Η ψυχή και το σώμα πριν και μετά τον θάνατο (23.7.2017)

Κήρυγμα του Μητροπολίτου Μόρφου κ. κ. Νεοφύτου, στη Θεία Λειτουργία, την Κυριακή Ζ΄ Ματθαίου, που τελέσθηκε στον ιερό ναό Αγίας Παρασκευής της κοινότητος Λειβαδιών (Πιτσιλιάς) της μητροπολιτικής περιφέρειας Μόρφου στις 23.7.2017.

Έτη πολλά ευλογημένα και σε σας! Βλέπετε η εκκλησία μετ’ επιμονής ψάλλει για τον επίσκοπο, για τον ιερέα, αλλά και για το λαό της, να έχει πολλά έτη. Και αυτά τα πολλά έτη τα έχομε ανάγκη, αγαπητοί μου αδελφοί, για να ζήσομε την μετάνοιά μας. Γι’ αυτό επέτρεψε ο Θεός να έλθομεν εις τον κόσμο. Και να ξέρετε ότι κάθε άνθρωπος που γεννιέται, γεννιέται επειδή το θέλει ο Τριαδικός Θεός. Οι γονείς μας προσφέρουν μόνο τη σάρκα. Την ψυχή την προσφέρει ο Θεός! 

Την ώρα που γίνεται η σύλληψη της σαρκός μας, εκείνην ακριβώς την ώρα ενώνεται μαζί με το ωάριο και το σπερματοζωάριο και η ψυχή του ανθρώπου. Και είναι συγκάτοικοι, ψυχή και σώμα, καθ’ όλη την διάρκεια της ζωής. Μέχρι την ώρα του θανάτου μας. Και θάνατος δεν είναι τίποτε άλλο παρά χωρισμός της ψυχής από το σώμα.

Ερώτησα τα παιδιά στην κατασκήνωσή μας στον Λαμπαδιστή. Τους λέω: 

Τι είναι θάνατος; 

Και μου είπαν όλα: 

Είναι ὁ θάνατος χωρισμός της ψυχής από το σώμα. 

Και τι είναι το αντίθετον του θανάτου; 

Εσκέφτηκαν λίγο και μου είπε ένα έξυπνο κοριτσάκι:  

Το αντίθετο του θανάτου είναι ο Χριστός. 

Μα τι ωραία απάντηση που έδωσε! Συγκινήθηκα. Έτρεξαν τα μάτια μου. Της λέω: 

Πώς το καταλαβαίνεις; Σωστά το είπες. Ότι το αντίθετο του θανάτου είναι ο Χριστός! 

Και μου λέει: 

Εν είν έτσι που μαθαίνουμε στο «Χριστός Ανέστη;» «Χριστός Ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας και τοις εν τοις μνήμασιν, ζωήν χαρισάμενος.» Ε, για να διά, λέει μου, ζωή σ’ αυτούς που είναι μεσ’ τα μνήματα, σημαίνει ότι το αντίθετον του θανάτου είναι ο Χριστός. Η Ανάσταση του Χριστού. 

Λέω, «Κύριε ελέησον!» «Εκ στόματος νηπίων κατηρτίσω αίνον». Και πράγματι. Το αντίθετο του θανάτου είναι η Ἀνάσταση, την οποία μας προσφέρει ο Χριστός. Γι’ αυτό και όταν θα γίνει η Ἀνάσταση όλων των σωμάτων στη Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, αυτό που θα συμβεί στην ουσία θα είναι επανένωσις του σώματος, του αναστημένου σώματος, με την αθάνατο ψυχή μας. Μόνον το σώμα πεθαίνει. Η ψυχή δεν πεθαίνει.

Μια καλή γιαγιά από τα χωριά της πεδιάδας, επέθανε την περασμένη εβδομάδα. Αυτή ήταν αγία. Αγία γυναίκα. Σκεφτείτε ότι εμεγάλωσε τ’ αδέλφια της όλα, όταν έμεινεν ορφανή έξι χρονών και δεν είχε λίγα αδέλφια. Είχε έξι αδέλφια. Τα εμεγάλωσε τα αδέλφια της και μετά, όταν την πάντρεψαν δεκατριών χρονών, την πάντρεψαν με έναν άνθρωπο αδυσώπητο. Έναν άνθρωπο απρόσεκτο. Που ήδη είχε εξώγαμα. 

