Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πατρών αποφάσισε ομόφωνα την αθώωση του π. Αναστασίου Γκοτσόπουλου για τη Θεία Λειτουργία που τέλεσε στις 25 Μαρτίου 2020, ανήμερα της εορτής του Ευαγγελισμού στον Ι. Ν. Αγ. Νικολάου Πατρών.
Αξιοσημείωτο είναι ότι ο Εισαγγελέας συμφώνησε με τους ισχυρισμούς των δικηγόρων Γ. Ιατρού και Ι. Χατζηαντωνίου περί αντισυνταγματικότητας της ΚΥΑ, που απαγόρευε την τέλεση κάθε ιεροπραξίας για 20 μέρες κατά την περίοδο του κορονοϊού.
Οι δικαστές συμφώνησαν πλήρως με την πρόταση του Εισαγγελέα, ωστόσο βασίστηκαν και στη σύγκρουση καθηκόντων. Με την ανακοίνωση της απόφασης, το ακροατήριο ξέσπασε σε παρατεταμένο χειροκρότημα.
Θυμίζουμε ότι το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Πατρών είχε καταδικάσει στις 10 Οκτωβρίου 2022 τον π. Αναστάσιο σε οκτώ μήνες φυλάκιση με αναστολή, με την κατηγορία για παραβίαση της ΚΥΑ, σύμφωνα με την οποία είχε απαγορευτεί η τέλεση κάθε ιεροπραξίας. Ο ίδιος είχε ασκήσει έφεση.
Στα Δικαστήρια της Πάτρας παρευρέθηκε πλήθος πιστών, κληρικών, μοναχών και λαϊκών, προκειμένου να εκφράσουν τη συμπαράστασή τους προς τον κληρικό της Μητροπόλεως Πατρών.
Στην απολογία του ο π. Αναστάσιος τόνισε ότι ως Χριστιανός Ορθόδοξος, ως Ορθόδοξος κληρικός και ως Έλληνας πολίτης δεν μπορεί να αποδεχθεί την καθολική απαγόρευση τέλεσης της Θείας Λειτουργίας, όπως είχε αποφασιστεί για 20 περίπου μέρες εν μέσω πανδημίας.
Συγκεκριμένα, επισήμανε: «Δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή με κανένα τρόπο και για κανένα λόγο απαγόρευση τέλεσης Θ. Λ. έστω και για μία ημέρα. Κατάργηση της Θ. Λ. έστω και προσωρινή, έστω και μίας ημέρας, σημαίνει κατάργηση της ίδιας της Εκκλησίας. Παρόμοια διάταξη νόμου, ολοσχερούς απαγόρευσης της Θ. Λατρείας, δηλαδή ποινικοποίησης της τέλεσης της Θ. Λειτουργίας, ίσχυε στην Ευρώπη μέχρι το 311 μ.Χ. (θάνατος Διοκλητιανού) και στην Αλβανία του Ενβὲρ Χότζα (1967-1990)! Ούτε ο Μωάμεθ ο Πορθητής ούτε ο Λένιν ούτε ο Στάλιν τόλμησαν τέτοια ασέβεια εναντίον του ίδιου του εσώτατου πυρήνα της Εκκλησίας, του Μυστηρίου της Θ. Ευχαριστίας, που τόλμησε η Ελληνική Δημοκρατία!»
Έκλεισε δε την απολογία του με τα εξής λόγια: «Αν αυτό ήταν έγκλημα αναλαμβάνω την ευθύνη. Αν η συνείδηση και η περί δικαίου αντίληψή Σας με θεωρεί ένοχο, καταδικάστε με! Αποδέχομαι την τιμή αυτή, τη μεγάλη τιμή της καταδίκης επειδή έπραξα ως Ορθόδοξος ιερέας το καθήκον μου».
Νωρίτερα, ο ιερέας και ιατρός π. Ευάγγελος Παπανικολάου που παρέστη ως μάρτυρας, ανέφερε ότι ιερέας που δε λειτουργεί στην εορτή του Ευαγγελισμού, δεν είναι ιερέας.
Πρόσθεσε δε ότι και στο Καμερούν που διακονεί ως κληρικός, ουδέποτε καταργήθηκε η Θεία Λειτουργία, παρά το γεγονός ότι πολλές επιδημίες εκεί είναι σε έξαρση.
Ανακοίνωση του π. Αναστασίου Γκοτσόπουλου για την αθώωσή του
Σήμερα η Ελληνική Δικαιοσύνη μού στέρησε την ύψιστη τιμή που μπορεί να αποδοθεί σε ένα ιερέα: να καταδικαστεί επειδή επιτέλεσε το ιερατικό και εφημεριακό του καθήκον για να είναι στοιχειωδώς συνεπής απέναντι στη συνείδησή του, στους ενορίτες του και στο Θεό.
