aγία αύτη βλέπει εις το όνειρόν της τον χαρακτήρα του ρηθέντος Eπισκόπου, όστις επαρακάλει αυτήν διά να την βαπτίση. Eξυπνήσασα δε, εκατάλαβε το όραμα, όθεν ζητήσασα από την μητέρα της άδειαν, τάχα πως έχει να υπάγη εις την ανατροφόν και παραμάναν της, επήγεν εις τον Eπίσκοπον και εβαπτίσθη. Eίτα έδωκεν εις αυτόν την πολύτιμον αυτής φορεσίαν, διά να την μοιράση εις τους πτωχούς. Aυτή δε πηγαίνουσα εις την ανατροφόν της με τα ταπεινά φορέματα, οπού εφόρεσεν εκ του Aγίου Bαπτίσματος, δεν εδέχθη από αυτήν. Πηγαίνουσα δε και εις την μητέρα της με την αυτήν ταπεινήν φορεσίαν, επροξένησεν εις αυτήν ανυπόφορον λύπην. Eπειδή δε η μήτηρ της επαρακίνει μεν αυτήν να αλλάξη τα φορέματα εκείνα, και να αρνηθή τον Xριστόν, δεν εδυνήθη δε να την καταπείση, διά τούτο εφανέρωσε την υπόθεσιν εις τον υιόν του Διοκλητιανού, όστις είχε την αρραβωνισθή. Eκείνος δε λυπηθείς υπερβολικώς, διατί η Πελαγία αθέτησε τον προς αυτόν έρωτα, εφόνευσε μόνος τον εαυτόν του. Όθεν τούτο μαθών ο πατήρ του Διοκλητιανός, και οργισθείς, επίασε την Πελαγίαν, και έβαλεν αυτήν μέσα εις ένα χάλκινον βόδι πεπυρακτωμένον, και ούτως η μακαρία έλαβε τον του μαρτυρίου ακήρατον στέφανον.

Σημείωση

1. O Λίνος ούτος εορτάζεται κατά την πέμπτην του Nοεμβρίου, και εχρημάτισε πρώτος της Pώμης Eπίσκοπος, και όρα εκεί.


Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Iλαρίου1 του Θαυματουργού

Έγνων τον Iλάριον ιλαρόν φύσει,
Oς θαυματουργεί καν τάφω τεθειμένος.

Oύτος ο Άγιος εκ νεαράς του ηλικίας, τον Σταυρόν του Kυρίου σηκώσας εις τους ώμους του, ηκολούθησε τω σταυρωθέντι, και επειδή υπέταξε τα πάθη της σαρκός εις το πνεύμα και την ψυχήν, διά τούτο επλούτησε παρά Θεού την χάριν των ιαμάτων. Όθεν ιάτρευε πολλά και διάφορα πάθη και ασθενείας, και εδίωκε δαίμονας από τους ανθρώπους. Mετά ταύτα έκλεισε τον εαυτόν του μέσα εις ένα καλυβάκι στενώτατον, και εζούσεν έξω από κάθε ταραχήν και θόρυβον. Όθεν λαμπρυνθείς με την απάθειαν, εδέχθη το θείον της Iερωσύνης αξίωμα. Oύτος ο Άγιος πληγήν χαλάζης κατέπαυσε, τα ζώα οπού έβλαπτον τα σπέρματα και γεννήματα, εδίωξε, την γην ξηράν ούσαν από ανομβρίαν, με βροχήν επότισε, ρεύματα ποταμού, ως ο Eλισσαίος και Ηλίας, διέσχισε και απέρασε, ξηρόν χέρι ενός Xριστιανού, ιάτρευσεν, και κουτζών και παραλύτων τους πόδας και τα μέλη, ανώρθωσε και εστερέωσε, και άλλα δε πολλά ποιήσας θαύματα, ανεπαύθη εν Kυρίω.

Σημείωση

1. Eν δε τοις τετυπωμένοις Mηναίοις, Iλαρίωνος γράφεται ουκ ορθώς.


O Όσιος Πατήρ ημών Nικηφόρος, ο Hγούμενος Mονής του Mηδικίου, εν ειρήνη τελειούται

Tης αρετής το θείον ήρατο στέφος,
O θείος αρθείς εκ βίου Nικηφόρος.

Oύτος ο Όσιος Nικηφόρος ήτον κατά τους καιρούς των εικονομάχων. Eπειδή δε εκ βρέφους ηγάπησε τον Xριστόν, διά τούτο βλέπων την ρηθείσαν αίρεσιν των εικονομάχων αυξανομένην, αφήκε τον κόσμον και τα εν κόσμω και έγινε Mοναχός. Όθεν ανεχώρησεν εις τα βουνά και ησύχαζε, καταγινόμενος εις νηστείας και αγρυπνίας, και προσευχόμενος τω Θεώ, διά την ειρηνικήν κατάστασιν όλης της οικουμένης. Aφ’ ου δε εγαληνίασεν ολίγον η αίρεσις της εικονομαχίας, με πολλάς παρακαλέσεις των Mοναχών έγινεν Hγούμενος του Mοναστηρίου του Mηδικίου, το οποίον ευρίσκεται κοντά εις τα Mουντανία. Eπειδή δε πάλιν η αίρεσις αύτη ανεκαινίσθη και αύξησε, διά μέσου του δυσσεβούς Λέοντος του Aρμενίου εν έτει ωιδ΄ [814], διά τούτο εξωρίσθη και ούτος ο Άγιος από το Mοναστήριόν του, ως προσκυνητής των αγίων εικόνων, και ως ακολουθών εις τας παραδόσεις και διατάξεις των Aγίων Aποστόλων, και των θείων Πατέρων. Kαι αφ’ ου κατεδικάσθη με πικράς εξορίας, απεκλείσθη μέσα εις μίαν σκοτεινοτάτην φυλακήν. Eκεί λοιπόν καταβαλών την ψυχόλεθρον αίρεσιν ως στερρός αγωνιστής, απήλθε προς τον Xριστόν, τον οποίον επόθησεν ο αοίδιμος1.

Σημείωση

1. Περιττώς γράφεται εδώ η μνήμη και το Συναξάριον, τόσον του Nικήτα Πρεσβυτέρου Hγουμένου Mονής του Mηδικίου, όσον και Iωάννου Πρεσβυτέρου του Παλαιολαυρίτου, παρά τω τετυπωμένω Συναξαριστή και τοις Mηναίοις. Tου μεν γαρ Nικήτα η μνήμη και το Συναξάριον, εγράφη κατά την τρίτην του Aπριλλίου. Tου δε Iωάννου, εγράφη κατά την εικοστήν του αυτού Aπριλλίου και η μνήμη και το Συναξάριον.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ: Στήν Κυριακή τῶν Μυροφόρων

Ἡ ἀνάστασις τοῦ Κυρίου εἶναι ἀνανέωσις τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, εἶναι ἀναζώωσις καί ἀνάπλασις καί ἐπάνοδος πρός τήν ἀθάνατη ζωή τοῦ πρώτου ᾿Αδάμ πού καταβροχθίσθηκε ἀπό τόν θάνατο λόγω τῆς ἁμαρτίας καί διά τοῦ θανάτου ἐπαλινδρόμησε πρός τήν γῆ ἀπό τήν ὁποία ἐπλάσθηκε. ῞Οπως λοιπόν ἐκεῖνον στήν ἀρχή δέν τόν εἶδε κανείς ἄνθρωπος νά πλάττεται καί παίρνη ζωή, ἀφοῦ δέν ὑπῆρχε κανείς ἄνθρωπος ἐκείνη τήν ὥρα, μετά δέ τήν λῆψι τῆς πνοῆς ζωῆς μέ θεῖο ἐμφύσημα πρώτη ἀπό ὅλους τόν εἶδε μιά γυναῖκα, διότι μετά ἀπό αὐτόν πρῶτος ἄνθρωπος ἦταν ἡ Εὔα· ἔτσι τόν δεύτερο ᾿Αδάμ, δηλαδή τόν Κύριο, ὅταν ἀνίστατο ἀπό τούς νεκρούς, κανείς ἄνθρωπος δέν τόν εἶδε, ἀφοῦ δέν παρευρισκόταν κανείς δικός του καί οἱ στρατιῶτες πού ἐφύλασσαν τό μνῆμα ταραγμένοι ἀπό τόν φόβο εἶχαν γίνει σάν νεκροί, μετά δέ τήν ἀνάστασι πρώτη ἀπό ὅλους τόν εἶδε μιά γυναῖκα, ὅπως ἀκούσαμε νά εὐαγγελίζεται σήμερα ὁ Μάρκος διότι, λέγει, “ὅταν ὁ ᾿Ιησοῦς ἀναστήθηκε τό πρωί τῆς πρώτης ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος, παρουσιάσθηκε πρῶτα στή Μαρία τή Μαγδαληνή”.

Φαίνεται βέβαια σαφῶς ὅτι ὁ εὐαγγελιστής εἶπε καί τήν ὥρα κατά τήν ὁποία ἀναστήθηκε ὁ Κύριος, δηλαδή πρωί, καί ὅτι παρουσιάσθηκε πρῶτα στή Μαρία τή Μαγδαληνή καί ὅτι ἐφάνηκε ἀκριβῶς τήν ὥρα τῆς ἀναστάσεως. Δέν λέγει ὅμως ἔτσι, ὅπως θά φανῆ ἄν ἐξετάσωμε προσεκτικώτερα τά πράγματα. διότι λίγο παραπάνω καί αὐτός σέ συμφωνία μέ τούς ἄλλους εὐαγγελιστάς λέγει ὅτι αὐτή ἡ Μαρία ἦλθε καί προηγουμένως μαζί μέ τίς ἄλλες Μυροφόρες στόν τάφο, καί ἀφοῦ τόν εἶδε ἀδειανό ἀπῆλθε. ῞Ωστε ὁ Κύριος ἀναστήθηκε πολύ ἐνωρίτερα ἀπό τό πρωί πού τόν εἶδε. ᾿Επισημαίνοντας δέ καί τήν ὥρα ἐκείνη, δέν εἶπε ἁπλῶς πρωί, ὅπως ἐδῶ, ἀλλά πολύ πρωί ἑπομένως ὡς ἀνατολή ἡλίου ἐκεῖ ἐννοεῖ τό ἀμυδρό φῶς πού προτρέχει στόν ὁρίζοντα, τό ὁποῖο δηλώνοντας καί ὁ ᾿Ιωάννης λέγει ὅτι ἦλθε τό πρωί, ὅταν ἀκόμη ἦταν σκοτεινά ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή στό μνημεῖο καί εἶδε τήν πέτρα σηκωμένη ἀπό τό μνημεῖο.

Δέν ἦλθε δέ μόνο πρός τό μνῆμα τότε αὐτή, κατά τόν ᾿Ιωάννη, ἀλλά καί ἀπομακρύνθηκε ἀπό τό μνῆμα, χωρίς νά ἰδῆ τόν Κύριο ἀκόμη. Τρέχει κι᾿ ἔρχεται πρός τόν Πέτρο καί τόν ᾿Ιωάννη, καί ἀναγγέλει ὄχι ὅτι ἀναστήθηκε ὁ Κύριος, ἀλλ᾿ ὅτι μεταφέρθηκε ἀπό τόν τάφο, ὥστε δέν ἐγνώριζε ἀκόμη τήν ἀνάστασι. ῾Επομένως ὁ Κύριος ἐμφανίσθηκε στή Μαρία ὄχι ἐντελῶς πρώτη, ἀλλά μετά τήν πλήρη ἔλευσι τῆς ἡμέρας. ῾Υπάρχει λοιπόν κάτι πού ἀναφέρεται συνεσκιασμένως ἀπό τούς εὐαγγελιστάς, τό ὁποῖο θ᾿ ἀποκαλύψω πρός τήν ἀγάπη σας.

Πραγματικά τό εὐαγγέλιο τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου πρώτη ἀπό ὅλους τούς ἀνθρώπους, ὅπως ἦταν σωστό καί δίκαιο, ἐδέχθηκε ἀπό τόν Κύριο ἡ Θεοτόκος καί αὐτή εἶδε πρίν ἀπό ὅλους τόν ἀναστάντα καί ἀπήλαυσε τή θεία ὁμιλία του, καί ὄχι μόνο τόν εἶδε μέ τούς ὀφθαλμούς της καί ἔγινε αὐτήκοος αὐτοῦ, ἀλλά καί πρώτη καί μόνη ἄγγιξε τά ἄχραντα πόδια του, ἔστω καί ἄν οἱ εὐαγγελισταί δέν τά λέγουν φανερά ὅλα αὐτά, μή θέλοντας νά προσαγάγουν ὡς μάρτυρα τήν μητέρα, γιά νά μήν δώσουν ἀφορμή ὑποψίας στούς ἀπίστους. ᾿Επειδή δέ τώρα ἐμεῖς μέ τή χάρη τοῦ ἀναστάντος ὁμιλοῦμε πρός πιστούς καί ἡ ὑπόθεσις τῆς ἑορτῆς ἀπαιτεῖ ἐπείγουσα διευκρίνησι τῶν σχετικῶν μέ τίς Μυροφόρες, μέ τήν ἄδεια αὐτοῦ πού εἶπε “δέν ὑπάρχει κρυφό πού δέν θά γίνη φανερό”, θά τό φανερώσωμε καί τοῦτο.

Λοιπόν Μυροφόρες εἶναι οἱ γυναῖκες πού ἀκολουθοῦσαν τόν Κύριο μαζί μέ τήν Μητέρα του, ἔμειναν μαζί της κατά τήν ὥρα τοῦ σωτηριώδους πάθους καί ἐφρόντισαν νά ἀλείψουν μέ μῦρα τό σῶμα τοῦ Κυρίου. ῞Οταν δηλαδή ὁ ᾿Ιωσήφ καί ὁ Νικόδημος ἐζήτησαν καί ἔλαβαν ἀπό τόν Πιλᾶτο τό δεσποτικό σῶμα, τό κατέβασαν ἀπό τόν σταυρό, τό περιέβαλαν σέ σινδόνια μαζί μέ ἐκλεκτά ἀρώματα, τό ἐτοποθέτησαν σέ λαξευτό μνημεῖο, καί ἔβαλαν μεγάλη πέτρα ἐπάνω στή θύρα τοῦ μνημείου, παρευρίσκονταν θεωρώντας κατά τόν εὐαγγελιστή Μάρκο ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή καί ἡ ἄλλη Μαρία πού ἐκαθόταν ἀπέναντι τοῦ τάφου. Μέ τήν φράσι καί ἡ ἄλλη Μαρία ἐννοοῦσε ὁπωσδήποτε τήν Θεομήτορα.διότι αὐτή ἐλεγόταν μητέρα καί τοῦ ᾿Ιακώβου καί τοῦ ᾿Ιωσῆ, πού ἦσαν ἀπό τόν ᾿Ιωσήφ τόν Μνήστορα. Δέν παρευρίσκονταν μόνο αὐτές παρατηρώντας, ὅταν ἐνταφιαζόταν ὁ Κύριος, ἀλλά καί ἄλλες γυναῖκες, ὅπως ἱστόρησε ὁ Λουκᾶς γράφοντας.“παρακολουθώντας κάποιες γυναῖκες πού εἶχαν ἔλθει μαζί του ἀπό τήν Γαλιλαία, εἶδαν τό μνημεῖο καί τήν σ᾿ αὐτό τοποθέτησι τοῦ σώματός του. ἦσαν ἡ Μαγδαληνή Μαρία καί ἡ ᾿Ιωάννα καί ἡ Μαρία τοῦ ᾿Ιακώβου καί οἱ ἄλλες μαζί τους”.

᾿Αφοῦ δέ ἐπέστρεψαν, λέγει, ἀγόρασαν ἀρώματα καί μῦρα.διότι δέν εἶχαν καταλάβει ἀκριβῶς ὅτι αὐτός εἶναι ἀληθινά ἡ ὀσμή τῆς ζωῆς γιά ἐκείνους πού τόν πλησιάζουν μέ πίστι, ὅπως ὀσμή θανάτου καταλαμβάνει τούς ἕως τό τέλος ἀπειθεῖς, καί ἡ ὀσμή τῶν ἐνδυμάτων του, δηλαδή τοῦ ἰδίου τοῦ σώματος, εἶναι ἀνωτέρα ἀπό ὅλα τά ἀρώματα καί τό ὄνομά του εἶναι μῦρο χυμένο, μέ τό ὀποῖο ἐγέμισε θεία εὐωδία τήν οἰκουμένη. ῾Ετοιμάζουν λοιπόν μῦρα καί ἀρώματα, ἀφ᾿ ἑνός μέν πρός τιμήν τοῦ νεκροῦ, ἀφ᾿ ἑτέρου δέ γιά παρηγοριά ἀπό τή δυσωδία τοῦ σώματος, ὅταν θά ἔλειωνε, βοηθώντας μέ τήν ἀλοιφή των τούς ἐπιθυμοῦντας νά παραμένουν δίπλα.

᾿Αφοῦ λοιπόν ἑτοίμασαν τά μῦρα καί τά ἀρώματα, κατά τήν ἐντολή τό Σάββατο ἡσύχασαν.διότι δέν εἶχαν καταλάβει ἀκόμη τά ἀληθινά σάββατα, οὔτε εἶχαν γνωρίσει καλά τό εὐλογημένο ἐκεῖνο σάββατο πού μεταφέρει τή φύσι τους ἀπό τά βάραθρα τοῦ ἅδη στό ὁλόφωτο καί θεῖο καί οὐράνιο ὕψος. “Τήν πρώτη τῆς ἑβδομάδος, ὄρθρο βαθύ”, ὅπως λέγει ὁ Λουκᾶς, “ἦλθαν στό μνῆμα, φέροντας τά ἀρώματα πού ἑτοίμασαν”.ὁ δέ Ματθαῖος λέγει, “ἀργά τό Σάββατο, ξημερώνοντας τήν πρώτη τῆς ἑβδομάδος” καί ὅτι οἱ προσελθοῦσες εἶναι δύο.ὁ ᾿Ιωάννης “τό πρωί, ἐνῶ ἦταν ἀκόμη σκοτεινά”, καί ὅτι μιά εἶναι ἡ προσελθοῦσα, Μαρία ἡ Μαγδαληνή.ὁ δέ Μάρκος “πολύ πρωί τῆς πρώτης τῆς ἑβδομάδος” καί ὅτι τρεῖς εἶναι οἱ προσελθοῦσες.

Πρώτη λοιπόν τῆς ἑβδομάδος λέγουν ὅλοι οἱ εὐαγγελισταί τήν Κυριακή.ἀργά τό Σάββατο, ὄρθρο βαθύ, πολύ πρωί καί πρωί σκοτεινά ἀκόμη, ὀνομάζουν τόν χρόνο γύρω ἀπό τόν ὄρθρο, ἀνάμικτο ἀπό φῶς καί σκότος.αὐτός ὁ χρόνος εἶναι, ἀφοῦ ἀρχίζει νά αὐγάζει τό ἀνατολικό μέρος τοῦ ὁρίζοντος πού προκαταγγέλλει τήν ἡμέρα. Μπορεῖ δέ κανείς παρατηρώντας ἀπό μακριά, πρός αὐτό, νά τό ἰδῆ νά ἀρχίζη νά χρωματίζεται ἀπό φῶς γύρω ἀπό τήν ἐνάτη ὥρα τῆς νυκτός, ὥστε ἕως τήν πλήρη ἡμέρα νά ὑπολείπωνται τρεῖς ὥρες.

Φαίνονται βέβαια νά διαφωνοῦν κάπως οἱ εὐαγγελισταί μεταξύ τους τόσο γιά τήν ὥρα, ὅσο καί γιά τόν ἀριθμό τῶν γυναικῶν, ἐπειδή, ὅπως εἶπα, οἱ Μυροφόρες ἦσαν πολλές, καί ἦλθαν στόν τάφο ὄχι μιά φορά, ἀλλά καί δύο καί τρεῖς φορές, συντροφιά μέν, ἀλλ᾿ ὄχι οἱ ἴδιες, καί κατά τόν ὄρθρο μέν ὅλες, ἀλλ᾿ ὄχι τόν ἴδιο χρόνο ἀκριβῶς, ἡ δέ Μαγδαληνή ἦλθε πάλι μόνη της καί ἔμεινε περισσότερο. Κάθε εὐαγγελιστής λοιπόν ἀναφέρει μιά προέλευσι μερικῶν καί παραλείπει τίς ἄλλες. ῞Οπως δέ ἐγώ ὑπολογίζω καί συνάγω ἀπό ὅλους τούς εὐαγγελιστάς, σύμφωνα μέ ὅσα εἶπα προηγουμένως, πρώτη ἀπό ὅλες ἦλθε στόν τάφο τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἡ Θεοτόκος, ἔχοντας μαζί τήν Μαγδαληνή Μαρία. Τοῦτο κυρίως τό συμπεραίνω ἀπό τόν εὐαγγελιστή Ματθαῖο. Διότι, λέγει, “ἦλθε ἡ Μαγδαληνή Μαρία καί ἡ ἄλλη Μαρία”, πού ἦταν ὁπωσδήποτε ἡ Θεομήτωρ, γιά νά ἰδοῦν τόν τάφο. Καί ἰδού ἔγινε μέγας σεισμός.διότι ἄγγελος Κυρίου, ἀφοῦ κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό, προσῆλθε, ἀπεκύλισε τήν πέτρα ἀπό τήν θύρα τοῦ μνημείου κι᾿ ἐκαθόταν ἐπάνω σ᾿ αὐτήν.ἦταν δέ ἡ μορφή του σάν ἀστραπή καί τό ἔνδυμά του λευκό σάν τό χιόνι, ἀπό τόν φόβο δέ ἐμπρός του ἐταράχθηκαν οἱ φύλακες κι᾿ ἔγιναν σάν νεκροί”.

῞Ολες λοιπόν οἱ ἄλλες γυναῖκες ἦλθαν μετά τό σεισμό καί τήν φυγή τῶν φυλάκων, κι᾿ εὑρῆκαν τόν τάφο ἀνοιγμένο καί τήν πέτρα ἀποκυλισμένη.ἡ δέ Παρθενομήτωρ ἔφθανε τή στιγμή πού ἐγινόταν ὁ σεισμός, ἀποκυλίσθηκε ἡ πέτρα καί ἀνοιγόταν ὁ τάφος καί οἱ φύλακες ἦσαν παρόντες, ἄν καί συγκλονισμένοι ἀπό τόν φόβο.γι᾿ αὐτό μετά τόν σεισμό αὐτοί ἀνασηκώθηκαν καί ἐκύτταξαν ἀμέσως νά φύγουν, ἐνῶ ἡ Θεομήτωρ ἐντρυφοῦσε στή θέα. ᾿Εγώ πάντως νομίζω ὅτι γι᾿ αὐτήν πρώτη ἀνοίχθηκε ὁ ζωηφόρος ἐκεῖνος τάφος (διότι γι᾿ αὐτήν πρώτη καί δι᾿ αὐτῆς ἔχουν ἀνοιχθῆ σ᾿ ἐμᾶς ὅλα, ὅσα εἶναι ἐπάνω στόν οὐρανό καί κάτω στή γῆ) καί ὅτι γι᾿ αὐτήν ἄστραπτε ἔτσι ὁ ἄγγελος, ὥστε, ἄν καί ἡ ὥρα ἦταν ἀκόμη σκοτεινή, αὐτή μέ τό πλούσιο φῶς τοῦ ἀγγέλου ὄχι μόνο νά ἰδῆ τόν τάφο κενό, ἀλλά καί τά ἐντάφια νά εἶναι τακτοποιημένα καί πολυτρόπως νά μαρτυροῦν τήν ἔγερσι τοῦ ἐνταφιασθέντος.

῏Ηταν δέ προφανῶς ὁ εὐαγγελιστής ἄγγελος ὁ ἴδιος ὁ Γαβριήλ. Διότι μόλις τήν εἶδε αὐτός νά σπεύδη πρός τόν τάφο, αὐτός πού παλαιότερα τῆς εἶχε εἰπεῖ, “μή φοβῆσαι, Μαρία, διότι εὑρῆκες χάρι ἀπό τόν Θεό”, σπεύδει καί τώρα καί κατεβαίνει νά εἰπῆ τό ἴδιο πάλι στήν ἀειπάρθενο καί νά ἀναγγείλη τήν ἀπό τούς νεκρούς ἀνάστασι τοῦ γεννηθέντος ἀπό αὐτήν ἀσπόρως, νά σηκώση τήν πέτρα, νά ὑποδείξη τόν κενό τάφο καί τά ἐντάφια, κι᾿ ἔτσι νά ἐπιβεβαιώση τήν καλή ἀγγελία. Διότι, λέγει, “ἀποκρινόμενος ὁ ἄγγελος, εἶπε στίς γυναῖκες.μή φοβῆσθε ἐσεῖς, ζητεῖτε τόν ᾿Ιησοῦ, τόν ἐσταυρωμένο; ἀναστήθηκε.ἰδού ὁ τόπος ὅπου ἐκοιτόταν ὁ Κύριος”. ᾿Εάν, λέγει, βλέπετε τούς φύλακες συγκλονισμένους ἀπό τόν φόβο, ἀλλά ἐσεῖς νά μήν φοβῆσθε. διότι γνωρίζω ὅτι ζητεῖτε ᾿Ιησοῦν τόν ἐσταυρωμένο.ἐσηκώθηκε, δέν εἶναι ἐδῶ. Διότι αὐτός, ὄχι μόνο εἶναι ἀκράτητος ἀπό τοῦ ἅδη καί τοῦ θανάτου καί τοῦ τάφου τά κλεῖστρα καί τούς μοχλούς καί τίς σφραγίδες, ἀλλ᾿ εἶναι καί κύριος τῶν ἀθανάτων καί οὐρανίων ἀγγέλων μας καί μόνος αὐτός εἶναι Κύριος τοῦ σύμπαντος.“ἰδέτε”, λέγει, “τόν τόπον ὅπου ἐκοιτόταν ὁ Κύριος καί πηγαίνετε γρήγορα νά εἰπῆτε στούς μαθητάς του ὅτι ἀναστήθηκε ἀπό τούς νεκρούς”.

“᾿Αφοῦ δέ ἐξῆλθαν”, λέγει, “μέ φόβο καί χαρά μεγάλη”. ᾿Εγώ νομίζω πάλι ὅτι τόν μέν φόβο ἔχει ἀκόμη ἡ Μαγδαληνή Μαρία καί οἱ ἄλλες γυναῖκες πού εἶχαν ἔλθει ἕως τότε μαζί (διότι αὐτές δέν κατενόησαν τήν σημασία τῶν λόγων τοῦ ἀγγέλου οὔτε μπόρεσαν νά συλλάβουν τελείως τό φῶς, ὥστε νά ἰδοῦν καί μάθουν ἀκριβῶς), ἐνῶ ἡ Θεομήτωρ ἀπέκτησε τή μεγάλη χαρά, διότι κατενόησε τά λόγια τοῦ ἀγγέλου καί παραδόθηκε ὁλόκληρη στό φῶς, ὡς τελείως καθαρά καί θείως χαριτωμένη, ἐγνώρισε μέ ὅλα αὐτά τήν ἀλήθεια κι᾿ ἐπίστευσε στόν ἀρχάγγελο, ἐπειδή αὐτός ἀπό πολύν καιρό τῆς ἐφάνηκε διά τῶν ἔργων ἀξιόπιστος. Πῶς ἄλλωστε, ἀφοῦ ἦταν παροῦσα στά γεγονότα ἡ θεόσοφος Παρθένος, δέν θά κατανοοῦσε τό συμβάν, ἀφοῦ δηλαδή εἶδε σεισμό, καί μάλιστα μεγάλο, ἄγγελο νά κατέρχεται ἀπό τόν οὐρανό, καί μάλιστα ἀστραποβόλο, τή νέκρωσι τῶν φυλάκων καί τοῦ λίθου τήν μετάθεσι, τήν κένωσι τοῦ τάφου καί τό μέγα θαῦμα τῶν ἐνταφίων, πού ἦσαν ἄλυτα καί συγκρατημένα μέ σμύρνα καί ἀλόη καί συγχρόνως ἐφαίνονταν ἀδειανά ἀπό τό σῶμα, καί ἐπί πλέον ἀφοῦ ἔλαβε τήν χαρμόσυνη πρός αὐτήν θέα καί ἀγγελία τοῦ ἀγγέλου; ῞Οταν δέ ἐξῆλθαν μετά τόν εὐαγγελισμό τοῦτον, ἡ μέν Μαγδαληνή Μαρία, σάν νά μήν ἄκουσε κἄν τόν ἄγγελο, ἀφοῦ ἄλλωστε οὔτε ἐκεῖνος ὡμίλησε γι’ αὐτήν, διαπιστώνει μόνο τήν κένωσι τοῦ τάφου, χωρίς νά ἀναφέρει καθόλου τά ἐντάφια.καί τρέχει πρός τόν Σίμωνα Πέτρο καί τόν ἄλλο μαθητή, ὅπως λέγει ὁ ᾿Ιωάννης.

῾Η δέ Θεομήτωρ Παρθένος, συνοδευομένη ἀπό ἄλλες γυναῖκες, ἐπανερχόταν πάλι ἐκεῖ ἀπό ὅπου ἦλθε.καί ἰδού, ὅπως λέγει ὁ Ματθαῖος “ὁ ᾿Ιησοῦς τίς συνάντησε λέγοντας, χαίρεται”. Βλέπετε ὅτι καί πρίν ἀπό τήν Μαγδαληνή Μαρία ἡ Θεομήτωρ εἶδε αὐτόν πού γιά τήν σωτηρία μας ἔπαθε σαρκικά καί ἐτάφηκε καί ἀναστήθηκε; “Αὐτές δέ”, λέγει, “προσῆλθαν, ἔπιασαν τά πόδια του καί τόν προσκύνησαν”. ῞Οπως δέ, ὅταν ἡ Θεοτόκος ἄκουσε τό εὐαγγέλιο τῆς ἀναστάσεως μαζί μέ τήν Μαγδαληνή Μαρία ἀπό τόν ἄγγελο, μόνο αὐτή κατάλαβε τή σημασία τῶν λόγων, ἔτσι καί μαζί μέ τίς ἄλλες γυναῖκες, ὅταν συνάντησε τόν Υἱό καί Θεό, πρώτη ἀπό ὅλες τίς ἄλλες εἶδε καί ἀναγνώρισε τόν ἀναστάντα καί προσπίπτοντας ἔπιασε τά πόδια του κι᾿ ἔγινε ἀπόστολός του πρός τούς ᾿Αποστόλους.

῞Οτι δέ ἡ Μαγδαληνή Μαρία δέν ἦταν μαζί μέ τήν Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἐπιστρέφοντας ἀπό τόν τάφο τήν συνάντησε καί τῆς παρουσιάσθηκε καί τῆς ὡμίλησε ὁ Κύριος, διδασκόμαστε ἀπό τόν ᾿Ιωάννη. διότι, λέγει, “τρέχει αὐτή πρός τόν Σίμωνα Πέτρο καί πρός τόν ἄλλο μαθητή, τόν ὁποῖο ἀγαποῦσε ὁ ᾿Ιησοῦς, καί λέγει σ᾿ αὐτούς, ἐσήκωσαν τόν Κύριο ἀπό τό μνῆμα καί δέν γνωρίζομε πού τόν ἐτοποθέτησαν”. Πῶς τάχα, ἄν τόν εἶδε καί τόν ἄγγισε μέ τά χέρια της καί τόν ἄκουσε νά ὁμιλῆ, θά ἔλεγε τέτοια πράγματα, ὅτι τόν ἐσήκωσαν καί τόν μετέθεσαν, ποῦ ὅμως, δέν γνωρίζομε; ᾿Αλλά μετά τό δρόμο τοῦ Πέτρου καί τοῦ ᾿Ιωάννη πρός τόν τάφο καί τήν ἐκεῖ θέα τῶν σινδονιῶν καί τήν ἐπιστροφή, λέγει, “ἡ δέ Μαρία ἐστεκόταν κόντα στό μνημεῖο ἔξω κλαίοντας”.

Βλέπετε ὅτι ὄχι μόνο δέν τόν εἶχε ἰδεῖ ἀκόμη, ἀλλ᾿ οὔτε κἄν εἶχε πληροφορηθῆ σχετικά; Καί ὅταν δέ τήν ἐρώτησαν οἱ παρουσιασθέντες ἄγγελοι, γυναῖκα, “γιατί κλαίεις”, ἐκείνη πάλι ἀποκρίνεται σάν γιά νεκρό. Καθώς δέ ἐστράφηκε καί εἶδε τόν ᾿Ιησοῦ, οὔτε τότε δέν ἐκατάλαβε, ἀλλά ἐρωτωμένη ἀπό αὐτόν, τί κλαίει, ἀπαντᾶ παρόμοια, ἕως ὅτου ἐκεῖνος, καλώντας την ὀνομαστικά, παρουσίασε τόν ἑαυτό του ζωντανό. Τότε λοιπόν προσπίπτοντας καί αὐτή καί ζητώντας νά προσφέρη τόν ἀσπασμό στά πόδια ἐκείνου, ἄκουσε ἀπό αὐτόν τίς λέξεις, “μή μ᾿ ἐγγίζης”. ᾿Από αὐτό μαθαίνομε ὅτι, ὅταν προηγουμένως ἐφάνηκε στή μητέρα καί στίς γυναῖκες πού ἦσαν μαζί, μόνο σ᾿ αὐτήν ἐπέτρεψε νά πιάση τά πόδια του, ἄν καί ὁ Ματθαῖος ἀποδίδει τοῦτο καί στίς ἄλλες γυναῖκες, μή θέλοντας γιά τήν αἰτία πού εἴπαμε στήν ἀρχή νά προβάλη φανερά τήν μητέρα στό θέμα αὐτό.

᾿Αφοῦ δέ πρώτη ἦλθε στόν τάφο ἡ ἀειπάρθενος Μαρία καί πρώτη ἐδέχθηκε τό μήνυμα τῆς ἀναστάσεως, ἔπειτα ἦλθαν πολλές μαζί, εἶδαν καί ἐκεῖνες τήν πέτρα ἀποκυλισμένη καί ἄκουσαν τούς ἀγγέλους, πού ἐπιστρέφοντας μέ τό ἄκουσμα αὐτό καί τήν θέα ἐχωρίσθηκαν. ῎Αλλες, ὅπως λέγει ὁ Μάρκος, “ἔφυγαν ἀπό τό μνῆμα, κυριαρχημένες ἀπό φόβο καί ἔκστασι καί δέν εἶπαν σέ κανένα τίποτε, διότι ἐφοβοῦνταν“.ἄλλες ἀκολούθησαν τήν Μητέρα τοῦ Κυρίου, καί αὐτές ἦσαν πού ἐπέτυχαν τήν θέα καί συνομιλία τοῦ Δεσπότη. ῾Η δέ Μαγδαληνή ἐπῆγε στόν Πέτρο καί τόν ᾿Ιωάννη, μαζί μέ τούς ὁποίους ἔρχεται πάλι μόνη στόν τάφο.ὅταν δέ ἐκεῖνοι ἀναχώρησαν, αὐτή παραμένοντας ἀξιώνεται τῆς δεσποτικῆς θέας, στέλλεται καί αὐτή πρός τούς ᾿Αποστόλους καί ἔρχεται πάλι πρός αὐτούς, γιά ν᾿ ἀπαγγείλη σέ ὅλους, ὅπως λέγει ὁ ᾿Ιωάννης, “ὅτι εἶδε τόν Κύριο, πού εἶπε σ᾿ αὐτήν αὐτά”. Αὐτή λοιπόν ἡ θέα λέγει καί ὁ Μάρκος ὅτι ἔγινε πρωί, δηλαδή κατά τήν πλήρη ἀρχή τῆς ἡμέρας, ἀφοῦ ἐπέρασε ὅλος ὁ ὄρθρος, ἀλλά δέν ἰσχυρίζεται ὅτι τότε ἔγινε ἡ ἀνάστασις τοῦ Κυρίου ἤ ἡ πρώτη ἐμφάνισίς του.

῎Εχομε λοιπόν τά συμβάντα ἐξακριβωμένα καί τήν ἀπό τήν ἀρχή ζητουμένη συμφωνία τῶν τεσσάρων εὐαγγελιστῶν ὡς πρός αὐτά. Οἱ δέ μαθηταί κατά τήν ἡμέρα τῆς ἀναστάσεως τήν ἴδια, ἐνῶ ἄκουσαν ἀπό τίς Μυροφόρες καί τόν Πέτρο, καθώς καί ἀπό τόν Λουκᾶ καί τόν Κλεόπα, ὅτι ὁ Κύριος ζῆ καί ἐθεάθηκε ἀπό αὐτές, ἀπίστησαν.γι᾿ αὐτό ὀνειδίζονται ἀπό αὐτόν, ὅταν τούς ἐμφανίσθηκε ὕστερα, καθώς ἦσαν συναθροισμένοι μαζί. ῞Οταν ὅμως παρέστησε τόν ἑαυτό του ζωντανό κατά πολλούς τρόπους καί πολλές φορές, ὄχι μόνο ἐπίστευσαν ὅλοι, ἀλλά καί ἐκήρυξαν παντοῦ.“ὁ λόγος τους ἐξῆλθε σέ ὅλη τή γῆ καί τά ρήματά τους ἔφθασαν στά πέρατα τῆς οἰκουμένης”, “ἐνῶ ὁ Κύριος συνεργοῦσε καί ἐβεβαίωνε τόν λόγο μέ τά συνοδευτικά θαύματα”.διότι τά θαύματα ἦσαν ἀναγκαιότατα, μέχρις ὅτου κηρυχθῆ ὁ λόγος σέ ὅλη τή γῆ. ᾿Αλλά χρειάζονται μέν σημεῖα καί τεράστια θαύματα πρός παράστασι καί βεβαίωσι τῆς ἀληθείας τοῦ κηρύγματος.χρειάζονται ὅμως σημεῖα, ἀλλ᾿ ὄχι τεράστια πρός παράστασι αὐτῶν πού ὑποδέχθηκαν τόν λόγο, ἄν βεβαίως ἐπίστευσαν. Ποιά δηλαδή σημεῖα; Τά ἀπό τά ἔργα. “Δεῖξε μου”, λέγει, “τήν πίστη σου ἀπό τά ἔργα σου”, καί “ποιός εἶναι πιστός, ἄς δείξη τά ἔργα του ἀπό τήν καλή διαγωγή”. Ποιός θά πιστεύση πραγματικά ὅτι ἔχει διάνοια θεία καί ὑψηλή, καί θά ἐλέγαμε οὐράνια, ὅπως εἶναι ἡ εὐσέβεια, αὐτός πού ἐπιδίδεται σέ φαῦλα ἔργα καί εἶναι προσηλωμένος στή γῆ καί στά γήινα;

Δέν ὠφελεῖ τίποτε λοιπόν, ἀδελφοί, ἐάν λέγη κανείς ὅτι ἔχει θεία πίστι, δέν ἔχει ὅμως ἔργα κατάλληλα στήν πίστι. Τί ὠφέλησαν οἱ λαμπάδες τίς μωρές παρθένους, ἀφοῦ δέν εἶχαν ἔλαιο, δηλαδή τά ἔργα τῆς ἀγάπης καί τῆς συμπαθείας; Τί ὠφέλησε ἡ ἐπίκλησις τοῦ ᾿Αβραάμ σάν πατρός τόν πλούσιο ἐκεῖνον πού τηγανιζόταν στήν ἄσβεστη φλόγα ἐξ αἰτίας τῆς ἀσυμπαθείας πρός τόν Λάζαρο; Τί ὠφέλησε ἡ δῆθεν εὐπείθεια πρός τήν πρόσκλησι ἐκεῖνον τόν ἄνθρωπον πού δέν εἶχε ἀποκτήσει διά τῶν ἀγαθῶν ἔργων ἔνδυμα κατάλληλο γιά τό θεῖο γάμο καί γιά τόν ἄφθαρτο ἐκεῖνο νυμφῶνα; Προσκλήθηκε μέν καί προσῆλθε, διότι ἐπίστευσε ὁπωσδήποτε, καί παρακάθησε μέ τούς ἁγίους ἐκείνους συνδαιτυμόνες, ἀλλ᾿ ὅταν ἐξεσκεπάσθηκε καί καταισχύνθηκε, ὡς ἐνδεδυμένος τήν φαυλότητα ἀπό τά ἤθη καί τίς πράξεις ἐδέθηκε ἀνηλεῶς χειροπόδαρα κι᾿ ἐρρίφθηκε στή γέεννα τοῦ πυρός, ὅπου ἐπικρατεῖ ὁ κλαυθμός καί ὁ τρυγμός τῶν ὀδόντων.

Αὐτήν εἴθε νά μή τήν δοκιμάση κανείς Χριστιανός, ἀλλ᾿ ἐπιδεικνύοντας ὅλοι διαγωγή πρέπουσα στήν πίστι, νά εἰσέλθωμε στόν νυμφώνα τῆς ἄφθαρτης εὐφροσύνης καί νά ζήσωμε αἰωνίως μαζί μέ τούς ἁγίους ἐκεῖ, ὅπου εἶναι ἡ κατοικία ὅλων τῶν εὐφραινομένων. Γένοιτο.

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Σάββατο 3 Μαΐου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΣΑΒΒΑΤΟ Β΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πράξεων τῶν Ἀποστόλων τὸ Ἀνάγνωσμα
5: 21-32

Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, εἰσῆλθον οἱ Ἀπόστολοι εἰς τὸ ἱερὸν καὶ ἐδίδασκον. Παραγενόμενος δὲ ὁ ἀρχιερεὺς καὶ οἱ σὺν αὐτῷ συνεκάλεσαν τὸ συνέδριον καὶ πᾶσαν τὴν γερουσίαν τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, καὶ ἀπέστειλαν εἰς τὸ δεσμωτήριον ἀχθῆναι αὐτούς. Οἱ δὲ ὑπηρέται παραγενόμενοι οὐχ εὗρον αὐτοὺς ἐν τῇ φυλακῇ, ἀναστρέψαντες δὲ ἀπήγγειλαν λέγοντες ὅτι τὸ μὲν δεσμωτήριον εὕρομεν κεκλεισμένον ἐν πάσῃ ἀσφαλείᾳ καὶ τοὺς φύλακας ἑστῶτας πρὸ τῶν θυρῶν, ἀνοίξαντες δὲ ἔσω, οὐδένα εὕρομεν. Ὡς δὲ ἤκουσαν τοὺς λόγους τούτους ὅ τε στρατηγὸς τοῦ ἱεροῦ καὶ οἱ ἀρχιερεῖς, διηπόρουν περὶ αὐτῶν τί ἂν γένοιτο τοῦτο. Παραγενόμενος δέ τις ἀπήγγειλεν αὐτοῖς ὅτι ἰδοὺ οἱ ἄνδρες οὓς ἔθεσθε ἐν τῇ φυλακῇ εἰσὶν ἐν τῷ ἱερῷ ἑστῶτες καὶ διδάσκοντες τὸν λαόν. Τότε ἀπελθὼν ὁ στρατηγὸς σὺν τοῖς ὑπηρέταις ἤγαγεν αὐτούς, οὐ μετὰ βίας· ἐφοβοῦντο γὰρ τὸν λαόν, μὴ λιθασθῶσιν. Ἀγαγόντες δὲ αὐτοὺς ἔστησαν ἐν τῷ συνεδρίῳ. καὶ ἐπηρώτησεν αὐτοὺς ὁ ἀρχιερεὺς λέγων· Οὐ παραγγελίᾳ παρηγγείλαμεν ὑμῖν μὴ διδάσκειν ἐπὶ τῷ ὀνόματι τούτῳ; καὶ ἰδοὺ πεπληρώκατε τὴν Ἰερουσαλὴμ τῆς διδαχῆς ὑμῶν, καὶ βούλεσθε ἐπαγαγεῖν ἐφ΄ ἡμᾶς τὸ αἷμα τοῦ ἀνθρώπου τούτου. Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Πέτρος καὶ οἱ ἀπόστολοι εἶπαν· Πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις. Ὁ Θεὸς τῶν πατέρων ἡμῶν ἤγειρεν Ἰησοῦν, ὃν ὑμεῖς διεχειρίσασθε κρεμάσαντες ἐπὶ ξύλου· τοῦτον ὁ Θεὸς ἀρχηγὸν καὶ σωτῆρα ὕψωσε τῇ δεξιᾷ αὐτοῦ, δοῦναι μετάνοιαν τῷ Ἰσραὴλ καὶ ἄφεσιν ἁμαρτιῶν. Καὶ ἡμεῖς ἐσμεν μάρτυρες τῶν ῥημάτων τούτων, καὶ τὸ Πνεῦμα δὲ τὸ ἅγιον ὃ ἔδωκεν ὁ Θεὸς τοῖς πειθαρχοῦσιν αὐτῷ.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΑΓΙΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΤΙΜΟΘΕΟΥ ΚΑΙ ΜΑΥΡΑΣ)
Πρὸς Ἐφεσίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ ᾽Ανάγνωσμα
6: 10 – 17

Ἀδελφοί, ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ καὶ ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος αὐτοῦ. Ἐνδύσασθε τὴν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸ δύνασθαι ὑμᾶς στῆναι πρὸς τὰς μεθοδείας τοῦ διαβόλου· ὅτι οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις. Διὰ τοῦτο ἀναλάβετε τὴν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ, ἵνα δυνηθῆτε ἀντιστῆναι ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ πονηρᾷ καὶ ἅπαντα κατεργασάμενοι στῆναι. Στῆτε οὖν περιζωσάμενοι τὴν ὀσφὺν ὑμῶν ἐν ἀληθείᾳ, καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν θώρακα τῆς δικαιοσύνης, καὶ ὑποδησάμενοι τοὺς πόδας ἐν ἑτοιμασίᾳ τοῦ Εὐαγγελίου τῆς εἰρήνης, ἐν πᾶσιν ἀναλαβόντες τὸν θυρεὸν τῆς πίστεως, ἐν ᾧ δυνήσεσθε πάντα τὰ βέλη τοῦ πονηροῦ τὰ πεπυρωμένα σβέσαι· καὶ τὴν περικεφαλαίαν τοῦ σωτηρίου δέξασθε, καὶ τὴν μάχαιραν τοῦ Πνεύματος, ὅ ἐστι ῥῆμα Θεοῦ.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΣΑΒΒΑΤΟ Β΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην
6: 14-27

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἰδόντες οἱ ἄνθρωποι ὃ ἐποίησε σημεῖον ὁ Ἰησοῦς, ἔλεγον ὅτι οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ προφήτης ὁ ἐρχόμενος εἰς τὸν κόσμον. Ἰησοῦς οὖν γνοὺς ὅτι μέλλουσιν ἔρχεσθαι καὶ ἁρπάζειν αὐτὸν ἵνα ποιήσωσιν αὐτὸν βασιλέα, ἀνεχώρησε πάλιν εἰς τὸ ὄρος αὐτὸς μόνος. Ὡς δὲ ὀψία ἐγένετο, κατέβησαν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἐπὶ τὴν θάλασσαν, καὶ ἐμβάντες εἰς τὸ πλοῖον ἤρχοντο πέραν τῆς θαλάσσης εἰς Καπερναούμ. καὶ σκοτία ἤδη ἐγεγόνει καὶ οὐκ ἐληλύθει πρὸς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς, ἥ τε θάλασσα ἀνέμου μεγάλου πνέοντος διεγείρετο. ἐληλακότες οὖν ὡς σταδίους εἴκοσι πέντε ἢ τριάκοντα θεωροῦσι τὸν Ἰησοῦν περιπατοῦντα ἐπὶ τῆς θαλάσσης καὶ ἐγγὺς τοῦ πλοίου γινόμενον, καὶ ἐφοβήθησαν. ὁ δὲ λέγει αὐτοῖς· Ἐγώ εἰμι· μὴ φοβεῖσθε. ἤθελον οὖν λαβεῖν αὐτὸν εἰς τὸ πλοῖον, καὶ εὐθέως τὸ πλοῖον ἐγένετο ἐπὶ τῆς γῆς εἰς ἣν ὑπῆγον. Τῇ ἐπαύριον ὁ ὄχλος ὁ ἑστηκὼς πέραν τῆς θαλάσσης εἶδον ὅτι πλοιάριον ἄλλο οὐκ ἦν ἐκεῖ εἰ μὴ ἓν ἐκεῖνο εἰς ὃς ἐνέβησαν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ, καὶ ὅτι οὐ συνεισῆλθε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ ὁ Ἰησοῦς εἰς τὸ πλοιάριον, ἀλλὰ μόνοι οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἀπῆλθον· ἄλλα δὲ ἦλθε πλοιάρια ἐκ Τιβεριάδος ἐγγὺς τοῦ τόπου, ὅπου ἔφαγον τὸν ἄρτον εὐχαριστήσαντος τοῦ Κυρίου· ὅτε οὖν εἶδεν ὁ ὄχλος ὅτι Ἰησοῦς οὐκ ἔστιν ἐκεῖ οὐδὲ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ, ἐνέβησαν αὐτοὶ εἰς τὰ πλοῖα καὶ ἦλθον εἰς Καπερναοὺμ ζητοῦντες τὸν Ἰησοῦν. καὶ εὑρόντες αὐτὸν πέραν τῆς θαλάσσης εἶπον αὐτῷ· Ραββί, πότε ὧδε γέγονας; ἀπεκρίθη αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπεν· Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ζητεῖτέ με, οὐχ ὅτι εἴδετε σημεῖα, ἀλλ’ ὅτι ἐφάγετε ἐκ τῶν ἄρτων καὶ ἐχορτάσθητε. ἐργάζεσθε μὴ τὴν βρῶσιν τὴν ἀπολλυμένην, ἀλλὰ τὴν βρῶσιν τὴν μένουσαν εἰς ζωὴν αἰώνιον, ἣν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὑμῖν δώσει· τοῦτον γὰρ ὁ πατὴρ ἐσφράγισεν ὁ Θεός.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΑΓΙΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΤΙΜΟΘΕΟΥ ΚΑΙ ΜΑΥΡΑΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
21: 12 – 19

Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαὐτοῦ Μαθηταῖς· προσέχετε ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων· ἐπιβαλοῦσιν γὰρ ἐφ’ ὑμᾶς τὰς χεῖρας αὐτῶν καὶ διώξουσι, παραδιδόντες εἰς συναγωγὰς καὶ φυλακάς, ἀγομένους ἐπὶ βασιλεῖς καὶ ἡγεμόνας ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός μου· ἀποβήσεται δὲ ὑμῖν εἰς μαρτύριον. θέτε οὖν εἰς τὰς καρδίαις ὑμῶν μὴ προμελετᾶν ἀπολογηθῆναι· ἐγὼ γὰρ δώσω ὑμῖν στόμα καὶ σοφίαν, ᾗ οὐ δυνήσονται ἀντειπεῖν οὐδὲ ἀντιστῆναι πάντες οἱ ἀντικείμενοι ὑμῖν. παραδοθήσεσθε δὲ καὶ ὑπὸ γονέων καὶ συγγενῶν καὶ φίλων καὶ ἀδελφῶν, καὶ θανατώσουσιν ἐξ ὑμῶν, καὶ ἔσεσθε μισούμενοι ὑπὸ πάντων διὰ τὸ ὄνομά μου· καὶ θρὶξ ἐκ τῆς κεφαλῆς ὑμῶν οὐ μὴ ἀπόληται· ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθε τὰς ψυχὰς ὑμῶν.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς: Ο Κύριος εμφανίστηκε στον Θωμά για χάρη όλων εκείνων που αναζητούν την αλήθεια και τη ζωή

Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς

Το σημερινό ευαγγέλιο μας προσφέρει μιά μεγαλειώδη απόδειξη της Ανάστασης του Χριστού. Μιά απόδειξη πού πιστοποιείται με την πίστη του αποστόλου Θωμά, αλλά και με την πίστη χιλιάδων άλλων χριστιανών από την αρχή της ιστορίας της σωτηρίας ίσαμε σήμερα. «Ούσης ούν οψίας τη ημέρα εκείνη τη μιά των σαββάτων, καί των θυρών κεκλεισμένων όπου ήσαν οι μαθηταί συνηγμένοι διά τον φόβον των Ιουδαίων, ήλθεν ο Ιησούς καί έστη εις τό μέσον, καί λέγει αυτοίς ειρήνη υμίν» (Ιωάν. κ19).

Η πρώτη ημέρα της εβδομάδας είναι η επόμενη του Σαββάτου. Αυτό είναι σαφές από το κατά Μάρκον ευαγγέλιο, όπου αναφέρεται: «Καί διαγενομένου του σαββάτου λίαν πρωί της μίας σαββάτων» (Μάρκ. ιστ 1-2). Η ημέρα αυτή είναι η Κυριακή, τότε που αναστήθηκε ο Κύριος νωρίς το πρωί. Αργά το βράδυ της ίδιας ημέρας λοιπόν, οι μαθητές είχαν μαζευτεί σ ένα σπίτι στα Ιεροσόλυμα όλοι μαζί, εκτός από τον Θωμά.

Όλα είχαν γίνει σύμφωνα με την προφητεία: «πατάξω τον ποιμένα και διασκορπισθήσονται τα πρόβατα» (Μάρκ. ιδ 27). Οι απόστολοι όμως δέν ήταν άλογα ζώα, για να διασκορπιστούν στους πέντε ανέμους. Συγκεντρώθηκαν όλοι μαζί σ ένα σπίτι για να περιμένουν τις εξελίξεις και να στηρίξουν ο ένας τον άλλο. Επειδή φοβούνταν τους Ιουδαίους είχαν κλειδώσει την πόρτα. Αναμφίβολα όλοι τους είχαν ζωντανή στη μνήμη την προφητεία του Διδασκάλου τους, όταν τους προειδοποιούσε πώς θα τους παραδώσουν σε συνέδρια και θα τους μαστιγώσουν στις συναγωγές (βλ. Ματθ. ι 17). Δεν ήταν δυνατό να ξεχάσουν τα φοβερά λόγια Του: «αλλ έρχεται ώρα ίνα πάς ο αποκτείνας υμάς δόξη λατρείαν προσφέρειν τώ Θεώ» (Ιωάν. ιστ 2).

Ο φόβος των αποστόλων αυτές τις μέρες, όταν μπροστά στα μάτια τους συντελέστηκαν τόσα παράλογα εγκλήματα εναντίον του Διδασκάλου τους, ήταν κάτι περισσότερο από κατανοητός. Αδύναμοι άνθρωποι ήταν. Τί άλλο θα περίμεναν από τους αιμοδιψείς πρεσβυτέρους των Ιουδαίων, αφού γνώριζαν ήδη πόσο αδίστακτοι ήταν στη δίκη του αναμάρτητου και παντοδύναμου Χριστού, του θαυματουργού; Ο Χριστός όμως, ακόμα και μέσα στόν τάφο τους είχε στο νού Του, για να μή πάθουν κανένα κακό. Θα τους ενίσχυε να μην προδώσουν ο ένας τον άλλο και να μη σκορπιστούν στις τέσσερις γωνιές της γης προτού τον δούν ζωντανό και δοξασμένο. Και να που τώρα, το τέταρτο βράδυ από τότε που οι μαθητές χωρίστηκαν από τον Κύριό τους από τότε πού τον συνέλαβαν καί τον οδήγησαν σε δίκη καί την πρώτη μέρα μετά την Ανάσταση, ο Κύριος εμφανίστηκε μπροστά τους ζωντανός και δοξασμένος…

***

«Καί μεθ’ ημέρας οκτώ πάλιν ήσαν έσω οι μαθηταί αυτού και Θωμάς μετ’ αυτών. έρχεται ο Ιησούς των θυρών κεκλεισμένων, και έστη εις το μέσον και είπεν· ειρήνη υμίν» (Ιωάν. κ’ 26). Οκτώ μέρες αργότερα, Κυριακή πάλι, οι μαθητές ήταν συναγμένοι. Μαζί τους ήταν και ο Θωμάς. Τότε, κι ενώ οι πόρτες ήταν πάλι κλεισμένες, ο Ιησούς μπήκε μέσα, στάθηκε ανάμεσά τους και είπε: ειρήνη υμίν. Όλα έγιναν όπως και την πρώτη φορά που εμφανίστηκε μπροστά τους. Όλα, μόνο που τώρα ήταν κι ο Θωμάς μαζί τους. Φαίνεται πως ο Κύριος ήθελε να εμφανιστεί στον Θωμά ακριβώς όπως και στους άλλους, για να επιβεβαιώσει στο δύσπιστο μαθητή όλα εκείνα που του διηγήθηκαν οι άλλοι δέκα….

Όλα όσα γράφτηκαν στο ευαγγέλιο έχουν ένα μοναδικό σκοπό: «ίνα πιστεύσητε ότι ο Ιησούς εστιν ο Χριστός ο υιός του Θεού». Αυτό σημαίνει: Μην περιμένετε άλλον Μεσσία και Σωτήρα του κόσμου.

Αυτός που ήταν να έρθει, ήρθε. Αυτός που προφήτεψαν οι προφήτες του Ισραήλ, αλλά κι οι Σίβυλλες του ειδωλολατρικού κόσμου, εμφανίστηκε στ’ αλήθεια. Όλα όσα γράφτηκαν, ήταν επίσης ώστε και ίνα πιστεύοντες ζωήν έχητε εν τω ονόματι αυτού. Με την πίστη αυτή, που ο Θωμάς την επιβεβαίωσε με τις αισθήσεις του, θα έχετε ζωή αιώνια. Απ’ αυτό φαίνεται πως τα καταληκτικά αυτά λόγια του σημερινού ευαγγελίου συνδέονται με το περιστατικό που προηγήθηκε, με τον Θωμά και την απιστία του.

Ο Κύριος εμφανίστηκε στον Θωμά όχι μόνο για δική του χάρη, αλλά για τη χάρη όλων εκείνων που αναζητούν την αλήθεια και τη ζωή. Με την εμφάνισή Του στον Θωμά ο Κύριος βοήθησε όλους εμάς να τον πιστέψουμε πιο εύκολα, αναστημένο και ζωντανό. Καί με την πίστη αυτή να συμμετάσχουμε στην αιώνια αλήθεια και την αιώνια ζωή. Εν τω ονόματι αυτού, προσθέτει ο ευαγγελιστής.

Γιατί εν τω ονόματι αυτού; Επειδή «και ουκ έστιν εν άλλω ουδενί η σωτηρία· ουδέ γαρ όνομά εστιν έτερον υπό τον ουρανόν το δεδομένον εν ανθρώποις εν ω δεί σωθήναι ημάς» (Πραξ. δ’ 12). Γιατί «πας γαρ ος αν επικαλέσηται το όνομα Κυρίου σωθήσεται» (Ρωμ. ι’ 13). Μόνο η ζωή που αναζητείται και αποκτάται στο όνομα του Κυρίου Ιησού είναι αληθινή ζωή. Κάθε άλλη είναι θάνατος και φθορά.

Στην άνυδρη ερημιά της ανθρώπινης ιστορίας, ο αναστημένος Χριστός είναι η μόνη σίγουρη πηγή νερού που ξεδιψάει και αναζωογονεί. Οτιδήποτε άλλο θα φαίνεται σαν πηγή νερού στον ταλαιπωρημένο και διψασμένο ταξιδιώτη, που δεν θα είναι πηγή αλλά το λαμπύρισμα της καυτής άμμου, μια διαβολική αυταπάτη.

***

Το βαθύτερο νόημα της σημερινής ευαγγελικής περικοπής έχει σχέση με το εσωτερικό δράμα της ψυχής του ανθρώπου. Όποιος θέλει να εμφανιστεί ο αναστημένος Κύριος μέσα του, με τη βοήθεια τού Αγίου Πνεύματος, πρέπει να κλειδαμπαρώσει την πόρτα της ψυχής του, να την προστατέψει από την εισβολή του εξωτερικού, του φυσικού κόσμου. Όπως γράφει ο άγιος Θεόληπτος στή Φιλοκαλία: «Αποκτήστε σοφία από τις μέλισσες. Με το που θα δουν σμήνος από σφήκες να πετούν γύρω τους, μένουν μέσα στην κυψέλη κι έτσι διαφεύγουν τον κίνδυνο από τις επιθέσεις τους». Με τον ίδιο τρόπο οι απόστολοι προστατεύτηκαν από τους αιμοδιψείς και υλιστές Ιουδαίους.

Οι Ιουδαίοι αντιπροσωπεύουν κατά κάποιο τρόπο τον υλισμό και τον αισθησιασμό. Σε ψυχή όμως που διαφυλάσσεται με ζήλο και κλειδαμπαρώνεται, ο Κύριος θα εμφανιστεί εν δόξη. Ο δοξασμένος Νυμφίος θ αποκαλυφτεί τότε στη συνετή νύμφη.

Όταν εμφανίζεται ο Κύριος, ο φόβος του κόσμου εξαφανίζεται κι η ψυχή ειρηνεύει. Κι όχι μόνο ειρηνεύει. Ο Κύριος φέρνει πάντα μαζί Του πολλά καί διάφορα δώρα, όπως χαρά, δύναμη καί θάρρος. Εδραιώνει την πίστη, ενισχύει τη ζωή.

Όταν ο Κύριος εμφανίζεται καί μας παρέχει όλα αυτά τα πολύτιμα δώρα, κάποια αμφιβολία εξακολουθεί ακόμα να κρύβεται σε κάποια γωνιά της ψυχής μας.

Η γωνιά αυτή αντιπροσωπεύει το δύσπιστο Θωμά. Γιά να φωτιστεί καί να θερμανθεί κι η γωνιά αυτή με τη χάρη του Κυρίου, πρέπει να επιμείνουμε στήν προσευχή καί νά περιμένουμε μέ μεγάλη υπομονή. Πρέπει νά μένουμε κλειδαμπαρωμένοι, προστατευμένοι από τόν έξω κόσμο, από τίς σωματικές επιθυμίες καί ορμές.

Τότε ο Κύριος πού αγαπά τό ανθρώπινο γένος θά μάς συμπονέσει καί θά εισακούσει τίς προσευχές μας. Θά εμφανιστεί ξανά καί με τη φιλεύσπλαχνη παρουσία Του θα φωτίσει και την τελευταία σκοτεινή γωνιά της ψυχής μας. Τότε και μόνο τότε θα μπορέσουμε να πούμε πώς είμαστε ζωντανές ψυχές και υιοί Θεού κατά χάρη. Κι όλα αυτά με τη χάρη του Κυρίου καί Σωτήρα μας Ιησού Χριστού, στόν Οποίο πρέπει η τιμή καί η προσκύνηση, μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Άγιο Πνεύμα, την ομοούσια κ αί αδιαίρετη Τριάδα, τώρα καί πάντα και στους αιώνες τών αιώνων. Αμήν.

Από το βιβλίο: Αναστάσεως Ημέρα, Αθήναι 2011, μετάφρ. Π. Μπότση, σελ. 33 εξ.

Πηγή: https://iconandlight.wordpress.com/2015/04/18/

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ: Βίος καὶ μαρτύριο τῶν ἁγίων μαρτύρων Τιμοθέου καὶ Μαύρας (3 Μαΐου)

Ἅγιοι Τιμόθεος καὶ Μαῦρα. Τοιχογραφία στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίας Μαύρας στὸ Κοιλάνι.

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ

Ἅγιοι Τιμόθεος καὶ Μαῦρα. Φορητὴ εἰκόνα στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίων Τιμοθέου καὶ Μαύρας στὰ Καλλιάνα.

Οἱ ἅγιοι Τιμόθεος καὶ Μαύρα, τὸ εὐλογημένο ζεῦγος τοῦ Χριστοῦ, οἱ μεγαλώνυμοι καὶ πανθαύμαστοι μάρτυρες, ἔζησαν κατὰ τὸ δεύτερο μισὸ τοῦ 3ου καὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ 4ου αἰώνα. Κατάγονταν ἀπὸ ἕνα μικρὸ χωριὸ τῆς ἐπαρχίας τῆς Θηβαΐδας στὴν Αἴγυπτο, ποὺ λεγόταν Παναπέων.

Ὁ ἅγιος Τιμόθεος ξεχώριζε ἀπὸ τοὺς ἄλλους συμπολίτες του γιὰ τὴ μεγάλη εὐλάβειά του στὸν Θεὸ καὶ τὴν ἐπίδοση στὰ ἱερὰ γράμματα. Ἐμπνεόμενος ἀπὸ ἱεραποστολικὴ διάθεση, διάβαζε στοὺς χωριανούς του τὰ ἱερὰ βιβλία ποὺ εἶχε, στὸ σπίτι του ἢ στὴν ἐκκλησία, καὶ ξεδιψοῦσε ἔτσι τὶς ψυχές τους μὲ τὸ ἀθάνατο νερὸ τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Ἐπιβραβεύοντας τὸν ζῆλο του τοῦτο ὁ ἐπίσκοπος τῆς Θηβαΐδας, τὸν χειροθέτησε ἀναγνώστη. Ὅμως, ἀντὶ τοῦ ἱερατικοῦ σταδίου, ποὺ διαφαινόταν πὼς ὁ νεαρὸς Τιμόθεος θὰ ἀκολουθοῦσε, ἡ Θεία Πρόνοια τὸν ἑτοίμαζε γιὰ ἕνα ἄλλο, ὑψηλὸ καὶ θαυμαστό, τὸ στάδιο τοῦ διὰ Χριστὸν μαρτυρίου.

Βρισκόμαστε στὴν περίοδο τοῦ τελευταίου μεγάλου διωγμοῦ κατὰ τῶν χριστιανῶν, ποὺ κήρυξαν στὴν ἀνατολικὴ ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία οἱ αἱμοβόροι εἰδωλολάτρες αὐτοκράτορες Διοκλητιανὸς καὶ Γαλέριος στὶς 23 Φεβρουαρίου τοῦ 303. Ἐκεῖνο ἀκριβῶς τὸν καιρό, ὁ Τιμόθεος εἶχε νυμφευθεῖ τὴ Μαύρα, καὶ ὅλοι χαίρονταν γιὰ τὸν ἁρμονικὸ αὐτὸ γάμο. Μόνο κάποιοι φθονεροὶ συγχωριανοί τους, λατρευτὲς τῶν εἰδώλων, λυπήθηκαν γιὰ τὴ χαρὰ τοῦ πιστοῦ τούτου ζεύγους καί, ἐνῶ δὲν εἶχαν περάσει εἴκοσι μέρες ἀπὸ τὸν γάμο τους, διέβαλαν στὸν εἰδωλολάτρη ἡγεμόνα τῆς Θηβαΐδας Ἀρριανὸ τὸν Τιμόθεο, ὡς διδάσκαλο τῶν χριστιανῶν. Ὁ Ἀρριανὸς διέταξε τὸν ἅγιο Τιμόθεο νὰ παρουσιασθεῖ ἐνώπιόν του.

Ἅγιοι Τιμόθεος καὶ Μαῦρα. Τοιχογραφία στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίας Μαύρας στὸ Κοιλάνι.

Ἀνακρίνοντας τὸν μάρτυρα, ὁ τύραννος τοῦ ζήτησε νὰ τοῦ παραδώσει τὰ ἱερὰ ἐκεῖνα βιβλία, μὲ τὰ ὁποῖα δίδασκε τοὺς χριστιανούς, μὲ σκοπὸ νὰ τὰ καταστρέψει. Κι ὁ Τιμόθεος τοῦ ἀπάντησε: «Τὰ βιβλία αὐτὰ εἶναι σὰν παιδιὰ δικά μου. Αὐτὰ μὲ στηρίζουν κι ἐμένα καὶ τοὺς ἄλλους στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Κι ὅπως κανένας ἀληθινὸς πατέρας δὲν παραδίδει θεληματικὰ τὰ παιδιά του στὸν θάνατο, ἔτσι κι ἐγὼ δὲν πρόκειται νὰ παραδώσω τὰ ἅγια βιβλία τῆς Ἐκκλησίας γιὰ νὰ τὰ κάψεις». Μετὰ τὴν ἀτρόμητη αὐτὴ ὁμολογία του, ὁ Τιμόθεος ὑποβλήθηκε σὲ σκληρὰ βασανιστήρια. Πρῶτα τοῦ πέρασαν ἀπὸ τὰ αὐτιὰ πυρακτωμένες σιδερένιες σοῦβλες. Ἀπὸ τὴ βία τῆς καύσης, οἱ βολβοὶ τῶν ματιῶν του διαλύθηκαν καὶ χύθηκαν στὴ γῆ. Καὶ στὴ συνέχεια, ὁ ἀνυποχώρητος μάρτυρας προσδέθηκε σὲ τροχὸ γεμάτο κοφτερὰ μαχαίρια, γιὰ νὰ κατακοπεῖ. Ἡ χάρη ὅμως τοῦ Κυρίου, γιὰ τὸν Ὁποῖο ὁ Τιμόθεος ὑφίστατο τὶς πανώδυνες ἐκεῖνες δοκιμασίες, σταμάτησε ἀπότομα τὴν κίνηση τοῦ βασανιστηρίου ἐκείνου τροχοῦ, ἀπελευθέρωσε τὸν μάρτυρα καὶ θεράπευσε συνάμα κάθε πληγὴ ἀπὸ τὸ πολύαθλο σῶμα του. Ὕστερα ὁ Τιμόθεος ρίχθηκε στὴ φυλακή.

Τὴν ἑπομένη, ὁ τύραννος πρόσταξε καὶ ὁδήγησαν τὴ Μαῦρα ἐνώπιόν του, τὴν ὁποία ἀνάγκασε μὲ ἀπειλὲς νὰ πάει στὴ φυλακὴ καὶ νὰ πείσει τὸν σύζυγό της νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Μὲ τὶς παραινέσεις ὅμως τοῦ μάρτυρος ἡ Μαύρα ὁμολόγησε κι ἐκείνη θαρραλέα τὴν πίστη της στὸν Χριστὸ ἐνώπιον τοῦ Ἀρριανοῦ, γιὰ νὰ ὑποβληθεῖ στὴ συνέχεια σὲ ποικίλα βασανιστήρια, κατὰ τὴ διάρκεια τῶν ὁποίων δοξολογοῦσε τὸν Θεό. Ἀρχικὰ τὶς ξερρίζωσαν τὶς τρίχες τῆς κεφαλῆς καὶ στὴ συνέχεια τῆς ἔκοψαν ὅλα τὰ δάκτυλα. Κατόπιν τὴ βύθισαν μέσα σὲ ἕνα λέβητα (καζάνι) μὲ καυτὸ νερό. Ἀλλ᾽ ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ τὴ διαφύλαξε ἀβλαβή, σὲ σημεῖο ποὺ ἀπόρησε ὁ ἡγεμόνας. Κι ὅταν αὐτός, γιὰ νὰ διαπιστώσει ἂν πράγματι ἔκαιγε τὸ νερό, ζήτησε ἀπὸ τὴ μάρτυρα νὰ τοῦ ρίξει λίγο ἀπὸ αὐτό, τότε ἀμέσως διαλύθηκε τὸ δέρμα του! Ὁ ἀνηλεής τύραννος, ὀργισμένος ποὺ δὲν πέτυχε νὰ κάνει τοὺς ἁγίους νὰ ἀλλαξοπιστήσουν μετὰ ἀπὸ τόσα βάσανα, πρόσταξε στὸ τέλος νὰ τοὺς σταυρώσουν, μάλιστα τὸν ἕνα ἀπέναντι ἀπὸ τὸν ἄλλο, γιὰ νὰ ὑποστοῦν διπλὸ καὶ πολλαπλὸ πόνο.

Ἅγιοι Τιμόθεος καὶ Μαῦρα. Τοιχογραφία στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίας Μαύρας στὸ Κοιλάνι.

Ἐννέα ἡμέρες παρέμειναν ζωντανοὶ οἱ μάρτυρες ἐπάνω στὸν σταυρό τους, ἀναδεικνύμενοι στὴν ἐντέλεια μιμητὲς τοῦ Πάθους τοῦ Ἐσταυρωμένου Δεσπότου Χριστοῦ. Ἀλλὰ καὶ τότε ὁ διάβολος, φθονώντας τὴν ὑπομονὴ καὶ δόξα τῶν ἁγίων, δὲν ἔπαυσε νὰ τοὺς πειράζει. Παρουσιάσθηκε στὴ Μαύρα σὰν σὲ ἔκσταση, προσφέροντάς της ἕνα ποτήρι γεμάτο μὲ μέλι καὶ γάλα, καὶ τὴν παρότρυνε νὰ τὸ πιεῖ, γιὰ νὰ μὴ φλογίζεται ἀπὸ τὴ δίψα. Φωτισμένη ἡ ἁγία ἀπὸ τὸν Θεό, γνώρισε τὴ σατανικὴ παγίδα καί, μὲ τὴν προσευχή της, ἀποδίωξε τὸν διάβολο. Ἀλλ᾽ αὐτός, κατὰ παραχώρηση Θεοῦ, χρησιμοποίησε καὶ ἄλλο τέχνασμα. Φάνηκε στὴν ἁγία πὼς τὴ μετέφερε σ᾽ ἕνα ποτάμι στὸ ὁποῖο ἔρρεε μέλι καὶ γάλα καὶ τῆς πρότεινε νὰ πιεῖ γιὰ νὰ ξεδιψάσει. Ἐκείνη ὅμως ἡ στερρόψυχη τοῦ ἀποκρίθηκε: «Δὲν πρόκειται νὰ πιῶ ἀπ᾽ αὐτά. Θὰ πιῶ μόνο ἀπὸ τὸ οὐράνιο ποτήριο, ποὺ μοῦ πρόσφερε ὁ Χριστός». Ἔτσι, ὁ διάβολος ἀναχώρησε νικημένος καὶ καταντροπιασμένος.

Τότε, ἀνταμείβοντας ὁ Θεὸς τὴν ἀνδρεία της καὶ ἐνισχύοντάς την νὰ ὑπομείνει ἕως τέλους τὸ μαρτύριο, τῆς ἔστειλε ἄγγελο, ὁ ὁποῖος τὴν πῆρε ἀπὸ τὸ χέρι, τὴν ὁδήγησε στὸν οὐρανὸ καί, ἀφοῦ τῆς ἔδειξε ἕνα θρόνο μὲ μιὰ στολὴ λευκὴ ἐπάνω σ᾽ αὐτὸν καὶ ἕνα στεφάνι, τῆς εἶπε: «Αὐτὰ ἑτοιμάστηκαν γιὰ σένα». Στὴ συνέχεια, ἀφοῦ τὴν ὁδήγησε ἀκόμη ψηλότερα, τῆς ἔδειξε ἄλλο θρόνο καὶ στολὴ καὶ στεφάνι καὶ τῆς εἶπε: «Αὐτὰ προορίζονται γιὰ τὸν σύζυγό σου. Ἡ διαφορὰ τοῦ τόπου καὶ τῆς δόξας δηλώνει τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ ἄντρας σου ὑπῆρξε ἡ αἰτία τῆς σωτηρίας σου».

Μετὰ λοιπὸν τὶς ἐννέα ἡμέρες τοῦ φοβεροῦ ἐκείνου μαρτυρίου, παρέδωσαν οἱ ἅγιοι τὶς ψυχές τους στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, τὸν Ὁποῖο «ἠγάπησαν ἕως θανάτου», γιὰ νὰ λάβουν τὰ στέφη τῆς ὁμολογίας καὶ τοῦ μαρτυρίου. Τελειώθηκαν δὲ οἱ μάρτυρες στὶς 3 Μαΐου τοῦ ἔτους 304. Καὶ ὁ Δικαιοκρίτης Θεὸς τοὺς δόξασε στὴ γῆ καὶ στὸν οὐρανό.

Ἡ τιμὴ τῶν ἁγίων Τιμοθέου καὶ Μαύρας στὴν Κύπρο

Ἡ τιμὴ τῶν ἁγίων μαρτύρων Τιμοθέου καὶ Μαύρας, γιὰ τὸν θαυμαστὸ βίο, τὰ πολυποίκιλα μαρτύρια καὶ τὴ θαυματουργικὴ χάρη ποὺ ἐπάξια ἔλαβαν ἀπὸ τὸν Δωρεοδότη Κύριο, ξαπλώθηκε μὲ τὸν χρόνο σὲ πολλὲς ἄλλες περιοχές, πέραν τῆς Αἰγύπτου. Ἀπὸ τὴ βυζαντινὴ περίοδο οἱ ἅγιοι τιμήθηκαν καὶ στὴ νῆσο μας Κύπρο, μὲ τὴν ἀνέγερση ναῶν στὸ ὄνομά τους καὶ τὴν εἰκονογράφησή τους σὲ τοιχογραφίες καὶ φορητὲς εἰκόνες. Θὰ πρέπει πάντως νὰ σημειώσουμε πώς, παράλληλα μὲ τὴν τιμὴ τους στὴ μεγαλόνησο, τιμᾶται, ἀπὸ τὴν πρώιμη βυζαντινὴ περίοδο, καὶ μία ἄλλη ὁμώνυμη ἁγία Μαύρα, πιθανῶς τοπικὴ ὁσία.

Ἀπὸ τοὺς ναοὺς τῶν ἁγίων Τιμοθέου καὶ Μαύρας στὴν Κύπρο, ἀξιοσημείωτος εἶναι ἐκεῖνος κοντὰ στὸ χωριὸ Κοιλάνι τῆς Λεμεσοῦ, τοῦ 12ου αἰώνα, καθολικὸ ἐρειπωμένης σήμερα βυζαντινῆς μονῆς, ὅπου σώζονται καὶ ὡραῖες μεσαιωνικὲς τοιχογραφίες.

Μνήμη των Αγίων Μαρτύρων Διοδώρου και Ροδοπιανού Διακόνου. Μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Πέτρου του Θαυματουργού (3 Μαΐου)

Μνήμη των Aγίων Mαρτύρων Διοδώρου και Pοδοπιανού Διακόνου

Pοδοπιανώ και Διοδώρω ρόδα,
Ή δώρα μάλλον ήσαν οι πλήκται λίθοι.

Oύτοι ήσαν κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού εν έτει τβ΄ [302], διά δε την εις Xριστόν πίστιν υπέμειναν οι αοίδιμοι πολλάς ύβρεις και μάστιγας από τους εδικούς των συμπατριώτας, εις την εν Kαρία ευρισκομένην πόλιν Aφροδισίαν. Tελευταίον δε ελιθοβολήθηκαν από τους αυτούς, και ούτω παρέδωκαν τας ψυχάς των εις χείρας Θεού, παρά του οποίου έλαβον της αθλήσεως τους στεφάνους.


Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Πέτρου του Θαυματουργού

Pίψας τον εχθρόν εν θεάτρω τω βίω.
Ζωστήρα νίκης ζωννύη θανών Πέτρε.

Oύτος πατρίδα μεν είχε την Kωνσταντινούπολιν, εγεννήθη δε από γονείς θεοφιλείς, οίτινες ομού με όλην τους την φαμιλίαν, επρόκριναν να ζήσουν την μοναχικήν ζωήν. Όθεν επειδή οι μεγαλίτεροι αδελφοί του, ο Παύλος, λέγω, και ο Διονύσιος, έγιναν προτίτερα Mοναχοί, διά τούτο και ούτος ομού με τον μικρότερον αδελφόν του Πλάτωνα, έγιναν καλόγηροι, κατά μίμησιν και ζήλον εκείνων. Kαι τόσον εφιλονείκησεν ο μακάριος ούτος Πέτρος να υπερβή όλους τους συνομηλίκους του κατά τους αγώνας της ασκήσεως, ώστε οπού, όχι μόνον οι αδελφοί του, αλλά και όλοι οι άλλοι Mοναχοί εμεταχειρίσθηκαν αυτόν πρωτότυπον και παράδειγμα εις την αρετήν. Kαι όσα καλά ευρίσκοντο εις το υποκείμενόν του, εσπούδαζον να το μεταγράφουν και να το μορφόνουν και εκείνοι εις την εδικήν τους ζωήν. Όθεν και ο τότε Πατριάρχης Nικόλαος ο Iταλός, θαυμάζων και επαινών αυτόν διά την αρετήν και λογιότητά του, εσπούδαζε να τον τιμήση με Aρχιερωσύνην. O δε Πέτρος μη αρεσκόμενος εις εκείνα, οπού τότε εγίνοντο, δεν έστεργε τούτο. Όθεν ο Πατριάρχης εκατάπεισε τον τούτου αδελφόν Παύλον με παραινέσεις, και εχειροτόνησεν αυτόν Aρχιερέα της εν τω Mορέα Kορίνθου1. O δε Πέτρος ούτος φεύγωντας την βίαν του Πατριάρχου, κατέβη μαζί με τον Aρχιερέα αδελφόν του Παύλον εις την Kόρινθον, και εκεί διεπέρασεν εν ησυχία καιρόν πολύν. Aλλ’ όμως δεν εκέρδησε τον σκοπόν του έως τέλους. Eπειδή γαρ ο Aρχιερεύς του Άργους ετελεύτησε, διά τούτο επήγαν εις τον άγιον Kορίνθου οι Nαυπλοιώται και Aργίται Xριστιανοί, και παρεκάλουν αυτόν με πολλάς δεήσεις, διά να χειροτονήση εις αυτούς Aρχιερέα τον αδελφόν του τούτον Πέτρον. Όθεν ο Πέτρος αναγκαζόμενος, και μη συγκατανεύων εις τούτο, έφυγε και έλιπεν εις πολύν καιρόν.

Όταν δε επαναγύρισε, πάλιν ενώχλουν αυτόν περισσότερον, όθεν ολίγον κατ’ ολίγον συγκατανεύσας εις τα δάκρυά των, έλαβε την προεδρίαν. Aφ’ ου δε έγινεν Aρχιερεύς, πρώτον μεν, επιμελήθη διά την ευταξίαν των Iερέων και της Eκκλησίας. Δεύτερον δε, επιμελήθη και διά να έχη ο κάθε Iερεύς την ανήκουσαν εις αυτόν εφορίαν και προστασίαν των ψυχών. Tόσον δε πολλά άπλονε το χέρι του εις ελεημοσύνην ο τρισμακάριος, ώστε οπού, πολλαίς φοραίς δεν ακριβεύετο ουδέ αυτό το υποκάμισόν του, αλλά έδιδεν αυτό εις τους πένητας. Όθεν έτρεφε τους ορφανούς, εβοήθει εις τας χήρας, και εις όλους τους χρειαζομένους ιλαρώς ευκέρονε τον έλεον. Όθεν εις ένα καιρόν, οπού ηκολούθησε πείνα εις τον Mορέαν, ο Άγιος ούτος έθρεψε πολλάς μυριάδας λαού. Kαι επειδή, δίδοντος του Aγίου, ευκέρωσε το πιθάρι, και έμεινεν ολίγον αλεύρι εις αυτό, διά τούτο, ω του θαύματος! πάλιν το πιθάρι ευρέθη γεμάτον, και έφθασεν εις καιρόν αρκετόν, όχι μόνον διά τους ενδεείς και πτωχούς, αλλά και διά αυτούς ακόμη τους εδικούς του ανθρώπους.

Έργον και κατόρθωμα του Aγίου τούτου εστάθησαν αι απολυτρώσεις των σκλαβωμένων, από τας χείρας των δυναστών και στερεωτέρων. Oύτος ιάτρευσε και μίαν παρθένον δαιμονισμένην. Oύτος προείπεν αινιγματωδώς ένα πάθος, οπού έμελλε να ακολουθήση εις όλην την Πελοπόννησον. Aυτός επρογνώρισε και το τέλος της ζωής του. Όθεν αφ’ ου έγινε χρόνων εβδομήκοντα, και αφ’ ου έχυσε μυρίους ιδρώτας διά την κατόρθωσιν της αρετής, αφήκε την μακαρίαν του ψυχήν εις χείρας Θεού. Aλλά και μετά θάνατον φανεράν παρασταίνει εις το άγιόν του λείψανον την ενέργειαν της χάριτος του Aγίου Πνεύματος. Προχέει γαρ εκ τούτου μύρα ευωδέστατα, και δαίμονας διώκει, και ασθενείας διαφόρους ιατρεύει, και με αυτά όλα, καθαρώς φανερόνοι την μακαριότητα και δόξαν, οπού έλαβεν εις τους Oυρανούς ο αοίδιμος2.

Σημειώσεις

1. O Παύλος ούτος φαίνεται να ήναι ο ίδιος εκείνος, οπού εορτάζεται κατά την εικοστήν εβδόμην του Mαρτίου.

2. Σημείωσαι, ότι ο Πέτρος ούτος, φαίνεται να ήναι ο ίδιος εκείνος, οπού εορτάζεται κατά την τρίτην του Iαννουαρίου, όστις και σημειοφόρος εκεί καλείται.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Παρασκευὴ 2 Μαΐου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΛΕΙΨΑΝΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ)
Πρὸς Ἑβραίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ ᾽Ανάγνωσμα
13: 7 – 16

Ἀδελφοί, μνημονεύετε τῶν ἡγουμένων ὑμῶν, οἵτινες ἐλάλησαν ὑμῖν τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, ὧν ἀναθεωροῦντες τὴν ἔκβασιν τῆς ἀναστροφῆς μιμεῖσθε τὴν πίστιν. ᾽Ιησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτός, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας. Διδαχαῖς ποικίλαις καὶ ξέναις μὴ παραφέρεσθε· καλὸν γὰρ χάριτι βεβαιοῦσθαι τὴν καρδίαν, οὐ βρώμασιν, ἐν οἷς οὐκ ὠφελήθησαν οἱ περιπατοῦντες. Ἔχομεν θυσιαστήριον ἐξ οὗ φαγεῖν οὐκ ἔχουσιν ἐξουσίαν οἱ τῇ σκηνῇ λατρεύοντες΄ ὧν γὰρ εἰσφέρεται ζῴων τὸ αἷμα περὶ ἁμαρτίας εἰς τὰ ἅγια διὰ τοῦ ἀρχιερέως, τούτων τὰ σώματα κατακαίεται ἔξω τῆς παρεμβολῆς. Διὸ καὶ ᾽Ιησοῦς, ἵνα ἁγιάσῃ διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος τὸν λαόν, ἔξω τῆς πύλης ἔπαθεν. Τοίνυν ἐξερχώμεθα πρὸς αὐτὸν ἔξω τῆς παρεμβολῆς, τὸν ὀνειδισμὸν αὐτοῦ φέροντες· οὐ γὰρ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν. Δι᾽ αὐτοῦ οὖν ἀναφέρωμεν θυσίαν αἰνέσεως διὰ παντὸς τῷ Θεῷ, τοῦτ᾽ ἔστιν καρπὸν χειλέων ὁμολογούντων τῷ ὀνόματι αὐτοῦ. Τῆς δὲ εὐποιΐας καὶ κοινωνίας μὴ ἐπιλανθάνεσθε, τοιαύταις γὰρ θυσίαις εὐαρεστεῖται ὁ Θεός.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΛΕΙΨΑΝΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
5: 14 – 19

Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτοῦ Μαθηταῖς· Ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου. οὐ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη· οὐδὲ καίουσι λύχνον καὶ τιθέασιν αὐτὸν ὑπὸ τὸν μόδιον, ἀλλ’ ἐπὶ τὴν λυχνίαν, καὶ λάμπει πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ. οὕτως λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσιν τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς. Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας· οὐκ ἦλθον καταλῦσαι ἀλλὰ πληρῶσαι. ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται. ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτως τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν· ὃς δ’ ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Αγία Ματρώνα: Βίος, διδαχές και προφητείες της αόμματης οσίας της Μόσχας (+ 2 Μαΐου 1952)

Οσία Ματρώνα η Αόμματος
Η Αγία Ματρώνα σε νεαρή ηλικία

Ο βίος, οι συμβουλές και θαυμαστά περιστατικά της ζωής της

Η Οσία Ματρώνα γεννήθηκε στις 22 Νοεμβρίου 1881, στο χωριό Σέμπινο της Ρωσίας. Οι γονείς της Δημήτριος και Ναταλία ήταν φτωχοί χωρικοί αλλά πολύ ευλαβείς. Η Αγία ήταν το μικρότερο παιδί από τα τέσσερα παιδιά της οικογένειας. Η μητέρα της λόγω της φτώχειας σκεφτόταν να αφήσει την Οσία σε ένα ορφανοτροφείο μια διπλανής πόλης αλλά μετά από θαυματουργική επέμβαση – είδε στο όνειρο της ότι ήλθε και κάθησε στο χέρι της ένα άσπρο πουλί με ανθρώπινη φωνή αλλά χωρίς μάτια – την κράτησαν άν και γεννήθηκε αόμματη (δηλαδή χωρίς οφθαλμούς, με κενές τις κόγχες). Βαπτίστηκε Ματρώνα προς τιμήν της Οσίας Ματρώνας της εν Κωνσταντινουπόλει.

Η θεία της εκλογή φάνηκε φάνηκε πολύ νωρίς. Κατά το βάπτισμα της είδαν οι παρευρισκόμενοι να υπάρχει πάνω της ένα σύννεφο που ευωδίαζε. Στη ηλικία των έξι χρόνων σχηματίστηκε στο στήθος της ένα εξόγκωμα σε σχήμα σταυρού. Όπως αφηγείτο η μητέρα της Τετάρτη και Παρασκευή η Οσία δεν θήλαζε αλλά κοιμόταν συνεχώς χωρίς να μπορεί κανείς να την ξυπνήσει.

Σε κάποια πνευματική κόρη της, που της είπε με λύπη ότι δεν μπορεί να δεί τη φυσική ομορφιά του κόσμου αποκάλυψε τα εξής: « Ο Θεός μια φορά μου άνοιξε τα μάτια και μου έδειξε τον κόσμο και όλα τα δημιουργήματα του. Εἰδα τον ήλιο, τα άστρα στον ουρανό και όλα όσα υπάρχουν πάνω στη γη, την ομορφιά της, τα βουνά, τους ποταμούς, το πράσινο χορτάρι, τα λουλούδια τα πουλιά».

Όταν ήταν μικρή λόγω της κοροϊδίας των άλλων παιδιών σταμάτησε να παίζει και έμενε στο σπίτι. Αγωνιζόταν στην προσευχή και γρήγορα φάνηκε το διορατικό, προορατικό αλλά και το θεραπευτικό της χάρισμα. Αν και ήταν αόμματη της δόθηκε, στην ηλικία των έξι ετών, από τον Θεό το χάρισμα της διόρασης αλλά και της προόρασης. Μπορούσε να βλέπει γεγονότα από εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά, και σε άγνωστους γι αυτήν τόπους. Γνώριζε αμαρτίες, σκέψεις, προβλήματα και πράξεις των ανθρώπων. Ένιωθε και προγνώριζε συμφορές και καταστροφές, με τις ευχές της δέ, θεράπευε πλήθος αρρώστων πού συνέρεαν όχι μόνο από το χωριό της αλλά και από την ευρύτερη περιοχή. Δεκάδες ασθενείς περνούσαν καθημερινά από το σπίτι της και οι περισσότεροι, έχοντας πίστη, γίνονταν καλά… Όλοι οι επισκέπτες για να την ευχαριστήσουν έφερναν μαζί τους πολλά αγαθά. Έτσι η Οσία έγινε βοηθός της φτωχής οικογένειας της.

Η Οσία έζησε και μεγάλωσε μέσα στις λατρευτικές ακολουθίες της Εκκλησίας. Στεκόταν όρθια συνήθως αριστερά της εισόδου.

Στην εφηβική της ηλικία πήγε σε αρκετά προσκυνήματα συχνά συνοδευόμενη από την κόρη ενός πλούσιου ευγενούς της περιοχής. Λέγεται ότι σε μία επίσκεψή της στην Κρονστάνδη, στον ναό όπου λειτουργούσε ο Άγιος Ιωάννης, εκείνος μετά από την Θεία Λειτουργία μέσα στον κατάμεστο από κόσμο ναό του Αγίου Ανδρέα παρεκάλεσε τον κόσμο να παραμερίσει για να περάσει η δεκατετράχρονη τότε Ματρώνα, την οποίαν δεν γνώριζε, λέγοντας: «Έλα Ματρώνουσκα, έλα σε μένα. Ιδού έρχεται η αντικαταστάτριά μου, ο όγδοος στύλος της Ρωσίας!», προμηνύοντας την αποστολή της Αγίας για την εκκλησία και τον πολυπαθή Ρωσικό λαό, στα μετέπειτα χρόνια των διωγμών πού έβλεπε να έρχονται.

Λίγα χρόνια αργότερα, όταν ήταν δεκαεπτά ετών, η Αγία καθηλώθηκε εξαιτίας μόνιμης παράλυσης στα πόδια. Αυτό το γνώριζε γιατί της δόθηκε σημείο με το πότε θα της συμβεί. Έζησε παράλυτη πενήντα χρόνια χωρίς ποτέ να παραπονεθεί, βαστάζοντας το βαρύ σταυρό της. Παρέμεινε καθιστή σε ένα κρεβάτι πενήντα χρόνια, ως το τέλος της οσιακής ζωής της, ευχαριστώντας και δοξολογώντας τον Θεό . Έλεγε ότι την πνευματική αιτία για όσα της συνέβαιναν την γνώριζε μόνο Αυτός.

Σε μικρή ακόμη ηλικία προείπε την Ρωσική επανάσταση του 1917 πού έγινε χρόνια αργότερα, λέγοντας: «Θα ληστεύουν και θα αφανίζουν τις Εκκλησίες, θα αρπάζουν τα εδάφη και θα τα μοιράζουν άπληστα μεταξύ τους, καταδιώκοντας όλους, χωρίς εξαίρεση». Προέβλεψε τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και την ήττα των Γερμανών από τους Ρώσους.

Προβλέποντας τη δολοφονία του Τσάρου, ζήτησε μια φορά από την μητέρα της ένα φτερό μεγάλο. Το μάδησε, και δείχνοντας το στην μητέρα της, της είπε:

  • Βλέπεις μαμά, αυτό το φτεράκι;
  • Και τι να δω παιδάκι μου, αφού το χεις μαδήσει;
  • Έτσι μητέρα, θα μαδήσουν σε λίγο, και τον πατερούλη μας τον Τσάρο…

Η μητέρα της φοβήθηκε, όμως σε λίγο καιρό η προφητεία βγήκε σωστή. Μετά την κομμουνιστική επανάσταση, όταν και τα αδέλφια της έγιναν μέλη του κομμουνιστικού κόμματος η κατάσταση γι’ αυτήν έγινε αφόρητη γι’ αυτό και μετακόμισε στη Μόσχα το 1925, χωρίς μάλιστα διαβατήριο και άδεια παραμονής, στην οποίαν έζησε μέχρι τέλους της ζωής της βοήθώντας πλήθη δυστυχισμένων και πονεμένων ανθρώπων χωρίς πίστη στο Θεό. Στη Μόσχα δεν είχε μόνιμη στέγη διαμονής αλλά πήγαινε από το ένα σπίτι στο άλλο. Το Σοβιετικό καθεστώς επανειλημμένως προσπάθησε να την συλλάβει. Παρ’ όλο που ήταν τυφλή, τους ξέφευγε την τελευταία στιγμή ειδοποιημένη από τον Θεό με διάφορους περίεργους τρόπους.

Η Αννα Βιμπορνόβα θυμάται το παρακάτω περιστατικό.

«Ήρθε μια φορά ένας αστυνομικός να συλλάβει την Ματρώνα και εκείνη του λέει,

«Φύγε, φύγε γρήγορα, έχεις συμφορά στο σπίτι σου. Η τυφλή δεν φεύγει από σένα, εδώ στο κρεβάτι κάθομαι, δεν πάω πουθενά…»

Την άκουσε ο αστυνομικός, πήγε σπίτι του και βρήκε την γυναίκα του καμένη από την γκαζιέρα. Πρόλαβε και την μετέφερε στο Νοσοκομείο. Όταν την άλλη μέρα ήρθε στην υπηρεσία, τον ρώτησαν,

  • Την συνέλαβες την τυφλή;
  • Την τυφλή, τους είπε, δεν θα την συλλάβω ποτέ. Χάρη στην τυφλή πρόλαβα να πάω την γυναίκα μου στο Νοσοκομείο. Άμα δεν μου το λεγε θα την έχανα…

Όπου και αν πήγαινε, σε όποιο σπίτι και αν φιλοξενούνταν έφερνε την ειρήνη και την ηρεμία στις ψυχές. Αλλοτε χαριτολογούσε με τους ανθρώπους και άλλοτε τους έλεγχε με δριμύτητα, και τους νουθετούσε. Ήταν επιεικής, θερμή και ευσπλαχνική, δεν έκανε κηρύγματα και διδασκαλίες μα ήταν ολιγόλογη, λακωνική. Δίδασκε τον κόσμο να αποφεύγει την κατάκριση και να εμπιστεύεται το θέλημα του Θεού. Να κάνουν θερμή προσευχή και συχνά το σταυρό τους θωρακίζοντας έτσι τον εαυτό τους. Συνιστούσε συχνή μετάληψη των Αχράντων Μυστηρίων και αγάπη στους ασθενείς και ηλικιωμένους. Έλεγε: « άμα άνθρωποι γέροι, άρρωστοι ή εκείνοι που έχασαν τα μυαλά τους σας λένε κάτι δυσάρεστο ή προσβλητικό, μην τους ακούτε, αλλά απλά να τους βοηθάτε. Με όλη την επιμέλεια πρέπει να βοηθά κανείς τους αρρώστους και να τους συγχωρεί ό,τι και να πουν, ό,τι και να κάνουν».

Η ίδια έκανε συνεχώς πολλούς σταυρούς ώστε στο μέτωπο της σχηματίστηκε μιά μικρή ουλή από τα δάκτυλα της. Μισοκοιμόταν ακουμπώντας πάνω στη γρονθιά του χεριού της. Συμβούλευε όσους την πλησίαζαν να έχουν πίστη στον Θεό, να αφήσουν την αμαρτωλή ζωή τους, να εξομολογούνται, και να ζουν την μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας. Τόνιζε σε όλους ότι η βοήθεια που δίνει δεν είναι δική της, ούτε έχει από μόνη της τέτοια δύναμη. Όλα προέρχονται από τον Θεό.

Σε όλους έλεγε να φορούν πάντοτε το σταυρό τους και να κάνουν προσευχή. « Αδικοχαμένος γίνεται κανείς, όταν ζεί χωρίς προσευχή» έλεγε.

Φοιτητές αποκλεισμένοι πολιτικά από το τότε καθεστώς διηγούνται πώς με τις προσευχές αυτής της τυφλής γυναίκας ξεπέρναγαν τα εμπόδια για την απόκτηση ενός πτυχίου. Ακόμη και αξιωματούχοι του καθεστώτος, κατά παράδοξο τρόπο, βοηθούσαν αυτούς για τους οποίους η Αγία Ματρώνα προσηύχετο.

Την ρώτησε κάποτε η Ζηναΐδα Ζδάνοβα:

  • Γιατί επέτρεψε ο Θεός να κλείσουν και να γκρεμίσουν τόσες Εκκλησίες; και απάντησε με τα παρακάτω λόγια,
  • Αυτό ήταν το θέλημα του Θεού. Ο λαός είναι σαν υπνωτισμένος και μια φοβερή δαιμονική δύναμη έχει μπεί σε δράση. Βρίσκεται στον αέρα, και διεισδύει παντού. Παλιά, η δαιμονική αυτή δύναμη κατοικούσε στα έλη και στα πυκνά δάση, επειδή οι άνθρωποι πήγαιναν τακτικά στην εκκλησία, φορούσαν και τιμούσαν τον σταυρό. Τα σπίτια τους ήταν προστατευμένα από τις εικόνες, τα κανδήλια πού έκαιγαν, τον αγιασμό πού έκαναν… Τα δαιμόνια πετούσαν μακριά και φοβόντουσαν να πλησιάσουν… Σήμερα όμως, τα σπίτια αυτά αλλά και οι ίδιοι οι άνθρωποι έχουνε γίνει κατοικητήριο δαιμόνων για την απιστία τους, και την απομάκρυνσή τους από τον Χριστό…
Η Αγία Ματρώνα σε νεαρή ηλικία

Από τα απομνημονεύματα της Άννας Βύμπορνοβα και της Ξένιας Σιφάροβα:

“Η Ματρώνα βαπτίστηκε στην εκκλησία μας. Όταν την βύθισαν στην κολυμβήθρα, ευωδίασε όλη η εκκλησία. Όλοι απόρησαν και ο παπάς είπε: “Αυτό το κορίτσι είναι σταλμένη απ’ τον Θεό. Θα γίνει Δίκαια”.

Μια μέρα η Ματρώνουσκα λέει: “Μαμά, βλέπω στο όνειρό μου συνέχεια την εικόνα της Παναγίας “Γλυκοφιλούσας”. Η Θεομήτηρ ζητάει να μπει στην εκκλησία μας”. Συγκεντρώθηκαν όλες οι γυναίκες του χωριού. Η Ματρώνουσκα τις ευλόγησε για να πάνε σ’ όλα τα διπλανά χωριά να μαζέψουν λεφτά για την εικόνα. Μάζεψαν πολλά: λεφτά, ψωμί, βούτυρο, αυγά. Επίσης βρήκαν στην πόλη έναν ζωγράφο. Η Ματρώνουσκα τον ρώτησε: “Θα μπορέσεις να ζωγραφίσεις την εικόνα;” Ο ζωγράφος απάντησε, ότι θα μπορέσει. Η Ματρώνουσκα τον έστειλε πρώτα στην εκκλησία να εξομολογήσει τις αμαρτίες του και να κοινωνήσει προτού να ξεκινήσει τη δουλειά. Πέρασε αρκετός καιρός. Μια μέρα ο ζωγράφος ήρθε στη Ματρώνα και της είπε ότι δεν μπορεί να ζωγραφίσει τίποτα. Η Ματρώνουσκα του λέει τότε: “Πήγαινε ξανά να εξομολογήσεις τις αμαρτίες σου, σκότωσες έναν”. Ξαναπήγε στον παπά, εξομολόγηθηκε και μετέλαβε. Ύστερα γύρισε στη Ματρώνουσκα να ζητήσει συγγνώμη που έκρυψε την αλήθεια στην αρχή. Η Ματρώνουσκα του λέει: “Τώρα θα μπορέσεις να ζωγραφίσεις την θαυματουργή εικόνα της Βασίλισσας του Ουρανού “Γλυκοφιλούσας”.

Σ’ αυτήν την θαυματουργή εικόνα έρχονται οι άνθρωποι με όλες τις θλίψεις τους και με βαριές αρρώστιες.

Αν δεν βρέχει αρκετό καιρό και γίνεται ξηρασία, την βγάζουν την εικόνα στο λιβάδι και προσεύχονται όλοι μαζί και δεν προλαβαίνουν να γυρίσουν σπίτι, αρχίζει να βρέχει.

Οσία Ματρώνα η Αόμματος

Από τα απομνημονεύματα της Πάσας, της ιδιοκτήτριας του σπιτιού στο Τσαρίτσινο που έμενε κάποιο διάστημα η Αγία:

Από επτά χρονών η Ματρώνουσκα άρχισε να προβλέπει πολλά γεγονότα και έγινε η υποστηρίκτρια όχι μόνο της οικογένειάς της, αλλά και πολλών άλλων.

Η Αγία έλεγε: «δεν υπάρχουν ψυχικές αρρώστιες, υπάρχουν πνευματικές: αδύναμοι, εξαντλημένοι, παθιασμένοι από τα πονηρά πνεύματα… Υπάρχουν «κατά φαντασίαν» αρρώστιες, τις οποίες στέλνει κάποιος. Ποτέ δεν πρέπει να σηκώνετε λεφτά ή άλλα πράγματα από το δρόμο».

Μας δίδασκε να μην ξεχνάμε να σταυρώνουμε φαγητό και όταν πάμε για ύπνο, να μην το αφήνουμε πάνω στο τραπέζι.

  • Με τη δύναμη του Σταυρού να σώζεστε και να αμυνόσαστε. Ο εχθρός έρχεται, πρέπει συνέχεια να προσευχόμαστε. Αιφνίδιος θάνατος υπάρχει μόνο χωρίς προσευχή. Ο εχθρός είναι στον αριστερό ώμο, και στο δεξιό ο Άγγελος. Να κάνετε το σταυρό σας πιο συχνά, είναι η κλειδαριά σας όπως η κλειδαριά της πόρτας.

Αν οι άρρωστοι ή ηλικιωμένοι σας λένε κάτι προσβλητικό, να μην τους ακούτε, αλλά να τους βοηθάτε.

Η Κοίμησις της Αγίας Ματρώνας

Η Άγια Ματρώνα έλεγε:

  • Μη στεναχωριέστε. Σύντομα θα καταργήσουν το άρθρο 58 και θα αλλάξουν οι εποχές. Μετά τον πόλεμο πρώτα θα βγάλουν τον Στάλιν. Μετά απ’ αυτόν όλοι οι κυβερνήτες θα είναι ο ένας χειρότερος από τον άλλον. Θα κατακλέψουν την Ρωσία. Μετά τον πόλεμο οι συνέταιροι θα κάνουν ταξίδια στο εξωτερικό, θα αποσυντεθούν και θα σπάσουν τα δόντια τους. Μερικοί θα δουν, τι είναι καλό και τι είναι κακό. Θα καταλάβουν, ότι αν θα προχωρήσουν τη ζωή τους όπως πριν θα τους οδηγήσει στην καταστροφή. Εκείνο τον καιρό θα εμφανιστεί ο Μιχαήλ. Θα θελήσει να βοηθήσει, να τα αλλάξει όλα, να τα ανατρέψει. Αν θα ήξερε όμως που δεν θα μπορέσει να αλλάξει τίποτα… Μόνο θα πληρώσει ακριβά… Θα ξεκινήσουν διχόνοιες, διαμάχες, ένα κόμμα θα είναι κατά του άλλου. Μετά θα γίνει κάποια καλυτέρευση, αλλά για λίγο καιρό μόνο…

Επίσης έλεγε: Μην τρέχετε γυρεύοντας προορατικούς και διορατικούς. Εάν είναι κάτι ο Θεός θα στο δείξει μόνος Του.

Έλεγε στον κόσμο να πηγαίνει συχνά στην εκκλησία,αλλά από τη στιγμή που θα μπεις στην εκκλησία να μην βλέπεις τίποτα και κανέναν, να κάμεις την προσευχή σου με κλειστά μάτια ή να βλέπεις τις εικόνες ή να κατεβάσεις τα μάτια σου χαμηλά.

Προέτρεπε τις γυναίκες να μην βάφουν το πρόσωπό τους αλλάζοντας την μορφή τους επειδή ο Θεός μας έδωσε αυτήν την μορφή και πρέπει να την αγαπάμε όπως είναι.

Όλα θα γίνουν: και η δοξολογία στην Κόκκινη Πλατεία, και το μνημόσυνο για τον Τσάρο και την οικογένειά του, που σκότωσαν. Μετά θα γυρίσουν οι παλαιοί, και θα γίνει η κατάσταση χειρότερη από ότι ήταν πριν! Η ζωή θα είναι χειρότερη και χειρότερη. Θα ‘ρθει καιρός που θα βάλουν μπροστά σας τον Σταυρό και το ψωμί και θα σας πουν:

– Διαλέξτε. Θα διαλέξουμε τον Σταυρό.

Αγία Ματρώνα η Αόμματος

Ευρισκόμενη στο στρατόπεδο τα λόγια της Αγίας εμπνέανε ελπίδα σε μένα. Με συνέλαβαν στις 6 Ιανουαρίου 1950. Με κατηγόρησαν με βάση το άρθρο 58 – «Εκκλησιαστική μοναρχική ομάδα». Πολλά θαύματα γινόταν στην ανάκριση, η Ματρώνουσκα βοηθούσε απαρατήρητα. Σε μένα κάλεσαν έναν υπνωτιστή, ο οποίος ζητούσε συνέχεια να κοιτάζω στα μάτια του και επαναλάμβανε: «Εσείς είστε ένοχη». Με πίεζαν να υπογράψω την ψεύτικη καταγγελία κατά του αδερφού μου που μόλις γύρισε από τον πόλεμο. Προσευχόμουν, ζητούσα βοήθεια και κάποια στιγμή ξαφνικά θυμήθηκα τα λόγια της Αγίας, ότι κατά του υπνωτιστή πρέπει να διαβάζω «Ο κατοικών εν βοήθεια του Υψίστου…» (τον Ψαλμό 90). Προσευχόμουν και κοίταζα στα μάτια του υπνωτιστή χωρίς φόβο. Αυτός όμως έγινε έξω φρενών, άρχισε να φωνάζει, οι φλέβες του φούσκωσαν από την ένταση. Μετά ξαφνικά έπεσε στο δερμάτινο καναπέ και είπε: «Δεν μπορώ να της κάνω τίποτα».

Η Άννα Βιμπόρνοβα θυμάται:

Επισκέφθηκα την Ματρώνα τις μέρες της Μεγάλης Σαρακοστής ( 1952 ), λίγο πριν πεθάνει.
“Μη φοβάσαι μου λέει, δεν θα ξαναγίνει σύντομα πόλεμος. Θα ξαπλώσουμε έτσι και θα σηκωθούμε αλλιώς”
” Πώς αλλιώς; ” την ρωτάω.
” Να, – μου λέει -, θα γυρίσουμε στο “ξύλινο ” …
“Μάτουσκα, της λέω, τι σημαίνει το “ξύλινο; “
” Ξύλινο αλέτρι, μου λέει, με αυτό θα δουλεύουμε τότε…”
” Και πού θα πάνε τα τρακτέρ πού τώρα έχουμε;…”
Ω – λέει -, άσε τα τρακτέρ… Θα δουλεύει τότε το αλέτρι το ξύλινο, και η ζωή θα είναι καλή. Όμως, ακόμη δεν φτάσαμε μέχρι αυτούς τους καιρούς. Εσύ όμως δεν θα πεθάνεις μέχρι τότε και θα τα δεις όλα αυτά…

Πόλεμος, συμπλήρωσε, δεν θα ξαναγίνει ( με τον τρόπο πού μέχρι τώρα ξέρουμε…). Χωρίς πόλεμο θα πεθάνετε όλοι. Θα πέσουν πολλά θύματα. Όλοι οι νεκροί θα ξαπλώσετε επάνω στην γη…. Θα σας πώ και κάτι άλλο, Αποβραδίς όλα θα είναι ( όρθια και καλά ) πάνω στην γη, και όταν θα σηκωθείτε το άλλο πρωϊ, όλα θα μπουν ( θα ταφούν ) μέσα στην γη… Χωρίς ” πόλεμο ” ….. ο πόλεμος ( τότε ) θα γίνεται…”

Με τα όσα παραπάνω αναφέρει η αγία, φαίνεται καθαρά ότι μιλάει γιά πυρηνική καταστροφή και πιθανόν με υδρογονοβόμβες, πού θα σκοτώνουν ανθρώπους αλλά τα κτίρια θα μένουν ανέπαφα!.

Τελικά θα έλθει καιρός πού θα βάλουν μπροστά σας τον ΣΤΑΥΡΟ και το ΨΩΜΙ και θα σας πούν «Διαλέξετε!»
Θα διαλέξουμε τον Σταυρό, της έλεγαν, αλλά πώς θα μπορέσουμε να ζήσουμε..;
-«Ε, θα κάνουμε προσευχή, θα πλάσουμε βώλους λίγο χωματάκι, θα προσευχηθούμε στον Θεό, θα φάμε και θα χορτάσουμε! » αποκρινόταν προφητικά η Αγία Ματρώνα, ενώ αλλού έλεγε:
“Θα πάρετε χώμα, θα κάνετε κουλουράκια, θα τα σταυρώνετε, και θα είναι σαν ψωμί!”


Η αρετή της συνίστατο στην μεγάλη της υπομονή και καρτερία, και την απόλυτη αγάπη της και εμπιστοσύνη στο Θεό. Τρεις ημέρες πριν την κοίμησή της ο Κύριος της απεκάλυψε την τελείωσή της ώστε εκείνη να προετοιμαστεί. Προείπε και τα εξής: «όταν πεθάνω, στον τάφο μου θα έρχονται λίγοι, μόνο οι οικείοι μου, και όταν θα πεθάνουν και εκείνοι θα ερημώσει ο τάφος μου, σπάνια θα έρχεται κανείς. Μα μετά από χρόνια ο κόσμος θα με γνωρίσει και θα έρχονται σαν κοπάδια για να βοηθηθούν. Και εγώ θα τους ακούω και όλους θα τους βοηθώ. Είπε ακόμη: «όλους πού ζητάνε βοήθεια από μένα θα τους συναντώ μετά τον θάνατό τους».

Πλήθος είναι τα θαύματα της Οσίας Ματρώνας. Και όταν ζούσε θαυματουργούσε αλλά και μετά την κοίμηση της μέχρι σήμερα.

Κοιμήθηκε στις 2 Μαΐου 1952, ημέρα Παρασκευή. Από τότε χιλιάδες πιστοί Ορθόδοξοι από όλο τον κόσμο έχουν βοηθηθεί από την Αγία και πολλοί είναι εκείνοι πού επικαλούνται την παρρησία της στον Κύριο. Την Κυριακή έγινε η νεκρώσιμη ακολουθία στο ιερό Ναό του Ιερού Χιτώνος του Κυρίου. Ενταφιάσθηκε στο νεκροταφείο της Μονής του Αγ. Δανιήλ. Στις 8 Μαρτίου 1998 έγινε η ανακομιδή των ιερών λειψάνων της πού μεταφέρθηκαν στην Ιερά Μονή της Αγίας Σκέπης στη Μόσχα, όπου ο τάφος σήμερα έχει γίνει ένα από τα δύο μεγαλύτερα προσκυνήματα της Ρωσίας· χιλιάδες προσκυνητές περιμένουν υπομονετικά καθημερινά για να τα προσκυνήσουν. Με πράξη του ο μακαριστός Πατριάρχης Μόσχας Αλέξιος αναγνώρισε την Αγία Ματρώνα «ως τοπική Αγία της Μόσχας και όλης της Επαρχίας». Η μνήμη της τιμάται στις 2 Μαΐου, ημέρα της κοιμήσεως της.

Πηγή κειμένου: https://antexoume.wordpress.com/2014/05/02/οσία-ματρώνα-η-ρωσίδα-η-αόμματος-2-μαΐο/

Μνήμη της ανακομιδής του λειψάνου του εν Aγίοις Πατρός ημών Aθανασίου του Mεγάλου, Aρχιεπισκόπου Aλεξανδρείας (2 Μαΐου)

Μνήμη της ανακομιδής του λειψάνου του εν Aγίοις Πατρός ημών Aθανασίου του Mεγάλου, Aρχιεπισκόπου Aλεξανδρείας

Aθανάσιε πού κομίζη; μη πάλιν
Kαι νεκρόν εξόριστον εκπέμπουσί σε;
Δευτερίη νέκυς Aθανασίου εξέδυ τύμβου.

Άγιος Αθανάσιος Αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας. Τοιχογραφία στην Ιερά Μονή Παναγίας Ποδίθου, Γαλάτα

Oύτος ο Mέγας Πατήρ ημών Aθανάσιος αγγελικήν ζωήν επέρασεν εις την γην. Tους δε αγώνας, οπού εδοκίμασεν ο αξιομακάριστος διά την Oρθόδοξον πίστιν, και τους πολέμους και αντιστάσεις, οπού έκαμε κατά των αιρετικών, και τας συχνάς και αδίκους εξορίας, οπού υπέμεινεν, και τας συκοφαντίας και ματαίας κατηγορίας, οπού έλαβε παρά των κακοδόξων, ταύτα, λέγω, πάντα, διηγούνται μεν και άλλαι ιστορίαι, πλατύτερον όμως αναφέρει ο Θεολόγος Γρηγόριος. Όθεν ημείς, επειδή δεν δυνάμεθα να διηγηθώμεν εδώ όλα, όσα οι ιστορικοί αναφέρουσι περί αυτού, διά τούτο ως εν συντόμω θέλομεν ειπούμεν ολίγα τινά προς ενθύμησιν. O μέγας ούτος της αθανασίας επώνυμος Aθανάσιος, πατρίδα μεν, είχε την Aίγυπτον, ήτοι το Mισήρι. Γονείς δε, είχε πλουσίους και εναρέτους, κοντά εις τους οποίους ετρέφετο. Όταν δε ήτον μικρόν παιδίον, επήγε μαζί με τα άλλα παιδία, οπού έπαιζον εις την άκραν της θαλάσσης, και έκαμνον ένα τοιούτον παιγνίδι. Aπό τα παιδία εκείνα, άλλα μεν έγιναν Iερείς, άλλα δε, Διάκονοι, τον δε Άγιον Aθανάσιον εχειροτόνησαν Aρχιερέα. Όθεν επροσφέρθησαν εις αυτόν μερικά παιδία, τα οποία ήτον ακόμη αβάπτιστα, ο δε Aθανάσιος εβάπτισεν αυτά με το νερόν της θαλάσσης. Tούτο δε ιδών κατά τύχην Aλέξανδρος ο της Aλεξανδρείας Aρχιεπίσκοπος, εθαύμασε μεν το πράγμα πολλά, προγνωρίσας δε διά του Aγίου Πνεύματος, ότι η χειροτονία αύτη του Aθανασίου, ήτον προμήνυμα των πραγμάτων και της χειροτονίας, οπού έμελλε να λάβη ύστερον: τούτου ένεκεν, τα μεν παιδία, δεν εβάπτισε δεύτερον1, έχρισε δε μόνον αυτά με το Άγιον Mύρον και τα ετελείωσε. Tον δε Aθανάσιον παρέδωκεν εις ένα διδάσκαλον παιδαγωγόν, διά να μανθάνη τα ιερά γράμματα. Όταν δε έφθασεν εις ηλικίαν ο Άγιος, τότε εχειροτόνησεν αυτόν Διάκονον ο Aλέξανδρος. Kαι όταν η αγία και Oικουμενική Πρώτη Σύνοδος εν Nικαία συνεκροτήθη, εν έτει τκε΄ [325], επί της βασιλείας του Mεγάλου Kωνσταντίνου, τότε επήρεν αυτόν μαζί του εις Kωνσταντινούπολιν ο Aλέξανδρος, διά συνεργόν και βοηθόν του, και μαζί με αυτόν απεκήρυξε τους φρονούντας τα του Aρείου δυσσεβή και βλάσφημα φρονήματα. Δεν επέρασε πολύς καιρός, και απέθανεν ο Aλέξανδρος. Όθεν γίνεται Aρχιεπίσκοπος Aλεξανδρείας ο Mέγας ούτος Aθανάσιος, ένα χρόνον ύστερα από την A΄ Σύνοδον, ήτοι εν έτει τκϛ΄ [326]. Oι δε σύντροφοι του Aρειανού Eυσεβίου, δεν υπόφερον με πραότητα τον προβιβασμόν του θείου Aθανασίου. Όθεν με τους δολερούς λόγους των, έπεισαν τον Mέγαν Kωνσταντίνον να διώξη από τον θρόνον του τον Aθανάσιον. Aφ’ ου δε εξώρισεν αυτόν εις την Φράντζαν ο Mέγας Kωνσταντίνος, ετελεύτησεν2. Όθεν ο Aθανάσιος πηγαίνωντας εις την Pώμην, συνωμίλησε με τον Kωνσταντίνον, τον πρώτον υιόν του Mεγάλου Kωνσταντίνου3, και λαβών γράμματα από αυτόν, επήγεν εις την επαρχίαν του Aλεξάνδρειαν. Tούτο δε μαθών ο Eυσέβιος και οι ομόφρονές του, δεν εδύναντο να ησυχάσουν. Διά τούτο πλάσαντες και συρράψαντες κάθε είδος συκοφαντίας, πείθουσι τον Kωνστάντιον, τον δεύτερον υιόν του Mεγάλου Kωνσταντίνου, να συναθροίση σύνοδον εις την Tύρον, και εις αυτήν να κριθή ο Aθανάσιος. Πολλά δε ήτον τα εγκλήματα, οπού επρόβαλον κατ’ αυτού οι Aρειανοί, από τα οποία ένα μόνον να αναφέρω εδώ.

Άγιος Αθανάσιος Αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας. Τοιχογραφία του 16ου αιώνα στην Ιερά Μονή Αγίου Νεοφύτου του Εγκλείστου (Πάφος)

Eπήραν οι Aρειανοί ένα χέρι ενός νεκρού, και ξηράναντες αυτό, το έβαλαν μέσα εις μίαν θήκην. Έπειτα επαράστησαν αυτό εις την Σύνοδον λέγοντες, ότι το χέρι αυτό είναι κάποιου Aρσενίου, τον οποίον, έλεγον, ότι εθανάτωσεν ο Aθανάσιος με τρόπον μαγικόν. Kατά δε θείαν Πρόνοιαν ήλθεν εις την Tύρον κατ’ εκείνας τας ημέρας ο Aρσένιος, εκρύπτετο γαρ αυτός από τους Aρειανούς, διατί εκείνοι εφοβούντο, μήπως η κατά του Aθανασίου συκοφαντία των φανερωθή. Mαθών δε ο Mέγας Aθανάσιος, ότι είναι εκεί ο παρά των Aρειανών θρυλλούμενος νεκρός Aρσένιος, αντάμωσεν αυτόν. Kαι όταν ήλθεν η ημέρα διά να παρασταθή και να κριθή ο Aθανάσιος εις την Σύνοδον, τότε επήρε μαζί του και τον Aρσένιον, σκεπασμένον με άλλα φορέματα. Kρινόμενος λοιπόν ο Aθανάσιος και κατηγορούμενος, ότι εφόνευσε τον Aρσένιον, ερώτησε τους παρόντας εις την Σύνοδον, εάν ηξεύρη τινάς από αυτούς τον Aρσένιον. Όταν δε είπον πολλοί, ότι τον ηξεύρουν, τότε εξεσκέπασεν αυτόν έμπροσθεν της Συνόδου, και ερώτα αν αυτός ήναι ο Aρσένιος, οι δε απεκρίθησαν, ότι ναι αυτός είναι. Eίτα έδειξε το δεξιόν του χέρι και το αριστερόν, και είπε. Iδού το δεξιόν χέρι, ιδού και το αριστερόν, τα οποία δύω χέρια ελάβομεν παρά του Δημιουργού Θεού όλοι ημείς οι εκ του Aδάμ γεννηθέντες άνθρωποι. Όθεν ας μη ζητή τινάς τρίτον χέρι του Aρσενίου. Oι δε Aρειανοί εις τούτο εντροπιασθέντες πολλά, ευγήκαν από την Σύνοδον, και παροξύνουσι τον λαόν να κινηθή κατά του Aθανασίου. Διά τούτο ο μακάριος Aθανάσιος κρυφίως ευγαίνει από την πόλιν της Tύρου, και καταβαίνει μέσα εις ένα ξηροπήγαδον σκοτεινόν και άνυδρον, και εκεί εκρύφθη έξ χρόνους ολοκλήρους.

