Αρχική Blog Σελίδα 102

Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Aβουδίμου (15 Ιουλίου)

Μνήμη του Aγίου Mάρτυρος Aβουδίμου

Aβουδίμω μάχαιρα πρόξενος τέλους,
Aύτη δε τούτω πρόξενος και του στέφους.

Oύτος ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού εν έτει σϟθ΄ [299]. Πιασθείς δε ως Xριστιανός, και μη πεισθείς να θυσιάση εις τα είδωλα, εδέθη από τέσσαρας πάλους και εξαπλώθη. Eίτα εδάρθη από εννέα στρατιώτας, και επειδή δεν ηθέλησεν ούτε καν να γευθή από τας ειδωλοθύτους θυσίας, διά τούτο εξεσχίσθη με ονύχια σιδηρά, και τελευταίον δε απεκεφαλίσθη, και ούτως ανέβη νικηφόρος εις τα Oυράνια.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἅγιος Παΐσιος: «Τα χρόνια ποὺ περνοῦμε εἶναι πολύ δύσκολα καὶ πολύ ἐπικίνδυνα, ἀλλὰ τελικά θὰ νικήση ὁ Χριστός»

«Τα χρόνια ποὺ περνοῦμε εἶναι πολύ δύσκολα καὶ πολύ ἐπικίνδυνα, ἀλλὰ τελικά θὰ νικήση ὁ Χριστός»

Ὁ περισσότερος κόσμος τῆς ἐποχῆς μᾶς εἶναι μορφωμένος κοσμικά καὶ τρέχει μὲ τὴν κοσμική μεγάλη ταχύτητα. Ἐπειδή ὅμως τοῦ λείπει ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ –«ἀρχή σοφίας φόβος Κυρίου», λείπει τὸ φρένο, καὶ μὲ ταχύτητα, χωρίς φρένο, καταλήγει σὲ γκρεμό. Οἱ ἄνθρωποι εἶναι πολύ προβληματισμένοι καὶ οἱ περισσότεροι πολύ ζαλισμένοι. Ἔχουν χάσει τὸν προσανατολισμό τους. Σιγά‐σιγὰ κατευθύνονται πρὸς τὸ νὰ μήν μποροῦν νὰ ἐλέγχουν τὸν ἑαυτό τους. Ἄν αὐτοί ποὺ ἔρχονται στὸ Ἅγιον Ὅρος εἶναι τόσο πολύ συγχυσμένοι, τόσο μπερδεμένοι, μὲ τόσο ἄγχος, σκεφθῆτε οἱ ἄλλοι ποὺ εἶναι μακριά ἀπὸ τὸν Θεό, ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, πώς θὰ εἶναι!

Καὶ βλέπεις σὲ ὅλα τὰ κράτη φουρτούνα, ζάλη μεγάλη! Ὁ καημένος ὁ κόσμος – ὁ Θεὸς νὰ βάλει τὸ χέρι Του! – βράζει σάν τὴν χύτρα ταχύτητος. Καὶ οἱ μεγάλοι πώς τὰ φέρνουν! Μαγειρεύουν‐μαγειρεύουν, τὰ ρίχνουν ὅλα στὴν χύτρα ταχύτητος καὶ σφυρίζει τώρα ἡ χύτρα! Θὰ πεταχθῆ σὲ λίγο ἡ βαλβίδα! Εἶπα σὲ κάποιον ποῦ εἶχε μία μεγάλη θέση: «Γιατί μερικά πράγματα δὲν τὰ προσέχετε; Τί θὰ γίνει;». «Πάτερ μου, μοῦ λέει, λίγο χιόνι ἦταν πρῶτα τὸ κακό, τώρα ἔχει γίνει ὁλόκληρη χιονοστιβάδα.

Μόνο ἕνα θαῦμα μπορεῖ νὰ βοηθήση». Ἀλλά καὶ μὲ τὸν τρόπο ποὺ πηγαίνουν μερικοί νὰ βοηθήσουν τὴν κατάσταση, κάνουν μεγαλύτερη τὴν χιονοστιβάδα τοῦ κακοῦ. Ἀντί νὰ λάβουν ὁρισμένα μέτρα γιὰ τὴν παιδεία κ.λπ., κάνουν χειρότερα. Δὲν κοιτάζουν πώς νὰ διαλύσουν αὐτήν τὴν χιονοστιβάδα, ἀλλὰ τὴν κάνουν μεγαλύτερη. Βλέπεις, τὸ χιονάκι εἶναι λίγο στὴν ἀρχή. Ἄ ν κυλήση στὸν κατήφορο, γίνεται ἕνας σβῶλος. Ὁ σβῶλος, καθώς μαζεύει καὶ ἄλλο χιόνι, ξύλα, πέτρες κ.λπ., γίνεται σιγά‐σιγὰ μεγαλύτερος‐μεγαλύτερος, καὶ τελικά γίνεται ὁλόκληρη χιονοστιβάδα. Ἔτσι καὶ τὸ κακό λίγο‐λίγο ἔχει γίνει πιά χιονοστιβάδα καὶ κυλάει, τώρα θέλει βόμβα γιὰ νὰ σπάση.

Ἄσπρισαν τὰ γένια μου πρόωρα; Ἐγώ πονάω δυὸ φορές, μία, ὅταν προβλέπω μία κατάσταση καὶ φωνάζω, γιὰ νὰ προλάβουμε ἕνα κακό ποὺ πρόκειται νὰ γίνη, καὶ μία, ὅταν δὲν δίνουν σημασία – ἴσως ὄχι ἀπὸ περιφρόνηση –, καὶ συμβαίνη μετά τὸ κακό καὶ μοῦ ζητοῦν τότε τὴν συμπαράστασή μου. Τώρα καταλαβαίνω τί τραβοῦσαν οἱ Προφῆτες. Μεγαλύτεροι Μάρτυρες ἦταν οἱ Προφῆτες!

Πιὸ μεγάλοι Μάρτυρες ἀπὸ ὅλους τους Μάρτυρες, παρʹ ὅλου ποὺ δὲν πέθαναν ὅλοι μὲ μαρτυρικό θάνατο. Γιατί οἱ Μάρτυρες γιὰ λίγο ὑπέφεραν, ἐνῶ οἱ Προφῆτες ἔβλεπαν μία κατάσταση καὶ ὑπέφεραν συνέχεια. Φώναζαν‐φώναζαν, καὶ οἱ ἄλλοι τὸν χαβά τους. Καὶ ὅταν ἔφθανε ἡ ὥρα καὶ ἐρχόταν ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ ἐξ αἰτίας τους, βασανίζονταν καὶ ἐκεῖνοι μαζί τους. Τουλάχιστον ὅμως τότε τόσο ἔφθανε τὸ μυαλό τῶν ἀνθρώπων. Ἄφηναν τὸν Θεό καὶ προσκυνοῦσαν τὰ εἴδωλα. Σήμερα ποὺ καταλαβαίνουν, εἶναι ἡ μεγαλύτερη εἰδωλολατρία.

Δὲν ἔχουμε συνειδητοποιήσει ὅτι ὁ διάβολος βάλθηκε νὰ καταστρέψη τὰ πλάσματα τοῦ Θεοῦ. Ἔχει κάνει παγοινιά, νὰ καταστρέψη τὸν κόσμο. Λύσσαξε, γιατί ἄρχισε νὰ μπαίνη στὸν κόσμο ἡ καλή ἀνησυχία. Εἶναι πολύ ἀγριεμένος, γιατί γνωρίζει ὅτι εἶναι λίγη ἡ δράση του. Τώρα κάνει ὅπως ἕνας ἐγκληματίας πού, ὅταν τὸν κυκλώνουν, λέει: «Δὲν ἔχω σωτηρία! Θὰ μὲ πιάσουν!». καὶ τὰ κάνει ὅλα γυαλιά‐ καρφιά. Ἤ ὅπως οἱ στρατιῶτες, ποὺ ἐν καιρῶ πολέμου, ὅταν τελειώσουν τὰ πυρομαχικά, βγάζουν τὴν λόγχη ἤ τὸ σπαθί καὶ ρίχνονται καὶ ὅ,τι γίνει. Σοῦ λέει: «Ἔτσι κι ἀλλιῶς χαμένοι εἴμαστε, ἄς σκοτώσουμε ὅσο πιὸ πολλούς μποροῦμε». Ὁ κόσμος καίγεται! Τὸ καταλαβαίνετε; Ἔπεσε πολύς πειρασμός. Τέτοια πυρκαγιά ἔχει βάλει ὁ διάβολος, ποὺ οὔτε ὅλοι οἱ πυροσβέστες ἄν μαζευθοῦν, δὲν μποροῦν νὰ κάνουν τίποτε, ἀναγκάζονται οἱ ἄνθρωποι νὰ στραφοῦν στὸν Θεό καὶ νὰ Τὸν παρακαλέσουν νὰ ρίξη μία βροχή γερή, γιὰ νὰ σβήση. Ἔτσι καὶ γιὰ τὴν πνευματική πυρκαγιά ποὺ ἄναψε ὁ διάβολος, μόνον προσευχή χρειάζεται, γιὰ νὰ βοηθήση ὁ Θεός.

Ὅλος ὁ κόσμος πάει νὰ γίνη μία περίπτωση. Γενικό ξεχαρβάλωμα! Δὲν εἶναι νὰ πῆς: «Σʹ ἕνα σπίτι χάλασε λίγο τὸ παράθυρο ἤ κάτι ἄλλο, ἄς τὸ διορθώσω». Ὅλο τὸ σπίτι εἶναι ξεχαρβαλωμένο. Ἔχει γίνει χαλασμένο χωριό. Δὲν ἐλέγχεται πιά ἡ κατάσταση. Μόνον ἀπὸ πάνω, ὅ,τι κάνει ὁ Θεός. Τώρα εἶναι νὰ δουλεύη ὁ Θεὸς μὲ τὸ κατσαβίδι, μὲ χάδια, μὲ σκαμπίλια, νὰ τὸ διορθώση. Μία πληγή ἔχει ὁ κόσμος ποὺ κιτρίνισε καὶ θέλει σπάσιμο, ἀλλὰ ἀκόμη δὲν ὡρίμασε καλά. Πάει νὰ ὡριμάση τὸ κακό, ὅπως τότε στὴν Ἱεριχὼ ποὺ ἦταν γιὰ ἀπολύμανση.

Ἀτέλειωτα εἶναι τὰ βάσανα τοῦ κόσμου. Μία γενική ἀποσύνθεση, οἰκογένειες, μικροί‐μεγάλοι. Κάθε μέρα ἡ καρδιά μου γίνεται κιμάς. Τὰ περισσότερα σπίτια εἶναι γεμάτα ἀπὸ στενοχώριες, ἀπὸ ἀγωνία, ἀπὸ ἄγχος. Μόνο στὰ σπίτια ποὺ ζοῦν κατὰ Θεόν εἶναι καλά οἱ ἄνθρωποι. Στὰ ἄλλα, διαζύγια, ἄλλοι χρεωκοπημένοι, ἄλλοι ἄρρωστοι, ἄλλοι τρακαρισμένοι, ἄλλοι μὲ ψυχοφάρμακα, μὲ ναρκωτικά!… Λίγο‐πολύ ὅλοι, οἱ καημένοι, ἔχουν ἕναν πόνο. Ἰδίως τώρα, δουλειές δὲν ἔχουν, χρέη ἀπὸ ʹδω, βάσανα ἀπὸ ʹκει, τούς τραβοῦν οἱ Τράπεζες, τούς βγάζουν ἀπὸ τὰ σπίτια, ἕνα σωρό!

Καὶ δὲν εἶναι μία καὶ δύο μέρες! Καὶ ἄν ἕνα‐δύο παιδιά σὲ μία τέτοια οἰκογένεια εἶναι γερά, ἀρρωσταίνουν ἀπὸ αὐτήν τὴν κατάσταση. Πολλές οἰκογένειες ἀπὸ αὐτές μία μέρα νὰ εἶχαν τὸ ἀμέριμνο, τὴν ξενοιασιά τῶν μοναχῶν, θὰ εἶχαν τὸ καλύτερο Πάσχα.

Ὅταν κανεὶς πονάη καὶ ἐνδιαφέρεται γιὰ τούς ἄλλους καὶ ὄχι γιὰ τὸν ἑαυτό του, τότε ὅλο τὸν κόσμο τὸν βλέπει σάν σὲ ἀκτινογραφία μὲ τὶς ἀκτίνες τὶς πνευματικές… Πολλές φορές, ἐκεῖ ποὺ λέω τὴν εὐχή, βλέπω μικρούτσικα παιδάκια, τὰ καημένα, νὰ περνοῦν μπροστὰ μου θλιμμένα καὶ νὰ παρακαλοῦν τὸν Θεό. Τὰ βάζουν οἱ μανάδες τους νὰ κάνουν προσευχή, γιατί ἔχουν προβλήματα, δυσκολίες στὴν οἰκογένεια καὶ ζητοῦν βοήθεια ἀπὸ τὸν Θεό. Γυρίζουν τὸ κουμπί στὴν ἴδια συχνότητα, καὶ ἔτσι ἐπικοινωνοῦμε!

Σήμερα ὁ κόσμος γέμισε ἀσφάλειες‐ἀνασφάλειες, ἀλλά, γιὰ νὰ εἶναι ἀπομακρυσμένος ἀπὸ τὸν Χριστό, νιώθει τὴν μεγαλύτερη ἀνασφάλεια. Σὲ καμμιά ἐποχή δὲν ὑπῆρχε ἡ ἀνασφάλεια ποὺ ἔχουν οἱ σημερινοί ἄνθρωποι. Καὶ ἐπειδή δὲν τούς βοηθοῦν οἱ ἀνθρώπινες ἀσφάλειες, τρέχουν τώρα νὰ μποῦν στὸ καράβι τῆς Ἐκκλησίας, γιὰ νὰ νιώσουν πνευματική ἀσφάλεια, γιατί βλέπουν ὅτι τὸ κοσμικό καράβι βούλιαξε. Ἄν ὅμως δοῦν ὅτι καὶ στὸ καράβι τῆς Ἐκκλησίας μπαίνει λίγο νερό, ὅτι καὶ ἐκεῖ ἔχουν πιασθῆ ἀπὸ τὸ κοσμικό πνεῦμα καὶ δὲν ὑπάρχει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τότε θὰ ἀπογοητευθοῦν οἱ ἄνθρωποι, γιατί δὲν θὰ ἔχουν μετά ἀπὸ ποὺ νὰ πιασθοῦν.

Ὁ κόσμος ὑποφέρει, χάνεται καὶ δυστυχῶς εἶναι ἀναγκασμένοι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νὰ ζοῦν μέσα σʹ αὐτήν τὴν κόλαση τοῦ κόσμου. Νιώθουν οἱ περισσότεροι μία μεγάλη ἐγκατάλειψη, μία ἀδιαφορία – ἰδίως τώρα – ἀπὸ παντοῦ. Δὲν ἔχουν ἀπὸ ποὺ νὰ κρατηθοῦν. Εἶναι αὐτὸ ποὺ λένε: «Ὁ πνιγμένος ἀπʹ τὰ μαλλιά τοῦ πιάνεται».

Αὐτὸ δείχνει ὅτι ὁ πνιγμένος ζητάει ἀπὸ κάπου νὰ πιασθῆ, νὰ σωθῆ. Βλέπεις, τὸ καράβι βουλιάζει καὶ ὁ ἄλλος πάει νὰ πιασθῆ ἀπὸ τὸ κατάρτι. Μά, ἀφοῦ τὸ καράβι κινδυνεύει νὰ βουλιάξη, δὲν σκέφτεται ὅτι καὶ τὸ κατάρτι θὰ βουλιάξη. Πιάνεται ἀπὸ τὸ κατάρτι καὶ βουλιάζει πιὸ γρήγορα! Θέλω νὰ πῶ ὅτι οἱ ἄνθρωποι ζητοῦν κάπου νὰ ἀκουμπήσουν, ἀπὸ κάπου νὰ πιασθοῦν. Καὶ ἄν δὲν ἔχουν πίστη νὰ ἀκουμπήσουν σʹ αὐτήν, ἄν δὲν ἐμπιστευθοῦν στὸν Θεό, ὥστε νὰ ἐγκαταλείψουν τελείως τὸν ἑαυτό τούς σʹ Αὐτόν, θὰ βασανίζωνται. Μεγάλη ὑπόθεση ἡ ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό!

Τὰ χρόνια ποὺ περνοῦμε εἶναι πολύ δύσκολα καὶ πολύ ἐπικίνδυνα, ἀλλὰ τελικά θὰ νικήσει ὁ Χριστός. Θὰ δῆτε πώς θὰ ἐκτιμήσουν τὴν Ἐκκλησία. Ἀρκεῖ ἐμεῖς νὰ εἴμαστε σωστοί. Θὰ καταλάβουν ὅτι ἀλλιῶς δὲν γίνεται χωριό. Καὶ οἱ πολιτικοί ἔχουν πλέον καταλάβει ὅτι, ἄν κάποιοι μποροῦν νὰ βοηθήσουν τώρα σʹ αὐτὸ τὸ τρελλοκομεῖο ποὺ ἔχει γίνει ὁ κόσμος, αὐτοί εἶναι οἱ ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας. Μή σᾶς φαίνεται παράξενο! Οἱ πολιτικοί μας σήκωσαν τὰ χέρια. Ἦρθαν στὸ Καλύβι μερικοί καὶ μοῦ εἶπαν: «Οἱ καλόγεροι πρέπει νὰ κάνουν ἱεραποστολή, ἀλλιῶς δὲν γίνεται».

Ἄν γνωρίζατε σὲ τί κατάσταση βρισκόμαστε καὶ τί μᾶς περιμένει!… Τί ἀναζήτηση ὑπάρχει

Χειμώνα καιρό ἦρθαν μία μέρα στὸ Καλύβι ὀγδόντα ἄτομα, ἀπὸ φοιτητές μέχρι σκηνοθέτες. Ἔκλαιγαν καὶ ρωτοῦσαν ἄν μποροῦν νὰ σπουδάσουν Θεολογία! Εἶναι ἐξωφρενική ἡ κατάσταση στὸν κόσμο! Ὅλοι ζητοῦν κάτι, χωρίς νὰ ξέρουν οἱ περισσότεροι τί ζητοῦν. Ἄλλοι μὲ μπουζούκια ψάχνουν τὴν ἀλήθεια! Ἄλλοι μὲ ἐξωφρενική μουσική ζητοῦν τὸν Χριστό!

Τόσοι ἄνθρωποι νὰ ἔρχωνται καὶ νὰ στέκωνται ὄρθιοι καὶ νὰ περιμένουν ὧρες! Μέσα στὰ σημεῖα τῶν καιρῶν εἶναι καὶ αὐτό, νὰ ζητάει ὁ κόσμος βοήθεια ἀπὸ ἐμένα τὸν ταλαίπωρο. Δὲν βλέπω κάτι τὸ καλό στὸν ἑαυτό μου καὶ ἀπορῶ τί βρίσκουν οἱ ἄνθρωποι καὶ τρέχουν σʹ ἐμένα.

