Αρχική Blog Σελίδα 100

Οἱ ἅγιοι νεομάρτυρες καὶ διάκονοι τῆς Μονῆς Ἁγίου Μάμαντος Μόρφου Γαβριὴλ Μακρύδιακος καὶ Χριστοφόρος (30 Μαΐου)

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ, Πρωτοσυγκέλλου τῆς Ἱ. Μ. Μόρφου

Α. Γαβριὴλ Μακρύδιακος, μοναχὸς καὶ διάκονος τῆς ἱερᾶς μονῆς Ἁγίου Μάμαντος, νεομάρτυς, ὁ ἐκ Μόρφου (†1750)

Βασικὴ γραπτὴ πηγὴ γιὰ τὰ λιγοστὰ ἀλλὰ σημαντικὰ διασωζόμενα στοιχεῖα τοῦ βίου καὶ τοῦ μαρτυρίου τοῦ ἁγίου ἐνδόξου νεομάρτυρος Γαβριὴλ Μακρυδιάκου ἀποτελεῖ σχετικὴ διήγηση σὲ σητόβρωτο χειρόγραφο βιβλίο χρονογραφίας ἱερέως τινὸς ἀπὸ τὸ χωριὸ Ἀργάκι Μόρφου (ἀγνώστων στοιχείων καὶ χρονολογίας), τὸ ὁποῖο ἀνεῦρε ὁ διανοούμενος ἀγρότης Χατζηματθαῖος Χατζηνικολάου, ἐπίσης ἀπὸ τὸ Ἀργάκι, καὶ ἐξέδωσε ὁ Μορφίτης διδάσκαλος καὶ μουσικὸς Κώστας Καλαθᾶς. Παράλληλα, ἐπέζησε καὶ ἡ ἀνάλογη προφορικὴ παράδοση, τὴν ὁποία κατέθεσεν ἀρχικὰ ὁ δημοσιογράφος Γεώργιος Λαντίδης σὲ συνέντευξή του στὸ Ραδιοφωνικὸ Ἵδρυμα Κύπρου τὸ 1988, κατὰ τὸν Αὔγουστο δὲ τοῦ 2020, ὁ ἐπίσκοπος Κυρήνης Ἀθανάσιος (Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας), ὁ ὁποῖος εἶχε τὴν εὐγενὴ καλωσύνη νὰ γνωστοποιήσει στὴ Συνοδικὴ Ἐπιτροπὴ Ἔνταξης Ἁγίων στὸ Ἁγιολόγιο, κατόπιν παράκλησης τοῦ Μητροπολίτου Μόρφου Νεοφύτου, στοιχεῖα σχετικὰ μὲ τὸ πρόσωπο καὶ τὸ μαρτύριο τοῦ νεομάρτυρος αὐτοῦ.

*   *   *

Ὁ ἅγιος καλλίνικος νεομάρτυς τοῦ Χριστοῦ Γαβριήλ, ποὺ παρέμεινε γνωστὸς στοὺς πολλοὺς ὡς Μακρύδιακος, ἔζησε καὶ μαρτύρησε κατὰ τὸν 18ο αἰώνα, τὴν ἐποχὴ τῆς πολυώδυνης γιὰ τὴ νῆσο περιόδου τῆς Τουρκοκρατίας. Τὸ ὄνομά του Γαβριὴλ μᾶς κοινοποίησε ὁ ἀνωτέρω ἐκ Μόρφου καταγόμενος ἐπίσκοπος Κυρήνης Ἀθανάσιος. Ὁ Γαβριὴλ ὑπῆρξε γόνος τῆς κωμοπόλεως Μόρφου, ὅπου γεννήθηκε περὶ τὸ 1730, ἀπὸ ἐνάρετους γονεῖς χριστιανούς. Ὁ πατέρας του ἦταν πρεσβύτερος, ὀνόματι παπᾶ-Νικόλας. Ὑπῆρξε πρόπαππος τοῦ δικαστῆ Χριστοπούλου καὶ τοῦ Νικόλα τοῦ Διάκου, τῶν ὁποίων ὁ δεύτερος εἶχε υἱοὺς τοὺς Γεώργιο, Πολύκαρπο, Χρῆστο, Βασίλειο, Σωκράτη καὶ Ἄριστο, μὲ τὸ ἐπώνυμο Γαβριηλίδη [1]. Καὶ ἀπὸ τὸ ἐπώνυμο τῆς οἰκογένειας αὐτῆς πιστοῦται τὸ ὄνομα τοῦ Μακρυδιάκου ὡς Γαβριήλ. Περαιτέρω, στὴ Χάρτα ποὺ ὑπογράφουν Κύπριοι στὴ Βενετία τὸν Δεκέμβριο τοῦ 1821, περιλαμβάνεται καὶ ὁ «Ταξίαρχος Μιχαὴλ Μακρύδιακος» [2], προφανῶς ἀπόγονος τοῦ νεομάρτυρος.

Ὁ Θεὸς εἶχε προικίσει τὸν νεομάρτυρα μὲ πλούσια καὶ ἐπίζηλα φυσικὰ χαρίσματα: Ἦταν ἄνδρας ὑψηλοῦ ἀναστήματος (ὕψους ἕξι ποδῶν), ἰσχυρῆς σωματικῆς διάπλασης, ὡραίας κατατομῆς, κοσμημένος μὲ γλυκύτατη φωνή, ἔφερε δὲ κόμην πλουσίαν μέχρι τῆς ὀσφύος. Ἕνεκα λοιπὸν τοῦ ἰδιαίτερα ὑψηλοῦ γιὰ τὴν ἐποχή του παραστήματος, παρέμεινε γνωστὸς μὲ τὸ ὄνομα Μακρύδιακος, δηλαδὴ ὁ ὑψηλὸς διάκονος. Δὲν ὑπῆρξε ὅμως μονάχα σωματικὰ τόσο πλούσια προικισμένος, ἀλλ᾽ εἶχε συνακόλουθα καὶ τὰ ψυχικὰ χαρίσματα, δηλ. σεμνότητα, ἁγνότητα, εὐλάβεια καὶ πίστη θερμὴ πρὸς τὸν Χριστό, ἕνεκα τῶν ὁποίων καὶ πόθησε νὰ ἀφιερωθεῖ στὴν ὁλόψυχη διακονία τοῦ Κυρίου. Ἔτσι, σὲ νεαρὴ ἡλικία, περίπου τῶν εἴκοσι ἐτῶν, ἔγινε μοναχὸς καὶ χειροτονήθηκε διάκονος στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Μάμαντος στὴ Μόρφου, ὅπου διακονοῦσε μὲ εὐλάβεια, κοσμώντας τὶς ἱερὲς Ἀκολουθίες μὲ τὸ ἱεροπρεπές του παράστημα καὶ τὴν ἀγγελική του μελῳδία. 

Ἀλλ᾽ ἐπέπρωτο τὰ ἀνωτέρω πλούσια φυσικά του χαρίσματα νὰ γίνουν καὶ ἡ ἀφορμὴ τοῦ μαρτυρίου του. Διότι οἰ ἐγχώριοι Τοῦρκοι, γοητευμένοι ἀπὸ αὐτά, πρότειναν στὸν ἐνάρετο διάκονο νὰ ἀλλαξοπιστήσει καὶ νὰ τὸν στείλουν στὴ συνέχεια στὴν Κωνσταντινούπολη, νὰ σπουδάσει ἱεροδιδάσκαλος (χότζας). Ἐδῶ φάνηκε ἡ ὄντως πνευματικὴ τοῦ Μακρυδιάκου λεβεντιά, διότι μὲ παρρησία καὶ σταθερότητα ἀπέρριψε τὶς βδελυρὲς τῶν ἀλλοπίστων προτάσεις. Ἔντρομη ἡ οἰκογένειά του γιὰ τὰ ἀναμενόμενα ἐπακόλουθα, προσπάθησε νὰ φυγαδεύσει κρυφὰ τὸν νέο ὁμολογητὴ τοῦ Χριστοῦ. Οἱ Τοῦρκοι ὅμως τὸν ἐντόπισαν στὸ ὄχι μακρυὰ ἀπὸ τὴ Μόρφου εὑρισκόμενο χωριὸ Ἁγία Εἰρήνη, τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ἔθεσαν ὑπὸ κράτηση κατὰ τὸ ἔτος 1750. Νὰ σημειωθεῖ ὅτι πολλὲς οἰκογένειες Μορφιτῶν εἶχαν κτήματα στὸ χωριὸ τοῦτο Ἁγία Εἰρήνη, γεγονὸς ποὺ δικαιολογεῖ τὸ γιατί ὁ Γαβριὴλ διωκόμενος βρῆκε ἐκεῖ καταφύγιο.

Ὑπενθυμίζουμε στὸν φιλάγιο ἀναγνώστη πὼς ἐκείνη ἡ χρονικὴ περίοδος ὑπῆρξε ἰδιαίτερα δύσκολη γιὰ τὸν ὑπόδουλο λαὸ τῆς Κύπρου, καθὼς καὶ τὸν τότε ἐνάρετο καὶ ἀγωνιστὴ ἀρχιεπίσκοπο Κύπρου Φιλόθεο τὸν ἐκ Γαλάτας (1734-1759), ὁ ὁποῖος ποικιλότροπα διώχθηκε, συκοφαντήθηκε, παύθηκε τοῦ θρόνου καὶ φυλακίσθηκε γιὰ κάποια χρονικὴ περίοδο. 

Ὁ κατὰ τὸ διάστημα ἐκεῖνο πασᾶς τῆς Μόρφου Σαλὶχ καὶ οἱ ἄνθρωποί του προσπάθησαν, ἄλλοτε μὲ ὑποσχέσεις ἐπιγείων ἀγαθῶν, ἄλλοτε μὲ ἀπειλὲς καὶ ἄλλοτε μὲ διάφορα τεχνάσματα νὰ κάμψουν τὴ θέληση τοῦ θεοφιλοῦς Γαβριὴλ καὶ νὰ τὸν πείσουν νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ τουρκέψει. Ἀλλά, μὲ τὴ χάρη τοῦ Παντοδυνάμου Κυρίου, ὁ νεαρὸς διάκονος τοῦ Χριστοῦ παρέμεινε σταθερὸς στὴν ὁμολογία τῆς Πίστης του, ἀπορρίπτοντας μεγαλόψυχα καὶ τάματα καὶ ἀπειλὲς τῶν ἀπίστων τυράννων. Ἕνα μόνο ποθοῦσε, σὲ ἕνα μόνο ἀπέβλεπε, στὴ διακονία στὸ ἐπουράνιο θυσιαστήριο, στὴ μετοχὴ στὴ δόξα τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν.

Ἀπελπισμένος ὁ Σαλὶχ πασᾶς, διέταξε πρῶτα τὸν βασανισμὸ καὶ κατόπιν τὴ θανάτωση τοῦ ὁμολογητῆ διακόνου μὲ ἀποκεφαλισμό, καὶ ὅρισε νὰ γίνει ἡ ἐκτέλεσή του στὴ μεγάλη πλατεία τῶν ἁλωνιῶν τῆς ἱερᾶς μονῆς τοῦ Ἁγίου Μάμαντος, ἀπέναντι ἀπὸ τὰ πρὸ τῆς εἰσβολῆς τοῦ 1974 κυβερνητικὰ γραφεῖα τῆς πόλης. Πιὸ συγκεκριμένα, ὁ τόπος τοῦ μαρτυρίου του εἶναι ὁ αὔλειος χῶρος τοῦ Ἐπισκοπείου τῆς Μητροπόλεως Μόρφου, ὁ λεγόμενος κῆπος της. Μάλιστα παλαιότερα σωζόταν ἐκεῖ καὶ ὑπόλειμμα τοῦ κορμοῦ, ἐπάνω στὸν ὁποῖο καρατομήθηκε ὁ μάρτυρας. Ὁ ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου Φιλόθεος, μὲ τὴν ἰδιότητα τοῦ Ἐθνάρχη καὶ ἐκπροσώπου τῶν Ρωμηῶν τῆς νήσου, μεσολάβησε γιὰ τὴ ματαίωση τῆς θανάτωσης τοῦ Μακρυδιάκου, ἀλλὰ χωρὶς ἀποτέλεσμα. 