Ταυτόχρονα όμως η Ελληνική Δικαιοσύνη διαφύλαξε το κύρος της και προστάτεψε την Ελληνική Δημοκρατία και Πολιτεία από το όνειδος και την ντροπή να καταδικαστεί Έλληνας παπάς επειδή “τόλμησε” να λειτουργήσει ανήμερα του Ευαγγελισμού.
Η Ελληνική Δικαιοσύνη με την αθωωτική για το πρόσωπό μου απόφαση αρνήθηκε να εφαρμόσει την όλως περιττή, παράλογη, ατελέσφορη, αντισυνταγματική και, κυρίως, ασεβή και αντίχριστη ΚΥΑ (2867/Υ1/16.3.20) που απαγόρευε όχι τη συνάθροιση λαού στους Ναούς όλης της επικράτειας, αλλά και αυτή αύτη την τέλεση της Θ. Λειτουργίας (ακόμα και στις Μονές και στο Άγ. Όρος!), κατά την όλως κρίσιμη από λειτουργικής απόψεως περίοδο της Μ. Τεσσαρακοστής 2020! Αρνήθηκε να εφαρμόσει τη διάταξη νόμου ολοσχερούς απαγόρευσης της Θ. Λατρείας, δηλαδή ποινικοποίησης της τέλεσης της Θ. Λειτουργίας, που ίσχυε στην Εὐρώπη μέχρι το 311 μ.Χ. (θάνατος Διοκλητιανού) και στην Αλβανία του Ενβὲρ Χότζα (1967-1990)! Ούτε ο Μωάμεθ ο Πορθητής ούτε ο Λένιν ούτε ο Στάλιν δεν τόλμησαν τέτοια ασέβεια εναντίον του ίδιου του εσώτατου πυρήνα της Εκκλησίας, του Μυστηρίου της Θ. Ευχαριστίας, που τόλμησε η Ελληνική Κυβέρνηση εν έτει 2020!
Οφείλω να καταστήσω απολύτως σαφές, ότι:
Ως Ορθόδοξος πιστός δεν θα μπορούσα να ανεχθώ την απαγόρευση τελέσεως Θ. Λειτουργίας από την κρατική εξουσία,
Ως Ορθόδοξος κληρικός ήμουν υποχρεωμένος, χάριτι και ελέει Θεού, να λειτουργήσω υπακούοντας στην Κεφαλή της Εκκλησίας που προστάζει: «τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν», χωρίς να ζητώ την άδεια του Καίσαρα,
Τέλος, ως Έλληνας πολίτης ήμουν και είμαι υποχρεωμένος στο μέτρο των δυνατοτήτων και αρμοδιοτήτων μου να προασπίζομαι το Ελληνικό Σύνταγμα και όχι μόνο να μην επιτρέπω σε κανένα την κατάλυσή του αλλά ούτε καν να την ανέχομαι.
Η απαγόρευση τέλεσης Θ. Λ. αποτελεί κατάλυση των θεμελιωδών άρθρων 3 (σχέσεις Εκκλησίας-Πολιτείας) και 13 (θρησκευτική ελευθερία) του Ελληνικού Συντάγματος καθώς και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (άρθρο 9.2) που προστατεύει το δικαίωμα της θρησκευτικής λατρείας.
H Εισαγγελική Αρχή με ιδιαίτερη έμφαση έκανε δεκτούς τους αυτοτελείς ισχυρισμούς του κατηγορουμένου περί αντισυνταγματικότητας των Κυβερνητικών Αποφάσεων, δηλώνοντας επί λέξει: «προσυπογράφω πλήρως σε όλη την έκταση τον ισχυρισμό περί αντισυνταγματικότητας σε όλα τα σημεία και κυρίως σε ότι αφορά την τήρηση της αναλογικότητας. Δεδομένου μάλιστα ότι ο ίδιος ο Νομοθέτης μετά από 8 μέρες ήρε τα συγκεκριμένα μέτρα θεωρώντας αυτά μη αναλογικά, δυσανάλογα. Παρ’ όλα αυτά, παρ΄ ότι σας λέω εκ των πρότερων, προσυπογραφώ πλήρως ό,τι γράφετε εδώ σε σχέση με την αντισυνταγματικότητα, δεν θα σταθώ εκεί… προτείνω την απαλλαγή του κατηγορουμένου»
Η πρόταση του Εισαγγελέα αποτελεί σταθμό, διότι για πρώτη φορά Εισαγγελική Αρχή δέχεται την αντισυνταγματικότητα των Κυβερνητικών αποφάσεων που αφορούσαν στην κατάργηση της Θ. Λατρείας και στην ποινικοποίηση της Θ. Λειτουργίας.