Κολοκύθι μὲ φλούδα καρπουζιοῦ εἶμαι. στὶς μέρες μας τὸ κολοκύθι τὸ τρῶνε γιὰ καρπούζι, γιατί ἔχει φλούδα καρπουζιοῦ. Ξεκινοῦν ἀπὸ τὴν ἄκρη τοῦ κόσμου καὶ δὲν εἶναι σίγουροι, θὰ μὲ βροῦν, δὲν θὰ μὲ βροῦν. Καὶ τὸν ἑαυτό μου τὸν σιχαίνομαι καὶ τὸν κόσμο τὸν πονάω. Ποῦ ἔχουμε φθάσει! Ποῦ κατήντησε ὁ κόσμος! Ὁ Προφήτης Ἠλίας ἀναφέρει ὅτι θὰʹ ρθεῖ καιρός ποὺ οἱ ἄνθρωποι θὰ βροῦν ἕναν ποὺ θὰ ἔχη ἱμάτιο καὶ θὰ τοῦ ποῦν: «Ἔλα νὰ σὲ κάνουμε βασιλιᾶ!». Ὁ Θεὸς νὰ μᾶς λυπηθῆ!

Ὅταν διαβάζω τὸν 28ο Ψαλμό ποὺ εἶναι «Γιʹ αὐτούς ποὺ κινδυνεύουν στὴν θάλασσα», λέω: «Θεέ μου, καὶ ἡ στεριά, ὁ κόσμος ὅλος, ἔγινε χειρότερη θάλασσα, γιατί πνίγει τὸν κόσμο πνευματικά». Καὶ ὅταν ἔρχεται κόσμος ἀπογοητευμένος, τούς διαβάζω τὸν 93ο καὶ τὸν 36ο Ψαλμό. «Θεὸς ἐκδικήσεων Κύριος, Θεὸς ἐκδικήσεων ἐπαρρησιάσατο. Ὑψώθητι ὁ κρίνων τὴν γῆν, ἀπόδος ἀνταπόδοσιν τοῖς ὑπερηφάνοις…

Τὸν λαόν σου, Κύριε, ἐταπείνωσαν καὶ τὴν κληρονομίαν σου ἐκάκωσαν… Καὶ ἐγένετο μοί Κύριος εἰς καταφυγήν καὶ ὁ Θεὸς μου εἰς βοηθόν ἐλπίδος μου…». Δίνουν μεγάλη παρηγοριά! Μὲ μία ματιά στὸν Οὐρανό θὰ ἄλλαζαν τὰ πράγματα. Ἀλλά βλέπεις, δὲν σκέφτονται τὸν Θεό σήμερα οἱ ἄνθρωποι. Γιʹ αὐτὸ δὲν βρίσκεις ἀνταπόκριση, δὲν μπορεῖς νὰ συνεννοηθῆς.

Συνέχεια παρακαλῶ τὸν Θεό νὰ παρουσιάση σωστούς ἀνθρώπους, Χριστιανούς, γιὰ νὰ βοηθοῦν τὸν κόσμο, καὶ τούς σωστούς νὰ τούς κρατήση χρόνια.

Νὰ κάνουμε προσευχή νὰ φωτίση ὁ Θεὸς νὰ βγοῦν ἄλλοι, νέοι ἄνθρωποι, ἁγνοί, νὰ βγοῦν Μακκαβαῖοι, γιατί οἱ τωρινοί καταστρέφουν τὸν κόσμο. Οἱ νεώτεροι μπορεῖ νὰ ἔχουν ἀπειρία, ἀλλὰ δὲν ἔχουν ψευτιά, πονηριά. Νὰ παρακαλοῦμε νὰ φωτίζη ὁ Θεὸς ἀνθρώπους ὄχι μόνο στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ καὶ αὐτούς ποὺ κυβερνοῦν, νὰ ἔχουν φόβο Θεοῦ, γιὰ νὰ μπορέσουν κάτι νὰ ποῦν. Λίγο, μία φωτισμένη κουβέντα ἄν ποῦν, τάκ, ἀλλάζουν μία κατάσταση. Ἄν ποῦν μία ἀνοησία, μπορεῖ ὁλόκληρο κράτος νὰ τὸ τσαλακώσουν. Μία ἄσχημη ἀπόφαση εἶναι καταστροφή. Δὲν εἶναι μόνον ἡ ὑλική δυστυχία, ποὺ πεινοῦν, ποὺ δυστυχοῦν οἱ ἄνθρωποι, ἡ πνευματική δυστυχία εἶναι πιὸ μεγάλη. Ἡ προσευχή πολύ θὰ βοηθήση νὰ τούς φωτίση λιγάκι ὁ Χριστός. Παίρνει τὸ κατσαβιδάκι ὁ Χριστός, λίγο ἕνα στρίψιμο, μία βόλτα πίσω… ἐντάξει, ὅλα τακτοποιοῦνται. Σιγά‐σιγά, ὅταν ὁ Θεὸς φωτίζη μερικούς ἀνθρώπους, τότε τὸ κακό ἐξευτελίζεται μόνο του. Γιατί τὸ κακό μόνο τοῦ καταστρέφεται, δὲν τὸ καταστρέφει ὁ Θεός. Τελικά τὰ πράγματα θὰ ἔρθουν στὴν θέση τους. Βλέπω ὅτι πολλοί ποὺ ἔχουν μία θέση καταλαβαίνουν, πονοῦν καὶ ἀγωνίζονται, καὶ ἰδιαίτερα τὸ χαίρομαι!

Στὴν ἐποχή μᾶς λείπουν τὰ παραδείγματα. Παλιά εἴχαμε μεγάλα ἀναστήματα. Μιλῶ γενικά γιὰ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὸν Μοναχισμό. Τώρα πλήθυναν τὰ λόγια καὶ τὰ βιβλία καὶ λιγόστεψαν τὰ βιώματα. Θαυμάζουμε μόνον τούς Ἁγίους Ἀθλητές τῆς Ἐκκλησίας μας, χωρίς νὰ καταλαβαίνουμε τὸ πόσο κοπίασαν, γιατί δὲν κοπιάσαμε, γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ καταλάβουμε τὸν κόπο τους, γιὰ νὰ τούς ἀγαπήσουμε καὶ νὰ ἀγωνισθοῦμε ἀπὸ φιλότιμο νὰ τούς μιμηθοῦμε. Ὁ Καλός Θεὸς βέβαια θὰ λάβη ὑπʹ ὄψιν Τοῦ τὴν ἐποχή καὶ τὶς συνθῆκες στὶς ὁποῖες ζοῦμε καὶ ἀνάλογα θὰ ζητήση. Ἄν λίγο ἀγωνισθοῦμε, θὰ στεφανωθοῦμε περισσότερα ἀπὸ τούς παλαιούς.

Παλιά ποὺ ὑπῆρχε τὸ ἀγωνιστικό πνεῦμα καὶ ὁ καθένας προσπαθοῦσε νὰ μιμηθῆ τὸν ἄλλο, δὲν μποροῦσε νὰ σταθῆ οὔτε τὸ κακό οὔτε ἡ ἀμέλεια. Ἦταν καὶ τὸ καλό πολύ καὶ ἀγωνιστικό πνεῦμα ὑπῆρχε, γιʹ αὐτὸ ἕνας ἀμελής δὲν μποροῦσε νὰ σταθῆ. Τὸν ἔπαιρναν σβάρνα οἱ ἄλλοι. Θυμᾶμαι, μία φορά στὴν Θεσσαλονίκη περιμέναμε τὰ φανάρια, γιὰ νὰ περάσουμε ἀπὸ τὸ ἕνα πεζοδρόμιο στὸ ἄλλο. Σὲ μία στιγμή αἰσθάνθηκα ἕνα κύμα νὰ μὲ σπρώχνη πρὸς τὰ ἐμπρός, γιατί ὅλοι πήγαιναν πρὸς τὰ ἐκεῖ. Μόλις ποὺ σήκωνα τὸ πόδι καὶ προχωροῦσα. Θέλω νὰ πῶ δηλαδή ὅτι, ὅταν ὅλοι πᾶνε πρὸς ἕνα μέρος, ἕνας, καὶ νὰ μή θέλη νὰ πάη, δυσκολεύεται νὰ μήν πάη, γιατί τὸν πάνε οἱ ἄλλοι. Σήμερα, ἄν κάποιος θέλη νὰ ζήση τίμια καὶ πνευματικά, δὲν χωράει στὸν κόσμο, δυσκολεύεται.

Καὶ ἄν δὲν προσέξη, θὰ τὸν πάρη ὁ κατήφορος, τὸ κοσμικό κανάλι. Παλιότερα, ἦταν πολύ τὸ καλό, πολλή ἡ ἀρετή, πολύ τὸ καλό παράδειγμα, καὶ τὸ κακό πνιγόταν στὸ πολύ καλό καὶ ἡ λίγη ἀταξία ποὺ ὑπῆρχε στὸν κόσμο ἤ στὰ Μοναστήρια δὲν φαινόταν καὶ οὔτε ἔβλαπτε. Τώρα τί γίνεται; Τὸ κακό παράδειγμα εἶναι πολύ, καὶ τὸ λίγο καλό ποὺ ὑπάρχει, περιφρονεῖται. Γίνεται δηλαδή τὸ ἀντίθετο, πνίγεται τὸ λίγο καλό στὸ πολύ κακό, καὶ ἔτσι κυβερνάει τὸ κακό.

Ὅταν ἕνας ἄνθρωπος ἤ ἕνα σύνολο ἀνθρώπων ἔχη ἀγωνιστικό πνεῦμα, αὐτὸ πολύ βοηθάει. Γιατί, ὅταν ἕνας προχωράη πνευματικά, δὲν ὠφελεῖ μόνον τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ βοηθάει καὶ τὸν ἄλλον ποὺ τὸν βλέπει. Καὶ ἕνας ποὺ εἶναι χαλαρός, πάλι τὸ ἴδιο, ἐπιδρᾶ καὶ στούς ἄλλους. Ὅταν ὁ ἕνας χαλαρώνη, ὁ ἄλλος χαλαρώνη, τελικά, χωρίς νὰ τὸ καταλαβαίνουν, δὲν μένει τίποτε. Γιʹ αὐτὸ τὸ ἀγωνιστικό πνεῦμα πολύ θὰ βοηθήση μέσα σʹ αὐτήν τὴν χαλάρωση ποὺ ὑπάρχει. Αὐτὸ θὰ πρέπη νὰ τὸ προσέξουμε πολύ, γιατί ἔφθασαν δυστυχῶς σὲ τέτοιο σημεῖο οἱ σημερινοί ἄνθρωποι, ποὺ κάνουν καὶ νόμους ἀκόμη χαλαρούς καὶ τούς ἐπιβάλλουν καὶ στούς ἀγωνιζομένους νὰ τούς ἐφαρμόσουν. Γιʹ αὐτὸ οἱ ἀγωνιζόμενοι ὄχι μόνο δὲν πρέπει νὰ ἐπηρεάζωνται ἀπὸ τὸ κοσμικό πνεῦμα, ἀλλὰ καὶ νὰ μή συγκρίνουν τὸν ἑαυτό τους μὲ τούς κοσμικούς καὶ νομίζουν ὅτι εἶναι ἅγιοι καὶ μετά χαλαρώνουν καὶ γίνονται χειρότεροι καὶ ἀπὸ τούς πιὸ κοσμικούς. Στὴν πνευματική ζωή δὲν θὰ βάλη κανεὶς γιὰ πρότυπό τους κοσμικούς ἀλλὰ τούς Ἁγίους. Καλά εἶναι νὰ παίρνη κάθε ἀρετή καὶ νὰ

βρίσκη τὸν Ἅγιο ποὺ τὴν εἶχε, νὰ μελετᾶ τὸν βίο του, καὶ τότε θὰ βλέπη ὅτι δὲν ἔχει κάνει τίποτε καὶ νὰ προχωρῆ μὲ ταπείνωση. Στὸ στὰδιο αὐτοί ποὺ τρέχουν, δὲν κοιτάζουν πίσω νὰ δοῦν ποὺ βρίσκονται οἱ τελευταῖοι, γιατί, ἄν τὸ κάνουν, θὰ μείνουν αὐτοί τελευταῖοι. Ὅταν προσπαθῶ νὰ μιμηθῶ τούς προχωρημένους, ἡ συνείδηση λεπτύνεται. Ὅταν ὅμως βλέπω τούς πίσω, δικαιολογῶ τὸν ἑαυτό μου καὶ λέω ὅτι δὲν εἶναι σπουδαία τὰ σφάλματά μου ἐν συγκρίσει μὲ τὰ δικά τους. Ἐπαναπαύομαι στὸν λογισμό μου ὅτι ὑπάρχει καὶ ὁ κατώτερός μου. Ἔτσι πνίγω τὴν συνείδησή μου ἤ καλύτερα, καταλήγω νὰ ἔχω μία καρδιά σοβαντισμένη, ἀναίσθητη.

Οἱ ἄνθρωποι δὲν μιμοῦνται τὸ καλό οὔτε ἔχουν καλούς λογισμούς. Πολλές φορές φέρνω τὸ ἑξῆς παράδειγμα στούς λαϊκούς: «Ἄς ποῦμε ὅτι ἔχω ἕνα αὐτοκίνητο καὶ λέω μὲ τὸν λογισμό μου: Τί νὰ τὸ κάνω; Ἐγώ μπορῶ νὰ ἐξυπηρετηθῶ καὶ μὲ κάποιον γνωστό μου καὶ μὲ κανένα ταξί στὴν ἀνάγκη. Ἄς τὸ δώσω σʹ ἐκεῖνον τὸν οἰκογενειάρχη ποὺ ἔχει πολλά παιδιά, νὰ τὰ βγάζη λίγο ἔξω, νὰ τὰ πάη σὲ κανένα Μοναστήρι, νὰ ξεσκᾶνε καὶ νὰ βοηθιοῦνται τὰ καημένα; Ἄν τὸ δώσω, κανένας δὲν θὰ μὲ μιμηθῆ σʹ αὐτό. Ἄν ὅμως ἔχω ἕνα αὐτοκίνητο ἴδια μάρκα μὲ τὸ δικό σας καὶ ὕστερα ἀλλάξω καὶ πάρω ἄλλη καλύτερη μάρκα, νὰ δῆτε, δὲν θὰ κοιμηθῆτε ὅλη νύχτα, γιὰ νὰ βρῆτε ἕναν τρόπο νὰ ἀλλάξετε αὐτοκίνητο καὶ νὰ πάρετε καλύτερο, ἴδιο μὲ τὸ δικό μου, καὶ ἄς εἶναι καλά καὶ τὰ δικά σας αὐτοκίνητα. Σʹ αὐτή τὴν περίπτωση θὰ πῆτε: «Θὰ πουλήσω, θὰ δανεισθῶ, γιὰ νὰ τὸ ἀλλάξω». Ἐνῶ στὴν προηγούμενη περίπτωση κανένας δὲν θὰ μὲ μιμηθῆ, νὰ πεῖ: «Τί νὰ τὸ κάνω καὶ ἐγώ τὸ αὐτοκίνητο; ἄς τὸ δώσω», ἀλλὰ μπορεῖ νὰ ποῦν ὅτι εἶμαι καὶ χαμένος».

Οἱ ἄνθρωποι εὔκολα ἐπηρεάζονται στὸ κακό. Ἐνῶ στὸ βάθος ἀναγνωρίζουν καὶ παραδέχονται τὸ καλό, ὅμως πιὸ εὔκολα ἐπηρεάζονται καὶ παρασύρονται ἀπὸ τὸ κακό, γιατί ἐκεῖ κανοναρχεῖ τὸ ταγκαλάκι. Τὸν γλυκό κατήφορο εὔκολα τὸν βρίσκει κανείς, γιατί ὁ πειρασμός δὲν ἔχει ἄλλο τυπικό, παρά νὰ σπρώχνη στὸν γλυκό κατήφορο τὰ πλάσματα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Χριστός ἔχει ἀρχοντιά. Σοῦ λέει: «Αὐτὸ εἶναι τὸ καλό», «εἰ τὶς θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν…». Δὲν λέει: «Μὲ τὸ ζόρι ἔλα κοντά μου!». Ὁ διάβολος ἔχει γυφτιά. Ἀπὸ ʹδω‐ἀπὸ ʹκει τὸν τυλίγει τὸν ἄνθρωπο, γιὰ νὰ τὸν πάη ἐκεῖ ποὺ θέλει. Ὁ Θεὸς σέβεται τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, γιατί δὲν ἔκανε δούλους ἀλλὰ υἱούς. Καὶ παρʹ ὅλο ποὺ ἤξερε ὅτι θὰ ἐπακολουθήση ἡ πτώση, δὲν τούς ἔκανε δούλους. Προτίμησε νὰ ἔρθη, νὰ σαρκωθῆ, νὰ σταυρωθῆ καὶ νὰ κερδίση ἔτσι τὸν ἄνθρωπο. Μὲ τὴν ἐλευθερία ὅμως αὐτή ποὺ ἔδωσε ὁ Θεὸς –παρʹ ὅλο ποὺ ὁ διάβολος μπορεῖ νὰ κάνη πολύ κακό – δίνεται μία εὐκαιρία γιὰ κοσκίνισμα. Φαίνεται τί κάνει κανεὶς μὲ τὴν καρδιά του, φαίνεται καθαρά τὸ πολύ φιλότιμο.

Στὴν κατάσταση ποὺ εἶναι σήμερα οἱ ἄνθρωποι, ὅ,τι τούς λέει ὁ λογισμός κάνουν. Ἄλλοι εἶναι μὲ χάπια, ἄλλοι παίρνουν ναρκωτικά… Κάθε τόσο τρεῖς‐τέσσερις ξεκινοῦν νὰ κάνουν μία καινούργια θρησκεία. Ἀνάλογα, λίγα γίνονται, ἐγκλήματα, δυστυχήματα κ.λπ. Βοηθάει ὁ Θεός. Ἦρθε ἕνας στὸ Καλύβι καὶ μοῦ λέει: «Ἔχεις καμμιά κιθάρα;». Πίνει χασίς, ἔχει ὄρεξη νὰ μιλάη – δὲν σὲ ρωτάει ἄν ἔχης ἐσύ ὄρεξη – θέλει καὶ μία κιθάρα!! Ἄλλοι βαρέθηκαν τὴν ζωή τους καὶ θέλουν νὰ αὐτοκτονήσουν ἤ νὰ κάνουν κανένα κακό, γιὰ νὰ γίνη σαματάς. Δὲν εἶναι ὅτι τούς περνάει αὐτὸ σάν βλάσφημος λογισμός καὶ τὸν διώχνουν. Βαρέθηκαν τὴν ζωή τους καὶ δὲν ξέρουν τί νὰ κάνουν. Μοῦ εἶπε ἕνας: «Θέλω νὰ μὲ γράψουν οἱ ἐφημερίδες ὅτι εἶμαι ἤρωας». Οἱ ἄλλοι χρησιμοποιοῦν μερικούς τέτοιους καὶ κάνουν τὴν δουλειά τους. Πάλι καλά, ἀνάλογα, λίγα γίνονται.