Ἦταν Μάιος τοῦ 1750, ὅταν ὁ Γαβριὴλ Μακρύδιακος «ἐπορεύθη ὡς πρόβατον ἐπὶ σφαγὴν» γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, πιθανὸν περὶ τὰ μέσα τοῦ μηνός [3]. Ὅπως μάλιστα διασώζει ἡ τοπικὴ παράδοση, ἐκείνη τὴν ἡμέρα τῆς τελείωσης τοῦ νέου τούτου ἀθλητῆ τῆς Πίστης, ὅσοι ἀσχολοῦνταν μὲ ἀγροτικὲς ἐργασίες, τὶς ἐγκατέλειψαν, ἔκαναν ἀργία, καὶ ἐπέστρεψαν στὰ σπίτια τους. Ὁδηγήθηκε λοιπὸν ὁ νέος χριστομάρτυς μὲ τὰ χέρια του δεμένα ὀπισθάγκωνα στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου. Ἐκεῖ, τὸν γονάτισαν, τοποθέτησαν τὴν κεφαλή του ἐπάνω σὲ ἕνα κομμένο κορμὸ δένδρου συκομορέας, καὶ τὸν ἐρώτησαν τρεῖς φορὲς ἐὰν τουρκεύει. Αὐτὸς ἀπάντησε ἐπανειλημμένα μὲ ἕνα ὄχι καὶ τότε ἕνας μαῦρος (Αἰθίοπας) δήμιος ἀπέτεμε τὴ μαρτυρική του κεφαλὴ διὰ πελέκεως. 

Ἡ εὐλογημένη πρεσβυτέρα, ἡ μητέρα τοῦ μάρτυρος, «περίλυπος ἕως θανάτου», ἐπὶ τριάντα ἡμέρες ἔπινε μονάχα νερὸ χωρὶς νὰ τρώει καὶ τὴν τεσσαρακοστὴ ἡμέρα παρέδωσε τὴν ψυχή της στὸν Κύριο.

Ἡ ὀργὴ τοῦ Κυρίου γιὰ τὸ ἀνοσιούργημα τοῦ Σαλὶχ πασᾶ ἀκολούθησε ἀναπόδραστα μετὰ ἀπὸ λίγα χρόνια. Κατὰ τὸ μεγάλο σεισμὸ τοῦ 1756, ἡ Μόρφου σείσθηκε ἐκ θεμελίων καὶ ἔγιναν ἀρκετὲς καταστροφές. Μεταξὺ ἄλλων, ὁ αἱμοβόρος Σαλὶχ πασᾶς καταπλακώθηκε μὲ ὅλο τὸ χαρέμι του, ἀποτελούμενο ἀπὸ ἕξι γυναῖκες. Πάνω στὰ ἐρείπια τῆς οἰκίας αὐτῆς ἀνοικοδομήθηκε διώροφο κονάκι γιὰ τὸν νέο πασᾶ, ποὺ σωζόταν μέχρι τὸ 1958 καὶ στέγαζε τὶς ταχυδρομικὲς ὑπηρεσίες, τὸ κτηματολογικὸ γραφεῖο καὶ τὸ διοικητήριο τῆς Μόρφου.

Ἡ μνήμη τοῦ νεομάρτυρος Γαβριὴλ Μακρυδιάκου στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Μόρφου τελεῖται μὲ αὐτὴ πάντων τῶν ἐν Μόρφου ἁγίων τὴν Β´ Κυριακὴ τοῦ Ματθαίου. Εἰκόνες του (τοιχογραφίες), ποὺ ἁγιογραφήθηκαν μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Μητροπολίτου Μόρφου, κοσμοῦν τὸν ναὸ τοῦ Ἁγίου Κυπριανοῦ Μενίκου καὶ τὸ σχολικὸ παρεκκλήσιο τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στὸ Γυμνάσιο Ἀκακίου.

Ἡ Ἱερὰ Μητρόπολις Μόρφου, πέραν τοῦ ἐν λόγῳ τοπικοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ νεομάρτυρος Γαβριήλ, εἰσηγεῖται τὸν ἑορτασμό του κατὰ τὸν μῆνα τοῦ μαρτυρίου του, συγκεκριμένα στὶς 30 Μαΐου, καὶ ὅπως συνεορτάζεται κατὰ τὴν αὐτὴ ἡμέρα μὲ τὸν ἐφεξῆς νεομάρτυρα Χριστοφόρο, καὶ αὐτὸν χρηματίσαντα διάκονον τῆς μονῆς τοῦ Ἁγίου Μάμαντος στὴ Μόρφου.

Βιβλιογραφία: ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΛΑΝΤΙΔΗΣ, «Μόρφου, ἱστορικὴ διαδρομή», Δῆμοι τῆς Κύπρου (περιοδικὴ ἔκδοση), τεῦχ. 5 (Ἰανουάριος- Μάρτιος 1985, σσ. 15-16· ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΛΑΘΑΣ, Μυθιστορία τοῦ Μόρφου, Λευκωσία 2002, σσ. 27-29· ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΜΟΡΦΟΥ ΝΕΟΦΥΤΟΣ, Ἡ Μόρφου ὡς Θεομόρφου. Ἀπὸ τὴν Ἐπισκοπὴ Σόλων στὴ Μητρόπολη Μόρφου, (ἐκδ.) Πολιτιστικὸ Ἵδρυμα Τραπέζης Κύπρου καὶ Ἱερὰ Μητρόπολις Μόρφου, Λευκωσία 2001, σσ. 38-39· ΚΩΣΤΗΣ ΚΟΚΚΙΝΟΦΤΑΣ, «Ἡ συμβολὴ τῶν νεομαρτύρων καὶ τῶν ἐθνομαρτύρων στὴ διατήρηση τῆς ἑλληνορθόδοξης συνείδησης τῶν Κυπρίων», στό: Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου Κυπριανός. Ὁ μάρτυρας τῆς Πίστεως καὶ τῆς πατρίδος (ἐπιστημονικὸς τόμος), (ἐκδ.) Ἱερὰ βασιλικὴ καὶ σταυροπηγιακὴ Μονὴ Μαχαιρᾶ, Λευκωσία 2012, σσ. 710-711· Μητροπολίτης Κυρήνης Ἀθανάσιος (Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας), Μαρτυρία περὶ μάρτυρος καρατομηθέντος ἐν Μόρφου ὑπὸ τῶν Τούρκων (ἐπιστολιμαῖο κείμενο, ἡμερ. 20.08.2020, καταρτισμένο ἀπὸ τὶς προσωπικὲς ἔρευνες τοῦ ἁγίου Κυρήνης, τὸ ὁποῖο κατέθεσε στὴ Συνοδικὴ Ἐπιτροπὴ Εἰσήγησης Ἔνταξης Ἁγίων στὸ Ἁγιολόγιο, κατόπιν παράκλησης τοῦ Μητροπολίτου Μόρφου Νεοφύτου).

Β. Ὁ ἅγιος νεομάρτυς Χριστοφόρος διάκονος

Σχετικὰ μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος Χριστοφόρου δυστυχῶς δὲν διασώθηκαν ἰδιαίτερα βιογραφικὰ στοιχεῖα. Σύμφωνα μὲ τὴ μαρτυρία τῆς ζώσας τοπικῆς παράδοσης, κατὰ τὶς ἀποφράδες ἡμέρες τοῦ κυπριακοῦ 1821 ὑπηρετοῦσε ὡς διάκονος στὴν ἱερὰ μονὴ τοῦ Ἁγίου Μάμαντος στὴ Μόρφου. 

Μέσα στὸ φοβερὸ ἐκεῖνο κλίμα τῶν ἀνηλεῶν σφαγῶν ἀπὸ τοὺς Τούρκους πολλῶν ἀπὸ τοὺς ὑποδούλους Κυπρίους ἀπὸ τὴν 9η Ἰουλίου 1821 κ. ἑξ., ἀρκετοὶ ἀναδεικνύονται μάρτυρες τῆς Πίστεως. Ὁ τότε πρωθιερέας τοῦ Ἁγίου Μάμαντος Μόρφου Νικόλαος δειλίασε, ἀλίμονο, μπροστὰ στὸ σπαθὶ τῶν κατακτητῶν καὶ ἀλλαξοπίστησε, μετονομασθεὶς σὲ Ντερβὶς Χασάν. Ὁ γενναῖος ὅμως διάκονος καὶ θεοφόρος Χριστοφόρος, στὴν πρόταση ποὺ τοῦ ἔκαναν οἱ Τοῦρκοι νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ γίνει μωαμεθανός, ἀρνήθηκε μεγαλόψυχα καί, κατὰ τὴ μαρτυρία ποὺ διασώζει ὁ Γεώργιος Κηπιάδης, ἀπαγχονίσθηκε στὶς 10 Ἰουλίου, λαμβάνοντας τὸν στέφανο τοῦ μαρτυρίου.

Ἡ μνήμη τοῦ νεομάρτυρος Χριστοφόρου τελεῖται στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Μόρφου μὲ αὐτὴ πάντων τῶν ἐν Μόρφου ἁγίων κατὰ τὴ Β´ Κυριακὴ τοῦ Ματθαίου. Περαιτέρω, ἡ Ἱερὰ Μητρόπολις Μόρφου εἰσηγεῖται τὸν συνεορτασμό του μὲ τὸν ὡσαύτως διάκονο στὴν ἱερὰ μονὴ Ἁγίου Μάμαντος Μόρφου Γαβριὴλ Μακρύδιακο στὶς 30 Μαΐου.

Βιβλιογραφία: ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΛΟΣ, ᾎσμα Ἀρχιερέων, σ. 29.122: «᾽τούρκισεν ὁ Πρωτόπαπας, λέγω, ἀπὸ τοῦ Μόρφου. Ἐπιάσαν τον καὶ ᾽δῆσάν το κι᾽ ἐμπάσαν τον τὴν Χώραν, εἶδεν τὸν φόβον τὸν πολλὺν καὶ ᾽τούρκισεν τῆς ὥρας»· ἡ αὐτὴ ἀναφορὰ στὴν Παραλλαγὴ Β2, σσ. 35-36.124-126· ΚΗΠΙΑΔΗΣ, Ἀπομνημονεύματα 1821, σ. 19· ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΛΟΣ, Κυπριακαὶ θυσίαι 1821, σ. 150· Ζῶσα προφορικὴ τοπικὴ παράδοση, ἡ ὁποία κατατέθηκε στό: Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος, Ἡ Μόρφου ὡς Θεομόρφου. Ἀπὸ τὴν Ἐπισκοπὴ Σόλων στὴ Μητρόπολη Μόρφου, (ἐκδ.) Πολιτιστικὸ Ἵδρυμα Τραπέζης Κύπρου καὶ Ἱερὰ Μητρόπολις Μόρφου, Λευκωσία 2001, σ. 39. Περαιτέρω, βλ. Ἀνωνύμου, λῆμμα «Μόρφου», Μεγάλη Κυπριακὴ Ἐγκυκλοπαίδεια, 13, σ. 220.


Σημειώσεις:

[1] Εἶναι γνωστοὶ μέχρι σήμερα οἱ ἐκ Μόρφου ἀπόγονοι τοῦ νεομάρτυρος, τοὺς ὁποίους καὶ καταγράφει ὁ ἅγιος Κυρήνης στὸ ὡς ἄνω Ὑπόμνημά του πρὸς τὴ Συνοδικὴ Ἐπιτροπή.

