Κήρυγμα Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου στην Ακολουθία της Γ΄ Στάσεως των Χαιρετισμών της Υπεραγίας Θεοτόκου, που τελέσθηκε στην ιερά μονή Οσίου Ιωάννου του Λαμπαδιστή στην κοινότητα Καλοπαναγιώτη της μητροπολιτικής περιφέρειας Μόρφου (29.3.2019).
Δυο λόγια να πω στην αγάπη σας με αφορμή τα τόσο θεολογικά «Χαῖρε», που είπαμε ενώπιον της θαυματουργής εικόνος της Παναγίας της Θεοσκέπαστης. Μιας Παναγίας, που θέλει τόσον ο ιστορικός της τέχνης όσον και ο ιστορικός της Εκκλησίας της Κύπρου, να είναι το πιστότερο ιερόν αντίγραφο της Παναγίας του Κύκκου. Και το ωραιότερο!
Ενώπιον λοιπόν αυτής της εικόνος, που σήμερα φυλάττεται εδώ εις το πάνσεπτο παρεκκλήσιο της Παναγίας του Ακαθίστου συνημμένο και ενωμένο με τον ναό του αγίου Ιωάννη του Λαμπαδώνυμου και πιο δεξιά του αγίου μεγάλου ιεράρχου της Ταμασού και ολοκλήρου της Κύπρου, αγίου Ηρακλειδίου.
Σε μίαν λοιπόν τέτοια Θεομητορική εικόνα, που κουβαλά τουλάχιστον 700 χρόνια αγιότητας, θεολογίας, τέχνης της ωραιότητας όσον ολίγες εικόνες της Κύπρου, δεν θα μπορούσαμε να μείνουμε απαθείς, χωρίς να μας εμπνεύσει η αγιοστόλιστος παρουσία της εδώ εις τη μονή του Λαμπαδώνυμου Ιωάννη. Ενώπιον της λοιπόν σήμερα, όπως ακούσατε, πατέρες μου, εψάλλαμε την Γ΄ Στάση των Χαιρετισμών της Θεοτόκου. Με αρχή-αρχή αυτής της Γ΄ Στάσης το «Νέαν ἔδειξε κτίσιν, ἐμφανίσας ὁ Κτίστης, ἡμῖν τοῖς ὑπ᾿ αὐτοῦ γενομένοις».
Ποια είναι λοιπόν, αυτή η νέα κτίση, που έδειξε και εφανέρωσε ο Κτίστης των απάντων; Η νέα κτίσις είναι, προσέξτε αυτό που θα πω, ο καινούργιος Του εαυτός. Θα μου πείτε, είναι κάτι καινούργιο αυτό που εγέννησε η Παναγία, που συνέλαβε πρώτα στη Ναζαρέτ «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς παρθένου» με την αγγελία, την καλή αγγελία του Αρχαγγέλου Γαβριήλ ενώπιόν της; «Χαῖρε, κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σου». Αυτό που ακούσαμε στην Α΄ Στάση «Ἄγγελος πρωτοστάτης, οὐρανόθεν ἐπέμφθη, εἰπεῖν τῇ Θεοτόκῳ τὸ Χαῖρε καὶ σὺν τῇ ἀσωμάτῳ φωνῇ, σωματούμενόν σε θεωρῶν, Κύριε, ἐξίστατο καὶ ἵστατο». Αυτός λοιπόν ο Αρχάγγελος Γαβριήλ, μόλις της απήγγειλε τον χαιρετισμό και η Παναγία μας είπε εκείνο το ταπεινό «ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου», αμέσως έγινε αυτή η καινούργια κτίσις, η καινούργια δημιουργία. Αμέσως, μας εμφάνισε ο Θεός των απάντων τον καινούργιο Του εαυτό, που δεν είχε προηγούμενο ούτε θα υπάρξει στο μέλλον ανάλογο προηγούμενο.