Τὸ καλό εἶναι ποὺ δὲν μᾶς ἐγκαταλείπει ὁ Θεός. Ὁ Καλός Θεὸς τὸν σημερινό κόσμο τὸν φυλάει μὲ τὰ δύο Του χέρια, παλιότερα μόνο μὲ τὸ ἕνα. Σήμερα, μέσα στούς τόσους κινδύνους ποὺ ζῆ ὁ ἄνθρωπος, ὁ Θεὸς τὸν φυλάει ὅπως ἡ μάνα τὸ μικρό τὸ παιδί, ὅταν ἀρχίζη νὰ περπατάη. Τώρα μᾶς βοηθοῦν πιὸ πολύ ὁ Χριστός, ἡ Παναγία, οἱ Ἅγιοι, ἀλλὰ δὲν τὸ καταλαβαίνουμε. Ποῦ θὰ ἦταν ὁ κόσμος, ἄν δὲν βοηθοῦσαν!…

Τὸ μεγαλύτερο ποσοστό τῶν ἀνθρώπων παίρνει χάπια καὶ εἶναι σὲ μία κατάσταση…

Ἄλλος μεθυσμένος, ἄλλος ἀπογοητευμένος, ἄλλος ζαλισμένος. Ἄλλος ἀπὸ τούς πόνους ξενυχτισμένος. Ὅλοι αὐτοί βλέπεις νὰ δοηγοῦν αὐτοκίνητα, μοτοσυκλέτες, νὰ κάνουν ἐπικίνδυνες δουλειές, νὰ χειρίζωνται ἐπικίνδυνα μηχανήματα. Εἶναι ὅλοι αὐτοί σὲ κατάσταση νὰ ὁδηγοῦν; Μποροῦσε νὰ εἶχε σακατευθῆ ὁ κόσμος. Πῶς μᾶς φυλάει ὁ Θεὸς καὶ δὲν τὸ καταλαβαίνουμε!

Παλιά, θυμᾶμαι, πήγαιναν οἱ γονεῖς μας στὰ χωράφια καὶ πολλές φορές μᾶς ἄφηναν στὴν γειτόνισσα νὰ μᾶς προσέχη μαζί μὲ τὰ παιδιά τὰ δικά της. Ἀλλά τότε ἦταν ἰσορροπημένα τὰ παιδιά. Μία ματιά ἔρειχνε ἡ γειτόνισσα καὶ ἔκανε τὶς δουλειές της καὶ ἐμεῖς παίζαμε ἥσυχα. Ἔτσι καὶ ὁ Χριστός, ἡ Παναγία, οἱ Ἅγιοι παλιά μὲ μία ματιά παρακολουθοῦσαν τὸν κόσμο. Σήμερα καὶ ὁ Χριστός καὶ ἡ Παναγία καὶ οἱ Ἅγιοι τὸν ἕναν πιάνουν ἀπὸ ʹδω, τὸν ἄλλον ἀπὸ ʹκει, γιατί οἱ ἄνθρωποι δὲν εἶναι ἰσορροπημένοι. Τώρα εἶναι μία κατάσταση… Θεὸς φυλάξοι! Σάν μία μητέρα νὰ ἔχη δύο‐τρία προβληματικά παιδιά, τὸ ἕνα λίγο χαζούλικο, τὸ ἄλλο λίγο ἀλλοίθωρο, τὸ ἄλλο λίγο ἀνάποδο, νὰ ἔχη καὶ κανά‐δύο της γειτόνισσας νὰ τὰ προσέχη, καὶ τὸ ἕνα νὰ ἀνεβαίνη ψηλά καὶ νὰ κινδυνεύη νὰ πέση κάτω, τὸ ἄλλο νὰ παίρνη τὸ μαχαίρι νὰ κόψη τὸν λαιμό του, τὸ ἄλλο νὰ πάη νὰ κάνη κακό στὸ ἄλλο, καὶ αὐτή συνέχεια νὰ βρίσκεται σὲ ἐγρήγορση, νὰ τὰ παρακολουθῆ, καὶ ἐκεῖνα νὰ μήν καταλαβαίνουν τὴν ἀγωνία της. Ἔτσι καὶ ὁ κόσμος δὲν καταλαβαίνει τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Μὲ τόσα ἐπικίνδυνα μέσα ποὺ ὑπάρχουν σήμερα θὰ εἶχε σακατευθῆ, ἄν δὲν βοηθοῦσε ὁ Θεός.

Ἀλλά ἔχουμε καὶ Πατέρα τὸν Θεό καὶ Μάνα τὴν Παναγία καὶ ἀδέλφια τούς Ἁγίους καὶ τούς Ἀγγέλους, ποὺ μᾶς προστατεύουν.

Πόσο μισεῖ ὁ διάβολος τὸ ἀνθρώπινο γένος καὶ θέλει νὰ τὸ ἐξαφανίση! Καὶ ἐμεῖς ξεχνοῦμε μὲ ποιόν παλεύουμε. Νὰ ξέρατε πόσες φορές ὁ διάβολος τύλιξε τὴν γῆ μὲ τὴν οὐρά του, γιὰ νὰ τὴν καταστρέψη! Δὲν τὸν ἀφήνει ὅμως ὁ Θεός, τοῦ χαλάει τὰ σχέδια. Καὶ τὸ κακό ποὺ πάει νὰ κάνη τὸ ταγκαλάκι, ὁ Θεὸς τὸ ἀξιοποιεῖ καὶ βγάζει μεγάλο καλό. Ὁ διάβολος τώρα ὀργώνει, ὁ Χριστός ὅμως θὰ σπείρη τελικά.

Καὶ πάντα βλέπουμε ὅτι ὁ Καλός Θεὸς στὶς μεγάλες δοκιμασίες δὲν ἀφήνει νὰ περάσουν περισσότερες ἀπὸ τρεῖς γενιές, γιὰ νὰ ὑπάρχη προζύμι. Πρίν τὴν Βαβυλώνια αἰχμαλωσία οἱ Ἰσραηλίτες ἔρριξαν σὲ ἕνα ξεροπήγαδο τὴν φωτιά ἀπὸ τὴν τελευταία θυσία ποὺ ἔκαναν, ὥστε νὰ βροῦν μετά ἀπὸ τὴν ἴδια φωτιά καὶ νὰ ἀρχίσουν πάλι τὶς θυσίες. Καὶ πράγματι, μετά ἀπὸ ἑβδομήντα χρόνια, ὅταν ἐπέστρεψαν, βρῆκαν ἀπὸ ἐκείνη τὴν φωτιά καὶ ἄρχισαν τὶς θυσίες. Σὲ κάθε δύσκολη περίοδο δὲν παρασύρονται ὅλοι. Ὁ Θεὸς διατηρεῖ μία ζύμη γιὰ τὶς ἑπόμενες γενιές. Οἱ Κομμουνιστές δούλεψαν ἑβδομήντα πέντε χρόνια καὶ κράτησαν ἑβδομήντα πέντε χρόνια, πάλι τρεῖς γενιές. Οἱ Σιωνιστές πόσα χρόνια ἔχουν ποὺ δουλεύουν, ἀλλὰ οὔτε ἑπτά χρόνια δὲν θὰ κρατήσουν.

Ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει νὰ γίνη τώρα ἕνα τράνταγμα γερό. Ἔρχονται δύσκολα χρόνια. Θὰ ἔχουμε δοκιμασίες μεγάλες… Νὰ τὸ πάρουμε στὰ σοβαρά, νὰ ζήσουμε πνευματικά. Οἱ περιστὰσεις μᾶς ἀναγκάζουν καὶ θὰ μᾶς ἀναγκάσουν νὰ δουλέψουμε πνευματικά. Καλό ὅμως εἶναι νὰ τὸ κάνουμε χαρούμενα καὶ προαιρετικά καὶ ὄχι ἀπὸ θλίψεις, ἀναγκαστικά. Πολλοί Ἅγιοι θὰ παρακαλοῦσαν νὰ ζοῦσαν στὴν ἐποχή μας, γιὰ νὰ ἀγωνισθοῦν. Ἐγώ χαίρομαι ποὺ ἀπειλοῦν μερικοί νὰ μὲ ξεκάνουν, ἐπειδή μιλῶ καὶ τούς χαλῶ τὰ σχέδια. Ὅταν ἀργά τὸ βράδυ ἀκούω στὸ Καλύβι νὰ πηδοῦν μέσα ἀπὸ τὸν φράχτη, χτυπάει γλυκά ἡ καρδιά μου. Ἀλλά ὅταν φωνάζουν: «Ἦρθε τηλεγράφημα, νὰ κάνης προσευχή γιὰ τὸν τάδε ἄρρωστο», λέω: «Αὐτὸ ἦταν; Πάει καὶ αὐτή ἡ εὐκαιρία!…» Ὄχι ὅτι βαρέθηκα τὴν ζωή μου, ἀλλὰ τὸ χαίρομαι. Νὰ χαιρώμαστε ποὺ μᾶς δίνεται αὐτή ἡ εὐκαιρία σήμερα. Εἶναι πολύ μεγάλος μισθός.

Παλιά, ὅταν γινόταν ἕνας πόλεμος, ἦταν ἐν ἀμύνη κανεὶς καὶ πήγαινε νὰ ἀγωνισθῆ, νὰ πολεμήση, γιὰ νὰ ὑπερασπιστή τὴν Πατρίδα του, τὸ ἔθνος του. Τώρα δὲν πᾶμε νὰ ὑπερασπίσουμε τὴν Πατρίδα μας ἤ νὰ ἀγωνισθοῦμε, γιὰ νὰ μή μᾶς κάψουν οἱ βάρβαροι τὰ σπίτια μας ἤ νὰ μή μᾶς πάρουν τὴν ἀδελφή μας καὶ μᾶς ἀτιμάσουν, οὔτε πᾶμε γιὰ ἕνα ἔθνος ἤ γιὰ μία ἰδεολογία. Τώρα πᾶμε ἤ γιὰ τὸν Χριστό ἤ γιὰ τὸν διάβολο. Εἶναι καθαρό μέτωπο. Στὴν Κατοχή γινόσουν ἥρωας, γιατί δὲν χαιρετοῦσες ἕναν Γερμανό. Τώρα γίνεσαι ἥρωας, γιατί δὲν χαιρετᾶς τὸν διάβολο.

Πάντως θὰ δοῦμε φοβερά γεγονότα. Θὰ δοθοῦν πνευματικές μάχες. Οἱ Ἅγιοι θὰ ἁγιασθοῦν περισσότερο καὶ οἱ ρυπαροί θὰ γίνουν ρυπαρώτεροι. Νιώθω μέσα μου μία παρηγοριά. Μία μπόρα εἶναι καὶ ὁ ἀγώνας ἔχει ἀξία, γιατί τώρα δὲν ἔχουμε ἐχθρό τὸν Ἀλή Πασά ἤ τὸν Χίτλερ ἤ τὸν Μουσουλίνι, ἀλλὰ τὸν διάβολο. Γιʹ αὐτὸ θὰ ἔχουμε καὶ οὐράνιο μισθό.

Ὁ Θεὸς ἄς ἀξιοποιήση τὸ κακό σὲ καλό σάν Καλός Θεός. Ἀμήν.

Ἀπό τὸ βιβλίο Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Α’ «Μὲ Πόνο καὶ Ἀγάπη»

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Δευτέρα 14 Ἰουλίου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση –  Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (ΔΕΥΤΕΡΑ ΣΤ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
16: 17-24

Ἀδελφοί, παρακαλῶ ὑμᾶς, σκοπεῖν τοὺς τὰς διχοστασίας καὶ τὰ σκάνδαλα παρὰ τὴν διδαχὴν ἣν ὑμεῖς ἐμάθετε ποιοῦντας, καὶ ἐκκλίνατε ἀπ᾿ αὐτῶν· οἱ γὰρ τοιοῦτοι τῷ Κυρίῳ ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστῷ οὐ δουλεύουσιν, ἀλλὰ τῇ ἑαυτῶν κοιλίᾳ· καὶ διὰ τῆς χρηστολογίας καὶ εὐλογίας ἐξαπατῶσι τὰς καρδίας τῶν ἀκάκων· ἡ γὰρ ὑμῶν ὑπακοὴ εἰς πάντας ἀφίκετο. χαίρω οὖν τὸ ἐφ᾿ ὑμῖν· θέλω δὲ ὑμᾶς σοφοὺς μέν εἶναι εἰς τὸ ἀγαθόν, ἀκεραίους δὲ εἰς τὸ κακόν. Ὁ δὲ Θεὸς τῆς εἰρήνης συντρίψει τὸν Σατανᾶν ὑπὸ τοὺς πόδας ὑμῶν ἐν τάχει. ῾Η χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ μεθ᾿ ὑμῶν. ᾿Ασπάζονται ὑμᾶς Τιμόθεος ὁ συνεργός μου, καὶ Λούκιος καὶ ᾿Ιάσων καὶ Σωσίπατρος οἱ συγγενεῖς μου. Ἀσπάζομαι ὑμᾶς ἐγὼ Τέρτιος ὁ γράψας τὴν ἐπιστολὴν ἐν Κυρίῳ. Ἀσπάζεται ὑμᾶς Γάῑος ὁ ξένος μου καὶ τῆς ἐκκλησίας ὅλης. ἀσπάζεται ὑμᾶς ῎Εραστος ὁ οἰκονόμος τῆς πόλεως καὶ Κούαρτος ὁ ἀδελφός. ῾Η χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΑΚΥΛΑ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ)
Πρὸς Κορινθίους Α΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
4: 9-16

Ἀδελφοί, ὁ Θεὸς ἡμᾶς τοὺς Ἀποστόλους ἐσχάτους ἀπέδειξεν ὡς ἐπιθανατίους, ὅτι θέατρον ἐγενήθημεν τῷ κόσμῳ καὶ ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις. Ἡμεῖς μωροὶ διὰ Χριστόν, ὑμεῖς δὲ φρόνιμοι ἐν Χριστῷ· ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ὑμεῖς δὲ ἰσχυροί· ὑμεῖς ἔνδοξοι, ἡμεῖς δὲ ἄτιμοι. Ἄχρι τῆς ἄρτι ὥρας καὶ πεινῶμεν καὶ διψῶμεν καὶ γυμνητεύομεν καὶ κολαφιζόμεθα καὶ ἀστατοῦμεν καὶ κοπιῶμεν ἐργαζόμενοι ταῖς ἰδίαις χερσίν· λοιδορούμενοι εὐλογοῦμεν, διωκόμενοι ἀνεχόμεθα, δυσφημούμενοι παρακαλοῦμεν· ὡς περικαθάρματα τοῦ κόσμου ἐγενήθημεν, πάντων περίψημα, ἕως ἄρτι. Οὐκ ἐντρέπων ὑμᾶς γράφω ταῦτα, ἀλλ᾽ ὡς τέκνα μου ἀγαπητὰ νουθετῶ. Ἐὰν γὰρ μυρίους παιδαγωγοὺς ἔχητε ἐν Χριστῷ, ἀλλ᾽ οὐ πολλοὺς πατέρας· ἐν γὰρ Χριστῷ ᾽Ιησοῦ διὰ τοῦ Εὐαγγελίου ἐγὼ ὑμᾶς ἐγέννησα. Παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς, μιμηταί μου γίνεσθε.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (ΔΕΥΤΕΡΑ ΣΤ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
13: 10-23

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ προσελθόντες οἱ μαθηταὶ τοῦ Ἰησοῦ εἶπον αὐτῷ· Διὰ τί ἐν παραβολαῖς λαλεῖς τοὶς ὄχλοις; ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτοῖς· Ὅτι ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ἐκείνοις δὲ οὐ δέδοται. ὅστις γὰρ ἔχει, δοθήσεται αὐτῷ καὶ περισσευθήσεται· ὅστις δὲ οὐκ ἔχει, καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ’ αὐτοῦ. διὰ τοῦτο ἐν παραβολαῖς αὐτοῖς λαλῶ, ὅτι βλέποντες οὐ βλέπουσι καὶ ἀκούοντες οὐκ ἀκούουσι οὐδὲ συνιοῦσι, μήποτε ἐπιστρέψωσι· καὶ τότε πληρωθήσεται αὐτοῖς ἡ προφητεία Ἡσαΐου ἡ λέγουσα· ἀκοῇ ἀκούσετε καὶ οὐ μὴ συνῆτε, καὶ βλέποντες βλέψετε καὶ οὐ μὴ ἴδητε· ἐπαχύνθη γὰρ ἡ καρδία τοῦ λαοῦ τούτου, καὶ τοῖς ὠσὶ βαρέως ἤκουσαν, καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν ἐκάμμυσαν, μήποτε ἴδωσι τοῖς ὀφθαλμοῖς καὶ τοῖς ὠσὶν ἀκούσωσι καὶ τῇ καρδίᾳ συνῶσι καὶ ἐπιστρέψωσι, καὶ ἰάσομαι αὐτούς. ὑμῶν δὲ μακάριοι οἱ ὀφθαλμοὶ ὅτι βλέπουσι, καὶ τὰ ὦτα ὑμῶν ὅτι ἀκούουσιν. ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν ὅτι πολλοὶ προφῆται καὶ δίκαιοι ἐπεθύμησαν ἰδεῖν ἃ βλέπετε, καὶ οὐκ εἶδον, καὶ ἀκοῦσαι ἃ ἀκούετε, καὶ οὐκ ἤκουσαν. Ὑμεῖς οὖν ἀκούσατε τὴν παραβολὴν τοῦ σπείραντος. παντὸς ἀκούοντος τὸν λόγον τῆς βασιλείας καὶ μὴ συνιέντος, ἔρχεται ὁ πονηρὸς καὶ αἴρει τὸ ἐσπαρμένον ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ· οὗτός ἐστιν ὁ παρὰ τὴν ὁδὸν σπαρείς. ὁ δὲ ἐπὶ τὰ πετρώδη σπαρείς, οὗτός ἐστιν ὁ τὸν λόγον ἀκούων καὶ εὐθέως μετὰ χαρᾶς λαμβάνων αὐτόν· οὐκ ἔχει δὲ ῥίζαν ἐν ἑαυτῷ, ἀλλὰ πρόσκαιρός ἐστι, γενομένης δὲ θλίψεως ἢ διωγμοῦ διὰ τὸν λόγον εὐθὺς σκανδαλίζεται. ὁ δὲ εἰς τὰς ἀκάνθας σπαρείς, οὗτός ἐστιν ὁ τὸν λόγον ἀκούων, καὶ ἡ μέριμνα τοῦ αἰῶνος τούτου καὶ ἡ ἀπάτη τοῦ πλούτου συμπνίγει τὸν λόγον, καὶ ἄκαρπος γίνεται. ὁ δὲ ἐπὶ τὴν γῆν τὴν καλὴν σπαρείς, οὗτός ἐστιν ὁ τὸν λόγον ἀκούων καὶ συνιῶν· ὃς δὴ καρποφορεῖ καὶ ποιεῖ ὁ μὲν ἑκατόν, ὁ δὲ ἑξήκοντα, ὁ δὲ τριάκοντα. Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης: Πώς εργάστηκε για την συγγραφή του Συναξαριστή του

Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, χαρακτικό 1818, Ιωάννη Αντώνιου Ζουλιάνη
Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, χαρακτικό 1818, Ιωάννη Αντώνιου Ζουλιάνη

Άπασι τους Εντευξομένοις
Φιλοχρίστοις Συνδρομηταίς τοίς τε Σεβασμιωτάτοις Πατράσι Αγαπητοίς εν Κυρίω Αδελφοίς και τοις Λοιποίς Ευσεβέσι Χριστιανοίς
(Αποσπάσματα)

Tην υιϊκήν προσκύνησιν, και τον εν Xριστώ αδελφικόν ασπασμόν απονέμω.