Η Ελληνική Δικαιοσύνη τελικά απεφάνθη ότι δεν διαπράττει κανένα αδίκημα ο ιερέας, ο οποίος ενεργώντας κατά συνείδηση δεν εφαρμόζει κυβερνητικές αποφάσεις που έρχονται σε αντίθεση με την εκκλησιαστική και λειτουργική μας παράδοση. Με άλλα λόγια, το καθήκον του ιερέα να ενεργεί σύμφωνα με την εκκλησιαστική τάξη υπερτερεί της υποχρέωσης συμμόρφωσης σε κυβερνητικές διατάξεις, όταν, μάλιστα, αυτές βρίσκονται εκτός των ορίων της συνταγματικής νομιμότητας.
Οφείλω ευχαριστίες στους δικηγόρους μου τον κ. Γ. Ιατρού και τον κ. Ιω. Χατζηαντωνίου, διότι με αδιάσειστη νομική επιχειρηματολογία κονιορτοποίησαν το κατηγορητήριο και απέδειξαν ότι οι ΚΥΑ που απαγόρευσαν την Θ. Λειτουργία δεν ήταν δυνατόν να εφαρμοστούν από Ορθοδόξους κληρικούς.
Ιδιαίτερες ευχαριστίες απευθύνω στον πρωτοπρεσβύτερο και ιατρό του Δημοσίου π. Ευάγγελο Παπανικολάου, ο οποίος παρέστη ως μάρτυρας, διότι με την επιστημονικά τεκμηριωμένη του κατάθεση κατέδειξε ότι από την τέλεση της Θ. Λ. και τη Θ. Κοινωνία των πιστών ούτε προέκυψε ούτε είναι δυνατόν να προκύψει ο παραμικρός κίνδυνος για τη δημόσια υγεία και συνεπώς οι ισχυρισμοί του μάρτυρα κατηγορίας δημοσιογράφου Κ. Φλαμή στερούνται της παραμικρής σοβαρότητας.
Ευχαριστώ πολύ και τους κληρικούς, μοναχούς και λαϊκούς που βρέθηκαν σήμερα στο Δικαστήριο από διάφορα μέρη της Ελλάδος για να εκφράσουν τη συμπαράστασή τους στο πρόσωπό μου, αλλά και τους δεκάδες από ολόκληρη τη χώρα ή μάλλον από όλο τον κόσμο, που μου συμπαραστάθηκαν. Δυστυχώς λόγω του μεγάλου αριθμού των μηνυμάτων δεν μπόρεσα να ανταποκριθώ και να τους ευχαριστήσω προσωπικά. Ζητώ συγγνώμη!
Τέλος, οφείλω να εκφράσω τις ευχαριστίες μου και στον μοναδικό κατήγορό μου δημοσιογράφο Κ. Φλαμή -ο οποίος δεν παρέστη, ως είχε υποχρέωση, αλλά η μαρτυρική του κατάθεση στην πρωτόδικη διαδικασία αναγνώστηκε ολόκληρη- χρησιμοποιώντας τα λόγια του Λυσία: «Οὐ πολλοῦ δέω χάριν ἔχειν, ὦ βουλή, τῷ κατηγόρῳ, ὅτι μοι παρεσκεύασε τόν ἀγώνα τουτονί». Όμως αυτό που για εμένα ως ιερέα είναι υπέρτατη τιμή δεν ξέρω πως μπορεί να αξιολογηθεί για ένα δημοσιογράφο… Αυτό είναι όμως πρόβλημα του κ. Φλαμή…
Κήρυγμα Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου στον Πανηγυρικό Εσπερινό της εορτής του Αγίου Αντωνίου του Μεγάλου, που τελέσθηκε στον ιερό ναό των Οσίων Βαρνάβα και Ιλαρίωνος στο χωριό Περιστερώνα της μητροπολιτικής περιφέρειας Μόρφου, όπου πανηγυρίζει προσωρινά η κατεχόμενη κοινότητα Μάσσαρι (16.1.2017)
Σ᾿ αὐτὸ καὶ μόνον πρέπει νὰ ἐκπαιδεύει τὴν ψυχή του, ὥστε ν᾿ ἀρέσει στὸ Θεό, εὐχαριστώντας γιὰ τὴν τόσο μεγάλη Του πρόνοια καὶ ρύθμιση τῶν ὅλων, ὁτιδήποτε κι᾿ ἂν τοῦ τύχη στὴ ζωή του.