[2] «Ἔγγραφον τῶν ἐν Εὐρώπῃ διασωθέντων Κυπρίων, κληρικῶν καὶ λαϊκῶν», ἡμερ. 6 Δεκέμβριος 1821, ἔκδοση στό: ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣ ΑΓΑΘΩΝΟΣ, οἰκονόμος (ἐπιμ.), Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου Κυπριανός. Ὁ μάρτυρας τῆς Πίστεως καὶ τῆς πατρίδος. Ἀρχεῖον Κειμένων, (ἐκδ.) Ἱερὰ βασιλικὴ καὶ σταυροπηγιακὴ Μονὴ Μαχαιρᾶ, Λευκωσία 2009, σσ. 376-378.

[3] Γιὰ τὸ ἀβέβαιο ἀφενὸς τῆς ἡμέρας τελείωσης τοῦ νεομάρτυρος Γαβριήλ, ἀφετέρου γιὰ τὸ ὅτι περὶ τὰ μέσα τοῦ μηνὸς Μαΐου ἑορτάζονται ἀρκετοὶ ἅγιοι, ἰδιαιτέρως τιμώμενοι, ὁ Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος εἰσηγήθηκε νὰ ὅπως τελεῖται ἡ μνήμη του στὶς 30 Μαΐου. 

Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Iσακίου ή Iσαακίου, Hγουμένου της Mονής των Δαλμάτων, του Oμολογητού (30 Μαΐου)

Άγιος Ισαάκιος Hγούμενος της Mονής των Δαλμάτων, ο Ομολογητής

Μνήμη του Oσίου Πατρός ημών Iσακίου ή Iσαακίου, Hγουμένου της Mονής των Δαλμάτων, του Oμολογητού

Ψήφω Θεού προς θείον ήρθη χωρίον,
Γης Iσάκιος εκλιπών το χωρίον.
* Γην λίπεν Iσακίου τριακοστή κυδάλιμον κηρ.

Άγιος Ισαάκιος Hγούμενος της Mονής των Δαλμάτων, ο Ομολογητής

Kατά τας ημέρας του βασιλέως Oυάλεντος του Aρειανού, εν έτει τξδ΄ [364], επικρατούσα η αίρεσις των Aρειανών, έκαμε να αποκλεισθούν αι Eκκλησίαι των Oρθοδόξων, οι οποίοι όλοι εθρήνουν και έκλαιον. Kατά δε τον καιρόν εκείνον εσυνάχθη εις τον ποταμόν Δούναβιν πλήθος πολύ βαρβάρων, Γότθων καλουμένων, οίτινες εμελέτων να ορμήσουν εναντίον της Kωνσταντινουπόλεως. Όθεν ο Oυάλης συνάξας τα στρατεύματά του, ευγήκε διά να τους πολεμήση. Tότε και ο Όσιος ούτος Iσάκιος εν καιρώ τω πρέποντι ευγήκεν από την Aνατολήν, και προϋπαντήσας τον βασιλέα, είπε προς αυτόν. Bασιλεύ, πρόσταξον να ανοιχθούν αι Eκκλησίαι των Xριστιανών. Eάν γαρ τούτο ποιήσης, ήξευρε, ότι θέλεις γυρίσεις νικητής από τους εχθρούς. O δε βασιλεύς πεπωρωμένος ων, ενόμισεν ως φλυαρίας τα λόγια του Oσίου. Όθεν επήγε πάλιν την δευτέραν ημέραν ο Όσιος προς τον βασιλέα και είπεν αυτώ. Bασιλεύ άνοιξον τας Eκκλησίας, και ήξευρε ότι θέλεις γυρίσεις νικητής εν ειρήνη. O δε βασιλεύς καταφρονήσας τον Όσιον, επεριπάτει τον δρόμον του. Kατά δε την τρίτην ημέραν επήγε και τρίτον ο Όσιος προς αυτόν, και πιάσας το χαλινάρι του αλόγου του, άρχισε ποτέ μεν, να τον ελέγχη, ποτέ δε, και να τον παρακαλή. Λέγοντος δε ταύτα του Aγίου, ήλθον εις ένα βαθύν και φοβερόν φάραγγα, ο οποίος ήτον γεμάτος από ακάνθια οξύτατα. O δε βασιλεύς έκαμε νεύμα εις τους στρατιώτας να ρίψουν τον Άγιον μέσα εις τον φάραγγα.

Πεσών δε ο Άγιος επάνω εις τας ακάνθας, και νομίζων ότι ευρίσκεται επάνω εις στρώμα απαλόν, ευχαρίστει τον Kύριον. Kαι παρευθύς ιδού ήλθον δύω ασπροφόροι και χαριέστατοι άνδρες1, οι οποίοι ανεβίβασαν τον Άγιον από τον φάραγγα αβλαβή, και στήσαντες αυτόν μέσα εις το παζάρι έμπροσθεν του βασιλέως, ανεχώρησαν. Bλέπωντας δε αυτόν ο βασιλεύς, εξεπλάγη και είπε, δεν είναι ούτος εκείνος οπού ερρίφθη εις τον φοβερόν φάραγγα; O δε Άγιος είπε πάλιν εις τον βασιλέα, άνοιξον τας Eκκλησίας, σε παρακαλώ, και θέλεις γυρίσεις από τον πόλεμον με χαράν. Aνίσως όμως δεν κάμης τούτο, ήξευρε, ότι όταν ο πόλεμος συγκροτηθή με τους βαρβάρους, εσύ θέλεις φύγης με ένα άνθρωπον, και μέλλεις να κρυφθής μέσα εις ένα αχυρώνα, και εκεί θέλεις καής από τους εχθρούς. O δε βασιλεύς, αγκαλά και εις πολλά πράγματα εξεπλάγη και έφριξε τον Άγιον τούτον, μόλον τούτο τότε εκαταφρόνησεν αυτόν ως ασύνετος. Kαι όχι μόνον τούτο, αλλά και τον παρέδωκεν εις δύω στρατιώτας, Σατόρνικον και Bίκτωρα ονομαζομένους, και επρόσταξεν αυτούς να τον φυλάττουν ασφαλώς, έως ου να γυρίση από τον πόλεμον. Tότε γαρ είπεν, ότι θέλει θανατώσει αυτόν με φωτίαν. O δε Άγιος απεκρίθη, εάν εσύ γυρίσης από τον πόλεμον υγιής και ειρηνικός, βέβαια εις εμένα δεν ελάλησεν ο Θεός2.

Όταν λοιπόν εσυγκροτήθη ο πόλεμος, δεν εδυνήθη να αντισταθή ο βασιλεύς, αλλά έφυγεν ομού με τον πραιπόσιτον αυτού, ο οποίος πάντοτε επαρακίνει τον βασιλέα εναντίον των Xριστιανών, και μαζί με αυτόν εκρύφθη μέσα εις ένα αχυρώνα. Oι δε βάρβαροι κυνηγήσαντες αυτούς κατόπιν, έβαλαν φωτίαν εις τον αχυρώνα, και κατέκαυσαν αυτόν ομού με τον βασιλέα και τον πραιπόσιτον. Tα δε στρατεύματα του βασιλέως εγύρισαν από τον πόλεμον, και θέλοντα να πειράξουν τον Όσιον Iσάκιον, ετοιμάσου, του έλεγον, να δώσης απολογίαν εις τον βασιλέα, ο οποίος έρχεται διά να τελειώση εκείνο, οπού είπεν εναντίον σου. O δε Άγιος απεκρίθη, επτά ημέραι τώρα απέρασαν, αφ’ ου εγώ ωσφράνθηκα την βρώμαν των κοκκάλων του βασιλέως, τα οποία κατεκάησαν από την φωτίαν. Oι δε στρατιώται ακούσαντες ταύτα, έγιναν έμφοβοι, επειδή και ο Θεός εφανέρωσεν εις αυτόν όλα τα γενόμενα. Όθεν πεσόντες εις τους πόδας του Oσίου, παρεκάλουν αυτόν να κατοικήση εις την Kωνσταντινούπολιν. O δε Άγιος είπεν, αφήσετέ με επτά ημέρας να παρακαλέσω τον Θεόν, διά να μοι φανερώση, αν τούτο ήναι θέλημά του. Παρακαλέσας λοιπόν τον Θεόν, έμαθεν ότι είναι θέλημά του να μείνη εις την πόλιν, όθεν και ανήγγειλε τούτο εις τους παρακαλέσαντας. Όλοι λοιπόν οι πολίται εσυνερίζοντο να κτίσουν Mοναστήριον διά να κατοικήση ο Άγιος. Ένας δε εξ αυτών Σατορνίλος ονομαζόμενος, αυτός φανείς προθυμότερος από τους άλλους, επρόλαβε και έκτισε Mοναστήριον εις τόπον σεμνόν και αρμόδιον. Tότε ο Άγιος εμβήκεν εις αυτό και εδόξασε τον Θεόν. Oι δε προρρηθέντες άνθρωποι, οπού επαρακάλουν τον Άγιον, αφιέρωσαν εις το Mοναστήριον σιτηρέσια και υποστατικά αρκετά. Όθεν εσυνάχθησαν εκεί πολλοί Xριστιανοί και έγιναν Mοναχοί, σπουδάζοντες να ποιμαίνωνται από τοιούτον ποιμένα και διδάσκαλον, και να οδηγούνται εις την εργασίαν των του Θεού εντολών. Tραφείς λοιπόν ο Άγιος με γήρας καλόν, και την κοίμησιν αυτού προγνωρίσας εκ του Θεού, εσύναξεν όλους τους αδελφούς και τους εκατήχησε. Eίτα διαλέξας ένα από αυτούς, Δαλμάτον ονομαζόμενον, εκατάστησεν αυτόν Hγούμενον αντί διά λόγου του, και έτζι απήλθε προς Kύριον3.

Σημειώσεις

1. Ίσως ούτοι ήτον οι δύω Aρχάγγελοι, ο Mιχαήλ και ο Γαβριήλ, καθώς και εις πολλούς άλλους ούτως εφάνησαν.

2. O δε Θεοδώρητος, εξ ου το Συναξάριον τούτο ερανίσθη, ου λέγει ούτως, αλλά άλλως· «Aπόδος (είπεν ο Iσάκιος) ταις ποίμναις τους αρίστους νομέας, και λήψει την νίκην απονητί, ει δε τούτων μηδέν δεδρακώς, παρατάξαιο, μαθήση τη πείρα, όπως σκληρόν το προς κέντρα λακτίζειν. Oύτε γαρ επανήξεις, και προσαπολέσεις την στρατιάν. Oργισθείς δε ο βασιλεύς, και επανήξω, έφη, και κατακτενώ σε, και της ψευδούς προαγορεύσεως εισπράξομαι δίκας. O δε, ήκιστα δείσας την απειλήν, έφη βοών, κτείνον, ει φωραθείη των λόγων το ψεύδος» (Eκκλησιαστ. Iστορ., βιβλ. Δ΄, Λόγ. λα΄).