Aνίσως, κατά την κοινήν παροιμίαν, περιττόν ήναι το να γεννά τινας δύω φοραίς εκείνο, οπού εγεννήθη καλώς την μίαν φοράν· «περιττόν δις τίκτειν, το τεχθέν άπαξ καλώς»· βέβαια ακολουθεί εκ του εναντίου, ότι δεν είναι περιττόν, αλλά και ωφέλιμον, και χρήσιμον, μάλλον δε και αναγκαίον, το να γεννά τινας δύω φοραίς εκείνο, οπού δεν εγεννήθη καλώς την μίαν φοράν· και μάλιστα, όταν το γεννώμενον ήναι αναγκαίον εις την του Xριστού Eκκλησίαν και χρήσιμον και ωφέλιμον.

Tο πρώτον βεβαιοί ο εκ Nαζιανζού Θεολόγος Γρηγόριος, διατί, την θεολογίαν, οπού αναφέρει, εν τω εις την Xριστού Γέννησιν Λόγω, την αυτήν με τας αυτάς λέξεις αναφέρει και εις τον περί του Πάσχα Λόγον αυτού, ως άπαξ καλώς και ακριβώς συντεθείσαν.

Oμοίως και ο Θεσσαλονίκης συνώνυμος [ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς], και μηδέν διαφέρων εκείνου τη θεολογία Γρηγόριος, διατί και εκείνος τα περί της Iεράς Nήψεως μυστήρια, οπού ανακαλύπτει εν τη του Aγίου Πέτρου του Aθωνίτου βιογραφία, τα αυτά σχεδόν αυτολεξεί εκθέττει και εν τω εις τα Eισόδια πρώτω Λόγω αυτού, και εν τω εις την Mονάζουσαν Ξένην· μάλλον δε, προ αυτών τούτο βεβαιοί ο Προφήτης Mωυσής, ο οποίος τον Δεκάλογον, οπού αναφέρει εν τω εικοστώ κεφαλαίω της Eξόδου, τον αυτόν με τας αυτάς λέξεις αναφέρει και εν τω πέμπτω του Δευτερονομίου.

Tο δε δεύτερον βεβαιοί η ιερά του Oσίου και Θεοφόρου Πατρός ημών Iωάννου Bίβλος, ήτις διατί περιέχει κατά τάξιν τας βαθμίδας των αρετών, επονομάζεται Kλίμαξ, αύτη και γαρ, επειδή καλώς άπαξ ουκ εγεννήθη, ήτοι ου μετεφράσθη, διά τούτο, όχι μόνον δις, αλλά και τρις μέχρι του νυν, γλαφυρωτέραν και ακριβεστέραν έλαβε την γέννησιν και μετάφρασιν.

Tούτο το ίδιον ηκολούθησε και εις την ιεράν ταύτην Bίβλον Mαυρικίου του Διακόνου της Mεγάλης Eκκλησίας [1], όστις διατί εσύναξεν εν συντομία εκ διαφόρων Iστορικών [2] τους ιερούς και πλατυτέρους Bίους των Aγίων Πάντων, των εν τη του Xριστού Aγία Eκκλησία καθ´ εκάστην ημέραν εορταζομένων, και αναγινωσκομένων κατά την έκτην ωδήν των Kανόνων, ωνομάσθη Συναξαριστής.

Mετέφρασε γαρ αυτήν παλαιά, εκ του ελληνικού εις την καθ’ ημάς κοινωτέραν ταύτην διάλεκτον ο σοφός ανήρ, Mάξιμος ο Mαργούνιος, ο χρηματίσας Eπίσκοπος Kυθήρων, ήτοι του νυν λεγομένου Tζυρίγου [3].

H μετάφρασις όμως αύτη, δεν ηξεύρω διά ποίαν αφορμήν, απέβη τόσον ασαφής, και τόσον κακόφραστος και αηδής, εις τρόπον ότι, πολλοί από τους αδελφούς, αηδιζόμενοι εις την ασαφή και άνοστον φράσιν αυτής, παραίτησαν μεν παντελώς την ταύτης ανάγνωσιν, αναγινώσκουσι δε, τα εν τοις Mηναίοις Συναξάρια των καθ’ ημέραν Aγίων, τα γεγραμμένα ελληνιστί, και με όλον οπού είναι άπειροι της ελληνικής διαλέκτου· επειδή καλλίτερα καταλαμβάνουν αυτό το ελληνικόν κείμενον, πάρεξ την τοιαύτην μετάφρασιν του ελληνικού.

Προσετέθη δε και άλλη περίστασις, διατί η μετάφρασις αύτη του Συναξαριστού, αγκαλά και ήναι έτζι ασαφής και αηδής, ως ανωτέρω είπομεν, μόλον τούτο και αυτή δις εκδοθείσα τύποις έως του νυν, υπό της πολυκαιρίας εξέλιπεν, όθεν και πολλοί αδελφοί ζητούντες να αγοράσουν βιβλία εξ αυτής, ουχ’ ευρίσκουσιν.

Eκ τούτων λοιπόν παρακινούμενοι εν τω Aγιωνύμω Όρει μερικοί φιλόκαλοι αδελφοί, τόσον Mοναστηριακοί, όσον Σκητιώται και Kελλιώται, δέησιν προσέφερον τη εμή αναξιότητι, ίνα ποιήσω δευτέραν μετάφρασιν σαφή τε και καθαράν του ιδίου Συναξαριστού, προς κοινήν απάσης της του Xριστού Eκκλησίας ωφέλειαν· ων τη δεήσει, αντέτεινον μεν κατ’ αρχάς, (το καματηρόν και πολύμοχθον της Bίβλου συλλογιζόμενος,) συμβουλή δε και προτροπή του Παναγιωτάτου και πανσεβάστου μοι Δεσπότου πρώην Kωνσταντινουπόλεως Kυρίου Γρηγορίου [ο μετέπειτα Ιερομάρτυρας] υπήκοος γενόμενος, επείσθην τελευταίον επιχειρήσαι, το πολυωφελές και μεγαλωφελές αυτής στοχαζόμενος.

Kαι δή ταις πρεσβείαις πάντων των Aγίων επιθαρσήσας, των εν τω Συναξαριστή περιεχομένων, και ταις ευχαίς πάντων των Xριστωνύμων Iερωμένων τε άμα και Λαϊκών επελπίσας, κατήλθον εις την ιεράν, σεβασμίαν και Bασιλικήν Mονήν του Παντοκράτορος, ης εν τοις ορίοις κατοικώ, και έλαβον τον χειρόγραφον αυτής Συναξαριστήν, εν δυσί τόμοις διηρημένον, καλλιγράφου και ορθογράφου χειρός όντα φιλοπόνημα.

Eίτα καλάμου και χάρτου αψάμενος, και νύκτα και ημέραν φιλοπόνως, και μεθ’ όσης είχον της προθυμίας επιμείνας τω έργω, μετέφρασα τούτον χάριτι Xριστού, και τη βοηθεία και αντιλήψει των Aγίων απάντων [4].

Mετέφρασα δε, ου μόνον τα του τετυπωμένου Συναξαριστού Συναξάρια, αλλά και τα του χειρογράφου. Kαι όσα μεν Συναξάρια ήτον ελλιπή εν τω τετυπωμένω Συναξαριστή, ανεπλήρωσα ταύτα εκ των τελειωτέρων Συναξαρίων του χειρογράφου Συναξαριστού, σημειώσας αυτά διά του σημείου τούτου του σταυρού +.

Πλην και όσα Συναξάρια δεν έχουσι σταυρόν, όλα σχεδόν έχουν προσθήκας τινάς και αναπληρώσεις εκ του χειρογράφου Συναξαριστού, και μόλις ευρίσκεται Συναξάριον, οπού να ήναι μόνον εκείνο το εν τοις Mηναίοις και τω τετυπωμένω περιεχόμενον Συναξαριστή.

Όσα δε παντελώς δεν ευρίσκοντο εις τον τετυπωμένον Συναξαριστήν (τα οποία, δεν ηξεύρω πώς, οι παλαιοί εκείνοι τα αφήκαν, και μόλον οπού είναι ωραία και αξιοθαύμαστα) ταύτα προσέθηκα εκ του χειρογράφου Συναξαριστού, σημειώσας αυτά έξωθεν δι’ αστερίσκου *.

Πανταχού δε και ως επί το πλείστον, ως πρωτότυπον και κείμενον εμεταχειρίσθηκα τον χειρόγραφον Συναξαριστήν, ως πολύ τελειώτερον και ακριβέστερον όντα του τετυπωμένου. Eσπούδασα δε να καθαρίσω την μετάφρασίν μου ταύτην, από τα εν τω τετυπωμένω Συναξαριστή και τοις Mηναίοις περιεχόμενα, διπλά και τριπλά και τετραπλά Συναξάρια, τα οποία καθώς ήτον εν τω ελληνικώ περιττώς και ατάκτως και απερισκέπτως, έτζι και περιττώς μετέφρασεν αυτά εις τον απλούν Συναξαριστήν ο σοφός Mάξιμος, μηδεμίαν ποιήσας τούτων επιμέλειαν. Ίνα δε εν μέρει δηλοποιήσω τοις φιλολόγοις, τίνων Aγίων εισί διπλά, και τίνων τριπλά, και τετραπλά Συναξάρια, ιδού εδώ εκτίθημι ταύτα.

[…]

Tα οποία όλα περιττά Συναξάρια, συμποσούνται πεντήκοντα τρία. Προς είδησιν δε των αναγινωσκόντων, υπεσημείωσα εις τους τόπους των Συναξαρίων τούτων, ότι περιττώς εκεί γράφονται παρά τοις Mηναίοις, και τω τετυπωμένω Συναξαριστή, ίνα μη απορώσι, βλέποντες αυτά λείποντα εκ του ημετέρου Συναξαριστού.

Oμοίως εσπούδασα να καθαρίσω τον παρόντα Συναξαριστήν μου, και από τας αυτάς διπλάς και τριπλάς μνήμας των τε ανωτέρω, και άλλων προσέτι παμπόλλων Aγίων, αι οποίαι ατάκτως και αηδώς περιέχονται, έν τε τω τετυπωμένω Συναξαριστή και εν τοις Mηναίοις.

Eπιμελήθημεν δε να καθαρίσωμεν την μετάφρασιν ημών ταύτην, και από τα εν τω Συναξαριστή περιεχόμενα εναντία τη θεία Γραφή, και απίθανα παρά τω ορθώ λόγω και τοις κριτικοίς· οποία είναι, τα εν τω θρήνω του Προφήτου Iερεμίου λεγόμενα κατά την τετάρτην του Nοεμβρίου: ότι δηλαδή ο Iερεμίας απήλθεν εις Bαβυλώνα, εις καιρόν οπού η θεία Γραφή λέγει, ότι ουκ απήλθε. Kαι τα εν τω Συναξαρίω Mακαρίου του Pωμαίου περιεχόμενα κατά την εικοστήν τρίτην του Oκτωβρίου και άλλα όμοια.

Oυ μόνον δε ταύτα, αλλ’ επιμελήθημεν να προσθέσωμεν εν τη μεταφράσει ημών ταύτη, και τας χρονολογίας εις κάθε Aγίου Συναξάριον, όσας δηλαδή εδυνήθημεν να εύρωμεν. Oμοίως και τας ονομασίας των τόπων και πόλεων, καθώς δηλαδή τώρα ονομάζονται οι εν τοις Συναξαρίοις αναφερόμενοι τόποι και πόλεις, προς σαφήνειαν και κατάληψιν περισσοτέραν των αναγινωσκόντων· ουχί δε πάσας τας ονομασίας επροσθέσαμεν, αλλ’ όσας ηδυνήθημεν να εύρωμεν.

Eπειδή δε πολλοί από τους εν τοις Συναξαρίοις περιεχομένους Aγίους, έχουσι και Bίους κατά πλάτος, μεταφρασμένους εις το απλούν, και περιεχομένους εις τον Δαμασκηνόν, εις το Eκλόγιον, εις το Nέον Eκλόγιον, εις τον Παράδεισον, εις τον Nέον Παράδεισον, εις τον Nέον Θησαυρόν, εις την Kαλοκαιρινήν, εις τον Eφραίμ, και εις άλλα βιβλία· διά τούτο επιμελήθημεν και εσημειώσαμεν εις το τέλος κάθε Συναξαρίου των τοιούτων Aγίων, εις ποίον βιβλίον εκ των ανωτέρω, ευρίσκεται ο κατά πλάτος Bίος αυτών. Aλλά και τους ελληνικούς Bίους των ανωτέρω Aγίων, και τους συγγραφείς αυτών, και μάλιστα Συμεών τον Mεταφραστήν, εσπουδάσαμεν να σημειώσωμεν, και εν ποίοις Iεροίς Mοναστηρίοις του Aγίου Όρους ευρίσκονται, προς είδησιν των φιλολόγων, καλώς ειδότες, ότι ουκ άχαρίς εστι παρ’ αυτοίς μία τοιαύτη είδησις.

Σημειώσεις

1. Έτζι μαρτυρεί ο αοίδιμος Δοσίθεος των Iεροσολύμων, σελ. 526 της Δωδεκαβίβλου· καν και ο μακαρίτης Aγάπιος ο Kρης λέγη ουκ ορθώς, ότι είναι Nικηφόρος ο Kάλλιστος· ούτος γαρ συνέγραψε τα του Tριωδίου, και Πεντηκοσταρίου Συναξάρια, και ουχί τα των Mηναίων.

2. Ήτοι εκ του Συμεών του Mεταφραστού, εκ της Φιλοθέου Iστορίας, και εκ της Eκκλησιαστικής Iστορίας του ιερού Θεοδωρήτου, εκ του Eυσεβίου, εκ του Σωζομένου, εκ της Tετραβίβλου Γρηγορίου του Διαλόγου της υπό του Zαχαρίου Πάπα μεταγλωττισθείσης ελληνιστί, και υπό του Kαισαρίου Δαπόντε μεταφρασθείσης εις το απλούστερον· εκ του Σωφρονίου Iεροσολύμων, εκ του Λαυσαϊκού, όπερ συνέγραψεν Hρακλείδης ο Kαππαδοκίας Eπίσκοπος (όστις, κατά τινας, λέγεται και Παλλάδιος Eπίσκοπος Eλενουπόλεως, ο επί Θεοδοσίου του Mεγάλου τους Bίους πολλών Oσίων συγγράψας· οι τούτο δε λέγοντες το συμπεραίνουσι, διατί και ο Παλλάδιος έγραψε προς Λαύσον τον Πραιπόσιτον, προς ον έγραψε και ο Hρακλείδης· κατ’ άλλους δε, άλλος είναι ο Παλλάδιος από τον Hρακλείδη)· εκ του χειρογράφου Παραδείσου των Πατέρων, τον οποίον συνέλεξεν ο ρηθείς Παλλάδιος, και εμοίρασεν εις κγ΄ υποθέσεις, εκ του Nέου Παραδείσου, ήτοι εκ του Λειμωναρίου, το οποίον συνέγραψεν Iωάννης Πρεσβύτερος και Mοναχός, ο επικαλούμενος Mόσχος, όστις ήκμαζεν επί της βασιλείας Tιβερίου, και Mαυρικίου, εν έτει 580. Kαι εξ άλλων πολλών.

3. Mάξιμος ο Mαργούνιος εγεννήθη εις την Kρήτην, ανήρ εις άκρον παιδείας φθάσας και διαβεβοημένος επ’ αρετή, όστις εξέδωκε Συγγράμματα παντοδαπά, και πολλάς Eπιστολάς αττικών χαρίτων γεμούσας, ετελεύτησε δε, ετών ων ογδοήκοντα, εν έτει ‚αχβ΄ [1602]. Aπό δε τους ανακρεοντείους στίχους οπού σώζονται του αυτού, φαίνεται, ότι ήτον είς των δοκιμωτέρων λυρικών ποιητών του καιρού του (Mελέτιος, τόμ. γ΄, σελ. 410).

4. Δεν ευχαριστήθηκα δε εις μόνον τον του Παντοκράτορος Συναξαριστήν, αλλά παραλαβών και τους Συναξαριστάς του τε περιωνύμου Nαού του Πρωτάτου, της Iεράς και Kοινοβιακής Mονής του Διονυσίου, και της σεβασμίας Mονής του Kουτλουμούση, παρέβαλον τούτον με εκείνους, και ει τι είχεν ελλιπές, ανεπλήρωσα εξ εκείνων.

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου «Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού», τόμος α’, των εκδόσεων Δόμος.

Πηγή: https://trelogiannis.blogspot.com/2024/07/blog-post_991.html?m=1

Μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Νικοδήμου του Αγιορείτου (14 Ιουλίου)

Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, χαρακτικό 1818, Ιωάννη Αντώνιου Ζουλιάνη

Μνήμη του Οσίου Πατρός ημών Νικοδήμου του Αγιορείτου

Νίκην, ώ Νικόδημε, τω πιστώ δήμω
Δίδωσιν ο λόγος σου Πνεύματι θείω.

Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, χαρακτικό 1818, Ιωάννη Αντώνιου Ζουλιάνη

Α΄. Γέννηση – ανατροφή

Το 1749 γεννήθηκε στη χώρα της Νάξου Κυκλάδων ο Νικόλαος Καλιβούρτζης. Ο πατέρας του ονομαζόταν Αντώνιος και η μητέρα του Αναστασία.  Είχε και ένα μικρότερο αδελφό, τον Πιέρο, που αργότερα έγινε ένας από τους βασικούς συνδρομητές του πολυγραφότατου Αγίου μας. Από μικρό παιδί πήρε την εκκλησιαστική ευσέβεια από την μητέρα του και έκανε παρέα με τον εξάδελφό του, μετέπειτα επίσκοπο Ευρίπου Ιερόθεο.

Δίπλα στο σπίτι του ήταν ο  ενοριακός Ι. Ναός της Αγίας Παρασκευής, στον οποίο σύχναζε σε όλες τις ακολουθίες, όπου και έμαθε πολλούς ύμνους. Ο ιερέας τον έχει μαζί του σ’ όλες τις ιεροπραξίες. Σε ηλικία 12 ετών, εισάγεται στην ονομαστή σχολή της Νάξου, πραγματική Ακαδημία. Λειτουργούσε στην Ι. Μ. του Αγίου Γεωργίου Γρώττας, με Διευθυντή τον αδελφό του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, τον Αρχ. Χρύσανθο τον Εξωχωρίτη.

Β΄.  Ανώτερες Σπουδές στη Σμύρνη

Έμαθε τα πρώτα γράμματα στο Νησί του κοντά στον Αρχιμανδρίτη Χρύσανθο, τον αδελφό του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού.  Όχι μόνον οι γονείς του, αλλά και ο δάσκαλός του Χρύσανθος αισθάνθηκαν την ανάγκη να τον προωθήσουν για ανώτερες σπουδές. Με πατρική μέριμνα του μητροπολίτη Παροναξίας Άνθιμου Βαρδή, στέλνεται στην «Ευαγγελική Σχολή» της Σμύρνης. Εκεί τον ανέλαβε ο ξακουστός Ιερόθεος Βουλισμάς. Εκεί είχε σαν συμμαθητές, μεταξύ άλλων, και τους μετέπειτα Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως Νεόφυτον τον Ζ΄ και Γρηγόριον τον Ε΄.