Ένας Θεός, καταδέχεται να γίνει άνθρωπος! Να πάρει σάρκα, να πάρει σώμα από την Παναγία μας. Πεντακάθαρο, αναμάρτητο σώμα, από την Παναγία μας. Την κόρη τού Ιωακείμ και της Άννας. Από την Παναγία γίνεται άνθρωπος. Από το Πνεύμα το Άγιον, που είναι τρόπον τινά ο σπορέας, είναι Θεός. Είναι το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Ο Υιός και Λόγος του Πατρός. Ε, λοιπόν, ο Θεός Πατήρ ευδόκησε, ο Υιός υπηρετεί την ευδοκία του Πατρός και το Πνεύμα το Άγιον συνεργεί σ᾿ αυτό το μέγα μυστήριο, που ονομάζεται το μυστήριο της σαρκώσεως και της ενανθρωπίσεως, πώς ένας Θεός, όπως έχω πει και άλλες φορές, επήρε αυτό που δεν είχε. Όλα τα είχε, όλα τα έχει, και όλα τα είχε ο Θεός. Αφού είναι ο Δημιουργός του σύμπαντος κόσμου. Ένα δεν είχε. Πνεύμα ο Θεός και πήρε σώμα από την Θεοτόκο. Και μας εφανέρωσε τον καινούργιο Του εαυτό, που πλέον δεν είναι απλά Λόγος του Θεού άσαρκος, αλλά είναι σεσαρκωμένος και δεν είναι μόνον Θεός, είναι και άνθρωπος. Άρα έχομε Θεάνθρωπο και το όνομα Αυτού Ιησού. «Ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς παρθένου», επαναλαμβάνω. Αυτός, είναι ο καινούργιος εαυτός «τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ». Ο Θεάνθρωπος πλέον Ιησούς Χριστός. Και ποιος είναι η αιτία αυτής της Νέας Κτίσις; Της νέας δημιουργίας; Η Παναγία μας. Η αγάπη πρώτα του Θεού Πατρός, που όλα τα παραχωρεί στον Υιό Του. Και διά του Υιού, γνωρίζομε και τον Πατέρα. « Ὁ ἑωρακὼς ἐμὲ», θα ακούσομε στο Ευαγγέλιο της Διαθήκης, «Ὁ ἑωρακὼς ἐμὲ, ἑώρακε καὶ τὸν Πατέρα».
Και λέει ένα δίστιχο. Θα ήθελα μόνο να πω στην αγάπη σας, που άγγιξε απόψε την καρδιά μου. «Χαῖρε, στολὴ τῶν γυμνῶν παῤῥησίας· χαῖρε, στοργὴ πάντα πόθον νικῶσα». Μέσα στα πολλά «Χαῖρε», που λέει ο υμνογράφος για την Παναγία, την παρομοιάζει με στολή και με στοργή. Ξέρετε και το μεν και το δε. Η στολή είναι το ένδυμα, που όλοι έχουμε. Και το ένδυμα είναι αυτό που καλύπτει τη γύμνια του σώματός μου, του σώματός σας. Ε, λοιπόν, η Παναγία, λέει, είναι το ένδυμα, είναι η στολή που ντύνει και σκεπάζει όσους είναι γυμνοί από παρρησία. Πότε είμαστε γυμνοί από παρρησία και δεν έχομε θάρρος δηλαδή να σταθούμε μπροστά στον Θεό μας και να προσευχηθούμε και ντρεπόμαστε; Όταν έχομε αμαρτίες μέσα μας και πάθη αμετανόητα, αξομολόγητα. Βλέπεις τον άνθρωπο που δεν μετανιώνει, ντρέπεται να ζητήσει του Θεού ακόμα και ένα φτερό. Ενώ ο άνθρωπος που μετανιώνει, τον πληροφορεί η καρδία του, ότι έχομε σπλαγχνικό Πατέρα, που μόλις μετανιώσω θα με ντύσει, όπως τον Άσωτο Υιό την στολή την πρώτη. Γι᾿ αυτό εδώ παρουσιάζει την Παναγία, ότι άμα έρθει η ώρα και δεν ξέρουμε, μπορεί να έρθει σε όλους μας και πρώτα σε μένα, που κάτι να κάμω, κάτι να πω, κάτι να σκεφτώ που να μην έχω το θάρρος να προσευχηθώ, να είμαι τελείως γυμνός και τετραχηλισμένος ενώπιον του Θεού μου. Και πώς να πλησιάσω έναν τέτοιον Θεό, πεντακάθαρο και άμωμο. Θα πάω εκείνη την ώρα τη δύσκολη μου στην Παναγία. Στη μάνα μας θα πάω. Και θα της πούμε, Παναγία μου, μεσίτευσε Εσύ. Ντύσε με ξανά. Με το θάρρος της προσευχής, να σταθώ ενώπιον του Υιού σου.
