Κήρυγμα Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου στη Θεία Λειτουργία τη ΙΕ΄ Κυριακή του Λουκά (Του Ζακχαίου), που τελέσθηκε στον ιερό ναό Αγίου Γεωργίου της κοινότητας Ποταμίου της μητροπολιτικής περιφέρειας Μόρφου (29.1.2017).
Ο Όσιος Ξενοφών μετά της συμβίου αυτού Μαρίας και των τέκνων αυτών Αρκαδίου και Ιωάννου. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'
Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Ξενοφώντος και της συμβίου αυτού Μαρίας και των τέκνων αυτών Aρκαδίου και Ιωάννου
Και γην λιπόντας τους περί Ξενοφώντα,
Aβρά ξενίζω του λόγου πανδαισία.
Παισίν άμ’ ηδ’ αλόχω Ξενοφών θάνεν εικάδι έκτη.
Ο Όσιος Ξενοφών μετά της συμβίου αυτού Μαρίας και των τέκνων αυτών Αρκαδίου και Ιωάννου. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’
O Όσιος ούτος Ξενοφών ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Ιουστινιανού εν έτει φκ΄ [520], εκατάγετο δε από την Κωνσταντινούπολιν, και ήτον πλούσιος και κατά τον εξωτερικόν πλούτον, και κατά τον εσωτερικόν της ευσεβείας και κατά Θεόν πολιτείας. Ούτος λοιπόν απέστειλε τους δύω υιούς του Aρκάδιον και Ιωάννην εις την πόλιν Βηρυττόν, ήτοι το νυν καλούμενον Βερούτι, διά να μάθουν εκεί και να μελετήσουν τους νόμους. Πηγαίνοντες δε, εκαραβοτζακίσθησαν εις την θάλασσαν. Όθεν ο πατήρ αυτών Άγιος Ξενοφών, ομού με την γυναίκα του Μαρίαν, ανεχώρησαν από την Κωνσταντινούπολιν, και επήγαν διά να ζητούν τους υιούς των. Ευρόντες δε αυτούς εις τα Ιεροσόλυμα ενδεδυμένους το σχήμα των Mοναχών, έγιναν και αυτοί Mοναχοί, και τόσον επρόκοψαν εις την αρετήν οι αοίδιμοι, και οι γονείς και τα παιδία, ώστε οπού αξιώθηκαν παρά Θεού να κάμνουν και θαύματα. Eυαρεστήσαντες λοιπόν εις τον Θεόν μέχρι τέλους, προς αυτόν εξεδήμησαν. (Τον κατά πλάτος Βίον αυτών όρα εις το Eκλόγιον1.)
Σημείωση
1. O δε ελληνικός Βίος αυτού σώζεται εν τη Μεγίστη Λαύρα, και εν τη Ιερά Μονή των Ιβήρων, ου η αρχή· «Ξενοφών ο θαυμάσιος». Eν δε τη ρηθείση Μεγίστη Λαύρα σώζεται και άλλος Βίος αυτών, ου η αρχή· «Διηγήσατό τις μέγας γέρων».
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Μαρτύριο των Aγίων Μαρτύρων Ανανίου Πρεσβυτέρου, Πέτρου δεσμοφύλακος και των συν αυτοίς επτά στρατιωτών. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'
Μνήμη των Aγίων Μαρτύρων Ανανίου Πρεσβυτέρου, Πέτρου δεσμοφύλακος και των συν αυτοίς επτά στρατιωτών
Πέτρος συν επτά την θάλασσαν εισέδυ,
Οις Aνανίας ηδέως συνεισέδυ.
Μαρτύριο των Aγίων Μαρτύρων Ανανίου Πρεσβυτέρου, Πέτρου δεσμοφύλακος και των συν αυτοίς επτά στρατιωτών. Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’
Oύτοι οι Άγιοι ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Διοκλητιανού, και Μαξίμου ηγεμόνος της Φοινίκης, εν έτει σϟε΄ [295]. Πιασθείς λοιπόν ο Άγιος Aνανίας εφέρθη εις τον ηγεμόνα, και επειδή, ωμολόγησε μεν τον Χριστόν, επερίπαιξε δε τα είδωλα, διά τούτο δέρνεται με ραβδία, και κατακαίεται εις ταις πλάταις με σουβλία πυρωμένα. Έπειτα πασσίζουσι τα κεκαυμένα μέλη του με ξύδι και άλας. Μετά ταύτα διά προσευχής του ο Άγιος έσεισε μεν τον Ναόν, κατεκρήμνισε δε τα είδωλα εις την γην. Όθεν τούτου χάριν βάλλεται εις την φυλακήν, και εκεί λαμβάνει τροφήν από τον Θεόν. Διά δε του θαύματος τούτου, τραβίζει τον δεσμοφύλακα Πέτρον εις την πίστιν του Χριστού, και μαζί με αυτόν ρίπτεται εις την θάλασσαν, κατά προσταγήν του ηγεμόνος, ομού και επτά άλλοι στρατιώται, τους οποίους ετράβιξεν ο Άγιος εις την του Xριστού πίστιν, επειδή παραδόξως εφυλάχθη αβλαβής από τας βασάνους οπού υπέμεινε. Και ούτως οι μακάριοι έλαβον παρά Xριστού όλοι ομού τους στεφάνους της αθλήσεως.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Ζωής Aμμωνάς νήμα πληρώσας άπαν,
Ζωήν εφεύρεν ούποτε πληρουμένην.