Ο Νικόλαος έγινε γνωστός για την πολυμάθειά του και την δυνατή μνήμη του. Αρκούσε να διαβάσει μία φορά ένα βιβλίο και να το θυμάται πάντα! Η ευφυΐα του, η ταπεινότητά του και ο πληθωρισμός των γνώσεων, εκκλησιαστικών και κοσμικών, τον ανέδειχναν σε δάσκαλο ακόμα και των συμμαθητών του. Πέρα από την βαθιά γνώση των Θεολογικών γραμμάτων και  των επιστημών της εποχής, έμαθε τέλεια την Λατινική, την Ιταλική και την Γαλλική Γλώσσα. Μετά από την πενταετή οικότροφη φοίτησή του, σε ηλικία 21 ετών, παρά τις προσπάθειες να μείνει ως δάσκαλος στη Σχολή, αυτός τον νου του τον είχε αλλού…

Γ΄. Στην Νάξο με τους κολλυβάδες

Το 1770 (ήταν 21 ετών) ο Ρωσικός στόλος κατέκαψε τον Τουρκικό στα Δωδεκάνησα. Οι Τούρκοι για αντίποινα σήκωσαν στην Σμύρνη αντίποινα, όπου έσφαξαν πολλούς Χριστιανούς. Μεγάλο προσφυγικό κύμα φτάνει μέχρι την Πελοπόννησο, ο δε Νικόλαος στη Νάξο. Τότε, για μια πενταετία περίπου εργάστηκε ως Γραμματέας της Μητροπόλεως Παροναξίας με την εποπτεία και την καθοδήγηση του Μητροπολίτου Παροναξίας Ανθίμου του Γ΄ (1742-1779). Του πρότεινε μάλιστα να γίνει κληρικός και με τις γνώσεις του να αντιμετωπίσει την θεολογία των Φράγκων, που υπήρχαν στο νησί.

Την εποχή αυτή (1774) βρέθηκαν στην Νάξο εξόριστοι από το Άγιο Όρος, οι υπέρμαχοι της Ορθοδοξίας αγιορείτες πατέρες, Ιερομόναχοι Γρηγόριος και Νήφων και ο Γερο-Αρσένιος. Γνωρίστηκαν και μίλησαν για το «κολυβαδικό» κίνημα, με το οποίο οι μοναχοί υπερασπίζονταν την Κυριακή, ημέρα της Ανάστασης, ημέρα χαράς και όχι… μνημοσύνων και γονυκλισιών! Του μίλησαν για τις μορφές του Γέροντα Σιλβέστρου και του Αγίου Μακαρίου (Νοταρά), πρώην επισκόπου Κορίνθου, που βρίσκονταν στην Ύδρα. Εκεί τους συνάντησε ο Νικόλαος, και πήρε την ευλογία να μονάσει στο Άγιο Όρος και να γνωρίσει την Φιλοκαλική παράδοση, στοιχεία της οποίας είναι η γιορτή της Ανάστασης, η άσκηση, η νήψη (εσωτερική εγρήγορση)  και η καρδιακή προσευχή.

Ζήτησε την ευλογία του επισκόπου και της μητέρας του (ο πατέρας του είχε κοιμηθεί). Παρ’ ότι ο επίσκοπος τον ήθελε κοντά του, δεν τον εμπόδισε. Με την μητέρα του συμφώνησαν την ημέρα της αναχώρησής του να την ανεβάσει στην Ι. Μ. Χρυσοστόμου του νησιού. Όταν αυτό έγινε και κατέβηκε στην παραλία για να πάρει το πλοιάριο, αυτό αναχώρησε χωρίς να προλάβει ν’ ανέβει. Ο αποφασισμένος Νικόλαος κολυμπώντας ανάγκασε μετά από ώρα να γυρίσουν να τον πάρουν…Η μητέρα του αργότερα κάρηκε μοναχή με το όνομα Αγάθη!

Δ΄. Στο Άγιο Όρος

Ο Νικόλαος σε πελάγη ευτυχίας, φτάνει το 1775, στο άγιο Όρος, στη Ι. Μ. Διονυσίου. Οι συστατικές επιστολές του Γερο – Σίλβέστρου πολύ τον βοήθησαν. Γνώρισε τους κολυβάδες αδελφούς Σκουρταίους και τον ασκούμενο στην καλύβα της καψάλας μοναχό Ευθύμιο, αργότερα παραδελφό του και βιογράφο του.

Μετά από λίγους μήνες στη Ι. Μ. Διονυσίου και οι αρετές του ανάγκασαν τον ηγούμενο να κάρει μικρόσχημο μοναχό, με το όνομα Νικόδημος. Μετά από δύο χρόνια (1777) έφτασε ο πρώην Κορίνθου άγιος Μακάριος στο Όρος και έμεινε στο κελί «Άγιος Αντώνιος». Από εκεί μήνυσε στο Νικόδημο για συνάντηση.

Με ευλογία έφτασε εκεί και ο άγιος του εμπιστεύτηκε να συντάξει προοίμιο στη «Φιλοκαλία» και τον «Ευεργετινό» και να διορθώσει τυχόν ορθογραφικά σφάλματα. Παρέλαβε ακόμη και το πόνημα περί «Συνεχούς Θείας Μεταλήψεως» για να το πλατύνει με υποσημειώσεις. Το βιβλίο μάλιστα «Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών», που αποτελεί ανθολογία πατερικών κειμένων, είναι έργο του ίδιου του πρώην Κορίνθου αγίου Μακαρίου, ο οποίος το παρέδωσε στον άγιο Νικόδημο, το 1777, «προς πληρεστέραν επεξεργασίαν, συμπλήρωσιν και έκδοσιν», και εξεδόθη το 1782 στην Βενετία. Όλα αυτά έγιναν σ’ αυτό το κελί και με τις συχνές επισκέψεις του Ευθύμιου…

Όταν τελείωσε αυτά τα σημαντικά έργα για το δούλο Ορθόδοξο Γένος, ήλθε στο κελί του Ευθύμιου στην Καψάλα (1778). Εκεί αποκάθαρε τα αβλεπήματα στην «Αλφαβηταλφάβητο» ή «Παράδεισο» του αγίου Μελετίου του Ομολογητή. Το επόμενο έτος (1779), επανήλθε πάλι στη Μονή της Μετανοίας του. Εκεί έμαθε για την φήμη του κοινοβιάρχου οσίου Παϊσίου Βελιτσόφσκι, όπου είχε στην Μολδαβία χίλιους μοναχούς, που τους δίδασκε την νοερά προσευχή. Πήρε ευλογία να τον επισκεφθεί, αναχώρησε, αλλά το πλοίο προσάραξε στη Θάσο και έτσι θείος Νικόδημος επέστρεψε στο όρος για να φωτίσει το  Γένος που στέναζε.

Επιστρέφοντας ασκήτεψε δύο χρόνια στην έρημο της Καψάλας (1779-1781) στην καλύβα του Αγίου Αθανασίου, όπου έγινε υποτακτικός του Πελοποννήσιου μοναχού Αρσένιου του Κολυβά, τον οποίο είχε γνωρίσει στη Νάξο. Η άσκηση και η ταπείνωσή του αυτό διάστημα ήταν απερίγραπτες…

Ε΄. Στην Σκυροπούλα

Πολλές φορές θελγόταν από τον έρωτα της αναχώρησης και έλεγε: «Πάμε πατέρες μου σε κανένα ερημονήσι για να γλιτώσουμε από τον κόσμο». Έτσι το 1781 (32 ετών), φτάνει με τον γέροντά του στο άνυδρο ερημονήσι της Σκυροπούλας, βόρεια της Εύβοιας. Σύντομα ο γέροντάς του Αρσένιος επέστρεψε στον Άθωνα, ο όσιος όμως έσπερνε χειρονακτικά λίγο σιτάρι  και με λίγο νερό είχε τροφή για όλο το χρόνο. Ρούχα του έστειλε ο εξάδελφός του, επίσκοπος Ευρίπου Ιερόθεος, από την Κύμη. Στις τρομερές δυσκολίες της άσκησης ήλθε να προστεθεί η υπερβολική πίεση του Ιερόθεου να …συγγράψει  «συμβουλευτικό εγχειρίδιο για Αρχιερείς»…

Στο τέλος ταπεινά το αποδέχτηκε, το οποίο έγραψε με σημειώσεις και παραπομπές, όλες από μνήμης! Οι δαίμονες σε αντιπερισπασμό δεν τον άφηναν σε… χλωρό κλαρί…

Στ΄. Μεγαλόσχημος

Αυτό τον καιρό μετά από δύο χρόνια φοβερής άσκησης, επέστρεψε στο κελί του παραδέλφου του Ιερομόναχου Ευθύμιου στον Άθωνα. Επιθυμούσε περισσότερες μοναχικές υποχρεώσεις, ζήτησε και πήρε το Μέγα και Αγγελικό Σχήμα από τον γέροντα του Ευθύμιου, Δαμασκηνό Σταυρουδά τον Κολυβά. Ήταν το 1783 (34 ετών).

Με την άδεια του γέροντά του αγόρασε άλλο κελί, στο ύψωμα του Κυριακού Ναού. Σύντομα σε διπλανά κελιά έφτασαν αρκετοί μοναχοί, για να παίρνουν κι αυτοί από τα χαρίσματά του.

Το 1784 δέχτηκε πάλι επίσκεψη του φίλου του Αγίου Μακαρίου για να παραφράσει τα «άπαντα του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου». Ο δεινός ερμηνευτής τελείωσε το έργο το 1790 το οποίο καλλιγράφησε και εξέδωσε με προτροπή του ο φίλος του Κολυβάς Ιερομόναχος Διονύσιος Ζαγοραίος το 1790.

Την εποχή αυτή έγραψε το «Εξομολογητάριον» για βοήθεια τόσο των εξομολόγων, όσο και των μοναχών. Αργότερα έγραψε το «Θεοτοκάριο», όπου συμπεριέλαβε  ονομαστών υμνογράφων κανόνες προς την Κυρία Θεοτόκο, σε όλους τους ήχους. Το βιβλίο αυτό κάνει χρήση η Αγία μας εκκλησία.

Έγραψε εδώ και τα εποικοδομητικά του συγγράμματα «Αόρατο πόλεμο» και  «Πνευματικά Γυμνάσματα».

Ζ΄. Νέα σκάνδαλα

Μέχρι την εποχή εκείνη  ζούσε ασκητικά και ειρηνικά. Ήδη η «Φιλοκαλία», ο «Ευεργετινός» και το «περί συνεχούς θείας μεταλήψεως» κυκλοφορούσαν και πολλοί του ομολογούσαν χάριτες για την ωφέλεια που απολάμβαναν. Όμως δεν ήταν δυνατόν να μην περάσει και το καμίνι των μεγάλων πειρασμών, τι άγιος θα ήταν άλλωστε…

Το βιβλίο για την «Συνεχή Θεία Μετάληψη» βρήκε όμως και εχθρούς, γιατί επί χρόνια θεωρούσαν πολλοί ως ορθόδοξη Παράδοση το αντίθετο!!! Ένας τέτοιος μοναχός, το έστειλε στον Οικουμενικό Πατριάρχη Προκόπιο, μαζί με όσες μπορούσε κατηγορίες… Παροξύνθηκε ο πατριάρχης και με Σύνοδο, το 1786, καταδίκασε το βιβλίο και το νομιζόμενο συγγραφέα του Άγιο Μακάριο Νοταρά και όποιο Χριστιανό το …διάβαζε!!! Οι φωτισμένοι Αγιορείτες αγωνίστηκαν ενάντια στη λάθος Συνοδική απόφαση και πέτυχαν με τον επόμενο Πατριάρχη Νεόφυτο Ζ΄, την άρση της άδικης καταδίκης. Έτσι οι αντιφρονούντες που ακολουθούσαν «ό,τι ήβραν» φιμώθηκαν…

Ο μισόκαλος όμως βρήκε άλλο δρόμο για να κτυπήσει τους κολυβάδες. Κατηγόρησαν τον Νικόδημο, ότι πιστεύει ότι στον Άγιο Άρτο δεν …ευρίσκεται όλος ο Χριστός, αλλά τμήμα Του, γι’ αυτό εξ άλλου είναι υπέρ της συνεχούς θείας μεταλήψεως!!! Για να καταλάβουμε τον σάλο που δημιουργήθηκε, αρκεί να αναφέρουμε πως η Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους ανακήρυξε τον Άγιο  «Ορθοδοξότατο και των δογμάτων της του Χριστού Εκκλησίας τρόφιμον…», μετά από 22χρόνια!!! Μαζί μ’ αυτό το θέμα αναμοχλεύτηκε και το θέμα των μνημοσύνων την ημέρα της εορτής της Αναστάσεως, δηλ. την Κυριακή… με «παγίδα»,  που έστησαν στον άγιο Μακάριο!!!

Έτσι άρχισαν νέες ταραχές και διωγμοί… Παρ’ όλα αυτά ήρεμος και με αγάπη προς τους συκοφάντες του, συνέχιζε το πολλαπλό έργο του. Στην ερημική Καψάλα, στο κελί του Αγίου Βασιλείου, έγραψε την «Χρηστοήθεια» και έκανε διορθώσεις στα «Εγκώμια του Επιτάφιου», κυρίως όμως έκανε συλλογή στα «άπαντα του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά», αλλά κάηκαν στο Τυπογραφείο της Βιέννης μαζί με επαναστατικά κείμενα του Ρήγα Φερραίου… Στενοχωρήθηκε πολύ γι’ αυτό και μετακόμισε το 1789, κοντά στο γέρο-Λουκά, δίπλα στην Ι. Μ. Παντοκράτορα.

Εκεί έκανε την συλλογή και σχολιασμό όλων των Ιερών Κανόνων, που ονομάστηκε «Πηδάλιο της νοητής νηός». Ο λόγιος Αχιμ. από τα Ιωάννινα Θεοδώρητος, που μαζί με τον Ιεροκήρυκα Δωρόθεο του Πατριάρχη Νεόφυτου Ζ΄ (που έδωσε την έγκριση, μετά το ταξίδι του Ιερομονάχου Αγάπιου) πήγαν στη Λειψία για την εκτύπωση, έκανε αλλαγές στα σχόλια τόσο για τα μνημόσυνα, όσο και για τη Συνεχή Θεία Μετάληψη… Και πάλι ο μέγας κανονολόγος έφαγε «μαχαιριά», τώρα από τον «ψευδάδελφο» Θεοδώρητο…

Η΄.  Έργα οικοδομής

Μετά από ένα χρόνο επέστρεψε στην Καψάλα, κοντά στη θάλασσα, σε νέα καλύβα, του Αγίου Σεργίου. Ήταν τότε 45 ετών, πλήρης από δημιουργική δύναμη. Βρέθηκε εκεί από μοναχούς τόσο απορροφημένος, που ξέχναγε και την μπουκιά στο στόμα του επί ώρες… Έγραψε στο κελί αυτό διορθωμένο το «Ευχολόγιο», νέο «Εξομολογητάριο», «Ερμηνεία» στις 14 Επιστολές του απ. Παύλου, στις 7 Καθολικές, στο ψαλτήρι του Ευθύμιου Ζυγαβινού και στη Στιχολογία των εννέα Ωδών, που ονόμασε «Κήπο Χαρίτων».

Ποτέ δεν έμεινε αργός, ούτε άφησε την άσκηση και την αδιάλειπτο, μονολόγιστο και νοερά προσευχή. Ποτέ δεν άφησε την αγάπη του προς το πλήρωμα της Εκκλησίας με τα έργα οικοδομής… Τα έργα αυτά τα είχε τελειώσει μέχρι το 1799 (48 ετών).

Θ΄. Τα τελευταία χρόνια του

Το 1800 βρισκόταν εξόριστος ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε΄, κοντά στον Νικόδημο. Επειδή πολλοί χριστιανοί γινόντουσαν Μωαμεθανοί από την πίεση των Τούρκων, έφταναν απ’ αυτούς αρκετοί στο Άγιο Όρος να συμβουλευτούν τον Πατριάρχη. Αυτός τους έστελνε στη συνέχεια στο Νικόδημο… Ανάμεσα σ’ αυτούς που εμψυχώθηκαν είναι και ο Νεομάρτυρας Κωνσταντίνος ο Υδραίος.

Εκείνη την εποχή είχαν έλθει παπικοί για να συζητήσουν δογματικά ζητήματα στο Άγιο Όρος. Η Ιερά κοινότητα τους έστειλε στον Άγιό μας. Αυτός εμφανίστηκε, όπως πάντα, ρακένδυτος και τσαρουχοφόρος! Αυτοί το πήραν για προσβολή. Δόθηκαν εξηγήσεις και μετά έπαθαν τέτοια ήττα στη συζήτηση που σιώπησαν και τράπηκαν σε άτακτο φυγή…

Ο Νικόδημος έχει φτάσει σε ηλικία 57 ετών (1805) και το χαλκέντερο κορμί του αρχίζει να λυγίζει. Αισθάνεται την ανάγκη κάποιας περιποίησης και πηγαίνει στους Σκουρταίους. Δεν γηροκομείται, αλλά συνεχίζει να ωφελεί. Συντάσσει τώρα τον «Συναξαριστή των 12 μηνών» με υπομονή για 2 χρόνια!

Από λεπτότητα αναχωρεί και πάλι για την Καψάλα, κοντά σε ευλαβή μοναχό. Τότε ξεσπάει και άλλο κύμα επιθέσεων και κατηγοριών, για την συνεχή Θεία μετάληψη! Τότε όμως επενέβη η Ιερά Κοινότητα και προστάτεψε το κύρος του: «ει τις … ανοίγει στόμα και λαλεί κατά του ανωτέρω διδασκάλου κυρ Νικοδήμου αδίκως και συκοφαντοικώς, ούτος προφανώς ελεγθείς, όχι μόνον θέλει παιδευθεί αυστηρώς υπό της κοινής ημών Συνάξεως, οποίας τάξεως και καταλόγου είναι, αλλά και θέλει εξορισθεί τελείως και τον ιερόν τούτον τόπον, ως σκανδαλοποιός».

Αλλά και ο ίδιος αναγκάστηκε να απολογηθεί για την Ορθόδοξη πίστη του ήρεμα…Συνέχισε μάλιστα με διάθεση ψυχής το έργο του με ογκώδη βιβλία, το «Εορτοδρόμιο» και την «Νέα κλίμακα»!

Ι΄. Η συνοπτική εργογραφία του

Η ακτημοσύνη, η παρθενία και υπακοή, η αδιάλειπτη προσευχή, η επιμονή στην ορθόδοξη λατρεία και ευχαριστία, η ανάδειξη του αναστασίμου της Κυριακής ήταν οι κεντρικοί πυλώνες της ζωής του. Η επιμονή του στην ορθόδοξη πίστη, ειδικά απέναντι στις εκστρατείες προτεσταντών μισιοναρίων και της μεγάλης επιρροής των παπικών κυρίως στις Κυκλάδες, τον οδήγησαν να χρησιμοποιήσει και δικά τους έργα για τη στήριξη της ορθόδοξης πίστης στους επιρρεπείς. Αναφέρω τα έργα ο «αόρατος πόλεμος» του Λορέντσο Σκουπόλι του τάγματος των Θεατίνι και τα «πνευματικά γυμνάσματα» του Ιγνάτιου Λοϋόλα, ιδρυτή του τάγματος των Ιησουϊτών, για τα οποία δέχεται σήμερα αδόκιμες και άδικες επιθέσεις.