Ο αββάς Παύλος έφτασε στην ηλικία των εκατό και δεκατριών ετών. Τότε και ο Μέγας Αντώνιος ήταν ενενήντα χρόνων και πολλές φορές σκεπτόταν και απορούσε λέγοντας. Άραγε θα υπάρχη άλλος Μοναχός στην πιο βαθειά έρημο; Μια νύκτα ήλθε Άγγελος Κυρίου και του λέγει: Πήγαινε γρήγορα στο βάθος της ερήμου, να βρεις τον Αββά Παύλο, ο οποίος είναι πιο ενάρετος από σένα και θα λάβεις μεγάλη ωφέλεια από αυτόν. Όταν άκουσε αυτά δεν καθυστέρησε καθόλου, αλλά αφού περιφρόνησε την αδυναμία των γηρατειών, την μεγάλη οδοιπορία και όλα τα άλλα εμπόδια, ξεκίνησε το πρωί και περπατώντας όλη την ημέρα εκαίγετο από τον καφτερό ήλιο. Είχε όμως την ελπίδα στον Κύριο ότι θα του δείξει τον έμψυχο θησαυρό, και δεν σκεπτόταν καθόλου τις δυσκολίες του δρόμου.
Μέγας Αντώνιος. Τοιχογραφία στην Ιερά Μονή Αγίου Νεοφύτου του Εγκλείστου στην Πάφο
Την τρίτη ημέρα είδε ένα λιοντάρι, που ανέβαινε βιαστικά σε ένα βουνό. Ο δε Όσιος γνωρίζοντας ότι ο Θεός τον άκουσε, ακολούθησε το θηρίο και έτσι έφθασε στο σπήλαιο. Τότε το μεν λιοντάρι μπήκε στο σπήλαιο, ο δε όσιος έμεινε απ’ έξω. Έτσι, αφού άφησε για την αγάπη κάθε δειλία και φόβο, ξεκίνησε γρήγορα να μπει μέσα σε αυτό και από την βιασύνη του σκόνταψε σε μια πέτρα και κτύπησε λίγο το πόδι του. Ακούγοντας τον θόρυβο ο ευρισκόμενος μέσα στο σπήλαιο Όσιος Παύλος, έκλεισε την πόρτα, ο δε όσιος Αντώνιος τον παρακαλούσε από έξω λέγοντας: ”Σε παρακαλώ για τον Κύριο, Όσιε Πάτερ, άνοιξέ μου για να δω το σεβάσμιο πρόσωπο σου.” Ο δε Όσιος Παύλος, θέλοντας να τον δοκιμάσει δεν άνοιγε. Έτσι, επειδή δεν μπορούσε ο μακάριος Αντώνιος από τον κόπο της οδοιπορίας και το κτύπημα να στέκεται όρθιος, έπεσε με το πρόσωπο στην γη και έμεινε έτσι εξ ώρες να τον παρακαλεί.
Άγιος Παύλος ο Θηβαίος. Τοιχογραφία του 14ου αιώνα μ.Χ. στον Ιερό Ναό τού Αγίου Νικολάου του Ορφανού στην Θεσσαλονίκη
Βλέποντας τον ήλιο να πλησιάζει την δύση του, παρακαλούσε πιο θερμά τον Όσιο να του ανοίξει την είσοδο. Ο δε Όσιος τον ρώτησε από μέσα ποιος ήταν, από που ήλθε και τι ζητούσε. Ο Αντώνιος του αποκρίθηκε λέγοντάς του την αλήθεια και πρόσθεσε: Άνθρωπε του Θεού, γνωρίζω πως δεν είμαι άξιος να σε δω και να συναντηθούμε, αλλά μάθε ότι δεν φεύγω από δω αν δεν απολαύσω την ποθούμενη μου θέα σου και τα γλυκύτατα σου λόγια. Γι’ αυτό περπάτησα ο γηραιός τόσο δρόμο ,και δεν λογάριασα τόση ταλαιπωρία, και βάσανα και τον φόβο των θηρίων, ω επώνυμε και μιμητά του Παύλου, τα άγρια θηρία φιλοξενείς και τον κατ’ εικόνα Θεού άνθρωπο, αν και αμαρτωλό και ανάξιο αποστρέφεσαι; …αλλά δεν φεύγω από εδώ έως να μου ανοίξεις , ακόμα και να πεθάνω έξω από την πόρτα σου, κι έτσι νεκρός να ελέγχω και να κατηγορώ αφώνως την ασπλαχνία σου. Αυτά έλεγε ο Αντώνιος κλαίγοντας.