3. Tο Συναξάριον τούτο του Aγίου Iσακίου διηγείται ο Kύρου Θεοδώρητος εν κεφαλ. λ΄, λα΄ και λβ΄ του τετάρτου Bιβλίου της Eκκλησιαστικής Iστορίας. Προσθέττει δε και ταύτα, ότι μαζί με τον Άγιον Iσάκιον ήλεγξε τον Oυάλεντα και Bρετανίων ο της Σκυθίας Aρχιερεύς, παντοδαπή λαμπρυνόμενος αρετή. «Πυρσεύσας γαρ ούτος τω ζήλω το φρόνημα, την των δογμάτων διαφθοράν, και τας κατά των Aγίων παρανομίας του Oυάλεντος ήλεγξε, και μετά του θειοτάτου Δαβίδ εβόα: Eλάλουν εν τοις μαρτυρίοις σου εναντίον βασιλέων και ουκ ησχυνόμην». Λέγει δε και τούτο, ότι επειδή ο Oυάλης εκατηγόρει τον στρατηγόν Tραϊανόν, πως ενικήθη από τους Γότθους διά δειλίαν, εκείνος απεκρίθη με παρρησίαν· «Oυκ εγώ, έφη, ω βασιλεύ, ήττημαι αλλά συ πρόη την νίκην, κατά του Θεού παραταττόμενος, και την εκείνου ροπήν προξενών τοις βαρβάροις. Παρά σού γαρ πολεμούμενος, εκείνοις συντάττεται. Tω Θεώ η νίκη έπεται, και τοις υπό του Θεού στρατηγουμένοις προσγίνεται. Ή ουκ οίσθα, έφη, τίνας των Eκκλησιών, τίσι παραδέδωκας ταύτας; Tαύτα δε και Aρίνθεος και Bίκτωρ (στρατηγοί γαρ ήσαν και αυτοί) συνωμολόγησαν ούτως έχειν, και τω βασιλεί μη χαλεπαίνειν παρήνεσαν».

(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)

Ἀποστολικὸ καὶ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα: Πέμπτη 29 Μαΐου 2025

Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας
Εὐαγγέλιο Ἄνω Ζώδιας

Σημείωση –  Οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τίς περικοπὲς τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Εὐαγγελίων, ἀντλοῦνται ἐκ τῶν Τυπικῶν Διατάξεων τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΕΙΡΑΣ (Η ΑΝΑΛΗΨΙΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ)
Πράξεων τῶν Ἀποστόλων τὸ Ἀνάγνωσμα
1: 1-12

Τὸν μὲν πρῶτον λόγον ἐποιησάμην περὶ πάντων, ὦ Θεόφιλε, ὧν ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς ποιεῖν τε καὶ διδάσκειν ἄχρι ἧς ἡμέρας ἐντειλάμενος τοῖς Ἀποστόλοις διὰ Πνεύματος Ἁγίου οὓς ἐξελέξατο ἀνελήφθη· οἷς καὶ παρέστησεν ἑαυτὸν ζῶντα μετὰ τὸ παθεῖν αὐτὸν ἐν πολλοῖς τεκμηρίοις, δι΄ ἡμερῶν τεσσαράκοντα ὀπτανόμενος αὐτοῖς καὶ λέγων τὰ περὶ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Καὶ συναλιζόμενος παρήγγειλεν αὐτοῖς ἀπὸ Ἱεροσολύμων μὴ χωρίζεσθαι, ἀλλὰ περιμένειν τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ Πατρὸς ἣν ἠκούσατέ μου· ὅτι Ἰωάννης μὲν ἐβάπτισεν ὕδατι, ὑμεῖς δὲ ἐν πνεύματι βαπτισθήσεσθε ἁγίῳ οὐ μετὰ πολλὰς ταύτας ἡμέρας. Οἱ μὲν οὖν συνελθόντες ἐπηρώτων αὐτὸν λέγοντες· Κύριε, εἰ ἐν τῷ χρόνῳ τούτῳ ἀποκαθιστάνεις τὴν βασιλείαν τῷ Ἰσραήλ; Εἶπεν δὲ πρὸς αὐτούς· Οὐχ ὑμῶν ἐστιν γνῶναι χρόνους ἢ καιροὺς οὓς ὁ πατὴρ ἔθετο ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐξουσίᾳ· ἀλλὰ λήψεσθε δύναμιν ἐπελθόντος τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἐφ΄ ὑμᾶς, καὶ ἔσεσθέ μου μάρτυρες ἔν τε Ἰερουσαλὴμ καὶ ἐν πάσῃ τῇ Ἰουδαίᾳ καὶ Σαμαρείᾳ καὶ ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς. Καὶ ταῦτα εἰπὼν βλεπόντων αὐτῶν ἐπήρθη καὶ νεφέλη ὑπέλαβεν αὐτὸν ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν. Καὶ ὡς ἀτενίζοντες ἦσαν εἰς τὸν οὐρανὸν πορευομένου αὐτοῦ, καὶ ἰδοὺ ἄνδρες δύο παρειστήκεισαν αὐτοῖς ἐν ἐσθῆτι λευκῇ, οἳ καὶ εἶπον· Ἄνδρες Γαλιλαῖοι, τί ἑστήκατε ἐμβλέποντες εἰς τὸν οὐρανόν; Οὗτος ὁ ᾿Ιησοῦς ὁ ἀναληφθεὶς ἀφ᾿ ὑμῶν εἰς τὸν οὐρανόν, οὕτως ἐλεύσεται, ὃν τρόπον ἐθεάσασθε αὐτὸν πορευόμενον εἰς τὸν οὐρανόν. Τότε ὑπέστρεψαν εἰς ῾Ιερουσαλὴμ ἀπὸ ὄρους τοῦ καλουμένου ἐλαιῶνος, ὅ ἐστιν ἐγγὺς ῾Ιερουσαλήμ, σαββάτου ἔχον ὁδόν.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΣΕΙΡΑΣ (Η ΑΝΑΛΗΨΙΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ)
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
24: 36-53

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἀναστὰς ὁ Ἰησοῦς ἐκ νεκρῶν ἔστη ἐν μέσῳ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ καὶ λέγει αὐτοῖς· Εἰρήνη ὑμῖν. πτοηθέντες δὲ καὶ ἔμφοβοι γενόμενοι ἐδόκουν πνεῦμα θεωρεῖν. καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Τί τεταραγμένοι ἐστέ, καὶ διατί διαλογισμοὶ ἀναβαίνουσιν ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; ἴδετε τὰς χεῖράς μου καὶ τοὺς πόδας μου, ὅτι αὐτὸς ἐγώ εἰμι· ψηλαφήσατέ με καὶ ἴδετε, ὅτι πνεῦμα σάρκα καὶ ὀστέα οὐκ ἔχει καθὼς ἐμὲ θεωρεῖτε ἔχοντα. καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐπέδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τοὺς πόδας. ἔτι δὲ ἀπιστούντων αὐτῶν ἀπὸ τῆς χαρᾶς καὶ θαυμαζόντων εἶπεν αὐτοῖς· Ἔχετέ τι βρώσιμον ἐνθάδε; οἱ δὲ ἐπέδωκαν αὐτῷ ἰχθύος ὀπτοῦ μέρος καὶ ἀπὸ μελισσίου κηρίου, καὶ λαβὼν ἐνώπιον αὐτῶν ἔφαγεν. εἶπε δὲ αὐτοῖς· Οὗτοι οἱ λόγοι οὓς ἐλάλησα πρὸς ὑμᾶς ἔτι ὢν σὺν ὑμῖν, ὅτι δεῖ πληρωθῆναι πάντα τὰ γεγραμμένα ἐν τῷ νόμῳ Μωϋσέως καὶ προφήταις καὶ ψαλμοῖς περὶ ἐμοῦ. τότε διήνοιξεν αὐτῶν τὸν νοῦν τοῦ συνιέναι τὰς γραφάς, καὶ εἶπεν αὐτοῖς ὅτι Οὕτω γέγραπται καὶ οὕτως ἔδει παθεῖν τὸν Χριστὸν καὶ ἀναστῆναι ἐκ νεκρῶν τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ, καὶ κηρυχθῆναι ἐπὶ τῷ ὀνόματι αὐτοῦ μετάνοιαν καὶ ἄφεσιν ἁμαρτιῶν εἰς πάντα τὰ ἔθνη, ἀρξάμενον ἀπὸ Ἱερουσαλήμ. ὑμεῖς δέ ἐστε μάρτυρες τούτων. καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ πατρός μου ἐφ’ ὑμᾶς· ὑμεῖς δὲ καθίσατε ἐν τῇ πόλει Ἱερουσαλήμ ἕως οὗ ἐνδύσησθε δύναμιν ἐξ ὕψους. Ἐξήγαγε δὲ αὐτοὺς ἔξω ἕως εἰς Βηθανίαν, καὶ ἐπάρας τὰς χεῖρας αὐτοῦ εὐλόγησεν αὐτούς. καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εὐλογεῖν αὐτὸν αὐτοὺς διέστη ἀπ’ αὐτῶν καὶ ἀνεφέρετο εἰς τὸν οὐρανόν. καὶ αὐτοὶ προσκυνήσαντες αὐτὸν ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλὴμ μετὰ χαρᾶς μεγάλης, καὶ ἦσαν διὰ παντὸς ἐν τῷ ἱερῷ αἰνοῦντες καὶ εὐλογοῦντες τὸν Θεόν. Ἀμήν.

Για τα προηγούμενα αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα πατήστε εδώ

Μἠν μᾶς ἀφήσεις ὀρφανοὺς Χριστέ μου… (Τῆς Ἀναλήψεως 28.5.2020)

Ὁμιλία τοῦ Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου κατὰ τὴν Ἀγρυπνία τῆς Ἀναλήψεως ἡ ὁποία τελέσθηκε στὶς 27/28 Μαΐου 2020 στὸ ἱερὸ ἡσυχαστήριον Ὁσίου Σεραφεὶμ τοῦ Σαρὼφ στὴ Σκουριώτισσα τῆς μητροπολιτικῆς περιφέρειας Μόρφου.

Πηγή: RumOrthodox

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ: Ὁμιλία στὴν ἑορτὴ τῆς ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου

Η Ανάληψη του Κυρίου

Ἀρχιμανδρίτου Φωτίου Ἰωακεὶμ

Η ανάληψη του Χριστού

Μεγάλη ἡ σημερινὴ ἑορτή, ἀγαπητοὶ ἐν Κυρίῳ ἀδελφοί. Σὰν σήμερα, σαράντα ἡμέρες μετὰ τὴν ἐκ νεκρῶν ἀνάσταση τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία δοξάζει καὶ τιμᾶ μὲ ὕμνους καὶ ᾠδὲς πνευματικὲς τὸ τελευταῖο θαυμαστὸ γεγονὸς τῆς ἐπὶ γῆς ζωῆς τοῦ ἀναστάντος Σωτῆρος. Σήμερα ἑορτάζουμε τὴν ἀνάληψη στοὺς οὐρανοὺς τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ.

Ὅπως μᾶς ἀναφέρουν τὰ ἅγια Εὐαγγέλια, καθὼς καὶ ἄλλα βιβλία τῆς Καινῆς Διαθήκης, ὁ Κύριος, μετὰ τὴν ἐκ νεκρῶν τριήμερη ἔγερσή Του, ἐμφανίστηκε πολλὲς φορὲς στοὺς ἀγαπημένους Του μαθητὲς καὶ μαθήτριες, εἴτε χωριστὰ σὲ ὁρισμένους, εἴτε σὲ περισσότερους, κάποτε σὲ μεγάλο ἀριθμὸ ἀπ᾽ αὐτούς, ἀκόμη καὶ σὲ ὅλη τὴν ὁμήγυρη τῶν μαθητῶν. Καὶ ὁ λόγος φανερός: Γιὰ νὰ πιστοποιήσει στοὺς θλιμμένους αὐτοὺς καὶ πιστοὺς ἀλλὰ ἀκόμη ἀδύνατους καὶ ἀστήρικτους ἀκολούθους Του τὸ ὑπερθαύμαστο γεγονὸς τῆς Ἀνάστασής Του. Ὅτι δηλαδὴ εἶχε πραγματικὰ ἀναστηθεῖ ἐκ νεκρῶν μὲ τὸ θεωμένο ἄχραντο Σῶμα Του.