Δεν κατανοείται πλήρως δηλαδή, ότι η κριτική στάση, που έλαβαν όλοι οι «Κολλυβάδες» έναντι του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, οι οποίοι απέρριψαν απ’ αυτόν τα στοιχεία εκείνα που απειλούσαν να νοθεύσουν την γνησιότητα του ήθους και του τρόπου ζωής των ορθοδόξων και γενικά των Ελλήνων – Ρωμιών, χωρίς να τον απορρίπτουν ολοτελώς!

Έτσι η κολλυβαδική θεολογία  με μια τριανδρία αγίων, τον Νικόδημο Αγιορείτη, το Αθανάσιο Πάριο και τον Μακάριο Νοταρά πέτυχε την τροφοδότηση του υπόδουλου Γένους με μια σειρά κειμένων πολιτισμικής αυτοσυνειδησίας, με κορυφαίο αυτό της Φιλοκαλίας των Ιερών Νηπτικών Πατέρων (Βενετία 1782). Το ασκητικό ιδεώδες της Ορθοδοξίας, που για μια ακόμη φορά  προήλθε μέσα από το μοναχισμό, έδινε στην υπόδουλη ρωμηοσύνη λόγο υπαρκτικής αφύπνισης στις ουσιώδεις πνευματικές ανάγκες που τότε είχε.

Ο Γαλλικού τύπου διαφωτισμός, πέρα από την βίαιη είσοδο του ανερχόμενου καπιταλισμού στο κοινωνικό επίπεδο, ανεπτυγμένος μέσα στη φράγκικη και φεουδαρχική κληρικαλιστική Γαλλία, προσπάθησε βίαια να μεταφυτεύσει στην Ρωμιοσύνη και πνευματικά ζητήματα, όπως: το  αντιεκκλησιαστικό και αντικληρικό πνεύμα, τον ηθικισμό σε βάρος του εκκλησιαστικού γεγονότος, την εναντίωση στον έως τότε παραδοσιακό τρόπο αγιογράφησης των ορθοδόξων ναών και την χωρίς φειδώ μονόπλευρη έξαρση της «ανάστασης» της Αρχαίας Ελλάδας  (νεοκλασικισμός – αρχαιολατρία – νεοπαγανισμός).

Με αυτό το μάτι λοιπόν πρέπει να ιδωθεί και η τεράστια συγγραφική δουλειά του αγίου μας με πολυποίκιλα έργα και μέσα σε αντίξοες συνθήκες.

α. Αγιολογικά:
1. «Νέον Εκλόγιον», 1797 στην έρημο της Καψάλας, έκδοση το 1803.
2. «Νέο Μαρτυρολόγιο», 1797 στην έρημο της Καψάλας, έκδοση το 1799.
3. «Συναξαριστής των Δώδεκα μηνών του Ενιαυτού», 1805-1807, στην Ι. Μ. Παντοκράτορα.

β. Απολογητικά:
1. «Απολογία περί της Κυρίας ημών Θεοτόκου», 1799 στην έρημο της Καψάλας.
2. «Ομολογία Πίστεως», 1805 στην Ι. Σκήτη Παντοκράτορα.
 
γ. Ασκητικά:
1. «Φιλοκαλία των ιερών νηπτικών», 1777 στις Καρυές, έκδοση το 1782.
2. «Ευεργετινός», 1777 στις Καρυές, έκδοση το 1794.        
3. «Βίβλος Βαρσανοουφίου και Ιωάννου», 1797 στη καλύβα Άγιος Βασίλειος στην  έρημο της Καψάλας, έκδοση το1805.
 
δ. Εποικοδομητικά – Ηθικά:
1. «Περί συνεχούς θείας Μεταλήψεως των αχράντων του Χριστού Μυστηρίων», 1778 στις κελί Άγιος Αντώνιος, έκδοση το 1794.
2. «Βιβλίον καλούμενον Αόρατος πόλεμος», 1785 στην Ι. Σκήτη Παντοκράτορα, έκδοση το 1796.
3. «Πνευματικά γυμνάσματα», 1785 στο ίδιο μέρος.
4. «Επιτομή εκ των Προφητανακτοδαυϊτικών ψαλμών», 1797 στη καλύβα Άγιος Βασίλειος (Καψάλα).
5. «Χρηστοήθεια», 1798 στο ίδιο μέρος.
 
ε. Ερνηνευτικά:
1. «Αι δεκατέσσαρες Επιστολαί του Αποστ. Παύλου», 1797 στη καλύβα Άγιος Βασίλειος, έκδοση το 1804.
2. «Ψαλτήριον Ευθυμίου Ζυγαβηνού», 1797 στο ίδιο μέρος.
3. «Κήπος χαρίτων», 1798 στο ίδιο μέρος.
4. «Επτά καθολικαί επιστολαί», 1799 στο ίδιο μέρος.
5. «Νέα Κλίμαξ», 1806 στην έρημο της Καψάλας.
6. «Εορτοδρόμιον», 1806 στο ίδιο μέρος.
 
στ. Θεολογικά:
1. «Αλφαβηταλφάβητος», 1778-1779 στην Ι. Σκήτη του Παντοκράτορα.
2. «Συμεών του Νέου Θεολόγου Άπαντα, 1784 στην Ι. Σκήτη του Παντοκράτορα και συμπλήρωση το 1794 στη καλύβα Άγιος Βασίλειος.
3. «Άπαντα Γρηγορίου του Παλαμά»,1787 στη Καψάλα.
 
ζ. Ποιμαντικά – κανονικά:
1. «Συμβουλευτικόν εγχειρίδιον περί φυλακής των πέντε αισθήσεων», 1781-1782 στο τόπο εξορίας του, δηλ. στην ερημόνησο Σκυροπούλα Βορίων Σποράδων, έκδοση το 1801.
2. «Εξομολογητάριον», 1784 στη Ι. Σκήτη του Παντοκράτορα και συμπλήρωση το 1794 στη καλύβα Άγιος Βασίλειος.
3. «Πηδάλιον», 1793 στη καλύβα του γερο-Λουκά Ι. Μ. Παντοκράτορα, έκδοση το 1800.
 
η. Ποιητικά:
1. Επιγράμματα – Ποιήματα.
2. Λειτουργικοί Ύμνοι και Εγκώμια.
3. «Νέον Θεοτοκάριον κλπ. 1795 στην Ι. Σκήτη Παντοκράτορα.
 
Ια΄. Η κοίμησή του
 
Το 1809, στις 23 Απριλίου, εορτή του Αγίου Γεωργίου, ήλθε πολύ βεβαρημένος στους Σκουρταίους. Επανήλθε στην Καψάλα κοντά στον Ευθύμιο. Αποφάσισαν και οι δύο να πάνε στο κοινόβιο, που είχε ιδρύσει στη Σκιάθο ο κολυβάς Νήφων από την Νάξο, για περισσότερη περίθαλψη. Όμως οι Σκουρταίοι δεν το επέτρεψαν και  έμεινε σ’ αυτούς. Σε λίγο ασθένησε βαριά και άρχισε να προετοιμάζεται για το μεγάλο ταξίδι…

Στις 5 Ιουλίου είχε πιαστεί το δεξί του χέρι στην Ι. Μ. Κουτλουμουσίου και στην επιθανάτιο κλίνη έδινε τις τελευταίες του ευλογίες και ζητούσε την συγχώρεση των αδελφών…

Κατά την Ανατολή του ήλιου στις 14 Ιουλίου 1809 παρέδωσε το πνεύμα του, σε ηλικία μόνο 60 ετών. Τάφηκε έξω από το κελί των Σκουρταίων. Κοιμήθηκε λοιπόν ο ένας από τους δύο μεγάλους γίγαντες, που ωσάν Άτλαντες κράτησαν το Γένος στους ώμους τους. Ο άλλος στύλος ήταν ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός.

Την είδηση της κοιμήσεώς του με θλίψη έμαθε ο εκκλησιαστικός, θεολογικός, μοναστικός και όχι μόνο, κόσμος της εποχής του. Σημειώνει ο χρονογράφος σχετικά με την κοίμηση του αγίου Νικοδήμου: «Ανατέλλοντος του αισθητού ηλίου, εις την γην, εβασίλευσεν ο νοητός ήλιος της Εκκλησίας του Χριστού. Έλειψεν ο πύρινος στύλος, ο οδηγών τον νέον Ισραήλ εις ευσέβειαν. Εκρύβη η νεφέλη η δροσίζουσα τους τηκομένους τω καύσωνι των αμαρτιών».

Είναι ακόμη χαρακτηριστική και η σκέψη την οποία εξέφρασε τότε ένας Χριστιανός: «Πατέρες μου, καλύτερον ήτο να απέθνησκαν σήμερα χίλιοι χριστιανοί και όχι ο Νικόδημος».

Κατά καιρούς, πολλά εγκώμια γράφτηκαν για τον Άγιο Νικόδημο, όπως: «Υπήρξε ο μέγιστος των μονασάντων από συστάσεως του Αγίου Όρους». «Υπήρξε ο πάντοτε πενία τρυχόμενος και γιγαντωθείς προ της ασήμου ημών γενεάς».

Κατά τον V. Grumel, «υπήρξε κανονολόγος, λειτουργιολόγος, αγιογράφος, δηλαδή ερμηνευτής των Γραφών, ασκητικός συγγραφεύς, εκδότης βιβλίων, εις των πλέον γονίμων συγγραφέων και αναμφιβόλως ο πλέον φιλόπονος Μοναχός, παρά του οποίου δοξάζεται η ελληνική Εκκλησία».

Κατά τον Θ. Σπεράντσον, ο Άγιος Νικόδημος υπήρξε πρόδρομος της εθνικής παλιγγενεσίας.

Ο Γάλλος Καρδινάλλιος LuisPetit γράφει πως ο Νικόδημος με τα βιβλία του αντικατέστησε το ζωντανό κήρυγμα του Κοσμά του Αιτωλού και χαρακτήρισε το κίνημα των «Κολλυβάδων» ως «δείγμα αφυπνιζόμενης ζωής του ελληνικού έθνους».

Ο Ιερός Νικόδημος αναμφίβολα υπήρξε ο κορυφαίος εκφραστής του οσιακού βίου και η θύρα που οδηγεί στην ορθόδοξη πνευματικότητα. Είναι ο εξαίσιος θεολόγος και ο ασίγαστος διαχρονικός διδάσκαλος της Ορθοδοξίας και του Γένους. Αποτελεί  πολύ σπάνιο  φαινόμενο συνδυασμού  θείων χαρισμάτων, αγιότητος βίου, άσκησης και συγγραφικής παραγωγής.

Ιβ΄. Αναγνώριση της αγιότητας

Κάτω από την πρώτη εικόνα του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, που δημοσιεύθηκε το 1819 στην πρώτη έκδοση του έργου του «Ερμηνεία των ΙΔ΄ Επιστολών του Αποστόλου Παύλου», υπάρχει ένα επίγραμμα – λεζάντα, το οποίο αναφέρει επί λέξει: «Τίς Νικόδημος, ου κλέος μέγα – εν Ορθοδόξοις και σοφοίς Όρους Άθω – ος τήνδε Βίβλον ευφυώς τάξε, φίλε – Νάξιος ανήρ. Εύγε της ευφυΐας».

Με αρ. Πρωτ. 1717/31-5-1955, ο Πατριάρχης Αθηναγόρας  μαζί με την Σύνοδο πως «…εξ ονόματος και πάντων των εν Αγιωνύμω Όρει ενασκουμένων Οσιοτάτων Μοναχών, υπέβαλε ο του εν Καρυοίς Κελλίου Λαυριώτης Γέρων Ανανίας, αιτούμενος όπως, η επέτειος του θανάτου αυτού καθιερωθεί εν τιμή Αγίου, έγνωμεν, συνοδά τοις προ ημών θείοις Πατράσι … Δι’ ό και θεσπίζομεν Συνοδικώς και διοριζόμεθα και εν Αγίω διακελευόμεθα Πνεύματι, όπως από του νυν και εις τον εξής αιώνα τον άπαντα, Νικόδημος ο Αγιορείτης συναριθμείται τοις οσίοις και Αγίοις της Εκκλησίας ανδράσιν, ετησίοις ιεροτελεστίαις και αγιαστίαις τμώμενος και ύμνοις εγκωμίων γεραιρόμενος τη ιδ΄ Ιουλίου εν ή μακαρίως προς τον Κύριον εξεδήμησεν…».

Ο άγιος Νικόδημος εορτάζει κατά την καθιερωμένη Πανήγυρη της 14ης Ιουλίου.

Επίσης εορτάζει την πρώτη Κυριακή του Σεπτεμβρίου, κατά την Σύναξη των Πέντε Αγίων της Παροναξίας που καθιερώθηκε πρόσφατα και η οποία τελείται στο νεόδμητο Ι. Ναό των Ναξίων Αγίων Νικοδήμου του Αγιορείτου και Νικολάου του Πλανά, στην πόλη της Νάξου.  Επίσης εορτάζει την Τρίτη Κυριακή του Σεπτεμβρίου στην Πάρο, όπου επίσης τελείται η Σύναξη των Αγίων.

Οι Ασματικές Ακολουθίες του Αγίου Νικοδήμου, οι οποίες ευρίσκονται σε λειτουργική χρήση, συντάχθηκαν από τον αείμνηστο Υμνογράφο, Μοναχό Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη, από τον πρώην Σεβ. Μητροπολίτη Πατρών κ. Νικόδημο, καθώς και από τον Αρχιμ. Νικόδημο Παυλόπουλο, Ηγούμενο της Ι. Μονής Λειμώνος Λέσβου.

Ιγ΄. Αποφθέγματα

1). «…Διότι και ο διάβολος έχει μεγάλην συγγένειαν και οικείωσιν προς την φαντασίαν και σχεδόν εξ όλων των δυνάμεων της ψυχής, αυτήν έχει επιτηδειότερον όργανον δια να παραπλανά τους ανθρώπους και να ενεργεί τα πάθη και τας κακίας του. Έχει μεγάλην οικείωσιν προς αυτήν.

Διότι και αυτός, νους κτισθείς παρά του Θεού πρότερον,  απλούς και ασχημάτιστος και αφάνταστος, ως οι λοιποί θείοι άγγελοι, ύστερον ηγάπησεν τα σχήματα και την φαντασίαν και φαντασθείς να θήση τον θρόνον του υπεράνω του ουρανού και να γίνει όμοιος τω Υψίστω, από αγγέλου φωτεινού, έγινεν διάβολος σκοτεινός…. ». (Συμβουλευτικόν εγχειρίδιον, σελ. 104).

2). «Από την πολλάκις ρηθείσαν κακίαν της φιλαυτίας, δηλαδή της αγάπης και υπολήψεως και τιμής, που έχομεν εις τον εαυτόν μας, γεννάται μία άλλη κακία που μας προξενεί βαρυτάτην ζημίαν. Αύτη είναι η αυθάδης κρίσις και κατάκρισις  που κάνομεν εις τον πλησίον, από την οποίαν κατάκρισιν ερχόμεθα εις το να εξευτελίζωμεν αδελφούς, να τους περιφρονούμεν και να τους ταπεινώνωμεν. …». (Αόρατος πόλεμος, σελ. 158).

3). «Εις τόπον χλόης εκεί με κατεσκήνωσεν: Τόπος χλόης είναι η πρακτική αρετή, ύδωρδε αναπαύσεως είναι η θεωρητική φιλοσοφία, κατά τον Άγιον Μάξιμον. Εκεί λοιπόν λέγει ο καθείς από τους εθνικούς, θέλει με κατασκηνώσει ο Κύριος, όπου είναι τόπος χλόης. Επέμεινε δε εις την μεταφοράν του ποιμένειν, επειδή χλόη και νερόν, αυτά είναι η ευτυχία  του ποιμνίου.

Θέλει να ειπή δε ότι κατέστησε ο Κύριος εις απόλαυσιν νομής και πνευματικών αγαθών. Νοείται δε και άλλως, ότι τόπος χλόης είναι η εκκλησία, χλόη δε είναι οι Χριστιανοί, οπού ανθούν εις την Εκκλησίαν κατά την αρετήν. Ή χλόην θέλεις νοήσεις την πίστιν των Χριστιανών, δια τι νεάζει και ανθεί πάντοτε ωσάν την χλόην, επειδή η των Ελλήνων πλάνη εγήρασεν ωσάν το χορτάρι και εξηράνθη». (Ερμηνεία εις τους Ψαλμούς, τόμ. Α΄, σελ. 344).

4). « …Φανερόν είναι λοιπόν, ότι αφήκε να νοούμεν ημείς, πως ο Μέγας Βασίλειος μεταχειρίζεται την Ακρίβειαν, αυτή δε, και η Οικουμενική β΄, εμεταχειρίστηκαν την Οικονομίαν, και ούτω δεν φαίνεται καμμία αντίφασις, ή εναντιότης ανάμεσά των. Και ούτος μεν ο λόγος της Οικονομίας είναι η πρώτη και κυριωτέρα αιτία, δια την οποίαν αι σύνοδοι αύται, άλλων μεν αιρετικών εδέχθησαν το βάπτισμα, και άλλων όχι. Κοντά δε εις τον λόγον της Οικονομίας εστάθη και δευτέρα αιτία, δια την οποίαν ούτως εποίησαν.

Αύτη δε είναι διότι, εκείνοι μεν οι αιρετικοί, των οποίων εδέχθησαν το βάπτισμα, εφύλαττον απαράλλακτον και το είδος, και την ύλην του βαπτίσματος των ορθοδόξων, και εβαπτίζοντο κατά τον τύπον της Καθολικής Εκκλησίας. Εκείνοι δε οι αιρετικοί, των οποίων το βάπτισμα δεν εδέχθησαν, επαραχάραξαν την τελετήν του βαπτίσματος και διέφθειραν, ή τον τρόπον του είδους, ταυτόν ειπείν των επικλήσεων, ή την χρήσιν της ύλης, ταυτόν ειπείν των καταδύσεων και αναδύσεων ». (ΠΗΔΑΛΙΟΝ, Σχόλιο στον ΜΣΤ΄κανόνα των Αγίων αποστόλων, σελ. 54).

5). «… Η  Κυριακή είναι ογδόη: Διότι μετά την εβδόμην αριθμείται και υπεραναβένηκε τον εβδοματικόν και ιουδαϊκόν σαββατισμόν, κατά τον Αθανάσιον κατά τον Βασίλειον, και κατά τον Θεολόγον Γρηγόριον. Διότι και η εν τη Κυριακή γενομένη Ανάστασις του Κυρίου ογδόη εστίν, αριθμουμένη μετά τας επτά Αναστάσεις, τάς γενομένας προ της Αναστάσεως Αυτού, κατά τον Θεσσαλονίκης Γρηγόριον.

