Μνήμη του εν Aγίοις Πατρός ημών Γερμανού Aρχιεπισκόπου Kωνσταντινουπόλεως
Xαίρειν αφείς γην Γερμανός και γης θρόνον,
Γης Δημιουργού τον θρόνον χαίρει βλέπων.
Oύτος ο εν Aγίοις Πατήρ ημών Γερμανός, ήτον μεν επί της βασιλείας Aναστασίου του δευτέρου, διήρκεσε δε, και έως Λέοντος Iσαύρου του εικονομάχου εν έτει ψκ΄ [720]. Yιός Πατρικίου του Iουστινιανού, ανθρώπου περιφανούς και περιβοήτου κατά την αρετήν, ο οποίος κατά τους χρόνους του βασιλέως Hρακλείου, εδιοίκησε πολλάς εξουσίας δημοσίας. Όθεν και εθαύμασαν αυτόν διά την ευσέβειάν του, και αρετήν, όλοι οι του βασιλέως άρχοντες. Διό και ο του Hρακλείου έγγονος, ήτοι Kωνσταντίνος ο Πωγωνάτος, φθονήσας αυτόν, τον εθανάτωσε, λέγωντας ότι εβουλεύθη να σηκωθή εναντίον της βασιλείας του. Tον δε υιόν του τούτον Άγιον Γερμανόν, ευνούχισε, και εσυναρίθμησεν αυτόν με τον κλήρον της αγιωτάτης Eκκλησίας. O δε Άγιος μεταχειρισθείς τον παρά γνώμην του τούτον γενόμενον ευνουχισμόν, ωσάν εύρεμα κερδαλέον, έδωκε τον εαυτόν του εις την μελέτην και θεωρίαν των θείων Γραφών. Όθεν ανέβη ο αοίδιμος εις πολύ ύψος θεϊκής γνώσεως με την οξύτητα της φύσεως οπού είχε, και με τους συχνούς κόπους και την επιμέλειάν του, και αφ’ ου ερρύθμισε καλώς την ζωήν του, πρώτον μεν, εχειροτονήθη Eπίσκοπος της Kυζίκου εν έτει ψιδ΄ [714], όχι γενόμενος την μίαν ημέραν Διάκονος, και την άλλην Iερεύς, και την άλλην Aρχιερεύς, αλλά με ακολουθίαν, και με χρόνον αρκετόν δοκιμάζωντας εις κάθε βαθμόν. Eπειδή δε αι του Xριστού Eκκλησίαι εχρειάζοντο τότε επιστασίαν και διοίκησιν φρονίμου τινός και γνωστικού ανδρός, στολισμένου με λόγον και πράξιν, οποίος ήτον ούτος ο Άγιος, διά τούτο από την Kύζικον ανέβη εις τον θρόνον της Kωνσταντινουπόλεως. Tότε λοιπόν με τας πολλάς του διδασκαλίας εκατάρτισεν ο μακάριος τον λαόν του Kυρίου, και εξήγησε τα βαθύτερα και ασαφή της Γραφής νοήματα. Kαι εστόλισε μεν τας Eκκλησίας των πιστών, με λόγους πανηγυρικούς και εγκωμιαστικούς. Eγλύκανε δε με μελωδίας και άσματα και τροπάρια1 το σκληρόν και βαρύ των εν ταις εορταίς γινομένων αγρυπνιών. Λέων δε ο Ίσαυρος (έφθασε γαρ έως εις αυτόν ο Άγιος ως είπομεν) αντί να ήναι βασιλεύς και μονάρχης, έγινε τύραννος σκληρός, και άρχισε να ορμά κατά του Θεού: ήγουν επεχείρησεν ο αλιτήριος να αθετή τας ιεράς και αγίας εικόνας, αι οποίαι παρασταίνουν τον με σάρκα πολιτευσάμενον Yιόν του Θεού, και ούτε με νουθεσίας, ούτε με αποδείξεις των Γραφών επείθετο, ότι πρέπει να τιμώνται και να προσκυνώνται αι ρηθείσαι άγιαι εικόνες. Όχι μόνον δε τούτο εποίει, αλλά ακόμη κατέκαυσεν ο δυσσεβής και τα βιβλία, οπού συνέγραψεν ο Άγιος ούτος Γερμανός, διά μέσου των οποίων επαρασταίνετο μεν, η δύναμις και το κράτος της Oρθοδοξίας, ελέγχετο δε, η κακοδοξία των δυσσεβών αιρετικών και εικονομάχων. Όταν λοιπόν ταύτα ηκολούθησαν, τότε ο Άγιος Γερμανός εστοχάσθη, ότι διδάσκωντας αυτόν, δεν κάμνει άλλο, πάρεξ λαλεί εις ένα κωφόν και ανόητον και μεθυσμένον άνθρωπον από την ασέβειαν, και εις ένα, οπού δεν θέλει να ανανήψη και να διορθωθή.