Ἡ περικοπή, ποὺ μόλις ἀκούσαμε, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ καὶ τὸ τέλος τοῦ κατὰ Λουκᾶν ἁγίου Εὐαγγελίου, μᾶς ἐξιστορεῖ τὴν τελευταία φανέρωση τοῦ Ἰησοῦ, σαράντα ἀκριβῶς ἡμέρες μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του, σὲ ὅλους τοὺς ἁγίους ἀποστόλους καὶ τὴν Παναγία Του Μητέρα, ποὺ ἦσαν συναθροισμένοι στὸ ἀνώγαιο ἐκεῖνο τῆς Σιών, στὰ Ἱεροσόλυμα. Καί, ἐπειδὴ ἐμφανίσθηκε ξαφνικὰ ἀνάμεσά τους καὶ αὐτοὶ εὔλογα ταράχθηκαν, φοβήθηκαν καὶ θεώρησαν πὼς ἦταν ἕνα ἄσαρκο πνεῦμα, Αὐτὸς τότε, ὡς καρδιογνώστης καὶ χορηγὸς τῆς εἰρήνης, ἀμέσως τοὺς καθησυχάζει καὶ τοὺς χορηγεῖ τὴν εἰρήνη Του, «τὴν πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν». Καὶ στὴ συνέχεια, τοὺς δείχνει τὰ τεκμήρια τοῦ ἁγίου Του Πάθους, τὰ χέρια καὶ πόδια Του μὲ τοὺς τύπους τῶν ἥλων, γιὰ νὰ τοὺς πιστοποιήσει ὅτι αὐτὸς ἦταν ἀληθινὰ ὁ σαρκωμένος Μεσσίας καὶ Ἐσταυρωμένος γιὰ χάρη τους καὶ γιὰ χάρη ὅλου τοῦ κόσμου, ὁ Λυτρωτὴς καὶ ἀγαπημένος τους Διδάσκαλος. Καὶ ἐπειδὴ ἐκεῖνοι, ἀπὸ τὴν πολλή τους χαρὰ στὸ ἀνέλπιστο θέαμα, ἀπιστοῦσαν, γιὰ νὰ τοὺς ἀποδείξει περίτρανα πὼς δὲν ἦταν μόνο ἕνα ἄυλο πνεῦμα, ἀλλὰ ἔφερε καὶ σάρκα, ἂν καὶ ἐξαϋλωμένη καὶ θεωμένη, ζήτησε νά τοῦ δώσουν κάτι νὰ φάγει. Κι αὐτοὶ τοῦ ἔδωσαν ἕνα κομμάτι ψάρι ψητὸ καὶ λίγο κηρόμελο. Οἱ πρώην ψαράδες τῶν ἀφώνων ψαριῶν ἔδωσαν στὸν Μεγάλο Ἁλιέα τῶν ψυχῶν ψάρι —σ᾽ Αὐτὸν ποὺ τοὺς ἀνέδειξε μὲ τὴ Χάρη του ψαράδες λογικῶν ἀνθρώπων— καὶ κηρόμελο, σύμβολο τῆς γλυκύτητας τῆς οὐράνιας ζωῆς καὶ διδασκαλίας καὶ τοῦ Θείου φωτισμοῦ. Τὰ ὁποῖα ὁ Θεάνθρωπος, ποὺ τὰ πάντα οἰκονομεῖ γιὰ τὴ σωτηρία μας, ἔλαβε καὶ ἔφαγε μπροστά τους. Κι ἀσφαλῶς τοῦτο ἔπραξε ἀπὸ ἄκρα συγκατάβαση, γιατὶ τὸ ἀναστημένο καὶ θεωμένο Του Σῶμα δὲν εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ βρώση καὶ πόση. Κι ἐκείνη ἡ λίγη τροφὴ ποὺ ἔλαβε, χωνεύθηκε στὸ πῦρ τῆς Θεότητας καὶ χάθηκε, ὅπως ὅταν ρίξουμε μία τρίχα σὲ ἀναμμένο καμίνι.

Στὴ συνέχεια, τοὺς ὑπενθύμησε ὅσα τοὺς εἶχε διδάξει γιὰ τὸ Πρόσωπό του, καὶ ὅτι ἔτσι ἔπρεπε νὰ ἐκπληρωθοῦν οἱ προφητικὲς ρήσεις τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, γιὰ τὸ Πάθος καὶ τὴν Ἀνάστασή Του, καὶ τοὺς ἔδωσε τὸ χάρισμα τῆς βαθύτερης κατανόησης τοῦ «κεκαλυμμένου γράμματος» τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Κι ἀκόμη τόνισε στοὺς μαθητές Του τὸ ἔργο τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος, ποὺ θὰ ἀναλάμβαναν,  καὶ τὸ τί καὶ σὲ ποιοὺς ἔπρεπε νὰ κηρύττουν: Ἱεραποστολὴ στὸ ὄνομά Του σὲ ὅλα τὰ ἔθνη, ἀρχίζοντας ἀπὸ τὴν ἁγία πόλη Ἱερουσαλήμ, μὲ ἐπίκεντρο τοῦ κηρύγματος τὴν ἀνάγκη γιὰ μετάνοια καὶ τὴ συνεπαγόμενη ἀληθινὴ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν, ποὺ πήγασε ἀπὸ τὸ λυτρωτικό Του ἔργο. Καὶ τοὺς προλέγει κατόπιν τὴν ἀποστολὴ σ᾽ αὐτοὺς τὴ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ ἐκπορεύεται ἀπὸ τὸν Πατέρα Του, κι ὅτι ἔπρεπε νὰ παραμείνουν στὰ Ἱεροσόλυμα, μέχρι νὰ ἐνδυθοῦν αὐτὴ τὴν «ἐξ ὕψους δύναμιν» τῆς ἁγιαστικῆς ἐνέργειας τοῦ Πνεύματος. Κι ἀφοῦ πορεύθηκε μαζί τους μέχρι τὴν πλησιόχωρη Βηθανία, στὸ ὄρος τῶν Ἐλαιῶν, σήκωσε τὰ ἄχραντα χέρια Του καὶ τοὺς εὐλόγησε. Καί, καθὼς τοὺς εὐλογοῦσε, ἅγιοι ἄγγελοι, μὲ τὴ μορφὴ νεφέλης φωτεινῆς, ἄρχισαν νὰ τὸν σηκώνουν καὶ τὸν μετέφεραν, τὸν Κύριο καὶ Θεό τους, στοὺς οὐρανούς. Καὶ ἐκεῖ εὑρίσκεται, στὰ δεξιὰ τοῦ Πατέρα, Θεάνθρωπος στοὺς αἰῶνες! Καὶ πάλιν θὰ κατέλθει ἐν δόξῃ, κατὰ τὴν πρόρρηση τῶν παρισταμένων στὴν Ἀνάληψη δύο ἀγγέλων, κατὰ τὴ φοβερὴ ἡμέρα τῆς Κρίσεως, γιὰ νὰ κρίνει τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων κατὰ τὰ ἔργα μας.

Μέγα τὸ μυστήριο τῆς σημερινῆς ἡμέρας, ἀγαπητοὶ ἀδελφοί. Γιατὶ μὲ τὴν ἐν σώματι Ἀνάληψή του στοὺς οὐρανοὺς ὁ Δεσπότης Χριστός, ὁ φαινόμενος μέχρι τότε ἀπὸ συγκατάβαση ταπεινὸς Θεάνθρωπος ὄχι μόνο ξαναέλαβε τὴ δόξα τῆς Θεότητος, ἄφησε δηλαδὴ νὰ διαφανεῖ πλέον καὶ σὲ ἀγγέλους καὶ  σὲ ἀνθρώπους ἡ δόξα τῆς Θεότητός Του, ποὺ οὐδέποτε τὸν εἶχε ἐγκαταλείψει, ἀλλὰ καὶ συνανύψωσε μὲ τὴ θεωμένη του ἀνθρωπότητα τὴν πεσμένη ἀπὸ τὴν παρακοὴ καὶ τὴν ἁμαρτία ἀνθρώπινη φύση ὑψηλότερα καὶ ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους, καὶ τὴν ἔκανε συγκάθεδρη μὲ τὸν Θεό! ῍Ω βάθος καὶ ὕψος ἀγάπης καὶ φιλανθρωπίας Θεοῦ! Πῶς νὰ ἀνταποδώσουμε ἐπάξια τὴν εὐχαριστία στὸν ἀναληφθέντα Κύριο ἐμεῖς οἱ εὐτελεῖς χοϊκοί, γιὰ τὶς ἀνέκφραστες καὶ ἀκατάληπτες στὸν ἀνθρώπινο μας νοῦ δωρεὲς καὶ χάριτες; Καὶ ποιά εὐθύνη ἐπωμισθήκαμε ἐμεῖς οἱ γηγενεῖς, γιὰ νὰ κρατοῦμε καθαρὸ καὶ ἁγνὸ καὶ ἄξιο τῆς κλήσεώς μας τὸ σῶμα μας, ποὺ ἁγίασε καὶ θέωσε καὶ συνανέλαβε ὁ Θεάνθρωπος; Ἡ ἀπάντηση εἶναι μία: Νὰ στοιχοῦμε στὸ κήρυγμα καὶ θέλημα τοῦ Φιλανθρώπου Θεανθρώπου καὶ τῶν μαθητῶν Του, ποὺ εἶναι διὰ βίου ἀγώνας γιὰ μετάνοια καὶ ἀνακαίνιση τῆς καρδίας καὶ τοῦ νοῦ μας, ποὺ πρέπει νὰ γίνει νοῦς Χριστοῦ, καὶ ἐπάξια συμμετοχή, κοινωνία τοῦ ἀναστημένου ἁγίου Σώματος καὶ Αἵματός Του, εἰς «ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ εἰς ζωὴν τὴν αἰώνιον», κατὰ τὴν ἀψευδή του ἐπαγγελία. Γένοιτο, Κύριε!

Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς: Περὶ τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Χριστοῦ

Η Ανάληψις του Κυρίου
Η Ανάληψις του Κυρίου

Βλέπετε αὐτὴ τὴ κοινὴ γιὰ μᾶς ἑορτὴ καὶ εὐφροσύνη, τὴν ὁποία ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς ἐχάρισε μὲ τὴν ἀνάσταση καὶ ἀνάληψή του στοὺς πιστούς; Ἐπήγασε ἀπὸ θλίψη.

Βλέπετε αὐτὴ τὴ ζωή, μᾶλλον δὲ τὴν ἀθανασία; Ἐπιφάνηκε σὲ μᾶς ἀπὸ θάνατο.

Βλέπετε τὸ οὐράνιο ὕψος, στὸ ὁποῖο ἀνέβηκε κατὰ τὴν ἀνύψωσή του ὁ Κύριος καὶ τὴν ὑπερδεδοξασμένη δόξα ποὺ δοξάσθηκε κατὰ σάρκα; Τὸ πέτυχε μὲ τὴ ταπείνωση καὶ τὴν ἀδοξία. Ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος γι’ αὐτόν, «ἐταπείνωσε τὸν ἑαυτὸ του γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, καὶ μάλιστα σταυρικοῦ θανάτου, γι’ αὐτὸ κι’ ὁ Θεὸς τὸν ὑπερύψωσε καὶ τοῦ χάρισε ὄνομα ἀνώτερο ἀπὸ κάθε ὄνομα, ὥστε στὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ νὰ καμφθεῖ κάθε γόνατο ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων καὶ νὰ διακηρύξει κάθε γλώσσα ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ Κύριος σὲ δόξα Θεοῦ Πατρός».(Φιλιπ. 2: 8-11).