Όσιος Παύλος ο Θηβαίος
Και απαντώντας του ο Παύλος “χαριέντως” του λέγει: Όποιος ζητεί δεν φοβερίζει κι όποιος κατηγορεί δεν δακρύζει. Και ανοίγοντάς του τον υποδέχεται εγκάρδια: “Καλώς ήρθες αδελφέ και συνεργάτα Αντώνιε”. Έτσι αφού κατασπάσθηκε ο ένας τον άλλο εν φιλήματι αγίω και αφού συνομιλούσαν με λόγια θεϊκά, αισθάνθηκαν μεγάλη πνευματική ευφροσύνη και αγαλλίαση. Έπειτα είπε ο Παύλος προς τον Αντώνιο: Τι ανάγκη είχες αδελφέ να κακοπαθήσεις τόσο να έλθεις έως εδώ , για να δεις έναν σαπρό και άχρηστο γέροντα ο οποίος πρόκειται σε λίγο να πεθάνει;… Κι ενώ συνομιλούσαν οι Άγιοι, βλέπουν πάνω σε ένα κλαδί δένδρου, κόρακα να βαστάζει ένα ολόκληρο άρτο, ο οποίος αφού πέταξε από το δένδρο τοποθέτησε τον άρτο ανάμεσα τους. Ενώ θαύμαζε ο Όσιος Αντώνιος αυτό το παράδοξο του είπε ο Όσιος : Στα αλήθεια, αδελφέ Αντώνιε, πολύ φιλάνθρωπος και Ελεήμων είναι ο Κύριος χορηγώντας σπόρο σε αυτόν που σπέρνει και άρτο για τροφή. Εξήντα χρόνια είναι όπου μου φέρνει την τροφή ο κόρακας αυτός, όπως είδες και όχι ένα άρτο, αλλά το μισό και σήμερα για την παρουσία σου διπλασίασε ο αγαθός Τροφεύς και Δεσπότης την τροφή.
Άγιος Αντώνιος και Άγιος Παύλος ο Θηβαίος. Τοιχογραγία του 17ου αιώνα μ.Χ. στην Ιερά Mονή Ξηροποτάμου, Άγιον Όρος
Ευχαρίστησαν τον Θεό και οι δυο και πήγαν στην πηγή να δειπνήσουν («παξιμαδήσουσι»). «Και φιλονικούντες ώραν πολλήν ως ταπεινόφρονες, συνερίζουνταν τις να κόψη τον άρτον, να ευλογήση την τράπεζαν, κι επροτίμα ένας τον άλλον τους»… «Τέλος, συμφώνως έλαβε πας ένας τον άρτον από το ένα μέρος.» Και τον έκοψαν μαζί εις το Όνομα του Κυρίου. …Αφού έφαγαν, έκαναν αγρυπνία όλη την νύκτα, προσευχόμενοι και δοξολογούντες τον Κύριο, και το πρωί είπε ο Παύλος προς τον Αντώνιο. Είναι πολλές μέρες, όπου μου απεκάλυψε ο Κύριος μας, ότι κατοικείς σε αυτή την έρημο, και μου υποσχέθηκε ότι θα σε ιδώ προτού τελειώσει η ζωή μου. Τώρα λοιπόν κατά την υπόσχεση σε απέστειλε να ενταφιάσεις το σώμα μου.
Όσιος Παύλος ο Θηβαίος
Όταν άκουσε αυτά ο Μέγας Αντώνιος, έτρεχαν τα δάκρυα του σαν ποτάμι, κλαίοντας για τον χωρισμό και τον παρακαλούσε θερμά να κάνη δέηση προς τον Κύριο, για να πάει και αυτός στην συνοδεία του. Σε παρακαλώ για την αγάπη μου, να μην βαρεθείς μέσα στους άλλους κόπους σου, αλλά να μου φέρεις τον μανδύα που σου έδωσε ο Επίσκοπος (Μέγας) Αθανάσιος, διότι έχω πολλή ευλάβεια να ενταφιάσεις με εκείνον το λείψανό μου. Αυτό, βέβαια, το έλεγε ο Παύλος μόνον ως πρόφαση, ώστε να μην είναι παρών κατά την κοίμησή του ο Αντώνιος και λυπηθεί περισσότερο. Και ούτε είχε ανάγκη από το ιμάτιο κατά τον θάνατο. Θαυμάζοντας ο Αντώνιος το «προορατικόν πνεύμα» του Οσίου, τον ευλαβείτο ως Άγγελο και δακρύζοντας του φίλησε τα χέρια και τα μάτια. Και ζητώντας του συγχώρεση, έφυγε γρήγορα για το κελί του.
Όσιος Παύλος ο Θηβαίος
Αφού πήρε λίγη τροφή επήρε τον μανδύα που του είπε και έτρεχε γρήγορα προς αυτό που επιθυμούσε, διψώντας τον Παύλο, βλέποντας προς τον Παύλο, “τον οποίον είχεν τροφήν σώματος, πνοήν και αναψυχήν της ψυχής του”.. Προσπαθούσε όσο μπορούσε πιο γρήγορα να περπατήσει, επειδή φοβόταν μήπως και δεν τον φθάσει ζωντανό για να πάρει την ευλογία του.
Αφού περπάτησε όλη την πρώτη ημέρα και μέρος από την δεύτερη, είδε στο δρόμο με τους νοερούς οφθαλμούς της ψυχής του τάγματα, Αγγέλων, Προφητών και χορούς Αποστόλων, στρατεύματα Μαρτύρων και Όσιων και μαζί με αυτούς, την ψυχή του Παύλου να λάμπει περισσότερο από το χιόνι, την οποίαν πήγαιναν με πολλή χαρά στα ουράνια. Όταν είδε αυτά έπεσε με το πρόσωπο στην γη, και αφού έβαλε άμμο στο κεφάλι του, κτυπούσε το πρόσωπο του “οδυρόμενος”. Αφού έκλαψε πολλή ώρα, έτρεχε και αισθανόταν τόσο δύναμη στο σώμα του, σαν να ήταν νέος και ακόμη περισσότερο.
Μέγας Αντώνιος και Όσιος Παύλος ο Θηβαίος. Φορητή εικόνα του 16ου αιώνα
Όταν έφθασε στο σπήλαιο, βρήκε τον Όσιο γονατιστό και είχε προς τον ουρανό υψωμένα τα χέρια του και το πρόσωπο. Επειδή νόμισε λοιπόν ότι ήταν ακόμη ζωντανός και προσευχόταν, συμπροσευχόταν και αυτός πολλή ώρα και έβλεπε με προσοχή εάν κουνηθεί κάποιο μέλος του Αγίου ή αν στενάξει ή αν κάνη κάτι που κάνουν οι ζωντανοί, για να γνωρίσει την αλήθεια. Αφού πέρασε πολύ ώρα και καθόλου δεν κινήθηκε, κατάλαβε ότι τελείωσε προσευχόμενος. Τότε πήγε με πολλή ευλάβεια και αγκάλιασε εκείνο το σεβασμιότατο λείψανο και συνεχώς το ασπάζονταν, κλαίοντας επειδή δεν τον γνώρισε πολύ πιο μπροστά για να απολαύσει την συνομιλία του προς ψυχική του ωφέλεια. Αφού τύλιξε αυτό με τον μανδύα, που έφερε, είπε τους συνήθεις ψαλμούς και όσα τροπάρια ήξευρε και θέλοντας να τον ενταφιάσει δεν ήξερε πως να σκάψει την γη επειδή δεν πήρε μαζί του κάποιο εργαλείο όταν αναχώρησε από το κελί του.
Άγιος Αντώνιος και Άγιος Παύλος ο Θηβαίος
Στεκόταν λοιπόν στεναχωρημένος, σκεπτόμενος να μην φύγει “έως να του στείλη ο Κύριος εξ ύψους βοήθειαν”. Τότε βλέπει να έρχονται τρέχοντας προς αυτόν δύο “φοβερώτατοι” λέοντες από το βάθος της έρημου . Στην αρχή μεν φοβήθηκε σαν άνθρωπος. Αλλά στήριξε την καρδιά του προς τον Κύριο κι έμεινε χωρίς φόβο. Τα δε λιοντάρια αφού πλησίασαν πρώτα στον μακάριο Παύλο κουνούσαν τις ουρές τους και με τις γλώσσες τους, έγλειφαν τα πόδια του, σαν να ήταν ζωντανός. Έπειτα όταν κατάλαβαν ότι ο Άγιος είχε τελειώσει, μούγκρισαν πέφτοντας στα πόδια του με πολλή θλίψη σαν άνθρωποι. Ο δε Όσιος θαύμασε βλέποντας ότι και τα θηρία είχαν στεναχωρηθεί για την αναχώρηση του Παύλου. “Αφού δε επέρασεν ολίγον η λύπη τους, ηγέρθησαν” και έσκαψαν την γη με τα νύχια τους κάνοντας τάφο ίσα ακριβώς με το λείψανο, και έβγαλαν το χώμα με τα πόδια τους. Έπειτα πήγαν στον Αντώνιο σαν να του ζητούσαν ευλογία “δια τον μισθόν του κόπου τους”, κουνώντας τις ουρές τους και τα αυτιά τους και έβαλαν κάτω το κεφάλι τους και έκαναν και άλλα τέτοια σχήματα.