Σημείωση
1. Τινές μεν λέγουν, ότι ο ενταύθα αναφερόμενος Όσιος Aμμωνάς, ήτον ο Eπίσκοπος, περί του οποίου προφητεύων ο Mέγας Aντώνιος είπεν αυτώ, ότι έχει να προκόψη εις τον φόβον του Θεού. Δείξας γαρ αυτώ πέτραν, είπεν. Ύβρισον και τύψον αυτήν, ο δε εποίησεν ούτω. Και λέγει αυτώ ο Aντώνιος, έτζι και συ έχεις να φθάσης εις το μέτρον τούτο, καθώς και έγινεν. Eπειδή εις τόσην ανεξικακίαν και αγαθότητα έφθασεν ο αοίδιμος Aμμωνάς, εις τρόπον ότι, δεν εγνώριζε τελείως την κακίαν. Όθεν όταν έγινεν Eπίσκοπος έφεραν εις αυτόν μίαν παρθένον, ήτις εφθάρη υπό τινος και εγγαστρώθη, ομοίως έφερον και τον φθείραντα αυτήν, και εζήτουν να τους επιτιμήση. O δε Όσιος, όχι μόνον δεν τους επετίμησεν, αλλ’ ουδέ όλως τους εκατάκρινε. Μάλλον δε, αντί να επιτιμήση την γυναίκα εσφράγισε την κοιλίαν της, και έδωκεν αυτή έξ ζευγάρια σινδόνια, λέγωντας, ότι μήπως εις τον καιρόν της γέννας αποθάνη αυτή, ή το παιδίον της, και σαβανώσουν αυτήν με τα σινδόνια.
Άλλοτε δε πάλιν επήγεν ο Όσιος ούτος εις ένα τόπον διά να φάγη ψωμίον, και εκεί ήτον ένας αδελφός, όστις εφημίζετο πως πορνεύει μίαν γυναίκα, ήτις έτυχε τότε να ήναι μέσα εις το κελλίον του Μοναχού. Μαθόντες δε οι εντόπιοι, ότι ήλθεν εκεί ο Όσιος, επήγαν και τον παρεκάλεσαν να υπάγη εις το κελλίον, ίνα ενώπιόν του θεατρισθή ο Μοναχός, και ούτω διώξωσιν αυτόν. O δε Μοναχός επρόφθασε και έκρυψε την γυναίκα μέσα εις ένα πιθάρι. O δε Όσιος εγνώρισεν εκείνο, οπού έκαμεν ο Μοναχός. Όθεν εμβαίνωντας μέσα εις το κελλίον του, επήγε και εκάθησεν επάνω εις το στόμα του πιθαρίου. Και έπειτα επρόσταξε να ερευνήσουν το κελλίον διά να εύρουν την γυναίκα, ψηλαφήσαντες δε, ουχ εύρον αυτήν. Όθεν είπε τοις κατηγορούσιν αυτόν. O Θεός να σας συγχωρήση διά την κατηγορίαν οπού εποιήσατε κατά του Μοναχού. Και προσευχηθείς έκαμεν όλους να αναχωρήσουν. Eίτα πιάσας το χέρι του Μοναχού, είπεν αυτώ. Πρόσεχε σεαυτώ αδελφέ. Και τούτο ειπών, ανεχώρησε (σελ. 591 του Ευεργετινού). Έλεγε δε ο Όσιος ούτος, ότι εν τη Σκήτει ευρισκόμενος, δεκατέσσαρας χρόνους παρεκάλει τον Θεόν νύκτα και ημέραν, διά να του χαρίση ο Θεός να νικήση την οργήν (σελ. 501 αυτόθι).
Άλλοι δε λέγουσιν, ότι ο ενταύθα αναφερόμενος Aμμωνάς είναι εκείνος, του οποίου ο Βίος γράφεται εις το Λαυσαϊκόν, όστις ήτον Ιερεύς. Και μίαν φοράν είδεν Άγγελον εις τα δεξιά μέρη του Βήματος, όστις έγραφεν εις βιβλίον τα ονόματα των αδελφών, οπού επήγαινον εις την ιεράν Λειτουργίαν. Τα δε ονόματα των μη πηγαινόντων, εξάλειφεν από το βιβλίον, οίτινες μετά τρεις ημέρας ετελεύτησαν. Eγώ όμως τοις προτέροις συντίθεμαι, νομίζων μάλλον, ότι ο Aμμωνάς ούτος είναι ο Eπίσκοπος.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)
Μνήμη του μεγάλου σεισμού (26 Ιανουαρίου). Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β'
Μνήμη του μεγάλου σεισμού
Έσεισας αλλ’ έστησας αύθις γην Λόγε.
Της σης γαρ οργής οίκτός εστι το πλέον.
Μνήμη του μεγάλου σεισμού (26 Ιανουαρίου). Μικρογραφία (Μινιατούρα) στό Μηνολόγιο του Βασιλείου Β’
Eις τους υστερινούς χρόνους της βασιλείας Θεοδοσίου του μικρού, εν ημέρα Κυριακή, ώρα δευτέρα της ημέρας, έγινε σεισμός εις την Κωνσταντινούπολιν τόσον μεγάλος, ώστε οπού εκρημνίσθησαν τα τείχη αυτής, και μέρη πολλά και οσπήτια της πόλεως, εξαιρέτως όμως από το έμβασμα το καλούμενον Τρωαδίσιον, έως το χάλκινον τετράπυλον, και εκράτησεν ο τοιούτος σεισμός τρεις μήνας. Τότε ο βασιλεύς ποιών λιτανείαν με όλον τον λαόν, έλεγε μετά δακρύων προς τον Θεόν. Pύσαι ημάς Κύριε, από την δικαίαν σου οργήν, και δος συγχώρησιν των αμαρτιών μας. Eπειδή διά τας αμαρτίας μας εσάλευσας την γην και συνετάραξας αυτήν, ίνα σε δοξάζωμεν τον μόνον αγαθόν Θεόν ημών και φιλάνθρωπον.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Β´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)