Ογδόη λέγεται ότι ο Κύριος αναστάς κατά την ογδόην και φανείς εις τους Αποστόλους, πάλιν μετά οκτώ ημέρας εφάνη εις αυτούς, παρόντος και του Θωμά. Διατί αι μεν άλλαι Δεσποτικαί εορταί μίαν μόνην φοράν τον χρόνον εορτάζονται, η δε Κυριακή εορτάζεται εις κάθε οκτώ ημέρας, και ακολούθως εορτάζεται πενηνταδύω φοραίς τον χρόνον. Ιδιού πόσον ανωτέρα και υπερέχουσα των άλλων εορτών είναι η Κυριακή…» (Ομολογία Πίστεως).

Ιδ΄. Βιβλιογραφία

1). ΕΝΟΡΙΑΚΟΣ ΠΑΛΜΟΣ Ι. Ν. Κοιμήσεως Οβρυάς, έτος 3ο,  Αρ. Φύλλου 31, ΙΟΥΛΙΟΣ 1998.
2). ΕΝΟΡΙΑΚΟΣ ΠΑΛΜΟΣ Ι. Ν. Κοιμήσεως Οβρυάς, έτος 6ο,  Αρ. Φύλλου 67, ΙΟΥΛΙΟΣ 2001.
3). ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Αρχ. Νικοδήμου Παυλόπουλου, ΑΘΗΝΑ 1976.
4). ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Μοναχού Θεόκλητου Διονυσιάτη, εκδ. ΑΣΤΗΡ, ΑΘΗΝΑ 1978.
5).  ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΝ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟΝ, ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, εκδ. Σχοινά, ΒΟΛΟΣ 1983).
6). ΠΗΔΑΛΙΟ, Αγαπίου Ιερομονάχου και Νικοδήμου Αγιορείτου, εκδ. ΑΣΤΗΡ, ΑΘΗΝΑ 1982,
7). ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΕΙΣ ΤΟΥ ΨΑΛΜΟΥΣ, τόμοι 3, ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, εκδ. ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΚΥΨΕΛΗ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1979.
8). ΑΟΡΑΤΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ, εκδ. ΦΩΣ, ΑΘΗΝΑ 1973.
9) Π. Μ. Σωτήρχου, Αυτός ο Μέγας, Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης
10).  Ενάντια στη Θρησκεία, Χρήστου Γιανναρά, εκδ. Ίκαρος, 2006.
11). Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα, http://www.parembasis.gr/2002/02_07_06.htm, Ιούλιος 2002.
12). Αρχιμ. Αλέξανδρος Μαστράτος,  http://www.i-m-paronaxias.gr/byzantine-monasteries/nikodimos_agioritis.html.
13).http://el.wikipedia.org/wiki
14). Album Φωτογραφιών της ιστοσελίδας rel.gr, http://rel.gr/photo/thumbnails.php?album=26&page=15,
15). Ο ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΝΙΚΟΔΗΜΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗ,
Αρχιμ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ Καθηγ. Ι. Μ. Οσίου Γρηγορίου, ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ, http://www.pigizois.net/pneumatikoi_logoi/orthodojos_monaxismos.htm.
16) Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, http://forum.athos.gr/index.php?topic=1286.0, 20-11-2005.
17). http://www.agios-nikodimos.gr/
18). http://www.imd.gr/html/gr/section02/ellinismos/books/sunday/04.htm,
19). Κ. Καραϊσαρίδη, ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης και το λειτουργικό του έργο, Αθήνα, 1998.  
20). Πρωτ. π. Γ. Μεταλληνού, Οο «Κολλυβάδες» κατά του Διαφωτισμού,
Μια λαϊκή πνευματική αντίδραση, ομιλία στο Βόλο,
hellas.ncsr.gr/eastorthodox/church_of_greece/Keim439/keim4395r.rtf.
21). Αθανας. Ι. Καλαμάτα, Αγιότητα και Διαφωτισμός, http://www.istoselides.gr/istoselides/article.php?sid=2446
 
Επιμέλεια – Παρουσίαση: Π. Α. Μ.

Πηγή: www.oodegr.com

Μνήμη του Aγίου Aποστόλου Aκύλα (14 Ιουλίου)

Μαρτύριο των Αγίων Αποστόλων και Μαρτύρων Ακύλα και Πρισκίλλης. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'

Μνήμη του Aγίου Aποστόλου Aκύλα

Ήπλωσεν ως δίκτυον ο Παύλος λόγους,
Ήγρευσε δ’ ως θήραμα θείον Aκύλαν.
Aκύλαν δεκάτη γε τετάρτη τύμβος έκρυψεν.

Μαρτύριο των Αγίων Αποστόλων και Μαρτύρων Ακύλα και Πρισκίλλης. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’

Tούτου τους επαίνους αναφέρει ο Eυαγγελιστής Λουκάς εν ταις Πράξεσιν εν κεφαλαίω ιη΄, 2. Eπειδή γαρ αυτός εστάθη μαθητής και ξενοδόχος του Aποστόλου Παύλου εν έτει ξε΄ [65], από αυτόν έμαθε τα θεία. Όθεν και την πλάνην του Διαβόλου αποστραφείς, έγινε κήρυξ και μάρτυς των του Xριστού παθημάτων, διό και παρ’ αυτού έλαβε τον άφθαρτον στέφανον. (Όρα το πλατύτερον τούτου Συναξάριον εις την δεκάτην τρίτην του Φευρουαρίου.)

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Μνήμη του Aγίου Μάρτυρος Ιούστου, του Οσίου Πατρός ημών και Θαυματουγού Ονησίμου και του Αγίου Ιωσήφ Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης του Ομολογητού (14 Ιουλίου)

Μηνολόγιο 14ης Ιουλίου. Μηνολόγιο Οξφόρδης (14ος αι.)

Μηνολόγιο 14ης Ιουλίου. Μηνολόγιο Οξφόρδης (14ος αι.)

Μνήμη του Aγίου Μάρτυρος Ιούστου

Mη θύμα βαλείν εις το βωμού πυρ θέλων,
Eις πυρ Iούστος θύμα βάλλεται ξένον.

Oύτος εκατάγετο από την πόλιν της Pώμης, στρατιώτης ων εις τόπον καλούμενον Nούμερα, υποκάτω εις τον Kλαύδιον τριβούνον. Γυρίζωντας δε μίαν φοράν από τον πόλεμον των βαρβάρων, εναντίον των οποίων επολέμησε μαζί με τους συστρατιώτας του, ήλθεν εις έκστασιν, και βλέπει ένα Σταυρόν κρυσταλλοειδή, από δε τον Σταυρόν ευγήκε φωνή, η οποία τον εδίδαξε το της ευσεβείας μυστήριον. Όθεν πηγαίνωντας εις την Pώμην, εμοίρασε τα υπάρχοντά του εις τους πτωχούς, και κατ’ ιδίαν ευρισκόμενος, ευφραίνετο διατί απόκτησε την πίστιν του Xριστού. Aφ’ ου δε εφανερώθη εις τον τριβούνον Kλαύδιον, ότι ο Άγιος επίστευσεν εις τον Xριστόν, επήρεν αυτόν εκείνος και τον εσυμβούλευε να λυπηθή την νεότητά του, και να παραιτήση την πίστιν του Xριστού. Eπειδή όμως δεν εδυνήθη να τον πείση, διά τούτο έστειλεν αυτόν με γράμματα εις τον ηγεμόνα Mαγνέντιον. O δε ηγεμών ερώτησε τον Mάρτυρα, και ευρών αυτόν επιμένοντα εις την πίστιν του Xριστού, τούτου χάριν επρόσταξε να δείρουν αυτόν με νεύρα ωμά. Έπειτα να βάλουν εις μεν την κεφαλήν του, μίαν περικεφαλαίαν, ήτοι μπαρπούταν σιδηράν πυρωμένην. Eις δε τας μασχάλας του, να βάλουν μπάλλας σιδηράς αναμμένας, και εις τας χείρας του να προσαρμόσουν άλλας χείρας σιδηράς, και ούτω να απλώσουν αυτόν επάνω εις μίαν σκάραν πεπυρακτωμένην. Tαύτα δε πάντα υπέμεινε γενναίως ο Άγιος δοξάζων και ευχαριστών τον Θεόν. Ύστερον εβάλθη εις ένα καμίνι, και εκεί παρέδωκε την ψυχήν του εις χείρας Θεού, χωρίς να καή ούτε μία από τας τρίχας του. Tελείται δε η αυτού Σύναξις και εορτή εν τω Oρφανοτροφείω.


Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών και Θαυματουργού Oνησίμου

Eλαφρόν ήρα φορτίον σον ηδέως,
Mεθ’ ου σος Oνήσιμος ήκω σοι Λόγε.

Oύτος ο Άγιος Oνήσιμος είναι άλλος από τον Aπόστολον Oνήσιμον τον μαθητήν του Aποστόλου Παύλου, και άλλος από τον Mάρτυρα Oνήσιμον. Oύτος λοιπόν ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού, εν έτει τγ΄ [303], καταγόμενος εκ Kαισαρείας της Παλαιστίνης, από χωρίον καλούμενον, Kαρυΐνην. Άδεται δε λόγος, ότι οι γονείς τούτου έλαβον από θείον Άγγελον το Άγιον Bάπτισμα, και ευηγγελίσθησαν πως έχουν να γεννήσουν τούτον τον Άγιον, και πως μέλλει να ονομασθή ο υιός των, Oνήσιμος. Eκ νεαράς δε ηλικίας παραιτήσας τους γονείς του ο Όσιος, επήγεν εις ένα Mοναστήριον της Eφέσου, εις το οποίον ευρίσκοντο Mοναχοί οκτακόσιοι. Oι δε γονείς του κλαίοντες και θρηνούντες διά την αναχώρησίν του, από τα πολλά δάκρυα ετυφλώθησαν. Eπειδή δε διά τον διωγμόν του Διοκλητιανού, άφησαν οι Mοναχοί το Mοναστήριον εκείνο, και ανεχώρησαν, διά τούτο και ούτος ο Άγιος ανεχώρησε και επήγεν εις το οσπήτιον των γονέων του, δεν εγνωρίσθη όμως εις αυτούς, αλλά έγραψεν εις ένα χαρτί με συντομίαν τα περί αυτού, και απόθεσεν αυτό εις το παράθυρον του οσπητίου. Aυτός δε πηγαίνωντας εις την Mαγνησίαν, εσύστησε Mοναστήριον, και εκεί φέρωντας τους γονείς του, ιάτρευσε τους οφθαλμούς των. Όθεν διαπεράσας θεαρέστως το υπόλοιπον της ζωής του, προς Kύριον εξεδήμησε.


O Άγιος Iωσήφ ο Aρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης και Oμολογητής, ο αδελφός του Aγίου Θεοδώρου του Στουδίτου, εν ειρήνη τελειούται1

Aφείς Iωσήφ καθέδραν την γηΐνην,
Παρίσταται νυν τω θρόνω του Kυρίου.

Oύτος ο μακάριος Iωσήφ ήτον κατά τους χρόνους Θεοφίλου του εικονομάχου, εν έτει ωκθ΄ [829], υιός μεν, γονέων ευσεβών και θεοφιλών, Φωτεινού και Θεοκτίστης ονομαζομένων, αδελφός δε, του Aγίου Θεοδώρου του Στουδίτου και ομολογητού. Oύτος λοιπόν διά την αξιέπαινον αυτού πολιτείαν, κοινή ψήφω έγινεν Aρχιεπίσκοπος της μεγαλοπόλεως Θεσσαλονίκης. Διατρίψας δε εκεί πολύν καιρόν, εγύρισεν εις την Kωνσταντινούπολιν με βασιλικήν προσταγήν. Όθεν επαραστάθη μαζί με τον αδελφόν του Άγιον Θεόδωρον, ενώπιον του δυσσεβούς Θεοφίλου, και μη φοβηθείς αυτόν, μηδέ πεισθείς εις το να αθετήση την προσκύνησιν των αγίων και σεβασμίων εικόνων, τούτου χάριν, ο μεν Άγιος Θεόδωρος ο αυτάδελφός του, εξωρίσθη εις την λίμνην της εν Bιθυνία ευρισκομένης Aπολλωνιάδος, ο δε μακάριος ούτος Iωσήφ, πρώτον μεν εδοκίμασε διαφόρους φυλακάς και κακοπαθείας, έπειτα πάλιν ηναγκάσθη από τον δυσσεβή Θεόφιλον να αθετήση την προσκύνησιν των αγίων εικόνων. Eπειδή δε πάλιν τα αυτά απελογήθη ως και το πρότερον, διά τούτο εδοκίμασε δεύτερον μεγαλιτέρας και δεινοτέρας κακοπαθείας από τας προτέρας, και εκλείσθη μέσα εις φυλακάς σκοτεινοτέρας από τας πρώτας, εις τας οποίας πολλά και ανυπόφορα βάσανα υπέμεινεν ο μακάριος, αγκαλά και την προτέραν ζωήν του επέρασε χωρίς καμμίαν άνεσιν. Όθεν ταλαιπωρηθείς με πείναν και δίψαν και κάθε άλλην θλίψιν, απήλθε προς την αιωνίαν ζωήν και ανάπαυσιν.

Σημείωση

1. Σημείωσαι, ότι ο εις το Tριώδιον συνεχώς αναφερόμενος κύριος Iωσήφ, ούτος είναι ο αυτάδελφος του Aγίου Θεοδώρου, και ουχί ο υμνογράφος Iωσήφ. Oι δύω γαρ ούτοι αυτάδελφοι συνέγραψαν το βιβλίον του Tριωδίου. Tούτου δε του Iωσήφ ευρίσκονται και λόγοι τινες πανηγυρικοί εις διαφόρους εορτάς, εν χειρογράφοις σωζόμενοι.

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ο ησυχαστής Φώτης Κόντογλου (+ 13 Ιουλίου 1965), αγαπημένο του καταφύγιο η ησυχία

Φώτης Κόντογλου

Μνήμη Φωτίου Κόντογλου
Εκοιμήθη στις 13 Ιουλίου 1965
Εις μνημόσυνον αιώνιον…

«Σου λέγω πως δε γράφω με μελάνι παρά με δάκρυα γράφω»
Φ. Κόντογλου

Φώτης κόντογλου

Ο Φώτης Κόντογλου γεννήθηκε στο Αϊβαλί (Κυδωνίες) της Μικράς Ασίας στις 8 Νοεμβρίου 1895 και πέθανε στην Αθήνα στις 13 Ιουλίου 1965. (Μετά την εκταφή του η ανακομιδή των οστών του έγινε στην Ιερά Μονή Αγίου Εφραίμ Νέας Μάκρης). Το παρακάτω περιστατικό αναφέρεται στις τελευταίες του στιγμές στο νοσοκομείο και την θαυμαστή πληροφορία που είχε η γυναίκα του από τον Άγιο Εφραίμ τον θαυματουργό.

-Περνούσε δύσκολες ημέρες στο νοσοκομείο ο αείμνηστος Φώτης Κόντογλου, και η γυναίκα του Μαρία Κόντογλου, ήταν γονατιστή και προσευχόταν για την θεραπεία του, επικαλούμενη τον Μεγάλο μας Άγιο Εφραίμ. Ας μην ξεχνάμε, ότι η αγιασμένη χείρα του χαρισματούχου αγιογράφου, είχε φιλοτεχνήσει την πρώτη εικόνα του Αγίου μας! Η Μαρία Κόντογλου περίμενε λοιπόν από τον Άγιο κάτι. Και τι μεγαλύτερη βοήθεια θα μπορούσε να βρει απ’ αυτή, το να δει εκείνη ακριβώς την ώρα που προσηύχετο, την ψυχή του Φώτη Κόντογλου να την κρατά ο Άγιος Εφραίμ, και μέσα σε τόση δόξα να την οδηγεί στον Ουρανό! Παραξενεύτηκε βλέποντας όλα αυτά! Τι τάχα να σήμαιναν; Κείνη την ώρα λοιπόν διέλυσε την απορία της κάποιο τηλεφώνημα από το νοσοκομείο, που της ανακοίνωνε ότι ο άνδρας της πέταξε ανάλαφρα στον Ουρανό! Ο Άγιος ήταν στ’ αλήθεια ο συνοδός του!

Από το βιβλίο: «Οπτασίαι και Θαύματα του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Εφραίμ του Θαυματουργού» – Γ΄τόμος (Έκδοση Ι.Μ. Ευαγγελισμού της Θεοτόκου – Όρος Αμώμων Αττικής).

***

Το 1960, ανέλαβε να καταγράψει, αφιλοκερδώς, όλα όσα θαυμαστά συνέβαιναν στον αιματοβαμμένο Λόφο των Καρυών Θερμής Λέσβου.  Έγραψε το βιβλίο “ΣΗΜΕΙΟΝ ΜΕΓΑ” και φιλοτέχνησε την εικόνα των Αγίων Ραφαήλ και Νικολάου που μεταφέρθηκε στην Λέσβο κατά την πρώτη επίσημη τελετή. Ο Άγιος Ραφαήλ και Νικόλαος τον επισκέφθηκαν όταν φιλοτεχνούσε την εικόνα τους για ν’ αποδώσει καλύτερα τη Μορφή Τους..

***

Ταπεινή και ήσυχη ζωή, θα πεί αληθινή ζωή. Κάθε στιγμή της ζωής είναι πολύτιμη για τον άνθρωπο. Ζώντας με τον εαυτό μας, δεν γινόμαστε εγωιστές, όπως θα πούνε κάποιοι που κρίνουνε ξώπετσα. Ίσια – ίσια, μ’ αυτόν τον τρόπο ανθίζει μέσα μας ένα πάντερπνο περιβόλι, γεμάτο αγάπη για τους άλλους, κι η καρδιά μας πίνει από τη δροσερή πηγή που έβαλε ο Θεός μέσα μας. Εκείνος είπε: «Η βασιλεία του Θεού βρίσκεται μέσα σας». Και τι άλλο είναι η βασιλεία του Θεού, παρά η αληθινή ζωή; «Ότι παρά Σοι πηγή ζωής. Εν τω φωτί Σου οψόμεθα φως». «Σε Σένα, λέγει, βρίσκεται η πηγή της ζωής». ..

Καλότυχος είναι όποιος ξεμάκρυνε από τον κόσμο κι από την απατηλή ταραχή του, και προσέχει μοναχά στον εαυτό του. Όποιος δεν ένοιωσε την ειρήνη, δεν ένοιωσε πως ζεί. Εκείνοι που παραδίνουνε τον εαυτό τους στις ηδονές και στις κοσμικές απολαύσεις, και θαρρούνε πως κάνουνε ευτυχισμένο τον εαυτό τους, αυτοί κάθονται παντοτινά έξω από το ίδιο το σπίτι τους. Έμπα μέσα στο σπιτάκι που βρίσκεται μέσα σου, και θα δείς το παλάτι τ’ ουρανού. Γιατί, ένα είναι και τούτο και κείνο, κι από το ίδιο παραθύρι τα βλέπεις και τα δυό».

Αυτά κι άλλα τέτοια συλλογιζόμουνα, καθισμένος στο φτωχικό μου. Τι λέγω; Στο παλάτι μου. Σ’ αυτό, όλα είναι ταπεινά, μικρά κι αγαπημένα. Μήτε βίλλες θέλω, μήτε ψηλά κάγκελλα, μήτε πορτιέρηδες, μήτε γυαλιστερά πράγματα, μήτε τίποτα, από τα τόσα που θέλουνε νάχουνε οι άνθρωποι, και που γι’ αυτά δεν βρίσκουνε ησυχία, μέρα και νύχτα. Πως τα σηκώνουνε, οι δύστυχοι, τέτοια βάρη ασήκωτα; Εγώ τρέμω με τη θυσία που κάνουνε στη ματαιοδοξία τους! Πολλές φορές στενοχωριέμαι πως κι εγώ έχω πολλά πράγματα, ενώ θα μπορούσα να ζήσω με πολύ λιγώτερα. […] Τάχουμε όλα. Έχουμε κι ένα περιβολάκι, μικρό, ίσαμε μια γαϊδαροκυλίστρα.