Ἐὰν λοιπὸν ὁ Θεὸς ὑπερύψωσε τὸ Χριστό του γιὰ τὸ λόγο ὅτι ταπεινώθηκε, ὅτι ἀτιμάσθηκε, ὅτι πειράσθηκε, ὅτι ὑπέμεινε ἐπονείδιστο σταυρὸ καὶ θάνατο γιὰ χάρη μας, πῶς θὰ σώσει καὶ θὰ δοξάσει καὶ θὰ ἀνυψώσει ἐμᾶς, ἂν δὲν ἐπιλέξωμε τὴ ταπείνωση, ἂν δὲν δείξουμε τὴ πρὸς τοὺς ὁμοφύλους ἀγάπη, ἂν δὲν ἀνακτήσωμε τὶς ψυχές μας διὰ τῆς ὑπομονῆς τῶν πειρασμῶν, ἂν δὲν ἀκολουθοῦμε διὰ τῆς στενῆς πύλης καὶ ὁδοῦ, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν αἰώνια ζωή, τὸν σωτηρίως καθοδηγήσαντα σ’ αὐτήν; «διότι, καὶ ὁ Χριστὸς ἔπαθε γιά μᾶς, ἀφήνοντάς μας ὑπογραμμὸ (παράδειγμα), γιὰ νὰ παρακολουθήσουμε τὰ ἴχνη του». (Α’ Πέτρ. 2:21).

Ἡ ἐνυπόστατος Σοφία τοῦ ὑψίστου Πατρός, ὁ προαιώνιος Λόγος, ποὺ ἀπὸ φιλανθρωπία ἑνώθηκε μ’ ἐμᾶς καὶ μᾶς συναναστράφηκε, ἀνέδειξε τώρα ἐμπράκτως μία ἑορτὴ πολὺ ἀνώτερη καὶ ἀπὸ αὐτὴ τὴν ὑπεροχή. Γιατί τώρα γιορτάζουμε τὴ διάβαση, τῆς σ’ αὐτὸν εὑρισκομένης φύσεώς μας, ὄχι ἀπὸ τὰ ὑπόγεια πρὸς τὴν ἐπιφάνεια τῆς γῆς, ἀλλὰ ἀπὸ τὴ γῆ πρὸς τὸν οὐρανὸ τοῦ οὐρανοῦ καὶ πρὸς τὸν πέρα ἀπὸ αὐτὸν θρόνο τοῦ δεσπότη τῶν πάντων.

Σήμερα ὁ Κύριος ὄχι μόνο στάθηκε, ὅπως μετὰ τὴν ἀνάσταση, στὸ μέσο τῶν μαθητῶν του, ἀλλὰ καὶ ἀποχωρίσθηκε ἀπὸ αὐτοὺς καί, ἐνῶ τὸν ἔβλεπαν, ἀναλήφθηκε στὸν οὐρανὸ καὶ εἰσῆλθε στ’ ἀληθινὰ ἅγια τῶν ἁγίων «καὶ ἐκάθησε στὰ δεξιὰ τοῦ Πατρὸς πάνω ἀπὸ κάθε ἀρχὴ καὶ ἐξουσία καὶ ἀπὸ κάθε ὄνομα καὶ ἀξίωμα, ποὺ γνωρίζεται καὶ ὀνομάζεται εἴτε στὸν παρόντα εἴτε στὸν μέλλοντα αἰώνα».(Ἔφ. 1:20)

Γιατί λοιπὸν στάθηκε στὸ μέσο τους κι’ ἔπειτα τοὺς συνόδευσε; «Τοὺς ἐξήγαγε, λέγει, ἔξω ἕως τὴ Βηθανία», ἀλλὰ «καὶ ἀφοῦ σήκωσε τὰ χέρια του, τοὺς εὐλόγησε». (Λουκᾶ 24:50). Τὸ ἔκαμε γιὰ νὰ ἐπιδείξει τὸν ἑαυτὸ του ὁλόκληρο σῶο καὶ ἀβλαβῆ, γιὰ νὰ παρουσιάσει τὰ πόδια ὑγιῆ καὶ βαδίζοντα σταθερά, αὐτὰ ποὺ ὑπέστησαν τὰ τρυπήματα τῶν καρφιῶν, τὰ ὁμοίως ἐπὶ τοῦ σταυροῦ καρφωμένα χέρια, τὴν ἴδια τὴ λογχισμένη πλευρά, ἂν ἔφεραν πάνω τους, τοὺς τύπους τῶν πληγῶν, πρὸς διαπίστωση τοῦ σωτηριώδους πάθους.

Ἐγὼ δὲ νομίζω ὅτι διὰ τοῦ «στάθηκε στὸ μέσο τῶν μαθητῶν» δεικνύεται καὶ τὸ ὅτι αὐτοὶ στηρίχθηκαν στὴ πίστη πρὸς αὐτόν, μὲ αὐτὴ τὴ φανέρωση καὶ εὐλογία του. Γιατί δὲν στάθηκε μόνο στὸ μέσο ὅλων αὐτῶν, ἀλλὰ καὶ στὸ μέσο τῆς καρδιᾶς τοῦ καθενός, γιατί ἀπὸ ἐκείνη τὴν ὥρα οἱ ἀπόστολοι τοῦ Κυρίου ἔγιναν σταθεροὶ καὶ ἀμετακίνητοι.

Στάθηκε λοιπὸν στὸ μέσο τους καὶ τοὺς λέγει, «εἰρήνη σὲ σᾶς», τούτη τὴ γλυκιὰ καὶ σημαντικὴ καὶ συνηθισμένη του προσφώνηση. Τὴν διπλὴ εἰρήνη, πρὸς τὸ Θεὸ ποὺ εἶναι γέννημα τῆς εὐσέβειας καὶ αὐτὴ ποὺ ἔχουμε οἱ ἄνθρωποι μεταξύ μας. Καὶ καθὼς τοὺς εἶδε φοβισμένους καὶ ταραγμένους ἀπὸ τὴν ἀνέλπιστη καὶ παράδοξη θέα, γιατί νόμισαν ὅτι βλέπουν πνεῦμα – φάντασμα, αὐτὸς τοὺς ἀνέφερε πάλι τοὺς διαλογισμοὺς τῆς καρδιᾶς των, καὶ ἀφοῦ ἔδειξε ὅτι εἶναι αὐτὸς ὁ ἴδιος, πρότεινε τὴ διαβεβαίωση διὰ τῆς ἐξετάσεως καὶ ψηλαφήσεως. Ζήτησε φαγώσιμο, ὄχι γιατί εἶχε ἀνάγκη τροφῆς, ἀλλὰ γιὰ ἐπιβεβαίωση τῆς ἀναστάσεώς του.

Ἔφαγε δὲ μέρος ψητοῦ ψαριοῦ καὶ μέλι ἀπὸ κηρύθρα, ποὺ εἶναι καὶ αὐτὰ σύμβολα τοῦ μυστηρίου του. Δηλαδὴ ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἕνωσε στὸν ἑαυτὸ του καθ’ ὑπόσταση τὴ φύση μας, ποὺ σὰν ἰχθὺς κολυμποῦσε στὴν ὑγρότητα τοῦ ἡδονικοῦ καὶ ἐμπαθοῦς βίου, καὶ τὴν καθάρισε μὲ τὸ ἀπρόσιτο πῦρ τῆς Θεότητός του. Μὲ κηρύθρα δὲ μελισσιοῦ μοιάζει ἡ φύση μας γιατί κατέχει τὸ λογικὸ θησαυρὸ τοποθετημένο στὸ σῶμα σὰν μέλι στὴ κηρύθρα. Τρώγει ἀπὸ αὐτὰ εὐχαρίστως γιατί καθιστᾶ φαγητὸ του τὴ σωτηρία τοῦ καθενὸς ἀπὸ τοὺς μετέχοντας τῆς φύσεως. Δὲν τρώει ὁλόκληρο, ἀλλὰ μέρος «ἀπὸ κηρύθρα μέλι» ἐπειδὴ δὲν πίστευσαν ὅλοι καὶ δὲν τὸ παίρνει μόνος του, ἀλλὰ προσφέρεται ἀπὸ τοὺς μαθητές, γιατί τοῦ φέρνουν μόνο τοὺς πιστεύοντες σ’ αὐτόν, χωρίζοντάς τους ἀπὸ τοὺς ἀπίστους.

Κατόπιν τοὺς ὑπενθύμισε τοὺς λόγους του πρὶν τὸ πάθος, ποὺ ὅλοι πραγματοποιήθηκαν. Τοὺς ὑποσχέθηκε νὰ τοὺς στείλει τὸ ἅγιο Πνεῦμα, τοὺς εἶπε νὰ καθίσουν στὴν Ἱερουσαλὴμ μέχρι νὰ λάβουν δύναμη ἀπὸ ψηλά. Μετὰ τὴ συζήτηση ὁ Κύριος τοὺς ἔβγαλε ἀπὸ τὸ σπίτι καὶ τοὺς ὁδήγησε ἕως τὴ Βηθανία καὶ ἀφοῦ τοὺς εὐλόγησε, ὅπως ἀναφέραμε, ἀποχωρίσθηκε ἀπὸ αὐτοὺς καὶ ἀνυψώθηκε πρὸς τὸν οὐρανό, χρησιμοποιώντας νεφέλη σὰν ὄχημα καὶ ἀνῆλθε ἐνδόξως στοὺς οὐρανούς, στὰ δεξιὰ τῆς μεγαλοσύνης τοῦ Πατρός, καθιστώντας ὁμόθρονο τὸ φύραμά μας.

Καθὼς οἱ Ἀπόστολοι δὲν σταματοῦσαν νὰ κοιτάζουν τὸν οὐρανό, μὲ τὴ φροντίδα τῶν ἀγγέλων πληροφοροῦνται ὅτι ἔτσι θὰ ἔλθει πάλι ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ «θὰ τὸν ἰδοῦν ὅλες οἱ φυλὲς τῆς γῆς, νὰ ἔρχεται πάνω στὶς νεφέλες τοῦ οὐρανοῦ». (Ματθ. 24: 30). Τότε οἱ μαθητὲς ἀφοῦ προσκύνησαν ἀπὸ τὸ Ὄρος τῶν Ἐλαιῶν, ἀπὸ ὅπου ἀναλήφθηκε ὁ Κύριος, ἐπέστρεψαν στὴν Ἱερουσαλὴμ χαρούμενοι, αἰνώντας καὶ εὐλογώντας τὸ Θεὸ καὶ ἀναμένοντες τὴν ἐπιδημία τοῦ θείου Πνεύματος.

Ὅπως λοιπὸν ἐκεῖνος ἔζησε καὶ ἀπεβίωσε, ἀναστήθηκε καὶ ἀναλήφθηκε, ἔτσι κι’ ἐμεῖς ζοῦμε καὶ πεθαίνουμε καὶ θὰ ἀναστηθοῦμε ὅλοι. Τὴν ἀνάληψη ὅμως δὲν θὰ πετύχουμε ὅλοι, ἀλλὰ μόνο ἐκεῖνοι γιὰ τοὺς ὁποίους ζωὴ εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ ὁ θάνατος εἶναι κέρδος, ὅσοι πρὸ τοῦ θανάτου σταύρωσαν τὴν ἁμαρτία διὰ τῆς μετανοίας, μόνο αὐτοὶ θὰ ἀναληφθοῦν μετὰ τὴν κοινὴ ἀνάσταση σὲ νεφέλες πρὸς συνάντηση τοῦ Κυρίου στὸν ἀέρα. (Α’ Θεσ. 4:17).

Ἂς ἔρθουμε στὸ ὑπερῶο μας, στὸ νοῦ μας προσευχόμενοι, ἂς καθαρίσουμε τοὺς ἑαυτούς μας γιὰ νὰ πετύχουμε τὴν ἐπιδημία τοῦ Παρακλήτου καὶ νὰ προσκυνήσουμε Πατέρα καὶ Υἱὸ καὶ Ἅγιο Πνεῦμα, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Γένοιτο».

Πηγή: https://www.imaik.gr/?p=3360#more-3360

π. Γεώργιος Μεταλληνός: Από την πρώτη άλωση στην τρίτη;

π. Γεώργιος Μεταλληνός

Ἐὰν ἀποφράδα ἡμέρα εἶναι ἡ 29η Μαΐου 1453, ἀφοῦ «ἡ πόλις τῶν πόλεων», ἔπεσε στὰ χέρια τῶν Τούρκων, ἐξίσου σημαντικὴ εἶναι καὶ ἡ 13η Ἀπριλίου 1204, ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία ἡ Πόλη κατακτήθηκε ἀπὸ τοὺς Σταυροφόρους καὶ τοὺς Φράγκους.

Μετὰ τὸ 1204 ἀρχίζει ἡ μακρὰ περίοδος τῆς πτώσης τῆς Αὐτοκρατορίας. Ἡ Πόλη πλέον ἦταν καταδικασμένη νὰ πέσει, νὰ πεθάνει. Τὸ κύριο χτύπημα κατὰ τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ τῆς Αὐτοκρατορίας τῆς Ρωμιοσύνης, τῆς Ρωμανίας, γίνεται τὸ 1204 καὶ ὄχι τὸ 1453. Τὸ 1453 δόθηκε ἡ χαριστικὴ βολή. Ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα, ἡ ἐξέλιξη τῶν πραγμάτων εἶναι σημαντική.

Ὁ ἀνομολόγητος στόχος τῶν Σταυροφοριῶν ἦταν ἡ κυριαρχία στὴ Ἀνατολή. Τὸ πνεῦμα, οἱ στόχοι καὶ ἡ κινητήριος δύναμή τους ἦταν ἡ ἑνοποίηση Δύσης καὶ Ἀνατολῆς, ἡ πραγμάτωση μία ὑπὲρ-ἑνωμένης Εὐρώπης ὑπὸ τὸ σκῆπτρο τῆς Φραγκοσύνης. Αὐτὸς ἦταν ὁ στόχος τόσο τῆς θρησκευτικῆς ὅσο καὶ τῆς πολιτικῆς ἡγεσίας τους. Τὸ ἴδιο σχέδιο θὰ ἐπαναληφθεῖ ἀπὸ τὸ Μέγα Ναπολέοντα στὰ τέλη τοῦ 18ου καὶ στὶς ἀρχὲς τοῦ 19ου αἰῶνα. Κι αὐτὸ τὸ ὅραμα τῆς ἑνωμένης Εὐρώπης ἔγινε πραγματικότητα σήμερα μὲ τὴν Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωση.

Σήμερα εἶναι πλέον ξεκαθαρισμένο πὼς ἡ ἐκτροπὴ τῆς σταυροφορίας πρὸς τὴν Κωνσταντινούπολη ἦταν σκόπιμη. Κι αὐτὸ φαίνεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς πώς, ὅταν καταλαμβάνεται ἡ Πόλη, ἡ καταστροφὴ εἶναι πλήρης. Τὰ ἐγκλήματα τῶν χριστιανῶν τῆς Δύσεως ἦταν τρομακτικά, σὲ σημεῖο πού, ὅπως λένε οἱ ἱστορικοί, δὲν μποροῦν νὰ συγκριθοῦν μὲ ὅσα ἔκαναν ἀργότερα οἱ Μουσουλμάνοι.

Μία πρώτη, θετική, συνέπεια ἦταν ἡ γνώση τῆς Δύσεως. Τὸ σχίσμα ἐνεργοποιεῖται τὸ 1204. Οἱ Βυζαντινοὶ ἀντιλαμβάνονται τί σημαίνει Φραγκιά. Δημιουργοῦνται δύο παρατάξεις, ἡ ἀνατολικὴ παράταξη, αὐτοὶ ποὺ εἶχαν πλέον κατανοήσει ὅτι δυστυχῶς δυνατότητα φιλίας μὲ τὴ Δύση δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει, καὶ ἡ δυτικὴ παράταξη, ἐκεῖνοι ποὺ καὶ μετὰ τὸ Σχίσμα ἐπέμεναν στὴ συνεργασία μὲ τὴν ὁποιαδήποτε Δύση. Ἀρχίζει λοιπὸν ὁ διχασμός. Μετὰ τὸ 1204 γίνεται ἀντιληπτὸ ὅτι οὐσιαστικοὶ ἐχθροὶ τοῦ γένους τῶν Ὀρθοδόξων εἶναι οἱ Φράγκοι.

Μετὰ τὸ 1204 συνεχίζεται ἡ πτωτικὴ πορεία τοῦ Ἑλληνισμοῦ καὶ ὅλης τῆς Ῥωμηοσύνης ὡς τὸ 1821, ὅπου τὸ ἔτος αὐτὸ ἔχουμε τὴν ἐπιβεβαίωση τῆς διατηρήσεως τῆς ψυχικῆς δυνάμεως, τοῦ ψυχικοῦ δυναμισμοῦ τοῦ ἔθνους καὶ τοῦ γένους μας.

Ἐκεῖνο ποὺ ἔσωσε τὸ Βυζάντιο καὶ δὲν ἔπαψε νὰ ὑπάρχει ἱστορικά, εἶναι πρῶτον ἡ Ἐκκλησία καὶ δεύτερον εἶναι ἡ αὐτοκρατορικὴ ἰδέα, μὲ τὸν πνευματικό της πάντα χαρακτῆρα. Ποτὲ τὸ Βυζάντιο δὲν στηρίχθηκε σὲ σύνορα, στηρίχθηκε στὴν ἰδέα τῆς παγκόσμιας κοινωνίας ποὺ ἐντάσσει ὅλο τὸν κόσμο μέσα εἰς τὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ ἑνώνει «ἐν Χριστῷ» ὅλους τοὺς ἀνθρώπους.

Σήμερα ἀναδύεται καὶ πάλι τὸ φάσμα τοῦ 1204 αὐτὸ τὸ πνεῦμα δὲν νικήθηκε ποτέ, δὲν πέθανε. Ἐπιβιώνει μὲ τοὺς δυτικόφρονες εὐρωπαϊστὲς ὁποιασδήποτε μορφῆς, ποὺ ἐμφανίζονται στὸ προσκήνιο. Ἡ διαδικασία τοῦ ἐκδυτικισμοῦ μας συνεχίζεται. Ὁ στόχος ἦταν τὸ σβήσιμο τῆς αὐτοκρατορίας τῆς Νέας Ῥώμης, διότι ἂν δὲν γινόταν αὐτό, ἡ αὐτοκρατορία τῆς Ἑνωμένης Εὐρώπης δὲ θὰ μποροῦσε νὰ γίνει πραγματικότητα. Στόχος ἦταν καὶ εἶναι ὁ ἐξευρωπαϊσμός, ἡ αὐτοπαράδοσή μας δηλαδὴ στὰ δυτικὰ μοντέλα, στὰ δυτικὰ πρότυπα.

Ἡ Δύση ὅμως ἄλλαξε; Ἡ Εὐρώπη ἄλλαξε; Ὑπάρχει μία μόνιμα ἀρνητικὴ στάση, ἡ ὁποία ἀρχίζει ἀπὸ τὸν 18ο αἰῶνα. Ἡ εὐρωπαϊκὴ αἰχμαλωσία τῆς παιδείας μας καὶ τῆς πολιτικῆς μᾶς δείχνει ὅτι εἰσήλθαμε σὲ μία τρίτη ἅλωση, ποὺ εἶναι συνέχεια τῆς ἁλώσεως τοῦ 1204. Τὸ 1453 εἴχαμε τὶς ψυχικὲς δυνάμεις καὶ τὰ συνειδησιακὰ ἀποθέματα, τὸ φρόνημα -ὅπως λένε ἐκκλησιαστικὰ- νὰ ὑπερβοῦμε τὴν κατάσταση. Σήμερα φαίνεται πὼς οἱ περισσότεροι δὲν τὰ διαθέτουμε. Δόξα στὸ Θεό, ἡ μαγιὰ μένει· μένει ἡ πλατιὰ λαϊκὴ βάση καὶ συνεχῶς ἀποδεικνύεται αὐτὸ ποὺ τὸ λέμε πολλὲς φορές, ὅτι ὁ λαός μας προηγεῖται τῆς ἡγεσίας του. Ἐμεῖς ἔχουμε τὴν ἐσωτερικὴ ἐλευθερία καὶ γι’ αὐτὸ τὸ λόγο ὑπάρχουν ὁριακὲς στιγμὲς μέσα στὴν πορεία μας, ὅπου δὲν ὑπακοῦμε στὰ κόμματα καὶ στὴν ἡγεσία μας. Δὲν ὑπακοῦμε ἀκόμη καὶ στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἡγεσία, ὅταν δὲ μᾶς διδάσκει τὸ νόμο τοῦ Χριστοῦ μας καὶ δὲ συνεχίζει τὸ κήρυγμα τῶν Ἁγίων Πατέρων.

Σὲ μᾶς δὲν περνᾶνε τὰ πάντα μέσα ἀπὸ τὴ λογική, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἑνοποιημένη καὶ ἑνωμένη ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου. Σὲ μᾶς πορεύεται ἡ λογικὴ μαζὶ μὲ τὴν καρδιὰ ὄχι ὡς συναίσθημα. Ἡ καρδιὰ εἶναι ὁ χῶρος ὅπου λειτουργεῖ ἡ Xάρη τοῦ Θεοῦ. Γιὰ μᾶς ἡ καρδιὰ εἶναι τὸ κέντρο τῆς ὑπάρξεως, ἐκεῖ μέσα σῴζεται, ἢ ἐκεῖ μέσα χάνεται ὁ ἄνθρωπος. Αὐτὴ λοιπὸν ἡ ὁλοκληρωμένη παρουσία καὶ ἔκφραση τοῦ Ἕλληνα, τοῦ ἀνθρώπου, δὲ μπορεῖ νὰ γίνει κατανοητὴ στὴ Δύση.

Στόχος τῶν Δυτικῶν -καὶ τῶν Παπικῶν συμπεριλαμβανομένων- συνεχίζεται νὰ εἶναι ἡ ἀποσύνδεση τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπὸ τὸν Ἑλληνισμό· αὐτὸ σημαίνει χωρισμὸς Ἐκκλησιας – Πολιτείας. Ὁ χωρισμὸς γιὰ τὸν ὁποῖον γίνεται κατὰ καιροὺς λόγος, δὲν σημαίνει διοικητικὸ χωρισμό, διότι αὐτὸς ὑπάρχει καὶ καθορίζεται νομικά. Θέλουν τὴν ἀποσύνδεση τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπὸ ὅλες τὶς δομές, ἀπὸ ὅλους τοὺς θεσμούς, ἀπὸ ὅλες τὶς περιπτώσεις τοῦ ἐθνικοῦ μας βίου. Σήμερα λοιπὸν ὑπάρχει ἀπειλὴ ἁλώσεως τῆς ψυχῆς, διότι τὰ σύνορά μας πλέον δὲν εἶναι γεωγραφικά. Αὐτοπαραδοθήκαμε στὴν εὐρύτερη αὐτὴ ἕνωση ποὺ λέγεται Ἑνωμένη Εὐρώπη καὶ στὴ Νέα Ἐποχὴ καὶ στὴ Nέα Τάξη Πραγμάτων. Τὰ σύνορά μας ὅμως συνεχίζουν νὰ εἶναι μέσα στὴν ψυχή μας. Ἐκεῖ ζεῖ καὶ ἐπιβιώνει ὁ Ἑλληνισμός, ὁ Ἑλληνορθόδοξος ἄνθρωπος κι ἐκεῖ χάνεται. Ἡ νεολαία μας, ἡ νεολαία τῆς Κύπρου καὶ οἱ συνειδητοποιημένοι Xριστιανοὶ ἀποδεικνύουν ὅτι δὲν χάθηκαν ὅλα, καὶ δὲν χάθηκαν ὅλα γιατὶ δὲν χάθηκε ἡ οἰκογένεια. Ἐμεῖς, ὡς Ἕλληνες καὶ ὡς Ὀρθόδοξοι, σῴζουμε ἀκόμα τὴν οἰκογένεια. Συνεχίζουμε νὰ ζοῦμε «ἐν Χριστῷ». Ὁ Θεὸς εἴθε νὰ μᾶς δίνει δύναμη, νὰ κραταιώνει τοὺς ποιμενάρχες μας, νὰ κραταιώνει τὸν κλῆρο, τοὺς ἐκπαιδευτικούς, τοὺς γονεῖς, ὥστε νὰ κρατήσουμε ὀρθὸ αὐτὸν τὸν τόπο, τὴν Ἑλλάδα τῶν ἁγίων καὶ τῶν ἡρῴων.