Και του λέει: 

Πατέρα, μα μ’ αυτόν θα με παντρέψεις; 

Της λέει: 

Αυτόν να πάρεις. Γιατί βγάζει χρήματα. 

Έτσι εσκέφτετουν. Και έκαμε υπακοή στον πατέρα της. Και έκαμε μαζί μ’ αυτό τον άνθρωπο εννιά παιδιά. Και αυτός έκαμε άλλα εννιά με άλλες γυναίκες. 

Και τι έκαμεν η γυναίκα του Θεού; Πήγαινε και έβρισκε τα εξώγαμα του άντρα της και μάθαινε τα ονόματά τους, γιατί είχε έγνοια, μήπως τα παιδιά της γνωρίσουν τα παιδιά αυτά και παντρευτούν. Και μερικά που εφτώχυναν από τα εξώγαμα, αυτή πάντοτε ήταν εργατική, δούλευε και έστελλε χρήματα στα παιδιά του ανδρός της. Ακούτε πράματα! 

Και γνώρισε έναν άγιο πνευματικό, που ήταν και εδώ στην Πιτσιλιά εφημέριος, εις το χωριό μας Πλατανιστάσα, για ένα διάστημα, τον ιερομόναχο Ανδρέα. Από τα μέρη της Κερύνειας ήταν. Ήταν άγιος και αυτός. Με θαύματα. Ευωδίασε, όταν εκοιμήθη. Και την εκαθοδήγησε, πώς να προσεύχεται, πώς να διαβάζει ακολουθίες, το ψαλτήρι εξαιρέτως, πώς να νηστεύει. 

Όταν επήγαιναν τα εγγόνια της και της έλεγαν, γιαγιά κάμε προσευχή να περάσω τις εξετάσεις. Ή να πιάσω δουλειά. Ή γιατί εγνώρισα την τάδε κοπέλα και σκέφτομαι αν πρέπει να την πατρευτώ. Τι έκαμνεν η γιαγιά; Τρεις μέρες δεν έτρωγε τίποτε. Έκαμνε προσευχή και ότι την εφώτιζε ο Θεός έλεγε στα παιδιά της. 

Αυτοί είναι οι άνθρωποι του Θεού! Και εκοιμήθη η γιαγιά αυτή. Ενενήντα χρονών! 

Και είχε ένα εγγόνι, το οποίον είναι τώρα εις την Αγγλία. Μεγάλος και τρανός. Και έλεγε:


Δεν υπάρχει αιώνια ζωή γι’ αυτούς. Ούτε οι άνθρωποι ζουν ούτε η ψυχή ζει μετά τον θάνατό της. Είμαστε, λέει, όπως τα ζώα. Όσο ζει το σώμα, ζει και η ψυχή μας. Εψόφησε το σώμα, πεθαίνει και η ψυχή. 

Έτσι έλεγε. Με τρία δοκτοράτα! Καθηγητής στην Αγγλία! 

Και η γιαγιά άκουε, όσο ζούσε, ότι ο εγγονός της εμπήκε σε δύσκολους, άθεους δρόμους και λυπόταν και προσευχόταν. 

Εκοιμήθη η γιαγιά την περασμένη Πέμπτη, η ώρα έξι το πρωί. Η ώρα έξι και τέταρτο, επήρε τηλέφωνο ο εγγονός της, ο άθεος, από το Λονδίνο. Πήρε την μάνα του. Και της λέει: 

Μα επέθανεν η γιαγιά μου; 

Πού το ξέρεις εσύ; 

Επήγα, λέει, στην κουζίνα. Ἐξύπνησα. Και πήγα στην κουζίνα να φτιάξω καφέ και παρουσιάστηκε μπροστά μου γεμάτη φως. Και ήταν, λέει, και νέα στην ηλικία. Χωρίς ρυτίδες, σχεδόν τριανταπέντε χρονών. Πάρα-πάρα πολύ όμορφη, λέει. Ποτέ δεν είδα τη γιαγιά μου τόσο όμορφη. Και με έβλεπε, μου λέει, με ένα ύφος θαυμαστό μέσα στα μάτια. Και έκαμε τον σταυρό της, για να του δείξει ότι δεν είναι δαιμονική φαντασία αυτό που έβλεπε. Έκαμε τον σταυρό της και εξαφανίστην η γιαγιά. 

Και του λέει η μάνα του. 

Τώρα, γιε μου, τι χαμπάρια; Υπάρχει ψυχή ή δεν υπάρχει; 

Και έβαλε τα κλάματα και λέει:

Πόσο λάθος έκαμα! Και σκεφτείτε, λέει, αυτά τα εδίδασκα και στους μαθητές μου! 

Βλέπετε λοιπόν; Η ψυχή δεν πεθαίνει. Είναι αθάνατος. Γι’ αυτό κάμνουμε

τα μνημόσυνα. Γι’ αυτό έχουμε συνεχείς δεήσεις μέσα στη Θεία Λειτουργία. Γι’ αυτό κάνουμε ελεημοσύνες για τους κεκοιμημένους μας. Για να βοηθήσουμε την ψυχή μας, όταν αυτοί δεν εβοήθησαν τον εαυτό τους, όσο ζούσαν. Με την μετάνοια, με την εξομολόγηση, με τες τακτικές λειτουργίες. 

Έτσι έχουμε ευθύνη απέναντι στους κεκοιμημένους μας. Αλλά έχουμε ευθύνη και απέναντι στην αθάνατο ψυχή μας. Εμείς έχουμε έγνοια πολλή για την τροφή του σώματος. Για τις διακοπές μας, για τα δικαιώματα του σώματός μας, για την υγεία μας μη μας έρθει καμιά αρρώστια και όταν έρθει αρρώστια τα χάνουμε και γκρινιάζουμε. Ενώ έλεγα και του εν ασθενεία ευρισκομένου ιερέα σας πατρός Κυριακού, από τη δική μου πείρα που είμαι κι ἐγώ εν ασθενεία, δόξα τω Θεώ. Πολύ τον ευχαριστώ γι’ αυτή μου την ασθένεια. 

Του λέω: 

Πάτερ μου, όσο το σώμα υποφέρει, τόσο καθαρίζει η ψυχή. Είναι νόμος αυτός. Έλεγεν ο άγιος Παΐσιος, λαμπιδάρει η ψυχή το άρρωστο σώμα. Φτάνει εμείς να λέμε «Δόξα σοι ο Θεός.» Φτάνει να μην αποδίδομε την αρρώστια, ότι είναι τιμωρία Θεού. Όχι! Είναι ευλογία! Είναι φάρμακο για την ψυχή μας! Για την ταπείνωσή μας! Για την υπομονή μας! Και η υπομονή κατεργάζεται ταπείνωση και η ταπείνωση προσελκύει το έλεος του Θεού. «Πας ο ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται». 

 

Έτσι και μεις, να έχομε έγνοια, αγαπητοί μου, και τους κεκοιμημένους μας τες ψυχές τους, αλλά και τη δική μας ψυχή. Να έχομε έγνοια τη μετάνοιά μας, δηλαδή. Μόλις δούμεν ότι μιαν εντολή του Χριστού, του Ευαγγελίου, την έχουμε παραβεί, αμέσως να μετανοούμε. Μόλις το αντιλαμβανόμαστε. Δηλαδή, είπα ένα ψέμα, έκαμα μίαν κρίση, μίαν κατάκριση είτε με τη γλώσσα μου είτε με τη σκέψη μου. Είχα μιαν κακή ιδέα. Μιαν κακή σκέψη. Έχω μέσα μου μίσος ή αντιπάθεια με κάποιον άνθρωπο. Έχω παράπονο. Αισθάνομαι αδικία. Μόλις αντιληφθώ αυτά μέσα στην καρδία μου, ότι προσπαθεί να δημιουργήσει φωλιά ο πειρασμός και κακίαν και αντίδραση, αμέσως. 

Χριστέ μου, συγχώρα με, που σκέφτομαι έτσι. Που είπα έτσι. Που δεν ξέρω να αγαπώ. Βοήθα με, Χριστέ μου. Συγχώρα με, Χριστέ μου. 

Έτσι μαθαίνομε την καθημερινή, την επιμελημένη μετάνοια. Και όταν έχομε μετάνοια και από καιρού εις καιρόν έχομε ένα πνευματικό να εξομολογούμαστε αυτά που επαναλαμβάνονται μέσα στην καθημερινότητά μας, τότε παίρνομε άφεσην αμαρτιών. Και ζωήν αιώνιον. 

Παίρνομε άφεση αμαρτιών πρώτα, όταν μετανοούμε. Το αισθάνεται η ψυχή. Ξεκουράζεται. Ανακουφίζεται. Μόλις πείτε μέσα σας, με την καρδιά σας, «Συγχώρα με, Χριστέ μου, για το τάδε που έκαμα.» Δεν νοιώθετε μέσα σας ανακούφιση; Αυτή την ανακούφιση ποιος τη δίδει; Το Άγιον Πνεύμα. Είναι η άφεση αμαρτιών η πρώτη που λαμβάνομε διά της μετανοίας. Όταν πάμε να εξομολογηθούμε, είναι η δευτέρα άφεση αμαρτιών. Διά της συγχωρητικής ευχής του πνευματικού. Και όταν πάμε να κοινωνήσουμε, τι λέει ο παπάς όταν μας κοινωνεί; «Μεταλαμβάνει ο δούλος του Θεού  Σώμα και Αίμα Χριστού εις άφεσιν αμαρτιών». Να η άφεση των αμαρτιών «και ζωήν αιώνιον». Έτσι ξεκουράζεται η ψυχή. Έτσι έχει δυνάμεις η ψυχή. 

Και είναι και κάτι που δεν δίνουμε σημασία. Όταν μετανοούμε και καθαρίζεται η ψυχή μας και εξομολογούμαστε και κοινωνούμε, προσφέρουμε πολλές δυνάμεις του Αγίου Πνεύματος και αγγελικές δυνάμεις εις τα παιδιά μας και εις τα εγγόνια μας. Χωρίς να τους λέμε τίποτα. Ας κάθεστε εσείς στα Λειβάδια. Στο Αληθινού. Μακριά από τα παιδιά σας και τα εγγόνια σας. Εκπέμπετε ευλογία. Εκπέμπετε αγιότητα.

 

Ενώ το αντίθετο. Ένας παππούς, μια γιαγιά, ένας πατέρας, μια μητέρα που κάνει βρόμικα πράγματα, που κάνει μαγείες, που έχει κακίες, που δεν συγχωρά, που δεν ελεεί, που δεν φροντίζει για την ψυχή του, τι να τον κάμεις αυτό τον γονιό και αυτό τον παππού; Μεταδίδει, έλεγε ο άγιος Πορφύριος, μικρόβια δαιμονικά στα παιδιά του και στα εγγόνια του. Είναι αυτό που λεν στην Παλαιά Διαθήκη, «Αμαρτίαι γονέων παιδεύουσι τέκνα». 

Γι’ αυτό να έχουμε έγνοια. Βλέπετε η γιαγιά, αυτή η αγιασμένη που σας είπα, μόλις εκοιμήθη, ποιον είχε έγνοια; Τον άθεο εγγονό της. Δεν επήγε στους θρήσκους. Και του έκαμε μάθημα. Του καθηγητή. Και του έκαμε μάθημα, για να μάθει ότι υπάρχει ψυχή αθάνατος. Που ζει. Και έχει δικαιώματα. Και αυτό που θέλει η ψυχή για να ζήσει και να αναπνέει την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος είναι την μετάνοια, την ελεημοσύνη, την συγχωρητικότητα, την τήρηση των εντολών του Χριστού. 

Και όταν αυτό γίνεται, πηγαίνομε στο μέγα δικαίωμα. Το οποίον όλοι είμεθα ανάξιοι. Αλλά προσφέρεται δωρεάν. Στο Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Γιατί λειτουργούμε; Για να κοινωνάτε. Όποτε έχετε μνημόσυνα, όποτε έχετε λειτουργίες, όποτε έχετε γιορτές, δεν είναι γιορτή μόνο να κάμω κόλλυβα. Και να γραφτώ εις τους επιτρόπους το όνομά μου και να μνημονεύσει ο παπάς. Είναι και αυτό. Αλλά ολόκληρη γιορτή είναι, την ημέρα που γιορτάζω τον άγιο μου, να κοινωνήσω το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. 

Ο Προφήτης Ηλίας, 13ος αιώνας, Καλοπαναγιώτης-Κύπρος

Γιατί άγιασε ο προφήτης Ηλίας; Γιατί είναι προφήτης της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού! Γιατί αγίασε η αγία Παρασκευή; Γιατί μαρτύρησε για το Χριστό! Ότι είναι η αιώνια ζωή και δεν μπορώ να αρνηθώ την αιώνια ζωή. Δίχα αυτού, είναι νεκρή η ψυχή μου. Και το σώμα μου, όταν αναστηθεί, θα πάει στην κόλαση. 

Γι’ αυτό παρακαλώ την αγάπη σας, το πρώτο σας μέλημα να είναι η καθημερινή μετάνοια και το πότε θα κοινωνήσω. Οι κανόνες των αγίων πατέρων λένε. Να μην περνούν τρεις εβδομάδες και να μένουμε ακοινώνητοι. Εκτός και αν έχομε επιτίμιο κανόνα, τιμωρία, θεραπευτική τιμωρία από πνευματικόν. Διαφορετικά, να πάρομε ευλογία από τον πνευματικό μας και να μην περνούν τρεις βδομάδες και να μένουμε ακοινώνητοι. Διότι μαθαίνει την διεύθυνσή μας ο σατανάς. Ο πειρασμός. Και μας πειράζει και δεν έχομεν αντιστάσεις. Και δεν έχομεν όπλα να τον πολεμήσομε. 

Και το άλλο που είπαμε. Το επαναλάβω. Για να μπορούμε να δίδουμε και αγιότητα και ευλογία στα παιδιά μας, στα εγγόνια μας, που σήμερα δοκιμάζονται μέσα σε πολλούς-πολλούς πειρασμούς η νέα γενιά. Και η ευθύνη είναι της μεγάλης γενιάς για όλα αυτά που συμβαίνουν. Και για όλ’ αυτά που θα συμβούν. Και έρχονται. Με τον Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο, που ετοιμάζουν οι μεγάλοι της γης. 

Χρειαζόμαστε να έχομε όπλα πνευματικά, για να διαχειριστούμε αυτές τες δύσκολες ώρες. Και η Εκκλησία χρόνια μας προσφέρει, αλλά την αξιοποιούμε ολίγον. Έτσι, για να είμαστε σε κανένα μνημόσυνο. Κανένα γάμο, καμιά γιορτούδα, κανένα πανηγύρι για λίγη ζιβανία και για να γνωριστούμε ξανά με τους χωριανούς μας. Ωραία αυτά και τα ήθη και τα έθιμα. Αλλά, πολλές φορές, γίνονται, με συγχωρείτε, θα το πω, χωρίς Χριστόν. Και χωρίς Χριστόν, ό,τι γίνεται, είναι άχρηστον. Δεν χρησιμεύει δηλαδή πουθενά. Μόνο στην επίγεια ζωή. 

Επίγεια ζωή, χωρίς φροντίδα του Αγίου Πνεύματος, είναι ζωή των ζώων όχι του ανθρώπου. Ο άνθρωπος λέγεται άνθρωπος, γιατί άνω θρώσκει. Βλέπει προς τα πάνω. Στον δημιουργό του. Και θέλει να έχει σχέση το δημιούργημα με τον δημιουργό. Το κτιστόν με το άκτιστον. Και αν θέλει η ψυχή μου να έχει σχέση με τον δημιουργό μου, τον Πατέρα, τον Υιό και το Πνεύμα το Άγιον, χίλιες φορές περισσότερο από μένα θέλει ο Θεός να έχει επαφή και σχέση μαζί μου. 

Τι λέμε σε μίαν ευχή της μεταλήψεως; «Ουκ ειμί άξιος ίνα εισέλθης υπό την στέγην της ψυχής μου αλλά επειδή βούλει συ», αλλά, επειδή θέλεις εσύ Θεέ μου, «οικείναι ημίν» να κατοικείς μαζί μου, μέσα μου, θαρρώ προσέρχομαι. Με θάρρος προσέρχομαι  σε σένα να Σε κοινωνήσω, να φιλήσω την εικόνα Σου, να Σε προσκυνήσω, να Σε αγκαλιάσω, να προσευχηθώ μαζί Σου, να κλάψω μαζί Σου, να Σε ευχαριστήσω για τες δυνάμεις που μου δίνεις. Που αντέχεις τες αδυναμίες μου. 

Τι ωραία να έχουμε τέτοια σχέση με τον Χριστό! Και ο Χριστός να ενεργοποιεί το Άγιον Πνεύμα μέσα μας και να μας οδηγούν εις τον Θεό Πατέρα. Και να γίνεται αυτό που ακούσαμε προηγουμένως. «Και καταξίωσον ημάς, Δέσποτα, μετά παρρησίας», λέει, «ακατακρίτως τολμάν επικαλείσθαι σε τον επουράνιον Θεόν Πατέρα και λέγειν». Και ύστερα, είπεν ο Γλαύκος μας ωραία και ταπεινά το «Πάτερ ημών».

Άρα έχομε έναν Θεό, που θέλει να είναι πατέρας μας. Εμείς θέλουμε να είμεθα παιδιά του; Αν θέλομε να είμεθα παιδιά του, να φροντίζομε για την ψυχή. Και το μυστικό της ψυχής τι είναι; Ότι της δίνομε, της δίνομε Θείαν Κοινωνία; Αγιότητα βίου; Εξομολόγηση; Μετάνοια; Το μεταδίδει αμέσως εις το σώμα. Και ξεκουράζεται το σώμα. Και έχει χαρά το σώμα. Και σκιρτά η καρδιά. Και πάλλεται. Και ευχαριστεί το ίδιο το σώμα την ψυχή που τρέφεται με την ενέργεια του Τριαδικού Θεού. Έτσι να ζούμεν, αγαπητοί μου. Και η ζωή μας θα είναι μια ζωή μέσα στην ενέργεια του Θεού και δεν θα θέλουμε διακοπές, για να ξεκουραστούμε. Γιατί μας ξεκουράζει τον Άγιον Πνεύμα.  

Θέλω και κάτι να πω, ιδιαιτέρως για τα Λειβάδια. Θέλω να σας επαινέσω γιατί, όποτε γίνεται έρανος, για οποιονδήποτε λόγο… Τελευταία είχαμε έρανο για το ησυχαστήριο του οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ. Άλλη φορά, είχαμε έρανο για κάποιους ανθρώπους που είχαν πάει στη Γερμανία να κάμουν εγχείρηση. Επρόσεξα ότι, ο Πολύστυπος, τα Λειβάδια και το Αληθινού μαζί, ανάλογα με τους κατοίκους του και τους αποδήμους του, προσφέρει δυσανάλογα περισσότερο, ακόμα και από τα μεγάλα χωριά της πεδιάδας. Με άλλα λόγια, είστε χουβαρντάδες. Ο Πολύστυπος, τα Λειβάδια, το Αληθινού. Μου έκαμε μεγάλην εντύπωση!

 Είδα τα ποσά που επρόσφερε το κάθε χωριό. Δεν είμαστε πολύς κόσμος. Σε όλη την μητρόπολη Μόρφου, οι μόνιμοι κάτοικοι είμαστε λιγότερο από είκοσι χιλιάδες. Δηλαδή μια ενορία της Λευκωσίας. Και γίνονται, χάριτι Θεού, τόσα έργα σε όλες τις κοινότητες και βοηθιούνται και άνθρωποι που έχουν ανάγκη. Αυτό γίνεται χάρη στην δική σας αρχοντιά. Αυτό να το κρατήσετε. 

Εάν ο Δεσπότης το εκτιμά, σκεφτείτε πόσο το εκτιμά ο Χριστός. Και οι άγγελοι. Και θα τρέχουν να σας βοηθήσουν. Οφείλω να σας ευχαριστήσω και να σας παρακαλέσω να το κρατήσετε αυτό. «Ο ελεών πτωχόν, δανείζει Θεώ». Και ο Θεός, είναι πάντοτε αξιόπιστος.