Και όμως, αυτό το κομμάτι το χώμα είναι για μας θησαυρός ανεχτίμητος. Έχει λουλούδια που μοσχοβολούνε ήμερα κι άγρια, τα περισσότερα αγριολούλουδα, δεντρολίβανο, βασιλικό, μαντζουράνα, δυόσμο, αψηθιά, κι άλλα. Έχει και μίαν εληά, δυό λεμονιές, μια πορτοκαλιά και μια ροδιά. Κάθουμαι, σαν πασάς, και δοξάζω τον Θεό.

Κι εγώ μαζί μ’ αυτά ζω ευτυχισμένος, μέσα στην ησυχία και στην ειρήνη της ταπείνωσης. Λέγω μέσα μου: «Που πας, βρε άνθρωπε; Αφήνεις τον εαυτό σου, τον πολύτιμο εαυτό σου, και πας να βρείς άλλον κόσμο! Οι κόσμοι παντού είναι οι ίδιοι. Τα μάτια που τους βλέπουνε είναι διαφορετικά». Πόσο έμορφο πράγμα είναι να μη σε ξέρει κανένας, να σ’ έχουνε όλοι λησμονημένον! Να είσαι ένα με τα μερμηγκάκια… Να είσαι ένα με τα πεταλούδια…! Ένα με τα πουλάκια που κελαϊδούνε αξέγνοιαστα απο πάνω μας. Με τον τζίτζικα, που φωνάζει καθισμένος απάνω στο δέντρο, ντερβίσης που δεν φροντίζει για τίποτα. Ναι. Θέλω να είμαι κι εγώ ένα απ’ αυτά, να ζω ανάμεσά τους. Δεν θέλω να είμαι άνθρωπος, το πονηρότατο αυτό πλάσμα, που από την πονηριά, από τη φιλοδοξία κι από την αχορταγιά, δεν έχει καιρό να ζήσει, κι είναι ολοένα φουρτουνιασμένος!

***

Κανένα βιβλίο δεν είναι τόσο απλό και τόσο καθαρό όσο είναι το Ευαγγέλιο. Και μ’ όλα ταύτα, κανένα βιβλίο δεν ημπορεί να εξηγηθεί στραβά τόσο εύκολα, όσο το Ευαγγέλιο, επειδή η ανθρώπινη καρδιά είναι πονηρή… Καλότυχοι όσοι είναι απλοί κι αγαπάνε τα απλά και ήμερα πράγματα! Όλα τα ανθρώπινα μαραίνονται. Μονάχα το Ευαγγέλιο είναι πάντα δροσερό, “Ρόδον το αμάραντον”.

***

Φώτης Κόντογλου

Ο άνθρωπος είναι σε όλα αχόρταγος. Θέλει να απολαύσει πολλά, χωρίς να μπορεί να τα προφτάσει όλα. Και γι’ αυτό βασανίζεται. Οποίος, όμως, φτάσει σε μια κατάσταση, πού να ευχαριστιέται με τα λίγα, και να μη θέλει πολλά έστω και κι αν μπορεί να τα αποκτήσει , εκείνος λοιπόν εiναι ευτυχισμένος.

Οι άνθρωποι δεν βρίσκουν πουθενά ευτυχία, γιατί επιχειρούν να ζήσουν χωρίς τον εαυτό τους. Αλλά όποιος χάσει τον εαυτό του, έχει χάσει την ευτυχία. Ευτυχία δεν είναι το ζάλισμα, που δίνουν οι πολυμέριμνες ηδονές και απολαύσεις, αλλά η ειρήνη της ψυχής και η σιωπηλή αγαλλίαση της καρδιάς. Γι’ αυτό είπε ο Χριστός: «Ουκ έρχεται η βασιλεία του Θεού μετά παρατηρήσεως, ουδέ ερούσιν, ιδού ώδε, ή ιδού εκεί. Ιδού γαρ η βασιλεία του Θεού εντός ημών εστίν».

Ξέρω καλά, τι είναι η ζωή που ζούνε οι λεγόμενοι κοσμικοί άνθρωποι. Οι άνθρωποι, δηλαδή, πού διασκεδάζουνε, που ταξιδεύουνε, που ξεγελιούνται με λογής-λογής θεάματα, με ασημαντολογίες, με σκάνδαλα, με τις διάφορες ματαιότητες. Όλα αυτά, από μακριά φαντάζουνε για κάποιο πράγμα σπουδαίο και ζηλευτό! Από κοντά, όμως, απορείς για την φτώχεια που έχουνε, και το πόσο κούφιοι είναι οι άνθρωποι που ξεγελιούνται με αυτά τα γιατροσόφια της ευτυχίας. Βλέπεις δυστυχισμένους ανθρώπους, που κάνουνε τον ευτυχισμένο! Κατάδικους, που κάνουνε τον ελεύθερο! Άδειοι από κάθε ουσία! Τρισδυστυχισμένοι! Πεθαμένη η ψυχή τους! Kαι γι’ αυτό ανύπαρκτη και η «ευτυχία», τους! Τελείως αποξενωμένοι από την Βασιλεία του Θεού! Αλλά πώς να γίνει ψωμί, σαν δεν υπάρχει προζύμι; Και πώς να μην είναι όλα άνοστα, αφού δεν υπάρχει αλάτι; Μη φοβάσαι, αδελφέ μου, να μείνεις μοναχός με τον εαυτό σου! Μη καταγίνεσαι ολοένα με χίλια πράγματα, για να τον ξεχάσεις! Γιατί όποιος έχασε τον εαυτό του, κάθεται με ίσκιους και με φαντάσματα μέσα στην έρημο του θανάτου.

Αγάπησε τον Χριστό και το Ευαγγέλιο, περισσότερο από τις πεθαμένες σοφίες των ανθρώπων. Περισσότερο από κάθε τιμή και δόξα ετούτου του κόσμου. Και μοναχά τότε, θα χαίρεσαι σε κάθε ώρα της ζωής σου. Κανένας δρόμος δεν βγάζει στην ειρήνη της καρδιάς, παρά μόνο ο Χριστός, που σε καλεί πονετικά και που σου λέγει: «Εγώ ειμί η οδός».

Από το βιβλίο «ΜΥΣΤΙΚΑ ΑΝΘΗ» Φώτη Κόντογλου , εκδ. Παπαδημητρίου.

Πηγή: https://iconandlight.wordpress.com/2016/07/12/

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Κυριακὴ 13 Ἰουλίου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση –  Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΕΟΡΤΗΣ (ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ ΕΝ ΧΑΛΚΗΔΟΝΙ Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ)
Πρὸς Τίτον Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
3: 8-15

Τέκνον Τίτε, πιστὸς ὁ λόγος· καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ. Ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις· μωρὰς δὲ ζητήσεις καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιΐστασο· εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι. Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος. ῞Οταν πέμψω ᾿Αρτεμᾶν πρός σε ἢ Τυχικόν, σπούδασον ἐλθεῖν πρός με εἰς Νικόπολιν· ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμάσαι. Ζηνᾶν τὸν νομικὸν καὶ ᾿Απολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον, ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ. Μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι. ᾿Ασπάζονταί σε οἱ μετ᾿ ἐμοῦ πάντες. Ἄσπασαι τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶς ἐν πίστει. ῾Η χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΑΓΙΟΥ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ (ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ ΕΝ ΧΑΛΚΗΔΟΝΙ Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
5: 14-19

Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτοῦ Μαθηταῖς·Ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου. οὐ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη· οὐδὲ καίουσι λύχνον καὶ τιθέασιν αὐτὸν ὑπὸ τὸν μόδιον, ἀλλ’ ἐπὶ τὴν λυχνίαν, καὶ λάμπει πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ. οὕτως λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσιν τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς. Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας· οὐκ ἦλθον καταλῦσαι ἀλλὰ πληρῶσαι. ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται. ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτως τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Κυριακὴ τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Δ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου

Δ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος. Τοιχογραφία στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίου Σωζομένου στὴν Γαλάτα

Ὁμιλία εἰς τὸ Εὐαγγέλιον τῆς Κυριακῆς τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Δ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (Ματθ. 5, 14-19).

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ

«ὃς δ᾽ ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγας
κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν»
 
Δ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος. Τοιχογραφία στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίου Σωζομένου στὴν Γαλάτα

Ἡ Κυριακὴ αὐτή, ἀγαπητοὶ ἐν Κυρίῳ ἀδελφοί, εἶναι ἀφιερωμένη στὴ μνήμη τῶν 630 θεοφόρων Πατέρων τῆς Δ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καὶ συνδεδεμένη μὲ τὸ γνωστὸ θαῦμα τῆς ἁγίας Εὐφημίας, ποὺ ἔλαβε χώρα στὴ Χαλκηδόνα, ὅπου εἶχε συναθροισθεῖ τὸ 451 ἡ Σύνοδος:

Μὲ τὸ πέρας τῆς Συνόδου, τόσο οἱ ἅγιοι Πατέρες, ὅσο καὶ οἱ αἱρετικοὶ Εὐτυχιανοὶ ἀπόθεσαν ἐπάνω στὸ ἄφθαρτο λείψανο τῆς ἁγίας ἀπὸ ἕνα τόμο (βιβλίο), ὅπου εἶχαν καταγράψει ἑκάστη πλευρὰ τὸ τί πίστευαν, καὶ ἔκλεισαν τὴν ἁγία της λάρνακα, σφραγίζοντάς την. Κι ὅταν μετὰ ἀπὸ καθορισμένες ἡμέρες τὴν ἄνοιξαν, ὢ τοῦ θαύματος!, τὸν μὲν τόμο τῶν Ὀρθοδόξων κρατοῦσε ἡ ἁγία στὰ χέρια της, ὁ δὲ τῶν αἱρετικῶν βρέθηκε πεταγμένος κάτω ἀπὸ τὰ πόδια της! Μὲ τὸ θαυμαστὸ τοῦτο σημεῖο, ἐπισφραγίστηκε ἐκ Θεοῦ ἡ ὀρθότητα τῶν δογμάτων τῶν Ὀρθοδόξων, ἐνῶ καταδικάστηκαν οἱ αἱρετικὲς δοξασίες τῶν μονοφυσιτῶν ἀκολούθων τοῦ αἱρεσιάρχη ἀρχιμανδρίτη Εὐτυχοῦς. Γι᾽ αὐτὸ καὶ κατὰ τὴν Κυριακὴ μετὰ τὶς 11 Ἰουλίου -ὁπόταν ἑορτάζουμε τὸ θαῦμα τοῦτο τῆς ἁγίας μεγαλομάρτυρος καὶ πανευφήμου Εὐφημίας-, ποὺ συμπίπτει ἀπὸ τὶς 13 ἕως τὶς 19 Ἰουλίου, τελεῖται καὶ ἡ μνήμη τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς ἐν λόγῳ Συνόδου, οἱ ὁποῖοι στὶς δογματικὲς ἀποφάσεις τους διασαφήνισαν καὶ ἀποκρυστάλλωσαν τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη γιὰ τὸ Πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ.

Εἶναι γιὰ τοῦτο ποὺ καθορίστηκε ἡ ἀνάγνωση κατὰ τὴ σημερινὴ Κυριακὴ τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, ποὺ μόλις ἀκούσαμε, καθόσον περιλαμβάνει τὰ χαρακτηριστικὰ ποὺ πρέπει νὰ διέπουν τὴν προσωπικότητα καὶ τὸ ἔργο τῶν μαθητῶν καὶ ἀποστόλων τοῦ Κυρίου, ὅπως ὁ Ἴδιος ἐδῶ τὰ καθορίζει, τὰ ὁποῖα ἀναφέρονται ἀντίστοιχα καὶ στὴ ζωὴ καὶ τὸ ἀποστολικὸ ἔργο τῶν ἁγίων Πατέρων, ποὺ συγκρότησαν τὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Διότι ἀκριβῶς οἱ οὐρανόφρονες Πατέρες, ὅπως καὶ οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι, ἔζησαν ζωὴ οὐράνια καὶ φωτεινή, μέσα στὸ φῶς τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· φωτίσθηκαν καὶ θεώθηκαν· ἔγιναν οἱ ἴδιοι φῶς καὶ δὲν ἀπέκρυψαν τοῦτο «τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, τὸ φωτίζον καὶ ἁγιάζον πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον» κάτω ἀπὸ «τὸν μόδιον» τῆς ἀπραξίας τῶν καλῶν ἔργων καὶ τῆς σιωπῆς, ἀλλὰ κήρυξαν Χριστὸν μὲ ἔργα καὶ λόγια, μὲ τὴ θεωρία καὶ τὴν πράξη, μὲ τὴ συμβολή τους, τέλος, στὴ διασαφήνιση τῆς ἀλήθειας τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης μέσα στὶς ἐργασίες καὶ δογματικὲς ἀποφάνσεις τῶν ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Ἔτσι, διασφάλισαν τὸ Ὀρθόδοξο δόγμα καὶ τὸ ἦθος τῶν Ἁγίων Γραφῶν μέχρι «ἰῶτα ἑνὸς καὶ μιᾶς κεραίας» καὶ καταπολέμησαν καὶ ἀπέδειξαν ξένους τῆς Ἐκκλησίας ὅσους «ἔλυσαν», δηλ. ἀλλοίωσαν καὶ διέστρεψαν τὴν ἀποκαλυφθεῖσα ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεὸ ἀλήθεια, ἔστω καὶ στὸ παραμικρό. Γιὰ τοῦτο καὶ ἐπάξια ἀναδείχθηκαν μεγάλοι στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, καὶ δοξάσθηκαν ἀπὸ τὸν δίκαιο Μισθαποδότη Κύριο καὶ στὴ γῆ καὶ στὸν οὐρανό.

Ἀλλά, οἱ ἀρετὲς καὶ τὰ ἔργα τῶν ἁγίων ἀποστόλων καὶ τῶν ἁγίων Πατέρων μας πρέπει νὰ καθορίζουν κατὰ ἀναλογία καὶ τὴ ζωὴ καὶ τὸ ἦθος ὅλων τῶν μελῶν τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἐκκλησίας. Καί, καταρχήν, οἱ πιστοί, ἐμεῖς, πρέπει νὰ πιστεύουμε καὶ φρονοῦμε ὅσα ἀκριβῶς πιστεύει καὶ φρονεῖ ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, ὅπως μᾶς τὰ παρέδωσαν οἱ αὐτόπτες καὶ μαθητὲς τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, ὅπως τὰ ἑρμήνευσαν καὶ διακήρυξαν οἱ ἅγιοι Πατέρες, ὅπως τὰ διασφάλισε καὶ περιφύλαξε ἀνὰ τοὺς αἰῶνες ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία. Καί, κατόπιν, νὰ ἀγωνιζόμαστε, ὥστε τὸ φρόνημά μας, οἱ λόγοι μας, ἡ ὅλη ζωή μας, νὰ εἶναι σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου, νὰ ἀποτελοῦν ἐπιβεβαίωση τῆς Πίστης μας, νὰ μετέχουν στὸ Φῶς τοῦ Χριστοῦ, καὶ νὰ μᾶς καθιστοῦν καὶ ἐμᾶς φῶς στὸν κόσμο τοῦτο, τοῦ σκότους καὶ τῆς πλάνης. Διότι ἡ τήρηση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν ἀποτελεῖ τὴν πρώτη θεμελιώδη προϋπόθεση τῆς εἰσόδου τῶν πιστῶν στὴν αἰώνια ζωή.

Καὶ ὁ Κύριος συνάπτει τὴ χριστιανικὴ πράξη μὲ τὴ χριστιανικὴ μαρτυρία, ὑπὸ μία ὅμως βασικὴ προϋπόθεση: Τῆς διδασκαλίας τῶν ἄλλων πρέπει νὰ ἔχει προηγηθεῖ ἡ «νόμιμος ἄθλησις», δηλαδὴ ἡ πιστὴ τήρηση τῶν θείων ἐντολῶν. Γι᾽ αὐτὸ προτάσσει τό, «ὃς δ᾽ ἂν ποιήσῃ» τοῦ, «καὶ διδάξῃ». Διότι καὶ τὰ ἐνάρετα ἔργα καθεαυτὰ κηρύσσουν καὶ ὁμιλοῦν στοὺς ἄλλους εὐγλωττότερα ἀπὸ τὰ λόγια. Καί, ὅπως θαυμάσια τὸ ἐπισημαίνει ὁ Θεολόγος Γρηγόριος: «Ἄφωνον ἔργον κρεῖσσον ἀπράκτου λόγου» (= τὸ ἔργο [τῆς ἀρετῆς] καὶ χωρὶς λόγια εἶναι καλύτερο ἀπὸ τὸν διδακτικὸ λόγο χωρὶς ἔργα). Ἂν ὅμως ὁ πιστὸς ἔχει προκόψει καὶ ὠριμάσει στὴν πνευματικὴ ζωή, τότε δὲν θὰ κρατήσει τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό του. Θὰ προσπαθήσει μὲ ταπείνωση καὶ ἀγάπη καὶ προσευχὴ νὰ τὸ μεταδώσει καὶ στοὺς συνανθρώπους του. Καὶ τότε, κατὰ τὴν ἀψευδὴ τοῦ Δεσπότου ἐπαγγελία, θὰ καταστεῖ μέγας στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Καὶ τοῦτο ἀναδεικνύει τὴ μεγάλη εὐθύνη ἡμῶν τῶν πιστῶν, ἐνώπιον Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων. Διότι συχνά, ὄχι μόνο δὲν ἀγωνιζόμαστε νὰ τηροῦμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὄχι μόνο δὲν ἀνοιγόμαστε ἱεραποστολικὰ καὶ μὲ ἁγνὴ χριστιανικὴ ἀγάπη στὸν πλησίον μας, ἀλλὰ μὲ τὴν ἀπρόσεκτη ζωὴ καὶ τὰ ἁμαρτωλὰ ἔργα καὶ λόγια μας σκανδαλίζουμε τοὺς ἀδελφούς μας καὶ γινόμαστε πρόσκομμα στὴν πνευματική τους πορεία.

Ἂς ἱκετεύσουμε τὴ χορεία τῶν θεοφόρων Πατέρων μας, ποὺ σήμερα τὴ μνήμη τους ἐπιτελοῦμε, νὰ πρεσβεύουν στὸν Φιλάνθρωπο Κύριο νὰ μᾶς δίδει μετάνοια, διόρθωση τοῦ βίου μας, ταπείνωση καὶ ἀγάπη, νὰ στοιχοῦμε στὰ βήματα τῆς ἁγίας ζωῆς τους, γιὰ νὰ ἀξιωθοῦμε τῆς αἰώνιας μακαριότητας, ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, στὸν Ὁποῖο, μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀνήκει ἡ δόξα στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν!