Αρχική Blog Σελίδα 111

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ: Ὁμιλία στὴν εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῆς Κυριακῆς τοῦ Παραλύτου (Ἰω. 5, 1-15)

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ

Κυριακή του Παραλύτου

Περιερχόμενος ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς τὴ γῆ τῆς Παλαιστίνης, κηρύττοντας τὸ Εὐαγγέλιο τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν καὶ θεραπεύοντας «πᾶσαν νόσον ἐν τῷ λαῷ», ἔφθασε καὶ στὰ Ἱεροσόλυμα, στὴν Προβατικὴ Πύλη τοῦ τείχους τῆς ἁγίας τούτης πόλης. Ἡ πύλη ἐκείνη πῆρε τὸ ὄνομα ἀπὸ τὰ πρόβατα, ποὺ περνοῦσαν ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πλένονταν πρὶν θυσιαστοῦν στὸν ναὸ τοῦ Σολομῶντος.

Ἡ κολυμβήθρα, ποὺ βρισκόταν ἐκεῖ κοντά, εἶχε γύρω της πέντε στοὲς καὶ ἐπονομάστηκε Βηθεσθά, ὄνομα ἑβραϊκό, ποὺ στὰ ἑλληνικὰ σημαίνει «οἶκος τοῦ ἐλέους». Πῆρε δὲ τὸ ὄνομα τοῦτο γιατὶ ἄγγελος Κυρίου κατερχόταν σ᾽ αὐτὴν κατὰ καιροὺς καὶ ἀνακινοῦσε τὸ νερό της καί, αὐτὸς ποὺ προλάμβανε νὰ ριχθεῖ πρῶτος μέσα στὸ νερό, γινόταν καλὰ ἀπ᾽ ὅποια ἀρρώστεια κι ἂν ἔπασχε. Ὁ βασιλιὰς Ἡρῴδης μάλιστα διασκεύασε τὶς πέντε αὐτὲς στοὲς σὲ μαρμάρινες δεξαμενές, ποὺ σώζονται μέχρι καὶ σήμερα. Στὸν χῶρο αὐτὸ κτίσθηκαν ἀργότερα ἐκκλησίες. Ἐπειδὴ λοιπὸν ἔλαβε τὴν ἰαματικὴ αὐτὴ χάρη ἡ κολυμβήθρα, πλῆθος ἀπὸ ποικιλότροπα πάσχοντες ἀσθενεῖς, τυφλούς, κουτσούς, παράλυτους κ.ἄ. ἦταν μονίμως συναθροισμένοι ἐκεῖ, καὶ ἀνέμεναν τὴν ἀγγελικὴ κίνηση τῶν ὑδάτων, γιὰ νὰ τύχουν τῆς ποθητῆς θεραπείας.

Ἐκεῖ λοιπὸν ὁ Κύριός μας, ὁ Καρδιογνώστης καὶ Παντογνώστης, συνάντησε τότε ἕνα ἀσθενή, παράλυτο γιὰ τριανταοκτὼ χρόνια, ποὺ μάταια προσδοκοῦσε τὴ θεραπεία, γιατὶ δὲν εἶχε ἄνθρωπο δικό του νὰ τὸν ρίξει στὸ νερὸ μὲ τὴν κίνηση τῶν ὑδάτων, γιὰ νὰ θεραπευθεῖ. Καὶ ὁ Φιλάνθρωπος καὶ Ἐλεήμων Δεσπότης τὸν σπλαγχνίσθηκε καί, κρίνοντας πὼς ἀρκετὸ ἤδη χρόνο εἶχε ταλαιπωρηθεῖ γιὰ τὶς ἁμαρτίες του, τὸν θεράπευσε ἀμέσως μὲ μόνο τὸν παντοδύναμο λόγο Του. Γιὰ νὰ καταστεῖ δὲ πιὸ ἐμφανὲς τὸ θαυμαστὸ τοῦτο σημεῖο, τὸν πρόσταξε νὰ σηκώσει καὶ τὸ κρεββάτι του, ἐπάνω στὸ ὁποῖο γιὰ τόσα πολλὰ χρόνια κειτόταν, καὶ νὰ περιπατήσει, ὑγιὴς πλέον, τὸ ὁποῖο καὶ ἔγινε. Καὶ ὁ Χριστός μας, ποὺ ἔχει ὡς ἔνδυμα τὴν ταπείνωση, ὅπως ὡραία λέγει ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος, καὶ ποὺ δίδασκε ὄχι μόνο μὲ τὰ θεῖα λόγια Του ἀλλὰ καὶ τὸ ἅγιο παράδειγμά Του, μόλις τέλεσε τὸ μέγιστο τοῦτο θαῦμα, ἔφυγε ἀπὸ ἐκεῖ, γιὰ νὰ μὴν Τὸν δοξάσει ὁ ὄχλος. Ἔτσι ὁ παράλυτος δὲν γνώρισε τότε ποιός ἦταν ὁ ἅγιος ἐκεῖνος Ἰατρός, ποὺ τόσο θαυμαστὰ τὸν θεράπευσε. Ἀργότερα, ὅμως, τὸν συνάντησε ὁ Ἰησοῦς στὸ Ἱερὸ τοῦ Σολομῶντος καὶ αὐτὸς ἀναγνώρισε στὸ πρόσωπό Του τὸν εὐεργέτη του, γιὰ νὰ ἀκούσει ὅμως καὶ τὴ θεϊκή Του ὑπόδειξη: «Ἴδε, ὑγιὴς γέγονας· μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μὴ χεῖρόν τί σοι γένηται» (νά, ἔγινες ὑγιής· πάψε στὸ ἑξῆς νὰ ἁμαρτάνεις, γιὰ νὰ μὴ σοῦ συμβεῖ κάτι χειρότερο).

Αὐτὰ εἶναι τὰ ἐξιστορούμενα στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, ἀγαπητοὶ ἐν Κυρίῳ ἀδελφοὶ καί, ἂν καὶ φαίνονται ἁπλὰ γεγονότα, περιέχουν ὅμως καὶ προβάλλουν ὑψηλὰ καὶ ψυχοσωτήρια νοήματα. Σημαντικὰ θέματα, ποὺ τίθενται στὸ εὐαγγελικό μας ἀνάγνωσμα, εἶναι αὐτὸ τῆς ἁμαρτίας καὶ τῶν ἀναπόδραστων συνεπειῶν της, καθὼς καὶ αὐτὰ τῆς ἀσθένειας καὶ τῆς Πρόνοιας τοῦ Θεοῦ.

Ἀπὸ τὴν παραίνεση τοῦ Κυρίου στὸν θεραπευμένο πλέον παράλυτο νὰ μὴν ἁμαρτάνει στὸ ἑξῆς, γιὰ νὰ μὴν πάθει κάτι χειρότερο, πληροφορούμαστε ξεκάθαρα ὅτι τὸ αἴτιο τῆς τόσο μακρόχρονης παράλυσης καὶ ταλαιπωρίας τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου ἦταν ἀσφαλέστατα οἱ προσωπικές του ἁμαρτίες. Καὶ ἐπὶ σκοποῦ δὲν ἀνέφερε τὸ Εὐαγγέλιο τὸ εἶδος τῆς ἁμαρτίας (ἢ τῶν ἁμαρτιῶν) του, γιὰ νὰ ἀντιληφθοῦμε ὅτι γιὰ κάθε ἁμαρτία, ὅποια κι ἂν εἶναι, ἐπιτρέπει ὁ Κύριος νὰ πάσχει καὶ νὰ ταλαιπωρεῖται ὁ ἀμετανόητος ἁμαρτωλός. Ἂν στοχασθοῦμε ὅτι, οὔτε ἄγγελος, οὔτε ἄνθρωπος μποροῦσε νὰ θεραπεύσει τὴν πληγὴ τῆς προπατορικῆς ἁμαρτίας τῶν Πρωτοπλάστων, ἀλλὰ ἦταν ἀναγκαία ἡ συγκατάβαση καὶ κατάβαση στὸν κόσμο τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ πάθος καὶ ὁ Σταυρὸς καὶ τὸ αἷμα καὶ ὁ θάνατος τοῦ ἀναμαρτήτου Ἰησοῦ, τότε μποροῦμε νὰ ἀντιληφθοῦμε καθαρὰ πόσο εἶναι τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας.

Ἡ λέξη ἁμαρτία, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, προέρχεται ἀπὸ τὸ ρῆμα ἁμαρτάνω, ποὺ σημαίνει ἀποτυγχάνω τοῦ σκοποῦ, ἀστοχῶ. Διότι, ἀκριβῶς, ἡ ὅποια ἁμαρτία, δηλαδὴ παράβαση τοῦ ἁγίου θελήματος τοῦ Δημιουργοῦ καὶ Λυτρωτῆ μας, συνιστᾶ μία ἀποτυχία τοῦ σκοποῦ δημιουργίας καὶ ὕπαρξής μας, ποὺ εἶναι νὰ καταστοῦμε «καθ᾽ ὁμοίωσιν Θεοῦ», νὰ γίνουμε δηλαδὴ κατὰ Χάριν θεοί. Ὅλος ὁ πνευματικός μας ἀγώνας μέσα στὴν Ἐκκλησία, μὲ τὴν προσευχή, τὴν ἄσκηση, τὴ μετοχὴ στὰ Μυστήρια, ἐκεῖ ἀκριβῶς στοχεύει, πρέπει νὰ στοχεύει: Ὄχι δηλονότι νὰ γίνουμε ἁπλῶς καλοί, ἠθικοὶ ἄνθρωποι, ἀλλὰ νὰ ἀποκαταστήσουμε, πάντοτε μὲ τὴ συνέργεια τῆς Θείας Χάρης, τὴ θεία εἰκόνα, ποὺ λάβαμε μέσα μας μὲ τὴν πλάση, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀνάπλασή μας στὰ Μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος καὶ Χρίσματος, καὶ νὰ ἀξιωθοῦμε μὲ πολὺ ἀγώνα καὶ ταπείνωση, νὰ γίνουμε, ὅσο ἐνδέχεται στὴν ἀνθρώπινη φύση, ὅμοιοι μὲ τὸν Θεό! Καὶ ἐπειδὴ ἁμαρτάνοντας, ἐν γνώσει ἢ ἐν ἀγνοίᾳ, σκοτίζουμε τούτη τὴ θεία εἰκόνα μέσα μας καὶ λυποῦμε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μας, Αὐτός, γιὰ νὰ μᾶς βοηθήσει νὰ «ἔλθωμεν εἰς ἑαυτούς», νὰ ταπεινωθοῦμε καὶ νὰ μετανοήσουμε, ἐπιτρέπει, ὡς ἄλλη ἔκφραση τῆς Πατρικῆς του ἀγάπης καὶ Πρόνοιας γιὰ τὴ σωτηρία μας, νὰ μᾶς βροῦν ἀρρώστειες, θλίψεις, συμφορές, εἴτε ἐμᾶς τοὺς ἰδίους, εἴτε τοὺς συγγενεῖς μας, εἴτε καὶ τὸν τόπο καὶ τὸ ἔθνος μας. «Οὐδὲν ἀπρονόητον», λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὅλα, ὅσα μᾶς συμβαίνουν, εἶναι μέσα στὴν Πρόνοια, τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Φθάνει ἐμεῖς νὰ «πιάνουμε» τὰ μηνύματα, νὰ ἔχουμε «ὀφθαλμοὺς τοῦ βλέπειν καὶ ὦτα τοῦ ἀκούειν», ὅπως λέγει ὁ Χριστός μας.

Καὶ ἡ ἀρρώστεια, ποὺ εἶναι μεταπτωτικὸ φαινόμενο, δηλαδὴ παρουσιάστηκε στὸν κόσμο μετὰ τὴν πτώση καὶ ἔξωση τῶν Πρωτοπλάστων ἀπὸ τὸν Παράδεισο, ἀποτελεῖ ὄργανο στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία μας. Πολλὲς φορὲς λοιπὸν ἡ ἀσθένεια εἶναι ἡ ἀναπόδραστη συνέπεια τῆς ἁμαρτωλῆς μας ζωῆς. Τί ψάλλουμε στὸ ὡραῖο ἐκεῖνο τροπάριο τῆς Παράκλησης στὴν Παναγία μας; «Ἀπὸ τῶν πολλῶν μου ἁμαρτιῶν, ἀσθενεῖ τὸ σῶμα, ἀσθενεῖ μου καὶ ἡ ψυχή». Ἄλλοτε ὅμως ἡ ἀσθένεια ὀφείλεται σὲ αἴτια καθαρὰ φυσικά, προερχόμενα ἀπὸ τὴν ἀπροσεξία καὶ ἀμέλειά μας. Κι ἄλλοτε, ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς νὰ δοκιμαστεῖ ὁ ἄνθρωπος στὸ κρεββάτι τοῦ πόνου «ὡς χρυσὸς ἐν χωνευτηρίῳ», γιὰ νὰ φανεῖ ἡ πίστη καὶ ἡ ὑπομονὴ καὶ ἡ ἀρετή του, καὶ νὰ λάβει ἔτσι λαμπρότερο στεφάνι στὴν οὐράνια βασιλεία. Πόσοι ἄνθρωποι δὲν σώθηκαν, ἢ ἀκόμη καὶ δὲν ἁγίασαν, μέσῳ μιᾶς ἐπώδυνης ἀσθένειας; Ἂς θυμηθοῦμε, γιὰ παράδειγμα, τοὺς σύγχρονους μεγάλους Γέροντες καὶ ὁσίους πατέρες, τὸν ὅσιο Νικηφόρο τὸν λεπρό, ἀλλὰ καὶ τὸν ὅσιο Πορφύριο τὸν Καυσοκαλυβίτη, τὸν ὅσιο Παΐσιο τὸν Ἁγιορείτη,  Ἰάκωβο τὸν Τσαλίκη καὶ Σωφρόνιο στὸ Ἔσσεξ τῆς Ἀγγλίας, ποὺ τελειώθηκαν μὲ καρκίνο καὶ ποικίλες ἄλλες μεγάλες ἀσθένειες.

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἀσφαλῶς στὶς ἀσθένειές μας θὰ προστρέξουμε καὶ στοὺς ἰατροὺς καὶ στὴ βοήθεια τῆς ἐπιστήμης. Οὐδέποτε ὅμως, σὲ ὅποια ἀσθένεια καὶ δοκιμασία, νὰ λησμονοῦμε τὸν ἀληθινὸ Ἰατρὸ ψυχῶν καὶ σωμάτων, ὁ Ὁποῖος γιὰ ὅλα καὶ ὅλους προνοεῖ, ὅπως εἴπαμε, καὶ ζητεῖ μὲ κάθε τρόπο τὴν ψυχική μας θεραπεία, τὴ σωτηρία τῆς ἀθάνατης ψυχῆς μας. Νὰ ἀγωνιζόμαστε νὰ ζοῦμε καθημερινὰ μὲ μετάνοια καὶ ταπείνωση καὶ ἀγάπη, τηρώντας τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου, γιὰ νὰ ἀξιωθοῦμε τῆς καθαρότητας τῆς ψυχῆς μας καὶ τῆς αἰωνίου ζωῆς, ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, μὲ τὶς πρεσβεῖες τῆς Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν ἁγίων. Ἀμήν!

Ανάμνησις των γενεθλίων, ήτοι Eγκαινίων της θεοφυλάκτου και θεομεγαλύντου Kωνσταντινουπόλεως (11 Μαΐου)

Tη αυτή ημέρα επιτελείται η ανάμνησις των γενεθλίων, ήτοι Eγκαινίων της θεοφυλάκτου και θεομεγαλύντου Kωνσταντινουπόλεως, της εξαιρέτως ανακειμένης τη προστασία της Παναχράντου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Mαρίας, και υπ’ αυτής διασωζομένης

Γενεθλίων σων δεί με τιμάν ημέραν,
Eν σοι Πόλις τυχόντα των γενεθλίων1.

Όταν ο Mέγας Kωνσταντίνος ο πρώτος των Xριστιανών βασιλεύς επήρε την πόλιν του Bύζαντος, έκτισεν αυτήν πολλά μεγαλιτέραν από ό,τι ήτον προτίτερα, και αλλάξας το πρότερον όνομά της, μετωνόμασεν εις το εδικόν του όνομα, καλέσας αυτήν, αντί Bυζαντίου, Kωνσταντινούπολιν. Aφ’ ου δε ετελείωσεν όλον το τειχόκαστρον και τα οσπήτια και τας ιεράς Eκκλησίας, αφιέρωσεν αυτήν κατ’ εξαίρετον τρόπον εις την υπερένδοξον ημών Δέσποιναν και Αειπάρθενον Θεοτόκον2. Όθεν ευχαριστών τω Θεώ διά το τοιούτον μεγαλοπρεπές έργον, οπού εκατώρθωσεν, έκαμε λιτανείαν με τον τότε Πατριάρχην και με όλον τον κλήρον και τον λαόν, και ανέβη εις τον Φόρον, όπου οι πολίται ανεστήλωσαν τον εδικόν του ανδριάντα, ο οποίος είχε μέσα εις την κεφαλήν τους αγίους ήλους, ήτοι τα καρφία, με τα οποία εκαρφώθη ο Kύριος ημών επάνω εις τον Σταυρόν. Kάτωθεν δε του ανδριάντος ευρίσκοντο τα δώδεκα κοφίνια, τα οποία εδέχθησαν τα περισσεύματα από τους πέντε άρτους, οπού ευλόγησεν ο Xριστός και επλήθυναν. Aπό τότε λοιπόν παρέλαβεν η του Xριστού Eκκλησία να εορτάζη κατ’ έτος την τοιαύτην εορτήν εις ενθύμησιν.

Σημειώσεις

1. Eκ τούτου φαίνεται, ότι ο Xριστοφόρος Πατρίκιος ο Mιτυληναίος, των περισσοτέρων στίχων του Συναξαριστού ποιητής, και δη και του παρόντος διστίχου, ούτος λέγω εν Kωνσταντινουπόλει εγεννήθη, των γονέων αυτού εκ Mιτυλήνης όντων.

2. Διά τούτο και η Kυρία Θεοτόκος κατά διαφόρους καιρούς και τρόπους διεφύλαξεν εκ πολλών κινδύνων την εις αυτήν αφιερωθείσαν πόλιν της Kωνσταντινουπόλεως. Aλλά και κατά τους χρόνους Λέοντος του Iσαύρου, του εν έτει 716 βασιλεύσαντος, εμβήκαν οι Σαρακηνοί ένδον της Kωνσταντινουπόλεως, και επερικύκλωσαν αυτήν χρόνους τρεις. Aλλ’ όμως έφυγον άπρακτοι. Kαι πολεμούντες δε τοις Bουλγάροις οι αυτοί Σαρακηνοί ενικήθησαν υπό εκείνων, ως ιστορεί τούτο εκ των Λατίνων ο Bέδας, και εκ των Γραικών ο Kεδρηνός και ο Θεοφάνης, όστις λέγει ότι ο στόλος, ήτοι η αρμάδα των Σαρακηνών, ηφανίσθη από τα πυρφόρα καράβια του βασιλέως. Πλην η δύναμις του Θεού και η χάρις της Θεοτόκου ήτον, οπού διεφύλαξε την Πόλιν από τον κίνδυνον.

Διατί αν το κάστρον η Bετυλούα εφυλάχθη από την Iουδίθ, πόσω μάλλον εφυλάχθη η Kωνσταντινούπολις από την τριπάρθενον και δαβίτιδα Kόρην Mαρίαν, ως λέγει ο Γρηγόριος εν τη προς τον Άγιον Γερμανόν επιστολή; Άδεται δε λόγος, ότι η Aγία εικών της Θεοτόκου επεφέρετο επάνω των τειχών της Πόλεως μετά άκρας ευλαβείας. Όθεν και αυτή υπερασπίζετο την εδικήν της Πόλιν. Eπειδή και αυτή η Θεοτόκος, λέγει ως εκ προσώπου της εις το Άσμα των ασμάτων· «Eγώ τείχος, και μαστοί μου ως πύργος» (Άσμ. η΄, 10). Eξ εκείνου δε άρχισε να ψάλλεται εις κάθε Eκκλησίαν ο Aκάθιστος Ύμνος. Tόσον δε θανατικόν ηκολούθησε τότε εις τους Σαρακηνούς, ώστε οπού απέθανον διακόσιαι χιλιάδες ανθρώπων. Όθεν εκ τούτου ομού και εκ της πείνας, αναγκάσθησαν και έφυγαν άπρακτοι. (Όρα σελ. 623 της Δωδεκαβίβλου.) Όρα και τον Συναξαριστήν εις την δεκάτην πέμπτην του Aυγούστου.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη του Aγίου Ιερομάρτυρος Μωκίου και του Αγίου Μάρτυρος Διοσκόρου του νέου (11 Μαΐου)

Μαρτύριο Αγίου Μωκίου

Μνήμη του Aγίου Ιερομάρτυρος Μωκίου

Mωκώμενόν σε δεισιδαίμονα πλάνην,
Oι δυσσεβείς κτείνουσι Mώκιε ξίφει.
Mώκιος ενδεκάτη κεφαλήν τμήθη αγανόφρων.

Μαρτύριο Αγίου Μωκίου

Oύτος ο Άγιος ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού, εν έτει σπη΄ [288], οι δε γονείς αυτού ωνομάζοντο, Eυφράτιος και Eυσταθία, οι οποίοι ήτον ευγενείς και πλούσιοι, καταγόμενοι από την παλαιάν Pώμην. Oύτος λοιπόν εχρημάτισεν Iερεύς της εν Aμφιπόλει Eκκλησίας, η οποία Aμφίπολις ευρίσκεται αναμεταξύ εις το Oρφάνι και Πράβι, και ωνομάζετο πρότερον μεν, Eννέα οδοί και Mυρίκη και άλλα ονόματα. Ύστερον δε, ωνομάσθη Xριστούπολις με θρόνον Mητροπόλεως, τώρα όμως είναι έρημος. Όθεν επειδή ήτον Iερεύς, ακολούθως και επρόσεχε πάντοτε εις το να διδάσκη, κηρύττων τον Xριστόν και παραγγέλλων εις τους ανθρώπους, να απέχουν από την πλάνην των ειδώλων. Eις καιρόν δε οπού ο ανθύπατος Λαοδίκιος επρόσφερε θυσίαν εις τον ψευδοθεόν Διόσκορον, και οι άλλοι ειδωλολάτραι ήτον συναγμένοι, τότε ο Άγιος Mώκιος επήγε και εκρήμνισε τον βωμόν. Όθεν πιασθείς, ωμολόγησε τον Xριστόν Θεόν αληθινόν. Kαι πρώτον μεν, εκρέμασαν αυτόν, έπειτα δε, εξέσχισαν τους μήνιγγας της κεφαλής του, και τα σιαγόνια και τας πλευράς του. Mετά ταύτα άναψαν ένα καμίνι από πίσσαν και στουππίον και κλήματα, αλλά τόσον πολλά το άναψαν, ώστε οπού η φλόγα ανέβηκεν υψηλά έως επτά πήχεις. Eκεί λοιπόν μέσα έβαλον τον Άγιον. H δε φλόγα δεχθείσα τον Mάρτυρα, σώον αυτόν διεφύλαξεν. Έβλεπον γαρ οι έξω της καμίνου εστώτες, πως επεριπάτει ο Άγιος εις το μέσον του καμινίου, ομού με τρεις άλλους άνδρας ενδόξους. Tο πρόσωπον δε του ενός από τους τρεις, άστραπτε περισσότερον από την λαμπρότητα του καμινίου. Kαι λοιπόν η φλόγα της καμίνου, εις μεν τον Άγιον, δεν έγγισεν ολότελα, ούτε εις αυτάς τας τρίχας της κεφαλής του. Xυθείσα δε έξω από την κάμινον, κατέκαυσε τον ανθύπατον και εννέα ανθρώπους, οπού είχε μαζί του. Aλλά τόσον πολλά τους κατέκαυσεν, ώστε οπού δεν έμεινεν από τα σώματά των ουδέ παραμικρόν μέρος.

Άγιος Ιερομάρτυς Μώκιος

Aφ’ ου δε ευγήκεν ο Άγιος αβλαβής από το καμίνι, εβάλθη εις την φυλακήν από τον πρίγκιπα Θαλάσσιον. Όταν δε επήγεν εκεί άλλος ανθύπατος, τότε εύγαλε τον Mάρτυρα εις εξέτασιν, και επειδή ο Άγιος δεν επείσθη να αρνηθή τον Xριστόν, αλλά μάλλον λαμπρώς τον εκήρυξε, διά τούτο έδεσαν αυτόν επάνω εις δύω τροχούς, από τους οποίους εσυμπατήθη και κατεκόπη ο του Xριστού αθλητής. Ύστερον δε λυτρωθείς παραδόξως από τους τροχούς, ερρίφθη εις τα θηρία διά να τον καταφάγουν, εφυλάχθη όμως και από εκείνα αβλαβής υπό της χάριτος του Θεού. Όθεν όλος ο λαός εφώναζεν, ότι να αφήσουν πλέον τον Άγιον και να μη τον τυραννούν. Tούτου χάριν έστειλεν αυτόν ο ανθύπατος προς τον άρχοντα Φιλιππήσιον, όστις ευρίσκετο εις την Πειρινθούπολιν της Θράκης, η οποία τώρα ονομάζεται Hράκλεια, και από εκεί έστειλεν αυτόν εις το Bυζάντιον, εκεί δε έλαβεν ο μακάριος την του θανάτου απόφασιν. Όθεν αποκεφαλισθείς ο γενναίος αγωνιστής, ούτως έλαβε παρά Θεού διπλούς τους στεφάνους, και ως Iερεύς, και ως Mάρτυς Kυρίου. Tο δε άγιον αυτού λείψανον, τότε μεν, ενταφιάσθη ένα μίλιον έξω της πόλεως. Ύστερον δε, όταν ο Mέγας Kωνσταντίνος εβασίλευσεν, έκτισε Nαόν εις το όνομα του Aγίου τούτου πολύτιμον και περιφανή και κατά το μεγαλείον και κατά το κάλλος, και εκεί απόθεσε το τίμιον αυτού λείψανον, όπου και η Σύναξις και εορτή του τελείται.


O Άγιος Mάρτυς Διόσκορος1 ο νέος ξίφει τελειούται

Παρ’ ημέραν ζην μύθος ην Διοσκόρους,
Διόσκορος δε ζην αεί τμηθείς έχει.

Oύτος ο Άγιος ήτον από την μεγαλόπολιν Σμύρνην, και διά την του Xριστού πίστιν εφέρθη έμπροσθεν εις τον άρχοντα της Σμύρνης. Όθεν επειδή εκήρυξε τον εαυτόν του Xριστιανόν, διά τούτο εβάλθη εις την φυλακήν. Eίτα ερωτήθη και δεύτερον, και επειδή επέμενεν εις την αυτήν πίστιν, επρόσταξεν ο άρχων και τον απεκεφάλισαν, και ούτως έλαβεν ο μακάριος του μαρτυρίου τον στέφανον.

Σημείωση

1. Eν δε τοις Mηναίοις και τω τετυπωμένω Συναξαριστή Διοσκορίδης γράφεται. Ίσως ως υποκοριστικόν, καθ’ ο ούτος ήτον μικρότερος και νεώτερος Διόσκορος, ως γράφεται εν τω χειρογράφω Συναξαριστή, προς διαφοράν του παλαιοτέρου Mάρτυρος Διοσκόρου, όστις εορτάζεται κατά την δεκάτην τρίτην του Oκτωβρίου.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη των εν αγίοις Πατέρων ημών και αυταδέλφων Κυρίλλου και Μεθοδίου, των Αποστόλων και φωτιστών των Σλάβων (11 Μαΐου)

Άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος, οι φωτιστές των Σλάβων. Τοιχογραφία του 12ου-13ου αιώνα στον Ιερό Ναό Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στο Μπελιάκοβο Βουλγαρίας

Μνήμη των εν αγίοις Πατέρων ημών και αυταδέλφων Κυρίλλου και Μεθοδίου, των Αποστόλων και φωτιστών των Σλάβων

Κύριλλος άμα και Μεθόδιος θείος
Ως φώς Σλάβοις ώφθησαν Πνεύματι θείω.
Κύριλλός τε Μεθόδιος δεκάτ’ υμνείσθωσαν ηδέ πρώτη.

Άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος, οι φωτιστές των Σλάβων. Τοιχογραφία του 12ου-13ου αιώνα στον Ιερό Ναό Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στο Μπελιάκοβο Βουλγαρίας

Οι Άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος, κατά κόσμον Κωνσταντίνος και Μιχαήλ, ήταν παιδιά του δρουγγάριου στρατιωτικού διοικητού Λέοντος και γεννήθηκαν στην Θεσσαλονίκη. Ο Κωνσταντίνος γεννήθηκε περί το 827, ενώ ο μεγαλύτερος αδελφός του Μιχαήλ το 815. Είχαν δε άλλα πέντε αδέλφια. Ο Κωνσταντίνος ήταν ο μικρότερος και είχε μεγάλη επιμέλεια στα γράμματα. Παιδί ακόμη, είχε διαβάσει τα έργα του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου και είχε γράψει ύμνο προς τιμήν του. Τα χαρίσματά του τα πρόσεξε ο λογοθέτης Θεόκτιστος και τον έστειλε στην σχολή της Μαγναύρας, όπου με την καθοδήγηση του Λέοντος του Μαθηματικού και του ιερού Φωτίου σπούδασε βασικά φιλοσοφία. Διέπρεψε στις σπουδές του και αρχικά διορίσθηκε χαρτοφύλακας (αρχιγραμματέας) του Πατριαρχείου και αργότερα καθηγητής της φιλοσοφίας στη σχολή της Μαγναύρας.

Ο Μιχαήλ ακολούθησε την σταδιοδρομία του πατέρα τους. Έγινε στρατιωτικός και ανέλαβε την διοίκηση της περιοχής των πηγών του Στρυμόνος, δηλαδή στα σημερινά σύνορα Βουλγαρίας και Σερβίας, όπου και γνώρισε καλά τους Σλάβους. Παρά την επιτυχημένη σταδιοδρομία και των δύο αδελφών, βαθιά τους συγκλόνιζε ο ζήλος για την πνευματική ζωή. Είχαν μοναστική κλίση, αλλά πίστευαν στη μαρτυρική διακονία της κλίσεώς τους αυτής, για να σωθούν και άλλες ψυχές.

Ο 9ος αιώνας μ.Χ., όταν και έλαμψαν οι Άγιοι, είναι μια μεγάλη εποχή του Βυζαντίου. Χαρακτηρίζεται από ακμή στην πολιτική και στρατιωτική δύναμη και από άνθηση στην οικονομία, στα γράμματα, στις τέχνες. Η Εκκλησία της Ανατολής ανασυγκροτείται μετά την τρικυμία της εικονομαχίας. Το πρόβλημα της εικονομαχίας, αν μπορεί η φύση του Θεού, η θεία και η ανθρώπινη, να παρασταθεί εικονικά, έχει επιλυθεί. Τα ρήγματα όμως από τις εκκλησιαστικές και πολιτικές συγκρούσεις μεταξύ Δύσεως και Ανατολής γίνονται βαθύτερα. Τα εγκόσμια συμφέροντα, οι ανταγωνισμοί για την πνευματική και πολιτική εξουσία διασπούν την μέχρι τότε ενιαία Χριστιανική Οικουμένη σε δύο παράλληλους κόσμους, το Βυζαντινό και το Φραγκικό. Οι διαφορές είναι ορατές στα μέσα του 9ου αιώνα μ.Χ., όταν ανέκυψε το θέμα του εκχριστιανισμού των Σλάβων της Δύσεως. Σε αυτήν την αντιδικία μπλέκονται οι δύο Θεσσαλονικείς αδελφοί.

Αρχικά ο Κωνσταντίνος αναπτύσσει ιεραποστολικό έργο μεταξύ της Τουρκικής φυλής των Χαζάρων. Η μεγάλη όμως ευκαιρία δίνεται το καλοκαίρι του 862 μ.Χ., όταν φθάνει στην Κωνσταντινούπολη πρεσβεία του ηγεμόνος των Μοραβών Ραστισλάβου, που το έθνος του κατοικούσε από τη Βοημία μέχρι τα Καρπάθια και το Δούναβη. Ο Ραστισλάβος ζητά από τον αυτοκράτορα Μιχαήλ έναν Επίσκοπο και δάσκαλο, για να τους διδάξει στη γλώσσα τους την αληθινή πίστη και να προσέλθουν και άλλοι στον Χριστό. Είχαν βαπτισθεί πολλοί, αλλά και οι βαπτισμένοι από τους Λατίνους ιεραποστόλους αγνοούσαν τον Χριστιανισμό, όσο και οι αβάπτιστοι, αφού οι Λατίνοι, συνεπείς στην παράδοσή τους, τους επέβαλαν την γνώση του Ευαγγελίου στα λατινικά και την λατρεία πάλι στα λατινικά, δηλαδή σε μία γλώσσα που αγνοούσαν.

Ο αυτοκράτορας Μιχαήλ προσκαλεί τον φιλόσοφο Κωνσταντίνο να αναλάβει αυτήν την αποστολή προς τους Μοραβούς. Το έργο το δέχεται ο Κωνσταντίνος υπό την προϋπόθεση της δημιουργίας γραφής στη γλώσσα των Μοραβών. Μετά από μελέτες φτιάχνει το λεγόμενο γλαγολιτικό (όχι το κυριλλικό) αλφάβητο και αρχίζει την μετάφραση του Ευαγγελίου και της Βυζαντινής Λειτουργίας, καθώς και άλλων βιβλίων.

Την άνοιξη του 863 μ.Χ., ο Κωνσταντίνος παίρνει τον αδελφό του Μιχαήλ, που είχε γίνει μοναχός με το όνομα Μεθόδιος, και φθάνει στην αυλή του Ραστισλάβου. Η εργασία τους διαρκεί τρία χρόνια. Έκαναν σπουδαίες μεταφράσεις, εισήγαγαν την βυζαντινή παράδοση της Μεγάλης Εκκλησίας στη Μοραβία. Άνοιξαν τους πολιτιστικούς ορίζοντες του ευαγγελιζόμενου λαού. Έγιναν οι πραγματικοί φωτιστές του. Με αφετηρία την αρχή ότι κάθε λαός έχει το δικαίωμα να λατρεύει τον Θεό στη μητρική του γλώσσα, οι άγιοι αδελφοί συγκρότησαν γραπτή σλαβική γλώσσα, μετέφρασαν τα λειτουργικά βιβλία στη γλώσσα αυτή, καθιέρωσαν την σλαβική ως λειτουργική γλώσσα, έγραψαν και πρωτότυπα έργα και κατέστησαν διδάσκαλοι δεκάδων μαθητών για την επάνδρωση της τοπικής Εκκλησίας με διακόνους και πρεσβυτέρους, άριστους γνώστες της λειτουργικής παλαιοσλαβικής γλώσσας.

Η διείσδυση όμως αυτή ενόχλησε τους Φράγκους και τη Ρώμη που άρχισαν να υποσκάπτουν αδιάκοπα την ιεραποστολική εργασία τους.

Η θέση η δική τους, καθώς και των συνεργατών τους μοναχών, έγινε δύσκολη, όταν στην Πόλη την εξουσία κατέλαβε ο Βασίλειος ο Β’, που ξαναέφερε στον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως ως Πατριάρχη τον Ιγνάτιο και επανασύνδεσε το Βυζάντιο με την Εκκλησία της Ρώμης. Το 866 μ.Χ. και οι Βούλγαροι είχαν συνδεθεί με την Ρώμη. Έτσι η ιερποστολή απομονώθηκε από τις ρίζες της και αναγκάσθηκε να έλθει σε συνδιαλλαγή με τους Λατίνους.

Στις αρχές του 868 μ.Χ., ο Κωνσταντίνος και ο Μεθόδιος φθάνουν στη Ρώμη κομίζοντας τα ιερά λείψανα του ιεραποστόλου Κλήμεντος, που είχε μαρτυρήσει στη χώρα των Χαζάρων. Προσπαθούν να τακτοποιήσουν τις διαφορές τους με τους Λατίνους ιεραποστόλους ενώπιον του Πάπα Ανδριανού Β’. Η μόρφωση και η ευσέβεια των δύο αδελφών κατέπληξε τους Ρωμαίους κληρικούς. Ο Πάπας αναγνώρισε το έργο τους πανηγυρικά, αλλά επεδίωξε να το αποσυνδέσει από την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως και να το προσεταιρισθεί. Ο Πάπας Ανδριανός παρέλαβε από τους ιεραποστόλους τα σλαβικά βιβλία, τα ευλόγησε, τα απέθεσε στο ναό της Αγίας Μαρίας, τον αποκαλούμενο Φάτνη και τέλεσε με αυτά την Θεία Λειτουργία. Στο σημείο αυτό πρέπει να υπογραμμισθεί ότι ο Πάπας απέθεσε τα σλαβικά βιβλία στην Αγία Τράπεζα και τα πρόσφερε ως αφιέρωμα στο Θεό. Έδωσε μάλιστα εντολή σε δύο Επισκόπους, τον Φορμόζο και τον Γκόντριχον, να προχωρήσουν στη χειροτονία των μαθητών του Αγίου Κυρίλλου και Μεθοδίου, των μελλοντικών κληρικών των Σλάβων στη μητρική τους γλώσσα. Και μετά ταύτα δόθηκε η άδεια σε αυτούς, τους νεοχειροτόνητους κληρικούς, να τελέσουν τη θεία λειτουργία σλαβιστί στους ναούς του Αγίου Πέτρου, της Αγίας Πετρωνίλλας και του Αγίου Ανδρέου.

Ο Πάπας καταδίκασε ακόμη τους πιστούς που αντιδρούσαν στην λειτουργική χρήση της σλαβικής γλώσσας και τους αποκάλεσε Πιλατιανούς και Τριγλωσσίτες. Μάλιστα υποχρέωσε έναν Επίσκοπο, που υπήρξε οπαδός του Τριγλωσσισμού, να χειροτονήσει τρεις ιερείς και δύο αναγνώστες από τους Σλάβους μαθητές των δύο Αγίων αδελφών.

Και το επιστέγασμα της λειτουργικής πανδαισίας σλαβιστί συνδέθηκε με τον Απόστολο των εθνών Παύλο. Οι Σλάβοι μαθητές κληρικοί λειτουργούσαν την νύχτα πάνω στον τάφο του μεγάλου διδασκάλου των εθνικών, του Παύλου. Και μάλιστα είχαν ως συλλειτουργούς τους τον Επίσκοπο Αρσένιο, δηλαδή έναν από τους επτά επισκόπους συμβούλους του Πάπα, και τον Αναστάσιο τον Βιβλιοθηκάριο. Η πράξη αυτή δεν ήταν τυχαία. Είχε συμβολικό χαρακτήρα. Συνέδεε και παραλλήλιζε το έργο των Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου με τους ιεραποστολικούς άθλους του Παύλου. Σημειωτέον ότι ο ναός του Αποστόλου Παύλου βρισκόταν έξω από τα τείχη της πόλεως. Και συνεπώς η μετάβαση και η τέλεση Λειτουργίας σε αυτόν σλαβιστί και μάλιστα επάνω στον τάφο του Αποστόλου δεν αποτελούσε πράξη ρουτίνας, που απέβλεπε απλώς στην τέλεση ορισμένων λειτουργιών στη σλαβική γλώσσα. Ήταν η πανηγυρική έγκριση της σλαβικής ως λειτουργικής γλώσσας από τον Απόστολο των εθνών και της ακροβυστίας.

Στο διάστημα της παραμονής τους στη Ρώμη, ο Κωνσταντίνος αρρωσταίνει βαριά. Προαισθάνεται το τέλος του και ζητά να πεθάνει ως μοναχός. Κείρεται μοναχός και ονομάζεται Κύριλλος. Στις 4 Φεβρουαρίου του 869 μ.Χ. ο πύρινος ιεραπόστολος, που άναψε την φωτιά της πίστεως και του πολιτισμού στο σλαβικό κόσμο, κοιμήθηκε με ειρήνη. Ο Μεθόδιος θέλει να μεταφέρει το σκήνωμά του στη Θεσσαλονίκη, αλλά ο Πάπας Ανδριανός δεν το επιτρέπει και τον θάβει στο ναό του Αγίου Κλήμεντος, όπου μέχρι και σήμερα δείχνεται ο τάφος του.

Στη συνέχεια, ο Μεθόδιος χειροτονείται από τον Πάπα Αρχιεπίσκοπος Σιρμίου, για να εγκατασταθεί στην Παννονία. Η Ρώμη επιδέξια οικειοποιείται το ιεραποστολικό έργο της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως.

Η ζωή όμως του Μεθοδίου, ως Αρχιεπισκόπου, περιπλέκεται στους ανταγωνισμούς των Λατίνων και των Φράγκων Επισκόπων, στις δολοπλοκίες των ηγεμόνων και των αρχόντων και γίνεται μαρτυρική. Τον φυλακίζουν δυόμιση χρόνια σε μοναστήρι του Μέλανος Δρυμού και μόλις το 873 μ.Χ. ο Πάπας Ιωάννης Η’ τον ελευθερώνει και τον αποκαθιστά. Η λατρεία όμως στα σλαβονικά απαγορεύεται και μόνο το κήρυγμα επιτρέπεται. Το 885 μ.Χ., στη Μοραβία, ο Μεθόδιος παραδίδει το πνεύμα του μέσα σε ένα κλίμα αντιδράσεων και ραδιουργιών. Είχε όμως προετοιμάσει διακόσιους νέους ιεραποστόλους. Αυτοί ξεχύθηκαν στην Ανατολική Ευρώπη, διέδωσαν και στερέωσαν την Ορθοδοξία στα σλαβικά Έθνη. Ήταν τέτοια δε η δύναμη και το ρίζωμα του έργου τους, ώστε ούτε η λαίλαπα της Ουνίας κατόρθωσε να εξανεμίσει το θεολογικό και πολιτισμικό έργο των δύο Ισαποστόλων αδελφών, του Κυρίλλου και του Μεθοδίου.

Κατά την εξόδιο ακολουθία του Αγίου Μεθοδίου αναρίθμητος λαός, αφού συγκεντρώθηκε, τον συνόδευσε με λαμπάδες και θρήνησε τον αγαθό διδάσκαλο και ποιμένα. Άνδρες και γυναίκες, μικροί και μεγάλοι, πλούσιοι και φτωχοί, ελεύθεροι και δούλοι, χήρες και ορφανά, ξένοι και ντόπιοι, ασθενείς και υγιείς, όλοι τον συνόδευσαν, γιατί έδινε τα πάντα σε όλους, για να τους κερδίσει.

Η ιεραποστολική πορεία τους, παρά τα τόσα θρησκευτικά και πολιτιστικά επιτεύγματά της για ολόκληρο το Βορρά, δεν μας είναι γνωστή από τους Βυζαντινούς. Αν και εργάσθηκαν όσο λίγοι για την δόξα της Ορθοδοξίας, άργησαν οι Ελληνόφωνες Ορθόδοξες Εκκλησίες να τους περιλάβουν στον κατάλογο των εκλεκτών του Θεού Αγίων. Τη ζωή και τη δράση τους τη μαθαίνουμε από σλαβικές και λατινικές πηγές και από δύο παλαιοσλαβονικές βιογραφίες.

Οι δύο Άγιοι ανεδείχθησαν άξιοι μιμητές του Αποστόλου Παύλου σε πολλούς τομείς του βίου και της δράσεώς τους. Καταρχάς εντάσσονται μέσα στο σχέδιο της Θείας Οικονομίας. Και μετά την έλευση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού στη γη η Θεία Οικονομία εκφράζεται κατά τον καλύτερο τρόπο με τη φράση του Αποστόλου Παύλου «ος πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν», την οποία επαναλαμβάνει ο βιογράφος του Αγίου Μεθοδίου, τον οποίο ο Θεός ανέστησε ως διδάσκαλο στους καιρούς του χάριν του Σλαβικού γένους, για το οποίο ποτέ κανείς ποτέ δεν είχε ενδιαφερθεί.

Ο Άγιος Μεθόδιος μιμήθηκε τον Απόστολο Παύλο στην περιφρόνηση των κινδύνων, ιδίως στα ταξίδια και τις περιπλανήσεις του. Γι’ αυτό και ο βιογράφος του σημειώνει ότι σε όλα τα ταξίδια του ο Μεθόδιος περιέπεσε σε πολλούς κινδύνους, που προκλήθηκαν από τον κακό εχθρό (το διάβολο). Κινδύνευσε στις ερήμους από τους ληστές, στη θάλασσα από τρικυμίες, στα ποτάμια από θανάσιμους κινδύνους και έτσι εκπληρώθηκε σε αυτόν ο λόγος του Αποστόλου: «Κινδύνοις ληστών, κινδύνοις εν θαλάσση, κινδύνοις ποταμών, κινδύνοις εν ψευδαδέλφοις, εν κόπω και μόχθω, εν αγρυπνίαις πολλάκις, εν λιμώ και δίψη» και σε όλα τα παθήματα, τα μνημονευόμενα από τον Απόστολο. Και οφείλουμε να υπογραμμίσουμε ότι στο σχόλιο αυτό δεν υπάρχει κάτι το υπερβολικό, αν αναλογισθούμε τα ταξίδια του στην Κριμαία, τη Χαζαρία και τη χώρα των Φούλλων, τη μετάβασή του στη Μοραβία, το ταξίδι στη Ρώμη μέσω Παννονίας και Βενετίας, την επιστροφή στην Παννονία και τη Μοραβία, τη σύλληψή του από τους Φράγκους, τη δίκη και καταδίκη του, τη φυλάκισή του επί δυόμισι έτη, την απελευθέρωσή του, τις συκοφαντίες σε βάρος του, τη μετάβασή του στη Ρώμη και την Κωνσταντινούπολη.

Πηγή: https://www.saint.gr/405/saint.aspx

Morphou Neophytos: From the rising of Lazarus to the Resurrection of Christ (interview, 8.4.2023)

The interview of Metropolitan Neophytos of Morphou with Maria Theristi (radio channel LEX & THE CITY), was broadcast by the Politis Radio Station 107.6 on April 8, 2023.

The Apolytikion of the feast is sung by the archon protopsaltis of the Holy Metropolis of Morphou, Mr. Marios Antoniou.

***

Επίσημη ιστοσελίδα Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου: https://immorfou.org.cy

Official site of Holy Metropolis of Morfou: https://immorfou.org.cy

Официальная интернет-страница Митрополии Морфу: https://immorfou.org.cy

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Στην ιστοσελίδα μας μπορείτε να βρείτε μεταφρασμένες και υποτιτλισμένες ομιλίες του Μητροπολίτη Μόρφου Νεοφύτου στα αγγλικά, ρωσικά και σε άλλες γλώσσες. Η σελίδα στην οποία θα βρείτε τις ομιλίες είναι η εξής: https://immorfou.org.cy/homilies-and-articles-in-other-languages/

NOTE: In our website you can find translated and subtitled homilies of Morfou Neophytos in English, Russian and other languages. Link: https://immorfou.org.cy/homilies-and-articles-in-other-languages/

ПРИМЕЧАНИЕ: На нашей интернет-странице вы можете найти выступления (проповеди) Митрополита Морфу Неофита, переведенные на английский, русский и иные языки, а также содержащие субтитры на означенных языках. Страница, на которой вы найдете выступления (проповеди), является следующей: https://immorfou.org.cy/homilies-and-articles-in-other-languages/

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Σάββατο 10 Μαΐου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΣΙΜΩΝΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΤΟΥ ΖΗΛΩΤΟΥ)
Πρὸς Κορινθίους Α΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
4: 9 – 16

Ἀδελφοί, ὁ Θεὸς ἡμᾶς τοὺς Ἀποστόλους ἐσχάτους ἀπέδειξεν ὡς ἐπιθανατίους, ὅτι θέατρον ἐγενήθημεν τῷ κόσμῳ καὶ ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις. Ἡμεῖς μωροὶ διὰ Χριστόν, ὑμεῖς δὲ φρόνιμοι ἐν Χριστῷ· ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ὑμεῖς δὲ ἰσχυροί· ὑμεῖς ἔνδοξοι, ἡμεῖς δὲ ἄτιμοι. Ἄχρι τῆς ἄρτι ὥρας καὶ πεινῶμεν καὶ διψῶμεν καὶ γυμνητεύομεν καὶ κολαφιζόμεθα καὶ ἀστατοῦμεν καὶ κοπιῶμεν ἐργαζόμενοι ταῖς ἰδίαις χερσίν· λοιδορούμενοι εὐλογοῦμεν, διωκόμενοι ἀνεχόμεθα, δυσφημούμενοι παρακαλοῦμεν· ὡς περικαθάρματα τοῦ κόσμου ἐγενήθημεν, πάντων περίψημα, ἕως ἄρτι. Οὐκ ἐντρέπων ὑμᾶς γράφω ταῦτα, ἀλλ᾽ ὡς τέκνα μου ἀγαπητὰ νουθετῶ. ἐὰν γὰρ μυρίους παιδαγωγοὺς ἔχητε ἐν Χριστῷ, ἀλλ᾽ οὐ πολλοὺς πατέρας· ἐν γὰρ Χριστῷ ᾽Ιησοῦ διὰ τοῦ Εὐαγγελίου ἐγὼ ὑμᾶς ἐγέννησα. Παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς, μιμηταί μου γίνεσθε.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΣΙΜΩΝΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΤΟΥ ΖΗΛΩΤΟΥ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
6: 12-19

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐξῆλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὸ ὄρος προσεύξασθαι καὶ ἦν διανυκτερεύων ἐν τῇ προσευχῇ τοῦ Θεοῦ. καὶ ὅτε ἐγένετο ἡμέρα, προσεφώνησε τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ, καὶ ἐκλεξάμενος ἀπ’ αὐτῶν δώδεκα, οὓς καὶ ἀποστόλους ὠνόμασε, Σίμωνα, ὃν καὶ ὠνόμασε Πέτρον, καὶ Ἀνδρέαν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, Ἰάκωβον καὶ Ἰωάννην, Φίλιππον καὶ Βαρθολομαῖον, Ματθαῖον καὶ Θωμᾶν, Ἰάκωβον τὸν τοῦ Ἁλφαίου καὶ Σίμωνα τὸν καλούμενον Ζηλωτὴν, Ἰούδαν Ἰακώβου καὶ Ἰούδαν Ἰσκαριώτην, ὃς καὶ ἐγένετο προδότης, καὶ καταβὰς μετ’ αὐτῶν ἔστη ἐπὶ τόπου πεδινοῦ, καὶ ὄχλος μαθητῶν αὐτοῦ, καὶ πλῆθος πολὺ τοῦ λαοῦ ἀπὸ πάσης τῆς Ἰουδαίας καὶ Ἱερουσαλὴμ καὶ τῆς παραλίου Τύρου καὶ Σιδῶνος, οἳ ἦλθον ἀκοῦσαι αὐτοῦ καὶ ἰαθῆναι ἀπὸ τῶν νόσων αὐτῶν, καὶ οἱ ὀχλούμενοι ἀπὸ πνευμάτων ἀκαθάρτων, καὶ ἐθεραπεύοντο· καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἐζήτει ἅπτεσθαι αὐτοῦ, ὅτι δύναμις παρ’ αὐτοῦ ἐξήρχετο καὶ ἰᾶτο πάντας.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Παναγιώτης Νεοχωρίτης: Ανέβη ο Ιησούς, Κυριακή Του Παραλύτου 2018

Δοξαστικὸν, Ἦχος πλ. α’
Ἀνέβη ὁ Ἰησοῦς εἰς Ἱεροσόλυμα, ἐπὶ τῇ Προβατικῇ κολυμβήθρᾳ, τῇ λεγομένῃ κατὰ Ἰουδαίους Βηθεσδά, πέντε στοὰς ἐχούσῃ· ἐν ταύταις γὰρ κατέκειτο πλῆθος τῶν ἀσθενούντων. Ἄγγελος γὰρ τοῦ Θεοῦ, κατὰ καιρὸν ἐπιφοιτῶν, διετάραττεν αὐτήν, καὶ ῥῶσιν ἐχαρίζετο τοῖς προσιοῦσιν ἐν πίστει. Καὶ ἰδὼν ὁ Κύριος χρονιοῦντα ἄνθρωπον, λέγει πρὸς αὐτόν· θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι; ὁ ἀσθενῶν ἀπεκρίνατο· Κύριε, ἄνθρωπον οὐκ ἔχω, ἵνα, ὅταν ταραχθῇ τὸ ὕδωρ, βάλῃ με εἰς τὴν κολυμβήθραν· ἰατροῖς κατηνάλωσα τὸν ἅπαντά μου βίον, καὶ ἐλέους τυχεῖν οὐκ ἠξιώθην. Ἀλλ’ ὁ ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων λέγει πρὸς αὐτόν· Ἆρόν σου τὸν κράββατον καὶ περιπάτει, κηρύττων μου τὴν δύναμιν, καὶ τὸ μέγα ἔλεος ἐν τοῖς πέρασιν.

Μνήμη του Aγίου Aποστόλου Σίμωνος του Ζηλωτού (10 Μαΐου)

Απόστολος Σίμων ο Ζηλωτής. Τοιχογραφία του 14ου αιώνα στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου, Πρωτάτο - Καρυές

Μνήμη του Aγίου Aποστόλου Σίμωνος του Ζηλωτού

Έοικε Xριστέ τούτο σοι Σίμων λέγειν,
Ζηλών πάθος σον καρτερώ Σταυρού πάθος.
Eν ξύλω αμφετάθη Σίμων δεκάτη μεγάθυμος.

Απόστολος Σίμων ο Ζηλωτής. Τοιχογραφία του 14ου αιώνα στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου, Πρωτάτο – Καρυές

Oύτος ο Άγιος Aπόστολος Σίμων, είναι ο ίδιος εκείνος, οπού ονομάζεται και Nαθαναήλ, ο καταγόμενος από Kανά της Γαλιλαίας, όστις ήτον και νυμφίος εις τον εν Kανά γάμον. Aπό τον οποίον προσκαλεσθείς ο Kύριος μαζί με τους μαθητάς του, εμετάβαλε το νερόν εις κρασί. Όθεν βλέπωντας ο Σίμων το θαύμα τούτο, αφήκε νύμφην και γάμον και οσπήτιον, και ηκολούθησεν εις τον Xριστόν, τον φίλον και θαυματουργόν και νυμφαγωγόν και νυμφίον των καθαρών ψυχών. Ένας δε υπάρχων ούτος από τους Eβδομήκοντα, ευρίσκετο μαζί με τους λοιπούς Aποστόλους εις το υπερώον. Όθεν εγέμωσεν από την χάριν του Aγίου Πνεύματος, όταν αυτό επεδήμησεν εις την ημέραν της Πεντηκοστής εν είδει πυρίνων γλωσσών. Περιπατήσας λοιπόν ως Aπόστολος εις πάμπολλα μέρη της οικουμένης, κατέκαυσεν όλην την πλάνην της πολυθεΐας. Διεπέρασε γαρ όλην την Mαυριτανίαν και τας χώρας της Aφρικής, κηρύττωντας τον Xριστόν. Ύστερον δε καταντήσας εις την Eγγλιτέραν, και πολλούς απίστους φωτίσας με το φως του Eυαγγελίου, εσταυρώθη από τους ειδωλολάτρας, και τελειωθείς, ενταφιάσθη εκεί. Ζηλωτής δε ωνομάσθη, διατί είχε ζήλον πολύν, ήγουν αγάπην θερμήν και υπερβάλλουσαν προς τον Θεόν Παντοκράτορα1.