Και λέει και στη συνέχεια και ολοκληρώνει, «Χαῖρε στοργὴ πάντα πόθον νικῶσα». «Χαῖρε», της λέει, εσύ που είσαι στοργική μητέρα και κάθε πόθο, εννοεί τον αμαρτωλό πόθο. Και έχει σχέση ο πόθος με τα προηγούμενα που είπαμε. Τες αξομολόγητες αμαρτίες. Τις αμετανόητες αμαρτίες. «Χαῖρε, στοργή», λέει, που νικάς κάθε πόθο. Ξέρετε, τί είναι ο πόθος; Ο πόθος είναι, να το πω έτσι με μαθηματικούς όρους, επιθυμία στο τετράγωνο. Διπλή επιθυμία, τριπλή επιθυμία, μεγάλη επιθυμία. Όλοι, λίγο πολύ, ιδιαιτέρως εις την νεότητα μας, είχαμε κάποιες επιθυμίες. Άλλοι έτσι, άλλοι αλλιώς. Αλλά όλοι. Όσοι λοιπόν μετέχουν της πτωτικής φύσης του Αδάμ, κάποιους πόθους, κάποιες επιθυμίες αμαρτωλές είχαμε και πολύ πιθανόν να τες έχομε και στα γηρατειά μας. Ποιος μπορεί να τες νικήσει αυτές τες επιθυμίες; Ποιος μπορεί να τες μεταμορφώσει; Έχω τον θυμό ως κακόν πάθος. Ο θυμός, λεν οι πατέρες, είναι φυσικό πάθος. Δεν είναι παρά φύση. Αλλά πρέπει να τον στρέψω εναντίον του σατανά. Εναντίον της αμαρτίας. Όχι εναντίον των συνανθρώπων μου. Να είμαι έναν ηφαίστειο, που ευκαίρως, ακαίρως, θα εκρήγνυται και η λάβα του ηφαιστείου θα καίει τους συνανθρώπους μου. Αλλά να είμαι μια φωτιά, η οποία να καίει με την προσευχή και την μετάνοια τον πειρασμό, τον σατανά, την αμαρτία μου που έχω μέσα μου.
Και έχομε, λέει εδώ, μίαν στοργική μητέρα. Μίαν μητέρα, η οποία είναι Αγία Σκέπη, όπως απεκάλεσε ο αρχιμανδρίτης μας και προϊστάμενος της μονής ταύτης, αρχιμανδρίτης Ιάκωβος. Έχομε μίαν Θεοσκέπαστη Μαριάμ. Τη μητέρα του Θεού. «Τὴν τιμιωτέραν τῶν Χερουβίμ καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφίμ». Και αυτή η Μαριάμ, η Θεοσκέπαστη, καταδέχεται να γίνεται για μας και στολή και στοργή. Και ένδυμα να το φορέσουμε στη δύσκολη μας ώρα που έχουμε πέσει χαμηλά, αλλά και όταν έχω πόθους δύσκολους, επιθυμίες αμαρτωλές που με νικούν, αφού δεν μπορώ εγώ να τες νικήσω, να την παρακαλέσω Εκείνην. Να την βάλω Εκείνην μεσίτρια.
Όταν έρχονται τώρα να εξομολογηθούν νέα παιδιά με δύσκολες σαρκικές αμαρτίες, τους λέω αυτό που μας έλεγε εμάς ο άγιος Ιάκωβος. Στις δύσκολες σαρκικές αμαρτίες, δεν μπορεί ο άνθρωπος μόνος του να διορθωθεί. Πρέπει να βάλει την Θεοσκέπαστη Μαρία μεσίτρια. Είναι «ἡ μόνη ἁγνή καὶ ἄχραντος παρθένος». Και αυτό που δεν μπορεί ο άνθρωπος να μεταμορφώσει, να νικήσει, μπορεί η Παναγία. «Τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις, δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ». Και όπου υπάρχει Θεοσκέπαστη Μαρία, υπάρχει η δύναμις του Τριαδικού Θεού.
Γι᾿ αυτό και σήμερα εμείς, ήλθαμε ικέτες, ως άσωτοι υιοί, να παρακαλέσομε την Παναγία μας να μας δώσει και μας τη στολή της θεότητος. Που η στολή της θεότητος, είναι η ταπείνωση. Να μας δώσει και μας στοργή.
Ψες, άκουσα έναν άνθρωπο πολύ πονεμένο. Που σιγά-σιγά δυστυχώς, χωρίζει με την γυναίκα του. Τον άκουσα, έβγαλα και τη γνωμάτευση ως καλός νομικός που είμαι και νομίζω δεν έπεσα έξω. Του είπα αυτά που έπρεπε να ακούσει, αλλά δεν είχα στοργή. Δεν είχα συμπόνια. Έπρεπε, εκτός από την αλήθεια που του είπα, να γίνω στοργικός πατέρας και να του δώσω τη δυνατότητα σιγά-σιγά να καταλάβει ποια είναι τα λάθη που έπραξε για να φτάσει ο γάμος του να διαλύεται. Αντίθετα, του είπα αυστηρά την αλήθεια και έφυγε σαν πληγωμένο ελαφάκι. Μετά κατηγόρησα τον εαυτό μου και ζήτησα, «δι᾿ εὐχῶν τοῦ ἁγίου γέροντός μου Ἰακώβου», που ήταν άνθρωπος μεγάλης στοργής, μεγάλης συμπόνιας, να με μάθει αυτός και η Παναγία μου, πώς να συμπονώ τους ανθρώπους. Πώς να έχω στοργή. Όχι απλά να λέω την αλήθεια εν ονόματι μιας ειλικρίνειας, που μπορεί να την έχω ως κληρονομικό ιδίωμα ή και χάρισμα. Η ειλικρίνεια πρέπει να συνοδεύεται από τη συμπόνια. Μόνον τότε είμαστε τέκνα της Παναγίας. Μόνον τότε είμαστε τέκνα των αγίων και δη του αγίου Ιακώβου του εν Ευβοία.
Αυτά είχα απόψε να πω σε σας. Εύχομαι, η Παναγία μας η Θεοσκέπαστη, να γίνει για όλους σας εδώ στην αγία γη της Μαραθάσας και στοργή και ένδυμα που να νικά κάθε πόθο αμαρτωλό, αλλά και να γεννά ωραίους και καλούς πόθους. Ένας ωραίος και καλός πόθος, είναι να φτάσομε αχώριστοι στην αγία Ανάσταση. Ένας άλλος ωραίος πόθος, είναι να αγωνιστούμε με νηστεία, αγρυπνία και προσευχή κατά τη δύναμη του έκαστος, αυτό το υπόλοιπο που μένει της αγίας Τεσσαρακοστής. Και ένας τελειότερος ακόμα πόθος, είναι να αποκτήσομε συμπόνια. Άσκηση χωρίς συμπόνια, είναι δαιμονική κατάσταση. Διότι και ο σατανάς νηστεύει. Δεν τρώει τίποτε. Και αγρυπνεί. Δεν κοιμάται ποτέ. Δεν μπορεί να συμπονέσει έναν αμαρτωλό, έναν δυσκολεμένο άνθρωπο. Αντίθετα, μόλις τον δει δυσκολεμένο, θα το πάρει στην άκρη του γκρεμού για να τον οδηγήσει σε απόγνωση και να τον ρίξει εις το χάος της κολάσεως.
Γι᾿ αυτό, αγαπητοί μου, τελειώνω και λέω, ο ωραιότερος πόθος να βάλομε στόχο είναι μαζί με την αλήθεια να έχομε και συμπόνια. Και όπου υστερούμε και υστερούμε, να έχομε κάποιους αγίους και εξαιρέτως την Παναγία να σκεπάζει τη δική μας αναπηρία και αδυναμία να αγαπήσομε την εικόνα του Θεού, που λέγεται συνάνθρωπος μας. Μόνον έτσι θα έχομε δικαιώματα στη σκέπη της Παναγίας της Θεοσκέπαστης.