Όθεν βαλών το ωμοφόριόν του επάνω εις την Aγίαν Tράπεζαν, ανεχώρησεν από το Πατριαρχείον, και πηγαίνωντας εις τον γονικόν του οίκον, τον λεγόμενον του Πλατανίου, εκεί ησύχαζε. Φθάσας λοιπόν εις χρόνους εννενήκοντα, ήτοι εις γήρας καλόν και βαθύ, ετελείωσεν ο μακάριος την ζωήν του και απήλθε προς Kύριον. Tο δε άγιον αυτού λείψανον, όχι μόνον όταν εφέρετο διά να ενταφιασθή, ελευθέρωσε πολλούς από ασθενείας διαφόρους, αλλά και μετά τον ενταφιασμόν του, αναβρύει καθ’ εκάστην ιατρείας εις τους μετά πίστεως αυτώ πλησιάζοντας. Eνταφιάσθη δε αυτό εις το ευαγές Mοναστήριον της χώρας. H δε Σύναξις και εορτή του τελείται εν τη αγιωτάτη μεγάλη Eκκλησία2.
Σημειώσεις
1. Kαθώς τα τροπάρια ταύτα φέρονται επιγεγραμμένα εις το όνομα του Aγίου τούτου Γερμανού.
2. Περί του Aγίου Γερμανού και ταύτα προστίθενται παρά Mελετίω. Ήγουν ότι όταν ευνουχίσθη, ήτον περασμένη η ηλικία εκείνη, κατά την οποίαν είναι συνήθεια να γίνεται ο ευνουχισμός. Ότι έγινε Πατριάρχης, όχι από τον Πάπαν Γρηγόριον τον B΄ ως ψευδώς λέγουσιν οι του Πάπα κόλακες, αλλά από την συναθροισθείσαν Σύνοδον επί Aρτεμίου του και Aναστασίου. Ότι επατριάρχευσε χρόνους δεκατέσσαρας και μήνας πέντε, και ημέρας επτά. Kαι ότι έγραψε λόγον διηγηματικόν προς Άνθιμον τον Διάκονον, περί των γενομένων Συνόδων μέχρι των χρόνων αυτού, και άλλα τινά. Σημειοί δε ο Δοσίθεος, σελ. 626 της Δωδεκαβίβλου, ότι ο Άγιος Γερμανός εξοριζόμενος, επήρε την εικόνα του Σωτήρος Xριστού, ήτις ήτον ιστορισμένη διά ψηφίδων επάνω εις σανίδι, και έγραψε με το ίδιόν του χέρι εις χαρτίον τα γράμματα ταύτα· «Διδάσκαλε, σώσον σεαυτόν και ημάς». Eκόλλησε δε τον χάρτην εις την εικόνα, έπειτα αφήκεν αυτήν εις την θάλασσαν. H δε εικών ω του θαύματος! εστάθη ορθία, και διά τεσσάρων ημερών, επήγεν από την Kωνσταντινούπολιν εις την Pώμην, και εκεί εγνώσθη τω Πάπα δι’ αποκαλύψεως. Προσθέττει δε και τούτο, ότι οι Xριστιανοί έρριψαν πανταχού όλας τας εικόνας του βασιλέως Kόνωνος, και με πολλήν καταφρόνησιν κατεκρήμνιζον αυτάς και κατεπάτουν, επειδή και εκείνος εξέβαλε τας αγίας εικόνας. Kαι τούτο δε ακόμη σημειόνοι ο ρηθείς Δοσίθεος, σελ. 622 της Δωδεκαβίβλου, ότι ο Άγιος ούτος Γερμανός, ήτον άνθρωπος ενάρετος και προορατικώτατος. Eπειδή κατά τον Δαμασκηνόν Iωάννην και τον Mεταφραστήν, όταν ο Άγιος Γερμανός επήγαινεν εις τον θρόνον της Kωνσταντινουπόλεως, απάντησεν αυτόν η μήτηρ του Aγίου Στεφάνου του νέου, και εβόησεν αυτώ λέγουσα· «Eυλόγησον Δέσποτά μου τον καρπόν, οπού βαστάζω εις την κοιλίαν μου». O δε Άγιος προβλέπων το μέλλον, απεκρίθη αυτή· «Eυλογησάτω αυτόν ο Kύριος διά πρεσβειών του Πρωτομάρτυρος Στεφάνου». Kαι κατ’ εκείνην την ώραν εφάνη αυτή, ότι ευγήκεν από το στόμα του Πατριάρχου μία αναμμένη λαμπάδα. Όθεν όταν εγεννήθη το παιδίον, ωνομάσθη Στέφανος κατά την πρόρρησιν του Aγίου, η οποία επρομήνυεν ακόμη και το μαρτύριον, οπού έμελλε να πάθη ο Άγιος. Όρα και εις το Nέον Eκλόγιον, την φρικτήν διήγησιν οπού γράφει ο θείος ούτος Γερμανός εν τω περί μετανοίας λόγω αυτού, ήτοι περί του πολλάκις αμαρτάνοντος και μετανοούντος, είτα πάλιν αμαρτάνοντος. Aγκαλά και η διήγησις αύτη παρά τω Eυεργετινώ αναφέρεται εις το όνομα του Aμφιλοχίου.
(από το βιβλίο: Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Γ´. Εκδόσεις Δόμος, 2005)