Άγιος Παύλος ο Θηβαίος (κοίμησιος). Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β ‘
Ο δε Όσιος Αντώνιος αφού ύψωσε τα χέρια του προς τον ουρανό αυτά προσευχήθηκε: «Κύριε ο Θεός που τα γνωρίζεις όλα, που χωρίς την εντολή Σου ούτε φύλλο από το δένδρο δεν πέφτει, ούτε πουλί στην γη δεν κατεβαίνει, Συ Κύριε, όπως γνωρίζεις, δώσε και τον μισθό στα θηρία αυτά». Αυτά αφού είπε ο θείος Αντώνιος, έκανε με το χέρι του σημείο στα λιοντάρια για να αναχωρήσουν. Αυτά αφού πήγαν πάλι στο ιερό λείψανο του Παύλου και κατεσπάσθηκαν αυτό αναχώρησαν.
Ο δε Αντώνιος, βαστάζοντας το ιερό λείψανο το ενταφίασε το έτος 341, στις 15 Ιανουαρίου. Ο Άγιος Παύλος γεννήθηκε το έτος 227 στην Θηβαΐδα της Αιγύπτου, το δε έτος 250 έφυγε στην έρημο. Έζησε δε στο σπήλαιο 91 έτη, όλα δε τα χρόνια του ήσαν 114.
Μέγας Αντώνιος. Τοιχογραφία του 14ου αιώνα στην Ιερά Μονή Παντοκράτορος Αγίου Όρους
Περίμενε δε ο Μέγας Αντώνιος ακόμη μία ημέρα, για να δη εάν έλθει πάλι ο κόρακας με τον άρτο, αλλά δεν φάνηκε. Και αφού έγινε κληρονόμος της στολής του Οσίου Παύλου, επήρε εκείνο το ένδυμα των φοινίκων και επέστρεψε στο Μοναστήρι διηγούμενος στους Μοναχούς όλα τα προηγούμενα, την δε στολή του Οσίου Παύλου την είχε σε τόση μεγάλη τιμή και καύχημα, ώστε την φορούσε το Άγιον Πάσχα και τις άλλες μεγάλες εορτές.
Τήν Τετάρτη, 12 Ἰανουαρίου, ὁ Γεώργιος ζήτησε ἀπό τή γυναίκα του τά καλά του ἐνδύματα καί ξεκίνησε γιά τήν ἀγορά πρός ἀναζήτηση ἐργασίας. Καταγράφεται ὅτι τρείς φορές γύρισε πίσω για νά χαιρετήσει τή γυναίκα του καί τόν νεογέννητο, νεοφώτιστο γιό του. Κάποια ἐνόραση καθοδηγοῦσε πλέον τόν Γεώργιο. Ἡ πορεία του πρός τό μαρτύριο ἄρχιζε…
Η προσκύνησις της τιμίας αλύσεως του Αποστόλου Πέτρου. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'
Τω αυτώ μηνί Iϛ΄, τελείται η προσκύνησις της τιμίας Aλύσεως του Aγίου και ενδόξου Aποστόλου Πέτρου
Σην προσκυνούντα Πέτρε σειράν τιμίαν,
Σειράς μακράς λύσον με των εγκλημάτων.
Σειρήν προσκυνέω Πέτρου δεκάτη ενί έκτη.
Η προσκύνησις της τιμίας Αλύσεως του Αποστόλου Πέτρου. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’
Kατά την ημέραν ταύτην προσκυνείται η τιμία Άλυσις, την οποίαν ο Kορυφαίος Πέτρος εδέχθη διά τον Χριστόν διά προσταγής του τετράρχου Hρώδου, καθώς ο Aπόστολος Λουκάς ιστορεί εν κεφαλαίω δωδεκάτω των Πράξεων. Eκ του αποστολικού γαρ εκείνου και πανιέρου σώματος, έλαβε την αγιαστικήν και θαυματουργόν χάριν η Άλυσις αύτη, το να αγιάζη δηλαδή εκείνους, οπού την προσκυνούν μετά πίστεως, και να λύη από τα δεσμά κάθε κακού και ασθενείας. Όταν γαρ έπεσεν από το σώμα του Aποστόλου Πέτρου η Άλυσις αύτη, διά μέσου της επιφανείας του θείου Aγγέλου· ευθέως γαρ, φησίν, εξέπεσον αι αλύσεις εκ των χειρών· τότε μερικοί Χριστιανοί ευρίσκοντες αυτήν, την εφύλαξαν ένας από τον άλλον κατά διαδοχήν. Ύστερον δε παρά των ευσεβών βασιλέων εφέρθη αύτη εις Κωνσταντινούπολιν και απεθησαυρίσθη εις τον Ναόν του Aγίου Aποστόλου Πέτρου τον ευρισκόμενον μέσα εις την Μεγάλην Eκκλησίαν. Όπου τελείται και η αυτού Σύναξις και εορτή. (Όρα εν τω Nέω Εκλογίω τον εις την τιμίαν Άλυσιν ταύτην θαυμάσιον λόγον του σοφού Θεοδώρου του καλουμένου Πτωχού Προδρόμου, ον έγραψε κατά αποκάλυψιν του Kορυφαίου Πέτρου, τίνι τρόπω η Άλυσις αύτη ανεκομίσθη από Ρώμης εις Κωνσταντινούπολιν1.)