* Ἀπομαγνητοφωνημένα ἀποσπάσματα ἀπὸ τὴν ὁμιλία του στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίου Θεράποντα Μυτιλήνης στὶς 23 Ἀπριλίου 2004, μὲ τὴ συμπλήρωση 800 χρόνων ἀπὸ τὴν πρώτη ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης τὸ 1204 καὶ 950 χρόνων ἀπὸ τὸ Σχίσμα τοῦ 1054.

Πηγή: http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/tributes/gewrgios_metallhnos/from_first_to_third_fall.htm

Ὅσιος Στάρετς Βαρσανούφιος: Τὸ πλύσιμο τοῦ ποτηριοῦ

Όσιος Στάρετς Βαρσανούφιος
Όσιος Στάρετς Βαρσανούφιος

Δόκιμος ἀκόμα, μιὰ καλοκαιριάτικη νύχτα περπατοῦσα ἀνάμεσα στοὺς κήπους τῆς Σκήτης. Μόνος μὲ μόνο τὸν Θεό. Πλησιάζοντας τὴν μεγάλη λίμνη βλέπω τὸν μεγαλόσχημο π. Γεννάδιο. Ἀπὸ τότε ποὺ πέρασε τὸ κατώφλι τῆς Σκήτης εἶχαν περάσει 62 ὁλόκληρα χρόνια.

Τὰ τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του δὲν ἔβγαινε καθόλου ἀπὸ τὴν Σκήτη. Εἶχε λησμονήσει ἐντελῶς τὸν κόσμο. Στεκόταν ἀκίνητος μὲ τὰ μάτια καρφωμένα στὸ νερό. Μὲ τρόπο διακριτικό, γιὰ νὰ μὴν τὸν τρομάξω, ἔκαμα αἰσθητὴ τὴν παρουσία μου.

Τὸν πλησίασα, καὶ τὸν ἐρώτησα:

-Τί κάνεις ἐδῶ, πάτερ;

-Κοιτάζω τὸν νερό.

-Καὶ τί βλέπεις;

-Ἐσύ, δὲν βλέπεις τίποτα;

-Ἀπολύτως, τίποτα.

-Μέσα ἀπὸ τὸ νερὸ βλέπω τὴν σοφία τοῦ Θεοῦ. Γνωρίζεις πολὺ καλά, πὼς εἶμαι ἄνθρωπος ὀλιγογράμματος. Τὸ μόνο ποὺ κατάφερα καὶ ἔμαθα στὴν ζωή μου εἶναι νὰ διαβάζω τὸ Ψαλτῆρι. Ὁ Κύριος ὅμως, δὲν μὲ ἀφήνει στὸ σκοτάδι, ἀλλὰ μοῦ φανερώνει τὸ ἅγιο θέλημά Του• σὲ μένα, τὸν ταπεινὸ δοῦλο Του.

Πολλὲς φορὲς ἐκπλήσσομαι ποὺ ἄνθρωποι μορφωμένοι δὲν κατανοοῦν μερικὰ ἀπλά θέματα τῆς πίστεως. Βλέπεις; Ὅπως ὅλος αὐτὸς ὁ οὐρανὸς μὲ τὰ ἄστρα ἀντικαθρεφτίζεται μέσα στὸ νερό, ἔτσι καὶ ὁ Κύριος, ὄχι μόνο ἀντικαθρεφτίζεται μέσα στὴν καθαρὴ καρδιά ἀλλὰ τὴν κάνει καὶ κατοικία Του.

Ἕνα πρᾶγμα σοῦ λέω. Ἡ χαρὰ καὶ ἡ μακαριότητα ποὺ αἰσθάνεται ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ποὺ φρόντισε νὰ καθαρίσει τὴν καρδιά του, δὲν περιγράφεται. Τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ «μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ» δὲν εἶναι τυχαία! Ἄν καὶ γνωρίζω πόσο ἀπαραίτητο εἶναι στὸν ἄνθρωπο νὰ ἔχει καρδιὰ καθαρή, ὅμως, τόσα χρόνια ἀγωνίζομαι καὶ ἀκόμη δὲν τὸ ἔχω κατορθώσει. Μήπως, μπορεὶς ἐσὺ νὰ μοῦ ἐξηγήσεις, τί σημαίνει καρδιὰ καθαρή;

-Πάτερ, τί ὑψηλὰ πράγματα ζητᾶς ἀπὸ ἐμένα; Τέτοιες ἐμπειρίες δὲν ἔχω! Τὸ μόνο ποὺ ἔχω καταλάβει, καὶ αὐτὸ μόνο ἀπὸ διάβασμα, εἶναι, πὼς ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς ταυτίζεται μὲ τὴν πλήρη ἀπάθεια. Ὅποιος τὴν ἔχει κάνει κτῆμα του εἶναι ξένος σὲ κάθε πάθος.

-Ὄχι! Αὐτὸ ποὺ λὲς δὲν ἐπαρκεῖ. Δὲν φτάνει νὰ πλύνεις τὸ ποτήρι. Πρέπει καὶ νὰ τὸ γεμίσεις μὲ νερό, διαφορετικὰ δὲν ἔχει καμία ἄξια. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀγωνιστεῖ νὰ ξεριζώσει ἀπὸ μέσα του τὰ πάθη, ὀφείλει νὰ γεμίσει τὸν χῶρο τῆς καρδιᾶς του μὲ τὶς ἀντίστοιχες ἀρετές. Μόνο τότε μπορεῖ νὰ λέει ὅτι ἀπέκτησε καθαρὴ καρδιά.

-Πάτερ Γεννάδιε, πιστεύεις ὅτι θὰ πᾶς στὸν παράδεισο;

-Σὲ ἕνα μόνο πιστεύω καὶ ἐλπίζω: στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ- εἶπε μὲ βεβαιότητα ὁ π. Γεννάδιος.

-Μὰ σὺ λές, πὼς μόνο οἱ καθαροὶ στὴν καρδιὰ θὰ δοῦν τὸν Θεὸ• καὶ σὺ ὁ ἴδιος τὸ ὁμολογεῖς, ὅτι καθαρὴ καρδιὰ δὲν ἔχεις. Τί μοῦ λὲς τώρα;

-Ἐγὼ καλά σοῦ τὰ λέω. Σὺ δὲν κατάλαβες σωστά. Ξεχνᾶς τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ τὰ ἀναπληρώνει ὅλα. Εἶναι ἀπέραντο καὶ ἀνεξάντλητο. Πιστεύω ἀκράδαντα, ὅτι ὁ πολυεύσπλαχνος Κύριος δὲν θὰ μὲ ἀπορρίψει καὶ ἐμένα, ποὺ εἶμαι καὶ καλόγηρος.

Πίστη. Πίστη μᾶς χρειάζεται. Πίστη καὶ ἐλπίδα σὲ Ἐκεῖνον ποὺ σταυρώθηκε γιὰ μᾶς• ἀντὶ γιὰ μᾶς• στὴν θέση μας. Ὁ Θεὸς Πατέρας ποὺ ἀπὸ ἀπέραντη ἀγάπη μᾶς ἔδωσε τὸν Υἱὸ Του, δὲν θὰ μᾶς δώσει καὶ τὸν παράδεισο;

Ὦ, πόσοι ἀδελφοί, μὲ τέτοια βαθειὰ πίστη, ζοῦν ἀνάμεσά μας, κρυμμένοι ἀπὸ τὰ μάτια τῶν πολλῶν χωρὶς ποτὲ νὰ δίνουν τὴν παραμικρὴ ἐντύπωση «χαρισματούχου» γέροντα. Καὶ ὅμως ἔχουν τόσο βαθειὰ πνευματικὴ ζωή. Καὶ μόνο μὲ τὴν συνομιλία μαζί τους, ἀνακαλύπτεις τὴν ὀμορφιὰ τῆς καλλιεργημένης ψυχῆς τους.

Πηγή: https://agiazoni.gr/

Μάριος Αντωνίου: Δοξαστικό των Στιχηρών του Εσπερινού της Αναλήψεως του Κυρίου. Των κόλπων των πατρικών, Γεωργίου Ραιδεστηνού, Ήχος Πλ.β΄

Δοξαστικὸν, Ἦχος πλ. β’
Τῶν κόλπων τῶν πατρικῶν μὴ χωρισθείς, γλυκύτατε Ἰησοῦ, καὶ τοῖς ἐπὶ γῆς ὡς ἄνθρωπος, συναναστραφείς, σήμερον ἀπ’ ὄρους τῶν Ἐλαιῶν ἀνελήφθης ἐν δόξῃ, καὶ τὴν πεσοῦσαν φύσιν ἡμῶν συμπαθῶς ἀνυψώσας, τῷ Πατρὶ συνεκάθισας· ὅθεν αἱ οὐράνιαι τῶν ἀσωμάτων τάξεις, τὸ θαῦμα ἐκπληττόμεναι, ἐξίσταντο θάμβει, καὶ τρόμῳ συνεχόμεναι, τὴν σὴν φιλανθρωπίαν ἐμεγάλυνον. Μεθ’ ὧν καὶ ἡμεῖς οἱ ἐπὶ γῆς, τὴν πρὸς ἡμᾶς σου συγκατάβασιν, καὶ τὴν ἀφ’ ἡμῶν Ἀνάληψιν δοξολογοῦντες, ἱκετεύομεν λέγοντες· ὁ τοὺς μαθητὰς καὶ τὴν τεκοῦσάν σε Θεοτόκον, χαρᾶς ἀπείρου πλήσας ἐν τῇ σῇ Ἀναλήψει, καὶ ἡμᾶς ἀξίωσον, τῶν ἐκλεκτῶν σου τῆς χαρᾶς, εὐχαῖς αὐτῶν, διὰ τὸ μέγα σου ἔλεος.

«Θείῳ καλυφθείς». Αἱ ἰαμβικαὶ καταβασίαι τῆς Πεντηκοστῆς ἀργαί. Ἦχος δ΄ (12-13/6/2024)

«Θείῳ καλυφθείς». Αἱ ἰαμβικαὶ καταβασίαι τῆς Πεντηκοστῆς ἀργαί. Ἦχος δ΄.

Ψάλλουν ὁ πρωτοψάλτης τῆς ἱερᾶς Μητροπόλεως Μόρφου κ. Μάριος Ἀντωνίου καὶ ὁ πρωτοψάλτης Ἀκακίου κ. Ἰωάννης Λέμπος.

Ἀγρυπνία Ἀναλήψεως τοῦ Κυρίου. Ἱερὸ Ἡσυχαστήριο Ὁσίου Σεραφείμ του Σαρώφ, Σκουριώτισσα (12-13/6/2024).