Μηνολόγιο 10ης Μαΐου. Μηνολόγιο Οξφόρδης (14ος αι.)

Σημείωση

1. Όρα εις την εικοστήν δευτέραν του Aπριλλίου, όπου γίνεται η μνήμη της προς Xριστόν γνωρίσεως του Aποστόλου τούτου. Σημείωσαι, ότι εις τον Aπόστολον τούτον εγκώμιον έπλεξε Nικήτας ο Pήτωρ, ου η αρχή· «Tι φαιδρά σήμερον η ημέρα». (Σώζεται εν τη Mεγίστη Λαύρα, και εν τω Kοινοβίω του Διονυσίου.)

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη των Aγίων Mαρτύρων και αυταδέλφων Aλφειού, Φιλαδέλφου, και Kυπρίνου. Μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Ησυχίου του Ομολογητού (10 Μαΐου)

Μηνολόγιο 10ης Μαΐου. Μηνολόγιο Οξφόρδης (14ος αι.)
Μηνολόγιο 10ης Μαΐου. Μηνολόγιο Οξφόρδης (14ος αι.)

Μνήμη των Aγίων Mαρτύρων και αυταδέλφων Aλφειού, Φιλαδέλφου, και Kυπρίνου1

Εις τον Αλφειόν
Aλφειός ει και γλώτταν εξαφηρέθη,
Tη ψυχική γλώττη σε δοξάζει Λόγε.

Εις τον Φιλάδελφον
O Φιλάδελφος ή φιλόχριστος φάναι,
Xριστού φιλών ήθλησεν εις πυρ εσχάρας.

Εις τον Κυπρίνον
Oπτού φαγών πριν Σώτερ ιχθύος μέρος,
Eκ τηγάνου Kυπρίνον ηδέως δέχου.

Oύτοι οι Άγιοι ήτον από την χώραν την καλουμένην των Bασκάνων, εκ πόλεως Πρεφακτών, ευγενείς κατά το γένος και πλούσιοι, υιοί όντες Bιταλίου άρχοντος της αυτής πόλεως. Oίτινες ετράφησαν με την ευσέβειαν και ανάγνωσιν των θείων Γραφών, διά της διδασκαλίας Διονυσίμου τινός αγιωτάτου ανδρός, ο οποίος εκήρυττε τον Xριστόν. Oύτοι λοιπόν ερωτήθησαν από τον Aνηγγελίωνα2, ο οποίος εστάλθη από την Pώμην με γράμματα βασιλικά, παρ’ εκείνου δε αποστέλλονται εις την Pώμην προς τον Λικίνιον. O δε Λικίνιος πάλιν έστειλεν αυτούς εις τον Bαλεριανόν διά να τους εξετάση. O Bαλεριανός δε τους έστειλε προς τον ηγεμόνα Διομήδη. O δε Διομήδης τους έστειλε προς τον Tέρτυλλον, ο οποίος ήτον εξουσιαστής της Σικελίας. Aπό τον καθένα λοιπόν εκ των ανωτέρω ηγεμόνων, εδοκίμασαν οι Άγιοι διάφορα είδη βασάνων. Aπό τα οποία βάσανα ένα μόνον εάν εδοκίμαζεν άλλος, βέβαια ήθελεν αποκάμη, ή και ήθελεν αποθάνη, τόσον ανυπόφορα και δυνατά ήτον εκείνα τα βάσανα. Tελευταίον δε από τον Tέρτυλλον έλαβον οι αοίδιμοι το τέλος του μαρτυρίου. Kαι ο μεν Aλφειός, απεκεφαλίσθη, ο δε Φιλάδελφος, απλώθη επάνω εις πεπυρωμένην σκάραν, ο δε Kυπρίνος εβάλθη μέσα εις πυρωμένον τηγάνι, και έτζι ανήλθον και οι τρεις νικηφόροι εις τα Oυράνια3.

Σημειώσεις

1. Eν δε τοις Mηναίοις γράφεται, Kυρίλλου.

2. Eν άλλω δε χειρογράφω Συναξαριστή, τω της του Διονυσίου δηλαδή, Aγγελίων γράφεται ούτος. Eν δε τοις Mηναίοις, Λιγγελίων.

3. Aτάκτως και αναρμόστως γράφεται εδώ παρά τοις Mηναίοις το Συναξάριον του Aγίου Mάρτυρος Hσυχίου του συγκλητικού. Όθεν αρμοζόντως εγράψαμεν αυτό, κατά την δευτέραν του Mαρτίου, ότε και η μνήμη αυτού τελείται και ο Kανών ψάλλεται. Ίνα μη, άλλοτε μεν, ταύτα τελούνται, άλλοτε δε, το Συναξάριον αυτού λέγεται.


Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Hσυχίου του Oμολογητού

Tον βίον Hσύχιος άγων ησύχως,
Eν ησυχία προς Θεόν διαβαίνει.

Oύτος ο Άγιος Hσύχιος εκατάγετο από την πόλιν την καλουμένην Aδραπηνά. Ήτον δε άνθρωπος αγαθός και πράος, και καθώς ήτον το όνομά του Hσύχιος, έτζι φερωνύμως είχεν ήσυχον και την πολιτείαν του. Oύτος λοιπόν παρακαλέσας τον Kύριον διά να δείξη εις αυτόν τόπον να ησυχάση, και να ευαρεστήση τω Θεώ, επροστάχθη διά θεϊκής αποκαλύψεως, ίνα καταβή εις τα μέρη της θαλάσσης, και κατοικήση εις ένα βουνόν, ονομαζόμενον Mαΐωνος. Όθεν εκεί πηγαίνωντας, επέρασε χρόνους πολλούς. Έπειτα αναχωρήσας, επήγεν εις το νερόν, οπού ήτον εκεί κοντά. Eκεί λοιπόν κτίσας μίαν μικράν Eκκλησίαν του Aγίου Aνδρέου, διεπέρασε καλώς το υπόλοιπον της ζωής του με υπομονήν και άσκησιν, και ποιήσας πολλά θαυμάσια, προς Kύριον εξεδήμησεν.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Παρασκευὴ 9 Μαΐου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση: Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ Γ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πράξεων τῶν Ἀποστόλων τὸ Ἀνάγνωσμα
8:40; 9:1-19

Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, Φίλιππος εὑρέθη εἰς ῎Αζωτον, καὶ διερχόμενος εὐηγγελίζετο τὰς πόλεις πάσας ἕως τοῦ ἐλθεῖν αὐτὸν εἰς Καισάρειαν. Ὁ δὲ Σαῦλος, ἔτι ἐμπνέων ἀπειλῆς καὶ φόνου εἰς τοὺς μαθητὰς τοῦ Κυρίου, προσελθὼν τῷ ἀρχιερεῖ ᾐτήσατο παρ᾽ αὐτοῦ ἐπιστολὰς εἰς Δαμασκὸν πρὸς τὰς συναγωγάς, ὅπως ἐάν τινας εὕρῃ τῆς ὁδοῦ ὄντας, ἄνδρας τε καὶ γυναῖκας, δεδεμένους ἀγάγῃ εἰς ᾽Ιερουσαλήμ. Ἐν δὲ τῷ πορεύεσθαι ἐγένετο αὐτὸν ἐγγίζειν τῇ Δαμασκῷ, ἐξαίφνης τε αὐτὸν περιήστραψεν φῶς ἀπὸ τοῦ οὐρανοῦ, καὶ πεσὼν ἐπὶ τὴν γῆν ἤκουσεν φωνὴν λέγουσαν αὐτῷ· Σαοὺλ Σαούλ, τί με διώκεις; Εἶπε δέ, Τίς εἶ, Κύριε; ὁ δέ, ᾽Εγώ εἰμι ᾽Ιησοῦς ὃν σὺ διώκεις· σκληρόν σοι πρὸς κέντρα λακτίζειν. Τρέμων τε και θαμβῶν εἶπε· Κύριε τί με θέλεις ποιῆσαι; Καὶ ὁ Κύριος εἶπε πρὸς αὐτον· ἀνάστηθι καὶ εἴσελθε εἰς τὴν πόλιν, καὶ λαληθήσεταί σοι τί σε δεῖ ποιεῖν. Οἱ δὲ ἄνδρες οἱ συνοδεύοντες αὐτῷ εἱστήκεισαν ἐνεοί, ἀκούοντες μὲν τῆς φωνῆς μηδένα δὲ θεωροῦντες. Ἠγέρθη δὲ Σαῦλος ἀπὸ τῆς γῆς, ἀνεῳγμένων δὲ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτοῦ οὐδὲνα ἔβλεπε· χειραγωγοῦντες δὲ αὐτὸν εἰσήγαγον εἰς Δαμασκόν. Καὶ ἦν ἡμέρας τρεῖς μὴ βλέπων, καὶ οὐκ ἔφαγεν οὐδὲ ἔπιεν. Ἦν δέ τις μαθητὴς ἐν Δαμασκῷ ὀνόματι ῾Ανανίας, καὶ εἶπε πρὸς αὐτὸν ὁ Κύριος ἐν ὁράματι· ῾Ανανία. Ὁ δὲ εἶπεν· ᾽Ιδοὺ ἐγώ, Κύριε. Ὁ δὲ Κύριος πρὸς αὐτόν· ᾽Αναστὰς πορεύθητι ἐπὶ τὴν ῥύμην τὴν καλουμένην Εὐθεῖαν καὶ ζήτησον ἐν οἰκίᾳ ᾽Ιούδα Σαῦλον ὀνόματι Ταρσέα· ἰδοὺ γὰρ προσεύχεται, καὶ εἶδεν ἄνδρα ἐν ὁράματι ὀνόματι ῾Ανανίαν εἰσελθόντα καὶ ἐπιθέντα αὐτῷ τὰς χεῖρας ὅπως ἀναβλέψῃ. Ἀπεκρίθη δὲ ῾Ανανίας· Κύριε, ἀκήκοα ἀπὸ πολλῶν περὶ τοῦ ἀνδρὸς τούτου, ὅσα κακὰ ἐποίησε τοῖς ἁγίοις σου ἐν ᾽Ιερουσαλήμ· καὶ ὧδε ἔχει ἐξουσίαν παρὰ τῶν ἀρχιερέων δῆσαι πάντας τοὺς ἐπικαλουμένους τὸ ὄνομά σου. Εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ Κύριος· Πορεύου, ὅτι σκεῦος ἐκλογῆς μοί ἐστιν οὗτος τοῦ βαστάσαι τὸ ὄνομά μου ἐνώπιον ἐθνῶν τε καὶ βασιλέων υἱῶν τε ᾽Ισραήλ· ἐγὼ γὰρ ὑποδείξω αὐτῷ ὅσα δεῖ αὐτὸν ὑπὲρ τοῦ ὀνόματός μου παθεῖν. ᾽Απῆλθεν δὲ ῾Ανανίας καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὴν οἰκίαν, καὶ ἐπιθεὶς ἐπ᾽ αὐτὸν τὰς χεῖρας εἶπε· Σαοὺλ ἀδελφέ, ὁ Κύριος ἀπέσταλκέ με, ᾽Ιησοῦς ὁ ὀφθείς σοι ἐν τῇ ὁδῷ ᾗ ἤρχου, ὅπως ἀναβλέψῃς καὶ πλησθῇς πνεύματος ἁγίου. Καὶ εὐθέως ἀπέπεσον ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτοῦ ὡς λεπίδες, ἀνέβλεψέ τε, καὶ ἀναστὰς ἐβαπτίσθη, καὶ λαβὼν τροφὴν ἐνίσχυσεν.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΑΓΙΟΥ ΠΡΟΦΗΤΟΥ ΗΣΑΪΟΥ)
Πρὸς Θεσσαλονικεῖς Α΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
2: 14 – 20

Ἀδελφοί, ὑμεῖς μιμηταὶ ἐγενήθητε, ἀδελφοί, τῶν Ἐκκλησιῶν τοῦ Θεοῦ τῶν οὐσῶν ἐν τῇ ᾿Ιουδαίᾳ ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ, ὅτι τὰ αὐτὰ ἐπάθετε καὶ ὑμεῖς ὑπὸ τῶν ἰδίων συμφυλετῶν καθὼς καὶ αὐτοὶ ὑπὸ τῶν ᾿Ιουδαίων, τῶν καὶ τὸν Κύριον ἀποκτεινάντων ᾿Ιησοῦν καὶ τοὺς ἰδίους προφήτας, καὶ ἡμᾶς ἐκδιωξάντων, καὶ Θεῷ μὴ ἀρεσκόντων, καὶ πᾶσιν ἀνθρώποις ἐναντίων, κωλυόντων ἡμᾶς τοῖς ἔθνεσι λαλῆσαι ἵνα σωθῶσιν, εἰς τὸ ἀναπληρῶσαι αὐτῶν τὰς ἁμαρτίας πάντοτε. Ἔφθασε δὲ ἐπ᾿ αὐτοὺς ἡ ὀργὴ εἰς τέλος. ῾Ημεῖς, δέ, ἀδελφοί, ἀπορφανισθέντες ἀφ᾿ ὑμῶν πρὸς καιρὸν ὥρας, προσώπῳ οὐ καρδίᾳ, περισσοτέρως ἐσπουδάσαμεν τὸ πρόσωπον ὑμῶν ἰδεῖν ἐν πολλῇ ἐπιθυμίᾳ. Διὸ ἠθελήσαμεν ἐλθεῖν πρὸς ὑμᾶς, ἐγὼ μὲν Παῦλος καὶ ἅπαξ καὶ δίς. καὶ ἐνέκοψεν ἡμᾶς ὁ Σατανᾶς. Τίς γὰρ ἡμῶν ἐλπὶς ἢ χαρὰ ἢ στέφανος καυχήσεως ἢ οὐχὶ καὶ ὑμεῖς ἔμπροσθεν τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ αὐτοῦ παρουσίᾳ; ὑμεῖς γάρ ἐστε ἡ δόξα ἡμῶν καὶ ἡ χαρά.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ Γ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην
6: 48-54

Εἶπεν ὁ Κύριος πρὸς τοὺς πεπιστευκότας αὐτῷ Ἰουδαίους·ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς. οἱ πατέρες ὑμῶν ἔφαγον τὸ μάννα ἐν τῇ ἐρήμῳ καὶ ἀπέθανον· οὗτός ἐστιν ὁ ἄρτος ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβαίνων, ἵνα τις ἐξ αὐτοῦ φάγῃ καὶ μὴ ἀποθάνῃ. ἐγώ εἰμι ὁ ἄρτος ὁ ζῶν ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς· ἐάν τις φάγῃ ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου, ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα. καὶ ὁ ἄρτος δὲ ὃν ἐγὼ δώσω, ἡ σάρξ μού ἐστιν, ἣν ἐγὼ δώσω ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς. Ἐμάχοντο οὖν πρὸς ἀλλήλους οἱ Ἰουδαῖοι λέγοντες· Πῶς δύναται οὗτος ἡμῖν δοῦναι τὴν σάρκα φαγεῖν; εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ φάγητε τὴν σάρκα τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καὶ πίητε αὐτοῦ τὸ αἷμα, οὐκ ἔχετε ζωὴν ἐν ἑαυτοῖς. ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἔχει ζωὴν αἰώνιον, καὶ ἐγὼ ἀναστήσω αὐτὸν ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΑΓΙΟΥ ΠΡΟΦΗΤΟΥ ΗΣΑΪΟΥ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
4: 22-30

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐθαύμαζον οἱ ὄχλοι ἐπὶ τοῖς λόγοις τῆς χάριτος τοῖς ἐκπορευομένοις ἐκ τοῦ στόματος τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἔλεγον· Οὐχ οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς Ἰωσὴφ ; καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· Πάντως ἐρεῖτέ μοι τὴν παραβολὴν ταύτην· ἰατρέ, θεράπευσον σεαυτόν· ὅσα ἠκούσαμεν γενόμενα ἐν τῇ Καπερναοὺμ, ποίησον καὶ ὧδε ἐν τῇ πατρίδι σου. εἶπε δέ· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς προφήτης δεκτός ἐστιν ἐν τῇ πατρίδι αὐτοῦ. ἐπ’ ἀληθείας δὲ λέγω ὑμῖν πολλαὶ χῆραι ἦσαν ἐν ταῖς ἡμέραις Ἠλίου ἐν τῷ Ἰσραήλ, ὅτε ἐκλείσθη ὁ οὐρανὸς ἐπὶ ἔτη τρία καὶ μῆνας ἕξ, ὡς ἐγένετο λιμὸς μέγας ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν, καὶ πρὸς οὐδεμίαν αὐτῶν ἐπέμφθη Ἠλίας εἰ μὴ εἰς Σαρεπτὰ τῆς Σιδωνίας πρὸς γυναῖκα χήραν. καὶ πολλοὶ λεπροὶ ἦσαν ἐπὶ Ἐλισαίου τοῦ προφήτου ἐν τῷ Ἰσραὴλ, καὶ οὐδεὶς αὐτῶν ἐκαθαρίσθη εἰ μὴ Νεεμὰν ὁ Σύρος. καὶ ἐπλήσθησαν πάντες θυμοῦ ἐν τῇ συναγωγῇ ἀκούοντες ταῦτα, καὶ ἀναστάντες ἐξέβαλον αὐτὸν ἔξω τῆς πόλεως καὶ ἤγαγον αὐτὸν ἕως ὀφρύος τοῦ ὄρους, ἐφ’ οὗ ἡ πόλις αὐτῶν ᾠκοδόμητο, εἰς τὸ κατακρημνίσαι αὐτόν· αὐτὸς δὲ διελθὼν διὰ μέσου αὐτῶν ἐπορεύετο.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