Σημείωση
1. Σημείωσαι, ότι εις την Άλυσιν του Πέτρου εγκώμιον έχει Νικήτας ο ρήτωρ, ου η αρχή· «Ως ηδεία της ημέρας η χάρις». (Σώζεται εν τη Λαύρα και εν τη Μονή του Διονυσίου.) Ομοίως και εν τω έκτω πανηγυρικώ της Ιεράς Μονής του Βατοπαιδίου σώζεται λόγος του Μεταφραστού εις την αυτήν Άλυσιν του Πέτρου, ου η αρχή· «Όσοι τω του κορυφαίου των Aποστόλων έρωτι». Και εν τη Ιερά δε Μονή των Ιβήρων σώζεται ο αυτός, και προ τούτων, εν τη Μεγίστη Λαύρα.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Μαρτύριο Αγίων Πευσίππου, Ελασίππου και Μεσίππου των αυταδέλφων. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'
Μνήμη των Aγίων Μαρτύρων και αυταδέλφων Πευσίππου, Ελασίππου και Μεσίππου και Νεονίλλης της μάμμης αυτών
Εις τον Πεύσιππον, Ελάσιππον και Μέσιππον
Καν ώσιν ιππείς κλήσεων σημασία,
Πεζοί τρέχουσιν τρίδυμοι τρεις προς φλόγα.
Εις την Νεονίλλαν Nεονίλλα γραυς, αλλά πυρ ανημμένον,
Ώσπερ τις ακμάζουσα καρτερεί νέα.
Μαρτύριο Αγίων Πευσίππου, Ελασίππου και Μεσίππου των αυταδέλφων. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’
Oύτοι οι Άγιοι εκατάγοντο από την Καππαδοκίαν, μονόκοιλοι όντες και οι τρεις. Ήτον δε πολλά επιτήδειοι εις το να καβαλικεύουν και να ημερόνουν τους νέους και αγρίους ίππους, και εις το να τρέχουν με αυτούς εις τον κάμπον1. Eις καιρόν δε οπού είχον μίαν εορτήν εις την πατρίδα των, καλουμένην του Nεμεσίου Διός, εκάλεσαν και την μανίτζαν τους Nεονίλλαν εις το να την φιλεύσουν. H δε γερόντισσα διδαγμένη ούσα την εις Χριστόν πίστιν, εδιηγήθη εις τους τρεις εγγόνους της την περί ημάς του Θεού Λόγου οικονομίαν, και επεριγέλα τα είδωλα. H διήγησις δε αύτη έγινεν εις τους νέους αφορμή πίστεως και σωτηρίας. Διότι ταύτα διηγουμένης της μανίτζας αυτών, ενθυμήθη ο καθ’ ένας από αυτούς εκείνα, οπού είδεν εις τον ύπνον του. Ταύτα δε ωδήγουν αυτούς εις το να πιστεύσουν τω Χριστώ. Ευθύς λοιπόν και οι τρεις Άγιοι εκρήμνισαν τα είδωλα, και τον Χριστόν παρρησία ομολογήσαντες, εβάλθησαν από τους αυθέντας αυτών Έλληνας εις την φωτίαν. Και εκεί τελειωθέντες οι μακάριοι, εκομίσαντο τους στεφάνους του μαρτυρίου.
Σημείωση
1. Ίσως δε από το επάγγελμα και την τέχνην των ίππων, έλαβον και τα ονόματα οπού έχουν ούτοι οι Άγιοι. Κατά το Συναξάριον δε και κατά το δίστιχον αυτών, όπερ επίσης γράφεται και εις τον χειρόγραφον Συναξαριστήν, και εις τα Μηναία, κατά ταύτα λέγω, τρίδυμοι ήτον, ήτοι μονόκοιλοι και οι τρεις. Γεννώσι γαρ αι γυναίκες και τρίδυμα.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)