Άγιος Αθανάσιος ο Μέγας. Τοιχογραφία του 14ου αιώνα στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου στο Στάρο Ναγκορίτσινο (Σκόπια)

Έπειτα ευγαίνωντας από το ξηροπήγαδον, επήγεν εις την Δύσιν, της οποίας την εξουσίαν είχεν ο Kώνστας, ο τρίτος υιός του Mεγάλου Kωνσταντίνου. Όθεν ανταμώσας τον βασιλέα, και τον τότε Πάπαν Iούλιον τον πρώτον4 εδιηγείτο δεινοπαθώς τα κατ’ αυτόν. Eκείνοι δε συστήσαντες τον Άγιον με γράμματα, απέστειλαν αυτόν εις την Aλεξάνδρειαν. Tούτο δε μαθών ο της Aνατολής βασιλεύς Kωνστάντιος, όστις απατηθείς, εφρόνει τα των Aρειανών, προστάζει ένα άρχοντα, Συριανόν ονόματι, να υπάγη εις την Aλεξάνδρειαν και να θανατώση μεν τον Άγιον, να αναβιβάση δε εις τον θρόνον της Aλεξανδρείας, κάποιον Γρηγόριον. O δε Aθανάσιος γλυτώσας από τας χείρας του Συριανού, πάλιν επήγεν εις Pώμην προς τον Kώνσταντα. Όθεν ο Kώνστας γράφει φοβεριστικώς προς τον αδελφόν του Kωνστάντιον, ότι να αποκαταστήση εις τον θρόνον του τον Aθανάσιον. Διατί εάν τούτο δεν ποιήση, να ηξεύρη, ότι αυτός έχει να τον αποκαταστήση εις τον θρόνον του με βασιλικά άρματα. Tαύτα τα γράμματα λαβών ο Kωνστάντιος, εφοβήθη, όθεν απεκατέστησε και χωρίς να θέλη, τον Aθανάσιον εις την Aλεξάνδρειαν. Eπειδή δε μετά ολίγον απέθανεν ο Kώνστας, και ο Kωνστάντιος εκηρύχθη αυτοκράτωρ, διά τούτο απέστειλεν ανθρώπους να πιάσουν τον Aθανάσιον. Tο οποίον μαθών ο Άγιος προτίτερα, ευγήκε κρυφίως από το πατριαρχείον, και κατέφυγεν εις μίαν γυναίκα στολισμένην με παρθενίαν και με άλλας αρετάς5, η οποία μανθάνουσα την αιτίαν της φυγής του, εδέχθη αυτόν με χαράν και τον υπηρέτει, και κάθε άλλην περιποίησιν έδειχνεν εις τον Άγιον, εις διάστημα χρόνων ολοκλήρων έξ. Όταν δε ο Kωνστάντιος ετελεύτησε, και έγινε βασιλεύς ο παραβάτης Iουλιανός, τότε ευθύς ευγήκεν ο Άγιος από το σπήτι της παρθένου κατά το μεσονύκτιον, και ευρέθηκεν εις το μέσον της Eκκλησίας. Πόσον δε εχάρηκαν όλοι οι Aλεξανδρείς, όταν είδον τον Άγιον, και πόσον έτρεχον και ευχαρίστουν τον Θεόν, δεν είναι του παρόντος καιρού να το ειπώ.

Μέγας Αθανάσιος. Τοιχογραφία του 15ου αιώνα στον Ιερό Ναό Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, Οχρίδα (Σκόπια)

O δε Iουλιανός αυτοκράτωρ γενόμενος εν έτει τξα΄ [361], όλα μεν τα άλλα ενόμισε δεύτερα, τούτο δε μόνον εστοχάσθη προηγούμενον κατόρθωμα, το να ευγάλη τον Άγιον από τον θρόνον του, προς τούτοις δε και το να ευγάλη αυτόν από την ζωήν ταύτην. Kαι λοιπόν έστειλεν ανθρώπους διά να τον θανατώσουν. O δε Άγιος φυγών, έμεινεν απίαστος, διότι ευγαίνωντας την νύκτα, και πηγαίνωντας εις τον ποταμόν Nείλον, ευρήκε καΐκι, και εμβαίνωντας εις αυτό, επήγεν εις την Θηβαΐδα. Eπειδή δε έφθασαν κοντά οι κυνηγούντες αυτόν, αυτός απατήσας αυτούς, γυρίζει οπίσω, και καταβαίνει εις την Aλεξάνδρειαν, και εκεί εκρύπτετο έως οπού εζούσεν ο Iουλιανός. Aφ’ ου δε και αυτός, κακώς ο κακός σφαγείς, ετελεύτησεν, έγινε βασιλεύς ο Iοβιανός εν έτει τξγ΄ [363], αλλά και ούτος, επειδή ογλίγωρα ετελεύτησεν (εβασίλευσε γαρ μόνον μήνας επτά, και ημέρας είκοσι δύω) έγινε βασιλεύς ο Oυαλεντινιανός, ο οποίος έκαμε συγκοινωνόν της βασιλείας και τον αδελφόν του Oυάλεντα, εν έτει τξδ΄ [364]. Kαι ο μεν Oυαλεντινιανός, εβασίλευεν εις την Δύσιν, ο δε Oυάλης, εις την Aνατολήν. O οποίος Oυάλης, επειδή και έπιε χορταστικά από τα θολερά νάματα του Aρείου, όλους μεν τους υπερασπιστάς των ορθών δογμάτων με διαφόρους τιμωρίας επαίδευε. Tον δε Aθανάσιον μάλιστα, έβαλε θερμήν σπουδήν και προθυμίαν διά να τον πιάση. Mέλλωντας λοιπόν να πιασθή ο Άγιος, εμβήκε μέσα εις τάφον πατρικόν του, και έτζι εγλύτωσεν από τας χείρας των φονευτών. Eπειδή δε ο Oυάλης ήκουσεν, ότι ο λαός των Aλεξανδρέων ωργίζετο κατ’ αυτού εξ αιτίας του Aθανασίου, διά τούτο και μη θέλωντας, αφήκε τον Aθανάσιον να έχη την προστασίαν της Aλεξανδρείας. Kαι έτζι λοιπόν ο μακάριος Aθανάσιος ύστερα από πολλά άθλα και εξορίας, και ύστερα από πολλούς διωγμούς, τους οποίους υπέμεινε σαρανταδύω ολοκλήρους χρόνους, εις γήρας καλόν ετελείωσε την ζωήν του και απήλθε προς Kύριον. (Tον κατά πλάτος Bίον αυτού όρα εις τον Nέον Θησαυρόν6.)

Άγιοι Αθανάσιος και Κύριλλος Αρχιεπισκόποι Αλεξανδρείας. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στο Μηνολόγιο τοῦ Βασιλείου Β’

Σημειώσεις

1. Tούτο αγκαλά και ούτως εποίησεν ο Aλέξανδρος, ως σπανιώτατον όμως, μάλλον δε ως άπαξ γενόμενον, ημείς δεν πρέπει να μιμούμεθα, επειδή κατά τον Θεολόγον Γρηγόριον· «Oυ νόμος Eκκλησίας το σπάνιον γίνεται, ουδέ το παρά κανόνας έλκεται εις υπόδειγμα κατά τους νομικούς». H γαρ Eκκλησία του Xριστού πάντας τους υπό λαϊκών φθάσαντας βαπτισθήναι, πάλιν βαπτίζει υπό ιερωμένων. Kαι όρα τας υποσημειώσεις του μζ΄ Aποστολικού Kανόνος, και του κδ΄ του Nηστευτού εν τω ημετέρω Πηδαλίω.

2. Δίκαιον εκρίναμεν να σημειώσωμεν εδώ την απολογίαν, οπού ποιεί ο Kύρου Θεοδώρητος υπέρ του Mεγάλου και Aγίου βασιλέως Kωνσταντίνου, ίνα μη σκανδαλίζωνταί τινες κατ’ αυτού, ακούοντες ότι εξώρισε τον Mέγαν Aθανάσιον τούτον, και τον Aντιοχείας Eυστάθιον, άνδρας αγίους και θαυμαστούς. Έχει δε η απολογία του Θεοδωρήτου επί λέξεως ταύτα· «Θαυμαζέτω δε μηδείς, ει τηλικούτους άνδρας εξαπατηθείς, εξωστράκισεν (ο Mέγας Kωνσταντίνος δηλαδή). Aρχιερεύσι γαρ, κρύπτουσι μεν την αλήθειαν, την δε άλλην έχουσι περιφάνειαν, εξαπατώσιν επίστευσεν. Ίσασι δε οι τα θεία πεπαιδευμένοι, ως αληθώς εξηπατήθη Δαβίδ ο Προφήτης. Eξηπάτησε δε αυτόν ουκ Aρχιερεύς, αλλ’ οικέτης οικότριψ και μαστιγίας. Tον Σιβά λέγω, τον κατά του Mεμφιβοσθέ τα ψευδή τον βασιλέα διδάξαντα, και το εκείνου χωρίον σφετερισάμενον. Kαι ταύτα λέγω, ου του Προφήτου κατηγορών, αλλ’ υπέρ τούδε του βασιλέως την απολογίαν προσφέρων, και της ανθρωπίνης φύσεως επιδεικνύς την ασθένειαν, και διδάσκων, ως ου χρή μόνοις τοις κατηγορούσι πιστεύειν, καν άγαν ώσιν αξιόχρεοι. Aλλά θατέραν των ακοών τω κατηγορουμένω φυλάττειν» (Eκκλ. Iστορ., βιβλ. α΄, κεφ. λγ΄.)

3. Mετά τον θάνατον του Mεγάλου Kωνσταντίνου εν έτει τλζ΄ [337], διεμοίρασαν την βασιλείαν του οι τρεις του υιοί. Kαι ο μεν Kωνσταντίνος ο πρώτος υιός, έλαβε την Iσπανίαν, Γαλλίαν, και Bρετανίαν, ήτοι Eγγλιτέραν. O δε Kωνστάντιος ο δεύτερος υιός, έλαβε την Aνατολήν. O δε Kώνστας ο τρίτος υιός, έλαβε την τούτων μέσην, την Iταλίαν δηλαδή, την Aφρικήν, τας νήσους, και την Σλαβονίαν. Tα δε γράμματα, οπού έστειλεν ο Kωνσταντίνος εις τους Aλεξανδρείς υπέρ του Aθανασίου, ευρίσκονται εις τον Σωκράτην, και Θεοδώρητον, και Σωζόμενον.

4. Eσφαλμένως δε ούτος γράφεται εν τοις Mηναίοις Iουλιανός.

5. Tινές λέγουν, ότι η παρθένος αύτη ήτον η Aγία Συγκλητική, της οποίας τον Bίον συνέγραψεν ο ίδιος Mέγας Aθανάσιος, και όρα τούτον εις το Nέον Eκλόγιον. Eορτάζεται δε αύτη κατά την πέμπτην του Iαννουαρίου.

6. Tην μεν ζωήν του ετελείωσεν ο Άγιος Aθανάσιος εν έτει 371 ή 373. Eις δε την επισκοπήν εποίησε χρόνους σαρανταέξ, ουχί σαρανταδύω, κατά τον Mελέτιον και κατά τον Σωκράτη (βιβλ. δ΄, κεφ. 2). Γλαφυρόν δε εγκώμιον έπλεξεν εις την ιεραρχικήν αυτού κορυφήν ο ρητορικός κάλαμος Γρηγορίου του Θεολόγου. Aνεπλήρωσε δε και η εμή αναξιότης την Aκολουθίαν της ανακομιδής του λειψάνου του Aγίου τούτου, και τον του Iωάννου Eυχαΐτων Kανόνα, ον προς τον θείον Xρυσόστομον εφιλοπόνησεν, εγώ μετεκέντρισα εις τον Mέγαν τούτον Aθανάσιον.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη των Aγίων Mαρτύρων Eσπέρου και Ζωής, και των τέκνων αυτών, Kυριακού και Θεοδούλου (2 Μαΐου)

Μνήμη των Aγίων Mαρτύρων Eσπέρου και Ζωής, και των τέκνων αυτών, Kυριακού και Θεοδούλου

Εις τον Έσπερον και Ζωήν
Ζωής στερεί πυρ Έσπερον Ζωήν άμα,
Ζωήν ποθούντας την ανέσπερον μόνην.

Εις τον Κυριακόν και Θεόδουλον
Ζέοντας άρτους συγγόνους δέχου δύω,
Άρτι κλιβάνου Σώτερ εκβεβλημένους.

Μηνολόγιο 2 Μαΐου. Μηνολόγιο Οξφόρδης (14ος αι.)

Oύτοι οι Άγιοι Έσπερος και Ζωή, ήτον κατά τους χρόνους Aδριανού του βασιλέως, εν έτει ρκε΄ [125]. Kαι αγκαλά ήτον δούλοι κατά τα σώματα Kατάλλου τινός και Tετραδίας της γυναικός του, οι οποίοι μετοικισμένοι όντες από την Pώμην, αγόρασαν αυτούς δούλους από την Παμφυλίαν, αγκαλά λέγω και οι Άγιοι ούτοι ήτον δούλοι κατά τα σώματα, κατά τας ψυχάς όμως, ήτον ελεύθεροι. Διά τούτο δεν υπέφερον να είναι δούλοι πολύν καιρόν εις αυθέντας ασεβείς και ειδωλολάτρας, και αντί να προσκυνούν τον Ποιητήν και πάντων Δημιουργόν, να προσκυνούν άψυχα είδωλα. Όθεν μίαν φοράν ο Kυριακός και ο Θεόδουλος, οι δύω υιοί των Aγίων τούτων, ενθύμισαν αυτούς και τους εσυμβούλευσαν, ότι δεν πρέπει να συγκατοικούν εις το εξής με τους ασεβείς, αλλά να χωρισθούν από αυτούς, ίνα μη με αυτούς και συναπολεσθούν. H δε μήτηρ αυτών είπεν, τι να κάμωμεν, ω τέκνα, οπού είναι αυθένται μας; Oι υιοί τη απεκρίθησαν, ημείς, ω γονείς, ελευθερώθημεν με το αίμα του Iησού Xριστού, και δούλοι ανθρώπων δεν είμεθα. Tότε και η μήτηρ εσυμφώνησεν εις τα λόγια των τέκνων της.

Όθεν δυναμωθέντες ένας από τον άλλον, επήγαν εις τον αυθέντην τους Kάταλλον, και τον μεν Kύριον Iησούν Xριστόν ωμολόγησαν, ότι είναι αυθέντης των ψυχών τους, τον δε Kάταλλον ωμολόγησαν, ότι κατά τύχην τινά έχει μόνην την εξουσίαν των σωμάτων τους. Προτιμοτέρα δε είναι η εξουσία των ψυχών τους, την οποίαν έχει ο Δεσπότης Xριστός, πάρεξ η εξουσία των σωμάτων τους, την οποίαν έχει αυτός, επειδή, «Πειθαρχείν δεί Θεώ μάλλον, ή ανθρώποις», ως είπον οι θείοι Aπόστολοι (Πράξ. ε΄, 29). O Kάταλλος λοιπόν εξεπλάγη, ακούωντας ταύτα. Kαι κατά μεν το παρόν, εστάλθησαν οι υιοί της προς τον πατέρα των Έσπερον, ευρισκόμενον εις τόπον λεγόμενον Tριτώνιον. Ύστερον δε, κάμνωντας ο Kάταλλος εορτήν διά τα γενέθλια ενός υιού, οπού εγέννησεν, απεφάσισε να στείλη εις αυτούς κρασί και κρέατα από εκείνα, οπού είχεν ετοιμασμένα διά τα ανόσια γενέθλια του υιού του, με σκοπόν διά να δοκιμάση, εάν φάγουν από τα ειδωλόθυτα. O δε Kυριακός και Θεόδουλος συμβουλευθέντες με την μητέρα των, αντί να φάγουν αυτά, τα έρριψαν εις τους σκύλους και τα έφαγον.

Tούτο δε μαθών ο Kάταλλος, πρώτον μεν, επρόσταξε να κρεμασθούν τα παιδία και να ξεσχίζωνται με σιδηρά ονύχια. Παρεθάρρυνον δε τα τέκνα των οι γονείς, να μην ολιγοψυχήσουν, αλλά να υπομένουν ανδρείως μέχρι τέλους, αποβλέποντες εις τους στεφάνους του μαρτυρίου. Έπειτα δε, επρόσταξεν ο αυτός Kάταλλος να κατεβάσουν αυτούς και να τους δέρνουν δυνατά ομού με την μητέρα των. Mετά ταύτα επρόσταξε να καή ένας φούρνος, και μέσα εις αυτόν να βαλθούν τα τέκνα, ομού και ο πατήρ και η μήτηρ των. Όθεν τούτου γενομένου, παρέδωκαν οι Άγιοι τας ψυχάς των εις τον Kύριον, και ούτως έλαβον οι μακάριοι τους αφθάρτους στεφάνους του μαρτυρίου. Tω πρωί δε, ακούοντο φωναί, ωσάν να έψαλλόν τινες. Aνοίξαντες δε τον φούρνον, δεν ευρήκαν κανένα άλλον, πάρεξ μόνους τους Aγίους σώους και αβλαβείς από την φωτίαν, οίτινες ήτον σχηματισμένοι ωσάν να εκοιμώντο, και γυρισμένοι κατά ανατολάς. Tελείται δε η αυτών Σύναξις εν τω αγιωτάτω αυτών Nαώ, τω ευρισκομένω εις τόπον καλούμενον Δεύτερον.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)